text
stringlengths
17
932k
label
int64
0
388
102. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ - ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 2/52948/A0024 της 11 Ιουλ.-29 Αυγ.2000 (ΦΕΚ Β΄1062) Διατήρηση των εκτός προϋπολογισμού ειδικών λογαριασμών με τίτλο "Ειδικοί Λογαριασμοί Κεφαλαίου Λιμενικής Αστυνομίας. Έχοντας υπόψη τις διατάξεις: 1. Του Ν. 1646/1951 "Περί κυρώσεως και συμπληρώσεως του ΑΝ 1500/1950 "Περί ρυθμίσεως των εκτός Δημ. Ληψοδοσίας ειδικών λογ/σμών" 2. Του άρθρου 29 Α του Ν.1558/1985 (ΦΕΚ137/Α/1985) όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 27 του Ν.2081/1992 (ΦΕΚ 154/Α/1992) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν.2469/1997 (ΦΕΚ 38/Α/1997) «Περί περιορισμού και βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των κρατικών δαπανών» 3. Του Ν. 2216/1994 όπως ισχύει κάθε φορά 4. Του άρθρου 60 του Ν.2362/1995 "Περί Δημοσίου Λογιστικού κ.λπ.". 5. Του Ν.2771/1999 (ΦΕΚ.280/Α/1999) "Περί Ειδικών Λογ/σμών και άλλες διατάξεις". 6. Του άρθρου 11 του Ν. 2743/1999 "Πλοία αναψυχής και άλλες διατάξεις". 7. Του άρθρου 37α του Ν.Δ. 187/1973 "Περί ΚΔ.Ν.Δ." που προστέθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 2329/1995 "Ρύθμιση θεμάτων προσωπικού Λ. Σ. και άλλες διατάξεις" 8. Την αρίθμ. 3131.4/3/95/24.11.1995 απόφαση Υ.Ε.Ν. «Τήρηση Ειδικού Λογαριασμού Κεφαλαίου Λιμενικής Αστυνομίας, ρύθμιση θεμάτων είσπραξης, διαχείρησης τελών και γενικά της λειτουργίας του». 9. Την αρίθμ. 3131.4/1/99/25.10.1999 απόφαση Υ.Ε.Ν. "Καθορισμός τελών διάθεσης αδειών που προβλέπονται από τους Γενικούς η Ειδικούς Κανονισμούς Λιμένα και λοιπές κείμενες διατάξεις αρμοδιότητος του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας". 10. Την αριθμ. 1039386/ 441/Α0006/21.4.2000 (ΦΕΚ571/ Β/ 21.4.2000) Κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικ/κών "Ανάθεση αρμοδιοτήτων Υπουργού Οικονομικών στους Υφυπουργούς Οικονομικών" 11. Την ανάγκη τροποποίησης και συμπλήρωσης του κανονιστικού πλαισίου ώστε οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κεφαλαίου Λιμενικής Αστυνομίας των Λιμενικών Αρχών να λειτουργούν κάτω από καθεστώς αρτιότερης οργάνωσης, πλήρους διαφάνειας και στενότερης παρακολούθησης όσον αφορά κυρίως τις δαπάνες που καλύπτουν. 12. Το γεγονός ότι με την έκδοση της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη στον Κρατικό Προϋπολογισμό, αποφασίζουμε: 1. Την διατήρηση σε ισχύ των εκτός προϋπολογισμού ειδικών λογαριασμών με τίτλο "Ειδικοί Λογαριασμοί Κεφαλαίου Λιμενικής Αστυνομίας" που προβλέπονται από το άρθρο 37α του Ν.Δ. 187/1973 όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 2329/1995 οι οποίοι τηρούνται στην έδρα κάθε Λιμενικής Αρχής (Κενρικά Λιμεναρχεία, Λιμεναρχεία, Υπολιμεναρχεία) σύμφωνα με την αριθμ. 3131.4/ 3/ 95/ 24.11.1995 απόφαση του υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας. 2. Οι ανωτέρω ειδικοί λογαριασμοί δημόσιας διαχείρισης των Λιμενικών Αρχών τελούν υπό την εποπτεία της Διεύθυνσης Λιμενικής Αστυνομίας του Υ.Ε.Ν. σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5.14 της με αριθμ. 3131.4/3/95/24.11.1995 απόφασης ΥΕΝ. 3. Η κάλυψη των ομοειδών του Κρατικού Προϋπολογισμού δαπανών που προβλέπονται για τους ειδικούς Λογαριασμούς Κεφαλαίου Λιμενικής Αστυνομίας στην αριθμ. 3131.4/3/24.11.1995 απόφαση Υ.Ε.Ν., θα γίνεται εφόσον οι δαπάνες αυτές δεν μπορούν να καλυφθούν από πιστώσεις του Κρατικού Προϋπολογισμού 4. Εγκρίνεται η μεταφορά πιστώσεων από τον Ειδικό Λογαριασμό Κεφαλαίου Λιμενικής Αστυνομίας μίας Λιμενικής Αρχής της παραγράφου 1 σε αντίστοιχο ειδικό λογαριασμό άλλης λιμενικής αρχής, της ιδίας παραγράφου, για την αντιμετώπιση σχετικών δαπανών της λιμενικής αρχής η του ΥΕΝ κατά τα οριζόμενα στην σριθμ. 3131.4/ 3/ 95/ 24.11.1995 απόφαση του Υ.Ε.Ν. 5. Τα διαχειριστικά όργανα των ανωτέρω Ειδικών Λογαριασμών συντάσσουν κάθε έτος Προϋπολογισμό σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών καθώς και Απολογισμό, οι οποίοι συνυποβάλλονται προς έγκριση και αξιολόγηση στο Υπουργείο Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους) ταυτόχρονα με τον Προϋπολογισμό του Φορέα που εποπτεύει τους Ειδικούς Λογαριασμούς και υπόκεινται στους προβλεπόμενους δημοσιονομικούς ελέγχους. Η μη έγκαιρη υποβολή τους εντός των προθεσμιών που θέτει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους αναστέλλει αυτομάτως τη λειτουργία του Λογαριασμού. 6. Η παρούσα ισχύει από την δημοσίευσή της στην εφημερίδα της Κυβέρνησης.
127
6. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 88 της 7/23 Ιουλ. 1973 (ΦΕΚ Α΄153) (Διορθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Α΄249 της 28 Σεπτ. 1973) Περί καθορισμού συντελεστών αποσβέσεων. Έχοντες υπ’ όψει: Τας διατάξεις του άρθρ. 35 του Ν.Δ. 3323/1955 «περί φορολογίας του εισοδήματος», ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως, ως και την υπ’ αριθ. 375/1973 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου επί των Οικονομικών Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-1.Δια τον προσδιορισμόν του καθαρού κέρδους των εμπορικών, βιομηχανικών και γεωργικών επιχειρήσεων των ασκουμένων υπό φυσικών και νομικών προσώπων, ως και του καθαρού εισοδήματος εξ υπηρεσιών ελευθερίων επαγγελμάτων, περί ων αι διατάξεις των άρθρ. 35, 39 και 46 του Ν.Δ. 3323/1955 «περί φορολογίας του εισοδήματος» και του άρθρ. 8 του Ν.Δ. 3843/1958 «περί φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων», τα ποσοστά αποσβέσεως της αξίας των παγίων περιουσιακών στοιχείων καθορίζονται κατά τας επομένας διατάξεις του παρόντος. 2.Τα ποσοστά ταύτα εφαρμόζονται επί διαχειρίσεων ή ισολογισμών, ων η λήξις εμπίπτει εις το από 1ης Ιαν. 1973 και εφεξής χρονικόν διάστημα. 3.Τα κατά το παρόν Διάταγμα ποσά εκπεστέων αποσβέσεων υπολογίζονται επί της εις δραχμάς αξίας των παγίων περιουσιακών στοιχείων της επιχειρήσεως κατά τον χρόνον κτήσεως αυτών ή της προσηρμοσμένης αξίας των της εξευρισκομένης κατά τας ισχύουσας εκάστοτε σχετικάς διατάξεις περί προσαρμογής των ισολογισμών, πλην της τοιαύτης της προβλεπομένης υπό των διατάξεων του Ν.Δ. 1314/1972. 4.Τα δια του παρόντος καθοριζόμενα ποσοστά αποσβέσεων αφορώσιν ετησίαν απόσβεσιν. Επί νέων μηχανημάτων, εγκαταστάσεων και λοιπών παγίων στοιχείων, η απόσβεσις άρχεται από του μηνός καθ’ ον ετέθησαν ταύτα εις λειτουργίαν, υπολογίζονται δε εις τόσα δωδέκατα όσοι οι μήνες μέχρι τέλους της χρήσεως. 5.Αι ενεργούμεναι αποσβέσεις δεν δύνανται να υπερβούν την αξίαν κτήσεως ή την προσηρμοσμένην τοιαύτην του αποσβεστέου στοιχείου κατά τα ανωτέρω εν παρ. 3 διαλαμβανόμενα. 6.Η αξία των εργαλείων και ανταλλακτικών των χρησιμοποιουμένων μηχανημάτων τόσον των επιχειρήσεων όσον και των ελευθερίων επαγγελμάτων, αποσβέννυται εξ ολοκλήρου εντός της χρήσεως καθ’ ην το πρώτον εχρησιμοποιήθησαν ταύτα. «7.Πάγια στοιχεία, των οποίων η αξία κτήσης εκάστου είναι μέχρι 75.000 δραχμές, δύναται να αποσβένονται εξ ολοκλήρου μέσα στη χρήση κατά την οποία τέθηκαν αυτά σε λειτουργία». Η παρ. 7 προστέθηκε και η παλαιά παρ. 7 αναριθμήθηκε σε παρ. 8 από την παρ. 1 άρθρ. 5 Νόμ. 1947/1991, ΦΕΚ Α΄70 (ανωτ. σελ. 196,463). Σύμφωνα δε με την παρ. 5 άνω άρθρ. 5 Νόμ. 1947/1991 οι διατάξεις της ανωτέρω παρ. 7 ισχύουν για ισολογισμούς που θα κλείσουν μετά την 30 Δεκ. 1990. 8.(7).Η διενέργεια κατ’ έτος των δια του παρόντος οριζομένων ποσοστών αποσβέσεων τυγχάνει υποχρεωτική. άρθρ. 2,3,5 και 9 του παρόντος αποσβέσεων. Άρθρ.9.-Προκειμένου περί λιμενικών έργων και ναυπηγείων, οι συντελεσταί αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α)Επί λιμένων, αποβαθρών και ορμητηρίων εις 10%, β)επί έργων ελαφρύνσεως πρανών εις 16%, γ)επί ρυμουλκών, βυθοκόρων, πλωτών γερανών, ακάτων-πορθμείων, λέμβων, φορτηγίδων, πλωτήρων και λοιπών συναφών στοιχείων εις 12%. δ)επί μονίμων δεξαμενών εκ σκυροδέματος εις 5%, ε)επί πλωτών δεξαμενών εις 5%, ς)επί ναυπηγικών κλινών εις 6% και ζ)επί σχεδίων ναυπηγήσεως πλοίων εις 33%. Άρθρ.10.-Δια τα πάγια περιουσιακά στοιχεία των εργοληπτικών επιχειρήσεων δημοσίων και ιδιωτικών έργων, οι συντελεσταί ετησίας αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α)Επί ξυλείας χρησιμοποιουμένης δι’ οικοδομικά και λοιπά τεχνικά έργα εις 30%, β)επί μεταλλικών ικριωμάτων έως 10% και γ)επί προωθητήρων γαιών, φορτωτών, ισοπεδωτήρων, αεροσυμπιεστών, εκσκαφέων, ασφαλτικών μηχανημάτων, γεωτρυπάνων, αναβατορίων, μηχανικών πτύων, αποξεστήρων αυτοκινουμένων, θραυστήρων, τριβείων, σιλοκοσκίνων, δονητών, αναμικτήρων σκυροδέματος, οδοστρωτήρων κλπ. εις 10%. Άρθρ.11.-Προκειμένου περί γεωργικών μηχανημάτων και εργαλείων χρησιμοποιουμένων υπό των γεωργικών επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων εν γένει, τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α)Επί ελκυστήρων, αλωνιστικών μηχανών, σβαρνών οδοντωτών, σκαλιστηρίων, καλλιεργητών, αρότρων, δισκοσβαρνών, χορτοαναδευτών, χορτοσωρευτών, σπαρτικών μηχανών, φορητών αναβατορίων, μηχανών τεμαχισμού σανών δι’ ενσείρωσιν (στασίμων), μηχανών αλέσεως τροφών, ρυμουλκών, κοπροδιανομέων, μηχανών θεριστικών, αυτοδετικών χορτοσυλλεκτοδεματικών, πατατοσυλλεκτικών και θεραλωνιστικών εις 12%, β)επί φορτωτικών μηχανών, χορτοκοπτικών, συλλεκτικών βάμβακος, συλλεκτικών αραβοσίτου, φρεζών, τευτλοεξαγωγέων, κινητήρων εσωτερικής καύσεως και αντλητικών συγκροτημάτων εις 12%, γ)επί λιπασματοδιανομέων και ψεκαστήρων εις 14% και δ)επί λοιπών μηχανημάτων εις 10%. Άρθρ.12.-«1.Για τις κινηματογραφικές ταινίες, τα ποσοστά απόσβεσης ορίζονται σε 80% για το πρώτο, 12% για το δεύτερο και 8% για το τρίτο έτος εκμετάλλευσής τους. 2.Η απόσβεση υπολογίζεται σε δωδεκάμηνη βάση ανεξάρτητα από το χρόνο εκμετάλλευσης της ταινίας κατά το διαχειριστικό έτος, με τον περιορισμό να μην υπερβεί κατά το πρώτο έτος τα πραγματοποιηθέντα από την εκμετάλλευση της ταινίας ακαθάριστα έσοδα. Η τυχόν διαφορά της μειωμένης κατά το πρώτο έτος απόσβεσης προσαυξάνει τις αποσβέσεις του δεύτερου έτους, ανεξάρτητα από το ύψος των ακαθάριστων εσόδων, ώστε για τα πρώτα δύο έτη η συνολική απόσβεση να ανέρχεται στο 92% (80% + 12% = 92%) της αξίας της ταινίας». Το άρθρ. 12 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 14 άρθρ. 6 Νόμ. 1473/1984 (ΦΕΚ Α΄127), (ανωτ. σελ. 196,361). Σύμφωνα με το εδάφ. ε άρθρ. 48 άνω Νόμ. 1473/1984 οι διατάξεις του άνω άρθρ. 12 ισχύουν από 1 Ιαν. 1984. (Αντί για τη σελ. 200,03(δ) Σελ. 200,03(ε) Τεύχος 1447 Σελ. 89 Αποσβέσεις 27.Β.θ.6 Άρθρ.13.-Προκειμένου περί ελευθερίων επαγγελμάτων, τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α)Επί επίπλων και σκευών εις 15%, β)επί μηχανημάτων και λοιπών επαγγελματικών εγκαταστάσεων εις 20%, γ)επί οργάνων και συσκευών εργαστηρίων χημείου και συναφών τοιούτων εις 20% και δ)επί επιστημονικών περιοδικών και συγγραμμάτων εις 100%. Άρθρ. 2.-1.Τα ποσοστά αποσβέσεως της αξίας των κτιριακών εγκαταστάσεων και οικοδομημάτων ορίζονται ως ακολούθως: α)Επί οικοδομών ή τμημάτων τούτων, χρησιμοποιουμένων υπό ξενοδοχείων, κλινικών, σανατορίων, εκπαιδευτηρίων και καταστημάτων εξυπηρετήσεως του κοινού εν γένει εις 8%, β)επί μπαγκαλόους, κάμπιγκς και συναφών εγκαταστάσεων, εις 12% ή 8%, αναλόγως της κατασκευής των εκ ξυλείας ή τσιμέντου, γ)επί οικοδομών ή τμημάτων τούτων, χρησιμοποιουμένων υπό των λοιπών επιχειρήσεων, εις 5%, δ)επί προχείρων κατασκευών (ξυλίνων, πλαστικών κλπ.) εις 12%, ε)επί βιομηχανοστασίων, των παραρτημάτων και παρακολουθημάτων τούτων, ως και των μετ’ αυτών συνεχομένων αποθηκών προς αποθήκευσιν πρώτων υλών και πρώτην εναπόθεσιν των βιομηχανικών προϊόντων, ως ταύτα νοούνται υπό της διατάξεως της παρ. 4 του άρθρ. 18 του Ν.Δ. 3323/1955, εις 8%, ς)επί ξηραντηρίων καπνού τύπου Βιρτζίνια εις 8%, ζ)επί ξηραντηρίων καπνού τύπου Μπάρλεϋ εις 10%, η)επί οικοδομημάτων επεξεργασίας και συντηρήσεως καπνών εις φύλλα (καπναποθηκών) ή άλλων εξαγωγίμων γεωργικών προϊόντων, εις 8%. 2.Εκ του ποσού της επί τη βάσει του παρόντος αναγνωριζομένης αποσβέσεως αφαιρείται η κατά τας διατάξεις του άρθρ. 20 του Ν.Δ. 3323/1955 παρεχομένη απόσβεσις κατά ποσοστόν 12% ή 5% επί του ακαθαρίστου εισοδήματος της οικοδομής ή του καταστήματος, γραφείου κλπ., αναλόγως της περιπτώσεως. 3.Τα εν τη παρ. 1 του παρόντος αναφερόμενα ποσοστά αποσβέσεως εφαρμόζονται επί της αξίας των κτισμάτων, ανεξαρτήτως του τρόπου κατασκευής τούτων (συνήθους ή προκατασκευής). Άρθρ.3.-1.Δια τα μηχανήματα και εγκαταστάσεις παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενεργείας, τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α)Επί μηχανημάτων κινητηρίου δυνάμεως δια κινητήρων εσωτερικής καύσεως εις 12%, β)επί θερμοηλεκτρικών σταθμών παραγωγής εις 4%, γ)επί σταθμών αεριοστροβίλων παραγωγής εις 5%, δ)επί σταθμών εσωτερικής καύσεως (DIESEL) εις 8%, (Αντί για τη σελ. 200,01(β) Σελ. 200,01(γ) Τεύχος 1107-Σελ. 77 Αποσβέσεις 27.Β.θ.6 ε)επί υδροηλεκτρικών σταθμών παραγωγής εις 2%. ς)επί γραμμών μεταφοράς εις 3,5%, ζ)επί υποσταθμών μεταφοράς και γραμμών διανομής χαμηλής τάσεως εις 4%, η)επί γραμμών διανομής μέσης τάσεως εις 3,5% και θ)επί υποσταθμών διανομής, εις 4%. 2.Επί τηλεπικοινωνιακών εγκαταστάσεων και τηλεπικοινωνιακών έργων το ποσοστόν αποσβέσεως ορίζεται ως ακόλουθως: α)Επί τηλεφωνικών εγκαταστάσεων κέντρων εις 8%, β)επί τηλεγραφικών εγκαταστάσεων (TELEX) κέντρων εις 10%, γ)επί ραδιοηλεκτρικών εγκαταστάσεων εις 12,5%, δ)επί εναερίων γραμμών εις 8%, ε)επί υπογείων καλωδίων-σωληνώσεων εις 4%, ς)επί υποβρυχίων καλωδίων εις 5%, ζ)επί κυρίων τηλεφωνικών συνδέσεων - συσκευών - θαλάμων, εις 10%, η)επί τηλεγραφικών συνδέσεων-συσκευών εις 10%, θ)επί ραδιοηλεκτρικών συνδέσεων-συσκευών εις 10%, ι)επί δευτερευουσών εγκαταστάσεων εις 12,5% και ια)επί καλωδιακών πλοίων εις 5%. 3.Δια τους ηλεκτρονικούς υπολογιστάς και ηλεκτρονικά συγκροτήματα εν γένει, το ποσοστόν αποσβέσεως ορίζεται εις 20%. Το ποσοστόν τούτο ορίζεται εις 35% οσάκις τα ως άνω πάγια στοιχεία χρησιμοποιούνται ως μέσα εκπαιδεύσεως. «Για λογισμικά προγράμματα Η/Υ το ποσοστό απόσβεσης ορίζεται σε 25%». Το μέσα σε « » τελευταίο εδάφιο, προστέθηκε από την παρ. 4 άρθρ. 5 Νόμ. 1947/1991, ΦΕΚ Α΄70 (ανωτ. σελ. 196,463). Σύμφωνα δε με την παρ. 5 άνω άρθρ. 5 Νόμ. 1947/1991, οι διατάξεις του άνω εδαφίου, ισχύουν για τους ισολογισμούς που θα κλείσουν μετά την 30 Δεκ. 1990. 4.Το ποσοστόν αποσβέσεως, δια τα ψυκτικά μηχανήματα (ψυγεία διατηρήσεως τροφίμων κλπ.), εγκαταστάσεις κλιματισμού και κεντρικής θερμάνσεως (λέβητες-καυστήρες κλπ.), ορίζεται εις 10%. Σελ. 200,02(γ) Τεύχος 1107-Σελ. 78 5.Επί μηχανημάτων και εγκαταστάσεων χρησιμοποιουμένων υπό καπνοβιομηχανιών τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α.Επί κοπτικών μηχανών, χαρμανιέρων, υγραντηρίων και ξηραντηρίων καπνών, εγκαταστάσεων μεταφοράς καπνού εις φύλλα και κεκκομένου, κλιματιστικών εγκαταστάσεων εις τους χώρους επεξεργασίας και βιομηχανοποιήσεως, εις 10% και β.επί σιγαροποιητικών, κυτιοποιητικών, πακεταριστικών, λιθογραφικών μηχανών και σελλοφανέζων, εις 12%. 6.Δια τα μηχανήματα και εγκαταστάσεις των πρατηρίων υγρών καυσίμων και λιπαντηρίων τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α.Επί αντλιών και εξοπλισμού αυτών εις 12%, β.Επί αεροσυμπιεστών και γρασαδόρων εις 15%. 7.Προκειμένου περί των ειδικών εγκαταστάσεων και μηχανημάτων των κατωτέρω επιχειρήσεων, τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α.Κονσερβοποιΐας και τυποποιημένων προϊόντων εις 12%, β.υποδηματοποιΐας εις 15%, γ.βυρσοδεψίας εις 12%, δ.παραγωγής νημάτων και υφασμάτων εξ ερίου και μετάξης (φυσικής και τεχνικής) εις 15%. ε.παραγωγής νημάτων και υφασμάτων εκ φυσικού και τεχνητού βάμβακος εις 12%, ζ.παραγωγής φαρμακευτικών προϊόντων εις 12%. η.παραγωγής πλαστικών ειδών εις 12%, θ.διϋλιστηρίων εις 15%, ι.εκτυπωτικών, εκδοτικών και βιβλιοδετικών εργασιών εις 12%, ια.παραγωγής τσιμέντου εις 15%, και ιβ.παραγωγής σιδήρου και χάλυβος εις 20%, 8.Επί ειδών υγιεινής ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, σανατορίων και κλινικών, θεωρουμένων ως εγκαταστάσεων των επιχειρήσεων και ουχί των ακινήτων, το ποσοστόν αποσβέσεως ορίζεται εις 20%, 27.Β.θ.6 Αποσβέσεις 9.Δια τα δοχεία μεταφοράς υγρών και αερίωνμεταλλικών δεξαμενών κλπ., τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α.Επί δοχείων μεταφοράς υγρών υλών (βαρελίων κλπ.) εις 30%. β.επί χαλυβδίνων φιαλών υγραερίου εις 15%, γ.επί δικτύων σωληνώσεων μετά σχετικών εξαρτημάτων υγρών καυσίμων εις 10%. δ.επί μεταλλικών δεξαμενών εναποθηκεύσεως υγρών καυσίμων εις 5%. «10.Για τα έργα δικτύων ύδρευσης, αποχέτευσης, αντιρρύπανσης, αντιπλημμυρικά έργα, κέντρα επεξεργασίας λυμάτων, τα ποσοστά απόσβεσης ορίζονται ως εξής: Α.Δίκτυο ύδρευσης α)Φράγματα 1% β)Υδραγωγεία 2,5% γ)Εξωτερικά αντλιοστάσια 4% δ)Εσωτερικά αντλιοστάσια 4% ε)Διυλιστήρια 2% στ)Δεξαμενές 2% ζ)Κύριοι τροφοδοτικοί αγωγοί 3% η)Δευτερεύοντες τροφοδοτικοί αγωγοί 3,5% θ)Δίκτυο διανομής 4% Β.Δίκτυο αποχέτευσης α)Έργα βαρείας υποδομής 2% β)Βασικοί συλλεκτήρες 2% γ)Η/Μ εγκαταστάσεις 6,5% δ)Δευτερεύοντες αγωγοί 2,5% ε)Εξωτερικές διακλαδώσεις 4% Γ.Αντιπλημμυρικά έργα: α)Διευθετήσεις ρεμμάτων 1% β)Συλλεκτήρες ομβρίων 2% γ)Φρεάτια υδροσυλλογής 4% δ)Δίκτυο ομβρίων 2,5% Δ.Έργα Αντιρρύπανσης-Κέντρα Επεξεργασίας Λυμάτων α)Ερευνητικό κέντρο λυμμάτων 2% β)Κέντρα Λυμμάτων 2%». Η παρ. 10. προστέθηκε και η παλαιά παρ. 10 αριθμείται ως παρ. 11 από την παρ. 2 άρθρ. 5 Νόμ. 1947/1991, ΦΕΚ Α΄70 (ανωτ. σελ. 196,463). Σύμφωνα δε με την παρ. 5 άνω άρθρ. 5 Νόμ. 1947/1991, οι διατάξεις της ανωτέρω παρ. 10, ισχύουν για τους ισολογισμούς που θα κλείσουν μετά την 30 Δεκ. 1990. 11(10).Επί λοιπών μηχανημάτων και εγκαταστάσεων εν γένει, το ποσοστόν αποσβέσεως ορίζεται ως ακολούθως: α.Ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, σανατορίων, κλινικών και εκπαιδευτηρίων εις 20%. β.λοιπών επιχειρήσεων εις 15%. Άρθρ.4.-1.Προκειμένου περί ειδών εξοπλισμού εν γένει (επίπλων, σκευών κλπ.) των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, σανατορίων, κλινικών, εκπαιδευτηρίων, εστιατορίων και κέντρων διασκεδάσεως, το ποσοστόν αποσβέσεως ορίζεται εις 30%. 2.Το ποσοστόν αποσβέσεως επί ειδών εξοπλισμού εν γένει (επίπλων σκευών κλπ) λοιπών επιχειρήσεων ορίζεται εις 20%. 3.Προκειμένου περί ειδών εξοπλισμού γραφείου, ήτοι λογιστικών μηχανών, αριθμομηχανών, φωτοαντιγραφικών και φωτοτυπικών μηχανημάτων, γραφομηχανών, μαγνητοφώνων και προβολέων διαφανειών, ως και οργάνων και συσκευών εργαστηρίου χημείου, το ποσοστόν αποσβέσεως ορίζεται εις 15%. 4.Δια τα ως άνω, εν παρ. 3, περιουσιακά στοιχεία, οσάκις ταύτα χρησιμοποιούνται ως μέσα εκπαιδεύσεως, το ποσοστόν αποσβέσεως ορίζεται εις 35%. Άρθρ.5.-1.Δια τα μεταφορικά μέσα (πλην πλωτών και εναερίων) και τροχαίον υλικόν τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως κατωτέρω: α.Επί επιβατηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλεττών: αα)εκπαιδευτηρίων εις 10% και «ββ)Επί επιχειρήσεων ενοικιάσεως αυτοκινήτων σε ποσοστό 25%». Η υποπερίπτ. ββ΄, προστέθηκε και η παλαιά υποπερίπτ. ββ΄ αριθμήθηκε ως υποπερίπτ. γγ΄, από την παρ. 3 άρθρ. 5 Νόμ. 1947/1991, ΦΕΚ Α΄70 (ανωτ. σελ. 196,463). Σύμφωνα δε, με την παρ. 5 άνω άρθρ. 5 Νόμ. 1947/1991, οι διατάξεις της ανωτέρω υποπερίπτ. ββ, ισχύουν για ισολογισμούς που θα κλείσουν μετά την 30 Δεκ. 1990. γγ(ββ)λοιπών επιχειρήσεων (πλην μεταφορικών) εις 12%, β.επί μοτοποδηλάτων και ποδηλάτων εις 15%, γ.επί φορτηγών αυτοκινήτων εις 20%, δ.επί τουριστικών λεωφορείων αυτοκινήτων (πούλμαν) εις 15%, ε.επί λεωφορείων αυτοκινήτων μεταφορικών επιχειρήσεων εις 20%, ς.επί σιδηροτροχιών και τροχαίου υλικού εις 5% και ζ.επί λοιπών μέσων και μηχανημάτων των συγκοινωνιακών επιχειρήσεων εις 12%. 2.Προκειμένου περί εναερίων μεταφορικών μέσων τα ποσοστά αποσβέσεως ορίζονται ως ακολούθως: α.Επί αεροσκαφών καινουργών εις 20%. β.επί αεροσκαφών μεταχειρισμένων εις 20% πλέον 5% δι’ έκαστον έτος το οποίον παρήλθεν από του επομένου της κατασκευής μέχρι του έτους της κτήσεως. 3.Επί πλοίων και λοιπών πλωτών μέσων χωρητικότητος φορτίου κατωτέρας των 500 τόννων, το ποσοστόν αποσβέσεως ορίζεται εις 20%, δια (Μετά τη σελ. 200,02(γ) Σελ. 200,021 Τεύχος 1107-Σελ.79 Αποσβέσεις 27.Β.θ.6 το πρώτον έτος εκμεταλλεύσεώς των υπό ελληνικήν σημαίαν, εις 10% ετησίως, από του δευτέρου έως και του πέμπτου έτους και 5% δια το έκτον και έκαστον των εφεξής ετών. 4.Οι εν παρ. 1 έως 3 του παρόντος συντελεσταί αποσβέσεως δεν έχουν εφαρμογήν, οσάκις προβλέπονται έτεροι τοιούτοι υπό διατάξεων ειδικών νόμων. Σελ. 200,022 Τεύχος 1107-Σελ. 80 27.Β.θ.6 Αποσβέσεις Άρθρ.6.-1.Το ποσοστόν αποσβέσεως, προκειμένου περί εγκαταστάσεων εν γένει επιχειρήσεων χαρακτηριζομένων ως επικινδύνων, ορίζεται εις 16% ετησίως. 2.Το ποσοστόν αποσβέσεως των εγκαταστάσεων εν γένει των επιχειρήσεων παραγωγής πολεμικών ειδών μετ’ εκρηκτικών υλών ορίζεται εις 33% ετησίως. 3.Αι εν τω παρόντι άρθρω αναφερόμεναι επιχειρήσεις δεν δικαιούνται εις ενέργειαν των κατά τα άρθρ. 2,3 και 5 του παρόντος αποσβέσεων. Άρθρ.7.-1.Αι επιχειρήσεις λατομείων εξορύξεως μεταλλευμάτων ή άλλων ορυκτών υλών, πλην των κατά τα άρθρ. 2 έως 5 του παρόντος αποσβέσεων των εγκαταστάσεών των, υποχρεούνται εις ενέργειαν ετησίας αποσβέσεως και επί της αξίας των λατομείων ή μεταλλείων κατά ποσοστόν 8%. 2.Δια τα έξοδα κατασκευής ιδιωτικών οδών και πλατειών, υπό των εν παρ. 1 του παρόντος επιχειρήσεων, το ποσοστόν της αποσβέσεως ορίζεται εις 5%. 3.Το ποσοστόν αποσβέσεως των εν παρ. 1 ανωτέρω επιχειρήσεων, προκειμένου περί σπαστήρων λίθων, θραυστήρων, τριβείων, πετρελαιομηχανών και λοιπών μηχανημάτων, ορίζεται εις 12%. 4.Προκειμένου περί της αποσβέσεως των δαπανών των πραγματοποιουμένων δια την εκτέλεσιν πάσης φύσεως μεταλλευτικών ερευνών, ως και των συναφών προς ταύτας δαπανών εν γένει, έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις του άρθρ. 18 του Ν.Δ. 4029/1959 «περί αργούντων μεταλλείων κλπ.». Άρθρ.8.-1.Το ποσοστόν ετησίας αποσβέσεως των εγκαταστάσεων εν γένει των επιχειρήσεων εκμεταλλεύσεως διωρύγων ορίζεται εις 16%. 2.Αι εν τω παρόντι άρθρω αναφερόμεναι επιχειρήσεις δεν δικαιούνται εις ενέργειαν των κατά τα
360
28. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ Αριθ.4593 Φ 015.94/10 της 27/30 Απρ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 600) Περί καθορισμού των κατ’ άρθρ. 2 παρ. 2 του Νόμ. 295/1976, μείζονος σπουδαιότητος Υπηρεσιών Χωροφυλακής. Έχοντες υπ’ όψει τας διατάξεις του άρθρ. 2 παρ. 4 του Νόμ. 295/76 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων των οργανικών νόμων Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως», ως και την υπ’ αριθ. 201/6/1α-14-4-1976 πρότασιν του Αρχηγείου Χωροφυλακής, αποφασίζομεν: Καθορίζομεν ως ακολούθως τας κατά το άρθρ. 2 παρ. 2 του Νόμ. 295/1976 μείζονος σπουδαιότητος Υπηρεσίας Χωροφυλακής τας διοικουμένας παρά Ταξιάρχων και Συνταγματαρχών, πέραν εκείνων αίτινες κατ’ άλλας διατάξεις διοικούνται παρά τούτων: α)Υπηρεσίαι διοικούμεναι παρά Ταξιάρχων: Ανώτεραι Διοικήσεις Χωροφυλακής Θράκης, Ανατολικής Μακεδονίας, Ηπείρου, Θεσσαλίας, Πελοποννήσου, Στερ. Ελλάδος, Δυτ. Ελλάδος και Κρήτης. Δια της υπ’ αριθ. 201/6/1ι της 19 Σεπτ./1 Οκτ. 1977 (ΦΕΚ Β΄ 962) απόφ. Υπ. Δημοσίας Τάξεως προσετέθησαν: α.Διεύθυνσις Αστυνομίας–Ασφαλείας του Αρχηγείου Χωροφυλακής και β.(Ανωτέρα Διοίκησις Χωροφυλακής Κεντρικής Μακεδονίας). β)Υπηρεσίαι διοικούμεναι παρά Συνταγματαρχών: Διοικήσεις Χωροφυλακής Έβρου, Ξάνθης, Καβάλας, Σερρών, Ιωαννίνων, Κερκύρας, Λαρίσης, Μαγνησίας, (Τρικάλων), (Αρκαδίας), Μεσσηνίας, Κορινθίας, Αχαϊας, Ηλείας, Αιτωλίας, Ακαρνανίας, Λαμίας, Χανίων, Ηρακλείου, Μηχανοκίνητοι Μονάδες Προαστίων Πρωτευούσης, (Υποδιεύθυνσις Τροχαίας Θεσσαλονίκης), Υποδιεύθυνσις Γενικής Ασφαλείας Θεσσαλονίκης, Φρουραρχείον Βουλής, Γραφείον Ασφαλείας Πρωθυπουργού. Τις μέσα σε ( ) υπηρεσίες διέγραψε ως μείζονος σπουδαιότητας η Αποφ.201/6/2α/15-21 Απρ. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 396) Υπ. Δημ. Τάξεως, η οποία καθόρισε ως μείζονος σπουδαιότητας που διοικούνται από Ταξιάρχους και Συνταγματάρχες: 1)Υπηρεσίες διοικούμενες από Ταξίαρχους: Ανωτέρα Δ.Χ.Πειραιώς και Νήσων και Σχολή Αξιωματικών Χωροφυλακής. 2)Υπηρεσίες διοικούμενες από Συνταγματάρχες: Διοίκηση Χωροφυλακής Βοιωτίας και Διοίκηση Χωροφυλακής Ευβοίας.
195
72. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Αριθ. Φ.30223/26029/1226(05) της 27 Ιουν./27 Ιουλ. 2006 (ΦΕΚ Β΄ 1003) Διαχωρισμός του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Πειραιά σε κλάδους πρόνοιας και ασθένειας.
201
72. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ - ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 60201/ΕΓΔΕΚΟ 1964 της 19-22 Δεκ.2008 (ΦΕΚ Β΄2602) Εταιρικός Μετασχηματισμός Ομίλου Ο.Σ.Ε. Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις • των άρθρων 7, 10, και 11 του ν. 3429/2005 «Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί (Δ.Ε.Κ.Ο.)» (Α΄ 7314), όπως ισχύει, • του άρθρου 5 του π.δ. 41/2005 (ΦΕΚ Α΄/60/7.3.2005) «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τις οδηγίες 91/440/ΕΟΚ και 95/18/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το π.δ. 145/2008 (ΦΕΚ Α΄201/7.10.2008), • των άρθρων 16, 53, 59 και 90 του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α΄/98). 2. Τα ισχύοντα καταστατικά των εταιρειών ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΟΣΕ Α.Ε.), ΤΡΑΙΝΟΣΕ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ - ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΠΙΒΑΤΩΝ ΚΑΙ ΦΟΡΤΙΟΥ ΑΝΩΝΥΜΗ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε.), ΓΑΙΑΟΣΕ - ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΣΤΙΚΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ, ΚΤΗΜΑΤΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ, ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΓΑΙΑΟΣΕ Α.Ε.), ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΔΟΜΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (Ε.ΔΙ.Σ.Υ. Α.Ε.), ΕΡΓΑ Ο.Σ.Ε. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΕΡΓΟΣΕ Α.Ε.). (Μετά τη σελ. 98,53342) Σελ. 98,53343 Τεύχος - Σελ. Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος (Ο.Σ.Ε.)-Σιδηροδρομικές Επιχειρήσεις 21.Β.δ.72 3. Το Εισηγητικό Σημείωμα της Ειδικής Γραμματείας Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών, αποφασίζουμε: 1. Εγκρίνεται η μεταβίβαση από την ΟΣΕ Α.Ε προς το Ελληνικό Δημόσιο του συνόλου των μετοχών που κατέχει στην εταιρεία ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε με τίμημα το ποσό του ενός (1,00) ευρώ. Το τίμημα των μετοχών θα αναπροσαρμοστεί στο ύψος της καθαρής θέσης της εταιρείας της 31 Δεκεμβρίου 2008 εφόσον προκύψει υψηλότερη από το ένα (1,00) ευρώ. 2. Εγκρίνεται η συγχώνευση, με απορρόφηση, της ΕΔΙΣΥ Α.Ε. από την Ο.Σ.Ε. Α.Ε. 3. Εγκρίνεται η συγχώνευση, με απορρόφηση, της ΓΑΙΑΟΣΕ Α.Ε. από την ΕΡΓΟΣΕ Α.Ε. 4. Εγκρίνεται η σύναψη προσωρινών συμφωνιών που διέπουν τις διεταιρικές σχέσεις μεταξύ της Ο.Σ.Ε. Α.Ε. της ΕΔΙΣΥ Α.Ε. και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε. μέχρι 31.3.2009, το περιεχόμενο των οποίων προσδιορίζεται στο επισυναπτόμενο στην παρούσα Εισηγητικό Σημείωμα της Ειδικής Γραμματείας Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών. Μεταγενέστερες συμφωνίες εγκρίνονται από την Διυπουργική Επιτροπή Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών με την επιφύλαξη τήρησης των διατάξεων του εθνικού και κοινοτικού δικαίου. 5. Παραμένουν σε ισχύ τα τέλη διέλευσης δικτύου που εγκρίθηκαν με την με αριθμό 11/27/21.12.2006 απόφαση του Δ.Σ. της ΕΔΙΣΥ Α.Ε. 6. Η εποπτεία επί της ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε. εξακολουθεί να ασκείται από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών. Σελ. 98,53344 Τεύχος - Σελ. 21.Β.δ.72 Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος (Ο.Σ.Ε.)-Σιδηροδρομικές Επιχειρήσεις
329
23. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 721 της 14/23 Νοεμ. 1970 (ΦΕΚ Α΄ 251) Περί οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ Γενικαί διατάξεις Έννοια Οικονομικής μερίμνης και Λογιστικού Ενόπλων Δυνάμεων Άρθρ.1.-1.Η Οικονομική μέριμνα των Ενόπλων Δυνάμεων είναι το σύνολον των ενεργειών, δι’ ων εκδηλούται η οικονομική δραστηριότης των Ενόπλων Δυνάμεων, η συνδεδεμένη με την εξεύρεσιν, απόκτησιν, διαχείρισιν, διάθεσιν και γενικώτερον διοίκησιν των απαιτουμένων μέσων δια την οικονομικήν υποστήριξιν τούτων, επί τω σκοπώ πραγματοποιήσεως της αποστολής των. 2.Αι μέθοδοι, αι διαδικασίαι και τα συστήματα οικονομικής μερίμνης αποτελούν το Λογιστικόν των Ενόπλων Δυνάμεων, το οποίον περιλαμβάνει: α.Τους όρους εξευρέσεως των μέσων προς οικονομικήν υποστήριξιν των Ενόπλων Δυνάμεων. β.Τους όρους ενεργείας της διαχειρίσεως των ανωτέρω μέσων, ως και της λογιστικής παρακολουθήσεως της εκμεταλλεύσεως τούτων δια την υποστήριξιν των Ενόπλων Δυνάμεων προς εκπλήρωσιν της αποστολής των. γ.Τον τρόπον διαθέσεως των μέσων, ως και τον τρόπον καθ’ ον αι Ένοπλαι Δυνάμεις συναλλάσσονται και συμβάλλονται γενικώς. δ.Τας αρμοδιότητας των εντεταλμένων οργάνων, άτινα ασχολούνται με την εξεύρεσιν, απόκτησιν, διαχείρισιν και διάθεσιν των μέσων, ως και την λογιστικήν παρακολούθησιν της εκμεταλλεύσεως τούτων, τας ειδικωτέρας ευθύνας αυτών, τον τρόπον αποδόσεως λογαριασμού, τον τρόπον γενικωτέρου ελέγχου της οικονομικής δραστηριότητος και την διαδικασίαν καταλογισμού ευθυνών. ε.Τας προϋποθέσεις υφ’ ας επιτρέπεται η άσκησις εκμεταλλεύσεων τινών υπό των Ενόπλων Δυνάμεων. ζ.Τας μεθόδους κοστολογήσεως των εν γένει δραστηριοτήτων των Ενόπλων Δυνάμεων. 3.Αι υπηρεσίαι δι’ ων ασκείται η Οικονομική μέριμνα και το λογιστικόν των Ενόπλων Δυνάμεων οργανούνται και λειτουργούν παρά τω Αρχηγείω Ενόπλων Δυνάμεων, ως και κατά Κλάδον συμφώνως προς τας διατάξεις περί Κώδικος δημοσίου λογιστικού, της περί Υπουργείου Εθνικής Αμύνης νομοθεσίας, του παρόντος Ν.Δ/τος και των εις εκτέλεσιν του τελευταίου τούτου εκδιδομένων Β.Δ/των ή Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. (Αντί της σελ. 1289) Σελ. 1289(α) Τεύχος 424-Σελ. 13 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.22-23 Έκτασις ισχύος διατάξεων Άρθρ.10.-1.Αι πάσης φύσεως ανάγκαι των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, προς συντήρησιν, ανάπτυξιν, εκπαίδευσιν, πολεμικήν προπαρασκευήν αυτών και διεξαγωγήν του πολέμου, ικανοποιούνται δια της διαθέσεως όλων των εν άρθρ. 7 του παρόντος μέσων υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων. 2.Αι ανάγκαι αύται ικανοποιούνται δια των αναγραφομένων κατά Κλάδον πιστώσεων εις τον Ειδικόν Προϋπολογισμόν εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, πλην εκείνων αίτινες δύνανται να ικανοποιηθώσι δια μέσων υποστηρίξεως προερχομένων εξ άλλων πηγών. 3.Η κατανομή του συνολικού ύψους των πιστώσεων του προϋπολογισμού εξόδων εις τους Κλάδους ενεργείται υπό του Υπουργού ή του εξουσιοδοτουμένου υπ’ αυτού οργάνου, κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις της περί Υπουργείου Εθνικής Αμύνης νομοθεσίας. 4.Η εκτέλεσις του προϋπολογισμού εξόδων ενεργείται κατά Κλάδον, δι’ αποφάσεων του Υπουργού κατά τας γενικάς διατάξεις περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού και Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, ως και τας ειδικάς τοιαύτας του παρόντος και των εις εκτέλεσιν του τελευταίου τούτου εκδιδομένων Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. 5.Ανάγκαι των Κλάδων, ων η κάλυψις αποτελεί αντικείμενον αρμοδιότητας άλλων Υπουργείων, ικανοποιούνται κατ’ εξαίρεσιν δια της αναγραφής των οικείων πιστώσεων, τη αιτήσει των ενδιαφερομένων Κλάδων, εις τους ειδικούς προϋπολογισμούς εξόδων των αρμοδίων Υπουργείων. Ομοίως ανάγκαι αμύνης δυνάμεναι εν όλω ή εν μέρει να εξυπηρετηθώσι δια των εκτελουμένων υπό άλλων Υπουργείων πάσης φύσεως δημοσίων έργων λαμβάνονται υπ’ όψιν υπό των αρμοδίων κατά περίπτωσιν φορέων εκτελέσεως κατά τε την σχεδίασιν και εκτέλεσιν των εν λόγω έργων. 6.Εξαιρετικώς, εις τον Ειδικόν προϋπολογισμόν εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης δύνανται να αναγράφωνται πιστώσεις προς ικανοποίησιν ωρισμένων αναγκών ετέρων Υπουργείων εις περιπτώσεις, καθ’ ας ειδικοί λόγοι επιβάλλουσι τούτο. 7.Μεταξύ των εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου αναγκών των Κλάδων, δι’ ας επιτρέπεται η εν τω ειδικώ προϋπολογισμώ εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης αναγραφή των απαιτουμένων δια την ικανοποίησιν αυτών πιστώσεων, περιλαμβάνονται και αι κάτωθι ενδεικτικώς αναφερόμεναι ανάγκαι: α.Έξοδα λειτουργίας, εγκαταστάσεις, επισκευής και μισθώσεως γραφείων Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορικών Υπηρεσιών εσωτερικού και εξωτερικού. β.Ειδικαί και απρόβλεπτοι δαπάναι των Αρχηγείων περί ων το άρθρ. 47, του παρόντος. γ.Έξοδα δεξιώσεων, φιλοφρονήσεων, τελετών ορκωμοσίας κληρωτών ή μαθητών σχολών, διεθνών συνεδρίων και στεφάνων. δ.΄Εξοδα Ιστορικής Υπηρεσίας και Μουσείων. ε.Αμοιβαί δια την συγγραφήν βιβλίων, ευρετηρίων, καταλόγων, ύλης υπηρεσιακών περιοδικών, συλλογήν διατάξεων, σύνταξιν εκπαιδευτικών εγχειριδίων, μεταφράσεις, εκπόνησιν ειδικών μελετών οργανώσεως ή αναλογιστικών μελετών και πάσαν ετέραν έκτακτον επιστημονικήν ή τεχνικήν εργασίαν. ζ.Αμοιβαί Ειδικών ερευνών και αναζήτησεων επί πάσης φύσεως υλικού ενδιαφέροντος τας Ενόπλους Δυνάμεις. η.Προμήθειαι πάσης φύσεως βιβλίων, επιστημονικών συγγραμμάτων, περιοδικού και ημερησίου τύπου εκ του εσωτερικού και του εξωτερικού, ως και έξοδα εκδόσεως υπηρεσιακών βιβλίων, περιοδικών και συγγραμμάτων. θ.Έξοδα πληροφοριών, ασφαλείας, διαφωτίσεως. ι.Ενίσχυσις Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορικών Ακολούθων και Αρχηγών Αποστολών εξωτερικού προς ευόδωσιν του έργου των, της συλλογής πληροφοριών κ.λπ. κ.Προμήθεια αθλητικών ειδών, δαπάναι ψυχαγωγίας και φυσικής αγωγής, εκδρομών, κατασκηνώσεων και παρομοίων αναγκών προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και έπαθλα αθλητικών αγώνων ή επιδόσεως ανδρών εις την πολεμικήν τέχνην. λ.Συνδρομαί ή εισφοραί εις οργανισμούς, ενώσεις, σχολάς, λέσχας, μουσεία, περιοδικά, εφημερίδας, αποβλεπούσας εις την εκπαίδευσιν ή την διάδοσιν και ανάπτυξιν του πνεύματος πειθαρχίας. μ.Επιχορηγήσεις ή συνεισφοραί εις οργανισμούς, Υπηρεσίας, ενώσεις ή άλλας οργανώσεις εσωτερικού και εξωτερικού προορισμού, ενδιαφέροντος τας Ενόπλους Δυνάμεις. ν.Αποζημιώσεις δια φθοράς ή απωλείας αποσκευών και ειδών στολής των στελεχών και των ανδρών των Ενόπλων Δυνάμεων, επερχομένας εν τη (Μετά την σελ. 1290,02) Σελ. 1290,03 Τεύχος 424-Σελ. 17 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 υπηρεσία εξ ανωτέρας βίας ή εξ απροόπτου συμβάντος, καθοριζόμεναι κατά τας διατάξεις του άρθρ. 57, παρ. 2 του παρόντος. Κατάρτισις και εκτέλεσις Προϋπολογισμού Άρθρ.85.–Επιτρέπεται η χρησιμοποίησις μηχανογραφικών μέσων δια τον έλεγχον των εγγραφών ή οικονομικών εν γένει πράξεων ενεργηθεισών χειρογραφικώς ή μηχανογραφικώς. Εν τη οικεία υπηρεσιακή εκθέσει δέον να αναφέρωνται τα χρησιμοποιηθέντα μέσα και η εφαρμοσθείσα μέθοδος. Διοικητικός Έλεγχος Οικονομικής Μερίμνης και Λογιστικού Άρθρ.86.–1.Αι υπηρεσίαι και τα όργανα οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων εκτός του ελέγχου, περί ου αι διατάξεις των άρθρ. 75 – 85 του παρόντος, υπόκεινται και εις Διοικητικόν Έλεγχον και Διοικητικήν Επιθεώρησιν υπό των προϊσταμένων Διοικήσεων. (Μετά την σελ. 1290,34) Σελ. 1290,35 Τεύχος 424 – Σελ. 49 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 2.Ο Διοικητικός Έλεγχος αφορά την εποπτείαν των υποδεεστέρων Υπηρεσιών και οργάνων οικονομικής μερίμνης και λογιστικού, ασκουμένην υπό των προϊσταμένων Διοικήσεων δια των υποβαλλομένων αυταίς οικονομικών αναφορών, απολογιστικών στοιχείων, εκθέσεων Οικονομικής Επιθεωρήσεως, ειδικών αναφορών και εκθέσεων Διοικητικής Επιθεωρήσεως. 3.Η Διοικητική Επιθεώρησις αφορά την διαπίστωσιν της ομαλής και απροσκόπτου λειτουργίας των υποδεεστέρων Υπηρεσιών Οικονομικής μερίμνης και λογιστικού, δι’ επί τόπου εξετάσεως, υπό ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτουμένου αρμοδίου οργάνου της προϊσταμένης Διοικήσεως, του τρόπου, καθ’ ον ασκείται η αρμοδιότης των Υπηρεσιών τούτων. 4.Εις Διοικητικόν Έλεγχον και Διοικητικήν Επιθεώρησιν, κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου, υπόκεινται και αι Υπηρεσίαι και τα όργανα Ελέγχου, περί ων αι διατάξεις του άρθρ. 75 του παρόντος. Έλεγχος Κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού. Άρθρ.87.–1.Η δημιουργία, η διαχείρισις η διάθεσις και η διοίκησις των Κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού, ως και η λογιστική παρακολούθησις τούτων, υπόκεινται εις Οικονομικόν και Διοικητικόν έλεγχον, ως και εις Οικονομικήν και Διοικητικήν Επιθεώρησιν κατά τας διατάξεις των άρθρ. 75 – 86 του παρόντος. 2.Η απόφασις λογαριασμού υπό των πάσης κατηγορίας υπολόγων οιωνδήποτε περιουσιακών στοιχειών, περιλαμβανομένων εις τα Κεφάλαια εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού, ενεργείται αποκλειστικώς εις τας αρμοδίας Υπηρεσίας Ελέγχου του οικείου Κλάδου, παρ’ ων οι υπόλογοι ούτοι απαλλάσσονται της ευθύνης των, κατόπιν τακτικής οικονομικής επιθεωρήσεως. Μέθοδοι, διαδικασίαι, συστήματα Ελέγχου. Άρθρ.88.–1.Δια Γενικού Κανονισμού, εκδιδομένου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται αι μέθοδοι, αι διαδικασίαι και τα συστήματα του ελέγχου των Υπηρεσιών και των οργάνων οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και πάσης δραστηριότητος, υποστηριζομένης δια κεφαλαίων εκτός Κρατικού προϋπολογισμού και ειδικώτερον της εκκαθαρίσεως και αναγνωρίσεως λογαριασμών διαθέσεως περιουσιακών στοιχείων εν γένει, του ελέγχου και αναγνωρίσεως εσόδων, του προληπτικού ελέγχου, του ελέγχου των αποδιδομένων λογαριασμών και των απολογιστικών στοιχείων, του συγκεντρωτικού, δειγματοληπτικού και μηχανογραφικού ελέγχου, της οικονομικής επιθεωρήσεως, του διοικητικού ελέγχου και της διοικητικής επιθεωρήσεως. Σελ. 1290,36 Τεύχος 424 – Σελ. 50 2.Δια του αυτού Γενικού Κανονισμού καθορίζονται οι ουσιώδεις και περιωρισμένοι τομείς διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών και εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, πλην χρημάτων, εις ους ενεργείται εκκαθάρισις λογαριασμών, αι εν επιστρατεύσει και πολέμω αναγκαίαι προσαρμογαί και διαρρυθμίσεις πάντων των υπό του Γενικού τούτου Κανονισμού ρυθμιζομένων θεμάτων, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΕΒΔΟΜΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΥΘΥΝΩΝ Αρμοδιότης καταλογισμού ευθυνών Άρθρ.89.–1.Η αρμοδιότης καταλογισμού διοικητικών και ποινικών ευθυνών εις βάρος των οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων ανήκει εις τα προβλεπόμενα υπό των κειμένων διατάξεων των διοικητικών και ποινικών νόμων όργανα της Διοικήσεως αυτών και ασκείται κατά την υπό των διατάξεων τούτων οριζομένην διαδικασίαν. 2.Η αρμοδιότης καταλογισμού αστικών ευθυνών εις βάρος των οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων ανήκει εις τον Υπουργόν ή εις τα προς τούτο εξουσιοδοτούμενα κατά Κλάδον όργανα ή εις τα ειδικώς υπό των διατάξεων του παρόντος οριζόμενα τοιαύτα. 3.Ο καταλογισμός αστικών ευθυνών εις βάρος των οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων ενεργείται κατά τας διατάξεις περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, του παρόντος και των εις εκτέλεσιν τούτων εκδιδομένων Β.Δ/των και γενικών και Ειδικών Κανονισμών και Αποφάσεων. Έλλειμμα ή πλεόνασμα υπολόγου χρημάτων Άρθρ.90.–1.Παν έλλειμμα χρημάτων δέον να αναπληρωθή υπό του υπολόγου εντός της καθοριζομένης προθεσμίας υπό των διατάξεων περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, άλλως καταλογίζεται εις βάρους αυτού, εξαιρέσει της περιπτώσεως συνδρομής ανωτέρας βίας ή άλλων γεγονότων, ένεκα των οποίων δεν θα ηδύνατο να υποστηριχθή υπαιτιότης του υπολόγου. Εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει διατάσσεται υπό του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων, ένορκος προανάκρισις ή ένορκος διοικητική εξέτασις, βάσει του πορίσματος των οποίων ούτοι προσδιορίζουν και επιμερίζουν την σχετικήν ευθύνην και ενεργούν τον καταλογισμόν εις βάρος των υπαιτίων. 2.Αι εκδιδόμεναι, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου, καταλογιστικαί αποφάσεις αποτελούσι πλήρη νόμιμον τίτλον δια την απαίτησιν του Δημοσίου και βάσει τούτων λαμβάνονται κατά του υπολόγου τα νόμιμα συντηρητικά μέτρα προς εξασφάλισιν της απαιτήσεως ταύτης. 3.Παν πλεόνασμα χρημάτων ανακαλυπτόμενον οπωσδήποτε φέρεται αμέσως εις ίδιον λογαριασμόν, μέχρις ου αποδειχθή η αιτία αυτού. Η απόδοσις του πλεονάσματος τω δικαιούχω διατάσσεται υπό του Υπουργού ή υπό του οικείου κατά Κλάδον οργάνου, του έχοντος οικονομικήν δικαιοδοσίαν εγκρίσεως δαπανών αντιστοίχου ποσού. Έλλειμμα ή πλεόνασμα υπολόγου άλλων περιουσιακών στοιχείων Άρθρ.91.–1.Έλλειμμα υλικού, εφοδίων, ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, προκύπτον εκ καταμετρήσεως, γενομένης ενώπιον αρμοδίου επιθεωρητού ή ελεγκτού ή καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον διαπιστούμενον, καταλογίζεται εις βάρος των υπολόγων, μετά πλήρη έλεγχον των λογιστικών εγγραφών και συνεκτίμησιν των πραγματικών γεγονότων, δι’ αποφάσεως του κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 89 του παρόντος αρμοδίου οργάνου, βάσει της οποίας λαμβάνονται κατά του υπολόγου τα νόμιμα συντηρητικά μέτρα προς εξασφάλισιν της απαιτήσεως του δημοσίου. 2.Ο καταλογισμός ενεργείται βάσει της τιμής των υλικών, των εφοδίων ή των άλλων περιουσιακών στοιχείων κατά την ημέραν της εξακριβώσεως του ελλείμματος, καθοριζομένης δια διαταγής του αρμοδίου δια τον καταλογισμόν οργάνου. 3.Ελλείμματα υλικού ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, οφειλόμενα εις φυσικήν απομείωσιν, γίνονται δεκτά μόνον εις περιπτώσεις μακροχρονίου αποθηκεύσεως ή τοιαύτης υπό δυσμενείς συνθήκας ή προκειμένου περί ειδών ειδικής φύσεως και συστάσεως. Εις τας περιπτώσεις ταύτας, δύναται δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων να καθορίζωνται ανώτατα όρια φυσικής απομειώσεως ή να ορίζωνται Επιτροπαί, εις ας συμμετέχουν τα υπεύθυνα όργανα, αίτινες, κρίνουσαι όπου δει κατά περίπτωσιν, αναγνωρίζουν τας επελθούσας απομειώσεις. 4.Παν πλεόνασμα υλικού, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων φέρεται αμέσως εις ίδιον λογαριασμόν, μέχρις ου αποδειχθή η αιτία της δημιουργίας αυτού. Η τακτοποίησις του πλεονάσματος διατάσσεται υπό του Υπουργού ή υπό του οικείου κατά Κλάδον οργάνου του έχοντος οικονομικήν δικαιοδοσίαν οριστικής διαθέσεως υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων αντιστοίχου αξίας. 5.Ο καταλογισμός εις βάρος υπολόγων της επελθούσης ζημίας εκ κακής συντηρήσεως των εν τη Διαχειρίσει των περιουσιακών στοιχείων, ενεργείται δι’ αποφάσεως των εν παρ. 2 του άρθρ. 89 του παρόντος αρμοδίων οργάνων, βάσει πορίσματος ενόρκου προανακρίσεως ή ενόρκου διοικητικής εξετάσεως. Καταλογισμός ελλειμμάτων, φθορών και απωλειών εις βάρος υπευθύνων Άρθρ.92.–1.Ο καταλογισμός του αντιτίμου, ελλειμμάτων, φθορών, απωλειών και γενικώς χρεών προς το Δημόσιον εις βάρος υπευθύνων στρατιωτικών εν γένει και πολιτικών υπαλλήλων ή εργατοτεχνιτών, υπηρετούντων επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου μη υπολόγων διαχειριστών, (Αντί για τη σελ. 1290,37) Σελ. 1290,37(α) Τεύχος Θ12 – Σελ. 135 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 ενεργείται αποφάσει του κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 89 του παρόντος αρμοδίου οργάνου. Ομοίως κατά την αυτήν διαδικασίαν ενεργείται ο καταλογισμός των οφειλομένων εις το Δημόσιον αποζημιώσεων, λόγω μη εκπληρώσεως των εν άρθρ. 41 παρ. 4 υποχρεώσεων. 2.Δια διαταγής του Διοικητού της Μονάδος ή του Προϊσταμένου Υπηρεσίας καταλογίζεται εις βάρος υπευθύνων, ανεξαρτήτως ποσού: α.Το αντίτιμον των αγοραζομένων ακαταλλήλων τροφίμων υπό των οργάνων της Μονάδος ή του αχρηστευομένου συσσιτίου, υπαιτιότητι των κατά τους κανονισμούς αρμοδίων οργάνων παρασκευής αυτού. β.Παν έλλειμμα, δημιουργούμενον υπαιτιότητι των αρμοδίων οργάνων κατά την διαχείρισιν χρημάτων του συσσιτίου και γενικώς των σταθερών χορηγιών. γ.Παν έλλειμμα χρημάτων, φθορά ή απώλεια ή έλλειμμα υλικών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων πάσης εκμεταλλεύσεως, ασκουμένης εντός της Μονάδος ή Υπηρεσίας δια κεφαλαίων εκτός του Κρατικού προϋπολογισμού. Αναθεώρησις ή ακύρωσις καταλογιστικής αποφάσεως Άρθρ.93.–1.Αναθεώρησις ή ακύρωσις εκδοθείσης κατά τας διατάξεις του παρόντος καταλογιστικής αποφάσεως δεν επιτρέπεται να γίνη υπό οιουδήποτε οργάνου της Διοικήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων. 2.Κατ’ εξαίρεσιν, τη αιτήσει του καταλογισθέντος ή αυτεπαγγέλτως υπό της Υπηρεσίας, επιτρέπεται αναθεώρησις ή ακύρωσις εκδοθείσης καταλογιστικής αποφάσεως υπό του αρμοδίου κατά τας διατάξεις του άρθρ. 103 του παρόντος οργάνου μόνον εις τας κάτωθι περιπτώσεις: α.Οσάκις, ανεξαρτήτως λόγου, δι’ ον αιτείται η αναθεώρησις ή ακύρωσις, το καταλογισθέν ποσόν δεν υπερβαίνει τας 500 δραχμάς. β.Εάν η καταλογιστική απόφασις εξεδόθη παρ’ αναρμοδίου οργάνου. γ.Οσάκις τα υλικά ή εφόδια, η αξία των οποίων κατελογίσθη εις βάρος διαχειριστών, ανευρέθησαν εκ των υστέρων και αιτιολογήθη πλήρως η αδυναμία ανευρέσεως τούτων προ του καταλογισμού, ως και η έλλειψις υπαιτιότητος του καταλογισθέντος. Εις την περίπτωσιν ταύτην δεν υπάγονται τα αναλώσιμα εν γένει υλικά ή εφόδια. δ.Οσάκις η έλλειψις υλικών ή εφοδίων, δι’ ην κατελογίσθη η αξία τούτων, οφείλεται εις διαπιστωθείσαν εκ των υστέρων νόμιμον διάθεσιν μη δικαιολογηθείσαν ή εις λογιστικόν λάθος. ε.Εάν εξεδόθη ετέρα καταλογιστική απόφασις δια το αυτό πρόσωπον και την αυτήν αιτίαν. Σελ. 1290,38(α) Τεύχος Θ12 – Σελ. 136 3.Η περί αναθεωρήσεως ή ακυρώσεως καταλογιστικής αποφάσεως αίτησις του καταλογισθέντος, εις τας περιπτώσεις της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, δέον να υποβληθή εντός τριμήνου από της ημερομηνίας επιδόσεως της αποφάσεως ταύτης εις τον καθ’ ου ο καταλογισμός η δε απόφασις της Υπηρεσίας δεν δύναται να εκδοθή μετά την παρέλευσιν πενταμήνου από της αυτής ημερομηνίας. 4.Η υποβολή αιτήσεως αναθεωρήσεως ή ακυρώσεως εις την αρμοδίαν Υπηρεσίαν των Ενόπλων Δυνάμεων δεν αναστέλλει την εκτέλεσιν της εκδοθείσης καταλογιστικής αποφάσεως. 5.Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών δύναται να αναπροσαρμόζηται το ποσόν της περιπτ. α της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Ήδη για την άνω περίπτ. α΄ της παρ. 2 το ποσόν αυτής καθορίστηκε σε 10.000 αντί 500 δραχμ. από την Φ. 092.5/68/305869/24 Σεπτ.–31 Οκτ. 1986 (ΦΕΚ Β΄ 751) απόφ. Υπ. Εθν. Άμυνας και Οικονομικών. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Έφεσις Άρθρ.11.-1.Δι’ Ειδικών Κανονισμών εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται αι μέθοδοι και αι διαδικασίαι καταρτίσεως και εκτελέσεως του Ειδικού προϋπολογισμού εξόδων εκάστου Κλάδου, τα χρησιμοποιούμενα έντυπα, αι μέθοδοι εκτιμήσεως των αναγκών και της προτεραιότητος αυτών, ως και πάσα άλλη περί του προϋπολογισμού εξόδων σχετική διάταξις και λεπτομέρεια. 2.Δια των αυτών ως άνω Ειδικών Κανονισμών ρυθμίζονται αι μέθοδοι και αι διαδικασίαι προϋπολογισμού, εισπράξεως και αποδόσεως των δημοσίων εσόδων, αρμοδιότητος Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. Κεφάλαια εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού Άρθρ.94.–1.Κατά των, περί ων αι διατάξεις των άρθρ. 89 – 92 του παρόντος, αποφάσεων καταλογισμού αστικής ευθύνης εις βάρος οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων χωρεί έφεσις ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου εντός εξαμήνου από της επιδόσεως της καταλογιστικής αποφάσεως εις τον καθ’ ου ο καταλογισμός. 2.Η έφεσις δεν αναστέλλει την εκτέλεσιν της καταλογιστικής αποφάσεως, εκτός αν ήθελεν εκδοθή σχετική περί αναστολής εκτελέσεως απόφασις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά τας κειμένας διατάξεις. Δικαίωμα αναγωγής Άρθρ.95.–Τα όργανα οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων, καταλογιζόμενα δι’ αποκατάστασιν θετικής ζημίας του Δημοσίου, εν περιπτώσει αστικής ευθύνης αυτών, έχουσι δικαίωμα αναγωγής κατά των λαβόντων διαχειριστών πάσης φύσεως ή άλλων προσώπων, προς λήψιν των κακώς πληρωθέντων αυτοίς χρηματικών ποσών ή των παρανόμως ή παρατύπως περιελθόντων αυτοίς άλλων περιουσιακών στοιχείων των Ενόπλων Δυνάμεων. Τρόπος εισπράξεως καταλογιζομένων ποσών Άρθρ.96.–1.Η είσπραξις των εις βάρος υποχρέων κατά τας διατάξεις του παρόντος καταλογιζομένων χρηματικών ποσών ενεργείται κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, δια δηλώσεως αυτών ως δημοσίων εσόδων εις βάρος της ιδιαιτέρας περιουσίας του καταλογιζομένου και υπέρ του Δημοσίου ή των δικαιούχων Ν.Π.Δ.Δ. κατά τας περί τούτων κειμένας διατάξεις. 2.Εξαιρετικώς, δια τους υπηρετούντας στρατιωτικούς εν γένει, δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους ως και δια τους εκ του πολιτικού προσωπικού επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου υπηρετούντας και λαμβάνοντας μηνιαίον μισθόν ή ημερομίσθιον, η είσπραξις των προς το Δημόσιον χρεών δύναται να ενεργήται δια μηνιαίας κρατήσεως, καθοριζομένης υπό του έχοντος δικαίωμα καταλογισμού, μέχρι του ενός τετάρτου των μηνιαίως λαμβανομένων αποδοχών και εν περιπτώσει συρροής καταλογισμών μέχρι των 2/5 τούτων. 3.Προκειμένου περί χρεών προς το Δημόσιον, εξ οιασδήποτε αιτίας προερχομένων, εγκαταλειπομένων υπό εξελθόντων των τάξεων στρατιωτικών εν γένει ή απολυθέντων πολιτικών υπαλλήλων ή εργατοτεχνιτών, υπηρετησάντων επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ο έχων δικαίωμα καταλογισμού δύναται να διατάξη κράτησιν εκ της συντάξεως των οφειλετών τούτων μέχρι του ενός τετάρτου της μηνιαίας συντάξεως άχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως των χρεών των, ως και κράτησιν μέχρι του συνόλου των εφ’ άπαξ βοηθημάτων ή επιστροφών κρατήσεων, άτινα δικαιούνται οι οφειλέται εκ των οικείων ασφαλιστικών οργανισμών. 4.Ο τρόπος εισπράξεως των καταλογιζομένων ποσών καθορίζεται υπό του έχοντος δικαίωμα καταλογισμού εν τη οικεία πράξει αυτού. Συμψηφισμός πλεονασμάτων – ελλειμμάτων υλικού Άρθρ.97.–1.Ο Υπουργός ή το οικείον κατά Κλάδον όργανον, όπερ έχει οικονομικήν δικαιοδοσίαν οριστικής διαθέσεως υλικών, εφοδίων και κτηνών αντιστοίχου αξίας, δύναται να διατάσση τον συμψηφισμόν των εις τας αντιστοίχους διαχειρίσεις εμφανιζομένων και εξακριβουμένων πλεονασμάτων και ελλειμμάτων ομοειδών ή παρεμφερών υλικών, εφοδίων και κτηνών, καθ’ οιονδήποτε τρόπον διαπιστουμένων, υπό τας ακολούθους προϋποθέσεις: α)Μετά υποβολήν αναφοράς της Υπηρεσίας, εις ην ανήκει η διαχείρισις. β)Γνώμην του αρμοδίου προϊσταμένου επί της Διοικήσεως των υλικών εφοδίων και κτηνών του οικείου επιπέδου, εις ο λαμβάνεται η περί συμψηφισμού απόφασις. γ)Έκθεσιν του αρμοδίου Οικονομικού Επιθεωρητού, όστις υποβάλλει ταύτην, είτε κατόπιν επιθεωρήσεως υπό του ιδίου, είτε κατόπιν εκθέσεως του αρμοδίου κατά τρόπον ελεγκτού. 2.Η υπό στοιχ. γ΄ της προηγουμένης παραγράφου προϋπόθεσις δύναται να παραλείπηται επί ουχί σοβαρών περιπτώσεων, κατά τα καθοριζόμενα υπό του εν άρθρ. 103 του παρόντος προβλεπομένου Γενικού Κανονισμού. Ανυπαίτιος απώλεια ή φθορά περιουσιακών στοιχείων ή δικαιολογητικών Άρθρ.98.–1.Εν περιπτώσει απωλείας χρημάτων ή φθοράς υλικού ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, εκ λόγων ανωτέρας βίας, ως και εν περιπτώσει καθ’ ην επί των απωλειών ή φθορών τούτων δεν διαπιστούται υπαιτιότης οιουδήποτε οργάνου των Ενόπλων Δυνάμεων ή τρίτου, η σχετική ζημία βαρύνει το Δημόσιον ή τα Κεφάλαια εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού, αναλόγως της επί των απολεσθέντων ή φθαρέντων περιουσιακών στοιχείων κυριότητος. 2.Η διαπίστωσις των περιστατικών ανωτέρας βίας, ως και της ελλείψεως υπαιτιότητος στηρίζεται οπωσδήποτε εις πόρισμα ενόρκου προανακρίσεως ή ενόρκου διοικητικής εξετάσεως, διατασσομένης υπό της αρμοδίας Διοικήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και εις παν άλλο αποδεικτικόν στοιχείον, προσαγόμενον υπό του υπολόγου ή υπευθύνου εν γένει. 3.Δια την δικαιολόγησιν των ζημιών, ως και την αναπλήρωσιν απωλεσθέντων δικαιολογητικών, κατά τας περιπτώσεις του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα κάτωθι: (Μετά την σελ. 1290,38) Σελ. 1290,39 Τεύχος 424 – Σελ. 53 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 α.Η αποκατάστασις απολεσθέντων χρημάτων του Δημοσίου και η αναπλήρωσις απωλεσθέντων δικαιολογητικών δαπανών των Ενόπλων Δυνάμεων ενεργούνται κατά τας διατάξεις περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού. β.Η διαγραφή εις βάρος του Δημοσίου υλικού εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, χρησιμοποιουμένων υπό των Ενόπλων Δυνάμεων, ενεργείται δι’ αποφάσεως του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων. γ.Η αναπλήρωσις απωλεσθέντων δικαιολογητικών διαχειρίσεως υλικού εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, χρησιμοποιουμένων υπό των Ενόπλων Δυνάμεων, ενεργείται κατά τα καθοριζόμενα υπό του εκδιδομένου, κατά τας διατάξεις του άρθρ. 32 του παρόντος, οικείου Γενικού Κανονισμού. δ.Η δικαιολόγησις ζημιών, εξ απωλείας χρημάτων ή απωλείας ή φθοράς υλικού, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων των Κεφαλαίων εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού, ως και η αναπλήρωσις απωλεσθέντων δικαιολογητικών δαπανών ή δικαιολογητικών διαχειρίσεως υλικού, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων των αυτών Κεφαλαίων, ενεργούνται κατά τα καθοριζόμενα υπό του προβλεπομένου εν άρθρ. 74 και 103 του παρόντος Γενικού Κανονισμού. Διαγραφή χρεών θανόντων Άρθρ.99.–1.Εν περιπτώσει θανάτου διαχειριστού υλικών, κτηνών και εφοδίων, ως και γενικώς υπολόγου εκ τοιαύτης διαχειρίσεως, παρουσιάζοντος ελλείμματα κατά την διαχείρισίν του, δύναται ο Υπουργός ή τα υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένα όργανα να αποφασίσωσι την διαγραφήν των ελλειμμάτων τούτων εις βάρος του Δημοσίου, εφ’ όσον κατόπιν ενόρκου προανακρίσεως ή ενόρκου διοικητικής εξετάσεως, αναλόγως της φύσεως των περιουσιακών στοιχείων, ήθελον προκύψει στοιχεία αποκλείοντα τον δόλον ή την βαρείαν αμέλειαν του θανόντος. 2.Χρέη προς το Δημόσιον οποθενδήποτε προερχόμενα, καταλειπόμενα υπό θνησκόντων εν υπηρεσία μαθητών Σχολών των Ενόπλων Δυνάμεων, διαγράφονται εις βάρος του Δημοσίου, αποφάσει του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων. Διαγραφή μικροχρεών Άρθρ.100.–1.Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών δύναται να καθορίζηται εκάστοτε το χρηματικόν όριον απαιτήσεων πάσης φύσεως του Δημοσίου, εξ οιασδήποτε αιτίας προερχομένων, μέχρι του οποίου επιτρέπεται η διαγραφή αυτών, προς αποφυγήν των απαιτηθησομένων εξόδων της εν γένει διαδικασίας εισπράξεως. Σελ. 1290,40 Τεύχος 424 – Σελ. 54 2.Απαιτήσεις εμπίπτουσαι εντός του καθοριζομένου χρηματικού ορίου κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου, διαγράφονται εις βάρος του Δημοσίου δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων, στηριζομένων εις έγγραφον γνωμοδότησιν του Προϊσταμένου των Οικονομικών Υπηρεσιών του οικείου Κλάδου. 3.Ειδικώς δια χρέη βαρύνοντα την Παγίαν Προκαταβολήν των Κλάδων, η περί ης η παρ. 2 του παρόντος άρθρου απόφασις αποτελεί τίτλον, βάσει του οποίου εκκαθαρίζεται, αναγνωρίζεται και εντέλλεται η αντίστοιχος δαπάνη εις βάρος των οικείων πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού, προς αποκατάστασιν της Παγίας Προκαταβολής. Καταλογισμός υπολόγων Κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού Άρθρ.101.–1.Ο καταλογισμός ευθυνών εις βάρος οργάνων πάσης κατηγορίας και ειδικότητος των Ενόπλων Δυνάμεων, υπολόγων διαχειρίσεως κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού, ενεργείται κατά τας διατάξεις των άρθρ. 89 – 92 του παρόντος, εφαρμοζομένων αναλογικώς. 2.Ομοίως επί καταλογισμών της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται αναλογικώς αι διατάξεις των άρθρ. 93 – 95 του παρόντος. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Είσπραξις και διαγραφή χρεών εκ κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού Άρθρ.102.–1.Η είσπραξις των καταλογιζομένων χρηματικών ποσών, κατά τας διατάξεις του παρόντος, εις βάρος υπολόγων διαχειρίσεως κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού, υπευθύνων φθορών ή απωλειών περιουσιακών στοιχείων, ανηκόντων εις τα κεφάλαια ταύτα και οφειλετών πάσης φύσεως εκ συναλλαγών μετά των ασκουμένων εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, ενεργείται κατά τας διατάξεις του άρθρ. 96 του παρόντος και υπέρ των κεφαλαίων τούτων, τηρουμένων των όρων εξυπηρετήσεως των Μετοχικών Ταμείων των Κλάδων υπό των αρμοδίων Δημοσίων Ταμείων, προκειμένου περί εισπράξεως απαιτήσεων τούτων. 2.Αι διατάξεις των άρθρ. 97 και 99 του παρόντος εφαρμόζονται αναλογικώς, προκειμένου περί συμψηφισμού πλεονασμάτων και ελλειμμάτων υλικού ή εμπορευμάτων και διαγραφής χρεών θανόντων διαχειριστών. 3.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού δύναται να καθορίζηται εκάστοτε χρηματικόν όριον απαιτήσεων των πάσης φύσεως εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, προερχομένων εκ συναλλαγών αυτών, μέχρι του οποίου επιτρέπεται η διαγραφή εις βάρος των αποτελεσμάτων της οικείας εκμεταλλεύσεως, προς αποφυγήν των απαιτηθησομένων εξόδων της εν γένει διαδικασίας εισπράξεως ως και τα αρμόδια δια την διαγραφήν όργανα. 4.Ομοίως δι’ αποφάσεων του Υπουργού, στηριζομένων επί σχετικής γνωμοδοτήσεως του παρ’ αυτώ Νομικού Συμβούλου, δύνανται να διαγράφωνται επισφαλείς απαιτήσεις, υπερβαίνουσαι το υπό της παρ. 3 του παρόντος άρθρου καθοριζόμενον όριον και προερχόμεναι εκ συναλλαγών των Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού, εις βάρος των αποτελεσμάτων αυτών, εφ’ όσον δεν καθίσταται δυνατή η περαιτέρω λήψις μέτρων ικανών να εξασφαλίσωσι την είσπραξιν αυτών είτε απ’ ευθείας είτε δια βεβαιώσεώς των ως δημοσίων εσόδων. Διαδικασία καταλογισμού ευθυνών Άρθρ.12.-1.Τα δια την άσκησιν πάσης φύσεως εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού περί ων το άρθρ. 18 του παρόντος, απαιτούμενα κεφάλαια σχηματίζονται εκ συνεισφορών των εξυπηρετουμένων, αι οποίαι καθορίζονται εκάστοτε δι’ αποφάσεων του Υπουργού, εκδιδομένων τη εισηγήσει του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων, κατόπιν προτάσεως του οικείου Αρχηγείου, υποβαλλομένης μετά γνώμην του παρ’ αυτώ Ανωτάτου Συμβουλίου, αναλόγως της φύσεως της εκμεταλλεύσεως και των συνθηκών λειτουργίας αυτής, εκ των πραγματοποιουμένων κερδών των εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεων προσωπικού και εκ δωρεών, κληρονομιών και κληροδοσιών. 2.Κεφάλαια σχηματιζόμενα κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου του παρόντος άρθρου ως και τα εκ τούτων αποκτώμενα περιουσιακά στοιχεία εν γένει, παρακολουθούνται δι’ ιδίων λογαριασμών και χαρακτηρίζονται ως κεφάλαια εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού, επί δε τούτων δεν επεκτείνεται η κυριότης του Δημοσίου. Ταύτα σχηματίζονται και χρησιμοποιούνται κεχωρισμένως κατά Κλάδον, διατίθενται δε μεταξύ όλων των Μονάδων και Υπηρεσιών του οικείου Κλάδου, δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένων οργάνων, ανεξαρτήτως των Μονάδων και Υπηρεσιών εν αις εσχηματίσθησαν, υπό τους όρους του άρθρ. 18 του παρόντος. Σελ. 1290,04 Τεύχος 424-Σελ. 18 Επιτάξεις εισφορών και εκμετάλλευσις επιτοπίων πόρων Άρθρ.103.–1.Δια του προβλεπομένου υπό των διατάξεων του άρθρ. 74 του παρόντος Γενικού Κανονισμού καθορίζονται ωσαύτως τα κάτωθι: α.Η διαδικασία καταλογισμού αστικών ευθυνών εις βάρος οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων. β.Η αρμοδιότης εκάστου επιπέδου διοικήσεως των Κλάδων επί καταλογισμού αστικών ευθυνών και επί ακυρώσεως ή αναθεωρήσεως καταλογιστικής αποφάσεως. γ.Ο τρόπος καθορισμού της αξίας ελλειμμάτων, πλεονασμάτων, φθορών και απωλειών υλικού, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων και η διαδικασία αποτιμήσεως, προς ενέργειαν καταλογισμού εις βάρος υπολόγων ή υπευθύνων ή έγκρισιν συμψηφισμού πλεονασμάτων και ελλειμμάτων. δ.Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά δια τον καταλογισμόν, την ακύρωσιν ή αναθεώρησιν καταλογιστικής αποφάσεως, την έφεσιν ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου και την ελάττωσιν βεβαιωθέντων εσόδων ή επιστροφών αχρεωστήτως εισπραχθέντων. ε.Η διαδικασία δηλώσεως καταλογιζομένων ποσών ως δημοσίων εσόδων, ελαττώσεως βεβαιωθέντων εσόδων και επιστροφής αχρεωστήτως εισπραχθέντων. ζ.Η διαδικασία εισπράξεως καταλογιζομένων ποσών εις βάρος υπηρετούντων εις τας Ενόπλους Δυνάμεις ή εις βάρος των εκ τούτων εξερχομένων ή εξελθόντων της Υπηρεσίας, συμψηφισμού πλεονασμάτων και ελλειμμάτων υλικού, αποκαταστάσεως ανυπαιτίου απωλείας ή φθοράς περιουσιακών στοιχείων ή δικαιολογητικών διαγραφής χρεών θανόντων ή μικροχρεών. η.Ο τρόπος καταλογισμού αστικών ευθυνών εις βάρος υπευθύνων εκ διαχειρίσεως κεφαλαίων εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού και εισπράξεως ή διαγραφής χρεών προερχομένων εκ της διαχειρίσεως των αυτών κεφαλαίων. θ.Αι περιπτώσεις, καθ’ ας διατάσσεται υπό του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων ένορκος προανάκρισις ή ένορκος διοικητική εξέτασις προς επιμερισμόν της ευθύνης και προσδιορισμόν των υπαιτίων προς καταλογισμόν ή απαλλαγή αυτών, ως και αι περιπτώσεις, καθ’ ας ο καταλογισμός ενεργείται απ’ ευθείας υπό του αρμοδίου οργάνου, άνευ ενόρκου προανακρίσεως ή ενόρκου διοικητικής εξετάσεως. ι.Αι εν επιστρατεύσι και πολέμω αναγκαίαι προσαρμογαί και διαρρυθμίσεις πάντων των υπό του Γενικού τούτου Κανονισμού ρυθμιζομένων θεμάτων. κ.Πάσα άλλη λεπτομέρεια. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΟΓΔΟΟΝ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Απογραφή περιουσίας Άρθρ.104.–1.Προς διαπίστωσιν της παρ’ εκάστω Κλάδω περιουσίας ενεργηθήσεται σταδιακώς απογραφή και αποτίμησις των περιουσιακών στοιχείων τούτου. 2.Η αποτίμησις των περιουσιακών στοιχείων ενεργείται βάσει πραγματικών ή προκαθωρισμένων συμβατικών τιμών μονάδος, κατά τας σχετικάς αποφάσεις του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων. 3.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων, συνιστώνται ειδικαί επιτροπαί απογραφής και αποτιμήσεως των κατά Κλάδον περιουσιακών στοιχείων, βάσει δε των ε(Μετά την σελ. 1290,40) Σελ. 1290,41 Τεύχος 424 – Σελ. 55 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 πί μέρους απογραφών και μετά προηγουμένην έγκρισίν των, υπό των αυτών οργάνων ενεργούνται αι σχετικαί εγγραφαί, εν τοις λογιστικοίς βιβλίοις τμηματικώς, άμα τη εγκρίσει της απογραφής εκάστου περιουσιακού στοιχείου ή τμήματος αυτού. 4.Ειδικώς, προκειμένου περί Εκμεταλλεύσεων των Ενόπλων Δυνάμεων, η απογραφή και αποτίμησις των περιουσιακών αυτών στοιχείων, θέλει ενεργηθή κατά τα οριζόμενα υπό του παρόντος άρθρου κεχωρισμένως και κατά προτεραιότητα. 5.Αι λεπτομέρειαι ενεργείας της απογραφής καθορίζονται δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων. Διατάξεις οικονομικής μερίμνης και λογιστικού Εκμεταλλεύσεων Ενόπλων Δυνάμεων. Άρθρ.105.–Πάσαι αι ισχύουσαι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος διατάξεις περί οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των οιασδήποτε φύσεως Εκμεταλλεύσεων των Ενόπλων Δυνάμεων, λειτουργουσών καθ’ οιανδήποτε μορφήν εις τον Στρατόν Ξηράς, το Ναυτικόν και την Αεροπορίαν καταργούνται, από της εκδόσεως και ισχύος των προβλεπομένων υπό των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρ. 17 του παρόντος Ειδικών Κανονισμών κατά περίπτωσιν Εκμεταλλεύσεων των Ενόπλων Δυνάμεων. Καθορισμός και απογραφή Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού Άρθρ.106.–1.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού, εκδιδομένων μετά γνώμην του οικείου κατά Κλάδον Ανωτάτου Συμβουλίου και δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται κατά Κλάδον ποίαι εκ των εν λειτουργία Εκμεταλλεύσεων αφορώσιν τοιαύτας εξυπηρετήσεως προσωπικού, κατά την έννοιαν του άρθρ. 18 του παρόντος, ανεξαρτήτως του αν τινές εκ τούτων λειτουργούσι δυνάμει ειδικών διατάξεων. 2.Πάσαι αι ισχύουσαι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος ειδικαί διατάξεις ιδρύσεως και λειτουργίας Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού, περιληφθησομένων εις την εκδοθησόμενην κατά την προηγουμένην παράγραφον, απόφασιν του Υπουργού καταργούνται, από της εκδόσεως και ισχύος των προβλεπομένων υπό των διατάξεων των παρ. 8 και 9 του άρθρ. 18 του παρόντος Γενικών Κανονισμών Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού. 3.Προς καθορισμόν των κατά την ισχύν του παρόντος υφισταμένων κεφαλαίων εκτός Κρατικού προϋπολογισμού ενεργείται απογραφή των ευρισκομένων εις την διάθεσιν των χαρακτηρισθησομένων κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου ως Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού περιου Σελ. 1290,42 Τεύχος 424 – Σελ. 56 σιακών στοιχείων, άτινα δεν προήλθον εκ πηγών του Κρατικού προϋπολογισμού ή ετέρων Κρατικών πηγών. Τα ούτω καθορισθησόμενα κεφάλαια εντός Κρατικού προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται και διατίθενται περαιτέρω κατά τας διατάξεις των άρθρ. 12 και 18 του παρόντος. Ισχύς Γενικών και Ειδικών Κανονισμών Άρθρ.107.–1.Η ισχύς των Γενικών και Ειδικών Κανονισμών άρχεται από της καθοριζομένης δια των αυτών Κανονισμών ημερομηνίας. 2.Εις περίπτωσιν καθ’ ην δεν αναφέρεται εν αυτοίς ημερομηνία ισχύος αύτη άρχεται μετά ένα μήνα από της ημερομηνίας του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, εις ο δημοσιεύεται η σχετική περί κυρώσεως του οικείου Κανονισμού διοικητική πράξις. 3.Κατά την έκδοσιν, τροποποίησιν ή συμπλήρωσιν των Γενικών και Ειδικών Κανονισμών επιτρέπεται όπως καθορίζηται διάφορος ημερομηνία ισχύος των διατάξεων αυτών κατά μέρη. 4.Κατάργησις, τροποποίησις ή συμπλήρωσις Γενικών ή Ειδικών Κανονισμών ισχύει μετά ένα μήνα από της δημοσιεύσεως της περί κυρώσεως του νέου Κανονισμού διοικητικής πράξεως, εκτός αν εν τη κυρωτική πράξει ορίζηται μείζων προθεσμία ενάρξεως της ισχύος. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Ισχύουσαι διατάξεις οικονομικής μερίμνης και λογιστικού Άρθρ.108.–1.Αι ισχύουσαι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος και μη καταργούμεναι διατάξεις περί οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Κλάδων δια του άρθρ. 110 εξακολουθούσιν εφαρμοζόμεναι. Η ισχύς τούτων δύναται, δια Β.Δ/των, προτάσει των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών εκδιδομένων, να επεκτείνηται εφ’ όλων των Κλάδων καταργουμένων των υπαρχουσών τυχόν παρ’ αυτοίς παράλληλων διατάξεων. 2.Μέχρι της εκδόσεως και της ισχύος των προβλεπομένων υπό των διατάξεων του παρόντος Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, εξακολουθεί η ισχύς των κατά την δημοσίευσιν του παρόντος ισχυουσών διατάξεων περί οικονομικής Μερίμνης και Λογιστικού παρ’ εκάστω Κλάδω, ως και των εις εκτέλεσιν αυτών εκδοθεισών διοικητικών πράξεων. 3.Επί θεμάτων, περί ων δεν προβλέπει το παρόν αι διατάξεις των εκδιδομένων εις εκτέλεσιν αυτού Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, ως και αι διατηρούμεναι εν ισχύι διατάξεις περί οικονομικής μερίμνης και λογιστικού παρ’ εκάστω Κλάδω, εφαρμόζονται αι ισχύουσαι διατάξεις περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού. Κωδικοποίησις διατάξεων Άρθρ.109.–1.Επιτρέπεται όπως δια Β.Δ/των εκδιδομένων τη προτάσει του Υπουργού, κωδικοποιώνται εις ενιαίον κείμενον, φέρον τον αριθμόν του παρόντος, αι διατάξεις αυτού, ως αύται θέλουσι τροποποιηθή και συμπληρωθή μεταγενεστέρως υπό τον τίτλον Κωδικοποιημένος Νόμος «περί Οικονομικής Μερίμνης και Λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων». 2.Δια των αυτών Β.Δ/των επιτρέπεται όπως κωδικοποιηθούν, ενσωματούμεναι εις τον εν τη προηγουμένη παραγράφω κωδικοποιημένον νόμον πάσαι αι μη καταργούμεναι δια του παρόντος διατάξεις περί οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Κλάδων. 3.Κατά την εν παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου κωδικοποίησιν επιτρέπεται η αλλαγή της σειράς των άρθρων και πάσα ετέρα αναγκαία μεταβολή της κατατάξεως της ύλης ή φραστική τοιαύτη άνευ βλάβης του περιεχομένου των διατάξεων. Καταργούμεναι διατάξεις Άρθρ.110.–Από της ισχύος του παρόντος και υπό τον περιορισμόν της παρ. 2 του άρθρ. 108 καταργείται πάσα διάταξις γενική ή ειδική αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος ή των εκδιδομένων εις εκτέλεσιν των διατάξεων τούτων Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. Ισχύς Άρθρ.111.–Η ισχύς του παρόντος άρχεται μετά τρεις μήνας από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Άρθρ.13.-1.Αι επιτάξεις εισφορών πάσης φύσεως εν πολέμω και επιστρατεύσει ενεργούνται κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις της περί εισφορών και ναυλώσεων νομοθεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων. Δια Β.Δ/τος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού δύναται να κωδικοποιούνται οποτεδήποτε εις ενιαίον κείμενον αι διατάξεις του Νόμ. 4442/1929 «περί στρατιωτικών και ναυτικών εισφορών και ναυλώσεων» ως αύται ισχύουν εκάστοτε, επιτρεπομένης της αλλαγής της αριθμήσεως των άρθρων και της εν γένει κατατάξεως της ύλης των κωδικοποιουμένων εκάστοτε διατάξεων, ως και της επεκτάσεως της ισχύος διατάξεων ενός Κλάδου εις τους ετέρους. 2.Επιτρέπεται εν πολέμω η εκμετάλλευσις των επιτοπίων πόρων επ’ ωφελεία των Ενόπλων Δυνάμεων, κατά τους όρους και διατυπώσεις Γενικού Κανονισμού εκδιδομένου κατά τας διατάξεις του παρόντος. Θέματα γεννώμενα κατά την εκμετάλλευσιν των πόρων τούτων και μη προβλεπόμενα δια του ως άνω Γενικού Κανονισμού ρυθμίζονται δια διαταγών του Αρχηγείου των Ενόπλων Δυνάμεων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Απαλλοτριώσεις Άρθρ.14.-1.Επιτρέπεται η υπέρ του Δημοσίου απαλλοτρίωσις αστικών και αγροτικών ακινήτων δια την επ’ αυτών ή δια μέσου τούτων εκτέλεσιν έργων των Ενόπλων Δυνάμεων, σκοπούντων την εξυπηρέτησιν της Εθνικής Αμύνης της Χώρας, των τοιούτων έργων θεωρουμένων ως γενομένων χάριν δημοσίας ωφελείας. Εν τη εννοία του παρόντος άρθρου νοούνται ως έργα μεν και αι πάσης φύσεως εγκαταστάσεις αι απαιτούμεναι δια την εξυπηρέτησιν των Ενόπλων Δυνάμεων, ως απαλλοτρίωσις δε και η σύστασις εμπραγμάτων δικαιωμάτων, χάριν της εκτελέσεως των έργων ή της απροσκόπτου λειτουργίας των εγκαταστάσεων. 2.Δια τας εν τη προηγουμένη παραγράφω απαλλοτριώσεις έχουν εφαρμογήν αι εκάστοτε ισχύουσαι γενικαί διατάξεις περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων υπέρ του Δημοσίου, ως και αι ειδικαί τοιαύται περί απαλλοτριώσεων χάριν στρατιωτικών, ναυτικών και αεροπορικών έργων και εν γένει εγκαταστάσεων. Χρηματικός Εφοδιασμός Άρθρ.15.-1.Ο Χρηματικός Εφοδιασμός των Ενόπλων Δυνάμεων ενεργείται μέσω των Δημοσίων Ταμείων του Κράτους ή των Δημοσίων Στρατιωτικών Ταμείων, βάσει χρηματικών ενταλμάτων, τακτικών, προσωρινών και προπληρωμής, εκδιδομένων υπό των αρμοδίων, κατά τας κειμένας διατάξεις. 2.Εν επιστρατεύσει, πολέμω ή εις άλλας εξαιρετικάς περιπτώσεις ο χρηματικός εφοδιασμός των Ενόπλων Δυνάμεων δύναται να ενεργήται προσωρινώς δια προκαταβολών, χορηγουμένων υπό της Τραπέζης της Ελλάδος, τη ειδική εντολή του Υπουργού των Οικονομικών. Παγία προκαταβολή Άρθρ.16.-1.Εις τους Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων χορηγείται υπό του Υπουργείου Οικονομικών Παγία προκαταβολή, δι’ ειδικών ενταλμάτων πληρωμής, εκδιδομένων υπ’ αυτού επ’ ονόματι κεντρικής χρηματικής διαχειρίσεως εκάστου Κλάδου. 2.Η χορήγησις, η διαχείρισις, η ανανέωσις και η απόδοσις της παγίας προκαταβολής των Κλάδων διέπεται υπό των κειμένων περί παγίων προκαταβολών διατάξεων του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, των διατάξεων του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Γενικών Κανονισμών. 3.Το ποσόν της παγίας προκαταβολής εκάστου Κλάδου προσδιορίζεται ίσον προς τα δύο και ήμισυ δωδεκατημόρια των καθοριζομένων εκάστοτε κατά τας κειμένας διατάξεις ως πληρωτέων εκ της παγίας προκαταβολής δαπανών κατ’ είδος και ποσοστόν, των εν τω οικείω προϋπολογισμώ εξόδων πιστώσεων. 4.Δι’ αποφάσεως του Υπουργού ή του ειδικώς εξουσιοδοτουμένου προς τούτο υπηρεσιακού οργάνου εκάστου Κλάδου δύναται να κατανέμηται η παγία προκαταβολή μεταξύ των οικείων χρηματικών διαχειρίσεων των Μονάδων, αναλόγως των εκάστοτε χρηματικών αναγκών αυτών. 5.Αι εκ της παγίας προκαταβολής πληρωνόμεναι δαπάναι, η ανανέωσις του ποσού των εκ της παγίας προκαταβολής πληρωνομένων δαπανών δια της εκδόσεως χρηματικών ενταλμάτων κυρίου ή δευτερεύοντος Διατάκτου, βάσει των κατά νόμον δικαιολογητικών δεόντως εκκαθαρισμένων, επ’ ονόματι της δικαιούχου χρηματικής διαχειρίσεως ή ετέρας κεντρικής τοιαύτης, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια, καθορίζονται δια των κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρ. 32 του παρόντος εκδιδομένων Γενικών Κανονισμών. 6.Επιτρέπεται προς κάλυψιν ειδικών αναγκών των Κλάδων η μετατροπή εις ξένον νόμισμα μέρους της παγίας αυτών προκαταβολής, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, των λεπτομερειών ως προς την χορήγησιν, διαχείρισιν, διάθεσιν, απόδοσιν λογαριασμού και έλεγχον καθοριζομένων δια των κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρ. 42 του παρόντος εκδιδομένων Γενικών Κανονισμών. Εκμεταλλεύσεις Ενόπλων Δυνάμεων Άρθρ.17.-1.Αι δια την εξυπηρέτησιν των αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων συγκροτούμεναι κατά Κλάδον Εκμεταλλεύσεις, ήτοι Εργοστασιακαί Μονάδες, Συνεργεία Επισκευών ή Συντηρήσεως, Κέντρα Ερευνών και λοιπαί Μονάδες άλλων δραστηριοτήτων, αποτελούσαι Οικονομικάς Μονάδας, δύνανται εκτός της εκτελέσεως παραγγελιών του οικείου Κλάδου ή των λοιπών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, να αναλαμβάνωσι και την εκτέλεσιν παραγγελιών τρίτων και να διαθέτουν προϊόντα ή υπηρεσίας επί πληρωμή κατά τας διατάξεις του άρθρ. 55 του παρόντος. 2.Τα απαιτούμενα κεφάλαια δι’ επενδύσεις παγίου Ενεργητικού των Εκμεταλλεύσεων τούτων αντλούνται εκ των πιστώσεων του ειδικού προϋπολογισμού του οικείου Κλάδου ή εξ άλλων πηγών μέσων υποστηρίξεως. Κεφάλαια κινήσεως δια την λειτουργίαν και επίτευξιν της παραγωγής συνιστώνται δια χορηγήσεως υπό του Υπουργείου Οικονομικών αναλόγου παγίας προκαταβολής, περί ης το άρθρ. 16 του παρόντος προς διευκόλυνσιν των πληρωμών. 3.Δι’ Ειδικών Κανονισμών, εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος ρυθμίζονται τα της οικονομικής μερίμνης και λογιστικού εκάστης των Εκμεταλλεύσεων τούτων και ειδικώτερον τα του οικονομικού προγράμματος αυτής, η διαδικασία των προμηθειών, οι όροι των συναπτομένων συμβάσεων, το λογιστικόν σύστημα και σύστημα κοστολογήσεως, ο τρόπος καθορισμού (Μετά την σελ. 1290,04) Σελ. 1290,05 Τεύχος 424-Σελ. 19 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 των τιμών διαθέσεως, η λογιστική οργάνωσις της παραγωγικής διαδικασίας, ο τρόπος δικαιολογήσεως και πληρωμής των ημερομισθίων του εργατοτεχνικού και εκτάκτου υπαλληλικού προσωπικού, τα δικαιολογητικά, βάσει των οποίων εκκαθαρίζονται, αναγνωρίζονται και εντέλλονται αι δαπάναι ημερομισθίων, ως και πάσα δια την επίτευξιν του σκοπού των Εκμεταλλεύσεων σχετική προς την οικονομικήν μέριμναν και το λογιστικόν αυτών λεπτομέρεια, επιτρεπομένων παρεκκλίσεων εκ των κειμένων διατάξεων. Εκμεταλλεύσεις εξυπηρετήσεως προσωπικού Άρθρ.18.-1.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού δύναται να ιδρύωνται, επί σκοπώ αποκλειστικής εξυπηρετήσεως βιοτικών και άλλων αναγκών του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων και των μελών των οικογενειών αυτού, πάσης φύσεως Εκμεταλλεύσεις εξυπηρετήσεως προσωπικού, ασκούμεναι δια κεφαλαίων εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού, περί ων το άρθρ. 12 του παρόντος. Δια των αυτών Υπουργικών Αποφάσεων καθορίζεται η διοικητική υπαγωγή των Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού, επιτρεπομένης και της ιδρύσεως αυτοτελών Μονάδων ή Υπηρεσιών. Δι’ ομοίων αποφάσεων δύναται να καταργώνται ιδρυθείσαι Εκμεταλλεύσεις εξυπηρετήσεως προσωπικού. Ο Υπουργός δύναται να μεταβιβάζη, δι’ αποφάσεών του δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εις όργανα της ιεραρχίας των Κλάδων τας εν τη παρούση παραγράφω αρμοδιότητας αυτού. Ως Εκμεταλλεύσεις εξυπηρετήσεως προσωπικού θεωρούνται και η οργάνωσις και λειτουργία θεάτρων, κινηματογράφων και θεαμάτων εν γένει εντός των Μονάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, αθλητικοί αγώνες, χοροί και λοιπαί εορταστικαί εκδηλώσεις. 2.Αι προβλεπόμεναι εν τη προηγουμένη παραγράφω αποφάσεις του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένων οργάνων των Κλάδων περί ιδρύσεως Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού περιλαμβάνουσι τον σκοπόν, το είδος, την μορφήν, την επωνυμίαν και την διοικητικήν υπαγωγήν αυτών. 3.Εν ανεπαρκεία των Κεφαλαίων εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού, δι’ άσκησιν Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού, επιτρέπεται, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένων οργάνων, όπως χορηγήται εκ της παγίας προκαταβολής του οικείου Κλάδου προσωρινόν δάνειον, ο χρόνος επιστροφής του οποίου καθορίζεται δια των αυτών αποφάσεων. Σελ. 1290,06 Τεύχος 424-Σελ. 20 Επίσης επιτρέπεται η σύναψις δανείου εκ του Μετοχικού Ταμείου του οικείου Κλάδου ή της Γενικής Τραπέζης, εξοφλητέου τοκοχρεωλυτικώς εις χρόνον και επί επιτοκίω καθοριζομένων δι’ αποφάσεων του αρμοδίου Διοικητικού Συμβουλίου και εγκρινομένων υπό του Υπουργού. 4.Προς εξασφάλισιν ευνοϊκών όρων διαθέσεως αναγκαιούντων εις το προσωπικόν των Ενόπλων Δυνάμεων στρατιωτικών ειδών, εισαγομένων εκ του εξωτερικού, επιτρέπεται η απαλλαγή τούτων εκ των δασμών και των κατά την εισαγωγήν επιβαλλομένων φόρων, τελών και δικαιωμάτων υπέρ Δημοσίου και τρίτων, αποφάσει του Υπουργού των Οικονομικών, δι’ ης καθορίζονται κατ’ είδος και ποσότητα τα εισαγόμενα είδη, κατόπιν πλήρους αιτιολογήσεως της ανάγκης της παροχής στοιχείων περί του αριθμού των εξυπηρετηθησομένων προσώπων. 5.Αι Εκμεταλλεύσεις εξυπηρετήσεως προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων απαλλάσσονται δια την εν γένει δραστηριότητα αυτών παντός φόρου, τέλους, δικαιώματος και κρατήσεων υπέρ Δημοσίου και τρίτων, συμπεριλαμβανομένων και των τελών χαρτοσήμου, εξαιρέσει των εργοδοτικών εισφορών προς τα οικεία ασφαλιστικά ταμεία του παρ’ αυταίς απασχολουμένου προσωπικού. Ομοίως επί προμηθειών πάσης φύσεως και εργασιών ενεργουμένων εκ κεφαλαίων εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού δια λογαριασμόν των Εκμεταλλεύσεων τούτων ουδεμία κράτησις ενεργείται υπέρ Δημοσίου και τρίτων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 6.Τμήμα των κερδών των Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού καθοριζόμενον εκάστοτε δι’ αποφάσεως του Υπουργού, παραχωρείται εις τα κατά Κλάδον Ασφαλιστικά Ταμεία. Ο Υπουργός δύναται δι’ αποφάσεώς του να διαθέτη πάσης φύσεως περιουσιακά στοιχεία, κτηθέντα εκ κεφαλαίων προελθόντων εκ των εν λόγω Εκμεταλλεύσεως προς της ισχύος του παρόντος Ν.Δ/τος ή και μετά ταύτην, εις το Μετοχικόν Ταμείον του οικείου Κλάδου, επί τιμήματι καθοριζομένω εν τη αποφάσει του Υπουργού και περιερχομένω εις τα Κεφάλαια εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού ή και δωρεάν. Εις τα οικεία κατά Κλάδον Μετοχικά Ταμεία περιέρχεται, ως έκτακτος πόρος αυτών, άπασα η εκ κεφαλαίων εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού περιουσία του Κλάδου, εν περιπτώσει, καθ’ ην ο Υπουργός ήθελε δι’ οιονδήποτε λόγον αποφασίσει την οριστικήν διακοπήν της ασκήσεως Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού δι’ ένα ή δι’ άπαντας τους Κλάδους. 7.Το αρχικόν κεφάλαιον ιδρυομένων Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού όλων των Κλάδων, ως και το μεταγενεστέρως απαιτηθησόμενον τοιούτον, σχηματίζεται δια συνεισφοράς των Κλάδων εκ των Κεφαλαίων εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού αναλόγου προς τον αριθμόν των εξυπηρετουμένων μονίμων Αξιωματικών, Ανθ/στών και Υπαξιωματικών εκάστου Κλάδου. Κατά την αυτήν αναλογίαν διανέμεται η περιουσία των Εκμεταλλεύσεων της παρούσης παραγράφου μεταξύ των Κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού των Κλάδων, εν περιπτώσει διαλύσεως αυτών. Ομοίως κατά την αυτήν αναλογίαν διανέμονται τα καθαρά κέρδη και καθορίζεται η συμμετοχή των Κλάδων εις την Διοίκησιν. 8.Δια Γενικού Κανονισμού εκδιδομένου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Ν.Δ/τος καθορίζονται τα εξής, επιτρεπομένων παρεκκλίσεων εκ των κειμένων διατάξεων περί διαχειρίσεως και διαθέσεως χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου. α.Αι γενικαί διατάξεις και διαδικασίαι δημιουργίας, διαχειρίσεως και διαθέσεως των Κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋλογισμού. β.Οι όροι των συναπτομένων συμβάσεων δια την άσκησιν των Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού και η διαδικασία προμηθειών. γ.Η έκτασις της παρεχομένης εν εκάστη περιπτώσει εξυπηρετήσεως, αι σχετικαί διαδικασίαι και αι τιμαί, τα εξυπηρετούμενα πρόσωπα και τα μέλη των οικογενειών αυτών και αι περιπτώσεις επεκτάσεως της εξυπηρετήσεως επί μη μονίμου στρατιωτικού προσωπικού, ως και επί του πάσης κατηγορίας πολιτικού προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων. δ.Αι κατηγορίαι των εξυπηρετουμένων συνταξιούχων εκ των εν εδαφ. γ΄ της παρούσης παραγράφου προσώπων. ε.Οι διατιθέμενοι υπό των Κλάδων χώροι εγκαταστάσεως των Εκμεταλλεύσεων τούτων και η διαδικασία διαθέσεώς των, ως και ο τρόπος προσωρινής διαθέσεως υλικών του Δημοσίου επί δανεισμώ. ζ.Τα συλλογικά ή μη όργανα διοικήσεως και ελέγχου, αι θέσεις του στρατιωτικού προσωπικού, αι θέσεις και καταστάσεις του προβλεπόμενου πάσης κατηγορίας πολιτικού προσωπικού, αι ειδικαί αποζημιώσεις, υπερωριακαί αποζημιώσεις και λοιπά δικαιώματα των οργάνων διοικήσεως και του προσωπικού εν γένει. η.Αι περιπτώσεις και οι όροι, υφ’ ους επιτρέπεται όπως δια των Εκμεταλλεύσεων της κατηγορίας ταύτης εξυπηρετώνται αι ανάγκαι των Μονάδων και Υπηρεσιών των Κλάδων, ως και του προσωπικού και των άλλων Κλάδων. θ.Η Διοικητική, Οικονομική και Λογιστική οργάνωσις, ο τρόπος της εισπράξεως των απαιτήσεων κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως Δημοσίων εσόδων και ο τρόπος ενεργείας και δικαιολογήσεως δαπανών. ι.Τα του τρόπου της δικαστικής εκπροσωπήσεως των Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού και διεξαγωγής της νομικής και δικαστικής εν γένει υπηρεσίας. κ.Αι λεπτομέρειαι της μεταπτώσεως εκ του ισχύοντος συστήματος εις το προβλεπόμενον υπό των διατάξεων του παρόντος. λ.Πάσα άλλη σχετική διάταξις και λεπτομέρεια αναγκαία δια την επίτευξιν του σκοπού των Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού. μ.Αι εν επιστρατεύσει και πολέμω αναγκαιούσαι προσαρμογαί και διαρρυθμίσεις επί πάντων των εν τη παρούση παραγράφω θεμάτων. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΡΙΤΟΝ ΟΡΓΑΝΩΣΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΗΣ Οικονομικαί Εξουσίαι και μεταβίβασις αυτών Άρθρ.2.-1.Αι διατάξεις του παρόντος έχουν γενικήν εφαρμογήν επί των Κλάδων Στρατού Ξηράς, Ναυτικού και Αεροπορίας, ως και επί των εκ τούτων εξαρτωμένων Μονάδων και Υπηρεσιών ανεξαρτήτως της αποστολής και της δραστηριότητος αυτών. 2.Αι διατάξεις του παρόντος, ως και των εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν αυτών Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, εφαρμόζονται ομοιομόρφως εν ειρήνη, επιστρατεύσει και πολέμω πλην των περιπτώσεων καθ’ ας ρητώς εν αυταίς άλλως ορίζεται. 3.Εις τας διατάξεις του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Β.Δ/των, Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, πλην των εν τω άρθρ. 25 κατονομαζομένων οργάνων οικονομικής μερίμνης και λογιστικού, υπάγεται και παν έτερον όργανον των Ενόπλων Δυνάμεων, εις ο έχει παραχωρηθή κατά τας διατάξεις του παρόντος ή τας κειμένας εκάστοτε κατά Κλάδον διατάξεις οικονομική αρμοδιότης δια την εισήγησιν επί οικονομικών θεμάτων ή δια την διαχείρισιν υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, μόνον ως προς το μέρος της αρμοδιότητος ταύτης. Ορισμοί Άρθρ.19.-1.Την ανωτάτην οικονομικήν εξουσίαν εν τω Υπουργείω Εθνικής Αμύνης ασκεί ο Υπουργός, συμφώνως προς τας γενικάς διατάξεις περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού και τας ειδικάς διατάξεις του παρόντος. 2.Η Οικονομική εξουσία δύναται, επί σκοπώ αποκεντρώσεως, να μεταβιβάζηται, εν όλω ή εν μέρει, εις κεντρικά και περιφερειακά όργανα της Διοικήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και εις Προϊσταμένους των εξ αυτών εξαρτωμένων Υπηρεσιών, κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις περί Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. 3.Οι Διοικηταί των Μονάδων, των Συγκροτημάτων και των Σχηματισμών των Ενόπλων Δυνάμεων είναι οι αρχηγοί των παρ’ αυτοίς οικονομικών Υπηρεσιών έχοντες ως βοηθούς τους αρμοδίους Επιτελείς ή Προϊσταμένους των Υπηρεσιών τούτων. (Μετά την σελ. 1290,06) Σελ. 1290,07 Τεύχος 424-Σελ. 21 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 4.Οι εν τη προηγουμένη παραγράφω Διοικηταί δύνανται να μεταβιβάζωσι, δια διαταγής των, μέρος ή το όλον των οικονομικών αυτών καθηκόντων, εξαιρέσει της τυχόν παρασχεθείσης αυτοίς, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, οικονομικής δικαιοδοσίας, εις τους Επιτελείς των ή Προϊσταμένους Οικονομικού ή εις ετέρους Αξιωματικούς της Μονάδος των, εις ό,τι αφορά την διεξαγωγήν της όλης οικονομικής υπηρεσίας. Διατάκται Άρθρ.20.-1.Αι δαπάναι των Ενόπλων Δυνάμεων εντέλλονται υπό του Κυρίου Διατάκτου ή των Επιτρόπων τούτου Δευτερευόντων Διατακτών. 2.Κύριος Διατάκτης του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, ήτοι ανώτατον όργανον εντολής των δαπανών εις βάρος του Δημοσίου, είναι ο Υπουργός, δυνάμενος, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρ. 19 του παρόντος να μεταβιβάζη το όλον ή μέρος της ειδικής ταύτης εξουσίας του εις έτερον ή έτερα όργανα της Ιεραρχίας εν εκάστω Κλάδω. 3.Δια διαταγών του Υπουργού ή του προς τούτο εξουσιοδοτημένου υπ’ αυτού οργάνου δύναται να διορίζωνται κατά Κλάδον Οικονομικοί Αξιωματικοί, είς τε την Κεντρικήν και τας περιφερειακάς Υπηρεσίας, ως Επίτροποι τούτου, Δευτερεύοντες Διατάκται επί σκοπώ αποκεντρώσεως του δικαιώματος της εντολής των δαπανών, μεταβιβαζομένου δι’ επιτροπικών ενταλμάτων προς αυτούς μέρους των διατεθεισών εις έκαστον Κλάδον πιστώσεων του ειδικού προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. 4.Δια Γενικού Κανονισμού, εκδιδομένου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος, καθορίζονται τα καθήκοντα των Δευτερευόντων Διατακτών, ο τρόπος της μεταβιβάσεως πιστώσεως εις αυτούς, τα δικαιώματα, η δικαιοδοσία και η αρμοδιότης αυτών, η οργάνωσις εν γένει της εσωτερικής λειτουργίας της Υπηρεσίας Δευτερεύοντος Διατάκτου, τα τηρούμενα βιβλία, ο τρόπος αποδόσεως λογαριασμού, αι σχέσεις αυτών προς τα Δημόσια Ταμεία ή τα Δημόσια Στρατιωτικά Ταμεία, αι περιπτώσεις καθ’ ας ανατίθεται εν επιστρατεύσει και πολέμω η αρμοδιότης εντολής δαπανών Κλάδου τινός εις Δευτερεύοντα Διατάκτην ετέρου Κλάδου, ο τύπος και ο τρόπος εκδόσεως των ενταλμάτων πληρωμής ή των εντολών ανακαταβολής, αι σχέσεις των Δευτερευόντων Διατακτών προς το Ελεγκτικόν Συνέδριον, ως και πάσα άλλη συναφής διάταξις και λεπτομέρεια. Σελ. 1290,08 Τεύχος 424-Σελ. 22 5.Δια του εν τη προηγουμένη παραγράφω του παρόντος άρθρου Γενικού Κανονισμού καθορίζονται επίσης ο τρόπος της εντολής δαπανών υπό του Κυρίου Διατάκτου ή υπό των κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 2 του παρόντος άρθρου εξουσιοδοτουμένων οργάνων της Ιεραρχίας εν εκάστω Κλάδω, ως και πάσα άλλη συναφής προς την αρμοδιότητα του Κυρίου Διατάκτου διάταξις και λεπτομέρεια. Υπόλογοι Άρθρ.21.-1.Όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων, δυνάμενα ως εκ της υπηρεσίας των να υπέχωσιν οικονομικάς ευθύνας είναι: α.Το κεκτημένον στρατιωτικήν ιδιότητα προσωπικόν. β.Το εις τας Ενόπλους Δυνάμεις εντεταγμένον ή εργαζόμενον υφ’ οιανδήποτε ιδιότητα και σχέσιν πάσης φύσεως προσωπικόν εκ πολιτών (μόνιμοι, έκτακτοι επί συμβάσει και ημερομίσθιοι υπάλληλοι, τεχνίται, εργάται κ.λπ.). 2.Παν όργανον εκ των εν τη προηγουμένη παραγράφω εις ο ανετέθη μονίμως ή προσκαίρως η διαχείρισις, κατόπιν διαταγής αρμοδίως εκδοθείσης, ή ανέλαβε και άνευ διαταγής τινός την διαχείρισιν χρημάτων, υλικών, εφοδίων, εγκαταστάσεων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων των Ενόπλων Δυνάμεων καθίσταται δημόσιος υπόλογος, ευθυνόμενος κατά τας διατάξεις περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. 3.Δια των εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Γενικών ή Ειδικών Κανονισμών καθορίζονται κατά περίπτωσιν τα όργανα της ιεραρχίας των Κλάδων, εις α ανατίθεται η αρμοδιότης του διορισμού, αντικαταστάσεως ή αναπληρώσεως των δημοσίων υπολόγων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Λειτουργίαι οικονομικής μερίμνης και λογιστικού Άρθρ.22.-1.Η Οικονομική μέριμνα και το λογιστικόν των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων περιλαμβάνει τας κάτωθι κυρίας λειτουργίας: α.Άσκησιν οικονομικής εξουσίας. β.Άσκησιν οικονομικής δικαιοδοσίας. γ.Άσκησιν οικονομικής αρμοδιότητος. δ.Κατάρτισιν και εκτέλεσιν του προϋπολογισμού. δ.Εντολήν δαπανών. ζ.Διάθεσιν υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων οριστικώς καθ’ οιονδήποτε τρόπον εκτός του οικείου Κλάδου. η.Αναγνώρισιν λογαριασμών εσόδων (βεβαίωσιν εσόδων) ή εξόδων (εκκαθάρισιν δαπανών). θ.Αναγνώρισιν (εκκαθάρισιν) λογαριασμών οριστικής διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών και εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων. ι.Εξόφλησιν χρηματικών ενταλμάτων και πραγματοποίησιν συναφών εσόδων και εξόδων δημοσίας ληψοδοσίας. κ.Διαχείρισιν περιουσιακών στοιχείων. λ.Λογιστικήν των εσόδων, των εξόδων, των περιουσιακών στοιχείων Ενεργητικού και Παθητικού, ως και των πιστώσεων του προϋπολογισμού. μ.Κοστολόγησιν δραστηριοτήτων. ν.Οικονομικόν ελεγχον. ξ.Οικονομικήν επιθεώρησιν. ο.Στατιστικήν και ανάλυσιν προόδου και οικονομικότητος προγραμμάτων. π.Προμήθειαν ή εκποίησιν υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, εκτέλεσιν έργων και εργασιών, ως και μίσθωσιν ή επίταξιν ακινήτων, μέσων ή υπηρεσιών. ρ.Διοίκησιν κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού και εποπτεία Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού πάσης φύσεως. σ.Εποπτείαν των εξαρτωμένων νομικών προσώπων και οργανισμών επί οικονομικών θεμάτων. τ.Καθορισμόν αρμοδιοτήτων, καθηκόντων και σχέσεων των οικονομικών οργάνων και καταλογισμόν ευθυνών. υ.Αποτίμησιν της αξίας παντός περιουσιακού στοιχείου και καθορισμόν σταθερών τιμών μονάδος. φ.Διακανονισμόν λογαριασμών μετά παντός τρίτου εξ αμφοτεροβαρών ή ετεροβαρών συμβάσεων ή συμφωνιών ή εκ συναλλαγών εν γένει, ως και αποκατάστασιν ζημιών ή φθορών επί περιουσιακών στοιχείων. 2.Αι εν τη προηγουμένη παραγράφω λειτουργίαι οικονομικής μερίμνης και λογιστικού ενασκώνται υπό των κατά τας διατάξεις του άρθρ. 23 του παρόντος Οικονομικών Υπηρεσιών και ετέρων Σωμάτων ή Υπηρεσιών των Κλάδων, κατά τα προβλεπόμενα υπό των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων περί οργανώσεως και αρμοδιοτήτων των Σωμάτων ή Υπηρεσιών τούτων παρ’ εκάστω Κλάδω. Οικονομικαί Υπηρεσίαι Άρθρ.23.-1.Παρά τω Αρχηγείω Ενόπλων Δυνάμεων, ως και παρ’ εκάστω Κλάδω των Ενόπλων Δυνάμεων, οργανούνται ειδικαί Οικονομικαί Υπηρεσίαι, αίτινες αποτελούν τα όργανα δια των οποίων εκδηλούται η οικονομική μέριμνα, συμφώνως προς τους κανόνας του λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων, εις άπαντα τα επίπεδα διοικήσεως του οικείου Κλάδου. 2.Δι’ Ειδικών Κανονισμών, εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται: α.Αι Οικονομικαί Υπηρεσίαι δι’ ων ασκούνται αι λειτουργίαι οικονομικής μερίμνης και λογιστικού παρά τω Αρχηγείω Ενόπλων Δυνάμεων, ως και παρ’ εκάστω Κλάδω. β.Η σύστασις, διάρθρωσις και εξάρτησις των Οικονομικών Υπηρεσιών παρ’ εκάστω επιπέδω διοικήσεως του Κλάδου και παρά ταις εξαρτωμέναις εξ αυτού Υπηρεσίαις. γ.Η κατά τας ανάγκας εκάστου Κλάδου σύστασις, διάρθρωσις και εξάρτησις Κεντρικής Λογιστικής Υπηρεσίας, δυναμένης να παρακολουθή συγκεντρωτικώς την διατιθεμένην κατά Κλάδον περιουσίαν. δ.Η αρμοδιότης, τα καθήκοντα και δικαιώματα εν γένει των εν εδαφ. β και γ της παρούσης παραγράφου Υπηρεσιών, ως και ο τρόπος λειτουργίας αυτών. ε.Αι Οικονομικαί ή άλλαι Υπηρεσίαι ή Σώματα, κατά Κλάδον, εις ας παρέχεται αρμοδιότης δια την εισήγησιν επί οικονομικών θεμάτων ή άσκησιν λειτουργιών οικονομικής μερίμνης και λογιστικού, οπωσδήποτε σχετιζομένων με την γενικωτέραν αρμοδιότητα αυτών και την ενέργειαν πάσης σχετικής πράξεως, συμφώνως προς τας ισχυούσας εκάστοτε διατάξεις. ζ.Τα θέματα ή αι λειτουργίαι καθ’ Υπηρεσίαν ή Σώμα επί των οποίων ασκείται η εν τω εδαφ. ε της παρούσης παραγράφου παρεχομένη εκάστοτε οικονομική αρμοδιότης. η.Αι αρμοδιότητες των Οικονομικών Υπηρεσιών επί των υλικών και εφοδίων, ως και των λοιπών περιουσιακών στοιχείων, κατά τας ισχυούσας εκάστοτε ειδικάς περί των υλικών, εφοδίων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων διατάξεις εκάστου Κλάδου. θ.Αι κατά Κλάδον συμπληρωματικαί των προβλεπομένων εν παρ. 1 του άρθρ. 22 του παρόντος λειτουργίαι οικονομικής μερίμνης και λογιστικού, εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλως υπό των κειμένων διατάξεων. ι.Αι εν επιστρατεύσει και πολέμω αναγκαίαι διαρρυθμίσεις και προσαρμογαί της εν ειρήνη οργανώσεως και αρμοδιότητος των κατά Κλάδον Οικονομικών Υπηρεσιών. (Μετά την σελ. 1290,08) Σελ. 1290,09 Τεύχος 424-Σελ. 23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 κ.Πάσα σχετική διάταξις και λεπτομέρεια εν γένει σκοπούσα την οργάνωσιν και λειτουργίαν των εν τω παρόντι άρθρω Υπηρεσιών. 3.Συνιστάται Μόνιμος Επιτροπή Οικονομικής Μερίμνης και Λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων παρά τω Α.Ε.Δ., ήτις επεξεργάζεται και γνωμοδοτεί επί της καθιερώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως αρχών, μεθόδων, διαδικασιών και συστημάτων οικονομικής Μερίμνης και Λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων. Η Επιτροπή αύτη συγκροτείται δι’ αποφάσεως του Υπουργού εκ Καθηγητών των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, εκπροσώπου του Σώματος Ορκωτών Λογιστών και εξ Ανωτάτων ή Ανωτέρων Αξ/κών εν ενεργεία ή αποστρατεία και προερχομένων εξ όλων των Κλάδων. Ο αριθμός των μελών, η γραμματειακή εξυπηρέτησις της Επιτροπής, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια επί του τρόπου λειτουργίας ταύτης, καθορίζονται δι’ αποφάσεως του Υπουργού. Αρχαί διακρίσεως Υπηρεσιών οικονομικής μερίμνης και λογιστικού Άρθρ.24.-1.Η οργάνωσις των Υπηρεσιών δι’ ως ασκείται η οικονομική μέριμνα και το λογιστικόν των Ενόπλων Δυνάμεων βασίζεται επί της αρχής της διακρίσεως τούτων, εις: α.Διεύθυνσιν. β.Εκτέλεσιν. γ.Οικονομικόν Έλεγχον. δ.Οικονομικήν Επιθεώρησιν. 2.Εκάστη των ανωτέρω λειτουργιών ασκείται υπό των κατά τας ειδικάς διατάξεις εκάστου Κλάδου προβλεπομένων οργάνων και περιλαμβάνει τα κάτωθι: α.Η «Διεύθυνσις» την σχεδίασιν, μελέτην και συντονισμόν επί της προβλέψεως των αναγκών και εισηγήσεως προς εξασφάλισιν των μέσων ικανοποιήσεως αυτών, ως και τον Διοικητικόν έλεγχον και την Διοικητικήν επιθεώρησιν της Εκτελέσεως. β.Η «Εκτέλεσις» την διαχείρισιν και πάσαν εργασίαν λογιστικής παρακολουθήσεως. γ.Ο «Οικονομικός Έλεγχος» την εκκαθάρισιν λογαριασμών πάσης κατηγορίας, τον έλεγχον και αναγνώρισιν εσόδων, τον προληπτικόν έλεγχον, τον έλεγχον των αποδιδομένων λογαριασμών και των απολογιστικών στοιχείων, ως και τον συγκεντρωτικόν έλεγχον. δ.Η «Οικονομική Επιθεώρησις» τον επί τόπου έλεγχον των Διαχειρίσεων, Λογιστηρίων και υπολόγων. 3.Αι Οικονομικαί Υπηρεσίαι και τα όργανα, τα επιφορτισμένα με τον «Οικονομικόν έλεγχον» και την «Οικονομικήν Επιθεώρησιν» δεν επιτρέπεται να μετέχουν εις πράξεις της «Διευθύνσεως» ή της «Εκτελέσεως». Σελ. 1290,10 Τεύχος 424-Σελ. 24 Όργανα οικονομικής μερίμνης και λογιστικού Άρθρ.25.-1.Όργανα «Διευθύνσεως» είναι: α.Τα ασκούντα οικονομικήν εξουσίαν, δικαιοδοσίαν και αρμοδιότητα κεντρικά ή περιφερειακά όργανα της Διοικήσεως των Κλάδων. β.Οι Διευθυνταί Οικονομικών Υπηρεσιών των Αρχηγείων. γ.Οι Διευθυνταί και Τμηματάρχαι των εχουσών αρμοδιότητα δια την εισήγησιν επί οικονομικών θεμάτων Υπηρεσιών των Αρχηγείων. δ.Οι Διατάκται, δι’ ως εντέλλονται αι δαπάναι των Ενόπλων Δυνάμεων . ε.Οι Διοικηταί Σχηματισμών. ζ.Οι Επιτελείς Οικονομικού ή οι Διευθυνταί ή Προϊστάμενοι των Οικονομικών Υπηρεσιών των Σχηματισμών ως και οι υπ’ αυτούς Τμηματάρχαι. η.Οι Διευθυνταί και Τμηματάρχαι των εχουσών αρμοδιότητα δια την εισήγησιν επί οικονομικών θεμάτων Υπηρεσιών των Σχηματισμών. θ.Οι Διοικηταί Μονάδων και οι Διευθυνταί αυτοτελών Υπηρεσιών. ι.Οι Επιτελείς Οικονομικού Μονάδων ή Προϊστάμενοι Οικονομικών Υπηρεσιών αυτοτελών Υπηρεσιών. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 2.Όργανα «Εκτελέσεως» είναι: α.Οι Διοικηταί ή Διευθυνταί των Κεντρικών Λογιστικών Υπηρεσιών. β.Οι Προϊστάμενοι Λογιστηρίων. γ.Οι Γενικοί Διαχειρισταί περιουσιακών στοιχείων. δ.Οι Μερικοί Διαχειρισταί περιουσιακών στοιχείων. 3.Όργανα «Οικονομικού Ελέγχου» είναι: α.Οι Εκκαθαρισταί λογαριασμών δαπανών, υλικού, εφοδίων και άλλων περιουσιακών στοιχείων. β.Οι Ελεγκταί. 4.Όργανα «Οικονομικής Επιθεωρήσεως» είναι: α.Ο Γενικός Οικονομικός Επιθεωρητής. β.Οι Οικονομικοί Επιθεωρηταί. 5.Τα καθήκοντα, η δικαιοδοσία και η αρμοδιότητα των εν ταις προηγουμέναις παραγράφοις οργάνων, ως και των υπ’ αυτά κατωτέρων οργάνων καθορίζονται δια των προβλεπομένων υπό των διατάξεων του παρόντος Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. Ειδικώτερον η αρμοδιότης του «Οικονομικού Ελέγχου» και της «Οικονομικής Επιθεωρήσεως» εκτείνεται επί πάσης διαχειρίσεως χρηματικού, υλικού, εφοδίων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων, ως και της λογιστικής εμφανίσεως τούτων. Συρροή οικονομικής αρμοδιότητος Άρθρ.26.-1.Εν ουδεμιά περιπτώσει επιτρέπεται: α.Η συγχώνευσις Υπηρεσιών εχουσών μεταξύ των σχέσιν ελέγχοντος και ελεγχόμενου. β.Η ανάθεσις εις το αυτό πρόσωπον της εκκαθαρίσεως ή του ελέγχου λογαριασμών της ιδίας αυτού διαχειρίσεως. γ.Η προσυπογραφή, υφ’ οιανδήποτε ιδιότητα, πράξεων εκκαθαρίσεως ή ελέγχου λογαριασμών υπό προσώπου διατελέσαντος διαχειριστού κατά τον χρόνον δημιουργίας των λογαριασμών τούτων. δ.Η υπό τον αυτόν Προϊστάμενον υπαγωγή Δημοσίου Στρατιωτικού Ταμείου αρμοδιότητος Υπουργείου Εθνικής Αμύνης και Διαχειρίσεως Χρηματικού ή Υπηρεσίας εκκαθαρίσεως και εντολής δαπανών. 2.Δια των εν παρ. 2 του άρθρ. 23 του παρόντος Ειδικών Κανονισμών καθορίζονται αι λεπτομέρειαι εφαρμογής των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου. Προσωπικόν οικονομικής υπηρεσίας Αρθρ.27.-1.Η Οικονομική υπηρεσία διεξάγεται υπευθύνως υπό ειδικών Σωμάτων Αξιωματικών, ων η συγκρότησις, οργανική σύνθεσις και στρατολογία διέπεται υπό ειδικών διατάξεων, η δε αρμοδιότης τούτων προβλέπεται υπό των εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. Επικουρικώς και εις ειδικάς περιπτώσεις δύναται να ανατίθενται καθήκοντα οικονομικής υπηρεσίας εις αξιωματικούς, ανθυπασπιστάς, ΔΕΑ, υπαξιωμα-τικούς και τακτικούς δημοσίους υπαλλήλους, του οικείου Κλάδου άλλων ειδικοτήτων. 2.Ως βοηθητικόν προσωπικόν αι οικονομικαί υπηρεσίαι χρησιμοποιούν υπαξιωματικούς κατά τας ειδικάς διατάξεις εκάστου Κλάδου, εφέδρους στρατιωτικούς πάσης κατηγορίας, στρατευσίμους οπλίτας, ως και πολιτικόν προσωπικόν εξ υπαλλήλων ή εργατοτεχνιτών επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Οργάνωσις λογιστικής υπηρεσίας. Άρθρ.3.-1.Όπου εν τω παρόντι αναφέρεται: α.«Υπουργός» άνευ προσδιορισμού Υπουργείου νοείται ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης. β.«Κλάδος των Ενόπλων Δυνάμεων» ή απλώς «Κλάδος» νοείται έκαστος των Κλάδων, Στρατού Ξηράς ή Ναυτικού ή Αεροπορίας. γ.«Όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων» νοούνται οι στρατιωτικοί εν γένει ανεξαρτήτως βαθμού και ειδικότητος, ως και οι επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπηρετούντες εις τας Ενόπλους Δυνάμεις τακτικοί ή έκτακτοι υπάλληλοι και εργατοτεχνίται. 2.Ομοίως δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος όπου εν αυτώ αναφέρεται: α.«Μονάς» νοείται αυτοτελές τμήμα του Στρατού Ξηράς, του Ναυτικού και της Αεροπορίας, ή αυτοτελής υπηρεσία ή κατάστημα, έχοντα οικονομικήν αυτοτέλειαν. β.«Οικονομικώς Εντεταγμένη Μονάς», νοείται παν αυτοτελές τμήμα του Στρατού Ξηράς, του Ναυτικού και της Αεροπορίας, όπερ δεν έχει οικονομικήν αυτοτέλειαν, αλλά είναι εντεταγμένον εις ετέραν οικονομικώς αυτοτελή Μονάδα δι’ οικονομικήν υποστήριξιν. Σελ. 1290(α) Τεύχος 424-Σελ. 14 γ.«Οικονομική Εξουσία» νοείται το δικαίωμα προς λήψιν αποφάσεων επί οικονομικών θεμάτων κατά τας κειμένας διατάξεις. δ.«Οικονομική δικαιοδοσία» νοείται το δικαίωμα προς λήψιν αποφάσεων επί οικονομικών θεμάτων κατά τας κειμένας διατάξεις υπό υπηρεσιακών οργάνων εντός καθοριζομένου ορίου αρμοδιότητος αυτών. ε.«Οικονομική αρμοδιότης» νοείται το δικαίωμα εισηγήσεως επί οικονομικών θεμάτων. ζ.«Βεβαίωσις εσόδων» νοείται ο έλεγχος και η αναγνώρισις κατά τας κειμένας διατάξεις λογαριασμών εσόδων. η.«Εκκαθάρισις δαπανών» νοείται ο έλεγχος της νομιμότητος των δικαιολογητικών λογαριασμών εξόδων, των αποδεικνυόντων την κατά του Δημοσίου απαίτησιν και ο προσδιορισμός των δικαιωμάτων των πιστωτών αυτού. θ.«Εντολή δαπανών» νοείται το δικαίωμα εκδόσεως χρηματικών ενταλμάτων προς πληρωμήν ή προπληρωμήν δαπανών εις βάρος του Δημοσίου. ι.«Διοικητής μονάδος» νοείται ο διοικών Μονάδα ή Αυτοτελή Υπηρεσίαν ή Κατάστημα, ανεξαρτήτως του χρησιμοποιουμένου τίτλου υπό της εκάστοτε οργανώσεως των Κλάδων Ενόπλων Δυνάμεων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Έργον Ενόπλων Δυνάμεων και διάθεσις αυτού Άρθρ.28.-1.Δια Γενικού Κανονισμού εκδιδομένου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται το Λογιστικόν Σχέδιον των Ενόπλων Δυνάμεων και το σύστημα κοστολογήσεως των δραστηριοτήτων αυτών. 2.Το Λογιστικόν Σχέδιον των Ενόπλων Δυνάμεων περιλαμβάνει: α.Την εφαρμοστέαν λογιστικήν μέθοδον. β.Το σύστημα εγγραφών. γ.Τα τηρούμενα λογιστικά βιβλία. δ.Διάγραμμα λογαριασμών και κώδικα ταξινομήσεως αυτών. ε.Τρόπον κινήσεως των λογαριασμών. ζ.Έντυπα εσωτερικής λογιστικής υπηρεσίας. η.Τα υποστηρίξαντα τας διαφόρους πράξεις δικαιολογητικά. 3.Το Σύστημα Κοστολογήσεως του έργου των Ενόπλων Δυνάμεων περιλαμβάνει: α.Τας γενικάς αρχάς κοστολογήσεως. β.Την μέθοδον και διαδικασίαν συγκεντρώσεως του απαραιτήτου πληροφοριακού υλικού δια καταλλήλου διαρθρώσεως λογαριασμών κόστους. γ.Τον τρόπον προσδιορισμού του κόστους ανά μονάδα παραγομένων προϊόντων ή υπηρεσιών βάσει προκαθωρισμένων μονάδων μετρήσεως τούτων. δ.Την ανάλυσιν του κόστους εις τα βασικά συστατικά στοιχεία αυτού. ε.Την, όπου δει, ανάλυσιν του κόστους κατά στάδια παραγωγικής διαδικασίας. ζ.Τον τρόπον παροχής στοιχείων χρησίμων δια τον έλεγχον της ορθολογικότητος της συγκροτήσεως και λειτουργίας εκάστης μονάδος, δια την τιμολόγησιν των παραγομένων προϊόντων και παρεχομένων υπηρεσιών, δια την λήψιν αποφάσεων επί του προγραμματισμού της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, δια την πρόκρισιν μεθόδων και μέσων παραγωγής, δια την συσχέτισιν του κόστους προς τον βαθμόν απασχολήσεως και την εξακρίβωσιν του «κόστους αδρανείας» εις περιπτώσεις υποαπασχολήσεως παραγωγικών εγκαταστάσεων και προσωπικού, δια την εξακρίβωσιν του κόστους ακινητοποιήσεως αποθεμάτων, καθυστερήσεως εκτελέσεως επισκευών, διατηρήσεως αχρήστου υλικού και δια την άσκησιν ελέγχου υπό της Διοικήσεως. (Μετά την σελ. 1290,10) Σελ. 1290,11 Τεύχος 424-Σελ. 25 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 4.Δι’ Ειδικών Κανονισμών εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται: α.Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής παρ’ εκάστω Κλάδω των διατάξεων του εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου Γενικού Κανονισμού. β.Η λογιστική οργάνωσις των λογιστηρίων παρ’ εκάστω επιπέδω διοικήσεως. γ.Αι σχέσεις της λογιστικής υπηρεσίας προς την διαχείρισιν χρηματικού και τον έλεγχον, εκκαθάρισιν και επιθεώρησιν. δ.Αι σχέσεις της λογιστικής υπηρεσίας προς τας διαχειρίσεις άλλων περιουσιακών στοιχείων. ε.Το σύστημα αναφορών της λογιστικής κινήσεως. ζ.Η ανάλυσις του διαγράμματος των λογαριασμών και η λογιστική πορεία των εγγραφών. η.Η διάκρισις των Μονάδων και Υπηρεσιών εις οικονομικώς αυτοτελείς και οικονομικώς εντεταγμένας. θ.Η ειδική λογιστική οργάνωσις κατωτέρων ή κατωτάτων επιπέδων διοικήσεως. ι.Η διενέργεια απογραφών, ο τρόπος αποτιμήσεως των αποθεμάτων, ο έλεγχος απογραφών και ο τρόπος αναθεωρήσεως αποτιμήσεων. κ.Η σύνταξις ισοζυγίων και ισολογισμών. 5.Δια των προβλεπομένων υπό των παρ. 1 και 4 του παρόντος άρθρου Γενικού και Ειδικών Κανονισμών καθορίζονται αι εν επιστρατεύσει και πολέμω αναγκαίαι προσαρμογαί και διαρρυθμίσεις των υπό των Κανονισμών τούτων ρυθμιζομένων θεμάτων. Συστήματα συγκεντρώσεως και αναλύσεως στοιχείων Άρθρ.29.-Δια Γενικών Κανονισμών εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται Συστήματα στατιστικής, επιχειρησιακής ερεύνης, αναλύσεως προόδου και οικονομικότητος προγραμμάτων, επιστημονικής οργανώσεως εργασίας και μηχανοργανώσεως, επί σκοπώ υποβοηθήσεως του έργου της Διοικήσεως. Τα ειρημένα Συστήματα περιλαμβάνουν: α.Τον ρόλον των ως άνω Συστημάτων εις τας Ενόπλους Δυνάμεις, ως και τους τομείς εφαρμογής αυτών. β.Τον τρόπον καθορισμού των αναγκαιούντων στοιχείων προς διευκόλυνσιν του προγραμματισμού και ελέγχου της εκτελέσεως. γ.Τας μεθόδους και διαδικασίας συγκεντρώσεως στοιχείων εκ των πηγών πληροφοριών, εξασφαλίσεως ενημερότητος δια τηρήσεως συστήματος ελέγχου αναφορών, απλοποιήσεως και ταξινομήσεως μεγάλων μαζών δεδομένων δια την συγκεντρωτικήν εποπτείαν τούτων. Σελ. 1290,12 Τεύχος 424-Σελ. 26 δ.Τον τρόπον επεξεργασίας, αξιοποιήσεως και απεικονίσεως των στοιχείων υπό μορφήν συστηματικήν και σαφή δια την απόκτησιν αντικειμενικής γνώσεως υπό παντός ενδιαφερομένου. ε.Τας μεθόδους και διαδικασίας αναλύσεως προόδου και οικονομικότητος προγραμμάτων. ζ.Τας μεθόδους προγνώσεως των μελλοντικών τάσεων. η.Την διαδικασίαν αιτήσεως υπό των κλιμακίων Διοικήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων επιλύσεως ειδικών προβλημάτων. θ.Τας μεθόδους και διαδικασίας οργανώσεως και εκμεταλλεύσεως μηχανογραφικών μέσων. ι.Πάσαν άλλην λεπτομέρειαν αναγκαίαν δια την ανάπτυξιν και λειτουργίαν των ανωτέρω Συστημάτων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Υποδείγματα βιβλίων και εντύπων - Αρχείον Άρθρ.30.-1.Τα δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος, πάσης ετέρας γενικής ή ειδικής διατάξεως νόμου, των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Β.Δ/των ή Υπουργικών Αποφάσεων, Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, αναγκαιούντα πάσης φύσεως υποδείγματα εντύπων, βιβλίων, καταστάσεων, λογαριασμών, ισοζυγίων, αναφορών, γραμματίων εισπράξεως, ενταλμάτων, δελτίων συμψηφισμών, πινάκων, δικαιολογητικών εν γένει κ.λπ. καθορίζονται εκάστοτε δι’ Αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένων οργάνων της Διοικήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων, εκδιδομένων κατ’ αντικείμενον υποδειγμάτων. Δι’ ομοίων αποφάσεων ενεργείται η αντικατάστασις, η κατάργησις, η συμπλήρωσις και η τροποποίησις των υποδειγμάτων τούτων. 2.Δι’ αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών καθορίζονται κατά περίπτωσιν τα του τρόπου του χαρακτηρισμού των βιβλίων, δικαιολογητικών, φακέλλων και εγγράφων των λειτουργιών οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων ως διατηρητέων επί ωρισμένον χρόνον ή ως δυναμένων αμέσως να καταστραφώσιν. 3.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένων οργάνων καθορίζονται τα της εκκαθαρίσεως εκάστοτε των αρχείων προς καθορισμόν των διατηρητέων ή μη βιβλίων, δικαιολογητικών, φακέλλων και εγγράφων, τα της συστάσεως επιτροπών εχουσών σκοπόν την τοιαύτην εκκαθάρισιν, τα της συνθέσεως των επιτροπών τούτων, τα της εκποιήσεως προς πολτοποίησιν των μη διατηρητέων ή των πέραν του καθοριζομένου εκάστοτε χρόνου διατηρήσεως, τα του τρόπου και τύπου ταξινομήσεως, διαφυλάξεως και συντηρήσεως των αρχείων και πάσα άλλη λεπτομέρεια. Δικαιολογητικά δαπανών και διαγραφής περιουσιακών στοιχείων Άρθρ.31.-Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως καθορίζονται τα βασικά δικαιολογητικά βάσει των οποίων ενεργούνται αι δαπάναι των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και τα τοιαύτα της καθ’ οιονδήποτε τρόπον διαγραφής υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων. Διαχείρισις περιουσιακών στοιχείων Άρθρ.32.-1.Η διαχείρισις των εκ των μέσων υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων συγκροτουμένων περιουσιακών στοιχείων ανατίθεται εις ωρισμένα όργανα αυτών κατά τας διατάξεις του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτών εκδιδομένων εκάστοτε Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, συγκροτουμένων ιδίων Διαχειρίσεων δι’ εκάστην γενικήν ή ειδικήν κατηγορίαν περιουσιακών στοιχείων. 2.Παν όργανον των Ενόπλων Δυνάμεων, εις ο ανετέθη η διαχείρισις οιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, ευρισκομένου εις την διάθεσιν αυτών, υποχρεούται εις την τήρησιν λογαριασμού, απεικονίζοντος την ύπαρξιν, την ποιότητα, το είδος, την αξίαν, την κατάστασιν και τας μεταβολάς του οικείου περιουσιακού στοιχείου, εις την τήρησιν των νομίμων δικαιολογητικών και εις την απόδοσιν λογαριασμού της διαχειρίσεώς του. 3.Δια Γενικών Κανονισμών εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται κατά διαχείρισιν εκάστου περιουσιακού στοιχείου: α.Αι Γενικαί αρχαί, αι μέθοδοι και αι διαδικασίαι λογιστικής παρακολουθήσεως τούτου, επί τω σκοπώ εκπληρώσεως των εν παρ. 2 του παρόντος άρθρου υποχρεώσεων του Διαχειριστού. β.Αι μέθοδοι, αι διαδικασίαι και συστήματα διαχειρίσεως και διαθέσεως τούτου. γ.Τα δικαιολογητικά κατά περίπτωσιν, βάσει των οποίων πιστοποιούνται αι αυξομειώσεις τούτου, λαμβανομένων υπ’ όψιν των ειδικών εκάστοτε συνθηκών λειτουργίας των Μονάδων και Υπηρεσιών των Ενόπλων Δυνάμεων. δ.Ο τρόπος αποδόσεως λογαριασμού. ε.Ο τρόπος δικαιολογήσεως των απομειώσεων, καταστροφών, φθορών, απωλειών, εις περιπτώσεις καθ’ ας ουδείς ευθύνεται ή συνεπεία ανωτέρας βίας. ζ.Ο τρόπος δικαιολογήσεως ανωλώσεων ή μεταποιήσεων. η.Αι περιπτώσεις και αι διαδικασίαι καταστροφής ή άλλης διαθέσεως πεπαλαιωμένων ή ακαταλλήλων ή αχρήστων υλικών και εφοδίων. θ.Η διαδικασία εκτιμήσεως και καταλογισμού των κατά περίπτωσιν ευθυνών. ι.Ο βαθμός και η ιδιότης των οργάνων εις α ανατίθεται εκάστη διαχείρισις. κ.Η κατανομή της διαχειρίσεως ενός περιουσιακού στοιχείου εις πλείονας διαχειρίσεις, κατά τμήματα του αυτού περιουσιακού στοιχείου, υπό τον ίδιον υπόλογον διαχειριστήν, αποδίδοντα κεχωρισμένως λογαριασμόν και η διάκρισις των διαχειρίσεων εις Γενικάς και Μερικάς. λ.Τα όργανα εις α ανατίθεται η οικονομική δικαιοδοσία διορισμού Γενικών Διαχειριστών ανεξαρτήτων ή εξαρτημένων Διαχειρίσεων ή μερικών Διαχειριστών. μ.Ο τρόπος παραλαβής και παραδόσεως Διαχειρίσεων ως και αι υποχρεώσεις των υπολόγων κατά την εκκαθάρισιν λογαριασμών, τον έλεγχον και την επιθεώρησιν της διαχειρίσεώς των. ν.Ο τρόπος ιδρύσεως, διαλύσεως, συγχωνεύσεως ή κατατμήσεως Διαχειρίσεων. (Μετά τη σελ. 1290,12) Σελ. 1290,13 Τεύχος 424-Σελ. 27 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 ξ.Ο τρόπος αποδόσεως λογαριασμού και ο τρόπος παραδόσεως Διαχειρίσεων, εν περιπτώσει θανάτου υπολόγου ή εν περιπτώσει ετέρου κωλύματος, εμποδίζοντος την υπό τούτου αυτοπρόσωπον παράδοσιν εις τον οριζόμενον διάδοχον του κωλυομένου ή θανόντος υπολόγου. ο.Αι εν επιστρατεύσει και πολέμω αναγκαίαι προσαρμογαί και διαρρυθμίσεις επί πάντων των εν τη παρούση παραγράφω αναφερομένων θεμάτων. Δημόσια Στρατιωτικά Ταμεία Άρθρ.33.-1.Επιτρέπεται όπως, δια διαταγών των υπό του εν παρ. 4 του παρόντος άρθρου Β.Δ/των καθοριζομένων οργάνων της Διοικήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων, συγκροτούνται εις τας Κεντρικάς Φρουράς και τους Σχηματισμούς των Κλάδων Ενόπλων Δυνάμεων, Δημόσια Στρατιωτικά Ταμεία, εξαρτώμενα εκ των Οικονομικών Υπηρεσιών του οικείου Κλάδου. 2.Τα Δημόσια Στρατιωτικά Ταμεία έχουσιν ως αποστολήν την ενέργειαν πληρωμών, δια λογαριασμόν του Δημοσίου, των πάσης φύσεως δαπανών των Δυνάμεων Στρατού Ξηράς, Ναυτικού και Αεροπορίας, δια της εξοφλήσεως των επ’ ονόματι των Μονάδων και Υπηρεσιών των Δυνάμεων τούτων εκδιδομένων τακτικών χρηματικών ενταλμάτων ή τοιούτων προπληρωμής προς εξασφάλισιν του απροσκόπτου εφοδιασμού τούτων δια χρημάτων ή της εξοφλήσεως των επ’ ονόματι τρίτων εκδιδομένων προσωπικών ενταλμάτων προς απόσβεσιν απαιτήσεών των κατά των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και την ενέργειαν συναφών προς τας πληρωμάς ταύτας εισπράξεων και πληρωμών. 3.Η σύστασις των Δημοσίων στρατιωτικών Ταμείων αρμοδιότητος υπουργείου Εθνικής Αμύνης ανακοινούται εις το Υπουργείον Οικονομικών προ της ενάρξεως λειτουργίας των, η δε επάνδρωσις τούτων συντελείται δια προσωπικού των Οικονομικών Υπηρεσιών του οικείου Κλάδου Ενόπλων Δυνάμεων. 4.Δια Β.Δ/των, εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών, καθορίζονται εκάστοτε τα κάτωθι αφορώντα την συγκρότησιν και λειτουργίαν των Δημοσίων Στρατιωτικών Ταμείων: α.Τα όργανα της Διοικήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων, άτινα έχουσιν αρμοδιότητα εκδόσεως διαταγών συστάσεως ή διαλύσεως αυτών. β.Η συγκρότησις, η υπαγωγή και η οργάνωσις αυτών. γ.Η αρμοδιότης αυτών ως προς τας ενεργουμένας εισπράξεις και πληρωμάς, επιτρεπομένης της αναθέσεως και άλλων αρμοδιοτήτων Δημοσίου Ταμείου, επί πλέον των ενδεικτικώς αναφερομένων εν παρ. 2 του παρόντος άρθρου, αναλόγως των εκάστοτε συνθηκών. Σελ. 1290,14 Τεύχος 424-Σελ. 28 δ.Τα όργανα λειτουργίας αυτών, τα ειδικά καθήκοντα και αι ευθύναι των οργάνων, ο τρόπος παραδόσεως και παραλαβής, ο τρόπος επιθεωρήσεως και ελέγχου, ο καταλογισμός εις βάρος Στρατιωτικών Ταμιών και λοιπών οργάνων των Στρατιωτικών Ταμείων και η διαδικασία διαλύσεως των Ταμείων τούτων. ε.Αι περιπτώσεις καθ’ ας ταύτα θα εφοδιάζωνται δια χρημάτων ή θα εξυπηρετώνται υπό της Τραπέζης της Ελλάδος δια κινήσεως του παρ’ αυτή λογαριασμού Εισπράξεων και Πληρωμών του Δημοσίου, ή θα εφαρμόζηται έτερον σύστημα εφοδιασμού. ζ.Το λογιστικόν των εσόδων και εξόδων, ο τρόπος τηρήσεως των σχετικών λογαριασμών και δικαιολογητικών, τα λογιστικά βιβλία και αι διαδικασίαι των εν αυτοίς εγγραφών. η.Τα περί αποδόσεως λογαριασμού. θ.Ο τρόπος εξυπηρετήσεως Μονάδων και ετέρων Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων. ι.Ο τρόπος της τηρήσεως των φακέλλων των λογιστικών στοιχείων. κ.Πάσα άλλη διάταξις και λεπτομέρεια αποσκοπούσα εις την σύστασιν, οργάνωσιν, λειτουργίαν, απόδοσιν λογαριασμού, επιθεώρησιν, έλεγχον και διάλυσιν αυτών. λ.Αι εν επιστρατεύσει και πολέμω αναγκαίαι προσαρμογαί και διαρρυθμίσεις επί πάντων των εν τη παρούση παραγράφω αναφερομένων θεμάτων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΕΤΑΡΤΟΝ ΔΙΑΘΕΣΙΣ ΜΕΣΩΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΩΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΑΙ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ Διάθεσις μέσων υποστηρίξεως Άρθρ.34.-Η διάθεσις των μέσων υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων δια την εκπλήρωσιν των αντικειμενικών αυτών σκοπών ενεργείται κατά τας διατάξεις του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Β.Δ/των, Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. Δαπάναι, έγκρισις και εντολή αυτών Άρθρ.35.-1.Προς πραγματοποίησιν των δαπανών των Ενόπλων Δυνάμεων διατίθενται γενικώς ή ειδικώς δι’ εκάστην περίπτωσιν πιστώσεως εκ του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, δια διαταγών του Υπουργού ή των εχόντων οικονομικήν δικαιοδοσίαν οργάνων, κατά τας διατάξεις του παρόντος, προκαλουμένων υπό των εχουσών την αντίστοιχον οικονομικήν αρμοδιότητα Υπηρεσιών. 2.Η πραγματοποίησις των δαπανών των Ενόπλων Δυνάμεων ενεργείται εντός των ορίων των κατά την προηγουμένην παράγραφον διατιθεμένων πιστώσεων και συμφώνως προς τας ειδικάς δι’ εκάστην κατηγορίαν τούτων διατάξεις, εν συνδυασμώ προς τας διατάξεις του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Β.Δ/των, Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. 3.Αι δαπάναι των Ενόπλων Δυνάμεων εγκρίνονται υπό του Υπουργού ή υπό των εχόντων Οικονομικήν δικαιοδοσίαν οργάνων, δυνάμει ειδικής εξουσιοδοτήσεως του Υπουργού κατά τας διατάξεις του παρόντος και εντέλλονται υπό του Υπουργού ως κυρίου διατάκτου ή υπό των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων κατά τας διατάξεις του άρθρ. 20 του παρόντος νόμου και των επιτρόπων του Υπουργού δευτερευόντων διατακτών. Πληρωμαί δαπανών - Προπληρωμαί Άρθρ.36.-1.Αι δαπάναι των Κλάδων πληρώνονται εντός των ορίων των χορηγουμένων πιστώσεων είτε απ’ ευθείας δια χρηματικών ενταλμάτων, είτε μέσω της Παγίας προκαταβολής κατά τας διατάξεις του Άρθρ.4.-1.Οι Κλάδοι των Ενόπλων Δυνάμεων και πάσαι αι επί μέρους Μονάδες, Υπηρεσίαι και Οργανισμοί αυτών παράγουν συγκεκριμένον έργον αποβλέπων εις την επίτευξιν, αμέσως ή εμμέσως, των αντικειμενικών σκοπών εκάστου Κλάδου. 2.Το έργον τούτο συνίσταται εις την προσφοράν υπηρεσιών και εις την παραγωγήν χρησίμων εις τας Ενόπλους Δυνάμεις αγαθών. Η προσφορά υπηρεσιών ή παραγωγή αγαθών, συντελουμένη υπό των Μονάδων ή Υπηρεσιών ή Οργανισμών των Ενόπλων Δυνάμεων, αναλύεται εις γενικάς και ειδικάς κατηγορίας, δια την συστηματικήν λογιστικήν παρακολούθησιν και κοστολόγησιν αυτών. 3.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού, προτάσει του οικείου Αρχηγού, καθορίζονται εκάστοτε αι Μονάδες των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και αι κατηγορίαι των προσφερομένων υπηρεσιών ή παραγομένων αγαθών, αίτινες υπόκεινται εις κοστολόγησιν κατά τας διατάξεις του άρθρ. 28 του παρόντος. 4.Το έργον εκάστου Κλάδου διατίθεται κατ’ αρχήν δια την ικανοποίησιν των αναγκών του Κλάδου τούτου ή και των λοιπών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, αποτιμώμενον εις τιμάς πραγματικού κόστους ή εις προκαθωρισμένας τιμάς. Κατ’ εξαίρεσιν δύναται το έργον τούτο να διατίθηται και εις λοιπάς Δημοσίας Υπηρεσίας ή εις τρίτους κατά τας ειδικάς διατάξεις του άρθρ. 55 του παρόντος. Κανονισμοί άρθρ. 16 του παρόντος. 2.Τα χρηματικά εντάλματα εκδίδονται: α.Υπό του κυρίου διατάκτου, μερίμνη των κατά Κλάδον υπηρεσιών κυρίου διατάκτου. β.Υπό των δευτερευόντων διατακτών μερίμνη της παρ’ αυτοίς υπηρεσίας δευτερεύοντος διατάκτου. Δια την υπό του αρμοδίου Δημοσίου Ταμείου εξόφλησιν χρηματικών ενταλμάτων εκδιδομένων υπό του κυρίου διατάκτου, απαιτείται θεώρησις τούτων υπό του οικείου Παρέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τοιαύτη θεώρησις δεν απαιτείται δια την εξόφλησιν χρηματικών ενταλμάτων εκδιδομένων υπό των δευτερευόντων διατακτών. 3.Τα χρηματικά εντάλματα προπληρωμής εκδίδονται κατά τας ισχυούσας εκάστοτε περί προπληρωμών του Δημοσίου διατάξεις υπό του κυρίου διατάκτου ή των δευτερευόντων διατακτών εις βάρος των εν τω προϋπολογισμώ αναγεγραμμένων πιστώσεων, αίτινες χαρακτηρίζονται εκάστοτε ως δεκτικαί εκδόσεως χρηματικών ενταλμάτων της κατηγορίας ταύτης. 4.Επιτρέπεται η έκδοσις χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής, κατά τας περί προπληρωμών του Δημοσίου διατάξεις, επ’ ονόματι Μονάδων ή Υπηρεσιών των Κλάδων, εχουσών χρηματικήν διαχείρισιν, άνευ περιορισμού τινός ως προς τον αριθμόν των επ’ ονόματι της αυτής Μονάδος ή Υπηρεσίας εκδιδομένων. Η προθεσμία αποδόσεως των περί ων η παρούσα παράγραφος ενταλμάτων προπληρωμής, ως και αι εις βάρος τούτων πληρωμαί δύναται να παρατείνωνται μέχρι τέλους του επομένου οικονομικού έτους, δι’ ητιολογημένης αποφάσεως του κυρίου διατάκτου ή του υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένου οργάνου, εφ’ όσον η εκπλήρωσις του σκοπού, δι’ ον εξεδόθη το σχετικόν ένταλμα, ήρξατο κατά την διάρκειαν του οικονομικού έτους εις βάρος του προϋπολογισμού του οποίου ανελήφθη η οικεία πίστωσις. Τα αρμόδια όργανα των Μονάδων ή Υπηρεσιών τα εντεταλμένα την διαχείρισιν των ενταλμάτων προπληρωμής είναι υπεύθυνα δια την έγκαιρον απόδοσιν τούτων. 5.Η κατά τας κειμένας διατάξεις περί προπληρωμών του Δημοσίου προθεσμία αποδόσεως λογαριασμού, προκειμένου ειδικώς περί ενταλμάτων προπληρωμής, της παρ. 7 του άρθρ. 50 του παρόντος δύναται να παρατείνεται και πέραν του προβλεπομένου υπό των διατάξεων τούτων χρόνου, δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών. Τοιαύτη κοινή απόφασις δεν απαιτείται προκειμένου περί προμηθείας εκ του εξωτερικού, δι’ ην ο εν τη προσφορά του προμηθευτού προβλεπόμενος χρόνος παραδόσεως κείται πέραν του ορίου της λήξεως του αμέσως επομένου οικονομικού έτους, της προθεσμίας αποδόσεως λογαριασμού του οικείου χρηματικού εντάλματος προπληρωμής δυναμένης, εις την περίπτωσιν ταύτην, να ορισθή απ’ ευθείας υπό του κυρίου Διατάκτου, ή του υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένου οργάνου και πέραν του τέλους του αμέσως επομένου οικονομικού έτους, εντός όμως διμήνου το αργότερον από της λήξεως του εν τη προσφορά αναφερομένου χρόνου παραδόσεως. 6.Επιτρέπεται η συναπόδοσις λογαριασμού ενταλμάτων προπληρωμής και διαφόρων έτι οικονομικών ετών, εις ας περιπτώσεις ταύτα αναφέ(Μετά την σελ. 1290,14) Σελ. 1290,15 Τεύχος 424 - Σελ. 29 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 ρονται εις το αυτό έργον ή την αυτήν προμήθειαν ή εργασίαν, δια τας οποίας τα δικαιολογητικά δεν είναι δυνατόν να διαχωρισθούν κατ’ ένταλμα. 7.Η εξόφλησις των εκδιδομένων υπό των οικείων Διατακτών των Κλάδων χρηματικών ενταλμάτων γίνεται υπό των Δημοσίων Ταμείων του κράτους ή των αρμοδίων κατά περίπτωσιν Δημοσίων Στρατιωτικών Ταμείων. 8.Τα υπό του κυρίου διατάκτου εκδιδόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής και προπληρωμής ή επιτροπικά υπογράφονται υπό του Υπουργού ή κατ’ εντολήν αυτού υπό του εξουσιοδοτημένου οργάνου κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 20 του παρόντος. Σταθεραί χορηγίαι Άρθρ.37.-1.Προς κάλυψιν μονίμων αναγκών των Κλάδων και των εκ τούτων εξαρτωμένων Υπηρεσιών, διατίθενται υπό του δημοσίου εις χρήμα ή εις είδος ή και εις αμφότερα σταθεραί χορηγίαι, καθοριζόμεναι κατ’ άνδρα ή κατά Μονάδα δια Γενικών ή Ειδικών Κανονισμών, εκδιδομένων κατά τας διατάξεις του παρόντος. 2.Δια Γενικών Κανονισμών καθορίζονται αι κάτωθι σταθεραί χορηγίαι: α.Η τροφή προσωπικού. β.Ο ιματισμός, υπόδησις και λοιπά ατομικά είδη προσωπικού. γ.Η ατομική καθαριότης και συντήρησις ιματισμού και υποδήσεως οπλιτών και μαθητών Σχολών. δ.Η θέρμανσις. ε.Η καθαριότης κτιρίων, εγκαταστάσεων και η συντήρησις και επισκευή επίπλων και μηχανών γραφείων. ζ.Η συντήρησις και επισκευή κτιρίων και εγκαταστάσεων. η.Τα γραφικά και έκτακτα έξοδα. Προκειμένου περί των ανωτέρω σταθερών χορηγιών επιτρέπεται όπως δια των Γενικών Κανονισμών της παρούσης παραγράφου καθορίζωνται κατά Κλάδον αι ειδικαί περιπτώσεις δι’ ας ο καθορισμός των εν εδαφ. γ΄ της παρ. 4 του παρόντος άρθρου στοιχείων γίνεται δι’ αποφάσεων του Υπουργού. 3.Δι’ Ειδικών Κανονισμών δύναται να καθορίζωνται και άλλαι σταθεραί χορηγίαι επί πλέον των εν παρ. 2 του παρόντος άρθρου αναφερομένων, προκειμένου να ικανοποιηθώσι μόνιμοι ανάγκαι των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων. 4.Δια την εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου Γενικών και Ειδικών Κανονισμών καθορίζονται εντός των ορίων των οικείων πιστώσεων του προϋπολογισμού εξόδων εκάστου Κλάδου κατά τας εκάστοτε ανάγκας: Σελ. 1290,16 Τεύχος 424 - Σελ. 30 α.Η διάκρισις των σταθερών χορηγιών εις είδος ή εις χρήμα κατ’ άνδρα ή κατά Μονάδα ή κατ’ άλλο τι μέτρον. β.Αι δικαιούμεναι σταθερών χορηγιών εις είδος ή εις χρήμα Μονάδες και προσωπικόν. γ.Η σύνθεσις των εις είδος σταθερών χορηγιών, η συχνότης χορηγήσεως, η διαδικασία αντικαταστάσεως και αι χορηγούμεναι μερίδες τροφής κατά κατηγορίαν προσωπικού. δ.Αι περιπτώσεις, καθ’ ας επιτρέπεται η εις χρήμα πληρωμή εις τους δικαιούχους του αντιτίμου σταθερών χορηγιών εις είδος καθοριζομένων, ως και η διαδικασία εγκρίσεως. ε.Ο τρόπος και η διαδικασία χορηγήσεως, δικαιολογήσεως, διαχειρίσεως και αποδόσεως λογαριασμού, τα τηρούμενα βιβλία και δικαιολογητικά των σταθερών χορηγιών εις χρήμα ή εις είδος, κατ’ άνδρα ή κατά Μονάδα ή κατ’ άλλο τι μέτρον. ζ.Πάσα άλλη σχετική διάταξις και λεπτομέρεια, ως και αι εν επιστρατεύσει και πολέμω αναγκαίαν προσαρμογαί και διαρρυθμίσεις επί πάντων των εν τη παρούση παραγράφω θεμάτων. 5.Το αντίτιμον των εις χρήμα σταθερών χορηγιών κατ’ άνδρα, ως και το αντιτίμον των εις είδος σταθερών χορηγιών, ων αποφασίζεται η εις χρήμα πληρωμή εις τους διακαιούχους, καθορίζονται εκάστοτε δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών, το δε ποσόν των σταθερών χορηγιών εις χρήμα κατά Μονάδα καθορίζεται δι’ αποφάσεων του Υπουργού Εθνικής Αμύνης ή του υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένου οργάνου, εντός των ορίων των διατιθεμένων εν τω προϋπολογισμώ εξόδων εκάστου Κλάδου πιστώσεων. 6.Το αντίτιμον ημερησίας μερίδος τροφής καταβαλλόμενον εις χρήμα λογίζεται ως παρακολουθούσα τας αποδοχάς αποζημίωσις, χορηγουμένη αντί της εις είδος τροφής, μη υποκειμένη εις φόρον, τέλος ή κράτησιν υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. 7.Δι’ ειδικών Κανονισμών καθορίζονται αι σταθεραί χορηγίαι δια τας πάσης φύσεως κτήνη ή άλλα ζώα των Ενόπλων Δυνάμεων ως και τα εν παρ. 4 του παρόντος άρθρου θέματα επί των σταθερών τούτων χορηγιών, καθ’ ο μέτρον ταύτα έχουσιν εφαρμογήν επί των κτηνών ή άλλων ζώων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Αποδοχαί προσωπικού Άρθρ.38.-1.Αι καταβαλλόμεναι υπό του Δημοσίου αποδοχαί, αι επ’ αυτών προσαυξήσεις, ως και τα πάσης φύσεως επιδόματα, εις τους στρατιωτικούς εν γένει, εις τους μονίμους ή εκτάκτους πολιτικούς δημοσίους υπαλλήλους, εις το πάσης κατηγορίας και ειδικότητος ιδιωτικόν προσωπικόν των Ενόπλων Δυνάμεων και εις τους στρατευσίμους ή εφέδρους αξιωματικούς και ανθυπασπιστάς ως και οι όροι καταβολής τούτων, καθορίζονται κατά τα υπό των εκάστοτε ισχυουσών κατά περίπτωσιν διατάξεων οριζόμενα και βαρύνουσι τον ειδικόν προϋπολογισμόν εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. 2.Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθορίζονται εκάστοτε αι καταβαλλόμεναι υπό του Δημοσίου αποδοχαί ή εφ’ άπαξ παροχαί επί τη απολύσει εις τους μαθητάς των στρατιωτικών Σχολών, εις τους εκπληρούντας στρατιωτικήν θητείαν στρατευσίμους ή εθελοντάς οπλίτας του Στρατού Ξηράς, του Ναυτικού και της Αεροπορίας και εις τους εκ τούτων εφέδρους, εξαιρέσει των περιπτώσεων, καθ’ ας ούτοι δικαιούνται αποδοχών μονίμων ομοιοβάθμων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου. Τρόπος δικαιολογήσεως αποδοχών Προσωπικού Άρθρ.39.-1.Η δικαιολόγησις και εντολή των αποδοχών του περί ου η παρ. 1 του άρθρ. 38 του παρόντος προσωπικού ενεργείται βασικώς: α.Δι’ ονομαστικής καταστάσεως εμφαινούσης τας επιδρώσας επί των αποδοχών μεταβολάς του προσωπικού τούτου και υπογραφομένης υπό οργάνων της Διοικήσεως και β.Δι’ ονομαστικής μισθοδοτικής καταστάσεως, εφ’ ης δεν υπογράφουσιν οι δικαιούχοι, εμφαινούσης αναλυτικώς τα εις βάρους του Δημοσίου δικαιολογούμενα χρηματικά ποσά και τας υπέρ Δημοσίου και τρίτων κρατήσεις και υπογραφομένης υπό των οικείων οικονομικών οργάνων. 2.Η πληρωμή των αποδοχών καταχωρείται ονομαστικώς εις ιδίαν μισθοδοτικήν κατάστασιν ή απόδειξιν ή Βιβλίον και αποδεικνύεται δια της υπογραφής των δικαιούχων. Το αποδεικτικόν της πληρωμής στοιχείον τηρείται εις την αρμοδίαν μισθοδοτικήν Αρχήν ή ετέραν υπηρεσίαν εν τω οικείω Κλάδω και υπόκειται εις τον κατά την παρ. 3 του παρόντος άρθρου έλεγχον. 3.Δια Κοινών Αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών καθορίζονται: α.Το περιεχόμενον του περί ου η παρ. 2 του παρόντος άρθρου αποδεικτικού στοιχείου. β.Ο τρόπος και ο χρόνος πληρωμής και δικαιολογήσεως των αποδοχών κατά κατηγορίαν προσωπικού, ως και ο τρόπος ενεργείας και αποδόσεως των υπέρ Δημοσίου και τρίτων κρατήσεων. γ.Ο τρόπος ελέγχου των αποδεικτικών της πληρωμής στοιχείων. δ.Ο χρόνος τηρήσεως των δικαιολογητικών πληρωμής αποδοχών παρά τη μισθοδοτική αρχή ή ετέρα Υπηρεσία του οικείου Κλάδου. ε.Η εφαρμογή μηχανογραφικού συστήματος εξαγωγής και δικαιολογήσεως αποδοχών. ζ.Ο τρόπος πληρωμής και δικαιολογήσεως των αποδοχών εν επιστρατεύσει και πολέμω, επιτρεπομένων παρεκκλίσεων εκ των κειμένων διατάξεων. η.Αι αρμόδιαι δια την δικαιολόγησιν των αποδοχών Υπηρεσίαι. θ.Αι περιπτώσεις, καθ’ ας επιτρέπεται σύμπτυξις των υπό στοιχ. α΄ και β΄ δικαιολογητικών της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. ι.Πάσα άλλη συναφής διάταξις και λεπτομέρεια. Τρόπος δικαιολογήσεως αποδοχών οπλιτών και μαθητών Άρθρ.40.-1.Αι μηνιαίαι αποδοχαί των περί ων η παρ. 2 του άρθρ. 38 του παρόντος οπλιτών και μαθητών του Στρατού Ξηράς, του Ναυτικού και της Αεροπορίας, δικαιολογούνται πλήρεις την τελευταίαν ημέραν εκάστου μηνός δια τους κατά την αυτήν ημερομηνίαν εγγεγραμμένους εις την δύναμιν των μισθοδοτουμένων, ασχέτως οιωνδήποτε μεταβολών τούτων κατά την διάρκειαν του μηνός. 2.Επί κατατάξεως οπλιτών του Στρατού Ξηράς, του Ναυτικού και της Αεροπορίας, αι μηνιαίαι αποδοχαί τούτων καταβάλλονται πλήρεις την τελευταίαν ημέραν του μηνός, ανεξαρτήτως ημερομηνίας κατατάξεως. Κατά την απόλυσιν των αυτών οπλιτών καταβάλλονται ομοίως πλήρεις αι μηνιαίαι αποδοχαί, ανεξαρτήτως ημερομηνίας απολύσεως. 3.Η δικαιολόγησις και η εντολή των αποδοχών των εν τη προηγουμένη παραγράφω οπλιτών και μαθητών ενεργείται δι’ αποσπάσματος Ημερησίας Διαταγής της τελευταίας ημέρας του μηνός, εμφαινούσης την δύναμιν των μισθοδοτουμένων της ημερομηνίας ταύτης κατά κατηγορίαν και βαθμόν και χρηματικού λογαριασμού εμφαίνοντος τα κατά βαθμόν δικαιολογούμενα χρηματικά ποσά βάσει της δυνάμεως και της ισχυούσης μισθολογικής κλίμακος. Η πληρωμή των αποδοχών καταχωρείται ονομαστικώς εις μισθοδοτικήν κατάστασιν ή βιβλίον και αποδεικνύεται δια της υπογραφής των δικαιούχων. Τα αποδεικτικά της πληρωμής στοιχεία παραμένουσιν εις την οικείαν μισθοδοτικήν αρχήν ή ετέραν Υπηρεσίαν εν τω οικείω Κλάδω και υπόκεινται εις τον κατά την παρ. 5 του παρόντος άρθρου έλεγχον. 4.Άπασαι αι υπό των κειμένων νόμων προβλε(Μετά την σελ. 1290,16) Σελ. 1290,17 Τεύχος 424 - Σελ. 31 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 πόμεναι πάγιαι ή έκτακτοι κρατήσεις και εκπτώσεις υπέρ ασφαλιστικών Ταμείων των οικείων Κλάδων εκ των αποδοχών των περί ων το παρόν άρθρον οπλιτών και μαθητών καταργούνται, αντί δε τούτων καθορίζεται δια κοινών Αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών ενιαία ποσοστιαία παγία κράτησις κατανεμομένη μεταξύ των Ταμείων τούτων και μη δυναμένη να υπερβή το 10% των αποδοχών εν συνόλω. 5.Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο τρόπος καταβολής και δικαιολογήσεως των περί ων το παρόν άρθρον αποδοχών, ο τρόπος πληρωμής αγραμμάτων ή απόντων δικαιούχων, το περιεχόμενον της περί ης η παρ. 3 του παρόντος άρθρου μισθοδοτικής καταστάσεως, ο τρόπος αποδόσεως των υπέρ των ασφαλιστικών Ταμείων των Κλάδων κρατήσεων ή εκπτώσεων, ο χρόνος τηρήσεως των δικαιολογητικών πληρωμής αποδοχών, παρά τη μισθοδοτούση αρχή ή ετέρα Υπηρεσία, η χρησιμοποίησις μηχανογραφικών μέσων και το σύστημα ελέγχου των σχετικών οικονομικών πράξεων, καθορίζονται δια κοινών Αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών γενικώς δι’ άπαντας τους Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων. 6.Εν επιστρατεύσει και πολέμω δύναται δια κοινών Αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών να καθορίζηται έτερος τρόπος πληρωμής των αποδοχών των περί ων το παρόν άρθρον οπλιτών και μαθητών, επιτρεπομένων παρεκκλίσεων εκ των κειμένων διατάξεων. 7.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουσιν εφαρμογήν προκειμένου περί οπλιτών εφέδρων, δικαιουμένων κατά τας κειμένας εκάστοτε διατάξεις αποδοχών μονίμων ομοιοβάθμων των. Δαπάναι εκπαιδεύσεως Άρθρ.41.-1.Αι απαιτούμεναι πάσης φύσεως δαπάναι εκπαιδεύσεως και μετεκπαιδεύσεως του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και αι δαπάναι προμηθείας εκπαιδευτικού υλικού και λειτουργίας των παραγωγικών στρατιωτικών Σχολών και Κέντρων εκπαιδεύσεως αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών των Ενόπλων Δυνάμεων βαρύνουσι το Δημόσιον, εγγραφομένων σχετικών πιστώσεων εις τον ειδικόν προϋπολογισμόν εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. 2.Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών καθορίζονται εκάστοτε αι καθ’ ώραν διδασκαλίας αποζημιώσεις των διδασκόντων εις στρατιωτικάς Σχολάς και Κέντρα Εκπαιδεύσεως Καθηγητών εξ ιδιωτών ή εκ στρατιωτικών εν ενεργεία και αποστρατεία ή εκ Καθηγητών, Υφηγητών, Επιμελητών και Βοηθών Σελ. 1290,18 Τεύχος 424 - Σελ. 32 των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ή εκ Δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων και εκ συνταξιούχων του Δημοσίου, τα καταβαλλόμενα υπό των υποψηφίων εξέταστρα εις το Δημόσιον Ταμείον δια την συμμετοχήν εις εισαγωγικάς εξετάσεις παραγωγικών Σχολών ή εις διαγωνισμούς απ’ ευθείας κατατάξεως, ως και αι αποζημιώσεις των οριζομένων ειδικών εξεταστών, του Προέδρου, των μελών και του Γραμματέως των εξεταστικών Επιτροπών δια τας εισαγωγικάς εξετάσεις παραγωγικών Σχολών, ως και δια τους διαγωνισμούς μετατάξεως ή απ’ ευθείας κατατάξεως αξιωματικών και υπαξιωματικών. 3.Επιτρέπεται όπως, δι’ αποφάσεων του Υπουργού εκδιδομένων τη προτάσει των Ανωτάτων κατά Κλάδον Συμβουλίων, εγκρίνηται η εκπαίδευσις ή μετεκπαίδευσις μονίμων αξιωματικών ή υπαξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων εις Δημοσίας ή Ιδιωτικάς Σχολάς ή Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα εσωτερικού ή εξωτερικού πάσης ειδικότητος, δαπάναις του Δημοσίου. 4.Αι αναλαμβανόμεναι πάσης φύσεως υποχρεώσεις υπό των εκπαιδευομένων ή μετεκπαιδευομένων και αι οφειλόμεναι αποζημιώσεις τω Δημοσίω λόγω μη εκπληρώσεως τούτων, διέπονται υπό της κειμένης εκάστοτε Νομοθεσίας. Εν ελλείψει σχετικώς νομοθετικής ρυθμίσεως, αύται καθορίζονται δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών, εκδιδομένων μετά σύμφωνον γνώμην των Ανωτάτων κατά Κλάδον Συμβουλίων. 5.Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, το είδος των αναλαμβανομένων υπό του Δημοσίου δαπανών και ο τρόπος καταβολής και δικαιολογήσεως αυτών, ο αριθμός των προς εκπαίδευσιν μονίμων στελεχών κατά Κλάδον των Ενόπλων Δυνάμεων και Σχολήν, ο χρόνος εκπαιδεύσεως και αι καταβαλλόμεναι αποδοχαί ή αποζημιώσεις κατά την διάρκειαν της εκπαιδεύσεως, καθορίζονται δια κοινών Αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Οδοιπορικά έξοδα και αποζημιώσεις μετακινουμένου προσωπικού Άρθρ.42.-1.Οι στρατιωτικοί εν γένει, οι πολιτικοί υπάλληλοι και οι εργατοτεχνίται των Ενόπλων Δυνάμεων πάσης κατηγορίας και ειδικότητος, επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ως και παν έτερον πρόσωπον, όπερ εκτελεί εντολήν των Ενόπλων Δυνάμεων άνευ υπηρεσιακής τινός εξαρτήσεως, εν περιπτώσει μετακινήσεών των εν τω εσωτερικώ ή εξωτερικώ, εξ υπηρεσιακής ανάγκης και τη πρωτοβουλία της Υπηρεσίας, δικαιούνται οδοιπορικών εξόδων και ειδικών αποζημιώσεων δια την αντιμετώπισιν των εκ της μετακινήσεως συναφών δαπανών, καταβαλλομένων υπό του Δημοσίου εις βάρος των πιστώσεων του ειδικού προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. 2.Δια Β.Δ/των, προτάσει των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών εκδιδομένων, καθορίζονται εκάστοτε επί μετακινήσεων εν τε τω εσωτερικώ και εξωτερικώ: α.Οι δικαιούχοι οδοιπορικών εξόδων και ειδικών αποζημιώσεων, οι όροι, αι προϋποθέσεις και οι περιορισμοί χορηγήσεως, ως και τα εξαρτώμενα εκ των δικαιούχων πρόσωπα της οικογενείας των, ων αι δαπάναι μετακινήσεως βαρύνουσι το Δημόσιον. β.Αι περιπτώσεις και αι κατηγορίαι μετακινήσεων, αίτινες παρέχουσι δικαίωμα καταβολής οδοιπορικών εξόδων και ειδικών αποζημιώσεων. γ.Αι περιπτώσεις, καθ’ ας επιτρέπεται η μετακίνησις εις βάρος του Δημοσίου εξαρτωμένων προσώπων μετά του δικαιούχου οδοιπορικών εξόδων και ειδικών αποζημιώσεων. δ.Τα όργανα, άτινα έχουσι δικαίωμα εκδόσεως διαταγής μετακινήσεως, ως και αι περιπτώσεις και τα όρια της επιτρεπομένης μεταβιβάσεως της δικαιοδοσίας ταύτης εις έτερα όργανα της ιεραρχίας. ε.Το είδος και το ποσόν των αναγνωριζομένων δαπανών οδοιπορικών εξόδων και των ειδικών αποζημιώσεων κατά περίπτωσιν μετακινήσεως. ζ.Τα μέσα μεταφοράς και αι δικαιούμεναι κατηγορίαι θέσεως κατά βαθμόν δικαιούχου. η.Τα όρια των αναγνωριζομένων δαπανών οδοιπορικών εξόδων, λόγω χρησιμοποιήσεως υπό του μετακινουμένου ιδίου μεταφορικού μέσου, αι περιπτώσεις, καθ’ ας επιτρέπεται η χρησιμοποίησις ιδίου μεταφορικού μέσου και τα όργανα άτινα έχουσι δικαίωμα να εγκρίνωσι ταύτην. θ.Αι προϋποθέσεις και οι περιορισμοί μετακινήσεως των εις το εξωτερικόν υπηρετούντων και λαμβανόντων ειδικάς αποδοχάς εις ξένον νόμισμα, ως και το είδος και το ποσόν των αναγνωριζομένων δι’ αυτούς οδοιπορικών εξόδων ι.Αι περιπτώσεις καταβολής οδοιπορικών εξόδων και ειδικών αποζημιώσεων εις τρίτους, μετακινουμένους κατ’ εντολήν και επ’ ωφελεία των Ενόπλων Δυνάμεων. κ.Το είδος και το ποσόν των αναγνωριζομένων δαπανών οδοιπορικών εξόδων και ειδικών αποζημιώσεων εν επιστρατεύσει και πολέμω, ως και ο τρόπος της δικαιολογήσεως τούτων. λ.Αι περιπτώσεις, καθ’ ας επιτρέπεται η προκαταβολή αποδοχών των προσεχών μηνών εις τον μετακινούμενον προς αντιμετώπισιν των δαπανών μετακινήσεως, το όριον της προκαταβολής ταύτης και τα αρμόδια δια την έγκρισιν της χορηγήσεως όργανα. μ.Αι περιπτώσεις, καθ’ ας επιτρέπεται η εκ της παγίας προκαταβολής προπληρωμή εις τον μετακινούμενον ποσού τινός προς κάλυψιν των εκ της μετακινήσεως δαπανών, το όριον της προκαταβολής ταύτης, τα αρμόδια δια την έγκρισιν όργανα και ο τρόπος του συμψηφισμού κατά την τελικήν εξόφλησιν των εκ της μετακινήσεως δικαιωμάτων. ν.Η διαδικασία δικαιολογήσεως, εντολής και ελέγχου των λογαριασμών οδοιπορικών εξόδων και ειδικών αποζημιώσεων μετακινουμένου προσωπικού. ξ.Τα δικαιολογητικά και η διαδικασία πληρωμής, ως και αι περιπτώσεις δικαιολογήσεως οδοιπορικών εξόδων άνευ εξοφλητικών αποδείξεων. ο.Ο τρόπος μετακινήσεως προσωπικού επί πιστώσει και οι όροι των σχετικών μετά των μεταφορέων συμβάσεων. π.Πάσα άλλη συναφής διάταξις και λεπτομέρεια. Αμοιβαί Συμβουλίων - Επιτροπών - Ερευνών Άρθρ.43.-1.Δι’ άπαντα τα προβλεπόμενα Συμβούλια ή Επιτροπάς υπό των εν ισχύϊ διατάξεων των Ενόπλων Δυνάμεων ως και υπό των διατάξεων των εξ αυτών εξαρτωμένων Νομικών Προσώπων, Οργανισμών και Εκμεταλλεύσεως πάσης φύσεως, αι καταβαλλόμεναι αποζημιώσεις εις τον Πρόεδρον, τα μέλη, τους Εισηγητάς και τον Γραμματέα αυτών εις βάρος του Δημοσίου ή των ως άνω Νομικών Προσώπων, Οργανισμών και Εκμεταλλεύσεων, καθορίζονται εκάστοτε δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών. 2.Δια Συμβούλια και Επιτροπάς των Ενόπλων Δυνάμεων και των εξαρτωμένων εξ αυτών Νομικών Προσώπων, Οργανισμών και Εκμεταλλεύσεων, προβλεπόμενα υπό των εκάστοτε εν ισχύϊ διατάξεων, δι’ α δεν ορίζεται αποζημίωσις, ως και δι’ Επιτροπάς μη προβλεπομένας υπό των κειμένων διατάξεων, αλλ’ αναγκαίας δια την επίλυσιν σοβαρών υπηρεσιακών θεμάτων, και συνιστωμένας δι’ αποφάσεων του Υπουργού εκ προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων ή και ειδικών προσώπων εκτός αυτών, καταβάλλονται εις τον Πρόεδρον, τα με(Μετά την σελ. 1290,18) Σελ. 1290,19 Τεύχος 424 - Σελ. 33 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 λη, τους Εισηγητάς και τον Γραμματέα αποζημιώσεις, καθοριζόμεναι ομοίως δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών. 3.Η εκτέλεσις των εργασιών των περιπτ. ε΄ και ζ΄ της παρ. 7 του άρθρ. 10 του παρόντος ανατίθεται, δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων της Ιεραρχίας των Κλάδων, εις όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων, ή εις υπαλλήλους ετέρων Δημοσίων Υπηρεσιών ή ΝΠΔΔ ή εις εκ των κατηγοριών τούτων συνταξιούχους ή εις ιδιώτας ή εις ειδικώς εκ του εξωτερικού μετακαλούμενα πρόσωπα, το δε ποσόν της αμοιβής πάντων των ανωτέρω καθορίζεται, κατά περίπτωσιν, δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών. Δια των αυτών αποφάσεως καθορίζεται το ποσόν των ενισχύσεων των περιπτ. ι, λ, και μ της παρ. 7 του άρθρ. 10 του παρόντος. Πρόσθετος εργασία πολιτικού προσωπικού Άρθρ.44.-1.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού δύναται να συγκροτώνται, εις τας Υπηρεσίας των Αρχηγείων και των Σχηματισμών συνεργεία υπερωριακής εργασίας πολιτικού προσωπικού εξ υπαλλήλων ή εργατοτεχνιτών επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου προς εκτέλεσιν επειγουσών εργασιών ή εργασιών μη δυναμένων να διεκπεραιωθώσιν εντός των ωρών του εκάστοτε ισχύοντος προγράμματος εργασίας. Δια των αυτών αποφάσεων καθορίζονται η χρονική διάρκεια των συνεργείων, το ανώτατον όριον ωρών ημερησίας προσθέτου εργασίας και το συμμετέχον πολιτικόν προσωπικόν. 2.Δια κοινόν αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών καθορίζεται η καθ’ ώραν υπερωριακής εργασίας αποζημίωσις του μονίμου πολιτικού προσωπικού. 3.Προσωπικόν πάσης ειδικότητος υπηρετούν επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου και οριζόμενον υπό του Υπουργού όπως συμμετάσχη εις συνεργεία υπερωριακής εργασίας δικαιούται της προβλεπομένης αποζημιώσεως υπό της ισχυούσης εκάστοτε εργατικής νομοθεσίας. 4.Αι εκ της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου προκαλούμεναι δαπάναι βαρύνουσι το Δημόσιον, εγγραφομένων σχετικών πιστώσεων εις τον ειδικόν προϋπολογισμόν εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. Λοιπά Δικαιώματα προσωπικού Άρθρ.45.-Η νοσηλευτική, φαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψις, τα έξοδα κηδείας και τα λοιπά δικαιώματα του εν άρθρ. 38 του παρόντος προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και των μελών των οικογενειών αυτού ρυθμίζονται εκάστοτε κατά κατηγορίαν προσωπικού, υπό των γενικών περί των δικαιωμάτων τούτων διατάξεων. Σελ. 1290,20 Τεύχος 424 - Σελ. 34 Δαπάναι μεταφοράς Άρθρ.5.-1.Αι τηρητέαι εν εκάστη περιπτώσει γενικαί αρχαί, μέθοδοι και διαδικασίαι, ως και αι λεπτομέρειαι εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος, ρυθμίζονται εκάστοτε δια Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, ων το περιεχόμενον ορίζεται υπό των εν τω παρόντι ειδικών διατάξεων. 2.Οι Γενικοί Κανονισμοί εκδίδονται, τροποποιούνται και συμπληρούνται υπό του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων, προτάσει των Αρχηγείων των Κλάδων, ρυθμίζουσι θέματα κοινού ενδιαφέροντος και εγκρίνονται μετά σύμφωνον γνώμην του Ανωτάτου Συμβουλίου Ενόπλων Δυνάμεων δι’ αποφάσεων του Υπουργού δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Τα κατ’ εξουσιοδότησιν του παρόντος ρυθμιζόμενα υπό των Γενικών Κανονισμών θέματα, ρυθμίζονται κατά τρόπον ενιαίον δι’ άπαντας τους Κλάδους, επιτρεπόμενον παρεκκλίσεων κατά Κλάδον, μόνον εις περιπτώσεις επιβαλλομένας εκ της οργανώσεως ή της αποστολής ή των δυνατοτήτων εκάστου Κλάδου και κρινομένας κατά την έκδοσιν, τροποποίησιν ή συμπλήρωσιν των Γενικών Κανονισμών υπό του Ανωτάτου Συμβουλίου Ενόπλων Δυνάμεων. 3.Οι Ειδικοί Κανονισμοί εκδίδονται, τροποποιούνται και συμπληρούνται υπό του οικείου Αρχηγείου, ρυθμίζουσι θέματα του Κλάδου και εγκρίνονται μετά σύμφωνον γνώμην του αρμοδίου Ανωτάτου Συμβουλίου του Κλάδου δι’ αποφάσεων του Υπουργού δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 4.Αι αναγκαίαι οδηγίαι δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος, του Κώδικος περί δημοσίου λογιστικού, των συναφών προς τα νομοθετήματα ταύτα νόμων, των εις εκτέλεσιν των διατάξεων τούτων εκδιδομένων Β.Δ/των, Υπουργικών Αποφάσεων και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, παρέχονται δι’ Εγχειριδίων εκδιδομένων κατά Κλάδον του οικείου Αρχηγείου. Εξεδόθη Γενικός Κανονισμός Τροφοδοσίας Ενόπλων Δυνάμεων, κυρωθείς δια της υπ’ αριθ. Φ. 092/5/334360/19 Νοεμ. 1974 αποφ. Υφυπ. Εθν. Αμύνης. Το άρθρ. 22 αυτού ετροποποιήθη δια της υπ’ αριθ. Φ. 092/5/655139 της 18/25 Οκτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1306 ομοίας). Σταδιακή εφαρμογή συστημάτων οικονομικής μερίμνης και λογιστικού Άρθρ.46.-1.Αι δαπάναι μεταφοράς υλικού, εφοδίων και προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων δια παντός μεταφορικού μέσου, ως και αι δαπάναι φορτοεκφορτώσεων, ανευρέσεως ή ανελκύσεως απολεσθέντων πλοίων ή αεροσκαφών, ρυμουλκήσεως πλοίων, μισθώσεως ή ναυλώσεως μεταφορικών μέσων εν γένει και αι δαπάναι πληρωμής λιμενικών, αερολιμενικών, φαρικών, τελωνειακών και άλλων τελών ή δικαιωμάτων, αι ενεργούμεναι κατά την μεταφοράν υλικού, εφοδίων και προσωπικού ή κίνησιν μέσων των Ενόπλων Δυνάμεων εν τω εσωτερικώ ή εξωτερικώ βαρύνουσι το Δημόσιον και καταβάλλονται εκ των πιστώσεων του ειδικού προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, εξαιρέσει των εκ τούτων συμβατικώς αναλαμβανομένων υπό τρίτων. 2.Δια Γενικού Κανονισμού εκδιδομένου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται εκάστοτε ο τρόπος ενεργείας των μεταφορών υλικού, εφοδίων και προσωπικού, ο τρόπος ενεργείας των φορτοεκφορτώσεων υλικού και εφοδίων, η διαδικασία πληρωμής των εν τη προηγουμένη παραγράφω δαπανών, τα συστήματα ενεργείας μεταφορών επί πιστώσει, αι επί των μεταφορών Υπηρεσίαι των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων και η αρμοδιότης αυτών, τα απαιτούμενα κατά περίπτωσιν δικαιολογητικά, αι περιπτώσεις καθ’ ας δια την ενέργειαν μεταφορών ή φορτεκφορτώσεων δεν ενεργείται διαγωνισμός, οι όροι των συναπτομένων μετά των μεταφορέων και φορτοεκφορτωτών συμβάσεων, ως και πάσα συναφής διάταξις και λεπτομέρεια επί της πραγματοποιήσεως των περί ων το παρόν άρθρον δαπανών. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Ειδικαί δαπάναι Αρχηγείων Άρθρ.47.-1.Δια τας πάσης φύσεως ειδικάς ή απορρήτους δαπάνας των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και των εκ τούτων και του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης εξαρτωμένων ή εξυπηρετουμένων υπηρεσιών εν γένει, εγγράφονται σχετικαί πιστώσεις εις τον ειδικόν προϋπολογισμον εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, αίτινες, εν πάση περιπτώσει, χαρακτηρίζονται ως δεκτικαί αναπληρώσεως και εκδόσεως ενταλμάτων προπληρωμής. 2.Δι’ αποφάσεως του Υπουργού ή του υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένου οργάνου καθορίζονται κατά Αρχηγείον ή Υπηρεσίαν του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, το ανώτατον όριον των δαπανών της κατηγορίας ταύτης δι’ έκαστον οικονομικόν έτος εντός του ύψους των κατά την προηγουμένη παράγραφον εγγραφομένων πιστώσεων, τα όργανα, εις α ανατίθεται η αρμοδιότης της εντολής και εγκρίσεως των δαπανών τούτων, ως και τα κατά περίπτωσιν απαιτούμενα δικαιολογητικά. Τα όργανα ταύτα διαθέτουσι τα απαιτούμενα ποσά αποκλειστικώς δι’ ειδικάς ή απορρήτους δαπάνας, μη δυναμένας να δικαιολογηθώσι δια της συνήθους διαδικασίας εξ ειδικών ή απορρήτων λόγων και καθορίζουσι το Γραφείον εις ο τηρούνται τα αντίστοιχα δικαιολογητικά, τον χρόνον καταστροφής αυτών μετά την απόδοσιν λογαριασμού, ως και πάσαν λεπτομέρειαν διαχειρίσεως των σχετικών χρηματικών ποσών. 3.Η δικαιολόγησις των δαπανών τούτων πραγματοποιείται βάσει πρακτικού συντασσομένου υπό τριμελούς επιτροπής εξ ενός ανωτάτου αξιωματικού ως προέδρου και δύο ανωτέρων αξιωματικών ως μελών, οριζομένων κατά Αρχηγείον ή Υπηρεσίαν, υπό των κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου αρμοδίων κατά περίπτωσιν οργάνων εγκρίσεως των δαπανών τούτων. Η επιτροπή αυτή ελέγχει τα στοιχεία διαθέσεως των μερικών κονδυλίων των διατεθέντων ποσών και βεβαιοί την κανονικήν κατά τας επί μέρους διαταγάς διάθεσιν τούτων άνευ ετέρας αιτιολογίας εν πρακτικώ, όπερ και αποτελεί το μόνον και οριστικόν δικαιολογητικόν διαθέσεως των χρηματικών ποσών και αποδόσεως των αντιστοίχων χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής. Διάθεσις υλικών και εφοδίων Άρθρ.48.-1.Η αρμοδιότης και η διαδικασία διαθέσεως υλικών και εφοδίων εντός εκάστου Κλάδου, δια κάλυψιν των αναγκών λειτουργίας και συντηρήσεως, καθορίζεται δια του εκδιδομένου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρ. 32 του παρόντος Γενικού Κανονισμού ανεφοδιασμού και διαχειρίσεως υλικού Ενόπλων Δυνάμεων. 2.Υλικά και εφόδια εισαγόμενα καθ’ οιονδήποτε τρόπον εις τους Κλάδους χρεούνται εις τους οικείους λογαριασμούς λογιστικής παρακολουθήσεως αυτών. Κατ’ εξαίρεσιν δι’ αποφάσεων του Υπουργού δύναται να καθορίζηται εκάστοτε χρηματικόν ποσόν αξίας υλικών ή εφοδίων μέχρι του οποίου δεν απαιτείται χρέωσις των εισαγομένων. 3.Ομοίως δι’ αποφάσεων του Υπουργού δύναται να καθορίζωνται εκάστοτε αι κατηγορίαι υλικών και εφοδίων κατ’ είδος ή κατ’ αξίαν, αίτινες, εξαγόμεναι των αποθηκών δια κάλυψιν συγκεκριμένων αναγκών λειτουργίας ή συντηρήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων, διαγράφονται οριστικώς, μη απαιτουμένης περαιτέρω λογιστικής παρακολουθήσεως αυτών. Αποθέματα επιστρατεύσεως και διάθεσις αυτών Άρθρ.49.-1.Δια την αντιμετώπισιν των αναγκών επιστρατεύσεως των Ενόπλων Δυνάμεων συγκροτούνται παρ’ εκάστω Κλάδω αποθέματα υλικών και εφοδίων, άτινα χρησιμοποιούνται μόνον εις ας περιπτώσεις προβλέπουσιν αι κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 3 του παρόντος άρθρου εκδιδόμεναι αποφάσεις. 2.Η συγκρότησις αποθεμάτων υλικών και εφοδίων επιστρατεύσεως ενεργείται από του καιρού της ειρήνης, αι δε προς τούτο δαπάναι βαρύνουσι τον προϋπολογισμόν εξόδων εκάστου Κλάδου εκ παραλλήλου προς τας δαπάνας προμηθείας υλικών και εφοδίων λειτουργίας και συντηρήσεως. 3.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων της ιεραρχίας των Ενόπλων Δυνάμεων, εκδιδομένων μετά σύμφωνον γνώμην των οικείων κατά Κλάδον Ανωτάτων Συμβουλίων, καθορίζονται εκάστοτε αι γενικαί κατηγορίαι και το ύψος των αποθεμάτων υλικών και εφοδίων επιστρατεύσεως, αι περιπτώσεις διαθέσεως και πάσα αναγκαία λεπτομέρεια. Προμήθειαι, εργολαβίαι, εκτέλεσις εργασιών Άρθρ.50.-1.Τα αναγκαιούντα εις τας Ενόπλους Δυνάμεις πάσης φύσεως υλικά και εφόδια εξασφαλίζονται δια προμηθείας αυτών εν τε τω εσωτερικώ της χώρας και τω εξωτερικώ, βάσει του ετησίου προγράμματος προμηθειών εκάστου Κλάδου των Ενόπλων Δυνάμεων. Ως προμήθεια νοείται η αγορά υλικών και εφοδίων ή η ανάθεσις κατασκευής αυτών επί τη βάσει προδιαγραφών ή απαιτήσεων εν γένει των Ενόπλων Δυνάμεων. 2.Αι προμήθειαι γενικώς υλικών και εφοδίων των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, αι εργολαβίαι και η εκτέλεσις εργασιών βαρύνουσι τας πιστώσεις του Ειδικού Προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, πλην εκείνων, αίτινες, κατά τας κειμένας εκάστοτε διατάξεις ή τας διατάξεις του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, προβλέπεται να βαρύνωσιν ετέρας πηγάς μέσων υποστηρίξεως. (Μετά την σελ. 1290,20) Σελ. 1290,21 Τεύχος 424 - Σελ. 35 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 3.Αι προμήθειαι, αι εργολαβίαι και αι εργασίαι των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων ενεργούνται υπό των αρμοδίων Υπηρεσιών των Κλάδων και των εξ αυτών εξαρτωμένων Υπηρεσιών επί τη βάσει των διατάξεων περί Δημοσίου Λογιστικού, των διατάξεων του παρόντος και των υπό των διατάξεων της παρ. 5 του παρόντος άρθρου προβλεπομένων Β.Δ/των. 4.Κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου ενεργούνται πάσαι αι προμήθειαι, εργολαβίαι και εκτελέσεις εργασιών των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, αι μη υπαγόμεναι βάσει γενικών διατάξεων εις ενιαίαν Υπηρεσίαν, ως και αι κατ’ εξουσιοδότησιν της ενιαίας ταύτης Υπηρεσίας ανατιθέμεναι εις του Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων εκ των υπαγομένων εις την αρμοδιότητα ταύτης. Επιτρέπεται όπως, δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Αμύνης, Οικονομικών και Εμπορίου, δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, ανατίθηται εις τους Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, εν όλω ή εν μέρει, δι’ ωρισμένον ή αόριστον χρόνον και ανεξαρτήτων των υπό των σχετικών διατάξεων προβλεπομένων περιορισμών, η αρμοδιότης επί προμηθειών, εργολαβιών και εργασιών αυτών, αίτινες δυνάμει γενικών διατάξεων υπάγονται εις ενιαίαν Υπηρεσίαν. Επί εκτελέσεως έργων αι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουσιν, καθ’ ην έκτασιν προβλέπεται ειδικώς υπό των διατάξεων του άρθρ. 51 του παρόντος. 5.Δια Β.Δ/των, προτάσει των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών εκδιδομένων, καθορίζονται εκάστοτε τα κάτωθι επί προμηθειών, εργολαβιών και εργασιών, ενεργουμένων εν τω εσωτερικώ της χώρας και τω εξωτερικώ υπό των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων: α.Ο τρόπος καταρτίσεως, κατά Κλάδον των Ενόπλων Δυνάμεων, του ετησίου τακτικού ή εκτάκτου προγράμματος προμηθειών εν τω οποίω περιλαμβάνονται η προτεραιότης και οι χρόνοι παραδόσεως. β.Αι περιπτώσεις και αι διατυπώσεις προμηθειών άνευ διαγωνισμού ως και οι τρόποι ενεργείας εν εκάστη περιπτώσει. γ.Αι κατηγορίαι των διενεργουμένων διαγωνισμών ως και τα χρηματικά όρια, δι’ εκάστη κατηγορία διαγωνισμού είναι υποχρεωτική. Εξεδόθη το Β.Δ. 561/1972 (κατωτ. αριθ. 24) και η υπ’ αριθ. Φ092/5/341156/1976 αποφάσεως (κατωτ. αριθ. 31). δ.Η αρμοδιότης επί προμηθειών, εργολαβιών και εργασιών. ε.Αι περιπτώσεις και διατυπώσεις αναθέσεως εις ένα Κλάδον των Ενόπλων Δυνάμεων της αρμοδιότητος ενεργείας προμηθειών και δια τους Σελ. 1290,22 Τεύχος 424 - Σελ. 36 λοιπούς Κλάδους, ως και ο τρόπος της τακτοποιήσεως της πληρωμής, ελέγχου και παραδόσεων των υπό προμήθειαν υλικών και εφοδίων. ζ.Η σύστασις, ο σκοπός, η αρμοδιότης και ο τρόπος λειτουργίας κεντρικών και περιφερειακών επιτροπών προμηθειών. η.Ο τρόπος προπαρασκευής των διαγωνισμών, συντάξεως και δημοσιεύσεως των σχετικών διακηρύξεων και καταρτίσεως των όρων συμφωνιών, ως και το περιεχόμενον των όρων συμφωνιών. θ.Τα πρόσωπα, άτινα έχουσι δικαίωμα συμμετοχής εις τους διαγωνισμούς, τα πρόσωπα, άτινα αποκλείονται των διαγωνισμών και τα απαιτούμενα κατά περίπτωσιν πιστοποιητικά και βεβαιώσεις. ι.Αι υποχρεωτικαί εγγυοδοσίαι συμμετοχής εις τους διαγωνισμούς και οι όροι τους οποίους δέον να πληρούν αι υποβαλλόμεναι ενσφράγιστοι προσφοραί. Δια του Π.Δ. 142/1974 (τόμ. 1 σελ. 116,71) είχεν ορισθή ότι τα υπό των υποπαραγρ. 5α΄ έως χ΄ συμπεριλαμβανομένης του παρόντος άρθρ. 50 προβλεπόμενα θέματα, εφεξής ρυθμίζονται δι’ αποφάσεων των Υπουργών, αντί των Π.Δ/των. Ήδη, δια του Νόμ. 370/1976 (τόμ. 1 σελ. 116, 742) κατηργήθη η διάταξις αύτη και επανήχθησαν αι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρ. 50 ως ίσχυον προ της τροποποιήσεώς των. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων κ.Η διαδικασία διενεργείας των διαγωνισμών, κατακυρώσεως αυτών, υποβολής και εκδικάσεως ενστάνσεων. λ.Αι υποχρεώσεις, αίτινες αναλαμβάνονται υπό των συμμετεχόντων των διαγωνισμών, αι εγγυοδοσίαι καλής εκτελέσεως των υπογραφομένων συμβάσεων, αι περιπτώσεις κηρύξεως των προμηθευτών εκπτώτων, αι συνέπειαι της εκπτώσεως, ως και η διαδικασία καταπτώσεως εγγυοδοσιών και καταλογισμού ζημιών του Δημοσίου, λόγω διαφοράς τιμής προμηθείας, εις βάρος εκπτώτων προμηθευτών. μ.Ο τρόπος καταρτίσεως και εκτελέσεως συμβάσεων, τροποποιήσεως ή λύσεως αυτών. ν.Ο τρόπος ελέγχου και παραλαβής, απορρίψεως προμηθειών, διαιτησίας, ως και η σύστασις, ο σκοπός και η λειτουργία κεντρικών ή περιφερειακών επιτροπών παραλαβών, ελέγχου και διαιτησίας. ξ.Αι ποινικαί ρήτραι, αι περιπτώσεις παραλαβής απορριπτομένων προμηθειών επί εκπτώσει τιμής, ως και ο τρόπος πληρωμής των προμηθειών. ο.Ο τρόπος προμηθειών εις περιπτώσεις απαιτούσας μυστικότητα ενεργείας. π.Οι όροι και αι διαδικασίαι, καθ’ ας επιτρέπεται η σύναψις και η εκτέλεσις ειδικών συμφωνιών ή συμβάσεων μεταξύ Κρατών περί προμηθείας υλικών, εφοδίων, ή παροχής πάσης φύσεως υπηρεσιών αλληλοεξυπηρετήσεως. ρ.Αι περιπτώσεις καθ’ ας επιτρεπέται η χορήγησις προκαταβολής ή η προπληρωμή μέρους της αξίας της προμηθείας, έναντι ισοπόσου εγγυητικής επιστολής Τραπέζης, ως και τα όρια των προκαταβολών ή των προπληρωμών τούτων. σ.Αι διαδικασίαι ανοίγματος πιστώσεων εν τω εξωτερικώ δια πληρωμήν προμηθειών. τ.Αι διαδικασίαι ενεργείας προμηθειών ή εργασιών των Κλάδων εν τω εξωτερικών, μέσω Στρατιωτικών, Ναυτικών, Αεροπορικών Ακολούθων ή άλλων οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων, υπηρετούντων ή εκτελούντων υπηρεσίαν εν τω εξωτερικώ, ως και αι περιπτώσεις, καθ’ ας επιτρέπεται, κατά παρέκκλισιν των περί προπληρωμών του Δημοσίου διατάξεων, η έκδοσις πλειόνων χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής επ’ ονόματι του αυτού προσώπου. υ.Οι ειδικοί όροι και αι διαδικασίαι προμηθειών τινών εκ του εξωτερικού, κατά παρέκλισιν των περί προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων διατάξεων. φ.Αι καταβαλλόμεναι αποζημιώσεις εις τους μετέχοντας στρατιωτικούς εν γένει, πολιτικούς υπαλλήλους και εις ξένα προς την υπηρεσίαν πρόσωπα, εις επιτροπάς διενεργείας διαγωνισμών, πραγματογνωμοσύνης, παραλαβών και διαιτησίας. χ.Οι όροι και αι ειδικαί διαδικασίαι ενεργείας δαπανών δεξιώσεων, φιλοφρονήσεων και διεθνών Συνεδρίων, ως και αι εν προκειμένω παρεκκλίσεις εκ των περί διαγωνισμών διατάξεων. ψ.Πάσα άλλη συναφής διάταξις και λεπτομέρεια. 6.Αναλαμβανόμεναι υποχρεώσεις δι’ εργασίας ή προμηθείας εκ του εσωτερικού αρμοδιότητος των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων κατά την διάρκειαν οικονομικού τινός έτους, παραμένουν ως έξοδα του έτους τούτου, εφ’ όσον η κατακυρωτική απόφασις εξεδόθη ή η σχετική σύμβασις υπεγράφη εντός του έτους τούτου η δε πληρωμή επραγματοποιήθη εντός διμήνου από της λήξεως αυτού. 7.Δια προμηθείας εκ του εξωτερικού των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, ων η πληρωμή ενεργείται είτε μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος, δι’ ανοίγματος πιστώσεως, είτε μέσω οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων, περί ων η παρ. 5 εδάφ. υ του παρόντος άρθρου, δι’ απ’ ευθείας προς αυτά εμβασμάτων, η δαπάνη βαρύνη το οικονομικόν έτος εις βάρος του οποίου εκδίδεται το οικείον χρηματικόν ένταλμα προπληρωμής, εφ’ όσον τούτο εξεδόθη προ της λήξεως αυτού, ασχέτως προς την χρονολογίαν παραλαβής ή πληρωμής του είδους. Εν περιπτώσει ανεπαρκείας του ποσού του αρχικού χρηματικού εντάλματος προπληρωμής, αι προκύπτουσαι ένεκα συναλλαγματικής διαφοράς ή άλλων λόγων, συμπληρωματικαί δαπάναι, εις οιανδήποτε και εάν ανάγωνται χρονική περίοδον, αποτελούσιν έξοδα του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους κατά την διάρκειαν του οποίου εκδίδονται τα οικεία συμπληρωματικά χρηματικά εντάλματα πληρωμής ή προπληρωμής. Εκτέλεσις έργων Άρθρ.51.-1.Η εκτέλεσις των πάσης φύσεως έργων των Ενόπλων Δυνάμεων, η επίβλεψις αυτών, ο τρόπος δημοπρατήσεως και διεξαγωγής των διαγωνισμών, η κατάρτισις των σχετικών συμβάσεων και πάσα συναφής λεπτομέρεια, αφορώσα εις την εκπλήρωσιν των συμβατικών υποχρεώσεων, την παραλαβήν του έργου και την πληρωμήν αυτού, διέπονται υπό των διατάξεων της εκάστοτε ισχυούσης νομοθεσίας περί εκτελέσεως έργων των Ενόπλων Δυνάμεων. 2.Δια Β.Δ/των, εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού, κωδικοποιούνται εκάστοτε εις ενιαίον κείμενον του Νόμ. 3132/1955 υπό τον τίτλον «Κωδικοποίησις διατάξεων περί εκτελέσεως Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορικών έργων» αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί εκτελέσεως των πάσης φύσεως έργων του Στρατού Ξηράς, του Ναυτικού και της Αεροπορίας, επιτρεπομένης κατά την τοιαύτην κωδικοποίησιν της αλλαγής της αριθμήσεως των άρθρων, της εν γένει κατατάξεως της ύλης, ως και της φραστικής τοιαύτης, άνευ βλάβης της εννοίας των κωδικοποιουμένων διατάξεων. (Μετά την σελ. 1290,22) Σελ. 1290,23 Τεύχος 424 - Σελ. 37 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 3.Ομοίως δια Β.Δ/των, εκδιδομένων κατά Κλάδον, προτάσει του Υπουργού, κωδικοποιούνται εκάστοτε εις ενιαίον κείμενον πάσαι αι ισχύουσαι εν εκάστω Κλάδω ειδικαί διατάξεις περί εκτελέσεως έργων οχυρώσεων, ή έργων δυνάμει ειδικών συμφωνιών ή συμβάσεων, ή έργων μη υπαγομένων εις τας κωδικοποιουμένας διατάξεις, κατ’ εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου του παρόντος άρθρου, επιτρεπομένης της αλλαγής της αριθμήσεως των άρθρων, της εν γένει κατατάξεως της ύλης ως και της φραστικής τοιαύτης, άνευ βλάβης της εννοίας των κωδικοποιουμένων διατάξεων. Συναλλαγαί εις καθωρισμένας τιμάς Άρθρ.6.-1.Επιτρέπεται όπως δια των εκδιδομένων Γενικών Κανονισμών καθορίζηται, εντός των καθιερουμένων δια των διατάξεων του παρόντος αρχών, σταδιακή εφαρμογή συστημάτων οικονομικής μερίμνης και λογιστικού, αναλόγως των εκάστοτε υφισταμένων εν εκάστω Κλάδω Ενόπλων Δυνάμεων δυνατοτήτων εις προσωπικόν και μέσα. 2.Ομοίως επιτρέπεται όπως δια των εκδιδομένων Ειδικών Κανονισμών καθορίζηται σταδιακή εφαρμογή συστημάτων οικονομικής μερίμνης και λογιστικού, εντός των καθιερουμένων, δια των διατάξεων του παρόντος και των Γενικών Κανονισμών αρχών, αναλόγως των δυνατοτήτων προσωπικού και μέσων των αρμοδίων κατά Κλάδον Σωμάτων ή Υπηρεσιών. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΙΣ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ Μέσα υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων και πηγαί αυτών Άρθρ.52.-1.Εις περιπτώσεις καθ’ ας αποφασίζεται εκ μέρους των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων η ενέργεια προμηθειών πάσης φύσεως εκ Δημοσίων Υπηρεσιών και επιχειρήσεων, εκ Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και των Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, ασκουμένων δια κεφαλαίων εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού, αύται πραγματοποιούνται απ’ ευθείας άνευ μειοδοτικού διαγωνισμού, εις τας υπό των ανωτέρω προσώπων καθοριζομένας τιμάς. 2.Ομοίως, κατά την διαδικασίαν της προηγουμένης παραγράφου, ενεργούνται υπό των Ενόπλων δυνάμεων προμήθειαι πάσης φύσεως εξ οιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, εις περιπτώσει ειδών, δι’ α καθορίζεται υποχρεωτική διατίμησις υπό αρμοδίας προς τούτο Κρατικής Αρχής. 3.Επιτρέπεται όπως εις τα εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου αναφερόμενα πρόσωπα ανατίθενται υπό των Ενόπλων Δυνάμεων εργολαβίαι και εργασίαι πάσης φύσεως, κατόπιν ειδικών συμβάσεων, συναπτομένων απ’ ευθείας μετ’ αυτών, άνευ μειοδοτικού διαγωνισμού. 4.Επί προμηθειών, εργολαβιών και εργασιών περί ων αι διατάξεις των παρ. 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου, αι προβλεπόμεναι υπό των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων κρατήσεις ή εισφοραί, αίτινες παρακρατούνται κατά την πληρωμήν υπέρ Δημοσίου ή τρίτων, βαρύνουσι τας πιστώσεις του Προϋπολογισμού των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, προσαυξάνουσαι τας σχετικάς δαπάνας κατά τα αναλογούντα εκάστοτε ποσοστά υπέρ Δημοσίου και τρίτων. Τα δικαιολογητικά εξοφλήσεως των συναλλαγών της κατηγορίας ταύτης δέον να περιέχωσι δήλωσιν του δικαιούχου περί της μη παρακρατήσεως εκ του πληρωθέντος αυτοίς λογαριασμού των προστιθεμένων υπό των Υπηρεσιών των Ενόπλων Δυνάμεων κρατήσεων ή εισφορών. Σελ. 1290,24 Τεύχος 424 - Σελ. 38 5.Προκειμένου περί προμηθειών, εργολαβιών και εργασιών των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, ενεργουμένων εν τω εξωτερικώ κατόπιν διαγωνισμού ή δι’ απ’ ευθείας αναθέσεως, δύναται συμβατικώς να καθορίζηται η πληρωμή εις καθαράς τιμάς, οπότε αι κατά την πληρωμήν παρακρατούμεναι, κατά τας κειμένας εκάστοτε διατάξεις, κρατήσεις ή εισφοραί υπέρ Δημοσίου και τρίτων, βαρύνουσι τας πιστώσεις του προϋπολογισμού των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, προσαυξάνουσαι τας σχετικάς δαπάνας κατά τα αναλογούντα εκάστοτε ποσοστά υπέρ Δημοσίου και τρίτων. 6.Δια την εκδιδομένων Β.Δ/των, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρ. 50, καθορίζονται αι λεπτομέρειαι εκτελέσεως των διατάξεων του παρόντος άρθρου. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Εκποίησις περιουσιακών στοιχείων Άρθρ.53.-1.Αι εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων διατιθεμένων υπό των Ενόπλων Δυνάμεων, επιτρεπόμενοι υπό των κειμένων εκάστοτε διατάξεων ή των διατάξεων του παρόντος, ενεργούνται δια δημοσίου ή προχείρου πλειοδοτικού διαγωνισμού ή ετέρου τρόπου, κρινομένου συμφέροντος και αποφασιζομένου υπό του Υπουργού, τηρουμένων εκ παραλλήλου και αναλογικώς εν όλω ή εν μέρει των περί προμηθειών διατάξεων του άρθρ. 50 του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτών εκδιδομένων Β.Δ/των. 2.Επιτρέπεται η εκποίησις καινουργούς ή χρησιμοποιησίμου πολεμικού υλικού των Ενόπλων Δυνάμεων, μη τελείως ανταποκρινομένου προς τας εκάστοτε πολεμικάς συνθήκας, καινουργών ή χρησιμοποιησίμων πάσης κατηγορίας υλικών και εφοδίων, ως και κτηνών των Ενόπλων Δυνάμεων, μη αναγκαιούντων πλέον δια την συντήρησιν, εκπαίδευσιν ή πολεμικήν προπαρασκευήν αυτών, μετ’ απόφασιν του Υπουργού, στηριζομένην εις γνωμοδότησιν των οικείων κατά Κλάδον Ανωτάτων Συμβουλίων, και πρότασιν του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων. 3.Η εκποίησις των περί ων η προηγουμένη παράγραφος περιουσιακών στοιχείων ενεργείται κατά τας διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, το δε προϊόν της εκποιήσεως ταύτης περιέρχεται εις τα κατά Κλάδον δικαιούχα Ταμεία, κατά τας κειμένας εκάστοτε διατάξεις. 4.Υλικά και εφόδια των Ενόπλων Δυνάμεων, καθιστάμενα άχρηστα και κρινόμενα ως τοιαύτα κατά την προβλεπομένην διαδικασίαν υπό του κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρ. 32 του παρόντος εκδιδομένου Γενικού Κανονισμού ανεφοδιασμού και διαχειρίσεως υλικού Ενόπλων Δυνάμεων, διατίθενται, είτε αυτούσια, είτε διατίθεται το προϊόν εκποιήσεως αυτών εις τα αντίστοιχα Μετοχικά Ταμεία των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, κατά τας ισχυούσας εκάστοτε ειδικάς περί ενός εκάστου των Ταμείων τούτων διατάξεις. 5.Αι εκποιήσεις των λοιπών περιουσιακών στοιχείων, ενεργούνται κατά τας κειμένας περί εκάστου τούτων διατάξεις, εν περιπτώσει δε αρμοδιότητος των Ενόπλων Δυνάμεων, αύται ενεργούνται κατά τας διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Αντικατάστασις πολεμικού υλικού Άρθρ.54.-1.Επιτρέπεται, τηρουμένης της διαδικασίας της παρ. 2 του άρθρ. 53 του παρόντος, η αντικατάστασις καινουργούς ή χρησιμοποιησίμου πολεμικού υλικού των Ενόπλων Δυνάμεων δι’ ανταλλαγής μεθ’ ετέρου πολεμικού υλικού, του αυτού ή άλλου πολεμικού προορισμού, καλύπτοντος τας εκάστοτε απαιτήσεις πολεμικής προπαρασκευής των Ενόπλων Δυνάμεων, κατά τους όρους συναπτομένων επ’ ευθείας συμβάσεων μεταξύ είτε του οικείου Κλάδου των Βιομηχανιών κατασκευής του αναγκαιούντος πολεμικού υλικού Εσωτερικού ή Εξωτερικού, είτε της Ελληνικής Κυβερνήσεως και Κυβερνήσεων ξένων Κρατών, διαθετουσών το αναγκαίον υλικόν. 2.Οι όροι των εν τη προηγουμένη παραγράφω συμβάσεων, εν οις περιλαμβάνεται και ο τρόπος αντιμετωπίσεως των δαπανών μεταφοράς του αντικαθισταμένου και παραλαμβανομένου υλικού, διατυπούνται κατόπιν διαπραγματεύσεων του οικείου Κλάδου μετά των ενδιαφερομένων μερών και εγκρίνονται προ της υπογραφής των σχετικών συμβάσεων, δι’ αποφάσεων του Υπουργού στηριζομένων εις γνωμοδότησιν των οικείων κατά Κλάδον Ανωτάτων Συμβουλίων, πρότασιν του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων και απόφασιν του Ανωτάτου Συμβουλίου Εθνικής Αμύνης. 3.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού καθορίζονται, ο τρόπος εκτιμήσεως της αξίας του αντικαθισταμένου και παραλαμβανομένου πολεμικού υλικού, προς προσδιορισμόν της σχέσεως των ανταλλασσομένων ποσοτήτων, η διαδικασία ελέγχου της ποιότητος του υπό παραλαβήν υλικού, ο τρόπος ελέγχου της εκτελέσεως των όρων των συναπτομένων συμβάσεων, η λογιστική τακτοποίησις και πάσα λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου. 4.Η εκπροσώπησις του Ελληνικού Δημοσίου, δια την υπογραφήν των κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου συναπτομένων συμβάσεων, ανατίθεται, είτε εις μέλη της Κυβερνήσεως, είτε εις όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων, κατόπιν αποφάσεως του ανωτάτου Συμβουλίου Εθνικής Αμύνης. Πωλήσεις ή χορηγήσεις εις τρίτους Άρθρ.55.-1.Αι Μονάδες, Υπηρεσίαι και Εκμεταλλεύσεις εκάστου Κλάδου δύνανται, προς εξυπηρέτησιν των κάτωθι σκοπών, να διαθέτωσιν εις τρίτους αγαθά της ιδίας αυτών παραγωγής, υπηρεσίας, ως και υλικά και εφόδια πάσης φύσεως, ανήκοντα κατά κυριότητα εις το Δημόσιον και ευρισκόμενα εις την διάθεσιν αυτών: α.Υποστηρίξεως ετέρων Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων. β.Έργων ή σκοπών κοινής ωφελείας. γ.Υποστηρίξεως δυνάμεων ξένων κρατών κατά τους όρους ειδικών συμβάσεων ή συμφωνιών. δ.Εξυπηρετήσεως ετέρων Δημοσίων Υπηρεσιών. ε.Παροχής βοηθείας εν περιπτώσει θεομηνιών, καταστροφών, πλημμυρών, σεισμών, κ.λπ. ζ.Εξυπηρετήσεως Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ή Ιδρυμάτων ή άλλων οργανισμών ιδιωτικού δικαίου κοινοφελούς προορισμού. η.Εξυπηρετήσεως ετέρων φυσικών ή νομικών προσώπων ημεδαπών ή αλλοδαπών. (Μετά την σελ. 1290,24) Σελ. 1290,25 Τεύχος 424 - Σελ. 39 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 θ.Παντός ετέρου σκοπού, όστις ήθελε αποφασισθή υπό του Υπουργού. 2.Η διάθεσις, προς εξυπηρέτησιν των εν τη προηγουμένη παραγράφω σκοπών, αγαθών της ιδίας παραγωγής των Κλάδων, υπηρεσιών, υλικών και εφοδίων πάσης φύσεως ενεργείται δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων, εντός καθοριζομένων ορίων, οργάνων της ιεραρχίας των Ενόπλων Δυνάμεων, εν αις καθορίζονται οι βασικοί όροι πωλήσεως, οίτινες διέπουσι την κατάρτισιν επί μέρους συμβάσεων, υπογραφομένων υπό ειδικώς εξουσιοδοτουμένων υπό του Υπουργού οργάνων. 3.Αι τιμαί πωλήσεως των διατιθεμένων αγαθών της ιδίας παραγωγής των Κλάδων, υλικών και εφοδίων, ως και αι καταβαλλόμεναι αποζημιώσεις δια παροχήν υπηρεσιών, καθορίζονται εκάστοτε και κατά περίπτωσιν δια των εκδιδομένων αποφάσεων υπό των εχόντων την αντίστοιχον οικονομικήν εξουσίαν ή δικαιοδοσίαν οργάνων, κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Επιτρέπεται ο καθορισμός τιμών πωλήσεως αγαθών της ιδίας παραγωγής των Κλάδων, υλικών και εφοδίων, ως και αποζημιώσεων δια παροχήν υπηρεσιών μεγαλυτέρων του κόστους, αναλόγως της ιδιότητος των εξυπηρετουμένων και του επιδιωκομένου σκοπού, δυναμένων να διαφέρωσι κατά κατηγορίαν εξυπηρετουμένων. 4.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων, εντός καθοριζομένων ορίων, οργάνων της ιεραρχίας των Ενόπλων Δυνάμεων επιτρέπεται η δωρεάν διάθεσις αγαθών της ιδίας παραγωγής των Κλάδων, υλικών και εφοδίων, ως και η δωρεάν παροχή υπηρεσιών, προκειμένου περί κοινωφελών Ιδρυμάτων και ετέρων κοινωφελών σκοπών ή προκειμένου περί εκτελέσεως αρμοδίως εκδιδομένης εντολής παροχής βοηθείας εν τω εσωτερικώ ή εξωτερικώ. 5.Παν έσοδον, προερχόμενον εκ της διαθέσεως των ανωτέρω αγαθών, υλικών, εφοδίων και υπηρεσιών εις τρίτους αποτελεί Δημόσιον έσοδον και κατατίθεται εις το Δημόσιον Ταμείον, εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρ. 9 του παρόντος, ως προς την εγγραφήν εις τον ειδικόν προϋπολογισμόν εξόδων του οικείου Κλάδου αναλόγων πιστώσεων προς συνέχισιν του έργου αυτού εκτός αν ειδικός νόμος άλλως ορίζη. 6.Δι’ Ειδικών Κανονισμών, εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται αι λεπτομέρειαι επί του τρόπου και των διαδικασιών πωλήσεων υπό των Κλάδων των παραγομένων αγαθών, των διατιθεμένων υλικών και εφοδίων αυτών, ως και των παρεχομένων υπηρεσιών προς εξυπηρετήσιν των εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου σκοπών. Σελ. 1290,26 Τεύχος 424 - Σελ. 40 Συναλλαγαί εις ξένον νόμισμα Άρθρ.56.-1.Συναλλαγαί των Ενόπλων Δυνάμεων πάσης φύσεως ενεργούμεναι κατά τας κειμένας διατάξεις εις ξένον νόμισμα παρακολουθούνται δι’ ιδίων λογαριασμών, μη επιτρεπομένης της δραχμοποιήσεως των σχετικών εις ξένον νόμισμα απαιτήσεων ή υποχρεώσεων, προ του οριστικού διακανονισμού. 2.Δια πάσαν νόμιμον μετατροπήν εις δραχμάς προς οριστικόν διακανονισμόν απαιτήσεων ή υποχρεώσεων των Ενόπλων Δυνάμεων εις ξένον νόμισμα, λαμβάνονται υπ’ όψιν αι τιμαί του οικείου συναλλάγματος, αίτινες αναφέρονται εν τω επισήμω δελτίω της Τραπέζης της Ελλάδος, κατά την ημέραν του οριστικού διακανονισμού. 3.Συναλλαγματικαί διαφοραί προκύπτουσαι κατά τον οριστικόν διακανονισμον απαιτήσεων και υποχρέωσεων των Ενόπλων Δυνάμεων εις ξένον νόμισμα, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου, εάν μεν ώσιν θετικαί κατατίθενται εις το Δημόσιον Ταμείον ως έκτακτον Δημόσιον έσοδον, εάν ώσιν αρνητικαί καταλογίζονται εις βάρος του Δημοσίου, εντελλόμεναι επί των πιστώσεων του ειδικού προϋπολογισμού εξόδων του οικείου Κλάδου. 4.Δαπάναι των Ενόπλων Δυνάμεων πάσης φύσεως, προβλεπόμεναι υπό των εκάστοτε κειμένων διατάξεων, ως και υπό των εν παρ. 5 του παρόντος άρθρου Β.Δ/των και πραγματοποιούμεναι εν τω εξωτερικώ, εντέλλονται εις βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του οικείου Αρχηγείου και ενεργούνται εις ξένον νόμισμα, όπερ χορηγείται υπό της Τραπέζης Ελλάδος. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 5.Δια Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών καθορίζονται: α.Η διαδικασία και αι λεπτομέρειαι εφαρμογής των διατάξεων των παρ. 1 - 3 του παρόντος άρθρου. β.Αι κατηγορίαι των δαπανών, αίτινες ενεργούνται εις ξένον νόμισμα και η διαδικασία εντολής αυτών εις βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του οικείου Αρχηγείου. γ.Αι μέθοδοι και τα συστήματα της λογιστικής παρακολουθήσεως των εις ξένον νόμισμα συναλλαγών των Ενόπλων Δυνάμεων. δ.Ο τρόπος της χορηγήσεως συναλλάγματος υπό της Τραπέζης της Ελλάδος δια την κάλυψιν των σχετικών αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων, ως και ο τρόπος της αποδόσεως λογαριασμού. ε.Ο καθορισμός των Γραφείων ή Υπηρεσιών των Ενόπλων Δυνάμεων εν τω Εξωτερικώ παρά ταις Βασιλικαίς Πρεσβείαις της Ελλάδος, οργανισμοίς ή οιασδήποτε άλλης φύσεως οργανώσιν, ως και αι δαπάναι συστάσεως και λειτουργίας αυτών. ζ.Αι απαιτούμεναι συνθέσεις εις στρατιωτικόν, πολιτικόν ή ιδιωτικόν προσωπικόν δια την λειτουργίαν των υπό στοιχ. ε της παρούσης παραγράφου Γραφείων ή Υπηρεσιών εν τω εξωτερικώ, ο τρόπος πληρώσεως των ως άνω συνθέσεων προσωπικού, άνευ αυξήσεως των νομοθετημένων θέσεων εκάστου Κλάδου, η διαδικασία τοποθετήσεως και μετακινήσεως του προσωπικού, αι αποδοχαί και άλλαι αποζημιώσεις αυτού και πάσα άλλη λεπτομέρεια αφορώσα την κατάστασιν εν γένει του προσωπικού τούτου. η.Η διαδικασία πληρωμής προμηθειών εκ του εξωτερικού. θ.Οι όροι καθ’ ους επιτρέπεται η κίνησις πλοίων, αεροσκαφών ή άλλων μέσων εν τω εξωτερικώ, ως και αι σχετικαί δαπάναι εις ξένον νόμισμα. ι.Οι όροι καθ’ ους επιτρέπεται η κίνησις δυνάμεων των Κλάδων εν τω εξωτερικώ προς εκτέλεσιν ειδικής εντολής ως και αι δαπάναι συντηρήσεως και κινήσεως των δυνάμενων τούτων. κ.Αι διαδικασίαι πληρωμής εις προσωπικόν των Ενόπλων Δυνάμεων, οπωσδήποτε ευρισκόμενον εν τω εξωτερικώ κατόπιν εντολής του οικείου Κλάδου, των κατά τας κειμένας εκάστοτε διατάξεις αποδοχών, αποζημιώσεων εκτός έδρας εξωτερικού, νοσηλείων ή άλλων δικαιωμάτων. λ.Πάσα άλλη συναφής διάταξις και λεπτομέρεια αφορώσα τας συναλλαγάς εν γένει των Ενόπλων Δυνάμεων εις ξένον νόμισμα. Αποκατάστασις ζημιών και φθορών Άρθρ.57.-1.Οσάκις η οφειλόμενη και πληρωτέα υπό του Δημοσίου αποζημίωσις δια την αποκατάστασιν ζημιών ή φθορών ιδιωτικής περιουσίας, προξενηθεισών υπαιτιότητι των Ενόπλων Δυνάμεων ή η πληρωτέα τω Δημοσίω αποζημίωσις δια ζημίας ή φθοράς προξενηθείσας υπαιτιότητι ιδιωτών εις τας Ενόπλους Δυνάμεις, καθορίζεται δια συμβιβαστικής πράξεως κατά τας κειμένας διατάξεις, η περί συμβιβασμού σχετική πράξις στηρίζεται εις ένορκον Διοικητικήν εξέτασιν ή προανάκρισιν και πρακτικόν εκτιμήσεως των ζημιών ή φθορών ειδικής επιτροπής, εις ην λαμβάνει μέρος και αντιπρόσωπος του ζημιωθέντος ή υπαιτίου ιδιώτου, εκάστοτε προς τούτο συνιστωμένης δια πράξεως του Υπουργού ή των υπ’ αυτού, εντός καθοριζομένων ορίων, εξουσιοδοτουμένων οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων. 2.Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών καθορίζονται εκάστοτε αι αποζημιώσεις δια φθοράς ή απωλείας αποσκευών και ειδών στολής των στελεχών και των ανδρών των Ενόπλων Δυνάμεων, επερχομένας εν τη υπηρεσία ή κατά την μεταφοράν αυτών δια μέσων των Ενόπλων Δυνάμεων, εξ ανωτέρας βίας ή εξ απορρήτου συμβάντος. Δεν αναγνωρίζεται αποζημίωσις δια φθοράς ή απωλείας ειδών χορηγουμένων εις τα ανωτέρω πρόσωπα υπό του Δημοσίου, ων προβλέπεται επαναχορήγησις κατά τας ειδικάς περί των χορηγιών τούτων διατάξεις. Δια των περί καθορισμού των αποζημιώσεων της παρούσης παραγράφου κοινών αποφάσεων καθορίζεται η διαδικασία εξακριβώσεως και πιστοποιήσεως των φθορών ή απωλειών, αι διατυπώσεις καταβολής και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. Βραβεία Άρθρ.58.-1.Επί τω σκοπώ ποσοτικής ή ποιοτικής βελτιώσεως της αποδόσεως της εργασίας δύναται να απονέμωνται χρηματικά βραβεία εις το εργαζόμενον πάσης κατηγορίας πολιτικόν προσωπικόν εξ υπαλλήλων ή εργατοτεχνιτών επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου παρά ταις εκμεταλλεύσεσιν πάσης φύσεως των Ενόπλων Δυνάμεων, περί ων το άρθρ. 17 του παρόντος. 2.Ομοίως προς βελτίωσιν των μεθόδων, διαδικασιών και συστημάτων οργανώσεως και λειτουργίας των Υπηρεσιών των Κλάδων επί οιουδήποτε επιπέδου διοικήσεως, δύναται να ιδρύηται κατά Κλάδον, δι’ αποφάσεων του Υπουργού, εκδιδομένων προτάσει των οικείων Ανωτάτων Συμβουλίων, σύστημα υποβολής ατομικών προτάσεων και ιδεών υπό του στρατιωτικού εν γένει προσωπικού και του πολιτικού προσωπικού πάσης κατηγορίας, αποσκοπουσών εις την βελτίωσιν μεθόδων ή μείωσιν του κόστους ή γενικώτερον αύξησιν της αποτελεσματικότητος, ως και να απονέμωνται εις τους υποβάλοντας επιτυχείς και αποδοτικάς προτάσεις και ιδέας, χρηματικά βραβεία ή άλλαι τιμητικαί διακρίσεις. 3.Δια την καταβολήν των περί ων αι παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου χρηματικών βραβείων (Μετά την σελ. 1290,26) Σελ. 1290,27 Τεύχος 424 - Σελ. 41 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 εγγράφονται ανάλογοι πιστώσεις εις τον προϋπολογισμόν εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. 4.Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών καθορίζωνται κατά Κλάδον τα ανώτατα όρια των ετησίων δαπανών δια την πληρωμήν των περί ων αι παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου χρηματικών βραβείων και οι βασικοί όροι και περιορισμοί απονομής των βραβείων τούτων. 5.Δι’ Ειδικών Κανονισμών καθορίζονται η οργάνωσις και ο τρόπος λειτουργίας του συστήματος απονομής βραβείων αποδόσεως εργασίας και του συστήματος υποβολής ατομικών προτάσεων και ιδεών, αι διαδικασίαι εγκρίσεως και καθορισμού των χρηματικών βραβείων, αι άλλαι τιμητικαί διακρίσεις και πάσα λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου παρ’ εκάστω Κλάδω. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΕΜΠΤΟΝ ΕΥΘΥΝΗ ΟΡΓΑΝΩΝ Ευθύνη Υπουργού Άρθρ.7.-1.Δια την συντήρησιν, ανάπτυξιν, εκπαίδευσιν, πολεμικήν προπαρασκευήν των Ενόπλων Δυνάμεων και την υπό τούτων διεξαγωγήν του πολέμου διατίθενται τα κάτωθι μέσα υποστηρίξεως: α.Χρήματα β.Υλικά και εφόδια πάσης φύσεως γ.Υπηρεσίαι δ.Κτίρια και εγκαταστάσεις (Μετά τη σελ. 1290(α) Σελ. 1290,01 Τεύχος 424-Σελ. 15 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 ε.Κτήνη ζ.Παν έτερον περιουσιακόν στοιχείον, του οποίου επιτρέπεται η διάθεσις προς υποστήριξιν των Ενόπλων Δυνάμεων κατά τας ισχύουσας εκάστοτε διατάξεις. 2.Η απόκτησις, η διαχείρισις, η συντήρησις, η διάθεσις και η διοίκησις των εν τη προηγουμένη παραγράφω μέσων υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων και η λογιστική παρακολούθησις της αξίας τούτων και των προκαλουμένων περιουσιακών μεταβολών εκ της κινήσεως και διαθέσεως αυτών, ανήκει εις την αρμοδιότητα των προβλεπομένων, υπό της οργανώσεως εκάστου Κλάδου, Σωμάτων ή Υπηρεσιών και λοιπών οργάνων, κατά τας διατάξεις του παρόντος και των εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν αυτών Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. 3.Πηγαί εξασφαλίσεως των εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου μέσων υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων είναι: α.Αι πιστώσεις του ειδικού προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. β.Αι πιστώσεις των ειδικών προϋπολογισμών εξόδων άλλων Υπουργείων. γ.Τα αποθέματα πάσης φύσεως των Ενόπλων Δυνάμεων. δ.Η χορηγουμένη εις τους Κλάδους παγία προκαταβολή κατά τας διατάξεις του άρθρ. 16 του παρόντος. ε.Αι μη περιλαμβανόμεναι εις τον Κρατικόν προϋπολογισμόν παροχαί εις είδος, εις υπηρεσίας ή εις χρήμα, αίτινες διατίθενται εις τας Ενόπλους Δυνάμεις εις εκτέλεσιν των όρων ειδικών συμφωνιών και συμβάσεων. ζ.Τα κεφάλαια εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού περί ων το άρθρ. 12 του παρόντος. η.Τα κεφάλαια εκ των προϋπολογισμών Ειδικών κατά Κλάδον Ταμείων Αμύνης, δυνάμει των εκάστοτε ισχυουσών περί των Ταμείων τούτων διατάξεων. θ.Αι επιτάξεις εισφορών πάσης φύσεως εν πολέμω και επιστρατεύσει, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της περί εισφορών και ναυλώσεων ισχυούσης εκάστοτε νομοθεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων. ι.Η παραγωγή των κατά τας διατάξεις του παρόντος ασκουμένων Εκμεταλλεύσεων Ενόπλων Δυνάμεων, ως και των Εκμεταλλεύσεων εξυπηρετήσεως προσωπικού. κ.Η εκμετάλλευσις εν πολέμω επιτοπίων πόρων κατά τας διατάξεις του άρθρ. 13 του παρόντος. λ.Πάσα άλλη πηγή μέσων υποστηρίξεως, προβλεπομένη υπό της εκάστοτε ισχυούσης νομοθεσίας ή ειδικής τινος συμφωνίας ή συμβάσεως. Σελ. 1290,02 Τεύχος 424-Σελ. 16 Περιουσία Άρθρ.59.-Ο Υπουργός ασκών την ανωτάτην Οικονομική εξουσίαν των Ενόπλων Δυνάμεων ευθύνεται κατά τας διατάξεις της περί ευθύνης Υπουργών νομοθεσίας. Εκτίμησις ευθυνών οργάνων Άρθρ.60.-Επιφυλασσομένης της εφαρμογής των διατάξεων του Υπαλληλικού Κώδικος, η εκτίμησις των ευθυνών των οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων, ανεξαρτήτως της ιδιότητος αυτών ως στρατιωτικών ή πολιτικών υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών, υπηρετούντων επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ανήκει εις τον Υπουργόν ή εις τα υπ’ αυτού εξουσιοδοτούμενα όργανα κατά Κλάδον, αι εκδιδόμεναι δε εν εκάστη περιπτώσει αποφάσεις αυτών ερείδονται επί των διατάξεων περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού του περί Υπουργείου Εθνικής Αμύνης νόμου, του παρόντος και των εις εκτέλεσιν τούτου εκδιδομένων Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών και Αποφάσεων. Ευθύνη οργάνων εχόντων οικονομικήν δικαιοδοσίαν ή αρμοδιότητα Άρθρ.61.-1.Τα έχοντα οικονομικήν δικαιοδοσίαν ή οικονομικήν αρμοδιότητα όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Ν.Δ/τος και των εκδιδομένων εις εκτέλεσιν αυτού Β.Δ/των, ως και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών, υπέχουσι πλην της διοικητικής ευθύνης και αστικήν τοιαύτην δια πάσαν θετικήν ζημίαν του δημοσίου ήτις ήθελε προκύψει: Σελ. 1290,28 Τεύχος 424 - Σελ. 42 α)Εκ της εγκρίσεως ή ενεργείας δαπάνης ή εκ της εισηγήσεως ή γνωματεύσεως προς έγκρισιν ή ενέργειαν δαπάνης, κατά παράβασιν των διατάξεων των νόμων, των Β.Δ/των, των Γενικών και Ειδικών Κανονισμών και των διαταγών της προϊσταμένης Αρχής. β)Εκ της διαθέσεως ή χρήσεως χρημάτων, υλικών, εφοδίων, εγκαταστάσεων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων διαταχθείσης παρ’ αυτών κατά παράβασιν των κειμένων διατάξεων. γ)Εκ της μη προσηκούσης παρακολουθήσεως της οικονομικής υπηρεσίας των υπό την δικαιοδοσίαν των οργάνων. 2.Τα εν τη προηγουμένη παραγράφω του παρόντος άρθρου όργανα απαλλάσσονται της αστικής ευθύνης των εάν η ενέργειά των εστηρίχθη εις εσφαλμένην περί τα δεδομένα έγγραφον εισήγησιν ή εσφαλμένα έγγραφα στοιχεία, οπότε η ευθύνη αύτη βαρύνει εξ ολοκλήρου τον εισηγηθέντα ή παρασχόντα τα στοιχεία, εφ’ ων εστηρίχθη η παράνομος ενέργεια του έχοντος οικονομικήν δικαιοδοσίαν ή αρμοδιότητα οργάνου. 3.Εις την περίπτωσιν του εδαφ. γ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ο βαθμός και η εκτάσις της τε διοικητικής και αστικής ευθύνης των εχόντων οικονομικήν δικαιοδοσίαν και οικονομικήν αρμοδιότητα οργάνων εκτιμάται και προσδιορίζεται υπό των προϊσταμένων αρχών, εν συνδυασμώ προς τας ευθύνας των υπαγομένων εις αυτά ετέρων οργάνων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Ευθύνη Διοικητικών Σχηματισμών Άρθρ.62.-1.Οι Διοικηταί Σχηματισμών των Ενόπλων Δυνάμεων υπέχουσι διοικητικήν ευθύνην, υποχρεούμενοι: α)Να επιβλέπωσιν όπως οι νόμοι, οι Κανονισμοί και αι Διαταγαί οικονομικής φύσεως τηρώνται επακριβώς εις τας υπ’ αυτούς Μονάδας και Υπηρεσίας. β)Να εποπτεύωσιν όπως αι υπό τας διαταγάς των δυνάμεις ώσιν εφωδιασμέναι δι’ όλων των απαιτούμενων ειδών υλικού, εφοδίων και χορηγιών, προβλέποντες και αναφέροντες εγκαίρως εις την προϊσταμένην διοίκησιν τας ανάγκας τούτων. γ)Να βεβαιώνται εάν τα υλικά πάσης φύσεως και τα εφόδια των υπ’ αυτούς Μονάδων, ώσιν πλήρη, εις καλήν κατάστασιν και έτοιμα προς χρήσιν. δ)Να επιβλέπωσιν τας εκτελουμένας εργασίας προς αρτίαν λειτουργίαν των Μονάδων και Υπηρεσιών εν ειρήνη και εκστρατεία, και να προτείνωσιν εις την προϊσταμένην διοίκησιν τα ληπτέα μέτρα. 2.Οι Διοικηταί Σχηματισμών των Ενόπλων Δυνάμεων εκτός της εν τη προηγουμένη παραγράφω διοικητικής ευθύνης υπέχουσι και την διοικητικήν και αστικήν ευθύνην του άρθρ. 67 του παρόντος Ν.Δ/τος υπό τας εν αυτώ προϋποθέσεις. Ευθύνη Δευτερευόντων Διατακτών Άρθρ.63.-1.Οι ασκούντες τα καθήκοντα Δευτερεύοντος Διατάκτου υπέχουσιν αστικήν ευθύνην δια πάσαν θετικήν ζημίαν του Δημοσίου ήτις ήθελε προκύψει: α)Εξ εκδόσεως χρηματικού εντάλματος καθ’ υπέρβασιν των καθοριζομένων αυτοίς εν εκάστη περιπτώσει ορίων διαθέσεως των πιστώσεων του προϋπολογισμού. β)Εξ εκδόσεως χρηματικού εντάλματος μη στηριζομένου εις τα προβλεπόμενα υπό των εκδιδομένων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρ. 31 του παρόντος Ν.Δ/τος κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών βασικά δικαιολογητικά. γ)Εξ αναγραφής επί του χρηματικού εντάλματος ποσού μείζονος του προκύπτοντος εκ του κλεισίματος ανακεφαλαιωτικών λογαριασμών. δ)Εξ εκδόσεως εντάλματος στηριζομένου εις δικαιολογητικά ανήκοντα εις υπόλογον διαχειριστήν και τυχόν εκκαθαρισθέντα παρά του ιδίου ως ενεργούντος την εκκαθάρισιν ή ασκούντος καθήκοντα προϊσταμένου εκκαθαρίσεως. 2.Οι Δευτερεύοντες Διατάκται υπέχουσι προσέτι διοικητικήν ευθύνην δια τε τα εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερόμενα, ως και δια την μη προσήκουσαν εκτέλεσιν των καθηκόντων των. Ευθύνη οργάνων εξουσιοδοτουμένων ως Κυρίων Διατακτών Άρθρ.64.-Όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων, εξουσιοδοτούμενα υπό του Υπουργού δι’ υπογραφήν ενταλμάτων ως Κύριοι Διατάκται, υπέχουσι τας διαγραφομένας εν άρθρ. 63 του παρόντος ευθύνας. Ευθύνη Προϊσταμένων Υπηρεσιών Εκκαθαρίσεως Άρθρ.65.-1.Οι Προϊστάμενοι Υπηρεσιών Εκκαθαρίσεως δαπανών ή Υπηρεσιών εκκαθαρίσεως λογαριασμών διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών και εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων προσυπογράφοντες τας οικείας πράξεις εκκαθαρίσεως ευθύνονται αλληλεγγύως μετά των εκκαθαριστών δια την αποκατάστασιν πάσης θετικής ζημίας του Δημοσίου ήτις ήθελε προκύψει: α)Εκ παραδοχής δαπάνης μη στηριζομένης εις τα νόμιμα και ιδία τα βασικά δικαιολογητικά, ων ο πλήρης έλεγχος βαρύνει τους οικείους εκκαθαριστάς. β.Εκ της παραδοχής παρανόμου ή παρατύπου διαγραφής υλικού ή άλλων περιουσιακών στοιχείων. γ.Εκ της παραδοχής δαπάνης μείζονος της προκυπτούσης εκ των αναλυτικών και συγκεντρωτικών λογαριασμών. δ.Εκ της παραδοχής δαπάνης κατά παράβασιν των κειμένων διατάξεων. ε.Εκ της εκκαθαρίσεως λογαριασμών δαπανών ή λογαριασμών διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών και εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων της ιδίας αυτών διαχειρίσεως ή ανηκόντων εις υπόλογον διαχειριστήν και τυχόν εκκαθαρισθέντα παρά του ιδίου ως ενεργούντος την εκκαθάρισιν. ζ.Εκ της παραλείψεως της εκτελέσεως των ανατιθεμένων αυτοίς καθηκόντων. 2.Τα εν τη προηγουμένη παραγράφω όργανα υπέχουσι προσέτι διοικητικήν ευθύνην δια τε τα εν τη παραγράφω ταύτη αναφερόμενα, ως και δια πάσαν ανωμαλίαν ην ηνέχθησαν ή παρέλειψαν να καταστήσωσι γνωστήν εις την προϊσταμένην αρχήν. 3.Εις τας περιπτώσεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ο βαθμός και η έκτασις της τε διοικητική και αστικής ευθύνης των περί ων το παρόν άρθρον οργάνων εκτιμάται και προσδιορίζεται υπό των προϊσταμένων Αρχών, εν συνδυασμώ προς τας ευθύνας των αρμοδίων εκκαθαριστών. Ευθύνη Εκκαθαριστών Άρθρ.66.-Οι ενεργούντες την εκκαθάρισιν λογαριασμών δαπανών ή λογαριασμών διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων υπέχουσιν εκτός της διοικητικής ευθύνης και αστικήν τοιαύτην δια πάσαν θετικήν ζημίαν του Δημοσίου ήτις ήθελε προκύψει: (Μετά την σελ. 1290,28) Σελ. 1290,29 Τεύχος 424 - Σελ. 43 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 α)Εκ παραδοχής δαπάνης μη στηριζομένης εις πλήρη και νόμιμα δικαιολογητικά. β)Εκ παραδοχής παρανόμου ή παρατύπου διαγραφής υλικού ή άλλων περιουσιακών στοιχείων. γ)Εξ οιουδήποτε αριθμητικού λάθους. δ)Εκ της παραδοχής δαπάνης μείζονος της προκυπτούσης εκ των αναλυτικών ή συγκεντρωτικών λογαριασμών. ε)Εκ της παραδοχής δαπάνης κατά παράβασιν των κειμένων διατάξεων. ζ)Εκ της εκκαθαρίσεως λογαριασμών δαπανών ή λογαριασμών διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων της ιδίας αυτών διαχειρίσεως. η)Εκ της παραλείψεως της εκτελέσεως των ανατιθεμένων αυτοίς καθηκόντων. Ευθύνη οργάνων Μονάδος Άρθρ.67.-1.Οι Διοικητικαί Μονάδων των Ενόπλων Δυνάμεων υπέχουσι πλην της διοικητικής ευθύνης και αστικήν τοιαύτην δια πάσαν θετικήν ζημίαν του Δημοσίου, εν περιπτώσει διαθέσεως ή χρήσεως χρημάτων, υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, διαταχθείσης παρ’ αυτών κατά παράβασιν των νόμων και Β.Δ/των, ως και των εις εκτέλεσιν του παρόντος εκδιδομένων Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. Ομοίως ούτοι υπέχουσι την αυτήν διοικητικήν και αστικήν ευθύνην, οσάκις δεόντως ειδοποιηθέντες περί ανωμαλίας τινός επί της λειτουργίας των Υπηρεσιών Οικονομικής μερίμνης και λογιστικού ή αντιληφθέντες οι ίδιοι ταύτην δεν έλαβον τα προσήκοντα μέτρα προς επανόρθωσιν αυτής, ως και οσάκις ειδοποιηθέντες περί της ανάγκης λήψεως μέτρων αποτροπής ανωμαλίας τινός επί της λειτουργίας των αυτών Υπηρεσιών δεν ενήργησαν δεόντως. 2.Οι προϊστάμενοι οικονομικών υπηρεσιών ως και οι προϊστάμενοι υπηρεσιών υλικών και εφοδίων των Μονάδων υπέχουν την εν άρθρ. 61 του παρόντος ευθύνην. 3.Τα εν τη παρ. 2 του παρόντος άρθρου όργανα υπέχουσι προσέτι διοικητικήν ευθύνην δια τε τα εν τη παραγράφω ταύτη αναφερόμενα, ως και δια πάσαν ανωμαλίαν ην ηνέχθησαν ή παρέλειψαν να καταστήσωσι γνωστήν εις την Διοίκησιν ή την Προϊσταμένην Αρχήν. 4.Οι διαχειρισταί Χρηματικού, διαχειριζόμενοι την παγίαν προκαταβολήν ή άλλα χρήματα, υπέχουσιν εις τας κάτωθι περιπτώσεις διοικητικήν ευθύνην, ως και αστικήν τοιαύτην δια πάσαν θετικήν ζημίαν του Δημοσίου: α)Δια παν χρηματικόν έλλειμμα της διαχειρίσεως των μη δυνάμενον να δικαιολογηθή. β)Δια πάσαν παράνομον ή παράτυπον πληρωμήν. γ)Δια παράλειψιν εισπράξεως, συνεπεία πταίσματος αυτών. Σελ. 1290,30 Τεύχος 424 - Σελ. 44 δ)Δια παν αριθμητικόν λάθος, ως και δια πάσαν μη κανονικήν ή μη νόμιμον τήρησιν των βιβλίων και στοιχείων της διαχειρίσεώς των. ε)Δια πάσαν πράξιν ή παράλειψιν των καθηκόντων αυτών. 5.Οι διαχειρισταί υλικού, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, διαχειριζόμενοι ταύτα, υπέχουσιν εις τας κάτωθι περιπτώσεις διοικητικήν ευθύνην ως και αστικήν τοιαύτην δια πάσαν θετικήν ζημίαν του Δημοσίου: α)Δια πάσαν έλλειψιν περιουσιακών στοιχείων, άτινα παρέλαβον ούτοι, μη δικαιολογημένην εκ της εκτιμήσεως των πραγματικών γεγονότων κατά περίστασιν, εν συνδυασμώ και προς τας διατάξεις του παρόντος και των οικείων Κανονισμών. β)Δια πάσαν παράνομον ή παράτυπον διάθεσιν των εν τη διαχειρίσει των περιουσιακών στοιχείων. γ)Δια πάσαν φθοράν ή βλάβην, προελθουσών εκ κακής συντηρήσεως των εν τη διαχειρίσει των περιουσιακών στοιχείων. δ)Δια πάσαν μη κανονικήν ή μη νόμιμον τήρησιν των βιβλίων και στοιχείων της διαχειρίσεώς των. ε)Δια πάσαν πράξιν ή παράλειψιν των καθηκόντων αυτών. 6.Τας αυτάς ευθύνας προς τους εν παρ. 4 και 5 του παρόντος άρθρου διαχειριστάς έχουσι πάντες οι οπωσδήποτε διαχειριζόμενοι χρήματα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία των Ενόπλων Δυνάμεων, ανεξαρτήτως της ιδιότητος αυτών ως Γενικών ή Μερικών διαχειριστών πάσης φύσεως ως και πάντες οι λογιζόμενοι ως δημόσιοι υπόλογοι κατά το άρθρ. 21 του παρόντος. 7.Επί παρανόμου ή παρατύπου διαθέσεως ή χρήσεως χρημάτων, υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, στηριζομένης εις διαταγήν της οικείας Διοικήσεως, η εν τω παρόντι άρθρω ευθύνη βαρύνει εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς την διοίκησιν ταύτην. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Ευθύνη προϊσταμένων Λογιστηρίων Άρθρ.8.-1.Τα εν άρθρ. 7 του παρόντος μέσα υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων, δι’ ων εκπληρούται η αποστολή των, ως και το σύνολον των εκ της δραστηριότητος αυτών δημιουργουμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων πάσης φύσεως συνιστώσι την περιουσίαν, ήτις διοικείται, χρησιμοποιείται και διατίθεται υπ’ ευθύνη των αρμοδίων κατά Κλάδον Σωμάτων ή Υπηρεσιών κατά τας διατάξεις περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. 2.Άπαντα τα περιουσιακά στοιχεία Ενεργητικού και Παθητικού, άτινα συνιστώσι την εις την διάθεσιν των Ενόπλων Δυνάμεων ευρισκομένην περιουσίαν, ανήκουσιν εις το Δημόσιον, η δε διοίκησις, διαχείρισις και διάθεσις αυτών ενεργείται κατά Κλάδον, όστις τηρεί λογαριασμούς, εν οις απεικονίζεται τόσον η κατάστασις των περιουσιακών στοιχείων εν δεδομένη στιγμή, όσον και αι σημειούμεναι χρονικώς μεταβολαί αυτών, κατά τα προβλεπόμενα υπό των κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος εκδιδομένων Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. 3.Γενικώς παν πλεόνασμα εκ διαχειρίσεως χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, του οποίου δεν αποδεικνύεται η αιτία προελεύσεως και ο δικαιούχος, περιέρχεται εις το Δημόσιον ως δημόσιον έσοδον, πάσα δε δεδικαιολογημένη ή αποδεδειγμένως εξ ανωτέρας βίας προελθούσα απώλεια χρημάτων ή απώλεια ή φθορά άλλων περιουσιακών στοιχείων καταλογίζεται εις βάρος του Δημοσίου. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Δημόσια έσοδα - Προϋπολογισμός εσόδων Άρθρ.68.–1.Οι προϊστάμενοι λογιστηρίων των Υπηρεσιών των Κλάδων, ως και τα υπ’ αυτούς αρμόδια όργανα, υπέχουσιν αστικήν ευθύνην δια πάσαν θετικήν ζημίαν του Δημοσίου εις τας κάτωθι περιπτώσεις: α.Δια την παραδοχήν μη μονίμων ή μη κανονικών δικαιολογητικών, προς υποστήριξιν των εν τοις βιβλίοις εγγραφών. β.Δια την μη κανονικήν ή μη νόμιμον έκδοσιν των υποστηριζόντων τας λογιστικάς εγγραφάς παραστατικών στοιχείων. γ.Δια την μη κανονικήν ή μη ακριβή τήρησιν των βιβλίων. δ.Δια την μη προσήκουσαν διαφύλαξιν κατά τα κεκανονισμένα, των βιβλίων, ως και των παραστατικών στοιχείων και δικαιολογητικών. ε.Δια παν αριθμητικόν λάθος. ζ.Δια πάσαν παράλειψιν ενεργείας εγγραφών. η.Δια πάσαν πράξιν ή παράλειψιν των καθηκόντων αυτών, ένεκα της οποίας ήθελε προκύψη ζημία εις το Δημόσιον. 2.Τα εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου όργανα υπέχουσι προσέτι διοικητικήν ευθύνην δια τε τα εν τη παραγράφω ταύτη αναφερόμενα ως και δια πάσαν ανωμαλίαν, ην ηνέχθησαν ή παρέλειψαν να καταστήσωσι γνωστήν εις την Διοίκησιν ή την Προϊσταμένην Αρχήν. 3.Εις τας περιπτώσεις των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου ο βαθμός και η έκτασις της τε διοικητικής και αστικής ευθύνης των προϊσταμένων Λογιστηρίων εκτιμάται και προσδιορίζεται υπό των Προϊσταμένων Αρχών, εν συνδυασμώ προς τας ευθύνας των υπ’ αυτούς αρμοδίων οργάνων. Ευθύνη οργάνων επιθεωρήσεως και ελέγχου Άρθρ.69.–1.Τα παρά ταις Μονάσι οικεία όργανα ελέγχου ευθύνονται αλληλεγγύως μετά των αντιστοίχων διαχειριστών και των προϊσταμένων Λογιστηρίων δια πάσαν θετικήν ζημίαν του Δημοσίου, προελθούσαν ένεκα παραλείψεως της εκτελέσεως των ανατιθεμένων αυτοίς καθηκόντων, υπέχοντα προσέτι διοικητικήν ευθύνην δια τας παραλείψεις ταύτας, ως και δια πάσαν ανωμαλίαν, ην ηνέχθησαν ή παρέλειψαν να καταστήσωσι γνωστήν εις την Διοίκησιν ή την Προϊσταμένην Αρχήν. 2.Αξιωματικοί των αρμοδίων κατά Κλάδον Σωμάτων ή Υπηρεσιών ενεργούντες Οικονομικήν Επιθεώρησιν Διαχειρίσεων, Λογιστηρίων και υπολόγων εν γένει, υπέχουσι διοικητικήν ευθύνην, αν, εξ αποδεδειγμένης αμελείας, δεν διαπιστώσωσι πράξεις ή παραλείψεις, λαβούσας χώραν εντός της χρονικής περιόδου, καθ’ ην ενηργήθη η επιθεώρησις και επιφερούσας ζημίας εις το Δημόσιον, ως και δια πάσαν παράβασιν των καθηκόντων αυτών. 3.Αξιωματικοί των αρμοδίων κατά Κλάδον Σωμάτων ή Υπηρεσιών ενεργούντες Διοικητικήν Επιθεώρησιν Υπηρεσιών Οικονομικής Μερίμνης και Λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων υπέχουσιν διοικητικήν ευθύνην δια την μη προσήκουσαν εκτέλεσιν των καθηκόντων των. Ποινική Ευθύνη Άρθρ.70.–1.Τα όργανα οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων πλην της προβλεπομένης υπό των διατάξεων του παρόντος διοικητικής και αστικής ευθύνης υπέχουσι και ποινικήν τοιαύτην, εάν συντρέχη περίπτωσις προβλεπομένη υπό της Ποινικής νομοθεσίας. 2.Ο κατά παράβασιν των διατάξεων του άρθρ. 26 του παρόντος ενεργών εκκαθάρισιν δικαιολογητικών της ιδίας αυτού διαχειρίσεως αξιωματικός ως και ο Προϊστάμενος Εκκαθαρίσεως, όστις ήθελε προσυπογράψει τοιαύτας πράξεις εκκαθαρίσεως λογαριασμών δαπανών ή υλικού ή άλλων περιουσιακών στοιχείων ή τοιαύτας της ιδίας αυτού διαχειρίσεως τιμωρείται υπό του αρμοδίου Στρατοδικείου δια φυλακίσεως μέχρις έξ μηνών, εκτός της κατά τας κειμένας διατάξεις πειθαρχικής αυτού διώξεως, εφ’ όσον εκ της ενεργείας του ταύτης ήθελεν προκύψει θετική ζημία εις το Δημόσιον. Δια της αυτής ποινής και υπό τας αυτάς προϋποθέσεις τιμωρείται και ο δευτερεύων διατάκτης, όστις ήθελεν εκδόσει ένταλμα στηριζόμενον εις τοιαύτα δικαιολογητικά. Γενική Ευθύνη Άρθρ.71.–1.Τα όργανα οικονομικής μερίμνης και λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων, πλην των εν άρθρ. 59 – 70 του παρόντος ειδικών ευθυνών, υπέχουσι και τας διαγραφομένας ευθύνας υπό των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού. 2.Άπαντα τα όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων εκτός των προβλεπομένων ειδικών ευθυνών υπό του παρόντος και του Κώδικος περί Δημοσίου Λογιστικού, εφ’ όσον κέκτηνται την ιδιότητα του στρατιωτικού εν γένει ή του δημοσίου υπαλλήλου ευθύνονται έναντι του Δημοσίου δια πάσαν θετικήν ζημίαν, ην επροξένησαν εις αυτό εκ δόλου ή βαρείας αμελείας κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων αυτών, ως και δια τας αποζημιώσεις εις ας υπεβλήθη τούτο έναντι τρίτων, ένεκα παρανόμων πράξεων ή παραλείψεων αυτών κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων των γενομένων επίσης εκ δόλου ή βαρείας αμελείας. Ο στρατιωτικός εν γένει δημόσιος υπάλληλος δεν ευθύνεται έναντι τρίτων δια τοιαύτας πράξεις ή παραλείψεις. (Μετά την σελ. 1290,30) Σελ. 1290,31 Τεύχος 424 - Σελ. 45 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 3.Την εν παρ. 2 του παρόντος άρθρου ευθύνην και υπό τας εν αυτή προϋποθέσεις υπέχουσι και οι εις τας Ενόπλους Δυνάμεις υπηρετούντες πάσης κατηγορίας υπάλληλοι ή εργατοτεχνίται επί δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου σχέσει. Ευθύνη οργάνων επί διαχειρίσεως κεφαλαίων εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού. Άρθρ.72.–Όργανα πάσης κατηγορίας και ειδικότητος των Ενόπλων Δυνάμεων, διαχειριζόμενα οπωσδήποτε κεφάλαια εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού, υπέχουσι τας διαγραφομένας εν άρθρ. 59 – 71 του παρόντος Ν.Δ/τος, διοικητικάς, αστικάς και ποινικάς ευθύνας, προκειμένου περί διαχειρίσεως περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου. Ευθύνη προσώπων ξένων προς την υπηρεσίαν Άρθρ.73.–Πρόσωπα ξένα προς τας Υπηρεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, οριζόμενα, λόγω ειδικότητος, ως μέλη επιτροπών πάσης φύσεως, προβλεπομένων υπό του, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρ. 50 παρ. 5 του παρόντος, ισχύοντος εκάστοτε Β.Δ/τος, εξομοιούνται, εν τη ασκήσει των καθηκόντων τούτων, προς Δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους, υπέχοντα την υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπομένην δια τους υπαλλήλους τούτους αστικήν και ποινικήν ευθύνην. Διαδικασία εκτιμήσεως ευθυνών Άρθρ.74.–Δια Γενικού Κανονισμού, εκδιδομένου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καθορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία διαπιστώσεως, εκτιμήσεως και προσδιορισμού των προβλεπομένων υπό των διατάξεων των άρθρ. 59 – 73 διοικητικών, αστικών και ποινικών ευθυνών, η αρμοδιότης εκάστου επιπέδου διοικήσεως των Κλάδων, επί της διαπιστώσεως, εκτιμήσεως και προσδιορισμού των ευθυνών τούτων, η λεπτομερής ανάλυσις της εκτάσεως των ευθυνών εκάστου οργάνου των Ενόπλων Δυνάμεων, εντός των διαγραφομένων ορίων υπό του παρόντος, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΕΚΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟΣ Έλεγχος οικονομικής μερίμνης και λογιστικού Άρθρ.75.–1.Ο έλεγχος των Υπηρεσιών και των οργάνων, δι’ ων εκδηλούται η οικονομική μέριμνα, ενεργείται συμφώνως προς τας διατάξεις του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. Σελ. 1290,32 Τεύχος 424 - Σελ. 46 2.Η οργάνωσις των Υπηρεσιών ελέγχου εν τω Αρχηγείω Ενόπλων Δυνάμεων ως και κατά Κλάδον, τα όργανα ασκήσεως αυτού, η διάρθρωσις, η εξάρτησις και αι αρμοδιότητες των Υπηρεσιών και των οργάνων ελέγχου, αι εν επιστρατεύσει και πολέμω διαρρυθμίσεις και προσαρμογαί της εν ειρήνη οργανώσεως και της αρμοδιότητος των Υπηρεσιών και των οργάνων ελέγχου, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια οργανώσεως, ρυθμίζονται δια των κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρ. 23 εκδιδομένων Ειδικών Κανονισμών. Εξάρτησις Ελέγχου Άρθρ.9.-1.Τα εκ της κειμένης νομοθεσίας περιερχόμενα εις το Δημόσιον Ταμείον έσοδα των Ενόπλων Δυνάμεων, προϋπολογιζόμενα παρ’ εκάστου Κλάδου αναγράφονται εις τον Κρατικόν Προϋπολογισμόν εσόδων, μερίμνη του Υπουργείου των Οικονομικών. 2.Έναντι των περιερχομένων εις το Δημόσιον Ταμείον εσόδων της προηγουμένης παραγράφου χορηγούνται, κατά το οικονομικόν έτος της εις το Δημόσιον Ταμείον καταθέσεώς των, ισόποσοι πιστώσεις εις τον ειδικόν προϋπολογισμόν εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, επ’ ωφελεία του δικαιούχου Κλάδου. Ανάγκαι - Προϋπολογισμός εξόδων Άρθρ.76.–1.Ο έλεγχος των Υπηρεσιών και των οργάνων οικονομικής μερίμνης και λογιστικού εκάστου Κλάδου είναι ανεξάρτητος των Υπηρεσιών και των οργάνων «Διευθύνσεως» και «Εκτελέσεως» περί ων αι διατάξεις του άρθρ. 24 του παρόντος, υπαγόμενος απ’ ευθείας εις τον Αρχηγόν του οικείου Κλάδου Ενόπλων Δυνάμεων ή εις ένα των Υπαρχηγών του οικείου Αρχηγείου, οριζόμενον δι’ αποφάσεως του Υπουργού. 2.Τα όργανα ελέγχου οιουδήποτε κατωτέρου του κατά Κλάδον Αρχηγείου επιπέδου διοικήσεως κατά μεν την εκτέλεσιν της αποστολής των από τεχνικής απόψεως υπάγονται απ’ ευθείας εις το αμέσως ανώτερον κλιμάκιον ελέγχου, παρ’ ου αποκλειστικώς λαμβάνουσιν εντολάς και οδηγίας, διοικητικώς δε υπάγονται εις την οικείαν διοίκησιν. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Διάκρισις Ελέγχου Άρθρ.77.–1.Ο έλεγχος των Υπηρεσιών και των οργάνων οικονομικής μερίμνης και λογιστικού διακρίνεται εις «Οικονομικόν Έλεγχον» και εις «Οικονομικήν Επιθεώρησιν». 2.Ο «Οικονομικός Έλεγχος» περιλαμβάνει: α.Την Εκκαθάρισιν και αναγνώρισιν λογαριασμών δαπανών και λογαριασμών διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων. β.Τον Έλεγχον και αναγνώρισιν λογαριασμών εσόδων. γ.Τον Προληπτικόν Έλεγχον. δ.Τον Έλεγχον των αποδιδομένων λογαριασμών και των απολογιστικών στοιχείων. ε.Τον Συγκεντρωτικόν Έλεγχον. 3.Η «Οικονομική Επιθεώρησις» περιλαμβάνει τον επί τόπου έλεγχον: α.Των διαχειρίσεων παντός περιουσιακού στοιχείου. β.Των Λογιστηρίων. γ.Των υπολόγων εν γένει. Εκκαθάρισις και αναγνώρισις λογαριασμών διαθέσεως περιουσιακών στοιχείων Άρθρ.78.–1.Προς αναγνώρισιν λογαριασμών δαπανών ή λογαριασμών διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων ενεργείται εκκαθάρισις κατά τας διατάξεις περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών. 2.Η εκκαθάρισις λογαριασμών δαπανών σκοπεί τον έλεγχον προς εξακρίβωσιν εάν η ενέργεια αυτών είναι νόμιμος και κανονική και εάν τα υποστηρίζοντα τας δαπάνας δικαιολογητικά είναι πλήρη, προς αναγνώρισιν υποχρεώσεων εις βάρος του Δημοσίου. 3.Η εκκαθάρισις λογαριασμών διαθέσεως ή αναλώσεως υλικών και εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, πλην χρημάτων, σκοπεί τον έλεγχον προς εξακρίβωσιν της νομιμότητος και κανονικότητος της διαθέσεως ή αναλώσεως και της πληρότητος των κατά περίπτωσιν δικαιολογητικών, προς αναγνώρισιν της διαγραφής των υλικών, εφοδίων ή των άλλων περιουσιακών στοιχείων εις βάρος του Δημοσίου. 4.Η εκκαθάρισις των εν παρ. 3 του παρόντος άρθρου λογαριασμών ενεργείται μόνο επί ουσιωδών και περιωρισμένων τομέων καθοριζομένων δια του προβλεπομένου υπό των διατάξεων του άρθρ. 88 Γενικού Κανονισμού. 5.Τα αποτελέσματα της εκκαθαρίσεως είναι παραδεκτά κατά την Οικονομικήν Επιθεώρησιν και τον έλεγχον αποδιδομένων λογαριασμών και απολογιστικών στοιχείων, του οικείου Επιθεωρητού ή Ελεγκτού δυναμένου να προβή εις έρευναν αυτών μόνο εις ειδικάς περιπτώσεις, επιβαλλομένας κατά την κρίσιν του εκ της πορείας της επιθεωρήσεως ή του ελέγχου. Έλεγχος και αναγνώρισις εσόδων Άρθρ.79.–Τα εκ της κειμένης νομοθεσίας, των διατάξεων του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Β.Δ/των και Γενικών και Ειδικών Κανονισμών περιερχόμενα εις τας Ενόπλους Δυνάμεις πάσης φύσεως και εξ οιασδήποτε αιτίας έσοδα του Δημοσίου, υπόκεινται εις έλεγχον προς εξακρίβωσιν της νομιμότητος και κανονικότητος αυτών, ως και της πληρότητος των υποστηριζόντων ταύτα δικαιολογητικών προς βεβαίωσιν και είσπραξιν αυτών, εις εξόφλησιν των σχετικών απαιτήσεων του Δημοσίου. Προληπτικός Έλεγχος Άρθρ.80.–1.Ο προληπτικός έλεγχος των Οικονομικών και λογιστικών πράξεων αφορά: α.Την εξέτασιν και εξακρίβωσιν, προ της τελικής εγκρίσεως και υπογραφής, του νομίμου και κανονικού της διατυπώσεως των οικονομικών όρων συμφωνιών πάσης προμηθείας, αγοράς, εργολαβίας εκτελέσεως έργων πάσης φύσεως, εργασιών και εκποιήσεων εν γένει δια διαγωνισμού ή άνευ τοιούτου, της διεξαγωγής των σχετικών διαγωνισμών και αγορών άνευ τοιούτων και της επί των αποτελεσμάτων αυτών προτάσεως κατακυρώσεως, της διατυπώσεως των όρων των σχετικών συμβάσεων ή απ’ ευθείας παραγγελιών και της διατυπώσεως των οικονομικών όρων πάσης συμβάσεως ή συμφωνίας οιουδήποτε αντικείμενου. β.Την εξέτασιν και εξακρίβωσιν του νομίμου και κανονικού, πάσης προμηθείας, αγοράς, εργολαβίας, εκτελέσεως έργων πάσης φύσεως, εργασιών και γενικώς δαπανών, ως και εκποιήσεων ή χορηγήσεων ή παροχής υπηρεσιών και εσόδων εν γένει, προ της τελικής εγκρίσεως αυτών υπό των ασκούντων οικονομικήν εξουσίαν ή οικονομικήν δικαιοδοσίαν οργάνων. γ.Την, κατόπιν της εν εδαφ. α και β της παρούσης παραγράφου εξετάσεως, γνωμάτευσιν και θεώρησιν επί της νομίμου και κανονικής διενεργείας των διαγωνισμών ή απ’ ευθείας αγορών και προτάσεων κατακυρώσεως αυτών, διατυπώσεως των όρων συμφωνιών, επί της, προς τους όρους, τας προσφοράς και τας κατακυρωτικάς αποφάσεις, συμφωνίας των καταρτιζομένων συμβάσεων ή παραγγελιών, ως επίσης και επί της νομίμου και κανονικής ενεργείας των δαπανών εν γένει, εκποιήσεων, πωλήσεων και επί της διατυπώσεως των οικονομικών όρων συμβάσεων ή συμφωνιών οιουδήποτε αντικειμένου. δ.Τον έλεγχον των οικονομικών πράξεων των οικονομικώς εντεταγμένων Μονάδων ή Υπηρεσιών προς της ενεργείας των από απόψεως νομιμότητος και πληρότητος των δικαιολογητικών. ε.Τον έλεγχον πάσης λογιστικής εγγραφής, ταμιακής ή συμψηφιστικής, των οικονομικών αυτό(Μετά την σελ. 1290,32) Σελ. 1290,33 Τεύχος 424 - Σελ. 47 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων 36.Π.α.23 τελών Μονάδων ή Υπηρεσιών, προ της καταχωρήσεως αυτής εν τοις βιβλίοις, από απόψεως νομιμότητος και πληρότητος των δικαιολογητικών, ακριβείας των υπολογισμών και ορθής κινήσεως των λογαριασμών επί τη βάσει του λογιστικού σχεδίου. 2.Τα χρηματικά όρια του προληπτικού ελέγχου καθορίζονται δια του προβλεπομένου υπό του άρθρ. 88 του παρόντος Γενικού Κανονισμού. Έλεγχος αποδιδομένων λογαριασμών και απολογιστικών στοιχείων Άρθρ.81.–1.Ο έλεγχος των αποδιδομένων λογαριασμών αφορά: α.Την απόδοσιν λογαριασμού των υπολόγων διαχειριστών υλικού, εφοδίων και παντός περιουσιακού στοιχείου, πλην χρημάτων. β.Την απόδοσιν λογαριασμού των υπολόγων μερικών διαχειριστών χρηματικού και των απλών υπολόγων εκ προσωρινής διαχειρίσεως χρημάτων. γ.Την εξακρίβωσιν της αποδόσεως λογαριασμού υπολόγων γενικών διαχειριστών χρηματικού και υπολόγων εκ χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής ή εκ προσωρινών χρηματικών ενταλμάτων. 2.Ο έλεγχος των απολογιστικών στοιχείων αφορά την ακρίβειαν: α.Των καταρτιζομένων Γενικών Ισολογισμών, Απογραφών, και Ισοζυγίων εν γένει. β.Των συντασσομένων και υποβαλλομένων οικονομικών αναφορών οιουδήποτε επιπέδου διοικήσεως. γ.Των εξαγομένων στατιστικών στοιχείων. δ.Του εξαγομένου κόστους παραγομένων αγαθών και παρεχομένων υπηρεσιών. 3.Οι υπόλογοι γενικοί διαχειρισταί περιουσιακών στοιχειών πάσης φύσεως, πλην χρημάτων, αποδίδουσι λογαριασμόν εις τα καθοριζόμενα όργανα ελέγχου υπό της οργανώσεως εκάστου Κλάδου, παρ’ ων και απαλλάσσονται της ευθύνης των ως υπολόγων, μετά την ενέργειαν του προβλεπομένου κατά περίπτωσιν ελέγχου. 4.Οι υπόλογοι μερικοί διαχειρισταί χρηματικού ή άλλων περιουσιακών στοιχείων και οι απλοί υπόλογοι εκ προσωρινής διαχειρίσεως ή διαφυλάξεως τούτων καθ’ οιονδήποτε τρόπον αποδίδουσι λογαριασμόν εις την οικείαν οικονομικώς αυτοτελή Μονάδα ή Υπηρεσίαν, εξ ης εξαρτώνται. 5.Οι υπόλογοι γενικοί διαχειρισταί χρηματικού αποδίδουσι λογαριασμόν δια της παραδόσεως της διαχειρίσεώς των, απαλλάσσονται δε της ευθύνης των ως υπολόγων, δια μεν τας μέσω των Δημοσίων Ταμείων πληρωμάς, άμα τη απαλλαγή των οικείων Δημοσίων Ταμιών υπό του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δια δε τας λοιπάς πράξεις, δια της ενεργείας τακτικής οικονομικής επιθεωρήσεως της διαχειρίσεώς των και της εκδόσεως σχετικής απαλλακτικής πράξεως του Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτουμένων οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων. Σελ. 1290,34 Τεύχος 424 - Σελ. 48 6.Οι υπόλογοι εκ χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής ή προσωρινών χρηματικών ενταλμάτων, αποδίδουσι λογαριασμόν μέσω των Υπηρεσιών του οικείου Κλάδου εις το Ελεγκτικόν Συνέδριον. 7.Η απόδοσις λογαριασμού παρά των υπολόγων διαχειριστών υλικού, εφοδίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων πλην χρημάτων, ενεργείται είτε δι’ ελέγχου των δικαιολογητικών της διαχειρίσεως εις τας έδρας των Μονάδων, είτε δι’ αποστολής τούτων μετά των πρωτοτύπων ή αντιγράφων των τηρουμένων λογαριασμών εις Κεντρικήν Υπηρεσίαν Ελέγχου. Συγκεντρωτικός Έλεγχος Άρθρ.82.–Παρ’ εκάστω Κλάδω και εις Κεντρικήν Υπηρεσίαν αυτού δύναται να συγκροτήται Υπηρεσία συγκεντρωτικού ελέγχου, σκοπός της οποίας είναι η συγκέντρωσις λογιστικών στοιχείων εκ της κινήσεως πασών των Υπηρεσιών οικονομικής μερίμνης και λογιστικού του Κλάδου, βάσει των οποίων ενεργείται έλεγχος ουσιωδών τομέων δραστηριότητος δια της διασταυρώσεως των λογιστικών στοιχείων και δι’ άλλων μεθόδων. 36.Π.α.23 Οικονομική Μέριμνα Ενόπλων Δυνάμεων Οικονομική Επιθεώρησις Άρθρ.83.–1.Η οικονομική επιθεώρησις ενεργείται δια των υπό του άρθρ. 25 παρ. 4 του παρόντος οριζομένων οργάνων προϊσταμένου επιπέδου διοικήσεως και σκοπεί τον επί τόπου λογιστικόν έλεγχον των διαχειρίσεων παντός περιουσιακού στοιχείου, των Λογιστηρίων και των υπολόγων εν γένει, ως και την καταμέτρησιν και διαπίστωσιν των διαθεσίμων υπολοίπων εξ εκάστου περιουσιακού στοιχείου εις χείρας των υπολόγων, εν αντιπαραβολή προς τα εξαγόμενα αντιστοίχως εκ των λογιστικών βιβλίων ή ετέρων στοιχείων υπόλοιπα. 2.Ο λογιστικός έλεγχος διαχειρίσεων, λογιστηρίων και υπολόγων εν γένει αφορά τον έλεγχον των εν τοις βιβλίοις εγγραφών και των υποστηριζόντων αυτάς δικαιολογητικών, την διαπίστωσιν της ομαλής και κανονικής διεξαγωγής της υπηρεσίας, της ενημερότητος των βιβλίων, της τακτικής υποβολής των λογαριασμών δαπανών προς εκκαθάρισιν, αναγνώρισιν και εντολήν πληρωμής αυτών, της υποβολής των λογαριασμών υλικού και εφοδίων προς εκκαθάρισιν, της νομίμου και κανονικής διαθέσεως και διαχειρίσεως του χρήματος, του υλικού, των εφοδίων και άλλων μέσων υποστηρίξεως, της συμμορφώσεως προς τα αποτελέσματα της Εκκαθαρίσεως ή των Οικονομικών Επιθεωρήσεων, ως και την εξακρίβωσιν της κανονικής και εμπροθέσμου αποδόσεως λογαριασμών υπό των πάσης φύσεως υπολόγων. 3.Εν τη εννοία της Οικονομικής Επιθεωρήσεως περιλαμβάνεται εκτός των διαλαμβανομένων εν τοις παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου και η διατύπωσις προτάσεων επί της αποκαταστάσεως ανωμαλιών, επί της τροποποιήσεως και συμπληρώσεως μεθόδων, διαδικασιών και συστημάτων λογιστικού, ως και η διατύπωσις ουσιωδών παρατηρήσεων επί θεμάτων εχόντων οικονομικάς επιπτώσεις αναφορικώς με τον τρόπον προμηθειών, την ποιότητα, κατάστασιν και την εν γένει καλήν χρήσιν οιουδήποτε μέσου υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων. 4.Η Οικονομική Επιθεώρησις διακρίνεται εις τακτικήν, εις έκτακτον ή αιφνιδιαστικήν και εις ειδικήν, ενεργείται δε κατόπιν γενικής ή ειδικής διαταγής της Διοικήσεως, εις ην υπάγεται ο αρμόδιος κατά περίπτωσιν Οικονομικός Επιθεωρητής. 5.Οι Οικονομικοί Επιθεωρηταί: α.Προβαίνουσιν εις κατάστασιν παντός στοιχείου, εφ’ ου δημιουργούνται, κατά την Οικονομικήν Επιθεώρησιν, υπόνοιαι παραποιήσεως ή ετέρας αξιοποίνου πράξεως, επί τη συντάξει σχετικής εκθέσεως κατασχέσεως. β.Δύνανται να αιτώνται στοιχεία εκ Δημοσίων Υπηρεσιών, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Τραπεζών, Οργανισμών πάσης φύσεως, ως και ιδιωτών προς εκπλήρωσιν αποκλειστικώς της αποστολής των. 6.Δι’ αποφάσεως του Υπουργού δύναται να συγκροτήται μικρόν κλιμάκιον εξ Οικονομικών Επιθεωρητών των Κλάδων, εις ο ανατίθεται η ενέργεια εκτάκτων ή ειδικών οικονομικών επιθεωρήσεων εις άπαντας τους Κλάδους, κατόπιν διαταγής του Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων. Δειγματοληπτικός Έλεγχος Άρθρ.84.–1.Επιτρέπεται όπως, ο Οικονομικός Έλεγχος και η Οικονομική Επιθεώρησις εις περιπτώσεις ελέγχου μεγάλου αριθμού εγγραφών ή οικονομικών και λογιστικών εν γένει πράξεων ή εις περιπτώσεις διαπιστώσεως υπολοίπων μεγάλου αριθμού υλικών και εφοδίων, περιορίζηται εις τον έλεγχον τμήματος μόνον των εγγραφών ή πράξεων και εις την καταμέτρησιν μέρους του αριθμού των υλικών και εφοδίων, λαμβανομένων κατ’ επιλογήν βάσει δειγματοληψίας μεταξύ των ουσιωδεστέρων εκ τούτων. 2.Εν περιπτώσει καθ’ ην εκ του ελέγχου ή καταμετρήσεως του ληφθέντος δείγματος ήθελον προκύψει διαφοραί ή ενδείξεις περί παρατύπων ή δολίων ενεργειών, ο έλεγχος και η καταμέτρησις επεκτείνονται προοδευτικώς δια τμηματικής αυξήσεως του δείγματος μέχρι και του συνόλου των εγγραφών ή οικονομικών και λογιστικών εν γένει πράξεων ή του συνόλου του αριθμού των υλικών και εφοδίων. 3.Δια του κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρ. 88 του παρόντος εκδιδομένου Γενικού Κανονισμού καθορίζονται αι κατά Κλάδον περιπτώσεις, εις ας επιτρέπεται η άσκησις δειγματοληπτικού ελέγχου, ως και αι γενικαί ή ειδικαί κατά περίπτωσιν αρχαί, εις ας στηρίζονται η επιλογή και το μέγεθος του δείγματος, ο τρόπος και ο χρόνος απαλλαγής των υπολόγων διαχειριστών εκ της ευθύνης των, εν περιπτώσει δειγματοληπτικού ελέγχου και πάσα άλλη λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Μηχανογραφικός έλεγχος
87
5. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’αριθ. 968 της 29/29 Απρ. 1949 (ΦΕΚ Α΄ 104) Περί ανασυγκροτήσεως της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού. Εκυρώθη δια του Ν.Δ. 1176/1949 (Κατηργήθη δια του άρθρ. 14 Ν.Δ. 1013/1971, κατωτ. αριθ. 10). Εις εκτέλεσιν αυτού είχεν εκδοθή το Β.Δ. 31/31 Μαρτ. 1951 (ΦΕΚ Α΄ 91) περί καθορισμού κατηγοριών, ειδικοτήτων, τρόπου προσλήψεως, προσόντων, μισθοδοσίας, διαβαθμίσεως και σταδιοδρομίας του Μονίμου Τεχνικού Ιδιωτικού Προσωπικού της Γ.Υ.Σ. και Ν. Δ. 192/73
284
6. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 351 της 3/12 Σεπτ. 1983 (ΦΕΚ Α' 122) Εκλογή, συγκρότηση και λειτουργία της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων του Οικονομικού Επιστημονικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (ΟΕΕΕ). Τροποποιήθηκε από το άρθρ. 1 του Π.Δ. 6/30 Δεκ. 1988-3 Ιαν. 1989 (ΦΕΚ Α' 3). Τροποποιήθηκε από το Π.Δ. 86/8-8 Μάρτ. 1995 (ΦΕΚ Α΄53), το Π.Δ. 149/18-19 Μαΐου 1995 (ΦΕΚ Α΄90), την παρ.1 άρθρ.15 Νόμ.2578/13-17 Φεβρ.1998 (ΦΕΚ Α΄30), κατωτ.αριθ.15, και το Π.Δ. 305/8-17 Σεπτ. 1998, (ΦΕΚ Α΄214). 14.Β.κ.3-6 Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας
287
32. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 515 της 17/30 Αυγ. 1943 (ΦΕΚ Α΄ 282) Περί τροποποιήσεως του υπ’ αριθ. 2100/1943 Ν.Δ/τος «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων του υπ’ αριθ. 950/1942 κλπ. Ν.Δ/τος». Εκυρώθη δια της υπ’ αριθ. 332/1946 πραξ. Υπ. Συμβουλίου. Άρθρον μόνον.-(Αντικαθίσταται το β΄ εδάφιον του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 2100/1943, δια του οποίου είχε προστεθή περίπτ. θ΄ εις τα άρθρ. 4 και 8 του Ν.Δ. 950/1942 ήτοι εις τα άρθρ. 3 παρ. 4 και άρθρ. 7 παρ. 5 του Νόμ. 4506/1930).
219
9. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ.323918 της 22/26 Μαΐου 1978 (ΦΕΚ Β’ 491) Περί του ύψους του απαιτουμένου παραβόλου δια την χορήγησιν αδείας ιδρύσεως κτηνιατρικών κλινικών και ενδιαιτημάτων ζώων. Έχοντες υπόψη: Τας διατάξεις της παρ.3 του άρθρ.5 του Νόμ.604/1977 “περί ιδρύσεως και λειτουργίας ιδιωτικών ιατρείων, κλινικών και ενδιαιτημάτων ζώων”, αποφασίζομεν: Ορίζομεν το ύψος του απαιτουμένου, δια την χορήγησιν αδείας ιδρύσεως ιδιωτικών κλινικών μικρών ή μεγάλων ζώων ως και ιδρύσεως ενδιαιτημάτων ζώων, χρηματικού παραβόλου εις το ποσόν των 5.000 δραχμών. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
112
2. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ.Θ.3944 της 24/24 Αυγ.1951. Περί εξουσιοδοτήσεως των Προϊσταμένων των Δ/σεων Τελωνείων Πειραιώς και Θεσ/νίκης δια την έγκρισιν παραδόσεως εκθεμάτων υπό τους όρους της διαμετακομίσεως. Έχοντες υπ’ όψιν το άρθρ. 6 του Α.Ν. 881/1949 «περί Τελωνειακών τινών και δασμολογικών διατάξεων» και τας διατάξεις του άρθρ. 25 του Α.Ν. 791/1948, αποφασίζομεν: Σελ.449 Εκθέματα και Δείγματα 30.Ζ.η.2 Άρθρον μόνον.-1.Εις ας περιπτώσεις, συμφώνως προς την υπ’ αριθ. 8/1937 απόφασιν ημών «περί των όρων και διατυπώσεων εισαγωγής εκθεμάτων κλπ.», δια την εισαγωγήν, εξαγωγήν και επανεισαγωγήν εκθεμάτων δι’ εκθέσεις και εμποροπανηγύρεις, απαιτείται έγκρισις του Υπουργείου των Οικονομικών, αύτη, προκειμένου περί αλλοδαπών εκθεμάτων εισαγομένων και επανεξαγομένων ως και ημεδαπών εκθεμάτων εξαγομένων και επανεισαγομένων δια των Τελωνείων Πειραιώς και Θεσ/νίκης, παρέχεται από της ισχύος της παρούσης υπό του Δ/ντού της Δ/νσεως Τελωνείων Πειραιώς και του Δ/ντού της Δ/νσεως Τελωνείων Θεσ/νίκης, εις ους μεταβιβάζεται το περί τούτου δικαίωμα ημών. Εις τους αυτούς προϊσταμένους των Δ/νσεων Τελωνείων Πειραιώς και Θεσ/νίκης μεταβιβάζεται και το δικαίωμα της παρατάσεως των προς επανεξαγωγήν προθεσμιών. 2.Αι υπό του άρθρ. 2 παρ. 3 της αυτής ως άνω αποφάσεως, ως τούτου συνεπληρώθη δια του άρθρ. 1 του Α.Ν. 937/1937, προβλεπόμεναι απαλλαγαί δια τα δωρεάν διανεμόμενα μικροαντικείμενα και διαφημιστικά αντικείμενα, αυξάνονται εις το 255 πλάσιον. Η ισχύς της παρούσης άρχεται από της δημοσιεύσεώς της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η εν τη αποφάσει ταύτη αναφερομένη απόφασις είναι η ανωτέρω παρατιθεμένη της 30 Απρ./8 Μαΐου 1937, μη φέρουσα αριθμόν εν τω επισήμω κειμένω.
382
216. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. Η/7415 της 4/7 Οκτ. 1994 (ΦΕΚ Β΄ 755) Συγκρότηση, διάρθρωση και αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης του ΥΠΕΠΘ. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρ. 2 του Νόμ. 2233/94 (ΦΕΚ 141 Α΄) «Ρύθμιση θεμάτων εξετάσεων μετεγγραφών φοιτητών εξωτερικού και άλλες διατάξεις». 2.Τις διατάξεις του άρθρ. 36 του Νόμ. 2190/94 (ΦΕΚ 28 Α΄) «Σύσταση ανεξάρτητης αρχής για την επιλογή προσωπικού και ρύθμιση θεμάτων διοίκησης». 3.Το γεγονός ότι από την παρούσα προκαλείται δαπάνη το ύψος της οποίας ανέρχεται σε 540.000 δραχμές ετησίως και θα καλυφθεί από Φ 19-110 και Κωδικό 0837, αποφασίζουμε τα εξής σχετικά με τη διάρθρωση και τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης του ΥΠ.Ε.Π.Θ., που συστήθηκε με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρ. 2 του Νόμ. 2233/94 (ΦΕΚ 141 Α΄). Α.ΣΚΟΠΟΣ-ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ 1.Η Διεύθυνση Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης έχει τις αρμοδιότητες και το αντικείμενο που περιγράφονται στο άρθρ. 10 του Νόμ. 2233/1994. 2.Για την εκπλήρωση αυτής της αποστολής η Διεύθυνση έχει ως έργο την εξασφάλιση των όρων και των προϋποθέσεων για την υλοποίηση των στόχων που καθορίζονται στο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης (Κ.Π.Σ.) και αφορούν στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΥΠΕΠΘ) και την ομαλή και έγκαιρη διεκπεραίωση όλων των επί μέρους ενεργειών και δράσεων. Η Διεύθυνση υποστηρίζει τη λειτουργία της Επιτροπής Παρακολούθησης του προγράμματος εξειδικεύει και συντονίζει τη δράση των τμημάτων που τη συγκροτούν, καταρτίζει πρόγραμμα δράσης σε ετήσια βάση, συνεργάζεται με τις αρμόδιες υπηρεσίες της ευρωπαϊκής Ένωσης των Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας και τους φορείς εφαρμογής, μεριμνά για την ενιαία από άποψη μεθοδολογίας και εκπαιδευτικής πολιτικής αντιμετώπιση ομοειδών θεμάτων της αρμοδιότητας της, τεκμηριώνει και εισηγείται την ανάγκη διορθωτικών παρεμβάσεων κατά τη διάρκεια εφαρμογής του Προγράμματος και γενικά φροντίζει για την ορθή, ταχεία και με πληρότητα εκτέλεσή του. Στο πλαίσιο προώθησης των στόχων του Κ.Π.Σ., η Διεύθυνση μεριμνά για τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών και προϋποθέσεων από άποψη οικονομική, διοικητική και ανθρώπινου δυναμικού, ώστε μετά το πέρας της εφαρμογής του Προγράμματος όλες οι λειτουργίες του να ενσωματωθούν και να αναπτυχθούν ομαλά στο εκπαιδευτικό σύστημα. 3.Η Διεύθυνση συγκροτείται από τα ακόλουθα τμήματα και γραφεία: α.Τμήμα Γενικής και Τεχνικής Εκπαίδευσης β.Τμήμα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης γ.Τμήμα Οργανωτικού - Διοικητικού Εκσυγχρονισμού και Τεχνικής Βοήθειας. δ.Τμήμα Διοικητικής υποστήριξης και Οικονομικής Διαχείρισης και Γραφείο Διαχείρισης Ειδικού Λογαριασμού. Β.ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΜΗΜΑΤΩΝ 1.Τμήμα Γενικής και Τεχνικής Εκπαίδευσης. Οι αρμοδιότητες του τμήματος αυτού αναφέρονται στο σύνολο των μέτρων και των δράσεων που περιλαμβάνονται στο αντίστοιχο υποπρόγραμμα για τη Γενική και Τεχνική Εκπαίδευση του Κ.Π.Σ.. Για το αντικείμενο αυτό οι αρμοδιότητες του τμήματος περιλαμβάνουν ιδίως: α)Το διοικητικό συντονισμό για την εξασφάλιση της ομαλής, έγκαιρης και εντός των προϋπολογιζόμενων ορίων δαπανών εκτέλεσης του υποπρογράμματος. β)Την παρακολούθηση εφαρμογής του υποπρογράμματος και τη μέριμνα για την αποτελεσματική διαχείριση του συνόλου των μέτρων και ενεργειών που περιλαμβάνονται σ’ αυτό. γ)Τη διαμόρφωση τεκμηριωμένων προτάσεων για διορθωτικές παρεμβάσεις κατά την πορεία εφαρμογής. δ)Την τήρηση αναλυτικού και πλήρους αρχείου με όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την αποτύπωση και τεκμηρίωση της διαχείρισης του υποπρογράμματος συγκροτημένου κατά τρόπο που να εξυπηρετεί αφενός τη συνεχή παρακολούθηση της υλοποίησης των στόχων και αφετέρου τη μετά την ολοκλήρωση του αντικειμένου αξιολόγηση (EXPOST EV ALUATION). ε)Την εισήγηση για τη σύσταση επικουρικών ομάδων τεχνικής υποστήριξης για το αντικείμενο του τμήματος καθώς και για τη σκοπιμότητα ανάθεσης συμβουλευτικού έργου σε ειδικούς κατά περίπτωση εμπειρογνώμονες. Τη διοίκηση των σχετικών συμβάσεων και τη μέριμνα για την ορθή εκτέλεσή τους. στ)Την εισήγηση που διαμορφώνεται με επικουρία από τις κατά περίπτωση επιτροπές και τους εμπειρογνώμονες, για την ανάθεση έργων ή μελετών σε επιχειρήσεις, ειδικά γραφεία, φορείς ή / και άτομα ή ομάδες εκτός ΥΠ.Ε.Π.Θ ζ)Το σχεδιασμό, προγραμματισμό και την κατά περίπτωση, διοίκηση ή εισήγηση για την ανάθεση της διοίκησης των μελετών και έργων που έχουν σχέση με υποδομές και εξοπλισμό. η)Την εποπτεία της υλοποίησης του υποπρογράμματος Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης (υποπρόγραμμα 2) κατά το μέρος που αφορά το ΥΠΕΠΘ και ειδικότερα τον ΟΕΕΚ. θ)Την μέριμνα για την παροχή της απαραίτητης διοικητικής υποστήριξης στο σύνολο των ομάδων, επιτροπών ή και εμπειρογνωμόνων που απασχολούνται με το αντικείμενο του τμήματος. 2.Τμήμα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Οι αρμοδιότητες του Τμήματος αυτού αναφέρονται στο σύνολο των μέτρων και των δράσεων που περιλαμβάνονται στο αντίστοιχο υποπρό-γραμμα για την τριτοβάθμια εκπαίδευση του Κ.Π.Σ., για το αντικείμενο αυτό οι αρ(Μετά τη σελ. 44,526) Σελ. 44,527 Τεύχος 1224-Σελ. 65 Κεντρική Υπηρεσία 32.Α.α.216 μοδιότητες του τμήματος περιλαμβάνουν ιδίως: α)Την επικοινωνία με τους φορείς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τη συνεργασία μαζί τους για τη διαμόρφωση προγραμμάτων που προβλέπονται στο πλαίσιο των μέτρων για την αναμόρφωση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και τις μεταπτυχιακές σπουδές - έρευνες - υποτροφίες ως και την επεξεργασία μεθοδολογικών προτάσεων για την κατά το δυνατόν ενιαία αντιμετώπιση των θεμάτων αυτών από τους ως άνω φορείς. β)Την εποπτεία εφαρμογής του υποπρογράμματος και τη μέριμνα για την αποτελεσματική διαχείριση του συνόλου των ενεργειών. γ)Τη διαμόρφωση, σε συνεργασία με τους κατά περίπτωση εμπλεκόμενους φορείς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τεκμηριωμένων προτάσεων για διορθωτικές παρεμβάσεις κατά την πορεία εφαρμογής των προγραμμάτων. δ)Την άσκηση συνοπτικής εποπτείας και, κατά περίπτωση, την παροχή διοικητικής και διαχειριστικής υποστήριξης στους φορείς εφαρμογής του μέτρου για τη σύνδεση εκπαίδευσης και παραγωγής. ε)Τη συλλογή από τους επί μέρους φορείς του συνόλου των αναλυτικών στοιχείων που είναι απαραίτητα για την αποτύπωση και τεκμηρίωση της διαχείρισης του υποπρογράμματος και τη συγκρότησή τους σε αρχείο κατά τρόπο που να εξυπηρετεί αφενός τη συνεχή παρακολούθηση της υλοποίησης των στόχων και αφετέρου τη μετά την ολοκλήρωση του αντικειμένου αξιολόγηση. στ)Την εισήγηση για τη σύσταση επικουρικών ομάδων τεχνικής υποστήριξης για το αντικείμενο του τμήματος καθώς και για τη σκοπιμότητα ανάθεσης συμβουλευτικού έργου σε ειδικούς κατά περίπτωση εμπειρογνώμονες, επιχειρήσεις, ειδικά γραφεία, φορείς ή /και άτομα ή ομάδες. Τη διοίκηση των σχετικών συμβάσεων και τη μέριμνα για την ορθή εκτέλεσή τους. ζ)Την εισήγηση, που διαμορφώνεται σε συνεργασία με τους εμπλεκόμενους εκπαιδευτικούς φορείς, για την ανάθεση έργων μελετητικού περιεχομένου σε φορείς ή και άτομα εκτός ΥΠ.Ε.Π.Θ.. η)Την κατάρτιση, σε συνεργασία με τους εμπλεκόμενους εκπαιδευτικούς φορείς, ενιαίων κτιριολογικών κριτηρίων και γενικών προδιαγραφών εξοπλισμού, για την κάλυψη των αναγκών σε υποδομή και εξοπλισμό των φορέων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. θ)Το σχεδιασμό - προγραμματισμό, και την, κατά περίπτωση, διοίκηση ή εισήγηση για την ανάθεση της διοίκησης των μελετών και έργων που έχουν σχέση με υποδομές και εξοπλισμούς φορέων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σελ. 44,528 Τεύχος 1224-Σελ. 66 ι)Τη μέριμνα για την παροχή της απαραίτητης διοικητικής υποστήριξης στο σύνολο των ομάδων, επιτροπών ή και εμπειρογνωμόνων που απασχολούνται με το αντικείμενο του τμήματος. 3.Τμήμα Οργανωτικού-Διοικητικού Εκσυγχρονισμού και Τεχνικής Βοήθειας. Οι αρμοδιότητες του Τμήματος αυτού αναφέρονται στο σύνολο των μέτρων και των δράσεων που περιλαμβάνονται στο αντίστοιχο υποπρόγραμμα για τον οργανωτικό-διοικητικό εκσυγχρονισμό και την τεχνική βοήθεια του ΚΠΣ. Για το αντικείμενο αυτό οι αρμοδιότητες του Τμήματος περιλαμβάνουν ιδίως: α)Το σχεδιασμό, τη διοίκηση και την αποτελεσματική διαχείριση των δράσεων και έργων που προβλέπονται για την έγκαιρη εκτέλεση του υποπρογράμματος. β)Την παρακολούθηση της εφαρμογής του και τη διαμόρφωση τεκμηριωμένων προτάσεων για διορθωτικές παρεμβάσεις κατά την πορεία εκτέλεσης του υποπρογράμματος. γ)Την επικοινωνία και συνεργασία με το σύνολο των φορέων που κάνουν χρήση των υπηρεσιών διοίκησης της εκπαίδευσης, έτσι ώστε να διαμορφωθεί πλήρης εικόνα των απαιτήσεων για οργανωτικόδιοικητικό εκσυγχρονισμό και τεχνική βοήθεια. δ)Την εισήγηση για τη σύσταση επικουρικών ομάδων τεχνικής υποστήριξης για το αντικείμενο του Τμήματος καθώς και για τη σκοπιμότητα ανάθεσης συμβουλευτικού έργου σε ειδικούς κατά περίπτωση εμπειρογνώμονες, ειδικά γραφεία, φορείς ή /και άτομα ή ομάδες. Τη διοίκηση των σχετικών συμβάσεων και τη μέριμνα για την ορθή εκτέλεσή τους. ε)Την εισήγηση, που διαμορφώνεται με επικουρία από τις κατά περίπτωση επιτροπές και τους εμπειρογνώμονες, για την ανάθεση οποιωνδήποτε έργων ή μελετών σε επιχειρήσεις, ειδικά γραφεία, φορείς ή / και άτομα ή ομάδες. 32.Α.α.216 Κεντρική Υπηρεσία στ)Το σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων δημοσιότητας σε ό,τι αφορά το υποπρόγραμμα οργανωτικού και διοικητικού εκσυγχρονισμού, με στόχο την ευρύτερη δυνατή διάχυση της πληροφόρησης ως προς τα μέτρα και τα έργα που το υποπρόγραμμα προβλέπει. ζ)Την τήρηση αναλυτικού και πλήρους αρχείου με όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την αποτύπωση και τεκμηρίωση της διαχείρισης του υπο-προγράμματος συγκροτημένου κατά τρόπο που να εξυπηρετεί αφενός τη συνεχή παρακολύθηση της υλοποίησης των στόχων και αφετέρου τη μετά την ολοκλήρωση του αντικειμένου αξιολόγησή του. η)Τη μέριμνα για την παροχή της απαραίτητης διοικητικής υποστήριξης στο σύνολο των ομάδων, επιτροπών ή και εμπειρογνωμόνων που απασχολούνται με το αντικείμενο του τμήματος. 4.Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Οικονομικής Διαχείρισης. Οι αρμοδιότητες του τμήματος αυτού αναφέρονται στο σύνολο των πράξεων και χειρισμών διοίκησης και οικονομικής διαχείρισης που αφορούν τις δράσεις του όλου προγράμματος Κ.Π.Σ. και περιλαμβάνουν ιδίως: α)Τη διοικητική υποστήριξη των υπολοίπων τμημάτων της Διεύθυνσης. β)Το σχεδιασμό και την υποστήριξη εφαρμογής προγραμμάτων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του προσωπικού της. γ)Τη μέριμνα για την παροχή της απαραίτητης διοικητικής υποστήριξης για την πραγματοποίηση παντός είδους δράσεων δημοσιότητας και εκδηλώσεων δημοσίων σχέσεων. δ)Την διεκπεραίωση των απαιτουμένων ενεργειών για τις υπηρεσιακές μετακινήσεις, κατά περίπτωση, εντός ή εκτός έδρας των στελεχών της Διεύθυνσης και των εμπειρογνωμόνων που παρέχουν υπηρεσίες για το Κ.Π.Σ.. ε)Το σχεδιασμό και την εφαρμογή διαδικασιών οικονομικής διαχείρισης για την έγκαιρη πρόβλεψη των απαιτούμενων δαπανών και την αποτελεσματική διαχείριση των διατιθέμενων κονδυλίων, με στόχο τη μεγιστοποίηση της απορρόφησης των πόρων για την εκτέλεση του πρόγραμματος. Οι διαδικασίες αυτές λαμβάνουν υπόψη τους και να ενσωματώνουν το σύνολο των κανόνων και πρακτικών που είναι απαραίτητες, ώστε να θεωρούνται επιλέξιμες από τις κοινοτικές υπηρεσίες όλες οι δαπάνες που αντιστοιχούν σε δράσεις του υποπρογράμματος. στ)Την κατάρτιση και παρακολούθηση προϋπολογισμού της Διεύθυνσης σε τρίμηνη ή εξάμηνη βάση. ζ)Τη συγκέντρωση και κωδικοποίηση του συνόλου των μόνων, εγκυκλίων, κανονισμών και άλλων διατάξεων που ρυθμίζουν τα των διαδικασιών οικονομικής διαχείρισης και διοίκησης έργων κοινοτικού χαρακτήρα. η)Την εισήγηση για τη σκοπιμότητα ανάθεσης, συμβουλευτικού έργου σε ειδικούς κατά περίπτωση εμπειρογνώμονες. Τη διοίκηση των σχετικών συμβάσεων και τη μέριμνα για την ορθή εκτέλεσή τους. θ)Τη διαχείριση του Ειδικού Λογαριασμού που συνιστάται με το στοιχ. γ΄ του άρθρ. 10 του Νόμ. 2233/1994, σύμφωνα με όσα θα ορίζονται στη σχετική Υπουργική απόφαση και τις κείμενες διατάξεις. Για την άσκηση αυτής της αρμοδιότητας συνιστάται Γραφείο Διαχείρισης Ειδικού Λογαριασμού που υπάγεται στο τμήμα αυτό. Γ .ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ 1.α)Της Διεύθυνσης προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ1 Διοικητικού ή ΠΕ 2 Τεχνικού ή ΠΕ 3 Αναλυτών Προγραμματιστών. β.Των τμημάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Οργανωτικού-Διοικητικού Εκσυγχρονισμού και Τεχνικής Βοήθειας και Διοικητικής Υποστήριξης και Οικονομικής Διαχείρισης, προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ1 Διοικητικού ή ΠΕ2 Τεχνικού ή ΠΕ 3 Αναλυτών Προγραμματιστών. γ.Του Τμήματος Γενικής και Εκπαίδευσης προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ 1 Διοικητικού ή ΠΕ 2 Τεχνικού ή ΠΕ 3 αναλυτών Προγραμματιστών ή διοικητικός ή τεχνικός υπάλληλος των κλάδων ΠΕ1 ή ΠΕ2 αποσπασμένος από άλλο φορέα, Ίδρυμα ή Ν.Π.Δ.Δ. αρμοδιότητας ΥΠ.Ε.Π.Θ. δ.Η απόφαση αυτή μπορεί να τροποποιηθεί ανάλογα με τις ανάγκες που θα παρουσιαστούν κατά την εφαρμογή του Προγράμματος. Σύμφωνα με την Φ.908/Η2068/2-14 Μαρτ. 1995, (ΦΕΚ Β΄ 276) Απόφ. Υπ. Παιδείας, ορίζεται ότι: Της Διεύθυνσης Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και των Τμημάτων αυτής προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ1 Διοικητικού ή ΠΕ2 Τεχνικού ή ΠΕ3 Αναλυτών Προγραμματιστών ή Εκπαιδευτικοί Τριτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας, Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης ή υπάλληλοι αποσπασμένοι από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. (Μετά τη σελ. 44,528) Σελ. 44,529 Τεύχος 1224-Σελ. 67 Κεντρική Υπηρεσία 32.Α.α.216 32.Α.α.216 Κεντρική Υπηρεσία
74
2. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 28 Ιαν./4 Φεβρ. 1938 Περί κανονισμού ωρών εργασίας του προσωπικού φορτηγών αυτοκινήτων. Άρθρον 1 Τα φορτηγά αυτοκίνητα, υπό την έποψιν της εφαρμογής του παρόντος, διακρίνονται εις τρεις κατηγορίας (Α΄ Β΄ Γ΄). Εις την Α΄ κατηγορίαν υπάγονται τα μη εξυπηρετούντα ωρισμένον εργοδότην φορτηγά αυτοκίνητα (αγοραία). Εις την Β΄ κατηγορίαν υπάγονται τα φορτηγά αυτοκίνητα των εταιρειών ηλεκτρισμού, υδρεύσεως, φωταερίου, και τηλεφώνων, τα εξυπηρετούντα εκτάκτους ανάγκας του δικτύου αυτών. Εις την Γ΄ κατηγορίαν υπάγονται τα φορτηγά αυτοκίνητα των λοιπών ανωνύμων εταιρειών, βιομηχανικών εργοστασίων και επιχειρήσεων πάσης φύσεως, ωσαύτως δε και τα μη εξυπηρετούντα εκτάκτους ανάγκας του δικτύου φορτηγά αυτοκίνητα των εν παρ. β΄ εταιρειών, ως και τα φορτηγά αυτοκίνητα των λατομείων, ορυχείων, και μεταλλείων. «2.Τα υπό του παρόντος Κανονισμού, προβλεπόμενα δια τους μισθωτούς, χρονικά όρια εργασίας, βιβλία δρομολογίων κλπ. ισχύουν και δια τους ιδιοκτήτας και συνιδιοκτήτας των φορτηγών αυτοκινήτων, εφ’ όσον ούτοι απασχολούνται ως οδηγοί επ’ αυτών». Η παρ. 2 προστέθηκε ως άνω από το άρθρ. 1 Π.Δ. 882/10-25 Σεπτ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 218). Άρθρον 7 Η υπό στοιχείον ιβ΄ διάταξις του άρθρ. 2 του από 14 Αυγ. 1936 Δ/τος π. επεκτάσεως των περί οκταώρου διατάξεων και εις άλλας κατηγορίας βιομηχανιών και βιοτεχνιών, η αφορώσα τους οδηγούς των φορτηγών αυτοκινήτων, καταργείται. Άρθρον 8 Πάσα παράβασις των διατάξεων του παρόντος διώκεται και τιμωρείται συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 3 του Νόμ. Γπ.ΛΔ΄, ως τούτο ετροποποιήθη δια των άρθρ. 6 παρ. 3 του Νόμ. 2193 και του άρθρ. 1β΄ του Νόμ. 2943 (15.Λα.1). Άρθρον 2 Η απασχόλησις των εις τα φορτηγά αυτοκίνητα ασχολουμένων οδηγών, ως και των βοηθών αυτών, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνη τας 48 ώρας καθ’ εβδομάδα, ημερησίως δε: α) Επί αυτοκινήτων της Α΄ κατηγορίας τας 15 ώρας, εις ας υπολογίζωνται αι εκ του σταθμού διανυκτερεύσεως διαδρομαί, στάσεις, αναμοναί και πάσα εργασία σχετική με την εκμετάλλευσιν του αυτοκινήτου, εξαιρέσει του χρόνου αναμονής εις τους σταθμούς (πιάτσαν). β) Επί αυτοκινήτων Β΄ κατηγορίας τας 16 ώρας. Η απασχόλησις του οδηγού ή βοηθού δεν επιτρέπεται προ της παρελεύσεως 16ώρου, αν ούτοι συνεπλήρωσαν 10ωρον εργασίαν ουδέ προ της παρελεύσεως 24ώρου, αν συνεπλήρωσαν 16ωρον εργασίαν. γ) Επί αυτοκινήτων Γ΄ κατηγορίας τας 8 ώρας. Βλ. τροποποίησιν των ανωτέρω διατάξεων εις το αμέσως κατωτέρω υπ’ αριθ. 2α παρατιθέμενον Β.Δ. 882/1961. Άρθρον 3 Υπέρβασις του κατά το άρθρ. 2 προβλεπομένου ανωτάτου ορίου εργασίας και μόνον καθ’ ο μέτρον κρίνεται αναγκαία προς πρόληψιν διαταραχής εις την κανονικήν διεξαγωγήν της εργασίας επιτρέπεται: α) Εις περίπτωσιν επικειμένου ή επελθόντος ατυχήματος, προς πρόληψιν αυτού ή προς οργάνωσιν μέτρων σωτηρίας. β) Εις περίπτωσιν επειγούσης εργασίας, εκτελεσθησομένης εις μηχανάς, εργαλεία ή εγκαταστάσεις. γ) Εις περίπτωσιν ανωτέρας βίας. Εις τας περιπτώσεις ταύτας ο διατάσσων την υπέρβασιν κύριος ή ο διαχειριστής ή άλλως ο οδηγός οφείλει ν’ αναγγείλη παραχρήμα την υπέρβασιν εις την πλησιεστέραν επιθεώρησιν εργασίας ή αστυνομικήν αρχήν, υποχρεουμένην να βεβαιούται δι’ επιτοπίου μεταβάσεως, αν αύτη είναι πρακτικώς εφικτή, περί του προκαλέσαντος την υπέρβασιν περιστατικού. Επίσης δύναται να επιτραπή υπέρβασις του ως άνω ορίου επί μίαν το πολύ ώραν καθ’ ημέραν και επί 120 το πολύ ώρας κατ’ έτος, προς αντιμετώπισιν αποδεδειγμένης επειγούσης εργασίας ή ένεκεν ετέρων δεδικαιολογη(Αντί για τη σελ. 251(γ)Σελ. 251(δ) Τεύχος Θ81-Σελ. 85 Ώρες εργασίας προσωπικού αυτοκινήτων 15.Ι.δ.1-2 350 μένων λόγων, κατά την κρίσιν του επιθεωρητού ή επόπτου εργασίας, και μόνον κατόπιν εγγράφου αδείας τούτου, εκδιδομένης συμφώνως τοις άρθρ. 9 και 10 του Δ/τος π. κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως των περί 8ώρου εργασίας διατάξεων. «Αι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 4020/1959 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων διατάξεων εργατικών τινων νόμων» ισχύουν εφεξής και επί των οδηγών ή βοηθών αυτών φορτηγών αυτοκινήτων Γ΄ Κατηγορίας των πάσης φύσεως Επιχειρήσεων και Εργασιών εν γένει, εφ’ όσον αύται εφαρμόζουν τας διατάξεις ταύτας δια το λοιπόν προσωπικόν των». Το εντός « » εδάφιον προσετέθη δια του Β.Δ. 786 της 9/28 Δεκ. 1971 (ΦΕΚ Α΄ 277). Η δια τας προσθέτους ταύτας ώρας αντιμισθία καταβάλλεται προσηυξημένη κατά 50% εν σχέσει με την κανονικήν τοιαύτην. Βλ. τροποποίησιν των ανωτέρω διατάξεων εις το αμέσως κατωτέρω υπ’ αριθ. 2α παρατιθέμενον Β.Δ. 882/1961. «Εις τα εκ των εις την Γ΄ κατηγορίαν του άρθρ. 1 υπαγόμενα φορτηγά βυτιοφόρα αυτοκίνητα των επιχειρήσεων Πετρελαιοειδών και Δυϊλιστηρίων Ορυκτελαίων και Πετρελαίων, επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεσιν, υπέρβασις του κατά το άρθρ. 2 προβλεπομένου ανωτάτου ορίου εργασίας επί 1 ½ ώραν καθ’ εκάστην πλην της Κυριακής και επί 120 το πολύ ώρας κατ’ έτος, άνευ της εκ των προτέρων χορηγήσεως εγγράφου αδείας υπερωρίας υπό του οικείου Επιθεωρητού ή Επόπτου Εργασίας, ήτις θέλει χορηγείται εκ των υστέρων και βάσει των εις το τέλος εκάστης εβδομάδος υποβαλλομένων αντιγράφων του ημερησίου δελτίου των βιβλίων δρομολογίων και των καρτελλών εισόδου και εξόδου των εργαζομένων εις τας εγκαταστάσεις των ως είρηται επιχειρήσεων. Η δια τας προσθέτους ταύτας ώρας αναλογούσα αντιμισθία καταβάλλεται προσηυξημένη κατά 50%». Η εντός « » 5η παράγραφος προσετέθη δια του Β.Δ. 815 της 21/31 Οκτ. 1961 (ΦΕΚ Α΄ 206). Άρθρ. 4. «1.Οι ιδιοκτήτες των φορτηγών αυτοκινήτων του άρθρ. 1 του παρόντος ή οι εκπρόσωποί τους υποχρεούνται να εφοδιάζουν τους οδηγούς με βιβλίο Δρομολογίων, ο τύπος του οποίου καθώς και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την τήρησή του καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας. Σελ. 252(δ) Τεύχος Θ81-Σελ. 86 Το βιβλίο Δρομολογίων θεωρείται από την οικεία Επιθεώρηση Εργασίας και ο αριθμός των σελίδων του πρέπει να επαρκεί για απασχόληση τουλάχιστον τριών μηνών». Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 1 Π.Δ. 93/13-28 Μαρτ. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 33). Σύμφωνα δε με το άρθρ. 2 του άνω Π.Δ/τος το δ/μα αυτό αρχίζει να ισχύει 3 μήνες μετά τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (29.6.1986). 2.Προ πάσης εκκινήσεως εξ οιασδήποτε αφετηρίας δι’ εκτέλεσιν δρομολογίου ή οιασδήποτε μεταβάσεως εις τον τόπον του προορισμού ή επιστροφής εκ τούτου ο οδηγός του αυτοκινήτου υποχρεούται να σημειοί ευκρινώς και με ακρίβειαν, εις το βιβλίον δρομολογίων και εις την οικείαν στήλην, την ώραν εκκινήσεως, την ώραν αφίξεως, το είδος του φορτίου, τον τόπον προορισμού και λοιπά στοιχεία. 3.Το ανωτέρω βιβλίον φυλάσσεται εις το διαμέρισμα του οδηγού, όστις υποχρεούται να το έχη πάντοτε πρόχειρον και να επιδεικνύει τούτο εις τα ενεργούντα τον έλεγχον αρμόδια όργανα. 4.Οι κύριοι των αυτοκινήτων υποχρεούνται να φυλάττουν επιμελώς τα αντίτυπα των βιβλίων δρομολογίων επί διετίαν από της τελευταίας εγγραφής και να θέτουν ταύτα εις την διάθεσιν των ενεργούντων τον έλεγχον αρμοδίων οργάνων. 5.Οι κύριοι ή οι Διευθυνταί των επιχειρήσεων ή οι προς τούτο εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι, ευθύνονται δια την προμήθειαν και παράδοσιν, επί αποδείξει, του βιβλίου δρομολογίων εις τον οδηγόν ως και δια την διαφύλαξιν των αντιτύπων του βιβλίου δρομολογίων επί διετίαν. Ο οδηγός του αυτοκινήτου ευθύνεται δια την τήρησιν και συμπλήρωσιν του βιβλίου τούτου, συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος». Το άρθρ. 4 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 2 Π.Δ. 882/10-25 Σεπτ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 218). Το άρθρ. 3 του ίδιου π.δ/τος κατήργησε το Π.Δ. 340/21-29 Σεπτ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 258) που είχε τροποποιήσει το άρθρ. 4 του παρόντος Β.Δ. 28.1.-4.2.1938. 15.Ι.δ.2 Ώρες εργασίας προσωπικού αυτοκινήτων 351 Άρθρον 5 (Κατηργήθη δια του Β.Δ. 264 της 22 Μαρτ./4 Απρ. 1973, ΦΕΚ Α΄ 79). Άρθρον 6 Τα όργανα της επιθεωρήσεως εργασίας, ως και τα αστυνομικά όργανα, δύνανται να ζητώσι και ελέγχωσι το «Βιβλίον δρομολογίων» καθ’ οιανδήποτε ώραν και εις οιονδήποτε σημείον της διαδρομής, σημειούντα πάσαν σχετική παρατήρησιν εις την οικείαν στήλην.
314
59. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. 303960/1982 της 15 Απρ./10 Μαΐου 1978 (ΦΕΚ Β΄ 434) Περί όρων που πρέπει να πληρούν τα ξυλοκιβώτια, των προς εξαγωγήν οπωροκηπευτικών προϊόντων. Έχοντας υπόψη: α)Τις διατάξεις του άρθρ. 19 του Ν. 4035/1960 «περί μέτρων επεκτάσεως και βελτιώσεως των δενδροκηπευτικών καλλιεργιών και άλλων τινών διατάξεων». β)Την ανάγκη για την περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας και εμφανίσεως των μέσων συσκευασίας, των προς εξαγωγή οπωροκηπευτικών προϊόντων, αποφασίζουμε: α)Τα ξυλοκιβώτια των προς εξαγωγή οπωροκηπευτικών προϊόντων, πρέπει να πληρούν τους κατωτέρω όρους: Να είναι καινουργή (αμεταχείριστα). Να είναι καθαρά ήτοι απηλλαγμένα ξένων υλών (χώματα κλ.), ευρωτίασεων και εντομολογικών προσβολών. Να είναι απηλλαγμένα υγρασίας. Τα επί μέρους στοιχεία των ξυλοκιβωτίων να είναι επιμελώς κατειργασμένα, ούτως ώστε η επιφάνειά τους και ιδίως εκείνων που προορίζονται για κεφαλές, να είναι λεία για να καθίσταται ευανάγνωστη η σήμανσή τους με μελανοτυπία ή πυρογραφία. Να είναι επιμελώς κατασκευασμένα, ήτοι οι συραφές τους και η συναρμολόγησή τους να είναι τέτοιες ώστε να εξασφαλίζεται η ομοιομορφία και η αντοχή τους καθώς επίσης τα άκρα των διαφόρων στοιχείων να μη προεξέχουν, ως συχνά παρατηρείται. Γενικά να είναι καλής εμφανίσεως. Το απόβαρό τους να μη υπερβαίνει τα ανώτατα όρια, που καθορίζονται από τα σχετικά διατάγματα και Υπουργικές αποφάσεις. β)Οπωροκηπευτικά συσκευασμένα σε ξυλοκιβώτια, που δεν πληρούν τους ανωτέρω όρους, θα αποκλείονται από την εξαγωγή. γ)Η ισχύς της αποφάσεως αυτής άρχεται από την ημερομηνία δημοσιεύσεώς της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 60. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ ’αριθ. 740 της 9 Σεπτ./5 Οκτ. 1978 (ΦΕΚ Α΄ 169) Περί τυποποιήσεως των ποιοτήτων των κονσερβών οπωροκηπευτικών των προοριζομένων προς εξαγωγήν. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις του άρθρου 12 του Ν.Δ. 3999/ 1959 «περί ελέγχου του εξαγωγικού εμπορίου και άλλων τινών διατάξεων» και 2.Την υπ’ αριθ. 659/1978 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου, αποφασίζομεν: ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ Γενικαί διατάξεις Άρθρον 1. Πεδίον εφαρμογής. Αι διατάξεις του παρόντος Διατάγματος αφορούν εις την τυποποίησιν των ποιοτήτων των κονσερβών οπωροκηπευτικών των παραχθησομένων από του έτους 1979 και εφεξής και προοριζομένων δι’ εξαγωγήν, βάσει των εν τοις επομένοις καθοριζομένων προδιαγραφών. Ποιοτικός έλεγχος Άρθρον 7. Κονσέρβαι ροδακίνων. Αι κονσέρβαι ροδακίνων κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α και β της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας, εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: Α΄.Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι ροδακίνων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών. Ο μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών ροδακίνου ορίζεται εις δώδεκα (12) δια την μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλγρ. β)Ομοιομορφία χρώματος. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφα από απόψεως χρώματος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 85% τούτων δέον όπως είναι χρώματος λευκού ή σαφώς και ομοιομόρφως κιτρίνου, αναλόγως της ποικιλίας. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία μικράς αποκλίσεως χρώματος επί ποσοστού τεμαχίων μέχρι 15%. γ)Ομοιομορφία μεγέθους-σχήματος. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφα ως προς το μέθεγος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 85% δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. Το βάρος του μικροτέρου ή μεγαλυτέρου εις μέγεθος τεμαχίου επιτρέπεται όπως είναι μικρότερον ή μεγαλύτερον, αντιστοίχως, μέχρις 20% του μέσου όρου του βάρους των περιεχομένων εν τη αυτή μονάδι συσκευασίας τεμαχίων. Άπαντα τα εν τη αυτή μονάδα συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι κανονικού σχήματος. δ)Ελαττώματα επί των τεμαχίων καρπών. Τα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι απηλλαγμένα πρακτικώς εμφανών τεμαχίων φλοιών, μη φέρουν επί της επιφανείας αυτών ελαττώματα εκ κηλίδων ή πρασίνας ή φαιάς ζώνας, στερούνται πυρήνων ή τεμαχίων αυτών ως και ξένων υλών και μη είναι συντεθλιμμένα. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία ενός (1) μόνον τεμαχίου καρπού ελαφρώς ελαττωματικού ή εσχισμένου ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλγρ. 2.Υγρά φάσις. Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 20° ΒRIX εις 20° C (πυκνόν σιρόπιον), μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. (Μετά τη σελ.238,3641) Σελ. 238,3641 Τεύχος ΣΤ91- Σελ.19 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.60 11.Ε.δ.60 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων Β΄.Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι ροδακίνου αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών. Ο μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών ροδακίνου ορίζεται εις δέκα εξ (16) δια την μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλγρ. β)Ομοιομορφία χρώματος. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφα από απόψεως χρώματος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως είναι του αυτού χρώματος, ήτοι λευκού ή σαφώς κιτρίνου, όπερ δύναται να είναι ελαφρώς ασθενές. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία ποσοστού μέχρις 20% τεμαχίων καρπών μη κανονικού χρώματος. γ)Ομοιομορφία μεγέθους Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφα ως προς το μέγεθος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. Το βάρος του μικροτέρου ή μεγαλυτέρου εις μέγεθος τεμαχίου επιτρέπεται όπως είναι μικρότερον ή μεγαλύτερον, αντιστοίχως, μέχρις 20% του μέσου όρου του βάρους των περιεχομένων εν τη αυτή μονάδι συσκευασίας τεμαχίων. δ)Ελαττώματα επί των τεμαχίων καρπών. Τα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι απηλλαγμένα πυρήνων ή τεμαχίων αυτών ως και ξένων υλών. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία μέχρι δύο (2) τεμαχίων καρπών συντεθλιμμένων ή εσχισμένων ή μετά ελαττωμάτων εκ κηλίδων ή μετά μικρών τεμαχίων φλοιού, ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλγρ. 2.Υγρά φάσις. Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 16° ΒRIX εις τους 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Άρθρον 8. Κονσέρβαι βερυκόκκων. Αι κονσέρβαι βερυκόκκων κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α και β της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: Α΄. Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι βερυκόκκων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών. Ο μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών βερυκόκκου ορίζεται εις είκοσι πέντε (25) δια την μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλγρ. β)Ομοιομορφία χρώματος. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφα από απόψεως χρώματος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% τούτων δέον όπως είναι χρώματος σαφώς και ομοιομόρφως κιτρίνου χρυσίζοντος έως πορτοκαλόχρου, άνευ ζωνών πρασίνης αποχρώσεως. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία μικράς αποκλίσεως χρώματος επί ποσοστού τεμαχίων μέχρι 10%. γ)Ομοιομορφία μεγέθους-σχήματος Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφα ως προς το μέγεθος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. Το βάρος του μικροτέρου ή μεγαλυτέρου εις μέγεθος τεμαχίου επιτρέπεται να είναι μικρότερον ή μεγαλύτερον, αντιστοίχως, μέχρις 20% του μέσου όρου του βάρους των περιεχομένων εν τη αυτή μονάδι συσκευασίας τεμαχίων. Τα εν τη αυτή μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών, δέον όπως είναι κανονικού σχήματος, προερχόμενα εκ τομής του καρπού κατά την έννοιαν της ραφής αυτού, κατά το μέγιστον δυνατόν, αποκλειομένων τεμαχίων φερόντων την οπήν του ποδίσκου. δ)Ελαττώματα επί των τεμαχίων καρπών. Τα τεμάχια καρπών δέον όπως μη φέρουν επί της επιφανείας αυτών ελαττώματα εκ κηλίδων ή πρασίνας ή φαιάς ζώνας, στερούνται πυρήνων ή τεμαχίων αυτών ως και πάσης ξένης ύλης και μη συντεθλιμμένα ή εσχισμένα. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία μέχρι δύο (2) τεμαχίων καρπών ελαφρώς ελαττωματικών ή συντεθλιμμένων ή εσχισμένων ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. 2.Υγρά φάσις. Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 22° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Β΄ Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι βερυκόκκου αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών. Ο μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών βερυκόκκου ορίζεται εις τριάκοντα δύο (32) δια την μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. β)Ομοιομορφία χρώματος. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών βερυκόκκου δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφα από απόψεως χρώματος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως είναι χρώματος σαφώς και ομοιομόρφως κιτρίνου χρυσίζοντος έως πορτοκαλόχρου, άνευ ζωνών πρασίνης αποχρώσεως. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία ποσοστού μέχρις 20% τεμαχίων καρπών μη κανονικού χρώματος. γ)Ομοιομορφία μεγέθους-σχήματος. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών βερυκόκκου δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφα ως προς το μέγεθος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. Το βάρος του μικροτέρου ή μεγαλυτέρου εις μέγεθος τεμαχίου επιτρέπεται να είναι μικρότερον ή μεγαλύτερον, αντιστοίχως, μέχρις 20% του μέσου όρου του βάρους των περιεχομένων εν τη αυτή μονάδι συσκευασίας τεμαχίων. Τα εν τη αυτή μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι κανονικού σχήματος, προερχόμενα εκ τομής του καρπού κατά την έννοιαν της ραφής αυτού, κατά το μέγιστον δυνατόν, αποκλειομένων τεμαχίων φερόντων την οπήν του ποδίσκου. Γίνεται ανεκτή η παρουσία μέχρι δύο (2) τεμαχίων φερόντων την οπήν του ποδίσκου ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. δ)Ελαττώματα επί των τεμαχίων καρπών. Τα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι απηλλαγμένα πυρήνων ή τεμαχίων αυτών ως και ξένων υλών, μη φέρουν επί της επιφανείας αυτών ελαττώματα εκ κηλίδων ή πρασίνας ή φαιάς ζώνας και μη είναι συντεθλιμμένα ή εσχισμένα. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία μέχρι δύο (2) τεμαχίων καρπών φερόντων ελαττώματα εκ κηλίδων και μέχρι τριών (3) τεμαχίων συντεθλιμμένων ή εσχισμένων ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλγρ. 2.Υγρά φάσις. Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 18° ΒRIX εις 20°C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. (Μετά την σελ. 238,364) Σελ. 238,365 Τεύχος 686 - Σελ. 15 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.60 Άρθρον 9. Κονσέρβαι κερασίων. Αι κονσέρβαι κερασίων κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α και β της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας, εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: Α΄. Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (ΕXTRA ή FANCY). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι κερασίων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς. 1.Στερεά φάσις. α)Μέγιστος αριθμός καρπών. Ο μέγιστος αριθμός καρπών ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρος ενός (1) χιλιογράμμου ορίζεται εις 110 διά τα χαρακτηριζόμενα ως «χονδρά» και εις 140 δια τα λοιπά, προκειμένου περί κερασίων μετά πυρήνος, και εις 130 και 160, αντιστοίχως, προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων. β)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως έχουν τον τυπικόν χρωματισμόν της ποικιλίας και είναι πρακτικώς ομοιόχρωμοι, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 95% των καρπών δέον όπως φέρη τον αυτόν χρωματισμόν. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία καρπών μη φερόντων ενιαίον χρωματισμόν εις ποσοστόν 5% του αριθμού των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων καρπών. Η τεχνητή χρώσις των κερασίων δια των επιτρεπομένων υπό της χώρας προορισμού χρωστικών επιτρέπεται. γ)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι ομοιόμορφοι από απόψεως μεγέθους κατά ποσοστόν τουλάχιστον 95%. δ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή των κερασίων δέον όπως είναι συνεκτική. ε)Ελαττώματα. Προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων γίνεται ανεκτή η παρουσία μέχρι δύο (2) πυρήνων ή τεμαχίων πυρήνων αντιστοιχούντων εις δύο (2) πυρήνας ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλγρ. Γίνεται ανεκτή η παρουσία ξένων φυτικών υλών, ήτοι ποδίσκων ή μερών αυτών και φύλλων ή μερών αυτών, μέχρι τεσσάρων (4) ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. Ελαττωματικοί καρποί, ήτοι κηλιδωμένοι, διερρηγμένοι, μετά μωλώπων ή ουλών και μετά μωλώπων και ουλών, των οποίων η ολική επιφάνεια κατά καρπόν υπερβαίνει την επιφάνειαν κύκλου διαμέτρου 3ΜΜ, γίνονται ανεκτοί εις ποσοστόν μέχρι 5% προκειμένου περί κερασίων μετά πυρήνος και μέχρι 10% προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων. Συντεθλιμμένοι καρποί, ήτοι εμφανίζοντες αφύσικον καθίζησιν ή ζημιωμένοι, γίνονται ανεκτοί μέχρι ποσοστού 1% προκειμένου περί κερασίων μετά πυρήνος και μέχρι 3% προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων. Μειονεκτούντες καρποί θεωρούνται οι μη ομοιόμορφοι από απόψεως χρώματος, μεγέθους, οι ελαττωματικής υφής, οι ως ανωτέρω χαρακτηριζόμενοι ως ελαττωματικοί και οι συντεθλιμμένοι καρποί. Το σύνολον των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων μειονεκτούντων καρπών δέον όπως μη υπερβαίνη εις ποσοστόν το 15% προκειμένου περί κερασίων μετά πυρήνος και το 20% προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων. Σελ. 238,366 Τεύχος 686 - Σελ. 16 2.Υγρά φάσις Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 20° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Β΄.Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι κερασίων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Μέγιστος αριθμός καρπών Ο μέγιστος αριθμός καρπών ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου ορίζεται εις 140 δια τα κεράσια μετά πυρήνος και εις 160 δια τα εκπυρηνωμένα κεράσια. β)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως έχουν το τυπικόν χρωματισμόν της ποικιλίας και είναι κατά το πλείστον ομοιόχρωμοι, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% των καρπών δέον όπως φέρη τον αυτόν χρωματισμόν. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία καρπών μη φερόντων ενιαίον χρωματισμόν μέχρι ποσοστού 10% του αριθμού των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων καρπών. Η τεχνητή χρώσις των κερασίων δια των επιτρεπομένων υπό της χώρας προορισμού χρωστικών επιτρέπεται. γ)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι ομοιόμορφοι από απόψεως μεγέθους κατά ποσοστόν τουλάχιστον 90%. δ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή των κερασίων δέον όπως είναι συνεκτική έως τρυφερά αλλ’ ουχί μαλακή. ε)Ελαττώματα. Προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων γίνεται ανεκτή η παρουσία μέχρι δύο (2) πυρήνων ή τεμαχίων πυρήνων αντιστοιχούντων εις δύο (2) πυρήνας ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. Γίνεται ανεκτή η παρουσία ξένων φυτικών υλών, ήτοι ποδίσκων ή μερών αυτών και φύλλων ή μερών αυτών, μέχρι πέντε (5) ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός χιλιογράμμου. Ελαττωματικοί καρποί, ήτοι κηλιδωμένοι, διερρηγμένοι, μετά μωλώπων ή ουλών και μετά μωλώπων και ουλών, των οποίων η ολική επιφάνεια κατά καρπόν υπερβαίνει την επιφάνειαν κύκλου διαμέτρου 3 ΜΜ, γίνονται ανεκτοί μέχρι ποσοστού 7% προκειμένου περί κερασίων μετά πυρήνος και μέχρι 12% προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων. Συντεθλιμμένοι καρποί, ήτοι εμφανίζοντες αφύσικον καθίζησιν ή ζημιωμένοι, γίνονται ανεκτοί μέχρι ποσοστού 2% προκειμένου περί κερασίων μετά πυρήνος και μέχρι 5% προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων. Μειονεκτούντες καρποί θεωρούνται οι μη ομοιόμορφοι από απόψεως χρώματος ή μεγέθους, οι ελαττωματικής υφής, οι ως ανωτέρω χαρακτηριζόμενοι ως ελαττωματικοί και οι συντεθλιμμένοι καρποί. Το σύνολον των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων μειονεκτούντων καρπών δέον όπως μη υπερβαίνη εις ποσοστόν το 20% προκειμένου περί κερασίων μετά πυρήνος και το 25% προκειμένου περί εκπυρηνωμένων κερασίων. 2.Υγρά φάσις Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 14° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. 11.Ε.δ.60 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων Άρθρον 10. Κονσέρβαι αχλαδίων. Αι κονσέρβαι αχλαδίων κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α και β της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: Α΄. Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι αχλαδίων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών. Ο μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών αχλαδίου ορίζεται εις δέκα εξ (16) δια την ποικιλίαν «Κρυστάλλι» και εις δώδεκα (12) δια την ποικιλίαν «WILLIAM’S» ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. β) Ομοιομορφία χρώματος. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως φέρουν τον τυπικόν χρωματισμόν της ποικιλίας, ήτοι ποσοστόν 90% τούτων δέον όπως είναι ομοιόμορφα από απόψεως χρωματισμού. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία μικράς αποκλίσεως χρώματος επί ποσοστού τεμαχίων μέχρι 10%. γ)Ομοιομορφία μεγέθους. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι κανονικού σχήματος και πρακτικώς ομοιόμορφα ως προς το μέγεθος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. Το βάρος του μικροτέρου ή μεγαλυτέρου εις μέγεθος τεμαχίου επιτρέπεται όπως είναι μικρότερον ή μεγαλύτερον, μέχρις 20% του μέσου όρου του βάρους των περιεχομένων εν τη αυτή μονάδι συσκευασίας τεμαχίων. δ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή των τεμαχίων αχλαδίου δέον όπως είναι μυελώδης άνευ λιθωδών ή ξυλωδών μερών. ε)Ελαττώματα επί των τεμαχίων καρπών. Τα τεμάχια καρπών δέον όπως μη φέρουν επί της επιφανείας αυτών κηλίδας ή μέρη φλοιού. Ουδεμία παρουσία ξένων υλών ή γιγάρτων γίνεται αποδεκτή. Επίσης δεν γίνεται αποδεκτή η παρουσία συντεθλιμμένων ή εσχισμένων τεμαχίων. Γίνεται ανεκτή μόνον η παρουσία ενός (1) τεμαχίου ελαφρώς ελαττωματικού ή εσχισμένου ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. 2.Υγρά φάσις. Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 20° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Β΄.Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι αχλαδίου αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών Ο μέγιστος αριθμός ημίσεων καρπών αχλαδίου ορίζεται εις είκοσι δύο (22) δια την ποικιλίαν «Κρυστάλλι» και εις δέκα εξ (16) δια την ποικιλίαν «WILLIAM’S» ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. β)Ομοιομορφία χρώματος. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως φέρουν τον τυπικόν χρωματισμόν της ποικιλίας, ήτοι ποσοστόν 90% τούτων δέον όπως είναι ομοιόμορφα από απόψεως χρωματισμού. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία μικράς αποκλίσεως χρώματος επί ποσοστού τεμαχίων μέχρι 10%. γ)Ομοιομορφία μεγέθους. Τα εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενα τεμάχια καρπών δέον όπως είναι κανονικού σχήματος και ικανοποιητικώς ομοιόμορφα ως προς το μέγεθος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. Το βάρος του μικροτέρου ή μεγαλυτέρου εις μέγεθος τεμαχίου επιτρέπεται όπως είναι μικρότερον ή μεγαλύτερον αντιστοίχως μέχρις 20% του μέσου όρου του βάρους των περιεχομένων εν τη αυτή μονάδι συσκευασίας τεμαχίων. δ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή των τεμαχίων αχλαδίων δέον όπως είναι μυελώδης. Γίνεται ανεκτή η παρουσία σκληρών τινών συσσωματωμάτων επί ποσοστού κατ’ ανώτατον όριον μέχρι 10% του συνόλου των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων τεμαχίων. ε)Ελαττώματα επί των τεμαχίων καρπών. Τα τεμάχια καρπών δέον όπως μη φέρουν επί της επιφανείας αυτών οιονδήποτε τμήμα φλοιού. Ουδεμία παρουσία ξένων υλών γίνεται ανεκτή. Γίνεται ανεκτή η παρουσία μέχρι δύο (2) τεμαχίων φερόντων κηλίδας επί της επιφανείας αυτών ως και μέχρις ενός (1) συντεθλιμμένου ή εσχισμένου τεμαχίου ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. Επίσης γίνεται ανεκτή η παρουσία ενός (1) γιγάρτου ανά 5 ημίση. 2.Υγρά φάσις. Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 16° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Άρθρον 11. Κονσέρβαι φράουλας. Αι κονσέρβαι φράουλας κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α και β της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας, εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς. Α΄.Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι φράουλας αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Ποικιλίαι. Η κατάταξις κονσερβών φράουλας ποικιλίας MADAME MOUTOT εις την ποιοτικήν κατηγορίαν «ΕΧTRA» απαγορεύεται. β)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί φράουλας δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφοι από απόψεως χρωματισμού, ήτοι ποσοστόν 90% τούτων δέον όπως φέρουν τον αυτόν χρωματισμόν. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία μικράς αποκλίσεως χρώματος επί ποσοστού καρπών μέχρι 10%. Επιτρέπεται η τεχνητή χρώσις των καρπών φράουλας δια των επιτρεπομένων υπό του Κώδικος Τροφίμων ή της Νομοθεσίας εν γένει της χώρας προορισμού χρωστικών και εις τας παρά τούτων καθοριζομένας αναλογίας. γ)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί φράουλας δέον όπως παρουσιάζουν ομοιομορφίαν μεγέθους εις ποσοστόν τουλάχιστον 90%. Ομοιόμορφοι από απόψεως μεγέθους θεωρούνται οι καρποί φράουλας όταν δεν διαφέρουν μεταξύ των κατά την έννοιαν της μεγαλυτέρας διαμέτρου των περισσότερον των 3ΜΜ. δ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή των καρπών φράουλας δέον όπως διατηρήται επαρκώς συνεκτική ώστε ούτοι να διατηρούν πρακτικώς το κανονικόν σχήμα και την ακεραιότητα αυτών. (Μετά την σελ. 238,366) Σελ. 238,367 Τεύχος 686 - Σελ. 17 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.60 ε)Ελαττώματα Γίνονται ανεκτά τα κάτωθι ελαττώματα, εκφραζόμενα εις εκατοστιαίον ποσοστόν επί του αριθμού των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων καρπών φράουλας: Ξέναι φυτικαί ύλαι (κάλυκες και μέρη τούτων, φύλλα ή τεμάχια τούτων): 5%. Καρποί μετά κάλυκος: 2%. Καρποί μετά μερών κάλυκος: 5%. Ελαττωματικοί καρποί (κηλιδωμένοι, ανωμάλου σχήματος, πράσινοι, άχροι): 5%. Συντεθλιμμένοι και εσχισμένοι καρποί: 3%. Το σύνολον όμως των ανωτέρω ελαττωμάτων εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να υπερβαίνη το 10%. 2.Υγρά φάσις. Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 24° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Β΄. Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι φράουλας αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Ποικιλία. Η κατάταξις κονσερβών φράουλας ποικιλίας MADAME MOUTOT εις την ποιοτικήν κατηγορίαν «CHOICE» απαγορεύεται. β)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί φράουλας δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφοι από απόψεως χρωματισμού, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως φέρουν τον αυτόν χρωματισμόν. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία ποσοστού καρπών μέχρις 20% μη κανονικού χρώματος. Επιτρέπεται η τεχνητή χρώσις των καρπών δια των επιτρεπομένων υπό του Κώδικος Τροφίμων ή της Νομοθεσίας εν γένει της χώρας προορισμού χρωστικών και εις τας παρά τούτων καθοριζομένας αναλογίας. γ)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί φράουλας δέον όπως παρουσιάζουν ομοιομορφίαν μεγέθους εις ποσοστόν τουλάχιστον 80%. Ομοιόμορφοι από απόψεως μεγέθους θεωρούνται οι καρποί φράουλας όταν δεν διαφέρουν μεταξύ των κατά την έννοιαν της μεγαλυτέρας διαμέτρου των περισσότερον των 3ΜΜ. δ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή των καρπών φράουλας δέον όπως διατηρήται εις ικανοποιητικόν βαθμόν συνεκτική, ώστε ούτοι να διατηρούν κατά το δυνατόν το κανονικόν σχήμα και την ακεραιότητά των. ε)Ελαττώματα. Εις τας κονσέρβας φράουλας της ποιοτικής κατηγορίας «CHOICE» γίνονται ανεκτά τα κάτωθι ελαττώματα, εκφραζόμενα εις εκατοστιαίον ποσοστόν επί του αριθμού των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων καρπών φράουλας: Ξέναι φυτικαί ύλαι (κάλυκες και μέρη αυτών, φύλλα ή τεμάχια αυτών) 10%. Καρποί μετά κάλυκος 5%. Καρποί μετά μερών κάλυκος 10%. Ελαττωματικοί καρποί (κηλιδωμένοι ή ανωμάλου σχήματος, πράσινοι ή άχροι) 10%. Συντεθλιμμένοι και εσχισμένοι καρποί 15%. Το σύνολον, όμως, των ανωτέρω ελαττωμάτων εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να υπερβαίνη το 25%. 2.Υγρά φάσις. Το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 15° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Σελ. 238,368 Τεύχος 686 - Σελ. 18 3.Το εν άρθρω 8 παρ. 4 του υπ’ αριθ. 165/74 Π.Δ/τος οριζόμενον εστραγγισμένον βάρος κονσερβών φράουλας δια κυτίου μικτού βάρους 1ΚG μειούται, ανεξαρτήτως των ποιοτικών κατηγοριών αυτών, εις 320 γραμ. δι’ όλας τας ποικιλίας φράουλας, πλην της ποικιλίας «MADAME MOUTOT» δι ην τούτο μειούται εις 300 γρμ. μη αναγνωριζομένης ανοχής επί έλαττον εις την περίπτωσιν ταύτην. Άρθρον 12. Κονσέρβαι ποικιλίας φρούτων (FRUIT-COCKTAIL). Αι κονσέρβαι ποικιλίας φρούτων (FRUIT-COCKTAIL) κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α και β της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας, εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: Α΄. Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι ποικιλίας φρούτων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι κύβοι, τομείς, ημίση καρπών και ράγες σταφυλής, δέον όπως έχουν τον τυπικόν χρωματισμόν, της ποικιλίας εις ην ανήκουν και είναι πρακτικώς ομοιόχρωμοι, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 95% τούτων δέον όπως φέρη τον αυτόν χρωματισμόν. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία ραγών σταφυλής, κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών μη φερόντων ενιαίον χρωματισμόν μέχρι ποσοστού 5% του αριθμού των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων ραγών, κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών. Η τεχνητή χρώσις των κερασίων δια των επιτρεπομένων υπό της χώρας προορισμού χρωστικών επιτρέπεται, εφ’ όσον εκ της χρώσεως τούτων δεν επηρεάζεται το χαρακτηριστικόν χρώμα των ετέρων ειδών. β)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι κύβοι, τομείς, ημίση καρπών και ράγες σταφυλής δέον όπως είναι ομοιόμορφοι από απόψεως μεγέθους κατά ποσοστόν τουλάχιστον 95%. γ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή εκάστου των συστατικών της ποικιλίας φρούτων δέον όπως είναι ομοιόμορφος και πρακτικώς αντιπροσωπευτική της υφής του καλώς ωρίμου φρούτου εκ του οποίου προέρχεται. Γίνεται ανεκτή η παρουσία κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών εχόντων λίαν συνεκτικήν ή λίαν μαλακήν υφήν επί ποσοστού μέχρι 3% κατ’ ανώτατον όριον του συνολικού αριθμού των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών. δ)Ελαττώματα. Το σύνολον των εκ της υπάρξεως κηλίδων ή φλοιών επί της επιφανείας των κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών, εκ της παρουσίας ποδίσκων επί των ραγών και εκ της σχάσεως της επιδερμίδος αυτών ως και εκ της συνθλίψεως ραγών ή ημίσεων καρπών κερασίου προερχομένων ελαττωμάτων δέον όπως μη υπερβαίνη τα κατωτέρω οριζόμενα ανώτατα όρια δι’ έκαστον συστατικόν της ποικιλίας φρούτων: α/α Συστατικόν Ανώτατον όριον 1.Ροδάκινον 5% κατά βάρος. 2.Αχλάδι 5% κατά βάρος. 3.Ράγες σταφυλής 10% κατά βάρος. 4.Ανανάς 5% κατά βάρος. 5.Κεράσι 5% κατά βάρος. 2.Υγρά φάσις. Το υγρόν πληρώσεως του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 18° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Το υγρόν πληρώσεως δέον όπως μη είναι ερυθρωπόν. 11.Ε.δ.60 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων Β΄. Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι ποικιλίας φρούτων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι κύβοι, τομείς, ημίση καρπών και ράγες σταφυλής δέον όπως έχουν τον τυπικόν χρωματισμόν της ποικιλίας εις ην ανήκουν και είναι κατά το πλείστον ομοιόχρωμοι, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% τούτων δέον όπως φέρη τον αυτόν χρωματισμόν. Γίνεται αποδεκτή η παρουσία ραγών σταφυλής, κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών μη φερόντων ενιαίον χρωματισμόν μέχρι ποσοστού 10% του αριθμού των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων ραγών, κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών. Η τεχνητή χρώσις των κερασίων δια των επιτρεπομένων υπό της χώρας προορισμού χρωστικών επιτρέπεται εφ’ όσον εκ της χρώσεως τούτων δεν επηρεάζεται το χαρακτηριστικόν χρώμα των ετέρων ειδών. β)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι κύβοι, τομείς, ημίση καρπών και ράγες σταφυλής δέον όπως είναι ομοιόμορφοι από απόψεως μεγέθους κατά ποσοστόν τουλάχιστον 90%. γ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή εκάστου των συστατικών της ποικιλίας φρούτων δέον όπως είναι ομοιόμορφος και κατά το πλείστον αντιπροσωπευτική της υφής του καλώς ωρίμου φρούτου εκ του οποίου προέρχεται. Γίνεται ανεκτή η παρουσία κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών εχόντων λίαν συνεκτικήν ή λίαν μαλακήν υφήν επί ποσοστού μέχρι 6% κατ’ ανώτατον όριον του συνολικού αριθμού των εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχομένων κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών. δ)Ελαττώματα. Το σύνολον των εκ της υπάρξεως κηλίδων ή φλοιών επί της επιφανείας των κύβων, τομέων και ημίσεων καρπών, εκ της παρουσίας ποδίσκων επί των ραγών και εκ της σχάσεως της επιδερμίδος αυτών ως και εκ της συνθλίψεως ραγών ή ημίσεων κερασίων προερχομένων ελαττωμάτων δέον όπως μη υπερβαίνη τα κατωτέρω οριζόμενα ανώτατα όρια δι’ έκαστον συστατικόν της ποικιλίας φρούτων: α/α Συστατικόν Ανώτατον όριον 1.Ροδάκινον 10% κατά βάρος 2.Αχλάδι 10% » » 3.Ράγες σταφυλής 20% » » 4.Ανανάς 10% » » 5.Κεράσι 10% » » 2.Υγρά φάσις. Το υγρόν πληρώσεως του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 18° ΒRIX εις 20° C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Το υγρόν πληρώσεως δύναται να είναι ελαφρώς ερυθρωπόν. Άρθρον 13. Κονσέρβαι νωπών σύκων Αι κονσέρβαι νωπών σύκων κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας, εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: Α΄.Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY) Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι νωπών σύκων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Μέγεθος καρπών-ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι μεγάλοι, αναλόγως της ποικιλίας και πρακτικώς ομοιόμορφοι ως προς το μέγεθος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. β)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφοι ως προς το χρώμα, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% τούτων δέον όπως είναι του αυτού χρώματος. γ)Ακεραιότης καρπών-Ωριμότης. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι πρακτικώς ολόκληροι, μη διερρηγμένοι, μετά ή άνευ ποδίσκου, μελιτώδους συστάσεως μετά τρυφερού φλοιού, ήτοι ποσοστόν 90% αυτών δέον όπως είναι ολόκληροι μη διερρηγμένοι, μετά ή άνευ ποδίσκου, μελιτώδους συστάσεως, μετά τρυφερού φλοιού. δ)Ελαττώματα καρπών. Ως ελαττώματα καρπών θεωρούνται αι εμφανείς εντομολογικαί ή μυκητολογικαί προσβολαί εις το εξωτερικόν ή το εσωτερικόν αυτών, αι εξελκώσεις, τα εγκαύματα, οι τοπικοί αποχρωματισμοί του φλοιού, η ρήξις του φλοιού και οι καρποί άνευ μελιτώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι πρακτικώς απηλλαγμένοι των ως άνω ελαττωμάτων, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% των καρπών δέον όπως είναι απηλλαγμένοι αυτών. ε)Οργανοληπτικαί ιδιότητες. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως έχουν την φυσικήν γεύσιν και το τυπικόν άρωμα του ωρίμου σύκου. 2.Υγρά φάσις. Το υγρόν πληρώσεως των κονσερβών νωπών σύκων δέον όπως είναι καθαρόν. Απαγορεύεται εντός αυτού να περιέχoνται τεμάχια φλοιών σύκων. Εις το σιρόπιον επιτρέπεται η προσθήκη χυμού λεμονίου ή άλλου εσπεριδοειδούς. Το είδος του χυμού, και η ποσοστιαία αναλογία αυτού δέον όπως αναγράφωνται επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας ταύτης. Β΄. Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι νωπών σύκων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφοι ως προς το μέγεθος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. β)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφοι ως προς το χρώμα, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως είναι του αυτού χρώματος. γ)Ακεραιότης καρπών-Ωριμότης. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι ακέραιοι, μη διερρηγμένοι, μετά ή άνευ ποδίσκου, μελιτώδους συστάσεως, μετά τρυφερού φλοιού ήτοι ποσοστόν 80% αυτών δέον όπως είναι ολόκληροι, μη διερρηγμένοι, μετά ή άνευ ποδίσκου, μελιτώδους συστάσεως, μετά τρυφερού φλοιού. δ)Ελαττώματα. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι απηλλαγμένοι των εν περιπτώσει δ΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου οριζομένων ελαττωμάτων της εξαιρέτου ποιότητος κατά ποσοστόν τουλάχιστον 80%. ε)Οργανοληπτικαί ιδιότητες. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως έχουν την φυσικήν γεύσιν και το άρωμα του ωρίμου σύκου. (Μετά την σελ. 238,368) Σελ. 238,369 Τεύχος 686 - Σελ. 19 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.60 2.Υγρά φάσις. Ισχύουν τα αναφερόμενα δια την εξαίρετον ποιότητα κονσερβών σύκων σχετικώς με την υγράν φάσιν. Άρθρον 14. Κονσέρβαι αποφλοιωμένης τομάτας. Αι κονσέρβαι αποφλοιωμένης τομάτας κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρ. 3 ποιοτικάς κατηγορίας εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς. Α΄ Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι τομάτας αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Απουσία φλοιού. ΄Απαντες οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί τομάτας δέον όπως είναι αποφλοιωμένοι. Γίνεται ανεκτή η παρουσία τεμαχίων φλοιών κατά μέσον όρον, υπολογιζόμενον επί πέντε (5) τουλάχιστον μονάδων συσκευασίας, συνολικής επιφανείας ουχί ανωτέρας των 1,5 CM 2 ανά 100 γραμ. εστραγγισμένου βάρους. Δι’ εκάστην, όμως, μονάδα συσκευασίας η ανεκτή ανωτέρα συνολική επιφάνεια φλοιών ορίζεται εις 6CM 2 ανά 100 γραμ. εστραγγισμένου βάρους. β)Ακεραιότης καρπών. Άπαντες οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί τομάτας δέον όπως είναι ακέραιοι, διατηρούντες το σχήμα και τον όγκον του τύπου της ποικιλίας εις την οποίαν ανήκουν. Γίνεται ανεκτή η παρουσία μέχρι δύο (2) συντεθλιμμένων καρπών τομάτας ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. Ουδεμία ανοχή πολτοποιημένων καρπών τομάτας επιτρέπεται. γ)Ελάχιστος αριθμός καρπών-Εστραγγισμένον βάρος. Ο ελάχιστος αριθμός καρπών τομάτας ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους 1 KG ορίζεται εις οκτώ (8), το δε εστραγγισμένον βάρος ουχί μικρότερον του 65% του καθαρού βάρους, ήτοι των 520 γραμμ. δ)Χρώμα. Άπαντες οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως φέρουν το έντονο τυπικόν ερυθρόν χρώμα του ωρίμου και υγιούς καρπού της τομάτας. ε)Στερεά διαλυτά (BRIX). Κατά το άνοιγμα του κυτίου, τα στερεά διαλυτά (BRIX) προϊόντος, (άνευ του τυχόν προστεθέντος μαγειρικού άλατος) μετρούμενα δια διαθλασιμέτρου, δέον όπως μη είναι ολιγώτερα του 4,5 προκειμένου περί αποφλοιωμένων τοματών άνευ υγράς φάσεως (SOLID PACKED). στ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή των καρπών της τομάτας δέον όπως είναι πρακτικώς αντιπροσωπευτική της υφής του καλώς ωρίμου καρπού της τομάτας, η δε συνεκτικότης των τοιαύτη ώστε να εξασφαλίζη την ακεραιότητα αυτών. ζ)Ξέναι ύλαι. Το προϊόν δέον όπως είναι πρακτικώς απηλλαγμένον πάσης ξένης ύλης. 2.Υγρά φάσις. Η πυκνότης του υγρού πληρώσεως, όταν χρησιμοποιήται τοιούτον, δέον όπως είναι τουλάχιστον 4,5 BRIX εις την περίπτωσιν χυμού τομάτας και 6 BRIX εις την περίπτωσιν συμπεπυκνωμένου τοματοχυμού ή τοματοπολτού, άνευ του τυχόν προστεθέντος μαγειρικού Σελ. 238,370 Τεύχος 686 - Σελ. 20 άλατος, μετρουμένη μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Εάν η εξαγωγή των κονσερβών τομάτας πρόκειται να λάβη χώραν προ της παρελεύσεως του χρονικού τούτου διαστήματος από της κονσερβοποιήσεως, η μέτρησις της πυκνότητος γίνεται επί του ομογενοποιουμένου περιεχομένου (υγρά συν στερεά φάσις). 3.Μυκηλιακαί υφαί. Αι μυκηλιακαί υφαί, προσδιοριζόμεναι κατά HOWARD, δέον όπως μη υπερβαίνουν το 30%. 4.Οσμή και γεύσις Η οσμή και η γεύσις των κονσερβών τομάτας δέον όπως είναι ευχάριστοι και χαρακτηριστικαί του προϊόντος, απηλλαγμέναι ξένων μη κανονικών οσμών και γεύσεων και κυρίως «καμμένου» ή «καραμέλλας». 5.Αδιάλυτοι ορυκταί ουσίαι-άμμος. Η ολική περιεκτικότης εις αδιαλύτους ορυκτάς ακαθαρσίας ή άμμον δέον να μη υπερβαίνει το 0,02% του περιεχομένου βάρους του κυτίου. Β΄.Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι τομάτας αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Απουσία φλοιού. ΄Απαντες οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί τομάτας δέον όπως είναι αποφλοιωμένοι. Γίνεται ανεκτή η παρουσία τεμαχίων φλοιών κατά μέσον όρον, υπολογιζόμενον επί πέντε (5) τουλάχιστον μονάδων συσκευασίας, συνολικής επιφανείας ουχί ανωτέρας των 3 CM 2 ανά 100 γραμ. εστραγγισμένου βάρους. Δι’ εκάστην, όμως, μονάδα συσκευασίας η ανεκτή ανωτέρα συνολική επιφάνεια φλοιών ορίζεται εις 12 CM 2 ανά 100 γραμ. εστραγγισμένου βάρους. β)Ακεραιότης καρπών. Άπαντες οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί τομάτας δέον όπως είναι ακέραιοι, διατηρούντες πρακτικώς το σχήμα και τον όγκον του τύπου της ποικιλίας εις την οποίαν ανήκουν. Γίνεται ανεκτή η παρουσία ενός πολτοποιουμένου και μέχρι τριών (3) συντεθλιμμένων καρπών τομάτας ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου. γ)Ελάχιστος αριθμός καρπών-Εστραγγισμένον βάρος. Ο ελάχιστος αριθμός καρπών τομάτας ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου ορίζεται εις οκτώ (8), το δε εστραγγισμένον βάρος ουχί μικρότερον του 60% του καθαρού βάρους, ήτοι των 480 γραμμ. δ)Χρώμα. Άπαντες οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί τομάτας δέον όπως φέρουν το χαρακτηριστικόν ερυθρόν χρώμα του ωρίμου και υγιούς καρπού της τομάτας. ε)Στερεά διαλυτά (BRIX). Κατά το άνοιγμα του κυτίου, τα στερεά διαλυτά (BRIX) προϊόντος (άνευ του τυχόν προστεθέντος μαγειρικού άλατος), μετρούμενα δια διαθλασιμέτρου, δέον όπως μη είναι ολιγώτερα του 4, προκειμένου περί αποφλοιωμένων τοματών άνευ υγράς φάσεως (SOLID PACKED). στ)Υφή-συνεκτικότης. Η υφή των καρπών της τομάτας δέον όπως είναι κατά το δυνατόν αντιπροσωπευτική της υφής του καλώς ωρίμου καρπού της τομάτας, η δε συνεκτικότης των τοιαύτη ώστε να εξασφαλίζη την ακεραιότητα αυτών. ζ)Ξέναι ύλαι. Το προϊόν δέον όπως είναι πρακτικώς απηλλαγμένον πάσης ξένης ύλης. 11.Ε.δ.60 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 2.Υγρά φάσις. Η πυκνότης του υγρού πληρώσεως, όταν χρησιμοποιήται τοιούτον, δέον όπως είναι τουλάχιστον 4 BRIX εις την περίπτωσιν χυμού τομάτας και 6 BRIX εις την περίπτωσιν συμπεπυκνωμένου τοματοχυμού ή τοματοπολτού, άνευ του τυχόν προστεθέντος μαγειρικού άλατος, μετρουμένη μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Εάν η εξαγωγή των κονσερβών τομάτας πρόκειται να λάβη χώραν προ του χρονικού τούτου διαστήματος από της κονσερβοποιήσεως, η μέτρησις της πυκνότητος γίνεται επί του ομογενοποιουμένου περιεχομένου (υγρά συν στερεά φάσις). 3.Μυκηλιακαί υφαί. Αι μυκηλιακαί υφαί, προσδιοριζόμεναι κατά HOWARD, δέον όπως μη υπερβαίνουν το 40%. 4.Οσμή και γεύσις Η οσμή και η γεύσις των κονσερβών τομάτας δέον όπως είναι ευχάριστοι και χαρακτηριστικαί του προϊόντος, απηλλαγμέναι μη κανονικών οσμών και γεύσεων και κυρίως «καμμένου» ή «καραμέλλας». 5.Αδιάλυτοι ορυκταί ουσίαι-άμμος. Η ολική περιεκτικότης εις αδιαλύτους ορυκτάς ακαθαρσίας ή άμμον δέον να μη υπερβαίνη το 0,02% του περιεχομένου βάρους του κυτίου. Άρθρον 15. Κονσέρβαι νωπών φασιόλων. Αι κονσέρβαι νωπών φασιόλων κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας, εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: Α΄.Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY) Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι νωπών φασιόλων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις: α)Τύπος μεγέθους. Μόνον ολόκληροι λοβοί νωπών φασιόλων επιτρέπεται όπως χρησιμοποιώνται δια την παρασκευήν κονσερβών εξαιρέτου (EXTRA) ποιότητος. Ο τύπος μεγέθους δέον όπως αναγράφηται επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας αυτής. β)Κατηγορίαι αναλόγως του πλάτους των λοβών. Αναλόγως του μεγίστου πλάτους των λοβών αι κονσέρβαι της εξαιρέτου (EXTRA) ποιότητος δύναται να κατατάσσωνται εις μίαν των κατωτέρω κατηγοριών, η οποία εφ’ όσον ήθελεν αναγραφή επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας αυτής, πρέπει να ανταποκρίνηται προς τα κατωτέρω. Μέγιστον πλάτος λοβού Κατηγορίαι 6,5 ΜΜ Υπέρ-λεπτοί 8 ΜΜ Πολύ λεπτοί 10 ΜΜ Ημί-λεπτοί άνω των 10 ΜΜ Μέτριοι. Εν τοιαύτη περιπτώσει γίνεται ανεκτή η παρουσία λοβών του αμέσως ανωτέρω πλάτους της ενδεικνυομένης κατηγορίας μέχρι ποσοστού 5% εις αριθμόν λοβών. γ)Υφή-συνεκτικότης. Οι λοβοί δέον όπως είναι άνευροι, τρυφεροί και εύχυμοι, διατηρώνται δε εις καλήν κατάστασιν. δ)Χρώμα. Τούτο δέον όπως είναι φυσικόν, χαρακτηριστικόν της ποικιλίας και πρακτικώς ομοιόμορφον. Η τεχνητή χρώσις των νωπών φασιόλων, δια των επιτρεπομένων υπό του Κώδικος Τροφίμων ή της Νομοθεσίας εν γένει της Χώρας προορισμού χρωστικών, επιτρέπεται. Τούτο όμως δέον όπως αναγράφηται επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας αυτής. ε)Σπέρματα. Ουδεμία παρουσία ανεπτυγμένων σπερμάτων επιτρέπεται εις τους λοβούς των κατηγοριών «υπέρ-λεπτοί» και «πολύ λεπτοί». στ)Ινώδεις λοβοί και ελαττωματικοί λοβοί: αα)Ως ινώδεις λοβοί χαρακτηρίζονται οι λοβοί, οίτινες φέρουν υπερτροφικάς ίνας περιβαλλούσας εν τη ολότητί των τούτους. Αι ίνες αύται δέον όπως μη συγχέωνται με τας μικράς ίνας, αίτινες στερούνται αντοχής και εκ των οποίων αποτελούνται καθ’ ολοκληρίαν τα φασολάκια μετά εσωτερικού περγαμηνώδους περιβλήματος. ββ)Ως ελαττωματικοί λοβοί χαρακτηρίζονται οι λοβοί οι προσβεβλημένοι εκ σκωριάσεως, οι φέροντες νήμγατα ή κηλίδας, οι παραμορφωμένοι κ.λπ. Αι ανοχαί εις ινώδεις λοβούς ορίζονται κατ’ ανώτατον όριον εις 10% και εις ελαττωματικούς λοβούς εις 3% του εστραγγισμένου βάρους. Δι’ εκάστην δε των κατηγοριών εις περίπτωσιν κατατάξεως αναλόγως του πλάτους των λοβών και σημάνσεως των μονάδων συσκευασίας δια της κατηγορίας πλάτους αι ανοχαί αύται ορίζονται ως κάτωθι: Κατηγορίαι Ινώδεις λοβοί Ελαττωματικοί λοβοί: Υπέρ-λεπτοί 1% 2% Πολύ λεπτοί 3% 2% Ημί-λεπτοί 6% 3% Μέτριοι 10% 3% 2.Υγρά φάσις. Το υγρόν πληρώσεως δέον όπως είναι πρακτικώς διαυγές και καθαρού χρώματος. 3.Οσμή και γεύσις. Η οσμή και η γεύσις των κονσερβών νωπών φασιόλων δέον όπως είναι αντιπροσωπευτικαί και χαρακτηριστικαί του προϊόντος, απηλλαγμέναι δε πάσης ξένης οσμής και γεύσεως. Β΄ Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOISE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι νωπών φασιόλων αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις α)Τύποι μεγεθών. Δια την παρασκευήν κονσερβών νωπών φασιόλων εκλεκτής (CHOICE) ποιότητος επιτρέπεται όπως χρησιμοποιώνται: Ολόκληροι λοβοί. Τεμαχισμένοι εγκαρσίως ή με μικράν γωνίαν μέχρι 45° λοβοί εις τεμάχια μήκους αισθητώς ομοιομόρφου και περιλαμβανομένου μεταξύ 25 και 50ΜΜ. Εντός των ούτω τεμαχισμένων λοβών επιτρέπεται όπως ποσοστόν μέχρις 20% των τεμαχίων έχη μήκος μικρότερον των 25ΜΜ. Ο τύπος μεγέθους δέον όπως αναγράφηται επί της μονάδας συσκευασίας ή επί της ετικέττας αυτής. Εις περίπτωσιν τεμαχισμένων λοβών επιβάλλεται όπως επί της εικονογραφίας απεικονίζωνται μόνον τεμαχισμένοι λοβοί. β)Κατηγορίαι αναλόγως του πλάτους των λοβών. Αναλόγως του μεγίστου πλάτους των λοβών ή των τεμαχίων αυτών, αι κονσέρβαι της εκλεκτής (CHOICE) ποιότητος δύναται να κατατάσσωνται εις μίαν των κατωτέρω κατηγοριών, η οποία, εφ’ όσον ήθελεν αναγραφή επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας αυτής, πρέπει να ανταποκρίνηται προς τα κατωτέρω: Μέγιστον πλάτος λοβού Κατηγορίαι 6,5 ΜΜ Υπέρ-λεπτοί 8 Πολύ λεπτοί 10 ΜΜ Ημί-λεπτοί άνω των 10 ΜΜ Μέτριοι. Εν τοιαύτη περιπτώσει γίνεται ανεκτή η παρουσία λοβών του αμέσως ανωτέρου πλάτους της ενδεικνυομένης κατηγορίας μέχρι ποσοστού 8% εις αριθμόν λοβών. γ)Υφή-συνεκτικότης Οι λοβοί δέον όπως είναι άνευροι, τρυφεροί και εύχυμοι. (Μετά την σελ. 238,370) Σελ. 238,371 Τεύχος 686 - Σελ. 21 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.60 δ)Χρώμα. Το χρώμα των λοβών δέον όπως είναι τυπικόν και κατά το δυνατόν ομοιόμορφον. Η τεχνητή χρώσις, δια των επιτρεπομένων υπό του Κώδικος Τροφίμων ή της Νομοθεσίας, εν γένει της χώρας προορισμού χρωστικών, επιτρέπεται. Τούτο, όμως, δέον όπως αναγράφηται επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας αυτής. ε)Σπέρματα. Ουδεμία παρουσία ανεπτυγμένων σπερμάτων επιτρέπεται εις τους λοβούς των κατηγοριών «υπέρ-λεπτοί» και «πολύ λεπτοί». στ)Ινώδεις λοβοί και ελαττωματικοί λοβοί. Αι ανοχαί εις ινώδεις λοβούς ορίζονται κατ’ ανώτατον όριον εις 12% και εις ελαττωματικούς λοβούς μέχρι 4% του εστραγγισμένου βάρους. Δι’ εκάστην δε των κατηγοριών, εις περίπτωσιν κατατάξεως αναλόγως του πλάτους των λοβών και σημάνσεως των μονάδων συσκευασίας δια της κατηγορίας πλάτους, αι ανοχαί αύται ορίζονται ως κάτωθι: Κατηγορίαι Ινώδεις λοβοί Ελαττωματικοί λοβοί: Υπέρ-λεπτοί 1 2 Πολύ λεπτοί 3 2 Ημί-λεπτοί 8 4 Μέτριοι 12 4 2.Υγρά φάσις. Το υγρόν πληρώσεως δέον όπως είναι κατά το δυνατόν διαυγές και καθαρού χρώματος. Οσμή και γεύσις. Η οσμή και η γεύσις των κονσερβών νωπών φασιόλων δέον όπως είναι χαρακτηριστικαί του προϊόντος και απηλλαγμέναι πάσης ξένης οσμής και γεύσεως. Γ΄.Εις περίπτωσιν χρησιμοποιήσεως εικονογραφίας επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας αυτής, δέον όπως εμφανίζηται ο πραγματικός τύπος μεγέθους των περιεχομένων λοβών. Άρθρ.2.-«1.Οι κονσέρβες οπωροκηπευτικών που προορίζονται για εξαγωγή υπόκεινται, υποχρεωτικά, σε ποιοτικό έλεγχο, προκειμένου να καταταγούν σε μία από τις ποιοτικές κατηγορίες που ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρ. 3. 2.Ο ποιοτικός έλεγχος διενεργείται από τις αρμόδιες τεχνικές υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρ. 40 του Π.Δ. 165/1974 «περί ποιοτικού ελέγχου επί προϊόντων κλάδων τινών γεωργικών βιοτεχνικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων, επεξεργαζομένων οπωροκηπευτικά, προοριζομένων δι’ εξαγωγήν». Το άρθρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω από το Άρθρον 16. Κονσέρβαι μπάμιας. Αι κονσέρβαι μπάμιας κατατάσσονται εις τας υπό στοιχεία α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 ποιοτικάς κατηγορίας, εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: Α΄.Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY ή Νο 0.) Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι μπάμιας αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Τύπος μεγέθους. Μόνον ολόκληροι καρποί μπάμιας επιτρέπεται όπως χρησιμοποιώνται δια την παρασκευήν κονσερβών μπάμιας εξαιρέτου (EXTRA) ποιότητος. β)Μέγεθος καρπών. Το μέγεθος των καρπών μπάμιας της εξαιρέτου (EXTRA) ποιότητος δέον όπως κυμαίνηται μεταξύ των 3 CM και 6 CM. γ)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί μπάμιας δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφοι από απόψεως μεγέθους, ήτοι εις εκάστην μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου να μη ανευρίσκωνται περισσότεροι των πέντε (5) καρποί μήκους μεγαλυτέρου των 7,5 CM και περισσότεροι των πέντε (5) καρπών μήκους μικροτέρου των 3 CM. Σελ. 238,372 Τεύχος 686-Σελ. 22 δ)Ελάχιστος αριθμός καρπών. Ο ελάχιστος αριθμός καρπών μπάμιας ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλ/μου ορίζεται εις 120. ε)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί μπάμιας δέον όπως φέρουν πρακτικώς ομοιόμορφον τυπικόν χρωματισμόν, αντιπροσωπευτικόν του τύπου και της ποικιλίας της πρακτικώς τρυφεράς και ουχί υπερωρίμου μπάμιας. στ)Υφή-συνεκτικότης. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί μπάμιας δέον όπως είναι πρακτικώς τρυφεροί, ήτοι το περισπέρμιον αυτών να στερήται ινών αντιληπών κατά την μάσησιν, τα δε σπέρματα να είναι τρυφερά δηλαδή να ευρίσκωνται εις το στάδιον της ενάρξεως της αναπτύξεώς των. Η εμφάνισις του προϊόντος δύναται να είναι ελαφρώς επηρεασμένη εκ της παρουσίας συντεθλιμμένων καρπών. ζ)Ελαττώματα: αα)Ξέναι φυτικαί ύλαι: Ως ξέναι φυτικαί ύλαι χαρακτηρίζονται τα φύλλα, οι ποδίσκοι και τα μέρη τούτων. ββ)Παραμορφωμένοι καρποί: Ως παραμορφωμένοι καρποί χαρακτηρίζονται οι κακοσχηματισμένοι και σοβαρώς κυρτοί καρποί, οι οποίοι επηρεάζουν ουσιωδώς την εμφάνισιν του προϊόντος. γγ)Ελαφρώς ελαττωματικοί καρποί: Ως ελαφρώς ελαττωματικοί χαρακτηρίζονται οι καρποί μπάμιας οι έχοντες μήκος ποδίσκου, μετρούμενον άνω του κώνου, μεγαλύτερον του 1 CM. δδ)Ελαττωματικοί καρποί: Ως ελαττωματικοί χαρακτηρίζονται οι καρποί, οι οποίοι είναι προσβεβλημένοι εξ εντομολογικών ή φυτοπαθολογικών αιτίων ως και εκ μηχανικών βλαβών, οι φέροντες μελανάς κηλίδας επί της επιφανείας αυτών ως και οι αποχρωματισμένοι εις τοιούτον βαθμόν ώστε να επηρεάζηται ουσιωδώς η εμφάνισις του προϊόντος. Η ανοχή εις εκάστην των ως άνω χαρακτηρισθεισών κατηγοριών ελαττωμάτων ορίζεται εις 2% κατ’ αριθμόν. Το άθροισμα, όμως, των ελαττωμάτων των ανωτέρω κατηγοριών δέον όπως μη υπερβαίνη το 5% κατ’ αριθμόν. 2.Υγρά φάσις. Όταν ως υγρόν πληρώσεως χρησιμοποιήται ύδωρ ή άλμη, τούτο δέον όπως είναι καθαρόν, ήτοι απηλλαγμένον πάσης ξένης ύλης και διαυγές. Όταν ως τοιούτον χρησιμοποιήται χυμός τομάτας, αι μυκηλιακαί υφαί τούτου, προσδιοριζόμεναι κατά HOWARD, δέον όπως μη υπερβαίνουν το 30%, η δε πυκνότης αυτού, μετρουμένη δια διαθλασιμέτρου, μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως δέον όπως είναι τουλάχιστον 4,5 BRIX. 3.Οσμή και γεύσις. Η οσμή και η γεύσις των κονσερβών μπάμιας δέον όπως είναι ευχάριστοι και χαρακτηριστικαί του προϊόντος και των επιτρεπομένων εντός αυτού προσθέτων ουσιών, απηλλαγμέναι πάσης ετέρας μη κανονικής οσμής και γεύσεως. Β΄.Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE ή Νο 1). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται αι κονσέρβαι μπάμιας αι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Τύπος μεγέθους. Μόνον ολόκληροι καρποί μπάμιας επιτρέπεται όπως χρησιμοποιώνται δια την παρασκευήν κονσερβών μπάμιας εκλεκτής (CHOICE) ποιότητος. β)Μέγεθος καρπών. Το μέγεθος των καρπών μπάμιας της εκλεκτής (CHOICE) ποιότητος δέον όπως κυμαίνηται μεταξύ των 5CM και 7 1 / 2 CM. γ)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί μπάμιας δέον όπως είναι αρκούντως ομοιόμορφοι από απόψεως μεγέθους, ήτοι εις εκάστην μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλ/μου να μη ανευρίσκωνται περισσότεροι των πέντε (5) καρποί μήκους μεγαλυτέρου των 10CM και περισσότεροι των πέντε (5) καρποί μήκους μικροτέρου των 5CM. 11.Ε.δ.60 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων δ)Ελάχιστος αριθμός καρπών. Ο ελάχιστος αριθμός καρπών μπάμιας ανά μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου ορίζεται εις 90. ε)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί μπάμιας δέον όπως φέρουν αρκούντως ομοιόμορφον τυπικόν χρωματισμόν, αντιπροσωπευτικόν του τύπου και της ποικιλίας της αρκούντος τρυφεράς και ουχί υπερωρίμου μπάμιας. στ)Υφή-συνεκτικότης. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί μπάμιας δέον όπως είναι αρκούντως τρυφεροί, ήτοι το περισπέρμιον αυτών να δύναται να ευρίσκηται εις το στάδιον της αρχομένης αναπτύξεως, τα δε σπέρματα να έχουν υπερβή το στάδιον της ενάρξεως της αναπτύξεώς των. ζ)Ελαττώματα. Η ανοχή εις εκάστην των ως ανωτέρω χαρακτηρισθεισών κατηγοριών ελαττωμάτων ορίζεται εις 4% κατ’ αριθμόν. Το άθροισμα όμως των ελαττωμάτων όλων των κατηγοριών δέον όπως μη υπερβαίνη το 10% κατ’ αριθμόν. 2.Υγρά φάσις. Όταν ως υγρόν πληρώσεως χρησιμοποιήται ύδωρ ή άλμη, τούτο δέον όπως είναι καθαρόν, ήτοι απηλλαγμένον ξένων υλών και αρκούντως διαυγές. Όταν ως τοιούτον χρησιμοποιήται χυμός τομάτας, αι μυκηλιακαί υφαί τούτου, προσδιοριζόμεναι κατά HOWARD, δέον όπως μη υπερβαίνουν το 40%, η δε πυκνότης αυτού, μετρουμένη δια διαθλασιμέτρου, μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως δέον όπως είναι τουλάχιστον 4,5 BRIX. 3.Οσμή και γεύσις. Η οσμή και η γεύσις των κονσερβών μπάμιας δέον όπως είναι ευχάριστοι και χαρακτηριστικαί του προϊόντος και των επιτρεπομένων εντός αυτού προσθέτων ουσιών, απηλλαγμέναι πάσης ετέρας ξένης οσμής και γεύσεως. Γ΄.Κονσέρβαι μπάμιας, κατατασσόμεναι εις την ποιοτικήν κατηγορίαν «τρέχουσα» (STANDARD), συμφώνως τη παραγράφω 1 στοιχείον γ του άρθρου 3 του παρόντος, δύναται να σημανθούν και ως κατωτέρω εφ’ όσον πληρούν επιπροσθέτως τας εξής προδιαγραφάς: 1.«STANDARD Νο 2» εφ’ όσον το μήκος των καρπών κυμαίνεται μεταξύ 8 CM και 10 CΜ και εκάστη μονάς συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου περιέχει τουλάχιστον εξήκοντα (60) καρπούς. 2.«STANDARD Νο 3» εφ’ όσον το μήκος των καρπών κυμαίνεται μεταξύ 10 CM και 12,5 CΜ και εκάστη μονάς συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου περιέχει τουλάχιστον τεσσαράκοντα πέντε (45) καρπούς. Άρθρον 17. Κονσέρβαι αρακά. 1.Αι κονσέρβαι αρακά κατατάσσονται εις μίαν των εν παρ. 2 του παρόντος άρθρου κατηγοριών, εφ’ όσον πληρούν τας κάτωθι προδιαγραφάς: α)Στερεά φάσις: αα)Υφή-συνεκτικότης. Οι σπόροι του αρακά δέον όπως είναι πρακτικώς τρυφεροί. ββ)Χρώμα. Το χρώμα των σπόρων του αρακά δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφον και τυπικόν του τρυφερού αρακά, αναλόγως της ποικιλίας εις την οποίαν ανήκει. Η τεχνητή χρώσις του αρακά, δια των επιτρεπομένων υπό του Κώδικος Τροφίμων ή της Νομοθεσίας εν γένει της Χώρας προορισμού χρωστικών επιτρέπεται. Τούτο όμως δέον όπως αναγράφηται επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέττας αυτής. γγ)Ελαττώματα. Ελαττωματικοί σπόροι: Ως ελαττωματικοί σπόροι χαρακτηρίζονται οι οξειδωμένοι, οι κίτρινοι, οι κηλιδωμένοι, οι φυτρωμένοι, οι παρασιτισμένοι και οι μη ακέραιοι σπόροι. Ξέναι αβλαβείς φυτικαί ύλαι: Ως ξέναι αβλαβείς φυτικαί ύλαι χαρακτηρίζονται τα υπολείμματα λοβών αρακά, οι ξένοι αβλαβείς σπόροι κ.λπ. Αι ανοχαί εις ελαττωματικούς σπόρους και ξένας αβλαβείς φυτικάς ύλας ορίζονται ως κατωτέρω εις ποσοστά επί τοις εκατόν του εστραγγισμένου βάρους, αναλόγως της εν παραγράφω 2 του παρόντος άρθρου κατηγορίας μεγέθους εις την οποίαν ανήκουν. Κατηγορίαι μεγέθους Ελαττωματικοί σπόροι και ξέναι αβλαβείς φυτικαί ύλαι. Υπέρ-λεπτός 2% Πολύ λεπτός 3% Λοιπαί κατηγορίαι 4% β) Υγρά φάσις. Το υγρόν πληρώσεως δέον όπως είναι πρακτικώς διαυγές. Η παρουσία εντός των κυτίων αρακά ελαφράς υποστάθμης είναι ανεκτή ασχέτως κατηγορίας μεγέθους. γ)Οσμή και γεύσις. Η οσμή και η γεύσις των κονσερβών αρακά δέον όπως είναι πρακτικώς αντιπροσωπευτικαί και χαρακτηριστικαί του ωρίμου, απηλλαγμέναι δε πάσης ξένης οσμής και γεύσεως. 2.Ταξινόμησις κατά μέγεθος. Αι κονσέρβαι αρακά, αι πληρούσαι τας εν παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου προδιαγραφάς, αναλόγως της διαμέτρου των κυκλικών οπών κοσκίνου, δια των οποίων διέρχονται οι σπόροι του νωπού αρακά εκ του οποίου παρεσκευάσθησαν, κατατάσσονται εις μίαν των κατωτέρω κατηγοριών, η οποία δέον όπως αναγράφηται επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας αυτής, άνευ άλλης ενδείξεως ποιότητος. Κατηγορίαι μεγέθους Διάμετρος κυκλικών οπών κοσκί νου δια των οποίων διέρχονται οι σπόροι του νωπού αρακά. Υπέρ-λεπτός ή Νο 1 7,5 ΜΜ (EXTRA-FIN) Πολύ λεπτός ή Νο 2 8,2 ΜΜ (TRES-FIN) Λεπτός ή Νο 3 8,75 ΜΜ (FIN) Μέτριος ή Νο 4 9,3 ΜΜ (MOYEN 1) Μέτριος ή Νο 5 10,2 ΜΜ (MOYEN) Νοικοκυριού ή Νο 6 Εκτός κοσκίνου 10,2 ΜΜ (MENAGE) Η παρασκευή κονσερβών εξ αναμίξεως αρακά διαφόρων κατηγοριών μεγέθους απαγορεύεται. 3.Υποβάθμισις ποιότητος. Κονσέρβαι αρακά μη πληρούσαι τας εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου προδιαγραφάς, πληρούσαι όμως τας τοιαύτας του άρθρου 34 του υπ’ αριθ. 165/74 Π.Δ/τος χαρακτηρίζονται ως ΠΟΙΟΤΗΤΟΣ ΤΡΕΧΟΥΣΗΣ (STANDARD) και σημαίνονται δια ταύτης. Αναλόγως δε της διαμέτρου των κυκλικών οπών κοσκίνου, δια των οποίων διέρχονται οι σπόροι του νωπού αρακά εκ του οποίου παρεσκευάσθησαν αι κονσέρβαι αύται (Μετά την σελ. 238,372) Σελ. 238,373 Τεύχος 686 - Σελ. 23 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.60 κατατάσσονται εις μίαν των εν παραγράφω 2 του παρόντος άρθρου αναφερομένων κατηγοριών μεγέθους η οποία δέον όπως αναγράφηται επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέττας αυτής. Και εις την περίπτωσιν ταύτην η παρασκευή κονσερβών εξ αναμίξεως αρακά διαφόρων κατηγοριών μεγέθους απαγορεύεται. Η τεχνητή χρώσις του αρακά της ποιοτικής ταύτης κατηγορίας «STANDARD» επιτρέπεται υπό τας προϋποθέσεις της παρ. 1 περιπτ. α υποπερίπτωσ. ββ του παρόντος άρθρου. Άρθρον 18. Κονσέρβαι λοιπών οπωροκηπευτικών Προς κατάταξιν μίας κονσέρβας ετέρου είδους οπωροκηπευτικών μη κατονομαζομένου ρητώς εν τω παρόντι εις μίαν των υπό στοιχεία α και β της παρ. 1 του άρθρου 3 του παρόντος αναφερομένων ποιοτικών κατηγοριών, δέον όπως πληρούνται αι κατωτέρω προδιαγραφαί: Α΄.Ποιότης «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» (EXTRA ή FANCY). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται κονσέρβαι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι ολόκληροι καρποί ή τεμάχια αυτών δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφοι ως προς το μέγεθος ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. β)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι ολόκληροι καρποί ή τεμάχια αυτών δέον όπως είναι πρακτικώς ομοιόμορφοι ως προς το χρώμα, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 90% τούτων δέον όπως είναι του αυτού χρώματος. γ)Ακεραιότης καρπών. Εάν οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί είναι ολόκληροι δέον όπως ούτοι διατηρούν την ακεραιότητά των τουλάχιστον κατά ποσοστόν 90%. δ)Ελαττώματα. Ως ελαττώματα θεωρούνται αι εμφανείς εντομολογικαί ή μυκητολογικαί προσβολαί εις το εξωτερικόν ή το εσωτερικόν αυτών, αι εξελκώσεις, τα εγκαύματα, οι τοπικοί αποχρωματισμοί, η ρήξις του φλοιού, η παρουσία τεμαχίων φλοιών επί των καρπών εάν ούτοι είναι αποφλοιωμένοι και οι διερρηγμένοι ή συντεθλιμμένοι καρποί. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι απηλλαγμένοι των ως άνω ελαττωμάτων κατά ποσοστόν τουλάχιστον 90%. Σελ. 238,374 Τεύχος 686 - Σελ. 24 2.Υγρά φάσις. Προκειμένου περί κονσερβών οπωρών, το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 18° BRIX εις 20°C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημερών από της κονσερβοποιήσεως. Β΄.Ποιότης «ΕΚΛΕΚΤΗ» (CHOICE). Εις την ποιότητα ταύτην κατατάσσονται κονσέρβαι πληρούσαι τας κάτωθι προδιαγραφάς: 1.Στερεά φάσις. α)Ομοιομορφία μεγέθους. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι ολόκληροι καρποί ή τεμάχια αυτών δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφοι ως προς το μέγεθος, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων δέον όπως είναι του αυτού μεγέθους. β)Ομοιομορφία χρώματος. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι ολόκληροι καρποί ή τεμάχια αυτών δέον όπως είναι ικανοποιητικώς ομοιόμορφοι ως προς το χρώμα, ήτοι ποσοστόν τουλάχιστον 80% τούτων πρέπει να είναι του αυτού χρώματος. γ)Ακεραιότης καρπών. Εάν οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί είναι ολόκληροι δέον όπως ούτοι διατηρούν την ακεραιότητα αυτών κατά ποσοστόν τουλάχιστον 80%. δ)Ελαττώματα. Οι εν εκάστη μονάδι συσκευασίας περιεχόμενοι καρποί δέον όπως είναι απηλλαγμένοι των εν περίπτ. δ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου οριζομένων ελαττωμάτων της εξαιρέτου ποιότητος κατά ποσοστόν τουλάχιστον 80%. 2.Υγρά φάσις. Προκειμένου περί κονσερβών οπωρών το σιρόπιον του κυτίου δέον όπως έχη πυκνότητα ανωτέραν των 14° BRIX εις 20°C, μετρουμένην μετά πάροδον τριάκοντα (30) ημέρων από της κονσερβοποιήσεως. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄. Τελικαί διατάξεις. Άρθρον 19. Ποινικαί διατάξεις. Οι παραβάται του παρόντος τιμωρούνται κατά τας σχετικάς διατάξεις του Ν.Δ. 3999/1959. Εις τον Υπουργόν Εμπορίου, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν του παρόντος, εις δε τον Υπουργόν Γεωργίας την εκτέλεσιν αυτού. 11.Ε.δ.60 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων άρθρ. 1 Π.Δ. 557/31 Ιουλ. - 23 Αυγ. 1982 (ΦΕΚ Α΄ 98), Διόρθ. Σφάλμ στο ΦΕΚ Α΄ 115/20 Σεπτ. 1982. Οι διατάξεις του ανωτέρω δ/τος εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρ. 5 αυτού, για τις εξαγόμενες κονσέρβες οπωροκηπευτικών που παράγονται από 1 Ιαν. 1983. Ποιοτικαί κατηγορίαι κονσερβών Άρθρ.3.-«1 Οι κονσέρβες οπωροκηπευτικών που προορίζονται για εξαγωγή, κατατάσσονται σύμφωνα με τις προδιαγραφές που ορίζονται για κάθε κονσερβοποιημένο είδος από τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β΄, εκτός αν διαφορετικά ορίζονται από αυτές, στις εξής ποιοτικές κατηγορίες: α)Εξαιρετική (EXTRA ή FANCY) β)Εκλεκτή (CHOICE) (Αντί για τη σελ. 238,363) Σελ. 238,363(α) Τεύχος ΣΤ91 - Σελ. 17 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.58-60 γ)Τρέχουσα (STANDARD). Στην τελευταία αυτή κατηγορία κατατάσσονται οι κονσέρβες που δεν πληρούν τις προδιαγραφές των ποιοτικών κατηγοριών «εξαιρετική» ή «εκλεκτή», πληρούν όμως τις προδιαγραές του Π.Δ. 165/1974» Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 2 Π.Δ. 557/31 Ιουλ.-23 Αυγ. 1982 (ΦΕΚ Α΄ 98), Διόρθ. Σφάλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 115/20 Σεπτ. 1982. Οι διατάξεις του ανωτέρω δ/τος σύμφωνα με το άρθρ. 5 αυτού εφαρμόζονται για τις εξαγόμενες κονσέρβες οπωροκηπευτικών που παράγονται από την 1 Ιαν. 1983. 2.Εάν κατά τον υπολογισμόν των εκατοστιαίων αναλογιών των αναφερομένων εις τας προδιαγραφάς του παρόντος Δ/τος προκύπτει κλάσμα καρπού τούτο λογίζεται ως ολόκληρος καρπός. 3.Αι εν τω παρόντι Δ/τι καθοριζόμεναι προδιαγραφαί αι αναφερόμεναι εις την μονάδα συσκευασίας μικτού βάρους ενός (1) χιλιογράμμου εφαρμόζονται αναλογικώς και δια μονάδας συσκευασίας διαφορετικού μικτού βάρους. Άρθρον 4. Υποχρεωτική σήμανσις. 1.Ανεξαρτήτως της διενεργείας ή μη του, εν άρθρω 2 του παρόντος, ποιοτικού ελέγχου, αι μονάδες και τα μέσα συσκευασίας των κονσερβών και χυμών οπωροκηπευτικών των προοριζομένων δι’ εξαγωγήν, σημαίνονται υποχρεωτικώς δια της αναγραφής επ’ αυτών της ενδείξεως της χώρας προελεύσεως (Greece). 2.Πλέον της εν τη προηγουμένη παραγράφω σημάνσεως αι κάτωθι σημάνσεις είναι υποχρεωτικαί: α)Δια τας διαιτητικάς κονσέρβας οπωρών, ων το υγρόν πληρώσεως περιέχει αντί σακχάρεως και ετέρων θρεπτικών ουσιών (γλυκόζης, σιροπίου κλπ.), ετέρας συνθετικάς γλυκαντικάς ουσίας άνευ θρεπτικής αξίας, η αναγραφή επί της μονάδος συσκευασίας ή επί της ετικέτας αυτής, της λέξεως «Dietetic» ως π.χ. Canned Dietetic Peaches». β)Δια κονσέρβας και χυμούς οπωροκηπευτικών εντός δοχείων χωρητικότητος 5 χιλιογράμμων και άνω, προοριζομένους αποκλειστικώς προς περαιτέρω βιομηχανικήν επεξεργασίαν ή προς ανασυσκευασίαν, η αναγραφή επί των μονάδων συσκευασίας του είδους του περιεχομένου προϊόντος και της ενδείξεως «FOR FURTHER PROCESSING» ή άλλης αντιστοίχου φράσεως ετέρας γλώσσης, επιτρεπομένης εν τη περιπτώσει ταύτη της μη αναγραφής όλων των εν παρ. 1 του άρθρου 37 του Π.Δ. 165/1974 σημάνσεων. Ο προορισμός των ανωτέρω προϊόντων βεβαιούται επί υπευθύνου δηλώσεως του Ν. 105/1969 «περί ατομικής ευθύνης του δηλούντος ή βεβαιούντος» υποβαλλομένης υπό του εξαγωγέως εις την αρμοδίαν Δ/νσιν Γεωργίας και αποδεικνύεται εκ των συναφθέντων μεταξύ αυτού και του εισαγωγέως επισήμων συμφωνητικών (κοντράτων). γ)Δια τας κονσέρβας νωπών σύκων, η αναγραφή επί των μονάδων συσκευασίας ή επί των ετικετών αυτών του ονόματος της ποικιλίας π.χ. CALAMATA VARIETY ή KIMIS VARIETY ή KADOTA VARIETY κ.λπ. Σελ. 238,364(α) Τεύχος ΣΤ91 - Σελ. 18 3.Ειδικώτερον, προκειμένου περί εξαγωγής κονσερβών οπωρών προ της παρελεύσεως τριάκοντα (30) ημερών από της κονσεβοποιήσεώς των, ως πυκνότης σιροπίου (BRIX) λαμβάνεται η τοιαύτη του ομογενοποιουμένου περιεχομένου του κυτίου (υγράς συν στερεάς φάσεως) και αύτη σημαίνεται υποχρεωτικώς επί των μονάδων συσκευασίας, ή επί των ετικετών αυτών. Σήμανσις κονσερβών δι’ ενδείξεων ποιοτικής κατηγορίας. Άρθρ.5.-«1.Οι εξαγόμενες κονσέρβες οπωροκηπευτικών πρέπει υποχρεωτικά να φέρουν την ένδειξη της ποιοτικής διαβάθμισής τους η οποία πιστοποιείται ύστερα από τη διενέργεια του ποιοτικού ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρ. 2 και τη διαπίστωση ότι ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές που απαιτούνται για κάθε ποιοτική κατηγορία του άρθρ. 3. Απαγορεύεται η αναγραφή στις κονσέρβες κάθε άλλης λέξεως ή αριθμού που δηλώνουν την ποιοτική διαβάθμισή τους». Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρ. 3 Π.Δ. 557/31 Ιουλ.-23 Αυγ. 1982 (ΦΕΚ Α΄ 98), Διόρθ. Σφάλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 115/20 Σεπτ. 1982. Οι διατάξεις του ανωτέρω Δ/τος, σύμφωνα με το άρθρ. 5 αυτού, εφαρμόζονται για τις εξαγόμενες κονσέρβες οπωροκηπευτικών που παράγονται από 1 Ιαν. 1983. 2.Εάν εις την χώραν προορισμού ισχύουν διαφορετικαί των δια του παρόντος καθοριζομένων διατάξεις περί ποιοτικής διαβαθμίσεως των κονσερβών οπωροκηπευτικών, λαμβάνονται υπ’ όψιν αι διατάξεις της χώρας προορισμού τόσον δια την σήμανσιν όσον και δια τον ποιοτικόν έλεγχον και την χορήγησιν πιστοποιητικού ποιότητος. Εάν αι ισχύουσαι εις τινα χώραν προορισμού διατάξεις δεν είναι γνωσταί εις τα αρμόδια όργανα ελέγχου, η διαπίστωσις υπάρξεως τούτων γίνεται τη προσκομίσει, μερίμνη του εξαγωγέως, πιστοποιητικού επισήμου αρμοδίας αρχής της χώρας προορισμού. (Εις την περίπτωσιν ταύτην δεν προηγείται της ενδείξεως της ποιοτικής κατηγορίας η λέξις «GREEK» Το άνω τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 καταργήθηκε από την παρ. 2 άρθρ. 3 Π.Δ. 557/31 Ιουλ.-23 Αυγ. 1982 (ΦΕΚ Α΄ 98), Διόρθ. Σφάλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 115/20 Σεπτ. 1982. Οι διατάξεις του ανωτέρω Δ/τος σύμφωνα με το άρθρ. 5 αυτού εφαρμόζονται για τις εξαγόμενες κονσέρβες οπωροκηπευτικών που παράγονται από 1 Ιαν. 1983. Πιστοποιητικό ποιότητος Άρθρ.6.-«Για την εξαγωγή κονσερβών οπωροκηπευτικών, τα αρμόδια τεχνικά όργανα του Υπουργείου Γεωργίας προβαίνουν σε ποιοτικό έλεγχο αυτών και εφόσον διαπιστώσουν ότι οι κονσέρβες πληρούν τις προδιαγραφές που ορίζονται από το Δ/γμα αυτό και το Π.Δ. 165/1974 χορηγούν, αντί του πιστοποιητικού ελέγχου που προβλέπεται από το άρθρ. 42 του Π.Δ. 165/1974, πιστοποιητικό ποιότητος». Το άρθρ. 6 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 4 Π.Δ. 557/31 Ιουλ.-23 Αυγ. 1982 (ΦΕΚ Α΄ 98), Διόρθ. Σφάλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 115/20 Σεπτ. 1982. Οι διατάξεις του ανωτέρω Δ/τος εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρ. 5 αυτού, για τις εξαγόμενες κονσέρβες οπωροκηπευτικών που παράγονται από 1 Ιαν. 1983. 11.Ε.δ.60 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄. Ειδικαί διατάξεις. Προδιαγραφαί ποιοτήτων κονσερβών.
84
36. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 2097 της 30 Νοεμ./2 Δεκ. 1992 (ΦΕΚ Α΄ 188) Κύρωση Συμφωνίας Τουριστικής Συνεργασίας μεταξύ του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.) και της Αρχής για τον Τουρισμό της Ταϋλάνδης. (Αντί για τη σελ. 116,835(β) Σελ. 116,835(γ) Τεύχος 1285 - Σελ. 13 Τουριστικές συμβάσεις 18.Β.ξα.26-36 418
147
22. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. ΔΙα/24079 της 23/24 Ιουν. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 443) Συγχώνευση κοινών Υπηρεσιακών και κοινών Υπηρεσιακών Πειθαρχικών Συμβουλίων ομάδας Ασφαλιστικών Ταμείων που θα λειτουργεί στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων. Με την ΔΙγ/8983/12-21 Δεκ. 1983 (ΦΕΚ Β΄ 739) απόφ. Υπ. Πρ. Κυβ. και Κοιν. Ασφαλ., ορίστηκε ότι το πρώτο Κοινό Υπηρεσιακό Συμβούλιο που λειτουργεί στο Τ.Π.Δ.Υ., κρίνει και τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την ισχύ του Ν.Δ. 1/68 μέχρι και τη δημοσίευση του Νόμ. 590/1977 για το Τ.Α.Κ.Ε.
93
19. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 11054/420/76 της 11/20 Νοεμ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1390) Περί στολής προσθέτων Λιμενοφυλάκων. Έχοντες υπ’ όψει την παρ. 3 του άρθρ. 4 του Νόμ. 385/1976 (ΦΕΚ 183 Α΄/20.7.76), περί προσθέτων Λιμενοφυλάκων, αποφασίζομεν: 1.Ο τύπος της στολής των προσθέτων Λιμενοφυλάκων είναι ο αυτός προς τον των μονίμων άνευ όμως διακριτικών βαθμού. 2.α.Επί αμφοτέρων των περιχειρίδων κάτωθι ακριβώς του κεντρικού σημείου ραφής αυτών μετά του ιματίου τόσον της θερινής όσον και της χειμερινής στολής φέρονται τα γραμματικά στοιχεία Π.Λ. και εν συνεχεία αυτών ο αριθμός ταυτότητος του προσθέτου. β.Επί της στολής εκστρατείας (BATTLE-DRESS) και του θερινού υποκαμίσου τα ως άνω στοιχεία φέρονται επί της επωμίδος και άνωθεν ακριβώς της ραφής αυτής μετά της περιχειρίδος. 3.Ο αριθμός ταυτότητος λαμβάνεται εκ του βιβλίου δυνάμεως προσθέτων Λιμενοφυλάκων όπερ τηρείται παρά τη Διευθύνσει Διοικητικού του Α/ΛΣ και εις ο καταχωρούνται κατά χρονολογικήν σειράν διορισμού άπαντες οι πρόσθετοι. 4.Τα φερόμενα στοιχεία (γραμματικά και αριθμητικά) διαστάσεων ύψους 0,013 μ. και Σελ. 130(δ) Τεύχος Ι-62 Σελ. 72 πλάτους 0,002 μ. είναι χαλκόχρωα και εξ ανοξειδώτου μετάλλου συνδεόμενα εν ενιαίω συμπλέγματι εντός πλαισίου σχήματος ορθογωνίου παραλληλογράμμου μήκους 0,66 μ. και ύψους 0,02 μ.
158
Άρθρον 1950 Ωφελήματα, βάρη, κίνδυνος Τα προ της αγοραπωλησίας εξαχθέντα ωφελήματα εκ της κληρονομίας ανήκουσιν εις τον πωλητήν, όστις φέρει και τα αναλογούντα εις τον χρόνον τούτον βάρη, εν οις και τους τόκους των υποχρεώσεων της κληρονομίας.
381
188. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 65 της 16/27 Φεβρ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 25) Σύσταση Άμισθου Προξενείου στη Σούβα του Φίτζι.
180
10. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ 2182 της 11/15 Ιαν. 1940 Περί αντικαταστάσεως του δευτέρου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρ. 40 του Α.Ν. 434/1937 κλπ.
206
20. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ 1289 της 17 Μαρτ./2 Μαΐου 1942 Περί εγέρσεως κατά του Δημοσίου των αγωγών του προσωπικού των απολογιστικώς δια λογαριασμόν του Δημοσίου εκτελουμένων έργων. Άρθρον 1 Πάσα αγωγή πάσης φύσεως υπαλλήλου, επιστάτου, τεχνίτου ή εργάτου εκ των εργαζομένων εις απολογιστικώς δια λογαριασμόν του Δημοσίου εκτελούμενα έργα και αμοιβομένων εις βάρος της "αξίας των έργων" στηριζομένη εις την σύμβασιν εργασίας είτε οιανδήποτε σχέσιν έχουσα προς αυτήν, εγείρεται ή συνεχίζεται από της ισχύος του παρόντος νόμου κατά του Δημοσίου, εάν ο ενάγων έχη προσληφθή απ' ευθείας υπό των Κρατικών Υπηρεσιών ή του αναδόχου, ουχί δε και αν ούτος προσελήφθη υπό υπεργολάβου. Άρθρον 2 Δια την συνέχισιν εκκρεμών δικών, ήτις γενήσεται από του σημείου, εις ο αύται, ευρίσκονται, απαιτείται επί ποινή απαραδέκτου της συζητήσεως εξ επαγγέλματος ερευνομένου η κοινοποίησις προς το Δημόσιον πλην της κλήσεως και πάντων των κατά την δίκην κοινοποιηθέντων παρ' οιουδήποτε των διαδίκων δικογράφων και πασών των επί της υποθέσεως εκδοθεισών αποφάσεων, των τυχόν μη προηγουμένως κοινοποιηθέντων εις το Δημόσιον. Άρθρον 3 Το Δημόσιον δύναται πάντοτε κατά πάσαν στάσιν της δίκης να προσεπικαλέση εις τας δίκας ταύτας τον Ανάδοχον υποχρεούμενον εις παρέμβασιν και υποστήριξιν του Δημοσίου, δια παντός εις την διάθεσίν του νομίμου μέσου και εν γένει παντός τοιούτου όπερ ηδύνατο να ώφειλε να έχη και δύναται και οφείλει να έχη κατά την συζήτησιν της υποθέσεως. Άρθρον 4 Δικαίωμα αναγωγής του Δημοσίου, κατά του Αναδόχου δια πάσαν εκ της εγέρσεως τοιαύτης αγωγής ζημίας του υφίσταται αν η ζημία του Δημοσίου επήλθε λόγω παραβάσεως υπό του Αναδόχου οιωνδήποτε Νόμων ή πάσης φύσεως Κανονισμών, διεπόντων το περί ου ο λόγος προσωπικόν, ή των μετά του Δημοσίου συνομολογηθεισών παρ’ αυτού συμβάσεων ή πάσης εν γένει νομίμου υποχρεώσεώς του, λόγω παραβάσεως εκ μέρους του Αναδόχου της κατά το προηγούμενον άρθρον 3 υποχρεώσεώς του και εν γένει της μη προσκομιδής παντός νομίμου μέσου όπερ ώφειλε και ηδύνατο να έχη πριν και κατά την συζήτησιν της σχετικής υποθέσεως και εις πάσαν άλλην περίπτωσιν, καθ’ ην κατά την μετά του Δημοσίου σύμβασιν ο Ανάδοχος ανέλαβε την ευθύνην της σχετικής δαπάνης. Άρθρον 5 Η λύσις των μεταξύ Δημοσίου και Αναδόχου διαφορών των αφορωσών την ύπαρξιν του κατά το προηγούμενον άρθρον δικαιώματος αναγωγής ανήκει εις το τυχόν υπό της μετά του Δημοσίου συμβάσεως του Αναδόχου προβλεπόμενον διαιτητικόν Δικαστήριον, ή άλλως εν εναντία περιπτώσει εις τα τακτικά δικαστήρια. Άρθρον 6 Η ισχύς του παρόντος άρχεται ένα μήνα μετά την δημοσίευσίν του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
380
35. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 2/17 Φεβρ.1955 (ΦΕΚ Α΄ 37) Περί εκτελέσεως των οικονομικών διατάξεων του περί Αγροφυλακής υπ’ αριθ. 3030/1954 Ν.Δ/τος. Έχοντες υπ’ όψιν τα άρθρ. 82-95 του υπ’ αριθ. 3030/1954 Ν.Δ/τος «περί Αγροφυλακής» και την υπ’ αριθ. 34/1955 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων επί των Οικονομικών και Εσωτερικών Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: ΤΜΗΜΑ Ι Διοίκησις, λειτουργία και διαχείρισις των εσόδων και εξόδων του λογαριασμού Αγροφυλακής ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ Προϋπολογισμός και απολογισμός γενικαί ως προς την διαχείρισιν διατάξεις. Προϋπολογισμός–απολογισμός Άρθρ.1.-1.Ο προϋπολογισμός των εσόδων και εξόδων του δια του άρθρ. 82 του Ν.Δ. 3030/1954 «περί Αγροφυλακής» συσταθέντος λογαριασμού, και ο απολογισμός αυτού, αποτελούσι παράρτημα του προϋπολογισμού και απολογισμού του Κράτους του αντιστοίχου οικονομικού έτους, κατά το άρθρ. 95 του ρηθέντος Ν.Δ/τος, καταρτίζονται δε επιμελεία της παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών Διευθύνσεως Αγροφυλακής εντός των τασσομένων προθεσμιών και διαβιβάζονται εις το Υπουργείον Οικονομικών δια της παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών υπηρεσίας εγκρίσεως δαπανών, δια τα περαιτέρω. 2.Α΄)Τα έσοδα και τα έξοδα του προϋπολογισμού και του απολογισμού κατατάσσονται εις τας κάτωθι κατηγορίας: Ι.Έσοδα α)Έσοδα εκ φορολογίας. β)Διάφορα έσοδα. ΙΙ.΄Εξοδα α)Αποδοχαί οργάνων Αγροφυλακής β)Λοιπαί δαπάναι. Β΄)Δια την ειδικωτέραν λογιστικήν ταξινόμησιν των εσόδων και εξόδων του προϋπολογισμού και του απολογισμού δύναται να ενεργήται λογιστικώς η κατανομή αυτών κατά κεφάλαια και άρθρα, μη απαιτουμένης πάντως της τηρήσεως ιδιαιτέρων λογαριασμών προς παρακολούθησιν των διακρίσεων τούτων παρά τω διαχειριζομένω τον λογαριασμόν Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων. Λοιπαί τον πρϋπολογισμόν αφορώσαι διατάξεις άρθρ.7 παρ. 3-4 οριζομένων. 4.Ο έλεγχος των εκδιδομένων υπό των διοικητών αγροφυλακής καταστάσεων πληρωμής ενεργείται υπό των επιθεωρητών αγροφυλακής, οίτινες καθίστανται συνυπεύθυνοι δια πάσαν εκ παραλείψεως ή αμελείας των ανωμαλίαν. 5.Αι επί των καταστάσεων τούτων σημειούμεναι κρατήσεις υπέρ τρίτων αποδίδονται κατά το άρθρ. 6 παρ. 3 του παρόντος. β΄Δαπάναι βάσει χρημ. Ενταλμάτων Άρθρ.9.-1.Η εκκαθάρισις των κατά το άρθρ. 5 παρ. 3 δαπανών εις βάρος του λογαριασμού αγροφυλακής ενεργείται δια του τμήματος οικονομικού της εν τω Υπουργείω των Εσωτερικών Διευθύνσεως αγροφυλακής και εντέλλεται η πληρωμή αυτών δια χρηματικών ενταλμάτων εις βάρος των οικείων κεφαλαίων και άρθρων του προϋπολογισμού των εξόδων. 2.Η σχετική της εκκαθαρίσεως πράξις υπογράφεται υπό του διευθυντού, του τμηματάρχου και του καταρτίζοντος αυτήν υπαλλήλου, συνευθυνομένων δια τε την νομιμότητα και σκοπιμότητα της δαπάνης. 3.α)Αι δαπάναι εγκρίνονται και τα χρηματικά εντάλματα εκδίδονται υπό του Υπουργού των Εσωτερικών ή ειδική αυτού εντολή υπό του γενικού γραμματέως του Υπουργείου τούτου, ή του διευθυντού της παρ’ αυτώ διευθύνσεως αγροφυλακής. Τα χρηματικά εντάλματα υπογράφονται υπό τε του εκδίδοντος ταύτα διατάκτου και των εν τη παρ. 2 αναφερομένων υπαλλήλων. β)Εις ας περιπτώσεις τα εντάλματα εκδίδονται υπό του διευθυντού, προσυπογράφονται ταύτα υπό του προϊσταμένου του οικον. τμήματος και του καταρτίζοντος αυτά υπαλλήλου. 4.Τα χρηματικά εντάλματα υπόκεινται εις τον προληπτικόν έλεγχον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθ’ οίας διατάξεις και τα εντάλματα τα εκδιδόμενα εις βάρος του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου των Εσωτερικών. 5.Η πληρωμή των εκδιδομένων χρηματικών ενταλμάτων ενεργείται παρά της υπηρεσίας παρακαταθηκών της αναγραφομένης εν τω εντάλματι. 6.Αι επί των χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής αναγραφόμεναι κρατήσεις υπέρ τρίτων αποδίδονται δια καταθέσεως των σχετικών ποσών υπέρ των δικαιούχων επιμελεία της οικείας υπηρεσίας παρακαταθηκών. Λοιπαί τας δαπάνας αφορώσαι διατάξεις Άρθρ.10.-1.Τα εκδιδόμενα χρηματικά εντάλματα και αι καταστάσεις πληρωμής, επέχουσαι θέσιν χρηματικού εντάλματος, αποστέλλονται δια συνοπτικής καταστάσεως εις τας αρμοδίας κατά τα άθρ. 6-9 υπηρεσίας παρακαταθηκών, αίτινες επιμελούνται δια την πληρωμήν των, εις βάρος του παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων λογαριασμού αγροφυλακής. 2.Τα χρηματικά εντάλματα και αι καταστάσεις πληρωμής εξοφλούνται παρά του πράκτορος ή διαχειριστού της Τραπέζης της Ελλάδος εν τω Δημοσίω Ταμείω, όστις ενεργεί την πληρωμήν εις τους δικαιούχους, χρεώσει του παρ’ αυτώ λογαριασμού της υπηρεσίας παρακαταθηκών. 3.Εις α δημόσια ταμεία δεν εδρεύει πράκτωρ ή διαχειριστής της Τραπέζης της Ελλάδος και εις το Κεντρικόν και τα Υποκαταστήματα του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων,η εξόφλησις ενεργείται υπό του αρμοδίου ταμίου της υπηρεσίας παρακαταθηκών. 4.Δια τα εξοφλούμενα χρηματικά εντάλματα ή καταστάσεις πληρωμής, μετά το πέρας της συναλλαγής εκάστης ημέρας, εκδίδεται ένταλμα της υπηρεσίας παρακαταθηκών, με απαραίτητον δικαιολογητικόν συγκεντρωτικήν κατάστασιν, περιλαμβάνουσαν κατά τίτλον πληρωμής τα πληρωθέντα ποσά και παν αναγκαίον στοιχείον και υπογραφομένην υπό του Διευθυντού Ταμείου ως προϊσταμένου της υπηρεσίας παρακαταθηκών. 5.Τα εξωφλημένα χρηματικά εντάλματα ή καταστάσεις και τα σχετικά δικαιολογητικά της εξοφλήσεώς των υποβάλλονται κατά μήνα, μετά της εν τω άρθρ. 13 παρ. 2 λογιστικής καταστάσεως, εις τον παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων εδρεύοντα ελεγκτήν του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δια τον έλεγχον κατά τα κεκανονισμένα. 6.Τα τυχόν παραμένοντα ανεξόφλητα χρηματικά εντάλματα ή καταστάσεις μετά την λήξιν του οικονομικού έτους όπερ αφορούν, επιστρέφονται εις την εκδούσαν ταύτα αρχήν προς ακύρωσιν. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄ Έσοδα του λογαριασμού Αγροφυλακής Βεβαίωσις εσόδων εν τοις Ταμείοις Άρθρ.11.-1.Οι χρηματικοί κατάλογοι και άλλοι τίτλοι εισπρακτέων εσόδων του λογαριασμού αγροφυλακής παραδίδονται υπό της αρμοδίας δια την βεβαίωσιν αρχής εις την οικείαν κατά το άρθρ. 4 παρ. 2 υπηρεσίαν παρακαταθηκών, ήτις μετά τον έλεγχον της ακριβείας των προς βεβαίωσιν ποσών εκδίδει τα προσήκοντα αποδεικτικά παραλαβής εισπρακτέων εσόδων. 2.Η υπηρεσία παρακαταθηκών παραδίδει ακολούθως τους χρηματικούς καταλόγους ή άλλους χρηματικούς τίτλους εις το δημόσιον ταμείον, όπερ προβαίνει εις την συνολικήν βεβαίωσιν των εν αυτοίς εσόδων υπό τον λογαριασμόν «τρεχούμενος λογαριασμός ταμείου παρακαταθηκών και δανείων – λογαριασμός αγροφυλακής» και επιμελείται ακολούθως της εισπράξεως κατά το άρθρ. 12. Οι χρηματικοί κατάλογοι και χρηματικοί τίτλοι των εισπρακτέων εσόδων τηρούνται εις το δημόσιον τα μείον (Μετά την σελ. 74,42) Σελ. 74,43 Κώδικας Αγροτικής Ασφάλειας 17.Α.α.35 όπερ παραδίδει εις την υπηρεσίαν παρακαταθηκών το εκδιδόμενον αποδεικτικόν βεβαιώσεως. 3.Προκειμένου περί εισπράξεως εσόδων άνευ προηγουμένης βεβαιώσεως, η βεβαίωσις ενεργείται υπό του δημοσίου ταμείου οίκοθεν, παραλλήλως δε και υπό της υπηρεσίας παρακαταθηκών κατά την απόδοσιν εις αυτήν των οίκοθεν εισπραχθέντων. 4.Εις τας περιφερείας του κεντρικού καταστήματος και των υποκαταστημάτων του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων τα αρμόδια δια την βεβαίωσιν και την είσπραξιν δημόσια ταμεία ορίζονται υπό του Υπουργού των Οικονομικών. 5.Τα εις το τέλος εκάστου οικον. έτους απομένοντα ανείσπρακτα έσοδα, διαγραφόμενα λογιστικώς, επαναβεβαιούνται συνολικώς εις τον προϋπολογισμόν του νέου οικον. έτους. Είσπραξις και απόδοσις εσόδων Άρθρ.12.-1.Η είσπραξις των βεβαιουμένων εσόδων του λογαριασμού αγροφυλακής ενεργείται υπό των δημοσίων ταμείων κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις περί ειπράξεως των δημοσίων εσόδων και κατά την αυτήν διαδικασίαν. 2.Τα έσοδα αγροφυλακής εισπράττονται υπό των αρμοδίων οργάνων τη εκδόσει διπλοτύπων εισπράξεων και βάσει αντιγράφων χρηματικών καταλόγων προσηκόντως κεκυρωμένων. 3.Αι υπέρ του λογαριασμού αγροφυλακής πραγματοποιούμεναι εισπράξεις εισάγονται κατά τα κεκανονισμένα εις την δημόσιαν διαχείρισιν υπό τον λογαριασμόν «τρεχούμενος λογαριασμός ταμείου παρακαταθηκών και δανείων λογαριασμός αγροφυλακής». 4.Αι πραγματοποιούμεναι εισπράξεις αποδίδονται εντός του αυτού μηνός εις την υπηρεσίαν του ταμείου παρακαταθηκών παρ’ ω ο λογαριασμός Αγροφυλακής, έναντι εκδόσεως υπό ταύτης ιδίου γραμματίου εισπράξεως, επί τη βάσει του οποίου εξοφλούνται τα εν τη δημοσία διαχειρίσει εκδιδόμενα γραμμάτια εισπράξεως του λογαριασμού αγροφυλακής. 5.Εντός του αυτού μηνός, καθ’ ον συνετελέσθη η είσπραξις κατά την παρ. 3, ενεργείται και η πίστωσις εις τους χρηματικούς καταλόγους των καταβαλόντων οφειλετών και η λοιπή λογιστική τακτοποίησις των ενεργηθεισών εισπράξεων. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄ Λοιπαί την διοίκησιν και διαχείρισιν του λογαριασμού αφορώσαι διατάξεις Λογιστικά βιβλία – στοιχεία λογοδοσίας Άρθρ.13.-1.Δια την λογιστικήν απεικόνισιν και παρακολούθησιν της διαχειρίσεως του λογαριασμού αγροφυλακής παρά τω ταμείω παρακαταθηκών και δανείων τηρούνται παρ’ αυτώ τα απαραίτητα λογιστικά βιβλία, κατά τα ειδικώτερον δι’ αποφάσεως της διοικήσεως του ταμείου ορισθησόμενα. Σελ. 74,44 2.Εκάστη υπηρεσία παρακαταθηκών συντάσσει κατά μήνα κατάστασιν εις τετραπλούν της παρ’ αυτή κινήσεως των εσόδων και εξόδων του λογαριασμού αγροφυλακής, της οποίας το πρώτον αντίτυπον υποβάλλει εις το Υπουργείον Εσωτερικών (διεύθυνσιν αγροφυλακής), το δεύτερον εις την γενικήν διεύθυνσιν του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων, το τρίτον εις τον παρά τω ταμείω τούτω ελεγκτήν του Ελεγκτικού Συνεδρίου ομού μεθ’ όλων των δικαιολογητικών βεβαιώσεως και εισπράξεως εσόδων και πληρωμής εξόδων του λογαριασμού αγροφυλακής και το τέταρτον παραμένει παρ’ αυτώ ως στέλεχος. 3.Παρά τη εν τω Υπουργείω Εσωτερικών διευθύνσει αγροφυλακής τηρούνται τα δια την παρακολούθησιν των εσόδων και εξόδων του λογαριασμού απαραίτητα λογιστικά βιβλία ως ειδικώτερον θέλει ορισθή δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών. Δι ομοίας αποφάσεως ορισθήσονται τα εις την διεύθυνσιν ταύτην υποβλητέα υπό των κατά τόπους υπηρεσιών αγροφυλακής στοιχεία της κατά κεφάλαιον και άρθρον κινήσεως των εξόδων. 4.Ο ετήσιος απολογισμός του λογαριασμού αγροφυλακής καταρτίζεται επί τη βάσει των παρά τη διευθύνσει αγροφυλακής κατά τας παρ. 2 και 3 του παρόντος άρθρου συγκεντρουμένων στοιχείων. 5.Καθ’ έκαστον μήνα συντάσσεται και υποβάλλεται εις τα Υπουργεία Οικονομικών και Εσωτερικών παρά του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων ισολογιστική κατάστασις εισπράξεων – πληρωμών και υπολοίπου του αμέσως προηγουμένου μηνός του παρ’ αυτώ λογαριασμού αγροφυλακής. Καθήκοντα και ευθύναι ταμειακών υπολόγων Άρθρ.14.-1.Οι διευθυνταί των δημοσίων ταμείων, ως εκπρόσωποι του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων και οι παρ’ αυτοίς διαχειρισταί ή ελεγκταί του γραφείου παρακαταθηκών ευθύνονται δια την καλήν λειτουργίαν της ταμειακής υπηρεσίας του λογαριασμού αγροφυλακής. Ούτοι λογοδοτούσι δια την διαχείρισιν του λογαριασμού αγροφυλακής κατά τας περί λογοδοσίας των υπολόγων του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων διατάξεις, ευθυνόμενοι κατά τας διεπούσας το ταμείον τούτο διατάξεις και κατά τον κανονισμόν της εσωτερικής υπηρεσίας των δημοσίων ταμείων. 2.Οι διευθυνταί των δημοσίων ταμείων, ως τοιούτοι, ευθύνονται ωσαύτως δια την έγκαιρον είσπραξιν των εις το ταμείον των βεβαιουμένων εσόδων αγροφυλακής ως και δια τα δημόσια έσοδα. 3.Οι επιθεωρηταί δημοσίων υπολόγων και οι επιθεωρηταί του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων υποχρεούνται να προβαίνωσιν εις τον έλεγχον της διεξαγομένης ταμειακής υπηρεσίας του λογαριασμού αγροφυλακής και να ποιώνται ιδιαιτέραν μνείαν εις τας εκθέσεις αυτών. 17.Α.α.35 Κώδικας Αγροτικής Ασφάλειας ΤΜΗΜΑ ΙΙ Βεβαίωσις και είσπραξις της υπέρ του λογαριασμού αγροφυλακής εισφοράς κατά στρέμμα ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ Βεβαίωσις Άρθρ.15.-1.Η βεβαίωσις της εν τω άρθρ. 84 του εκτελουμένου Ν.Δ/τος εισφοράς κατά στρέμμα ενεργείται κατά τα εν τοις επομένοις άρθρ. 16-23 οριζόμενα. 2.Προκειμένου ειδικώς περί των εις το δημόσιον, τους δήμους και τας κοινότητας ανηκόντων αγροτικών κτημάτων, εφαρμόζονται τα εν τω άρθρ.24 του παρόντος οριζόμενα. Δηλώσεις Άρθρ.16.-1.Εντός του μηνός Μαρτίου του έτους 1955, μετά προηγουμένην πρόσκλησιν των Υπουργών των Οικονομικών και Εσωτερικών δημοσιευομένην επί τρεις συνεχείς ημέρας δια τριών τουλάχιστον των εν τη πρωτευούση εκδιδομένων ημερησίων εφημερίδων, έκαστος των κατά το άρθρ. 88 του εκτελουμένου Ν.Δ/τος υποχρέων εις εισφοράν του άρθρ. 84 του αυτού Ν.Δ/τος οφείλει να υποβάλη εις τον δήμαρχον ή τον πρόεδρον της κοινότητος δήλωσιν περί των εν τη περιφερεία του δήμου ή της κοινότητος κειμένων και εις την εισφοράν υποκειμένων αγροτικών κτημάτων. Ο τύπος της δηλώσεως ορισθήσεται υπό των Υπουργών των Οικονομικών και Εσωτερικών. Πάντως η δήλωσις δέον να αναγράφη την έκτασιν εκάστου των εν αυτή αναφερομένων κτημάτων εις στρέμματα και την κατά στρέμμα και κατ’ είδος μέσην ετησίαν παραγωγήν εκάστου τούτων εις οκάδας ή άλλην μονάδα βάρους κατά τα δύο τελευταία έτη. Επί συγκυριότητος αρκεί η υποβολή της δηλώσεως τινός των συγκυρίων δι’ ολόκληρον το κτήμα. 2.Οι κύριοι (ή άλλοι εις εισφοράν υπόχρεοι) κτημάτων κειμένων εις διαφόρους δήμους ή κοινότητας, υποχρεούνται εις υποβολήν ιδίας δι’ έκαστον δήμον ή κοινότητα δηλώσεως. 3.Αι κατά τας παρ. 1-2 συγκεντρούμεναι δηλώσεις παραδίδονται υπό του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητος εις την κατά το επόμενον άρθρον επιτροπήν. Έλεγχος των δηλώσεων Άρθρ.2.-1.Αι πιστώσεις δια τας αποδοχάς των οργάνων και τας λοιπάς υπό των διοικητών αγροφυλακής και των αγρονόμων, κατά το άρθρ. 8, εντελλομένας δαπάνας κατανέμονται εις τας περιφερείας δια γενικής του Υπουργού των Εσωτερικών εντολής. 2.Η διάθεσις των πιστώσεων και η εν γένει παρακολούθησις και ο έλεγχος της εκτελέσεως του προϋπολογισμού ενεργείται δια του οικονομικού τμήματος της εν τω Υπουργείω Εσωτερικών Διευθύνσεων Αγροφυλακής. 3.Αι δια τας δημοσίας δαπάνας διατάξεις περί αναλήψεως και διαθέσεως των πιστώσεων δεν εφαρμόζονται προκειμένου περί των δαπανών του λογαριασμού αγροφυλακής. 4.Τα κατά την λήξιν του οικονομικού έτους εισπρακτέα υπόλοιπα και αι κατά την διάρκειαν αυτού μη πληρωθείσαι δαπάναι αποτελούν έσοδα και έξοδα ιδίων άρθρων του προϋπολογισμού του νέου οικονομικού έτους. Άρθρ.17.-1.Εν εκάστω δήμω ή κοινότητι καθίσταται τριμελής επιτροπή, αποτελουμένη: α)Εκ του δημάρχου ή του προέδρου της κοινότητος ή του υπό τούτου οριζομένου δημοτικού ή κοινοτικού συμβούλου, κατά προτίμησιν εκ των γεωργοκτηματιών. β)Εξ ενός δημοδιδασκάλου ή ετέρου μονίμου δημοσίου υπαλλήλου, εκ των εν τω δήμω ή τη κοινότητι υπηρετούντων, οριζομένων υπό του ειρηνοδίκου. Εν ελλείψει δημοδιδασκάλου ή ετέρου δημοσίου υπαλλήλου, ή εν απουσία, μετέχει της επιτροπής δημοτικός ή κοινοτικός σύμβουλος, οριζόμενος υπό του ειρηνοδίκου. γ)Ενός των εν τη περιφερεία του δήμου ή της κοινότητος γεωργοκτηματιών, οριζομένου υπό του ειρηνοδίκου, 2.Μετά των τακτικών μελών ορίζονται και οι αναπληρωταί τούτων, κατά τα εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζόμενα, μετέχοντες της επιτροπής εν απουσία ή κωλύματι των τακτικών μελών. 3.Η επιτροπή συγκαλείται υπό του δημάρχου ή του προέδρου της κοινότητος και συνεδριάζει, παρόντων όλων των μελών της, εν τω δημοτικώ ή τω κοινοτικώ καταστήματι, αποφασίζει δε δια δύο τουλάχιστον ψήφων. 4.Η επιτροπή, συνερχομένη εντός του μηνός Απριλίου προβαίνει εις τον έλεγχον της αληθείας και της ακριβείας των δηλώσεων, διατυπούσα εγγράφως και ενυπογράφως την γνώμην της εφ’ εκάστης τούτων. Προς τούτο η επιτροπή δύναται να ακροάται των ενδιαφερομένων, να συμβουλεύηται τους αγροφύλακας της περιοχής ή άλλους πολίτας εκ των δυναμένων να γνωρίζωσι τα πράγματα ή να ενεργή αυτοψίας, εφ’ όσον πάντα ταύτα ήθελον κριθή παρ’ αυτής αναγκαία. Εάν παρελείφθη η εγγραφή εν τη δηλώσει κτημάτων υποκειμένων εις την εισφοράν, η επιτροπή συμπληροί την δήλωσιν κατά την κρίσιν της, εάν δε παρελείφθη η υποβολή δηλώσεως, καταρτίζει ταύτην η επιτροπή κατά την κρίσιν αυτής, εις τρόπον ώστε άπαντα τα εν τη περιφερεία του δήμου ή της κοινότητος κείμενα και εις εισφοράν υποκείμενα αγροτικά κτήματα να περιλαμβάνωνται εν ταις δηλώσεσι κατά την αληθή έκτασιν εκάστου τούτων και την ακριβή μέσην κατά στρέμμα ετησίαν απόδοσιν του κτήματος εις οκάδας ή άλλην μονάδα βάρους κατά τα δύο τελευταία έτη. 5.Έκαστος των αγροφυλάκων του δήμου ή της κοινότητος υποχρεούται να παρίσταται εις τας συνεδριάσεις της Επιτροπής και να υποβάλη εις αυτήν προτάσεις, όσον αφορά τα εν τη περιφερεία του αγροτικά κτήματα, εφ’ ων αποφαίνεται η Επιτροπή. Αι τυχόν υπό της Επιτροπης απορριπτόμεναι προτάσεις των αγροφυλάκων υποβάλλονται υπό τούτων εις τον Αγρονόμον. 6.Άπασαι αι υπό της Επιτροπής ελεχθείσαι δηλώσεις, ως και αι καταρτισθείσαι υπ’ αυτής κατά την παρ. 4 εδάφιον δεύτερον υποβάλλονται εις τον αγρονόμον εντός του τρίτου δεκαημέρου του μηνός Απριλίου. Κατάρτισις φορολογικού καταλόγου Άρθρ.18.-1. Εν τη έδρα εκάστου Αγρονομείου καθίσταται τριμελής Επιτροπή, αποτελουμένη: α)Εκ του Αγρονόμου ή του νομίμου αναπληρωτού του. β)Εξ ενός κρατικού γεωπόνου ή γεωπόνου της Αγροτικής Τραπέζης εκ των εν τη περιφερεία του Αγρονομείου υπηρετούντων, ον, ως και τον αναπληρωτήν αυτού, ορίζει ο Ειρηνοδίκης. Εν ελλείψει γεωπόνου ή εν απουσία, της Επιτροπής ταύτης μετέχει μόνιμος δημόσιος υπάλληλος, εξαιρουμένων των της αγροφυλακής, οριζόμενος υπό του Ειρηνοδίκου, ή εν ανάγκη μετέχει ο Δήμαρχος ή ο Πρόεδρος της Κοινότητος της έδρας του Αγρονομείου. γ)Εξ ενός γεωργοκτηματίου, ον, ως και τον αναπληρωτήν αυτού, ορίζει ο Ειρηνοδίκης. Εάν το Αγρονομείον αποτελείται εκ πλειόνων της μιας ειρηνοδικειακών περιφερειών, αρμόδιος Ειρηνοδίκης είναι ο εν τη έδρα του Αγρονομείου. 2.Μέλη της Επιτροπής του άρθρ. 17 δεν δύναται να μετέχωσι της Επιτροπής του παρόντος άρθρου. 3.Η Επιτροπή αύτη συγκαλείται υπό του Αγρονόμου και συνεδριάζει εν τω γραφείω αυτού, παρόντων πάντων των μελών, αποφασίζει δε δια δύο τουλάχιστον ψήφων. 4.Βάσει των κατά το άρθρ. 17 δηλώσεων και εξ όσων άλλων κατέχει στοιχείων, η Επιτροπή του παρόντος άρθρου εντός του μηνός Μαΐου του έτους 1955 καταρτίζει κατά δήμον ή κοινότητα και κατά την κρίσιν της τον φορολογικόν κατάλογον, εν ω αναγράφει κατ’ αύξ. αριθμόν και κατ’ αλφαβητικήν σειράν επωνύμου: α)Το επώνυμον, όνομα και όνομα πατρός εκάστου των εις εισφοράν του άρθρ. 84 του εκτελουμένου Ν.Δ/τος υποχρέων. β)Την κατοικίαν αυτού (χωρίον ή πόλις, οδός και αριθμός). γ)Τον αριθμόν των στρεμμάτων των εις την εισφοράν υποκειμένων κτημάτων, κατά τας εν τω επομένω άρθρω οριζομένας κατηγορίας και το δι’ εκάστην τούτων φορολογικόν ποσόν κατά στρέμμα. δ)Το ποσόν της καταβλητέας υφ’ εκάστου ετησίας εισφοράς. 5.Ο κατά την προηγουμένην παράγραφον κατάλογος καταρτίζεται και υπογράφεται υπό των μελών της επιτροπής εις διπλούν, εξ ων το εν αντίτυπον κρατεί ο Αγρονόμος εν τω αρχείω αυτού, το δε έτερον αποστέλλεται αμελλητί εις τον δήμαρχον ή τον πρόεδρον της κοινότητος, ίνα εκτεθή εις το δημοτικόν ή κοινοτικόν κατάστημα. Πας τις έχει το δικαίωμα να λαμβάνη γνώσιν του καταλόγου τούτου, προσερχόμενος εις το δημοτικόν ή κοινοτικόν κατάστημα ή εις το κατάστημα των γραφείων του Αγρονόμου. (Μετά την σελ. 74,44) Σελ. 74,45 Κώδικας Αγροτικής Ασφάλειας 17.Α.α.35 6. Απόσπασμα του καταλόγου, διαλαμβάνον τα εν τη παρ. 4 οριζόμενα στοιχεία, πέμπει ο Αγρονόμος δια του Ταχυδρομείου εις ένα έκαστον των εν τω καταλόγω εγγεγραμμένων εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου του μηνός Ιουνίου. 7.Κατά των εν τω καταλόγω εγγραφών επιτρέπεται ένστασις ενώπιον ης κατά το άρθρ. 20 Επιτροπής. Η ένστασις δέον να εγχειρισθή εις τον Ειρηνοδίκην το βραδύτερον μέχρι της 10 Ιουλ. 1955. Ένστασις επιτρέπεται εντός της αυτής προθεσμίας και ενώπιον της αυτής κατά το άρθρ. 20 Επιτροπής και εις πάντα έτερον πολίτην, ως και τον Οικονομικόν Έφορον, δια πάσαν εν τω καταλόγω παράλειψιν εγγραφής ή δια πάσαν κακήν εις βάρος του λογαριασμού αγροφυλακής εγγραφήν. Κατηγορίαι κτημάτων Άρθρ.19.-1.α)Τα εις εισφοράν υποκείμενα αγροτικά κτήματα κατατάσσονται υπό της κατά το άρθρ. 18 του παρόντος Επιτροπής εις τας εν τω άρθρ. 84 του εκτελουμένου Ν.Δ/τος οριζομένας κατηγορίας βάσει της αξίας εις δραχμάς των κατά μέσον όρον παραγομένων εκ τούτων καθ’ έκαστον έτος προϊόντων κατά στρέμμα. Ως αξία νοείται η εν τω Αγρονομείω κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνας μέση τιμή χονδρικής πωλήσεως του προϊόντος καθοριζομένη κατά την κρίσιν της Επιτροπής. β)Προκειμένου περί δένδρων, εις ας περιπτώσεις το επί τούτων δικαίωμα δεν εκτείνεται και επί του εδάφους η Επιτροπή ανάγει αυτά εις ανάλογον αριθμόν στρεμμάτων, κατά την εν τω Αγρονομείω συνήθη αναλογίαν ή άλλως κατά την κρίσιν της Επιτροπής. 2.Δενδροπερίβολα και κηπευτικαί καλλιέργειαι, ελαιώνες, άμπελοι και σταφιδάμπελοι κατατάσσονται: Εις την γ΄κατηγορίαν, εάν η εν παρ. 1 εδάφ. α΄αξία των προϊόντων δεν υπερβαίνη τας δραχ. 400. Εις την β΄κατηγορίαν, εάν η αξία αύτη ανέρχηται εις δραχ. 401-800. Εις την α΄κατηγορίαν, εάν η εν λόγω αξία υπερβαίνη τας δραχ. 800. 3.Αι λοιπαί καλλιέργειαι κατατάσσονται: Εις την δ΄κατηγορίαν, εάν η εν παρ. 1 εδάφ. α΄ αξία των προϊόντων δεν υπερβαίνη τας δραχ.200. Εις την γ΄κατηγορίαν, εάν η αξία αύτη ανέρχηται εις δραχ. 201-500. Εις την β΄ κατηγορίαν, εάν η αξία αύτη ανέρχηται εις δραχ. 501- 900. Εις την α΄κατηγορίαν, εάν η αξία αύτη υπερβαίνει τας δραχ. 900. 4.Πεδινοί βοσκότοποι ή αυτοφυή λειβάδια κατατάσσονται εις την α΄ ή την β΄ κατηγορίαν κατά την κρίσιν της Επιτροπής. 5.Περαιτέρω εφαρμόζονται τα εν τω άρθρ. 85 παρ. 2-3 του εκτελουμένου Ν.Δ/τος οριζόμενα. Σελ. 74,46 Εκδίκασις των ενστάσεων Άρθρ.20.-1.Προς εκδίκασιν των κατά το άρθρ. 18 παρ. 7 του παρόντος υποβαλλομένων ενστάσεων καθίσταται εν τη έδρα εκάστου Ειρηνοδικείου τριμελής Επιτροπή, αποτελουμένη: α)Εκ του οικείου Ειρηνοδίκου ή του νομίμου αναπληρωτού του, ως Προέδρου, εις ον και υποβάλλονται αι ενστάσεις εγγράφως. β)Εξ ενός εφοριακού ή ταμιακού υπαλλήλου, οριζομένου υπό του Νομάρχου. γ)Εξ ενός Γεωργοκτηματίου, ον μετά του αναπληρωτού του ορίζει ο Ειρηνοδίκης. 2.Μέλη των Επιτροπών των άρθρ. 17 και 18 δεν δύναται να μετέχωσι της Επιτροπής του παρόντος άρθρου. 3.Η Επιτροπή συγκαλείται υπό του Ειρηνοδίκου και συνεδριάζει εν τω γραφείω αυτού εν ολομελεία, αποφασίζει δε δια δύο τουλάχιστον ψήφων. 4.Πας ο ενιστάμενος δικαιούται να παρίσταται αυτοπροσώπως ή δι’ αντιπροσώπου κατά την εκδίκασιν της ενστάσεως, καλούμενος προς τούτο υπό του Ειρηνοδίκου δια του Ταχυδρομείου οκτώ τουλάχιστον ημέρας προ της ορισθείσης δικασίμου, να αναπτύσση προφορικώς τους εν τη ενστάσει αναφερομένους λόγους, να προσκομίζη παν έγγραφον αποδεικτικόν στοιχείον, να καλή δε και μάρτυρας, ων όμως η μη εμφάνισις δεν δύναται να δώση αφορμήν εις αναβολήν. Οι εμφανιζόμενοι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως κατά τα εν τω άρθρ. 335 της Πολιτικής Δικονομίας οριζόμενα.. Πίναξ των προσκαλουμένων αποστέλλεται εις τον οικείον Δήμον ή Κοινότητα προς τοιχοκόλλησιν υπό τούτων εις το δημοτικόν ή κοινοτικόν κατάστημα. Εν απουσία του ενισταμένου η Επιτροπή αποφαίνεται εκ των ενόντων επί της παραδοχής εν όλω ή εν μέρει ή επί της απορρίψεως της ενστάσεως, μη επιτρεπομένης αναβολής. 5.Επιφυλαττομένων των εν παρ. 3-4 του παρόντος άρθρου οριζομένων, η Επιτροπή δεν δεσμεύεται υπό τούτων, ουδ’ ακολουθεί κανόνας διαδικασίας. 6.Πάσαι αι αποφάσεις της Επιτροπής ταύτης είναι οριστικαί και αμετάκλητοι, μη υποκείμεναι εις προσβολήν. 7.Η επιτροπή οφείλει να περαιώση την εκδίκασιν των ενστάσεων και να διαβιβάση εις τον Αγρονόμον τας αποφάσεις της το βραδύτερον μέχρι της 31 Ιουλ. 1955. 8.Βάσει των αποφάσεων τούτων η Επιτροπή του άρθρ. 18, συνερχομένη αμελλητί, επιφέρει εν τω φορολογικώ καταλόγω τας δεούσας μεταβολάς και κηρύσσει συγχρόνως τούτον οριστικόν και εκτελεστόν δια πράξεώς της επί του καταλόγου. 9.Εάν εντός της εν τω άρθρ. 18 παρ. 7 οριζομένης προθεσμίας ουδεμία ένστασις υποβληθή, κατά σχετικήν του Ειρηνοδίκου βεβαίωσιν, η Επιτροπή κηρύσσει τον κατάλογον οριστικόν και εκτελεστόν ευθύς άμα τη εκπνοή της προθεσμίας ταύτης. 17.Α.α.35 Κώδικας Αγροτικής Ασφάλειας Αναθεώρησις φορολογικού καταλόγου Άρθρ.21.-1.Ο κατά την διαδικασίαν των άρθρ. 16-20 καταρτισθείς φορολογικός κατάλογος είναι διαρκής, υποκείμενος μόνον εις αναθεώρησιν κατά τα εν παρ. 2-7 του παρόντος άρθρου οριζόμενα. 2.Διαγραφαί ή προσθήκαι εν τω καταλόγω ή άλλαι μεταβολαί εν αυτώ επιτρέπονται, εάν επήλθε μεταβολή εις το δικαιούχον πρόσωπον ή εις αυτό τούτο το κτήμα ή άλλη μεταβολή εξ ης να δικαιολογήται αναθεώρησις του καταλόγου ή εν περιπτώσει διπλής εγγραφής δια τα αυτά κτήματα ή εγγραφής ακτημόνων ή εάν παρελείφθη η εγγραφή κτημάτων ή περιελήφθησαν τοιαύτα κατ’ έκτασιν ελάσσονα του πραγματικού. 3.Την αναθεώρησιν ως εν παρ. 2 δικαιούται να αιτήση πας τις υπέρ εαυτού ή υπέρ του λογαριασμού αγροφυλακής, ως και ο Οικονομικός Έφορος και ο Αγρονόμος υπέρ του λογαριασμού τούτου. 4.Αι αιτήσεις αναθεωρήσεως υποβάλλονται εγγράφως εις τον Ειρηνοδίκην εντός του μηνός Απριλίου εκάστου έτους, μετά προηγουμένην πρόσκλησιν των Υπουργών των Οικονομικών και Εσωτερικών, δημοσιευομένην κατά το άρθρ. 16 παρ. 1 του παρόντος. 5.Επί των αιτήσεων αναθεωρήσεως αποφαίνεται τριμελής Επιτροπή, συγκροτουμένη κατά το άρθρ. 20 παρ. 1 εφαρμοζομένων περαιτέρω αναλόγως των εν παρ. 3-6 του αυτού άρθρου οριζομένων. Η Επιτροπή οφείλει να αποφανθή επί των αιτήσεων και να διαβιβάση τας αποφάσεις της το βραδύτερον μέχρι της 31 Μαΐου εις τον Αγρονόμον, όστις βάσει τούτων επιφέρει εν τω καταλόγω τας δεούσας μεταβολάς. 6.Αι μεταβολαί αύται ισχύουσιν από του επομένου εκάστοτε οικονομικού έτους. 7.Εάν ουδεμία αίτησις αναθεωρήσεως υπεβλήθη εντός της εν παρ. 4 οριζομένης προθεσμίας, ο Ειρηνοδίκης πέμπει περί τούτου βεβαίωσιν εις τον Αγρονόμον. Χρηματικός κατάλογος Άρθρ.22.-1.Επί τη βάσει του κατά το άρθρ. 20 παρ. 8-9 ή και το άρθρ. 21 παρ. 5-7 φορολογικού καταλόγου ο Αγρονόμος καταρτίζει αμελλητί τον χρηματικόν κατάλογον των οφειλετών κατά δήμον ή κοινότητα, εις ον περιλαμβάνει κατ’ αύξοντα αριθμόν και κατ’ αλφαβητικήν σειράν επωνύμου, ως εν τω φορολογικώ καταλόγω. α)Το επώνυμον, όνομα και όνομα πατρός εκάστου των οφειλετών. β)Την κατοικίαν αυτού (χωρίον ή πόλις, οδός και αριθμός). γ)Το ποσόν της καταβλητέας εισφοράς δια το οικονομικόν έτος δι’ όπερ ο χρηματικός κατάλογος. Πλην των ως άνω στηλών, το έντυπον του χρηματικού καταλόγου περιλαμβάνει κατ’ ιδιαιτέρας στήλας δια την εν αυταίς πίστωσιν των οφειλετών κατά την εν καιρώ είσπραξιν των οφειλών. 2.Ο χρηματικός κατάλογος καταρτίζεται υπό του Αγρονόμου εις διπλούν, υπογράφεται υπ’ αυτού και διαβιβάζεται εις την οικείαν κατά το άρθρ. 4 παρ. 2 του παρόντος υπηρεσίαν του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων δια την εν τω Ταμείω βεβαίωσιν και ακολούθως δια την είσπραξιν κατά τα εν τοις άρθρ. 11 και 12 οριζόμενα. Εισφορά οικονομικού έτους 1955-1956 Άρθρ.23.-(Προσωρινής ισχύος). Εισφοραί επί κτημάτων δημοσίου κλπ. Άρθρ.3.-Δια την διοίκησιν και διαχείρισιν των εσόδων και εξόδων και δια το λογιστικόν εν γένει του λογαριασμού αγροφυλακής ισχύουν και εφαρμόζονται αι αντίστοιχοι διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού του Κράτους, εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλως εν τω Νόμω ή εν τω παρόντι. Διαχειριστής Άρθρ.24.-1.Προκειμένου ειδικώς περί των εις το δημόσιον, τους δήμους και τας κοινότητας ανηκόντων αγροτικών κτημάτων, τον φορολογικόν κατάλογον των υποχρέων καλλιεργητών ή μισθωτών καταρτίζει ο οικον. έφορος ανά παν έτος ή ανά μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα, ως θέλει ορίσει δι’ αποφάσεώς του ο Υπουργός των Οικονομικών. Δι’ άπαντα τα εν τη περιφερεία της οικον. εφορίας ως άνω αγροτικά κτήματα καταρτίζεται υπό του οικον. εφόρου εις μόνον φορολογικός κατάλογος. 2.Οι δήμοι και κοινότητες, δια τα υπό την κυριότητα αυτών αγροτικά κτήματα, υποχρεούνται προσκλήσει του οικον. εφόρου να πέμψωσιν αυτώ πλήρη τα προς κατάρτισιν του καταλόγου απαιτούμενα στοιχεία. 3.Αι διατάξεις του άρθρ. 18 παρ. 4, 6 και 7 εδάφιον πρώτον και του άρθ. 19 εφαρμόζονται αναλόγως και ως προς τον φορολογικόν κατάλογον της παρ. 1. 4.Επί των ενστάσεων αποφαίνεται η αυτή κατά το άρθρ. 20 επιτροπή, ης όμως, αντί του οικον. υπαλλήλου, μετέχει ο αγρονόμος, και κατά την αυτήν ως εν παρ. 3-6 του αυτού άρθρου διαδικασίαν. 5.Ο οικον.έφορος, εκτός του φορολογικού καταλόγου, καταρτίζει και τον χρηματικόν κατάλογον κατά το άρθρ. 22. 6.Αι διατάξεις του άρθρ. 23 εφρμόζονται αναλόγως και επί των αγροτικών κτημάτων περί ων το παρόν άρθρον. Ο αγρονόμος οφείλει να πέμψη εις τον οικον. έφορον πίνακα των δήμων και κοινοτήτων δι’ ας δεν εβεβαιώθη η ερανική εισφορά δια το οικον. έτος 1954-1955. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ Είσπραξις της εισφοράς ΄Ιδια εισπρακτορικά όργανα Άρθρ.25.-1.Οι διευθυνταί των δημοσίων ταμείων επιμελούνται της εισπράξεως της κατά το άρθρ. 16 και επ. του παρόντος βεβαιουμένης υπέρ του λογαριασμού αγροφυλακής εισφοράς δια των παρ’ αυτοίς επιμελητών εισπράξεως των δημοσίων εσόδων, εν αδυναμία δε απασχολήσεως τούτων, βεβαιουμένη δι’ ητιολογημένης εκθέσεως του Διευθυντού του Ταμείου, δι’ ιδίων κατά την επομένην παράγραφον εισπρακτορικών οργάνων. 2.α)Ο αριθμός των κατά την προηγουμένην παράγραφον προσλαμβανομένων ιδίων εισπρακτορικών οργάνων και η κατά τόπον αρμοδιότης τούτων ορίζονται κατά δημόσιον ταμείον δι’ αποφάσεως του διευθυντού του ταμείου, η δε αμοιβή εκάστου των οργάνων τούτων συνίσταται μόνον εις ποσοστά επί τη εισπράξει, οριζόμενα δια του παρόντος εις 4,5% επί των πραγματοποιουμένων υπ’ αυτού εισπράξεων, εν αις και οι τυχόν εισπραττόμενοι τόκοι υπερημερίας. Τα ποσοστά ταύτα καταβάλλονται εις τον δικαιούχον υπό της υπηρεσίας παρακαταθηκών, εις βάρος του λογαριασμού αγροφυλακής, κατά τα ειδικώτερον δι’ αποφάσεως της διοικήσεως του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων ορισθησόμενα. Τα ανωτέρω ποσοστά ηυξήθησαν εις 10% δυνάμει του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 3908/1958, κατωτ. σελ. 74,59. β)Τα εν λόγω όργανα διορίζονται υπό του διευθυντού του ταμείου, ενώπιον του οποίου ομνύουσι προ της αναλήψεως των καθηκόντων των τον δια τους δημοσίους υπαλλήλους νενομισμένον όρκον της υπηρεσίας, και απολύονται υπό τούτου, μη απολαύοντα μονιμότητος. Αι σχετικαί πράξεις του διορισμού και της απολύσεως κοινοποιούνται και εις τον παρά τω ταμείω παρακαταθηκών και δανείων ελεγκτήν του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως επίσης και εις την Γενικήν Διεύθυνσιν Δημοσίου Λογιστικού. γ)Τα ούτω προσλαμβανόμενα όργανα ταύτα δέον να κέκτηνται ηλικίαν 23-58 ετών και απολυτήριον γυμνασίου, εφρμοζομένων περαιτέρω των διατάξεων του άρθρ. 18 του κώδικος των δημοσίων υπαλλήλων. δ)Αι περί προτιμήσεως των λόγω καταργήσεως θέσεως κατ΄το άρθρ. 83 παρ. 3 του εκτελουμένου Ν.Δ/τος απολυθέντων ειδικών εισπρακτόρων αγροφυλακής διατάξεις του άρθρ. 90 παρ. 1 εδάφ. α΄ (περίοδος τελευταία) του αυτού Ν.Δ./τος εφαρμόζονται εν προκειμένω. Ούτοι προσλαμβάνονται και εάν δεν έχωσιν απολυτήριον γυμνασίου, εφ’ όσον έχουσι τουλάχιστον απολυτήριον δημοτικού σχολείου. (Μετά την σελ. 74,46) Σελ. 74,47ή(α) Κώδικας Αγροτικής Ασφάλειας 17.Α.α.35 ε)Τα περί ων η παρούσα παράγραφος εισπρακτορικά όργανα εξομοιούνται εις ό,τι αφορά την εκτέλεσιν των καθηκόντων των προς επιμελητάς εισπράξεως των δημοσίων εσόδων, ασκούντα πάσας τας αρμοδιότητας τούτων και υπέχοντα τας ευθύνας και τας υποχρεώσεις αυτών. Είσπραξις δια κοινοτικών εισπρακτόρων Άρθρ.26.-Ο διευθυντής του ταμείου δύναται να αναθέτη την είσπραξιν της εισφοράς εις εισπρακτορικά όργανα των δήμων και κοινοτήτων, μετά προηγουμένην έγκρισιν του νομάρχου, επί ποσοστοίς μέχρι 4% επί των εισπράξεων, καθοριζομένοις δι’ αποφάσεώς του και καταβαλλομένοις κατά το άρθρ. 25 παρ. 2 εδάφ. α΄ εφαρμοζομένων περαιτέρω των εν εδαφ. ε΄ της αυτής παραγράφου οριζομένων. ΤΕΛΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Δικαίωμα υπέρ ταμείων παρακαταθηκών και δανείων Άρθρ.27.-Δια την παρά του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων διαχείρισιν του λογαριασμού αγροφυλακής, και προς αντιμετώπισιν των εκ της διαχειρίσεως δαπανών του ταμείου τούτου, καταβάλλεται αυτώ εις βάρος του λογαριασμού αγροφυλακής καθ’ έκαστον οικον. έτος χρηματικόν ποσόν ίσον προς 1% των κατά την διάρκειαν του οικον. έτους πραγματοποιηθεισών εισπράξεων. Το ποσόν τούτο καταβάλλεται επί τη βάσει χρηματικού εντάλματος, εκδιδομένου κατά τα κεκανονισμένα. Εις τους ημετέρους επί των Οικονομικών και Εσωτερικών Υπουργούς ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και την εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. Άρθρ.4.-1.Η διαχείρισις του λογαριασμού αγροφυλακής ενεργείται παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων, κατά τα ειδικώτερον δια των οικείων διατάξεων του παρόντος Δ/τος οριζόμενα. 2.Αρμόδια όργανα δια την βεβαίωσιν και την είσπραξιν των εσόδων και δια την πληρωμήν των εξόδων, ως και δια την διεξαγωγήν της εν γένει ταμειακής υπηρεσίας του λογαριασμού τούτου, είναι:α)τα παρά τοις δημοσίοις ταμείοις λειτουργούντα γραφεία παρακαταθηκών και β)το κεντρικόν κατάστημα του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και τα υποκαταστήματα αυτού. 3.Όπου του παρόντος αναφέρεται «υπηρεσία παρακαταθηκών», νοείται το παρά τω δημοσίω ταμείω γραφείον παρακαταθηκών ή κατά την περίπτωσιν το κεντρικόν κατάστημα του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων ή τα υποκαταστήματα αυτού ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ Δαπάναι του λογαριασμού αγροφυλακής. Διάκρισις δαπανών. Άρθρ.5.-1.Αι δαπάναι αι βαρύνουσαι τον λογαριασμόν αγροφυλακής διακρινονται: α)Εις δαπάνας καταβαλλομένας δια καταστάσεων και β)Εις δαπάνας καταβαλλομένας τη εκδόσει χρηματικών ενταλμάτων. 2.Δαπάναι καταβαλλόμεναι δια καταστάσεων είναι: α)Αι δαπάναι δια την μισθοδοσίαν των οργάνων αγροφυλακής. β)Αι παγίως καθοριζόμεναι ως καταβλητέαι κατά μήνα, ήτοι τα πάγια οδοιπορικά έξοδα των αγρονόμων, γραμματέων και αρχιφυλάκων δι’ εκτέλεσιν υπηρεσίας, τα πάγια έξοδα καθαριότητος, φωτισμού, γραφικής ύλης και θερμάνσεως των γραφείων, παγιοποιούμενα και ταύτα δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, οριζουσών το ποσόν τούτων κατά γραφείον και πάσαν άλλην λεπτομέρειαν και τα ενοίκια των γραφείων. γ)Πάσα άλλη δαπάνη ήτις ήθελεν ορισθή δι’ αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών. 3.Δαπάναι καταβαλλόμεναι τη εκδόσει χρηματικών ενταλμάτων είναι πάσαι αι λοιπαί δαπάναι. 4.Δια τας δαπάνας εν γένει του λογαριασμού αγροφυλακής επιτρέπεται η έκδοσις ενταλμάτων προπληρωμής κατόπιν ειδικής αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών. ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΙΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΜΗ ΔΑΠΑΝΩΝ α΄ Δαπάναι βάσει καταστάσεως Γενικαί διατάξεις Άρθρ.6-1.Αι βάσει καταστάσεως καταβαλλόμεναι δαπάναι εκκαθαρίζονται και πληρώνονται εις βάρος του οικείου κεφαλαίου και άρθρου του προϋπολογισμού εξόδων του λογαριασμού αγροφυλακής δυνάμει καταστάσεων μη υποκειμένων εις τον προληπτικόν έλεγχον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 2.Αι καταστάσεις εκδίδονται υπό του κατά το άρθρ. 7 ή το άρθρ. 8 του παρόντος αρμοδίου διατάκτου, προϊσταμένου της διοικήσεως αγροφυλακής ή του αγρονομείου, και πληρώνονται υπό της υπηρεσίας παρακαταθηκών της έδρας της εκδιδούσης την κατάστασιν αρχής. Εάν εν τη έδρα της εκδιδούσης την κατάστασιν αρχής, δεν λειτουργή υπηρεσία παρακαταθηκών, αι καταστάσεις πληρώνονται υπό της πλησιεστέρας υπηρεσίας παρακαταθηκών. 3.α)Αι καταστάσεις εκδίδονται δια το καθαρόν πληρωτέον ποσόν εις τους δικαιούχους, αι δε επ’ αυτών σχετικαί κρατήσεις υπολογίζονται και σημειούνται απλώς εις τας οικείας στήλας, χωρίς να περιλαμβάνονται εις το εντελλόμενον ποσόν. β)Αι επί των καταστάσεων σημειούμεναι κρατήσεις αποδίδονται εις τους δικαιούχους τρίτους μετά το τέλος εκάστης τριμηνίας, δια της εκδόσεως εν τω κέντρω χρηματικών ενταλμάτων επί του εν Αθήναις καταστήματος του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων, εκδιδομένων κατά το άρθρ. 9 εις βάρος των οικείων κεφαλαίων και άρθρων του πρ/σμού των εξόδων βάσει συνοπτικών πινάκων των διοικήσεων αγροφυλακής, εν οις περιλαμβάνονται κατά διοίκησιν και αγρονομείον, και κατά μήνα, αι υπολογισθείσαι υπέρ εκάστου των δικαιούχων τρίτων κρατήσεις. (Μετά την σελ. 74,40) Σελ. 74,41 Κώδικας Αγροτικής Ασφάλειας 17.Α.α.35 4.Εις την αυτήν κατάστασιν δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνωνται δαπάναι βαρύνουσαι διάφορα κεφάλαια και άρθρα του προϋπολογισμού. 5.Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται τα ισχύοντα δια την υπό των δημοσίων ταμείων πληρωμήν των αποδοχών των Δημοσίων υπαλλήλων και λοιπών παγίων δαπανών του δημοσίου. Μισθοδοσία οργάνων αγροφυλακής Άρθρ.7.-1.Η εκκαθάρισις των αποδοχών των οργάνων αγροφυλακής ενεργείται κατ’ αγρονομείον οίκοθεν παρά του οικείου αγρονόμου, εν ενιαία δια πάντα τα όργανα ταύτα μισθοδοτική καταστάσει. 2.Δικαιολογητικά εκκαθαρίσεως και πληρωμής των αποδοχών των οργάνων τούτων είναι δια τον πρώτον μισθόν η απόφασις διορισμού και το πρωτόκολλον ορκωμοσίας και αναλήψεως υπηρεσίας, δια δε την μισθοδοσίαν εκάστου μηνός η αναγραφή εν τη καταστάσει των ημερών παρουσίας ή νομίμου αποχής. Ειδικώς δια τους μετατιθεμένους επισυνάπτεται η απόφασις μεταθέσεως και το φύλλον διακοπής μισθοδοσίας. 3.Η κατάστασις εκκαθαρίσεως και πληρωμής των αποδοχών καταρτίζεται εις τριπλούν, εξ ιδίου βιβλίου εντύπων καταστάσεων δια χρήσεως χημικού χάρτου, εξ ων το πρωτότυπον και το δεύτερον φύλλον αποστέλλονται εις την αρμοδίαν υπηρεσίαν παρακαταθηκών μετά των σχετικών δικαιολογητικών, το δε τρίτον παραμένει ως στέλεχος εις το βιβλίον μισθοδοσίας όπερ τηρείται εις το αγρονομείον. 4.Το πρωτότυπον περιλαμβάνει εις την επικεφαλίδα την αρχήν παρ’ η εκδίδεται μετά του ονοματεπωνύμου και του βαθμού του εκδότου, τον μήνα ον αφορά, το οικείον εν τω προϋπολογισμώ των εξόδων κεφάλαιον και άρθρον όπερ βαρύνει, την υπηρεσίαν παρακαταθηκών ήτις καλείται να πληρώση και την αιτίαν πληρωμής.Εις δε το σώμα το ονοματεπώνυμον και την ιδιότητα του δικαιούχου, την περιοχήν εις ην υπηρετεί, τας ημέρας παρουσίας, τας εκκαθαριζομένας αποδοχάς κατά δικαιούχον και σύνολον, τας κρατήσεις υπέρ τρίτων (άρθρ. 6 παρ. 3) και τον εξουσιοδοτούμενον όπως εισπράξη το εντελλόμενον ποσόν, υπογράφεται δε παρά του εκδίδοντος ταύτην αγρονόμου και του παρ’ αυτώ γραμματέως, εάν υπηρετή τοιούτος ή των νομίμων αυτών αναπληρωτών, οίτινες καθίστανται υπόλογοι δια την σκοπιμότητα και νομιμότητα της δαπάνης. Σελ. 74,42 5.Βάσει του πρωτοτύπου φύλλου και μετά τον κεκανονισμένον έλεγχον καταβάλλονται αι αποδοχαί εις τον δια την παραλαβήν και την πληρωμήν τούτων εις τους δικαιούχους εξουσιοδοτημένον, όστις και υπογράφει εν τω φύλλω. Το πρωτότυπον φύλλον αποτελεί ούτω προσωρινόν τίτλον πιστώσεως της υπηρεσίας παρακαταθηκών. Το δεύτερον φύλλον, περιλαμβάνον τα αυτά ως εν παρ. 4 στοιχεία, θεωρείται υπό του ελεγκτού του ταμείου και παραδίδεται εις τον ως άνω εξουσιοδοτημένον, όστις βάσει τούτου καταβάλλει τας αποδοχάς εις τους δικαιούχους. Έκαστος των δικαιούχων υπογράφει εν ιδία του φύλλου στήλη κατά την είσπραξιν των αποδοχών του, ο δε αγρονόμος βεβαιοί επ’ αυτού το γνήσιον των υπογραφών. Το φύλλον τούτο, ούτω υπογεγραμμένον και τεθεωρημένον, επιστρέφεται εις την υπηρεσίαν παρακαταθηκών το βραδύτερον εντός 10ημέρου, ίνα μετά του πρωτοτύπου φύλλου αποτελέσουν τον οριστικόν τίτλον πιστώσεως δια την πληρωμήν των αποδοχών των οργάνων αγροφυλακής. 6.Ο έλεγχος επί των κατά τας προηγουμένας παραγράφους εκδιδομένων καταστάσεων πληρωμής ενεργείται ανελλιπώς παρά του οικείου διοικητού αγροφυλακής, κατά τας περιοδείας του, όστις και καθίσταται συνυπεύθυνος δια πάσαν εκ παραλείψεως ή αμελείας του ανωμαλίαν. 7.Αι επί των καταστάσεων τούτων σημειούμεναι κρατήσεις υπέρ τρίτων αποδίδονται κατά το άρθρ. 6 παρ. 3 του παρόντος. 8.Ο μηνιαίος μισθός των οργάνων αγροφυλακής καταβάλλεται αυτοίς εφ’ άπαξ κατά μήνα, την 20ήν του ον αφορά μηνός. 17.Α.α.35 Κώδικας Αγροτικής Ασφάλειας Λοιπαί βάσει καταστάσεως δαπάναι Άρθρ.8.-1.Δικαιολογητικά έγγραφα ορίζονται: α)Δια τα προς εκτέλεσιν υπηρεσίας εντός ή εκτός έδρας χορηγούμενα πάγια οδοιπορικά έξοδα συνοπτική κατάστασις εκκαθαρίσεως της δαπάνης, απόσπασμα της σχετικής του Υπουργού αποφάσεως, το ημερολόγιον περιοδειών και τα σχετικά φύλλα πορείας. β)Δια την παγίαν επιχορήγησιν δι’ έξοδα καθαριότητος, φωτισμού, γραφικής ύλης και θερμάνσεως των γραφείων συνοπτική κατάστασις εκκαθαρίσεως της δαπάνης και απόσπασμα της σχετικής υπουργικής αποφάσεως. γ)Δια τα μισθώματα των καταστημάτων των γραφείων συνοπτική κατάστασις εκκαθαρίσεως της δαπάνης και η εγκριτική της μισθώσεως απόφασις. Προκειμένου δε περί του πρώτου από της μισθώσεως μηνός, ως και περί του πρώτου μηνός εκάστου οικ. έτους, και αντίγραφον του μισθωτηρίου εγγράφου. Η κατάστασις πληρωμής εκδίδεται πάντοτε επ’ ονόματι του εκμισθωτού. δ)Εις πάσαν άλλην περίπτωσιν τα δικαιολογητικά ορίζονται εν τη σχετική υπουργική αποφάσει περί ής η παρ. 2 γ΄του άρθρ. 5 του παρόντος. 2.α)Η εκκαθάρισις και η πληρωμή των εν τη παρ. 1 αναφερομένων δαπανών, εξαιρέσει των εν τω επομένω εδαφ. β΄ μνημονευομένων, ενεργείται κατά διοίκησιν αγροφυλακής, εντολή του οικείου διοικητού, δυνάμει καταστάσεων εκδιδομένων και υπογραφομένων υπ’ αυτού, ως διατάκτου, και του παρ’ αυτώ γραμματέως ή των νομίμων αναπληρωτών των, οίτινες καθίστανται υπόλογοι δια τε την σκοπιμότητα και την νομιμότητα της δαπάνης. β)Η εκκαθάρισις και η πληρωμή των παγίων οδοιπορικών εξόδων των αρχιφυλάκων, της παγίας επιχορηγήσεως δι’ έξοδα καθαριότητος, φωτισμού, γραφικής ύλης κλπ. των γραφείων των αγρονόμων, των ενοικίων των γραφείων αγρονόμων, ως και πάσης άλλης δια κοινής των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών αποφάσεως ορισθησομένης δαπάνης, ενεργείται εντολή του οικείου αγρονόμου, εφαρμοζομένων περαιτέρω των εν τω άθρ. 7 παρ. 6 του παρόντος Δ/τος οριζομένων. 3.Ως προς την κατάρτισιν, τον τύπον και το περιεχόμενον των καταστάσεων εκκαθαρίσεως και πληρωμής των περί ων το παρόν άρθρον δαπανών ισχύουσιν αναλόγως τα εν τω άρθρ. 7 παρ. 3-5 οριζόμενα. Η κατάστασις εκδίδεται εις διπλούν, εάν αύτη περιλαμβάνη ένα μόνον δικαιούχον, εφαρμοζομένων περαιτέρω αναλόγως των εν τω
32
8. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 21/21 Σεπτ. 1926 Περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας περί Σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους. Κυρωθέν υπό του α)Νόμ. 4101 της 12/14 Μαρτ. 1929 περί κυρώσεως του από 21 Σεπτ. 1926 Ν.Δ/τος περι κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας περί σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους, και τροποποιηθέν υπό του β)Νόμ. 4525 της 10/11 Απρ.1930 περί προσθήκης εις τον νόμ. 4101 τον κυρώσαντα το από 21 Σεπτ. 1926 Ν.Δ/μα «περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας περί Σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους». κατηργήθη ως αντικείμενον εις τας διατάξεις του Ν.Δ. 4/4 Σεπτ. 1935 (κατωτ. αριθ. 15) πλην του άρθρ. 21 και 25, άτινα παρατίθενται: Άρθρ.21.-Οι τεχνικοί υπάλληλοι της διευθύνσεως των Σιδηροδρόμων του Υπουργείου Συγκοινωνίας δικαιούνται ειδικών εισιτηρίων ελευθέρας κυκλοφορίας επί των συρμών των Σ.Ε.Κ. εκδιδομένων υπό του Γενικού Διευθυντού, κατόπιν πίνακος διαβιβαζομένου υπό του Υπουργείου της Συγκοινωνίας. Οι λοιποί υπάλληλοι της Διευθύνσεως ταύτης δικαιούνται, δωρεάν μεταφοράς οσάκις μεταβαίνουσι δι’ υπηρεσίαν. Δωρεάν μεταφέρονται: 1)Οι Υπουργοί, οι βουλευταί, ο αρχιστράτηγος, οι Γενικοί Διοικηταί και οι χρηματίσαντες επί εν συνεχές έτος Υπουργοί της Συγκοινωνίας, εν δε τη περιφερεία των οι Νομάρχαι, οι Εισαγγελείς, Ανακριταί και Πρόεδροι Πολιτικών και Στρατιωτικών Δικαστηρίων, οι Διευθυνταί Αστυνομιών, Επιθεωρηταί, Νομομηχανικοί, Μηχανικοί και το κατώτερον τεχνικόν προσωπικόν της Διευθύνσεως των Δημοσίων Έργων. 2)Οι υπάλληλοι των εμμέσων φόρων, οι υπάλλη(Αντί της σελ. 105) Σελ. 105(α) 297-105 Σιδηρόδρομοι Ελληνικού Κράτους 21.Γ.α.3-8 λοι του τελωνειακού κλάδου οι επιφορτισμένοι την επιτήρησιν των σιδηροδρόμων εν τω συμφέροντι της εισπράξεως του φόρου. 3)Οι συνοδοί των ταχυδρομικών σάκκων και οι υπάλληλοι των τηλεγράφων, ταχυδρομείων, και τηλεφώνων, εφ’όσον άπαντες ούτοι έχουσιν ειδικήν αποστολήν ή εισίν, επιφορτισμένοι δι’ εκτάτου υπηρεσίας και εφωδιασμένοι δια διαταγής υπηρεσιακής, εκδιδομένης επί τη βάσει του κανονισμού, εγκρινομένου παρά του Υπουργού της Συγκοινωνίας κατόπιν γνώμης του Συμβουλίου των Σιδηροδρόμων εν τω Υπουργείω τούτω. Οι τραυματίαι πολέμου ταξιδεύοντες δια γ΄ θέσεως αφομιούνται προς τους στρατιωτικούς όσον αφορά την πληρωμήν εισιτηρίων, εφ’ όσον βεβαιούται δια πιστοποιητικού της αρμοδίας Αρχής η ιδιότης των αύτη. Προς διευκόλυνσιν του τύπου, παρέχονται δωρεάν καθ’ έκαστον μήνα 12 εν όλω εισιτήρια ενός ταξειδίου μεταβάσεως και επιστροπής διατιθέμενα κατόπιν εγγράφου του επί της Συγκοινωνίας Υπουργού προς τους Σ.Ε.Κ. Έκδοσις εισιτηρίων πέραν των 12 κατά παράβασιν της διατάξεως ταύτης επιβάλλει εις τον εκδόντα το εισιτήριον τούτο υπάλληλον την πληρωμήν της αξίας αυτού. Το Διοικητικόν Συμβούλιον συντάσσει, προτάσει του Γενικού Διευθυντού, Κανονισμόν δια την παροχήν εισιτηρίων ελευθέρας κυκλοφορίας δωρεάν ή μετ’ εκπτώσεως, ιδία εις το προσωπικόν των Σιδηροδρόμων του Κράτους και τας οικογενείας αυτών ή άλλων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, ως και τα Διοικητικά τούτων Συμβούλια. Ο Κανονισμός ούτος δύναται ν’ αναθεωρήται κατ’ έτος. Υπάλληλος, οιανδήποτε και αν κατέχη θέσιν εν τη ιεραρχία, χορηγήσας εισιτήριον δωρεάν ή μετ’ εκπτώσεως παρά τα ως άνω οριζόμενα, ή επιτρέψας ταξείδιον άνευ κανονικού εισιτηρίου, ή δεχθείς προς αποστολήν εμπορεύματα ή αποσκευάς άνευ της κεκανονισμένης πληρωμής, εκτός της διοικητικής ευθύνης και του εις βάρος του καταλογισμού της αντιστοίχου αξίας του εισιτηρίου ή της γενομένης αποστολής, δύναται εν υποτροπή να απολυθή αναλόγως της πράξεως, προσωρινώς ή οριστικώς, εκ της υπηρεσίας. Άρθρ.25.-Καταργείται ως προς τους Σ.Ε.Κ. πάσα διάταξις νόμου ή Ν.Δ/των σχετιζομένη οπωσδήποτε με την διοίκησιν, εκμετάλλευσιν και οργάνωσιν αυτών. Σελ. 106(α) 297-106 Παραμένουσιν εν ισχύϊ μόνον τα άρθρ. 34-36 του από 4 Ιουνίου Ν.Δ/τος και οι νόμοι ΑΡΚΒ΄του 1883 «περί αδικημάτων κατά της ασφαλείας των σιδηδρόμων», ΑΡΟΒ΄ του 1884 «περί ασφαλείας και αστυνομίας των σιδηροδρόμων» ως προς τας διατάξεις τούτων τας μη συγκρουομένας προς τας διατάξεις του παρόντος. Παραμένουσιν επίσης εν ισχύϊ αι διατάξεις περί λειτουργίας των λεβήτων και ατμαμαξών των Σιδηροδρόμων και περι των προσόντων του προσωπικού των ατμαμαξών. Αι ανωτέρω δωρεάν μεταφοραί κατηργήθησαν δια του άρθρ. 1 Ν.Δ. 2453/1953 (ανωτ. σελ. 101) πλην των αυτόθι αναφερομένων εξαιρέσεων.
3
13. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. Α1β/6370 της 31 Αυγ./12 Σεπτ. 1977 (ΦΕΚ Β΄ 869) Περί των όρων υπό τους οποίους επιτρέπεται η εγκατάστασις και λειτουργία αυτομάτων πωλητών τροφίμων και ποτών. Καταργήθηκε από το άρθρ. 53 της Α1β/11261/ 1981, απόφ. Υπ. Κοινωνικών Υπηρεσιών (ανωτ. σελ. 376,12).
131
1. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 440 της 6/7 Αυγ. 1943 (ΦΕΚ Α΄ 252) Περί αυξήσεως του βασικού μισθού των κλητήρων των Κεντρικών Υπηρεσιών των Υπουργείων και διαβαθμίσεως των καθαριστριών των Δημοσίων Υπηρεσιών εν γένει. Εκυρώθη και διετηρήθη εν ισχϋι διά της υπ’ αριθ. 292/1946, πραξ. Υπ. Συμβ. (ΦΕΚ Α΄ 182)
263
3. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 16/26 Φεβρ. 1948 (ΦΕΚ 52) Περί αρμοδιότητος και καθηκόντων του Γενικού Επιθεωρητού Υπηρεσιών Υ.Ε.Ν. Έχοντες υπ’ όψιν το άρθρ. 3 του Α.Ν. της 28-101935 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί Διοικήσεως του Εμπορικού Ναυτικού Διατάξεων» (Ε.Κ. 502/1935), τον Α.Ν. 345/1936 «περί αρμοδιότητος του Υφυπουργείου της Εμπορικής Ναυτιλίας (Ε.Κ. 514/1936), το άρθρ. 10 του Α.Ν. 934/1937 «περί τροποποιήσεως των ισχυουσών διατάξεων περί συστάσεως, συγκροτήσεως, λειτουργίας του Συμβουλίου προαγωγών κλπ. ειδικών προσόντων προαγωγής, φύλλων ποιότητος των Λιμενικών αξιωματικών και υπαξιωματικών και προσθήκης συναφών διατάξεων» (Ε.Κ. 456/1937) και το άρθρ. 12 του υπ’ αριθ. 482 Ν.Δ. της 31.10.1947 «περί εθελουσίας εξόδου και αποσυμφορήσεως ανωτέρων στελεχών Λιμενικού Σώματος» (Ε.Κ. 251/1947) και την υπ’ αριθ. 34/1948 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου επί της Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργού απεφασίσαμεν και διατάσσομεν. Άρθρ.1.-Εις την αρμοδιότητα του Γενικού Επιθεωρητού Υπηρεσιών Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας υπάγονται: α)Ο έλεγχος της ακριβούς και λυσιτελούς κατά υπηρεσίας εφαρμογής των περί διοικήσεως του Εμπορικού Ναυτικού διατάξεων. β)Πάσα υπόθεσις αναγομένη εις την στρατολογίαν, προέλευσιν και εκπαίδευσιν του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος. γ)Πάσα υπόθεσις αφορώσα την επαγγελματικήν, τεχνικήν και θεωρητικήν κατάρτισιν και την Σελ. 40 καθόλου εκπαίδευσιν των ναυτικών και εργατών θαλάσσης του Εμπορικού Ναυτικού και την απονομήν των οικείων αδειών, πτυχίων και διπλωμάτων ειδικότητος και ναυτικής ικανότητος. δ)Η εποπτεία και ο έλεγχος των σχολών εκπαιδεύσεως του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος και των δημοσίων και ιδιωτικών σχολών και φροντιστηρίων εν γένει του Εμπορικού Ναυτικού. ε)Η τελική επεξεργασία παντός σχεδίου νόμου, Δ/τος ή Κανονισμού αφορώντος την προέλευσιν, συγκρότησιν, εκπαίδευσιν, προσόντα προς προαγωγήν του προσωπικού και γενικώς την οργάνωσιν του Λιμενικού Σώματος. ς)Η μελέτη παντός θέματος αναγομένου εις την αρμοδιότητα του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας ανατιθεμένου αυτώ υπό του Υπουργού. ζ)Η σύνταξις των φύλλων ποιότητος του προϊσταμένου της Επιθεωρήσεως Εμπορικού Ναυτικού και των προϊσταμένων των σχολών και φροντιστηρίων περί ων το εδαφ. δ΄ και ο κατά δεύτερον κλιμάκιον χαρακτηρισμός και κρίσις επί των φύλλων ποιότητος των συντασσομένων υπό του Επιθεωρητού του Εμπορικού Ναυτικού, των Διευθυντών Διοικήσεως και Ναυτικής Εργασίας, ως προς τους προϊσταμένους των τμημάτων και γραφείων, περί ων το παρόν Δ/μα και των προϊσταμένων των σχολών και φροντιστηρίων περί ων το εδαφ. δ΄ ως προς το υπ’ αυτούς προσωπικόν. Άρθρ.2.-Ο Γενικός Επιθεωρητής Υπηρεσιών Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας τελών εις απ’ ευθείας διοικητικήν εξάρτησιν εκ του Υπουργού έχει υπό τας αμέσους διαταγάς του την Υπηρεσίαν Επιθεωρήσεως Εμπορικού Ναυτικού τας διευθύνσεις Διοικήσεως και Ναυτικής Εργασίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου, ως προς τας αρμοδιότητας τούτων τας εν τω επομένω άρθρω αναφερομένας, και τας σχολάς και φροντιστήρια περί ων το εδαφ. δ΄ του προηγουμένου άρθρου. Άρθρ.3.-1.Η Υπηρεσία Επιθεωρήσεως Εμπορικού Ναυτικού περιλαμβάνει τα κάτωθι τρία τμήματα: 20.Α.γ.3 Επιθεώρηση Υ.Ε.Ν. Α΄.Το Τμήμα Επιθεωρήσεων συγκροτούμενον εκ του Γραφείου Επιθεωρήσεων και του Γραφείου Διεκπεραιώσεως και εις ο ανάγεται: α)Η παρακολούθησις της εκτελέσεως των τακτικών επιθεωρήσεων των Υπηρεσιών της Διοικήσεως του Εμπορικού Ναυτικού. β)Η σύνταξις των εκθέσεων των τακτικών και εκτάκτων επιθεωρήσεων, η υποβολή τούτων εις τον Υπουργόν και η ανακοίνωσις αποσπασμάτων αυτών εις τας οικείας Διευθύνσεις της Κεντρικής Διοικήσεως του Υπουργείου, τας Κεντρικάς Υπηρεσίας και τα Ασφαλιστικά εν γένει Ιδρύματα των εργατών θαλάσσης. γ)Η παραλαβή πάντων των εισερχομένων εγγράφων της Γενικής Επιθεωρήσεως, η καταχώρησις τούτων εις το βιβλίον πρωτοκόλλου και η παράδοσις αυτών εις τα οικεία τμήματα συμφώνως προς την σημειουμένην επ’ αυτών κατανομήν υπό του προϊσταμένου του Τμήματος. δ)Η διεκπεραίωσις, καταχώρησις και αποστολή των εξερχομένων εγγράφων της Γενικής Επιθεωρήσεως. ε)Η τήρησις του εμπιστευτικού πρωτοκόλλου και αρχείου, του αρχείου των εκθέσεων επιθεωρήσεων και του γενικού αρχείου της Γενικής Επιθεωρήσεως. Β΄.Το Τμήμα Στρατολογίας και Εκπαιδεύσεως του Λιμενικού Σώματος απαρτιζόμενον εκ των παρά τω Τμήματι Προσωπικού Γραφείων Διοικήσεως και Εκπαιδεύσεως, και εις ο ανάγεται: α)Πάσα υπόθεσις αφορώσα την στρατολογίαν και προέλευσιν του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος. β)Η οργάνωσις, η εποπτεία και ο έλεγχος λειτουργίας των Σχολών και φροντιστηρίων, εκπαιδεύσεως του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος. γ)Η μέριμνα δια την συγκρότησιν του προσωπικού διοικήσεως του διδακτικού προσωπικού των σχολών και φροντιστηρίων του Λ.Σ. δ)Ο εν συνεννοήσει μετά της Γενικής Διευθύνσεως καθορισμός της σειράς των εκπαιδευτέων στελεχών. ε)Η κατάρτισις των εκπαιδευτικών εν γένει προγραμμάτων του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος. ς)Η μέριμνα δια την συγγραφήν και έκδοσιν των διδακτικών βιβλίων και εγχειριδίων των στελεχών του Λιμενικού Σώματος. ζ)Η τελική επεξεργασία των διατάξεων παντός σχεδίου Νόμου, Δ/τος ή Κανονισμού αφορώντος την προέλευσιν, εκπαίδευσιν, προσόντα προς προαγωγήν του προσωπικού και γενικώς την οργάνωσιν του Λιμενικού Σώματος. η)Η σύνταξις και υποβολή εις τον Υπουργόν εκθέσεων περί των ληπτέων μέτρων δια την αρτιωτέραν οργάνωσιν του Λιμενικού Σώματος. θ)Η μελέτη παντός θέματος αναγομένου εις την αρμοδιότητα του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας ανατιθεμένου εις την Γενικήν Επιθεώρησιν υπό του Υπουργού εφ’ όσον τούτο δεν ανάγεται εις την αρμοδιότητα ετέρου τμήματος αυτής. Γ΄.Το Τμήμα Ναυτικής Εκπαιδεύσεως των Ε.Θ. απαρτιζόμενον εκ του ομωνύμου Τμήματος της Διευθύνσεως Ναυτικής Εργασίας και Εκπαιδεύσεως και εις ο ανάγεται: α)Η οργάνωσις, η εποπτεία και ο έλεγχος λειτουργίας των δημοσίων σχολών και φροντιστηρίων εν γένει και η εποπτεία και ο έλεγχος των ανεγνωρισμένων υπό του Υπουργείου ιδιωτικών σχολών Εμπορικού Ναυτικού. β)Η μέριμνα δια την συγκρότησιν του προσωπικού Διοικήσεως και του διδακτικού προσωπικού των δημοσίων Σχολών και φροντιστηρίων του Εμπορικού Ναυτικού. γ)Η αναγνώρισις ή άρσις αναγνωρίσεως υπό του Υπουργείου των ιδιωτικών σχολών και φροντιστηρίων του Εμπορικού Ναυτικού. δ)Ο καθορισμός του τρόπου της χορηγητέας εκ του Δημοσίου οικονομικής ενισχύσεως εις τας ανεγνωρισμένας υπό του Υπουργείου ιδιωτικάς σχολάς Εμπορικού Ναυτικού. ε)Η κατάρτισις των εκπαιδευτικών εν γένει προγραμμάτων των Δημοσίων και ανεγνωρισμένων υπό του Υπουργείου ιδιωτικών σχολών και φροντιστηρίων Εμπορικού Ναυτικού. ς)Η μέριμνα δια την συγγραφήν και έκδοσιν των διδακτικών βιβλίων των δημοσίων και ανεγνωρισμένων υπό του Υπουργείου ιδωτικών σχολών και φροντιστηρίων του Εμπορικού Ναυτικού ως και βιβλίων συντελεστικών δια την επαγγελματικήν, κοινωνικήν και ηθικήν διαπαιδαγώγησιν των εργατών θαλάσσης και ναυτικών. ζ)Πάσα άλλη υπόθεσις αφορώσα την επαγγελματικήν, τεχνικήν και θεωρητικήν κατάρτισιν, την καθ’ όλου εκπαίδευσιν και δοκιμασίαν των ναυτικών και εργατών θαλάσσης και των προτιθεμένων, όπως ασκήσωσι το ναυτικόν επάγγελμα και φοιτώντων εις σχολάς ανεγνωρισμένας υπό του Υπουργείου. (Αντί των σελ. 41 και 42,01) Σελ. 41(α) Τεύχος 636-Σελ. 89 Επιθεώρηση Υ.Ε.Ν. 20.Α.γ.3 Άρθρ.4.-1.Αι δια τον έλεγχον της ακριβούς και λυσιτελούς κατά υπηρεσίας εφαρμογής των περί διοικήσεως του Εμπορικού Ναυτικού διατάξεων και της λειτουργίας των Σχολών και φροντιστηρίων εκπαιδεύσεως του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος και των δημοσίων σχολών και φροντιστηρίων και ανεγνωρισμένων υπό του Υπουργείου ιδιωτικών σχολών Εμπορικού Ναυτικού τακτικαί ή έκτακτοι επιθεωρήσεις εκτελούνται είτε αυτοπροσώπως υπό του Γενικού Επιθεωρητού Υπηρεσιών Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας είτε κατόπιν διαταγής τούτου, εκδιδομένης εντολή τουΥπουργού ή διαταγή του Υπουργού υπό του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Επιθεωρήσεως Εμπορικού Ναυτικού ή των παρά τη Γενική Επιθεωρήσει υπηρετούντων αξιωματικών εκτάκτως δε υπό οιουδήποτε άλλου αξιωματικού του Λιμενικού Σώματος, Προξενικού ή άλλου δημοσίου υπαλλήλου κατά τα εν άρθρ. 3 του από 28 Οκτ. 1935 Α. Νόμου «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί διοικήσεως του Εμπορικού Ναυτικού διατάξεων», οριζόμενα. Η επιθεώρησις των Κεντρικών Υπηρεσιών του Υ.Ε.Ν. εκτελείται κατόπιν διαταγής του Υπουργού. 2.Αι τακτικαί επιθεωρήσεις περιλαμβάνουσι το σύνολον των αναγομένων εις την Διοίκησιν του Εμπορικού Ναυτικού καθηκόντων είτε το σύνολον των εις την αρμοδιότητα της επιθεωρουμένης υπηρεσίας αναγομένων καθηκόντων αι δε έκτακτοι επιθεωρήσεις περιορίζονται εις την δια της οικείας διαταγής καθοριζομένην έκτασιν. 3.Η συχνότης και η σειρά των ενεργουμένων τακτικών επιθεωρήσεων κανονίζεται υπό του Γενικού Επιθεωρητού αναλόγως των υπηρεσιακών αναγκών και κατά τρόπον ώστε άπανται αι υπηρεσίαι της Διοικήσεως Εμπορικού Ναυτικού να υφίστανται τουλάχιστον άπαξ του έτους τακτικήν επιθεώρησιν. 4.Μεθ’ εκάστην επιθεώρησιν συντάσσεται από του ενεργήσαντος ταύτην και υποβάλλεται εις τον Υπουργόν λεπτομερής έκθεσις και των αναγομένων εις αυτήν θεμάτων μετά γνωμοδοτήσεως του Γενικού Επιθεωρητού περί των ληπτέων μέτρων. Προκειμένου περί τακτικής επιθεωρήσεως εν τη περί ταύτης εκθέσει μνημονεύονται ειδικώς αι κρίσεις του ενεργήσαντος την επιθεώρησιν περί της ικανότητος, του ζήλου και του ήθους του προσωπικού της επιθεωρηθείσης υπηρεσίας. Αποσπάσματα των εκθέσεων επιθεωρήσεων κοινοποιούνται εις τας οικείας Διευθύνσεις της Κεντρικής Διοικήσεως του Υπουργείου, τας Σελ. 42(α) Τεύχος 636-Σελ. 90 Κεντρικάς Υπηρεσίας και τα ασφαλιστικά εν γένει Ιδρύματα των εργατών θαλάσσης κατά λόγον της αρμοδιότητός των. Άρθρ.5.-Τον Γενικόν Επιθεωρητήν Υπηρεσιών Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας απόντα ή κωλυόμενον αναπληροί ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Επιθεωρήσεως Εμπορικού Ναυτικού τούτον δε οι Τμηματάρχαι της Υπηρεσίας Επιθεωρήσεως Εμπορικού Ναυτικού έκαστος εις τα υπό την αρμοδιότητα του Τμήματός του υπαγόμενα ζητήματα. Εις τον Ημέτερον επί της Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος.
95
6. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 23/30 Μαρτ. 1940 Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του από 22-4-39 Β.Δ/τος «περί παροχής πτυχίων χειριστών γεωργικών μηχανών». Καταργήθηκαν από το άρθρ. 22 Β.Δ. 680/1962 (κατωτ. αριθ. 11). Σελ. 322(β) Τεύχος 1452 Σελ. 54
108
9. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 166 της 15/20 Σεπτ. 1975 (ΦΕΚ Α' 199) Περί χορηγήσεως του ειδικού επιδόματος του άρθρ.25 παρ.1 εδάφ.2 του Ν.Δ.4548/1966 "περί του ενιαίου μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων και άλλων τινών διατάξεων" και εις τους υπαλλήλους φαρμακοποιούς του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. Άρθρ.1.-Το δυνάμει των διατάξεων του άρθρ.25 παρ.1 εδάφ.2 του Ν.Δ.4548/1966 "περί του ενιαίου μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων και άλλων τινών διατάξεων" (τόμ. 2Α σελ. 384,28) και του άρθρ.8 περίπτ. Β' εδάφ. γ' του Α.Ν.274/1968 "περί των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων πολιτικών και στρατιωτικών, ως και των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ" (τόμ. 2Α σελ. 384,69) προβλεπόμενον δια τους υπαλλήλους του Κλάδου φαρμακοποιιών της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, εκ 30% επίδομα επί του βασικού αυτών μισθού χορηγείται και εις τους υφ' οιανδήποτε σχέσιν υπηρετούντας εις τας Ενόπλους Δυνάμεις υπαλλήλους Φαρμακοποιούς, τους απασχολουμένους κατά πλήρες ωράριον εις Φαρμακεία Στρατιωτικών Νοσοκομείων και Μονάδων των Ενόπλων Δυνάμεων και των εποπτευομένων υπό του Υπουργού Εθνικής Αμύνης Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου. Άρθρ.2.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της πρώτης του επομένου της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, μηνός.
124
1. ΝΟΜΟΣ ΧΚΣΤ΄ της 22 Ιουν./24 Ιουλ. 1861 Περί εγκρίσεως τηλεγραφικών συμβάσεων Ανάλογοι και οι: α)Νόμ.ΞΓ΄ της 10 Αυγ./19 Σεπτ. 1864 «περί ισχύος τηλεγραφικής συμβάσεως μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας». β)Νόμ.ΡΙΕ΄ της 13 Δεκ. 1865/1 Φεβρ. 1866 «περί ισχύος της διεθνούς τηλεγραφικής συμβάσεως». γ)Νόμ.ΣΟ΄ της 16/23 Οκτ. 1868 «περί παρατάσεως της ισχύος των όρων της από 1 Δεκ. 1866 τηλεγραφικής συμβάσεως και του από 19 Ιαν. 1867 συμπληρωματικού πρωτοκόλλου». δ)Νόμ.ΤΚΔ΄ της 12/23 Οκτ. 1869 «περί κυρώσεως της εις το κείμενον της τηλεγραφικής συμβάσεως των Παρισίων επενεχθείσης τροποποιήσεως». ε)Νόμ.ΩΛΓ΄ της 18 Απρ./31 Μαΐου 1880 «περί κυρώσεως του εν Λονδίνω γενομένου τηλεγραφικού κανονισμού». ς)Νόμ.ΑΡΓ΄ της 30 Μαρτ./25 Απρ. 1883 «περί κυρώσεως της μετά της Γαλλίας δηλώσεως περί κανονισμού των εξωτερικών τηλεγραφικών τελών». ζ)Νόμ.ΑΦΞΔ΄ της 27 Μαΐου/7 Αυγ. 1887 «περί κυρώσεως του εν Βερολίνω ψηφισθέντος τη 17 Σεπτ. 1885 κανονισμού της διεθνούς τηλεγραφικής υπηρεσίας κλπ.». η)Νόμ.ΒΡ΄ της 25 Σεπτ./15 Δεκ. 1892 «περί κυρώσεως του εν Παρισίοις την 9/21 Ιουν. 1890 αναθεωρηθέντος κανονισμού της διεθνούς τηλεγραφικής υπηρεσίας». θ)Νόμ.ΒΧΜΘ΄ τής 24 Ιουλ./2 Σεπτ. 1899 «περί κυρώσεως του τροποποιηθέντος εν Βουδαπέστη τηλεγραφικού κανονισμού κλπ.». ι)Νόμ.3393 της 5 Ιουλ. 1927/23 Οκτ. 1928 «περί κυρώσεως του προσηρτημένου εις την διεθνή τηλεγραφικήν σύμβασιν της Πετρουπόλεως διεθνούς τηλεγραφικού κανονισμού ως ανεθεωρήθη υπό της διεθνούς τηλεγραφικής διασκέψεως των Παρισίων του 1925». ια)Νόμ.4472 της 5/6 Φεβρ. 1930 «περί κυρώσεως πρωτοκόλλου ψηφισθέντος υπό της τηλεγραφικής διασκέψεως Βρυξελλών και τροποποιούντος τον προσηρτημένον εις την διεθνή τηλεγραφικήν σύμβασιν της Πετρουπόλεως κανονισμόν».
120
17. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. 120/3/929 της 29 Απρ./5 Μαΐου 1980 (ΦΕΚ Β΄ 442) Περί επεκτάσεως της ασφαλίσεως του Επικουρικού Ταμείου Ασφαλίσεως Κρεοπωλών και Εργατοϋπαλλήλων Κρέατος στους εκδοροσφαγείς όλης της χώρας. 1.Η, από τις διατάξεις του εδαφ. β΄ της παρ. 5 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 4577/66, προβλεπόμενη υποχρεωτική ασφάλιση των εκδοροσφαγέων στο Επικουρικό Ταμείο Ασφαλίσεως Κρεοπωλών και Εργατοϋπαλλήλων Κρέατος, επεκτείνεται από 1.7.80 σε όλη τη χώρα από την προϋπόθεση ότι αυτοί τυγχάνουν ασφαλισμένοι στο Ι.Κ.Α. για κύρια σύνταξη και ανήκουν σε αναγνωρισμένα επαγγελματικά σωματεία.
331
16. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 10 Αυγ./17 Σεπτ. 1954 Περί τρόπου προσδιορισμού αξίας δημιουργουμένων οικοπέδων, προσθέτου αξίας ακινήτων, καθορισμού υποχρέων, συστάσεως Επιτροπών και διαδικασίας βεβαιώσεως και εισπράξεως της αποζημιώσεως του Ν.Δ. 2722/1953. Εν όψει της §. 3 του άρθρ. 8 του ν.δ. 2722/1953 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων των αφορωσών τον Οργανισμόν Αποχετεύσεως της περιοχής Πρωτευούσης». Στοιχεία εξακριβώσεως και προσδιορισμού αξίας. Άρθρον 1.-1.Δια την εξακρίβωσιν και τον προσδιορισμόν της αξίας των δημιουργουμένων οικοπέδων, συνεπεία εκτελεσθέντων ή εκτελεσθησομένων έργων αποχετεύσεως της περιοχής τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης, των περιλαμβανομένων εν τω εδαφίω β΄ του άρθρ. 7 του ν.δ. 2722/1953, ως και της προσθέτου αξίας των αστικών ή αγροτικών ακινήτων των ωφελουμένων εκ των εκτελεσθέντων ή εκτελεσθησομένων έργων, συνεπεία των οποίων ηυξήθη ή επαυξάνεται η αξία των, κατά τα εν εδαφίω γ΄ του αυτού άρθρ. 7, προς επιβολήν της υπέρ του Οργανισμού Αποχετεύσεως της περιοχής Πρωτευούσης (Ο.Α.Π.) αποζημιώσεως των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του αυτού ν.δ. λαμβάνονται υπ’ όψιν και συνεκτιμώνται τα στοιχεία μεταβιβάσεως παρομοίων ακινήτων, τα οποία προκύπτουσιν εκ συμβολαίων ή εξ εκτιμήσεων γενομένων δια την επιβολήν του φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων ή του φόρου κληρονομιών, δωρεών και προικών ή εξ άλλων εκτιμήσεων. Εν περιπτώσει καθ’ ην ελλείπουν τα στοιχεία ταύτα ή τα υπάρχοντα είναι ανεπαρκή ή απρόσφορα, ενεργείται προσδιορισμός της αξίας ή προσθέτου αξίας δια παντός άλλου αποδεικτικού μέσου.-2.Αι δημόσιαι εν γένει αρχαί, ως και παν φυσικόν ή Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου υποχρεούνται, όπως παρέχωσι πάσαν πληροφορίαν και παν στοιχείον το οποίον διαθέτουσι. Υπόχρεοι εις αποζημίωσιν. Άρθρον 2.-1.Υπόχρεος προς καταβολήν αποζημιώσεως είναι ο έχων την κυριότητα ή την νομήν του ακινήτου κατά τον χρόνον της συντελέσεως του έργου.-2.Εν περιπτώσει καθ’ ην έχει συσταθεί δικαίωμα επικαρπίας, χρήσεως ή οικήσεως ή εμπράγματον δικαίωμα επιφανείας ή εμφυτεύσεως υφιστάμενον κατά την εισαγωγήν του Αστικού Κώδικος και μετά την εκτέλεσιν των έργων, η επιβαλλομένη αποζημίωσις επιμερίζεται μεταξύ του έχοντος το δικαίωμα τούτο και του ιδιοκτήτου του ακινήτου, εκάτερος δε υποχρεούται εις καταβολήν μέρους της αποζημιώσεως αναλόγου προς την αξίαν ην έχει το δικαίωμα αυτού εν σχέσει προς την αξίαν της πλήρους κυριότητος. - 3.Εις καταβολήν αποζημιώσεως υποχρεούνται και οι μισθωτοί των ακινήτων ων η μίσθωσις παρατείνεται αναγκαστικώς κατά τας περί ενοικιοστασίου διατάξεις.-4.Δια (Μετά την σελ. 622,10) Σελ. 622,11 ΝΒ-69 Υπόνομοι Πρωτεύουσας 23.Η.α.16 τον υπολογισμόν της αποζημιώσεως κεχωρισμένως της ψιλής κυριότητος και των λοιπών επί του ακινήτου ως άνω δικαιωμάτων εφαρμόζονται αι διατάξεις του από 27 Μαρτίου/9 Απριλίου 1954 β.δ. «περί τρόπου υπολογισμού αξίας δικαιώματος επικαρπίας κλπ. δια τον καθορισμόν της εισφοράς ν.δ. 2709/1953»( 1 ) Επιτροπαί προσδιορισμού αξίας. ΄Αρθρον 3.-1.Δια την εξακρίβωσιν των υποκειμένων εις την κατά τα ανωτέρω αποζημίωσιν ακινήτων συνιστώνται δύο Επιτροπαί προσδιορισμού αξίας εν τη έδρα του Πρωτοδικείου Αθηνών και μία Επιτροπή προσδιορισμού εν τη έδρα του Πρωτοδικείου Πειραιώς.-2.Εκάστη των Επιτροπών προσδιορισμού αξίας των εδρευουσών εν τω Πρωτοδικείω Αθηνών καθίσταται αρμοδία δια την εξακρίβωσιν των ακινήτων και προσδιορισμόν της αξίας ή προσθέτου αξίας αυτών η μεν μία δια τα ακίνητα τα κείμενα εντός της λεκάνης απορροής του Ιλισσού ποταμού η δε ετέρα δια τα ακίνητα τα κείμενα εντός της λεκάνης απορροής του Κηφισσού ποταμού.-3.Η εν τω Πρωτοδικείω Πειραιώς εδρεύουσα Επιτροπή προσδιορισμού αξίας καθίσταται αρμοδία δια την εξακρίβωσιν των ακινήτων και προσδιορισμόν της αξίας ή προσθέτου αξίας αυτών των κειμένων εις την περιφέρειαν του Πρωτοδικείου Πειραιώς.4.Εκάστη των Επιτροπών τούτων αποτελείται:α)Εξ ενός Μηχανικού επί 4ω τουλάχιστον βαθμώ της Υπηρεσίας Υδραυλικών Έργων του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, οριζομένου μεθ’ ενός αναπληρωτού, δι’ αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίων Έργων, ως Προέδρου.-β)Εξ ενός υπαλλήλου της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών Γενικής Διευθύνσεως Φορολογίας, επί 6ω τουλάχιστον βαθμώ, οριζομένου, μετά του αναπληρωτού, δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, και-γ)Εξ ενός Μηχανικού της Τεχνικής Υπηρεσίας Δήμων και Κοινοτήτων της Νομαρχίας Αττικής, οριζομένου δι’ αποφάσεως του Νομάρχου Αττικής μετά τού αναπληρωτού του, ως μελών.-Χρέη Γραμματέων εν εκάστη Επιτροπή, εκτελεί είς υπάλληλος της Υπηρεσίας Υδραυλικών Έργων του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ή του Οργανισμού Αποχετεύσεως Πρωτευούσης (Ο.Α.Π.), οριζόμενος μετά του αναπληρωτού του δι’ αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίων Έργων, ή κατά περίπτωσιν υπό του Προέδρου του Ο.Α.Π. Διαδικασία επιτροπών προσδιορισμού αξίας. ΄Αρθρον 4.-1.Η Επιτροπή Προσδιορισμού συνεδριάζει κατά τα υπό του Προέδρου αυτής οριζόμενα εις το κατάστημα του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ή εις έτερον Δημόσιον κατάστημα ή τοιούτον του Σελ. 622,12 Ο.Α.Π. και επιλαμβάνεται του Έργου της αυτεπαγγέλτως δυναμένη να προσκαλή τους υποχρέους όπως αναπτύξωσι ενώπιόν της προφορικώς και εγγράφως τους ισχυρισμούς των.-2.Η επιτροπή επί τη βάσει των υπ’ όψει της τιθεμένων ή των υπ’ αυτής συλλεγομένων στοιχείων, μετά προηγουμένην επί τόπου έρευναν και μελέτην των εκάστοτε προκυπτόντων θεμάτων ως και της προσωπικής αντιλήψεως των μελών της, προσδιορίζει ητιολογημένως την μετά την εκτέλεσιν των έργων αξίαν των εξ αυτών δημιουργουμένων οικοπέδων ή την πρόσθετον αξίαν ην απέκτησαν τα εξ αυτών ωφελούμενα ακίνητα, της σχετικής αποφάσεώς της υπογραφομένης υφ’ όλων των μελών της και του Γραμματέως.-3.Προκειμένου περί πλειόνων υποχρέων, εφ’ όσον η επιβαλλομένη αποζημίωσις έχει ως βάσιν το αυτό ακίνητον, δύναται η Επιτροπή να εκδόση μίαν απόφασιν εις ην δέον να καθορίζεται διακεκριμένη η υποχρέωσις εκάστου.-4.Περί εκάστης συνεδριάσεως τηρούνται εν ιδίω βιβλίω συνοπτικά πρακτικά υπογραφόμενα υπό του κ. Προέδρου, των μελών και του Γραμματέως.-5.Τας κατά τ’ ανωτέρω εκδιδομένας αποφάσεις μεθ’ ολοκλήρου του φακέλλου, η Επιτροπή παραδίδει, δια του Γραμματέως της εγγράφως προς τον Ο.Α.Π. Κοινοποίησις αποφάσεως.-Ένστασις. Άρθρον 5.-1.Επιμελεία του Ο.Α.Π. ενεργείται η κοινοποίησις των ανωτέρω αποφάσεων προς τους υποχρέους δια την καταβολήν της αποζημιώσεως.2.Εάν ο προς ον κοινοποιείται η απόφασις αμφισβητή την υποχρέωσιν του προς καταβολήν αποζημιώσεως ή το μέγεθος αυτής, δικαιούται να υποβάλη εις τον Ο.Α.Π. ένστασιν κατά της άνω αποφάσεως, εντός δεκαημέρου ανατρεπτικής προθεσμίας από της προς αυτόν κοινοποιήσεως ταύτης, εν η δέον να περιλαμβάνηται και διορισμός πληρεξουσίου ή αντικλήτου εν τη έδρα της Επιτροπής, οσάκις ο ενιστάμενος κατοικεί εκτός της έδρας αυτής.-3.Κατ’ αποφάσεων κοινών υποχρέων, δύναται ν’ ασκήται μία κοινή ένστασις παρ’ όλων ή τινών των υποχρέων ή κεχωρισμένη παρ’ εκάστου. Δια της εκδιδομένης αποφάσεως επί κοινής ενστάσεως θα καθορίζηται κεχωρισμένη υποχρέωσις εκάστου ενισταμένου.-Το αυτό θέλει ισχύει και εν περιπτώσει συνεκδικάσεως πλειόνων εντάσεων αφορωσών τον καθορισμόν της αποζημιώσεως δια το αυτό ακίνητον πλειόνων υποχρέων. 23.Η.α.16 Υπόνομοι Πρωτεύουσας Επιτροπή ενστάσεων Άρθρ.6.-1.Δια την εκδίκασιν των κατά τ’ ανωτέρω υποβαλλομένων ενστάσεων κατ’ αποφάσεων προσδιορισμού του οφειλομένου ποσού αποζημιώσεως υπέρ του Ο.Α.Π. συνιστάται μία Επιτροπή εν Αθήναις. 2.Η Επιτροπή ενστάσεων αποτελείται:α)Εκ του παρά τω Υπουργείω Δημοσίων ΄Εργων Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, αναπληρουμένου παρ’ ετέρου Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, οριζομένου δι’ αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, ως Προέδρου, β)Εξ ενός Πρωτοδίκου οριζομένου μετά γνώμην του Προέδρου Πρωτοδικών Αθηνών, δι’ αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης, μεθ’ ενός αναπληρωτού. γ)Εξ ενός τεχνικού υπαλλήλου του Υπουργείου Δημοσίων Έργων επί 4ω τουλάχιστον βαθμώ οριζομένου υπό του Υπουργού Δημοσίων Έργων μεθ’ ενός αναπληρωτού. δ)Εξ ενός υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, Γενικής Διευθύνσεως Φορολογίας, επί 4ω τουλάχιστον βαθμώ οριζομένου δι’ αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, μεθ’ ενός αναπληρωτού και ε)Εξ ενός Δημοτικού Συμβούλου του Δήμου Αθηναίων οριζομένου παρά του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων, μεθ’ ενός αναπληρωτού, ως μελών. Χρέη Γραμματέως εκτελεί υπάλληλος της Υπηρεσίας Υδραυλικών Έργων του Υπουργείου Δημοσίων Έργων επί 5ω τουλάχιστον βαθμώ οριζόμενος παρά του Υπουργού Δημοσίων Έργων μεθ’ ενός αναπληρωτού. 3.Η επιτροπή συνεδριάζει δημοσία εν τω Καταστήματι του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ή ετέρω Δημοσίω Καταστήματι, ή τω του Ο.Α.Π. οριζομένων δι’ αποφάσεως της Επιτροπής και εις χρόνον οριζόμενον υπό του Προέδρου αυτής. Ο Ο.Α.Π. δύναται να παρίσταται εν τη Επιτροπή δι’ αντιπροσώπου του οριζομένου ως τοιούτου δια πράξεως του Διοικητικού αυτού Συμβουλίου ειδοποιουμένου εγγράφως παρά του Γραμματέως της Επιτροπής. Εν η περιπτώσει ο ενιστάμενος, προσηκόντως προσκληθείς, δεν παραστή είτε αυτοπροσώπως είτε δι’ εντολοδόχου, η Επιτροπή αποφασίζει και απόντος αυτού. 4.Τα της τηρητέας διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής εκδικάσεως ενστάσεων, ήτοι δικαιοδοσία του Προέδρου της Επιτροπής, ειδοποίησις ενδιαφερομένων όπως παραστώσι κατά την δικάσιμον, τήρησις πρακτικών, παράστασις διαδίκων, έκδοσις και δημοσίευσις αποφάσεων κλπ. διέπονται υπό των διατάξεων του Κώδικος Φορολογίας Καθαρών Προσόδων περί εκδικάσεως των ενστάσεων παρά της Επιτροπής του άρθρ. 39 του κώδικος τούτου, εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλως υπό του Ν.Δ. 2722/1953 και του παρόντος. 5.Ο Γραμματεύς της Επιτροπής δέον ν’ αποστέλλη αμελλητί την εκδιδομένην απόφασιν μεθ’ ολοκήρου του φακέλλου εις τον Ο.Α.Π. 6.Αι εκδιδόμεναι αποφάσεις παρά της Επιτροπής ενστάσεων κοινοποιούνται επιμελεία της Υπηρεσίας του Ο.Α.Π. εις τους ενδιαφερομένους. 7.Αι οριστικαί αποφάσεις της Επιτροπής ενστάσεων εις ουδέν περαιτέρω τακτικόν ή έκτακτον ένδικον μέσον υπόκεινται. Η υπό του ανωτέρω άρθρ. 6 προβλεπομένη Επιτροπή ενστάσεων διετηρήθη άνευ μεταβολής της συνθέσεως και των αρμοδιοτήτων αυτής δια του άρθρ. 3 Β.Δ. 449 της 29/31 Μαΐου 1965 (ΦΕΚ Α΄ 99). Βεβαίωσις και είσπραξις αποζημιώσεως Άρθρ.7.-Η Υπηρεσία του Ο.Α.Π. επί τη βάσει των αποφάσεων των Επιτροπών Προσδιορισμού Αξίας καθ’ ων δεν εκοινοποιήθη ένστασις εντός της δεκαημέρου προθεσμίας ή των εκδοθεισών αποφάσεων της Επιτροπής εκδικάσεως ενστάσεων, βεβαιοί την καθορισθείσαν αποζημίωσιν δια συντάξεως χρηματικών καταλόγων και προβαίνει εις την είσπραξιν ταύτης. Καταβολή αποζημιώσεως Άρθρ.8.-1.Τα κατά τ’ ανωτέρω καθοριζόμενα ποσά της υπέρ του Ο.Α.Π. αποζημιώσεως καταβάλλονται τοις μετρητοίς εις είκοσιν ίσας εξαμηνιαίας δόσεις της πρώτης τούτων αρχομένης από της 1ης του μηνός Ιανουαρίου ή της 1ης του μηνός Ιουλίου ήτις ακολουθεί μετά κοινοποίησιν της σχετικής αποφάσεως. Εν περιπτώσει καθυστερήσεως καταβολής των δόσεων οφείλεται τόκος 6% ετησίως υπέρ του Ο.Α.Π. 2.Εις περίπτωσιν πωλήσεως του ακινήτου εις ο αναφέρεται η αποζημίωσις η προς τον Ο.Α.Π. οφειλομένη αποζημίωσις ή το υπολειπόμενον μέρος αυτής είναι εξ ολοκλήρου αμέσως καταβλητέα εκ του εισπραχθησομένου τιμήματος. 3.Εις περίπτωσιν εκτελέσεως οικοδομικών εργασιών επί του ακινήτου εις ο αναφέρεται η αποζημίωσις καθίσταται αμέσως απαιτητή και καταβλητέα ολόκληρος η οφειλομένη αποζημίωσις ή το υπολειπόμενον μέρος αυτής πλην αν αύτη υπερβαίνη το 1/10 της προϋπολογιζομένης αξίας των οικοδομικών εργασιών οπότε η απαίτησις προς άμεσον καταβολήν αποζημιώσεως περιορίζεται εις το 1/10 της προϋπολογιζομένης αξίας των οικοδομικών εργασιών. 4.Μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως του συνόλου της κατά τ’ ανωτέρω καθοριζομένης οφειλής, τα περί ων το Ν.Δ. 2722/1953 ακίνητα καθίστανται ενυπόθηκα υπέρ του Ο.Α.Π. προς ασφάλειαν της αιτήσεώς του ταύτης όσον αφορά μόνον την οφειλομένην υπό του ιδιοκτήτου αποζημίωσιν. (Αντί της σελ. 622,13) Σελ. 622,13(α) 268-149 Υπόνομοι Πρωτεύουσας 23.Η.α.16 Η υποθήκη ισχύει από της εγγραφής αυτής εις τα βιβλία υποθηκών. 5.Οι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοι του υποχρέου καθίστανται αλληλεγγύως υπόχρεοι προς καταβολήν της οφειλομένης αποζημιώσεως κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Άρθρον.9.-«1.Εις τα μέλη και τους γραμματείς των προβλεπομένων υπό του παρόντος Επιτροπών καταβάλλονται κατά μήνα έξοδα κινήσεως κατ’ αποκοπήν οριζόμενα δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Δημοσίων Έργων και Οικονομικών». Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του Β.Δ. 85 της 18 Ιαν./2 Φεβρ. 1966 (ΦΕΚ Α΄ 21). 2.Πάσαι αι δαπάναι της προηγουμένης παραγράφου βαρύνουσι τον προϋπολογισμόν του Ο.Α.Π. Σελ. 622,14(α) 23.Η.α.16 Υπόνομοι Πρωτεύουσας
341
61. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 3422.27/43/96 της 17/25 Ιουλ. 1996 (ΦΕΚ Β΄623) (Διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄752/27-81996) Διαδικασίες είσπραξης και απόδοσης του Ειδικού λιμενικού τέλους επιβατών του ΄΄άρθρ. 6 του Νόμ. 2399/96.
366
173. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 98998 της 14 – 31 Ιουλ. 2000 (ΦΕΚ Β΄945) Όροι φυτoϋγειονομικών ελέγχων στους συνοριακούς Φυτοϋγειονομικούς Σταθμούς σε φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα με προέλευση τρίτων χωρών, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 98/22/ΕΚ της Επιτροπής.
251
154. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.6908/98/64622 της 18/25 Ιουν. 1977 (ΦΕΚ. Β΄ 592) Περί μεταφοράς θέσεων εκ του Κλάδου ΑΤ1 Διοικητικού εις τον Κλάδον ΑΡ1 Διοικητικόν Υπ. Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Μεταφέρομεν εκ του Κλάδου ΑΤ1 Διοικητικού εις τον Κλάδον ΑΡ1 Διοικητικόν 2 θέσεις επί βαθμοίς 5ω έως 4ω.
74
5. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 730 της 27 Σεπτ./8 Οκτ. 1976 (ΦΕΚ Α' 264) Περί του μέτρου του ευεργετικού υπολογισμού του χρόνου εργασίας των καταδίκων. Βλέπε (κατωτ. αριθ. 6).
64
95. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 101295 οικ. /4784 της 11 Νοεμ./2 Δεκ. 1980 (ΦΕΚ Β' 1250) Περί κατανομής τακτικών θέσεων του Κλάδου ΜΕ4 Παιδονόμων Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων. Έχοντες υπ' όψιν τας διατάξεις: α)Του άρθρ. 62 του Π.Δ. 602/1976 "περί Οργανισμού του Υπουργείου Δικαιοσύνης". και β)του άρθρ.6 του Νόμ. 692/1977 "περί ρυθμίσεως θεμάτων Προσωπικού Φυλακών Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων", κατανέμομεν: Τεσσαράκοντα θέσεις του Κλάδου ΜΕ4 Παιδονόμων Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων, εξ ων 24 αρρένων και 16 θηλέων, κατά Ιδρύματα ως εξής: α)Εις το Ίδρυμα Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Στοιχειώδους Εκπ/σεως Κορυδαλλού 10 θέσεις Αρρένων και μία Θηλέων. β)Εις το Ίδρυμα Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Επαγγελματικής Εκπ/σεως Κορυδαλλού 10 θέσεις Αρρένων. γ)Εις το Ίδρυμα Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Στοιχειώδους Εκπ/σεως Βόλου 4 θέσεις Αρρένων και μία Θηλέων και δ)Εις το Ίδρυμα Αγωγής Ανηλίκων Θηλέων 14 θέσεις Θηλέων.
145
186. ΑΠΟΦΑΣΗ Δ.Σ. ΙΚΑ υπ’ αριθ. 444 της 8/21 Δεκ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 918) Κατάταξη σε ασφαλιστικές κλάσεις και καθορισμός ημερών εργασίας στην ασφάλιση των μελών Σωματείων, Συνεταιρισμών και Συνεργατικών, για το έτος 1989.
371
16. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. 130/1877 της 24 Ιουλ./5 Αυγ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 654) Περί αυξήσεως των συντάξεων που καταβάλλει το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Ο.Ε.Α.Σ. και Υ.Γ.Κ.Τ.Ι.Λ. 39.Κ.δ.9-16 Ταμείο Επικ.Ασφαλ.Προσ.Ο.Ε.Α.Σ.& Υπαλ.Γρ.Κοινών Ταμείων Ιδ.Λεωφ.(ΥΓΚΤΙΛ)
331
17.ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ.Δ.4216/22 της 24 Σεπτ./8 Νοεμ.1966 (ΦΕΚ Β΄ 649) Περί της ιδρύσεως και λειτουργίας καταστημάτων πωλήσεως αφορολογήτων ειδών εις επιβατικά πλοία. Αι ανωτέρω δύο αποφάσεις κατηργήθησαν δια του άρθρ.5 της κατωτέρω υπ’ αριθ.Τ.4846/ 147 της 1/17 Ιουλ.1967 ομοίας.
382
159. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ Αριθ. 7011/11/33 της 14-22 Σεπτ. 1999 (ΦΕΚ Β΄ 1773). Καθορισμός του τύπου των σφραγίδων Υπηρεσιών Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας.
195
187. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ.2076811/8845/0022 της 3/4 Οκτ.1989 (ΦΕΚ Β΄ 743) Αποδοχές υπαλλήλων α΄ και β΄ ειδικών θέσεων. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρ.33 του Νόμ. 1558/85 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» (ΦΕΚ 137/Α/26.7.86). 2.Την ανάγκη καθορισμού επι νέας βάσης των πάσης φύσεως αποδοχών των υπαλλήλων α΄ και β΄ ειδικών θέσεων, αποφασίζουμε: Καθορίζουμε τον μηνιαίο βασικό μισθό των υπαλλήλων α΄ και β΄ ειδικών θέσεων ως εξής: 1.Για τους υπαλλήλους α΄ ειδικών θέσεων μηνιαίο βασικό μισθό 107.000 δραχμ. 2.Για τους υπαλλήλους β΄ ειδικών θέσεων μηνιαίο βασικό μισθό ανάλογα με τα έτη συνολικής τους υπηρεσίας ως εξής: α)Μέχρι πέντε ετών υπηρεσία σε 74.000 δραχμ. β)Από πέντε μέχρι δέκα ετών υπηρεσία σε 80.000 δραχμ. γ)Από δέκα ετών και πάνω σε 87.000 δραχμ. 3.Στους ανωτέρω καταβάλλονται επίσης: α)Το σύνολο του χρονοεπιδόματος (ποσοστό 60%). β)Οικογενειακό επίδομα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ.11 του Νόμ.1505/84, όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρ.4 του Νόμ.1810/88. γ)ΑΤΑ από 1.5.85 και μετά σύμφωνα με τις αριθ. 9019/298/25.1.82 και 8418/231/25.1.85 αποφάσεις μας και δ)επιδόματα εορτών και άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ.13 του Νόμ.1505/84. 4.Για τις αποδοχές των Γενικών Γραμματέων Υπουργείων και Νομαρχιών ισχύει η αριθ. 2076812/8844/0022/3.10.89 απόφασή μας. 5.Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από 1ης Νοεμ. 1989. (Αντί για τη σελ. 384,9083) Σελ. 384,9083(α) Τεύχος 1347 Σελ. 13 Αποδοχές Δημοσίων Υπαλλήλων 2.Ζ.α.185-187 2.Ζ.α.187 Αποδοχές Δημοσίων Υπαλλήλων
124
25. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 233 της 29/30 Μαρτ. 1945 Περί χρηματοδοτήσεως Επιχειρήσεων υπό της Τραπέζης της Ελλάδος. Άρθρ.1.-1.Προς τον σκοπόν της ενισχύσεως της οικονομίας της χώρας επιτρέπεται εις την Τράπεζαν της Ελλάδος, όπως μέχρι τέλους του έτους 1946 χορηγή εις βιομηχανικάς, γεωργικάς, τραπεζιτικάς ή άλλας επιχειρήσεις πιστώσεις, συμφώνως προς τους όρους τους καθοριζομένους εκάστοτε δι’ αποφάσεως του Γενικού Συμβουλίου της Τραπέζης κατά τας διατάξεις του παρόντος. 2.Δια της αποφάσεως του Γενικού Συμβουλίου δύνανται να καθορίζωνται και κατά παρέκκλισιν των σχετικών διατάξεων του Καταστατικού, α)ο τόκος και αι εγγυήσεις των παρεχομένων πιστώσεων, β)η προθεσμία των πιστώσεων, γ)η προθεσμία και οι όροι ανανεώσεως των υπό της Τραπέζης δεκτών γινομένων γραμματίων εις προεξόφλησιν ή ασφάλειαν, δ)οι όροι παροχής ειδικών πιστώσεων προς Τραπέζας, ε)το ποσόν του συνόλου των πιστώσεων των χορηγουμένων δια προεξοφλήσεως γεωργικών γραμματίων και ενεχυρογράφων ή επί εγγυήσει τούτων. ("Επιτρέπεται ωσαύτως εις την Τράπεζαν της Ελλάδος όπως χορηγή εις το Δημόσιον προκαταβολάς ή ενεργή προεξοφλήσεις συναλλαγματικών ή γραμματίων εις διαταγήν, οπισθογραφήσεως του Δημοσίου, υπό όρους καθοριζομένους δια συμφωνίας μεταξύ Δημοσίου και Τραπέζης".) Η εντός « » παράγραφος προσετέθη δια του Α.Ν. 1330/1949 (κατωτ. αρ. 30). Το μέσα σε () εδάφιο καταργήθηκε από την παρ.4 άρθρ.12 Νόμ.2548/12-19 Δεκ.1997 (ΦΕΚ Α΄259), κατωτ.αριθ.69. 3.Προς εξασφάλισιν της τηρήσεως των όρων της παροχής των πιστώσεων, το Γενικόν Συμβούλιον της Τραπέζης της Ελλάδος, δύναται να καθορίζη και ποινικήν ρήτραν υπέρ του Δημοσίου εισπραττομένην υπό τούτου ως δημοσίου εσόδου. Άρθρ.2.-Προς ασφάλειαν πιστώσεων χορηγουμένων υπό της Τραπέζης της Ελλάδος εις την Αγροτικήν Τράπεζαν επιτρέπεται να συμφωνηθή σύστασις ενεχύρου επί υφισταμένων ή μελλουσών απαιτήσεων της οφειλετρίας κατά τρίτων άνευ ειδικωτέρας αυτών μνείας και άνευ παραδόσεως ή οπισθογραφήσεως των συναφών τίτλων εις την Τράπεζαν της Ελλάδος. Η ισχύς του ανωτέρω Νόμου παρετάθη από της λήξεώς της μέχρι τέλους 1950 δια του Α.Ν. 1330/1949 (κατωτ. αριθ. 30), μέχρι τέλους 1952 δια του Νόμ. 2134/1952 (κατωτ. αριθ. 33), μέχρι τέλους 1954 δια του Ν.Δ. 2539/1953 Τράπεζα της Ελλάδος 12.Θ.ε.25-26 (κατωτ. αριθ. 33α) τέλος δε δια του άρθρου τρίτου Ν.Δ. 3074/1954 (τόμ. 26 σελ. 59) παρετάθη από της λήξεώς της και εφ’ όσον χρόνον διαρκεί η λειτουργία της Νομισματικής Επιτροπής.
248
8. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΥΠ΄ΑΡΙΘ. 51 της 5 Οκτ./21 Νοεμ. 1990 (ΦΕΚ Α΄153) Περί της λειτουργίας της διοικήσεως και της διαχειρίσεως του Ιερού Προσκυνηματικού Ναού Παναγίας Φανερωμένης Νέας Περάμου της Ιεράς Μητροπόλεως Έλευθερουπόλεως.
288
7. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ.Φ.25/2000 της 18 Μαρτ./19 Μαΐου 1987 (ΦΕΚ Β΄242) Προσαρμογή κλάδων και θέσεων τακτικού προσωπικού με διατάξεις προσοντολογίου – κλαδολογίου στο Ταμείο Ασφαλίσεως Προσωπικού Θεραπευτηρίου «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ Αθηνών».
331
11. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ της 24 Σεπτ./29 Οκτ. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 160) Ανακοίνωση για την υπογραφή της «Χάρτας των Παρισίων για μια Νέα Ευρώπη». Αφορά την υπογραφή της άνω Χάρτας από τους Αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων που συμμετείχαν στη διάσκεψη Κορυφής για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη (Δ.Α.Σ.Ε).
181
93. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Γ-132309/4842/70 της 2/12 Οκτ. 1970 (ΦΕΚ Β΄ 715) Περί ολικής ή μερικής απαλλαγής προσώπων τινών της υποχρεώσεως καταβολής κομίστρου εις τα λεωφορεία και τους σιδηροδρόμους του Ελληνικού Κράτους. Έχοντες υπ’ όψιν: 1.Τας διατάξεις του υπ’ αριθ. 634/70 Ν.Δ/τος «περί ολικής ή μερικής απαλλαγής προσώπων τινών της υποχρεώσεως καταβολής κομίστρου κατά την διακίνησίν των δια λεωφορείων αυτοκινήτων των ΚΤΕΛ, ΕΚΤΕΛ, ΚΤΕΥΛ και ΣΕΚ. 2.Τας υπ’ αριθ. Γ-156421/69 και Γ-156422/69 κανονιστικάς αποφάσεις ημών «περί κωδικοποιήσεως αποφάσεων αφορωσών εις την ελευθέραν και επί μειωμένη τιμή εισιτηρίου διακίνησιν προσώπων, ωρισμένων κατηγοριών, δια των εκτελούντων συγκοινωνίαν λεωφορείων Δ.Χ.» ως συνεπληρώθησαν δια μεταγενεστέρων ημών αποφάσεων. 3.Την υπ’ αριθ. 6862/9.9.70 αναφοράν της Γ.Σ.Ε.Α.Ε. 4.Το υπ’ αριθ. Φ.Δ3γ/14732/10.9.70 έγγραφον του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών. 5.Την υπ’ αριθ. 311927/17.9.70 αναφοράν των ΣΕΚ, αποφασίζομεν: 1.Ορίζομεν ως ακολούθως το δικαίωμα δια την άνευ καταβολής κομίστρου διακίνησιν των εν άρθρ. 1 του Ν.Δ. 634/70 διαλαμβανομένων κατηγοριών προσώπων: α.Δια των αστικών και υπεραστικών λεωφορείων ΚΤΕΛ-ΕΚΤΕΛ-ΚΤΕΥΛ 1.Τα όργανα των Σωμάτων Ασφαλείας, Χωροφυλακής, Αστυν. Πόλεων, Λιμενικού Σώματος και Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, εις α περιλαμβάνονται οι πρόσθετοι αστυφύλακες και χωροφύλακες διακινούνται ελευθέρως, εφ’ όλων των λεωφορειακών γραμμών του αστικού ΚΤΕΛ της περιοχής, ένθα η έδρα της Υπηρεσίας των και δια των υπεραστικών ή αστικών τοιούτων της περιοχής, εις ην εκτείνεται η τοπική αρμοδιότης της Υπηρεσίας των, εν στολή ή τη επιδείξει της υπηρεσιακής των ταυτότητος, οσάκις ταξιδεύουν εν πολιτική περιβολή. Εις την δευτέραν περίπτωσιν, ήτοι της διακινήσεως δια των υπεραστικών λεωφορείων ή των αστικών τοιούτων της περιοχής εις ην εκτείνεται η τοπική αρμοδιότης της Υπηρεσίας των, δέον όπως είναι εφωδιασμένοι δι’ υπηρεσιακού σημειώματος, περί των ορίων της τοπικής αρμοδιότητος, της εις ην ανήκουν υπηρεσίας και περί της εκτελέσεως διατεταγμένης υπηρεσίας. 2.Οι αξιωματικοί Πολεμικής Διαθεσιμότητος, οι ανάπηροι πολέμου γενικώς και οι προς τούτοις εξομοιούμενοι δια του Ν. 4471/65 ανάπηροι ειρηνικής περιόδου Ν. 1370/44 Αξιωματικοί και Οπλίται όλων των όπλων και των Σωμάτων Ασφαλείας, ως και οι θεράποντες και θεραπαινίδες αναπήρων πολέμου ολικής αναπηρίας 100%, ανεξαρτήτως εάν συνοδεύουν ή ου αυτούς, επιτρέπεται τη επιδείξει της αποδεικνυούσης την ιδιότητά των υπηρεσιακής ταυτότητός των, να ταξιδεύωσι ελευθέρως δια των αστικών λεωφορείων. Του ευεργετήματος δικαιούνται και οι προς τους αναπήρους πολέμου εξομοιούμενοι ανάπηροι στρατιωτικοί της Χωροφυλακής και Αστυνομικοί υπάλληλοι του Νόμ. 1579/1950, οι εφωδιασμένοι δι’ ειδικής ταυτότητος, εκδιδομένης υπό του Αρχηγείου Χωροφυλακής ή Αστυνομίας Πόλεων. 3.Οι αγροτικοί και ταχυδρομικοί διανομείς δικαιούνται να ταξιδεύωσιν ελευθέρως δια των λεωφορείων της περιοχής εις ην εκτείνεται η εδαφική αρμοδιότης της Υπηρεσίας των δι’ εκτέλεσιν αυτής, επί τη επιδείξει της ταυτότητός των και εφ’ όσον φέρουσι την γραμματοπήραν των. 4.Το προσωπικόν των λεωφορείων (Οδηγοί, εισπράκτορες, σταθμαρχοελεγκταί) και εφ’ όσον φέρη την κεκανονισμένην στολήν απαλλάσσεται της καταβολής εισιτηρίου, κατά τας εξής διακρίσεις: α)Το Προσωπικόν των αστικών λεωφορείων δύναται να ταξιδεύη ελευθέρως δια των εντεταλμένων λεωφορείων εις το εις ο υπηρετεί ΚΤΕΛ ως και των υπεραστικών λεωφορείων της γραμμής της συνδεούσης τον τόπον της μονίμου κατοικίας του με την έδραν του εις ο υπηρετεί αστικού ΚΤΕΛ, τη επιδείξει εις την δευτέραν περίπτωσιν της υπηρεσιακής του ταυτότητος, ης ο τύπος και αι εγγραφαί καθορισθήσονται υπό του οικείου ΚΤΕΛ ή ΕΚΤΕΛ, ως και της αστυνομικής τοιαύτης, εξ ης διαπιστούται η μόνιμος κατοικία αυτού. Εις την περίπτωσιν ταύτην και προς διαπίστωσιν ότι το εν λόγω προσωπικόν διακινείται δι’ εκτέλεσιν υπηρεσίας δέον να είναι εφοδιασμένον δια σχετικού υπηρεσιακού σημειώματος, εκδιδομένου παρά του Προέδρου του ΕΚΤΕΛ ή του οικείου ΚΤΕΛ αστικών γραμμών, και τούτου κωλυομένου υπό του νομίμου αναπληρωτού αυτού. β)Το προσωπικόν των υπεραστικών λεωφορείων δύναται να ταξιδεύη άνευ καταβολής κομίστρου δια των αστικών λεωφορείων, ως και των υπεραστικών τοιούτων των εντεταγμένων εις το, εις ο υπηρετεί ΚΤΕΛ, εφ’ όσον, εις την δευτέραν περίπτωσιν, επιβάλλεται τούτο εξ υπηρεσιακών λόγων. (Αντί των σελ. 312,707(β) και 312,709) Σελ. 312,709(α) Τεύχος 486-Σελ. 69 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 21.Ζ.α.92-93 Ωσαύτως το προσωπικόν των υπεραστικών λεωφορείων, το διαμένον εις περιοχήν μη εξυπηρετουμένην υπό των λεωφορείων του εις ο υπηρετεί ΚΤΕΛ και μετακινούμενον προς ανάληψιν υπηρεσίας, δύναται να ταξιδεύη ελευθέρως δια των υπεραστικών λεωφορείων του ΚΤΕΛ της περιοχής της κατοικίας του, εφ’ όσον ταξιδεύει εν στολή, τη επιδείξει της υπηρεσιακής του ταυτότητος και της αστυνομικής τοιαύτης, αποδεικνυούσης την μόνιμον κατοικίαν αυτού. Εις την εν λόγω περίπτωσιν το προσωπικόν δέον να είναι εφωδιασμένον δια σχετικού υπηρεσιακού σημειώματος, παρά του Προέδρου του οικείου ΚΤΕΥΛ. 5.Τα δια τα Γραφεία των Προέδρου και Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως, ως και δι’ ένα έκαστον των Υπουργείων προβλεπόμενα δελτία ελευθέρας κυκλοφορίας, είναι απρόσωπα και παρέχονται εις τους διατιθεμένους δι’ υπηρεσίαν υπαλλήλους, υπ’ ευθύνη των Διευθυντών των εν λόγω Γραφείων, συνοδεύονται δε δι’ ειδικού σημειώματος, περιέχοντος το ονοματεπώνυμον του κατέχοντος και χρησιμοποιούντος το δελτίον υπαλλήλου. 6.Ομοίως απρόσωπα είναι τα δελτία ελευθέρας κυκλοφορίας, άτινα χορηγούνται εις τα όργανα του Σώματος Επιθεωρήσεως Εργασίας, τα οποία αποδεδειγμένως εκτελούν συνεχή εξωτερικήν υπηρεσίαν, αποκλειομένων οπωσδήποτε των μη μετακινουμένων καθημερινώς υπαλλήλων των Γραφείων και τηρουμένων αναλόγως των εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζομένων διατυπώσεων. 7.Τα δια τον παρ’ ημίν Οργανισμόν Ελέγχου των δι’ αυτοκινήτων αστικών συγκοινωνιών (Ο.Ε.Α.Σ.) προβλεπόμενα μέχρις 80 δελτία ελευθέρας κυκλοφορίας εκδίδονται, βάσει ονομαστικής καταστάσεως, υποβαλλομένης ημίν υπό του ΟΕΑΣ, επ’ ονόματι των υπαλλήλων του εν λόγω Οργανισμού, των ασκούντων αποκλειστικώς εξωτερικήν υπηρεσίαν ελέγχου επί των αστικών συγκοινωνιών Πρωτευούσης. Πάσα μεταβολή της υπηρεσιακής αυτών καταστάσεως (ανάθεσις, υπηρεσίας γραφείου, αποχώρησις εκ της υπηρεσίας κλπ.) δέον ν’ αναφέρηται ημίν, αφαιρουμένου του δελτίου ελευθέρας κυκλοφορίας και αποστελλομένου εις την αρμοδίαν ημών υπηρεσίαν προς έκδοσιν νέου δελτίου, επ’ ονόματι του καταλαμβάνοντος την θέσιν του παρ’ ου αφηρέθη τούτο. 8.Τα αυτά ισχύουν και δια τα δελτία ελευθέρας κυκλοφορίας των οργάνων της Υπηρεσίας Ελέγχου φορολογικών στοιχείων φορτηγών αυτοκινήτων (ΥΕΦΑ) των ειδικώς καθ’ οδόν ασκούντων έλεγχον υπαλλήλων αυτής, τηρουμένων αναλόγως των εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζομένων διαπιστώσεων. Αποκλείονται οι υπάλληλοι Γραφείων ή οι απασχολούμενοι εις τους σταθμούς Ελέγχου (ζύγισις). Σελ. 312,710(α) Τεύχος 486-Σελ. 70 9.Οι ανήκοντες εις το διοικητικόν προσωπικόν ΕΚΤΕΛ εν ω νοείται και το τοιούτον της Α.Ε. «ΑΣΠΑ», διακινούνται ελευθέρως δια των λεωφορείων των γραμμών αυτού αίτινες συνδέουν τον τόπον της διαμονής των με την έδραν της υπηρεσιακής των απασχολήσεως και τα Κεντρικά Γραφεία του ΕΚΤΕΛ, τη επιδείξει ειδικού δελτίου ταυτότητος εκδιδομένου υπό του ΕΚΤΕΛ, εις ο θα αναγράφωνται το ονοματεπώνυμον του δικαιούχου, η ιδιότης, η διεύθυνσις κατοικίας, το γραφείον εις ο εργάζεται, ως και αι γραμμαί δι’ ας ισχύει. Τα εν λόγω δελτία θα θεωρούνται και θα υπογράφωνται ιδιοχείρως υπό του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΚΤΕΛ. 10.Οι ιδιοκτήται αστικών και υπεραστικών λεωφορείων, νομίμως εντεταγμένων εις ΚΤΕΛ (ΕΚΤΕΛ ή ΚΤΕΥΛ) ή οι υπ’ αυτών οριζόμενοι αντιπρόσωποι τούτων, διακινούνται ελευθέρως δια των λεωφορείων των γραμμών του ΚΤΕΛ (ΕΚΤΕΛ ή ΚΤΕΥΛ) εις ο είναι εντεταγμένον το λεωφορείον αυτών, τη επιδείξει δελτίου αναγνωρίσεως εκδιδομένου υπό των οικείων ΚΤΕΛ, ΕΚΤΕΛ ή ΚΤΕΥΛ, εις ο θα αναγράφεται το ονοματεπώνυμον του δικαιούχου ο αριθμός κυκλοφορίας του παρ’ αυτού κατεχομένου αυτοκινήτου, και η διεύθυνσις της κατοικίας του. Τα εν λόγω δελτία, άτινα θα υπογράφωνται ιδιοχείρως υπό του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου ΚΤΕΛ ή ΚΤΕΥΛ, θα ισχύουν μόνον επί των γραμμών του ΚΤΕΛ, ΕΚΤΕΛ ή ΚΤΕΥΛ, εις ο είναι εντεταγμένον το λεωφορείον του δικαιούχου ιδιοκτήτου αυτού. Εις περίπτωσιν διορισμού αντιπροσώπου παρ’ ιδιοκτήτου λεωφορείου και χορηγήσεως του ούτινος δικαιούται ούτος δελτίου ελευθέρας κυκλοφορίας, θα υποβάλλεται εις το αρμόδιον ΚΤΕΛ (ΕΚΤΕΛΚΤΕΥΛ) σχετική εξουσιοδότησις θεωρημένη δια τον γνήσιον της υπογραφής, παρά του οικείου Αστυνομικού Τμήματος. Οσάκις ιδιοκτήτης λεωφορείου παραιτείται του δικαιώματος επί του άνω δελτίου, υπέρ του αντιπροσώπου αυτού υποχρεούται όπως καταθέση προηγουμένως το επ’ ονόματί του εκδεδομένον δελτίον εις το οικείον ΚΤΕΛ προς ακύρωσιν. Επίσης οι ιδιοκτήται λεωφορείων και το προσωπικόν των ΚΤΕΛ, ευθύς ως παύση η μετά του οικείου ΚΤΕΛ (ΚΤΕΥΛ-ΕΚΤΕΛ) σχέσις αυτών και οι αντιπρόσωποι των ιδιοκτητών εις περίπτωσιν ανακλήσεως της εξουσιοδοτήσεως ή παραιτήσεως της αντιπροσωπείας, υποχρεούνται να καταθέσουν το παρ’ αυτών κατεχόμενον δελτίον εις το οικείον ΚΤΕΛ. 21.Ζ.α.93 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 11.Τα μέλη της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων, ήτοι των τεσσάρων Ενώσεων Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων της Χώρας, δικαιούνται όπως διακινούνται ελευθέρως δια των αστικών και υπεραστικών λεωφορείων, τη επιδείξει του παρά της οικείας Ενώσεως εκδεδομένου δελτίου ταυτότητος, εμφαίνοντος την ιδιότητα αυτών ως Συντακτών, κατόπιν θεωρήσεως των δελτίων τούτων υπό της αρμοδίας υπηρεσίας του ημετέρου Υπουργείου, προς ην θέλουσι υποβληθή μετά σχετικής καταστάσεως. 12.Τα Όργανα της Αγροφυλακής, μόνον εν στολή, δικαιούνται να ταξιδεύουν ελευθέρως δια των λεωφορείων της περιοχής, μέχρι της οποίας εκτείνεται η αρμοδιότης του Αγρονομείου παρ’ ω υπηρετούν. β.Δια των αστικών μόνον λεωφορείων του ΕΚΤΕΛ και των ΚΤΕΛ 1.«Δικαίωμα δια την άνευ καταβολής κομίστρου διακίνησίν των δια των αστικών λεωφορείων ΚΤΕΛ, ΕΚΤΕΛ και ΗΛΠΑΠ, παρέχεται εις τους ολικώς τυφλούς τους εγγεγραμμένους εις τα Μητρώα των Κέντρων Κοινωνικής Πολιτικής του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών». Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. Γ. 36652/2162/72 αποφ. Υπ. Ναυτιλίας Μεταφορών κλπ. (κατωτ. αριθ. 96). 2.Οι Υπαξιωματικοί και οπλίται των Ενόπλων Δυνάμεων και οι μαθηταί των Σχολών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας μέχρι του αριθμού των 5 ανά λεωφορείον, απαλλάσσονται της καταβολής εισιτηρίου εις τα αστικά λεωφορεία, εφ’ όσον διακινούνται εν στολή. γ.Δια των σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους 1)Τα όργανα ελέγχου διαβατηρίων και τελωνειακού ελέγχου διακινούνται ελευθέρως δια των σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους, τη επιδείξει δελτίου ταυτότητος του μετακινουμένου οργάνου, ως και φύλλου πορείας, εκδεδομένου υπό της Προϊσταμένης αυτού Αρχής, εξ ου θα προκύπτη ότι η μετακίνησις πραγματοποιείται δι’ εκτέλεσιν διατεταγμένης υπηρεσίας. 2)Οι υπάλληλοι των ΣΕΚ και τα μέλη των οικογενειών αυτών, από κοινού, δικαιούνται ελευθέρας διακινήσεως δια των σιδηροδρόμων, βάσει χιλιομετρικών βιβλιαρίων, εκδεδομένων παρά των ΣΕΚ, μέχρι καλύψεως του δι’ εκάστην κατηγορίαν καθωρισμένου ετησίου αριθμού χιλιομέτρων, κατά τας εξής διακρίσεις: α)Οι εν ενεργεία έγγαμοι υπάλληλοι 6.000 χιλ/τρων ετησίως. β)Οι εν ενεργεία άγαμοι υπάλληλοι 4.000 χιλ/τρων ετησίως. γ)Οι εν συντάξει έγγαμοι υπάλληλοι 4.000 χιλ/τρων ετησίως. δ)Οι εν συντάξει άγαμοι υπάλληλοι 2.000 χιλ/τρων ετησίως. 3)Μέχρι 12 υπάλληλοι του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, μέχρις 20 υπάλληλοι του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, μέχρι 5 υπάλληλοι της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και μέχρι 3 υπάλληλοι της Υπηρεσίας τύπου και Πληροφοριών του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως, δύνανται να ταξιδεύουν ελευθέρως δια των σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους εφοδιαζόμενοι δι’ απροσώπων δελτίων ελευθέρας κυκλοφορίας εκδεδομένων παρ’ ημών, προς εκτέλεσιν διατεταγμένης υπηρεσίας, βάσει υπηρεσιακού σημειώματος, εξ ου να προκύπτη τούτο, και περιέχοντος τα στοιχεία ταυτότητος του διακινουμένου υπαλλήλου. 2.Ορίζομεν ότι δικαίωμα διακινήσεως δια των λεωφορείων αυτοκινήτων των ΚΤΕΛ, ΕΚΤΕΛ, ΚΤΕΥΛ και ΣΕΚ, επί τη καταβολή μειωμένου εισιτηρίου κατά 50% του ισχύοντος εκάστοτε πολιτικού εισιτηρίου έχουν αι κάτωθι κατηγορίαι προσώπων: α)Οι Αξιωματικοί Πολεμικής διαθεσιμότητος, οι ανάπηροι πολέμου γενικώς και οι προς τούτοις εξομοιούμενοι ανάπηροι ειρηνικής περιόδου, οι θεράποντες και αι θεραπαινίδες κλπ. περί ων το άρθρ. 1 παρ. 1 εδάφ. 2 και υπό τας εν αυτώ προϋποθέσεις, διακινούμενοι δια των υπεραστικών λεωφορείων των ΚΤΕΛ ή (ΚΤΕΥΛ) και των λεωφορείων των ΣΕΚ καταβάλλουν το ήμισυ του ισχύοντος εκάστοτε τιμολογίου εισιτηρίων, διατιθεμένων δι’ εκάστην των εν λόγω κατηγοριών δικαιούχων 2 θέσεων εντός εκάστου λεωφορείου. β)Πολύτεκνοι και τα μέλη των οικογενειών αυτών, διακινούμενοι δια των αστικών και υπεραστικών λεωφορείων, κατά τα εν τη υπ’ αριθ. Γ. 156423/24.1.69 κανονιστική αποφάσει ημών ειδικώτερον οριζόμενα. γ)Οι σπουδασταί των Σχολών Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως. Το Ν.Δ. 634/70 δεν επαναλαμβάνει την διάταξιν του καταργηθέντος Α.Ν. 70/67 ότι τα δελτία των μη προαγομένων φοιτητών δεν ανανεούνται. Τίθεται το ερώτημα αν θα παραμείνη εν ισχύϊ η διάταξις αύτη. δ)Οι σπουδασταί των δημοσίων Σχολών Ανωτέρας εκπαιδεύσεως. ε)Οι σπουδασταί των ιδιωτικών Σχολών Ανωτέρας εκπαιδεύσεως, των αναγνωρισμένων υπό του Κράτους ως ισοτίμων προς τας αντιστοίχους δημοσίας Σχολάς. ς)«Οι μαθηταί των Δημοσίων Σχολείων Μέσης Εκπαιδεύσεως και των τούτοις εξομοιουμένων δημοσίων Τεχνικών σχολών επαγγελματικής εκπαιδεύσεως, ως και οι μαθηταί των ιδιωτικών σχολείων μέσης εκπαιδεύσεως μικρών επαρχιακών πόλεων και χωρίων, εις α δεν λειτουργούν αντι(Αντί για τη σελ. 312,711(α) Σελ. 312,711(β) Τεύχος Η92-Σελ. 95 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 21.Ζ.α.93 στοιχα δημόσια σχολεία μέσης εκπαιδεύσεως, δικαιούνται δελτίου μαθητικού εισιτηρίου, υφ’ ους όρους και περιορισμούς χορηγείται μέχρι τούδε εις τους μαθητάς των δημοσίων σχολείων μέσης εκπαιδεύσεως». Η παρ. ς΄ αντικατεστάθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. Γ. 36652/2162/72 αποφ. Υπ. Ναυτιλίας, Μεταφορών κλπ. (κατωτ. αριθ. 96). ζ)Οι ιεροσπουδασταί των εξαταξίων εκκλησιαστικών Σχολείων και ιεροδιδασκαλείων. η)Οι μαθηταί των σχολών Εκπαιδεύσεως τυφλών, κωφαλάλων, αναπήρων και αναπροσαρμόστων παίδων. θ)Οι μαθηταί των υπό του Κράτους ανεγνωρισμένων νυκτερινών ιδιωτικών οικονομικών Γυμνασίων και Σχολών επαγγελματικής εκπαιδεύσεως, εφ’ όσον εν τη δευτέρα περιπτώσει δεν υφίστανται εν τη αυτή πόλει αντίστοιχοι δημόσιαι νυκτεριναί Σχολαί. Ως προς απάσας τας άνω περιπτώσεις σπουδαστών και μαθητών, έχουσιν εφαρμογήν τα εν ταις υπ’ αριθ. Γ. 156422/24.12.69, Γ. 111403/9.4.70, Γ. 120754/11.6.70 και Γ. 128463/4157/27.8.70 αποφάσεσιν ημών οριζόμενα. ι)Δεν ανανεούται το δελτίον των μη προαγομένων φοιτητών. ια)«Οι μαθηταί των δημοσίων σχολείων δημοτικής εκπαιδεύσεως, οι μαθηταί των νυκτερινών ιδιωτικών σχολείων στοιχειώδους εκπαιδεύσεως των λειτουργούντων κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 3094/54 «περί μέτρων προς καταπολέμησιν του αναλφαβητισμού» και ιδρυθέντων και συντηρουμένων υπό νομικών προσώπων φιλανθρωπικού χαρακτήρος και μη δικαιουμένων εισπράξεως διδάκτρων παρά των μαθητών, ως και οι μαθηταί των σχολών μαθητείας». Η παρ. ια΄ αντικατεστάθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. Γ. 36652/2162/72 αποφ. Υπ. Ναυτιλίας, Μεταφορών κλπ. (κατωτ. αριθ. 96). ιβ)Οι πέραν των πέντε, ανά αστικόν λεωφορείον, επιβιβαζόμενοι υπαξιωματικοί και οπλίται των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας και μαθηταί των Σχολών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, εφ’ όσον ταξιδεύουν εν στολή. 3.Ορίζομεν ότι δικαιούνται διακινήσεως δια των σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους, επί τη καταβολή μειωμένου εισιτηρίου κατά 50% των ισχυουσών εκάστοτε τιμών εισιτηρίων αι κάτωθι κατηγορίαι: Σελ. 312,712(β) Τεύχος Η92-Σελ. 96 α)Οι ανάπηροι πολέμου και οι προς τούτους εξομοιούμενοι ανάπηροι ειρηνικής περιόδου, αξιωματικοί και οπλίται, όλων των όπλων και των Σωμάτων Ασφαλείας, περί ων το κεφάλ. Ι παρ. α΄ εδάφ. (2) της παρούσης, δικαιούμενοι 16 ταξιδίων απλής μεταβάσεως ή 8 ταξιδίων μετ’ επιστροφής κατ’ έτος, επί τη αποδείξει του ειδικού δελτίου αναπηρικής ταυτότητος αυτών εκδεδομένου υπό της αρμοδίας κατά περίπτωσιν Δημοσίας Αρχής και επί τη βάσει «ατομικής καταστάσεως», προς βεβαίωσιν του αριθμού των ταξιδίων, εκδεδομένης υπό των οικείων Σωματείων ή Οργανώσεων αυτών. «β)Τα θύματα πολέμου, δικαιούμενα 4 ταξίδια απλής μετάβασης ή «δύο ταξίδια με επιστροφή κάθε χρόνο, με βάση «ΔΕΛΤΙΟ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΘΥΜΑΤΟΣ «ΠΟΛΕΜΟΥ», που έχει εκδοθεί από το ΓΕΕΘΑ/ΔΕΠΑΘΑ καθώς και «ατομική κατάσταση» που έχει εκδοθεί από το οικείο σωματείο ή οργάνωση του ενδιαφερόμενου προς βεβαίωση του αριθμού των ταξιδίων. Το εδάφ. β΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την 6128/410/15-19 Ιουλ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 455) απόφ. Υπ. Συγκοινωνιών. γ)Οι συνοδοί αναπήρων πολέμου (θεράποντες και θεραπαινίδες), οι συνοδεύοντες αναπήρους πολέμου ολικής αναπηρίας (100%), επί τη βάσει ειδικού δελτίου ταυτότητος, εκδεδομένου υπό του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. 4.Παραμένουν εν ισχύϊ, αι περί ων η παρ. 3 του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 634/70 ειδικαί διατάξεις, αι προβλέπουσαι ευκολίας μεταφοράς επιβατών δια του δικτύου των ΣΕΚ. Οι εις αυτάς υπαγόμενοι σπουδασταί των Σχολών Ανωτάτης και Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως δικαιούνται διακινήσεως επί τη καταβολή μειωμένου εισιτηρίου κατά 50% τη επιδείξει ειδικού δελτίου φοιτητικού εισιτηρίου ισχύοντος επί των λεωφορείων των ΚΤΕΛ και ΣΕΚ, δεόντως θεωρημένου κατά τα ειδικώτερον δια της υπ’ αριθ. Γ-156422/69 αποφάσεως οριζόμενα. 5.Τα δελτία ελευθέρας κυκλοφορίας, εξαιρέσει των τοιούτων του προσωπικού κινήσεως των λεωφορείων, του Διοικητικού προσωπικού του ΕΚΤΕΛ-ΑΣΠΑ και των ιδιοκτητών λεωφορείων, εκδίδονται παρ’ ημών, απαγορευομένης της εκδόσεως ετέρων πέραν των ανωτέρω αναφερομένων, παρ’ οιασδήποτε άλλης υπηρεσίας ή οργανώσεως. 6.Εις περίπτωσιν απωλείας, κλοπής ή καταστροφής δελτίου ελευθέρας κυκλοφορίας, δι’ οιονδήποτε λόγον, δεν χορηγείται νέον δελτίον προ της παρόδου τριμήνου τουλάχιστον από της ημερομηνίας δηλώσεως της απωλείας, καταστροφής κλπ. και προ της διενεργείας ερεύνης προς ανεύρεσιν του απωλεσθέντος δελτίου. 7.Από της κοινοποιήσεως της παρούσης παύει ισχύουσα η υπ’ αριθ. Γ-156421/69 απόφασις ημών, ως και πάσα μεταγενεστέρα ταύτης σχετική απόφασις ημών. 8.Μέχρι της εκδόσεως νέων δελτίων, ελευθέρας κυκλοφορίας, παραμένουν εν ισχύϊ τα κατ’ εφαρμογήν του Α.Ν. 70/1967 εκδοθέντα τοιαύτα. 9.Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 21.Ζ.α.93 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ)
384
4. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΔΙΟΙΚ.ΣΥΜΒΟΥ ΛΙΟΥ ΙΚΑ Αριθ. 424 της 23/25 Σεπτ. 1953 Περί χαρακτηρισμού ως υποαπασχολουμένων των μισθωτών ειδικοτήτων τινών, οικοδομών. Το Διοικ. Συμβούλιον του ΙΚΑ, λαβόν υπ’ όψιν το υπ’ αριθ. 96/13.3.53 υπόμνημα της Ομοσπονδίας Εργατών Οικοδόμων, του υπ’ αριθ. 12855/506/ 6.9.53 έγγραφον της ΓΣΕΕ, προφορικήν εισήγησιν του κ. Γεν. Δ/ντού, Αποφασίζει ομοφώνως, εν συνεχεία προς την από 28.8.52 (Συν.56) απόφασιν αυτού και 7.2.53 (Συν.6) απόφασιν της Επιτροπής Διοικήσεως, όπως εις τας εν τη ως άνω αποφάσεις της Ε.Δ. αναφερομένας κατηγορίας υποαπασχολουμένων οικοδόμων συμπεριληφθούν και αι κάτωθι: 1)Ξυλουργοί Οικοδομών εν γένει. 2)Εκσκαφείς και Κατεδαφισταί. 3)Μωσαϊκών δαπέδων. 4)Πατωματζήδες και Παρκετοποιοί. 5)Φεατορύκται. 6)Ασφαλτοτεχνίται. 7)Υδραυλικοί εν τη οικοδομή. 8)Πλακοστρωταί εν γένει. (Αντί της σελ. 315) Σελ. 315(α) ΠΕ-77 Υποαπασχολούμενοι Μισθωτοί 15Β.Η.γ.3-4 15Β.Η.γ.4 Υποαπασχολούμενοι Μισθωτοί
2
11. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1611 της 31/31 Δεκ. 1950 Περί καταθέσεων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ασφαλιστικών Ταμείων. Με το άρθρ. 1 Νόμ. 1266/2-2 Ιουλ. 1982 (ΦΕΚ Α 81), Τόμ. 12 σελ. 124,06, η νομισματική επιτροπή και οι υποεπιτροπές της καταργήθηκαν. Για τις αρμοδιότητές τους που μεταβιβάστηκαν σε άλλα όργανα βλ. άρθρ. 1, 2 και 3 άνω νόμ. 1266/1982. Με την παρ. 4 άρθρου τρίτου Νόμ. 2216/3131 Μαΐου 1994 (ΦΕΚ Α΄ 83), κατωτ. αριθ. 24, ορίστηκε ότι:οι διατάξεις του Α.Ν. 1611/50 τροποποιούνται αναλόγως ή και καταργούνται εφ’ όσον αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού (Νόμ. 2216/94). ΄Αρθρ.1.-«Δημόσιοι Οργανισμοί» υπαγόμενοι εις τας διατάξεις του παρόντος Νόμου νοούνται τα πάσης φύσεως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, ως και τα πάσης φύσεως Ασφαλιστικά Ταμεία Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου. άρθρ. 4 Ν.Δ. 2999/1950. ΄Αρθρ.10.-Πάσα διάταξις επιτρέπουσα εις πάσης φύσεως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή Ασφαλιστικά Ταμεία Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου, την επένδυσιν των διαθεσίμων αυτών υπό μορφήν εντόκου καταθέσεως παρά Τραπέζαις ή Τραπεζικοίς Οργανισμοίς, καταργείται. ΄Αρθρ.11.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θέλει δε υποβληθή προς κύρωσιν εις την Βουλήν ευθύς άμα τη συνόδω αυτής. ΄Αρθρ.2.-1.Από της 1ης Ιαν. 1951 πάντα τα επενδυόμενα υπό μορφήν εντόκου καταθέσεως κεφάλαια των κατά το άρθρ. 1 του παρόντος νόμου Δημοσίων Οργανισμών παρακατατίθενται παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος, ήτις ενεργεί εν προκειμένω ως Διαχειριστικόν όργανον συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος νόμου. «Δια πάσαν επιτρεπομένην κατά νόμον επένδυσιν κεφαλαίων των Δημοσίων Οργανισμών, υπό πάσαν μορφήν, πλην της κατά το παρόν άρθρον καταθέσεως παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος, απαιτείται προηγουμένη εγκριτική απόφασις της Νομισματικής Επιτροπής. Η παροχή υπό των Δημοσίων Οργανισμών δανείων ή πάσης φύσεως άλλων χορηγήσεων υπό οιανδήποτε μορφήν, προς τους υπαλλήλους τους ησφαλισμένους ή τους συνταξιούχους αυτών, δύναται να γίνεται μόνον κατόπιν προηγουμένης εγκριτικής αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής. Συμβάσεις και άλλαι δικαιοπραξίαι περί επενδύσεως ή χορηγήσεως, καταρτιζόμεναι από της ισχύος του παρόντος άνευ προηγουμένης εγκριτικής αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής, είναι άκυροι, ανεξαρτήτως των υπό του άρθρ. 4 του παρόντος Σελ. 12(γ) Τεύχος 1202-Σελ. 2 προβλεπομένων κυρώσεων». Τα εντός « » προσετέθησαν δια του άρθρ. 1 Ν.Δ. 2999/1954. 2.Προς τον σκοπόν τούτον ιδρύεται παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος ίδιος λογαριασμός υπό τον τίτλον «Ειδικός Λογαριασμός Διαχειρίσεως Διαθεσίμων Δημοσίων Οργανισμών», όστις θα κινήται συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος νόμου. 3.Από της 1ης Ιαν. 1951 ουδεμία Τράπεζα ή Τραπεζικός Οργανισμός θα αποδέχεται κατάθεσιν παρ’ αυτώ υπό οιανδήποτε μορφήν κεφαλαίων των κατά το άρθρ. 1 του παρόντος νόμου Δημοσίων Οργανισμών. 4.Πάσαι αι κατά την 31.12.50 καταθέσεις παρά Τραπέζαις ή Τραπεζικοίς Οργανισμοίς κεφαλαίων των κατά το άρθρ. 1 του παρόντος νόμου Δημοσίων Οργανισμών μεταφέρονται δυνάμει της παρούσης διατάξεως και άνευ ετέρας εντολής εις πίστωσιν του κατά την προηγουμένην παρ. 2 Ειδικού Λογαριασμού παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος και επ’ ονόματι του δικαιούχου Νομικού Προσώπου. ΄Αρθρ.3.-Οι παρακαταθέτοντες παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος «Δημόσιοι Οργανισμοί» θα δικαιούνται να λαμβάνουν τόκον επί των αντιστοίχων υπολοίπων αυτών παρά τω «Ειδικώ Λογαριασμώ Διαχειρίσεως Διαθεσίμων Δημοσίων Οργανισμών» επί τη βάσει επιτοκίου, οριζομένου εκάστοτε δι’ αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής. ΄Αρθρ.4.-1.Τα παρακατατιθέμενα παρά τω «Ειδικώ Λογαριασμώ Διαχειρίσεως Διαθεσίμων Δημοσίων Οργανισμών» κεφάλαια, θα επενδύωνται υπό της Τραπέζης της Ελλάδος εις εντόκους καταθέσεις παρά Τραπέζαις ή Τραπεζικοίς Οργανισμοίς χρησιμοποιουμένας υπό τούτων προς χρηματοδότησιν της γεωργίας του εμπορίου και της βιομηχανίας. Οι σκοποί, οι όροι και οι προϋποθέσεις των τοιούτων επενδύσεων καθορίζονται εκάστοτε δι’ αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής. Εις περίπτωσιν μη συμμορφώσεως των Τραπεζών ή Τραπεζικών Οργανισμών προς τους τιθεμένους υπό της Νομισματικής Επιτροπής όρους ή εις περίπτωσιν αρνήσεως αυτών όπως αποδεχθώσι τοιαύτας καταθέσεις, η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να χρησιμοποιή τα περί ων πρόκειται κεφάλαια εις απ’ ευθείας υπ’ αυτής χορηγήσεις προς χρηματοδότησιν της γεωργίας, του εμπορίου και της βιομηχανίας. 2.Από της 1ης Ιαν.1951 μεταφέρονται υπό της Τραπέζης της Ελλάδος εις πίστωσιν των οικείων Τραπεζών ή Τραπεζικών Οργανισμών ποσά ίσα προς τας καταθέσεις των Δημοσίων Οργανισμών παρ’ εκάστη των εν λόγω Τραπεζών ή Τραπεζικών Οργανισμών κατά την 30 Ιουν. 1950. Τα ποσά ταύτα αποτελούσι κατάθεσιν της Τραπέζης της Ελλάδος παρ’ εκάστη των εν λόγω Τραπεζών ή Τραπεζικών Οργανισμών, εφ’ ης καταβάλλεται ο εκάστοτε καθοριζόμενος δι’ αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής τόκος. 39.Α.α.11 Γενικές Διατάξεις Ν.Π.Δ.Δ. 12 «3.Η υπό Δημοσίου τινός Οργανισμού ανάθεσις της ταμειακής του διαχειρίσεως εις Τράπεζαν ή Τραπεζικόν Οργανισμόν, περιορίζεται αποκλειστικώς εις την είσπραξιν και πληρωμήν τακτικών μόνον εσόδων και δαπανών, του οικείου Δημοσίου Οργανισμού. Αι Τράπεζαι ή οι Τραπεζικοί Οργανισμοί υποχρεούνται να μεταφέρωσιν ανά δεκαπενθήμερον και μετά την κάλυψιν των εις αυτό εμπιπτουσών δαπανών, εν ονόματι του οικείου Δημοσίου Οργανισμού εις τον κατά την παρ. 2 του άρθρ. 2 «Ειδικόν Λογαριασμόν Διαχειρίσεως Διαθεσίμων Δημοσίων Οργανισμών», παν ποσόν πέραν του αναγκαιούντος αποκλειστικώς δια τας πληρωμάς των τακτικών δαπανών του επομένου δεκαπενθημέρου. Η μεταφορά του υπολειπομένου τούτου ποσού θα πραγματοποιήται, εφ’ όσον προβλέπεται ότι αι δαπάναι του επομένου δεκαπενθημέρου θέλουσι καλυφθή καθολικώς εκ των εισπράξεων του δεκαπενθημέρου τούτου. Εν η περιπτώσει προβλέπεται ότι αι δαπάναι του επομένου δεκαπενθημέρου δεν καλύπτονται καθολικώς εκ των εισπράξεων του δεκαπενθημέρου τούτου, το μεταφερόμενον κατά τα άνω ποσόν, μειούται κατά το απαιτούμενον προς κάλυψιν των δαπανών τούτων, τμήμα. Της υποχρεώσεως μεταφοράς επ’ ονόματι του οικείου Δημοσίου Οργανισμού απαλλάσσεται το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων δια τα παρ’ αυτώ πάσης φύσεως διαθέσιμα των Δήμων και Κοινοτήτων, τα οποία μετά την αφαίρεσιν κατά τα ανωτέρω των αναγκαιούντων ποσών αποκλειστικώς δια τας πληρωμάς του επομένου δεκαπενθημέρου, μεταφέρονται υποχρεωτικώς εις τον κατά την παρ. 2 του άρθρ. 2 «Ειδικόν Λογαριασμόν Διαχειρίσεως Δημοσίων Οργανισμών» ως μη τοκοφόρος κατάθεσις επ’ ονόματι του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. 4.Απαγορεύεται η παρά των Τραπεζών ή των Τραπεζικών Οργανισμών καταβολή τόκου, προμηθείας ή ετέρου ανταλλάγματος αμέσου ή εμμέσου προς τους Δημοσίους Οργανισμούς, επί των λογαριασμών της ταμειακής διαχειρίσεως αυτών». Αι παρ. 3 και 4 προσετέθησαν δια του άρθρ. 2 Ν.Δ. 2999/1954. ΄Αρθρ.5.-Τα από της 1ης Ιαν. 1951 παρακατατιθέμενα παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος διαθέσιμα των Δημοσίων Οργανισμών αποδίδονται τη αιτήσει των οικείων Δημοσίων Οργανισμών, δυναμένων να μειωθώσιν αναλόγως και άνευ αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής των παρά Τραπέζαις ή Τραπεζικοίς Οργανισμοίς γενομένων καταθέσεων της Τραπέζης της Ελλάδος εκ τοιούτων κεφαλαίων. ΄Αρθρ.6.-Η Τράπεζα της Ελλάδος ενεργεί εντός της παρεχομένης δια του παρόντος Νόμου αρμοδιότητος κατά τρόπον ώστε ουδέν κέρδος να προκύπτη δια την Τράπεζαν εκ της κινήσεως του λογ/σμού τούτου. ΄Αρθρ.7.-Δι’ αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής δύνανται να υποχρεωθώσιν οι κατά τον παρόντα νόμον Δημόσιοι Οργανισμοί όπως υποβάλλωσι προς αυτήν περιοδικάς λογιστικάς καταστάσεις, των οποίων ο τύπος και τα στοιχεία θέλουσι καθορίζεσθαι δι’ αποφάσεων της αυτής Επιτροπής. ΄Αρθρ.8.-1.Η Νομισματική Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα όπως εκδίδη αποφάσεις και κανονισμούς ρυθμίζοντας συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου την κίνησιν του «Ειδικού λογαριασμού Διαχειρίσεως Διαθεσίμων Δημοσίων Οργανισμών» παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος. «2.Η Νομισματική Επιτροπή δύναται να εντέλληται τον έλεγχον των Δημοσίων Οργανισμών, προς διαπίστωσιν της συμμορφώσεώς των ή μη προς τας διατάξεις του παρόντος ως και προς τας αποφάσεις αυτής, τας εκδιδομένας εις εκτέλεσιν των ως άνω διατάξεων. Οι Δημόσιοι Οργανισμοί υποχρεούνται όπως υπόκεινται εις τον έλεγχον τούτον και όπως παρέχωσιν άπαντα τα απαιτούμενα παρ’ αυτών υπό των οργάνων του ελέγχου στοιχεία και πληροφορίας». Η παρ. 2 προσετέθη δια του άρθρ. 3 Ν.Δ. 2999/1954. ΄Αρθρ.9.-«1.Δια πάσαν εκ μέρους των Δημοσίων Οργανισμών παράβασιν των διατάξεων του παρόντος ως και των σχετικών αποφάσεων της Νομισματικής Επιτροπής, Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Διευθυντής του Δημοσίου Οργανισμού, ο Διευθυντής του Λογιστηρίου και ο Ταμίας αυτού:α)Υπόκεινται, ανεξαρτήτως των προβλεπομένων υπό της κειμένης νομοθεσίας δι’ έκαστον Οργανισμόν κυρώσεων, και εις απόλυσιν εκ της θέσεως ην κατέχουν παρά τοις Δημοσίοις Οργανισμοίς πραγματοποιουμένην δι’ αποφάσεως του αρμοδίου Υπουργού εις την δικαιοδοσίαν του οποίου υπάγεται ο Δημόσιος Οργανισμός μετά πρότασιν της Νομισματικής Επιτροπής. β)Ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως μετά των Δημοσίων Οργανισμών, ως προς πάσαν αξίωσιν δημιουργουμένην συνεπεία παραβάσεως των διατάξεων του παρόντος και των σχετικών αποφάσεων της Νομισματικής Επιτροπής, είτε κατά του Δημοσίου Οργανισμού, είτε κατά του Ελληνικού Δημοσίου, είτε έναντι οιουδήποτε τρίτου. γ)Θεωρούνται ως υποπίπτοντες εις το υπό του άρθρ. 390 του Ποινικού Κώδικος προβλεπόμενον έγκλημα της απιστίας και τιμωρούνται δια φυλακίσεως. 2.Η παράβασις των διατάξεων του παρόντος ως και των σχετικών αποφάσεων της Νομισματικής Επιτροπής επισύρει κατά των παράβατών Τραπεζών ή Τραπεζικών Οργανισμών (Μετά την σελ. 12(α) Σελ. 12,01 Γενικές Διατάξεις Ν.Π.Δ.Δ. 39.Α.α.11 13 και Δημοσίων Οργανισμών, τας κυρώσεις τας προβλεπομένας υπό του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 588/1948 «περί ελέγχου της πίστεως», επιβαλλομένας δι’ αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής. Δι’ αποφάσεως επίσης της Νομισματικής Επιτροπής, είναι δυνατόν να αποκλείεται εν όλω ή εν μέρει, επί χρόνον οριζόμενον εν αυτή, η παρά τοις παραβάταις Τραπέζαις ή Τραπεζικοίς Οργανισμοίς κατάθεσις της Τραπέζης της Ελλάδος εκ κεφαλαίων Δημοσίων Οργανισμών, ως και να ανακαλούνται εν όλω ή εν μέρει αι υφιστάμεναι τοιαύται καταθέσεις». Το άρθρ. 9 αντικατεστάθη ως άνω δια του
277
14. ΝΟΜΟΣ 5468 της 9/14 Μαΐου 1932 Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων του Νόμ. 3713 περί Συμβούλου Επικρατείας. Περιελήφθη εις την Κωδικοποίησιν του Β.Δ. υπ' αριθ. 92/1961, κατωτ. αριθ. 40.
225
62. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 28/28 Ιουν. 1955 (ΦΕΚ Α΄162) Περί εξαιρέσεως από της, κατά την παρ.1 του Νόμ.3200/1955, αρμοδιότητος των νομαρχών αντικειμένων τινών αρμοδιότητος του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
292
17. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 41 της 31 Ιουλ./7 Αυγ. 1946 Περί κυρώσεως και τροποποιήσεως του από 4 Μαΐου 1946 Ν.Δ/τος «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των ισχυόντων Νόμων «περί 294 συστάσεως εν εκάστω Νομώ επιτροπών επί της Δημοσίας Ασφαλείας».
37
10. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ. Αριθ.Φ.142.2/1/2126 της 7/11 Ιαν. 1974 (ΦΕΚ Β' 11) Περί παροχής χρηματικών δανείων εις τους εν τη ημεδαπή σπουδαστάς των Ανωτέρων και Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. (Εις εκτέλεσιν του καταργηθέντος Ν.Δ. 184/1973).
218
3. ΝΟΜΟΣ 5383 της 31 Μαρτ./11 Απρ. 1932 (ΦΕΚ Α΄ 110) Περί των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων και της προ αυτών διαδικασίας. (Επανήχθη εν ισχύϊ, κατά πάσας τας διατάξεις αυτού, δια της παρ. 1 του άρθρ. 9 Ν.Δ. 87/1974, ανωτ. σελ. 40,31). Περί των εκκλησιαστικών δικαστηρίων εν γένει Άρθρ.1.-Προς διατήρησιν της Εκκλησιαστικής πειθαρχίας και προς τιμωρίαν των υποπεσόντων εις παράπτωμα ως προς τα χρέη και τα καθήκοντα της επαγγελίας αυτών κληρικών και μοναχών καθίστανται τα εξής Εκκλησιαστικά Δικαστήρια: α)Επισκοπικά Δικαστήρια. β)Τα συνοδικά Δικαστήρια, πρωτοβάθμιον και δευτεροβάθμιον. γ)Τα δια τους Αρχιερείς Δικαστήρια, πρωτοβάθμιον και δευτεροβάθμιον. δ)Το δια τους Συνοδικούς Δικαστήριον. «Κληρικοί» εν τη εννοία του παρόντος Νόμου λογίζονται οι Αρχιερείς, οι πρεσβύτεροι, οι διάκονοι και οι υποδιάκονοι. Εν τοις «μοναχοίς» περιλαμβάνονται και αι μονάστριαι. Δυνάμει της παρ. 2 άρθρ. 9 Α.Ν. 214/1964 (κατωτ. αριθ. 17) κατά τον χρόνον ισχύος αυτού (12 Δεκ. 1967 έως 11 Δεκ. 1969 αναστέλλεται η λειτουργία των κατά το ανωτέρω άρθρ. 1 Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων, πλην των Επισκοπικών κατά την περίπτωσιν της παρ. 1 του άρθρ. 4 του Α.Ν. 214/67. Περί των Επισκοπικών Δικαστηρίων Άρθρ.10.-Το Επισκοπικόν Δικαστήριον δύναται να επιβάλη εις τους εγγάμους πρεσβυτέρους, διακόνους και υποδιακόνους τας εξής ποινάς, εφ’ όσον δι’ ειδικής διατάξεως δεν ορίζεται ετέρα τις: α)Επίπληξιν. β)Στέρησιν του μισθού μέχρι τριών μηνών υπέρ του ΤΑΚΕ. γ)Χρηματικήν ποινήν υπέρ του ΤΑΚΕ μέχρι των δραχ. 500 δια τους τυχόν μη μισθοδοτουμένους. δ)Αργίαν από πάσης ιεροπραξίας μέχρις έτους μετά ή άνευ στερήσεως του μισθού και των λοιπών εφημεριακών δικαιωμάτων. ε)Αργίαν ενός μέχρι ενός και ημίσεος έτους μετά παύσεως από της εφημεριακής θέσεως. ς)Σωματικόν περιορισμόν κατ’ οίκον μέχρι 15 ημερών. ζ)Έκπτωσιν από του αξιώματος (οφφικίου). Η ποινή της εκπτώσεως από του αξιώματος ή της αργίας από πάσης ιεροπραξίας, ή της αργίας μετά παύσεως και η του σωματικού περιορισμού δύνανται να επιβληθώσι και αθροιστικώς εν όλω ή εν μέρει. Ποιναί επιβλητέαι εις μοναχούς Άρθρ.96.-Το ζήτημα αν υπάρχη ανάγκη συμπληρώσεως της διαδικασίας και άλλα τοιαύτα προκαταρκτικά ζητήματα, δέον να προηγώνται της ψηφοφορίας. Επί της ουσίας της υποθέσεως το ζήτημα, αν ο κατηγορούμενος είναι ένοχος του εις αυτόν προσαπτομένου παραπτώματος, προηγείται τη ψηφοφορία του ζητήματος περί της επιβλητέας ποινής. Εάν δε εις τον κατηγορούμενον προσάπτωνται πλείονα του ενός παραπτώματα, γίνεται ιδιαίτερα ψηφοφορία περί ενός εκάστου ως προς την ενοχήν ή αθωότητα. Η διάσκεψις περί της ποινής ανάγκη να περιορίζηται εις εκείνα μόνον τα παραπτώματα ων εκρίθη ένοχος ο κατηγορούμενος. Ενταύθα οι πρότερον υπέρ της αθωότητος αποφηνάμενοι δικασταί δύνανται να αρνηθώσι ψήφον επί του ζητήματος της ποινής, τότε δε αι ψήφοι αυτών προστίθενται εις τας ψήφους των εκφρασάντων την επιεικεστάτην υπέρ του κατηγορουμένου γνώμην. Διάσκεψις και ψηφοφορία Άρθρ.97.-Η διάσκεψις γίνεται μυστική παρισταμένου μόνον του Γραμματέως, διευθύνεται δε υπό του Προέδρου. Ούτος θέτει τα ζητήματα και συλλέγει τας ψήφους. Τας τυχόν διαφωνίας περί του αντικειμένου, περί της διατυπώσεως και της σειράς των ζητημάτων λύει το Δικαστήριον. (Αντί της σελ. 237) Σελ. 237(α) Τεύχος 551-Σελ. 69 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 Ο δικαστής, επιφυλαττομένου του τελευταίου εδαφίου του προηγουμένου άρθρου, δεν δύναται να αρνηθή ψήφον επί τινος ζητήματος δια τον λόγον ότι η ψηφοφορία επί προηγηθέντος ζητήματος απέβη εναντίον της γνώμης αυτού. Άρθρ.98.-Εν τη ψηφοφορία προηγούνται οι νεώτεροι κατά την χειροτονίαν. Εάν ωρίσθη εισηγητής, ούτος ψηφίζει πάντοτε πρώτος. Ο Πρόεδρος ψηφίζει τελευταίος. Πρακτικόν διασκέψεως και ψηφοφορίας Άρθρ.99.-Περί της ψηφοφορίας συντάσσεται πρακτικόν, εν ω σημειούνται η ψήφος ενός εκάστου, ή η ομοψηφία και καταχωρίζεται η σχηματισθείσα απόφασις. Πας ψηφίζων δικαιούται να καταχωρίση εν τω πρακτικώ την διαφέρουσαν γνώμην αυτού μετά των αιτιολογιών. Το δικαίωμα τούτο έχουσι και οι εν τοις επισκοπικοίς Δικαστηρίοις έχοντες απλώς συμβουλευτικήν ψήφον. Το πρακτικόν υπογράφεται υπό του Προέδρου και του Γραμματέως. Περί της διαδικασίας επί κατηγορουμένων πρεσβυτέρων, διακόνων, υποδιακόνων και μοναχών Άρθρ.100.-Ο αρμόδιος Μητροπολίτης (ή ο νόμιμος αναπληρωτής αυτού) λαβών γνώσιν, είτε κατόπιν μηνύσεως, είτε καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον, ότι κληρικός ή μοναχός υπέπεσεν εις παράπτωμα επαγόμενον εκκλησιαστικήν ποινήν, εντέλλεται, εφ’ όσον δεν πρόκειται περί ελαφρού παραπτώματος, δι’ ο δύναται να ασκηθή υπό του Μητροπολίτου πειθαρχική εξουσία, εις έν των μελών του επισκοπικού Δικαστηρίου ή άλλον κληρικόν όπως προβή εις τας αναγκαίας ανακρίσεις. Επί ανακρίσεων διεξακτέων εν τη Μητροπόλει αλλ’ εκτός της έδρας αυτής, ο Μητροπολίτης δύναται να αναθέσει την διεξαγωγήν αυτών και εις έτερον κληρικόν αυτού ως αναπληρωτήν του ανακριτού. Μήνυσις Άρθρ.101.-Η μήνυσις γίνεται εγγράφως υπό του μηνύοντος αυτοπροσώπος ή δι’ ειδικής εγγράφου εντολής προς τον Γραμματέα της Μητροπόλεως, οφείλοντα να ανακοινώση ταύτην αμελλητί τω Μητροπολίτη ή τω αναπληρωτή αυτού. Η μήνυσις μονογράφεται ανά παν φύλλον υπό του δεχομένου αυτήν και συντάσσεται περί της εγχειρήσεως αυτής κατά τον καθιερωμένον τύπον έκθεσις, εις ην προσαρτάται η εγχειρισθείσα μήνυσις. Αι τυχόν μεταβολαί ή προσθήκαι δεν γίνονται εις την μήνυσιν, αλλά καταχωρίζονται εν τη εκθέσει. Σελ. 238(α) Τεύχος 551-Σελ. 70 Εάν η μήνυσις εγένετο δι’ εγγράφου εντολής, το έγγραφον της εντολής προσαρτάται εις την έκθεσιν. Είναι απαράδεκτος η μήνυσις η γενομένη κατά του κληρικού υπό τινος των εν τω άρθρ. 67 εδάφ. β΄ και γ΄ μνημονευομένων, πλην αν ούτος υπήρξεν ο παθών εκ του παραπτώματος του κληρικού. Προσωρινή απαγόρευσις ιεροπραξιών Άρθρ.102.-Επί παραπτωμάτων προβλεπομένων και υπό του κοινού ποινικού δικαίου, δι’ α διετάχθη υπό της κοινής δικαστικής αρχής η προφυλάκισις του κληρικού ή ιερωμένου μοναχού, ο αρμόδιος Μητροπολίτης δύναται να απαγορεύση προσωρινώς μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου πάσαν ιεροπραξίαν, άνευ στερήσεως του μισθού. Το αυτό δικαίωμα έχει ο Μητροπολίτης και επί παντός ετέρου παραπτώματος κολαζομένου δια της ποινής της καθαιρέσεως εφ’ όσον τούτο προεκάλεσε δημόσιον σκάνδαλον. Άρθρ.103.-Επί ωρισμένων ανακριτικών πράξεων διεξακτέων εν ετέρα Μητροπόλει, ο Μητροπολίτης ή ο αναπληρωτής αυτού παρακαλεί τον της Μητροπόλεως ταύτης Αρχιερέα όπως αναθέση την διεξαγωγήν αυτών εις ένα των υπ’ αυτόν πρεσβυτέρων και πέμψη κατόπιν εις τον παρακαλούντα την συντακτέαν έκθεσιν. 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Αμφισβητήσεις κατά την ανάκρισιν Άρθρ.104.-Εάν ο ανακρίνων αρνήται να ενδώση εις αίτησίν τινα του κατηγορουμένου την διαφωνίαν, ως και πάσαν ετέραν κατά την διεξαγωγήν των ανακρίσεων αμφισβήτησιν λύει ο οικείος Μητροπολίτης, κατ’ αίτησιν οιουδήποτε των διαφερομένων. Η επί του ζητήματος απόφασις του Αρχιερέως γράφεται δι’ απλής επισημειώσεως κάτωθι της σχετικής αιτήσεως. Άρθρ.105.-Αι ανακριτικαί πράξεις δεν ενεργούνται δημοσία. Εν τούτοις πάσα ανακριτική πράξις ενεργείται επί παρουσία γραμματέως. Καθήκοντα γραμματέως του ανακρίνοντος, εάν μεν αι ανακρίσεις διεξάγωνται εν τη έδρα της Μητροπόλεως, εκτελεί ο γραμματεύς του επισκοπικού Δικαστηρίου, εάν δε αύται διεξάγωνται εκτός της έδρας αυτής, ο ειρημένος γραμματεύς ή ο υπό του οικείου αρχιερέως οριζόμενος προς τούτο πρεσβύτερος ή διάκονος. Άρθρ.11.-Το Επισκοπικόν Δικαστήριον δύναται να επιβάλη εις τους μοναχούς και αγάμους κληρικούς τα εξής ποινάς, εφ’ όσον δεν ορίζεται ετέρα τις υπό ειδικού τινος νόμου. α)Επίπληξιν β)Επί ιερωμένων, αργίαν από πάσης ιεροπραξίας μέχρις ενός έτους. γ)Σωματικόν περιορισμόν εν τω σωφρονιστηρίω της οικείας μονής μέχρι δύο μηνών. δ)Σωματικόν περιορισμόν μέχρι 3 ετών εν των ειδικώ σωφρονιστηρίω των κληρικών ή εν άλλη Μονή. ε)Έκπτωσιν από του αξιώματος (οφφικίου) ή της θέσεως. Εκ των ανωτέρω ποινών η ποινή της εκπτώσεως από του αξιώματος ή της θέσεως, ή της αργίας από πάσης ιεροπραξίας και η του υφ’ οιονδήποτε τύπον σωματικού περιορισμού δύνανται να επιβληθώσι και αθροιστικώς εν όλω ή εν μέρει. Επί ελαφρών παραπτωμάτων ο Αρχιερεύς μετά προφορικήν ή έγγραφον απολογίαν επιβάλλει εις τον παρεκτραπέντα αργίαν μέχρι 20 ημερών, αν δε το παράπτωμα προξενήση σκάνδαλον ο Μητροπολίτης δύναται να επιβάλη αργίαν ουχί άνω των δύο μηνών. Άρθρ.106.-Ο ανακρίνων οφείλει να καταβάλη πάσαν προσπάθεια προς ανεύρεσιν της αληθείας. Εξετάζει δε και πιστοποιεί εξ επαγγέλματος όχι μόνον την εντολήν, αλλά και την αθωότητα του κατηγορουμένου. Προς τον σκοπόν τούτον ο ανακρίνων εξετάζει μάρτυρας, εξετάζει τον κατηγορούμενον, ποιείται αυτοψίας, μελετά έγγραφα δυνάμενα να παράσχωσιν αυτώ στοιχεία προς απόδειξιν της ενοχής ή αθωότητος του κατηγορουμένου, διατάσσει κατά τας περιστάσεις πραγματογνωμοσύνην και εν γένει ποιείται χρήσιν παντός οιουδήποτε αποδεικτικού μέσου, συντείνοντος κατά την κρίσιν αυτού εις την ανεύρεσιν της αληθείας. Κατ’ οίκον έρευνα και κατάσχεσις πειστηρίων Άρθρ.107.-Εάν υπάρχη ανάγκη ερεύνης κατ’ οίκον ή κατασχέσεως πειστηρίων πραγμάτων ή εγγράφων, ο ανακρίνων απευθύνεται προς τον αρμόδιον Εισαγγελέα. Ούτος δε προβαίνει εις τας τοιαύτας πράξεις, ως και εις την τυχόν συνδυαζομένην αυτοψίαν και πραγματογνωμοσύνην, κατά τας διατάξεις της ποινικής οικονομίας, και πέμπει την συνταχθείσαν αίτησιν μετά των τυχόν κατασχεθέντων πραγμάτων ή εγγράφων εις τον αιτήσαντα κληρικόν. Εξέτασιν μαρτύρων Άρθρ.108.-Οι μάρτυρες, εξετάζονται υπό του ανακρίνοντος έκαστος κατ’ ιδίαν και εν απουσία του τε κατηγορουμένου και του συνηγόρου αυτού, ως και των λοιπών μαρτύρων. Ο ανακρίνων δύναται, κατ’ αίτησιν του κατηγορουμένου, έτι δε και εξ επαγγέλματος, να εξετάση συμπληρωματικώς τον εξετασθέντα μάρτυρα κατ’ αντιπαράστασιν προς τον κατηγορούμενον ή προς άλλον μάρτυρα. Κλήσις του κατηγορουμένου Άρθρ.109.-Η ανάκρισις δεν δύναται να λογισθή περατωθείσα πριν ή εξετασθή ο κατηγορούμενος ή κληθείς προς εξέτασιν απειθήση να εμφανισθή. Άρθρ.110.-Ο κατηγορούμενος προσκαλείται προς εξέτασιν δι’ εγγράφου κλήσεως, εκδιδομένης υπό του ανακρίνοντος και φερούσης την υπογραφήν αυτού. Εν τη κλήσει περιέχεται η ημέρα, η ώρα και ο τόπος της εμφανίσεως, δύναται δε να περιληφθή και η προς το προσκαλούμενον απειλή, ότι εν περιπτώσει απειθείας θέλει διαταχθή η βιαία προσαγωγή αυτού. Εν τη προς τον κατηγορούμενον κλήσει περιέχεται ωσαύτως το εις τούτον προσαπτόμενον παράπτωμα. Εάν όμως ως εκ της φύσεως του παραπτώματος ή εξ άλλης αιτίας φάινεται σκόπιμον να μη αποκαλυφθή τούτο εν τη κλήσει, περιέχεται εν αυτή απλώς η μνεία ότι ο προσκαλούμενος προσκαλείται προς εξέτασιν. Άρθρ.111.-Η κλήσις επιδίδεται επιμελεία του εκδόντος αυτήν, ενεργείται δε η επίδοσις κατά τας σχετικάς διατάξεις. Η κλήσις πρέπει να επιδοθή 24 τουλάχιστον ώρας προ της προς εμφάνισιν ωρισμένης ημέρας. Εάν ο κατηγορούμενος κατοική ή διατριβή εν άλλω τόπω παρά τον την έδρας του ανακρίνοντος, η προς εμφάνισιν αυτού προθεσμία επεκτείνεται κατά πέντε μεν ημέρας εάν κατοική εν τη περιφερεία της αυτής Μητροπόλεως, κατά δέκα δε ημέρας αν κατοική εν άλλω τόπω εκτός της περιφερείας της Μητροπόλεως. Αν ο κατηγορούμενος κατοική ή διατρίβη εν τη αλλοδαπή, ο ανακρίνων τάσσει ανάλογον προς εμφάνισιν προθεσμίαν, ουχί όμως και βραχυτέραν του μηνός. Άρθρ.112.-Εάν ο κατηγορούμενος απειθήσας μη εμφανισθή ο ανακρίνων δύναται να αιτήση παρά της αρμοδίας Εισαγγελικής ή Αστυνομικής Αρχής την βιαίαν ενώπιον αυτού προσαγωγήν του κατηγορουμένου, συνωδά προς τας διατάξεις του άρθρ. 62. Εξέτασις του κατηγορουμένου Άρθρ.113.-Προ της εξετάσεως ο ανακρίνων εξηγεί εις τον κατηγορούμενον τους λόγους της κατηγορίας και ερωτά αυτόν αν έχη να απαντήση τι επί τούτων. (Αντί της σελ. 239) Σελ. 239(α) Τεύχος 551-Σελ. 71 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 Η εξέτασις ανάγκη να παρέχη τω κατηγορουμένω τα στοιχεία προς αναίρεσιν των κατ’ αυτού υπονοιών και προς πρότασιν των υπερ εαυτού γεγονότων και αποδείξεων. Παραπειστικαί ερωτήσεις δεν πρέπει να απευθύνωνται προς τον κατηγορούμενον, ουδέ να ζητήται φορτικώς παρά τούτου η ομολογία αυτού. Άρθρ.114.-Ο κατηγορούμενος δικαιούται όπως δι’ εγγράφου αιτήσεως υποβαλλομένης τω ανακρίνοντι αμέσως και επί αποδείξει φερούση την πιστοποίησιν της ημέρας και ώρας της εγχειρίσεως αιτήση προθεσμίαν 48 ωρών, προ της παρόδου της οποίας δεν υποχρεούται εις απολογίαν. Την προθεσμίαν, υπαρχούσης ευλόγου αιτίας δύναται να παρατείνη ο ανακρίνων. Άρθρ.115.-Ο ανακρίνων, προς τήρησιν της ευταξίας εν ω τόπω διεξάγεται η ανάκρισις, δικαιούται να εκδίδη τας απαιτουμένας διαταγάς. Οι μη υπακούοντες εις τας διαταγάς ταύτας ή οι άλλως οπωσδήποτε διαταράσσοντες την τάξιν ή μη τηρούντες τον οφειλόμενον προς τον ανακρίνοντα σεβασμόν δύνανται να τιμωρηθώσιν υπό του ανακρίνοντος παραχρήμα δια προστίμου υπέρ του ΤΑΚΕ μέχρι των δραχμών τριακοσίων. Περί τούτου γίνεται μνεία εν τη εκθέσει, το σχετικόν δε απόσπασμα της εκθέσεως εκτελείται καθ’ ον τρόπον και η επιβάλλουσα χρηματικήν ποινήν υπέρ του ΤΑΚΕ απόφασις του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου. Εάν η επενεγκούσα διατάραξιν της ευταξίας πράξις φέρη βαρύτερον χαρακτήρα, προβλεπομένη υπό του ποινικού Νόμου, επιφυλάσσεται και η ποινική καταδίωξις κατά τας κοινάς διατάξεις. Πέραν της ανακρίσεως Άρθρ.12.-Εάν μετά την ενώπιον αυτού διαδικασίαν το Επισκοπικόν Δικαστήριον ήθελε κρίνει, ότι εις τον κατηγορούμενον ιερωμένον είναι επιβλητέαι ποιναί ανώτεραι των εν τοις άρθρ. 10-11 οριζομένων, κηρύσσει εαυτό αναρμόδιον και παραπέμπει την υπόθεσιν εις το Πρωτοβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον. Περί των Συνοδικών Δικαστηρίων Πρωτοβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον Άρθρ.116.-Περατωθείσης της ανακρίσεως ο ανακριτής υποβάλει την δικογραφίαν μετά της εγγράφου αυτού προτάσεως εις τον Μητροπολίτην ή τον αναπληρωτήν αυτού. Ο Μητροπολίτης μετά μελέτην της δικογραφίας δύναται ν’ αποφανθή ητιολογημένως ότι δεν υπάρχει αφορμή προς κατηγορίαν και να αναστείλη πάσαν περαιτέρω καταδίωξιν, ή εάν κρίνη ότι το παράπτωμα είναι ελαφρόν, να ασκήση μόνος αυτός την κατά το σχετικόν άρθρον πειθαρχικήν εξουσίαν. Σελ.240(α) Τεύχος 551-Σελ. 72 Εάν ο Μητροπολίτης αποφανθή ότι δεν υπάρχη αφορμή προς κατηγορίαν, επιβάλλει το όλον ή μέρος των δικαστικών εξόδων εις τον μηνυτήν, οσάκις ήθελε πεισθή ότι η μήνυσις ήτο εντελώς ψευδής, εκ δόλου ή βαρείας αμελείας γενομένη. Το ποσόν των επιβαλλομένων εις τον μηνυτήν εξόδων δέον να ορίζηται ρητώς εν τη σχετική πράξει του Μητροπολίτου και εισπράττονται όπως τα δημόσια έσοδα υπέρ του ΤΑΚΕ. Άρθρ.117.-Εάν ο Μητροπολίτης κρίνη ότι η ανάκρισις χρήζει συμπληρώσεως διατάσσει την συμπλήρωσιν της ανακρίσεως υποδεικνύων τα συμπληρωτέα. Εις πάσαν άλλην περίπτωσιν ο Μητροπολίτης προσκαλεί το Επισκοπικόν Δικαστήριον προς εκδίκασιν της υποθέσεως καθ’ ημέραν και ώραν συγχρόνως οριζομένην. 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Περί της διαδικασίας προ του Επισκοπικού Δικαστηρίου. Συζήτησις Άρθρ.118.-Δια την ενώπιον του Επισκοπικού Δικαστηρίου συζήτησιν απαιτείται η παρουσία του Γραμματέως. Η συζήτησις διεξάγεται προφορικώς μεν αλλ’ ουχί δημοσία. Αναγιγνώσκεται πρώτον η μήνυσις ή η εντολή του Μητροπολίτου προς εισαγωγήν εις δίκην, αι μαρτυρικαί καταθέσεις, η απολογία του κατηγορουμένου και προσκαλείται ο κατηγορούμενος εις προφορικήν απολογίαν και αναγιγνώσκεται όλος ο σχετικός φάκελος. Συνήγορος Άρθρ.119.-Ο κατηγορούμενος δύναται να παραστή μετά συνηγόρου κληρικού. Εάν ο κατηγορούμενος δεν έχη συνήγορον, δύναται να απαιτήση όπως διορισθή αυτώ εξ επαγγέλματος συνήγορος κληρικός. Τον συνήγορον εν τοιαύτη περιπτώσει διορίζει ο Πρόεδρος του Επισκοπικού Δικαστηρίου. Άρθρ.120.-Το Δικαστήριον δύναται να διατάξει την εξέτασιν νέων μαρτύρων ενώπιον του υπ’ αυτού διοριζομένου εισηγητού ως και την λήψιν ετέρων αποδείξεων απαραιτήτων κατά την κρίσιν αυτού προς διασάφησιν της υποθέσεως και εν ανάγκη να αναβάλη την εξακολούθησιν της συζητήσεως εις ετέραν δικάσιμον υπ’ αυτού οριζομένην. Ο κατηγορούμενος δέον, εάν δεν ήτο παρών κατά την έκδοσιν της κατά το προηγούμενον εδάφιον αποφάσεως, να λαμβάνη γνώσιν εγκαίρως της νέας δικασίμου κοινοποιουμένης αυτώ εν αποσπάσματι της αποφάσεως. Πρακτικά συζητήσεως Άρθρ.121.-Περί της προ του Επισκοπικού Δικαστηρίου συζητήσεως τηρούνται πρακτικά υπό του Γραμματέως. Τα πρακτικά περιέχουσι: α)Τον τόπον και χρόνον της συζητήσεως. β)Τα ονόματα των δικαστών και του γραμματέως. γ)Την σημείωσιν του εις τον κατηγορούμενον προσαπτομένου παραπτώματος κατά το κατηγορητήριον. δ)Το όνομα του κατηγορουμένου και του συνηγόρου αυτού και την μνείαν, αν η συζήτησις εγένετο παρόντος του κατηγορουμένου ή ερήμην αυτού. ε)Το περιεχόμενον της συζητήσεως και την τυχόν μειοψηφίαν. Τα πρακτικά υπογράφονται υπό του προέδρου και του γραμματέως. Απόφασις καταδικαστική ή αθωωτική Άρθρ.122.-Η απόφασις ή τε καταδικαστική και αθωωτική δέον να εκδίδηται μετά το πέρας της διαδικασίας. Διατυπούται δε εν ιδιαιτέρω εγγράφω συντασσομένω υπό του Προέδρου ή του υπό τούτου οριζομένου εισηγητού εκ των μελών του Δικαστηρίου. Άρθρ.123.-Το έγγραφον της αποφάσεως αναγράφει: α)Τα ονόματα των δικαστών και του παραστάντος κατά την συζήτησιν γραμματέως. β)Τα ονόματα του κατηγορουμένου και του τυχόν συνηγόρου αυτού. γ)Την μνείαν του τόπου και του χρόνου της συζητήσεως. δ)Βραχείαν ιστορικήν έκθεσιν των γεγονότων εφ’ ων εστηρίχθη η κατηγορία. ε)Την πιστοποίησιν της ερεύνης των αποδείξεων και της ακροάσεως του κατηγορουμένου. ς)Το αιτιολογικόν μέρος, εάν η απόφασις είναι καταδικαστική δέον να αναφέρωνται εν ταις αιτιολογίαις αι περιστάσεις καθ’ ας εξετελέσθη το αδίκημα. ζ)Το δικαστικόν μέρος. η)Την πιστοποίησιν του χρόνου της εκδόσεως της αποφάσεως. Εάν η απόφασις είναι καταδικαστική, δέον εν αυτή να αναγράφωνται κατά λέξιν οι ιεροί κανόνες και εν γένει αι ποινικαί διατάξεις και οι νόμοι ους εφήρμοσε το δικαστήριον δια την επιβολήν της ποινής. Η τε καταδικαστική και αθωωτική απόφασις υπογράφεται υφ’ απάντων συμπραξάντων εις την έκδοσιν αυτής δικαστών και αυτών έτι των εχόντων απλήν συμβουλευτικήν ψήφον. Δικαστικά έξοδα. Άρθρ.124.-Εν τη καταδικαστική ή αθωωτική αποφάσει δέον να περιλαμβάνηται διάταξις περί των εξόδων της διαδικασίας. Τα έξοδα βαρύνουσι τον καταδικασθέντα κατηγορούμενον. Επί αθωωτικής αποφάσεως τα έξοδα βαρύνουσι το ΤΑΚΕ. Αλλ’ εάν η κατά του κατηγορουμένου διαδικασία διεξήχθη μετά την μήνυσιν κατ’ αυτού, το δε δικαστήριον, ήθελε πεισθή, ότι η μήνυσις εγένετο ψευδώς, εκ δόλου ή εκ βαρείας αμελείας, επιβάλλει εις τον μυνητήν το όλον ή μέρος των δικαστικών εξόδων ρητώς καθοριζομένων κατά ποσόν εν τη αποφάσει. Αι επί δεδικασμένου διατάξεις της ποινικής δικονομίας επεκτείνονται και επί του παρόντος. (Αντί της σελ. 241) Σελ. 241(α) Τεύχος 551-Σελ. 73 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 Ερημοδικία και ανακοπή Ερημοδικία Άρθρ.125.-Εάν ο κατηγορούμενος καίπερ νομίμως κλητευθείς μη εμφανισθή προ του δικαστηρίου δικάζεται ερήμην. Ως ερήμην δικαζόμενος θεωρείται και ο αποχωρήσας κατηγορούμενος διαρκούσης της διαδικασίας. Εν αρχή αναγιγνώσκεται το κατηγορητήριον έγγραφον και μετά τούτο αι εκθέσεις εξετάσεως των μαρτύρων και της τοιαύτης τυχόν του κατηγορουμένου. Ανακοπή Άρθρ.13.-Το Πρωτοβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον συγκροτείται εκ του πρώτου τη τάξει Συνοδικού ως προέδρου και εκ 5 Συνοδικών, οριζομένων δια κλήρου κατά την πρώτην μετά την 1ην Οκτωβρίου εκάστου έτους συνεδρίαν της Ι. Συνόδου. Δια την κατά το προηγούμενον εδάφιον κλήρωσιν τίθενται εις την κληρωτίδα κατά την πρώτην εκάστης συνοδικής περιόδου συνεδρίαν της Ι. Συνόδου τα ονόματα πάντων των Συνοδικών, πλην των του Προέδρου της Ι. Συνόδου και του πρώτου τη τάξει. Εκ του ολικού αριθμού των κλήρων ο Πρόεδρος της Ι. Συνόδου εξάγει εκ της κληρωτίδος 5. Οι κληρωθέντες 5 Συνοδικοί συγκροτούσι μετά του πρώτου τη τάξει το δια το αρξάμενον συνοδικόν έτος Πρωτοβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον. Δευτεροβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον Άρθρ.126.-Την εκδοθείσαν ερήμην καταδικαστικήν απόφασιν δικαιούται ο καταδικασθείς να ανακόψη ενώπιον του εκδόντος αυτήν Δικαστηρίου, αλλά μόνον εάν: α)Δεν εκλητεύθη νομίμως κατά την ερήμην δίκην ή β)Εκωλύθη όπως εμφανισθή εξ ανωτέρας βίας ή άλλου ανυπερβλήτου αιτίου, ειδικώς αιτιολογουμένου εν τη αποφάσει του δεχομένου την ανακοπήν Δικαστηρίου κατά την κρίσιν αυτού. Προθεσμία ανακοπής Άρθρ.127.-Η ανακοπή επιτρέπεται εντός δέκα ημερών από της εις τον καταδικασθέντα επιδόσεως της ανακοπτομένης αποφάσεως. Αν ο καταδικασθείς κατοική ή διατρίβη εις άλλον τόπον παρά τον της έδρας του Δικαστηρίου, ή προς ανακοπήν προθεσμία επεκτείνεται κατά οκτώ μεν ημέρας αν ούτος κατοική εκτός της έδρας του Δικαστηρίου, εν τη αυτή όμως περιφερεία της Μητροπόλεως, κατά δέκα πέντε δε ημέρας αν κατοική εν ετέρα Μητροπόλει. Αν ο καταδικασθείς κατοική ή διατρίβη εν τη αλλοδαπή, ή προς ανακοπήν προθεσμία επεκτείνεται επί ημέρας εξήκοντα. Άρθρ.128.-Η ημέρα της επιδόσεως της αποφάσεως δεν συνυπολογίζεται εις την προθεσμίαν. Η προς ανακοπήν προθεσμία λήγει την 6ην ώραν μ.μ. της τελευταίας ημέρας, ή εάν η τελευταία ημέρα είναι Κυριακή ή άλλη υπό του Κράτους δια τα δημόσια γραφεία ανεγνωρισμένη εορτή, την 6ην ώραν μ.μ. της επιούσης. Εκπρόθεσμος ανακοπή είναι δεκτή μόνον, αν η προθεσμία αφέθη να παρέλθη ένεκεν ανωτέρας βίας, ειδικώς αιτιολογουμένης εν τη αποφάσει. Σελ. 242(α) Τεύχος 551-Σελ. 74 Ανασταλτική δύναμις Άρθρ.129.-Η προς ανακοπήν προθεσμία, ως και η ανακοπή αυτή, αναστέλλει την εκτέλεσιν της ερήμην αποφάσεως, πλην της επιβαλλούσης αργίαν πάσης ιεροπραξίας. Ο εις αργίαν καταδικασθείς, αφ’ ης νομίμως επεδόθη αυτώ ή ερήμην καταδικαστική απόφασις, απέχει πάσης ιεροπραξίας, μέχρις ου επί τη ανακοπή αυτού εξαφανισθή η ερήμην απόφασις. Αν παρέλθωσιν αι ημέραι της αργίας πριν ή εξαφανισθή ή ερήμην απόφασις, ο ανακόπτων επαναλαμβάνει αυτοδικαίως την εκπλήρωσιν των ιερατικών αυτού καθηκόντων. Εν περιπτώσει καθ’ ην ήθελεν οπωσδήποτε επικυρωθή η δια της ερήμην αποφάσεως επιβληθείσα ποινή, αι διανυθείσαι ημέραι αργίας συνυπολογίζονται εις την καταδίκην. 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Άσκησις της ανακοπής Άρθρ.130.-Η ανακοπή συντάσσεται υπό του γραμματέως του εκδόντος την ανακοπτομένην απόφασιν Δικαστηρίου, επί τη αιτήσει του καταδικασθέντος αυτοπροσώπως ή δια του έχοντος έγγραφον εντολήν κληρικού. Περί της ανακοπής συντάσσεται έκθεσις κατά τους νομίμους τύπους. Εάν η ανακοπή εγένετο υπό του έχοντος εντολήν το έγγραφον ταύτης προσαρτάται εις την έκθεσιν. Υπό του ανακόπτοντος κατατίθεται συγχρόνως γραμμάτιον του ΤΑΚΕ ότι κατεβλήθησαν αυτώ δια λογαριασμόν του τα έξοδα της ερήμην διαδικασίας. Το γραμμάτιον τούτο προσαρτάται εις την έκθεσιν επί ποινή απαραδέκτου της ανακοπής. Έρευνα περί του παραδεκτού της ανακοπής Άρθρ.131.-Το δικαστήριον εξετάζει το κατά τύπους παραδεκτόν της ανακοπής εκτιμών τα υπό του ανακόπτοντος αποδεικτικά μέσα. Απορριπτομένης της ανακοπής καταδικάζει τον ανακόπτοντα εις τα έξοδα της επ’ ανακοπή διαδικασίας. Εάν κρίνη κατά τύπους παραδεκτήν την ανακοπήν εκδίδει απόφασιν, δι’ ης εξαφανίζει την ερήμην απόφασιν καθ’ όλας τας διατάξεις και προβαίνει εις την κατ’ ουσίαν εξέτασιν της υποθέσεως. Δευτέρα ανακοπή είναι απαράδεκτος. Περί της διαδικασίας προ του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου Αρθρ.132.-Εάν κατά το άρθρ.12 διετάχθη ή παραπομπή της υποθέσεως εις το Πρωτοβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον ο Γραμματεύς του Επισκοπικού Δικαστηρίου υποβάλλει εντός 5 ημερών από της εκδόσεως της αποφάσεως την δικογραφίαν εις τον Πρόεδρον του Πρωτοβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου. Ούτος δε ορίζει την δικάσιμον και εκδίδει την προς τον κατηγορούμενον κλήσιν. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄. Περί εφέσεως Περιπτώσεις καθ’ ας επιτρέπεται η έφεσις Άρθρ.133.-Ο υπό Επισκοπικού Δικαστηρίου κατ’ αντιμωλίαν ή ερήμην καταδικασθείς α)εις στέρησιν του επιδόματος πέραν των 30 ημερών, β)εις χρηματικήν ποινήν πέραν των 500 δραχμών, γ)εις αργίαν μετά παύσεως ή μη από πάσης ιεροπραξίας πέραν των δύο μηνών, δ)εις σωματικόν περιορισμόν πέραν των 40 ημερών και ε)εις έκπτωσιν από του αξιώματος ή της θέσεως, ως και ο υπό του Πρωτοβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου κατ’ αντιμωλίαν ή ερήμην δικασθείς εις καθαίρεσιν ή εις αποβολήν από της Μονής μετ’ αφαιρέσεως του μοναχικού σχήματος, έχει το δικαίωμα να εκκαλέση την καταδικαστικήν απόφασιν ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Συνοδικού Δικαστηρίου. Προθεσμία Άρθρ.134.-Η προς έφεσις προθεσμία είναι δεκαήμερος, αρχομένη επί μεν της κατ’ ερήμην αποφάσεως από της κοινοποιήσεως εις τον καταδικασθέντα, επί δε της κατ’ αντιμωλίαν από της δημοσιεύσεως της αποφάσεως. Ως προς τον υπολογισμόν της προθεσμίας και την επέκτασιν αυτής εφαρμόζονται αι διατάξεις των άρθρ.127-128. Αναγκαστική δύναμις Άρθρ.14.-Το δευτεροβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον συγκροτείται εκ του Προέδρου της Ι. Συνόδου ως προέδρου και εκ των υπολειπομένων εξ Συνοδικών μετά την αφαίρεσιν του Αντιπροέδρου της Ι. Συνόδου και των 5 κατά το προηγούμενον άρθρον κληρωθέντων δια την συγκρότησιν του Πρωτοβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου Συνοδικών. Άρθρ.135.-Η προς έφεσιν προθεσμία ως και η έφεσις αυτή αναστέλλουσι την εκτέλεσιν της καταδικαστικής αποφάσεως πλην της επιβαλλούσης αργίαν από πάσης ιεροπραξίας. Άσκησις της εφέσεως Άρθρ.136.-Η έφεσις ασκείται ενώπιον του γραμματέως του εκδόντος την απόφασιν Δικαστηρίου υπό του καταδικασθέντος αυτοπροσώπως ή δια του λαβόντος προς τούτο έγγραφον εντολήν κληρικού. Περί της δηλώσεως ταύτης και περί των λόγων της εφέσεως συντάσσεται έκθεσις κατά τους νομίμους τύπους. Εάν η έφεσις εγένετο δι’ εντεταλμένου το έγγραφον της εντολής προσαρτάται εις την έκθεσιν. Άρθρ.137.-Την γενομένην έφεσιν ο γραμματεύς ανακοινοί αυθημερόν εις τον Πρόεδρον του εκδόντος την εκκαλουμένην απόφασιν δικαστηρίου, ούτος δε την περί της εφέσεως έκθεσιν μετά της δικογραφίας ολοκλήρου υποβάλλει εντός δύο ημερών εις τον Πρόεδρον του αρμοδίου Συνοδικού Δικαστηρίου. Άρθρ.138.-Ο Πρόεδρος του αρμοδίου Συνοδικού Δικαστηρίου οφείλει εντός μηνός από της εις αυτόν περιελεύσεως της εφέσεως μετά της σχετικής δικογραφίας να ορίση δικάσιμον ταύτης, τηρουμένων των διατάξεων των άρθρ.127-128. Άρθρ.139.-Το αρμόδιον Συνοδικόν Δικαστήριον εν απουσία του εκκαλούντος εξετάζει το τύποις παραδεκτόν της εφέσεως. Εάν κρίνη την έφεσιν εκπροθέσμως γενομένην ή άλλως, κατά τύπους απαράδεκτον, απορρίπτει αυτήν άνευ ετέρας ερεύνης και καταδικάζει τον εκκαλούντα εις τα έξοδα της κατ’ έφεσιν διαδικασίας. Εάν κρίνη την έφεσιν παραδεκτήν κατά τύπους προβαίνει εις την εξέτασιν της ουσίας της υποθέσεως. (Αντί της σελ. 243) Σελ.243(α) Τεύχος 551-Σελ. 75 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 Παράστασις δια πληρεξουσίου Άρθρ.140.-Ενώπιον του αρμοδίου Συνοδικού Δικαστηρίου ο εκκαλών κατηγορούμενος δύναται να παραστή είτε αυτοπροσώπως είτε και δια κληρικού έχοντος ειδικήν πληρεξουσιότητα. Το Πρωτοβάθμιον Συνοδικόν Δικαστηρίον δύναται και εν τη τοιαύτη περιπτώσει να διατάξη την αυτοπρόσωπον εμφάνισιν του κατηγορουμένου. Η εις την τοιαύτην πρόσκλησιν απείθεια του κατηγορουμένου υπόκειται υπό την ελευθέραν εκτίμησιν του Δικαστηρίου. Διαδικασία και απόφασις Άρθρ.141.-Κατά την ορισθείσαν δικάσιμον αναγινώσκονται το κατηγορητήριον έγγραφον αι εκθέσεις περί των μαρτυριών, τα πρακτικά της πρωτοδίκου δίκης, η πρωτόδικος απόφασις, το εφετήριον και πάντα τα λοιπά έγγραφα. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν και αι εν τη προ του Πρωτοβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου διαδικασία διατάξεις. Άρθρ.142.-Το κατ’ έφεσιν δικάζον Δικαστήριον δεν δύναται να εκδώση απόφασιν δυσμενεστέραν δια τον κατηγορούμενον. Περί της διαδικασίας των κατηγορουμένων Αρχιερέων Άρθρ.143.-Η Ιερά Σύνοδος λαβούσα γνώσιν είτε κατ’ ακολουθίαν μηνύσεως είτε άλλως πως ότι Αρχιερεύς επέπεσεν εις παράπτωμα επαγόμενον εκκλησιαστικήν ποινήν εντέλλεται, εάν κρίνη, ότι συντρέχει περίπτωσις διώξεως, εις ένα των Αρχιερέων, όπως προβή εις τας αναγκαίας ανακρίσεις μετά προηγουμένην πρόσκλησιν του κατηγορουμένου προς παροχήν πληροφοριών. Επί ανακρίσεως διεξακτέων εκτός της έδρας της Ιεράς Συνόδου η διεξαγωγή των ανακρίσεων ή ωρισμένων ανακριτικών πράξεων δύναται να ανατεθή εις έτερον Αρχιερέα. Άρθρ.144.-Εάν ο ανακρίνων αρνήται να ενδώση εις αίτησίν τινα του κατηγορουμένου Αρχιερέως την διαφωνίαν ως και πάσαν ετέραν κατά την διεξαγωγήν των ανακρίσεων αμφισβήτησιν λύει κατ’ αίτησιν οιουδήποτε των διαφερομένων η Ιερά Σύνοδος. Άρθρ.15.-Εν περιπτώσει νομίμου αποκλεισμού, εξαιρέσεως ή ετέρου νομίμου κωλύματος των μελών εκατέρου των κατά το προηγούμενον άρθρον Συνοδικών Δικαστηρίων, προσκαλούνται υπό του Προέδρου της Ι. Συνόδου δι’ αναπλήρωσιν εκ των μη Συνοδικών κατά τα πρεσβεία της χειροτονίας εξ ημισείας εκ των της Παλαιάς Ελλάδος και των Νέων Χωρών. Υφισταμένης τυχόν δι’ απάντας τους προς αναπλήρωσιν προσκαλουμένους Συνοδικούς αιτίας νομίμου αποκλεισμού ή εξαιρέσεων ή ετέρου νομίμου κωλύματος, προσκαλούνται οι αναπληρωταί εκ των λοιπών Αρχιερέων του Κράτους κατά τα ανωτέρω. Εν περιπτώσει κωλύματος του Προέδρου προεδρεύει εκατέρου των Συνοδικών Δικαστηρίων ο εκ των μελών τούτων προηγούμενος κατά τα πρεσβεία της χειροτονίας. Γραμματεύς – Κλητήρ Άρθρ.145.-Αι ανακριτικαί πράξεις δεν ενεργούνται δημοσία. Εν τούτοις πάσα ανακριτική πράξις ενεργείται επί παρουσία του Γραμματέως. Καθήκοντα Γραμματέως του ανακριτού, εάν μεν η ανάκρισις διεξάγεται εν τη έδρα του Πρωτοβαθμίου δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίου, εκπληροί ο Γραμματεύς του Δικαστηρίου τούτου, εάν δε διεξάγηται αλλαχού ο υπό του ανακριτού οριζόμενος πρεσβύτερος ή διάκονος. Σελ.244(α) Τεύχος 551-76 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Άρθρ.146.-Το Πρωτοβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίου δύναται να αποφανθή ητιολογημένως ότι δεν υπάρχει αφορμή προς κατηγορίαν και να αναστείλη πάσαν περαιτέρω καταδίωξιν. Εάν το Πρωτοβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον κρίνη ότι η ανάκρισις χρήζει συμπληρώσεως, διατάσσει την συμπλήρωσιν της ανακρίσεως, υποδεικνύον και τα συμπληρωτέα. Εις πάσαν άλλην περίπτωσιν ορίζει την ημέραν και ώραν προς συζήτησιν και διατάσσει την προ αυτού κλήτευσιν του κατηγορουμένου Αρχιερέως. Άρθρ.147.-Ο υπό του Πρωτοβαθμίου δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίου και κατ’ αντιμωλίαν ή ερήμην καταδικασθείς εις αργίαν από πάσης ιεροπραξίας ή εις έκπτωσιν από του θρόνου ή εις καθαίρεσιν Αρχιερεύς δικαιούται να εκκαλέση την απόφασιν προ του Δευτεροβαθμίου δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίου. Ως προς την προθεσμίαν της εφέσεως, την ανασταλτικήν δύναμιν και τον τρόπον της ασκήσεως του ενδίκου τούτου μέσου, εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των άρθρ.137-139. Άρθρ.148.-Την περί της εφέσεως έκθεσιν μετά της δικογραφίας ολοκλήρου ο Γραμματεύς του εκδόντος την εκκαλουμένην απόφασιν Δικαστηρίου υποβάλλει εντός δύο ημερών εις τον Πρόεδρον της Ιεράς Συνόδου όστις και προκαλεί την κατά το άρθρ.24 κατάρτισιν του Δευτεροβαθμίου δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίου. Άρθρ.149.-Μετά την συγκρότησιν του Δευτεροβαθμίου δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίου η διαδικασία προβαίνει κατά τας διατάξεις των άρθρ.141144, εφαρμοζομένων αναλόγως. Επί της κατά το άρθρ.125 ανακοπής του μηνυτού υποβαλλομένης εις τον Πρόεδρον της Ιεράς Συνόδου αποφαίνεται η Ιερά Σύνοδος. Επί κατηγορουμένων Συνοδικών Άρθρ.150.-Ο Πρόεδρος του κατά το άρθρ.28 συγκροτουμένου δια τους Συνοδικούς Δικαστηρίου διορίζει ένα Αρχιερέα ανακριτήν. Ο ανακριτής οφείλει να περατώση την ανάκρισιν εντός μηνός. Περί της υπό πολιτικής αρχής εγκρίσεως των καταδικαστικών αποφάσεων. Άρθρ.151.-Αι καταδικαστικαί αποφάσεις των εκκλησιαστικών Δικαστηρίων καθίστανται εκτελεσταί άμα καταστώσι τελεσίδικοι, τοιαύται δε είναι εκείναι καθ’ ων δεν χωρεί ανακοπή ή έφεσις. Άρθρ.152.-Η εκτέλεσις καταδικαστικής κατά Αρχιερέως αποφάσεως ενεργείται δια Π.Δ/τος προτάσσει του Υπουργού της Παιδείας και Θρησκευμάτων εκδιδομένου. Περί εκτελέσεως των αποφάσεων Άρθρ.153.-Αι εκτελεστικαί αποφάσεις των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων εκτελούνται τη συνδρομή της Αστυνομικής Αρχής. Οι εις σωματικόν εν Μονή περιορισμόν καταδικαζόμενοι κληρικοί και μοναχοί εγκλείονται δια της Αστυνομίας εις το επί τούτω ιδρυθησόμενον εν τινι Μονή του Κράτους δαπάναις του Ο.Δ.Ε.Π. σωφρονιστήριον. Επί σωματικού περιορισμού κάτω του μηνός δύναται ο οικείος Μητροπολίτης να ορίση και έτερον τόπον περιορισμού εντός της Μητροπολιτικής περιφερείας. Άρθρ.16.-Καθήκοντα Γραμματέως παρά τω πρωτοβαθμίω μεν Συνοδικώ Δικαστηρίω εκτελεί ο Γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου, παρά τω Δευτεροβαθμίω δε ο Αρχιγραμματεύς. (Αντί της σελ. 227) Σελ. 227(α) Τεύχος 551-Σελ. 65 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 Τον Γραμματέα εκατέρου των Δικαστηρίων τούτων ελλείποντα, απόντα ή άλλως κωλυόμενον αναπληροί εις των γραφέων ή υπογραμματέων της Ιεράς Συνόδου, οριζόμενος προς τούτο υπό του Προεδρεύοντος. Καθήκοντα κλητήρος παρά τοις Συνοδικοίς Δικαστηρίοις εκτελούσιν οι Κλητήρες της Ιεράς Συνόδου. Αρμοδιότης Άρθρ.154.-Αποφάσεις επιβάλλουσαι ποινήν εις χρήματα υπέρ του ΟΔΕΠ ή του ΤΑΚΕ και αι επιβάλλουσαι την δικαστικήν δαπάνην εις τον κατηγορούμενον εκτελούνται τη συνδρομή της πολιτικής αρχής καθ’ ον τρόπον αι αποφάσεις των κοινών ποινικών δικαστηρίων, αι επιβάλλουσαι χρηματικάς ποινάς. Καθ’ όμοιον τρόπον εκτελούνται αι κατά την εν τω παρόντι Νόμω διαδικασίαν εκδιδόμεναι αποφάσεις αι επιβάλλουσαι πρόστιμον υπέρ του ΟΔΕΠ ή υπέρ του ΤΑΚΕ εις ετέρους πλην των κατηγορουμένων κληρικούς ή λαϊκούς ή αι καταδικάζουσαι τούτους εις την πληρωμήν των δικαστικών εξόδων. Άρθρ.155.-Η καταγνωσθείσα ποινή δύναται να αφεθή ή ελαττωθή ή μεταβληθή δια χάριτος. Το περί της χάριτος Δ/μα εκδίδεται προτάσσει του Υπουργού των Θρησκευμάτων μετά προτέραν γνώμην της Ιεράς Συνόδου περί αφέσεως, ελαττώσεως ή μεταβολής της ποινής εφ’ όσον εξέτισε πλέον του ημίσεος. Επί χάριτος εις τινα των υπό Επισκοπικόν Δικαστήριον κληρικών ή μοναχών η Ιερά Σύνοδος γνωμοδοτεί ακούσασα και τον οικείον Μητροπολίτην. Περί της σχέσεως της εκκλησιαστικής διαδικασίας προς την λαϊκήν ποινικήν δικαιοδοσίαν Άρθρ.156.-Η εισαγωγή ποινικής διαδικασίας κατά κληρικού ή μοναχού προ κοινού ποινικού δικαστηρίου δεν κωλύει την εκ παραλλήλου εισαγωγήν ή διεξαγωγήν της κατά τον παρόντα Νόμον διαδικασίας του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου και τανάπαλιν. Άρθρ.157.-Ο αρμόδιος Μητροπολίτης δικαιούται να απαιτήση παρά της αρμοδίας πο(Αντί της σελ.245) Σελ.245(α) Τεύχος 551-Σελ.77 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 λιτικής αρχής μετά την προ αυτής απολογίαν του κατηγορουμένου κληρικού ή μοναχού την ανακοίνωσιν της δικογραφίας περί της προ του κοινού ποινικού δικαστηρίου εκκρεμούς ποινικής δίκης κατά τούτου και εν ανάγκη την παροχήν αντιγράφων εφ’ απλού χάρτου. Αντιστοίχως ο αρμόδιος Μητροπολίτης οφείλει να ανακοινώση εις την αιτούσαν αρμοδίαν πολιτικήν αρχήν την δικογραφίαν περί της ενώπιον του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου εκκρεμούς δίκης κατά κληρικού ή μοναχού και να χορηγήση εις την αιτούσαν πολιτικήν αρχήν αντίγραφα των εν τη δικογραφία ταύτη ανακριτικών εγγράφων. Άρθρ.158.-Ο αρμόδιος εισαγγελεύς ή δημόσιος κατήγορος οφείλει να ανακοινοί εις τον αρμόδιον Μητροπολίτην ή επί κατηγορουμένου Μητροπολίτου εις την Ιεράν Σύνοδον, την κατά κληρικού ή μοναχού εισαγωγήν κοινής ποινικής διαδικασίας. Το αρμόδιον Εκκλησιαστικόν Δικαστήριον δύναται να αναστείλη την προ αυτού εκκρεμή διαδικασίαν κατά κληρικού ή μοναχού μέχρι πέρατος της κατά τούτου ποινικής δίκης. Επήρεια του εν κοινή ποινική δίκη δεδικασμένου Άρθρ.159.-Η καταδίκη κληρικού εις εγκληματικήν ποινήν εκτελείται κατά τας διατάξεις του άρθρ.44 της Ποινικής Δικονομίας. Άρθρ.160.-Ο αρμόδιος εισαγγελεύς, καταστάσης αμετακλήτου της αποφάσεως του κοινού ποινικού δικαστηριου, ανακοινοί ταύτην εν αντιγράφω προς τον Πρόεδρον της Ιεράς Συνόδου, προκαλεί την υπό του αρμοδίου Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου καθαίρεσιν του καταδικασθέντος άνευ ετέρας τινός διαδικασίας και ανακοινοί πάραυτα την γενομένην καθαίρεσιν εις τον ανακοινώσαντα την ποινικήν απόφασιν εισαγγελέα. Η Εκκλησιαστική Αρχή οφείλει εντός 15 ημερών από της εις αυτήν ανακοινώσεως της ποινικής αποφάσεως υπό του εισαγγελέως να εκτελέση ταύτην. Άρθρ.161.-Εάν κληρικός ή μοναχός καταδικασθή υπό κοινού δικαστηρίου εις ετέραν ποινήν πλην των εν τω άρθρ.161 οριζομένων ή εάν αθωωθή υπό τούτου, η καταδικαστική ή αθωωτική απόφασις του κοινού δικαστηρίου ουδέν αποτελεί πρόκριμα δια την εισαγωγήν της κατά τον παρόντα νόμον διαδικασίας, ουδέ δεσμεύει το Εκκλησιαστικόν Δικαστήριον. Σελ.246(α) Τεύχος 551-Σελ.78 Ο αρμόδιος εισαγγελεύς ή δημόσιος κατήγορος οφείλει εν τούτοις να ανακοινοί εις τον οικείον Μητροπολίτην ή επί δίκης Μητροπολίτου εις την Ιεράν Σύνοδον πάσαν απόφασιν ποινικού δικαστηρίου καταδικαστικήν ή αθωωτικήν αφορώσαν εις κληρικόν ή μοναχόν. Οφείλει ωσαύτως επί τη αιτήσει του οικείου Μητροπολίτου ή του Προέδρου της Ιεράς Συνόδου να ανακοινοί εις τούτους την δικογραφίαν πάσης κατά κληρικού ή μοναχού διεξαχθείσης και περατωθείσης κοινής ποινικής δίκης. Άρθρ.162.-Απόφασις Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου αθωούσα ή καταδικάζουσα κληρικόν ή μοναχόν ουδέν αποτελεί πρόκριμα δια την εισαγωγήν κατά τούτου της διαδικασίας προ κοινού ποινικού δικαστηρίου ουδέ δεσμεύει το κοινόν ποινικόν δικαστήριον. Εν τούτοις ο αρμόδιος Μητροπολίτης ή επί δίκης διεξαχθείσης προ ετέρου Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου πλην του Επισκοπικού ο Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου οφείλει επί τη αιτήσει του αρμοδίου εισαγγελέως να ανακοινοί εις τούτον την δικογραφίαν της κατά κληρικού ή μοναχού διεξαχθείσης και περατωθείσης κατά τον παρόντα νόμον διαδικασίας. 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Παραγραφή παραβάσεων και αδικημάτων Άρθρ.17.-Το Πρωτοβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον δικάζει τα παραπτώματα των κληρικών και μοναχών, ων η εκδίκασιν παρεπέμφθη εις αυτό υπό Επισκοπικού Δικαστηρίου κατά το άρθρ. 12 και τας εφέσεις του Επισκοπικού Δικαστηρίου, έτι δε τας ωμνιακάς παραβάσεις ως προς την ευθύνην του χειροτονηθέντος. Επιλαμβανόμενον δε κατά πρώτον βαθμόν, δύναται να επιβάλη οίας και το Επισκοπικόν Δικαστήριον ποινάς μέχρι και του τριπλασίου αυτών, έτι δε την ποινήν της καθαιρέσεως και επί μοναχών την ποινήν της αποβολής από της Μονής μετ’ αφαιρέσεως του Μοναχικού σχήματος. Σελ. 228(α) Τεύχος 551-Σελ. 66 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Άρθρ.163.-Το αξιόποινον, των εκ των κανόνων απορρεουσών παραβάσεων, των κολαζομένων δι’ επιβολής των εν τοις αρθρ.11, 17 και 23 του παρόντος οριζομένων ποινών, εξαλείφεται δια της παραγραφής μετά πάροδον τετραετίας και εφ’ όσον ο δράστης τούτων δεν γίνει ένοχος ομοίας κολασίμου πράξεως είσω του χρόνου τούτου. Άρθρ.164.-Προκειμένου όμως περί παραβάσεων, ων ο κολασμός προβλέπεται μεν υπό των ιερών κανόνων, πλην αύται αποτελούσιν εκ παραλλήλου παράβασιν, αναγραφομένην εν τω κοινών ποινικώ νόμω, χωρεί η παραγραφή ως αύτη αναγράφεται εν των άρθρ.120 του Π.Ν. μετά των μέχρι σήμερον τροποποιήσεων. Άρθρ.165.-Η παραγραφή άρχεται αφ’ ης τελεσθή η πράξις και λήγει, πλην εάν δεν λάβη χώραν διακοπή καθιστώσα αναγκαίαν νέαν άλλην έναρξιν αυτής, παρελθούσης της τελευταίας ημέρας της παρά του νόμου οριζομένης προς τούτο προθεσμίας. Άρθρ.166.-Η παραγραφή διακόπτεται δια πάσης νομίμου ανακριτικής πράξεως ή δια τελέσεως νέας τινός κολασίμου πράξεως, προβλεπομένης υπό των κανόνων ή του ποινικού νόμου. Εν ταις περιπτώσεσι ταύταις, άρχεται νέος χρόνος προς παραγραφήν από της διενεργείας της τελευταίας δικαστικής πράξεως ή της τελέσεως της νέας πράξεως. Άρθρ.167.-Εάν αρξαμένη τις ανάκρισις, ένεκα της πρώτης ή νέας παραβάσεως ή αδικήματος, δεν εξακολουθήση ή δεν εκδοθή απόφασις ή εάν εκδοθή μεν τοιαύτη, ο πράξας όμως δεν καταδικασθή, η παραγραφή δέον μετά την διακοπήν της ν’ αρχίση εκ νέου από της στιγμής της τελευταίας πράξεως. Άρθρ.168.-Χωρησάσης παραγραφής, ποινική διαδικασία δεν γίνεται και παύει εάν ήδη ήρχισε. Άρθρ.169.-Ο Μητροπολίτης μετά σύμφωνον γνώμην της ενορ. Επιτροπείας δύναται να τιμωρήση δια προσωρινής ή διαρκούς παύσεως τους ψάλτας και νεωκόρους μετά προφορικήν ή έγγραφον απολογίαν. Άρθρ.10.-Εν τη εννοία της λέξεως «Μητροπολίτης» αναφέρεται και ο Αρχιεπίσκοπος και οι Επίσκοποι. Άρθρ.171.-Πάσα διάταξις αντικειμένη εις τον παρόντα νόμον είναι άκυρος. Άρθρ.18.-Το Δευτοροβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον δικάζει τας εφέσεις κατά των αποφάσεων του Πρωτοβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου. Τόπος Συνεδριών Άρθρ.19.-Τα Συνοδικά Δικαστήρια, το τε πρωτοβάθμιον και το δευτεροβάθμιον, συνεδριάζουσιν εν τω Καταστήματι της Ιεράς Συνόδου. Περί των δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίων Πρωτοβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον Άρθρ.2.-Εν τη Αρχιεπισκοπή και εν εκάστη Μητροπόλει καθίσταται Επισκοπικόν Δικαστήριον, αρμοδιότητα έχον ίνα επιλαμβάνεται των υποθέσεων ιερέων, διακόνων και μοναχών. Το Επισκοπικόν Δικαστήριον, συνεδριάζον εν τη έδρα της Μητροπόλεως και εν τω Μητροπολιτικώ Γραφείω, συγκροτείται εκ του οικείου Μητροπολίτου ως πρόεδρου ή κωλυομένου υπό του νομίμου αυτού αναπληρωτού, ως προεδρεύοντος και εκ δύο πρεσβυτέρων αξιωματικών εκ των εν τη περιφερεία της Μητροπόλεως ως μελών. Άρθρ.20.-Το Πρωτοβάθμιον Δικαστήριον δια τους Αρχιερείς συγκροτείται εκ του Αντιπροέδρου της Ι. Συνόδου ως Προέδρου και εκ των υπολειπομένων 11 Συνοδικών, πλην του Προέδρου της Ι. Συνόδου. Εν ισοψηφία επικρατεί η ψήφος του Προέδρου. Άρθρ.21.-Εν περιπτώσει νομίμου αποκλεισμού, εξαιρέσεως ή ετέρου νομίμου κωλύματος των συγκροτούντων το πρωτοβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον καλείται ο αναπληρώνων εκ των λοιπών εκτός της Ι. Συνόδου Αρχιερέων του Κράτους, των εχόντων Μητροπόλεις κατά τα πρεσβεία της χειροτονίας, λαμβανομένων κατά τας διατάξεις του άρθρ. 15. Εν περιπτώσει κωλύματος του Προέδρου, προεδρεύει του Δικαστηρίου ο εκ των μελών αυτού προηγούμενος κατά τα πρεσβεία της χειροτονίας, Βλ. και άρθρ. 6 κατωτ. Νόμ. 1882/1951 Γραμματεύς – Κλητήρ. Άρθρ.22.-Καθήκοντα Γραμματέως παρά τω Πρωτοβαθμίω δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίω εκπληροί ο γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου. Τον Γραμματέα κωλυόμενον, απόντα ή άλλως ελλείποντα αναπληροί εις των υπογραμματέων ή γραφέων της Ιεράς Συνόδου, οριζόμενος προς τούτο υπό του Προέδρου του Δικαστηρίου. Καθήκοντα Κλητήρος παρά τω εν λόγω Δικαστηρίω εκπληρούσιν οι κλητήρες της Ιεράς Συνόδου. Βλ. και άρθρ. 6 κατωτ. Νόμ. 1882/1951. Αρμοδιότης Άρθρ.23.-Το Πρωτοβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον δικάζει τα παραπτώματα των Αρχιερέων, δυνάμενον να επιβάλη τας εξής ποινάς, εφ’ όσον δι’ ειδικής διατάξεως νόμου δεν ορίζεται ετέρα τις: α)Μομφήν, β)Αργίαν από πάσης ιεροπραξίας μέχρις 6 μηνών. γ)Έκπτωσιν από του θρόνου. δ)Καθαίρεσιν. Ο εις αργίαν καταδικασθείς Αρχιερεύς δεν δύναται επί τριετίαν από του αμετακλήτου της αποφάσεως ν’ αναλάβη Συνοδικά καθήκοντα, εάν δε είναι Συνοδικός, εκπίπτει έκτοτε αυτοδικαίως από του αξιώματος τούτου. Βλ. και άρθρ. 2 Α.Μ. 963/1937. Δευτεροβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον Άρθρ.24.-Το Δευτεροβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον συγκροτείται εκ του Προέδρου της Ι.Συνόδου ως Προέδρου και εκ των 14 Αρχιερέων λαμβανομένων κατά τα πρεσβεία της χειροτονίας εκ των εκτός της Ι. Συνόδου Αρχιερέων του Κράτους των εχόντων Μητροπόλεις κατά τας διατάξεις του άρθρ.17. Γραμματεύς – Κλητήρ. Άρθρ.25.-Καθήκοντα Γραμματέως παρά τω Δευτεροβαθμίω δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίω εκπληροί ο Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου. Τον Γραμματέα απόντα, κωλυόμενον ή άλλως ελλείποντα αναπληροί ο υπό του Προέδρου του Δικαστηρίου οριζόμενος εκ των υπογραμματέων ή γραφέων της Ιεράς Συνόδου. Καθήκοντα κλητήρος και παρά των Δευτεροβαθμίω δια τους Μητροπολίτας Δικαστηρίω εκτελούσιν οι κλητήρες της Ιεράς Συνόδου. Αρμοδιότης Άρθρ.26.-Το Δευτεροβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον δικάζει τας εφέσεις κατά των αποφάσεων του Πρωτοβαθμίου δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίου. Άρθρ.27.-Τα δια τους Αρχιερείς Δικαστήρια, το τε πρωτοβάθμιον και το δευτεροβάθμιον, συνεδριάζουσιν εν τοις Γραφείοις της Ιεράς Συνόδου. Περί του δια τους Συνοδικούς Δικαστηρίου Συγκρότησις Άρθρ.3.-Κατά τριετίαν δια Π.Δ/τος, μετά πρότασιν του οικείου Μητροπολίτου και σύμφωνον γνώμην της Ιεράς Συνόδου, διορίζονται εν εκάστη Μητροπόλει δύο μεν εκ των εν αυτή πρεσβυτέρων ως τακτικά μέλη του Επισκοπικού Δικαστηρίου, υπό των εφημερίων της Μητροπολιτικής περιφερείας υποδεικνυόμενα έτερα δε 2 ως αναπληρωματικά. (Αντί της σελ. 225) Σελ. 225(α) Τεύχος 551-Σελ. 63 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.1-3 Τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη, δύνανται να αναδιορισθώσι κατά τον αυτόν ωσαύτως τρόπον μετά την λήξιν της τριετούς θητείας αυτών. Άρθρ.28.-Το δια την δίκην του Προέδρου και των μελών της Ιεράς Συνόδου δια τας εν τη εκτελέσει των Συνοδικών αυτών καθηκόντων παραβάσεις εκκλησιαστικού τινος θεσμού συκγαλούμενον Δικαστήριον συγκροτείται δια κληρώσεως εκ του ενός τρίτου των εχόντων Μητροπόλεις Αρχιερέων του Κράτους, πλην των διατελεσάντων Συνοδικών κατά την Συνοδικήν περίοδον καθ’ ην διεπράχθησαν αι παραβάσεις αι δούσαι αφορμήν εις την δίκην. Εάν ούτοι δεν υπερβαίνωσι τους 15, εκ του ημίσεως αριθμού της ολομελείας, επικρατούσης της ψήφου του Προέδρου εν ισοψηφία. Άρθρ.29.-Οι Αρχιερείς προσκαλούνται δια Προεδρικού Δ/τος ορίζοντος τον τόπον των (Αντί της σελ. 229) Σελ. 229(α) Τεύχος 551-Σελ. 67 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 συνεδριών του Δικαστηρίου και την ημέραν και ώραν της πρώτης συνεδρίας αυτού. Αρμοδιότης και ποιναί Άρθρ.30.-Το δια τους Συνοδικούς Δικαστήριον, δικάζον πάντοτε εν πρώτω και τελευταίω βαθμώ, δύναται να επιβάλη οίας και το Πρωτοβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον ποινάς. Ο υπό του Δικαστηρίου τούτου εις αργίαν καταδικασθείς Συνοδικός εκπίπτει αυτοδικαίως του Συνοδικού αξιώματος. Ο ένεκα κυρίας ή παρεπομένης ποινής εκπεσών του Συνοδικού αξιώματος κωλύεται επί τριετίαν από του αμετακλήτου της αποφάσεως όπως αναλάβη και αύθις Συνοδικά καθήκοντα. Άρθρ.31.-Παρ’ άπασι τοις άνω Δικαστηρίοις πλην του Επισκοπικού παρίσταται και ο Επίτροπος της Ιεράς Συνόδου κατά τας διατάξεις του άρθρ. 6 του Νόμ. 5187. Περί μονίμου αποκλεισμού και περί εξαιρέσεως των Δικαστών κλπ. Νομικός αποκλεισμός Άρθρ.32.-Ουδείς κληρικός δύναται να μετάσχη ως δικαστής της συγκροτήσεως Εκκλησιαστικού τινος Δικαστηρίου ή να εκτελέση έργα ανακριτού ή γραμματέως: α)Αν αυτός υπήρξεν ο παθών εκ του υπό κρίσιν παραπτώματος. β)Αν συνδέηται μετά του κατηγορουμένου ή του παθόντος δια συγγενείας εξ αίματος κατ’ ευθείαν γραμμήν, ή μέχρι και του τρίτου βαθμού εκ πλαγίου, ή δια κηδεστίας κατ’ ευθείαν γραμμήν ή μέχρι και του δευτέρου βαθμού εκ πλαγίου. γ)Αν εν τη υπό κρίσιν υποθέσει εξητάσθη ήδη ως μάρτυς ή εξεπλήρωσεν ήδη καθήκοντα συνηγόρου. δ)Ο Μητροπολίτης αν εν τη υπό κρίσιν υποθέσει εδίκασεν ο ίδιος ως δικαστής κατωτέρου βαθμού. Σελ. 230(α) Τεύχος 551-Σελ. 68 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Εξαίρεσις Άρθρ.33.-Ο κατηγορούμενος κληρικός ή μοναχός δύναται να ζητήση την εξαίρεσιν των εν των άρθρ. 31 αναφερομένων προσώπων δια τε τους εν τω άρθρω τούτω λόγους και προσέτι δι’ υπόνοιαν μεροληψίας. Υπόνοια μεροληψίας υπάρχει οσάκις υφίσταται λόγος αποχρών, κατά την κρίσιν του Δικαστηρίου, όπως δικαιολογήση την δυσπιστίαν επί την μεροληψίαν των προσώπων τούτων. Δεν δύναται να ζητηθή η εξαίρεσις του Μητροπολίτου ως Προέδρου του Επισκοπικού Δικαστηρίου και εν γένει ως ασκούντος εν τη Μητροπόλει αυτού την δικαστικήν εξουσίαν. Διαδικασία Άρθρ.34.-Η περί εξαιρέσεως αίτησις υποβάλλεται εγγράφως εις το Δικαστήριον εις ο ανήκει ο εξαιρετέος. Πρέπει δε, επί ποινή απαραδέκτου, να περιέχη τους λόγους της εξαιρέσεως μετ’ αναλυτικής εκθέσεως των γεγονότων, εφ’ ων ούτοι στηρίζονται, και την πρότασιν των μέσων της αποδείξεως. Η περί εξαιρέσεως αίτησις δι’ υπόνοιαν μεροληψίας πρέπει να υποβάλληται πριν ή ο αιτών κατηγορούμενος υποβληθή οπωσδήποτε υπό την ενέργειαν την αφορώσαν εις την άσκησιν των καθηκόντων του εξαιρετέου, άλλως είναι απαράδεκτος, πλην αν δύναται ν’ αποδειχθή εγγράφως, ότι ο λόγος της εξαιρέσεως ανεφύη κατόπιν ή ότι κατόπιν περιήλθεν εις γνώσιν του αιτούντος την εξαίρεσιν. Πλειόνων δικαστών η εξαίρεσις πρέπει, επί ποινή απαραδέκτου, συγχρόνως να αιτήται, επιφυλασσομένης της περιπτώσεως καθ’ ην ο λόγος της εξαιρέσεως ανεφύη κατόπιν ή κατόπιν εγένετο γνωστός εις τον αιτούντα και ταύτα αποδεικνύονται εγγράφως. Άρθρ.35.-Ο καθ’ ου απευθύνεται η περί εξαιρέσεως αίτησις οφείλει να εξηγηθή εγγράφως επί των λόγων της εξαιρέσεως. Οφείλει προς τούτοις προ της εκδικάσεως της περί εξαιρέσεως αιτήσεως να απέχη πάσης περαιτέρω δικαστηριακής πράξεως. Άρθρ.36.-Επί της αιτήσεως περί εξαιρέσεως αποφαίνεται, επί τη βάσει των εγγράφων, το Δικαστήριον, εις ο ανήκει ο καθ’ ου απευθύνεται η αίτησις, αλλ’ άνευ συμμετοχής και τούτου και άνευ κλητεύσεως του αιτησαμένου την εξαίρεσιν. Εάν αιτηθή η εξαίρεσις πλειόνων συγχρόνων δικαστών, οι μήπω εξαιρεθέντες δεν κωλύονται όπως μετάσχωσι της εκδικάσεως της κατά των λοιπών στρεφομένης αιτήσεως περί εξαιρέσεως. Δεν επιτρέπεται η αίτησις περί εξαιρέσεως τοσούτων μελών του Δικαστηρίου, ώστε να είναι αδύνατος ή δια τακτικών ή αναπληρωματικών μελών συγκρότησις αυτού. Απόφασις Άρθρ.37.-Η απόφασις του δικαστηρίου, η δεχομένη ή απορρίπτουσα την περί εξαιρέσεως αίτησιν, συντάσσεται κατά τον εν τοις άρθρ. 123 και 124 τύπον, εις ουδέν δ’ ένδικον μέσον υπόκειται. Τα έξοδα της παρεμπιπτούσης ταύτης διαδικασίας βαρύνουσι τον υποβαλόντα την περί εξαιρέσεως αίτησιν εάν αύτη απερρίφθη, άλλως βαρύνουσι το ΤΑΚΕ. Άρθρ.4.-Εν ελλείψει, απουσία ή ετέρω κωλύματι του Μητροπολίτου αναπληροί τούτον εν τω Επισκοπικώ Δικαστηρίω ο πρωτοσύγκελλος, ή τοιούτου μη υπάρχοντος, οι κανονικοί αναπληρωταί. Εν ελλείψει δε, απουσία ή ετέρω κωλύματί τινος των λοιπών μελών, ο αναπληρωτής λαμβάνεται κατά την τάξιν του διορισμού εκ των κατά το άρθρ. 3 του νόμου τούτου διορισθέντων αναπληρωματικών μελών. Άρθρ.38.-Ο κατηγορούμενος, ο κατά την κρίσιν του Δικαστηρίου υποβαλών προφανώς προπετή αίτησιν εξαιρέσεως δύναται να καταδικασθή δια της απορριπτούσης την αίτησιν αυτού αποφάσεως και εις χρηματικήν ποινήν υπέρ του ΤΑΚΕ μέχρι των δραχμών χιλίων. Εκουσία εξαίρεσις Άρθρ.39.-Δικαστής, ανακριτής ή γραμματεύς, συνειδώς εαυτώ λόγον εξαιρέσεως, υποβάλλει τούτον τω εις ο ανήκει Δικαστηρίω προς απόφασιν. Τούτο δ’ αποφαίνεται άνευ συμμετοχής του αιτούντος την εαυτού εξαίρεσιν. Άρθρ.40.-Εν τη προδικασία ενώπιον του Επισκοπικού Δικαστηρίου ο ανακριτής και ο γραμματεύς του ανακρίνοντος, συνειδότες εαυτοίς λόγον εξαιρέσεως, υποβάλλουσιν αυτόν τω οικείω Μητροπολίτη, όστις εάν κρίνη τούτον ισχυρόν προβαίνει εις την προσήκουσαν αντικατάστασιν. Εις τον οικείον Μητροπολίτην ωσαύτως υποβάλλονται και αι αιτήσεις περί εξαιρέσεως των προσώπων τούτων, ούτος δε αποφαίνεται μόνος επ’ αυτών και, εάν διατάξη την εξαίρεσιν, προβαίνει εις την προσήκουσαν αντικατάστασιν. Άρθρ.41.-Οι Αρχιερείς, δικάζοντες εν τοις Εκκλησιαστικοίς Δικαστηρίοις, φέρουσι το εγκόλπιον και το επανωκαλύμμαυχον. Ποινή κατά των μη προσερχομένων Άρθρ.42.-Αρχιερείς μη Συνοδικοί, κληθέντες κατά τα προηγούμενα άρθρα προς συμπλήρωσιν της συγκροτήσεως ή προς συγκρότησιν των Συνοδικών Δικαστηρίων, μη προσερχόμενοι δε άνευ νομίμου δικαιολογίας εντός πενθημέρου από της τακτικής προσκλήσεως, Σελ. 231 162-145 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 στερούνται υπέρ του ΟΔΕΠ ενός μηνιαίου επιδόματος αυτών, επιφυλάσσεται δε κατά τας περιστάσεις και η καταδίωξις αυτών ενώπιον του αρμοδίου Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου, δυναμένου να επιβάλη δια την παράβασιν και την ποινήν της αργίας μέχρι 15 ημερών. Την στέρησιν απαγγέλουσι τα σχετικά Δικαστήρια, συγκροτούμενα προς τον σκοπόν τούτον νομίμως και εκ μόνον των εν Αθήναις ευρισκομένων μελών αυτών. Άρθρ.43.-Νόμιμος δικαιολογία θεωρείται: α)Νόσος του Αρχιερέως, μη επιτρέπουσα την προσέλευσιν αυτού, βεβαιουμένη δι’ εκθέσεως δύο επιστημόνων ιατρών. β)Λόγοι σπουδαίοι και αποχρώντως μεμαρτυρημένοι, καταστήσαντες κατά την κρίσιν του Δικαστηρίου αδύνατον την προσέλευσιν του Αρχιερέως. Άρθρ.44.-Την στέρησιν του επιδόματος ως και την τυχόν επιβληθείσαν αργίαν δύναται να άρη το δικαστήριον, εάν μετά σχετικόν υπόμνημα του υποβληθέντος εις την στέρησις Αρχιερέως πεισθή, ότι υπήρχε νόμιμος δικαιολογία της μη προσελεύσεως. Εάν την στέρησιν του επιδόματος και την τυχόν επιβληθείσαν αργίαν επέβαλε το Δευτεροβάθμιον δια τους Αρχιερείς Δικαστήριον, την άρσιν αυτής, διαλυθέντος εν τω μεταξύ του Δικαστηρίου, δύναται υπό τας ανωτέρω προϋποθέσεις ν’ απαγγείλη η Ιερά Σύνοδος. Περί επιδόσεων Άρθρ.45.-Αι κατά την διαδικασίαν ενώπιον των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων κλήσεις, αι επιδοτέαι αποφάσεις, ως και τα λοιπά κατά τον παρόντα νόμον επιδοτέα έγγραφα επιδίδονται δια κλητήρος του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου, εις ο ανήκει ο εντελλόμενος την επίδοσιν, ή και δια της Αστυνομικής Αρχής του τόπου, εν ω γενήσεται η επίδοσις, ή δια κληρικού. Επί κατηγορουμένων Αρχιερέων αι προς αυτούς επιδόσεις γίνονται μόνον δια κληρικού. Άρθρ.46.-Ο ενεργών την επίδοσιν παραδίδει κατά κανόνα το επιδοτέον έγγραφον εις χείρας του προς ον τούτο απευθύνεται. Εάν ο ενεργών την επίδοσιν μη εύρη τον προς ον το έγγραφον απευθύνεται εν τη οικία αυτού, ή εύρη μεν αυτόν αλλ’ ούτος αρνείται να παραλάβει τούτο, εγχειρίζει το έγγραφον εις τινα των συνοίκων ή των υπηρετών, εξαιρουμένων των παίδων ηλικίας κατωτέρας των 16 ετών κατά την ανεξέλεγκτον του επιδίδοντος αντίληψιν. Σελ. 232 162-146 Άρθρ.47.-Εάν ο τε προς ον η επίδοσις και οι σύνοικοι ή οι υπηρέται αυτού αρνηθώσι να παραλάβωσι το έγγραφον, ο ενεργών την επίδοσν κολλά αυτό εις την θύραν της οικίας επί παρουσία δύο προσλαμβανομένων μαρτύρων. Άρθρ.5.-Εν τω Επισκοπικώ Δικαστηρίω αποφασιστικήν ψήφον έχει μόνον ο Μητροπολίτης. Οι συμπαρεδρεύοντες πρεσβύτεροι έχουσι ψήφον απλώς συμβουλευτικήν, δικαιούνται δε να καταχωρήσωσιν εν τοις πρακτικοίς την διαφέρουσαν γνώμην αυτών. Καθ’ ην περίπτωσιν, εν ελλείψει, απουσία ή άλλω κωλύματι του Μητροπολίτου, το Επισκοπικόν Δικαστήριον συγκροτείται μόνον εκ πρεσβυτέρων, πάντα τα μέλη του Δικαστηρίου έχουσιν αποφασιστικήν ψήφον. Γραμματεύς – Κλητήρ Άρθρ.48.-Εάν μηδείς ευρεθή εν τη οικία του προς ον η επίδοσις, ο ενεργών αυτήν καταθέτει το έγγραφον κατ’ εκλογήν του ή εις το ταχυδρομικόν ή εις το Αστυνομικόν κατάστημα, ή παρά τω Προέδρω του Κοινοτικού Συμβουλίου, ή παρά τινι των διδασκάλων του τόπου της επιδόσεως, υποχρεουμένων να παραδώσωσι ταύτην και κολλά εις την θύραν της οικίας, επί παρουσία προσλαμβανομένων δύο μαρτύρων, έγγραφον σημείωμα, περιέχον συνοπτικήν περιγραφήν του κατατεθέντος εγγράφου και ανακοίνωσιν περί της γενομένης καταθέσεως. Άρθρ.49.-Εν τη περιπτώσει του προηγουμένου άρθρου ο ενεργών την επίδοσιν οφείλει προσέτι να ερευνήση μη τυχόν ο προς ον απευθύνεται το έγγραφον αποδημή και, εν καταφατική περιπτώσει, να υποβάλη περί τούτου αναφοράν προς τον εντειλάμενον την επίδοσιν. 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Πιστοποίησις της επιδόσεως Άρθρ.50.-Περί της γενομένης επιδόσεως συντάσσεται επί τόπου αποδεικτικόν εν ω αναφέρεται η ημέρα, ο μην και το έτος της επιδόσεως έτι δε και το όνομα του εις ον ενεχειρίσθη το έγγραφον, υπογράφεται δε τούτο υπό του ενεργούντος την επίδοσιν και του λαβόντος το έγγραφον. Αν ο λαβών το έγγραφον δηλώση, ότι είναι αγράμματος ή ότι δεν δύναται να υπογράψη, ή αν αρνήται να υπογράψη, ή αν το επιδοτέον έγγραφον εκολλήθη εις την οικίαν του προς ον η επίδοσις, γίνεται μνεία τούτου εν τω αποδεικτικώ, προσλαμβάνονται δε δύο μάρτυρες, ων τα ονόματα και το επάγγελμα δέον να αναφέρωνται εν τω αποδεικτικώ και οίτινες προσυπογράφουσι τούτο, εάν γινώσκωσι γράμματα. Άρθρ.51.-Ο ενεργών την επίδοσιν οφείλει προσέτι να σημειώση επί του επιδιδομένου εγγράφου την κατά το προηγούμενον άρθρον χρονολογίαν, τον τόπον της επιδόσεως και το πρόσωπον, εις ο τούτο ενεχειρίσθη, ή την οικίαν, εν η εκολλήθη, και να υπογράψη την σημείωσιν ταύτην. Άρθρ.52.-Επί επιδόσεων γινομένων κατά το άρθρ. 47 το αποδεικτικόν της επιδόσεως περιέχει την πιστοποίησιν περί του τρόπου, καθ’ ον ετηρήθησαν αι διατάξεις του εν λόγω άρθρου. Επίδοσις δια της Αστυνομικής Αρχής Άρθρ.53.-Επιδόσεις γινόμεναι δια της Αστυνομικής Αρχής δύνανται να ενεργώνται και κατά τον τύπον των επιδόσεων των ποινικών δικογράφων εν ταις κοιναίς ποινικαίς δίκαις. Επιδόσεις εν τη αλλοδαπή Άρθρ.54.-Επί επιδόσεων ενεργητέων εν τη αλλοδαπή απευθύνεται η προσήκουσα παράκλησις προς την αρμοδίαν υπηρεσίαν του Υπουργείου των Εξωτερικών ίνα αύτη εντείλη την αρμοδίαν Πρεσβείαν ή την οικείαν Προξενικήν Αρχήν την επίδοσιν. Επίδοσις επί κατηγορουμένων αγνώστου διαμονής Άρθρ.55.-Επί κατηγορουμένων αγνώστου διαμονής η επίδοσις λογίζεται γενομένη, εάν το περιεχόμενον του επιδοτέου εγγράφου γνωστοποιηθή δις δια του περιοδικού της Εκκλησίας και μιας εφημερίδος και από της τελευταίας δημοσιεύσεως παρέλθωσι δύο εβδομάδες. Η εκλογή της Εφημερίδος ανήκει εις τον εντελλόμενον την επίδοσιν, ή δε δαπάνη βαρύνει το ΤΑΚΕ. Αποδεικτικά μέσα Άρθρ.6.-Παρά τω Επισκοπικώ Δικαστηρίω καθήκοντα γραμματέως εκπληροί ο γραμματεύς της Μητροπόλεως, τούτον δε ελλείποντα, απόντα ή άλλως κωλυόμενον, αναπληροί ο υπό του Μητροπολίτου προς τούτο εκάστοτε οριζόμενος κληρικός. Αρμοδιότης Άρθρ.56.-Εν τη κατά τον παρόντα νόμον διαδικασίαν είναι δεκτόν παν αποδεικτικόν μέσον. Επιβολή όρκου εις τον κατηγορούμενον δεν επιτρέπεται. Άρθρ.57.-Ο δικαστής δεν δεσμεύεται υπό νομικών κανόνων εν τη εκτιμήσει των αποδείξεων, αλλά πρέπει να αποφαίνηται κατ’ ελευθέραν πεποίθησιν, αντλουμένην εκ του συνόλου της συζητήσεως και των αποδείξεων. Ιδία δε ο δικαστής εκτιμά ελευθέρως την τυχόν απολογίαν του κατηγορουμένου, τας καταθέσεις των μαρτύρων, την γνώμην των πραγματογνωμόνων, των εγγράφων, το πόρισμα της δικαστικής αυτοψίας. Αλλά καταδίκη κληρικού εις οιανδήποτε εκκλησιαστικήν ποινήν δεν δύναται να στηριχθή επί της μαρτυρίας ενός μόνον μάρτυρος. Περί μαρτύρων Υποχρέωσις προς εμφάνισιν Άρθρ.58.-Πας προσκαλούμενος όπως μαρτυρήση ενώπιον του ανακρίνοντος κληρικού, ή ενώπιον Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου οφείλει κατά κανόνα να εμφανισθή ενώπιον του προσκαλούντος αυτόν ανακριτικού οργάνου της Εκκλησίας ή Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου. Δεν υποχρεούνται προς εμφάνισιν οι Αρχιερείς και οι ένεκα προβεβηκυίας ηλικίας ή νόσου αδυνατούντες να προσέλθωσι. Πάντες ούτοι εξετάζονται εν τη οικία αυτών. Άρθρ.59.-Υπουργοί, Στρατηγοί έχοντες διοίκησιν, Εισαγγελείς και Νομάρχαι υποχρεούνται προς εμφάνισιν μόνον εάν προσκαλώνται να εξετασθώσιν υπό Αρχιερέως εν ω τόπω εδρεύουσιν, ή εάν διατρίβωσιν εκτός της έδρας αυτών, εν ω τόπω διατρίβουσιν. Άρθρ.60.-Οι εν τη αλλοδαπή διατρίβοντες υποχρεούνται προς εμφάνισιν μόνον εάν προσκαλώνται να εξετασθώσιν εν ω τόπω διατρίβουσιν. Άρθρ.61.-Ο προς εμφάνισιν υπόχρεως, εάν νομίμως κλητευθείς μη εμφανισθή άνευ αποχρώσης δικαιολογίας, καταδικάζεται υπό του ανακρίνοντος ή, εάν προσεκλήθη προς εμφάνισιν ενώπιον Δικαστηρίου, υπό τούτου εις πρόστιμον υπέρ του ΟΔΕΠ μέχρι των δραχμών τριακοσίων. Σελ. 233 162-147 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 Άρθρ.62.-Εάν, επαναληφθείσης της κλήσεως, ο απειθήσας μάρτυς δεν εμφανισθή και αύθις αδικαιολογήτως, το πρόστιμον δύναται να διπλασιασθή. Κατά του δις προσκληθέντος και μη εμφανισθέντος εκδίδεται υπό του Ανακριτού ή του Προέδρου του Δικαστηρίου ένταλμα βιαίας προσαγωγής, όπερ αποστέλλεται εις την Εισαγγελικήν ή Αστυνομιικήν Αρχήν προς εκτέλεσιν, υποχρεουμένην προς τούτο. Άρθρ.63.-Εάν ο απειθήσας μάρτυς, εμφανισθείς μετά την πρώτην ή και την δευτέραν κλήσιν, δικαιολογήση αποχρώντως κατά την κρίσιν του ανακρίνοντος, ή κατά τας περιστάσεις του δικαστηρίου την μη εμφάνισιν αυτού ο ανακρίνων ή, κατά τας περιστάσεις, το Δικαστήριον δύναται να εξαφανίση την περί τούτου απόφασιν. Κλήσις Άρθρ.64.-Οι μάρτυρες προσκαλούνται δι’ εγγράφου κλήσως, εκδιδομένης υπό του ανακρίνοντος και φερούσης την υπογραφήν αυτού και του Γραμματέως και την σφραγίδα. Εάν ο μάρτυς προσκαλήται προς εμφάνισιν ενώπιον του Δικαστηρίου, την κλήσιν εκδίδει ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου. Άρθρ.65.-Εν τη κλήσει αναγράφεται η ημέρα, η ώρα, ο τόπος της εμφανίσεως, υπομιμνήσκονται δε και τα επιβλαβή επακολουθήματα της απειθείας. Άρθρ.7.-Το Επισκοπικόν Δικαστήριον δικάζει τα οπουδήποτε διαπραχθέντα εκκλησιαστικά παραπτώματα των υπό την ποιμαντορίαν του Μητροπολίτου κληρικών και μοναχών, έτι δε τα εν τη περιφερεία της Μητροπόλεως, διαπραχθέντα εκκλησιαστικά παραπτώματα παντός υπό την ποιμαντορίαν οιουδήποτε Μητροπολίτου διατελούντος κληρικού ή μοναχού. Άρθρ.66.-Η κλήσις επιδίδεται επιμελεία του εκδόντος αυτήν. Η κλήσις δέον να επιδοθή είκοσι τέσσαρας τουλάχιστον ώρας προ της προς εμφάνισιν ωρισμένης ημέρας. Εάν ο μάρτυς κατοική ή διατρίβη εις τόπον άλλον παρά τον της έδρας του ανακρίνοντος ή του Δικαστηρίου, ενώπιον των οποίων καλείται να εμφανισθή, η προς εμφάνισιν αυτού προθεσμία επεκτείνεται κατά 5 μεν ημέρας, αν ο άλλος τόπος ευρίσκεται εν τη αυτή Επισκοπή, κατά δέκα δε ημέρας εάν ο καλούμενος διαμένη, ή διατρίβη εν ετέρα Επισκοπή. Κλήσις στρατιωτικών και ναυτικών Άρθρ.67.-Η κλήσις ως μαρτύρων των εν τη υπηρεσία αξιωματικών, στρατιωτικών υπαλλήλων, υπαξιωματικών και εν γένει στρατιωτικών γίνεται δι’ εγγράφου αιτήσεως προς τον οικείον Φρούραρχον. Η κλήσις ως μαρτύρων των ανηκόντων εις την Χωροφυλακήν γίνεται δι’ εγγράφου αιτήσεως προς την οικείαν αρχήν. Σελ. 234 162-148 Η κλήσις αξιωματικών, στρατιωτικών υπαλλήλων, υπαξιωματικών και εν γένει στρατιωτικών ευρισκομένων επί πολεμικού πλοίου, ως και η των ναυτικών αξιωματικών, υπαξιωματικών, ναυτών και ναυτικών υπαλλήλων γίνεται δι’ εγγράφου αιτήσεως προς το επί των Ναυτικών Υπουργείον. Αξιωματικοί, υπαξιωματικοί, στρατιώται, ναύται, στρατιωτικοί και ναυτικοί υπάλληλοι διατελούντες εν αδεία, κλητεύονται κατά τας κοινάς διατάξεις του παρόντος νόμου. Ανίκανοι μάρτυρες Άρθρ.68.-Δεν εξετάζονται ως μάρτυρες: α)Οι μήπω συμπληρώσαντες το δέκατον τέταρτον έτος της ηλικίας των, έτι δε και οι διανοητικώς νοσούντες. β)Οι αποβεβλημένοι της Εκκλησιαστικής κοινωνίας, οι μη χριστιανοί και οι αιρετικοί ή σχισματικοί. γ)Οι επί ψευδορκία καταδικασθέντες υπό κοινού ποινικού ή εκκλησιαστικού δικαστηρίου, έτι δε αι αποδεδειγμένως πορνευόμεναι γυναίκες και οι κατά το άρθρ. 60 του ποινικού νόμου διατελούντες υπό αστυνομικήν επιτήρησιν ως προαγωγοί. δ)Η σύζυγος ή η διατελέσασα σύζυγος του κατηγορουμένου, έτι δε οι διατελούντες προς τον κατηγορούμενον εις σχέσιν συγγενείας εξ αίματος κατ’ ευθείαν γραμμήν ή μέχρι του τρίτου βαθμού εκ πλαγίου, ή εις σχέσιν κηδεστείας κατ’ ευθείαν γραμμήν ή εν τω δευτέρω βαθμώ εκ πλαγίου, έστω και αν δεν υφίσταται πλέον ο γάμος δι’ ου συνήφθη η κηδεστεία. Δεν εξετάζονται ωσαύτως ως μάρτυρες οι κληρικοί ως προς παν ό,τι γινώσκουσιν εκ της εξομολογήσεως. 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Άρθρ.69.-Οι διατελούντες ή διατελέσαντες δημόσιοι υπάλληλοι μόνον μετά την έγκρισιν της προϊσταμένης αυτών αρχής δύνανται να εξετασθώσιν ως μάρτυρες περί γεγονότων αφορώντων εις την προς εχεμύθειαν υποχρέωσιν αυτών. Η προϊσταμένη Αρχή δύναται να αρνηθή την έγκρισιν μόνον αν η μαρτυρία ήθελε βλάψει τα συμφέροντα του Κράτους. Δικαίωμα αρνήσεως της μαρτυρίας Άρθρ.70.-Δικαιούνται να αρνηθώσι την εαυτών μαρτυρίαν: α)Συνήγοροι του κατηγορουμένου ως προς παν ό,τι ενεπιστεύθη εις τούτους υπό την ρηθείσαν ιδιότητα, εφ’ όσον δεν ελύθησαν της προς εχεμύθειαν υποχρεώσεως. β)Δικηγόροι, ιατροί και μαίαι ως προς παν ό,τι ενεπιστεύθη εις τούτους εν τη ενασκήσει του επαγγέλματος αυτών, εφ’ όσον δεν ελύθησαν της προς εχεμύθειαν υποχρεώσεως. γ)Οι Αρχιερείς, ως προς παν ό,τι γινώσκουσι παρά των διϊσταμένων συζύγων εν τη ενασκήσει των προς συμφιλίωσιν καθηκόντων αυτών. Πας μάρτυς δικαιούται να αρνηθή την μαρτυρίαν περί ερωτήσεων, ή εφ’ ων απάντησις ήθελεν επισύρει τον κίνδυνον ποινικής διώξεως καθ’ εαυτού. Όρκος των μαρτύρων Άρθρ.71.-Οι μάρτυρες εξετάζονται ένορκως. Ανωμοτί εξετάζονται οι περί ων υπάρχει υπόνοια, ότι συνέπραξαν οπωσδήποτε μετά του κατηγορουμένου εις την προσαπτομένην αυτώ πράξιν, και οι ήδη επί τη τοιαύτη συμπράξει καταδικασθέντες υπό κοινού ποινικού ή Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου. Άρθρ.72.-Έκαστος μάρτυς ομνύει προ της επί του θέματος εξετάσεως αυτού. Προ της ορκίσεως πρέπει να επεξηγήται εις τον μάρτυρα κατά τον προσήκοντα τρόπον η έννοια και η σημασία του όρκου, ως και αι ποιναί της ψευδορκίας. Οι μάρτυρες ορκίζονται επί του Ιερού Ευαγγελίου, κατά τον δια της κοινής ποινικής δικονομίας καθωρισμένον όρκον. Άρθρ.73.-Οι Αρχιερείς, πρεσβύτεροι και διάκονοι εξεταζόμενοι ως μάρτυρες δεν ομνύουσιν, επί του Ιερού Ευαγγελίου, αλλά φέροντες την δεξιάν επί του στήθους, διαβεβαιούντες οι μεν Αρχιερείς επί τη αρχιερωσύνη, οι δε λοιποί επί τη ιερωσύνη αυτών, ότι θα μαρτυρήσωσι την αλήθειαν. Άρθρ.74.-Άλαλοι δυνάμενοι μεν να γράφωσιν, ομνύουσιν αντιγράφοντες τον τύπον του όρκου και υπογράφοντες αυτόν, αδυνατούντες δε να γράφωσιν, ομνύουσι τη βοηθεία διερμηνέως δια σημείων. Άρθρ.75.-Εάν, είτε εν τη προανακρίσει, είτε προ του Δικαστηρίου, επαναληφθή η εξέτασις μάρτυρος εξετασθέντος ήδη ενόρκως, ο ανακρίνων (ή κατά τας περιστάσεις το Δικαστήριον) δύναται, αντί της επαναλήψεως της ορκίσεως του μάρτυρος να προκαλέση την βεβαίωσιν αυτού ότι αληθή μαρτυρεί αναφερόμενος εις το δοθέντα ήδη όρκον. Εξέτασιν των μαρτύρων Άρθρ.8.-Επί συντρεχούσης αρμοδιότητος Επισκοπικών Δικαστηρίων προτιμάται εκείνο παρ’ ου ο κατηγορούμενος εκλήθη πρότερον προς ανάκρισιν. Άρθρ.76.-Η εξέτασις άρχεται δι’ ερωτήσεων προς τον μάρτυρα περί του ονόματος και επωνύμου, της ηλικίας του, του τόπου της γεννήσεως, του επαγγέλματος και της θρησκείας. Εν ανάγκη απευθύνονται προς τον μάρτυρα ερωτήσεις περί γεγονότων αφορώντων εις την προς μαρτυρίαν ικανότητα ή εις την αξιοπιστίαν αυτού κατά την προκειμένην υπόθεσιν, ιδία δε περί των σχέσεων αυτού προς τον κατηγορούμενον ή τον παθόντα. Άρθρ.77.-Είτα προσκαλείται ο μάρτυς, όπως εκθέση εν συνεχεία παν ό,τι γιγνώσκει περί του αντικειμένου της εξετάσεως αυτού. Προς διασάφησιν και προς συμπλήρωσιν της μαρτυρίας, ως και προς αποκάλυψιν του λόγου της γνώσεως, απευθύνονται εν ανάγκη έτεραι ερωτήσεις προς τον μάρτυρα. Μάρτυρες κωφοί, άλαλοι, κωφάλαλοι, ή αγνοούντες την ελληνικήν Άρθρ.78.-Εάν ο μάρτυς είναι κωφός ή άλαλος ή κωφάλαλος, δεν είναι δε δυνατή ή έγγραφος συνεννόησις, προσλαμβάνεται διερμηνεύς υπό του ανακρίνοντος ή επί εξετάσεως ενώπιον δικαστηρίου υπό του Προέδρου. Τα αυτά ισχύουσι και επί μαρτύρων μη εγκρατών της ελληνικής γλώσσης. Άρθρ.79.-Ο διερμηνεύς ομνήει επί του Ιερού Ευαγγελίου, ή εάν είναι ιερωμένος διαβεβαιούται επί τη αρχιερωσύνη ή τη ιερωσύνη αυτού ότι θέλει διερμηνεύσει πιστώς και ευσυνειδήτως. Σελ. 235 162-149 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια 33.Ζ.α.3 Άρθρ.80.-Οι λόγοι οι αποκλείοντες τον διορισμόν τινος ως πραγματογνώμονος αποκλείουσι τον διορισμόν αυτού και ως διερμηνέως. Του διορισθέντος διερμηνέως δύναται ωσαύτως να αιτηθή η εξαίρεσις υπό του κατηγορουμένου δι’ ους λόγους δύναται να αιτηθή η εξαίρεσις του πραγματογνώμονος. Περί της εξαιρέσεως αποφαίνεται ο προσλαβών τον διερμηνέα ανακριτής, ή επί προσλήψεως διερμηνέως κατά την προ του Δικαστηρίου εξέτασιν, το Δικαστήριον. Άρθρ.81.-Η εν τη κατά τον παρόντα νόμον διαδικασία εν γνώσει ψευδορκία του μάρτυρος κολάζεται υπό του αρμοδίου ποινικού Δικαστηρίου δια της ποινής της φυλακίσεως τουλάχιστον έξ μηνών. Επί αρνήσεως μαρτυρίας ή του όρκου Άρθρ.82.-Κατά του άνευ νομίμου λόγου αρνουμένου την μαρτυρίαν ή τον όρκον της μαρτυρίας επιβάλλεται υπό του ανακρίνοντος (ή κατά τας περιστάσεις υπό του Δικαστηρίου) πρόστιμον υπέρ του ΟΔΕΠ μέχρι των δραχμών τριακοσίων. Άρθρ.83.-Οι μάρτυρες έχουσι δικαίωμα να αιτήσωσιν αποζημίωσιν δια τας δαπάνας πορείας και διαμονής αυτών. Αύται προσδιορίζονται επί τη βάσει των διατάξεων περί ποινικής διατιμήσεως υπό της προσκαλούσης Εκκλησιαστικής Αρχής κατά την έκδοσιν της κλήσεως και κάτωθι αυτής. Άρθρ.84.-Αμέσως μετά την εμφάνισιν του μάρτυρος ο ανακρίνων ή ο πρόεδρος του Δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου ο μάρτυς κληθείς ενεφανίσθη, γράφει κατ’ αίτησιν αυτού κάτωθι της υπό την κλήσιν πράξεως περί προσδιορισμού των δικαιωμάτων του μάρτυρος τας λέξεις «εθεωρήθη-εκτελεστή» και υπογράφεται υπό του προέδρου ή ανακριτού και του γραμματέως, παραδίδεται δε εις τον δικαιούχον προς εξόφλησιν. Άρθρ.85.-Η κλήσις εξοφλείται υπό του ΟΔΕΠ ή των τοπικών συμβουλίων του ΟΔΕΠ. Άρθρ.9.-Εν περιπτώσει αμφισβητήσεως περί της αρμοδιότητος, κανονίζει ταύτην κατ’ αίτησιν οιουδήποτε των διαφερομένων Μητροπολιτών ή του κατηγορουμένου η Ιερά Σύνοδος. Η Ιερά Σύνοδος, λαβούσα την περί κανονισμού της αρμοδιότητος αίτησιν, γνωρίζει ταύτην τοις διαφερομένοις Μητροπολίταις, ούτοι δε μέχρις ου αποφανθή η Ιερά Σύνοδος επί της αμφισβητήσεως, οφείλουσι να αναστείλωσι πάσαν περαιτέρω διαδικασίαν, υπέχοντες εν εναντία περιπτώσει πειθαρχικήν ευθύνην προς την Ιεράν Σύνοδον. Σελ. 226 (α) Τεύχος 551-Σελ. 64 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Ποιναί επιβλητέαι εις κληρικούς. Άρθρ.86.-Η κλήσις ανάγκη να προσαχθή προς εξόφλησιν εντός μηνός από της θεωρήσεως μετά την προθεσμίαν ταύτην αποσβέννυται παν δικαίωμα του μάρτυρος. Η εξόφλησις γράφεται επ’ αυτής της κλήσεως και υπογράφεται υπό του δικαιούχου, αν δε ούτος αδυνατή να υπογράψη, ο καταβάλλων ταμίας βεβαιοί τούτο επί της κλήσεως. Σελ. 236 162-150 Άρθρ.87.-Ως αυτοψία θεωρείται πάσα δικαστική πράξις δι’ ης το Δικαστήριον ή ο ανακρίνων αντιλαμβάνεται της υπάρξεως ωρισμένης πραγματικής καταστάσεως δι’ αμέσου αντιλήψεως οιονδήποτε και αν είναι το αισθητήριον δι’ ου εγένετο η αντίληψις. Περί πραγματοτογνωμοσύνης Περίπτωσις διεξαγωγής Άρθρ.88.-Οσάκις δια την κατανόησιν ή την εκτίμησιν πραγματικών γεγονότων ή καταστάσεων απαιτούνται ειδικαί γνώσεις, ας ο ανακρίνων ή ο δικαστής δεν έχει συνήθως, δύναται να προσληφθώσιν εις ή, κατά τας περιστάσεις, πλείονες πραγματογνώμονες. Διορισμός πραγματογνωμόνων και εξαίρεσις Άρθρ.89.-Οι πραγματογνώμονες διορίζονται υπό του ανακρίνοντος ή (κατά τας περιστάσεις) υπό του Δικαστηρίου, ανακοινούνται δε τα ονόματα αυτών εις τον κατηγορούμενον. Ο κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα να προτείνη την εξαίρεσιν του πραγματογνώμονος δι’ ους λόγους δύναται να αιτηθή ή εξαίρεσις δικαστών. Δεν δύναται εν τούτοις να εξαιρεθή ο πραγματογνώμων επί τω λόγω ότι εξητάσθη ήδη ως μάρτυς. Επί της περί εξαιρέσεως αιτήσεως αποφαίνεται ανεκκλήτως ο διορίσας τον πραγματογνώμονα. 33.Ζ.α.3 Εκκλησιαστικά Δικαστήρια Υποχρέωσις προς γνωμοδότησιν Άρθρ.90.-Ο διορισθείς πραγματογνώμων υποχρεούται να εκτελέση την ανατεθείσαν εις αυτόν πραγματογνωμοσύνην εάν είναι δημοσία διωρισμένος προς γνωμοδοτήσεις του αιτουμένου είδους, ή αν ασκή δημοσία προς βιοπορισμόν την επιστήμην, την τέχνην, ή το επιτήδευμα, ων η γνώσις αποτελεί την προϋπόθεσιν της γνωμοδοτήσεως, ή εάν δια την άσκησιν ταύτην έλαβε δημόσιον διορισμόν ή άδειαν. Άρθρ.91.-Ο πραγματογνώμων δικαιούται να αρνηθή την γνωμοδότησιν δι’ ους λόγους και ο μάρτυς δικαιούται να αρνηθή την μαρτυρίαν. Ο διορίσας πραγματογνώμονα δύναται και δι’ άλλους λόγους αποχρώντας κατά την κρίσιν αυτού να απαλλάξη τον πραγματογνώμονα της προς γνωμοδότησιν υποχρεώσεως. Δημόσιος υπάλληλος δεν εξετάζεται ως πραγματογνώμων εάν η προϊσταμένη τούτου αρχή δηλώση, ότι η εξέτασις αυτού ήθελε παραβλάψει το συμφέρον της υπηρεσίας. Άρθρ.92.-Ο πραγματογνώμων πριν ή γνωμοδοτήση ομνύει προ του διορίσαντος αυτόν, ότι θέλει εκτελέσει αμερολήπτως και μετά πάσης ευσυνειδησίας την εις αυτόν ανατεθείσαν πραγματογνωμοσύνην. Η όρκισις παραλείπεται εάν ο διορισθείς πραγματογνώμων ώμοσεν εφ’ άπαξ προς εκτέλεσιν τοιούτων έργων˙ εν τη περιπτώσει ταύτη αρκεί η επίκλησις του δοθέντος ήδη όρκου. Άρθρ.93.-Η γνώμη του πραγματογνώμονος δηλούται εγγράφως ή προφορικώς κατά την εκτίμησιν αυτού. Περί της προφορικής γνωμοδοτήσεως συντάσσεται έκθεσις κατά τους νομίμους τύπους. Εάν η γνωμοδότησις δοθή προφορικώς ενώπιον του Δικαστηρίου ή του ανακριτού, γίνεται μνεία ταύτης εν τοις πρακτικοίς. Η έγγραφος γνωμοδότησις, φέρουσα την υπογραφήν του πραγματογνώμονος, εγχειρίζεται εις τον ανακρίνοντα ή εις τον πρόεδρον του Δικαστηρίου, οίτινες κάτωθι ταύτης πιστοποιούσι την εγχείρισιν αυτής και υπογράφουσι την πιστοποίησιν μετά του γραμματέως. Άρθρ.94.-Ο εκτελέσας τα έργα αυτού πραγματογνώμων δικαιούται να αξιώση αποζημίωσιν δια την πορείαν και τας ημεραργίας και ανάλογον αμοιβήν δια την εργασίαν. Η τε αποζημίωσις και η αμοιβή ορίζονται υπό του διορίσαντος τον πραγματογνώμονα ή, εάν ο πραγματογνώμων διωρίσθη υπό του Δικαστηρίου, υπό του Προέδρου. Τα εκκαθαρισθέντα δικαιώματα καταβάλλονται εις τον δικαιούχον υπό του ΟΔΕΠ δικαιουμένου είτα να εισπράξη ταύτα παρά του καταδικασθέντος εις την πληρωμήν των εξόδων. Περί αποφάσεων Κατάρτισις Άρθρ.95.-Αι αποφάσεις των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων καταρτίζονται δι’ απολύτου πλειοψηφίας, εφ’ όσον εν τω παρόντι νόμω δεν ορίζεται άλλως. Εάν σχηματισθώσι πλειόνες των δύο γνωμών, μηδεμία δε έχη υπέρ αυτής την απόλυτον πλειοψηφίαν, ο προεδρεύον πειράται να επιτύχη απολύτου πλειοψηφίας δια διαιρέσεως των ζητημάτων και επαναλήψεως της ψηφοφορίας, Εάν η απόπειρα αστοχήση, αι δια τον κατηγορούμενον δυσμενέσταται ψήφοι προστίθενται εις τας αμέσως ήττον δυσμενείς μέχρις ου σχηματισθή απόλυτος πλειοψηφία. «Επί ισοψηφία κρατεί η ψήφος του Προέδρου του Δικαστηρίου». Η γ΄ παράγραφος αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 11 Α.Ν. 1996/1939, υφ’ ου και κατηργήθη ή δ΄ παράγραφος.
362
5. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 194609/1383 της 27 Νοεμ. 1979/8 Ιαν. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 5) Περί οργανικής συνθέσεως Συνεργείων Κτηματογραφήσεως. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 248/1976 «περί φύλλου καταγραφής Μητρώου ιδιοκτησίας και οριοθεσίας των Δασικών εκτάσεων και προστασίας των Δημοσίων Δασικών εκτάσεων». 2.Τις 158488/1488/31-5-1976 (ΦΕΚ 742/76 τ. Β΄), 64505/85/27-7-76 (ΦΕΚ 1014/76 τ. Β΄), αποφάσεις μας «περί συγκροτήσεως δέκα πέντε συνεργείων Κτηματογραφήσεως, τριών (3) και δώδεκα (12) αντίστοιχα. 3.Την 393425/17-11-1976 (ΦΕΚ 1392/1976 τ. Β΄) απόφαση του Υπουργού Γεωργίας «περί επανδρώσεως των Συνεργείων Κτηματογραφήσεως». 4.Τη 224551/1245/5-8-1977 (ΦΕΚ 776/1977 τ. Β΄) απόφασή μας «περί καθορισμού της έδρας των Συνεργείων Κτηματογραφήσεως». 5.Τη 231922/1513/19-9-1977 (ΦΕΚ 899/1977 τ. Β΄) απόφασή μας «περί Οργανικής Συνθέσεως των Συνεργείων Κτηματογραφήσεως». 6.Την 189529/1252/31-10-1979 (ΦΕΚ 1071 τ. Β΄ 23-11-1979) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας «περί Συγκροτήσεως εξ (6) ακόμη συνεργείων Κτηματογραφήσεως Δασών και δασικών εκτάσεων», και 7.Τη σχετική εισήγηση της Γενικής Δ/νσεως Δασών και Δασικού περιβάλλοντος, αποφασίζουμε: 1.Τροποποιούμε την σε προσωπικό σύνθεση του κάθε Συνεργείου Κτηματογραφήσεως, σύμφωνα με την ανωτέρω εισήγηση και καθορίζουμε το προσωπικό του Συνεργείου Κτηματογραφήσεως ως εξής: Α.Δασολογικό προσωπικό. Θέσεις 3, από τις οποίες θέσεις μονίμων Δασολόγων 1 και δασολόγων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου οι υπόλοιπες. Από τις επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου θέσεις Δασολόγων η μία μπορεί να καλύπτεται από τοπογράφο, απόφοιτο των Κ.Α.Τ.Ε.Ε. Β΄.Λοιπό προσωπικό με σχέση εργασίας Ιδιωτικού δικαίου. Β1.Υπάλληλοι απόφοιτοι μέσης γενικής εκπαιδεύσεως θέσεις (2). Β2.Σχεδιαστές ή εργοδηγοί θέσις μία (1). Για την παροχή Νομικών Συμβουλών σε θέματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή του Νόμου, προσλαμβάνονται, ο ένας Νομικός ανά δύο έως πέντε συνεργεία ανάλογα των περιπτώσεων και τοποθετούνται στις Επιθεωρήσεις Δασών. 2.Κάθε προηγούμενη ρύθμιση της σύνθεσης των συνεργείων με παλιότερες αποφάσεις μας καταργείται και ισχύει του λοιπού η οργανική σύνθεση όλων των συνεργείων που προσδιορίζεται με αυτή την απόφασή μας. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
198
2. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 806 της 30 Νοεμ./16 Δεκ. 1970 (ΦΕΚ Α' 275) Περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού "περί εργασίας επί των ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητος 800 κόρων και άνω". (Διόρθ. Ημαρτ. ΦΕΚ Α΄ 89/8-5-1971). Έχοντες υπ’όψιν: 1.Το άρθρον 67 του κωδικοποιηθέντος δια του από 113-1952 Β.Δ/τος Νόμου 6392/1934 "περί Ποινικού και Πειθαρχικού Κώδικος του Εμπορικού Ναυτικού" (ΦΕΚ 83 Α'/1952). 2.Τη παράγρ. 1 του άρθρου 1 και το άρθρον 8 του Ν. 3141/1955 "περί συστάσεως παρά τω ΥΕΝ Συμβουλίου Εμπορικού Ναυτικού (ΣΕΝ)" (ΦΕΚ 43 Α'). 3.Την υπ' αριθ.17/2-10-1970 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Εμπορικού Ναυτικού. 4.Την υπ’ αριθ. 806/1970 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας προτάσει του Ημετέρου επί της Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν. Άρθρον μόνον. 1.Εγκρίνεται και τίθεται εις εφαρμογήν από 1ης Ιανουαρίου 1971 ο συνταχθείς υπό της συσταθείσης υπό του επί της Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργού επιτροπής Κανονισμός "περί εργασίας επί των Ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητος 800 κόρων και άνω". 2.Από της εφαρμογής του παρόντος καταργείται ο δια του από 6-12-1939 Β.Δ/τος εγκριθείς "Κανονισμός εργασίας επί Ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητος κόρων 800 και άνω". ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ Περί εργασίας επί των Ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητος 800 κόρων και άνω. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ Γενικαί Διατάξεις. Άρθρον 9. Τροφοδοσία. Ο Πλοίαρχος ασκεί την ανωτέραν εποπτείαν και τον έλεγχον επί της τροφοδοσίας των επιβαινόντων, μεριμνά δια την τήρησιν των σχετικών διατάξεων και βεβαιούται δια του Υποπλοιάρχου και της κατά το άρθρον 101 του παρόντος κανονισμού επιτροπής τροφίμων, ότι η παρεχομένη εις το πλήρωμα τροφή είναι καθαρά, υγιεινή, επαρκής, καλώς παρεσκευασμένη και σύμφωνος προς το εν ισχύϊ εδεσματολόγιον. Άρθρον 97. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο υπηρετών επί του πλοίου δόκιμος Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών: α)Ασκείται υπό την επίβλεψιν και τας οδηγίας του Αξιωματικού Ραδιοτηλεπικοινωνιών εις παν ό,τι αφορά την υπηρεσίαν Ραδιοτηλεπικοινωνιών. β)Μετέχει πασών των εργασιών υπηρεσίας Ραδιοτηλεπικοινωνιών. γ)Μετέχει των φυλακών υπηρεσίας Ραδιοτηλεπικοινωνιών, ως βοηθός αξιωματικού φυλακής, απαγορευομένης της αναθέσεως εις αυτόν οιασδήποτε υπευθύνου εργασίας Ραδιοτηλεπικοινωνιών. δ)Μετέχει των επισκευών των συσκευών Ραδιοτηλεπικοινωνιών και των εργασιών παραλαβής υλικών τούτων, κατά τα ειδικώτερον εκάστοτε οριζόμενα υπό του Αξιωματικού Ραδιοτηλεπικοινωνιών. 2.Ο Δόκιμος Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών δέον όπως δια την επίλυσιν οιασδήποτε τεχνικής φύσεως απορίας του, απευθύνεται προς τον Αξιωματικόν Ραδιοτηλεπικοινωνιών, όστις υποχρεούται όπως, και εξ ιδίας, εισέτι πρωτοβουλίας επωφελήται οιασδήποτε παρουσιαζομένης καταλλήλου ευκαιρίας προς παροχήν εις τον Δόκιμον Αξιωματικόν Ραδιοτηλεπικοινωνιών πάσης χρησίμου τεχνικής ενημερώσεως, διευκρινήσεως ή επεξηγήσεως δια την όσον το δυνατόν πληρεστέραν αυτού επαγγελματικήν κατάρτισιν. 3.Ο Δόκιμος Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών, δέον να απασχολήται επί τετράωρον ημερησίως εις εργασίας καταστρώματος. Άρθρον 98. Συσσιτία και ενδιαίτησις. Ο Δόκιμος Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών συσσιτεί εν τω εστιατορίω των Αξιωματικόν και ενδιαιτάται εις ιδιαίτερον κοιτωνίσκον ή διαμέρισμα δοκίμων Αξιωματικόν, εφ’ όσον διατίθεται εν τω πλοίω, επιμελούμενος αυτοπροσώπως της καθαριότητος τούτου. ΤΜΗΜΑ Β΄ Περί του προσωπικού της υπηρεσίας τροφοδοσίας. Τροφοδότης. Άρθρον 99. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο Τροφοδότης είναι ο Υπαξιωματικός υπόλογος δια την υπηρεσίαν τροφοδοσίας. 2.Τελεί υπό τας εντολάς και τον έλεγχον του Υποπλοιάρχου κατά τα εν άρθρω 30 του παρόντος Κανονισμού οριζόμενα. 3.Εν ελλείψει τροφοδότου τα καθήκοντα αυτού ανατίθενται εις τον θαλαμηπόλον. Άρθρον 100. Ειδικά καθήκοντα. 1.Ο Τροφοδότης επιμελείται δια την έγκαιρον προμήθειαν καλής ποιότητος τροφίμων και υλικών αυτών, εις ποσότητα ανάλογον προς τον αριθμόν των επιβαινόντων και τον επιχειρούμενον πλουν μεριμνών προς τούτοις, όπως υπάρχη πάντοτε εν τω πλοίω επαρκής εφεδρική ποσότης κρέατος, ιχθύων, ελαίου, αλεύρου, οσπρίων και άλλων στερεών και διατετηρημένων τροφίμων δι' ενδεχομένην περίπτωσιν παρατάσεως του ταξιδίου. Προς τον σκοπόν αυτόν, προ του κατάπλου του πλοίου εις λιμένα θέτει υπ' όψιν του πλοιάρχου κατάστασιν των υπαρχόντων επί του πλοίου τροφίμων και υλικών ως και των αναγκαιούντων τοιούτων δια το επόμενον ταξίδιον, προς έγκρισιν. 2.Παρίσταται μετά της επιτροπής τροφίμων κατά την παραλαβήν εν τω πλοίω των τροφίμων, ελέγχων την ακριβή ποσότητα και καλήν ποιότητα τούτων και προσυπογράφων μετ αυτής τας οικείας αποδείξεις και αναφέρει εις τον πλοίαρχον περί της εκάστοτε παραλαμβανομένης ποσότητος τροφίμων και της καλής αυτών καταστάσεως. 3.Ο τροφοδότης είναι υπεύθυνος: α)Δια την καλήν διατήρησιν των τροφίμων και των υλικών αυτών συμφώνως προς τους όρους της υγιεινής. β)Δια τη απόλυτον καθαριότητα, αερισμόν και τάξιν των τροφαποθηκών και των αυταίς σκευών και λοιπών χώρων εναποθηκεύσεως ειδών διατροφής, ως και τον καθαρισμόν, απόψυξιν και καλήν συντήρησιν των ψυγείων τροφίμων. γ)Δια τον εκάστοτε εφοδιασμόν του μαγειρείου, υπό τον έλεγχον της κατά το επόμενον άρθρον Επιτροπής Τροφίμων, με την αναγκαιούσαν ποσότητα τροφίμων και υλικών αυτών προς παρασκευήν των εδεσμάτων συμφώνως προς το επίσημον εδεσματολόγιον. δ)Δια την επιμελή τήρησιν βιβλίου αποθήκης τροφίμων προς παρακολούθησιν των εισαγομένων ειδών διατροφής και την περιοδικήν υποβολήν τούτου εις τον πλοίαρχον προς θεώρησιν κατά τας σχετικάς οδηγίας αυτού. (Αντί της σελ. 492,617) Σελ. 492,617(α) Τεύχος 415-Σελ. 63 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 Άρθρον 101. Επιτροπή Τροφίμων. Ο Πλοίαρχος ευθύνεται δια την συγκρότησιν και λειτουργίαν εν τω πλοίω Επιτροπής Τροφίμων αποτελουμένης εξ ενός αξιωματικού και ενός υπαξιωματικού ή άλλου μέλους του κατωτέρου πληρώματος, εναλλασσομένων, καθ' εβδομάδα και κατά τρόπον μη παρακωλύοντα την κανονικήν διεξαγωγήν της εργασίας εν τω πλοίω. Η τοιαύτη απασχόλησις της Επιτροπής δέον να γίνεται κατά κανόνα εκτός εργασίμων ωρών και ουδέν παρέχει δικαίωμα εις τα μέλη της προς αξίωσιν προσθέτου ή ιδιαιτέρας αμοιβής. 2.Της επιτροπής Τροφίμων υποχρεούνται όπως μετέχουν εκ περιτροπής πάντα τα μέλη του πληρώματος εξαιρουμένων των Υποπλοιάρχου, Α'. Μηχανικού, τροφοδότου, θαλαμηπόλων και μαγείρων. Η περί συνθέσεως της Επιτροπής Τροφίμων εκδιδομένη εκάστοτε ανακοίνωσις του πλοιάρχου δέον να αναρτάται εις εμφανή θέσιν των αιθουσών εστιάσεως προς ενημέρωσιν των μελών του πληρώματος. 3.Η Επιτροπής Τροφίμων έχει καθήκον: α)Να παρίσταται κατά την ζύγισιν και παράδοσιν των τροφίμων εις τον μάγειρον και να εξακριβώνη, εάν ταύτα είναι επαρκή, καλής ποιότητος και σύμφωνα προς το επίσημον εδεσματολόγιον. β)Να επιλαμβάνεται αμέσως της τακτοποιήσεως πάσης συναφούς προς την τροφοδοσίαν ανωμαλίας, υποπιπτούσης εις την αντίληψίν της, ή της θεραπείας διατυπουμένου τυχόν προς αυτήν σχετικού παραπόνου εκ μέρους οιουδήποτε μέλους του πληρώματος, επικαλουμένη και την παρέμβασιν του πλοιάρχου εάν παρίσταται ανάγκη. γ)Να τηρή βιβλίον Επιτροπής Τροφίμων εις το οποίον να καταχωρή τας τυχόν παρατηρήσεις της και να θέτη τούτο υπ' όψιν του πλοιάρχου καθ' εκάστην. δ)Να παρίσταται μετά του τροφοδότου κατά την παραλαβήν των τροφίμων, συμπράττουσα μετ' αυτού κατά τα εν τω προηγουμένω άρθρω ειδικώτερον προβλεπόμενα. 4.Επί των κατά το εδάφιον (γ) της προηγουμένης παραγράφου διατυπουμένων παρατηρήσεων, ο πλοίαρχος υποχρεούται, επί προσωπική του ευθύνη, να λαμβάνη αμελλητί τα ενδεικνυόμενα μέτρα προς άρσιν παντός ατόπου εις βάρος της τροφοδοσίας του προσωπικού του πλοίου και παντός ευλόγου παραπόνου, καταχωρών σχετικήν εγγραφήν εις το βιβλίον Επιτροπής Τροφίμων. Ο Πλοίαρχος σημειώνει εις αυτό τας παρατηρήσεις του και εις ην περίπτωσιν δεν ικανοποιεί τας υποδείξεις της Επιτροπής, είτε διότι δεν συμφωνεί προς ταύτας, ή δι' οιονδήποτε άλλον λόγον. 5.Το βιβλίον Επιτροπής Τροφίμων προσκομίζεται ως και τα ναυτιλιακά του πλοίου έγγραφα υποχρεωτικώς προς θεώρησιν εις την Λιμενικήν ή Προξενικήν Αρχήν του πρώτου λιμένος κατάπλου του πλοίου, ένθα εδρεύει τοιαύτη. ΤΜΗΜΑ Γ' Περί του προσωπικού της υπηρεσίας διαμερισμάτων-ενδιαιτημάτων. Θαλαμηπόλος. Άρθρον 102. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο θαλαμηπόλος είναι υπόλογος δια την υπηρεσίαν διαμερισμάτων υπαξιωματικός και τελεί υπό τας εντολάς και τον έλεγχον του υποπλοιάρχου κατά τα εν άρθρω 30 του παρόντος Κανονισμού οριζόμενα. 2.Εν ελλείψει τροφοδότου ασκεί και τα καθήκοντα αυτού. Σελ. 492,618(α) Τεύχος 415-Σελ. 64 Άρθρον 103. Ειδικά καθήκοντα. Ειδικώτερον ο θαλαμηπόλος οφείλει: α)Να εκτελεί τον καθαρισμόν εν γένει (σάρωσιν, πλύσιν, στίλβωσιν μεταλλικών επιφανειών κ.λ.π.) και να εξασφαλίζη την διευθέτησιν και καλήν συντήρησιν των διαμερισμάτων του πλοιάρχου και των εν αυτοίς επίπλων και σκευών, τηρών και το οικείον βιβλίον απογραφής των. β)Να διαφυλάτη τα είδη ιματισμού του πλοίου και να μεριμνά δια την συγκέντρωσιν τούτων προς πλύσιν ευθυνόμενος δια την κατά τα εκάστοτε ισχύοντα περιοδικήν εναλλαγήν των. γ)Να μεριμνά όπως εντός των ψυγείων αιθουσών ειστιάσως αξιωματικών και κατωτέρου πληρώματος υπάρχουν επαρκείς ποσότητες εδεσμάτων και αναψυκτικών προοριζομένων δια τους εκτελούντας νυκτερινάς φυλακάς. δ)Να καταβάλη ιδιαιτέραν μέριμναν δια την περιποίησιν και πρόθυμον εξυπηρέτησιν του πλοιάρχου και των τυχόν συνεστιαζομένων ή φιλοξενουμένων παρ' αυτού προσώπων, ως και των αξιωματικών του πλοίου κατά τα γεύματα αυτών εν τη αιθούση εστιάσεως ή αλλαχού εν τω πλοίω εν περιπτώσει ασθενείας ή ανωτέρας βίας. ε)Να έχη πάντοτε ιδιαιτέρως καθαράν και ευπρεπή εμφάνισιν και να συμπεριφέρεται ευγενώς προς πάντας. στ)Να καθοδηγή και να παρακολουθή τους βοηθούς του δια την καλήν εκτέλεσιν των καθηκόντων του. ζ)Να εκτελή τον καθαρισμόν και διευθέτησιν του κοιτωνίσκου του. Βοηθός θαλαμηπόλου. Άρθρον 104. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο βοηθός θαλαμηπόλου υποχρεούται: α)Να περιποιήται και εξυπηρετή τους αξιωματικούς του πλοίου κατά τα γεύματα αυτών. β)Να εκτελή τον καθαρισμόν εν γένει και την διευθέτησιν των διαμερισμάτων και κοινοχρήστων χώρων των αξιωματικών του πλοίου. γ)Να εκτελή την πλύσιν και τον καθαρισμόν των εν τη αιθούση εστιάσως αξιωματικών χρησιμοποιουμένων επιτραπεζίων εν γένει σκευών και να διαφυλάττη ταύτα επιμελώς εντός καθαρών ερμαρίων και ενθεμίων. δ)Να εκτελή τον καθαρισμόν του κοιτωνίσκου του και των χώρων υγιεινής αυτού. ε)Να επιμελήται ιδιαιτέρως του ατομικού του καθαρισμού και της ευπρεπούς του εμφανίσεως και να συμπεριφέρεται πάντοτε ευγενώς προς πάντας. στ)Να βοηθή τον τυχόν υπάρχοντα τροφοδότην και τον θαλαμηπόλον εις την εκπλήρωσιν των κατά τα άρθρα 100 και 103 καθηκόντων του. 2.Εφ' όσον υπηρετούν επί του πλοίου περισσότεροι βοηθοί θαλαμηπόλου τα κατά την προηγουμένην παράγραφον καθήκοντα κατανέμονται μεταξύ τούτων υπό του Υποπλοιάρχου εις ένα δε εξ αυτών ανατίθεται επί πλέον η εξυπηρέτησις του κατωτέρου πληρώματος και ειδικώτερον: α)Η κατά τα γεύματα περιποίησις αυτού. β)Ο καθαρισμός εν γένει της αιθούσης εστιάσεως τούτου και η διευθέτησις και διαφύλαξις των εν αυτή χρησιμοποιουμένων σκευών και επίπλων. 3.Επί πλοίων, των οποίων η σύνθεσις δεν προβλέπει βοηθόν θαλαμηπόλου, τα καθήκοντα τούτου εκτελούνται υπό του θαλαμηπόλου. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 105. Πρόσθετα καθήκοντα προσωπικού υπηρεσίας διαμερισμάτων. Το προσωπικόν υπηρεσίας διαμερισμάτων βοηθεί τον υποπλοίαρχον εις τα καθήκοντα αυτού ως προϊσταμένου της υγειονομικής υπηρεσίας, κατά τα εν άρθρω 30 του παρόντος Κανονισμού οριζόμενα. ΤΜΗΜΑ Δ' Περί του προσωπικού της υπηρεσίας μαγειρείου. Μάγειρος. Άρθρον 106. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο μάγειρος είναι ο υπόλογος δια την υπηρεσίαν του μαγειρείου υπαξιωματικός και τελεί υπό τας εντολάς και τον έλεγχον του Υποπλοιάρχου, κατά τα εν άρθρω 30 του παρόντος Κανονισμού οριζόμενα. Άρθρον 10. Ασθένειαι – Ατυχήματα. 1.Ο Πλοίαρχος λαμβάνων γνώσιν ασθενείας ή ατυχήματος τινός επιβαινόντων μεριμνά ίνα παρασχεθώσιν αμελλητί εις τον πάσχοντα αι πρώται βοήθειαι. 2.Παρέχει την κατά τον πρόχειρον ιατρικόν οδηγόν ενδεικνυομένην βοήθειαν και ζητεί, εν ανάγκη, δια του ασυρμάτου του πλοίου ιατρικήν συνδρομήν τηλεγραφών τα συμπτώματα της νόσου. 3.Εν περιπτώσει βαρείας ασθενείας ή ατυχήματος οφείλει συν τη παροχή των πρώτων βοηθειών να επιζητήση την προσέγγισιν μεθ’ ετέρου πλοίου διαθέτοντος ιατρόν ή την αποστολήν καταλλήλων μέσων μεταφοράς του πασχόντος ή να καταπλεύση, εφ’ όσον είναι δυνατόν, εις τον πλησιέστερον λιμένα και να συνεννοηθή μετά της Λιμενικής ή Προξενικής και της Υγιειονομικής Αρχής δια την εισαγωγήν του πάσχοντος εις νοσοκομείον ή κλινικήν. Εάν πρόκειται περί μέλους του πληρώματος συνεννοείται και μετά του αντιπροσώπου του πλοίου δια την παροχήν εις τον πάσχοντα των μέσων νοσηλείας και συντηρήσεως μετά την εκ του νοσοκομείου ή κλινικής έξοδον ως και δια την παλιννόστησίν του κατά τας σχετικάς διατάξεις. 4.Ιδιαιτέραν όλως προσοχήν καταβάλλει, εάν υπάρχη υπόνοια ή σύμπτωμα μεταδοτικής, επιδημικής ή λοιμώδους νόσου, δια την απομόνωσιν του ασθενούς, δια την απολύμανσιν των διαμερισμάτων, σκευών και ειδών κατακλίσεως, άτινα ούτος εχρησιμοποίησε και εν γένει δια την αυστηράν τήρησιν των υγειονομικών διατάξεων και των διαταγών των αρμοδίων Αρχών. 5.Καταχωρίζει εν τω ημερολόγιω του πλοίου έκθεσιν περί παντός ατυχήματος ή ασθενείας επιβαίνοντος, μετά προηγουμένην βεβαίωσιν αυτού κατά τας σχετικάς διατάξεις. Άρθρον 107. Ειδικά καθήκοντα. 1.Ειδικώτερον ο μάγειρος επιμελείται: α)Της απολύτου καθαριότητος και καλής καταστάσεως και συντηρήσεως των διαμερισμάτων του μαγειρείου και των εις αυτά σκευών και ιδιαιτέρως των υποκειμένων εις κασσιτέρωσιν. β)Της καθαριότητος και καλής συντηρήσεως των εις τούτον διατιθεμένων τροφίμων προς παρασκευήν φαγητών. γ)Της εγκαίρου παρασκευής υγιεινών και ευγέστων εδεσμάτων του προσωπικού του πλοίου συμφώνως προς τους κανόνας της μαγειρικής τέχνης και το επίσημον εδεσματολόγιον και της παρασκευής άρτου εν πλω ή και εν όρμω, εν περιπτώσει αδυναμίας εφοδιασμού εκ της ξηράς δια τοιούτου, επαρκούς ποσότητος και καταλλήλου ποιότητος. δ)Της παρασκευής ιδιαιτέρων εδεσμάτων δια τους ασθενείς, συμφώνως προς τας οδηγίας του υποπλοιάρχου. ε)Της διανομής του φαγητού άνευ διακρίσεων δυναμένων να δημιουργήσουν παράπονα. στ)Της αψόγου καθαριότητος και εμφανίσεώς του (κοπής ονύχων, ενδυμασίας κ.λ.π.), υποχρεούμενος όπως φέρη κατά τη εκπλήρωσιν των καθηκόντων του ειδικόν κάλυμμα κόμης. ζ)Επιμελείται του καθαρισμού και διευθετήσεως του κοιτωνίσκου του. 2.Δεν επιτρέπεται να παρασκευάζη εδέσματα εν γένει μη προβλεπόμενα υπό του εδεσματολογίου, πλην των εκτάκτως παραγγελλομένων υπό του Πλοιάρχου. 3.Απαγορεύει την είσοδον, κυκλοφορίαν και παραμονήν εις τα διαμερίσματα του μαγειρείου παντός ατόμου ξένου προς το προσωπικόν αυτού, πλην των προσερχομένων προς παραλαβήν του φαγητού των κατά τας ώρας της διανομής. Βοηθός μαγείρου. Άρθρον 108. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο Βοηθός Μαγείρου εκτελεί τας ακολούθους εργασίας: α)Σάρωσιν, πλύσιν και καθαρισμόν εν γένει των διαμερισμάτων του μαγειρείου. β)Πλύσιν και καθαρισμόν των μαγειρικών σκευών και εργαλείων και διευθέτησιν αυτών εις τας σκευοθήκας και ενθέμια. γ)Μεταφοράν τροφίμων εκ των τροφαποθηκών και ψυγείων εις το μαγειρείον. δ)Καθαρισμόν και προετοιμασίαν των προοριζομένων δια την παρασκευήν των εδεσμάτων τροφίμων. ε)Οιανδήποτε άλλην συναφή εργασίαν μαγειρείου. στ)καθαρισμόν του κοιτωνίσκου και των χώρων υγιεινής αυτού. 2.Επί των πλοίων των οποίων η σύνθεσις πληρώματος δεν προβλέπει βοηθόν μαγείρου, τα ως άνω καθήκοντα τούτου εκτελούνται υπό του μαγείρου. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VI. Διατάξεις κοιναί δια το προσωπικόν του πλοίου. Άρθρον 109. Συμπεριφορά εν γένει. 1.Πας ανήκων εις το προσωπικόν του πλοίου, οιονδήποτε βαθμόν και αν φέρη οφείλει: α)Να διατελή πάντοτε εν νηφαλία καταστάσει. β)Να είναι ευπρεπώς ενδεδυμένος και να συμπεριφέρεται προς πάντας κοσμίως, μετά σεβασμού δε προς τους ανωτέρους του. γ)Να εκπληροί τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντά του. δ)Να εκτελή προθύμως και άνευ αντιλογίας τας υπηρεσιακάς οδηγίας και εντολάς των ανωτέρων του. ε)Να εκτελή πάσαν αρμοδίως ανατιθεμένην εις τούτον εργασίαν, έστω και αν φρονή ότι αύτη δεν ανάγετια εις την ειδικότητά του ή ότι δικαιολογεί αμοιβήν διάφορον της υπό του πλοιάρχου προσφερομένης, εφ' όσον δεν προβλέπεται τοιαύτη υπό της εκάστοτε ισχυούσης συλλογικής συμβάσεως, δικαιούμενος να επιζητήση εκ των υστέρων τη ικανοποίησιν παντός δικαιώματος ή τυχόν παραπόνου του παρά της αρμοδίας ελληνικής αρχής. "2.Μέλη πληρώματος ναυτολογημένα σε ειδικότητες Ναυτόπαιδος-Βοηθού Θαλαμηπόλου και Βοηθού Μαγείρου για τις οποίες δεν απαιτείται αποδεικτικό ναυτικής ικανότητας, είναι δυνατόν κατά την κρίσιν του πλοιάρχου, να εναλλάσσονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ανεξάρτητα από τα προβλεπόμενα καθήκοντα της ειδικότητας ναυτολογήσεώς τους". Οι διατάξεις του άρθρ. 109 αριθμήθηκαν ως παρ. Ι και προστέθηκε παρ. 2 από το άρθρ Ι Π.Δ. 255/23 Μαΐου -1 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α' 106). Με το άρθρ. 2 Π.Δ. 255/23 Μαΐου - 1 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α' 106) ορίστηκε ότι: "Ι.Από τη δημοσίευση του παρόντος Π.Δ/τος η θαλάσσια υπηρεσία που θα αποκτάται με τις παραπάνω ειδικότητες θα λαμβάνεται υπόψη για απόκτηση αδειών «ναύτη», «βοηθού φροντιστή», «θαλαμηπόλου Β» και «μαγείρου Γ» τάξης Ε.Ν.: α)ολόκληρη για αποδεικτικό ναυτικής ικανότητας της ειδικότητας με την οποία είναι ναυτολογημένος ο ναυτικός και β)κατά το ήμισυ της απαιτουμένης, για τις λοιπές ειδικότητες. 2.Η θαλάσσια υπηρεσία για την απόκτηση αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας σύμφωνα με την παραπάνω περίπτ. (β) θα αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση του πλοιάρχου, ότι αυτή διανύθηκε με παράλληλη απασχόληση του ναυτικού σε ειδικότητα του αντίστοιχου κλάδου εργασίας, στον οποίο ανήκει το αποδεικτικό ναυτικής ικανότητας που επιθυμεί να λάβει ο ενδιαφερόμενος. 3.Κατά τα λοιπά εξακολουθούν να ισχύουν οι σχετικές διατάξεις για την (Αντί για τη σελ. 492,619(α) Σελ. 492,619(β) Τεύχος Ι -10-Ι Σελ. 101 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 απόκτηση αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας». Άρθρον 110. Απαγορεύσεις. Απαγορεύεται εις πάντα εκ του προσωπικού του πλοίου: α)Να εγκαταλείπη την θέσιν του ή να απουσιάζη άνευ αδείας και νομίμου αναπληρώσεως ή αντικαταστάσεώς του. β)Να καταχράται της εξουσίας του ή να διατάσση, να επιτρέπη ή να ανέχεται κατάχρησιν εξουσίας υφισταμένου του κατά προσώπου επιβαίνοντος του πλοίου. γ)Να μετέρχηται άνευ νομίμου αιτίας αυτοπροσώπως ή δι' άλλου προσώπου βίαν κατά την άσκησιν των καθηκόντων του. δ)Να προσβάλη την τιμήν των επιβαινόντων του πλοίου δια λόγων, απειλών ή σχημάτων. ε)Να προπαγανδίζη καθ' οιονδήποτε τρόπον κατά της θρησκείας, της οικογενείας, των εθνικών ιδεωδών και παραδόσεων και του κοινωνικού καθεστώτος. στ)Να μεταφέρη ακάλυπτα φώτα και να χρησιμοποιή άλλα πυρεία εκτός των ακινδύνων. ζ)Να ανοίγη τας παραφωτίδας, αναφωτίδας, ανθρωποθυρίδας, καθέκτας (καπάκια), στεγανάς θύρας, φράκτας, δικλείδας, να θίγη οιονδήποτε κρουνόν ή χειριστήριον λαβήν, βαλβίδας, επιστόμια, καλώδια, σωληνώσεις, εάν δεν είναι αρμόδιος ή δεν διαταχθεί αρμοδίως προς τούτο. η)Να κυκλοφορή ή να συσσιτή εις μέρη του πλοίου μη επιτρεπόμενα. θ)Να διαφυλάττη τρόφιμα υποκείμενα εις αλλοίωσιν ή ακάθαρτα σκεύη και ενδύματα εντός ενθεμίων και ερμαρίων του κοιτωνίσκου του. ι)Να καπνίζη εις τας αποθήκας, εις τα κύτη και εις άλλα απηγορευμένα μέρη του πλοίου. ια)Να μεθύσκηται, να ποιήται χρήσιν ναρκωτικών ή να παίζη απηγορευμένα τυχηρά παίγνια. ιβ)Να εισάγη ή να εξάγη, να προμηθεύη ή να διαθέτη υλικά και είδη της απογραφής αποσκευής του πλοίου άνευ αδείας του πλοιάρχου. ιγ)Να μεταφέρη δια του πλοίου προς ίδιαν εμπορίαν οιαδήποτε πράγματα μη συνοδευόμενα δια κανονικών φορτωτικών. ιδ)Να εισάγη εις το πλοίον άνευ αδείας του πλοιάρχου δηλητηριώδεις, ευφλέκτους ή εκρηκτικάς ύλας και όπλα εις οιανδήποτε ποσότητα. Ομοίως να εισάγη εις το πλοίον άνευ αδείας του πλοιάρχου οινοπνευματώδη ποτά, επιτρεπομένης μόνον λογικώς περιωρισμένης ποσότητος, δι' ατομικήν χρήσιν. ιε)Να προσκαλή και να δέχηται εν τω πλοίω επισκέπτας και εν γένει πρόσωπα ξένα προς το προσωπικόν του πλοίου άνευ αδείας του πλοιάρχου. ιστ)Να ενεργή δι' ίδιον λογαριασμόν ή δια λογαριασμόν άλλου λαθρεμπόριον. Σελ. 492,620(β) Τεύχος Ι-10-Ι Σελ. Ι02 ιζ)Να διευκολύνη την απόκρυψιν λαθρεπιβατών ή να μη ενημερώνη αμέσως τον Υποπλοίαρχον περί της τυχόν παρουσίας αυτών επί του πλοίου. Άρθρον 111. Άδειαι εξόδου εκ του πλοίου. 1.Εν λιμένι ή όρμω, οιονδήποτε μέλος του πληρώματος μετά το πέρας της ημερησίας εργασίας ή της φυλακής του και εφ' όσον δεν υπέχει ετέραν υποχρέωσιν ένδον παραμονής, δικαιούται ελευθέρας εξόδου μέχρι της κεκανονισμένης επομένης φυλακής του. Κατ' εξαίρεσιν είναι δυνατή η αναστολή της εξόδου, εφ' όσον συντρέχουν λόγοι εφαρμογής της εκάστοτε εν ισχύϊ συλλογικής συμβάσεως. Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου δεν επηρεάζουν την διατάξιν του άρθρου 40. 2.Δια την απουσίαν οιουδήποτε μέλους του πληρώματος κατά τας εργασίμους ώρας ή ώρας φυλακής ως και δια την απομάκρυνσιν τούτου εκ του λιμένος ή όρμου ναυλοχίας του πλοίου απαιτείται πάντοτε προηγουμένη έγκρισις του πλοιάρχου. 3.Ο Πλοίαρχος διατηρεί πάντοτε το δικαίωμα απαγορεύσεως της εξόδου εκ του πλοίου εις οιονδήποτε μέλος του πληρώματος, οσάκις κατά την κρίσιν του συντρέχουν αποχρώντες προς τούτο λόγοι. 4.Οιονδήποτε μέλος του πληρώματος εξερχόμενον του πλοίου οφείλει εξ ιδίας πρωτοβουλίας να ενημερούται περί της καθωρισμένης ημερομηνίας και ώρας απόπλου εκ της προς τον σκοπόν τούτον ειδικής πινακίδος αναρτωμένης εγκαίρως μερίμνη του Υποπλοιάρχου εις εμφανές μέρος παρά την εξωτερικήν κλίμακα του πλοίου. Άρθρον 112. Αιτήματα και παράπονα. 1.Τα αιτήματα ή παράπονα του πληρώματος κατ' αρχήν υποβάλλονται προς τους αξιωματικούς προϊσταμένους υπηρεσιών. Εν περιπτώσει μη ικανοποιήσεώς των δέον να διατυπώνωνται ατομικώς και ιεραρχικώς προς τον πλοίαρχον ως ακολούθως: α)Των αξιωματικών προϊσταμένων υπηρεσιών απ' ευθείας. β)Των λοιπών αξιωματικών απ' ευθείας μετά προηγουμένην όμως ενημέρωσιν του οικείου αξιωματικού προϊσταμένου υπηρεσίας. γ)Του κατωτέρου προσωπικού κατόπιν αδείας του οικείου αξιωματικού προϊσταμένου υπηρεσίας (ήτοι του Α' μηχανικού δια το κατώτερον προσωπικόν μηχανής και του Υποπλοιάρχου δι' άπαν το λοιπόν κατώτερον προσωπικόν). 2.Εάν ο οικείος αξιωματικός προϊστάμενος υπηρεσίας αρνηθή να παράσχη την ως άνω άδειαν, ή αμελήση πέραν του 24ώρου να παρουσιάση ενώπιον του Πλοιάρχου τον αιτούντα ή παραπονούμενον, ούτος δικαιούται να παρουσιασθή απ' ευθείας εις τον πλοίαρχον, αφού προηγουμένως εκτελέση την τυχόν δοθείσαν εις αυτόν εντολήν. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ Οργάνωσις της εν τω πλοίω εργασίας. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι' Εργασία εν πλω. ΤΜΗΜΑ Α' Προσωπικόν καταστρώματος. Άρθρον 113. Κατανομή εις την εργασίαν. Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται εν πλω μερίμνη του Υποπλοιάρχου. α)Εις την εργασίαν γεφύρας και β)Εις γενικάς εργασίας σκάφους. Άρθρον 114. Εργασίας γεφύρας. 1.Η εργασία γεφύρας διεξάγεται κατά φυλακάς κανονικώς εναλλασσομένας. 2.Εκάστη φυλακή αποτελείται: α)Εξ ενός αξιωματικού καταστρώματος. β)Εξ ενός ναύτου πηδαλιούχου και γ)Εξ ενός ναύτου οπτήρος, εφ' όσον η οργανική σύνθεσις του προσωπικού καταστρώματος επιτρέπει τούτο. Κατ' εξαίρεσιν, οσάκις κατά την κρίσιν του πλοιάρχου αι συνθήκαι ασφαλείας πλου επιτρέπουν τη απρόσκοπτον χρησιμοποίησιν, συσκευής αυτομάτου πηδαλίου, η φυλακή περιορίζεται εις τον αξιωματικόν καταστρώματος και έναν ναύτην οπτήρα, του ετέρου διατιθεμένου εις γενικάς εργασίας. Εν τοιαύτη περιπτώσει ο ναύτης οπτήρ επ ουδενί λόγω επιτρέπεται να χρησιμοποιηθή εις γενικάς εργασίας σκάφους, ει μη μόνον εις τοιαύτας επί της γεφύρας. Εν περιπτώσει επαναφοράς της πηδαλιουχίας υπό του αυτομάτου εις το επανδρούμενον πηδάλιον προστίθεται εις την φυλακήν είς ναύτης ως πηδαλιούχος. 3.Αι φυλακαί δεν δύναται να είναι ολιγώτεραι των τριών, η δε χρονική διάρκεια εκάστης είναι τετράωρος. Εν περιπτώσει εκτάκτου ανάγκης δύναται κατά την κρίσιν του πλοιάρχου να αυξηθή ο αριθμός των ανδρών φυλακής διαιρουμένου του προσωπικού καταστρώματος εις δύο φυλακάς. 4.Οσάκις η οργανική σύνθεσις προσωπικού καταστρώματος δεν επαρκεί δια την κατανομήν του εις τρεις φυλακάς, αύται καθορίζονται εις δύο εξαώρου διαρκείας. Εν περιπτώσει εκτάκτου ανάγκης ο πλοίαρχος δικαιούται να ρυθμίζη τον αριθμόν των φυλακών και την διάρκειαν τούτων κατά διάφορον τρόπον, πρόσφορον πάντως δια την ασφάλειαν του πλοίου. 5.Οι τεταγμένοι εις φυλακήν πρέπει να είναι παρόντες όπως αναλάβωσιν εργασίαν πέντε λεπτά προ της ώρας ενάρξεως της φυλακής των ίνα ενημερωθούν επί των συνθηκών της ναυσιπλοΐας. Ούτοι μετά το πέρας της φυλακής των, δεν διατίθενται εις άλλας εργασίας πλην των υπό του παρόντος Κανονισμού προβλεπομένων εξαιρέσεων. 6.Αι ώραι προετοιμασίας και εναλλαγής των φυλακών σημαίνονται μερίμνη του αξιωματικού φυλακής γεφύρας δια κωδωνισμών, προ είκοσι λεπτών προειδοποιητικώς και προ πέντε λεπτών εκτελεστικώς. 7.Απαλλάσσονται της υπηρεσίας φυλακής γεφύρας ο Πλοίαρχος, εφ' όσον εν τω πλοίω υπηρετούν δύο υφιστάμενοί του αξιωματικοί καταστρώματος, ο ναύκληρος, ο ξυλουργός, οι εις γενικάς εργασίας σκάφους διηρημένοι ναύται και οι ναυτόπαιδες. (Μετά τη σελ. 492,620(β)Σελ. 492,6201 Τεύχος Ι-10-Ι Σελ. 103 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 115. Αξιωματικός φυλακής γεφύρας. Ο αξιωματικός φυλακής γεφύρας κατά την διάρκειαν της φυλακής του τελών υπό τας διαταγάς και τον έλεγχον του πλοιάρχου, έχει την εν γένει φροντίδα του πλοίου και επαγρυπνεί δια την ασφαλή διακυβέρνησιν αυτού. Ειδικώτερον εκτελεί τα ακόλουθα καθήκοντα: α)Βεβαιούται προ της αναλήψεως των καθηκόντων του περί της θέσεως του πλοίου, ιδία εν σχέσει προς εντετοπισμένην εγγυτέραν ξηράν, περί της πορείας, της ταχύτητος, των πλοϊκών φανών, της κανονικής λειτουργίας του πηδαλίου, της παρουσίας εις τας προσδιωρισμένας θέσεις των ανδρών φυλακής γεφύρας, των γενικών καιρικών συνθηκών, της θέσεως και ει δυνατόν της σχετικής πλεύσεως παντός άλλου πλοίου εντετοπισμένου κατά την ώραν εκείνην, της εξασφαλίσεως των επί του καταστρώματος σκευών, ειδών και φορτίων και καθίσταται απολύτως ενήμερος των διαταγών, οδηγιών και παρατηρήσεων του πλοιάρχου παρά του παραδίδοντος αξιωματικού και εκ του "βιβλίου διαταγών γεφύρας". β)Ενημερούται επίσης προ της αναλήψεως των καθηκόντων του επί των ενδείξεων απάντων των εν τη γεφύρα καταληγόντων συστημάτων προειδοποιήσεως, ανωμαλίας τινός και ελέγχει την καλήν λειτουργίαν τούτων. γ)Παραλαμβάνει άμα τη σημάνσει των κεκανονισμένων κωδωνισμών την φυλακήν, εκτός αν κατά την στιγμήν εκείνην ο παραδίδων αξιωματικός εκτελή χειρισμόν του πλοίου, οπότε παραλαμβάνει φυλακήν μετά το πέρας του χειρισμού. Αφ' ης παραλάβη την φυλακήν απαγορεύεται απολύτως να απομακρυνθή εκ της γεφύρας διαρκούσης της φυλακής του, είτε εν ημέρα, είτε εν νυκτί, εκτός εάν αναπληρωθή αδεία του πλοιάρχου ή αντικατασταθή κανονικώς. δ)Οφείλει να έχη προσηλωμένην την προσοχήν του εις την εξασφάλισιν της ναυσιπλοΐας, παρακολουθών και συμβουλευόμενος προς τούτο πάντα τα επί της γεφύρας ευρισκόμενα ηλεκτρονικά ή άλλα όργανα και συσκευάς ναυσιπλοΐας ελέγχων και την ακρίβειαν των ενδείξεων αυτών ως και εις την παρακολούθησιν της τηρήσεως της πορείας και της ταχύτητος να τηρή τους προς αποφυγήν συγκρούσεων κανόνας, να επισκοπή τα καιρικά φαινόμενα, και τα εν τη θαλάσση επιπλέοντα ή καταφανή εμπόδια ή σημεία. ε)Ελέγχει άπαξ τουλάχιστον κατά την διάρκειαν της φυλακής του τας ενδείξεις του δρομομέτρου, την παρεκτροπήν των πυξίδων επί της τηρουμένης πλεύσεως, τον συντονισμόν των επαναληπτών της γυροπυξίδος προς τας ενδείξεις αυτής, ειδοποιεί δε πάραυτα τον πλοίαρχον επί πάσης διαφοράς επί της αρχικώς προϋπολογησθείσης παραλλαγής στ)Επιβλέπει δια των υπ' αυτών ανδρών την εν τω πλοίω κίνησιν, τας εργασίας επί του καταστρώματος, τον αερισμόν και την στεγανότητα των κυτών φορτίου, εις περίπτωσιν δε μεταφοράς ευπαθών φορτίων παρακολουθεί την τήρησιν των κανονικών συνθηκών θερμοκρασίας, υγρασίας, αερισμού κ.λ.π. Παρακολουθεί του πλοϊκούς φανούς και την κρατούσαν εν γένει εις το κατάστρωμα κατάστασιν (κατά τα εν άρθρω 116 παράγραφος 3 εδάφιον γ' προβλεπόμενα) και εξακριβώνει ιδία εν κακοκαιρία το ύψος της στάθμης των διπυθμένων και την κατάστασιν των υδροσυλλεκτών (σεντινών). ζ)Υπολογίζει το εξ αναμετρήσεως ή αστρονομικών στίγμα ανά πάσαν μεσημβρίαν και κατά τας πρωΐνάς και απογευματινάς ώρας, εφ' όσον αι καιρικαί συνθήκαι επιτρέπουν τούτο, εκτάκτως δε ανά πάσαν ευκαιρίαν κατά την διάρκειαν της ημέρας ή της νυκτός ανεξαρτήτως των διατιθεμένων εν τω πλοίω ραδιοναυτιλιακών οργάνων και επιμελείται της καταρτίσεως του κατά το άρθρον 69 (παρ. Ι εδάφον ε') σημειώματος, όπερ θέτει υπ' όψιν του πλοιάρχου ομίχλης ή περιορισμού της ορατότητος έχει καθήκον να ειδοποιήση τον πλοίαρχον και να ζητήση την έγκρισίν του, όπως ελαττώση την ταχύτητα του πλοίου ή ανακόψη το πλουν. Οσάκις όμως η περίπτωσις επιβάλλει κατεπείγοντα χειρισμόν τότε όχι μόνον δικαιούται, αλλά και οφείλει να ενεργήση τούτον εξ ιδίας πρωτοβουλίας και κατά την κρίσιν του, αναφέρων άνευ αναβολής εις τον πλοίαρχον το γεγονός.δια τα περαιτέρω. η)Επ' ουδενί λόγω επιτρέπεται ν' αλλάξη πορεία ή ταχύτητα ή να κρατή ή να αναποδίζη τας μηχανάς ή να χρησιμοποιή τα μέσα σημάνσεως άνευ εγκρίσεως του πλοιάρχου. Επί τη επελεύσει θ)Εκτελεί μετεωρολογικάς παρατηρήσεις και συντάσσει σχετικά δελτία κατά τας εκάστοτε διαταγάς και οδηγίας του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, θέτων ταύτα υπ' όψιν του πλοιάρχου προς θεώρησιν και περαιτέρω διαβίβασιν ως εν άρθρω 20 προβλέπεται. ι)Δίδει εις τον αξιωματικόν φυλακής Ραδιοτηλεπικοινωνιών καθ' εκάστην μεσημβρίαν, εν κακοκαιρία δε ανά τετράωρον ή και συχνότερον, ενυπόγραφον πινάκιον θεωρημένον υπό του πλοιάρχου περιέχον το ακριβές στίγμα του πλοίου και τας επικρατούσας καιρικάς συνθήκας. ια)Τηρεί διαρκούσης της φυλακής το πρόχειρον ημερολόγιον εν ω σημειοί την ώραν παραλαβής της φυλακής του, πάντα τα συμβάντα και την ώραν παραδόσεως της φυλακής του, ότε υπογράφει και παραδίδει τούτο εις τον επόμενον αξιωματικόν φυλακής τηρών αυτόν ενήμερον των πάντων. Άρθρον 116. Άνδρες φυλακής γεφύρας. 1.Ο πηδαλιούχος οφείλει να συγκεντρώνη την προσοχήν του εις την τήρησιν δια του πηδαλίου της πορείας ή την αλλαγήν ταύτης συμφώνως προς τα παραγγέλματα του πλοιάρχου ή του αξιωματικού φυλακής γεφύρας έν έκαστον των οποίων επαναλαμβάνει με ηχηράν και καθαράν φωνήν εις επήκοον του εκφωνούντος αυτό. Εν ουδεμιά περιπτώσει επιτρέπεται να απομακρυνθεί του πηδαλίου, εάν δεν αντικατασταθή υπό άλλου τινός, εις τούτον δε διαλαλεί την τηρουμένην πορείαν και αναμένει να ακούση την επανάληψιν αυτής, επαναλαμβάνει κατόπιν αυτήν εις τον αξιωματικόν φυλακής γεφύρας και τότε μόνον είναι ελεύθερος να απομακρυνθή. 2.Ο οπτήρ τοποθετούμενος εν νυκτί ή εν ομίχλη εις την καταλληλοτέραν δι' αυτόν θέσιν αναλόγως του καιρού και των εντολών του αξιωματικού φυλακής γεφύρας, πρέπει να έχη εντεταμένην την προσοχήν του πέριξ του πλοίου και να αναγγέλη παν εμφανιζομένον σημείον, φως η εμπόδιον. Οφείλει επίσης να αναφέρη εις τον αξιωματικόν φυλακής γεφύρας, ανά πάσαν ημίσειαν ώραν, αν η φωτοβολία των πλοϊκών φανών είναι εν τάξει. 3.Ωσαύτως ο οπτήρ υποχρεούται. α)Να εκτελή καθήκοντα αγγελιοφόρου γεφύρας διαβιβάζων τας εντολάς του αξιωματικού φυλακής γεφύρας. β)Να αναφέρη τας ενδείξεις του δρομομέτρου εφ' όσον τούτο δεν ευρίσκεται επί της γεφύρας. γ)Να περιέρχεται κατ' εντολήν του αξιωματικού φυλακής γεφύρας ανά ημίσειαν ώραν τους σταθμούς ελέγχου πυρκαϊάς και το κατάστρωμα επιβλέπων τας καθόδους (κουβούσια,) τα πώματα (καπάκια) των στομίων των κυτών, τα τυχόν αδιάβροχα καλύμματα αυτών, τας ανεμοδόχους και τας αλύσεις του πηδαλίου. δ)Να φροντίζει δια την έγκαιρον έγερσιν του αξιωματικού και των ανδρών της επομένης φυλακής γεφύρας, ενδεχομένως δε και του αξιωματικού ασυρμάτου. ε)Να ασχολήται εις γενικάς εργασίας του σκάφους κατά τας εργασίμους ώρας. 4.Ο πηδαλιούχος και ο οπτήρ διαρκούσης της φυλακής των εναλλάσσουν την υπηρεσίαν των ανά δίωρον κατά τας εργασίμους ώρας και ανά ώραν κατά τας υπολοίπους. 5.Απαγορεύεται εις τους ανωτέρω το κάπνισμα κατά την διάρκειαν της φυλακής των επί της γεφύρας. (Αντί της σελ. 492,621) Σελ. 492,621(α) Τεύχος 415-Σελ. 67 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 Άρθρον 11. Γέννησις – Θάνατος. Εάν λάβη χώραν γέννησις ή θάνατος εν τω πλοίω, ο Πλοίαρχος ενεργεί συμφώνως προς τας περί αστυνομίας (Αντί της σελ. 492,603) Σελ. 492,603(α) Τεύχος 415-Σελ. 49 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 της εμπορικής ναυτιλίας, τας υγειονομικάς και τας περί ληξιαρχικών πράξεων σχετικάς διατάξεις. Άρθρον 117. Γενικαί εργασίαι σκάφους Οι διηρημένοι εις τας γενικάς εργασίας σκάφους άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του ναυκλήρου εις καθαρισμούς, λιπάνσεις, αποσκωριάσεις και χρωματισμούς δεξαμενών, διπυθμένων, διαμερισμάτων του σκάφους, εις προετοιμασίαν των κυτών ή δεξαμενών δια φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν ευθέτησιν εξαρτίων, σχοινίων και συρματοσχοινίων, αμματίσεις (ματίσματα), τούτων, ευθέτησιν των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόληψιν μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου, ή πυρκαϊάς, τοποθέτησιν παραφραγμάτων φορτίου και εις πάσαν άλλην εργασίαν, οριζομένην υπό του υποπλοιάρχου και αναγομένην κατά τη κοινήν ναυτικήν αντίληψιν εις τη ειδικότητά του, ραφήν και επισκευήν οθονίνων καλυμμάτων (μουσαμάδων), σχοινοπλοκίαν κατασκευήν παραβλημάτων (στρωμάτσα), εχμάτων (μπότσοι), αγκυλών (γάσες), αρτανών (σαμπάνια) κλπ. Άρθρον 118. Κατάπλους - Αγκυροβολία - Άπαρσις - Απόπλους. 1.Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται κατά τον κατάπλουν, την αγκυροβολίαν, την άπαρσιν και τον απόπλουν, ως ακολούθως: α)Ο πλοίαρχος επί της γεφύρας (μετά του πλοηγού). β)Ο υποπλοίαρχος εις το πρόστεγον μετά του ναυκλήρου, ξυλουργού και ανδρών καταστρώματος. γ)Είς ανθυποπλοίαρχος εις το επίστεγον μετά ανδρών καταστρώματος. δ)Ο έτερος ανθυποπλοίαρχος ή δόκιμος αξιωματικός επί της γεφύρας δια την διαβίβασιν των παραγγελμάτων, ε)Ο πηδαλιούχος εις το πηδάλιον. 2.Εις ειδικάς περιπτώσεις δύναται ο πλοίαρχος κατά την κρίσιν του να κατανέμη το προσωπικόν καταστρώματος εις ετέρας των εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζομένων θέσεων. 3.Κατά το κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν πάντες εργάζονται δια την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή δια την κανονικήν άπαρσιν αυτού. ΤΜΗΜΑ Β΄ Προσωπικόν μηχανής. Άρθρον 119. Κατανομή εις εργασίαν. Το προσωπικόν μηχανής κατανέμεται εν πλω μερίμνη, το Α' Μηχανικού: α)Εις φυλακάς μηχανής. β)Εις γενικάς εργασίας μηχανής. Σελ. 492,622(α) Τεύχος 415-Σελ. 68 Άρθρον 120. Φυλακαί μηχανής. 1.Προκειμένω περί ατμοκινήτων πλοίων εκάστη φυλακή μηχανής αποτελείται: α)Εξ ενός αξιωματικού μηχανής. β)Εξ ενός δοκίμου μηχανικού ή υπαξιωματικού μηχανής (αρχιθερμαστού ή λιπαντού). Εφ' όσον προβλέπεται υπό της οργανικής συνθέσεως του πλοίου, και γ)Εξ ενός θερμαστού. 2.Προκειμένου περί πλοίων κινουμένων δια μηχανών εσωτερικής καύσεως η φυλακή μηχανής αποτελείται εξ ενός αξιωματικού μηχανής και ενός δοκίμου μηχανικού ή ενός υπαξιωματικού μηχανής (μηχανοδηγού Α' ή Β'). Ο Δόκιμος μηχανικός ή ο υπαξιωματικός μηχανής κατά την διάρκειαν της φυλακής των υποχρεούνται να τροφοδοτούν υπάρχοντα τυχόν ουχί αυτόματον λέβητα συνεχούς λειτουργίας ελλείψει θερμαστού ή καθαριστού διαθεσίμου κατά την οργανικήν σύνθεσιν πληρώματος του πλοίου. 3.Αι φυλακαί δεν δύναται να είναι ολιγώτεραι των τριών, η δε χρονική διάρκεια εκάστης τούτων είναι τετράωρος. Εν περιπτώσει εκτάκτου ανάγκης δύναται κατά την κρίσιν του Α' Μηχανικού να αυξηθή ο αριθμός των ανδρών φυλακής διαιρουμένου του προσωπικού μηχανής εις δύο φυλακάς. 4.Οσάκις η οργανική σύνθεσις του προσωπικού μηχανής του πλοίου δεν επαρκεί δια την κατανομήν του εις τρεις φυλακάς, αύται καθορίζονται εις δύο εξαώρου διαρκείας. Εν περιπτώσει εκτάκτου ανάγκης ο Α' Μηχανικός δικαιούται να ρυθμίση τον αριθμόν των φυλακών και την διάρκειαν τούτων κατά διάφορον τρόπον, πρόσφορον πάντως δια την ασφάλειαν του πλοίου. 5.Οι τεταγμένοι εις φυλακήν πρέπει να είναι παρόντες πέντε λεπτά προ της ώρας ενάρξεως της φυλακής των, ίνα ενημερωθούν επί των συνθηκών λειτουργίας μηχανών, βοηθητικών μηχανημάτων και λεβήτων. Αι ώραι προετοιμασίας και εναλλαγής των φυλακών σημαίνονται μερίμνη του Αξιωματικού φυλακής μηχανής δια κωδωνισμών προειδοποιητικώς μεν είκοσι λεπτά προ της κεκανονισμένης ώρας, εκτελεστικώς δε πέντε λεπτά προ ταύτης. 6.Η φυλακή 8-12 εκτελείται υπό του Α' μηχανικού, η φυλακή 4-8 υπό του Β' μηχανικού και η φυλακή 12-4 υπό του Γ' μηχανικού. Ο Α' μηχανικός εκτελεί φυλακήν μετά του αρχιθερμαστού (ή μηχανοδηγού Α') παρακολουθών και εποπτεύων υπευθύνως την εκτελουμένην παρ' αυτού σχετικήν εργασίαν. 7.Απαλλάσσεται της υπηρεσίας φυλακής μηχανής ο Α' Μηχανικός, εφ' όσον εν τω πλοίω υπηρετούν τρεις υφιστάμενοί του αξιωματικοί μηχανής. 8.Ομοίως απαλλάσσονται της υπηρεσίας φυλακής μηχανής ο ΑΒ΄ ή ο Β' Μηχανικός εφ' όσον εν τω πλοίω υπηρετούν τρεις υφιστάμενοί του Αξιωματικοί Μηχανής. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 121. Αξιωματικός φυλακής μηχανής. Ο αξιωματικός φυλακής μηχανής κατά την διάρκειαν της φυλακής του τελών υπό τας διαταγάς και τον έλεγχον του Α' Μηχανικού, έχει την εν γένει φροντίδα των μηχανών και επαγρυπνεί δια την κανονικήν λειτουργίαν αυτών. Ειδικώτερον εκτελεί τα ακόλουθα καθήκοντα: α)Βεβαιούται προ τη αναλήψεως των καθηκόντων του περί της καταστάσεως και κανονικών συνθηκών λειτουργίας εν γένει του μηχανήματος κινήσεως πηδαλίου (Steering Gear), των μηχανών, των βοηθητικών μηχανημάτων, των λεβήτων, και της ψυκτικής μηχανής περί των τυχόν ελαττωμάτων του, περί των στροφών, της απαιτουμένης ταχύτητος και καθίσταται απολύτως ενήμερος των διαταγών, οδηγιών και παρατηρήσεων του Α' μηχανικού παρά των οδηγιών και παρατηρήσεων του Α' μηχανικού παρά του παραδίδοντος αξιωματικού και εκ του "Βιβλίου διαταγών μηχανής". β)Παραλαμβάνει άμα τη σημάνσει των κεκανονισμένων κωδωνισμών φυλακής, εκτός εάν κατά την στιγμήν εκείνην εύρη τον παραδίδοντα αξιωματικόν χειρίζοντα τας μηχανάς, οπότε παραλαμβάνει φυλακήν μετά το πέρας του χειρισμού, αφ' ης δε παραλάβει απαγορεύεται απολύτως εις τούτον, να απομακρυνθή του μηχανολεβητοστασίου διαρκούσης της φυλακής του είτε εν ημέρα είτε εν νυκτί, εκτός εάν αναπληρωθή αδεία του Α' Μηχανικού ή αντικατασταθή κανονικώς. γ)Παρακολουθεί με εντεταμένην προσοχήν την λειτουργίαν των μηχανών,και λεβήτων, μεριμνά δια την διατήρησιν των επιβαλλομένων συνθηκών κανονικής λειτουργίας αυτών (λίπανσις, ατμόθλιψις, αριθμός στροφών κλπ.) εκτελεί αμέσως τα, εκ της γεφύρας μεταβιβαζόμενα παραγγέλματα χειρισμού των μηχανών, εποπτεύει την μεταφοράν καυσίμου ύλης και λαμβάνει τα δέοντα μέτρα δια την εις το κατάστρωμα ή εις διαφόρους χώρους και διαμερίσματα του πλοίου παροχήν ύδατος, ατμού, πεπιεσμένου αέρος ή ηλεκτρικού ρεύματος, αν ζητηθούν αρμοδίως. δ)Εκτελεί πάσαν σχετικήν προς τα καθήκοντά του εντολήν διδομένην εκ της γεφύρας, εν περιπτώσει δε ανωμαλίας τινός ειδοποιεί αμέσως τον Α' μηχανικόν και αξιωματικό φυλακής γεφύρας. Απαγορεύεται απολύτως εις τον αξιωματικόν φυλακής μηχανής η μετατροπή του χειρισμού της μηχανής άνευ προηγουμένης συγκαταθέσεως του πλοιάρχου ή του αξιωματικού φυλακής γεφύρας εκτός κατεπειγούσης και ανεπιδέκτου αναβολής ανάγκης, ενημερώνων αμελλητί τον Α' Μηχανικόν και Αξιωματικόν φυλακής γεφύρας. ε)Τηρεί διαρκούσης της φυλακής του το πρόχειρον ημερολόγιον μηχανής, εν ω σημειοί την ώραν παραλαβής της φυλακής του, τον αριθμόν των στροφών, την κατανάλωσιν της καυσίμου ύλης, πάσαν ένδειξιν χρήσιμον ή διδομένην υπό του Α' Μηχανικού και πάντα τα συμβάντα και την ώραν παραδόσεως της φυλακής του, ότε υπογράφει και παραδίδει τούτο εις το επόμενον αξιωματικόν φυλακής τηρών αυτόν ενήμερον των πάντων. στ)Επιμελείται της καλής λειτουργίας των μηχανημάτων κινήσεως αντλιών φορτίου και του Butter Worth. ζ)Εν όρμω μετέχει των εις το μηχανολεβητοστάσιον εκτελουμένων επισκευαστικών εργασιών, εφ' όσον η τοιαύτη παράλληλος απασχόλησις δεν παρακωλύει την υπεύθυνον άσκησιν των καθηκόντων του ως αξιωματικού φυλακής μηχανής. Άρθρον 122. Άνδρες φυλακής μηχανής. 1.Ο δόκιμος μηχανικός ή ο υπαξιωματικός φυλακής μηχανής διαρκούσης της φυλακής του είναι ο άμεσος βοηθός του αξιωματικού φυλακής μηχανής επιφορτισμένος: α)Με την λίπανσιν των διαφόρων μερών της κυρίας μηχανής, των βοηθητικών μηχανημάτων των εν τω μηχανοστασίω μηχανημάτων κινήσεως αντλιών φορτίου (Cargo pump) και πλύσεως δεξαμενών (Butter Worth) των τριβέων και λοιπών υποκειμένων εις λίπανσιν μερών. β)Με την παρακολούθησιν των στοιχείων λειτουργίας (θερμοκρασίαν ελαίων, τροφοδότησιν, κυκλοφορίαν υδάτων κλπ) της κυρίας μηχανής και παντός κυρίου και βοηθητικού ανεξαρτήτου ή εξηρτημένου μηχανήματος. γ)Με την άντλησιν των υδάτων κύτους και υδροσυλλεκτών (σεντινών), τον καθαρισμόν των φίλτρων αυτών ή την παροχήν ύδατος πάσαν του πλοίου ανάγκη. δ)Με τη παρακολούθησιν της ομαλής παροχής καυσίμων και τροφοδοσίας των λεβήτων δι' ύδατος. ε)Με τον πλήρη καθαρισμόν των μηχανημάτων εν γένει και του δαπέδου εκ των διαφόρων ρυπάνσεων ως και παντός είδους απορριμμάτων του μηχανοστασίου δημιουργουμένων κατά τη διάρκειαν της φυλακής των, ελλείψει καθαριστού και θερμαστού. στ)Με την άμεσον ενημέρωσιν του αξιωματικού φυλακής επί πάσης παρατηρουμένης ανωμαλίας. 2.Οσάκις η τροφοδότησις και λίπανσις της κυρίας μηχανής είναι αυτόματος (μηχανική) και επομένως καταλλείπονται περιθώρια μη πλήρους απασχολήσεως του δοκίμου μηχανικού ή του υπαξιωματικού φυλακής μηχανής εις τα εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερόμενα καθήκοντα, ούτοι κατά την διάρκειαν της φυλακής των εκτελούν και οιανδήποτε εργασίαν αναγραφομένην εν άρθρω 89 παραγρ. 2 του παρόντος ως και πάσαν άλλην εργασίαν της ειδικότητός των δυναμένην να εκτελεσθή εις το μηχανοστάσιον και ανατιθεμένην εις αυτούς υπό του αξιωματικού φυλακής μηχανής. 3.Επί πλοίων κινουμένων δια μηχανών εσωτερικής καύσεως ο δόκιμος μηχανικός ή ο υπαξιωματικός φυλακής μηχανής είναι επιφορτισμένος: α)Με την εκτέλεσιν των εν παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου καθηκόντων. β)Με την παρακολούθησιν των θερμοκρασιών, πιέσεων κλπ., υδάτων, ψύξεως, κυκλοφορίας κυρίας μηχανής και βοηθητικών μηχανημάτων, του ελαίου λιπάνσεως και των καυσαερίων. γ)Με τη κατά τας υποδείξεις του αξιωματικού φυλακής μηχανής έγκαιρον αφύπνισιν της επομένης φυλακής της μηχανής. 4.Οι θερμασταί φυλακής εκτελούν τα κάτωθι καθήκοντα: α)Τροφοδοτούν τους λέβητας δια καυσίμου και διατηρούν καλώς τα πυρά βάσει των εκάστοτε εντολών του αξωματικού φυλακής μηχανής. β)Παρακολουθούν την εις τα κανονικά όρια διατήρησιν της στάθμης ύδατος του λέβητος. γ)Διατηρούν τη καθωρισμένην ατμόθλιψιν. δ)Εκτελούν πλήρη καθαρισμόν των καυστήρων (μπεκ) και του μηχανολεβητοστασίου εκ των δημιουργουμένων κατά την διάρκειαν της φυλακής των διαφόρων ρυπάνσεων και απορρίπτουν εις την θάλασσαν τα υπολλείμματα καύσεως και παντός είδους απορρίμματα του μηχανολεβητοστασίου. ε)Διενεργούν την κατά τας υποδείξεις του αξιωματικού φυλακής μηχανής αφύπνισιν της επομένης φυλακής μηχανής. Άρθρον 123. Γενικαί εργασίαι μηχανής. Οι κατανεμόμενοι εις γενικάς εργασίας μηχανής ασχολούνται υπό τας οδηγίας του Α' μηχανικού και την εποπτείαν του Β' μηχανικού εις συντήρησιν, επισκευάς και επιδιορθώσεις μηχανών και μηχανημάτων, αποσκωριάσεις και καθαρισμούς εν γένει διαμερισμάτων μηχανής, μεταγγίσεις καυσίμων και λοιπάς εργασίας ενδεικτικώς αναφερομένας εις τα άρθρα 89-91 ως και ετέρας τοιαύτας παρεμφερείς ή συναφείς προς τας ειδικότητάς των αρμοδίως εις αυτούς ανατιθεμένας. (Αντί της σελ. 492,623) Σελ. 492,623(α) Τεύχος 415-Σελ. 69 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 ΤΜΗΜΑ Γ Προσωπικόν Γενικών Υπηρεσιών. Άρθρον 124. Κατανομή εις την εργασίαν. 1.Το προσωπικόν Γενικών Υπηρεσιών, εξαιρέσει του Αξιωματικού Ραδιοτηλεπικοινωνιών, δεν εκτελεί φυλακήν αλλ' υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του υποπλοιάρχου ασχολείται εις εργασίας της ειδικότητός του συμφώνως προς το οικείον ωρολόγιον πρόγραμμα εργασίας εν πλω. 2.Ο υπηρετών επί του πλοίου δόκιμος Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών δεν εκτελεί υπεύθυνον φυλακήν αλλ' υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του Αξιωματικού Ραδιοτηλεπικοινωνιών ασκείται εις εργασίας της ειδικότητός του. Άρθρον 125. Φυλακή Υπηρεσίας Ραδιοτηλεπικοινωνιών. Η φυλακή Υπηρεσίας Ραδιοτηλεπικοινωνιών του πλοίου εκτελείται υπό αξιωματικού Ραδιοτηλεπικοινωνιών, όστις κατά την διάρκειαν ταύτης συμμορφούται προς τας διατάξεις της Διεθνούς Συμβάσεως Τηλεπικοινωνιών, των προσηρτημένων αυτή Κανονισμών και του "Κανονισμού της Ραδιοτηλεγραφικής Υπηρεσίας των Ελληνικών Εμπορικών Πλοίων". ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙ Εργασίαι εν όρμω. ΤΜΗΜΑ Α' Προσωπικόν καταστρώματος. Άρθρον 126. Εργασίαι. 1.Εν λιμένι ή εν όρμω αι φυλακαί γεφύρας διατηρούνται ή διαλύονται κατά τα προβλεπόμενα υπό της εκάστοτε ισχυούσης οικείας συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. 2.Όταν αι φυλακαί διαλυθούν το προσωπικόν καταστρώματος υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του υποπλοιάρχου ασχολείται εις γενικάς εργασίας σκάφους, ως αύται αναγράφονται εις το άρθρον 117, ανατιθεμένας αρμοδίως εις τούτο. Άρθρον 12. Διατάραξις της τάξεως. Εάν συμβή διατάραξις της τάξεως εν τω πλοίω ο Πλοίαρχος λαμβάνει αμελλητί παν ενδεικνυόμενον μέτρον προς αποκατάστασιν αυτής και ασκεί την πειθαρχικήν εξουσίαν του κατά τας περί αστυνομίας της εμπορικής ναυτιλίας και του Ποινικού και Πειθαρχικού Κώδικος του Εμπορικού Ναυτικού σχετικάς διατάξεις. Άρθρον 127. Φύλαξις του σκάφους εν όρμω. 1.Δια την εν λιμένι ή εν όρμω φύλαξιν και ασφάλειαν του σκάφους παραμένει εκ περιτροπής ένδον μέρος του πληρώματος κατά τα προβλεπόμενα υπό της εκάστοτε ισχυούσης οικείας Συλλογικής Συμβάσεως. Σελ. 492,624(α) Τεύχος 415-Σελ. 70 2.Ο κατά τα ανωτέρω παραμένων ένδον Αξιωματικός ευθύνεται δια την τάξιν και ασφάλειαν του σκάφους και την κανονικήν εκτέλεσιν της εργασίας υπό των ναυτών - φυλάκων, δεν υποχρεούται όμως να παραμένη διαρκώς άγρυπνος. Ούτος επιλαμβάνεται της τακτοποιήσεως οιουδήποτε περιστατικού ή ανωμαλίας υποπιπτούσης εις την αντίληψίν του ή γνωστοποιουμένης εις αυτόν υπό των ναυτών - φυλάκων, 3.Οι ναύται-φύλακες παραμένοντες άγρυπνοι και περιφερόμενοι εν τω πλοίω οφείλουν: α)Να εξασφαλίζουν τούτο από πυρκαϊάς, κλοπής ή άλλης αταξίας. β)Να ελέγχουν την κανονικήν φωτοβολίαν των φανών αγκυροβολίας και ιδιαιτέρως την όρμισιν (ρεμεντζάρισμα) και τα μέσα προσδέσεως του πλοίου. γ)Να απαγορεύουν την επιβίβασιν ξένων προς το πλοίον προσώπων ως και την εισαγωγήν εν τω πλοίω επικινδύνων υλών και εξαγωγήν υλικών του πλοίου άνευ εγκρίσεως του πλοιάρχου. δ)Να ειδοποιούν αμέσως τον εν τω πλοίω παραμένοντα ως άνω αξιωματικόν σκάφους εν περιπτώσει οιασδήποτε ανωμαλίας ή εκτάκτου περιστατικού. ε)Να διατηρούν εις το μαγειρείον θερμόν ύδωρ κατά τας υποδείξεις του μαγείρου. στ)Να διενεργούν την έγκαιρον αφύπνισιν του εν τω πλοίω ευρισκομένου προσωπικού σκάφους. ΤΜΗΜΑ Β' Προσωπικόν μηχανής. Άρθρον 128. Εργασίαι. 1.Εν λιμένι ή εν όρμω αι φυλακαί μηχανολεβητοστασίου διατηρούνται ή διαλύονται κατά τα προβλεπόμενα υπό της εκάστοτε ισχυούσης οικείας συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. 2.Όταν αι φυλακαί διαλυθούν το προσωπικόν μηχανής υπό τας κατευθυντηρίους οδηγίας του Α' μηχανικού και την άμεσον εποπτείαν και έλεγχον του Β' μηχανικού απασχολείται εις γενικάς εργασίας μηχανής ως αύται αναγράφονται εις το άρθρον 123 αρμοδίως εις τούτο ανατιθεμένας, συμφώνως προς το εκάστοτε ωρολόγιον πρόγραμμα ημερησίας εργασίας. Άρθρον 129. Φύλαξις της μηχανής εν όρμω. 1.Δια την εν λιμένι ή εν όρμω φύλαξιν και ασφάλειαν του μηχανολεβητοστασίου παραμένει ένδον εκ περιτροπής μέρος του πληρώματος μηχανής κατά τα προβλεπόμενα υπό της εκάστοτε ισχυούσης οικείας συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. 2.Ο κατά τα ανωτέρω παραμένων ένδον αξιωματικός ευθύνεται δια την τάξιν και ασφάλειαν της μηχανής και την κανονικήν εκτέλεσιν της εργασίας υπό των φυλακών μηχανολεβητοστασίου (θερμαστών, υπαξιωματικών ή δοκίμων μηχανικών) δεν υποχρεούται όμως να παραμένη διαρκώς άγρυπνος. Επιλαμβάνεται δε της τακτοποιήσεως οιουδήποτε περιστατικού ή ανωμαλίας υποπιπτούσης εις την αντίληψίν του ή γνωστοποιουμένης εις αυτόν υπό των ως άνω φυλάκων μηχανολεβητοστασίου. 3.Οι φύλακες μηχανολεβητοστασίου παραμένοντες άγρυπνοι και περιφερόμενοι εν αυτώ οφείλουν: α)Να εξασφαλίζουν τούτο από πυρκαϊάς, κλοπής ή άλλης αταξίας. β)Να τροφοδοτούν τους λέβητας και να διατηρούν καλώς τα πυρά τούτων, συμφώνως προς τας οδηγίας του παραμένοντος ένδον αξιωματικού μηχανής. γ)Να ειδοποιούν αμέσως τούτον εν περιπτώσει οιασδήποτε ανωμαλίας ή εκτάκτου περιστατικού. δ)Να διενεργούν την έγκαιρον αφύπνισιν του εν τω πλοίω ευρισκομένου προσωπικού μηχανής. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. ΤΜΗΜΑ Γ' Προσωπικόν Γενικών Υπηρεσιών. Άρθρον 130. Εργασίαι. Εν λιμένι ή εν όρμω το προσωπικόν γενικών υπηρεσιών υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον των αξιωματικών προϊσταμένων υπηρεσιών ασχολείται εις διαφόρους εργασίας της ειδικότητός του συμφώνως προς το ωρολόγιον πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν όρμω χειμερινόν ή θερινόν, αναλόγως της εποχής του έτους. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙΙ. Γενικαί διατάξεις αφορώσαι τη εν τω πλοίω εργασίαν. Άρθρον 131. Ωράρια εργασίας. 1.Η εργασία των μη διηρημένων εις φυλακάς μελών του πληρώματος, άρχεται την 08.00 ώραν και περατούται την 17.00 ώραν, διακοπτομένην επί μίαν ώραν κατά την μεσημβρίαν δια το γεύμα, πλην των περιπτώσεων, δια τας οποίας άλλως καθορίζεται υπό της εκάστοτε ισχυούσης συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. 2.Η έγερσις γίνεται μίαν ώραν προ της ενάρξεως της εργασίας δια την ατομικήν ετοιμασίαν και δια το πρωϊνόν ρόφημα, εφ' όσον τούτο προηγείται της εργασίας. 3.Κατά τας προσδιωρισμένας ώρας εργασίας, πρέπει πάντες να ευρίσκωνται εις τας διατεταγμένας θέσεις των εν τω πλοίω και να εργάζωνται μετά προθυμίας και αποδοτικότητος εκτός εκείνων, οίτινες έχουν άδειαν εξόδου ή αναπαύσεως ένδον. 4.Ο κατά τας οικείας διατάξεις του παρόντος κανονισμού προβλεπόμενος καθαρισμός των κοινοχρήστων χώρων ενδιαιτήσεως του κατωτέρου πληρώματος διενεργείται υποχρεωτικώς καθ' εκάστην από 08.00-09.00 ώρας υπό μελών πληρώματος διηρημένων τυχόν εις γενικάς εργασίας (daymen) και εν ελλείψει τούτων υπό ανδρών της πρωϊνής φυλακής 08.00-12.00. Άρθρον 132. Ημέραι αργίας εν λιμένι ή εν όρμω. Αι ημέραι αργίας δια το πλήρωμα πλοίου ευρισκομένου εν λιμένι ή όρμω καθορίζονται υπό της εκάστοτε ισχυούσης οικείας συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. Άρθρον 133. Πρόσθετοι και ιδιαίτεραι εργασίαι. Αι οφειλόμεναι εις το πλήρωμα υπερωριακαί αμοιβαί δια τας παρ' αυτού εκτελουμένας προσθέτους εργασίας, ως και αι εργασίαι αι παρέχουσαι δικαίωμα ιδιαιτέρας αμοιβής καθορίζονται υπό της εκάστοτε ισχυούσης οικείας συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. Άρθρον 134. Απηγορευμέναι εργασίαι. 1.Εξαιρουμένης της περιπτώσεως εκτάκτου ανάγκης μνημονευομένης εις το ημερολόγιον του πλοίου απαγορεύεται: α)Η χρησιμοποίησις των αξιωματικών καταστρώματος δια την εκτέλεσιν χειρωνακτικών εργασιών. β)Η χρησιμοποίησις των αξιωματικών Ραδιοτηλεπικοινωνιών εις εργασίας, εκτός της ειδικότητός των. 2.Απαγορεύονται εν πλω οπουδήποτε του πλοίου αι εργασίαι χρωματισμού και αποσκωριάσεως δια της χρησιμοποιήσεως ικριωμάτων (σκαλωσιών). 3.Απαγορεύεται ο χρωματισμός και η αποσκωρίασις των εξωτερικών πλευρών του πλοίου, εφ' όσον τούτο ευρίσκεται εις δεξαμενήν ή εντός ποταμών ή διαύλων με ισχυρά ρεύματα. 4.Απαγορεύεται πάσα εργασία επί των ιστών, εφ' όσον το αντίστοιχον βαρούλκον τελεί εν λειτουργία. 5.Απαγορεύεται η πλύσις και χρωματισμός χώρου ευρισκομένου άνωθεν λειτουργούντος λέβητος. Άρθρον 135. Ληπτέα μέτρα κατά τας επιβιβάσεις, αποβιβάσεις και φορτοεκφορτώσεις. Η μεγαλυτέρα φροντίς και επαγρύπνησις και πάντα τα ενδεικνυόμενα μέτρα τάξεως και ασφαλείας πρέπει να λαμβάνωνται απαραιτήτως εκ μέρους του πλοιάρχου, των αρμοδίων αξιωματικών και λοιπών μελών του πληρώματος του πλοίου προ του απόπλου αυτού και κατά τον κατάπλουν, κατά τας επιβιβάσεις, αποβιβάσεις και φορτοεκφορτώσεις, συμφώνως προς την ναυτικήν εμπειρίαν και τέχνην και προς τους κανονισμούς και διαταγάς της Επιθεωρήσεως Εμπορικών Πλοίων, των Λιμενικών και Προξενικών Αρχών, ως και των αρμοδίων Αλλοδαπών Αρχών του λιμένος. Άρθρον 136. Μέτρα ασφαλείας κλιμάκων. Κατά τας επιβιβάσεις και αποβιβάσεις δέον όπως υπ’ ευθύνη του κατά το άρθρον 43 του παρόντος Κανονισμού αρμοδίου αξιωματικού, αι κλίμακες γεφυροκλίμακες είναι ασφαλώς προσδεδεμέναι και εστηριγμέναι και κανονικώς καθηρημέναι με τους χειραγωγούς των εν τάξει, εν νυκτί δε φωτίζονται επαρκώς δια καταλλήλων φανών προς πρόληψιν δυστυχημάτων. Άρθρον 13. Εργασία. Ο Πλοίαρχος ρυθμίζει και εποπτεύει την εργασίαν των μελών του πληρώματος κατά τας διατάξεις του Μέρους Τρίτου του παρόντος Κανονισμού και καταρτίζει εν συνεργασία μετά των αξιωματικών προϊσταμένων Υπηρεσιών του πλοίου τα ωρολόγια προγράμματα ημερησίας εργασίας και τους οικείους πίνακας διαιρέσεως πληρώματος κατά τα ειδικώτερον προβλεπόμενα εις το άρθρον 140 του παρόντος Κανονισμού. Άρθρον 137. Μέτρα ασφαλείας φορτοεκφορτώσεων. 1.Κατά τας φορτοεκφορτώσεις δέον, όπως, υπ' ευθύνη του κατά το άρθρον 37 του παρόντος Κανονισμού αρμοδίου αξιωματικού, λαμβάνηται πρόνοια: α)Δια την αντοχήν των εξαρτίων σχοινίων και συρματοσχοινίων των φορτωτήρων (μπιγών), εφ' εκάστου των οποίων δέον να είναι αναγεγραμμένη εμφανώς η ανυψωτική δύναμις εις τόννους. β)Δια την εκ τούτων ασφάλειαν των εργαζομένων. γ)Διά την επαρκή εκ νυκτί φωτισμόν δια κατάλληλων φανών. δ)Δια την ομαλήν στοιβασίαν, ήτις δέον να γίνεται κανονικώς αναλόγως του βάρους, όγκου, συσκευασίας, είδους φορτίου και της σειράς προτεραιότητος, αυτού προς εκφόρτωσιν εις τους διαφόρους λιμένας προορισμού του, εις τρόπον ώστε να προστατεύεται τούτο από πάσης μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς, πυρός ή κλοπής και να εξασφαλίζεται η ευστάθεια του πλοίου. 2.Εξαιρετική προσοχή και ιδιαιτέρα επαγρύπνησις δέον να λαμβάνηται προκειμένου περί επικινδύνων φορτίων εφ' όσον επιτρέπεται η παραλαβή και μεταφορά τούτων, συμφώνως προς τον οικείον Κανονισμόν προς πρόληψιν αναφλέξεως ή εκρήξεως τούτων. 3.Εις τους χώρους ενδιαιτήσεως των επιβαινόντων απαγορεύεται απολύτως η τοποθέτησις οιουδήποτε φορτίου. Άρθρον 138. Εξαιρετικαί διατάξεις αφορώσαι την ασφάλειαν και την σωτηρίαν του πλοίου και των επιβαινόντων. 1.Πάσαι αι ανωτέρω διατάξεις του παρόντος Κανονισμού δεν περιορίζουν το δικαίωμα και την εξουσίαν του πλοιάρχου εις το να διατάξη και να επιβάλη παν ό,τι η ναυτική τέχνη, εμπειρία, επαγγελματική τιμή, οι νόμοι και οι κανονισμοί επιβάλλουν δια την ασφάλειαν των επιβαινόντων (Αντί της σελ. 492,625) Σελ. 492,625(α) Τεύχος 415-Σελ. 71 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 του πλοίου και του φορτίου εις περιπτώσεις κινδύνου, οίον διαρροής πυρκαϊάς, θυέλλης, ομίχλης, προσαράξεως, συγκρούσεως ή εις άλλας περιπτώσεις ανάγκης. 2.Περί των περιπτώσεων τούτων μόνον ο πλοίαρχος δικαιούται, συμβουλευόμενος προς τούτο τους αξιωματικούς προϊσταμένους των Υπηρεσιών του πλοίου, να εκτιμήση και να λάβη κυριαρχικώς αποφάσεις, άπαν δε ανεξαιρέτως το πλήρωμα οφείλει να εκτελέση ασυζητητί, μετά ψυχραιμίας και ταχύτητος οιανδήποτε διατασσομένην εργασίαν, και καθ οιανδήποτε ημέραν και ώραν. Άρθρον 139. Υποχρεώσεις έναντι πολεμικών πλοίων. 1.Απαγορεύεται εις τα Ελληνικά εμπορικά πλοία να πλέουν δια μέσου της γραμμής ελισσομένων ή μετακινουμένων Πολεμικών Πλοίων ευρισκομένων εν στολοδρομία ή εις ασκήσεις πάσης φύσεως. 2.Παν Ελληνικόν εμπορικόν πλοίον ευρισκόμενον εις περιοχήν, ένθα ελίσσονται Πολεμικά Πλοία ή εκτελούν οιανδήποτε άσκησιν ή βολήν πυροβολικού ή τορπιλλών, πρέπει ν' απομακρύνεται το ταχύτερον εκ του πεδίου των ασκήσεων. Άρθρον 140. Πίνακες διαιρέσεως πληρώματος. 1.Δια την κανονικήν διεξαγωγήν της εν γένει εργασίας εν τω πλοίω εις συνήθεις και εξαιρετικάς περιπτώσεις καταρτίζονται υπό του πλοιάρχου, τη συνεργασία των αξιωματικών προϊσταμένων Υπηρεσιών, οι κάτωθι πίνακες αναλόγως των αναγκών και του είδους της εργασίας, των συνθηκών πλου, της εποχής του έτους και των κλιματολογικών συνθηκών του τόπου, ένθα ευρίσκεται το πλοίον: α)Ωρολόγιον πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν πλω και εν όρμω. β)Πίναξ διαιρέσεως προσωπικού εν περιπτώσει διαρροής. γ)Πίναξ διαιρέσεως προσωπικού εν περιπτώσει πυρκαϊάς. δ)Πίναξ διαιρέσεως επιβαινόντων εν περιπτώσει εγκαταλείψεως του πλοίου. ε)Πίναξ διαιρέσεως προσωπικού παραμένοντος ένδον εν όρμω δια την φύλαξιν του πλοίου. στ)Πίναξ επιτροπής τροφίμων. 2.Αντίτυπα των ανωτέρω πινάκων δέον να αναρτώνται πλαισιωμένα μερίμνη του υποπλοιάρχου εις τον χαρτοθάλαμον γεφύρας, εις το θάλαμον ασυρμάτου, εις το μηχανολεβητοστάσιον, εις καταλλήλους χώρους ενδιαιτημάτων του πληρώματος, αναλόγως του προορισμού εκάστου και εις εμφανή μέρη τούτων. Σελ 492,626(α) Τεύχος 415-Σελ. 72 ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΝ Διάφοροι Διατάξεις. Άρθρον 141. Εθνική Σημαία. 1.Η σημαία του Εμπορικού Ναυτικού επαίρεται εις το στηλίδιον της πρύμνης. 2.Η έπαρσις της σημαίας γίνεται εν όρμω την 08.00 ώραν και εν πλω άμα τη σβήσει των πλοϊκών φανών. 3.Έπαρσις της σημαίας γίνεται επίσης και προ της σβέσεως των πλοϊκών φανών εις τας ακολούθους περιπτώσεις, εφ' όσον το υπάρχον φως της ημέρας καθιστά αυτήν ορατήν: α)Κατά την μετ' άλλων πλοίων συνάντησιν. β)Κατά την διέλευσιν πλησίον ξηράς και ιδίως πλησίον φάρων και σηματοφορικών σταθμών. 4.Η υποστολή της σημαίας γίνεται: α)Εν όρμω άμα τη δύσει του ηλίου, ή την 20.00 ώραν όταν ο ήλιος δύη βραδύτερον. β)Εν πλω όταν συνεπεία του επερχομένου σκότους η σημαία παύη να είναι ορατή. 5.Η σημαία πρέπει να είναι κανονικών διαστάσεων, να τηρήται εις αρίστην κατάστασν και να χρησιμοποιείται μόνον όταν και όπως αι ειδικαί διατάξεις και οι ναυτικοί κανονισμοί ορίζουν. Άρθρον 142. Σήματα - Διακριτικά σημεία. 1.Τα σήματα πρέπει να είναι πάντοτε σύμφωνα προς τας διατάξεις του Διεθνούς Κώδικος Σημάτων, να τηρώνται, εντός καταλλήλου σηματοθεσίου εις αρίστην κατάστασιν και να χρησιμοποιώνται μόνον όταν και όπως ο Διεθνής Κώδιξ Σημάτων, αι ειδικαί διατάξεις και οι ναυτικοί κανονισμοί ορίζουν. 2.Απαγορεύεται απολύτως η χρησιμοποίησις σήματος ή διακριτικού σημείου μη προβλεπομένου υπό των εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερομένων διατάξεων, πλην του διακριτικού σήματος του πλοιοκτήτου. 3.Παν ελληνικόν εμπορικόν πλοίον καλούμενον κατά τας κειμένας συναφείς διατάξεις υπό Ελληνικού Πολεμικού πλοίου οφείλει πάραυτα να συμμορφωθή προς τας εντολάς του. Επίσης οφείλει, αμέσως να αντισημαίνη η οπωσδήποτε να απαντά εις οιονδήποτε κλήσιν δια σημάτων παντός ελληνικού Πολεμικού Πλοίου. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 143. Χαιρετισμοί. 1.Απόδοσις και ανταπόδοσις χαιρετισμών δια της σημαίας ή συριγμών επιτρέπεται μόνον οπόταν και όπως αι ειδικαί διατάξεις και οι ναυτικοί κανονισμοί ορίζουν. 2.Παν ελληνικόν εμπορικόν πλοίον αντιπαρερχόμενον Πολεμικόν πλοίον οφείλει να χαιρετίση δια της σημαίας του. Ο χαιρετισμός γίνεται δια βραδείας υποστολής της σημαίας του μέχρι του ύψους του περιτοναίου (κουπαστής), ήτις τηρείται εις την θέσιν ταύτην μέχρις αντιχαιρετισμού του Πολεμικού πλοίου και είτα να επαίρεται μέχρι του κανονικού ύψους. Άρθρον 144. Τιμαί. 1.Οσάκις η Α.Μ. ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ πρόκειται να επισκεφθή επισήμως ελληνικόν εμπορικόν πλοίον επαίρεται επ' αυτού μέγας σημαιοστολισμός μίαν τουλάχιστον ώραν προ της καθορισθείσης ώρας αφίξεως. 2.Άμα τη ενάρξει της επιβιβάσεως της Α.Μ. του ΒΑΣΙΛΕΩΣ επί του πλοίου επαίρεται επί του υψηλοτέρου σημείου τούτου η Βασιλική Σημαία, υποστελλομένου ταυτοχρόνως παντός ετέρου επηρμένου τυχόν διακριτικού σήματος. 3.Η Βασιλική Σημαία παραμένει επηρμένη εις την ων άνω θέσιν της καθ' όλην την διάρκειαν της επί του πλοίου παραμονής της Α.Μ. του ΒΑΣΙΛΕΩΣ. 4.Άμα τη αποβιβάσει της Α.Μ. του ΒΑΣΙΛΕΩΣ υποστέλλονται ταυτοχρόνως ή τε Βασιλική σημαία, ως και ο γενικός σημαιοστολισμός του πλοίου, εκτός εάν η διατήρησις τούτου δικαιολογήται εξ ετέρου, τυχόν λόγου. 5.Αι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται και προκειμένης επισήμου επί εμπορικού πλοίου επισκέψεως της Α.Μ. της ΒΑΣΙΛΙΣΣΗΣ, της Α.Β.Υ . του ΔΙΑΔΟΧΟΥ ή ετέρου, μέλους της ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ επαιρομένης της αντιστοίχου σημαίας. 6.Οσάκις πρόκειται να επισκεφθεί επισήμως ελληνικόν εμπορικόν πλοίον ο Πρωθυπουργός, ο Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως ή ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα εν παραγρ. 1-4 του παρόντος άρθρου, επαιρομένης της αντιστοίχου διακριτικής σημαίας αυτών. 7.Προς τα λοιπά μέρη της Κυβερνήσεως αποδίδονται αι υπό των οικείων κανονισμών προβλεπόμεναι τιμαί, κατά τας υποδείξεις και οδηγίας της Λιμενικής Αρχής. 8.Το παρόν άρθρον εφαρμόζεται μόνον εφ' όσον το εμπορικόν πλοίον ευρίσκεται εντός των Ελληνικών χωρικών υδάτων. Άρθρον 145. Παρουσιάσεις εις λιμένας της αλλοδαπής. 1.Εις λιμένας της αλλοδαπής αι παρουσιάσεις των Πλοιάρχων Ελληνικών εμπορικών πλοίων προς τον Κυβερνήτην ορμούντος Ελληνικού Πολεμικού πλοίου ή τον Αρχηγόν Ελληνικής ναυτικής δυνάμεως είναι επιβεβλημέναι προς τήρησιν επαφής δια την εξυπηρέτησιν γενικωτέρων Ελληνικών συμφερόντων και λήψιν συναφών οδηγιών. 2.Αι ανωτέρω παρουσιάσεις ενεργούνται ανεπισήμως το βραδύτερον εντός 24 ωρών από του κατάπλου. Άρθρον 146. Επιδείνωσις διεθνούς καταστάσεως. Εν περιπτώσει εντάσεως των διπλωματικών σχέσεων δυναμένης πιθανώς να οδηγήση εις μερικήν ή γενικήν σύρραξιν των κρατών, έστω και αν δεν μετέχη τούτων η Ελλάς, ο Πλοίαρχος δέον να μεριμνά όπως τηρήται κατά το δυνατόν συνεχής φυλακή εις ασύρματον ή τοιαύτη κατά τας οδηγίας του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας προς λήψιν διαταγών ή οδηγιών. Επίσης δέον να ζητή σχετικάς οδηγίας παρά πάσης Λιμενικής ή Προξενικής Αρχής ή πληροφορίας παρά παντός ετέρου Ελληνικού Εμπορικού πλοίου, είτε προ του απόπλου είτε επικειμένου κατάπλου, είτε καθ' οιανδήποτε διαδρομήν. Άρθρον 14. Ευθύνη πλου. 1.Ο Πλοίαρχος διαρκούντος του πλου: α) Ορίζει την τηρητέαν πλεύσιν και ευθύνεται δια ταύτην και δια την εν γένει ασφαλή διεξαγωγήν και ευόδωσιν του πλου. β)Τηρεί «βιβλίον διαταγών γεφύρας», εν ω καταχωρίζει την διαταχθείσαν πορείαν και πάσαν άλλην διαταγήν, οδηγίαν ή παρατήρησιν αναγκαίαν εις τον αξιωματικόν φυλακής γεφύρας δια τον ασφαλή και κανονικόν πλουν, του οποίου λαμβάνουν γνώσιν και υπογράφουν οι αξιωματικοί καταστρώματος μεθ’ εκάστην αλλαγήν της φυλακής των. γ) Κυβερνά αυτοπροσώπως το πλοίον κατά τον είσπλουν και έκπλουν εις λιμένας, όρμους, διώρυγας, διαύλους και άλλους επικινδύνους τόπους διόδου και αγκυροβολίας πλοίων εις κρισίμους περιστάσεις και εν γένει οσάκις ήθελε κρίνει τούτο αναγκαίον. 2.Εν ουδεμιά περιπτώσει ή παρουσία του πλοηγού απαλλάσσει τον πλοίαρχον της προσωπικής του ευθύνης. Άρθρον 147. Περίοδος πολέμου. Εν πολέμω το προσωπικόν του πλοίου, οσάκις τούτο είναι επίτακτον παρά του Κράτους ή ανήκει εις την υπηρεσίαν αυτού, υπάγεται εις τους στρατιωτικούς κανονισμούς κατά τας διατάξεις του Πολεμικού Ναυτικού. Άρθρον 148. Τήρησις Νόμων και Κανονισμών της Εμπορικής Ναυτιλίας. Πας επιβαίνων του πλοίου συμμορφούται προς τους Νόμους και τους Κανονισμούς τους αφορώντας την εν τω πλοίω εργασίαν, αστυνομίαν, ασφάλειαν και υγιεινήν αυτού και την εν γένει εμπορικήν ναυτιλίαν. Άρθρον 149. Κυρώσεις δια παραβάσεις του παρόντος Κανονισμού. Πάσα παράβασις των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού συνεπάγεται την επιβολήν κυρώσεων κατά τας διατάξεις του ισχύοντος Ποινικού και Πειθαρχικού Κώδικος του Εμπορικού Ναυτικού. Εις τον Ημέτερον επί της Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. (Αντί των σελ. 492,627-492,630) Σελ. 492,627(α) Τεύχος 415-Σελ. 73 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 15. Δεξαμεναί – Διπύθμενα – Αποθήκαι καυσίμων. 1.Ο Πλοίαρχος δεν επιτρέπει την άνευ αδείας αυτού ή του Υποπλοιάρχου πλήρωσιν ή εκκένωσιν των δεξαμενών υδατέρματος και ποσίμου ύδατος, των διπυθμένων και άλλων σχετικών χώρων εν γένει. 2.Ειδικώς δια την πλήρωσιν, εκκένωσιν ή μεταφοράν καυσίμων και την ερμάτωσιν δεξαμενών καυσίμων ο Πλοίαρχος ή ο Υποπλοίαρχος συνεννοείται μετά του Α΄ Μηχανικού. Άρθρον 16. Γυμνάσια. 1.Ο Πλοίαρχος διατάσσει, κατά τα ειδικώτερον καθοριζόμενα υπό των οικείων Κανονισμών, την εκτέλεσιν γυμνασίου διαρροής, πυρκαϊάς, καθαιρέσεως των λέμβων και εγκαταλείψεως του πλοίου Σελ. 492,604(α) Τεύχος 415-Σελ. 50 εν κινδύνω επί τη βάσει των πινάκων διαιρέσεως, περί ων το άρθρ. 140 του παρόντος Κανονισμού, δια να είναι βέβαιος πάντοτε περί της καλής καταστάσεως και ευχερούς χρησιμοποιήσεως των μέσων ασφαλείας του πλοίου και των επιβαινόντων και δια να εξασκήται το πλήρωμα εις την εν περιπτώσει κινδύνου μετά ψυχραιμίας και τάξεως εκτέλεσιν των διατασσομένων υπ’ αυτού μέτρων σωτηρίας. 2.Περί της κατά το παρόν άρθρον εκτελέσεως γυμνασίου και της αποδόσεως αυτού ο Πλοίαρχος καταχωρίζει έκθεσιν εν τω ημερολογίω του πλοίου. Άρθρον 17. Κίνδυνος – Εγκατάλειψις πλοίου. Ο Πλοίαρχος εν περιπτώσει κινδύνου του πλοίου εξ οιασδήποτε αιτίας: α)Χρησιμοποιεί πάντα τα δυνατά μέσα, όπως διασώση τούτο και τους επιβαίνοντας. β)Δίδει το παράδειγμα της άκρας ψυχραιμίας και γενναιότητος και του μάλλον ακλονήτου θάρρους, εμψυχώνει το πλήρωμα και ενθαρρύνει τους δειλιώντας. γ)Εάν αι περιστάσεις επιβάλλουν εις αυτόν να διατάξη την εγκατάλειψιν του πλοίου, εγκαταλείπει τούτο τελευταίος, αφού βεβαιωθή ότι εξέλιπε πάσα ελπίς σωτηρίας του πλοίου και ότι ουδείς άλλος απέμεινεν εν αυτώ και διασώζει, εφ’ όσον είναι δυνατόν, το ημερολόγιον και τα λοιπά ναυτιλιακά έγγραφα του πλοίου, τας χρηματικάς αξίας και τα πολυτιμώτερα πράγματα. δ)Δεν απομακρύνεται εκ του τόπου του ατυχήματος πριν ή βεβαιωθή περί της απωλείας του πλοίου του και ότι πάσα περαιτέρω παρουσία του είναι ανωφελής. ε)Εν η περιπτώσει μετά την εγκατάλειψιν του πλοίου και προ της καταβυθίσεως αυτού αντιληφθή ότι έτερον πλοίον σπεύδει προς βοήθειαν, ήτις θα καθίστα δυνατήν την σωτηρίαν του πλοίου, επιβαίνει και πάλιν τούτου πριν ή επιβώσιν άνδρες του ετέρου πλοίου. Άρθρον 18. Ναυτιλιακά έγγραφα και βιβλία – Ταμείον – Αλληλογραφία. Ο Πλοίαρχος: α)Τηρεί και φυλάσσει υπευθύνως τα κατά νόμον ναυτιλιακά έγγραφα και βιβλία, τα ναυτικά φυλλάδια, ατομικά βιβλιάρια, αδείας, πτυχία και διπλώματα του πληρώματος, το ταμείον, την σφραγίδα του πλοίου και τον φάκελλον σχεδίων φορτοεκφορτώσεων (CARGO PLANS). β)Αλληλογραφεί μετά των Αρχών και παντός δια το πλοίον ή το φορτίον ενδιαφερομένου και τηρεί εν τω αρχείω του πλοίου αντίγραφον παντός εξερχομένου εγγράφου ως και πάντα τα απευθυνόμενα αυτώ έγγραφα τα αφορώντα το πλοίον, το φορτίον και τους επιβαίνοντας. γ)Λαμβάνων προφορικήν ή έγγραφον αίτησιν τινός των επιβαινόντων επί θέματος αναγομένου εις την αρμοδιότητά του οφείλει, όσον το δυνατόν ταχύτερον να ενεργήσει επί ταύτης ή να την διαβιβάση όπου δει. Άρθρον 1. Σκοπός. 1.Ο παρών Κανονισμός καθορίζει την ιεραρχίαν και τα καθήκοντα του προσωπικού των ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητος οκτακοσίων κόρων και άνω και το σύστημα εν γένει, καθ' ο δέον να διεξάγηται η εις αυτά εργασία προς τον σκοπόν της μετ' ευρυθμίας, τάξεως και ασφαλείας εκπληρώσεως της αποστολής αυτών ως μέσων των θαλασσίων μεταφορών. 2.Τα εν τω παρόντι κανονισμώ αναγραφόμενα ειδικά δι' έκαστον καθήκοντα δεν καθορίζονται περιοριστικώς, του πλοιάρχου δυναμένου, χάριν των εν τη προηγουμένη παραγράφω μνημονευομένων σκοπών, ν' αναθέση εις τα μέλη του πληρώματος την εκτέλεσιν και ετέρων καθηκόντων εξ εκείνων, άτινα, κατά την κοινήν ναυτικήν πείραν, ανάγονται εις την ειδικότητα και τον βαθμόν εκάστου. Άρθρον 19. Ημερολόγιον πλοίου. 1.Ο Πλοίαρχος καταβάλλει ιδιαιτέραν προσοχήν δια την ανελλιπή και λεπτομερή τήρησιν και δια την υπό των αρμοδίων Αρχών έγκαιρον θεώρησιν του ημερολογίου του πλοίου κατά τας σχετικάς διατάξεις. 2.Κατά την σύνταξιν του ημερολογίου του πλοίου συμβουλεύεται το πρόχειρον ημερολόγιον, όπερ τηρεί ο αξιωματικός φυλακής γεφύρας και το οποίον θεωρεί καθ’ εκάστην εσπέραν. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 20. Μετεωρολογικαί παρατηρήσεις. Ο Πλοίαρχος παρακολουθεί και ελέγχει την τακτικήν εκτέλεσιν μετεωρολογικών παρατηρήσεων και την ορθήν σύνταξιν παρά των αξιωματικών φυλακής γεφύρας των κατά τους οικείους κανονισμούς, ή διαταγάς του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας προβλεπομένων συναφών δελτίων και επιμελείται της δια του αξιωματικού ραδιοτηλεπικοινωνιών του πλοίου εγκαίρου διαβιβάσεώς των εις τον πλησιέστερον οικείον παράκτιον σταθμόν. Άρθρον 21. Τηλεπικοινωνίαι. 1.Ο Πλοίαρχος ως προς την εξουσίαν και τας υποχρεώσεις αυτού επί της ραδιοτηλεγραφικής υπηρεσίας του πλοίου και προσωπικού αυτής συμμορφούται προς τας διατάξεις του «Κανονισμού Ραδιοτηλεγραφικής Υπηρεσίας των Ελληνικών Εμπορικών Πλοίων» και τας σχετικάς διαταγάς της Επιθεωρήσεως Εμπορικών Πλοίων και των Λιμενικών και Προξενικών Αρχών. 2.Ο Πλοίαρχος δεν δύναται να παρεμποδίζη την επίδοσιν εις τους παραλήπτας των λαμβανομένων Ραδιοτηλεγραφημάτων, ούτε να απαγορεύη την αποστολήν τοιούτων, εκτός εάν το περιεχόμενον τούτων αντίκειται εις τους Νόμους, την Δημοσίαν Τάξιν και ασφάλειαν της χώρας ή του πλοίου ή τα χρηστά ήθη. Εις τας περιπτώσεις ταύτας υποχρεούται να καταχωρήση σχετικήν παρατήρησιν εις το ημερολόγιον του πλοίου. Άρθρον 22. Σωσίβια μέσα–Γραμμή Φορτώσεως–Μεταφορά επικινδύνων εμπορευμάτων. Ο Πλοίαρχος είναι υπεύθυνος δια την ακριβή τήρησιν των διατάξεων περί ασφαλείας της ανθρωπίνης ζωής εν θαλάσση, περί σωσιβίων μέσων περί γραμμής φορτώσεως και περί μεταφοράς επικινδύνων εμπορευμάτων και συμμορφούται απολύτως προς τας σχετικάς διατάξεις και τας διαταγάς της Επιθεωρήσεως Εμπορικών Πλοίων και των Λιμενικών και Προξενικών Αρχών. Άρθρον 23. Μυοκτονία. Ο Πλοίαρχος έχει την ευθύνην της παρακολουθήσεως των χρονικών ορίων, καθ’ α δέον να εκτελήται μυοκτονία εν τω πλοίω κατά τας υγειονομικάς διατάξεις και τας διαταγάς των Υγειονομικών Αρχών. Άρθρον 24. Συμμόρφωσις προς τας διαταγάς των Αρχών και διευκόλυνσις του έργου αυτών. 1.Ο Πλοίαρχος εν τη ημεδαπή συμμορφούται απολύτως προς τους κανονισμούς και τας κειμένας διατάξεις περί Αστυνομίας των λιμένων και Παραλίων του Κράτους, περί αστυνομίας της ναυσιπλοΐας, πλοηγίας και Εμπορικής Ναυτιλίας εν γένει και προς τας διαταγάς των αρμοδίων Αρχών και εν ελλείψει τοιούτων προς τας διαταγάς των κυβερνητών των τυχόν ορμούντων ελληνικών Πολεμικών Πλοίων, εν δε τη αλλοδαπή προς τας σχετικάς διαταγάς των Ελληνικών Προξενικών Αρχών, των Προξενικών Λιμεναρχών και των κυβερνητών των Ελληνικών Πολεμικών Πλοίων και προς τας υποδείξεις αυτών τας αφορώσας τας ανάγκας της ναυτικής υπηρεσίας ή γενικώτερα ελληνικά συμφέροντα. 2.Συμμορφούται ωσαύτως εν τη ημεδαπή προς τας διαταγάς των ναυτικών διοικητών και κυβερνητών των Ελληνικών Πολεμικών Πλοίων επί θεμάτων δι’ α ειδικαί διατάξεις παρέχουν αυτοίς δικαιοδοσίαν επί εμπορικών πλοίων. 3.Συγκεντρώνει και αναφέρει εις την Λιμενικήν ή Προξενικήν Αρχήν του πρώτου λιμένος προσεγγίσεως του πλοίου πάσαν πληροφορίαν ενδιαφέρουσαν υφ’ οιανδήποτε μορφήν το Ελληνικόν Κράτος είτε το Πολεμικόν ή εμπορικόν ναυτικόν, ως και πάσαν πληροφορίαν περί των επιβαινόντων δυναμένην να ενδιαφέρη οπωσδήποτε τας αρχάς προς λήψιν των επιβαλλομένων μέτρων. 4.Υποδέχεται και προπέμπει προσηκόντως τους επισκεπτομένους το πλοίον δι’ υπηρεσίαν προϊσταμένους των αρμοδίων Αρχών και εν γένει παρέχει προθύμως εις τα επισκεπτόμενα το πλοίον δι’ υπηρεσίαν αρμόδια κρατικά όργανα πάσαν συνδρομήν και διευκόλυνσιν προς εκπλήρωσιν των καθηκόντων των. Άρθρον 25. Απουσία εκ του πλοίου εν όρμω. 1.Ο Πλοίαρχος δεν δύναται ν’ απομακρύνηται του λιμένος, ή όρμου, ένθα ορμεί το πλοίον, άνευ αδείας του πλοιοκτήτου ή του εφοπλιστού, εκτός δια λόγους υπηρεσιακής ανάγκης. 2.Ωσαύτως δεν επιτρέπεται, ν’ απουσιάζη του πλοίου συγχρόνως μετά του Υποπλοιάρχου, εκτός εάν ουδεμία εργασία εκτελήται εν αυτώ και κρίνη ότι η ταυτόχρονος απουσία αμφοτέρων είναι επιτρεπτή. Άρθρον 26. Γεύμα. Ο Πλοίαρχος γευματίζει επί κεφαλής των Αξιωματικών του πλοίου εφ’ όσον είναι δυνατόν. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙΙ. Περί του προσωπικού καταστρώματος. Υποπλοίαρχος. Άρθρον 27. Καθήκοντα και ευθύνη εν γένει. 1.Ο Υποπλοίαρχος είναι γενικώς ο άμεσος συνεργάτης του Πλοιάρχου δια παν ό,τι αφορά το πλοίον, τους επιβαίνοντας και το φορτίον και ο νόμιμος αναπληρωτής αυτού. 2.Ειδικώς είναι ο αξιωματικός προϊστάμενος των υπηρεσιών του προσωπικού καταστρώματος, της τροφοδοσίας των διαμερισμάτων – ενδιαιτημάτων και του μαγειρείου. 3.Τελεί υπό τας αμέσους διαταγάς και τον έλεγχον του Πλοιάρχου και είναι υπεύθυνος και υπόλογος απέναντι αυτού εν τη ενασκήσει των καθηκόντων του. Άρθρον 28. Ευθύνη δια το σκάφος, τα πυροσβεστικά και τα σωσίβια μέσα αυτού. 1.Ο Υποπλοίαρχος είναι υπεύθυνος δια την καλήν συντήρησιν, στεγανότητα, ασφάλειαν, καταλληλότητα και ευπρέπειαν: α)του σκάφους και του εξαρτισμού του β)Του χειροκινήτου πηδαλίου (Emer **Stearing Gear). γ)Των πυροσβεστικών μέσων του πλοίου. δ)Πάντων εν γένει των σωστικών μέσων, των σωσιβίων λέμβων, μέσων και συσκευών και των εξαρτημάτων αυτών προς άμεσον και ασφαλή χρησιμοποίησίν των, μεριμνών άμα δια τον εφοδιασμόν των δι’ επαρκών και καταλλήλως συσκευασμένων πάσης φύσεως εφοδίων ως ταύτα καθορίζονται υπό των κατά νόμον οικείων κανονισμών και υποδείξεων (οδηγιών) της Επιθεωρήσεως Εμπορικών Πλοίων. (Αντί της σελ. 492,605(α) Σελ. 492,605(β) Τεύχος 415-Σελ. 51 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 2.Ο Υποπλοίαρχος εν συνεργασία μετά του Α΄ Μηχανικού συντάσσει το υπό του άρθρου 76 (πργρ. 2) προβλεπόμενον, δελτίον καταστάσεως δεξαμενών. Άρθρον 2. Ορισμοί. Εν τω παρόντι κανονισμώ θεωρείται ως: α)"Σκάφος", το πλοίον μετά πάντων των εξαρτημάτων και παρακολουθημάτων αυτού, εξαιρέσει της μηχανής. β)"Μηχανή", το σύνολον των κινητηρίων μηχανών και βοηθητικών μηχανημάτων, των λεβήτων και λοιπών μέσων παραγωγής της προωστικής δυνάμεως των αποθηκών καυσίμων και υλικών μηχανής, των διπυθμένων, σηράγγων και άλλων εγκαταστάσεων εντός του μηχανοστασίου και λεβητοστασίου και υπέρ και υπ αυτά. γ)"Πλοίον", το σκάφος και η μηχανή. δ)"Γενικαί Υπηρεσίαι", η των ραδιοτηλεπικοινωνιών, η της τροφοδοσίας η των διαμερισμάτων - ενδιαιτημάτων και η του μαγειρείου. ε)"Ανώτερον προσωπικόν του πλοίου" ο πλοίαρχος και οι λοιποί αξιωματικοί. στ)"Πλοίαρχος" ο ενασκών την διακυβέρνησιν του πλοίου. ζ)"Αξιωματικοί" οι κεκτημένοι δίπλωμα Εμπορικού Ναυτικού ως και εις αντιστοίχους θέσεις ναυτολογημένοι εν τω πλοίω. η)"Κατώτερον προσωπικόν του πλοίου", οι δόκιμοι αξιωματικοί, οι ναύκληροι, ξυλουργοί, ηλεκτρολόγοι, αρχιθερμασταί, αντλιωροί, λιπανταί, μηχανοδηγοί, τροφοδόται, θαλαμηπόλοι, μάγειροι ναύται, ναυτόπαιδες, θερμασταί, χειρισταί, καθαρισταί, μαθητευόμενοι μηχανής, βοηθοί θαλαμηπόλου και μαγείρου. θ)«Πλήρωμα», οι αξιωματικοί πλην του πλοιάρχου και το κατώτερον προσωπικόν του πλοίου. ι)«Προσωπικόν του πλοίου» ο πλοίαρχος και το πλήρωμα. (Αντί της σελ. 492,601) Σελ. 492,601(α) Τεύχος 415-Σελ. 47 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.1-2 ια)"Επιβάτης", παν πρόσωπον εξ οιασδήποτε αιτίας επιβαίνον του πλοίου και μη ανήκον εις το προσωπικόν αυτού. ιβ)"Επιβαίνοντες", το προσωπικόν του πλοίου και οι επιβάται. ιγ)"Εμπόρευμα", παν πράγμα μεταφερόμενον δια του πλοίου και μη ανήκον εις την αποσκευήν ή τα εφόδια του πλοίου ή του προσωπικού αυτού. ιδ)"Φορτηγόν", το πλοίον όπερ λόγω της διασκευής και της διαρρυθμίσεως αυτού εν γένει είναι προωρισμένον κυρίως δια την μεταφοράν εμπορευμάτων. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ Περί του προσωπικού του πλοίου. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι. Κατανομή - Προσωπικού. Άρθρον 29. Ευθύνη δια το προσωπικόν καταστρώματος. 1.Ο Υποπλοίαρχος κατανέμει το προσωπικόν καταστρώματος και το προσωπικόν των υπηρεσιών τροφοδοσίας, διαμερισμάτων και μαγειρείου εις τας διαφόρους εργασίας και είναι υπεύθυνος δια την εργασίαν, απόδοσιν, συμπεριφοράν, εμφάνισιν, διαγωγήν, πειθαρχίαν, και καλήν εν γένει διοίκησιν αυτού. 2.Ακούει προθύμως και θεραπεύει κατά το δυνατόν παν εύλογον παράπονον υποβαλλόμενον αυτώ εκ μέρους των υφισταμένων του. 3.Τηρεί μητρώον όλων των μελών του πληρώματος μετά λεπτομερών στοιχείων ταυτότητος, διαμονής, αριθμού Μητρώου Εργατών θαλάσσης, χρονολογιών και τόπων ναυτολογήσεως και απολύσεων προς διευκόλυνσιν των εκάστοτε εκδιδομένων πιστοποιητικών των ναυτικών ή διερεύνησιν υποθέσεών των. Άρθρον 30. Υγιεινή – Καθαριότης – Τροφοδοσία – Ψυχαγωγία. 1.Ο Υποπλοίαρχος εξασφαλίζει την εκτέλεσιν των υπό του Πλοιάρχου διαταχθέντων μέτρων σχετικώς προς την υγιεινήν, καθαριότητα, τροφοδοσίαν και ψυχαγωγίαν εν τω πλοίω. 2.Προΐσταται της υγειονομικής υπηρεσίας του πλοίου και μεριμνά: α)Δια την τήρησιν των όρων υγιεινής και καθαριότητος των διαμερισμάτων ενδιαιτήσεως των επιβαινόντων, των σκευών και ειδών κατακλίσεως αυτών, του μαγειρείου, εστιατορίου, των τροφαποθηκών, δεξαμενών ποσίμου ύδατος, λουτήρων, πλυντηρίων, αποχωρητηρίων και αναφέρει εις τον Πλοίαρχον τας υφισταμένας ελλείψεις και τα επιβαλλόμενα μέτρα. β)Όπως υπάρχη πάντοτε επί του πλοίου το αναγκαιούν κατά τον οικείον κανονισμόν της Επιθεωρήσεως Εμπορικών Πλοίων φαρμακευτικόν και υγειονομικόν υλικόν προς παροχήν πρώτων βοηθειών όπερ διαχειρίζεται τηρών βιβλίον εισαγωγής και καταναλώσεως αυτού, και υποβάλλει εις τον πλοίαρχον προ του κατάπλου του πλοίου πίνακα των εις είδος και ποιότητα αναγκαιούντων εκ τούτων. γ)Δια την κατά τας περιστάσεις, απολύμανσιν των διαμερισμάτων του πλοίου. δ)Δια τη παροχήν πρώτων βοηθειών εις τους ασθενείς ή τραυματισθέντας εκ των επιβαινόντων και την σύνταξιν εάν υφίσταται ανάγκη, δελτίου συμπτωμάτων, όπερ υποβάλλει εις τον Πλοίαρχον προς έγκρισιν, δια την δια του ασυρμάτου μεταβίβασιν προς σταθμόν ξηράς ή πλοίου, εφ’ ου επιβαίνει ιατρός, προς παροχήν οδηγιών κατά τα εν άρθρω 10 του παρόντος κανονισμού οριζόμενα. Σελ. 492,606(β) Τεύχος 415-Σελ. 52 3.Επιμελείται βοηθούμενος υπό του Ανθυποπλοιάρχου της λειτουργίας της βιβλιοθήκης του πλοίου και της οργανώσεως μέσων ψυχαγωγίας του πληρώματος (ραδιόφωνον, ραδιογραμμόφωνον, κινηματογραφικαί προβολαί, τηλεόρασις, έτερα τεχνικά παίγνια κλπ.) εισηγούμενος εις τον Πλοίαρχον τας ενδεικνυομένας προς τον σκοπόν τούτον ενεργείας. Άρθρον 31. Αστυνομία – Τάξις – Ασφάλεια. 1.Ο Υποπλοίαρχος ασκεί την αστυνομίαν εν τω πλοίω και υποχρεούται να λαμβάνη πάντα τα ενδεικνυόμενα κατά τας περιστάσεις νόμιμα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα προς διατήρησιν της τάξεως και ασφαλείας εν τω πλοίω και ν’ αναφέρη περί των ενεργειών του εις τον Πλοίαρχον. 2.Υπό την ιδιότητά του ταύτην ο Υποπλοίαρχος βοηθούμενος υπό των λοιπών αξιωματικών προϊσταμένων Υπηρεσιών του πλοίου ασκεί πάντα έλεγχον προς πρόληψιν επιβιβάσεως και αποκρύψεως εν τω πλοίω λαθρεπιβατών, υπόπτων ή ανεπιθυμήτων προσώπων και λαθρεμπορικών ειδών και απασχολήσεως των επιβαινόντων εις απηγορευμένα τυχηρά παίγνια. Άρθρον 32. Καθημερινή επιθεώρησις σκάφους. 1.Ο Υποπλοίαρχος ενεργεί καθ’ εκάστην αυτοπροσώπως επιθεώρησιν του σκάφους εσωτερικώς και εξωτερικώς και βεβαιούται ότι τα πάντα είναι εν τάξει και ότι τηρούνται τα ενδεικνυόμενα μέτρα προστασίας των εργαζομένων και των επιβαινόντων εν γένει του πλοίου (εξ ολισθήσεων, καταπτώσεων, τραυματισμών, αναθυμιάσεων δηλητηριωδών αερίων, ηλεκτρικών εκκενώσεων κλπ.). 2.Περί της επιθεωρήσεως ταύτης αναφέρει εις τον Πλοίαρχον συμβουλευόμενος αυτόν ως προς τας εργασίας της επομένης ημέρας. Άρθρον 33. Προετοιμασία προς άπαρσιν ή αγκυροβολίαν 1.Ο Υποπλοίαρχος μεριμνά δια την έγκαιρον προετοιμασία του πλοίου προς άπαρσιν ή αγκυροβολίαν, ιδία δε όπως αι άγκυραι, τα βαρούλκα αυτών και τα μέσα προσδέσεως είναι έτοιμα προς χρήσιν, εις τρόπον ώστε να εκτελούνται αμέσως αι σχετικαί διαταγαί του πλοιάρχου. 2.Επικειμένου του απόπλου επιμελείται του ασφαλούς κλεισίματος των στεγανών θυρών και ανοιγμάτων των κυτών, της διευθετήσεως φορτωτήρων ανεμοδόχων, εξαεριστήρων, ως και της στερεώσεως αγκυρών και των επί του καταστρώματος παντοειδών αντικειμένων και ειδών εξαρτισμού. Άρθρον 34. Επιμέλεια πρώρας. Ο Υποπλοίαρχος κατά την άπαρσιν και αγκυροβολίαν παρίσταται και διευθύνει την εργασίαν εις πρώραν, τελών εν συνεχεί επαφή μετά της γεφύρας και ων έτοιμος να παράσχη εις τον Πλοίαρχον και τον πλοηγόν πάσαν πληροφορίαν και να εκτελέση τας εντολάς των. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 35. Προφυλάξεις εν όρμω. Ο Υποπλοίαρχος κατά την εν όρμω παραμονήν του πλοίου: α)Επιβλέπει την ασφαλή όρμισιν του πλοίου κατά δε τας φορτοεκφορτώσεις παρακολουθεί ιδιαιτέρως την έντασιν των μέσων προσδέσεως. β)Μεριμνά δια τον ευπρεπισμόν (νετάρισμα) των συστροφών (βερίνων) των αλύσεων των αγκυρών. γ)Βεβαιούται εν κακοκαιρία ότι ελήφθησαν τα κατάλληλα μέτρα προετοιμασίας προσωπικού και υλικού προς ταχείαν παρέασιν (λασκάρισμα) αλύσεως ή προς αγκυροβολίαν των διαθεσίμων αγκυρών ή προς πρόσδεσιν σχοινίων ή ενίσχυσιν τούτων. δ)Έχει, εν απουσία ή κωλύματι του Πλοιάρχου, την επαγρύπνησιν και ευθύνην δια την ασφάλειαν του πλοίου και ως εκ τούτου την εξουσίαν να δίδη διαταγάς κατ’ ιδίαν πρωτοβουλίαν και κρίσιν δια την αφήν των πυρών ή οιανδήποτε προετοιμασίαν ή κίνησιν της μηχανής ή εκτέλεσιν χειρισμών ή πάσαν άλλην επιβεβλημένην υπό της ναυτικής τέχνης και εμπειρίας ενέργειαν, εις τας οποίας πάντες ανεξαιρέτως οφείλουν υπακοήν. ε)Εν περιπτώσει δεξαμενισμού του πλοίου παρακολουθεί βοηθούμενος υπό του Ανθυποπλοιάρχου την εις τα ύφαλα εργασίαν και μετά το πέρας αυτής διαπιστώνει αυτοπροσώπως το κλείσιμον των πωμάτων των διπυθμένων και την καλήν κατάστασιν του βυθομέτρου. Άρθρον 36. Προφυλάξεις εν πλω. Ο Υποπλοίαρχος διαρκούντος του πλου: α)Βεβαιούται εν κακοκαιρία ότι αι καθέκται (καπάκια) των καθόδων (κουβουσιών), τα πώματα των στομίων των κυτών και τα αδιάβροχα καλύμματα αυτών ετέθησαν εις τας θέσεις των και εστερεώθησαν καλώς. β)Απαγορεύει το άνοιγμα των θυρίδων, παραφωτίδων, αναφωτίδων και κυτών άνευ αδείας του. γ)Επιβλέπει την ακριβή εκτέλεσιν των διαταγών του Πλοιάρχου των σχετικών με τον αερισμόν του φορτίου και το άνοιγμα και κλείσιμον των στεγανών θυρών. δ)Ελέγχει την ασφαλή τοποθέτησιν των πωμάτων των σωλήνων μετρήσεως υδροσυλλεκτών, των δεξαμενών ποσίμου ύδατος και καυσίμων, ως και των λήψεων αυτών. ε)Ελέγχει, εάν τα διάφορα μέσα προς σβέσιν πυρκαϊάς ή κράτησιν διαρροών είναι πάντοτε εις καλήν κατάστασιν και έτοιμα, όπως τεθώσιν εις ενέργειαν. Άρθρον 37. Επιμέλεια φορτοεκφορτώσεων. Ο Υποπλοίαρχος έχει την γενικήν επιμέλειαν των φορτοεκφορτώσεων και προς τούτο: α)Ενημερούται, εκ του σχεδιαγράμματος εσωτερικής διαρρυθμίσεως του πλοίου, περί της χωρητικότητος εκάστου κύτους και των όρων ευσταθείας του πλοίου. β)Καταρτίζει το σχέδιον φορτώσεως ή εκφορτώσεως και θέτει τούτο υπ’ όψιν του Πλοιάρχου προς έγκρισιν. γ)Μεριμνά όπως το πλοίον άμα τω πέρατι της αγκυροβολίας είναι έτοιμον δια τας εργασίας της φορτοεκφορτώσεως. δ)Εξετάζει, προ της παραλαβής του φορτίου, πάντα τα κύτη και δεξαμενάς, ένθα τούτο πρόκειται να τοποθετηθή, ίνα βεβαιωθή περί της καταλληλότητός των από απόψεως καθαρισμού, προλήψεως διαρροής ή απωλείας φορτίου και κανονικής λειτουργίας απάντων των εξυπηρετούντων το φορτίον συστημάτων αερισμού, ψύξεως, θερμάνσεως κλπ. και περί της καλής καταστάσεως και κανονικής λειτουργίας διπυθμένων, υδροσυλλεκτών, σωληνώσεων κυτών, συστήματος απαντλήσεων κλπ. ε)Βεβαιούται περί της καλής καταστάσεως και της κανονικής λειτουργίας του συστήματος, φορτοεκφορτώσεως (βαρούλκα, φορτωτήρες, εξαερισμός αυτών, αντλίαι, βαλβίδες, σωληνώσεις συστήματος μεταλλικών καλυμμάτων κυτών κλπ.). στ)Διαπιστώνει ότι ελήφθησαν τα εκάστοτε ενδεικνυόμενα μέτρα αερισμού, φωτισμού και ασφαλείας εν γένει της εργασίας εις τρόπον ώστε οι κατά την διάρκειαν της ημέρας ή νυκτός εργαζόμενοι να ασφαλίζωνται πλήρως εκ παντός κινδύνου δυναμένου να προέλθη εκ θραύσεως, εμπλοκής, αποσυνδέσεως ή πλημμελούς εν γένει λειτουργίας του συστήματος φορτοεκφορτώσεως, ανεπαρκούς φωτισμού, αερισμού κλπ. ζ)Συνεννοείται μετά του Α΄ Μηχανικού ή του αξιωματικού φυλακής μηχανής δια την έγκαιρον παραγωγήν και επάρκειαν του αναγκαιούντος δια την φορτοεκφόρτωσιν ατμού ή ηλεκτρικού ρεύματος ή πεπιεσμένου αέρος. Προς άρσιν πάσης τυχόν αναφυομένης εν προκειμένω διαφωνίας, αναφέρεται εις τον Πλοίαρχον. Άρθρον 3. Ιεραρχία-Διαίρεσις του πληρώματος εις κλάδους. 1.Επί κεφαλής της ιεραρχίας του προσωπικού του πλοίου είναι τεταγμένος ο πλοίαρχος, υπό την εξουσίαν και διοίκησιν του οποίου τελεί άπαν το πλήρωμα. 2.Το πλήρωμα διαιρείται κατά κλάδους εις: Α' Προσωπικόν Καταστρώματος. Β' Προσωπικόν Μηχανής. Γ' Προσωπικόν γενικών υπηρεσιών, διακρινόμενον εις προσωπικόν. α)υπηρεσίας ραδιοτηλεπικοινωνιών. β) " τροφοδοσίας. γ) ''' διαμερισμάτων – ενδιαιτημάτων. δ) ''' μαγειρείου. 3.Η ιεραρχία του πληρώματος καθορίζεται κατά κλάδους ως ακολούθως: Α' Αξιωματικοί. Καταστρώματος: Υποπλοίαρχος Ανθυποπλοίαρχος. Μηχανής: Α' Μηχανικός Α'-Β' Μηχανικός Β' Μηχανικός Γ' Μηχανικός Ψυκτικός Μηχανικός Γενικών Υπηρεσιών: Α' αξιωματικός ραδιοτηλεπικοινωνιών. Β' αξιωματικός ραδιοτηλεπικοινωνιών. Β'.Κατώτερον προσωπικόν Δόκιμοι Αξιωματικοί: Καταστρώματος: Δόκιμος Πλοίαρχος. Μηχανής: Δόκιμος Μηχανικός. Τεχνικών Υπηρεσιών: Δόκιμος Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών. Σελ. 492,602(α) Τεύχος 415-Σελ. 48 Υπαξιωματικοί Καταστρώματος Μηχανής Γενικών Υπηρεσιών Ναύκληρος Αρχιθερμαστής Τροφοδότης Ξυλουργός Α' Μηχανοδηγός Θαλαμηπόλος Αντλιώρος Ηλεκτρολόγος Μάγειρος Λιπαντής Β' Μηχανοδηγός Ναυτοθερμασταί - Βοηθοί Ναύτης Θερμαστής Βοηθός Θαλαμηπόλου Ναυτόπαις Χειριστής Βοηθός Μαγείρου Καθαριστής Μαθητευόμενος Μηχανής ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙ. Περί του Πλοιάρχου. Άρθρον 38. Υλικά σκάφους. Ο Υποπλοίαρχος κρατεί τας κλείδας της αποθήκης υλικών σκάφους και παρίσταται κατά την παραλαβήν των υλικών τούτων, αναφέρει εις τον Πλοίαρχον πάσαν έλλειψιν ή βλάβην, επιβλέπει την παράδοσιν υλικών και εργαλείων δια τας εργασίας του σκάφους και προσέχει να μη γίνεται σπατάλη αυτών. Προς τούτο τηρεί «βιβλίον υλικών σκάφους» εις ο εγγράφει κατ’ είδος και ποσότητα τα εισαγόμενα υλικά και την δι’ εκάστην εργασίαν κατανάλωσιν αυτών, υποβάλλει δε τούτο προς θεώρησιν, εις τον Πλοίαρχον. Άρθρον 39. Κίνδυνος – Εγκατάλειψις του πλοίου. 1.Ο Υποπλοίαρχος εν περιπτώσει κινδύνου του πλοίου, εξ οιασδήποτε αιτίας, απασχολείται αποκλειστικώς εις την τήρησιν της τάξεως και εις την προσπάθειαν αποδόσεως του μεγαλυτέρου δυνατού έργου δια των μέσων του πλοίου. 2.Εάν ο Πλοίαρχος διατάξη την εγκατάλειψιν του πλοίου, διευθύνει την κίνησιν ταύτην, αρχόμενος από των ασθενών και πληγωμένων, των γυναικοπαίδων και των γερόντων. 3.Εκτός εναντίας διαταγής δεν εγκαταλείπει το πλοίον ειμή τελευταίος προ του Πλοιάρχου. Άρθρον 40. Απουσία εκ του πλοίου εν όρμω. Ο Υποπλοίαρχος εν όρμω δεν δύναται να απουσιάζη του πλοίου, ειμή μόνον κατόπιν εγκρίσεως του Πλοιάρχου. Ανθυποπλοίαρχος. Άρθρον 41. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο Ανθυποπλοίαρχος είναι ο άμεσος βοηθός του Υποπλοιάρχου εις παν ό,τι αφορά την υπηρεσίαν του σκάφους, την ναυσιπλοΐαν και το φορτίον εργαζόμενος υπό τον έλεγχον τούτου, εκτελών άμα και τα υπό των επομένων άρθρων, προβλεπόμενα δι’ αυτόν ειδικά καθήκοντα. 2.Εις ας περιπτώσεις αι περί συνθέσεως πληρώματος διατάξεις δεν προβλέπουν ναυτολόγησιν Ανθυποπλοιάρχου, τα καθήκοντα τούτου εκτελούνται παρά του Υποπλοιάρχου. 3.Τα καθήκοντα του Ανθυποπλοιάρχου κατανέμονται υπό του Πλοιάρχου μεταξύ πλειόνων Ανθυποπλοιάρχων, συνυπηρετούντων τυχόν επί του πλοίου. (Αντί της σελ. 492,607) Σελ. 492,607(α) Τεύχος 415-Σελ. 53 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 Άρθρον 42. Επιμέλεια γεφύρας. Ο Ανθυποπλοίαρχος επιμελείται: α)Της καλής καταστάσεως, συντηρήσεως, ρυθμίσεως και προετοιμασίας εν γένει προς άμεσον χρήσιν πάντων των ναυτιλιακών και ηλεκτρονικών εν γένει μηχανημάτων και οργάνων. Ειδικώτερον μεριμνά δια την ανάτασιν (κούρδισμα) των χρονομέτρων και λοιπών ωρολογίων του σκάφους ως και δια την ρύθμισιν των τελευταίων ώστε να δεικνύουν την ακριβή ώραν ζώνης. β)Της καλής καταστάσεως συντηρήσεως, προετοιμασίας και λειτουργίας των πηδαλιουχικών μηχανημάτων, βοηθούμενος υπό του ξυλουργού και τούτου ελλείποντος υπό του ναυκλήρου, πάντοτε δε εν συνεργασία μετά του Α΄ Μηχανικού ενημερώνων σχετικώς τον Υποπλοίαρχον. γ)Της ενημερώσεως, φυλάξεως και ταξινομήσεως των ναυτικών χαρτών, βιβλίων και ναυτιλιακών εν γένει οδηγιών ή βοηθημάτων (αστρονομικών εφημερίδων, φαροδεικτών, πινακιδίων παρεκτροπών πυξίδος, παλιρροιών, ρευμάτων κλπ.) τηρών και τα σχετικά βιβλία απογραφής και ευρετήριον ναυτικών χαρτών. δ)Της τάξεως και καθαριότητος εις το οιακιστήριον, τον θαλάμον χαρτών και την γέφυραν εν γένει. Άρθρον 43. Επιμέλεια πρύμνης και κλιμάκων. 1.Ο Ανθυποπλοίαρχος έχει υπό τον αποκλειστικόν του έλεγχον και επιμέλειαν τα πρυμναία άρμενα και σύσκευα, κατά δε την πρυμνοδέτησιν, παραβολήν ή απομάκρυνσιν του πλοίου εκ προβλητών κρηπιδωμάτων κλπ., παρίσταται και διευθύνει την εργασίαν εις την πρύμνην τελών εν συνεχεί επαφή μετά της γεφύρας και ων έτοιμος να παράσχη εις τον Πλοίαρχον ή τον Πλοηγόν πάσαν πληροφορίαν ή να εκτελέση τας διαταγάς του. 2.Ευθύνεται δια την ασφαλή και προσήκουσαν καθαίρεσιν και ανακρέμασιν των κλιμάκων επικοινωνίας του πλοίου μετά της ξηράς ή πλωτών μέσων προς πρόληψιν ατυχημάτων. Άρθρον 44. Επιμέλεια φανών και πυροτεχνημάτων. Ο Ανθυποπλοίαρχος επιμελείται της καλής καταστάσεως και συντηρήσεως των πλοϊκών και αγκυροβολίας φανών, των φανών κλιμάκων και κυτών, των κοινών και μηχανικών (μετ’ αυταναφλέκτου φωτισμού ή αυτομάτου συρρίκτρας) σωσιβίων, των σκυταλίδων, βεγγαλικών και πυροτεχνημάτων εν γένει και των αμοιβών αυτών, ιδία δε των αμοιβών πλοϊκών φανών, οίτινες δέον να είναι ανά πάσαν στιγμήν έτοιμοι προς άμεσον χρησιμοποίησιν. Άρθρον 45. Επιμέλεια πυροσβεστικών και σωστικών μέσων. 1.Ο Ανθυποπλοίαρχος δέον να γνωρίζη πλήρως τον τρόπον χρησιμοποιήσεως των διατιθεμένων εν τω πλοίω αναπνευστικών συσκευών και πυροσβεστικών μέσων, μεριμνά δε υπό τας οδηγίας και τον έλεγχον του Υποπλοιάρχου δια την καλήν τούτων λειτουργίαν και συντήρησιν. Σελ. 492,608(α) Τεύχος 415-Σελ. 54 2.Επιμελείται του υλικού των λέμβων και των εφολκίων εν γένει και βεβαιούται ότι τούτο είναι πλήρες. Μεριμνά επίσης όπως πάσαι αι λέμβοι έχουσι πλήρη και εν καλή καταστάσει προς άμεσον χρήσιν τα εξαρτήματα και εφόδια εν γένει, ως ταύτα υπό των κατά νόμον οικείων κανονισμών και των οδηγιών της Επιθεωρήσεως Εμπορικών Πλοίων καθορίζονται. Άρθρον 46. Επιμέλεια διακριτικών ενδείξεων. Ο Ανθυποπλοίαρχος επιμελείται του χρωματισμού και της καλής καταστάσεως των επί του σκάφους, των εξαρτημάτων και παρακολουθημάτων αυτού εγχρώμων διακριτικών στοιχείων και ενδείξεων, ήτοι του ονόματος του πλοίου, του λιμένος και αριθμού νηολογήσεως, της γραμμής φορτώσεως, των κλιμάκων βυθίσματος, της αριθμολογήσεως των εφολκίων, του μεγίστου αριθμού των επιβατών επί των σωσιβίων λέμβων, σχεδιών και πλευστικών συσκευών και της τηρήσεως των σχετικών οδηγιών χρησιμοποιήσεως αυτών. Άρθρον 47. Επιμέλεια μέσων συνεννοήσεως και σημαιών. Ο Ανθυποπλοίαρχος επιμελείται: α)Της καλής καταστάσεως, λειτουργίας και συντηρήσεως πάντων των υπό του πλοίου διατιθεμένων ηχητικών ή οπτικών μέσων συνεννοήσεως και ενδοσυνεννοήσεως, ως και των ειδικών σημάτων και φανών CHRISTMAS LIGHTS) διάπλου διωρύγων. β)Της εγκαίρου επάρσεως και υποστολής της Εθνικής σημαίας, των σημάτων απόπλου, υδρεύσεως, αιτήσεως πλοηγού και παντός εν γένει σήματος ή σημαιοστολισμού, ούτινος ήθελε διαταχθή η έπαρσις ή η υποστολή. γ)Της τάξεως, ευπρεπείας, και φυλάξεως των σημαιών και σημάτων. Άρθρον 4. Εξουσία και ευθύνη εν γένει. 1.Ο πλοίαρχος είναι ο κυβερνήτης και διοικητής του πλοίου. 2.Έχει εξουσίαν επί παντός επιβαίνοντος. 2.Είναι υπεύθυνος δια την καλήν διοίκησιν και την ασφάλειαν του πλοίου, των επιβαινόντων και του φορτίου ως και δια την εν αυτώ ευταξίαν, δικαιούμενος χάριν της ασφαλείας τούτων ή εν περιπτώσει ανάγκης, όπως, εν παντί χρόνω, διατάξη και επιβάλη παν ό,τι η ναυτική τέχνη, η ειδική αυτού πείρα και οι νόμοι και οι κανονισμοί επιβάλλουν, δυνάμενος, εφ' όσον κρίνει τούτο αναγκαίον, να ζητήση την γνώμην του Α' μηχανικού και του Υποπλοιάρχου. Η ενάσκησις της εξουσίας ταύτης απόκειται εις τη απόλυτον κρίσιν του πλοιάρχου υποχρέου εις λογοδοσίαν δια κατάχρησιν εξουσίας μόνον ενώπιον των αρμοδίων Αρχών. 4.Είναι υπεύθυνος απέναντι του Κράτους δια την καλήν και ακριβή τήρησιν των περί εμπορικής ναυτιλίας διατάξεων και δια την εκτέλεσιν των διαταγών των αρμοδίων Αρχών, απέναντι δε του πλοιοκτήτου και παντός ενδιαφερομένου δια παν ό,τι γίνεται εν τω πλοίω και αφορά τα συμφέροντα αυτών. 5.Οφείλει να εξασφαλίζει την τήρησιν των νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών και την εκτέλεσιν των διαταγών των αρμοδίων ημεδαπών και αλλοδαπών Αρχών και των διαταγών του, μη καλυπτόμενος δια των ευθυνών τας οποίας υπέχουν απέναντι αυτού οι υφιστάμενοί του, υπέχων ευθύνην εάν παραλείψη να δώση τας επιβαλλομένας εις εκάστην περίπτωσιν διαταγάς. Άρθρον 48. Υποχρεώσεις έναντι των Αρχών και Πλοηγών. 1.Ο Ανθυποπλοίαρχος βοηθεί τον Πλοίαρχον εις την κατά νόμον συγκρότησιν και μεταβολάς του πληρώματος, την θεώρησιν και παραλαβήν των ναυτιλιακών εγγράφων και εν γένει εις την εκπλήρωσιν των υποχρεώσεών του έναντι των Αρχών. 2.Ο Ανθυποπλοίαρχος συνοδεύει τον επιβιβαζόμενον ή αποβιβαζόμενον πλοηγόν. Άρθρον 49. Μυοκτονία. Ο Ανθυποπλοίαρχος μεριμνά υπό τας οδηγίας του Υποπλοιάρχου δια την έγκαιρον προετοιμασίαν του πλοίου προς εκτέλεσιν της μυοκτονίας. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Δόκιμος Πλοίαρχος. Άρθρον 50. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο υπηρετών επί του πλοίου Δόκιμος Πλοίαρχος, έχει τα κάτωθι καθήκοντα: α)Ασκείται υπό την επίβλεψιν των Υποπλοιάρχου και Ανθυποπλοιάρχου εις παν ό,τι αφορά την υπηρεσίαν σκάφους και την ναυσιπλοΐαν. β)Λαμβάνει μέρος εις τας φυλακάς ως βοηθός του Αξιωματικού Φυλακής γεφύρας, απαγορευομένης απολύτως της αναθέσεως εις αυτόν οιασδήποτε υπευθύνου εργασίας γεφύρας γ)Μετέχει ενεργώς πασών των εργασιών σκάφους αναλόγως του βαθμού εμπειρίας και προσαρμογής του εις το ναυτικόν επάγγελμα. δ)Εκτελεί τας εν άρθρω 46 σημάνσεις των διακριτικών ενδείξεων υπό τον έλεγχον και κατά τας οδηγίας του Ανθυποπλοιάρχου. ε)Εκτελεί τας παρά του Πλοιάρχου ανατιθεμένας εις αυτόν γραφικάς εργασίας ή καταμετρήσεις παραλαμβανομένου ή παραδιδομένου γενικού φορτίου. στ)Βοηθεί τον Πλοίαρχον εις την εκπλήρωσιν των υποχρεώσεών του έναντι των Αρχών. 2.Ο Δόκιμος Πλοίαρχος δέον όπως, δια την επίλυσιν οιασδήποτε τεχνικής φύσεως απορίας του, απευθύνεται προς τους εν τω πλοίω υπηρετούντας αξιωματικούς καταστρώματος. Ούτοι υποχρεούνται όπως και εξ ιδίας των εισέτι πρωτοβουλίας επωφελούνται οιασδήποτε παρουσιαζομένης καταλλήλου ευκαιρίας προς παροχήν εις τον Δόκιμον Πλοίαρχον πάσης χρησίμου τεχνικής διευκρινίσεως ή επεξηγήσεως δια την όσον το δυνατόν πληρεστέραν αυτού επαγγελματικήν κατάρτισιν. Άρθρον 51. Συσσίτια – Ενδιαίτησις. Ο Δόκιμος αξιωματικός συσσιτεί εν τω εστιατορίω των αξιωματικών, ενδιαιτάται δε εις ιδιαίτερον κοιπωνίσκον ή διαμέρισμα δοκίμων αξιωματικών, εφ’ όσον διατίθεται εν τω πλοίω, επιμελούμενος αυτοπροσώπως της καθαριότητος τούτου. Ναύκληρος. Άρθρον 52. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο ναύκληρος είναι ο υπαξιωματικός υπόλογος δια την υπηρεσίαν καταστρώματος και το κατώτερον προσωπικόν αυτής. 2.Τελεί υπό τας διαταγάς και τον έλεγχον του Υποπλοιάρχου και βοηθεί τούτον: α)Εις την άσκησιν των κατά το άρθρον 31 καθηκόντων του. β)Εις την διατήρησιν της πειθαρχίας του κατωτέρου προσωπικού καταστρώματος. γ)Εις την εξασφάλισιν της καθαριότητος και ευπρεπείας των κοινοχρήστων χώρων (λουτήρων, νιπτήρων, πλυντηρίων, αποχωρητηρίων) και διαμερισμάτων ενδιαιτήσεως του ως άνω προσωπικού. δ)Εις την εσωτερικήν και εξωτερικήν συντήρησιν και καθαριότητα του σκάφους, των καταστρωμάτων, του προστέγου, μεσοστέγου και επιστέγου. 3.Κατανέμει κατά τας οδηγίας του Υποπλοιάρχου το κατώτερον προσωπικόν καταστρώματος εις τας ειδικάς εργασίας ας οφείλει να εκτελέση είς έκαστος και καθοδηγεί τούτο, ώστε η εργασία να εκτελήται καλώς, ταχέως, συμφώνως προς τους υπό των οικείων διατάξεων ή της ναυτικής εμπειρίας επιβαλλομένους κανόνας προστασίας της ζωής και της ακεραιότητος των επιβαινόντων του πλοίου και με πάσαν δυνατήν οικονομίαν. Επιμελείται της εγκαίρου προσελεύσεως των μελών του κατωτέρου προσωπικού καταστρώματος εις την εργασίαν των και όπως μη παρατηρήται αδικαιολόγητος εξ αυτής απομάκρυνσις είτε οκνηρία περί την εκτέλεσίν της ή οιαδήοπτε αταξία ή παρεκτροπή αναφέρων περί τούτων εις τον Υποπλοίαρχον. Σημαίνει δια των κεκανονισμένων σημάνσεων την έναρξιν και παύσιν της εργασίας μετά δε το πέρας ταύτης, μεριμνά δια την περισυλλογήν των εργαλείων, υλικών και λοιπών αντικειμένων και δια την σάρωσιν και ευπρεπισμόν των χώρων της εργασίας και εν γένει του σκάφους. 4.Ο ναύκληρος επιμελείται μετά ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος της επαγγελματικής καταρτίσεως των ναυτοπαίδων. 5.Βοηθεί τους αξιωματικούς καταστρώματος κατά την παραλαβήν, στοιβασίαν και παράδοσιν του φορτίου. 6.Μεριμνά εν όρμω δια την τοποθέτησιν χοανών εις τα πρυμνήσια, εάν δε το πλοίο είναι παραβεβλημένον εις πάντα τα σχοινία προσδέσεως αυτού και δια την έγκαιρον αφήν (άναμμα) των κεκανονισμένων φανών αγκυροβολίας. 7.Δια τας εκτελουμένας εν τω πλοίω μερίμνη του εργασίας ζητεί τας τυχόν αναγκαίας οδηγίας παρά του Υποπλοιάρχου. 8.Εκτελεί τον καθαρισμόν και διευθέτησιν του Κοιτωνίσκου του. 9.Εφ’ όσον υπό της οργανικής συνθέσεως του πλοίου δεν προβλέπεται θέσις ξυλουργού τα καθήκοντα αυτού εκτελούνται υπό του Ναυκλήρου. Επίσης εν απουσία ή κωλύματι του ξυλουργού αναπληροί τούτον ο Ναύκληρος. Άρθρον 53. Επίβλεψις μηχανημάτων αγκυροβολίας. 1.Ο ναύκληρος επιβλέπει ιδιαίτερα τα μηχανήματα αγκυροβολίας, τας αγκύρας και τας αλύσεις. 2.Όταν το πλοίον είναι αμφιδετημένον (δέσιμο μουστάκι), παρακολουθεί τας συστροφάς των αλύσεων των αγκυρών και αναφέρει τας παρατηρήσεις του εις τον Υποπλοίαρχον και τον αξιωματικόν φυλακής καταστρώματος. 3.Μεριμνά δια την στερέωσιν των αγκυρών κατά τον πλουν ή δια την αποστερέωσίν των προ του κατάπλου εις το αγκυροβόλιον. Άρθρον 54. Επίβλεψις ιστών, κεραιών και εξαρτισμού. Ο ναύκληρος επιβλέπει την ευθέτησιν των ιστών, κεραιών και του εξαρτισμού εν γένει και φροντίζει μετά προσοχής όπως πάντα τα εξάρτια και αγόμενα, εξ ων εξαρτάται ή ασφάλεια των εργαζομένων, ευρίσκωνται εν καλή καταστάσει. Άρθρον 55. Επίβλεψις λέμβων και εφολκίων. 1.Μεριμνά δια την εν πλώ και εν όρμω καλήν και ασφαλή τοποθέτησιν των λέμβων, κρεμαστών ή μη και εξασφαλίζει την συντήρησιν και στεγανότητα αυτών. 2.Μεριμνά δια την καλήν κατάστασιν προς άμεσον χρήσιν των μηχανημάτων ανακρεμάσεως των λέμβων και εφολκίων εν γένει και των εξαρτίων και αγομένων αυτών, οίον επωτίδων (καπονιών), υποστατών (μόρσων), εντρόχων (μπασκετών), τροχίλων (μακαράδων), συσπάστων (παλάγγων), σχοινίων. Άρθρον 56. Επίβλεψις ρυμουλκίων, σχοινίων και συρμάτων. Ο ναύκληρος επιβλέπει την εν καλή καταστάσει διατήρησιν των ρυμουλκών, σχοινίων, συρμάτων και των εξαρ(Αντί της σελ. 492,609) Σελ. 492,609(α) Τεύχος 415-Σελ. 55 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 τημάτων των και βεβαιούται ότι πάσαι αι τροχαλίαι δι’ ων πρόκειται να διέλθωσι ταύτα, στρέφονται ελευθέρως περί τον άξονά των. Άρθρον 57. Φύλαξις υλικών. Ο ναύκληρος έχει την ευθύνην της φυλάξεως και της διατηρήσεως εις καλήν κατάστασιν των αποθηκών υλικού συντηρήσεως σκάφους. Ξυλουργός. Άρθρον 5. Αρεταί. 1.Ο Πλοίαρχος δίδει πάντοτε το παράδειγμα των ναυτικών αρετών, ήτοι της τιμής, της αξιοπρεπείας, της καλής συμπεριφοράς, της δικαιοσύνης, της συνέσεως, της ετοιμότητος, της αποφασιστικότητος, της αφοσιώσεως εις το καθήκον, του θάρρους και της αυτοθυσίας. 2.Ο Πλοίαρχος δέον όπως, επί ερωτημάτων ή αποριών επαγγελματικής φύσεως των αξιωματικών καταστρώματος, αλλά και εξ ιδίας πρωτοβουλίας, επωφελήται οιασδήποτε παρουσιαζομένης καταλλήλου ευκαιρίας προς παροχήν εις αυτούς πάσης χρησίμου διευκρινίσεως ή επεξηγήσεως δια την όσον ένεστι πληρεστέραν των επαγγελματικήν κατάρτισιν. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 58. Καθήκοντα εν γένει. Ο Ξυλουργός είναι υπαξιωματικός και τελεί υπό τας διαταγάς και τον έλεγχον του Υποπλοιάρχου βοηθών τον ναύκληρον εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων του και αναπληροί αυτόν εν απουσία ή εν κωλύματί του. Άρθρον 59. Ειδικά καθήκοντα. 1.Ο Ξυλουργός ασκεί ειδικώτερον τα κάτωθι καθήκοντα: α)Εκτελεί εις οιονδήποτε διαμέρισμα του πλοίου πάσαν ξυλουργικήν εργασίαν και τας απαιτουμένας στεγανοποιήσεις δια σιμέντου. β)Εκτελεί χειρισμούς του εργάτου αγκύρας (μπόμπας), μεριμνά δια την στερέωσιν και αποσύνδεσιν των αλύσεων και αγκυρών και στεγανοποιεί δια σιμέντου τα ανοίγματα των φρεατίων αλύσεων. γ)Εκτελεί την συντήρησιν (αποσκωρίασιν, χρωματισμόν και λίπανσιν) του εργάτου αγκύρας (μπόμπας), των βαρούλκων φορτοεκφορτώσεως των μηχανισμών ανακρεμάσεως λέμβων, των εντρόχων τροχίλων και συσπάστων, ως και του συστήματος μεταλλικών καλυμμάτων κυτών. δ)Καταμετρά κατά τας κεκανονισμένας ώρας και παρακολουθεί την στάθμην των υδάτων των κυτών, των υδροσυλλεκτών (σιντινών), των διπυθμένων και των δεξαμενών ποσίμου ύδατος και ζυγοσταθμίσεως (FOREPEAK και AFTERPEAK) ενημερώνων σχετικώς τον αξιωματικόν φυλακής γεφύρας και επιμελείται της υδρεύσεως του πλοίου. ε)Επιβλέπει την στεγανότητα των θυρών, παραφωτίδων, αναφωτίδων, ανθρωποθυρίδων, και παντός ετέρου παρεμφερούς ανοίγματος εν γένει. στ)Μεριμνά προ της πλύσεως του καταστρώματος δια την έμφραξιν των παραφωτίδων ως και παντός ανοίγματος, δι’ ου δύνανται να διέλθουν τα ύδατα της πλύσεως. ζ)Εκτελεί τον καθαρισμόν και διευθέτησιν του κοιτωνίσκου του. 2.Ο Ξυλουργός μετέχει των εν άρθρω 117 γενικών εργασιών σκάφους, εφ’ όσον κατά την κρίσιν του Υποπλοιάρχου δεν υφίσταται ανάγκη συγχρόνου απασχολήσεώς του, εις εργασίας της προηγουμένης παραγράφου. Αντλιωρός. Άρθρον 60. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο αντλιωρός είναι υπαξιωματικός και τελεί υπό τας διαταγάς του Υποπλοιάρχου, όστις επί θεμάτων συντηρήσεως των συστημάτων αντλήσεως, θερμάνσεως, εξαερισμού και πιέσεως παραπέμπει αυτόν εις τον Β΄ Μηχανικόν. 2.Εις τα καθήκοντα του αντλιωρού ανάγονται ειδικώτερον: α)Ο καθαρισμός, αερισμός και τάξις του αντλιοστασίου, η λίπανσις και εν γένει συντήρησις και ομαλή λειτουργία των μηχανών τούτου ως και παντός ετέρου αντλητικού μηχανήματος ή εξαρτήματος εξυπηρετούντος δεξαμενάς υγρού φορτίου ή έρματος. Σελ. 492,610(α) Τεύχος 415-Σελ. 56 β)Η συμμετοχή του εις επισκευαστικάς κατά το άρθρον 72 του παρόντος Κανονισμού εργασίας αντλιών, βαλβίδων, επιστομίων, παρεμβυσμάτων (σαλαμάστρες), σωληνώσεων κλπ. του αντλιοστασίου των δεξαμενών φορτίου και του συγκροτήματος εν γένει φορτοεκφορτώσεων. γ)Ο χειρισμός των αντλιών κατά την πλήρωσιν, εκκένωσιν ή καθαρισμόν των δεξαμενών υγρών φορτίων ή έρματος. δ)Η παρακολούθησις και έλεγχος της εις τας δεξαμενάς υγρών φορτίων στάθμης έρματος ή υγρών φορτίων, του συστήματος θερμάνσεως και πιέσεως αυτών και η σχετική ενημέρωσις του Υποπλοιάρχου ή Β΄ Μηχανικού κατά τας εν παραγρ. 1 διακρίσεις. ε)Η λίπανσις των βαρούλκων εν γένει. στ)Η συμμετοχή του εις εργασίας ανεφοδιασμού του πλοίου δια καυσίμων. ζ)Ο καθαρισμός και διευθέτησις του κοιτωνίσκου του. 3.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνον επί δεξαμενοπλοίων. Ναύται. Άρθρον 61. Καθήκοντα εν γένει. Οι ναύται τελούν υπό τας διαταγάς και τον έλεγχον του ναυκλήρου και βοηθούν αυτόν και τον ξυλουργόν εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων των. Άρθρον 62. Ειδικά καθήκοντα. 1.Ειδικώτερον οι ναύται εκτελούν κατά τας φυλακάς τας εργασίας πηδαλιούχου, οπτήρος και αγγελιοφόρου γεφύρας, κατά τα εν άρθρω 116 εκτιθέμενα, εκτός δε φυλακής τας γενικάς εργασίας συντηρήσεως και καθαρισμού του σκάφους και του εξαρτισμού αυτού, περί ων το άρθρον 117 2.Εκτελούν επίσης προσωπικώς τον καθαρισμόν των ατομικών των κοιτωνίσκων (καμπίνες) και τη συμμετοχή των ναυτοπαίδων από κοινού ή εκ περιτροπής των κοινοχρήστων χώρων ενδιαιτήσεώς των (διάδρομοι, νιπτήρες, λουτήρες, πλυντήρια, αποχωρητήρια κλπ.) Ειδικώτερον ο καθαρισμός του εστιατορίου πληρώματος ενεργείται υπό των ανωτέρω, εφ’ όσον η οργανική σύνθεσις του πλοίου δεν προβλέπει πλείονας του ενός βοηθούς θαλαμηπόλου. 3.Επί δεξαμενοπλοίων οι ναύται βοηθούν προσθέτως τον αντλιωρόν εις τον χειρισμόν των στροφίγγων (βάννες), την σύνδεσιν και αποσύνδεσιν των επί του πλοίου σωληνώσεων και τας λοιπάς εργασίας φορτοεκφορτώσεως και ερματισμού. Ναυτόπαιδες. Άρθρον 63. Καθήκοντα εν γένει. Οι ναυτόπαιδες χρησιμοποιούνται υπό την επίβλεψιν και τας οδηγίας του ναυκλήρου και ξυλουργού εις εργασίας του σκάφους και της γεφύρας δια την εκμάθησιν κυρίως του ναυτικού επαγγέλματος και εν γένει βοηθούν τους ναύτας εις τα καθήκοντά των. Άρθρον 64. Ειδικά καθήκοντα. Ειδικώτερον οι ναυτόπαιδες εκτελούν τον καθαρισμόν των ατομικών των κοιτωνίσκων, (καμπίνες) και από κοινού μετά των ναυτών την καθημερινήν σάρωσιν και καθαρισμόν των καταστρωμάτων και των κοινοχρήστων χώρων ενδιαιτήσεώς των απαλλάσσονται δε της εκτελέσεως φυλακής. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ IV. Περί του προσωπικού μηχανής. Α΄. Μηχανικός. Άρθρον 65. Καθήκοντα και ευθύνη εν γένει. 1.Ο Α΄ Μηχανικός είναι ο αξιωματικός προϊστάμενος Υπηρεσίας μηχανής και του προσωπικού αυτής. 2.Τελεί υπό τας αμέσους διαταγάς και τον έλεγχον του πλοιάρχου και είναι υπεύθυνος και υπόλογος απέναντι αυτού εν τη ενασκήσει των καθηκόντων του. Άρθρον 66. 1.Ο Α΄ Μηχανικός είναι υπεύθυνος δια την συντήρησιν και καλήν λειτουργίαν των κινητηρίων μηχανών, των βοηθητικών μηχανημάτων, των λεβήτων και λοιπών μέσων παραγωγής της προωστικής δυνάμεως, ψυκτικών μηχανών και των λοιπών εγκαταστάσεων εντός του μηχανοστασίου και λεβητοστασίου και υπέρ και υπ’ αυτά, του μηχανισμού πηδαλίου και πάσης εν γένει μηχανικής και ηλεκτρικής εγκαταστάσεως ευρισκομένης οπουδήποτε του πλοίου, των παντός είδους σωληνώσεων και στεγανών θυρών του πλοίου, των εξαρτημάτων, τεμαχίων και αμοιβών εν γένει αυτών, εξαιρέσει των ραδιοτηλεγραφικών μηχανημάτων και εγκαταστάσεων, υποχρεούμενος να έχη πάντα ταύτα εις κατάστασιν αμέσου και ασφαλούς λειτουργίας. 2.Είναι επίσης υπεύθυνος δια την καλήν συντήρησιν των διαμερισμάτων μηχανοστασίου, λεβητοστασίου και αντλιοστασίου, των αποθηκών καυσίμων και υλικών μηχανής, των διπυθμένων και των σηράγγων. 3.Δια την επιμέλειαν της συντηρήσεως πάντων των εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένων μηχανημάτων, διαμερισμάτων και χώρων δέον ο Α΄. Μηχανικός να συνεννοήται μετά του Πλοιάρχου. Άρθρον 6. Ανάληψις της διοικήσεως του πλοίου. 1.Η ανάληψις της διοικήσεως του πλοίου συντελείται δια της υπογραφής σχετικού πρωτοκόλλου. Προ ταύτης ο αναλαμβάνων την διοίκησιν πλοίαρχος οφείλει: α)Να παραλάβη άπαντα τα ναυτιλιακά έγγραφα και βιβλία του πλοίου. β)Να ενημερωθή επί των ιδιοτήτων του πλοίου οίον, της χωρητικότητος, της διαγωγής κατά την έμφορτον και άφορτον κατάστασιν, της ταχύτητος, των στροφών της έλικος και των ελικτικών ιδιοτήτων αυτού. γ)Να ζητήση δελτίον εμφαίνον την κατά δεξαμενήν υφισταμένην ποσότητα καυσίμων και ύδατος. δ)Να επιθεωρήση το πλοίον συνοδευόμενος υπό του παραδίδοντος και των αξιωματικών προϊσταμένων υπηρεσιών του πλοίου, ίνα βεβαιωθή περί της εν γένει καταστάσεως σκάφους, μηχανημάτων, εγκαταστάσεων και διαμερισμάτων ως και της επαρκείας εξοπλισμού και υλικού. ε)Να βεβαιωθή περί της εν γένει καταστάσεως και της επαρκείας των σωστικών μέσων. 2.Συνοπτική μνεία επί των εν τη προηγουμένη παραγράφω διαλαμβανομένων διενεργείται εν τω οικείω πρωτοκόλλω παραδόσεως – παραλαβής όπερ καταρτίζεται εις τρία αντίτυπα, εξ ων έν προορίζεται δια τον πλοιοκτήτην ή εφοπλιστήν, έν δια τον παραδίδοντα και έν δια τον παραλαμβάνοντα πλοίαρχον. 3.Οσάκις αι συνθήκαι αναλήψεως της διοικήσεως του πλοίου καθιστούν ανέφικτον την εν παραγράφω 1 εδάφ. δ΄ επιθεώρησιν ή την παρουσίαν του παραδίδοντος, το οικείον πρωτόκολλον, καταρτίζεται και υπογράφεται υπό μόνου του παραλαμβάνοντος πλοιάρχου, επισυνάπτονται όμως εις τούτο ενυπόγραφοι συνοπτικαί εκθέσεις των αξιωματικών προϊσταμένων των υπηρεσιών του πλοίου. 4.Περί της συντελουμένης κατά τα ανωτέρω αναλήψεως της διοικήσεως του πλοίου γίνεται μνεία εν τω Ημερολογίω του πλοίου. 5.Εντός διμήνου από της αναλήψεως της διοικήσεως του πλοίου ο πλοίαρχος δέον όπως, μετά λεπτομερή επιθεώρησιν των διαμερισμάτων και εγκαταστάσεων εν γένει, καταρτίση ιδιαιτέραν δι’ εκάστην υπηρεσίαν του πλοίου έκθεσιν υπογραφομένην παρ’ αυτού και του αρμοδίου αξιωματικού προϊσταμένου υπηρεσίας. Ενυπόγραφα αντίτυπα των εν λόγω εκθέσεων υποβάλλονται υπό του Πλοιάρχου εις τον πλοιοκτήτην ή εφοπλιστήν. Άρθρον 67. Καθήκοντα κατά την παραλαβήν. 1.Ο Α΄ Μηχανικός προκειμένου να αναλάβη την διεύθυνσιν της υπηρεσίας μηχανής οφείλει: α)Να προβή εις την επιθεώρησιν των μηχανών, μηχανημάτων και εξαρτημάτων εν γένει της δικαιοδοσίας του και των λεβήτων τη βοηθεία του Β΄.Μηχανικού οδηγούμενος προς τούτο εκ του ημερολογίου της μηχανής και των σχεδιαγραμμάτων του μηχανοστασίου και λεβητοστασίου. β)Να προβή εις λεπτομερή καταμέτρησιν της εν τω πλοίω υπαρχούσης ποσότητος καυσίμων (BUNKERS) και λιπαντικών. γ)Να εξακριβώσει την εν τω πλοίω ύπαρξιν των επιβαλλομένων παρά του νηογνώμονος αμοιβών (SPARES) κυρίας μηχανής και μηχανημάτων. δ)Να συντάξη μετά την επιθεώρησιν σχετικόν πρωτόκολλον εις διπλούν όπερ υπογράφεται παρά του παραδίδοντος και παραλαμβάνοντος και θεωρείται υπό του πλοιάρχου. Έν των πρωτοκόλλων αποστέλλεται εις τον πλοιοκτήτην ή εφοπλιστήν, το δε δεύτερον παραμένει εις το αρχείον μηχανής του πλοίου. Σχετική μνεία γίνεται εις το ημερολόγιον μηχανής. 2.Η υπαρχούσα εν τω πλοίω εφεδρική ηλεκτρογεννήτρια (EMERGENCY GENERATOR) ως και η εφεδρική αντλία πυρκαϊάς (EMERGENCY FIRE PUMP) δέον όπως παραδίδεται πάντοτε εν κινήσει. 3.Προκειμένου περί πλοίου κινουμένου δια μηχανών εσωτερικής καύσεως, ή παράδοσις και παραλαβή της κυρίας μηχανής και των βοηθητικών μηχανημάτων γίνεται τιθεμένων τούτων κατά το δυνατόν εις λειτουργίαν παρουσία του παραδίδοντος, όστις και παρέχει εις τον παραλαμβάνοντα πάσαν χρήσιμον πληροφορίαν. 4.Οσάκις αι συνθήκαι αναλήψεως της διευθύνσεως της υπηρεσίας μηχανής καθιστούν ανέφικτον την υπογραφήν του εν παραγράφω 1 εδ. δ΄ πρωτοκόλλου παραλαβής, συντάσσεται τοιούτον υπογραφόμενον μόνον υπό του παραλαμβάνοντος Α΄ Μηχανικού, επισυνάπτεται όμως εις τούτο ενυπόγραφος συνοπτική έκθεσις του Α΄.-Β΄. ή Β΄. Μηχανικού. Άρθρον 68. Καθήκοντα μετά την παραλαβήν. 1.Ο Α΄ Μηχανικός μετά την παραλαβήν της μηχανής: α)Βεβαιούται κατά το δυνατόν περί της ικανότητος του προσωπικού μηχανής εις τρόπον ώστε να εξασφαλίζηται η παρά πάντων εκτέλεσις των χειρισμών λειτουργίας και πάσης άλλης διαταγής. β)Εξακριβώνει τας ανάγκας της μηχανής, εις υλικά συντηρήσεως και κινήσεως αυτής μέχρι πέρατος του αναληφθησομένου πλου, αιτείται την συμπλήρωσιν των αποθηκών και αναφέρει εις τον πλοίαρχον περί πάσης ελλείψεως. γ)Εξετάζει τα εργαλεία τα αναγκαιούντα δια την εκτέλεσιν πάσης φύσεως εργασίας δυναμένης να εκτελεσθή εν τω πλοίω δια του προσωπικού μηχανής. δ)Καθιστά πάντας ενημέρους εις ό,τι αφορά το δίκτυον των σωληνώσεων πυρκαϊάς και στεγανών θυρών. ε)Καταστρώνει πίνακα των εκτελεστέων εκάστοτε επιθεωρήσεων και λύσεων των μηχανημάτων της δικαιοδοσίας του προς τον σκοπόν όπως ταύτα συντηρώνται κανονικώς και προλαμβάνηται εγκαίρως πάσα εκ φθοράς πλημμελής λειτουργία ή ανωμαλία αυτών, επιμελούμενος προσωπικώς της εκτελέσεως των εργασιών τούτων. 2.Εντός διμήνου από της αναλήψεως της διευθύνσεως της υπηρεσίας μηχανής ο Α΄ Μηχανικός οφείλει όπως μετά λεπτομερή επιθεώρησιν των διαμερισμάτων και των εγκαταστάσεων της δικαιοδοσίας του , καταρτίση σχετικήν έκθεσιν υποβαλλομένην δια του πλοιάρχου εις τον πλοιοκτήτην ή εφοπλιστήν. Άρθρον 69. Καθήκοντα εν πλω. 1.Ο Α΄ Μηχανικός διαρκούντος το πλου οφείλει: α)Να βεβαιούται ότι οι αξιωματικοί και το κατώτερον προσωπικόν μηχανής εκτελώσιν ανελλιπώς την φυλακήν των εις το μηχανοστάσιον και λεβητοστάσιον, έτι δε και να επιβλέπη δια την καλήν λειτουργίαν των μηχανών, μηχανημάτων και λεβήτων ως και δια πάσαν δυνατήν οικονομίαν των υλικών κινήσεως. β)Να ευρίσκεται πάντοτε εις το μηχανοστάσιον κατά τον έκπλουν και είσπλουν εις λιμένας, όρμους, διώρυγας, διαύλους και άλλους επικινδύνους τόπους διόδου και αγκυροβολίας του πλοίου, εις κρισίμους περιστάσεις, κατά την εκτέλεσιν χειρισμών έτι δε και οπόταν ήθελε κρίνει τούτο αναγκαίον, ίνα παρακολουθή και εποπτεύη υπευθύνως δια την άμεσον και ακριβή εκτέλεσιν των παραγγελμάτων εκ της γεφύρας. γ)Να τηρή ανά 24ωρον ακριβή πίνακα των καταναλωθέντων καυσίμων λιπαντικών και υλικών Μηχανοστασίου. δ)Να ελέγχη το πρόχειρον ημερολόγιον μηχανής, όπερ τηρεί ο αξιωματικός φυλακής και να θεωρή τούτο. ε)Να παραλαμβάνη παρά του πλοιάρχου καθ’ εκάστην μεσημβρίαν ενυπόγραφον σημείωμα εμφαίνον το στίγμα της μεσημβρίας, το διανυθέν κατά το 24ωρον διάστημα εις ναυτικά μίλλια, τον πλεύσιμον χρόνον, την μέσην ωριαίαν ταχύτητα, τας καιρικάς συνθήκας και το υπόλοιπον της προβλεπομένης να διανυθή αποστάσεως και να παραδίδη εις τούτον ενυπόγραφον σημείωμα εμφαίνον τον μέσον αριθμόν στροφών ανά λεπτόν του λήξαντος 24ώρου, το θεωρητικώς διανυθέν διάστημα (DISTANCE RUN BYENGINE), την ολίσθησιν της έλικος, την κατανάλωσιν και τα υπόλοιπα καυσίμων και ύδατος λεβήτων. 2.Επί πλοίων διαθετόντων ευχέρειαν χειρισμών των μηχανών εκ της γεφύρας ή εκείθεν μεταφορά του ελέγχου λειτουργίας των μηχανών εις το μηχανοστάσιο, δέον, να γίνεται, εν πάση περιπτώσει, κατόπιν εγκρίσεως του πλοιάρχου. (Αντί για τη σελ. 492,611(α) Σελ. 492,611(β) Τεύχος 1167-Σελ. 33 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 Άρθρον 70. Καθήκοντα και υποχρεώσεις εν όρμω. 1.Ο Α΄ Μηχανικός οφείλει εν όρμω να λαμβάνη άπαντα τα ενδεδειγμένα μέτρα δια την καλήν συντήρησιν, των κινητηρίων μηχανών λεβήτων βοηθητικών μηχανών και μηχανημάτων, ως και δια την καθαριότητα αυτών και εν γένει του μηχανολεβητοστασίου. 2.Μεριμνά όπως τα ύδατα απάντων των υδροσυλλεκτών του πλοίου είναι τελείως εξηντλημένα, οι δε κρουνοί και τα επιστόμια αυτών παραμένουν κλειστά και ησφαλισμένα. Επίσης μεριμνά όπως άπαντες οι χώροι κάτωθεν του δαπέδου του μηχανολεβητοστασίου καθαρίζωνται επισταμένως εκ πάσης ευφλέκτου ρυπάνσεως. 3.Ελέγχει καθ’ εκάστην την κατανάλωσιν των υλικών κινήσεως και συντηρήσεως της μηχανής και ενεργεί τας σχετικάς καταχωρήσεις εις το ημερολόγιον. 4.Εποπτεύει και διευθύνει την παραλαβήν καυσίμων του πλοίου βοηθούμενος υπό αξιωματικού μηχανής οριζομένου υπό του ιδίου. 5.Δεν δύναται να απουσιάζη του πλοίου συγχρόνως με τον ΑΒ΄. Μηχανικόν και εν ελλείψει τούτου με τον Β΄. Μηχανικόν. Άρθρον 71. Προληπτικά μέτρα κατά της διαρροής και πυρκαϊάς. 1.Ο Α΄ Μηχανικός είναι υπεύθυνος και οφείλει να λαμβάνη παν αναγκαίον μέτρον προς πρόληψιν διαρροής, πυρκαϊάς και αυτομάτου αναφλέξεως εις τα διαμερίσματα της δικαιοδοσίας του. 2.Ευθύνεται δια την έγκαιρον λήψιν των ενδεικνυομένων μέτρων καλής συντηρήσεως και ετοιμότητος των εις τους χώρους της δικαιοδοσίας του υπαρχόντων πυροσβεστικών συσκευών και εν γένει μέσων καταπολεμήσεως του πυρός, απαγορεύων την χρήσιν αυτών δι’ έτερον σκοπόν. Επίσης ευθύνεται δια την εκπαίδευσιν του υπ’ αυτόν προσωπικού εις την χρήσιν των ανωτέρω συσκευών και μέσων. «3.Ευθύνεται για τον έλεγχο της ασφαλίσεως του χώρου των φιαλών του μονίμου συστήματος κατασβέσεως με διοξείδιο του άνθρακος ή παρομοίου συστήματος και την φύλαξη των κλειδιών αυτού, καθώς και για τον έλεγχο υπάρξεως προσθέτου κλειδιού της θύρας του χώρου μέσα σε κουτί με γυάλινο κάλυμμα εξωτερικά του χώρου, στην περίπτωσιν που ο χειρισμός του συστήματος γίνεται μέσα από τον χώρο των φιαλών. Εξασφαλίζει επίσης ότι όταν για οποιοδήποτε λόγο απαιτηθεί είσοδος προσωπικού στον χώρο των φιαλών, όλα τα διαμερίσματα του πλοίου που προστατεύονται από το σύστημα έχουν πλήρως εκκενωθεί από το πλήρωμα, άλλους εργαζομένους και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο». 4.(3)Εν περιπτώσει πυρκαϊάς οφείλει να παρέχη αμέριστον την συμπαράστασιν και βοήθειάν του προς τον κατευθύνοντα την προσπάθειαν εντοπισμού ή καταπολεμήσεως αυτής πλοίαρχον, συμμορφούμενος προς τας σχετικάς εντολάς και οδηγίας του. Η νέα παρ. 3 προστέθηκε και η υπάρχουσα παρ. 3 αριθμήθηκε ως παρ. 4 από το άρθρ. 1 Π.Δ. 385/3-11 Σεπτ. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 136). Σελ. 492,612(β) Τεύχος 1167-Σελ. 34 Άρθρον 72. Επισκευαί. 1.Ο Α΄ Μηχανικός επιμελείται της εκτελέσεως εν πλω και εν όρμω πασών των επισκευών μηχανικής φύσεως των δυναμένων να εκτελεσθώσι, δια του υπ’ αυτόν προσωπικού και των μέσων τα οποία διαθέτει το πλοίον. Προς τούτο δέον να συνεννοήται μετά του πλοιάρχου, ώστε να προτιμώνται αι επειγούσης φύσεως και μη απαιτούσαι χρόνον περισσότερον του διατιθεμένου. 2.Προκειμένου περί επισκευών, δι’ ας απαιτείται η προσφυγή εις συνεργεία ή εργοστάσια, ο Α΄ Μηχανικός οφείλει ν’ αναφέρη περί τούτου εις τον πλοίαρχον, ίνα ούτος συνεννοούμενος μετά του πλοιοκτήτου ενεργήση σχετικώς. Εν τη περιπτώση ταύτη ο Α΄ Μηχανικός οφείλει, άμα τη ενάρξει των εργασιών της επισκευής, να παρακολουθή αυστηρώς τους εργαζομένους και να βεβαιούται ότι η εργασία εκτελείται ταχέως και συμφώνως προς τους κανόνας της τέχνης. 3.Ο Α΄ Μηχανικός οφείλει, όπως δια του υπ’ αυτόν προσωπικού προβαίνη εις περιοδικάς επιθεωρήσεις της μηχανής και εις την λήψιν μέτρων και εκτέλεσιν των απαραιτήτων εργασιών συντηρήσεως ταύτης συμμορφούμενος δι’ αυτάς απαρεγκλίτως προς τους υπό της Επιθεωρήσεως Εμπορικών Πλοίων ή του οικείου νηογνώμονος εκδιδομένους κανονισμούς και οδηγίας αναφορικώς με τας περιοδικάς επιθεωρήσεις, τας εργασίας συντηρήσεως των μηχανών και τον τρόπον εκτελέσεως αυτών. Άρθρον 73. Υλικά και αμοιβά. Ο Α΄. Μηχανικός είναι υπεύθυνος δια την συντήρησιν και καλήν και οικονομικήν διάθεσιν πάντων των υλικών, εφοδίων και αμοιβών της δικαιοδοσίας του και τήρησιν βιβλίου εισαγωγής και καταναλώσεως τούτων, επί τη βάσει του οποίου ετοιμάζει προ του κατάπλου κατάλογον κατ’ είδος και ποσότητα των αναγκαιούντων προς έγκαιρον ανεφοδιασμόν. Άρθρον 74. Σωσίβιοι κρουνοί. Ο Α΄ Μηχανικός είναι υπεύθυνος δια την καλήν λειτουργίαν, συντήρησιν και ασφάλειαν των σωσιβίων και πάσης άλλης φύσεως κρουνών. Άρθρον 75. Καύσιμα – Κατανάλωσις Ο Α΄. Μηχανικός οφείλει: α)Να επιβλέπη προσωπικώς την κατανάλωσιν του πλοίου εις καύσιμα και υλικά μηχανής, να βεβαιούται περί της ικανοποιητικής ποσότητος, ποιότητος και της καλής εναποθηκεύσεως αυτών, να χορηγή τας σχετικάς αποδείξεις μετά προηγουμένην θεώρησιν αυτών υπό του Πλοιάρχου και να ενεργή τας σχετικάς καταχωρήσεις εις το ημερολόγιον μηχανής. β)Να συνεννοήται μετά του Πλοιάρχου δια τον τρόπον της παραλαβής των καυσίμων και δια την εναποθήκευσιν εις τας αποθήκας ή άλλους καταλλήλους χώρους ως και δια την κατανάλωσιν αυτών και να ζητή τας οδηγίας αυτού, όσον αφορά την ταχύτητα του πλοίου και την διάρκειαν του πλου, ίνα αναλόγως κανονίζη την κατανάλωσιν και τον ανεφοδιασμόν των αποθηκών. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 76. Δεξαμεναί-Διπύθμενα-Αποθήκαι καυσίμων. 1.Ο Α΄ Μηχανικός οφείλει προ της πληρώσεως ή της εκκενώσεως των δεξαμενών υδατέρματος ή των δεξαμενών πετρελαίου να βεβαιούται ότι αι σωληνώσεις, αι θύραι και διάδρομοι οι ευρισκόμενοι εις το μηχανοστάσιον-λεβητοστάσιον και οι άγοντες εις τα κύτη φορτίου και τα διπύθμενα είναι εν τάξει και να ειδοποιή περί τούτου τον Πλοίαρχον η εν απουσία ή κωλύμματι τούτου τον υποπλοίαρχον. Ομοίως, ενεργεί και προκειμένου περί σωληνώσεων θυρών και διαδρόμων ευρισκομένων εκτός του μηχανοστασίου λεβητοστασίου. 2.Ο Α΄ Μηχανικός εν συνεργασία μετά του Υποπλοιάρχου καταρτίζει δελτίον εμφαίνον τας ενδείξεις μετρήσεων και υπολοίπων των δεξαμενών καυσίμων, ύδατος λεβήτων, ποσίμου ύδατος και έρματος, ενυπόγραφον, αντίτυπον του οποίου παραδίδει εις τον Πλοίαρχον εκάστην μεσημβρίαν. Αντίγραφον του εν λόγω δελτίου κρατείται και υπό του Α΄. Μηχανικού. 3.Ο Α΄ Μηχανικός δεν δικαιούται να προβή εις ολικήν ή μερικήν πλήρωσιν ή εκκένωσιν των δεξαμενών υδατέρματος και ποσίμου ύδατος, των διπυθμένων, των αποθηκών καυσίμων ή άλλων σχετικών χώρων εν γένει, άνευ ειδικής εγκρίσεως του πλοιάρχου ή εν απουσία ή κωλύματι αυτού του Υποπλοιάρχου. 4.Ο χρόνος και η περιοχή απορρίψεως των υπολειμμάτων υγρών καυσίμων καθορίζεται εγκαίρως υπό του Α΄ Μηχανικού κατόπιν συνεννοήσεώς του μετά του πλοιάρχου απαγορευομένης της τοιαύτης απορρίψεως εις περιοχάς και αποστάσεις από των ακτών αποκλειομένας υπό της κειμένης νομοθεσίας και συναφών διεθνών συμβάσεων. Άρθρον 7. Πειθαρχία – Συμπεριφορά. Ο Πλοίαρχος: α)Εξασφαλίζει την πειθαρχίαν εν τω πλοίω. β)Επιτρέπει την εξωτερικήν εμφάνισιν, την συμπεριφοράν και την διαγωγήν εν γένει των μελών του πληρώματος. γ)Ακούει προθύμως και θεραπεύει κατά το δυνατόν παν εύλογον παράπονον αρμοδίως υποβαλλόμενον αυτώ και δράττεται πάσης ευκαιρίας, όπως εκδηλώνει προς το πλήρωμα πατρικήν μέριμναν, εκφράζει προς τούτο λόγους παραινέσεως προς εκτέλεσιν του καθήκοντος και αναπτύσσει εις τούτο τας υψηλάς εννοίας και τα καθήκοντα προς την θρησκείαν, την πατρίδα και την οικογένειαν. δ)Ενεργεί κατά την κρίσιν του ως προς τας σχέσεις του με το πλήρωμα, έχων υπ’ όψιν του ότι πρέπει να συμπεριφέρεται μετά διακριτικότητος και να μη λησμονή ότι οι τε αξιωματικοί και το κατώτερον προσωπικόν του πλοίου είναι συνεργάται του. ε)Επιβλέπει όπως ουδείς επιβάτης, οιανδήποτε ιδιότητα και αν έχη, επεμβαίνη εις τα της εργασίας εν τω πλοίω. Άρθρον 77. Ευθύνη δια το προσωπικόν μηχανής. 1.Ο Α Μηχανικός κατανέμει το προσωπικόν μηχανής εις τας διαφόρους εργασίας και είναι υπεύθυνος δια την εργασίαν, απόδοσιν, συμπεριφοράν, διαγωγήν, πειθαρχίαν και καλήν εν γένει διοίκησιν αυτού. 2.Ακούει προθύμως και θεραπεύει κατά το δυνατόν παν εύλογον παράπονον υποβαλλόμενον αυτώ εκ μέρους των υφισταμένων του. 3.Ευθύνεται δια την λήψιν των εκάστοτε ενδεικνυομένων μέτρων αερισμού, φωτισμού και ασφαλείας εν γένει της εργασίας, εις τρόπον ώστε και οι κατά την διάρκειαν της ημέρας ή της νυκτός εργαζόμενοι να προφυλλάσσωνται πλήρως εκ παντός κινδύνου, δυναμένου να προέλθη εκ δηλητηριωδών αερίων ως και εκ θραύσεως, εμπλοκής, αποσυνδέσεως ή πλημμελούς εν γένει λειτουργίας των μηχανών, μηχανημάτων και εξαρτημάτων της δικαιοδοσίας του. Άρθρον 78. Βιβλία μηχανής. 1.Ο Α΄ Μηχανικός δέον να επιμελήται μετά ιδιαιτέρας προσοχής της κανονικής και λεπτομερούς συμπληρώσεως του ημερολογίου μηχανής κατά τας οικείας στήλας πιέσεων, θερμοκρασιών, στροφών κλπ. σημειών και τας ώρας λειτουργίας της μηχανής, μεριμνών άμα δια την έγκαιρον παρά των αρμοδίων αρχών θεώρησιν του ημερολογίου κατά τας κειμένας διατάξεις. 2.Κατά την σύνταξιν του ημερολογίου μηχανής συμβουλεύεται το αντίστοιχον πρόχειρον ημερολόγιον, όπερ τηρεί ο αξιωματικός φυλακής μηχανής και θεωρεί τούτο καθ’ εκάστην. 3.Πάσαν εντολήν, οδηγίαν ή παρατήρησιν αναγκαίαν εις τον αξιωματικόν φυλακής μηχανής δια την καλλιτέραν άσκησιν των καθηκόντων του καταχωρεί εις ειδικόν βιβλίον διαταγών Μηχανής. 4.Προς αποφυγήν καταχωρήσεως συμβάντων εις τα ημερολόγια γεφύρας και μηχανής υπό διάφορον ώραν ο Α΄ Μηχανικός ελέγχει την ρύθμισιν του ωρολογίου μηχανής, εις τρόπον ώστε να συμβαδίζη τούτο μετά του της γεφύρας. ΑΒ΄ Μηχανικός. Άρθρον 79. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο επί του πλοίου τυχόν ναυτολογημένος ΑΒ΄. Μηχανικός (πρωτοδεύτερος) είναι ο άμεσος του Α΄. Μηχανικού και εκτελεί άπαντα τα εν τω άρθρω 80 καθοριζόμενα καθήκοντα του Β΄. Μηχανικού. 2.Η ενάσκησις των εν λόγω καθηκόντων υπό του ΑΒ΄, Μηχανικού συντελείται πάντοτε υπό την εποπτείαν του Α΄. Μηχανικού και κατά τας οδηγίας τούτου. Β΄.Μηχανικός. Άρθρον 80. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο Β΄.Μηχανικός είναι ο άμεσος βοηθός του Α΄. Μηχανικού, υπό την εποπτείαν δε και κατά τας οδηγίας τούτου δέον να μεριμνά: α)Δια την κατανομήν του προσωπικού μηχανής εις φυλακάς και γενικάς εργασίας μηχανής. β)Δια την καλήν συντήρησιν και λειτουργίαν των κινητηρίων, ηλεκτρικών και ψυκτικών μηχανών, των λεβήτων και βοηθητικών μηχανημάτων και εξαρτημάτων των δικτύων και συστημάτων αντλήσεως εν γένει και των πάσης φύσεως συναφών εγκαταστάσεων. γ)Δια την διαφύλαξιν των οιασδήποτε φύσεως υλικών μηχανής και την μετά πάσης δυνατής οικονομίας διάθεσιν αυτών. δ)Δια την εις κατάλληλον θέσιν τοποθέτησιν πάντων των εργαλείων και αμοιβών των απαραιτήτων δια την λειτουργίαν των μηχανών και μηχανημάτων εις τρόπον ώστε να καθίσταται ευχερής η χρησιμοποίησίς των οσάκις παρίσταται ανάγκη. ε)Δια την τάξιν και καθαριότητα εις τα διαμερίσματα μηχανής. 2.Ο Β΄. Μηχανικός εκτελεί αυτοπροσώπως τα εκ της γεφύρας μεταβιβαζόμενα παραγγέλματα χειρισμού των μηχανών, κατά τον είσπλουν και έκπλουν εις λιμένας, όρμους, διώρυγας και τόπους αγκυροβολίας πλοίων. 3.Ο Β΄. Μηχανικός μετέχει των κατά το άρθρον 72 εκτελουμένων επισκευών μηχανικής φύσεως. 4.Λαμβάνει επίσης μέρος εις εργασίας παραλαβής καυσίμων κατά τα ειδικώτερον εκάστοτε οριζόμενα υπό του Α΄. Μηχανικού. 5.Ο Β΄. Μηχανικός μεριμνά υπό την άμεσον ευθύνην και εποπτείαν του Α΄. Μηχανικού δια τον κατά τους οικείους κανονισμούς έλεγχον και παρακολούθησιν της αρίστης καταστάσεως, συντηρήσεως, λειτουργίας και ετοιμότητος προς χρήσιν όλων των ευρισκομένων εις τα διαμερίσματα μηχανής πυροσβεστικών συσκευών και μέσων καταπολεμήσεως του πυρός ως και δια την εξασφάλισιν της καλής λειτουργίας των διακοπτών απομονώσεως της κυρίας μηχανής και των SETTLING TANKS (δεξαμεναί ημερησίας καταναλώσεως) εκ του καταστρώματος εις περίπτωσιν εκδηλώσεως πυρκαϊάς. 6.Εφ’ όσον επί του πλοίου υπηρετεί ΑΒ΄ . Μηχανικός ο Β΄ Μηχανικός περιορίζεται εις την εκτέλεσιν των ανατιθεμένων εις αυτόν υπό του ΑΒ΄ Μηχανικού καθηκόντων. (Αντι της σελ. 492,613) Σελ. 492,613(α) Τεύχος 415-Σελ. 59 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 Γ΄.Μηχανικοί. Άρθρον 81. Καθήκοντα εν γένει. 1.Οι Γ΄ Μηχανικοί εκτελούν φυλακήν και οιανδήποτε άλλην εργασίαν σχετικήν προς την ειδικότητά των ανατιθεμένην εις αυτούς υπό του Β΄. Μηχανικού. 2.Έχουν την επιμέλειαν συντηρήσεως των βοηθητικών μηχανημάτων, σωληνώσεων, οργάνων, εργαλείων και αμοιβών αυτών υπό τας οδηγίας του Β΄ Μηχανικού και την εποπτείαν του Α΄. Μηχανικού. 3.Οφείλουν να εκτελούν περιοδικήν επιθεώρησιν όλων των σωληνώσεων και να επισκευάζουν τας διαφυγάς αυτών ειδοποιούντες περί τούτου ως και πάσης ετέρας τυχόν ανωμαλίας τον Β΄. Μηχανικόν. 4.Μετέχουν των κατά το άρθρον 72 επισκευών μηχανικής φύσεως. 5.Λαμβάνουν επίσης μέρος εις εργασίας παραλαβής καυσίμων κατά τα ειδικώτερον εκάστοτε οριζόμενα υπό του Α΄ Μηχανικού. Ψυκτικός Μηχανικός. Άρθρον 82. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο επί του πλοίου τυχόν ναυτολογημένος Ψυκτικός Μηχανικός τελεί υπό τας εντολάς και οδηγίας του Α΄ Μηχανικού Όσον αφορά την συντήρησιν του φορτίου των ψυκτικών θαλάμων ούτος λαμβάνει σχετικάς εντολάς και οδηγίας παρά του Υποπλοιάρχου. 2.Επιμελείται της καλής συντηρήσεως και λειτουργίας των ψυκτικών μηχανημάτων και εγκαταστάσεων εν γένει παρακολουθών και καταγραφών εις ειδικόν βιβλίον τας οικείας ενδείξεις πιέσεων και θερμοκρασιών των ψυκτικών θαλάμων, ενημερώνει δε περί τούτων ανελλιπώς, τον Α΄ Μηχανικόν και τον Υποπλοίαρχον. 3.Ενημερώνει εγκαίρως τον Α΄ Μηχανικόν περί οιασδήποτε παρουσιαζομένης ανωμαλίας και εισηγήται τας κατά την γνώμην του ενδεικνυομένας προς άρσιν τούτων ενεργείας, επισκευάς ή αντικαταστάσεις υλικών. 4.Μετέχει των κατά το άρθρον 72 επισκευών των ψυκτικών εγκαταστάσεων εν γένει και παρακολουθεί τας διενεργουμένας τοιαύτας υπό συνεργείου ή εργοστασίου. 5.Ευθύνεται δια την επιμελή διαφύλαξιν και συντήρησιν των υλικών και ανταλλακτικών (αμοιβών) των ψυκτικών εγκαταστάσεων. 6.Επί συνυπηρετούντων τυχόν επί του πλοίου πλειόνων Ψυκτικών Μηχανικών τα κατά το παρόν άρθρον καθήκοντα κατανέμονται μεταξύ τούτων υπό του Α΄ Μηχανικού. 7.Οι Ψυκτικοί Μηχανικοί εξαιρούνται των φυλακών μηχανής, δύναται όμως να ανατίθεται εις αυτούς υπό του Α΄ Μηχανικού ή εκτέλεσις Φυλακών παρακολουθήσεως της λειτουργίας των ψυκτικών μηχανημάτων. Ηλεκτρολόγος. Άρθρον 83. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο υπηρετών επί του πλοίου ηλεκτρολόγος οφείλει να εξασφαλίζη υπό τας οδηγίας του Β΄.Μηχανικού και την εποπτείαν του Α΄. Μηχανικού την καλήν συντήρησιν και ομαλήν λειτουργίαν των ηλεκτροκινητήρων των μηχανών και εγκαταστάσεων εν γένει παραγωγής ηλεκτρισμού μετά των συναφών δικτύων διακλαδώσεων. 2.Ενημερώνει εγκαίρως τον Β΄ Μηχανικόν περί οιαδσήποτε παρουσιαζομένης ανωμαλίας εισηγούμενος τας κατά την γνώμην του ενδεικνυομένας προς άρσιν ταύτης ενεργείας, επισκευάς ή αντικαταστάσεις υλικών. Σελ. 492,614(α) Τεύχος 415-Σελ. 60 3.Μετέχει των κατά το άρθρον 72 επισκευών ηλεκτρικών εν γένει εγκαταστάσεων ή της παρακολουθήσεως των υπό συνεργείου ή εργοστασίου διενεργουμένων τοιούτων. 4.Διενεργεί τας υπό της τεχνικής δεοντολογίας επιβαλλομένας ηλεκτρικάς περιελίξεις επαγωγίμων κλπ, προς αποκατάστασιν λειτουργίας των ηλεκτρικών μηχανών. 5.Ευθύνεται δια την επάρκειαν, έγκαιρον συμπλήρωσιν ή αντικατάστασιν και κατάλληλον διαφύλαξιν των οργάνων μετρήσεως και υλικών (αναλωσίμων ή μη) και δια την συντήρησιν απάντων των εν τω πλοίω συσσωρευτών πλην των του ασυρμάτου. 6.Ευρίσκεται πάντοτε εις το μηχανοστάσιον κατά τον έκπλουν και είσπλουν εις λιμένας, όρμους, διώρυγας, διαύλους και γενικώς κατά την εκτέλεσιν πάσης φύσεως χειρισμών. 7.Εάν συνυπηρετούν τυχόν επί του πλοίου πλείονες ηλεκτρολόγοι τα κατά το παρόν άρθρον καθήκοντα κατανέμονται μεταξύ τούτων υπό του Β΄. Μηχανικού. Εν ελλείψει ηλεκτρολόγου, τα καθήκοντά του ασκούνται υπό του Β΄. Μηχανικού. Δόκιμος Μηχανικός. Άρθρον 84. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο υπηρετών επί του πλοίου δόκιμος μηχανικός έχει τα κάτωθι καθήκοντα: α)Ασκείται υπό την επίβλεψιν και τας οδηγίας των αξιωματικών μηχανής εις παν ό,τι αφορά την υπηρεσίαν μηχανής. β)Μετέχει πασών των εργασιών μηχανής. γ)Μετέχει των φυλακών μηχανής ως βοηθός αξιωματικού φυλακής. δ)Μετέχει των κατά το άρθρον 72 επισκευών ως και των εργασιών παραλαβής καυσίμων κατά τα ειδικώτερον εκάστοτε οριζόμενα υπό του Α΄ Μηχανικού. 2.Ο δόκιμος δέον όπως δια την επίλυσιν οιασδήποτε τεχνικής φύσεως απορίας του απευθύνεται προς τους εν τω πλοίω υπηρετούντας αξιωματικούς μηχανής. Ούτοι υποχρεούνται όπως και εξ ιδίας των εισέτι πρωτοβουλίας επωφελούνται οιασδήποτε παρουσιαζομένης καταλλήλου ευκαιρίας προς παροχήν εις τον δόκιμον μηχανικόν πάσης χρησίμου τεχνικής διευκρινήσεως ή επεξηγήσεως δια την όσον το δυνατόν πληρεστέραν αυτού επαγγελματικήν κατάρτισιν. Άρθρον 85. Συσσίτια – Ενδιαίτησις. Ο δόκιμος μηχανικός συσσιτεί εν τω εστιατορίω των αξιωματικών, ενδιαιτάτα δε εις ιδιαίτερον κοιτωνίσκων ή διαμέρισμα δοκίμων αξιωματικών, εφ’ όσον διατίθεται εν τω πλοίω, επιμελούμενος αυτοπροσώπως της καθαριότητος τούτου. Αρχιθερμαστής. Άρθρον 86. Καθήκοντα εν γένει. 1.Ο αρχιθερμαστής είναι ο υπαξιωματικός υπόλογος δια την υπηρεσίαν μηχανής και το κατώτερον προσωπικόν αυτής. 2.Τελεί υπό τας διαταγάς και τον έλεγχον του Β΄. Μηχανικού και βοηθεί αυτόν και τους λοιπούς αξιωματικούς μηχανής εις τα καθήκοντά των. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 8. Υγιεινή – Καθαριότης. Ο Πλοίαρχος, δια των επί κεφαλής και υπευθύνων εκάστου διαμερίσματος εξασφαλίζει την υγιεινήν και την καθαριότητα εν τω πλοίω, ιδιαιτέρως δε μεριμνά περί τούτων εις τα προς χρήσιν των επιβαινόντων διαμερίσματα, τα σκεύη και τα είδη κατακλίσεως αυτών, τα εστιατόρια, μαγειρεία, λουτήρας, πλυντήρια, αποχωρητήρια και τας δεξαμενάς ποσίμου ύδατος χρησιμοποιών προς τούτο πάντα τα μέσα, άτινα διαθέτει. Ο Πλοίαρχος υποχρεούται όπως ανά 15νθήμερον διενεργή αυτοπροσώπως, συνοδευόμενος υπό των προϊσταμένων των οικείων Υπηρεσιών του πλοίου, επιθεώρησιν των ανωτέρω διαμερισμάτων και αντικειμένων και ενεργή σχετικήν περί ταύτης εγγραφήν εν τω ημερολογίω του πλοίου. Άρθρον 87 Ειδικά καθήκοντα. 1.Ειδικώτερον ο αρχιθερμαστής είναι υπέυθυνος: α)Δια την καθαριότητα και τάξιν του μηχανολεβητοστασίου και των ενδιαιτημάτων του κατωτέρου προσωπικού μηχανής. β)Δια την διατήρησιν της πειθαρχίας του κατωτέρου προσωπικού μηχανής και δια την παρακολούθησιν αυτού κατά την εκτέλεσιν της εργασίας. γ)Δια την καλήν συντήρησιν των εργαλείων και συσκευών και την φύλαξιν των υλικών μηχανής. δ)Δια την παρακολούθησιν της απορρίψεως εις την θάλασσαν των υπολειμμάτων καύσεως των πετρελαίων, διαχωριστήριων ελαίου και πετρελαίου ως και πάσης φύσεως, απορριμμάτων μηχανολεβητοστασίου, συνεννοούμενος όσον αφορά την περιοχήν απορρίψεως μετά του υποπλοιάρχου. 2.Μετέχει των κατά το άρθρον 72 επισκευών μηχανικής φύσεως ως και των εργασιών παραλαβής καυσίμων κατά τα εκάστοτε οριζόμενα υπό του Α'. Μηχανικού. Μηχανοδηγός Α'. Άρθρον 88. Προκειμένου περί πλοίου κινουμένου δια μηχανής εσωτερικής καύσεως υποκαθίσταται αναλόγως εις τα καθήκοντα του αρχιθερμαστού ο Α' Μηχανοδηγός. Λιπανταί -Β'. Μηχανοδηγοί - Χειρισταί. Άρθρον 89. Καθήκοντα εν γένει. 1.Οι λιπανταί είναι οι άμεσσοι βοηθοί των αξιωματικών μηχανής τελούντες υπό τας αμέσους διαταγάς αυτών. 2.Ειδικώτερον οι λιπανταί εκτελούν. α)Λίπανσιν και παρακολούθησιν των κυρίων μηχανών και των εξ αυτών εξηρτημένων μηχανημάτων ή οργάνων των βοηθητικών μηχανημάτων, του μηχανισμού πηδαλίου και παντός εν γένει μηχανήματος ευρισκομένου εντός ή εκτός του μηχανολεβητοστασίου. β)Καθαρισμόν των διαχωριστήρων ελαίου και πετρελαίου, φίλτρων και θερμοδοχείου. γ)Σφυροκόπησιν και καθαρισμόν εν γένει (σάρωσιν, πλύσιν, χρωματισμόν, στίλβωσιν των στιλπνών μεταλλικών επιφανειών) εις άπαντας τους χώρους της μηχανής εν γένει. δ)Εκκένωσιν βαρελίων μηχανελαίου εις τας δεξαμενάς. ε)Εργασίας παραλαβής καυσίμων και ύδατος. στ)Εργασίας παραλαβής υλικών μηχανής είτε εκ του κρηπιδώματος είτε εκ της πλευράς του πλοίου, είτε εκ του καταστρώματος αυτού και περαιτέρω μεταφοράν και τοποθέτησιν τούτων εις τας οικείας αποθήκας. ζ)Καθαρισμόν των ατομικών των θαλαμίσκων και η)Βοηθητικάς εργασίας εις παντός είδους επισκευάς και επιδιορθώσεις μηχανών, μηχανημάτων, οργάνων και εργαλείων. 3.Προκειμένου περί πλοίου κινουμένου δια μηχανής εσωτερικής καύσεως υποκαθίστανται αναλόγως εις τα καθήκοντα των λιπαντών οι Β' Μηχανοδηγοί ή χειρισταί. Θερμασταί. Άρθρον 90. Καθήκοντα εν γένει. 1.Οι θερμασταί υπό την άμεσον επίβλεψιν αρμοδίου αξιωματικού μηχανής εκτελούν: α)Αφήν (άναμα), διατήρησιν και σβέσιν των πυρών καθ' οιανδήποτε ώραν διαταχθούν. Προ της αφής οφείλουν να βεβαιούται ότι δεν υφίστανται υπολείμματα καυσελαίου εντός των εστιών. β)Ατμοπαραγωγήν και διατήρησιν της καθωρισμένης ατμοθλίψεως. γ)Παρακολούθησιν της τροφοδοτήσεως του λέβητος δι' ύδατος και καυσίμου. δ)Καθαρισμόν και συντήρησιν λεβήτων (εστιών, αυλών, φλογοθαλάμων, καυστήρων, προφυσίων κλπ.), ως και τον καθαρισμόν του δαπέδου του λεβητοστασίου. ε)Σφυροκόπησιν και καθαρισμόν (σάρωσιν, πλύσιν, χρωματισμόν, στίλβωσιν στιλπνών μεταλλικών επιφανειών), εις άπαντας του χώρους της μηχανής εν γένει. στ)Εργασίας παραλαβής καυσίμων και ύδατος. ζ)Εργασίας παραλαβής υλικών μηχανής είτε εκ του κρηπιδώματος, είτε εκ της πλευράς του πλοίου, είτε εκ του καταστρώματος αυτού και την περαιτέρω μεταφοράν και τοποθέτησιν τούτων εις τας οικείας αποθήκας. η)Απόρριψιν εις τη θάλασσαν των υπολειμμάτων καύσεως ως και πάσης φύσεως απορριμμάτων του μηχανολεβητοστασίου. ι)Καθαρισμόν εν γένει κοιοχρήστων χώρων ενδιαιτήσεως και υγιεινής κατωτέρου προσωπικού μηχανής εν ελλείψει καθαριστού. ια)Καθαρισμόν των ατομικών των θαλαμίσκων και ιβ)Βοηθητικάς εργασίας εις παντός είδους επιδιορθώσεις μηχανών, μηχανημάτων και εργαλείων. 2.Επί πλοίων κινουμένων δια μηχανών εσωτερικής καύσεως, εφ' όσον ο λέβης δεν λειτουργεί δια πετρελαίου οι θερμασταί απασχολούνται εις εργασίας καθαρισμού και συντηρήσεως του μηχανοστασίου, υπό την επίβλεψιν του Β'. Μηχανικού. Καθαρισταί - μαθητευόμενοι μηχανής. Άρθρον 91. Καθήκοντα εν γένει. Οι καθαρισταί ή οι μαθητευόμενοι μηχανής βοηθούν τους λιπαντάς και θερμαστάς εις τα καθήκοντά των μετέχοντες ή εκτελούντες τας κάτωθι εργασίας: α)Καθαρισμόν διαχωριστήρων ελαίου και πετρελαίου, φίλτρων και θερμοδοχείου και οχετών σαρώσεως (SCA VEN-GING TUNK.). β)Σφυροκόπησιν και καθαρισμόν εν γένει (σάρωσιν, πλύσιν, χρωματισμόν, στίλβωσιν στιλπνών μεταλλικών επιφανειών), εις άπαντας τους χώρους της μηχανής. η)Εκκένωσιν βαρελίων μηχανελαίου εις τας δεξαμενάς. δ)Παραλαβήν καυσίμων και ύδατος. ε)Παραλαβήν υλικών μηχανής είτε εκ του κρηπιδώματος, είτε εκ της πλευράς του πλοίου, είτε εκ του καταστρώματος αυτού και περαιτέρω μεταφοράν και τοποθέτησιν τούτων εις τας οικείας αποθήκας. στ)Καθαρισμόν και συντήρησιν λεβήτων (καυστήρων, προφυσίων, αυλών κλπ). ζ)Απόρριψιν εις την θάλασσαν των υπολειμμάτων καύσεως ως και πάσης φύσεως απορριμμάτων μηχανολεβητοστασίου. η)Καθαρισμόν εν γένει κοινοχρήστων χώρων ενδιαιτήσεως και υγιεινής κατωτέρου προσωπικού μηχανής. θ)Καθαρισμόν των ατομικών των θαλαμίσκων και ι)Βοηθητικάς εργασίας εις παντός είδους επιδιορθώσεις μηχανών, μηχανημάτων και εργαλείων. (Αντί της σελ. 492,615) Σελ. 492,615(α) Τεύχος 415-Σελ. 61 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ V. Περί του προσωπικού γενικών υπηρεσιών. ΤΜΗΜΑ Α' Περί του προσωπικού της υπηρεσίας ραδιοτηλεπικοινωνιών. Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών Εμπορικού Ναυτικού. Άρθρον 92. Καθήκοντα εν γένει. Ο Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών Ε.Ν. προΐσταται της Υπηρεσίας Ραδιοτηλεπικοινωνιών, τελεί δε υπό τας αμέσους διαταγάς και τον έλεγχον του Πλοιάρχου και είναι υπεύθυνος και υπόλογος απέναντι αυτού εν τη ενασκήσει των καθηκόντων του. Άρθρον 96. Ειδικά καθήκοντα. 1.Ειδικώτερον ο Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών εκτελεί την εν γένει υπηρεσίαν του συμμορφούμενος επακριβώς προς τας εκ των Διεθνών Συμβάσεων Ραδιοτηλεπικοινωνιών και "περί ασφαλείας της ανθρωπίνης ζωής εν θαλάσση" και του Κανονισμού Ραδιοτηλεγραφικής και Ραδιοτηλεφωνικής υπηρεσίας Ελληνικών Εμπορικών πλοίων, απορρεούσας συναφείς υποχρεώσεις του (εκτέλεσιν φυλακών, κανονική διεξαγωγή ανταποκρίσεως, υποχρέωσις λήψεως καταλόγων κλήσεως TRAFFIC LISTS, τήρησις ημερολογίου υπηρεσίας τηλεπικοινωνιών και επιμέλεια εγκαίρου θεωρήσεως τούτου παρά των αρμοδίων Αρχών, συντήρησις και επισκευή βλαβών μηχανών, μηχανημάτων και συσκευών σταθμού ασυρμάτου, τήρησις βιβλίων, καταστάσεων και διαφόρων εντύπων, κοστολόγησις Ραδιοτηλεγραφημάτων και Ραδιοτηλεφωνημάτων, λογιστική τακτοποίησις εν γένει της υπηρεσίας Ραδιοτηλεπικοινωνιών κλπ.). 2.Ευθύνεται δια την τακτικήν παρακολούθησιν, συντήρησιν και διατήρησιν εις αρίστην κατάστασιν των ηλεκτρονικών συσκευών του σταθμού ασυρμάτου, των σωσιβίων λέμβων και πλωτών σωστικών μέσων, κατά τα ειδικώτερον προβλεπόμενα υπό των οικείων Κανονισμών και διεθνών συμβάσεων "περί ασφαλείας της ανθρωπίνης ζωής εν θαλάσση". 3.Εισηγείται εγκαίρως εις τον πλοίαρχον την απαιτουμένην περιοδικήν ανανέωσιν των οικείων πιστοποιητικών του σταθμού ασυρμάτου ή και τυχόν ενδεικνυομένας επισκευάς και τεχνικάς επιθεωρήσεις των συσκευών του σταθμού, προς εξασφάλισιν της ομαλής τούτων λειτουργίας, παρακολουθεί δε και παρέχει την τεχνικήν συνδρομήν του κατά τας υπό των οικείων τεχνικών συνεργείων διενεργουμένας ως άνω επιθεωρήσεις ή επισκευάς. Σελ. .492,616(α) Τεύχος 415-Σελ. 62 1.Ευθύνεται δια την συμφώνως προς τας εν παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου μνημονευομένας διατάξεις τήρησιν του απορρήτου της ραδιοτηλεγραφικής και ραδιοτηλεφωνικής ανταποκρίσεως και θέτει υπ' όψιν του πλοιάρχου το ταχύτερον άπαντα τα λαμβανόμενα ραδιοτηλεγραφήματα αιτών την ενυπόγραφον παρά τούτου θεώρησιν των αποστελλομένων τοιούτων προ της εκπομπής των εφ' όσον ταύτα αφορούν την υπηρεσίαν και ασφάλειαν του πλοίου, ως επίσης και την ασφάλειαν του Κράτους. Ραδιοτηλεγραφήματα ιδιωτικής φύσες αποστέλλονται ή επιδίδονται εις τον παραλήπτην ευθύνη του αξιωματικού Ραδιοτηλεπικοινωνιών άνευ προηγουμένης εγκρίσεως του πλοιάρχου. Ο τελευταίος δύναται να ενημερωθή επί του περιεχομένου των εφ' όσον κρίνη τούτο αναγκαίον. 5.Υποχρεούται να λαμβάνη καθ' εκάστην το "δελτίον ειδήσεων του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας προς ενημέρωσιν των επιβαινόντων του πλοίου, εφ' όσον καθίσταται δυνατή η λήψις του και δεν παρεμποδίζει αύτη το κύριον έργον της ανταποκρίσεως. 6.Πραγματοποιείται άπαξ τουλάχιστον της εβδομάδος δοκιμήν τόσον της φορητής Ραδιοτηλεγραφικής συσκευής, όσον και της Ραδιοτηλεγραφικής εγκαταστάσεως των σωσιβίων λέμβων, εφ' όσον υπάρχει, ενεργών σχετικήν περί του αποτελέσματος εγγραφήν εις το ημερολόγιον Ραδιοτηλεπικοινωνιών. 7.Ελέγχει απαραιτήτως καθ΄ εκάστην την καλήν λειτουργίαν της συσκευής AUTO - ALARM και καταχωρίζει ειδικήν περί τούτου εγγραφήν εις το ημερολόγιον Ραδιοτηλεπικοινωνιών. 8.Επιμελείται της διαφυλάξεως των ειδών απογραφής του σταθμού ασυρμάτου και γενικώτερον της Υπηρεσίας Ραδιοτηλεπικοινωνιών του πλοίου. 9.Ευθύνεται δια την επιμελή παρακολούθησιν, συντήρησιν, αποκατάστασιν βλαβών και εξασφάλισιν της καλλιτέρας δυνατής λειτουργίας του συστήματος ενδοσυννενοήσεως του πλοίου. 10.Επιμελείται κατόπιν εντολής του πλοιάρχου, της συντηρήσεως και επισκευής βλαβών των κατωτέρω αναφερομένων ηλεκτρονικών συσκευών του πλοίου, των δυναμένων να εκτελεσθώσι παρά του ιδίου ή του υπ' αυτόν προσωπικού δια των διατιθεμένων υπό του πλοίου μέσων: α)Των ηλεκτρονικών ραδιοναυτιλιακών βοηθημάτων (RADAR ,Ραδιογωνιομέτρου, LORAN, DECCA). β)Των ηλεκτρονικών οργάνων ναυσιπλοΐας (Αυτομάτου πηδαλιούχου, γυροπιξίδος, δρομομέτρου, σημειωτού πορείας) ως και ηλεκτρικών συστημάτων τηλεκινήσεως. γ)Της ηχοβολιστικής συσκευής (βυθομέτρου). δ)Του κλειστού κυκλώματος τηλεοράσεως γεφύρας ως και των τροφοδοτικών αυτών μονάδων (μεταλλακτήρων, εναλλακτήρων κλπ.). ε)Των ηλεκτρακουστικών συστημάτων (ενισχυτώνμεγαφώνων) ως και λοιπών μέσων ψυχαγωγίας (ραδιοφώνου - κινηματογραφικών μηχανών κλπ). 11.Υποχρεούται εις την μετάδοσιν (εκπομπήν) προς παρακτίους σταθμούς των συντασσομένων παρά των αξιωματικών γεφύρας ως το άρθρον 20 του παρόντος Κανονισμού ορίζει μετεωρολογικών δελτίων. Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. 19.Ε.ζ.2 19.Ε.ζ.2 Κανονισμός Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Άρθρον 94. Εργασίαι ασυρμάτου εν όρμω. Ο αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών κατά την εν όρμω παραμονήν του πλοίου: α)Διεκπεραιώνει τη γραφικήν και διαχειριστικήν υπηρεσίαν του σταθμού ασυρμάτου (καταχωρίσεις εις το πρωτόκολλον απάντων των λαμβανομένων και αποστελλομένων τηλεγραφημάτων, δακτυλογράφησις αντιγράφων τούτων, συμπλήρωσις λογιστικών καταστάσεων, κοστολόγησις Ραδιοτηλεγραφημάτων και Ραδιοτηλεφωνημάτων αποστολήν δικαιολογητικών οικονομικής διαχειρίσεως κλπ. εις τον πλοιοκτήτην και αρμοδίας υπηρεσίας). β)Συντηρεί τους πάσης φύσεως συσσωρευτάς ασυρμάτου. γ)Ελέγχει την κανονικήν λειτουργίαν του εφεδρικού βοηθητικού πομπού και δέκτου, θέτων τούτον εις δοκιμαστικήν λειτουργίαν επί 5ωρον τουλάχιστον, καθ' εκάστην, δια τον έλεγχον και συντήρησιν των συσσωρευτών. δ)Επιμελείται της υποστολής και ανυψώσεως των κεραιών, οσάκις παρίσταται προς τούτο ανάγκη και διενεργεί καθαρισμόν μονωτήρων κεραίας και μονωτήρων εξόδων κεραιών, πομπών και δεκτών. στ)Παρακολουθεί τας εργασίας επισκευών παντός ηλεκτρονικού μηχανήματος, τας εκτελουμένας υπό εξωτερικών συνεργείων. Άρθρον 95. Διάθεσις προσωπικού εις Αξιωματικόν Ραδιοτηλεπικοινωνιών. Δια την τεχνικήν εργασίαν επισκευής μηχανημάτων, τόσον εν πλω όσον και εν όρμω, ο Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών δύναται να αιτήση παρά του πλοιάρχου όστις και του διαθέτει το ανάλογον και κατάλληλον βοηθητικόν προσωπικόν εκ του πληρώματος. Άρθρον 96. Εγκατάλειψις πλοίου. Εάν παραστή ανάγκη εγκαταλείψεως του πλοίου ο Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών παραμένει επ' αυτού εκπέμπων συνεχώς το σήμα κινδύνου, το στίγμα του πλοίου, ως και παν έτερον διατασσόμενον υπό του πλοιάρχου, και δεν εγκαταλείπει αυτό ει μη μόνον μετά του πλοιάρχου, εκτός εάν άλλως ήθελε διαταχθή υπ' αυτού. Αι διαταγαί του πλοιάρχου αι αφορώσαι εις το σήμα κινδύνου δίδονται εγγράφως εις τον Αξιωματικόν Ραδιοτηλεπικοινωνιών. Δόκιμος Αξιωματικός Ραδιοτηλεπικοινωνιών.
168
37. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 1013301/39/0013 της 8/14 Φεβρ. 2000 (ΦΕΚ Β΄147) Παράταση προθεσμιών υποβολής της ετήσιας δήλωσης Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας έτους 2000, φυσικών ή νομικών προσώπων. 27.Η.γ.32-37 Φορολογία Ακίνητης Περιουσίας
342
90. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ αριθ. 4397 της 22/31 Οκτ.1964 (ΦΕΚ Α΄186 ) Περί τροποποιήσεως των ορίων ομόρων διοικητικών τινών περιφερειών. Άρθρον μόνον .-Αι Κοινότητες και ο Δήμος Αρχαίας Ολυμπίας του τέως Δήμου Ολυμπίων αποσπώμεναι εκ της Επαρχίας Ολυμπίας του Νομού Ηλείας υπάγονται εφεξής διοικητικώς εις την επαρχίαν Ηλείας του ομωνύμου Νομού. 2.Γ.α.90 Νομαρχίες
292
60. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 208 της 18/30 Μαΐου 1991 (ΦΕΚ Α΄ 79) Ίδρυση και προαγωγή Νηπιαγωγείων.
224
19. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. 120/103 της 26 Ιαν./10 Φεβρ. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 57) Αύξηση των παρεχομένων συντάξεων από το Επικουρικό Ταμείο Ασφαλίσεως Κρεοπωλών και Εργατοϋπαλλήλων Κρέατος.
331
10. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ 107 της 6/9 Σεπτ. 1936 Περί Αγορανομικού Κώδικος Άρθρ.1-63.-(Κατηργήθησαν υπό του άρθρ.61 παρ. Α΄ Α.Ν. 382/1936, κατωτ. αρ. 12). Άρθρ.64.-Καταργούνται: Α)Οι νόμοι 1)ΔΡΗ΄, 2)362, 3)το άρθρ. 8 παρ. 1 και 2 του ν. 702, 4)703, 5)1056, 6)1130, 7)1311 πλην των διατάξεων των αφορωσών τροποποίησιν ή συμπλήρωσιν του ν. 702, 8)1655, 9)1867, 10)3123, 11)3124, 12)3673 της 23 Νοεμ./11 Δεκ.1928 περί τροποποιήσεως κλπ. α)του από 1 Ιουλ. 1927 Δ/τος περί ρυθμίσεως των μισθώσεων κλπ., 13)τα δια του ν. 3860 κυρωθέντα Ν.Δ. της 4/7 Ιουλ. 1925, 15 Σεπτ. 1925, 3/5 Αυγ. 1926 πλην των άρθρων 3 και 4, της 18/18 Σεπτ. 1926 (άρθρα 1-6 και 8-9)το άρθρ. 1 του Ν.Δ. της 6/6 Νοεμ. 1926 κυρωθέντος υπό του ιδίου νόμου, περί ποιότητος κλπ. των αλεύρων, 14)το Ν.Δ. της 28/28 Απρ. 1929 κυρωθέν δια του ν. 4171, εξαιρέσει των εδ.1, 2, 3, 5 του άρθρου μόνου του κυρωμένου τούτου Ν.Δ/τος, ων εδαφίων διατάξεις διατηρούνται εν ισχύϊ, 15)4268, 16)τα άρθρ. 15 και 16 του ν. 4829, 17)5150, 18)το άρθρ. 3 του ν. 5406 περί κυρώσεως κλπ. περί προστασίας του εθνικού νομίσματος (τ.26), 19)τα άρθρ.2, 3, 4, 5, 6 του ν. 5412, 20)5530, 21)5559, 22)5653 πλην της διατάξεως του άρθρ.2, 23)5725, 24)το άρθρ. 9 εδ. 4 του ν. 5891, 25)5925, 26)6218, 27)ο Α.Ν. της 1/11 Νοεμ. 1935. Β)Τα Ν.Δ/τα: 1)Της 22/22 Φεβρ. 1917 περί αμοιβής καταδεικτών παρανόμως μεταφερομένων κλπ. τροφίμων και άλλων ειδών καταναλώσεως. 2)Της 11/11 Ιουλ. 1917 περί παρατάσεως της ισχύος του ν. 703 περί αισχροκερδείας μέχρι της 31 Δεκ. 1917 κυρωθέν υπό ν. 1311 της 16/26 Απρ. 1918. 3)Της 6/9 Νοεμ. 1917 περί τροποποιήσεως διατάξεων των ν. 702, 703 και 362 περί πλεονεξίας και αισχροκερδείας κυρωθέν δια ν. 1311 της 16/26 Απρ. 1918. 4)Της 4/15 Αυγ. 1923 περί συστάσεως επιτροπών προς κανονισμόν διατιμήσεων, 5)Της 17/17 Μαΐου 1924 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί αισχροκερδείας διατάξεων. 6)Της 30/30 Σεπτ. 1924 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων περί αισχροκερδείας. 7)Της 4/7 Ιουλ. 1925 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων περί αισχροκερδείας κυρωθέν υπό του ν. 3860 της 5/7 Οκτ. 1929. 8)Της 21 Οκτ./5 Νοεμ. 1925 περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως των περί αισχροκερδείας νόμων κυρωθέν υπό του ν. 3727 της 31/31 Δεκ. 1928. 9)Της 21/28 Οκτ. 1925 περί επιτάξεως τροφίμων ή άλλων ειδών χρησίμων εις τας δημοσίας ή κοινωνικάς ανάγκας κλπ. κυρωθέν υπό του ν. 3727 της 31/31 Δεκ. 1928. 10)Της 13/17 Νοεμ. 1925 περί συστάσεως θέσεων ανωτέρων αγορανομικών εποπτών κυρωθέν υπό ν. 3727 της 31/31 Δεκ. 1928. 11)Της 25 Δεκ. 1925 περί συμπληρώσεως των περί αισχροκερδείας νόμων κυρωθέν υπό Ν.Δ. της 2/10 Αυγ. 1927. 12)Το άρθρ.9-10 του Ν.Δ. της 12/16 Αυγ. 1926 περί Ταμείου Άρτου κυρωθέντος δια του ν. 3860. 13)Της 2/10 Αυγ. 1927 περί κυρώσεως και τροποποιήσεως του από 3/5 Αυγ.1926 Ν.Δ/τος περί της ποιότητος και οξύτητος των αλεύρων. 14)Τα άρθρ.1, 5, 8, του δια του ν. 5947/1933 κυρωθέντος Ν.Δ. της 9 Μαΐου 1933 περί προσμίξεως κλπ. Γ)1)Το άρθρ.670-672 του Π. Νόμου. 2)Το άρθρ.581-587 του Π. Νόμου και Δ)Πάσα ετέρα γενική ή ειδική διάταξις αντικειμένη εις τον παρόντα νόμον ή οπωσδήποτε ρυθμίζουσα ή αφορώσα αντικείμενα περί ων ο παρών νόμος διαλαμβάνει, πλην 1)των ειδικών διατάξεων δι’ ων ανατίθεται εις άλλας αρχάς ο καθορισμός διατιμήσεων ή κατωτάτου ορίου τιμής πωλήσεως ορισμένων ειδών ή παροχής υπηρεσιών ή των όρων ους δέον να πληρώσι τα εις την κατανάλωσιν προσφερόμενα εδώδιμα και ποτά και καθ’ ους ειδικότερον επιτρέπεται η κατεργασία και συντήρησις αυτών προς προφύλαξιν της δημοσίας υγείας και αποφυγήν απάτης των αγοραστών και αίτινες διατάξεις διατηρούνται εν ισχύϊ, ως και 2)των μη αντικειμένων εις τον παρόντα νόμον ισχυουσών διατάξεων του ν. 702 περί συστάσεως επιτροπής κλπ. (5.Γα.3), ων η εφαρμογή ανατίθεται εις τον υφυπουργόν Αγορανομίας και κατ’ εξουσιοδότησιν αυτού εις τους γενικούς διοικητάς, νομάρχας ή τας υπό του παρόντος νόμου συνιστωμένας αγορανομικάς επιτροπάς. Άρθρ.65.-Αι μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου εκδοθείσαι πράξεις ή αποφάσεις του υφυπουργού Αγορανομίας ή άλλων αρμοδίων αρχών ή επιτροπών ή των προέδρων τοιούτων διατηρούνται εν ισχύϊ καθ’ όλον το περιεχόμενον, μέχρις εκδόσεως νέων τοιούτων βάσει του παρόντος νόμου ισχύοντος από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σελ.43 Αγορανομικός Κώδικας 5.Β.α.10
379
1. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ.43061/Ι.448 της 20 Οκτ./2 Νοεμ. 1960 (ΦΕΚ Β΄ 452) Περί εγκρίσεως Κανονισμού περί προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως εις το ΙΚΑ υπό των εργολάβων μεταλλευτικών, λατομικών ή συναφών εργασιών. Κατηργήθη δια του άρθρ.122 της υπ’ αριθ.55575/Ι.479/1965 ομοίας (κατωτ. σελ. 93)
371
2. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 236 της 13/14 Νοεμ. 1973 (ΦΕΚ Α' 305) Περί αρχαιρεσιών εις Φοιτητικούς και Σπουδαστικούς Συλλόγους. Άρθρ.1.-1.Εξαιρετικώς δια το Ακαδημαϊκόν Έτος 1973-1974 αι προβλεπόμεναι υπό των οικείων καταστατικών αρχαιρεσίαι εις τους Συλλόγους Φοιτητών και Σπουδαστών απάντων των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της Χώρας διεξαχθήσονται μετά την 15ην Φεβρ. 1974. Η θητεία των ούτως εκλεγησομένων Διοικητικών Συμβουλίων ορίζεται ετησία, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά, των διατάξεων των οικείων καταστατικών. 2.Αι εν τη προηγουμένη παραγράφω αρχαιρεσίαι θα διεξαχθούν υπό προσωρινών Διοικουσών Επιτροπών, συγκροτηθησομένων κατά τα εν άρθρ. 2 του παρόντος οριζόμενα, παρουσία: α)Αντιπροσώπου της Δικαστικής Αρχής, οριζομένου υπό του Προέδρου Πρωτοδικών της έδρας εκάστου Συλλόγου, αιτήσει του κατά περίπτωσιν εποπτεύοντος Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, 15 ημέρας προ της διενεργείας τούτων. β)Εκπροσώπου του ασκούντος την εποπτείαν επί των Φοιτητικών και Σπουδαστικών Συλλόγων οργάνου των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Άρθρ.2.-1.Από την ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κηρύσσεται λήξασα η θητεία των υφισταμένων Διοικητικών Συμβουλίων των εν παρ. 1 του άρθρ. 1 Συλλόγων. 2.Η Διοίκησις εκάστου τούτων ανατίθεται εις 7μελή προσωρινήν Διοικούσαν Επιτροπήν οριζομένην υπό της Διοικήσεως του οικείου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και αποτελουμένην εκ του πρωτεύσαντος εκάστου έτους σπουδών και των κατά σειράν λαβόντων την μείζονα βαθμολογίαν ανεξαρτήτως έτους σπουδών. Επί πλειόνων ισοβαθμούντων διενεργείται κλήρωσις. Εν αδυναμία συμμετοχής τινός των ανωτέρω καλείται αντ' αυτού ο κατά βαθμόν επόμενος τούτου, διενεργουμένης, εν ισοβαθμία πλειόνων, κληρώσεως μεταξύ αυτών. Άρθρ.3.-1.Αι προσωριναί Διοικούσαι Επιτροπαί οφείλουν να συντάξουν τους εκλογικούς καταλόγους και προβούν εις προετοιμασίαν των αρχαιρεσιών, συγκαλούσαι προς τούτο Γενικάς Συνελεύσεις των μελών των Συλλόγων εντός του υπό του άρθρ. 1 του παρόντος οριζομένου χρόνου. 2.Αύται θέλουσιν αποτελέσει μετά του εν τη παρ. 2 του άρθρ. 1 του παρόντος αντιπροσώπου της Δικαστικής Αρχής την Εφορευτικήν επί τούτων Επιτροπήν. Άρθρ.4.-Η εν γένει εποπτεία εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος ανατίθεται εις τας Διοικήσεις των καθ' έκαστα Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Άρθρ.5.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
218
19. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 22 της 3/11 Νοεμ. 1944 Περί ιδρύσεως Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής. Κατηργήθη αφ' ης ίσχυσε δια του: Νόμ. 98 της 16/20 Ιαν. 1945 περί καταργήσεως του υπ' αριθ. 22/44 Νόμου.
26
11. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 474 της 18/25 Ιουν. 1974 (ΦΕΚ Α΄ 174) Περί της διαδικασίας τελωνισμού ειδών εισαγομένων δια ταχυδρομικών δεμάτων και δασμολογικής μεταχειρίσεως αποστελλομένων εις μικράς αποστολάς ειδών. Διάκρισις εισαγομένων ειδών Άρθρ.1.-1.Τα δυνάμει του άρθρ. 20 του Νόμ. 841/1948 «περί ταχυδρομικών δεμάτων», (ανωτ. αριθ. 2), ως τούτο ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του Άρθρ.9.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, εξαιρέσει των άρθρ. 2 και 3, ων η ισχύς άρχεται μετά εξάμηνον από της δημοσιεύσεως. Σελ. 250,06(α) Τεύχος Θ103-Σελ. 116 30.Β.ε.11 Εκτελωνισμός Ταχυδρομικών Δεμάτων 33 άρθρ. 11 του Νόμ. 4055/1960, «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων της Τελωνειακής και Δασμολογικής Νομοθεσίας, κυρώσεως Πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου κλπ.», επιτρεπόμενα να εισάγωνται εκ του εξωτερικού, δια της ταχυδρομικής οδού, είδη, διακρίνονται εις είδη αποστελλόμενα υπό μορφήν δώρων από ιδιώτας εις ιδιώτας και εις είδη προοριζόμενα προς εμπορίαν. 2.Η, κατά τ’ ανωτέρω, διάκρισις γίνεται, δια μεν τα υπό μορφήν δώρων αποστελλόμενα προς ιδιώτας είδη, επί τη βάσει της συνοδευούσης ταύτα και διεθνώς καθιερωθείσης δηλώσεως εν Τελωνείω (DECLARATION EN DUANE) του αποστολέως, δια δε τα προς εμπορίαν είδη, επί τη βάσει της ανωτέρω δηλώσεως και του οικείου τιμολογίου, επιφυλασσομένου του τελωνειακού ελέγχου προς διαπίστωσιν της ακριβείας της σχετικής δηλώσεως. Υποχρέωσις προσκομίσεως τιμολογίου-Κυρώσεις Άρθρ.2.-1.Επί εμπορικών δεμάτων, κομιζομένων δια της ταχυδρομικής οδού, ο αγοραστής - παραλήπτης υποχρεούται να μεριμνά δια την υπό του πωλητούαποστολέως έγκλεισιν εντός των περιεχόντων τα είδη δεμάτων, του οικείου τιμολογίου, ή να προσκομίση ο ίδιος τούτο. Η έγκλεισις ή η προσκόμισις τιμολογίου είναι προαιρετική δι’ είδη προοριζόμενα προς εμπορίαν αξίας, κατά την κρίσιν της Τελωνειακής Αρχής, μέχρι 30 δολλάρια ΗΠΑ. 2.Εις περίπτωσιν, καθ’ ην δεν ανευρίσκεται, κατά την προσκόμισιν και το άνοιγμα των δεμάτων εις τα τελωνειακά ελεγκτήρια, τιμολόγιον εντός των εμπορικών δεμάτων, ή έως του ανοίγματος αυτών δεν προσκομισθή τούτο, συντάσσεται περί τούτου πράξις υπό του αρμοδίου τελωνειακού οργάνου, ήτις χρονολογουμένη και υπογραφομένη υπ’ αυτού, προσυπογραφομένη δε και υπό του συμπαρισταμένου, κατά το άνοιγμα, αρμοδίου οργάνου της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας, κοινοποιείται επί αποδείξει εις τον αγοραστήν-παραλήπτην του δέματος. 3.Από της ημέρας της κοινοποιήσεως της κατά την προηγουμένην παράγραφον πράξεως, επιβάλλεται τέλος, δια την μη έγκλεισιν ή την μη προσκόμισιν του οικείου τιμολογίου, ανερχόμενον εις το ποσόν των δραχ.10 κατά δέμα και καθ’ ημέραν και επί δέκα πέντε συνεχείς ημέρας, του ποσού τούτου διπλασιαζομένου μετά την λήξιν του δεκαπενθημέρου και μέχρι προσκομίσεως υπό του εισαγωγέως-παραλήπτου του τιμολογίου. 4.Επί τη εγγράφω επί αποδείξει προσκλήσει της αρμοδίας Τελωνειακής Αρχής, ο εισαγωγεύς - παραλήπτης των δεμάτων ή ο νομίμως εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος αυτού υποχρεούται όπως προσαγάγη εις την Αρχήν ταύτην και έτερα τυχόν αναγκαιούντα αυτή στοιχεία (ζυγολόγια, καταστάσεις κατά πατρόν κλπ.) προς διενέργειαν του τελωνισμού, εντός δέκα ημερών από της ημέρας της επιδόσεως της εγγράφου κλήσεως. Από της επομένης της λήξεως του δεκαημέρου, επιβάλλεται το κατά την προηγουμένην παράγραφον και κατά τας εν αυτή διακρίσεις τέλος. Μη επιβολή κυρώσεων επί επιστροφής δεμάτων Άρθρ.3.-Το κατά το προηγούμενον άρθρον τέλος προσκομίσεως των αναγκαίων τη Τελωνειακή Αρχή τιμολογίων ή ετέρων στοιχείων προς διενέργειαν της επαληθεύσεως και του τελωνισμού, δεν βεβαιούται, ή, τυχόν βεβαιωθέν, διαγράφεται εις περίπτωσιν επαναποστολής των ταχυδρομικών δεμάτων εις τον αποστολέα, δι’ οιονδήποτε λόγον, ή εις περίπτωσιν διαχειρήσεως τούτων ως αζητήτων κατά τας κειμένας σχετικάς διατάξεις. Τελωνισμός ταχυδρομικών δεμάτων με απλουστευμένη διαδικασία Άρθρ.4.-«1.Ο τελωνισμός των υπό μορφή δώρων ειδών που αποστέλλονται ταχυδρομικά είναι δυνατό να πραγματοποιείται χωρίς επαλήθευση, με βάση τις εξωτερικές έγγραφες ενδείξεις κάθε δέματος και την τελωνειακή δήλωση του αποστολέα (DECLARATION EN DOUANE) που συνοδεύει αυτό. 2.Ο τελωνισμός των εμπορικού χαρακτήρα ειδών, που αποστέλλονται ταχυδρομικά, πραγματοποιείται ύστερα από επαλήθευση των εξωτερικών ενδείξεων και του περιεχομένου των δεμάτων αυτών. Είναι δυνατό όμως η αρμόδια τελωνειακή αρχή να προέρχεται στον τελωνισμό των εν λόγω δεμάτων, και χωρίς επαλήθευση του περιεχομένου τους, βασιζόμενη στα συνοδευτικά τους έγγραφα (τιμολόγιο, δήλωση κ.λπ.), εφ’ όσον βέβαια τα διαλαμβανόμενα σ’ αυτά είδη περιγράφονται λεπτομερώς κατά κατηγορία, ποσότητα, βάρος και αξία και εφ’ όσον η αξία γίνεται αποδεκτή σύμφωνα με τις ισχύουσες «περί δασμολογητέας και φορολογητέας αξίας» διατάξεις. 3.Στην αρμόδια τελωνειακή αρχή επιφυλάσσεται το δικαίωμα να προέρχεται, κατά την κρίση της, στο δειγματοληπτικό ανατελωνισμό και στην πλήρη επαλήθευση του περιεχομένου των διαλαμβανομένων στις παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου ταχυδρομικών δεμάτων, σε οποιοδήποτε στάδιο βρίσκονται αυτά, από την έναρξη τελωνισμού τους μέχρι και της ημερομηνίας επιδόσεώς τους. Η ταχυδρομική υπηρεσία διευκολύνει την τελωνειακή στο έργο της αυτό. (Αντί για τη σελ. 250,05) Σελ. 250,05(α) Τεύχος Θ103-Σελ. 115 Εκτελωνισμός Ταχυδρομικών Δεμάτων 30.Β.ε.11 32 4.Τα υπό μορφή δώρων και τα εμπορικού χαρακτήρα είδη που αποστέλλονται ταχυδρομικά και τα οποία δεν παρουσιάζουν δασμοφορολογικό ενδιαφέρον επιτρέπεται να διακινούνται με απλουστευμένη διαδικασία χωρίς να συντάσσονται τα προβλεπόμενα τελωνειακά παραστατικά». Το άρθρ. 4 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρ. 43 Νόμ. 1731/1987 (ΦΕΚ Α΄ 161) (Τόμ. 27, σελ. 196,403). Κατάθεσις μιας διασαφήσεως επί πλειόνων δεμάτων Άρθρ.5.-Δια τον τελωνισμόν ειδών, αποστελλομένων υπό του αυτού αποστολέως προς τον αυτόν παραλήπτην, δια πλειόνων ταχυδρομικών δεμάτων, συνεχώς ηριθμημένων, της αυτής ταχυδρομικής αποστολής, δύναται να εκδίδηται μία διασάφησις, περιλαμβάνουσα άπαντα τα εις τα δέματα ταύτα περιεχόμενα είδη. Δασμολογική μεταχείρισις Άρθρ.6.-(Αντικαθίσταται το άρθρ. 19 Ν.Δ. 2544/ 1953, κατωτ. σελ. 264,01). Προθεσμία καταθέσεως εισπράξεων Άρθρ.7.-Αι κατά την επίδοσιν των ταχυδρομικών δεμάτων πραγματοποιούμεναι υπό της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας εισπράξεις εκ δασμών και λοιπών φόρων, δέον όπως κατατίθηνται εις τα αρμόδια Τελωνεία εντός εικοσιπενθημέρου από του τέλους του εις ον ανάγονται αι εισπράξεις μηνός. Άρθρ.8.-Δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται αι αναγκαίαι λεπτομέρειαι δια την εφαρμογήν του παρόντος.
318
92. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Αριθ. ΔΥ3Α/οικ.1143 της 8/17 Νοεμ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 951) Εξαίρεση διοικητικών πράξεων ή εγγράφων από τον περιορισμό των τριών υπογραφών. Αφορά τα Υπουργεία Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθώς και Υγείας και Πρόνοιας. Σελ. 116,31026 Τεύχος 1318 Σελ. 34 92α. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ ΄αριθ.55 της 26 Μαρτ./14 Απρ.1996 (ΦΕΚ Α΄ 48) (Διορθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 72/25 Απρ. 1996) Περιορισμός συναρμοδιοτήτων κατά την έκδοση διοικητικών πράξεων.
134
3. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 413 της 28 Απρ./11 Μαΐου 1966 (ΦΕΚ Α΄ 106) Περί ιδρύσεως Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών παρά τη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχοντες υπ’ όψιν: α)το άρθρ. 31 παρ. 3 του Ν.Δ. 3974/59, β)την γνώμην της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης διατυπωθείσαν κατά την συνεδρίαν αυτής της 16ης Ιαν. 1963, γ)τας γνώμας των Σχολών του Πανεπιστημίου τούτου αα) Φιλοσοφικής, ββ)Θεολογικής, γγ)Νομικών και Οικονομικών Επιστημών, διατυπωθείσας κατά τας συνεδρίας αυτών, αντιστοίχως 20 Δεκ. 1962, 19 Δεκ. 1962 και 14 Ιαν. 1963 και δδ)Πολυτεχνικής (αριθ. εγγράφου 509/15.1.1963), δ)την υπ’ αριθ. 297/1963 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει των επι της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και επί των Οικονομικών Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-1.Ιδρύεται παρά τη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης «Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών». 2.Σκοπός του «Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών» (Κ.Β.Ε.) είναι η έρευνα της μεσαιωνικής Ελληνικής Φιλολογίας, της Βυζαντινής Ιστορίας, της Βυζαντινής Θεολογίας, της Βυζαντινής αρχαιολογίας και Τέχνης και του Βυζαντινού δικαίου και εν γένει παντός θέματος βυζαντινού πολιτισμού , καθώς και η εις τους κλάδους τούτους εξειδίκευσις πτυχιούχων ανωτάτων ημεδαπών και αλλοδαπών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και η κατάρτισις ειδικών ερευνητών των Βυζαντινολογικών κλάδων. 3.Εις το Κέντρον λειτουργούν τα εξής πέντε τμήματα: α)Μεσαιωνικής Ελληνικής Φιλολογίας, β) Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης και ε) Βυζαντινού Δικαίου. Άρθρ.2.-Το «Κέντρον Βυζαντινών Ερευνών» πραγματοποιεί τους εν άρθρ. 1 παρ. 2 σκοπούς του δια παντός προσφόρου μέσου και ειδικώτερον α)δια της οργανώσεως ερευνών διενεργουμένων υπό την καθοδήγησιν και την εποπτείαν του εις εκάστην περίπτωσιν αρμοδίου καθηγητού-μέλους του Συμβουλίου του Κέντρου δια των υπό του Κέντρου προσλαμβανομένων τακτικών και εκτάκτων επιστημονικών συνεργατών. Οι συνεργάται ούτοι προσλαμβάνονται υπό του Συμβουλίου του Κέντρου κατόπιν προτάσεως του αρμοδίου καθηγητού-μέλους του Συμβουλίου του Κέντρου. Εις ειδικάς περιπτώσεις δύνανται να προσληφθούν ως έκτακτοι συνεργάται και αλλοδαποί, β)δια της δημοσιεύσεως των πορισμάτων των υπό του Κέντρου διενεργουμένων ερευνών, γ)δια της οργανώσεως (ενδεχομένης εν συνεργασία μετ’ άλλων επιστημονικών ιδρυμάτων της ημεδαπής ή αλλοδαπής)ειδικών φροντιστηρίων, επιστημονικών συνεδρίων και συναντήσεων, δ)δια της ανταλλαγής μετά παρομοίων ή συγγενών Κέντρων ή Ινστιτούτων ημεδαπών ή αλλοδαπών πορισμάτων, ερευνών και επιστημονικών πληροφοριών επί θεμάτων κοινού επιστημονικού ενδιαφέροντος, ε)δια της οργανώσεως βιβλιοθήκης, εξυπηρετούσης τους ειδικούς ερευνητικούς σκοπούς του Κέντρου, ζ)δια της εκδόσεως ειδικού περιοδικού οργάνου του Κέντρου. Άρθρ.3.-1.Το Κέντρον διοικείται υπό επταμελούς Δ. Συμβουλίου, συγκροτουμένου εκ των καθηγητών των κάτωθι εδρών ή εκ των κατ’ εντολήν διδασκόντων τα μαθήματα των εδρών τούτων α) Μεσαιωνικής Ελληνικής Φιλολογίας, β)Βυζαντινής Ιστορίας, γ) Γενικής Εκκλησιαστικής Γραμματολογίας, δ) Βυζαντινής Αρχαιολογίας, ζ)Ιστορίας του Ελληνικού και Ρωμαϊκού Δικαίου και ζ)Ρυθμολογίας και Μορφολογίας της Πολυτεχνικής Σχολής, εφ’ όσον ο κατέχων ταύτην ασχολείται με θέματα ερεύνης εμπίπτοντα εις του σκοπούς του Κέντρου. 2.Γραμματεύς του Δ.Σ. ορίζεται υπάλληλος Α΄ κατηγορίας του Κ.Β.Ε. επί βαθμώ 6ω και άνω. Εις περίπτωσιν καθ’ ην έδρα τις εκ των ανωτέρω αναφερομένων είναι κενή μέλος του Συμβουλίου γίνεται ο εις ον ανατίθεται η διδασκαλία των μαθημάτων της έδρας ταύτης υφηγητής μέχρι του χρόνου της πληρώσεως αυτής. Του Δ. Συμβουλίου προεδρεύει επί ενιαυσία θητεία εν μέλος εκ των τακτικών Καθηγητών αυτού κατά σειράν αρχαιότητος. Άρθρ.4.-1.Το Δ. Συμβούλιον ευρίσκεται εν απαρτία αν οι παρόντες είναι περισσότεροι των απόντων, αποφασίζει δε κατά πλειοψηφίαν εν ισοψηφία νικώσης της ψήφου του Προέδρου. 2.Το Συμβούλιον συνεδριάζει τακτικώς μεν άπαξ του μηνός εκτάκτως δε οσάκις ήθελε κληθή υπό του Προέδρου ή ζητηθή τούτο υπό τριών εκ των μελών αυτού. 3.Τον Πρόεδρον του Συμβουλίου απόντα ή κωλυόμενον αναπληροί, το αρχαιότερον μέλος του Δ. Συμβουλίου. Άρθρ.5.-1.Το Δ. Συμβούλιον εγκρίνει το ετήσιον πρόγραμμα ερευνών και επιστημονικών εν γένει εργασιών αυτού τη προτάσει των οικείων καθηγητώνμελών αυτού. Εις το τέλος εκάστου έτους το Δ. Συμβούλιον υποβάλλει δια της Φιλοσοφικής Σχολής εις την Σύγκλητον και το Υπουργείον Εθν. Παιδείας έκθεσιν πεπραγμένων και αλληλογραφεί μετά των δημοσίων αρχών δια της εν λόγω Σχολής. 2.Το Δ. Συμβούλιον δύναται δι’ απολύτου πλειοψηφίας των μελών αυτού να εκλέγη ως αντεπιστέλλοντας εταίρους του Κέντρου ξένους ή Έλληνας επιστήμονας διακριθέντας εις τους υπ’ αυτών καλλιεργουμένους βυζαντινολογικούς επιστημονικούς κλάδους. Σελ. 493 Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών Πανεπιστημίου Θεσ/νίκης 31.Ε.ε.3 Άρθρ.6.-1.Το προσωπικό του Κέντρου διακρίνεται εις επιστημονικό (επί θητεία και εις διοικητικόν (τακτικόν).Το επιστημονικόν προσωπικόν προσλαμβάνεται επί τριετεί θητεία δυναμένη να ανανεώνηται τη προτάσει του αρμοδίου Καθηγητού-μέλους του Συμβουλίου, αποτελείται δε εξ επτά ερευνητών, εξομοιουμένων βαθμολογικώς και μισθολογικώς προς επιμελητάς του Ψυχολογικού Εργαστηρίου της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και εκ δέκα τεσσάρων βοηθών-ερευνητών, εξομοιουμένων και αυτών βαθμολογικώς και μισθολογικώς προς βοηθούς εδρών. 2.Προσόντα δια τον ερευνητήν είναι διδακτορικόν δίπλωμα ημεδαπού ή αλλοδαπού Πανεπιστημίου, δια δε τον βοηθόν-ερευνητήν πτυχίον ημεδαπού ή αλλοδαπού Πανεπιστημίου. 3.Το Διοικητικόν προσωπικόν αποτελείται: α)εξ ενός γραμματέως Α΄ κατηγορίας του Κέντρου, προϊσταμένου της γραμματείας επί βαθμώ 8ω έως 2ω, β)εξ ενός βιβλιοθηκαρίου Α΄ κατηγορίας εκτελούντος και χρέη βοηθού του γραμματέως 4πί βαθμώ 8ω έως 4ω, γ)εκ μίας στενοδακτυλογράφου της ελληνικής και της γαλλικής ή αγγλικής γλώσσης Β΄ κατηγορίας επί βαθμώ 11ω έως 6ω, δ)εκ δύο κλητήρων επί βαθμώ 13ω έως 9ω (Γ΄ κατηγορίας) και ε)εκ δύο καθαριστριών επί ημερομισθίω ή ωρομισθίω προστιθεμένων εις τας δια της υπ’ αριθ. 50341 /18.8.54 αποφάσεως των Υπουργών επί των Οικονομικών και επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορισθείσας τοιαύτας (ΦΕΚ 186 τεύχος Β΄). 4.Προσόντα διορισμού εις τον εισαγωγικόν βαθμόν ορίζονται δια τον γραμματέα πτυχίον Νομικής Σχολής και γνώσις μίας ξένης γλώσσης, δια τον βιβλιοθηκάριον πτυχίον Ανωτάτης Σχολής και γνώσεις βιβλιοθηκονομίας, δια την στενοδακτυλογράφον απολυτήριον Σχολείου Μέσης Εκπαιδεύσεως και γνώσεις στενοδακτυλογραφίας και δια τον κλητήρα απολυτήριον δημοτικού σχολείου. 5.Δι’ αποφάσεως του Συμβουλίου προσλαμβάνονται μέχρι 14 κατ’ ανώτατον ορίων επιστήμονες ως έκτακτοι συνεργάται προς έρευναν ειδικού θέματος. Ούτοι προσλαμβάνονται επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου, αν η καθορίζεται ο χρόνος δια τον οποίον προσλαμβάνονται. Αι αποδοχαί των ανωτέρω ορίζονται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Οικονομικών. 6.Χρέη Υπηρεσιακού Συμβουλίου δι το επιστημονικόν και το διοικητικόν προσωπικόν του Κέντρου εκτελούν τα δια τους αντιστοίχους υπαλλήλους του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης προβλεπόμενα Υπηρεσιακά Συμβούλια. Σελ. 494 Άρθρ.7.-Πόροι του Κέντρου είναι α)αι προς το Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης δια λογαριασμόν του «Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών» ειδικαί και τακτικαί και έκτακτοι επιχορηγήσεις του Κράτους, ειδικαί επιχορηγήσεις Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ή Ιδιωτικού Δικαίου, επιχορηγήσεις, δωρεαί, κληρονομίαι κληροδοσίαι και πάσης φύσεως τακτικαί και έκτακτοι εισφοραί φυσικών ή νομικών προσώπων ημεδαπών ή αλλοδαπών, β)τα εκ της πωλήσεως δημοσιευμάτων αυτού έσοδα και γ)αι εκ της διαχειρίσεως της δια λογαριασμόν του Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών διατιθεμένης προς το Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης περιουσίας. Εις τον προϋπολογισμόν του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αναγράφονται υπό ίδια κεφάλαια και άρθρα τα έσοδα του Κέντρου, διατιθέμενα κατά τας περί Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ισχυούσας δια το θέμα τούτο διατάξεις μετ’ απόφασιν του εν άρθρ. 3 οριζομένου Συμβουλίου. Εις τον αυτόν επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. 31.Ε.ε.3 Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών Πανεπιστημίου Θεσ/νίκης
197
3. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3816 της 26/28 Φεβρ. 1958 Περί κυρώσεως του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου. Άρθρον μόνον.-Κυρούται εν όλω ο υπό της δυνάμει του ειδικού Νόμ. 755/1948 και δια της υπ’ αριθ. 45668/4035/7-9-1948 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εμπορικής Ναυτιλίας συσταθείσης Ειδικής Επιτροπής συνταχθείς Κώδιξ Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου, έχων ούτω: ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΣ Περί πλοίων και πλοιοκτησίας Άρθρ.9.-Το δίκαιον της πολιτείας, ης την σημαίαν φέρει το πλοίον, ρυθμίζει τα επ’ αυτού εμπράγματα δικαιώματα. ΤΙΤΛΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ Περί συμπλοιοκτησίας Άρθρ.93.-Ο εκκαθαριστής κοινοποιεί την απόφασιν του προέδρου εις τους εν τη δηλώσει μνημονευομένους δανειστάς, ως και εις το Ναυτικόν Επιμελητήριον, δημοσιεύει δε ταύτην εν περιλήψει εις δύο των εν Αθήναις ευρέως κυκλοφορουσών ημερησίων εφημερίδων, μετά προσκλήσεως προς τους δανειστάς όπως εντός τριών μηνών υποβάλουν εις αυτόν δήλωσιν περί των απαιτήσεών των, περιέχουσαν και διορισμόν αντικλήτου. Η δήλωσις διακόπτει την παραγραφήν. Άρθρ.94.-Ο εκκθαριστής έχει την διαφύλαξιν και συντήρησιν του παραχωρηθέντος πλοίου και επιμελείται της ασφαλιστικής καλύψεως αυτού μετά σύμφωνον γνώμην του εισηγητού. Ο εκκαθαριστής προβαίνει εις δημοσίαν κατάθεσιν παντός εισπραττομένου ποσού, προς ανάληψιν δε αυτού, απαιτείται η συναίνεσις του εισηγητού. Άρθρ.95.-Επί εισπρακτέου ναύλου, αι σχετικαί απαιτήσεις εκχωρούνται αυτοδικαίως εις τους δανειστάς, του παραχωρούντος υποχρεουμένου όπως προσαρτήση εις την δήλωσιν τα αποδεικτικά έγγραφα. (Μετά την σελ. 12(β) Σελ. 12,01 Τεύχος 616-Σελ. 3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.96.-Παρελθούσης της εν άρθρ. 93 προθεσμίας, ο εκκαθαριστής προσκαλεί αμελλητί τον παραχωρήσαντα και τους αναγγελθέντας δανειστάς εις συνέλευσιν, κοινοποιών εις αυτούς δέκα τουλάχιστον ημέρας προηγουμένως, τον υπ’ αυτού συνταχθέντα πίνακα των αναγγελθεισών πιστώσεων. Άρθρ.97.-Εάν, κατά την ορισθείσαν ημέραν δεν προσέλθουν δανεισταί εκπροσωπούντες τα τρία τέταρτα των απαιτήσεων, κατόπιν προσκλήσεως κοινοποιουμένης προ τριών τουλάχιστον ημερών, ο παραχωρήσας και οι δανεισταί συνέρχονται εις νέαν συνέλευσιν, καθοριζομένην εντός εικοσαημέρου. Αύτη αποφασίζει εγκύρως, οσονδήποτε και αν είναι το μέγεθος των εκπροσωπουμένων απαιτήσεων. Άρθρ.98.-Κατά την συνέλευσιν επαληθεύονται κατά πρώτον αι απαιτήσεις, είτα δε ο εκκαθαριστής εισηγείται τας λύσεις αίτινες επιβάλλονται εκ των περιστάσεων και της επιεικείας. Άρθρ.99.-Εγειρομένων αμφισβητήσεων, αύται εκδικάζονται μερίμνη του εκκαθαριστού κατά την επ’ αναφορά διαδικασίαν και κατά την αυτήν δικάσιμον άπασαι. Άρθρ.100.-Επελθούσης συμφωνίας κατά την επαλήθευσιν, ως και μετά την τελεσιδικίαν των κατά το προηγούμενον άρθρον αποφάσεων, ο εισηγητής καταρτίζει τον πίνακα της τελικής διανομής, την οποίαν ενεργεί αμελλητί ο εκκαθαριστής αποδίδων το τυχόν υπόλοιπον εις τον παραχωρήσαντα. Άρθρ.101.-Ο εκκαθαριστής, συναινούντος του εισηγητού, προβαίνει εις προσωρινήν διανομήν του ενεργητικού ή μέρους αυτού προς τους δικαιούχους των μη αμφισβητουμένων απαιτήσεων, παραφυλάττων εξ ολοκλήρου τα εις τας αμφισβητουμένας απαιτήσεις αντιστοιχούντα ποσά. Άρθρ.102.-Από της υποβολής της εν άρθρ. 90 δηλώσεως οι δανεισταί δεν δικαιούνται εις προσωπικήν δίωξιν του πλοιοκτήτου ουδέ εις λήψιν συντηρητικού ή αναγκαστικού μέτρου, τα δε τυχόν ληφθέντα αίρονται αυτοδικαίως. Άρθρ.10.-Όταν συγκύριοι πλοίου συνεκμεταλλεύωνται αυτό (συμπλοιοκτησία), εκτός εναντίας εγγράφου συμφωνίας, εφαρμόζονται αι διατάξεις του παρόντος τίτλου. Άρθρ.103.-Καθ’ οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας, επιτρέπεται, τη αιτήσει του εκκαθαριστού ή και παντός έχοντος έννομον συμφέρον, η εκποίησις του πλοίου. Αύτη γίνεται κατά τρόπον προσδιοριζόμενον υπό του προέδρου πρωτοδικών, δικάζοντος κατά την επ’ αναφορά διαδικασίαν και καλουμένου πάντοτε του πλοιοκτήτου, εφ’ όσον δε είναι εφικτόν, και των ενυποθήκων δανειστών του πλοίου. Η εκποίησις δύναται να γίνη κατά την κρίσιν του προέδρου και άνευ δημοσίου πλειστηριασμού. Άρθρ.104.-Περατωθείσης της εκκαθαρίσεως ο εκκαθαριστής καταθέτει μετά σχετικής εκθέσεως άπαντα τα έγγραφα εις τον γραμματέα του πρωτοδικείου. Άρθρ.105.-Ο εκμεταλλευόμενος δι’ εαυτόν πλοίον ανήκον εις άλλον (εφοπλιστής) οφείλει να δηλώση τούτο εγγράφως από κοινού μετά του κυρίου του πλοίου εις την λιμενικήν αρχήν του τόπου της νηολογήσεως. Η δήλωσις, περιλαμβάνουσα το όνομα, την ιθαγένειαν και την κατοικίαν του εφοπλιστού, την διάρκειαν της εκμεταλλεύσεως, ως και τα χαρακτηριστικά του πλοίου, καταχωρίζεται εις το νηολόγιον και σημειούται εις το έγγραφον εθνικότητος του πλοίου. Μη γενομένης τοιαύτης δηλώσεως ο κύριος του πλοίου τεκμαίρεται ότι εκμεταλλεύεται τούτο δι’ εαυτόν. Ο εφοπλιστής έχει το κατά τας διατάξεις του παρόντος τίτλου δικαίωμα παραχωρήσεως. Άρθρ.106.-Ο εφοπλιστής, εκτός εναντίας συμφωνίας, διορίζει τον πλοίαρχον. Αι εκ του εφοπλισμού απορρέουσαι απαιτήσεις ασκούνται και κατά του πλοίου. Εν περιπτώσει παραχωρήσεως κατά το άρθρ. 85 υπό του εφοπλιστού, ο πλοιοκτήτης δικαιούται ν’ αντικαταστήση ταύτην δια της κατά το άρθρ. 86 εδάφ. 1 παραχωρήσεως. ΤΙΤΛΟΣ ΕΚΤΟΣ Περί ναυλώσεως ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄. Γενικαί διατάξεις Άρθρ.107.-Η σύμβασις ναυλώσεως έχει ως αντικείμενον την έναντι ανταλλάγματος: α)χρησιμοποίησιν του πλοίου εν όλω (ολική ναύλωσις) ή εν μέρει (μερική ναύλωσις) προς ενέργειαν θαλασσίας μεταφοράς, β)μεταφοράν πραγμάτων δια θαλάσσης (σύμβασις μεταφοράς πραγμάτων), γ)μεταφοράν επιβατών δια θαλάσσης (σύμβασις μεταφοράς επιβατών). Επί της συμβάσεως μεταφοράς πραγμάτων, εφ’ όσον άλλο τι δεν ορίζεται υπό του νόμου ή δεν συνομολογείται ρητώς ή δεν προκύπτει εκ της φύσεως της σχέσεως, εφαρμόζονται αι διατάξεις περί ολικής ή μερικής ναυλώσεως. Η μεταφορά επιβατών ρυθμίζεται υπό των ειδικών διατάξεων του Κεφαλαίου Ζ΄ του παρόντος τίτλου. Σελ. 13 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 Άρθρ.108.-Η σύμβασις ναυλώσεως αποδεικνύεται εγγράφως (ναυλοσύμφωνον). Επί συμβάσεως μεταφοράς πραγμάτων το ναυλοσύμφωνον δύναται να αντικατασταθή υπό της φορτωτικής ή εγγράφου αποδεικνύοντος την παραλαβήν του πράγματος προς φόρτωσιν. Επί μικράς ακτοπλοΐας η σύμβασις αποδεικνύεται δια παντός μέσου επιτρεπομένου επί εμπορικών υποθέσεων. Άρθρ.109.-Η ολική ναύλωσις δεν περιλαμβάνει τα ενδιαιτήματα του πλοιάρχου και του πληρώματος. Δεν επιτρέπεται όμως να φορτωθούν εντός αυτών εμπορεύματα άνευ της συναινέσεως του ναυλωτού, του εκναυλωτού άλλως υποχρέου εις αποζημίωσιν πάντως δε εις καταβολήν ποσού ίσου προς το πενταπλάσιον του αναλογούντος ναύλου. Άρθρ.110.-Πλην εναντίας συμφωνίας ή ισχύς της συμβάσεως ναυλώσεως διατηρείται και εάν έτι ο εις το ναυλοσύμφωνον ή την φορτωτικήν αναφερόμενος πλοίαρχος αντικατασταθή. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ Υποχρεώσεις του εκναυλωτού Άρθρ.111.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται να έχη το πλοίον κατάλληλον προς θαλασσοπλοΐαν και εν γένει εις την αντίστοιχον προς τον σκοπόν της ναυλώσεως κατάστασιν, εξοπλισμόν, εφοδιασμόν και επάνδρωσιν (καταλληλότης προς πλούν). Υποχρεούται να διατηρή τους προς απόθεσιν του φορτίου χώρους, περιλαμβανομένων και των ψυγείων, εις την κατάστασιν, ήτις απαιτείται δια την κατάλληλον τοποθέτησιν και προσήκουσαν διατήρησιν των πραγμάτων (καταλληλότης προς διατήρησιν του φορτίου). Άρθρ.112.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται: α)να φέρη το πλοίον εις τον τόπον της φορτώσεως και αναλόγως των τοπικών συνθηκών εις την ενδεδειγμένην δια την φόρτωσιν θέσιν, β)να ενεργήση ιδίαις δαπάναις από της προκυμαίας ή της φορτηγίδος την φόρτωσιν και την στοιβασίαν και να επιμελήται της καλής διατηρήσεως του φορτίου κατά την διάρκειαν του πλου. Άρθρ.11.-Αι αποφάσεις επί ζητημάτων αφορώντων την συμπλοιοκτησίαν λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν του συνόλου των μερίδων. Άρθρ.113.-Ο εκναυλωτής δεν δικαιούται να ενεργήση την μεταφοράν δια πλοίου άλλου ή του συμφωνηθέντος. Δεν δικαιούται επίσης εις μεταφόρτωσιν, εκτός επί αναποφεύκτου ανάγκης. Άρθρ.114.-Ο εκναυλωτής δεν δικαιούται να τοποθετή τα μεταφερόμενα πράγματα επί του καταστρώματος. Η ανωτέρω διάταξις δεν εφαρμόζεται επί ακτοπλοΐας. Σελ. 14 Άρθρ.115.-Επί ολικής ναυλώσεως και αν έτι ο ναυλωτής δεν δίδη προς φόρτωσιν φορτίον αντιστοιχούν προς ολόκληρον τον χώρον του πλοίου, ο εκναυλωτής δεν δικαιούται να φορτώση εις τον απομένοντα χώρον, υποχρεούμενος άλλως εις καταβολήν του αντιστοίχου ναύλου. Επί ολικής ή μερικής ναυλώσεως ο εκναυλωτής, εφ’ όσον η παροχή του δεν καθίσταται επαχθεστέρα, υποχρεούται να δεχθή προς φόρτωσιν πράγματα διάφορα των εν τη συμβάσει καθοριζομένων. Άρθρ.116.-Εάν ο χρόνος της φορτώσεως και εκφορτώσεως δεν ορίζεται υπό της συμβάσεως, ισχύει η επιτόπιος συνήθεια. Άρθρ.117.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται, άνευ προσθέτου ανταλλάγματος, να αναμένη καθ’ όλον τον δια την ενέργειαν της φορτώσεως απαιτούμενον χρόνον, έχων το πλοίον εις την προς τούτο κατάλληλον θέσιν και κατάστασιν (αναμονή). Η διάρκεια της αναμονής, εν ελλείψει συμφωνίας, καθορίζεται κατ’ επιεική κρίσιν και εν όψει των συνθηκών και συνηθειών εις τον λιμένα φορτώσεως. Δεν θεωρούνται ως αποτελούσαι χρόνον αναμονής αι ημέραι καθ’ ας είτε λόγω υποχρεωτικής αργίας, είτε λόγω άλλων γεγονότων, η επί του πλοίου φόρτωσις θα ήτο δια πάντα αδύνατος. Άρθρ.118.-Παρελθόντος του κατά την διάταξιν του προηγουμένου άρθρου χρόνου αναμονής, ο εκναυλωτής υποχρεούται να αναμείνη περαιτέρω, εφ’ όσον τούτο ωρίσθη εν τη συμβάσει ή συνειθίζεται (υπεραναμονή). Η υπεραναμονή άρχεται αφ’ ης λήξη ο χρόνος αναμονής. Εάν ο χρόνος ούτος δεν είναι καθωρισμένος εν τη συμβάσει, η υπεραναμονή δεν θεωρείται αρχομένη αν δεν προηγήθη ειδοποίησις εκ μέρους του εκ ναυλωτού προς τον ναυλωτήν περί της λήξεως του χρόνου αναμονής ή περί της ημέρας καθ’ ην ούτος θα λήξη. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.119.-Δια την υπεραναμονήν ο εκναυλωτής δικαιούται εις πρόσθετον αντάλλαγμα οριζόμενον κατ’ επιεική κρίσιν. Εις την υπεραναμονήν συνυπολογίζονται αι κατά την διάταξιν του άρθρ. 117 εδ. 3 ημέραι αργίας και αδυναμίας φορτώσεως. Άρθρ.120.-Παρελθόντος του χρόνου αναμονής, ως και του χρόνου υπεραναμονής εφ’ όσον υφίσταται και δια ταύτην υποχρέωσις, ο εκναυλωτής δεν υποχρεούται εις περαιτέρω αναμονήν, εάν ειδοποιήση τον ναυλωτήν τρεις πλήρεις ημέρας προ του απόπλου, συνυπολογιζομένων και των μη εργασίμων. Άρθρ.121.-Εις την περίπτωσιν του προηγουμένου άρθρου, εάν ο ναυλωτής έφερε προς φόρτωσιν μέρος μόνον του φορτίου, ο εκναυλωτής δύναται να εκφορτώση τούτο και αποθέση εις την προκυμαίαν, ειδοποιών κατά το δυνατόν τον ναυλωτήν, δικαιούμενος δε εις αποζημίωσιν δια την χρονοτριβήν και δια πάσαν δαπάνην κατά τας περί υπαναχωρήσεως διατάξεις του κεφαλαίου Ε΄. Ο εκναυλωτής δεν έχει το δικαίωμα τούτο, υποχρεούμενος εις μεταφοράν και του μερικώς φορτωθέντος, εάν ο ναυλωτής εδήλωσεν αυτώ εγκαίρως την προς τούτο βούλησίν του. Ο ναυλωτής υποχρεούται εις παροχήν συμπληρωματικής ασφαλείας δια τον ναύλον και αποκατάστασιν των ζημιών ή προσθέτων δαπανών των τυχόν προκαλουμένων λόγω της μη επαρκούς φορτώσεως του πλοίου. Άρθρ.12.-Εάν, συνεπεία μη επιτεύξεως πλειοψηφίας, δυσχεραίνεται ουσιωδώς η εκμετάλλευσις του πλοίου, το δικαστήριον, επί τη αιτήσει παντός συμπλοιοκτήτου και μετά κλήσιν όλων των συμπλοιοκτητών, εφ’ όσον τούτο είναι ευχερές, δύναται να διατάξη την αναγκαστικήν εκποίησιν του πλοίου ή τον διορισμόν προσωρινού διαχειριστού. Άρθρ.122.-Εάν συνεφωνήθη ωρισμένη ημέρα, μέχρι της οποίας πρέπει να έχη συμπληρωθή η φόρτωσις, ο εκναυλωτής δεν υποχρεούται να αναμένη πέραν της ημέρας αυτής ανεξαρτήτως λόγου καθυστερήσεως της φορτώσεως ουδ’ απαιτείται η κατά την διάταξιν του άρθρ. 120 ειδοποίησις. Άρθρ.123.-Επί συμβάσεως μεταφοράς πραγμάτων ο εκναυλωτής δεν υποχρεούται να αναμείνη προς φόρτωσιν πέραν του χρόνου του εν τη συμβάσει οριζομένου ή του υπ’ αυτού κατ’ εύλογον κρίσιν και εν όψει των τοπικών συνηθειών τασσομένου προς τον ναυλωτήν ή του γενικώς δια δημοσιεύσεων, ή παρομοίων μέσων γνωστοποιουμένου. Του χρόνου τούτου παρελθόντος ο εκναυλωτής ελευθερούται, ο δε ναυλωτής υποχρεούται εις καταβολήν του ναύλου. Άρθρ.124.-Επί συμβάσεως μεταφοράς πραγμάτων, εάν η ημέρα του απόπλου δεν είναι καθωρισμένη, ο ναυλωτής δύναται να ζητήση όπως ορισθή υπό του δικαστού χρόνος, καθ’ ον το βραδύτερον πρέπει να ενεργηθή ο απόπλους. Αρμόδιος είναι ο πρόεδρος πρωτοδικών του λιμένος φορτώσεως, άλλως ο ειρηνοδίκης. Άρθρ.125.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται, επί τη αιτήσει του ναυλωτού να παραδώση εις τούτον έγγραφον αποδεικτικόν της γενομένης φορτώσεως (φορτωτική). Η φορτωτική περιέχει:α)καθορισμόν του εκναυλωτού, του ναυλωτού, του παραλήπτου, του πλοίου και του πλοιάρχου, β)καθορισμόν των λιμένων φορτώσεως και προορισμού, γ)τας περί ναύλου συμφωνίας, δ)τα προς διάκρισιν των φορτωθέντων πραγμάτων σημεία, ως ταύτα καθωρίσθησαν γραπτώς υπό του φορτωτού και εφ’ όσον τα σημεία ετέθησαν επί των φορτωθέντων πραγμάτων ή των περικαλυμμάτων αυτών κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να προσδοκάται ότι θα παραμείνουν ευδιάκριτα μέχρι πέρατος του πλού, ε)τον εις δέματα ή τεμάχια αριθμόν ή την κατά βάρος ποσότητα, ως τα στοιχεία τούτα εδηλώθησαν εγγράφως υπό του φορτωτού, ς)την εν γένει κατάστασιν των εμπορευμάτων ως αύτη εμφανίζεται κατά την φόρτωσιν, ζ)χρονολογίαν εκδόσεως. Ο εκναυλωτής δεν υποχρεούται να περιλάβη εις την φορτωτικήν διακριτικά σημεία ή δηλώσεις περί αριθμού ή βάρους των φορτωθέντων, εφ’ όσον έχει εύλογον αιτίαν να θεωρή τα στοιχεία ταύτα ως μη αντιστοιχούντα ακριβώς προς τα φορτωθέντα πράγματα ή δεν έχει, κατ’ εύλογον κρίσιν, δυνατότητα ελέγχου της ακριβείας αυτών. Εάν εις τον ναυλωτήν έχη δοθή προσωρινή απόδειξις παραλαβής του πράγματος, ο εκναυλωτής υποχρεούται εις παράδοσιν της φορτωτικής μόνον έναντι επιστροφής της αποδείξεως ταύτης. Άρθρ.126.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται να τηρήση την εν τη συμβάσει καθοριζομένην ή εκ των εν γένει συνθηκών υπαγορευομένην πορείαν του πλοίου μη δικαιούμενος εις αλλαγήν ή παρέκκλισιν. Δεν αποτελεί παράβασιν της εν τη προηγουμένη παραγράφω υποχρεώσεως, παρέκκλισις από της γραμμής πλεύσεως γενομένη προς σκοπόν σωτηρίας προσώπων ή αγαθών εν θαλάσση ή υπαγορευθείσα εξ άλλης τινός ευλόγου αιτίας. Άρθρ.127.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται: α)να φέρη το πλοίον εις τον λιμένα της εκφορτώσεως και αναλόγως των τοπικών συνθηκών εις την ενδεδειγμένην δια την εκφόρτωσιν θέσιν, β)να ενεργήση ιδίαις δαπάναις την από του πλοίου εις την προκυμαίαν ή την φορτηγίδα απόθεσιν του φορτωθέντος. Άρθρ.128.-Επί ολικής ή μερικής ναυλώσεως, άμα το πλοίον αφιχθή εις τον λιμένα εκφορτώσεως και είναι έτοιμον προς εκφόρτωσιν, ο εκναυλωτής οφείλει να ειδοποιήση περί τούτου τον παραλήπτην. Σελ. 15 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 Εν αγνοία περί του προσώπου ή της κατοικίας του παραλήπτου ως και επί συμβάσεως μεταφοράς πραγμάτων δύναται, αντί της προς τον ναυλωτήν ειδοποιήσεως, να γίνη γνωστοποίησις κατά τον προσφορώτερον, εν όψει των τοπικών συνθηκών τρόπον. Άρθρ.129.-Από της επομένης της κατά το προηγούμενον άρθρον ειδοποιήσεως άρχεται ο χρόνος αναμονής προς εκφόρτωσιν. Η διάρκεια της αναμονής εν ελλείψει συμφωνίας καθορίζεται κατ’ επιεική κρίσιν και εν όψει των συνθηκών και συνηθειών εις τον λιμένα εκφορτώσεως. Παρελθόντος του κατά την διάταξιν του προηγουμένου εδαφίου χρόνου αναμονής, ο εκναυλωτής υποχρεούται να αναμείνη περαιτέρω εφ’ όσον τούτο ωρίσθη εν τη συμβάσει ή συνηθίζεται (υπαραναμονή εκφορτώσεως). Κατά τα λοιπά, ως προς την αναμονήν και υπεραναμονήν εκφορτώσεως εφαρμόζονται αναλόγως αι σχετικαί προς την αναμονήν και υπαραναμονήν φορτώσεως διατάξεις των άρθρ. 117-119. Άρθρ.130.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται να παραδώση το φορτίον, εις τον προσηκόντως νομιμοποιούμενον παραλήπτην, εφ’ όσον έχουν καταβληθή ο ναύλος και αι λοιπαί τυχόν οφειλόμεναι παροχαί. Άρθρ.131.-Εάν εις τον λιμένα εκφορτώσεως ο παραλήπτης δεν εμφανίζεται ή αρνείται να παραλάβη το φορτίον, ο εκναυλωτής δικαιούται, μετά προηγουμένην ειδοποίησιν, εφ’ όσον αύτη είναι εφικτή, να εκφορτώση και παρακαταθέση τούτο, όσον το δυνατόν ασφαλέστερον, ειδοποιών τον ναυλωτήν αμελλητί. Εάν εμφανίζονται πλείονες αξιούντες, έκαστος δι’ εαυτόν, ότι είναι παραλήπται, ο εκναυλωτής δύναται να προκαλέση τον διορισμόν μεσεγγυούχου. Από της παρακαταθέσεως ή της εις τον μεσεγγυούχον παραδόσεως ο εκναυλωτής ελευθερούται, διατηρών πάντα τα δικαιώματα αυτού. Δια την χρονοτριβήν την προκληθείσαν εκ των κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου ενεργειών ο εκναυλωτής δικαιούται εις πρόσθετον αντάλλαγμα κατ’ επιεική κρίσιν. Άρθρ.13.-Η διαχείρισις της συμπλοιοκτησίας δύναται ν’ ανατεθή εις έν ή πλείονα πρόσωπα, συμπλοιοκτήτας ή μη. Εάν η διαχείρισις ανετέθη δια συμβάσεως εις συμπλοιοκτήτην, δύναται αύτη ν’ ανακληθή εφ’ όσον συντρέχει σπουδαίος λόγος, αποφασίσουν δε περί τούτου συμπλοιοκτήται συγκεντρούντες τα δύο τρίτα των μερίδων. Η διάταξις του άρθρ. 69 του Αστικού Κώδικος, εφαρμόζεται αναλόγως. Σελ. 6(α) 320-022 Άρθρ.132.-Αι διατάξεις των άρθρ. 130 και 131 εφαρμόζονται αναλόγως και επί συμβάσεως μεταφοράς πραγμάτων. Επί πραγμάτων, τα οποία έχουν μικράν αξίαν εν σχέσει προς το όλον επί του πλοίου φορτίον, ο εκναυλωτής δύναται άνευ άλλης διατυπώσεως να αποθέση τούτο εις την τελωνειακήν αρχήν ή εις ιδίας εαυτού εν τω τόπω του λιμένος προορισμού αποθήκας, δικαιούμενος κατ’ εύλογον κρίσιν εις φύλακτρα και αποζημίωσιν δια τας δαπάνας. Σελ. 16 Άρθρ.133.-Γενομένης υποναυλώσεως δια την μεταφοράν πραγμάτων, εξακολουθούν εφαρμοζόμεναι ως προς τας σχέσεις μεταξύ αρχικού εκναυλωτού και ναυλωτού αι διατάξεις των άρθρ. 128-131. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄ Ευθύνη του εκναυλωτού Άρθρ.134.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται εις πάσαν επιμέλειαν. Τούτο ισχύει ιδία ως προς την φόρτωσιν, την στοιβασίαν, την καλήν διατήρησιν, φύλαξιν, μεταφοράν και εκφόρτωσιν των περί ων η ναύλωσις πραγμάτων. Ο εκναυλωτής ευθύνεται δια πάσαν ζημίαν εκ της απωλείας ή βλάβης των πραγμάτων, προκληθείσαν κατά τον χρόνον από της παραλαβής προς μεταφοράν μέχρι της παραδόσεως αυτών, εκτός αν η απώλεια ή βλάβη οφείλεται εις περιστατικά, τα οποία δεν ηδύναντο να αποτραπούν ουδέ δια της επιμελείας συνετού εκναυλωτού. Ο εκναυλωτής ευθύνεται δια πάσαν ζημίαν η οποία επήλθεν εξ υπαιτίου χρονοτριβής κατά τον απόπλουν, διαρκούντος του πλου ή κατά την εκφόρτωσιν. Άρθρ.135.-Ο εκναυλωτής ευθύνεται έναντι παντός επί του φορτίου ενδιαφερομένου δια πάσαν ζημίαν προερχομένην εξ ελαττώματος του πλοίου ως προς την καταλληλότητα προς πλουν ή προς διατήρησιν του φορτίου, εκτός αν ηγνόει το ελάττωμα και δεν ηδύνατο να ανακαλύψη τούτο, έστω και καταβάλλων την εν ταις συναλλαγαίς απαιτουμένην επιμέλειαν. Εάν το ελάττωμα εδημιουργήθη μετά την έναρξιν του πλου εφαρμόζεται και η διάταξις του άρθρ. 138. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.136.-Εάν ο εκναυλωτής εδήλωσε χωρητικότητα του πλοίου μεγαλυτέραν ή μικροτέραν της αληθούς ή προέβη εις άλλας ανακριβείς δηλώσεις, ευθύνεται εις αποκατάστασιν της εντεύθεν ζημίας του ναυλωτού. Η περί της χωρητικότητος δήλωσις δεν θεωρείται ανακριβής εάν η διαφορά δεν υπερβαίνη το εν εικοστόν ή εάν η δήλωσις είναι σύμφωνος προς το πιστοποιητικόν της καταμετρήσεως του πλοίου. Άρθρ.137.-Ο εκναυλωτής ουδεμίαν υπέχει ευθύνην, εάν ο ναυλωτής ή ο φορτωτής εν γνώσει προεκάλεσε ψευδή εις το ναυλοσύμφωνον ή την φορτωτικήν αναγραφήν του είδους, του βάρους ή της αξίας του φορτίου. Άρθρ.138.-Ο εκναυλωτής ευθύνεται δια το πταίσμα των υπ’ αυτού προστηθέντων, ιδία του πλοιάρχου και του πληρώματος, ως δι’ ίδιον αυτού πταίσμα. Εάν η ζημία προεκλήθη εκ πράξεως ή παραλείψεως περί την διακυβέρνησιν ή τον χειρισμόν του πλοίου, ο εκναυλωτής ευθύνεται μόνον δι’ ίδιον αυτού πταίσμα. Εις την διακυβέρνησιν ή τον χειρισμόν του πλοίου δεν περιλαμβάνονται μέτρα λαμβανόμενα κυρίως προς το συμφέρον του φορτίου. Εάν η ζημία προήλθεν εκ πυρκαϊάς ο εκναυλωτής ευθύνεται μόνον δι ίδιον αυτού πταίσμα. Άρθρ.139.-Εάν συμφώνως προς τας διατάξεις των άρθρ. 134, 135, 138, υπάρχη ευθύνη του εκναυλωτού, δι’ ολικήν ή μερικήν απώλειαν των πραγμάτων, ούτος υποχρεούται να αποκαταστήση την αξίαν την οποίαν πράγματα του αυτού γένους και της αυτής ποιότητος έχουν εις τον τόπον προορισμού και κατά τον χρόνον της ενάρξεως της εκφορτώσεως. Άρθρ.140.-Εν περιπτώσει βλάβης των πραγμάτων ο εκναυλωτής υποχρεούται εις την αποκατάστασιν της διαφοράς μεταξύ της τιμής πωλήσεως αυτών και της τιμής εις την οποίαν θα επωλούντο ταύτα άνευ της βλάβης εις τον τόπον προορισμού κατά τον χρόνον της εκφορτώσεως. Άρθρ.14.-Ο διορισμός, η παραίτησις ή η ανάκλησις του διαχειριστού αντιτάσσονται κατά των τρίτων μόνον αφ’ ης σημειωθούν εις το νηολόγιον. Άρθρ.141.-Εν πάση περιπτώσει η εκ μέρους του εκναυλωτού αποζημίωσις δι’ απωλείας ή βλάβας του φορτίου δεν δύναται να υπερβή το δια Δ/τος εκάστοτε καθοριζόμενον ποσόν κατά δέμα ή κατά μονάδα, εκτός αν συνεφωνήθη ποσόν ανώτερον, ως και εάν η φύσις και η αξία των φορτωθέντων πραγμάτων εδηλώθησαν παρά του φορτωτού προ της φορτώσεως, η δε δήλωσις εγένετο εγγράφως. Κατά της δηλώσεως ταύτης επιτρέπεται πάντοτε ανταπόδειξις. Άρθρ.142.-Είναι άκυρος πάσα συμφωνία απαλλάσσουσα τον εκναυλωτήν των υποχρεώσων και ευθυνών αυτού των διαγραφομένων εις τας διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου ή καθ’ οιονδήποτε τρόπον περιορίζουσα αυτάς. Είναι άκυρος πάσα συμφωνία δια της οποίας τροποποιούνται οι περί βάρους της αποδείξεως κανόνες. Άκυρος επίσης είναι πάσα συμφωνία σκοπούσα την εκχώρησιν του ασφαλίσματος εις τον εκναυλωτήν. Άρθρ.143.-Η εν τω προηγουμένω άρθρω ακυρότης δεν χωρεί: α)ως προς τας υποχρεώσεις του εκναυλωτού προ της φορτώσεως ή μετά την εκφόρτωσιν, β)επί συμφωνιών, αίτινες αναφέρονται εις τας περιπτώσεις κοινής αβαρίας. Η ακυρότης δεν χωρεί ωσαύτως: α)επί φορτώσεως, ήτις κατόπιν ρητής συμφωνίας ενεργείται επί του καταστρώματος, β)επί μεταφοράς ζώντων ζώων, γ)επί μεταφοράς ήτις λόγω της ιδιαζούσης φύσεως του φορτίου ή των ειδικών συνθηκών της φορτώσεως έχει χαρακτήρα εξαιρετικόν και ασυνήθη δια τας συναλλαγάς, εφ’ όσον ο τοιούτος ασυνήθης χαρακτήρ έχει δηλωθή ρητώς και η υπέρ του εκναυλωτού ρήτρα διετυπώθη εγγράφως, δεν εξεδόθη δε φορτωτική εις διαταγήν. Άρθρ.144.-Επιφυλλασσομένων των γενικών περί αδυναμίας παροχής διατάξεων, ο εκναυλωτής δεν ευθύνεται δια ζημίας αίτινες προέρχονται: α)εκ θαλασσίων εν γένει συμβεβηκότων, β)εκ πράξεων, άιτινες αποτελούν συνέπειαν πολέμου ή εχθροπαραξιών εν γένει, γ)εκ παρεμποδίσεως υπό ξένης Δυνάμεως, δ)εκ μέτρων υγιειονομικών, ε)εκ κατασχέσεως αδεία της αρχής, ς)εξ απεργίας ή εν γένει παρεμποδίσεως της εργασίας, ζ)εκ πράξεων γενομένων προς διάσωσιν προσώπων ή πραγμάτων εν θαλάσση, η)εξ απομειώσεως του βάρους ή του όγκου του φορτίου ή εξ ελαττωμάτων ή της ειδικής φύσεως αυτού, πλημμελούς συσκευασίας ή ατελείας περί τα διακριτικά σημεία. θ)εκ πράξεων ή παραλείψεων του φορτωτού ή του κυρίου του φορτίου ή των εν γένει προεστώτων αυτών, ι)εκ λαϊκών εξεγέρσεων. Άρθρ.145.-Ο εκναυλωτής δύναται εν τω λιμένι της φορτώσεως ν’ αποθέση εις την προκυμαίαν ή φορτηγίδα τα εν τω πλοίω φορτωθέντα και μη δηλωθέντα εις αυτόν εμπορεύματα ή να απαιτήση δι’ αυτά τον μεγαλύτερον ναύλον, όστις θα κατεβάλλετο εν τω αυτώ τόπω δι’ ομοειδή εμπορεύματα. Δεν αποκλείεται αξίωσις προς αποκατάστασιν της ζημίας. Δια τα ως άνω φορτωθέντα πράγματα ουδεμία ευθύνη βαρύνει τον εκναυλωτήν. Σελ. 17 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 Άρθρ.146.-Η υπό του ως παραλήπτου νομιμοποιουμένου παραλαβή των μεταφερομένων πραγμάτων άνευ επιφυλάξεως δημιουργεί τεκμήριον, ότι τα πράγματα παρελήφθησαν ως εν τη φορτωτική αναγράφονται. Η επιφύλαξις γίνεται το βραδύτερον κατά την παραλαβήν των πραγμάτων, δι’ εγγράφου δηλώσεως απευθυνομένης προς τον εκναυλωτήν ή τον εν τω λιμένι εκφορτώσεως αντιπρόσωπον αυτού ή τον πλοίαρχον. Εάν αι απώλειαι ή ζημίαι δεν είναι καταφανείς, η επιφύλαξις δύναται να γίνη εντός τριών ημερών από της παραλαβής. Άρθρ.147.-Η επιφύλαξις περιττεύει εάν κατά την παραλαβήν η κατάστασις των μεταφερθέντων πραγμάτων διεπιστώθη είτε υπό των μερών είτε υπό πραγματογνωμόνων. Οι πραγματογνώμονες, είς ή τρεις, διορίζονται υπό του προέδρου των πρωτοδικών του τόπου της παραλαβής των πραγμάτων και αποφαίνονται επί της καταστάσεως αυτών ως και της εκτάσεως και των αιτίων της ζημίας. Ο αιτούμενος την διενέργειαν της πραγματογνωμοσύνης οφείλει να κλητεύση, εφ’ όσον είναι εφικτόν, το έτερον των μερών, όπως παραστή κατ’ αυτήν. Άρθρ.148.-Το δικαίωμα προς αποζημίωσιν δια μερικήν απώλειαν ή ζημίας των φορτωθέντων πραγμάτων αποσβέννυνται μετά παρέλευσιν έτους από της παραλαβής αυτών. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄. Υποχρεώσεις του ναυλωτού Άρθρ.149.-Ο ναυλωτής υποχρεούται να καταβάλη τον συμφωνηθέντα ναύλον και τας συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος ή της συμβάσεως ναυλώσεως προσθέτους παροχάς, ιδία λόγω υπεραναμονής, χρονοτριβής, λόγω μη παραλαβής του πράγματος και αποκαταστάσεως δαπανών. Εν αμφιβολία ο ναύλος είναι καταβλητέος μετά την φόρτωσιν. Εάν ο ναύλος δεν έχη καθορισθή εν τη συμβάσει, οφείλεται ο εις τον λιμένα φορτώσεως και κατά τον χρόνον αυτής συνήθης. Εάν εφορτώθησαν πράγματα καθ’ υπέρβασιν της συμπεφωνημένης ποσότητος, καταβάλλεται ο αναλογών επί πλέον ναύλος. Άρθρ.150.-Επί ναυλώσεως κατά χρόνον ο ναύλος υπολογίζεται, εφ’ όσον δεν συνεφωνήθη άλλως, από της ημέρας της ενάρξεως της φορτώσεως μέχρι της ημέρας καθ’ ην συνεπληρώθη η εις τον τόπον του προορισμνού εκφόρτωσις. Σελ. 18 Άρθρ.15.-Η πλειοψηφία των συμπλοιοκτητών δύναται να δίδη οδηγίας εις τον διαχειριστήν, υποχρεούμενον να τας ακολουθήση. Άρθρ.151.-Ο ναυλωτής δεν δύναται να εγκαταλείψη αντί του ναύλου τα φορτωθέντα εμπορεύματα, ων ηλαττώθη η αξία, ή άτινα εβλάβησαν εξ ιδίου ελαττώματος ή εκ τύχης. Δύναται όμως να εγκαταλειφθούν αντί του ναύλου βυτία, εάν το εις αυτά περιεχόμενον υγρόν φορτίον διέρρευσεν εξ ολοκλήρου ή κατά το πλείστον. Άρθρ.152.-Ο εκναυλωτής δεν δικαιούται εις παρακράτησιν των εμπορευμάτων δια την μη πληρωμήν του ναύλου και των λοιπών παροχών, δικαιούμενος μόνον εις μεσεγγύησιν αυτών. Άρθρ.153.-Δια της εν τω τόπω προορισμού παραλαβής του εμπορεύματος ο παραλήπτης αναλαμβάνει εις ολόκληρον μετά του ναυλωτού την υποχρέωσιν να καταβάλη κατά τα εν τη φορτωτική, άλλως εν τω ναυλοσυμφώνω καθοριζόμενα, τον ναύλον και πάσαν κατ’ άρθρ. 149 πρόσθετον παροχήν. Άρθρ.154.-Ο ναυλωτής υποχρεούται: α)να φέρη τα προς φόρτωσιν πράγματα επί της προκυμαίας ή επί της φορτηγίδος παραπλεύρως του πλοίου και εις την ενδεδειγμένην δια την φόρτωσιν θέσιν, β)να παραδώση εις τον πλοίαρχον πάντα τα έγγραφα, τα δια την ενέργειαν της φορτώσεως απαιτούμενα, γ)να παραδώση εις τον πλοίαρχον εν τω λιμένι εκφορτώσεως κατά την παραλαβήν των πραγμάτων σχετικήν έγγραφον απόδειξιν. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄. Υπαναχώρησις και αδυναμία παροχής Άρθρ.155.-Ο ναυλωτής δικαιούται, προ της ενάρξεως της φορτώσεως, και διαρκούντος του χρόνου αναμονής, να υπαναχωρήση της συμβάσεως, υποχρεούμενος εις καταβολήν του ημίσεος του ναύλου. Εάν η περί υπαναχωρήσεως δήλωσις έγινεν αρξαμένης της φορτώσεως ή παρελθόντος του χρόνου αναμονής, ο ναυλωτής οφείλει ολόκληρον τον ναύλον. Ο ναυλωτής υποχρεούται εις ολόκληρον τον ναύλον εάν χωρίς να προβή εις την περί υπαναχωρήσεως δήλωσιν αφήκε να παρέλθη ο χρόνος αναμονής και δεν έφερε προς φόρτωσιν τα περί ων η ναύλωσις πράγματα ή έφερε μέρος μόνον αυτών. Άρθρ.156.-Επί συμβάσεως μεταφοράς πραγμάτων, εάν η περί υπαναχωρήσεως δήλωσις έγινε μετά την φόρτωσιν, ο ναυλωτής υποχρεούται εις το ήμισυ του ναύλου και επί πλέον εις πληρωμήν των δαπανών φορτώσεως, εκφορτώσεως και αναφορτώσεως των μετακινηθέντων άλλων εμπορευμάτων, ως και εις την αποκατάστασιν της εκ της χρονοτριβής και πάσης άλλης ζημίας. Άρθρ.157.-Εάν η περί υπαναχωρήσεως δήλωσις έγινε μετά τον απόπλουν ο ναυλωτής υποχρεούται εις ολόκληρον τον ναύλον και πάντα τα έξοδα της μετακινήσεως τα προξενηθέντα εκ της εκφορτώσεως. Ο εκναυλωτής δύναται να αρνηθή την εκφόρτωσιν όταν αύτη, εν όψει των εν γένει συνθηκών, καθίσταται ιδιαιτέρως επαχθής δι’ αυτόν ή τους λοιπούς ναυλωτάς, ιδία λόγω χρονοτριβής ή παρεκκλίσεως από της πορείας του πλοίου. Εάν η υπαναχώρησις γίνεται δι’ αιτίαν αφορώσαν εις τον εκναυλωτήν, ούτος υποχρεούται εν πάση περιπτώσει εις την ιδίαις δαπάναις εκφόρτωσιν και εις αποκατάστασιν των ζημιών και εξόδων. Άρθρ.158.-Εκ του κατά τας διατάξεις των προηγουμένων άρθρων οφειλομένου ημίσεος ή ολοκλήρου ναύλου δεν εκπίπτεται ο ναύλος, τον οποίον ο εκναυλωτής εισέπραξεν εξ άλλων φορτωθέντων εμπορευμάτων. Ο εκναυλωτής διατηρεί επίσης το δικαίωμα αυτού και αν έτι ο πλους εματαιώθη. Άρθρ.159.-Η σύμβασις ναυλώσεως διαλύεται και αμφότερα τα μέρη ελευθερούνται, εάν προ της ενάρξεως του πλου το πλοίον απωλέσθη εκ τύχης, κατέστη ανίκανον προς πλουν, διηρπάγη ή εληίσθη ή εάν έλαβε χώραν επίταξις ή παρεμπόδισις του απόπλου κατά διαταγήν πολιτείας τινός. Το αυτό ισχύει αν έλαβε χώραν αποκλεισμός του λιμένος προορισμού ή άλλων παρεμπόδισις της μετ’ αυτού ναυσιπλοΐας. Άρθρ.160.-Εάν το πλοίον μετά την έναρξιν του πλου απωλέσθη εκ τύχης η σύμβασις λύεται και αμφότερα τα μέρη ελευθερούνται. Εάν όμως τα φορτωθέντα εσώθησαν εν όλω ή εν μέρει οφείλεται αντίστοιχος ναύλος δια τον μέχρι του τόπου του ναυαγίου πλουν και εφ’ όσον εξαρκεί η αξία των διασωθέντων πραγμάτων. Η διάταξις του προηγουμένου εδαφίου εφαρμόζεται αναλόγως εάν, διαρκούντος του πλου, επισυμβή τι των εν άρθρ. 159 κωλυμάτων. Άρθρ.16.-Έναντι των τρίτων ο διαχειριστής έχει εξουσίαν να προβαίνη εις πάσαν ενέργειαν ως και εις πάσαν δικαιοπραξίαν συμφυή προς την διαχείρισιν της συμπλοιοκτησίας. Ο διαχειριστής κατά την αυτήν έκτασιν εκπροσωπεί τους συμπλοιοκτήτας ενώπιον των δικαστηρίων. Περιορισμός της εξουσίας του διαχειριστού δεν ισχύει έναντι των τρίτων. Άρθρ.161.-Εάν εκ τυχαίου συμβεβηκότος παραστή ανάγκη επισκευής του πλοίου ή προσωρινής διακοπής του πλου, τα μέρη εξακολουθούν ενεχόμενα εκ της συμβάσεως. Εάν όμως η διάρκεια του κωλύματος παρατείνεται υπερμέτρως ο ναυλωτής δικαιούται, υπαναχωρών της συμβάσεως, να αναλάβη τα φορτωθέντα ως και τον ναύλον τον αντιστοιχούντα εις το μη διανυθέν μέρος του πλου. Άρθρ.162.-Η σύμβασις ναυλώσεως λύεται και αμφότερα τα μέρη ελευθερούνται εάν προ της φορτώσεως τα περί ων η ναύλωσις ατομικώς ωρισμένα πράγματα απωλέσθησαν εκ τύχης. Το αυτό ισχύει εάν προ του απόπλου απωλέσθησαν εκ τύχης τα πράγματα τα οποία εφορτώθησαν ή παρελήφθησαν υπό του εκναυλωτού προς φόρτωσιν. Εις την περίπτωσιν του προηγουμένου εδαφίου η σύμβασις δεν λύεται εάν ο ναυλωτής εδήλωσεν, ότι αντί των απολεσθέντων προτίθεται να φέρη προς φόρτωσιν άλλα πράγματα και ήρχισε φέρων τα πράγματα ταύτα εντός του χρόνου αναμονής και τυχόν υποχρεωτικής υπεραναμονής. Υποχρεούται ούτος εν τοιαύτη περιπτώσει να αποπερατώση, εντός του συντομωτέρου δυνατού χρονικού διαστήματος, την παράδοσιν των προς φόρτωσιν πραγμάτων και να αποκαταστήση εις τον εκναυλωτήν πάσαν εκ της αντικαταστάσεως των απολεσθέντων πραγμάτων προσγενομένην, ιδία εκ της χρονοτριβής, ζημίαν, ή πρόσθετον δαπάνην. Άρθρ.163.-Η σύμβασις ναυλώσεως λύεται και τα μέρη ελευθερούνται εάν μετά τον απόπλουν τα φορτωθέντα πράγματα απωλέσθησαν εκ τύχης. Επί μερικής απωλείας επέρχεται αντίστοιχος απαλλαγή των μερών. Άρθρ.164.-Εάν η ναύλωσις περιλαμβάνη και πλουν προς τον λιμένα φορτώσεως, συνεΣελ. 19 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 πεία δε τυχαίου γεγονότος, επελθόντος κατά τον υπό έρμα πλουν, ελύθη η σύμβασις, ο ναυλωτής υποχρεούται να καταβάλη κατ’ εύλογον κρίσιν, αντίστοιχον ποσόν εις τον εκναυλωτήν. Άρθρ.165.-Εν περιπτώσει λύσεως της συμβάσεως συνεπεία τυχαίου συμβεβηκότος, αι δαπάναι της υπό του πλοίου, επί της προκυμαίας ή των φορτηγίδων αποθέσεως των φορτωθέντων βαρύνουν τον εκναυλωτήν, πάσα δε άλλη δαπάνη τον ναυλωτήν. Εάν παρέστη ανάγκη παρεκκλίσεως από της πορείας του πλοίου προς εκφόρτωσιν εις άλλον λιμένα, τον ναυλωτήν βαρύνουν και πάσαι αι σχετικαί δαπάναι. Άρθρ.166.-Ο εκναυλωτής εξακολουθεί και μετά την λύσιν της συμβάσεως υποχρεούμενος εις πάσαν επιμέλειαν δια την διατήρησιν των πραγμάτων και την περί αυτών μέριμναν κατά την κρίσιν επιμελούς εκναυλωτού, εν όψει και των εν γένει συνθηκών, συνεννοούμενος κατά το δυνατόν μετά του ναυλωτού ή του κατ’ άρθρ. 171 νομιμοποιουμένου. Εις την περίπτωσιν του προηγουμένου εδαφίου ο εκναυλωτής δικαιούται και υποχρεούται, αναλόγως των συνθηκών ή ν’ αποστείλη τα φορτωθέντα πράγματα δι’ άλλου πλοίου εις τον λιμένα προορισμού ή να προκαλέση την αποθήκευσιν αυτών. Δύναται επίσης προς τον σκοπόν τούτον και μετά προηγουμένην άδειαν του προέδρου των πρωτοδικών να ενεχυριάση το φορτίον ή και να πωλήση μέρος αυτού. Κατά την εκτέλεσιν των εν τω προηγουμένω εδαφίω οριζομένων ενεργειών ο εκναυλωτής δικαιούται να λάβη τα προς διατήρησιν των ιδίων εαυτού δικαιωμάτων απαιτούμενα προφυλακτικά μέτρα. Άρθρ.167.-Οφείλεται ναύλος δια τα λόγω κοινής αβαρίας εκβληθέντα, εφ’ όσον ταύτα έγιναν δεκτά εις συνεισφοράν. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄. Περί φορτωτικής Άρθρ.168.-Η φορτωτική εκδίδεται υπό του πλοιάρχου μετά την φόρτωσιν. Αντίγραφον της φορτωτικής, υπογεγραμμένον υπό του φορτωτού παραδίδεται εις τον εκναυλωτήν. Άρθρ.169.-Η φορτωτική εκδίδεται, κατ’ επιλογήν του φορτωτού, εις όνομα ωρισμένου προσώπου ή εις διαταγήν. Άρθρ.170.-Η νομίμως εκδεδομένη φορτωτική αποτελεί απόδειξιν μεταξύ πάντων των ενδιαφερομένων επί του φορτίου ως και μεταξύ τούτων και των ασφαλιστών. Σελ. 20 Δια τας σχέσεις μεταξύ εκναυλωτού και ναυλωτού επικρατούν αι εν τη συμβάσει της ναυλώσεως περιεχόμεναι και δια του ναυλοσυμφώνου αποδεικνυόμεναι συμφωνίαι. Επί φορτωτικής εις διαταγήν εφαρμόζονται αναλόγως, ως προς τας ενστάσεις αι οποίαι δύνανται να αντιταχθούν κατά του κομιστού, αι επί συναλλαγματικής ισχύουσαι διατάξεις. ΄Αρθρ.17.-Πλείονες διαχειρισταί ενεργούν εκ συμφώνου. Άρθρ.171.-Προς παραλαβήν των εν τη φορτωτική αναγραφομένων πραγμάτων νομιμοποιείται: α)επί της ονομαστικής φορτωτικής ο εν αυτή ως παραλήπτης αναγραφόμενος ή ο εκδοχεύς, β)επί φορτωτικής εκδεδομένης «εις διαταγήν» ο νομιμοποιούμενος κατά τας περί νομιμοποιήσεως κομιστού της συναλλαγματικής διατάξεις, εφαρμοζομένας αναλόγως. Ο πλοίαρχος υποχρεούται να συμμορφούται προς τας εγγράφους οδηγίας τας οποίας δίδει ο κατά τας διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου νομιμοποιούμενος κομιστής της φορτωτικής. Άρθρ.172.-Η παράδοσις της φορτωτικής εις κομιστήν, νομιμοποιούμενον κατά τας διατάξεις του προηγουμένου άρθρου, έχει δια την απόκτησιν δικαιωμάτων επί των φορτωθέντων πραγμάτων ας εννόμους συνεπείας έχει και η παράδοσις αυτών των πραγμάτων. Άρθρ.173.-Ο εκναυλωτής υποχρεούται να παραδώση τα φορτωθέντα πράγματα μόνον επί επιστροφή εις αυτόν της φορτωτικής μετ’ εγγράφου δηλώσεως του παραλήπτου περί της παραλαβής. Τούτο ισχύει και εν περιπτώσει υπαναχωρήσεως του εκναυλωτού κατά τας διατάξεις του κεφαλαίου Ε΄ του παρόντος τίτλου. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄. Σύμβασις μεταφοράς επιβάτου Άρθρ.174.-Η σύμβασις μεταφοράς επιβάτου αποδεικνύεται δια του εισιτηρίου. Άρθρ.175.-Αναγραφομένου του ονόματος του επιβάτου επί του εισιτηρίου η προς μεταφοράν απαίτησις είναι ανεκχώρητος. Άρθρ.176.-Εν ελλείψει αντιθέτου συμφωνίας, εις τον ναύλον περιλαμβάνεται και το αντίτιμον τροφοδοσίας διαρκούντος του πλου. Ο επιβάτης δικαιούται πάντως, επί ευλόγω τιμήματι, εις την προσήκουσαν τροφοδοσίαν μερίμνη του εκναυλωτού. Άρθρ.177.-Μη προσελθόντος εγκαίρως του επιβάτου προς επιβίβασιν ο μεν εκναυλωτής ελευθερούται, ο δε επιβάτης υποχρεούται εις ολόκληρον τον ναύλον. Άρθρ.178.-Εάν προ του απόπλου ο επιβάτης δηλώση ότι υπαναχωρεί της συμβάσεως, ο εκναυλωτής δικαιούται εις το ήμισυ του ναύλου. Το αυτό ισχύει εν περιπτώσει ασθενείας ή άλλου τυχαίου συμβεβηκότος αφορώντος εις το πρόσωπον του επιβάτου και εμποδίζοντος το ταξείδιον. Άρθρ.179.-Η σύμβασις λύεται και αμφότερα τα μέρη ελευθερούνται εάν ο πλους ματαιωθή συνεπεία τυχαίου γεγονότος, αφορώντος εις το πλοίον. Άρθρ.180.-Εν περιπτώει επιβραδύνσεως του απόπλου, ο επιβάτης δικαιούται εις διαμονήν εν τω πλοίω καθ’ όλον τον χρόνον της επιβραδύνσεως, προς δε και εις διατροφήν κατά την διάταξιν του Άρθρ.18.-Η υπό του διαχειριστού, εντός των ορίων της εξουσίας αυτού συναφθείσα δικαιοπραξία, ενεργεί υπέρ και κατά των συμπλοιοκτητών, και αν έτι ούτοι δεν κατονομάζωνται εν αυτή. άρθρ. 176. Παρατεινομένης της επιβραδύνσεως, ο επιβάτης δικαιούται και εις υπαναχώρησιν, οπότε δεν οφείλεται ναύλος. Το δικαίωμα αποζημιώσεως δεν αποκλείεται. Άρθρ.181.-Εάν ο επιβάτης αποβιβασθή εις ενδιάμεσον λιμένα ο εκναυλωτής δικαιούται εις ολόκληρον τον ναύλον. Εάν η τοιαύτη διακοπή του ταξειδίου επήλθε συνεπεία ασθενείας ή άλλου τυχαίου συμβεβηκότος αφορώντος εις τον επιβάτην, ο εκναυλωτής δικαιούται εις μέρος του ναύλου αντίστοιχον προς τον διανυθέντα πλουν. Άρθρ.182.-Εάν μετά τον απόπλουν ο πλους διακοπή εξ αιτίας, τυχαίων περιστατικών αφορώντων εις το πλοίον, οφείλεται ναύλος ανάλογος προς τον διανυθέντα πλουν. Άρθρ.183.-Εν περιπτώσει καθυστερήσεως επελθούσης κατά τον πλουν συνεπεία επιτάξεως του πλοίου ή παρεμποδίσεως κατά διαταγήν Πολιτείας τινός ή επαναστατών ή συνεπεία ανάγκης επισκευής του πλοίου ή άλλου παρομοίου περιστατικού, ο επιβάτης δικαιούται είτε να υπαναχωρήση της συμβάσεως, οφείλων ναύλον ανάλογον προς την διανυθείσαν απόστασιν, είτε ν’ αναμείνη την επανάληψιν του πλου. Εν τη δευτέρα περιπτώσει, δια το χρονικόν διάστημα της αναμονής, ο επιβάτης εφ’ όσον εκ των εν γένει συνθηκών είναι δυνατόν, δικαιούται εις την εντός του πλοίου παραμονήν και εις την έναντι ευλόγου τιμήματος τροφοδοσίαν. Άρθρ.184.-Εν περιπτώσει θανάτου του επιβάτου οι κληρονόμοι δεν υποχρεούνται εις τον ναύλον. Αναλαμβάνουν δε τον τυχόν καταβληθέντα μόνον αν ο θάνατος επήλθε προ του απόπλου. Άρθρ.185.-Ο επιβάτης οφείλει να συμμορφούται προς τους κανονισμούς του πλοίου ως και τας οδηγίας του πλοιάρχου τας αφορώσας εις την εν τω πλοίω καθόλου ευταξίαν και ασφάλειαν του πλου. Άρθρ.186.-Δια τας αποσκευάς του επιβάτου οφείλεται ιδιαίτερος ναύλος μόνον εφ’ όσον αύται υπερβαίνουν το εν τω εισιτηρίω αναφερόμενον μέτρον κατά βάρος ή κατ’ όγκον. Άρθρ.187.-Ως προς την φόρτωσιν, μεταφοράν και εκφόρτωσιν των αποσκευών και την ευθύνην του εκναυλωτού, εφαρμόζονται αναλόγως αι περί συμβάσεως ναυλώσεως και ειδικώτερον αι περί μεταφοράς πραγμάτων διατάξεις. Άρθρ.188.-Εάν ο επιβάτης διετήρησε την παραφυλακήν των αποσκευών του, ο εκναυλωτής ευθύνεται μόνον εις περίπτωσιν υπαιτίου ως προς αυτάς πράξεως του πλοιάρχου ή του πληρώματος. Ως προς την ευθύνην ταύτην εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις του άρθρ. 142. Άρθρ.189.-Εν περιπτώσει ολικής ή μερικής ναυλώσεως του πλοίου, προς τον σκοπόν μεταφοράς επιβατών, έστω και μη ωρισμένου αριθμού, εφαρμόζονται αι περί ναυλώσεως διατάξεις, εφ’ όσον άλλο τι δεν συνωμολογήθη ρητώς ή δεν προκύπτει εκ της φύσεως της σχέσεως. Σελ. 21 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 ΤΙΤΛΟΣ ΕΒΔΟΜΟΣ Περί μεταβιβάσεως κυριότητος πλοίου προς εξασφάλισιν απαιτήσεως Άρθρ.1.-Πλοίον, κατά την έννοιαν του παρόντος νόμου, είναι παν σκάφος, χωρητικότητος καθαράς τουλάχιστον δέκα κόρων προωρισμένον όπως κινήται αυτοδυνάμως εν θαλάσση. Αι διατάξεις των τρίτου, τετάρτου, έκτου, εβδόμου δωδεκάτου, δεκάτου τρίτου και δεκάτου τετάρτου τίτλων του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και επί παντός άλλου πλωτού ναυπηγήματος. Άρθρ.19.-Ο πλοίαρχος ακολουθεί τας οδηγίας μόνον του διαχειριστού. Άρθρ.190.-Προς εξασφάλισιν απαιτήσεως δύναται να μεταβιβασθή η κυριότης πλοίου, κατά τας διατάξεις του άρθρ. 6. Ο οφειλέτης διατηρεί την διαχείρισιν και εκμετάλλευσιν του πλοίου, ως πλοιοκτήτης. Ο οφειλέτης υποχρεούται να διαχειρίζεται και εκμεταλλεύεται το πλοίον επιμελώς και κατά τους κανόνας τακτικής εκμεταλλεύσεως. Άρθρ.191.-Ο δανειστής δύναται να αντικαθιστά τον πλοίαρχον και εάν έτι ούτος είναι αυτός ο οφειλέτης. Άρθρ.192.-Η κυριότης επανέρχεται αυτοδικαίως εις τον οφειλέτην, αφ’ ης η περί εξοφλήσεως δήλωσις του δανειστού καταχωρισθή εις το νηολόγιον. Άρθρ.193.-Ο δανειστής, αφ’ ης η ασφαλιζομένη απαίτησις καταστή ληξιπρόθεσμος, δικαιούται να ζητήση την εξόφλησιν εκ της αξίας του πλοίου, εκποιουμένου εις δημόσιον πλειστηριασμόν κατά τας διατάξεις περί αναγκαστικής εκτελέσεως. Συμφωνία καθ’ ην ο δανειστής δύναται ν’ αναλάβη την διαχείρισιν και εκμετάλλευσιν του πλοίου είναι έγκυρος. Είναι άκυρος πάσα συμφωνία, καθ’ ην προς εξόφλησιν της ασφαλιζομένης απαιτήσεως παραμένει εις τον δανειστήν οριστικώς η επί του πλοίου κυριότης. Άρθρ.194.-Εάν το πλοίον απωλέσθη ή υπέστη βλάβας μειούσας ουσιωδώς την αξίαν αυτού, ο δανειστής δικαιούται ν’ απαιτήση την άμεσον εξόφλησιν του χρέους. Το κατά το προηγούμενον εδάφιον δικαίωμα δεν υφίσταται εάν αι βλάβαι δεν οφείλονται εις πταίσμα του οφειλέτου, προσφέρει δ’ ούτος επαρκή ασφάλειαν. ΤΙΤΛΟΣ ΟΓΔΟΟΣ Περί υποθήκης επί πλοίων Άρθρ.195.-Τίτλος προς απόκτησιν υποθήκης επί πλοίου είναι μόνον η ιδιωτική βούλησις. Υποθήκη συνιστάται και επί του ναυπηγουμένου πλοίου εφ’ όσον τούτο είναι νηολογημένον. Άρθρ.196.-Το δικαίωμα προς απόκτησιν υποθήκης παρέχεται δια δηλώσεως ενώπιον συμβολαιογράφου. Η δήλωσις πρέπει να περιέχη πλην των κατά το κοινόν δίκαιον στοιχείων, περιγραφήν του πλοίου κατά τα άρθρ. 2 και 4 μετά του αριθμού νηολογίου αυτού ως και διορισμόν αντικλήτου κατοικούντος εις τον τόπον ένθα τηρείται το βιβλίον υποθηκών. Σελ. 22 Εν ελλείψει διορισμού αντικλήτου αι επιδόσεις αι σχετικαί προς την υποθήκην δύνανται να γίνουν εις τον εισαγγελέα πρωτοδικών εις την περιφέρειαν του οποίου υπάγεται ο τόπος ένθα τηρείται το βιβλίον υποθηκών. Άρθρ.197.-Η υποθήκη λαμβάνει ύπαρξιν από της προσηκούσης εγγραφής εις το βιβλίον υποθηκών της περιφερείας ένθα είναι νηολογημένον το πλοίον. Άρθρ.198.-Ο δανειστής, εφ’ όσον δεν υπάρχει ήδη αντίστοιχος ασφαλιστική κάλυψις, δικαιούται, δαπάνη του οφειλέτου, ν’ ασφαλίζη το πλοίον κατά των θαλασσίων κινδύνων μέχρις αξίας ίσης προς το ποσόν του δανείου ηυξημένου κατά τριάκοντα επί τοις εκατόν. Εάν ο οφειλέτης δεν καταβάλη τα ασφάλιστρα ο δανειστής δικαιούται ν’ απαιτήση την άμεσον καταβολήν του χρέους. Το δικαίωμα της υποθήκης ασκείται και επί του ασφαλίσματος. Αι διατάξεις των άρθρ. 190 εδ. 3 και 194 εφαρμόζονται και επί της υποθήκης επί πλοίων. Το άρθρ. 1287 του Αστικού Κώδικος δεν εφαρμόζεται. Άρθρ.199.-Από της εγγραφής κατασχέσεως επί του πλοίου, αναγκαστικής ή συντηρητικής είναι άκυρος πάσα εγγραφή υποθήκης. Άρθρ.20.-Εάν ληφθή απόφασις περί επισκευής του πλοίου εις μεγάλην έκτασιν ή περί καταβολής δι’ ην χωρεί η κατά τα άρθρ. 85, επ. παραχώρησις, πας μη συναινέσας συμπλοιοκτήτης δύναται ν’ απαλλαγή της προς εκτέλεσιν της αποφάσεως ταύτης υποχρεώσεώς του, διαθέτων άνευ αποζημιώσεως την μερίδα του υπέρ των λοιπών συμπλοιοκτητών κατά λόγον των μερίδων των. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.200.-Η διάταξις του άρθρ. 537 εδ. 4 Εμπορικού Νόμου εφαρμόζεται και επί υποθήκης επί πλοίων. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.201.-Απαγορεύεται η μεταβολή λιμένος νηολογήσεως (μετανηολόγησις) ή μετονομασία ενυποθήκου πλοίου, άνευ της εγγράφου συναινέσεως των ενυποθήκων δανειστών. Ο λιμενάρχης του λιμένος νηολογήσεως του πλοίου, άμα τη εν τω νηολογίω εγγραφή του νέου ονόματος, ειδοποιεί τον φύλακα του υποθηκολογίου όπως επιφέρη τας δεούσας μεταβολάς. Άρθρ.202.-Δικαιοπραξία εκποιητική ενυποθήκου πλοίου επιφέρουσα απώλειαν της Ελληνικής ιθαγενείας, εφ’ όσον εγένετο άνευ συναινέσεως του ενυποθήκου δανειστού, είναι άκυρος. Άρθρ.203.-Υποθήκη υφισταμένη επί πλοίου, καθ’ ον χρόνον τούτο αποκτά την ελληνικήν ιθαγένειαν, εξακολουθεί ισχύουσα, εφ’ όσον κατά το δίκαιον της προηγουμένης ιθαγενείας απεκτήθη δι’ εγγραφής εις δημόσιον βιβλίον, ενεγράφη δε εις το ελληνικόν βιβλίον υποθηκών εντός εξήκοντα ημερών από της νηολογήσεως του πλοίου ως ελληνικού. Άρθρ.204.-Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως αι σχετικαί περί υποθήκης διατάξεις του Αστικού Κώδικος. ΤΙΤΛΟΣ ΕΝΑΤΟΣ Περί ναυτικών προνομίων Άρθρ.205.-Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον αι ακόλουθοι απαιτήσεις: α)τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα, οι συναφείς προς την ναυσιπλοΐαν φόροι, ως και τα από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, β)αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και τα εκ της ναυτολογήσεως αυτών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, «και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.)». Η μέσα στα « » διάταξη προστέθηκε από την παρ. 15 άρθρ. 1 Νόμ. 1711/26-30 Ιουν. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 109), τόμ. 19Γ σελ. 714,699. Το δια της ανωτέρω παρ. β΄ καθιερούμενον προνόμιον περιλαμβάνει, κατά την αληθή αυτής έννοιαν, συμφώνως τω άρθρ. 38 Νόμ. 4502/1966 (τόμ. 19Β σελ. 714,07) και τα υπό της παρ. 5 άρθρ. 19 Νόμ. 3170/1955 (τόμ. 19Β σελ. 675) συνεισπραττόμενα υπέρ τωνΤαμείων Προνοίας Εμπορικού Ναυτικού δικαιώματα. Το προνόμιον τούτο κατισχύει παντός δι’ άλλης γενικής ή ειδικής διατάξεως τεθεσπισμένου τοιούτου ή και δικαιώματος πρωτοπραξίας,πλην του δικαιώματος πρωτοπραξίας και των προνομίων του Δημοσίου, άπερ διατηρούνται ως έχουσιν. γ)τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής, διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, δ)αι λόγω συγκρούσεως ή προσκρούσεως πλοίων οφειλόμεναι αποζημιώσεις εις τα πλοία, τους επιβάτας και τα φορτία. Τα προνόμια προηγούνται της υποθήκης. Άρθρ.206.-Αι προνομιούχοι απαιτήσεις της αυτής τάξεως κατατάσσονται συμμέτρως. Επί απαιτήσεων εξ επιθαλασσίου αρωγής, διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, αι μεταγενέστεραι προηγούνται των προγενεστέρων. Άρθρ.207.-Όταν εκποιηθεί το πλοίο συμβατικά, το προνόμιο εξακολουθεί να υφίσταται, εφόσον με απόφαση δικαστηρίου αναγνωρισθεί έναντι αυτού που απόκτησε το πλοίο, κατόπιν σχετικής αγωγής η οποία εγείρεται μέσα σε αποσβεστική προθεσμία τριών μηνών από την εγγραφή της εκποιητικής σύμβασης στο νηολόγιο. Προκειμένου περί προνομιούχων απαιτήσεων από τη σύμβαση εργασίας του πλοιάρχου και του πληρώματος, καθώς και των από τη ναυτολόγηση αυτών δικαιωμάτων του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, η ανωτέρω αποσβεστική προθεσμία ορίζεται σε ένα έτος». Το άρθρ. 207 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 8 Νόμ. 1711/26-30 Ιουν. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 109) Τόμ. 19Γ σελ. 714,699. Άρθρ.208.-Εκτός των γενικών λόγων αποσβέσεως, το προνόμιον αποσβέννυται και δια της εκποιήσεως του πλοίου εις δημόσιον πλειστηριασμόν. Άρθρ.209.-Το προνόμιον δεν ασκείται επί του ασφαλίσματος. ΤΙΤΛΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ Περί κατασχέσεως και αναγκαστικής εκτελέσεως επί πλοίων Άρθρ.21.-Συμπλοιοκτήτης, όστις είναι και μέλος του πληρώματος δικαιούται, εάν απολυθή, να ζητήση όπως οι λοιποί συμπλοιοκτήται εξαγοράσουν την μερίδα του. Το τίμημα καθορίζεται υπό του δικαστηρίου, μετά γνωμοδότησιν πραγματογνωμόνων. Η κυριότης δεν μεταβιβάζεται προ της καταβολής του τιμήματος. Άρθρ.210.-(Κατηργήθη δια του άρθρ. 58 Εισαγ. Νόμου Κώδ. Πολιτ. Δικον. Α.Ν. 44/1967, τόμ. 10). Άρθρ.211.-Αναγκαστική κατάσχεσις πλοίου δεν επιβάλλεται προ της παρόδου είκοσι τεσσάρων ωρών από της επιδόσεως της επιταγής προς πληρωμήν. Εάν το πλοίον ευρίσκεται παρά τρίτω διακατόχω η εκτέλεσις ενεργείται κατά του οφειλέτου, αλλ’ η επιταγή προς πληρωμήν κοινοποιείται επί ποινή ακυρότητος της εκτελέσεως και προς τον τρίτον διακάτοχον ή, αν ούτος είναι απών, προς τον πλοίαρχον. Η επιταγή δύναται να επιδοθή προς τον πλοίαρχον αν η απαίτησις είναι σχετική προς την εκμετάλλευσιν του πλοίου ή είναι προνομιούχος ή ενυπόθηκος. (Αντί για τη σελ. 23(γ) Σελ. 23(δ) Τεύχος Θ103-Σελ. 1 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 Άρθρ.212-213.(Κατηργήθησαν δια του άρθρ. 58 του Εισαγ. Νόμου Κώδ. Πολιτ. Δικον. Β.Δ. 657/1971, τόμ. 10 σελ. 151). Άρθρ.214.-Υφισταμένη κατάσχεσις επί πλοίου δεν εμποδίζει την επιβολήν άλλης κατασχέσεως. Επί πλειόνων αναγκαστικών κατασχέσεων έκαστος των κατασχόντων εξακολουθεί τας πράξεις της εκτελέσεως μέχρι πέρατος του πλειστηριασμού. Δια της κατακυρώσεως ακυρούνται αυτοδικαίως πάσαι αι λοιπαί κατασχέσεις, τα δε έξοδα αυτών βαρύνουν τους κατασχόντας. Εάν συμπέσουν πλείονες πλειστηριασμοί την αυτήν ημέραν, ενεργήται ο δυνάμει της παλαιοτέρας κατασχέσεως επισπευδόμενος. Εάν κατά την αυτήν ημέραν εγένετο εγγραφή κατασχέσεως και μεταβολής κυριότητος προτιμάται η κατάσχεσις. Άρθρ.215-218.(Κατηργήθησαν δια του άρθρ. 58 του Εισαγ. Νόμου Κώδ. Πολιτ. Δικον. Β.Δ. 657/1971, τόμ. 10 σελ. 151). ΤΊΤΛΟΣ ΕΝΔΕΚΑΤΟΣ Περί κοινών αβαριών και συνεισφοράς Άρθρ.219.-Αποτελούν κοινάς αβαρίας αι ζημίαι και αι έκτακτοι δαπάναι, αι γενόμεναι εκουσίως και κατ’ εύλογον κρίσιν προς την σωτηρίαν πλοίου και φορτίου από κοινού θαλασσίου κινδύνου, εφ’ όσον επήλθε το επιδιωχθέν ωφέλιμον αποτέλεσμα. Άρθρ.220.-Κοινή αβαρία υπάρχει και επί ολοσχερούς θυσίας του φορτίου χάριν του πλοίου ή του πλοίου χάριν του φορτίου. Άρθρ.221.-Κοινήν αβαρίαν αποτελεί και η δαπάνη η γενομένη προς αποφυγήν άλλης δαπάνης ήτις θα είχε τον χαρακτήρα κοινής αβαρίας, αλλά μόνον μέχρι του ποσού της αποφευχθείσης. Άρθρ.222.-Κοινή αβαρία υπάρχει και εις ην περίπτωσιν το γεγονός, όπερ εδημιούργησε τον κίνδυνον και την ανάγκην της θυσίας, αιτίαν έχει ελάττωμα του πλοίου ή του φορτίου, ή πταίσμα του πλοιάρχου ή του δικαιούχου επί του φορτίου, διατηρουμένου του δικαιώματος αναγωγής κατά του υπαιτίου. Άρθρ.223.-Κοινήν αβαρίαν αποτελούν ο μισθός και τα έξοδα τροφοδοσίας του πληρώματος, ως και αι λοιπαί δαπάναι, εκ του γεγονότος ότι το πλοίον ημποδίσθη κατά τον πλουν εκ διαταγής Πολιτείας τινός ή ηναγκάσθη να παραμείνη εις τινα λιμένα ένεκα πολέμου ή άλλης παρεμφερούς αιτίας. Κοινήν αβαρίαν αποτελούν επίσης ο μισθός και τα έξοδα τροφοδοσίας του πληρώματος εις λιμένα αναγκαστικής προσορμήσεως του πλοίου προς εκτέλεσιν απαραιτήτων επισκευών δια την συνέχισιν του πλου, και εφ’ όσον αι επισκευαί αύται συνιστούν κοινήν αβαρίαν. Σελ. 24(δ) Τεύχος Θ103-Σελ.2 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.22.-Ο διαχειριστής υποχρεούται να τηρή ίδια βιβλία περί της διαχειρίσεως της συμπλοιοκτησίας και να φυλάττη τα δικαιολογητικά της διαχειρίσεως έγγραφα. Πας συμπλοιοκτήτης δικαιούται να λαμβάνη γνώσιν της πορείας των υποθέσεων της συμπλοιοκτησίας, να εξετάζη τα βιβλία και τα έγγραφα, ως και να καταρτίζη περίληψιν της περιουσιακής καταστάσεως της συμπλοιοκτησίας. Αντίθετος συμφωνία είναι άκυρος. Άρθρ.224.-Επί εκβολής, αύτη αποφασίζεται και ενεργείται κατά την κρίσιν αγαθού ανδρός, ιδία δε λαμβάνεται υπ’ όψει το βάρος, η αξία και η επί του πλοίου θέσις των εκβλητέων. Άρθρ.225.-Αι την κοινήν αβαρίαν συνιστώσαι θυσίαι κατανέμονται μεταξύ διασωθέντος και θυσιασθέντος φορτίου, αφ’ ενός, του πλοίου και του ναύλου, αφ’ ετέρου. Η κατανομή γίνεται δια συνεισφοράς και ρυθμίζεται (κανονισμός της αβαρίας) συμφώνως προς τας επομένας διατάξεις, εφ’ όσον δεν υπάρχει συμφωνία γενομένη ρητώς αποδεκτή υπό πάντων των ενδιαφερομένων. Άρθρ.226.-Η δαπάνη προς επισκευήν του πλοίου υπολογίζεται μειουμένη κατά λόγον της διαφοράς νέου προς παλαιόν, ουχί όμως πλέον του τρίτου αυτής. Η κατά την διάταξιν του προηγουμένου εδαφίου μείωσις δεν εφαρμόζεται επί των δαπανηθέντων δια προσωρινήν επισκευήν του πλοίου εις τον λιμένα φορτώσεως, προσεγγίσεως ή αναγκαστικής προσορμίσεως. Άρθρ.227.-Τα θυσιασθέντα ως και τα διασωθέντα πράγματα συνεισφέρουν κατ’ αναλογίαν της αξίας, ην έχουν εις τον λιμένα της εκφορτώσεως, αφαιρουμένων των εξόδων εκφορτώσεως, των τελωνειακών δασμών ή άλλων παρομοίων βαρών. Το πλοίον συνεισφέρει κατ’ αναλογίαν της αξίας ην έχει εις τον λιμένα της εκφορτώσεως. Ο ανεκκαθάριστος ναύλος πραγμάτων και επιβατών, περί του οποίου συνωμολογήθη ότι θα είναι οπωσδήποτε κεκτημένος ή οφειλόμενος, συνεισφέρει κατά τα δύο τρίτα. Άρθρ.228.-Τα δια το πλοίον προωρισμένα τρόφιμα ως και αι αποσκευαί του πληρώματος ή των επιβατών, δεν υπόκεινται εις συνεισφοράν, εάν διεσώθησαν, συμμετέχουν όμως εις αυτήν, εάν εθυσιάσθησαν ή εβλάβησαν. Άρθρ.229.-Τα επί του καταστρώματος φορτωθέντα συνεισφέρουν εφ’ όσον διεσώθησαν. Εάν δε εθυσιάσθησαν μετέχουν εις την συνεισφοράν, εφ’ όσον ο επ’ αυτών έχων δικαιώματα δεν συνήνεσεν εγγράφως εις την επί του καταστρώματος φόρτωσιν. Επί ακτοπλοΐας, τα επί του καταστρώματος φορτωθέντα πράγματα συνεισφέρουν είτε εθυσιάσθησαν είτε διεσώθησαν. Άρθρ.230.-Εάν μετά την διανομήν τα εκβληθέντα πράγματα ανεκτήθησαν υπό του δικαιούχου, υποχρεούται ούτος ν’ αποδώση ότι έλαβεν εκ της συνεισφοράς, μετ’ αφαίρεσιν της ζημίας, της προξενηθείσης εκ της εκβολής ως και των εξόδων ανακτήσεως. Άρθρ.231.-Το γένος, το είδος και η ποσότης των πραγμάτων, άτινα συνεισφέρουν, ως και των εκβληθέντων ή διασωθέντων, αποδεικνύονται δια της φορτωτικής και των τιμολογίων, τοιούτων δε μη εκδοθέντων, δια παντός αποδεικτικού μέσου. Τα πράγματα, άτινα εφορτώθησαν εν αγνοία του πλοιάρχου, δεν γίνονται δεκτά εις κοινήν αβαρίαν, εάν εθυσιάσθησαν ή εβλάβησαν, συνεισφέρουν όμως εάν διεσώθησαν. Άρθρ.232.-Ο Πλοίαρχος οφείλει, ευθύς ως τούτο καταστή δυνατόν, να συντάξη έγγραφον έκθεσιν περί των ληφθεισών αποφάσεων μετά της αιτιολογίας αυτών, περί των ενεργειών αυτού δια την κοινήν σωτηρίαν, ως και περί των θυσιασθέντων ή βλαβέντων πραγμάτων. Η έκθεσις υπογράφεται υπό των επισημοτέρων του πληρώματος, σημειουμένων των τυχόν διαφωνιών, αντιγράφεται δε εις το ημερολόγιον της γεφύρας. Αντίγραφον της εκθέσεως ταύτης, βεβαιούμενον υπό του πλοιάρχου, προσαρτάται εις την κατά το άρθρ. 50 έκθεσιν. Άρθρ.23.-Ο διαχειριστής υποχρεούται να λογοδοτή εν παντί χρόνω κατ’ απόφασιν της πλειοψηφίας, πάντως δι’ άπαξ του έτους. Ο διαχειριστής υποχρεούται να λογοδοτή και προς ένα έκαστον των συμπλοιοκτητών επί τη αιτήσει του. Το δικαίωμα προς αμφισβήτησιν της λογοδοσίας αποσβέννυται άμα τη συμπληρώσει έτους από της εγκρίσεώς της υπό της πλειοψηφίας. Άρθρ.233.-Ο κανονισμός της αβαρίας γίνεται εις τον τελικόν λιμένα εκφορτώσεως ή εις τον λιμένα, ένθα συνέβη η διακοπή του πλου, επιμελεία του πλοιάρχου, ή του επιμελεστέρου των ενδιαφερομένων, υπό πραγματογνωμόνων κανονιστών, οίτινες διορίζονται υπό του προέδρου των πρωτοδικών και εν ελλείψει υπό του ειρηνοδίκου, εν δε τη αλλοδαπή υπό της προξενικής αρχής και εν ελλείψει, υπό της επιτοπίου αρχής. Ο κανονισμός επικυρούται υπό του πρωτοδικείου, εις δε την αλλοδαπήν υπό της προξενικής αρχής ή εν ελλείψει υπό της επιτοπίου αρχής. Άρθρ.234.-Ο μεταφορεύς δύναται ν’ αρνηθή την παράδοσιν των εμπορευμάτων ή να ζητήση την μεσεγγύησιν αυτών μέχρι καταβολής της βαρυνούσης ταύτα συνεισφοράς, εκτός εάν ο έχων επ’ αυτών δικαιώματα παράσχη αρκούσαν εγγύησιν. ΤΙΤΛΟΣ ΔΩΔΕΚΑΤΟΣ Περί συγκρούσεως πλοίων Άρθρ.235.-Επί συγκρούσεως πλοίων, εάν αύτη συνέβη εκ τυχαίου συμβεβηκότος ή ανωτέρας βίας ή εάν υφίσταται αμφιβολία περί των αιτίων της, αι ζημίαι βαρύνουν τους υποστάντας αυτάς. Σελ. 25 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 Άρθρ.236.-Εάν η σύγκρουσις συνέβη υπαιτιότητι του ενός των πλοίων αι εντεύθεν ζημίαι βαρύνουν το υπαίτιον πλοίον. Εν περιπτώσει κοινής υπαιτιότητος έκαστον πλοίον ευθύνεται αναλόγως του βαθμού της βαρυνούσης αυτό υπαιτιότητος. Εάν δεν δύναται να καθορισθή η αναλογία ή εν ισότητι υπαιτιότητος, η ευθύνη μερίζεται κατ’ ίσα μέρη. Αι ζημίαι αι γενόμεναι είτε εις τα πλοία είτε εις τα φορτία είτε εις τας αποσκευάς ή άλλα πράγματα των πληρωμάτων, επιβατών ή άλλων επιβαινόντων του πλοίου προσώπων, βαρύνουν τα υπαίτια πλοία κατά την ανωτέρω αναλογίαν. Άρθρ.237.-Τα υπαίτια πλοία ενέχονται εις ολόκληρον δια τας ζημίας τας προξενηθείσας ένεκα θανάτου ή βλάβης του σώματος ή της υγείας. Ο καταβαλών ποσόν ανώτερον εκείνου, όπερ κατά το προηγούμενον άρθρον βαρύνει αυτόν, δικαιούται εις αναγωγήν. Το δικαίωμα αναγωγής παραγράφεται μετά εν έτος, αρχόμενον από της λήξεως του έτους καθ’ ο εγένετο η καταβολή. Άρθρ.238.-Η κατά τα προηγούμενα άρθρα ευθύνη υφίσταται και εις ην περίπτωσιν η σύγκρουσις επήλθεν εξ υπαιτιότητος πλοηγού και υποχρεωτικώς ακόμη προσληφθέντος. Άρθρ.239.-Η κατά τα προηγούμενα άρθρα ευθύνη των πλοίων είναι ανεξάρτητος της ευθύνης των υπαιτίων προσώπων προς τους ζημιωθέντας και τους πλοιοκτήτας. Άρθρ.240.-Μετά την σύγκρουσιν, ο πλοίαρχος εκάστου των συγκρουσθέντων πλοίων υποχρεούται να παράσχη αρωγήν προς το έτερον πλοίον, το πλήρωμα και τους επιβάτας αυτού, εφ’ όσον δύναται να πράξη τούτο άνευ σοβαρού κινδύνου του ιδίου αυτού πλοίου, του πληρώματος και των επιβατών. Ωσαύτως υποχρεούται ίνα, κατά το δυνατόν γνωρίση εις το άλλο πλοίον το όνομα και τον λιμένα της νηολογήσεως του πλοίου του, ως και τον τόπον του απόπλου και του κατάπλου. Μόνη η παράβασις των διατάξεων του παρόντος άρθρου δεν γεννά ευθύνην του πλοιοκτήτου. Άρθρ.241.-Αι κατά τα προηγούμενα άρθρα διατάξεις εφαρμόζονται και ως προς την ανόρθωσιν των ζημιών τας οποίας, είτε δια της εκτελέσεως ή παραλείψεως χειρισμού είτε δια της μη τηρήσεως των κανονισμών, πλοίον επροξένησεν εις έτερον πλοίον ή εις τα επ’ αυτού πρόσωπα ή πράγματα, καίτοι δεν επήλθε πρόσκρουσις. Άρθρ.24.-Οι συμπλοιοκτήται μετέχουν εις τα κέρδη και τας ζημίας κατ’ αναλογίαν της μερίδος εκάστου. Οι λογαριασμοί κλείονται και τα κέρδη διανέμονται εις το τέλος εκάστου ημερολογιακού έτους. Απαγορεύεται κατά πάσαν διαμονήν κερδών η κράτησις οιουδήποτε ποσού πλην των απαραιτήτων προς κάλυψιν των τρεχουσών αναγκών της συμπλοιοκτησίας, ως και της ετησίας αναλογίας επί των περιοδικών δαπανών διατηρήσεως της κλάσεως του πλοίου. Άρθρ.242.-Τα ελληνικά δικαστήρια εν περιπτώσει συγκρούσεως, έχουν δικαιοδοσίαν α)εάν ο εναγόμενος κατοική ή διαμένη εις την Ελλάδα, β)εάν το πλοίον έχη ελληνικήν ιθαγένειαν, γ)εάν η σύγκρουσις έλαβε χώραν εις τα ελληνικά ύδατα, δ)εάν η Ελλάς είναι τόπος κατασχέσεως του πλοίου, έστω και αν προ της εγέρσεως της αγωγής ήρθη η κατάσχεσις. Σελ. 26 Άρθρ.243.-Αι αποφάσεις διοικητικών επιτροπών ή συμβουλίων ερεύνης επί των αιτίων και της υπαιτιότητος, εν περιπτώσει συγκρούσεως, ως και επί της εκτάσεως της ζημίας έχουν την ισχύν τεκμηρίου, του δικαστού δυναμένου να μορφώση κρίσιν και εξ οιωνδήποτε άλλων στοιχείων. Άρθρ.244.-Ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης του συγκρουσθέντος πλοίου δύναται να ενεργήση και δια λογαριασμόν του πληρώματος, των δικαιούχων επί του φορτίου, των επιβατών και λοιπών επιβαινόντων του πλοίου προσώπων δια τας προσγενομένας εις αυτόν ζημίας εκ της συγκρούσεως. Ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να προσεπικαλέση τον δια λογαριασμόν ούτινος ενήργησεν, εντός προθεσμίας δύο μηνών, πάντως δε μέχρι της πρώτης επ’ ακροατηρίου συζητήσεως. Άρθρ.245.-Αι διατάξεις του παρόντος τίτλου εφαρμόζονται και επί συγκρούσεως πλοίων καίτοι ηγκυροβολημένων. ΤΙΤΛΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΤΡΙΤΟΣ Περί των εκ της επιθαλασσίου αρωγής απαιτήσεων Άρθρ.246.-Η επιθαλάσσιος αρωγή και η διάσωσις των εν κινδύνων πλοίων, των επ’ αυτών πραγμάτων, του ναύλου, φορτίου και επιβατών, ως και αι ομοίως φύσεως υπηρεσίαι, αι παρασχεθείσαι μεταξύ πλοίων, διέπονται υπό των επομένων διατάξεων. Άρθρ.247.-Πάσα πράξις αρωγής ή διασώσεως πλοίου, εφ’ όσον έσχεν ωφέλιμον αποτέλεσμα, παρέχει δικαίωμα ευλόγου αμοιβής. Αμοιβή οφείλεται και όταν η αρωγή ή η διάσωσις έλαβον χώραν μεταξύ πλοίων ανηκόντων εις τον αυτόν πλοιοκτήτην. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.248.-Εν ουδεμία περιπτώσει το ποσόν της αμοιβής δύναται να υπερβή την αξίαν των διασωθέντων πραγμάτων. Άρθρ.249.-Ο πλοίαρχος και το πλήρωμα του κινδυνεύοντος πλοίου δεν δικαιούται εις αμοιβήν. Δεν δικαιούνται εις αμοιβήν ούτε εις απόδοσιν των δαπανών τα πρόσωπα άτινα, παρά την ρητήν και εύλογον απαγόρευσιν του πλοιάρχου του κινδυνεύσαντος πλοίου συμμετέσχον εις την αρωγήν. Άρθρ.250.-Ο ρυμουλκών δικαιούται αμοιβής δια την αρωγήν ή την διάσωσιν του παρ’ αυτού ρυμουλκουμένου πλοίου ή του φορτίου, μόνον εφ’ όσον παρέσχεν εξαιρετικάς υπηρεσίας, εις τας οποίας δεν υπεχρεούτο εκ της συμβάσεως ρυμουλκήσεως. Άρθρ.251.-Εάν η αρωγή παρεσχέθη υπό του πλοίου, το ήμισυ της αμοιβής ανήκει εις τον πλοιοκτήτην, το τέταρτον εις τον πλοίαρχον και το υπόλοιπον τέταρτον εις το πλήρωμα, πάσα δι’ εναντία συμφωνία είναι άκυρος. Το εις το πλήρωμα αναλογούν κατανέμεται επί τη βάσει πίνακος, συντασσομένου υπό του πλοιάρχου, κατά λόγον της προσωπικής εκάστου συμβολής, Εγειρομένης αμφισβητήσεως λύεται αύτη υπό της λιμενικής ή προξενικής αρχής, κατά της αποφάσεως των οποίων επιτρέπονται αντιρρήσεις ενώπιον του προέδρου των πρωτοδικών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται, κατ’ αναλογίαν, αι διατάξεις του άρθρ. 947 Πολ. Δικονομίας. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται επί των εξ επαγγέλματος ναυαγοσωστικών πλοίων. Άρθρ.25.-Οι συμπλοιοκτήται έναντι των τρίτων ευθύνονται κατά λόγον της μερίδος των. Άρθρ.252.-Η διανομή της αμοιβής ρυθμίζεται συμφώνως προς το δίκαιον της σημαίας του παρασχόντος την αρωγήν ή του διασώσαντος πλοίου. Άρθρ.253.-Η σύμβασις περί αρωγής ή διασώσεως, η συναφθείσα εν καιρώ κινδύνου και υπό την επίδρασιν αυτού, δύναται, τη αιτήσει παντός έχοντος έννομον συμφέρον, ν’ ακυρωθή ή τροποποιηθή υπό του δικαστηρίου εάν το περιεχόμενον της συμβάσεως αντίκειται εις την επιείκειαν, ιδία εάν η συμφωνηθείσα αμοιβή είναι προδήλως υπερβολική ή δυσανάλογος προς την παρασχεθείσαν υπηρεσίαν. Άρθρ.254.-Το ποσόν της αμοιβής, εάν δεν επιτευχθή συμφωνία ορίζεται υπό του δικαστηρίου. Η αμοιβή ορίζεται υπό του δικαστηρίου, κατά τας περιστάσεις, λαμβάνοντος ως βάσιν α)κατά πρώτον λόγον, το επιτευχθέν αποτέλεσμα, τας προσπαθείας και τον ζήλον των βοηθησάντων, τον κίνδυνον ον διέτρεξαν το βοηθηθέν πλοίον, οι επιβάται, το πλήρωμα και το φορτίον, οι σώσται και το διασώσαν πλοίον, τον διατεθέντα χρόνον, τα έξοδα εις α υπεβλήθησαν, τας ζημίας ας υπέστησαν και του κινδύνους ευθύνης και άλλους ους διέτρεξαν οι σώσται, την αξίαν του υλικού του εκτεθέντος παρ’ αυτών εις τους κινδύνους, λαμβάνομένης υπ’ όψει της τυχόν ειδικής διασκευής του βοηθήσαντος πλοίου και β)κατά δεύτερον λόγον, την αξίαν των διασωθέντων πραγμάτων. Το δικαστήριον δύναται να περιορίση ή να μη επιδικάση αμοιβήν, εάν οι σώσται εκ πταίσματος αυτών κατέστησαν αναγκαίαν την διάσωσιν ή την αρωγήν ή εγένοντο ένοχοι κλοπών, αποκρύψεων ή άλλων δολίων πράξεων. Άρθρ.255.-Κατά την διαδικασίαν του προηγουμένου άρθρου ο πλοίαρχος εκπροσωπεί και τα μέλη του πληρώματος, εφ’ όσον ταύτα δεν παρίστανται άλλως. Άρθρ.256.-Λόγω διασώσεως προσώπων ουδεμία καταβάλλεται αμοιβή, αλλ’ οι παρεμβάντες και διασώσαντες ανθρωπίνους υπάρξεις δικαιούνται εις εύλογον μέρος εκ της αμοιβής ήτις προσήκει κατά τας διατάξεις των προηγουμένων άρθρων. ΤΙΤΛΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ Περί θαλασσίας ασφαλίσεως Άρθρ.257.-Επί ασφαλίσεως κατά κινδύνων της θαλασσοπλοΐας εφαρμόζονται αι «περί της ασφαλιστικής συμβάσεως» διατάξεις των άρθρ. 189-225 του Εμπορικού Νόμου, εφ’ όσον αύται δεν είναι ασυμβίβαστοι προς την θαλασσίαν ασφάλισιν και δεν τροποποιούνται υπό των επομένων διατάξεων. Άρθρ.258.-Το ασφαλιστήριον, πλην των εν άρθρ. 192 του Εμπορικού Νόμου στοιχείων, αναγράφει το όνομα, το είδος, την χωρητικότητα και την ιθαγένειαν του πλοίου. Άρθρ.259.-Παν έννομον συμφέρον, περιλαμβανομένου και του ελπιζομένου κέρδους, εκτιθέμενον εις θαλασσίους κινδύνους, δύναται ν’ αποτελέση αντικείμενον της θαλασσίας ασφαλίσεως. Άρθρ.260.-Πλείονες ασφαλίσεις του αυτού συμφέροντος, γενόμεναι άνευ δόλου, ισχύουν άπασαι μέχρι της αξίας του συμφέροντος, των πλειόνων ασφαλιστών ενεχομένων εις ολόκληρον. Άρθρ.261.-Εάν η ασφάλισις αφορά εις πράγματα μη καθωρισμένα ή ωρισμένα μόνον κατά γένος, μέλλοντα να φορτωθούν κατά τμήματα ή και εφ’ άπαξ επί πλοίων ορισθέντων ή μη (τρέχουσα ασφάλισις), η ασφάλισις καλύπτει εκάστην γενομένην φόρτωσιν, του ησφαλισμένου υποχρεουμένου, επί ποινή αποζημιώσεως, όπως γνωστοποιεί ταύτην αμελλητί εις τον ασφαλιστήν. Σελ. 27 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 Άρθρ.26.-΄Εκαστος συμπλοιοκτήτης υποχρεούται να συνεισφέρει κατ’ αναλογίαν της μερίδος του εις τας δαπάνας της συμπλοιοκτησίας. Συμπλοιοκτήτης προκαταβολών εισφοράν βαρύνουσαν άλλον συμπλοιοκτήτην, δικαιούται εις τόκους από της καταβολής καθώς και εις τα ασφάλιστρα, εάν τυχόν ησφάλισε το σχετικόν προς την απαίτησιν συμφέρον του. Άρθρ.262.-Επί της κατά χρόνον ασφαλίσεως, αύτη άρχεται από της χρονολογίας του ασφαλιστηρίου. Ο χρόνος υπολογίζεται συμφώνως προς τας διατάξεις των άρθρ. 243 και 244 Αστικού Κώδικος, η δε ημέρα από μεσονυκτίου εις μεσονύκτιον, των κινδύνων της πρώτης και της τελευταίας ημέρας παραμενόντων εις βάρος του ασφαλιστού. Χρόνος εννοείται ο τοπικός της Χώρας ένθα εξεδόθη το ασφαλιστήριον. Εάν ο χρόνος της ασφαλίσεως λήξη διαρκούντος του πλού, αύτη παρατείνεται και λήγει την επομένην της ημέρας καθ’ ην το πλοίον ηγκυροβόλησε και προσεδέθη εις τον λιμένα του τελικού προορισμού. Ο ασφαλιστής δικαιούται εις ανάλογον πρόσθετον ασφάλιστρον. Άρθρ.263.-Επί ασφαλίσεως του πλοίου κατά πλούν ο κίνδυνος καλύπτεται από της ενάρξεως της φορτώσεως ή της παραλαβής έρματος, μέχρι της εκφορτώσεως. Επακολουθησάσης εν συνεχεία νέας κατά πλούν ασφαλίσεως, η δια τον προηγούμενον πλούν κάλυψις παύει άμα τη ενάρξει της δια τον νέον πλούν ασφαλιστικής καλύψεως. Άρθρ.264.-Εάν η ασφάλισις αφορά το φορτίον, η ασφαλιστική κάλυψις άρχεται από της ενάρξεως τη φορτώσεως και δη αφ’ ης τα ασφαλισθέντα παύσουν εφαπτόμενα της ξηράς, λήγει δε κατά την στιγμήν της αποθέσεως αυτών επί της ξηράς εις τον λιμένα του προορισμού, εν πάση δε περιπτώσει μετά τριάκοντα ημέρας από του κατάπλου εις τον λιμένα τούτον. Η κάλυψις του κινδύνου επεκτείνεται και εις τον χρόνον καθ’ ον, συμφώνως προς τας τοπικάς συνηθείας, τα ασφαλισθέντα παραμένουν αποτεθειμένα επί φορτηγίδων. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και επί ασφαλίσεως του ελπιζομένου κέρδους. Άρθρ.265.-Το ασφάλιστρον οφείλεται πλήρες εάν ήρξατο ο κίνδυνος, τούτου δε δι’ οιονδήποτε λόγον ματαιωθέντος, οφείλεται ποσόν ίσον προς το ήμισυ του ασφαλίστρου, πάντως δε ουχί ανώτερον του ημίσεος επί τοις εκατόν του ασφαλιστικού ποσού. Άρθρ.266.-Επί ασφαλίσεως του ναύλου, εάν μεν τον κίνδυνον αυτού φέρη ο εκναυλωτής εφαρμόζονται αι περί ασφαλίσεως του πλοίου διατάξεις, εάν δε ο ναυλωτής, αι περί ασφαλίσεως του φορτίου. Άρθρ.267.-Ασφαλιζόμενος ναύλος είναι ο ανεκκαθάριστος, εφ’ όσον δεν ησφαλίσθησαν κεχωρισμένως τα έξοδα εξοπλισμού, οι προκαταβληθέντες μισθοί του πληρώματος και τα ασφάλιστρα. Άρθρ.268.-Το ασφάλισμα καθορίζεται κατά την αξίαν ην είχον τα ασφαλισθέντα καθ’ ον χρόνον ήρξατο η ασφαλιστική κύλυψις, επί δε του φορτίου προστίθενται τα έξοδα φορτώσεως και εκφορτώσεως, ο ναύλος και το ασφάλιστον. Σελ. 28 Το ασφάλισμα συνίσταται εις την υπό των μερών συμπεφωνημένην αποτίμησιν, εφ’ όσον αύτη ρητώς εγένετο αποδεκτή υπό του ασφαλιστού εν τω ασφαλιστηρίω. Η λόγω πλάνης προσβολή της περί αποτιμήσεως συμφωνίας αποκλείεται. Άρθρ.269.-Ο ασφαλιστής ενέχεται δια τας απωλείας και ζημίας αίτινες προκαλούνται εξ οιουδήποτε γεγονότος συμβάντος κατά τον πλούν, συμπεριλαμβανομένης και της κλοπής. Ο ασφαλιστής ενέχεται δι’ ας ζημίας το πλοίον, λόγω συγκρούσεως, υποχρεούται έναντι τρίτων, εξαιρέσει των λόγω βλάβης του σώματος ή της υγείας. Άρθρ.270.-Εάν το πλοίον κατέστη ανίκανον προς πλούν και τα ησφαλισμένα πράγματα μετεφορτώθησαν εις άλλο πλοίον, ο ασφαλιστής ευθύνεται και δια τα έξοδα μεταφορτώσεως, εναποθέσεως, φυλάξεως, το υπερβάλλον του ναύλου και τα προς διάσωσιν έξοδα, ουχί όμως πέραν του ασφαλιστικού ποσού. Άρθρ.271.-Η ασφάλισις κατά κινδύνων πολέμου περιλαμβάνει τας απωλείας και τας ζημίας εκ πάσης πολεμικής πράξεως ή συμβεβηκότος, ως και παντός γεγονότος επελθόντος μετά την λήξιν του πολέμου, αλλ’ εξαιτίας αυτού (πολεμικοί κίνδυνοι). Προς τους πολεμικούς κινδύνους εξομοιούνται οι κίνδυνοι εξ εμφυλίου πολέμου και στάσεως. Εν αμφιβολία η ζημία θεωρείται προελθούσα εκ κοινού θαλασσίου συμβεβηκότος. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.27.-Ο θάνατος συμπλοιοκτήτου δεν επιφέρει την λύσιν της συμπλοιοκτησίας. Το αυτό ισχύει και επί πτωχεύσεως ή περιελεύσεως εις ανικανότητα προς δικαιοπραξίαν. Άρθρ.272.-Η σύμβασις ασφαλίσεως κατά κοινών θαλασσίων κινδύνων λύεται αφ’ ης το πλοίον εκτεθή εις κινδύνους πολεμικούς, εάν δε τούτο συμβή διαρκούντος του πλού, η λύσις επέρχεται άμα τω κατάπλω εις τον πρώτον λιμένα. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον λύσις της ασφαλίσεως δεν επέρχεται εάν η ασφάλισις συνήφθη ληφθέντων υπ’ όψει και των πολεμικών κινδύνων. Επί ασφαλίσεως κατά χρόνον ο ασφαλιστής υποχρεούται όπως αποδώση το εις τον μη δεδουλευμένον χρόνον αναλογούν ασφάλιστρον. Άρθρ.273.-Εάν εκ πράξεως του ησφαλισμένου επήλθεν αλλαγή της πλεύσεως, του πλού ή του πλοίου, ο ασφαλιστής έκτοτε δεν ενέχεται, αποκερδαίνει δε το ασφάλιστρον. Η αντικατάστασις του πλοιάρχου, καθ’ εαυτήν, δεν επάγεται την απαλλαγήν του ασφαλιστού. Άρθρ.274.-Ο ασφαλιστής δεν απαλλάσσεται εκ μόνου του γεγονότος ότι αι απώλειαι και αι ζημίαι οφείλονται εις υπαιτιότητα του πλοιάρχου, του πληρώματος ή άλλων προσώπων. Άρθρ.275.-Ο ασφαλιστής δεν ενέχεται δια τα έξοδα ναυσιπλοΐας, ελλιμενίσεως, ναυλοχίας, καθάρσεως, ουδέ δια τα παντός είδους τέλη και δικαιώματα τα αφορώντα εις το πλοίον ή το φορτίον. Άρθρ.276.-Η ρήτρα «ελεύθερον αβαρίας» απαλλάσσει τον ασφαλιστήν πάσης υποχρεώσεως εκ ζημιών, αι οποίαι δεν συνιστούν ολικήν απώλειαν ή περίπτωσιν εγκαταλείψεως. Άρθρ.277.-Απαλλοτριωθέντος του ησφαλισμένου πράγματος ο νέος κτήτωρ υπεισέρχεται εις τα εκ της ασφαλιστικής συμβάσεως δικαιώματα και τας υποχρεώσεις. Επί ασφαλίσεως πλοίου ο νέος κτήτωρ ενέχεται δια το ασφάλιστρον εις ολόκληρον μετά του παλαιού. Δικαιούται να καταγγείλη την σύμβασιν εντός μηνός από της απαλλοτριώσεως, όποτε δεν ενέχεται δια το ασφάλιστρον. Ο ασφαλιστής απαλλάσσεται, αν η πραγματοποίησις του κινδύνου επέλθη συνεπεία γεγονότων τα οποία δεν θα συνέβαινον αν δεν ελάμβανε χώραν η απαλλοτρίωσις. Επί ασφαλίσεως φορτίου ο ασφαλιστής δύναται ν’ αντιτάξη την μη καταβολήν του ασφαλίστρου και την εντεύθεν απαλλαγήν αυτού, έναντι του νέου κτήτορος, μόνον αν ο τελευταίος ούτος τελή εν κακή πίστει. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και επί απαλλοτριώσεως δι’ αναγκαστικού πλειστηριασμού. Άρθρ.278.-Πραγματοποιηθέντος του κινδύνου, ο ησφαλισμένος οφείλει να γνωστοποιή αμελλητί εις τον ασφαλιστήν απάσας τας σχετικάς ειδήσεις υποχρεούμενος άλλως εις αποζημίωσιν. Άρθρ.279.-Επί ασφαλίσεως φορτίου η νόμιμος κατοχή του ασφαλιστηρίου και της φορτωτικής αρκεί προς νομιμοποίησιν του κατόχου ως φορέως του ησφαλισμένου συμφέροντος. Άρθρ.280.-Ο ησφαλισμένος δικαιούται να εγκαταλείψει εις τον ασφαλιστήν τα ασφαλισθέντα αντικείμενα και να απαιτήση το οφειλόμενον επί ολικής απωλείας ασφάλισμα, εις τας περιπτώσεις και υπό τους όρους των επομένων άρθρων. Άρθρ.281.-Η εγκατάλειψις του πλοίου ή του φορτίου ή του ναύλου, δύναται να γίνη μόνον όταν α)το πλοίον, συνεπεία θαλασσίου συμβεβηκότος, απωλέσθη ή περιήλθεν εις κατάστασιν ανικανότητος προς πλούν και δεν δύναται να επισκευασθή, β)τα έξοδα δια την ανέλκυσιν, την επισκευήν και την επαναφοράν του βλαβέντος πλοίου εις κατάστασιν επιτρέπουσαν να εξακολουθήση τούτο την ναυσιπλοΐαν, υπερβαίνουν τα τρία τέταρτα της ασφαλιστικής αξίας ή όταν η επισκευή δεν είναι εφικτή εις τον τόπον του ατυχήματος, ουδ’ είναι δυνατή η αυτόθι μεταφορά των μέσων της επισκευής ή η ρυμούλκησις του πλοίου εις λιμένα ένθα δύναται να επισκευασθή, γ)από της τελευταίας ειδήσεως περί του πλοίου παρήλθον τουλάχιστον τρείς μήνες, προκειμένου περί πλοίων μηχανοκινήτων, προκειμένου δεν περί ιστιοφόρων πέντε μήνες, οπότε ο κίνδυνος θεωρείται πραγματοποιηθείς την επομένην της ημέρας εις ην ανάγεται η τελευταία είδησις και δ)το πλοίον αλωθή ή εμποδισθή κατά διαταγήν ξένης δυνάμεως, η δε ασφάλισις καλύπτει τους κινδύνους πολέμου. Άρθρ.28.-΄Εκαστος των συμπλοιοκτητών εκποιεί ελευθέρως την επί του πλοίου μερίδα του, η δε εκποίησις ενεργεί έναντι των λοιπών συμπλοιοκτητών αφ’ ης εγνωστοποιήθη εις αυτούς ή τον διαχειριστήν. Ο αποκτών υπεισέρχεται αυτοδικαίως εις την περί συμπλοιοκτησίας σύμβασιν. Ο μεταβιβάσας και ο αποκτών ευθύνονται εις ολόκληρον δια τας μέχρι της γνωστοποιήσεως της εκποιήσεως αναληφθείσας υποχρεώσεις. Ο αποκτών δύναται να προβή εις παραχώρησιν της μερίδος του, κατά τα εν άρθρ. 85 επ. οριζόμενα δια τας υποχρεώσεις του προηγουμένου εδαφίου. Άρθρ.282.-Εις την περίπτωσιν δ΄ του προηγουμένου άρθρου το προς εγκατάλειψιν δικαίωμα δεν δύναται ν’ ασκηθή πριν ή παρέλθη τρίμηνον από της γνωστοποιήσεως της αλώσεως ή της εμποδίσεως. Άρθρ.283.-Το προς εγκατάλειψιν δικαίωμα ασκείται εντός προθεσμίας τριών μηνών, αρχομένης την επιούσαν της ημέρας καθ’ ην εγένετο γνωστόν το ατύχημα ή της ημέρας, καθ’ ην συνεπληρώθη η κατά το άρθρ. 281 περίπτωσις γ΄ ή η κατά το άρθρ. 282 προθεσμία. Άρθρ.284.-Το προς εγκατάλειψιν δικαίωμα ασκείται δια δηλώσεως κοινοποιουμένης προς τον ασφαλιστήν. Σελ. 29 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 Άρθρ.285.-Εάν ο ασφαλιστής, εντός τριάκοντα ημερών από της κοινοποιήσεως της δηλώσεως περί εγκαταλείψεως, δεν αμφισβητήση το δικαίωμα της εγκαταλείψεως ή εάν τούτο αναγνωρισθή δικαστικώς, τα επί των εγκαταλειπομένων αντικειμένων δικαιώματα μεταβιβάζονται εις τον ασφαλιστήν. Η μεταβίβασις θεωρείται συντελεσθείσα από της κοινοποιήσεως της περί εγκαταλείψεως δηλώσεως. Ο ησφαλισμένος υποχρεούται να παράσχη εις τον ασφαλιστήν τας υπαρχούσας πληροφορίας και να παραδώση εις αυτόν τα εις την κατοχήν του αποδεικτικά έγγραφα. Άρθρ.286.-Ο ασφαλιστής του ελπιζομένου κέρδους ουδέν δικαίωμα αποκτά εκ της εγκαταλείψεως. Άρθρ.287.-Ο ασφαλιστής δύναται, δια δηλώσεως κοινοποιουμένης εις τον ησφαλισμένον αμελλητί, να αποποιηθή την κτήσιν της κυριότητος επί του εγκαταλειφθέντος, προσφερόμενος συγχρόνως ανεπιφυλάκτως εις την καταβολήν του όλου ασφαλίσματος. Άρθρ.288.-Ο ασφαλιστής δικαιούται να προκαλέση τον ησφαλισμένον όπως προβή εις εγκατάλειψιν εντός ευλόγου, υπ’ αυτού τασσομένης προθεσμίας. Παρελθούσης δε ταύτης απράκτου, ο ησφαλισμένος στερείται του δικαιώματος της εγκαταλείψεως. ΤΙΤΛΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ Παραγραφαί Άρθρ.289.-Εις ετησίαν παραγραφήν υπόκεινται αι αξιώσεις: 1.Του πλοιάρχου και του πληρώματος δια την πληρωμήν των μισθών και λοιπών παροχών των πηγαζουσών εκ της συμβάσεως ναυτολογήσεως. 2.Του πλοιοκτήτου κατά του πλοιάρχου ή του πληρώματος δια τας κατά την εκτέλεσιν της υπηρεσίας των διαπραχθείσας υπ’ αυτών αδικοπραξίας. 3.Εκ της χορηγήσεως υλικών ή τροφίμων, εκ της εκτελέσεως εργασιών δια την ναυπήγησιν, επισκευήν, εξοπλισμόν ή εφοδιασμόν του πλοίου ως και εκ των κατά τα άρθρ. 45 και 46 ενεργειών του πλοιάρχου. 4.Εκ της συμβάσεως ναυλώσεως, μεταφοράς επιβατών ή πραγμάτων ως και εκ της μη εκτελέσεως ή μη προσηκούσης εκτελέσεως της συμβάσεως. 5.Εκ γενικής αβαρίας προς πληρωμήν συνεισφοράς. 6.Εκ συγκρούσεως πλοίων δια τας προξενηθείσας εις πρόσωπα ή πράγματα βλάβας ή ζημίας. Άρθρ.290.-Εις διετή παραγραφήν υπόκεινται αι αξιώσεις: 1.Των συμπλοιοκτητών κατ’ αλλήλων ή κατά του διαχειριστού της συμπλοιοκτησίας αι πηγάζουσαι εκ της εκμεταλλεύσεως ή διαχειρήσεως του πλοίου. Σελ. 30 2.Εκ της θαλασσίας ασφαλίσεως. 3.Εξ επιθαλασσίας αρωγής ή διασώσεως δια την πληρωμήν της αμοιβής και των εξόδων. 4.Κατά του ναυπηγού ένεκεν ελλείψεων του ναυπηγηθέντος πλοίου. Άρθρ.291.-Η παραγραφή των εις τα προηγούμενα Άρθρ.2.-Το Ελληνικόν πλοίον εγγράφεται εις νηολόγιον του κράτους. Η πράξις της νηολογήσεως αναγράφει το όνομα και την ιθαγένειαν του πλοιοκτήτου, διορισμόν αντικλήτου κατοικούντος εν Ελλάδι, τον τίτλον κτήσεως της κυριότητος, το όνομα του πλοίου, το διεθνές σήμα, τας επί τη βάσει επισήμου καταμετρήσεως διαστάσεις και χωρητικότητα, το είδος της κινητηρίου δυνάμεως, προκειμένου δε περί μηχανοκινήτου πλοίου και την δύναμιν της μηχανής. Η πράξις της νηολογήσεως χρονολογείται και υπογράφεται υπό του φύλακος του νηολογίου. Κεκυρωμένον αντίγραφον του τίτλου της κυριότητος κατατίθεται και τηρείται παρά τω φύλακι του νηολογίου. Άρθρ.29.-Συμβατική εκποίησις μερίδος πλοίου επιφέρουσα αποβολήν της ελληνικής σημαίας είναι άκυρος, γενομένη άνευ συναινέσεως συμπλοιοκτητών συγκεντρούντων τα τέσσαρα πέμπτα των μερίδων. Η συναίνεσις παρέχεται δι’ εγγράφου φέροντος βεβαίαν χρονολογίαν. άρθρα αξιώσεων αρχίζει άμα τη λήξει του έτους καθ’ ο συμπίπτει η αφετηρία αυτής Η έγερσις της αγωγής κατά του ασφαλιστού λόγω εγκαταλείψεως διακόπτει την παραγραφήν και της κατ’ αυτού αξιώσεως λόγω ζημιών. Άρθρ.292.-Ο καλή τη πίστει και δυνάμει νομίμου τίτλου προσηκόντως εγγεγραμμένου νεμηθείς πλοίον επί τριετίαν γίνεται κύριος αυτού. Ο επί δεκαετίαν νεμόμενος πλοίον γίνεται κύριος αυτού. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρ.293.-Ο Κώδιξ Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου άρχεται ισχύων μετά παρέλευσιν έξ μηνών από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Άρθρ.294.-«Από της ενάρξεως της ισχύος του Κώδικος Ιδιωτικού Δικαίου καταργείται το βιβλίον δεύτερον (άρθρ.226-524 ως διατυπώθησαν υπό του Νόμ. ΓΨΙΖ΄ του 1910) του Εμπορικού Νόμου. Καταργούνται ωσαύτως και πάσαι εν γένει αι διατάξεις νόμων ή εθίμων αι αντικείμεναι εις τας διατάξεις του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου ή αναγόμεναι εις θέματα ρυθμιζόμενα υπ’ αυτού». Το άρθρ.294 αντικατεστάθη ως άνω δια του Ν.Δ. 3823/1958. Άρθρ.295.-Καταργούνται ο Νόμ. 1752 του 1951 «περί ναυτικής εργασίας», ως και το Ν. Δ. 2652/1953 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Νόμ. 1752». Διατηρείται προσωρινώς εν ισχύϊ μέχρι της δια Β.Δ./τος καταργήσεως ή τροποποιήσεως αυτού το άρθρ. 3 του Ν.Δ. 2652/1953, των εν αυτώ διατάξεων θεωρουμένων ότι αποτελούν προσθήκην εις το άρθρ. 66 του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου. Διατηρείται προσωρινώς εν ισχύϊ μέχρι της δια Β.Δ./τος καταργήσεως ή τροποποιήσεως αυτού το άρθρ. 1 του Ν.Δ. 2652/1953, των εν αυτώ διατάξεων θεωρουμένων ότι αποτελούν προσθήκην εις το άρθρ. 73 του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου. Διατηρείται προσωρινώς εν ισχύϊ μέχρι της δια Β.Δ/τος καταργήσεως ή τροποποιήσεως αυτής η διάταξις του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 2652/1953. Άρθρ.296.-Καθ’ ας περιπτώσεις Νόμος ισχύων παραπέμπει εις τας καταργουμένας δια του παρόντος διατάξεις εφαρμόζονται αι αντίστοιχοι διατάξεις του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου. Άρθρ.30.-Κατ’ απόφασιν της πλειοψηφίας των τεσσάρων πέμπτων των μερίδων ή της πλειοψηφίας των δύο τρίτων και μετ’ άδειαν του δικαστηρίου, το πλοίον δύναται να υποθηκευθή. Συμπλοιοκτήτης δεν δύναται να υποθηκεύση την μερίδα του άνευ συναινέσεως της πλειοψηφίας των δύο τρίτων. Η συναίνεσις παρέχεται δι’ εγγράφου φέροντος βεβαίαν χρονολογίαν. Άρθρ.297.-Τα μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου τελεσιδίκως ή δια συμβατικής αναγνωρίσεως ή δια συμβιβασμού κριθέντα δεν θίγονται εκ των διατάξεων αυτού. 4. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 3823 της 2/8 Αυγ. 1958 Περί αντικαταστάσεως του άρθρ. 294 υπό του Νόμ. 3816/1958 κυρωθέντος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου. Άρθρον μόνον.-(Αντικαθίσταται το 294 του υπό του Νόμ. 3816/1958 κυρωθέν Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου). Άρθρ.31.-Συμπλοιοκτήται συγκεντρούντες, τα τέσσαρα πέμπτα των μερίδων δύνανται να εκποιήσουν ολόκληρον το πλοίον. Η επί του υπολοίπου κυριότης μεταβιβάζεται αφ’ ης το αναλογούν τίμημα καταβληθή εις τον δικαιούχον ή κατατεθή εις δημοσίαν κατάθεσιν. Άρθρ.32.-Συμπλοιοκτήται συγκεντρούντες το ήμισυ των μερίδων δύνανται να εκποιήσουν το πλοίον εν δημοσίω πλειστηριασμώ μετ’ άδειαν του δικαστηρίου. Συμπλοιοκτήται συγκεντρούντες το έν τέταρτον δύνανται να ζητήσουν όπως το δικαστήριον επιτρέψη την εκποίησιν του πλοίου εάν υπάρχη σπουδαίος λόγος. Πας συμπλοιοκτήτης δύναται να ζητήση όπως το δικαστήριον επιτρέψη την εν δημοσίω Σελ. 7 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 πλειστηριασμώ εκποίησιν του πλοίου, εάν τούτο κατέστη ανίκανον προς πλουν. Άρθρ.33.-Ο πλειστηριασμός ενεργείται εντός εξαμήνου από της τελεσιδικίας της αποφάσεως. Εάν το πλοίον διατελή υπό ναύλωσιν το δικαστήριον δύναται να διατάξη όπως η εκποίησις γίνη μετά την εκφόρτωσιν. Άρθρ.34.-Ο πλειστηριασμός γίνεται εις τον τόπον ένθα ναυλοχεί το πλοίον ή εις άλλον τόπον οριζόμενον υπό του δικαστηρίου, συμφώνως προς τας περί αναγκαστικής εκποιήσεως πλοίων διατάξεις. Εάν το δικαστήριον διατάξη την ενέργειαν του πλειστηριασμού εις τόπον διάφορον εκείνου ένθα το πλοίον ναυλοχεί, δύναται συνάμα να διατάξη τον κατάπλουν του πλοίου εις τον τόπον του πλειστηριασμού. Άρθρ.35.-Δια τας σχετικάς προς την συμπλοιοκτησίαν διαφοράς αρμόδιον είναι και το δικαστήριον του λιμένος νηολογήσεως του πλοίου. Άρθρ.36.-Συμπλοιοκτησία δύναται να υπάρξη και επί πλοίου ναυπηγουμένου, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του παρόντος τίτλου. ΤΙΤΛΟΣ ΤΡΙΤΟΣ Περί πλοιάρχου Άρθρ.37.-Η σύμβασις ναυτολογήσεως του πλοιάρχου, συνομολογουμένη μετά του πλοιοκτήτου ή του ειδικώς εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του συντελείται δια της εγγραφής εις το ναυτολόγιον. Άρθρ.38.-Ο πλοιοκτήτης δύναται κατά πάντα χρόνον να καταγγείλη την σύμβασιν, μη υποχρεούμενος να τηρήση προθεσμίαν καταγγελίας. Εναντία συμφωνία είναι άκυρος. Ο πλοιοκτήτης καταγγέλων την σύμβασιν, ελλείψει εναντίας συμφωνίας, δεν υποχρεούται εις αποζημίωσιν. Άρθρ.3.-Η πράξις της νηολογήσεως είναι άκυρος εάν εξ αυτής δεν προκύπτη η ταυτότης του πλοίου. Άρθρ.39.-Ο πλοίαρχος καταρτίζει το πλήρωμα και συνομολογεί τας συμβάσεις ναυτολογήσεως, λαμβάνων υπ’ όψει τας οδηγίας του πλοιοκτήτου ή του αντιπροσώπου αυτού. Άρθρ.40.-Ο πλοίαρχος ευθύνεται δια παν πταίσμα. Άρθρ.41.-Ο πλοίαρχος συντάσσει το ημερολόγιον γεφύρας, επιμελείται δε της ακριβούς τηρήσεως των ημερολογίων μηχανής και ασυρμάτου. Το ημερολόγιον γεφύρας περιλαμβάνει τας ναυτικάς και μετεωρολογικάς ενδείξεις ως και έκθεσιν παντός ουσιώδους περιστατικού. Αι εγγραφαί γίνονται καθ’ εκάστην και υπογράφονται υπό του πλοιάρχου. Σελ. 8 Το ημερολόγιον μηχανής τηρείται υπό του πρώτου μηχανικού, το δε του ασυρμάτου υπό του πρώτου ασυρματισμού. Άρθρ.42.-Ο πλοίαρχος οφείλει να έχη εν τω πλοίω πάντα τα κεκανονισμένα ναυτιλιακά έγγραφα και βιβλία, ιδία δε το έγγραφον εθνικότητος του πλοίου, το πιστοποιητικόν πλωϊμότητος, το πρωτόκολλον καταμετρήσεως της χωρητικότητος του πλοίου, το ναυτολόγιον, το ποινολόγιον, τα φορτωτικά έγγραφα, τα αποδεικτικά εκπληρώσεως των τελωνειακών υποχρεώσεων, πιστοποιητικόν περί των εγγεγραμμένων επί του πλοίου υποθηκών και κατασχέσεων. Άρθρ.43.-Ο πλοίαρχος οφείλει να κυβερνά αυτοπροσώπως το πλοίον κατά τον εις λιμένας, όρμους , διαύλους, διώρυγας και ποταμούς είσπλουν, διάπλουν και έκπλουν. Άρθρ.44.-Ο πλοίαρχος διαρκούντος του πλου, δικαιούται να χρησιμοποιήση παν ό,τι εκ των επί του πλοίου αντικειμένων αναγκαιοί προς αποτροπήν επικειμένου κινδύνου. Η διάταξις του άρθρ. 286 του Αστικού Κώδικος περί αποζημιώσεως εφαρμόζεται αναλόγως. Άρθρ.45.-Εάν διαρκούντος του πλου, προκύψη επιτακτική ανάγκη επισκευής του πλοίου ή προμηθείας τροφίμων και εν γένει εφοδίων, ή εμφανισθούν άλλοι επείγοντες λόγοι καθίσταται δε αδύνατος η μετά των πλοιοκτητών συνεννόησις, ο πλοίαρχος, κατόπιν αδείας παρεχομένης εν Ελλάδι υπό του Προέδρου πρωτοδικών και εν ελλείψει υπό του Ειρηνοδίκου, εν τη αλλοδαπή δε υπό της προξενικής και εν ελλείψει υπό της επιτοπίας αρχής, δύναται να πορισθή το αναγκαίον χρηματικόν ποσόν, πωλών εκ του φορτίου ή δανειζόμενος επ’ ενεχύρω αυτού, ως επίσης να συνομολογήση τας σχετικάς συμβάσεις επί πιστώσει. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.46.-Απαγορεύεται εις τον πλοίαρχον να φορτώνη εμπορεύματα δι’ ίδιον λογαριασμόν, άνευ ρητής εγγράφου αδείας του πλοιοκτήτου επί ποινή αποζημιώσεως, ήτις, εν πάση περιπτώσει, δεν δύναται να καθορισθή εις ποσόν μικρότερον του διπλασίου του αναλογούντος ναύλου. Άρθρ.47.-Ο πλοίαρχος, διαρκούντος του πλου, δύναται, εις περίπτωσιν επειγούσης ανάγκης, εν ονόματι του πλοιοκτήτου να κοινοποιή έγγραφα, να λαμβάνη συντηρητικά μέτρα και να εγείρη αγωγήν στα παν ό,τι αφορά εις το πλοίον ή το φορτίον. Ο πλοίαρχος, υπό τας προϋποθέσεις της προηγουμένης παραγράφου, δύναται εν ονόματι των φορτωτών να λάβη συντηρητικά μέτρα. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως αι περί διοικήσεως αλλοτρίων διατάξεις. Άρθρ.48.-Εάν το πλοίον ευρίσκεται εις τόπον διάφορον της κατοικίας του πλοιοκτήτου, η κοινοποίησις διαδικαστικών ή εξωδίκων εγγράφων δύναται να γίνη και εις τον πλοίαρχον. Άρθρ.4.-Δύναται να νηολογηθή και το ναυπηγούμενον πλοίον. «Ναυπηγούμενον πλοίον υπάρχει και όταν προσάγεται η περί ναυπηγήσεώς του οριστική σύμβασις ή έγγραφος δήλωσις διατηρούντος ναυπηγικήν επιχείρησιν εν Ελλάδι ότι απεφάσισε την κατασκευήν πλοίου δι’ ίδιον λογαριασμόν». Η εντός « » διάταξις προσετέθη δια της παρ. 1 άρθρ. 2 Α.Ν. 136/1967 (κατωτ. αριθ. 6). Η πράξις της νηολογήσεως αναγράφει το ναυπηγείον και τον τόπον της ναυπηγήσεως, το όνομα και την ιθαγένειαν του προσώπου δια λογαριασμόν του οποίου ναυπηγείται το πλοίον, διορισμόν αντικλήτου κατοικούντος εν Ελλάδι, την ύλην εξ ης κατασκευάζεται το πλοίον, το όνομα αυτού ως και τας προβλεπομένας διαστάσεις και χωρητικότητα, το είδος της κινητηρίου δυνάμεως, προκειμένου δε περί μηχανοκινήτου πλοίου, το είδος και την δύναμιν της μηχανής. (Αντί της σελ. 5) Σελ. 5(α) 320-021 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.1-3 Άρθρ.49.-Ο πλοίαρχος υποχρεούται όπως εντός εικοσιτεσσάρων ωρών από του κατάπλου εις τον λιμένα προορισμού ή εις ενδιάμεσον λιμένα αναγκαστικής προσορμίσεως, ως και εν περιπτώσει ναυαγίου, υποβάλη τα ημερολόγια του πλοίου ως και το ναυτολόγιον προς θεώρησιν εις την λιμενικήν ή προξενικήν αρχήν. Άρθρ.50.-Εάν υπάρχουν έκτακτα συμβάντα ενδιαφέροντα το πλοίον, τους επιβαίνοντας και το φορτίον, ο πλοίαρχος οφείλει, επί πλέον, να προβή, εντός εικοσιτεσσάρων ωρών από του κατάπλου, εις σύνταξιν εκθέσεως ενώπιον του προέδρου πρωτοδικών ή εν ελλείψει πρωτοδικείου ενώπιον του ειρηνοδίκου, εις λιμένα δε της αλλοδαπής ενώπιον της ελληνικής προξενικής αρχής. Η έκθεσις δέον να περιλαμβάνη ιδία: τον λιμένα και τον χρόνον της αναχωρήσεως, την τηρηθείσαν πορείαν του πλοίου, τους κινδύνους ους διέτρεξε, τας λαβούσας χώραν ανωμαλίας εν τω πλοίω και εν γένει πάντα τα κατά τον πλουν αξιοσημείωτα περιστατικά. Άρθρ.51.-Ο πρόεδρος, ο ειρηνοδίκης ή ο προξενικός υπάλληλος οφείλει να εξακριβώση την αλήθειαν των εκτιθεμένων, προβαίνων αμελλητί εις πάσαν αναγκαίαν ενέργειαν. Εν πάση περιπτώσει επιτρέπεται ανταπόδειξις. Άρθρ.52.-Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις περί πληρώματος, εφ’ όσον προσαρμόζονται εις την φύσιν του λειτουργήματος του πλοιάρχου. ΤΙΤΛΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ Περί πληρώματος Άρθρ.53.-Η σύμβασις ναυτολογήσεως συνομολογείται μετά του πλοιάρχου, συντελείται δε δια της εγγραφής αυτής εις το ναυτολόγιον. Η εγγραφή ενεργείται υπό του λιμενάρχου ή του προξένου. Άρθρ.54.-Η σύμβασις ναυτολογήσεως περιέχει: α)το όνομα του ναυτολογουμένου, τον τόπον και τον χρόνον της γεννήσεώς του, την περιφέρειαν και τον αριθμόν απογραφής, ως και την ειδικότητα αυτού, β)το όνομα του πλοίου, την χωρητικότητα και το διεθνές αυτού σήμα, γ)το όνομα του πλοιοκτήτου και του τυχόν διαχειριστού της συμπλοιοκτησίας και του πλοιάρχου, δ)τον μισθόν, ε)την διάρκειαν της συμβάσεως. Η σύμβασις χρονολογείται και υπογράφεται υπό των μερών και υπό της κατά το άρθρ. 53 αρχής, υπό της οποίας βεβαιούται και η τυχόν δήλωσις του ναυτολογουμένου ότι αγνοεί γράμματα. Αντίγραφον τυχόν συνταχθέντος ειδικού εγγράφου περί συμβάσεως ναυτολογήσεως, ως και αντίτυπον της συλλογικής συμβάσεως προσαρτώνται εις το ναυτολόγιον. Άρθρ.55.-Οι όροι της ναυτολογήσεως επεκτείνονται, πλην εναντίας συμφωνίας, και επί των μετά την σύνταξιν του ναυτολογίου προσλαμβανομένων. Άρθρ.56.-Ο πλοίαρχος δικαιούται εις υπαναχώρησιν εάν ο ναυτικός αδικαιολογήτως δεν επιβιβασθή του πλοίου κατά την ημέραν της ναυτολογήσεως. Άρθρ.57.-Ο ναυτικός υποχρεούται να εκτελή την υπηρεσίαν του συμφώνως προς τον νόμον, την σύμβασιν ναυτολογήσεως, τους κανονισμούς και τας κρατούσας συνηθείας, υπακούων εν παντί χρόνω εις τας διαταγάς των ιεραρχικώς προϊσταμένων. Ο πλοίαρχος διαρκούντος του πλου, δύναται εις εξαιρετικάς περιπτώσεις ν’ αναθέση προσωρινώς εις τον ναυτικόν υπηρεσίαν διάφορον ή επί πλέον εκείνης ην ανέλαβε δια τη συμβάσεως, εφ’ όσον δεν είναι ασυμβίβαστος προς τον βαθμόν του Η διάταξις του άρθρ. 659 εδάφ. 2 του Αστικού Κώδικος εφαρμόζεται αναλόγως. ΄Αρθρ.58.-Απαγορεύεται εις τον ναυτικόν να φορτώση επί του πλοίου πράγματα άνευ ρητής εγγράφου αδείας του πλοιάρχου. (Αντί της σελ. 9) Σελ. 9(α) 333-057 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 Ο ναυτικός παραβαίνων την διάταξιν ταύτην, υποχρεούται εις ανόρθωσιν πάσης ζημίας, του πλοιάρχου δικαιουμένου εν πάση περιπτώσει ν’ αποθέση εις την ξηράν ή και να ρίψη εις την θάλασσαν τα φορτωθέντα, εάν τα ανακαλύψη μετά τον απόπλουν. Άρθρ.5.-Επί συμβάσεως ναυπηγήσεως, εκτός αντιθέτου συμφωνίας, εφαρμόζονται αι περί μισθώσεως έργου διατάξεις του Αστικού Κώδικος, πλην των άρθρ. 683, 693 και 695. Άρθρ.59.-Η καλή διατήρησις του πλοίου κατά την εκτέλεσιν της υπηρεσίας αποτελεί υποχρέωσιν του ναυτικού. Ο ναυτικός οφείλει επίσης να διατηρή εις καλήν κατάστασιν τα εις την ατομικήν αυτού χρήσιν τιθέμενα αντικείμενα. Άρθρ.60.-Εάν ο μισθός συνωμολογήθη κατά μήνα ο ναυτικός δικαιούται εις τον μισθόν των μηνών και ημερών, καθ’ ας διήρκεσεν η ναυτολόγησις. Εάν όμως αύτη διήρκεσεν έλασσον του μηνός ο ναυτικός δικαιούται εις πλήρη μηνιαίον μισθόν. Ως πλήρης ημέρα θεωρείται και η απλώς αρξαμένη. Άρθρ.61.-Εάν ο μισθός συνωμολογήθη κατά πλουν, επεκταθέντος μεν τούτου αυξάνει αναλόγως, συντμηθέντος δε παραμένει αμείωτος. Άρθρ.62.-Ο ναυτικός, ναυαγήσαντος του πλοίου, δικαιούται εις μισθόν δι’ ας ημέρας ειργάσθη συντρέχων προς διάσωσιν αυτού, των επιβαινόντων ή του φορτίου, επιπροσθέτως δε και εις τον μισθόν το πολύ δύο μηνών, εφ’ όσον δεν εξεμίσθωσε τας υπηρεσίας του αλλαχού. Άρθρ.63.-Ο ναυτικός δικαιούται εις εύλογον αποζημίωσιν δια την εκ του ναυαγίου, πυρκαϊάς ή παρεμφερούς γεγονότος απώλειαν αντικειμένων της προσωπικής ή επαγγελματικής του χρήσεως. Άρθρ.64.-Άμα τη καταρτίσει της συμβάσεως ναυτολογήσεως ο ναυτικός δικαιούται εις προκαταβολήν εκ του μισθού, καθοριζομένην εκ των ειδικών συνθηκών, εν πάση δε περιπτώσει ουχί ανωτέραν του εις ένα μήνα αναλογούντος μισθού. Το υπόλοιπον του μισθού καταβάλλεται εις το τέλος εκάστου πλου. Άρθρ.65.-Ο αδικαιολογήτως μη παρέχων τας υπηρεσίας του ναυτικός στερείται του αναλόγου μισθού, επιφυλαττομένου και του δικαιώματος αποζημιώσεως. Άρθρ.66.-Ο ναυτικός ασθενήσας, δικαιούται εις μισθόν και νοσηλεύεται δαπάναις του πλοίου, εάν δε η σύμβασις ναυτολογήσεως λυθή λόγω της ασθενείας και νοσηλεύεται ούτος εκτός του πλοίου, δικαιούται εις τα νοσήλεια και εις μισθόν εφ’ όσον διαρκεί η ασθένεια, ουχί όμως πέραν των τεσσάρων μηνών. Αι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται και επί ατυχημάτων εκ βιαίου συμβάντος, εάν δε ο ναυτικός υπέστη εξ αυτών ανικανότητα προς εργασίαν, ως και εν περιπτώσει θανάτου αυτού, εφαρμόζονται Σελ. 10(α) 333-058 και αι ειδικαί διατάξεις περί αποζημιώσεως των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων. Προς υπολογισμόν των κατά το παρόν άρθρον απαιτήσεων επιτρέπεται να συνομολογήται ειδικός μισθός. «Η αληθής έννοια των διατάξεων του άρθρ. 66 του Νόμ. 3816/1958 «περί κυρώσεως του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (Κ.Ι.Ν.Δ.) είναι ότι η λύσις της συμβάσεως ναυτολογήσεως λόγω ασθενείας ή ατυχήματος του ναυτικού, δεν αποτελεί καταγγελίαν αυτής παρά του Πλοιάρχου, του ναυτικού μη δικαιουμένου και της αποζημιώσεως του άρθρ. 75 (Άρθρ. 19 Α.Ν. 373/1968, κατωτ. αριθ. 7). Άρθρ.67.-Αι διατάξεις του προηγουμένου άρθρου, καθ’ όσον αφορά εις τον μισθόν και την αποζημίωσιν, δεν εφαρμόζονται εις ην περίπτωσιν η ασθένεια οφείλεται εις ίδιον του ναυτικού πταίσμα. Άρθρ.68.-Πάσα σύμβασις ναυτολογήσεως λύεται και εκ των κάτωθι λόγων: α)της απωλείας του πλοίου, β)της αποβολής της Ελληνικής σημαίας, γ)της εκποιήσεως εις δημόσιον πλειστηριασμόν. Άρθρ.6.-Προς μεταβίβασιν της κυριότητος πλοίου απαιτείται συμφωνία μεταξύ του κυρίου και του αποκτώντος ότι δια νόμιμόν τινα αιτίαν μετατίθεται εις αυτόν η κυριότης. Η συμφωνία γίνεται εγγράφως και υποβάλλεται εις καταχώρισιν εν τω νηολογίω. Άνευ της κατά το προηγούμενον εδάφιον εγγραφής δεν επέρχεται η μεταβίβασις της κυριότητος του πλοίου. Άρθρ.69.-Ο πλοίαρχος δικαιούται εις υπαναχώρησιν: α)λόγω ανικανότητος του πλοίου προς πλουν, β)λόγω παρανόμου απουσίας του ναυτικού. Άρθρ.70.-Σύμβασις ναυτολογήσεως συνομολογηθείσα δι’ ωρισμένον χρόνον, λήξασα δε διαρκούντος του πλου, παρατείνεται μέχρι του κατάπλου εις τον λιμένα του προορισμού. Άρθρ.71.-Σύμβασις ναυτολογήσεως συνομολογηθείσα κατά πλουν λύεται άμα τη εκφορτώσει εις τον λιμένα προορισμού. Σύμβασις ναυτολογήσεως συνομολογηθείσα κατά πλουν περιλαμβάνει και τον πλουν υπό έρμα. Πλοία ακολουθούντα τακτικήν γραμμήν θεωρούνται συμπληρούντα τον πλουν άμα τη εκφορτώσει εις τον λιμένα της προσλήψεως του ναυτικού. Άρθρ.72.-Η σύμβασις ναυτολογήσεως δύναται κατά πάντα χρόνον να λυθή δια καταγγελίας υπό του πλοιάρχου, μη υποχρεουμένου όπως τηρήση προθεσμίαν καταγγελίας. 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.73.-«Σύμβασις ναυτολογήσεως αορίστου χρόνου δύναται να λυθή υπό του ναυτικού δια καταγγελίας, μετά παροδον εννέα μηνών από της συνάψεως αυτής. Εάν ο λιμήν προορισμού του πλοίου κείται εκτός της Μεσογείου, της Ερυθράς Θαλάσσης, του Περσικού Κόλπου και της Ευρώπης, η ως άνω σύμβασις δύναται να λυθή υπό του ναυτικού, δια καταγγελίας, μετά πάροδον ένδεκα μηνών. Η λύσις επέρχεται μετά πάροδον προθεσμίας από της καταγγελίας, ήτις δεν δύναται να είναι μικροτέρα των επτά ημερών, παρατεινομένη μέχρι του κατάπλου του πλοίου εις λιμένα. Ο ναυτικός και προ της παρόδου των κατά τα ανωτέρω χρονικών διαστημάτων των εννέα και ένδεκα μηνών, δικαιούται να καταγγείλη την σύμβασιν εφ’ όσον χρόνον το πλοίον ευρίσκεται εις Ελληνικόν λιμένα. Σύμβασις ναυτολογήσεως αορίστου χρόνου, καταγγελθείσα κατά το πρώτον εδάφιον του παρόντος άρθρου, παρατείνεται, εάν ο λιμήν προορισμού του πλοίου κείται εκτός της Μεσογείου, της Ερυθράς Θαλάσσης, του Περσικού Κόλπου και της Ευρώπης, κατ’ ανώτατον όριον μέχρις ενός μηνός, προς τον σκοπόν εξευρέσεως αντικαταστάσεως του καταγγείλαντος την σύμβασιν ναυτικού». Το άρθρ. 73 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 Νόμ. 451/1976 (κατωτ. αριθ. 9). Άρθρ.74.-Σύμβασις ναυτολογήσεως ωρισμένου ή αορίστου χρόνου δύναται να καταγγελθή υπό του ναυτικού κατά πάντα χρόνον εάν ο πλοίαρχος υποπέση εις βαρείαν παράβασιν των έναντι του ναυτικού καθηκόντων. Άρθρ.75.-«Λυθείσης της συμβάσεως εκ των εν άρθρ. 68 λόγων ως και λόγω ανικανότητος του πλοίου προς πλουν κατά το άρθρ. 69, οφείλεται εις τον ναυτικόν αποζημίωσις. Αποζημίωσις οφείλεται ωσαύτως εις την περίπτωσιν του άρθρ. 74. Λυθείσης της συμβάσεως ναυτολογήσεως λόγω ναυαγίου ή απωλείας του πλοίου ο ναυτικός δικαιούται κατ’ επιλογήν του τον μέχρι δύο μηνών μισθόν του άρθρ. 62 ή την αποζημίωσιν του παρόντος Άρθρ.7.-Η διάταξις του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζεται επί του ναυπηγουμένου πλοίου, εφ’ όσον τούτο έχει νηολογηθή. άρθρου. Εις την περίπτωσιν καταγγελίας της συμβάσεως κατά το άρθρ. 72 ο ναυτικός δικαιούται εις αποζημίωσιν, εκτός εάν η καταγγελία δικαιολογήται εκ παραπτώματος αυτού». Το άρθρ.75 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 18 Α.Ν. 373/1968 (κατωτ. αριθ. 7). Άρθρ.76.-Η κατά τας διατάξεις του προηγουμένου άρθρου αποζημίωσις συνίσταται εις ποσόν ίσον προς τον μισθόν δέκα πέντε ημερών. Εάν η λύσις της συμβάσεως ναυτολογήσεως εγένετο εν τη αλλοδαπή, η αποζημίωσις διπλασιάζεται μεν προκειμένου περί λιμένος της Μεσογείου, του Ευξείνου Πόντου, της Ερυθράς Θαλάσσης ή της Ευρώπης, τριπλασιάζεται δε προκειμένου περί οιουδήποτε άλλου λιμένος. Άρθρ.77.-Η κατά τας διατάξεις του προηγουμένου άρθρου αποζημίωσις μειούται εις το ήμισυ, αλλ’ ουχί εις ποσόν κατώτερον του αντιστοιχούντος εις μισθόν δέκα πέντε ημερών, όταν η λύσις της συμβάσεως επέρχεται λόγω κατασχέσεως, εκποιήσεως του πλοίου εις δημόσιον πλειστηριασμόν, ανικανότητος προς πλουν ή παροπλισμού αυτού τουλάχιστον επί δεκαπενθήμερον. Άρθρ.78.-Ο ναυτικός λυθείσης της συμβάσεως ναυτολογήσεως, δικαιούται εις παλινόστησιν. Ο ναυτικός δεν έχει το ως άνω δικαίωμα α)εάν η σύμβασις ελύθη δια καταγγελίας υπό του πλοιάρχου δικαιολογουμένης εκ παραπτώματος του ναυτικού, β)εάν μετά την περίπτωσιν του άρθρ. 73 εδάφ. 1, η σύμβασις ελύθη προ της συμπληρώσεως του έτους γ)εάν η σύμβασις συνωμολογήθη δι’ ωρισμένον πλουν. Άρθρ.79.-Ο ναυτικός υποχρεούται όπως ασκήση αμελλητί δια δηλώσεως προς τον πλοίαρχον το δικαίωμα παλινοστήσεως. Επί τη ανωτέρω δηλώσει ο πλοίαρχος υποχρεούται να εγχειρίση εις τον ναυτικόν εισιτήριον, επί συγκοινωνιακού μέσου φέροντος εις την Ελλάδα, εκλεγομένου κατ’ εύλογον κρίσιν, ως και να καταβάλη εις τον ναυτικόν ποσόν εξασφαλίζον την μέχρι της επανόδου του διατροφήν. Αντί παλινοστήσεως, ο ναυτικός δύναται να ζητήση εισιτήριον προς άλλην χώραν, εφ’ όσον τούτο δεν συνεπάγεται μείζονας δαπάνας. Άρθρ.80.-Ο ναυτικός, συνάψας μετά την απόλυσιν νέαν σύμβασιν ναυτολογήσεως, στερείται του προς παλινόστησιν δικαιώματος. Άρθρ.81.-Ο απολυθείς ναυτικός δικαιούται να παραμένη και διατρέφεται επί του πλοίου μέχρι της καταβολής του οφειλομένου μισθού και της εγχειρίσεως του εισιτηρίου παλινοστήσεως μετά των εξόδων διατροφής. Άρθρ.82.-Αι διαφοραί εκ συμβάσεως ναυτολογήσεως εκδικάζονται κατά την επί εργατικών διαφορών διαδικασίαν. Άρθρ.83.-«Αι διατάξεις του παρόντος τίτλου ως και αι Ελληνικαί συλλογικαί συμβάσεις ναυτικής εργασίας, εφαρμόζονται και επί των αλλοδαπών ναυτικών. Το προς παλιννόστησιν δικαίωμα του αλλοδαπού νοείται ως δικαίωμα αυτού όπως επιστρέψη εις την πολιτείαν της ιθαγενείας του ή εις τον λιμένα ενάρξεως του πλου ή εις τον τόπον υπογραφής της συμβάσεως ναυτολογήσεως». Το άρθρ. 83 αντικατεστάθη ως άνω δια του Άρθρ.8.-Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των άρθρ. 1192 έως 1195, 1197 και 1199 έως 1204 του Αστικού Κώδικος. άρθρ. 2 Νόμ. 451/1976 (κατωτ. αριθ. 9). (Αντί της σελ. 11(α) Σελ. 11(β) Τεύχος 616-Σελ. 1 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου 19.Α.α.3 ΤΙΤΛΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ Περί ευθύνης του πλοιοκτήτου Άρθρ.84.-Ο πλοιοκτήτης ενέχεται εκ των δικαιοπραξιών ας επεχείρησεν ο πλοίαρχος κατά την εκτέλεσιν των ανατεθειμένων εις αυτόν καθηκόντων. Ο πλοιοκτήτης ευθύνεται ωσαύτως εκ των αδικοπραξιών τας οποίας διέπραξεν ο πλοίαρχος, το πλήρωμα ή ο πλοηγός κατά την εκτέλεσιν των ανατεθειμένων εις αυτούς καθηκόντων. Άρθρ.85.-Ο πλοιοκτήτης απαλλάσσεται των εκ του προηγουμένου άρθρου υποχρεώσεων, παραχωρών το πλοίον και τον μικτόν ναύλον. Εις την παραχώρησιν δικαιούται ο πλοιοκτήτης και όταν ούτος ως πλοίαρχος διέπραξεν αδικοπραξίαν εξ αμελείας. Η παραχώρησις δεν περιλαμβάνει το ασφάλισμα. Τούτο δεν ισχύει επί απαιτήσεων εξ ατυχημάτων εις πρόσωπα. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται ν’ αναπληρώση τα ποσά άτινα, ένεκα προνομίου ή υποθήκης, ήθελον προαφαιρεθή εκ της αξίας του πλοίου και του ναύλου παρά δανειστών εχόντων κατά του πλοιοκτήτου απαίτησιν, ης ούτος δεν δύναται ν’ απαλλαγή δια παραχωρήσεως. Άρθρ.86.-Ο πλοιοκτήτης, αντί παραχωρήσεως, δύναται να προσφέρη δι’ έκαστον πλουν ποσόν αντιστοιχούν εις τα τρία δέκατα της αξίας ην είχε το πλοίον κατά την αρχήν του πλου ως και πρόσθετον ποσόν αντιστοιχούν εις έτερα τρία δέκατα προς ικανοποίησιν των απαιτήσεων εξ ατυχήματος εις πρόσωπα. Εν περιπτώσει ανεπαρκείας του προσθέτου ποσού, αι απαιτήσεις συντρέχουν κατά το μη ικανοποιηθέν τμήμα επί του πρώτου ποσού και του ναύλου. Η κατά το παρόν άρθρον ευχέρεια χωρεί και εν περιπτώσει εγκαταλείψεως του πλοίου εις τους ασφαλιστάς. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται επί απαιτήσεων εξ επιθαλασσίου αρωγής ή ναυαγιαιρέσεως. Άρθρ.87.-Το δικαίωμα προς παραχώρησιν δεν ισχύει επί υποχρεώσεων εκ συμβάσεων, εις την σύναψιν των οποίων ειδικώς συνήνεσεν ο πλοιοκτήτης ή τας οποίας ούτος ενέκρινεν. Το αυτό ισχύει και επί των υποχρεώσεων του πλοιοκτήτου εκ της συμβάσεως ναυτολογήσεως μετά του πλοιάρχου ή του πληρώματος. Άρθρ.88.-Επί του αντικειμένου της παραχωρήσεως συντρέχουν αποκλειστικώς αι κατά τα άρθρ. 85 και 86 απαιτήσεις. Σελ. 12(β) Τεύχος 616-Σελ.2 19.Α.α.3 Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Άρθρ.89.-Τα κατ’ ανωτέρω άρθρα δικαίωμα παραχωρήσεως ισχύει και εις τας περιπτώσεις ευθύνης του πλοιοκτήτου λόγω ζημιών εκ ναυαγίου εις χωρικά ύδατα, προλιμένας λιμένας και όρμους, ως και λόγω βλαβών προξενηθεισών εις λιμενικά έργα ή δαπανών προς ανέλκυσιν. Άρθρ.90.-Η παραχώρησις του πλοίου γίνεται δια δηλώσεως περιεχούσης την αιτίαν αυτής, το ποσόν του ναύλου, τα ονόματα των κατά τον χρόνον της περί παραχωρήσεως δηλώσεως γνωστών δανειστών, την κατοικίαν, την απαίτησιν εκάστου, ως και διορισμόν αντικλήτου. Αρμόδιον δικαστήριον είναι είτε το πρωτοδικείον εις του οποίου την περιφέρειαν κείται ο λιμήν νηολογήσεως του πλοίου είτε το του Πειραιώς. Η δήλωσις γίνεται ενώπιον του αρμοδίου γραμματέως των πρωτοδικών προσαρτωμένου του αποδεικτικού δημοσίας καταθέσεως του ναύλου, επί δε εισπρακτέου ναύλου των αποδεικτικών εγγράφων. Αντίγραφον της σχετικής εκθέσεως επιδίδεται εις τους κοινοποιήσαντας αγωγήν ή επιταγήν, εις τους ενυποθήκους δανειστάς, ως και εις τον τηρούντα το νηολόγιον, υποχρεούμενον εις εγγραφήν αυτής. Άρθρ.91.-΄Οταν, αντί του πλοίου παραχωρήται το κατά το άρθρ. 86 ποσόν, ο παραχωρών υποχρεούται να καταθέση τούτο εις δημοσίαν κατάθεσιν, προσαρτωμένων εις την έκθεσιν των σχετικών αποδεικτικών. Το ποσόν προσδιορίζεται προσωρινώς υπό του προέδρου των πρωτοδικών κατά την διαδικασίαν του άρθρ. 634 Πολιτ. Δικονομίας. ΄Αρθρ.92.-Εντός μηνός μετά πάροδον δέκα ημερών ο πρόεδρος πρωτοδικών διορίζει εισηγητήν δικαστήν και ένα εκκαθαριστήν και καθορίζει το ποσόν το προκαταβλητέον υπο του παραχωρούντος δι’ έξοδα της διαδικασίας η δε απόφασις επιμελεία του γραμματέως κοινοποιείται αμελλητί εις τον εισηγητήν και τον εκκαθαριστήν.
275
19. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 9/16 Φεβρ. 1951 Περί επεκτάσεως εις την Δωδεκάνησον των ισχυουσών διατάξεων περί στεγάσεως δημοσίων υπηρεσιών και περί προμηθείας ειδών δια την λειτουργίαν αυτών. Έχοντες υπ’ όψιν το άρθρ. 1 του υπ’ αριθ. 655/1948 Ν.Δ/τος «περί του τρόπου εισαγωγής εις την Δωδεκάνησον φορολογικών κλπ. νόμων αρμοδιότητος του Υπουργείου Οικονομικών κλπ.» ως και την υπ’ αριθ. 587 της 18 Οκτ. 1950 γνώμην του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως και των Υπουργών επί της Δικαιοσύνης και επί των Οικονομικών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον μόνον.-Από της δημοσιεύσεως του παρόντος Δ/τος εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως επεκτείνεται και εις την περιφέρειαν της Δωδεκανήσου η ισχύουσα Νομοθεσία περί στεγάσεως δημοσίων υπηρεσιών ως και η περί προμηθείας ειδών δια την λειτουργίαν αυτών. Εις τον αυτόν επί των Οικονομικών Υπουργών ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος.
189
12α. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 3167 της 22/23 Μαρτ. 1955 (ΦΕΚ Α΄ 73) Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν.Δ. 80/1946 "περί του Εθνικού Θεάτρου". 31.Ξ.ε.12-12α Εθνικό Θέατρο
176
30. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 4441 της 6/21 Μαΐου 1981 (ΦΕΚ Β΄ 292) Περί εγκρίσεως εφαρμογής της συστάσεως Τ/TG15 της CEPT. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του Ν. Δ. 165/73 «περί Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος». 2.Τις διατάξεις τους Νόμ. 400/76 «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων» (Άρθρ. 21 παρ. 2). 3.Την υπ’ αριθ. 20061/3170/8 (ΦΕΚ 534/14.6.80) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και Υπουργού Συγκοινωνιών «περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό κλπ.». 4.Το έγγραφο του Ο. Τ. Ε. αριθ. 342/504638/ 26.3.81 με το οποίο γνωστοποιείται η απόφαση του Δ. Σ. /ΟΤΕ που έλαβε στη συνεδρίασή του αριθ. 1661/10.2.81 αποφασίζουμε: Εγκρίνουμε την απόφαση που πήρε το Δ. Σ./ΟΤΕ στη συνεδρίασή του αριθ. 1661/10.2.81 σχετικά με την εφαρμογή της συστάσεως Τ/TG15 της CEPT (Βρυξέλλες 1980) η οποία αναφέρεται στην εκτροπή της διεθνούς κινήσεως ΤΕLEX. 31. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 12918 της 4/16 Σεπτ. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 556) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 657/16 Οκτ. 1981) Περί ισοδυνάμου χρυσού φράγκου – δραχμής. Για την ισχύ των τελών της παρούσης απόφασης βλέπε την 213/330963/28-30 Δεκ. 1994 (ΦΕΚ Β΄ 989) απόφ. Δ. Σ. του Ο. Τ. Ε., ανωτ. σελ. 568,11. Σελ. 640(γ) Τεύχος 1290 Σελ. 110 Έχοντας υπόψη: 1.Την αριθ. 15893/25.10.1980 κοινή απόφαση των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Συγκοινωνιών «περί ισοδυνάμου χρυσού φράγκου – δραχμής». 2.Τα αριθ. 20/505995/16.12.1980 και 20/319424/ 7.8.1981 έγγραφα του ΟΤΕ με τα οποία μας εγνώρισε ότι το Διοικητικό του Συμβούλιο αποφάσισε: α)την καθιέρωση συστήματος αναπροσαρμογής – άπαξ του έτους- της ισοτιμίας χρυσού φράγκου – δραχμής κατά τρόπο που να είναι δυνατή η ευέλικτη προσαρμογή της στις τιμές τπου διαμορφώνονται στην ελεύθερη αγορά συναλλάγματος που άρχισε πρόσφατα να λειτουργεί και στη χώρα μας και β) την καταγραφή στους μετρητές των συνδρομητών μικροτέρου αριθμού, σε όσες περιπτώσεις υπάρχουν τεχνικά κωλύματα καταγραφής του αναλογούντος αριθμού αστικών μονάδων, με συνέπεια την είσπραξη ολιγωτέρω τελών. 3.Την αριθ. Δ. 1652/66/20.5.1980 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού των Οικονομικών «περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων εις τους Υφυπουργούς». 4.Την αριθ. 20061/3170/7.5.1980 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Συγκοινωνιών «περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων του Υπουργού των Συγκοινωνιών εις τον Υφυπουργό του αυτού Υπουργείου». 5.Την ανάγκη καθιερώσεως του υπό του ΟΤΕ προτεινομένου συστήματος αναπροσαρμογής της ισοτιμίας χρυσού φράγκου – δραχμής, αποφασίζουμε: Εγκρίνουμε την απόφαση που πήρε το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΤΕ στην αριθ. 1685 συνεδρίασή του της 4ης Αυγ. 1981 η οποία έχει ως ακολούθως: 1.Νομισματική μονάδα για τη σύνθεση των τιμολογίων των διεθνών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, είναι το προβλεπόμενο, από την κυρωθείσα με το Νόμ. 493/1976 (ΦΕΚ 336/17.12.1976) διεθνή σύμβαση τηλεπικοινωνιών (άρθρ. 30) χρυσό φράγκο βάρους 10/31 του γραμμαρίου και τίτλου 0,900, που είναι ίσο με 0,290323 γραμμάρια καθαρού χρυσού. 22.Ι.α.28-31 Τηλεπικοινωνιακές και Ταχυδρομικές Συμβάσεις 2.α)Ο προσδιορισμός της ισοτιμίας χρυσού φράγκου – δραχμής πραγματοποιείται με τη χρησιμοποίηση, σαν ενδιάμεσων σχέσεων, των ισοτιμιών μεταξύ: -χρυσού φράγκου και Ειδικού Τραβηκτικού Δικαιώματος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (SDR). -SDR και δολάρια ($) ΗΠΑ. -«Δολάρια ($) ΗΠΑ και δραχμής». β)Η ισοτιμία χρ. φρ. – SDR είναι σταθερή και προσδιορίζεται από την επίσημη σχέση των δύο νομισματικών μονάδων με τον χρυσόν που είναι: -1 χρ. φρ = 0,290323 γραμμάρια καθαρού χρυσού. 1ουγγιά καθαρού χρυσού = 35 SDR. Ο συνδυασμός των δύο σχέσεων δίνει την ισοτιμία χρυσού φράγκου – SDR, η οποία είναι: 1 χρ. φρ. = 061 , 3 1 SDR γ)Η ισοτιμία SDR = δολάρια ($) ΗΠΑ είναι κυμαινόμενη, προσδιορίζεται δε και δημοσιεύεται καθημερινά από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. δ)Η ισοτιμία δολάρια ($) ΗΠΑ – Δραχμής είναι η επίσημη τιμή συναλλάγματος που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 4 του Νόμ. 1083/80. ε)Η τρέχουσα ισοτιμία χρυσού φράγκου – δραχμής, με βάση τα ανωτέρω, δίνεται από την ακόλουθη σχέση: 1 χρ. φρ. = (ισοτιμία χρ. φρ. – SDR) Χ (ισοτιμία SDR – Δολάρια ($) ΗΠΑ) Χ (ισοτιμία δολάρια ($) ΗΠΑ – δραχ.). 3.Για τον προσδιορισμό της ισοτιμίας χρ. φρ. – δραχ. με βάση την ανωτέρω σχέση, η οποία θα χρησιμοποιείται για την είσπραξη από το Κοινό των τελών όλων των διεθνών τηλεπ/νιακών υπηρεσιών και για την κατάρτιση των διεθνών λογαριασμών, λαμβάνεται υπόψη η σταθερή σχέση χρ. φρ. – SDR και η μέση αριθμητική τιμή των γινομένων των ημερησίων ισοτιμιών SDR – δολάρια ($) ΗΠΑ και δολάρια ($) ΗΠΑ – δραχ. σε τέσσαρα δεκαδικά ψηφία του δεδεκαμήνου που λήγει την 30ή Σεπτεμβρίου κάθε έτους. Η τιμή του χρυσού φράγκου, που προκύπτει με τον τρόπο αυτό, στρογγυλοποιείται στο πλησιέστερο δεκάλεπτο και εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου του επομένου έτους και ισχύει μέχρι την 31 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους. 4.Κατά παρέκκλιση από τον ανωτέρω κανόνα, νέα αναπροσαρμογή της τιμής του χρυσού φράγκου εντός του ιδίου ημερολογιακού έτους, δύναται να πραγματοποιείται κάθε φορά που η μέση αριθμητική τιμή των γινομένων της παρ. 3 ανωτέρω διαφοροποιείται έναντι εκείνης που πάρθηκε υπόψη για τον προσδιορισμό της ισχύουσας ισοτιμίας χρ. φράγκου – δραχμής κατά ποσοστό 15% προς τα άνω ή κάτω. Για το σκοπό αυτό, στο τέλος κάθε μηνός, μετά την εφαρμογή της νέας ισοτιμίας χρ. φρ. – δραχ. υπολογίζεται η μέση αριθμητική τιμή που διαμορφώνεται από το τέλος του χρονικού διαστήματος που καλύπτει η τελευταία μέση αριθμητική τιμή (που πάρθηκε υπόψη για τον υπολογισμό της ισχύουσας ισοτιμίας χρ. φράγκου – δραχμής) μέχρι το τέλος του εξεταζόμενου μήνα και εφόσον η νέα μέση αριθμητική τιμή διαφέρει από την προηγούμενη κατά ποσοστό 15% προς τα άνω ή κάτω, η νέα αυτή μέση τιμή δύναται να χρησιμοποιείται για αναπροσαρμογή της ισοτιμίας χρ. φράγκου – δραχμής εντός του ιδίου ημερολογιακού έτους. 5.Σε περίπτωση που σε ορισμένες σχέσεις, για τη χρέωση των αυτομάτων διεθνών τηλεφνικών συνδιαλέξεων, απαιτείται ρυθμός χρεώσεως μεγαλύτερος εκείνου που επιτρέπουν οι τεχνικές δυνατότητες των Αστικών Κέντρων δύναται προσωρινώς από 4ης Φεβρ. 1981 και επί όσο χρόνο δεν καλύπτεται είτε από το ισχύον εκάστοτε τέλος αστικής μονάδας, είτε από τη βελτίωση των τελοχρεωστικών δυνατοτήτων των Κέντρων, να εφαρμόζεται αντί του κανονικού, ο ανώτερος εφικτός ρυθμός χρεώσεως. 6.Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας θα ληφθεί υπόψη η μέση αριθμητική τιμή των γινομένων της παρ. 3 ανωτέρω του δωδεκαμήνου που λήγει την 30ή Σεπτ. 1981 και η προκύπτουσα ισοτιμία χρυσού φράγκου – δραχμής θα τεθεί σε ισχύ από 1ης Ιαν. 1982. 7.Από της πρώτης εφαρμογής της παρούσης καταργείται η αριθ. 15893/25/10.1980 κοινή απόφαση (ΦΕΚ 1106/4.11.1980).
120
2. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ υπ' αριθ. 40/1988 της 15 Νοεμ./19 Δεκ. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 285) Περί συστάσεως και λειτουργίας του Εκκλησιαστικού Μουσείου της Ιεράς Μητροπόλεως Σερρών και Νιγρίτης.
288
71. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 3650 της 20 Φεβρ./3 Μαρτ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 145) Αναγνώριση ζωνών παραγωγής καπνού.
148
19. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Φ.747/527 της 18/29 Δεκ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 1068) Διαδικασία επιστροφής του Ε.Φ.Κ. για τις ποσότητες μπύρας που έχουν παρασκευαστεί από φορολογημένη βύνη και οι οποίες από 1.1.1993 εξήχθησαν ή πρόκειται να εξαχθούν σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρ. 13, 15 και 17 του Νόμ. 2127/1993.
118
14. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 2178 της 16 Φεβρ./11 Μαρτ. 1943 Περί επανεξετάσεως αναπήρων, τραυματιών πολέμου, ως και εις αναβολήν τελούντων του πολέμου 1940-41 παρά της Ανωτάτης Στρατιωτικής Υγειονομικής Επιτροπής. Άρθρ.1.-1.(Κατηργήθη δι' άρθρ. 4 παραγρ. 3 Νόμ. 362/1943). 2.Οπλίται του Στρατού Ξηράς, Θαλάσσης και Αέρος, τελούντες εν αναβολή, λόγω νοσήματος αποτόκου των κακουχιών του πολέμου 1940-41, δύνανται από της δημοσιεύσεως του παρόντος Ν.Δ/τος, να παρουσιάζωνται τη αιτήσει των εις την Α.Σ.Υ.Ε. ή εις τας κατά τόπους Σ.Υ.Ε., τας εκτελούσας και καθήκοντα της Α.Σ.Υ.Ε., προς επανεξέτασιν προ της λήξεως της αναβολής των και εφ' όσον η νόσος των επεδεινώθη. Άρθρ.2.-1.(Κατηργήθη δι' άρθρ. 4 παραγρ. 3 Νόμ. 362/1943). 2.Κατά την επανεξέτασιν των εν αναβολή διατελούντων, λόγω κακουχιών του πολέμου, δύνανται αι αυταί Επιτροπαί, να κρίνωσι τελικώς τούτους, καθορίζουσαι και τα ποσοστά αναπηρίας, εφ' όσον εκ των πορισμάτων της καταστάσεως του επανεξεταζομένου, προκύπτει τοιαύτη περίπτωσις. Άρθρ.3.-Πάσα λεπτομέρεια αναγκαία δια την εκτέλεσιν του παρόντος, ρυθμίζεται δια διαταγών του Υπουργού Εθνικής Αμύνης. Άρθρ.4.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
388
21. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΕΜΠΟΡ. ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Αριθ. Γ. 27227 οικ. της 27 Ιουν./19 Ιουλ. 1969 (ΦΕΚ Β΄457) Περί καθορισμού του υπό των διατάξεων του άρθρ. 1 Ν.Δ. 3878/1958 προβλεπομένου τέλους κατά επιβάτην επί εισιτηρίων του εξωτερικού. (Κατηργήθη δια της υπ’ αριθ. Γ1/0/1/148/ Φ.36/1976 αποφάσεως, κατωτ. αριθ. 38).
366
39. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 245 της 26 Μαρτ./8 Απρ. 1971 (ΦΕΚ Α΄ 70) Περί των παρά ταις περιφερειακαίς υπηρεσίαις, αρμοδιότητος Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, συμβουλίων και επιτροπών. Βλ. άρθρ. 108 και επ. Π.Δ. 544/1977 «περί Οργανισμού του Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών, κατωτ. αριθ. 76.
167
28. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.1058 της 15/30Δεκ.1943 (ΦΕΚ Α΄ 440) Περί αποκτήσεως βαθμού Γενικών Αξιωματικών και Πλοιάρχων του Β.Ν. ευρισκομένων εν ειδική μονιμότητι. Κατηργήθη αφ’ ης ίσχυσεν υπό του α)Νόμ.62 της 2/7 Δεκ.1944 περί ακυρώσεως Νόμ.1058/1943.
7
23. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 141241/1448 της 31 Οκτ./7 Δεκ. 1979 (ΦΕΚ Β΄ 1095) Περί ενταλματοποιήσεως δαπανών προς τακτοποίηση προκαταβολών, χορηγηθεισών για την επιστροφή του 70% των δικαιωμάτων εξαγωγέων και αποκατάσταση της πάγιας προκαταβολής. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του Νόμ. 2861/54 «περί μέτρων ενισχύσεως εξαγωγής βιομηχανικών και άλλων εγχωρίων προϊόντων». 2.Τις διατάξεις του Ν.Δ. 226/69 «περί διασφαλίσεως ίσων όρων ανταγωνισμού για τα Ελληνικά προϊόντα» όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από το Ν.Δ. 849/71». 3.Τις διατάξεις του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 4002/59 «περί λήψεως μέτρων προς ενίσχυση των επενδύσεων». 4.Την απόφασή μας αριθ. Δ. 633/257/24.6.78 «περί αμέσου επιστροφής του 70% των δασμών, λοιπών φόρων εισαγωγής, ως και της μέσης εκ τελών χαρτοσήμου επιβαρύνσεως που αναλογούν στα εξαγόμενα στην αλλοδαπή προϊόντα». 5.Την ανάγκη της εγκαίρου τακτοποιήσεως των χορηγουμένων προκαταβολών για την άμεση επιστροφή του 70% των δικαιωμάτων εξαγωγέων και αποκαταστάσεως της παγίας προκαταβολής. 6.Τις διατάξεις του αριθ. 26 του Ν.Δ. 321/69 «περί κώδικος Δημοσίου Λογιστικού», αποφασίζουμε: Εγκρίνουμε, η τακτοποίηση των χορηγουμένων προκαταβολών για την επιστροφή στους δικαιούχους εξαγωγείς του 70% των απαιτήσεών των, που προέρχονται από το δικαίωμα επιστροφής δασμών, λοιπών φόρων εισαγωγής και μέσης από τέλη χαρτοσήμου επιβαρύνσεως κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του Νόμ. 2861/54 και του Ν.Δ. 226/69 να ενεργείται με τακτικά χρηματικά εντάλματα πληρωμής βάσει προσωρινών δικαιολογητικών τα οποία ορίζονται ως ακολούθως: 1.Για την τακτοποίηση του 70% της προκαταβολής. α)Εκκαθαριστική κατάσταση της αρμοδίας Τελωνειακής Υπηρεσίας συντασσομένη για κάθε δικαιούχο εξαγωγέα χωριστά βάσει λογιστικού σημειώματος του ιδίου και θεωρημένη από το Διευθυντή της Υπηρεσίας. β)Εξοφλητική απόδειξη του δικαιούχου εξαγωγέα για την είσπραξη του ποσού της προκαταβολής του 70%. γ)Αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητος του εξαγωγέα. δ)Υπεύθυνη δήλωση του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 4002/59 του εξαγωγέα, περί του συνολικού ποσού των επιστρεπτέων δασμών και λοιπών επιβαρύνσεων, βάσει της οποίας έχει καταβληθεί σ’ αυτόν το 70% των απαιτήσεών του για την ανωτέρω αιτία από τον λογαριασμό της παγίας προκαταβολής. 2.Τα ανωτέρω δικαιολογητικά θα υποβάλλονται στις ΥΕΕ δι’ αναφοράς της Τελωνειακής Υπηρεσίας με συγκεντρωτική κατάσταση εις τριπλούν ή οποία θα περιλαμβάνει τις κάτωθι στήλες με τα εξής στοιχεία. α)Το ονοματεπώνυμο του εξαγωγέα. β)Τον αριθμό της αναφοράς. γ)Τον αριθμό της επιταγής. δ)Τον αριθμό του εκδιδομένου εκάστοτε συμψηφιστικού χρηματικού εντάλματος πληρωμής ο οποίος θα καταχωρείται εκ των υστέρων και ε)Το ποσό που καταβλήθηκε χωριστά για κάθε εξαγωγέα ως προκαταβολή του 70%. Μετά την έκδοση του εντάλματος πληρωμής η ΥΕΕ θα γνωστοποιεί στην τελωνειακή υπηρεσία τον αριθμό αυτού και θα ενημερώνει συγχρόνως την ανωτέρω κατάσταση την οποία θα τηρεί σε ειδικό φάκελλο. 3.Για την τακτοποίηση του υπολοίπου 30% της προκαταβολής, απαιτούνται τα εξής δικαιολογητικά: α)Όλα τα υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπόμενα δικαιολογητικά πληρωμής απαιτήσεων, προερχομένων από επιστροφές δασμών, φόρων και τελών χαρτοσήμου. β)Κατάσταση οριστικής εκκαθαρίσεως συντασσομένη για κάθε δικαιούχο εξαγωγέα περιλαμβάνουσα, το πραγματικό εκκαθαρισθέν ποσό βάσει των υποβληθέντων δικαιολογητικών το ποσό που έλαβε ο εξαγωγέας ως προκαταβολή του 70% τον αριθμό του εκδοθέντος σχετικού εντάλματος και το υπόλοιπο ποσό που δικαιούται ο εξαγωγέας βάσει της οριστικής εκκαθαρίσεως. γ)Φωτοαντίγραφο της αρχικώς υποβληθείσης υπευθύνου δηλώσεως του εξαγωγέα. 4.Οι ΥΕΕ, βάσει των ανωτέρω δικαιολογητικών θα προέρχονται, στην οριστική εκκαθάριση και στην έκδοση συμψηφιστικού χρηματικού εντάλματος πληρωμής για το υπόλοιπο ποσό του 30% προς τακτοποίηση των χορηγουμένων πρ/βολών και αποκατάσταση της παγίας προκαταβολής, ελέγχοντας και συσχετίζοντας σε κάθε περίπτωση το πραγματικό εκκαθαρισθέν ποσό με το ποσό που έλαβε ο εξαγωγέας ως προκαταβολή του 70% και του δικαιουμένου υπολοίπου τοιούτου του 30% ανακοινώνοντας συγχρόνως τον αριθμό του εκδοθέντος χρηματικού εντάλματος εις την αρμοδίαν τελωνειακήν υπηρεσίαν για την ενημέρωση καταστάσεων. (Αντί για τη σελ. 458,15(α) Σελ. 458,15(β) Τεύχος Ζ21-Σελ. 131 Ατέλειες υπέρ της βιομηχανίας 30.Ζ.θ.22-23
382
9. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ. Αριθ. Φ. 21/2108 της 5/26 Ιουλ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 523) Υπαγωγή του τακτικού προσωπικού της Ανωτάτης Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εφέδρων Αξιωματικών στις διατάξεις του άρθρ. 11 του Ν.Δ/τος 4277/62 και στην ασφάλιση του ΙΚΑΕΤΕΑΜ. 10. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ. Αριθ. Φ.21/2230 της 1/24 Αυγ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 600) Υπαγωγή του τακτικού προσωπικού του Ιατρικού Συλλόγου Ημαθίας στις διατάξεις του άρθρ. 11 του Ν.Δ/τος 4277/1962 και στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΕΑΜ.
277
49. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 2947 της 10/14 Αυγ. 1954 Περί συμπληρώσεως του άρθρ. 2 του Α.Ν. 710/ 1945 «περί διώξεως και τιμωρίας των παραβάσεων της περί προστασίας του Εθνικού Νομίσματος Νομοθεσίας κλπ.». Άρθρον μόνον.-(1.Εν τέλει του εδάφ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 2 του Α.Ν. 710 του 1945 «περί διώξεως και τιμωρίας των παραβάσεων της περί προστασίας του Εθνικού νομίσματος νομοθεσίας κλπ.» προστίθεται εδάφιον). 2.Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται και επί των μέχρι τούδε δημευθέντων τίτλων, εν τη περιπτώσει δε ταύτη, η ως άνω πενταετής παραγραφή άρχεται, από της δημοσιεύσεως του παρόντος Ν.Δ/τος.
279
88. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Αριθ. Δ5/Β/Φ1/οικ.17770 της 18/22 Οκτ. 2001 (ΦΕΚ Β΄1423) Κώδικας Προμήθειας σε Πελάτες, (Έκδοση 2: Μη Επιλέγοντες Πελάτες).
192
7. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΙΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. 1183 της 2/3 Νοεμ. 1951 Περί αναστολής της καταβολής εγγείου φόρου επί των καπνών εσοδείας 1951, των προοριζομένων προς εξαγωγήν εις την αλλοδαπήν.
47
64. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓ ΑΣΙΑΣ Αριθ. 50461 της 5 Μαρτ./23 Απρ. 1986 (ΦΕΚ Β' 243) Έγκριση κανονισμού λειτουργίας Βρεφονηπιακών Σταθμών του Οργανισμού Εργατικής Εστίας. Με το άρθρ. 45 του Νόμ. 1836/89 (ΦΕΚ Α' 79) (Τόμ. 15(2), σελ. 98, 692), ρυθμίστηκε το ωράριο του προσωπικού (κλάδων νηπιαγωγών βρεφοκόμων - βοηθών βρεφοκόμου) των βρεφονηπιακών σταθμών της Εργατικής Εστίας. Με το Π.Δ. 295/4-20 Αυγ. 1987 (ΦΕΚ Α' 146) καθορίστηκαν τα όργανα που αποφασίζουν ή γνωμοδοτούν και ειδικές ρυθμίσεις σε θέματα έργων που εκτελούνται από τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας (Ο.Ε.Ε.), κατ. σελ. 68,879.
258
Κατάργηση της Γενικής Γραμματείας Κρατικών Προμηθειών και σύσταση Διευθύνσεως Πολιτικής Προμηθειών στο Υπουργείο Εμπορίου. Καταργείται η Γενική Γραμματεία Κρατικών Προμηθειών του Υπουργείου Εμπορίου, καθώς και οι οργανικές μονάδες (Γενική Διεύθυνση, Διευθύνσεις, Τμήματα και Γραφεία) που συγκροτούν αυτή Το προσωπικό που υπηρετεί στις υπηρεσίες της καταργούμενης Γενικής Γραμματείας Κρατικών Προμηθειών, παραμένει στην οργανική δύναμη προσωπικού του Υπουργείου Εμπορίου και τοποθετείται σε άλλες οργανικές μονάδες του Υπουργείου αυτού κατά τις ισχύουσες διατάξεις Συνιστάται στο Υπουργείο Εμπορίου Διεύθυνση Πολιτικής Προμηθειών, την οποία συγκροτούν τα παρακάτω τμήματα: α. Τμήμα Σχεδιασμού και θεσμικών Ρυθμίσεων. Τμήμα Προγραμματισμού και Στοιχείων, γ. Τμήμα Κοινοτικών θεμάτων. Η αρμοδιότητα της Διευθύνσεως αυτής αναφέρεται στα παρακάτω θέματα, τα οποία κατανέμονται μεξύ των τμημάτων της ως εξής: Τμήμα Α Σχεδιασμού και θεσμικών Ρυθμίσεων. 1) Ο σχεδιασμός, η συστηματική μελέτη και η εισήγηση μέτρων επί θεσμικών και οργανωτικών θεμάτων των κρατικών προμηθειών. 2) Η λήψη μέτρων για την ορθή, ομοιόμορφη και αποτελεσματική διενέργεια των προμηθειών από όλους τους φορείς του Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών. 3) Η υποβολή προτάσεων για την άσκηση πολιτικής επί των κρατικών προμηθειών και τη συμβολή αυτών στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. 4) Η επιμέλεια για την κατάρτιση των σχεδίων νόμων και διοικητικών πράξεων περί κρατικών προμηθειών. 5) Η έκδοση εγκυκλίων και η παροχή οδηγιών επί θεμάτων εφαρμογής της νομοθεσίας περί κρατικών προμηθειών, καθώς και η παροχή πληροφοριών στους ενδιαφερόμενους φορείς επί των θεμάτων αυτών. Τμήμα Β προγραμματισμού και στοιχείων. 1) Η εκπόνηση των αποφάσεων καταρτίσεως και εφαρμογής του Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών. 2) Η μέριμνα για την, κατ έτος, έγκαιρη συγκέντρωση, έλεγχο και επεξεργασία επί των επί μέρους προγραμμάτων προμηθειών των φορέων. 3) Η επιμέλεια για την κατάριση, με βάση τα ανωτέρω, του Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών κάθε έτους και η φροντίδα για την κατά νόμον έγκριση του και την κοινοποίηση του στους ενδιαφερόμενους φορείς. 4) Η τροποποίηση και συμπλήρωση του εγκριθέντος Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών και η παροχή προεγκρίσεων. 5) Η κωδικοποίηση και η τήρηση αρχείου κατά κατηγορίες και ομάδες ειδών και η συνεχής ενημέρωση αυτού. 6) Η μέριμνα για τη συγκέντρωση, επεξεργασία και ανάλυση απολογιστικών στοιχείων σχετικά με την πραγματοποίηση του Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών. 7) Η συγκέντρωση, ανάλυση και διάχυση πληροφοριών σχετικά με τις κρατικές προμήθειες, που διενεργούνται στην Ελλάδα, σε χώρες- μέλη της Ε.Ο.Κ. και σε άλλες εκτός κοινότητος χώρες. 8) Η χρησιμοποίηση των ανωτέρω στοιχείων προς προετοιμασία των επιχειρήσεων για την ενιαία Ευρωπαϊκή αγορά και ειδικότερα για την διευκόλυνση των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεδαίων, για την πρόσβαση τους σε διαγωνισμούς προμηθειών, που διενεργούνται είτε από το Ελληνικό Δημόσιο και χώρες της Ε.Ο.Κ. είτε από τρίτες χώρες. 9) Η απευθείας διάχυση των στοιχείων αυτών σε άλλους φορείς, που εκπροσωπούν τις παραγωγικές τάξεις, αλλά και στις ίδιες τις παραγωγικές και εμπορικές επιχειρήσεις. Τμήμα Γ Κοινοτικών θεμάτων. 1) Η παρακολούθηση των εξελίξεων των θεμάτων κρατικών προμηθειών στην ΕΟΚ και ειδικότερα όσον αφορά τις προτάσεις, αποφάσεις, ενέργειες των αρμοδίων κοινοτικών οργάνων επί των θεμάτων αυτών, η εισήγηση για τις ενδεικνυόμενες θέσεις της Χώρας μας επ αυτών και τις απαιτούμενες σχετικές ενέργειες προς εθνικό όφελος, στα πλαίσια των κοινοτικών υποχρεώσεων μας. 2) Η πληροφόρηση σχετικά των αρμοδίων Εθνικών Υπηρεσιών και ο συντονισμός των θέσεων και των ενεργειών των φορέων αυτών, για τη διαμόρφωση κατά ενιαίο τρόπο των εθνικών μας θέσεων. 3) Η εκπροσώπηση στα κοινοτικά όργανα και η συμμετοχή σε διαπραγματεύσεις για θέματα κρατικών προμηθειών. 4) Η επιμέλεια για την προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας προς τις κοινοτικές οδηγίες και η παροχή οδηγιών προς τους φορείς του δημοσίου τομέα για τις κοινοτικές υποχρεώσεις μας κατά την διενέργεια των προμηθειών. 5) Η παρακολούθηση των θεμάτων που απορρέουν από την υποχρέωση εφαρμογής του κώδικα προμηθειών της GΑΤΤ, η αντιμετώπιση αυτών και η σχετική πληροφόρηση όλων των φορέων. Η εκπροσώπηση στα αρμόδια όργανα της GΑΤΤ για τα θέματα αυτά. Η ισχύς του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στον Υπουργό Εμπορίου αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
67
13. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. 155/οικ. 267 της 25 Φεβρ./4 Μαρτ. 1994 (ΦΕΚ Β΄ 149) Αύξηση ασφαλιστικών εισφορών αναγνώρισης προϋπηρεσιών του Ενιαίου Δημοσιογραφικού Οργανισμού Επικουρικής Ασφάλισης και Περίθαλψης. 39.Ι.β.13 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 304
65
16. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Αριθ. 32615/168 της 27 Μαΐου/6 Ιουλ. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 391) Περί εγκρίσεως του Κανονισμού Διαρθρώσεως και Αρμοδιοτήτων των Υπηρεσιών του ΕΛΟΤ. Αντικαταστάθηκε από την 12935/463/13 Ιουλ.-7 Αυγ. 1987 (ΦΕΚ Β΄ 405) απ. Υπ. Βιομ. Ενέργ. και Τεχν. (κατωτ. αριθ. 26).
327
12. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 217 της 24/26 Ιουν. 1941 Περί συμπληρώσεως του κώδικος περί ληξιαρχικών πράξεων. (Κατηργήθη, από 11 Δεκ. 1976, δια του άρθρ. 50 Νόμ. 344/1976, κατωτ. αριθ. 29). 7.Β.β.7-12 Ληξιαρχικές Πράξεις
202
3. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Αριθ. Κ. 10284/97 της 1/12 Αυγ. 1974 (ΦΕΚ Β΄ 802) Περί καθορισμού προϋποθέσεων επιστροφής καταβληθέντος εκτάκτου τέλους δι’ εκδοθείσαν άδειαν ανεγέρσεως οικοδομής ή προς έκδοσιν τοιαύτης. Έχοντες υπ’ όψει την διάταξιν της παρ. 3, του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 333/1974 «περί επιβολής εκτάκτου τέλους επί των εκδιδομένων αδειών ανεγέρσεως οικοδομών», ως ισχύει, αποφασίζομεν: 1.Το βάσει των διατάξεων του άρθρ. 7 του Ν.Δ. 1370/73 ή του άρθρ. 1 του Ν.Δ. 333/74 (τόμ. 23Α σελ. 470,781) καταβληθέν έκτακτον τέλος δι’ εκδοθείσαν άδειαν ανεγέρσεως οικοδομής ή προς έκδοσιν τοιαύτης επιστρέφεται εις τας ακολούθους περιπτώσεις: α)Εάν η εκδοθείσα άδεια ηκυρώθη δια δικαστικής αποφάσεως. β)Εάν η εκδοθείσα άδεια ηκυρώθη ή ανεκλήθη οίκοθεν υπό της εκδούσης ταύτην Αρχής ή τη αιτήσει παντός ενδιαφερομένου έχοντος έννομον συμφέρον. γ)Εάν η αρμοδία δια την έκδοσιν της αδείας Αρχή δεν εξέδωκε ταύτην, δι’ οιονδήποτε νόμιμον λόγον. Εν τη περιπτώσει ταύτη καταρτίζεται και υπογράφεται υπό του προϊσταμένου της αρμοδίας Αρχής πράξις εις ην αναφέρονται οι λόγοι, δι’ ους εξεδόθη η άδεια. Η εν λόγω πράξις κοινοποιείται επί αποδείξει εις τον αιτήσαντα την έκδοσιν της αδείας. 2.Η επιστροφή ενεργείται, κατόπιν αιτήσεως του καταβαλόντος υποβαλλομένης εις την εκδούσαν την άδειαν ή την αρμοδίαν δια την έκδοσιν ταύτης Αρχήν. Εις την αίτησιν επισυνάπτονται τα ακόλουθα, κατά περίπτωσιν δικαιολογητικά: α)Κεκυρωμένον αντίγραφον της δικαστικής αποφάσεως ή της πράξεως δι’ ης ανακαλείται εκδοθείσα άδεια ή της πράξεως δι’ ης αιτιολογείται η μη έκδοσις της αδείας και β)Επί εκδοθείσης αδείας, το πρωτότυπον αυτής. Η αρχή προς ην υποβάλλεται η αίτησις, καταρτίζει, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 78 του υπ’ αριθ. 757/1969 Β.Δ/τος «περί διαρθρώσεως των Δημοσίων Ταμείων κλπ.», τετραπλότυπα ατομικά φύλλα εκπτώσεως, εις α αναγράφει και τον λόγον επιστροφής και αποστέλλει εις το Δημόσιον Ταμείον εις ο είχεν καταβληθή το έκτακτον τέλος τα τρία εκ τούτων, εν οις και το πρωτότυπον, ως και το παρ’ αυτή τριπλότυπον καταβολής του τέλους, φυλάσσει δε εν τω οικείω φακέλλω την υποβληθείσαν μετά των δικαιολογητικών επιστροφής αίτησιν, το τέταρτον αντίτυπον του φύλλου εκπτώσεως και φωτοαντίγραφον του τριπλοτύπου καταβολής του εκτάκτου τέλους. Η παρούσα δημοιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
8
87. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ.115222/3329 της 10/18 Νοεμ. 1986 (ΦΕΚ Β΄796) Αύξηση εξόδων κηδείας των δημοσία δαπάνη κηδευομένων. 1.Αυξάνουμε τα έξοδα κηδείας των κηδευομένων δημοσία δαπάνη διατελεσάντων Πρωθυπουργών Κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων (παρ.1 άρθρ.1 Νόμ.409/76) μέχρι τα πραγματικά έξοδα και όχι πάνω από 500.000 δραχμ. (Αντί για τη σελ.420,0903(γ) Σελ.420,0903(δ) Ιατροφαρμακευτική-Νοσοκομειακή περίθαλψη-΄Εξοδα κηδείας 2.Ζ.η.77-87 Τεύχος 1348 Σελ. 13 2.Η παρούσα ισχύει από 1η Σεπτ. 1986 και μέχρι εκδόσεως νεοτέρας κατά το επόμενο έτος.
124
1. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ. 14060/Σ.278 της 26 Απρ./6 Μαΐου 1950 Περί εγκρίσεως του Καταστατικού του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού του Θεραπευτηρίου «Ο Ευαγγελισμός». Το Καταστατικό του Ταμείου Α.Π.Π.Γ.Ν.Α. «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ» ανασυντάχθηκε, τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από την με αριθμ. Φ.25/1868/95/21 Ιουν.-16 Σεπτ. 1996, (ΦΕΚ Β΄ 868) απόφ. Υπ. Εργασίας και Κοιν. Ασφαλίσεων, κατωτ. αριθ. 15.
331
49. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 27 Σεπτ./4 Οκτ.1945 Περί τρόπου διεξαγωγής διαγωνισμού πρός κατάληψιν κενών θέσεων δακτυλογράφων εν τω Υπουργείω Θρησκευμάτων και Εθν.Παιδείας. Δέον να θεωρηθή καταργηθέν δια της παρ.2 του άρθρ.100 Π.Δ.147/1976 (κατωτ.αριθ.146).
74
87. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ Αριθ. 78409 της 28 Σεπτ./4 Οκτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄1226) Περί μεταφοράς θέσεων εις Κλάδους και θέσεις ΑΡ εκ της μέχρι τούδε Β΄ Κατηγορίας. Σελ. 34(β) Τεύχος Ε11-Σελ. 22 2.Α.α.87 Οργανισμός Υπ.Εσ. Δημ.Διοίκ.και Αποκέντρωσης 88. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.924 της 17/18 Δεκ.1976 (ΦΕΚ Α΄ 338) (Διόρθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Α΄ 35 της 9 Φεβρ. 1977). Περί Οργανισμού του Υπουργείου Εσωτερικών. Βλέπε ήδη Π.Δ. 49/22-29 Ιαν.1988, ΦΕΚ Α΄18, (κατωτ. αριθ. 121). Με το άρθρ. 12 άνω Π.Δ. 49/1988 ορίστηκε ότι ως προς την οργάνωση των περιφερειακών υπηρεσιών του Υπουργείου εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του Π.Δ. 924/1976. ΤΜΗΜΑ Β΄ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑΙ Βασική Διάρθρωσις Άρθρ.21.-Αι Περιφερειακαί Υπηρεσίαι του Υπουργείου Εσωτερικών είναι οι κάτωθι: α)Διεύθυνσις Εσωτερικών των Νομαρχιών και Διαμερισμάτων της Νομαρχίας Αττικής. β)Υπηρεσίαι Προγραμματισμού των Νομαρχιών. γ)Υπηρεσίαι Εσωτερικών των Επαρχείων. δ)Ειδικά Ληξιαρχεία. ε)Τμήματα Πολιτικής Σχεδιάσεως Εκτάκτου Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.). Διευθύνσεις Εσωτερικών Άρθρ.22.-Διεύθυνσις Εσωτερικών λειτουργεί παρ’ εκάστη Νομαρχία και Διαμερίσματι της Νομαρχίας Αττικής, ως κάτωθι: 1.Αιτωλίας και Ακαρνανίας. 2.Αργολίδος. 3.Αρκαδίας. 4.Άρτης. 5.Αττικής και των Διαμερισμάτων αυτής: α)Αθηνών. β)Πειραιώς. γ)Δυτικής Αττικής. δ)Ανατολικής Αττικής. 6.Αχαΐας. 7.Βοιωτίας. 8.Γρεβενών. 9.Δράμας. 10.Δωδεκανήσου. 11.Έβρου. 12.Ευβοίας. 13.Ευρυτανίας. 14.Ζακύνθου. 15.Ηλείας. 16.Ημαθείας. 17.Ηρακλείου. 18.Θεσπρωτίας. 19.Θεσσαλονίκης. 20.Ιωαννίνων. 21.Καβάλας. 22.Καρδίτσης. 23.Καστορίας. 24.Κερκύρας. 25.Κεφαλληνίας. 26.Κιλκίς. 27.Κοζάνης. 28.Κορινθίας. 29.Κυκλάδων. 30.Λακωνίας. 31.Λαρίσης. 32.Λασιθίου 33.Λέσβου 34.Λευκάδος 35.Μαγνησίας. 36.Μεσσηνίας. 37.Ξάνθης. 38.Πέλλης. 39.Πιερίας. 40.Πρεβέζης 41.Ρεθύμνης. 42.Ροδόπης. 43.Σάμου. 44.Σερρών. 45.Τρικάλων. 46.Φθιώτιδος. 47.Φλωρίνης. 48.Φωκίδος. 49.Χαλκιδικής. 50.Χανίων. 51.Χίου. Διάρθρωσις-ΑρμοδιότητεςΔιευθύνσεων Εσωτερικών, εκτός Νομαρχίας Αττικής Άρθρ. 23.-1.Την Διεύθυνσιν Εσωτερικών, εκτός της παρά τη Νομαρχία Αττικής τοιαύτης, απαρτίζουν τα κάτωθι Τμήματα και το ανεξάρτητον Γραφείον Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων: α)Το Τμήμα Διοικήσεως. β)Το Τμήμα Αποκεντρώσεως. γ)Το Τμήμα Οικονομικής Διοικήσεως. δ)Το Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοικήσεως. ε)Η Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων. ς)Το Γραφείον Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων. ζ)Το Τμήμα Γραμματείας. 2.Η αρμοδιότης της Διευθύνσεως Εσωτερικών Νομαρχιών και Διαμερισμάτων, εκτός Νομαρχίας Αττικής, ανάγεται εις τα κάτωθι θέματα, κατανεμόμενα μεταξύ των Τμημάτων και του ανεξαρτήτου Γραφείου αυτής, ως εξής: α)Τμήμα Διοικήσεως: αα)Τα αφορώντα εις την υπηρεσιακήν κατάστασιν του προσωπικού των Υπηρεσιών της Νομαρχίας ή του Διαμερίσματος. ββ)Τα των σχέσεων μετά των αντιπροσώπων ξένων κρατών. γγ)Τα αφορώντα εις την δραστηριότητα, την αστικήν και στρατολογικήν κατάστασιν του πολίτου. Επίσης η τήρησις των μητρώων αρρένων και των γενικών μητρώων των δημοτών αμφοτέρων των φύλων. δδ)Τα του διορισμού ληξιάρχου κατά την περί ληξιαρχικών πράξεων νομοθεσίαν. εε)Τα της άρσεως συγκρούσεως καθηκόντων μεταξύ διοικητικών αρχών και δικαστηρίων. ςς)Τα αφορώντα εις την αστυνομικήν επιτήρησιν συνεπεία δικαστικής αποφάσεως. (Αντί για τις σελ.35(δ)-42,518) Σελ.35(ε) Τεύχος 1-22-Σελ.1 Οργανισμός Υπ.Εσωτερικών Δημ.Διοίκ.και Αποκέντρωσης 2.Α.α.88 ζζ)Τα των στρατιωτικών εισφορών και επιτάξεων. ηη)Τα αφορώντα εις τους καταλόγους εκλογικών βιβλιαρίων, τα εκλογικά τμήματα και τα καταστήματα ψηφοφορίας. θθ)Η προπαρασκευή και διενέργεια βουλευτικών εκλογών και δημοψηφισμάτων. ιι)Η προπαρασκευή και διενέργεια δημοτικών και κοινοτικών εκλογών. ιαια)Η συγκέντρωσις και μετάδοσις εις το Υπουργείον Εσωτερικών των αποτελεσμάτων των εκλογών εν γένει και των δημοψηφισμάτων. ιβιβ)Τα αφορώντα εις την αποδημίαν, μετανάστευσιν και τα διαβατήρια. Η αρμοδιότης αύτη, προκειμένου περί των Διευθύνσεων Εσωτερικών των παρά τη Νομαρχία Αττικής Διαμερισμάτων και της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης, ασκείται υπό ιδίου Τμήματος Διαβατηρίων. ιγιγ)Η τήρησις βιβλιοθήκης και η μέριμνα δια την λειτουργίαν αυτής. ιδιδ)Η τήρησις του εμπιστευτικού πρωτοκόλλου και αρχείου. ιειε)Ο συντονισμός της κινήσεως των Κρατικών αυτοκινήτων της Νομαρχίας ή του Διαμερίσματος. Το Τμήμα Διοικήσεως των Διευθύνσεων Εσωτερικών των παρά τη Νομαρχία Αττικής Διαμερισμάτων δεν ασκεί τας υπό στοιχ. θθ, ιι και ιαια της παρούσης περιπτώσεως αρμοδιότητας. Σελ.36(ε) Τεύχος 1-22-Σελ.2 2.Α.α.88 Οργανισμός Υπ.Εσωτερικών Δημ.Διοίκ.και Αποκέντρωσης β)Τμήμα Αποκεντρώσεως: αα)Τα της εφαρμογής και λειτουργίας του συστήματος της διοικητικής αποκεντρώσεως. ββ)Η υποβοήθησις του έργου του Νομάρχου ή Αναπληρωτού Νομάρχου-Προϊσταμένου Διαμερίσματος εις την άσκησιν εποπτείας, ελέγχου και συντονισμού των υπ’ αυτόν Υπηρεσιών, νομικών προσώπων, οργανισμών και σωματείων, εν γένει, πλην των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. γγ)Τα της εκλογής των αιρετών μελών του νομαρχιακού συμβουλίου. δδ)Τα αφορώντα, εν γένει, εις την λειτουργίαν, διαχείρισιν και το προσωπικόν του Νομαρχιακού Ταμείου. εε)Τα των ορίων του νομού και των επαρχιών αυτού. γ)Τμήμα Οικονομικής Διοικήσεως: αα)Τα αφορώντα εις την κατάρτισιν του προϋπολογισμού και την διάθεσιν πιστώσεων. ββ)Ο ορισμός εκκαθαριστών αποδοχών, η εκκαθάρισις αυτών δια το πάσης φύσεως προσωπικόν των Υπηρεσιών της Νομαρχίας ή του Διαμερίσματος, η έγκρισις και αναγνώρισις των δαπανών, επιφυλλασσομένων εις απάσας τας περιπτώσεις των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων. γγ)Ο προγραμματισμός, η προμήθεια και η κατανομή εις τας Υπηρεσίας επίπλων, σκευών και εξοπλισμού γραφείων, ως και η μέριμνα δια την συντήρησιν και επισκευήν αυτών. δδ)Η προμήθεια και διαχείρισης του πάσης φύσεως αναλωσίμου υλικού, πλην του τοιούτου του προοριζομένου δια την εξυπηρέτησιν των καθέκαστα Υπηρεσιών εν τη εκπληρώσει της ειδικωτέρας αποστολής των. εε)Τα της εγκαταστάσεως εν γένει των Υπηρεσιών της Νομαρχίας ή του Διαμερίσματος και της συντηρήσεως των καταστημάτων αυτών. ςς)Η διαχείρισις της παγίας προκαταβολής και η παρακολούθησις των εκδιδομένων χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής. δ)Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοικήσεως: αα)Τα αφορώντα εις την αναγνώρισιν, τας μεταβολάς και τα όρια των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως. ββ)Τα αφορώντα εις την εν γένει κατάστασιν των δημοτικών και κοινοτικών αρχόντων. γγ)Τα αφορώντα εις την οργάνωσιν των Υπηρεσιών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των παρ’ αυτοίς νομικών προσώπων, ιδρυμάτων, συνδέσμων και επιχειρήσεων και εις την υπηρεσιακήν κατάστασιν του προσωπικού αυτών. δδ)Τα αφορώντα εις την διοίκησιν και λειτουργίαν των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, των παρ’ αυτοίς νομικών προσώπων, ιδρυμάτων και επιχειρήσεων και τα της συνεργασίας αυτών. εε)Τα της επιβολής, βεβαιώσεως και εισπράξεως των υπέρ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως εκ πάσης πηγής εσόδων, τα της δια του Προϋπο λογισμού αυτών διοικήσεως και διαχειρίσεως τούτων, ως και τα της επιλύσεως των φορολογικών διαφορών και αμφισβητήσεων. ςς)Τα των κτηματολογίων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και τα της διοικήσεως, διαχειρίσεως και εκμεταλλεύσεως της περιουσίας αυτών. ζζ)Τα αφορώντα εις τον καταρτισμόν και την εκτέλεσιν του τεχνικού προγράμματος των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και εις τας συμβάσεις εκτελέσεως έργων, προμηθειών, εργασιών ή μεταφορών αυτών. ε)Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων: αα)Η σύνταξις και θεώρησις των μελετών, η επίβλεψις και παραλαβή των έργων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, ως και τα αφορώντα εις το τεχνικόν μέρος των εκτελουμένων έργων, προμηθειών, εργασιών και μεταφορών των αυτών Οργανισμών. Επίσης τα τεχνικά θέματα τα αφορώντα εις την συντήρησιν και λειτουργίαν των έργων και του εξοπλισμού των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως. ββ)Η σύνταξις των κτηματολογικών διαγραμμάτων των ακινήτων κτημάτων των δήμων και κοινοτήτων, ως και των τοπογραφικών διαγραμμάτων των προς αγοράν, εκποίησιν ανταλλαγήν και απαλλοτρίωσιν ακινήτων. γγ)Η εισήγησις δια την κατάρτισιν προγραμμάτων τοπικής και περιφερειακής αναπτύξεως, καθ’ ο μέρος ταύτα αφορούν εις τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως. δδ)Η τήρησις στατιστικής των δημοτικών και κοινοτικών έργων και προμηθειών. ς)Γραφείον Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων: αα)Ο προγραμματισμός και η οργάνωσις εκδηλώσεων προβολής και δημοσιότητος περί της εν γένει δραστηριότητος της Νομαρχίας ή του Διαμερίσματος. ββ)Η παρακολούθησις του ημερησίου και περιοδικού τύπου και η μέριμνα δια την απάντησιν, αρμοδίως, εις τα σχόλια των εφημερίδων. γγ)Η διοχεύτευσις προς τα μέσα επικοινωνίας και δημοσιότητος, πληροφοριακού υλικού προς ενημέρωσιν της δημοσίας γνώμης επί της δραστηριότητος της Νομαρχίας ή του Διαμερίσματος ως και η έκδοσις του ειδικού δελτίου. δδ)Η οργάνωσις εορτών, δεξιώσεων και λοιπών μορφωτικών και ψυχαγωγικών εκδηλώσεων. εε)Η μέριμνα δια τον εμπλουτισμόν της βιβλιοθήκης δια καταλλήλων βιβλίων και περιοδικών. ςς)Η οργάνωσις και η τέλεσις των δημοσίων εορτών και επισήμων τελετών, δι’ ας προβλέπεται καθολική συμμετοχή των συντεταγμένων εξουσιών του Κράτους. Η αρμοδιότης αύτη δεν ασκείται υπό του Γραφείου Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων των Διαμερισμάτων της Νομαρχίας Αττικής. ζζ)Η παροχή εις το κοινόν ενημερωτικών πληροφοριών επί των απασχολούντων τούτο θεμά(Μετά την σελ. 42,518) Σελ. 42,519 Τεύχος 627-Σελ.11 Οργανισμός Υπ.Εσωτερικών Δημ.Διοίκ.και Αποκέντρωσης 2.Α.α.88 των αρμοδιότητος των Υπηρεσιών της Νομαρχίας ή του Διαμερίσματος. ζ)Τμήμα Γραμματείας: αα)Η διακίνησις της εισερχομένης αλληλο γραφίας. ββ)Η αντιγραφή, επικύρωσις και διεκπεραίωσις των εξερχομένων εγγράφων. γγ)Η οργάνωσις, ταξινόμησις και τήρησις του Αρχείου, ως και η πρότασις προς εκκαθάρισιν του ως αχρήστου κρινομένου. δδ)Η βεβαίωσις του γνησίου της υπογραφής των Δημοτικών και Κοινοτικών Αρχών. Διάρθρωσις – Αρμοδιότητες Διευθύνσεως Εσωτερικών Νομαρχίας Αττικής Άρθρ.24.-1Την Διεύθυνσιν Εσωτερικών της Νομαρχίας Αττικής απαρτίζουν τα κάτωθι Τμήματα και το ανεξάρτητον Γραφείον Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων: α)Το Τμήμα Διοικήσεως. β)Το Τμήμα Αποκεντρώσεως. γ)Το Τμήμα Οικονομικής Διοικήσεως. δ)Το Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοικήσεως. ε)Η Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων. ς)Το Γραφείον Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων. ζ)Το Τμήμα Γραμματείας. 2.Η αρμοδιότης της Διευθύνσεως Εσωτερικών της Νομαρχίας Αττικής ανάγεται εις τα κάτωθι θέματα, κατανεμόμενα μεταξύ των Τμημάτων και του ανεξαρτήτου Γραφείου αυτής, ως εξής: α)Τμήμα Διοικήσεως: αα)Τα αφορώντα εις την κατάστασιν του πάσης φύσεως και κατηγορίας προσωπικού των Υπηρεσιών της Νομαρχίας. ββ)Τα αφορώντα εις την προπαρασκευήν και διενέργειαν βουλευτικών εκλογών και δημοψηφισμάτων, ως και πάσης εκδηλώσεως της λαϊκής ετυμηγορίας. γγ)Τα της άρσεως συγκρούσεως καθηκόντων μεταξύ διοικητικών αρχών και δικαστηρίων. δδ)Η τήρησις επιστημονικής βιβλιοθήκης. εε)Η τήρησις του εμπιστευτικού πρωτοκόλλου και αρχείου. ςς)Η παρακολούθησις της κινήσεως των κρατικών αυτοκινήτων των Υπηρεσιών της Νομαρχίας. β)Τμήμα Αποκεντρώσεως: αα)Τα της εφαρμογής και λειτουργίας του συστήματος της διοικητικής αποκεντρώσεως. ββ)Η υποβοήθησις του έργου του Νομάρχου δια την άσκησιν εποπτείας, ελέγχου και συντονισμού των υπ’ αυτόν Υπηρεσιών, νομικών προσώπων, οργανισμών και σωματείων εν γένει, πλην των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. γγ)Τα της συγκροτήσεως και λειτουργίας των παρά τη Νομαρχία συμβουλίων και επιτροπών, κατ’ εφαρμογήν του θεσμού της αποκεντρώσεως. Σελ. 42,520 Τεύχος 627-Σελ.12 δδ)Η συγκέντρωσις και επεξεργασία των εκθέσεων επιθεωρητών, ως και η έκδοσις εντολών προς επιθεώρησιν, ανάκρισιν ή διαχειριστικόν έλεγχον επί παντός θέματος της αρμοδιότητος του Τμήματος. εε)Τα της εκλογής των αιρετών μελών του Νομαρχιακού Συμβουλίου. ςς)Τα αφορώντα εις την εν γένει λειτουργίαν και διαχείρισιν του Νομαρχιακού Ταμείου. ζζ)Η υποβοήθησις του Νομάρχου εν τη ασκήσει των υπέρ αυτού διατηρηθεισών αρμοδιοτήτων επί αντικειμένων του Υπουργείου Εσωτερικών, πλην των αρμοδιοτήτων διοικήσεως και τοπικής αυτοδιοικήσεως. γ)Τμήμα Οικονομικής Διοικήσεως: αα)Τα αφορώντα εις την κατάρτισιν του προϋπολογισμού της Νομαρχίας και την διάθεσιν των πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού. ββ)Η εκκαθάρισις των αποδοχών, επιδομάτων κλπ. του πάσης φύσεως προσωπικού των Υπηρεσιών της Νομαρχίας, ως και των εν γένει λειτουργικών δαπανών, επιφυλασσομένων εις απάσας τας περιπτώσεις των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων. γγ)Η προμήθεια και διαχείρισις του πάσης φύσεως υλικού, πλην του τοιούτου του προοριζομένου δια την εξυπηρέτησιν των καθ’ έκαστα Υπηρεσιών, εν τη εκπληρώσει της ειδικωτέρας αποστολής των. δδ)Τα της εγκαταστάσεως εν γένει των υπηρεσιών της Νομαρχίας και της συντηρήσεως των καταστημάτων αυτών. εε)Ο έλεγχος και η παρακολούθησις του παγίου και αναλωσίμου υλικού των υπηρεσιών της Νομαρχίας. ςς)Η διαχείρισις της παγίας προκαταβολής. δ)Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοικήσεως: αα)Ο συντονισμός επί θεμάτων τοπικής αυτοδιοικήσεως και εναρμόνισης των συναφών προγραμμάτων. ββ)Η μελέτη παντός θέματος, αφορώντος εις τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως και τα παρ’ αυτοίς ιδρύματα και νομικά πρόσωπα. γγ)Η άσκησις των υπέρ του Νομάρχου διατηρηθεισών αρμοδιοτήτων επί θεμάτων τοπικής αυτοδιοικήσεως. 2.Α.α.88 Οργανισμός Υπ.Εσωτερικών Δημ.Διοίκ.και Αποκέντρωσης ε)Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων: Ο συντονισμός και η παρακολούθησις της εν γένει λειτουργείας και δράσεως των παρ’ εκάστω Διαμερίσματι Τ.Υ.Δ.Κ., ως και η ενέργεια επί παντός συναφούς θέματος αρμοδιότητος του Νομάρχου. ς)Γραφείον Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων: Αι αντίστοιχοι αρμοδιότητες, περί ων η περιπτ. ς της παρ. 2 του προηγουμένου άρθρου. ζ)Τμήμα Γραμματείας: αα)Η παραλαβή, ο χαρακτηρισμός, η προτοκόλλησις, η ευρετηρίασις και η συσχέτισις των εισερχομένων εγγράφων των υπό του Νομάρχου προσδιοριζομένων προς τούτο Υπηρεσιών της Νομαρχίας, ως και η αντιγραφή και διεκπεραίωσις των εξερχομένων εγγράφων. ββ)Η επικύρωσις αντιγράφων των της ανωτέρω περιπτώσεως εγγράφων και η τήρησις των πρωτοτύπων εις το αρχείον. γγ)Η τήρησις των αρχείων της Νομαρχίας και η πρότασις προς εκκαθάρισιν των ως αχρήστων κρινομένων. Αρμοδιότητες Υπηρεσιών Προγραμματισμού Άρθρ.25.-Υπηρεσία Προγραμματισμού λειτουργεί παρ’ εκάστη των Νομαρχιών, εις την αρμοδιότητα δε αυτής υπάγονται: α)Η μέριμνα δια την συλλογήν πάντων των αναγκαίων στοιχείων και πληροφοριών και η υποβολή αρμοδίως σχετικών προτάσεων δια την σύνταξιν σχεδίων προγραμμάτων αναπτύξεως του Νομού. β)Η παρακολούθησις και ο συντονισμός της δράσεως απάντων των νομαρχιακού επιπέδου φορέων, καθ’ ό μέτρον η δράσις αύτη αναφέρεται εις την εφαρμογήν των προγραμμάτων αναπτύξεως του Νομού και η παρακολούθησις της πορείας εκτελέσεως τούτων. Αρμοδιότητες Υπηρεσιών Εσωτερικών των Επαρχείων Άρθρ.26.-Εις την Υπηρεσίαν Εσωτερικών των Επαρχείων Καλύμνου, Καρπάθου, Κω και Λήμνου, ανήκουν αι δι’ αποφάσεως του Νομάρχου κατά τας κειμένας διατάξεις μεταβιβαζόμεναι αρμοδιότητες επί θεμάτων του Υπουργείου Εσωτερικών. Αρμοδιότητες Ειδικών Ληξιαρχείων Άρθρ.27.-1.Ειδικά Ληξιαρχεία είναι των Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης. 2.Εις την αρμοδιότητα τούτων υπάγονται: α)Η καταχώρισις εις τα ληξιαρχικά βιβλία των κατά νόμον συντακτέων ληξιαρχικών πράξεων, αι οποίαι έχουν αντικείμενον την βεβαίωσιν γεννήσεως, γάμου ή θανάτου του φυσικού προσώπου, η ενέργεια διορθώσεων, προσθηκών, σημειώσεων και μεταβολών, εν γένει, εις τας ληξιαρχικάς πράξεις και η καταχώρησις των οικείων πράξεων εις το βιβλίον εκθέσεων. β)Η τήρησις και διαφύλαξις των ληξιαρχικών βιβλίων. γ)Η έκδοσις αντιγράφων, αποσπασμάτων και πιστοποιητικών των εις τα ληξιαρχικά βιβλία πράξεων. δ)Η χορήγησις βεβαιώσεων περί συντάξεως ληξιαρχικών πράξεων θανάτου, προς έκδοσιν αδειών ταφής. ε)Παν έτερον θέμα αφορών εις τας, κατά τας κειμένας διατάξεις περί ληξιαρχικών πράξεων, αρμοδιότητας αυτών. 3.Το Ειδικόν Ληξιαρχείον Αθηνών, έχει επί πλέον την αρμοδιότητα της καταχωρήσεως εις ειδικά ληξιαρχικά βιβλία των λαβόντων χώραν εις την αλλοδαπήν και αφορώντων εις Έλληνας υπηκόους ληξιαρχικών γεγονότων. Τμήματα Πολιτικής Σχεδιάσεως Εκτάκτου Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.) Άρθρ.28.-Παρ’ εκάστη Νομαρχία και Διαμερίσματι της Νομαρχίας Αττικής λειτουργεί Τμήμα Πολιτικής Σχεδιάσεως Εκτάκτου Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.) και ασκεί τας υπό των ειδικών περί τούτου διατάξεων αρμοδιότητας. (Αντί για τις σελ. 42,521(α)-42,537) Σελ.42,521(β) Τεύχος1-22-Σελ.3 Οργανισμός Υπ.Εσωτερικών Δημ.Διοίκ.και Αποκέντρωσης 2.Α.α.88 2.Α.α.88 Οργανισμός Υπ.Εσωτερικών Δημ.Διοίκ.και Αποκέντρωσης
183
160. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 500 της 14/28 Δεκ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 187) Συμμόρφωση προς τις διατάξεις της 78/318/ΕΟΚ οδηγίας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 21ης Δεκεμβρίου 1977, «περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών Κρατών-μελών περί των διατάξεων υαλοκαθαριστήρα και εκτοξευτήρα ύδατος των οχημάτων με κινητήρα». Τροποποιήθηκε από το άρθρ. 24 της με αριθ.35949/2604/07/29 Ιαν.-27 Φεβρ.2008 (ΦΕΚ Β΄313), απόφ.Υπ.Οικονομίας και ΟικονομικώνΠΕ.ΧΩ.ΔΕ.-Μεταφορών και Επικοινωνιών, κατωτ.αριθ.355.
301
82. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2179 της 24 Ιαν./2 Φεβρ. 1994 (ΦΕΚ Α΄ 7) Κύρωση Συνθήκης Οικονομικής, Κοινωνικής και Πολιτιστικής Συνεργασίας και Συλλογικής Αυτοάμυνας, όπως τροποποιήθηκε με το τροποποιητικό και συμπληρωματικό Πρωτόκολλο και των Πρωτοκόλλων και Παραρτημάτων αυτής και του Πρωτοκόλλου Προσχώρησης της Ελλάδας στη Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση μετά του Παραρτήματος αυτού. Με Ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 30 Μαρτ.-12 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 68) το ανωτέρω Πρωτόκολλο τέθηκε σε ισχύ την 6 Μαρτ. 1995.
181
128. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Σ. 3588/581 της 26 Οκτ./15 Νοεμ. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 810) Περιεχόμενο του εντύπου της «Πράξης καταλογισμού τελών χαρτοσήμου».
266
14. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 3/6 Οκτ. 1932 Περί υπαγωγής των κοινοτήτων Στεφάτης, Κορωνησιάς, Θεσπρωτικού κλπ. εις την δικαιοδοσίαν του πρωτοδικείου Πρεβέζης. Περί της περιφερείας του Πρωτοδικείου Πρεβέζης βλ. και σχόλιον εις άρθρ. 3 ν. 296/1914 (ανωτ. αρ. 9), περί δε υπαγωγής του εις Εφετείον Ιωαννίνων Ν.Δ. 1509/1942 κατωτ. αρ. 23.
324
5. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 803 της 29/29 Σεπτ. 1948 (ΦΕΚ Α΄ 251) Περί κυρώσεως του εν LAKE SUCCESS, την 11ην Δεκ. 1946 υπογραφέντος πρωτοκόλλου περί τροποποιήσεως των συμφωνιών, συμβάσεων και πρωτοκόλλων περί ναρκωτικών. Άρθρον μόνον.-Κυρούται και έχει πλήρη και νόμιμον ισχύν το εν LAKE SUCCESS την 11ην Δεκ. 1946 υπογραφέν Πρωτόκολλον περί τροποποιήσεως των συμφωνιών, συμβάσεων και πρωτοκόλλων περί ναρκωτικών, ούτινος το κείμενον έπεται εν αγγλικώ πρωτοτύπω και ελληνική μεταφράσει. (Αντί της σελ.849) Σελ.849(α) Τεύχος 458-Σελ.121 592 Διεθνείς Συμβάσεις για τα Ναρκωτικά 34.Κ.β.5 Το πρωτόκολλον τούτο θα τεθή εν ισχύϊ κατά το Άρθρ.VIII.-Συμφώνως προς το άρθρ. 102 του Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών, ο Γενικός Γραμματεύς των Ηνωμ. Εθνών θα καταχωρήση και θα δημοσιεύση τας τροποποιήσεις, αίτινες εγένετο εις εκάστην Συμφωνίαν δια του παρόντος Πρωτοκόλλου, μετά των ημερομηνιών θέσεως εις εφαρμογήν των τροποποιήσεων τούτων. Άρθρ.ΙΧ. Το παρόν Πρωτόκολλον του οποίου το Σινικόν, Αγγλικόν, Γαλλικόν, Ρωσσικόν και Ισπανικόν κείμενον είναι εξ ίσου αυθεντικά θα κατατεθή εις τα αρχεία της Γραμματείας των Ηνωμ, Εθνών. Δεδομένου ότι αι Συμφωνίαι, Συμβάσεις και Πρωτόκολλα, αίτινες θα τροποποιηθούν συμφώνως προς το Παράρτημα, είναι συντεταγμένα μόνον εις την αγγλικήν και γαλλικήν γλώσσαν, το αγγλικόν και γαλλικόν κείμενον του Παραρτήματος θα είναι, εξ ίσου αυθεντικά κείμενα, το δε σινικόν, ρωσσικόν και ισπανικόν κείμενον θα αποτελούν μεταφράσεις. Ακριβές αντίγραφον του Πρωτοκόλλου περιλαμβάνον το Παράρτημα θα σταλή παρά του Γενικού Γραμματέως εις έκαστον των Μελών-Κρατών των Συμφωνιών, Συμβάσεων και Πρωτοκόλλων περί ναρκωτικών της 23 Ιαν. 1912, 11 Φεβρ. 1925, 19 Φεβρ. 1925, 13 Ιουλ. 1931, 27 Νοεμ. 1931 και 26 Ιουν. 1936 ως επίσης και εις όλα τα Μέρη των Ηνωμένων Εθνών και εις τα Κράτη μη μέλη, τα αναφερόμενα εις το άρθρ.IV. Εφ’ ο οι υπογεγραμμένοι δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλον εν ονόματι των οικείων αυτών Κυβερνήσεων, κατά τας ημερομηνίας, αίτινες αναγράφονται έναντι των οικείων αυτών υπογραφών. Εγένετο εις LAKE SUCCESS της πολιτείας της Νέας Υόρκης την 11 Δεκ. 1946. Ακολουθεί Παράρτημα του ανωτέρω Πρωτοκόλλου, δια του οποίου τροποποιούνται αι Διεθνείς Συμβάσεις Γενεύης της 11 Φεβρ. 1925, Γενεύης της 19 Φεβρ. 1925, Γενεύης της 13 Ιουλ. 1931, Μπανκόκ της 27 Νοεμ. 1931 και Γενεύης της 26 Ιουν. 1936. Το ανωτέρω πρωτόκολλον κατηργήθη δια του άρθρ. 44 της από 30 Μαρτ. 1961 συμβάσεως της Ν. Υόρκης, κυρωθείσης δια του Ν.Δ. 1105/1972 (κατωτ. αριθ. 9), εξαιρέσει των αποτελεσμάτων αυτού επί της συμβάσεως της 26 Ιουν. 1936 (της κυρωθείσης δια του Α.Ν. 911/1937, ανωτ. αριθ. 4). άρθρ.VII αυτού. Η ισχύς της παρούσης συμφωνίας άρχεται από της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, υποβληθήσεται δε προς κύρωσιν άμα τη επαναλήψει των εργασιών της Βουλής. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ Περί τροποποιήσεως των συμφωνιών, Συμβάσεων και Πρωτοκόλλων «περί ναρκωτικών συνομολογηθείσας εις Χάγην την 23ην Ιαν. 1912, εις Γενεύην την 11 Φεβρ. 1925 και 19ην Φεβρ.1925 και την 13ην Ιουλ. 1931, εις Μπανκόκ την 27ην Νοεμ. 1931 και εις Γενεύην την 26ην Ιουν. 1936. Τα Κράτη-μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου έχοντα υπ’ όψιν ότι βάσει Διεθνών Συμφωνιών, Συμβάσεων και Πρωτοκόλλων αφορωσών τα ναρκωτικά, αίτινες συνωμολογήθησαν την 23ην Ιαν. 1912, την 11ην Φεβρ. 1925, την 19ην Φεβρ. 1925, την 13ην Ιουλ. 1931, την 27ην Νοεμ. 1931 και 26 Ιουν. 1936, η Κοινωνία των Εθνών ήτο επιφορτισμένη με ωρισμένα καθήκοντα και λειτουργίας δια την συνέχισιν των οποίων είναι ανάγκη να ληφθή μέριμνα λόγω της διαλύσεως ταύτης, και έχουσα υπ’ όψιν ότι είναι σκόπιμον όπως τα καθήκοντα και αι λειτουργίαι αύται διεξάγονται εφεξής παρά των Ηνωμένων Εθνών και της Παγκοσμίου Οργανώσεως Υγείας ή της Προσωρινής Επιτροπής ταύτης, συνεφώνησαν επί των κάτωθι διατάξεων: Άρθρ.Ι.-Τα Κράτη-μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν μεταξύ των όπως, έκαστον εις ότι αφορά τας συμφωνίας, ων αποτελεί μέρος και συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου. προσδώσουν πλήρη νομικήν ισχύν και εφαρμογήν εις τας τροποποιήσεις τας γενομένας εις τας συμφωνίας τας αναγραφομένας εις το Παράρτημα του παρόντος Πρωτοκόλλου. Άρθρ.ΙΙ.-1.Συμφωνείται όπως μέχρις ότου ισχύση το Πρωτόκολλον το αφορών την Διεθνή Σύμβασιν περί ναρκωτικών της 19ης Φεβρ. 1925, ως και το τοιούτον το αφορών την Διεθνή Σύμβασιν περί περιορισμού της παρασκευής και διακανονισμού της διανομής των ναρκωτικών της 13ης Ιουλ. 1931, η Μόνιμος Κεντρική Επιτροπή και το Εποπτικόν Σώμα, ως ταύτα είναι ήδη συνεστημένα, συνεχίσουν την άσκησιν των λειτουργιών των. Αι τυχόν κεναί θέσεις της Μονίμου Κεντρικής Επιτροπής δύνανται να συμπληρωθούν κατά την περίοδον ταύτην παρά του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου. Σελ.850(α) Τεύχος 458-Σελ.122 2.Ο Γενικός Γραμματεύς των Ηνωμένων Εθνών εξουσιοδοτείται όπως αναλάβη αμέσως τα καθήκοντα τα μέχρι τούδε εκπληρούμενα παρά του Γενικού Γραμματέως της Κοινωνίας των Εθνών όσον αφορά τας Συμφωνίας, Συμβάσεις και Πρωτόκολλα, άτινα αναφέρονται εις το Παράρτημα του παρόντος Πρωτοκόλλου. 3.Κράτη αποτελούντα μέρη εις τινα των Συμφωνιών, αίτινες πρόκειται να τροποποιηθούν δια του παρόντος Πρωτοκόλλου, καλούνται όπως εφαρμόσουν τα τροποποιηθέντα κείμενα των Συμφωνιών τούτων ευθύς ως αι τροποποιήσεις τεθούν εν ισχύϊ και αν δεν ηδυνήθησαν να αποβούν έτι μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου. 4.Εάν αι τροποποιήσεις της Συμβάσεως περί ναρκωτικών της 19ης Φεβρ. 1925 ή αι τροποποιήσεις της Συμβάσεως περί περιορισμού της παρασκευής και διακανονισμού της διανομής των ναρκωτικών της 13ης Ιουλ. 1931 τεθούν εν ισχύϊ προτού η Παγκόσμιος Οργάνωσις Υγείας δυνηθή να αναλάβη τας λειτουργίας, αίτινες τη ανατίθενται βάσει των Συμβάσεων τούτων αι ανατεθειμέναι εις την Οργάνωσιν ταύτην, δια των τροποποιήσεων λειτουργίαι, θα ασκώνται προσωρινώς παρά της Προσωρινής Επιτροπής. Άρθρ.ΙΙΙ.-Αι λειτουργίαι αι ανατεθείσαι εις την Κυβέρνησιν των Κάτω Χωρών βάσει των άρθρ. 21 και 25 της Διεθνούς Συμβάσεως Οπίου, υπογραφείσης εις Χάγην την 23ην Ιαν. 1912 και εμπεπιστευμέναι εις τον Γενικόν Γραμματέα της Κοινωνίας των Εθνών τη συγκαταθέσει της Κυβερνήσεως των Κάτω Χωρών, δυνάμει της από 15ης Δεκ. 1920 αποφάσεως της Συνελεύσεως της Κοινωνίας των Εθνών θα ασκώνται εφεξής υπό του Γενικού Γραμματέως των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρ.IV.-Ευθύς μετά την ημερομηνίαν καθ’ ην τον παρόν πρωτόκολλον θα είναι ανοικτόν προς υπογραφήν, ο Γενικός Γραμματεύς θα προετοιμάση τα κείμενα των Συμφωνιών, Συμβάσεων και Πρωτοκόλλων, άτινα αναθεωρήθησαν συμφώνως με το παρόν Πρωτόκολλον και αποστείλη αντίγραφα, προς γνώσιν εις την Κυβέρνησιν εκάστου μέλους των Ηνωμένων Εθνών, ως και εκάστου Κράτους μη μέλους, προς το οποίον το Πρωτόκολλον τούτο εκοινοποιήθη παρά του Γενικού Γραμματέως. 593 34.Κ.β.5 Διεθνείς Συμβάσεις για τα Ναρκωτικά Άρθρον V.-Το παρόν Πρωτόκολλον θα είναι ανοικτόν προς υπογραφήν ή αποδοχήν οιουδήποτε εκ των Κρατών-Μερών των Συμφωνιών, Συμβάσεων και Πρωτοκόλλων περί ναρκωτικών της 23ης Ιαν. 1912, 11 Φεβρ. 1925, 19 Φεβρ. 1925, 13 Ιουλ. 1931, 27 Νοεμ. 1931 και 26 Ιουν. 1936 προς τα οποία ο Γενικός Γραμματεύς των Ηνωμένων Εθνών εκοινοποίησεν αντίγραφον του παρόντος Πρωτοκόλλου. Άρθρ.IV.Τα Κράτη δύνανται να γίνουν Μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου δια: α)υπογραφής άνευ επιφυλάξεως ως προς την έγκρισιν. β)Υπογραφής υπό την επιφύλαξιν της εγκρίσεως ακολουθημένης υπό αποδοχής. γ)Δια αποδοχής. Η αποδοχή θέλει γίνει δια της καταθέσεως εγγράφου φέροντος τον κεκανονισμένον τύπον παρά τω Γενικώ Γραμματεί των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρ.VII.-1.Το παρόν Πρωτόκολλον θέλει ισχύσει δι’ έκαστον Μέρος από της ημερομηνίας υπογραφής εξ ονόματος του Μέρους τούτου άνευ επιφυλάξεως ως προς την έγκρισιν ή από της ημερομηνίας της καταθέσεως του εγγράφου αποδοχής. 2.Αι τροποποιήσεις αι αναφερόμεναι εις το Παράρτημα του παρόντος Πρωτοκόλλου θα τεθούν εν ισχύϊ καθ’ όσον αφορά εκάστην Συμφωνίαν, Σύμβασιν ή Πρωτόκολλον όταν η πλειονότης των Μερών της περί ης πρόκειται Συμφωνίας, Συμβάσεως και Πρωτοκόλλου γίνουν Μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου.
289
10. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 691 της 12/16 Οκτ. 1970 (ΦΕΚ Α’ 221) Περί συμπληρώσεως των διατάξεων του Α.Ν. 451/1968 "περί αναδιοργανώσεως της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας". Άρθρ.1.-Αι διατάξεις του Ν.Δ. 169/1969 "περί τακτοποιήσεως των εκτάκτων υπαλλήλων των δημοσίων υπηρεσιών και των Ν.Π.Δ.Δ." εξαιρέσει των άρθρ. 5 και 12 παρ. 4, δεν έχουσιν εφαρμογήν επί του προσωπικού της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας. Άρθρ.2.-Δια Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Πρωθυπουργού και του Υπουργού επί των Οικονομικών, ορίζονται α)κατά κατηγορίας, κλάδους και αριθμόν αι θέσεις του πάσης ειδικότητος επιστημονικού προσωπικού του βοηθητικού των ειδικοτήτων τούτων, ως και αι θέσεις του εν γένει τεχνικού - εργατικού και υπηρετικού προσωπικού της Ε.Ε.Α.Ε., οριζομένου ότι το προσωπικόν των εν λόγω κατηγοριών προσλαμβάνεται μόνον επί συμβάσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου, β)τα της διαδικασίας επιλογής των προσλαμβανομένων και γ)πάσα επί του αντικειμένου τούτου λεπτομέρεια. Άρθρ.3.-1.Δια Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Πρωθυπουργού και του Υπουργού επί των Οικονομικών ρυθμίζονται άνευ περιορισμού από των διατάξεων του υπαλληλικού κώδικος και παντός άλλου συναφούς νόμου α) τα της οργανώσεως, συγκροτήσεως, λειτουργίας και αρμοδιοτήτων των διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών της Ε.Ε.Α.Ε., β) τα της συστάσεως και διαρθρώσεως κατά κατηγορία, κλάδους και βαθμούς των οργανικών θέσεων των εν λόγω υπηρεσιών, γ) τα της πληρώσεως αυτών, οριζομένου ότι κατά την πρώτην πλήρωσίν των εντάσσονται εις ταύτας κατά προτίμησιν διοριζόμενοι οι μέχρι της 15.11.1968 προσληφθέντες εφ’ οιαδήποτε σχέσει και μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος υπηρετούντες εις τας ρηθείσας υπηρεσίας έκτακτοι υπάλληλοι εφ’ όσον κρίνονται κατάλληλοι, δ) αι προϋποθέσεις, οι όροι, τα αρμόδια όργανα και η εν γένει τηρητέα διαδικασία προς πραγμάτωσιν της εντάξεως ταύτης ως και τα της θέσεως των κρινομένων ως μη εντακτέων, ε) τα του καθορισμού συγκροτήσεως και συνθέσεως των υπηρεσιακών και πειθαρχικών συμβουλίων του επί δημοσία σχέσει προσωπικού της Ε.Ε.Α.Ε., ς) τα της επικουρικής ασφαλίσεως αυτού και ζ)πάσα άλλη επί του αντικειμένου τούτου λεπτομέρεια. 2.Αι μετά την κατά την προηγουμένην παράγραφον ένταξιν απομένουσαι κεναί οργανικαί θέσεις των διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών της Ε.Ε.Α.Ε. δύναται κατά την πρώτην πλήρωσίν των να καταλαμβάνωνται και δια μετατάξεως υπαλλήλων εξ άλλων δημοσίων υπηρεσιών ή Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου επί τω αυτώ ή μισθολογικώς αντιστοίχω βαθμώ. Η τοιαύτη μετάταξις κατά παρέκκλισιν από πάσης ισχυούσης διατάξεως ενεργείται δι’ αποφάσεως του Πρωθυπουργού και του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού, εκδιδομένης μετά γνώμην των οικείων υπηρεσιακών συμβουλίων και δημοσιευομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι μετατασσόμενοι εξακολουθούν υπαγόμενοι εις τα ασφαλιστικά ταμεία εις α μετείχον προ της μετατάξεώς των. Άρθρ.4.-1.Κυρούνται ως γενόμεναι προς κάλυψιν επειγούσης υπηρεσιακής ανάγκης δι’ έλλειψιν παρά τη Ε.Ε.Α.Ε. οργανισμού προβλέποντος την παρ’ αυτή σύστασιν οργανικών θέσεων του πάσης κατηγορίας προσωπικού της, αι υπ’ αυτής συναφθείσαι συμβάσεις προσλήψεως ως εκτάκτων επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου, διαρκούντος μεν του έτους 1969, α) 5 Χημικών, β) 7 επιστημόνων φυσικών, γ)2 βιοχημικών - βιοφυσικών, δ)4 μηχανικών ηλεκτρολόγων πτυχιούχων ανωτάτης σχολής, ε) 2 μηχανικών ηλεκτρονικών, ς)2 φαρμακοποιών, ζ)μιας κοινωνικής λειτουργού, η) 6 διατρητριών ηλεκτρονικών υπολογιστών, θ)4 ραδιοηλεκτρολόγων πτυχιούχων τεχνικής σχολής, ι) 3 εργοδηγών κατασκευής τεχνικών έργων, ια) 4 χειριστών ηλεκτρονικών υπολογιστών, ιβ) 6 παρασκευαστών βοηθών εργαστηρίων, ιγ) 3 τεχνιτών εργαστηρίων, ιδ) ενός ραδιοτεχνίτου, ιε) 5 ειδικευμένων τεχνιτών, ις) ενός οδηγού αυτοκινήτων και ιζ) 8 υπηρετών (καθαριστριών φυλάκων), διαρκούντος δε του έτους 1970, α) ενός Γεωπόνου πτυχιούχου ανωτάτης γεωπονικής σχολής, β) 4 φυσικών, γ)ενός ηλεκτρολόγου μηχανολόγου, δ) δύο χημικών, ε) ενός Ιατρού Μικροβιολόγου, ς) ενός ειδικευμένου εις θέματα οργανώσεως της διοικήσεως υπηρεσιών, ζ) ενός ραδιοτεχνίτου πτυχιούχου τεχνικής σχολής, η) δύο παρασκευαστών βοηθών εργαστηρίων, θ) ενός ραδιοηλεκτρολόγου πτυχιούχου τεχνικής σχολής, ι) 3 τεχνικών εργαστηρίων και ια) ενός τεχνίτου ξυλουργού. Αι συμβάσεις αύται δύνανται επί τη αποφάσει των αρμοδίων οργάνων της Ε.Ε.Α.Ε. να παραταθώσιν από της λήξέως των και μέχρι της εκδόσεως των κατά τα άρθρ. 2 και 3 του παρόντος Β.Δ/των, πάντως δε, ουχί πέραν της 30.6.1971. Επί τη εκδόσει των Δ/των τούτων ή τη επελεύσει της εν λόγω χρονολογίας, αι συμβάσεις αύται λήγουσιν αυτοδικαίως, των μισθωτών τούτων απολυομένων άνευ οιαδήποτε καταγγελίας της συμβάσεως και καταβολής οιασδήποτε αποζημιώσεως. 2.Επιτρέπεται εις την Ε.Ε.Α.Ε. όπως προσλάβη επί συμβάσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προς κάλυψιν επειγουσών αναγκών της το ακόλουθον προσωπικόν, διατηρούμενον μέχρις εκδόσεως των κατά τα άρθρ. 1 και 2 του παρόντος Β.Δ/των και εν πάση περιπτώσει ουχί πέραν της 30.6.1971, α)2 φυσικών πτυχιούχων ανωτάτης σχο(Μετά την σελ. 832, 03(α) Σελ. 832,05 Τεύχος 408-Σελ.131 740 Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας 31.Ι.ν.10 λής, β) ενός φαρμακοποιού, γ) 4 ηλεκτρολόγων μηχανολόγων πτυχιούχων ανωτάτων σχολών, δ) 2 ιατρών βιοχημικών, ε) 6 χημικών, ς) ενός φυσιογνώστου γενετιστού πτυχιούχου ανωτάτης σχολής, ζ) 2 μαθηματικών, η) ενός ειδικού εις τα θέματα διοικήσεως, θ) ενός ειδικού εις οικονομικά θέματα, ι) ενός ραδιοηλεκτρολόγου πτυχιούχου τεχνικής σχολής, ια)ενός ραδιοτεχνίτου πτυχιούχου τεχνικής σχολής, ιβ) 2 ειδικευμένων ως χειριστών ηλεκτρονικών υπολογιστών, ιγ) ενός υπομηχανικού δομικών έργων πτυχιούχου τεχνικής σχολής και ιδ) ενός Μηχανουργού. Επί τη εκδόσει των ρηθέντων Β.Δ/των ή τη επελεύσει της ως άνω χρονολογίας, αι συμβάσεις προσλήψεως των μισθωτών τούτων λήγουσιν αυτοδικαίως και άνευ καταγγελίας ή καταβολής οιασδήποτε εκ μέρους του Δημοσίου αποζημιώσεως. Άρθρ.5.-Κυρούται δια του παρόντος η υπ’ αριθ. 116/1970 πράξις του Υπουργικού Συμβουλίου, δι’ ης ενεκρίθη η έκδοσις προσωρινού χρηματικού εντάλματος κατά τας διατάξεις των άρθρ. 32 και 33 του Ν.Δ. 321/1969 "περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού" εκ δραχ. 2.276.800 προς καταβολήν των αποδοχών των εν άρθρ. 4 παρ. 1 του παρόντος μισθωτών, εγγραφομένης σχετικής πιστώσεως εις τον προϋπολογισμόν. Άρθρ.6.-(Αντικαθίσταται το άρθρ. 24 Α.Ν. 451/ 1968, ανωτ. αριθ. 7). Άρθρ.7.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
349
2. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ αριθ. 585 της 27/29 Σεπτ. 1945 (ΦΕΚ Α΄ 242) (Διόρθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Α΄ 286/1945). Περί κυρώσεως του εν Αγίω Φραγκίσκω υπογραφέντος Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρον Μόνον.-Κυρούται ο εν Αγίω Φραγκίσκω τη 6η Ιουν. 1945 υπογραφείς Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών, περιλαμβάνων και το Καταστατικόν του Διεθνούς Δικαστηρίου ως και ο υπογραφείς υπό την αυτήν ημερομηνίαν Προσωρινός Διακανονισμός, ων το κείμενον έπεται εν αγγλικώ και γαλλικώ πρωτοτύποις και ελληνική μεταφράσει. ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΗΜΕΙΣ ΟΙ ΛΑΟΙ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΟΙ Όπως σώσωμεν τας επερχομένας γενεάς από την μάστιγα του πολέμου, ήτις δις εις το διάστημα μιας γενεάς επεσσώρευσεν άφατον θλίψιν εις την ανθρωπότητα. Όπως διακηρύξωμεν εκ νέου πίστιν εις τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, εις την αξιοπρέπειαν και την αξίαν του ανθρώπου, εις την ισότητα των δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών και Εθνών μεγάλων και μικρών. Όπως καθιερώσωμεν όρους υφ’ ους η Δικαιοσύνη και ο σεβασμός προς τας υποχρεώσεις αίτινες πηγάζουσιν εκ των συνθηκών και άλλων πηγών του διεθνούς δικαίου, δύνανται να τηρηθώσι και, Όπως ευνοήσωμεν τη κοινωνικήν πρόοδον και καλλίτερα επίπεδα ζωής εντός μεγαλυτέρας ελευθερίας. ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΤΟ Να είμεθα ανεκτικοί και να ζώμεν εν ειρήνη μετ’ αλλήλων ως καλοί γείτονες. Να ενώνωμεν τας δυνάμεις μας προς διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. Να εξασφαλίζωμεν δια της παραδοχής αρχών και της καθιερώσεως μεθόδων, όπως η ένοπλος βία μη χρησιμοποιήται ειμή εν τω κοινώ συμφέροντι και Να χρησιμοποιώμεν τον διεθνή Μηχανισμόν δια την προαγωγήν της Οικονομικής και Κοινωνικής προόδου απάντων των λαών, απεφασίσαμεν, Σελ. 164 Να ενώσωμεν τας προσπαθείας ημών δια την επίτευξιν των σκοπών τούτων. Επομένως αι οικείαι Κυβερνήσεις ημών δι’ αντιπροσώπων συνελθόντων εν τη πόλει του Αγίου Φραγκίσκου, επιδειξάντων τα πληρεξούσια αυτών ευρεθέντα εν απολύτω τάξει, συνεφώνησαν επί του κάτωθι Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών και δια του παρόντος ιδρύουσιν Διεθνή Οργανισμόν όστις θέλει επονομασθή "Ηνωμένα Έθνη". ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι Σκοποί και αρχαί Άρθρ.9.-1.Η Γενική Συνέλευσις θα αποτελήται εκ πάντων των Μελών των Ηνωμένων Εθνών. 2.Έκαστον Μέλος δεν θα έχη πλείονας των πέντε αντιπροσώπων εις την Γενικήν Συνέλευσιν. Σελ. 165 464 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.2 Καθήκοντα και Εξουσίαι Άρθρ.90.-1.Το Συμβούλιον Κηδεμονίας θα καταρτίση τον εσωτερικόν αυτού κανονισμόν, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου της εκλογής του Προέδρου του. 2.Το Συμβούλιον Κηδεμονίας θα συνέρχεται, αναλόγως των αναγκών, συμφώνως προς τον κανονισμόν του, όστις θα περιλαμβάνη διάταξιν δια την πρόσκλησιν συνεδριάσεων τη αιτήσει της πλειοψηφίας των μελών. Άρθρ.91.-Το Συμβούλιον Κηδεμονίας θα χρησιμοποιή, οσάκις είναι πρόσφορον, την συνδρομήν του Οικονομικού Συμβουλίου και των ειδικευμένων οργανώσεων εν σχέσει προς ζητήματα δι’ α αντιστοίχως ενδιαφέρονται. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧΙV Διεθνές Δικαστήριον Άρθρ.92.-Το Διεθνές Δικαστήριον θα αποτελή το κύριον δικαστικόν όργανον των Ηνωμένων Εθνών, θα λειτουργή τούτο συμφώνως προς το προσηρτημένον Καταστατικόν, όπερ βασίζεται επί του Καταστατικού του Διαρκούς Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαιοσύνης και αποτελεί ολοκληρωτικόν μέρος του παρόντος Χάρτου. Άρθρ.93.-1.Πάντα τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών αποτελούσιν αυτοδιαίως συμβαλλόμενα μέρη εις το Καταστατικόν του Διεθνούς Δικαστηρίου. 2.Κράτος όπερ δεν αποτελεί Μέλος των Ηνωμένων Εθνών δύναται να γίνη συμβαλλόμενον μέρος εις το Καταστατικόν του Διεθνούς Δικαστηρίου υπό όρους καθοριζομένους εκάστοτε υπό της Γεν. Συνελεύσεως, τη προτάσει του Συμβουλίου Ασφαλείας. Άρθρ.94.-1.Έκαστον Μέλος των Ηνωμένων Εθνών αναλαμβάνει την υποχρέωσιν να συμμορφούται προς την απόφασιν του Διεθνούς Δικαστηρίου επί πάσης υποθέσεως εν η είναι διάδικος. 2.Εάν διάδικος εν τινί υποθέσει παραλείψη να εκτελέση τας βαρυνούσας αυτόν υποχρεώσεις βάσει αποφάσεως εκδοθείσης υπό του Δικαστηρίου, ο έτερος διάδικος δύναται να προσφύγη εις το Συμβούλιον Ασφαλείας, όπερ δύναται, εάν νομίζη τούτο αναγκαίον, να προβή εις συστάσεις ή να αποφασίση επί των ληπτέων μέτρων προς εκτέλεσιν της αποφάσεως. Άρθρ.95.-Ουδεμία διάταξις του παρόντος Χάρτου θα παρεμποδίζη τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών του να εμπιστευθώσιν την επίλυσιν των διαφορών των εις άλλα Δικαστήρια, επί τη βάσει συμφωνιών ήδη ισχυουσών ή ενδεχομένως εν μέλλοντι συναφθησομένων. Άρθρ.96.-1.Η Γενική Συνέλευσις ή το Συμβούλιον Ασφαλείας δύνανται να ζητώσιν από το Διεθνές δικαστήριον, να γνωμοδοτήση επί οιουδήποτε νομικού θέματος. 2.Έτερα όργανα των Ηνωμένων Εθνών και ειδικευμέναι οργανώσεις, αίτινες ήθελον ενδεχομένως εξουσιοδοτηθή οποτεδήποτε υπό της Γενικής Συνελέυσεως προς τούτο, δύναται επίσης να ζητήσωσι γνωμοδοτήσεις του Δικαστηρίου επί νομικών ζητημάτων γεννωμένων εντός του πλαισίου της δραστηριότητος αυτών. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧV Γραμματεία Άρθρ.97.-Η Γραμματεία θα περιλαμβάνη ένα Γενικόν Γραμματέα και άπαν το προσωπικόν ου θα έχη ανάγκην ο Οργανισμός. Ο Γενικός Γραμματεύς θα διορίζεται υπό της Γενικής Συνελεύσεως τη προτάσει του Συμβουλίου Ασφαλείας. Θα είναι ο ανώτατος διοικητικός υπάλληλος του Οργανισμού. Άρθρ.98.-Ο Γενικός Γραμματεύς θα ενεργή υπό την ιδιότητά του ταύτην εις πάσας τας συνεδριάσεις της Γενικής Συνελεύσεως, του Συμβουλίου Ασφαλείας, του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου και του Συμβουλίου Κηδεμονίας, και θα εκτελή και όσα άλλα καθήκοντα του ανατίθενται υπό των οργάνων τούτων. Ο Γενικός Γραμματεύς θα υποβάλλη εις την Γενικήν Συνέλευσιν ετησίαν έκθεσιν επί του έργου του Οργανισμού. Άρθρ.99.-Ο Γενικός Γραμματεύς δύναται να εφιστά την προσοχήν του Συμβουλίου Ασφαλείας επί πάσης υποθέσεως ήτις, κατά την γνώμην του, δύναται να απειλήσει την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. Άρθρ.10.-Η Γενική Συνέλευσις δύναται να συζητήση οιαδήποτε ζητήματα ή θέματα εντός του πλαισίου του παρόντος Χάρτου ή σχετιζόμενα με τας εξουσίας και καθήκοντα οιουδήποτε εκ των οργάνων των προβλεπομένων εις τον παρόντα Χάρτην και, εκτός της περιπτώσεως του άρθρ. 12, δύναται να κάμνη προτάσεις εις τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών ή εις το Συμβούλιον Ασφαλείας ή εις αμφότερα επί οιουδήποτε παρομοίου ζητήματος ή θέματος. Άρθρ.100.-1.Κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων των ο Γενικός Γραμματεύς και το προσωπικόν δεν θα ζητώσιν ουδέ να λαμβάνωσι οδηγίας από οιανδήποτε Κυβέρνησιν ή από οιανδήποτε άλλην Αρχήν ξένην προς τον Οργανισμόν. Θα απέχουν πάσης πράξεως ήτις θα ηδύνατο να επιδράση επί της θέσεως αυτών ως διεθνών υπαλλήλων υπευθύνων μόνον προς την Οργάνωσιν. 3.Έκαστον Μέλος των Ηνωμένων Εθνών αναλαμβάνει την υποχρέωσιν να σεβασθή τον αποκλειστικώς διεθνή χαρακτήρα των καθηκόντων του Γενικού Γραμματεώς και του προσωΣελ. 177 476 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.2 πικού και να μη επιζητήση να τους επηρεάζη κατά την εκτέλεσιν αυτών. Άρθρ.101.-1.Το προσωπικόν θα διορίζεται υπό του Γενικού Γραμματέως συμφώνως προς κανόνας καθοριζομένους υπό της Γενικής Συνελεύσεως. 2.Ειδικόν προσωπικόν θα διορισθή μονίμως εις το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον, εις το Συμβούλιον Κηδεμονίας και, αναλόγως των αναγκών, εις άλλα όργανα των Ηνωμένων Εθνών. Το προσωπικόν τούτο θα αποτελή μέρος της Γραμματείας. 3.Η προέχουσα φροντίς κατά την πρόσληψιν του προσωπικού και τον καθορισμόν των όρων εργασίας θα είναι η ανάγκη της διασφαλίσεως των ανωτέρων προτύπων δραστηριότητος, αρμοδιότητος και ακεραιότητος. Δέουσα προσοχή θα πρέπη να αποδοθή εις την σπουδαιότητα της προσλήψεως του προσωπικού επί της ευρυτέρας δυνατής γεωργαφικής βάσεως. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧVI Διάφοροι Διατάξεις Άρθρ.102.-1.Εκάστη Συνθήκη και εκάστη Διεθνής Συμφωνία συναπτομένη υπό Μέλους των Ηνωμένων Εθνών μετά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος Χάρτου θα καταχωρήται κατά το δυνατόν ταχύτερον εις την Γραμματείαν και θα δημοσιεύεται απ’ αυτής. 2.Ουδέν συμβαλλόμενον μέρος εις τοιαύτην Συνθήκην ή Διεθνή Συμφωνίαν ήτις δεν κατεχωρήθη συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου δύναται να επικαλεσθή την Συνθήκην ή Συμφωνίαν ταύτην ενώπιον οργάνου τινος των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρ.103.-Εν περιπτώσει συγκρούσεως των κατά τον παρόντα Χάρτην υποχρεώσεων των Μελών των Ηνωμένων Εθνών προς τας υποχρεώσεις αυτών εξ οιασδήποτε άλλης Διεθνούς Συμφωνίας, θα προέχουσιν αι κατά τον παρόντα Χάρτην υποχρεώσεις αυτών. Άρθρ.104-Η Οργάνωσις θα απολαύη επί του εδάφους εκάστου των Μελών της της αναγκαίας δια την άσκησιν των καθηκόντων της και εκπλήρωσιν των σκοπών της ικονότητος δικαίου. Σελ. 178 Άρθρ.105.-1.Ο Οργανισμός θα απολαύη εις το έδαφος εκάστου των Μελών του πασών των προνομίων και ατελειών όσαι είναι αναγκαίαι δια την εκπλήρωσιν των σκοπών του. 2.Οι Αντιπρόσωποι των Μελών των Ηνωμένων Εθνών και οι υπάλληλοι του Οργανισμού θα απολαύωσι ομοίως πασών των προνομίων και ατελειών όσαι είναι αναγκαίαι δια την ανεξάρτητον άσκησιν των καθηκόντων των σχετιζομένων με τον Οργανισμόν. 3.Η Γενική Συνέλευσις δύναται να προβαίνη εις συστάσεις προς καθορισμόν των λεπτομερειών της εφαρμογής των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου ή δύναται προς τούτο να προτείνη συμβάσεις εις τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧVII Mεταβατικαί Διατάξεις Ασφαλείας Άρθρ.106.-Εν αναμονή της ενάρξεως της ισχύος τοιούτων ειδικών συμφωνιών, των αναφερομένων εις το άρθρ. 43, ώστε κατά την γνώμην του Συμβουλίου ασφαλείας, να καθίσταται τούτο ικανόν να άρξηται της εξασκήσεως των κατά των άρθρ. 42 καθηκόντων του, τα συμβαλλόμενα μέρη εις την Δήλωσιν των τεσσάρων Εθνών, την υπογραφείσαν εν Μόσχα τη 30η Οκτ. 1943, και η Γαλλία, θα συμβουλεύωνται άλληλα, συμφώνως προς τα διατάξεις της παρ. 5 της Δηλώσεως ταύτης, και, εάν η περίπτωσις το απαιτή, άλλα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών, επί τω σκοπώ τοιαύτης κοινής εξ ονόματος του Οργανισμού ενεργείας οια δύναται να είναι αναγκαία προς τον σκοπόν της διατηρήσεως της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. Άρθρ.107.-Ουδεμία διάταξις του παρόντος Χάρτου θίγει ή απαγορεύει ενέργειαν ενισχύσεως προς οιονδήποτε Κράτος, όπερ διαρκούντος του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξεν εχθρός προς οιονδήποτε υπογράφοντα τον παρόντα Χάρτην, ληφθείσαν ή επιτραπείσαν ως αποτέλεσμα του πολέμου τούτου υπό των εχουσών την ευθύνην της τοιαύτης ενεργείας Κυβερνήσεων. 477 40.Β.α.2 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧVII Τροποποιήσεις Άρθρ.108.-Τροποποιήσεις του παρόντος Χάρτου θα ισχύουν δι’ άπαντα τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών εάν γίνωσιν αποδεκταί δια των δύο τρίτων των ψήφων των Μελών της Γενικής Συνελεύσεως και επικυρωθώσιν κατά τους οικείους αυτών συνταγματικούς κανόνας υπό των δύο τρίτων των Μελών των Ηνωμένων Εθνών, συμπεριλαμβανομένων απάντων των μονίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Άρθρ.109.-1.Γενική Συνδιάσκεψις των Μελών των Ηνωμένων Εθνών δύναται να συγκληθή προς αναθεώρησιν του παρόντος Χάρτου, εις τόπον και χρόνον ορισθησόμενον υπό των δύο τρίτων των ψήφων των Μελών της Γενικής Συνελεύσεως και δια ψήφου (επτά) οιωνδήποτε Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. ΄Εκαστον μέλος των Ηνωμένων Εθνών θα έχη εν τη Συνδιασκέψει ένα ψήφον. Η εντός ( ) λέξις (επτά) αντικατεστάθη δια της λέξεως «εννέα» δια του άρθρου μόνου Ν.Δ. 155/1969 (κατωτ. αριθ. 16) 2.Πάσα μεταβολή του παρόντος Χάρτου προτεινομένη δια της ψήφου των δύο τρίτων της Συνδιασκέψεως, θα ισχύη αφ’ ης επικυρωθή κατά τους οικείους αυτών Συνταγματικούς κανόνας υπό των δύο τρίτων των Μελών των Ηνωμένων Εθνών συμπεριλαμβανομένων απάντων των μονίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. 3.Εάν τοιαύτη Συνδιάσκεψις δεν συνεκλήθη προ της δεκάτης ετησίας Συνόδου της Γενικής Συνελεύσεως από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Χάρτου, η πρότασις προς πρόσκλησιν τοιαύτης Συνδιασκέψεως θα αναγραφή εις την ημερησίαν Διάταξιν της Συνόδου ταύτης της Γενικής Συνελεύσεως και η Συνδιάσκεψις θα συνέλθη εάν ούτως αποφασισθή δια πλειοψηφίας των Μελών της Γενικής Συνελεύσεως και δια ψήφου επτά οιωνδήποτε Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧΙΧ Επικύρωσις και υπογραφή Άρθρ.11.-1.Η Γεν. Συνέλευσις δύναται να εξετάζη τας γενικάς αρχάς συνεργασίας προς διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας, περιλαμβανομένων και των αρχών των διεπουσών τον αφοπλισμόν και την ρύθμισιν των εξοπλισμών, και δύναται να κάμνη προτάσεις, όσον αφορά τας αρχάς ταύτας, προς τα Μέλη ή το Συμβούλιον Ασφαλείας ή και εις αμφότερα. 2.Η Γενική Συνέλευσις δύναται να συζητή παν ζήτημα αναφερόμενον εις την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας όπερ ήθελεν αχθή ενώπιον αυτής υπό οιουδήποτε Μέλους των Ηνωμένων Εθνών, ή υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας ή υπό Κράτους τινός όπερ δεν είναι Μέλος των Ηνωμένων Εθνών, συμφώνως τω Άρθρ.110.-1.Ο παρών Χάρτης θα επικυρωθή υπό των υπογραφόντων Κρατών κατά τους οικείους αυτών Συνταγματικούς κανόνας. 2.Αι επικυρώσεις θα κατατεθούν παρά τη Κυβερνήσει των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ήτις θα ανακοινώση εκάστην κατάθεσιν εις όλα τα υπογράφοντα Κράτη ως και εις τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού όταν ούτος διορισθή. 3.Ο παρών Χάρτης θα ισχύση άμα τη καταθέσει των επικυρώσεων υπό της Δημοκρατίας της Κίνας, της Γαλλίας, της Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστι κών Δημοκρατιών, του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεττανίας και Νοτίου Ιρλανδίας, και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Ευθύς ως γίνη τούτο θα συνταχθή υπό της κυβερνήσεως των Ηνωμένων Πολιτειών πρακτικόν περί της καταθέσεως των επικυρώσεων, ήτις θα κοινοποιήση αντίγραφον τούτου εις όλα τα υπογράφοντα Κράτη. 4.Τα υπογράφοντα τον παρόντα Χάρτην Κράτη άτινα επικυρώνουσιν αυτόν μετά την έναρξιν της ισχύος του, θα καταστώσιν αρχικά Μέλη των Ηνωμένων Εθνών την ημέραν της καταθέσεως της ιδίας αυτών επικυρώσεως. Άρθρ.111.-Ο παρών Χάρτης, ου τα Κινεζικόν, Γαλλικόν, Ρωσσικόν, Αγγλικόν και Ισπανικόν κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά, θα παραμείνη κατατεθειμένος εις τα Αρχεία της Κυβερνήσεως των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Δεόντως κεκυρωμένα αντίγραφα τούτου θα διαβιβασθώσιν υπό της Κυβερνήσεως ταύτης εις τας Κυβερνήσεις των λοιπών υπογραφόντων Κρατών. Εις πίστωσιν τούτων οι αντιπρόσωποι των Κυβερνήσεων των Ηνωμένων Εθνών υπέγραψαν τον παρόντα Χάρτην. Εγένετο εν τη πόλει του Αγίου Φραγκίσκου την εικοστήν έκτην Ιουνίου χίλια εννεακόσια τεσσαράκοντα πέντε. ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΝ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (Παρατίθεται κατωτέρω σελ. 199) ΠΡΩΣΩΡΙΝΟΣ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ Συναφθείς υπό των Κυβερνήσεων των Αντιπροσωπευομένων εις την συνδιάσκεψιν των Ηνωμένων Εθνών δια την Διεθνή Οργάνωσιν. (Αφεώρα σύστασιν Προπαρασκευαστικής Επιτροπής των Ηνωμ. Εθνών, ίνα λάβη τα προσωρινά μέτρα δια τας πρώτας συνόδους της Γεν. Συνελεύσεως του Συμβουλίου Ασφαλείας κλπ., παρασκευάση τας ημερησίας διατάξεις κλπ. προπαρασκευάση προτάσεις σχετικώς προς την σύστασιν της Γεν. Γραμματείας κλπ. Η Επιτροπή θα έπαυε να υφίσταται από της εκλογής του Γεν. Γραμματέως του Οργανισμού). Δηλούμεν ότι, υπογραφέντος εν Αγίω Φραγκίσκω τη 26η Ιουν. 1945 του Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών, περιλαμβάνοντος και το Καταστατικόν του προβλεπομένου υπ’ αυτού Διεθνούς Δικαστηρίου, ως και του υπό την αυτήν ημερομηνίαν Προσωρινού Διακανονισμού. Αποδεχόμεθα, εγκρίνομεν και επικυρούμεν τον Χάρτην τούτον και τον Προσωρινόν Διακανονισμόν κατά πάντας αυτών τους ορισμούς, υποσχόμενοι να τηρώμεν αυτούς πιστώς και να μη παραβώμεν αυτούς. (Αντί της σελ. 179) Σελ. 179(α) 361-095 478 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.2 Εις πίστωσιν των ανωτέρω υπεγράψαμεν την επικύρωσιν ταύτην και διετάξαμεν την σήμανσιν αυτής δια της σφραγίδος του Ημετέρου Βασιλείου. άρθρ. 35, παρ. 2, και, εξαιρέσει των προβλεπομένων υπό του άρθρ. 12, δύναται να κάμνη προτάσεις περί παντός τοιούτου ζητήματος προς το ενδιαφερόμενον κράτος, ή τα ενδιαφερόμενα κράτη ή προς το Συμβούλιον Ασφαλείας ή και προς αμφότερα. Οιονδήποτε τοιούτον ζήτημα όπερ απαιτεί ενέργειαν, θα παραπέμπηται εις το Συμβούλιον Ασφαλείας υπό της Γεν. Συνελεύσεως προ ή κατόπιν συζητήσεως. 3.Η Γενική Συνέλευσις δύναται να επισύρη την προσοχήν του Συμβουλίου Ασφαλείας επί καταστάσων, αίτινες θα ηδύναντο να θέσωσιν εν κινδύνω την διεθνή ειρήνην και ασφάλειαν. 4.Αι εξουσίαι της Γενικής Συνελεύσεως αι καθοριζόμεναι εις το παρόν άρθρον δεν περιορίζουν την γενικήν έκτασιν του άρθρ. 10. Άρθρ.12.-Εφ’ όσον το Συμβούλιον Ασφαλείας ασκή εν σχέσει προς οιανδήποτε διαφοράν ή κατάστασιν, τα καθήκοντα τα προβλεπόμενα υπό του παρόντος Χάρτου, η Γενική Συνέλευσις δεν θα υποβάλλη προτάσεις αναφορικώς με την εν λόγω διαφοράν ή κατάστασιν, εκτός εάν ζητήση τούτο το Συμβούλιον Ασφαλείας. Σελ. 166 2.Ο Γενικός Γραμματεύς, τη συναινέσει του Συμβουλίου Ασφαλείας, θα ανακοινή εις την Γενικήν Συνέλευσιν καθ’ εκάστην σύνοδον πάντα τα ζητήματα τα σχετικά προς την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας άτινα συζητούνται υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας και ομοίως θα ειδοποιή την Γενικήν Συνέλευσιν ή τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών, εάν η Γενική Συνέλευσις δεν ευρίσκεται εν συνόδω, ευθύς ως το Συμβούλιον Ασφαλείας παύση να ασχολήται με τα ζητήματα ταύτα. Άρθρ.13.-1.Η Γενική Συνέλευσις θα εγκαινιάση μελέτας και θα κάμνη προτάσεις προς τον σκοπόν όπως: α.Προαγάγη την διεθνή συνεργασίαν επί του πολιτικού πεδίου και ενθαρρύνη την προοδευτικήν ανάπτυξιν του διεθνούς δικαίου και την κωδικοποίησιν αυτού. β.Προαγάγη την διεθνή συνεργασίαν εις το οικονομικόν, κοινωνικόν, εκπολιτιστικόν, εκπαιδευτικόν και υγιειονομικόν πεδίον και υποβοηθήση την πραγμάτωσιν των δικαιωμάτων των ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών δια πάντας άνευ διακρίσεως, φυλής, φύλου, γλώσσης ή θρησκείας. 2.Αι περαιτέρω ευθύναι, καθήκοντα και εξουσίαι της Γενικής Συνελεύσεως, όσον αφορά τα ζητήματα τα αναφερόμενα εις την ανωτέρω παρ. 1(β) εκτίθενται εις τα Κεφάλαια ΙΧ και Χ. Άρθρ.14.-Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του άρθρ. 12 η Γενική Συνέλευσις δύναται να προτείνη μέτρα δια την ειρηνικήν διευθέτησιν πάσης καταστάσεως, ανεξαρτήτως του πώς προεκλήθη αύτη, ην αύτη θεωρή ως δυναμένην να βλάψη την γενικήν ευημερίαν ή τας φιλικάς σχέσεις μεταξύ των εθνών, συμπεριλαμβανομένων των καταστάσεων των προερχομένων εκ παραβιάσεως τινός των εν τω παρόντι Χάρτη εκτιθεμένων Σκοπών και Αρχών των Ηνωμένων Εθνών. 465 40.Β.α.2 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών Aρθρ.15.-1.Η Γενική Συνέλευσις θα λαμβάνη και θα εξετάζη ετησίας και ειδικάς εκθέσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αι εκθέσεις αύται δέον να περιλαμβάνωσι απολογισμόν των αποφασισθέντων ή ληφθέντων μέτρων παρά του Συμβουλίου Ασφαλείας προς διατήρησιν της Διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. H Γενική Συνέλευσις θα λαμβάνη και θα εξετάζη εκθέσεις των άλλων οργάνων των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρ.16.-Η Γενική Συνέλευσις θα εκτελή εν σχέσει με το διεθνές σύστημα Κηδεμονίας, τα καθήκοντα τα καθοριζόμενα δι’ αυτό υπό των Κεφαλαίων ΧΙΙ και ΧΙΙΙ συμπεριλαμβανομένης και της εγκρίσεως των συμφωνιών Κηδεμονίας δια παροχάς μη χαρακτηριζομένας ως στρατηγικάς. Άρθρ.1.-Σκοποί των Ηνωμένων Εθνών είναι οι εξής: 1.Να διατηρώσι την διεθνή ειρήνην και ασφάλειαν και προς τούτο να λαμβάνωσι τελεσφόρα συλλογικά μέτρα δια την πρόληψιν και αποτροπήν των απειλών κατά της ειρήνης και δια την καταστολήν επιθετικών ενεργειών ή άλλων διαταράξεων της Ειρήνης, και να επιτυγχάνωσι, δι’ ειρηνικών μέσων και συμφώνως προς τας αρχάς της δικαιοσύνης και του διεθνούς δικαίου την διευθέτησιν ή διακανονισμόν διεθνών διαφορών ή καταστάσεων αίτινες θα ηδύναντο να οδηγήσωσι εις την διατάραξιν της ειρήνης. 2.Να αναπτύτωσι φιλικάς σχέσεις μεταξύ των Εθνών, βασιζομένας εις τον σεβασμόν προς αρχήν της ισότητος των δικαιωμάτων και της αυτοδιαθέσεως των λαών και να λαμβάνωσι άλλα κατάλληλα μέτρα προς ενίσχυσιν της παγκοσμίου ειρήνης. 3.Να επιτυγχάνωσι διεθνή συνεργασίαν επιλύοντες τα διεθνή προβλήματα οικονομικής, κοινωνικής, εκπολιτιστικής και ανθρωπιστικής φύσεως και προάγοντες και ενθαρρύνοντες τον σεβασμόν προς τα δικαιώματα του ανθρώπου και τας θεμελιώδεις ελευθερίας δια πάντας άνευ διακρίσεως φυλής, φύλου, γλώσσης ή θρησκείας, και 4.Να ώσι κέντρον δια την εναρμόνισιν της δράσεως των Εθνών προς επίτευξιν των κοινών τούτων σκοπών. 463 40.Β.α.2 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών Άρθρ.17.-1.Η Γενική Συνέλευσις θα εξετάζη και θα εγκρίνη τον προϋπολογισμόν του Οργανισμού. 2.Αι δαπάναι του Οργανισμού θα βαρύνωσι τα Μέλη κατά την γινομένην υπό της Γενικής Συνελεύσεως κατανομήν. 3.Η Γενική Συνέλευσις θα εξετάζη και θα εγκρίνη πάντα διακανονισμόν οικονομικόν ή προϋπολογισμού μετά των ειδικευμένων οργανώσεων των αναφερομένων εν άρθρ. 57 και θα εξετάζη τους διοικητικούς προϋπολογισμούς των τοιούτων ειδικευμένων οργανώσεων προς τον σκοπόν του να προβαίνη εις προτάσεις προς τας ενδιαφερομένας οργανώσεις. Ψηφοφορία Άρθρ.18.-1.Έκαστον μέλος της Γενικής Συνελεύσεως θα έχη μίαν ψήφον. 2.Αι Αποφάσεις της Γενικής Συνελεύσεως επί σοβαρών ζητημάτων θα λαμβάνωνται κατά πλειοψηφίαν των δύο τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων Μελών.Μεταξύ των ζητημάτων τούτων συγκαταλέγονται: Προτάσεις αφορώσαι τη διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας, την εκλογήν των μη μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, την εκλογήν των μελών του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου, την εκλογήν των μελών του Συμβουλίου Κηδεμονίας συμφώνως τη παρ.1(γ) του Άρθρ. 86, την αποδοχήν νέων Μελών μεταξύ των Ηνωμένων Εθνών, την αναστολήν των δικαιωμάτων και προνομίων της ιδιότητος του Μέλους, την αποβολήν Μελών, ζητήματα αναφερόμενα εις την λειτουργίαν του συστήματος Κηδεμονίας και ζητήματα προϋπολογισμού. 3.Αποφάσεις επί άλλων ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένου και του καθορισμού προσθέτων κατηγοριών ζητημάτων, εφ’ ων θα λαμβάνεται απόφασις δια πλειοψηφίας των δύο τρίτων,θα λαμβάνωνται υπό της πλειοψηφίας των παρόντων και ψηφιζόντων Μελών. Άρθρ.19.-Μέλος των Ηνωμένων Εθνών,όπερ ήθελε καθυστερήσει την καταβολήν των συνδρομών του προς τον Οργανισμόν δε θα έχη ψήφον εν τη Γεν. Συνελεύσει εάν το καθυστερούμενον υπ’ αυτού ποσόν είναι ίσον ή υπερβαίνη τας οφειλομένας υπ’ αυτού συνδρομάς των προηγουμένων δύο πλήρων ετών. Η Γενική Συνέλευσις δύναται, ουχ’ ήττον, να επιτρέψη εις τοιούτο Μέλος να ψηφίση, εάν βεβαιωθή ότι η μη πληρωμή οφείλεται εις συνθήκας, ανεξαρτήτους της θελήσεώς του. Συνεδρίαι Άρθρ.20.-Η Γενική Συνέλευσις θα συνέρχεται εις τακτικήν ετησίαν σύνοδον και οσάκις ήθελον απαιτήσει τούτο αι περιστάσεις, εις εκτάκτους τοιαύτας. Αι έκτακτοι σύνοδοι θα συγκαλούνται υπό του Γενικού Γραμματέως τη αιτήσει του Συμβουλίου Ασφαλείας ή της πλειοψηφίας των Μελών του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρ.21.-Η Γενική Συνέλευσις θα καταρτίση τον εσωτερικόν αυτής Κανονισμόν. Θα εκλέγη τον Πρόεδρον αυτής δι’ εκάστην σύνοδον. Άρθρ.22.-Η Γενική Συνέλευσις θα συγκροτή όσα κρίνη αναγκαίον βοηθητικά όργανα δια την εκτέλεσιν των καθηκόντων της. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ V Συμβούλιον Ασφαλείας Σύνθεσις Άρθρ.23.-1.Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα συγκροτείται εξ (ένδεκα) Μελών των Ηνωμένων Εθνών. Η Δημοκρατία της Κίνας, η Γαλλία, η Ένωσις των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, το Ηνωμένον Βασίλειον Μεγάλης Βρεττανίας και Βορείου Ιρλανδίας και αι Ηνωμέναι Πολιτείαι της Αμερικής θα είναι μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η Γενική Συνέλευσις θα εκλέγη (έξ) έτερα Μέλη εκ των Ηνωμένων Εθνών ως μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, λαμβανομένης δεόντως υπ’ όψει εν πρώτοις της συμβολής των διαφόρων Μελών των Ηνωμένων Εθνών εις την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας και εις τους άλλους σκοπούς του Οργανισμού,ως επίσης και της δικαίας κατανομής από απόψεως γεωγραφικής θέσεως. Τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας ηυξήθησαν εις δεκαπέντε, τα δε μη μόνιμα μέλη εις δέκα δια της υπ’ αριθ. 1991 της 17 Δεκ. 1963 αποφάσεως της Γεν. Συνελεύσεως του Ο.Η.Ε., κυρωθείσης δια του Νόμ. 4460/1965. Δια της αυτής αποφάσεως απεφασίσθη όπως τα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας Σελ. 167 466 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.2 εκλέγωνται ως ακολούθως: α)Πέντε εκ των Αφρικανικών και Ασιατικών Κρατών. β)Εν εκ των Κρατών της Ανατολικής Ευρώπης. γ)Δύο εκ των Λατινοαμερικανικών Κρατών. δ)Δύο εκ των Κρατών Δυτικής Ευρώπης και ετέρων Κρατών. 2.Τα μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας θα εκλέγωνται δια περίοδον δύο ετών. «Κατά την πρώτην εκλογήν των μη μονίμων μελών, μετά την αύξησιν των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας από ένδεκα εις δεκαπέντε δύο εκ των τεσσάρων (επιπροσθέτων) νέων μελών θα εκλεγούν δια θητείαν ενός έτους». Εξερχόμενον δεν θα είναι αμέσως επανεκλέξιμον. Το εντός « » δεύτερον εδάφιον διετυπώθη ως άνω δια της αυτής υπ’ αριθ. 1991 αποφάσεως Γ.Σ. του Ο.Η.Ε. κυρωθείσης δια του Νόμ. 4460/ 1965. 3.Έκαστον μέλος του Συμουλίου θα έχη ένα αντιπρόσωπον. Καθήκοντα και εξουσίαι Άρθρ.24.-1.Ίνα εξασφαλισθή ταχεία και αποτελεσματική δράσις των Ηνωμένων Εθνών, τα Μέλη αυτών αναθέτωσι εις το Συμβούλιον Ασφαλείας την κυρίαν ευθύνην δια την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας και συμφωνούσιν ότι εν τη εκτελέσει των εκ της ευθύνης ταύτης καθηκόντων του το Συμβούλιον Ασφαλείας ενεργεί εξ ονόματός των. 2.Το Συμβούλιον Ασφαλείας εν τη εκτελέσει των καθηκόντων του τούτων θα ενεργή συμφώνως προς τους σκοπούς και τας αρχάς των Ηνωμένων Εθνών. Αι ειδικαί εξουσίαι,αι απονεμόμεναι εις το Συμβούλιον Ασφαλείας προς εκπλήρωσιν των καθηκόντων του τούτων καθορίζονται εις τα Κεφάλαια VI, VII, VIII και ΧΙΙ. 3.Το Συβούλιον Ασφαλείας θα υποβάλλη εις την Γενικήν Συνέλευσιν ετησίας και οσάκις είναι αναγκαίον ειδικάς εκθέσεις προς εξέτασιν υπ’ αυτής. Άρθρ.25.-Τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών συμφωνούσιν όπως αποδέχωνται και εκτελώσι τας αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας συμφώνως προς τον παρόντα Χάρτην. Σελ. 168 Άρθρ.26.-Το Συμβούλιον Ασφαλείας, όπως προαγάγη την εγκαθίδρυσιν και διατήρησιν διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας με την ελαχίστην χρησιμοποίησιν των οικονομικών και ανθρωπίνων πόρων του κόσμου, δι’ εξοπλισμούς θα είναι επιφορτισμένον βοηθούμενον και υπό της Επιτροπής του Στρατιωτικού Επιτελείου της αναφερομένης εις το άρθρ. 47 να καταρτίζη σχέδια υποβλητέα εις τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών δια την εγκαθίδρυσιν συστήματος ρυθμίσεως των εξοπλισμών. Ψηφοφορία Άρθρ.2.-Ο Οργανισμός και τα Μέλη του, εν τη επιδιώξει των σκοπών των εν άρθρ. 1 εκτιθεμένων, θα ενεργώσι συμφώνως προς τας ακολούθους αρχάς. 1.Ο Οργανισμός βασίζεται επί της αρχής της κυριάρχου ισότητος όλων των Μελών του. 2.Πάντα τα Μέλη, επί σκοπώ όπως εξασφαλισθώσιν εις άπαντα εξ αυτών τα δικαιώματα και τα πλεονεκτήματα τα απορρέοντα εκ της ιδιότητος αυτών ως Μελών, οφείλουσι τα εκπληρώσι καλή τη πίστει τας υποχρεώσεις τας αναλαμβανομένας υπ’ αυτών κατά τον παρόντα Χάρτην. 3.Πάντα τα Μέλη οφείλουσι να διακανονίζωσι τας διεθνείς των διαφοράς δι’ ειρηνικών μέσων, κατά τοιούτον τρόπον, ώστε η διεθνής ειρήνη, ασφάλεια και δικαιοσύνη να μη τίθενται εν κινδύνω. 4.Πάντα τα Μέλη θα απέχωσι εις τας διεθνείς αυτών σχέσεις της απειλής ή χρήσεως βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητος ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οιουδήποτε Κράτους ή καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον ασυμβίβαστον προς τους σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών. 5.Πάντα τα Μέλη θα δίδωσιν εις τον Οργανισμόν των Ηνωμένων Εθνών πάσαν συνδρομήν εις οιανδήποτε ενέργειαν, εις την οποίαν ήθελεν ούτος προβή συμφώνως προς τον παρόντα Χάρτην, και θα αποφεύγωσι την παροχήν συνδρομής εις οιονδήποτε Κράτος, εναντίον του οποίου τα Ηνωμένα Έθνη λαμβάνουσι προληπτικά ή εξαναγκαστικά μέτρα. 6.Ο Οργανισμός θα εξασφαλίζη ώστε τα Κράτη άτινα δεν είναι Μέλη των Ηνωμένων Εθνών να ενεργώσι συμφώνως προς τας αρχάς ταύτας, εφ’ όσον τούτο είναι αναγκαίον δια την τήρησιν της Διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. 7.Ουδεμία διάταξις εκ των διαλαμβανομένων εις τον παρόντα Χάρτην θα παρέχη το δικαίωμα εις τα Ηνωμένα Έθνη να επεμβαίνωσιν εις ζητήματα ανήκοντα ουσιαστικώς εις την εσωτερικήν δικαιοδοσίαν οιουδήποτε Κράτους ή θα υποχρεοί τα Μέλη να υποβάλλωσιν παρόμοια ζητήματα προς διακανονισμόν κατά τον παρόντα Χάρτην. Η αρχή αύτη εν τούτοις δεν θα παρεμποδίζη την εφαρμογήν εξαναγκαστικών μέτρων κατά το κεφάλαιον VII. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VI Μέλη Άρθρ.27.-1.Έκαστον μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας θα έχη μίαν ψήφον. 2.Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας επί ζητημάτων διαδικασίας θα λαμβάνωνται δια της συμφώνου ψήφου (επτά) μελών. 3.Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας εφ’ όλων των άλλων ζητημάτων θα λαμβάνωνται δια της συμφώνου ψήφου (επτά) μελών, συμπεριλαμβανομένων των συμφώνων ψήφων των μονίμων μελών, υπό το όρον ότι, επί αποφάσεων, περί ων το Κεφάλαιον VI και η παρ. 3 του Άρθρ. 52, ο διάδικος εις την διένεξιν θα απέχη της ψηφοφορίας. Η λέξις (επτά) των παρ. 2 και 3 αντικατεστάθη δια της λέξεως «εννέα» δια της υπ’ αριθ. 1991/1963 αποφάσεως της Γεν. Συνελεύσεως Ο.Η.Ε. κυρωθείσης δια τον Νόμ. 4461/1965. Διαδικασία Άρθρ.28.-1.Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα οργανωθή κατά τοιούτον τρόπον ώστε να λειτουργεί συνεχώς. Προς τον σκοπόν τούτον έκαστον μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας θα αντιπροσωπεύεται πάντοτε εις έδραν του Οργανισμού. 2.Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα συνεδριάζη περιοδικώς οπότε έκαστον των μελών του θα δύναται, εάν ούτω επιθυμή, να εκπροσωπήται δι’ ενός μέλους της Κυβερνήσεως ή δι’ ετέρου αντιπροσώπου ειδικώς διοριζομένου. 3.Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα δύναται να συνεδριάζη εις μέρη άλλα πλην του τόπου της έδρας του Οργανισμού, οσάκις τούτο κατά την κρίσιν του θα διευκολύνη καλλίτερον το έργον του. 467 40.Β.α.2 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών Άρθρ.29.-Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα δύναται να συστήση τα βοηθητικά όργανα, άτινα ήθελε κρίνει αναγκαία δια την εκπλήρωσιν των καθηκόντων του. Άρθρ.30.-Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα καταρτίση τον εσωτερικόν κανονισμόν αυτού, συμπεριλαμβανομένου και του τρόπου της εκλογής του Προέδρου του. Άρθρ.31.-Παν Μέλος των Ηνωμένων Εθνών, όπερ δεν τυγχάνει Μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, δύναται να μετέχη άνευ ψήφου, εις την συζήτησιν οιουδήποτε ζητήματος παραπεμφθέντος ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας, και οσάκις το Συμβούλιον κρίνει ότι τα συμφέροντα του Μέλους εκείνου ειδικώς θίγονται. Άρθρ.32.-Παν μέλος των Ηνωμένων Εθνών, όπερ δεν τυγχάνει Μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας ή οιονδήποτε Κράτος, όπερ δεν τυγχάνει Μέλος των Ηνωμένων Εθνών, εάν είναι διάδικον μέρος εις διαφοράν τινά συζητουμένην υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας, θέλει προσκαλήται να συμμετέχη άνευ ψήφου εις την συζήτησιν επί της εν λόγω διαφοράς. Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα καθορίζη τους όρους, ως ήθελε κρίνη δίκαιον, δια την τοιαύτην συμμετοχήν Κράτους τινός μη Μέλους των Ηνωμένων Εθνών. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VI Eιρηνική διευθέτησις των διαφορών Άρθρ.33.-1.Τα ενδιαφερόμενα μέρη εις πάσαν διαφοράν ήτις δια της παραστάσεως της δύναται να θέση εν κινδύνω την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας,θα επιζητούν πρωτίστως την λύσιν της διαφοράς δια διαπραγματεύσεων, ερεύνης, μεσολαβήσεως, συνδιαλλαγής, διαιτησίας, δικαστικού διακανονισμού, προσφυγής εις τοπικάς οργανώσεις ή διευθετήσεις ή άλλων ειρηνικών μέσων της εκλογής των. 2.Το Συμβούλιον Ασφαλείας, θα καλή τα διαφωνούντα μέρη, οπόταν κρίνη τούτο αναγκαίον, να λύωσι τας διαφοράς των δια τοιούτων μέσων. Άρθρ.34.-Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα δύναται να εξετάζη πάσαν διαφοράν, ή πάσαν κατάστασιν, ήτις θα ηδύντατο να οδηγήση εις διεθνή προστριβήν ή να εγείρη διενέξεις, προς τον σκοπόν όπως αποφανθή εάν η εξακολούθησις της διαφοράς ή καταστάσεως θα ηδύνατο να επαπειλήση την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. Άρθρ.35.-1.Οιονδήποτε Μέλος των Ηνωμένων Εθνών θα δύναται να φέρη οιανδήποτε διαφοράν ή οιανδήποτε κατάστασιν φύσεως τοιαύτης ως εν άρθρ. 34 αναφέρεται, ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας ή της Γενικής Συνελεύσεως. 2.Κράτος το οποίον δεν είναι Μέλος των Ηνωμένων Εθνών, δύναται να φέρη ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας ή της Γενικής Συνελεύσεως οιανδήποτε διαφοράν, εις την οποίαν αυτό είναι εν των διαφερομένων μερών, εάν αποδέχηται εκ των προτέρων, εις ό,τι αφορά εις την διαφοράν, τας υποχρεώσεις ειρηνικού διακανονισμού, ας προβλέπει ο παρών Χάρτης. 3.Αι εργασίαι της Γενικής Συνελεύσεως εν σχέσει με ζητήματα φερόμενα ενώπιον αυτής κατά το παρόν άρθρον, θα υπόκεινται εις τας διατάξεις των άρθρ. 11 και 12. Άρθρ.3.-Αρχικά Μέλη των Ηνωμένων Εθνών θα είναι τα Κράτη, άτινα μετασχόντα εις την εν Αγίω Φραγκίσκω Συνδιάσκεψιν των Ηνωμένων Εθνών επί της Διεθνούς Οργανώσεως ή υπογράψαντα προγενεστέρως την δήλωσιν των Ηνωμένων Εθνών της 1ης Ιαν. 1942, θα υπογράψωσι τον παρόντα Χάρτην και θα επικυρώσωσιν αυτόν συμφώνως τω άρθρ. 110. Άρθρ.36.-1.Το Συμβούλιον Ασφαλείας δύναται, εις οιονδήποτε στάδιον διαφοράς τινός, φύσεως ως η αναφερομένη εν άρθρ. 33, ή καταστάσεως ομοίας φύσεως, να συστήση κατάλληλα μέτρα ή μεθόδους διευθετήσεως. 2.Το Συμβούλιον Ασφαλείας δέον να εξετάζη δια τον διακανονισμόν της διαφοράς, οιανδήποτε διαδικασίαν ήτις ήδη έχει υιοθετηθή υπό των ενδιαφερομένων μερών. 3.Το Συμβούλιον Ασφαλείας, υποβάλλον προτάσεις κατά το παρόν άρθρον, δέον επίσης να λαμβάνη υπ’ όψιν ότι νομικαί διαφοραί πρέπει κατά κανόνα να φέρωνται υπό των ενδιαφερομένων μερών ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου συμφώνως προς τας διατάξεις του καταστατικού του Δικαστηρίου. Άρθρ.37.-1.Εάν τα διάδικα εις τινα διαφοράν τη εν άρθρ. 35 αναφερομένης φύσεως, δεν επιτύχουν να διακανονίσωσι ταύτην δια των εν τω άρθρω τούτω προβλεπομένων μέσων πρέπει να φέρωσι ταύτην ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας. 2.Εάν το Συμβούλιον Ασφαλείας κρίνη ότι η συνέχισις της διαφοράς τείνει πράγματι να επαπειλήση την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας θα αποφασίζη ή να προβαίνη εις ενεργείας κατά το άρθρ. 36 ή να εισηγήται οίους ήθελε θεωρήσει καταλλήλους όρους διακανονισμού. Άρθρ.38.-Χωρίς να θίγονται αι διατάξεις των άρθρ. 33-37, το Συμβούλιον Ασφαλείας δύναται, εάν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη εις διαφοράν τινά το ζητήσωσι, να κάμνη συστάσεις εις τα διαμαχόμενα μέρη προς ειρηνικόν διακανονισμόν της διαφοράς. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VII Eνέργεια εν περιπτώσει απειλής της ειρήνης, διαταράξεως της ειρήνης και επιθετικών πράξεων Άρθρ.39.-Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα αποφαίνεται περί της υπάρξεως απειλής κατά Σελ. 169 468 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.2 της ειρήνης,διαταράξεως της ειρήνης ή επιθετικής πράξεως και θα προβαίνη εις συστάσεις ή θα αποφασίζη περί των ληπτέων μέτρων συμφώνως προς τα άρθρ. 41 και 42 προς διατήρησιν ή αποκατάστασιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. Άρθρ.40.-Το Συμβούλιον Ασφαλείας, ίνα παρεμποδίση την επιδείνωσιν καταστάσεως τινός, δύναται, πριν εισηγηθή ή αποφασίση επί των μέτρων των προβλεπομένων εν άρθρ. 39, να προσκαλέση τα ενδιαφερόμενα μέρη να συμμορφωθώσι προς οία ήθελον κρίνει αναγκαία ή ευκταία προσωρινά μέτρα. Τα προσωρινά ταύτα μέτρα δεν θα παραβλάπτωσι τα δικαιώματα ή τας αξιώσεις ή την θέσιν των ενδιαφερομένων μερών. Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα σημειώνη δεόντως την παράλειψιν συμμορφώσεως μέρους τινός προς τα εν λόγω προσωρινά μέτρα. Άρθρ.41.-Το Συμβούλιον Ασφαλείας δύναται να αποφασίζη τίνα μέτρα, μη συνεπαγόμενα την χρήσιν της ενόπλου βίας δέον να χρησιμοποιηθώσι προς επιβολήν των αποφάσεών του και δύναται να προσκαλή τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών να θέσωσιν εις εφαρομογήν τα τοιαύτα μέτρα. Ταύτα δύνανται να περιλαμβάνουν διακοπήν πλήρη ή μερικήν των οικονομικών σχέσεων, των σιδηροδρομικών, θαλασσίων, εναερίων, ταχυδρομικών, τηλεγραφικών, ραδιοφωνικών και λοιπών μέσων συγκοινωνίας και την διακοπήν των διπλωματικών σχέσεων. Άρθρ.42.-Εάν το Συμβούλιον Ασφαλείας ήθελε θεωρήσει τα προβλεπόμενα υπό του άρθρ. 41 μέτρα μη τελεσφόρα ή ήθελον ταύτα αποδειχθεί μη τελεσφόρα θα δύναται να αναλάβη από αέρος, θαλάσσης ή δια στρατιωτικών δυνάμεων της ξηράς, την δράσιν ήτις θα είναι αναγκαία όπως διατηρηθή ή αποκατασταθή η διεθνής ειρήνη και ασφάλεια. Παρομοία δράσις θα δύναται να περιλαμβάνη στρατιωτικάς επιδείξεις, αποκλεισμόν και άλλας επιχειρήσεις από αέρος θαλάσσης ή ξηράς υπό Μελών των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρ.43.-1.Πάντα τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών, προς τον σκοπόν όπως συμβάλωσιν εις την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας, αναλαμβάνουσι να θέσωσιν εις την διάθεσιν του Συμβουλίου Ασφαλείας, τη προσκλήσει τούτου και συμφώνως προς ειδικήν συμφωνίαν ή συμφωνίας, ενόπλους δυνάμεις, συνδρομήν και ευκολίας, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος διελεύσεως, αναγκαίων προς τον σκοπόν της διατηρήσεως της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. Σελ. 170 2.Παρομοία συμφωνία ή συμφωνίαι θα καθορίζουν τον αριθμόν και κατά την φύσιν των στρατιωτικών δυνάμεων, τον βαθμόν της ετοιμασίας και της γενικής θέσεώς των, ως και την φύσιν των ευκολιών και της συνδρομής άτινα θα πρόκειται να παρασχεθώσι. 3.Η συμφωνία ή αι συμφωνίαι τίθενται υπό διαπραγμάτεσιν το ταχύτερον τη πρωτοβουλία του Συμβουλίου Ασφαλείας. Θα συνάπτωνται μεταξύ του Συμβουλίου Ασφαλείας και Μελών ή μεταξύ του Συμβουλίου Ασφαλείας και ομάδων Μελών και θα υπόκεινται εις επικύρωσιν υπό των Κρατών άτινα τας υπογράφουσι συμφώνως προς τους οικείους αυτών συνταγματικούς κανόνας. Άρθρ.4.-1.Μέλη των Ηνωμένων Εθνών δύνανται να γίνουν πάντα τα Κράτη τα επιθυμούντα την Ειρήνην, άτινα αποδέχονται τας υποχρεώσεις τας διαλαμβανομένας εις τον παρόντα Χάρτην και άτινα κατά την κρίσιν του Οργανισμού είναι ικανά και έχωσι την διάθεσιν να εκπληρώσωσι τας υποχρεώσεις ταύτας 2.Η αποδοχή ως Μέλους οιουδήποτε Κράτους εις τα Ηνωμένα Έθνη θα γίνεται δι’ αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως τη προτάσει του Συμβουλίου ασφαλείας. Άρθρ.44.-Όταν το Συμβούλιον Ασφαλείας αποφασίση να χρησιμοποιήση βίαν, θα οφείλη, πριν ή προσκαλέση Μέλος τι μη αντιπροσωπευόμενον παρ’ αυτώ να διαθέση ενόπλους δυνάμεις προς εκπλήρωσιν των δια του άρθρ. 43 ανειλημμένων υποχρεώσεων, να καλέση το περί ου ο λόγος Μέλος, εάν τούτο το επιθυμή, να λάβη μέρος εις τας αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, τας αφορώσας την χρησιμοποίησιν τμημάτων των ενόπλων δυνάμεων του Μέλους τούτου. Άρθρ.45.-Όπως τα Ηνωμένα Έθνη δύνανται να λαμβάνωσι επείγοντα στρατιωτικά μέτρα, τα Μέλη θα έχωσιν αμέσως διαθέσιμα εθνικά αεροπορικά τμήματα δια συνδεδυασμένην διεθνή ενέργειαν εξαναγκασμού. Η δύναμις και ο βαθμός ετοιμασίας των τμημάτων τούτων και τα σχέδια δια την συνδεδυασμένην αυτών ενέργειαν θα καθορίζωνται, εντός των ορίων των διαγραφομένων εις την ειδικήν συμφωνίαν ή συμφωνίας την αναφερομένην εν άρθρ. 43, υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας τη συνδρομή της Επιτροπής του Στρατ. Επιτελείου. Άρθρ.46.-Τα σχέδια δια την χρησιμοποίησιν στρατιωτικών δυνάμεων θα καταρτίζωνται υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας τη συνδρομή της Επιτροπής του Στρατιωτικού Επιτελείου. 469 40.Β.α.2 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών Άρθρ.47.-1.Επιτροπή Στρατιωτικού Επιτελείου θα συσταθή ίνα συμβουλεύη και βοηθή το Συμβούλιον Ασφαλείας εφ’ όλων των ζητημάτων των σχετιζομένων με τας στρατιωτικάς ανάγκας του Συμβουλίου Ασφαλείας δια την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας, την χρησιμοποίησιν και διοίκησιν των εις την διάθεσίν του τιθεμένων δυνάμεων, την ρύθμισιν εξοπλισμών και του ενδεχομένου αφοπλισμού. 2.Η Επιτροπή του Στρατιωτικού Επιτελείου θα αποτελήται εκ των Αρχηγών των Επιτελείων των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας ή των αντιπροσώπων των. Παν Μέλος εκ των Ηνωμένων Εθνών, μη μονίμως αντιπροσωπευόμενον παρά τη Επιτροπή, θα καλήται υπό της Επιτροπής όπως συμπράξη μετ’ αυτής όταν η αποτελεσματική εκπλήρωσις των καθηκόντων της Επιτροπής απαιτή την συμμετοχήν του Μέλους εκείνου εις το έργον της. 3.Η Επιτροπή του Στρατιωτικού Επιτελείου θα είναι υπεύθυνος ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας δια την στρατηγικήν καθοδήγησιν πασών των στρατιωτικών δυνάμεων των εις την διάθεσιν του Συμβουλίου Ασφαλείας τιθεμένων. Ζητήματα σχετιζόμενα με την διοίκησιν τοιούτων δυνάμεων θα ρυμισθώσι μεταγενεστέρως. 4.Η Επιτροπή του Στρατιωτικού Επιτελείου, με την εξουσιοδότησιν του Συμβουλίου Ασφαλείας και μετά συνεννόησιν μετά των αρμοδίων τοπικών οργανώσεων, θα δύναται να ιδρύη τοπικάς υποεπιτροπάς. Άρθ.48.-1.Η προς εκτέλεσιν των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας απαιτουμένη ενέργεια δια την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας θα γίνεται υφ’ όλων των Μελών των Ηνωμένων Εθνών ή τινων εξ αυτών, ως ήθελεν αποφασίσει το Συμβούλιον Ασφαλείας. 2.Τοιαύται αποφάσεις θα εκτελώνται απ’ ευθείας υπό των Μελών των Ηνωμένων Εθνών και δια των ενεργειών των εις τας καταλλήλους διεθνείς οργανώσεις, των οποίων τυγχάνουσι μέλη. Άρθρ.49.-Τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών θα παρέχωσιν από κοινού αμοιβαίαν συνδρομήν προς εκτέλεσιν των αποφασιζομένων υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας μέτρων. Άρθρ.50.-Εάν προληπτικά ή εξαναγκαστικά μέτρα εναντίον οιουδήποτε Κράτους ληφθώσιν υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας παν άλλο Κράτος, Μέλος ή μη των Ηνωμένων Εθνών, όπερ θεωρεί ότι συνεπεία των μέτρων τούτων αντιμετωπίζει ειδικά οικονομικά προβλήματα απορρέοντα εκ της εφαρμογής των μέτρων τούτων εκτελέσεως, θα έχη το δικαίωμα να συμβουλεύηται το Συμβούλιον Ασφαλείας ως προς την λύσιν των προβλημάτων τούτων. Άρθρ.51.Ουδέν εκ των διαλαμβανομένων εν τω παρόντι Χάρτη θα παρεμποδίζη το φυσικόν δικαίωμα ατομικής ή συλλογικής νομίμου αμύνης εις περίπτωσιν καθ’ ην Μέλος τι των Ηνωμένων Εθνών υποστή επίθεσιν ένοπλον, μέχρις ου το Συμβούλιον Ασφαλείας λάβη τα αναγκαία μέτρα προς διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. Τα υπό των Μελών λαμβανόμενα μέτρα, εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου νομίμου αμύνης θα αναφέρωνται άμεσως εις το Συμβούλιον Ασφαλείας και κατ’ ουδέν θα θίγουν της εξουσίαν και την υποχρέωσιν του Συμβουλίου Ασφαλείας συμφώνως τω παρόντι Χάρτη όπως αναλάβη οποτεδήποτε οίαν δράσιν ήθελε κρίνει αναγκαίαν προς διατήρησιν ή αποκατάστασιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VIII Τοπικαί Συμφωνίαι Άρθρ.52.-1.Ουδέν των εν τω παρόντι Χάρτη διαλαμβανομένων αποκλείει την ύπαρξιν τοπικών συμφωνιών ή οργανώσεων δια τα ζητήματα άτινα, σχετιζόμενα με την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας, είναι κατάλληλα δια τοπικήν ενέργειαν, υπό τον όρον ότι παρόμοιαι συμφωνίαι ή οργανώσεις και αι ενέργειαί των τυγχάνουν σύμφωνοι προς τους σκοπούς και τας αρχάς των Ηνωμένων Εθνών. 2.Τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών προσχωρούντα εις παρομοίας συμφωνίας ή συνιστώντα παρομοίας οργανώσεις θα καταβάλλωσι πάσαν προσπάθειαν να επιτύχουν ειρηνικήν διευθέτησιν τοπικών διαφορών δια μέσου τοιούτων τοπικών συμφωνιών ή δια των τοιούτων τοπικών οργανώσεων πριν ή αναφέρωσιν ταύτα εις το Συμβούλιον Ασφαλείας. 3.Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα ενθαρρύνη την ανάπτυξιν ειρηνικού διακανονισμού των τοπικών διαφορών δια μέσου των τοιούτων τοπικών συμφωνιών ή δια των τοιούτων τοπικών οργανώσεων είτε εκ πρωτοβουλίας των ενδιαφερομένων Κρατών είτε εκ τοιαύτης του Συμβουλίου Ασφαλείας. 4.Το παρόν άρθρον κατ’ ουδέν θίγει την εφαρμογήν των άρθρ. 34 και 35. Άρθρ.53.-1.Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα χρησιμοποιή, όπου θεωρηθή τούτο επιβεβλημένον, τας τοπικάς συμφωνίας ή οργανώσεις δια την εφαρμογήν μέτρων εξαναγκασμού λαμβανομένων υπό την εξουσίαν του. Ουδεμία όμως ενέργεια εξαναγκαστική θα λαμβάνηται δυνάμει τοπικών συμφωνιών ή υπό τοπικών οργανώσεων άνευ της εξουσιοδοτήσεως του Συμβουλίου Ασφαλείας, εξαιρέσει των μέτρων εναντίον παντός εχθρικού Κράτους, ως τούτο καθορίζεται εν τη παρ. 2 του παρόντος άρθρου, των προβλεπομένων εις εφαρμογήν του Σελ. 171 470 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.2 Άρθρ.5.-Μέλος των Ηνωμένων Εθνών εναντίον του οποίου έχει αναληφθή υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας ενέργεια προληπτική ή εξαναγκαστική δύναται να στερηθή προσωρινώς υπό της Γενικής Συνελεύσεως των δικαιωμάτων και προνομίων του Μέλους τη προτάσει του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η άσκησις των δικαιωμάτων και προνομίων τούτων δύναται να αποκατασταθή πάλιν υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας άρθρ. 107 ή εις τοπικάς συμφωνίας στρεφομένων κατά της επαναλήψεως επιθετικής πολιτικής από μέρους παντός τοιούτου Κράτους, έως ου ο Οργανισμός δυνηθή, τη αιτήσει των ενδιαφερομένων Κυ-βερνήσεων, να αναλάβη την ευθύνην του να παρεμποδίση νέαν επίθεσιν εκ μέρους τοιούτου τινός Κράτους. 2.Ο όρος «εχθρικόν κράτος»,ως χρησιμοποιείται εις την 1ην παράγραφον του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται εις παν Κράτος, όπερ κατά την διάρκειαν του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξεν εχθρικόν προς οιονδήποτε των Κρατών, άτινα υπογράφουν τον παρόντα Χάρτη. Άρθρ.54.-Το Συμβούλιον Ασφαλείας θα κρατήται πάντοτε πλήρως ενήμερον των αναλαμβανομένων ή μελετωμένων ενεργειών δυνάμει των τοπικών συμφωνιών ή των τοπικών οργανώσεων δια την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΧ Διεθνής Οικονομική και Κοινωνική Συνεργασία Άρθρ.55.-Προς τον σκοπόν του να δημιουργηθώσι συνθήκαι σταθερότητος και ευημερίας αίτινες είναι αναγκαίαι δια τας ειρηνικάς και φιλικάς σχέσεις μεταξύ των Εθνών, βασιζόμεναι επί του σεβασμού της αρχής της ισότητος δικαιωμάτων και αυτοδιαθέσεως των Λαών, τα Ηνωμένα Έθνη θα ευνοήσωσι: α)ανύψωσιν του επιπέδου της ζωής, εργασίαν δι’ όλους, και συνθήκας οικονομικής και κοινωνικής προόδου και αναπτύξεως, β)λύσεις των διεθνών οικονομικών, κοινωνικών, υγιεινής και συναφών προβλημάτων και διεθνή πνευματικήν και εκπαιδευτική συνεργασίαν, γ)καθολικόν σεβασμόν και διασφάλισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών δια πάντας αδιακρίτως φυλής, φύλου, γλώσσης ή θρησκείας. Άρθρ.56.-Πάντα τα Μέλη υπόσχονται ότι θα ενεργώσιν από κοινού ή μεμονομένως εν συνεργασία μετά του Οργανισμού δια την επιτυχίαν των σκοπών των εκτιθεμέων εν άρθρ. 55. Άρθρ.57.-1.Αι διάφοροι ειδικευμέναι οργανώσεις αίτινες συνεστήθησαν δια διακυβερνητικών συμφωνιών και έχουσιν ευρέα διεθνή καθήκοντα, ως καθορίζεται δια των καταστατικών αυτών πράξεων, εις το οικονομικόν, κοινωνικόν, πνευματικόν, εκπαιδευτικόν, υγειονομικόν και άλλα συναφή πεδία, θα τίθενται εις επαφήν μετά των Ηνωμένων Εθνών κατά τας διατάξεις του άρθρ.63. Σελ. 172 2.Τοιαύται οργανώσεις ούτως τιθέμεναι εις επαφήν μετά των Ηνωμένων Εθνών θα ονομάζωνται εν τοις επομένοις ως ειδικευμέναι οργανώσεις. Άρθρ.58.-Ο Οργανισμός θα προβαίνη εις υποδείξεις δια τον συντονισμόν της πολιτικής και των ενεργειών των ειδικών οργανώσεων. Άρθρ.59.-Ο Οργανισμός, οσάκις τούτο κριθή ενδεικνυόμενον, θα προκαλή διαπραγματεύσεις μεταξύ των ενδιαφερομένων Κρατών δια την δημιουργίαν νέων ειδικευμένων οργανώσεων απαραιτήτων δια την πραγματοποίησιν των εν άρθρ. 55 εκτιθεμένων σκοπών. Άρθρ.60.-Η ευθύνη δια την εκπλήρωσιν των καθηκόντων του Οργανισμού των εκτιθεμένων εν τω παρόντι Κεφαλαίω, θα ανήκη εις την Γενικήν Συνέλευσιν και, τη εξουσιοδοτήσει της Γενικής Συνελεύσεως, εις το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον, όπερ θα έχη προς τον σκοπόν τούτον τας εξουσίας τας διαλαμβανομένας εν τω Χ Κεφαλαίω. 471 40.Β.α.2 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Χ Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον Σύνθεσις Άρθρ.61.-«1.Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον απαρτίζεται εκ 54 μελών των Ηνωμένων Εθνών, εκλεγομένων υπό της Γενικής Συνελεύσεως. 2.Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της παρ. 3, δέκα οκτώ μέλη του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου εκλέγονται ετησίως δια τρία έτη. Τα εξερχόμενα μέλη είναι αμέσως επανεκλέξιμα. 3.Κατά την πρώτην εκλογήν, ήτις θα λάβη χώραν μετά την αύξησιν των μελών του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου από είκοσι επτά εις πεντήκοντα τέσσαρα, είκοσι επτά μέλη θα εκλεγούν επί πλέον εκείνων τα οποία θα εκλεγούν εις αντικατάστασιν των εννέα μελών, των οποίων η θητεία θα εκπνεύση εις το τέλος του έτους. Η θητεία των εννέα εκ των είκοσι επτά τούτων προσθέτων μελών θα λήξη μετά παρέλευσιν έτους και εκείνη των εννέα ετέρων μελών μετά την παρέλευσιν δύο ετών, συμφώνως προς τας υπό της Γενικής Συνελεύσεως ληφθείσας διατάξεις. 4.Έκαστον μέλος του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου έχει ένα αντιπρόσωπον εν τω Συμβουλίω». Το άρθρ. 61 τροποποιηθέν δια της υπ’ αριθ. 1991/1963 αποφάσεως της Γεν. Συνελεύσεως Ο.Η.Ε. κυρωθείσης δια του Νόμ. 4460/1965, ετροποποιήθη εκ νέου ως άνω δι’ αποφάσεως της υπ’ αριθ. 26 Συνόδου της Γεν. Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών, της 20 Δεκ. 1971. Η τροποποίησις αύτη ενεκρίθη δι’ αποφάσεως Υπ. Εξωτερικών και Οικονομικών της 5/31 Μαρτ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 77). Λειτουργίαι και εξουσίαι Άρθρ.6.-Μέλος των Ηνωμένων Εθνών, όπερ επανειλημμένως παρεβίασε τας αρχάς τας περιλαμβανομένας εις τον παρόντα Χάρτην, δύναται να αποβληθή του Οργανισμού υπό της Γενικής Συνελεύσεως τη προτάσει του Συμβουλίου Ασφαλείας. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙΙ Όργανα Άρθρ.62.-1.Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον δύναται να κάνη, ή να προκαλή μελέτας και εκθέσεις, περί διεθνών οικονομικών, κοινωνικών, πνευματικών, εκπαιδευτικών ζητημάτων και προβλημάτων υγιεινής, ως και περί άλλων συναφών ζητημάτων, και να διατυπώνη συστάσεις ως προς τοιαύτα ζητήματα, προς την Γενικήν Συνέλευσιν, προς τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών και προς τας ενδιαφερόμενας ειδικευμένας οργανώσεις. 2.Δύναται να κάμνη εισηγήσεις προς τον σκοπόν του να προαγάγη τον σεβασμόν και την διασφάλισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελειωδών ελευθεριών δια πάντας. 3.Δύναται να προπαρασκευάζη σχέδια συνθηκών προς υποβολήν εις την Γενικήν Συνέλευσιν, σχετικώς με ζητήματα της αρμοδιότητός του. 4.Δύναται να συγκαλή, συμφώνως προς τους κανόνας τους καθοριζομένους υπό των Ηνωμένων Εθνών, διεθνείς Συνδιασκέψεις επί θεμάτων της αρμοδιότητός του. Άρθρ.63.-1.Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον δύναται να προέρχηται εις συμφωνίας μεθ’ οιωνδήποτε εκ των οργανώσεων των αναφερομένων εν άρθρ. 57, καθορίζον τους όρους υφ’ ους η ενδιαφερόμενη οργάνωσις θα τίθεται εις επαφήν μετά των Ηνωμέων Εθνών.Τοιαύται συμφωνίαι θα υπόκηνται εις την έγκρισιν της Γενικής Συνελεύσεως. 2.Δύναται να συντονίζη τας ενεργείας των ειδικευμένων οργανώσεων δια συνεννοήσεων μετ’ αυτών και συστάσεων προς αυτάς και δια προτάσεων προς την Γενικήν Συνέλευσιν και τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρ.64.-1.Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον δύναται να προβαίνη εις τα ενδεικνυόμενα διαβήματα όπως λαμβάνη τακτικάς εκθέσεις των ειδικευμένων οργανώσεων. Δύναται να συμφωνή μετά των Μελών των Ηνωμένων Εθνών και των ειδικευμένων οργανώσεων όπως λαμβάνη εκθέσεις περί των λαμβανομένων μέτρων προς εφαρμογήν των αποφάσεών του και των συστάσεων της Γενικής Συνελεύσεως επί θεμάτων της αρμοδιότητός του. 2.Δύναται να ανακοινοί τας παρατηρήσεις του επί των εκθέσεων τούτων προς την Γενικήν Συνέλευσιν. Άρθρ.65.-Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον δύναται να παρέχη πληροφορίας εις το Συμβούλιον Ασφαλείας και θα βοηθεί το Συμβούλιον Ασφαλείας τη αιτήσει του. Άρθρ.66.-1.Εν τη εκτελέσει των συστάσεων της Γενικής Συνελεύσεως το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον θα ασκή όσα καθήκοντα εμπίπτουν εις την αρμοδιότητά του. 2.Θα δύναται τη εγκρίσει της Γεν. Συνελεύσεως, να προσφέρη υπηρεσίας τη αιτήσει των Μελών των Ηνωμένων Εθνών και τη αιτήσει ειδικευμένων οργανισμών. 3.Θα εκτελή πάντα τα λοιπά καθήκοντα τα καθοριζόμενα αλλαχού εν τω παρόντι Χάρτη ή όσα ήθελον ανατεθή αυτώ υπό της Γενικής Συνελεύσεως. Ψηφοφορία Άρθρ.67.-1.Έκαστον μέλος του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου θα έχη μίαν ψήφον. 2.Αι αποφάσεις του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου θα λαμβάνωνται δια πλειοψηφίας των παρόντων και ψηφιζόντων μελών. (Αντί της σελ. 173) Σελ. 173(α) Τεύχος 497-Σελ. 139 472 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.2 Διαδικασία Άρθρ.68.-Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον θα ιδρύη Επιτροπάς επί του Οικονομικού και κοινωνικού πεδίου και δια την προαγωγήν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και άλλας επιτροπάς, ως ήθελεν απαιτηθή, δια την εκπλήρωσιν των καθηκόντων του. Άρθρ.69.-Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον θα προσκαλή παν Μέλος των Ηνωμένων Εθνών όπως μετάσχη άνευ ψήφου των διασκέψεων αυτού επί οιουδήποτε θέματος ειδικώς ενδιαφέροντος το Μέλος τούτο. Άρθρ.70.Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον δύναται να κανονίση όπως αντιπρόσωποι των ειδικευμένων οργανώσεων μετέχωσιν, άνευ ψήφου, εις τας διασκέψεις του Συμβουλίου ή και των υπ’ αυτού συνιστωμένων Επιτροπών ως και όπως αντιπρόσωποι αυτού μετέχωσιν των διασκέψεων των ειδικευμένων οργανώσεων. Άρθρ.71.-Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον θα δύναται να διακανονίζη καταλλήλως τα της ανταλλαγής γνωμών μετά μη κυβερνητικών οργανισμών, οίτινες ενδιαφέρονται δια ζητήματα της αρμοδιότητός του. Παρόμοιοι διακανονισμοί δύνανται να γίνωνται μετά διεθνών οργανισμών και, οσάκις κριθή κατάλληλον, μετά εθνικών οργανισμών μετά συνεννόησιν μετά του ενδιαφερομένου Μέλους των Ηνωμένων Εθνών. Άρθρ.7-1.Ως κύρια όργανα των Ηνωμένων Εθνών συνιστώνται τα ακόλουθα: Η Γενική Συνέλευσις, το Συμβούλιον Ασφαλείας, Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον, το Συμβούλιον Κηδεμονίας, το Διεθνές Δικαστηρίον και η Γραμματεία. 2.Άλλα επικουρικά όργανα δύνανται να συστηθώσιν, εάν θεωρηθώσιν, αναγκαία, συμφώνως προς τον παρόντα Χάρτην. Άρθρ.72.-1.Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον θα καταρτίζη τον εσωτερικόν αυτού Κανονισμόν, συμπεριλαμβανομένου και του τρόπου της εκλογής του Προέδρου του. 2.Το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον θα συνέρχεται, οσάκις απαιτείται, συμφώνως προς τον Κανονισμόν αυτού όστις θα περιλαμβάνη διατάξεις περί συγκλήσεως συνεδριάσεων τη αιτήσει της πλειοψηφίας των μελών του. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧΙ Δήλωσις αφορώσα μη αυτοκυβερνωμένας χώρας Άρθρ.73.-Μέλη των Ηνωμένων Εθνών, άτινα έχουσιν ή αναλαμβάνουσι την ευθύνην της διοικήσεως εδαφών των οποίων οι λαοί δεν έχουσιν εισέτι φθάσει εις πλήρη βαθμόν αυτοδιοικήσεως, αναγνωρίζουσι την αρχήν ότι τα συμφέροντα των κατοίκων των εδαφών τούτων είναι προέχοντα, και αποδέχονται ως ιεράν παρακαταθήκην την υποχρέωσιν να Σελ. 174(α) Τεύχος 497-Σελ. 140 προαγάγωσιν εις τον ανώτερον βαθμόν την ευημερίαν των κατοίκων των εδαφών τούτων, εντός του συστήματος της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας, όπερ ο παρών Χάρτης εγκαθιδρύει, και προς τον σκοπόν τούτον αναλαμβάνουσι: α)να εξασφαλίζωσι, μετά του προσήκοντος σεβασμού προς τον πολιτισμόν των ενδιαφερομένων λαών, την πολιτικήν, οικονομικήν, κοινωνικήν και εκπαιδευτικήν των πρόοδον, την δικαίαν μεταχείρισίν των και την προσασίαν των από καταχρήσεις. β)να αναπτύσσωσι την αυτοδιοίκησιν των, να λαμβάνωσι δεόντως υπ’ όψιν τους πολιτικούς πόθους των λαών, και να τους βοηθώσι εις την προοδευτικήν ανάπτυξιν των ελευθέρων πολιτικών θεσμών των, συμφώνως προς τας ειδικάς περιστάσεις εκάστου εδάφους και των κατοίκων του και τα ποικίλλοντα στάδια της προόδου των. γ)να προάγωσι την διεθνή ειρήνην και ασφάλειαν. δ)να ευνοώσι πρακτικά μέτρα αναπτύξεως, να ενθαρρύνωσιν ερεύνας, και να συνεργάζωνται μετ’ αλλήλων και, όταν και όπου ενδείκνυται μετά ειδικευμένων διεθνών σωμάτων προς τον σκοπόν της πρακτικής επιτεύξεως των κοινωνικών, οικονομικών και επιστημονικών σκοπών των εκτιθεμένων εις το παρόν άρθρον, και ε)να μεταβιβάζωσι τακτικώς προς την Γενικήν Γραμματείαν, προς πληροφορίαν της, και υπό την επιφύλαξιν των περιορισμών ους λόγοι ασφαλείας και καταστατικής φύσεως δύναται να επιβάλλωσι, στατιστικάς και άλλας πληροφορίας τεχνικής φύσεως αναφερομένας εις τας οικονομικάς, κοινωνικάς και εκπαιδευτικάς συνθήκας των εδαφών δι’ ας είναι αντιστοίχως υπεύθυνα, εκτός των εδαφών δια τα οποία εφαρμόζονται τα Κεφάλαια ΧΙΙ και ΧΙΙΙ. 473 40.Β.α.2 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών Άρθρ.74.-Τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών συμφωνούσιν επίσης ότι η πολιτική των ως προς τα εδάφη δι’ α εφαρμογήν έχει το παρόν κεφάλαιον, και ουχί ολιγώτερον των Μητροπολιτικών εδαφών των, πρέπει να βασίζηται ως προς τα κοινωνικά, οικονομικά και εμπορικά ζητήματα επί της γενικής αρχής της καλής γειτονίας, δεόντως λαμβανομένων υπ’ όψιν των συμφερόντων και της ευημερίας του λοιπού κόσμου. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧΙΙ Διεθνές Σύστημα Κηδεμονίας Άρθρ.75.-Τα Ηνωμένα Έθνη θα εγκαθιδρύσουν υπό την εξουσίαν των διεθνές σύστημα Κηδεμονίας δια την διοίκησιν και εποπτείαν των εις τούτο ενδεχομένως υπαχθησομένων εδαφών δια μεταγενεστέρων ιδιαιτέρων συμφωνιών. Τα εδάφη ταύτα αναφέρονται κατωτέρω ως εδάφη υπό Κηδεμονίαν. Άρθρ.76.-Οι βασικοί αντικειμενικοί σκοποί του συστήματος Κηδεμονίας, συμφώνως προς τας προθέσεις των Ηνωμένων Εθνών, οι εκτιθέμενοι εις το άρθρ. 1 του παρόντος Χάρτου, θα είναι: α)η προαγωγή της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. β)η υποβοήθησις της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και εκπαιδευτικής προόδου των κατοίκων των υπό κηδεμονίαν εδαφών, και η προοδευτική εξέλιξίς των, προς αυτοδιοίκησιν ή ανεξαρτησίαν, ως ήθελε συνάδει προς τας ιδιαιτέρας συνθήκας εκάστου εδάφους και τους κατοίκους του και τους ελευθέρως εκδηλωθέντας πόθους των ενδιαφερομένων λαών, και ως θα προβλέπεται υπό των όρων εκάστης ιδιαιτέρας συμφωνίας Κηδεμονίας. γ)η παρότρυνσις προς τον σεβασμόν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών πάντων, αδιακρίτως φυλής, γένους, γλώσσης ή θρησκείας και η ώθησις προς αναγνώρισιν της αλληλεξαρτήσεως των λαών του κόσμου, και δ)η εξασφάλισις ίσης μεταχειρίσεως δι’ όλα τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών και τους υπηκόους των εις τα κοινωνικά,οικονομικά και εμπορικά ζητήματα και ίσης επίσης μεταχειρίσεως των τελευταίων κατά την διαχείρισιν της δικαιοσύνης μη παραβλαπτομένης της επιτεύξεως των προηγουμένων σκοπών και υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του άρθρ. 80. Άρθρ.77.-1.Το σύστημα της Κηδεμονίας θα εφαρμόζεται εις όσα εδάφη των κατωτέρω κατηγοριών ενδεχομένως υπαχθώσιν εις τούτο δια συμφωνιών Κηδεμονίας: α)εδάφη τελούνα νυν υπό εντολήν, β)εδάφη άτινα ενδεχομένως θα αποσπασθώσιν από εχθρικά Κράτη συνεπεία του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, και γ)εδάφη εθελουσίως τιθέμενα υπό το σύστημα τούτο υπό Κρατών εχόντων την ευθύνην της διοικήσεώς των. 2.Θα αποτελέση θέμα μεταγενεστέρας συμφωνίας ποια εδάφη των προηγουμένων κατηγοριών θα υπαχθώσιν εις το σύστημα Κηδεμονίας και υπό τινας όρους. Άρθρ.78.-Το σύστημα της Κηδεμονίας δεν θα εφαρμόζεται εις εδάφη άτινα κατέστησαν Μέλη των Ηνωμένων Εθνών, αι μεταξύ των οποίων σχέσεις θα βασίζωνται επί του σεβασμού της αρχής της κυριάρχου ισότητος. Άρθρ.79.-Οι όροι της Κηδεμονίας δι’ έκαστον υπό το σύστημα της Κηδεμονίας τιθέμενον έδαφος, ως και πάσα μεταβολή ή τροποποίησις αυτών, θα συμφωνούνται υπό των αμέσως ενδιαφερομένων Κρατών, συμπεριλαμβανομένης της εντολοδόχου Δυνάμεως εις την περίπτωσιν εδαφών τιθεμένων υπό την εντολήν Μέλους τινός των Ηνωμένων Εθνών, και θα εγκρίνωνται ως προβλέπεται εις τα άρθρ. 83 και 85. Άρθρ.80.-1.Εξαιρέσει των ενδεχομένως συμφωνηθησομένων εις ιδιαιτέρας συμφωνίας γινομένας κατά τα άρθρ. 77, 79 και 81, θετούσας έκαστον έδαφος υπό το σύστημα της Κηδεμονίας, και μέχρις ου τοιαύται συμφωνίαι συναφθώσι, ουδεμία διάταξις του Κεφαλαίου τούτου θα ερμηνεύεται ή θα θεωρήται αφ’ εαυτής ως τροποποιούσα καθ’ οιονδήποτε τρόπον οιονδήποτε δικαίωμα οιουδήποτε Κράτους ή οιουδήποτε λαού ή τους όρους υφισταμένων διεθνών πράξεων εις α Μέλη των Ηνωμένων Εθνών αποτελούν ενδεχομένως συμβαλλόμενα μέρη. 2.Η παρ. 1 του παρόντος άρθρου δεν θα πρέπη να ερμηνευθή ως δικαιολογούσα καθυστέρησιν ή αναβολήν εις την διαπραγμάτευσιν και σύναψιν συμφωνιών προς υπαγωγήν υπό το σύστημα της Κηδεμονίας και άλλων εδαφών ως προβλέπεται εις το άρθρ. 77. Άρθρ.8.-Τα Ηνωμένα Έθνη δεν θα θέσωσι ουδένα περιορισμόν εις την εκλογιμότητα ανδρών και γυναικών ίνα μετέχωσι υπό οιανδήποτε ιδιότητα και επί ίσοις όροις εις τα κύρια ή επικουρικά όργανα. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ IV Η Γενική Συνέλευσις Σύνθεσις Άρθρ.81.-Η συμφωνία περί Κηδεμονίας θα περιλαμβάνη εις έκαστην περίπτωσιν τους όρους υφ’ ους το υπό Κηδεμονίαν έδαφος θα διοικήται και θα ορίζη την αρχήν ήτις θα ασκή την διοίκησιν αυτού. Η Αρχή αύτη, εφεξής αποκαλουμένη ως Διοικούσα Αρχή, δύναται να είναι εν ή πλείονα Κράτη ή αυτός ούτος ο Οργανισμός. Άρθρ.82.-Εις εκάστην συμφωνίαν Κηδεμονίας δύναται να καθορισθή στρατιωτική ζώνη ή ζώναι ήτις δύναται να περιλάβη μέρος ή το όλον του υπό Κηδεμονίαν έδαφους ο η Συμφωνία αφορά, μη θιγομένης οιασδήποτε είΣελ. 175 474 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.2 δικής συμφωνίας ή συμφωνιών, γενομένων κατά το άρθρ. 43. Άρθρ.83.-1.Το έργον των Ηνωμένων Εθνών σχετικώς προς τας στρατιωτικάς ζώνας, συμπεριλαμβανομένης της εγκρίσεως των όρων των συμφωνιών Κηδεμονίας και της μεταβολής ή τροποποιήσεως αυτών, θα ασκήται υπό του Συμβουλίου Ασφαλείας. 2.Οι βασικοί αντικειμενικοί σκοποί οι εκτιθέμενοι εις το άρθρ. 76 θα είναι επιδιωκτέοι δια τον λαόν εκάστης στρατιωτικής ζώνης. 3.Το Συμβούλιον Ασφαλείας, υπό την επιφύλαξιν των ορων των συμφωνιών Κηδεμονίας και άνευ βλάβης των απαιτήσεων της ασφαλείας, θα χρησιμοποιή την συνδρομήν του Συμβουλίου Κηδεμονίας προς εκτέλεσιν του έργου των Ηνωμένων Εθνών του αναφερομένου εις πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και εκπαιδευτικά ζητήματα εις τας υπό το σύστημα της Κηδεμονίας στρατηγικάς ζώνας. Άρθρ.84.Θα αποτελή καθήκον της Διοικούσης Αρχής να εξασφαλίζη όπως το υπό Κηδεμονίαν έδαφος συμβάλλη εις την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας. Προς τούτο η Διοικούσα Αρχή δύναται να ποιήται χρήσιν εθελοντικών δυνάμεων, ευκολιών και συνδρομής παρεχομένων υπό του υπό Κηδεμονίαν εδάφους, προς εκπλήρωσιν των έναντι του Συμβουλίου Ασφαλείας αναληφθεισών από της απόψεως ταύτης υπό της Διοικούσης Αρχής υποχρεώσεων ως και προς τοπικήν άμυναν και επιβολήν του Νόμου και της Τάξεως εντός του υπό Κηδεμονίαν εδάφους. Άρθρ.85.-1.Το έργον των Ηνωμένων Εθνών εν σχέσει προς τας συμφωνίας Κηδεμονίας δι’ όλας τας ζώνας τας μη οριζομένας ως στρατηγικάς, περιλαμβανομένης της εγκρίσεως των όρων των συμφωνιών Κηδεμονίας και της μεταβολής ή τροποποιήσεων αυτών, θα ασκήται υπό της Γενικής Συνελεύσεως. 2.Το Συμβούλιον Κηδεμονίας, ενεργούν κατ’ εξουσιοδότησιν της Γενικής Συνελεύσεως, θα συνδράμη ταύτην προς εκτέλεσιν του έργου τούτου. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧΙΙΙ Συμβούλιον Κηδεμονίας Σύνθεσις Άρθρ.86.-1.Το Συμβούλιον Κηδεμονίας θα αποτελήται από τα κάτωθι Μέλη των Ηνωμένων Εθνών: Σελ. 176 α)από τα Μέλη τα διοικούντα εδάφη υπό Κηδεμονίαν, β)από εκείνα τα Μέλη τα μη διοικούντα εδάφη υπό Κηδεμονίαν, άτινα ονομαστικώς αναφέρονται εις το άρθρ. 23, γ)από όσα ενδεχομένως αναγκαιούσιν Μέλη, εκλεγόμενα υπό της Γενικής Συνελεύσεως δια χρονικήν περίοδον τριών ετών, όπως εξασφαλισθή ότι ο ολικός αριθμός των μελών του Συμβουλίου Κηδεμονίας κατανέμεται εξ ίσου μεταξύ εκείνων των Μελών των Ηνωμένων Εθνών άτινα διοικούσιν εδάφη υπό Κηδεμονία και εκείνων άτινα δεν διοικούσιν. 2.Έκαστον μέλος του Συμβουλίου Κηδεμονίας θα ορίζη ειδικώς ενδεδειγμένον πρόσωπον ίνα το εκπροσωπή εις αυτό. Καθήκοντα και Εξουσίαι Άρθρ.87.-Η Γενική Συνέλευσις και, κατ’ εξουσιοδότησιν αυτής, το Συμβούλιον Κηδεμονίας, κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων της δύναται: α)να εξετάζη εκθέσεις υποβαλλομένας υπό της Διοικούσης Αρχής. β)να δέχηται αιτήσεις και να εξετάζη ταύτας συσκεπτόμενον μετά της Διοικούσης Αρχής, γ)να επισκέπτηται περιοδικώς τα οικεία υπό Κηδεμονίαν εδάφη εις χρόνον συμφωνούμενον μετά της Διοικούσης Αρχής και δ)να προβαίνη εις ταύτας ως και εις άλλας ενεργείας συμφώνως προς τους όρους των συμφωνιών Κηδεμονίας. Άρθρ.88.-Το Συμβούλιον Κηδεμονίας θα διατυπώση ερωτηματολόγιον επί της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και εκπαιδευτικής προόδου των κατοίκων εκάστου υπό Κηδεμονίαν εδάφους, και η Διοικούσα Αρχή εκάστου εις την δικαιοδοσίαν της Γενικής Συνελεύσεως υπαγομένου υπό Κηδεμονίαν εδάφους θα υποβάλλη ετησίαν έκθεσιν εις την Γενικήν Συνέλευσιν επί των θεμάτων του ερωτηματολογίου τούτου. 475 40.Β.α.2 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών Ψηφοφορία Άρθρ.89.-1.Έκαστον μέλος του Συμβουλίου Κηδεμονίας θα έχη μίαν ψήφον. 2.Αι αποφάσεις του Συμβουλίου Κηδεμονίας θα λαμβάνωνται δια πλειοψηφίας των παρόντων και ψηφιζόντων μελών. Διαδικασία
104
16. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ.14978 της 31 Μαΐου/2 Ιουν. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 426) Δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της από 11.5.89 ΣΣΕ Κανονισμός Μεταθετότητας Προσωπικού ΟΤΕ. 22.Θ.γ.15-16 Προσωπικό Ο.Τ.Ε.
81