text
stringlengths
17
932k
label
int64
0
388
4. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2481 της 6-14 Μαϊου 1997 (ΦΕΚ Α΄71) Κύρωση του τελικού κειμένου της έκτακτης διάσκεψης των Χωρών που μετέχουν στη συνθήκη για τις Συμβατικές Ένοπλες Δυνάμεις στην Ευρώπη.
178
24. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 150 της 22/24 Φεβρ. 1945 Περί μισθώσεως οικήματος δια Γραφεία του Προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου. Ηκυρώθη αφ’ ης ίσχυσε δια του Α. Νόμου 179/45.
134
1. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 26 Απρ. (8 Μαΐου)/22 Αυγ. 1834 (ΦΕΚ 30) Περί ιδιοκτήτων μοναστηρίων και εκκλησιών. Ακούσαντες την γνώμην της επί των Εκκλησιαστικών κτλ. Γραμματείας της Επικρατείας περί των ναών και των καταχρηστικώς καλουμένων μοναστηρίων, των ανεγερθέντων παρ’ ιδιωτών, και διαμεινάντων εις αυτούς ως ιδιοκτησιών των, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-Όλα τα ιδιωτικά μοναστήρια και οι ναοί, επί των οποίων έχει τις αποδεδειγμένα δικαιώματα ιδιοκτησίας, μένουν εις αυτόν ανενοχλήτως. Εξ εναντίας τα κτήματα, δι’ όσα δεν υπάρχουσιν αποδείξεις ότι ανήκουσιν ιδίως εις τον πρώτον κτήτορα ή τους απογόνους τους, αλλ’ αφιερώθησαν παρ’ άλλων εις το μοναστήριον ή την εκκλησίαν, να παραλαμβάνωνται εις το εκκλησιαστικόν ταμείον ως αφιερώματα. Άρθρ.2.-Δεν επιτρέπεται του λοιπού εις ουδένα ν’ αφιερώση εις εν των ιδιοκτήτων τούτων ναών ή των λεγομένων μοναστηρίων οποιονδήποτε αφιέρωμα. Άρθρ.3.-Όσα τοιαύτα μοναστήρια ή εκκλησίαι αφωσιώθησαν άπαξ εις δημοσίαν χρήσιν και ή κατέστησαν ενοριακά, ή έπαυσαν οπωσδήποτε να διοικώνται και διαχειρίζωνται αμέσως παρά των εχόντων επ’ αυτοίς αξιώσεις ιδιοκτησίας, θέλουν λογίζεσθαι και εις το εξής δημόσια και συμπεριλαμβάνεσθαι εις το περί των μοναστηρίων του Βασιλείου μέτρον. Όλαι δε αι περί αυτών περαιτέρω αξιώσεις είναι απαράδεκτοι. Άρθρ.4.-Αι ιδιόκτητοι εκκλησίαι τότε μόνον δύνανται να χρησιμεύουν ως ενοριακαί όταν αγορασθώσι παρά της ενορίας, ή χαρισθώσιν εις αυτήν παρά του ιδιοκτήτου. Άρθρ.5.-Τα ιδιωτικά μοναστήρια δεν θέλουν φέρει του λοιπού το όνομα τούτο, ουδέ θέλουν χρησιμεύει προς ενοίκησιν μοναχών, αλλά ως ιδιαίτερα ευκτήρια και ησυχαστήρια αυτού μόνου του ιδιοκτήτου των. Άρθρ.6.-Εις την επί των Εκκλησιαστικών κτλ. Γραμματείαν της Επικρατείας ανατίθεται η εκτέλεσις και κονοποίησις του παρόντος Δ/τος.
100
6. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 443 της 23/29 Οκτ. 1947 (ΦΕΚ Α΄ 235) Περί αντικαταστάσεως του πρώτου εδαφίου του άρθρ. 7 του Νόμ. 6164/1934 "περί εκδόσεως Δελτίου και Κωδίκων Νομοθεσίας Β.Ν".
296
3. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 23/26 Σεπτ. 1925 Περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως των αφορωσών το κατώτερον προσωπικόν της στρατιωτικής δικαιοσύνης διατάξεων. (Τροποποιείται το άρθρ. 2 του ν. 484/1914, 8.Ξδ.2).
77
21. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. Φ.4112/93222 της 12/18 Οκτ. 1974 (ΦΕΚ Β΄ 1070) Περί καθορισμού των Εποπτικών Μέσων διδασκαλίας και των Οργάνων Πρακτικής Ασκήσεως των Εργαστηρίων των Ανωτέρων Ιδιωτικών Επαγγελματικών Σχολών. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις του άρθρ. 3 παρ. 2 του Ν.Δ. 109/1973 «περί ιδρύσεως και λειτουργίας Ανωτέρων Ιδιωτικών Επαγγελματικών Σχολών». 2.Την υπ’ αριθ. 10/1973 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Εποπτικού Προσωπικού, αποφασίζομεν: 1.Τα του εξοπλισμού των Εργαστηρίων και των αιθουσών διδασκαλίας των Ανωτέρων Ιδιωτικών Επαγγελματικών Σχολών, περιλαμβανουσών τμήματα ειδικότητος αντίστοιχα των λειτουργούντων εις τας Σχολάς των Κ.Α.Τ.Ε., καθορίζονται κατά τα διαλαμβανόμενα εις τα τεύχη δημοπρατήσεως δια την προμήθειαν εκπαιδευτικού εξοπλισμού και επιπλώσεως, της εγκριθείσης μελέτης δια τα Εργαστήρια των Κ.Α.Τ.Ε. 2.Εις περίπτωσιν λειτουργίας ενός μόνον τμήματος ή μιας μόνον κατευθύνσεως Σχολής τινός, απαιτείται συγκρότησις και πλήρης εξοπλισμός πάντων των Εργαστηρίων, τα οποία προβλέπονται υπό του προγράμματος δια το αντίστοιχον τμήμα ή κατεύθυνσιν της Σχολής των Κ.Α.Τ.Ε. 3.Εις περίπτωσιν λειτουργίας τμημάτων ή κατευθύνσεως Τμημάτων, δια τα οποία εις τα αντίστοιχα τμήματα και κατευθύνσεις των Σχολών των Κ.Α.Τ.Ε., προβλέπεται η συγκρότησις κοινών εργαστηρίων, είναι δυνατή η πλήρης συγκρότησις (Μετά την σελ. 576,218) Σελ. 576,219 Τεύχος 549-Σελ. 101 Ιδιωτικές Επαγγελματικές Σχολές 32.Ζ.η.19-21 ενός Εργαστηρίου δια τας κοινάς πρακτικάς ασκήσεις, υπό τον όρον, ότι το σύνολον των εις αυτό ασκουμένων συγχρόνως σπουδαστών δεν θα υπερβαίνη τους 40. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
121
12. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Δ10/Α/31461/2229 της 7/20 Αυγ. 1996 (ΦΕΚ Β΄ 711) Εσωτερική διάρθρωση του τμήματος Αεροπορικής Εκμετάλλευσης της Αερολιμενικής Διεύθυνσης του Κρατικού Αερολιμένα Αθηνών. Διαρθρώνουμε το Τμήμα Αεροπορικής Εκμετάλλευσης της Αερολιμενικής Διεύθυνσης του Κρατικού Αερολιμένα Αθηνών σε Γραφεία με τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α.Γραφείο Αεροπορικής Εκμετάλλευσης: Παρακολούθηση και δειγματοληπτικός έλεγχος της υπό των αεροπορικών μεταφορέων εφαρμογής των όρων αεροπορικής εκμετάλλευσης, όπως αυτοί περιλαμβάνονται στις αντίστοιχες συμβάσεις και άδειες. Συλλογή στοιχείων αεροπορικής κίνησης. β.Γραφείο Προστασίας Καταναλωτών Αεροπορικών υπηρεσιών: (Αντί για τη σελ. 642,213) Σελ. 642,213(α) Τεύχος 1242-Σελ. 1 Αερολιμένας Αθηνών 38.Μ.ε.11-12 38.Μ.ε.12 Αερολιμένας Αθηνών
205
60. ΑΠΟΦΑΣΗ Δ.Σ. ΤΩΝ ΕΛ.ΤΑ Αριθ. 24/10098/011.3 της 12/22 Μαΐ. 2003 (ΦΕΚ Β΄635) Σταδιακή εναρμόνιση του κανονιστικού πλαισίου ΕΛΤΑ με τις διατάξεις του Ν. 3016/2002.
203
25. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. Ε7/1661 δις της 13 Φεβρ./2 Μαρτ. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 123) Περί εφαρμογής πενθήμερης εβδομάδας εργασίας, αρχομένης από Τρίτης μέχρι και Σαββάτου «επί του προσωπικού της ΔΕΘ Α.Ε.».
109
10. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.143904 της 3 Νοεμ./27 Δεκ.1972 (ΦΕΚ Β΄1131) Περί τροποποιήσεως της υπ’ αριθ.53035/1972 υπουργικής αποφάσεως και συμπληρώσεως της παρ.1 του άρθρ.4 αυτής. Έχοντες υπ’ όψιν: α)τας διατάξεις της παρ.5 της υπ’ αριθ.107/1962 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου κυρωθείσης δια του άρθρ.1 του Ν.Δ/τος υπ’ αριθ.4263/1962 (ΦΕΚ 187 τευχ.Α΄)περί κυρώσεως της υπ’ αριθ.107/1962 Π.Υ.Σ. «περί εισιτηρίων διαγωνισμών δι’ άπαντα τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και άλλων τινών διατάξεων» και β)την πρότασιν της Συγκλήτου του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (συνεδρία αυτής της 4.8.1972), αποφασίζομεν: Τροποποιούντες την υπ’ αριθ.53035/1972 ημετέραν απόφασιν (ανωτ. σελ.82,07) συμπληρούμεν την παρ.1 του άρθρ.4 αυτής, και ορίζομεν ειδικώς δια το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον όπως από του ακαδημαϊκού έτους 1972-1973 σπουδασταί αυτού οφείλοντες δύο μαθήματα ασχέτως του εάν ταύτα είναι ετήσια ή εξαμηνιαία λόγω απορρίψεώς των ή μη προσελεύσεώς των προς εξέτασιν, εγγράφονται αυτοδικαίως εις το επομένον έτος σπουδών, μεταφέροντες την εξέτασιν των μαθημάτων τούτων ομού μετά των μαθημάτων του εις ο εγγράφονται νέου έτους σπουδών. Αι διατάξεις της παρούσης δεν έχουσιν εφαρμογήν επί των σπουδαστών των εγγραφέντων κατά το ακαδημαϊκό έτος 1971-1972 και μόνον δια την εξεταστικήν περίοδον Οκτ.1972-1973. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 31.Γ.δ.9-10 Φοίτηση, εξετάσεις κλ.π. Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου
179
13. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Αριθ. 6613 της 21 Ιαν./2 Φεβρ. 1959 Περί αναστολής της εφαρμογής των διατάξεων παρ. 3 άρθρ. 2 του Νόμ. 5426/32 ως προς ενίας κατηγορίας μηχανημάτων κλπ. (Τροποποιηθείσα δια της υπ’ αριθ. 5560/1963 ΦΕΚ Β΄ 29, απόφ. Υπ. Εμπορίου και Βιομηχανίας αντικατεστάθη δια της υπ’ αριθ. 70853/1971 αποφάσεως, κατωτ. αριθ. 16).
98
66. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 1049222/3926/0016 της 25 Απρ./6 Μαΐου 1996 (ΦΕΚ Β΄ 296) Απόδοση στο Δημόσιο των εισπραττομένων από τους Ειδικούς Ταμίες εσόδων. Έχοντας υπόψη: α)Τις διατάξεις του άρθρ. 70 του Νόμ. 2362/1995 (ΦΕΚ Α΄ 247/1995) «Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του κράτους και άλλες διατάξεις». β)Τις διατάξεις των άρθρ. 75 και 86 του Π.Δ. 16/1989 (ΦΕΚ Α΄6/1989) «Κανονισμός λειτουργίας Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) και Τοπικών Γραφείων και καθήκοντα υπαλλήλων αυτών». γ)Την αριθ. 414/24.1.96 (ΦΕΚ Β΄58/96) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών με την οποία αναθέτουν καθήκοντα στους Υφυπουργούς Οικονομικών. δ)Την ανάγκη καθορισμού του χρόνου απόδοσης στο Δημόσιο των εισπραττομένων από τους Ειδικούς Ταμίες εσόδων, αποφασίζουμε: Οι Ειδικοί Ταμίες αποδίδουν στις Δ.Ο.Υ. τα εισπραττόμενα απ’ αυτούς έσοδα, σύμφωνα με τα οριζόμενα σε έγγραφο του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., ως εξής: α)Οι εδρεύοντες εντός της έδρας της Δ.Ο.Υ., τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα. β)Οι εδρεύοντες εκτός της έδρας της Δ.Ο.Υ. και σε απόσταση μέχρι τριάντα χιλιόμετρα, τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. γ)Οι εδρεύοντες εκτός της έδρας της Δ.Ο.Υ. και σε απόσταση μεγαλύτερη των τριάντα χιλιομέτρων ή σε νησιά που δεν εδρεύει Δ.Ο.Υ., τουλάχιστον μία φορά το δεκαπενθήμερο. Οι προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ. κατά τη σύνταξη του παραπάνω εγγράφου, θα λαμβάνουν υπόψη τόσο τις γεωγραφικές και κλιματολογικές συνθήκες κάθε περιοχής, όσο και το ύψος των πραγματοποιουμένων εισπράξεων. Κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ δύο αποδόσεων, οι Ειδικοί Ταμίες θα καταθέτουν τα χρήματα από τις εισπράξεις που πραγματοποιούν στις εμπορικές τράπεζες και θα λαμβάνουν τραπεζικές επιταγές σε διαταγή της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. Η παρούσα δεν προκαλεί δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού. Σελ. 106,18 Τεύχος 1240-Σελ.38
127
54. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Β1/313 της 3/16 Ιουν. 1994 (ΦΕΚ Β΄ 450) Μετονομασία Κλινικής και εργαστηρίου του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
197
2. ΝΟΜΟΣ 1038 της 2/11 Νοεμ. 1917 Περί προστασίας ζώων Βλ. και Νόμ. 1197/25 Αυγ.-3 Σεπτ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 240), (κατωτ. αριθ. 14). Άρθρον 1 «1.Όστις βασανίζει ή μεταχειρίζεται μετά σκληρότητος ή φορτώνει πέρα του υπό των αστυνομικών διατάξεων οριζομένου βάρους παν ζώον, ή όστις χρησιμοποιεί ζώον ασθενές ή ανάπηρον προς οιανδήποτε εργασίαν πέρα της φυσικής του αντοχής τιμωρείται με πρόστιμον 100 έως 1000 δραχμών, ή με κράτησιν μέχρι 20 ημερών, ή με αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας. Εν υποτροπή τα ως άνω ανώτερα και κατώτερα όρια ποινών διπλασιάζονται. 2.Επί βασανισμού ή κακομεταχειρήσεως κατά τα ανωτέρω, ζώων μεταφερομένων δι’ εμπορικών πλοίων διαρκούντος του πλου 8.Β.ω.2 Διάφορα Αδικήματα την ευθύνην υπέχουσιν ο τε αυτουργός της τοιαύτης πράξεως και ο κυβερνήτης του πλοίου. 3.Παν ζώον ανίκανον προς εργασίαν, λόγω βαθέως γήρατος, ή ανιάτου παθήσεως, ή λοιμώδους νόσου, δύναται να θανατούται και άνευ αποζημιώσεως, εάν έκθεσις πολιτικού ή στρατιωτικού κτηνιάτρου υποδείξη ως αναγκαίον το μέτρον τούτο». Ετροποποιήθη ως άνω υπό του άρθρ. 1 Νόμ. 5504/1932. Άρθρ.2.-«1.Τα εκ της εφαρμογής του Νόμου τούτου οπωσδήποτε εισρπαττόμενα πρόστιμα διατίθενται προς ενίσχυσιν ανεγνωρισμένων σωματείων προστασίας των ζώων. 2.Δι’ αποφάσεως του υπουργού υγιεινής δύναται να ανατεθή εις την εταιρείαν προστασίας των ζώων η περισυλλογή των αδεσπότων κυνών Αθηνών, Πειραιώς, και περιχώρων, παρεχομένης εν τη περιπτώσει ταύτη εις την εταιρείαν ετησίας αποζημιώσεως μέχρι δραχ. 300.000 εκ της πιστώσεως δια δαπάνας εν γένει δι’ αποσόβησιν μολυσματικών νόσων πάσης φύσεως του ειδικού προϋπολογισμού του υπουργείου υγιεινής. 3.Η αποζημίωσις αύτη καταβάλλεται εις μηνιαίας δόσεις, επί τη βάσει καταστάσεων υποβαλλομένων υπό της ειρημένης εταιρείας». Ετροποποιήθη ως άνω υπό του άρθρ. 3 Νόμ. 5504/1932. Εις το αρχικόν άρθρ. 2 είχε προστεθή β΄ εδάφιον διά του Ν.Β.Δ. της 30 Μαΐου/6 Ιουν. 1919 περί συμπληρώσεως του άρθρ. 2 του Νόμ. 1038, όπερ εκυρώθη υπό του Νόμ. 1969 της 28 Ιαν./12 Φεβρ. 1920 περί κυρώσεως κλπ. Άρθρ.3.-Αι απαιτούμεναι διατάξεις διά την εκτέλεσιν του παρόντος Νόμου, ιδία διά την έκδοσιν των αστυνομικών διατάξεων, κανονίζονται δια Β.Δ/τος, εκδιδομένου τη προτάσει των Υπουργών της Γεωργίας και των Εσωτερικών. Καταργείται ο Νόμ. 287 της 1 Φεβρ. 1901 της Κρητικής Πολιτείας «περί προστασίας των ζώων». Βλ.Β.Δ.5/8 Μαρτ. 1919 (κατωτ. αριθ. 26).
237
9. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1238 της 25/31 Οκτ. 1949 Περί παρατάσεως της ισχύος ασφαλιστικών τινων διατάξεων. Άρθρον μόνον.-Η δια της παρ. 1 του άρθρου μόνου του Νομ. 520/1948 παραταθείσα προθεσμία ισχύος των περί ών το άρθρ. 2 του Ν.Δ. 229/1947 διατάξεων, παρατείνεται μέχρι 31ης Δεκ. 1949 από της λήξεως της δια του Α. Νόμου 901/1949 οριζομένης 8μήνου προθεσμίας. Αι διατάξεις, ών η ισχύς παρατείνεται, δύνανται κατά την διαδικασίαν του άρθρ. 59 του Α.Ν. της 11ης Νοεμ. 1935 «περί Οργανισμού του Υπουργείου Εργασίας» ως τούτο αυθεντικώς ηρμηνεύθη να παγιοποιώνται είτε ως σήμερον έχουν είτε και τροποποιούμεναι. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
245
56.ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Αριθ. Φ.Γ8/9916 της 31 Μαΐου/4 Ιουν. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 410) ΄Ιδρυση Μονομελών Κλιμακίων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους. Η άνω απόφαση, όπως διαμορφώθηκε αυτοδίκαια μετά την ισχύ του Νόμ. 2688/24 Φεβρ. – 1 Μαρτ. 1999 (ΦΕΚ Α΄40), Τόμ. 20 σελ. 290,513, τροποποιήθηκε από την με αριθ. ΦΓ8/6204/2 Απρ. – 3 Μαΐου 1999 (ΦΕΚ Β΄524) αποφ. Ολομέλ. Ελεγκτικού Συνεδρίου.
348
12. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. ΥΕΒ 35772/3341/1162 της 14/28 Ιουν. 1967 (ΦΕΚ Β΄ 424) Περί καθορισμού συνθέσεως Διοικητικών Συμβουλίων των Γενικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ). Έχοντες υπ’ όψει: Τας διατάξεις του άρθρ. 2 του Α.Ν. υπ’ αριθ. 4/1967 «περί ευρυθμίας εις την λειτουργίαν των Δημοσίων Υπηρεσιών και ΝΠΔΔ», ως ετροποποιήθη δια του υπ’ αριθ. 19/1967 Α. Νόμου, αποφασίζομεν: 1.Καθορίζομεν τον αριθμόν των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των Γενικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ) ΝΠΔΔ λειτουργούντων βάσει των διατάξεων του Ν.Δ. 3881/1958, εις τρία. 2.Τα τριμελή ταύτα Διοικητικά Συμβούλια των ΓΟΕΒ, διορίζονται δι’ αποφάσεως του οικείου Νομάρχου εγκρινομένης υπό του Υπουργού Γεωργίας. Τα δύο εκ των μελών τούτων είναι δημόσιοι υπάλληλοι, εξ ων εις Γεωπόνος, υπηρετούντες εις υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας λειτουργούσας εις τους Νομούς εις ους εκτείνεται η περιοχή δικαιοδοσίας του ΓΟΕΒ. Ως αναπληρωταί τούτων ορίζονται δια της αυτής αποφάσεως οι νόμιμοι αναπληρωταί αυτών, ή εν ελλείψει τοιούτων, έτεροι δημόσιοι υπάλληλοι. Το τρίτον μέλος, μετά του αναπληρωτού του, είναι αντιπρόσωπος των ενδιαφερομένων παραγωγών. Ως Πρόεδρος των Διοικητικών Συμβουλίων ορίζεται δια της αυτής αποφάσεως εις εκ των μελών δημοσίων υπαλλήλων. 3.Αι αρμοδιότητες των ανωτέρω Συμβουλίων παραμένουν οίαι καθορίζονται υπό των κειμένων περί τούτων διατάξεων.
365
21. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΓΈΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ.Φ. 103/1804 της 7 Ιαν./5 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Β' 67) Προσαρμογή Κλάδων και θέσεων τακτικού προσωπικού με διατάξεις προσοντολογίου-Κλαδολογίου του Ταμείου Πρόνοιας και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Ιπποδρομιών. (Αντί για τη σελ. 1196, 07(γ) Σελ. 1196,07(δ) Τεύχος ΙΑ-4-2 Σελ. 121 Ταμείο Προνοίας και Επικ.Ασφ.Προσωπικού Ιπποδρομιών (ΤΑΠΕΑΠΙ) 39.Μ.δ.20-21
331
25. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 143 της 15/26 Μαρτ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 53) Αύξηση του ανώτατου ορίου του παρεχομένου από το Ταμείο Προνοίας Προσωπικού Ο.Σ.Ε. εφάπαξ βοηθήματος. Σελ. 96,20(κα) Τεύχος 1262 – Σελ .20 Άρθρ.1.-Το ανώτατο όριο του καταβαλλόμενου εφάπαξ βοηθήματος από το Ταμείο Προνοίας Προσωπικού Ο.Σ.Ε. δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό του 1.500.000 δραχμών. Άρθρ.2.-Η ισχύς του Δ/τος αυτού αρχίζει από 1.1.1985.
329
20. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 586 της 5/14 Ιουλ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 159) Περί μετατροπής εκτάκτου αυτοτελούς έδρας εις τακτικήν παρά τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
197
17. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 122 της 16/16 Φεβρ. 1945 (ΦΕΚ Α' 35) Περί διατάξεων αφορωσών την κατάστασιν των μονίμων αξιωματικών και ανθυπασπιστών από απόψεως σωματικής ικανότητος. Κατηργήθη αφ’ ης ίσχυσε δια του άρθρ. 5 Α.Ν. 664/1965.
350
22. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. 118316 της 24 Αυγ./2 Σεπτ. 1967 (ΦΕΚ Β΄ 546) Περί διαρθρώσεως των υπό του Νόμ. 3813/1958 ιδρυθεισών θέσεων εφόρων και βοηθών φροντιστηρίων της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών ως και εφόρων των Καλλιτεχνικών Σταθμών. Έχοντες υπ’ όψει: α)Τα άρθρ.20 και 21 του από 23/24.12.1955 Β.Δ\τος και β)την υπ’ αριθ. 510/1967 σύμφωνον γνώμιν του Α.Σ.Δ.Υ. αποφασίζομεν: Διαρθρούνται κατά κατηγορίας, κλάδους και βαθμούς αι υπό των διατάξεων των άρθρ. 2 και 4 του Νόμ. 3813/1958 ιδρυθείσαι θέσεις Εφόρων και Βοηθών φροντιστηρίων εφαρμογών και Εφόρων Καλλιτεχνικών Σταθμών της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, συμπληρουμένης της υπ’ αριθ. 55176/1961 διαρθρωτικής υπουργικής αποφάσεως (φ.189 Β΄), ως έπεται: Άρθρ.1.-Α΄ Κατηγορία: Α10 κλάδος Εφόρων φροντιστηρίων, εφαρμογών επί διετεί θητεία και βαθμοίς 6ω-4ω. α)1 θέσις του φροντιστηρίου της νωπογραφίας και τεχνικής φορητών εικόνων. β)1 θέσις του φροντιστηρίου της τεχνικής του μωσαϊκού. γ)1 θέσις του φροντιστηρίου της Μαρμαροτεχνίας. δ)1 θέσις του φροντιστηρίου της χαλκοχυτικής, γυψοτεχνικής και κεραμικής. ε)1 θέσις του φροντιστηρίου της τυπογραφίας και της τέχνης του βιβλίου. ς)1 θέσις του φροντιστηρίου του σχεδίου παρά τη συλλογή εκμαγείων αντιτύπων και αντιγράφων. ζ)1 θέσις του φροντιστηρίου της Διακοσμήσεως, διαφημίσεως, σκηνογραφίας κλπ. η)1 θέσις του φροντιστηρίου των υπαιθρίων σπουδών. Α11 Κλάδος Βοηθών φροντιστηρίων εφαρμογών επί διετεί θητεία και βαθμοίς 9ω-7ω. α)1 θέσις του φροντιστηρίου της νωπογραφίας και της τέχνης των φορητών εικόνων. β)2 θέσεις του φροντιστηρίου χαλκοχυτικής, γυψοτεχνικής και κεραμικής. γ)2 θέσεις του φροντιστηρίου της τυπογραφίας και της τέχνης του βιβλίου. δ)1 θέσις παρά τη ταινιοθήκη και βιβλιοθήκη. Α12 κλάδος Εφόρων Καλλιτεχνικών Σταθμών επί διετεί θητεία και βαθμοίς 6ω-4ω. α)1 θέσις παρά τω Καλλιτεχνικώ Σταθμώ Ύδρας. β)1 θέσις παρά τω Καλλιτεχνικώ Σταθμώ Δελφών. γ)1 θέσις παρά τω Καλλιτεχνικώ Σταθμώ Μυκόνου. δ)1 θέσις παρά τω Καλλιτεχνικώ Σταθμώ Ρόδου. ε)1 θέσις παρά τω Καλλιτεχνικώ Σταθμώ Κερκύρας. Άρθρ.2.-Τα ειδικά τυπικά προσόντα διορισμού εις τας ως άνω θέσεις, ως και ο τρόπος διορισμού, καθορίζονται υπό των άρθρ. 2 και 4 του Νόμ. 3813/ 1958. Άρθρ.3.-Οι κατά την δημοσίευσιν της παρούσης υπηρετούντες τακτικοί υπάλληλοι εις τας υπό των άρθρ. 2 και 4 του Νόμ. 3813/1958 ιδρυθείσας θέσεις ανήκουν εφεξής εις τους κάτωθι κλάδους. α)Εις τον Α10 Κλάδον Εφόρων φροντιστηρίων εφαρμογών οι άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ εισηγητού- Τμηματάρχου Α΄ τάξεως έφοροι των κάτωθι φροντιστηρίων: 1)Της νωπογραφίας και τεχνικής φορητών εικόνων. 2)Της τεχνικής του μωσαϊκού. 3)Της μαρμαροτεχνίας. 4)Της χαλκοχυτικής, γυψοτεχνικής και κεραμικής. 5)Της τυπογραφίας και της τέχνης του βιβλίου. (Αντί της σελ. 393(α) Σελ. 393(β) Τεύχος 452-Σελ. 17 Οργανικές διατάξεις Α.Σ.Κ.Τ. 31.Δ.α.22 6)Του σχεδίου παρά τη συλλογή εκμαγείων αντιτύπων και αντιγράφων. 7)Της διακοσμήσεως, διαφημίσεως, σκηνογραφίας κλπ. 8)Των υπαιθρίων σπουδών. β)Εις τον Α11 Κλάδον Βοηθών φροντιστηρίων εφαρμογών οι άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ ακολούθου έως γραμματέως Α΄ τάξεως κάτωθι βοηθοί: 1)Του φροντιστηρίου της νωπογραφίας και της τέχνης των φορητών εικόνων. 2)Του φροντιστηρίου της χαλκοχυτικής, γυψοτεχνικής και κεραμικής. 3)Του φροντιστηρίου της τυπογραφίας και της τέχνης του βιβλίου. 4)Της ταινιοθήκης και βιβλιοθήκης. γ)Εις τον Α12 Κλάδον Εφόρων Καλλιτεχνικών Σταθμών οι άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ εισηγητού έως Τμηματάρχου Α΄ τάξεως έφοροι των Καλλιτεχνικών Σταθμών Ύδρας, Δελφών, Μυκόνου, Ρόδου και Κερκύρας. Άρθρ.4.-Οι κατά την δημοσίευσιν της παρούσης υπηρετούντες τακτικοί υπάλληλοι του προηγουμένου άρθρ. 3 έχουν εφεξής τον κάτωθι βαθμόν του Υπαλληλικού Κώδικος. 1)Οι Έφοροι φροντιστηρίων: α)Άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ Τμηματάρχου α΄ τάξεως τον βαθμόν 4ον. β)Άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ εισηγητού τον βαθμόν 6ον. 2)Οι Βοηθοί φροντιστηρίων: α)Άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ γραμματέως β΄ τάξεως τον βαθμόν 8ον. β)Άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ ακολούθου τον βαθμόν 9ον. 3)Οι Έφοροι Καλλιτεχνικών Σταθμών: α)Άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ Τμηματάρχου α΄ τάξεως τον βαθμόν 4ον. β)Άχρι τούδε επί βασικώ μισθώ εισηγητού τον βαθμόν 6ον.
244
72. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 15959 οικ. της 4/14 Μαρτ. 1997 (ΦΕΚ Β΄ 191) Καθορισμός της σύνθεσης του προσωπικού των Καταστημάτων Κράτησης Σωφρονιστικών και Θεραπευτικών Καταστημάτων και Κ.Α.Υ. Φυλακών.
367
35. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Φ.711/171/Β7/468 της 29 Ιουλ.-28 Αυγ.1996 (ΦΕΚ Β΄763) Έγκριση ΠΜΣ Αστικού Δικαίου του Τομέα Α΄ Ιδιωτικού Δικαίου του Τμήματος Νομικής του Παν/μίου Αθηνών. Τροποποιήθηκε από τις παρακάτω αποφάσεις Υπ. Εθν.Παιδείας και Θρησκευμάτων: α) Β7/408/7-25 Αυγ.1997 (ΦΕΚ Β΄738) και β)Β7/314/4-24 Ιουν.1998(ΦΕΚ Β΄633).
161
1. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Αριθ. 21545 της 6/13 Ιουλ. 1927 (ΦΕΚ Παράρτημα 174) Περί εγκρίσεως του Καταστατικού του Ταμείου Συντάξεων του Προσωπικού της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος. Έχοντες υπ’ όψει: 1)τας διατάξεις του Νόμ. 2868 περί υποχεωτικής ασφαλίσεως των εργατών και ιδιωτικών υπαλλήλων, 2)σύμφωνον γνωμοδότησιν του Συμβουλίου εποπτείας εργατικών ασφαλίσεων, εγκρίνομεν το ανασυνταχθέν εξ άρθρ. 26 καταστατικόν του Ταμείου Συντάξεων Πρσωπικού της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος ως τούτο ετροποποιήθη και συνηρμολογήθη εις ενιαίον κείμενον. Η παρούσα μετά του εγκρινομένου καταστατικού δημοσιευθήτω δαπάναις του Ταμείου δια της Εφημερίδος της Κυβενήσεως. Ταμείον συντάξεων του προσωπικού της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ Σύστασις και σκοπός του Ταμείου Άρθρ.1.-1.Συνιστάται εν Αθήναις εν τω Κεντρικώ Καταστήματι της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος ειδικόν Ταμείον υπό τον τίτλον «Ταμείον συντάξεων του Προσωπικού των Τραπεζών Εθνικής, Κτηματικής και Ελλάδος», αποτελούν ίδιον Νομικόν Πρόσωπον (και διοικούμενον παρά δεκατριμελούς Διοικητικού Συμβουλίου, απαρτιζόμενου:) Το άρθρ. 1 είχε τροποποιηθή δια της υπ’ αριθ. 56045 της -/28 Σεπτ. 1953 (ΦΕΚ Β΄ 207) αποφ. Υπ. Εργασίας, ήτις όμως ηκυρώθη δια της υπ’ αριθ. 973/1954 αποφ. Συμβ. Επικρατείας. Περί της διοικήσεως του Ταμείου βλ. ήδη κατ. αριθ. 4 απ. Υπ. Εργασίας 73459/1964. Άρθρ.8.-«1.Δικαίωμα εις σύνταξιν έχουν επίσης εν περιπτώσει θανάτου ησφαλισμένου ή συνταξιούχου ως δικαιοδόχοι αυτού. α)Η χήρα που μετά δεκαετή συντάξιμον υπηρεσίαν αποβιώσαντος ησφαλισμένου εφ’ όσον συνεζεύχθη μετ’ αυτού τρείς τουλάχιστον μήνες προ του θανάτου του. β)Η χήρα του συνταξιούχου ή συζευχθείσα μετ’ αυτού προ της εξόδου εκ της υπηρεσίας, εφ’ όσον έχει έγγαμον βίον ενός τουλάχιστον έτους προ του θανάτου του, ως και η χήρα του συνταξιούχου ή συζευχθείσα μετ’ αυτού μετά την εκ της υπηρεσίας έξοδόν του, εφ’ όσον έχει συμπληρωμένον έγγαμον βίον δύο τουλάχιστον ετών προ του θανάτου του. Οι ανωτέρω προβλεπόμενοι χρονικοί περιορισμοί τελέσεως του γάμου και διαρκείας εγγάμου βίου, δεν ισχύουσιν εφ’ όσον ο θάνατος του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου επήλθε συνεπεία βιαίου συμβάντος, ή εφ’ όσον η χήρα σύζυγος απέκτησεν εκ του γάμου αυτής τέκνον ή ευρισκομένη εν κυοφορία αποκτήση τέκνον. Κατά το διάστημα της κυοφορίας τίθεται υπό προσωρινήν σύνταξιν οριστικοποιουμένην άμα τη γεννήσει του τέκνου. Η χήρα αποκλείεται του κατά τα ανωτέρω δικαιώματος προς σύνταξιν, εαν δι’ οριστικής αποφάσεως εκδοθείσης προ του θανάτου του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, απηγγέλθη διαζύγιον υπαιτιότητι αυτής ή αμφοτέρων των συζύγων, ή το διαζύγιον απηγγέλθη υπαιτιότητι του συζύγου της πλήν δεν εδικαιώθη διατροφής από της εκδόσεως της οριστικής περί διαζυγίου αποφάσεως συνεχώς μέχρι του θανάτου αυτού. Εν περιπτώσει λύσεως του γάμου διαζυγίω, αποκλειστική υπαιτιότητι του συζύγου, το δικαίωμα απολαβής της συντάξεως ανακτάται υπό της θυγατρός μετ’ απόφασιν του Διοικ. Συμβουλίου, υπό την προΰπόθεσιν ότι η περί διαζυγίου αγωγή ησκήθη εντός ενός έτους από της τελέσεως του γάμου και εφ’ όσον αύτη στερείται αξιολόγου περιουσίας. «γ.Τα νόμιμα ή νομιμοποιηθέντα (δι’ επιγενομένου γάμου ή δικαστικής αποφάσεως) τέκνα του μετά δεκαετή συνταξίμου υπηρεσίαν αποβίωσαντος ησφαλισμένου ή συνταξιούχου ή τα φυσικά τέκνα μητρός ασφαλισμένης ή συνταξιούχου ιδίω δικαίω, εξ ιδίας υπηρεσίας παρά τη Τραπέζη, εάν τα μεν θήλεα είναι άγαμα και μέχρι της δια γάμου αποκαταστάσεώς των, ως τοιούτου νοουμένου και του κατά το αλλοδαπόν δίκαιον τελουμένου, τα δε άρρενα δεν έχουν μεν συμπληρώσει το 21ον έτος της ηλικίας των και είναι άγαμα ή έχουν μεν συμπληρώσει τούτο, ουχί δε και το 25ον έτος της ηλικίας των, άγαμα όντα εξακολουθούν τακτικώς τας σπουδάς αυτών εις ανεγνωρισμένας υπό του Κράτους Σχολάς εν τη ημεδαπή ή εις αντιστοίχους σχολάς της αλλοδαπής ή ανεξαρτήτως ηλικίας είναι οριστικώς και εξ Σελ.2012,02(β) Τεύχος Ι-22-Σελ.138 ολοκλήρου ανίκανα δια οιανδήποτε εργασίαν κατά την ημέραν της επελεύσεως της ασφαλιστικής περιπτώσεως και στερούνται επαρκών πόρων προς ιδίαν αυτών συντήρησιν ή αξιολόγου περιουσίας. Υπό τας αυτάς προΰποθέσεις το Δ.Σ. του Ταμείου, δύναται δι’ αποφάσεως του, εκτιμών προσέτι και τας ιδιαιτέρας συνθήκας και την όλην οικογενειακήν κατάστασιν του τέκνου, να απονέμει σύνταξιν και εις καθιστάμενα ανίκανα τέκνα, μετά την επέλευσιν της ασφαλιστικής περιπτώσεως και εφ’ όσον θα είναι άγαμα, αναθεωρουμένης της συντάξεως των τυχόν λοιπών δικαιοδόχων, από της απονομής εις το τέκνον τούτο, αρχομένης από της ημερομηνίας εκδόσεως της αποφάσεως του Δ.Σ. αποκλειομένης πάσης αναδρομικής καταβολής. Εν περιπτώσει λύσεως του γάμου διαζυγίω υπαιτιότητι του συζύγου ή κοινή υπαιτιότητι το δικαίωμα απολαβής της συντάξεως απονέμεται ή ανακτάται υπό της θυγατρός μετ’ απόφασιν του Διοικητικού Συμβουλίου, υπό την προΰπόθεσιν ότι η διάζευξις αφορά την λύσιν του πρώτου γάμου και εφ’ όσον αύτη, κατά την κρίσιν του Διοικητικού Συμβουλίου στερείται προστασίας ή αξιολόγου περιουσίας. Η σύνταξη της διαζευγμένης θυγατέρας, ανεξάρτητα από την ηλικία της, περικόπτεται μέχρι και ολικής περικοπής και το ποσό που αυτή έχει εισοδήματα από οποιανδήποτε άλλη πηγή, που μαζί με τη σύνταξη υπερβαίνουν το 60% του 15ου Κλιμακίου με το 60% της εκάστοτε ΑΤΑ επί αυτού, χωρίς κανένα επίδομα ή προσαύξηση. Στα εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν λαμβάνεται υπόψη η επικούρηση που παίρνει αυτή απο το Λογαρισμό Επικουρήσεως του Προσωπικού της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ της ΕΛΛΑΔΟΣ. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση αυτή, όπως ορίζονται στην περίπτωση ε΄, της παρ. 1, του άρθρου τούτου». Το άνω τέταρτο εδάφιο τροποποιήθηκε από την παρ. 1 της Φ44/3/796/3-8 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 186) αποφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων Η διάταξις αυτή εφαρμόζεται και επί λύσεως του γάμου λόγω ακυρότητος ή ακυρώσεως αυτού (άκυρος-ανυπόστατος-ακυρώσιμος γάμος) της θυγατρός δικαιουμένης της απονομής ή ανακτήσεως της συντάξεως υπό τας αυτάς ως άνω προΰποθέσεις ως και επί διαζυγίου. Η συνταξιοδότησις των εις τας περιπτώσεις ταύτας υπαγομένων θυγατέρων (λόγω διαζυγίου λύσεως ή ακυρότητος ή ακυρώσεως ή ανυποστάτου δια αμετακλήτου δικαστικής αποφάσεως κυρήξεως του γάμου) διακόπτεται οριστικώς άμα τη τέλεσει νέου γάμου, μη δικαιουμένης της θυγατρός εκ νέου συνταξιοδοτήσεως, άμα τη καθ’ οιονδήποτε τρόπον λύσει (διαζυγίου ή ακυρώσεως κλπ. ως ανωτέρω) του νέου τούτου γάμου. 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Τα ανωτέρω εφαρμόζονται τόσον επί των επελθουσών ήδη ασφαλιστικών περιπτώσεων, όσον και επί των εφ’ εξής τοιούτων, τα οικονομικά όμως αποτελέσματα άρχονται από της πρώτης του επομένου μηνός της δημοσιεύσεως της παρούσης, αποκλειομένης απολύτως πάσης αναδρομικής Καταβολής οιουδήποτε ποσού ή διαφοράς, Περικοπή ή απώλεια ολική λόγω περικοπής της ήδη απονεμηθείσης και καταβαλλομένης συντάξεως προ της ισχύος της παρούσης διατάξεως, το πρώτον επερχομένη δι’ αυτής, αποκλείεται. Το ούτω καταβαλλόμενον ποσόν, προ της ενάρξεως ισχύος της παρούσης θα εξακολουθήση παρεχόμενον, εφ’ όσον θα είναι μείζον του κατά την διάταξιν ταύτην καθοριζομένου ποσού καταβολής. Αι προΰποθέσεις κατά την παρούσαν διάταξιν θεμελιώσεως του δικαιώματος συνταξιοδοτήσεως κρίνονται δια τας επελθούσας ήδη ασφαλιστικάς περιπτώσεις κατά την ημέραν δημοσιεύσεως της παρούσης, δια δε τας εφεξής ασφαλιστικάς περιπτώσεις κατά την ημέραν επελεύσεως του ασφαλιστικού κινδύνου». Η περίπτ. γ΄ τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 1 της Β2/3/44/οικ. 2263/22 Σεπτ. 5 Οκτ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 856) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. «δ)υπό τας αυτάς ως άνω προΰποθέσεις, επί νομίμων ή νομιμοποιηθέντων τέκνων απονέμεται σύνταξις: αα)Εις εκουσίως αναγνωρισθέντα ή δια δικαστικής αποφάσεως οπωσδήποτε αναγνωρισθέντα (πλήρως ή ατελώς) τέκνα του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου». Η πρώτη φραστική περίοδος περιπτ. δ΄ και η υποπερίπτ. αα τροποποιήθηκαν ως άνω από την παρ. 3 της Β2/3/44/802/23 Μαρτ.-10 Απρ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 318) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. «ββ)Σε υιοθετηθέντα παιδιά με τις ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν και για τα νόμιμα ή φυσικά τέκνα». Η μέσα σε « » περίπτ. ββ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 της με αριθμ. Φ.44/355/21 Μαρτ.-9 Απρ. 1996 (ΦΕΚ Β΄ 229), αποφ. Υπ. Εργασίας και Κοιν. Ασφαλίσεων. ε)«Η σύνταξη της άγαμης θυγατέρας που έχει συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας της ή εφόσον αυτή συνεχίζει τακτικά τις σπουδές της, σε μία από τις Σχολές που αναφέρονται στην περίπτ. γ΄, της παραγράφου αυτής, μετά τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας της ή και νωρίτερα αν τελειώσει τις σπουδές της, καθώς και του ανίκανου αρρένος τέκνου, περικόπτεται κατά το ποσό που μαζί με τη σύνταξη έχουν εισόδημα, είτε από εργασία, είτε από τακτική ασφάλιση παροχή από οποιοδήποτε και πάσης φύσης ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ή επικουρικής ασφάλισης (εξαιρουμένης μόνο της επικουρήσεως που λαμβάνεται από το Λογαριασμό Επικουρήσεως του Προσωπικού της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της ΕΛΛΑΔΟΣ) ή του Δημοσίου ή εκ πάσης πηγής περιουσιακών στοιχείων, που υπερβαίνει το 15ο Κλιμάκιο του κύριου προσωπικού με την εκάστοτε ΑΤΑ χωρίς κανένα επίδομα ή προσαύξηση. Η περικοπή αυτή γίνεται ακόμα και αν μόνη η καθοριζομένη σύνταξη της κατά τα ανωτέρω ενηλίκου θυγατέρας και ανίκανου γυιού, και εν ελλείψει οποιουδήποτε εισοδήματος αυτών, υπερβαίνει το 15ο Κλιμάκιο του κύριου προσωπικού με την εκάστοτε ΑΤΑ, χωρίς κανένα επίδομα ή προσαύξηση, περικοπτόμενη και στην περίπτωση αυτή κατά το υπερβαίνον ποσό». Το πρώτο και δεύτερο εδάφιο τροποποιήθηκαν ως άνω από την παρ. 2 της Φ.44/3/796/3-8 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 186) απόφ Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. Εν τη εννοία του εισοδήματος περιλαμβάνεται 1)το πραγματικόν εισόδημα των πάσης πηγής περιουσιακών αυτού στοιχείων, 2)το τεκμαρτόν εξ ιδιοκατοικήσεως τοιούτον, καθ’ ο ποσόν, κατά την κρίσιν του Δ. Σ., υπερβαίνει τον αναγκαιούντα εκ των βιοτικών αναγκών αυτών, απαραίτητον προς ιδιοκατοίκησιν κυρίας κατοικίας αυτού χώρον και 3)παν εισόδημα όπερ δύναται βασίμως να προκύψη εκ της καταλλήλου χρησιμοποιήσεως των περιουσιακών στοιχείων αυτού, τυχόν μη χρησιμοποιουμένων υπ’ αυτού καταλλήλως εξ οιουδήποτε λόγου. Η σύνταξις του ανικάνου προς εργασίαν τέκνου, διοακόπτεται άμα τη ανακτήσει της προς εργασίαν ικανότητος αυτού. Η προς εργασίαν ανικανότης διαπιστούται συμφώνως προς το άρθρ. 19 του παρόντος Κανονισμού. Εν μερική ανακτήσει της προς εργασίαν ικανότητος η σύνταξις αυτού μειούται περικοπτομένη αναλόγως προς τον βαθμόν της ανακτηθείσης ικανότητος, εφαρμοζομένου και εν προκειμένω του άρθρ. 19 του Κανονισμού. Μετά της χήρας συζύγου και των τέκνων των περιπτ. α΄β΄γ΄δ΄ και της παρούσης συντρέχει πάντοτε και η μήτηρ του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου υπό τους όρους και περιορισμούς της επομένης περιπτώσεως». Η υποπερίπτ. ββ περιπτ. δ και η περίπτωση ε αντικαταστάθηκαν ως άνω από την περίπτ. α παρ. 4 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. ς)Ελλείψει των ανωτέρω κατά την ημέραν του θανάτου του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, ο ανίκανος προς εργασίαν πατήρ ή ο πατήρ ο υπερβάς το 60ον έτος της ηλικίας του και η μήτηρ του μετά 10ετή συντάξιμον υπηρεσίαν αποβιώσαντος ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, εφ’ όσον ούτοι αποδεδειγμένως συνετηρούντο κυρίως υπ’ αυτού. Η σύνταξις τούτων περικόπτεται καθ’ ο ποσόν κέκτηνται εισόδημα ομού μετά της συντάξεως και αναστέλλεται συμφώνως προς του όρους της εφαρμοζομένης εξ ολοκλήρου και εν προκειμένω ανωτέρω διατάξεως του εδαφ. ε΄ του παρόντος άρθρου. (Αντί για τη σελ.2013(δ) Σελ. 2013(ε) Τεύχος 1327 Σελ. 111 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 ζ)Ελλείψει των ανωτέρω κατά την ημέραν του θανάτου του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου του μη καταλιπόντος ιδίαν οικογένειαν ή εκλιψάσης ταύτης προ του θανάτου αυτού, και υπό τους κατώθι όρους και περιορισμούς δικαιούνται ωσαύτως συντάξεως ως δικαιοδόχοι του μετά 10ετή συντάξιμον υπηρεσίαν, αποβιώσαντος ησφαλισμένου ή συνταξιούχου: αα)Οι εκ νομίμου γάμου άγαμοι αδελφοί, μέχρι της συμπληρώσεως του 18ου έτους ή του 21ου έτους της ηλικίας των εφ’ όσον συνεχίζουν, τας σπουδάς των ή οι συμπληρώσαντες μεν τούτο, αλλ’ οριστικώς και εξ ολοκλήρου ανίκανοι δι’ οιανδήποτε εργασίαν και ββ)Αι εκ νομίμου γάμου άγαμοι αδελφαί.Οι δικαιοδόχοι των περιπτώσεων του παρόντος εδαφ. ζ΄ δικαιούνται συντάξεως εφ’ όσον κατά την ημέραν του θανάτου του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου αποδεδειγμένως συνετηρούντο κυρίως υπ’ αυτού και στερούνται αξιολόγου περιουσίας. «Η σύνταξη τούτων διακόπτεται με την τέλεση γάμου κατά το ημεδαπό ή αλλοδαπό δίκαιο, περικόπτεται δε κατά το ποσόν που μαζί με τη σύνταξη έχει ο κάθε δικαιοδόχος εισόδημα που υπερβαίνει το 42% του 15ου κλιμακίου με το 42% της εκάστοτε ΑΤΑ επί του κλιμακίου αυτού, χωρίς κανένα επίδομα ή προσαύξηση, αναστέλλεται δε σύμφωνα με τους όρους της διατάξεως της περιπτ. ε΄ της παραγράφου αυτής». Το δεύτερο εδάφιο της άνω υποπερίπτ. ββ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 3 της Φ44/3/796/3-8 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 186) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. 2.Παραίτησις δικαιοδόχου από συντάξεως οιασδήποτε ετέρας πηγής ή εξ οιουδήποτε άλλου εσόδου ή ηθελημένη ενέργεια προς μείωσιν των εκ πάσης πηγής εσόδων του ή των περιουσιακών αυτού στοιχείων περί ων το παρόν άρθρον, ουδέν δικαίωμα υπέρ αυτού δημιουργεί εις βάρος του Ταμείου. Προς απονομήν ή διακοπήν συντάξεως ή καθορισμόν του ύψους αυτής ή του περικοπτομένου μέρους αυτής λογίζονται ως υφιστάμενα τα σκοπίμως μειωθέντα περιουσιακά στοιχεία και ως πραγματοποιούμενα εις το ακέραιον τα έσοδα εξ ων παρητήθη ή άτινα δι’ ηθελημένης ενεργείας του δικαιούχου εμειώθησαν. «3.Οι κατά τας ανωτέρω διατάξεις δικαιοδόχοι συντάξεως υποχρεούνται όπως δηλώνουν εγγράφως κατά τον τύπον της δηλώσεως-βεβαιώσεως του Ν. Δ. 105/69 πάραυτα εις την διεύθυνσιν του Ταμείου πάσαν μεταβολήν των εισοδημάτων των, επιφέρουσαν μεταβολήν ή αναστολήν της καταβαλλομένης συντάξεως. Η μη έγκαιρος δήλωσις επιφέρει τας συνεπείας του άρθρ. 13 παρ. 1 εδάφ. στ΄ του παρόντος Κανονισμού». Η παρ. 3 τροποποιήθηκε ως άνω από την περίπτ. β παρ. 4 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Σελ.2014(ε) Τεύχος 1327 Σελ. 112 4.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί των προ της ισχύος αυτού επελθουσών ασφαλιστικών περιπτώσεων. Δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως ή αναθεωρήσεως συντάξεως προς απόκτησιν διαφοράς αυξήσεως, παρεχόμενον το πρώτον υπό των διατάξεων του παρόντος άρθρου, γεννάται μόνον από της ισχύος αυτού και εφεξής, αποκλειομένης απολύτως πάσης αναδρομικής καταβολής οιουδήποτε ποσού. Περικοπή ή μείωσις ή απώλεια, κατ’ εφαρμογήν του παρόντος άρθρου, της ήδη απονεμηθείσης και καταβαλλομένης προ της ισχύος αυτού συντάξεως, αποκλείεται. Το ούτω καταβαλλόμενον ποσόν, προ της ενάρξεως ισχύος του άρθρου τούτου, θα εξακολουθήση παρεχόμενον εφ’ όσον θα είναι μείζον του κατά τας διατάξεις τούτου καθοριζομένου ποσού καταβολής». Το άρθρ. 8 τροποποιηθέν δια των υπ’ αριθ. 32187/Σ.1049 της 18/19 Σεπτ. 1943 (ΦΕΚ Β΄ 150), 26462/2151 της 16 Αυγ./3 Σεπτ. 1946 (ΦΕΚ Β΄ 141), 37125/3461 της 3/11 Οκτ. 1946 (ΦΕΚ Β΄ 166) ΚΑΙ 28149/Σ.726 της 28 Μαΐου/19 Ιουν. 1953 (ΦΕΚ Β΄ 138) αποφάσεων Υπ. Εργασίας, αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 7 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β΄ 571). «5.Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις περικοπής εφαρμόζεται η παρ. 4 του άρθρου αυτού για τις καταβαλλόμενες συντάξεις και για τις αναπροσαρμοζόμενες και ορίζεται ότι αποκλείεται κάθε αναδρομική καταβολή αύξησης, ως και κάθε περικοπή ή απώλεια αυτών που μέχρι σήμερα καταβάλλονται για την παραπάνω αιτία από την ύπαρξη εισοδημάτων». Η παρ. 5 προστέθηκε από την παρ. 4 της Φ.44/3/796/3-8 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 186) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Συντάξεις εξαιρετικών περιπτώσεων Άρθρ.9.-«1.Εν περιπτώσει καθ’ ην, προ της συμπληρώσεως δεκαετούς υπηρεσίας, αλλά μετά την συμπλήρωσιν τριετούς τοιαύτης, ησφαλισμένος τις ήθελε περιέλθει εις ολοκληρωτικήν ανικανότητα, το Διοικητικόν Συμβούλιον του Ταμείου, εκτιμών τας ιδιαιτέρας συνθήκας του ησφαλισμένου, δύναται να ορίση υπέρ αυτού σύνταξιν ανάλογον προς το βαθμόν και τα έτη της υπηρεσίας του, ως και προς την όλην αυτού οικογενειακήν κατάστασιν. Η ούτω παρεχομένη σύνταξις δεν δύναται να υπερβαίνη τα 30/100 των συνταξίμων αποδοχών του ησφαλισμένου». Το άρθρ. 9 (πρώην 10) αντικατεστάθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 42461 της 27/28 Ιουν. 1932 αποφ.Υπ. Εθν. Οικονομίας (ΦΕΚ Παράρτημα 184). 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 2.»Υπο τας προΰποθέσεις του προηγουμένου εδαφίου, το Διοικ. Συμβούλιον δύναται να καθορίση σύνταξιν και υπέρ της χήρας και των ορφανών αποβιώσαντος ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, προ της συμπληρώσεως δεκαετούς υπηρεσίας και μετά συμπλήρωσιν τριετούς τοιαύτοις. Η σύνταξις αυτή κανονισθήσεται υπό τας προΰποθέσεις του άρθρ. 8 επί τη βάσει συντάξεως, μη δυναμένης επίσης να υπερβή τα 30/100 των συνταξίμων αποδοχών του αποβιώσαντος». Η παρ. 2 ετροποποιήθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 2838 της 5 Φεβρ./6 Απρ. 1943 (ΦΕΚ Β΄ 41) αποφ. Υπ. Εργασίας. 3.(Καταργήθηκε από την παρ. 13 της 44/3/ 3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών). Δια την σύνταξιν υπαλλήλων εξερχομένων λόγω ελαττώσεως του ορίου ηλικίας βλ. άρθρ. 5 Α. Ν. 199/1936 ως αντικατεστάθη δια του άρθρ. 5 Α. Ν. 759/1937 (τομ. 15 σελ. 261 β). Καθορισμός Συντάξεων Γενικαί Διατάξεις Άρθρ.10.-«1.Συντάξεις δικαιούχων άρθρ. 7 του Κανονισμού. Η Σύνταξις των κατά το άρθρ. 7 δικαιούχων καθορίζεται εις ποσοστά επί των συνταξίμων αποδοχών αναλόγως των συνταξίμων ετών, κατά τα κατωτέρω καθοριζόμενα: 2.«Συντάξιμα έτη: Συντάξιμα έτη είναι τα έτη εμμίσθου υπηρεσίας αυτών και εφ’ όσον δια ταύτα είναι ή ήσαν συμφώνως τω άρθρ. 6 του παρόντος Κανονισμού ησφαλισμένοι παρά τω Ταμείω ή παρά τω τέως Ταμείω Συντάξεων Προσωπικού Τραπεζών Εθνικής, Κτηματικής και Ελλάδος, προσηυξημένα κατά τον χρόνον της προσμετρουμένης υπηρεσίας, βάσει ετέρων διατάξεων του παρόντος Κανονισμού». Η παρ. 2 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 9α της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). «3.Ποσοστά συντάξεων. α)Τα ποσοστά για τον καθορισμό της σύνταξης υπολογίζονται σε τόσα τριακοστά πέμπτα όσα τα συντάξιμα χρόνια από το 1ο μέχρι και το 35ο συμπεριλαμβανόμενο, (1/35 για κάθε χρόνο μέχρι και του 35ου) και μέχρι συμπληρώσεως κατά ανώτατο όριο 35/35 των 80% των συνταξίμων αποδοχών, πέρα από το οποίο δεν δίνεται καμιά αύξηση των παραπάνω ποσοστών. β)Ο υπολογισμός του ποσοστού συντάξεων που έγινε κατά την προηγούμενη περίπτ. α΄, για τους εξελθόντες από 25.2.1982 και εφαρμόζεται από τότε σε κάθε περίπτωση, έχει επίσης εφαρμογή και στις ασφαλιστικές περιπτώσεις που έχουν επέλθει και πριν από τη χρονολογία αυτή, για τις οποίες οι συντάξεις που έχουν απονεμηθεί, αναθεωρούνται αυταπάγγελτα απο το Ταμείο, σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτ. α΄, τα δε οικονομικά αποτελέσματα των υπολογισμών αυτών, αρχίζουν από 1ης Ιαν. 1984». Η παρ. 3 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 2 της Β2/44/3/935/12-15 Ιουν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 396) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. 4.«Συντάξιμοι αποδοχαί: Ως συντάξμοι αποδοχαί εκ του συνόλου των πάσης φύσεως αποδοχών νοούνται αποκλειστικώς και μόνον: α)Δια τους εφεξής εξερχομένους και τους ήδη προ της ισχύος της παρούσης εξελθόντας εκ της υπηρεσίας ο εκάστοτε βασικός μισθός του βαθμού με τον οποίον εξήλθον της υπηρσίας, ή ο εκάστοτε βασικός μισθός προηγουμένου τινός βαθμού, ον έφερον και εφ’ όσον ούτος υφίστατο κατά την έξοδόν των εκ της υπηρεσίας και με τον οποίον θα εμισθοδοτούντο επί τη βάσει του ισχύοντος μισθολογίου (λαμβανομένου υπ’ όψιν του αριθμού των προσαυξήσεων βαθμού και επιδόματος πολυετούς υπηρεσίας κατά τα κατωτέρω), εκτός εάν ο βαθμός απενεμηθή κατά την έξοδον εκ υπηρεσίας μετά την συμπλήρωσίν του απαιτουμένου κατά τον Οργανισμόν της υπηρεσίας της Τραπέζης χρόνου. Ως βασικός μισθός βαθμού νοείται ο μισθός εκάστου βαθμού εφ’ ου υπολογίζονται αι προσαυξήσεις βαθμού υπό της Τραπέζης. «β)Τόσαι εις αριθμόν προσαυξήσεις λόγω παραμονής εν τω αυτώ βαθμώ ονομαζόμεναι περαιτέρω προσαυξήσεις βαθμού, όσαι είχον χορηγηθή εις τον ησφαλισμένον εις τον βαθμόν, ο βασικός μισθός του οποίου αποτελεί την βάσιν της συνταξιοδοτήσεως και εφ’ όσον βάσει των προσαυξήσεων αυτών εμισθοδοτείτο ούτος, προ της εξόδου του εκ της υπηρεσίας και επί των οποίων κατεβάλλοντο εισφοραί εις το Ταμείον εκτός αν αυταί απενεμήθησαν κατά την έξοδόν των εκ της υπηρεσίας, μετά την συμπλήρωσιν του απαιτούμενου κατά τον Οργανισμόν της Υπηρεσίας της Τραπέζης χρόνου. Αι προσαυξήσεις βαθμού υπολογίζονται με τα εκάστοτε ισχύοντα ποσοτά εν τη Τραπέζη εφ’ όσον και καθ’ ην έκτασιν χορηγούνται εκάστοτε υπό της Τραπέζης εις τους εν ενεργώ υπηρεσία ησφαλισμένους. Εις τας ως άνω προσαυξήσεις περιλαμβάνονται και αι απονεμόμεναι τοιαύται άμα τη κτήσει του οικείου βαθμού, ως και τα τυχόν κλάσματα αυτών τα χορηγούμενα άμα τη κτήσει του βαθμού ή κατά την έξοδον αυτών, από της τελευταίας προαγωγής ή προσαυξήσεως, ανάλογα του διαδραμόντος χρόνου, συμφώνως προς τον Οργανισμόν της Υπηρεσίας της Τραπέζης, τας ισχυούσας συλλογικάς συμβάσεις εργασίας και την εν γένει διέπουσαν το εν ενεργεία ησφαλισμένον προσωπικόν της Τραπέζης Νομοθεσίαν, υφ’ ην και καθ’ ην έκτασιν χορηγούνται αύται εις τους εν ενεργώ υπηρεσία ησφαλισμένους. (Αντί τη σελ.2015(γ) Σελ.2015(δ) Τεύχος 1090-Σελ.107 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 Συνταξιούχοι εξελθόντες ήδη της υπηρεσίας άνευ των ανωτέρω προσαυξήσεων ή κλασμάτων αυτών από της τελευταίας προαγωγής ή προσαυξήσεως και έχοντες ευδόκιμον υπηρεσίαν μέχρι της εξόδου των, δικαιούνται του αντιστοίχου και αναλόγου προς τον διαδραμόντα χρόνον κλάσματος ή προσαυξήσεως, υφ’ ην και καθ’ ην έκτασιν χορηγούνται αύται εις τους εν ενεργώ υπηρεσία ησφαλισμένους, αναθεωρουμένης της συντάξεως αυτών και του συνταξιοδοτικού φακέλλου οίκοθεν παρά του Ταμείου, δια της απονομής υπό τας ως άνω προΰποθέσεις της προσαυξήσεως ή του κλάσματος αυτών. Τα εκ της απονομής ταύτης οικονομικά αποτελέσματα δια τους μη λαμβάνοντας την προσαύξησιν ταύτην ή κλάσμα, άρχονται από της πρώτης του επομένου μηνός της δημοσιεύσεως της παρούσης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αποκλειομένης πάσης αναδρομικής καταβολής». Η περίπτ. β τροποποιήθηκε ως άνω από την περίπτ. α παρ. 5 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. γ)Επίδομα πολυετούς υπηρεσίας όπερ υπολογίζεται με τα εκάστοτε ισχύοντα ποσοστά του υπό της Τραπέζης χορηγουμένου αναλόγου επιδόματος πολυετούς υπηρεσίας, εφ’ όσον και καθ’ ην έκτασιν χορηγείται τούτο, εκάστοτε υπ’ αυτής εις τους εν ενεργώ υπηρεσία ησφαλισμένους. Δια την εξεύρεσιν των ποσοστών του εκάστοτε υπολογιζομένου επιδόματος πολυετούς υπηρεσίας,λαμβάνονται υπ’ όψιν τα συμφώνως τη παρ. 2 του παρόντος άρθρου συντάξιμα έτη, εφαρμοζομένου εν προκειμένω του άρθρ. 18 του παρόντος, η δε σύμφωνως προς τούτο συμπλήρωσις του υπό της Τραπέζης οριζομένου εκάστοτε ανωτάτου ορίου προς καθορισμόν του ποσοστού πολυετίας, του παρ’ αυτής χορηγουμένου αναλόγου τοιούτου επιδόματος εις τους εν ενεργώ υπηρεσία ησφαλισμένους θεωρείται πλήρης χορηγουμένου εις τον δικαιούχον του ποσοστού της επομένης ανωτέρας βαθμίδος της κλίμακος της υπ’ αυτής προς τον σκοπόν τούτον εκάστοτε καθοριζομένης, αντί των στοιχείων πολυετούς υπηρεσίας κλπ. των λαμβανομένων υπ’ όψιν υπ’ αυτής δια την χορήγησιν τούτου εις τους εν ενεργώ υπηρεσία ησφαλισμένους. «δ)Το επιστημονικό επίδομα που υπολογίζεται με τα κάθε φορά ποσά ή ποσοστά πάνω στις αποδοχές, σε όποια και όση έκταση αυτό χορηγείται από την Τράπεζα στους ασφαλισμένους που βρίσκονται σε ενεργό υπηρεσία, αλλά με την προΰπόθεση ότι ο ασφαλισμένος απέκτησε το πτυχίο που παρέχει επίδομα και μισθοδοτεί το με αυτό τέσσερα τουλάχιστον χρόνια πριν από την έξοδο και εφόσον έγιναν οι κρατήσεις υπέρ του Ταμείου, εισφορών ασφαλισμένου και εργοδότη, από τη χορήγηση και μέχρι την έξοδο, επί τέσσερα τουλάχιστον χρόνια. Σελ.2016(δ) Τεύχος 1090-Σελ.108 Σε περίπτωση εξόδου πριν από τη συμπλήρωση των παραπάνω 4 χρόνων, υπολογίζεται ανάλογο κλάσμα του επιδόματος αντίστοιχο του χρόνου κατά τον οποίον έγιναν οι κρατήσεις ασφαλιστικών εισφορών υπέρ του Ταμείου. Στην περίπτωση κατά την οποία η διάρκεια καταβολής του επιστημονικού επιδόματος ήταν μικρότερη των τεσσάρων ετών ή αν δεν είχε ποτέ καταβληθεί επίδομα, αν και υπήρχε κατά τη διάρκεια της ενεργού υπηρεσίας τους πτυχίο και παρέχει τέτοιο δικαίωμα κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, παρέχεται κατ’ εξαίρεση η ευχέρεια στους συνταξιούχους να καταβάλλουν στο Ταμείο Συντάξεων τις ανάλογες εισφορές (ασφαλισμένου και εργοδότη), για ολόκληρη τη τετραετία ή για τον υπολειπόμενο προς συμπλήρωσή της χρόνο. Η εισφορά ορίζεται σε ποσοστό 16% και υπολογίζεται πάνω στο ποσό του αντιστοίχου επιστημονικού επιδόματος και χορηγείται από την Τράπεζα στους εν ενεργεία ασφαλισμένους, οι οποίοι κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για την εξαγορά, υπάγονται στο ίδιο κλιμάκιο ή βαθμό με τον συνταξιούχο. Η εισφορά καταβάλλεται εφάπαξ ή σε δόσεις των οποίων ο αριθμός δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των μηνών του υπολειπόμενου για τη συμπλήρωση της 4ετίας χρόνου. Πριν από την πλήρη εξόφληση του ποσού της εισφοράς δεν αποκτά κανένα δικαίωμα ο συνταξιούχος». Η περίπτ. δ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 της Φ44/1306/15-26 Μαΐου 1989 (ΦΕΚ Β΄ 406), (Διόρθ. Σφάλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 537/6 Ιουλ. 1989) απόφ. Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. Με την παρ. 2 της ίδιας άνω απόφασης ορίστηκε ότι η ισχύς της αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ότι σε καμμία περίπτωση δεν αναγνωρίζονται οικονομικά αποτελέσματα πριν από την ημερομηνία αυτή. 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ε)Το επίδομα βαθμού που υπολογίζεται με τα κάθε φορά ποσά ή ποσοστά στις αποδοχές του βαθμού σε όποια και όση έκταση αυτό χορηγείται από την Τράπεζα στους ασφαλισμένους που βρίσκονται σε ενεργό υπηρεσία, και εφ’ όσον εμισθοδοτούντο με αυτό πριν από την έξοδό τους από την υπηρεσία και πάνω στο οποίο καταβάλλονταν εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη, υπέρ του Ταμείου. Συνταξιούχοι του Ταμείου που έπαιρναν κάτω από τις παραπάνω προϋποθέσεις το επίδομα βαθμού κατά το χρόνο της ενεργού υπηρεσίας τους, και εμισθοδοτούντο με αυτό και το είχαν αποκτημένο κατά την ημέρα της εξόδου τους, όπως επίσης και συνταξιούχοι που δεν το πήραν (διότι εξήλθαν πριν από τη χορήγησή τους από την Τράπεζα), που κατείχαν όμως κατά την έξοδό τους αντίστοιχο βαθμό στον οποίο χορηγείται από την Τράπεζα το επίδομα αυτό κάθε φορά και σε όση έκταση στους εν ενεργεία ασφαλισμένους, δικαιούνται τον ανακαθορισμό της σύνταξής τους με τον υπολογισμό αυτού του επιδόματος στις συντάξιμες αποδοχές τους, από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση αυτήν της τροποποίησης στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ενώ αποκλείεται κάθε αναδρομική καταβολή. στ)Άλλα επιδόματα και ειδικότερα το επίδομα αδείας που παίρνουν κάθε χρόνο οι ασφαλισμένοι, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να συμπεριληφθούν στις συντάξιμες αποδοχές κατά τα παραπάνω, ούτε θεωρούνται ως συντάξιμες αποδοχές». Οι περιπτ. δ και ε προστέθηκαν και η υπάρχουσα περίπτ. δ αριθμήθηκε ως περίπτ. στ΄, από την παρ. 1 της Β2/44/3/2471/12-31 Ιαν. 1983 (ΦΕΚ Β΄ 37) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων (Διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 95/9 Μαρτ. 1983). Η παρ. 4 τροποποιηθείσα δια της υπ’ αριθ. 76571/Σ.729 της 2/14 Οκτ. 1963 απόφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 451) αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 9β της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β΄ 571). «4α)Επιδόματα οικογενειακά και τέκνων. α)Οικογενειακό επίδομα. Αυτό καθορίζεται σε ποσοστό 10% επί της συντάξεως που καταβάλλεται σύμφωνα με τον Κανονισμό. Το ανωτέρω επίδομα παρέχεται σε κάθε έγγαμο συνταξιούχο εξ ιδίας υπηρεσίας. Σε περίπτωση που λυθεί ο γάμος, το επίδομα διακόπτεται, εκτός αν υπάρχει άγαμο τέκνο το οποίο δεν έχει συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας του, ή έχει συμπληρώσει μεν αυτό, αλλά όχι το 25ο και εφόσον αυτό το τελευταίο εξακολουθεί τις σπουδές του σε σχολές της ημεδαπής αναγνωρισμένες από το Κράτος, ή σε αντίστοιχες σχολές της αλλοδαπής, και δεν εργάζεται ή αν το άγαμο τέκνο έχει συμπληρώσει και το 25ο έτος της ηλικίας του, είναι όμως οριστικά και εξ ολοκλήρου ανίκανο για οποιαδήποτε εργασία και στερείται επαρκών πόρων για τη συντήρησή του ή αξιόλογης περιουσίας. β)Επίδομα τέκνων. Στο συνταξιούχο εξ ιδίας υπηρεσίας που έχει παιδιά, παρέχεται επίδομα τέκνου, εφόσον αυτό θα εδικαιούτο συντάξεως σύμφωνα με τον Κανονισμό του Ταμείου, σε περίπτωση θανάτου του συνταξιούχου. Το επίδομα καθορίζεται σε ποσοστό 5% για κάθε παιδί και υπολογίζεται επί του ποσού της συντάξεως που καταβάλλεται κάθε μήνα στο συνταξιούχο και εφόσον το παιδί, για το οποίο χορηγείται το επίδομα, δεν εργάζεται. Οπωσδήποτε το ανωτέρω επίδομα διακόπτεται εφόσον το παιδί συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας του ή και πριν από τη συμπλήρωση αυτού σε περίπτωση που εργαστεί. Το επίδομα δεν διακόπτεται εάν το παιδί έχει μεν συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας του, είναι όμως οριστικά και εξ ολοκλήρου ανίκανο για οποιαδήποτε εργασία και στερείται επαρκών πόρων για τη συντήρησή του ή αξιόλογης περιουσίας. Σε περίπτωση λύσεως του γάμου εφαρμόζονται και για το επίδομα τέκνων, αυτά που ισχύουν κατά το εδάφ. α΄ της παραγράφου για το οικογενειακό επίδομα. Η ισχύς αυτής της διάταξης (εδάφ. α και β) αρχίζει από την επόμενη μέρα της δημοσίευσής του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης». Η παρ. 4α τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 1 της Φ. 44/3/2632/26 Νοεμ.-31 Δεκ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 788) απόφ. Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. «5.Συντάξεις δικαιούχων άρθρ. 8 του Κανονισμού. Η συνολική σύνταξις των δικαιούχων του άρθρ. 8 καθορίζεται ως έπεται: α)Των δικαιούχων των περίπτ. α΄, β΄, γ΄, δ΄ και ε΄ της παρ. 1 του άρθρ. 8 εις 60%, εφ’ όσον πρόκεται περί χήρας συζύγου και 50% προκειμένου περί τέκνου, της συντάξεως την οποίαν ελάμβανε ή είχε δικαίωμα να λάβη ο ησφαλισμένος, εάν καθίστατο ανάπηρος κατά τον χρόνον του θανάτου του εφ’ όσον πρόκειται περί ενός δικαιούχου, εις 80% εφ’ όσον οι δικαιούχοι είναι δύο. Δι’ έκαστον επί πλέον δικαιούχον η σύνταξις προσαυξάνεται κατά 5% της συντάξεως του ησφαλισμένου, μη δυναμένης πάντως να υπερβή τα 95% αυτής οσοιδήποτε και αν είναι οι δικαιούχοι. β)Των δικαιούχων των περιπτ. στ΄και ζ΄της παρ. 1 του άρθρ. 8 εις τα 40% της συντάξεως, την οποίαν ελάμβανε ή είχε δικαίωμα να λάβη ο ησφαλισμένος, εφ’ όσον πρόκειται περί ενός δικαιούχου. Δι’ έκαστον επί πλέον δικαιούχον, η σύνταξις προσαυξάνεται κατά 8% της συντάξεως του ησφαλισμένου, μη δυναμένης να υπερβή τα 64% αυτής, οσοιδήποτε και να είναι οι δικαιούχοι. (Αντί για τη σελ. 2017(δ) Σελ. 2017(ε) Τεύχος Η43 – Σελ. 119 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 γ)Κατά την εφαρμογήν των περίπτ. α΄ και β΄ της παρούσης παραγράφου, εκλιπόντως δικαιούχου τινός ή περικοπτομένης ολικώς της συντάξεως δικαιούχου τινός λόγω εισοδημάτων συμφώνως προς τας διατάξεις του Κανονισμού, η σύνταξις των λοιπών ελαττούται κατά το ποσοστόν προσαυξήσεως, περιοριζομένη τελικώς, αναλόγως της περιπτώσεως, εις τα 60% ή 50% ή 40% της συντάξεως του ησφαλισμένου, εάν απομένει είς μόνον δικαιούχος. δ)Εις περίπτωσιν συνταξιοδοτήσεως απόρου μητρός, ησφαλισμένης κατά την περίπτ. ε της παρ. 1 του άρθρ. 8, η σύνταξίς της, εκλιπόντων των λοιπών ή περικοπτομένης λόγω εισοδημάτων ολικώς της συντάξεως των δικαιούχων μετά των οποίων συνέτρεχεν, θα περιορισθή εις τα 40% της συντάξεως του συνταξιούχου ή ησφαλισμένου. ε)Η ολική περικοπή της συντάξεως δικαιούχου, λόγω εισοδημάτων, δεν επηρεάζει το κατά ποσοστόν δικαίωμα της συντάξεως των λοιπών συνδικαιούχων, της ολικής περικοπής εξομοιουμένης με έλλειψιν υπάρξεως του δικαιούχου τούτου, εφ’ όσον χρόνον διαρκεί η ολική περικοπή αυτού. Επί μερικής περικοπής της συντάξεως του συνδικαιούχου, εις πάσας τας ανωτέρω περιπτ. α΄ και β΄ της παρούσης παραγράφου, τα ανωτέρω ποσοστά 60% ή 50% ή 40% προσαυξανόμενα κατά τα ανωτέρω, μειούνται αναλόγως του ποσοστού περικοπής της συντάξεως του συντρέχοντος δικαιοδόχου. στ)Αποκαθισταμένης εις το ακέραιον της συντάξεως του δικαιούχου, εκλιπόντων των λόγων της περικοπής, η σύνταξις των συνδικαιούχων καθορίζεται κατά τα οριζόμενα εις τας περιπτ. α΄και β΄της παρούσης παραγράφου. ζ)Επί όλων των περιπτώσεων της παρούσης παραγράφου, ο επιμερισμός κατά τα λοιπά της συντάξεως γίνεται συμφώνως προς το άρθρ. 11 του παρόντος Κανονισμού». Η παρ. 5 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 της Β2/3/44/2630/8 Ιαν.-13 Μαρτ. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 254) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. «6.Μεθ’ εκάστην μεταβολήν του μισθολογίου του εν ενεργεία προσωπικού της Εθνικής Τραπέζης, όπερ αποτελεί την βάσιν του υπολογισμού των συντάξεων, συμφώνως προς τα εις τας προηγουμένας παραγράφους οριζόμενα, το Δ.Σ. προβαίνει εις αναπροσαρμογήν των ποσών των συντάξεων μη δυναμένην να ισχύση προ της παρελεύσεως 45 ημερών από της χορηγήσεως της αυξήσεως των αποδοχών των εν ενεργεία ησφαλισμένων. Σελ. 2018 (ε) Τεύχος Η43 – Σελ. 120 Εις περίπτωσιν όμως καθ’ ην κρίνει το Δ.Σ. ότι δεν υπάρχουν οικονομικαί δυνατότητες του Ταμείου δια την αναπροσαρμογήν των συντάξεων, δύναται τούτο να αναστέλλη την αναπροσαρμογήν αυτών, μέχρις ότου κρίνει ότι επετεύχθησαν αι οικονομικαί προϋποθέσεις δια την παροχήν ηυξημένων συντάξεων, οπότε προβαίνει εις την αναπροσαρμογήν, καθορίζον και τον χρόνον αφ’ης αύτη θα ισχύση. Ησφαλισμένοι, εξερχόμενοι της υπηρεσίας κατά τον χρόνον της αναστολής της αναπροσαρμογής των συντάξεων, λαμβάνουν σύνταξιν βάσει του μισθολογίου, όπερ αποτελεί την βάσιν υπολογισμού των συντάξεων δια τους εξελθόντας προ αυτών της υπηρεσίας». Η παρ. 6 τροποποιηθείσα δια της υπ’ αριθ. 14263/Σ.149 της 24 Φεβρ./1 Μαρτ. 1965 (ΦΕΚ Β΄ 152) απόφ. Υπ. Εργασίας και αντικατασταθείσα δια της παρ. 9γ της υπ’ αριθ. 75358/Σ. 543 της 12/18 Σεπτ. 1967 (ΦΕΚ Β΄571) ομοίας και δια της παρ. 1 της υπ’ αριθ. 44/3/328 της 4/13 Φεβρ. 1975 (ΦΕΚ Β΄ 168) αποφ. Υπ. Κοινων. Υπηρεσιών (Διόρθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Β΄ 282 της 6 Μαρτ. 1975) ετροποποιήθη ως άνω δια της παρ. 1 της υπ’ αριθ. 47/3/1445 της 7/17 Απρ. 1975 (ΦΕΚ Β΄ 413) ομοίας. Έναρξις ισχύος από της 13 Φεβρ. 1975, ημερομηνίας δημοσιεύσεως της υπ’ αριθ. 44/3/328/1975 αποφάσεως. Ειδικαί διατάξεις 7.Οργανικός μισθός καταργουμένων βαθμών. Ησφαλισμένοι εξελθόντες εκ της υπηρεσίας με βαθμόν όστις έπαυσεν ή θέλει παύσει υφιστάμενος, ή με βαθμόν, όστις είχε κατά την έξοδόν των ή δι’ον εδημιουργήθησαν μετά την έξοδόν των πλείονες μισθολογικαί κλπ. διακρίσεις, λογίζονται εξελθόντες με βαθμόν (ή μισθολογικήν κλπ. διάκρισιν βαθμού), ευρισκόμενον μισθολογικώς εγγύτερον (είτε προς τα άνω, είτε προς τα κάτω) προς τον καταργηθέντα βαθμόν των κλπ. κατά τον χρόνον της καταργήσεως αυτού. Αν ο εγγύτερον ευρισκόμενος βαθμός είναι ο του Διευθυντού ή του Υποδιευθυντού εφαρμόζονται και εις την περίπτωσιν ταύτην αι διατάξεις της παρ. 10 του παρόντος άρθρου βαθμοί και διακρίσεις βαθμού υφιστάμεναι κατά τινα χρόνον και καταργηθέντες δεν θεωρούνται οι αυτοί βαθμοί κλπ. με τους δημιουργηθέντας βραδύτερον βαθμούς και διακρίσεις φέροντες την αυτήν ονομασίαν. 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος «7α.Συντάξιμοι αποδοχαί ειδικών περιπτώσεων. 1.Ως συντάξιμοι αποδοχαί ησφαλισμένου, μη φέροντος βαθμόν της υπαλληλικής ιεραρχίας κατά την έξοδόν του εκ της υπηρεσίας, θεωρούνται αι τοιαύται του βαθμού της υπαλληλικής ιεραρχίας ου τας αποδοχάς εδικαιούτο ή ελάμβανε κατ’ αντιστοιχίαν βάσει των διατάξεων του Κανονισμού του οικείου εργοδότου, υπολογιζόμεναι, συμφώνως προς τας διατάξεις των παρ. 4, 7 και 8 του παρόντος άρθρου, έστω και αν αι πραγματικαί αποδοχαί του, καθοριζόμεναι εκτός του ισχύοντος κατά βαθμούς της υπαλληλικής ιεραρχίας μισθολογίου, του οικείου εργοδότου είναι ανώτεραι, της επί πλέον διαφοράς μη συμπεριλαμβανομένης εις τας συνταξίμους αυτού αποδοχάς. «2.Στην περίπτωση κατά την οποία ο ασφαλισμένος όταν εξέρχεται από την υπηρεσία, δεν έχει αποκτήσει βαθμό ή κλιμάκιο της υπαλληλικής ιεραρχίας του οικείου εργοδότη, ούτε εδικαιούτο να λάβει αποδοχές τέτοιου κλιμακίου ή βαθμού, λογίζεται ότι εξέρχεται με βαθμό ή κλιμάκιο της υπαλληλικής ιεραρχίας της Εθνικής Τραπέζης του οποίου οι συντάξιμες αποδοχές πλέον του αντίστοιχου οικογενειακού επιδόματος, αντιστοιχούν στις αποδοχές που λαμβάνει κατά την έξοδό του και οι οποίες αναλύονται στο βασικό μισθό ή αντιμισθία, τις νόμιμες προσαυξήσεις τριετιών, τα επιδόματα πολυετίας και οικογενειακών βαρών ή άλλα τα οποία τυχόν λαμβάνονται με βάση τη Νομοθεσία η οποία ρυθμίζει τις αποδοχές του. Το κλιμάκιο ή ο βαθμός στον οποίο εντάσσεται κατά τα ανωτέρω, αποτελεί πλέον το βαθμό ή το κλιμάκιο εξόδου, πάνω στο οποίο υπολογίζονται οι σχετικές προσαυξήσεις και τα επιδόματα στην παρ. 4 του παρόντος άρθρου (ενώ αποκλείεται κάθε άλλο επίδομα το οποίο δεν συνυπολογίζεται κατά την περίπτ. δ΄ της ιδίας παραγράφου, όπως και για τους υπόλοιπους ασφαλισμένους), πλέον του οικογενειακού επιδόματος και του επιδόματος τέκνων τα οποία προσαυξάνουν τη σύνταξη αυτού, σύμφωνα με αυτά που ορίζονται στην παρ. 4α του παρόντος άρθρου και για τους υπόλοιπους συνταξιούχους. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ δεν εφαρμόζεται επί των ασφαλιστικών περιπτώσεων και εντάξεων οι οποίες επήλθαν πριν από την ανωτέρω ημερομηνία». Η άνω με τον αριθμό 2 διάταξη τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 2 της Φ.44/3/2632/26 Νοεμ.-31 Δεκ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 788) απόφ. Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. Η παρ. 7α προσετέθη δια της παρ. 9δ της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571) Διόρθ. Ημαρτ. ΦΕΚ Β΄ 698 της 13 Δεκ. 1968). «8.Αναγνώρισις βαθμού και προσαυξήσεων βαθμού. Απονεμηθέντες βαθμοί και προσαυξήσεις βαθμού λαμβάνονται υπ’ όψιν δια τον υπολογισμόν των συνταξίμων αποδοχών των ησφαλισμένων μόνον εφ’ όσον εμισθοδοτούντο βάσει τούτων προ της εξόδου των εκ της υπηρεσίας και κατεβάλλοντο υπ’ αυτών εισφοραί εις το Ταμείον, εκτός εάν απενεμήθησαν αυτοίς βάσει των γενομένων εθελουσίων εξόδων ή των νομίμως γενομένων εντάξεων των ησφαλισμένων δι’ αποφάσεων της Τραπέζης ή των άμα τη κτήσει του βαθμού παρεχομένων προσαυξήσεων κ.λ.π. κατά τα υπό των διατάξεων των περιπτ. α΄ και β΄ της παρ. 4 οριζόμενα, επιφυλασσομένης και της διατάξεως της παρ. 7α του παρόντος άρθρου, αναλόγως εφαρμοζομένης. «9.Οι συντάξιμες αποδοχές των Διοικητών και Υποδιοικητών της Τράπεζας καθορίζονται στα 115% των ανώτατων συντάξιμων αποδοχών του Διευθυντή, που έχει το ανώτατο ύψος συνταξίμων αποδοχών, όπως καθορίζονται στο άρθρο τούτο, στην παρ. 4 εδάφ. α, β, γ, δ, ε και στ και στην παρ. 10. Η διάταξη αυτή ισχύει από την πρώτη του επόμενου μήνα από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και περιλαμβάνει τις ασφαλιστικές περιπτώσεις, που έχουν ήδη επέλθει, ενώ αποκλείεται κάθε αναδρομική καταβολή. Μεγαλύτερο ποσόν που τυχόν καταβάλλεται βάσει της καταργούμενης διατάξεως, εξακολουθεί να καταβάλλεται μέχρις απορροφήσεως του». Η παρ. 9 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 1 της Φ44/701/16-31 Μαΐου 1985 (ΦΕΚ Β΄ 335) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. «10.Συντάξιμες αποδοχές Διευθυντών και Υποδιευθυντών. Οι συντάξιμες αποδοχές των Διευθυντών και Υποδιευθυντών καθορίζονται όπως και για τους λοιπούς ασφαλισμένους σύμφωνα με την παραπάνω παρ. 4 του άρθρου αυτού. Η διάταξη αυτή ισχύει από την πρώτη του επόμενου μήνα από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, περιλαμβάνει δε και τις ασφαλιστικές περιπτώσεις που έχουν ήδη επέλθει, ενώ αποκλείεται κάθε αναδρομική καταβολή. Μεγαλύτερο ποσόν που τυχόν καταβάλλεται βάσει της καταργουμένης διάταξης, εξακολουθεί να καταβάλλεται μέχρι απορροφήσεώς του». Η παρ. 10 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 3 της Β2/44/3/935/12-15 Ιουν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 396) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. Οι παρ. 8 και 9 αντικαταστάθηκαν ως άνω από την περίπτ. δ΄ παρ. 5 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. (Αντί για τη σελ. 2018,01(α) Σελ. 2018,01(β) Τεύχος Η43 – Σελ. 121 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 «11.Κατώτατα όρια συντάξεως. Κατ’ εξαίρεσιν των εις τας προηγουμένας παραγράφους του παρόντος άρθρου οριζομένων: «α)Κατώτατη σύνταξη του Διοικητή και Υποδιοικητή της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, που η θητεία του διήρκεσε τουλάχιστον ένα χρόνο και εφόσον υπάρχουν οι προϋποθέσεις του άρθρ. 7 του Κανονισμού, ορίζεται η ανώτατη σύνταξη Διευθυντή, που υπολογίζεται με το ανώτατο ύψος των συντάξιμων, αποδοχών του, σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου αυτού, (αποδοχές βαθμού – προσαυξήσεις ή μισθολογικό κλιμάκιο με τυχόν προσαυξήσεις και επιδόματα πολυετίας, βαθμού και επιστημονικό)». Η περίπτ. α΄ τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 2 της Φ44/701/16-31 Μαΐου 1985 (ΦΕΚ Β΄ 335) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. β)Αι κατά τα ανωτέρω υπολογιζόμεναι συντάξεις των δικαιούχων του άρθρ. 13 του Καταστατικού, ανεξαρτήτως συνταξίμων ετών, δεν δύνανται να είναι κατώτεραι ποσοστού 30% των συνταξίμων αποδοχών των ή ποσοστού 35% εφ’ όσον ούτοι είναι έγγαμοι (μη διατελούντες εν διαζεύξει ή χηρεία) ή έχουν άρρενα τέκνα μη υπερβάντα το 20ον έτος της ηλικίας των ή άγαμα θήλεα. γ)Η συνολική σύνταξις των δικαιούχων των περιπτ. α, β, γ και δ, της παρ. α΄ του άρθρ. 14 δεν δύναται να είναι κατωτέρα ποσοστού 25% των συνταξίμων αποδοχών του ησφαλισμένου ή ποσοστού 20% η συνολική σύνταξις των δικαιούχων των περίπτ. ε΄και ς΄του αυτού άρθρου. δ)Ως κατωτάξη σύνταξις των δικαιούχων του άρθρ. 13 και η συνολική σύνταξις των δικαιούχων του άρθρ. 14 ορίζεται ποσοστόν μεν 35% «του 42% του 15ου Κλιμακίου, συν το 42% της εκάστοτε ΑΤΑ επί αυτού, χωρίς κανένα επίδομα ή προσαύξηση «προκειμένου περί εγγάμων (μη διατελούντων εν χηρεία ή εν διαζεύξει) ή εχόντων άρρενα τέκνα μη υπερβάντα το 20όν έτος της ηλικίας ή άγαμα θήλεα, ποσοστόν δε 30% προκειμένου περί των λοιπών περιπτώσεων. Δύναται δι’ αποφάσεως του Δ.Σ. να χορηγήται ως κατώτατον ποσόν συντάξεως εις τους δικαιούχους της παρ. 1 και 2 του άρθρ. 15 ποσοστόν 30% «του 42% του 15ου Κλιμακίου, συν το 42% της εκάστοτε ΑΤΑ επί αυτού, χωρίς κανένα επίδομα ή προσαύξηση». Η άνω μέσα σε « » φράση αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 6 της Φ44/3/796/3-8 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 186) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. Η παρ. 11 τροποποιηθείσα δια της υπ’ αριθ. 25113/Σ.273 της 18/19 Απρ. 1963 (ΦΕΚ Β΄ Σελ. 2018,02(β) Τεύχος Η43 – Σελ. 122 182) απόφ. Υπ. Εργασίας, δια της παρ. 9ζ της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 (ΦΕΚ Β΄ 571) ομοίας και δια της παρ. 2 της υπ’ αριθ. 44/3/328 της 4/13 Φεβρ. 1975 (ΦΕΚ Β΄ 168) αποφ. Υπ. Κοινων. Υπηρεσιών (Διόρθ. Ήμαρτ. εν ΦΕΚ Β΄ 282 της 6 Μαρτ. 1975), αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 2 της υπ’ αριθ. 47/3/1445 της 7/17 Απρ. 1975 (ΦΕΚ Β΄413) ομοίας. Έναρξις ισχύος από της 13 Φεβρ. 1975, ημερομηνίας δημοσιεύσεως της υπ’ αριθ. 44/3/ 328/1975 αποφάσεως. 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 12.«Διατήρησις συντάξεων κατά την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου. Αι μέχρι της ισχύος της παρούσης τροποποιήσεως απονεμηθείσαι συντάξεις, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του προϊσχύσαντος Κανονισμού, εφ’ όσον είναι ανώτεραι των υπό του παρόντος άρθρου προβλεπομένων εξακολουθούσι καταβαλλόμεναι. Οι συνταξιούχοι της περιπτώσεως ταύτης δύνανται να τύχωσι μείζονος της ήδη καταβαλλομένης και κατά το άρθρον τούτο καθοριζομένης συντάξεως, μόνον εφ’ όσον, μεθ’ εκάστην αναπροσαρμογήν των συντάξεων περί ης η παρ. 6, η σύνταξίς των, υπολογιζομένη βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, είναι μεγαλυτέρα της ήδη καταβαλλομένης». Η παρ. 12 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 9η της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). 13.«α)Κατά τον υπολογισμόν της συντάξεως τα κλάσματα της δραχμής παραλείπονται αι δε επ’ αυτής επιβαρύνσεις εκ τελών χαρτοσήμου κατανέμεται κατ’ ισομοιρίαν μεταξύ του Ταμείου και των συνταξιούχων». Το εδάφ. α΄ ετροποποιήθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 81943/Σ.645 της 25 Σεπτ./4 Οκτ. 1965 (ΦΕΚ Β΄ 649). «β)Σε καμιά περίπτωση οι καθοριζόμενες συντάξιμες αποδοχές από τις διατάξεις του άρθρου αυτού μπορεί να υπερβαίνουν τις αντίστοιχες αποδοχές του «εν ενεργεία» βαθμού εξόδου ή τις τυχόν διατηρούμενες τέτοιες προηγούμενου βαθμού του ασφαλισμένου». Η περίπτ. β΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 4 της Β2/44/3/935/12-15 Ιουν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 396) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. 14.«Ισχύς. Η ισχύς του παρόντος άρθρου έχει εφαρμογήν τόσον επί των απονεμηθεισών όσον και επί των εφεξής απονεμηθησομένων συντάξεων και άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Η παρ. 14 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 9ι της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Το άρθρ. 10 ετροποποιήθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 59336/Δ.730 της 3/16 Οκτ. 1959 αποφ. Υπ. Εργ. (ΦΕΚ Β΄ 362 – Διορθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Β΄ 392 της 9.11.59). «15.Όπου στο άρθρο αυτό για τον καθορισμό των συνταξίμων αποδοχών αναφέρεται ο εκάστοτε βασικός μισθός βαθμού και οι προσαυξήσεις, μετά την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου με την Σ.Σ.Ε. του Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας κλπ. από 4.8.1982, λογίζονται για τον υπολογισμό των συντάξεων, ως συντάξιμες αποδοχές (βαθμού και προσαυξήσεων), το αντίστοιχο μισθολογικό κλιμάκιο που έχει ενταχθεί ο ασφαλισμένος και που κατέχει κατά την έξοδό του και τυχόν προσαυξήσεις, ως και το αντίστοιχο κλιμάκιο που εντάσσονται οι μέχρι 31.12.1981 συνταξιούχοι και οι έκτοτε μέχρις ισχύος της παρούσας εντασσόμενοι. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα όσα ισχύουν στο άρθρο αυτό για τον υπολογισμό της σύνταξης, όπως και όσα λογίζονται τόσο στον καθορισμό των συνταξίμων αποδοχών, όσο και στην προσαύξηση των συντάξεων στις διατάξεις του άρθρου αυτού». Η παρ. 15 προστέθηκε από την παρ. 5 της Β2/44/3/935/12-15 Ιουν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 396) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. (Αντί για τη σελ. 2019(δ) Σελ. 2019(ε) Τεύχος Η43 – Σελ. 123 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 Επιμερισμός συντάξεων Άρθρ.11.-«1.Εις περίπτωσιν υπάρξεως πλειόνων του ενός δικαιοδόχων η συνολική σύνταξίς των επιμερίζεται μεταξύ αυτών ως ακολούθως: α)Αν δικαιοδόχοι είναι μόνον η χηρα σύζυγος του ησφαλισμένου και η μήτηρ αυτού, η μεν πρώτη λαμβάνει 60% της επιμεριζομένης συντάξεως, η δε μήτηρ 40%. β)Αν δικαιοδόχοι είναι η χήρα σύζυγος του ησφαλισμένου, τέκνα και μήτηρ αυτού, η μήτηρ λαμβάνει ποσοστόν 20% εκ της επιμεριζομένης συντάξεως. Εκ του υπολοίπου (ή εκ του συνόλου της συντάξεως αν δεν τυγχάνει δικαιοδόχος η μήτηρ του ησφαλισμένου) η χήρα σύζυγος λαμβάνει 60% αν συντρέχη μεθ’ ενός τέκνου όπερ λαμβάνει 40% και 50%, αν συντρέχη μετά πλειόνων τέκνων, άτινα λαμβάνουσι τα έτερα 50% κατ’ ίσας μερίδας. Αν δικαιοδόχοι είναι μήτηρ του ησφαλισμένου και τέκνα αυτού, η μήτηρ λαμβάνει 40% της επιμεριζομένης συντάξεως, αν συντρέχη μεθ’ ενός τέκνου όπερ λαμβάνει 60% εξ αυτής, αν δε συντρέχη μετά πλειόνων τέκνων του ησφαλισμένου αύτη λαμβάνει 25% εκ της επιμεριζομένης συντάξεως, του υπολοίπου επιμεριζομένου περαιτέρω μεταξύ των τέκνων κατ’ ίσας μερίδας. Αν δικαιοδόχοι είναι μόνον τέκνα, η σύνταξίς των επιμερίζεται μεταξύ αυτών κατ’ ίσας μερίδας. γ)Εις περίπτωσιν συνταξιοδοτήσεως τέκνων εκ προηγουμένου γάμου του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, ο επιμερισμός της συντάξεως, μεταξύ πλειόνων δικαιοδόχων γίνεται κατά τ’ ανωτέρω προσαυξανομένης της μερίδος των εκ προηγουμένου γάμου τέκνων κατά 20% καθ’ ο ποσόν μειούνται εξ ίσου τα μερίδια των υπολοίπων. Αι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν έχουσιν εφαρμογήν αν δικαιοδόχοι είναι μόνον τέκνα του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου. δ)«Η σύνταξις των δικαιοδόχων των περιπτ. ς΄ και ζ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 8 επιμερίζεται μεταξύ αυτού κατ’ ίσας μερίδας». Το εδάφ. δ΄ετροποποιήθη ως άνω δια της παρ. 10α της υπ’ αριθ.75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Σελ. 2020(ε) Τεύχος Η43 – Σελ. 124 «2.Η ισχύς του παρόντος άρθρου, έχοντος εφαρμογήν τόσον επί των ήδη απονεμηθεισών όσον και επί των εφεξής απονεμηθησομένων συντάξεων, βάσει των άρθρ. 7, 8, 9 του Καν/σμού, άρχεται από της πρώτης του επομένου μηνός της δημοσιεύσεως της παρούσης, καταργουμένων από της ημερομηνίας ταύτης των διατάξεων των προϊσχυσάντων άρθρ. 10 και 11 του Κανονισμού και πάσης ετέρας διατάξεως ρυθμιζούσης άλλως τα θέματα, περί ων το παρόν άρθρον». Η παρ. 2 προσετέθη δια της παρ. 10β της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Το άρθρ. 11 ετροποποιήθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 59336/Δ.730 της 3/16 Οκτ. 1959 αποφ. Υπ. Εργ. (ΦΕΚ Β΄ 362). 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Επιστροφή κρατήσεων Άρθρ.12.-«1.Εις τους εξερχομένους της υπηρεσίας της Τραπέζης λόγω πλήρους ανικανότητος ή θανάτου προ της συμπληρώσεως των προς απονομήν συντάξεως απαιτουμένων προϋποθέσεων, αλλά μετά την συμπλήρωσιν 5ετούς πραγματικής υπηρεσίας εν τη Τραπέζη ησφαλισμένης, συμφώνως τω άρθρ. 6 του Κανονισμού του Ταμείου, καταβάλλεται τη αιτήσει των, υπό τους κάτωθι όρους δι’ επιστροφήν των εις το Ταμείον καταβληθεισών εισφορών ειδική εφ’ άπαξ ασφαλιστική παροχή συνισταμένη: α)Εκ του διπλασίου του βασικού μισθού του βαθμού εισόδου των εις την Τράπεζαν, του ισχύοντος κατά τον χρόνον της υποβολής της σχετικής αιτήσεως και β)Εκ 5% των μηνιαίων, κατά το άρθρ. 10 του Κανονισμού, συνταξίμων αυτών αποδοχών δι’ έκαστον μήνα ασφαλίσεώς των εις το Ταμείον, συμφώνως τω άρθρ. 6 του Κανονισμού, δι’ ον κατεβλήθησαν αι υπό του άρθρ. 5 του Κανονισμού καθοριζόμεναι εισφοραί. Εις ην περίπτωσιν ο ησφαλισμένος συνεπλήρωσε 10ετή κατά τα ανωτέρω ασφάλισιν εις το Ταμείον η ειδική ασφαλιστική αποζημίωσις του παρόντος εδάφ. β΄ υπολογίζεται προς 10%». Η παρ. 1 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 6 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. 2.Εις τους λοιπούς ησφαλισμένους τους δι’ οιονδήποτε λόγον εξερχομένους της υπηρεσίας προ της συμπληρώσεως των προς απόλαυσιν της συντάξεως απαιτουμένων προϋποθέσεων, τους μη εμπίπτοντας εις την παρ. 1 του παρόντος άρθρου, επιστρέφονται αυτοίς αι υπ’ αυτών καταβληθείσαι εισφοραί ησφαλισμένων ως κάτωθι: α)Δια συμπληρώσαντας 5ετή ουχί δε και 15ετή υπηρεσίαν εντόκως προς 3% ετησίως άνευ ανατοκισμού. β)Δια τους συμπληρώσαντας 15ετή υπηρεσίαν ηυξημέναι κατά το ήμισυ εντόκως προς 3% ετησίως, άνευ ανατοκισμού και, γ)Δια τους μη συμπληρώσαντας 5ετή υπηρεσίαν ατόκως. 3.Εις ην περίπτωσιν η έξοδος εκ της υπηρεσίας του ησφαλισμένου επέρχεται λόγω θανάτου, της κατά τα ανωτέρω εν παρ. 1 ειδικής εφ’ άπαξ ασφαλιστικής παροχής ή της παρ. 2 δικαιούνται οι κατά το άρθρ. 8 δικαιοδόχοι αυτού, υποβάλλοντες την σχετικήν αίτησιν, εφ’ όσον συντρέχουσιν εις τα πρόσωπα αυτών, άπασαι αι λοιπαί προϋποθέσεις του άρθρου τούτου, η δε μη συνταξιοδότησίς των οφείλεται εις την μη συμπλήρωσιν υπό του θανόντος ησφαλισμένου της απαιτουμένης, δια την συνταξιοδότησίν των συνταξίμου υπηρεσίας. Εν περιπτώσει υπάρξεως πλειόνων δικαιούχων το επιστρεπτέον ποσόν επιμερίζεται μεταξύ αυτών κατά τας διατάξεις του άρθρ. 11 του Κανονισμού, εφαρμοζομένας αναλόγως. 4.Εν περιπτώσει αναδιορισμού διατελέσαντος ησφαλισμένου του Ταμείου και αναλαβόντος τας κατά το παρόν άρθρον εισφοράς του, παρέχεται εις τούτον η ευχέρεια καταθέσεως των αναληφθεισών εισφορών, αναπροσηρμοσμένων, βάσει του κατά τον χρόνον της καταθέσεως ισχύοντος ποσοστού εισφοράς και των κατά τον αυτόν χρόνον αποδοχών. Κατατιθεμένων των επιστραφεισών εισφορών του, αίτινες κατ’ ουδεμίαν περίπτωσιν δύνανται να είναι κατώτεραι των υπ’ αυτού ληφθεισών, ο χρόνος εις ον αντιστοιχούσιν αύται, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής ασφαλίσεως παρά τω Ταμείω δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Καν/σμού περί προϋποθέσεων συνταξιοδοτήσεως και υπολογισμού του ποσού της συντάξεως. Η κατάθεσις ενεργείται τη αιτήσει του αναδιοριζομένου υποβαλομένη εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 6 μηνών από του αναδιορισμού είτε εφ’ άπαξ, είτε εις δόσεις, ων ο αριθμός, οριζόμενος δι’ αποφάσεως του Δ.Σ., δεν δύναται να είναι ανώτερος των 36. Επί των εκκρεμών περιπτώσεων παρέχεται εξάμηνος ανατρεπτική προθεσμία από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Το άρθρ. 12 τροποποιηθέν δια των υπ’ αριθ. 1203 της 28 Νοεμ. 1935/18 Μαΐου 1936 (ΦΕΚ Παράρτημα 108) και 32392/3771 της 23/31 Αυγ. 1947 (ΦΕΚ Β΄ 124) ετροποποιήθη και συνεπληρώθη ως άνω δια της παρ. 11 της υπ’ αριθ. 75358/Σ,543 της 12/18 Σεπτ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Απώλεια δικαιώματος συντάξεως. Άρθρ.13.-«1)Αποβάλλουσι το προς σύνταξιν δικαίωμα: α)Ο συνταξιούχος, εάν καταδικασθή δι’ αμετακλήτου αποφάσεως επί κακουργήματι επί οιωδήποτε αδικήματι ή επί πλημμελήματι, επί κλοπή, υπεξαιρέσει, απάτη, ιδιοποιήσει, πλαστογραφία απιστία ή παραποιήσει, εφ’ όσον τα αδικήματα ταύτα (κακουργήματα ή πλημμελήματα) στρέφονται κατά της Τραπέζης, του Ταμείου τούτου και των εν γένει Ασφαλιστικών Οργανισμών του Προσωπικού της Τραπέζης. Εάν όμως υπάρχουσι σύζυγοι και τέκνα άτινα θα εδικαιούντο συντάξεως κατά τους όρους του άρθρ. 8 καταβάλλεται αυτοίς η σύνταξις ήτις θα τοις απενέμετο εν περιπτώσει θανάτου του συνταξιούχου. β)Εάν η θυγατήρ έλθη εις γάμον ή η χήρα ή η μήτηρ εις νέον τοιούτον, είτε κατά το ημεδαπόν, είτε κατά το αλλοδαπόν δίκαιον, ή εάν η χήρα σύζυγος εκπέση της επιτροπείας των τέκνων αυτής δι’ αισχράν διαγωγήν. γ)Η χήρα σύζυγος εάν καταδικασθή δι’ αμετακλήτου δικαστικής αποφάσεως επί παιδοκτονία ή επί ανθρωποκτονία εκ προθέσεως του συζύγου της συνταξιούχου ή ησφαλισμένου του Ταμείου. δ)Τα εις τας παρ. α΄, β΄ και γ΄ αίτια απωλείας της συντάξεως προϋπάρχοντα της κτήσεως αυτής, παρακωλύουσι την ενάσκησιν του δικαιώματος απονομής συντάξεως. (Αντί για τη σελ. 2021(α) Σελ. 2021(β) Τεύχος ΣΤ11-Σελ. 121 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 ε)Παρεχομένης χάριτος μετ’ άρσεως συνεπειών ή επερχομένης αποκαταστάσεως, το δικαίωμα άρχεται ή επαναλαμβάνεται από της πρώτης του επομένου μετά την άρσιν μηνός. Τούτ’ αυτό ισχύει αρθέντος του λόγου της μη ασκήσεως του εις σύνταξιν δικαιώματος. ς)Πάντα τα μέλη της οικογενείας συνταξιούχου εάν δεν δηλώσωσιν εγκαίρως εις το Ταμείον επισυμβάσαν περίπτωσιν, επιφέρουσαν ελάττωσιν ή τροποποίησιν της συντάξεώς των. Δια την περίπτωσιν ταύτην απαιτείται η κρίσις και η απόφασις του Διοικητικού Συμβουλίου προς οριστικήν αποβολήν του προς σύνταξιν δικαιώματος, δυναμένου να επιβάλη αντί της οριστικής αποβολής, προσωρινήν διακοπήν της συντάξεως επί χρόνον ουχί μείζονα της διετίας. 2.Η έκτισις της ποινής επί καταδίκη δι’ αδίκημα επιφέρον την κατά τας διατάξεις του Κανονισμού ή του Νόμου απώλειαν της συντάξεως δεν γεννά δικαίωμα επανακτήσεως της συντάξεως». Το άρθρ. 13 τροποποιηθέν δια της υπ’ αριθ. 42461 της 27/28 Ιουν. 1932 αποφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας (ΦΕΚ Παράρτημα 184) ετροποποιήθη και συνεπληρώθη ως άνω δια της παρ. 12 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Χορήγησις δανείων εις συνταξιούχους Άρθρ.2.-«Σκοπός του Ταμείου είναι η παροχή μηνιαίας συντάξεως εις τους εκ της υπηρεσίας των αποχωρούντας ησφαλισμένους ή εις τας οικογενείας αυτών, κατά τας διατάξεις των άρθρ. 7 και 8 του παρόντος Κανονισμού». Το άρθρ. 2 αντικατασταθέν δια της υπ’ αριθ. 42461 της 27/28 Ιουν. 1932 αποφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας (ΦΕΚ Παράρτημα 184) αντοκατεστάθη ως άνω δια της παρ. 1 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571) (Αντί για τη σελ.2009(β) Σελ.2009(γ) Τεύχος 1090-Σελ.105 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 Καθήκοντα και δικαιώματα Διοικητικού Συμβουλίου Άρθρ.13α.-«Δύναται το Δ.Σ., του Ταμείου εις εξαιρετικάς περιπτώσεις και προς κάλυψιν επιτακτικών και απροβλέπτων αναγκών των συνταξιούχων του Ταμείου, να εγκρίνη την χορήγησιν εις αυτούς δανείων μέχρι του ποσού τριών μηνιαίων συντάξεων, επί τόκω 5% και ασφαλίστρω 1% ετησίως και ουχί πλέον του διπλασίου του εκάστοτε βασικού μισθού του Τμηματάρχου Α΄ τάξεως εν συνόλω. Η εξόφλησις του δανείου ενεργείται δια μηνιαίων δόσεων, οριζομένων υπό του Δ.Σ. μη δυναμένων εν ουδεμιά περιπτώσει να υπερβούν τας 36, παρακρατουμένων εκ της συντάξεώς του». Το άρθρ. 13α αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 7 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Σελ. 2022(β) Τεύχος ΣΤ11-Σελ. 122 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Χορήγησις βοηθημάτων Άρθρ.13β.-«1.Εις τους συνταξιούχους, πλην της μηνιαίας συντάξεώς των, δύναται το Δ.Σ. μετ’ έγκρισιν του Υπουργού Εργασίας, ν’ αποφασίση α)την καταβολήν μιας πλήρους συντάξεως επί τας εορταίς των Χριστουγέννων και ημισείας συντάξεως επί ταις εορταίς του Πάσχα. β)«Εν περιπτώσει θανάτου ησφαλισμένου ή συνταξιούχου του Ταμείου (αμέσου ή εμμέσου) καταβάλλεται εφ’ άπαξ βοήθημα δι’ έξοδα κηδείας εις τους οικείους του θανόντος ή τους επιμελουμένους της κηδείας αυτού, ως τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά. Το ποσόν του βοηθήματος ορίζεται δι’ αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου, μη δυνάμενον πάντως να είναι ανώτερον του εκάστοτε βασικού μισθού Τμηματάρχου Α΄ της Εθνικής Τραπέζης προσηυξημένον κατά 50% (πεντήκοντα τοις εκατόν)». Το εδάφ. β΄ αντικατεστάθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 44/6024 της 6/21 Δεκ. 1973 (ΦΕΚ Β΄ 1472) αποφ. Υπ. Κοινων. Υπηρεσιών, η ισχύς της οποίας ήρχισεν από 1 Ιαν. 1973. «2.Εις τους συνταξιούχους παρέχεται, κατ’ έτος πρόσθετον βοήθημα ίσον προς το ήμισι της μηνιαίας συντάξεως ως επίδομα αδείας, κατά τα υπό της κειμένης νομοθεσίας οριζόμενα, της ημέρας καταβολής καθοριζομένης εκάστοτε δι’ αποφάσεως του Δ.Σ.». Η παρ. 2 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 8 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. 3.Δύναται το Διοκητικόν Συμβούλιον του Ταμείου, δι’ αποφάσεως αυτού, εγκρινομένης υπό του Υπουργείου Εργασίας, να χορηγή εφ’ άπαξ, κατ’ έτος, ειδικόν επίδομα εις τους εκ των εξελθόντων της υπηρεσίας λόγω φυματιώσεως συνταξιούχους οίτινες, κατά την κρίσιν του Διοικητικού Συμβουλίου βάσει των προσκομιζομένων δικαιολογητικών ή ετέρων στοιχείων, χρήζουν ιδιαιτέρας, λόγω της συνεχιζομένης ασθενείας των, αεροθεραπείας, δυναμένου έτι να παραπέμπη και εις το κατά το άρθρ. 19 Συμβούλιον εξ ιατρών τούτους προς εξέτασιν». Αι παρ. 2 και 3 αντικατεστάθησαν ως άνω δια της παρ. 14 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Προγενεστέρως αι παρ. 1 και 2 είχον τροποποιηθή δια της υπ’ αριθ. 59336/Δ.730 της 3/16 Οκτ. 1959 αποφ. Υπ. Εργ. (ΦΕΚ Β΄ 362) και η παρ. 3 είχε προστεθή δια της υπ’ αριθ. 86641/ Σ.838 της 22/30 Ιαν. 1964 ομοίας (ΦΕΚ Β΄ 33). Τρόποι καταβολής συντάξεως Άρθρ.14.-«1.Το ποσόν της μηνιαίας συντάξεως προκαταβάλλεται, εντολή της Διευθύνσεως του Ταμείου, βάσει του καθοριζομένου εκάστοτε, υπό του Δ.Σ. του Ταμείου, τρόπου πληρωμής αυτής. Εις περίπτωσιν θανάτου του συνταξιούχου, άνευ δικαιοδόχων, προ της συμπληρώσεως του μηνός, δι’ ον η εισπραχθείσα προκαταβολικώς σύνταξις, αύτη δεν αναζητείται δια τον μη συμπληρωθέντα χρόνον και αποσβέννυται αποφάσει του Δ.Σ. του Ταμείου. Εάν υπάρχουν δικαιοδόχοι εφαρμόζεται η διάταξις του άρθρ. 16 παρ. 1. 2.Η πληρωμή της συντάξεως γίνεται αυτοπροσώπως προς τον συνταξιούχον. Κατ’ εξαίρεσιν, αποφάσει του Δ.Σ. δύναται να επιτρέπεται η δια πληρεξουσίου είσπραξις, του οποίου ο τύπος, ο χρόνος ισχύος αυτού και η έκτασις καθορίζονται δι’ αποφάσεως του Δ.Σ. Δι’ αποφάσεως του Δ.Σ. καθορίζεται ομοίως ο εκάστοτε χρόνος ισχύος και προσκομίσεως υπό των συνταξιούχων των δικαιολογητικών του αμεταβλήτου της προσωπικής καταστάσεως του δικαιούχου (πιστοποιητικόν αγαμίας, πιστοποιητικά ότι διατελούν εν ζωή και έτερα, κατά την κρίσιν της Υπηρεσίας). 3.Δια τους εν αλλοδαπή διαμένοντας απαιτείται πιστοποιητικόν της αρμοδίας προξενικής Αρχής, η εν ελλείψει τοιαύτης, της επιτοπίου, βεβαιούν την εν τη ζωή ύπαρξιν του δικαιούχου και την έλλειψιν οιασδήποτε περιπτώσεως επιφερούσης την ελάττωσιν ή τροποποίησιν της συντάξεως». Το άρθρ. 14 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 9 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Πληρωμή κατά το τρίμηνον από της εξόδου ή του θανάτου Άρθρ.15.-«Το προς σύνταξιν δικαίωμα γεννάται δια τον εκ της υπηρεσίας εξερχόμενον ησφαλισμένον ή την οικογένειαν του εν τη υπηρεσία θνήσκοντος ησφαλισμένου από της ημέρας της εξόδου ή του θανάτου αυτού». Το άρθρ. 15 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 10 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Ειδικά θέματα δικαιοδόχων Άρθρ.16.-«1.Εις τους κατά το άρθρ. 8 και 9 δικαιοδόχους θανόντος συνταξιούχου καταβάλλεται επί τρίμηνον από της ημέρας του θανάτου του ακεραία η σύνταξις αυτού, της νέας συντάξεώς των αρχομένης κατά το τρίμηνον τούτο. (Αντί για τη σελ. 2023(δ) Σελ. 2023(ε) Τεύχος Η43-Σελ. 125 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 Εφ’ όσον όμως ο θανών δεν διήνυσεν εν ζωή ολόκληρον τον χρόνον, δι’ ον είχεν εισπράξει την σύνταξίν του, εκπίπτεται εκ της συντάξεως των δικαιοδόχων αυτού το εισπραχθέν τμήμα της συντάξεως, το αναλογούν εις το μετά τον θάνατον χρονικόν διάστημα. 2.Οφειλαί θανόντος συνταξιούχου ή ησφαλισμένου προς το Ταμείον εξοφλούνται υποχρεωτικώς δια μηνιαίων κρατήσεων εκ 10% επί της συντάξεως των κατά το άρθρ. 8 και 9 δικαιοδόχων αυτού». Το άρθρ. 16 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 17 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β. 571). Περίπτωση περισσοτέρων συντάξεων Άρθρ.17.-«Σε περίπτωση που υπάρχει συρροή συντάξεων από το Ταμείο από διάφορες αιτίες στο αυτό πρόσωπο, το σύνολο των συντάξεων που απονέμονται στο πρόσωπο περικόπτεται κατά το ποσό που υπερβαίνει την ανώτατη σύνταξη του Διευθυντή με 35 συντάξιμα έτη, με ανώτατο ποσοστό του επιδόματος πολυετίας και με πτυχίο ανωτάτης σχολής, όπως αυτή προβλέπεται κάθε φορά από τον Κανονισμό του Ταμείου. Η ισχύς της παρούσας διάταξης έχει εφαρμογή τόσο επί των συντάξεων που έχουν ήδη απονεμηθεί, όσο και επί αυτών που θα απονεμηθούν στο μέλλον. Επί των συντάξεων που ήδη έχουν απονεμηθεί, τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα της δημοσίευσης της διάταξης αυτής, ενώ αποκλείεται κάθε αναδρομική καταβολή». Το άρθρ. 17 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 3 της Φ.44/3/2632/26 Νοεμ.-31 Δεκ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 788) απόφ. Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. Σελ. 2024(ε) Τεύχος Η43-Σελ. 126 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Γενικαί Διατάξεις Άρθρ.18.-«Κατά την συγκεφαλαίωσιν του προς απόλαυσιν της συντάξεως ωρισμένου χρόνου, το έλαττον των 12 μηνών χρονικόν διάστημα, λογίζεται ως πλήρες έτος, εάν είναι εξάμηνον ή και ανώτερον, μόνον δια τον υπολογισμόν των συνταξίμων ετών εκ της πραγματικής υπηρεσίας παρά τη Τραπέζη και της προσμετρουμένης τοιαύτης κατά τας διατάξεις του παρόντος, ενώ δια τας λοιπάς περιπτώσεις απαιτείται συμπεπληρωμένον έτος προς υπολογισμόν». Το άρθρ. 18 τροποποιηθέν δια της υπ’ αριθ. 59336/Δ.730 της 3/16 Οκτ. 1959 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 362) αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 19 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β΄ 571). «2.Όπου εν τω παρόντι Κανονισμώ αναφέρεται η φράσις «αξιόλογος περιουσία» νοείται το σύνολον των πάσης πηγής περιουσιακών στοιχείων του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου ή δικαιοδόχου, των αποδιδόντων ή μη εισόδημα, ομού μετά των εκ πάσης αιτίας εισοδημάτων αυτού πραγματοποιουμένης ή δυναμένων να πραγματοποιηθώσι δια καταλλήλου χρησιμοποιήσεως αυτών, ως εν άρθρ. 8 παρ. 1 περίπτ. ε΄ ορίζεται, όπερ δι’ ητιολογημένης αποφάσεως του Δ.Σ. εκτιμώντος τας ιδιαιτέρας βιωτικάς ανάγκας αυτού, εν συναρτήσει και του τόπου της κατοικίας, κατά τον χρόνον της γενέσεως του δικαιώματος, είναι ικανόν είτε εκ των πραγματοποιουμένων ή δυναμένων να πραγματοποιηθούν εισοδημάτων εξ αυτού ή της εκποιήσεως του όλου ή μέρους αυτών, να παράσχη τη δυνατότητα ικανοποιήσεως των αναγκαίων βιωτικών αναγκών, άνευ κινδύνου της ιδίας αυτών ζωής». Η παρ. 2 προσετέθη δια της παρ. 5 της υπ’ αριθ. 44/3/4771/73 της 8 Απρ./2 Μαΐου 1974 (ΦΕΚ Β΄ 458) αποφ. Υπ. Κοινων. Υπηρεσιών. Πιστοποίησις ανικανότητος Άρθρ.19.-«1.Εις περίπτωσιν, καθ’ ην ησφαλισμένος τις περιπέση εις διαρκή ανικανότητα, υποχρεούται όπως τη αιτήσει του, υποβληθή εις ιατρικήν εξέτασιν παρά Συμβουλίου ιατρών, ουχί πλειόνων των τριών οριζομένων υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, δι’ αποφάσεώς του, όπερ και γνωμοδοτεί, καθορίζον άμα το διαρκές ή πρόσκαιρον αυτής και τον βαθμόν της ολοκληρωτικής ή μερικής ανικανότητος δια την παρά τη Τραπέζη υπηρεσίαν. Παρά τω Συμβουλίω ιατρών δύναται να συμμετέχη άνευ ψήφου και ιατρός, υποδεικνυόμενος εγκαίρως παρά του ενδιαφερομένου. Δικαίωμα συντάξεως παρέχεται μόνον εις την περίπτωσιν της διαρκούς, οιουδήποτε βαθμού, δια την υπηρεσίαν της Τραπέζης ανικανότητος παρεχούσης δικαίωμα αποχωρήσεως εκ της υπηρεσίας της Τραπέζης. Το Διοικητικόν Συμβούλιον, καθορίζον την σύνταξιν κατά τας διατάξεις του παρόντος Κανονισμού, απονέμει τοιαύτην κατ’ ανάλογον ποσοστόν βαθμού ανικανότητος, περικόπτον το επί πλέον, μη εφαρμοζομένου δια τας περιπτώσεις ταύτας του εκάστοτε καθοριζομένου ελαχίστου ορίου συντάξεως. Η υπό άλλων ιατρών πιστοποίησις δεν δύναται να ληφθή υπ’ όψιν, απαιτουμένης απαραιτήτως της γνωμοδοτήσεως του κατά την προηγουμένην παράγραφον Συμβουλίου ιατρών. 3.Το Διοικητικόν Συμβούλιον, κατά την κρίσιν του κατά πάσαν περίπτωσιν, διατάσσει επανεξέτασιν του δικαιωθέντος συντάξεως ανικάνου προς διαπίστωσιν της εξακολουθήσεως ή μη της ανικανότητος, εάν δεν έχει συμπληρώσει ούτος το δια την έξοδον εκ της Υπηρεσίας καθοριζόμενον εκάστοτε όριον ηλικίας. Διαπιστουμένης της θεραπείας, ολοκληρωτικώς ή μερικώς, κατά τον καθοριζόμενον βαθμόν μερικής ανικανότητος, το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να περικόπτη έτι πλέον, αναλόγως και κατά την κρίσιν του, λαμβάνον υπ’ όψιν και τας λοιπάς συνθήκας διαβιώσεως του συνταξιούχου, ως και την οικονομικήν αυτού κατάστασιν, σύνταξιν αυτού. 4.Η διάταξις του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται αναλόγως επί πάσης περιπτώσεως ανικανότητος προς εργασίαν δικαιοδόχων του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, παρεχούσης, κατά τας διατάξεις του παρόντος Κανονισμού, δικαίωμα εις σύνταξιν. 5.Η παρούσα εφαρμόζεται επί των από της ισχύος αυτής και εντεύθεν εξερχομένων δια λόγους ανικανότητος ησφαλισμένων και επί δικαιοδόχων επί των περιπτώσεων των από της ισχύος της παρούσης και εφεξής επελευσομένων». Το άρθρ. 19 (πρώην 20) αντικατασταθέν δια της υπ’ αριθ. 42461 της 27/28 Ιουν. 1932 αποφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας (ΦΕΚ Παράρτημα 184) ετροποποιήθη και συνεπληρώθη ως άνω δια της παρ. 20 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Άρθρ.20.-«1.Εντός μηνός από της λήξεως εκάστου έτους η υπηρεσία του Ταμείου συντάσσει λεπτομερώς τον απολογισμον της διαχειρίσεως μετά του ισολογισμού του Ταμείου δια το λήξαν έτος ον υποβάλλει εις το Διοικητικόν Συμβούλιον του Ταμείου και το αρμόδιον Υπουργείον. 2.Παρά τω Ταμείω συνιστάται υπηρεσία προληπτικού ελέγχου. Ο προληπτικός έλεγχος συνιστάται εις την προ πάσης εξοφλήσεως εντάλματος πληρωμής οιασδήποτε δαπάνης, βε(Αντί της σελ. 2024,01) Σελ. 2024,01(α) Τεύχος 530-Σελ. 133 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 βαίωσιν ότι η πληρωμή εντέλλεται εντός των ορίων της εγκεκριμένης πιστώσεως, ότι εν τη ενεργεία της δαπάνης ετηρήθησαν αι ισχύουσαι διατάξεις περί εκτελέσεως δαπανών του Ταμείου και ότι επισυνάπτονται εις το ένταλμα πάντα τα αποδεικνύοντα την νόμιμον διενέργειαν της δαπάνης δικαιολογητικά. Ο προληπτικός έλεγχος ασκείται παρ’ ειδικού υπαλλήλου του Ταμείου, διοριζομένου μετά του αναπληρωτού του δι’ αποφάσεως του Δ.Συμβουλίου του Ταμείου. 3.Ο κατασταλτικός έλεγχος της διαχειρίσεως του Ταμείου εκάστης οικονομικής χρήσεως ενεργείται παρ’ ειδικής εξελεγκτικής Επιτροπής αποτελουμένης: α)εξ ενός ανωτέρου υπαλλήλου της αρμοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας, ως Προέδρου. β)εξ ενός υπαλλήλου της αυτής ως άνω υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας, ως μέλους. γ)εξ ενός εκπροσώπου των ησφαλισμένων εκ των μη μετεχόντων εις την Διοίκησιν του Ταμείου κατά τον χρόνον δι’ ον ασκείται ο έλεγχος, ως μέλους. 4.Η ως άνω ειδική εξελεγκτική Επιτροπή, συγκροτείται καθ’ έκαστον έτος, τα δε μέλη αυτής διορίζονται δια πράξεως του Υπουργού Εργασίας. Ο εκπρόσωπος των ησφαλισμένων υποδεικνύεται μετά του αναπληρωτού του, εις τον Υπουργόν Εργασίας υπό του Συλλόγγου υπαλλήλων Ε.Τ.Ε. και διορίζονται εκ πίνακος περιλαμβάνοντος διπλάσιον αριθμόν των διοριστέων. 5.Εις τα ενασκούντα τον προληπτικόν και τον κατασταλτικόν έλεγχον διαχειρίσεως όργανα, παρέχονται τα υπό των εκάστοτε ισχυουσών σχετικών διατάξεων καθοριζόμενα έξοδα κινήσεως ή αποζημιώσεις». Το άρθρ. 20 ετροποποιήθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 44677/Σ.670/62 της 27 Ιουν./9 Ιουλ. 1963 αποφ. Υπ. Εργ. (ΦΕΚ Β΄ 298). Άρθρ.3.-«1.Το Διοικητικόν Συμβούλιον του Ταμείου: α)διοικεί το Ταμείον και διαχειρίζεται την κινητήν και ακίνητον περιουσίαν αυτού, επιτηρεί την υπό της υπηρεσίας του Ταμείου τήρησιν των μητρώων των ησφαλισμένων και συνταξιούχων, εξελέγχει τας αιτήσεις και κρίνει τας προΰποθέσεις περί απονομής συντάξεων και επιστροφών εισφορών, καθορίζει το ποσόν συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος και εντέλλεται την πληρωμήν αυτού, ως και πάσης άλλης δαπάνης σχετιζομένης προς την υπηρεσίαν αυτού, β)ορίζει δια πράξεώς του, εκ των παρά τω Ταμείω υπηρετούντων οργάνων, τον Διευθυντήν του Ταμείου και τον αναπληρωτήν αυτού και καθορίζει τας αρμοδιότητας αυτού. 2.Το Διοκητικόν Συμβούλιον συνεδριάζει τακτικώς άπαξ του μηνός, εκτάκτως δε οσάκις ήθελε κληθή υπό του Προέδρου ή τη εγγράφω προς αυτόν αιτήσει τριών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, εν η δέον να αναγράφηται και το συζητητέον θέμα. 3.Κατά τας συνεδριάσεις του Συμβουλίου παρίσταται, άνευ ψήφου, και ο Διευθυντής του Ταμείου, ή ο αναπληρωτής του εισηγούμενος τα προς συζήτησιν θέματα». Αι παρ. 1-3 ετέθησαν εις αντικατάστασιν των παρ. 1-6 και αι επομέναι ηριθμήθησαν αναλόγως δια της παρ. 2 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). 4.«Αι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου δεν ειναι δημόσιαι. Περίληψις των γενομένων συζητήσεων και των λειφθεισών αποφάσεων δύναται να δίδηται μόνον αποφάσει του Δ. Συμβουλίου. 5.Απαγορεύεται η δημοσίευσις ολοκλήρων των πρακτικών άνευ ειδικής αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου. Αντίγραφα τμήματος ή ολοκλήρων των πρακτικών δύναται να χορηγηθώσι μόνον μετ’ απόφασιν του Δ. Σ. 6.Απαγορεύεται επίσης εις τα μέλη η ανακοίνωσις των εν τω Διοικ. Συμβουλίω διαμειφθέντων πλήν εάν χορηγηθή ειδικώς προς τούτο άδεια του Δ. Σ. 7.Αι περί προσωπικών ζητημάτων και τοποθετήσεων κεφαλαίων συζητήσεις, θεωρούνται πάντοτε εμπιστευτικαί και συνεπώς ουδεμία επ’ αυτών επιτρέπεται ανακοίνωσις εκ μέρους των μελών του Δ.Σ. Το Διοικ. Συμβούλιον δύναται να χαρακτηρίση και έτερα θέματα ως εμπιστευτικά». Το άρθρ. 3 συνεπληρώθη δια των ανωτέρω παρ. 4-7 (αρχικώς παρ. 1-4) δια της υπ’ αριθ. Φ.62616/Σ.1462 της 14 Οκτ./9 Νοεμ. 1955 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 196). Σελ.2010(γ) Τεύχος 1090-Σελ.106 Εκπροσώπησις του Ταμείου Άρθρ.21.-«1.Πας ησφαλισμένος ή δικαιοδόχος ησφαλισμένου ή συνταξιούχου δικαιούμενος συντάξεως εκ του Ταμείου τούτου, ή αυξήσεως, ή αναθεωρήσεως αυτής, ή παροχής οικονομικής ή οιουδήποτε επιδοτήματος του άρθρ. 12 του παρόντος, υποχρεούται να υποβάλη, επί ποινή εκπτώσεως από του δικαιώματος εντός πενταετίας, αφ’ ης το δικαίωμα εγεννήθη, αίτησιν προς το Διοικ. Συμβούλιον του Ταμείου, ήτις καταχωρείται εις το υπό της Υπηρεσίας τηρούμενον Πρωτόκολλον, Η μη εμπρόθεσμος υποβολή της αιτήσεως συνεπάγεται την έκπτωσιν από του δικαιώματος. Επί της αιτήσεως αποφαίνεται το Διοικ. Συμβούλιον δι’ αποφάσεώς του. Εν ουδεμιά ανεξαιρέτως περιπτώσει αναγνωρίζονται αναδρομικώς εις βάρος του Ταμείου συντάξεις ή αυξήσεις ή περιοδικαί παροχαί ή οικονομικά αποτελέσματα δια χρονικόν διάστημα πέραν του έτους από της πρώτης του μηνός, καθ’ ον υπεβλήθη η αίτησις του ενδιαφερομένου. Σελ. 2024,02(α) Τεύχος 530-Σελ. 134 2.Δια τας γεγενημένας περιπτώσεις, κατά την έναρξιν της ισχύος της παρούσης διατάξεως, αι ανωτέρω προθεσμίαι άρχονται από της δημοσιεύσεως της παρούσης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3.Πάσα οφειλή συνταξιούχου ή ησφαλισμένου προς το Ταμείον, ης ο τρόπος εισπράξεως δεν προβλέπεται ειδικώς υπό ετέρας διατάξεως του παρόντος εξοφλείται υποχρεωτικώς δια δόσεων, αποφάσει του Διοικ. Συμβουλίου, εκάστης δόσεως μη δυναμένης να υπερβή το 1/4 της συντάξεως ή του μισθού». Το άρθρ. 21 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 21 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Πρόσθετος συντάξιμος χρόνος Άρθρ.22.-«1.Εις τους ησφαλισμένους του Ταμείου αναγνωρίζεται, τη αιτήσει των, δι’ αποφάσεως του Διοικ. Συμβουλίου επί καταβολή εισφοράς και υπό τους εν τω παρόντι άρθρω λοιπούς όρους και περιορισμούς, ως συντάξιμος χρόνος: α)Η προ του διορισμού των εις την Εθνικήν Τράπεζαν της Ελλάδος και προ της ασφαλίσεως των εις το Ταμείον διανυθείσα παρ’ αυτών έμμισθος κατά κύριον και αποκλειστικόν επάγγελμα και με πλήρη απασχόλησιν υπηρεσία των παρά τω Ελληνικώ Δημοσίω, παρά Ν.Π.Δ.Δ. ή παρ’ Ανωνύμω Εταιρεία ή Τραπέζη, εφ’ όσον διέκοψαν ταύτην και δι’ ην δεν έτυχον συντάξεως, ή μηνιαίου βοηθήματος εξ οιασδήποτε πηγής. β)Η προϋπηρεσία παρά ΝΠΙΔ ή παρ’ επιχειρήσει μη Ανων. Εταιρεία εφ’ όσον το ΝΠΙΔ μετετράπη εις ΝΠΔΔ (ή εις Δημ. Υπηρεσίαν) ή η επιχείρησις μετετράπη εις Ανων. Εταιρείαν προ της προσλήψεώς του εις την Εθνικήν Τράπεζαν, δι’ ην δεν έτυχον και δεν εδικαιούντο ουδέ δικαιούνται να τύχωσιν συντάξεως ή μηνιαίου βοηθήματος εξ οιασδήποτε πηγής. Τα σχετικά πιστοποιητικά προϋπηρεσίας δέον απαραίτητως να εκδίδωνται υπό της Ανων. Εταιρείας ή υπό του ΝΠΔΔ ή της Δημ. Υπηρεσίας. γ)Η προϋπηρεσία εις τους πάσης φύσεως Ασφαλιστικούς Οργανισμούς του Προσωπικού της Τραπέζης, Συνεταιρισμούς και κυρίως αντιπροσωπευτικάς Συνδικαλιστικάς Οργανώσεις αυτού, δι’ ην δεν έτυχον και δεν εδικαιούντο ουδέ δικαιούνται να τύχωσι συντάξεως ή μηνιαίου βοηθήματος εξ οιασδήποτε πηγής. δ)Η προ της υπαγωγής των εις την ασφάλισιν του Ταμείου διανυθείσα στρατιωτική υπηρεσία των εξ αυτών εχόντων την ιδιότητα του Παλ. Πολεμιστού, συμφώνως τοις Α.Ν. 28/31.10.1935244/1936 και 771/1937 ως και των υπαγομένων εις τας διατάξεις του Νόμ. 751/1948 και 1836/1951 και του άρθρ. 9 του Ν.Δ. 1799/1942 ως τούτο ετροποποιήθη δια του Α.Ν. 1764/1944 εφ’ όσον ο χρόνος διαρκείας αυτών δεν ελήφθη υπ’ όψιν εν όλω ή εν μέρει δια την χορήγησιν συντάξεως, ή μηνιαίου βοηθήματος εξ οιασδήποτε πηγής. ε)Ωσαύτως λογίζεται ως χρόνος πραγματικής ασφαλίσεως ο χρόνος ο διανυθείς εις την ασφάλισιν ετέρων Οργανισμών Κοινωνικής Ασφαλίσεως βάσει του Ν.Δ. 4202/1961 υπό τους όρους και τας προϋποθέσεις αυτού. 2.Εν ουδεμιά περιπτώσει αναγνωρίζεται συντάξιμος χρόνος δια το αυτό χρονικόν διάστημα εκ διαφόρων αιτιών, λαμβανομένης μόνον υπ’ όψιν της μιας τοιαύτης ή πρόσθετος συντάξιμος χρόνος αναγνωρισθείς παρ’ ετέρου Ασφαλιστικού Οργανισμού ή του Δημοσίου. 3.Ο κατά τα εδάφ. α, β, γ και δ της υπ’ αριθ. 1 παραγράφου του παρόντος, εν συνόλω λαμβανόμενος χρόνος, αναγνωρίζεται ως συντάξιμος υπό τους κάτωθι περιορισμούς. α)Τα πρώτα 5 έτη αναγνωρίζονται εξ ολοκλήρου. Εκ των επομένων πέντε αναγνωρίζονται τα 3/5 και εκ των υπολοίπων τα ήμισυ. Εν ουδεμιά περιπτώσει το σύνολον του κατά την προηγουμένην παράγραφον αναγνωριζομένου προσθέτου συνταξίμου χρόνου δύναται να υπερβή τα 15 έτη. Δια την εφαρμογήν των περιορισμών της παρούσης παραγράφου συνυπολογίζονται, προς εξεύρεσιν του αναγνωριστέου προσθέτου συνταξίμου χρόνου, και τα ήδη αναγνωρισθέντα συντάξιμα έτη βάσει εκδοθεισών ήδη αποφάσεων του Διοικ. Συμβουλίου. «β.Ίνα αναγνωρισθή ο κατά την προηγουμένην παράγραφον πρόσθετος συντάξιμος χρόνος, δέον ο ησφαλισμένος να πραγματοποιήση δεκαετή ασφάλισιν παρά τω Ταμείω εκ πραγματικής παρά τη Τραπέζη πλήρους δεκαετούς υπηρεσίας, του κατά την παρ. 4 του παρόντος υπολογισμού του ποσού εξαγοράς τελούντος υπό την αίρεσιν της συμπληρώσεως δεκαετούς πραγματικής υπηρεσίας εν μη συμπληρώσει της οποίας ο υπολογισμός θεωρείται μη γενόμενος, επιστρεφομένων ατόκως των ληφθέντων ποσών εξαγοράς εις τον ησφαλισμένον. Εν περιπτώσει όμως πλήρους ανικανότητος προς εργασίαν ή θανάτου, επερχομένου προ της συμπληρώσεως δεκαετούς, αλλά μετά την συμπλήρωσιν 5ετούς ασφαλίσεως εκ πραγματικής υπηρεσίας παρά τη Τραπέζη, η σύνταξις του ησφαλισμένου ή της χήρας και των οργάνων κανονίζεται επί τη βάσει και του προσθέτου χρόνου προηγουμένης εργασίας, κατά τους όρους του παρόντος Κανονισμού αναγνωριζομένης». Η περίπτ. β΄ αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 6 της υπ’ αριθ. 44/3/4771/73 της 8 Απρ./2 Μαΐου 1974 (ΦΕΚ Β΄ 458) αποφ. Υπ. Κοινων. Υπηρεσιών. «γ)Η αναγνώριση του πρόσθετου συντάξιμου χρόνου γίνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού και μόνο για τις περιπτώσεις που δεν ρυθμίζονται από τους Νόμ. 1358/1983 και 1405/1983 με αίτηση του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, η οποία μπορεί να υποβληθεί οποτεδήποτε. Μαζί με την αίτηση πρέπει να υποβάλλονται πλήρη και επίσημα δικαιολογητικά, από τα οποία θα βεβαιούται η κατά τα ανωτέρω προϋπηρεσία κ.λ.π. αυτών, και η ύπαρξη των προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο αυτό. Ένορκες καταθέσεις ή πιστοποιητικά εκδιδόμενα βάσει υπεύθυνων δηλώσεων ή ενόρκων καταθέσεων ή βάσει του Ν.Δ.105/1969, δύνανται να λαμβάνονται υπόψη κατά την κρίση του Δ.Σ. αλλά μόνον με συνεκτίμηση με άλλα προσκομιζόμενη δικαιολογητικά και αποδεικτικά στοιχεία για την αναγνώριση πρόσθετου συντάξιμου χρόνου». Η περίπτ. γ΄ τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 5 της Φ. 44/3/796/3-8 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 186) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. (Αντί για τη σελ. 2024,03(γ) Σελ. 2024,03(δ) Τεύχος Η43-Σελ. 127 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 δ)Παραίτησις από της δικαιουμένης συντάξεως εξ οιουδήποτε ασφαλιστικού φορέως ή του Δημοσίου, ή μη λήψις αυτής, ή υποβολή αιτήσεως κλπ. δια την απονομήν της δια προϋπηρεσίαν (στρατιωτικήν ή οιανδήποτε ετέραν υπηρεσίαν) δεν δημιουργεί δικαίωμα αναγνωρίσεως προσθέτου συνταξίμου χρόνου, ουδέ τοιούτον απονομής αυτοτελούς συντάξεως παρά του Ταμείου τούτου. 4.Η εισφορά δια την αναγνώρισιν του προσθέτου συνταξίμου χρόνου υπολογίζεται ως ακολούθως: α)Επί τη βάσει του κατά την ημέραν της καταθέσεως της αιτήσεως μετά πλήρων, συμφώνως τω παρόντι, απαιτουμένων δικαιολογητικών ή του κατά την ημέραν της συμπληρώσεως τούτων ισχύοντος μισθολογίου εξευρίσκονται αι εις εισφοράν υποκείμεναι ετήσιαι αποδοχαί των ησφαλισμένων (περιλαμβανομένων και των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και επιδόματος αδείας). Η κατά την ημέραν της αναγνωρίσεως εργοδοτική και εργατική εισφορά του 1/12 των κατά τα άνω ετησίων αποδοχών του, πολλαπλασιάζεται επί τον αριθμόν των αναγνωριζομένων μηνών, και κλάσματος μηνός, του προσθέτου συνταξίμου χρόνου και το γινόμενον αποτελεί το ποσόν της οφειλομένης υπό του ασφαλισμένου εις το Ταμείον εισφοράς. β)Προκειμένου περί συνταξιούχου ως ετήσιαι αποδοχαί, περί ων το προηγούμενον εδάφ. α΄, λαμβάνονται αι κατά την ημέραν υποβολής πλήρων κατά τα άνω δικαιολογητικών τακτικαί τοιαύται του εν ενεργώ υπηρεσία, φέροντος τον αυτόν βαθμόν ησφαλισμένου (λογιζομένων δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματος αδείας). γ)Η εισφορά καταβάλλεται εφ’ άπαξ ή κατόπιν αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου δια μηνιαίων κρατήσεων επί των αποδοχών ή της συντάξεως. Η κράτησις προκειμένου περί ησφαλισμένου, δεν δύναται να υπερβαίνη το 10%, ουδέ να υπολείπεται το 5% των αποδοχών αυτού, προ όμως της εξοφλήσεως της εισφοράς ουδέν δικαίωμα κτήται ο ησφαλισμένος. «Προκειμένου περί συνταξιούχου τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την ημερομηνία συμπληρώσεως όλων των απαιτουμένων δικαιολογητικών, εφόσον η αύξηση της σύνταξης που επέρχεται με την αναγνώριση, πλέον 10% από το υπόλοιπο της σύνταξης, κρατούνται για την εξόφληση της εισφοράς. Η συνολική κράτηση δεν μπορεί να υπερβεί το 1/4 του συνόλου της σύνταξης». Το τρίτο μέσα στα « » εδάφιο τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 6 της Β2/44/3/935/12-15 Ιουν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 396) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. Αι ήδη προ της ισχύος του παρόντος λογισθείσαι δι’ αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου εισφοραί εξακολουθούν ισχύουσαι. Σελ. 2024,04(δ) Τεύχος Η43-Σελ. 128 5.Αναγνωρίζεται, ωσαύτως, ως πρόσθετος συντάξιμος χρόνος επί καταβολή εισφοράς κατά τα εν τοις παρ. 2 και 4 του παρόντος άρθρου καθοριζόμενα μη ισχυουσών εν προκειμένω των περιορισμών των εδαφ. α, β και γ της παρ. 3. Α΄.Η άδεια άνευ αποδοχών του ησφαλισμένου, η οφειλομένη: α)Εις αποδεδειγμένως σοβαράν ασθένειαν και κατά την κρίσιν του Διοικητικού Συμβουλίου. β)Εις εκπλήρωσιν στρατιωτικών υποχρεώσεων πάσης φύσεως. «γ)Εις πάσαν άλλην δεδικαιολογημένην κατά την κρίσιν του Δ.Σ. περίπτωσιν πάντως ουχί πέραν των 24 μηνών κατ’ ανώτατον όριον». Η περίπτ. γ΄ τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 11 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Β΄.Ο χρόνος, καθ’ ον ο ησφαλισμένος ελάμβανε μέρος των αποδοχών του. Εκ του χρόνου τούτου θεωρείται ησφαλισμένον ποσοστόν ίσον προς το ποσοστόν των κλαταβληθεισών αποδοχών, ολοκλήρου του υπολοίπου αναγνωριζομένου ως προσθέτου συνταξίμου χρόνου επί καταβολή εισφοράς κατά τα ανωτέρω. Γ΄.Ο χρόνος, καθ’ ον ο ησφαλισμένος απολυθείς υπό της Τραπέζης, βάσει του Ν.Δ. 2510/53 διετέλεσεν εκτός υπηρεσίας, μη μισθοδοτούμενος και επανήλθεν εις την υπηρεσίαν της Τραπέζης, υπηρετήση δε επί τριετίαν τουλάχιστον. Η εισφορά, εν προκειμένω λογίζεται βάσει των αποδοχών του βαθμού ον εκέκτητο ο ησφαλισμένος κατά την απόλυσίν του. Δ΄.Έν έτος εκ του χρόνου καθ’ ον διετέλεσεν εις προσωρινήν παύσην δι’ οιονδήποτε λόγον προσκρούοντα προς τα χρηστά ήθη κατά την προσφοράν της εργασίας. Ε΄.Μέχρι 3 έτη εκ του χρόνου, καθ’ ον ο ησφαλισμένος διετέλεσεν υπό απόλυσιν εκτός υπηρεσίας ουχί πέραν της πενταετίας και επανήλθεν εις την υπηρεσίαν της Τραπέζης, αποκατασταθείς δια διατάξεως Νόμου, δικαστικής αποφάσεως ή αποφάσεως της Τραπέζης. 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ΣΤ΄.Ο χρόνος υπηρεσίας εις τα εν αλλοδαπή υπό την νομικήν μορφήν της Νομοθεσίας της Πολιτείας εκείνης λειτουργούντα Υποκαταστήματα της Εθνικής Τραπέζης και της μετ’ αυτής συγχωνευθείσης Τραπέζης Αθηνών, εφ’ όσον δεν έτυχον και δεν εδικαιούντο ουδέ δικαιούνται να τύχωσι συντάξεως ή μηνιαίου βοηθήματος εξ οιασδήποτε πηγής δια τον λόγον τούτον. («5α.).1.Αναγνωρίζεται υπό τους περιορισμούς της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, η κατά το άρθρ. 7 παρ. 2, εδάφ. β΄, προϋπηρεσίας Τραπέζης των Διοικητών ή Υποδιοικητών, αντί καταβολής εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένου υπολογιζομένων στις αποδοχές του 20 κλιμακίου όπως έχουν διαμορφωθεί κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης. Στις αποδοχές αυτές περιλαμβάνονται τα πάσης φύσεως ποσοστιαία επιδόματα, κατά περίπτωση, που αναλογούν στο κλιμάκιο αυτό και τα δραχμικά επιδόματα, που λαμβάνει ο ασφαλισμένος και τα οποία συνυπολογίζονται για τον καθορισμό του ύψους της σύνταξης με βάση το 20 μισθολογικό κλιμάκιο, όπως και η αναλογούσα Α.Τ.Α. επί των εν λόγω αποδοχών. Κατά τα λοιπά, για τη διαδικασία αναγνώρισης του εκτός της Εθνικής Τραπέζης χρόνου υπηρεσίας και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση αυτή οι διατάξεις της παρ. 3 εδάφ. γ΄ και παρ. 4 εδάφ. α΄ και γ΄ αυτού του άρθρου». Η παρ. 5α προστέθηκε από την παρ. 2 της Φ.44/οικ. 948/13-22 Απρ. 1987 (ΦΕΚ Β΄ 206), (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 309/18 Ιουν. 1987), απόφ. Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. «2.Με τους ίδιους γενικούς όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο αυτό, μπορεί επίσης να αναγνωρισθεί ως συντάξιμος και ο πριν από την πρόσληψη, χρόνος σπουδών του ασφαλισμένου, που οδήγησε στην κτήση τίτλου σπουδών, με τους παρακάτω ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις: α)Αναγνωρίζεται υπό τους περιορισμούς της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, ο χρόνος σπουδών που απαιτήθηκε για την απόκτηση ενός μόνον τίτλου σπουδών ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης και ενός μόνον τίτλου μεταπτυχιακών σπουδών, αντί καταβολής εισφοράς κατά τα οριζόμενα στην παρ. 4 του ίδιου άρθρου. β)Ο χρόνος σπουδών που αναγνωρίζεται, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα κατά τον χρόνο της αποφοίτησης επίσημα ακέραια χρόνια σπουδών της ανώτερης ή ανώτατης Σχολής της οποίας έχει προσκομίσει πτυχίο ή σχετική βεβαίωση κτήσης πτυχίου εκείνος που ζητά την αναγνώριση. γ)Ο χρόνος που αναγνωρίζεται για μεταπτυχιακές σπουδές δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 2 ακέραια χρόνια εκτός αν πρόκειται για διδακτορικό, οπότε αναγνωρίζονται μέχρι 3 ακέραια χρόνια. δ)Ο αναγνωριζόμενος με το παρόν εδάφιο χρόνος δεν υπολογίζεται για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος αλλά μόνο για προσαύξηση του ποσού της σύνταξης. ε)Κατ’ εξαίρεση από τα καθοριζόμενα στην παρ. 4 του παρόντος άρθρου, παρέχεται η ευχέρεια στους ασφαλισμένους, εφόσον υποβάλουν αίτηση και δικαιολογητικά για την αναγνώριση του χρόνου σπουδών, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος, να πληρώσουν ασφάλιστρο (εισφορά εργοδότη και ασφαλισμένου) που υπολογίζεται πάνω στο μισθό βάσης του πέμπτου μισθολογικού κλιμακίου του ενιαίου μισθολογίου των Τραπεζών προσαυξανόμενο με τα πάσης φύσεως ποσοστιαία επιδόματα που λαμβάνει ο ασφαλισμένος κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης, υπολογιζόμενα στο Κλιμάκιο αυτό, καθώς και δραχμικά επιδόματα που συνυπολογίζονται για τον καθορισμό του ύψους της σύνταξης. Η καταβολή του ασφαλίστρου αυτού, γίνεται είτε εφάπαξ είτε σε μηνιαίες δόσεις, ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των μηνών που αναγνωρίζονται και σε καμιά περίπτωση της 36. Τα οικονομικά αποτελέσματα για τις περιπτώσεις του παρόντος υπεδαφ. (ε), επέρχονται από της ημερομηνίας της πλήρους εξόφλησης του ποσού της εισφοράς. Στις ρυθμίσεις της παρούσας διάταξης δεν περιλαμβάνονται οι συνταξιούχοι». Η διάταξη της παρ. 5α αριθμήθηκε ως παρ. 5α(1) και προστέθηκε παρ. 2 από την Φ. 44/2154/22 Ιουλ.-24 Αυγ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 594) απόφ. Υφυπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. 6.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου, αφορώσαι τας ήδη εκκρεμείς περιπτώσεις αναγνωρίσεως προϋπηρεσίας, ως και τας εφεξής τοιαύτας ουδόλως αφορώσι τας ήδη ρυθμισθείσας δι’ αποφάσεως του Δ.Σ. ή τας ήδη παρά της Υπηρεσίας του Ταμείου επεξεργασθείσας. 7.Οικονομικά αποτελέσματα υπέρ των ησφαλισμένων ή συνταξιούχων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δεν ανατρέχουσιν εις χρόνον προγενέστερον της ισχύος του. 8.Η περί προσμετρήσεως χρόνου, κατά τα ανωτέρω, απόφασις του Διοικητικού Συμβουλίου, είναι αμετάκλητος και υποχρεωτική δια τον αιτήσαντα από της εκδόσεως αυτής. Καταβληθείσαι εισφοραί δι’ αναγνώρισιν και προσμέτρησιν χρόνου δεν αναζητούνται δι’ ην περίπτωσιν κατά τον χρόνον εξόδου του ησφαλισμένου υφίσταται διάφορον νομοθετικόν καθεστώς ρυθμίσεως του τρόπου διαδοχικής ασφαλίσεως του αναγνωρισθέντος χρόνου, δια της καταβολής των εισφορών εξαγοράς, καθισταμένου συνταξίμου από της εκδόσεως της περί προσμετρήσεως αποφάσεως και διεπομένου υπό των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού. (Αντί για τη σελ. 2024,041(δ) Σελ. 2024,041(ε) Τεύχος ΙΑ-4-3 Σελ. 115 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 9.Αι διατάξεις του άρθρου τούτου, ως προς τον καθορισμόν της καταβλητέας εισφοράς, εφαρμόζονται αναλόγως και επί πάσης ετέρας περιπτώσεως, μη προβλεπομένης υπό του παρόντος, αναγνωρίσεως ή προσμετρήσεως εκ του Νόμου συνταξίμου χρόνου, δι’ ον είναι καταβλητέα εισφορά εξαγοράς. 10.Δια τους το πρώτον ασφαλιζόμενον υπό τας προϋποθέσεις του άρθρ. 6 και υπηρετούντας ήδη ο χρόνος πραγματικής υπηρεσίας αυτών από του διορισμού των μέχρι της ασφαλίσεώς των αναγνωρίζεται εξ ολοκλήρου επί τη καταβολή των εν τω παρόντι άρθρω εισφορών. Δια τους εκ τούτων δικηγόρους και νομικούς συμβούλους, ων η ασφάλισις εμπίπτει εις τας διατάξεις του άρθρ. 21 εδάφ. α΄ του Ν.Δ. 3790/1957 ως αντικατεστάθη δια του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 4272/1962, ο καθορισμός και η καταβολή των εισφορών εξαγοράς χωρεί συμφώνως προς το Ν.Δ. 4272/1962». Το άρθρ. 22 τροποποιηθέν δια του άρθρ. 5 Κ.Δ. της 13 Μαρτ./30 Απρ. 1942 (ΦΕΚ Α΄ 103) και δια των υπ’ αριθ. 39762 της 29 Οκτ./20 Νοεμ. 1942 (ΦΕΚ Β΄ 205), 42546/Σ.785 της 5/6 Δεκ. 1951 (ΦΕΚ Β΄ 236) και 75086/Σ.877 της 12 Δεκ. 1959/16 Ιαν. 1960 (ΦΕΚ Β΄ 18) αποφ. Υπ. Εργασίας, ετροποποιήθη και συνεπληρώθη ως άνω δια της παρ. 22 της υπ’ αριθ. 75358/ Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Διόρθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Β΄ 640 της 24 Οκτ. 1967. «11.Ησφαλισμένοι και συνταξιούχοι υποβάλλοντες ή υποβαλόντες αιτήσεις προσμετρήσεως προϋπηρεσιών, υπό τους όρους και προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου δικαιούνται να ανακαλέσουν ταύτας εφ’ όσον δεν ήρξατο η εκτέλεσις της επ’ αυτών αποφάσεως του Δ.Σ. εν όλω ή εν μέρει. Η ανάκλησις είναι οριστική και αμετάκλητος τούτου μη δικαιουμένου όπως επανέλθη εκ νέου, αποσβενημένου οριστικώς του δι’ ο η ανάκλησις δικαιώματος του αιτούντος προς προσμέτρησιν του ανακληθέντος χρόνου. Επιφυλασσομένης της διατάξεως της παρ. 8 του παρόντος άρθρου, κατ’ εξαίρεσιν επί εκδοθεισών και εκτελουμένων αποφάσεων του Δ.Σ. η ανάκλησις δύναται να χώριση ένεκεν εξαιρετικών λόγων, ων η εκτίμησις εναπόκειται εις την κρίσιν του Δ.Σ. εκτιμώντος την σοβαρότητα των επικαλουμένων λόγων. Εις την περίπτωσιν ταύτην η ανάκλησις χωρει μόνον δια το μη καλυφθέν εκ των καταβληθέντων ποσών εξαγοράς χρονικόν διάστημα, εις ο αντιστοιχεί το οφειλόμενον μέχρι της υποβολής της αιτήσεως ανακλήσεως ποσόν εξαγοράς. Αποκλείεται η ανάκλησις εφ’ όσον εχώρησεν πλήρης εξόφλησις του ποσού εξαγοράς της αναγνωρισθείσης προϋπηρεσίας. Επερχομένης της ανακλήσεως ο αναγνωρισθείς χρόνος θεωρείται ως μηδέποτε γενόμενος, δεν δύναται δε ούτος να προσμετρηθή ως πρόσθετος συντάξιμος χρόνος εξ ετέρας αιτίας ή άλλης διατάξεως. Δια της αυτής Σελ. 2024,042(ε) Τεύχος ΙΑ-4-3 Σελ. 116 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος αποφάσεως του Δ.Σ. αναθεωρείται, προκειμένου περί συνταξιούχου, η απονεμηθείσα σύνταξις, αφαιρουμένου του ανακληθέντος χρόνου αφ’ ης εχώρησεν η αναγνώρισις και τα οικονομικά αποτελέσματα υπέρ του συνταξιούχου, υποχρεουμένου τούτου όπως επιστρέψη πάσας τας ληφθείσας διαφοράς αυξήσεως συντάξεως, δια δόσεων ουχί πλειόνων των 36, εντόκως επί τω νομίμω τόκω εκάστης δόσεως μέχρις εξοφλήσεως, παρακρατουμένων εκ της μηνιαίας συντάξεως αυτού. 12.Ησφαλισμένοι και συνταξιούχοι υποβάλλοντες ή υποβαλόντες αιτήσεις προσμετρήσεως μετά των ελλειπών δικαιολογητικών ,καλούμενοι παρά της υπηρεσίας του Ταμείου όπως συμπληρώσωσι ταύτα, εντός τασσομένης υπό ταύτης προθεσμίας και παραλείποντες την συμπλήρωσιν αυτών, απόλλυσιν το προς αναγνώρισιν του αιτηθέντος χρόνου προϋπηρεσίας δικαίωμα, της αιτήσεώς των απορριπτομένης αμετακλήτως δι’ αποφάσεως του Δ.Σ. ως αναποδείκτου. Ησφαλισμένοι και συνταξιούχοι καλούμενοι παρά της υπηρεσίας, μετά την επεξεργασίαν του φακέλου των όπως δηλώσωσι εντός τασσομένης προθεσμίας εάν επιθυμούν την εφ’ άπαξ ή κατά δόσεις καταβολήν της λογισθείσης εισφοράς εξαγοράς, και παραλείποντες όπως απαντήσουν εμπροθέσμως, θεωρούνται ότι αποδέχονται την εφ’ άπαξ καταβολήν της εισφοράς εξαγοράς». «Αι περί ων το παρόν άρθρον προϋπηρεσίαι αναγνωρίζονται ως συντάξιμοι κατά τους εν αυτώ οριζομένους όρους και προϋποθέσεις, αιτήσει του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, υποβαλλομένη εις το Ταμείον εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 6 μηνών από της δημοσιεύσεως της παρούσης». Αι παρ. 11 και 12 ως και η εντός «» διάταξις μετά την παρ. 12 προσετέθησαν δια των παρ. 7 και 8 αντιστοίχως της υπ’ αριθ. 44/3/4771/73 της 8 Απρ./2 Μαΐου 1974 (ΦΕΚ Β΄ 458) αποφ. Υπ. Κοινων. Υπηρεσιών. Ισχύς και τροποποιήσεις Κανονισμού Άρθρ.23.-1.Ο παρών Κανονισμός τροποποιείται δι’ αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου και τη εγκρίσει του αρμοδίου Υπουργού. 2.«Η ισχύς αυτού άρχεται από 1 ης ; Αυγ. 1932, αι δε της προ ισχύος αυτού απονεμημέναι συντάξεις θέλουσιν εξακολουθήσει διεπόμεναι υπό του δια της υπ’ αριθ. 21545 της 6ης Ιουλ. 1927 Υπουργικής Αποφάσεως εγκριθέντος Κανονισμού, πλην του άρθρ. 13 αυτού, όπερ καταργείται και δι’ αυτάς. Η παρ. 2 ετροποποιήθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 73081 της 16/30 Δεκ. 1940 αποφ. Υπ. Εργασιας (ΦΕΚ Β΄ 297, διόρθ. ημαρτ. Β΄ 16/ 1941). Εννοιολογικός Καθορισμός Άρθρ.24.-«1.Όπου στον παρόντα Κανονισμό αναφέρεται η λέξη «Τράπεζα» η «Εθνική Τράπεζα τηυς Ελλάδος», νοούνται, τόσο η Τράπεζα Αθηνών που συγχωνεύθηκε με αυτήν, όσο και τα Ταμεία Συντάξεων και Αυτασφαλείας του Προσωπικού της Εθνικής Τραπέζης και της τέως Τραπέζης Αθηνών ως εργοδότες των ασφαλιζομένων, σύμφωνα με το άρθρ. 6, νομικών συμβούλων, δικηγόρων, τεχνικών συμβούλων και μηχανικών αυτών. Όπου δε αναφέρεται η λέξη «πραγματική υπηρεσία» νοείται η πραγματική υπηρεσία που παρεσχέθη στα ανωτέρω Ταμεία και την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος με την ανωτέρω έννοια. Προκειμένου για γυναίκες ασφαλισμένες μέχρι και την 31.12.1982 εξ ιδίας υπηρεσίας προς την Τράπεζα, στην έννοια των «εγγάμων ή εν χηρεία μετ’ ανηλίκων τέκνων» περιλαμβάνονται και οι διαζευγμένες ή άγαμες μητέρες ανηλίκων παιδιών, εφόσον φέρουν αποδεδειγμένα την επιμέλεια των παιδιών και συγκατοικούν με αυτά. «Για την εφαρμογή των διατάξεων των εδαφ. γ και δ της παρ. 4 του άρθρ. 7 του Κανονισμού, στην έννοια του «ανηλίκου τέκνου» περιλαμβάνεται και το ανήλικο θετό τέκνο, εφόσον κατά την ημέρα της υιοθεσίας δεν υπερέβαινε το 15ο έτος της ηλικίας του». Το μέσα σε « » τρίτο εδάφιο τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 2 της Φ.44/355/21 Μαρτ.-9 Απρ. 1996 (ΦΕΚ Β΄ 229), αποφ. του Υπουργού Εργασίας και Κοιν. Ασφαλίσεων. 2.Όπου επίσης αναφέρεται το Υπουργείο Εργασίας ή ο Υπουργός Εργασίας νοείται αντίστοιχα το Υπουργείο, το οποίο ασκεί με νόμο κάθε φορά την εποπτεία». Οι παρ. 1 και 2 τροποποιήθηκαν ως άνω από την παρ. 4 της Φ. 44/3/2632/26 Νοεμ. – 31 Δεκ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 788) απόφ. ΥΠ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. «3.Όπου στον παρόντα Κανονισμό αναφέρεται ο βασικός μισθός βαθμού και οι προσαυξήσεις, μετά την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου, νοείται το αντίστοιχο μισθολογικό κλιμάκιο και τυχόν προσαυξήσεις». Η παρ. 3 προστέθηκε από την παρ. 7 της Β2/44/3/935/12-15 Ιουν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 3΄96) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. (Αντί για τη σελ. 2024,043) Σελ. 2024,043(α) Τεύχος 1327 Σελ. 113 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 Διεξαγωγή υπηρεσίας Ταμείου Άρθρ.25.-«Η υπηρεσία του Ταμείου εν γένει διεξάγεται υπό υπαλλήλων της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος οριζομένων υπό του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου, Διοικητού της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος ή απόντος ή κωλυομένου αυτού υπό του αναπληρωτού του, εις ους χορηγείται επίδομα, μετ’ απόφασιν του Διοικητικού Συμβουλίου και κατά την κρίσιν αυτού». Το άρθρ. 25 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 24 της υπ’ αριθ. 75358/Σ. 543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 577). Σελ. 2024,044(α) Τεύχος 1327 Σελ. 114 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος «Άρθρ.26.-1)Αι διατάξεις των παρ. 1, 2, 3, 4, 5, εδάφ. α΄, 6, 7, 8, 11, 12, και 13 του άρθρ. 10 ως και του άρθρ. 11 του παρόντος εφαρμόζονται και επί των συνταξιούχων των προερχομένων εκ της τέως Τραπέζης Ανατολής των υπαχθέντων εις τας διατάξεις του Κανονισμού του τέως «Ταμείου Συντάξεων των Υπαλλήλων της Εθνικής Τραπέζης», οι οποίοι ετύγχανον υπάλληλοι της Τραπέζης Ανατολής κατά την συγχώνευσιν, ταύτης εις την Εθνικήν Τράπεζαν της Ελλάδος. 2)Δια την ανάλογον εφαρμογήν της παρ. 7 του άρθρ. 10 και επί των ανωτέρω συνταξιούχων ως βαθμός εξόδου των λογίζεται ο αντίστοιχος τοιούτος του Προσωπικού του Λογιστικού Κλάδου και μέχρι του βαθμού του Τμηματάρχου α΄ μετά πλήρων προσαυξήσεων, του Οργανισμού Υπηρεσίας της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος των κατά την 31.1.33 κατά τας προϊσχυσάσας διατάξεις συνταξίμων αποδοχών αυτών, βάσει των οποίων έχει καθορισθή η μέχρι σήμερον συνταξιοδότησίς των, εις ον βαθμόν και εντάσσονται δια την από της ισχύος της παρούσης παραγράφου εφαρμογήν του ανωτέρω άρθρου. 3)Από της ισχύος της παρούσης αναπροσαρμόζονται αι εις τους κατά το παρόν άρθρον συνταξιούχους καταβαλλόμεναι συντάξεις ,κατά τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων. Εφ’ ΄σον εκ της αναπροσαρμογής ταύτης προκύπτει μικρότερον ποσόν συντάξεως της ήδη καταβαλλομένης τοιαύτης, συνεχίζεται η καταβολή του ποσού της ήδη λαμβανομένης συντάξεως. 4)Κατ’ εξαίρεσιν η διαδοχή των ήδη συνταξιούχων και η απονομή συντάξεων εις τα κατά διαδοχήν δικαιούμενα πρόσωπα (χήρα και τέκνα) των ήδη συντ/χων της τέως Τραπέζης Ανατολής, διέπονται υπό των διατάξεων του αρθρ. 8, παρ. 1 εδάφ. α, β, γ, δ και ε, μη εφαρμοζομένων, ως προς τα πρόσωπα ταύτα, από της ισχύος της παρούσης, των άρθρ. 13, 14, 15 και 16 του Κανονισμού του τέως Τ.Σ.Υ.Τ.Α.Ε. (πρώην Ταμείον Συντάξεως της τέως Τραπέζης Ανατολής). Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται και επί των επελθουσών ήδη ασφαλιστικών περιπτώσεων, τα οικονομικά όμως αποτελέσματα των δικαιωθησομένων συντάξεως άρχονται από της πρώτης του επομένου της δημοσιεύσεως της παρούσης μηνός αποκλειομένης της καταβολής αναδρομικώς οιουδήποτε ποσού». Το άρθρ. 26 προσετέθη δια της υπ’ αριθ. 81943/Σ. 645 της 25 Σεπτ./4 Οκτ. 1965 (ΦΕΚ Β΄ 649), (Διόρθ. Ημαρτ. ΦΕΚ Β΄ 48/29 Ιαν. 1966). «Εις τας συντάξεις τας καταβληθείσας την 30ην Ιουν. 1959 εις ένα έκαστον των συνταξιούχων των προερχομένων εκ της τέως Τραπέζης Ανατολής, των υπαγομένων εις τας διατάξεις του κανονισμού του τέως Ταμείου Συντάξεων του Προσωπικού της Τραπέζης Ανατολής, χορηγείται αύξησις προς 12% αφ’ ης αύτη εχορηγήθη εις τους λοιπούς συνταξιούχους του Ταμείου δυνάμει της υπ’ αριθ. 59336 /Σ. 730/59 Υπουργικού αποφάσεως». Η εντός « » διάταξις προσετέθη δια της υπ’ αριθ. 47374/Σ. 530 της 29 Ιουλ./10 Αυγ. 1960 (ΦΕΚ Β΄ 361) αποφ. Υπ. Εργασίας. Μεταβατικαί διατάξεις Άρθρ.4.-«Ο Πρόεδρος, και τούτου κωλυομένου ο αναπληρωτής αυτού, και τούτου κωλυομένου ο Αντιπρόεδρος, επιμελείται της εκτελέσεως των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και της εν γένει ευρύθμου λειτουργίας του Ταμείου δια του Διευθυντού του Ταμείου ή και άλλων οργάνων οριζομένων υπό του Διοικ. Συμβουλίου του Ταμείου, ανταποκρίνεται δε μετά πάσης αρχής δια τα έργα του Ταμείου, εκπροσωπών αυτό συμφώνως προς τας εκάστοτε αποφάσεις του Δ. Συμβουλίου, ενώπιον του Δικαστηρίου και πάσης άλλης αρχής και διορίζει προς τούτο τους αναγκαίους πληρεξουσίους Δικηγόρους». Το άρθρ. 4 ετροποποιήθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 29210/2421της 16 Αυγ./3 Σεπτ. 1946 (ΦΕΚ Β΄ 141) αποφ. Υπ. Εργασίας «Το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται δια την ενώπιον των δικαστηρίων εκπροσώπησίν του ή την υπογραφήν συμβάσεων, να ορίζη και έτερον μέλος αυτού ή τον Διευθυντήν του Ταμείου». Η εντός « » τελευταία διάταξις προσετέθη δια της παρ. 3 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Πόροι Άρθρ.27.-1.Αι διατάξεις των περιπτ. γ΄ έως και ζ της παρ. 5 του άρθρ. 10, εφαρμόζονται και επί των επελθουσών μέχρι της δημοσιεύσεως της παρούσης ασφαλιστικών περιπτώσεων, τα δε οικονομικά αποτελέσματα άρχονται από της πρώτης του επομένου μηνός της δημοσιεύσεώς της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2.Οι κατά την δημοσίευσιν της παρούσης υπηρετούντες ως και οι από 1.1.1977 οπωσδήποτε εξελθόντες της υπηρεσίας ησφαλισμένοι του Ταμείου δύνανται, δι’ αιτήσεώς των υποβαλλομένης εντός έξ μηνών από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης, να επανακαταθέσουν τας αναληφθείσας εισφοράς των, κατά τας διατάξεις της παρ. 4 του άρθρ. 12 του Κανονισμού». «3.Οι κατά την δημοσίευσιν της παρούσης ησφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Ταμείκου δύνανται δι’ αιτήσεώς των, υποβαλλομένης εντός αναπτρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από της δημοσιεύσεως της παρούσης, να αναγνωρίσουν χρόνον προϋπηρεσίας των εκ των αναφερομένων εις το άρθρ. 22 του Καταστατικού, ως προσθέτου συνταξίμου χρόνου, κατά τους εις το άρθρον τούτο οριζομένους όρους και προϋποθέσεις». Η παρ. 3 προστέθηκε από την Β2/44/3/399/ 1731 Μαρτ. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 183) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Το άρθρ. 27 προστέθηκε από την παρ. 2 της Β2/3/44/2630/8 Ιαν. – 13 Μαρτ. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 254) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. «4.α.Ασφαλισμένοι των συγχωνευθέντων με το Νόμ. 810/1978 Ταμείων Ι) Συντάξεων του Προσωπικού της Τραπέζης (πρ.) Εθνικής που προήλθε από την αναδιοργάνωση με το Ν. Δ. 2626/53 του τέως Ταμείου Συντάξεων του Προσωπικού των Τραπεζών Εθνικής, Κτηματικής και Ελλάδος και 2)Συντάξεων του Προσωπικού της Τραπέζης (πρ.) Αθηνών (Κλάδος Κύριας ασφάλισης), οι οποίοι εφονεύθησαν από τα στρατεύματα κατοχής μεταξύ των ετών 1941-1944, ή οι οποίοι απολύθηκαν από την τέως Εθνική Τράπεζα ή την τέως Τράπεζα Αθηνών, αποδεδειγμένα και αποκλειστικά για πολιτικούς λόγους κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών 1941 έως και 1949, ή σύμφωνα με τον Α. Ν. 516/1948 και οι οποίοι δεν επανήλθαν με οποιοδήποτε τρόπο ή αιτία στην ενεργό υπηρεσία, δικαιούνται να ζητήσουν την αναγνώριση ως χρόνου πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας και με όλα τα συνταξιοδοτικά αποτελέσματα που παρέχονται από τις διατάξεις του Κανονισμού του Ταμείου, χρονικού διαστήματος μέχρι δεκαπέντε ετών κατ’ ανώτατο όριο. (Αντί για τη σελ. 2024,05(β) Σελ. 2024,05(γ) Τεύχος 1327 Σελ. 115 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 Ο χρόνος προς αναγνώριση περιορίζεται αυτοδίκαια κάτω από τα 15 χρόνια, σε τόσο χρονικό διάστημα, όσο μεσολαβεί από την ημερομηνία εξόδου από την υπηρεσία μέχρι το θάνατο του δικαιούχου ή τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση ορίου ηλικίας, όπως ισχύει σήμερα ή συνολικού συντάξιμου χρόνου 35 ετών. Το δικαίωμα αυτό, με τις παραπάνω προϋποθέσεις παρέχεται και σε αυτούς που κατέστησαν συνταξιούχοι και θεμελίωσαν δικαίωμα για σύνταξη οπωσδήποτε συνεπεία και μόνον της κατά τα ανωτέρω απόλυσής τους. β)Το αυτό δικαίωμα παρέχεται και στους δικαιοδόχους των παραπάνω ασφαλισμένων ή συνταξιούχων. Κατ’ εξαίρεση στην περίπτωση ασφαλισμένων που εφονεύθησαν από τα στρατεύματα κατοχής κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών 19411944, το κατά το προηγούμενο εδάφιο χρονικό διάστημα των 15 χρόνων δεν περικόπτεται, ούτε περιορίζεται. γ)Αποκλείεται η αναγνώριση του χρόνου αυτού, κατά την παρούσα διάταξη, εφόσον αυτός έχει αναγνωρισθεί ή πρόκειται να αναγνωρισθεί για την ίδια αιτία με βάση το Νόμ. 1543/1985 ή άλλε παρεμφερείς διατάξεις. δ)Για την αναγνώριση του παραπάνω πλασματικού χρόνου καταβάλλεται εισφορά, σύμφωνα με το άρθρ. 22 παρ. 4 εδάφ. α του Κανονισμού, η οποία υπολογίζεται επί των κατά την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αιτήσεως αντιστοίχων αποδοχών του εν ενεργεία ασφαλισμένου με βάση το μισθολογικό κλιμάκιο στο οποίο θα ενταχθεί ο δικαιούχος με την προσθήκη του πλασματικού χρόνου, ενώ κατά τα λοιπά θα εφαρμόζονται ανάλογα οι λοιπές διατάξεις του άρθρ. 22 του Κανονισμού (παρ. 4 εδάφ. γ, 8, 11 και 12). ε)Ασφαλιστικές εισφορές που έχουν αποδοθεί στον αποκαθιστάμενο, επιστρέφονται στο Ταμείο, είτε αυτός είναι ασφαλισμένος, είτε συνταξιούχος, κατά τα λοιπά οριζόμενα στο άρθρ. 13 του Νόμ. 1405/83. στ)Η ισχύς και τα οικονομικά αποτελέσματα της διάταξης αυτής αρχίζουν από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής». Η παρ. 4 προστέθηκε από την παρ. 5 της Φ. 44/3/2632/26 Νοεμ. – 31 Δεκ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 788) απόφ. Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. Σελ. 2024,06(γ) Τεύχος 1327 Σελ. 116 «4.Το συνολικό ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης των εξερχομένων ασφαλισμένων από 1.1.1994 έως 31.12.1995 με αποδοχές της Σ.Σ.Ε. 1994-1995 δεν είναι δυνατό να υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που καταβάλλεται κατά την ίδια ημερομηνία στους εξελθόντες τον Δεκέμβριο του 1993 ασφαλισμένους, με τις ίδιες ακριβώς προϋποθέσεις, που καθορίζουν το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης.» Η μέσα σε « » παρ. 4 προστέθηκε ως μεταβατική διάταξη από την παρ. 1 της Φ.44/1393/21 Ιουλ.-4 Αυγ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 689), αποφ. Υπ. Υγείας, Πρόν. και Κοιν. Ασφαλίσεων. Σύμφωνα δε με τις παρ. 2 και 3 αυτής η διάταξη αυτή ισχύει για τους εξερχομένους από 1-1-1994 μέχρι 31-5-1995 των οποίων μεταβάλλονται οι εν ενεργεία αποδοχές με βάση τη Σ.Σ.Ε. 94 η δε ισχύς της αρχίζει από 1-1-1994. 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Άρθρ.5.-«Πόροι του Ταμείου εισίν οι ακόλουθοι: α)6% επί των πάσης φύσεως τακτικών και εκτάκτων αποδοχών παντός ησφαλισμένου (εκ βασικού μισθού), προσαυξήσεων παραμονής εν τω βαθμώ, επιδομάτων πολυετούς υπηρεσίας, γάμου και τέκνων, θέσεως, τεχνικού ή οιουδήποτε ετέρου επιδόματος, εξόδων παραστάσεως, εκτάκτου αμοιβής υπερωριακής εργασίας, επιδόματος αδείας, δώρων και πάσης ετέρας παροχής πλην των ανωτέρω ενδεικτικώς αναφερομένων. β)Ολόκληροι αι αποδοχαί των δύο πρώτων μηνών παντός από της ισχύος του παρόντος Κανονισμού κατά πρώτον διοριζομένου ή 2 1/2 μηνών, εάν ο διοριζόμενος είναι έγγαμος (περιλαμβανομένων των εν χηρεία ή διαζεύξει). Η καταβολή αυτή δύναται αν μερισθή επί μισθού 24 μηνών. «γ)Η συνολική αύξηση των αποδοχών κάθε ασφαλισμένου, ολόκληρου του πρώτου μήνα, που προέρχεται από προαγωγή, αλλαγή κλιμακίου, προσαύξηση παραμονής στον ίδιο βαθμό, επίδομα πολυετούς υπηρεσίας, επίδομα βαθμού και επιστημονικό επίδομα». Η περιπτ. γ΄ τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 1 της Β2/44/3/935/12-15 Ιουν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 396) απόφ. Υπ. Κοιν. Ασφαλίσεων. δ)Εφ’ άπαξ εισφορά των εις γάμον ερχομένων ησφαλισμένων, οριζομένη προς 50% των εις εισφοράν υπέρ του Ταμείου υποκειμένων αποδοχών του μηνός, του επομένου της τελέσεως του γάμου. Η καταβολή της ως άνω εισφοράς δύναται να μερισθή εις 12 μηνιαίας δόσεις. Εις περίπτωσιν μη εγκαίρου καταβολής, η εν λόγω εισφορά υπολογίζεται επί των ως άνω αποδοχών της χρονολογίας εξοφλήσεώς της και εντόκως προς 5%. Εν τελέσει δευτέρου ή τρίτου γάμου δεν καταβάλλεται εισφορά εφ’ όσον κατεβλήθη τοιαύτη κατά την τέλεσιν του προηγουμένου γάμου. ε)Τα επιβαλλόμενα υπό της Τραπέζης πειθαρχικά πρόστιμα. ς)Ο τόκος των κεφαλαίων και τα εισοδήματα πάσης άλλης περιουσίας του Ταμείου. «ζ.Συνεισφοραί της Τραπέζης μη δυνάμεναι εν ουδεμιά περιπτώσει να είναι μικρότεραι του συνόλου των ετησίων εισφορών των ησφαλισμένων. Από 1.7.1969 και εφεξής η συνεισφορά της Τραπέζης επί του συνόλου των κατά την περίπτ. α΄ του παρόντος άρθρου αποδοχών των ησφαλισμένων ορίζεται εις 10% ». Η περίπτ. ζ΄ αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 1 της υπ’ αριθ. 44/3/4771/73 της 8 Απρ./2 Μαΐου 1974 (ΦΕΚ Β΄ 458) αποφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. η)Εφ’ άπαξ καταβολή παντός συνταξιούχου ερχομένου εις γάμον, οριζομένη εις δύο μηνιαίας αυτού συντάξεις, εφ’ όσον ήθελε εξοφληθή ή ήθελε γίνει έναρξις καταβολής εις το Ταμείον των δόσεων εντός έτους από της τελέσεως του γάμου, εις δύο δε και ημίσειαν μηνιαίας αυτού συντάξεις εφ’ όσον η καταβολή ενεργείται μετά παρέλευσιν έτους από της τελέσεως αυτού. Η κατά τα ανωτέρω εισφορά, ούσα απαιτητή ναμιμοτόκως από του επομένου της τελέσεως του γάμου μηνός, καταβάλλεται είτε εφ’ άπαξ, είτε δια μηνιαίων δόσεων, τριάκοντα εξ κατ’ ανώτατον όριον, καθοριζομένων δι’ αποφάσεως του Δ. Σ. Εν τελέσει δευτέρου ή τρίτου γάμου δεν καταβάλλεται εισφορά εφ’ όσον κατεβλήθη τοιαύτη κατά την τέλεσιν του προηγουμένου γάμου ως ησφαλισμένου ή συνταξιούχου. θ)Καθυστερούμεναι πέραν του διμήνου, εισφοραί περί ων αι παρ. α, β, γ και ζ του παρόντος άρθρου, υπολογίζονται επί τη βάσει του μισθολογίου της ημέρας της καταβολής. ι)Δια τους ήδη ελθόντας εις γάμον συνταξιούχους μετά την έξοδόν των εκ της υπηρεσίας και προ της δημοσιεύσεως του παρόντος αι προθεσμίαι δια την καταβολήν της εισφοράς του ανωτέρω εδαφ. η΄ άρχονται από της δημοσιεύσεως του παρόντος. ια)Αι εισφοραί των εδαφ. η΄ και ι΄ του παρόντος άρθρου λογίζονται βάσει της δικαιουμένης συντάξεως κατά την ημέραν της δηλώσεως». Το άρθρ. 5 τροποποιηθέν δια της υπ’ αριθ. 42461 της 27/28 Ιουν. 1932 αποφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας (ΦΕΚ Παράρτημα 184) και δια των υπ’ αριθ. 32187/Σ.1049 της 18/19 Σεπτ. 1943 (ΦΕΚ Β΄ 150), 28149/Σ.726 της 28 Μαΐου/19 Ιουν. 1953 (ΦΕΚ Β΄ 138), 59336/Δ.730 της 3/16 Οκτ. 1959 (ΦΕΚ Β΄ 362), 50510/Σ.568 της 24 Οκτ./4 Νοεμ. 1960 (ΦΕΚ Β΄ 458) και 34579/Σ.307 της 4 Μαΐου/30 Ιουν. 1965 (ΦΕΚ Β΄ 392) αποφ. Υπ. Εργασίας, ετροποποιήθη και συνεπληρώθη ως άνω δια της παρ. 4 της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β΄ 571). «ιβ΄.Αι εκ της απορρεούσης υποχρεώσεως της Τραπέζης εκ του Νόμ. 362/1957 προβλεπόμεναι εισφοραί αυτής (ανεξαρτήτως της συνυποχρεώσεως των Τραπεζών Ελλάδος και Κτηματικής εκ του Νόμ. 3662/1957 καταβολής των καθοριζομένων τη προβλεπομένη κοινή υπουργική αποφάσει), καθοριζόμεναι δι’ έκαστον οικονομικόν έτος, προτάσει του Δ. Συμβουλίου του Ταμείου και αποφάσει του Γενικού Συμβουλίου και εγκρίσει της Γενικής Συνελεύσεως αυτής, εις ποσά ανάλογα των μέχρι τούδε καθορισθεισών δια των κοινών υπουργικών αποφάσεων, των προβλεπομένων υπό του Νόμ. 3662/ 1957. Εισφοραί εκ του Νόμ. 3662/1957 των οικον. ετών 1968, 1969, 1970 και 1971 καθορισθείσαι υπό της Τραπέζης και εγκριθείσαι υπό της Γενικής Συνελεύσεως των Μετόχων αυτής, αποδίδονται τω Ταμείω». Η περίπτ. ιβ΄ προσετέθη δια της παρ. 2της υπ’ αριθ. 44/3/4771/73 της 8 Απρ./2 Μαΐου 1974 (ΦΕΚ Β΄ 458) αποφ. Υπ. Κοινων. Υπηρεσιών. (Αντί για τη σελ.2011(γ) Σελ.2011(δ) Τεύχος Ζ32-Σελ.113 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 Ησφαλισμένοι Άρθρ.6.-«1.Ασφαλίζονται υποχρεωτικώς παρά τω Ταμείω οι Διοικηταί και Υποδιοικηταί της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και πάντες οι ανήκοντες εις το υπαλληλικόν (κύριον και βοηθητικόν) και υπηρετικόν προσωπικόν αυτή από της ημέρας του διορισμού των. Ασφαλίζονται υποχρεωτικώς, επί τούτοις, δικηγόροι ή νομικοί Σύμβουλοι, οι παρέχοντες τας καθαρώς νομικάς υπηρεσίας των προς την Τράπεζαν, ως και οι παρά τω Ταμείω τούτω και τω Ταμείω Αυτασφαλείας του Προσωπικού της Τραπέζης υπηρετούντες και παρέχοντες τας ως άνω υπηρεσίας νομικοί σύμβουλοι ή δικηγόροι, εφ’ όσον άπαντες οι ανωτέρω αμείβονται επί παγία περιοδική αμοιβή (ετησία ή μηνιαία κλπ.) ουχί κατωτέρα της κατ’ εφαρμογήν της παρ. 2 του άρθρ. 92 του Ν. Δ. 3026/1914 οριζομένης αμοιβής δια των εκδιδομένων αποφάσεων του Υπουργού Δικαιοσύνης. 2.Δεν ασφαλίζονται πρόσωπα παρέχοντα προς την Τράπεζαν υπηρεσίας ή εργασίαν επ’ ευκαιρία και ουχί κατά κύριον επάγγελμα. «3.Δεν ασφαλίζονται πρόσωπα ανήκοντα εις το υπαλληλικόν (κύριον και βοηθητικόν) και υπηρετικόν προσωπικόν συμπεριλαμβανομένων και των δικηγόρων και νομικών συμβούλων, εφ’ όσον κατά την ημέραν του διορισμού των, έχουν συμπεπληρωμένον το 47ον έτος της ηλικίας των». Η παρ. 3 τροποποιήθηκε ως άνω από την περίπτ. α παρ. 2 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. 4.Ο ανωτέρω χρονικός περιορισμός δεν ισχύει δια τους ήδη υπηρετούντας δικηγόρους και νομικούς Συμβούλους των εν παρ. 1 Ταμείων ως και δια τους υπηρετήσαντας εκ των υπαλλήλων και υπηρετικού προσωπικού εις τα εν αλλοδαπή υπό την νομικήν μορφήν της πολιτείας εκείνης λειτουργούντα υποκαταστήματα της Εθνικής Τραπέζης και της μετ’ αυτής συγχωνευθείσης Τραπέζης Αθηνών». «5.Οι ήδη υπηρετούντες εις τα Ταμεία Συντάξεων και Αυτασφαλείας Προσωπικού Τραπέζης (πρώην) Εθνικής Δικηγόροι ή Νομικοί Σύμβουλοι βαρύνονται δια των από της αρχικής προσλήψεώς των και εντεύθεν χρόνον με τας εισφοράς ησφαλισμένου, υπολογιζομένας βάσει των εισπραχθεισών και εισπραττομένων αποδοχών των, του χρόνου τούτου λογιζομένου εξ ολοκλήρου ως συνταξίμου. 6.Κατ’ εξαίρεσιν οι ήδη υπηρετούντες, οι ανήκοντες εις το επιστημονικόν προσωπικόν της Τραπέζης (μηχανικοί κλπ.) ασφαλίζονται υποχρεωτικώς παρά τω Ταμείω, εφ’ όσον κατά την ημέραν του διορισμού των δεν είχον συμπεπληρωμένον το 50ον έτος της ηλικίας των». «Η διάταξις αύτη εφαρμόζεται και επί των ήδη εξελθόντων μετά την 1ην Ιουλ. 1976, εφ’ όσον η έξοδος εγένετο λόγω θανάτου και υφίστανται δικαιοδόχοι αυτών κατά το άρθρ. 8». Σελ.2012(δ) Τεύχος Ζ32-Σελ.114 Η τελευταία διάταξη της άνω παραγράφου προστέθηκε από την παρ. 1 της Β2/3/44/802/23 Μαρτ.-10 Απρ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 318) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Οι παρ. 5 και 6 προστέθηκαν από την περιπτ. β της παρ. 2 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. «7.Πέραν των εν παρ. 1 ασφαλιζομένων, επί τούτοις ασφαλίζονται και οι Τεχνικοί Σύμβουλοι ή μηχανικοί οι υπηρετούντες εις τα εις την αυτήν παρ. 1 Ταμεία Συντάξεων και αυτασφαλείας, εφ’ όσον αμείβονται επί μηνίαια ή ετήσια αντιμισθία από της ημέρας της προσλήψεώς των. Ο εν παρ. 3 χρονικός περιορισμός δεν ισχύει δια τους ήδη κατά την ισχύν της παρούσης υπηρετούντας τεχνικούς συμβούλους ή μηχανικούς, οι οποίοι δικαιούνται να αναγνωρίσουν τον από της προσλήψεώς των εις τα ανωτέρω Ταμεία εν όλω ή εν μέρει επί καταβολή εισφοράς εξαγοράς υπολογιζομένης επί των αποδοχών και του ισχύοντος ασφαλίστρου εργοδότου και ησφαλισμένου κατά τον χρόνον της εξαγοράς, καταβλητέου του ποσού αυτής εκ του ποσού της συντάξεως δια μηνιαίων δόσεων, εκάστη των οποίων θα ανέρχεται εις τα 50% της εκάστοτε μηνιαίας συντάξεως». Η παρ. 7 προστέθηκε από την Β2 /44/3/620/215 Απρ. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 376) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Το άρθρ. 6 τροποποιηθέν δια των υπ’ αριθ. 42461 της 27/28 Ιουν. 1932 αποφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας (ΦΕΚ Παράρτημα 184) και υπ’ αριθ. 26966/Σ.292 της 1/25 Σεπτ. 1958 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 259) αντικατεστάθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β΄ 571). 39.Π.α.1 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Δικαίωμα συντάξεως Άρθρ.7.-1.Δικαίωμα εις σύνταξιν έχει πας ησφαλισμένος: α)Μετά 30 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν ασχέτως ηλικίας. β)Μετά 25 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν, εφ’ όσον έχει συμπεπληρωμένον το 55ον έτος της ηλικίας του. γ) Μετά 20 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν, εφ’ όσον έχει συμπεπληρωμένον το 60ον έτος της ηλικίας του. δ) Μετά 15 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν, εν περιπτώσει καταλήψεως υπό του ορίου ηλικίας. «ε)Μετά 15 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν, εν περιπτώσει απολύσεως εκ της υπηρεσίας ένεκα καταργήσεως θέσεως, ή εξ άλλων υπηρεσιακών λόγων. Επί απολύσεως μετά 15ετή συντάξιμον υπηρεσίαν, ένεκα καταδίκης δι’ αμετακλήτου δικαστικής αποφάσεως λόγω καταχρήσεως, υπεξαιρέσεως, απάτης, πλαστογραφίας εις βάρος της Τραπέζης, δεν χορηγείται εις τον ησφαλισμένον σύνταξις. Εάν όμως υπάρχουν σύζυγος και τέκνα, άτινα θα εδικαιούντο συντάξεως κατά όρους του άρθρ. 8, καταβάλλεται αυτοίς η σύνταξις, ήτις θα απονέμετο εις περίπτωσιν θανάτου του ησφαλισμένου». η περίπτ. ε τροποποιήθηκε ως άνω από την περίπτ. α παρ. 3 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. «ς΄.Μετά 10 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν εν περιπτώσει διαρκούς πλήρους, ή μερικής, οιουδήποτε βαθμού δια την υπηρεσίαν της Τραπέζης ανικανότητος, παρεχούσης δικαίωμα αποχωρήσεως εκ της υπηρεσίας της Τραπέζης και υπό τους όρους του άρθρ. 19 του παρόντος». Η περίπτ. ς΄ αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 3 της υπ’ αριθ. 44/3/4771/73 της 8 Απρ./2 Μαΐου 1974 (ΦΕΚ Β΄ 458) αποφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. «2.Οι Διοικητές και Υποδιοικητές της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος σε περίπτωση μη επανεκλογής, μη επαναδιορισμού ή παραίτησής τους, δικαιούνται σύνταξης εφόσον: α)Έχουν συμπληρωμένη δεκαετή πραγματική και συντάξιμη υπηρεσία που παρασχέθηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος με οποιαδήποτε ιδιότητα ή β)Έχουν συμπληρωμένη πραγματική υπηρεσία 15 ετών σε ελληνική ή αλλοδαπή Τράπεζα που λειτουργεί στην Ελλάδα, από την οποία υπηρεσία τουλάχιστον 10 ετών να έχει παρασχεθεί στην Ελλάδα και να περιλαμβάνεται σ’ αυτήν (την 10ετή) τουλάχιστον διετής πραγματική υπηρεσία στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, με την ιδιότητα του Διοικητή ή Υποδιοικητή. Για την θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος απαιτείται να αναγνωριστεί με αίτηση του ενδιαφερομένου προς το Ταμείο, το χρονικό διάστημα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση 10ετούς συνταξίμου χρόνου ασφαλισμένου στο Ταμείο. Για την αναγνώριση ισχύουν τα ειδικότερα αναφερόμενα στο άρθρ. 22 παρ. 5α, του Κανονισμού». Η παρ. 2 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 1 της Φ. 44/οικ. 948/13-22 Απρ. 1987 (ΦΕΚ Β΄ 206), (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 309/18 Ιουν. 1987), αποφ. Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων. 3.Η ένεκα υποβιβασμού κατά βαθμόν, λόγω μεταβολής εις την οργανικήν σύνθεσιν του προσωπικού, παραίτησις εξομοιούται προς την λόγω καταργήσεως θέσεως απόλυσιν, δικαιουμένου του ησφαλισμένου εις σύνταξιν επί τη βάσει των συνταξίμων αποδοχών του ανωτέρω βαθμού με τον οποίον υπηρέτησεν. 4.«Εξαιρετικώς δια το θήλυ προσωπικόν της Τραπέζης, τα όρια ηλικίας και υπηρεσίας προς απόλαυσιν του δικαιώματος συντάξεως καθορίζονται ως εξής: α)Μετά 25 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν ασχέτως ηλικίας και β)Μετά 20 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν εφ’ όσον έχουσι συμπεπληρωμένον το 45ον έτος της ηλικίας των». «γ)Δια τας εγγάμους (μετά ή άνευ τέκνων) ή εν χηρεία μετά ανηλίκων τέκνων και ασχέτως ηλικίας μετά 20 ετών συντάξιμον υπηρεσίαν, εξ ης 10 ετών πραγματικής παρά τη Εθνική Τραπέζη της Ελλάδος και μόνον παρασχεθείσης υπηρεσίας. δ)Δια τους εγγάμους ή εν χηρεία μετά ανηλίκων τέκνων και ασχέτως ηλικίας μετά 15 ετών συντάξιμον εκ πραγματικής παρά τη Εθνική Τραπέζη της Ελλάδος και μόνον παρασχεθείσης υπηρεσίας, μη συνυπολογιζομένης προς θεμελίωσιν του δικαιώματος ετέρας τινός προσμετρηθείσης ή προσμετρουμένης ξένης προΰπηρεσίας (υπολογιζομένης ταύτης δια τον καθορισμόν και μόνον των ποσοστών συντάξεων και του επιδόματος πολυετούς υπηρεσίας. Οι περιπτ. γ και δ προστέθηκαν ως άνω από την περιπτ. β΄ παρ. 3 της 44/3/3557/6-10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1121) απόφ. Υπ. Κοιν. Υπηρεσιών. Η παρ. 4 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 6γ της υπ’ αριθ. 75358/Σ.543 της 12/18 Σεπτ. 1967 αποφ. Υπ. Εργασίας (ΦΕΚ Β΄ 571). Το άρθρ. 7 αντικατεστάθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 42461 της 27/28 Ιουν. 1932 αποφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας (ΦΕΚ Παράρτημα 184). (Αντί για τη σελ.2012,01(α) Σελ.2012,01(β) Τεύχος Ι-22-Σελ.137 Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 39.Π.α.1 Δικαίωμα συντάξεως δικαιοδόχων
21
3. ΝΟΜΟΣ 4301 της 6/13 Αυγ. 1929 Περί τροποποιήσεως του νόμου 2387 «περί πνευματικής ιδιοκτησίας». Καταργήθηκε, ως και το άρθρ. 43 Νόμ. 1597/86, (ΦΕΚ Α΄ 68), τόμ. 13 2 , σελ. 244, 71075, περί της αληθινής έννοιας του άρθρ. 5 του άνω Νόμ. 4301/29, από την παρ. 1 άρθρ. 72 Νόμ. 2121 /4-5, Μαρτ. 1993 (ΦΕΚ Α΄ 25), κατωτ. αριθ. 13.
330
33α. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Φ. 29/1758 της 24 Ιουν./4 Ιουλ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 412) Ανακαθορισμός των Συντάξεων και των κατώτατων ορίων συντάξεων του Τ.Α.Ν.Π.Υ., ανάλογα με τα ισχύοντα στο ΙΚΑ. 39.Ο.γ.33α Ταμείο Ασφαλίσεως Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων(ΤΑΝΠΥ)
331
47. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1080 της 24 Νοεμ./3 Δεκ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 274) Περί καταργήσεως εκτάκτου αυτοτελούς έδρας και ιδρύσεως τακτικής παρά τη Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Άρθρον μόνον.-Ι.Η παρά τη Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης υφισταμένη κενή έκτακτος αυτοτελής έδρα Β΄ Σιδηροπαγούς Σκυροδέματος, ιδρυθείσα δια του Β.Δ. 751/1964 (ΦΕΚ 247 Α΄) καταργείται. 2.Ιδρύεται παρά τη ανωτέρω Σχολή τακτική έδρα Υδατικής Οικονομίας των Φυτικών Οικοσυστημάτων, έχουσα ως περιεχόμενον: α)Σχέσις φυτούύδατος- εδάφους και β)υδατική οικονομία, των φυτικών οικοσυστημάτων. Η τακτική έδρα της Υδατικής Οικονομίας, που ιδρύθηκε από το άνω Π.Δ. 1080/1980, καταργήθηκε από το Π.Δ. 865/1981 (ΦΕΚ Α΄ 221). 48. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.1081 της 24 Νοεμ./3 Δεκ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 274) Περί μετατροπής κενών θέσεων επικουρικών καθηγητών της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης εις τακτικάς έδρας της αυτής Σχολής και καθορισμού του τίτλου και του περιεχομένου αυτών.
197
Διαδικασία εξέτασης αιτήσεως αλλοδαπού για την αναγνώρισή του ως πρόσφυγα, ανάκληση της αναγνώρισης και τρόπος συνεργασίας κα ενημέρωσης του Εκπροσώπου της Υπάτης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες στην Ελλάδα. Η αίτηση αλλοδαπού γιο την αναγνώριση του ως πρόσφυγα, εφ όσον συντρέχουν οι προς τούτα νόμιμες προϋποθέσεις, υποβάλλεται, με την επιφύλαξη των ορισμών της παρ. 2 του άρθρου 25 του Ν. 1975/1991, είτε στο μεθοριακό σημείο ελέγχου, κατά την άφιξή του στη χώρα, είτε, σε περίπτωση παράνομης εισόδου, στην πλησιέστερη δημόσια αρχή στην οποία παρουσιάζεται ή από την οποία αποκαλύπτεται. Σε περίπτωση που η αίτηση υποβάλλεται σε άλλη, εκτός των υπηρσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης (Υ.Δ.Τ.) αρχή, αυτή οφείλει να διαβιβάσει αμέσως την σχετική αλληλογραφία στην κατά τόπο αρμόδια αστυνομική υπηρεσία ασφαλείας. Αν το αίτημα υποβληθεί στην άλλη αυτή αρχή προφορικά, ειδοποιείται η τοπική αστυνομική αρχή με τον προσφορότερο τρόπο. Η κατά τα ανωτέρω αρμόδια αστυνομική αρχή προβαίνει σε εξέταση του αιτούντος προκειμένου να διαπιστωθεί το παραδεκτό της αιτήσεως, κατά το άρθρο 25 του Νόμου 1975/1991, με την επιφύλαξη εφαρμογής των ορισμών της παρ. 3 του άρθρου αυτού, αν συντρέχει νόμιμη περίπτωση. Αν συντρέχει λόγος απαραδέκτου η αίτηση για την αναγνώριση του ενδιαφερομένου ως πρόσφυγα απορρίπτεται με απόφαση του οικείου αστυνομικού διευθυντή ή προκειμένου για τους νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης με απόφαση του προϊσταμένου της Υποδιεύθυνσης Αλλοδαπών της αντίστοιχης Διεύθυνσης Ασφαλείας. Στο απόσπασμα της αποφάσεως το οποίο κοινοποιείται αυθημερόν στον ενδιαφερόμενο μνημονεύονται και η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής καθώς και οι συνέπειες της άπρακτης παρόδου της προθεσμίας. Κατά της απορριπτικής απόφασης ο αλλοδαπός δικαιούται να προσφύγει εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δύο (2) ημερών από της κοινοποιήσεως της, ενώπιον του Προϊσταμένου του Κλάδου Αστυνομίας Ασφάλειας και Τάξης του Υ.Δ.Τ. ο οποίος αποφαίνεται εντός πενθημέρου από της ασκήσεως της προσφυγής. Αν η αίτηση απορριφθεί οριστικά εφαρμόζονται για τον αλλοδαπό οι ισχύουσες διατάξεις. Κατά το χρόνο που διαρκούν οι ανωτέρω διαδικασίες ο αλλοδαπός παραμένει στη διάθεση των Αρχών Η αίτηση του αλλοδαπού για την ανωγνώρισή του ως πρόσφυγα περιλαμβάνει και τα προστατευόμενα μέλη της οικογενείας του, εφόσον εισέρχονται ταυτόχρονα στο Ελληνικό έδαφος. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, ως μέλη οικογενείας θεωρούνται μόνο ο/η σύζυγος του αιτούντος, τα κάτω των 18 ετών άγαμο τέκνα του και οι γονείς του εφόσον αποδεικνύεται ότι συνοικούσαν και συντηρούντο από αυτόν, ή σε περίπτωση που ο απών είναι άγαμος κάτω των 18 ετών, ο πατέρας και η μητέρα του. Αν η κατά το προηγούμενο άρθρο αίτηση του αλλοδαπού κριθεί κατ αρχήν παραδεκτή παρουσιάζεται ο ίδιος ενώπιον του διοικητού της Υπηρεσίας ή άλλου αρμοδίου βαθμοφόρου για συνέντευξη. Ειδικότερα καλείται και με τη συνδρομή διερμηνέα, να εκθέσει προφορικό το αίτημα του και να καταθέσει, όλα τα έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία που κατέχει, ώστε να δικαιολογείται, σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις, η αναγνώριση του ως πρόσφυγα. Ο αλλοδαπός που υπέβαλε σχετική αίτηση αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης ύστερα από γνώμη 3με-λούς Επιτροπής αξιωματικών εκ των υπηρετούντων στη Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας/Υ.Δ.Τ., η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Η επιτροπή εκτός από την εξέταση των στοιχείων του φακέλλου συλλέγει κάθε χρήσιμη πληροφορία που έχει σχέση με την υπόθεση. Επίσης δύναται να ζητεί τις απόψεις άλλων δημοσίων αρχών και να καλεί τον ενδιαφερόμενο να παρουσιασθεί αυτοπροσώπως για παροχή διευκρινίσεων ή να καταθέσει συμπληρωματικά στοιχεία και με τη συνδρομή διερμηνέα αν απαιτείται. Ο αλλοδαπός υποχρεούται να παραμένει, καθ όλη τη διάρκεια της ανωτέρω διαδικασίας, στον τόπο διαμονής που δήλωσε ή του καθορίσθηκε. Σε περίπτωση που ο αλλοδαπός απομακρυνθεί αυθαίρετα από τον ανωτέρω τόπο διακόπτεται αμέσως η διαδικασία αναγνώρισής του ως πρόσφυγα και δεν δικαιολογείται η συνέχιση αυτής με την επανεμφάνισή του, εκτός αν αποδείξει ότι η απουσία του οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας. Η κατά το προηγούμενο άρθρο απόφαση του Γενικού Γραμματέα επιδίδεται στον ενδιαφερόμενο από την κατά τόπο αρμόδια αστυνομική αρχή Αν αποφασισθεί η αναγνώριση του αλλοδαπού ως πρόσφυγα εφοδιάζεται ο ίδιος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 27 της Σύμβασης της Γενεύης με ειδική ταυτότητα, με την προσκόμιση της οποίας στις αρμόδιες αρχές, επιτρέπεται η χορήγηση στον ενδιαφερόμενο, ατελώς, ετήσιας άδειας παραμονής με δυνατότητα ανανέωσης Στην περίπτωση που απορριφθεί το αίτημα για την αναγνώριση του αλλοδαπού ως πρόσφυγα ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να προσφύγει εντός ανατρεπτικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης. Στο απόσπασμα της αποφάσεως που κοινοποιείται στον αλλοδαπό μνημονεύονται η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής καθώς και οι συνέπειες της παρόδου άπρακτης της προθεσμίας. Επί της προσφυγής αποφαίνεται, ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης εντός εξήντα (60) ημερών από της ασκήσεως της, ύστερα από γνώμη 4μελούς επιτροπής, αποτελούμενης από τον νομικό σύμβουλο του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, ως προέδρου, ενός ανωτέρου υπαλλήλου του διπλωματικού κλάδου της Διεύθυνσης Διοικητικών και Δικαστικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, ενός ανώτερου μέλους του επιστημονικού προσωπικού της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του ιδίου Υπουργείου και ενός ανώτερου αξιωματικού της Ελληνικής Αστυνομίας, ως μελών, οι οποίοι ορίζονται με τους νόμιμους αναπληρωτές τους από τους οικείους Υπουργούς. Σε περίπτωση ισοψηφίας κατά τη λήψη αποφάσεως της ανωτέρω επιτροπής υπερισχύει η ψήφος του πρόεδρου. Η ως άνω επιτροπή δύναται να προσκαλεί τον ενδιαφερόμενο να παρουσιασθεί ενώπιόν της, για παροχή διευκρινήσεων ή υποβολή τυχόν συμπληρωματικών στοιχείων και με τη συνδρομή διερμηνέα. Κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής δύναται να παρίσταται με την ιδιότητα του παρατηρητού ο εκπρόσωπος της Υπάτης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες στην Ελλάδα ή εξουσιοδοτημένος νομίμως απ αυτόν υπάλληλος. Από την έναρξη εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος ο αλλοδαπός, του οποίου το αίτημα για αναγνώριση του ως πρόσφυγα απορρίπτεται αλλά του έχει εγκριθεί η υπό ανοχή παρομονή του στη χώρα μας σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 25 του Ν. 1975/1991, εφοδιάζεται με ειδικό δελτίο 6μηνης διάρκειας η ισχύς του οποίου δύναται ν ανανεώνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υ.Δ.Τ. μέχρι να καταστεί δυνατή η αναχώρησή του στο εξωτερικό. Το ανωτέρω δελτίο σε καμία περίπτωση δεν επέχει θέση αδείας παραμονής και ο κάτοχός του δεν αποκτά κανένα επιπλέον δικαίωμα. Ο Γενικός Γραμμτέας του Υ.Δ.Τ. δύναται κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου να διατάξει την εξυπαρχής εξέταση της υπόθεσης αν προσκομίζονται απ αυτόν νέα κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία αν ήταν γνωστά κατά το χρόνο της διαδικασίας που προβλέπεται από το προηγούμενο άρθρο θα επέβαλαν την αναγνώρισή του ως πρόσφυγα. Η διαδικασία που καθορίζεται από τα άρθρα 3 και 4 του παρόντος Διατάγματος εφαρμόζεται ανάλογα και στην περίπτωση ανάκλησης της απόφασης αναγνώρισης του αλλοδαπού ως πρόσφυγα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. Γ εδάφ. 1 έως 5 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης ενημερώνουν τον εκπρόσωπο της Υπάτης Αρμοστείς του Ο.Η.Ε. στη χώρα μας, αναφορικό με τις αιτήσεις που υποβάλλουν οι αλλοδαποί για την αναγνώρισή τους ως προσφύγων. Επίσης ενημερώνεται εγγράφως για την αναγνώριση των αιτούντων ως προσφύγων και του παρέχονται τα στοιχεία που ορίζονται από το άρθρο 35 παρ. 2 της Σύμβασης της Γενεύης. Ο ανωτέρω εκπρόσωπος δύναται να επισκέπτεται, αυτοπροσώπως ή δια νομίμως εξουσιοδοτημένου προς τούτο αντιπροσώπου, τον αλλοδαπό που ζητεί την αναγνώριση του ως πρόσφυγα για σχετικές με το αίτημα του πληροφορίες Λεπτομέρειες που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή του παρόντος Διατάγματος ρυθμίζονται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας Από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος καταργείται η υπ αριθ. 5401/1-166958 της 10/28 Μαΐου 1977 απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης (Β-500). Η ισχύς του Διατάγματος αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος Διατάγματος.
303
14. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 230 της 29 Μαΐου/5 Ιουν. 1943 (ΦΕΚ Α΄ 166) Περί διορισμού ανέργων εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών Θράκης, Κρήτης, Ανατολικής Μακεδονίας, εξωτερικού και νήσων και ρυθμίσεως ετέρων ζητημάτων της σχετικής υπηρεσίας. Προσωρινής ισχύος. Σχετικός και ο: α)Νόμ. 640 της 21/23 Σεπτ. 1943 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του υπ’ αριθ. 230/1943 Νόμου.
377
5. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 2652 της 11/19 Νοεμ. 1940 Περί συμπληρώσεως του Α.Ν. 2012 του 1939 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Νόμ. 5620 της 27 Αυγ. 1932». Άρθρον μόνον.1-2.(Αντικατεστάθησαν δια των διατάξεων του άρθρ. 11 Ν.Δ/τος 3148/1955). 3.Δωρεαί και κληροδοτήματα εν ουδεμιά περιπτώσει επιστρέφονται εις τον δόντα ή τους κληρονόμους του, εάν η περιουσία του διαλυθέντος ή διαλυομένου Σωματείου κατά το Καταστατικόν αυτού μεταβιβάζεται ή οπωσδήποτε περιέρχεται εις έτερον Σωματείον ή Οργανισμόν ή Νομικόν πρόσωπον Δημοσίου Δίκαιου επιδιώκον σκοπόν παρεμφερή προς τον υπό του διαλυομένου Σωματείου επιδιωκόμενον τοιούτον.
18
59. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Αριθ. Α5/1181 της 30Απρ. / 7 Μαΐου 1999 (ΦΕΚ Β΄ 598) Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις των οδηγιών 98/21/ΕΚ και 98/63/ ΕΚ. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις α)Του άρθρ. 1 παρ. 1 και 3 του Νόμ. 1338/83 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α, 34/83) όπως τροποποιήθηκε από άρθρ. 6 του Νόμ. 1140/84 «Συμμετοχή της Ελλάδος στο Κεφάλαιο, στα αποθεματικά και προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων κ.λ.π.» (ΦΕΚ Α, 70/84) καθώς και το άρθρ. 65 του 1892/90 (ΦΕΚ Α, 101/90) «Για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις». β)Του άρθρ. 4 παρ. 5 του Νόμ. 1579/85 «Ρυθμίσεις για την εφαρμογή και ανάπτυξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α, 217/85). 2.Την αριθμ. 5803/13.11.98 Κοινή Απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας με θέμα «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Υγείας και Πρόνοιας – Νικόλαο Φαρμάκη και Θεόδωρο Κοτσώνη (ΦΕΚ Β, 1178/98). Σελ. 524,308 Τεύχος 1308 Σελ. 44 3.Τις οδηγίες 93/21/ΕΚ της Επιτροπής «για τροποποίηση της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των ιατρών και της αμοιβαίας αναγνώρισης των διπλωμάτων πιστοποιητικών και άλλων τίτλων τους». 4.Τις διατάξεις του άρθρ. 29Α του Νόμ. 1558/1985 (Α137/85) όπως προσετέθη με το άρθρ. 27 του Νόμ. 2081/1992 (Α 154/92) και αντικαταστάθηκε από το άρθρ. 1 παρ. 2α του Νόμ. 2469/1997 (Α 38/97). 5.Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού αποφασίζουμε: Τροποποιούμε και συμπληρώνουμε του Π.Δ/γμα 84/86 «Άσκηση του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από ιατρούς υπηκόους κρατών – μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κ.λ.π.» (ΦΕΚ Α, 31/86), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τις κοινές Υπουργικές Αποφάσεις Α4/1665/28.3.90 και Α4/2557/30.7.91, ως κάτωθι: Άρθρ.1.-1.Στην παρ. 2α του άρθρ. 8: α.Στο σημείο «Νευροχειρουργική», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «Neurological Surgery» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Neurosurgery». β.Στο σημείο «Εσωτερική Ιατρική», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «General medecine» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Genegal (Internal) Medecine». γ.Στο σημείο «ορθοπεδική», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο «Orthopaedic Surgery» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Trauma and Orthopaedic Surgery». δ.Στο σημείο «χειρουργική θώρακος», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «Thoracic Surgery» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Cardio – thoracic Surgery». 2.Στην παρ. 2β, του άρθρ. 8: α.Στο σημείο «Παθολογική Ανατομική», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «Morid Anatomy and Histopa thology» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Histopathology». β.Στο σημείο «Ψυχιατρική», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «Psychiatry» αντικαθίσταται από τον τίτλο «General Psychiatry». γ.Στο σημείο «Μικροβιολογία – Βακτηριολογία», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «Medical Microbiology» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Medical Microbiology and Virology». δ.Στο σημείο «Καρδιολογία», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «Cardio – Vascular diseases» αντικαθίσταται από το τίτλο «Cardiology». ε.Στο σημείο «Ραδιογνωστική», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «Diagnostic radiology» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Clinical radiology». 562 34.Ζ.α.59 Άσκηση Ιαρικού Επαγγέλματος στ.Στο σημείο «Ραδιοθεραπευτική» -ο τίτλος που αφορά την Ελλάδα «Ακτινοθεραπευτική» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Ακτινοθεραπευτική – Ογκολογία». -ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «radiotherapy» αντικαθίσταται από τον τίτλο «clinical oncology». η.Στο σημείο «Νεφρολογία», ο τίτλος που αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο «Renal diseases» αντικαθίσταται από τον τίτλο «renal medicine». θ.Στο σημείο «Πυρηνική Ιατρική», προστίθεται ο ακόλουθος τίτλος: «Λουξεμβούργο: Medicine nucleaire». ι.Στο σημείο «Ιαρτική της Εργασίας», προστίθενται οι ακόλουθοι τίτλοι: «Βέλγιο: Medecine du travail / arbeidsgeneeskunde» «Λουξεμβούργο: Medicine du travail» κ.Στο σημείο, «Ιατρική της Εργασίας, ο τίτλος που αφορά τις Κάτω Χώρες «Arbeids – en bedrijfsgeneeskunde» αντικαθίσταται από τον τίτλο: «Arbeid en gezondheid» Άρθρ.2.-(Προστίθενται τίτλοι στο τέλος της παρ. 2 άρθρ. 8 του Π.Δ 84/1986, ανωτ. αριθ. 43).
332
1. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄αριθ. 1045 της 6/8 Δεκ. 1971 (ΦΕΚ Α΄254) Περί συστάσεως Υπηρεσιών Προγραμματισμού και Μελετών παρά τοις Υπουργείοις. Το Ν.Δ. 1045/1971 κατηργήθη δια του άρθ. 35 Νόμ.434/1976 (τόμ.2Α σελ.316,725), όπου βλ. μεταβατικάς διατάξεις. (Αντί των σελ.116,751-116,753(α) Σελ. 116,751(α) Τεύχος 643-Σελ.13 Υπηρεσία Προγραμματισμού και Μελετών 1.Ε.λ.1 1.Ε.λ.1 Υπηρεσία Προγραμματισμού και Μελετών
134
28. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 800 της 24/31 Ιουλ. 1937 Περί συμπληρώσεως των νόμων περί προστασίας του Εθνικού νομίσματος ως και των αφορώντων εις τας ασφαλίσεις. Άρθρ.1.-(Κατηργήθη δια του άρθρ. 2 Νόμ. 2363/1953, τομ. 4 σελ. 323). Άρθρ.7.-(Προστίθενται παρ. 4-8 εις το άρθρ. 11 του Ν. 5422/1932,ανωτ. αριθ. 9). Άρθρ.8.-(Αντικαθίσταται η παρ. 5 του άρθρ. 32 του Ν. 1023/1917, τόμ. 12 Μα. 4). ΄Αρθρ.9.-Οι παραβάται των διατάξεων των άρθρ. 7 και 8 του παρόντος Νόμου τιμωρούνται κατά τας διατάξεις του Α.Ν. υπ’ αριθ. 296/1936 «περί τροποποιήσεως των Νόμων περί προστασίας του Εθνικού Νομίσματος». Άρθρ.10.-1.Ανακαλούνται άπασαι αι άδειαι εισαγωγής εμπορευμάτων επ’ ανταλλαγή καπνών παλαιών εσοδειών, απαγορευομένης εις το εξής πάσης εξαγωγής ή εισαγωγής εις εκτέλεσιν των ως άνω αδειών. Αι γενόμεναι μέχρι της ισχύος του παρόντος εξαγωγαί ή εισαγωγαί επί τη βάσει των εκτελεσθεισών ως άνω αδειών δύνανται να επανεξετασθώσι κατόπιν αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας, παραμενούσης της τυχόν ποινικής ευθύνης παντός εκ του των αποκαλυφθησομένου ενόχου. Αι πραγματοποιηθείσαι εισπράξεις εις ξένον νόμισμα ή συνάλλαγμα εκ πωλήσεως καπνών εξαχθέντων βάσει των ως άνω αδειών, αι μη χρησιμοποιηθείσαι δι’ οιανδήποτε αιτίαν μέχρι σήμερον προς πληρωμήν εισαγωγών ως και αι μελλοντικαί εισπράξεις εκ πραγματοποιηθεισών εξαγωγών μετατρέπονται εις δραχμάς επί τη τρεχούση τιμή των ξένων νομισμάτων ή συναλλαγμάτων κατά την ημέραν της πραγματοποιήσεως. 2.Οι δικαιούχοι των ανταλλαγών υποχρεούνται εις την εκτέλεσιν απασών των υποχρεώσεων των προερχομένων εκ των εκτελεσθέντων μέχρι τούδε τμημάτων των ανταλλαγών. 3.Τυχόν προκύπτοντα εκ της ανακλήσεως των αδειών ζητήματα ως και κατά την εφαρμογήν της προηγουμένης παρ. 2 του παρόντος λύονται δι’ αποφάσεως της Ανωτάτης Διοικήσεως Οικονομικής Αμύνης. 4.Το Δημόσιον ως και η Τράπεζα της Ελλάδος εφ’ όσον αι σχετικαί ενέργειαι ταύτης τυγχάνουσιν της εγκρίσεως του αρμοδίου Υπουργού, είτε εκ των προτέρων είτε εκ των υστέρων παρεχομένης, ουδεμίαν φέρουσιν ευθύνην ουδέ υπέχουσιν υποχρέωσιν προς αποζημίωσιν έναντι τρίτων δια πάσας ανεξαιρέτως τας μέχρι της ισχύος του παρόντος ενεργείας αυτών τας αναγομένας οπωσδήποτε εις την λειτουργίαν και την διαχείρισιν των ανταλλαγών παλαιών καπνών. Ουδεμίαν επίσης υποχρέωσιν αποζημιώσεως προς τρίτους ή άλλην οι ανωτέρω υπέχουσιν εκ της ανακλήσεως των ως άνω αδειών ως και εκ παντός συμπληρωματικού μέτρου ληφθησομένου συμφώνως προς την παρ. 3 του παρόντος. 5.Εάν κατά την εκτέλεσιν των ανωτέρω ανταλλαγών έλαβον χώραν αξιόποινοι πράξεις εις βάρος του Δημοσίου είτε εις βάρος της Τραπέζης της Ελλάδος, η ευθύνη των ενεχομένων παραμένει αμείωτος. Άρθρ.11.-Η αληθής έννοια των διατάξεων εν γένει δι’ ων ανατίθεται, εις την Τράπεζαν της Ελλάδος η εκτέλεσις υποχρεώσεων ή άσκησις δικαιωμάτων σχετικών προς την εφαρμοζομένην εμπορικήν ή συναλλαγματικήν πολιτικήν είναι ότι η Τράπεζα αύτη ως εντολοδόχος του Δημοσίου, ουδεμίαν υπέχει ευθύνην εφ’ όσον ενεργεί εντός των κειμένων νόμων ή Υπουργικών αποφάσεων ως και εφ’ όσον αι σχετικαί ενέργειαί της τυγχάνουσιν της εγκρίσεως του αρμοδίου Υπουργού, χορηγουμένης είτε εκ των προτέρων είτε εκ των υστέρων. Άρθρ.12.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σελ. 43 Προστασία του Νομίσματος 26.Β.α.28 Άρθρ.2.-«1.Πάσαι αι απαιτήσεις εν γένει προσώπων μονίμως εγκατεστημένων εν τη αλλοδαπή, εκτελεστέαι εν Ελλάδι, αι μη πηγάζουσαι εξ εμβασμάτων εις ελεύθερον συνάλλαγμα, γενομένων μετά την 26 Απρ. 1932 έναντι εταιρειών, τραπεζών, νομικών ή φυσικών προσώπων, θεωρούνται δεσμευμέναι. Η πληρωμή των εκάστοτε ληξιπροθέσμων απαιτήσεων, οποτεδήποτε πραγματοποιουμένη, γίνεται υποχρεωτικώς δια καταθέσεως του οφειλομένου ποσού παρά Τραπέζη εν Ελλάδι ή τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων ή τω Ταχυδρομικώ Ταμιευτηρίω, πιστουμένου ιδίου δεσμευμένου λογαριασμού εκάστου δικαιούχου. Η τοιαύτη κατάθεσις θεωρείται ως γενομένη αντί καταβολής προς τον δικαιούχον, ο δε οφειλέτης θεωρείται τοιουτοτρόπως ως νομίμως εξοφλήσας την σχετικήν οφειλήν. Η παρούσα διάταξις εφαρμόζεται και δια τας μέχρι της ισχύος του παρόντος δημιουργηθείσας τοιαύτας απαιτήσεις. Επίσης θεωρούνται δεσμευμέναι ελληνικαί ομολογίαι ή μετοχαί ευρισκόμεναι εν Ελλάδι και ανήκουσαι εις πρόσωπα μονίμως εγκατεστημένα εν τη αλλοδαπή. 2.Αι Τράπεζαι, το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων και το Ταχυδρομικόν Ταμιευτήριον, υποχρεούνται όπως εις το τέλος εκάστου μηνός υποβάλωσιν εις την Τράπεζαν της Ελλάδος αναλυτική κατάστασιν των κατά τα ανωτέρω γενομένων παρ’ αυτοίς καταθέσεων. Επί των τοιούτων δεσμευμένων καταθέσεων λογίζεται επιτόκιον, οριζόμενον εκάστοτε δι’ αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής». Αι παρ. 1 και 2 αντικατεστάθησαν ως άνω δια του άρθρ. 7 Νόμ. 128/1975 (τόμ. 12 σελ. 124,05). 3.Δια την αποδέσμευσιν και χρησιμοποίησιν των κατά τ’ ανωτέρω δεσμευμένων απαιτήσεων και χρεωγράφων απαιτείται άδεια της Τραπέζης της Ελλάδος, η οποία ουδεμίαν ευθύνην φέρει αρνηθείσα ή αρνουμένη ταύτην. 4.Οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται, όπως δια παν συντασσόμενον υπ’ αυτών συμβολαιογραφικόν έγγραφον, αφορών τας κατά τ’ ανωτέρω απαιτήσεις, ειδοποιώσι την Τράπεζαν της Ελλάδος, αποστέλλοντες αυτή και τα αναγκαία στοιχεία εντός πέντε ημερών από της συντάξεως του σχετικού εγγράφου. Σελ. 42(α) Τεύχος 579 – Σελ. 10 Επίσης υποχρεούνται, όπως εις τα συντασσόμενα παρά τούτων συμβολαιογραφικά έγγραφα αναγράφωσιν εξηκριβωμένως τον τόπον και την διεύθυνσιν της μονίμου κατοικίας, ως και της τυχόν προσωρινής διαμονής των συμβαλλομένων. 5.Αι δυνάμει του άρθρ. 2 του υπ’ αριθ. 800/1937 Α. Νόμου υφιστάμεναι μέχρι της ισχύος του παρόντος παρά φυσικοίς ή νομικοίς προσώποις δεσμευμέναι απαιτήσεις, περί ων το εδάφ. 1 του παρόντος άρθρου, κατατίθενται εντός τριών μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος παρά Τραπέζη εν Ελλάδι ή τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων. Αδεία της Τραπέζης της Ελλάδος επιτρέπεται να παρέχηται παράτασις της προθεσμίας ταύτης. Αι σχετικαί καταστάσεις και ειδοποιήσεις, περί ων τα εδάφ. 2 και 4 του παρόντος άρθρου, δέον να υποβληθώσιν εις την Τράπεζαν της Ελλάδος εντός τεσσάρων μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος. 6.Προκειμένου περί χρησιμοποιήσεως δεσμευμένων δραχμών, κατόπιν αδείας της Τραπέζης της Ελλάδος, προς αγοράν ακινήτου εν Ελλάδι επ’ ονόματι προσώπων κατοικούντων εν τη αλλοδαπή ο αγοραστής υποχρεούται να δηλώση εις την Τράπεζαν της Ελλάδος το όνομα του συμβολαιογράφου, ενώπιον του οποίου θα συνταχθή το οικείον συμβόλαιον, η δε Τράπεζα της Ελλάδος αναγράφει τούτο επί της χορηγηθησομένης αδείας. Ο συμβολαιογράφος υποχρεούται, όπως ποιήσηται ρητώς μνείαν, εν τω συμβολαίω αγοραπωλησίας, ότι η αγορά εγένετο δια δεσμευμένων δραχμών και να γνωρίση τούτο συγχρόνως, δι’ εγγράφου του, προς το υποθηκοφυλακείον. Ο αρμόδιος υπάλληλος επί των μεταγραφών τηρεί ιδιαιτέραν σημείωσιν επί της οικείας μερίδος του βιβλίου μεταγραφών, ότι τα εν λόγω ακίνητα εκτήθησαν δια δεσμευμένων δραχμών. Τα δια δεσμευμένων δραχμών κτηθέντα υπό προσώπων κατοικούντων εν τη αλλοδαπή ακίνητα δεν μετεγράφονται δι’ οιανδήποτε αιτίαν επ’ ονόματι άλλου προσώπου φυσικού ή νομικού εφ’ όσον οι οικείοι τίτλοι μεταβιβάσεως της ιδιοκτησίας δεν συνοδεύονται υπό πιστοποιήσεως της Τραπέζης της Ελλάδος, ότι το τίμημα τούτων κατετέθη εν δεσμευμένω λογαριασμώ επ’ ονόματι του εν τη αλλοδαπή κυρίου τούτων. Η κατά τα άνω εν τω βιβλίω μεταγραφών γενομένη δέσμευσις δύναται να απαλειφθή μόνον κατόπιν αδείας της Τραπέζης της Ελλάδος εφ’ όσον συντρέχει νόμιμος περίπτωσις. Το άρθρ. 2 αντικατεστάθη ως άνω υπό του άρθρ. 13 του Α.Ν. 1704/1939, κατωτ. αριθ. 31 Βλ. και άρθρ. 14 του Α.Ν. 1704/1939. 26.Β.α.28 Προστασία του Νομίσματος «7. Οι διατάξεις των παρ. 1 έως 6 του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν προκειμένου για κατοίκους των κρατών-μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ως κάτοικοι κρατών-μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θεωρούνται τα φυσικά και νομικά πρόσωπα σύμφωνα με τους ορισμούς που θέτει η περί συναλλάγματος νομοθεσία, η οποία ισχύει σε κάθε κράτος-μέλος των Ευρωπαϊκών κοινοτήτων. 8.Σημειώσεις που έχουν εγγραφεί στα βιβλία μεταγραφών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του παρόντος άρθρου, επί ακινήτων που ανήκουν σε κατοίκους κρατών-μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εξαλείφονται με έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδος κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου ανεξάρτητα από επικείμενη μεταβίβαση». Οι παρ. 7 και 8 προστέθηκαν από το άρθρ. 66 του Νόμ. 1892/31-31 Ιουλ. 1990, (ΦΕΚ Α΄ 101), τόμ. 13, σελ. 86,369. (Μετά τη σελ. 42(α) Σελ. 42,01 Τεύχος 1124 –Σελ.29 Προστασία του Νομίσματος 26.Β.α.28 26.Β.α.28 Προστασία του Νομίσματος Άρθρ.3.-Πάσα εφεξής παράβασις των διατάξεων του άρθρ. 11 του Ν. 5422, ως τούτο συνεπληρώθη δια του άρθρ. 3 του Ν.Δ. της 14 Ιουλ. 1932, κυρωθέντος δια του Ν. 5665, πλην της ακυρότητος της πράξεως, επάγεται δια τους υπευθύνους τα υπό του Α.Ν. 296 του έτους 1936 οριζομένας ποινάς. Άρθρ.4.-Η υπό του άρθρ. 3 του Α.Ν. της 25 Ιαν. 1936 «περί παροχής εξουσιοδοτήσεως εις την Κυβέρνησιν προς ρύθμισιν διαφορών υφισταμένων μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Τραπεζών κλπ.» οριζομένη προθεσμία, λήγουσα κατά το άρθρ. 1 του υπ’ αριθ. 479/1937 Α. Νόμου την 30 Ιουν. 1937, παρατείνεται εισέτι μέχρι και της 31 Δεκ. 1937. Άρθρ.5.-1. Εις την υπό του άρθρ. 4 του Ν.Δ. της 14 Ιουλ 1932 «περί τροποποιήσεως των Ν. 5422, 5552 κλπ. «κυρωθέντος δια του Ν. 5665 προβλεπομένην Επιτροπήν μετέχει ως τακτικόν μέλος και εις υπάλληλος του Υφυπουργείου Δημοσίας Ασφαλείας, οριζόμενος υπό του αρμοδίου Υφυπουργού. 2.Κατά την εξέτασιν νομικών ζητημάτων επί υποθέσεων υπαγομένων εις την αρμοδιότητα της Επιτροπής συναλλάγματος και ελέγχου Τραπεζών, μετέχει ταύτης αρμοδίως καλούμενος, και ο Νομικός Σύμβουλος του Υπουργείου Οικονομικών. Άρθρ.6.-Εκ του άρθρ. 3 του Ν.Δ. της 14 Ιουλ. 1932 «περί τροποποιήσεως των Ν. 5422, 5552 κλπ.» κυρωθέντος δια του Ν. 5665 διαγράφονται αι λέξεις «ως και ασφαλιστικών συμβολαίων».
279
8. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Υπογραφέν εν τω Υπουργείω Εξωτερικών (εν Λονδίνω) την 3 Φεβρ. 1830. Παρόντων των πληρεξουσίων της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρεττανίας, και της Ρωσσίας. Αρξαμένης της συνδιαλέξεως, ο πληρεξούσιος της Α.Β.Μ. και ο της Α.Χ.Μ. παριστάνουσιν εις τον πληρεξούσιον της Α.Α.Μ.την έφεσιν του να μάθωσιν υφ΄οποίαν πρόσοψιν βλέπει το 10 άρθρον της εν Αδριανουπόλει προσφάτως υπογραφείσης ειρήνης μεταξύ της Ρωσσίας και του οθωμανικού κράτους άρθρον, το οποίον αναφέρεται εις τας υποθέσεις της Ελλάδος. Ο πληρεξούσιος της Α.Α.Μ. αποφαίνεται ότι το 10 άρθρον της περί ης ο λόγος συνθήκης δεν ακυροί τα δίκαια των συμμάχων του αυτοκράτορος, δεν παρεμποδίζει τα βουλεύματα των εις συνδιάλεξιν συνελθόντων εν Λονδίνω υπουργών, μηδέ κωλύει παντάπασι τους συμβιβασμούς, όσους αι τρείς Αυλαί ήθελον κρίνει ομοφώνως ότι είναι οι ωφελιμώτεροι και οι προς τας περιστάσεις ευαρμοστότεροι. Μετά την απόφασιν ταύτην ο πληρεξούσιος της Α.Β.Μ. κοινοποιεί εις την συνδιάλεξιν εν έγγραφον συλληπτικόν, συναπτόμενον ενταύθα υπό στοιχείον Α, δια του οποίου οι εν Κωνσταντινουπόλει πρέσβεις της Μεγάλης Βρεττανίας και της Γαλλίας διαβιβάζουσι μίαν απόφασιν της οθωμανικής Πόρτας, μηνολογουμένην κατά την 9 Σεπτεμβρίου, επισυναπτομένην ενταύθα υπό στοιχ. Β, και αναγγέλουσαν ότι η Πόρτα, συγκατανεύσασα τέως εις την συνθήκην του Λονδίνου, υπόσχεται και προσέτι υποχρεούται την σήμερον ενώπιον των αντιπροσώπων των υπογραψασών την ειρημένην συνθήκην Δυνάμεων εις το να υπογράψη ολοσχερώς όλα τα αναφορικώς προς την εκτέλεσίν της αποφασισθησόμενα από το εν Λονδίνω συβούλιον. Σελ. 8 1.Α.β.8 Αναγνώριση της Ελληνικής Πολιτείας Εκ της αναγνώσεως αυτού του εγγράφου αναγνωρίζεται ομοφώνως ότι ευρίσκεται η συμμαχία εις υποχρέωσιν του να ενεργήση προ πάντων τα περί της αμέσου εγκαταστάσεως της κατά γην και θάλασσαν ανακωχής μεταξύ των Τούρκων και των Ελλήνων. Αποφασίζεται κατά συνέπειαν ότι οι εν Κωνσταντινουπόλει των τριών Αυλών πληρεξούσιοι, οι εν τη Ελλάδι εδρεύοντες αυτών, και οι εις το Αρχιπέλαγος ναύαρχοί των θέλουν λάβει άνευ αναβολής την διαταγήν του ν΄απαιτήσωσι και επιτύχωσιν από τα ανταγωνιζόμενα μέρη μίαν ταχείαν και ολοσχερή παύσιν των εχθροπραξιών. Επ΄αυτώ τούτω αι υπό στοιχ. Γ,Δ, Ε, παρηρτημέναι ενταύθα οδηγίαι δι όμοφώνου γνώμης απεφασίσθησαν περί των ειρημένων πληρεξουσίων και εδρευόντων, επιτρεπούσης εις τον ρωσσικόν ναύαρχον της μεταξύ της Ρωσσίας και της Πόρτας αποκαταστάσεως της ειρήνης, να συμπράξη αύθις μετά των συναδέλφων του της Αγγλίας και της Γαλλίας. Συμφωνηθεισών των πρώτων αυτών αποφάσεων, τα μέλη της συνδιαλέξεως ευρίσκουσιν ότι αι της Πόρτας αποφάσεις τα θέτουσιν εις την περίπτωσιν του να συσκεφθώσι περί των μέτρων όσα ήθελον προκρίνει ως μάλλον παραδεκτέα κατά την παρούσαν κατάστασιν των πραγμάτων και, επειδή εφίενται να επάξωσιν εις τας προτέρας διαθέσεις της συμμαχίας βελτιώσεις τας μάλλον προσφυείς εις το να κρατύνωσι το περί ο ενασχολείται έργον της ειρημένης με νέα εχέγγυα μονιμότητος, απεφάσισαν τα εξής άρθρα ομοφώνως: 1.Η Ελλάς θέλει σχηματίσει εν κράτος ανεξάρτητον και θέλει χαίρει όλα τα δίκαια πολιτικά, διοικητικά και εμπορικά προσπεφυκότα εις εντελή ανεξαρτησίαν. 2.Κατά λόγον αυτών των εις το νέον κράτος παρεχομένων πλεονεκτημάτων και προς συγκατάνευσιν εις την ην εξέφρασεν έφεσιν η Πόρτα περί της ελαττώσεως των υπό του πρωτοκόλλου της 22 Μαρτίου τεθέντων ορίων, η διοριστική γραμμή των συνόρων της Ελλάδος, αρξαμένη από τας εκβολάς του Ασπροποτάμου, θέλει ανατρέξει τον ποταμόν αυτόν έως κατέναντι της λίμνης του Αγγελοκάστρου και, διασχίσασα τόσον αυτήν την λίμνην όσον και τας του Βραχωρίου και της Σαυροβίτσας, θέλει καταλήξει εις το όρος Αρτοτίνα, εξ ου θέλει ακολουθήσει την κορυφήν του όρους ΄Αξου, την κοιλάδα της Κοτούρης, και την κορυφήν του όρους Οίτης, έως τον κόλπον του Ζητουνίου, εις τον οποίον θέλει καταντήσει προς τας εκβολάς του Σπερχειού. ΄Ολαι αι χώραι και τόποι, κείμενοι προς μεσημβρίαν αυτής της γραμμής, την οποίαν το συμβούλιον εχάραξεν επί του ενταύθα υπό στοιχ. ς΄ συναπτομένου γεωγραφικού πίνακος, θέλουν ανήκει εις την Ελλάδα όλαι δε αι χώραι και τόποι, οι προς άρκτον κείμενοι της αυτής γραμμής, θέλουν εξακολουθή ν΄ αποτελώσι μέρος της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Θέλουν ανήκει ωσαύτως εις την Ελλάδα η νήσος Εύβοια ολόκληρος, αι Δαιμονόνησοι, η νήσος Σκύρος, και αι νήσοι αι εγνωσμέναι το αρχαίον υπό το όνομα Κυκλάδες, συμπεριλαμβανομένης και της νήσου Αμοργού, κείμεναι μεταξύ του 36 και 39 βαθμού πλάτους βορείου και του 26 βαθμού μήκους ανατολικού του μεσημβρινού της Γρενβίσχης. 3.Η ελληνική κυβέρνησις θέλει είναι μοναρχική και κληρονομική, κατά τάξιν πρωτοτοκίας θέλει εμπιστευθή εις ένα ηγεμόνα, όστις δεν θέλει είναι δυνατόν να εκλεχθή μεταξύ των οικογενειών των βασιλευουσών εις τας επικρατείας τας υπογραψάσας την συνθήκην της 6 Ιουλ. 1827 και θέλει φέρει τον τίτλον «Ηγεμών Κυριάρχης της Ελλάδος». Η εκλογή αυτού του ηγεμόνος θέλει είναι το αντικείμενον διακοινώσεων και συμφωνιών μεταγενεστέρων. 4.΄Αμα τα άρθρα του παρόντος πρωτοκόλλου ήθελον γνωστοποιηθή εις τα ενδιαφερόμενα μέρη, η μεταξύ του οθωμανικού κράτους και της Ελλάδος ειρήνη θέλει εκλαμβάνεσθαι αποκαταστημένη εξ αυτού τούτου του γεγονότος και εκάτερα τα Κράτη θέλουν προσφέρεσθαι προς τους υπηκόους εκατέρων αμοιβαίως, ως προς τα δίκαια του εμπορίου και της ναυτιλίας, καθώς προς τους υπηκόους των άλλων επικρατειών, των εν ειρήνη μετά του οθωμανικού κράτους και της Ελλάδος. 5.Πράξεις πλήρους και ολοσχερούς αμνηστίας θέλουν αμέσως δημοσιευθή παρά της οθωμανικής Πύλης και παρά της ελληνικής Κυβερνήσεως. Η περί αμνηστίας πράξις της Πύλης θέλει κηρύξει ότι κανείς ΄Ελλην εφ΄όλην την έκτασιν της επικρατείας της δεν θέλει είναι δυνατόν να στερηθή της ιδιοκτησίας του μηδέ να ενοχληθή παντάπασι δια τον λόγον ότι έλαβε τάχα μέρος εις την ελληνική επανάστασιν. Η περί αμνηστίας πράξις της ελληνικής Κυβερνήσεως θέλει κηρύξει την αυτήν αρχήν υπέρ όλων των Μουσουλμάνων ή Χριστιανών οίτινες τυχόν έλαβον μέρος εναντίον της υποθέσεως της θέλει δε προσέτι εννοείσθαι και δημοσιευθή ότι οι Μουσουλμάνοι οίτινες εκουσίως ήθελον εξακολουθήσει να κατοικώσιν εις τας χώρας και νήσους τας διορισθείσας εις την Ελλάδα θέλουν διατηρεί εν αυταίς τας ιδιοκτησίας των και θέλουν χαίρει εν αυταίς αμεταβλήτως μετά των οικογενειών των εντελή ασφάλειαν. 6.Η οθωμανική Πύλη θέλει παρέξει εις όσους εκ των υπηκόων της Ελλήνων ήθελον επιθυμήσει να παραιτήσωσι το οθωμανικόν έδαφος προθεσμίαν ενός έτους δια να πωλήσωσι τας ιδιοκτησίας των και να εξέλθωσιν ελευθέρως από τον τόπον. Η ελληνική Κυβέρνησις θέλει αφίσει το αυτό ελεύθερον εις τους κατοίκους της Ελλάδος οίτινες ήθελον επιθυμήσει να μεταφερθώσιν εις τόπον οθωμανικόν. 7.΄Ολαι αι θαλάσσιαι και πεζικαί ελληνικαί δυνάμεις θέλουν κενώσει τας χώρας, φρούρια, και νήσους τα οποία κατέχουσιν επέκεινα της γραμμής της τεθείσης εις τα όρια της Ελλάδος εν τη παραγρ. 2 και θέλουν αποσυρθή όπισθεν αυτής ταύτης της γραμμής εντός της πλέον συντόμου προθεσμίας. Όλαι αι θαλάσσιαι και πεζικαί οθωμανικαί δυνάμεις, αι κατέχουσαι χώρας, φρούρια, και νήσους, περιλαμβανόμενα εις τα άνω ειρημένα όρια, θέλουν κενώσει αυτάς τας νήσους, φρούρια, και χώρας και θέλουν αποσυρθή όπισθεν των ειρημένων ορίων και ωσαύτως εντός της πλέον συντόμου προθεσμίας. 8.Εκάστη των τριών Αυλών φυλάττει την δια του έκτου άρθρου της συνθήκης της 6 Ιουλίου εξασφαλιζομένην εξουσίαν του να εγγυάται περί του όλου των προηγουμένων συμβιβασμών και άρθρων. Αι περί εγγυήσεως πράξεις, εάν γενώσι, θέλουν συνταχθή χωριστά. Η ενέργεια και το αποτέλεσμα των διαφόρων αυτών πράξεων θέλουν γενή, κατά συνέπειαν του άνω ειρημένου άρθρου, το αντικείμενον μεταγενεστέρων συνθηκών των Υψηλών Δυνάμεων. Κανέν στράτευμα ανήκον εις τινα των συνταξασών την συνθήκην τριών Δυνάμεων δεν θέλει δυνηθή να εμβή εις το έδαφος του ελληνικού νέου Κράτους άνευ της συγκαταθέσεως των δύο ετέρων Αυλών των υπογραψασών την συνθήκην. 9.Προς αποφυγήν των συγκρούσεων, αι οποίαι θέλουν αναμφιβόλως γεννηθή εις τας παρούσας περιστάσεις από την συναφήν μεταξύ των επιτρόπων οροθετών Οθωμανών και των επιτρόπων οροθετών Ελλήνων, όταν προτεθή το ν΄αποφασισθή επιτοπίως η διαχάραξις των ορίων της Ελλάδος, συμφωνείται ότι η εργασία αύτη θέλει ανατεθή εις επιτρόπους ΄Αγγλους, Γάλλους και Ρώσσους και ότι αι τρείς Αυλαί θέλουν διορίσει ανά ένα εκάστη. Ούτοι οι επίτροποι, εφωδιασμένοι με την υπό στοιχ. Ζ συναπτομένην ενταύθα οδηγίαν, θέλουν αποφασίσει την διαχάραξιν των ειρημένων ορίων, επόμενοι με όλην την δυνατήν ακρίβειαν εις την ενδεικνυμένην εν τη παραγρ. 2 γραμμήν, την οποίαν θέλουν επισημαίνει με πασσάλους και θέλουν σχεδιάσει δύο πίνακάς της, υπογεγραμμένους παρ΄ αυτών, και ο μεν εις θέλει δοθή εις την οθωμανικήν Κυβέρνησιν ο δε έτερος εις την ελληνικήν Κυβέρνησιν. Θέλουν οφείλει ν΄ ποπερατώσουν τας εργασίας των εν τω διαστήματι μηνών εξ. Εάν συμβή διαφορά γνωμών μεταξύ των τριών επιτρόπων, η πλειοψηφία θέλει αποφασίσει. 10.Αι διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου θέλουν αμέσως γνωστοποιηθή εις την οθωμανικήν Κυβέρνησιν δια των πληρεξουσίων των τριών Αυλών, οίτινες θέλουν εφοδιασθή επ΄αυτώ τούτω με την κοινήν οδηγίαν, την ενταύθα υπό στοιχείον Η συναπτομένην. Οι εν τη Ελλάδι εδρεύοντες των τριών Αυλών θέλουν λάβει ωσαύτως περί αυτής της υποθέσεως την υπό στοιχ. Θ΄ συναπτομένην ενταύθα οδηγίαν. (Αντί για τη σελ. 9) Σελ. 9(α) Τεύχος 1316 Σελ. 1 Αναγνώριση της Ελληνικής Πολιτείας 1.Α.β.8 11.Αι τρείς Αυλαί επιφυλάττουσιν εις εαυτάς το να κάμωσι να εισαχθώσιν αι παρούσαι συμφωνίαι εις συνθήκην τινά επίσημον, υπογραφησομένην εν Λονδίνω, θεωρηθησομένην ως εκτελεστικήν της κατά την 6 Ιουλ. 1827, και διακοινωθησομένην και προς τας άλλας της Ευρώπης Αυλάς, δια να την παραδεχθώσιν, εάν το κρίνωσιν προσήκον. Συμπέρασμα Αι τρείς Αυλαί, φθάσασαι ούτως εις το τέρμα μακράς τινος και χαλεπής διαπραγματεύσεως, συγχαίρουσιν αυταί εαυτάς μετ΄ειλικρινείας, διότι έφθασαν εις εντελή συμφωνίαν εν μέσω των πλέον εμβριθών και των πλέον αξίων προσοχής και ακροσφαλών περιστάσεων. Η της συναφείας αυτών συντήρησις κατά στιγμάς τοιαύτας παρέχει το ασφαλέστερον εχέγγυον της διαρκείας της και αι τρείς Αυλαί προσηνείς έχουσιν ελπίδας ότι αύτη η τόσον μόνιμος όσον αγαθοποιός ένωσις δεν θέλει παύσει από το να συνεισφέρη εις της παγκοσμίου ειρήνης την εμπέδωσιν. ΄Αβερδην, Μ. Λαβάλ, Λιέβεν
135
16. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜ. ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ – ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 287518 της 28 Αυγ.–11 Σεπτ. 2002 (ΦΕΚ Β΄1178) Κυρώσεις και διαδικασία επιβολής τους στα πλαίσια εφαρμογής της Κοινής Οργάνωσης Αγοράς των μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά. Σελ.904,02 Τεύχος 1455 Σελ. 114
54
116. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. ΔΥ5α/4597 της 6/6 Μαΐου 1994 (ΦΕΚ Β΄ 341) Καθορισμός εξόδων κηδείας των δημοσία δαπάνη κηδευομένων.
124
14. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 3769 της 11/12 Οκτ. 1957 Περί λήψεως μέτρων δια την οργάνωσιν του Εξωσχολικού Αθλητισμού. Άρθρ.1.-Επί σκοπώ προαγωγής, ενισχύσεως και συντονισμού του Εξωσχολικού Αθλητισμού, συνιστάται δια του παρόντος Ν. Δ/τος ιδία Δημοσία Υπηρεσία υπό τον τίτλον «Γενική Γραμματεία Εξωσχολικού Αθλητισμού» διατηρουμένων των δια του Άρθρ.7.-Η κατά τας κειμένας διατάξεις προβλεπομένη άδεια της οικείας Νομαρχίας προς τέλεσιν αθλητικών αγώνων, εορτών ή επιδείξεων, δύναται να ορίζη την τέλεσιν τούτων άνευ καταβολής αντιτίμου εισιτηρίων εισόδου υπό των θεατών, οσάκις ο Νομάρχης κρίνει ότι αι εισπράξεις εκ τούτων δεν θα χρησιμοποιηθώσιν υπό των οργανωτών δια την κατά τας υγιείς αθλητικάς αρχάς ανάπτυξιν του Αθλητισμού. Άρθρ.8.-1.Εις ας περιπτώσεις ο Γενικός Γραμματεύς Εξωσχολικού Αθλητισμού διαπιστώνει ανωμαλίας περί την διοίκησιν ή διαχείρισιν αθλητικού γενικώς Σωματείου ή ακαταλληλότητα των διοικούντων αυτό, προς άσκησιν μορφωτικού έργου επί της νεολαίας, δύναται μετά γνώμην του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου να ζητήση παρά του αρμοδίου Προέδρου Πρωτοδικών την παύσιν του Διοικητικού Συμβουλίου του Σωματείου τούτου και τον διορισμόν πενταμελούς προσωρινής Διοικούσης Επιτροπής του Σωματείου εκ μελών αυτού. 2.Αι προσωριναί Διοικούσαι Επιτροπαί υποχρεούνται εις την ενέργειαν ελέγχου της απελθούσης Διοικήσεως και εις την σύγκλησιν εκτάκτου Γενικής Συνελεύσεως των τακτικών μελών του Σωματείου, εντός τρίμηνου το βραδύτερον, εις την οποίαν εκθέτουν τας διαπιστώσεις των και καλούν αυτήν δια την εκλογήν νέου Διοικητικού Συμβουλίου του Σωματείου, εις ο παραδίδουν την διοίκησιν. Σελ 646(γ) 268 - 024 Άρθρ.9.-1.Ο Γενικός Γραμματεύς Εξωσχολικού Αθλητισμού ή ο οικείος Νομάρχης δύναται ν' απαγορεύη την τέλεσιν παντός αγώνος, εορτής ή επιδείξεως, σχετιζομένης με τον Αθλητισμόν, οσάκις προβλέπει διασάλευσιν της τάξεως ή κρίνει ότι η τέλεσις αύτη δεν προάγει το αθλητικόν πνεύμα. 2.Η μετάβασις αθλητικών ομάδων ή αθλητών εις την αλλοδοπήν ή η μετάκλησις ξένων αθλητικών ομάδων ή αθλητών ή προπονητών εν Ελλάδι επιτρέπεται μόνον κατόπιν αδείας του Γενικού Γραμματέως Εξωσχολικού Αθλητισμού. Άρθρ.10.-«1.Ο παρά τη Προεδρία της Κυβερνήσεως Νομικός Σύμβουλος, ασκεί καθήκοντα Νομικού Συμβούλου παρά τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, η δε παρά τη αυτή Προεδρία Υπηρεσία Εντελλομένων Εξόδων, καθίσταται αρμοδία δια την εκκαθάρισιν και εντολήν πληρωμής των δαπανών της Γενικής ταύτης Γραμματείας. 2.Η παρά τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών, καθίσταται αρμοδία δια την έγκρισιν των μελετών των υπό της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού εκτελουμένων τεχνικών έργων εις τα Γυμναστήρια και τας εν γένει εγκαταστάσεις του εξωσχολικού αθλητισμού». Το άρθρ.10 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 3 άρθρ. 5 Ν.Δ. 3865/1958 (κατωτ. αριθ. 18). Άρθρ.11.-Δια την επιτυχίαν των δια του παρόντος Ν.Δ/τος επιδιωκομένων σκοπών ο Γενικός Γραμματεύς Εξωσχολικού Αθλητισμού, συνεργάζεται μετά των συναφών Κρατικών Υπηρεσίων κλπ. Οργανώσεων και συντονίζει τας ενεργείας αυτών δια την εφαρμογήν του υπό του Προέδρου της Κυβερνήσεως εγκρινομένου Αθλητικού Προγράμματος. 104 32.Η.δ.14 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή 32.Η.δ.14 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή Άρθρ.12.-1.Πόροι προς εκπλήρωσιν της αποστολής της Γενικής Γραμματείας Εξωσχολικού Αθλητισμού ορίζονται : α)Ετησία επιχορήγησις εν του Κρατικού Προϋπολογισμού, καθοριζομένη δια κοινής αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως και του Υπουργού των Οικονομικών. β)Το ήμισυ του βάσει του νόμου περί ενισχύσεως του Τουρισμού και του Αθλητισμού προκύπτοντος εσόδου εκ της εκδόσεως ειδικών σειρών γραμματοσήμων μετά προσθέτων τελών. γ)Ειδική εισφορά εισπραττομένη κατά την χορήγησιν της πρώτης αδείας κυκλοφορίας εν Ελλάδι επιβατηγών αυτοκινήτων οριζομένη ως εξής : Δυνάμεως μέχρι 10 ίππων δρχ. 250 " από 11-15 " " 500 " " 16-20 " " 1.000 " " 21-25 " " 1.500 " " 26ίππων και άνω " 2.000 Η ειδική εισφορά της άνω περίπτ. γ καταργήθηκε από την παρ. 31 άρθρ. 29 Νόμ. 1473/1984 (ΦΕΚ Α' 127), (τόμ. 27, σελ. 196,361). δ)Δικαίωμα 15 % επί των εισιτηρίων του Ιπποδρόμου. ε)Το υπό του άρθρ. 18 παρ. 1 της μετά του Ελληνικού Δημοσίου και της Εταιρείας Ιπποδρομιών από 14 Νοεμ. 1947 Συμβάσεως, κυρωθείσης δια του Ν.Δ. 598/1948 περί παρατάσεως προνομίου λειτουργίας Ιπποδρομιών κλπ. οριζόμενον ποσοστόν όπερ αυξάνεται από της ισχύος του παρόντος από 3% εις 3,5%, τροποποιουμένης κατά το μέρος τούτο της ανωτέρω συμβάσεως. ς)«Το εκ της λειτουργίας δελτίου προγνωστικών επί των ποδοσφαιρικών αγώνων προκύπτον έσοδον Β.Δ/μα εκδιδόμενον προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως, θέλει ορίσει τον τρόπον οργανώσεως και λειτουργίας του δελτίου τούτου. Αι ειδικώτεραι λεπτομέρειαι λειτουργίας του δελτίου προγνωστικών ως και τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των πρακτόρων διαθέσεως τούτου, ρυθμίζονται δια κανονισμών συντασσομένων υπό του Γενικού Γραμματέως Αθλητισμού και εγκρινομένων δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως, δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι κανονισμοί ούτοι τροποποιούνται κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον». Η περιπτ. ς' αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 1 άρθρ. 6 Ν.Δ. 3865/1958 (κατωτ. αριθ. 18). ζ)Δωρεαί, έρανοι, κληροδοτήματα και παν άλλο έσοδον διατιθέμενον υπέρ του Εξωσχολικού Αθλητισμού. 2.Δι' αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών καθορισθήσεται πάσα λεπτομέρεια, αναφερομένη εις τον τρόπον βεβαιώσεως, εισπράξεως και αποδόσεως των ανωτέρω προβλεπομένων πόρων. 3.Το εδάφ. ζ' του άρθρ. 9 του υπ' αριθ. 3148/1955 Νόμου «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων νομοθεσίας», καταργείται αφ' ης ίσχυσεν. 4.Η προς το Σώμα Ελλήνων Προσκόπων και το Σώμα Ελληνίδων Οδηγών ετησία επιχορήγησις εκ του Κρατικού Προϋπολογισμού, ορίζεται από του οικονομικού έτους 1957 εις δραχμάς τρία εκατομμύρια πεντακοσίας χιλιάδας δια το πρώτον και εις εν εκατομμύριον δια το δεύτερον. Άρθρ.13.-Η διάθεσις των πόρων της Γενικής Γραμματείας Εξωσχολικού Αθλητισμού ενεργείται βάσει του κατά την παρ. 6 του άρθρ. 5 καταρτιζομένου προϋπολογισμού, όστις εγκρίνεται υπό του Προέδρου της Κυβερνήσεως. Άρθρ.14.-1.Τιμωρείται δια φυλακίσεως μέχρι 2 ετών και χρηματικής ποινής : α)Όστις πλην της Ελληνικής Εταιρείας Ιπποδρομίων διοργανώνει ή διεξάγει αμοιβαία στοιχήματα είτε εν τω Ιπποδρόμω είτε εκτός αυτού επί Ιππικών αγωνισμάτων. β)Όστις συμμετέχει εις τοιαύτα ως ανωτέρω, στοιχήματα μη διεξαγόμενα υπό της Ελληνικής Εταιρείας Ιπποδρομιών. γ)Όστις αγοράζει κατά συνήθειαν δια λογαριασμόν τρίτων και επί συστηματική κερδοσκοπεία δελτία διεξαγωγής αμοιβαίων στοιχημάτων εκ των υπό της Ελληνικής Εταιρείας Ιπποδρομιών χρησιμοποιουμένων. δ)Όστις καθ' οιονδήποτε τρόπον παρέχει χώρον προς εκτέλεσιν των ανωτέρω πράξεων. Αι ανωτέρω παραβάσεις εκδικάζονται κατά την επ' αυτοφώρω διαδικασίαν. Επί καταδίκης δια παραβάσεις του παρόντος άρθρου διατάσσεται και η δήμευσις των εκ τούτων προερχομένων χρημάτων. 2.Επίσης δια των αυτών ποινών και κατά την αυτήν διαδικασίαν τιμωρούνται αι αυταί παραβάσεις, εφ' όσον ανάγονται εις τα δελτία Προγνωστικών των Ποδοσφαιρικών Αγώνων, τα εκδιδόμενα κατ' εφαρμογήν της διατάξεως του εδαφ. ς' του άρθρ. 12 του παρόντος Ν.Δ/τος. Άρθρ.15-1.Παραμένουσιν εν ισχύϊ αι περί της Διευθύνσεως Σωματικής Αγωγής του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κείμεναι διατάξεις ως και πάσα άλλη μη αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος Ν.Δ/τος. 2.Γενικός Επιθεωρητής της Σωματικής Αγωγής, μετατεθείς εις την Κεντρικήν Υπηρεσίαν του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας, ως Διευθυντής της Διευθύνσεως Σωματικής Αγωγής, προ της ισχύος του Ν.Δ. 3379/1955 «περί του προσωπικού της δημοσίας εκπαιδεύσεως» υπάγεται από της ισχύος του εις τας διατάξεις αυτού, ως προς τον βαθμόν και τας αποδοχάς του οικείου κλάδου εξ ου προέρχεται. (Αντί για τη σελ.646,01(α) Σελ. 646,01(β) Τεύχος ΣΤ121 - Σελ. 67 105 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή 32.Η.δ.14 Άρθρ.16.Τα του τρόπου προαγωγής, ενισχύσεως, συντονισμού του Εξωσχολικού Αθλητισμού και ελέγχου εν τη εφαρμογή του εγκρινομένου Αθλητικού Προγράμματος, ως και πάσα λεπτομέρεια απαιτουμένη δια την εκτέλεσιν του παρόντος, ρυθμίζονται δια Β. Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως και του αρμοδίου κατά θέμα Υπουργού. άρθρ. 2 του Νόμ. 3148/1955 θεσπισθεισών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων. Δια του άρθρ. 1 Ν.Δ. 3865/1958 (κατωτ. αριθ. 18) η ως άνω «Γενική Γραμματεία Εξωσχολικού Αθλητισμού μετωνομάσθη εις «Γενικήν Γραμματείαν Αθλητισμού». (Αντί της σελ 643(α) Σελ 643(β) 101 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή 32.Η.δ.13-14 2.Η Υπηρεσία αύτη υπάγεται απ' ευθείας εις την αρμοδιότητα του Προέδρου της Κυβερνήσεως. «Η αληθής έννοια της διατάξεως της παρ. 2 του Άρθρ.17.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται υπό της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Τα εν άρθρ. 1 παρ. 5, άρθρ. 2 παρ. 4, άρθρ. 4 παρ. 1 και 2, άρθρ. 12 παρ. 1 εδάφ. ς' και άρθρ. 16 προβλεπόμενα Β.Δ/τα εκδίδονται προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως μη ισχυούσης ως προς αυτά της διαδικασίας του Νόμ. 3925/1959. (Άρθρ. 16 παρ. 3 Ν.Δ. 4188/1961, τόμ. 18, σελ. 20,03). Σελ. 646, 02(β) Τεύχος ΣΤ121 - Σελ. 68 106 32.Η.δ.14 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή 32.Η.δ.14 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή άρθρ. 1 του Ν.Δ. 3769/1957 είναι ότι δια Β.Δ/τος εκδιδομένου εκάστοτε προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως, δύναται να περιορίζωνται ή να επεκτείνωνται αι εκ του Ν.Δ. 3769/1957 και οιουδήποτε αλλού Νόμου ή Ν.Δ/τος πάσης φύσεως αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού και του Γενικού Γραμματέως». (Άρθρ. 16 παρ.1 Ν.Δ. 4188/1961 ΦΕΚ Α' 143). «3.Της δια του παρόντος Ν.Δ/τος συνιστωμένης Υπηρεσίας προΐσταται ο Γενικός Γραμματεύς Αθλητισμού. Ούτος είναι μετακλητός υπάλληλος επί βαθμώ και αποδοχαίς Γενικού Γραμματέως Υπουργείου, διορίζεται δε και απολύεται δια Β.Δ/τος εκδιδομένου επί τη προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως». Η παρ. 3 συμπληρωθείσα δια της παρ. 1 άρθρ.4 Ν.Δ. 3865/1958, αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 2 άρθρ. 16 Ν.Δ. 4188/1961 (τόμ. 18, σελ. 20,03). 4.Εις την Αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας, υπάγονται μεταξύ άλλων : α)Η οικονομική ενίσχυσις της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων προς εκπλήρωσιν της υπό των κειμένων διατάξεων οριζομένης αποστολής της. β)Η οικονομική ενίσχυσις των ανεγνωρισμένων Αθλητικών Ομοσπονδιών και γ)Η οικονομική ενίσχυσις των αθλητικών Σωματείων των υπαγομένων εις τας υπό στοιχείον β΄, ως ανωτέρω Ομοσπονδίας προς ανάπτυξιν του Αθλητισμού, μετ' εισήγησιν των οικείων Αθλητικών Ομοσπονδιών. 5.Αι λοιπαί αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας ως και αι τοιαύται του Γενικού Γραμματέως, ορίζονται δια Β.Δ/τος εκδιδομένου, προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως, δυναμένου να μεταβιβάζη εις τούτον την άσκησιν ανηκουσών αυτώ αρμοδιοτήτων. Άρθρ.2.-1.Παρά τη Γενική Γραμματεία Εξωσχολικού Αθλητισμού, συνιστάται Υπηρεσία Εξωσχολικού Αθλητισμού, ης προΐσταται αποσπώμενος εκ της Δημοσίας Υπηρεσίας, πτυχιούχος της Σωματικής Αγωγής, εκ των επί βαθμώ και μισθώ τουλάχιστον Επιθεωρητού της Σωματικής Αγωγής, υπηρετούντων εις την δημοσίαν υπηρεσίαν. 2.Η απόσπασις ενεργείται δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως, μετ' εισήγησιν του Γενικού Γραμματέως Εξωσχολικού Αθλητισμού. Σελ 644(β) 3.Έργον της Υπηρεσίας Εξωσχολικού Αθλητισμού είναι η παρακολούθησις και ο έλεγχος της εφαρμογής του Αθλητικού Προγράμματος, το οποίον καταρτίζεται δι' αποφάσεως του εν άρθρ. 5 του παρόντος Ν.Δ/τος προβλεπομένου Γνωμοδοτικού Συμβουλίου και εγκρίνεται υπό του Προέδρου της Κυβερνήσεως. 4.Δια Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως και του αρμοδίου Υπουργού, δύνανται να μεταβιβάζωνται εις την Γενικήν Γραμματείαν Εξωσχολικού Αθλητισμού και έτεραι αρμοδιότητες, ανήκουσαι εις έτερα Υπουργεία, σχέσιν έχουσαι με τον Εξωσχολικόν Αθλητισμόν. Άρθρ.3.-«Επιτρέπεται απόσπασις εις την Υπηρεσίαν της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, προσωπικού εκ Δημοσίων Υπηρεσιών, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, ή εκ των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, ενεργουμένη δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως. Δι' ομοίας αποφάσεως δύναται να ορισθή και η καταβολή ειδικού επιδόματος εις υπηρετούντας παρά τη Γενική Γραμματεία υπαλλήλους, επί βαθμώ τουλάχιστον 3ω και μέχρι τριών εξ αυτών, οίτινες ήθελον επιφορτισθή με ειδικά καθήκοντα. Το επίδομα τούτο δεν δύναται να υπερβαίνη το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών αυτών, ουδέ να παρέχηται δια χρόνον πλέον της τριετίας από της ισχύος του παρόντος Ν.Δ/τος της εκ τούτου προκαλούμενης δαπάνης βαρυνούσης τα έσοδα της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού». Το άρθρ. 3 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 2 άρθρ. 4 Ν.Δ. 3865/1958 (κατωτ. αριθ. 18). Άρθρ.4.-«1.Τον Γενικόν Γραμματέα Αθλητισμού, απόντα, ελλείποντα ή κωλυόμενον, αναπληροί εις εκ των Αντιπροέδρων του κατά το άρθρ. 5 του παρόντος Γνωμοδοτικού Συμβουλίου ή εις των παρά τη Γενική Γραμματεία υπηρετούντων υπαλλήλων τουλάχιστον επί βαθμώ 2ω οριζόμενος δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως. Δια_Β.Δ/τος προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως εκδοθησομένου, επιτρέπεται να καθορίζωνται αι αρμοδιότητες του Γενικού Γραμματέως Αθλητισμού, ων ούτος δύναται να μεταβιβάζη δι' αποφάσεών του την άσκησιν, εντολή αυτού, εις τους επί 3ω βαθμώ τουλάχιστον υπηρετούντας παρά τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού υπαλλήλους». Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 3 άρθρ. 4 Ν.Δ. 3865/1958 (κατωτ. αριθ. 18). 2.Δια Β.Δ/τος, προτάσει του Προέδρου της Κυβερνήσεως εκδοθησομένου, καθορισθήσονται τα της οργανώσεως των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Εξωσχολικού Αθλητισμού, τα της διαιρέσεως αυτών εις Γραφεία, τα των αρμοδιοτήτων αυτών και πάσα άλλη σχετική λεπτομέρεια. 102 32.Η.δ.14 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή 32.Η.δ.14 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή Άρθρ.5.«1.Παρά τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού συνιστάται Γνωμοδοτικόν Συμβούλιον αποτελούμενον: α)Εκ του Γενικού Γραμματέως, ως Προέδρου. β)Εξ ενός ανωτάτου υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικού Λογιστηρίου Κράτους). γ)Εκ του Διευθυντού της Δ/νσεως Σωματικής Αγωγής του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. δ)Εξ ενός τακτικού ή εξελθόντος της υπηρεσίας κατά τας διατάξεις των άρθρ. 1 και 2 του Ν.Δ. 4352/1964 Τεχνικού Υπαλλήλου του Κράτους, με ειδικήν πείραν δι' αθλητικάς εγκαταστάσεις. ε)Εκ του Γενικού Γραμματέως του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού. ζ)Εξ ενός μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων. η)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου του Συνδέσμου των Ελληνικών Γυμναστικών και Αθλητικών Σωματείων. θ)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας. ι)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου της Ελληνικής Κολυμβητικής Ομοσπονδίας Φιλάθλων. ια)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου της Ελληνικής Κωπηλατικής Ομοσπονδίας Φιλάθλων Ναυτικών Σωματείων. ιβ)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου της Σκοπευτικής Ομοσπονδίας Ελλάδος. ιγ)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου της Ελληνικής Ομοσπονδίας Φιλάθλων Πάλης. ιδ)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου της Ελληνικής Φιλάθλου Ομοσπονδίας Αντισφαιρίσεως. ιε)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου του Ελληνικού Ορειβατικού Συνδέσμου (Κεντρικού Συμβουλίου). ις)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου της Ελληνικής Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας. ιζ)Εξ ενός μέλους του Διοικ. Συμβουλίου της Ελληνικής Ομοσπονδίας Πυγμαχίας. ιη)Εξ ενός μέλους της Διοικήσεως της Συντονιστικής Επιτροπής Αθλητισμού των Ενόπλων Δυνάμεων. ιθ)Εξ ενός μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Ελλήνων Γυμναστών. κ)Έξ 6 φιλάθλων προσώπων». Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 Β.Δ. 463 της 29/31 Μαΐου 1965 (ΦΕΚ Α' 102). Δια του άρθρ. 2 του αυτού Β.Δ/τος, εις το ανωτέρω Γνωμοδοτικόν Συμβούλιον μετεβιβάσθησαν αι αρμοδιότητες του Συμβουλίου Αθλητισμού, αίτινες ασκούνται παρ' αυτού δια κλιμακίου εξ 7 μελών του οριζομένου δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως. 2.Τα μέλη του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου εξαιρέσει των αναφερομένων εις τας περιπτώσεις δ' και ε' της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ορίζονται υπό του Προέδρου της Κυβερνήσεως. «3.Το Γνωμοδοτικόν συμβούλιον συγκροτείται δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως, ο οποίος διορίζει και τον Πρόεδρον αυτού, εντός δε του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους εκλέγει δύο Αντιπροέδρους εκ των μελών αυτού». Η παρ. 3 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 5 άρθρ. 16 Ν.Δ. 4188/1961 (τόμ. 18 σελ. 20,03). 4.Γραμματεύς του Συμβουλίου τούτου, ορίζεται δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως εις των παρά τη Υπηρεσία Εξωσχολικού Αθλητισμού υπηρετούντων υπαλλήλων. 5.«Το Συμβούλιον καλείται εις συνεδρίαν μερίμνη του Γενικού Γραμματέως Αθλητισμού και συνεδριάζει εγκύρως παρόντων δέκα τουλάχιστον εκ των μελών αυτού, αι δε αποφάσεις του λαμβάνονται δια της απολύτου πλειοψηφίας των παρόντων μελών». Η παρ. 5 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 1 άρθρ. 5 Ν.Δ. 3865/1958 (κατωτ. αριθ. 18). 6.Το Συμβούλιον γνωμοδοτεί επί παντός ζητήματος παραπεμπομένου αυτώ υπό του Προέδρου της Κυβερνήσεως και αποβλέποντος εις την πραγματοποίησιν των δια του παρόντος Ν.Δ/τος επιδιωκομένων σκοπών. Καταρτίζει δε και υποβάλλει αυτώ εντός του μηνός Οκτωβρίου εκάστου έτους τον Προϋπολογισμόν των εσόδων και εξόδων της Γενικής Γραμματείας και το δια το επόμενον έτος, προς εκτέλεσιν και εφαρμογήν πρόγραμμα Εξωσχολικού Αθλητισμού και εις το τέλος εκάστου τριμήνου, του πρώτου αρχομένου από του Ιανουαρίου εκάστου έτους υποβάλλει προς τον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως πρότασιν με λεπτομερή έκθεσιν περί της πορείας του εκτελουμένου προγράμματος και της ανάγκης τροποποιήσεως και συμπληρώσεως τούτου. Επί πάντων των ανωτέρω, αποφασίζει ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως. 7.Δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως ορισθήσονται τα του αριθμού των κατά μήνα συνεδριάσεων του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου και πάσα εν γένει λεπτομέρεια, αναφερομένη εις την λειτουργίαν αυτού. «8.Η θητεία των μελών του Γνωμδοτικού Συμβουλίου ορίζεται διετής, δυναμένη ν' ανανεούται. Η θητεία του πρώτου Γνωμοδοτικού Συμβουλίου λήγει την 31ην Δεκ. 1959. 9.Μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου, απόλέσαν την ιδιότητα υπό την οποίαν διωρί-σθη, ή απουσιάζον αδικαιολογήτως επί τρεις (Αντί της σελ 645(β) Σελ 645(γ) 268 - 023 103 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή 32.Η.δ.14 συνεχείς συνεδριάσεις, αντικαθίσταται δι' αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως». Αι παρ. 8 και 9 προσετέθησαν δια της παρ. 1 άρθρ. 5 Ν.Δ. 3865/1958 (κατωτ. αριθ. 18). Άρθρ.6.-Το κατά τας κείμενας διατάξεις υφιστάμενον παρά τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Συμβούλιον Εξωσχολικής Σωματικής Αγωγής διατηρείται και θα επιλαμβάνεται πάντων των κατά τας κείμενας διατάξεις θεμάτων της Εξωσχολικής Σωματικής Αγωγής, των μη υπαγομένων δια του παρόντος Ν.Δ/τος εις την Γενικήν Γραμματείαν Εξωσχολικού Αθλητισμού.
18
173α. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Αριθ. ΔΙΠΑΔ/οικ/502 της 1-9 Ιουλ. 2003 (ΦΕΚ Β΄ 946) Έγκριση Τεχνικής Προδιαγραφής Σήμανσης Εκτελούμενων Οδικών Έργων εντός και εκτός κατοικημένων περιοχών ως ελάχιστα όρια. Για την Έγκριση Τεχνικής Προδιαγραφής Σήμανσης Εκτελούμενων Οδικών Έργων εντός και εκτός κατοικημένων περιοχών, βλ. την με αριθ. ΔΙΠΑΔ/οικ./502/1-9 Ιουλ. 2003 (ΦΕΚ Β΄ 946), απόφ. Υφ. ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., τόμ. 23, σελ. 578,520.
301
1. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3312 της 26 Ιουλ./1 Αυγ. 1955 (ΦΕΚ Α΄ 203) Περί Οργανώσεως ανοικτών Σωφρονιστικών Καταστημάτων. Άρθρ.1.-Ιδρύονται, κατά τους όρους του παρόντος νόμου, ανοικτά σωφρονιστικά καταστήματα εν τοις οποίοις εισάγονται κατάδικοι εκ των αγροτικών φυλακών συμφώνως προς τα οριζόμενα κατωτέρω. Ι.Συγκρότησις ομάδων «επί λόγω τιμής». Άρθρον 10.-1.Εις τους κρατουμένους εν ανοικτώ σωφρονιστικώ καταστήματι, δύνανται να επιβάλλωνται παρά του Διευθυντού αι ακόλουθοι πειθαρχικαί ποιναί: α)επίπληξις, β)περιορισμός εντός του θαλάμου μέχρι δύο το πολύ ημερών εκτός των ωρών εργασίας και γ)απομάκρυνσις εκ του καταστήματος. -2.Η απομάκρυνσις εκ του ανοιχτού καταστήματος δύναται να επιβληθή, δι’ ητιολογημένης αποφάσεως του Διευθυντού, εις κρατούμενον είτε το πρώτον υποπεσόντα εις βαρύ πειθαρχικόν παράπτωμα είτε δίς τιμωρηθέντα δι’ ηπιωτέρας πειθαρχικής ποινής, ανοικοινούται δε αμελλητί εις το Υπουργείον της Δικαιοσύνης. -3.Εν τη περιπτώσει ταύτη ο κρατούμενος μετάγεται μερίμνη της αστυνομικής Αρχής του τόπου ένθα κείται το ανοικτόν σωφρονιστικόν κατάστημα, είτε εις την αγροτικήν φυλακήν εξ ης προήλθεν, είτε προκειμένου περί βαρέος πειθαρχικού παραπτώματος εις την εγγυτέραν κλειστήν φυλακήν. -4.Ο εντός του θαλάμου περιορισμός και η απομάκρυνσις εκ του ανοικτού σωφρονιστικού καταστήματος δύνανται να επιβληθώσι και ως μέτρα ασφαλείας, επί κρατουμένου εκδηλούντος σπουδαία συμπτώματα ψυχικής ανωμαλίας ή ψυχικής νόσου. Άρθρον 11.-1.Το προσωπικόν του ανοικτού σωφρονιστικού καταστήματος, ορίζεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού της Δικαιοσύνης, εντός των υφισταμένων οργανικών θέσεων των φυλακών και σωφρονιστικών καταστημάτων, επιλέγεται δε μεταξύ των αρίστων υπαλλήλων, των διακρινομένων δια το άμεπτον ήθος των και κρινομένων ως των ικανωτέρων, ώστε να δύνανται ν’ ασκώσιν ευνοϊκήν επίδρασιν επί των κρατουμένων. -2.Η στολή η παρεχομένη εις το κατά την προηγουμένην παράγραφον προσωπικόν δεν φέρει διακριτικά σημεία, καθορίζεται δε, δι’ αποφάσεως του Υπουργού της Δικαιοσύνης, διάφορος της στολής του φυλακτικού προσωπικού των φυλακών. Άρθρον 12.-1.Αι κείμεναι περί φυλακών διατάξεις, εφ’ όσον δεν αντίκειται εις τας διατάξεις του παρόντος, έχουσιν εφαρμογήν και επί των ανοικτών Σωφρονιστικών Καταστημάτων. -2.Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου ρυθμίζονται δια β.δ/των εκδιδομένων προτάσει του επί της Δικαιοσύνης Υπουργού. (Μετά την σελ. 646) Σελ. 647 Ανοικτά Σωφρονιστικά Καταστήματα 6.Ι.η.1 Άρθρ.2.-1.Εν εκάστη αγροτική φυλακή δύναται να συγκροτήται ομάς καταδίκων «επί λόγω τιμής» εργαζομένων, άνευ διαρκούς και αμέσου επιβλέψεως. 2.Εις την κατά την προηγουμένην παράγραφον ομάδα, κατατάσσονται κατάδικοι υπό τους κάτωθι όρους: α)εκτίονες ποινήν φυλακίσεως ή προσκαίρου καθείρξεως, β)μη καταδικασθέντες προηγουμένως εις ποινήν καθείρξεως ή δύο ποινάς φυλακίσεως ανωτέρας των έξ μηνών δι’ αδικήματα εκ δόλου πηγάζοντα, γ)μη κρινόμενοι εκ της ιατροψυχολογικής και κοινωνικής εξετάσεως, ως εκδηλούντες ροπήν εις το έγκλημα, «δ)διανύσαντες το 1/4 της ποινής των εν συνυπολογισμώ και των αναγνωρισθεισών αυτοίς ημερών εργασίας, επί εκτιομένης δε ποινής καθείρξεως ανωτέρας των 10 ετών και έξ επί πλέον μήνας εν Αγροτική Φυλακή, μη υπολογιζομένων εις τούτους των ημερών έργασίας» και ε)επιδείξαντες καλήν διαγωγήν. Το εδάφ. δ΄ αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 1 άρθρ. 10 Νομ. 3681/1957. 3.Η κατάταξις εις την ομάδα των «επί λόγω τιμής» εργαζομένων διενεργείται παρ’ επιτροπής αποτελουμένης εκ του Διευθυντού της φυλακής, ως Προέδρου, του Γεωπόνου, του έχοντος την επίβλεψιν της εργασίας των κρατουμένων Υποδιευθυντού ή των νομίμων αυτών αναπληρωτών, του ιερέως και του ιατρού της φυλακής. Η επιτροπή είναι εν απαρτία παρόντων τριών εκ των μελών αυτής. 4.Οι κατατασσόμενοι εις την ομάδα των «επί λόγω τιμής» εργαζομένων, δίδουσιν ενώπιον της επιτροπής υπόσχεσιν λόγου τιμής, περί του ότι θα σέβονται τους κανονισμούς της φυλακής, θα συμπεριφέρωνται αξιοπρεπώς και τιμίως έναντι του προσωπικού και των λοιπών κρατουμένων μη καταχρώμενοι της προς αυτούς εμπιστοσύνης της υπηρεσίας. Περί της παροχής της τοιαύτης υποσχέσεως συντάσσεται πρακτικόν. 5.Οι ανήκοντες εις την ομάδα των «επί λόγω τιμής» εργαζομένων δεν υπόκεινται εις τους υπό του κανονισμού προβλεπομένους περιορισμούς ως προς τον αριθμόν των επισκέψεων και των επιστολών. 6.Ο ανήκων εις την ομάδα των «επί λόγω τιμής» εργαζομένων, εάν επιδεικνύει ανάρμοστον συμπεριφοράν ή καταχράται καθ’ οιονδήποτε τρόπον της επιδειχθείσης αυτώ εμπιστοσύνης ή ήθελε τυχόν υποπέσει εις πειθαρχικόν παράπτωμα, επαναφέρεται, εις τας υπό επίβλεψιν ομάδας εργασίας, δι’ αποφάσεως της κατά την παρ. 3 επιτροπής. ΙΙ.Οργάνωσις ανοικτών Σωφρονιστικών Καταστημάτων Άρθρ.3.-1.Ανοικτόν Σωφρονιστικόν Κατάστημα είναι ιδίου τύπου Φυλακή, άνευ περιτειχισμάτων, κικλιδωμάτων, κλείθρων, φρουρών ή άλλων προς πρόληψιν των αποδράσεων υλικών εμποδίων. Η εις το Κατάστημα τούτο εκτέλεσις της ποινής ερείδεται επί της εκουσίας εις την πειθαρχίαν υποβολής του καταδίκου παρά τω οποίω καλλιεργείται το αίσθημα της προσωπικής ευθύνης. 2.Εν τω ανοικτώ Σωφρονιστικώ Καταστήματι ασκείται ιδία σωφρονιστική μεταχείρισις, αποβλέπουσα εις την ανάπτυξιν της αυτοπειθαρχίας και του συναισθήματος της κοινωνικότητος δια την πληρεστέραν προπαρασκευήν του καταδίκου εις την εν ελευθερία διαβίωσιν. Οι σκοποί ούτοι επιδιώκονται δια: α)καταλλήλου τεχνικής και επαγγελματικής εν γένει καταρτίσεως, β)γραμματικής εκπαιδεύσεως, γ)ομιλιών επί θεμάτων κοινωνικής μορφώσεως, δ)ανελλιπούς εκπληρώσεως των θρησκευτικών καθηκόντων, ε)φυσικής αγωγής, ς)καταλλήλου ψυχαγωγίας, ζ)κατ’ ιδίαν μελέτης καταλλήλων βιβλίων και η)ιδιαιτέρας κατ’ άτομον νουθεσίας παρά του Διευθυντού του Καταστήματος ή άλλων ειδικών, προς τούτο εντεταλμένων προσώπων. (Αντί της σελ. 645(α) Σελ. 645(β) ΙΒ-43 3.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον ειδική μεταχείρισις καθορίζεται δι’ αναλυτικού προγράμματος συνεχούς απασχολήσεως των κρατουμένων, εγκρινομένου υπό του Υπουργείου της Δικαιοσύνης. 4.Η εργασία, αποτελούσα βασικόν παράγοντα της ειδικής ταύτης σωφρονιστικής μεταχειρίσεως, οργανούται συμφώνως προς τους ειδικωτέρους όρους διαβιώσεως των κρατουμένων, μάλιστα δε αναλόγως προς τας επαγγελματικάς ικανότητας και κλίσεις εκάστου. 5.Εν τω ανοικτή Σωφρονιστικώ Καταστήματι, αναλόγως των τοπικών συνθηκών, οργανούνται γεωργοκτηνοτροφικαί και αλιευτικαί εργασίαι, επίσης δε βιομηχανίαι και βιοτεχνίαι, κατά τας περί των αγροτικών φυλακών κειμένας διατάξεις. Άρθρ.4.-Εις το ανοικτόν Σωφρονιστικόν Κατάστημα εισάγονται κατάδικοι εκ των ανηκόντων εις την ομάδα των «επί λόγω τιμής» εργαζομένων, μετά τρίμηνον τουλάχιστον παραμονήν εις αυτήν. «Άρθρ.4.-«Εις ανοικτόν Σωφρονιστικόν Κατάστημα εισάγονται: α)κατάδικοι εκ των ανηκόντων εις την ομάδα τω «επί λόγω τιμής» εργαζομένων και β)άνευ προηγουμένης κρατήσεως εις την Αγροτικήν Φυλακήν κατάδικοι εκτίοντες ποινήν φυλακίσεως εφ’ όσον εξέτισαν το πραγματικόν 1/4 ταύτης επί ποινής ανωτέρας του έτους ή και άνευ εκτίσεως τούτου εφ’ όσον κατεδικάσθησαν εις ποινήν ουχί μείζονα του έτους ην μετατραπείσαν εις χρηματικήν δεν απέτισαν. Κατά την περίπτωσιν ταύτην απαιτείται πάντως η συνδρομή και των προϋποθέσεων β΄ και γ΄ της παρ. 2 του άρθρ. 2 του παρόντος». Το άρθρ. 4 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 2 άρθρ. 10 Νόμ. 3681/1957. Άρθρ.5.-1.Οι εν τω ανοικτώ Σωφρονιστικώ Καταστήματι κρατούμενοι δύνανται, τη προτάσει του Διευθυντού, κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργείου της Δικαιοσύνης, να τοποθετώνται και εις εργασίας εκτός του Καταστήματος. Ούτοι μεταβαίνουσιν εις τον τόπον της εργασίας και επιστρέφουσι το εσπέρας άνευ συνοδείας. 2.Οι εκτός του Καταστήματος εργαζόμενοι απολαύουσι της εκ της εργασίας των αμοιβής εις το ακέραιον. Εκ της αμοιβής ταύτης παρακρατούνται αι δαπάναι της συντηρήσεως του κρατουμένου το δε υπολοιπον αποταμιεύεται κατά τας κειμένας περί Σελ. 646(β) ΠΒ-44 φυλακών διατάξεις. Το ποσόν της ημερησίας συντηρήσεως του κρατουμένου καθορίζεται εκάστοτε δι’ αποφάσεως του Υπουργού της Δικαιοσύνης, εισάγεται δε κατά τα 3/4 εις τον Κρατικόν προϋπολογισμόν και κατά το 1/4 εις τον ειδικόν λογαριασμόν κεφαλαίων εργασίας κρατουμένων. Άρθρ.6.-1.Οι εν τω ανοικτώ Σωφρονιστικώ Καταστήματι κρατούμενοι δύνανται πλην της περιπτώσεως της 1ης παραγράφου του προηγουμένου άρθρου, να εξέρχωνται των ορίων του Καταστήματος ή του αγροκτήματος τούτου ουχί πέραν της ημέρας κατόπιν αδείας του Διευθυντού, μόνον: α)δι’ εκπλήρωσιν των θρησκευτικών αυτών καθηκόντων, β)δια περιπάτους καθ’ ομάδας, γ)δια συμμετοχήν ή παρακολούθησιν αθλοπαιδιών και δ)δια θεραπευτικούς σκοπούς. 2.Ομοίως οι κρατούμενοι εξέρχονται των ορίων του καταστήματος προς εξυπηρέτησιν των αναγκών αυτού. Άρθρ.7.-Ο Διευθυντής δύναται να χορηγή εις κρατουμένους άδειαν απουσίας εκ του καταστήματος μέχρι πέντε το πολύ ημερών καθ’ εξαμηνίαν δια σοβαράν οικογενειακήν ή επαγγελματικήν ανάγκην. Αι ημέραι αδείας υπολογίζονται εις την διάρκειαν της εκτελουμένης ποινής. Ο Διευθυντής οφείλει εις πάσαν περίπτωσιν ν’ αναφέρη εις το Υπουργείον της Δικαιοσύνης όπερ δύναται να εξαρτήση εκ της εγκρίσεώς του την εφαρμογήν του μέτρου τούτου. Άρθρ.8.-Η παρεχομένη εις τους κρατουμένους του ανοικτού σωφρονιστικού καταστήματος υπό της υπηρεσίας ενδυμασία δεν φέρει διακριτικά σημεία. Άρθρ.9.-1.Η αλληλογραφία των κρατουμένων κατ’ αριθμόν επιστολών είναι ελευθέρα, υποκειμένη εις τον έλεγχον της υπηρεσίας κατά τας κειμένας διατάξεις. 2.Οι κρατούμενοι δύνανται να δέχωνται επισκέψεις κατά τας Κυριακάς και εορτάς. Κατ’ εξαίρεσιν, ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψη επίσκεψιν και εις ημέραν εργάσιμον. Η υπηρεσία ελέγχει την ταυτότητα του επισκέπτου, απαγορεύει δε πάσαν επίσκεψιν, ήτις δύναται να ασκήση δυσμενή επίδρασιν επί του κρατουμένου. 3.Αι επισκέψεις λαμβάνουσι χώραν εν καταλλήλω χώρω άνευ παρεμβολής διαχωρίσματος. 6.Ι.η.1 Ανοικτά Σωφρονιστικά Καταστήματα
367
12. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. Γ3/3778 της 9/30 Απρ. 1976 (ΦΕΚ Β' 586) Περί καθορισμού των καταβαλλομένων εις τας συμβεβλημένας μετά του Ο.Γ.Α. ιδιωτικάς Κλινικάς νοσηλίων. (Ακολουθούν πίνακες φαρμάκων, ορών, εργαστηριακών, παρακλινικών και ειδικών εξετάσεων και ειδικών θεραπειών μη υπαγομένων εις το Ενοποιημένον Νοσήλιον ΟΓΑ). Συνεπληρώθη δια της υπ' αριθ. Γ3/8323 της 2/10 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β' 1123).
354
3. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡ. ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 54921/6414 της 16 Ιουλ./19 Αυγ. 1966 (ΦΕΚ Β΄ 518) Περί του ναυλολογίου εμπορευμάτων και απαλλαγής από καταβολής ναύλου αυτοκινήτου βουλευτών. Έχοντες υπ’ όψιν:1)Το άρθρ. 75 του Συντάγματος, δι’ ου παρέχεται εις τους βουλευτάς το δικαίωμα της ελευθέρας κυκλοφορίας και εις τα υπό Ελληνικήν σημαίαν πλοία. 2)Την υπ’ αριθ. 876/1965/2710-65 Γνωμοδότησιν του Β΄ Τμήματος του Ν.Σ.Κ. γνωμοδοτήσαντος ότι η ελευθέρα κυκλοφορία του Βουλευτού επί των πορθμείων επεκτείνεται και επί του αυτοκινήτου. 3)Την από 17-1-1966 αντίθετον γνώμην της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών, ήτις εγνωμοδότησεν ομοφώνως ότι τα οχηματαγωγά επιβατηγά πλοία εξυπηρετούν τας συγκοινωνίας και εκτελούν αυτοτελές μεταφορικόν έργον και επομένως δεν δύναται να θεωρηθή ότι το μεταφερόμενον αυτοκίνητον του βουλευτού έχει το δικαίωμα να μεταφερθή άνευ καταβολής ναύλου. 4)Την υπ’ αριθ. 470/1966 αντίθετον γνωμοδότησιν της Ολομελείας του Ν.Σ.Κ. αποδέχεται την γνώμην της πλειοψηφίας του Β΄ Τμήματος του Ν.Σ.Κ. ως ανωτέρω παρ. 2, γνωμοδοτήσαντος υπέρ της άνευ καταβολής ναύλου εις μόνας τας απλάς διαπορθμεύσεις. Ιδόντες:Τας διατάξεις του άρθρ. 90 Νόμ. 6059/1934 περί ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών και μεταφορών ως ετροποποιήθη δια του άρθρ. 9 του Νόμ. 756/1948 και τας διατάξεις του Νόμ. 755/1948 ως ετροποποιήθη μετά την έκδοσιν του Ν.Δ. 4352/1964 και του προς εκτέλεσιν τούτου εκδοθέντος Β.Δ. 453/1965 (άρθρ. 4) «περί διατηρήσεως Συμβουλίων και Επιτροπών Υ .Ε.Μ.», αποφασίζομεν: Καθορίζομεν όπως αυτοκίνητα Βουλευτών συνοδευόμενα, υπό των ιδίων, μεταφέρωνται άνευ καταβολής ναύλου δια των οχηματαγωγών-επιβατηγών πλοίων οιασδήποτε δρομολογιακής γραμμής εσωτερικού (πορθμιακής, τοπικής ή κυρίας γραμμής). Κοινοποιηθήτω δεόντως και δημοσιευθήτω εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με το αυτό ακριβώς, ως και η ανωτέρω, περιεχόμενον εξεδόθη και η υπ’ αριθ. 58313/5024 της 5 Αυγ./29 Σεπτ. 1966 αποφ. Υπ. Εμπορ. Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β΄ 596) «περί καθορισμού ναυλολογίου εμπορευμάτων, απαλλαγής από καταβολής ναύλου αυτοκινήτων βουλευτών».
250
40. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Αριθ. 127937/2147 της 25 Μαΐου/6 Ιουν. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 320) Περί των λεπτομερειών εφαρμογής των διατάξεων της υπ’ αριθ. 237/23.12.80 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της υπ’ αριθ. 96/6.7.79 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, περί λήψεως διαφόρων μέτρων εξοικονομήσεως ενεργείας». Έχοντας υπ’ όψει: 1)Τον Νόμ. 40/1975 «περί λήψεως μέτρων εξοικονομήσεως ενεργείας». 2)Την υπ’ αριθ. 237/23.12.80 Πράξιν του Υπουργικού Συμβουλίου, «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της υπ’ αριθ. 96/6.7.79 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, περί λήψεως διαφόρων μέτρων εξοικονομήσεως ενεργείας». 3)Τις υπ’ αριθ. ΔΚ 19791 (ΦΕΚ 1064/15.10.80) και ΔΚ 20460 (ΦΕΚ 1078/23.10.80) αποφάσεις περί αναθέσεως αρμοδιοτήτων εις τον Υπουργόν Αναπληρωτήν Συντονισμού, αποφασίζομεν: 1.ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ – ΕΦΑΡΜΟΓΗ 1.1.Εις περιπτώσεις κατά τας οποίας δεν είναι δυνατός ο υπολογισμός της μέσης ετησίας ειδικής καταναλώσεως ενεργείας, ως πηλίκου της αναλωθείσης ενεργείας δια της συντελεσθείσης παραγωγής τελικών και ημικατειργασμένων προϊόντων, των τελευταίων εκφραζομένων εις ισοδυνάμους μονάδας ετοίμων προϊόντων επί τη βάσει συντελεστών αναγωγής, δύναται να καθορίζεται, κατά περίπτωσιν, έτερος τρόπος υπολογισμού της μέσης ετησίας ειδικής καταναλώσεως ενεργείας, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της παρά τω Υπουργείω Βιομηχανίας και Ενεργείας Μονίμου Επιτροπής Εξοικονομήσεως Ενεργείας. Ενδεικτικώς αναφέρονται οι ακόλουθοι τρόποι εκφράσεως της παραγωγής: α)Αναλισκόμεναι ποσότητες μιας βασικής πρώτης ύλης. β)Αριθμός παραγωγικών ωρών εργασίας. γ)Ισοδύναμοι χαρακτηριστικές μονάδες παραγωγής, επί ποικιλίας προϊόντων. Οποιαδήποτε μέθοδος εκφράσεως της παραγωγής ως και οι συντελεσταί αναγωγής που θα επιλεγούν δια τον προσδιορισμόν της μέσης ετησίας ειδικής καταναλώσεως ενεργείας κατά την περίοδον βάσεως (1978), θα εξακολουθήσουν να ισχύουν παγίως και κατά τον έλεγχο των επομένων ετών. 1.2.Εις τον υπολογισμόν της ειδικής καταναλώσεως, δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν η ενέργεια η καταναλισκομένη εις τας εγκαταστάσεις προστασίας του περιβάλλοντος. Εξ άλλου κατά τον υπολογισμόν της ειδικής καταναλώσεως ενεργείας δύνανται να εξαιρούνται πρόσθετοι καταναλώσεις ενεργείας, μη υπάρχουσαι κατά το έτος βάσεως 1978, συμφώνως προς την διαδικασίαν την θεσπιζομένην δια της ΠΥΣ 237/23.12.80. Ενδεικτικώς αναφέρονται ως εμπίπτουσαι εις την περίπτωσιν αυτήν: α)Αι πρόσθετοι καταναλώσεις ενεργείας, αι έχουσαι σκοπόν την αντιμετώπισιν προβλημάτων διακινήσεως υλικών δι’ αύξησιν της παραγωγικότητος της εργασίας. β)Η κατανάλωσις ενεργείας δια την βελτίωσιν των συνθηκών εργασίας εντός εργοστασιακών χώρων, τόσον από απόψεως συνθηκών διαβιώσεως των εργαζομένων, όσον και από απόψεως παραγωγικής διαδικασίας. γ)Η κατανάλωσις ενεργείας δια την εξοικονόμησιν πρώτων υλών, ως δι’ ανακύκλωσιν προϊόντων, δι’ ελάττωσιν της καταναλώσεως ύδατος ψύξεως κλπ., ιδία όταν προκύπτει συναλλαγματική ωφέλεια ισοσταθμίζουσα την κατανάλωσιν ενεργείας. Εις τας περιπτώσεις ταύτας η επιχείρησις, μετά της αιτήσεώς της, οφείλει όπως υποβάλη την σχετικήν μελέτην και εξασφαλίση την αντικειμενικήν εκτίμησιν της προσθέτου καταναλώσεως ενεργείας. 1.3.Τυχόν αποκλίσεις εκ της επιδιωκομένης Μ.Ε.Ε.Κ., λόγω διακυμάνσεως του ύψους παραγωγής, μη οφειλομένης εις την επιχείρησιν, εκτιμώνται υπό της ΜΕΕΕ, βάσει αιτήσεως της αναφερομένης επιχειρήσεως μετά των σχετικών στοιχείων.
305
14. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 258 της 17/24 Μαρτ. 1981 (ΦΕΚ Α΄71) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄105/21 Απρ. 1981) Περί συστάσεως, υποβιβασμού και καθορισμού αρμοδιοτήτων περιφερειακών υπηρεσιών Υπουργείου Οικονομικών, ως και ρυθμίσεως συναφών τινών Θεμάτων. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις: α)της παρ. 1 του άρθρ. 24 του Νόμ. 820/1978 «περί λήψεως μέτρων δια την περιστολήν της φοροδιαφυγής και άλλων τινών συναφών διατάξεων».β)του άρθρ. 17 παρ. 3 του Ν.Δ. 4464/65 «περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Υπαλληλικού Κώδικος κ.λπ.». 2.Τας υπ’ αριθ. 1126/1980 και 1376/1980 γνωμοδοτήσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Οικονομικών, αποφασίζομεν: Άρθρ.1.-1. Εις τον Δήμον Αμπελοκήπων του Νομού Θεσσαλονίκης συνιστάται Οικονομική Εφορία Α΄ τάξεως υπό τον τίτλον «Οικονομική Εφορία Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης» με έδραν τον ομώνυμον Δήμον. 2.Η κατά τόπον αρμοδιότης της συνιστωμένης κατά την προηγουμένην παράγραφον Οικονομικής Εφορίας περιλαμβάνει τους Δήμους Αμπελοκήπων, Ευόσμου, τους συνοικισμούς Άνω και Κάτω Ηλιουπόλεως του Δήμου Σταυρουπόλεως και την Κοινότητα Μενεμένης του Νομού Θεσσαλονίκης, αποσπωμένων εκ της κατά τόπον αρμοδιότητος της Α΄ Οικονομικής Εφορίας Θεσσαλονίκης. 3.Η καθ’ ύλην αρμοδιότης της κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου συνιστωμένης Οικονομικής Εφορίας εκτείνεται εφ’ όλων των φορολογικών αντικειμένων, εφ’ ων αρμοδία ετύγχανε μέχρι τούδε η Α΄ Οικονομική Εφορία Θεσσαλονίκης, εξ ης απεσπάσθη η κατά την προηγουμένην παράγραφον αρμοδιότης αυτής. Ωσαύτως η αυτή Οικονομική Εφορία εντός της κατά την προηγουμένην παράγραφον καθορισθείσης κατά τόπον αρμοδιότητός της, καθίσταται αρμοδία δια την επιβολήν του φόρου κληρονομιών, δωρεών, προικών, κερδών εκ λαχείων και μεταβιβάσεως ακινήτων. Σελ. 70,312(α) Τεύχος ΣΤ21–Σελ. 60 Άρθρ.10.-Καταργείται το Ελεγκτήριον Εσόδων του Δημοσίου Ταμείου Αγίου Αθανασίου του Νομού Θεσσαλονίκης. Άρθρ.11.-1.Μειούται η οργανική σύνθεσις των κάτωθι Δημοσίων Ταμείων. Κλάδος ΑΤ2 Κλάδος ΜΕ3 α/α Δημόσιον Ταμείον 3ος2ος 5ος 4ος 8ος 6ος 10ος 4ος Σύνολον 1. Πτολεμαΐδος 1 - - - 1 2. Ενσήμων και Δικασ. Εισπρ. Θεσ/νίκης - 1 - - 1 3. Αγίου Αθανασίου - 1 3 8 12 4. Α΄ Εισπρ. Θεσ/νίκης - - 1 3 4 Σύνολον 1 2 4 11 18 2.Ορίζεται η Οργανική σύνθεσις του συνιστωμένου Δημοσίου Ταμείου Αμπελοκήπων Θεσ/νίκης, ως ακολούθως: Κλάδος ΑΤ2 Κλάδος ΜΕ3 Κλάδος ΣΕ2 3ος – 2ος 5ος – 4ος 8ος – 6ος 10ος – 4ος 12ος – 7ος Σύνολον Υπάλληλοι 1 2 4 11 1 19 Άρθρ.12.-1.Συνιστάται εις τα Δημόσια Ταμεία Α΄Λαρίσης και Α΄ Ηρακλείου Κρήτης, ανά εν Β΄ Ελεγκτήριον Εξόδων των ήδη λειτουργούντων μετονομαζομένων εις Α΄ Ελεγκτήριον Εξόδων και εις τα Δημόσια Ταμεία Πύλου και Κάτω Αχαΐας, ανά εν Ελεγκτήριον Εξόδων. 2.Η καθ’ ύλην αρμοδιότης των Ελεγκτηρίων Εξόδων των ανωτέρω Δημοσίων Ταμείων καθορίζεται ως εξής: α)Από το Α΄ Ελεγκτήριον Εξόδων του Α΄ Δημοσίου Ταμείου Λαρίσης: θα γίνεται η πληρωμή δαπανών των Υπουργείων Συντονισμού, Προεδρίας Κυβερνήσεως, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Γεωργίας, Πολιτισμού και Επιστημών, Βιομηχανίας και Ενεργείας, Εμπορίου, Εργασί(Αντί για τη σελ. 71) Σελ. 71(α) Τεύχος ΣΤ 21–Σελ. 61 Περιφερειακές Υπηρεσίες Υπουργείου Οικονομικών 24.Α.γ.14 ας Κοινωνικών Υπηρεσιών, πλην των δαπανών Υγειονομικής Περιθάλψεως, Δημοσίων Έργων, Συγκοινωνιών, και Δημοσίας Τάξεως. β)Από το Β΄ Ελεγκτήριον Εξόδων του Α΄ Δημοσίου Ταμείου Λαρίσης: θα γίνεται η πληρωμή δαπανών Προεδρίας της Δημοκρατίας, Βουλής και των Υπουργείων Εξωτερικών, Εθνικής Αμύνης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών, Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, Εμπορικής Ναυτιλίας, Βορείου Ελλάδος και η πληρωμή δαπανών, Υγειονομικής Περιθάλψεως. γ)Από το Α΄ Ελεγκτήριον Εξόδων του Α΄ Δημοσίου Ταμείου Ηρακλείου Κρήτης θα γίνεται η πληρωμή δαπανών Προεδρίας Δημοκρατίας, Βουλής και των Υπουργείων Συντονισμού, Προεδρίας, Κυβερνήσεως, Εξωτερικών, Εθνικής Αμύνης, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Οικονομικών, Γεωργίας, Πολιτισμού και Επιστημών, Βιομηχανίας και Ενεργείας, Εμπορίου, Εργασίας, Κοινωνικών Υπηρεσιών, Δημοσίων Έργων, Συγκοινωνιών, Δημοσίας Τάξεως, Εμπορικής Ναυτιλίας, Βορείου Ελλάδος και Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος. δ)Από το Β΄ Ελεγκτήριον Εξόδων του Α΄ Δημοσίου Ταμείου Ηρακλείου Κρήτης: θα γίνεται η πληρωμή των δαπανών του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και των δαπανών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως της κατά τόπον αρμοδιότητος του Ταμείου. ε)Η καθ’ ύλην αρμοδιότης του Ελεγκτηρίου Εξόδων των Δημοσίων Ταμείων Πύλου και Κάτω Αχαΐας, είναι η τοιαύτη της κατά τόπον αρμοδιότητός των. Άρθρ.13.-1.Το δυνάμει των διατάξεων των άρθρ. 17 έως 24 του Π.Δ. 960/1978 (ΦΕΚ 237/1978 τ. Α΄) ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του Π.Δ. 426/ 1979 (ΦΕΚ 130/1979 τεύχος Α΄) συσταθέν παράρτημα της ΥΠ. Ε.Δ.Α. Καβάλας καταργείται, της κατά τόπον και καθ’ ύλην αρμοδιότητος αυτού περιερχομένης εις το Παράρτημα της ΥΠΕΔΑ Θεσ/νίκης. 2.Ο χρόνος λήξεως της λειτουργίας του παραρτήματος της ΥΠ.Ε.Δ.Α. Καβάλας και της μεταβιβάσεως των αρμοδιοτήτων της εις το Παράρτημα της ΥΠ.Ε.Δ.Α. Θεσσαλονίκης, ορίζεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών. 3.Αι κατά τον χρόνον λήξεως της λειτουργίας του παραρτήματος της ΥΠ.Ε.Δ.Α. Καβάλας πάσης φύσεως εκκρεμείς υποθέσεις τούτου, το αρχείον αυτού, καθώς και τα χρησιμοποιούμενα επιβατικά αυτοκίνητα παραδίδονται εις το Παράρτημα της ΥΠ.Ε.Δ.Α. Θεσσαλονίκης. Σελ. 72(α) Τεύχος ΣΤ21–Σελ. 62 Άρθρ.14.-(Αντικαθίσταται η παρ. 2 άρθρ. 13 Π.Δ.199/1979 (ανωτ. αριθ. 11). Άρθρ.15.-Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος Π.Δ/τος, άρχεται την πρώτην του μεθεπομένου από της δημοσιεύσεώς του, δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, μηνός, πλην αν άλλως, ορίζεται εν αυταίς. Άρθρ.2.-Η κατά τόπον αρμοδιότης των κατωτέρω Οικονομικών Εφοριών μεταβάλλεται ως ακολούθως: α)Ο Δήμος Κουφαλίων του Νομού Θεσσαλονίκης και οι Κοινότητες Μεσαίου, Νέας Φιλαδελφείας, Σίνδου και Χαλκηδόνος του αυτού Νομού, αποσπώμεναι εκ της κατά τόπον αρμοδιότητος της Οικονομικής Εφορίας Αγίου Αθανασίου Θεσσαλονίκης, προσαρτώνται εις την κατά τόπον αρμοδιότητα της Α΄ Οικονομικής Εφορίας Θεσσαλονίκης, β)Η Κοινότης Κερασέας του Νομού Ιωαννίνων, αποσπωμένη εκ της κατά τόπον αρμοδιότητος της Οικονομικής Εφορίας Παραμυθιάς, προσαρτάται εις την κατά τόπον αρμοδιότητα της Οικονομικής Εφορίας Ιωαννίνων. Άρθρ.3.-Η έναρξις λειτουργίας της, δια του παρόντος Π.Δ/τος, συνιστωμένης Οικονομικής Εφορίας, θέλει καθορισθή δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 24 του Νόμ. 820/1978. Άρθρ.4.-1.Επί των κατά την έναρξιν της λειτουργίας, της, δια του παρόντος Π.Δ/τος, συνιστωμένης Οικονομικής Εφορίας, εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, εις οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας ενώπιον της εν παρ. 2 του άρθρ. Ι του παρόντος Οικονομικής Εφορίας ή των Διοικητικών Δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας αρμοδία δια την συνέχισιν της διαδικασίας μέχρι πλήρους περαιώσεως των υποθέσεων τούτων (βεβαιώσεως του φόρου εισοδήματος και λοιπών φορολογιών) καθίσταται η ως άνω Οικονομική Εφορία. 2.Οι φάκελλοι των φορολογικών υποθέσεων, εφ’ ων ήρξατο η διαδικασία περαιώσεως, θα παραδοθούν εις την ως άνω Οικονομικήν Εφορίαν άμα τη ενάρξει λειτουργίας ταύτης κατά το άρθρ. 3 του παρόντος Π.Δ/τος, εξαιρέσει εκείνων εφ’ ων κατά την έναρξιν λειτουργίας ταύτης ήρξατο ο φορολογικός έλεγχος. Οι φάκελλοι των υποθέσεων τούτων θα παραδοθούν εις την ειρημένην Οικονομικήν Εφορίαν μετά την περαίωσιν του ελέγχου, δια την συνέχισιν της διαδικασίας μέχρι πλήρους περαιώσεώς των (βεβαιώσεως του φόρου κ.λπ.). 24.Α.γ.13-14 Περιφερειακές Υπηρεσίες Υπουργείου Οικονομικών 3.Οι φάκελοι των λοιπών φορολογικών υποθέσεων, εφ’ ων η διαδικασία περαιώσεώς των έχει οριστικοποιηθεί υπό της μέχρι τούδε αρμοδίας Οικονομικής Εφορίας, είτε δια της παρελεύσεως της προς άσκησιν προσφυγής προθεσμίας, είτε δια της πράξεως συμβιβασμού, είτε δια της εκδόσεως παρά του αρμοδίου δικαστηρίου αμετακλήτου αποφάσεως, θα παραδοθούν εις την κατά την παρ. 1 του άρθρ. 1 του παρόντος Π.Δ/τος συνιστωμένην Οικονομικήν Εφορίαν εντός μηνός από της ενάρξεως λειτουργίας ταύτης. 4.Αι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και επί των περιπτώσεων του άρθρ. 2 του παρόντος Π.Δ/τος. Άρθρ.5.-1.Η Οικονομική Εφορία Αγίου Αθανασίου, Νομού Θεσσαλονίκης, υποβιβάζεται εις Γ΄ τάξεως, 2.Η Οικονομική Εφορία Νέου Φαλήρου Πειραιώς, μετονομάζεται εις «ΣΤ΄ Οικονομική Εφορία Πειραιώς». 3.Η έδρα της Οικονομικής Εφορίας Παραλίου Άστρους Νομού Αρκαδίας, μεταφέρεται εις την Κοινότητα Άστρους του αυτού Νομού. 4.Η ισχύς των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου άρχεται μετά παρέλευσιν εξ μηνών από της δημοσιεύσεως, δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, του παρόντος Π.Δ/τος. Άρθρ.6.-1.Η κατά τόπον αρμοδιότης των κάτωθι Δημοσίων Ταμείων μεταβάλλεται ως κατωτέρω: α)Η Κοινότης Κερασέας του Νομού Ιωαννίνων, αποσπάται εκ της κατά τόπον αρμοδιότητος του Δημοσίου Ταμείου Παραμυθιάς και προσαρτάται εις την κατά τόπον αρμοδιότητα του Β΄ Δημοσίου Ταμείου Ιωαννίνων. δ)Ο Δήμος Κουφαλίων Νομού Θεσσαλονίκης, και οι Κοινότητες Μεσσαίου, Νέας Φιλαδελφείας, Σίνδου και Χαλκηδόνος του αυτού Νομού, αποσπώνται εκ της κατά τόπον αρμοδιότητος του Δημοσίου Ταμείου Αγίου Αθανασίου και προσαρτώνται εις την κατά τόπον αρμοδιότητα του Α΄ Δημ. Ταμείου Θεσσαλονίκης. 2.Η Έδρα του Δημοσίου Ταμείου Παραλίου Άστρους Νομού Αρκαδίας μεταφέρεται εις την Κοινότητα Άστρους του αυτού Νομού. Άρθρ.7.-Το Δημόσιον Ταμείον Νέου Φαλήρου Πειραιώς, μετονομάζεται εις «ΣΤ΄ Δημόσιον Ταμείον Πειραιώς». Άρθρ.8.-1. Εις τον Δήμον Αμπελοκήπων του Νομού Θεσ/νίκης συνιστάται Δημόσιον Ταμείον Α΄ τάξεως υπό τον τίτλον «Δημόσιον Ταμείον Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης», με έδραν τον ομώνυμον Δήμον. 2.Η κατά τόπον αρμοδιότης του κατά την προηγουμένην παράγραφον συνιστωμένου Δημοσίου Ταμείου είναι η τοιαύτη της αντιστοίχου Οικονομικής Εφορίας Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης. 3.Σνιστώντια παρά τω Δημοσίω Ταμείω τούτω ανά εν Ελεγκτήριον Εσόδων και Εξόδων και εν διαχειριστικόν γραφείον. 4.Η καθ’ ύλην αρμοδιότης του ως άνω Ταμείου είναι η της βεβαιώσεως και εισπράξεως των εσόδων και πληρωμή των εξόδων του Δημοσίου και της εισπράξεως και πληρωμής των εσόδων και των εξόδων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, οι οποίοι υπάγονται εις την κατά τόπον αρμοδιότητα αυτού. 5.Η έναρξις λειτουργίας του, δια του παρόντος Π.Δ/τος, συνιστωμένου Δημοσίου Ταμείου, θέλει καθορισθή δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εξεδιδομένης συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 24 του Νόμ. 820/1978. Άρθρ.9.-Υποβιβάζονται τα κάτωθι Δημόσια Ταμεία: 1.Το Δημόσιον Ταμείον Πτολεμαϊδος Νομού Κοζάνης, εις Β΄ τάξεως. 2.Το Δημόσιον Ταμείον Αγίου Αθανασίου, του Νομού Θεσσαλονίκης, εις Γ΄ τάξεως.
363
30. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 159093/6747 της 9/20 Αυγ. 1963 (ΦΕΚ Β΄ 368) Περί περιορισμού εις την χρήσιν του ALDRIN. ΄Εχοντες υπ’ όψιν: 1)Τας διατάξεις των εδαφ. γ΄ και ς΄ της παρ. 1 του άρθρ. 32 του Νόμ. 2147/1952, 2)την σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής Ελέγχου Γεωργικών Φαρμάκων του άρθρ. 137 του υπ’ αριθ. 4/2.1.1961 Β.Δ/τος, ληφθείσαν κατά την υπ’ αριθ. 293/1.8.1963 συνεδρίασιν αυτής αποφασίζομεν: 1.Απογορεύομεν την χρήσιν του γεωργικού φαρμάκου Αλδρίνη (ALDRIN) δια ψεκασμούς ή επιπάσεις του υπεργείου τμήματος των οπωροφόρων, της αμπέλου και των λαχανικών, αφ’ ης αρχίζει ο σχηματισμός του εδωδίμου αυτών μέρους. 2.Ειδικώς επί της αμπέλου το ALDRIN δύναται να χρησιμοποιηθή δια ψεκασμούς ή επιπάσεις του φυλλώματος μόνον εναντίον του ωτιορύγχου (σκαθαριού) κατά την έναρξιν της βλαστήσεως και ουχί πέραν της ανθήσεως, απαγορευομένης απολύτως της μετά ταύτα χρήσεώς του. 3.Αι ανωτέρω αντενδείξεις της χρήσεως του ALDRIN δέον να αναγράφωνται ευκρινώς επί της συσκευασίας των πωλουμένων σκευασμάτων του. 4.Οι παραβάται διώκονται κατά τας ποινικάς διατάξεις του Νόμ. 2147/1952. Η ισχύς της παρούσης άρχεται από της δημοσιεύσεώς της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
251
3. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ.Φ800/12/853 12 Σ.75 της 30 Ιαν./8 Φεβρ.2001 (ΦΕΚ Β΄128) Καθορισμός Κόστους Χημικών Αναλύσεων που πραγματοποιούνται στο Χημείο Στρατού, Ναυτικού Αεροπορίας και δεν εκτελούνται στο Γενικό Χημείο του Κράτους. Έχοντας υπόψη τις διατάξεις: α. Των άρθρων 4, 9 και 55 του Ν.Δ. 721/70 «Περί Οικονομικής Μερίμνης και Λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων» (ΦΕΚ 251/Α). β. Το άρθρο 29Α του Ν.1558/85 (ΦΕΚ 137/Α) όπως προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/92 (ΦΕΚ 154/Α) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ.2 του Ν.2469/97 (ΦΕΚ 38/Α). γ. Τα άρθρα 49 παρ. 1, εδ. (α) παρ. 8 και 69, παρ. 8 του Π.Δ. 284/89 (ΦΕΚ 133/Α), όπως η παράγραφος -8- του άρθρου 69 προστέθηκε με το άρθρο 31 του Π.Δ. 189/97 (ΦΕΚ 155/Α). δ. Την υπ΄ αριθμ. 59487/Σ. 872/1.6.2000 (ΦΕΚ 679 Β΄) Κοινή Απόφαση Πρωθυπουργού και ΥΕΘΑ «Ανάθεση αρμοδιοτήτων ΥΕΘΑ σε ΥΦΕΘΑ». ε. Την υπ΄ αριθμ. 30/9845/10469/0078/10-102000 «Απόφαση Υπουργού Οικονομικών», Αναπροσαρμογή τιμολογίου ιδιωτικών Χημικών Αναλύσεων που πραγματοποιούνται στο Γενικό Χημείο του Κράτους. (ΦΕΚ 942 Β΄) στ. Την ανάγκη καθορισμού των τιμών κόστους των Χημικών Αναλύσεων που πραγματοποιούνται στο Χημείο Στρατού και δεν εκτελούνται στο Γενικό Χημείο του Κράτους. ζ. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας Απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού. η. Τη σχετική εισήγηση του ΕΠΥΕΘΑ/ΔΟΙ, αποφασίζουμε Άρθρ. 1.-Καθορίζουμε τις τιμές των Χημικών Αναλύσεων που πραγματοποιούνται στο Χημείο Στρατού, Ναυτικού, Αεροπορίας, όπως- στο παράρτημα «Α» του παρόντος. Άρθρ. 2.-1. Η κοστολόγηση των αναλύσεων του Παραρτήματος του παρόντος, αφορά: α. Κλάδους και Υπηρεσίες των Ε.Δ. β. Σώματα Ασφαλείας. γ. Δημόσιους Οργανισμούς, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ, Ιδρύματα, Τρίτα Φυσικά ή Νομικά Πρόσωπα και Ξένες Αρχές. Σελ. 74,82 Τεύχος 1384 Σελ. 38 δ. Χημικές Αναλύσεις - Εξετάσεις που διενεργούνται για την υλοποίηση των πάσης φύσεως διαγωνισμών - συμβάσεων των Κλάδων και Υπηρεσιών των Ενόπλων Δυνάμεων, Υπουργείου Ανάπτυξης, ΕΛ.ΑΣ. κ.λπ. και οι οποίες θα κοστολογούνται σε βάρος των προμηθευτών. Η ρύθμιση αυτή θα συμπεριλαμβάνεται στις διακηρύξεις των διαγωνισμών και στις υπογραφόμενες συμβάσεις. 2. Το αντίτιμο των παραπάνω αναλύσεων θα κατατίθεται στο Δημόσιο Ταμείο υπέρ των Ενόπλων Δυνάμεων και επ' ωφελεία των δικαιούχων Κλάδων. 3. Το αντίτιμο των ανωτέρω αναλύσεων θα είναι μειωμένο κατά 20% για κάθε ανάλυση που πραγματοποιείται για λογαριασμό των Κλάδων και Υπηρεσιών των Ε.Δ. 4. Το Παράρτημα «Α» στην Φ. 800/100/73907/Σ. 1432/ 17.12.99 (ΦΕΚ 89 Β΄/2.2.2000) Απόφαση κ. ΥΦΕΘΑ εξακολουθεί να ισχύει. Άρθρ. 3.-Οι τιμές των Χημικών αναλύσεων θα αναπροσαρμόζονται αυτόματα (χωρίς άλλη διαδικασία) σύμφωνα με το ύψος του τιμολογίου των ιδιωτικών χημικών αναλύσεων που θα ισχύουν στο Γενικό Χημείο του Κράτους. Άρθρ. 4.-Η παρούσα απόφαση ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσης της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 36.Α.λ.3 Χημείο Στρατού
68
21. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Αριθ.154276 της 2/10 Νοεμ.1970 (ΦΕΚ Β΄ 800) Περί ορισμού διοικητικών Επιθεωρητών Αι ανωτέρω υπ’αριθ. 20 και 21 αποφάσεις αφορούν εφαρμογήν διατάξεων του Ν.Δ. 651/1970, καταργηθέντος ήδη δια του Νόμ. 309/1976 (τόμ. 32 σελ. 110).
41
7. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Αριθ. 4524 της 6 Φεβρ./15 Μαρτ. 2001 (ΦΕΚ Β΄270) Κώδικας Προμήθειας σε Πελάτες
192
38. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 191 της 11/27 Μαρτ. 1978 (ΦΕΚ Α΄ 42) Περί επεκτάσεως των ορίων του εις θέσιν «Δενδροπόταμος» Θεσσαλονίκης λειτουργούντος Ελευθέρου Τελωνειακού Συγκροτήματος πετρελαιοειδών της Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Πετρελαιοειδών «Γ.ΜΑΜΙΔΑΚΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ».
306
68. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 327289 της 4 Ιουν. – 3 Φεβρ. 2000 (ΦΕΚ Β΄ 95) Αναγνώριση δικαιώματος διοργάνωσης και διεξαγωγής διαγωνισμών οίνων. Τροποποιήθηκε από την υπ΄αριθ. 392532/4 – 30 Οκτ. 2000 (ΦΕΚ Β΄1303), Απόφαση Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Γεωργίας.
280
8. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 437 της 30 Ιουν./3 Ιουλ.1945 Περί κηρύξεως εγκύρων δικαστικών εγγράφων ή αντιγράφων εκδοθέντων άνευ επικολλήσεως αντιγραφοσήμου και περί προσωρινής αναστολής της εισπράξεως και επικολλήσεως αντιγραφοσήμου. Άρθρ.1.-1.Κηρύσσονται έγκυρα τα δικαστικά αντίγραφα και άλλα έγγραφα, εφ’ ων δεν επεκολλήθη το κεκανονισμένον δια του Α.Ν. από 20/20 Νοεμ. 1934 «περί τρόπου εκδόσεως αντιγράφων δικαστηρίων κλπ.», ως ετροποποιήθη υπό του Α. Νόμου υπ’ αριθ. 386/1936 ένεκα ελλείψεως αυτού τα εκδοθέντα μέχρι της 20 Ιουν. 1945 υπό των Γραμματειών των εν Αθήναις και Πειραιεί Δικαστηρίων και Εισαγγελιών. 2.Επίσης κηρύσσονται έγκυρα τα αυτά δικαστικά αντίγραφα ή έγγραφα εφ’ ων δεν επεκολλήθη κεκανονισμένον αντιγραφόσημον τα εκδοθέντα μέχρι της ισχύος του παρόντος υπό των λοιπών Γραμματειών των Δικαστηρίων και Εισαγγελιών του Κράτους. Σελ. 231 Αντιγραφικά Δικαιώματα 6.Β.θ.6-8 3.Οι δικαστικοί υπάλληλοι οι εκδόσαντες τα κατά τας παρ. 1 και 2 του παρόντος έγγραφα, απαλλάσσονται πάσης διοικητικής ή πειθαρχικής ευθύνης. Άρθρ.2.-1.Αναστέλλεται μέχρι της 30 Ιουλ.1945 η ισχύς της εισπράξεως και επικολλήσεως αντιγραφοσήμου επί δικαστικών αντιγράφων ή εγγράφων των εκδιδομένων υπό των Γραμματειών των Δικαστηρίων και Εισαγγελιών του Κράτους των εδρευουσών εκτός των Αθηνών και Πειραιώς. Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
324
25. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ υπ’ αριθ. 209 της 15/18 Δεκ. 1980 (ΦΕΚ Α΄287) Περί περαιτέρω παρατάσεως επί εξάμηνον εισέτι της υπ’ αριθ. 77/22.6.1978 Π.Υ.Σ. «περί αναστολής προσλήψεων πάσης φύσεως προσωπικού δημοσίων υπηρεσιών, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου κλπ.». Λαβόν υπ’όψιν: 1)Τας διατάξεις του άρθρ. 1του Νόμ.400/1976 «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων». 2)Τας υπ’ αριθ. 152/12.12.1978, 82/28.6.1979, 195/17.12.1979 και 111/6.6.80 Πράξεις αυτού, δια των οποίων παρετάθη η ισχύς της υπ’ αριθ. 77/78 ομοίας. 3)Τας υφισταμένας δημοσιονομικάς συνθήκας και την επιβαλλομένην προς τούτο περιστολήν δαπανών εις τον δημόσιον τομέα, ως και εις άλλους τομείς οι οποίοι συνάπτονται οπωσδήποτε με τα δημόσια οικονομικά, αποφασίζει: Παρατείνει, περαιτέρω, επί εξ εισέτι μήνας, από της λήξεώς της, ήτοι μέχρι την 30.6.1981, την ισχύν της υπ’ αριθ. 77/22.6.1978 πράξεως αυτού «περί αναστολής προσλήψεων πάσης φύσεως προσωπικού δημοσίων υπηρεσιών, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου κλπ.», ως αύτη έχει συμπληρωθή και τροποποιηθή μεταγενεστέρως. Κατά το αυτό χρονικόν διάστημα μόνον κατόπιν ειδικής εγκρίσεως του Υπουργικού Συμβουλίου είναι δυνατή η αναπροσαρμογή ή επέκτασις οιουδήποτε είδους επιδομάτων και παροχών προς τους πάσης φύσεως υπαλλήλους του Δημοσίου και νομικών προσώπων Δημοσίου δικαίου ως και τους λοιπούς υπαγομένους εις την υπ’ αριθ. 77/1978 Π.Υ.Σ., ως αύτη ετροποποίηθη μεταγενεστέρως, εξαιρέσει των προβλεπομένων υπό των συλλογικών συμβάσεων εργασίας του Νόμ. 3239/55, ως ούτος νυν ισχύει.
263
73. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ Αριθ. ΔΙΕΚ/ΤΜΒ/76β/5/3029 της 9/23 Φεβρ. 1993 (ΦΕΚ Β΄94) Συγκρότηση υπηρεσιακού συμβουλίου του ΕΚΔΔ.
263
3. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2147 της 12/15 Δεκ. 1939 (ΦΕΚ Α΄ 543) Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του από 2/11/35 Α. Νόμου «περί Εθνικών Παιδικών Σταθμών». ΄Αρθρ.1.-1.Η κατά το άρθρ. 3 εδάφ. 3 του από 2-11-35 Α. Νόμου «περί Εθνικών Παιδικών Σταθμών» παρεχομένη, δι’ ενταλμάτων του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως ετησία οικονομική ενίσχυσις υπέρ εκάστου των Εθνικών Παιδικών Σταθμών, αυξάνεται μέχρι του ποσού των διακοσίων χιλιάδων δραχμών, μη συμπεριλαμβανομένης εις τούτο της εκτάκτου οικονομικής ενισχύσεως εκ του προϊόντος του ετησίου Πανελληνίου εράνου. ΄Αρθρ.2.-1.Εις τους Εθνικούς Παιδικούς Σταθμούς, εις ους δεν διορίζεται βρεφοκόμος και ων η δύναμις των περιθαλπομένων νηπίων υπερβαίνει τα πεντήκοντα, προστίθεται μία θέσις παιδαγωγού, επί μηνιαία αποζημιώσει μέχρι δραχμών χιλίων, διοριζομένης και απολυομένης δι’ αποφάσεως του Υπουργού Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως. 2.Εις την παιδαγωγόν παρέχεται δωρεάν οίκησις και σίτισις. 3.Παιδαγωγοί Εθνικών Παιδικών Σταθμών διορίζονται αι κεκτημέναι δίπλωμα διδασκαλείου νηπιαγωγών. 4.Η παιδαγωγός αναπληροί την απούσαν ή κωλυομένην διευθύντριαν. 5.Παιδαγωγοί Εθνικών Παιδικών Σταθμών, κεκτημέναι τριετή ευδόκιμον υπηρεσίαν, ως και νηπιαγωγοί κεκτημέναι διετή τουλάχιστον υπηρεσίαν εν Ηπείρω, Μακεδονία και Θράκη ως τακτικαί ή έκτακτοι ή προσωριναί κοινοτικαί νηπαιγωγοί, διορίζονται κατά προτίμησιν άνευ διαγωνισμού διευθύντριαι Εθνικών Παιδικών Σταθμών επί βαθμώ γραφέως β΄ τάξεως, προαγόμεναι εφεξής κατά τας διατάξεις του άρθρ. 9 του από 2-11-35 Α. Νόμου «περί Εθνικών Παιδικών Σταθμών». ΄Αρθρ.3.-1.Εις τους Εθνικούς Παιδικούς Σταθμούς, ων η δύναμις των νηπίων υπερβαίνει τα εξήκοντα προστίθεται και δευτέρα θέσις υπηρετρίας. ΄Αρθρ.4.-1.(Εις το άρθρ. 5 του από 2-11-35 Α. Νόμου «περί Εθνικών Παιδικών Σταθμών» προστίθεται εδάφιον τρίτον). 2.Η ακίνητος περιουσία του καταργηθέντος Εθνικού Οικοτροφείου Αρρένων Πρεβέζης περιέρχεται εις τον Εθνικόν Παιδικόν Σταθμόν Πρεβέζης.
156
Προεδρικό Διάταγμα 1992/315Περί αναδιαρθώσεως των κλάδων και δημιουργίας νέων κατηγοριών μουσικών, περί εντάξεως των μονίμων μουσικών σε νέες κατηγορίες και οργανικές θέσεις και μονιμοποιήσεως του καλλιτεχνικού προσωπικού των Κρατικών Ορχηστρών Αθηνών και θεσσαλονίκης. ο προεδροσ τησ ελληνικησ δημοκρατιασ Άρθρο 1 1.Αναδιαρθρώνονται οι υφιστάμενοι κλάδοι κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ, δηλαδή ΠΕ και ΤΕ Διευθυντών Ορχήστρας, ΠΕ και ΤΕ Εξαρχόντων Βιολιστών, ΠΕ και ΤΕ Κορυφαίων και ΠΕ και ΤΕ Μουσικών των Κρατικών Ορχηστρών Αθηνών και θεσσαλονίκης στις εξής πέντε (5) κατηγορίες: 1η Κατηγορία: Δυό Αρχιμουσικοί. 2η Κατηγορία: Δύο Εξάρχοντες. 3η Κατηγορία: Δύο (2) Παράπλευροι (ντι σπάλα) στα πρώτα βιολιά. (Κορυφαίοι Α) Δύο (2) πρώτοι στα δεύτερα βιολιά. Δύο (2) πρώτοι στις βιόλες. Δύο (2) πρώτοι στα βιολοντσέλα. Δύο (2) πρώτοι στα βαθύχορδα (κοντραμπάσσα). Δύο (2) πρώτοι στους πλαγιαύλους (φλάουτα). Δύο (2) πρώτοι στους οξυαύλους (όμποε). Δύο (2) πρώτοι στους ευθυαύλους (κλαρινέτα). Δύο (2) πρώτοι στους βαρυαύλους (φαγγότα). Δύο (2) πρώτοι στα κόρνα. Δύο (2) πρώτοι στις σάλπιγγες (τρομπέτες). Δύο (2) πρώτοι στις ολκωτές σάλπιγγες (τρομπόνια). Δύο (2) πρώτοι στα τύμπανα. Ένας (1) πρώτος στην άρπα. Ένας (1) πρώτος στο κλειδοκύμβαλο (πιάνο) και τα πληκτά όργανα. 4η Κατηγορία: Δύο (2) παράπλευροι (ντι σπάλα) στα δεύτερα βιολιά. Δύο (2) παράπλευροι (ντι σπάλα) στις βιόλες. (Κορυφαίοι Β) Δύο (2) παράπλευροι (ντι σπάλα) στα βιολεντσέλλα. Δύο (2) παράπλευροι (ντι σπάλα) στα βαθύχορδα (κοντραμπάσσα). Δύο (2) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) πλαγίαυλο (φλάουτο) με υποχρέωση στον μικρό πλαγίαυλο (πίκκολο). Δύο (2) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) οξύαυλο (όμποε) με υποχρέωση στο αγγλικό κόρνο. Ένας (1) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) ευθύαυλο (κλαρινέττο με υποχρέωση στο μικρό ευθύαυλο (κλαρινέττο πίκκολο). Ένας (1) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) ευθύαυλο (κλαρινέττο με υποχρέωση στο βαθύ ευθύαυλο (κλαρινέττο μπάσσο). Δύο (2) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) βαρύαυλο με υποχρέωση στον βαρύ βαρύαυλο (κόντρα φαγγότο). Δύο (2) στο τρίτο κόρνο με υποχρέωση στο πέμπτο και έβδομο κόρνο. Ένας (1) στη δεύτερη έως τέταρτη (2-4) σάλπιγγα (τρομπέττα) με υποχρέωση στην πρώτη σάλπιγγα (τρομπέττα). Ένας (1) στη δεύτερη και τέταρτη (2-4) ολκωτή σάλπιγγα (τρομπόνι) με υποχρέωση στην τρίτη ολκωτή σάλπιγγα (τρομπόνι μπάσσο). Ένας (1) στην τρίτη ολκωτή σάλπιγγα (τρομπόνι μπάσσο). Δύο (2) στην βαθεία σάλπιγγα (μπαστούμπα) και βαρεία βαθεία σάλπιγγα (κόντρα μαστούμπα). Δύο (2) στα κρουστά με υποχρέωση στα τύμπανα. Ένας (1) στη δεύτερη άρπα με υποχρέωση στην πρώτη άρπα. 5η Κατηγορία: Δεκαέξι (16) στα πρώτα βιολιά (τούτι). Δεκατρείς (13) στα δεύτερα βιολιά (τούτι). Έντεκα (11) στις βιόλες (τούτι). Εννέα (9) στα βιολοντσέλλα (τούτι). Έξι (6) στα βαθύχορδα (κοντραμπάσσα) (τούτι). Ένας (1) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) πλαγίαυλο (φλάουτο). Ένας (1) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) οξύαυλο (όμποε). Ένας (1) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) ευθύαυλο (κλαρινέττο). Ένας (1) στον δεύτερο έως τέταρτο (2-4) βαρύαυλο (φαγγότο). Τέσσερις (4) στο δεύτερο, τέταρτο, έκτο και έβδομο κόρνο (2,4,6, 8). Δύο (2) στη δεύτερη έως τέταρτη (2-4) σάλπιγγα (τρομπέττα). Ένας (1) στη δεύτερη και τέταρτη (2-4) ολκωτή σάλπιγγα (τρομπόνι). Δύο (2) στα κρουστά. ,2. Οι Διευθυντές Ορχήστρας των κλάδων ΠΕ και ΤΕ κατατάσσονται στην πρώτη κατηγορία Αρχιμουσικών κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού. Οι Εξάρχοντες Βιολιστές των κλάδων ΠΕ και ΤΕ κατατάσσονται στη δεύτερη κατηγορία μουσικών κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού. Οι Κορυφαίοι των κλάδων ΠΕ και ΤΕ κατατάσσονται στην τρίτη και τέταρτη κατηγορία μουσικών κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού και καταλαμβάνουν τις αντίστοιχες θέσεις της κατηγορίας στην οποία ανήκει το όργανο ή τα όργανα για τα οποία προσλήφθηκαν, εκτός εάν δια διαγωνισμού ή μετατάξεως κατέλαβαν θέση που ανήκει σε ανώτερη κατηγορία. Οι ΤΕ και ΠΕ μουσικοί κατατάσσονται στην πέμπτη κατηγορία μουσικών κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου αυτού. Εάν οι υπό κατάταξη μόνιμοι μουσικοί είναι περισσότεροι από τις προβλεπόμενες θέσεις της αντίστοιχης κατηγορίας, στην οποία πρέπει να καταταγούν, τότε κατατάσσονται σε πρωσοποπαγείς θέσεις της αυτής κατηγορίας οι οποίες συνιστώνται δια του παρόντος έως ότου λάβει χώρα η προβλεπόμενη στο άρθρο 2 του διατάγματος αυτού επιλογή, οπότε και καταλαμβάνουν οργανικές θέσεις. Για τις κατά τα ανωτέρω κατατάξεις εκδίδεται διαπιστωτική απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού η οποία δημοσιεύθηκε σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι κατέχοντες οργανικές θέσεις και υπηρετούντες στις Ορχήστρες με σύμβαση αορίστου χρόνου μονιμοποιούνται και εντάσσονται σύμφωνα με την διαδικασία της παρ. 3 του άρθρου αυτού, στην αντίστοιχη κατηγορία στην οποία ανήκει η οργανική θέση που κατέχουν. Οι θέσεις προσωρινών κλάδων του καλλιτεχνικού προσωπικού της Ορχήστρας καταργούνται. 3.Οι, κατά την έναρξη της ισχύος του διατάγματος αυτού, υπηρετούντες στην Ορχήστρα, με σύμβαση αορίστου χρόνου, μονιμοποιούνται και εντάσσονται σέ προσωπαγείς θέσεις της πέμπτης (5) κατηγορίας μουσικών, με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα από αίτηση τους, που υποβάλλεται εντός 10 ημερών από τη δημοσίευση του διατάγματος. Οι θέσεις συνιστώνται με την απόφαση μονιμοποίησης. Άρθρο 2 1.Μετά τη μονιμοποίηση του καλλιτεχνικού προσωπικού της παρ. 3 του άρθρου 1 του διατάγματος αυτού, οt, ως άνω, μουσικοί κατατάσσονται στις κενές οργανικές θέσεις της 3ης, 4ης και 5ης Κατηγορίας μουσικών με επιλογή της Ειδικής Επιτροπής Κρίσης της παρ. 2 του άρθρου αυτού. Στην κρίση της Επιτροπής υπόκεινται υποχρεωτικά οι υπηρετούντες μουσικοί που κατέχουν προσωπαγείς θέσεις κατά την έννοια των παρ. 2 και 3 του άρθρου 1 του διατάγματος αυτού. Οι μουσικοί που κατέχουν οργανική θέση της 4ης και 5ης κατηγορίας κατά την έννοια του άρθρου 1 του διατάγματος αυτού και επιθυμούν την κατάληψη ανωτέρας θέσεως, κρίνονται από την ως άνω, Επιτροπή μετά την υποβολή σχετικής αιτήσεως τους. Οι κενές οργανικές θέσεις κατανέμονται μεταξύ των μουσικών σύμφωνα με την κρίση της Επιτροπής της παρ. 2 του άρθρου αυτού. Οι προσωποπαγείς θέσεις μετά την κατάταξη ή ένταξη, κατά περίπτωση, των μουσικών σε οργανικές θέσεις, καταργούνται. 2.Η Ειδική επιτροπή-Κρίσης αποτελούμενη από τον Διευθυντή ως Πρόεδρο, τους Αρχιμουσικούς, τους Εξάρχοντες και τους Κορυφαίους Α της οικείας Ορχήστρας, συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού μετά από πρόταση του Διευθυντή της Ορχήστρας, για την εκτέλεση αποκλειστικώς του αναφερομένου στο άρθρο αυτό έργου. Σε πρώτο βαθμό κρίσεως η Επιτροπή αποτελείται από πέντε (5) μέλη και στην κατ ένσταση κρίση από εννέα (9) μέλη. Γραμματεύς της Επιτροπής ορίζεται από τον Πρόεδρο, υπάλληλος της Ορχήστρας. 3.Η Επιτροπή εκτιμά την μέχρι τώρα συμβολή του μουσικού στο έργο της Ορχήστρας, τις μουσικές σπουδές και την ευρύτερη εμπειρία του από την συμμετοχή του σε διάφορες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό καθώς και την καλλιτεχνική ωριμότητα του κατά τον χρόνο της κρίσης, η οποία αποδεικνύεται με την εκτέλεση των αναφερομένων στο άρθρο 3 του διατάγματος αυτού έργων. Προέχον κριτήριο για την τελική κρίση της Επιτροπής είναι το συμφέρον της Ορχήστρας, που συνίσταται στην αντιστοιχία των προσόντων του μουσικού και της υπό κατάληψη θέσεως. 4.Μετά την ολοκλήρωση του έργου της, η Ειδική Επιτροπή Κρίσης καταρτίζει πίνακα κατατάξεως των κριθέντων μουσικών, επί τη βάσει του οποίου γίνεται η πλήρωση των κενών οργανικών θέσεων, περιλαμβανομένης, εάν συντρέχει τοιαύτη περίπτωση, και της κατατάξεως των μουσικών σε οργανικές θέσεις ανώτερης κατηγορίας. Ο πίνακας με μέριμνα της οικείας Ορχήστρας αναρτάται στο κατάστημα αυτής στον σχετικό χώρο ανακοινώσεων. Οι ενδιαφερόμενοι δύνανται ν ασκήσουν κατ αυτού ένσταση ενώπιον της Ειδικής Επιτροπής Κρίσης εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από της αναρτήσεως. Οι μουσικοί καταλαμβάνουν οριστικώς τις οργανικές θέσεις του, ως άνω, πίνακος κατατάξεως από της δημοσιεύσεως του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκδιδομένης προς τούτο σχετικής διαπιστωτικής πράξεως, η οποία δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Άρθρο 3 1.Τα υπό εκτέλεση έργα κατά την έννοια της παρ. 3 του προηγούμενου άρθρου είναι για την κατάταξη στην πέμπτη κατηγορία μουσικών ένα κονσέρτο της επιλογής του μουσικού. 2.Τα υπό εκτέλεση έργα για την κατάταξη του μουσικού στην 4η κατηγορία είναι τα εξής: Βιολί: 1. Μότσαρτ: Ένα από τα κονσέρτα για βιολί Κ.V. 216, 218, 219. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Βιόλα: 1. Το κονσέρτο για βιόλα σε ρε μείζ. του Στάμιτς ή το κονσέρτο για βιόλα του Χόφμαϊστερ. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Βιολοντσέλλο: 1. Κονσέρτο σε ντο μείζ. ή ρε μείζ. του Χάυντν. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Βαθύχορδο: 1. Κουσεβίτσκυ: Κονσέρτο σε φα δίεση ελάσ. ή Στάιν σε λα μείζ. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Φλάουτο και πίκολο: 1. Μότσαρτ: Κονσέρτο σε σολ μείζ. Κ.V. 313. 2.Βιβάλντι: Κονσέρτο «Ιλ Καρντελίνο». Κλαρινέτο πίκολο και κλαρινέτο μπάσσο: 1.Μότσαρτ: Κονσέρτο για κλαρινέτο σε λα Κ.V. 622. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Φαγκότο και κόντρα φαγκότο: 1.Μότσαρτ: Κονσέρτο για φαγκότο Κ.V. 191. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Γ Κόρνο: 1. Μότσαρτ: Κονσέρτο για κόρνο σε μι υφ. μείζ. Κ.V. 447. 2. Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Τρομπέτα: 1. Χάυντν: Κονσέρτο σε μι υφ. μείζ. 2. Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Τρομπόνι και Τρομπόνι μπάσσο: 1.Ντάβιντ: Κονσερτίνο. 2.Ένα έργο της επιλογής του υποψηφίου. Αρπα: 1. Χαίντελ: Κονσέρτο για άρπα. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. Κρουστά: 1. Ζολιβέ: Κονσέρτο για κρουστά. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Τα υπό εκτέλεση έργα για την κατάταξη του μουσικού στην 3η κατηγορία είναι τα εξής: Βιολί: 1. Μότσαρτ: Ένα από τα κονσέρτα για βιολί Κ.V. 216, 218, 219. 2.Ένα ρομαντικό κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Ρίμσκυ - Κόρσακωφ: Το σόλο από την «Σεχραζάτ». Βιόλα: 1. Στάμιτς: Κονσέρτο σε ρε μείζ, ή Χόφμαϊστερ: Κονσέρτο για βιόλα. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Ανταμ: Το σόλο από την «Ζιζέλ». Βιολοντσέλλο: 1. Χάυντν: Κονσέρτο σε ντο μείζ. ή ρε μείζ. 2.Μπαχ: Σουίτα για σόλο τσέλλο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Ροσίνι: Το σόλο από τον «Γουλιέλμο Τέλλο». Βαθύχορδο: 1. Κουσεβίτσκυ: Κονσέρτο m φα δίεση ελάσ. ή Στάιν σε λα μειζ. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Μάλερ: Το σόλο από το 3ο μέρος της συμφωνίας Νο 1. Φλάουτο: 1. Μότσαρτ: Κονσέρτο για φλάουτο σε σολ μείζ. Κ.V. 313. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Ντεμπυσύ: Το πρελούδιο στο απόγευμα ενός φαύνου. Όμποε: 1. Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 2.Στράτους: Κονσέρτο σε ρε μείζ. 3.Ροσίνι: Μεταξένια σκάλα. Κλαρινέτο: 1. Μότσαρτ: Κονσέρτο για κλαρινέτο σε λα μειζ. Κ.V. 622. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου* 3.Σόλο από τον «Ελεύθερο σκοπευτή» του Βέμπερ και από την «Σεχεραζάτ» και από τον «Χρυσό πετεινό» του Ρίμσκυ - Κορσάκωφ. Φαγκότο: 1. Βέμπερ: Κονσέρτο για φαγκότο. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Ντυκά: «Ο μαθητευόμενος μάγος». Κόρνο: 1. Στράους: Κονσέρτο αριθ. 1 για κόρνο. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Τσαϊκόφσκυ: Το σόλο από το 2ο μέρος της 5ης συμφωνίας. Τρομπέτα: 1. Χάυντν: Κονσέρτο σε μι υφ. μείζ. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Σοστακόβιτς: Κονσέρτο αριθ. 1 για πιάνο (το σόλο τρομπέτα). Τρομπόνι: 1. Σερότσκι: Κονσέρτο για τρομπόνι. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Ραβέλ: Το σόλο από το «Μπολερό». Κρουστά: 1. Τέριχεν: Κονσέρτο για τύμπανα. 2.Ένα κονσέρτο της επιλογής του υποψηφίου. 3.Στραβίνσκυ: Σόλο από την «Ιεροτελεστία της Ανοιξης». Στην Υπουργό Πολιτισμού αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του διατάγματος αυτού.
291
56. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Σ. 1935/166 της 17/22 Ιουν. 1987 (ΦΕΚ Β’ 311) Ανάρτηση πινακίδας από τους επιτηδευματίες για την υποχρέωση έκδοσης ή όχι αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών και παροχής υπηρεσιών στο κοινό. Έχοντας υπόψη: Το εκδηλούμενο καθημερινό ενδιαφέρον και τη συμμετοχή των πολιτών στην προσπάθεια της πολιτείας για την περιστολή της φοροδιαφυγής, την ανάγκη της πληρέστερης ενημέρωσης τους σε θέματα εφαρμογής των φορολογικών νόμων και άρσης σχετικών αμφισβητήσεων, την εξασφάλιση συνθηκών ομαλής συνεργασίας των καταναλωτών με ορισμένες κατηγορίες επιτηδευματιών, την εκδήλωση και αποτελεσματικότερη εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Φ.Σ. που διέπουν το λιανικό εμπόριο, αποφασίζουμε: Ορίζουμε όπως από 3 Αυγ. 1987 και στο εξής: Ι.Ο επιτηδευματίας που τηρεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά βιβλία πρώτης κατηγορίας του Π.Δ. 99/1977 (ΦΕΚ 34 Α/9.2.1977) ή απαλλάσσεται από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρ. 1 του ίδιου Π.Δ/τος, αναρτά πινακίδα σε εμφανές μέρος του καταστήματός (τμήμα παράδοσης εμπορευμάτων, ταμείο κλπ.), στην οποία ανα(Αντί για τη σελ. 136,11) Σελ. 136,11(α) Τεύχος ΙΑ-9-1 Σελ. 105 Βιβλία και Φορολογικά Στοιχεία 27.Β.δ.55-56 γράφει ότι δεν έχει υποχρέωση έκδοσης αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών στο κοινό. Η υποχρέωση αυτή αφορά και το υποκατάστημα του επιτηδευματία. 2.Ο επιτηδευματίας, που τηρεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Π.Δ. 99/1977, αναρτά πινακίδα σε εμφανές μέρος του καταστήματός του (τμήμα παράδοσης εμπορευμάτων, ταμείο κλπ.), στην οποία αναγράφει, κατά περίπτωση, ότι έχει υποχρέωση να εκδίδει για τις λιανικές πωλήσεις αγαθών και την παροχή υπηρεσιών στο κοινό: α)θεωρημένες διπλότυπες αποδείξεις λιανικής πώλησης αγαθών και παροχής υπηρεσιών στα κοινά, ή β)αθεώρητες διπλότυπες αποδείξεις λιανικής πώλησης αγαθών, ή γ)οι αποδείξεις λιανικής πώλησης αγαθών και παροχής υπηρεσιών υπηρεσιών εκδίδονται με ταμειακή μηχανή. Η υποχρέωση αυτή αφορά και το υποκατάστημα του επιτηδευματία. 3.Στον επιτηδευματία που δεν συμμορφώνεται με τις πιο πάνω υποχρεώσεις του επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρ. 47 του Π.Δ. 99/1977. Η άνω Απόφαση κυρώθηκε και έχει ισχύ νόμου από την έκδοσή της από την παρ. 4 άρθρ. ΙΙ Νόμ. 1839/1989 (ΦΕΚ Α΄ 90), (τόμ. 28 Α , σελ. 268, 03).
360
40. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.1069 της 16/21 Σεπτ. 1949 (ΦΕΚ. 217) Περί ρυθμίσεως ζητημάτων τινων του Λιμενικού Σώματος. Άρθρ.1.-Δια την εφαρμογήν των διατάξεων του Α.Ν. 794/1948 «περί καταστάσεως Αξιωματικών Β.Ναυτικού» επί των Αξιωματικών του Λιμενικού Σώματος (Λ.Σ.) αντί της γνώμης του Ανωτάτου Ναυτικού συμβουλίου (Α.Ν.Σ.) λαμβάνεται η γνώμη Συμβουλίων συγκροτουμένων κατά τας διατάξεις του άρθρ. 10 του Ν.Δ. 482/1947 «περί εθελουσίας εξόδου και αποσυμφορήσεως ανωτέρων στελεχών Λ.Σ.». Άρθρ.2.-Αι διατάξεις του Ν.Δ. 595/1948 «περί ρυθμίσεως προαγωγών εφέδρων εκ μονίμων Αξιωματικών και Ανθυπασπιστών υπηρετησάντων κατά την πολεμικήν περίοδον (1940-1945)» επεκτείνονται ισχύουσαι από της δημοσιεύσεως του παρόντος και εις τους εφέδρους εκ μονίμων Λιμενικούς Αξιωματικούς τους υπηρετήσαντας κατά τας εν τω Νομοθετικώ τούτω Δ/τι διαλαμβανομένας περιόδους και αποκατασταθέντας δυνάμει του Νόμου υπ’ αριθ. 30/1946 «περί αποκαταστάσεως κατηγοριών τινων στελεχών του Λιμενικού Σώματος. Το κατά το άρθρ. 2 εδάφ. 1 του επεκτεινομένου ως άνω Ν.Δ. 595/1948 προβλεπόμενον Συμβούλιον συγκροτείται εκ πέντε Πλοιάρχων Λιμενικών. Σελ. 111 152-139 Αξιωματικοί και Υπαξιωματικοί Λ.Σ. 20.Γ.α.39-40 Αι υπό του εδαφ. 4 του άρθρ. 2 του επεκτεινομένου Ν.Δ/τος οριζόμεναι προθεσμίαι άρχονται από της ισχύος του παρόντος. Όπου εν τω επεκτεινομένω Ν.Δ/τι αναφέρεται ο Υπουργός των Στρατιωτικών νοείται δια την εφαρμογήν του παρόντος ο Υπουργός της Εμπορικής Ναυτιλίας. Οι τυχόν εγγραφησόμενοι εις τον πίνακα Α΄ Λιμενικοί Αξιωματικοί κατ’ εφαρμογήν του παρόντος, διατελούντες ήδη εν ενεργεία ως μόνιμοι λαμβάνουν τον ένα εισέτι βαθμόν, περί ου το εδάφ. 7 του άρθρ. 2 του επεκτεινομένου ως άνω Ν.Δ. 595/1948 συγχρόνως με την αποστρατείαν των. ΄Αρθρ.3.-Τα υπό των παρ. 1 και 2 του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 482/1947 «περί εθελουσίας εξόδου και αποσυμφορήσεως ανωτέρων στελεχών Λιμενικού Σώματος» οριζόμενα ευεργετήματα παρέχονται και εις τους αποστρατευθέντας ή αποστρατευομένους κατ’ εφαρμογήν του άρθρ. 103 παρ. 2 περιπτ.α΄ του Α.Ν. 794/1948 «περί αποκαταστάσεως Αξιωματικών Β.Ν.» Πλοιάρχους Λιμενικούς. Το Ν.Δ. 595/1948 παρατεθήσεται εις τον τόμ. 36.
158
85. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ.Φ21/21/646 της 11/16 Φεβρ.1976 (ΦΕΚ Β΄ 200) Περί προωθήσεως θέσεων Β΄ και Γ΄ Κατηγορίας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
371
1. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 4366 της 16/16 Σεπτ. 1964 (ΦΕΚ Α΄ 158) Περί ιδρύσεως Ελληνικής Τραπέζης Βιομηχανικής Αναπτύξεως. Τροποποιηθέν δια του Ν.Δ. 4486/1965 (κατωτ. αριθ. 3) και Α.Ν. 266 της 20/23 Ιαν. 1968 (ΦΕΚ Α΄ 13) κατηργήθη μετά των τροποποιήσεων αυτού δια του άρθρ. 6 Ν.Δ. 1369/1973 (κατωτ. αριθ. 5) πλην των παρατιθεμένων κατωτέρω πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρ. 7, της παρ. 2 του άρθρ. 10 και του άρθρ. 11. Άρθρον 7 3.Επί συμβάσεων, συμβολαιογραφικών εγγράφων και καταστατικών συναπτομένων υπό επιχειρήσεων εις ας μετέχει η Ε.Τ.Β.Α. δεν έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις του Ν.Δ. 3026/1954, ως εκάστοτε ισχύουν, τα δε συμβολαιογραφικά δικαιώματα δεν δύνανται να υπερβούν το ποσόν των δραχ. 5.000, επίσης δε τα πάσης φύσεως δικαιώματα εμμίσθων ή αμίσθων υποθηκοφυλάκων δια την μεταγραφήν τοιούτων συμβολαίων, ή τα δικαιώματα δια την υπέρ της Ε.Τ.Β.Α. εγγραφήν υποθήκης, προσημειώσεως ή κατασχέσεως δεν δύνανται να υπερβούν το ποσόν των δραχ. 3.000. Άρθρον 10 2.Επί αναγκαστικής εκτελέσεως κινητών και ακινήτων πραγμάτων, αποτελούντων αντικείμενον ενεχύρου ή υποθήκης υπέρ του Ο.Χ.Ο.Α. εις ασφάλειαν οιασδήποτε σχέσεως, εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρ. 9, παρ. 3 του Ν.Δ. 1038/1949, κυρωθέντος δια του Ν.Δ. 1198/1949, ως συνεπληρώθη δια του άρθρ. 1 του Ν.Δ. 2688/1953. Εις περίπτωσιν αναγκαστικής εκτελέσεως τοιούτων πραγμάτων επισπευδομένης υπό οιουδήποτε τρίτου, και αυτού του Δημοσίου, η εκποίησις δέον επί ποινή ακυρότητος, ην όμως μόνον η Ε.Τ.Β.Α., δύναται να επικαλεσθή, να ενεργήται πάντοτε εκπλειστηριαζομένων των πραγμάτων ως ενός συνόλου εκτός εάν η Ε.Τ.Β.Α. συναινέση δι’ εγγράφου δηλώσεως εις την μερικήν ή κεχωρισμένην εκποίησιν. Επί συνολικής εκπλειστηριάσεως, προς κατάρτισιν του πίνακος κατατάξεως εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις του άρθρ. 23 του Ν.Δ. 3562/1956. Άρθρ.11.-Τα της ασφαλίσεως του προσωπικού της Ε.Τ.Β.Α. θέλουσι ρυθμισθή δια Β.Δ/τος εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Βιομηχανίας και Εργασίας, μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής.
248
64. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 3790 της 11/12 Οκτ. 1957 Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων του κώδικος περί δικηγόρων. Άρθρ.1.-(Προστίθενται παρ. 2-9 εις το άρθρ. 96 του Ν.Δ. 3026/54 «περί του Κώδικος των δικηγόρων». άρθρ. 11 του Ν.Δ. 3520/56). Άρθρ.9.-1.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 35 του Ν.Δ. 3026/54). (Μετά την σελ. 390,02(α) Σελ. 390,03 ΠΑ-29 Κώδικας περί Δικηγόρων 6.Δ.α.64 2.Δικηγόροι διωρισμένοι παρά Πρωτοδικείω εδρεύοντι εκτός της έδρας του Εφετείου δύνανται κατά την συζήτησιν εφέσεως κατ’ αποφάσεως εις ην πρωτοδίκως έλαβον μέρος, να παρίστανται και ενεργούν πάσας τας σχετικάς δικαστικάς πράξεις ενώπιον του Εφετείου, εις ου την περιφέρειαν ανήκει το Πρωτοδικείον παρ’ ω τυγχάνουν διωρισμένοι, εφ’ όσον έχουν τα υπό του Νόμου απαιτούμενα προσόντα και προαχθούν εις δικηγόρους παρ’ Εφέταις συμφώνως προς τας διατάξεις του Κώδικος περί δικηγόρων. Άρθρ.10.-(Αντικαθίσταται το άρθρ. 94 του Ν.Δ. 3026/54). Άρθρ.11.-Η αληθής έννοια της διατάξεως του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 248 του Ν. Δ. 3026/54 «περί Κώδικος των Δικηγόρων» είναι ότι δια τον καθορισμόν της καταβλητέας αποζημιώσεως εις τους βάσει των Νόμ. 751/48 και 1836/51 προσληφθέντας δικηγόρους, απολυομένους δε μετά την διατήρησιν αυτών πέραν του χρόνου της υποχρεωτικής παραμονής, καθορίζεται δια του συνυπολογισμού ολοκλήρου του χρόνου από της αρχικής τοποθετήσεως αυτών. Άρθρ.12.-1.Η εν τη παρ. 8 του άρθρ. 248 του Ν.Δ. 3026/54 «περί Κώδικος των Δικηγόρων» προθεσμία λήψεως του πτυχίου των τελειοφοίτων της Νομικής παρατείνεται επί δύο εισέτι έτη από της λήξεως αυτής, μόνον δια τους μη διατελούντας εις θέσιν εμμίσθου δημοσίου υπαλλήλου ή υπαλλήλου Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου, και μη συνταξιοδοτουμένους εκ του Δημοσίου ή άλλου ειδικού Ταμείου εφ’ όσον η βασική μηνιαία σύνταξις δεν υπερβαίνει τας 1500 δραχμάς και εφ’ όσον υπερέβησαν το 50όν έτος της ηλικίας των. Ούτοι διορίζονται υποχρεωτικώς εις το Δικαστήριον της περιφερείας της καταγωγής αυτών, ή της μονίμου εγκαταστάσεώς των. 2.(Προστίθεται περίοδος εν τέλει της παρ. 3 του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 3026/54). Άρθρ.13.-(Προστίθεται 5η παράγραφος εν τέλει του άρθρ. 239 του Ν.Δ. 3026/54). Άρθρ.14.(Αντικαθίσταται η παρ.4 του άρθρ. 242 του Ν.Δ. 3026/54). Άρθρ.15.-(Προστίθεται εδάφιον εν τέλει της παρ. 2 του άρθρ. 243 του Ν.Δ. 3026/54). Άρθρ.16.-1.(Αντικαθίσταται το άρθρ. 216 του Ν.Δ. 3026/54). 2.(Προστίθεται εδάφιον εις το άρθρ. 232 του Ν.Δ. 3026/54). Σελ. 390,04 3.Η υπό των διατάξεων του άρθρ. 25 παρ. 2 του από 31 Δεκ. 1955 Β. Δ/τος «περί εφαρμογής του Υπαλληλικού Κώδικος επί των υπαλλήλων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου», προβλεπομένη προθεσμία προς έκδοσιν Β. Δ/τος τροποποιήσεως του Κώδικος Δημοσίων υπαλλήλων, η λήξασα την 31ην Δεκ. 1956, παρατείνεται όσον αφορά τους υπαλλήλους των Δικηγορικών Συλλόγων και τους υπαλλήλους του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων επί εν έτος από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Μέχρι της χρονολογίας ταύτης τα υπό του Κώδικος των Δημοσίων υπαλλήλων ρυθμιζόμενα θέματα εξακολουθούν να διέπωνται δια τους υπαλλήλους τούτους υπό των προϊσχυουσών διατάξεων. Άρθρ.2.-(Απαλείφονται λέξεις εκ του άρθρ. 5 παρ. 3 του Ν. Δ. 3026/54). Άρθρ.17.-1.Δεν επιτρέπεται διορισμός δοκίμων δικηγόρων εις τα Ειρηνοδικεία της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης. 2.Δόκιμοι δικηγόροι, λαβόντες την βάσιν εις τους διαγωνισμούς δικηγόρων, μετά τριετή υπηρεσίαν δύνανται να μετατίθενται, τη αιτήσει των, εις κενάς θέσεις δικηγόρων παρά τω οικείω πρωτοδικείω, προτιμώμενοι εις την κατάληψιν πλασματικών θέσεων. Άρθρ.18.-1.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 88 του Ν.Δ. 3026/54). 2.(Αντικαθίσταται η παρ. 3 του άρθρ. 88 του Ν.Δ. 3026/54). 3.Δεν επιτρέπεται διορισμός δικολάβων εις Ειρηνοδικεία Α΄ τάξεως ως και εν τη περιφερεία του Πρωτοδικείου Αθηνών. Άρθρ.19.-1.Οι δικολάβοι δικαιούνται αμοιβής δια τας παρεχομένας υπ’ αυτών δικαστικάς ή εξωδίκους εργασίας, ήτις δεν δύναται να είναι ανωτέρα του ημίσεος του κατά τας διατάξεις του κώδικος των δικηγόρων ελαχίστου ορίου αμοιβής των δικηγόρων. 2.Η απαίτησις δια παρασχεθείσας υπηρεσίας εκδικάζεται κατά την διαδικασίαν των μικροδιαφορών, ανεξαρτήτως ποσού, αποκλειομένης της επιδικάσεως αμοιβής δια τας κατ’ αυτήν ενεργείας του δικολάβου. Επί ποινή εκπτώσεως ο δικολάβος υποχρεούται να περιλαμβάνη εις την αγωγήν του πάσας τας αξιώσεις αυτού κατά του πελάτου του. Άρθρ.20.-1.(Προστίθεται εδάφιον εις την παρ. 1 του άρθρ. 1 του Α.Ν. 87/1936, ως ετροποποιήθη υπό του Νόμ. 753/1948 (κατωτ. σελ. 399). 6.Δ.α.64 Κώδικας περί Δικηγόρων 2.Η υπό των άρθρ. 11-16 του απ 6 Σεπτ. 1956 Β. Δ/τος προβλεπομένη εφ’ άπαξ παροχή εις τα μέλη του Ταμείου, δύναται να επεκτείνηται και εις τους υπαλλήλους του Ταμείου δι’ αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου αυτού εγκρινομένης υπό του Υπουργού της Δικαιοσύνης, δι’ ης καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις της παροχής ταύτης. 3.Το υπό του εδαφ. γ΄ της παρ. 3 του άρθρ. 1 του Α.Ν. 87/1936 «περί ιδρύσεως Ταμείου Προνοίας παρ’ εκάστω Δικηγορικώ Συλλόγω» ως το εδάφιον τούτο αντικατεστάθη υπό του άρθρ. 2 παρ. 1 του Ν. 753/1948, προβλεπόμενον ποσοστόν επί της κατά τον Κ.Δ. εισπραττομένης δικηγορικής αμοιβής, δύναται να επιβληθή επί των δικηγορικών αμοιβών, αποδοχών, κλπ. εν γένει και μέχρι ποσοστού 25% δι’ ειδικής αποφάσεως της συνελεύσεως των μελών εκάστου Ταμείου ή του νόμω ασκούντος τυχόν τας αρμοδιότητας της συνελεύσεως συλλογικού οργάνου, λαμβανομένης δια πλειοψηφίας των 2/3 του συνόλου των μελών του Ταμείου ή του ασκούντος τας αρμοδιότητας της συνελεύσεως συλλογικού οργάνου. Δια της αυτής αποφάσεως, δυναμένης να τροποποιηθή δι’ αποφάσεως, λαμβανομένης δια της αυτής ως άνω πλειοψηφίας, θα καθορίζωνται αι υποκείμεναι εις την εν λόγω εισφοράν αμοιβαί εν γένει Δικηγόρων, η διαδικασία της εισπράξεως της εισφοράς ταύτης, ο σκοπός ή οι σκοποί, υπέρ ων θα διατίθεται το προϊόν αυτής ως και πάσα άλλη σχετική λεπτομέρεια. Αι αποφάσεις αύται υπόκεινται εις την έγκρισιν του Υπουργού της Δικαιοσύνης, δυναμένου και να τροποποιή ταύτας. Άρθρ.21.-1.«Δικηγόροι ή επί συμβάσει δικαστικοί σύμβουλοι παρέχοντες τας καθαρώς νομικάς υπηρεσίας των προς νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου ή Τραπέζας επί παγία περιοδική (ετησία ή μηνιαία κλπ.) αμοιβή ουχί κατωτέρα της κατ’ εφαρμογήν της παρ. 2 του άρθρ. 92 του Ν.Δ. 3026/1954, οριζόμενης αμοιβής δια των εκδιδομένων αποφάσεων του Υπουργού Δικαιοσύνης ασφαλίζονται υποχρεωτικώς και παρά τοις τυχόν υφισταμένοις δια το προσωπικόν τούτων Ταμείοις κυρίας ασφαλίσεως, εκτός αν δηλώσωσιν, ότι δεν επιθυμούσι την παρ’ αυτοίς ασφάλισιν εντός προθεσμίας τριών μηνών από της προσλήψεώς των. Ολόκληρος ο προ της ισχύος του Ν.Δ. 3790/57 διαδραμών χρόνος παροχής των υπηρεσιών του δικηγόρου ή δικαστικού συμβούλου προς τα αυτά πρόσωπα ή τραπέζας λογίζεται ως συντάξιμος. Οι κατά τα ανωτέρω ασφαλιζόμενοι βαρύνονται αντιστοίχως με ολοκλήρους τας κατά το καταστατικόν του Ταμείου βαρυνούσας τον εργοδότην και εργαζόμενον κρατήσεις δι’ άπαντα τον χρόνον τούτον, επί τη βάσει του μέσου όρου των υπ’ αυτών ληφθεισών αποδοχών κατά την τελευταίαν προ της υπαγωγής των εις την ασφάλισιν πενταετίαν άνευ ουδεμιάς προσαυξήσεως, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων των οικείων καταστατικών». Το πρώτον εδάφιον αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 1 άρθρ. 6 Ν.Δ. 4272/1962 (κατωτ. αριθ. 71). Εν περιπτώσει καθ’ ην δύο ή πλείονα νομικά πρόσωπα με ίδιον έκαστον Ταμείον ασφαλίσεως, διατηρούσιν ενιαίαν νομικήν υπηρεσίαν της παγίας αμοιβής του δικηγόρου ή δικαστικού Συμβούλου καταβαλλομένης υπό του Ταμείου του ενός εξ αυτών, εφαρμόζονται μεν εξ ολοκλήρου άπαντα τα ανωτέρω, υπό τον περιορισμόν όμως ότι, η υποχρεωτική ασφάλισις του δικηγόρου ή δικαστικού Συμβούλου θα ισχύη δι’ εν και μόνον εκ των Ταμείων τούτων, ελευθέρως υπ’ αυτού επιλεγόμενον εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος ή από της εν τω μέλλοντι συνδρομής των ανωτέρω προϋποθέσεων, δι’ εγγράφου δηλώσεώς του κοινοποιουμένης προς τε το επιλεγησόμενον υπ’ αυτού Ταμείον και το συναφές αυτώ νομικόν πρόσωπον . Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής της παρούσης διατάξεως κανονισθήσονται δια κοινής αποφάσεως του Υπουργού της Δικαιοσύνης και του εποπτεύοντος το Νομικόν πρόσωπον αρμοδίου Υπουργού. Δυνάμει της παρ. 13 άρθρ. 1 Ν. Δ. 4577/1966 (τόμ. 15Β σελ. 18,0022) η διάταξις της ανωτέρω παρ. 1 έχει εφαρμογήν και επί των επί παγία περιοδική αμοιβή δικηγόρων και νομικών συμβούλων των εργοδοτικών επαγγελματικών οργανώσεων, ων το σύνηθες έμμισθον προσωπικόν υπερβαίνει τους 20 και ασφαλίζεται εις το ΙΚΑ. «2.Το κατά την προηγούμενην παράγραφον δικαίωμα, εν περιπτώσει θανάτου του δικηγόρου ή δικαστικού συμβούλου, δύναται να ασκήση αυτοτελώς και η χήρα σύζυγος, ως και τα λοιπά μέλη της οικογενείας αυτού, εφ’ όσον έχουν ίδιον δικαίωμα συντάξεως κατά τας διατάξεις των οικείων καταστατικών, υποκείμεναι και εις τας αντιστοίχους υποχρεώσεις έναντι των ασφαλιστικών Ταμείων. Η περί ασκήσεως του δικαιώματος αίτησις υποβάλλεται εντός διμήνου από του θανάτου του δικηγόρου και αν έτι ούτος ζων είχε αποποιηθεί, προκειμένου δε περί των ήδη αποθανόντων , εντός διμήνου από της δημοσιεύσεως του παρόντος. 3.Δια Β.Δ/των, εκδιδομένων προτάσει και των Υπουργών Συντονισμού, Δικαιοσύνης και του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού, δύναται να επεκταθή η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρ. 21 του Ν.Δ. 3790/1957 υπό τους εν αυτώ (Αντί της σελ. 390,05(β) Σελ. 390,05(γ) 302-043 Κώδικας περί Δικηγόρων 6.Δ.α.64 όρους και προϋποθέσεις, ως συμπληρούνται δια των προηγουμένων παραγράφων του άρθρου τούτου και επί δικηγόρων, ή επί συμβάσει δικαστικών συμβούλων, παρεχόντων τας νομικάς αποκλειστικώς υπηρεσίας των επί παγία μηνιαία ή ετησία αμοιβή εις νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ή Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως. 4.Η καταβολή της εισφοράς δια τον χρόνον προϋπηρεσίας δύναται να γίνη τμηματικώς, κατά τα ορισθησόμενα δια κοινών αποφάσεων του Υπουργού Δικαιοσύνης και του εποπτεύοντος το Ταμείον αρμοδίου Υπουργού. Δια τους κατά την ισχύν του παρόντος εργαζομένους δικηγόρους ή προθεσμία δηλώσεως της μη συμμετοχής εις την ασφάλισιν άρχεται από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Εις περίπτωσιν δηλώσεως μη συμμετοχής εις την ασφάλισιν, αι τυχόν καταβληθείσαι εισφοραί επιστρέφονται ατόκως. 5.Αι διατάξεις του άρθρ. 21 του Ν.Δ. 3790/1957, ως συμπληρούνται δια του παρόντος άρθρου, κατισχύουν πάσης αντιθέτου γενικής ή ειδικής διατάξεως περί ασφαλίσεως, των δικηγόρων ή δικαστικών συμβούλων εις τους περί ων πρόκειται οργανισμούς και αφ’ ης ίσχυσε τούτο. 6.Αι διατάξεις του εδαφ. β΄ του άρθρ. 21 του Ν. Δ.3790/1957 εφαρμόζονται αναλόγως και όταν το σύνολον ή μέρος του προσωπικού του νομικού προσώπου ασφαλίζεται εις διάφορα Ταμεία κυρίας ασφαλίσεως». Αι παρ. 2-6 προσετέθησαν δια της παρ. 2 άρθρ. 6 Ν. Δ. 4272/1962 (κατωτ. αριθ. 71). Άρθρ.22.-Αι διατάξεις του άρθρ. 16 του Νόμ. 3680/1957 έχουν εφαρμογήν και επί διορισμού δικηγόρου εις θέσιν αμίσθου υποθηκοφύλακος ή εις πάσαν άμισθον δικαστικήν ή διοικητικήν υπηρεσίαν, της προθεσμίας επιλογής δια τους ήδη τελούντας εν υπηρεσία αρχομένης από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Άρθρ.23.-(Προστίθεται πρότασις εν τέλει της παρ. 1 του άρθρ. 127 του Ν.Δ. 3026/54). Άρθρ.24.-(Προστίθενται παράγρ. 4, 5 και 6 εις το Άρθρ.3.-1.Πτυχιούχοι της Νομικής, ανάπηροι ή τραυματίαι πολέμου ή στρατευθέντες ως έφεδροι ή κληρωτοί εις τας ενόπλους δυνάμεις ή επί θητεία εις τα Σώματα Ασφαλείας και υπηρετήσαντες εις την ζώνην των πρόσω ως και εις τας κατά των συμμοριτών επιχειρήσεις ή υπηρετήσαντες εις τας ενόπλους δυνάμεις άνω των τριών ετών, ως και οι επί 18μηνον τουλάχιστον υπηρετήσαντες εις τας εθνικάς ανταρτικάς ομάδας - της υπηρεσίας ταύτης αποδεικνυομένης δια πιστοποιητικού στρατολογικής καταστάσεως - λαβόντες το πτυχίον αυτών ή συμπληρώσαντες την άσκησιν μετά την δημοσίευσιν του υπ’ αριθ. 3026/54 Ν. Δ/τος ή προκειμένου περί Κυπρίων ή Βορειοηπειρωτών, εφ’ όσον ούτοι εγκατέλειψαν την χώραν των λόγω Σελ. 390,02(α) ΠΑ-28 διώξεων συνεπεία της εθνικής δράσεως, οι πρώτοι από της λήψεως των εκτάκτων μέτρων εν Κύπρω, οι δεύτεροι δε από του 1944, δύνανται να προσέλθωσιν εις τους εντός του τρέχοντος και του προσεχούς έτους ενεργουμένους διαγωνισμούς υποψηφίων δικηγόρων, μετά δωδεκάμηνον πρακτικήν παρά δικηγόρω άσκησιν. Ούτοι μετ’ επιτυχή εξέτασιν διορίζονται δικηγόροι εις τα δικαστήρια της περιφερείας της καταγωγής αυτών ή της μονίμου εγκαταστάσεως αυτών κατά την εκ των τάξεων του Στρατού ή των Σωμάτων Ασφαλείας απόλυσιν, πέραν του υπό του άρθρ. 187 του Ν. Δ. 3026/54). Μεταβατικαί Διατάξεις Άρθρ.25.-Πτυχιούχοι Νομικής εκπληρώσαντες από της ισχύος του Ν.Δ. 3026/1954 μέχρι σήμερον την στρατιωτικήν θητείαν και μη εγγραφέντες κατά την διάρκειαν ταύτης ως ασκούμενοι δικηγόροι, γίνονται δεκτοί εις τους εντός έτους από της ισχύος του παρόντος ενεργουμένους διαγωνισμούς υποψηφίων δικηγόρων εφ’ όσον: α)διήνησαν εν Σελ. 390,06(γ) 302-044 τουλάχιστον έτος στρατιωτικής υπηρεσίας μετά την λήψιν του πτυχίου των και β)συνεπλήρωσαν ή θέλουν συμπληρώσει από της εγγραφής αυτών εν έτος πραγματικής ασκήσεως μη συμπιπτούσης χρονικώς μετά της στρατιωτικής αυτών θητείας, ως και τον κατά νόμον απαιτούμενον αριθμόν παραστάσεων. Άρθρ.26.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εξαιρέσει των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρ. 10, η ισχύς των οποίων άρχεται από της 1ης Απρ. 1957. άρθρ. 13 καθοριζομένου αριθμού οργανικών θέσεων, ουχί πλέον όμως του διπλασίου του υπό του άρθρου τούτου προβλεπομένου ελαχίστου ορίου πληρωτέων θέσεων. 2.Πτυχιούχοι Νομικής, τραυματίαι ή ανάπηροι πολέμου, ως και πολεμισταί, συμμετασχόντες εις τον ελληνοϊταλικόν πόλεμον, εις την ένοπλον αντίστασιν κατά την κατοχήν ή εις την Μέσην Ανατολήν και εις τας κατά των συμμοριτών επιχειρήσεις, συμπληρώσαντες συνολικώς στρατιωτικήν υπηρεσίαν τουλάχιστον 5 ετών, δύνανται, μετά 18μηνον πρακτικήν άσκησιν παρά δικηγόρω, να προσέλθωσιν εντός έτους από της ισχύος του παρόντος εις τας παρ’ Αρείω Πάγω εξετάσεις. Ούτοι, μετ’ επιτυχή εξέτασιν, διορίζονται δικηγόροι, ανεξαρτήτως του τόπου της ασκήσεώς των, εις τα Δικαστήρια της καταγωγής αυτών η του τόπου της μονίμου εγκαταστάσεώς των, καθ’ υπέρβασιν του υπό του άρθρ. 13 του παρόντος Ν. Δ/τος προβλεπομένου αριθμού οργανικών θέσεων. 3.Αι υπό του άρθρ. 7 του Ν. 3466/55 καθοριζόμεναι θέσεις δικηγόρων πέραν των υπό του άρθρ. 13 του Ν.Δ. 3026/54 «περί Κώδικος Δικηγόρων» προβλεπομένων δι’ έκαστον Δικηγορικόν Σύλλογον θέσεων, εφ’ όσον δεν συνεπληρώθησαν μέχρι της ισχύος του παρόντος προστίθενται εις τας εντός του τρέχοντος και του προσεχούς έτους πληρωθησομένας δια διαγωνισμού θέσεις συμφώνως προς τας διατάξεις του κώδικος περί δικηγόρων, συμπληρούμεναι δι’ υποψηφίων δικηγόρων λαβόντων μέρος εις τους από της εφαρμογής αυτού γενομένους διαγωνισμούς. Άρθρ.4.-1.(Αντικαθίσταται το δεύτερον εδάφιον της παρ. 4 του άρθρ. 13 του Ν.Δ. 3026/54). 2.Μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι των Κεντρικών Υπηρεσιών των Υπουργείων επί βαθμώ Τμηματάρχου α΄ ή β΄ τάξεως και άνω, πτυχιούχοι της Νομικής, απολυθέντες λόγω καταργήσεως θέσεως βάσει του Ν. Δ. 2500/1953, διορίζονται δικηγόροι πέραν του ισχύοντος εκάστοτε ωρισμένου αριθμού δικηγόρων, μετ’ επιτυχή εξέτασιν, δι’ ην δεν απαιτείται προηγουμένη άσκησις. 6.Δ.α.64 Κώδικας περί Δικηγόρων Τα του χρόνου ενεργείας των εξετάσεων κλπ. καθορίζονται δι’ αποφάσεων του επί της Δικαιοσύνης Υπουργού. Η διάταξις της παρούσης παρ. 2 ισχύει επί εν έτος από της δημοσιεύσεως του παρόντος, ο δε αριθμός των ούτω διοριζομένων δεν δύναται να υπερβή αριθμόν θέσεων ίσον προς τον κατά το άρθρ. 13 παρ. 4 εδ. β΄ του κώδικος των δικηγόρων καθοριζόμενον αριθμόν πλασματικών θέσεων. 3.Κρατικοί λειτουργοί επί 2ω τουλάχιστον βαθμώ, διατελέσαντες δικηγόροι ή μη αποδεχθέντες τον διορισμόν ως δικηγόρων, αποχωρούντες της υπηρεσίας εντός τριμήνου από της δημοσιεύσεως του παρόντος και καθ’ ον χρόνον ασκούν καθήκοντα μετακλητού υπαλλήλου ανωτέρας θέσεως, επαναδιορίζονται δικηγόροι παρά τω Πρωτοδικείω, παρ’ ω το πρώτον είχον διορισθή, κατά παρέκκλισιν των διατάξεων των άρθρ. 13 και 21 του κώδικος «περί δικηγόρων», εφ’ όσον έχουν υποστή επιτυχή παρ’ Αρείω Πάγω πρακτικήν εξέτασιν και εντός του κατά την προηγουμένην παρ. 2 αριθμού πλασματικών θέσεων. 4.Δικηγόροι, έχοντες τα προς διορισμόν προσόντα, δυνάμει του προϊσχύσαντος Κώδικος Δικηγόρων και του Α.Ν. 1788 της 23. 4/8.5.1951, υποβάλοντες δε εις το Υπουργείον Δικαιοσύνης αίτησιν διορισμού προ της ψηφίσεως του ισχύοντος Κώδικος Δικηγόρων Ν.Δ. 3026/6/8 Οκτ. 1954, διορίζονται εν αις δικαστηρίοις ητήσαντο ή ήσαν πρότερον διωρισμένοι, κατά παρέκκλισιν των διατάξεων του ισχύοντος Κώδικος Δικηγόρων, εφ’ όσον ζητήσωσι τούτο δια νέας αιτήσεως των, υποβληθησομένης εντός μηνός από της δημοσιεύσεως του παρόντος. 5.(Προστίθεται εβδόμη παράγραφος εις το άρθρ. 21 του Ν.Δ. 3026/54). 6.Η διάταξις της παρ. 2 του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 3392/1955 επαναφέρεται εν ισχύϊ επί ένα μήνα από της δημοσιεύσεως του παρόντος, δια τους διαγραφέντας του μητρώου δικηγόρους κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του Νόμου 1000/1946 ως μη υποβαλλόντας σχετικήν δήλωσιν λόγω της ιδιότητος αυτών ως δημοσιογράφων, μελών ανεγνωρισμένης ενώσεως Συντακτών. 7.Δικηγόροι διαγραφέντες των μητρώων από του 1946 ως μη υποβαλόντες δήλωσιν ασκήσεως του επαγγέλματος, καθ’ ον χρόνον διετέλουν Νομάρχαι ή Γενικοί Επιθεωρηταί Νομαρχιών, επανεγγράφονται εις τους Δικηγορικούς Συλλόγους της αρχικής αυτών εγγραφής, υπολογιζομένου του διαρρεύσαντος χρόνου ως εν αναστολή ασκήσεως του λειτουργήματος, εφ’ όσον συμπίπτει με τον χρόνον της εις τας ως άνω θέσεις υπηρεσίας. 8.(Προστίθεται παρ. 8 εις το άρθρ. 21 του Ν.Δ. 3026/54). Άρθρ.5.-(Αντικαθίσταται η παρ. 4 του άρθρ. 17 του Ν.Δ. 3026/54). Άρθρ.6.-1.Δικηγόροι στερηθέντες του δικαιώματος ασκήσεως του δικηγορικού λειτουργήματος, συνεπεία καταδίκης, επανεγγράφονται εις τα Μητρώα των οικείων Δικ. Συλλόγων, τη αιτήσει των εντός τριμήνου προθεσμίας από της δημοσιεύσεως του παρόντος, εφ’ όσον η ποινή των εχαρίσθη δια Βασιλικής Χάριτος μετ’ άρσεως των συνεπειών και δεν πρόκειται περί καταδίκης δι’ ατιμωτικόν αδίκημα. 2.Δικηγόροι αναγκασθέντες να εγκαταλείψωσι τας έδρας των, ως και την άσκησιν του Δικηγορικού των λειτουργήματος είτε α)αυτοβούλως λόγω της ανωμάλου καταστάσεως είτε β)συνεπεία καταδίκης σχέσιν εχούσης με την ανώμαλον κατάστασιν και διαγραφέντες των μητρώων των οικείων δικηγορικών συλλόγων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του Α.Ν. 1002/46 ή του κώδικος περί Δικηγόρων, εκλεγέντες δε βουλευταί επαναγράφονται κατόπιν αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου, του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου εάν αιτήσωσι του αιρομένων ως προς τούτους των συνεπειών της τυχόν υφισταμένης καταδίκης. Το αυτό αποτέλεσμα επέρχεται εφ’ όσον τύχωσι χάριτος μετ’ άρσεως συνεπειών. 3.Καταδίκη δικηγόρου εις χρηματικήν ποινήν επί συκοφαντική δυσφημήσει τελεσθείση εξ αμελείας δια του τύπου λόγω της ιδιότητος αυτού ως διευθυντού εφημερίδος δεν αποτελεί κώλυμα διορισμού εις δημοσίαν θέσιν. Άρθρ.7.-1.Αι διατάξεις του αρθρ. 21 παρ. 4 του υπ’ αριθ. 3026/1954 Ν.Δ. και του άρθρ. 11 του Ν.Δ. 3520/56 έχουσιν εφαρμογήν και δια τα μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας. 2.(Αντικαθίσταται η δευτέρα παράγραφος του άρθρ. 11 του Ν. Δ. 3520/56 ανωτ. σελ. ). Άρθρ.8.-1.(Προστίθεται εδάφιον εν τέλει της παρ. 3 του άρθρ. 11 του Ν.Δ. 3520/56). 2.(Αντικαθίσταται η παρ. 4 του άρθρ. 11 του Ν.Δ. 3520/56). 3.Γίνεται προσθήκη εις το τέλος της παρ. 5 του
201
57. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.7 της 14/22 Ιαν.1986 (ΦΕΚ Α΄5) Σύσταση νέων κλάδων και μονίμων οργανικών θέσεων προσωπικού στα Νομαρχιακά Ταμεία της Χώρας (Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Δ.3620/1956). Έχοντας υπ’ όψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρ. 24 παρ. 5 του Νόμ. 1558/1985 (ΦΕΚ 137, τ.Α΄ / 26.7.1985), «Κυβέρνηση και κυβερνητικά όργανα» 2.Την 917/13.11.1985 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας και με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εσωτερικών και Δημοσίας Τάξης και Οικονομικών, αποφασίζουμε: Άρθρ.1.-α)Συνιστάται σε κάθε Νομαρχιακό Ταμείο της Χώρας, νέος Κλάδος ΑΤ1 Διοικητικού, που περιλαμβάνει μία θέση με βαθμούς 8ο-4ο. Οι ανωτέρω θέσεις προστίθενται στην οργανική σύνθεση του μονίμου προσωπικού των Νομαρχιακών Ταμείων. Προσόν διορισμού στον εισαγωγικό βαθμό 8ο, του Κλάδου ΑΤ1 Διοικητικού, ορίζεται το πτυχίο οποιουδήποτε τμήματος Νομικής Σχολής ημεδαπού Πανεπιστημίου ή της Ανωτάτης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών ή της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών ή Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής ή ισότιμο πτυχίο Σχολής της ημεδαπής ή αλλοδαπής, αντίστοιχης ειδικότητας. β)Επίσης συνιστάται στα Νομαρχιακά Ταμεία της Χώρας, πλην των, Άρτας, Αχαίας, Θεσσαλονίκης και Τρικάλων, νέος Κλάδος ΑΡ8 Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων, που περιλαμβάνει μία θέση για κάθε Νομαρχιακό Ταμείο, διαβαθμισμένη με βαθμούς 9ο-6ο. Οι ανωτέρω θέσεις προστίθενται στην οργανική σύνθεση του μονίμου προσωπικού των Νομαρχιακών Ταμείων. Προσόν διορισμού στον εισαγωγικό 9ο βαθμό του Κλάδου ΑΡ8 Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων, ορίζεται το πτυχίο Μηχανολογίας ή Ηλεκτρολογίας ΤΕΙ ή πτυχίο ισότιμης Σχολής της ημεδαπής ή αλλοδαπής αντίστοιχης ειδικότητας. Άρθρ.2.-1.Συνιστώνται στα Νομαρχιακά Ταμεία οι παρακάτω μόνιμες οργανικές θέσεις προσωπικού του Κλάδου ΜΕΙ Διοικητικού, οι οποίες προστίθενται στις ήδη προβλεπόμενες από τις διατάξεις του άρθρ.1 του από 8/13.5.1957 Β.Δ/τος “περί ορισμού και διαρθρώσεως θέσεων προσωπικού των κατά το Ν.Δ.3620/1956 Νομαρχιακών Ταμείων”, (ΦΕΚ 84, τ.Α΄/1957) και του Β.Δ.51/1970 “περί συστάσεως τακτικών θέσεων παρά τοις Νομαρχιακοίς Ταμείοις κατ’ εφαρμογήν του Ν.Δ.169/1969” (ΦΕΚ 13τ.Α΄/1970), όπως κατωτέρω: α)Μία θέση με βαθμούς 10ο-6ο, Κλάδου ΜΕΙ Διοικητικού, στα Νομαρχιακά Ταμεία Αρκαδίας, Βοιωτίας, Γρεβενών, Δράμας, Έβρου, Ευρυτανίας, Ηρακλείου, Θεσπρωτίας, Καρδίτσας, Καστοριάς, Κερκύρας, Κιλκίς, Κορινθίας, Λασιθίου, Λευκάδας Μεσσηνίας, Ξάνθης, Πέλλης, Πιερίας, Ροδόπης, Σάμου, Τρικάλων, Φθιώτιδας, Φλωρίνης, Φωκίδας, Χαλκιδικής, Χανίων και Χίου. β)Δύο θέσεις με βαθμούς 10ο-6ο, Κλάδου ΜΕΙ Διοικητικού στα Νομαρχιακά Ταμεία Αιτωλοακαρνανίας, Αργολίδας, Δωδεκανήσου, Ευβοίας, Ηλείας, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Καβάλας, Κοζάνης, Κυκλάδων, Λαρίσης και Μαγνησίας. γ)Τρείς θέσεις με βαθμούς 10ο-6ο, Κλάδου ΜΕΙ Διοικητικού στο Νομαρχιακό Ταμείο Αττικής. 3.Προσόν διορισμού στον εισαγωγικό 10ο βαθμό του Κλάδου ΜΕΙ Διοικητικού ορίζεται το απολυτήριο λυκείου ή εξαταξίου γυμνασίου ή άλλου ισότιμου σχολείου.
292
41. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 354 της 24 Μαΐου/9 Ιουν. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 86) Περί ιδρύσεως Πρεσβείας εν ADEN της Νοτίου Υεμένης.
180
8. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 171 της 16/18 Νοεμ. 1974 (ΦΕΚ Α΄ 345) Περί επιχορηγήσεως της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπό του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων. Άρθρ.1.-Επιτρέπεται εις το Ταμείον Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων όπως, κατόπιν αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου αυτού, επιχορηγήση εκ του Προϋπολογισμού του τρέχοντος οικονομικού έτους μέχρι ποσού 3.000.0000 δραχμών, την Αρχαιολογικήν Υπηρεσίαν της Κυπριακής Δημοκρατίας, προς ενίσχυσιν της προστασίας των Μουσείων, Αρχαιολογικών Χώρων και εν γένει Μνημείων της Κύπρου. Άρθρ.2.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 9. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ, ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Αριθ. 32609 της 17/29 Ιουλ. 1975 (ΦΕΚ Β΄ 784) Περί λήξεως θητείας Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων και καθορισμός αριθμού μελών συνθέσεως και αρμοδιοτήτων νέου τοιούτου. Βλ. ήδη άρθρ. 3 Νόμ. 736/1977 (κατωτ. αριθ. 11). Σελ. 916(γ) Τεύχος Ζ71-Σελ. 128 31.Λ.γ.7-9 Ταμείο Αρχαιολογικών πόρων και απαλλοτριώσεων 66
105
129. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 152347/3807 της 11/29 Μαΐου 1981 (ΦΕΚ Β΄ 309) Περί καταπολεμήσεως εντόμων ή τρωκτικών σε κατοικημένους χώρους. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του Νόμ. 721/77 «περί ελέγχου και εγκρίσεως κυκλοφορίας γεωργικών φαρμάκων» και ειδικότερα εκείνες που καθορίζονται με τα άρθρα: 2 παρ. 1, 14 παρ. 2τ΄, 29 και 30. 2.Το άρθρ. 4 του Β.Δ. 364/1967 που καθορίζει το κατώτατο όριο της τιμής οξείας τοξικότητας των σκευασμάτων τα οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται σε χώρους ομαδικής συμβιώσεως και επιβάλλει την παρουσία ειδικών επιστημόνων κατά την εφαρμογήν τους στους χώρους αυτούς. 3.Την ανάγκη επιβολής περαιτέρω ελέγχου στις διενεργούμενες από ιδιωτικές επιχειρήσεις καταπολεμήσεως εντόμων ή τρωκτικών σε κατοικημένους χώρους. 4.Την αριθ. 224632/14.5.80 κοινή απόφαση των Πρωθυπουργού και Υπουργού Γεωργίας «περί αναθέσεως αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Γεωργίας» ΦΕΚ 488 Β΄/20.5.1980. 5.Τη γνωμοδότηση αριθ. 1 της 7ης/10.4.81 συνεδριάσεως του Α.Σ.Υ.ΓΕ.Φ., αποφασίζουμε: 1.Θεσπίζουμε ειδική άδεια για τις επιχειρήσεις που συγκροτούν συνεργεία εφαρμογής καταπολεμήσεως εντόμων ή τρωκτικών σε κατοικημένους χώρους. Η άδεια αυτή εκδιδομένη από τη Δ/νση Προστασίας Φυτών του Υπουργείου Γεωργίας, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου ανανεώνεται κάθε πέντε χρόνια εφ’ όσον εξακολουθούν να ισχύουν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγήθηκε. Προϋπόθεσεις για τη χορήγηση της εν λόγω άδειας ορίζονται: α)Ο ενδιαφερόμενος να είναι ή να απασχολεί με υπαλληλική σχέση ένα από τους επιστήμονες που ορίζει το Β.Δ. 364/67, άρθρ. 4, (Ιατρό, Γεωπόνο Ανωτάτης Σχολής, Φαρμακοποιό, Χημικό). Ο επιστήμονας αυτός είναι υπεύθυνος για την αποτελεσματική και χωρίς επιπτώσεις δημόσια υγεία καταπολέμηση και υποχρεώνεται να επιβλέπει την εφαρμογή της. β)Ο ενδιαφερόμενος να διαθέτει τον απαραίτητο εξοπλισμό σε ψεκαστικά και λοιπά μέσα για την εφαρμογή της καταπολεμήσεως καθώς και γάντια, φόρμες, προσωπίδες κ.λπ. για την προστασία των εργατών. Ο εξοπλισμός αυτός θα αναγράφεται αναλυτικά στην άδεια κατά τη χορήγησή της και θα ελέγχεται η ύπαρξη και χρησιμοποίησή του από τις οριζόμενες με το άρθρ. 3 της παρούσης Υπηρεσίας. 2.Επιτρέπουμε την επ’ αμοιβή εφαρμογή καταπολεμήσεων εντόμων ή τρωκτικών σε κατοικημένους χώρους με τις εξής προϋποθέσεις: α)Το αναλαμβάνων την καταπολέμηση φυσικό ή νομικό πρόσωπο να είναι κάτοχος της άδειας που περιγράφεται στο προηγούμενο άρθρο. (Αντί για τη σελ. 410,665) Σελ. 410,665(α) Τεύχος ΣΤ22-Σελ.97 16.Ε.β.127-129 ΄Αμυνα κατά των ασθενειών των Φυτών β)Να χρησιμοποιείται σκεύασμα εγκεκριμένο, κατά τα οριζόμενα από το Νόμ. 721/1977, για την καταπολέμηση των συγκεκριμένων εντόμων ή τρωκτικών και να λαμβάνονται τα τυχόν ιδιαίτερα μέτρα που έχουν καθορισθεί με την έγκριση κυκλοφορίας του. γ)Ο υπεύθυνος επιστήμονας να παρακολουθεί την εργασία από της παρασκευής του υλικού επεμβάσεως και της χρησιμοποιήσεώς του μέχρι και της εφαρμογής των περιορισμών που επιβάλλονται για να καταστεί κατάλληλος για επαναχρησιμοποίηση ο χώρος στον οποίο έγινε η καταπολέμηση. δ)Να έχει γίνει έλεγχος από την οριζόμενη με το επόμενο άρθρο Υπηρεσία ως προς την δυνατότητα εφαρμογής της συγκεκριμένης καταπολεμήσεως χωρίς κινδύνους για την δημόσια υγεία. Για το σκοπό αυτό δηλούται ο χώρος, ο χρόνος και το σκεύασμα που θα χρησιμοποιηθεί και η αρμόδια Υπηρεσία υποχρεούται να ελέγξει και να εγκρίνει ή να απορρίψει εγγράφως την εφαρμογή της καταπολεμήσεως εντός δεκαημέρου από της υποβολής της σχετικής αιτήσεως. Σε περίπτωση που δεν πληρούνται, συνολικά ή μερικά, οι ως άνω προϋποθέσεις απαγορεύουμε την εφαρμογή καταπολεμήσεων εντόμων ή τρωκτικών σε κατοικημένους χώρους. 3.Αναθέτουμε τον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων της παρούσης: α)Στις κατά τόπους Δ/νσεις Γεωργίας για όλες τις περιοχές της χώρας εκτός από τους Νομούς Αττικής, Αχαΐας, Θεσ/νίκης και Ηρακλείου. β)Για τους Νομούς Αττικής,Αχαΐας, Θεσ/νίκης και Ηρακλείου στους εκεί εδρεύοντες Σταθμούς Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου. Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει ένα χρόνο από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
251
15. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 221 της 13/20 Μαΐου 1988 (ΦΕΚ Α΄ 95) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 143/28 Ιουν. 1988) Οργανισμός του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών.
287
18. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 8/14 Μαΐου 1957 Περί επιβολής ποιοτικού ελέγχου κατά την εξαγωγήν των ροδακίνων. Έχοντες υπ’ όψει το άρθρ. 1 του Νόμ. 5806/1933, ως και την υπ’ αριθ. 195/1957 γνωμάτευσιν του Συμβουλίου Επικρατείας, αποφασίζομεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-Απαγορεύεται η εξαγωγή νωπών οπωρών ροδακίνων, εφ’ όσον αύται δεν πληρούν τους όρους του παρόντος Β.Δ/τος και δεν έχει εκδοθή το υπό του άρθρ. 8 του παρόντος προβλεπόμενον πιστοποιητικόν καταλληλότητος προς εξαγωγήν. Ποιοτική ταξινόμησις άρθρ. 8 προβλεπόμενα πιστοποιητικά, δικαιουμένων εις την περίπτωσιν ταύτην, εφ’ όσον κρίνουν τούτο επιβεβλημένον, να απαγορεύσουν την εξαγωγήν των τυχόν ελεγχθέντων παρ’ αυτών φορτίων. 3.Δια του παρά τω Υπουργείω Γεωργίας Τμήματος Τυποποιήσεως και Ποιοτικού Ελέγχου δενδροκηποκομικών προϊόντων ασκείται η Ανωτέρα Εποπτεία επί της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Δ/τος καθ’ όλην την Επικράτειαν. (Αντί της σελ. 238,13) Σελ.238,13(α) ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.18 Ο Προϊστάμενος του εν λόγω Τμήματος ασκεί τα καθήκοντα του Ανωτέρω Επόπτου και δι’ επιτοπίου παρακολουθήσεως και καθοδηγήσεως των εντεταλμένων δια τον έλεγχον οργάνων, δικαιούμενος, να ενεργή κατ’ επέκτασιν των εν παρ. 2 του παρόντος άρθρου προβλεπομένων καθηκόντων των Εποπτών. Άρθρ.10.-1.Εν περιπτώσει διατυπώσεως εγγράφου διαφωνίας του εξαγωγέως προς την κρίσιν του ενεργήσαντος τον ποιοτικόν έλεγχον Κρατικού οργάνου, δικαιούται ούτος να ζητήση επανάληψιν του ποιοτικού ελέγχου των υπό εξαγωγήν φορτίων του ροδακίνων. Η επανάληψις του ποιοτικού ελέγχου διενεργείται αποκλειστικώς και μόνον παρά των εν άρθρ. 9 οριζομένων εποπτών, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου εξαγωγέως, εντός δε 12 το πολύ ωρών από της υποβολής της αιτήσεώς του. Η επανάληψις του ελέγχου διενεργείται εφ’ ολοκλήρου ή μέρους του φορτίου του ενδιαφερομένου εξαγωγέως, οπωσδήποτε δε και επί των κιβωτίων των ελεγχθέντων υπό των Κρατικών οργάνων, άτινα διαφυλάσσονται φέροντα την μονογραφήν τούτων. 2.Ροδάκινα κριθέντα ακατάλληλα προς εξαγωγήν ως μη πληρούντα τους όρους του παρόντος Β.Δ/τος απαγορεύεται όπως επανελεγθούν παρά των εντεταλμένων Κρατικών οργάνων μεταφερόμενα προς τον σκοπόν τούτον εις ετέρους λιμένας ή σιδηροδρομικούς σταθμούς. Εν περιπτώσει δε μεταφοράς αυτών εις άλλους λιμένας ή σιδηροδρομικούς σταθμούς προς τον σκοπόν τούτον αι Τελωνειακαί Αρχαί υποχρεούνται να ειδοποιούν σχετικώς τας Τελωνειακάς Αρχάς και τους σιδηροδρομικούς σταθμούς του τόπου προς ον κατευθύνονται τα φορτία προς ενημέρωσιν υπό τούτων των αρμοδίων Κρατικών οργάνων του ποιοτικού ελέγχου. Άρθρ.11.-Αι διατάξεις του παρόντος Δ/τος ισχύουν και δια τας διενεργουμένας μέσω του ελευθέρου λιμένος Θεσσαλονίκης εξαγωγάς ροδακίνων, εφ’ όσον η συσκευασία αυτών έχει λάβει χώραν εντός της ελευθέρας ζώνης. Άρθρ.12.-Η ισχύς του παρόντος Β.Δ/τος άρχεται μετά την παρέλευσιν μηνός από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, από της ημερομηνίας δε ταύτης το από 22.7.38 Β.Δ/μα «περί ποιοτικού ελέγχου κατά την εξαγωγήν των νωπών οπωρών και λαχανικών» δεν ισχύει ως προς την εξαγωγήν των ροδακίνων, καταργουμένων και των περί τούτων διατάξεων του Δ/τος τούτου. Εις τον αυτόν επί της Γεωργίας Υπουργόν ανατίθεμεν την εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. Άρθρ.2.-Αι προς εξαγωγήν κατάλληλοι νωπαί οπώραι ροδακίνων κατατάσσονται εις δύο ποιοτικάς κατηγορίας, ως ορίζονται κατωτέρω: «ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΕΞΤΡΑ» Αι οπώραι της κατηγορίας ταύτης δέον ναι είναι: -συλλεγμέναι δια της χειρός, μετά ή άνευ ποδίσκου και εις την περίπτωσιν υπάρξεως τοιούτου κεκομμένου εις ύψος αποκλείον τον τραυματισμόν των παρακειμένων εν τη συσκευασία οπωρών. -ποιότητος ανωτέρας, υγιείς, καθαραί, κανονικού σχήματος, απηλλαγμέναι παντός ίχνους εξωτερικής υγρασίας, απηλλαγμέναι διανοιγμάτων της κοιλότητος του κάλυκος και του πυρήνος, απηλλαγμέναι αλλοιώσεων των οργανοληπτικών χαρακτήρων ή της αντοχής προερχομένων εκ συντηρήσεώς των εις ψυγεία, πρακτικώς απηλλαγμέναι παντός ελαττώματος επηρεάζοντος την εξωτερικήν εμφάνισιν (βλάβαι επιδερμίδος εκ παγετού, ηλιακών εγκαυμάτων, χημικών ψεκασμών κλπ.) και παρουσιάζουσαι όλα τα χαρακτηριστικά και τον τυπικόν χρωματισμόν της ποικιλίας των ή των παραλλαγών των. ΑΝΟΧΗ: Δια την ποιοτικήν ταύτην κατηγορίαν εις έκαστον κιβώτιον συσκευασίας επιτρέπεται να υπάρχη ποσοστόν οπωρών επί του αριθμού αυτών μέχρι 5% (πλην διανοιγμάτων της κοιλότητος του κάλυκος και του πυρήνος, το οποίον δέον να είναι μηδέν) μη ανταποκρινομένων εις τα ανωτέρω οριζόμενα χαρακτηριστικά, αλλά παρουσιαζουσών τα χαρακτηριστικά της κατωτέρω ποιοτικής κατηγορίας «ΕΚΛΕΚΤΑ». «ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΕΚΛΕΚΤΑ» Αι οπώραι της κατηγορίας ταύτης δέον να πληρούν τους όρους και να έχουν τα αυτά χαρακτηριστικά της ανωτέρω κατηγορίας «ΕΞΤΡΑ» με την διαφοράν ότι, εκάστη οπώρα δύναται να έχη εν εκ των κατωτέρω ελαττωμάτων: -ελαφράν ανωμαλίαν σχήματος, -ελλιπή χρωματισμόν, -ελαφρά μωλωπίσματα ή τριψίματα παλαιά και επουλωμένα, -ελαφρά εγκαύματα ηλίου, -ελαφρότατα τραύματα επιφανειακά και μικράς εκτάσεως εκ διαφόρων αιτίων, παλαιά και επουλωμένα. «ΑΝΟΧΗ». Δια την ποιοτικήν ταύτην κατηγορίαν εις έκαστον κιβώτιον συσκευασίας επιτρέπεται να υπάρχη ποσοστόν οπωρών επί του αριθμού αυτών μέχρι 10% μη ανταποκρινομένων εις τα ανωτέρω οριζόμενα χαρακτηριστικά και δη οπώραι παρουσιάζουσαι μέχρι δύο εκ των εξής ελαττωμάτων: ανωμαλίαν σχήματος, ελλιπή χρωματισμόν, επουλωθέντα σημεία προσβολής εντόμων ή ασθενειών (αποκλειομένης της παρουσίας σκωλήκων και καπνιάς), επουλωθείσας σχισμάς, ελαφρά επουλωμένα σημεία εκ προσβολής χαλάζης, διανοίγματα της κοιλότητος του κάλυκος και του πυρήνος. Αι οπώραι αμφοτέρων των ως άνω ποιοτικών κατηγοριών ΕΞΤΡΑ και ΕΚΛΕΚΤΑ θα πρέπη να έχουν φθάσει εις ένα ικανοποιητικόν βαθμόν φυσιολογικής ωριμότητος και τοιούτον ώστε, αφ’ ενός μεν να αντέχουν αύται εις την μεταφοράν και την μεταχείρισιν μέχρι του τόπου προορισμού, αφ’ ετέρου δε να είναι ικανοποιητκώς ώριμοι κατά τον χρόνον της αφίξεώς των εις τούτον. Μετά την σελ. 238,10) Σελ. 238,11 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων 11.Ε.δ.18 Τύποι μεγεθών οπωρών Άρθρ.3.-Αι νωπαί οπώραι ροδακίνων διακρίνονται, αναλόγως της κατά την έννοιαν του ισημερινού διαμέτρου αυτών, ως τους κάτωθι τύπους μεγεθών: Διάμετρος 90 χιλ.μ. και άνω. Διάμετρος από 80 χιλ.μ. και μέχρις 90 χιλ.μ. μη συμπεριλαμβανομένων. Διάμετρος από 71 χιλ.μ. και μέχρις 80 χιλ.μ. μη συμπεριλαμβανομένων. Διάμετρος από 63 χιλ.μ. και μέχρις 71 χιλ.μ. μη συμπεριλαμβανομένων. Διάμετρος από 56 χιλ.μ. και μέχρις 63 χιλ.μ. μη συμπεριλαμβανομένων. Διάμετρος από 50 χιλ.μ. και μέχρις 56 χιλ.μ. μη συμπεριλαμβανομένων. Τα ροδάκινα τα ανήκοντα εις τους δύο τελευταίους τύπους μεγεθών δεν δύνανται να υπαχθώσιν εις την ποιοτικήν κατηγορίαν «ΕΞΤΡΑ». ΑΝΟΧΗ: Εις έκαστον κιβώτιον συσκευασίας επιτρέπεται να υπάρχη ποσοστόν 10% επί του αριθμού των οπωρών μη ανταποκρινομένων εις τον τύπον μεγέθους τον εμφαινόμενον επί του κιβωτίου. Αι οπώραι της ανοχής ταύτης δέον να ανήκουν μόνον εις τον αμέσως επόμενον τύπον μεγέθους. Εις την περίπτωσιν του τελευταίου τύπου μεγέθους αι οπώραι της ανοχής ταύτης δεν δύνανται να είναι κατωτέρας διαμέτρου των 47 χιλ.μ. Συσκευασία Άρθρ.4.-Ι.Έκαστον κιβώτιον συσκευασίας δέον να περιέχη οπώρας της ιδίας ποικιλίας, της ιδίας ποιότητος, του ιδίου τύπου, μεγέθους, ομοιομόρφου χρωματισμού, της αυτής ωριμότητος και απηλλαγμένας φύλλων, υπολειμμάτων κλαδίσκων και άλλων ξένων σωμάτων. Αι εσωτερικαί επιφάνειαι του κιβωτίου, εφ’ όσον δεν χρησιμοποιείται φρού-φρού (πυθμήν, πλευραί και κάλυμμα, εις περίπτωσιν χρησιμοποιήσεως τοιούτου) δέον να επενδύωνται δια χάρτου. Ο χρησιμοποιούμενος προς τούτο χάρτης δέον να είναι καινουργής, λευκός ή χρωματισμένος, απαγορευομένης της χρησιμοποιήσεως κοινού εντύπου χάρτου. Επιτρέπεται η επί της μιάς πλευράς του χρησιμοποιουμένου χάρτου τύπωσις του ονόματος, της διευθύνσεως και πάσης ιδιαιτέρας εμπορικής ενδείξεως, ενδιαφερούσης τον εξαγωγέα. Αι οπώραι δέον να είναι συσκευασμέναι εντός του κιβωτίου καθ’ ωρισμένην τάξιν, εις εν στρώμα προκειμένου περί της κατηγορίας ΕΞΤΡΑ και μέχρι δύο στρωμάτων δια την κατηγορίαν ΕΚΛΕΚΤΑ, διαχωριζομένων απ’ αλλήλων με κατάλληλον προστατευτικόν υλικόν. Αι οπώραι δύνανται να προστατεύωνται από την βάσιν, τας πλευράς και το κάλυμμα του κιβωτίου με κυμματοειδή χάρτην ή χάρτινα μαξιλάρια. Έκαστον ροδάκινον δύναται να απομονούται των γειτονικών τοιούτων με εν εκ των κατωτέρω προστατευτικών ειδών συσκευασίας: α.Κύπελλα ή δίσκοι μετά ισομεγέθων θηκών υποδοχής καρπού. β.συνεστραμμένος ή σγουρός ή κυμματοειδής χάρτης. γ.ξυλονήμα (μόνον εκ ξύλου ελάτης) ή χαρτόνημα. Προκειμένου περί της κατηγορίας ΕΞΤΡΑ η χρησιμοποίησις προστατευτικών υλικών είναι υποχρεωτική. Σελ.238,12 Άπαντα τα ανωτέρω προστατευτικά υλικά δέον να είναι καινουργή, καθαρά και απηλλαγμένα δυσαρέστων οσμών ζημιουσών την εμπορικήν αξίαν των οπωρών. ΙΙ.Τα κιβώτια συσκευασίας των ροδακίνων δέον να είναι ξύλινα, καινουργή, καθαρά και σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου. ΙΙΙ.Το απόβαρον των κιβωτίων, περιλαμβανομένων και των υλικών συσκευασίας, δεν δύναται να υπερβαίνη το 18% του μικτού βάρους εις την περίπτωσιν συσκευασίας εις έν στρώμα και το 15% εις την περίπτωσιν συσκευασίας εις δύο στρώματα. Σήμανσις (μαρκάρισμα) Άρθρ.5.-Έκαστον κιβώτιον συσκευασίας δέον να φέρη τας κάτωθι ενδείξεις, αναγεγραμμένας δι’ ανεξιτήλου μελάνης ή πυρογραφίας επί του κιβωτίου, ή επί ετικεττών καλώς προσκεκολλημένων επ’ αυτών: α)Το όνομα του εξαγωγέως ή το εγκρινόμενον σήμα αυτόυ. β)Φύσις προϊόντος (Ροδάκινα), μετά του ονόματος της ποικιλίας. γ)Προέλευσις προϊόντος (περιφέρεια). δ)Εμπορικά χαρακτηριστικά: την ποιοτικήν κατηγορίαν τον αριθμόν των οπωρών. Ποιοτικός έλεγχος Άρθρ.6.-1.Τα προς εξαγωγήν εις το εξωτερικόν προοριζόμενα ροδάκινα υπόκεινται εις ποιοτικόν έλεγχον, προς διαπίστωσιν της τηρήσεως των διατάξεων του παρόντος Δ/τος. 2.Προκειμένου περί εξαγωγών πραγματοποιουμένων δια ξηράς, ο έλεγχος διενεργείται εις τους σιδηροδρομικούς σταθμούς κατά την φόρτωσιν προκειμένου δε περί εξαγωγών πραγματοποιουμένων δια θαλάσσης ούτος διενεργείται εις τους λιμένας εξαγωγής, κατά την φόρτωσιν επί του πλοίου ή εις τους τόπους συσκευασίας. Δύνανται ουχ ήττον τα κατά τας διατάξεις του παρόντος εντεταλμένα δια τον έλεγχον όργανα, εφ’ όσον κρίνουν εκάστοτε ταύτα σκόπιμον, να διενεργούν επιπροσθέτως και προληπτικόν έλεγχον εις τους τόπους της παραγωγής ή εις τους τόπους συσκευασίας. 3.Ο Ποιοτικός έλεγχος των προς εξαγωγήν προοριζομένων ροδακίνων διενεργείται κατόπιν σχετικής αιτήσεως των εξαγωγέων, ην υποχρεούνται ούτοι να υποβάλουν εις τας εντεταλμένας δια τον έλεγχον γεωργικάς αρχάς του τόπου εξαγωγής (λιμένας ή σιδηροδρομικούς σταθμούς) 24 τουλάχιστον ώρας προ της φορτώσεως. Εις περιπτώσεις εξαγωγών διενεργουμένων κατόπιν προηγουμένης μεταφορτώσεως εντός της Χώρας ο ποιοτικός έλεγχος διενεργείται τόσον εις τον τόπον της αρχικής φορτώσεως, όσον και εις τους τόπους της μεταφορτώσεως αυτών προς εξαγωγήν των εις το εξωτερικόν, των εξαγωγέων υποχρεουμένων όπως υποβάλουν αιτήσεις διενεργείας ελέγχου εις τας εντεταλμένας αρχάς του τόπου μεταφορτώσεως εντός της ως άνω οριζομένης προθεσμίας. Τα προς μεταφόρτωσιν προοριζόμενα φορτία δέον όπως συνοδεύονται δι’ υπηρεσιακών σημειωμάτων ποιοτικής καταστάσεώς των, εκδιδομένων υπό των οικείων ελεγκτών των διενεργούντων τον ποιοτικόν έλεγχον εις τους τόπους της αρχικής φορτώσεώς των. 4.Η ως άνω αίτησις των εξαγωγέων διαλαμβάνει:α)το ονοματεπώνυμον και την διεύθυνσιν του εξαγωγέως ή την προσωνυμίαν του εξαγωγικού οίκου ή εταιρείας, εν τη τελευταία δε περιπτώσει και την έδραν αυτής, ως και τα ονοματεπώνυμα των επισήμων εκπροσώπων, εφ’ όσον έχουν ορισθή τοιούτοι, β)την πόλιν, εις το επιμελητήριον της οποίας είναι εγγεγραμμένος, γ)το ονοματεπώνυμον και την διεύθυνσιν των 11.Ε.δ.18 ΄Ελεγχος εξεγομένων γεωργικών προϊόντων εποπτευόντων την συσκευασίαν αντιπροσώπων των, δ) το είδος, την ποικιλίαν, το μικτόν βάρος του προβλεπομένου περίπου να εξαχθή προϊόντος και τον αριθμόν των κιβωτίων, ε) τον τόπον προορισμού του προϊόντος και ς) τον λιμένα ή σιδηροδρομικόν σταθμόν φορτώσεως ή μεταφορτώσεως του προϊόντος και την ημερομηνίαν, καθ’ ην θα διενεργηθή αύτη. Ο εξαγωγεύς υποχρεούται εις την καταβολήν της δαπάνης του υπό του άρθρ. 3 του Νόμ. 5806/1933 προβλεπομένου Κρατικού σήματος. 5.Έκαστος εξαγωγεύς υποχρεούται να θέτη εις την διάθεσιν των οργάνων ελέγχου τα αναγκαία μέσα δια την καλήν διενέργειαν τούτου ως και αντίγραφα των φορτωτικών. 6.Ο ποιοτικός έλεγχος διενεργείται υπό των εντεταλμένων με τον ποιοτικόν έλεγχον οργάνων επί αριθμού κιβωτίων ουχί μικροτέρου του 1% των προοριζομένων προς εξαγωγήν. 7.Τα ως άνω εντεταλμένα δια τον έλεγχον Κρατικά όργανα εποπτεύουν την φόρτωσιν, την διάταξιν του φορτίου, την καταλληλότητα των θαλάμων πλοίων και βαγονίων και την εφαρμοζομένην ψύξιν τούτων προς προστασίαν της ποιότητος του προϊόντος, ως και την επιβαλλομένην τυχόν χρησιμοποίησιν ενδεδειγμένων προστατευτικών υλικών προς αποφυγήν ζημιών των φορτίων εκ δυσμενών εξωτερικών θερμοκρασιών, των εξαγωγέων υποχρεουμένων να συμμορφούνται με τας οδηγίας αυτών. 8.Βαγόνια χωρητικότητος 10 τόννων δεν δύνανται να πληρούνται με φορτίον ανώτερον των 7 τόννων μικτού βάρους. Προκειμένου δε περί βαγονίων μεγαλυτέρας ή μικροτέρας χωρητικότητος θα τηρήται σχετική αναλογία. «Εις ειδικάς περιπτώσεις επιτρέπεται, κατ’ ανοχήν όπως το ως ανωτέρω καθοριζόμενον φορτίον αυξάνεται μέχρι 30% εγκρίσει της Υπηρεσίας ποιοτικού ελέγχου των εξαγομένων νωπών προϊόντων». Το εντός «» εδάφιον προσετέθη δια του Β.Δ. της 2/14 Αυγ. 1958 9.«Τα εξαγόμενα ροδάκινα θα υφίστανται κανονικήν πρόψυξιν προ της αποστολής των, εις θερμοκρασίαν προϊόντος ουχί ανωτέραν των +6 ο Κελσίου. Εις τας περιπτώσεις καθ’ ας αι υφιστάμεναι τοπικαί συνθήκαι καθιστούν αδύνατον την εφαρμογήν της εν λόγω προψύξεως εις τους +6 ο Κελσίου επιτρέπεται κατ’ ανοχήν, πρόψυξις εις θερμοκρασίαν μέχρι +10 ο Κελσίου». Η παρ. 9 αντικατεστάθη ως άνω δια του Β.Δ. της 2/14 Αυγ. 1958. 10.Τα του τρόπου της διενεργείας του ποιοτικού ελέγχου, ως και πάσα σχετική με τον έλεγχον τούτον λεπτομέρεια καθορίζονται υπό ειδικών κανονισμών, εγκρινομένων δι’ αποφάσεων του Υπουργού της Γεωργίας. Άρθρ.7.-Ο κατά το παρόν Β.Δ/μα διενεργούμενος ποιοτικός έλεγχος ασκείται παρά Γεωπόνων μονίμων υπαλλήλων του Υπουργείου Γεωργίας, κατά προτίμησιν εκ των εχόντων σχετικήν ειδίκευσιν ή πείραν εις τον έλεγχον, οριζομένων υπό του Υπουργείου Γεωργίας προτάσει των οικείων Δ/νσεων Γεωργίας, προκειμένου δε περί ελέγχου εις τον λιμένα Πειραιώς και εις τους σιδηροδρομικούς σταθμούς Πειραιώς και Αθηνών προτάσει του, παρά τω Υπουργείω Γεωργίας Τμήματος Τυποποιήσεως και Ποιοτικού Ελέγχου δενδροκηποκομικών προϊόντων. Άρθρ.8.-1.Προς πιστοποίησιν της καταλληλότητος των δι’ εξαγωγήν προοριζομένων ροδακίνων τα εντεταλμένα Κρατικά όργανα, αφ’ ενός μεν εφοδιάζουν τον εξαγωγέα δια πιστοποιητικού ποιοτικού ελέγχου, αφ’ ετέρου δε επιτρέπουν την υπ’ αυτού σφράγισιν των κιβωτίων δια του Κρατικού σήματος εφ’ όσον ο ποιοτικός έλεγχος απέδειξεν ότι πληρούν τους κατά το παρόν Β.Δ/μα οριζομένους όρους. 2.Το ως άνω πιστοποιητικόν ελέγχου ποιότητος υπογράφεται υπό του ενεργήσαντος τον έλεγχον Κρατικού οργάνου. Τα εκδιδόμενα πιστοποιητικά συντάσσονται εις τριπλούν εξ ειδικού τριπλοτύπου βιβλίου, εκ των οποίων το εν χορηγείται εις τον εξαγωγέα, το έτερον παραμένει εις το αρχείον της αρμοδίας υπηρεσίας και το τρίτον όπερ και μόνον χαρτοσημαίνεται, κατατίθεται εις το Τελωνείον εξαγωγής. Αι δαπάναι εκτυπώσεως των ανωτέρω τριπλοτύπων βιβλίων πιστοποιητικών, ως και αι τοιαύται χαράξεως και κατασκευής των πρωτοτύπων των σφραγίδων του Εθνικού σήματος και της ποιοτικής κατηγορίας των ροδακίνων βαρύνουν τα οικεία Ταμεία Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Δασών των Νομών. 3.Ο τύπος των πιστοποιητικών ποιοτικού ελέγχου και το είδος και ο τύπος του Κρατικού σήματος καθορίζονται δι’ αποφάσεων του Υπουργού της Γεωργίας. 4.Αι Τελωνειακαί Αρχαί υποχρεούνται να απαγορεύουν την εξαγωγήν εις το εξωτερικόν ροδακίνων παντός φορτίου, εφ’ όσον τα κιβώτια τούτων δεν φέρουν την σφραγίδα του Κρατικού σήματος και δεν κατατεθή εις αυτάς το σχετικόν πιστοποιητικόν ποιοτικού ελέγχου. 5.Αι Τελωνειακαί και Σιδηροδρομικαί Αρχαί απαγορεύουν την αναχώρησιν φορτίων εις περίπτωσιν καθ’ ην δεν πραγματοποιηθή η αναχώρησίς των εντός 24 ωρών από της αποπερατώσεως της φορτώσεως και της εκδόσεως του πιστοποιητικού ποιοτικού ελέγχου. Δύναται όμως να επιτραπή η εξαγωγή των ως άνω φορτίων εφ’ όσον δια νέου ελέγχου διαπιστωθή η καταλληλότης τούτων προς εξαγωγήν κατά τας διατάξεις του παρόντος Β.Δ/τος και εκδοθή νέον πιστοποιητικόν ποιότητος. 6.Αι Τελωνειακαί και Σιδ/δρομικαί Αρχαί, ως και παν άλλο Κρατικόν όργανον, οφείλουν να καταγγέλουν εις τας αρμοδίας Αρχάς πάσαν παραποίησιν ή διπλοχρησίαν του Κρατικού σήματος ή του πιστοποιητικού ποιοτικού ελέγχου. Άρθρ.9.-1.Η Εποπτεία επί των εντεταλμένων τον ποιοτικόν έλεγχον υπαλλήλων ασκείται υπό ανωτέρων υπαλλήλων γεωπόνων του Υπουργείου Γεωργίας, οριζομένων ως εποπτών δι’ αποφάσεων του Υπουργείου Γεωργίας. 2.Οι ως άνω Επόπται παρακολουθήσεως και ελέγχου δικαιούνται να ασκούν τα καθήκοντά των καθ’ οιονδήποτε χρόνον, ακόμη δε και εις περίπτωσιν κατά την οποίαν έχει αποπερατωθή ο έλεγχος παρά των εν άρθρ. 7 εντεταλμένων Ελεγκτών και έχουν εκδοθή παρ’ αυτών τα δια του
84
14. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. 111/5336 της 6/7 Δεκ. 1973 (ΦΕΚ Β' 1435) Περί αυξήσεως των υπό του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Α.Ε.Ε. Υδάτων, παρεχομένων συντάξεων κατά 12%. Έχοντες υπ’ όψει: α)Τας διατάξεις της παρ. 4 του άρθρ. 1 του Ν.Δ. 4577/66 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας περί Κοινωνικής Ασφαλίσεως και άλλων τινών διατάξεων", β)τας διατάξεις του άρθρ. 42 του υπ' αριθ. 175/73 Ν.Δ/τος "περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων" τεθέντος εν ισχύϊ δια του υπ’ αριθ. 396/73 Π.Δ/τος, γ)γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Α.Ε.Ε. Υδάτων, ληφθείσαν κατά την υπ' αριθ. 2460/27.6.73 συνεδρίασιν αυτού, αποφασίζομεν: Αυξάνονται αι υπό του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Α.Ε.Ε. Υδάτων καταβαλλόμεναι και καταβληθησόμεναι συντάξεις κατά ποσοστόν 12% από 1ης Ιουλ. 1973. Το ποσόν της άνω αυξήσεως δεν δύναται να είναι μικρότερον των 100 δραχμών.
331
59. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Αριθ. 2830 της 20/20 Ιαν. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 12) Προσδιορισμός διατηρηθεισών θέσεων στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Εκδόθηκε και η 12771/12-17 Μαρτ. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 165) απόφ. Υπ. Εθν. Οικονομ., με την οποία επαναπροσδιορίσθηκαν οι θέσεις που διατηρήθηκαν με την παραπάνω απόφαση.
175
5. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 1469 της 30 Μαΐου/30 Ιουν. 1942 "Περί συμπληρώσεως του υπ' αριθ. 709/1941 Νομοθετικού Διατάγματος "περί θέσεως εν ισχύϊ του άρθρου 4 του Νόμου 2588/1921 κ.λ.π.". Εκυρώθη δια της υπ' αριθμόν 290/1946 Πράξεως Υπουργικού Συμβουλίου. (Αντί για τις σελ. 119(α)) Σελ. 119(β) Τεύχος Σελ.
219
4. ΝΟΜΟΣ 5801 της 29/29 Σεπτ. 1933 Περί κυρώσεως, τροποπ. και συμπληρώσεως του από 2 Δεκ. 1932 Ν.Δ. περί παρατάσεως προθεσμιών τινων των ν. 5420 και 5671.
309
2. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 750 της 2/8 Δεκ. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 217) Περί ρυθμίσεως λεπτομεριών τινων δια την εφαρμογήν του Ν.Δ. 1196/1972 «περί της δια μικροφωτογραφιών τηρήσεως των αρχείων των Δημοσίων Υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και της αποδεικτικής αυτών ισχύος». Έχοντες υπ’ όψει: 1)Τας διατάξεις: α)του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 1196/1972 «περί της δια μικροφωτογραφιών τηρήσεως των αρχείων των Δημοσίων Υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και της αποδεικτικής αυτών ισχύος» και β)του άρθρ. 2 παρ. 6 του Ν.Δ. 1174/1972 «περί αντικαταστάσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων του Ν.Δ. 957/1971 «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων» και 2)την υπ’ αριθ. 626/1972 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων Υπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ και Υπουργού Δικαιοσύνης, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-1.Η επιλογή των κατά το άρθρ. 1 του Ν.Δ. 1196/1972 «περί της δια μικροφωτογραφιών τηρήσεως των αρχείων των Δημοσίων Υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και της αποδεικτικής αυτών ισχύος «προς μικροφωτογράφησιν αρχείων, γίνεται μερίμνη των καθ’ ύλην αρμοδίων Διευθυντών των Υπουργείων εις ας ανήκουν τα αρχεία, η δε μικοφωτογράφησις διενεργείται κατόπιν της εκάστοτε εγκρίσεως του οικείου Γεν. Διευθυντού. 2.Κατά την συμφώνως προς την προηγουμένην παράγραφον επιλογήν των αρχείων, λαμβάνηται μέριμνα δια την εξαίρεσιν εκ της μικροφωτογραφήσεως των αρχείων εκείνων τα οποία, βάσει των δι’ εκάστην υπηρεσίαν ισχυουσών διατάξεων περί καταστροφής τούτων, υπόκεινται εις καταστροφήν εις χρόνον ελάσσονα της διετίας. 3.Εξαιρούνται της μικροφωτογραφήσεως και τα αρχεία εκείνα δια τα οποία, προς συμπλήρωσιν του κατά τας κειμένας διατάξεις χρόνου φυλάξεως τούτων υπολείπεται χρόνος ελάσσων της διετίας. 4.Προς επιλογήν των προς μικροφωτογράφησιν αρχείων, εκτός του κατά τας προηγουμένας παραγράφους κριτηρίου του χρόνου φυλάξεως τούτων, δεόν όπως λαμβάνηται μέριμνα όπως ταύτα τυγχάνουν καταστάσεως τοιαύτης, ώστε να είναι τεχνικώς ευχερής η μικροφωτογράφησις και η εν συνεχεία ευχερής ανάγνωσις και η έκδοσις εκ τούτων ευαναγνώστων αντιγράφων. 5.Αρχεία μη πληρούντα τας εν παρ. 4 προϋποθέσεις, εξαιρούνται της μικροφωτογραφήσεως, διατηρούμενα εν πρωτοτύπω εις ειδικόν προς τούτον αρχείον. Άρθρ.2.-1.Το υπό της παρ. 2 του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 1196/1972 προβλεπόμενον πρακτικόν της επί της μικροφωτογραφήσεως αρμοδίας Επιτροπής, συντάσσεται υπό ταύτης προ της μικροφωτογραφήσεως των εις α αφορά τούτο αρχείων, ως και μετά την μικροφωτογράφησιν. Εις την πρώτην περίπτωσιν δια του πρακτικού βεβαιούται ότι εγένετο υπό της Επιτροπής ο έλεγχος και η διαπίστωσις της γνησιότητος των προς μικροφωτογράφησιν επιλεγέντων αρχείων, εις την δευτέραν δε περίπτωσιν, ότι η μικροφωτογράφησις εγένετο δι’ αυτοπροσώπου επιβλέψεως της Επιτροπής. 2.Το πρωτότυπον του κατά την προηγουμένην παράγραφον πρακτικού, μη υποκείμενον εις καταστροφήν συμφώνως προς το δεύτερον εδάφιον της παρ. 2 του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 1196/1972, φυλάσσεται παρά τω Κεντρικώ Αρχείω των εν παρ. 2 του άρθρ. 1 του Ν. Δ. 1196/1972 αναφερομένων υπηρεσιών. 3.Το κατά την προηγουμένην παράγραφον, κατά περίπτωσιν συντασσόμενον πρακτικόν μικροφωτογραφείται, το μεν αναφερόμενον εις τον έλεγχον της γνησιότητος των αρχείων, εν αρχή της μικροφωτοταινίας, το αναφερόμενον δε εις την αυτοπρόσωπον επίβλεψιν της Επιτροπής, εν τέλει της μικροφωτοταινίας. 4.Προκειμένου περί μικροφωτοδελτίων, το παρακτικόν το αφορών εις την γνησιότητα των εν τω μικροφωτοδελτίω περιλαμβανομένων αρχείων μικροφωτογραφείται εις το άνω αριστερόν τμήμα του δελτίου, το δε πρακτικόν το αναφερόμενον εις την αυτοπρόσωπον επίβλεψιν της Επιτροπής, εις το κάτω δεξιόν τμήμα του δελτίου. 5.Εις το κατά τας προηγουμένας παραγράφους πρακτικόν της Επιτροπής περί αυτοπροσώπου επιβλέψεως της μικροφωτογραφήσεως, υπογράφει και ο προϊστάμενος της κατά την παρ. 3 του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 1196/1972 υπηρεσίας, ήτις διενήργησε την μικροφωτογράφησιν. Άρθρ.3.-1.Μετά την μικροφωτογράφισιν των αρχείων, εφ’ ενός εκάστου στοιχείου τούτων τίθεται, επιμελεία του προέδρου της κατά το άρθρ. 2 του Ν.Δ. 1196/1972 Επιτροπής, σφραγίς περιλαμβάνουσα τας λέξεις «ΕΜΙΚΡΟΦΩΤΟΓΡ ΑΦΗΘΗ-ΚΑ Τ ΑΣΤΡΕΠΤΕΟΝ». 2.Εκ των κατά την παρ. 4 του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 1196/1972 παραγομένων δύο αντιτύπων των μικροφωτογραφουμένων αρχείων, το έν φυλάσσεται παρά τη υπηρεσία εις ην ανήκουν τα αρχεία, το έτερον δε αλλαχού, εις διακεκριμένον χώρον. Το αυτό εφαρμόζεται και εις την περίπτωσιν παραγωγής πλειόνων των δύο αντιτύπων των μικροφωτογραφηθέντων αρχείων, συμφώνως προς το δεύτερον εδάφιον της παρ. 4 του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 1196/1972. (Μετά την σελ. 190, 42) Σελ. 190,421 Τεύχος 473-Σελ. 63 Μικροφωτογραφίες 10.Α.κ.2 3.Η συμφώνως προς την παρ. 1 του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 1196/1972 καταστροφή των μικροφωτογραφηθέντων πρωτοτύπων των αρχείων γίνεται μετά την ολοκλήρωσιν της μικροφω-τογραφήσεως, τη επιμελεία του, κατά την παρ. 2 του άρθρ. 2 του παρόντος, προϊσταμένου του Κεντρικού Αρχείου,εντός δέκα πέντε ημερών από της ολοκληρώσεως της μικροφωτογραφήσεως. Άρθρ.4.-Δια της κατά το άρθρ. 4 του Ν.Δ. 1196/1972 αποφάσεως του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού, προσδιορίζεται ο εξαιρετικός λόγος διατηρήσεως παραλλήλως προς τας παραχθείσας μικροφωτοταινίας ή μικροφωτοδελτία και του πρωτοτύπου των μικροφωτογραφηθέντων εγγράφων στοιχείων των αρχείων, ως και ο χρόνος διατηρήσεως των πρωτοτύπων. Εις τους αυτούς Υπουργόν παρά τω Πρωθυπουργώ και Υπουργόν Δικαιοσύνης, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν του παρόντος, ούτινος η εκτέλεσις θέλει γίνει υπό των κατά περίπτωσιν αρμοδίων Υπουργών. Σελ. 190,422 Τεύχος 473-Σελ. 64 10.Α.κ.2 Μικροφωτογραφίες Άρθρον 5 Εις ας περιπτώσεις κατά τα προηγούμενα άρθρα επιτρέπεται κατάσχεσις, αύτη επιβάλλεται μόνον δυνάμει του εκτελεστού τίτλου ή αδείας του προέδρου πρωτοδικών. Του εκτελεστού τίτλου ή της αδείας του προέδρου γίνεται μνεία εν τω κατασχετηρίω επί ποινή ακυρότητος αυτού. Άρθρον 6 Κατάσχεσις γενομένη παρά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου είναι αυτοδικαίως άκυρος και ο τρίτος παρ’ ω επιβάλλεται αύτη δεν υποχρεούται εις δήλωσιν. Άρθρον 7 Επί απαιτήσεων κατά των εν άρθροις 1 και 2 προσώπων γεννηθεισών προ της ισχύος του παρόντος, εάν αποδεικνύωνται δι’ εγγράφου φέροντος βεβαίαν χρονολογίαν ή εάν εντός 6 μηνών από της ισχύος του παρόντος ο πρόεδρος των πρωτοδικών χορηγήση άδειαν κατασχέσεως, επιρέπεται η κατάσχεσις του 1/5 του μισθού και πάσης αντιμισθίας μέχρι 4.000 δραχμών μηνιαίως, επί δε μηνιαίων αποδοχών άνω του ποσού τούτου επιτρέπεται κατάσχεσις πλην του 1/5 των 4.000 δραχμών και του ενός τρίτου του υπερβαίνοντος το ποσόν τούτο μέρους. Το δυνάμει του παρόντος άρθρου κατασχόμενον ποσόν είναι ιδιαίτερον και ανεξάρτητον του κατά το άρθρον 3 δυναμένου να κατασχεθή. Αι διατάξεις του παρόντος δεν εφαρμόζονται επί κατασχέσεων επιβληθεισών προ της 5 Απριλίου 1930. Άρθρον 8 Ο Νόμος ΓΤΜΒ΄ του 1909 περί περιορισμού κατασχέσεως και εκχωρήσεως κλπ. (10.Αβ.14), ο νόμος 3614 (ανωτ. αρ. 7) ως και πάσα άλλη διάταξις αντιτιθεμένη προς το περιεχόμενον των ανωτέρω άρθρων καταργούνται.
313
20. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ της 17/21 Οκτ. 1935 Περί τροποποιήσεως του Ν.Δ. της 1ης Αυγ. 1935 «περί κυρώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Δ. της 29ης Ιουλ. 1932 κλπ.». Άρθρον μόνον.-(Αντικαθίσταται αφ’ ης ίσχυσε το δεύτερον εδάφιον της παρ. 1 του άρθρ. 8 του Ν.Δ. της 1ης Αυγ. 1935 «περί κυρώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Δ. της 29ης Ιουλ. 1932 κλπ.).
279
11. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 15 της 31 Δεκ. 1965/15 Ιαν. 1966 (ΦΕΚ Α΄ 6) Περί ιδρύσεως, επεκτάσεως ή μεταφοράς Βιομηχανιών και Βιοτεχνιών τινών άνευ αδείας σκοπιμότητος. Τροποποιήθηκε από τα: α)Β.Δ. 545 της 2/14 Σεπτ. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 163). β)Π.Δ. 603 της 2/16 Σεπτ. 1975 (ΦΕΚ Α΄ 198). γ)Π.Δ. 1046 της 7/14 Νοεμ. 1977 (ΦΕΚ Α΄ 349) και καταργήθηκε μαζί με αυτά από το Π.Δ. 738/1978 (κατωτ. αριθ. 12).
160
97. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ.Φ.102/1480 της 24-28 Δεκ. 1999 (ΦΕΚ Β’2218) Αύξηση του παρεχομένου εφάπαξ βοηθήματος από το ΤΑΔΚΥ. Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρ.11 του νόμ.1393/1983 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρ.66 του νόμ.2084/1992 (Α΄165). 2.Τις διατάξεις του Π.Δ/τος 372/95 (Α’ 201). 3. Τις διατάξεις του άρθρ. 29Α του νόμ.1558/1985 (Α’137 ) όπως προσετέθη με το άρθρ.27 του νόμ.2081/1992 (Α’154) και τροποποιήθηκε με το άρθρ.1 παρ.2α του νόμ. 2469/1997 (Α΄38). 4.Το υπ’αριθ.796/8/11.1.1999 Έγγραφο του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας. 5.Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού αλλά του προϋπολογισμού του Ταμείου Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ύψους περίπου 580.000.000 δρχ. για την οποία έχει εγγραφεί ανάλογη πίστωση στον προϋπολογισμό του Ταμείου στον ΚΑΕ 0631. 6.Την γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου Ασφάλισης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων που διατυπώθηκε κατά την υπ’αριθ.11/5.5.99 συνεδρίασή του. 7. Την εκπονηθείσα Αναλογιστική Μελέτη τον Αύγουστο του 1997, την από 14.6.1999 Οικονομική Έκθεση και το από 11.11.1999 Υπηρεσιακό Σημείωμα της Δ/νσης Αναλογιστικών Μελετών της Γ.Γ.Κ.Α. 8. Την υπ’αριθ. 1749/4.11.1998 (Β’1171) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αποφασίζουμε: Το προβλεπόμενο από τις καταστατικές διατάξεις του Ταμείου Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων και την Υ.Α. Φ102/793/17.5.1995 (ΦΕΚ 472/τ.Β’/95), εφάπαξ βοήθημα καθορίζεται από 1.1.1999 στο 105πλάσιο του μηνιαίου ισοβίου βοηθήματος.
264
58. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄ αριθ. 68 της 21/27 Μαρτ. 2001 (ΦΕΚ Α΄ 60) Καθορισμός αρμοδιοτήτων του Γενικού Γραμματέα Απόδημου Ελληνισμού του Υπουργείου Εξωτερικών, Δημητρίου Δόλλη. Έχοντας υπόψη τις διατάξεις: 1.Του άρθρου 4, παρ. 3 εδ. β του Ν. 2594/98 Κύρωση ως Κώδικα του σχεδίου νόμου «Οργανισμός του Υπουργείου Εξωτερικών» (ΦEK 62 A). 2.Του άρθρου 29Α του Ν. 1558/1985 (ΦΕΚ 137Α), όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (ΦΕΚ 154Α) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 2α του Ν. 2469/1997 (ΦΕΚ 38Α) και το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού. (Μετά τη σελ. 114,496) Σελ. 114,497 Τεύχος Σελ. Οργανισμός Κεντρικής Υπηρεσίας 40.Α.β.58 3.Της υπ΄ αριθμ. ΑΣ 1841 από 13.9.99 κοινής απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εξωτερικών περί διορισμού του Δημητρίου Δόλλη στη θέση του Γενικού Γραμματέα Απόδημου Ελληνισμού (ΦΕΚ 191Γ). 4.Την υπ΄ αριθμ. 58/2001 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας με πρόταση του Υπουργού των Εξωτερικών, αποφασίζουμε: Άρθρο 1 Εκχωρούνται στο Γενικό Γραμματέα Απόδημου Ελληνισμού οι παρακάτω αρμοδιότητες: 1.Ο συντονισμός, ο έλεγχος και η καθοδήγηση της επιμέρους πολιτικής του Υπουργείου Εξωτερικών που άπτονται της προβολής και ανάδειξης του ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό. 2.Η παρακολούθηση του έργου των Διευθύνσεων του Υπουργείου Εξωτερικών για ζητήματα που αφορούν τις πολιτιστικές σχέσεις της χώρας με τρίτα Κράτη και Διεθνείς Οργανισμούς. 3.Η εισήγηση προς τον Υπουργό των Εξωτερικών για την συγκρότηση επιτροπών σύμφωνα με το άρθρο 31 παρ. 3 και 4 του Ν. 2594/98 «Κύρωση ως Κώδικα του σχεδίου νόμου Οργανισμός του Υπουργείου Εξωτερικών» (ΦΕΚ 62 Α) με σκοπό την παρακολούθηση και το συντονισμό των ενεργειών που αποβλέπουν στην κοινωνική και οικονομική προαγωγή των Ελλήνων που εργάζονται έξω από την Επικράτεια, καθώς και τη στήριξη της παρουσίας τους στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων του Ευξείνου Πόντου και της Μέσης Ανατολής. 4.Η ενημέρωση των Αποδήμων Ελλήνων για την Ολυμπιάδα του 2004, την προώθηση και υλοποίηση προγραμμάτων για νέους απόδημους εθελοντές και στήριξη αυτών καθώς και κάθε σχετική με την Ολυμπιάδα δραστηριότητα που συνάδει με τις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού. 5.Η παρακολούθηση των ενεργειών Διεθνών Οργανισμών για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ρατσισμού, ξενοφοβίας, μετανάστευσης και οι σχετικές εισηγήσεις προς τον Υπουργό των Εξωτερικών. 6.Η προώθηση και καλλιέργεια του φιλελληνισμού στις κοινωνίες των χωρών υποδοχής ομογενών και ανά τον κόσμο. 7.Η προκήρυξη, διενέργεια και κατακύρωση διαγωνισμών στο πλαίσιο κοινοτικών προγραμμάτων για την αποκατάσταση των παλιννοστούντων ομογενών. Σελ. 114,498 Τεύχος Σελ. Άρθρο 2 Εκχωρούνται στο Γενικό Γραμματέα Απόδημου Ελληνισμού οι παρακάτω αρμοδιότητες: 1.Η προκήρυξη πλήρωσης θέσεων ή πρόσληψης προσωπικού με οποιαδήποτε σχέση εργασίας στη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού. 2.Η έκδοση ατομικών πράξεων πρόσληψης και απόλυσης ή καταγγελίας ή λύσης της εργασιακής σύμβασης του προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου. 3.Η υποβολή ερωτημάτων προς το οικείο Υπηρεσιακό Συμβούλιο για θέματα υπηρεσιακής κατάστασης όλων των υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 4.Η λήψη αποφάσεων για όλα τα θέματα αναφορικά με την υπηρεσιακή κατάσταση του με οποιαδήποτε σχέση εργασίας προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού (ΓΓΑΕ), όπως: α)Τοποθετήσεις, μετακινήσεις Προϊσταμένων Διευθύνσεων, Τμημάτων ή αυτοτελών Γραφείων και όλων των υπαλλήλων της ΓΓΑΕ. β)Προαγωγές, μεταθέσεις, αποσπάσεις, παραιτήσεις, μονιμοποιήσεις, μετατάξεις, αναγνωρίσεις προϋπηρεσίας. γ)Κύρωση πινάκων προακτέων και εκδίκαση ενστάσεων κατά των πινάκων αυτών. δ)Καθιέρωση υπερωριακής εργασίας υπαλλήλων της ΓΓΑΕ και υπαλλήλων άλλων φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα που υπηρετούν στη ΓΓΑΕ. ε)Αποφάσεις για προσαυξήσεις αποδοχών και χορήγηση υπηρεσιακών βεβαιώσεων κάθε νομίμου μορφής κατά την κείμενη νομοθεσία. 40.Α.β.58 Οργανισμός Κεντρικής Υπηρεσίας στ)Χορήγηση αδειών κάθε φύσεως. ζ)Ορισμός εκπροσώπων ΓΓΑΕ σε όργανα, επιτροπές, ομάδες εργασίας, συνέδρια, σεμινάρια και εκπαιδευτικά προγράμματα εσωτερικού και εξωτερικού. η)Αποστολή παραπεμπτικών εγγράφων και ερωτήματα προς το Υπηρεσιακό Πειθαρχικό Συμβούλιο. θ)Πειθαρχικές αποφάσεις και πράξεις πειθαρχικής διαδικασίας κατά τον Υπαλληλικό Κώδικα. ι)Εγκρίσεις και αποφάσεις μετακινήσεων για εκτέλεση υπηρεσίας στο εσωτερικό και εξωτερικό όλων των υπαλλήλων που υπηρετούν στην ΓΓΑΕ και ιδιωτών. 5.Η Κατάρτιση του τακτικού προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού ως και του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων και η εκτέλεση αυτού (ως έγκριση δαπανών, τροποποίηση ποσοστού διάθεσης πιστώσεων, εγγραφή νέων Κ.Α.Ε, μεταφορά κωδικών). 6.Η έκδοση αποφάσεων για: α)Συμβάσεις έργων, προμηθειών ή εργασιών με φορείς για την εκτέλεση προγραμμάτων και δραστηριοτήτων της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού, μέχρι 20.000.000 δραχμές. β)Εγκρίσεις έργων ή εργασιών και πρόταση για κατάρτιση ενιαίου προγράμματος κρατικών προμηθειών της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού, μέχρι 20.000.000 δραχμές. γ)Προκηρύξεις τακτικών και κάθε άλλη μορφής διαγωνισμών και κατακύρωση των αποτελεσμάτων ή των πρακτικών τους, βεβαιώσεις εκτέλεσης έργων ή εργασιών και συγκρότηση επιτροπών διαγωνισμών, μέχρι 20.000.000 δραχμές. δ)Την καταβολή στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία των δαπανών που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις. ε)Εντολές προς την Τράπεζα της Ελλάδας για έκδοση επιταγών σε συνάλλαγμα βάσει χρηματικών ενταλμάτων. στ)Αποφάσεις και εντολές που αφορούν δαπάνες, εγκρίσεις και κατανομή χρηματοδοτήσεων δημοσίων επενδύσεων όπως και αποφάσεις έγκρισης μελετών, μέχρι 10.000.000 δραχμές. ζ)Επιχορηγήσεις Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου, Ομογενειακών Οργανώσεων (Συλλόγους, Κοινότητες, Εταιρείες, Ιδρύματα), Συλλόγων Παλιννοστούντων Ελλήνων, Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, μη κερδοσκοπικών εταιριών, μη Κυβερνητικών Οργανισμών για την εφαρμογή προγραμμάτων και δραστηριοτήτων αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού, μέχρι 10.000.000 δραχμές κατά φορέα. η)Δαπάνες φιλοφρονήσεων και δημοσίων σχέσεων όπως διαμονή, διατροφή, δώρα, μετακινήσεις και κάθε σχετική με αυτές δαπάνη για πρόσωπα που φιλοξενούνται από την Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, μέχρι 10.000.000 δραχμές. Είναι δυνατή η υπέρβαση των ανωτέρω οικονομικών ορίων στις σχετικές αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Απόδημου Ελληνισμού, εφ΄ όσον προηγείται έγκριση του Υφυπουργού Εξωτερικών. 7.Ο έλεγχος των φορέων, οι οποίοι επιχορηγούνται από την Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού και η έγκριση του απολογισμού της επιχορήγησης. 8.Η εποπτεία του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού (ΣΑΕ) και της Παγκόσμιας Συνέλευσης Ελληνισμού (ΠΣΕ) η οποία θα ασκείται παράλληλα και από τον Υφυπουργό Εξωτερικών. 9.Η υλοποίηση των απαραίτητων για τη λειτουργία της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού ενεργειών όπως: α)Παροχή απαντήσεων σε αιτήσεις πολιτών και φορέων που έχουν έννομο συμφέρον. β)Παροχή στοιχείων σε Αρχές, Δικαστήρια κατά το νόμο ή σε εκτέλεση δικαστικών ή άλλων δεσμευτικών αποφάσεων. γ)Εξασφάλιση εξουσιοδοτήσεων από το Υπουργείο Εμπορίου για προμήθειες κατ΄ εξαίρεση του ενιαίου προγράμματος κρατικών προμηθειών. δ)Εκποιήσεις κινητών. ε)Ενστάσεις κατά πράξεων υπηρεσιακών οργάνων, επανεξέταση κατόπιν ενστάσεων υπηρεσιακών αποφάσεων. στ)Έγκριση για τη χορήγηση αντιγράφων από τα τηρούμενα στις Διευθύνσεις πρωτότυπα «Άκρως Απόρρητα» έγγραφα. ζ)Έγγραφα, αποφάσεις και εγκυκλίους σε θέματα αρμοδιότητος περισσότερων της μιας Διευθύνσεων. η)Εγκρίσεις κατανομής χώρων της ΓΓΑΕ και εγκρίσεις για την τεχνική υποδομή των χώρων αυτών. θ)Αναλήψεις και εισπράξεις για λογαριασμό της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού. 10.Η υποβολή ερωτημάτων στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Εξωτερικών για θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού. Η αποδοχή ή μη της γνωμοδότησης παραμένει στις αρμοδιότητες του Υπουργού Εξωτερικών. (Μετά τη σελ. 114,498) Σελ. 114,499 Τεύχος Σελ. Οργανισμός Κεντρικής Υπηρεσίας 40.Α.β.58 Άρθρο 3 Το Π.Δ. 32/2000 «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στο Γενικό Γραμματέα Απόδημου Ελληνισμού του Υπουργείου Εξωτερικών, Δημήτριο Δόλλη» (ΦΕΚ 27 Α), καταργείται από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος.
180
20. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 1046 της 26/31 Αυγ. 1949 Περί κυρώσεως των υπ' αριθ.60/49 και 303/49 Πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου. Άρθρ.1.-Κυρούται η υπ' αριθ. 60/12.1.49 Πράξις του Υπουργικού Συμβουλίου, έχουσα ως ακολούθως: Πράξις 60/1949 ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΝ Λαβόν υπ' όψιν την επισυναπτομένην Εισήγησιν του Υπουργού Εφοδιασμού και Διανομών, ως και την εν την εισηγήσει ταύτη αναφερομένην απόφασιν του Ανωτάτου Συμβουλίου Εφοδιασμού-Διανομών, αποφασίζει. Εγκρίνει την κατάργησιν του νυν κρατούντος συστήματος διαχειρίσεως και αλέσεως των κρατικών δημητριακών και αλεύρων αλλοδαπής, μέσω Δημοσίων Υπηρεσιών και την ανάθεσιν του έργου τούτου δοκιμαστικώς και δια χρονικόν διάστημα εξ (6) μηνών εις την Αλευροβιομηχανίαν, αναλαμβάνουσαν δια συμβάσεων την φροντίδα και δαπάνην εκφορτώσεως, μεταφοράς και αποθηκεύσεως, καθώς και την άλεσιν και πρόσμιξιν των εν λόγω δημητριακών και αλεύρων των προοριζομένων δια την δια δελτίου αρτοδότησιν ή αλευροδότησιν, έναντι αποζημιώσεως οριζομένης κατ' αποκοπήν και υπό τους ακολούθους γενικούς όρους: 1)Η υπό της Αλευροβιομηχανίας χρησιμοποίησις των δημητριακών και αλεύρων προς άλεσιν ή πρόσμιξιν, θα ενεργήται, μετά προηγουμένην καταβολήν υπ' αυτής, του υπό του Υπουργού Εφοδιασμού και Διανομών καθοριζομένου αντιτίμου αυτών υπέρ του Δημοσίου. Προς διασφάλισιν του Δημοσίου κατά το στάδιον από της παραλαβής των σιτηρών και αλεύρων αλλοδαπής υπό της Αλευροβιομηχανίας, μέχρι της χρησιμοποιήσεως τούτων προς άλεσιν ή πρόσμιξιν, κατόπιν καταβολής του αντιτίμου αυτών, δια τα εν λόγω δημητριακά και άλευρα, καθίσταται θεματοφύλαξ ή Προνομιούχος Ανώνυμος Εταιρεία Γενικών Αποθηκών της Ελλάδος συμφώνως τη μεταξύ Δημοσίου και ταύτης υπογραφείση συμβάσει. 2)Τα παραγόμενα άλευρα και υποπροϊόντα θα διατίθενται υπό της Αλευροβιομηχανίας μόνον βάσει διατακτικών του Υπουργείου Εφοδιασμού και Διανομών, των κομιστών των διατακτικών τούτων υποχρεουμένων να καταβάλουν εις την Αλευροβιομηχανίαν το κεκανονισμένον τίμημα. 3)Προς αποφυγήν επιβαρύνσεως του αλεστικού, λόγω διαθέσεως κεφαλαίων από μέρους της Αλευροβιομηχανίας, δια την αγοράν των σιτηρών και αλεύρων, θέλει χορηγηθή εις ταύτην πίστωσις σίτου εις ποσότητα αντιστοιχούσαν προς ημερησίαν πλήρη δυναμικότητα κατά 24ωρον αλέσεως έξ (6) ημερών, υπό την αίρεσιν της καταθέσεως εγγυητικής επιστολής δια την αξίαν της ποσότητος τούτης, ήτις και θα διακανονισθή κατά την λήξιν των συμβάσεων. 4)Το υπό της Αλευροβιομηχανίας καταβλητέον τίμημα δια τα παραλαμβανόμενα υπ' αυτής προς άλεσιν ή πρόσμιξιν δημητριακά και άλευρα θέλει καθορίζεται δια του Υπουργού Εφοδιασμού και Διανομών και κατόπιν αποφάσεως Επιτροπής εξ εμπειρογνωμόνων, αποφαινομένης εκάστοτε επί τη βάσει των ισχυουσών τιμών διαθέσεως αλεύρων και πιτύρων, των υφισταμένων επιβαρύνσεων δι' εισαγωγικά τέλη, εκφορτωτικά, μεταφορικά, αλεστικά και λοιπά έξοδα και βάσει της εις άλευρα του ισχύοντος τύπου αποδόσεως των διαφόρων δημητριακών. 5)Το κατ' οκάν σίτου αλεστικόν καθορίζεται εις δραχμ. εκατόν είκοσι δύο (122) και αναλόγως δια τα λοιπά δημητριακά και δια την πρόσμιξιν των αλεύρων πλέον εκφορτωτικών και μεταφορικών. Το αλεστικόν τούτο, καθορισθέν βάσει των υφισταμένων συνθηκών κατά Σ/βριον 1948, είναι αναπροσαρμοστέον όσον αφορά τα κονδύλια μισθών και ημερομισθίων (εργατικών), συμπεριλαμβανομένων και των δια τα διάφορα Ασφαλιστικά Ταμεία εργοδοτικών εισφορών, ως και του κονδυλίου καυσίμων, εφ' όσον ταύτα αυξομειούνται κρατική επιταγή. (Αντί της σελ. 127) Σελ. 127(α) Άλευρα-Άρτος 5.Γ.β.19-20 6)Η Αλευροβιομηχανία υποχρεούται να πραγματοποιή κατά την άλεσιν τας υπό της εν παρ.4 της παρούσης καθοριζομένας υπό της οικείας Επιτροπής αποδόσεις εις άλευρα και συνολικάς τοιαύτας, υποχρεουμένη ν' αποζημιώση το Δημόσιον δια πάσαν επί έλαττον διαφοράν και δικαιουμένη να καρπούται την αξίαν των τυχόν υπεραποδόσεων. 7)Η Αλευροβιομηχανία αναλαμβάνει άπαντα τα δικαιώματα τα εκ του ναυλοσυμφώνου απορρέοντα, ως και τας συναφείς υποχρεώσεις, όσον αφορά την εκφόρτωσιν, άτινα μεταβιβάζονται εις ταύτην, του Δημοσίου διατηρούντος κατά τα λοιπά την ιδιότητα του παραλήπτου των φορτίων. Βάσει των ανωτέρω, ο Υπουργός του Εφοδιασμού και Διανομών δέον να προβή εις την υπογραφήν των σχετικών συμβάσεων με τους αλευροβιομηχάνους, εξουσιοδοτούμενος προς τούτο δια της παρούσης, καθορίζων άμα και τας σχετικάς λεπτομερείας αυτών. Άρθρ.2.-Κυρούται αφ' ης εξεδόθη η υπ' αριθ.303/49 πράξις του Υπουργικού Συμβουλίου της ισχύος ταύτης ανατρεχούσης από της 16ης Αυγ. 1948, έχουσα ως ακολούθως: Πράξις 303/1949 Εν Αθήναις τη 29 Απριλίου 1949 ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΝ Εισηγουμένου του κ. Υπουργού του Εφοδιασμού και Διανομών και έχον υπ' όψει: 1)την υπ' αριθ. 60/12.1.1949 πράξιν αυτού, 2)τας κατ' εξουσιοδότησιν της πράξεως ταύτης υπογραφείσας υπό του Υπουργού Εφοδιασμού και Διανομών και Αλευροβιομηχάνων συμβάσεις δια την παραλαβήν, μεταφοράν, άλεσιν κ.λ.π. των Κρατικών δημητριακών και αλεύρων αλλοδαπής, 3)την επείγουσαν ανάγκην ρυθμίσεως ζητημάτων τινών, προκυπτόντων εκ της εφαρμογής των συμβάσεων τούτων και ειδικώτερον των αναφερομένων εις τον καθορισμόν των αποδόσεων και της αντιστοίχου αποτιμήσεως των διατιθεμένων εις τους αλευρομύλους δημητριακών, τον καθορισμόν της αλεστικής ικανότητος των διαφόρων αλευρομύλων κλπ., αποφασίζει: Α,Β,Γ,Δ,(Κατηργήθησαν δια του άρθρ.4 Ν.Δ.2545/1953). Ε'.Δι' αποφάσεων του Υπουργού Εφοδιασμού και Διανομών δύναται να συνιστάται Επιτροπή, προς καθορισμόν της δυναμικότητος (αλεστικής ικανότητος) των Αλευρομύλων της Χώρας. Της Επιτροπής ταύτης δύναται να προεδρεύη αλλοδαπός εμπειρογνώμων, μέλος της εν Ελλάδι Αποστολής Δ/σεως Οικονομικής Συνεργασίας. Αι αποφάσεις της Επιτροπής ταύτης είναι υποχρεωτικαί δια τε το Δημόσιον και την Αλευροβιομηχανίαν, υπόκεινται όμως εις έφεσιν εντός ανατρεπτικής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από της κοινοποιήσεως εις αμφοτέρους τους Συνδέσμους Σελ.128(α) Αλευροβιομηχάνων, ενώπιον της εν εδάφ.Α' της παρούσης Επιτροπής, αποφαινομένη αμετακλήτως. Αι πάσης φύσεως δαπάναι, αι αναγκαούσαι δια την εκτέλεσιν του έργου της Επιτροπής, βαρύνουσι τους Συνδέσμους Αλευροβιομηχάνων της Ελλάδος. ΣΤ'.Η ισχύς της παρούσης πράξεως ανατρέχει από της 16ης Αυγ. 1948, αι δε υπ' αριθ.107141/16.8.48 και 106252/16.8.48 αποφάσεις του Υπουργού Εφοδιασμού και Διανομών, ως αύται μεταγενεστέρως συνεπληρώθησαν, αφορώσαι την σύστασιν Επιτροπής καθορισμού αποδόσεων και αποτιμήσεως των δημητριακών, ως και τον καθορισμόν της αλεστικής ικανότητος των διαφόρων αλευρομύλων, θεωρούνται ως εκδοθείσαι εις εκτέλεσιν ταύτης. Η παρούσα πράξις κυρωθήσεται Νομοθετικώς. Εκδόσαν προς τούτο την υπ' αριθ. 303 παρούσαν πράξιν του. Άρθρ.3.-Η κατά το εδάφιον Α' του άρθρ.2 του παρόντος Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, δύναται κατά την απόλυτον κρίσιν αυτής, να αποδεχθή ή απορρίψη βοηθητικά στοιχεία (αποτελέσματα χημικής εξετάσεως σιτηρών κ.λ.π.) προερχόμενα από πηγάς άλλας πλην του Ειδικού Πειραματικού Εργαστηρίου και εν πάση περιπτώσει δύναται να χρησιμοποιήση αποκλειστικώς τα στοιχεία του Ειδικού Πειραματικού Εργαστηρίου κατά παρέκκλισιν της παρ.1 του άρθρ.16 του Νόμου 4328/1929 "περί συστάσεως Γενικού Χημείου του Κράτους". (Εις το εδάφιον α' της παρ.Δ΄ του άρθρ.2 του παρόντος, προστίθεται εδάφιον β' έχον ούτω: "Εις βάρος του προϋπολογισμού του αυτού Ταμείου, δι' αποφάσεων του Υπουργού Εφοδιασμού και Διανομών, δύναται να παρέχηται κατά μήνα αποζημίωσις δια πρόσθετον εργασίαν εις τους Τεχνικούς υπαλλήλους του Υπουργείου τούτου, τους ασχολουμένους με τας εργασίας του Πειραματικού Εργαστηρίου. Η αποζημίωσις αύτη δεν δύναται εν πάση περιπτώσει να υπερβή τας μηνιαίας αποδοχάς των υπαλλήλων τούτων. Επίσης δι' ομοίων αποφάσεων του Υπουργού δύναται να παρέχηται αποζημίωσις δια την καθαριότητα του Εργαστηρίου.) Τα εντός ( ) εδάφια κατηργήθησαν δια του άρθρ.4 Ν.Δ. 2545/1953. 5.Γ.β.20 Άλευρα-Άρτος
97
104. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 172486 της 15 Δεκ. 1999 – 14 Ιαν. 2000 (ΦΕΚ Β΄ 14) Καθορισμός δικαιωμάτων που παρακρατούν οι Άμισθοι Υποθηκοφύλακες. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις: α) Της παρ. 2 του άρθρου 19 του Ν. 325/76 (ΦΕΚ 125Α΄) και άρθρο, το άρθρο 29 στο Ν. 1558/85 (ΦΕΚ 137/Α). 2. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, προκαλείται όμως μείωση εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού (ΚΑΕ 2376) το ύψος της οποίας δεν μπορεί να υπολογισθεί. 3.Την 1107 147/1239/6006 Α΄/4.10.1996 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών περί αναθέσεως αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Οικονομικών, αποφασίζουμε: 1.Εκ των υπέρ αυτού εισπραττομένων δικαιωμάτων ο Άμισθος Υποθηκοφύλακας ή ο αναπληρωτής του ή ο εκτελών έργα Υποθηκοφύλακα Συμβολαιογράφος ή Ειρηνοδίκης παρακρατεί για αμοιβή του και για αντιμετώπιση των γενικών εξόδων κανονικής λειτουργίας του Υποθηκοφυλακείου, το σύνολο τούτων, εφόσον αυτά δεν υπερβαίνουν το ποσό των δραχμών τριών εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων ετησίως (3.500.000). 6.Η.α.103-104 Οργανισμός Υποθηκοφυλακείων 2.Εάν τα εισπραττόμενα δικαιώματα υπερβαίνουν το ποσό των δραχμών τριών εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων ετησίως, ο ειδικός Άμισθος Υποθηκοφύλακας ή ο αναπληρωτής του ή ο εκτελών έργα Υποθηκοφύλακα Συμβολαιογράφος ή Ειρηνοδίκης παρακρατεί πέραν του ανωτέρω ποσού και ποσοστό 20% επί των πέραν του ποσού των δραχμών τριών εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων (3.500.000) εισπραττομένων, ετησίως, δικαιωμάτων. Σε καμιά όμως περίπτωση το ποσό που συνολικά παρακρατείται ετησίως, δεν μπορεί να είναι πέραν του ποσού των τεσσάρων εκατομμυρίων εννιακοσίων χιλιάδων (4.900.000) δρχ. Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει από 1.8.1999.
206
25. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 7999 της 2/7 Ιουν. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 520) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 655/ 14 Ιουλ. 1980) Περί αυξήσεως ανωτάτου ορίου ποσού Ταχ/κών επιταγών με καταβολή ανάλογου προς το ισχύον τιμολόγιο τέλους. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του Ν.Δ. 496/70 «περί οργανώσεως και λειτουργίας των Ταχ/μείων», σε συνδυασμό με εκείνες που Π. Δ. 277/75 «περί νομικής μορφής λειτουργίας της Ταχ. Υπηρεσίας δια το μετά την 30ήν Απρ. 1975 χρονικόν διάστημα». 2.Την απόφαση του Πρωθυπουργού και Υπουργού Συγκοινωνιών με αριθ. 32223/5422/77 «περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων του Υπουργού Συγκοινωνιών εις τον Υφυπουργόν του αυτού Υπουργείου». 3.Την 7580/26.5.79 απόφασή μας «περί αναπροσαρμογής Ταχ. τελών». 4.Το έγγραφο του ΕΛΤΑ με αριθ. 44375/ 21.5.1980, με το οποίο ζητείται η έγκριση αποφάσεως του Δ. Σ. αυτού, που έχει ληφθεί κατά την 366/5.5.80 συνεδρίασή του, για την αύξηση του ανωτάτου ορίου ποσού των ταχ/κών επιταγών με καταβολή αναλόγως προς το ισχύον τιμολόγιο τελών, αποφασίζουμε: Εγκρίνουμε την ανωτέρω απόφαση του Δ. Σ. του ΕΛΤΑ, που αφορά την αύξηση ανωτάτου ορίου ποσού των Ταχ/κών επιταγών από 20.000 σε 50.000 δρχ. για τα φυσικά πρόσωπα και σε 200.000 δρχ., για τα Νομικά Πρόσωπα, Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου, Οργανισμούς, Δημόσιες Επιχειρήσεις κλπ. και την καταβολή Ταχ. τέλους για τις πέραν των 20.000 δρχ. επιταγές, ποσοστού 3,5‰ επί του αποστελλομένου ποσού σε κλίμακα ανά 10.000 δρχ. ή κλάσμα αυτών. Η απόφαση αυτή θα ισχύσει από την πρώτη του επομένου της δημοσιεύσεώς της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μηνός.
290
59. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ.Θ-17696/2665/75 της 13 Ιουν./7 Ιουλ. 1975 (ΦΕΚ Β' 722) Διόρθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Β' 807 της 2 Αυγ. 1975 Περί υπαγωγής υπαλλήλων Δ/νσεως Εναερίων Μεταφορών εις την αρμοδιότητα των Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων της Γενικής Δ/νσεως Μεταφορών του ΥΠ.Μ.Ε. Έχοντες υπ' όψει: 1.Τας διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 34 του Νόμου 22/1974 "περί ρυθμίσεως θεμάτων καταστάσεως των δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων και υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.". 2.Τας διατάξεις του Ν.Δ. 714/70 "περί ιδρύσεως Δ/νσεως Εναερίων Μεταφορών παρά τω Υπουργείω Συγκοινωνιών και οργανώσεως της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας". 3.Την υπ' αριθ. 13333/1948/25.4.75 απόφασιν ημών "περί συστάσεως Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων, Προσωπικού της Γενικής Δ/νσεως Μεταφορών". 4.Τας υπ' αριθ. 13523/1965/30.4.75 και 13524/ 1966/30.4.75 αποφάσεις "περί συγκροτήσεως των Τριμελών και Πενταμελών Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων Προσωπικού της Γενικής Δ/νσεως Μεταφορών", αποφασίζομεν: Ορίζομεν όπως, εις την αρμοδιότητα των Τριμελών και Πενταμελών Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων, Προσωπικού της Γενικής Δ/νσεως Μεταφορών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, υπαχθούν και οι υπάλληλοι της Δ/νσεως Εναερίων Μεταφορών κατά τας διακρίσεις του Ν.Δ. 22/1974. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 526,426 Τεύχος 580 – Σελ. 128 38.Κ.α.59 Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας 38
321
1. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 799 της 27/28 Σεπτ. 1948 (ΦΕΚ Α΄ 248) Περί εγγραφής εις τα Πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσσαλονίκης δια το 1948-49 των κατά το άρθρ. 3 του Ν.Δ. 775/1941 θεωρηθέντων ως επιτυχόντων φοιτητών κλπ. Άρθρ.1.-(Προσωρινής ισχύος). Άρθρ.2.(Αντικατεστάθη δια των διατάξεων του άρθρ. 39 Β.Δ. 546/1965).
218
23. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. 128/1016 της 9/25 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 226) Αύξηση των συντάξεων που καταβάλλει το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Εμπορίου Τροφίμων. 1.Αυξάνονται από 1.4.1985, οι συντάξεις που καταβάλλει το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Εμπορίου Τροφίμων στους συνταξιούχους του, των οποίων η έναρξη του συνταξιοδοτικού τους δικαιώματος εμπίπτει στο μέχρι 31.12.1984 χρονικό διάστημα ως ακολούθως: α)Συντάξεις μέχρι 10.000 δρχ. κατά ποσοστό 20%, χωρίς να μπορεί η αύξηση αυτή να είναι μικρότερη των 1.300 δρχ. β)Συντάξεις από 10.001 και άνω, κατά ποσοστό 15%, χωρίς να μπορεί η αύξηση αυτή να είναι μικρότερη των 2.000 δρχ. 2.Από την ίδια παραπάνω ημερομηνία, ως κατώτατο όριο σύνταξης ορίζεται το ποσό των 7.600 δρχ. λόγω γήρατος και αναπηρίας και το ποσό των 7.000 δρχ. λόγω θανάτου, ανεξάρτητα από το χρόνο έναρξης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος. 39.Η.ζ.20-23 Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Χημικών(ΤΕΑΧ) 24. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. 128/1904 της 30 Ιουλ./20 Οκτ. 1986 (ΦΕΚ Β΄ 684) Αύξηση συντάξεων του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Εμπορίου Τροφίμων. 1.Αυξάνονται από 1ης Απρ. 1986, οι συντάξεις που καταβάλει το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Εμπορίου Τροφίμων στους συνταξιούχους του, των οποίων η έναρξη του συνταξιοδοτικού τους δικαιώματος εμπίπτει στο μέχρι 31.12.85 χρονικό διάστημα, ως εξής: α)Συντάξεις μέχρι 10.000 δρχ., κατά 1.400 δρχ. β)Συντάξεις από 10.001 δρχ. μέχρι 15.000 δρχ. κατά 1.300 δρχ. γ)Συντάξεις από 15.001 δρχ. και πάνω κατά 1.000 δρχ. 2.Το ποσό σύνταξης κάθε κλιμακίου σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερο του ποσού σύνταξης του προηγούμενου κλιμακίου, όπως αυτό διαμορφώνεται μετά την αύξηση. 3.Από την ίδια παραπάνω ημερομηνία ως κατώτατο όριο σύνταξης καθορίζεται το ποσό των 9.000 δρχ. λόγω γήρατος και αναπηρίας και το ποσό των 8.400 δρχ. λόγω θανάτου, ανεξάρτητα από το χρόνο έναρξης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος.
331
36. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1104 της 14/15 Μαρτ. 1946 Περί δημοσιοσυντηρήσεως των Εμπορικών Σχολών Χίου και Γυθείου κλπ.
173
2. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1634 της 17/18 Ιουλ. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 104) Κύρωση των πρωτοκόλλων 1980 «Για την προστασία της Μεσογείου Θαλάσσης από τη ρύπανση από χερσαίες πηγές» και 1982 «περί των ειδικά προστατευομένων περιοχών της Μεσογείου». Με Ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 9/ 11 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 13) το ανωτέρω πρωτόκολλο τέθηκε σε ισχύ στη χώρα μας στις 26 Ιαν. 1987.
39
121. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. Β1/21/21/3357 της 17 Νοεμ. 1979/10 Ιαν. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 11) Περί εγκρίσεως Κανονισμού «περί αναστολής καταβολής συντάξεως συνταξιοδοτουμένων υπό του ΙΚΑ δυνάμει των διατάξεων του άρθρ. 10 Νόμ. 825/78 (35ετία)». Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρ. 16 του Α.Ν. 1846/51 «περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων», όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα. 2.Τις διατάξεις του άρθρ. 40 του Ν.Δ. 2698/53 «περί διοικήσεως του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μεταρρυθμίσεως της περί αυτού νομοθεσίας, ως και άλλων τινών διατάξεων». 3.Τις διατάξεις των άρθρ. 1 και 5 του Ν.Δ. 3710/1957 «περί τροποποιήσεως της περί διοικήσεως και ελέγχου του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων νομοθεσίας κ.λπ.». 4.Τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρ. 10 του Νόμ. 825/78 «περί αντικαταστάσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων της διεπούσης το ΙΚΑ Νομοθεσίας και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων». 5.Τις διατάξεις του άρθρ. 5 του Νόμ. 861/79 «περί απλουστεύσεως της διαδικασίας αναγνωρίσεως χρόνου προϋπηρεσίας και απονομής των πάσης φύσεως παροχών εις τους ησφαλισμένους των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών και άλλων τινών διατάξεων». 6.Πρόταση του Διοικητή του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τις 524 και 527 γνωμοδοτήσεις του Δ.Σ. αυτού που λήφθηκαν κατά τις 27/ 13.9.79 και 28/20.9.79 συνεδριάσεις του αντίστοιχα και υποβλήθηκαν σ’ εμάς με τη 259080/Φ8-28/ 27.10.79 αναφορά του Ιδρύματος. 7.Τη Δ3/2087/6.12.77 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών «περί αναθέσεως αρμοδιοτήτων εις τους Υφυπουργούς (Αντί για τις σελ. 70,827-70,834) Σελ. 70,827(α) Τεύχος Δ112-Σελ. 23 Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων 15Β.Β.α.115-121 Κοινωνικών Υπηρεσιών» (ΦΕΚ 1278/77 τ.Β΄), αποφασίζουμε: Εγκρίνουμε τον Κανονισμό «περί αναστολής καταβολής συντάξεως συνταξιοδοτουμένων υπό του ΙΚΑ δυνάμει των διατάξεων του άρθρ. 10 του Νόμ. 825/78 (35ετία)». ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ Περί αναστολής καταβολής συντάξεως συνταξιοδοτουμένων υπό του ΙΚΑ δυνάμει των διατάξεων του άρθρ. 10 του Νόμ. 825/78 (35ετία). Άρθρον μόνον.-1.Ο συνταξιοδοτούμενος υπό του ΙΚΑ δυνάμει των διατάξεων του άρθρ. 10 του Νόμ. 825/78 (35ετία) άμα τη αναλήψει οιασδήποτε εργασίας ή ασκήσεως οιουδήποτε επαγγέλματος οφείλει να δηλώσει τούτο εις το Ίδρυμα και εν συνεχεία διαρκούσης της εργασίας ή της ασκήσεως του επαγγέλματος, να παρέχη πάσαν περί ταύτης πληροφορίαν. Παράλειψις της ως ανωτέρω δηλώσεως ή παροχή ανακριβών πληροφοριών συνεπάγεται την εν πάση περιπτώσει αναζήτησιν των κατά τον χρόνον παροχής εργασίας ή ασκήσεως επαγγέλματος καταβληθεισών συντάξεων. 2.Ειδικώς ο υπό του ΙΚΑ συνταξιοδοτούμενος δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, του οποίου το ποσόν της συντάξεως δεν υπερβαίνει το εκάστοτε ισχύον κατώτατον όριον συντάξεως γήρατος, πριν ή αναλάβη οιανδήποτε εξηρτημένην εργασίαν οφείλει να δηλώση τούτο εις το Ίδρυμα και να ζητήση την έγγραφον έγκρισιν αυτού, παρέχων εις τούτο κατά την υποβολήν της δηλώσεως και εν συνεχεία διαρκούσης της εργασίας πάσαν περί ταύτης πληροφορίαν. Η ανάληψις εργασίας άνευ εγκρίσεως του Ιδρύματος ως και η παράλειψις της παροχής των κεκανονισμένων πληροφοριών ή η παροχή ανακριβών τοιούτων συνεπάγεται την αναζήτησιν των καταβληθεισών συντάξεων κατά τον χρόνον απασχολήσεως του συνταξιούχου ανεξαρτήτως του ύψους των εκ της εργασίας απολαβών αυτού.
371
26. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ. 11601 της 13/17 Μαρτ. 1987 (ΦΕΚ Β΄ 122) Κήρυξη εκτελεστής της αριθ.7/87 απόφασης του ΠΔΔΔ Αθηνών, για τον καθορισμό των γενικών κατωτάτων ορίων μισθών και ημερομισθίων των εργαζομένων όλης της Χώρας. Έχοντας υπόψη: Τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 20 του Νόμ. 3239/55, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τα Ν.Δ. 3755/57, 186/69 και 1198/72, αποφασίζουμε: Κηρύσσουμε εκτελεστή την αριθ. 7 / 87 απόφαση του ΠΔΔΔ Αθηνών, που εκδόθηκε για να επιλύσει τη συλλογική διαφορά εργασίας, που δημιουργήθηκε ανάμεσα στους: 1)Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών, 2) Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος, 3) Εμπορικό Σύλλογο Αθηνών, 4) Εμπορικό Σύλλογο Θεσ/νίκης αφενός και αφετέρου στη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ) και που αφορά τον καθορισμό των γενικών κατωτάτων ορίων μισθών και ημερομισθίων των εργαζομένων όλης της Χώρας, της οποίας το περιεχόμενο έχει ως εξής: 1.Τα συνολικά γενικά κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων όπως έχουν διαμορφωθεί την 31.12.86 με βάση την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση της 13 ης Μαρτ. 1986 (ανωτ. αριθ. 25), αυξάνονται από 1 ης Ιαν. 1987 με την ΑΤΑ, δηλαδή κατά ποσοστό 4,1%. 2.Τα παραπάνω συνολικά γενικά κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων όπως διαμορφώνονται με την προηγούμενη παράγραφο, αναπροσαρμόζονται περαιτέρω από την 1.5.87 και από την 1.9.87 με την ΑΤΑ που καθορίζεται από την απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, αμέσως μετά την έκδοσή της, όπως προβλέπεται από το Νόμ. 1584/ 86. 3.Για τη χορήγηση της αναπροσαρμογής των μισθών και ημερομισθίων που προβλέπονται από την απόφαση αυτή θα ισχύσουν τα κλιμάκια αποδοχών που καθορίζονται από την 8210/183/28.1.87 απ. Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εργασίας. 4.Οι διατάξεις του άρθρ. 3 παρ. 1, 2 και 3 της 1/ 82 απόφασης του ΔΔΔΔ Αθηνών (ανωτ. αριθ. 20), που προσδιορίζουν το βασικό μισθό, το βασικό ημερομίσθιο και τα διορθωτικά ποσά, εξακολουθούν να ισχύουν. Τα επιδόματα που προβλέπονται από προηγούμενες Εθνικές Γενικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ή όμοιας έκτασης Διαιτητικές αποφάσεις υπολογίζονται επί των βασικών μισθών και ημερομισθίων που προβλέπονται από την παραπάνω διαιτητική απόφαση. Κατά τα λοιπά εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της από 13.3.86 Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. 5.Τυχόν ανώτερες καθοριζόμενες αποδοχές (μισθοί και επιδόματα) ή ευνοϊκότεροι όροι εργασίας, που προβλέπονται από Νόμους, Δ/τα, Υπουργικές Αποφάσεις, Δ.Α., Εσωτερικούς Κανονισμούς, Έθιμα ή από τις ατομικές συμβάσεις εργασίας, δε θίγονται από τις διατάξεις της απόφασης αυτής. 6.Η ισχύς της απόφασης αυτής με τις παραπάνω διακρίσεις αρχίζει από 1 Ιαν. 1987.
355
4. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Αριθ. 33320 της 3/13 Μαΐου 1957 Περί συστάσεως Επιτροπής άρθρ. 12 παρ. 1 Ν.Δ. 3523/1956 Έχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 12 του Ν.Δ. 3523/1956 «περί οργανώσεως της διανομής της ηλεκτρικής ενεργείας», αποφασίζομεν: Σύστασις Επιτροπής Άρθρ.1.-«1.Συνιστάται Επιτροπή αποτελουμένη: «1)Εκ δύο ανωτέρω Δημοσίων υπαλλήλων. 2)Εξ ενός Διευθυντού της Δ.Ε.Η.». Η σύνθεσις της ανωτέρω Επιτροπής, τροποποιηθείσα δια των υπ’ αριθ. 45549/15778 της 17/30 Ιουν. 1961 και 91870/3780 της 16/29 Δεκ. 1961 αποφ. Υπ. Βιομηχανίας, ετροποποιήθη εκ νέου ως άνω δια του άρθρ. 1 Β.Δ. 443/1965 ανωτ. σελ. 32,11). Η Επιτροπή αύτη καταργείται μετά εν έτος από της ισχύος του Β.Δ. 443/1965. 2.Παρισταμένης προς τούτο ανάγκης δια νεωτέρων αποφάσεων ημών θέλουν ορισθή και άλλαι Επιτροπαί της αυτής ως ανωτέρω συνθέσεως. Αίτησις ΔΕΗ Άρθρ.2.-1.Κατά την ανάληψιν της εξυπηρετήσεως υπό της ΔΕΗ ωρισμένης περιοχής, μετά την συμφώνως προς τας διατάξεις του Ν.Δ. 3523/1956 εξαγοράν ή αναγκαστικήν απαλλοτρίωσιν των εγκαταστάσεων της εξυπηρετούσης την περιοχήν ταύτην ηλεκτρικής επιχειρήσεως ή εκμεταλλεύσεως, προκειμένου η ΔΕΗ να προσλάβη προσωπικόν εις την περιοχή ταύτην προς κάλυψιν των εκ του Ν.Δ. 3523/1956 αναγκών αυτής, ανακοινοί εις την Επιτροπήν ητιολογημένως τους παρ’ αυτής επιλεγέντας μεταξύ των υπηρετούντων εις την τοπικήν επιχείρησιν ή εκμετάλλευσιν και αιτείται την σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής. 2.Η αίτησις της ΔΕΗ υποβάλλεται δια του Προέδρου της Επιτροπής, εις αυτήν δ’ αναγράφονται αι δημιουργηθείσαι εκ της εφαρμογής του Ν.Δ. 3523/ 1956 εις την περιοχήν ταύτην υπηρεσιακαί ανάγκαι, εν σχέσει δε προς τους επιλεγέντας προς πρόσληψιν τα ακόλουθα στοιχεία: α)Ονοματεπώνυμον και όνομα πατρός. β)Τόπος και έτος γεννήσεως. γ)Ειδικότης. δ)Γραμματικαί γνώσεις και λοιπά προσόντα (ειδικά πτυχία ή άδειαι Υπουργείου). ε)Έτη υπηρεσίας παρ’ ηλεκτρική επιχειρήσει ή εκματαλλεύσει και έτη προϋπηρεσίας παρ’ ετέρα ομοειδεί επιχειρήσει. Εν περιπτώσει μεταβολής της ειδικότητος, δέον ν’ αναγράφωνται τα έτη προϋπηρεσίας κεχωρισμένως δι’ εκάστην των ειδικοτήτων υφ’ ας υπηρέτησεν. ς)Οικογενειακή κατάστασις. ζ)Αι πάσης φύσεως αποδοχαί αναλυτικώς. η)Ασφαλιστικόν καθεστώς. θ)Τυχόν ιδιότης ως αναπήρου πολέμου ή υπαγωγή αυτού εις τινα των κατηγοριών του άρθρ. 1 του Α.Ν. 1836/1951, ή τυχόν ιδιότης ως θύματος πολέμου, ως υπαγομένου κατά το Ζ΄ Ψήφισμα εις την Εθνικήν Αντίστασιν ή ως πολυτέκνου. ι)Οιαδήποτε πληροφορία ην ήθελε συγκεντρώσει η ΔΕΗ περί υγείας, ήθους, ικανότητος, πείρας και ειδικών προσόντων. 3.Εις την αίτησιν επισυνάπτεται επίσης πίναξ του υπηρετούντος προσωπικού εις την ηλεκτρικήν επιχείρησιν ή εκμετάλλευσιν, την εξυπηρετούσαν την δι’ ην η προτεινομένη πρόσκλησις περιοχήν, κατά τον χρόνον της υπό της Δ.Ε.Η. αναλήψεως της εξυπηρετήσεως της περιοχής ταύτης, εις ον πίνακα αναγράφονται τα αυτά ως ανωτέρω στοιχεία. Τόπος και χρόνος συνεδριάσεων. Άρθρ.3.-1.Η Επιτροπή συνέρχεται τη εγγράφω προσκλήσει του Προέδρου αυτής εντός πέντε ημερών από της εγχειρίσεως της κατά το άρθρ. 2 αιτήσεως της ΔΕΗ, συνεδριάζει δε την εν τη προσκλήσει αυτού οριζομένην ημέραν και ώραν. 2.Η Επιτροπή συνεδριάζει εν Αθήναις και εν τω καταστήματι του Υπουργείου Βιομηχανίας. Εφ’ όσον κρίνη τούτο αναγκαίον, η Επιτροπή δύναται να ορίση τόπον συνεδριάσεως και εκτός των Αθηνών. Απόφασις Άρθρ.4.-1.Δια της αποφάσεως αυτής η Επιτροπή διατυπώνει ητιολογημένως την γνώμην αυτής επί της προτάσεως της ΔΕΗ. 2.Αι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των μελών αυτής. 3.Η επιτροπή υποχρεούται να εκδίδη την απόφασιν αυτής εντός είκοσι το βραδύτερον ημερών από της εγχειρίσεως της αιτήσεως της ΔΕΗ. Πρακτικά Άρθρ.5.-Περί των συνεδριάσεων της Επιτροπής και των ληφθεισών αποφάσεων τηρούνται πρακτικά. Ταύτα αναγιγνώσκονται και την επομένην συνεδρίασιν, μετά δε την επικύρωσιν αυτών υπό της Επιτροπής υπογράφονται παρά του προέδρου και του γραμματέως. (Αντί της σελ. 224,59(β) Σελ. 224,59(γ) Διανομή Ηλεκτρικής Ενέργειας 13.Δ.θ.4 Γραμματεύς Άρθρ.6.-«1.Καθήκοντα Γραμματέως της Επιτροπής ασκεί υπάλληλος της Διευθύνσεως Ενεργείας εκ του Κλάδου Β6 οριζόμενος δι’ αποφάσεως του Υπουργού Βιομηχανίας». Η παρ. 1 τροποποιηθείσα αρχικώς δια της υπ’ αριθ. 45549/15778 της 17/30 Ιουν. 1961 αποφ. Υπ. Βιομηχανίας αντικατεστάθη εκ νέου ως άνω δια της υπ’ αριθ. 91870/3780 της 16/29 Δεκ. 1961 (ΦΕΚ Β΄ 461) ομοίας. 2.Ο γραμματεύς παρίσταται κατά τας συνεδριάσεις της επιτροπής, είναι δε υπεύθυνος δια την σύνταξιν και υπογραφήν των πρακτικών, την γνωστοποίησιν των αποφάσεων της Επιτροπής και την εν γένει διεξαγωγήν της αλληλογραφίας αυτής. Ούτος επικουρείται εις το έργον του υπό βοηθητικού προσωπικού τιθεμένου εις την διάθεσιν αυτού παρά της ΔΕΗ. 3.Ο γραμματεύς επικυροί δια της υπογραφής αυτού τα εκδιδόμενα παρά της επιτροπής αντίγραφα, αποσπάσματα και λοιπά έγγραφα. Αποζημίωσις Άρθρ.7.-1.Εις τα εκ δημοσίων υπαλλήλων μέλη της Επιτροπής καταβάλλεται αποζημίωσις έναντι εξόδων κινήσεως εκ δραχμών τριακοσίων κατά συνεδρίασιν, εις δε τον γραμματέα εκ δραχμών διακοσίων κατά συνεδρίασιν. 2.Εν περιπτώσει μετακινήσεως της Επιτροπής εκτός των Αθηνών καταβάλλονται επιπροσθέτως τα έξοδα ταξειδίου και ημερησία εκτός έδρας αποζημίωσις, οριζομένη προκειμένου μεν περί των μελών της Επιτροπής ίση προς την των διευθυντών της ΔΕΗ, προκειμένου δε περί του γραμματέως ίση προς την των προϊσταμένων υπηρεσίας της ΔΕΗ. 3.Αι κατά τας παρ. 1 και 2 αποζημιώσεις και έξοδα βαρύνουν την ΔΕΗ, καταβάλλονται δε βάσει αποδείξεων των δικαιούχων θεωρηθεισών υπό του προέδρου της Επιτροπής. Παράδοσις αρχείου Άρθρ.8.-Μετά την λήξιν των εργασιών της Επιτροπής τα πρακτικά και το αρχείον των εγγράφων της Επιτροπής θέλουσι παραδοθή παρά του προέδρου αυτής επί αποδείξει εις το Αρχείον του Υπουργείου της Βιομηχανίας, το οποίον θέλει επιμεληθή της διαφυλάξεως αυτών. Από της τοιαύτης παραδόσεως, της εκδόσεως αντιγράφων επιμελείται η υπηρεσία διεκπεραιώσεως του Υπουργείου Βιομηχανίας. Η παρούσα απόφασις θέλει δημοσιευθή δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 224,60(γ) 13.Δ.θ.4 Διανομή Ηλεκτρικής Ενέργειας
192
5. ΝΟΜΟΣ 6248 της 20/25 Αυγ. 1934 (ΦΕΚ Α΄ 274) Περί Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας.
286
28. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 107 της 30/31 Μαΐου 1941 Περί ρυθμίσεως της παραγωγής καπνοβιομηχανικών προϊόντων. Το Ν.Δ. τούτο, ως και τα: α)Ν.Δ. 187 της 17/18 Ιουν. 1941 περί ρυθμίσεως ζητημάτων τινών αφορώντων την κυκλοφορίαν των καπνοβιομηχανικών προϊόντων και, β)Νόμ. 966 της 29 Νοεμ./1 Δεκ. 1943 περί ρυθμίσεως της διανομής των σιγαρέττων εις το Κοινόν, καταργήθησαν δια του άρθρ. 11 Α.Ν. 207/1945 (κατωτ. αριθ. 35).
333
15. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 126 της 5/13 Φεβρ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 38) Περί ιδρύσεως εργαστηρίου, σπουδαστηρίων και μετονομασίας εργαστηρίων εις το Ε.Μ. Πολυτεχνείον. Άρθρ.1.-Ιδρύονται εις την Ανωτάτην Σχολήν Μηχανολόγων - Μηχανικών του Ε.Μ. Πολυτεχνείου τα κάτωθι Παραρτήματα:α)Εργαστήριον θερμικών Στροβιλομηχανών, υπαγόμενον εις την ομώνυμον έδραν. β)Σπουδαστήριον Επιχειρησιακής Ερεύνης, υπαγόμενον εις την ομώνυμον έδραν. γ)Σπουδαστήριον Οργανώσεως, υπαγόμενον εις την έδραν Βιομηχανικής Οργανώσεως. Άρθρ.2.-Μετονομάζονται τα κάτωθι Παραρτήματα της Ανωτάτης Σχολής Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών του Ε.Μ. Πολυτεχνείου άνευ μεταβολής τινός των παρ’ αυτοίς προβλεπομένων θέσεων πάσης φύσεως προσωπικού: α)Το Εργαστήριον Τοπογραφίας, υπαγόμενον εις την έδραν Ανωτέρας Γεωδαισίας και Χαρτογραφίας, εις εργαστήριον Ανωτέρας Γεωδαισίας. β)Το Εργαστήριον Γεωδαισίας, υπαγόμενον εις την έδραν Γενικής Γεωδαισίας, εις εργαστήριον Γενικής Γεωδαισίας.
179
2. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 791 της 14/22 Ιουλ. 1937 (ΦΕΚ Α΄ 275) Περί του τρόπου εκτελέσεως έργων τινών του Υπουργείου Αεροπορίας. Καταργήθηκε κατά το μέρος που αναφέρεται στην κατασκευή έργων από την περίπτ. ι παρ. 1 άρθρ. 28 Νόμ. 1418/1984, ΦΕΚ Α΄ 23, (τόμ. 23 σελ. 130,625), με την επιφύλαξη του άρθρ. 27 του ίδιου Νόμου. Άρθρ.1.-Δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου εκτελούνται τα έργα εκείνα του Υπουργείου Αεροπορίας, ων η εκτέλεσις κρίνεται ότι δέον να μη λάβη ευρείαν δημοσιότητα. Τον καθορισμόν των έργων τούτων ενεργεί ο Υπουργός της Αεροπορίας δι’ εμπιστευτικής αποφάσεώς του, προκαλουμένης υπό του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας. Τα έργα ταύτα εκτελούνται παρά της Δ/νσεως Δημοσίων Έργων Υπουργείου Αεροπορίας, η δε επίβλεψις αυτών ή η απολογιστική των εκτέλεσις ανατίθεται εις ένα των ταύτη ανηκόντων Μηχανικών. Άρθρ.2.-Η Διεύθυνσις Δημοσίων Έργων Υπουργείου Αεροπορίας ενεργεί την εκτέλεσιν των ως άνω έργων κατά ένα των επομένων τρόπων, ούτινος η εκλογή γίνεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού της Αεροπορίας, προκαλουμένης παρά του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας και της Δ/νσεως Δημ. Έργων, ανεξαρτήτως του ποσού της απαιτουμένης δια την εκτέλεσιν της εργασίας δαπάνης. α)Δια διαγωνισμού δι’ ενσφραγίστων προσφορών μεταξύ ωρισμένων εργολάβων παρεχόντων εχέγγυα καλής και ταχείας εκτελέσεως και εμπνεόντων εμπιστοσύνην τηρήσεως της επιβαλλομένης εχεμυθείας. β)Δια προχείρων διαγωνισμών μεταξύ εργολάβων παρεχόντων τα εχέγγυα α΄ παραγράφου. γ)Δι’ απ’ ευθείας συμβάσεως και άνευ διαγωνισμού εις πρόσωπα παρέχοντα τα εχέγγυα της α΄ παραγράφου. δ)Απολογιστικώς δια των υπό τας διαταγάς της Μηχανικών. Οι ως άνω διαγωνισμοί δεν λαμβάνουσι δημοσιότητα. Άρθρ.3.-Η εκτέλεσις των προκειμένων έργων και μελετών ανατίθεται μόνον εις Έλληνας, αποκλειομένων των ξένης Εθνικότητος ατόμων. Άρθρ.4.-Ο Υπουργός της Αεροπορίας έχει το δικαίωμα δια της Δ/νσεως Δημοσίων Έργων να ενεργή την προμήθειαν υλικών μόνον δι’ επειγούσης ανάγκης μέχρι του ποσού των 200.000 δραχμών δια προχείρου διαγωνισμού ή δι’ απ’ ευθείας αγοράς. Αι πέραν των 200.000 δραχμών προμήθειαι υλικού ενεργούνται παρά του Υπουργού Αεροπορίας δια της Δ/νσεως Δημοσίων Έργων δια δημοσίου διαγωνισμού. Αεροπορικά Έργα και Προμήθειες 36.Ζ.ζ.2-4 36.Ζ.ζ.1 Αεροπορικά Έργα και Προμήθειες Άρθρ.5.-Κατά τα λοιπά δια την εκτέλεσιν των ανωτέρω έργων ισχύουσιν, εφ’ όσον δεν αντίκεινται προς τα δια του παρόντος καθοριζόμενα, αι κείμεναι διατάξεις περί εκτελέσεως των Δημοσίων Έργων. Αι απολογιστικαί εργασίαι δύνανται εν πάση περιπτώσει να εκτελώνται και άνευ διαγωνισμού, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού της Αεροπορίας προκαλουμένης παρά του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας και της Διευθύνσεως Δημοσίων Έργων Υπουργείου Αεροπορίας. Άρθρ.6.-Εργολάβοι εκτελέσεως των ως άνω έργων κηρύσσονται οριστικώς έκπτωτοι υπό του Υπουργού της Αερ/ρίας, εκτός των υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπομένων περιπτώσεων και δια παράβασιν της οφειλομένης εχεμυθείας, πάντοτε κατόπιν γνωματεύσεως του Γ.Ε.Α. Άρθρ.7.-Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αι δε λεπτομέρειαι του παρόντος κανονισθήσονται δια Β.Δ/τος προκαλουμένου υπό του Υπουργού Αεροπορίας.
340
45. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Αριθ. Φ.1415/ΑΣ 382 της 30 Ιουλ./12 Αυγ. 1998 (ΦΕΚ Α΄ 192) Δημοσίευση της 1171/(1998) απόφασης του Συμβουλίου Ασφάλειας του Ο.Η.Ε..
104
17. ΝΟΜΟΣ 5347 της 21/26 Μαρτ. 1932 Περί ιδρύσεως επαρχιακού Νοσοκομείου εν Φιλιάταις Ηπείρου. Σχετικός και ο: Νόμ. 5953 της 18/21 Δεκ. 1933 περί συμπληρώσεως του Νόμ. 5347.
265
28α. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 540 της 6/19 Αυγ. 1968 (ΦΕΚ Α΄ 180) Περί αναγνωρίσεως, ως Ελευθέρου Τελωνειακού Συγκροτήματος, των εις Τουρκολίμανον Ελευσίνος εγτκαταστάσεων της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΠΕΤΡΕΛΑΙΩΝ «ΘΕΔΟΛ» Α.Ε. Καταργήθηκε από το Π.Δ. 198/19 Μαΐου - 20 Ιουν. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 82).
306
8. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 142327 της 3/19 Νοεμ. 1999 (ΦΕΚ Β΄ 2037) Εσωτερικός Κανονισμός λειτουργίας Ομοσπονδίας Δικαστικών Επιμελητών.
316
168. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. Φ2/Β3/4478 της 23 Μαΐου/1 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 487) Διεύρυνση αντιστοιχιών για κατάταξη πτυχιούχων ΤΕΙ σε τμήματα ΑΕΙ. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρ. 4 παρ. 4 του Νόμ. 1865/89 «Μετεγγραφές φοιτητών και σπουδαστών εσωτερικούεξωτερικού, και κατατάξεις πτυχιούχων στα Ανώτατα και στα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και άλλες διατάξεις» (Α΄ 210). 2.Τις διατάξεις του άρθρ. 1 παρ. 5 του Νόμ. 2233/94 «Ρύθμιση θεμάτων εξετάσεων μετεγγραφών φοιτητών εξωτερικού και άλλες διατάξεις» (Α΄ 141). 3.Την αριθ. Φ2/Β3/2642/26.7.94 Υ.Α. «Κατάταξη πτυχιούχων ΤΕΙ, ΚΑΤΕΕ και άλλων ανώτερων Σχολών υπερδιετούς κύκλου σπουδών στα ΤΕΙ» (Β΄ 580). 4.Τη γνώμη των οικείων Τμημάτων των ΑΕΙ για τον καθορισμό αντιστοιχίας και συνάφειας σπουδών. 5.Την αριθ. Η/5615/1994 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, για τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων, αποφασίζουμε: Συμπληρώνουμε την αριθ. Φ2/Β3/2642/26.7.94 Υπουργική Απόφαση (Β΄ 580), διευρύνοντας την αντιστοιχία και συνάφεια ειδικοτήτων των πτυχιούχων ΤΕΙ, για κατάταξη στο Γ΄ εξάμηνο σπουδών τμημάτων ΑΕΙ, ως ακολούθως: Οι πτυχιούχοι ΤΕΙ: 1.Τμήματος Επισκεπτών (τριών) Υγείας μπορούν να κατατάσσονται στο τμήμα: Ψυχολογίας του Αριστοτελείου Παν/μίου Θεσ/κης. Σελ. 516,57792 Τεύχος 1227-Σελ. 42 2.Τμήματος Αισθητικής μπορούν να κατατάσσονται στα τμήματα: -Ιατρικής του Δημοκριτείου Παν/μίου Θράκης -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης του Παν/μίου Πατρών -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης του Παν/μίου Ιωαννίνων -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης του Παν/μίου Αθηνών 3.Τμήματος Φωτογραφίας μπορούν να κατατάσσονται στο τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Παν/μίου Θες/κης. 4.Τμήματος Δημόσιας Υγιεινής μπορούν να κατατάσσονται στα τμήματα: -Κτηνιατρικής του Αριστοτελείου Παν/μίου Θεσ/κης -ΤΕΦΑΑ του Δημοκριτείου Παν/μίου Θράκης 5.Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων ή -Εμπορίας και Διαφήμισης (MARKETING) ή -Λογιστικής, μπορούν να κατατάσσονται στα τμήματα: -Οικιακής Οικονομίας του Χαροκοπείου Παν/μίου -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης του Παν/μίου Αθηνών. 6.Από όλα τα τμήματα της Σχολής Τεχνολογίας Τροφίμων και Διατροφής μπορούν να κατατάσσονται στα τμήματα: Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης Παν/μίου Πατρών Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης Παν/μίου Ιωαννίνων 613 32.Ε.κ.167-168 Κέντρα Ανώτερης Τεχ/κής Εκπ/σης (Κ.Α.Τ.Ε.) Τεχν/κά Εκπ/κά Ιδρύματα (Τ.Ε.Ι.) 7.Τμήματος Νοσηλευτικής μπορούν να κατατάσσονται στα Τμήματα: -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης Παν/μίου Πατρών -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης του Παν/μίου Ιωαννίνων -Παιδαγωγικό Νηπιαγωγών του Παν/μίου Κρήτης -Παιδαγωγικό Νηπιαγωγών του Παν/μίου Αθηνών δ.Τμήματος Μαιευτικής μπορούν να κατατάσσονται στα Τμήματα: -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης Παν/μίου Πατρών -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης Παν/μίου Ιωαννίνων -Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπ/σης Παν/μίου Αθηνών -Παιδαγωγικό Νηπιαγωγών Παν/μίου Κρήτης -Θεολογίας Νηπιαγωγών Παν/μίου Θεσ/κης. 9.Οι πτυχιούχοι της Ανώτερης Δημόσιας Σχολής Εμπορικού Ναυτικού – Δοκίμου Αξιωματικού Μηχανής μπορούν να κατατάσσονται στο τμήμα: -Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. 10.Όλα τα τμήματα ΤΕΙ μπορούν να κατατάσσονται στο τμήμα: -Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών. Από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη.
173
70. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 2324/6/1/98 της 30 Ιουλ./26 Αυγ. 1998 (ΦΕΚ Β' 914) Κύρωση Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας Πληρωμάτων Επιβατηγών Μεσογειακών και Τουριστικών Ε/Γ Πλοίων.
30
36. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Αριθ.Κ3-11579 της 28 Δεκ.2001-14 Ιαν.2002 (ΦΕΚ Β΄14) Τροποποίηση υπουργικών αποφάσεων που εκδόθηκαν σε εφαρμογή των διατάξεων του Π.Δ.400/70 άρθρ.10 παρ.4. ΄Εχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις α. Του Νόμ.1558/85 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα». β. Του Π.Δ.397/88 «Οργανισμός του Υπουργείου Εμπορίου» όπως ισχύει. γ. Του Π.Δ.27/96 «Συγχώνευση των Υπουργείων Τουρισμού, Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου στο Υπουργείο Ανάπτυξης». δ. Του Π.Δ.59/96 «Σύσταση Γενικής Γραμματείας Εμπορίου στο Υπουργείο Ανάπτυξης». ε. Του Ν.Δ.400/70 περί «Ιδιωτικής Επιχειρήσεως Ασφαλίσεως», όπως ισχύει. 2. Την με αριθ.485/31.10.2001 (ΦΕΚ 1484 τ. Β΄) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Ανάπτυξης περί «Ανάθεσης αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Ανάπτυξης». 3. Την με αριθ.Β3-135/26.7.2000 απόφαση της Υφυπουργού Ανάπτυξης «εξουσιοδότηση για υπογραφή εγγράφων με εντολή Υφυπουργού», όπως ισχύει. 4. Τις εκδοθείσες υπουργικές αποφάσεις σε εφαρμογή των οριζομένων στις διατάξεις του Π.Δ.400/70 άρθρ.10 παρ.4 όπως ίσχυε. 5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις αυτής της απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε: Η εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων που το δικαίωμα διοίκησης και διάθεσης έχει εκχωρηθεί στο Επικουρικό Κεφάλαιο με υπουργικές αποφάσεις θα γίνει με τα οριζόμενα σ’ αυτές με τις εξής συμπληρώσεις: -Το Επικουρικό Κεφάλαιο αποφασίζει για μεν τα ακίνητα την προκήρυξη του πλειοδοτικού διαγωνισμού και την αποδοχή ή μη των αποτελεσμάτων του για δε τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία τον χρόνο της εκποίησής των ή της μετατροπής των σε άλλου είδους επένδυση με γνώμονα τα συμφέροντα των δικαιούχων αποζημιώσεων. Σελ. 246,422 Τεύχος 1444 Σελ. 32 -Δίνει γραπτή εντολή στον εκκαθαριστή της υπό εκκαθάριση ασφαλιστικής εταιρείας που είναι νόμιμος κάτοχος όλων των περιουσιακών στοιχείων για τις αναγκαίες πράξεις που απαιτούνται προκειμένου να υλοποιηθούν οι σχετικές με τα παραπάνω αποφάσεις του Επικουρικού Κεφαλαίου. -Η ευθύνη του εκκαθαριστή στη πράξη υπογραφής του συμβολαίου μεταβίβασης ή της όποιας πράξης εκποίησης ή τροποποίησης της επένδυσης είναι η ευθύνη της σωστής διεκπεραίωσης της εντολής. 12.Μ.α.36 Ιδιωτική Επιχείρηση Ασφαλίσεως 37. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.288 της 18-23 Οκτ.2002 (ΦΕΚ Α΄258) Προσαρμογή του Ν.Δ. 400/1970 (A΄ 10) "περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως", όπως ισχύει, προς: i) τις διατάξεις της Οδηγίας 98/78/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 1998 "σχετικά με την συμπληρωματική χρηματοοικονομική εποπτεία ασφαλιστικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο ενός ασφαλιστικού ομίλου" (L 330/1/5.12.1998), ii) ορισμένες διατάξεις, όπως ισχύουν, των Πρώτων Οδηγιών για την πρωτασφαλιστική δραστηριότητα 73/239/ΕΟΚ (L228/3/16.8.1973) [ασφαλίσεις ζημιών] και 79/267/ ΕΟΚ (L63/1/13.3.1979) [ασφαλίσεις ζωής]. Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 1338/1983 "Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου" (Α΄ 34), όπως αντικαταστάθηκε με την παραγρ. 4 του άρθρου 6 του Ν. 1440/1984 (Α΄ 70) και τροποποιήθηκε με τα άρθρο 17 της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ, όπως ισχύει τροποποιημένο με τα άρθρα 10 της οδηγίας 84/641/ΕΟΚ και 1 (παρ. 5 και 6) της οδηγίας 87/343/ΕΟΚ και το άρθρο 20 της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ.] (Αντικαθίστανται τα άρθρ.17 και 17β Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). Άρθρο 7 Όπου στα άρθρα 2 έως και 8 του παρόντος Π.Δ. αναφέρονται άρθρα ή κεφάλαια, χωρίς παραπομπή σε νόμο ή Π.Δ., νοούνται τα άρθρα ή κεφάλαια του Ν.Δ. 400/1970, όπως ισχύει. Άρθρο 8 Οι διατάξεις του παρόντος Π.Δ. ισχύουν από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. άρθρα 7 του Ν. 1775/1988 (Α΄ 101), 31 του Ν. 2076/1992 (Α΄ 130), 19 του Ν. 2367/1995 (Α΄ 261) και 22 του Ν. 2789/2000 (Α΄ 21), ως και τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1338/1983 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του Ν. 1892/1990 (Α΄ 101). 2. Τις διατάξεις του Ν. 1558/1985 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα" (Α΄ 137), όπως ισχύει. 3. Τις διατάξεις του άρθρου 29Α του Ν. 1558/1985, όπως προσετέθη με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (Α΄ 154) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 (παράγ. 2 περίπ. α΄) του Ν. 2469/1997 (Α΄ 38). 4. Τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 2 του Π.Δ. 81/2002 (Α΄ 57) "Συγχώνευση των Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών". 5. Την κοινή απόφαση 485/31.10.2001 (ΦΕΚ Β΄ 1484) του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Ανάπτυξης "Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Ανάπτυξης". 6. Το γεγονός ότι δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού. 7. Την με αριθμό 539/2002 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υφυπουργού Ανάπτυξης, αποφασίζουμε: Άρθρο 1 Σκοπός του διατάγματος αυτού είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως προς: i) τις διατάξεις της Οδηγίας 98/78/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 1998 "σχετικά με την συμπληρωματική χρηματοοικονομική εποπτεία ασφαλιστικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο ενός ασφαλιστικού ομίλου" (L 330/1/ 5.12.1998), ii) τις διατάξεις των άρθρων: 8 (παράγ. 1, εδάφ. δ) και 17, όπως ισχύουν, της Πρώτης Οδηγίας για την πρωτασφαλιστική δραστηριότητα ασφαλίσεων ζημιών 73/239/ΕΟΚ (L 228/3/16.8.1973), 8 (παράγ. 1, εδάφ. δ), όπως ισχύει, και 20 της Πρώτης Οδηγίας για την πρωτασφαλιστική δραστηριότητα ασφαλίσεων ζωής 79/267/ ΕΟΚ (L63/1/13.3.1979). Άρθρο 2 (άρθρα 1, 2, 9 και 10 οδηγίας 98/78/ΕΚ) (Αντικαθίσταται η παρ.1 άρθρ.2 Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). Άρθρο 3 (άρθρο 1 οδηγίας 98/78/ΕΚ) (Αντικαθίσταται το άρθρ.2α Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). Άρθρο 4 (Άρθρα 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 και παραρτήματα I και II της οδηγίας 98/78/ΕΚ) (Τίθεται τίτλος και προστίθενται νέα άρθρ.6α,6β και 6γ μετά το άρθρ.6 Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). Άρθρο 5 1.(Αντικαθίσταται το εδάφ.στ΄ της υποπαρ.Α΄ της παρ.2 άρθρ.7 Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). 2.(Αντικαθίσταται το εδάφ.ζ΄ της υποπαρ.Β΄ της παρ.2 άρθρ.7 Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). 3.(Αντικαθίσταται η παρ.2 άρθρ.17α Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). 4.(Αντικαθίσταται φράση στη δεύτερη σειρά παρ.6 άρθρ.17γ Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). 5.(Αντικαθίσταται φράση στη τέταρτη σειρά του εδάφ.α΄ της παρ.1 άρθρ.19 Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). 6α.(Αντικαθίσταται το σημείο ii εδαφ.δ΄ παρ.4 άρθρ.17α Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). β.(Αντικαθίσταται η παρ.5 άρθρ.17 Ν.Δ.400/70, ανωτ.αριθ.7). (Μετά τη σελ.246,422) Σελ. 246,423 Τεύχος 1444 Σελ. 33 Ιδιωτική Επιχείρηση Ασφαλίσεως 12.Μ.α.37 Άρθρο 6 [άρθρο 8 (παράγ. 1, εδάφ. δ) της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ, όπως ισχύει τροποποιημένο με το άρθρο 6 της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ, άρθρο 8 (παράγ. 1, εδάφ. δ) της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ, όπως ισχύει τροποποιημένο με το άρθρο 5 της οδηγίας 92/96/ΕΟΚ,
111
9. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 93 της 4/7 Οκτ. 1974 (ΦΕΚ Α΄ 293) Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εν Λονδίνω Συμβάσεως «περί Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση, 1972». Άρθρ.1.-1.Κυρούται η εις την Τελικήν Πράξιν της συνελθούσης εν Λονδίνω από 4ης μέχρις 20ης Οκτ. 1972, Διεθνούς Διασκέψεως προς αναθεώρησιν των Δ. Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση προσηρτημένη ως Προσάρτημα Ι, Σύμβασις περί των Διεθνών «Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση», υπογραφείσα την 20ην Οκτ. 1972, μετά των συνημμένων αυτή Κανονισμών, Παραρτημάτων και Ψηφισμάτων, ων το κείμενον εις την Αγγλικήν και εν μεταφράσει εις την Ελληνικήν, είναι προσηρτημένα τω παρόντι. Εν περιπτώσει συγκρούσεως μεταξύ των δύο κειμένων υπερισχύει το Αγγλικόν. 2.Η έναρξις ισχύος της κυρουμένης Συμβάσεως και των συνημμένων ταύτη Δ. Κανονισμών ορισθήσεται δια Π.Δ/τος. Άρθρ.ΙΙ.-1.Η παρούσα Σύμβασης θα παραμείνη ανοικτή προς υπογραφήν μέχρι της 1ης Ιουν. 1973, έκτοτε δε θα παραμένη ανοικτή προς προσχώρησιν. 2.Κράτη Μέλη των Ηνωμένων Εθνών ή τινος των Εξειδικευμένων Οργανισμών ή της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενεργείας ή μέρη του θεσμού του Διεθνούς Δικαστηρίου δύνανται να καταστούν Μέρη της Παρούσας Συμβάσεως δια: α)Της υπογραφής άνευ επιφυλάξεως ως προς επικύρωσιν, αποδοχήν ή έγκρισιν. β)Της υπογραφής υπό τον όρον της επικυρώσεως, αποδοχής ή εγκρίσεως ακολουθουμένης υπό επικυρώσεως, αποδοχής ή εγκρίσεως ή γ)Της προσχωρήσεως. 3.Η επικύρωσις, αποδοχή, έγκρισις ή προσχώρησις θα πραγματοποιήται δια της καταθέσεως, προς τον σκοπόν αυτόν, ενός οργάνου εις τον Διακυβερνητικόν Ναυτιλιακόν Συμβουλευτικόν Οργανισμόν (εφεξής καλούμενον «Οργανισμόν»), όστις θα πληροφορή τας Κυβερνήσεις των Κρατών, τα οποία έχουν υπογράψει ή προσχωρήσει εις την παρούσαν Σύμβασιν, περί της καταθέσεως ενός τοιούτου οργάνου, ως και περί της ημερομηνίας καταθέσεώς του. Εδαφική Εφαρμογή Άρθρ.ΙΙΙ.-1.Τα Ηνωμένα Έθνη, εις ας περιπτώσεις έχουσι την Διοίκησιν εδάφους τινός ή οιοδήποτε Συμβαλλόμενον Μέρος υπεύθυνον δια τας διεθνείς σχέσεις εδάφους τινός, δύνανται ανά πάσαν στιγμήν, δια γραπτής δηλώσεως απευθυνομένης προς τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού (εφεξής αναφερόμενον ως «Γενικόν Γραμματέα»), να επεκτείνουν την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως εις το τοιούτον έδαφος. 2.Η παρούσα Σύμβασις θα επεκτείνεται εις το εν τη γραπτή δηλώσει κατονομαζόμενον έδαφος, είτε από της ημερομηνίας της λήψεώς της, είτε από της ημερομηνίας της καθοριζομένης εν τη δηλώσει. (Μετά την σελ. 234,22) Σελ. 234,23 Τεύχος 542-Σελ. 25 .582. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 3.Οιαδήποτε δήλωσις, γενομένη συμφώνως προς την παρ. 1 του παρόντος Άρθρου, δύναται ν’ ανακληθή καθ’ όσον αφορά εις το εν τη δηλώσει μνημονευόμενων έδαφος και η επέκτασις της παρούσης Συμβάσεως εις το έδαφος τούτο θα παύση μετά έν έτος ή μετά πάσαν άλλην μακροτέραν χρονικήν περίοδον, ως δύναται να καθορίζεται κατά τον χρόνον της ανακλήσεως. 4.Ο Γενικός Γραμματεύς θα ειδοποιή πάντα τα Συμβαλλόμενα Μέρη περί της δηλώσεως επεκτάσεως ή ανακλήσεως πάσης επεκτάσεως γνωστοποιουμένης συμφώνως προς το παρόν Άρθρον. Θέσις εν ισχύϊ Άρθρ.IV.-1.α)Η παρούσα Σύμβασις θα τεθή εν ισχύϊ δώδεκα μήνας μετά την ημερομηνίαν, κατά την οποίαν τουλάχιστον 15 Κράτη, το σύνολον των εμπορικών στόλων των οποίων θα συνιστά ποσοστόν ουχί μικρότερον του 65% κατ’ αριθμόν ή χωρητικότητα του παγκοσμίου στόλου πλοίων 100 κοχ. και άνω, οποιοδήποτε στοιχείον ήθελεν επιτευχθή πρώτον, θα καταστούν Μέρη αυτής. β)Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδάφ. (α) της παρούσης παραγράφου, η παρούσα Σύμβασις δεν θα τεθή εν ισχύϊ προ της 1ης Ιαν. 1976. 2.Η θέσις εν ισχύϊ δια Κράτη, τα οποία επικυρούν, αποδέχονται, εγκρίνουν ή προσχωρούν εις την παρούσαν Σύμβασιν, συμφώνως τω Άρθρ. ΙΙ μετά την πλήρωσιν των εν εδαφ. 1 (1) καθοριζομένων προϋποθέσεων και προ της θέσεως εν ισχύϊ της Συμβάσεως, θα πραγματοποιηθή την ημερομηνίαν θέσεως εν ισχύϊ της Συμβάσεως. 3.Η θέσις εν ισχύϊ δια Κράτη, τα οποία επικυρούν, αποδέχονται, εγκρίνουν ή προσχωρούν μετά την ημερομηνίαν, κατά την οποίαν η παρούσα Σύμβασις θέλει τεθή εν ισχύϊ, θα πραγματοποιήται την ημερομηνίαν καταθέσεως ενός οργάνου συμφώνως τω Άρθρ. ΙΙ. 4.Μετά την ημερομηνίαν θέσεως εν ισχύϊ τροποποιήσεώς τινος εις την παρούσαν Σύμβασιν, συμφώνως προς την παρ. 3 του Άρθρ. VI, οιαδήποτε κύρωσις, αποδοχή, έγκρισις ή προσχώρησις θ’ αναφέρεται εις την Σύμβασιν, ως ετροποποιήθη. 5.Την ημερομηνίαν θέσεως εν ισχύϊ της παρούσης Συμβάσεως, οι Κανονισμοί θ’ αντικαταστήσουν και καταργήσουν τους Διεθνείς Κανονισμούς προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση, 1960. 6.Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιήση τας Κυβερνήσεις των Κρατών, τα οποία υπέγραψαν ή προσεχώρησαν εις την παρούσαν Σύμβασιν, περί της ημερομηνίας θέσεώς της εν ισχύϊ. Διάσκεψις Αναθεωρήσεως Άρθρ.V.-1.Υπό του Οργανισμού δύναται να συγκαλήται Διάσκεψις προς τον σκοπόν αναθεωρήσεως της παρούσης Συμβάσεως ή των Κανονισμών ή αμφοτέρων. Σελ. 234,24 Τεύχος 542-Σελ. 26 2.Ο Οργανισμός θα συγκαλή Διάσκεψιν των Συμβαλλομένων Μερών προς τον σκοπόν αναθεωρήσεως της παρούσης Συμβάσεως ή των Κανονισμών ή αμφοτέρων, τη αιτήσει ουχί ελάσσονος του ενός τρίτου των Συμβαλλομένων Μερών. Τροποποιήσεις Κανονισμών. Άρθρ.VI.-1.Οιαδήποτε τροποποίησις των Κανονισμών, προτεινομένη υπό τινος Συμβαλλομένου Μέρους, θα εξετάζεται εις τον Οργανισμόν τη αιτήσει του Μέρους τούτου. 2.Εάν γίνει αποδεκτή υπό της πλειοψηφίας των δύο τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων εν τη Επιτροπή Ναυτικής Ασφαλείας του Οργανισμού, η τοιαύτη τροποποίησις θα γνωστοποιήται εις άπαντα τα Συμβαλλόμενα Μέρη και Μέλη του Οργανισμού τουλάχιστον έξ μήνας προ της εξετάσεώς της υπό της Συνελεύσεως του Οργανισμού. Οιοδήποτε Συμβαλλόμενον Μέρος, το οποίον δεν τυγχάνει Μέλος του Οργανισμού, θα έχη το δικαίωμα να συμμετάσχη κατά την εξέτασιν της τροποποιήσεως υπό της Συνελεύσεως. 3.Εάν γίνη αποδεκτή υπό της πλειοψηφίας των δύο τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων εν τη Συνελεύσει, η τροποποίησις θα γνωστοποιήται υπό του Γενικού Γραμματέως προς άπαντα τα Συμβαλλόμενα Μέρη προς αποδοχήν. 4.Μία τοιαύτη τροποποποίησις θα τίθεται εν ισχύϊ εις ημερομηνίαν καθοριζομένην υπό της Συνελεύσεως κατά τον χρόνον της αποδοχής της, εκτός εάν περισσότερα του ενός τρίτου των Συμβαλλομένων Μερών δηλώσουν εις τον Οργανισμόν την αντίρρησίν των ως προς την αποδοχήν, εις ημερομηνίαν προηγηθείσαν της κατά τον αυτόν χρόνον αποφάσεως της Συνελεύσεως. Η απόφασις της Συνελεύσεως, περί των αναφερομένων εν τη παρούση παραγράφω ημερομηνιών, θα λαμβάνεται υπό τους πλειοψηφίας των δύο τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων. 5.Κατά την εν ισχύϊ θέσιν της, πάσα τροποποίησις θα αντικαθιστά και υπερισχύη, δι’ άπαντα τα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία δεν είχον αντίρρησιν ως προς την αποδοχήν της, πάσης προηγουμένης διατάξεως, εις ην η τροποποίησις αύτη αναφέρεται. 6.Ο Γενικός Γραμματέας θα πληροφορή άπαντα τα Συμβαλλόμενα Μέρη και Μέλη του Οργανισμού περί οιασδήποτε αιτήσεως και γνωστοποιήσεως, συμφώνως τω παρόντι άρθρω, και της ημερομηνίας, καθ’ ην πάσα τροποποίησις μέλλει τεθή εν ισχύϊ. .583. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων Καταγγελία Άρθρ.VIII.-1.Η παρούσα Σύμβασις δύναται να καταγγελθή υπό τινος Συμβαλλομένου Μέρους κατά πάντα χρόνον μετά παρέλευσιν πέντε ετών από της ημερομηνίας, κατά την οποίαν η Σύμβασις ετέθη εν ισχύϊ δια το Μέρος τούτο. 2.Η καταγγελία θα γίνεται δια της καταθέσεως σχετικής δηλώσεως εις τον Οργανισμόν. Ο Γενικός Γραμματεύς θα πληροφορή άπαντα τα Συμβαλλόμενα Μέρη περί της λήψεως δηλώσεως καταγγελίας, ως και περί της ημερομηνίας καταθέσεώς της. 3.Η καταγγελία θα λαμβάνη ισχύν έν έτος μετά την κατάθεσίν της ή μετά την λήξιν πάσης μακροτέρας περιόδου καθοριζομένης εν τη δηλώσει. Κατάθεσις και Εγγραφή Άρθρ.VIII.-1.H παρούσα Σύμβασις και οι Κανονισμοί θέλουν κατατεθή εις τον Οργανισμόν και ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάση επικεκυρωμένα πιστά αντίγραφα ταύτης εις απάσας τας Κυβερνήσεις Κρατών, τα οποία υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν ή προσεχώρησαν εις αυτήν. 2.Όταν η παρούσα Σύμβασις τεθή εν ισχύϊ, το κείμενόν της θα διαβιβασθή υπό του Γενικού Γραμματέως εις την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών προς εγγραφήν και δημοσίευσιν, συμφώνως τω Άρθρ. 102 του Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών. Γλώσσαι Άρθρ.ΙΧ.-Η παρούσα Σύμβασις συνετάγη, ομού μετά των Κανονισμών, εις έν αντίτυπον εις την Αγγλικήν και Γαλλικήν γλώσσαν, αμφοτέρων των κειμένων όντων εξ ίσου αυθεντικών. Επίσημοι μεταφράσεις εις την Ρωσσικήν και Ισπανικήν γλώσσαν θα καταρτισθούν και κατατεθούν μετά του υπογεγραμμένου πρωτοτύπου. ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ οι υπογεγραμμένοι, όντες πλήρως εξουσιοδοτημένοι παρά των αντιστοίχων Κυβερνήσεών των προς τον σκοπόν αυτόν, υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν. ΕΓΕΝΕΤΟ ΕΝ ΛΟΝΔΙΝΩ την εικοστήν ημέραν του Οκτωβρίου του χιλιοστού εννεακοσιοστού εβδομηκοστού δευτέρου έτους. ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΠΡΟΣ ΑΠΟΦΥΓΗΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ ΕΝ ΘΑΛΑΣΣΗ, 1972 ΜΕΡΟΣ Α΄ ΓΕΝΙΚΑ ΚΑΝΩΝ 1. Εφαρμογή α)Οι Κανόνες ούτοι θα εφαρμόζωνται εφ’ όλων των πλοίων τόσον εις την ανοικτήν θάλασσαν, όσον και εις άπαντα τα μετ’ αυτής συγκοινωνούντα ύδατα, τα διαπλεύσιμα υπό ποντοπόρων πλοίων. β)Ουδεμία διάταξις των παρόντων Κανόνων θα εμποδίζη την εφαρμογήν ειδικών διατάξεων θεσπιζομένων υπό αρμοδίας Αρχής, σχετικών προς τους έξωθι λιμένων όρμους αγκυροβολίας, τους λιμένας, ποταμούς, λίμνας ή εσωτερικάς υδατίνας οδούς συνδεομένας μετά της ανοικτής θαλάσσης και διαπλευσίμους υπό ποντοπόρων πλοίων. Τοιαύται ειδικαί διατάξεις θα προσαρμόζωνται, κατά το δυνατόν περισσότερον, προς τους παρόντας Κανόνας. (γ)«Οι διατάξεις των παρόντων Κανονισμών δεν θα εμποδίζουν την εφαρμογήν ειδικών Κανόνων που θεσπίζονται από την Κυβέρνηση οποιουδήποτε Κράτους αναφορικά με πρόσθετους φανούς θέσεως ή ορατής συνεννόησης, σχημάτων, ή ηχητικών σημάτων δια σειρήνος των πολεμικών πλοίων και πλοίων που πλέουν σε νηοπομπή ή αναφορικά με πρόσθετους φανούς θέσης ή ορατής συνεννόησης ή σχημάτων αλιευτικών πλοίων ασχολουμένων με αλιεία κατά στολίσκους. Οι εν λόγω πρόσθετοι φανοί θέσης ή ορατής συννενόησης, σχήματα ή σήματα σειρήνας θα είναι, όσο είναι δυνατόν, τέτοια ώστε να μην είναι δυνατόν να ληφθούν από λάθος όπως οποιοσδήποτε φανός, σχήμα ή σήμα που καθιερώνεται αλλού από τους παρόντες Κανόνες». Η παρ. γ τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 1 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). δ)Υπό του Οργανισμού δύνανται να υιοθετώνται συστήματα διαχωρισμού της κυκλοφορίας σύμφωνα προς τους σκοπούς των παρόντων Κανόνων. ε)Οποτεδήποτε μία ενδιαφερομένη Κυβέρνησις κρίνει ότι έν πλοίον ειδικής κατασκευής ή προορισμού δεν δύναται να συμμορφωθή πλήρως προς τας διατάξεις οιουδήποτε των παρόντων Κανόνων αναφορικώς με τον αριθμόν, θέσιν, απόστασιν ή τόξον ορατότητος των φανών ή σχημάτων, ως επίσης και με την τοποθέτησιν και τα χαρακτηριστικά των συσκευών ηχητικών σημάτων, χωρίς να παρεμποδίζεται η ειδική λειτουργία του πλοίου τούτου, το εν λόγω πλοίον θα συμμορφούται με τοιαύτας ετέρας διατάξεις σχετικάς προς τον αριθμόν, θέσιν, απόστασιν ή τόξον ορατότητος των φανών ή σχημάτων, ως επίσης και προς την τοποθέτησιν και τα χαρακτηριστικά των συσκευών ηχητικών σημάτων, οίας η Κυβέρνησίς του κρίνει ως πληρούσας, κατά το δυνατόν περισσότερον, τας απαιτήσεις των παρόντων Κανόνων δια το περί ου ο λόγος πλοίον. ΚΑΝΩΝ 2. Ευθύνη α)Ουδεμία διάταξις των παρόντων Κανόνων απαλλάσσει οιοδήποτε πλοίον ή τον πλοιοκτήτην, τον πλοίαρχον ή το πλήρωμα αυτού, εκ των συνεπειών οιασδήποτε αμελείας ως προς την συμμόρ(Αντί για τη σελ. 234,25) Σελ. 234,25(α) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 53 .584. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 φωσιν προς τους παρόντας Κανόνας ή αμελείας αφορώσης εις την λήψιν οιωνδήποτε προληπτικών μέτρων υπαγορευομένων υπό της κοινής εμπειρίας ή των ειδικών συνθηκών της περιστάσεως. β)Κατά την εφαρμογήν και συμμόρφωσιν προς τους παρόντας Κανόνας, η δέουσα προσοχή θα δίδεται εις όλους τους κινδύνους ναυσιπλοΐας και συγκρούσεως, ως και τας οιασδήποτε ειδικάς περιστάσεις, περιλαμβανομένων και των περιορισμών των εμπλεκομένων πλοίων, ως εκ των οποίων ήθελε κριθή αναγκαία εκτροπή εκ των παρόντων Κανόνων, προκειμένου ν’ αποφευχθή άμεσος κίνδυνος. ΚΑΝΩΝ 3. Γενικοί Ορισμοί Προς τους σκοπούς των παρόντων Κανόνων, εκτός εάν άλλως εις το κείμενον απαιτείται: α)Η λέξις «πλοίον» περιλαμβάνει πάσαν περιγραφήν πλωτού μέσου, περιλαμβανομένων των άνευ εκτοπίσματος σκαφών και των υδροπλάνων, χρησιμοποιουμένου ή δυναμένου να χρησιμοποιηθή ως μέσον μεταφοράς δια του ύδατος. β)Ο όρος «μηχανοκίνητον πλοίον» σημαίνει παν πλοίον προωθούμενον δια μηχανών. γ)Ο όρος «ιστιοφόρον πλοίον» σημαίνει παν πλοίον κινούμενον δι’ ιστίων, υπό την προϋπόθεσιν ότι τυχόν εγκατεστημένη επ’ αυτού μηχανή προώσεως δεν χρησιμοποιείται. δ)Ο όρος «πλοίον ασχολούμενον με την αλιείαν» σημαίνει παν πλοίον αλιεύον δια δικτύων, ορμιών, γρίπων ή άλλης αλιευτικής συσκευής, η οποία περιορίζει την ικανότητα ελιγμών, αλλά δεν περιλαμβάνει πλοίον αλιεύον δια συρομένων ορμιών (συρτής) ή ετέρας αλιευτικής συσκευής, ήτις δεν περιορίζει την ικανότητα ελιγμών. ε)Η λέξις «υδροπλάνον» περιλαμβάνει παν αεροσκάφος σχεδιασμένον να κινήται επί του ύδατος. ς)Ο όρος «ακυβέρνητον πλοίον» σημαίνει παν πλοίον, το οποίον, συνεπεία εξαιρετικής τινος περιστάσεως, αδυνατεί να χειρίση ως απαιτείται υπό των παρόντων Κανόνων και, ως εκ τούτου, αδυνατεί ν’ απομακρυνθή της πορείας ετέρου πλοίου. ζ)Ο όρος «πλοίον περιωρισμένης ικανότητος χειρισμών» σημαίνει παν πλοίον, το οποίον, ως εκ της φύσεως της εργασίας του, περιορίζεται εις την ικανότητά του να χειρίση, ως απαιτείται υπό των παρόντων Κανόνων, και, ως εκ τούτου, αδυνατεί ν’ απομακρυνθεί της πορείας ετέρου πλοίου. «Ο όρος «πλοία περιορισμένων ικανοτήτων χειρισμών» θα περιλαμβάνει, χωρίς αυτό να είναι περιοριστικό:». Η πιο πάνω φράση αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 2 του παραρτήματος του αρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). (ι)Πλοίον ασχολούμενον με την τοποθέτησιν, συντήρησιν ή αφαίρεσιν ναυτιλιακού βοηθήματος, υποβρυχίου καλωδίου ή αγωγού, Σελ. 234,26(α) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 54 (ιι)Πλοίον ασχολούμενον εις επιχειρήσεις ελέγχου βυθού ή εκβαθύνσεως, ως και υδρογραφικάς ή υποβρυχίους τοιαύτας, (ιιι)Πλοίον ασχολούμενον με τον εν πλω ανεφοδιασμόν ή την εν πλω διαπεραίωσιν (εις έτερον πλοίον) προσώπων, εφοδίων ή φορτίου, (ιν)Πλοίον ασχολούμενον με την απονήωσιν ή προσνήωσιν αεροσκαφών, (ν)Πλοίον ασχολούμενον εις επιχειρήσεις ναρκαλιείας, (νι)Πλοίον ασχολούμενον εις επιχείρησιν ρυμουλκήσεως, ήτις εμποδίζει σοβαρώς ρυμουλκούν και ρυμουλκούμενον πλοία της ικανότητός των να παρεκκλίνουν της πορείας των. η)Ο όρος «πλοίον εμποδιζόμενον εκ του βυθίσματός του» σημαίνει μηχανοκίνητον πλοίον, το οποίον, εξ αιτίας του βυθίσματός του εν σχέσει προς το διατιθέμενον βάθος του ύδατος, περιορίζεται σοβαρώς εις την ικανότητά του να παρεκλίνη της πορείας, την οποίαν ακολουθεί. θ)Ο όρος «εν πλω» σημαίνει ότι έν πλοίον δεν ευρίσκεται επ’ αγκύρα ή προσδεδεομένον επί της ακτής ή προσηραγμένον. ι)Αι λέξεις «μήκος» και «πλάτος» ενός πλοίου σημαίνουν το ολικόν του μήκος και μέγιστον πλάτος. κ)Τα πλοία θα θεωρούνται εν όψει αλλήλων μόνον όταν το έν δύναται να γίνη οπτικώς αντιληπτόν παρά του ετέρου. κα)Ο όρος «περιωρισμένη ορατότης» σημαίνει οιανδήποτε κατάστασιν, εις την οποίαν η ορατότης περιορίζεται υπό ομίχλης, αχλύος πιπτούσης χιόνος, θυελλών, πυκνής βροχής, αμμοθυελών ή ετέρων λοιπών συναφών αιτιών. ΜΕΡΟΣ Β΄. ΚΑΝΟΝΕΣ ΧΕΙΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΛΕΥΣΕΩΣ ΤΜΗΜΑ Ι ΔΙΑΓΩΓΗ ΠΛΟΙΩΝ ΥΠΟ ΟΙΑΝΔΗΠΟΤΕ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΝ ΟΡΑΤΟΤΗΤΟΣ ΚΑΝΩΝ 4. Εφαρμογή Οι Κανόνες του παρόντος Τμήματος των Κανονισμών εφαρμόζονται εις πάσαν κατάστασιν ορατότητος. .585. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων «ΚΑΝΩΝ 5 Επιτήρησις (LOOK-OUT). Παν πλοιον θα τηρή εν παντί χρόνω την πρέπουσαν οπτικήν και ακουστικήν επιτήρησιν (LOOKOUT) ως και επιτήρησιν δια παντός διαθεσίμου προσφόρου μέσου κατά τας επικρατούσας περιπτώσεις και συνθήκας, ούτως ώστε να έχη πλήρη εκτίμησιν της καταστάσεως και του κινδύνου συγκρούσεως. ΚΑΝΩΝ 6 Ασφαλής ταχύτης. Παν πλοιον θα πλέη εν παντί χρόνω μετ’ ασφαλούς ταχύτητος, ούτως ώστε να δύναται να λαμβάνη πρέποντα και αποτελεσματικά μέτρα προς αποφυγήν συγκρούσεως και να ακινητή εντός της ενδεδειγμένης δια τας επικρατούσας περιστάσεις και συνθήκας αποστάσεως. Προς καθορισμόν της ασφαλούς ταχύτητος, αι κάτωθι παράγοντες θα είναι μεταξύ εκείνων οίτινες θα λαμβάνωνται υπ’ όψιν: α)Υφ’ απάντων των πλοίων: (ι)η κατάστασις ορατότητος (ιι)η πυκνότης κυκλοφορίας περιλαμβάνουσα και συγκεντρώσεις αλιευτικών πλοίων ή οιωνδήποτε ετέρων πλοίων, (ιιι)η ικανότης χειρισμού του πλοίου, ειδικώτερον δε η απόστασις ακινητοποιήσεως και η ικανότης στροφής υπό τας κρατούσας συνθήκας, (ιν)η κατά την νύκτα ύπαρξις προβαλλομένου φωτός (ανταυγείας), ως το τοιούτον εκ φώτων ξηράς ή εκ της ανακλάσεως των ιδίων του φώτων, (ν)η κατάστασις του ανέμου, της θαλάσσης και του ρεύματος, ως και η ύπαρξις πλησίων ναυτιλιακών κινδύνων. (νι)το βύθισμα του πλοίου εν σχέσει προς το διατιθέμενον βάθος του ύδατος. β)Επιπροσθέτως, υπό πλοίων μετά συσκευής RADAR εν λειτουργία: (ι)τα χαρακτηριστικά, η απόδοσις και οι περιορισμοί (αποδόσεως) της συσκευής RADAR, (ιι)οιοσδήποτε περιορισμός οφειλόμενος εις την εν χρήσει κλίμακα αποστάσεως του (RADAR), (ιιι)η επίδρασις της καταστάσεως της θαλάσσης, του καιρού και λοιπών πηγών παρεμβολών επί του δια RADAR εντοπισμού, (ιν)κατά πόσον είναι δυνατόν να εντοπισθούν δια του RADAR μικρά πλοία, πάγοι και έτερα επιπλέοντα αντικείμενα εις επαρκή απόστασιν, (ν)ο αριθμός, αι θέσεις και κινήσεις των εντοπιζομένων δια του RADAR πλοίων, (νι)η πλέον ακριβής εκτίμησις της ορατότητος, ήτις είναι δυνατή όταν δια τον καθορισμόν της αποστάσεως των πέριξ πλοίων ή λοιπών αντικειμένων χρησιμοποιείται το RADAR». Οι κανόνες 5 και 6 αντικατεστάθησαν ως άνω δια του Νόμ. 635/1977 (κατωτ. αριθ. 13). ΚΑΝΩΝ 7. Κίνδυνοι Συγκρούσεως α)Παν πλοίον θα χρησιμοποιή παν διαθέσιμον και κατάλληλον, κατά τας επικρατούσας περιστάσεις και συνθήκας, μέσον ίνα εκτιμήση εάν υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως. Υπαρχούσης οιασδήποτε αμφιβολίας, ο τοιούτος κίνδυνος θα θεωρήται ότι υπάρχει. β)Δέον όπως γίνεται η πρέπουσα χρήσις της συσκευής RADAR, εφ’ όσον είναι εγκατεστημένη και εν λειτουργία, περιλαμβανομένης και της δι’ αυτής ανιχνεύσεως εις μακράς αποστάσεις προς έγκαιρον προειδοποίησιν κινδύνου συγκρούσεως και της υποτυπώσεως RADAR ή ισοδυνάμου συστηματικής παρατηρήσεως των ανιχνευομένων αντικειμένων. γ)Συμπεράσματα βασιζόμενα εις ανεπαρκείς πληροφορίας, ιδία πληροφορίας ληφθείσας μέσω του RADAR, δέον ν’ αποφεύγωνται. δ)Προς εκτίμησιν του κατά πόσον υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως, μεταξύ εκείνων, τα οποία δέον να λαμβάνωνται υπ’ όψιν, θα είναι και τα κάτωθι: (ι)τοιούτος κίνδυνος θα θεωρήται ότι υφίσταται εάν η διόπτευσις πυξίδος προσεγγίζοντος τινός πλοίου δεν μεταβάλλεται αισθητώς, (ιι)τοιούτος κίνδυνος δύναται να υφίσταται ενίοτε, ακόμη και όταν αισθητή αλλαγή της διοπτεύσεως είναι προφανής, ιδιαιτέρως κατά την προσέγγισιν πολύ μεγάλου πλοίου ή ρυμουλκουμένου αντικειμένου ή κατά την προσέγγισιν πλοίου εις μικράν απόστασιν. ΚΑΝΩΝ 8. Χειρισμοί προς αποφυγήν συγκρούσεως α)Οιοσδήποτε χειρισμός εκτελούμενος προς αποφυγήν συγκρούσεως, δέον, εφ’ όσον αι συνθήκαι της περιπτώσεως επιτρέπουν, να είναι σαφής και έκδηλος, να γίγνεται εγκαίρως και συμφώνως προς τας υπαγορεύσεις της καλής ναυτικής τέχνης. β)Οιαδήποτε μεταβολή πορείας ή και ταχύτητος προς αποφυγήν συγκρούσεως δέον, εφ’ όσον αι συνθήκαι της περιστάσεως επιτρέπουν, να είναι αρκούντως μεγάλη, ώστε να γίνεται αμέσως αντιληπτή παρά του ετέρου πλοίου παρατηρούντος οπτικώς ή μέσω RADAR. Διαδοχικαί μικραί μεταβολαί πορείας ή και ταχύτητος δέον ν’ αποφεύγωνται. γ)Εφ’ όσον υφίσταται επαρκής θαλάσσιος χώρος, μεταβολής της πορείας μόνης δυνατόν ν’ αποβή η πλέον αποτελεσματική ενέργεια προς αποφυγήν προσεγγίσεως εις επικίνδυνον απόστασιν, προϋποτιθεμένου ότι εξετελέσθη εγκαίρως, είναι ουσιαστική και δεν απολήγει εις επικίνδυνον προσέγγισιν μεθ’ ετέρου πλοίου. δ)Χειρισμός εκτελούμενος προς αποφυγήν συγκρούσεως μεθ’ ετέρου πλοίου δέον όπως είναι (Αντί για τη σελ. 234,27(α) Σε. 234,27(β) Τευχος ΣΤ41-Σελ. 55 .586. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 τοιούτος, ώστε να απολήγη εις διέλευσιν απ’ αυτού εις ασφαλή απόστασιν. Η αποτελεσματικότης του χειρισμού θα ελέγχεται προσεκτικώς, μέχρις ότου το έτερον πλοίον αντιπαρέλθη οριστικώς. ε)Εάν είναι απαραίτητον, προς αποφυγήν συγκρούσεως ή προς παροχήν ευχερείας χρόνου προς εκτίμησιν της καταστάσεως, έν πλοίον δέον όπως ελαττώνη την ταχύτητά του ή ακινητή τελείως δια κρατήσεως ή αναποδίσεως των μέσων προώσεώς του. ΚΑΝΩΝ 9 Στενοί Δίαυλοι α)Πλοίον πλέον κατά μήκος στενού τινος διάυλου ή θαλασσίου διαδρόμου, θα τηρήται πλησίον του εξωτερικού ορίου του διαύλου ή θαλασσίου διαδρόμου όπερ κείται προς την δεξιάν του πλευράν, καθ’ όσον τούτο είναι ασφαλές και πρακτικώς δυνατόν. β)Πλοίον μήκους μικροτέρου των 20 μέτρων ή ιστιοφόρον πλοίον δεν θα παρεμποδίζη τον διάπλουν πλοίου το οποίον δύναται να πλέη ασφαλώς μόνον εντός στενού τινος διαύλου ή θαλασσίου διαδρόμου. γ)Πλοίον ασχολούμενον με την αλιείαν δεν θα παρεμποδίζη τον διάπλουν παντός ετέρου πλοίου ναυσιπλοούντος εντός στενού τινος διαύλου, ή θαλασσίου διαδρόμου. δ)Πλοίον δεν θα διασταυρώνη στενόν τινα δίαυλον ή θαλάσσιον διάδρομον εάν ούτω πλέον παρεμποδίζη τον διάπλουν ετέρου πλοίου το οποίον δύναται να πλέη ασφαλώς μόνον εντός τοιούτου διαύλου ή θαλασσίου διαδρόμου. Το τελευταίον πλοίον εάν αμφιβάλλη περί των προθέσεων του διασταυρώνοντος πλοίου, δύναται να κάμη χρήσιν του καθοριζομένου εις τον Κανόνα 34 (δ) ηχητικού σήματος. ε)(ι)Εντός στενού διαύλου ή θαλασσίου διαδρόμου, όταν προσπέρασμα δύναται να λάβη χώραν μόνον εφ’ όσον το καταφθανόμενον πλοίον πρέπει να χειρίση ίνα επιτρέψη ασφαλή διέλευσιν, το πλοίον το προτιθέμενον να προσπεράση θα καταστήση γνωστήν την πρόθεσίν του δια της εκπομπής (των συριγμών) του καθοριζομένου εις τον Κανόνα 34(γ) (ι) καταλλήλου σήματος. Το καταφθανόμενον πλοίον, εάν συμφωνή, θα σημάνη (θα συρίξη) το καθοριζόμενον εις τον Κανόνα 34 (γ) (ιι) κατάλληλον σήμα και θα λάβη μέτρα ίνα επιτρέψη ασφαλή διέλευσιν. Εάν ευρεθή εν αμφιβολία δύναται να εκπέμπη (να συρίξη) τα σήματα άτινα καθορίζονται εις τον Κανόνα 34(δ). (ιι)Ο παρών Κανών δεν απαλλάσει το καταφθάνον πλοίον της υποχρεώσεώς του κατά τον Κανόνα 13. στ)Πλοίον πλησιάζον εις καμπήν ή περιοχήν στενού τινος διαύλου ή θαλασσίου διαδρόμου, ένθα είναι δυνατόν ν’ αποκρύπτωνται έτερα πλοία υπό Σελ. 234,28(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 56 τινός παρεμβαλλομένου εμποδίου, θα ναυσιπλοή μετ’ ιδιατέρας ετοιμότητος και προσοχής και εμπέμπη (συρίζη) το καθοριζόμενον εις τον Κανόνα 34(ε) κατάλληλον σήμα. ζ)Οιονδήποτε πλοίον, εφ’ όσον αι συνθήκαι της περιπτώσεως επιτρέπουν, θα αποφεύγη να αγκυροβολή εντός στενού διαύλου». Ο κανών 9 αντικατεστάθη ως άνω δια του Νόμ. 635/1977 (κατωτ. αριθ. 13). ΚΑΝΩΝ 10.| Συστήματα διαχωρισμού της κυκλοφορίας. α)Ο παρών Κανών εφαρμόζεται εις συστήματα διαχωρισμού της κυκλοφορίας υιοθετηθέντα υπό του Οργανισμού. β)Παν πλοίον χρησιμοποιούν έν σύστημα διαχωρισμού της κυκλοφορίας: (ι)Θα πλέη εντός της αντιστοίχου λωρίδος κυκλοφορίας επί της γενικής κατευθύνσεως της κυκλοφοριακής ροής δια την λωρίδα ταύτην, (ιι)Θα τηρήται, κατά το δυνατόν πρακτικόν, μακράν γραμμής διαχωρισμού της κυκλοφορίας ή ζώνης διαχωρισμού, (ιιι)Κανονικώς θα εισέρχεται ή εξέρχεται λωρίδος τινός κυκλοφορίας κατά το πέρας αυτής, αλλ’ «όταν εισέρχεται ή εξέρχεται από οποιαδήποτε πλευρά» θα πράττη τούτο κατά την πρακτικώς μικροτέραν γωνίαν, ως προς την γενικήν κατέυθυνσιν της κυκλοφοριακής ροής». Η μέσα στα « » φράση αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 4 του Παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). .587. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων γ)Παν πλοίον θα αποφεύγη, καθ’ όσον τούτο είναι πρακτικώς δυνατόν, να διασχίζη λωρίδας κυκλοφορίας, αλλ’ εάν υποχρεούται να πράξη ούτω, θα τας διασχίση, κατά το πρακτικώς δυνατώτερον κατ’ ορθάς γωνίας, ως προς την γενικήν κατεύθυνσιν της κυκλοφοριακής ροής. «(δ)(Ι)Ένα πλοίο δεν θα χρησιμοποιεί ζώνη παράκτιας κυκλοφορίας όταν μπορεί να χρησιμοποιεί ασφαλώς την κατάλληλη λωρίδα κυκλοφορίας μέσα στο γειτονικό σύστημα διαχωρισμού κυκλοφορίας. Πάντως, πλοία μήκους κάτω των 20 μέτρων, ιστιοφόρα πλοία και πλοία ασχολούμενα με την αλιεία, μπορούν να χρησιμοποιούν τη ζώνη παράκτιας κυκλοφορίας. (ΙΙ)Παρά την παρ. (δ) (Ι), ένα πλοίο μπορεί να χρησιμοποιεί μία ζώνη παράκτιας κυκλοφορίας όταν είναι εν πλω προς ή από λιμένα, εγκατάσταση ή κατασκευή έξωθι ακτών, πλοηγικό σταθμό ή άλλη τοποθεσία ευρισκόμενη μέσα στη ζώνη παράκτιας κυκλοφορίας ή για ν’ αποφύγει άμεσο κίνδυνο». Η περίπτ. δ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. Ι Π.Δ. 84/27 Φεβρ.-13 Μαρτ. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 33), του οποίου η ισχύς σύμφωνα με το αρθρ. 2 του ίδιου Δ/τος αρχίζει από 19-41991. ε)Παν πλοίον, εκτός εάν πρόκειται περί διασχίζοντος τοιούτου, δεν θα εισέρχεται, υπό κανονικάς συνθήκας, εντός ζώνης διαχωρισμού ή δεν θα διασχίζη γραμμήν διαχωρισμού, εκτός: «Εν τούτοις πλοία μικρότερα των 20 μέτρων μήκους και ιστιοφόρα, μπορούν σ’ όλες τις περιπτώσεις να χρησιμοποιούν τη ζώνη ακτοπλοΐας της κυκλοφορίας». Το μέσα σε « » εδάφιο προστέθηκε από την παρ. 5 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «(ε)Κάθε πλοίο, εκτός αν πρόκειται περί διασχίζοντος πλοίου ή πλοίου που εισέρχεται ή εξέρχεται από λωρίδα κυκλοφορίας, δεν θα εισέρχεται υπό κανονικές συνθήκες», εντός ζώνης διαχωρισμού ή δεν θα διασχίζη γραμμήν διαχωρισμού, εκτός εάν: Η παρ. ε τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 6 του παραρτήματος άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). (ι)Εις περιπτώσεις ανάγκης, ιν’ αποφύγη άμεσον κίνδυνον, (ιι)Εάν πρόκειται ν’ ασχοληθή με την αλιείαν εντός της ζώνης διαχωρισμού. ς)Παν πλοίον, ναυσιπλοούν εις περιοχάς πλησίον των άκρων συστημάτων διαχωρισμού της κυκλοφορίας, θα πράττη ούτω μετ’ ιδιατέρας προσοχής. ζ)Παν πλοίον, καθ’ όσον είναι πρακτικώς δυνατόν, θ’ αποφεύγη να αγκυροβολή εντός συστήματος διαχωρισμού της κυκλοφορίας ή εντός περιοχών εγγύς των άκρων του. η)Πλοίον, μη χρησιμοποιούν σύστημά τι διαχωρισμού της κυκλοφορίας, θ’ αποφεύγη τούτο δι’ όσον είναι πρακτικώς δυνατόν, ευρυτέρων περιθωρίων. θ)Πλοίον ασχολούμενον με την αλιείαν δεν θα εμποδίζη τον διάπλουν παντός πλοίου ακολουθούντος λωρίδα τινα κυκλοφορίας. ι)Πλοίον μήκους μικροτέρου των 20μ ή ιστιοφόρον πλοίον δεν θα εμποδίζη τον ασφαλή διάπλουν μηχανοκινήτου πλοίου ακολουθούντος λωρίδα τινα κυκλοφορίας. «(ια) Κάθε πλοίο περιορισμένης ικανότητος χειρισμών όταν ασχολείται σε επιχείρηση για τη συντήρηση της ασφάλειας ναυσιπλοΐας σ’ ένα σύστημα διαχωρισμού θαλάσσιας κυκλοφορίας, εξαιρείται από τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντα Κανόνα όσο είναι αναγκαίο για να έλθει σε πέρας η επιχείρηση». (ιβ)Κάθε πλοίο περιορισμένης ικανότητας χειρισμών όταν ασχολείται σε επιχείρηση για πόντιση, επισκευή ή ανέλκυση υποβρυχίου καλωδίου, εξαιρείται από τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντα Κανόνα, όσο είναι αναγκαίο για να έλθει σε πέρας η επιχείρηση». Οι παρ. ια και ιβ προστέθηκαν από τις παρ. 7 και 8 αντίστοιχα του παραρτήματος άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). ΤΜΗΜΑ ΙΙ. ΔΙΑΓΩΓΗ ΠΛΟΙΩΝ ΕΝ ΟΨΕΙ ΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΝΩΝ 11. Εφαρμογή Οι κανόνες του παρόντος Τμήματος εφαρμόζονται εις πλοία εν όψει αλλήλων. ΚΑΝΩΝ 12. α)Οσάκις δύο ιστιοφόρα πλοία πλησιάζουν άλληλα, ώστε να υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως, το έν εξ αυτών οφείλει ν’ απομακρύνεται της πορείας του ετέρου ως ακολούθως: (ι)Όταν εκάτερον έχη τον άνεμον εκ διαφόρου πλευράς, το πλοίον, το οποίον έχει τον άνεμον εκ της αριστεράς πλευράς, θα απομακρύνεται της πορείας του ετέρου. (ιι)Όταν αμφότερα έχουν τον άνεμον εκ της αυτής πλευράς, το προσήνεμον οφείλει ν’ απομακρύνεται του υπηνέμου. (ιιι)Εάν εν πλοίον με τον άνεμον εκ της αριστεράς πλευράς αντιληθφή πλοίον τι προσηνέμως και αδυνατή να διαπιστώση, μετά βεβαιότητος, εάν το έτερον πλοίον έχη τον άνεμον εκ της αριστεράς ή της δεξιάς πλευράς, οφείλει ν’ απομακρυνθή εκ της πορείας του ετέρου. β)Δια τους σκοπούς του παρόντος Κανόνος, προσήνεμος πλευρά θα θεωρήται ότι είναι η αντίθετος πλευρά προς εκείνην, προς την οποίαν (Αντί για τη σελ. 234,29(α) Σελ. 234,29(β) Τεύχος 1090-Σελ. 23 .588. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 φέρεται το κύριον ιστίον, ή εις την περίπτωσιν πλοίου με τετραγωνικά ιστία, η αντίθετος πλευρά προς εκείνην, προς την οποίαν φέρεται το μεγαλύτερον ιστίον. ΚΑΝΩΝ 13. Προσπέρασμα (α)Ανεξαρτήτως των διατάξεων των περιεχομένων στους Κανόνες του Μέρους Β΄ Τμήματα Ι και ΙΙ «παν πλοίον, το οποίον καταφθάνει έτερον, οφείλει ν’ απομακρύνεται της πορείας του καταφθανομένου. Η παρ. α τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 9 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). β)΄Εν πλοίον θα θεωρήται καταφθάνον, εάν πλησιάζη έτερον πλοίον εκ διευθύνσεως άνω των 22,5 μοιρών πρύμνηθεν του εγκαρσίου του, δηλαδή ευρίσκεται εις τοιαύτην σχετικήν θέσιν ως προς το πλοίον, το οποίον καταφθάνει, ώστε κατά την νύκτα να δύναται να διακρίνη μόνον τον φανόν της πρύμνης, αλλ’ ουδένα εκ των πλευρικών του φανών. γ)Όταν έν πλοίον ευρίσκεται εν αμφιβολία, ως προς το εάν καταφθάνη έτερον, δέον να θεωρή εαυτό ότι είναι καταφθάνον και να χειρίση αναλόγως. δ)Οιαδήποτε μεταγενεστέρα μεταβολή της διοπτεύσεως μεταξύ των δύο πλοίων δεν θα καθιστά διασταυρώνον το καταφθάνον πλοίον, συμφώνως προς την έννοιαν των παρόντων Κανόνων ή δεν θ’ απαλλάσση αυτό του καθήκοντος όπως τηρήται μακράν του καταφθανομένου πλοίου, μέχρις ότου αντιπαρέλθη τελείως τούτου. ΚΑΝΩΝ Ι4. «Περίπτωσις αντιθέτων πορειών» α)Όταν δύο μηχανοκίνητα πλοία συναντώνται με πορείας αντιθέτους ή σχεδόν αντιθέτους, εις τρόπον ώστε να υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως, εκάτερον οφείλει να μεταβάλη την πορείαν του προς τα δεξιά, ώστε έκαστον να διέλθη εκ της αριστεράς πλευράς του ετέρου. β)Τοιαύτη περίπτωσις θα θεωρήται ότι υφίσταται, όταν το έν πλοίον διακρίνη το έτερον κατά πρώραν και κατά την μεν νύκτα βλέπη τους εφιστίους φανούς του ετέρου πλοίου συμπίπτοντας επί της αυτής ή σχεδόν της αυτής γραμμής ή και αμφοτέρους τους πλευρικούς φανούς, κατά δε την ημέραν παρατηρή την αντίστοιχον όψιν του ετέρου πλοίου. γ)Όταν έν πλοίον ευρίσκεται εν αμφιβολία, ως προς το εάν υφίσταται τοιαύτη περίπτωσις, δέον να θεωρή ότι όντως αύτη υφίσταται και να χειρίση αναλόγως. Σελ. 234,30(β) Τεύχος 1090-Σελ. 24 ΚΑΝΩΝ 15. «Περίπτωσις διασταυρώσεως πορειών» Οσάκις δύο μηχανοκίνητα πλοία διασταυρώνουσι τας πορείας των, κατά τρόπον ώστε να υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως, το πλοίον, το οποίον βλέπει το έτερον προς την δεξιάν του πλευράν, οφείλει ν’ απομακρύνεται της πορείας του και, εφ’ όσον αι συνθήκαι της περιπτώσεως επιτρέπουν, θ’ αποφεύγη να διέρχεται πρώραθεν του ετέρου πλοίου. ΚΑΝΩΝ 16. Χειρισμός εκ μέρους του «φυλάσσοντος» πλοίου Παν πλοίον, από το οποίον απαιτείται όπως απομακρύνεται της πορείας ετέρου τινος πλοίου, δέον όπως χειρίζη, κατά το δυνατόν, εγκαίρως και ουσιαστικώς, ώστε να τηρήται αρκούντως μακράν τούτου. ΚΑΝΩΝ 17. Χειρισμός εκ μέρους του «φυλασσομένου» πλοίου α)(ι)Οσάκις το έν εκ δύο πλοίων οφείλει ν’ απομακρύνεται της πορείας ετέρου, το έτερον τούτο πλοίον θα διατηρή την πορείαν και ταχύτητά του. (ιι)Εν τούτοις, το τελευταίον τούτο πλοίον δύναται να χειρίση, ώστε ν’ αποφευχθή σύγκρουσις δια μόνου του ελιγμού του, ευθύς ως καταστή προφανές εις αυτό ότι το υπόχρεον ν’απομακρυνθή της πορείας του πλοίον δεν χειρίζει καταλλήλως, συμφώνως προς τους παρόντας Κανόνας. β)Όταν, δι’ οιανδήποτε αιτίαν, το υπόχρεον όπως διατηρήση την πορείαν και ταχύτητά του πλοίον ευρεθή τόσον εγγύς του ετέρου, ώστε η σύγκρουσις να μη δύναται ν’ αποφευχθή εκ μόνου του χειρισμού του φυλάσσοντος πλοίου, τότε οφείλει και τούτο να χειρίση κατά τον καλύτερον δυνατόν τρόπον δια ν’αποφευχθή η σύγκρουσις. γ)Μηχανοκίνητον πλοίον, το οποίον χειρίζει είς τινα περίπτωσιν διασταυρώσεως πορειών συμφώνως τω εδαφ. α (ιι) του παρόντος Κανόνος ιν’ αποφύγη σύγκρουσιν μεθ’ ετέρου μηχανοκινήτου πλοίου, δεν θ’ αλλάσση, εφ’ όσον αι συνθήκαι της περιπτώσεως επιτρέπουν, πορείαν προς τ’ αριστερά ιν’ αποφύγη πλοίον, το οποίον ευρίσκετται εις την αριστεράν του πλευράν. δ)Ο παρών Κανών δεν απαλλάσσει το φυλάσσον πλοίον της υποχρεώσεώς του ν’ απομακρύνεται της πορείας ετέρου. .589. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΚΑΝΩΝ 18. Ευθύναι μεταξύ πλοίων Εκτός εάν άλλως απαιτήται υπό των Κανόνων 9, 10 και 13: α)Μηχανοκίνητον πλοίον εν πλω θ’ απομακρύνεται της πορείας: (ι)Ακυβερνήτου πλοίου, (ιι)Πλοίου περιωρισμένης ικανότητος χειρισμών, (ιιι)Πλοίου ασχολουμένου με την αλιείαν, (ιν) Ιστιοφόρου πλοίου. β)Ιστιοφόρον πλοίον εν πλω θ’ απομακρύνεται της πορείας: (ι)Ακυβερνήτου πλοίου, (ιι)Πλοίου περιωρισμένης ικανότητος χειρισμών, (ιιι)Πλοίου ασχολουμένου με την αλιείαν. γ)Πλοίον εν πλω ασχολούμενον με την αλιείαν θ’ απομακρύνεται, κατά το δυνατόν, της πορείας: (ι)Ακυβερνήτου πλοίου, (ιι)Πλοίου περιωρισμένης ικανότητος χειρισμών. δ)(ι)Παν πλοίον, εκτός των ακυβερνήτων πλοίων ή των πλοίων περιωρισμένης ικανότητος χειρισμών, θ’ αποφεύγη, εφ’ όσον αι συνθήκαι της περιστάσεως επιτρέπουν, να παρακωλύη τον ασφαλή διάπλουν πλοίου εμποδιζομένου εκ του βυθίσματός του και επιδεικύοντος τα σήματα του Κανόνος 28. (ιι)Πλοίον εμποδιζόμενον εκ του βυθίσματός του δέον όπως ναυσιπλοή μετ’ ιδιαιτέρας προσοχής, εν πλήρη επιγνώσει της ιδιαζούσης περιπτώσεώς του. ε)Υδροπλάνον επί του ύδατος δέον όπως τηρήται γενικώς μακράν πάντων των πλοίων και αποφεύγη να παρακωλύη την ναυσιπλοΐαν των. Εις περιπτώσεις, εν τούτοις, κατά τας οποίας υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως, θα συμμορφούται προς τους Κανόνας του παρόντος Μέρους. ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ ΔΙΑΓΩΓΗ ΠΛΟΙΩΝ ΥΠΟ ΠΕΡΙΩΡΙΣΜΕΝΗΝ ΟΡΑΤΟΤΗΤΑ ΚΑΝΩΝ 19. Διαγωγή πλοίων υπό περιωρισμένην ορατότητα α)Ο παρών Κανών εφαρμόζεται εις πλοία μη ευρισκόμενα εν όψει αλλήλων, οσάκις ναυσιπλοούν εντός ή πλησίον περιοχής περιωρισμένης ορατότητος. β)Παν πλοίον δέον όπως πλέη μετ’ ασφαλούς ταχύτητος προσηρμοσμένης εις τας επικρατούσας συνθήκας και καταστάσεις της περιωρισμένης ορατότητος. Μηχανοκίνητον πλοίον δέον όπως έχη τας μηχανάς του εν ετοιμότητι δι’ άμεσον χειρισμόν. γ)Παν πλοίον δέον όπως θα λαμβάνη δεόντως υπ’ όψιν τας επικρατούσας συνθήκας και καταστάσεις περιωρισμένης ορατότητος, οσάκις συμμορφούται προς τους Κανόνας του Τμήματος Ι του παρόντος Μέρους. δ)Πλοίον, επισημαίνον, δια μόνου του RADAR, την παρουσίαν ετέρου πλοίου, οφείλει να εκτιμήση κατά ποσόν υφίσταται περίπτωσις επικινδύνου προσεγγίσεως ή και κατά πόσον υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως. Εάν όντως συντρέχη τοιαύτη περίπτωσις, δέον όπως χειρίση προς αποφυγήν αρκετά εγκαίρως, προϋποτιθεμένου ότι, οσάκις ο τοιούτος χειρισμός συνισταται εις μεταβολήν πορείας, τ’ ακόλουθα δέον όπως αποφεύγωνται κατά το δυνατόν: (ι)Μεταβολή πορείας προς τ’ αριστερά δια πλοίον ευρισκόμενον πρώραθεν του εγκαρσίου του, εκτός εάν πρόκειται περί καταφθανομένου πλοίου. (ιι)Μεταβολή πορείας προς την κατεύθυνσιν του ετέρου πλοίου, εφ’ όσον τούτο ευρίσκεται εις το εγκάρσιον ή πρύμνηθεν του εγκαρσίου. ε)Εκτός των περιπτώσεων, κατά τας οποίας έχει εκτιμηθεί ότι δεν υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως, παν πλοίον, το οποίον ακροάται εκ φαινομένης αυτώ διευθύνσεως πρώραθεν του εγκαρσίου του σήμα ομίχλης ετέρου πλοίου ή το οποίον δεν δύναται ν’ αποφύγη επικίνδυνον προέγγισιν μεθ’ ετέρου πλοίου ευρισκομένου πρώραθεν του εγκαρσίου του, δέον όπως μειώνη την ταχύτητά του εις την ελαχίστην πηδαλιουχήσιμον. Εάν είναι απαραίτητον, δέον όπως ακινητή και εν πάση περιπτώσει πλέη μετ’ εξαιρετικής προσοχής μέχρις ότου παρέλθη ο κίνδυνος συγκρούσεως. ΜΕΡΟΣ Γ΄ ΦΑΝΟΙ ΚΑΙ ΣΧΗΜΑΤΑ ΚΑΝΩΝ 20. Εφαρμογή α)Οι Κανόνες του παρόντος Μέρους θα εφαρμόζωνται υπό πάσαν κατάστασιν καιρού. β)Οι Κανόνες, οι αφορώντες εις τους φανούς, θα εφαρμόζωνται από της δύσεως μέχρι της ανατολής του ηλίου, και, διαρκούντος του χρονικού τούτου διαστήματος, ουδείς έτερος φανός θα επιδεικνύεται, εξαιρέσει των φανών εκείνων, οίτινες δεν θα δύνανται είτε να εκληφθώσιν ως οι φανοί οι καθοριζομενοι εις τους παρόντας Κανόνας είτε να επηρεάσωσι την ορατότητα ή χαρακτηριστικά τούτων ή να παρενοχλήσουν την διεξαγωγήν κανονικής φυλακής οπτήρων. γ)οι καθοριζόμενοι υπό των παρόντων Κανόνων φανοί θα επιδεικνύωνται, εφ’ όσον φέρονται, και από της ανατολής μέχρι της δύσεως του ηλίου υπό περιωρισμένην ορατότητα, δύνανται δε να επιδεικνύωνται και καθ’ όλας τας άλλας περιστάσεις, κατά τας οποίας τούτο κρίνεται αναγκαίον. δ)Οι Κανόνες, οι αφορώντες εις τα σχήματα, θα τηρώνται κατά την ημέραν. ε)Οι καθοριζόμενοι εις τους παρόντας Κανόντας φανοί και σχήματα δέον όπως είναι σύμφωνοι προς τας διατάξεις του Παραρτήματος Ι των παρόντων Κανονισμών. (Αντι για τη σελ. 234,31(α) Σελ. 234,31(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 59 .590. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 ΚΑΝΩΝ 21. Ορισμοί α)«Εφίστιος φανός» σημαίνει λευκόν φανόν εγκατεστημένον υπεράνω της διαμήκους κεντρικής γραμμής του πλοίου, φωτίζοντα, άνευ διακοπής, τόξον του ορίζοντος 225 μοιρών και τοποθετημένον κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να φωτίζη ακριβώς από της πρώρας μεχρις 22,5 μοιρών πρύμνηθεν του εγκαρσίου εφ’ εκάστης πλευράς του πλοίου. β)«Πλευρικοί φανοί» σημαίνουν ένα πράσινον φανόν επί της δεξιάς πλευράς και ένα ερυθρόν φανόν επί της αριστεράς πλευράς, εκάστου φωτίζοντος άνευ διακοπής τόξον του ορίζοντος 112,5 μοιρών και τοποθετημένου, κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να φωτίζη ακριβώς από της πρώρας μέχρις 22,5 μοιρών πρύμνηθεν του εγκαρσίου επί της αντιστοίχου πλευράς του. Εις πλοίον μήκους μικροτέρου των 20 μέτρων, οι πλευρικοί φανοί δύνανται να συνδυάζωνται εις ένα, φερόμενον επί της διαμήκους κεντρικής γραμμής του πλοίου. γ)«Φανός της κορώνης» σημαίνει λευκόν φανόν εγκατεστημένον κατά το πρακτικώς δυνατόν εγγύτερον της πρύμνης, φωτίζοντα άνευ διακοπής τόξον του ορίζοντος 135 μοιρών και τοποθετημένον κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να φωτίζη 67,5 μοίρας ακριβώς από της πρύμνης προς εκάστην πλευράν του πλοίου. δ)«Φανός ρυμουλκήσεως» σημαίνει κίτρινον φανόν έχοντα τα αυτά χαρακτηριστικά προς τον οριζόμενον εν παρ. γ «φανόν της πρύμνης». «ε)«Φανός ορατός καθ’ όλον τον ορίζοντα» (περίβλεπτος) σημαίνει φανόν φωτίζοντα άνευ διακοπής τόξον του ορίζοντος 360 μοιρών. ς)«Αναλάμπων φανός» σημαίνει φανόν αναλάμποντα κατά κανονικά διαστήματα εις μίαν συχνότητα 120 ή περισσοτέρων αναλαμπών ανά λεπτόν. ΚΑΝΩΝ 22 Ορατότης Φανών «Οι καθαριζόμενοι εις τους παρόντας Κανόνας φανοί θα έχουν έντασιν ως καθορίζεται εις την παρ. 8 του Παραρτήματος Ι των παρόντων Κανονισμών, ούτως ώστε να είναι ορατοί εις τας ακολούθους ελαχίστας αποστάσεις: α)Εις πλοία μήκους 50 μέτρων και άνω: Ο εφίστιος φανός εις 6 μίλια, Ο πλευρικός φανός εις 3 μίλια, Ο φανός της κορώνης εις 3 μίλια, Ο φανός ρυμουλκήσεως εις 3 μίλια, Ο λευκός, ερυθρός, πράσινος, ή κίτρινος ορατός καθ’ όλον τον ορίζοντα φανός εις 3 μίλια β)Εις πλοία μήκους 12 μέτρων και άνω αλλά μικροτέρου των 50 μέτρων. Σελ. 234,32(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 60 Ο εφίστιος φανός εις 5 μίλια, εκτός εκείνου του πλοίου όπου το μήκος του είναι μικρότερον των 20 μέτρων, εις 8 μίλια, Ο πλευρικός φανός εις 2 μίλια, Ο φανός της κορώνης εις 2 μίλια, Ο φανός ρυμουλκήσεως εις 2 μίλια, Ο λευκός, ερυθρός, πράσινος ή κίτρινος ορατός καθ’ όλον τον ορίζοντα φανός εις 2 μίλια. γ)Εις πλοία μήκους μικροτέρου των 12 μέτρων: Ο εφίστιος φανός εις 2 μίλια, Ο πλευρικός φανός εις 1 μίλιον, Ο φανός της κορώνης εις 2 μίλια, Ο φανός ρυμουλκήσεως εις 2 μίλια, Ο λευκός, ερυθρός, πράσινος ή κίτρινος ορατός καθ’ όλον τον ορίζοντα φανός εις 2 μίλια». Ο κανών 22 αντικατεστάθη ως άνω δια του Νόμ. 635/1977 (κατωτ. αριθ. 13). «(δ)Σε ακανονίστου σχήματος ημιβυθισμένα ή ρυμουλκούμενα αντικείμενα -ένας λευκός περίβλεπτος φανός, 3 ναυτ. μίλια». Η παρ. δ προστέθηκε από την παρ. 10 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). .591. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΚΑΝΩΝ 23. Μηχανοκίνητα πλοία εν πλω α)Μηχανοκίνητον πλοίον εν πλω θα επιδεικνύη: (ι)Ένα εφίστιον φανόν προς πρώραν, (ιι)Ένα δεύτερον εφίστιον φανόν πρύμνηθεν και υψηλότερον του πρωραίου τοιούτου εκτός των πλοίων μήκους μικροτέρου των 50 μέτρων, άτινα δεν υποχρεούνται, αλλά δύναται να επιδεικνύουν τοιούτον φανόν, (ιιι)Πλευρικούς φανούς, (ιν)Ένα φανόν της κορώνης. β)Αερόστρωμνον πλοίον, οσάκις κινείται υπό την άνευ εκτοπίσματος κατάστασιν, θα επιδεικνύη, επιπροσθέτως προς τους καθοριζομένους εν παρ. α του παρόντος Κανόνος φανούς, ένα κίτρινο αναλάμποντα φανόν, ορατόν καθ ’όλον τον ορίζοντα. «(γ)(ι)Μηχανοκίνητο πλοίο μήκους μικρότερου των 12 μέτρων μπορεί αντί για τους φανούς που περιγράφονται στην παρ. (α) του παρόντος Κανόνα να επιδεικνύει ένα λευκό περίβλεπτο φανό και τους πλευρικούς φανούς. (ιι)Μηχανοκίνητο πλοίο μήκους μικρότερου των 7 μέτρων και του οποίου η μεγίστη ταχύτητα δεν υπερβαίνει τους 7 κόμβους μπορεί αντί για τους φανούς που περιγράφονται στην παρ. (α) να επιδεικνύει έναν λευκό περίβλεπτο φανό και αν τούτο είναι πρακτικώς δυνατόν, και πλευρικούς. (ιιι)Ο εφίστιος ή ο περίβλεπτος λευκός φανός μηχανοκινήτου πλοίου μήκους μικρότερου των 12 μέτρων μπορεί να μην είναι επί της κύριας διαμήκους γραμμής του πλοίου αν τούτο δεν είναι πρακτικώς δυνατό με την προϋπόθεση ότι οι πλευρικοί φανοί είναι σύνθετοι σ’ έναν φανό ο οποίος θα φέρεται επί της κυρίας διαμήκους γραμμής του σκάφους ή θα είναι εγκατεστημένος όσον είναι πρακτικώς δυνατό πλησιέστερα προς την κύρια διαμήκη γραμμή, όπως ο εφίστιος ή ό περίβλεπτος λευκός φανός». Η παρ. γ΄ τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. ΙΙ του παραρτήματος του άρθρ. Ι. Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). ΚΑΝΩΝ 24 Ρυμούλκησις και Ώθησις «α)Μηχανοκίνητον πλοίον οσάκις ρυμουλκεί θα επιδεικνύη: (ι)Αντί του καθοριζομένου εις τον Κανόνα 23(α) (ι) «ή (α) (ιι) «φανού, δύο εφιστίους φανούς επί κατακορύφου γραμμής. ΄Όταν το μήκος του ρυμουλκίου, μετρούμενον από της πρύμνης του ρυμουλκούντος πλοίου μέχρι του πρυμναίου άκρου του ρυμουλκουμένου, υπερβαίνη τα 200 μέτρα, τρεις τοιούτους φανούς επί κατακορύφου γραμμής. Η περίπτ. ι διαμορφώθηκε ως άνω από την παρ. 12 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). (ιι)Πλευρικούς φανούς, (ιιι)Φανόν της κορώνης, (ιι)Φανόν ρυμουλκήσεως επί κατακορύφου γραμμής υπεράνω του φανού της κορώνης. (ν)Όταν το μήκος του ρυμουλκίου υπερβαίνη τα 200 μέτρα, ρομβοειδές σχήμα εις το καταφανέστερον μέρος. β)Όταν ωθούν πλοίον και πλοίον ωθούμενον προς πρώραν είναι στερεώς συνδεδεμένα εις ενιαίαν μονάδα, θα θεωρώνται ως έν μηχανοκίνητον πλοίον και επιδεικνύουν τους καθοριζομένους εις τον Κανόνα 23 φανούς. γ)Μηχανοκίνητον πλοίον οσάκις ωθεί προς πρώραν ή ρυμουλκεί παραπλεύρως, εκτός της περιπτώσεως της ενιαίας μονάδος, θα επιδεικνύη: (ι)Αντί του καθοριζομένου εις τον Κανόνα 23(α) (ι) «ή (α) (ιι) «φανού, δύο εφιστίους φανούς επί κατακορύφου γραμμής. Η περίπτ. ι διαμορφώθηκε ως άνω από την παρ. 12 του παραρτήματος του αρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86), (κατωτ. αριθ. 16).(ιι)Πλευρικούς φανούς, (ιιι)Φανόν της κορώνης. δ)Μηχανοκίνητον πλοίον εις το οποίον εφαρμόζονται αι «παρ. (α) ή (γ)» του παρόντος Κανόνος θα συμμορφούται επίσης και προς τον Κανόνα 23(α) (ιι). Η φράση «παρ. (α) και (γ) » αντικαταστάθηκε με την φράση «παρ. (α) ή (γ)» από την παρ. 13 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «ε)Πλοίο ή αντικείμενο ρυμουλκούμενο εκτός από τα αναφερόμενα στην παρ. (ζ) του παρόντος Κανόνα, θα επιδεικνύει:». Η πιο πάνω φράση διορθώθηκε ως άνω από την παρ. 14 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). (ι)Πλευρικούς φανούς, (ιι)Φανόν της κορώνης, (ιιι)Όταν το μήκος του ρυμουλκίου υπερβαίνει τα 200 μέτρα, ρομβοειδές σχήμα εις το καταφανέστερον μέρος. στ)Προϋποτιθεμένου ότι οιοσδήποτε αριθμός πλοίων ρυμουλκουμένων παραπλεύρως ή ωθουμένων καθ ’ομάδαν θα φωτίζωνται ως έν πλοίον: (ι)Πλοίον ωθούμενον προς πρώραν μη αποτελούν μέρος ενιαίας τινός μονάδος, θα επιδεικνύη εις το πρωραίον άκρον του πλευρικούς φανούς, (ιι)Πλοίον ρυμουλκούμενον παραπλεύσεως θα επιδεικνύει φανόν της κορώνης και εις το πρωραίον άκρον του πλευρικούς φανούς. (Αντί για τη σελ. 234,33(α) Σελ. 234,33(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 61 .592. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 «(ζ)Ένα ακανόνιστου σχήματος ημιβυθισμένο σκάφος ή αντικείμενο ή συνδυασμός τέτοιων σκαφών ή ρυμουλκούμενων αντικειμένων θα επιδεικνύει: (ι)Αν είναι πλάτους μικρότερου των 25 μέτρων, έναν λευκό περίβλεπτο φανό επί ή πλησίον του πρωραίου άκρου και έναν επί ή πλησίον του πρυμναίου άκρου, εκτός εάν αυτά τα πλοιάρια δεν απαιτείται να επιδεικνύουν φανό επί ή πλησίον του πρωραίου άκρου. (ιι)Αν είναι πλάτους 25 μέτρων ή περισσότερου, δύο επιπρόσθετους λευκούς περίβλεπτους φανούς επί ή πλησίον των ακρότατων σημείων του πλάτους του. (ιιι)Αν υπερβαίνει τα 100 μέτρα σε μήκος, επιπρόσθετο λευκό περίβλεπτο φανό μεταξύ των φανών που περιγράφονται στις υποπαρ. (ι) και (ιι) ούτως ώστε η απόσταση μεταξύ των φανών να μην υπερβαίνει τα 100 μέτρα. (ιν)Πολυεδρικό σχήμα επί ή πλησίον του ακρότατου πρυμναίου σημείου του τελευταίου σκάφους ή ρυμουλκούμενου αντικειμένου και αν το μήκος του ρυμουλκίου υπερβαίνει τα 200 μέτρα ένα επιπρόσθετο πολυεδρικό σχήμα εκεί που μπορεί να γίνει ορατό κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο και εγκατεστημένο όσο είναι πρακτικώς δυνατόν προς πρώρα. «(η)Όπου συνεπεία οποιασδήποτε επαρκούς αιτίας είναι πρακτικώς αδύνατον για ένα ρυμουλκούμενο πλοίο ή αντικείμενο να επιδεικνύει τους φανούς που καθορίζονται στις παρ. (ε) ή (ζ) του παρόντος Κανόνος, θα λαμβάνονται όλα τα δυνατά μέτρα προς φωτισμό του ρυμουλκούμενου πλοίου ή αντικειμένου ή τουλάχιστον προς επισήμανση της παρουσίας τέτοιου σκάφους ή αντικειμένου». «(θ)Όταν συνεπεία οποιασδήποτε σοβαρής αιτίας είναι πρακτικώς αδύνατον για ένα πλοίο που δεν ασχολείται συνήθως με ρυμουλκήσεις να επιδεικνύει τα φώτα που καθορίζονται στις παρ. (α) ή (γ) του παρόντα κανόνα, δεν θα απαιτείται να επιδεικνύει εκείνους τους φανούς όταν ασχολείται με ρυμούλκηση άλλου πλοίου που βρίσκεται σε κίνδυνο ή σε ανάγκη βοηθείας. Θα λαμβάνονται όλα τα δυνατά μέτρα για να δείχνουν τη φύση της σχέσης μεταξύ του ρυμουλκούντος και του ρυμουλκούμενου πλοίου όπως επιβάλλεται από τον Κανόνα 36, ιδιαίτερα δια φωτισμού του ρυμουλκίου». Η παρ. ζ΄ είναι νέα παράγραφος που προστέθηκε από την παρ. 15, η πρώην παρ. ζ΄ έγινε η΄ και τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 16 και προστέθηκε η παρ. θ΄ από την παρ. 17 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). Σελ. 234,34(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 62 Ο κανών 24 αντικατεστάθη ως άνω δια του Νόμ. 635/1977 (κατωτ. αριθ. 13). ΚΑΝΩΝ 25. Ιστιοφόρα πλοία εν πλω και κωπήλατα πλοία α)Ιστιοφόρον πλοίον εν πλω θα επιδεικνύη: (ι)πλευρικούς φανούς, (ιι)ένα φανόν κορώνης, β)Εις ιστιοφόρον πλοίον μήκους μικροτέρου των «10 μέτρων», οι εν παρ. α του παρόντος Κανόνος καθοριζόμενοι φανοί δύνανται να συνδυάζωνται εις ένα, φερόμενον επί ή πλησίον της κορυφής του ιστού, εις οιοδήποτε είναι το καταφανέστερον σημείον τούτου. Η φράση «12 μέτρων» τροποποιήθηκε σε «20 μέτρων» από την παρ. 18 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5. Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). γ)Ιστιοφόρον πλοίον εν πλω δύναται να επιδεικνύει, επιπροσθέτως προς τους καθοριζομένους εν παρ. α του παρόντος Κανόνος φανούς, επί ή πλησίον της κορυφής του ιστού, εις οιοδήποτε είναι το καταφανέστερον σημείον, δύο ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα φανούς επί κατακορύφου γραμμής, του ανωτέρου όντος ερυθρού και του κατωτέρου πρασίνου, αλλ’ οι φανοί ούτοι δεν θα επιδεικνύωνται ομού μετά του συνδεδυασμένου φανού του επιτρεπομένου υπό της παρ. β του παρόντος Κανόνος. δ)(ι)Ιστιοφόρον πλοίον μήκους κατωτέρου των 7 μέτρων θα επιδεικνύη, εφ’ όσον τούτο είναι πρακτικώς δυνατόν, τους εν παρ. α ή β καθοριζομένους φανούς, αλλ’ εάν δεν πράττη ούτω, θα έχη πρόχειρον ηλεκτρικήν λυχνίαν ή ανημμένον φανόν εκπέμποντα λευκόν φως, ο οποίος θα επιδεικνύεται αρκετά εγκαίρως ιν’ αποφεύγηται σύγκρουσις. (ιι)Κωπήλατον πλοίον δύναται να επιδεικνύη τους καθοριζομένους εν τω παρόντι Κανόνι φανούς δι’ ιστιοφόρα πλοία, αλλά εάν δεν πράττη ούτω, θα έχη πρόχειρον ηλεκτρικήν λυχνίαν ή ανημμένον φανόν εκπέμποντα λευκόν φως, ο οποίος θα επιδεικνύεται αρκετά εγκαίρως ιν’ αποφεύγηται σύγκρουσις. ε)Πλοίον προωθούμενον τη βοηθεία ιστίων, οσάκις χρησιμοποιεί συγχρόνως και μηχανικόν μέσον προώσεως, θα επιδεικνύει προς πρώραν και εις το πλέον καταφανές σημείον κατασκευήν κωνικού σχήματος, με την κορυφήν προς τα κάτω. .593. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΚΑΝΩΝ 26 Αλιευτικά πλοία α)Πλοίον ασχολούμενον με την αλιείαν, είτε ευρίσκεται εν πλω είτε επ’ αγκύρα, θα επιδεικνύει μόνον τους καθοριζομένους εν τω παρόντι Κανόνι φανούς και σχήματα. β)Όταν πλοίον εκτελή αλιείαν δια γρίππου, δια της οποίας νοείται η δια του ύδατος έλξις γρίπου ή ετέρας συσκευής χρησιμοποιουμένης ως μέσου αλιείας, θα επιδεικνύη: (ι)Δύο φανούς ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα επί κατακορύφου γραμμής, εξ ων ο ανώτερος θα είναι πράσινος και ο κατώτερος λευκός ή σχήμα συνιστάμενον εκ δύο κώνων μη ηνωμένας τας κορυφάς των επί κατακορύφου γραμμής του ενός ύπερθεν του άλλου.(Πλοίον μήκους μικροτέρου των 20 μέτρων δύναται, αντί του σχήματος τούτου, να επιδεικνύη μίαν κάλαθον). Το μέσα σε ( ) κείμενο διαγράφηκε από την παρ. 1 του Προσαρτήματος του άρθρ. 1 του Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996(ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 29 (διορθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). (ιι)Ένα εφιστίον φανόν πρύμνηθεν και υψηλότερον του ορατού καθ’ όλον τον ορίζοντα πρασίνου φανού. Πλοίον μήκους μικροτέρου των 50 μέτρων δεν θα είναι υποχρεωμένον να επιδεικνύη τοιούτον φανόν, αλλά δυναται να πράττη ούτω. (ιιι)Όταν προχωρεί δια του ύδατος, επιπροσθέτως προς τους εν τη παρούση παραγράφω καθοριζομένους φανούς, πλευρικούς φανούς και φανόν κορώνης. γ)Πλοίον ασχολούμενον με την αλιείαν, εκτός της δια γρίπου τοιαύτης, θα επιδεικνύη: (ι)Δύο ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα φανούς επί κατακορύφου γραμμής, εξ ων ο ανώτερος θα είναι ερυθρός και ο κατώτερος λευκός ή σχήμα συνιστάμενον εκ δύο κώνων με ηνωμένας τας κορυφάς των επί κατακορύφου γραμμής, του ενός ύπερθεν του άλλου. (Πλοίον μήκους μικροτέρου των 20 μέτρων δύναται, αντί του σχήματος τούτου, να επιδεικνύη μίαν κάλαθον). Το μέσα σε ( ) κείμενο διαγράφηκε από την παρ. 2 του Προσαρτήματος του άρθρ. 1 του Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). (ιι)Οσάκις το οριζόντιον έκταμμα των εργαλείων εκτείνεται πλέον των 150 μέτρων από του πλοίου, λευκόν φανόν ορατόν καθ’ όλον τον ορίζοντα ή ένα κώνον με την κορυφήν προς τα άνω και προς την κατεύθυνσιν του εκτάμματος. (ιιι)Όταν προχωρή δια του ύδατος, επιπροσθέτως προς τους εν τη παρούση παραγράφω καθοριζομένους φανούς, πλευρικούς φανούς και φανόν κορώνης. «(δ)Τα πρόσθετα σήματα που περιγράφονται στο Παράρτημα ΙΙ των κανονισμών αυτών, εφαρμόζονται σε πλοίο ασχολούμενο με αλιεία σε πολύ μικρή απόσταση με άλλα πλοία που ασχολούνται με αλιεία». Το εδάφ. (δ) αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 3 του Προσαρτήματος του άρθρ. 1 του Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). ε)Πλοίον μη ασχολούμενον με την αλιείαν δεν θα επιδεικνύη τους εν τω παρόντι Κανόνι καθοριζομένους φανούς ή σχήματα, αλλά μόνον εκείνους, οι οποίοι καθορίζονται δια πλοίον του μήκους του. ΚΑΝΩΝ 27 Πλοία ακυβέρνητα ή πλοία περιωρισμένης ικανότητος χειρισμών «α)Ακυβέρνητον πλοίον θα επιδεικνύη: (ι)Δύο ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα ερυθρούς φανούς επί κατακορύφου γραμμής εις το καταφανέστερον μέρος. (ιι)Δύο σφαίρας ή παρόμοια σχήματα επί κατακορύφου γραμμής εις το καταφανέστερον μέρος (ιιι)Όταν προχωρή δια του ύδατος, επί πλέον των καθοριζομένων εν τη παρούση παραγράφω φανών, πλευρικούς φανούς και φανόν της κορώνης. β)Πλοίον περιωρισμένης ικανότητος χειρισμών, εκτός πλοίου ασχολουμένου εις επιχειρήσεις ναρκαλιείας, θα επιδεικνύη: (ι)Τρεις ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα φανούς επί κατακορύφου γραμμής εις το καταφανέστερον μέρος. Ο ανώτατος και κατώτατος εκ των φανών αυτών θα είναι ερυθραί και ο μεσαίος θα είναι λευκός. (ιι)Τρία σχήματα επί κατακορύφου γραμμής εις το καταφανέστερον μέρος. Το ανώτατον και κατώτατον εκ των σχημάτων αυτών είναι σφαιρικά και το μεσαίον ρομβοειδές. (ιιι)Όταν προχωρή δια του ύδατος, «εφίστιο φανό ή φανούς», πλευρικούς φανούς και φανόν της κορώνης, επί πλέον των καθοριζομένων εν υποπαρ. (ι) φανών. Οι λέξεις «εφιστίους φανούς» αντικαταστάθηκαν με τις λέξεις «εφίστιο φανό ή φανούς» από την παρ. 20 του παραρτήματος του Άρθρ.2.-Οι προσηρτημένοι τη, δια του παρόντος, κυρούμενη Συμβάσει Δ. Κανονισμοί δέον, υπό τας προϋποθέσεις του περί «Εφαρμογής Κανόνος 1, Μέρους Α΄ τούτων, να τηρώνται υποχρεωτικώς: α)Υπό μεν των, υπό Ελληνικήν σημαίαν, πλοίων οπουδήποτε της υδρογείου πλέουσι. β)Υπό δε των υπό ξένας σημαίας Χωρών μετεχουσών της Συμβάσεως τοιούτων, οσάκις πλέουσιν εντός των Ελληνικών χωρικών υδάτων. άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). (ιν)Όταν είναι ηγκυροβολημένον,επί πλέον των καθοριζομένων εν υποπαρ. (ι) και (ιι) φανών ή σχημάτων, τον καθοριζόμενον εις τον Κανόνα 30 φανόν ή τους φανούς ή το σχήμα. «(γ)Κάθε μηχανοκίνητο πλοίο ασχολούμενο με επιχείρηση ρυμούλκησης κατά τρόπο που περιορίζεται σοβαρά η ικανότητα του ρυμουλκούντος και του ρυμουλκουμένου του να αποκλίνουν από την πορεία τους, θα επιδεικνύει επιπροσθέτως των φανών και των οχημάτων που (Αντί για τη σελ. 234,341) Σελ. 234,341(α) Τεύχος 1277-Σελ. 83 .594. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 καθορίζονται στον Κανόνα 24(α), τους φανούς ή τα σχήματα που περιγράφονται στιςε υποπαρ. (β) (ι) και (ιι) του παρόντα κανόνα. Η παρ. γ΄ τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 21 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄΄86) (κατωτ. αριθ. 16). δ)Πλοίον ασχολούμενον με υποβρυχίους εκσκαφάς ή υποβρυχίους εργασίας, όταν περιορίζεται η ικανότης του να χειρίση, θα επιδεικνύη τους φανούς και τα σχήματα τους καθοριζομένους «στις υποπαρ. (β) (ι) (ιι) και (ιιι)» του παρόντος Κανόνος και επί πλέον, όταν υφίσταται εμπόδιον, θα επιδεικνύη: Η πιο πάνω παράγραφος διαμορφώθηκε ως άνω από την παρ. 22 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ.233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). (ι)Δύο ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα ερυθρούς φανούς ή δύο σφαίρας επί κατακορύφου γραμμής προς ένδειξιν της πλευράς εκ της οποίας υφίσταται το εμπόδιον. (ιι)Δύο ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα πρασίνους φανούς ή δύο ρομβοειδή σχήματα επί κατακορύφου γραμμής προς ένδειξιν της πλευράς εκ της οποίας δύναται να διέλθη έτερον πλοίον. «(ιιι)όταν είναι αγκυροβολημένο, θα επιδεικνύει τους φανούς και τα σχήματα που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο αντί των φανών ή των σχημάτων που περιγράφονται στον κανόνα 30». Η υποπαρ. (ιιι) διαγράφτηκε και η υποπαρ. (ιν) έγινε (ιιι) και τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 22 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «(ε)Όταν το μέγεθος ενός πλοίου ασχολουμένου σε καταδυτικές εργασίες καθιστά πρακτικώς αδύνατη την επίδειξη όλων των φανών και σχημάτων που καθορίζονται στην παρ. (δ) του παρόντα Κανόνα, θα επιδεικνύονται τ’ ακόλουθα: (ι)Τρεις λευκοί περίβλεπτοι φανοί σε κατακόφυφη γραμμή σε θέση απ’ όπου θα μπορούν να γίνουν ορατοί κατά τον καλύτερο τρόπο.Ο ανώτερος και ο κατώτερος των φανών αυτών θα είναι κόκκινοι και ο μεσαίος λευκός. (ιι)Ένα άκαμπτο πανομοιότυπο της σημαίας «Α» του Διεθνούς Κώδικος Σημάτων ύψους όχι μικρότερου του Ι μέτρου. Θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να εξασφαλίζεται ότι τούτο θα είναι ορατό απ’ όλες τις κατευθύνσεις». (στ)»Κάθε πλοίο ασχολούμενο με επιχειρήσεις ναρκαλιείας, επιπλέον των φανών που καθορίζονται για ένα μηχανοκίνητο πλοίο στον κανόνα 23 ή των φανών ή σχημάτων που καθορίζονται για αγκυροβολημένο πλοίο στον Κανόνα 30 κατά περίπτωση, θα επιδεικνύει τρεις περίβλεπτους πράσινους φανούς ή τρεις σφαίρες. Ένας από τους φανούς αυτούς Σελ. 234,342(α) Τεύχος 1277-Σελ. 84 ή τα σχήματα θα επιδεικνύεται πλησίον της κορυφής του πρωραίου ιστού και ένας σε κάθε άκρη της κεραίας του πρωραίου ιστού. Οι φανοί αυτοί ή τα σχήματα δεικνύουν ότι είναι επικίνδυνο για ένα άλλο πλοίο να προσεγγίσει λιγότερο από 1.000 μέτρα από το ναρκαλιευτικό. «(ζ)Πλοία μήκους μικρότερου των 12 μέτρων από τα ασχολούμενα σε επιχειρήσεις καταδίσεως, δεν θα υποχρεούνται να επιδεικνύουν τους φανούς και τα σχήματα που καθορίζονται στον παρόντα Κανόνα». Οι παρ. ε΄, στ΄ και ζ΄ τροποποιήθηκαν ως άνω από τις παρ. 23, 24 και 25 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). η)Τα καθοριζόμενα εις τον παρόντα Κανόνα σήματα δεν είναι σήματα πλοίων ευρισκομένων εν κινδύνω και αιτούντων βοήθειαν. Τοιαύτα σήματα περιέρχονται εν τω Παραρτήματι ΙV των παρόντων Κανονισμών». Ο κανών 27 αντικατεστάθη ως άνω δια του Νόμ. 635/1977 (κατωτ. αριθ. 13). ΚΑΝΩΝ 28 Πλοία εμποδιζόμενα εκ του βυθμίσματός των Παν εμποδιζόμενον εκ του βυθμίσματός του πλοίον, επιπλέον των φανών, οίτινες καθορίζονται δια τα μηχανοκίνητα πλοία υπό του Κανόνος 23, οφείλει να φέρη, εις μάλλον καταφανές μέρος, τρεις ερυθρούς φανούς επί κατακορύφου γραμμής και ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα ή ένα κύλινδρον. ΚΑΝΩΝ 29 Πλοηγίδες α)Παν πλοίον ασχολούμενον με υπηρεσίαν πλοηγήσεως οφείλει να φέρη: ι)Επί ή πλησίον της κορυφής του ιστού δύο φανούς επί κατακορύφου γραμμής ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα. Εκ των φανών αυτών ο ανώτερον δέον όπως είναι λευκός και ο κατώτερος ερυθρός. ιι)Εφ’ όσον η πλοηγίς ευρίσκεται εν πλω, επί πλέον προς τους πλευρικούς φανούς και τον φανόν της κορώνης. «(ιιι)Εφ’ όσον η πλοηγίδα είναι αγκυροβολημένη, επιπλέον των φανών που καθορίζονται στην υποπαρ. (ι), το φανό, φανούς ή σχήματα που καθορίζονται στον Κανόνα 30 για αγκυροβολημένα πλοία». Η υποπαρ. (ιιι) τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 26 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). β)Πλοηγίς, όταν δεν ευρίσκεται εν υπηρεσία, οφείλει να φέρη τους φανούς ή τα σχήματα, άτινα καθορίζονται δι’ όμοιον πλοίον του αυτού μήκους. .595. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΚΑΝΩΝ 30 Πλοία ηγκυροβολημένα και πλοία προσηραγμένα α)Παν πλοίον ηγκυροβολημένον οφείλει να φέρη εις μάλλον καταφανές μέρος: ι)Εις το πρωραίον τμήμα ένα λευκόν φανόν ορατόν καθ’ όλον τον ορίζοντα ή μίαν σφαλίραν. ιι)Εις την πρύμνην ή παρ’ αυτήν και εις ύψος χαμηλότερον του φανού, όστις απαιτείται υπό της υποπαρ. ι, ένα λευκόν φανόν ορατόν καθ’ όλον τον ορίζοντα. β)Παν πλοίον, μήκους μικροτέρου των 50 μέτρων, δύναται να φέρη, εις μάλλον καταφανές μέρος, ένα λευκόν φανόν ορατόν καθ’ όλον τον ορίζοντα, αντί των φανών, οίτινες καθορίζονται υπό της παρ. α. γ)Πλοίον ηγκυροβολημένον δύναται και παν πλοίον μήκους μεγαλυτέρου των 100 μέτρων οφείλει επίσης να χρησιμοποιήση τα εις την διάθεσιν αυτού ευρισκόμενα φώτα εργασίας προς φωτισμόν των καταστρωμάτων του. δ)Παν πλοίον προσηραγμένον οφείλει να φέρη τους φανούς, οίτινες καθορίζονται υπό της παρ. α ή β και επί πλέον εις μέλλον καταφανές μέρος: ι)Δύο ερυθρούς φανούς επί κατακορύφου γραμμής ορατούς καθ’ όλον τον ορίζοντα. ιι)Τρεις σφαίρας επί κατακορύφου γραμμής. ε)Παν πλοίον, μήκους μικροτέρου των 7 μέτρων, εφ’ όσον είναι ηγκυροβολημένον ουχί εντός ή πλησίον στενού διαύλου, θαλασσίου διαδρόμου ή αγκυροβολίου ή όπου ναυσιπλοούν συνήθως έτερα πλοία, δεν υποχρεούται να φέρη τους φανούς ή «σχήμα καθοριζόμενο στις παρ. (α) και (β) του παρόντα Κανόνα». Η λέξη «ή προσηραγμένον» διαγράφτηκε και η τελευταία σε « » φράση τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 27 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «(στ)Κάθε πλοίο μήκους μικρότερου των 12 μέτρων, όταν προσαράξει δεν θα υποχρεούται να επιδεικνύει τους φανούς ή τα σχήματα που καθορίζονται στις υποπαρ. (δ) (ι) και (ιι) του παρόντα Κανόνα». Η παρ. στ΄ προστέθηκε από την παρ. 28 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ.αριθ. 16). ΚΑΝΩΝ 31 Υδροπλάνα Εφ’ όσον είναι πρακτικώς αδύνατον δι’ έν υδροπλάνον να φέρη φανούς και σχήματα μετά των χαρακτηριστικών ή εις τας θέσεις, αίτινες καθορίζονται υπό των Κανόνων του παρόντος Μέρους, οφείλει να φέρη φανούς και σχήματα έχοντα, κατά το δυνατόν, παρόμοια χαρακτηριστικά και εις τας, κατά το δυνατόν, προσεγγιζούσας θέσεις. ΜΕΡΟΣ Δ΄ ΗΧΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΦΩΤΕΙΝΑ ΣΗΜΑΤΑ ΚΑΝΩΝ 32 Ορισμοί α)Η λέξις «σειρήν» σημαίνει οιανδήποτε ηχητικήν συσκευήν ικανήν όπως παράγη τους καθοριζομένους συριγμούς και η οποία συμμορφούται προς τας προδιαγραφάς του Παραρτήματος ΙΙΙ των παρόντων Κανονισμών. β)Ο όρος «βραχύς συριγμός» σημαίνει συριγμόν διαρκείας περίπου ενός δευτερολέπτου. γ)Ο όρος «μακρύς συριγμός» σημαίνει συριγμόν διαρκείας τεσσάρων έως έξ δευτερολέπτων. ΚΑΝΩΝ 33 Όργανα παραγωγής ηχητικών σημάτων Παν πλοίον μήκους 12 μέτρων και άνω οφείλει να είναι εφωδιασμένον δια μιας σειρήνος και ενός κώδωνος και παν πλοίον μήκους 100 μέτρων και άνω οφείλει, επιπλέον, να είναι εφωδιασμένον δι’ ενός κυμβάλου, ο τόνος και ο ήχος του οποίου δεν θα δύναται να εκληφθή ως ο τοιούτος του κώδωνος. Η σειρήν, ο κώδων και το κύμβαλον δέον να είναι σύμφωνα προς τας προδιαγραφάς του Παραρτήματος ΙΙΙ των παρόντων Κανονισμών. Ο κώδων ή το κύμβαλον ή και αμφότερα δύνανται να αντικατασταθούν δι’ ετέρων οργάνων εχόντων τα αυτά αντίστοιχα χαρακτηριστικά, προϋποτιθεμένου ότι θα είναι πάντοτε δυνατή η χειροκίνητος παραγωγή των «καθοριζομένων» ηχητικών σημάτων. Στο τέλος της άνω παραγράφου η λέξη «απαιτουμένων» αντικαταστάθηκε με τη λέξη «καθοριζομένων» από την παρ. 29 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). β)Παν πλοίον μήκους κατωτέρου των 12 μέτρων δεν υποχρεούται να φέρη τας ηχητικάς συσκευάς, αίτινες καθορίζονται υπό της παρ. α του παρόντος Κανόνος, αλλ’ εις περίπτωσιν, καθ’ ην δεν φέρει ταύτας, θα είναι εφωδιασμένον δι’ ετέρων μέσων παραγωγής ηχητικού σήματος επαρκούς εντάσεως. ΚΑΝΩΝ 34 Σήματα χειρισμών και προειδοποιήσεως «α)Όταν πλοία ευρίσκονται εν όψει αλλήλων, μηχανοκίνητον πλοίον εν πλω, οσάκις εκτελεί χειρισμούς προβλεπομένους ή απαιτουμένους υπό των παρόντων Κανόνων, θα γνωστοποιή τους εν λόγω χειρισμούς δια των ακολούθων σημάτων της σειρήνος του: Είς βραχύς συριγμός, δια του οποίου νοείται «αλλάσσω την πορείαν μου προς τα δεξιά», Δύο βραχείς συριγμοί, δια των οποίων νοείται «αλλάσσω την πορείαν μου προς τα αριστερά», (Αντί για τη σελ. 234,35(α) Σελ. 234,35(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 65 .596. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 Τρεις βραχείς συριγμοί, δια των οποίων νοείται «εκτελώ χειρισμόν αναποδίσεως». β)Οιονδήποτε πλοίον δύναται να συμπληρώνη τα σήματα σειρήνος τα καθοριζόμενα εν παρ. (α) του παρόντος Κανόνος δια φωτεινών σημάτων, επαναλαμβανομένων καταλλήλως, κατά την διάρκειαν της εκτελέσεως του χειρισμού: (ι)Τα φωτεινά ταύτα σήματα θα έχουν τας ακολούθους σημασίας: -Μία αναλαμπή, δια της οποίας νοείται «αλλάσσω την πορείαν μου προς τα δεξιά», -Δύο αναλαμπαί, δια των οποίων νοείται «αλλάσσω την πορείαν μου προς τα αριστερά», -Τρεις αναλαμπαί, δια των οποίων νοείται «εκτελώ χειρισμόν αναποδίσεως». (ιι)Η διάρκεια εκάστης αναλαμπής θα είναι περίπου ενός δευτερολέπτου, το διάλειμμα μεταξύ αναλαμπών θα είναι περίπου ενός δευτερολέπτου και το διάλειμμα μεταξύ διαδοχικών σημάτων δεν θα είναι μικρότερον των δέκα δευτερολέπτων. (ιιι)Ο φανός ο χρησιμοποιούμενος δια το σήμα τούτο, εφ’ όσον είναι εγκατεστημένος, θα είναι λευκός, ορατός καθ’ όλον τον ορίζοντα εξ αποστάσεως τουλάχιστον 5 μιλίων και θα συμμορφούται προς τας διατάξεις του Παραρτήματος Ι, «των παρόντων Κανονισμών». Οι μέσα στα « » τελευταίες λέξεις «των παρόντων Κανονισμών» προστέθηκαν από την παρ. 30 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). γ)Όταν ευρίσκωνται εν όψει αλλήλων εντός στενού διαύλου ή θαλασσίου διαδρόμου: (ι)Πλοίον προτιθέμενον να προσπεράση έτερον, συμμορφούμενον προς τον κανόνα 9 (ε) (ι), θα γνωστοποιή την πρόθεσίν του δια των ακολούθων σημάτων της σειρήνος του: -Δύο μακρείς συριγμοί ακολουθουμένων υφ’ ενός βραχέως συριγμού, δια των οποίων νοείται «προτίθεμαι να σας προσπεράσω εκ δεξιών σας». -Δύο μακρείς συριγμοί ακολουθουμένων υπό δύο βραχέων συριγμών, δια των οποίων νοείται «προτίθεμαι να σας προσπεράσω εξ αριστερών σας». (ιι)Πλοίον το οποίον πρόκειται να προσπερασθή, οσάκις ενεργεί συμφώνως προς τον Κανόνα 9 (ε) (ι),θα γνωστοποιή την συγκατάθεσίν του δια του ακολούθου σήματος της σειρήνος του: -Είς μακρός, είς βραχύς, είς μακρός και είς βραχύς συριγμός, κατά την σειράν ταύτην. δ)Οσάκις πλοία ευρισκόμενα εν όψει αλλήλων προσεγγίζουν άλληλα και δι’ οιανδήποτε αιτίαν εκάτερον πλοίον παρανοεί τας προθέσεις ή ενεργείας ετέρου, ή αμφιβάλλει εάν η εκτελουμένη υπό του ετέρου ενέργεια είναι επαρκής προς αποφυγήν συγκρούσεως, το ευρισκόμενον εν αμφιβολία πλοίον Σελ. 234,36(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 66 θα γνωστοποιή αμέσως τοιαύτην αμφιβολίαν δια της εκπομπής πέντε τουλάχιστον βραχέων και ταχέων συριγμών της σειρήνος. Το τοιούτον σήμα είναι δυνατόν να συμπληρούται δια φωτεινού σήματος πέντε τουλάχιστον βραχειών και ταχειών αναλαμπών. ε)Πλοίον πλησιάζον εις καμπήν ή περιοχήν διαύλου ή θαλασσίου διαδρόμου ένθα είναι δυνατόν ν’ αποκρύπτωνται έτερα πλοία υπό παρεμβαλλομένου εμποδίου θα εκπέμπη ένα μακρόν συριγμόν. Του τοιούτου σήματος θα δίδεται απόκρισις δι’ ενός μακρού συριγμού υπό οιουδήποτε προσεγγίζοντος πλοίου το οποίον είναι δυνατόν να ακούη τούτο πέριξ της καμπής ή όπισθεν του παρεμβαλλομένου εμποδίου. στ)Εάν υφίστανται επί πλοίου σειρήνες εγκατεστημένες εις απόστασιν μεταξύ των μεγαλυτέραν των 100 μέτρων, θα χρησιμοποιήται μόνον μία εξ αυτών δια την εκπομπήν σημάτων χειρισμών και προειδοποιήσεως». Ο κανών 34 αντικατεστάθη ως άνω δια του Νόμ. 635/1977 (κατωτ. αριθ. 13). .597. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΚΑΝΩΝ 35 Ηχητικά σήματα εις περιωρισμένην ορατότητα Εντός ή πλησίον περιοχής περιωρισμένης ορατότητος, κατά την ημέραν ή την νύκτα, τα καθοριζόμενα υπό του παρόντος Κανόνος σήματα θα χρησιμοποιώνται ως ακολούθως: α)Παν κινούμενον μηχανοκίνητον πλοίον θα εκπέμπη, κατά διαλείμματα ουχί μεγαλύτερα των 2 λεπτών, ένα μακρόν συριγμόν. β)Παν μη ηγκυροβολημένον αλλ’ ακινητούν μηχανοκίνητον πλοίον θα εκπέμπη, κατά διαλείμματα ουχί μεγαλύτερα των 2 λεπτών, δύο μακρούς συριγμούς διαχωριζομένους υπό διαλειμμάτων 2 δευτερολέπτων. γ)Παν πλοίον ακυβέρνητον, παν πλοίον περιωρισμένης ικανότητος χειρισμών, παν πλοίον εμποδιζόμενον εκ του βυθίσματός του, παν ιστιοφόρον πλοίον, παν πλοίον ασχολούμενον με αλιείαν και παν πλοίον ασχολούμενον με ρυμούλκισιν ή ώθησιν ετέρου πλοίου, αντί των καθοριζομένων σημάτων υπό των παρ. α ή β, θα εκπέμπη, κατά διαλείμματα ουχί μεγαλύτερα των 2 λεπτών, τρεις συριγμούς διαδοχικών, ήτοι ένα μακρόν ακολουθούμενον υπό δύο βραχέων συριγμών. «(δ)Κάθε πλοίο ασχολούμενο με αλιεία, όταν είναι αγκυροβολημένο και κάθε πλοίο περιορισμένης ικανότητας χειρισμών, όταν διεξάγει την εργασία του επ’ αγκύρα θα χρησιμοποιεί, αντί για τα ηχητικά σήματα που καθορίζονται στην παρ. (ζ) του παρόντα Κανόνα τα σήματα που καθορίζονται στην παρ. (γ) του παρόντα Κανόνα». Η παρ. (δ) προστέθηκε ως άνω και οι υπάρχουσες παραγρ. δ έως θ΄ έγιναν παρ. ε΄ έως ι΄ αντίστοιχα και η αναφορά στην παρ. (στ) έγινε (ζ) στις νέες παρ. η΄ και ι΄ από την παρ. 31 του παραρτήματος του άρθρου Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). ε.(δ)Παν ρυμουλκούμενον πλοίον ή όταν ρυμουλκούνται πλείονα του ενός πλοία, το τελευταίον μόνον εκ των ρυμουλκουμένων, εάν είναι επηνδρωμένον, θα εκπέμπη, κατά διαλείμματα ουχί μεγαλύτερα των 2 λεπτών, τέσσαρες συριγμούς διαδοχικώς, ήτοι ένα μακρόν ακολουθούμενον υπό τριών βραχέων συριγμών. Εάν είναι πρακτικώς δυνατόν, το σήμα τούτο δέον όπως δίδεται αμέσως μετά το σήμα του ρυμουλκούντος. στ.(ε)Εφ’ όσον πλοίον ωθούν και πλοίον ωθούμενον προς πρώραν συνδέονται στερρεώς ως μία ενιαία μονάς, θα θεωρούνται ως έν μηχανοκίνητον πλοίον και θα εκπέμπουν τα καθοριζόμενα υπό των παρ. α ή β σήματα. ζ.(ς)Παν πλοίον ηγκυροβολημένον οφείλει να κρούη τον κώδωνα αυτού ταχέως επί πέντε περίπου δευτερόλεπτα, κατά διαλείμματα ουχί μεγαλύτερα του ενός λεπτού. Εις πλοίον μήκους μεγαλυτέρου των 100 μέτρων, ο κώδων δέον να κρούεται εις το πρωραίον μέρος του πλοίου και, αμέσως μετά την κρούσιν του κώδωνος εις το πρυμναίον μέρος αυτού, επί πέντε περίπου δευτερόλεπτα, δέον να κρούεται ταχέως κύμβαλον. Παν πλοίον ηγκυροβολημένον δύναται, επιπροσθέτως, να εκπέμπη τρεις συριγμούς διαδοχικώς, ήτοι ένα βραχύν, ένα μακρόν και ένα βραχύν, ίνα ειδοποιή καταφθάνον πλοίον περί της θέσεώς του και περί του ενδεχομένου συγκρούσεως. η(ζ)Παν πλοίον προσηραγμένον θα εκπέμπη το σήμα του κώδωνος και, εάν απαιτήται, το σήμα του κυμβάλου, τα οποία καθορίζονται υπό της παρ. ζ και επιπροσθέτως θα κρούη τον κώδωνα κεχωρισμένως και ευδιακρίτως τρεις φοράς αμέσως προ και μετά την ταχείαν ταύτην κρούσιν. Επιπροσθέτως, παν προσηραγμένον πλοίον δύναται να εκπέμπη, έν ανάλογον σήμα δια της σειρήνος. θ.(η)Παν πλοίον μήκους μικροτέρου των 12 μέτρων δεν υποχρεούται να εκπέμπη τ’ ανωτέρω αναφερόμενα σήματα. Εφ’ όσον δεν εκπέμπη ταύτα, οφείλει να εκπέμπη έτερον ηχητικόν σήμα επαρκούς εντάσεως, κατά διαλείμματα ουχί μεγαλύτερα των 2 λεπτών. ι.(θ)Πλοηγίς ευρισκομένη εν υπηρεσία δύναται, επί πλέον των σημάτων των καθοριζομένων υπό των παρ. α, β ή ζ, να εκπέμπη σήμα ταυτότητος συνιστάμενον εκ τεσσάρων συριγμών. ΚΑΝΩΝ 36 Σήματα δια την προσέλκυσιν της προσοχής Εάν είναι αναγκαία η προσέλκυσις των προσοχής ετέρου πλοίου, παν πλοίον δύναται να εκπέμπη φωτεινά ή ηχητικά σήματα, τα οποία δεν θα δύνανται εκ παραδρομής να εκληφθούν ως οιοδήποτε εκ των σημάτων των προβλεπομένων αλλαχού υπό των παρόντων Κανόνων. Άλλως, δύναται να κατευθύνη την φωτεινήν δέσμην του προβολέως αυτού προς την διεύθυνσιν του κινδύνου κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να μη ενοχλήται οιοδήποτε έτερον πλοίον. «Κάθε φως για προσέλκυση προσοχής άλλου πλοίου πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να μην μπορεί να εκληφθεί εκ λάθους ως οποιοδήποτε βοήθημα στη ναυσιπλοΐα. Για το σκοπό του παρόντα Κανόνα πρέπει να αποφεύγονται υψηλής ισχύος αναλάμποντες ή περιστρεφόμενοι φανοί όπως π.χ. φανοί περιπολικών (STOBE LIGHTS)». Τα μέσα στα « » τελευταία εδάφια προστέθηκαν από την παρ. 32 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). ΚΑΝΩΝ 37 Σήματα κινδύνου Ότε πλοίον ευρίσκεται εν κινδύνω και αιτή βοήθειαν, θα χρησιμοποιή ή επιδεικνύη τα σήματα, άτινα «περιγράφονται» υπό του Παραρτήματος ΙV των παρόντων Κανονισμών. Η λέξη «καθορίζονται» αντικαταστάθηκε (Αντί για τη σελ. 234,37(α) Σελ. 234,37(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 67 .598. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 με τη λέξη «περιγράφονται» από την παρ. 33 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). ΜΕΡΟΣ Ε΄ ΑΠΑΛΛΑΓΑΙ ΚΑΝΩΝ 38 Απαλλαγαί Παν πλοίον (ή κατηγορία πλοίων), εφ’ όσον συμμορφούται προς τας απαιτήσεις των Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση 1960, του οποίου η τρόπις ετέθη ή ευρίσκεται εις το στάδιον της κατασκευής προ της θέσεως εν ισχύϊ των παρόντων Κανονισμών, δύναται να απαλλαγή της συμμορφώσεως προς αυτούς ως ακολούθως: α)Δια την εγκατάστασιν φανών φωτιστικής εντάσεως καθοριζομένης υπό του Κανόνος 22, χορηγείται προθεσμία τεσσάρων ετών, μετά την θέσιν εν ισχύϊ των παρόντων Κανονισμών. β)Δια την εγκατάστασιν φανών μετά προδιαγραφών χρωμάτων καθοριζομένων υπό της παρ. 7 του Παραρτήματος Ι, χορηγείται προθεσμία τεσσάρων ετών, μετά την θέσιν εν ισχύϊ των παρόντων Κανονισμών. γ)Δια την μετατόπισιν φανών ευρισκομένων εις θέσεις καθορισθείσας βάσει του Βρεττανικού Συστήματος Μονάδων εις ετέρας, καθοριζομένας βάσει του Μετρικού Συστήματος Μονάδων και δια την μετατροπήν των αριθμητικών στοιχείων μετρήσεως των πλαισίων των φανών παρέχεται μόνιμος απαλλαγή. δ)(ι)Δια την μετατόπισιν των εφιστίων φανών επί πλοίων μήκους κάτω των 150 μέτρων εις νέας θέσεις, βάσει των προδιαγραφών της παρ. 3(α) Παραρτήματος Ι, «των παρόντων Κανονισμών» χορηγείται μόνιμος απαλλαγή. ιι)Δια την μετατόπισιν των εφιστίων φανών επί πλοίων μήκους 150 μέτρων και άνω εις νέας θέσεις, βάσει των προδιαγραφών της παρ. 3(α) του Παραρτήματος Ι, χορηγείται προθεσμία εννέα ετών, μετά την θέσιν εν ισχύϊ των παρόντων Κανονισμών. ε)Δια την μετατόπισιν των εφιστίων φανών εις νέας θέσεις, βάσει των προδιαγραφών της παρ. 2(β) του Παραρτήματος Ι, «των παρόντων Κανονισμών» χορηγείται προθεσμία εννέα ετών, μετά την θέσιν εν ισχύϊ των παρόντων Κανονισμών. στ)Δια την μετατόπισιν των πλευρικών φανών εις νέας θέσεις, βάσει των προδιαγραφών των παρ. 2(ζ) και 3(β) του Παραρτήματος Ι, «των παρόντων Κανονισμών» χορηγείται προθεσμία εννέα ετών, μετά την θέσιν εν ισχύϊ των παρόντων Κανονισμών. ζ)Δια την συμμόρφωσιν προς τας απαιτήσεις δια τας ηχητικάς συσκευάς τας καθοριζομένας υπό του Παραρτήματος ΙΙΙ, «των παρόντων Κανονισμών» χορηγείται προθεσμία εννέα ετών, μετά την θέσιν εν ισχύϊ των παρόντων Κανονισμών. Σελ. 234,38(β) Τεύχος ΣΤ41-Σελ. 68 Οι λέξεις «των παρόντων Κανονισμών» στις παρ. δ(ι) ε, στ και ζ, προστέθηκαν από την παρ. 34 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «η)Για τη μετατόπιση των περίβλεπτων φανών βάσει των προδιαγραφών του Τμήματος 9(β) του Παραρτήματος Ι των παρόντων Κανονισμών χορηγείται μόνιμη απαλλαγή». Η παρ. η΄ προστέθηκε από την παρ. 35 του παραρτήματος του άρθρ. Ι. Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). .599. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΑΙ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑΙ ΦΑΝΩΝ ΚΑΙ ΣΧΗΜΑΤΩΝ «1.Ορισμός. Ο όρος «ύψος υπεράνω του σκάφους» σημαίνει υπεράνω του ανωτάτου συνεχούς καταστρώματος». «Το ύψος αυτό θα μετριέται κατακόρυφα από κάτω από τη θέση εγκατάστασης του φανού». Η φράση μέσα στα « »προστέθηκε από την παρ. 36 του Παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). 2.Κατακόρυφος τοποθέτησις και διαστήματα μεταξύ των φανών. α)Επί παντός μηχανοκινήτου πλοίου, μήκους 20 μέτρων και άνω, οι εφίστιοι φανοί θα είναι τοποθετημένοι ως ακολούθως: ι)Ο πρωραίος εφίστιος φανός, ή εφ’ όσον φέρεται μόνον είς εφίστιος φανός, ο φανός ούτος, εις ύψος υπεράνω του σκάφους ουχί μικρότερον των 6 μέτρων και, εφ’ όσον το πλάτος του πλοίου υπερβαίνει τα 6 μέτρα, εις ύψος υπεράνω του σκάφους, ουχί μικρότερον του πλάτους τούτου. Πάντως ο φανός ούτος δεν απαιτείται όπως τοποθετήται υπεράνω του σκάφους εις ύψος μεγαλύτερον των 12 μέτρων. ιι)Εφ’ όσον φέρονται δύο εφίστιοι φανοί, ο πρυμναίος θα είναι τουλάχιστον 4,5 μέτρα, επί της αυτής κατακορύφου, υψηλότερον του πρωραίου. β)Ο κατακόρυφος διαχωρισμός των εφιστίων φανών μηχανοκινήτων πλοίων θα είναι τοιούτος ώστε, εις απάσας τας φυσιολογικάς καταστάσεις διαγωγής, ο πρυμναίος φανός να είναι ορατός υπεράνω και να διαχωρίζηται εκ του πρωραίου φανού εξ αποστάσεως 1000 μέτρων εκ της πρώρας εφ’ όσον οράται εκ του επιπέδου της επιφανείας θαλάσσης. γ)Ο εφίστιος φανός μηχανοκινήτου πλοίου μήκους 12 μέτρων και άνω, αλλά κάτω των 20 μέτρων, θα είναι τοποθετημένος εις ύψος υπεράνω του περιτωναίου, ουχί μικρότερον των 2,5 μέτρων. δ)Παν μηχανοκίνητον πλοίον, μήκους κάτω των 12 μέτρων, δύναται να φέρη τον ανώτατον φανόν εις ύψος μικρότερον των 2,5 μέτρων υπεράνω του περιτωναίου. Εφ’ όσον όμως εφίστιος φανός φέρεται επιπλέον των πλευρικών φανών και του φανού της κορώνης, ο τοιούτος εφίστιος φανός θα φέρεται τουλάχιστον 1 μέτρον υψηλότερον των πλευρικών φανών. «ε)Ο ένας εκ των δύο ή τριών εφιστίων φανών του καθορίζονται για ένα μηχανοκίνητο πλοίο, όταν ασχολείται με ρυμούλκηση ή ώθηση άλλου πλοίου, θα είναι τοποθετημένος στην ίδια θέση μετά του πρωραίου ή του πρυμναίου εφιστίου φανού υπό την προϋπόθεση ότι αν φέρεται επί του πρυμναίου ιστού, ο κατώτατος πρυμναίος εφίστιος φανός θα είναι τουλάχιστον 4,5 μέτρα κατακόρυφα υψηλότερα από τον πρωραίο εφίστιο φανό. «(στ)(ι).Ο εφίστιος φανός ή φανοί που καθορίζονται στον Κανόνα 23(α) θα είναι έτσι τοποθετημένοι ώστε να κείνται υπεράνω και να διαχωρίζονται σαφώς απ’ όλα τα άλλα φώτα ή εμπόδια, εκτός των περιγραφόμενων στην υποπαρ. (ιι). (ιι).Όταν είναι πρακτικώς αδύνατο να μεταφέρονται οι περίβλεπτοι φανοί που καθορίζονται από τον Κανόνα 27(β) (ι) ή τον Κανόνα 28 κάτωθεν των εφιστίων φανών μπορούν να μεταφέρονται υπερώνω του πρυμναίου εφιστίου(ων) ή κατακόρυφα μεταξύ του πρωραίου εφιστίου(ων) και πρυμναίου εφιστίου(ων) υπό την προϋπόθεση ότι στην τελευταία περίπτωση θα συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του τμήματος 3(γ) του παρόντος Παραρτήματος». Οι παρ. ε΄ και στ΄ διορθώθηκαν και τροποποιήθηκαν ως άνω από τις παρ. 37 και 38 του Παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). ζ)Οι πλευρικοί φανοί μηχανοκίνητου πλοίου θα είναι τοποθετημένοι εις ύψος υπεράνω του σκάφους ουχί μεγαλύτερον των τριών τετάρτων του τοιούτου του πρωραίου εφιστίου φανού. Δεν θα είναι, όμως, τόσον χαμηλά ώστε να συγχέωνται με τα φώτα του καταστρώματος. η)Οι πλευρικοί φανοί, οι φερόμενοι υπό μηχανοκινήτου πλοίου μήκους κάτω των 20 μέτρων, εφ’ όσον είναι ενσωματωμένοι εις ένα φανόν, θα είναι τοποθετημένοι χαμηλότερον του εφιστίου φανού, εις κατακόρυφον απόστασιν ουχί μικροτέραν του ενός μέτρου. θ)Όπου οι Κανόνες καθορίζουν όπως δύο ή τρεις φανοί φέρωνται επί της αυτής κατακορύφου, ούτοι θα είναι τοποθετημένοι ως ακολούθως: ι)Επί πλοίου μήκους 20 μέτρων και άνω οι τοιούτοι φανοί θα είναι τοποθετημένοι εις απόστασιν μεταξύ των ουχί μικροτέραν των 2 μέτρων, ο δε χαμηλότερος των φανών αυτών, πλήν της περιπτώσεως καθ’ ην απαιτείται φανός ρυμουλκήσεως, «θα τοποθεταίται σε ύψος μικρότερο των 4 μέτρων υπεράνω του ανώτατου συνεχούς καταστρώματος». Οι λέξις μετά τη λέξη «ρυμουλκήσεως» αντικαταστάθηκαν ως άνω από την παρ. 39 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86), (κατωτ. αριθ. 16). ιι)Επί πλοίου μήκους κάτω των 20 μέτρων, οι τοιούτοι φανοί θα είναι τοποθετημένοι εις απόστασιν μεταξύ των ουχί μικροτέραν του ενός μέτρου, ο δε χαμηλότερος των φανών αυτών, πλην της περιπτώσεως καθ’ ην απαιτείται φανός ρυμουλκήσεως, «δεν θα τοποθετείται σε ύψος όχι μικρότερο των 2 μέτρων υπεράνω του ανωτάτου συνεχούς καταστρώματος». Οι λέξεις μετά τη λέξη «ρυμουλκήσεως» αντικαταστάθηκαν ως άνω από την παρ. 40 του Παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). (Αντί για τη σελ. 234,39(β) Σελ. 234,39(γ) Τεύχος 1277-Σελ. 85 .600. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 ιιι)Εφ’ όσον φέρωνται τρεις φανοί, θα είναι τοποθετημένοι εις ίσην απόστασιν. ι)Ο κατώτερος εκ των δύο ορατών καθ’ όλον τον ορίζοντα φανών των καθοριζομένων δια πλοίον ασχολούμενον με την αλιείαν, θα είναι εις ύψος υπεράνω των πλευρικών φανών ουχί μικρότερον του διπλασίου της αποστάσεως μεταξύ των δύο κατακορύφων φανών. Η λέξη «αλιευτικόν» διαγράφτηκε από την παρ. 41 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «ια)Ο πρωριαίος φανός αγκύρας, «που καθορίζεται από τον Κανόνα 30(α) (ι)», εφ’ όσον φέρονται δύο, δεν θα είναι εις ύψος χαμηλότερον των 4,5 μέτρων υπεράνω του πρυμναίου τοιούτου. Επί πλοίου μήκους 50 μέτρων και άνω, ο πρωραίος ούτος φανός αγκυροβολίας «θα είναι τοποθετημένος σε ύψος όχι λιγότερο των 6 μέτρων υπεράνω του ανώτατου συνεχούς καταστρώματος». Η φράση μέσα στα « »μετά τη λέξη «αγκύρας» προστέθηκε και οι λέξεις μετά τη λέξη «αγκυροβολίας» αντικαταστάθηκαν ως άνω από την παρ. 42 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). 3.Οριζοντία τοποθέτησις και διαστήματα μεταξύ των φανών. α)Εφ’ όσον καθορίζεται όπως φέρωνται δύο εφίστιοι φανοί δια μηχανοκίνητον πλοίον, η οριζοντία απόστασις μεταξύ των δεν θα είναι μικροτέρα του ημίσεος του μήκους του πλοίου, δεν είναι απαραίτητον όμως να είναι και μεγαλυτέρα των 100 μέτρων. Ο πρωραίος φανός θα είναι τοποθετημένος εις απόστασιν εκ της πρώρας ουχί μεγαλυτέραν του ενός τετάρτου του μήκους του πλοίου. β)«Επί μηχανοκινήτου πλοίου» μήκους 20 μέτρων και άνω, οι πλευρικοί φανοί δεν θα τοποθετώνται πρώραθεν των πρωραίων εφιστίων φανών. Ούτοι θα τοποθετώνται επί ή πλησίον της πλευράς του πλοίου. Η φράσης «επί πλοίου» αντικαταστάθηκε με τη φράση «επί μηχανοκινήτου πλοίου» από την παρ. 43 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «(γ)Όταν οι φανοί που καθορίζονται στον Κανόνα 27(β) (ι) ή στον Κανόνα 28 είναι τοποθετημένοι κατακορύφως μεταξύ του πρωραίου εφιστίου(ων) και του πρυμναίου εφιστίου(ων) φανού, αυτοί οι περίβλεπτοι φανοί θα είναι τοποθετημένοι σε οριζόντια απόσταση όχι μικρότερη των 2 μέτρων από την κύρια διαμήκη γραμμή του πλοίου σε εγκάρσια κατεύθυνση». Σελ. 234,40(γ) Τεύχος 1277-Σελ. 86 Η παρ. 3γ προστέθηκε από την παρ. 44 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «(δ)Όταν καθορίζεται μόνο ένας εφίστιος φανός για ένα μηχανοκίνητο πλοίο, ο φανός αυτός θα επιδεικνύεται πρώραθεν του μέσου, εκτός από την περίπτωση που ένα πλοίο μήκους μικρότερου των 20 μέτρων δεν χρειάζεται να επιδεικνύει τον φανό πρώραθεν του μέσου, οπότε θα τον επιδεικνύει, όσον είναι πρακτικά δυνατόν, πρώραθεν». Το μέσα σε « » εδάφ. (δ) προστέθηκε ως άνω από την παρ. 4 του Προσαρτήματος Β του άρθρ. 1 Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). «4.Λεπτομέρειαι προσδιορισμού θέσεως ενδεικτικών φανών διευθύνσεως δια αλιευτικά πλοία, βαθυκόρους και πλοία ασχολούμενα με υποβρυχίους εργασίας. α)Ο φανός ο δεικνύων την διεύθυνσιν του εκτάματος των εργαλείων από πλοίον ασχολούμενον με την αλιείαν ως καθορίζεται εις τον Κανόνα 26(γ) (ιι), θα είναι τοποθετημένος εις οριζοντίαν απόστασιν ουχί μικροτέραν των 2 μέτρων και ουχί μεγαλυτέραν των 6 μέτρων μακράν των δύο ορατών καθ’ όλον τον ορίζοντα ερυθρού και λευκού φανών. Ο φανός ούτος θα είναι τοποθετημένος ουχί υψηλότερον του ορατού καθ’ όλον τον ορίζοντα λευκού φανού του καθοριζομένου εις τον Κανόνα 26(γ) (ι) και ουχί χαμηλότερον των πλευρικών φανών. β)Οι φανοί και τα σχήματα επί πλοίου ασχολουμένου με υποβρυχίους εκσκαφάς ή υποβρυχίους εργασίας προς ένδειξιν της πλευράς του εμποδίου και ή της πλευράς εκ της οποίας η διέλευσις είναι ασφαλής, ως καθορίζεται εις τον Κανόνα 27(δ) και (ιι), θα είναι τοποθετημένοι εις την μεγίστην πρακτικώς οριζοντίαν απόστασιν, αλλ’ εν ουδεμιά περιπτώσει εις μικροτέραν των 2 μέτρων, εκ των καθοριζομένων εις τον Κανόνα 27(β) (ι) (ιι) φανών ή σχημάτων. Εν ουδεμιά περιπτώσει ο ανώτερος εξ αυτών των φανών ή σχημάτων θα ευρίσκεται εις μεγαλύτερον ύψος του κατωτέρου των τριών φανών ή σχημάτων των καθοριζομένων εις τον Κανόνα 27(β) (ι) και (ιι)». .601. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 5.Πλαίσια πλευρικών φανών. Οι πλευρικοί φανοί «πλοίων μήκους 20 μέτρων ή περισσοτέρων» θα τοποθετώνται εντός πλαισίων χρώματος θαμπού μέλανος (ΜΑΤΤ), πληρούντων τας απαιτήσεις της παρ. 9 του παρόντος Παραρτήματος, «σε πλοία μήκους μικρότερου των 20 μέτρων, οι πλευρικοί φανοί, αν είναι αναγκαίο να συμμορφούνται με τις απαιτήσεις του Τμήματος 9 του παρόντος Παραρτήματος, θα είναι εφοδιασμένοι με πλαίσια χρωματος θαμπού μαύρου (ΜΑΤ)». Οι λέξεις «πλοίων μήκους 20 μέτρων ή περισσοτέρων» και το δεύτερο εδάφιο προστέθηκαν από την παρ. 45 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). Προκειμένου περί φανού συνδυάζοντος αμφοτέρους τους πλευρικούς φανούς και φέροντος απλούν κατακόρυφον νημάτιον και λίαν μικρού εύρους διαχωριστικόν διάφραγμα, μεταξύ πρασίνου και ερυθρού τομέως, δεν είναι απαραίτητα εξωτερικά πλαίσια. 6.Σχήματα. α)Τα σχήματα θα είναι μέλανα και μεγεθών ως ακολούθως: ι)Η σφαίρα θα έχη διάμετρον ουχί μικροτέραν των 0,60 του μέτρου. ιι)Ο κώνος θα έχη διάμετρον βάσεως ουχί μικροτέραν των 0,60 του μέτρου και ύψος ίσον προς την διάμετρον αυτού. ιιι)Ο κύλινδρος θα έχη διάμετρον ουχί μικροτέραν των 0,60 του μέτρου και ύψος το διπλάσιον της διαμέτρου αυτού. ιν)Το ρομβοειδές σχήμα θα αποτελήται εκ δύο κώνων, ως ορίζεται εις (ιι) ανωτέρω, εχόντων κοινήν βάσιν. β)Η κατακόρυφος απόστασις μεταξύ των σχημάτων θα είναι τουλάχιστον 1,5 μέτρου. γ)Επί πλοίου μήκους κάτω των 20 μέτρων δύναται να χρησιμοποιηθούν σχήματα μικροτέρων διαστάσεων, αλλ’ αναλόγων του μεγέθους αυτού, αντιστοίχως δε δύναται να μειούται και η μεταξύ των απόστασις. 7.Προδιαγραφαί χρωμάτων δια τους φανούς. Ο χρωματισμός απάντων των φανών ναυσιπλοΐας θα είναι σύμφωνος προς τας ακολούθους «Σταθεράς», αι οποίαι ευρίσκονται εντός των ορίων της περιοχής του διαγράμματος του καθορισθέντος δι’ έκαστον χρώμα υπό της Διεθνούς Ενώσεως Φωτοβολίας. Τα όρια της περιοχής, δι’ έκαστον χρώμα, δίδονται δια συντεταγμένων αι οποίαι είναι αι εξής: ι)Λευκόν: χ 0,525, 0,525, 0,452, 0,310, 0,310, 0,443 ψ 0,382, 0,440, 0,440, 0,348, 0,283, 0,382 ιι)Πράσινον: χ 0,028, 0,009, 0,300, 0,203 ψ 0,385 0,723, 0,531, 0,356 ιιι)Ερυθρόν: χ 0,680, 0,660, 0,735, 0,721 ψ 0,320, 0,320, 0,265, 0,259 ιν)Κίτρινον: χ 0,612, 0,618, 0,575, 0,575 ψ 0,382, 0,382, 0,425, 0,406 8.Έντασις των φανών. α)Η ελαχίστη φωτιστική έντασις των φανών θα υπολογίζεται δια της χρησιμοποιήσεως του τύπου: Ι=3,43 Χ 10 6 Χ Τ Χ D 2 X K D Ένθα : Ι=φωτιστική έντασις εις κηρία υπό συνθήκας λειτουργίας. Τ=αρχικός συντελεστής 2Χ10 7 διεθνών μονάδων φωτισμού LUX. D=ακτίς ορατότητος (φωτιστική απόστασις) του φανού εις ναυτικά μίλια. Κ=ατμοσφαιρική μεταδοτικότης. Δια τους καθαρισθέντας φανούς, η τιμή του «Κ» θα είναι 0,8 ανταποκρινομένη εις μίαν μετεωρολογικήν ορατότητα περίπου 13 ναυτικών μιλίων. β)Εις τον ακόλουθον πίνακα δίδεται επιλογή αριθμητικών στοιχείων προερχομένη από τον τύπον: Ακτίς ορατότητος (φωτιστι- Φωτιστική έντασις κή απόστασις) του φανού εις του φανού εις κηναυτικά μίλια ρία δια Κ=08 D I 1 0,9 2 4,3 3 12 4 27 5 52 6 94 Σημείωσις: Η μεγίστη φωτιστική έντασις των φανών ναυσιπλοΐας θα περιορίζεται, ιν’ αποφεύγεται υπερβολική ακτινοβολία. «Αυτό δεν θα επιτυγχάνεται δια ελέγχου μεταβολής της φωτιστικής έντασης». Η μέσα στα « » τελευταία φράση προστέθηκε από την παρ. 46 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). «9.Οριζόντιοι Τομείς. α)(ι)Οι πλευρικοί φανοί ως είναι εγκατεστημένοι επί του πλοίου, δέον όπως έχουν την ελαχίστην απαιτουμένην έντασιν προς την κατεύθυνσιν της πρώρας. Η έντασις «θα ελαττούται» ίνα καταλήξη πρακτικώς εις διακοπήν φωτόν μεταξύ Ι μοίρας και 3 μοιρών έξωθεν των καθοριζομένων τομέων. (ιι)Δια φανούς της κορώνης και εφιστίους φανούς και εις τας 22,5 μοίρας πρύμνηθεν του εγκαρσίου δια πλευρικούς φανούς, η ελαχίστη απαιτουμένη έντασις θα διατηρήται καθ’ όλον το τόξον του ορίζοντος μέχρι 5 μοίρας έσωθεν των ορίων των τομέων των καθοριζομένων εις τον Κανόνα 21. Από 5 μοίρας έσωθεν των καθοριζομένων τομέων η έντασις δύναται να ελαττούται κατά 50% μέχρι των καθοριζομένων ορίων, αύτη (Αντί για τη σελ. 234,401) Σελ. 234,401(α) Τεύχος 1277-Σελ. 87 .602. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 δε θα ελαττούται σταθερώς ίνα καταλήξη πρακτικώς εις διακοπήν φωτός έξωθεν των καθοριζομένων «τομέων» ουχί περισσότερον των 5 μοιρών». Στην παρ. 9α(ι) η φράση «δέον όπως» αντικαταστάθηκε με τη λέξη «θα» και στην παρ. 9α(ιι) η λέξη «ορίων» αντικαταστάθηκε με τη λέξη «τομέων» από την παρ. 48 του παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). Αι παρ. 1, 4 και 9α του παραρτήματος Ι αντικατεστάθησαν ως άνω δια του Νόμ. 635/1977 (κατωτ. αριθ. 13). β)(ι)Φανοί ορατοί καθ’ όλον τον ορίζοντα θα είναι τοποθετημένοι κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να μη αποκρύπτωνται υπό των ιστών ή κατασκευών κατά γωνιακούς τομείς μεγαλυτέρους των 6 μοιρών, εξαιρέσει των φανών αγκύρας, «που καθορίζονται στον Κανόνα 30», οι οποίου δεν είναι απαραίτητον όπως τοποθετώνται εις πρακτικώς δυσχερές ύψος υπεράνω της γάστρας. Η μέσα σε « » φράση προστέθηκε από την παρ. 49 του Παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86), κατωτ. αριθ. 16. «(β)(ιι)Αν η συμμόρφωση με την παρ. (β)(ι) του τμήματος αυτού, είναι πρακτικά αδύνατη, επιδεικνύοντας μόνο ένα περίβλεπτο φανό, θα πρέπει, να χρησιμοποιούνται δύο περίβλεπτοι φανοί, τοποθετούμενοι κατάλληλα ή μέσα σε πλαίσιο, ώστε να εμφανίζονται όσο αυτό είναι πρακτικά εφικτό, σαν ένας φανός, σε απόσταση ενός μιλίου». Η παλαιά παρ. 8 αναριθμήθηκε ως (β)(ι) και προστέθηκε υποπερίπτ. β(ιι) από την παρ. 5 του Παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-31996). 10.Κατακόρυφοι Τομείς. α)Οι κατακόρυφοι τομείς, των ηλεκτρικών φανών, «όπως είναι εγκατεστημένοι» εξαιρουμένων των φανών των ιστιοφόρων πλοίων, θα εξασφαλίζουν ότι: ι)Τουλάχιστον η ελαχίστη απαιτουμένη έντασις διατηρείται εις απάσας τας γωνίας από 5 ο υπεράνω έως 5 ο κάτωθεν του οριζοντίου επιπέδου, ιι)Τουλάχιστον το 60% της ελαχίστης απαιτουμένης εντάσεως διατηρείται από 7 ο ,5 υπεράνω έως 7 ο ,5 κάτωθεν του οριζοντίου επιπέδου. β)Εις την περίπτωσιν των ιστιοφόρων πλοίων, οι κατακόρυφοι τομείς των ηλεκτρικών φανών «όπως είναι εγκατεστημένοι» θα εξασφαλίζουν ότι: Σελ. 234,402(α) Τεύχος 1277-Σελ. 88 ι)Τουλάχιστον η ελαχίστη απαιτουμένη έντασις διατηρείται εις απάσας τας γωνίας από 5 ο υπεράνω έως 5 ο κάτωθεν του οριζοντίου επιπέδου. ιι)Τουλάχιστον το 50% της ελαχίστης απαιτουμένης εντάσεως διατηρείται από 25 ο υπεράνω έως 25 ο κάτωθεν του οριζοντίου επιπέδου. Στις παρ. α και β η φράση «όπως είναι εγκατεστημένοι» προστέθηκε από την παρ. 50 του Παραρτήματος του άρθρ. Ι Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). γ)Εις την περίπτωσιν των μη ηλεκτρικών φανών, αι παρούσαι προδιαγραφαί θα εφαρμόζωνται με όσον το δυνατόν μεγαλυτέραν προσέγγισιν. 11.Έντασις μη ηλεκτρικών φανών. Μη ηλεκτρικοί φανοί θα συμμορφούνται, όσον είναι πρακτικώς δυνατόν, προς τας ελαχίστας απαιτήσεις περί φωτιστικής εντάσεως τας καθοριζομένας υπό του πίνακος της παρ. 8. .603. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 12.Φανός εκτελέσεως χειρισμών. Ανεξαρτήτως των απαιτήσεων της παρ. 2(ς), ο φανός εκτελέσεως χειρισμών, ο καθοριζόμενος υπό του Κανόνος 34(β), θα τοποθετήται επί του ιδίου κατακορύφου επιπέδου προς πρώραν και προς πρύμνην μετά του εφιστίου ή των εφιστίων φανών, όπου είναι πρακτικώς δυνατόν, τουλάχιστον εις ύψος 2 μέτρων κατακορύφως υπεράνω του πρωραίου εφιστίου, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι θα ευρίσκεται εις ύψος ουχί μικρότερον των δύο μέτρων κατακορύφως υπεράνω ή κάτωθεν του πρυμναίου εφιστίου φανού. Επί πλοίου φέροντος μόνον ένα εφίστιον φανόν, ο φανός εκτελέσεως χειρισμών, εφ’ όσον υφίσταται, θα φέρεται εις το πλέον καταφανές μέρος και εις κατακόρυφον απόστασιν ουχί μικροτέραν των 2 μέτρων εκ του εφιστίου φανού. «13.Ταχύπλοο σκάφος. Ο εφίστιος φανός ταχυπλόου σκάφους με λόγο μήκους προς πλάτος μικρότερο από 3,0, δύναται να τοποθετείται, σε ύψος αναφορικά με το πλάτος του σκάφους χαμηλότερα από αυτό που περιγράφεται στην παρ. 2(α) (ι) αυτού του Παραρτήματος, λαμβάνοντας υπόψη ότι η γωνία βάσεως των ισοσκελών τριγώνων που σχηματίζονται από πλευρικούς και τον εφίστιο φανό, όταν είναι ορατοί στο τέλος της ανύψωσης, δεν είναι μικρότερη των 27 μοιρών». Το μέσα σε « » τμήμα 13 προστέθηκε και το υπάρχον τροποποιήθηκε σε 14 από την περίπτ. 6 του Προσαρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). «14.Αποδοχή». «Η κατασκευή των φανών και σχημάτων και η εγκατάσταση των φανών επί πλοίου θα πρέπει να ικανοποιεί την αρμόδια Αρχή της Χώρας, τη σημαία της οποίας δικαιούται να φέρει το πλοίο». Η παρ. 13 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 51 του Παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΣΗΜΑΤΑ ΔΙ ΑΛΙΕΥΤΙΚΑ ΠΛΟΙΑ ΑΛΙΕΥΟΝΤΑ ΠΟΛΥ ΠΛΗΣΙΟΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ 1.Γενικά. Οι αναφερόμενοι, εις το παρόν Παράρτημα, φανοί, εφ’ όσον φέρονται συμφώνως προς τας απαιτήσεις του Κανόνος 26(δ), δέον να τοποθετώνται εις το μάλλον καταφανές σημείον του πλοίου. Θα ευρίσκωνται εις απόστασιν μεταξύ των τουλάχιστον 0,9 του μέτρου, αλλ’ εις χαμηλότερον επίπεδον των φανών, οίτινες καθορίζονται υπό του Κανόνος 26(β) (ι) και (γ) (ι). Οι φανοί θα είναι ορατοί καθ’ όλον τον ορίζοντα και εξ αποστάσεως τουλάχιστον ενός μιλίου, αλλ’ οπωσδήποτε μικροτέρας εκείνης, ήτις καθορίζεται υπό των παρόντων Κανόνων δια τα αλιευτικά πλοία. 2.Σήματα, πλοίων αλιευόντων δια γρίπου. (α)«Πλοία μήκους 20 μέτρων ή μεγαλυτέρου που αλιεύουν με γρίππο, εφόσον χρησιμοποιούν σύστημα συρόμενο στο βυθό ή τέτοιο ανοικτού πελάγους, θα επιδεικνύουν:». Η μέσα σε « » πρώτη πρόταση αντικαταστάθηκε ως άνω από την περίπτ. 7 του Προσαρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διορθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). ι)Ότε ρίπτουν τα δίκτυά των: δύο λευκούς φανούς επί κατακορύφου γραμμής, ιι)Ότε σύρουν τα δίκτυα των: εάν λευκόν φανόν ύπερθεν ενός ερυθρού φανού επί κατακορύφου γραμμής, ιιι)Ότε το δίκτυον έχη εμπλακή εις εμπόδιον: δύο ερυθρούς φανούς επί κατακορύφου γραμμής. (β)«Κάθε πλοίο μήκους 20 μ. ή μεγαλυτέρου ασχολούμενο με αλιεία δια ζεύγους γρίππων θα επιδεικνύει:». Η μέσα σε « » πρώτη πρόταση αντικαταστάθηκε ως άνω από την περιπτ. 7 του Προσαρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). ι)Κατά την νύκτα, προβολέα, κατευθυνόμενον προς τα εμπρός και προς την κατεύθυνσιν του ετέρου πλοίου εκ του ζεύγους. ιι)Πλοία αλιεύοντα δια ζεύγους γρίπου, ότε ρίπτουν ή σύρουν τα δίκτυά των ή ότε τα δίκτυά των έχουν εμπλακή εις εμπόδιον, δύναται να φέρουν τους φανούς, οίτινες καθορίζονται υπό της παρ. 2(α) ανωτέρω. «γ)Πλοίο μήκους μικρότερου των 20 μ. αλιεύουν με γρίππο, εφόσον χρησιμοποιεί σύστημα συρόμενο στο βυθό ή τέτοιο ανοικτού πελάγους ή αλιεύει με ζεύγος γρίππων, δύναται να επιδεικνύει κατάλληλα τους φανούς που περιγράφονται στις παρ. (α) ή (β) του παραρτήματος αυτού». Η μέσα σε « » νέα παρ. (γ) προστέθηκε από την περίπτ. 7 του Παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). 3.Σήματα πλοίων αλιευόντων δια δικτύων επιφανείας. Πλοία αλιεύοντα διαστήματος δικτύων επιφανείας δύνανται να φέρουν δύο κιτρίνους φανούς επί κατακορύφου γραμμής. Οι φανοί ούτοι θα αναλάμπουν εναλλακτικώς ανά δευτερόλεπτον και με την αυτήν διάρκειαν αναλαμπής και διακοπής. Οι φανοί ούτοι δύνανται να φέρωνται μόνον, ότε το πλοίον δυσχεραίνεται εις τας κινήσεις του, ως εκ του τρόπου αλιείας. (Μετά τη σελ. 234,402(α) Σελ. 234,403 Τεύχος 1277-Σελ. 89 .604. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 .605. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ ΤΕΧΝΙΚΑΙ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑΙ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΗΧΗΤΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ «Ι.Σειρήνες. α)Συχνότητες και ακτίς ακουστικότητος. Η θεμελιώδης συχνότης του σήματος κυμαίνεται μεταξύ των ορίων 70-700 ΗΖ. Η ακτίς ακουστικότητος του σήματος από μίαν σειρήνα θα ορίζηται υπό των συχνοτήτων εκείνων αι οποίαι δύνανται να περιλαμβάνουν την θεμελιώδη και ή μίαν ή περισσοτέρας υψηλοτέρας συχνότητας, αι οποίαι κυμαίνονται μεταξύ 180-700 ΗΖ(+1%) και αι οποίαι παρέχουν τας στάθμας ηχητικής πιέσεως τας καθοριζομένας εις την κατωτέρω παρ. 1(γ) β)Όρια θεμελιωδών συχνοτήτων. Προς εξασφάλισιν ευρείας ποικιλίας χαρακτηριστικών σειρήνων, η θεμελιώδης συχνότης μιας σειρήνος θα κείται μεταξύ των ακολούθως ορίων: (ι)70-200 ΗΖ, δια πλοίον μήκους 200 μέτρων και άνω, (ιι)130-350 ΗΖ, δια πλοίον μήκους 75 μέτρων αλλά μικροτέρου των 200 μέτρων, (ιιι)250-700 ΗΖ, δια πλοίον μήκους μικροτέρου των 75 μέτρων. γ)΄Εντασις ηχητικού σήματος και ακτίς ακουστικότητος. Σειρήν εγκατεστημένη επί πλοίου θα παράγη προς την διεύθυνσιν της μεγίστης εντάσεως της σειρήνος και εις απόστασιν 1 μέτρου απ’ αυτήν, στάθμην ηχητικής πιέσεως εις μίαν ζώνην τουλάχιστον 1/3 οκτάβας κυμαινομένην μεταξύ των συχνοτήτων 180-700 ΗΧ(+1%) επί τοις εκατόν) ουχί μικροτέρας των παρεχομένων εις τον κατωτέρω πίνακα αναλόγων τιμών. Στάθμη 1/3 ζώνης Μήκος πλοίου οκτάβας εις 1 Ακτίς ακουεις μέτρα μέτρον εις DB στικότητος εις εκπεφορτισμένον ναυτικά μίλια εις 2Χ10-5Ν/Μ 2 200 και άνω 143 2 75 άλλα μικροτέρου των 200 138 1,5 20 άλλα μικροτέρου των 75 130 1 μικροτέρου των 20 120 0,5 Η ακτίς ακουστικότητος εις τον ανωτέρω πίνακα είναι πληροφοριακή και είναι η κατά προσέγγισιν μεγίστη απόστασις εις την οποίαν είναι δυνατόν να ακουσθή μία σειρήν κατά την προς πρώραν νοητήν γραμμήν αυτής μετά πιθανότητος 90 επί τοις εκατόν υπό συνθήκας νηνεμίας επί πλοίου έχοντος εις τα σημεία ακροάσεως μέσην στάθμην θορύβου περιβάλλοντος (τούτου εκτιμωμένου εις 68 DB εις ζώνην οκτάβας συγκεντρουμένην εις 250 ΗΖ και 63 DB εις ζώνην οκτάβας συγκεντρουμένην εις 500 ΗΖ). Εν τη πράξει η μεγίστη απόστασις εις την οποίαν είναι δυνατόν να ακουσθή μία σειρήν ποικίλλει εις το έπαρκον και εξαρτάται αυστηρώς εκ των καιρικών συνθηκών. Αι παρεχόμεναι τιμαί δύνανται να θεωρηθούν ως αντιπροσωπευτικαί αλλ’ υπό συνθήκας ισχυρού ανέμου ή υψηλής στάθμης θορύβου περιβάλλοντος, εις το σημείον ακροάσεως ή μεγίστη απόστασις είναι δυνατόν να ελαττωθή κατά πολύ. δ)Ιδιότητες κατευθύνσεως. Η στάθμη ηχητικής πιέσεως μιας σειρήνος κατευθυνομένης δεν θα είναι μεγαλυτέρα των «4DB κάτωθεν της καθοριζομένης στάθμης ηχητικής πιέσεως «επί προς οιανδήποτε διεύθυνσιν νοητής γραμμής εις το οριζόντιον επίπεδον εντός (= 1%) 45 μοιρών από της νοητής γραμμής. Η στάθμη ηχητικής πιέσεως προς οιανδήποτε άλλην διεύθυνσιν εις το οριζόντιον επίπεδον δεν θα είναι μεγαλυτέρα των 10 DB κάτωθεν της στάθμης ηχητικής πιέσεως επί της νοητής γραμμής, ούτως ώστε η μεγίστη απόστασις προς οιανδήποτε διεύθυνσιν θα είναι τουλάχιστον το ήμισυ της μεγίστης αποστάσεως κατά την προς πρώραν νοητήν γραμμήν. Η στάθμη ηχητικής πιέσεως θα μετράται εις εκείνην την ζώνην 1/3 οκτάβας ήτις ορίζει την ακτίνα ακουστικότητος. Το πρώτο εδάφιο διαμορφώθηκε ως άνω από την παρ. 52 του παραρτήματος του αρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιου. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). ε)Τοποθέτησις σειρήνων. Όταν μίαν σειρήν κατευθυνομένη προορίζεται να χρησιμοποιηθή ως η μόνη σειρήν εν τω πλοίω θα εγκαθίσταται μετά της μεγίστης εντάσεώς της κατευθυνομένης κατ’ ευθείαν προς πρώραν. Μία σειρήν θα τοποθετήται εν τω πλοίω εις όσον είναι πρακτικώς δυνατόν μεγαλύτερον ύψος προκειμένου να περιορίζεται διάλειψις του εκπεμπομένου ήχου υπό εμποδίων και επίσης να ελαττώνωνται οι κίνδυνοι ατυχημάτων ακοής εις το προσωπικόν. Η στάθμη ηχητικής πιέσεως του ιδίου του σήματος του πλοίου εις τα σημεία ακροάσεως δεν θα υπερβαίνη 100 DB(A). ς)Τοποθέτησις περισσοτέρων της μιας σειρήνων. Εφ’ όσον σειρήνες είναι εγκατεστημένες εις απόστασιν μεταξύ των μεταλυτέρων των 100 μέτρων, θα κανονίζεται ούτως ώστε αύται να μη ηχούν ταυτοχρόνως. ζ)Συστήματα συνδεδυασμένων σειρήνων. Εφ’ όσον λόγω υπάρξεως εμποδίων το ηχητικόν πεδίον μιας και μόνης σειρήνος ή μιας εκ των σειρήνων των αναφερομένων εις την ανωτέρω 1 (στ) παράγραφον είναι πιθανόν να έχη μίαν ζώνην στάθμης του σήματος κατά πολύ ελαττωμένης, συνιστάται όπως εγκαθίσταται σύστημα συνδεδυασμένων σειρήνων εις τρόπον ώστε να υπερνικάται η ελάττωσις αύτη. Δια τους σκοπούς των Κανόνων σύστημά τι συνδεδυασμένων σειρήνων θεωρείται ως να είναι μία και μόνη σειρήν (Αντί για τη σελ. 234,41(β) Σελ. 234,41(γ) Τεύχος 1277-Σελ. 91 .606. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 Αι σειρήνες συνδεδυασμένου τινός συστήματος θα τοποθετώνται εις απόστασιν μεταξύ των ουχί μεγαλυτέραν των 100 μέτρων και κανονίζεται όπως ηχούν ταυτοχρόνως. Η συχνότης μιας οιουδήποτε σειρήνος θα διαφέρη από εκείνας των τυχόν ετέρων σειρήνων τουλάχιστον κατά 10ΗΖ. 2.Κώδων ή κύμβαλον. α)Έντασις σήματος. Κώδων ή κύμβαλον, ή έτερον μέσον έχον παρόμοια ηχητικά χαρακτηριστικά θα παράγη στάθμην ηχητικής πιέσεως ουχί μικροτέραν των 110 DB εις «απόσταση Ι μέτρο απ’ αυτό». Η παρ. α διαμορφώθηκε ως άνω από την παρ. 53 του παραρτήματος του αρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). β)Κατασκευή. Κώδωνες και κύμβαλα θα κατασκευάζωνται υπό ανθεκτικού εις την διάβρωσιν υλικού και σχεδιάζωνται επί τω σκοπώ αποδόσεως καθαρού τόνου. «Η διάμετρος του στομίου του κώδωνος δεν θα είναι μικρότερη από 300 χιλιοστόμετρα για πλοία μήκους 20 μέτρων και άνω και δεν θα είναι μικρότερη από 200 χιλιοστόμετρα για πλοία μεγαλύτερα των 12 και μικρότερα των 20 μέτρων μήκους». «Όπου πρακτικώς δυνατόν, συνιστάται ηλεκτροκίνητος κρούσις του κώδωνος προς εξασφάλισιν σταθεράς ισχύος κρούσεως αλλά θα δύναται να λειτουργή χειροκινήτως. Η μάζα του καυστήρος δεν θα είναι μικροτέρα των 3 επί τοις εκατόν της μάζης του κώδωνος. Το δεύτερο εδάφιο τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 54 του παραρτήματος του άρθρου 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). 3.Αποδοχή Η κατασκευή των συσκευών ηχητικών σημάτων η λειτουργία των και η εγκατάστασίς των επί του πλοίου θα τυγχάνη της ικανοποιήσεως της αρμοδίας Υπηρεσίας «της Χώρας, τη σημαία της οποίας δικαιούται να φέρει το πλοίο». Η παρ. 3 διαμορφώθηκε ως άνω από την παρ. 55 του παραρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 233/22 Ιουν.-5 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 86) (κατωτ. αριθ. 16). Το παράρτ. ΙΙΙ αντικατεστάθη ως άνω δια του Νόμ. 635/1977 (κατωτ. αριθ. 13). Σελ. 234,42(γ) Τεύχος 1277-Σελ. 92 .607. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV ΣΗΜΑΤΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ 1.Τα ακόλουθα σήματα, χρησιμοποιούμενα ή επιδεικνυόμενα ομού ή κεχωρισμένως, καταδεικνύουν κίνδυνον και ανάγκην βοηθείας: α)Πυροβολισμός ή έτερον εκρηκτικόν σήμα εκπεμπόμενον κατά διαλείμματα περίπου ενός πρώτου λεπτού. β)Συνεχής ήχος παραγόμενος υφ’ οιασδήποτε συσκευής σημάτων ομίχλης. γ)Σκυταλίδες ή βολίδες εκτοξεύουσαι ερυθρούς αστέρας και πυροδοτούμεναι διαδοχικώς κατά βραχέα χρονικά διαλείμματα. δ)Σήμα εκπεμπόμενον ραδιοτηλεγραφικώς ή δι’ οιουδήποτε ετέρου συστήματος σημάνσεως, συνιστάμενον εκ της ομάδος … - … (SOS) του κώδικος MORSE. ε)Σήμα εκπεμπόμενον ραδιοτηλεφωνικώς, συνιστάμενον εκ της λέξως «ΜΑΥDAY». στ)Το σήμα κινδύνου Ν.C. του Διεθνούς Κώδικος Σημάτων. ζ)Σήμα μεγάλης αποστάσεως αποτελούμενον από τετράγωνον σημαίαν, έχουσαν άνωθεν ή κάτωθεν μίαν σφαίραν ή οιοδήποτε έτερον αντικείμενον ομοιάζον με σφαίραν. η)Φλόγες επί του πλοίου (ως αι παραγόμεναι εκ καιομένου βυτίου πίσσης, πετρελαίου κλπ.). θ)Σκυταλίς μετ’ αλεξιπτώτου, παράγουσα ερυθρόν φώς ή πυρσός χειρός ερυθρού φωτός. ι)Σήμα καπνού αναπέμποντος ποσότητα καπνού πορτοκαλοχρόου, ια)Βραδεία, κατ’ επανάληψιν, ύψωσις και χαμήλωσις των βραχιόνων εκτεταμένων εις εκατέρας πλευράς, ιβ)Το σήμα συνεγέρσεως δια του ασυρμάτου. ιγ)Το σήμα συνεγέρσεως δια του ραδιοτηλεφώνου. ιδ)Σήματα ανάγκης μεταδιδόμενα υπό ραδιοφάρων εντοπισμού θέσεως. «(ιε)Εγκεκριμένα σήματα εκπεμπόμενα από συστήματα ραδιοεπικοινωνιών, περιλαμβάνοντας αναμεταδότες RADAR σωσίβιας σχεδίας». Η μέσα σε « » υποπαρ. (ιε) αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. Β. του Προσαρτήματος του άρθρ. 1 Π.Δ. 11/29 Δεκ. 1995/16 Ιαν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 6), κατωτ. αριθ. 20 (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 44/7-3-1996). 2.Απαγορεύεται η χρήσις ή η επίδειξις οιουδήποτε εκ των ανωτέρω σημάτων δι’ έτερον σκοπόν, πλην της σημάνσεως κινδύνου και ανάγκης βοηθείας, ως επίσης και η χρήσις ετέρων σημάτων, άτινα δύναται να εκληφθούν ως οιοσδήποτε εκ των ανωτέρω σημάτων. 3.Εφιστάται η προσοχή επί των συναφών μερών του Διεθνούς Κώδικος Σημάτων, του Εγχειριδίου Ερεύνης και Διασώσεως Εμπορικών Πλοίων και των ακολούθων σημάτων: α)Πορτοκαλοχρόου οθόνης μετά μέλανος τετραγώνου και κύκλου ή ετέρου καταλλήλου συμβόλου (δι’ αναγνώρισιν από αέρος). β)Σημειωτέου δια βαφής. Προσάρτημα 2 ΨΗΦΙΣΜΑ 1 Η ΔΙΑΣΚΕΨΙΣ: ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΣΑ την ανάγκην συμμετοχής απάντων των Συμβαλλομένων Μερών εις την Σύμβασιν επί των Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση 1972, εις την διαδικασίαν τροποποιήσεως της Συμβάσεως ταύτης. ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΣΑ την ανάγκην συμμετοχής εις την διαδικασίαν ταύτην των Συμβαλλομένων Μερών, τα οποία δεν είναι Μέλη του Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού, ότε επιχειρείται η μελέτη τροποποιήσεων υπό της Συνελεύσεως του Οργανισμού. ΛΑΜΒΑΝΟΥΣΑ ΥΠ’ ΟΨΙΝ ότι δύναται να ληφθή μέριμνα υπό του Οργανισμού δια τοιαύτην συμμετοχήν Χωρών, αι οποίαι δεν είναι Μέλη του Οργανισμού. ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ όπως συστήση εις την Συνέλευσιν την πρόβλεψιν συμμετοχής, μετά δικαιώματος ψήφου, απάντων των Συμβαλλομένων Μερών εις την Σύμβασιν, περιλαμβανομένων και εκείνων, τα οποία δεν είναι Μέλη του Οργανισμού, ότε θέματα αφορώντα εις τροποποίησιν των Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση, 1972 μελετώνται υπό της Συνελεύσεως του Οργανισμού. Προσάρτημα 3 ΨΗΦΙΣΜΑ ΙΙ Η ΔΙΑΣΚΕΨΙΣ: ΕΝ ΕΠΙΓΝΩΣΕΙ της ανάγκης και εγκαίρου θέσεως εν ισχύϊ της Συμβάσεως επί των Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση 1972. ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ, όπως συστήση εις τας Χώρας, αι οποίαι προτίθενται να μετάσχουν ως Μέρη της Συμβάσεως, να: 1.Καταθέσουν τα όργανα επικυρώσεως, εγκρίσεως, αποδοχής, ή προσχωρήσέως των εις όσον το δυνατόν έγκαιρον ημερομηνίαν. 2.Εάν δεν έχουν καταθέσει τοιαύτα όργανα προς της 31ης Δεκ. 1973, παράσχουν εις τον Γενικόν Γραμματέα του Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού, ουχί αργότερον της ημερομηνίας ταύτης, ένδειξίν τινα περί της περιόδου, εντός της οποίας υπολογίζουν ότι θα δυνηθούν να πράξουν ούτω. (Αντί για τη σελ. 234,43(α) Σελ. 234,43(β) Τεύχος 1277-Σελ. 93 .608. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 Άρθρ.3.-Απαγορεύεται, από της ισχύος της κυρουμένης Συμβάσεως, ο απόπλους εξ ελληνικών λιμένων των εις τας διατάξεις αυτής υπαγομένων πλοίων, υπό Ελληνικήν ή ξένας σημαίας, Χωρών μετεχουσών της Συμβάσεως, εφ’ όσον δεν πληρούν τους δι’ αυτής και των συνημμένων αυτή Κανονισμών και Παραρτημάτων θεσπιζομένους όρους. Άρθρ.4.-Αρμόδιαι Αρχαί δια την εφαρμογήν του παρόντος Ν.Δ/τος είναι εν μεν τη ημεδαπή η Επιθεώρησις Εμπορικών Πλοίων (ΕΕΠ) και αι Λιμενικαί Αρχαί, εν δε τη αλλοδαπή, προκειμένου περί πλοίων υπό Ελληνικήν σημαίαν, Αξιωματικοί Λ.Σ., ασκούντες διοικητικά καθήκοντα ναυτιλίας και ελλείψει τούτων αι Ελληνικαί Προξενικαί Αρχαί. Άρθρ.5.-1.Αι παραβάσεις των διατάξεων της δια του παρόντος Ν.Δ/τος κυρουμένης Συμβάσεως, ως και των κατ’ εξουσιοδότησιν του παρόντος εκδιδομένων Π.Δ/των και Κανονισμών, τιμωρούνται ανεξαρτήτως πάσης άλλης ποινικής ή πειθαρχικής διώξεως-δια προστίμου οριζομένου δια Π.Δ/τος και δυναμένου να αυξηθή μέχρι του διπλασίου, εν περιπτώσει υποτροπής. 2.Το πρόστιμον επιβάλλεται δι’ ητιολογημένης αποφάσεως υπό των περί ων το άρθρ. 3, Αρχών. Κατά της επιβαλλούσης το πρόστιμον αποφάσεως και εντός τριάκοντα ημερών από της κοινοποιήσεώς της επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Ε.Ν. 3.Η προσφυγή των ενδιαφερομένων εις τον Υπουργόν Ε.Ν., δεν έχει ανασταλτικήν ισχύν, ως προς την καταβολήν του προστίμου, το οποίον δυνατόν να καταστή επιτρεπτέον, εν όλω ή εν μέρει, κατά τα ορισθησόμενα εν τη εκδοθησομένη επί της εφέσεως αποφάσει. 4.Δύναται, δια της επιβαλλούσης το πρόστιμον αποφάσεως και από της κοινοποιήσεως αυτής εις τον πλοίαρχον ή τον πλοιοκτήτην, ν’ απαγορευθή ο απόπλους του πλοίου μέχρι πληρωμής του προστίμου ή καταθέσεως εις την εκδούσαν την απόφασιν ταύτην Αρχήν εγγυητικής επιστολής ανεγνωρισμένης Τραπέζης δι’ ίσον ποσόν. Άρθρ.6.-1.Οι Έλληνες Πλοίαρχοι εμπορικών πλοίων υποχρεούνται όπως παρέχουν την συνδρομήν των δια την εύρυθμον λειτουργίαν του, παρά τω Αρχηγείω Λιμενικού Σώματος, συστήματος αναφοράς εντοπισμού θέσεως πλοίων, εφ’ όσον κινούνται εις τον καλυπτόμενον υπό του συστήματος χώρον. 2.Δια Π.Δ/τος καθορίζονται αι, κατά τ’ ανωτέρω, υποχρεώσεις των Ελλήνων Πλοιάρχων, αναλόγως της κατηγορίας των πλοίων των και των υπ’ αυτών εκτελουμένων πλοίων, ο τρόπος συντάξεως και αποστολής των απαιτουμένων αναφορών, αι παρεχόμεναι ατέλειαι ως και πάσα ετέρα αναγκαία λεπτομέρεια. Άρθρ.7.-Δια Π.Δ/τος επιτρέπεται όπως: α)Γίνωνται αποδεκταί συμπληρώσεις και τροποποιήσεις της κυρουμένης Συμβάσεως και των προσηρτημένων ταύτη Κανονισμών, προβλεπόμεναι υπό του άρθρ. VI αυτής. β)Εξουσιοδοτούνται διεθνούς κύρους ελληνικοί ή ξένοι Νηογνώμονες ή Οργανισμοί δια την διενέργειαν επιθεωρήσεων πλοίων υπό ελληνικήν σημαίαν προς πιστοποίησιν της συμμορφώσεώς των προς τας απαιτήσεις των συνημμένων τη κυρουμένω Συμβάσει Κανονισμών και Παραρτημάτων. «γ.Εγκρίνονται και αρχίζουν να ισχύουν Κανονισμοί που αναφέρονται στην εκτέλεση των κειμένων που κυρώνονται με το παρόν ν.δ/γμα». Η περίπτ, γ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρου δωδέκατου Νόμ. 1757/2529 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 37), τόμ. 19Α σελ. 282,830. δ)Καθορίζωνται αι περιπτώσεις απαγορεύσεως απόπλου υπό ελληνικήν ή ξένην σημαίαν πλοίων δια παραβάσεις ή μη συμμόρφωσιν προς τας διατάξεις των κυρουμένων κειμένων και των, κατ’ εξουσιοδότησιν του παρόντος Ν.Δ/τος, εκδιδομένων Κανονισμών. (Αντί για τη σελ. 234,21(α) Σελ. 234,21(β) Τεύχος Ι-10-2 Σελ. 19 .578. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 ε)Επεκτείνεται, εν όλω ή εν μέρει, η εφαρμογή των κυρουμένων κειμένων και των, κατ’ εξουσιοδότησιν του παρόντος Ν.Δ/τος, εκδιδομένων Κανονισμών επί πάσης κατηγορίας καταπλεόντων εις ελληνικούς λιμένας πλοίων υπό σημαίαν Κρατών μη κυρωσάντων ή μη προσχωρησάντων εις την κυρουμένην Σύμβασιν. Βλ. Π.Δ. 403/1980 (κατωτ. αριθ. 14). στ)Αναστέλλεται, εν όλω ή εν μέρει, η εφαρμογή των κυρουμένων κειμένων εν περιπτώσει πολέμου. ζ)Ρυθμίζεται πάσα ετέρα λεπτομέρεια αναγκαία δια την εφαρμογήν των κυρουμένων κειμένων και του παρόντος Ν.Δ/τος. «2.Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας επιτρέπεται: α)να γίνονται αποδεκτά, εγκεκριμένα από το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ), συστήματα πορειογράφησης πλοίων (ROUTEING SYSTEMS), β)να θεσπίζονται για την αποφυγή συγκρούσεων στη θάλασσα ειδικές διατάξεις σχετικές με τα λιμάνια, τους όρμους αγκυροβολίας έξω από τα λιμάνια, ποτάμια ή εσωτερικούς υδάτινους δρόμους που συνδέονται με την ανοικτή θάλασσα και διαπλέονται από ποντοπόρα πλοία, και γ)να καθορίζονται ειδικές διατάξεις σχετικές με τον αριθμό, τη θέση, την απόσταση ή το τόξο ορατότητας των φανών ή των σχημάτων, καθώς επίσης και με την τοποθέτηση και τα χαρακτηριστικά των συσκευών ηχητικών σημάτων, για πλοία ειδικής κατασκευής ή προορισμού που δεν μπορούν να συμμορφωθούν πλήρως με τους σχετικούς κανόνες των «Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση 1972». Η παρ. 2 προστέθηκε από την παρ. 2 άρθρου δωδέκατου Νόμ. 1757/25-29 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 37), τόμ. 19Α σελ. 282,830. Σελ. 234,22(β) Τεύχος Ι-10-2 Σελ. 20 .579. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων Άρθρ.8.-1.Από της θέσεως εν ισχύϊ της δια του παρόντος κυρουμένης Συμβάσεως καταργείται ο Νόμ. 5849/1933 περί «Κυρώσεως ή θέσεως εν ισχύϊ Δ. Κανονισμών» περί αποφυγής συγκρούσεως των πλοίων». 2.Άπαντα τα υπό των διατάξεων του παρόντος Ν.Δ/τος προβλεπόμενα Π.Δ/τα εκδίδονται τη προτάσει του επί της Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργού. ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΑΞΙΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΑΣΚΕΨΕΩΣ ΠΡΟΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΙΝ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΠΡΟΣ ΑΠΟΦΥΓΗΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ ΕΝ ΘΑΛΑΣΣΗ, 1972 1.Τη προσκλήσει του Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού συνεκλήθη Διάσκεψις εν Λονδίνω από της 4ης Οκτωβρίου μέχρι της 20ης Οκτ. 1972 προς τον σκοπόν αναθεωρήσεως των Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση 1960. 2.Αι Κυβερνήσεις των κάτωθι Κρατών αντεπροσωπεύθησαν εν τη Διασκέψει δι’ Αντιπροσωπειών: Αργεντινή Δημοκρατία Κορέας Αυστραλία Κουβέϊτ Βέλγιον Λιβερία Βραζιλία Μεξικόν Βουλγαρία Κάτω Χώραι Καναδάς Νέα Ζηλανδία Κεντρική Αφρικανική Νιγηρία Δημοκρατία Νορβηγία Χιλή Παναμάς Κούβα Φιλιππίνες Δανία Πολωνία Ομοσπονδιακή Δημοκρατία Πορτογαλία της Γερμανίας Ρουμανία Φινλανδία Νότιος Αφρική Γαλλία Ισπανία Γκάνα Σουηδία Ελλάς Ταϋλάνδη Ισλανδία Ένωσις Σοβιετικών Ινδία Σοσιαλιστικών Δημο κρατιών Ινδονησία Ηνωμένον Βασίλειον Ιράν της Μεγάλης Β/νίας Ιρλανδία και Β. Ιρλ/νδίας Ιταλία Ην/ναι Πολ/αι της Αμερικής Ιαπωνία Βενεζουέλα Δημοκρατία του Κεμέρ Βιετνάμ Δημοκρατία του Ζαΐρ 3.Αι Κυβερνήσεις των κάτωθι Κρατών αντεπροσωπεύθησαν εν τη Διασκέψει δια Παρατηρητών: Ιράκ Πακιστάν Λίβανος Ελβετία Αραβική Δημοκρατία της Λιβύης Η Κυβέρνησις του Χογκ- Κογκ απέστειλεν επίσης Παρατηρητήν. 4.Οι κάτωθι διακυβερνητικοί οργανισμοί απέστειλαν εκπροσώπους εις την Διάσκεψιν: Ηνωμένα Έθνη Οικονομική Επιτροπή δια την Ευρώπην (E.C.E.) Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO). 5.Οι κάτωθι μη διακυβερνητικοί οργανισμοί εξεπροσωπήθησαν εν τη Διασκέψει υπό Πρατηρητών: Διεθνής Ένωσις ΦαρικώνΑρχών (ΙΑLA), Διεθνής Συνομοσπονδία Ενώσεων Ελευθέρου Εμπορίου (ICFTU), Διεθνές Ναυτικόν Επιμελητήριον (ICS), Διεθνής Ένωσης Πλοηγών Θαλάσσης (ΙΜPΑ), Διεθνές Ναυτικόν Όργανον Εταιρειών Πετρελαίου (ΟCIMF), Διαρκής Διεθνής Ένωσις Συνεδρίων Ναυσιπλοΐας (PLANC). 6-9.(Aφορώσι την εκλογήν προεδρείου και μελών επιτροπών). 10.Η Διάσκεψις είχεν ως βάσιν των συζητήσεών της τα κάτωθι κείμενα: -Τους Διεθνείς Κανονισμούς προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση 1960. -Σχέδιον Συμφωνίας, ομού μετά σχεδίου Κανονισμών και Παραρτημάτων, τα οποία είχον προετοιμασθή υπό του Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού και αποσταλή εις κυβερνήσεις προ της ενάρξεως της Διασκέψεως. -Προτάσεις και σχόλια, περιλαμβανούσας και τροποποιήσεις εις τα ύπερθεν μνημονευόμενα κείμενα,. υποβληθείσας εις την Διάσκεψιν υπό ενδιαφερομένων κυβερνήσεων και οργανισμών. 11.Ως αποτέλεσμα των διαβουλεύσεών της, ως αύται περιέχονται εις τα πρακτικά των συνόδων της ολομελείας και εις τα πρακτικά και τας εκθέσεις των αντιστοίχων Επιτροπών, η Διάσκεψις υιοθέτησε και ήνοιξε προς υπογραφήν και προσχώρησιν: (Μετά τη σελ. 234,22(β) Σελ. 234,221 Τεύχος Ι-10-2-Σελ. 21 .580. Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων 19.Γ.β.9 .581. 19.Γ.β.9 Κανονισμοί αποφυγής συγκρούσεων ΤΗΝ ΣΥΜΒΑΣΙΝ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΠΡΟΣ ΑΠΟΦΥΓΗΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ ΕΝ ΘΑΛΑΣΣΗ, 1972 Εις ην προσαρτώνται οι Κανόνες και λοιπά Παραρτήματα, τα οποία συνθέτουν τους Διεθνείς Κανονισμούς προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση, 1972. Η Σύμβασις και οι Κανονισμοί συνιστούν το Προσάρτημα 1 της παρούσης Τελικής Πράξεως. 12.Η Διάσκεψις υιοθέτησεν επίσης Ψηφίσματα επί των ακολούθων θεμάτων: -συμμετοχής εις την Συνέλευσιν του Οργανισμού, μετά δικαιώματος ψήφου, απάντων των Συμβαλλομένων Μερών, οποτεδήποτε πρόκειται να εξετασθούν τροποποιήσεις εις τους Κανονισμούς (Ψήφισμα 1), -ταχείας καταθέσεως των οργάνων επικυρώσεως, εγκρίσεως, αποδοχής ή προσχωρήσεως (Ψήφισμα 11), τα κείμενα των οποίων επισυνάπτονται τη παρούση Τελική Πράξει ως Προσαρτήματα 2 και 3. 13.Το κείμενον της παρούσης Τελικής Πράξεως, εν ενί πρωτοτύπω αντιτύπω εις την Αγγλικήν, Γαλλικήν, Ρωσσικήν και Ισπανικήν γλώσσας, ομού μετά κειμένων της Συμβάσεως περί των Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση, 1972, και των ταύτη προσηρτημένων Κανονισμών και Ψηφισμάτων της Διασκέψεως, τα οποία είναι εις την Αγγλικήν και Γαλλικήν, θα κατατεθούν εις τον Διακυβερνητικόν Ναυτιλιακόν Συμβουλευτικόν Οργανισμόν. Επίσημοι μεταφράσεις των προσηρτημένων Συμβάσεων, Κανονισμών και Ψηφισμάτων θα ετοιμασθώσιν εις την Ρωσικήν και Ισπανικήν γλώσσας και θα κατατεθώσιν ομού μετά της παρούσης Τελικής Πράξεως. 14.Ο Γενικός Γραμματεύς του Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού θ’ αποστείλη, όταν ετοιμασθώσιν, και επικεκυρωμένα αντίγραφα των επισήμων μεταφράσεων Συμβάσεως, Κανονισμών και Ψηφισμάτων εις εκάστην των προσκληθεισών όπως αποστείλουν Αντιπροσώπους εις την παρούσαν Διάσκεψιν Κυβερνήσεων. ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ οι υπογεγραμμένοι έθεσαν τας υπογραφάς των εις την παρούσαν Τελικήν Πράξιν. ΕΓΕΝΕΤΟ ΕΝ ΛΟΝΔΙΝΩ τη εικοστήν ημέρα του Οκτωβρίου του χιλιοστού εννεακοσιοστού εβδομηκοστού δευτέρου έτους. ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΠΡΟΣ ΑΠΟΦΥΓΗΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ ΕΝ ΘΑΛΑΣΣΗ, 1972 Τα Συμβαλλόμενα εις την παρούσαν Σύμβασιν Μέρη, ΕΠΙΘΥΜΟΥΝΤΑ να διατηρήσουν υψηλόν επίπεδον, ασφαλείας εν θαλάσση, ΕΝ ΕΠΙΓΝΩΣΕΙ της ανάγκης αναθεωρήσεως και εκσυγχρονισμού των Διεθνών Κανονισμών προς αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση των προσηρ τημένων εις την Τελικήν Πράξιν της Διεθνούς Διασκέψεως περί Ασφαλείας της Ανθρωπίνης Ζωής εν Θαλάσση 1960, ΜΕΤΑ ΘΕΩΡΗΣΙΝ των Κανονισμών τούτων υπό το φώς των εξελίξεων, αφ’ ης ενεκρίθησαν ούτοι, ΣΥΝΕΦΩΝΗΘΗΣΑΝ ως έπεται: Γενικαί υποχρεώσεις Άρθρ.Ι.-Τα Μέρη της παρούσης Συμβάσεως αναλαμβάνουν να θέσουν εις εφαρμογήν τους Κανόνας και λοιπά Παραρτήματα, τους συνιστώντας τους Διεθνείς Κανονισμούς προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν Θαλάσση, 1972, (αναφερομένους ως «Κανονισμούς»), τους ώδε προσηρτημένους. Υπογραφή, Επικύρωσις, Αποδοχή, Έγκρισις και Προσχώρησις
75
22. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 562 της 21 Ιουλ./5 Αυγ. 1978 (ΦΕΚ Α΄ 120) Περί επεκτάσεως των διατάξεων του Νόμ. 103/1975 και επί των τακτικών υπαλλήλων του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων (ΤΕΑΠΕΤ) οίτινες τυγχάνουν υποχρεωτικώς ησφαλισμένοι εις τον Ανεξάρτητον Λογαριασμόν του Κλάδου Προνοίας του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων (ΤΕΑΠΕΤ). Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις της παρ. β΄ του άρθρου 3 του Ν.103/75 "περί καταβολής εφ’ άπαξ χρηματικού βοηθήματος εις τους εκ της υπηρεσίας αποχωρούντας λόγω συνταξιοδοτήσεως υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ. απάσης της Χώρας". 2.Την υπ’ αριθ. Δ3/2087/6.12.1977 απόφασιν του Πρωθυπουργού και Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΦΕΚ 1278 τ.Β΄). 3.Την γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων, ληφθείσαν κατά τας υπ’ αριθ. 9/21.2.78 και 10/28.2.78 συνεδριάσεις αυτού. 4.Την υπ’ αριθ. 420/1978 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας προτάσει του Υφυπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, αποφασίζομεν Άρθρον 1. 1.Οι τακτικοί υπάλληλοι του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων, οίτινες τυγχάνουν υποχρεωτικώς ησφαλισμένοι, εις τον Ανεξάρτητον Λογαριασμόν του Κλάδου Προνοίας του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων, παρ’ ου λαμβάνουν εφ’ άπαξ βοήθημα άμα τη συνταξιοδοτήσει των, δικαιούνται, εφ’ όσον το εν λόγω βοήθημα υπολείπεται της αποζημιώσεως της προβλεπομένης υπό του Ν. 103/75 να λάβουν παρά του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων την προκύπτουσαν διαφοράν μεταξύ του ποσού του καταβαλλομένου εφ’ άπαξ βοηθήματος, εκ του Ανεξαρτήτου Λογαριασμού του Κλάδου Προνοίας του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων και της δια του ως άνω Νόμου καθοριζομένης αποζημιώσεως. 2.Ως χρόνος υπηρεσίας δια τον υπολογισμόν της αποζημιώσεως του άρθρου 1 του Ν. 103/75 λαμβάνεται ο χρόνος της παρά τω Ταμείω Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων υπηρεσίας του ησφαλισμένου υπαλλήλου της ληφθείσης υπ’ όψιν δια την εκ του Λογαριασμού Προνοίας του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων, απονομήν εφ’ άπαξ χρηματικού βοηθήματος, ως και ο παρά τω Δημοσίω ή ετέρω Ν.Π.Δ.Δ. χρόνος υπηρεσίας αυτού ο αναγνωριζόμενος ως συντάξιμος κατά τας περί συνταξιοδοτήσεως του προσωπικού του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων διατάξεις. 3.Του ως άνω συμπληρωματικού βοηθήματος, εις περίπτωσιν εν υπηρεσία θανάτου του ησφαλισμένου υπαλλήλου δικαιούνται η χήρα και τα τέκνα αυτού εφ’ όσον ο αποθανών εδικαιούτο συνταξιοδοτήσεως παρά του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων. (Μετά την σελ. 450,07) Σελ. 450,09 Τεύχος 685–Σελ. 137 Άρθρον 2. 1.Επί του συνόλου των τακτικών αποδοχών και των πάσης φύσεως αμοιβών και απολαυών των υπαγομένων εις την ρύθμισιν του παρόντος Π.Δ/τος υπαλλήλων επιβάλλεται από της πρώτης του μεθεπομένου της δημοσιεύσεώς του μηνός κράτησις εκ ποσοστού 0,7% υπέρ του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων. Προκειμένου περί υπαλλήλων εχόντων συμπληρώσει 10ετή τουλάχιστον υπηρεσίαν, η ως άνω κράτησις ορίζεται εις 1,20% επί των αυτών αποδοχών. Η κράτησις αύτη αποτελεί έσοδον του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων αναγραφόμενον εις τον προϋπολογισμόν του κατά τας κειμένας διατάξεις περί λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ. δια σχηματισμόν κεφαλαίου αποζημιώσεως των εξερχομένων υπαλλήλων του. 2.Εν περιπτώσει ανεπαρκείας του ούτω σχηματιζομένου κεφαλαίου δια την καταβολήν της διαφοράς αποζημιώσεως, συμπληρούται τούτο κατά το υπόλοιπον ποσόν παρά του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων, αναγραφομένης προς τούτο κατ’ έτος εις τον προϋπολογισμόν του, σχετικής πιστώσεως με δικαίωμα πάντοτε του Ταμείου τούτου να αναλαμβάνη το παρ’ αυτού εισενεχθέν ποσόν εκ του κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου προς τον σκοπόν τούτον, σχηματιζομένου κεφαλαίου. Άρθρον 3. Εάν κατά την αποχώρησιν εκ της Υπηρεσίας δεν προκύπτει συμπληρωματικόν βοήθημα ή τούτο είναι μικρότερον των κατά το προηγούμενον άρθρον καταβληθεισών εισφορών υφ’ εκάστου των ησφαλισμένων υπαλλήλων, επιστρέφεται το σύνολον ή η διαφορά των επί πλέον καταβληθεισών εισφορών εις τους ησφαλισμένους ατόκως. Άρθρον 4. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της ισχύος του Ν. 103/75. Εις τον επί των Κοινωνικών Υπηρεσιών Υφυπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Π. Διατάγματος. Ο Νόμ. 103/1975 παρατίθεται εν τόμ. 2Α σελ. 356, 03. Σελ. 450,10 Τεύχος 685–Σελ. 138
331
7. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 651 της 13 Ιουλ./10 Αυγ. 1966 (ΦΕΚ Α΄ 154) Περί επεκτάσεως των διατάξεων των άρθρ. 1 και 2 του Νόμ.4464/65 και επί των θέσεων Β΄ και Γ΄ κατηγορίας Διοικητικών Υπαλλήλων του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχοντες υπ’ όψιν :1)το άρθρ. 2 (παρ. 8 και 11) του Νομ. 4464/65, 2)την γνώμην της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Συνεδρία : 9.6.65), 3)την αριθ. 5/1966 σύμφωνον (Αντί της σελ. 567) Σελ.567(α) Τεύχος 384-Σελ.119 Προσωπικό Πανεπιστημίου Θεσ/νίκης 31.Ε.ξ.5-7 γνώμην του Ανωτάτου Συμβουλίου Δημοσίων Υπηρεσιών και 4)την αριθ. 211/16.3.66 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και επί των Οικονομικών Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον μόνον.-1.Αι διατάξεις των άρθρ. 1 και 2 του Νόμ. 4464/65 «περί τροποποιήσεως διατάξεών τινων του Υπαλληλικού Κώδικος κλπ.», επεκτείνονται και επί των θέσεων Β΄ και Γ΄ κατηγορίας Διοικητικών Υπαλλήλων του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ο Νόμ. 4464/65 παρατίθεται εν τόμω 2Α σελ. 316,19. 2.Η κατά την παρ. 8 του άρθρ. 2 του Νόμ. 4464/1965 ειδική επιτροπή συγκροτείται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών, αποτελείται δε εξ ενός (1) μέλους του ΑΣΔΥ υποδεικνυομένου υπό του Σώματος, εξ ενός (1) ανωτέρου υπαλλήλου του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και εξ ενός (1) ανωτέρου υπαλλήλου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Εις τον Ημέτερον επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος.
197