text
stringlengths
17
932k
label
int64
0
388
1. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 20/27 Αυγ. 1932 Περί αδείας προς οικοδόμησιν ή επέκτασιν ξενοδοχείου και άλλων σχετικών διατάξεων. Εξεδόθη βάσει των διατάξεων του υπό του Νόμ. 3509 του 1928 κυρωθέντος Ν.Δ. της 3/5 Σεπτ. 1926 περί ανασυστάσεως του Υπουργείου της Εθνικής Οικονομίας (τ. 13). Άρθρ.1.–Ουδεμία άδεια προς ανοικοδόμησιν ή επέκτασιν ξενοδοχείου εκδίδεται υπό των κατά τόπους μηχανικών, εάν ανεξαρτήτως των σχετικών περί σχεδίων πόλεων διατάξεων και των δι’ άλλων νόμων επιβαλλομένων υποχρεώσεων των αφορωσών τας μηχανικάς και λοιπάς εγκαταστάσεις και τον έλεγχον ασφαλείας αυτών, ο υποβάλλων την περί τούτου αίτησιν δεν συνοδεύει ταύτην δι’ ειδικής αδείας του (επί της Εθνικής Οικονομιίας) Υπουργού, παρεχομένης μετά σύμφωνον γνώμην (της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού), ως ακολούθως: Άρθρ.11.–Το δάπεδον και οι τοίχοι των διαμερισμάτων των λουτήρων μέχρις ύψους τουλάχιστον δύο μέτρων, πρέπει να επιστρώνωνται εξ αδιαβρόχου υλικού καθαριζομένου ταχέως και τελείως δι’ απλής πλύσεως δι’ ύδατος. Δύναται να επιβάλλεται χρήσις ωρισμένων υλικών προς τον σκοπόν τούτον. Εκ της αυτής φύσεως υλικού δέον να αποτελήται ο κυρίως λουτήρ (του σώματος), μικρός λουτήρ (μπιντέ) και ο νιπτήρ του προσώπου. Τα διαμερίσματα των λουτήρων πρέπει να αερίζωνται ευχερώς δι’ ειδικών μικρών ανοιγμάτων. 18.Ζ.ε.1 Άδειες οικοδομής ξενοδοχείων Όπου δεν υπάρχει γενική εγκατάστασις θερμού ύδατος εις έκαστον διαμέρισμα λουτρού, πρέπει να εγκαθίσταται τοπικός θερμοσίφων. Άρθρ.12.–Εις τα δωμάτια ύπνου τα έχοντα ως άμεσον εξάρτημα ιδιαίτερον διαμέρισμα καλλωπιστηρίου τοποθετούνται εν τω τελευταίω ο μέγας και μικρός λουτήρ, ο νιπτήρ, το αποχωρητήριον και ο θερμοσίφων. (Εφ’ όσον δεν υπάρχει γενική εγκατάστασις θερμού ύδατος). Ισχυόντων ως προς το διαμέρισμα τούτο των εν τω προηγουμένω άρθρ.11 αναφερομένων γενικών κανόνων. Εις τα δωμάτια ύπνου τα μη κεκτημένα τοιούτον διαμέρισμα τοποθετείται απαραιτήτως νιπτήρ, ως προς το υλικόν του οποίου εφαρμόζονται αι αυταί ως άνω διατάξεις. Άρθρ.13.–Τα ακάθαρτα ύδατα λουτήρων, νιπτήρων κλπ. πρέπει να αποχετεύωνται απ’ ευθείας εκ τούτων δια σιφωνοειδών σωλήνων προς τους γενικούς αποχετευτικούς αγωγούς, αποκλειομένης της ροής ή συγκεντρώσεως αυτών εις δοχεία φορητά. Το ύδωρ πλύσεως πρέπει να διοχετεύεται απ’ ευθείας δι’ αγωγών και κρουνών εις τους νιπτήρας, απογορευομένης της μεταφοράς αυτού δια δοχείων. Άρθρ.14.–Η αίθουσα του εστιατορίου και εν γένει αι μεγάλαι αίθουσαι κοινής συγκεντρώσεως εν τω ξενοδοχείω πρέπει να φωτίζωνται και να αερίζωνται τελείως. Εν ανάγκη δύναται να επιβάλληται και μηχανικός αερισμός. Άρθρ.15.–Ειδικά μέτρα υγιεινής επιβάλλονται ως προς το πόσιμον ύδωρ των ξενοδοχειών τόσον δια το δι’ απευθείας ροής εκ των κρουνών χρησιμοποιούμενον, όσον και δια το εν δοχείοις προσκομιζόμενον. Δύναται να επιβάλληται και η αποστείρωσις του ποσίμου ύδατος προ της χρήσεώς του δια καταλλήλων διϋλιστηρίων. Άρθρ.16.–Άπαντα τα διαμερίσματα ων ποιούνται χρήσιν οι πελάται και η υπηρεσία πρέπει να εφοδιάζωνται απαραιτήτως: α)δι’ επαρκούς φωτισμού, και β)δι’ ηλεκτρικών κωδώνων. Άρθρ.17.–Το μαγειρείον πρέπει να έχη εσωτερικήν διάταξιν, τρόπον κατασκευής και εγκαταστάσεως, ούτως ώστε: α)να παρουσιάζη επάρκειαν χώρου και επάρκειαν φωτισμού και αερισμού ώστε να εξασφαλίζεται απολύτως το εν αυτώ διαιτώμενον προσωπικόν υπηρεσίας από υγιεινής απόψεως, β)να κέκτηται απόλυτον επάρκειαν ύδατος, γ)να επιτρέπη ταχύν και πλήρη καθαρισμόν δι’ ύδατος του δαπέδου και όλων των τραπεζών κλπ., εφ’ ων παρασκευάζονται τα φαγητά, δ)να αποκλείη οιανδήποτε ανάμιξιν των ετοίμων προς διανομήν εις το εστιατόριον φαγητών και του κομίζοντος ταύτα προσωπικού με τα υπό παρασκευήν ή καθαρισμόν τρόφιμα και σκεύη και το παρασκευάζον ταύτα προσωπικόν. Εις τε το μαγειρείον και τα παραρτήματα αυτού (πλυντήριον κλπ.) επιβάλλεται τήρησις απολύτου καθαριότητος. Άρθρ.18.–Εις τα έχοντα εστιατόριον ξενοδοχεία πρέπει να υπάρχη απαραιτήτως ιδιαίτερον διαμέρισμα με πλήρη εγκατάστασιν ψυγείου δια τα υποκείμενα εις αλλοίωσιν τρόφιμα, της αναλόγου περιεκτικότητος. Εν πάση περιπτώσει και τα μη έχοντα εστιατόριον ξενοδοχεία πρέπει να κέκτηνται μικρόν ψυγείον, έστω και προχείρου μορφής. Άρθρ.19.–Αι αποθήκαι τροφίμων πρέπει να τοποθετώνται εις την κατάλληλον θέσιν πλησίον πάντοτε των μαγειρείων, μεθ’ ων δέον να έχωσιν απ’ ευθείας επικοινωνίαν, να λαμβάνωνται δε άπαντα τα αναγκαία μέτρα προς αποκλεισμόν της εκ τούτων κυκλοφορίας μυιών εις το μαγειρείον και τα λοιπά διαμερίσματα του ξενοδοχείου. Άρθρ.20.–Τα μεγαλείτερα ξενοδοχεία πρέπει να έχωσιν, ει δυνατόν, εγκατάστασιν πλύσεως των εν γένει ρούχων (κλίνης, τραπεζών, προσοψίων κλπ.) χρήσεως του ξενοδοχείου (πελατείας και προσωπικού κατά τρόπον επιτυγχάνοντα την πλήρη αυτών απολύμανσιν). Άρθρ.2.–Πας επιθυμών την ανοικοδόμησιν ξενοδοχείου ή την επέκτασιν υπάρχοντος οφείλει να υποβάλη (εις τον Ελληνικόν Οργανισμόν Τουρισμού) αίτησιν εις διπλούν εν τη οποία πρέπει ν’ αναφέρωνται: 1)Το όνομα και επώνυμον του αιτούντος ή του πληρεξουσίου αυτού ως και η χρονολογία της υποβολής, 2)η πόλις ή το μέρος ένθα κείται το επεκτεινόμενον ή εγερθησόμενον ξενοδοχείον ως και ο λεπτομερέστερος καθορισμός της τοποθεσίας (οδός, αριθμός κλπ.), 3)εκτός του σχεδίου της οικοδομής και ειδικά διαγράμματα εμφαίνοντα λεπτομερώς πάσας τας μηχανικάς εγκαταστάσεις, μαγειρείου, αερισμού, θερμάνσεως αποχετεύσεως, κυκλοφορίας, ύδατος, λουτρών, αποχωρητηρίων και εν γένει των έργων των προοριζομένων προς εξυπηρέτησιν της ανέσεως και της υγιεινής. Τα ως άνω σχέδια της οικοδομής πρέπει να περιλαμβάνουν κατόψεις όλων των ορόφων του κτιρίου υπό κλίμακα ουχί ελάσσονα 1:50, εμφαινούσης λεπτομερώς τον προορισμόν εκάστου διαμερίσματος, τουλάχιστον δύο τομάς, τας προόψεις του κτιρίου, την προοπτικήν αυτού άποψιν και συνοπτικόν τοπογραφικόν διάγραμμα εμφαίνον το οικόπεδον εφ’ ου πρόκειται να εγερθή το κτίριον εν σχέσει προς το σχέδιον της πόλεως και τον προσανατολισμόν αυτού. Επίσης και τα προφυλακτικά κατά της πυρκαϊάς μέτρα και ασφαλούς διασώσεως των ενοίκων εν περιπτώσει πυρκαϊάς, ήτοι αι κλίμακες να είναι εξ ουσίας μη καταστρεφομένης υπό του πυρός. Εις τα μικρά ξενοδοχεία εκτός της κυρίας κλίμακος και μία της υπηρεσίας, εις δε τα μεγάλα δύο ή και περισσότεραι κλίμακες υπηρεσίας αναλόγως της εκτάσεως της οικοδομής. Η άδεια παρέχεται εφ’ όσον προκύπτει ότι το κτίριον πληροί τους υπό του παρόντος διατάγματος προβλεπομένους όρους και μόνον μετά την χορήγησιν αυτής δύναται να χορηγηθή υπό της αρμοδίας τεχνικής υπηρεσίας η σχετική άδεια των οικοδομικών εργασιών εφ’ όσον αύτη διαπιστώση την τήρησιν των υπό του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού προβλεπομένων διατάξεων. Πρβλ. και το Ν.Δ. της 23 Οκτ./4 Νοεμ. 1928 περί καθορισμού των όρων και περιορισμών της εντός και εκτός της ζώνης των πόλεων του κράτους ανεγέρσεως οικοδομών (τ. 23). Άρθρ.21.–Ο αρχιτεκτονικός ρυθμός του ξενοδοχειακού κτιρίου πρέπει να είναι απλούς και επιβλητικός, απηλλαγμένος διακοσμήσεων ρυπαινομένων δια του χρόνου. Η Εκτελεστική Επιτροπή του (Ε.Ο.Τ.), κατά την εξέτασιν των σχετικών σχεδίων του κτιρίου, δικαιούται να προβαίνη εις υποδείξεις ως προς το άνω ζήτημα, αίτινες όμως δεν είναι υποχρεωτικαί δια τον ιδιώτην αρχιτέκτονα. Άρθρ.22.–Η εσωτερική διάταξις των ξενοδοχείων των κτιρίων πρέπει να επιτρέπη την άνετον και ευχερή εξυπηρέτησιν των πελατών και να μη παρουσιάζη δυσχερείας εις την διεξαγωγήν της υπηρεσίας. Άρθρ.23.–Εις τα διαμερίσματα κοινής χρήσεως των μεγαλειτέρων ξενοδοχείων, επιβάλλεται άπλετος φωτισμός και εν τοις οικείοις χώροις κατάλληλος τοποθέτησις των νιπτήρων, ώστε να προκύπτη καλή αισθητική εντύπωσις του συνόλου. Άρθρ.24.–Η εσωτερική επίπλωσις πρέπει να είναι πλήρης από πάσης απόψεως (ποιότητος, ποσότητος και είδους επίπλων, κατά προτίμησιν ελληνικού ρυθμού) και να επιτρέπη την άνετον διαβίωσιν του κοινού, η δε εσωΣελ. 237 Άδειες οικοδομής ξενοδοχείων 18.Ζ.ε.1 τερική διακόσμησις απηλλαγμένη πάσης αντιαισθητικής περιττότητος. Άρθρ.25.–Εις τα ξενοδοχεία επιβάλλεται, πάντοτε η λήψις μέτρων προς θέρμανσιν των πελατών κατά την χειμερινήν περίοδον, επίσης δι’ αερισμού ή υποβιβάσεως της θερμοκρασίας κατά τους θερινούς μήνας. Άρθρ.26.–Εις τα μεγάλα εξοχικά ή λουτροπόλεων ξενοδοχεία επιβάλλεται πρόνοια υπαιθρίου θερινού εστιατορίου έχοντος ευχάριστον εις την θέαν περιβάλλον (οίον εντός εσωτερικής αυλής διαμορφωμένης εις κήπον, προς την θάλασσαν ή το δάσος κλπ.). Άρθρ.27.–Εις τα διαμερίσματα ύπνου των πελατών πρέπει εν ανάγκη να εφαρμόζωνται απομονωτικά συστήματα κατά της μεταδόσεως του ήχου και θορύβου. Άρθρ.28.–Πρέπει να λαμβάνωνται όλα τα απαιτούμενα μέτρα δια την μη μετάδοσιν της οσμής εκ των μαγειρείων εις τα διαμερίσματα των πελατών και οιουδήποτε θορύβου εκ των διαμερισμάτων υπηρεσίας και των τυχόν εν τω κτιρίω υπαρχουσών μηχανικών εγκαταστάσεων (οίον οιωνδήποτε κινητήρων κλπ.). Άρθρ.29.–Τα μεγαλείτερα ξενοδοχεία πρέπει να διαθέτωσιν ίδιον διαμέρισμα δια γκαράζ αυτοκινήτων, με όλα τα αναγκαία εξαρτήματα. Εφ’ όσον δεν υπάρχει τοιούτον γκαράζ, οι ξενοδόχοι οφείλουν να εξασφαλίζουν ξένον τοιούτον προς εξυπηρέτησιν των πελατών. Άρθρ.30.–Ενδείκνυται όπως τα ξενοδοχεία και ιδίως τα εξοχικά περιβάλλωνται έστω και εν μέρει υπό κήπου, δεόντως καλλιεργημένου. Εις τον Ημέτερον επί της Εθνικής Οικονομίας Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. Σελ. 238 18.Ζ.ε.1 Άδειες οικοδομής ξενοδοχείων Άρθρ.3–4.(Κατηργήθησαν υπό του άρθρ.7 του Β.Δ. της 1/7 Νοεμ. 1938 περί προσόντων ξενοδόχων και ξενοδοχείων, ανωτ. σελ. 198). Άρθρ.5.–Η περιοχή εφ’ ης ανεγείρονται τα περί ων το παρόν διάταγμα ξενοδοχειακά κτίρια πρέπει να πληροί όλους του όρους της υγιεινής. Εάν αύτη είναι ακόμη αδιαμόρφωτος ως πόλις και ευρίσκεται εν τη φυσική της καταστάσει επιβάλλεται παραλλήλως τη ανεγέρσει του κτιρίου η λήψις όλων εκείνων των αναγκαίων τεχνικών μέτρων, άτινα θα εξυγιάνουν το περιβάλλον και προ της περατώσεως των οποίων δεν θα δύναται να παρέχηται η άδεια λειτουργίας (Διευθέτησις και επικάλυψις μικρών ρευμάτων, αποχέτευσις λιμναζόντων υδάτων κλπ.). Άρθρ.6.–Τα ανοίγματα (παράθυρα κλπ.) ξενοδοχείων ευρισκομένων πλησίον ελωδών μερών ή εν οις οπωσδήποτε αναπτύσσονται κώνωπες και μυίαι, πρέπει να εφωδιάζωνται δια προφυλακτήρων κατά των εντόμων εκ μεταλλιΣελ. 235 Άδειες οικοδομής ξενοδοχείων 18.Ζ.ε.1 κού πλέγματος καλυμμάτων, παγίων ή κινητών αναλόγως των σχετικών οδηγιών της υγειονομικής υπηρεσίας καθοριζούσης εκάστοτε και τας περιόδους εφαρμογής του προστατευτικού τούτου μέτρου. Εν ανάγκη δύνανται να επιβάλλωνται ανάλογα προφυλακτικά μέτρα και ως προς τας εξωτερικάς θύρας. Άρθρ.7.–Τα πτηνοτροφεία, και οι σταύλοι των ξενοδοχείων υπόκεινται εις τους όρους τους επιβαλλομένους υπό της αρμοδίας υγειονομικής υπηρεσίας. Εν πάση περιπτώσει επιτρέπεται η υπό του (Ε.Ο.Τ.) επιβολή προσθέτων ως προς τας εγκαταστάσεις ταύτας ειδικών περιορισμών επί τω τέλει μη παρενοχλήσεως των πελατών του ξενοδοχείου. Άρθρ.8.–Επιβάλλεται η εξασφάλισις του κανονικού αερισμού των διαμερισμάτων των αποχωρητηρίων. Τα τελευταία πρέπει ν’ αερίζωνται δι’ ανοιγμάτων συγκοινωνούντων αμέσως με ακαλύπτους χώρους (οδούς, αυλάς κλπ.). Τα δάπεδα και οι τοίχοι των διαμερισμάτων αποχωρητηρίων μέχρις ύψους τουλάχιστον δύο μέτρων πρέπει να καλύπτωνται υπό ουσίας αδιαβρόχου παρουσιαζούσης την αναγκαίαν στερεότητα και απροσβλήτου υπό των ακαθάρτων υγρών και αναθυμιάσεων, αι δε γωνίαι των τοίχων τούτων πρέπει να είναι εστρογγυλευμέναι. Η λεκάνη των αποχωρητηρίων, πάντοτε εξ υλικού υδατοστεγούς, πρέπει πάντοτε να συνδέεται μετά του αποχετευτικού σωλήνος δια σίφωνος και να χρησιμοποιούνται συστήματα πλύσεως δι’ ύδατος εκτοξευσμένου εν αυτή υπό ισχυράν πίεσιν. Εν πάση περιπτώσει εν τοις αποχωρητηρίοις οφείλει να υπάρχη μηχανική εγκατάστασις καθαρισμού της λεκάνης δι’ ύδατος υπό πίεσιν. Τα απλά ουρητήρια ανδρών πρέπει καθ’ όλα αυτών τα μέρη να αποτελώνται εξ υλικού αδιαβρόχου, κατά προτίμησιν και να πλύνωνται δι’ ύδατος συνεχώς ρέοντος. Αποκλείονται ουρητήρια αποτελούμενα εκ λεκάνης πεπακτομένης εις τον τοίχον ή στηριζομένης επί υποστηλώματος, επιτρεπομένων μόνον τοιούτων διηκόντων μέχρι του δαπέδου όπου ο απαγωγός των υγρών οχετός. Επιβάλλεται η εφαρμογή όλων των υπό της επιστήμης υποδεικνυομένων μέσω δια την αποσόβησιν πάσης αναθυμιάσεως και δυσοσμίας εις τα εν γένει διαμερίσματα των αποχωρητηρίων και την τήρησιν αυτών εν ευπροσώπω και καθαρά καταστάσει. Αι εις τα άνω διαμερίσματα αναφερόμεναι σχετικαί διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού πρέπει να τηρώνται κατά γράμμα, πάσης παραβάσεως διωκομένης αυστηρώς υπό της αρμοδίας αρχής. Σελ. 236 Ο (Ε.Ο.Τ.) εν ανάγκη πρέπει να καθορίζη και λεπτομερέστερον τα είδη των εφαρμοστέων εις τα διαμερίσματα ταύτα υλικών και μηχανικών μέσων. Τα διαμερίσματα των αποχωρητηρίων πρέπει να είναι ευχερώς προσιτά. Άρθρ.9.–Τα δωμάτια ύπνου των ξενοδοχείων πρέπει να φωτίζωνται και αερίζωνται απ’ ευθείας εξ ακαλύπτων χώρων επαρκώς. Το άνω μέρος του ενός τουλάχιστον παραθύρου εκάστου δωματίου ύπνου (φεγγίτης) πρέπει ν’ ανοίγη ιδιαιτέρως του λοιπού δι’ ειδικού μοχλού. Τα βορεινά ανοίγματα των δωματίων τούτων πρέπει να είναι εφωδιασμένα με διπλά υαλοστάσια, δυναμένης να επιτραπή εξαιρέσεως του κανόνος τούτου εις μέρη και θέσεις καθ’ ας η επίδρασις των βορείων ανέμων δεν είναι αισθητή. Ο όγκος των δωματίων ύπνου των νέων ξενοδοχειακών κτιρίων πρέπει ν’ αναλογή τουλάχιστον τριάκοντα κυβικά μέτρα κατ’ άτομον. Ως προς την φύσιν των δαπέδων και την επίστρωσιν αυτών τε και των τοίχων των δωματίων ύπνου, δύνανται να επιβάλλωνται ειδικοί περιορισμοί αποβλέποντες εις την καθαριότητα και το κονιορτοστεγές τούτων. Άρθρ.10.–Τα δωμάτια διαμονής (ύπνου) του προσωπικού της υπηρεσίας των ξενοδοχείων πρέπει ν’ ανταποκρίνωνται εις τον αριθμόν του υπηρετούντος προσωπικού από απόψεως χωρητικότητος και να πληρώσιν όλους τους όρους αερισμού και φωτισμού, να κείνται δε κατά προτίμησιν εις τον τελευταίον όροφον απαγορευομένης της χρήσεως υπογείων διαμερισμάτων προς τον σκοπόν τούτον. Τα δωμάτια ταύτα ως προς τε την διάταξιν και τα υλικά επιστρώσεως δαπέδου και των τοίχων πρέπει να πληρούν όλους τους όρους υγιεινής, ιδίως δε να υπάρχη ανάλογος ευρυχωρία και να είναι εξησφαλισμένος ο αερισμός και η θέρμανσις αυτών.
36
45. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡ. ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 80242/13/73 της 27 Νοεμ./20 Δεκ. 1973 (ΦΕΚ Β΄ 1467) Περί κυρώσεως κανονισμού Εκπαιδεύσεως και Εσωτερικής Υπηρεσίας Δημοσίων Σχολών Προπαιδεύσεως Εμπορικού Ναυτικού.
128
50. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΑΡΑ ΤΩ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΩ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. 10317 της 15/26 Φεβρ. 1974 (ΦΕΚ Β΄ 226) Περί συστάσεως κατ’ αναδιάρθρωσιν Τμήματος Καυσίμων παρά τω Υπουργείω Εμπορίου. Βλ. ήδη άρθρ. 19 παρ. 2 εδαφ. γ΄ Π.Δ. 607/1976 (κατωτ. αριθ. 59)
67
20. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 867 της 25/27 Νοεμ. 1976 (ΦΕΚ Α΄ 316) Περί συστάσεως προσωρινών Ειδικών Υπηρεσιών Αποκαταστάσεως Σεισμοπλήκτων ετών 1972-1976 εις τους Νομούς Αιτωλοακαρνανίας και Βοιωτίας. Έχοντας υπ’ όψει: 1)Τας διατάξεις του άρθρ. 18 του Νόμ. 397/1976 «περί στεγαστικής αποκαταστάσεως των πληγέντων εκ σεισμών κατά την χρονικήν περίοδον των ετών 1972-1976 (ΦΕΚ 200/31.7.1976). 2)Την υπ’ αριθ. 822/1976 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των επί των Κοινωνικών Υπηρεσιών και Δημοσίων Έργων Υπουργών, απεφασίσαμεν: Άρθρ.1.-1.Συνιστώνται αι κάτωθι προσωριναί Ειδικαί Υπηρεσίαι δια την ταχυτέραν εφαρμογήν και περαίωσιν του προγράμματος στεγαστικής αποκαταστάσεως των σεισμοπαθών περιόδου 1972-1976. α)Ειδική Υπηρεσία Αποκαταστάσεως Σεισμοπλήκτων Νομού Αιτωλοακαρνανίας εδρεύουσα εις Μεσολόγγιον μετά τριών Εργοταξίων, ως ακολούθως: Πρώτον Εργοτάξιον με έδραν το Μεσολόγγιον Δεύτερον Εργοτάξιον με έδραν το Αγρίνιον και Τρίτον Εργοτάξιον με έδραν την Ναύπακτον. β)Ειδική Υπηρεσία Αποκαταστάσεως Σεισμοπλήκτων Νομού Βοιωτίας εδρεύουσα εις Λεβάδειαν μετά δύο Εργοταξίων, ως ακολούθως: Πρώτον Εργοτάξιον με έδραν την Λεβάδειαν. Δεύτερον Εργοτάξιον με έδραν τας Θήβας. 2.Εκάστη των ανωτέρω Ειδικών Υπηρεσιών, υπάγεται απ’ ευθείας εις τον οικείον Νομάρχην και διαρθρούται εις τρία Γραφεία, ως εξής: α)Γραφείον Προϊσταμένου β)Γραφείον Γραμματείας, Πρωτοκόλλου και Αρχείου γ)Γραφείον Διοικητικόν-Λογιστικόν. Άρθρ.2.-Αρμοδιότητες των κατά το προηγούμενον άρθρον συνιστωμένων Ειδικών Υπηρεσιών, είναι αι τοιαύται των Διευθύνσεων Τεχνικών Υπηρεσιών των Νομών, ως αύται καθορίζονται δια της υπ’ αριθ. Λ7/16/11/7.10.1970 κοινής αποφάσεως «περί οργανώσεως των Περιφερειακών Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημοσίων Έργων» (ΦΕΚ 776/Β/ 1970) και των περί διοικητικής αποκεντρώσεως διατάξεων (Β.Δ.712/1970, 677/1971 και 198/1972) αι αφορώσαι μόνον εις την εφαρμογήν του βάσει του Νόμ.397/1976 (ΦΕΚ 200/1976) «περί στεγαστικής αποκαταστάσεως των πληγέντων εκ σεισμών κατά την χρονικήν περίοδον των ετών 1972-1976 οριζομένου στεγαστικού προγράμματος ως και αι προβλεπόμεναι δια τας Τεχνικάς Υπηρεσίας του Νομού υπό των διατάξεων του αυτού Νόμου. Ωσαύτως αι αυταί Υπηρεσίαι ασκούν τας δι’ αποφάσεων των Υπουργών Δημοσίων Έργων και Κοινωνικών Υπηρεσιών μεταβιβαζομένας, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 19 παρ. 1 του Νόμ. 397/1976, αρμοδιότητας και βάσει των εκάστοτε παρεχομένων υπό του Υπουργείου Δημοσίων Έργων τεχνικών οδηγιών. Άρθρ.3.-1.Ως προϊστάμενοι των συνιστωμένων Ειδικών Υπηρεσιών, τοποθετούνται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίων Έργων μόνιμοι τεχνικοί υπάλληλοι του Κλάδου Α1, Α2 και Α4 του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ή δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Κοινωνικών Υπηρεσιών και Δημοσίων Έργων μόνιμοι τεχνικοί υπάλληλοι ομοίων Κλάδων του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών εκ των διατεθέντων και υπηρετούντων εις το Υπουργείον Δημοσίων Έργων. 2.Ο Προϊστάμενος εκάστης Ειδικής Υπηρεσίας: α)Εκδίδει τας αναγκαιούσας διαταγάς και προβαίνει εις τας δεούσας ενεργείας, ως και εις την λήψιν των επιβαλλομένων μέτρων των αποσκοπούντων εις την εύρυθμον λειτουργίαν της Υπηρεσίας δια την εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων αυτής εκτέλεσιν και διοίκησιν εκτελέσεως του προγράμματος αποκαταστάσεως των σεισμοπλήκτων της περιφερείας του. (Μετά την σελ. 284,10) Σελ. 284,11 Τεύχος 622 – Σελ. 133 Σεισμόπληκτοι Διάφοροι 35.Ε.ω.20 904 β)Κατευθύνει, εποπτεύει και ελέχγει το υπ’ αυ-τόν τεχνικόν, διοικητικόν, εργατοτεχνικόν, βοηθη-τικόν και λοιπόν προσωπικόν της ΕιδικήςΥπηρεσίας, των Εργοταξίων και λοιπών εγκαταστάσεων, εγκρίνει την χορήγησιν εις τούτο αδειών, συμφώνως τη κειμένη νομοθεσία και υπογράφει τας καταστάσεις μισθοδοσίας, των κατά νόμον προσθέτων επιδομάτων, οδοιπορικών εξόδων, υπερωριακής εργασίας και πάσης φύσεως αποζημιώσεως τούτου, και γ)Καθορίζει δι’ αποφάσεών του την τοπικήν αρμοδιότητα των εργοταξίων, την τοποθέτησιν των προϊσταμένων τούτων, και των Γραφείων της Υπηρεσίας, ως και τας αρμοδιότητας και το αντικείμενον αυτών και του προσωπικού των. Άρθρ.4.-Το απαιτούμενον προσωπικόν δια την λειτουργίαν των δια του άρθρ. 1 του παρόντος συνιστωμένων Ειδικών Υπηρεσιών εξασφαλίζεται δια μεταθέσεως ή αποσπάσεως, υπαλλήλων του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ή των διατιθεμένων και υπηρετούντων παρ’ αυτώ τεχνικών υπαλλήλων του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών και δια προσλήψεως συμφώνως τω άρθρ. 17 του Νόμ. 397/1976. Εις τους οικείους Νομάρχας παρέχεται η ευχέρεια όπως δι’ αποφάσεως των, ενισχύουν τας ως άνω Ειδικάς Υπηρεσίας δια τεχνικού προσωπικού εκ του υπηρετούντος εις τα Ειδικά Τμήματα στεγαστικής αποκαταστάσεως σεισμοπλήκτων, όπου λειτουργούν τοιαύτα. Εις τους επί των Κοινωνικών Υπηρεσιών και Δημοσίων Έργων Υπουργούς, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. Σελ. 284,12 Τεύχος 622 – Σελ. 134 35.Ε.ω.20 Σεισμόπληκτοι Διάφοροι 905
273
1. ΝΟΜΟΣ 5184 της 17/28 Ιουλ. 1931 Περί οργανώσεως και διοικήσεως της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης. (Κατηργήθη δια του άρθρ. 17 Ν.Δ. 2407/ 1953, κατωτ. αριθ. 6).
109
27. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. 167502 της 19/30 Δεκ.1972 (ΦΕΚ Β΄ 1139) Περί καθορισμού των ορίων των Διοικητικών Επιθεωρήσεων Μέσης Εκπαιδεύσεως Νομού Αττικής και υπαγωγής αυτών εις τας Α΄ και Γ΄ Ανωτέρας Εκπαιδευτικάς Περιφερείας. (Κατηργήθη από 1 Ιαν. 1975 δια της υπ’ αριθ. Φ.200/45/108216/1974 ομοίας, κατωτ. αριθ. 29).
41
3. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 3046 της 6/8 Οκτ. 1954 Περί προσθήκης εις την περίπτ. ζ΄ της παρ. 3 του άρθρ. 4 του από 23 Σεπτ. 1948 Β.Δ/τος «περί εκτελέσεως της παρ. 2 του άρθρ. 4 του ΚΗ΄/1947 Ψηφίσματος» ως αντικατεστάθη δια του από 22 Μαΐου 1954 Β.Δ/τος περί καταργήσεως και αντικαταστάσεως της περιπτ. θ΄ της παρ. 3 του άρθρ. 4 του αυτού Β.Δ/τος.
78
11. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 97 της 19/31 Ιαν. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 28) Περί καθορισμού λιμένων και σημείων εξαγωγής και εισαγωγής ζώντων ζώων και προϊόντων ζωϊκής εν γένει προελεύσεως. Κατηργήθη δια του άρθρ. 23 Π.Δ. 40/1977 (κατωτ. σελ. 668,241).
112
6. ΝΟΜΟΣ 4092 της 8/14 Μαρτ. 1929 (ΦΕΚ Α΄ 100) Περί προστασίας περιουσιακών τινων δικαίων. Βλ. και άρθρ. 330 Ποιν. Κώδικος (8.Αα.3). Άρθρ.1.-(Όστις, επί σκοπώ του να περιποιήση εις εαυτόν ή άλλον παράνομον περιουσιακόν όφελος, εξαναγκάζει τινά διά της βίας ή απειλής εις πράξιν ή παράλειψιν, εξ ης επέρχεται ζημία εις την περιουσίαν αυτού του εξαναγκαζομένου, ή δικαιούχου του, ή τρίτου, ούτινος ο εξαναγκαζόμενος είναι αντιπρόσωπος, μισθωτής ή καλλιεργητής, ή κάτοχος εξ οιασδήποτε νομίμου σχέσεως, τιμωρείται, 1) με φυλάκισιν 6 μηνών, εάν η πράξις ετελέσθη διά σωματικής βίας ή απειλής, ηνωμένων με κίνδυνον σώματος ή ζωής, 2) κατά πάσαν άλλην περίπτωσιν με φυλάκισιν 1 μηνός μέχρις ενός έτους). Κατηργήθη υπό του Νόμ. 6142 (τόμ. 9). Άρθρ.2.-(Ο διά βίας ή απειλών ή καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον, εκτός της προς τα δικαστήρια προσφυγής ή δι’ άλλου νομίμου μέσου, προσπαθών να παρακωλύση την εγκατάστασιν του δικαιουμένου ή των διαδόχων του εν τη κατοχή του επιδικασθέντος ή κατακυρωθέντος αυτώ ακινήτου ή την αφαίρεσιν κινητού επιδικασθέντος εις άλλον, ή την διατήρησίν του εν τη κατοχή, ή να ματαιώση ταύτην και πάσαν διαπραγμάτευσιν μετά τρίτων προς συνομολόγησιν συμβάσεως οιασδήποτε μετά τούτων, αφορώσης μεταβίβασιν, μίσθωσιν, καλλιέργειαν κλπ. του επιδικασθέντος, είτε αι απειλαί απευθύνονται προς τον δικαιωθέντα, ή διάδοχόν του, ή αντιπροσώπους αυτών είτε προς τρίτους, τιμωρείται με φυλάκισιν τριών ετών τουλάχιστον, εάν δεν επετεύχθη ο σκοπός, με ειρκτήν δε εάν επήλθε το επιδιωχθέν). Κατηργήθη υπό του άρθρ. 473 παρ. 26 Ποιν. Κώδικος. Σελ. 110,02(α) Τεύχος Δ102-Σελ. 20 Άρθρ.3.-Ο διά δικαστικής, διαιτητικής αποφάσεως δικαιωθείς ως ανωτέρω ή ο υπέρ ου εξεδόθη περίληψις υπερθεματιστής δικαιούται είτε προ της εγκαταστάσεως, διά την ενέργειαν ταύτης, είτε μετ’ αυτήν, διά την διατήρησιν της κατοχής και καρπώσεως, αμέσως είτε διά μισθωτού, να ζητήση την συνδρομήν της αστυνομικής αρχής δια τε την εγκατάστασιν και διατήρησιν της κατοχής και την παραμονήν δημοσίας δυνάμεως εν τω επιδικασθέντι, προς παρακώλυσιν πάσης διαταράξεως, άμα δε την κατάσχεσιν και την αφαίρεσιν του εκ του κτήματος παραχθέντος καρπού, οιοσδήποτε και αν είναι ο καλλιεργητής αυτού, και την παράδοσιν εις τον μεσεγγυούχον, μέχρις ου περί του μέτρου αποφασίση ο εισαγγελεύς. Άρθρ.4.-(Κατηργήθη υπό του άρθρ. 473 παρ. 26 Ποιν. Κώδικος).
237
9. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. 160120 της 20/20 Νοεμ. 1971 (ΦΕΚ Β΄ 931) Περί διδασκομένων και εξεταζομένων μαθημάτων της Οδοντιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. (Διορθ. Ημαρτ. της 11 Ιαν. 1972 (ΦΕΚ Β΄ 18) Περί των τυπικών προσόντων διορισμού καθηγητών εις την οδοντιατρικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης βλ. εν Ν.Δ. 1163/1972 (τομ. 31 Σελ. 50,12).
197
29. ΑΠΟΦΑΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ Αριθ. 168/3β της 17-28 Ιουλ.2003 (ΦΕΚ Β΄1042) Περιεχόμενο και τρόπος τήρησης του ημερολογίου του Κτηματολογικού Γραφείου και περιεχόμενο της αίτησης για καταχώρηση εγγραπτέας πράξης. Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις των άρθρων 3 (παρ. 2 εδ. δ), 14 (παρ. 3 εδ. γ΄) και 15 (παρ. 1) του Νόμου 2664/1998 «Εθνικό Κτηματολόγιο και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 275/Α΄/3.12.1998). 2. Το γεγονός ότι η προκαλούμενη δαπάνη καλύπτεται από τη σχετική πίστωση του προϋπολογισμού του Ο.Κ.Χ.Ε., αποφασίζει: Περιεχόμενο και τρόπος τήρησης του ημερολογίου του Κτηματολογικού Γραφείου Άρθρ.1.-Στο Κτηματολογικό Γραφείο τηρείται ημερολόγιο στο οποίο εγγράφονται κατά τη χρονική σειρά υποβολής τους όλες οι αιτήσεις για την καταχώριση πράξεων στο κτηματολογικό βιβλίο. Η εγγραφή των αιτήσεων γίνεται αυθημερόν κατά τη σειρά υποβολής τους και φέρουν την ημερομηνία και την ώρα παραλαβής τους από το Κτηματολογικό Γραφείο. Το ημερολόγιο τηρείται σε αναλογική μορφή, φέρει σε εμφανές σημείο το όνομα του Κτηματολογικού Γραφείου, περιέχει δε τα ακόλουθα στοιχεία: • Τον αριθμό πρωτοκόλλου κατά τη σειρά εγγραφής της αίτησης στο ημερολόγιο. • Το έτος, την ημερομηνία και την ώρα καταχώρισης της αίτησης. • Το ονοματεπώνυμο του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένου του ονοματεπώνυμου του πατέρα και της μητέρας του. • Το είδος της εγγραπτέας πράξης για την οποία ζητείται η καταχώριση. • Τον αριθμό και την ημερομηνία έκδοσης της εγγραπτέας πράξης. • Την εκδούσα αρχή. • Τον Κωδικό Αριθμό Εθνικού Κτηματολογίου του ακινήτου στο οποίο αφορά η ζητούμενη καταχώριση. • Το ονοματεπώνυμο των προσώπων στα οποία αφορά η εγγραπτέα πράξη ανά στήλη ως εξής: Α) Μεταβιβάζων/ Παραχωρών/ Καθ΄ ου/ Εκμισθωτής/ Εναγόμενος Β) Αποκτών/Υπέρ΄ ου/Μισθωτής/Ενάγων Σελ. 262,294 Τεύχος 1396 Σελ. 94 Περιεχόμενο της αίτησης για καταχώριση εγγραπτέας πράξης Άρθρ.2.-Στην αίτηση για την καταχώριση στα κτηματολογικά φύλλα των εγγραπτέων πράξεων αναγράφονται τα στοιχεία του προσώπου ( φυσικού ή νομικού) για το οποίο ζητείται η καταχώριση. Επίσης μνημονεύονται η πράξη της οποίας ζητείται η καταχώριση και τα συνυποβαλλόμενα έγγραφα και το ακίνητο στο οποίο αφορά η ζητούμενη καταχώριση με τον κωδικό του αριθμό (ΚΑΕΚ). Η αίτηση υποβάλλεται σε έντυπο που έχει τη μορφή που φαίνεται στο συνοδεύον την παρούσα απόφαση έντυπο, που αντίτυπό του δημοσιεύεται με την παρούσα απόφαση. 7.Γ.δ.29 Κτηματολόγιο
209
75. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. Β1/821 της 15/26 Νοεμ. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 870) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 7/11-11994) Έγκριση Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Παν/μίου Αθηνών. Τροποποιήθηκε από τις Φ.711.165/Β7/461/29 Ιουλ.-28 Αυγ.1996 (ΦΕΚ Β΄762),(Διόρθ.Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄401/29 Απρ.1998) και Β7/132/13-29 Οκτ.1998 (ΦΕΚ Β΄1132) απόφ.Υπ.Εθν.Παιδ. και Θρησκ.
199
5. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ΄αριθ.2326 της 3/11 Μαΐου 1940 Περί Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Εργων Αι διατάξεις του Νόμ. 6276 του έτους 1934 «περί τροποποιήσεως του Νόμ. 5655 «περί Ταμείου Συντάξεων Εργοληπτών», του Α.Ν. 315 του έτους 1936 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Νόμ. 6276 «περί τροποποιήσεως του Νόμ. 5655 «περί Ταμείου Συντάξεων Εργοληπτών» και του Α.Ν. 1229 του έτους 1938 «περί τροποποιήσεως του Νόμ. 6276 «περί τροποποιήσεως του Νόμ. 5655 «περί Ταμείου Συντάξεων Εργοληπτών», ως συνεπληρώθη και ετροποποιήθη δια του υπ΄ αριθ. 315 Α.Νόμου, τροποποιούμεναι και συμπληρούμεναι κωδικοποιούνται εις ενιαίον κείμενον Νόμου, υφ΄ ου και διέπεται εφεξής το Ταμείον. ΄Αρθρ.1.-1.Ιδρύεται «Ταμείον Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Εργων» εν τοις εφεξής «Ταμείον» καλούμενον, όπερ αποτελεί ίδιον νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, εδρεύον εν Αθήναις. ΄Αρθρ.7.-1. Οι πόροι του Ταμείου αποτελούνται: «α.Εκ μηνιαίας εισφοράς εκάστου ησφαλισμένου, ελευθέρως ασκούντος το επάγγελμα, υπολογιζομένης εις ποσοστόν 3% επί του εκάστοτε βασικού μισθού δημοσίου πολιτικού υπαλλήλου επί βαθμώ 2ω καταβλητέας εντός τριμήνου από του τέλους τους εις ον αναφέρεται αύτη, μηνός. Προκειμένου περί εμμίσθων η μηνιαία εισφορά ορίζεται εις 4% επί του ανωτέρω μισθού. Δια τους υπαγομένους το πρώτον εις την ασφάλισιν από της λήψεως του πτυχίου των και δια μίαν πενταετίαν από αυτής, η μηνιαία εισφορά ορίζεται ίση προς τα 60% της κατά τα ανωτέρω εισφοράς. Το Δημόσιον, ως και πάντα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και αι επιχειρήσεις οιασδήποτε μορφής υποχρεούνται εις παρακράτησιν και απόδοσιν εις το Ταμείον των ως άνω εισφορών των ησφαλισμένων εντός του επομένου μηνός, αφ΄ ου κατέστησαν απαιτηταί αι αντίστοιχοι αποδοχαί ή αμοιβαί, συνυποβαλλομένων και σχετικών αναλυτικών καταστάσεων». Το εδαφ. α΄ όπως είχε τροποποιηθή αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 6 Νόμ. 915/1979 (κατωτ. αριθ. 67). β)Εκ κρατήσεως 1% επί παντός ανεξαιρέτως λογαριασμού πληρωμής εργολάβου, φυσικού ή νομικού προσώπου, είτε ούτος κέκτηται πτυχίον εργολάβου δημοσίων έργων, είτε μη και επί των οπωσδήποτε εκτελουμένων έργων υπό του Δημοσίου, Δήμων, Κοινοτήτων και Νομικών εν γένει προσώπων δημοσίου δικαίου, μη ισχυούσης ως προς τας κρατήσεις και τους πόρους εν γένει του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών οιασδήποτε εναντίας διατάξεως γενικών ή ειδικών νόμων, καθιερούντων εξαιρέσεις ή απαλλαγάς. Η ως άνω κράτησις επιβάλλεται επί πάσης της αξίας εν γένει των απολογιστικώς δια των υπηρεσιών ή εργολάβων εκτελουμένων έργων και προμηθειών, συμφώνως τω άρθρ. 5 του Ν.Δ. 1076/1942 (κατωτ. άριθ. 8α). «β1.Εκ κρατήσεως 6% υπέρ τρίτων επί παντός ανεξαιρέτως λογαριασμού πληρωμής εργολάβου φυσικού ή νομικού προσώπου είτε ούτος κέκτηται πτυχίο εργολάβου Δημοσίων Έργων είτε μη και επί των οπωσδήποτε εκτελουμένων έργων υπό του Δημοσίου, Δήμων Κοινοτήτων και νομικών εν γένει προσώπων δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των εκτελουμένων έργων από τις εταιρείες αναπτύξεως έργων υποδομής του Νόμ. 2160/1993 κατά το μέρος που χρηματοδοτούνται είτε από τον Τακτικό Προϋπολογισμό, είτε από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων, είτε από τον προϋπολογισμό Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. είτε από κοινοτικούς πόρους μη ισχυούσης ως προς τας κρατήσεις και τους πόρους εν γένει του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. οιασδήποτε εναντίας διατάξεως γενικών ή ειδικών νόμων καθιερούντων εξαιρέσεις ή απαλλαγάς». Η περίπτ. β1 προστέθηκε από την παρ. 34 άρθρ. 27 Νόμ. 2166/1993 (ΦΕΚ Α΄ 137), κατωτ. αριθ. 120. γ)Εξ ενός επί τοις χιλίοις επί του προϋπολογισμού οιασδήποτε φύσεως τεχνικών έργων και οικοδομών, εξαιρουμένων μόνον των έργων των εκτελουμένων υπό του Δημοσίου, των Δήμων και των Κοινοτήτων. δ)Εκ ποσοστού ενός επί τοις χιλίοις επί της αξίας των εκ της αλλοδαπής εισαγομένων μηχανημάτων, των χρησιμοποιουμένων δια την εκτέλεσιν έργων οδοποιΐας, οικοδομικών, υδραυλικών και λιμενικών. ε)Εκ ποσοστού 2% επί της αμοιβής δια την εκπόνησιν οιασδήποτε μελέτης τεχνικής φύσεως, ως και την εκτέλεσιν ή επίβλεψιν του σχετικού έργου, του πληρωτέου ποσού των αμοιβών υπολογιζομένου πάντοτε βάσει των κειμένων εκάστοτε διατάξεων περί των αμοιβών των ιδιωτών Μηχανικών κλπ. Επί τυχόν συμφωνηθείσης μείζονος αμοιβής το καταβλητέον υπέρ του Ταμείου ποσοστόν υπολογίζεται βάσει του ποσού της συμφωνίας. «Κατά πάσαν περίπτωσιν η ως άνω ποσοστιαία εκ 2% κράτησις, η βαρύνουσα τους δικαιούχους των αμοιβών ιδιώτας, ησφαλισμένους αυτού, καταβάλλεται προς το Ταμείον ανεξαρτήτως πηγής χρηματοδοτήσεως της μελέτης του έργου». Το τελευταίο εδάφιο της περ. ε προστέθηκε ως άνω από το άρθρ. 10 Νόμ. 915/1979 κατωτ. αριθ. 67 Βλ. και άρθρ. 14 του ιδίου νόμου. ς-ι.(Καταργήθηκαν από το άρθρ. 8 Νόμ. 915/8 Μαΐου 1979 κατωτ. αριθ. 67). (Αντί για τη σελ. 186,01) Σελ. 186,01(α) Τεύχος 1229-Σελ. 47 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 23.Γ.δ.1 23.Γ.δ.1 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών ια)Εξ ειδικού ενσήμου του Ταμείου δραχμών είκοσι πέντε χρησιμοποιουμένου και επικολλωμένου επί παντός σχεδίου, εκθέσεως, γνωματεύσεως, πραγματογνωμοσύνης και μελέτης τεχνικής φύσεως, ως και επί παντός συμβολαίου, ή δικαιοπραξίας αφορώσης τεχνικής φύσεως, υπόθεσιν. Εάν η μελέτη σύγκειται τυχόν εκ πλειόνων τευχών επικολλάται ιδιαίτερον ένσημον εφ΄ εκάστου τεύχους, ανεξαρτήτως του αριθμού των φύλλων, εξ ων έκαστον τεύχος αποτελείται. Ως ίδια τεύχη, ιδιαιτέρως έκαστον επισημαινόμενον, θεωρούνται τα σχέδια, η τεχνική έκθεσις, οι στατικοί υπολογισμοί, η ανάλυσις των τιμών, το τιμολόγιον, ο προϋπολογισμός και η συγγραφή υποχρεώσεως. Το ποσόν του ανωτέρω ενσήμου ωρίσθη εις δραχ. 5.000 δια της υπ΄ αριθ. 45938/ 1949 Υπουργ. αποφάσεως. ιβ)Εξ ειδικού ενσήμου δραχ. 3, επικολλωμένου επί πάσης αιτήσεως απευθυνομένης προς τεχνικάς υπηρεσίας του Δημοσίου, Δήμων, Κοινοτήτων ή Νομικών Προσώπων δημοσίου δικαίου, επί ποινή απαραδέκτου της αιτήσεως. Το ποσόν του ανωτέρω ενσήμου ωρίσθη εις δραχ. 600 δια της υπ΄ αριθ. 45938/1949 Υπουργικής αποφάσεως. «ιγ.Εκ καταβολής ποσοστού 2% επί της αμοιβής εκάστης μελέτης βιομηχανικών, μεταλλευτικών, λατομικών, ηλεκτρολογικών και μηχανολογικών εγκαταστάσεων πάσης φύσεως, εκπονουμένων είτε υπό μετόχων του Ταμείου, είτε υπό πάσης φύσεως εταιρειών ή τεχνικών γραφείων, τη εντολή δημοσίων εν γένει δημοτικών, κοινοτικών και λιμενικών Αρχών και παρά πάντος Νομικού Προσώπου Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου και παντός ιδιώτου άνευ περιορισμού τινος, ως προς το ανώτατον όριον κρατήσεως». Η περιπτ. ιγ αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 11 Νόμ. 915/1979, βλ. και άρθρ. 14 του ιδίου νόμου κατωτ. αριθ. 67. ιδ-ιε.(Καταργήθηκαν από το άρθρ. 8 Νόμ. 915/58 Μαΐου 1979 κατωτ. αριθ. 67). ις)Εκ των κατά τα κατωτέρω οριζομένων καταβολών υπό παντός ιδιώτου ή νομικού προσώπου, μετέχοντος εις οιονδήποτε συναγωνισμόν προς ανάληψιν της εκτελέσεως οιουδήποτε έργου, ή προμηθείας μηχανημάτων, ή υλικών, χρησίμων δια την εκτέλεσιν έργων του Δημοσίου, Δήμου , Κοινοτήτων ή Νομικών εν γένει προσώπων δημοσίου δικαίου αξίας ανωτέρας των δραχμών πέντε χιλιάδων, άνευ καταβολής των οποίων η προσφορά είναι απαράδεκτος και απορριπτέα. Αι καταβολαί ορίζονται ως κάτωθι: «Δραχ. 1.(000) δια δημοπρασίας έργων ή προμηθειών αξίας μέχρι δραχ. 50.000 (000). Δραχ. 2.(000) δια δημοπρασίας έργων ή προμηθειών αξίας δραχ. 50.000.(001) έως 100.000.(000). Δραχ. 5.(000) δια δημοπρασίας έργων ή προμηθειών αξίας δραχ. 100.000(001) έως 250.000 (000). Δραχ. 10.(000) δια δημοπρασίας έργων ή προμηθειών αξίας δραχ. 250.000.(001) έως 500.000.(000). Δραχ. 20.(000) δια δημοπρασίας έργων ή προμηθειών αξίας δραχ. 500.000.(001) έως 1.000.000. (000). Δραχ. 40.(000) δια δημοπρασίας έργων ή προμηθειών αξίας δραχ. 1.000.000.(001) έως 2.000.000. (000). Δραχ. 80.000 δια δημοπρασίας έργων ή προμηθειών αξίας δραχ. 2.000.000.(001) (και άνω)». Αι ανωτέρω καταβολαί ωρίσθησαν δια της υπ΄ αριθ. 45938 της 28/30 Ιουλ. 1949 αποφάσεως Υπουργών Δημ. Έργων και Οικονομικών. Περαιτέρω δια της υπ΄ αριθ. Α.35993 της 31 Ιουλ./11 Αυγ. 1967 απόφ. Υπ. Οικονομικών και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ Β΄ 507) ωρίσθη ο κατά τα ανωτέρω πόρος του Ταμείου επί προσφοράς δι΄ έργα αξίας άνω των 2.000.000 δραχμών ως ακολούθως: Από δραχ. 2.000.001 μέχρι 5.000.000 δραχ. 80. Από δραχ. 5.000.001.μέχρι 10.000.000 δραχ. 100. Δια τας πέραν των 10.000.000 δραχμών δημοπρασίας και ανά δεκάδα εκατομμυρίων δραχμών ή κλάσμα αυτής, ο εν λόγω πόρος θα αυξάνεται κατά 100 δραχμάς. Εις τους καταβάλλοντας τ΄ ανωτέρω ποσά χορηγείται υπό του Ταμείου, ή των εντεταλμένων αρμοδίων Αρχών, ένσημον αντιστοίχου κλάσεως, όπερ επικολλάται επί του παραδιδομένου τη Επιτροπή επί της δημοπρασίας εγγράφου της προσφοράς, ή επί του πρακτικού της δημοπρασίας εφ’ όσον πρόκειται περί φανεράς δημοπρασίας και αποτελεί απόδειξιν της καταβολής. Τα ένσημα ταύτα ακυρούνται υπό του Προέδρου της Επιτροπής επί της δημοπρασίας, εφαρμοζομένων κατ΄ αυτού εν περιπτώσει μη ακυρώσεως, των διατάξεων της παρ. 15 του παρόντος. ιζ.(Καταργήθηκε από το άρθρ. 8 Νόμ. 915/5-8 Μαΐου 1979 κατωτ. αριθ. 67) «ιη.Εξ εισφοράς 2% επί των τεκμαρτών καθαρών κερδών των προερχομένων εκ των δημοσίων έργων ή των έργων Δήμων ή Κοινοτήτων και Νομικών εν γένει Προσώπων Δημοσίου ή Ιδιωτικού, Δικαίου, ως και επί οιασδήποτε φύσεως ιδιωτικών τεχνικών έργων και οικοδομών, βαρυνούσης τους υπαγομένους εις την ασφάλισιν του Ταμείου εργολήπτας, ως και τας πάσης μορφής Εργοληπτικάς Εταιρείας δια τα εισοδήματά των τα προερχόμενα εκ της εκτελέσεως των ως άνω αναφερομένων έργων. Δια την είσπραξιν των κατά την παρούσαν περίπτωσιν δικαιωμάτων του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. εφαρμό(Αντί για τη σελ. 187(γ) Σελ. 187(δ) Τεύχος 709-Σελ. 85 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 23.Γ.δ.1 ζονται αναλόγως αι διατάξεις των παρ. 9 και 10 του παρόντος άρθρου». Η περιπτ. ιη προστέθηκε ως άνω από το άρθρ. 12 Νόμ. 915/1979 (κατωτ. αριθ. 67). 2.«Ο τρόπος της καταβολής και πάσα εν γένει λεπτομέρεια αφορώσα την είσπραξιν των εν τω παρόντι άρθρω κατανομαζομένων εισφορών και λοιπών πόρων του Ταμείου κανονίζονται εκάστοτε δι΄ αποφάσεως του επί των Δημοσίων Έργων Υπουργού μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου». Η παρ. 2 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ.4 Ν.Δ. 2724/ 1953, κατωτ. αριθ. 21. «3.Δι΄ αποφάσεων του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, εκδιδομένων μετά γνώμην του Δ.Σ. του Ταμείου, δύναται να μεταβάλλεται ο τρόπος εισπράξεως παντός πόρου του Ταμείου, προκειμένου δε περί εισπράξεως τούτων δι΄ ενσήμων, να ορίζεται ο τύπος αυτών, ως και πάσα αναγκαία λεπτομέρεια προκύπτουσα εκ της μεταβολής. 4.Πάσα απαίτησις του Ταμείου εξ οιασδήποτε αιτίας προερχομένη μετά των προσθέτων επιβαρύνσεων, εισπράττεται βάσει των δικονομικών διατάξεων της εκάστοτε ισχυούσης δια την αναγκαστικήν είσπραξιν των Δημοσίων εσόδων, νομοθεσίας, εξαιρουμένου του μέτρου της προσωπικής κρατήσεως το οποίον δύναται να επιβάλληται μόνον εις περίπτωσιν εισπράξεως αυτής δια των Δημοσίων Ταμείων. Τίτλον δια την τοιαύτην αναγκαστικήν είσπραξιν αποτελεί απόφασις του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. καθορίζουσα το εισπρακτέον ποσόν εκ καθυστερουμένων εν γένει απαιτήσεων και προσθέτων επιβαρύνσεων, την αιτίαν της οφειλής, ως και την περίοδον εις ην ανάγεται αύτη. Δια της επιδόσεως της ατομικής ειδοποιήσεως εις τον οφειλέτην διακόπτεται η παραγραφή. Το Ταμείον δύναται να επιδιώξη την είσπραξιν των απαιτήσεών του και κατά την τακτικήν διαδικασίαν ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων» Σελ. 188(δ) Τεύχος 709-Σελ. 86 Οι παρ. 3 και 4 αντικαταστάθηκαν ως άνω από το άρθρ. 13 Νόμ. 915/ 1979, κατωτ. αριθ. 67. 5.«Ουδείς εργολήπτης γίνεται δεκτός εις δημοπρασίαν οιουδήποτε τεχνικού έργου εάν μετά των λοιπών απαιτουμένων κατά τας κειμένας διατάξεις σχετικών προς συμμετοχήν του εις δημοπρασίας δεν συνυποβάλη εις την επί της δημοπρασίας Επιτροπήν αφ΄ ενός απόδειξιν πληρωμής πασών των κατά το εδ. α΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου καθοριζομένων εισφορών του μέχρι και της προηγουμένης τριμηνίας, ως αύται βάσει των κειμένων διατάξεων εκάστοτε καθορίζονται και αφ΄ ετέρου αποδείξεις πληρωμής, μέχρι και της καθ΄ ην διενεργείται η δημοπρασία εξαμηνίας του οικονομικού έτους απασών των προς το Τεχνικόν Επιμελητήριον οφειλών του, εφ΄ όσον τυγχάνει μέλος αυτού, ή εφ΄ όσον δεν τυγχάνει μέλος τούτου, απασών των προς την Πανελλήνιον ΄Ενωσιν Συνδέσμων Εργοληπτών Δημοσίων Έργων εισφορών του, ως αύται εγκρίνονται εκάστοτε υπό του Πανελλαδικού Εργοληπτικού Συνεδρίου και απασών των προς τας Εργοληπτικάς Οργανώσεις εις ας υποχρεωτικώς εγγράφονται, εισφορών του». Η παρ. 5 ετροποποιήθη ως άνω δια του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 308/1947 (κατωτ. αριθ. 17). 6.Δεν επιτρέπεται η υπό των υπηρεσιών του Δημοσίου, Δήμων και Κοινοτήτων, ή των Νομικών εν γένει Προσώπων δημοσίου δικαίου, θεώρησις ή έγκρισις μελετών πάσης φύσεως, προϋπολογισμών, εκθέσεων, γνωματεύσεων κλπ. εκδιδομένων παρά παντός μετόχου του Ταμείου, εάν δεν προσαχθή απόδειξις πληρωμής παρά του μετόχου πασών των κατά το εδ. α΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου οφειλομένων εισφορών προς το Ταμείον, ως και των κατά το εδ. ι΄ της αυτής παρ. 1 του παρόντος κρατήσεων επί των αμοιβών εκ μισθωτών υπηρεσιών, αμφοτέρων δε μέχρι και της προηγουμένης τριμηνίας. 7.(Καταργήθηκε από το άρθρ. 36 παρ. 2 Νόμ. 915/1979, κατωτ. αριθ. 67) 23.Γ.δ.1 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 8.Ο διαγραφείς εκ του καταλόγου των μετόχων δεν υπόκειται από της διαγραφής του και εφεξής εις τας εισφοράς των εδ. α΄ και ι της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, δεν απαλλάσσεται όμως των λοιπών επιβαρύνσεων των καθιερουμένων υπέρ του Ταμείου δια του παρόντος Νόμου. Ο διαγραφόμενος δύναται να επανεγγραφή τη αιτήσει του μετά παρέλευσιν εξ μηνών από της διαγραφής του, ουδέποτε όμως συνυπολογίζεται ως συντάξιμος ο μέχρι της επανεγγραφής χρόνος. 9.Από της ισχύος του παρόντος νόμου ουδεμία ανεξαιρέτως πιστοποίησις πληρωμής δια τα υπό του Δημοσίου, των Δήμων, Κοινοτήτων και λοιπών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου οπωσδήποτε εκτελούμενα έργα συντάσσεται ή θεωρείται υπό δημοσίας ή άλλης Αρχής ή Νομικού Προσώπου δημοσίου δικαίου, εάν δεν συνοδεύεται υπό αποδείξεως καταβολής του υπέρ του Ταμείου κατά το εδ. β΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, καθοριζομένου ποσού. 10.Ουδείς προϋπολογισμός οιουδήποτε τεχνικού έργου ή οικοδομής θεωρείται ή εγκρίνεται υπό δημοσίας ή άλλης Αρχής ή Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, εάν δεν συνοδεύηται υπό αποδείξεως πληρωμής υπέρ του Ταμείου του κατά το εδ. γ΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου καθοριζομένου ποσοστού επί του σχετικού προϋπολογισμού. 11.Ουδενός μηχανήματος χρησιμοποιουμένου προς εκτέλεσιν τεχνικού εν γένει έργου επιτρέπεται η εισαγωγή εάν μετά των απαιτουμένων προς εκτελωνισμόν δεν συνυποβληθή εις την αρμοδίαν υπηρεσίαν υπό του εισάγοντος και απόδειξις πληρωμής του κατά το εδ. δ΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου καθοριζομένου ποσοστού επί της αξίας του μηχανήματος. 12.Ουδεμία μελέτη περί ης τα εδ. ε΄ και ιγ΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου εγκρίνεται ουδέ θεωρείται υπό Δημοσίας Αρχής, Δήμων, Κοινοτήτων ή Νομικού εν γένει προσώπου δημοσίου δικαίου, εάν μη προσαχθή απόδειξις πληρωμής του κατά τα άνω εδάφια καθοριζομένου ποσοστού υπέρ του Ταμείου. Αι κατά τα εδ. ε΄ και ιγ΄ καταβολαί εισπράττωνται ανεξαρτήτως της εισφοράς της καθιερωμένης υπό του εδ. ι΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, αλλά μόνον εφ΄ όσον οι εκπονήσαντες τας μελέτας μισθωτοί αμείβονται ιδιαιτέρως δια την εκπόνησιν των μελετών τούτων. 13.Πάσα έκθεσις, γνωμάτευσις ή σχέδιον και γενικώς παν συμβόλαιον περί ων προβλέπει το εδ. ια΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου στερείται πάσης αποδεικτικής ισχύος και δεν γίνεται δεκτόν ενώπιον των Δικαστηρίων ή άλλης Αρχής άνευ επικολλήσεως του κατά την ανωτέρω παράγραφον ειδικού υπέρ του Ταμείου ενσήμου. 14.Ουδείς λογαριασμός πληρωμής μηχανημάτων, υλικών, ή άλλων προμηθειών, εκ των υπό του εδ. ιε΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου προβλεπομένων εκδίδεται ή θεωρείται άνευ της προσαγωγής αποδείξεως του Ταμείου, εμφαινούσης την είσπραξιν του κατά το άνω εδάφιον ποσοστού. 15.Πας υπάλληλος του Δημοσίου, των Δήμων, Κοινοτήτων, και Νομικών εν γένει προσώπων δημοσίου δικαίου και των Στρατιωτικών ή Ναυτικών Καταστημάτων και εν γένει πας υπάλληλος εκδίδων πιστοποίησιν δι΄ έργα βαρύνοντα τον προϋπολογισμόν του Κράτους ή των Δήμων, Κοινοτήτων και Νομικών εν γένει Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ή εκδίδων ή επιδίδων πιστοποιητικόν εργολήπτου ή θεωρών ή εγκρίνων προϋπολογισμόν ιδιωτικού τεχνικού έργου ή οικοδομής ή εγκρίνων μελέτην συνταχθείσαν υπό μετόχου του Ταμείου, ή επιτρέπων την εισαγωγήν χρησιμοποιουμένου δια την εκτέλεσιν τεχνικών εν γένει έργων μηχανήματος ή ενεργών παραλαβήν ηλεκτρολογικής εγκαταστάσεως άνευ προσαγωγής αυτώ των οικείων αποδείξεων πληρωμής υπέρ του Ταμείου των υπό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου καθοριζομένων ποσοστών, διώκεται ποινικώς τη εγκλήσει του Ταμείου επί παραβάσει καθήκοντος κατά το άρθρ. 487 του Π.Νόμου είναι δε προσωπικώς υπεύθυνος έναντι αυτού δια πάσαν προσγενομένην τω Ταμείω ζημίαν. 16.Ανεξαρτήτως των κυρώσεων των θεσπιζομένων δια του παρόντος Νόμου εν περιπτώσει μη πληρωμής των υπέρ του Ταμείου νενομοθετημένων εισφορών ή άλλων καταβολών, το Ταμείον δικαιούται πάντοτε να αξιώση ταύτας δια της νομίμου οδού εκ μέρους παντός υποχρέου. Άρθρ.8.-1.Η περιουσία του Ταμείου διατίθεται ως εξής: «α)Εις την αγοράν κεντρικών ακινήτων εις Αθήνας, Πειραιά και Θεσσαλονίκην και εις πόλεις όπου εδρεύει Περιφερειακή Υπηρεσία Δημοσίων Έργων ή Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημοσίων Εργων». Η περ. α΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 15 Νόμ. 915/ 1979, κατωτ. αριθ. 67. β)Εις την χορήγησιν επί τόκω δανείων επί πρώτη υποθήκη πλήρους κυριότητος, αστικών ακινήτων, ανηκόντων εις φυσικά ή νομικά πρόσωπα και κειμένων εντός του σχεδίου των πόλεων Αθηνών-Πειραιώς «και Θεσσαλονίκης». γ)Εις την αγοράν εθνικών χρεωγράφων, πάντοτε όμως εις τιμήν μικροτέραν του αρτίου. (Αντί για τη σελ. 189(α) Σελ. 189(β) Τεύχος 709-Σελ. 87 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 23.Γ.δ.1 δ)Εις προεξόφλησιν συντάξεων μετοχών του Ταμείου «και μισθών μέχρι 6 κατ΄ ανώτατον όριον». Τα εντός « » προσετέθησαν δια των παρ. 1 και 2 άρθρ. 2 Ν.Δ. 2724/1953 (κατωτ. αριθ. 21). ε)Εις την προεξόφλησιν λογαριασμών πληρωμής έργων εκτελεσθέντων υπό των μετόχων του Ταμείου, αποφασιζομένην κατά την απόλυτον κρίσιν του Διοικ. Συμβουλίου ορίζοντος και τας εκάστοτε παρασχετέας προς το Ταμείον ασφαλείας. Βλ. και παρ.3 άρθρ. 2 Ν.Δ. 2724/1953 (κατωτ. αριθ. 21). ς)Εις χρηματοδότησιν παραγωγικών ή άλλων τεχνικών έργων δια του δανεισμού των εκτελούντων ταύτα Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, επί υποθήκη ή άλλη οιαδήποτε ασφαλεία. ζ)Εις πάσαν άλλην εργασίαν ή διάθεσιν ην ήθελε κρίνει ωφέλιμον δια το Ταμείον το Διοικ. Συμβούλιον. 2.Εις τας περιπτώσεις των εδ. α΄ β΄ γ΄ δ΄, ε΄ και ς΄ της προηγουμένης παραγράφου η απόφασις του Διοικ. Συμβουλίου είναι ισχυρά εφ΄ όσον ληφθή δια πλειοψηφίας των 2/3 τουλάχιστον του συνόλου των μελών του Συμβουλίου ανεξαρτήτως του αριθμού των κατά την Συνεδρίαν παρόντων. Εις την περίπτωσιν όμως του εδ. ζ΄ απαιτείται όπως η απόφασις ληφθή δια παμψηφίας του συνόλου των μελών του Δ.Συμβουλίου. 3.Η εις μετρητά περιουσία του Ταμείου κατατίθεται παρά τη Εκδοτική Τραπέζη της Ελλάδος ή τη Εθνική, πλην του δια τας τρεχούσας ανάγκας του Ταμείου απαιτουμένου ποσού. ΄Αρθρ.9.-1.Μέχρι τέλους του έτους 1941 το 1/5 τουλάχιστον των ετησίων εισπράξεων του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένων και των τόκων των κεφαλαίων, φέρεται εις αποθεματικόν, όπερ επ΄ ουδενί λόγω επιτρέπεται να θιγή. 2.Από 1ης Ιαν. 1942 και εφεξής φέρεται εκάστοτε ως αποθεματικόν τουλάχιστον το 1/10 των ετησίων προσόδων του Ταμείου. ΄Αρθρ.10.-1 Το Ταμείον Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημ. Έργων υπάγεται αποκλειστικώς εις τον έλεγχον και την εποπτείαν μόνον του Υπουργείου Συγκοινωνίας καταργουμένης της επ΄ αυτού αρμοδιότητος οιουδήποτε Υπουργείου και πάσης εν γένει υπηρεσίας και μη εφαρμοζομένης ως προς το Ταμείον τούτο πάσης εναντίας διατάξεως παντός γενικού ή ειδικού Νόμου. 2-3.(Καταργήθηκαν δια του άρθρ. 11ου του Β.Δ. της 6/7 Ιουν. 1951 περί τροποποιήσεως του Κώδικος Νόμων περί τελών χαρτοσήμου). Σελ. 190(β) Τεύχος 709-Σελ. 88 23.Γ.δ.1 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών ΄Αρθρ.11.-1.Λογιστικόν σύστημα δια το Ταμείον λογίζεται το διπλογραφικόν τραπεζιτικής μορφής. 2.Οικονομικόν έτος διαχειρίσεως θεωρείται το χρονικόν διάστημα από 1 Απριλίου μέχρι 31 Μαρτίου. 3.Εντός τριμήνου από της ενάρξεως εκάστου έτους συντάσσεται ο ισολογισμός της διαχειρίσεως του παρελθόντος έτους. 4.Ο ισολογισμός του Ταμείου μετά των αναλυτικών πινάκων και εκθέσεων παραπέμπονται εντός διμήνου εις Ελεγκτικήν Επιτροπήν τριμελή, αποτελουμένην εξ ενός υπαλλήλου του Υπουργείου Συγκοινωνίας οριζομένου υπό του επί της Συγκοινωνίας Υπουργού, ενός υπαλλήλου της Τραπέζης της Ελλάδος, οριζομένου υπό της Διοικήσεως αυτής, και ενός υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών, οριζομένου υπό του Υπουργού των Οικονομικών επί τη αιτήσει του Ταμείου. Την αμοιβήν των ελεγκτών τούτων, μη δυναμένην να υπερβή τας δισχιλίας δραχμάς δι΄ έκαστον, ορίζει το Διοικητικόν Συμβούλιον του Ταμείου. 5.Οι ελεγκταί αποφαίνονται δι΄ ητιολογημένης εκθέσεως προς το Συμβούλιον, όπερ ακολούθως εγκρίνει τον ισολογισμόν και διανέμει αυτόν εκτυπούμενον. 6.Εν τω ισολογισμώ αναγράφονται τα περιουσιακά στοιχεία με την αξίαν, ην έχουσι κατά την εποχήν της συντάξεως αυτού, πλην των κάτωθι εξαιρέσεων. α)΄Εντοκα γραμμάτια, μετοχαί, ομολογίαι και χρηματόγραφα εν γένει αναγράφονται με την τιμήν της κτήσεως αυτών μόνον, εφ΄ όσον η συνολική αξία κτήσεως του συνόλου των χρηματογράφων του Ταμείου είναι κατωτέρα της προκυπτούσης εκ της εν τω χρηματιστηρίω τρεχούσης τιμής πάντων τούτων κατά την 31ην Δεκεμβρίου εκάστου έτους, άλλως αναγράφονται με την ως ανωτέρω τρέχουσαν εν τω Χρηματιστηρίω συνολικήν τιμήν αυτών. β)Τ΄ ακίνητα εν γένει αναγράφονται εις την τιμήν της κτήσεως, ηυξημένην δια των δαπανών βελτιώσεως και μειουμένην αναλόγως της ετησίας αναλώσεως ή φθοράς αυτών. 7.Αι δαπάναι εγκαταστάσεως και οργανώσεως του Ταμείου γενόμεναι είτε κατά την ίδρυσιν αυτού, είτε μεταγενεστέρως αποσβένυνται κατ΄ απόφασιν του Διοικ. Συμβουλίου εντός πενταετίας από του χρόνου της διενεργείας αυτών. «8.Το προς σύνταξιν δικαίωμα δεν υπόκειται εις παραγραφήν. Συντάξεις και άλλαι οιασδήποτε φύσεως παροχαί παραγράφονται μετά τριετίαν από του τέλους του μηνός καθ΄ ον κατέστησαν απαιτηταί». Η παρ. 8 αντικαταστάθηκε ως άνω από το ΄Αρθρ.2.1.Σκοπός του Ταμείου είναι η παροχή συντάξεως, ή εφ΄ άπαξ βοηθήματος εις τους μετόχους, οι οποίοι παύουσι να εξασκώσι το επάγγελμα, ως και τας οικογενείας αυτών. 2.Δια Β.Δ/τος εφ΄ άπαξ εκδοθησομένου προτάσει του Υπουργού Συγκοινωνίας μετά γνώμην του Δ.Συμβουλίου του Ταμείου, κανονισθήσονται ειδικώτερον τα της απονομής συντάξεως ή εφ΄ άπαξ βοηθήματος εις τους μετόχους, τους καθισταμένους ανικάνους προς εργασίαν ένεκα γήρατος ή ανιάτου ασθενείας, ως και εν περιπτώσει θανάτου ήτοι ο καθορισμός του ορίου ηλικίας και συνταξίμου χρόνου των ησφαλισμένων και μελών της οικογενείας των, το είδος και η έκτασις των παροχών, αι προϋποθέσεις και η διαδικασία υφ΄ ας χορηγούνται, μειούνται ή διακόπτονται, ο τρόπος και αι προϋποθέσεις (Αντί για τη σελ. 181(γ) Σελ. 181(δ) Τεύχος 709-Σελ 79 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 23.Γ.δ.1 αναγνωρίσεως της προϋπηρεσίας των ησφαλισμένων μετόχων, καθώς και πάσα άλλη λεπτομέρεια αναγκαία δια την εκπλήρωσιν των σκοπών του Ταμείου. Εις εκτέλεσιν της παρ. 2 εξεδόθη το Β.Δ. 20 Νοεμ./4 Δεκ. 1940 περί εκτελέσεως του Α.Ν. 2326. άρθρ. 17 παρ. 1 Νόμ. 915/1979, κατωτ. αριθ. 67 Η παρ.2 του ιδίου άρθρου όρισε: «Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου έχουν εφαρμογήν και επί των μέχρι της ισχύος του παρόντος Νόμου, παραγραφέντων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, έστω και αν εξεδόθη απορριπτική απόφασις του Δ.Σ. του Ταμείου, των οικονομικών αποτελεσμάτων επερχομένων από της υποβολής, μετά την ισχύν του παρόντος, της σχετικής αιτήσεως». 9.Απαγορεύεται η δωρεά εν ζωή ή αιτία θανάτου, η εκχώρησις και η κατάσχεσις των υπό του Ταμείου χορηγουμένων συντάξεων ή εφ΄ άπαξ βοηθημάτων. Επιτρέπεται εξαιρετικώς η κατάσχεσις του ενός τετάρτου της συντάξεως λόγω διατροφής συζύγου, τέκνων ή γονέων. 10.Εν πάση περιπτώσει ή δια τους άνω λόγους, ως και δια πάντα ανεξαιρέτως έτερον λόγον, κατάσχεσις εις χείρας του Ταμείου ως τρίτου και αν στηρίζεται επί δημοσίου εγγράφου ή αποφάσεως δικαστικής και εν γένει επί εκτελεστού τίτλου επιβάλλεται μόνον αδεία του Προέδρου Πρωτοδικών. Η επιτρέπουσα την κατάσχεσιν προεδρική πράξις κοινοποιείται συγχρόνως μετά του κατασχετηρίου. Κατασχέσεις εφ΄ οιωδήποτε λόγω επιβαλλόμεναι άνευ τοιαύτης αδείας λογίζονται άκυροι και τα κατασχεθέντα αποδίδονται άνευ ευθύνης του Ταμείου. «11.Ουδεμία σύνταξις απονέμεται αν μη προηγουμένως έχουν εξοφληθή πάσαι αι εξ ασφαλιστικών εισφορών υποχρεώσεις των ησφαλισμένων προς το Ταμείον, μετά των προσθέτων επιβαρύνσεων αφ΄ ης χρονολογίας και άρχεται η καταβολή της συντάξεως. Κατ΄ εξαίρεσιν είναι δυνατή η απονομή της συντάξεως και προ της ημερομηνίας εξοφλήσεως των οφειλών του ησφαλισμένου, εάν το σύνολον της κυρίας οφειλής δεν υπερβαίνη το ποσόν το αντιστοιχούν εις το σύνολον 12 μηνιαίων εισφορών του εδαφ. α της παρ. 1 του άρθρ. 7 του παρόντος. Εις την περίπτωσιν ταύτην το οφειλόμενον ποσόν συμψηφίζεται με το ποσόν των πρώτων συντάξεων. Εις περίπτωσιν καθ΄ ην υφίστανται οφειλαί των μετόχων εξ οιασδήποτε άλλης αιτίας, πλην ασφαλιστικών εισφορών, απονέμεται η σύνταξις και συμψηφίζεται το ποσόν της οφειλής με τας συντάξεις μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως». «Κατ΄ εξαίρεσιν εάν ο δικαιωθείς συντάξεως τυγχάνων συγχρόνως και οφειλέτης εκ πάσης αιτίας προς το Ταμείο πλην ασφαλιστικών εισφορών ευρίσκεται εν πραγματική ενδεία δια λόγους ιδία οικονομικούς ή εν ουσιαστική αδυναμία επιμελήσεως εαυτού ιδία δια λόγους υγείας, δύναται τη αιτήσει του μετά προηγουμένην σύμφωνον απόφασιν του Διοικητικού Συμβουλίου πιστοποιούσαν δι΄ ελέγχου ή προσαγωγής επισήμων εγγράφων την αλήθειαν της επικαλουμένης συνδρομής των ανωτέρω λόγων, να απολαύη μηνιαίως του 50% εκ του ποσού της συντάξεώς του, του υπολοιπομένου 50% παρακρατουμένου προς συμψηφιστικήν απόσβεσιν των πάσης φύσεως οφειλών του, κατά τα εις την προηγουμένην περίπτωσιν αναφερόμενα. (Αντί για τη σελ. 191(β) Σελ. 191(γ) Τεύχος 771-Σελ. 43 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 23.Γ.δ.1 Eις τους δικαιωθέντας συντάξεως λόγω θανάτου ησφαλισμένου ή συνταξιούχου δύναται με την αυτήν ως άνω διαδιακασίαν να καταβληθεί το 70% της ης δικαιούνται εκάστοτε συντάξεως εφ΄ όσον συντρέχουν και εις τούτους αι ανωτέρω προϋποθέσεις». Η παρ. 11 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 19 Νόμ. 915/1979 και τροποποιήθηκε από το Π.Δ. 805/31 Ιουλ.-8 Αυγ.1981 (ΦΕΚ Α 210) 12.Επίσης επιτρέπεται κατάσχεσις μέχρι του τετάρτου των συντάξεων και του όλου ποσού των βοηθημάτων δια χρέη προς το Δημόσιον. ΄Αρθρ.12.-Ουδεμία απόφασις Δικαστηρίου δύναται να εκτελεσθή κατά του Ταμείου, εάν δεν καταστή αμετάκλητος. ΄Αρθρ.13.-΄Οπου εν τω παρόντι νόμω κατονομάζονται τα Νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου νοούνται συμπεριλαμβανόμενα και τα πάσης φύσεως νομικά πρόσωπα, τα επιδιώκοντα οιονδήποτε κοινωφελή σκοπόν. Εις τας διατάξεις του παρόντος περιλαμβάνονται και οι Συνεταιρισμοί. ΄Αρθρ.14.-Η συντάξιμος υπηρεσία των μελών του Τεχνικού Επιμελητηρίου, των μη κεκτημένων πτυχίον των Ανωτάτων Σχολών του Μετσοβίου Πολυτεχνείου, ή των ομοταγών Αλλοδαπών Σχολών, λογίζεται αρχομένη αφ΄ ης οι ανωτέρω μέτοχοι απέκτησαν τα υπό του νόμου 4663 απαιτούμενα προσόντα προς απόκτησιν αδείας ασκήσεως επαγγέλματος Αρχιτέκτονος, Πολιτικού Μηχανικού και Τοπογράφου, υπό τους περιορισμούς πάντοτε των διατάξεων του υπό του άρθρ. 2 του παρόντος προβλεπομένου Δ/τος. Ο χρόνος κτήσεως των κατά τ΄ ανωτέρω προσόντων βεβαιούται δια πράξεως του επί της Συγκοινωνίας Υπουργού κατόπιν ελέγχου των υποβαλλομένων δικαιολογητικών. Σελ. 192(γ) Τεύχος 771-Σελ. 44 «Οι οποτεδήποτε τυχόντες αδείας ασκήσεως του επαγγέλματος βάσει του άρθρ. 5 του νόμου 4663, όπερ και δεν κωλύει οπωσδήποτε την χορήγησιν ταύτης και δια τους εν ενεργεία αξιωματικούς αποτελούσιν υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως μέλη του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος, από της εκδόσεως της ως άνω αδείας, συντάξιμον δε υπηρεσίαν προ της εκδόσεως της ως άνω αδείας, ως και μετά ταύτης, λογίζεται και η εν τω Στρατεύματι υπηρεσία των, υπό τους περιορισμούς πάντοτε τους υπό του άρθρ. 2 του παρόντος Δ/τος προβλεπομένους». Η εντός « » παράγραφος προσετέθη δια του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 618/1941. Το ειρημένον άρθρ. 2 ηκυρώθη δια της υπ΄ αριθ. 306 της 30/30 Μαΐου 1946 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, αλλά δια της παρ. 1 του άρθρ. 2 του ν. 538/1948 ωρίσθη εν σχέσει προς το ανωτέρω άρθρ. 2 του Ν.Δ. 618/1941 ότι υπολογίζεται ως συντάξιμος χρόνος μόνον ο χρόνος της εκτός του στρατεύματος ασκήσεως του επαγγέλματος Πολιτικού Μηχανικού κλπ. και ουχί ο της ενεργού εν τω στρατώ υπηρεσίας τοιούτος. ΄Αρθρ.15.-1.Η προθεσμία αναγνωρίσεως της προ του Ν. 6276 συνταξίμου υπηρεσίας των μετόχων του Ταμείου παρατείνεται μέχρι της (31ης Δεκ. 1940). Η προθεσμία αναγνωρίσεως του γάμου ως και της προϋπηρεσίας των μετόχων του Ταμείου παρετάθη μέχρι 31 Δεκ. 1945 δια της παρ. 1 του άρθρ. 2 του Α.Ν. 440/1945 (κατωτ. αριθ. 15). 2.Την αναγνώρισιν της συνταξίμου προϋπηρεσίας του μετόχου, ως και του γάμου αυτού δια της καταβολής του κατά το εδ. θ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 4 του παρόντος ποσού (των δραχμ. 500) δικαιούνται να ζητήσωσιν εκτός του μετόχου και τα λοιπά δικαιούμενα, κατά τας διατάξεις του εκδοθησομένου κατά το άρθρ. 2 του παρόντος Β.Δ/τος, συντάξεως πρόσωπα. ΄Αρθρ. 16.-(Κατηργήθη δια της παρ. 1 άρθρ. 7 Ν.Δ. 2724/1953, κατωτ. αριθ. 21). 23.Γ.δ.1 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Άρθρ.17.Δημόσιοι, Δημοτικαί και Κοινοτικαί Αρχαί, ως και υπηρεσίαι Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και κοινωφελούς σκοπού, υποχρεούνται να παρέχωσι προς το Ταμείον πάσαν αιτουμένην πληροφορίαν και να διευκολύνωσι τον αναγκαίον έλεγχον δια την είσπραξιν των πόρων αυτού. 2.Η μη συμμόρφωσις των άνω υπηρεσιών προς την δια του παρόντος άρθρου καθιερουμένην υποχρέωσιν τιμωρείται κατά τας περί παραβάσεως καθήκοντος διατάξεις του Ποινικού Νόμου. Μεταβατικαί διατάξεις ΄Αρθρ.3.-1.«Το Ταμείον Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, διοικείται υπό εννεαμελούς Διοικητικού Συμβουλίου, απαρτιζομένου: α)Εκ 3 ησφαλισμένων, μελών του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.), εξ ων ο είς εκ των απασχολουμένων εις ιδιωτικάς επιχειρήσεις και είς εκ των μελετητών. β)Εξ ενός ησφαλισμένου, μέλους της Πανελληνίου Ενώσεως Διπλωματούχων Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων ή της Πανελληνίου Ενώσεως Διπλωματούχων Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων, Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, προτεινομένου από κοινού υπό των εν λόγω Ενώσεων. γ)Εξ ενός ησφαλισμένου, μέλους της Ενώσεως Μηχανικών Δημοσίων Υπαλλήλων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών. δ)Εξ ενός ησφαλισμένου, Εργολήπτου Δημοσίων Έργων, μέλους της Πανελληνίου Ενώσεως Συνδέσμων Εργοληπτών Δημοσίων Έργων. ε)Εξ ενός ησφαλισμένου, μέλους της Πανελληνίου Ενώσεως Πτυχιούχων Υπομηχανικών. ς)Εξ ενός συνταξιούχου του Ταμείου Συντάξεως Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, τυγχάνοντος μέλους της Ενώσεως Συνταξιούχων του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. ζ)Εξ ενός ανωτέρου υπαλλήλου του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών. 2.Τα ανωτέρω μέλη μετ΄ ισαρίθμων αναπληρωματικών, διορίζονται δι΄ αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών. Τα εν εδάφ. α έως και ς μέλη διορίζονται υπό του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, εκ πίνακος περιλαμβάνοντος διπλάσιον αριθμόν υποψηφίων ως τακτικών και αναπληρωματικών μελών υποβαλλομένου παρά του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος και των αναφερομένων κατά περίπτωσιν οικείων Ενώσεων. 3.Κατά την πρώτην συνεδρίασιν εκάστου νέου Διοικητικού Συμβουλίου εκλέγεται, δια μυστικής ψηφοφορίας, εκ των μελών αυτού ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος. Σελ. 182(δ) Τεύχος 709-Σελ. 80 4.Εις το Διοικητικόν Συμβούλιον μετέχει, άνευ ψήφου, ως Κυβερνητικός Εκπρόσωπος ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών οριζόμενος, μετά του αναπληρωτού του, υπό του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών. 5.Εισηγητής εις το Δ.Σ. είναι ο Γενικός Διευθυντής του Ταμείου ή ο αναπληρών τούτον Διευθυντής. 6.Χρέη Γραμματέως του Δ.Σ. εκτελεί υπάλληλος του Ταμείου, οριζόμενος, μετά του αναπληρωτού του, δι΄ αποφάσεως του Δ.Σ. 7.Η θητεία του Δ.Σ. είναι τριετής, αρχομένη από της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών περί διορισμού των μελών του Δ.Σ. και του Κυβερνητικού Εκπροσώπου. Το Δ.Σ. ασκεί τα καθήκοντά του και μετά την λήξιν της θητείας του και μέχρι του διορισμού του νέου Δ.Σ., ουχί, όμως, πέραν του τριμήνου από της λήξεως της θητείας του. 8.Εις περίπτωσιν καθ΄ ην το Τεχνικόν Επιμελητήριον της Ελλάδος ή μία ή πλείονες των εν εδαφ. β έως και ς της παρ. 1 του παρόντος άρθρου αναφερομένων Ενώσεων δεν ήθελον προτείνει τα προς διορισμόν της νέας Διοικήσεως μέλη, ένα τουλάχιστον μήνα προς της λήξεως της θητείας του Δ.Σ. του Ταμείου, ταύτα διορίζονται δι΄ αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών εκ των μελών των Διοικήσεων του Τ.Ε.Ε. ή των οικείων Ενώσεων, αντιστοίχως. 9.Το Δ.Σ. του Ταμείου συνεδριάζει τακτικώς μεν άπαξ της εβδομάδος, εκτάκτως δε οσάκις ήθελε παραστή προς τούτο ανάγκη, μετά πρόσκλησιν του Προέδρου αυτού. Η σχετική πρόσκλησις δέον να κοινοποιήται, εις πάντα τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη, δύο τουλάχιστον ημέρας προ της τακτικής συνεδριάσεως, την προτεραίαν δε προκειμένου περί εκτάκτου τοιαύτης. Κατ΄ αμφοτέρας τας περιπτώσεις γνωστοποιούνται και τα προς συζήτησιν θέματα. Είναι δυνατή η αναγραφή και ετέρου θέματος εις την ημερησίαν διάταξιν εάν αποφασισθή τούτο υπό πάντων των παρισταμένων εις την συνεδρίασιν μελών, εκτός εάν πρόκειται περί επενδύσεως κεφαλαίων οπότε δεν επιτρέπεται η αναγραφή τούτου. Το Δ.Σ. συνεδριάζει εκτάκτως εφ΄ όσον αιτήσωνται τούτο εγγράφως τρία τουλάχιστον εκ των τακτικών μελών αυτού, αναφέροντα και το θέμα δια το οποίον αιτούνται την συνεδρίασιν. Ο Πρόεδρος υποχρεούται να συγκαλέση εκτάκτως το Δ.Σ. εις συνεδρίασιν, εντός 3 ημερών από της λήψεως της ως άνω αιτήσεως ή να θέση το θέμα τούτο ως πρώτον εις την ημερησίαν διάταξιν, μεσολαβούσης συνεδριάσεως, εντός της ως άνω προθεσμίας. 23.Γ.δ.1 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 10.Το Δ.Σ. ευρίσκεται εν απαρτία παρόντων 5 μελών εν οις ο Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος. 11.Τον Πρόεδρον και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, εις περίπτωσιν απουσίας, κωλύματος ή ελλείψεως, αναπληρούν αντιστοίχως ο Αντιπρόεδρος και τα αναπληρωματικά μέλη. 12.Κενουμένης καθ΄ οιονδήποτε τρόπον, θέσεώς τινος τακτικού ή αναπληρωματικού μέλους του Δ.Σ., διορίζονται κατά την εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένην διαδικασίαν νέα μέλη δια το υπόλοιπον της θητείας χρόνον. 13.Καθήκοντα του Κυβερνητικού εκπροσώπου είναι τα προβλεπόμενα υπό της παρ. 1 του άρθρ. 4 του Α.Ν. 1778/1951 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων «περί εποπτείας, ελέγχου και διοικήσεως των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφαλίσεως του Υπουργείου Εργασίας» δια τον Κυβερνητικόν Επίτροπον. 14.Από της ισχύος του παρόντος νόμου θεωρείται λήξασα η θητεία του υφισταμένου Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., το οποίον εξακολουθεί να ασκή τα καθήκοντά του μέχρι του διορισμού του, κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου, νέου Διοικητικού Συμβουλίου» Το άρθρ. 3 όπως είχε τροποποιηθεί αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 1 Νόμ. 915/5-8 Μαΐου 1979 (ΦΕΚ Α΄ 103), κατωτ. αριθ. 67 Άρθρ.18.-1.Αι μέχρι της ισχύος του παρόντος Α. Νόμου οφειλαί των μετόχων εκ μηνιαίων εισφορών ή κρατήσεων επί των αμοιβών εκ μισθωτών υπηρεσιών, δύνανται επί τη αιτήσει του μετόχου, υποβαλλομένη εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τεσσάρων μηνών από της ισχύος του παρόντος να εξωφληθώσιν εις είκοσι το πολύ ίσας μηνιαίας ατόκους δόσεις, κατόπιν εγκρίσεως του Διοικ. Συμβουλίου εκτιμώντος το βάσιμον των προβαλλομένων λόγων. 2.Το Διοικ. Συμβούλιον οφείλει να εκδώση την απόφασίν του εντός μηνός από της υποβολής της αιτήσεως, η δε καταβολή της πρώτης δόσεως άρχεται από της λήξεως του επομένου, από της αποφάσεως του Συμβουλίου, μηνός. 3.Εν περιπτώσει καθ’ ην ο μέτοχος απέκτησε δικαίωμα συντάξεως προ της ισχύος του παρόντος, ή αποκτά τούτο εντός τεσσάρων μηνών από της ισχύος του παρόντος δικαιούται να αιτήσηται τον συμψηφισμόν των άνω οφειλών εις είκοσι μηνιαίας τοκοχρεωλυτικάς δόσεις, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εν παρ. 4 του άρθρ. 16 του παρόντος. (Μετά τη σελ. 192 (γ) Σελ. 192,01 Τεύχος 771-Σελ. 45 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 23.Γ.δ.1 23.Γ.δ.1 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Άρθρ.19.-1.Τα παρά του τέως Ταμείου Συντάξεων Εργοληπτών εισπραχθέντα ως πόροι τούτου συμφώνως τω καταργηθέντι ν. 5655, ως και τα εις αυτό οφειλόμενα, περιέρχονται εις το Ταμείον Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημ. Έργων. 2.Τα καταβληθέντα λόγω εισφοράς εις το τέως Ταμείον Συντάξεων Εργοληπτών υπό των μετόχων αυτού μεταφέρονται εις πίστωσιν τούτων, συμψηφιζόμενα εις τας από της ισχύος του ν. 6276 και εφεξής μηνιαίας εισφοράς, εκτός εάν ο μέτοχος προκρίνη τον συμψηφισμόν αυτών εις τας οφειλάς λόγω αναγνωρίσεως προϋπηρεσίας. Άρθρ.20.-1.Η διάταξις του εδ. β΄ της παρ. 1 του άρθρ. 7 του παρόντος εφαρμόζεται επί των μετά την ισχύν του ν. 6276 συνομολογηθεισών είτε το πρώτον, είτε κατά τροποποίησιν προγενεστέρων ως και των εφεξής συνομολογουμένων συμβάσεων. 2.Δια τας από 1ης Νοεμ. 1933 και εφεξής μέχρι της ισχύος του ν. 6276 συνομολογηθείσας συμβάσεις το ποσοστόν της κρατήσεως εφ’ εκάστης πιστοποιήσεως ορίζεται εις 1/2% αντί 1%, όπερ προβλέπεται δια του άρθρ. 7 εδ. β΄ παρ. 1 του παρόντος Νόμου. 3.Το αυτό ποσοστόν ορίζεται και δια τα δια της συμβάσεως έργων Εθνικής Οδοποιΐας της Εταιρείας «Προμηθεύς» οπωσδήποτε εκτελεσθέντα ή εκτελεσθησόμενα έργα από 1ης Νοεμ. 1933 και εφεξής. 4.Τα μέχρι της ισχύος του ν. 6276 επί πλέον εισπραχθέντα υπό του Ταμείου Συντάξεων Εργοληπτών εν σχέσει προς τα έργα οδοποιΐας του Προμηθέως, συμφώνως τω ν. 5655 και τω από 30 Δεκ. 1932/11 Ιαν. 1933 εκτελεστικώ Δ/τι, δεν επιστρέφονται. Άρθρ.21.-1.Η θητεία του νυν υπηρετούντος Συμβουλίου λήγει την τριακοστήν πρώτην Δεκεμβρίου 1942. 2.Το υφιστάμενον παρά τω τέως Ταμείω Συντάξεων Εργοληπτών προσωπικόν, το διατηρηθέν ως μόνιμον εν τη υπηρεσία του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, δικαιούται όπως αναγνωρίση ως συντάξιμον τον παρά τω τέως Ταμείω Συντάξεων Εργοληπτών χρόνον υπηρεσίας του. Άρθρ.22.-Ο ν. 6276 εξαιρέσει της δευτέρας περιόδου του εδ. ιδ΄ του άρθρ. 4, αφορώσης το Τεχνικόν Επιμελητήριον της Ελλάδος και οι Α.Ν. 315 και 1229, ως και πάσα διάταξις αντικειμένη τω παρόντι καταργούνται. Άρθρ.23.-1.Όπου εν τω παρόντι ορίζεται η έκδοσις Β.Δ/των εφαρμόζονται, μέχρι της εκδόσεως αυτών, αι διατάξεις των ήδη εκδεδομένων σχετικών Δ/των εφ’ όσον δεν αντίκεινται εις τας διατάξεις του παρόντος. 2.Μέχρι της εκδόσεως των εν τω παρόντι προβλεπομένων Β.Δ/των, δι’ ων θέλουσιν εγκριθή οι Κανονισμοί της Εσωτερικής Υπηρεσίας του Ταμείου, εξακολουθούσιν εφαρμοζόμενοι οι εν ισχύϊ Κανονισμοί του ταμείου, εφ’ όσον και ούτοι δεν αντιβαίνουσι προς τας διατάξεις του παρόντος. ΄Αρθρ.4.-1.«Το Διοικητικόν Συμβούλιον διοικεί τον Οργανισμόν και διαχειρίζεται την περιουσίαν αυτού, κατά τας κειμένας διατάξεις και αποφασίζει επί πάσης υποθέσεως αφορώσης τούτον. Ιδία: α)Εγκρίνει τον ετήσιον προϋπολογισμόν, απολογισμόν και ισολογισμόν. β)Μεριμνά δια την κανονικήν είσπραξιν των πόρων αυτού. γ)Αποφασίζει περί της τοποθετήσεως, εκποιήσεως, υποθηκεύσεως, ενεχυριάσεως των περιουσιακών στοιχείων του Οργανισμού κατά τας κειμένας διατάξεις. δ)Αποφασίζει περί των εις είδος και χρήμα παροχών, μεριμνά δια την έγκαιρον και κανονικήν χορήγησιν τούτων και εντέλλεται την εκτέλεσιν των υπό του εγκεκριμένου προϋπολογισμού προβλεπομένων δαπανών. Μη προβλεπόμεναι δαπάναι υποβάλλονται προ πάσης εκτελέσεως εις το εποπτεύον Υπουργείον προς έγκρισιν ε)Αποφασίζει και εισηγείται εις το εποπτεύον τον Οργανισμόν Υπουργείον τας αναγκαίας τροποποιήσεις της κειμένης νομοθεσίας και εν γένει επεξεργάζεται τους Κανονισμούς, ως και πάσας τας καταστατικάς διατάξεις. ς)Συμβιβάζεται ή παραιτείται από δικαστικού αγώνος, με γνώμονα πάντοτε τα συμφέροντα του Οργανισμού. ζ)Αποφασίζει περί της προσλήψεως του προσωπικού του Οργανισμού, των εν γένει μεταβολών της καταστάσεως αυτού, ως και περί απολύσεως τούτου, κατά την διέπουσαν τους υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ. νομοθεσίαν. η)Παρέχει γενικήν ή ειδικήν εξουσιοδότησιν όπως ωρισμένης φύσεως έγγραφα υπογράφωνται υπό του Γενικού Διευθυντού ή των Διευθυντών του Ταμείου. 2.Εις τον Πρόεδρον του Δ.Σ. του Ταμείου χορηγείται μηνιαία αποζημίωσις δι΄ έξοδα παραστάσεως, οριζομένη δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, μετά γνώμην του Δ.Σ. του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Συντονισμού, Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, εγκρίνεται η χορήγησις αποζημιώσεως κατά συνεδρίασιν εις τον Πρόεδρον, τα μέλη του Δ.Σ., τον Κυβερνητικόν Εκπρόσωπον, τον Γεν. Διευθυντήν και τον Γραμματέα αυτού. Δια των αυτών αποφάσεων καθορίζεται αποζημίωσις δια τον Διευθυντήν-Ιατρόν του Κλάδου Υγείας Τεχνικών, οσάκις καλήται υπό του Δ.Σ. εις τας συνεδριάσεις αυτού.Αι συνεδριάσεις του Δ.Σ. θα πραγματοποιούνται εκτός των ωρών εργασίας του Ταμείου. 3.Αι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων μελών, εξαιρέσει των υποθέσεων, δι΄ ας απαιτείται ειδική πλειοψηφία. Εν ισοψηφία υπερισχύει η γνώμη υπερ ης δίδεται η ψήφος του Προέδρου. 4.Ο Γενικός Διευθυντής του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. διορίζεται μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου» Το άρθρ. 4 όπως είχε τροποποιηθεί αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 2 Νόμ. 915/1979 (κατωτ. αριθ. 67) Η οργανωτική βαθμίδα της Γεν. Δ/νσεως η θέση και ο βαθμός του Γεν. Δ/ντή του ΤΣΜΕΔΕ καταργήθηκαν από την απόφαση αριθ. Φ.43/1371/13 Απρ.-9 Ιουν. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 347) Υπουργ. Προεδρ. Κυβερνήσεως και Κοιν. Υπηρεσιών και ο κάτοχος της θέσεως απολύθηκε αυτοδίκαια. Με την ίδια απόφαση όλες οι αρμοδιότητες (γενικές-ειδικές) του Γενικού Δ/ντή που ασκούσε κατόπιν εκχωρήσεως από τον Πρόεδρο ή το Δ.Σ. του Ταμείου, μετά την κατάργηση της θέσεως αυτής, επανέρχονται στα ανωτέρω όργανα ενώ οι αρμοδιότητες που ασκούσε με βάση τις οργανωτικές διατάξεις του Ταμείου, περιέρχονται στο Δ.Σ. Αντί για τη σελ. 183(ε) Σελ. 183(ζ) Τεύχος Ι-73 Σελ. 15 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 23.Γ.δ.1 ΄Αρθρ.5.-1.«Ο Πρόεδρος εκπροσωπεί τον Οργανισμόν καθ΄ όλας αυτού τας σχέσεις, δικαστικώς και εξωδίκως.Η εκτός έδρας εξώδικος ή δικαστική εκπροσώπησις του Οργανισμού, δύναται ν΄ ανατεθή αποφάσει του Διοικ. Συμβουλίου και εις έτερον πρόσωπον. 2.Ο Πρόεδρος ως ανώτατος Προϊστάμενος του Οργανισμού, έχει γενικώς τον έλεγχον και την εποπτείαν αυτού, παρακολουθεί την ακριβή εκτέλεσιν των αποφάσεων του Δ.Σ., διατυπώνει τα ερωτήματα προς την Νομικήν Υπηρεσίαν του Ταμείου, εκδίδει τας δεούσας οδηγίας προς επίτευξιν των σκοπών του Οργανισμού εναρμονίζων ταύτας προς τα υπό των κειμένων διατάξεων οριζόμενα και υπογράφει τα έγγραφα του Οργανισμού. 3.Τα μέλη του Δ.Σ. παρακολουθούν την εν γένει πορείαν των εργασιών του Ταμείου και εισηγούνται παν κατά την κρίσιν των μέτρον δυνάμενον να προαγάγη τα συμφέροντα του Οργανισμού, ζητούντα δια του Γεν. Διευθυντού πάσαν αναγκαιούσαν εις αυτά πληροφορίαν. 4.Παν μέλος του Δ.Σ. απουσιάζον επί πέντε συνεχείς συνεδριάσεις του Δ.Σ. ή των υπ΄ αυτού συνιστωμένων Επιτροπών άνευ αποχρώντος λόγου κρινομένου υπό του Δ.Σ. δύναται να αντικαθίσταται προτάσει του Δ.Σ. δι΄ αποφάσεως του διορίσαντος τούτο Υπουργού, κατά την εν παρ. 2 του άρθρ. 3 του Α.Ν. 2326/1940, ως ισχύει, διαδικασίαν. 5.Ο Γενικός Διευθυντής προΐσταται των υπηρεσιών του Οργανισμού και έχει πάσας τας αρμοδιότητας τας οριζομένας υπό των κειμένων διατάξεων και τας υπό του Οργανισμού ειδικωτέρας τοιαύτας». Το άρθρ.5 όπως είχε τροποποιηθεί αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 3 Νόμ. 915/1979 (κατωτ. αριθ. 67). ΄Αρθρ.6.-1.Μετέχουσι υποχρεωτικώς του Ταμείου πάντες οι δικαιούμενοι να ώσι μέλη του Τεχνικού Επιμελητηρίου και αφ΄ ης ήρξαντο αι καταβολαί των συνδρομών αυτών εις τούτο, ως και άπαντες οι εν Ελλάδι ασκούντες το επάγγελμα του εργολάβου Δημοσίων Έργων, βάσει πτυχίου του Υπουργείου Συγκοινωνίας, οίτινες εγγράφονται υποχρεωτικώς εις τας ανά το Κράτος εργοληπτικάς Οργανώσεις. Βλέπε την παρ.2 άρθρ. 27 Νόμ. 1759/1988 (ΦΕΚ Α΄ 50), (τόμ. 15Β, σελ. 70,866) για τη μη υποχρεωτική συμμετοχή στην ασφάλιση του άνω Ταμείου των Μηχανικών και Υπομηχανικών που υπηρετούν στη Δ.Ε.Η. μετά το Νόμ. 4577/1966 (ΦΕΚ Α΄230) (τόμ. 15Β, σελ. 18,0022). 2.(Καταργήθηκε από το άρθρ. 10 Νόμ. 1211/1981) (κατωτ. αριθ. 74) Σελ. 184(ζ) Τεύχος Ι-73 Σελ. 16 γάμου, ως και το καταβλητέον ποσοστόν επί των εκ μισθωτών υπηρεσιών αμοιβών των μετόχων της παρ. 2 του παρόντος άρθρου καθορίζονται δια Β.Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού της Συγκοινωνίας, μετά γνώμην του Δ.Συμβουλίου του Ταμείου. Εις εκτέλεσιν της παρ. 3 εξεδόθη το Β.Δ. 20 Νοεμ./3 Δεκ. 1940 περί εκτελέσεως του Α.Ν.2326/1940. 4.Το υπαλληλικόν και υπηρετικόν προσωπικόν του Ταμείου δεν υπάγεται εις την ασφάλισιν του Ν.6298 «περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων» 5.Τα μέχρι τούδε καταβληθέντα εις το Ίδρυμα των Κοινωνικών Ασφαλίσεων υπό των υπαλλήλων και υπηρετών αυτού ως και του Ταμείου, δεν επιστρέφονται. «6.Ωσαύτως μετέχουσι του Ταμείου υποχρεωτικώς οι πτυχιούχοι των Προσηρτημένων εις το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον Σχολείων Υπομηχανικών (τέως Εργοδηγών, Γεωμετρών και Εργοδηγών (Μηχανουργών) συμπεριλαμβανομένων απάντων των από της συστάσεως των σχολών τούτων πτυχιούχων εργοδηγών. Ο χρόνος υπηρεσίας των ως άνω από της ιδρύσεως του Ταμείου (Σεπτ. 1934) και εφεξής θεωρείται αυτοδικαίως συντάξιμος ο δε τοιούτος από της λήψεως του πτυχίου μέχρι της ιδρύσεως του Ταμείου προσμετράται μόνον επί τη αιτήσει των ενδιαφερομένων υποβαλλομένη εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από της δημοσιεύσεως του παρόντος. «Εις τους μετόχους της ως άνω κατηγορίας, ως και εις τους εν τη επομένη παραγράφω αναφερομένους, εφαρμόζονται αναλόγως αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις της διεπούσης το Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. νομοθεσίας, αι ρυθμίζουσαι παν θέμα αφορών τους μετόχους του Ταμείου, οίτινες τυγχάνουν μέλη του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος». Η παρ. 6 είχε προστεθεί από το άρθρο μόνο του Ν.Δ. 2194/ 1943, κατωτ. αριθ. 12, το δε τελευταίο εδάφιο αντικαταστάθη ως άνω από το άρθρ. 32 παρ. 6 Νόμ. 915/ 1979, κατωτ. αριθ. 67 23.Γ.δ.1 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών «7.Ομοίως μετέχουν υποχρεωτικώς εις την ασφάλισιν του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. οι πτυχιούχοι υπομηχανικοί απόφοιτοι των καταργηθεισών Σχολών Θεσσαλονίκης, Βόλου, Πατρών, Ιωαννίνων, Ηρακλείου Κρήτης, της Βαλλιανείου Σχολής Ληξουρίου, των Δημοσίων Τεχνικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης των ιδρυθεισών δυνάμει του Ν.Δ. 3971/1959 «περί τεχνικής εκπαιδεύσεως, οργανώσεως της μέσης εκπαιδεύσεως και διοικήσεως της παιδείας». Ωσαύτως μετέχουν υποχρεωτικώς εις την ασφάλισιν του Ταμείου οι πτυχιούχοι Μέσων Τεχνικών Σχολών Εργοδηγών Δομικών ΄Εργων του Ν.Δ.1097/1942 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων περί Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως» του κυρωθέντος δια του Ν.Δ. 2628/1953, των καταργηθεισών δια του υπ΄ αριθ. 671/1961 Β.Δ/τος «περί καθορισμού των όρων ιδρύσεως, οργανώσεως και λειτουργίας των ιδιωτικών επαγγελματικών σχολών και των προϋποθέσεων αναγνωρίσεως των υφισταμένων Μέσων Τεχνικών Σχολών Εργοδηγών». Το μέσα στα « » εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ 1 άρθρ.27 Νόμ. 1027/20-26 Φεβρ. 1980 (ΦΕΚ Α΄49) (Βλ. τόμ. 39 σελ. 180,17) Ομοίως μετέχουν υποχρεωτικώς εις την ασφάλισιν του ΤΣΜΕΔΕ και οι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος υπηρετούντες εις τον Κλάδον Υγείας Τεχνικών του Ταμείου, υπό την ιδιότητα του Διευθυντού και Αναπληρωτού Διευθυντού, επί θητεία ιατροί κατ΄ άρθρ. 13 παρ. 3 του υπ΄ αριθ. 1096/1977 Π.Δ/τος «περί του Οργανισμού του ΤΣΜΕΔΕ». Οι ανωτέρω δύνανται να αναγνωρίσουν ως χρόνον πραγματικής ασφαλίσεως τον από της προσλήψεως και εφεξής χρόνον, ανεξαρτήτως σχέσεως εργασίας, επί καταβολή της ισχυούσης εισφοράς δια τους εμμίσθους μετόχους κατά την υποβολήν της σχετικής αιτήσεως. Ως προς την εξόφλησιν της οφειλής εξ αναγνωρίσεως χρόνου προϋπηρεσίας, εφαρμογήν έχουν αι διατάξεις της παρ. 9 του παρόντος άρθρου. «8.Οι εκ των ανωτέρω άγοντες ηλικίαν άνω των 60 ετών κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος νόμου, ως και οι τυγχάνοντες ησφαλισμένοι εις το Δημόσιον ή εις ετέρους φορείς κυρίας ασφαλίσεως ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, δύνανται να εξαιρεθούν της ασφαλίσεως του Ταμείου εφ΄ όσον αιτήσουν τούτο εντός διετίας από της ισχύος του νόμου». Η παρ. 8 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 2 άρθρ. 27 Νόμ. 1027/20-26 Φεβρ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 49) (Βλ. τόμ. 39 σελ. 180,17). Οι προθεσμίες της άνω παρ. 8, που αφορούν μόνο τα πρόσωπα που υπάγονται κατά την ισχύ του Νόμ. 915/1979 στις άνω διατάξεις, καταργήθηκαν από την παρ. 2 άρθρ. 8 Νόμ. 1393/1983 (ΦΕΚ Α΄ 126) (Τόμ. 15Β σελ. 378,124). Σύμφωνα με την παρ. 3 άνω άρθρ. 8 οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να καταβάλουν τις εισφορές τους μέχρι 31 Δεκ. 1984 χωρίς πρόσθετες επιβαρύνσεις. 9.Εις τους κατά τας διατάξεις των εις τας προηγουμένας παραγράφους του παρόντος άρθρου, υπαγομένους εις την ασφάλισιν, παρέχεται το δικαίωμα αναγνωρίσεως χρόνου ασκήσεως του επαγγέλματος υπομηχανικού εν τη ημεδαπή ή τη αλλοδαπή μέχρι 10 ετών από της λήξεως του πτυχίου των, δι΄ αιτήσεως υποβαλλομένης εντός διετίας από της ισχύος του παρόντος επί καταβολή εισφοράς προς τον Κλάδον Συντάξεως ίσης προς το διπλάσιον της υπό του εδαφ. α της παρ. 1 του άρθρ. 7 του Α.Ν. 2326/1940 προβλεπομένης δια τους ελευθέρως ασκούντας το επάγγελμα και ισχυούσης κατά τον χρόνον υποβολής της σχετικής αιτήσεως. Η εκ της ως άνω αιτίας οφειλή, δύναται να εξοφληθή εις 48 ισοπόσους μηνιαίας δόσεις. Εις περίπτωσιν απωλείας του δικαιώματος τμηματικής καταβολής της οφειλής, το υπόλοιπον ποσόν καθίσταται απαιτητόν και εξοφλείται βάσει της ισχυούσης κατά τον χρόνον καταβολής εισφοράς, μετά των νομίμων προσαυξήσεων. Οι προθεσμίες της άνω παρ. 9 που αναφέρονται στην άσκηση δικαιώματος για αναγνώριση χρόνου ασφάλισης, καταργήθηκαν από την παρ. 1 άρθρ. 8 Νόμ. 1393/1983 (ΦΕΚ Α΄ 126), Τόμ. 15Β, σελ. 378,124. Σύμφωνα με την παρ. 3 άνω άρθρ. 8 οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να καταβάλουν τις εισφορές τους μέχρι 31 Δεκ. 1984 χωρίς πρόσθετες επιβαρύνσεις. 10.Δια την συνταξιοδότησιν λόγω γήρατος των εις τας προηγουμένας παραγράφους αναφερομένων υπομηχανικών των υπαγομένων το πρώτον εις την ασφάλισιν του Ταμείου και εχόντων υπερβή το 50όν έτος της ηλικίας των, απαιτείται η παραμονή των εις την ενεργόν ασφάλισιν επί τόσα έτη όσα υπολείπονται προς συμπλήρωσιν του 65ου έτους της ηλικίας των, μη δυναμένων, εν πάση περιπτώσει να υπολείπωνται της πενταετίας. Δια την απονομήν συντάξεως λόγω αναπηρίας εις τα ανωτέρω πρόσωπα ή εν περιπτώσει θανάτου εις τους δικαιοδόχους αυτών, απαιτείται η παρέλευσις του αυτού χρόνου πραγματικής ασφαλίσεως όστις απαιτείται και δια τους λοιπούς μετόχους». Οι παρ. 7, 8, 9 και 10 προστέθηκαν ως άνω από το άρθρ. 4 Νόμ. 915/1979 κατωτ. αριθ. 67 «11.Ησφαλισμένοι του Ταμείου ασκούντες το επάγγελμά των εις την αλλοδαπήν δύνανται τη αιτήσει των να συνεχίσουν την παρ’ αυτώ ασφάλισίν των δια τον χρόνον της τοιαύτης απασχολήσεώς των, επί τη καταβολή μηνιαίας εισφοράς ίσης προς το διπλάσιον της υπό του εδαφ. α της παρ. 1 του άρθρ. 7 του παρόντος νόμου οριζομένης και εκάστοτε ισχυούσης τοιαύτης δια τους (Αντί για τη σελ. 185(ζ) Σελ.185(η) Τεύχος ΣΤ52-Σελ. 83 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών 23.Γ.δ.1 ελευθέρως ασκούντας το επάγγελμα. Οι υπαγόμενοι το πρώτον εις την ασφάλισιν του Ταμείου, δύνανται να αναγνωρίσουν χρόνον επαγγελματικής των απασχολήσεως εις την αλλοδαπήν, μετά την λήψιν του πτυχίου των και μέχρι 10 ετών, καταβάλλοντες τας κατά το προηγούμενον εδάφιον εισφοράς δι΄ αναγνώρισιν του ον δικαιούνται χρόνου. 12.Οι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος νόμου, ησφαλισμένοι ασκήσαντες το επάγγελμά των εις την αλλοδαπήν, ως και οι υπομηχανικοί οι υπαχθησόμενοι εις την ασφάλισιν του Ταμείου κατά τας διατάξεις της παρ. 7 του παρόντος άρθρου, δύνανται να αναγνωρίσουν, δι΄ εξαγοράς, εν όλω ή εν μέρει τον χρόνον τούτον, εφ΄ όσον υποβάλλουν σχετικήν αίτησιν εντός διετίας από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος. Οι ανωτέρω υποχρεούνται εις την καταβολήν των περί ων η προηγουμένη παράγραφος εισφορών δι΄ έκαστον αναγνωριζόμενον μήνα, το εκ της αιτίας ταύτης δε οφειλόμενον ποσόν δύναται να καταβληθή εις 48 ισοπόσους μηνιαίας δόσεις, της πρώτης εξ αυτών καταβλητέας από της πρώτης του μεθεπομένου, από της κοινοποιήσεως του λογαριασμού, μηνός. Υπό τας αυτάς ως άνω προϋποθέσεις δύνανται να αναγνωρίσουν χρόνον ασκήσεως επαγγέλματος εις την αλλοδαπήν και οι νυν συνταξιούχοι ή οι δικαιοδόχοι αυτών και μέχρι 10 ετών, υποχρεούμενοι εις την άμεσον καταβολήν του ενός τρίτου της οφειλής, του υπολοίπου εξοφλητέου εις δόσεις, κατά τα ανωτέρω, δυναμένας να παρακρατούνται και εκ της συντάξεώς των. Εν περιπτώσει καθυστερήσεως καταβολής δόσεώς τινος πέραν του εις ον αναφέρεται αύτη μηνός, απόλλυται το δικαίωμα τμηματικής καταβολής οφειλής, το δε υπόλοιπον ποσόν είναι απαιτητόν βάσει του ισχύοντος ασφαλίστρου κατά τον χρόνον εξοφλήσεως της οφειλής, μετά των νομίμων προσαυξήσεων». Οι παρ. 11 και 12 προστέθηκαν ως άνω από το άρθρ. 5 Νόμ. 915/1979 (κατωτ. αριθ. 67). Οι προθεσμίες της άνω παρ. 12 που αναφέρονται στην άσκηση του δικαιώματος για αναγνώριση χρόνου ασφάλισης, καταργήθηκαν από την παρ. 1 άρθρ. 8 Νόμ. 1393/1983, (ΦΕΚ Α΄ 126) (Τόμ. 15Β, σελ. 378, 124). Σύμφωνα με την παρ. 3 άνω άρθρ. 8 οι ενδιαφερόμενοι μπορεί να καταβάλουν τις εισφορές τους χωρίς πρόσθετες επιβαρύνσεις μέχρι 31 Δεκ. 1984. Σελ. 186(η) Τεύχος ΣΤ52-Σελ.84 23.Γ.δ.1 Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών
387
253. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 32950/2626 της 8/22 Δεκ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 1060) Συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας 95/48/ΕΚ της Επιτροπής της 20ης Σεπτεμβρίου 1995 «για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο τα οδηγίας 92/21/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη μάζα και τις διαστάσεις των μηχανοκινήτων οχημάτων της κατηγορίας Μ1».
301
6. ΝΟΜΟΣ 4977 της 29 Απρ./7 Μαΐου 1931 (ΦΕΚ Α' 124) Περί καταργήσεως Ταμείου Ιππωνειών Στρατού. Άρθρ.1.-Καταργείται το δια του άρθρ. 47 του "Κώδικος περί Στρατιωτικών και Ναυτικών εισφορών και ναυλώσεων" Νόμ 4442, συνιστώμενον Ταμείον Ιππωνειών Στρατού. Άρθρ.2.-Τα μέχρι τούδε εις διαφόρους Τραπέζας κατατεθειμένα ποσά επ' ονόματι του Ταμείου Ιππωνειών Στρατού περιέρχονται εις το δια του Νόμ. 4407 συσταθέν Ταμείον Εθνικής Αμύνης. Άρθρ.3.-Εις το αυτό Ταμείον Εθνικής Αμύνης θα περιέρχωνται εφεξής και τα δυνάμει των διατάξεων του Κώδικος περί Εισφορών εισπραττόμενα χρηματικά ποσά άτινα έδει δυνάμει του αυτού Νόμου να περιέρχωνται εις το Ταμείον Ιππωνειών Στρατού. Την εκπλήρωσιν του προορισμού του καταργουμένου Ταμείου Ιππωνειών Στρατού αναλαμβάνει το Ταμείον Εθνικής Αμύνης. Για την εισαγωγή των άνω εσόδων στον Κρατικό Προϋπολογισμό βλ. περίπτ. θ΄ παρ. 1 άρθρ. 35, Νόμ. 2873/25-28 Δεκ. 2000, (ΦΕΚ Α΄285), τόμ. 25, σελ. 106,24.
68
41α. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 29 της 30 Απρ./11 Μαΐου 1943 Περί των περιπτώσεων καθ’ ας επιτρέπεται η χρήσις των όπλων υπό της Δημοσίας δυνάμεως. Εκυρώθη και διετηρήθη εν ισχύϊ δια της υπ’ αριθ. 301/46 Πράξεως Υπουργ. Συμβουλίου. Άρθρ.1.-Οι άνδρες της Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων και τα τυχόν μετ’ αυτών συμπράττοντα όργανα της αγροφυλακής και δασικής υπηρεσίας όταν ενεργούσι προς εκτέλεσιν των Νόμων, Δ/των και Αποφάσεων των αρμοδίων Αρχών ή προς διάλυσιν συναθροίσεων ή καταστολήν στάσεων δύνανται να ποιήσωνται χρήσιν των όπλων άνευ ουδεμιάς ευθύνης δια τας συνεπείας εις τας ακολούθους περιπτώσεις. α)Όταν ενεργήται κατ’ αυτών επίθεσις δια πυροβόλων όπλων ή άλλων αντικειμένων δυναμένων να επιφέρωσιν αυτοίς σοβαράν σωματική βλάβην. β)Όταν δεν δύνανται να υπερασπισθώσιν άλλως τον τόπον τον οποίον κατέχουσιν ή την θέσιν ή τα άτομα τα οποία παρεδόθησαν αυτοίς προς φύλαξιν ή των οποίων εκ καθήκοντος ανέλαβον την προάσπισιν ή τους δημοσίους υπαλλήλους εν τη εκτελέσει των καθηκόντων των ή τα Δημόσια καταστήματα. γ)Όταν υφισταμένης συναθροίσεως το πλήθος προβαίνει εις λεηλασίας ή διαρπαγάς ή βιαιοπραγίας κατά πολιτών ή καταλήψεις ή φθοράς δημοσίων ή ιδιωτικών οικιών ή Καταστημάτων ή Αποθηκών ή όταν η επιτραπείσα συνάθροισις εξετράπη του ειρηνικού της σκοπού εις πράξεις διαταρασσούσας την δημοσίαν τάξιν. δ)Όταν ενεργούνται συναθροίσεις παρά την απαγόρευσιν αυτών υπό της Αρχής, οι δε συναθροισθέντες καίπερ δεν εκτρέπονται εις έκτροπα εν τούτοις εις πρόσκλησιν αυτής όπως διαλυθώσιν αρνούνται να πράξωσι τούτο. ε)Όταν κρατούμενοι αποπειρώνται την βία απόδρασίν των είτε η βία στρέφεται κατά των φυλάκων είτε κατά πραγμάτων. ς)Όταν κρατούμενος ανέλθη εν καιρώ ημέρας επί της στέγης ή αναρριχηθή επί των τοίχων του Καταστήματος ή εξέλθη αυτού εις την οδόν με σκοπόν αποδράσεως και δεν σταθή εις την πρόσκλησιν του φρουρού. Ομοίως εις πάσαν περίπτωσιν αποπείρας αποδράσεως κατά την διάρκειαν της νυκτός εφ’ όσον δεν ήθελε σταθή ο κρατούμενος εις την πρόσκλησιν του σκοπού Αλτ ή πυροβολώ. ζ)Όταν εν περιπτώσει στάσεως, διαταχθέντες από της Αρχής να διαλυθώσι δεν υποτάσσωνται εις τας δοθείσας διαταγάς. Σελ. 186(β) 297-006 11 Άρθρ.2.-Εις την περίπτωσιν της παρ. δ΄ του προηγουμένου άρθρου προκειμένης διαλύσεως συναθροίσεως εφ’ όσον ο χρόνος το επιτρέπει, καλούνται όπως παραστώσιν εις αυτήν οι εκπρόσωποι της Διοικητικής και Δικαστικής Αρχής ή οι νόμιμοι αυτών αναπληρωταί, εάν υπάρχωσι τοιούτοι εν ω τόπω η συνάθροισις. Ο εκπρόσωπος της Διοικητικής ή Δικαστικής Αρχής ή οι Αναπληρωταί των και τούτων μη παρισταμένων ο Διοικητής της Δημοσίας δυνάμεως προσκαλεί το πλήθος άπαξ εν ονόματι του Νόμου όπως διαλυθή, εάν δε η πρόσκλησις δεν εισακουσθή, ο Διοικητής της Δημοσίας δυνάμεως διατάσσει την χρήσιν εκφοβιστικής βολής, των υπ’ αυτόν ανδρών βαλόντων εις τον αέρα, αν δε και μετά τούτο το πλήθος εξακολουθή μη αποσυρόμενον, διαλύεται βιαίως δια της χρήσεως των όπλων, άνευ ουδεμιάς ευθύνης του ηγήτορος και των ανδρών της Δημοσίας δυνάμεως δια τα αποτελέσματα. Εάν όμως πρόκειται περί συναθροίσεως της παρ. γ΄ ή περί στάσεως της παρ. ζ΄ του προηγουμένου άρθρου, δεν καλούνται να παραστώσιν οι εκπρόσωποι της Διοικητικής και Δικαστικής Αρχής, αλλ’ ο Διοικητής της Δημοσίας δυνάμεως προβαίνει μόνος εις την διάλυσιν του πλήθους, κατά τα ανωτέρω οριζόμενα. Εν τη περιπτώσει ταύτη, εάν η δια ζώσης πρόσκλησις δεν είναι, κατά την κρίσιν του Διοικητού της Δυνάμεως, δυνατή, η συνάθροισις διαλύεται βιαίως δια της χρήσεως των όπλων μετά προηγουμένην εκφοβιστικήν βολήν άνευ τινός ευθύνης δια τας συνεπείας της τοιαύτης ενεργείας. Εις την περίπτωσιν της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου, ο εκπρόσωπος της Διοικητικής Αρχής ή ο Εισαγγελεύς ή οι αντιπρόσωποι αυτών, εάν καλούμενοι δεν προσέλθωσιν εις τον τόπον της συναθροίσεως διώκονται εν αδικαιολογήτω απουσία, επί παραβάσει καθήκοντος. Άρθρ.3.-Τα καθ’ υπέρβασιν των διατάξεων του παρόντος τελούμενα αδικήματα προανακρίνονται μόνον υπό των Αξιωματικών της Χωροφυλακής ή της Αστυνομίας Πόλεων δια τους υπ’ αυτούς αναλόγως αρμοδιότητος, επί ποινή ακυρότητος της διαδικασίας και υπάγονται δια μεν τους της Χωροφυλακής και τους μετ’ αυτής συμπράττοντας στρατιωτικούς εις την αρμοδιότητα των Στρατοδικείων, δια δε τους της Αστυνομίας Πόλεων, Αγροφυλακής και Δασικής υπηρεσίας εις την αρμοδιότητα των Κοινών Ποινικών Δικαστηρίων. Άρθρ.4.-Τα υπ’ αριθ. 162 και 270 του 1941 Ν.Δ/τα περί των περιπτώσεων καθ’ ας επιτρέπεται η χρήσις των όπλων υπό των Στρατιωτικών της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων, ως και πάσα διάταξις αντικειμένη τω παρόντι καταργούνται. Η ισχύς του παρόντος Νόμου συντακτικού χαρακτήρος και περιεχομένου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
335
112. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ - ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 26233 της 8/16 Μαρτ. 2005 (ΦΕΚ Β΄ 341) Καθορισμός δικαιωμάτων που παρακρατούν οι Άμισθοι Υποθηκοφύλακες. Έχοντας υπόψη: Τις διατάξεις: α) του άρθρου 6 Ν. 325/1976. β) Των παρ. 1 και 2 του άρθρου 16 του Ν. 325/1976 (ΦΕΚ 125Α). γ) Του άρθρου 19 του ιδίου Νόμου. δ) Τις 200922/02 (ΦΕΚ Β 20/2003) και 71670/6.7.1992 (ΦΕΚ Β 1992) κοινές αποφάσεις των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών. ε) Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης προκαλείται μείωση εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού το ύψος της οποίας δεν μπορεί να υπολογισθεί. στ) Την υπ’ αριθμ. 14650/ΔΙΟΕ/17.3.2004 (ΦΕΚ 519/Β/ 17.3.2004) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών «Καθορισμός αρμοδιοτήτων των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, αποφασίζουμε: 1.Εκ των υπέρ αυτού εισπραττομένων δικαιωμάτων ο ειδικός Άμισθος Υποθηκοφύλακας ή ο αναπληρωτής του ή ο εκτελών έργο Υποθηκοφύλακα Συμβολαιογράφος ή Ειρηνοδίκης παρακρατεί για αμοιβή του και για αντιμετώπιση των γενικών εξόδων κανονικής λειτουργίας του Υποθηκοφυλακείου, το σύνολο τούτων εφ’ όσον αυτά δεν υπερβαίνουν τα 13.000,00 6 ετησίως. Εάν τα εισπραττόμενα δικαιώματα υπερβαίνουν τα 13.000,00 6 ετησίως, ο ειδικός Άμισθος Υποθηκοφύλακας ή ο αναπληρωτής του ή ο εκτελών χρέη Υποθηκοφύλακα Συμβολαιογράφος ή Ειρηνοδίκης παρακρατεί πέραν του ανωτέρω ποσού και ποσοστό 20% επί των πέραν των 13.000,00 6 εισπραττομένων ετησίως δικαιωμάτων. Σε καμιά όμως περίπτωση το ποσό που συνολικά παρακρατείται ετησίως δεν μπορεί να είναι πέραν των 18.200,00 6. 2.Καθορίζουμε το ποσό του γραφικού δικαιώματος που παρακρατούν οι Άμισθοι Υποθηκοφύλακες για την έκδοση κάθε πιστοποιητικού ή φύλλου αντιγράφου στο ποσοστό του 1/3 του εκάστοτε εισπραττομένου τέτοιου δικαιώματος. (Μετά τη σελ. 508,512(α) Σελ. 508,513 Τεύχος Σελ. Οργανισμός Υποθηκοφυλακείων 6.Η.α.110-112 Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει ένα μήνα μετά τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για τις διατηρούμενες σε ισχύ διατάξεις σχετικά με τους υπαλλήλους των Εμμίσθων Υποθηκοφυλακείων και Κτηματολογικών Γραφείων βλ. παρ. 13 άρθρ. 10 Νόμ. 3472/4-4 Ιουλ. 2006 (ΦΕΚ Α΄ 135), ανωτ. σελ.146,56.
206
22. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓ ΑΣΙΑΣ Αριθ. 25853/2730 της 12/22 Μαΐου 1956 Περί καθορισμού σειράς προτεραιότητος τοποθετήσεως ανέργων γουνεργατών Καστοριάς. Εν όψει της παρ. 5 του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 2656/ 1953 «περί οργανώσεως και ελέγχου αγοράς εργασίας». Καθορίζομεν την σειράν προτεραιότητος τοποθετήσεως εις την γουνεργασίαν υπό της οικείας Επιθεωρήσεως Εργασίας των ανέργων γουνεργατών Καστοριάς, ως ακολούθως: 1.Κατ’ απόλυτον προτεραιότητα δέον να τοποθετώνται εις την γουνεργασίαν οι μέχρι τέλους του έτους 1952 εγκατεστημένοι εις Καστοριάν και απασχολούμενοι εις την επεξεργασίαν των γουναρικών. 2.Εξαντληθέντος του αριθμού γουνεργατών της πρώτης κατηγορίας δέον να προτιμώνται οι από του έτους 1953 και εντεύθεν εγκατασταθέντες εις Καστοριάν και τοιούτων μη υπαρχόντων. 3.Οι εξ άλλων περιφερειών επιθυμούντες να απασχοληθώσιν εις την γουνεργασίαν. Η Υποδ/σις Χωροφυλακής ήτις εν προκειμένω ασκεί καθήκοντα Επιθεωρήσεως Εργασίας εντέλλεται δια την αυστηράν της παρούσης εφαρμογήν. Η παρούσα, ης η ισχύς άρχεται από της εκδόσεώς της δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 15.Γ .α.21-22 Γραφεία Εύρεσης Εργασίας Σύμβουλοι Εργασίας
44
41. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1195 της 19/24 Αυγ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 224) Περί ρυθμίσεως θεμάτων τινών της Υπηρεσίας του Εθνικού Τυπογραφείου. Άρθρ.1.-1.Η φοίτησις εις την υπό των διατάξεων του άρθρ. 3 του νόμ. 2065/1952 «περί τρόπου διορισμού τεχνιτών εν τω Εθνικώ Τυπογραφείω» προβλεπομένην Σχολήν του Εθνικού Τυπογραφείου ορίζεται διετής. 2.Εις την Σχολήν εισάγονται απόφοιτοι σχολών μέσης εκπαιδεύσεως. Απόφοιτοι των τμημάτων Τεχνολόγων και Γραφιστών της Ανωτέρας Τεχνικής Σχολής Γραφικών Τεχνών δύνανται να εγγράφωνται εις ειδικόν πρόγραμμα της Σχολής εξαμήνου διαρκείας, μετά την επιτυχή παρακολούθησιν του οποίου καθίστανται απόφοιτοι και της Σχολής ταύτης. 3.Ο αριθμός των κατ’ έτος εισαγομένων εις την Σχολήν προς φοίτησιν και των εις το ειδικόν πρόγραμμα εγγραφομένων ορίζεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως. Ο προσδιοριζόμενος δια το ειδικόν πρόγραμμα αριθμός δεν δύναται να είναι ανώτερος του αριθμού των προς φοίτησιν εισαγομένων. 4.Δια Π.Δ/των, εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα της εισαγωγής εις την Σχολήν, τα απαιτούμενα προς τούτο προσόντα, το πρόγραμμα εκπαιδεύσεως, τα του εκπαιδευτικού προσωπικού, καθηγητών, ως και παν θέμα σχετιζόμενον προς την λειτουργίαν της Σχολής. 5.Οι απόφοιτοι της Σχολής του Εθνικού Τυπογραφείου μονοετούς φοιτήσεως εξομοιούνται προς τους αποφοίτους της Σχολής ταύτης διετούς φοιτήσεως κατόπιν επιτυχούς παρακολουθήσεως ειδικού προγράμματος μετεκπαιδεύσεως διαρκείας ενός εκπαιδευτικού εξαμήνου, οργανουμένου παρά τη Σχολή. Τα του προγράμματος τούτου καθορίζονται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσως. Άρθρ.2.-1.Παρά τω Εθνικώ Τυπογραφείω συνιστώνται 26 προσωριναί θέσεις επί βαθμοίς 5ω-4ω. Αι θέσεις αύται πληρούνται δια προαγωγής, κατά τας κειμένας διατάξεις, υπαλλήλων των κλάδων ΑΤ9 Στοιχειοθετών και ΑΡ4 έως ΑΡ17 της υπηρεσίας ταύτης, καταρτιζομένου ιδίου δια τας θέσεις ταύτας πίνακος προακτέων, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των περί πινάκων προακτέων κειμένων διατάξεων. Η διάταξις ισχύει μόνον επί υπαλλήλων υπηρετούντων κατά την 14-9-76. Αι θέσεις αύται κενούμεναι καθ’ οιονδήποτε τρόπον καταργούνται βαθμηδόν και καθ’ ο μέρος εκάστοτε υπερβαίνουν κατ’ αριθμόν τους δικαιουμένους προαγωγής εις ταύτας. 2.Κενούμεναι θέσεις 5ου-4ου βαθμού των κατ’ ιδίαν κλάδων, καταλαμβάνονται παρ’ υπαλλήλων των οικείων κλάδων προαχθέντων εις τας προσωρινάς θέσεις της παρ. 1 του παρόντος και εν ελλείψει τοιούτων πληρούνται δια προαγωγής εκ των οικείων πινάκων προακτέων του Κλάδου. 3.Οι προαγόμενοι εις θέσεις 5ου-4ου βαθμού των εις την παρ. 1 αναφερομένων κλάδων, ως και οι προαγόμενοι εις προσωρινάς θέσεις 5ου-4ου βαθμού δικαιούνται περαιτέρω βαθμολογικής εξελίξεως εις θέσεις 3ου-2ου βαθμού του Κλάδου ΑΡ3 Προϊσταμένων Παραγωγής ως και μισθολογικής προαγωγής εις τον 3ον βαθμόν κατά τας κειμένας διατάξεις. 4.Το υπό του άρθρ. 2 του Π.Δ. 904/1978 προβλεπόμενον επίδομα ανθυγιεινής εργασίας ορίζεται εις ποσοστόν 20% δια τους απασχολουμένους εις την Υπηρεσία Παραγωγής και Διεύθυνσιν ΜΗΕ και τους Διευθυντάς και εις 15% δια πάντας τους λοιπούς. 5.Δια τον κατά την παρ. 4 του άρθρ. 7 του νόμ. 754/1978 υπολογισμόν του ωρομισθίου υπερωριακής εργασίας, προκειμένου περί των υπαλλήλων του Εθνικού Τυπογραφείου, προστίθεται εις βασικόν μισθόν και το επίδομα ανθυγιεινής εργασίας. Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
363
11. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 511 της 29 Ιουλ./7 Αυγ. 1975 (ΦΕΚ Α΄ 166) Περί συστάσεως Τελωνειακών Αρχών. Έχοντες υπ’ όψιν: 1.Τας διατάξεις: α)του άρθρου 11 παραγρ. 4 και 5 του Ν.Δ/τος 175/1973 «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων» και β)του άρθρου 3 παραγρ. 4 του Ν.Δ. 216/1974 «περί συστάσεως Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως» (ΦΕΚ 367/1974 τεύχος Α΄). 2.Την υπ’ αριθ. Λ.7/8/4/7.10.1970 (ΦΕΚ 776/Β΄/ 4.11.1970) κοινήν απόφασιν των Υπουργών Προεδρίας της Κυβερνήσεως, Εσωτερικών και Οικονομικών ως συνεπληρώθη και ετροποποιήθη μεταγενεστέρως. 3.Την υπ’ αριθ. 451/12.6.1975, γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων Υπουργών Προεδρίας της Κυβερνήσεως και Οικονομικών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον 1. Σύστασις Τελωνειακών Αρχών. Συνιστάται: 1.Τελωνείον Α΄ Τάξεως, εδρεύον εις την πόλιν των Σερρών, υπό την ονομασίαν «Τελωνείον Σερρών». 2.Τελωνείον Α΄ Τάξεως, εδρεύον εις την πόλιν Σιατίστης, υπό την ονομασίαν «Τελωνείον Σιατίστης». Άρθρον 2. Αρμοδιότητες Τελωνειακών Αρχών. 1.Ορίζεται η κατά τόπον αρμοδιότης: α)Του Τελωνείου Σερρών επί του ομωνύμου Νομού πλην της περιοχής της Κοινότητος Προμαχώνος και της μεθοριακής γραμμής, εφ’ ων περιορίζεται η χωρική αρμοδιότης του Τελωνείου Προμαχώνος. β)Του Τελωνείου Σιατίστης επί της Επαρχίας Βοΐου Νομού Κοζάνης, περιοριζομένης της κατά τόπον αρμοδιότητος του Τελωνείου Πτολεμαΐδος επί των Επαρχιών Κοζάνης και Εορδαίας. 2.Ορίζεται η καθ’ ύλην αρμοδιότης: Των Τελωνείων Σερρών και Σιατίστης η τοιαύτη των Τελωνείων Α΄ τάξεως. Εις το Τελωνείον Σιατίστης παρέχεται και η ειδική αρμοδιότης δια την εφαρμογήν των τελωνειακών, δασμολογικών και λοιπών συναφών διατάξεων, των αναφερομένων εις την οριστικήν ή προσωρινήν εισαγωγήν, μεταφοράν και επεξεργασίαν σισυροδερμάτων, σισυρών, τεμαχίων, άκρων και αποκομμάτων αυτών και συναφών βοηθητικών υλών, ως και την εξαγωγήν ή επανεξαγωγήν των εκ των πρώτων τούτων υλών παραγομένων ετοίμων προϊόντων. Άρθρον 3. Ορίζεται η οργανική σύνθεσις εκάστου των Τελωνείων Α΄ Τάξεως Σερρών και Σιατίστης εις μίαν (1) θέσιν επί βαθμοίς 5ω-4ω και δύο (2) θέσεις επί βαθμοίς 8ω-6ω του Κλάδου Α2 Τελωνειακών, εις μίαν (1) θέσιν επί βαθμοίς 10ω-6ω του Κλάδου Β2 Τελωνειακών, εις δύο (2) θέσεις επί βαθμοίς 10ω-8ω και μίαν (1) θέσιν επί βαθμώ 7ω του Κλάδου Β11 Τελωνοφυλάκων, άνευ αυξήσεως των οργανικών θέσεων των Κλάδων τούτων. Άρθρον 4. Μειούται η οργανική σύνθεσις: 1.Της Δ/νσεως Τελωνείου Μυτιλήνης και του Τελωνείου Αντικύρας, κατά μίαν (1) θέσιν επί βαθμοίς 5ω-4ω του Κλάδου Α2 Τελωνειακών. 2.Των Δ/νσεων Τελωνείου Καβάλας και Αλεξανδρουπόλεως κατά μίαν (1) θέσιν επί βαθμοίς 8ω-6ω του Κλάδου Α2 Τελωνειακών και κατά μίαν (1) θέσιν επί βαθμοίς 10ω-6ω του Κλάδου Β2 Τελωνειακών. 3.Της Δ/νσεως Τελωνείου Βόλου κατά μίαν (1) θέσιν επί βαθμοίς 8ω-6ω του Κλάδου Α2 Τελωνειακών και κατά δύο (2) θέσεις επί βαθμοίς 10ω-8ω του Κλάδου Β11 Τελωνοφυλάκων. 4.Του Τελωνείου Πυθίου κατά μίαν (1) θέσιν επί βαθμοίς 8ω-6ω του Κλάδου Α2 Τελωνειακών. 5.Της Δ/νσεως Τελωνείων Θεσσαλονίκης κατά δύο (2) θέσεις επί βαθμώ 7ω του Κλάδου Β11 Τελωνοφυλάκων και 6.Του Τελωνείου Ιωαννίνων, κατά δύο (2) θέσεις επί βαθμοίς 10ω-8ω του Κλάδου Β11 Τελωνοφυλάκων. (Αντί για τη σελ. 22,17(α) Σελ. 22,17(β) Τεύχος Ζ21-Σελ. 1 - 49 Τελωνειακή Διαίρεση 30.Α.β.10-11
336
50. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ, ΠΕΡΙΒ/ΝΤΟΣ, ΧΩΡ/ΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜ. ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ-ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 2401/31 της 16/17 Ιαν. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 30) Μέτρα περιορισμού κυκλοφορίας οχημάτων στο κέντρο της Αθήνας. Σελ. 326,332(β) Τεύχος 1252-Σελ. 68
175
10. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.346 της 15/15 Νοεμ.1969 (ΦΕΚ Α΄ 232) Περί τύπου (Κατηργήθη δια του άρθρ.1 Νόμ.10/1975, κατωτ. αριθ.12). Παραθέτομεν εν τούτοις τα άρθρ.99-101 αυτού). Άρθρ.99.-Μέχρι της εκδόσεως των υπό του παρόντος προβλεπομένων κανονιστικών πράξεων, τα υπό τούτων ρυθμιστέα θέματα διέπονται υπό των μέχρι τούδε ισχυουσών διατάξεων. Καταργούμεναι διατάξεις. Άρθρ.100.-Από της ισχύος του παρόντος, επιφυλασσομένης της διατάξεως του προηγουμένου άρθρου, καταργούνται αι κάτωθι διατάξεις : 1) Ο Νόμ.5060/1931 «περί Τύπου, προσβολών της τιμής εν γένει και άλλων σχετικών αδικημάτων», ως συνεπληρώθη και ετροποποιήθη μεταγενεστέρως. 2) Ο Νόμ.5633/1932 «περί τροποποιήσεως κλπ. του Νόμ.5060/1931». 3) Ο Νόμ.5999/1934 «περί τροποποιήσεως κλπ. του Νόμ.5060/1931». 4) Ο Α.Ν.1092/1938 «περί τύπου» ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως. 5) Το άρθρ.8 του Α.Ν.1363/1938 «περί κατοχυρώσεως διατάξεων των άρθρ.1 και 2 του εν ισχύϊ Συντάγματος» ως αντικατεστάθη δια του άρθρ.4 του Α.Ν.1672/1939. Σελ. 318,04(α) Τεύχος 554-Σελ.70 6) Το Ν.Δ.236/1941 «περί εκδόσεως εφημερίδος υπό της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών». 7) Το Ν.Δ. 791/1941 «περί τιμής πωλήσεως των εφημερίδων». 8) Ο Νόμ.73/1944 «περί ρυθμίσεως του τρόπου εκδόσεως και κυκλοφορίας των εφημερίδων». 9) Ο Α.Ν.199/1945 «περί συμπληρώσεως του Α.Ν.1998/1939 περί σημάτων». 10) Ο Α.Ν.265/1945 «περί μέτρων προστασίας των νομίμως κυκλοφορούντων εφημερίδων, περιοδικών κλπ.». 11) Ο Α.Ν.462/1945 «περί απαγορεύσεως της δημοσιεύσεως εγγράφων και ειδήσεων αφορωσών τας ενόπλους εθνικάς ή συμμαχικάς δυνάμεις εν καιρώ γενικής επιστρατεύσεως ή πολέμου». 12) Ο Α.Ν.582/1945 «περί τρόπου χορηγήσεως χάρτου εις τον τύπον» ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως. 13) Ο Α.Ν.940/1946 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν.582/45 κλπ.». 14) Ο Α.Ν.1033/1946 «περί τρόπου διαθέσεως τυπογραφικών εγκαταστάσεων». 15) Τα άρθρ.9 και 10 του Ν.Δ.144/1946 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως τελωνειακών και δασμολογικών τινών διατάξεων». 16) Το Ν.Δ.159/1946 «περί συμπληρώσεως της περί χορηγήσεως χάρτου εις τον τύπον νομοθεσίας» ως συνεπληρώθη και ετροποποιήθη μεταγενεστέρως. 17) Το Ν.Δ.178/1946 «περί κυρώσεως του Α.Ν.940/1946 και συμπληρώσεως των διατάξεων αυτών». 18) Ο Α.Ν.896/1949 «περί οικονομικής κατοχυρώσεως της ελευθεροτυπίας». 19) Ο Α.Ν.1669/1951 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί δημοσιογραφικού χάρτου κειμένων διατάξεων». 20) Ο Νόμ.1797/1951 «περί κυρώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν.1669/1951 κλπ.». 21) Τα άρθρ.1-3 του Νόμ.1968/1951 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί τύπου νομοθεσίας κλπ.». 22) Το άρθρ.10 του Νόμ.2240/1952 «περί τροποποιήσεως και καταργήσεως διατάξεων φορολογικών τινών Νόμων». 23) Το άρθρ.4 του Νόμ.2286/1952 «περί καταργήσεως του άρθρ.28 του Νόμ.2058 του 1952 κλπ.». 18.Τ.α.8-10 Γενικές διατάξεις για τον τύπο 24)Το άρθρ. 30 του Ν.Δ. 2493/1953 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων του Ποινικού Κώδικος, του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας και άλλων τινών ποινικών διατάξεων, ως ετροποποιήθη δια του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 3824/1958». 25)Το Ν.Δ. 2943/1954 «περί τρόπου πωλήσεως εφημερίδων και περιοδικών». 26)Ο Νόμ. 3202/1955 «περί ρυθμίσεως ζητημάτων ανακυψάντων εκ της εφαρμογής των περί δημοσιογραφικού χάρτου διατάξεων των Νόμ. 1092/38 και 582/1945». 27)Τα άρθρ. 1-3, 5 και 9 του Ν.Δ. 3824/1958 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί τύπου διατάξεων». 28)Το δεύτερον εδάφιον της παρ. 1 του άρθρ. 191 του Ποινικού Κώδικος, και 29)Πάσα άλλη διάταξις αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος. Βλ. κατωτ. εν άρθρ. 2 Νόμ. 10/1975 τίνες εκ των ανωτέρω διατάξεων επαναφέρονται εν ισχύϊ. Έναρξις ισχύος Άρθρ.101.-Η ισχύς του παρόντος Ν.Δ/τος άρχεται από 1ης Ιαν. 1970.
228
130. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 14698/2744 της 21 Ιαν./15 Φεβρ. 1980 (ΦΕΚ Β΄148) Περί τρόπου καθορισμού δρομολογίων των υπεραστικών λεωφορείων. Καταργήθηκε από την 8500/400/10-30 Μαρτ. 1980 (ΦΕΚ Β΄180) απόφ. Υπ. Συγκοινωνιών (κατωτ. αριθ. 138).
384
2. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. 163963 της 14/15 Δεκ. 1972 (ΦΕΚ Β΄ 1098) Περί μετεγγραφών φοιτητών εκ Σχολών της αλλοδαπής. Έχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις της παρ. 5 της υπ’ αριθ. 107/1962 Π.Υ.Σ., κυρωθείσης δια του άρθρ. 1 του Ν.Δ. 4263/1962, ως και την επιτακτικήν ανάγκην επαναπατρισμού Ελλήνων σπουδαστών, φοιτώντων εις Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της αλλοδαπής, αποφασίζομεν: 1.Εξαιρετικώς και μόνον δια το τρέχον Ακαδημαϊκόν έτος, Έλληνες φοιτηταί Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της αλλοδαπής, υποβαλόντες ήδη αιτήσεις κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 579/70 και μη μετεγγραφέντες, περατώσαντες δε επιτυχώς άπαντα τα μαθήματα του Α΄ έτους σπουδών της εξ ης προέρχονται Σχολής, δύνανται να μετεγγραφούν εις τας αντιστοίχους Σχολάς, των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της ημεδαπής και εις το Α΄ (πρώτον) έτος αυτών εις ποσοστόν 10% επί του καθορισθέντος κατά Σχολήν αριθμού εισακτέων φοιτητών δια το Ακαδημαϊκόν έτος 1972 - 1973 και καθ’ υπέρβασιν του υπό των διατάξεων του ως άνω Ν.Δ/τος καθοριζομένου αριθμού μετεγγραφομένων κατά Σχολήν. 2.Δια την πραγματοποίησιν των κατά τ’ ανωτέρω μετεγγραφών, οι υποψήφιοι θα υποβληθώσιν εις γραπτήν εξέτασιν εις δύο μαθήματα και εις προφορικήν τοιαύτην εις τρίτον μάθημα, κατά τα υπό των οικείων Σχολών καθορισθησόμενα. Η σχετική διαδικασία δέον όπως περατωθή μέχρι 15ης Ιαν. 1973. 3.Ως κριτήριον δια την μετεγγραφήν θα ληφθή υπ’ όψιν το άθροισμα των βαθμών της γραπτής και προφορικής εξετάσεως, μετά του εις αυτό προστιθεμένου γενικού βαθμού επιτυχίας (επί κλίμακος 0-10) του Α έτους σπουδών. 4.Η παρούσα δημοσιευομένη δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως κυρωθήσεται νομοθετικώς μερίμνη του επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπουργού.
218
4. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ υπ’ αριθ. 14 της 2/12 Δεκ. 1970 (ΦΕΚ Α΄ 269) (Διορθ. Ημαρτ. ΦΕΚ Α΄ 36 της 16 Φεβρ. 1971) Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του υπ’ αριθ. 4/1969 Κανονισμού «περί διοργανώσεως συγκροτήσεως και λειτουργίας του Οργανισμού Διοικήσεως και Διαχειρίσεως Εκκλησιαστικής Περιουσίας (ΟΔΔΕΠ)», του υπ’ αριθ. 9/1970 Κανονισμού «περί Καταστάσεως του Προσωπικού της Εκκλησίας της Ελλάδος (Κώδιξ Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων)», του υπ’ αριθ. 11/1970 Κανονισμού «περί διαρθρώσεως των θέσεων των εκ της Ιεράς Συνόδου εξαρτωμένων Υπηρεσιών της Αποστολικής Διακονίας και του ΟΔΔΕΠ» και της υπ’ αριθ. 2/1969 Καν. Διατάξεως «περί Κεντρικής και Περιφερειακής Διοικήσεως του ΟΔΔΕΠ». ΄Αρθρ.1.-(Προστίθεται παρ. 5 εις το άρθρ. 17 του Κανονισμού 4/1969, τόμ. 33Α σελ. 313). Άρθρ.2.-(Τροποποιείται το εδάφ. γ΄ παρ. 2 άρθρ. 2 της Κανονιστικής Διατάξεως 2/1969, τόμ. 33Α σελ. 319). ΄Αρθρ.3.-(Αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρ. 23 της Κανονιστικής Διατάξεως 2/1969, τόμ. 33Α σελ. 319). Άρθρ.4.-(Ανακαλείται αφ’ ης ίσχυσεν το άρθρ. 32 της Κανονιστ. Διατάξεως 2/1969, τόμ. 33Α σελ. 319). Άρθρ.5-17.-(Τροποποιούνται αι διατάξεις του καταργηθέντος Κανον. 9/1970). ΄Αρθρ.18.-Η ισχύς του παρόντος Κανονισμού άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πλην της διατάξεως του άρθρ. 1 ούτινος η ισχύς άρχεται από 1.7.1970. «Και πλην της διατάξεως «περί καταργήσεως προσωρινής θέσεως Γενικού Διευθυντού, κατά το άρθρ. 12, η ισχύς της οποίας άρχεται από 1ης Ιουλ. 1971». Το ανωτέρω εντός « » εδάφιον προσετέθη δια της παρ. 2 του άρθρ. 3 του υπ’ αριθ. 19 Κανονισμού της 23 Μαρτ./1 Απρ. 1971 (ΦΕΚ Α΄ 67) κατωτ. σελ. 52, 276.
288
1. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. 209 της 13/21 Δεκ. 1963 (ΦΕΚ Α΄ 225) Περί θέσεως εν ισχύϊ του υπό του Ν.Δ. 4104/60 προβλεπομένου Κανονισμού περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων και περί ενισχύσεως των εσόδων του Ι.Κ.Α. Λαβόν υπ' όψιν: 1.Τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 1 του Νόμ. 2054/1952, των άρθρ. 33 και 35 του Ν.Δ. 2961/ 1954, ως τροποποιηθέντα ισχύουν νυν κλπ. 2.Την υπ' αριθ. 472/1963 απόφασιν του Δ. Συμβουλίου του Ιδρύματος Κοινωνικων Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.) υποβληθείσαν δια της υπ' αριθ. 101964/ 31.12.63 αναφοράς του Ι.Κ.Α. προς το Υπουργείον Εργασίας. 3.Την υπ' αριθ. 10407/17.10.63 αναφοράν της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος προς το Δ.Σ. του Ι.Κ.Α. 4.Εισήγησιν του κ. Υπουργού Εργασίας περί θέσεως εν ισχύϊ του υπό των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 4104/1960 προβλεπομένου Κανονισμού περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων και περί της ανάγκης ενισχύσεως των εσόδων του Ι.Κ.Α. δια την αντιμετώπισιν των επιβαρύνσεων εκ της εφαρμογής του τοιούτου Κανονισμού. 5.Οικονομικοαναλογιστικήν μελέτην επί του Κανονισμού περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, αποφασίζει: 1.«Από 1ης Ιαν. 1966 αποτελεί πόρον του Κλάδου Συντάξεων του ΙΚΑ ποσοστόν 70% της υπό των παρ. 1 και 2 του άρθρ. 1 του Νόμ. 2054/52 προβλεπομένης και καθοριζομένης ειδικής εισφοράς, μειουμένου επίσης από της αυτής ημερομηνίας και κατά το αυτό ποσοστόν του ποσού, του, κατά τας κειμένας διατάξεις μεταφερομένου εκ του ΙΚΑ, εις πίστωσιν του Οργανισμού Απασχολήσεως και Ασφαλίσεως Ανεργίας, δια τον Ειδικόν Λογαριασμόν του Νομ. 2054/52». Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 17 άρθρ. 16 Νόμ. 4497/1966 (ανωτ. σελ.70, 68). 2.Από 1ης Ιαν. 1964 αυξάνεται κατά 1,5% η υπέρ του Κλάδου Συντάξεων του Ι.Κ.Α. εισφορά των_ ησφαλισμένων, των απασχολουμένων εις ειδικότητας αναφερομένας εις τον Κανονισμόν «περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων». 3.Εκ των κατά την 31.12.63, αποθεματικών του παρά τω Οργανισμώ Απασχολήσεως και Ασφαλίσεως Ανεργίας Ειδικού Λογαριασμού Νομ. 2054/1952, ποσόν δραχ. 60.000.000 μεταφέρεται εις πίστωσιν του Κλάδου Συντάξεων του Ι.Κ.Α., μέχρι 31 Ιαν. 1964, το βραδύτερον. Η παρούσα κυρωθήσεται νομοθετικώς. (Αντί της σελ. 144,61(α) Σελ. 144,61(β) 296 – 025 Βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα 15Β.Γ.ζ.1
56
5α. ΝΟΜΟΣ 5854 της 11/16 Οκτ. 1933 Περί επεκτάσεως των διατάξεων του Ν.Δ. της 23/23 Μαρτ. του 1929 «περί κύρους συμβολαιογραφικών τινων εγγράφων», ως τούτο εκυρώθη και ετροποποιήθη υπό του Νόμ. 4634 και επί των εν τοις αρχείοις των συμβολαιογράφων Άρτης Αλ. Μυλωνά και Αθηνών Γ. Μαντζαβάκου αναλόγων συμβολαιογραφικών εγγράφων (ανωτ. σελ. 446).
345
1. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 13/13 Νοεμ. 1927 Περί κυρώσεως του από 13 Σεπτ. 1925 Ν.Δ./τος περί καθορισμού τρόπου συμμετοχής Συνεταιρισμών εις δημοσίους συναγωνισμούς προς εκτέλεσιν έργων ή προμήθειαν ειδών του δημοσίου κλπ. Κυρούμεν το από 13 Σεπτ. 1925 Ν.Δ/γμα περί καθορισμού τρόπου συμμετοχής συνεταιρισμών εις δημοσίους συναγωνισμούς προς εκτέλεσιν έργων ή προμήθειαν ειδών του δημοσίου κλπ., έχον ούτω: ΄Αρθρ.1.-Πας συνεταιρισμός συμμετέχων εις δημόσιον διαγωνισμόν προς εκτέλεσιν έργων ή προμήθειαν ειδών του δημοσίου, ίνα τύχη των ευεργετημάτων του άρθρ. 89 του ν. 602, δέον να εκπληροί τους εξής όρους: Α)Να καταθέση αντί εγγυητικού γραμματίου: 1)Bεβαίωσιν εκδιδομένην ατελώς παρά του εποπτεύοντος τον συνεταιρισμόν υπουργείου, εν τη οποία θα πιστοποιήται ότι: α)Ο συνεταιρισμός έχει συμμορφωθή εγκαίρως προς τας διατάξεις του άρθρ. 35 παρ. 1-2 του ν. 602. β)Αποτελείται ανεξαιρέτως από πρόσωπα επαγγελματικής ειδικότητος, της απαιτουμένης δια την εκτέλεσιν της αναλαμβανομένης εργασίας, ήτοι προκειμένου π.χ. περί οικοδομικών έργων να αποτελήται εκ μηχανικών, εργολάβων, αρχιτεκτόνων, ξυλουργών κλπ. γ)Η ευθύνη των συνεταίρων, λογιζομένη μόνον εις τριπλάσιον του μετοχικού και αποθεματικού κεφαλαίου, ανέρχεται τουλάχιστον εις το ποσόν της υπό της διακηρύξεως απαιτουμένης εγγυήσεως. 2)Ονομαστικόν κατάλογον των μελών περιέχοντα τας διευθύνσεις και την επαγγελματικήν ειδικότητα αυτών, υπογεγραμμένον παρά του διοικητικού συμβουλίου, ούτινος τα μέλη υπέχουσι προσωπικώς την ευθύνην της ακριβείας των εν τω καταλόγω δηλουμένων. 3)Υπεύθυνον δήλωσιν της διοικήσεως του συνεταιρισμού ότι ούτος δεν έχει υπό κατασκευήν ή οπωσδήποτε άλλως εκκρεμή ετέραν εργασίαν του δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, κατόπιν συμβάσεως, ην συνήψεν επωφεληθείς των ευεργετημάτων του άρθρ. 89 του ν. 602. Αν δεν υπάρχη ετέρα εργασία εκκρεμής, δέον να συνυποβάλληται αντίγραφον της συμβάσεως εργολαβίας. 4)Βεβαίωσιν εκδιδομένην ατελώς παρά του οικείου ειρηνοδίκου και πιστοποιούσαν ότι ο συνεταιρισμός έχει συμμορφωθή εγκαίρως προς τας διατάξεις του άρθρ. 35 παρ. 1-3 του ν. 602. Β)Ο αριθμός των συνεταίρων να είναι επαρκής, ώστε να εξασφαλίζηται δια της προσωπικής εργασίας τούτων η εκτέλεσις της αναλαμβανομένης εργασίας εντός του υπό της διακηρύξεως οριζομένου χρόνου. Επιτρέπεται εξαιρετικώς δια τας εξαιρετικής εκτάσεως εργασίας η πρόσληψις παρά του συνεταιρισμού μόνον εργατών μέχρι του 1/3 των συνεταίρων. Εν περιπτώσει καθ’ ην ο συνεταιρισμός έχει ήδη και ετέραν εργασίαν του δημοσίου, δήμων ή κοινοτήτων εκκρεμή συνυπολογίζονται δια τον ως άνω προσδιορισμόν της ποσότητος της δυναμένης να παραχθή εργασίας αι εκκρεμούσαι υποχρεώσεις του συνεταιρισμού. Το κατά το εδάφ. 3 της α΄ παραγράφου αντί εγγυήσεως υπολογιζόμενον ποσόν ευθύνης των συνεταίρων δέον να επαρκή προς κάλυψιν των εκ της νέας εργολαβίας ευθυνών, μετά την αφαίρεσιν του διατεθέντος ήδη προς κάλυψιν εγγυήσεως ανειλημμένης και εκκρεμούσης εργολαβίας. Απαγορεύεται η υφ’ οιανδήποτε μορφήν εκχώρησις εις τρίτους του συνόλου ή τμήματος της αναληφθείσης υπό του συνεταιρισμού εργασίας. ΄Αρθρ.2.-Εν περιπτώσει παραβιάσεως όρου τινός της εργολαβικής συμβάσεως συνεπαγομένης την υπέρ του δημοσίου κατάπτωσιν της εγγυήσεως ή την επιβολήν προστίμου συμφώνως προς την σύμβασιν την συναφθείσαν μεταξύ δημοσίου και συνεταιρισμού, επωφεληθέντος των κατ’ άρθρ. 89 του ν. 602 ευεργετημάτων, γίνεται η είσπραξις του καταλογισθέντος ποσού εκ της περιουσίας του συνεταιρισμού, επικουρικώς δε επιδιώκεται η είσπραξις και εκ της ατομικής περιουσίας των συνεταίρων, αναλόγως των συνεταιρικών μερίδων εκάστου, συμφώνως προς τας περί εισπράξεως των δημοσίων εσόδων διατάξεις του λογιστικού νόμου. Σελ. 189 .507. Συμμετοχή Συνεταιρισμών σε προμήθειες Δημοσίου 14.Γ .γ.1 ΄Αρθρ.3.-Αι αμφισβητήσεις περί την πλήρωσιν του όρου της παρ. β΄ του άρθρ. 1 λύονται κατά πρώτον βαθμόν υπό της επί της δημοπρασίας επιτροπής. Η απόφασις όμως ταύτης εκκαλείται εντός 24 ωρών δι’ ενστάσεως επιδιδομένης προς την επί της δημοπρασίας επιτροπήν και συγχρόνου αναφοράς του ενδιαφερομένου συνεταιρισμού προς το εποπτεύον αυτόν υπουργείον, παραδιδομένης επί αποδείξει εις το ταχυδρομείον, εφ’ όσον πρόκειται περί συναγωνισμού ενεργουμένου εντός της πρωτευούσης. Εις την αναφοράν συνάπτεται και γραμμάτιον παρακαταθήκης δραχ. 75, ίνα χρησιμεύση ως αμοιβή, διανεμομένη μεταξύ των μελών της εκδικαζούσης την ένστασιν επιτροπής. Την ένστασιν ταύτην εκδικάζει οριστικώς εντός τριών ημερών από της διαβιβάσεως επιτροπή αποτελουμένη εξ ενός αντιπροσώπου του προκηρύσσοντος την δημοπρασίαν υπουργείου, ενός αντιπροσώπου του υπουργείου, εις ο υπάγεται ο συνεταιρισμός, και ενός πρωτοδίκου ως προέδρου. Τα μέλη της επιτροπής ορίζονται κατ’ έτος επιμελεία του εποπτεύοντος τους συνεταιρισμούς υπουργείου, τα μεν δύο πρώτα δια πράξεως των αρμοδίων υπουργών, το δε τελευταίον παρά του προέδρου των εν Αθήναις πρωτοδικών. ΄Αμα τω διορισμώ των μελών της επιτροπής κοινοποιούνται τα ονόματα των διορισθέντων παρά του εποπτεύοντος υπουργείου προς τα λοιπά υπουργεία. ΄Αρθρ.4.-Η κατά το προηγούμενον άρθρον επιτροπή εκδικάζει πάσαν καταγγελίαν ότι εις συνεταιρισμόν αναλαβόντα ήδη δυνάμει των υπέρ των συνεταιρισμών ευεργετικών διατάξεων του άρθρ. 89 του ν. 602 την εκτέλεσιν εργασίας του δημοσίου, των δήμων ή κοινοτήτων συμμετέχουσι πρόσωπα επαγγελματικής ειδικότητος ασχέτου προς την αναληφθείσαν. Η καταγγελία υποβάλλεται ατελώς υπό παντός ενδιαφερομένου εις το εδιαφερόμενον δια την εκτέλεσιν της εργασίας και εις το εποπεύον υπουργείον, εκδικάζεται δε εντός μηνός από της παραπομπής εις την επιτροπήν. Η επιτροπή μετά κλήτευσιν του τε καταγγέλλοντος και του καταγγελλομένου προβαίνει εις την εκδίκασιν της καταγγελίας, επιδιώκουσα την εξεύρεσιν της αλήθειας δια παντός προσφόρου κατά την κρίσιν της αποδεικτικού μέσου, δυναμένη να ενεργήση δια του δικαστικού αυτής μέλους ενόρκους προανακρίσεις και να επιβάλη όρκους εις καλουμένους μάρτυρας, υπέχοντας υποχρέωσιν μαρτυρίας κατά τας διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας. Αν η καταγγελία ευρεθή βάσιμος, η επιτροπή κηρύσσει την διάλυσιν του συνεταιρισμού, ήτις λογίζεται συντετελεσμένη από της κοινοποιήσεως Σελ. 190 της αποφάσεως. Η περιουσία του ούτω διαλυομένου συνεταιρισμού περιέρχεται ως σύνολον δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, κατ’ απόφασιν της επιτροπής, εις έτερον συνεταιρισμόν, σκοπού ομοίου προς τον αναγραφόμενον εν τω καταστατικώ του διαλυθέντος και πληρούντα τους όρους του άρθρ. 1 παρ. Α΄ χωρίον β΄, εφ’ όσον ούτος αναλαμβάνει και την εκτέλεσιν της εργασίας, άλλως περιέρχεται εις το δημόσιον. Η κατά το άρθρον τούτο τιμωρία των συνεταίρων είναι ανεξάρτητος της ευθύνης του διοικητικού συμβουλίου δια την εν τω κατά το άρθρ.1 παρ. Α΄ εδάφ. 2 καταλόγω γενομένην ψευδή υπεύθυνον δήλωσιν της επαγγελματικής ειδικότητος των μελών του συνεταιρισμού. Η αυτή επίσης επιτροπή κατά την διαδικασίαν διατάσσει εναντίον συνεταίρου συμμετέχοντος εις πλείονας του ενός συνεταιρισμούς του αυτού κυρίου σκοπού ή εις δημοπρασίαν ως ιδιώτης εκ παραλλήλου προς τον συνεταιρισμόν: 1)απογραφήν και 2)κατάσχεσιν υπέρ του συνεταιρισμού πάσης συνεισφοράς και απολαυής από του συνεταιρισμού. Η αυτή επιτροπή κατά την αυτήν διαδικασίαν εκδικάζει την καταγγελίαν ότι η κατά το άρθρ. 1 παρ. Α΄ εδάφ. 3 δήλωσις είναι ψευδής. Εν τοιαύτη περιπτώσει επιβάλλονται αι υπό του εδάφ. 5 του παρόντος άρθρου καταγινωσκόμεναι ποιναί, αν συγκατατίθεται και το προκηρύξαν τον διαγωνισμόν υπουργείον, άλλως διατάσσεται: 1)διαγραφή των μελών του διοικητικού και εποπτικού συμβουλίου, και 2)κατάπτωσις των μερίδων και πάσης από του συνεταιρισμού απολαυής, υπέρ του συνεταιρισμού. Πάσα διάταξις αντικειμένη προς το παρόν Ν. Δ/μα καταργείται. Το παρόν Ν.Δ/μα, ούτινος η ισχύς άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, υποβληθήσεται προς κύρωσιν εις την εθνικήν συνέλευσιν.
38
121. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 105 της 8/8 Μαρτ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 33) Όροι, προϋποθέσεις και διαδικασία χορήγησης αδειών εκγυμναστών υποψηφίων οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσικλετών, ίδρυση και λειτουργία σχολών οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσικλετών και θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση υποψηφίων οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσικλετών. Καταργήθηκε από το άρθρ. 11 Π.Δ. 354/7-12 Σεπτ. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 188), κατωτ. αριθ. 139. Καταργήθηκε επίσης από το άρθρ. 27 του Π.Δ. 404/28 Νοεμ.-11 Δεκ. 1996( ΦΕΚ Α΄ 271) κατωτ. αρ. 141. Σελ. 220,848 Τεύχος 1263-Σελ. 102 122. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΎ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 70579/1401 της 30 Οκτ./21 Νοεμ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 706) Σύνθεση και τρόπος συγκρότησης επιτροπών εξέτασης, εξεταστέα ύλη και βαθμολογικό σύστημα για χορήγηση αδειών εκγυμναστών υποψηφίων οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών. Καταργήθηκε, καθώς και οι 94904/895/89, 71727/554/1990 και 98392/124/90, αποφάσεις που την είχαν τροποποιήσει από το άρθρ. 12 της 52200/50/17-30 Ιαν. 1992 (ΦΕΚ Β΄ 50) απόφ. Υπ. Μεταφορών και Επικοινωνιών, κατωτ. αριθ. 135.
301
6. ΝΟΜΟΣ 3096 της 14/23 Ιουλ. 1924 Περί παραχωρήσεως δημοσίου γηπέδου εν Μακεδονία προς ίδρυσιν νεκροταφείου των κατά τον ευρωπαϊκόν πόλεμον πεσόντων Γερμανών και Βουλγάρων στρατιωτικών.
226
10. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. 99 της 11/22 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Α΄ 252) Περί απαγορεύσεως χρήσεως πετρελαίου τύπου «μαζούτ» των εν ισχύϊ προδιαγραφών εις εγκαταστάσεις καύσεως εντός ωρισμένης περιοχής της πόλεως των Αθηνών. Λαβόν υπ’ όψιν: α)Τας διατάξεις της παρ. 1 (εδάφ. α΄) του άρθρ. 2 του Νόμ. 400/1976 «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων», εν συνδυασμώ προς τας των παρ. 1 και 2 του άρθρ. 1 του Νόμ. 40/1975 «περί μέτρων εξοικονομήσεως ενεργείας». β)Την υπ’ αριθ. 44441/2617/2.8.1976 εισήγησιν του Υπουργού Βιομηχανίας και Ενεργείας, περί απαγορεύσεως χρήσεως πετρελαίου, τύπου μαζούτ, εις απάσας τας εγκαταστάσεις καύσεως των πάσης φύσεως βιομηχανιών και βιοτεχνιών, ως και των δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων των ευρισκομένων εντός συγκεκριμένης περιοχής, ως αύτη καθορίζεται κατωτέρω, επί σκοπώ εξοικονομήσεως ενεργείας δια της καλλιτέρας καύσεως του χρησιμοποιουμένου καυσίμου, αποφασίζει: 1.Απαγορεύει: α)Την χρησιμοποίησιν πετρελαίου τύπου «μαζούτ», υπό των πάσης φύσεως εγκαταστάσεων καύσεως ξενοδοχείων, κατοικιών, πολυκατοικιών, καταστημάτων και λοιπών κτιρίων των ευρισκομένων εντός της περιοχής της περικλειομένης υπό των οδών Πλατείας Ομονοίας – Σταδίου – Γεωργίου Α΄ – Αμαλίας – Αθ. Διάκου – Ιλισσού (Καλιρρόης) – Γ. Ολυμπίου – Ορλώφ – Παναιτωλίου – Αρακύνθου – Απολλωνίου – Παλληναίων – Δημοφώντος – Πειραιώς (Π. Τσαλδάρη) – Πλατείας Ομονοίας και β)την χρησιμοποίησιν υπό των βιομηχανιών και βιοτεχνιών, των ευρισκομένων εντός της περιγραφείσης περιοχής, πετρελαίου τύπου «μαζούτ» περιεκτικότητος εις θείον μεγαλυτέρας του 1,0%. 2)Ορίζει όπως, άπαντες οι ιδιοκτήται ή διαχειρισταί και εν γένει υπεύθυνοι απάντων των κτιρίων, ανεξαρτήτως προορισμού και χρήσεως αυτών, προβαίνουν εις την επιμελή και τακτικήν συντήρησιν του καυστήρος και εις τον καθαρισμόν του χώρου καύσεως, του καπναγωγού και της καπνοδόχου, επί σκοπώ της πλήρους καύσεως του χρησιμοποιουμένου καυσίμου. 3.Εντέλλεται την εφαρμογήν της παρούσης υπό της Δημοτικής Επιχειρήσεως Φωταερίου Αθηνών (ΔΕΦΑ), προς περιορισμόν της εκπεμπομένης, εκ των χρησιμοποιουμένων υπ’ αυτής στερεών καυσίμων, αιθάλης. 4.Αναθέτει εις τον Υπουργόν Βιομηχανίας και Ενεργείας όπως, δια των Υπηρεσιών του Υπουργείου του, μεριμνήση δια την πιστήν εφαρμογήν των δια της παρούσης οριζομένων. Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής της παρούσης ρυθμισθήσονται συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ. 4 του άρθρ. 1 του Νόμ. 40/1975 «περί λήψεως μέτρων εξοικονομήσεως ενεργείας». (Αντί για τη σελ. 32,675 (α) Σελ. 32,675(β) Τεύχος 733-Σελ.7 Μέτρα Εξοικονόμησης Ενέργειας 13.Α.ε.6-10 11. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. 8376 της 5/11 Οκτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1256) Περί κανονιστικών διατάξεων αφορωσών την χρήσιν του πετρελαίου εξωτερικής καύσεως Μαζούτ. Έχοντες υπ’ όψει: 1)Το Ν.Δ. 267/74 ως και τον Νόμον 400/76 «περί τροποποιήσεως της περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων Νομοθεσίας». 2)Την υπ’ αριθ. 263/8.7.76 απόφασιν της Οικονομικής Επιτροπής «περί της χρήσεως Μαζούτ δια την θέρμανσιν χώρων. 3)Την υπ’ αριθ. 8095/24.9.76 απόφασιν του εξ ημών Υπουργού Βιομηχανίας και Ενεργείας «περί καθορισμού ενιαίας τιμής πετρελαιοειδών προϊόντων διατιθεμένων εις την εσωτερικήν κατανάλωσιν υπό των λειτουργούντων εν τη Χώρα Διυλιστηρίων, εχόντων τοιούτον δικαίωμα. 4)Το γεγονός ότι είναι δυνατή η καταστρατήγησις των ληφθέντων δια των άνω αποφάσεων, μέτρων, δια της υποκαταστάσεως του Μαζούτ. 1500΄΄ με Μαζούτ 3500΄΄, δια την θέρμανσιν χώρων, αποφασίζομεν: 1.Καθορίζομεν τα κάτωθι: α.Εις την ορισθείσαν εν παραγρ. 2 α της υπ’ αριθ. 8095/24.9.76 αποφάσεως του εξ ημών Υπουργού Βιομηχανίας και Ενεργείας τιμήν του Μαζούτ 1500΄΄ του προοριζομένου δια τας βιομηχανίας και βιοτεχνίας, των δραχμών 2.241 ανά μετρικόν τόννον, θα προμηθεύωνται και οι εξής καταναλωταί: 1)Θερμοκήπια (Ανθοκομικαί επιχειρήσεις κλπ.). 2)Αρτοποιεία. 3)Τυροκομεία. 4)Χοιροτροφεία. 5)Βιοτεχνίαι ετοίμων ενδυμάτων. 6)Καθαριστήρια. 7)Βιοτεχνίαι επεξεργασίας ορυκτών υλών. 8)Βιοτεχνίαι επεξεργασίας μετάλλων – χυτήρια. β.Εις την ορισθείσαν εν παραγρ. 2γ της υπ’ αριθ. 8095/24.9.76 αποφάσεως του εξ ημών Υπουργού Βιομηχανίας και Ενεργείας, τιμήν του Μαζούτ 1500΄΄ του προοριζομένου δια κεντρικήν θέρμανσιν κτιρίων κατοικιών, γραφείων, εμπορικών καταστημάτων ως και δια την παροχήν θερμού ύδατος, των δραχμών 3.658 ανά μετρικόν τόννον, θα προμηθεύωνται και οι εξής καταναλωταί: 1)Δημόσιαι Υπηρεσίαι ή Ιδρύματα. 2)Σχολαί. 3)Νοσοκομεία – Κλινικαί. 4)Ξενοδοχεία. 5)Τεχνικαί εταιρείαι – Εργολήπται Δημοσίων Έργων. 6)Κινηματογράφοι. 7)Θέατρα. Σελ. 32,676(β) Τεύχος 733-Σελ.8 2.Απαγορεύομεν την χρήσιν Μαζούτ 3500΄΄ δια θέρμανσιν χώρων. 3.Αναθέτομεν εις την Εθνικήν Υπηρεσίαν Πετρελαιοειδών Ελλάδος όπως προέρχεται εις τας ενδεικνυομένας ενεργείας και ελέγχους δια την πιστήν εφαρμογήν της παρούσης. 12. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ Αριθ. 59084/3465 της 14/20 Οκτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1291) Περί συγκροτήσεως συνεργείων ελέγχου του είδους καυσίμου των εγκαταστάσεων κεντρικών θερμάνσεων κτιρίων και βιομηχανιών και βιοτεχνιών ωρισμένης περιοχής Αθηνών. Έχοντες υπ’ όψει: α)Τον Ν. 40/1975 «περί λήψεων μέτρων εξοικονομήσεως ενεργείας». β)Την υπ’ αριθ. 99/11.9.76 πράξιν του Υπουργικού Συμβουλίου (ΦΕΚ 252, Τεύχος Α΄ της 22.9.76) συμφώνως προς την οποίαν η παρακολούθησις και η εφαρμογή των εν αυτή διαλαμβανομένων μέτρων γίνεται δια των υπηρεσιών του Υπουργείου Βιομηχανίας και Ενεργείας, αποφασίζομεν: 1.Παρά τη Δ/νσει Βιομηχανίας του Διαμερίσματος Αθηνών του Νομού Αττικής και μερίμνη αυτού συνιστώνται εν ή περισσότερα Συνεργεία ελέγχου της πιστής τηρήσεως των μέτρων τα οποία εθεσπίσθησαν δια των παραγρ. 1, 2 και 3 της υπ’ αριθ. 99/11.9.76 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου ήτοι: 1.α)Της απαγορεύσεως της χρησιμοποιήσεως πετρελαίου τύπου «μαζούτ» υπό των πάσης φύσεως εγκαταστάσεων καύσεως ξενοδοχείων, κατοικιών, πολυκατοικιών, καταστημάτων και λοιπών κτιρίων των ευρισκομένων εντός της περιοχής της περικλειομένης υπό των οδών Πλατείας Ομονοίας – Σταδίου – Γεωργίου Α΄ – Αμαλίας – Αθ. Διάκου – Ιλισσού – (Καλιρρόης) – Γ. Ολυμπίου – Ορλώφ – Παναιτωλίου – Αρακύνθου – Απολλωνίου – Παλληναίων – Δημοφώντος – Πειραιώς (Π. Τσαλδάρη) – Πλατείας Ομονοίας και β)Της απαγορεύσεως χρησιμοποιήσεως υπό των βιομηχανιών και βιοτεχνιών των ευρισκομένων εντός της περιγραφείσης περιοχής, πετρελαίου τύπου «μαζούτ» περιεκτικότητος εις θείον μεγαλυτέρας του 1,0%. 2.Της υποχρεώσεως των ιδιοκτητών ή διαχειριστών και εν γένει υπευθύνων απάντων των κτιρίων, ανεξαρτήτως προορισμού και χρήσεως αυτών, όπως προβαίνουν εις την επιμελή και τακτικήν συντήρησιν του καυστήρος και εις τον καθορισμόν του χώρου καύσεως, του καπναγωγού και της καπνοδόχου, επί σκοπώ της πλήρους καύσεως του χρησιμοποιουμένου καυσίμου. 3.Της υποχρεώσεως της Δημοτικής Επιχειρήσεως Φωταερίου Αθηνών (ΔΕΦΑ) προς περιορισμόν της εκπεμπομένης, εκ των χρησιμοποιουμένων υπ’ αυτής στερεών καυσίμων αιθάλης. 13.Α.ε.11-12 Μέτρα Εξοικονόμησης Ενέργειας IΙ.Δια την συμμόρφωσιν προς τας διατάξεις της παραγ. Ι της προρρηθείσης πράξεως του Υπουργ. Συμβουλίου, τάσσεται προθεσμία μέχρι της 15 ης Νοεμβρίου 1976. ΙΙΙ.Τα συνεργεία ελέγχου είναι τριμελή και αποτελούνται εκ δύο (2) Τεχνικών Υπαλλήλων του Υπουργείου Βιομηχανίας και Ενεργείας και ενός Αστυνομικού οργάνου οριζομένου υπό της οικείας Αστυνομικής Αρχής. Τα συνιστώμενα Συνεργεία ασκούν έλεγχον α) προς διαπίστωσιν του είδους του χρησιμοποιουμένου καυσίμου εις τας εγκαταστάσεις καύσεως κεντρικών θερμάνσεων των πάσης φύσεως κτιρίων των ευρισκομένων εις την περιοχήν των Αθηνών την περιγραφομένην εν παραγρ. 1 εδάφιον α΄ της ως άνω πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, β) προς διαπίστωσιν του είδους του χρησιμοποιουμένου πετρελαίου μαζούτ υπό των βιομηχανιών και βιοτεχνιών των εγκατεστημένων εντός της περιγραφομένης ως άνω περιοχής, ως προς την περιεκτικότητα αυτού εις θείον και γ) έλεγχον της λειτουργίας των κεντρικών θερμάνσεων των πάσης φύσεως κτιρίων και των εστιών καύσεως των, ανεξαρτήτως του είδους του χρησιμοποιουμένου καυσίμου βιομηχανιών και βιοτεχνιών των ευρισκομένων εις την περιοχήν των Αθηνών την περιγραφομένην εν παραγ. 1 της ως άνω πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, επί τω σκοπώ της εξοικονομήσεως ενεργείας και αποφυγής ρυπάνσεως της ατμοσφαίρας. Δια την επιτόπιον μετάβασιν των συνεργείων ελέγχου διατίθενται τα απαραίτητα μεταφορικά μέσα μερίμνη των οικείων Αστυνομικών Αρχών. IV.Παρερχομένης απράκτου της εν τη παραγρ. ΙΙ ταχθείσης προθεσμίας, εισηγήσει των Συνεργείων Ελέγχου, επιβάλλεται κατά των υπευθύνων των κτιρίων, πρόστιμον κατά πρώτον μεν εκ δραχμών χιλίων (1.000), εν υποτροπή δε δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών δι’ αποφάσεως του Προϊσταμένου της οικείας Περιφερειακής Υπηρεσίας του Υπουργείου Βιομηχανίας και Ενεργείας. V.Κατά των υπευθύνων των πλημμελώς λειτουργουσών εγκαταστάσεων κεντρικής θερμάνσεως, τάσσεται εύλογος προθεσμία προς αποκατάστασιν της κανονικής λειτουργίας τούτων. Παρερχομένης ταύτης απράκτου, εισηγήσει των Συνεργείων Ελέγχου, επιβάλλεται πρόστιμον, κατά πρώτον μεν δραχμών χιλίων (1.000), εν υποτροπή δε, δέκα χιλιάδων δραχμών (10.000) δι’ αποφάσεως του Προϊσταμένου της οικείας Περιφερειακής Υπηρεσίας του Υπουργείου Βιομηχανίας, και Ενεργείας. Κατά της πράξεως επιβολής προστίμου χωρεί ένστασις εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 15 ημερών, από της ημερομηνίας της κοινοποιήσεως, εις τον υπεύθυνον της παραβάσεως, της αποφάσεως επιβολής του προστίμου, ενώπιον, της, κατά περίπτωσιν αρμοδίας Υπηρεσίας του Υπουργείου Βιομηχανίας και Ενεργείας. Eπί της ενστάσεως αποφαίνεται τελεσιδίκως, δι’ αποφάσεώς του, ο οικείος Προϊστάμενος της Υπηρεσίας του Υπουργείου Βιομηχανίας και Ενεργείας μετά σύμφωνον γνώμην της αντιστοίχου Επιτροπής Μηχανολογίας. Αι λεπτομέρειαι υλοποιήσεως της παρούσης (τρόπος συγκροτήσεως των Συνεργείων Ελέγχου, διαδικασία επιθεωρήσεως των εγκαταστάσεων, επιβολή ποινών κ.λπ.) θέλουν καθορισθή δι’ εγκυκλίου του Υπουργείου Βιομηχανίας και Ενεργείας.
305
93. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. 55099 της 31 Μαΐου/25 Ιουν. 1976 (ΦΕΚ Β' 833) Περί συμπληρώσεως της υπ' αριθ. 74991/68 αποφάσεως του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Έχοντες υπ' όψει: 1.Τας διατάξεις του Ν.Δ. 1097/42 ως αύται συνεπληρώθησαν υπό του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 2628/1913. 2.Τας υπ' αριθ. 74991/3.6.68 (ΦΕΚ 346/Β/68) (ανωτ. αριθ. 58) και 64065/5.7.75 (ΦΕΚ 741/Β/75) (ανωτ. αριθ. 91) ημετέρας αποφάσεις, και 3.Τας διατάξεις του Ν.Δ. 241/1973 "Περί καταργήσεως των Περιφερειακών Διοικήσεων, αποφασίζομεν: Οι επιθυμούντες βελτίωσιν βαθμολογίας πτυχιακών εξετάσεων δύνανται να προσέρχωνται άπαξ δι' επανεξέτασιν εις έν ή περισσότερα μαθήματα κατά την επομένην εξεταστικήν περίοδον μετά την γνωστοποίησιν των αποτελεσμάτων. Κατά τα λοιπά ισχύουν αι εν τω προοιμίω αποφάσεις ημών. 32.Ε.α.92-93 Τεχνικές και Επαγγελματικές Σχολές Μέσης Εκπαίδευσης
173
93. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 317969/7924 της 19 Οκτ./5 Νοεμ. 1974 (ΦΕΚ Β΄ 1115) Περί απαγορεύσεως εισαγωγής κυκλοφορίας και χρήσεως των γεωργικών φαρμάκων ΤΕΤΡΑΧΛΩΡΑΝΘΡΑΞ και ΔΙΘΕΙΑΝΘΡΑΞ. 1.Απαγορεύομεν την εισαγωγήν εν τη Χώρα των γεωργικών Φαρμάκων ΤΕΤΡΑΧΛΩΡΑΝΘΡΑΞ και ΔΙΘΕΙΑΝΘΡΑΞ, αμιγώς ή εν μίγματι. 2.Επιτρέπομεν την κυκλοφορίαν και χρήσιν εν τη Χώρα τυχόν υφισταμένων αποθεμάτων των ανωτέρω γεωργικών φαρμάκων μέχρι 31ης Ιουλ. 1975. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
251
24. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.594 της 7/10 Σεπτ.1943 Περί κυρώσεως της υπ’ αριθ.78/1943 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου. 3.Ζ.ω.15-24 Διάφοροι Νόμοι
334
81. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 250 της 29/30 Μαρτ. 1967 (ΦΕΚ Α΄ 46) Περί επεκτάσεως της εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 4260/1962 και δια την πλήρωσιν κενών θέσεων των Κλάδων Β7 και Β9 περιφερειακών υπηρεσιών του Υπουργείου Δημοσίων ΄Εργων. Κατηργήθη δια του άρθρ. 13 Νόμ. 434/1977 (τόμ. 2Α σελ. 316,727).
20
6. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ.ΥΠΑ/Δ3/Γ/20430/6830 της 7/16 Ιουν. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 476) Απαλλαγή από τέλη υπέρπτησης των στρατιωτικών αεροσκαφών της Ισπανίας με τον όρο της αμοιβαιότητας. Σελ. 642,404(γ) Τεύχος ΙΒ-2-2 Σελ. 120 38.Μ.η.6 Τέλη διαδρομής εναέριου χώρου
205
30. ΠΡΑΞΗ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ αριθ. 2302/16/16 Μαΐου 1994 (ΦΕΚ-Α-80) (Άρθρ. 1 του Νόμ. 1266/82) Διαδικασία χορήγησης συναλλάγματος από τα πιστωτικά ιδρύματα για τις κινήσεις κεφαλαίων του Π.Δ/τος 96/23.3.93, όπως τροποποιήθηκε με το Π.Δ/μα 104/14.5.94. Αφού έλαβε υπόψη: α)Τις διατάξεις του άρθρ. 1 του Νόμ. 1266/82 "όργανα ασκήσεως της νομισματικής, πιστωτικής και συναλλαγματικής πολιτικής και άλλες διατάξεις". β)Τον Α. Νόμ. 1837/1951 (άρθρ. 2). γ)Το Π.Δ/γμα 96/23.3.93 "περί προσαρμογής της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 88/361/ΕΟΚ και της Οδηγίας 92/122/ΕΟΚ σχετικά με την κίνηση κεφαλαίων μεταξύ κατοίκων Ελλάδος και κρατών-μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων" και ιδιαίτερα το άρθρ. 3 παρ. 1 και το άρθρ. 4 παρ. 3 και 4. δ)Την Π.Δ/ΤΕ 2199/7.5.93, ε)Το Π.Δ/γμα 104/14.5.94, αποφάσισε τα ακόλουθα: 1α.Τα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα και έχουν εξουσιοδοτηθεί για τη διενέργεια πράξεων συναλλάγματος, ζητούν από τον προτιθέμενο να διενεργήσει κινήσεις κεφαλαίων, που προβλέπονται στο Π.Δ/γμα 96/23.3.93 και στο Π.Δ/γμα 104/14.5.94, δήλωση-αίτηση στην οποία, εφόσον η συναλλαγή υπερβαίνει το ισόποσο σε δραχμές των 1.000 ECU, θα περιλαμβάνονται και οι ακόλουθες πληροφορίες: -Στοιχεία αιτούντος και αντισυμβαλλομένου. -Κατηγορία συναλλαγής με βάση την ονοματολογία του Προεδρικού Διατάγματος. -Χώρα προορισμού ή προέλευσης των κεφαλαίων. -Αξία συναλλαγής στο ξένο νόμισμα και το δραχμικό της ισότιμο. -Διάρκεια, επιτόκιο και τρόπος αποπληρωμής (στις περιπτώσεις δανείων από και προς το εξωτερικό). -Για μεταφορές συναλλάγματος από κατοίκους σε μη κατοίκους, το ισότιμο των οποίων υπερβαίνει τις 1.000 ECU, απαιτείται η αναγραφή στη σχετική αίτηση του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ). Για μεταφορές συναλλάγματος το ισότιμο των οποίων υπερβαίνει τις 10.000 ECU απαιτείται η προσκόμιση πιστοποιητικού Φορολογικής Ενημερότητας. β)Οι κάτοικοι Ελλάδος σε περίπτωση ρευστοποίησης της αρχικής επένδυσης και μη επανεπένδυσης στο εξωτερικό, υποχρεούνται να δραχμοποιούν το προϊόν της. Σε περίπτωση αλλαγής της κατηγορίας της αρχικής επένδυσης στο εξωτερικό (κατά τη διάκριση της ονοματολογίας του Προεδρικού Διατάγματος 96/23.3.93) υποβάλλεται εκ νέου δήλωση στην εκάστοτε μεσολαβούσα τράπεζα κατά τα ανωτέρω. γ)Τα πιστωτικά ιδρύματα θα κοινοποιούν στην Τράπεζα της Ελλάδος, (Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών-Τμήμα Κινήσεως Κεφαλαίων) σε μηνιαία βάση και μέχρι τις 20 του αμέσως επόμενου μήνα, συγκεντρωτικά, κατά κατηγορία με βάση τη σχετική ονοματολογία και κατά χώρα, τις συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν από και προς το εξωτερικό τον προηγούμενο ημερολογιακό μήνα, με αναφορά στα ως άνω οικονομικά στοιχεία και διάκριση ως προς τις ακόλουθες κατηγορίες: (ι)συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό των πιστωτικών ιδρυμάτων. (ιι)για λογαριασμό τρίτων, με ανάλυση: -Θεσμικοί επενδυτές. -Ασφαλιστικές εταιρείες. -Λοιπές επιχειρήσεις χρηματοπιστωτικού τομέα. -Λοιπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (πλην των ανωτέρω κατηγοριών) και φυσικά πρόσωπα. 2.Τα πιστωτικά ιδρύματα που αναφέρονται στην παρ. 1 χορηγούν το αναγκαίο συνάλλαγμα με δική τους ευθύνη και φυλάσσουν επί μία πενταετία σε ενιαίο φάκελλο κατά συναλλασσόμενο, τα δικαιολογητικά των σχετικών συναλλαγών που υπερβαίνουν σε αξία το ισότιμο των 10.000 ECU. 3.Κάτοικοι και μη κάτοικοι Ελλάδος υποχρεούται να δηλώνουν κατά την έξοδό τους από τη χώρα τη μεταφορά χαρτονομισμάτων και προσωπικών επιταγών, σε δραχμές και συνάλλαγμα, εφόσον η συνολική αξία τους υπερβαίνει το ισότιμο των 2.000 ECU. Στην εν λόγω δήλωση των κατοίκων θα αναγράφεται ο ΑΦΜ και ο σκοπός της μεταφοράς, ενώ σε περίπτωση που η συνολική αξία υπερβαίνει το ισότιμο των 10.000 ECU θα προσκομίζεται πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας. Η μεταφορά στο εξωτερικό των ως άνω μέσων πληρωμής, η αξία των οποίων υπερβαίνει το ισόποσο των 20.000 ECU, θα πραγματοποιείται απαραίτητα με τη μεσολάβηση πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με τα ανωτέρω (παρ. 1α). Κάτοικοι και μη κάτοικοι υποχρεούνται, κατά την είσοδο τους στη χώρα, να δηλώνουν τα μεταφερόμενα χαρτονομίσματα και προσωπικές επιταγές σε δραχμές και συνάλλαγμα, εφόσον η συνολική τους αξία υπερβαίνει το ισότιμο των 10.000 ECU. 4.Οι διατάξεις της παρούσας Πράξης δεν καταργούν υποχρεώσεις των συναλλασσομένων ή των πιστωτικών ιδρυμάτων προς άλλες αρχές για θέματα της αρμοδιότητάς τους ή αρμοδιότητας της Τράπεζας της Ελλάδος για θέματα εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων. 5.Η ΠΔ/ΤΕ 2199/7.5.93, καταργείται. Από τις διατάξεις της παρούσας Πράξης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού. (Μετά τη σελ. 74,094) Σελ. 74,095 Τεύχος 1239-Σελ. 27 .147. Προστασία κεφαλαίων εξωτερικού 26.Β.δ.30
279
2. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 505 της 8/9 Αυγ. 1945 Περί καταρτίσεως των ισολογισμών των Ανωνύμων Εταιρειών Χρήσεως 1944 - 1945. Αφορά τους από 10 Νοεμ. 1944 μέχρι 10 Νοέμ. 1945 καταρτισθέντας ισολογισμούς Ανων. Εταιρείων. Εις εκτέλεσιν αυτού εξεδόθη η υπ' αριθ. 36828/1435 της 20 Σεπτ./8 Οκτ. 1945 απόφασις Υπουργών Οικονομικών Εθν. Οικονομίας.
211
5α. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 3/11 Νοεμ. 1950 (ΦΕΚ Α΄ 263) Περί εκτελέσεως του άρθρ. 43 του Κ.Δ. της 23/26 Ιουλ. 1941 περί κωδικοπ. των διατάξεων του Α.Ν.356/36 κλπ. περί προσόντων κλπ. των Συμβολαιογράφων και περί Συμβολ. Συλλόγων. (Αφορά τον Οργανισμόν εσωτερικής υπηρεσίας του Συμβολαιογρ. Συλλόγου Εφετείων Αθηνών – Αιγαίου).
345
11. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Β1/580 της 29 Ιουλ.-12 Αυγ.1998 (ΦΕΚ Β΄852) Έγκριση λειτουργίας Διατμηματικού Προγράμματος Σπουδών Επιλογής με τίτλο «Διαχείριση Ανθρώπινων Πόρων και Διοίκησης» στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
161
60. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Μ.378/314 της 20/22 Ιαν. 1972 ΦΕΚ Β΄ 66) Περί εκπτώσεως, συμψηφισμού ή επιστροφής ειδικού φόρου κύκλου εργασιών επί αποθεμάτων ειδών διαλαμβανομένων εις την παρ. 1 του άρθρου 1 του Β.Δ. 1.2.1951 και παρ. 1 του άρθρ. 14 του Ν.Δ. 4242/1962. Έχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 1080/1971 «περί καταργήσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων περί φόρου κύκλου εργασιών», αποφασίζομεν: 1.Οι κατέχοντες κατά την 1ην Ιαν. 1972 αποθέματα ειδών διαλαμβανομένων εις την παρ. 1 του άρθρ. 1 του Β.Δ. 1.2.1951 και παρ. 1 του άρθρ. 14 του Ν.Δ. 4242/1962 προερχόμενα εξ εισαγωγής ή εξ αγοράς απ’ ευθείας παρ’ εισαγωγέων ή παραγωγών, εφ’ ων εβεβαιώθη ή κατεβλήθη ειδικός φόρος κύκλου εργασιών του Β.Δ. 1.2.1951 και του άρθρ. 14 παρ. 1 του Ν.Δ. 4242/1962 ίνα τύχωσι της υπό των ως άνω διατάξεων προβλεπομένης εκπτώσεως, συμψηφισμού ή επιστροφής, δέον όπως δηλώσωσι τα αποθέματα ταύτα εις τον αρμόδιον δια την φορολογίαν του Οικον. Έφορον μέχρι της 28ης Φεβρ. 1972. Η ανωτέρω προθεσμία παρετάθη μέχρι της 15 Απρ. 1972, δια της υπ’ αριθ. Μ.1426/1079 της 22/28 Μαρτ. 1972, απόφ. Υπ. Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 242). 2.Ο Οικον. Έφορος, κατόπιν ελέγχου των βιβλίων και στοιχείων των δηλωσάντων, προσδιορίζει τα αποθέματα των εν λόγω ειδών και προβαίνει εις έκπτωσιν του επί τούτων βεβαιωθέντος φόρου και συμψηφισμόν ή επιστροφήν του καταβληθέντος κατά τα εις τας επομένας παραγράφους οριζόμενα. α)Προκειμένου περί αποθεμάτων εκ των εν λόγω ειδών κατεχομένων υπό βιομηχανικών ή βιοτεχνικών επιχειρήσεων, υποκειμένων εις φόρον κύκλου εργασιών του εδαφ. α΄ του άρθρ. 1 του Α.Ν. 660/1937, ενεργείται έκπτωσις του βεβαιωθέντος φόρου επί ειδών προερχομένων εξ ιδίας εισαγωγής και συμψηφισμός του επί των ειδών τούτων ή επί ειδών αγορασθέντων απ’ ευθείας παρ’ εισαγωγέων ή παραγωγών καταβληθέντος φόρου προς τον φόρον κύκλου εργασιών επί των ακαθαρίστων εσόδων του μηνός Δεκ. 1971 ή των επομένων τούτου μηνών. Εν η περιπτώσει το καταβληθέν ποσόν του ειδικού φόρου κύκλου εργασιών είναι ανώτερον του φόρου κύκλου εργασιών του εδαφ. α΄ του άρθρ. 1 του Α.Ν. 660/1937 του αναλογούντος εις τα ακαθάριστα έσοδα τα πραγματοποιηθησόμενα μέχρι της 31ης Μαρτ. 1972, το επί πλέον καταβληθέν ποσόν δύναται να επιστραφή, τη αιτήσει του δικαιούχου, εφ’ όσον ήθελε κριθή παρά του Οικον. Εφόρου ότι συντρέχει αποχρών λόγος. β)Προκειμένου περί αποθεμάτων εκ των ως είρηται ειδών κατεχομένων υπό βιομηχανικών ή βιοτεχνικών επιχειρήσεων, μη υποκειμένων εις φόρον κύκλου εργασιών του εδαφ. α΄ του άρθρ. 1 του Α.Ν. 660/1937, ή υπό ετέρων επιχειρήσεων, ενεργείται έκπτωσις του βεβαιωθέντος φόρου επί ειδών προερχομένων εξ ιδίας εισαγωγής και επιστροφή του επί των ειδών τούτων, ή επί ειδών αγορασθέντων απ’ ευθείας παρ’ εισαγωγέων ή παραγωγών, καταβληθέντος φόρου. 3.Δια την κατά την προηγουμένην παράγραφον έκπτωσιν, συμψηφισμόν ή επιστροφήν του φόρου η βεβαίωσις ή καταβολή τούτου δέον όπως αποδεικνύηται: α)Εκ δικαιολογητικών εισαγωγής, εφ’ όσον τα είδη ταύτα εισήχθησαν απ’ ευθείας εκ του εξωτερικού. β)Εκ των τιμολογίων αγοράς, εφ ων δέον όπως αναγράφηται διακεκριμένως ο καταβληθείς φόρος. Εν τη περιπτώσει ταύτη ο συμψηφισμός ή η επιστροφή χωρεί υπό την προϋπόθεσιν ότι η αγορά των ειδών εγένετο απ’ ευθείας παρ’ εισαγωγέων ή παραγωγών, και ουχί μέσω τρίτων, και εκ βεβαιώσεων των εισαγωγέων ή παραγωγών επί των τιμολογίων, θεωρημένων υπό του αρμοδίου Οικον. Εφόρου, προκύπτει ότι ο ειδικός φόρος κύκλου εργασιών κατεβλήθη εις το Δημόσιον Ταμείον, ή εβεβαιώθη και κατεβλήθη κατά τα οριζόμενα δια των άρθρ. 8 του Β.Δ. 1.2.1951 και 15 του Ν.Δ. 4242/1962. 4.Ως δικαιολογητικά επιστροφής του φόρου ορίζομεν τα κάτωθι: α)Αίτησιν δικαιούχου. β)Αντίγραφον εκθέσεως ελέγχου εξ ης να προκύπτουν τα κατεχόμενα κατά την 1ην Ιαν. 1972 αποθέματα των εν λόγω ειδών. γ)Τα διπλότυπα καταβολής του φόρου εις το Δημόσιον. Οσάκις τα ως είρηται είδη ηγοράσθησαν απ’ ευθείας παρ’ εισαγωγέων ή παραγωγών, η επιστροφή του φόρου ενεργείται δι’ αποφάσεως των αρμοδίων Οικον. Εφόρων κατά την εις τας προηγουμένας παραγράφους οριζομένην διαδικασίαν, επ’ ονόματι του δικαιούχου. δ)Δελτίον εκκαθαρίσεως. ε)Καταστάσεις επιστροφής. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
47
4α. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2463 της 24/27 Ιουλ. 1940 (ΦΕΚ Α' 231) Περί συστάσεως Ειδικού Λογαριασμού παρά τω Ταμείω Συντάξεων Προσωπικού Αθηναϊκών Εφημερίδων. Ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια των: α)Α.Ν. 2619 της 31 Οκτ./2 Νοεμ. 1940 (ΦΕΚ Α' 357) περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν. 2463 του 1940. β)Ν.Δ. 265 της 7/9 Ιουλ. 1941 (ΦΕΚ Α' 228) περί προσθήκης β' εδαφίου εις την παρ. 1 του άρθρ. 5 του Α.Ν. 2619/1940. Ο ανωτέρω λ/σμός κατηργήθη δια του άρθρ. 1 Ν.Δ. 706/1947.
65
48. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 19 της 30 Δεκ. 1967/13 Ιαν. 1968 (ΦΕΚ Α΄ 6) Περί αδείας λειτουργίας χώρων εμπορίας γεωργικών φαρμάκων. Λαβόντες υπ’ όψιν: α)Τα εδάφ. ς΄ και ιθ΄ του άρθρ. 32 του Νόμ. 2147/1952 «περί προλήψεως και καταστολής των ασθενειών και εχθρών των φυτών και περί οργανώσεως της φυτοπαθολογικής Υπηρεσίας». β)Την γνώμην της Επιτροπής Ελέγχου Γεωργικών Φαρμάκων του άρθρ. 30 του αυτού Νόμου περί ης τα υπ’ αριθ. 257/6.10.62 και 262/19.11.62 πρακτικά αυτής. γ)Το υπ’ αριθ. 654/25.10.67 πρακτικόν του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου επί της Γεωργίας Υπουργού, αποφασίζομεν και διατάσσομεν: ΄Αρθρ.1.-1)Μετά έτος από της δημοσιεύσεως του παρόντος απαγορεύεται η υπό παντός φυσικού ή νομικού προσώπου εμπορία φυτοφαρμάκων άνευ ειδικής προς τούτο αδείας χορηγουμένης υπό του (Υπουργού Γεωργίας) μετά πρότασιν του οικείου Δ/ντού Γεωργίας πλήρως ητιολογημένην ως προς τας προϋποθέσεις της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Η υπό του (Υπουργού Γεωργίας) χορήγησις της αδείας ταύτης είναι υποχρεωτική εφ’ όσον διαπιστωθή η συνδρομή των υπό του παρόντος Β.Δ/τος οριζομένων όρων. Της εν λόγω αδείας εμπορίας εξαιρούνται τα ετοιμόχρηστα εντομοκτόνα οικιακής χρήσεως περί ων η παρ. β΄ του άρθρ. 1 του υπ’ αριθ. 143/23.2.67 Β.Δ/τος δημοσιευθέντος εις το υπ’ αριθ. 30/Α/9.3.67 Φ.Ε.Κ. Περί της αρμοδιότητος χορηγήσεως αδειών εμπορίας φυτοφαρμάκων βλ. ήδη άρθρ. 1 Β.Δ. 259/1969 (κατωτ.αριθ. 54). 16.Ε.β.47-48 ΄Αμυνα κατά των ασθενειών των Φυτών 2)΄Οροι ους δέον να πληρούν οι χώροι εμπορίας φυτοφαρμάκων: α)Να εξασφαλίζουν την καλήν διατήρησιν, την διαφύλαξιν και την εναποθήκευσιν τούτων κατά ομάδας και κατηγορίας τοξικότητος ως και την απομόνωσιν των υψηλώς τοξικών φαρμάκων εις χώρον εις ον απαγορεύεται η είσοδος των πελατών. β)Δέον όπως μη επικοινωνούν εμμέσως ή αμέσως μετά χώρων πωλήσεως ή επεξεργασίας εδωδίμων ειδών, κτηνοτροφών, ποτών, ιατρικών φαρμάκων, καλλυντικών ειδών κλπ. περί ων το άρθρ. 1 του υπ’ αριθ. 143/23.2.67 Β.Δ/τος. γ)Να εξασφαλίζουν ούτοι το ακίνδυνον της παραμονής των εν αυτοίς εργαζομένων ως και το ανενόχλητον των περιοίκων, εκδιδομένης προς τούτο σχετικής βεβαιώσεως, μερίμνη του αιτούντος την άδειαν, υπό διμελούς Επιτροπής εξ ενός Ιατρού του οικείου Υγειονομικού Κέντρου και ενός Γεωπόνου της οικείας Δ/νσεως Γεωργίας οριζομένων αρμοδίως. 3)Προσόντα των αιτούντων άδειαν πωλητών: α).(Αντικατεστάθη δια των διατάξεων του άρθρ. 2 Β.Δ. 259/1969, κατωτ. αριθ. 54). β)Να κέκτηνται δίπλωμα Γεωπόνου Ανωτάτης ή Μέσης Σχολής ή Δασολόγου ή Χημικού ή Φαρμακοποιού έχοντος τύχει αδείας ασκήσεως επαγγέλματος και ουχί τοιαύτης ιδρύσεως φαρμακείου ή να απασχολούν εμμίσθως ή εταιρικώς εις την επιχείρησίν των εν των επιστημόνων τούτων. Ούτοι δικαιούνται να τύχουν αδείας δι’ εν και μόνον κατάστημα απαγορευομένης της κατά τα άνω απασχολήσεώς των εις ετέραν τοιαύτην επιχείρησιν ως και της κατοχής θέσεως επ’ αμοιβή ή άλλως πως εις Νομικά πρόσωπα Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου. γ-δ).(Αντικατεστάθησαν δια των διατάξεων του άρθρ. 2 Β.Δ. 259/1969, κατωτ. αριθ. 54). ΄Αρθρ.2.-«Αι οριστικαί άδειαι εμπορίας και αι άδειαι διαχειρίσεως ανανεούνται ανά διετίαν δι’ αποφάσεως του οικείου Νομάρχου μετά πρότασιν του οικείου Δ/ντού Γεωργίας εφόσον εξακολουθούν να πληρούνται αι κατά περίπτωσιν προϋποθέσεις, άλλως αίρονται αύται». Το άρθρ. 2 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 4. Β.Δ. 259/1969 (κατωτ. αριθ. 54).
251
19. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 606 της 16/21 Σεπτ. 1982 (ΦΕΚ Α΄118) Σύσταση Οικονομικής Εφορίας και Δημοσίου Ταμείου στο Δήμο Δάφνης Αττικής και καθορισμός της κατά τόπο και καθ’ ύλη αρμοδιότητας αυτών. Σύμφωνα με την Ε.1508/4-10 Φεβρ. 1983 (ΦΕΚ Β΄56) απόφ. Υπ. Οικονομικών οι άνω Υπηρεσίες άρχισαν να λειτουργούν από 14 Φεβρ. 1983.
363
2. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 656 της 28 Αυγ./7 Σεπτ. 1970 (ΦΕΚ Α΄ 182) Περί επεκτάσεως των διατάξεων του Α.Ν. 499/1968 «περί ιδρύσεως Σχολής Εθνικής Αμύνης». (Κατηργήθη δια του άρθρ. 2, του κατωτέρω Ν.Δ. 91/1973).
1
1. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 31/31 Δεκ. 1923 Περί τρόπου της δια του ταχυδρομείου επιδόσεως ποινικών δικογράφων. Εξεδόθη δυνάμει του άρθρ. 3 § 2 ν. ΓΨΟΑ΄ (τόμ. 6). Διετηρήθη εν ισχύϊ δια της § 2 του άρθρου 592 της νέας Ποιν. Δικονομίας, μέχρις εκδόσεως του υπό του άρθρου 159 προβλεπομένου Β.Δ/τος. Άρθρον 1 Αι υπό των εισαγγελέων, ανακριτών, και ανακριτικών εν γένει υπαλλήλων εκδιδόμεναι κατά την προδικασίαν κλήσεις προς μάρτυρας επί ποινικών υποθέσεων δύνανται να κοινοποιώνται και δια του ταχυδρομείου, κατά τας εφεξής διατάξεις: 1.Ο γραμματεύς της εκδιδούσης την επιδοτέαν κλήσιν δικαστικής αρχής θέτει ταύτην εντός φακέλλου ανοικτού, φέροντος εν επικεφαλίδι τας λέξεις «ποινικόν δικόγραφον» και το όνομα της εκδιδούσης την κλήσιν δικαστικής αρχής. Επί του προσθίου μέρους του φακέλλου τίθεται προς τούτοις η σφραγίς της υπηρεσίας της αυτής αρχής και αριθμός της εγκλείτου κλήσεως και επιγράφεται το όνομα και η διαμονή του προς ον η επίδοσις. 2.Εντός του αυτού φακέλλου ο γραμματεύς εγκλείει και επιδοτήριον της γενησομένης κοινοποιήσεως, συντεταγμένον κατά το προσηρτημένον υπόδειγμα. Εις το ανώτερον ήμισυ του επιδοτηρίου τούτου ο γραμματεύς της εκδιδούσης την κλήσιν δικαστικής αρχής σημειοί το όνομα του προς ον απευθύνεται η κλήσις, τον αριθμόν και την χρονολογίαν αυτής, υπογράφει δε και σφραγίζει την σημείωσιν ταύτην. 3.Οι φέροντες τα προς κοινοποίησιν ποινικά ταύτα δικόγραφα φάκελλοι παραδίδονται επί αποδείξει ατελώς εις το ταχυδρομικόν γραφείον, εάν δε εν τη έδρα της εκδιδούσης την κλήσιν αρχής δεν υπάρχει ταχυδρομικόν γραφείον, τότε παραδίδωνται εις τον ταχυδρομικόν ή αγροτικόν διανομέα. 4.Προκειμένου να γίνη η επίδοσις εις την έδραν του ταχυδρομικού γραφείου εις ο παρεδόθη υπό της δικαστικής αρχής το δικόγραφον, εγγράφεται εις το βιβλίον των αποστελλομένων επί αποδείξει αντικειμένων και παραδίδεται προς επίδοσιν εις τον διανομέα, υπογράφοντα εν τη οικεία στήλη του βιβλίου. Εάν η επίδοσις πρόκειται να γίνη εις την έδραν . άλλου ταχυδρομικού γραφείου ή εις πόλιν, κώμην, ή χωρίον υπαγόμενα εις την περιφέρειαν τούτου, το ταχυδρομικόν γραφείον εις ο παραδίδεται υπό της δικαστικής αρχής το δικόγραφον το αποστέλλει, κατά τας περί αποστολής των επί αποδείξει αντικειμένων διατάξεις, το οποίον ενεργεί την κοινοποίησιν δια του οικείου διανομέως. 5.Η δια του ταχυδρομείου κοινοποίησις των ποινικών δικογράφων, δυναμένη να γίνη και εν εορτασίμω ημέρα και εις πάσαν ώραν, εκτελείται δια των διανομέων, κατά τον επόμενον τρόπον: α)Αν μεν ο παραλήπτης ευρεθή εις τον σημειούμενον τόπον του προορισμού, το δικόγραφον εγχειρίζεται εις αυτόν προσωπικώς, υπογράφει δε ούτος εις την πρώτην στήλην του επιδοτηρίου, αν γνωρίζη γράμματα, και προσυπογράφει εις την αυτήν στήλην ο διανομεύς, σημειών εν αυτή και την χρονολογίαν της επιδόσεως. Αν ο παραλήπτης είναι αγράμματος, τότε ο ενεργών την επίδοσιν διανομεύς σημειοί κάτωθι της εν τη στήλη ταύτη λέξεως «ο λαβών» την λέξιν «αγράμματος», αν δε, καίπερ γνωρίζων γράμματα, αδυνατεί να υπογράψη ένεκεν ασθενείας, σημειοί την λέξιν «ασθενής» και υπογράφει μόνον ο διανομεύς. Το δικόγραφον δύναται να παραδοθή εις τον προς ον απευθύνεται και εκτός της κατοικίας αυτού αν θέληση να το παραλάβη. β)Εάν ο παραλήπτης δεν ευρεθή προσωπικώς, τότε το δικόγραφον παραδίδεται εις τον εν τη οικία τούτου ευρεθησόμενον σύνοικον ή συγγενή αυτού. Εν τοιαύτη περιπτώσει ο διανομεύς σημειοί εις την δευτέραν στήλην του επιδοτηρίου το όνομα του συνοίκου ή συγγενούς, όστις, αν γνωρίζη γράμματα, υπογράφει υπό την εν τη στήλη λέξιν «ο λαβών σύνοικος», αν δεν γνωρίζη γράμματα, ο διανομεύς σημειοί υπό τας λέξεις ταύτας την λέξιν «αγράμματος», εάν δε, καίπερ γνωρίζων γράμματα, αδυνατήση να υπογράψη, ένεκα νόσου, σημειοί την λέξιν «ασθενής». Εν πάσει περιπτώσει, οσάκις η επίδοσις γίνεται εις σύνοικον ή συγγενή, ο ενεργών την επίδοσιν διανομεύς υπογράφει εις την δευτέραν στήλην, σημειών και την χρονολογίαν της επιδόσεως. Σελίς 137 Επίδοση δια του ταχυδρομείου 9.Α.γ.1 γ)Εάν ούτε ο παραλήπτης ευρεθή προσωπικώς ούτε σύνοικος ή συγγενής εν τη οικεία του παραλήπτου ή εάν ο παραλήπτης ή ο σύνοικος ή συγγενής του αρνηθώσι την παραλαβήν του, τότε ο διανομεύς παραδίδει το δικόγραφον εις τον ειδικόν πάρεδρον, είτε εις τον ιερέα, είτε εις τον διδάσκαλον του χωριού. Εν τοιαύτη περιπτώσει σημειοί ο διανομεύς εν τη τρίτη στήλη εις τίνα εκ των τριών τούτων προσώπων έγινεν η επίδοσις, υπογράφει δε ο παραλαβών κάτωθι της εν τη στήλη ταύτη λέξεως «ο λαβών πάρεδρος». Συνυπογράφει είτα ο διανομεύς εν τη αυτή στήλη σημειών και την χρονολογίαν. Εάν εις την πόλιν ή χωρίον υπάρχωσι πλείονες του ενός διδάσκαλοι ή ιερείς, εν μεν τη πρώτη περιπτώσει η επίδοσις γίνεται εις τον διευθυντήν του σχολείου, εν δε τη δευτέρα εις ένα των ιερέων, και κατά προτίμησιν εις τον της ενορίας του προς ον η επίδοσις. δ)Εάν δι’ οιονδήποτε λόγον δεν καταστή δυνατή η επίδοσις του δικογράφου είς τι των ανωτέρω προσώπων, τότε ο διανομεύς υπογράφει εν τη τετάρτη στήλη, υπό τας λέξεις «επιστρέφεται ανεπίδοτον», χρονολογεί και υπογράφει. Εν τοιαύτη περιπτώσει δεν δικαιούται ο διανομεύς εις απόληψιν δικαιωμάτων επιδόσεως, άτε μη γενομένης ταύτης. 6.Καθ’ οιονδήποτε των εν τω προηγουμένω άρθρω αναφερομένων τρόπων και αν γίνη η επίδοσις, ο διανομεύς σφραγίζει δια της σφραγίδος του την σχετικήν στήλην του επιδοτηρίου. 7.Εάν η επίδοσις εγένετο εις τον ειδικόν πάρεδρον, ή τον ιερέα, ή τον διδάσκαλον, ούτοι υποχρεούνται να παραδώσωσι το ταχύτερον το δικόγραφον εις τον προς ον απευθύνεται. 8.Μετά την κατά τινα των ανωτέρω τρόπων υπό του διανομέως κοινοποίησιν του δικογράφου, το επιδοτήριον τίθεται εντός του αυτού φακέλλου εν ω αρχικώς ήτο τεθειμένον το δικόγραφον, ο δε φάκελλος κλείεται υπό του διανομέως, σφραγίζεται δια της σφραγίδος του, εγγράφεται υπ’ αυτού εν τω επί τούτω βιβλίω των παραδιδομένων επί συστάσει γραμμάτων, και παραδίδεται εις τον προϊστάμενον του ταχυδρομικού γραφείου παρ’ ου εξαρτάται η εις τον αρμόδιον υπάλληλον, βεβαιούντα δια της υπογραφής του εν τω βιβλίω την παραλαβήν αυτού. Το ταχυδρομικόν γραφείον παραδίδει τον περιέχοντα το επιδοτήριον φάκελλον εις την εκδόσασαν το ποινικόν δικόγραφον δικαστικήν αρχήν, κατά τας διατάξεις περί παραδόσεως των επί αποδείξει αντικειμένων. Εάν το δικόγραφον αποσταλή προς κοινοποίησιν παρ’ άλλου ταχυδρομικού γραφείου, το ενεργήσαν την επίδοσιν γραφείον επιστρέφει τον περιέχοντα το επιδοτήριον φάκελλον εις το αποστείλαν ταχυδρομικόν γραφείον, όπερ παραδίδει αυτόν εις την εκδόσασαν Σελίς 138 το ποινικόν δικόγραφον δικαστικικήν αρχήν. Αι λοιπαί λεπτομέρειαι της ταχυδρομικής υπηρεσίας, όσον αφορά εις τας επιδόσεις των ποινικών δικογράφων κανονίζονται δι’ οδηγιών της γενικής διευθύνσεως υπηρεσίας των Τ.Τ.Τ., δυναμένης να ορίση ειδικόν τρόπον διαχειρίσεως τούτων. 9.Οι ανακριτικοί εν γένει υπάλληλοι και γραμματείς αυτών οφείλουσι, λαμβάνοντες την ταυτότητα των μαρτύρων, να ζητώσι την ακριβή διεύθυνσιν αυτών, μετά μνείας της οδού και του αριθμού, ιδία προκειμένου περί μεγάλων πόλεων. Ομοίως κατά την εγχείρησιν των μηνύσεων και λοιπών σχετικών εγγράφων δέον να ζητώνται αι ακριβείς διευθύνσεις των προτεινομένων μαρτύρων. 10.Ο επιδούς το ποινικόν δικόγραφον διανομεύς δικαιούται εις απόληψιν των υπό ειδικού νόμου οριζομένων δικαιωμάτων (λεπτά είκοσι πέντε (25) δι’ εκάστην γενομένην επίδοσιν), εισπραττομένων κατά τριμηνίαν, επί τη αιτήσει του δικαιούχου, δια χρηματικού εντάλματος του υπουργείου της Δικαιοσύνης, εκδιδομένου επί του σχετικού κεφαλαίου και άρθρου του προϋπολογισμού αυτού δια την πληρωμήν δικαιωμάτων των επιτετραμμένων την επίδοσιν ποινικών δικογράφων, επί τη βάσει, ως μόνου δικαιολογητικού, πίνακος εμφαίνοντος εν καθέτοις στήλαις τα εξής: 1)Την καλέσασαν αρχήν, 2)Τον αριθμόν και την χρονολογίαν του ποινικού δικογράφου, 3)Τα ονοματεπώνυμα των υπό της αρχής κληθέντων μαρτύρων προς ους ο δικαιούχος επέδωκε το κλητήριον ποινικόν δικόγραφον, 4)Την χρονολογίαν, καθ’ ην εγένετο η επίδοσις, και 5)Το ποσόν των πληρωτέων δικαιωμάτων. Ο πίναξ ούτος ελέγχεται και θεωρείται υπευθύνως υπό του προϊσταμένου του ταχυδρομικού γραφείου παρ’ ω υπηρετεί ο διανομεύς και υποβάλλεται παρ’ αυτού μετά το τέλος της τριμηνίας προς το υπουργείον της Δικαιοσύνης. (Ακολουθεί υπόδειγμα επιδοτηρίου) 9.Α.γ.1 Επίδοση δια του ταχυδρομείου
223
43. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2228 της 4/6 Οκτ. 1952 Περί καταργήσεως των περί εκλογής βουλευτών δια του αναλογικού συστήματος διατάξεων του κωδικοποιημένου Ν. 5493/1932 και επαναφοράς εν ισχύϊ του πλειοψηφικού συστήματος. ……………………………………………………… Άρθρ.53-54.(Αναφερόμενα εις το προσωπικόν του Υπουργείου Εσωτερικών αντικατεστάθησαν υπό του Β.Δ. 864/1960, κατωτ. αριθ. 50). Άρθρ.55.-Εισηγηταί υπηρετούντες παρά Διοικητικαίς Υπηρεσίαις αρμοδιότητος Α΄ Γενικής Διευθύνσεως του Υπουργείου των Εσωτερικών, μη κεκτημένοι πτυχίου Ανωτάτης Σχολής κατά το άρθρ. 78 του υπ’ αριθ. 1488/1938 Α. Νόμου και έχοντες υπερδεκατετραετή εν τω βαθμώ τούτω διοικητικήν υπηρεσίαν, ως και τοιούτοι κεκτημένοι πτυχίου του κατ’ άρθρ. 120 του υπ’ αριθ. 1488/1938 Α. Νόμου Σχολής διοικητικών υπαλλήλων, και υπερτετραετή διοικητικήν υπηρεσίαν εν τω αυτώ βαθμώ, δύνανται να προάγωνται εις κενάς θέσεις Τμηματαρχών β΄ τάξεως, μέχρι της συμπληρώσεως του 1/5 των κενών ή κενουμένων θέσεων Τμηματαρχών. Άρθρ.56-58.(Αναφερόμενα εις τας υπηρεσίας πρωτοκόλλου και Διεκπεραιώσεως του Υπουργείου Εσωτερικών αντικατεστάθησαν υπό του Β.Δ. 864/1960, κατωτ. αριθ. 50). Δια τας λοιπάς διατάξεις βλ. τόμ. 1 σελ. 120.
183
19. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 417 της 30 Ιουν./16 Ιουλ. 1964 (ΦΕΚ Α' 120) Περί των αρχείων της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών. Καταργήθηκε από το άρθρ. 15 Π.Δ. 430/1979 (ΦΕΚ Α' 133) τόμ. 21 σελ. 16,126.
321
18. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Αριθ. 50804 της 29 Αυγ./12 Σεπτ. 1960 (ΦΕΚ Β΄ 401) Περί τροποποιήσεως των ορίων δυναμικότητος των Εργολαβικών πτυχίων δι’ έργα ανασυγκροτήσεως και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της υπ’ αριθ. Α. 14308/1959 κοινής αποφάσεως.
387
3. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2254 της 18/18 Νοεμ. 1994 (ΦΕΚ Α΄194) Κύρωση Συμβάσεως για την απαγόρευση αναπτύξεως, παραγωγής, αποθηκεύσεως και χρήσεως χημικών όπλων και για την καταστροφή τους μετά των Παραρτημάτων αυτής.
178
11. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1880 της 18 Σεπτ./19 Οκτ. 1942 (ΦΕΚ Α΄ 264) Περί αυθεντικής ερμηνείας διατάξεών τινων «περί Οίκου Αξιωματικών κλπ.». Άρθρον μόνον.-Η αληθής έννοια των δια του υπ’ αριθ. 54/1941 Ν.Δ/τος «περί τροποποιήσεως των περί στρατιωτικών λεσχών διατάξεων και ιδρύσεως οίκων αξιωματικών και παλαιών πολεμιστών» διατηρηθεισών εν ισχύϊ διατάξεων περί Στρατιωτικής Λέσχης Φρουράς Αθηνών είναι ότι το νομικόν τούτο πρόσωπον δημοσίου δικαίου ασκεί διοίκησιν και δεν έχουσιν εφαρμογήν επί του υπαλληλικού και υπηρετικού αυτού προσωπικού αι διατάξεις των Νόμ. 2112/1920 και 4558/1930 «περί υποχρεωτικής καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας ιδιωτικών υπαλλήλων» και του από 16 Ιουλ. 1920 Β.Δ/τος «περί καταγγελίας συμβάσεως, εργατών τεχνιτών και υπηρετών, ως και περί συλλογικών συμβάσεων εργασίας και περί ρυθμίσεως συλλογικών διαφορών εργασίας».
304
115. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Αριθ. 2738 της 1 Φεβρ./14 Απρ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 203) Κανονισμός λειτουργίας των νομαρχιακών αθλητικών επιτροπών.
18
5. ΠΡΟΕΔΡ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 12/16 Ιουλ. 1932 Περί εκτελέσεως του Ν. 5367 «περί εκτελέσεως των δημοσίων έργων». Τροποποιηθέν και συμπληρωθέν δια των: α)Π.Δ. 10/12 Ιουλ. 1933, β)Π.Δ. 13/17 Απρ. 1935 γ)Β.Δ. 8/9 Αυγ. 1939 δ)Κ.Δ. 31 Μαΐου/5 Ιουν. 1941 ε)Β.Δ. 21/28 Φεβρ. 1951 ς)Β.Δ. 23/28 Απρ. 1951 ζ)Β.Δ. 7/13 Αυγ. 1952 η)Β.Δ. 12/17 Σεπτ. 1952 θ)Β.Δ. 896 της 17/31 Δεκ. 1962 (ΦΕΚ Α΄ 226) ι)Β.Δ. 617 της 9/19 Οκτ. 1963 (ΦΕΚ Α΄ 180) ια)Διόρθ. Ημαρτ. ΦΕΚ Α΄ 66/1963 ιβ)Β.Δ. 540 της 23 Ιουλ./22 Αυγ. 1969 (ΦΕΚ Α΄ (Αντί των σελ. 95(β)-126(α) Σελ. 111(α) Τεύχος 498-Σελ. 87 23.Β.α.1-5 Γενικές Διατάξεις 165), δέον να θεωρηθή καταργηθέν δια της διατάξεως του άρθρ. 22 παρ. 1 εδάφ. ε΄ του Ν.Δ. 1266/1972 (κατωτ. αριθ. 27). Ήδη αντ’ αυτού ισχύει το Π.Δ. 56/1973 (κατωτ. αριθ. 29).
196
144. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 679 της 20/29 Νοεμ. 1982 (ΦΕΚ Α΄ 142) Έλεγχος της ανεργίας των επιδοτούμενων ανέργων. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρ.29 του Ν.Δ. 2961/1954 «περί συστάσεως Οργανισμού Απασχολήσεως και Ασφαλίσεως Ανεργίας» (ΦΕΚ 197 τ.Α΄) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρ.23 παρ.1 του Νόμ. 1082/80 «περί τροποποιήσεως, αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινων ενίων εργατικών νόμων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων (ΦΕΚ 250 Τ.Α΄). 2.Την πρόταση αριθ. 3034/20.5.81 του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ). 3.Τη γνωμοδότηση αριθ. 733/1982 του Συμβουλίου Επικρατείας ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εργασίας, αποφασίζουμε: Άρθρ.1.-1.Για να εξασφαλίζεται ή άμεση επικοινωνία των επιδοτουμένων ανέργων με τις Υπηρεσίες Απασχόλησης του ΟΑΕΔ κάθε επιδοτούμενος άνεργος υποχρεούται να προσέρχεται στο Γραφείο Απασχόλησης του τόπου κατοικίας ή διαμονής του. 15.Γ .β.141-144 Ασφάλιση κατά της Ανεργίας Οργ/σμός Απασ/σης Εργατ/κού Δυν/κού (Ο.Α.Ε.Δ.) α)κάθε φορά πού καλείται από το αρμόδιο Γραφείο και μέσα στην προθεσμία πού ορίζεται από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση. β)κατά την ημέρα πού προσέρχεται στην αρμόδια υπηρεσία του Ο.Α.Ε.Δ. για να εισπράξει το επίδομα ανεργίας. 2.Σε περίπτωση αλλαγής τόπου κατοικίας ή διαμονής, ο επιδοτούμενος άνεργος υποχρεούται: α)να δηλώσει στο αρμόδιο Γραφείο Απασχόλησης την νέα του διεύθυνση. β)να εμφανισθεί στο αρμόδιο Γραφείο Απασχόλησης του τόπου της νέας κατοικίας ή διαμονής του μέσα σε 8 ημέρες από την επόμενη της διαγραφής του από το προηγούμενο Γραφείο Απασχόλησης. Άρθρ.2.-1.Στον επιδοτούμενο άνεργο πού παραβαίνει τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου επιβάλλονται από το Διευθυντή της Υπηρεσίας οι εξής κυρώσεις: α)Σε περίπτωση παράβασης των περιπτ. α και β της παρ.1 και α της παρ.2 του προηγούμενου άρθρου: (α)Στέρηση του επιδόματος ανεργίας πού αντιστοιχεί στο δεκαπενθήμερο μέσα στο οποίο σημειώθηκε η παράβαση αν η παράβαση αυτή έγινε για πρώτη ή για δεύτερη φορά. (β)Διακοπή της επιδότησης σε περίπτωση περαιτέρω υποτροπής. β)Σε περίπτωση παράβασης της περιπτ. β της παρ. 2 του προηγούμενου άρθρου επιβάλλεται στέρηση του επιδόματος ανεργίας, για όσο χρόνο διαρκεί η παράβαση πέρα από τη λήξη της προθεσμίας των 8 ημερών. 2.Αν οι παραπάνω παραβάσεις έγιναν για λόγους ανωτέρας βίας ή για άλλο ανυπαίτιο κώλυμα ο επιδοτούμενος άνεργος απαλλάσσεται των σχετικών κυρώσεων μετά από αιτιολογημένη απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας. Άρθρ.3.Κατά των αποφάσεων του Διευθυντή της Υπηρεσίας με τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής από τον ενδιαφερόμενο σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ.7 και 8 του άρθρ.27 του Ν.Δ. 2961/54 «περί συστάσεως Οργανισμού Απασχολήσεως και Ασφαλίσεως Ανεργίας».
44
2. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 345 της 15/15 Νοεμ. 1969 (ΦΕΚ Α΄ 231) Περί υπαγωγής των επιχειρήσεων τύπου εις τας γενικάς περί φορολογίας εισοδήματος διατάξεις. Άρθρ.1.-Αι επιχειρήσεις εφημερίδων και περιοδικών παντός είδους, εν αις και αι λειτουργούσαι υπό μορφήν ανωνύμου εταιρείας, υπάγονται δια τα από 1ης Ιαν. 1970 και εφεξής κτώμενα πάσης φύσεως εισοδήματά των, εις τας εκάστοτε ισχυούσας περί φορολογίας εισοδήματος διατάξεις. Άρθρ.2.-Αι επιχειρήσεις εφημερίδων και περιοδικών υποχρεούνται, όπως τηρούν από 1ης Ιαν. 1970 τα υπό των διατάξεων του Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων προβλεπόμενα βιβλία και στοιχεία, αναλόγως της νομικής μορφής, υφ’ ην λειτουργούν. Άρθρ.3.-Ο φορολογικός έλεγχος των επιχειρήσεων εφημερίδων και περιοδικών, ενεργείται ανελλιπώς καθ’ έκαστον οικονομικόν έτος. Άρθρ.4.-Αι διατάξεις του Ν.Δ. 3787/1957 «περί φορολογίας ενίων επιχειρήσεων τύπου» και του Νόμ. 4041/1960 «περί ημερησίων επαρχιακών εφημερίδων κλπ.», ως ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν μεταγενεστέρως, καταργούνται από 1ης Ιαν. 1970. (Αντί των σελ. 203(β)-204,03) Σελ. 203(γ) Τεύχος 728 Σελ. 147 Φορολογία Επιχειρήσεων Τύπου 27.Β.κ.1-2 27.Β.κ.2 Φορολογία Επιχειρήσεων Τύπου
360
21. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 16246/221 της 5 Μαΐου /11 Ιουν. 1966 (ΦΕΚ Β΄ 366) Περί αναγνωρίσεως και εξαγοράς προϋπηρεσίας υπό των εξ Αιγύπτου και Τουρκίας Ελλήνων υπηκόων. Έχοντες υπ’ όψιν: 1.Τας διατάξεις του άρθρ. 5 παρ. 3 της υπ’ αριθ. 165/27.9.1963 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, κυρωθείσης δια του Ν.Δ. 4377/1964 «περί ειδικών μέτρων προστασίας των εξ Αιγύπτου Ελλήνων υπηκόων και ομογενών». 2.Τας διατάξεις του άρθρ. 1 του Ν.Δ. 4378/1964 «περί ειδικών μέτρων προστασίας των εκ Τουρκίας Ελλήνων υπηκόων». 3.Τα δια της υπ’ αριθ. 61333/20441/28.12.1965 αναφοράς ΝΑΤ υποβληθέντα ημίν προς έγκρισιν αποσπάσματα πρακτικών, των από 10.11.65, 1.12.65, 18.12.65 και 15.12.1966 Συνεδριάσεων του Διοικητικού αυτού Συμβουλίου, καθ’ ας απεφασίσθησαν οι όροι και αι προϋποθέσεις αναγνωρίσεως και εξαγοράς προϋπηρεσίας υπό των εξ Αιγύπτου και Τουρκίας Ελλήνων υπηκόων και ομογενών. 4.Την υπ’ αριθ. 94526/1034 π.έ./13.1.1966 ημετέραν απόφασιν δι’ ης ενεκρίθησαν αι κατά τας ρηθείσας συνεδριάσεις του Δ.Σ./Ν.Α.Τ. ληφθείσαι αποφάσεις. 5.Την υπ’ αριθ. 3217/1562/17.1.1966 αναφοράν Ν.Α.Τ. δι’ ης αιτείται η έκδοσις λεπτομερούς Υπουργικής αποφάσεως, συμφώνως τω άρθρ. 5 παρ. 3 της υπ’ αριθ. 165/27.9.1963 Π.Υ .Σ. της κυρωθείσης δια του Ν.Δ. 4378/1964, αποφασίζομεν: (Αντί για τις σελ. 714,11(γ)-714,14(α) Σελ. 714,11(δ) Τεύχος 704-Σελ. 57 Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο 19.Ι.α.21 Εγκρίνομεν την αναγνώρισιν και εξαγοράν προϋπηρεσίας υπό των εξ Αιγύπτου και Τουρκίας Ελλήνων υπηκόων και ομογενών, υπό τους ακολούθους όρους και προϋποθέσεις. 1.Προ πάσης αναγνωρίσεως και εξαγοράς υπηρεσίας των εν λόγω ομογενών θα προηγήται η απογραφή αυτών ως μαθητευομένων ναυτικών ή ως ναυτικών συμφώνως προς τα δια της υπ’ αριθ. 44596/7623/9.6.1965 διαταγής Υ .Ε.Ν./Δ.Ε. 1ον ειδικώτερον οριζόμενα, της τοιαύτης απογραφής δημιουργούσης αυτομάτως την ασφαλιστικήν των υπαγωγήν εις το Ν.Α.Τ. και Τ.Π.Ε.Ν. 2.Άπασαι αι μέχρι τούδε υποβληθείσαι ως και αι εφ’ εξής υποβαλλόμεναι εις το Ν.Α.Τ αιτήσεις των εν περιλήψει ομογενών, δέον όπως προ πάσης ενεργείας προελεγχθώσιν υπό του Δικαστικού Τμήματος του Ν.Α.Τ., προς εξακρίβωσιν του νομίμου ή μη του αιτήματος των ενδιαφερομένων, βάσει των υπ’ αυτών υποβαλομένων πιστοποιητικών και λοιπών δικαιολογητικών. 3.Μετά τον ανωτέρω έλεγχον και εφ’ όσον ήθελεν διαπιστωθή το νόμιμον του αιτήματος, αι αιτήσεις των ενδιαφερομένων μετά πλήρων δικαιολογητικών εισάγονται εις το Δ.Σ./Ν.Α.Τ. προς συζήτησιν και λήψιν σχετικής αποφάσεως, δια την αναγνώρισιν της προς εξαγοράν υπηρεσίας και καθορισμόν των όρων εξοφλήσεως και εξαγοράς. 4.Η εξαγορά ενεργείται επί τη ως κατωτέρω καταβολή υπό του ενδιαφερομένου των τακτικών εισφορών των εις αντίστοιχα Ελληνικά πλοία εργαζομένων συναδέλφων του, υπό την αυτήν ιδιότητα, ως και της εν προκειμένω εισφοράς πλοικτήτου αντιστοίχων Ελληνικών πλοίων. Αι καταβλητέαι εισφοραί είναι αι κατά τον χρόνον της υποβολής της αιτήσεως ισχύουσαι τοιαύται. 5.Εις περίπτωσιν υποβολής πιστοποιητικών ελλιπώς ή ουδόλως τεθεωρημένων ως και εις πάσαν ετέραν περίπτωσιν αμφιβολίας το Δ.Σ. του Ν.Α.Τ. ως προς το νόμιμον του αιτήματος των περί ων ο λόγος ομογενών, το Ν.Α.Τ. θα υποβάλη τα πρακτικά του Δ.Σ. εις Υ .Ε.Ν./Δ.Π. 1ον το οποίον θα αποφαίνεται οριστικώς. Σελ.714,12(δ) Τεύχος 704-Σελ. 58 6.Εις τα ποσά της εξαγοράς συνυπολογίζονται και αι υπέρ των Τ.Π.Ε.Ν. εισφοραί, κατ’ εφαρμογήν του άρθρ. 19 των Ν.Δ. 3736/1957 και 3737/1957. 7.Αναγνώρισιν και εξαγοράν εν όλω ή εν μέρει δικαιούνται επίσης να ζητήσουν και οι ομογενείς, οι κεκτημένοι υπηρεσίαν μεμονωμένου εργάτου θαλάσσης, κτηθείσαν εν Αιγύπτω ή Τουρκία υπό την ρητήν προϋπόθεσιν ότι δια το εν Αιγύπτω ή Τουρκία ασκηθέν επάγγελμα μεμονωμένου εργάτου θαλάσσης, (όπερ λαμβάνεται ενταύθα υπ’ όψει κατά την έννοιαν του Νόμ. 3170/55) τυγχάνει το Ν.Α.Τ. ο αρμόδιος Ασφαλιστικός Οργανισμός όστις και ασφαλίζει τούτο αντιστοίχως εν Ελλάδι. Ούτοι καταβάλλουν, ως κατωτέρω, δια την εξαγοράν ποσόν καλύπτον εισφοράν ίσην προς την εισφοράν ναύτου και πλοιοκτήτου πλοίου μέχρις 25 κ.ο.χ. (άρθρ. 61 παρ. 5 Νόμ. 3170/55) την ισχύουσαν κατά τον χρόνον υποβολής της αιτήσεως. 8.Η καταβολή του ποσού της εξαγοράς δύναται να ενεργήται είτε εφ’ άπαξ, εφ’ όσον επιθυμεί τούτο ο ενδιαφερόμενος είτε εις ισοπόσους μηνιαίας δόσεις τοις μετρητοίς, συμφώνως προς απόφασιν του Δ.Σ/Ν.Α.Τ. καθορίζουσαν ταύτας εν εκάστη συγκεκριμένη περιπτώσει, αίτινες όμως δεν θα δύνανται να είναι περισσότεραι των 72. Το ποσόν εκάστης μηνιαίας δόσεως δεν δύναται να είναι κατώτερον των 500 δραχμών. 9.Η καταβολή της πρώτης δόσεως δέον όπως πραγματοποιηθή το βραδύτερον εντός 30 ημερών από της επί αποδείξει κοινοποιήσεως εις τον ενδιαφερόμενον της αποφάσεως του Δ.Σ./Ν.Α.Τ., περί αναγνωρίσεως και εξαγοράς της αιτηθείσης παρ’ αυτού υπηρεσίας. 19.Ι.α.21 Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο 10.Καθυστέρησις καταβολής υπό του ενδιαφερομένου δόσεως τινός πέραν του τριμήνου, συνεπάγεται αυτοδικαίως ανάκλησιν της περί αναγνωρίσεως και εξαγοράς ληφθείσης αποφάσεως του Δ.Σ./Ν.Α.Τ., καθ’ ο μέρος καθυστερήθη ως και δια τον επέκεινα χρόνον δι’ ον δεν κατέστη εισέτι απαιτητή και επομένως δεν κατεβλήθη, η αντίστοιχος εισφορά. Εις περίπτωσιν ανεργίας νομίμως διαπιστουμένης εν εκάστη συγκεκριμένη περιπτώσει υπό του Γ.Ε.Ν.Ε. και καθ’ όσον χρόνον διαρκεί αύτη, αναστέλλεται η καταβολή των δόσεων. 11.Εκάστη απόφασις του Δ.Σ./Ν.Α.Τ., περί αναγνωρίσεως και εξαγοράς υπηρεσίας ομογενούς τινός, δέον όπως κοινοποιείται εις τα Μητρώα Εργατών Θαλάσσης (Μ.Ε.Θ.), ίνα σημειούται κατ’ αρχήν εις την οικείαν παρ’ αυτοίς μερίδα τούτου η αναγνωρισθείσα και υπό εξαγοράν τελούσα υπηρεσία. 12.Η οριστική καταχώρησις, της ως ανωτέρω αναγνωρισθείσης υπηρεσίας, εις την παρά τοις ΜΕΘ τηρουμένην οικείαν ατομικήν μερίδα, θα λάβη χώραν μετά πλήρη και ολοσχερή εξόφλησιν του ποσού της οφειλής, γινομένης συγχρόνως εν αυτή μνείας ότι η υπηρεσία αύτη λογίζεται μόνον ως συντάξιμος. 13.Εν περιπτώσει απονομής συντάξεως παρά του Ν.Α.Τ., προ της ολοσχερούς εξοφλήσεως του ποσού της εξαγοράς της αναγνωρισθείσης υπηρεσίας, αι ανεξόφλητοι δόσεις θα παρακρατούνται εκ της απονεμηθησομένης μηνιαίας συντάξεως ως εξής: Εκ της καταβαλλομένης συντάξεως κατωτάτου ορίου θα παρακρατήται μηνιαίως ποσοστόν 25%, όπερ θ’ αυξάνεται κατά 1% δι’ εκάστην εξ 100 δραχμών (ή κλάσματος αυτών) αύξησιν του ποσού της συντάξεως και μέχρις ανωτάτου ορίου ποσοστού κρατήσεως 60%. 14.Εις περίπτωσιν υποβολής αιτήσεως αναγνωρίσεως και εξαγοράς υπηρεσίας τινός και ταυτοχρόνου υποβολής υπό τούτου αιτήσεως συνταξιοδοτήσεώς του, το Δ.Σ./Ν.Α.Τ. θέλει αποφασίζει εν αρχή περί της αναγνωρίσεως και τρόπου εξαγοράς της υπηρεσίας, αναστελλομένης της ενάρξεως καταβολής των εξοφλητικών μηνιαίων δόσεων μέχρις ου τούτο δια νεωτέρας αποφάσεώς του αποφανθή περί απονομής ή μη της αιτηθείσης συνταξιοδοτήσεως. Εφ’ όσον η περί συνταξιοδοτήσεως απόφασις είναι εγκριτική, η εξόφλησις του εκ της κατά τ’ ανωτέρω αναγνωρισθείσης υπηρεσίας οφειλομένου ποσού θέλει πραγματοποιείται μερίμνη του Τμήματος Παροχών Ν.Α.Τ., δια παρακρατήσεως, ως ανωτέρω, εκ του κατά μήνα καταβλητέου ποσού της απονεμηθησομένης συντάξεως. Εφ’ όσον η περί συνταξιοδοτήσεως απόφασις είναι απορριπτική, η καταβολή της πρώτης δόσεως δέον όπως ενεργηθή εντός 30 ημερών από της επί αποδείξει κοινοποιήσεως εις τον ενδιαφερόμενον της εν λόγω του Δ.Σ. αποφάσεως, ανεξαρτήτως της ασκήσεως ή μη κατ’ αυτής ενδίκου τινός μέσου. 15.Δια την εφαρμογήν της παρούσης, κατά την απονομήν συντάξεως παρά του Ν.Α.Τ., δεν αναγνωρίζεται χρόνος προϋπηρεσίας κτηθείς εν Αιγύπτω ή Τουρκία, όστις αποδεικνύεται ότι ελήφθη υπ’ όψιν δια την εκείσε απονομήν λαμβανομένης συντάξεως ή εφ’ άπαξ παροχής. Προς τούτο οι ενδιαφερόμενοι υποχρεούνται όπως καταθέσουν σχετικά δικαιολογητικά ή εν ελλείψει τούτων υπεύθυνον δήλωσιν κατά την κρίσιν του Δ.Σ. του Ν.Α.Τ. περί μη συνταξιοδοτήσεώς των ή λήψεως υπ’ αυτών εφ’ άπαξ παροχής παρά Κρατικών ή άλλων εν Αιγύπτω ή Τουρκία Ασφαλιστικών Οργανισμών. Κοινοποιηθήτω δεόντως προς εκτέλεσιν.
17
20. ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΠΡΑΞΙΣ υπ’ αριθ. 13 της 9/10 Φεβρ. 1945 (ΦΕΚ Α΄25) Περί αναθεωρήσεως αποφάσεών τινων της Ιεράς Συνόδου. Άρθρον μόνον.-1.Κατ’ αποφάσεων της Ιεράς Συνόδου, επιβαλλουσών εις αδικαιολογήτως και άνευ αδείας απουσιάσαντας εκ της επαρχίας αυτών Αρχιερείς, τας κατά τους ορισμούς των Ιερών Κανόνων ποινάς, ως και στέρησιν αποδοχών, επιτρέπεται αίτησις αναθεωρήσεως, ενώπιον της αυτής Ιεράς Συνόδου, ασκουμένη εντός δεκαημέρου από της εις τον απουσιάσαντα νομίμου κοινοποιήσεως της αποφάσεως. 2.Κατά της τοιαύτης μετ’ αίτησιν αναθεωρήσεως αποφάσεως της Ιεράς Συνόδου ουδέν ένδικον μέσον επιτρέπεται ουδέ προσφυγή ή αίτησις ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. 3.Η παρούσα Συντακτική Πράξις, ης η ισχύς άρχεται από της δημοσιεύσεώς της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θέλει υποβληθή προς κύρωσιν εις την μέλλουσαν να συνέλθη Βουλήν.
288
6. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓ ΑΣΙΑΣ Αριθ. 63042/1971 της 20 Νοεμ./5 Δεκ. 1956 Περί εγκρίσεως Κανονισμού σειράς προτεραιότητος και τρόπου δια την απόκτησιν της προσφερομένης υπό του ΟΕΚ εις τους εργάτας και υπαλλήλους κατοικίας. Αντικατεστάθη δια των διατάξεων της υπ’ αριθ. 30727/1971 ομοίας (κατωτ. αριθ. 23). Σελ. 68,62(η) Τεύχος 433-Σελ. 6 469 15.Β.β.6 Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας
258
9. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ της 16/16 Νοεμ. 1935 Περί τροποποιήσεως του άρθρ. 83 του ν. 602 περί συνεταιρισμών. Βλ. σχόλιον άρθρ. 83. Σελ. 160 (γ) Τεύχος Θ31-Σελ. 82
38
56. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 35 της 7/15 Φεβρ. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 25) Κατανομή νέων και ανακατανομή οργανικών θέσεων Εισαγγελικών λειτουργών. Έχοντας υπόψη: α)Τις διατάξεις: 1)Του άρθρ. 3 παρ. 2 του κώδικα οργανισμού δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών (κ. Ν. 1756/1988 ΦΕΚ 35Α΄). 2)Του άρθρ. 29Α του Νόμ. 1558/1985 (ΦΕΚ 137 Α΄) το οποίο προσετέθη με το άρθρ. 27 του Νόμ. 2081/1992 (ΦΕΚ 154 Α΄/92) β)Τη γνώμη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με αριθμό 2649/1995. γ)Το γεγονός ότι το παρόν δ/γμα πρόκειται να προκαλέσει δαπάνη 76.320.800 για το οικονομικό έτος 1996 και για κάθε ένα από τα επόμενα οικονομικά έτη για τα οποία έχει εγγραφεί πίστωση στον Κρατικό Προϋπολογισμό και στο φορέα 17-210. δ)Τη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Επικρατείας με αριθ. 4/1996. Με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, αποφασίζουμε: Άρθρο Πρώτο.-Οι οργανικές θέσεις των Αντεισαγγελέων Εφετών, Εισαγγελέων Πρωτοδικών και Αντεισαγγελέων Πρωτοδικών που συστήθηκαν με το άρθρ. 16 παρ. 8 του Νόμ. 2298/1995 (ΦΕΚ 62 Α΄/1995) σε συνδυασμό με το άρθρ. 11 παρ. 3 του Νόμ. 2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α΄/1995) κατανέμονται ως εξής: Α.Αντεισαγγελείς Εφετών ανά μία (1) οργανική θέση στις Εισαγγελίες Εφετών Πειραιώς, Πατρών, Θεσσαλονίκης και Λάρισας οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε εννέα (9), έξι (6) 12 και 5 αντίστοιχα. Β.Εισαγγελείς Πρωτοδικών ανά μία (1) οργανική θέση στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών Πειραιώς. Πατρών, Θεσσαλονίκης και Λάρισας οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε 5, 3 7 και 2 αντίστοιχα. Γ.Αντεισαγγελείς Πρωτοδικών ανά μία (1) οργανική θέση στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών Χαλκίδας, Κερκύρας, Ζακύνθου, Κεφαλληνίας, Πρέβεζας και Φλώρινας, οριζομένου του συνολικού αριθμού των δύο πρώτων σε 5 και 2 αντίστοιχα και στις λοιπές Εισαγγελίες Πρωτοδικών συνιστάται από μία οργανική θέση. Άρθρο Δεύτερο.-Α.Καταργούνται οι οργανικές θέσεις Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Γυθείου και Καλαβρύτων και συνιστώνται αντίστοιχες θέσεις στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών Θεσπρωτίας και Λευκάδας. Β.Καταργούνται οι οργανικές θέσεις παρέδρων Εισαγγελίας Φλώρινας και Πρέβεζας και κατανέμονται στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε 13. Γ.Καταργούνται οι οργανικές θέσεις παρέδρων Εισαγγελίας Θεσπρωτίας και Λευκάδας και συνιστώνται αντίστοιχες θέσεις στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών Γυθείου και Καλαβρύτων. (Αντί για τη σελ. 146,25) Σελ. 146,25(α) Τεύχος 1253-Σελ. 99 Οργανισμός των Δικαστηρίων 6.Β.α.55-56
324
10. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ. 15500/3150 της 10/19 Απρ. 1978 (ΦΕΚ Β΄339) Περί χορηγήσεως Δώρου Πάσχα 1978 εις τους επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου, απασχολουμένους μισθωτούς. 15.Δ.ζ-η.6-10 Επίδομα Πάσχα – Χριστουγέννων 109
355
1. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. 200 της -/5 Μαΐου 1945 (ΦΕΚ Α΄ 109) Περί προσχωρήσεως της Ελλάδος εις την δήλωσιν των Ηνωμένων Εθνών εν σχέσει προς τη μη αναγνώρισιν της μεταβιβάσεως κυριότητος του ληστευθέντος χρυσού εκ μέρους των δυνάμεων του άξονος. Επί τη προτάσει του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως και των επί των Εξωτερικών και Οικονομικών κ. κ. Υπουργών, αποφασίζει, όπως γίνη η κάτωθι ανακοίνωσις δημοσιευθησομένη εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως περί προσχωρήσεως της Ελλάδος εις την δήλωσιν των Ηνωμένων Εθνών εν σχέσει προς την μη αναγνώρισιν της μεταβιβάσεως κυριότητος του ληστευθέντος χρυσού εκ μέρους των δυνάμεων του άξονος. ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ Αι Κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών της Β. Αμερικής, της Μεγάλης Βρεττανίας και της Σοβιετικής Ενώσεως, δια δηλώσεώς των από 22 Φεβρ. 1944 ανεκοίνωσαν, ότι προτίθενται να κάμουν παν το δυνατόν δια να εκμηδενίσουν τας ληστρικάς μεθόδους, τας οποίας μετήλθον αι κυβερνήσεις προς ας ευρίσκονται εις εμπόλεμον κατάστασιν εναντίον των Χωρών και των Λαών οι οποίοι υπέστησαν επίθεσιν και κατεληστεύθησαν παρά τούτων. Επί πλέον ανεκοινώθη επανειλημμένως ότι είς εκ των σκοπών του υπό των Κυβερνήσεων των ανωτέρω τριών Δυνάμεων ασκουμένου οικονομικού και περιουσιακού ελέγχου είναι η παρεμπόδισις της εν ταις Χώραις των ρευστοποιήσεως περιουσιακών στοιχείων λαφυραγωγηθέντων υπό του Άξονος δια της βίας και της κατακτήσεως. Μία από τας ειδικάς μεθόδους τας οποίας μετήλθον αι Δυνάμεις του Άξονος υπήρξεν η παράνομος κατάσχεσις μεγάλων ποσών χρυσού ανήκοντος εις τα Έθνη τα οποία κατέλαβον ή ελεηλάτησαν. Αι δυνάμεις του Άξονος προς εξασφάλισιν σημαντικών ποσών συναλλάγματος επεχείρησαν την πώλησιν του ούτω ληστευθέ ντος χρυσού εις διαφόρους Χώρας αίτινες εξηκολούθουν ή εξακολουθούν να διατηρούν διπλωματικάς και εμπορικάς σχέσεις μετ’ αυτών. Τα Υπουργεία Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών, της Μεγάλης Βρεττανίας και της Σοβιετικής Ενώσεως έλαβον ήδη μέτρα σκοπούντα να προστατεύσωσι τα περιουσιακά ταύτα στοιχεία εις τας Διεθνείς αγοράς. Ομοίως αι Κυβερνήσεις των τριών τούτων Εθνών δεν δύνανται κατ’ ουδένα τρόπον να συγχωρήσωσι την πολιτικήν της συστηματικής λεηλασίας την εφαρμοσθείσαν υπό του Άξονος ή να συμμετάσχωσι καθ’ οιονδήποτε τρόπον αμέσως ή εμμέσως εις την διάθεσιν του ληστευθέντος χρυσού. Κατόπιν των ανωτέρω εκτιθεμένων γεγονότων και σκέψεων αι Κυβερνήσεις των τριών Εθνών δηλούσι ρητώς ότι δεν αναγνωρίζουσιν ουδέ θα αναγνωρίσωσι την μεταβίβασιν της κυριότητος του ληστευθέντος χρυσού, τον οποίον ο Άξων καθ’ οιονδήποτε τρόπον κατέχει ή διέθεσεν εις τας Διεθνείς αγοράς. Περαιτέρω δηλούσιν, ότι η Πολιτική και των τριών Εθνών θα είναι να μη αγοράζωσι οιονδήποτε χρυσόν ευρισκόμενον επί του παρόντος εκτός των εδαφικών των ορίων από οιανδήποτε Χώραν α)ήτις δεν διέκοψε τας σχέσεις μετά του Άξονος β)ήτις απέκτησε χρυσόν μετά την 22αν Φεβρ. 1944 από άλλην Χώραν μη εμπόλεμον προς τον Άξονα, εκτός εάν και μέχρις ου τα Υπουργεία των Οικονομικών των τριών Ηνωμένων Εθνών πεισθώσιν απολύτως ότι ο χρυσός ούτος δεν απεκτήθη αμέσως ή εμμέσως από τας δυνάμεις του Άξονος ή δεν πρόκειται περί χρυσού τον οποίον τοιαύτη τις Χώρα ηδυνήθη ή δύναται να αποδεσμεύση συνεπεία αποκτήσεως χρυσού αμέσως ή εμμέσως παρά των δυνάμεων του Άξονος. Εις την ανωτέρω δήλωσιν προσεχώρησαν μεταγενεστέρως και αι Κυβερνήσεις άλλων ηνωμένων Εθνών. Σελ. 163 462 Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών 40.Β.α.1 Η Ελληνική Κυβέρνησις συμμεριζομένη τας απόψεις ταύτας των Ηνωμένων Εθνών προσχωρεί εις την ανωτέρω δήλωσιν. Εκδόσαν προς τούτο την υπ’ αριθ. 200 ε.έ. παρούσαν πράξιν του.
104
3. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1114 της 7/8 Ιαν. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 6) Περί κυρώσεως της εις Χάγην την 14ην Μαΐου 1954 υπογραφείσης Συμβάσεως «περί προστασίας των πολιτιστικών αγαθών εν περιπτώσει ενόπλου συρράξεως μετά του Κανονισμού εκτελέσεως αυτής, του Πρωτοκόλλου και των υπ’ αριθ. Ι, ΙΙ και ΙΙΙ αποφάσεων της διασκέψεως». Με ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 21 Ιουλ.-11 Αυγ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 212) η άνω Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ την 9 Μαΐου 1981.
181
43. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ Αριθ.Φ. 670/3/124915 της 5/22 Σεπτ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 805) Περί νομοθεσίας Στρατολογίας. Έχοντας υπόψη: α)Τις διατάξεις των άρθρ. 3, 86 και 141 του Ν.Δ. 720/70 «περί Στρατολογίας» και 1 του Νόμ. 408/76. β)Σχετική πρόταση του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμύνης, αποφασίζουμε: 1.(Συμπληρώνεται η παρ. 3-α της 670/3/121811/ 1977 (ΦΕΚ Β΄ 136) απόφ. Υπ. Εθν. Αμύνης, (ανωτ. αριθ. 36). 2.Πράξεις εξαγοράς που τυχόν έγιναν με προσδιορισμό της 1ης Ιανουαρίου του 11ου έτους της ηλικίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΑΚ, να ακυρωθούν. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
138
21. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1669 της 21/29 Μαρτ. 1939 Περί εκποιήσεως γηπέδου του Δημοσίου εν Στεβενίκω Λεβαδείας δωρηθέντος παρά του Δημ. Μαρλάση και διαθέσεως του αντιτίμου προς ανέγερσιν διδακτηρίου εν Στεβενίκω.
204
118. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Δ4/Α/1901/196 της 13-31 Ιαν. 1995 (ΦΕΚ-Β-57) Έγκριση των προγραμμάτων εκπαίδευσης των Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας της ΥΠΑ και της διδακτέας ύλης.
321
7. ΝΟΜΟΣ 199 της 24 Μαρτ./2 Απρ. 1914 Περί ενισχύσεως της Χωροφυλακής εκ του στρατεύματος κατά το έτος 1914. Προσωρινής ισχύος ως και οι: α)Νόμ. 799 της 27 Αυγ./2 Σεπτ. 1917 περί κυρώσεως του Ν.Δ/τος της 6 Ιουλ. 1917 περί μεταθέσεως αξιωματικών της Χωροφυλακής. β)Νόμ. 801 της 27 Αυγ./2 Σεπτ. 1917 περί αναθέσεως των καθηκόντων του αρχηγού της Χωροφυλακής και εις συνταγματάρχην άλλου σώματος.
335
1. ΝΟΜΟΣ ΤΠΑ της 26/27 Οκτ. 1856 Περί μισθοδοσίας του εφόρου της του Πανεπιστημίου Βιβλιοθήκης.
161
43. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 57 της 16/21 Φεβρ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 22) Δομή, ρόλος και τρόπος διοίκησης και λειτουργίας της κοινωνικοποιημένης Επιχείρησης «Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ)». Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρ. 2 του Νόμ. 1365/1983 (ΦΕΚ 80/Α/1983) «κοινωνικοποίηση των επιχειρήσεων δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας». 2.Την από 10.2.1984 γνώμη της Γνωμοδοτικής Επιτροπής της παρ. 2 του άρθρ. 2 του Νόμ. 1365/1983 όσον αφορά την Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), που συστήθηκε με την κοινή απόφαση των Υπουργών Εθν. Οικονομίας και Ενεργείας και Φυσικών Πόρων 1444/Ε.6/21.7.1983 (ΦΕΚ 422/Β/21.7.83) «σύσταση Γνωμοδοτικής Επιτροπής του Νόμ. 1365/1983 για την Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ)» και που συγκροτήθηκε με την όμοια απόφαση 2412/2/2.11.83 (ΦΕΚ 630/Β/3.11.1983), «Συγκρότηση Γνωμοδοτικής Επιτροπής του Νόμ. 1365/1983 για την Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ)». 3.Τις 1/2.1.85 και 78/25.1.85 γνωμοδοτήσεις του Συμβουλίου Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και του Υπουργού Ενέργειας και Φυσικών Πόρων, αποφασίζουμε: ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ Γενικές Διατάξεις Μορφή Επιχείρησης Άρθρ.1.-1.Η κοινωνικοποιημένη Επιχείρηση με την επωνυμία «Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ)» ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο. Λειτουργεί με πλήρη διοικητική, νομική και οικονομική αυτοτέλεια με την εποπτεία του Κράτους, χωρίς να επέρχεται μεταβολή στη νομική προσωπικότητά της. 2.Η λειτουργία της ΔΕΗ διέπεται από την κείμενη νομοθεσία εκτός από τις περιπτώσεις που ρυθμίζονται διαφορετικά από το δ/γμα αυτό ή από άλλες ειδικές διατάξεις. 3.Έδρα της ΔΕΗ ορίζεται η Αθήνα. Σελ. 224,310(α) Τεύχος 1406 Σελ. 16 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ Αντιπροσωπευτική συνέλευση κοινωνικού ελέγχου (ΑΣΚΕ) Άρθρ.10.-1.Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλείται από τον Πρόεδρό του και συνεδριάζει στην έδρα της επιχείρησης ή και εκτός έδρας. Εισηγητής των θεμάτων της ημερησίας διάταξης στο Διοικητικό Συμβούλιο είναι ο Γενικός Διευθυντής. 2.Το Διοικητικό Συμβούλιο συνεδριάζει δύο φορές το μήνα και εκτάκτως όταν κριθεί τούτο αναγκαίο από τον Πρόεδρό του. 3.Η ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων καθορίζεται από τον πρόεδρο και τα θέματά της περιέχονται στην πρόσκληση που αποστέλλεται στους συμβούλους. 4.Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι σε απαρτία και συνεδριάζει νόμιμα όταν παρίστανται έξι από τα μέλη του. 5.Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του Προέδρου προεδρεύει ο αναπληρωτής του. 6.Οι αποφάσεις λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου ή του προεδρεύοντος. 7.Σε κάθε συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου τηρούνται πρακτικά που επικυρώνονται αμέσως ή στην επόμενη συνεδρίαση. Τα αντίγραφα ή αποσπάσματα των πρακτικών επικυρώνονται από τον Πρόεδρο ή τον αναπληρωτή του. 8.Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου μετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου, ο Νομικός Σύμβουλος της Επιχείρησης. 9.Η γραμματειακή εξυπηρέτηση του Συμβουλίου παρέχεται από ειδική υπηρεσία της Επιχείρησης. 10.Οι λοιπές λεπτομέρειες για τη σύγκληση και λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζονται με κανονισμό που εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. 13.Δ.η.43 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού Ευθύνη μελών Διοικητικού Συμβουλίου Άρθρ.11.-Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Γενικός Διευθυντής και οι Βοηθοί Γεν. Διευθυντές, υπέχουν, κατά την εκτέλεση του έργου τους, τις αστικές και ποινικές ευθύνες δημοσίου υπαλλήλου. Γενικός Διευθυντής και Βοηθοί Γενικοί Διευθυντές Άρθρ.12.-1.Ο Γενικός Διευθυντής είναι το ανώτατο εκτελεστικό όργανο της επιχείρησης, προΐσταται όλων των Υπηρεσιών της ΔΕΗ διευθύνει το έργο τους και παίρνει τις αναγκαίες αποφάσεις, μέσα στα πλαίσια των διατάξεων που διέπουν την λειτουργία της επιχείρησης, των εγκεκριμένων προγραμμάτων και προϋπολογισμών και των αποφάσεων της ΑΣΚΕ και του Διοικητικού Συμβουλίου. Στο πλαίσιο που καθορίζεται από το προηγούμενο εδάφιο, ο Γενικός Διευθυντής ασκεί όλες τις ουσιαστικές διευθυντικές αρμοδιότητες. Τον Γενικό Διευθυντή απόντα ή κωλυόμενο αναπληρώνει με απόφαση του Δ.Σ. ένας Βοηθός Γενικός Διευθυντής. 2.Ο Γενικός Διευθυντής αποφασίζει την κατάρτιση συμβάσεων αντικειμένου μέχρι και 50.000.000 δραχμ. 3.Αν τοποθετηθούν στη θέση του Γενικού Διευθυντή ή Βοηθού Γεν. Διευθυντή, πρόσωπα εκ των εργαζομένων, παίρνουν μόνο τις αποδοχές των θέσεων αυτών αντίστοιχα. Μετά την καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποχώρησή τους επανέρχονται στη θέση τους. Στην ίδια θέση επανέρχονται και αν παραιτηθούν ή για οποιοδήποτε λόγο αποχωρήσουν από το Διοικητικό Συμβούλιο πρίν την λήξη της θητείας τους. Ο χρόνος θητείας στο Διοικητικό Συμβούλιο ή σε θέση Βοηθού Γενικού Διευθυντή μέλους του προσωπικού της επιχείρησης θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην επιχείρηση για όλες τις συνέπειες και για συνταξιοδότηση. Συμβούλιο Διεύθυνσης Άρθρ.13.-1.Το Συμβούλιο Διεύθυνσης της Εταιρείας συγκροτείται από το Γενικό Διευθυντή και τους Βοηθούς Γενικούς Διευθυντές, προεδρεύεται από το Γενικό Διευθυντή, βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται όλα τα μέλη του, πλην ενός, και αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών για θέματα που του έχουν ανατεθεί. 2.Το Συμβούλιο Διεύθυνσης αποφασίζει την κατάρτιση συμβάσεων αντικειμένου άνω των 50.000.000 δραχμ. μέχρι και 200.000.000 δρχ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΕΡΓ ΑΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥ ΛΙΑ Άρθρ.14.-1.Στην έδρα της Εταιρείας συνίσταται Κεντρικό Εργασιακό Συμβούλιο (ΚΕΣ). Η συγκρότησή του γίνεται με απόφαση του Υπουργού Ενέργειας και Φυσικών Πόρων δημοσιευομένη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2.Το Κεντρικό Εργασιακό Συμβούλιο είναι 9μελές και αποτελείται από εκπροσώπους των εργαζομένων που εκλέγονται με άμεση καθολική ψηφοφορία και το σύστημα της απλής αναλογικής. Η θητεία των μελών είναι τριετής. Η διάταξη του άρθρ. 3 παρ. 1 εδάφ. β΄ του παρόντος εφαρμόζεται αναλόγως. 3.Το Κεντρικό Εργασιακό Συμβούλιο έχει τις εξής αποκλειστικές αρμοδιότητες: α)Εισηγείται προς τη Διεύθυνση για θέματα οργάνωσης, λειτουργίας, προγραμματισμού και ελέγχου της επιχείρησης. β)Προτείνει μεθόδους αύξησης της παραγωγικότητας και βελτίωσης των υπηρεσιών της επιχείρησης, εφόσον του ζητηθεί. γ)Γνωματεύει στην ΑΣΚΕ για θέματα κανονισμών και στο Δ.Σ. για θέματα εφαρμογής τους δ)Γνωματεύει για θέματα συνθηκών εργασίας, υγιεινής και περιβάλλοντος. ε)Αποφασίζει την σύσταση περιφερειακών εργασιακών συμβουλίων (νομαρχιακών ή τοπικών) με σύνθεση και αρμοδιότητες ανάλογες του ΚΕΣ. στ)Αποφασίζει τον τρόπο λειτουργίας του και η)Αποφασίζει για θέματα πολιτιστικά, αθλητικά, λεσχών προσωπικού και εστιατορίων στα πλαίσια του προϋπολογισμού της επιχείρησης. «Άρθρ.14Α.-Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να παρατείνεται η θητεία των αιρετών μελών που μετέχουν στα όργανα διοίκησης, προγραμματισμού και ελέγχου, που θεσμοθετούνται με τα άρθρ. 3, 5, 7 και 14 του παρόντος μέχρι του χρόνου εκλογής των νέων εκπροσώπων των εργαζομένων και πάντως όχι πέραν του έτους από της λήξεως της θητείας τους». Το άρθρ. 14Α, προστέθηκε από το άρθρο μόνο του Π.Δ. 501/28-28 Νοεμ. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 181). Προστασία των Εκπροσώπων των εργαζομένων Άρθρ.15.-Οι εργαζόμενοι στην Επιχείρηση που είναι μέλη της ΑΣΚΕ, του Δ.Σ. και των Εργασιακών Συμβουλίων απολαμβάνουν για όλο το χρόνο της θητείας τους και ένα χρόνο μετά τη λήξη της προστασίας του άρθρ. 14 παρ. 5 έως 9 του Νόμ. 1264/1982, καθώς και οποιασδήποτε άλλης πιο ευνοϊκής προστασίας που θα ορισθεί με νόμο ή θα συμφωνηθεί μετά την έκδοση του δ/τος αυτού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ Σχέσεις Κράτους και Επιχείρησης Εποπτεία Κράτους Άρθρ.16.-1.Το Κράτος ασκεί εποπτεία μέσω των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ενεργείας και Φυσικών Πόρων σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και τις διατάξεις του δ/τος αυτού. (Αντί για τη σελ. 224,313) Σελ. 224,313(α) Τεύχος 1120-Σελ. 37 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού 13.Δ.η.43 2.Η Επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλλει στους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Ενεργείας και Φυσικών Πόρων, κάθε στοιχείο ή πληροφορία που ζητείται σχετικά με την επιχείρηση. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ Μεταβατικές Διατάξεις Άρθρ.17.-1.Μέχρι την, κατά τις διατάξεις του παρόντος, συγκρότηση της ΑΣΚΕ και του Δ.Σ., η λειτουργία της επιχείρησης εξακολουθεί να διέπεται από την κείμενη νομοθεσία. 2.Η συγκρότηση των προβλεπομένων στη Δ/ Δ/γμα αυτό οργάνων πρέπει να ολοκληρωθεί εντός προθεσμίας δύο μηνών από τη δημοσίευσή του. 3.Μέχρι της συγκλήσεως του ΚΕΣ εξακολουθούν να λειτουργούν τα πειραματικά εργατικά συμβούλια που έχουν συσταθεί με την Συλλογική Σύμβαση Εργασίας 1983 του προσωπικού της ΔΕΗ. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Άρθρ.2.-Η ΑΣΚΕ αποτελεί το όργανο κοινωνικού ελέγχου της ΔΕΗ και έχει τις ακόλουθες αποκλειστικές αρμοδιότητες: 1.Συμμετέχει στην διαμόρφωση του Προγράμματος Οικονομικής και Κοινωνικής Ανάπτυξης στον Τομέα Ενέργειας, όσον αφορά το αντικείμενο της ΔΕΗ. 2.Αποφασίζει για τον προγραμματισμό της επιχείρησης στον τομέα των επενδύσεων, της χρηματοδότησης, των τιμολογίων των προμηθειών και του εργατικού δυναμικού στα πλαίσια του Προγράμματος Οικονομικής και Κοινωνικής Ανάπτυξης. 3.Γνωμοδοτεί στην Κυβέρνηση για τον ετήσιο προϋπολογισμό της επιχείρησης. 4.Εγκρίνει τον ισολογισμό, την έκθεση πεπραγμένων και τον κοινωνικό ισολογισμό και απαλλάσσει το Διοικητικό Συμβούλιο από κάθε ευθύνη. 5.Ελέγχει την πορεία υλοποίησης του εγκεκριμένου προγράμματος και υποβάλει προς την Κυβέρνηση έκθεση για την δράση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.). 13.Δ.η.43 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού 6.Εισηγείται την ανάκληση μελών της και μελών του Δ.Σ. με αιτιολογημένη απόφαση των 2/3 των μελών της. Πρόταση για την ανάκληση μέλους δεν εισάγεται για συζήτηση, αν δεν προσυπογράφεται τουλάχιστον από το 1/3 των μελών της ΑΣΚΕ. 7.Γνωμοδοτεί στην Κυβέρνηση μετά από πρόταση του Δ.Σ. για την αύξηση ή μείωση του εταιρικού κεφαλαίου καθώς και την ίδρυση θυγατρικών επιχειρήσεων. 8.Ανακοινώνει τις αποφάσεις και τις γνωμοδοτήσεις της, οι δε εργασίες της είναι δημόσιες. 9.Διατυπώνει τη γνώμη της για τα εργασιακά θέματα, τα θέματα κανονισμού και όσα θέματα της παραπέμπει το Διοικ. Συμβούλιο. 10.Γνωμοδοτεί για κάθε θέμα που παραπέμπει σ’ αυτήν ο αρμόδιος Υπουργός. Σύνθεση – Συγκρότηση Άρθρ.3.-1.Η ΑΣΚΕ η οποία ορίζεται για τριετή θητεία αποτελείται από 27 μέλη και έχει την ακόλουθη σύνθεση: (α)9 εκπρόσωποι του Κράτους. Οι εκπρόσωποι αυτοί, με τους αναπληρωματικούς τους, ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ενέργειας και Φυσικών Πόρων (β)9 εκπρόσωποι των εργαζομένων στην Επιχείρηση που εκλέγονται με τους αναπληρωματικούς τους, με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία από όλους τους εργαζομένους στην επιχείρηση με το σύστημα της απλής αναλογικής όπως ορίζεται στο άρθρ. 12 του Νόμ. 1264/1982. Η διαδικασία, ο χρόνος και οι λεπτομέρειες της καθολικής ψηφοφορίας καθορίζονται γιά κάθε εκλογή από πενταμελή εφορευτική επιτροπή. Τα μέλη της Επιτροπής αυτής, η οποία προεδρεύεται από δικαστικό λειτουργό οριζόμενο κατά τη διάταξη του άρθρ. 11 του Νόμ. 1264/1982 με απόφαση του Υπουργού Ενέργειας και Φυσικών Πόρων, ύστερα από γνώμη όλων των αναγνωρισμένων δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων της επιχείρησης. Στην ίδια υπουργική απόφαση τάσσεται και προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει να εκλεγούν οι εκπρόσωποι αυτοί. (γ)Ένας εκπρόσωπος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης οριζόμενος με τον αναπληρωτή του από την Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (ΚΕΔΚΕ) και 8 εκπρόσωποι κοινωνικών φορέων και οργανώσεων που εξυπηρετούνται ή επηρεάζονται άμεσα από τις δραστηριότητες της εταιρείας. Οι εκπρόσωποι αυτοί, με τους αναπληρωματικούς τους, ορίζονται ένας αντίστοιχα, από τις διοικήσεις των πιο κάτω κοινωνικών φορέων ή οργανώσεων. αα)Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ). ββ)Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) γγ)Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΟΕΕ) δδ)Ένωση των Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων Ελλάδος (ΕΕΒΕΕ). εε)Βιοτεχνικό Επιμελητήριο (ΒΕ) στστ)Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) ζζ)Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ) ηη)Γενική Συνομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Ελλάδας (ΓΕΣΑΣΕ). (Μετά τη σελ. 224,310(α) Σελ. 224,31001 Τεύχος 1406 Σελ. 17 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού 13.Δ.η.43 13.Δ.η.43 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού 2.Ο ορισμός των εκπροσώπων του στοιχ. γ΄ της προηγούμενης παραγράφου γίνεται ύστερα από κοινό ερώτημα των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ενέργειας και Φυσικών Πόρων με το οποίο ορίζεται και προθεσμία τουλάχιστον 20 ημερών. Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο δεν ορίζονται ή δεν εκλέγονται οι εκπρόσωποι του στοιχ. γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, οι εκπρόσωποι των φορέων ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ενέργειας και Φυσικών Πόρων. 3.Στην πρώτη συνεδρίαση της ΑΣΚΕ εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία και απόλυτη πλειοψηφία των μελών της τριμελές Προεδρείο τα μέλη του οποίου εναλάσσονται κάθε χρόνο στη θέση του Προέδρου της ΑΣΚΕ, με τη σειρά εκλογής τους. 4.Η συγκρότηση σε σώμα των μελών της ΑΣΚΕ γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ενέργειας και Φυσικών Πόρων, δημοσιευομένη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 5.Με ευθύνη του Διοικητικού Συμβουλίου αμέσως μετά την συγκρότηση της ΑΣΚΕ δημιουργείται μόνιμη υπηρεσιακή μονάδα γραμματειακής εξυπηρέτησης. 6.Τα μέλη της ΑΣΚΕ ανακαλούνται οποτεδήποτε από τα όργανα που τους όρισαν, ή τους εξέλεξαν, αυτεπάγγελτα ή μετά από εισήγηση της ίδιας της ΑΣΚΕ κατά το άρθρ. 2 παρ. 6 του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή, καθώς και σε περίπτωση θανάτου ή παραίτησης οποιουδήποτε μέλους πριν την λήξη της θητείας του, η θέση καταλαμβάνεται από το πρώτο στη σειρά εκλογής ή διορισμού αναπληρωματικό μέλος. Λειτουργία Άρθρ.4.-1.Η ΑΣΚΕ συνέρχεται, με πρόσκληση του Προέδρου αυτής, σε τακτική σύνοδο ανά τετράμηνο και σε έκτακτη όταν ζητηθεί από το 1/3 τουλάχιστο των μελών της ή από το Υπουργείο Ενέργειας και Φυσικών Πόρων ή από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ. 2.Η ΑΣΚΕ βρίσκεται σε απαρτία αν είναι παρόντα τα 3/4 των μελών της. Αποφασίζει δε με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της. 3.Η ημερήσια διάταξη της τακτικής συνόδου της ΑΣΚΕ καθορίζεται από τον Πρόεδρό της, της δε έκτακτης συνόδου από αυτούς που ζήτησαν την σύγκλησή της. Περιφερειακές Συνελεύσεις Κοινωνικού Ελέγχου Άρθρ.5.-Για θέματα νομαρχιακού μόνο επιπέδου, η ΑΣΚΕ ασκεί τις αρμοδιότητές της ύστερα από σχετική γνωμοδότηση των Περιφερειακών Συνελεύσεων Κοινωνικού Ελέγχου (ΠΕ.Σ.Κ.Ε.). Οι ΠΕ.Σ.Κ.Ε. απαρτίζονται από τα μέλη του αντίστοιχου Νομαρχιακού Συμβουλίου, έναν εκπρόσωπο της Διεύθυνσης της επιχείρησης, που ορίζεται με τον αναπληρωματικό του για τριετή θητεία με απόφαση του Γεν. Δ/ντή της Επιχείρησης και έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στην επιχείρηση, που εκλέγεται με τον αναπληρωματικό του από τους εργαζόμενους στον Νομό με ανάλογη εφαρμογή του άρθρ. 3 παρ. 1β του παρόντος μετά από απόφαση του οικείου Νομάρχη. Η λειτουργία των ΠΕΣΚΕ διέπεται από τις διατάξεις περί Νομαρχιακών Συμβουλίων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ Διοίκηση Όργανα Διοίκησης Άρθρ.6.-Τα όργανα Διοίκησης της Επιχείρησης είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Γενικός Διευθυντής, οι Βοηθοί Γενικοί Διευθυντές και το Συμβούλιο Διεύθυνσης. Διοικητικό Συμβούλιο(Δ.Σ) Άρθρ.7.-1.Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε θέμα που αφορά στη διοίκηση της επιχείρησης, στη διαχείριση της περιουσίας της και γενικά στην επιδίωξη του σκοπού της εταιρείας, εκτός των θεμάτων που ανάγονται στις αρμοδιότητες της ΑΣΚΕ. 2.Ειδικότερα το Δ.Σ. έχει τις παρακάτω αρμοδιότητες: α)Εισηγείται για όλα τα προς εξέταση από την ΑΣΚΕ θέματα και ιδιαίτερα για την πολιτική και το μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο προγραμματισμό της ΔΕΗ και ιδίως στους τομείς των επενδύσεων, της χρηματοδότησης, των τιμολογίων, των προμηθειών και του εργατικού δυναμικού. β)Εγκρίνει μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή και υποβάλλει στην Κυβέρνηση για περαιτέρω έγκριση τον ετήσιο προϋπολογισμό της ΔΕΗ, κοινοποιώντας τον στην ΑΣΚΕ προκειμένου να γνωματεύσει γι’ αυτόν στην Κυβέρνηση. γ)Εγκρίνει μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή και υποβάλλει στην ΑΣΚΕ για περαιτέρω έγκριση τον ετήσιο ισολογισμό, τον κοινωνικό ισολογισμό και την έκθεση πεπραγμένων της ΔΕΗ. δ)Εγκρίνει την εσωτερική οργάνωση και τους κανονισμούς λειτουργίας της ΔΕΗ. ε)Αποφασίζει την κατάρτιση συμβάσεων αντικειμένου άνω των 200 εκατ. δραχμ. στ)Παρακολουθεί συστηματικά την πορεία της ΔΕΗ και την υλοποίηση του προγράμματός της. ζ)Προτείνει στην ΑΣΚΕ την ίδρυση θυγατρικών επιχειρήσεων. 3.Η επιχείρηση εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. 4.Το Δ.Σ. μπορεί με απόφασή του να αναθέτει την άσκηση αρμοδιοτήτων του στοιχ. στ΄ της παρ. 2 του άρθρ. 7 του παρόντος στο Γενικό Διευθυντή της Εταιρείας στους Βοηθούς Γενικούς Διευθυντές και στο Συμβούλιο Διεύθυνσης, για την παρακολούθηση της τρέχουσας διαχείρισης της Επιχείρησης. 5.Το Δ.Σ. ορίζει μεταξύ των μελών του για τριετή θητεία και ανακαλεί το Γενικό Διευθυντή της επιχείρησης. Επίσης ορίζει με τρι(Μετά τη σελ. 224,310) Σελ. 224,311 Τεύχος Ζ113-Σελ. 87 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού 13.Δ.η.43 ετή θητεία και ανακαλεί τους Βοηθούς Γενικούς Διευθυντές. Οι αποφάσεις αυτές δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σύνθεση και διορισμός Δ.Σ. Άρθρ.8.-1.Το Δ.Σ. είναι 9μελές και αποτελείται από έξη εκπροσώπους του Κράτους και τρεις εκπροσώπους των εργαζομένων στην επιχείρηση και ορίζεται για 3ετή θητεία με κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και του Υπουργού Ενέργειας και Φυσικών Πόρων δημοσιευομένη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση ορίζεται μεταξύ των μελών του Δ.Σ. ο Πρόεδρος αυτού και ο αναπληρωτής του. 2.Οι εκπρόσωποι του προσωπικού και οι τρεις αναπληρωματικοί τους εκλέγονται με άμεση, καθολική ψηφοφορία και το σύστημα της απλής αναλογικής. Η διάταξη του άρθρ. 3 παρ. 1 εδάφ. β΄ του παρόντος εφαρμόζεται αναλόγως. 3.Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ενέργειας και Φυσικών Πόρων καθορίζεται η αποζημίωση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και η αντιμισθία του Γενικού Διευθυντή και των Βοηθών Γενικών Διευθυντών, επιφυλασσομένης της παρ. 6 του παρόντος, καθώς και της παρ. 1 του άρθρ. 6 του Νόμ. 1256/1982. 4.Τα μέλη του Δ.Σ. ανακαλούνται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθν. Οικονομίας και Ενέργειας και Φυσικών Πόρων. Ειδικά οι εκπρόσωποι των εργαζομένων ανακαλούνται εφ’ όσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρ. 2 παρ. 6 του παρόντος. 5.Σε περίπτωση ανάκλησης, θανάτου, παραίτησης ή αποχώρησης για οποιοδήποτε λόγο μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, πριν από τη λήξη της θητείας του, ορίζεται νέο μέλος για τον υπολειπόμενο χρόνο της θητείας. Ως προς τους εκπροσώπους των εργαζομένων, η κενή θέση καταλαμβάνεται από τον αναπληρωτή του. 6.Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, που προέρχονται από το προσωπικό της επιχείρησης, κατά τη διάρκεια της θητείας τους σ’ αυτό, θεωρούνται σε ειδική άδεια και λαμβάνουν μόνον στις αποδοχές της θέσης τους, χωρίς την αποζημίωση της παρ. 3. Κωλύμματα και ασυμβίβαστα μελών Διοικητικού Συμβουλίου ΑΣΚΕ και ΚΕΣ Άρθρ.9.-1.Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, της ΑΣΚΕ και του ΚΕΣ πρέπει να είναι έλληνες πολίτες και να έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας τους. Σελ. 224,312 Τεύχος Ζ113-Σελ. 88 2.Η ιδιότητα μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, της ΑΣΚΕ και του ΚΕΣ πέραν των προβλεπομένων νομίμων ασυμβιβάστων είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα μέλους οργάνου διοίκησης συνδικαλιστικής οργάνωσης του προσωπικού της ή των συνταξιούχων της επιχείρησης. 3.Εκλογή και αποδοχή από μέλος της ΑΣΚΕ, του Δ.Σ. και του ΚΕΣ της ιδιότητας του μέλους στην διοίκηση συνδικαλιστικών οργανώσεων συνεπάγεται έκπτωση από την ιδιότητα του μέλους των παραπάνω οργάνων της Επιχείρησης. Λειτουργία Διοικητικού Συμβουλίου
192
18. ΑΝΑΓΚ.ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 406 της 23/30 Δεκ. 1936 Περί καταργήσεως των κατά Νόμον 5892 επιτροπών και αναστολής των περί καταρτισμού, αναθεωρήσεως και ανασυντάξεως των εκλογικών καταλόγων διατάξεων. Άρθρ.1.-Καταργούνται αι διατάξεις του άρθρ.12 του υπ’ αριθ. 5892 του 1933 Νόμου «περί ανανεώσεως των εκλογικών βιβλιαρίων ταυτότητος» του άρθρ. 1 του από 15 Φεβρ. 1935 Ν. Δ/τος «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων των εκλογικών Νόμων» και του άρθρ. 3 παρ. 3 του ίδιου ν. Δ/τος. Άρθρ.2.-(Αναστέλλεται η εφαρμογή της περί καταρτισμού, ετησίας τακτικής αναθεωρήσεως και ανασυντάξεως των εκλογικών καταλόγων και καταλόγων βιβλιαρίων, Νομοθεσίας). Η ως άνω αναστολή ήρθη δια του άρθρ. 1 Α.Ν. 392/1945, τεθείσης εις ενέργειαν της περί καταρτισμού, ετησίας τακτικής αναθεωρήσεως και ανασυντάξεως των εκλογικών καταλόγων και καταλόγων βιβλιαρίων νομοθεσίας. Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πάσα δε αντικειμένη εις τούτον διάταξις καταργείται.
166
5. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Β2/48/1045 της 26 Ιουν./5 Ιουλ. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 449) Αύξηση του ποσού της ανώτατης σύνταξης των συνταξιούχων του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας. (Το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης από το ΤΑΠ-ΙΛΤ δεν δύναται να υπερβεί τις 90.000 δρχ από 1-5-84 μέχρι 3-4-85). Η άνω απόφαση κυρώθηκε και από την έκδοσή της έχει ισχύ νόμου από το εδάφ. γ της παρ 6 άρθρ. 40 Νόμ. 1902/1990 (ΦΕΚ Α΄ 138), Τόμ. 15Β(1), σελ. 18,31.
372
81. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 95017/87 της 16 Φεβρ./3 Μαρτ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 121) Καθορισμός των δικαιωμάτων που παρακρατούν οι άμισθοι Υποθηκοφύλακες. Τροποποιούμε την απόφασή μας 26753/85 ανωτ. αριθ. 78) και ορίζουμε τα εξής: 1.Το σύνολο των δικαιωμάτων που ορίζει η παρ. 1 της αποφάσεως 26753/85 ότι παρακρατεί ο άμισθος Υποθηκοφύλακας ή ο αναπληρωτής του ή ο Συμβολαιογράφος ή ο Ειρηνοδίκης που εκτελεί χρέη αμίσθου Υποθηκοφύλακα, καθορίζεται σε 1.392.000 δρχ. 2.Το ποσοστό 20% που προβλέπεται από την παρ. 2 της ίδιας απόφασης, υπολογίζεται στο εξής επί του ποσού των πέραν του 1.392.000 δρχ. εισπραττόμενων δικαιωμάτων, το χρόνο. Σε καμία όμως περίπτωση το ποσό που συνολικά παρακρατείται το χρόνο από τα δικαιώματα που εισπράττονται δε μπορεί να είναι μεγαλύτερο από τις 1.872.000 δρχ. ή τις δρχ. 156.000 το μήνα. Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει από 1 Ιαν. 1988.
206
60. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Φ.010.1/620/47367 της 21 Απρ./10 Μαΐου 1978 (ΦΕΚ Β' 423) Περί τύπου σφραγίδων σχολείων Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως.
107
23. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 382 της 8/11 Ιουν. 1982 (ΦΕΚ Α΄ 69) Καθορισμός του αριθμού των οργανικών θέσεων των Δικαστικών Επιμελητών. 6.Ζ.β.23 Δικαστικοί Επιμελητές
316
9. ΝΟΜΟΘ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 183 της 7/10 Μαΐου 1969 (ΦΕΚ Α΄ 88) Περί αναθεωρήσεως των αποφάσεων των Στρατοδικείων. Άρθρ.1.-1.Οι υπό των Εκτάκτων Στρατοδικείων, από της 21ης Απρ. 1967 και μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος Ν.Δ/τος καταδικασθέντες ή αθωωθέντες λόγω εμπράκτου μετανοίας ή ένεκα λόγου αποκλείοντος τον καταλογισμόν, δύνανται να αιτήσωνται την αναθεώρησιν των αποφάσεων τούτων. 2.Του ενδίκου τούτου μέσου εξαιρούνται τα εγκλήματα άτινα, λαμβανομένου υπ’ όψιν της βαρύτητος αυτών, των συνθηκών υφ’ ας ετελέσθησαν, της προσωπικότητος του δράστου και του σκοπού εις ον απέβλεπεν ούτος, εστρέφοντο, κατά την ανέλεγκτον κρίσιν του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, κατά της δημοσίας τάξεως και ασφαλείας. 3.Το υπό του άρθρου τούτου προβλεπόμενον ένδικον μέσον και υπό τους αυτούς περιορισμούς, επιτρέπεται και κατά των αποφάσεων των Διαρκών Στρατοδικείων επί δικασθεισών υπό αυτών υποθέσεων αρμοδιότητος Εκτάκτων Στρατοδικείων. Άρθρ.2.-1.Η περί αναθεωρήσεως αίτησις ασκείται εντός τριών μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος Ν.Δ/τος, ενώπιον του Γραμματέως οιουδήποτε Στρατοδικείου ή Ειρηνοδίκου ή ενώπιον του Διευθυντού της Φυλακής εν η κρατείται ο αναθεωρησείων. 2.Η περί αναθεωρήσεως αίτησις διαβιβάζεται αμελλητί παρά του παραλαβόντος αυτήν υπαλλήλου προς τον παρά τω Αναθεωρητικώ Δικαστηρίω Βασιλικόν Επίτροπον όστις προκαλεί την κατά τας κειμένας διατάξεις απόφασιν του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. Εάν ο Βασιλικός Επίτροπος φρονή ότι η περίπτωσις εις ην αναφέρεται η αίτησις αναθεωρήσεως εμπίπτει εις την εξαίρεσιν της παρ. 2 ή δι’ αυτήν δεν συντρέχουν αι προϋποθέσεις της παρ. 3 του προηγουμένου άρθρου, εισάγει δι’ ητιολογημένης προτάσεώς του την αίτησιν αναθεωρήσεως ενώπιον του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, όπερ αποφαίνεται αμετακλήτως περί αυτής εν Συμβουλίω και άνευ κλητεύσεως του αναθεωρησείοντος. 3.Η περί αναθεωρήσεως αίτησις εις ουδέν τέλος υπόκειται. Άρθρ.3.-1.Η αίτησις αναθεωρήσεως απευθύνεται ενώπιον του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. Ο παρ’ αυτώ Βασιλικός Επίτροπος κλητεύει τον αναθεωρησείοντα και τους κατά την κρίσιν του ουσιώδεις και αναγκαίους εκ των, κατά την πρωτόδικον δίκην εξετασθέντων μαρτύρων, δυνάμενος να καλέση και άλλους. 2.Εξαιρέσει της περιπτώσεως της παρ. 2 του προηγουμένου άρθρου, η επί της αναθεωρήσεως συζήτησις επί της ουσίας γίνεται κατά τας διατάξεις περί της ενώπιον των Στρατοδικείων επ’ ακροατηρίω διαδικασίας των άρθρ. 323 επ. του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος. Εάν ο αναθεωρησείων δεν ήθελε, δι’ οιονδήποτε λόγον, εμφανισθή ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την συζήτησιν της περί αναθεωρήσεως αιτήσεώς του, η συζήτησις γίνεται ωσεί ούτος ήτο παρών, ο Πρόεδρος όμως υποχρεούται να διορίση συνήγορον εις τον απόντα εκ του παρά του οικείου Δικηγορικού (Αντί της σελ. 194,1(α) Σελ. 194,1(β) Τεύχος 515-Σελ. 15 Έκτακτα Στρατοδικεία 8.Ξ.β.8-9 Συλλόγου αποστελλουμένου αυτών πίνακος, εφ’ όσον ο αναθεωρησείων δεν έχει διορίσει τοιούτον και δι’ απλής έτι επιστολής του. 3.Η επί της αιτήσεως αναθεωρήσεως απόφασις του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου εκδίδεται κατά τας σχετικάς διατάξεις του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος. Εάν δια Βασιλικής χάριτος, η υπό του Στρατοδικείου επιβληθείσα ποινή εμετριάσθη, η τυχόν επιβληθησομένη υπό του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου βαρυτέρα ποινή περιορίζεται αυτοδικαίως εις την δια του περί χάριτος Β.Δ/τος μετριασθείσαν, εάν δ’ εχαρίσθη ολοσχερώς η ποινή, η τυχόν επιβληθησομένη υπό του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου νέα ποινή, περιορίζεται αυτοδικαίως εις το εκτιθέν μέρος αυτής. 4.Κατά της αποφάσεως του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου ουδέν ένδικον μέσον επιτρέπεται. Άρθρ.4.-1.Δια την εκδίκασιν των κατά το παρόν Ν.Δ/μα αιτήσεων αναθεωρήσεως, δύναται το Αναθεωρητικόν Δικαστήριον, δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Δικαιοσύνης, να διαιρεθή εις δύο Τμήματα, με διάφορον έκαστον σύνθεσιν. Του Β΄ Τμήματος έδρα ορίζεται η Θεσσαλονίκη. 2.Δια την λειτουργίαν των δύο Τμημάτων του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου τίθεται, δι’ αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης, εις την διάθεσιν του Προέδρου του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου ανά τρεις Εφέται εξ εκάστου των εν Αθήναις και Θεσσαλονίκη υπηρετούντων, οίτινες, μη απαλλασσόμενοι των κυρίων αυτών καθηκόντων, δύνανται να ορίζωνται μέλη του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου υπό του Προέδρου εκάστου των δύο Τμημάτων αυτού. 3.Την σύνθεσιν των δύο Τμημάτων ορίζει εκάστοτε ο Πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. 4.Τα καθήκοντα της Γραμματείας εκάστου Τμήματος ασκούσι γραμματείς, υπογραμματείς και γραφείς της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης. Προς ενίσχυσιν του προσωπικού της Γραμματείας, δύναται να καλώνται υπό τα όπλα Υπάλληλοι της Γραμματείας των Πολιτικών Δικαστηρίων και Εισαγγελιών, κατ’ εφαρμογήν του άρθρ. 53 του Α.Ν. 833/1937 «περί Στελέχους Εφέδρων Αξιωματικών του κατή γην Στρατού», εις ους και προ της απονομής βαθμού Εφέδρου Αξιωματικού ανατίθενται καθήκοντα γραμματέως, υπογραμματέως ή γραφέως του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. Άρθρ.5.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σελ.194,2(β) Τεύχος 515-Σελ. 16
77
55. ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΟΥ ΕΟΤ Αριθ. 529888 της 9 Αυγ./7 Σεπτ. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 684) Καθορισμός ελάχιστων τιμών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων για το χρονικό διάστημα 1.1.94 μέχρι 31.12.94.
36
56. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ – ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Οικ. 17225/655 της 10 Μαρτ./3 Απρ. 2006 (ΦΕΚ Β΄ 399) Έγκριση Εθνικού Κανονισμού Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων (ΕΚΚΖΣ). Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις: α) των εδ. η΄ και θ΄, της παραγράφου 2, του άρθρου 4 σε συνδυασμό με την παράγραφο 5, του άρθρου 23 του ν. 3431/2006 (Α΄ 13) «Περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών και άλλες διατάξεις», β) του α.ν. 280/1968 (Α΄ 50) «Περί κυρώσεως των πράξεων α) της Ευρωπαϊκής Διασκέψεως Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών (CEPT) και β) της Συμφωνίας της Λουμπλιάνας περί της κατ’ ευθείαν κυκλοφορίας Ταχυδρομικού oxήματος Μονάχου – Κωνσταντινουπόλεως – Μονάχου», γ) του π.δ. 44/2002 (Α΄ 44), «Ραδιοεξοπλισμός και τηλεπικοινωνιακός τερματικός εξοπλισμός και Σελ. 470,0062 Τεύχος Σελ. αμοιβαία αναγνώριση της συμμόρφωσης των εξοπλισμών αυτών. Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην οδηγία 99/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9 Μαρτίου 1999», δ) του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98Α΄),, ε) της υπ’ αριθμ. 2002/676/ΕΚ απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος), στ) της υπ’ αριθμ. 2004/545/ΕΚ απόφασης της Επιτροπής της 8ης Ιουλίου 2004, σχετικά με την εναρμόνιση ραδιοφάσματος στην περιοχή των 79 GHz για χρήση ραντάρ μικρής εμβέλειας για οχήματα στην Κοινότητα, ζ) της υπ’ αριθμ. 2004/50/ΕΚ απόφασης της Επιτροπής, της 17ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με την εναρμόνιση ραδιοφάσματος στην περιοχή των 24 GHz για χρονικά περιορισμένη χρήση ραντάρ μικρής εμβέλειας για αυτοκίνητα στην Κοινότητα, η) της υπ’ αριθμ.ς 2005/513/ΕΚ απόφασης της Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2005, σχετικά με την εναρμονισμένη χρήση ραδιοφάσματος στη ζώνη συχνοτήτων των 5 GHz για την υλοποίηση συστημάτων ασύρματης πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων τοπικών δικτύων ραδιοεπικοινωνιών (WAS/RLAN), 22.Ζ.δ.56 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων θ) της υπ’ αριθμ. Ε 2005/5503/20.12.2005 απόφασης της Επιτροπής για την εναρμόνιση της ζώνης συχνοτήτων 169,4 – 169,8125 MHz στην Κοινότητα. 2. Tην ανάγκη αντικατάστασης του Ελληνικού Κανονισμού Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων, όπως ισχύει. 3. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν δημιουργείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού., αποφασίζουμε: Εγκρίνουμε τον συνημμένο στην απόφαση αυτή Εθνικό Κανονισμό Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων (ΕΚΚΖΣ). Από τη δημοσίευση της παρούσας καταργείται η υπ’ αριθμ. 21229/1.9.1983 (Β΄ 550) απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Μεταφορών και Επικοινωνιών «Ελληνικός Κανονισμός Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων» και οι υπ’ αριθμ. τροποποιήσεις αυτής: 66562/1989 (Β΄ 254) κοινή υπουργική απόφαση, 58980/1994 (Β΄ 157) και (Β΄ 466) κοινή υπουργική απόφαση, 70596/Α/5396/1999 (Β΄ 2117) κοινή υπουργική απόφαση, 1548/88/2000 (Β΄ 80) κοινή υπουργική απόφαση, 39085/1586 (Β΄ 979) κοινή υπουργική απόφαση. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ ΖΩΝΩΝ ΣΥΧΝΟΤΗΤΩΝ Εθνικός Κανονισμός Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων Άρθρο 1 Γενικές διατάξεις 1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Καταστατικού Χάρτη και της Σύμβασης της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών, ο Εθνικός Κανονισμός Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων (ΕΚΚΖΣ) περιέχει τις διατάξεις κατανομής που εφαρμόζονται σε μόνιμες εκχωρήσεις, σε περίοδο ειρήνης, στην Ελληνική Επικράτεια για τη χρήση του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων από 9 kHz μέχρι 1000 GHz. 2. O ΕΚΚΖΣ έχει σκοπό την ορθή χρήση του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων και θα πρέπει να χρησιμοποιείται από κάθε ενδιαφερόμενο σαν βασικό βοήθημα. Γι’ αυτό πριν από την προμήθεια εξοπλισμού ή την σχεδίαση, κατασκευή και ενεργοποίηση νέων σταθμών ραδιοεπικοινωνίας πρέπει οπωσδήποτε να εξασφαλίζονται οι προβλεπόμενες από την ισχύουσα νομοθεσία εκχωρήσεις ραδιοσυχνοτήτων από την αρμόδια Αρχή. 3. Εκχωρήσεις συχνοτήτων που δεν είναι σύμφωνες με τον ΕΚΚΖΣ πρέπει να σταματήσουν να λειτουργούν ή να συμμορφωθούν με αυτόν το ταχύτερο δυνατό και πάντως όχι μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, εκτός αν καθορίζεται μεταγενέστερη ημερομηνία σε σχετικά άρθρα των Τελικών Πράξεων της Παγκόσμιας Διάσκεψης Ραδιοεπικοινωνιών (Γενεύη 2003) ως και σε παραπομπές του Πίνακα Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων. 4. Οι εκχωρήσεις της παραγράφου 3 θα προστατεύονται στο μέτρο του δυνατού και μέσα στα χρονικά όρια της παραγράφου αυτής. 5. Ο ΕΚΚΖΣ δεν εφαρμόζεται στις διεθνείς σχέσεις. Η διεθνής προστασία ισχύει για τις Υπηρεσίες που είναι σύμφωνες με την κατανομή συχνοτήτων του Κανονισμού Ραδιοεπικοινωνιών (ΔΚΡ), που σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Καταστατικού Χάρτη της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών, συμπληρώνει τις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη και της Σύμβασης. 6. Για ειδικές κατηγορίες χρήσεως ραδιοσυχνοτήτων όπως τηλεχειρισμός, τηλεμέτρηση, ασυρματικά μικρόφωνα, συστήματα κλήσεως προσώπων κλπ. που δεν εντάσσονται σε καμία από τις Υπηρεσίες Ραδιοεπικοινωνιών που ορίζονται στο άρθρο 1 τμήμα ΙΙΙ του Κανονισμού Ραδιοεπικοινωνιών, μπορούν να καθορισθούν με άλλες αποφάσεις του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών συχνότητες από ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που έχουν κατανεμηθεί στην Σταθερή Υπηρεσία ή την Κινητή Υπηρεσία ή και τις δύο. Άρθρο 2 Όροι και ορισμοί 1 ΣΗΜΕΙΩΣΗ – Αν, στο κείμενο ενός ορισμού, ένας όρος είναι τυπωμένος με πλάγια γραφή, αυτό σημαίνει ότι ο όρος ορίζεται στο παρόν Άρθρο ή στο Άρθρο 1 του ΔΚΡ. 1. Ειδικοί όροι που αφορούν τη διαχείριση των συχνοτήτων (Μετά τη σελ. 470,0062) Σελ. 470,0063 Τεύχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.56 κατανομή (μιας ζώνης συχνοτήτων): Εγγραφή στον Πίνακα Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων μιας καθορισμένης ζώνης συχνοτήτων με σκοπό τη χρησιμοποίησή της από μία ή περισσότερες γήϊνες ή διαστημικές υπηρεσίες ραδιοεπικοινωνίας ή από την υπηρεσία ραδιοαστρονομίας σύμφωνα με καθορισμένες προϋποθέσεις. Ο παρών όρος πρέπει επίσης να εφαρμόζεται στην εν λόγω ζώνη συχνοτήτων. απονομή (μιας ραδιοσυχνότητας ή ενός καναλιού ραδιοσυχνότητας): Εγγραφή ενός καθορισμένου καναλιού ραδιοσυχνότητας σε ένα συμφωνημένο σχέδιο, υιοθετημένο από μία αρμόδια διάσκεψη, για χρήση από μία ή περισσότερες Διοικήσεις για μία γήϊνη ή διαστημική υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας σε μία ή περισσότερες καθορισμένες χώρες ή γεωγραφικές περιοχές και σύμφωνα με καθορισμένες προϋποθέσεις. εκχώρηση (μιας ραδιοσυχνότητας ή ενός καναλιού ραδιοσυχνότητας): Εξουσιοδότηση που δίνεται από μία Διοίκηση για τη χρησιμοποίηση από ένα σταθμό ραδιοεπικοινωνίας μιας ραδιοσυχνότητας ή ενός καναλιού ραδιοσυχνότητας σύμφωνα με καθορισμένες προϋποθέσεις. Διοίκηση: Σε κάθε Κράτος Μέλος της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών, η Κυβερνητική Υπηρεσία ή Τμήμα, υπεύθυνο για τα προς λήψη μέτρα προς εκτέλεση των υποχρεώσεων του Καταστατικού Χάρτη της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών, της Σύμβασης της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών και των Διοικητικών Κανονισμών. επιζήμια (ή επιβλαβής) παρεμβολή:Η παρεμβολή η οποία θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία υπηρεσίας ραδιοπλοήγησης ή άλλων υπηρεσιών ασφαλείας ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο υποβαθμίζει σοβαρά, εμποδίζει ή επανειλημμένα διακόπτει μία υπηρεσία ραδιοεπικοινωνιών που λειτουργεί σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανονισμούς. 2. Ραδιοϋπηρεσίες υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας: Μία υπηρεσία που περιλαμβάνει τη μεταβίβαση, την εκπομπή και/ή τη λήψη ραδιοκυμάτων για ειδικούς σκοπούς τηλεπικοινωνίας. Στον παρόντα Κανονισμό, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, κάθε υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας αναφέρεται σε γήϊνη ραδιοεπικοινωνία. σταθερή υπηρεσία: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας μεταξύ καθορισμένων σταθερών σημείων. Σελ. 470,0064 Τεύχος Σελ. σταθερή δορυφορική υπηρεσία: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας μεταξύ επίγειων σταθμών σε δεδομένες θέσεις, όταν χρησιμοποιούνται ένας ή περισσότεροι δορυφόροι. Η δεδομένη θέση μπορεί να είναι ένα προσδιορισμένο σταθερό σημείο ή οποιοδήποτε σταθερό σημείο σε προσδιορισμένες περιοχές. Σε ορισμένες περιπτώσεις η υπηρεσία αυτή περιλαμβάνει ζεύξεις μεταξύ δορυφόρων, οι οποίοι μπορεί να λειτουργούν στη διαδορυφορική υπηρεσία. Η σταθερή δορυφορική υπηρεσία μπορεί επίσης να περιλαμβάνει ζεύξεις τροφοδότη για άλλες υπηρεσίες διαστημικής ραδιοεπικοινωνίας. διαδορυφορική υπηρεσία: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας που εξασφαλίζει ζεύξεις μεταξύ τεχνητών δορυφόρων. υπηρεσία διαστημικής εκμετάλλευσης: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας που προορίζεται αποκλειστικά για την εκμετάλλευση διαστημοπλοίων, ειδικότερα την παρακολούθηση της τροχιάς στο διάστημα, τη διαστημική τηλεμετρία και το διαστημικό τηλεχειρισμό. Οι λειτουργίες αυτές θα εξασφαλίζονται κανονικά στα πλαίσια της υπηρεσίας στην οποία λειτουργεί ο διαστημικός σταθμός. κινητή υπηρεσία: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας μεταξύ κινητών σταθμών και σταθμών ξηράς, ή μεταξύ κινητών σταθμών. κινητή δορυφορική υπηρεσία: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας: - μεταξύ κινητών επίγειων σταθμών και ενός ή περισσότερων διαστημικών σταθμών, ή μεταξύ διαστημικών σταθμών που χρησιμοποιούνται από την υπηρεσία αυτή, ή - μεταξύ κινητών επίγειων σταθμών μέσω ενός ή περισσότερων διαστημικών σταθμών. Η υπηρεσία αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει ζεύξεις τροφοδότη που είναι αναγκαίες για τη λειτουργία της. κινητή υπηρεσία ξηράς: Κινητή υπηρεσία μεταξύ σταθμών βάσης και κινητών σταθμών ξηράς, ή μεταξύ κινητών σταθμών ξηράς. κινητή δορυφορική υπηρεσία ξηράς: Κινητή δορυφορική υπηρεσία στην οποία οι επίγειοι κινητοί σταθμοί βρίσκονται στη ξηρά. 22.Ζ.δ.56 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων ναυτιλιακή κινητή υπηρεσία: Κινητή υπηρεσία μεταξύ παρακτίων σταθμών και σταθμών πλοίου, ή μεταξύ σταθμών πλοίου, ή μεταξύ συνεργαζόμενων σταθμών επικοινωνίας σε πλοίο. Οι σταθμοί σκαφών διάσωσης και οι σταθμοί θεσιδεικτικών ραδιοφάρων έκτακτης ανάγκης μπορούν επίσης να μετέχουν στην υπηρεσία αυτή. ναυτιλιακή κινητή δορυφορική υπηρεσία: Κινητή δορυφορική υπηρεσία στην οποία οι επίγειοι κινητοί σταθμοί είναι εγκατεστημένοι σε πλοία. Οι σταθμοί σκαφών διάσωσης και οι σταθμοί θεσιδεικτικών ραδιοφάρων έκτακτης ανάγκης μπορούν επίσης να μετέχουν στην υπηρεσία αυτή. υπηρεσία λιμενικών λειτουργιών: Ναυτιλιακή κινητή υπηρεσία μέσα ή κοντά σε λιμάνι, μεταξύ παρακτίων σταθμών και σταθμών πλοίου, ή μεταξύ σταθμών πλοίου, κατά την οποία τα μηνύματα περιορίζονται σε εκείνα που αφορούν τον ελιγμό, την κίνηση και την ασφάλεια των πλοίων και σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, την ασφάλεια προσώπων. Μηνύματα που έχουν χαρακτήρα δημόσιας ανταπόκρισης πρέπει να αποκλείονται από την υπηρεσία αυτή. υπηρεσία κίνησης πλοίων: Υπηρεσία ασφάλειας στα πλαίσια της ναυτιλιακής κινητής υπηρεσίας διαφορετική από την υπηρεσία λιμενικών λειτουργιών, μεταξύ παρακτίων σταθμών και σταθμών πλοίου, ή μεταξύ σταθμών πλοίου, κατά την οποία τα μηνύματα περιορίζονται σε εκείνα που αφορούν την κίνηση των πλοίων. Μηνύματα που έχουν χαρακτήρα δημόσιας ανταπόκρισης πρέπει να αποκλείονται από την υπηρεσία αυτή. αεροναυτική κινητή υπηρεσία: Κινητή υπηρεσία μεταξύ αεροναυτικών σταθμών και σταθμών αεροσκάφους, ή μεταξύ σταθμών αεροσκάφους, στην οποία μπορούν να μετέχουν και σταθμοί σκαφών διάσωσης. Σταθμοί θεσιδεικτικών ραδιοφάρων έκτακτης ανάγκης μπορούν επίσης να συμμετέχουν στην υπηρεσία αυτή σε καθορισμένες συχνότητες κινδύνου και έκτακτης ανάγκης. αεροναυτική κινητή υπηρεσία (R)2*: Αεροναυτική κινητή υπηρεσία που περιορίζεται σε επικοινωνίες που αφορούν την ασφάλεια και κανονικότητα των πτήσεων, κατά πρωτεύοντα λόγο κατά μήκος των εθνικών ή διεθνών πολιτικών αεροδιαδρόμων. 2 (R) route αεροναυτική κινητή υπηρεσία (OR)3**: Αεροναυτική κινητή υπηρεσία που πρoορίζεται για επικοινωνίες, περιλαμβανομένων αυτών που αφορούν το συντονισμό των πτήσεων, κατά πρωτεύοντα λόγο εκτός των εθνικών ή διεθνών πολιτικών αεροδιαδρόμων. 3 (OR) off-route αεροναυτική κινητή δορυφορική υπηρεσία: Κινητή δορυφορική υπηρεσία στην οποία οι επίγειοι κινητοί σταθμοί είναι εγκατεστημένοι σε αεροσκάφη. Σταθμοί σκαφών διάσωσης και σταθμοί θεσιδεικτικών ραδιοφάρων έκτακτης ανάγκης μπορούν επίσης να μετέχουν στην υπηρεσία αυτή. αεροναυτική κινητή δορυφορική υπηρεσία (R): Αεροναυτική κινητή δορυφορική υπηρεσία που περιορίζεται σε επικοινωνίες που αφορούν την ασφάλεια και κανονικότητα των πτήσεων, κατά πρωτεύοντα λόγο κατά μήκος των εθνικών ή διεθνών πολιτικών αεροδιαδρόμων. αεροναυτική κινητή δορυφορική υπηρεσία (OR): Kινητή αεροναυτική δορυφορική υπηρεσία που πρoορίζεται για επικοινωνίες, περιλαμβανομένων αυτών που αφορούν το συντονισμό των πτήσεων, κατά πρωτεύοντα λόγο εκτός των εθνικών ή διεθνών πολιτικών αεροδιαδρόμων. υπηρεσία ευρυεκπομπής: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας στην οποία οι εκπομπές προορίζονται για απευθείας λήψη από το γενικό κοινό. Η υπηρεσία αυτή μπορεί να περιλαμβάνει εκπομπές ήχου, εκπομπές τηλεόρασης ή άλλους τύπους εκπομπής. υπηρεσία δορυφορικής ευρυεκπομπής: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας στην οποία σήματα εκπεμπόμενα ή αναμεταβιβαζόμενα από διαστημικούς σταθμούς προορίζονται για απευθείας λήψη από το ευρύ κοινό. Στην υπηρεσία δορυφορικής ευρυεκπομπής, ο όρος «απευθείας λήψη» πρέπει να περιλαμβάνει και την ατομική λήψη και τη συλλογική λήψη . υπηρεσία ραδιοεπισήμανσης: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας για σκοπούς ραδιοεπισήμανσης. υπηρεσία δορυφορικής ραδιοεπισήμανσης: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας για σκοπούς ραδιοεπισήμανσης που περιλαμβάνει τη χρήση ενός ή περισσότερων διαστημικών σταθμών. ΣΗΜ. Η υπηρεσία αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει τις ζεύξεις τροφοδότη που είναι αναγκαίες για την εκμετάλλευσή της. υπηρεσία ραδιοπλοήγησης: Υπηρεσία ραδιοεπισήμανσης για σκοπούς ραδιοπλοήγησης. υπηρεσία δορυφορικής ραδιοπλοήγησης: Υπηρεσία δορυφορικής ραδιοεπισήμανσης για σκοπούς ραδιοπλοήγησης. (Μετά τη σελ. 470,0064) Σελ. 470,0065 Τεύχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.56 ΣΗΜ. Η υπηρεσία αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει τις ζεύξεις τροφοδότη που είναι αναγκαίες για την εκμετάλλευσή της. υπηρεσία ναυτιλιακής ραδιοπλοήγησης: Υπηρεσία ραδιοπλοήγησης που προορίζεται για τις ανάγκες και την ασφαλή εκμετάλλευση των πλοίων. υπηρεσία ναυτιλιακής δορυφορικής ραδιοπλοήγησης: Υπηρεσία δορυφορικής ραδιοπλοήγησης στην οποία οι επίγειοι σταθμοί είναι εγκατεστημένοι σε πλοία. υπηρεσία αεροναυτικής ραδιοπλοήγησης: Υπηρεσία ραδιοπλοήγησης που προορίζεται για τις ανάγκες και την ασφαλή εκμετάλλευση των αεροσκαφών. υπηρεσία αεροναυτικής δορυφορικής ραδιοπλοήγησης: Υπηρεσία δορυφορικής ραδιοπλοήγησης στην οποία οι επίγειοι σταθμοί είναι εγκατεστημένοι σε αεροσκάφη. υπηρεσία ραδιοεντοπισμού: Υπηρεσία ραδιοεπισήμανσης για σκοπούς ραδιοεντοπισμού. υπηρεσία δορυφορικού ραδιοεντοπισμού: Υπηρεσία δορυφορικής ραδιοεπισήμανσης χρησιμοποιούμενη για σκοπούς ραδιοεντοπισμού. ΣΗΜ. Η υπηρεσία αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει τις ζεύξεις τροφοδότη που είναι αναγκαίες για την εκμετάλλευσή της. υπηρεσία μετεωρολογικών βοηθημάτων: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας χρησιμοποιούμενη για μετεωρολογικές παρατηρήσεις, περιλαμβανομένων των υδρολογικών, και εξερεύνηση. υπηρεσία δορυφορικής εξερεύνησης της Γης: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας μεταξύ επίγειων σταθμών και ενός ή περισσότερων διαστημικών σταθμών, που μπορεί να περιλαμβάνει ζεύξεις μεταξύ διαστημικών σταθμών, στην οποία: - πληροφορίες που αφορούν τα χαρακτηριστικά της Γης και των φυσικών φαινομένων της, περιλαμβανομένων των δεδομένων που σχετίζονται με την κατάσταση του περιβάλλοντος, λαμβάνονται από ενεργούς ανιχνευτήρες ή παθητικούς ανιχνευτήρες σε δορυφόρους της Γης. - ανάλογες πληροφορίες συλλέγονται από αερομεταφερόμενες ή εγκατεστημένες στη Γη εξέδρες, - τέτοιες πληροφορίες μπορούν να διανέμονται σε επίγειους σταθμούς στο ίδιο σύστημα, - μπορεί να περιλαμβάνεται εξακρίβωση εξέδρας. ΣΗΜ. Η υπηρεσία αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει τις ζεύξεις τροφοδότη που είναι αναγκαίες για την εκμετάλλευσή της. Σελ. 470,0066 Τεύχος Σελ. υπηρεσία δορυφορικής μετεωρολογίας: Υπηρεσία δορυφορικής εξερεύνησης της Γης για σκοπούς μετεωρολογίας. υπηρεσία πρότυπης συχνότητας και σημάτων χρόνου: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας για επιστημονικούς, τεχνικούς και άλλους σκοπούς, που παρέχει την εκπομπή συγκεκριμένων συχνοτήτων, σημάτων χρόνου ή και των δύο, δηλωμένης υψηλής ακρίβειας, που προορίζεται για γενική λήψη. δορυφορική υπηρεσία πρότυπης συχνότητας και σημάτων χρόνου: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας που χρησιμοποιεί διαστημικούς σταθμούς σε δορυφόρους της Γης για τους ίδιους σκοπούς όπως η υπηρεσία πρότυπης συχνότητας και ωριαίων σημάτων. ΣΗΜ. Η υπηρεσία αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει τις ζεύξεις τροφοδότη που είναι αναγκαίες για την εκμετάλλευσή της. υπηρεσία διαστημικής έρευνας: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας στην οποία χρησιμοποιούνται διαστημόπλοια ή άλλα αντικείμενα του διαστήματος για σκοπούς επιστημονικής ή τεχνολογικής έρευνας. ερασιτεχνική υπηρεσία: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας που έχει ως σκοπό την αυτοδιδασκαλία, την αλληλοεπικοινωνία και τις τεχνικές διερευνήσεις που διεξάγονται από ερασιτέχνες, δηλαδή από πρόσωπα κατάλληλα εξουσιοδοτημένα που ενδιαφέρονται για τη ραδιοηλεκτρική τεχνική αποκλειστικά για προσωπικό σκοπό και χωρίς οικονομικό ενδιαφέρον. ερασιτεχνική δορυφορική υπηρεσία: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας που χρησιμοποιεί διαστημικούς σταθμούς σε δορυφόρους της Γης για τους ίδιους σκοπούς όπως η ερασιτεχνική υπηρεσία . 22.Ζ.δ.56 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων υπηρεσία ραδιοαστρονομίας: Υπηρεσία που περιλαμβάνει τη χρήση της ραδιοαστρονομίας. υπηρεσία ασφάλειας: Κάθε υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας που χρησιμοποιείται μόνιμα ή προσωρινά για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας. ειδική υπηρεσία: Υπηρεσία ραδιοεπικοινωνίας, που δεν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα ενότητα, που διεξάγεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση καθορισμένων αναγκών γενικής ωφέλειας και που δεν είναι ανοικτή για δημόσια ανταπόκριση. 3. Ραδιοσταθμοί και συστήματα σταθμός: Ένας ή περισσότεροι πομποί ή δέκτες ή συνδυασμός πομπών και δεκτών μετά των πρόσθετων συσκευών, που είναι αναγκαίοι σε ορισμένη θέση για τη διεξαγωγή (διενέργεια) μιας υπηρεσίας ραδιοεπικοινωνίας, ή της υπηρεσίας ραδιοαστρονομίας. Κάθε σταθμός πρέπει να κατατάσσεται ανάλογα με την υπηρεσία στην οποία συμμετέχει κατά τρόπο μόνιμο ή προσωρινό. γήϊνος σταθμός: Σταθμός που εξασφαλίζει γήϊνη ραδιοεπικοινωνία. Στον παρόντα Κανονισμό, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, κάθε σταθμός είναι γήϊνος σταθμός. επίγειος σταθμός: Σταθμός εγκατεστημένος είτε στην επιφάνεια της Γης είτε στο κύριο τμήμα της ατμόσφαιρας της Γης και που προορίζεται για επικοινωνία: - με ένα ή περισσότερους διαστημικούς σταθμούς, ή - με ένα ή περισσότερους σταθμούς της ίδιας φύσης μέσω ενός ή περισσότερων ανακλαστικών δορυφόρων ή άλλων αντικειμένων του διαστήματος. διαστημικός σταθμός: Σταθμός εγκατεστημένος σε αντικείμενο το οποίο βρίσκεται πέρα, προορίζεται να πάει πέρα, ή έχει πάει πέρα από το κύριο τμήμα της ατμόσφαιρας της Γης. σταθμός σωστικού μέσου: Κινητός σταθμός της ναυτιλιακής κινητής υπηρεσίας ή της αεροναυτικής κινητής υπηρεσίας που προορίζεται αποκλειστικά για σκοπούς διάσωσης και είναι εγκατεστημένος σε οποιαδήποτε σωσίβια λέμβο, σχεδία ή άλλο εξοπλισμό διάσωσης. σταθερός σταθμός: Σταθμός της σταθερής υπηρεσίας . σταθμός εξέδρας υψηλού υψομέτρου: Σταθμός εγκατεστημένος σε ένα αντικείμενο σε υψόμετρο 20 ως 50 km και σε καθορισμένο, ονομαστικό, σταθερό σημείο σχετικά με τη Γη. κινητός σταθμός: Σταθμός της κινητής υπηρεσίας που προορίζεται να χρησιμοποιείται όταν βρίσκεται σε κίνηση ή κατά τη στάση σε ακαθόριστα σημεία. κινητός επίγειος σταθμός: Επίγειος σταθμός της κινητής δορυφορικής υπηρεσίας που προορίζεται να χρησιμοποιείται όταν βρίσκεται σε κίνηση ή κατά τη στάση σε ακαθόριστα σημεία.. σταθμός ξηράς: Σταθμός της κινητής υπηρεσίας που δεν προορίζεται να χρησιμοποιείται όταν βρίσκεται σε κίνηση. επίγειος σταθμός ξηράς: Επίγειος σταθμός της σταθερής δορυφορικής υπηρεσίας ή, σε μερικές περιπτώσεις, της κινητής δορυφορικής υπηρεσίας, εγκατεστημένος σε καθορισμένο σταθερό σημείο ή μέσα σε καθορισμένη περιοχή στη ξηρά για να παρέχει ζεύξη τροφοδότη της κινητής δορυφορικής υπηρεσίας. σταθμός βάσης: Σταθμός ξηράς της κινητής υπηρεσίας ξηράς. επίγειος σταθμός βάσης: Επίγειος σταθμός της σταθερής δορυφορικής υπηρεσίας ή, σε μερικές περιπτώσεις, της κινητής δορυφορικής υπηρεσίας ξηράς, εγκατεστημένος σε καθορισμένο σταθερό σημείο ή μέσα σε καθορισμένη περιοχή στη ξηρά για να παρέχει ζεύξη τροφοδότη της κινητής δορυφορικής υπηρεσίας. κινητός σταθμός ξηράς: Κινητός σταθμός της κινητής υπηρεσίας ξηράς που μπορεί να κινείται επιφανειακά μέσα στα γεωγραφικά όρια μιας χώρας ή ηπείρου. κινητός επίγειος σταθμός ξηράς: Κινητός επίγειος σταθμός της κινητής υπηρεσίας ξηράς που μπορεί να κινείται επιφανειακά μέσα στα γεωγραφικά όρια μιας χώρας ή ηπείρου. παράκτιος σταθμός: Σταθμός ξηράς της ναυτιλιακής κινητής υπηρεσίας. παράκτιος επίγειος σταθμός: Επίγειος σταθμός της σταθερής δορυφορικής υπηρεσίας ή, σε μερικές περιπτώσεις, της ναυτιλιακής κινητής δορυφορικής υπηρεσίας εγκατεστημένος σε καθορισμένο σταθερό σημείο στη ξηρά για να παρέχει ζεύξη τροφοδότη της ναυτιλιακής κινητής δορυφορικής υπηρεσίας. σταθμός πλοίου: Κινητός σταθμός της ναυτιλιακής κινητής υπηρεσίας εγκατεστημένος σε σκάφος που δεν είναι μόνιμα αγκυροβολημένο, εκτός από σταθμό σκάφους διάσωσης. επίγειος σταθμός πλοίου: Κινητός επίγειος σταθμός της ναυτιλιακής κινητής δορυφορικής υπηρεσίας εγκατεστημένος σε πλοίο. (Μετά τη σελ. 470,0066) Σελ. 470,0067 Τεύχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.56 σταθμός επικοινωνίας σε πλοίο: Κινητός σταθμός χαμηλής ισχύος της κινητής ναυτικής υπηρεσίας που προορίζεται να χρησιμοποιείται για εσωτερικές επικοινωνίες σε πλοίο, ή μεταξύ ενός πλοίου και των σωσιβίων λέμβων και σχεδιών διάσωσης του κατά τη διεξαγωγή ασκήσεων ή επιχειρήσεων διάσωσης, ή για επικοινωνία σε μία ομάδα σκαφών που ρυμουλκούνται ή προωθούνται, καθώς επίσης για οδηγίες πλεύρισης και πρόσδεσης. σταθμός λιμένα: Παράκτιος σταθμός της υπηρεσίας λιμενικών λειτουργιών. αεροναυτικός σταθμός: Σταθμός ξηράς της αεροναυτικής κινητής υπηρεσίας. ΣΗΜ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ένας αεροναυτικός σταθμός μπορεί να είναι εγκατεστημένος, για παράδειγμα, σε πλοίο ή σε θαλάσσια εξέδρα. αεροναυτικός επίγειος σταθμός: Επίγειος σταθμός της σταθερής δορυφορικής υπηρεσίας, ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, της αεροναυτικής κινητής δορυφορικής υπηρεσίας, που είναι εγκατεστημένος σε καθορισμένο σταθερό σημείο στη ξηρά για να παρέχει ζεύξη τροφοδότη της αεροναυτικής κινητής δορυφορικής υπηρεσίας. σταθμός αεροσκάφους: Κινητός σταθμός της αεροναυτικής κινητής υπηρεσίας, εγκατεστημένος σε αεροσκάφος, διαφορετικός από σταθμό σκάφους σωστικού μέσου. επίγειος σταθμός αεροσκάφους: Κινητός επίγειος σταθμός της αεροναυτικής κινητής δορυφορικής υπηρεσίας, εγκατεστημένος σε αεροσκάφος. σταθμός ευρυεκπομπής: Σταθμός της υπηρεσίας ευρυεκπομπής. σταθμός ραδιοεπισήμανσης: Σταθμός της υπηρεσίας ραδιοεπισήμανσης . κινητός σταθμός ραδιοπλοήγησης: Σταθμός της υπηρεσίας ραδιοπλοήγησης που προορίζεται να χρησιμοποιείται όταν βρίσκεται σε κίνηση ή κατά τη στάση σε ακαθόριστα σημεία. σταθμός ραδιοπλοήγησης ξηράς: Σταθμός της υπηρεσίας ραδιοπλοήγησης που δεν προορίζεται να χρησιμοποιείται όταν βρίσκεται σε κίνηση. κινητός σταθμός ραδιοεντοπισμού: Σταθμός της υπηρεσίας ραδιοεντοπισμού που προορίζεται να χρησιμοποιείται όταν βρίσκεται σε κίνηση ή κατά τη στάση σε ακαθόριστα σημεία. σταθμός ραδιοεντοπισμού ξηράς: Σταθμός της υπηρεσίας ραδιοεντοπισμού που προορίζεται να χρησιμοποιείται όταν δεν βρίσκεται σε κίνηση. ραδιογωνιομετρικός σταθμός: Σταθμός ραδιοεπισήμανσης που χρησιμοποιεί ραδιογωνιομετρία. Σελ. 470,0068 Τεύχος Σελ. σταθμός ραδιοφάρου: Σταθμός της υπηρεσίας ραδιοπλοήγησης οι εκπομπές του οποίου προορίζονται να δώσουν τη δυνατότητα σε ένα κινητό σταθμό να προσδιορίσει το στίγμα του ή τη διεύθυνση σε σχέση με το σταθμό ραδιοφάρου. σταθμός θεσιδεικτικού ραδιοφάρου έκτακτης ανάγκης: Σταθμός της κινητής υπηρεσίας οι εκπομπές του οποίου προορίζονται να διευκολύνουν επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης. δορυφορικός σταθμός θεσιδεικτικού ραδιοφάρου έκτακτης ανάγκης: Επίγειος σταθμός της κινητής δορυφορικής υπηρεσίας οι εκπομπές του οποίου προορίζονται να διευκολύνουν επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης. σταθμός πρότυπης συχνότητας και σημάτων χρόνου: Σταθμός της υπηρεσίας πρότυπης συχνότητας και σημάτων χρόνου . ερασιτεχνικός σταθμός: Σταθμός της ερασιτεχνικής υπηρεσίας. σταθμός ραδιοαστρονομίας: Σταθμός της υπηρεσίας ραδιοαστρονομίας . πειραματικός σταθμός: Σταθμός που χρησιμοποιεί τα ραδιοκύματα για πειράματα που αφορούν την ανάπτυξη της επιστήμης ή τεχνικής. ΣΗΜ. Ο ορισμός αυτός δεν περιλαμβάνει τους ερασιτεχνικούς σταθμούς . πομπός έκτακτης ανάγκης πλοίου: Πομπός πλοίου που προορίζεται να λειτουργεί αποκλειστικά σε συχνότητα κινδύνου σε περιπτώσεις κινδύνου, επείγοντος ή ασφαλείας. ραντάρ: Σύστημα ραδιοεπισήμανσης που βασίζεται στη σύγκριση μεταξύ σημάτων αναφοράς με ραδιοηλεκτρικά σήματα ανακλώμενα ή επανεκπεμπόμενα από τη θέση που πρέπει να προσδιοριστεί. 22.Ζ.δ.56 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων πρωτεύον ραντάρ: Σύστημα ραδιοεπισήμανσης που βασίζεται στη σύγκριση μεταξύ σημάτων αναφοράς με ραδιοηλεκτρικά σήματα ανακλώμενα από τη θέση που πρέπει να προσδιοριστεί. δευτερεύον ραντάρ: Σύστημα ραδιοεπισήμανσης που βασίζεται στη σύγκριση μεταξύ σημάτων αναφοράς με ραδιοηλεκτρικά σήματα επανεκπεμπόμενα από τη θέση που πρέπει να προσδιοριστεί. φάρος-ραδιοανιχνευτής: Πομπός-δέκτης συνδεδεμένος με σταθερό σημείο πλοηγήσεως που όταν διεγείρεται από ραντάρ, αποστέλλει αυτόματα ένα διακριτικό σήμα, που μπορεί να εμφανίζεται στην οθόνη του ραντάρ και να παρέχει πληροφορίες απόστασης, διόπτευσης και ταυτότητας. σύστημα προσγείωσης με όργανα.(ILS): Σύστημα ραδιοπλοήγησης, που παρέχει στα αεροσκάφη οριζόντια και κατακόρυφη οδήγηση αμέσως πριν και κατά τη διάρκεια της προσγείωσης και που, σε ορισμένα σταθερά σημεία, παρέχει την ένδειξη της απόστασης μέχρι του καθορισμένου σημείου προσγείωσης. ραδιοευθυγράμμιση διαδρόμου προσγείωσης (ΙLS/LLZ): Σύστημα οριζόντιας οδήγησης ενσωματωμένο στο σύστημα προσγείωσης με όργανα, που δείχνει την οριζόντια απόκλιση του αεροσκάφους σε σχέση με την πιο ενδεδειγμένη τροχιά καθόδου του κατά μήκος του άξονα του διαδρόμου προσγείωσης. ραδιοευθυγράμμιση καθόδου(ILS/GP): Σύστημα κατακόρυφης οδήγησης ενσωματωμένο στο σύστημα προσγείωσης με όργανα που δείχνει την κατακόρυφη απόκλιση του αεροσκάφους σε σχέση με την πιο ενδεδειγμένη τροχιά καθόδου του. ραδιοσημαντήρας (ILS/MARKER BEACON): Πομπός της υπηρεσίας αεροναυτικής ραδιοπλοήγησης που ακτινοβολεί κατακορύφως με ένα διακριτικό σχήμα για να δώσει στο αεροσκάφος την ένδειξη θέσης. ραδιοϋψομετρητής: Συσκευή ραδιοπλοήγησης εγκατεστημένη σε αεροσκάφος ή διαστημόπλοιο, που επιτρέπει τον καθορισμό του ύψους του αεροσκάφους αυτού ή του διαστημόπλοιου πάνω από την επιφάνεια της Γης ή άλλη επιφάνεια. ραδιοβολιστής: Αυτόματος ραδιοπομπός της υπηρεσίας μετεωρολογικών βοηθημάτων φερόμενος συνήθως από αεροσκάφος, ελεύθερο αερόστατο, μετεωρολογικό χαρταετό ή αλεξίπτωτο, ο οποίος μεταδίδει μετεωρολογικά στοιχεία. προσαρμόσιμο σύστημα: Σύστημα ραδιοεπικοινωνίας που μεταβάλλει τα ραδιοχαρακτηριστικά του ανάλογα με την ποιότητα του καναλιού. διαστημικό σύστημα: Κάθε ομάδα συνεργαζόμενων επίγειων σταθμών και/ή διαστημικών σταθμών που χρησιμοποιούν τη διαστημική ραδιοεπικοινωνία για καθορισμένους σκοπούς. δορυφορικό σύστημα: Διαστημικό σύστημα που χρησιμοποιεί ένα ή περισσότερους τεχνητούς δορυφόρους της Γης. δορυφορικό δίκτυο: Δορυφορικό σύστημα ή μέρος δορυφορικού συστήματος αποτελούμενο από ένα μόνο δορυφόρο και τους συνεργαζόμενους επίγειους σταθμούς. δορυφορική ζεύξη: Ραδιοζεύξη μεταξύ ενός επιγείου σταθμού εκπομπής και ενός επιγείου σταθμού λήψης μέσω ενός δορυφόρου. Μία δορυφορική ζεύξη περιλαμβάνει μία ανοδική και μία καθοδική ζεύξη. πολυδορυφορική ζεύξη: Ραδιοζεύξη μεταξύ ενός επιγείου σταθμού εκπομπής και ενός επιγείου σταθμού λήψης μέσω δύο ή περισσότερων δορυφόρων, χωρίς κανένα ενδιάμεσο επίγειο σταθμό. Μία πολυδορυφορική ζεύξη περιλαμβάνει μία ανοδική ζεύξη, μία ή περισσότερες ζεύξεις μεταξύ δορυφόρων και μία καθοδική ζεύξη. ζεύξη τροφοδότη: Ραδιοζεύξη από ένα επίγειο σταθμό σε δεδομένη τοποθεσία προς ένα διαστημικό σταθμό, ή αντίστροφα, που μεταφέρει πληροφορία για υπηρεσία διαστημικής ραδιοεπικοινωνίας διαφορετική της σταθερής δορυφορικής υπηρεσίας. Η δεδομένη τοποθεσία μπορεί να βρίσκεται σε καθορισμένο σταθερό σημείο ή σε οποιοδήποτε σταθερό σημείο στο εσωτερικό καθορισμένων περιοχών. Άρθρο 3 Πίνακας Συντμήσεων Οι συντμήσεις που ακολουθούν αφορούν μόνο τον παρόντα Κανονισμό. ACAS Airborne Collision Avoidance System ADS Automatic Dependant Surveillance AES Aircraft Earth Station AGA Air – Ground – Air ASDE Airport Surface Detection Equipment AVI Automatic Vehicle Identification CB Citizen Band CEPT European Conference of Postal and Telecommunications Administrations CLAN Cordless Local Area Networks (Μετά τη σελ. 470,0068) Σελ. 470,0069 Τεύχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.56 CT1 Cordless Telephone 1 DCS 1800 Digital Communication System 1800 DECT Digital Enhanced Cordless Telecommunication System DME Distance Measuring Equipment DMO Direct Mode Operation DSC Digital Selective Calling DVB-T Terrestrial Digital Video Broadcasting EGSM Extended GSM EIRP Effective Isotropic Radiated Power ELT Emergency Locator Transmitter ENG Electronic News Gathering EPIRB Emergency Position Indicating Radiobeacon ERC European Radiocommunications Committee ERMES European Radio Messaging System FM Frequency modulation FWA Fixed Wireless Access GBAS Ground-Based Augmentation System GE 75 Περιοχική Διάσκεψη Γενεύης 1975 GE 85 Περιοχική Διάσκεψη Γενεύης 1985 GMDSS Global Maritime Distress and Safety System GNSS Global Navigation Satellite System GSM Global System for Mobile Communications HAPS High Altitude Platform Systems HDTV High Definition Television ICAO International Civil Aviation Authority ILS Instrument Landing System ILS/GP Instrument Landing System/ Glide Path ILS/LLZ Instrument Landing System/ Localizer IMO Intergovernmental Maritime Organization IMT- 2000/ UMTS International Mobile Telecommunications ISM Industrial, Scientific and Medical applications ITU International Telecommunication Union JTIDS Joint Tactical Information Distribution System LORAN Long Range Navigation Σελ. 470,0070 Τεύχος Σελ. MIDS Multifunctional Information Distribution System MLS Microwave Landing System MSI Maritime Safety Information MVDS Microwave Video Distribution System MWS Multimedia Wireless Systems NATO North Atlantic Treaty Organisation NDB Non Directional Beacon NDB/LNon-Directional Beacon/ Locator NGSO Non geostationary Satellite Orbit OB Outside Broadcasting OR Off Route PAMR Public Access Mobile Radio (PMR) PMR Professional Mobile Radio, Private Mobile Radio R Route RFID Radio Frequency Identification systems RLAN Radio Local Area Network RTTT Road Transport & Traffic Telematics S- PCS Satellite Personal Communication System SAB Services Ancillary to Broadcasting SAP Services Ancillary to Programming SAR Search and Rescue SARP Standard and Recommended Practices (ICAO) SNG Satellite News Gathering SRD Short Range Device SSR Secondary Surveillance Radar T- DAB Terrestrial Digital Audio Broadcasting TACAN Tactical Air Navigation System TETRA Terrestrial Trunked Radio VLBI Very Long Baseline Interferometry (Radio Astronomy) 22.Ζ.δ.56 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων VOR VHF Omni-directional Range VSAT Very Small Aperture Terminal VTS Vessel Traffic System (radar) WAS/RLAN Wireless Access Systems/ Radio Local Area Networks WRC World Radio Conference ΔΚΡ Ο Κανονισμός Ραδιοεπικοινωνιών της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών «UWB: Ultra-Wideband BFWA: Broadband Fixed Wireless Access MCA: Mobile Communications on Aircraft NJFA: NATO Joint Civil/military Frequency Agreement ITS: Intelligent Transport Systems» Οι μέσα σε «» λέξεις προστέθηκαν με την παρ. 1 της με αριθ. 38960/1619/12-24 Σεπτ. 2008 (ΦΕΚ Β 1979 ) απόφ. Υπ. Εθν. Άμυνας Μεταφ. και Επικοινωνιών. Άρθρο 4 Πίνακας Συντμήσεων που εμφανίζονται στην στήλη «ΧΡΗΣΤΗΣ» του Πίνακα Κατανομής Συχνοτήτων Ε.Δ : Ένοπλες Δυνάμεις ΥΠΑ : Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας Άρθρο 5 Διάφορες διατάξεις 1. Οι σταθμοί μιας Υπηρεσίας που εμφανίζεται στην Κατανομή σε δευτερεύουσα βάση: α) Δεν πρέπει να προκαλούν παρεμβολές στους σταθμούς μιας Υπηρεσίας που εμφανίζεται στην Κατανομή σε πρωτεύουσα βάση, άσχετα αν οι συχνότητες τους εκχωρήθηκαν νωρίτερα ή πρόκειται να εκχωρηθούν μεταγενέστερα. β) Δεν μπορούν να διεκδικούν προστασία από παρεμβολές που προκαλούνται από σταθμούς μιας Υπηρεσίας που εμφανίζεται στην Κατανομή σε πρωτεύουσα βάση, στους οποίους οι συχνότητες εκχωρήθηκαν νωρίτερα ή πρόκειται να εκχωρηθούν μεταγενέστερα. γ) Έχουν δικαίωμα προστασίας από παρεμβολές που προκαλούνται από σταθμούς της ίδιας Υπηρεσίας ή άλλης Υπηρεσίας που εμφανίζεται επίσης σε δευτερεύουσα βάση εφόσον οι συχνότητες εκχωρήθηκαν σ’ αυτούς μεταγενέστερα. 2. Όταν επισημαίνεται στον Κανονισμό ότι μία Υπηρεσία μπορεί να λειτουργεί σε μία ζώνη συχνοτήτων με την προϋπόθεση ότι δεν θα προκαλεί επιζήμιες παρεμβολές, αυτό σημαίνει επίσης ότι η Υπηρεσία αυτή δεν μπορεί να ζητήσει προστασία από παρεμβολές που προκαλούνται από τις άλλες Υπηρεσίες στις οποίες κατανέμεται η ζώνη σύμφωνα με τον Πίνακα Κατανομής. 3. Οι αναφορές στη στήλη «Πρότυπα» είναι πληροφοριακές και δε συνιστούν υποχρεωτικές απαιτήσεις για τη διάθεση του ραδιοεξοπλισμού και τηλεπικοινωνιακού τερματικού εξοπλισμού στην αγορά, η οποία ρυθμίζεται από το ΠΔ 44/2002. Για τις παραπομπές σε Ευρωπαϊκά Πρότυπα χωρίς ένδειξη της χρονολογίας τους εφαρμόζεται είτε η τελευταία έκδοσή τους (περιλαμβανομένων των τροποποιήσεων ή αναθεωρήσεων), είτε κάθε προηγούμενη έκδοσή τους με την προϋπόθεση τήρησης των αναφερομένων σ΄ αυτά κριτηρίων συμμόρφωσης. 4. Οι παραπομπές σε Άρθρα, Παραρτήματα, Προσαρτήματα, Ψηφίσματα και Αριθμούς που εμφανίζονται συνήθως με έντονα γράμματα, αναφέρονται στην έκδοση του Κανονισμού Ραδιοεπικοινωνιών, Γενεύη, 2004. Άρθρο 6 Διάταξη του πίνακα κατανομής ζωνών συχνοτήτων Η σειρά που εμφανίζεται το όνομα κάθε Υπηρεσίας σε μία ορισμένη ζώνη συχνοτήτων δεν συνεπάγεται καμία προτεραιότητα. Η χρήση κεφαλαίων χαρακτήρων στο όνομα μιας Υπηρεσίας δηλώνει ότι η Υπηρεσία αυτή είναι «πρωτεύουσα» και η χρήση πεζών χαρακτήρων δηλώνει ότι η Υπηρεσία αυτή είναι «δευτερεύουσα». Οι αριθμοί που εμφανίζονται στο κάτω μέρος κάθε παραλληλογράμμου του Πίνακα κάτω από τα ονόματα των Υπηρεσιών στις οποίες κατανέμεται η ζώνη, αφορούν παραπομπές του Πίνακα, που αφορούν το σύνολο των Υπηρεσιών που εμφανίζονται στην ζώνη αυτή. Οι αριθμοί που εμφανίζονται στα δεξιά του ονόματος μιας Υπηρεσίας αφορούν παραπομπές του Παραρτήματος του Πίνακα που αφορούν μόνο την Υπηρεσία αυτή. Όταν στην στήλη «ΧΡΗΣΤΗΣ» δεν εμφανίζεται σύντμηση, θεωρείται ότι η ζώνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί από όλους τους χρήστες για την συγκεκριμένη Υπηρεσία. Όταν στην στήλη «ΧΡΗΣΤΗΣ» εμφανίζεται σύντμηση, θεωρείται ότι ο χρήστης έχει αποκλειστικότητα στην Υπηρεσία που εμφανίζεται στην ίδια οριζόντια σειρά. Κάθε άλλος χρήστης μπορεί να εγκαταστήσει σταθμούς της Υπηρεσίας αυτής μόνο μετά την σύμφωνη γνώμη του χρήστη που έχει την αποκλειστικότητα. Η ένδειξη στη στήλη «ΧΡΗΣΕΙΣ» δεν είναι περιοριστική, με την προϋπόθεση ότι η εκάστοτε χρήση εντάσσεται σε Υπηρεσία για την οποία υπάρχει πρόβλεψη στη στήλη «Κατανομή στις Υπηρεσίες». (Μετά τη σελ. 470,0070) Σελ. 470,0071 Τεύχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.56 Η αναφορά σε δορυφορικά συστήματα EPIRB, ELT, PLB αφορά το σύστημα COSPAS – SARSAT. (ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΠΙΝΑΚΕΣ Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων) Για την τροποποίηση των Πινάκων και των υποσημειώσεων του άρθρ. 6 , βλ. παρ. 2-6 της με αριθ. 38960/1619/12-24 Σεπτ. 2008 (ΦΕΚ Β 1979 ) απόφ. Υπ. Εθν. Άμυνας - Μεταφ. και Επικοινωνιών. Άρθρο 7 Ειδικές Χρήσεις Επιτρέπεται η χρήση ζωνών ραδιοσυχνοτήτων από εξοπλισμό τεχνολογίας υπερ-ευρείας ζώνης (ultra wideband -UWB) σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 2007/131/ΕΚ απόφαση της Επιτροπής της 21.2.2007, στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που ορίζονται στο παράρτημα αυτής.» Το άρθρ. 7 προστέθηκε με την παρ. 7 της με αριθ. 38960/1619/12-24 Σεπτ. 2008 (ΦΕΚ Β 1979 ) απόφ. Υπ. Εθν. Άμυνας - Μεταφ. και Επικοινωνιών.
123
96. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓ ΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. 50186 της 26 Φεβρ. /6 Μαρτ. 1997 ( ΦΕΚ Β΄ 151) Εφαρμογή προγράμματος χορήγησης άτοκων δανείων από κεφάλαια του ΟΕΚ σε δικαιούχους του, για την αγορά κατοικίας, καθορισμός ποσών δανείων και λοιπών όρων χορήγησης. Έχοντας υπόψη: 1)Τις διατάξεις του Ν. Δ. 2963/54 «Περί ιδρύσεως Αυτονόμου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας». 2)Τις διατάξεις του Κανονισμού «Περί προϋποθέσεων παροχής κατοικίας δανείων υπό του Ε.Ο.Κ.». 3)Τις διατάξεις του άρθρ.37 παρ.6 και 10 του Νόμ. 2224/94 «Ρύθμιση θεμάτων εργασίας, συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων και οργάνωσης Υπουργείου Εργασίας και των εποπτευομένων από αυτό Νομικών Προσώπων και άλλες διατάξεις». 4)Το αριθ. 30575//5950 από 16 Δεκ. 1996 έγγραφο του Ο. Ε. Κ. με το οποίο μας υπέβαλε απόσπασμα πρακτικού της αριθ. 76/9. 12. 1996 συνεδριάσεως του Διοικητικού του Συμβουλίου. 5)Το άρθρ. 27 του Νόμ. 2081/1992 και 29Α του Νόμ. 1558/1985 και το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού του ΟΕΚ το ύψος της οποίας δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί. 6)Τη διάταξη του άρθρ. 22 του Νόμ. 2362/1995 «περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις». 7)Την αριθ. 1107147/1239/0006Α/4.10.96 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Οικονομικών», αποφασίζουμε: 1.Εγκρίνουμε να εφαρμοσθεί από τον οργανισμό Εργατικής Κατοικίας πρόγραμμα χορήγησης σε δικαιούχους του, ατόκων δανείων, από δικά του στεγαστικά κεφάλαια για την αγορά πρώτης κατοικίας. 2.Δικαίωμα υποβολής αιτήσεως στο πρόγραμμα αυτό έχουν οι δικαιούχο της παρ. 2 του άρθρ. 31 του Κανονισμού «περί προϋποθέσεων παροχής κατοικίας και δανείων υπό του ΟΕΚ», δηλαδή οι πολύτεκνοι που προστατεύουν 4 παιδιά και άνω ή 3 παιδιά εκ των οποίων το ένα έχει ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω ή δύο προστατευόμενα μέλη της οικογένειάς τους έχουν ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, εφόσον πληρούν τις ελάχιστες ασφαλιστικές και λοιπές προϋποθέσεις του Κανονισμού «Περί προϋποθέσεων παροχής κατοικίας και δανείων υπό του ΟΕΚ». 3.Το πρόγραμμα θα είναι διαρκές. Οι αιτήσεις θα υποβάλλονται στα Περιφερειακά γραφεία του ΟΕΚ και θα συνοδεύονται με τα απαραίτητα δικαιολογητικά όπως έχουν προσδιορισθεί ή θα προσδιορισθούν με απόφαση του Δ. Σ. του ΟΕΚ. 4.Τα ποσά των δανείων καθορίζονται ως εξής: α)Μέχρι 13.000.000 δραχμές για δικαιούχους με 4 προστατευόμενα παιδιά. Το ανωτέρω ποσό προσαυξάνεται κατά 1.000.000 δραχμές για κάθε προστατευόμενο παιδί. β)Μέχρι 13.000.000 δραχμές για δικαιούχους με 3 Προστατευόμενα παιδιά εκ των οποίων το ένα έχει ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω. γ)Μέχρι 12.000.000 δρχ. για δικαιούχους που 2 προστατευόμενα μέλη τους έχουν ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω. Τα ανωτέρω ποσά θα χορηγηθούν σε όσους δικαιούχους υπογράψουν δανειακή σύμβαση μετά τη δημοσίευση της απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το ύψος του δανείου δεν μπορεί να υπερβαίνει την αξία της κατοικίας την αναγραφόμενη στο αγοραστικό συμβόλαιο. 5.Τα ποσά των δανείων θα χορηγούνται όπως παρακάτω: α)Όταν πρόκειται για αγορά έτοιμης κατοικίας με την υπογραφή του δανειστικού συμβολαίου χορηγείται όλο το ποσό, εφ’ όσον δεν απαιτούνται συμπληρωματικές εργασίες. Αν απαιτούνται συμπληρωματικές εργασίες η στεγαστική συνδρομή χορηγείται σε δύο δόσεις. Η πρώτη δόση χορηγείται με την υπογραφή του δανειστικού Συμβολαίου και είναι ίση με το όλο ποσό μείον τη δαπάνη των απαιτουμένων συμπληρωματικών εργασιών. Η δεύτερη δόση χορηγείται μετά την εκτέλεση των απαιτουμένων συμπληρωματικών εργασιών και είναι ίση με τη δαπάνη αυτών. β)Όταν πρόκειται για αγορά κατοικίας ημιτελούς ή της οποίας δεν έχει γίνει έναρξη των εργασιών η καταβολή γίνεται σε δύο δόσεις ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών. α)Μετά την κατασκευή του φέροντος σκελετού και των τοιχοποιϊών χορηγείται το 60% του όλου ποσού. β)Μετά την εκτέλεση όλων των εργασιών, εκτός από τις κλειδαριές, τα τζάμια και τους χρωματισμούς, χορηγείται το 40% του όλου ποσού. 6.Για την καταβολή κάθε δόσης, όπως προηγούμενα προσδιορίστηκαν απαραίτητη προϋπόθεση είναι η προσκόμιση από τον δανειοδοτούμενο πιστοποίησης για την πρόοδο των εργασιών, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες Τεχνικές Υπηρεσίες του ΟΕΚ μετά την σύνταξή του δανειστικού συμβολαίου. Ο τύπος των εντύπων των τεχνικών Εκθέσεων και των Πιστοποιήσεων θα καθορίζεται με αποφάσεις του Δ.Σ. του ΟΕΚ. 7.Τα δάνεια του προγράμματος αυτού θα είναι στο σύνολό τους άτοκα και θα εξοφλούνται σε 25 χρόνια σε συνεχείς εξαμηνιαίες ισόποσες άτοκες δόσεις. Η καταβολή της πρώτης δόσης θα αρχίζει δύο χρόνια μετά τη λήξη ολόκληρου του ποσού του δανείου. Αν δεν εξοφληθεί εμπρόθεσμα η ληξιπρόθεσμη δόση, οφείλεται ο νόμιμος τόκος υπερημερίας. (Μετά τη σελ. 68,936) Σελ. 68,937 Τεύχος 1293-Σελ. 91 Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας 15.Β.β.96 8.Για την εξασφάλιση των χορηγουμένων δανείων εγγράφεται πρώτη ή δεύτερη υποθήκη υπέρ του ΟΕΚ σύμφωνα με τα ισχύοντα για τα χορηγούμενα δάνεια για αγορά κατοικίας κατά τα οριζόμενα στο άρθρ.27 του Κανονισμού «Περί προϋποθέσεων παροχής κατοικίας και δανείων υπό του ΟΕΚ». Για την εγγραφή β΄ υποθήκης απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην απαγορεύεται τούτο ρητά από το φορέα που προηγήθηκε της υποθήκης και η αξία του ακινήτου, μετά από εκτίμηση των τεχνικών υπηρεσιών του ΟΕΚ να καλύπτει το σύνολο των δύο δανείων. 9.Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στην αριθ. 53126/1.10.1986 απόφαση του Υπουργού Εργασίας.
258
34. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 146255 της 21 Δεκ. 1962/11 Ιαν. 1963 (ΦΕΚ Β΄9) Περί κανονισμού οικονομικής λειτουργίας των νομαρχιακών ταμείων. Διόρθ. ημαρτ. εν ΦΕΚ Β΄ 64 της 18 Φεβρ. 1963 Έχοντες υπ’ όψιν: α)Την παρ. 6 του άρθρ. 9 του Ν.Δ.3770/1957 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί Νομαρχών διατάξεων κλπ.». β)Το από 11/11/4.12.1959 Β.Δ/μα «περί των αρμοδίων Υπουργών διά την έγκρισιν των προϋπολογισμών των εσόδων και εξόδων των νομαρχιακών ταμείων» (ΦΕΚ 264/1959) και γ)Το υπ’ αριθ. 862/1960 Β.Δ/μα «περί οργανισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους» (άρθρ.10), αποφασίζομεν: Άρθρ.1.-Η οικονομική και λογιστική διαχείρισις και λειτουργία των δυνάμει του Ν.Δ.3620/1956 συσταθέντων νομαρχιακών ταμείων διέπεται υπό του παρόντος κανονισμού. Προϋπολογισμός Άρθρ.9.-1.Τα δικαιολογητικά διά την εγγραφήν εις τα βιβλία αναλαμβανομένων υποχρεώσεων και την έκδοσιν των χρηματικών ενταλμάτων εις βάρος των οικείων κεφαλαίων και άρθρων του προϋπολογισμού του νομαρχιακού ταμείου ορίζονται υπό των κειμένων διατάξεων περί Δημοσίου Λογιστικού και εκτελέσεως έργων και προμηθειών του Δημοσίου. 2.Ειδικώτερον απαιτούνται τα εξής: Ι.Διά την εγγραφήν εις τα βιβλία αναλαμβανομένων υποχρεώσεων και εις βάρος του οικείου κεφαλαίου και άρθρου του προϋπολογισμού του νομαρχιακού ταμείου: Α΄.Επί μικρών κοινωφελών (Μ.Κ.Ε.) και μεγαλυτέρων έργων (Μ.Ε.Ν.Τ.) ως και κοινωφελών έργων (Κ.Ε.) (ανωτέρω άρθρ. 8 παρ.1): α)Αντίτυπον αποφάσεως (ΣΑΝΤ) του Υπουργείου Συντονισμού εμφαινούσης τους όρους διαθέσεως και το ύψος της εγκριθείσης πιστώσεως, διά τα Μ.Κ.Ε. και Κ.Ε. το σύνολον αυτής και διά τα ΜΕΝΤ δι’ έκαστον έργον. β)Απόσπασμα αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου περί εντάξεως εκάστου έργου εις το πρόγραμμα μετά των οικονομικών στοιχείων των βαρυνόντων τόσον τον προϋπολογισμόν των δημοσίων επενδύσεων (δάνειον, οικονομική ενίσχυσις υπό μορφήν είτε μειωμένων ημερομισθίων είτε προμηθείας υλικών ημερομισθίων, τεχνικών και επιδότησις), όσον και τους ιδίους πόρους των ενδιαφερομένων (εις χρήμα ή υλικά ή προσωπικήν εργασίαν άνευ αμοιβής). Τα εις τας προηγουμένας παραγράφους στοιχεία απαιτούνται μόνον κατά την πρώτην εγγραφήν. Μεταβολαί δε δι’ αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου δύνανται να επέλθουν εις τα έργα του προγράμματος ΜΚΕ και ΚΕ μέχρι της οριζομένης εκάστοτε υπό του Υπουργείου Συντονισμού προθεσμίας. Διά τας τοιαύτας του προγράμματος μεγαλυτέρων έργων απαιτείται προηγουμένως τροποποίησις της αρχικής ΣΑΝΤ. Β΄. Επί μελετών τοπικών έργων (ανωτέρω άρθρ.8 παρ.2): α)Αντίτυπον αποφάσεως (ΣΑΝΤ) του Υπουργείου Συντονισμού, εμφαινούσης τους όρους διαθέσεως και το ύψος της εγκριθείσης πιστώσεως. β)Απόσπασμα αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου περί εγκρίσεως της καταρτίσεως της μελέτης ή της διενεργείας ερευνών κλπ. και της δαπάνης αμοιβής του αναδόχου. 2.Γ.ε.34 Νομαρχιακά Ταμεία Γ΄.Επί έργων αρμοδιότητος κεντρικών υπηρεσιών ανατεθέντων προς εκτέλεσιν εις τα νομαρχιακά ταμεία (ανωτέρω άρθρ. 8 παρ. 3), ως και επί έργων επαρχιακής οδοποιΐας (ανωτέρω άρθρ. 8 παρ. 4). α)Προκειμένου περί έργων αμφοτέρων των περιπτώσεων απόσπασμα αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου μνημονευούσης το εκτελεστέον έργον, την εγκεκριμένην πίστωσιν, τον τρόπον εκτέλεσεως. β)Διά τα έργα των κεντρικών υπηρεσιών, επί πλέον απόφασις του εντολέως Υπουργείου κλπ. περί αναθέσεως της εκτελέσεως του έργου εις το νομαρχιακόν ταμείον μετά των όρων εκτελέσεως, των οικονομικών στοιχείων αυτού και της τυχόν υφισταμένης συνεισφοράς των ενδιαφερομένων. Δ΄.Επί σχολικών κτιρίων (ανωτέρω άρθρ. 8 παρ. 5): α)Απόφασις του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων περί καθορισμού του ύψους των πιστώσεων εξ επιχορηγήσεων και των τυχόν συνεισφορών των ενδιαφερομένων. β)Απόσπασμα αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου, δι’ ης καθορίζεται το ύψος της επιχορηγήσεως εκάστης σχολικής εφορείας και η τυχόν συνεισφορά εξ ιδίων πόρων. γ)Απόφασις της σχολικής εφορείας περί αποδοχής της επιχορηγήσεως, του εκτελεστέου έργου και του ποσού της συνεισφοράς εξ ιδίων πόρων. Ε΄.Επί διαφόρων έργων (ανωτέρω άρθρ. 8 παρ. 6): Απόσπασμα αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου, δι’ ης καθορίζεται το εκτελεστέον έργον και η εγκρινομένη δαπάνη. ΣΤ΄.Επί της οικονομικής ενισχύσεως υπέρ της ΤΥΔΚ (ανωτέρω άρθρ. 8 παρ. 7): α)Αντίτυπον αποφάσεως του Υπουργείου Συντονισμού (ΣΑΝΤ) εμφαινούσης το ύψος της εγκριθείσης πιστώσεως, εφ’ ης αντιστοιχεί κράτησις υπέρ της ΤΥΔΚ και τους όρους υφ’ ους διατίθεται αύτη. β)Απόσπασμα αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου περί εγκρίσεως της οικονομικής ενισχύσεως υπέρ της ΤΥΔΚ επί του ποσού των εγκεκριμένων πιστώσεων. ΙΙ.Διά την εκκαθάρισιν της δαπάνης και έκδοσιν του οικείου χρηματικού εντάλματος: Α΄.Επί μικρών κοινωφελών και μεγαλυτέρων έργων ως και κοινωφελών έργων (ανωτέρω άρθρ.8 παρ.1): α)«Έγκρισις της δαπάνης υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Νομαρχιακού Ταμείου ή του υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένου Προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου, έχοντος την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου». Η περίπτ. α΄αντικατεστάθη ως άνω διά της υπ’ αριθ. 102483 της 19 Νοεμ./1 Δεκ. 1975 (ΦΕΚ Β΄1412) αποφ. Υπ. Συντον. Εσωτερ. και Οικονομικών. β)Βεβαίωσις του Νομάρχου ή του επί τούτω εξουσιοδοτηθέντος προϊσταμένου του νομαρχιακού ταμείου περί του ποσού της καταθέσεως εις τον οικείον λογαριασμόν του νομαρχιακού ταμείου συνεισφοράς εις χρήμα του ενδιαφερομένου διά το έργον (αριθ. και ημερ. γραμματίου εισπράξεως και ποσόν) και περί του ότι τούτο είναι ανάλογον προς το δαπανηθέν ποσόν εκ των πιστώσεων του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων. γ)Βεβαίωσις του προϊσταμένου της Δ/νσεως Τεχνικών Υπηρεσιών του νομού ή του επί τούτω εξουσιοδοτουμένου προϊσταμένου της ΤΥΔΚ περί της προόδου του έργου, ώστε να δικαιολογήται η καταβολή του αιτουμένου ποσού μετ’ αναλύσεως των δαπανηθέντων διά το έργον μέχρι της ημερομηνίας της βεβαιώσεως εκ δημοσίων επενδύσεων (δάνεια, ημερομίσθια μειωμένα, παράλληλα έξοδα και επιδοτήσις) όσον και εξ ιδίων πόρων των ενδιαφορομένων (εις χρήμα υλικά ή προσωπικήν εργασίαν, άνευ αμοιβής). δ)Αντίγραφον της συναφθείσης συμβάσεως δανείου κατά την πρώτην πληρωμήν. Προκειμένου δε περί «κοινωφελών έργων» απαιτούνται επί πλέον και τα εξής: α)Αντίγραφον αποφάσεως του συμβουλίου της κοινότητος ή του δήμου περί αποδοχής επιβολής ανταποδοτικών τελών υπέρ αυτών και εις βάρος των ωφελουμένων, ουχί μικροτέρου του 5% ετησίως της συνολικής δαπάνης του έργου ως αύτη θα διαμορφωθή εκ του απολογισμού του έργου. β)Αντίγραφον του «ειδικού φύλλου» ανειδικεύτων του προσηρτημένου εις την μελέτην, το σύνολον των οποίων αποτελεί και το όριον μέχρις ου δύνανται να καταβληθούν τοιαύτα ημερομίσθια. γ)Βεβαίωσις του προϊσταμένου της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών του Νομού ή του νομίμου αναπληρωτού του περί θεωρήσεως της σχετικής μελέτης. Τοιαύτη βεβαίωσις δύναται να χορηγηθή και υπό του προϊσταμένου της ΤΥΔΚ προκειμένου περί μελέτης έργου προϋπολογισμού ουχί ανωτέρω των δραχ. 200.000. Β΄.Επί μελετών τοπικών έργων (ανωτέρω άρθρ.8 παρ.2): α)Βεβαίωσις του προϊσταμένου της Δ/νσεως Τεχνικών Υπηρεσιών ότι η προμελέτη ή μελέτη εξεπονήθη συμφώνως τη συμβάσει και παρελήφθη υπ’ αυτού, μετ’ αναλύσεως της οφειλομένης αμοιβής κατά τας κειμένας διατάξεις περί αμοιβών μελετών κλπ. β)Τα υπό του Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων και του Νόμου περί φορολογίας εισοδήματος καθοριζομένα στοιχεία. γ)Υπεύθυνος δήλωσις του δικαιούχου ότι δεν τυγχάνει υπάλληλος του Δημοσίου ή της (Αντί της σελ.214, 40869) Σελ.214,40869(α) Τεύχος 592-Σελ. 11 Νομαρχιακά Ταμεία 2.Γ.ε.34 Τεχνικής Υπηρεσίας Δήμων και Κοινοτήτων ή του ενδιαφερομένου δήμου ή κοινότητος ή Ν.Π.Δ.Δ. κλπ. δ)Απόφασις του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου περί πληρωμής της δαπάνης δι’ εκάστην μελέτην ή προμελέτην. ε)Αντίγραφον της συναφθείσης συμβάσεως κατά την πρώτην πληρωμήν. Γ΄.Επί έργων Κεντρικών Υπηρεσιών ανατεθέντων προς εκτέλεσιν εις τα νομαρχιακά ταμεία (ανωτέρω άρθρ.8 παρ.3), ως και επί έργων επαρχιακής οδοποιΐας (ανωτέρω άρθρ.8 παρ.4): α)«Έγκρισις της δαπάνης υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Νομαρχιακού Ταμείου ή του υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένου Προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου, έχοντος την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου». Η περίπτ. α΄αντικατεστάθη ως άνω διά της υπ’ αριθ. 102483 της 19 Νοεμ./1 Δεκ. 1975 (ΦΕΚ Β΄1412) αποφ. Υπ. Συντον. Εσωτ. και Οικονομικών. β)Λογαριασμός του εκτελεσθέντος έργου και των προμηθειών (οριστικός ή προσωρινός) συντασσόμενος υπό του επιβλέποντος το έργον μηχανικού και θεωρούμενος παρά των προϊσταμένων του γραφείου εκτελέσεως έργων και της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών. γ)Αντίγραφον συναφθείσης συμβάσεως εργολαβίας. Δ΄.Επί σχολικών κτιρίων (ανωτέρω άρθρ.8 παρ.5): α)Απόφασις του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου περί καταβολής της εγκριθείσης επιχορηγήσεως εις σχολικήν εφορίαν. β)Βεβαίωσις του επιβλέποντος μηχανικού, εφ’ όσον υπάρχει τοιούτος, περί της προόδου του έργου, ώστε να δικαιολογήται η καταβολή του αιτουμένου ποσού. Ε΄.Επί διαφόρων έργων (ανωτέρω άρθρ.8 παρ.6): α)Προκειμένου περί μικρών εξυγιαντικών έργων απόσπασμα αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου περί καταβολής της επιχορηγήσεως. β)Προκειμένου περί των λοιπών έργων: 1)«Έγκρισις της δαπάνης υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Νομαρχιακού Ταμείου ή του υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένου Προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου, έχοντος την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου». Η περίπτ. 1 αντικατεστάθη ως άνω διά της υπ’ αριθ. 102483 της 19 Νοεμ./1 Δεκ. 1975 (ΦΕΚ Β΄1412) αποφ. Υπ. Συντ., Εσωτερ. και Οικονομικών. 2)Λογαριασμός του δαπανηθέντος ποσού συντασσόμενος υπό του επιβλέποντος μηχανικού και θεωρούμενος υπό του προϊσταμένου της Δ/νσεως Τεχνικών Υπηρεσιών. Σελ. 214, 40870(α) Τεύχος 592-Σελ. 12 3)Αντίγραφον συναφθείσης συμβάσεως εργολαβίας. ΣΤ΄.Επί της οικονομικής ενισχύσεως υπέρ της ΤΥΔΚ (ανωτέρω άρθρ.8 παρ.7): α)Απόσπασμα του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου περί καταβολής εις την ΤΥΔΚ της οικονομικής ενισχύσεως κατά το ισόποσον των μηνιαίων αποδοχών των τεχνικών υπαλλήλων αυτής (πολιτικοί μηχανικοί και υπομηχανικοί, ως και έκτακτοι επιστάται). β)Πίναξ ονομαστικός των δικαιούχων και των εν γένει αποδοχών εκάστου, συμπεριλαμβανομένης και της εργοδοτικής εισφοράς υπέρ του Ι.Κ.Α. γ)Πίναξ αναλυτικός των αμοιβών εκάστου ιδιώτου μελετητού διά την καταρτισθείσαν μελέτην μετά των λοιπών δικαιολογητικών των αναφερομένων εις το στοιχ. Β΄του παρόντος. Το σχετικόν ένταλμα πληρωμής εκδίδεται επ’ ονόματι της ΤΥΔΚ και υπέρ του δημοσίου ταμείου του διαχειριζομένου τα κεφάλαια αυτής, όπερ μεριμνά διά την πληρωμήν, κατόπιν αποφάσεως του Νομάρχου. Συνεισφοραί των επί μέρους φορέων των έργων Άρθρ.10.-1.Η συνεισφορά εξ ιδίων πόρων των ενδιαφερομένων διά τα εκτελούμενα έργα δύναται να συνίσταται ή εις χρήμα ή εις υλικά ή εις προσωπικήν εργασίαν και διά την απόδειξιν της καταβολής εκάστης απαιτούνται τα εξής: α)Συνεισφορά εις χρήμα. Τα της καταβολής και διαχειρίσεως ταύτης ορίζονται εν άρθρ. 4 παρ.5. β)Συνεισφορά εις υλικά. Κατάστασις εμφαίνουσα ονομαστικώς τα διατεθέντα υλικά, την τιμήν μονάδος και την αξία εκάστου υπογραφομένη υπό του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητος κλπ. και του επιβλέποντος το έργον τεχνικού υπαλλήλου ΤΥΔΚ, και θεωρουμένη υπό του προϊσταμένου αυτής, αντίγραφον της οποίας διαβιβάζεται αμελλητί υπό του φορέως του έργου προς το νομαρχιακόν ταμείον. Ως συνεισφορά υλικών θεωρούνται και τα υπό των φορέων διατιθεμένα διά την εκτέλεσιν των έργων ιδιόκτητα μηχανικά μέσα εν πλήρει λειτουργία (καύσιμα και προσωπικόν λειτουργίας), διά την εργασίαν των οποίων θα γίνεται αποτίμησις εις δραχμάς κατά τα κρατούντα εις την υπηρεσίαν τεχνικού εξοπλισμού των νομαρχιών, συντασσομένου προς τούτο πρακτικού υπό επιτροπής οριζομένης υπό του Νομάρχου, εν ω θα αναφέρεται ο φορεύς, το εκτελούμενον έργον, τα μηχανήματα, η εκτελεσθείσα εργασία υφ’ εκάστου, αι ημέραι καθ’ ας ειργάσθησαν, η ημερησία αποζημίωσις και το σύνολον αυτής, αντίγραφον δε τούτου θεωρημένον υπό του προϊσταμένου της Δ/νσεως Τεχνικών Υπηρεσιών θα διαβιβάζεται προς το νομαρχιακόν ταμείον υπό του φορέως του έργου. 2.Γ.ε.34 Νομαρχιακά Ταμεία γ)Συνεισφορά εις προσωπικήν εργασίαν άνευ αμοιβής. Κατάστασις εμφαίνουσα το ονοματεπώνυμον των εργασθέντων, την ημερομηνίαν εργασίας, το σύνολον των ημερομισθίων εκάστου, η τιμή μονάδος και το αντίτιμον αυτών, υπογραφομένη υπό του δημάρχου ή προέδρου της Κοινότητος κλπ. και του επιβλέποντος το έργον τεχνικού υπαλλήλου της ΤΥΔΚ και θεωρουμένη υπό του προϊσταμένου αυτής, αντίγραφον της οποίας διαβιβάζεται υπό του φορέως του έργου αμελλητί προς το νομαρχιακόν ταμείον. Η τιμή εκάστου ημερομισθίου δεν δύναται να είναι ανωτέρα του ισχύοντος εκάστοτε μειωμένου ημερομισθίου ηυξημένου κατά 50%. Ως συνεισφορά επίσης θεωρείται και η οικονομική ενίσχυσις υπό μορφήν είτε μειωμένων ημερομισθίων είτε παραλλήλων εξόδων, περί ης ανωτέρω άρθρ.8 παρ.9 και 10. Διά την καταβολήν των μειωμένων ημερομισθίων απαιτείται κατάστασις εμφαίνουσα το ονοματεπώνυμον των εργασθέντων, την ημερομηνίαν εργασίας, το σύνολον ημερομισθίων εκάστου, την τιμή μονάδος και το αντίτιμον αυτών, υπογραφομένη υπό του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητος κλπ. και του επιβλέποντος το έργον τεχνικού υπαλλήλου της ΤΥΔΚ και θεωρουμένη υπό του προϊσταμένου της Δ/νσεως Τεχνικών Υπηρεσιών ή της ΤΥΔΚ. Διά την καταβολήν των παραλλήλων εξόδων απαιτούνται τα εκ των κειμένων διατάξεων περί δημοσίου λογιστικού, προμηθειών, κλπ. και του άρθρ.5 παρ.4 εδάφ. β΄του παρόντος οριζόμενα. 2.Κυρώσεις. Επί αρνήσεως ή δυστροπίας των ενδιαφερομένων προς παροχήν της προγραμματισθείσης συνεισφοράς των είτε εις χρήμα είτε εις υλικά είτε εις προσωπικήν εργασίαν μετά ή άνευ αμοιβής, ένεκα της οποίας διακόπτεται η πρόοδος των εργασιών ή καθίσταται ανέφικτος η αποπεράτωσις έργου χρηματοδοτουμένου εκ δημοσίων επενδύσεων, ο Νομάρχης υποχρεούται αμελλητί εις την έκδοσιν αναγκαστικού εντάλματος μέχρι του ποσού της προγραμματισθείσης συνεισφοράς κατά τας διατάξεις του άρθρ.178 του κώδικος δήμων και κοινοτήτων εις βάρος των ενδιαφερομένων, και την λήψιν των αναγκαίων διοικητικών μέτρων κατά των υπευθύνων συμβουλίων. Απαλλαγή πληρωμών εκ κρατήσεων Άρθρ.11.-1.Αι υπό του Νομαρχιακού Ταμείου ενεργούμεναι πληρωμαί απαλλάσσονται παντός δημοσίου, δημοτικού, κοινοτικού ή λιμενικού φόρου, αμέσου ή εμμέσου, παντός ταχυδρομικού τέλους, ως και δικαστικού εις πάσαν δίκην του Νομαρχιακού Ταμείου, όπερ απολαύει απασών ανεξαιρέτως των ατελειών και προνομίων (δικαστικών, διοικητικών και οικονομικών) ως εάν είναι αυτό το Δημόσιον, συμφώνως τω Ν.Δ. 3620/1956 και τω εις εκτέλεσιν τούτου εκδοθέντι Δ/τι της 24 Ιαν./12 Φεβρ. 1957 (ΦΕΚ 21 τεύχ. Α΄). 2.Κατά τας αυτάς ως άνω διατάξεις αι προμήθειαι του Νομαρχιακού Ταμείου και τα εκ κεφαλαίων του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων διά λογαριασμόν αυτού ή των επί μέρους φορέων εκτελούμενα έργα, αι μισθώσεις και αι πάσης φύσεως πληρωμαί αυτού, απαλλάσσονται των υπέρ του Μ.Τ.Π.Υ. ή οιουδήποτε άλλου οργανισμού ή λογαριασμού θεσπιζομένων κρατήσεων. 3.Αι εισφοραί υπέρ του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων εξακολουθούν ενεργούμεναι κατά τα κεκανονισμένα πλην της οικονομικής βοηθείας εκ κεφαλαίων δημοσίων επενδύσεων υπό μορφήν μειωμένων ημερομισθίων, ήτις απαλλάσσεται πάσης τοιαύτης κρατήσεως. 4.Εις περιπτώσεις καθ’ ας οι επί μέρους φορείς των έργων δημοσίων επενδύσεων Δήμοι, Κοινότητες κλπ., υποχρεούνται εκ των κειμένων διατάξεων εις καταβολήν εργοδοτικής εισφοράς υπέρ του Ι.Κ.Α. καθώς και εις δαπάνας απαλλοτριώσεων, αύται καταβάλλονται εκ των ιδίων πόρων αυτών και ουχί εκ των πιστώσεων των έργων. Λογιστικά βιβλία Άρθρ.12.-Παρά των Νομαρχιακών Ταμείων τηρούνται τα κάτωθι βιβλία: Α΄.Βιβλίον εσόδων, εις ο αναγράφονται κατά κεφάλαιον και άρθρον τα πάσης φύσεως έσοδα του Νομαρχιακού Ταμείου, κατά χρονολογικήν σειράν πραγματοποιήσεώς των, είτε ταύτα προέρχονται εκ των επιχορηγήσεων του κρατικού προϋπολογισμού, είτε εξ οιασδήποτε άλλης αιτίας, περιλαμβανομένων και των σχετικών υπέρ του Νομαρχιακού Ταμείου πόρων εκ των υπέρ αυτού καταθέσεων. (Μετά την σελ. 214, 40870) Σελ. 214, 40871 209-069 Νομαρχιακά Ταμεία 2.Γ.ε.34 Β΄.Βιβλίον αναλαμβανομένων υποχρεώσεων, εις ο αναγράφονται κατά κεφάλαιον και άρθρον, αι ανειλημμέναι υποχρεώσεις του Ταμείου. Γ΄.Ημερολόγιον δαπανών, εις ο αναγράφονται κατ’ αύξοντα αριθμόν και χρονολογική τάξιν, τα εκδιδόμενα υπό του Νομαρχιακού Ταμείου χρηματικά εντάλματα πληρωμής, σημειουμένης άμα της αιτιολογίας της δαπάνης και του κεφαλαίου και άρθρου της πιστώσεως του προϋπολογισμού των εξόδων του Νομαρχιακού Ταμείου, ην η δαπάνη αύτη βαρύνει. Δ΄.Καθολικόν, εις ο αναγράφονται, κατά κεφάλαιον και άρθρον αι εγκρινόμεναι προς διάθεσιν πιστώσεις και αι πραγματοποιούμεναι εις βάρος αυτών πληρωμαί δι’ ενταλμάτων τακτικών ή προπληρωμής. Ε΄.Βιβλίον υπολόγων, εκδιδομένων χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής εις ο καταχωρούνται τα εκδιδόμενα εντάλματα προπληρωμής κατά υπόλογον και δι’ ου παρακολουθείται η τακτοποίησις τούτων. ΣΤ΄.Βιβλίον χορηγουμένων δανείων, εις ο καταχωρούνται άπαντα τα εκάστοτε χορηγούμενα δάνεια υπό του Νομαρχιακού Ταμείου, εις Δήμους, Κοινότητας κλπ. κεχωρισμένως κατ’ οφειλέτην μετά των στοιχείων της πράξεως λήψεως των δανείων της ετησίας ή εξαμήνου τοκοχρεωλυτικής δόσεως, των τυχόν μεταβολών και των καταβληθεισών δόσεων. Εις το αυτό βιβλίον καταχωρούνται και τα μέχρι της ισχύος του παρόντος χορηγηθέντα δάνεια κατά την αυτήν τάξιν. Ζ΄.Βιβλίον λαμβανομένων δανείων, εις ο καταχωρούνται κατά χρονολογικήν σειράν άπαντα τα συναπτόμενα υπό του Νομαρχιακού Ταμείου παρά διαφόρων οργανισμών δάνεια εν χωριστή σελίδι έκαστον μετά των οφειλομένων δόσεων και την ημερομηνίαν πληρωμής εκάστης. Εις το αυτό βιβλίον καταχωρούνται ομοίως και τα μέχρι της ισχύος του παρόντος συναφθέντα δάνεια. Η΄.Βιβλίον έργων, εις ο αναγράφονται αι εργολαβίαι εκτελέσεως έργων οιασδήποτε φύσεως εν χωριστή σελίδι δι’ έκαστον έργον και κατά τον τύπον των λογιστικών βιβλίων της υπηρεσίας των Δημοσίων Έργων. Εν τω αυτώ βιβλίω καταχωρούνται και τα δι’ αυτεπιστασίας εκτελούμενα έργα. Θ΄.Βιβλίον πρακτικών συνεδριάσεων του Συμβουλίου του Νομαρχιακού Ταμείου. Ι΄.Βιβλίον κινήσεως και λειτουργίας, του μηχανικού εξοπλισμού του Νομαρχιακού Ταμείου, κατά τα οριζόμενα εκάστοτε υπό της Διευθύνσεως Τεχνικού Εξοπλισμού του Υπουργείου των Εσωτερικών. Εκ των άνω βιβλίων τα υπό στοιχ. Α,Β,Γ,Δ και Ε, τηρούνται υπό της Υπηρεσίας Δημοσίου Λογιστικού ενισχυομένης διά προσωπικού του Νομαρχιακού Ταμείου, τουλάχιστο ενός υπαλλήλου, τα δε υπόλοιπα υπό της υπηρεσίας του Νομαρχιακού Ταμείου. Σελ. 214, 40872 209-070 Απολογισμός - Ισολογισμός Άρθρ. 13.-1.Εντός δύο μηνών από της λήξεως του οικονομικού έτους, συντάσσονται ο απολογισμός και ο ισολογισμός της διαχειρίσεως του νομαρχιακού ταμείου υπό της Υπηρεσίας Δημοσίου Λογιστικού εν συνεργασία μετά της Υπηρεσίας του νομαρχιακού ταμείου και υποβάλλονται υπό του νομαρχιακού ταμείου εις το Ελεγκτικόν Συνέδριον παρά του οποίου ελέγχονται κατά τα εν τω οργανισμώ αυτού οριζόμενα. Αντίγραφον του απολογιστικού πίνακος και του ισολογισμού μετ’ αναλυτικής εκθέσεως επί του απολογισμού υποβάλλεται συγχρόνως εις τα Υπουργεία Εσωτερικών και Οικονομικών, τηρουμένων, ως προς την συγκέντρωσιν κ.λπ. των οικείων δικαιολογητικών, των οριζομένων εν τη υπ’ αριθμ. 25040/ΓΔΠ 10/18.2.61 εγκυκλίω του Υπουργείου Οικονομικών. 2.Εντός μηνός από της λήξεως εκάστου προγράμματος δημοσίων επενδύσεων (ανωτέρω άρθρ. 8 παρ. 1, 2, 3 και 7) υποχρεούνται τα νομαρχιακά ταμεία να υποβάλουν τον απολογισμόν της διαχειρίσεως των εις την διάθεσιν αυτών τεθέντων κεφαλαίων εις το Υπουργείον Συντονισμού ή τας Κεντρικάς Υπηρεσίας, κατά τα οριζόμενα εκάστοτε δια των εγκυκλίων αυτών. Ενημέρωσις Κεντρικών Υπηρεσιών Άρθρ. 14.-1.Τα νομαρχιακά ταμεία υποχρεούνται να υποβάλουν τα κάτωθι: α)Κατάστασιν κινήσεως κεφαλαίων δημοσίων επενδύσεων, ανακεφαλαιωτικήν των εν ενεργεία προγραμμάτων εμφαίνουσαν τα τεθέντα εις την διάθεσιν αυτών κεφάλαια, τας ενεργηθείσας πληρωμάς είτε δι’ εκτελεσθείσας εργασίας προόδου των έργων, είτε δι’ επιστροφάς εξ υπολοίπων εκτελεσθέντων ή ματαιωθέντων έργων και τα υφιστάμενα υπόλοιπα κατά την τελευταίαν ημέραν της καταστάσεως ταύτης, κεχωρισμένως δι’ έκαστον πρόγραμμα, κατά το εκάστοτε υπόδειγμα του Υπουργείου Συντονισμού. Η κατάστασις αύτη θα υποβάλλεται εις διπλούν την πρώτην εκάστου μηνός προς το Υπουργείον Συντονισμού (II Γενικήν Διεύθυνσιν α) Υπηρεσίαν Νομαρχιακών Έργων και β) Γραφείον λογιστικής παρακολουθήσεως). β)Δελτίον προόδου έργων δημοσίων επενδύσεων, κατ’ έργον ονομαστικώς, πλην των έργων του προγράμματος Μ.Κ.Ε. και Κ.Ε., δι’ ά θα σημειούται η πρόοδος αυτών κατά κατηγορίας έργων (γεωργικά, εξυγιαντικά και διάφορα) κατά το εκάστοτε οριζόμενον υπό του Υπουργείου Συντονισμού υπόδειγμα. Το δελτίον τούτο θα υποβάλλεται ανά τρίμηνον (την πρώτην Απριλίου, Ιουνίου, Οκτωβρίου και Ιανουαρίου) ως εξής: 2.Γ.ε.34 Νομαρχιακά Ταμεία 1)Eις το Υπουργείον Συντονισμού (ΙΙ Γενικήν Διεύθυνσιν–Υπηρεσίαν νομαρχιακών ταμείων), 2) Υπουργείον Εσωτερικών (Διεύθυνσιν Τοπικής Αυτοδιοικήσεως), 3)Υπουργείον Γεωργίας (Διεύθυνσιν Γεωργικών Εφαρμογών) και 4) Υπουργείον Κοινωνικής Προνοίας (Διεύθυνσιν Δημοσίας Υγείας–Υπηρεσίαν Εξυγιάνσεως). 2.Τα νομαρχιακά ταμεία υποχρεούνται εις το τέλος εκάστου έτους να υποβάλλουν εις το Γενικόν Λογιστήριον του Κράτους (Διεύθυνσιν Ι, Τμήμα Γ') κατάστασιν εμφαίνουσαν συνολικώς την χρηματοδότησιν (ήτοι ποίον ποσόν διετέθη διά δάνεια, διά χαριστικήν επιχορήγησιν, διά μελέτας έργων και διά κράτησιν υπέρ ΤΥΔΚ, κεχωρισμένως κατά κατηγορίας). 3.Τα δημόσια ή δημοτικά ταμεία υποχρεούνται όπως διαβιβάζωσι την πρώτην εκάστου μηνός προς τα νομαρχιακά ταμεία κατάστασιν διαχειρίσεως των κεφαλαίων των μεταφερθέντων εις αυτά διά λογαριασμόν δήμων και κοινοτήτων εμφαίνουσαν κατά δήμον ή κοινότητα και έργον α) το υφιστάμενον αδιάθετον υπόλοιπον κατά τον προηγούμενον μήνα, β) τα τεθέντα εις την διάθεσιν αυτών κεφάλαια εντός του μηνός, γ) τας ενεργηθείσας πληρωμάς και δ) τα εις χείρας των αδιάθετα υπόλοιπα εκ των κεφαλαίων τούτων κατά το τέλος του μηνός της καταστάσεως ταύτης. Επιστροφή πιστώσεων. Άρθρ.2.-Τα ετήσια έσοδα και έξοδα του νομαρχιακού ταμείου προσδιορίζονται διά του ετησίου προϋπολογισμού εσόδων και εξόδων συντασσομένου υπό του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου κατόπιν εισηγήσεων των Υπηρεσιών του Νομαρχιακού Ταμείου και της οικείας Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων και εγκρινομένου υπό των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών. Το άρθρ. 2 αντικατεστάθη ως άνω διά της υπ’ αριθ. 72057 της 4/25 Οκτ. 1976 (ΦΕΚ Β΄1306). Διαχείρισις νομαρχιακών ταμείων Άρθρ.15.-1.Εις ας περιπτώσεις εκ των εις την διάθεσιν δήμου, κοινότητος, συνεταιρισμού κλπ. τεθέντων κεφαλαίων εκ των πιστώσεων διά την εκτέλεσιν έργου τινός απέμεινε ποσόν τι αχρησιμοποίητον και υπό την προϋπόθεσιν ότι δεν υφίστανται ανειλημμέναι υποχρεώσεις εκ της εκτελέσεως του έργου εν όλω ή εν μέρει, τούτο επιστρέφεται ως έσοδον του νομαρχιακού ταμείου υπό ίδιον κεφάλαιον και άρθρον. 2.Τα τυχόν υφιστάμενα υπόλοιπα συνεχιζομένων έργων δημοσίων επενδύσεων κατά το τέλος της οικονομικής χρήσεως του νομαρχιακού ταμείου εγγράφονται εις τον προϋπολογισμόν του επόμενου έτους αυτού και διατίθενται, άνευ περιορισμού τινός εκ των κειμένων διατάξεων περί δωδεκατημορίων, μόνον διά την αποπεράτωσιν των έργων υπέρ ων εγένετο η χρηματοδότησις απαγορευομένης της διαθέσεως αυτών δι' αλλοτρίους σκοπούς ή έργα. 3.Το συμβούλιον του νομαρχιακού ταμείου δέον αμελλητί να επαναφέρη τα εν ταις προηγουμέναις παρ. 1 και 2 ποσά εις την οικείαν πρόβλεψιν των εξόδων του προϋπολογισμού του. 4.Εις ας περιπτώσεις εκ των εις την διάθεσιν των νομαρχιακών ταμείων ή υπ' αυτού προς δήμους, κοινότητας, συνεταιρισμούς κλπ. τεθέντων κεφαλαίων του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων δι' εκτέλεσιν έργων ή σύνταξιν μελετών ή ενίσχυσιν της ΤΥΔΚ παρέμεινεν αδιάθετον υπόλοιπον εξ οιουδήποτε λόγου κατά την ταχθείσαν προθεσμίαν λήξεως του οικείου προγράμματος, τούτο επιστρέφεται εις τον παρά τω Κεντρικώ της Τραπέζης της Ελλάδος λογαριασμόν "Υπουργείον Συντονισμού– Αδιάθετα υπόλοιπα περαιωθέντων έργων προς ανακατανομήν". Η παρούσα δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, η δε ισχύς αυτής άρχεται από της 1ης Ιανουαρίου 1963 και της διαχειριστικής περιόδου 1963 και εφεξής, καταργουμένης από της αυτής ως άνω χρονολογίας της προγενεστέρας υπ' αριθ. Γ.1643/4.11.1957 αποφάσεως ημών ως και των τροποποιήσεων αυτής. Άρθρ.3.-Η διαχείρισις των νομαρχιακών ταμείων ασκείται απ’ ευθείας υπό της Τραπέζης της Ελλάδος διά λογαριασμόν του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα υπό του από 20.1.1932 Δ/τος «περί διαχειρίσεως νομικών προσώπων υπό της Τραπέζης της Ελλάδος» και της υπ’ αριθ. 33833/16.2.1957 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών. (Αντί της σελ. 214, 408625) Σελ. 214,408625(α) Τεύχος 612-Σελ. 87 Νομαρχιακά Ταμεία 2.Γ.ε.33-34 2.Γ.ε.34 Νομαρχιακά Ταμεία Λογαριασμός νομαρχιακών ταμείων Άρθρ.4.-1.Εις το κεντρικόν κατάστημα της Τραπέζης της Ελλάδος τηρείται γενικός λογαριασμός υπό τον τίτλον «Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων-νομαρχιακά ταμεία», εις ον εμφανίζεται η συνολική κίνησις των εισπράξεων και πληρωμών των νομαρχιακών ταμείων. 2.Εις το εν τη έδρα εκάστου νομαρχιακού ταμείου λειτουργούν υποκατάστημα ή πρακτορείον της Τραπέζης τηρείται είς και μόνον λογαριασμός υπό τον τίτλον «Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων-νομαρχιακόν ταμείον........(ονομασία νομού)». 3.Εις πίστωσιν του κατά τ’ ανωτέρω ενιαίου λογαριασμού θα άγωνται τα ποσά τα οποία μεταφέρονται εκάστοτε προς το νομαρχιακόν ταμείον εκ του κρατικού προϋπολογισμού (είτε τακτικού, είτε δημοσίων επενδύσεων) ή εκ του προϋπολογισμού του ταμείου εθνικής οδοποιΐας, ως και άπαντα τα λοιπά έσοδα του νομαρχιακού ταμείου, καθώς και αι συνεισφοραί των ενδιαφερομένων εις χρήμα. 4.Η χρηματοδότησις των νομαρχιακών ταμείων εκ πιστώσεων του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων ενεργείται δι’ απ’ ευθείας εντολών του Υπουργείου Συντονισμού και των λοιπών Υπουργείων προς την Τράπεζαν της Ελλάδος. Τα ποσά ταύτα θα μεταφέρωνται υπό της Τραπέζης ταύτης εις πίστωσιν του εν παρ. 2 πρωτοβαθμίου ενιαίου λογαριασμού εκάστου νομαρχιακού ταμείου μετά μνείας του ειδικού φορέως και κωδικού αριθμού του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων του εντολέως Υπουργείου, όπερ βαρύνει η χρηματοδότησις και με χρέωσιν του παρ’ αυτή λογαριασμού της οικείας αποφάσεως προγράμματος (ΣΑ ή ΣΑΝΤ). 5.Η προγραμματισθείσα συνεισφορά εις χρήμα εξ ιδίων πόρων δήμων, κοινοτήτων, συνεταιρισμών κλπ. ενδιαφερομένων διά τα έργα τα χρηματοδοτούμενα εκ δημοσίων επενδύσεων, εγγραφομένη εις τον προϋπολογισμόν του νομαρχιακού ταμείου ως έσοδον, κατατίθεται εις τον εν παρ. 2 πρωτοβάθμιον λογαριασμόν του νομαρχιακού ταμείου παρά τω υποκαταστήματι ή πρακτορείω της Τραπέζης της Ελλάδος και υφ’ ους όρους ήθελεν ορίσει η σχετική απόφασις του Υπουργείου Συντονισμού (ΣΑΝΤ) ή του αρμοδίου Υπουργείου (ΣΑ). Η τοιαύτη καταβολή της συνεισφοράς των μεν δήμων και κοινοτήτων θα ενεργήται μερίμνη των οικείων δημοσίων ή δημοτικών ταμείων, εκ των παρ’ αυτοίς διαθεσίμων, κατόπιν αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου κυρουμένης υπό του Νομάρχου, των δημοσίων ή δημοτικών ταμείων υποχρεουμένων να τηρώσι τα ισόποσα των καταθέσεων τούτων ως αντίτιμα μέχρι της εκδόσεως του οικείου εντάλματος πληρωμής υπό του νομαρχιακού ταμείου διά την ισόποσον επιχορήγησιν του δήμου ή της κοινότητος και του ισοπόσου τοιούτου του δήμου ή της κοινότητος περί πληρωμής του δικαιούχου. Υπό των λοιπών δε φορέων (συνεταιρισμών κλπ.) η καταβολή ενεργείται μερίμνη των ιδίων. Διά την κατάθεσιν ταύτην θα εκδίδεται απόδειξις εις διπλούν υπό του υποκαταστήματος ή πρακτορείου της Τραπέζης της Ελλάδος κεχωρισμένως δι’ έκαστον έργον, αντίγραφον των οποίων θα παραδίδεται εις το Νομαρχιακόν Ταμείον. 6.Ο ως άνω λογαριασμός του νομαρχιακού ταμείου θα χρεούται με απάσας τας πληρωμάς τας εντελλομένας υπό της Υπηρεσίας Δημοσίου Λογιστικού. Προληπτικός έλεγχος Άρθρ.5.-1.Ουδεμία πράξις γεννώσα υποχρέωσιν εις βάρος του προϋπολογισμού του νομαρχιακού ταμείου αποφασίζεται παρά του διοικητικού συμβουλίου αυτού εάν δεν υφίσταται εις τον προϋπολογισμόν τούτου επαρκής πίστωσις. Η ύπαρξις πιστώσεως βεβαιούται, προ της εισαγωγής της σχετικής προτάσεως προς έγκρισιν εις το διοικητικόν συμβούλιον, δι’ εγγράφου σημειώσεως της αρμοδίας Υπηρεσίας Δημοσίου Λογιστικού. Δεν επιτρέπεται η μεταφορά πιστώσεων αφορωσών πάσης φύσεως έργα, πλην έργων επαρχιακής οδοποιΐας, προς επαύξησιν πιστώσεων δαπανών προσωπικού ή εξόδων λειτουργίας των Νομαρχιακών Ταμείων. 2.Επί των δαπανών των Νομαρχιακών ταμείων ασκείται πλήρης προληπτικός έλεγχος υπό του, κατά τας διατάξεις του άρθρ. 17 του Νόμ. 3200/1955 «περί διοικητικής αποκεντρώσεως» ασκούντος καθήκοντα επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου οικείου οικονομικού εφόρου, προκειμένου δε περί του Νομαρχιακού ταμείου Θεσσαλονίκης υπό του παρά τω Υπουργείω Βορείου Ελλάδος παρέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Εις ας περιπτώσεις ο οικον. έφορος, κατ’ εφαρμογήν της διατάξεως της παρ. 1(στοιχ. δ΄) του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 3620/1956, μετέχει του διοικητικού συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου, τον προληπτικόν έλεγχον ασκεί, εάν μεν υφίσταται εν τη έδρα του νομού και ετέρα οικον. εφορία, ο οικον. έφορος ταύτης, άλλως ο διευθυντής του δημοσίου ταμείου. Έκαστος τούτων αναπληρούται υπό του εις τα κύρια καθήκοντα αυτού νομίμου αναπληρωτού του. 3.«Άπαντα τα συνοδευτικά εκάστου τίτλου πληρωμής δικαιολογητικά, τηρουμένων και των εν τηυπ’ αριθ. 25040/Γ.Δ.Π.10/18.2.1961 εγκυκλίω του Υπουργείου Οικονομικών οριζομένων, ακυρούνται υπό του ασκούντος τον προληπτικόν έλεγχον δι’ ειδικού διατρητικού μηχανήματος, το οποίον θέλει σχηματίζει επί των εν λόγω δικαιολογητικών διάτρητον την λέξιν «ΕΝΤΑΛ-ΜΑ». Τα δικαιολογητικά ομού μετά του θεωρηθέντος τίτλου πληρωμής επιστρέφονται εις το Νομαρχιακόν Ταμείον». (Αντί της σελ. 214, 40863) Σελ. 214,40863(α) 270-029 Νομαρχιακά Ταμεία 2.Γ.ε.34 Η παρ. 3 ετροποποιήθη ως άνω διά της υπ’ αριθ. 126814 της 31 Μαΐου/30 Ιουν. 1965 αποφ. Υπ. Οικονομικών, Συντονισμού και Εσωτερικών (ΦΕΚ Β΄ 395). 4.Τα εκδιδόμενα υπό των δήμων και κοινοτήτων εντάλματα πληρωμής και τα συνοδευτικά αυτών δικαιολογητικά αφορώντα δαπάνας εκτελέσεως έργων εκ κεφαλαίων του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων δέον, προ της εξοφλήσεως των, να ελέγχωνται και μονογραφούνται υπό των αρμοδίων κατά τόπον δημοσίων ταμείων και να σφραγίζωνται δι’ ειδικής σφραγίδος. Προκειμένου δε περί ενταλμάτων πληρωμής παραλλήλων εξόδων ή της επιδοτήσεως του προγράμματος κοινωφελών έργων, ως και καταστάσεων πληρωμής οικονομικής ενισχύσεως υπό μορφήν μειωμένων ημερομισθίων, αμφοτέρων βαρυνόντων τον προϋπολογισμόν δημοσίων επενδύσεων (κατωτέρω άρθρ. 8 παρ. 9 και 10) απαιτείται θεώρησις των συνοδευτικών του εντάλματος πληρωμής δικαιολογητικών και υπό του επιβλέποντος την εκτέλεσιν του έργου προϊσταμένου της τεχνικής υπηρεσίας δήμων και κοινοτήτων της νομαρχίας ή του αρμοδίως εξουσιοδοτημένου βοηθού αυτού μηχανικού. Τακτικά χρηματικά εντάλματα Άρθρ.6.-1.Αι πληρωμαί του νομαρχιακού ταμείου ενεργούνται κατά κανόνα διά της εκδόσεως υπό της παρά τη οικεία νομαρχία Υπηρεσίας Δημοσίου Λογιστικού τακτικών χρηματικών ενταλμάτων εις βάρος των οικείων πιστώσεων του εγκεκριμένου προϋπολογισμού εξόδων του νομαρχιακού ταμείου επί τη βάσει των νομίμων κατά περίπτωσιν δικαιολογητικών (ίδε κατωτέρω άρθρ. 9) και μετά προηγουμένην θεώρησιν του οικείου τίτλου πληρωμής παρά του ασκούντος τον προληπτικόν έλεγχον. 2.Προ της εκδόσεως του τακτικού χρηματικού εντάλματος και του τοιούτου προπληρωμής δέον να διαπιστωθή η ύπαρξις επαρκούς πιστώσεως. Διαπιστουμένης ανεπαρκείας πιστώσεως τα δικαιολογητικά επιστρέφονται εις το νομαρχιακόν ταμείον, ίνα μεριμνήση διά την αύξησιν της πιστώσεως κατά τα κεκανονισμένα. Σελ.214,40864(α) 270-030 Χρηματικά εντάλματα προπληρωμής Άρθρ.7.-1.Κατ’ εξαίρεσιν επιτρέπεται η έκδοσις χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής (επί αποδόσει λογ/σμού) εις τας ακολούθους περιπτώσεις, τηρουμένων πάντοτε των διατάξεων του από 22.9.1923 Δ/τος «περί προπληρωμών», ως τούτο ισχύει εκάστοτε: α)Διά την πληρωμήν ημερομισθίων, προμηθειών διατετιμημένων εφοδίων υδρεύσεως, οδοιπορικών εξόδων και αποζημιώσεως εκτός έδρας υπαλλήλων δημοσίων υπηρεσιών ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου αναλαβόντων ειδικάς εργασίας του νομαρχιακού ταμείου (κατωτέρω άρθρ. 8 παρ. 2 εδάφ. β΄), καθώς και μικροπρομηθειών, ειδικώτερον καθοριζομένων εκάστοτε δι’ αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου, ως επίσης και διά την πληρωμήν δαπανών εκτελέσεως έργων ανατιθεμένων εις δημοσίας υπηρεσίας. β)Εις περίπτωσιν επειγούσης ανάγκης, κρινομένης εκάστοτε δι’ ητιολογημένης αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου, και εφ’ όσον αφορά αύτη εις την εκτέλεσιν έργων δι’ αυτεπιστασίας και προμηθειών επαρχιακής οδοποιΐας, ως και άλλων έργων δημοσίων επενδύσεων. γ)Εις τας περιπτώσεις καθ’ ας εργολάβοι (εις ους κατεκυρώθη η εκτέλεσις ή συνέχισις έργων) δυστροπούν ή αδικαιολογήτως αναβάλλουν την εκτέλεσιν των έργων τούτων, οπότε αι κατ’ εντολήν της υπηρεσίας πραγματοποιούμεναι δαπάναι προς συνέχισιν των εργασιών καταλογίζονται εις βάρος των εργολάβων. Εις την περίπτωσιν ταύτην διά την έκδοσιν του εντάλματος προπληρωμής, εκτός της αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου, απαιτείται και η γνώμη του νομαρχιακού συμβουλίου δημοσίων έργων. δ)Εις περίπτωσιν μετακινήσεως μηχανημάτων τεχν. εξοπλισμού των νομαρχιακών ταμείων διά δαπάνας προμηθείας και μεταφοράς καυσίμων διά τας ανάγκας των μετακινουμένων μηχανημάτων. Το αυτό ισχύει και διά τα κρατικά αυτοκίνητα. 2.Γ.ε.34 Νομαρχιακά Ταμεία 2.Τα ως άνω χρηματικά εντάλματα προπληρωμής εκδίδονται επ’ ονόματι μονίμου δημοσίου υπαλλήλου ως υπολόγου οριζομένου υπό του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου. Εις περιπτώσεις δε καθ’ ας αι πληρωμαί της παρ. 1 αφορούν την εκτέλεσιν πλειόνων έργων επιτρέπεται, ίνα δι’ αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου ορίζωνται πλην του πρώτου υπολόγου και είς ή πλείονες τοιούτοι δεύτεροι υπόλογοι, υπέχοντες απάσας τας ευθύνας, ας υπέχει και ο πρώτος υπόλογος. 3.Τα χρηματικά εντάλματα προπληρωμής υπόκεινται και ταύτα εις προληπτικόν έλεγχον. 4.Η αρμοδία υπηρεσία Δημοσίου Λογιστικού παρακολουθεί την απόδοσιν του λογαριασμού κατά την λήξιν της προθεσμίας, εκδίδουσα την σχετικήν απόφασιν καταλογισμού του υπολόγου επί μη αποδόσει λογαριασμού του εντάλματος προπληρωμής. Η ανάκλησις της εκδοθείσης ως άνω καταλογιστικής αποφάσεως ενεργείται διά πράξεως της αρμοδίας Υπηρεσίας Δημοσίου Λογιστικού μετά προηγούμενον έλεγχον των εις αυτήν υποβαλλομένων δικαιολογητικών και θεώρησιν διά το καλώς έχειν τούτων παρ’ αυτής και του ασκούντος τον προληπτικόν έλεγχον. 5.Εφ’ όσον οι λαμβάνοντες, κατά τας διατάξεις του παρόντος, χρηματικά ποσά δι’ ενταλμάτων προπληρωμής δεν ήθελον υποβάλει εντός δέκα πέντε ημερών από της λήξεως της ταχθείσης προθεσμίας τα οικεία δικαιολογητικά εις την αρμοδίαν Υπηρεσίαν Δημοσίου Λογιστικού, ούτοι εκτός του κατά την προηγουμένην παρ. 4 καταλογισμού αυτών, υπόκεινται-μέχρι συμπληρώσεως του ποσού δι’ ο καθυστερείται η απόδοσις λογαριασμού-εις κράτησιν πάσης φύσεως εκ του δημοσίου ταμείου αποδοχών, ην υποχρεούται να ζητήση ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Δημοσίου Λογιστικού, και να εκτελέση ο αρμόδιος ταμίας υπό ιδίαν αυτού ευθύνην. Αι κατά τα ανωτέρω κρατούμεναι αποδοχαί αποδίδονται εις τους δικαιούχους άμα τη υποβολή εις την Υπηρεσίαν Δημοσίου Λογιστικού των οικείων δικαιολογητικών, τη εντολή ταύτης προς το οικείον δημόσιον ταμείον. Ειδικαί διαδικασίαι εκτελέσεως έργων Άρθρ.8.-1.Μικρά κοινωφελή μεγαλύτερα έργα και κοινωφελή έργα. Ταύτα χρηματοδοτούνται εκ κεφαλαίων του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων και εκτελούνται υπό των φορέων των έργων (δήμων, κοινοτήτων κλπ.) κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του Β.Δ/τος από 17.10.-19.11.53 «περί ενοποιήσεως των προγραμμάτων μικρών τοπικών έργων κλπ.», του Β.Δ/τος υπ’ αριθ. 805/14.11.60 «περί προγράμματος μεγαλυτέρων έργων και μελετών αυτών των νομαρχιακών ταμείων», του Β.Δ/τος από 22.21.3.1952 «περί εκτελέσεως δημοτικών και κοινοτικών έργων» ως ταύτα μεταγενεστέρως ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν, ως και των διατάξεων της υπ’ αριθ. Ε.Ε.2539/25.2.1955 (ΦΕΚ 10/Β΄/ 1955) κοινής αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών, Γεωργίας, Κοινωνικής Προνοίας και Εσωτερικών και των εκάστοτε εκδιδομένων συναφών αποφάσεων και εγκυκλίων του Υπουργείου Συντονισμού. Κατά τας αυτάς διατάξεις εκτελούνται και τα έργα του προγράμματος «κοινωφελών έργων» περί ων η υπ’ αριθ. 11280/ΥΝΤ914/19.3.1962 κοινή απόφασις των Υπουργών Συντονισμού, Εσωτερικών και Οικονομικών και αι μεταγενέστεραι τροποποιήσεις αυτής. 2.Μελέται τοπικών έργων. Η εκ πιστώσεως δημοσίων επενδύσεων παρεχομένη προς τα νομαρχιακά ταμεία σχετική επιχορήγησις διατίθεται διά κατάρτισιν μελετών τοπικής σημασίας έργων, των οποίων η συνολική δαπάνη κατασκευής εκάστου έργου δεν υπερβαίνει το ποσόν των δραχ. 1.500.000 κατ’ ανώτατον όριον, και ων ο προγραμματισμός ανάγεται εις την αρμοδιότητα των νομαρχιακών ταμείων. (Μετά την σελ. 214, 40864) Σελ. 214, 40865 209-063 Νομαρχιακά Ταμεία 2.Γ.ε.34 Τας πιστώσεις ταύτας βαρύνουσι και αι τυχόν απαραίτητοι συναφείς εργασίαι τοπογραφήσεως, βυθομετρήσεις, γεωτρήσεις, καθώς και αι έρευναι υπεδάφους, γεωλογικαί, υδρολογικαί και υδρομετρικαί παρατηρήσεις κλπ. εφ’ όσον ενεργούνται ουχί διά γενικά έργα, αλλά διά τοιαύτα αρμοδιότητος των νομαρχιακών ταμείων, των οποίων ο προϋπολογισμός εκάστου δεν υπερβαίνει το ποσόν των δραχ. 1.500.000. Αι τοιαύται μελέται ανατίθενται δι’ αποφάσεως του συμβουλίου του νομαρχιακού ταμείου και καταρτίζονται ανεξαρτήτως του χρόνου εκτελέσεως των έργων, δυνάμεναι να ανατεθώσι και εις ειδικάς δημοσίας υπηρεσίας. Η εν λόγω επιχορήγησις δύναται να διατεθή διά την πρόσληψιν μηχανικών ή άλλου προσωπικού επί μηνιαία ή άλλη αντιμισθία διά την εκπόνησιν μελετών, κατά τα ισχύοντα εκάστοτε διά των παρά του Υπουργείου Συντονισμού, εκδιδομένων αποφάσεων. Αι μελέται αύται ανατίθενται μόνον εις ιδιώτας μηχανικούς πτυχιούχους του Ε.Μ.Π. ή ισοτίμων σχολών της αλλοδαπής, αποκλειομένης της αναθέσεως τούτων εις μονίμους ή εκτάκτους επί συμβάσει υπαλλήλους του Δημοσίου ή της ΤΥΔΚ ή των δήμων και κοινοτήτων ή άλλων Ν.Π.Δ.Δ. ενδιαφερομένων διά τα έργα. Από του έτους 1962 καταργείται η ειδική επιχορήγησις του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων, δι’ εκπόνησιν μελετών τοπικών έργων, η δε δαπάνη της καταρτίσεως αυτών θέλει βαρύνει το υπέρ της ΤΥΔΚ ποσοστόν κρατήσεων εκ των εκάστοτε εγκρινομένων πιστώσεων δημοσίων επενδύσεων του προγράμματος «κοινωφελών έργων». 3.Έργα αρμοδιότητος κεντρικών υπηρεσιών. -Τα χρηματοδοτούμενα εκ κεφαλαίων των δημοσίων επενδύσεων έργα των κεντρικών υπηρεσιών, των οποίων η εκτέλεσις ανετέθη εις τα νομαρχιακά ταμεία, εκτελούνται υπ’ αυτών κατά τας ισχυούσας διατάξεις περί εκτελέσεως δημοσίων έργων και τας ειδικάς αποφάσεις και εγκυκλίους των οικείων εντολέων Υπουργείων. 4.Έργα επαρχιακής οδοποιΐας. Προκειμένου περί έργων επαρχιακής οδοποιΐας χρηματοδοτουμένων είτε εκ κεφαλαίων κρατικού προϋπολογισμού (τακτικού ή δημοσίων επενδύσεων) είτε εξ ιδίων πόρων του νομαρχιακού ταμείου, ως προς την εκτέλεσιν αυτών ισχύουσιν αι διατάξεις του Νόμ. 3155/1955, του εις εκτέλεσιν αυτού εκδοθέντος Β.Δ. της 10 Ιουν. 1955 (ΦΕΚ 151/16.6. 1955), της υπ’ αριθ. Α.22110/4.5.1957 εγκυκλίου των Υπουργών Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, Συντονισμού και Εσωτερικών, ως και της υπ’ αριθ. Γ.14084/14.5.1957 εγκυκλίου του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων ως και των εκάστοτε εκδιδομένων εγκυκλίων εις εκτέλεσιν του ως άνω Νόμου και Β.Δ/τος. Σελ. 214, 40866 209-064 Εν περιπτώσει καθ’ ην η εκτέλεσις οιουδήποτε έργου επαρχιακής οδοποιΐας απαιτεί χρονικόν διάστημα μείζον του έτους, δύναται το Συμβούλιον του Νομαρχιακού Ταμείου δι’ αποφάσεως αυτού να βαρύνη τους προϋπολογισμούς του Νομαρχιακού Ταμείου και των, εν συνεχεία του έτους εντάξεως, επομένων οικονομικών έτων. Η καθ’ έκαστον όμως άρθρον των κεφαλαίων του προϋπολογισμού των εξόδων του Νομαρχιακού Ταμείου επιβάρυνσις δεν δύναται να υπερβαίνη το ήμισυ του εν τω προϋπολογισμώ του έτους, καθ’ ο τίθεται η επιβάρυνσις, αναγεγραμμένου ποσού. 5.Σχολικά κτίρια κλπ. στοιχειώδους εκπαιδεύσεως και μέσης παιδείας. Αι επιχορηγήσεις προς τα Νομαρχιακά Ταμεία δι’ ανέγερσιν ή αποπεράτωσιν σχολικών κτιρίων ή κατασκευήν θρανίων, θα διατίθενται περαιτέρω παρά τούτων προς τα σχολικάς εφορίας υπό μορφήν οριστικής επιχορηγήσεως εκ μέρους του Νομαρχιακού Ταμείου διά την μερίμνη και ευθύνη των σχολικών εφοριών, εκτέλεσιν των έργων τούτων, συμφώνως τη κοινή αποφάσει των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών, Παιδείας και Εσωτερικών υπ’ αριθ. 130881/22.6.1957. Δι’ ομοίας κοινής αποφάσεως δύναται να ορισθή ότι εις ειδικάς περιπτώσεις καθοριζομένας υπό του Συμβουλίου του Νομαρχιακού Ταμείου δύναται τούτο να εκτελέση απ’ ευθείας τα εν λόγω έργα. 6.Διάφορα έργα. Αι εκ πιστώσεων του τακτικού προϋπολογισμού εκάστου Υπουργείου διατιθέμεναι επιχορηγήσεις δι’ εκτέλεσιν ειδικών έργων (μικρά εξυγιαντικά κλπ.) ή επισκευήν ή συντήρησιν δημοσίων κτιρίων ή σχολικών τοιούτων, διατίθενται είτε υπ’ αυτού του Νομαρχιακού Ταμείου είτε υπό των Δήμων, Κοινοτήτων, σχολικών εφοριών κλπ. προς ας μετεβιβάσθησαν αύται εκ μέρους των Νομαρχιακών Ταμείων υπό μορφήν οριστικής επιχορηγήσεως διά την μερίμνη και ευθύνη αυτών εκτέλεσιν των εν λόγω έργων, αλλ’ εις αμφοτέρας τας περιπτώσεις, τα έργα ταύτα εκτελούνται κατά τας κειμένας διατάξεις και τα οριζόμενα υπό των αποφάσεων και εγκυκλίων των αρμοδίων Υπουργείων. 7.Αι υπέρ της ΤΥΔΚ κρατήσεις. Επί των εκάστοτε χρηματοδοτήσεων εκ δημοσίων επενδύσεων των Νομαρχιακών Ταμείων αι αντιστοιχούσαι κρατήσεις υπέρ της ΤΥΔΚ εγγράφωνται εις ίδιον άρθρον του οικείου κεφαλαίου εξόδων του προϋπολογισμού του Νομαρχιακού Ταμείου και μεταβιβάζονται προς την ΤΥΔΚ μηνιαίως και αναλόγως των αναγκών αυτής δι’ αποφάσεως του Συμβουλίου του Νομαρχιακού Ταμείου. 2.Γ.ε.34 Νομαρχιακά Ταμεία 8.Τα εν τοίς παρ.1 έως 6 έργα εκτελούνται κατά τα οριζόμενα υπό της υπ’ αριθ. 48347 (εγκ. 288) 14.9.1961 κοινής εγκυκλίου των Υπουργών Εσωτερικών και Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων. 9.Η οικονομική ενίσχυσις υπό μορφήν μειωμένων ημερομισθίων, βαρύνουσα τον προϋπολογισμόν των δημοσίων επενδύσεων καθορίζεται εκάστοτε δι’ αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού και Οικονομικών, η δε τιμή του τοιούτου ημερομισθίου διά κοινής υπουργικής αποφάσεως κατά τας κειμένας διατάξεις. Αύτη παρέχεται εις απόρους Κοινότητας των ορεινών ή ημιορεινών ή νησιωτικών περιοχών της χώρας, εφ’ όσον υφίστανται τμήματα του έργου δυνάμενα να εκτελεσθούν διά των ανειδικεύτων χειρών των ενδιαφερομένων κατοίκων. Από του οικον. έτους 1962 η οικονομική ενίσχυσις αύτη δεν δύναται να υπερβαίνη το αντίτιμον του αριθμού των ημερομισθίων των ανειδικεύτων του αναφερομένου εις το «ειδικόν φύλλον» το προσηρτημένον εις την μελέτην του έργου (όρα εδάφ. β΄, παρ.7, της υπ’ αριθ. 11.280/ΥΝΤ 914/19.3.1962 κοινής υπουργικής αποφάσεως). 10.Ως παράλληλα έξοδα εκ της οικονομικής ενισχύσεως των απόρων Κοινοτήτων, βαρύνοντα τον προϋπολογισμόν των δημοσίων επενδύσεων θεωρούνται: α)Αι προμήθειαι υλικών πάσης φύσεως ενσωματουμένων εις το έργον και απαραιτήτων διά την εκτέλεσιν αυτού, αποκλειομένων των προμηθειών εργαλείων ή μηχανημάτων εν γένει. β)Τα ημερομίσθια τεχνιτών και των βοηθών αυτών, οίτινες κατά κύριον επάγγελμα ασκούν τοιαύτην τέχνην. γ)Τα μισθώματα ή αι εργασίαι ή καύσιμα πάσης φύσεως μηχανημάτων χρησιμοποιηθέντων εις την εκτέλεσιν του έργου. δ)Αι μεταφοραί υλικών εν γένει. Η χορήγησις τοιούτων δικαιολογείται εις απόρους Κοινότητας των ορεινών ή ημιορεινών ή νησιωτικών περιοχών της υπαίθρου και δι’ εκτέλεσιν μόνον παραγωγικών έργων. Το ποσοστόν δε τούτων επί της οικονομικής ενισχύσεως της προηγουμένης παραγράφου ορίζεται εκάστοτε διά κοινής υπουργικής αποφάσεως κατά τας κειμένας διατάξεις, το δε ανώτατον ποσόν δι’ έκαστον έργον ως και το είδος αυτών αναλυτικώς, δι’ ειδικής αποφάσεως του Συμβουλίου του Νομαρχιακού Ταμείου επί τη βάσει της υφισταμένης οριστικής μελέτης του έργου. Από του οικον. έτους 1962 η υπό μορφήν παραλλήλων εξόδων οικονομική ενίσχυσις αποτελεί επιδότησιν εκ δημοσίων επενδύσεων καθοριζομένην διά κοινών αποφάσεων των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Εσωτερικών (όρα εδάφ. γ΄παρ.7 της υπ’ αριθ. 11280/ΥΝΤ 914/19.3.1962 κοινής υπουργικής αποφάσεως). 11.Τα δάνεια τα χορηγούμενα εκ του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων προς τους ενδιαφερομένους διά τα έργα της παρ. 1 είναι έντοκα και πληρωτέα εις ίσας τοκοχρεωλυτικάς δόσεις. Ο τύπος δε τόσον των δανειστικών συμβάσεων, όσον και της πράξεως λήψεως δανείου ορίζεται κατά τα συνημμένα τω παρόντι υποδείγματα. Το επιτόκιον και ο χρόνος αποπληρωμής καθορίζεται δι’ αποφάσεων των Υπουργών Συντονισμού και Οικονομικών. Προκειμένου περί δανείου του προγράμματος μικρών κοινωφελών έργων δύναται να είναι άτοκον το μέρος αυτού το οποίον είναι ίσον προς το ποσόν της οικονομικής ενισχύσεως το καταβληθέν πράγματι προς τους ενδιαφερομένους υπό μορφήν μειωμένων ημερομισθίων, κατά τα εκάστοτε καθοριζόμενα υπό των κοινών αποφάσεων των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Εσωτερικών. Η πρώτη τοκοχρεωλυτική δόσις είναι καταβλητέα εντός έτους από της παρόδου του εξαμήνου της υποχρεωτικής προθεσμίας αποπερατώσεως του έργου και πάντως ουχί πέραν του έτους από της χρονολογίας της πράξεως λήψεως του δανείου. Ειδικώτερον επί των δανείων του προγράμματος μεγαλυτέρων έργων ως προς τον ακριβή χρόνον της καταβολής των τοκοχρεωλυτικών δόσεων έχει εφαρμογήν η παρ. 1 της υπ’ αριθ. 10336/ΥΝΕ 866/10.3.1961 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού και Οικονομικών. (Μετά την σελ. 214, 40866) Σελ. 214, 40867 209-065 Νομαρχιακά Ταμεία 2.Γ.ε.34 Προκειμένου περί νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή κοινωφελών οργανισμών και ιδρυμάτων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή ομάδος αγροκτημάτων ή ατόμων απαιτείται παροχή, πλήρους ενυποθήκου ασφαλείας προς εξασφάλισιν των κεφαλαίων και των τόκων του προηγουμένου δανείου ή εγγυήσεως Τραπέζης. Περί του ποσού της ασφαλείας αποφαίνεται το συμβούλιον του νομαρχιακού ταμείου μετά γνωμοδότησιν δικηγόρου, οριζομένου υπό του Νομάρχου, επί των τίτλων ιδιοκτησίας, των εις ασφάλειαν του δανείου υποθηκευμένων κτημάτων, ή της τραπεζικής εγγυήσεως, της αμοιβής του δικηγόρου βαρυνούσης τον ενδιαφερόμενον. Η έναρξις δε της καταβολής του δανείου θα γίνεται επί τη προσαγωγή υπό του ενδιαφερομένου ή του πιστοποιητικού του οικείου υποθηκοφύλακος περί της εγγραφής της υποθήκης ή της εγγυητικής επιστολής της Τραπέζης. Η υπηρεσία του νομαρχιακού ταμείου υποχρεούται άμα τη υπογραφή της σχετικής συμβάσεως δανείου να εγγράψη αμελλητί, εις το βιβλίον χορηγουμένων δανείων (κατωτέρω άρθρον 12 στοιχ. ΣΤ΄) τα στοιχεία της συμβάσεως ταύτης ή και της τυχόν παρασχεθείσης εγγυήσεως. Η αυτή υπηρεσία δέον να διαβιβάζη εγκαίρως, εις το αρμόδιον δημόσιον ταμείον κεκυρωμένον αντίγραφον της συμβάσεως δανείου, όμοιον τοιούτον της πράξεως λήψεως δανείου ως και βεβαιωτικήν κατάστασιν εις διπλούν, εμφαίνουσαν τα στοιχεία του οφειλέτου, το ποσόν εις δραχμάς του δανείου και τας καταβλητέας δόσεις κατά ποσόν και ημερομηνίαν καταβολής των. Τα δημόσια ταμεία υποχρεούνται να καταθέτουν τα εισπραττόμενα ως άνω ποσά εκ τοκοχρεωλυτικών δόσεων εις το τέλος εκάστου μηνός εις τον παρά τω Κεντρικώ της Τραπέζης της Ελλάδος λογαριασμόν υπό τον τίτλον «Υπουργείον ΣυντονισμούΕισπράξεις εκ τοκοχρεωλυτικών δόσεων δανείων νομαρχιακών έργων» και ταυτοχρόνως να ενημερώνουν το Γενικόν Λογιστήριον του Κράτους (Διεύθυνσιν Ι-Τμήμα Γ΄) και το νομαρχιακόν ταμείον επί των γενομένων εισπράξεων δι’ αναλυτικής καταστάσεως. 12.Η παραλαβή των έργων. Άμα τη αποπερατώσει εκάστου έργου της παρ. 1 θα καταρτίζεται η τελική επιμέτρησις των εκτελεσθεισών εργασιών κατά τα οριζόμενα υπό του Β.Δ.22.2.1952 «περί εκτελέσεως δημοτικών η κοινοτικών έργων» και θα ακολουθή το ταχύτερον η παραλαβή αυτού υπό της συσταθησομένης υπό του Νομάρχου επιτροπής και η σύνταξις του απολογισμού αυτού υπό του επιβλέποντος το έργον μηχανικού, αντίγραφα των οποίων θα διαβιβάζωνται υπ’ αυτού προς την υπηρεσίαν του νομαρχιακού ταμείου διά την ενημέρωσιν του βιβλίου έργων (άρθρ.12 στοιχ. Η΄). Σελ. 214, 40868 209-066 Διά τα λοιπά έργα ή παραλαβή κλπ. ενεργείται κατά τας περί δημοσίων έργων ισχυούσας διατάξεις. Δικαιολογητικά δαπανών
292
18. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 39819/7459 της 28 Μαΐου/9Ιουλ. 1979 (ΦΕΚ Β΄ 602) Περί των δικαιολογητικών, του τρόπου πληρωμής κλπ. των εισοδηματικών ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί ή θα χορηγηθούν στους παραγωγούς καπνών, βάσει αποφάσεων της Οικονομικής Επιτροπής. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις: α)Του Ν.Δ/τος 131/5.11.1974 «περί παροχής οικονομικών ενισχύσεων εις την γεωργικήν, κτηνοτροφικήν, δασικήν και αλιευτικήν παραγωγήν». β)Του άρθρ. 26 του Ν.Δ. 321/1969 «περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού». γ)Του Νόμ. 400/1976 (Φ.Ε.Κ. 203/1976 τεύχος Α΄) «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων». δ)Τις 437/1977, 464/1977, 533/1977, 564/77, 634/1977, 645/1977, 679/1978 και 764/1978 αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής, καθώς και προγενέστερες όμοιες αποφάσεις αυτής, περί λήψεως μέτρων για τα καπνά και χορήγηση εισοδηματικών ενισχύσεων στους παραγωγούς καπνών, σύμφωνα Σελ. 312,222 Τεύχος 719 - Σελ. 140 με τα καθοριζόμενα από την 10115/460/12.1.68 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας. ε)Τη 10115/460/12.1.68 σχετική απόφασή μας, αποφασίζουμε: 1.Για τις εισοδηματικές ενισχύσεις καπνών ή συμπληρωματικά τιμήματα αυτών που χορηγήθηκαν και καταβλήθηκαν με τις ανωτέρω μνημονευόμενες αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής, καθώς και για εκείνες (εισοδηματικές ενισχύσεις) ή συμπληρωματικά τιμήματα καπνών που καταβλήθηκαν βάσει προγενέστερων όμοιων αποφάσεων αυτής, στους παραγωγούς καπνών, ισχύουν αναλόγως, τα καθοριζόμενα εν γένει (δικ/κά-τρόπος πληρωμής κλπ.) από την 10115/460/12.1.1968 απόφασή μας, όπως τούτο ορίζεται και με τις σχετικές αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής. 2.Η εν λόγω αριθ. 10115/460/12.1.1968 απόφασή μας ισχύει αναλόγως και για την καταβολή εισοδηματικών ενισχύσεων ή συμπληρωματικών τιμημάτων στους παραγωγούς καπνών, χορηγηθεισών βάσει αποφάσεων της Οικονομικής Επιτροπής που εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους 1978 και θα ισχύει και μελλοντικώς για την καταβολή των εν λόγω εισοδηματικών ενισχύσεων ή συμπληρωματικών τιμημάτων καπνών που θα χορηγούνται βάσει εκδοθησομένων από 1.1.1979 και στο εξής αποφάσεων της Οικονομικής Επιτροπής. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
108
67. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ της 16/17 Νοεμ. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 863) Αύξηση των συντάξεων των συνταξιούχων του Ταμείου Ασφάλισης Τυπογράφων και Μισθωτών Γραφικών Τεχνών. (Αντί για τη σελ. 1968,17(α) Σελ. 1968,17(β) Τεύχος 1090-Σελ. 91 Ταμείο Ασφαλίσεως Τυπογράφων και Μισθωτών Γραφικών Τεχνών(ΤΑΤ & ΜΓΤ) 39.Ο.η.55-67
331
14. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1218 της 29/29 Ιουλ. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 133) Περί αντικαταστάσεως και καταργήσεως διατάξεών τινων του Ν.Δ. 3881/1958 «περί έργων εγγείων βελτιώσεων». Άρθρ.1.-1.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 13 Ν.Δ. 3881/1958, ανωτ. αριθ. 5). 2.Οι Ο.Ε.Β. δύνανται να προσλαμβάνουν πάσης φύσεως προσωπικόν, δια την κανονικήν λειουργίαν αυτών. Αι δι’ έκαστον Ο.Ε.Β. θέσεις συνιστώνται δια του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας αυτών, εν τω οποίω θα καθορίζωνται και η κατηγορία, η ειδικότης, τα των προσόντων, τα των αποδοχών, των αδειών, του πειθαρχικού ελέγχου, των αποζημιώσεων εκτός έδρας του προσωπικού, ως και πάσα ετέρα σχετική λεπτομέρεια, αφορώσα εις την υπηρεσιακήν σχέσιν και κατάστασιν αυτού. 3.Η παρ. 3 του άρθρ. 15 του Ν.Δ. 3881/1958 καταργείται. Άρθρ.2.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 520,06(α) Τεύχος 467-10 16.Η.α.14 Εγγειοβελτιωτικά ΄Εργα
365
1. ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 22 Μαρτ./12 Μαΐου 1875 Περί συστάσεως Χρηματιστηρίου εν Πειραιεί. Το Χρηματιστήριον τούτο ουδέποτε ελειτούργησε.
356
Τροποποίηση και συμπλήρωση του Ν. 1418/1984 και άλλες διατάξεις.Άρθρο 2 1.Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν.1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: Η σύμβαση, αν δεν ορίζεται διαφορετικά στην εγκριτική απόφαση, υπογράφεται από τον προϊστάμενο της διευθύνουσας υπηρεσίας και αναφέρει τον κύριο του έργου για λογαριασμό του οποίου συνάπτεται. 2.Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν.1418/1984 προστίθενται εδάφια, που έχουν ως ακολούθως: Η εγγύηση καλής εκτέλεσης ορίζεται σε ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) του προϋπολογισμού της υπηρεσίας. Με προεδρικό διάταγμα καθορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται με τη διακήρυξη να ορίζεται μεγαλύτερο ποσοστό εγγύησης, που δεν μπορεί να υπερβεί το δέκα τοις εκατό (10%) του προϋπολογισμού της υπηρεσίας. Η εγγύηση, μέχρι του ποσού των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών, παρέχεται με εγγυητική επιστολή από ένα πιστωτικό ίδρυμα, πέραν του ποσού αυτού και μέχρι τετρακόσια εκατομμύρια (400.000.000) δραχμές με εγγυητική επιστολή από άλλο πιστωτικό ίδρυμα και πέραν των τετρακοσίων εκατομμυρίων (400.000.000) δραχμών η παρεχόμενη εγγύηση κάθε πιστωτικού ιδρύματος δεν μπορεί να υπερβεί το ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) αυτής. Τα πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν εγγυήσεις καλής εκτέλεσης προσδιορίζονται με προεδρικά διατάγματα. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ανωτέρω ποσά. Στις περιπτώσεις χαμηλών προσφορών, μπορεί να ζητηθούν από την προϊσταμένη αρχή, κατά την υπογραφή της σύμβασης, πρόσθετες εγγυήσεις που δεν μπορεί να υπερβούν το δέκα τοις εκατό (10%) του προϋπολογισμού της υπηρεσίας. 3. Η παρ. 4 του άρθρου 5 του ν.1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 4. Σε κάθε σύμβαση κατασκευής έργου ορίζεται προθεσμία για την περάτωσή του στο σύνολο και κατά τμήματα. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης ο ανάδοχος υποβάλλει το χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου σύμφωνα με τη σύμβαση. Η υπηρεσία εγκρίνει μέσα σε δέκα (10) ημέρες το χρονοδιάγραμμα με τυχόν συμπληρώσεις ή τροποποιήσεις. Η έναρξη των εργασιών του έργου από μέρους του αναδόχου δεν μπορεί να καθυστερήσει πέραν των τριάντα (30) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης. Η μη τήρηση των ανωτέρω προθεσμιών με υπαιτιότητα του αναδόχου συνεπάγεται την επιβολή των διοικητικών και παρεπόμενων χρηματικών κυρώσεων, αποτελεί λόγο έκπτωσης του αναδόχου και για τα αρμόδια όργανα του φορέα κατασκευής αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου. Παράταση των προθεσμιών γίνεται μόνον ύστερα από έγκριση της προϊσταμένης του έργου αρχής, αν οι καθυστερήσεις δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του αναδόχου. Σε κάθε περίπτωση ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την κατασκευή του έργου για επιπλέον χρονικό διάστημα ίσο προς το ένα τρίτο της συνολικής προθεσμίας του έργου και πάντως όχι μικρότερο των τριών (3) μηνών (οριακή προθεσμία). Η συνολική προθεσμία υπολογίζεται με βάση την αρχική συμβατική προθεσμία και τις τυχόν παρατάσεις που εγκρίθηκαν ύστερα από σχετικό αίτημα του αναδόχου μέσα στην αρχική συμβατική προθεσμία και δεν οφείλονται σε υπαιτιότητά του. Με τις προθεσμίες, συνολική και τμηματικές, συνδυάζεται το χρονοδιάγραμμα των εργασιών που αποτελεί συμβατικό στοιχείο. Σε περίπτωση μεταβολών των προθεσμιών ή του αντικειμένου του έργου αναπροσαρμόζεται το χρονοδιάγραμμα. Σε κάθε περίπτωση μπορεί ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής για την κάλυψη ή περιορισμό των καθυστερήσεων του έργου, στην περίπτωση που ευθύνεται γι αυτές ο ανάδοχος, να δώσει εντολή στον ανάδοχο να επιταχύνει τις εργασίες εκτελώντας τις απαραίτητες πρόσθετες εργασίες και παίρνοντας τα απαραίτητα πρόσθετα μέτρα, χωρίς καμία πρόσθετη αποζημίωση. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και στα έργα που κατασκευάζονται με μερική ή ολική αυτοχρηματοδότηση. 4. Στην παρ. 5 του αυτού άρθρου 5 του ν. 14Ι8/Ι984 προστίθενται εδάφια, που έχουν ως ακολούθως: Πρόσθετη καταβολή (πριμ) καταβάλλεται μόνον εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στη διακήρυξη δημοπράτησης του έργου ή στην απόφαση ανάθεσης, χωρίς διαγωνισμό. Η καταβολή του πριμ στον ανάδοχο γίνεται για την ταχύτερη εκτέλεση μέρους ή όλου του έργου σύμφωνα με τη σύμβαση και το χρονοδιάγραμμα και υπολογίζεται ως ποσοστό του αρχικού συμβατικού αντικειμένου. 5.Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 5 του ν.1418/1984 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής: Αν διαπιστωθεί καθ οιονδήποτε τρόπο ότι έχει γίνει άμεση ή έμμεση υποκατάσταση του αναδόχου από άλλη εργοληπτική επιχείρηση, ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής κηρύσσει έκπτωτο τον ανάδοχο, μετά γνώμη του αρμόδιου τεχνικού Συμβουλίου Δημόσιων Έργων. 6.Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 8 του αυτού άρθρου 5 του ν. 1418/1984, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 του ν. 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α), αντικαθίσταται ως ακολούθως: Αν η πληρωμή του καθυστερήσει πέρα από ένα (1) μήνα από τη λήξη της προηγούμενης προθεσμίας, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου ή του μελετητή, οφείλεται, αν υποβληθεί έγγραφη όχληση και από το χρόνο υποβολής της, τόκος υπερημερίας ίσος με το ογδόντα πέντε τοις εκατό(85%) του τόκου των εξαμηνιαίων εντόκων γραμματίων του Δημοσίου και ο ανάδοχος ή ο μελετητής μπορεί· να διακόψει τις εργασίες αφού κοινοποιήσει στη διευθύνουσα υπηρεσία ειδική έγγραφη δήλωση) Σε περίπτωση που το Δημόσιο παύσει να εκδίδει έντοκα γραμμάτια; ο τόκος υπερημερίας του παρόντος: νόμου καθορίζεται με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου. Τ. Στην παρ: 9 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο, που έχει ως εξής: Η χορήγηση οποιασδήποτε προκαταβολής γίνεται μετά την εγκατάσταση εργοταξίου από τον ανάδοχο επιτόπου του έργου. 8.Μετά το πρώτο εδάφιο· της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν:1418/1984 προστίθενται τα κατωτέρω εδάφια, που έχουν ως εξής: Ειδικώς, η παραλαβή και ο έλεγχος της ποιότητας των υλικών που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή του έργου ή, ενσωματώνονται σε αυτό, καθώς και ο χαρακτηρισμός των εδαφών, που κατασκευάζεται το έργο, γίνεται· από δύο ή· περισσότερους τεχνικούς υπαλλήλους, που ορίζονται από τη διευθύνουσα υπηρεσία. Ο ορισμός των επιτροπών αυτών ανακοινώνεται στην προϊσταμένη αρχή, η οποία μπορεί να ορίσει και άλλο υπάλληλο να συμμετάσχει στο έργο της επιτροπής. Η προϊσταμένη αρχή μπορεί σε κάθε περίπτωση να ορίσει άλλη επιτροπή για επανέλεγχο της παραλαβής υλικών και χαρακτηρισμό εδαφών και να διατάσσει τη διενέργεια εργαστηριακών ελέγχων. Σε περίπτωση που δεν επαρκεί το τεχνικό προσωπικό ή σε περίπτωση αδυναμίας να ληφθεί απόφαση λόγω διαφωνίας των υπαλλήλων, που ορίζονται σε άρτιο αριθμό, ο ανωτέρω έλεγχος και παραλαβή υλικών και ο χαρακτηρισμός εδαφών γίνεται κατά τον προσφορότερο τρόπο με απόφαση της προϊσταμένης αρχής. 9.Στην παρ. 6 του άρθρου 6 του ν. 1418/1984 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια: Ή επιτόπου των έργων παρουσία τεχνικού στελέχους ή τεχνικού υπαλλήλου της εργοληπτικής επιχείρησης είναι υποχρεωτική και ανάλογη με τη φύση και το μέγεθος του κατασκευαζόμενου έργου. Προκειμένου για έργα προϋπολογισμού πάνω από ένα δισεκατομμύριο, η αναλογία αυτή καθορίζεται τουλάχιστον σε τρεις (3) τεχνικούς ανάλογων προσόντων και πείρας, από τους οποίους ένας πρέπει να είναι διπλωματούχος ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος (Α.Ε.Ι.) και ένας πτυχιούχος τεχνολογικού εκπαιδευτικού ιδρύματος (Τ.Ε.Ι.). Η ελάχιστη τεχνική στελέχωση του εργοταξίου σε κάθε έργο μπορεί πάντα να αλλάζει με απόφαση του κυρίου ή του φορέα κατασκευής του έργου, εφόσον προβλέπεται στη διακήρυξη. Για το προσωπικό που αποτελεί την ελάχιστη αυτή στελέχωση απαιτείται προσκόμιση στη διευθύνουσα υπηρεσία βεβαίωσης του οικείου ασφαλιστικού φορέα, στην οποία θα αναγράφεται και ο χρόνος ασφάλισης των εργαζομένων. Η παράβαση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα για την εργοληπτική επιχείρηση, τα στελέχη και τους υπαλλήλους της, καθώς και για τους υπαλλήλους της διευθύνουσας υπηρεσίας. Μέ απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορεί να αναπροσαρμόζεται ο αριθμός των τεχνικών επιτόπου των έργων, ανάλογα με τον προϋπολογισμό και τη φύση του εκτελούμενου έργου. 10.Η παρ. 7 του άρθρου 6 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως ακολούθως: 7. Από κάθε πιστοποίηση λογαριασμού πληρωμής εκπονούμενης μελέτης παρακρατείται, ως πρόσθετη εγγύηση, ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) για την αρτιότητα και πληρότητα της μελέτης. Τα ποσά που παρακρατήθηκαν αποδίδονται στο μελετητή χωρίς τόκο ή άλλη αποζημίωση μετά πάροδο διετίας από την έγκριση της μελέτης. Αν στη διάρκεια του ανωτέρω χρονικού διαστήματος προκύψουν σφάλματα της μελέτης, που διαπιστώνονται είτε ύστερα από έλεγχο που μπορεί να διενεργήσει οποτεδήποτε η υπηρεσία είτε κατά την κατασκευή του έργου, καλείται ο μελετητής να προβεί στις αναγκαίες διορθώσεις, χωρίς πρόσθετη αμοιβή. Σε περίπτωση αρνήσεως, δυστροπίας ή αδυναμίας του να το πράξει, η διόρθωση των σφαλμάτων γίνεται με τον προσφορότερο, κατά την κρίση του εργοδότη της μελέτης ή του φορέα κατασκευής, τρόπο και η σχετική δαπάνη καταβάλλεται από το ανωτέρω παρακρατηθέν ποσό και, σε περίπτωση που δεν επαρκεί, το υπόλοιπο ποσό καταλογίζεται σε βάρος του μελετητή και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων. Το ανωτέρω ποσό της πρόσθετης εγγύησης μπορεί να αντικατασταθεί με εγγυητική επιστολή. Ο μελετητής του έργου είναι υποχρεωμένος να συμπράττει με την υπηρεσία του φορέα κατασκευής του έργου για την επίλυση των προβλημάτων που δημιουργούνται κατά την εφαρμογή της μελέτης του. Με προεδρικό διάταγμα μπορεί να καθορίζεται ο ρόλος και η ειδικότερη ευθύνη του μελετητή του έργου κατά τη διάρκεια της κατασκευής και να προσδιορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της αποζημίωσής του για τυχόν απασχόληση σε θέματα που δεν ανάγονται στη δική του ευθύνη. Το ανωτέρω ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) δεν παρακρατείται, εφόσον ο μελετητής προσκομίσει συμβόλαιο ασφάλισης της αρτιότητας και πληρότητας της μελέτης. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την εφαρμογή, του προηγούμενου εδαφίου. 11.Στο άρθρο 6 του ν.1418/1984 προστίθεται παρ. 9, που έχει ως ακολούθως: 9. Η παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας από όργανα του φορέα κατασκευής του έργου αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα, στην περίπτωση κατά την οποία προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των προεδρικών διαταγμάτων και κανονιστικών πράξεων, που εκδίδονται σε εκτέλεση του, η υποχρέωση να ενεργούν μέσα σε ορισμένη προθεσμία και διαφορετικά να επέρχεται αυτοδικαίως το αποτέλεσμα της παράλειψης. Για τα αδικήματα αυτά ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή το αρμόδιο όργανο των άλλων φορέων που εκτελούν δημόσια έργα, επιβάλλει τις πειθαρχικές ποινές: α) του προστίμου, μέχρις αποδοχών έξι (6) μηνών και β) την παραπομπή στο οικείο υπηρεσιακό Συμβούλιο για δυσμενή μετάθεση ή οριστική απόλυση. 12.Στην παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 1418/1984 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως κατωτέρω: Στο ως άνω ποσοστό του πενήντα τοις εκατό (50%) συμπεριλαμβάνεται και η αμοιβή συντάξεως τυχόν συμπληρωματικών μελετών του έργου ή τροποποιήσεων της μελέτης του έργου. , 13.Η παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 1418/1984, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίηση με την παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 1799/1988 (ΦΕΚ 167 Α), αντικαθίσταται ως ακολούθως: 2. Αν η αύξηση των απαραίτητων για την αρτιότητα ή λειτουργικότητα του έργου εργασιών συνεπάγεται αύξηση μεγαλύτερη του εκατό τοις εκατό (100%) της συμβατικής δαπάνης κάθε ομάδας ομοειδών εργασιών, αφού συνυπολογισθούν και οι εργασίες που τιμολογούνται με νέες τιμές μονάδας και από τη φύση τους εντάσσονται στην αντίστοιχη ομάδα, όπως οι ομάδες αυτές προσδιορίζονται με τη σύμβαση, ο ανάδοχος υποχρεούται να συνεχίσει την κατασκευή του έργου και οι εργασίες αυτές αμείβονται με καταβολή πρόσθετης αμοιβής ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%) της συμβατικής τιμής ή της νόμιμα κανονιζόμενης τιμής μονάδας νέων εργασιών. Τα ανωτέρω ισχύουν και όταν για την αρτιότητα ή λειτουργικότητα του έργου είναι αναγκαία η εκτέλεση νέων εργασιών, που δεν εντάσσονται σε καμία από τις συμβατικά προβλεπόμενες ομάδες εργασιών. Στην περίπτωση αυτή οι νέες εργασίες εντάσσονται σε ξεχωριστή ομάδα και οι τιμές των εργασιών αυτών κανονίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του π.δ/τος 609/1985, όπως κάθε φορά ισχύουν, και αν η δαπάνη της ομάδας υπερβεί το δέκα τοις εκατό (10%) του συμβατικού ποσού θα καταβάλλεται και η ανωτέρω πρόσθετη αμοιβή ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%) των τιμών. 14.Στο άρθρο 8 του ν. 1418/1984 προστίθεται παράγραφος 6, που έχει ως ακολούθως: 6. Σε κάθε έργο επιτρέπεται η σύνταξη συγκριτικών πινάκων που δεν μπορεί να υπερβούν το είκοσι τοις εκατό (20%) της συνολικής συμβατικής δαπάνης. Για τη σύνταξη συγκριτικών πινάκων πέραν του ανωτέρω ορίου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 4 του ν. 1418/1984. 15.Η παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 2. Η αναθεώρηση υπολογίζεται για τις εργασίες που πραγματικά εκτελέστηκαν μέσα στο προβλεπόμενο από το άρθρο 5 χρονοδιάγραμμα. Εργασίες που, για οποιονδήποτε λόγο, εκτελέστηκαν σε αναθεωρητική περίοδο μεταγενέστερη της προβλεπόμενης από το χρονοδιάγραμμα, θεωρούνται για τον υπολογισμό της αναθεώρησης ότι εκτελέστηκαν στην αναθεωρητική περίοδο κατά την οποία έπρεπε να εκτελεστούν. Για τις εργασίες που εκτελέστηκαν πριν από την προβλεπόμενη από το χρονοδιάγραμμα αναθεωρητική περίοδο, η αναθεώρηση υπολογίζεται με βάση το χρόνο της πραγματικής εκτέλεσης τους. Για τις εργασίες που εκτελέστηκαν μετά την πάροδο της αρχικής συμβατικής προθεσμίας, η αναθεώρηση υπολογίζεται με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν κατά την τελευταία αναθεωρητική περίοδο του αρχικού χρονοδιαγράμματος κατασκευής του έργου, εφόσον η καθυστέρηση οφείλεται σε υπαιτιότητα του αναδόχου. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλονται οι διοικητικές και οι παρεπόμενες χρηματικές κυρώσεις, που προβλέπονται στην παρ. 6 του άρθρου 15 του νόμου αυτού, καθώς και οι προβλεπόμενες από το άρθρο 36 του π.δ/τος 609/1985 ποινικές ρήτρες. 16.Το δεύτερο εδάφιο της παρ.7 του αυτού άρθρου 10 του ν. 1418/1984, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το στοιχείο δ της παρ. 21 του άρθρου 6 του ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α), αντικαθίσταται ως εξής: Στις συμβάσεις, που καθορίζονται με τον τρόπο, που προβλέπουν οι περιπτώσεις δ και ε της παρ. 4 του άρθρου 4 ή που το αντάλλαγμα συνομολογείται σε ξένο νόμισμα, καθορίζεται με τη διακήρυξη αναθεώρησης και προσδιορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της, που μπορεί να είναι ίδιος ή διαφορετικός από τον ισχύοντα τρόπο αναθεώρησης. 17.Η παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 2. Οι παραλαβές, προσωρινή και οριστική, γίνονται υποχρεωτικά μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες. Σε περίπτωση που οι προθεσμίες αυτές, που προσδιορίζονται με προεδρική διάταγμα, περάσουν άπρακτες, οι παραλαβές θεωρούνται ότι συντελέστηκαν αυτοδικαίως και ύστερα από σχετική έγγραφη όχληση του αναδόχου, και επιβάλλονται στα υπαίτια όργανα του φορέα κατασκευής του έργου οι προβλεπόμενες στην παρ.8 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου πειθαρχικές ποινές. Οι προθεσμίες αυτές αρχίζουν από τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου και εφόσον υποβληθεί από τον ανάδοχο η τελική επιμέτρηση, όπως ειδικότερα ορίζεται με προεδρικό διάταγμα. Στις επιτροπές παραλαβής των έργων τουλάχιστον ο πρόεδρος δεν ορίζεται από υπαλλήλους της διευθύνουσας υπηρεσίας. Άρθρο 3 1.Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 1418/1984 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής: Η έκδοση ή κοινοποίηση απόφασης επί της ενστάσεως μετά την πάροδο του διμήνου δεν μεταθέτει την έναρξη της ανωτέρω προθεσμίας για την άσκηση αίτησης θεραπείας. 2.Η παρ. 8 του άρθρου 12 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 8. Αν η αίτηση θεραπείας απορριφθεί με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή αν ο Υπουργός δεν εκδώσει και κοινοποιήσει την απόφαση του μέσα στην τρίμηνη προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, δικαιούται αυτός που υπέβαλε την αίτηση θεραπείας να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του επόμενου άρθρου. Η κοινοποίηση της απόφασης γίνεται μέσα στην ανωτέρω τρίμηνη προθεσμία. Σε περίπτωση που τα αρμόδια υπηρεσιακά όργανα δεν προσκομίσουν μέχρι το δεύτερο δεκαήμερο του τρίτου μήνα το σχέδιο απόφασης επί της αιτήσεως θεραπείας στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή το αρμόδιο όργανο των άλλων φορέων που εκτελούν δημόσια έργα, επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στην παρ. 8 του άρθρου 6 του νόμου αυτού. 3.Η παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 2. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των πιο πάνω διαφορών είναι το διοικητικό ή πολιτικό εφετείο της περιφέρειας στην οποία βρίσκεται το έργο. Αν το έργο εκτείνεται στην περιφέρεια δύο ή περισσότερων εφετείων, αρμόδιο καθίσταται εκείνο που ορίζει ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου, ύστερα από αίτηση αυτού που ενδιαφέρεται να ασκήσει την προσφυγή. Το διοικητικό εφετείο δικάζει σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1406/1983 και το πολιτικό εφετείο κατά τη διαδικασία ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου. 4.Η παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 3. Η υπόθεση συζητείται σε δικάσιμο που ορίζεται όσο το δυνατόν συντομότερα. Οι διάδικοι υποχρεούνται να προσκομίσουν κατά την πρώτη συζήτηση όλα τα αποδεικτικά μέσα. Οι μάρτυρες εξετάζονται αμέσως και δεν απαιτείται έκδοση προδικαστικής απόφασης ανεξαρτήτως της υφιστάμενης δικαιοδοσίας. Η παρ.1 του άρθρου 671 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει και συμπληρωματικές αποδείξεις. Το εφετείο εκδίδει την απόφασή του το ταχύτερο και αρκεί πιθανολόγηση. Οι αποφάσεις του διοικητικού εφετείου υπόκεινται σε αναίρεση για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 56 του π.δ/τος 18/1989, του δε πολιτικού εφετείου μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 559 αριθμ. 1 έως 7,9,16,17,19 και 20 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η διάταξη του άρθρου 565 παρ.2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζεται αναλόγως και στην προκειμένη περίπτωση. Εάν γίνει δεκτή η αναίρεση, το τμήμα του Αρείου Πάγου, που αποφασίζει την αναίρεση, κρατεί σε κάθε περίπτωση την υπόθεση και τη δικάζει κατ ουσία. 5.Το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 13 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: Μέσα στην ίδια δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία ασκείται και η αίτηση στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου για τον καθορισμό του αρμόδιου εφετείου σύμφωνα με την ανωτέρω παρ. 2 του άρθρου αυτού. Στην περίπτωση αυτή η δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία για την άσκηση προσφυγής αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου. 6.Στο άρθρο 13 του ν. 1418/1984 προστίθεται παρ. 6, που έχει ως εξής: 6. Σε περίπτωση που ο κύριος ή ο φορέας κατασκευής του έργου ασκήσει αναίρεση κατά της απόφασης του διοικητικού ή πολιτικού εφετείου, με αίτηση του αναδοχου μπορεί, μέχρι την εκδίκασή της, να γίνει συμβιβασμός Για το συμβιβασμό εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή του αρμόδιου οργάνου των φορέων που εκτελούν δημόσια έργα, μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Μετά την αποδοχή αυτής από τον ανάδοχο ο κύριος ή ο φορέας κατασκευής του έργου παραιτείται της αναίρεσης. Άρθρο 4 1.Το πρώτο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 15 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 1. Την κατασκευή δημόσιων έργων επιτρέπεται να αναλαμβάνουν ημεδαπές επιχειρήσεις που είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ.) και στην αντίστοιχη με το έργο κατηγορία και τάξη εγγραφής, καθώς και εργοληπτικές επιχειρήσεις Κρατών - Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. 2.Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 2. Κατασκευαστικές επιχειρήσεις χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν τα ουσιαστικά προσόντα γίνονται δεκτές στους διαγωνισμούς και μπορούν να αναλάβουν την εκτέλεση δημόσιων έργων σε όσες περιπτώσεις αυτό προκύπτει από διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. 3.Η παρ. 5 του αυτού άρθρου 15 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: 5. Οι εργοληπτικές επιχειρήσεις, που αναλαμβάνουν την εκτέλεση δημόσιων έργων, υπόκεινται στον έλεγχο της Γ.Γ.Δ.Ε. του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων για παραβάσεις στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους μπορεί να επιβάλει στις επιχειρήσεις αυτές διοικητική ποινή προστίμου μέχρι είκοσι πέντε εκατομμύρια (25.000.000) δραχμές, σύμφωνα με τα οριζόμενα με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. Με απόφαση του αυτού Υπουργού μπορεί να αυξάνεται το ανωτέρω ποσό. Παράβαση στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων είναι ιδίως η κατά την εκτέλεση του έργου έλλειψη προσήκουσας προστασίας του περιβάλλοντος ή παράλειψη μέτρων για την αποκατάστασή του, η μη λήψη μέτρων προστασίας του κοινού, η παρακώλυση λειτουργίας ή βλάβη ή καθυστέρηση στην αποκατάσταση φθορών σε άλλα δημόσια έργα ή κοινόχρηστα πράγματα. Η διοικητική αυτή ποινή είναι ανεξάρτητη από την τυχόν ποινική ή αστική ευθύνη. Το πρόστιμο της παραγράφου αυτής εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων. Η ανακοπή κατά της πράξης επιβολής του προστίμου ασκείται ενώπιον του τριμελούς διοικητικού εφετείου, το οποίο δικάζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Από το έσοδο αυτό αποδίδεται στο Ταμείο Εθνικής Οδοποιίας (Τ.Ε.Ο.) ποσοστό που καθορίζεται . με απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Οικονομικών. Με την απόφαση αυτή καθορίζεται ο τρόπος απόδοσης των σχετικών ποσών και κάθε άλλη λεπτομέρεια. 4.Στο άρθρο 15 του ν. 1418/1984 προστίθεται παρ.6, που έχει ως ακολούθως: 6. Οι εργοληπτικές επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν την εκτέλεση δημόσιων έργων και τα στελέχη των επιχειρήσεων αυτών υπόκεινται σε πειθαρχικό έλεγχο για κάθε υπαίτια αθέτηση των αναλαμβανόμενων υποχρεώσεων έναντι του κυρίου ή του φορέα κατασκευής του έργου, καθώς και για κάθε συμπεριφορά ασυμβίβαστη με την εργολαβική τους ιδιότητα και για χρήση της βεβαιώσεως χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις. Σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων ή διάπραξης άλλων παραβάσεων επιβάλλονται διοικητικές και παρεπόμενες χρηματικές κυρώσεις. Οι κυρώσεις αυτές είναι: 1)ο αποκλεισμός από δημοπρασίες της εργοληπτικής επιχείρησης μέχρι έξι (6) μήνες. 2)ο υποβιβασμός της τάξης της εργοληπτικής επιχείρησης από ορισμένες ή όλες τις κατηγορίες έργων. 3)η προσωρινή διαγραφή της εργοληπτικής επιχείρησης ή του στελέχους της από το Μητρώο που τηρεί η αρμόδια υπηρεσία της Γ.Γ.Δ.Ε., από έξι (6) μήνες έως τρία (3) χρόνια. 4)η οριστική διαγραφή της επιχείρησης ή του στελέχους της από τα τηρούμενα ως άνω Μητρώα. Η διοικητική κύρωση της περίπτωσης α επιβάλλεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας τεχνικής υπηρεσίας. Οι λοιπές διοικητικές κυρώσεις των περιπτώσεων β, γ και δ επιβάλλονται από το πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο. Η παραπομπή στο πειθαρχικό συμβούλιο γίνεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή την αρμόδια τεχνική υπηρεσία ή την προϊσταμένη αρχή. Με προεδρικό διάταγμα καθορίζεται η επιβολή παρεπόμενων χρηματικών κυρώσεων, το ύψος αυτών, που δεν μπορεί να υπερβεί τα είκοσι πέντε εκατομμύρια (25.000.000) δραχμές και τα όργανα που τις επιβάλλουν, καθώς και η σχετική διαδικασία, η συγκρότηση και λειτουργία εν γένει των πειθαρχικών συμβουλίων, πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων, στα οποία θα συμμετέχουν και εκπρόσωποι των εργοληπτικών οργανώσεων και του Τ.Ε.Ε., η πειθαρχική εν γένει διαδικασία, οι δικαιούμενοι να ασκήσουν πειθαρχική αγωγή, η άσκηση εφέσεως, οι προθεσμίες και παραγραφές, οι λόγοι αναστολής και διακοπής αυτής, οι ειδικότερες σχέσεις προς ενδεχόμενες συναφείς αποφάσεις διοικητικών, πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, ως και κάθε λεπτομέρεια σχετικά με την άσκηση του πειθαρχικού ελέγχου. Η ανακοπή κατά της πράξης επιβολής του προστίμου ασκείται ενώπιον του τριμελούς διοικητικού εφετείου, το οποίο δικάζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Για τις εργοληπτικές επιχειρήσεις, που μπορούν να αναλαμβάνουν την κατασκευή δημόσιων έργων και δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ., εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων με την οποία ρυθμίζονται όλα τα σχετικά θέματα με τις διοικητικές και παρεπόμενες χρηματικές κυρώσεις. 5.Το τελευταίο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 16 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: Με προεδρικό διάταγμα καθορίζονται τα κατώτατα όρια τεχνικής στελέχωσης της επιχείρησης, καθώς και της στελέχωσής της από άλλο επιστημονικό ή τεχνικό και βοηθητικό προσωπικό, τα κατώτατα όρια κεφαλαίων, μηχανικού εξοπλισμού, ελάχιστης καθαρής θέσης και σύνθεσης οργάνων διοίκησης της επιχείρησης και εξειδικεύονται τα ελάχιστα όρια των κριτηρίων αξιολόγησης κατά την εγγραφή της. Η ελάχιστη στελέχωση της επιχείρησης πρέπει να είναι συνεχής καθόλη τη διάρκεια λειτουργίας της και να αποδεικνύεται οποτεδήποτε με προσκόμιση βεβαίωσης ασφάλισης του προσωπικού από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα. Οποιαδήποτε μεταβολή στελεχών της εργοληπτικής επιχείρησης γίνεται ύστερα από αίτηση της επιχείρησης ή του στελέχους από την επιτροπή Μ.Ε.ΕΠ, η οποία προεγκρίνει τη μεταβολή αυτή εξετάζοντας τους προβαλλόμενους λόγους μεταβολής. 6.Στην παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 1418/1984 προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής: Ή ελάχιστη καθαρή θέση που απαιτείται να διαθέτει κάθε εργοληπτική επιχείρηση με την εγγραφή. αναθεώρηση εγγραφής και κατάταξη της στις τάξεις του Μ.Ε.ΕΠ., διαπιστώνεται από τον τελευταίο ισολογισμό της εργοληπτικής επιχείρησης και το πιστοποιητικό ορκωτών ελεγκτών και εκτιμητών, το οποίο πρέπει να έχει εκδοθεί μέσα στο τελευταίο τρίμηνο από την υποβολή της σχετικής αίτησης. 7.Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 1418/1984 τροποποιείται και αντικαθίσταται ως εξής: 2. Με τα ίδια κριτήρια της προηγούμενης παραγράφου γίνεται επίσης: α) Η κατάταξη στις κατηγορίες και τάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού που ισχύει για μία τριετία, β) η τακτική, ανά τριετία, αναθεώρηση της εγγραφής ύστερα από αίτηση της εργοληπτικής επιχείρησης και η οποία γίνεται με κριτήριο την κατασκευαστική εμπειρία της επιχείρησης και όχι την εμπειρία των στελεχών της. Σε περίπτωση παράλειψης υποβολής αίτησης επανάκρισης μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από τη συμπλήρωση της τριετίας, τεκμαίρεται η έλλειψη των προϋποθέσεων παραμονής της εργοληπτικής επιχείρησης στις κατηγορίες και τάξεις που έχει καταταχθεί και υποβιβάζεται αυτοδικαίως στην αμέσως κατώτερη τάξη για όλες τις κατηγορίες. Για τον υποβιβασμό αυτόν εκδίδεται διαπιστωτική πράξη μέσα σε ένα (1) μήνα από την πάροδο της εξηκονθήμερης προθεσμίας, γ) η έκτακτη με πρωτοβουλία της υπηρεσίας αναθεώρηση που μπορεί να γίνει οποτεδήποτε και δ) η έκτακτη, με αίτηση της επιχείρησης, αναθεώρηση που μπορεί να γίνει μόνο μετά την παρέλευση διετίας από την τελευταία τακτική αναθεώρηση. Εργοληπτική επιχείρηση που πληροί όλα τα κριτήρια του παρόντος νόμου παραμένει στις τάξεις και κατηγορίες του Μ.Ε.ΕΠ. στις οποίες είναι γραμμένη, έστω και αν στην τελευταία τριετία πριν την τακτική ή έκτακτη αναθεώρηση της δεν έχει εκτελέσει οποιαδήποτε έργα. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται άπαξ για κάθε εργοληπτική επιχείρηση. 8.Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 4 του αυτού άρθρου 16 του ν. 1418/1984 αριθμείται ως έβδομο και αντικαθίσταται ως εξής: Η σύνθεση της επιτροπής Μ.Ε.ΕΠ. ορίζεται με προεδρικό διάταγμα και στη σύνθεση αυτή περιλαμβάνονται εκτός των οργάνων δημόσιων υπηρεσιών και εκπρόσωποι του Τ.Ε.Ε., ενώσεων των τεχνικών του Μ.Ε.Κ. και επαγγελματικών εργοληπτικών ενώσεων. 9.Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: Οι τάξεις ορίζονται σε επτά για κάθε κατηγορία και ακολουθεί όγδοη τάξη, που είναι γενική. 10.Μετά το ανωτέρω τέταρτο εδάφιο της αυτής παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 1418/1984 προστίθενται εδάφια πέμπτο, έκτο και έβδομο, που έχουν ως εξής: Στην όγδοη (Η) τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. κατατάσσονται μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του σχετικού προεδρικού διατάγματος, μετά από αίτησή τους, εργοληπτικές επιχειρήσεις που είναι εγγεγραμμένες στην έβδομη (Ζ) τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. σε πέντε κατηγορίες έργων από τριετίας και να είναι εγγεγραμμένες στη Ζ τάξη από εξαετίας σε δύο τουλάχιστον κατηγορίες έργων, εφόσον πληρούν και τις υπόλοιπες προβλεπόμενες προϋποθέσεις της Η τάξης. Αίτηση για εγγραφή στην Η τάξη μπορεί να υποβάλλουν μέσα σε μία διετία και εταιρείες που θα προέλθουν από συγχώνευση δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων, που έχουν εγγραφεί στη Ζ τάξη Μ.Ε.ΕΠ. από τριετίας και καλύπτουν αθροιστικά πέντε κατηγορίες έργων στη Ζ τάξη. Ειδικά, η εγγραφή και η αναθεώρηση εγγραφής στις τάξεις Ζ και Η του Μ.Ε.ΕΠ. γίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, μετά από γνώμη της επιτροπής Μ.Ε.ΕΠ.. 11.Το ένατο εδάφιο της αυτής παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: Επιχειρήσεις που θα συσταθούν μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού για πρώτη φορά κατατάσσονται μέχρι και την πέμπτη τάξη, με βάση την εμπειρία των στελεχών τους. 12.Στην παρ. 6 του αυτού άρθρου 16 του ν. 1418/1984 προστίθενται τα εξής δύο εδάφια: Εντός τριμήνου όλες οι εργοληπτικές επιχειρήσεις που είναι γραμμένες στις τάξεις Ε, ΣΤ και Ζ του Μ.Ε.ΕΠ. υποχρεούνται να υποβάλουν αίτηση επανάκρισης για την κατάταξη τους στην αντίστοιχη κατηγορία και τάξη, ανάλογα με τις προϋποθέσεις που θέτει ο παρών νόμος και τα σχετικά προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις. Επιχειρήσεις, που δεν θα υποβάλουν αίτηση μέσα στην προθεσμία αυτή, διαγράφονται αυτοδικαίως από το Μ.Ε.ΕΠ.. Για τη διαγραφή αυτή εκδίδεται διαπιστωτική πράξη μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της σχετικής αίτησης. Η υπηρεσία ανακοινώνει την κατάταξη της εργοληπτικής επιχείρησης στο Μ.Ε.ΕΠ. μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης. Κατ εξαίρεση, ελληνικές ανώνυμες τεχνικές εταιρίες, που είχαν εργοληπτικό πτυχίο Ε* τάξεως κατά την έναρξη της ισχύος του ν. 1418/1984 και οι οποίες ανέπτυξαν αποκλειστική εργοληπτική δραστηριότητα εκτός της ελληνικής επικράτειας και δεν οριστικοποίησαν την προσωρινή κατάταξη τους στη Ζ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ., μπορούν να υποβάλουν αίτηση επανάκρισης στη Ζ και κατάταξης στην Η τάξη, εφόσον έχουν τις προβλεπόμενες νόμιμες προϋποθέσεις για κατάταξη στις τάξεις αυτές και προσκομίσουν πιστοποιητικά εκτέλεσης έργων στην αλλοδαπή και τους ισολογισμούς που δημοσίευσαν και δημοσιεύουν στην Ελλάδα και στις χώρες που ανέπτυξαν δραστηριότητα και έχουν εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις τους προς το Ελληνικό Δημόσιο. 13.Η ισχύς της παραγράφου 11 του άρθρου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος. Οι προθεσμίες, που προβλέπονται στις παραγράφους 10 και 12, αρχίζουν από τη δημοσίευση του σχετικού προεδρικού διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 14.Στην παρ. 7 του άρθρου 16 του ν. 1418/1984 προστίθενται τα κατωτέρω εδάφια που έχουν ως ακολούθως: Το όριο του ανεκτέλεστου υπόλοιπου εργασιών κάθε έργου διαπιστώνεται με προσκόμιση βεβαίωσης του Μ.Ε.ΕΠ. ή της αρμόδιας υπηρεσίας που εκτελεί το αντίστοιχο έργο και εκδίδεται μέσα στο προηγούμενο τρίμηνο πριν από την ημερομηνία δημοπράτησης του έργου. Σε άλλη βεβαίωση θα περιγράφεται επίσης η καλή και εμπρόθεσμη ή μη εκτέλεση του έργου και η τήρηση ή μη του εγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος. Η παράλειψη της υπηρεσίας να εκδώσει βεβαίωση, ύστερα από γραπτή αίτηση του αναδόχου, αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα του αρμόδιου υπαλλήλου. Οι βεβαιώσεις αυτές είναι απαραίτητες για την εργοληπτική επιχείρηση, καθ οιονδήποτε τρόπο και αν συμμετέχει στην κατασκευή του έργου. Εάν διαπιστωθεί ότι έγινε παράλειψη ή απόκρυψη ή ψευδής δήλωση στοιχείων από εργοληπτική επιχείρηση, κατά τη δημοπρασία ή σε οποιοδήποτε στάδιο κατασκευής του έργου από τον ανάδοχο, επιβάλλονται στην επιχείρηση και τα υπαίτια στελέχη της οι προβλεπόμενες διοικητικές και παρεπόμενες χρηματικές κυρώσεις. Στο όριο του ανεκτέλεστου υπόλοιπου εργασιών δεν υπολογίζονται τα έργα που κατασκευάζονται με μερική ή ολική αυτοχρηματοδότηση. Οι εργοληπτικές επιχειρήσεις των τάξεων Ε, ΣΤ, Ζ και Η μπορούν να συμμετέχουν αυτοτελώς σε δημοπρασία πέραν του προβλεπόμενου ορίου κατά τάξη και κατηγορία, μέχρι του τριπλάσιου της καθαρής τους θέσης και πάντως όχι μεγαλύτερου του διπλάσιου προβλεπόμενου ορίου για κάθε τάξη και κατηγορία. Με αυτό το όριο μπορεί να υπολογίζεται και το υπόλοιπο ανεκτέλεστο, προκειμένου να γίνει δεκτή η προσφορά της εργοληπτικής επιχείρησης. Οι εργοληπτικές επιχειρήσεις μπορεί να συμμετέχουν στη δημοπρασία και σε κοινοπραξία με εργοληπτική επιχείρηση της ίδιας ή της αμέσως ανώτερης τάξης και κατηγορίας. Σε περίπτωση που κοινοπρακτούν τρεις εργοληπτικές επιχειρήσεις Ζ τάξης της αυτής κατηγορίας, μπορούν να συμμετέχουν σε δημοπρασία προϋπολογισμού μέχρι του 2,5 του ορίου της τάξης τους, με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα. Ειδικά, οι επιχειρήσεις Η τάξης μπορεί να κοινοπρακτούν με επιχειρήσεις Ζ τάξης της αυτής κατηγορίας του δημοπρατούμενου έργου. Κατά τον έλεγχο του ορίου ανεκτέλεστου υπόλοιπου εργασιών για τις κοινοπραξίες αθροίζονται τα επί μέρους στοιχεία της κάθε επιχείρησης, κατά το ποσοστό συμμετοχής της στην κοινοπραξία. Σε κάθε δημοπρασία η εργοληπτική επιχείρηση καταθέτει και βεβαίωση καταβολής των προβλεπόμενων στο άρθρο 20 του ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α) τελών για τα μηχανήματα έργων. 15.Στο άρθρο 17 του ν. 1418/1984 προστίθενται οι ακόλουθοι τρεις παράγραφοι 12, 13 και 14 που έχουν ως εξής: 12. Οι εγγεγραμμένοι στο Μ.Ε.Κ. τεχνικοί και άλλες ειδικότητες διαγράφονται αυτοδικαίως με τη συμπλήρωση του εβδομηκοστού δεύτερου έτους της ηλικίας τους. Για τη διαγραφή αυτή εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη το μήνα Δεκέμβριο κάθε χρόνου. Για τους εγγεγραμμένους στα νομαρχιακά μητρώα η αυτοδίκαιη διαγραφή γίνεται με τη συμπλήρωση του εξηκοστού πέμπτου έτους της ηλικίας τους. Για τη διαγραφή από τα νομαρχιακά μητρώα εκδίδεται κατά νομαρχία σχετική διαπιστωτική πράξη επίσης μέσα στο μήνα Δεκέμβριο κάθε χρόνου. 13.Τεχνικοί υπάλληλοι ή υπάλληλοι με άλλες ειδικότητες, που συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός εκάστοτε προσδιορίζεται και στον οποίο περιλαμβάνονται και αυτοί των κοινωφελών οργανισμών, τραπεζών του δημόσιου τομέα, Δ.Ε.Η., Ο.Τ.Ε. και γενικά επιχειρήσεων που ελέγχονται από το Δημόσιο, δεν επιτρέπεται να στελεχώνουν επί μία διετία εργοληπτικές επιχειρήσεις και να έχουν οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή μίσθωσης έργου με τις εργοληπτικές επιχειρήσεις Μ.Ε.ΕΠ. μέσα στο πρώτο έτος από τη συνταξιοδότησή τους. Επίσης, για μία διετία δεν εγγράφονται οι ανωτέρω συνταξιούχοι στο μητρώο μελετητών ούτε χορηγείται πτυχίο μελετητή και ισχύουν γενικά οι περιορισμοί του προηγούμενου εδαφίου. Η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή για τους συνταξιούχους που στελεχώνουν ή έχουν οποιαδήποτε σχέση με εργοληπτικές επιχειρήσεις μετά τρίμηνο χρονικό διάστημα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Παράβαση των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων, καθ οιονδήποτε τρόπο διαπιστούμενη, επιφέρει την αυτοδίκαιη διαγραφή της επιχείρησης από το Μ.Ε.ΕΠ. και του τεχνικού από το Μ.Ε.Κ.. Για τη διαγραφή αυτή εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. Στα νομαρχιακά μητρώα απαγορεύεται η εγγραφή οποιουδήποτε συνταξιούχου. 14.Με προεδρικό διάταγμα μπορεί να ιδρυθεί οργανισμός με μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, στον οποίο μεταβιβάζονται οι αρμοδιότητες των άρθρων 15, 16 και 17 του ν. 1418/1984, που αναφέρονται σε θέματα εγγραφής και αναθεώρησης εγγραφής. με την επιφύλαξη των διατάξεων για την εγγραφή και αναθεώρηση εγγραφής στις τάξεις Ζ και Η του Μ.Ε.ΕΠ., καθώς και τήρησης του Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ.) και του Μητρώου Εμπειρίας Κατασκευαστών (Μ.Ε.Κ.), που εποπτεύεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα ορίζονται οι αρμοδιότητες της εποπτείας, τα της διοικήσεως του άνω οργανισμού, η στελέχωσή του, ο τρόπος λειτουργίας των επιτροπών κατάταξης και αναβάθμισης των πτυχίων στα μητρώα Μ.Ε.ΕΠ. και Μ.Ε.Κ., οι πόροι αυτού, που προέρχονται από τέλη και εισφορές των εργοληπτικών επιχειρήσεων του Μ.Ε.ΕΠ. και των τεχνικών του Μ.Ε.Κ. και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία του. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα μπορεί να ορίζεται ότι μέχρι την ολοκλήρωση της στελέχωσης των υπηρεσιών του άνω οργανισμού είναι δυνατή η απόσπαση προσωρινά στον οργανισμό του αναγκαίου αριθμού υπαλλήλων εκ των υπηρετούντων στις υπηρεσίες του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., που είναι αρμόδιες για την τήρηση των μητρώων Μ.Ε.ΕΠ. και Μ.Ε.Κ.. Οι δαπάνες λειτουργίας του ανωτέρω νομικού προσώπου θα βαρύνουν τους πόρους του. Ί6. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής: Επιπλέον, κατά των παραβατών επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων διοικητική ποινή μέχρι είκοσι πέντε εκατομμύρια (25.000.000) δραχμές, όπως ειδικότερα ορίζεται με προεδρικό διάταγμα και το ποσό αυτό αυξάνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. Η ανακοπή κατά της πράξης επιβολής του προστίμου ασκείται ενώπιον του τριμελούς διοικητικού εφετείου, το οποίο δικάζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό*. Άρθρο 5 1.Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 679/1977 (ΦΕΚ 245 Α) αντικαθίσταται ως εξής: Το ποσοστό αυτό δεν είναι δυνατόν να οριστεί ανώτερο από πέντε (5%) ούτε κατώτερο από τρία (3%) τοις εκατό. 2.Στο άρθρο 8 του ν. 679/1977 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3: 3. Στο μόνιμο και με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου προσωπικό, που υπηρετεί σε κάθε Ειδική Υπηρεσία Δημόσιων Έργων, καθώς και σε αυτό που συμβάλλει με οποιονδήποτε τρόπο στην προώθηση της εκτέλεσης του έργου (μελέτη - κατασκευή) της υπηρεσίας αυτής, χορηγείται πρόσθετη αμοιβή με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, το ύψος της οποίας είναι ανάλογο με τον κλάδο που ανήκει, τις ειδικές γνώσεις και εμπειρία και το αντικείμενο του έργου ή της εργασίας που του ανατίθεται, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη. Η αμοιβή αυτή καταβάλλεται επίσης στους Επιθεωρητές Δημόσιων Έργων και στα μέλη κάθε επιτροπής αξιολόγησης και ανάθεσης έργων και κάθε επιτροπής διαπραγμάτευσης, είτε είναι υπάλληλοι ή καθηγητές Α.Ε.Ι. είτε ιδιώτες, καθώς και στα μέλη επιτροπών που συστήνονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων για την επεξεργασία ειδικών θεμάτων, καθορίζεται ανάλογα με το επιστημονικό αντικείμενο, τον τομέα ευθύνης που αναλαμβάνουν τα μέλη και το χρόνο απασχόλησής τους. Η αμοιβή καταβάλλεται εφάπαξ στο τέλος της εργασίας σε όλα τα μέλη των ανωτέρω επιτροπών και στα μέλη των επιτροπών που συγκροτήθηκαν για εισήγηση ανάθεσης, για την αξιολόγηση των προσφορών, καθώς και για επεξεργασία ειδικών θεμάτων για τα έργα Ζεύξη Ρίου - Αντιρρίου, Ζεύξη Πρέβεζας - Ακτίου και ΜΕΤΡΟ Θεσσαλονίκης ή άλλες τέτοιες επιτροπές που έχουν συγκροτηθεί για άλλα έργα και δεν έχουν περατώσει το έργο τους. Η ανωτέρω πρόσθετη και εφάπαξ αμοιβή, μαζί με κάθε άλλη πρόσθετη αμοιβή δεν μπορούν μηνιαίως να υπερβαίνουν το σύνολο των αποδοχών της οργανικής θέσης του άνω προσωπικού. Η αμοιβή των ιδιωτών δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτή των Καθηγητών Α.Ε.Ι.. Οι δαπάνες των ανωτέρω αμοιβών βαρύνουν τις πιστώσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, χωρίς να απαιτείται γνώμη του Συμβουλίου Δημόσιων Έργων. 3.Στο άρθρο 8 του ν. 679/1977 προστίθεται παράγραφος 4, που έχει ως εξής: 4. Για τη διεξαγωγή του έργου κάθε Ειδικής Υπηρεσίας Δημόσιων Έργων προσλαμβάνεται το αναγκαίο ειδικευμένο τεχνικό και διοικητικό προσωπικό, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α). Όλες οι προσλήψεις του προσωπικού, συμπεριλαμβανομένων και συνταξιούχων, γίνονται και οι αποδοχές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη και οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τις πιστώσεις του έργου, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού, χωρίς να απαιτείται γνώμη του Συμβουλίου Δημόσιων Έργων. Η ανανέωση της σύμβασης κάθε υπαλλήλου γίνεται, ύστερα από έκθεση της προϊσταμένης αρχής, στην οποία βεβαιώνεται ότι ο υπάλληλος εκπλήρωσε σε ικανοποιητικό βαθμό τα ανατιθέμενα σε αυτόν καθήκοντα, εξασφαλίζοντας πλήρως τα συμφέροντα του Δημοσίου. Το ανωτέρω προσωπικό δεν δικαιούται καμιάς αποζημίωσης σε περίπτωση μη ανανέωσης της σύμβασης ή απόλυσης λόγω περαιώσεως του έργου. Σε περίπτωση συμμετοχής, του προσωπικού που απολύθηκε λόγω περαιώσεως του έργου, σε προκήρυξη πλήρωσης θέσεων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 15-19 του ν. 2190/1994, το προσωπικό αυτό προηγείται στον πίνακα κατατάξεως όλων των υποψηφίων, των περιπτώσεων, που προβλέπονται στο εδάφιο 2 και επόμενα της παρ. 3 του άρθρου 21 του ανωτέρω νόμου. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να ορίζονται κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη προϊστάμενοι των Ε.Υ.Δ.Ε. και των τμημάτων αυτών, από το ανωτέρω προσωπικό, καθώς και από το μόνιμο προσωπικό της Γ.Γ.Δ.Ε. με υπερδεκαετή πραγματική υπηρεσία. Επίσης, για την εκτέλεση (μελέτη - κατασκευή) του έργου ή μέρους αυτού και ειδικότερα για το σχεδιασμό, μελέτη, έλεγχο μελέτης, διοίκηση και επίβλεψη του έργου της κάθε Ειδικής Υπηρεσίας Δημόσιων Έργων, καθώς και για τις ανάγκες μηχανογράφησης των υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε. του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., επιτρέπεται η ανάθεση καθηκόντων συμβούλου οποιασδήποτε ειδικότητας (τεχνικού, οικονομικού συμβούλου, συμβούλου οργανώσεως κ.λπ.) σε ημεδαπά ή αλλοδαπά, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για να παράσχουν τις υπηρεσίες τους, που απαιτούνται για την υλοποίηση και εκτέλεση των έργων αυτών. Η ανάθεση γίνεται με σύμβαση, ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Κατασκευών των κεντρικών υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε. του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., στην οποία Προσδιορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις ανάθεσης, οι παρεχόμενες από το Σύμβουλο υπηρεσίες και η σχετική αμοιβή, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη και των διατάξεων για τις αμοιβές των μηχανικών, και οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τις πιστώσεις του έργου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, μπορεί να εφαρμόζονται οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων, ολικά ή μερικά, σε συγκεκριμένο έργο ή τμήμα έργου ή ομάδας έργων εθνικού ή διανομαρχιακού ή νομαρχιακού επιπέδου, που εκτελούνται από το Δημόσιο ή φορείς του δημόσιου τομέα και να ρυθμίζονται όλα τα σχετικά θέματα. 4.Σε όσους υπαλλήλους του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του αυτού Υπουργείου, πλην αυτών που υπηρετούν στις Ε.Υ.Δ.Ε., που συστήθηκαν ή συστήνονται κατά το άρθρο 5 του ν. 679/1977, που αποδεδειγμένα συνέβαλαν στην, από απόψεως τεχνικής, λειτουργικής και πλέον οικονομικής, κατασκευή του έργου, μέσα στις συμβατικές προθεσμίες, εξασφαλίζοντας πλήρως τα συμφέροντα του Δημοσίου, μπορεί, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, να καταβληθεί πρόσθετη αμοιβή από τις πιστώσεις του συγκεκριμένου έργου, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερη του ποσοστού δύο τοις εκατό (2%) του προϋπολογισμού του έργου. Με όμοια απόφαση καθορίζεται κάθε θέμα που σχετίζεται με τις προϋποθέσεις και τα ειδικότερα κριτήρια ποιοτικής και ποσοτικής απόδοσης, το ύψος και η διαδικασία καταβολής της αμοιβής, ως και κάθε αναγκαία σχετική λεπτομέρεια. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται ανάλογα και για το προσωπικό, που υπηρετεί με τοποθέτηση ή απόσπαση στη Γ.Γ.Δ.Ε. του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., εφόσον συμβάλλει στον ανωτέρω σκοπό. Η ανωτέρω πρόσθετη αμοιβή μαζί με τις λοιπές πρόσθετες αμοιβές των υπαλλήλων δεν μπορούν μηνιαίως να υπερβαίνουν τα 3/5 του συνόλου των αποδοχών της οργανικής θέσης των ανωτέρω υπαλλήλων. 5.Οι δαπάνες, για την πρόσληψη προσωπικού με σύμβαση ορισμένου χρόνου (εποχιακό) για τη λειτουργία και φύλαξη των αντλιοστασίων των φραγμάτων αρμοδιότητας Γ.Γ.Δ.Ε., βαρύνουν τις πιστώσεις των έργων συντήρησης αυτών του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων. 6.Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να ιδρύονται νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου χωριστά για κάθε μεγάλο έργο ύψους άνω των είκοσι πέντε δισεκατομμυρίων (25.000.000.000) δραχμών με τη μορφή της ανώνυμης εταιρίας. Με τις αποφάσεις αυτές προσδιορίζεται το συγκεκριμένο έργο, την πραγματοποίηση του οποίου αναλαμβάνει η εταιρεία και καθορίζεται κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Τα νομικά αυτά πρόσωπα εφεξής θα διέπονται από τις διατάξεις του κωδικοποιημένου νόμου 2190/1920, όπως κάθε φορά ισχύει, εφόσον δεν τροποποιούνται από τις διατάξεις του νόμου αυτού. 7.Σκοπός των εταιριών αυτών είναι: 1)Η ολική ή μερική μελέτη, κατασκευή, επέκταση, συντήρηση, οργάνωση, εξοπλισμός και εκμετάλλευση κάθε είδους έργου υποδομής, καθώς και η διοίκηση, επίβλεψη και παρακολούθησή τους. 2)Η ολική η μερική ανάθεση, απευθείας, εφόσον αυτό επιτρέπεται από τις κείμενες διατάξεις ή με διαγωνισμό σε τρίτους, της μελέτης και/ή κατασκευής και/ή επέκτασης και/ή συντήρησης και/ή οργάνωσης και/ή εξοπλισμού και/ή εκμετάλλευσης των έργων υποδομής για τα οποία έχουν συσταθεί, καθώς και της επίβλεψης και/ή παρακολούθησης της εκτέλεσης των σχετικών συμβάσεων και του ελέγχου των σχετικών μελετών. 3)Η παροχή συμβουλών και η εισήγηση σε θέματα σχετικά με τα παραπάνω. 8.Η εκπόνηση των μελετών και η εκτέλεση των έργων των εταιριών, καθώς και οι συναφείς Προμήθειες και εργασίες γίνονται κατ εξαίρεση από κάθε κείμενη διάταξη, πλην εκείνων του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σχετική με την ανάθεση μελετών και εκτέλεση δημόσιων έργων και τη διενέργεια κρατικών προμηθειών. Τα πλαίσια των διαδικασιών καθορίζονται με κανονισμούς που εγκρίνονται από τους εποπτεύοντες υπουργούς και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 9.Για την εκπλήρωση του σκοπού τους, οι εταιρείες μπορούν ενδεικτικά: α) να συνεργάζονται με οποιοδήποτε νομικό ή φυσικό πρόσωπο, με οποιονδήποτε τρόπο, να αντιπροσωπεύουν οποιαδήποτε επιχείρηση ημεδαπή ή αλλοδαπή με όμοιους ή παρεμφερείες σκοπούς, να συνάπτουν συμβάσεις προς εξεύρεση οικονομικών τόρων, στις οποίες το Ελληνικό Δημόσιο δύναταί να χορηγεί την εγγύησή του, δ) να αναθέτουν καθήκοντα συμβούλου σε ημεδαπά ή αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα. 10.Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού εγκρίνεται το καταστατικό των εταιρειών, που θα περιλαμβάνει το ύψος του μετοχικού κεφαλαίου, τον τρόπο κάλυψης αυτού και τον αριθμό και το είδος των μετοχών της εταιρείας, τα ονόματα των μελών του πρώτου διοικητικού συμβουλίου, καθώς και όλες τις λοιπές διατάξεις που απαιτούνται σύμφωνα με τον κωδικοποιημένο νόμο 2190/ 1920, όπως κάθε φορά ισχύει. 11.Οι εταιρείες λειτουργούν για χάρη του δημόσιου συμφέροντος, είναι επιχειρήσεις κοινής ωφελείας και διέπονται από τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Οι εταιρείες δεν υπάγονται στην κατηγορία των οργανισμών και επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα ούτε στις διατάξεις που διέπουν εταιρείες που ανήκουν άμεσα ή έμμεσα στο Δημόσιο. Οι μετοχές τους ανήκουν αποκλειστικά στο Ελληνικό Δημόσιο. Η εποπτεία επί των εταιρειών ασκείται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και τον κατά περίπτωση αρμόδιο υπουργό και περιλαμβάνει: 1)Την έγκριση των κανονισμών που θα καθορίζουν τα πλαίσια των διαδικασιών εκπόνησης των μελετών και εκτελέσεως των κάθε είδους έργων που ανήκουν στους σκοπούς των εταιρειών αυτών. 2)Την υποβολή σε αυτούς, για την τελική έγκριση του προϋπολογισμού, της έκθεσης των πεπραγμένων και του ισολογισμού των εταιρειών αυτών. 3)Την ενημέρωσή τους από το Δ.Σ. της κάθε εταιρείας για την πορεία των εργασιών της. 12.Η στελέχωση των εταιρειών γίνεται με προσωπικό που προσλαμβάνεται είτε με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, αορίστου χρόνου, είτε με σύμβαση που θα διαρκεί όσο απαιτείται για την εκτέλεση του έργου για το οποίο γίνεται η πρόσληψη. 13.Με απόφαση των υπουργών που ασκούν την εποπτεία στις εταιρείες καθορίζεται ο ανώτατος αριθμός των προσώπων, που μπορεί να προσληφθούν για κάθε έργο, καθώς και η νομική μορφή της απασχόλησής τους. 14: Ο έλεγχος της διαχείρισης των οικονομικών των εταιρειών ενεργείται από ορκωτούς ελεγκτές που υποβάλλουν αντίγραφο της έκθεσής τους στους εποπτεύοντες υπουργούς. 15.Οι εταιρείες απολαύουν όλων των διοικητικών, οικονομικών και δικαστικών ατελειών, καθώς και όλων των δικονομικών προνομίων του Δημοσίου. Οι διατάξεις του Κώδικα Δικών Δημοσίου εφαρμόζονται και στις εταιρείες αυτές. 16.Σε κάθε σύμβαση που υπογράφεται από τις εταιρείες μπορεί να περιλαμβάνεται ρήτρα επίλυσης των σχετικών διαφορών με διαιτησία. 17.Οι εταιρείες απαλλάσονται από κάθε δημόσιο, κοινοτικό, λιμενικό ή δικαστικό τέλος ή άλλο φόρο, άμεσο ή έμμεσο, εισφορά υπέρ τρίτου, δικαίωμα και κράτηση, και συμπαρομαρτούντες φόρους και τέλη, εκτός του Φ.Π.Α.. 18.Οι διατάξεις των άρθρων 38, 39 και 40 του ν. 2160/1993 (ΦΕΚ 118 Α) καταργούνται. 19.Οι ανωτέρω διατάξεις των παρ. 6 μέχρι 17 του παρόντος άρθρου μπορούν να εφαρμοσθούν και για κάθε έργο ή τμήματα έργου, που έχει ανατεθεί η εκτέλεσή τους ή έχει προκηρυχθεί η δημοπράτησή τους. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, παραχωρούνται και μεταβιβάζονται στην ιδρυόμενη εταιρεία χωρίς αντάλλαγμα, όλα τα πάσης φύσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις του Δημοσίου που απορρέουν από τη σύμβαση ή συμβάσεις κατασκευής του έργου που καταρτίστηκαν ή από τη διακήρυξη δημοπράτησης του έργου ή τμήματος έργου, η δε εταιρεία υποκαθιστά το Δημόσιο σε όλες ανεξαιρέτως τις διατάξεις των συμβάσεων ή των διακηρύξεων δημοπράτησης των έργων. Δεν μεταβιβάζονται στην εταιρεία υποχρεώσεις του Δημοσίου από συμβάσεις εκτελούμενων έργων, που τυχόν θα προέλθουν μέχρι την ημερομηνία ανάληψης του έργου από την εταιρεία. Άρθρο 6 1.Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στις συμβάσεις έργων ή μελετών που θα δημοπρατηθούν ή θα ανατεθούν με σχετικές αποφάσεις, από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. 2.Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 2, της παρ. 1 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, καθώς και των παρ. 9 και 10 του άρθρου 4 του ν. Ϊ4Ϊ8/Ϊ984, που προστίθενται με την παρ. 6 του άρθρου 1 του νόμου αυτού, εφαρμόζονται στις συμβάσεις έργων που θα δημοπρατηθούν ή θα ανατεθούν με σχετικές αποφάσεις, χωρίς διαγωνισμό, μετά δίμηνο από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. 3.Ειδικά για τη σταδιακή εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 12 του άρθρου 17 του ν. 1418/1984 που προστίθεται με την παρ. 15 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, οι εγγεγραμμένοι στα Μ.Ε.Κ. διαγράφονται αυτοδικαίως, λόγω συμπλήρωσης ορίου ηλικίας, ως ακολούθως: 1)εντός του μηνός Ιουλίου του έτους 1995, όσοι συμπληρώνουν το 75ο έτος της ηλικίας τους εντός του έτους 1994 ή έχουν μεγαλύτερη ηλικία, 2)το μήνα Δεκέμβριο του έτους 1995 όσοι συμπληρώνουν το 74ο έτος της ηλικίας τους εντός του έτους 1995, 3)το μήνα Δεκέμβριο του 1996 όσοι συμπληρώνουν το 73ο έτος της ηλικίας τους εντός του έτους 1996. Μετά την πάροδο της ανωτέρω τριετίας εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στην παρ. 12 του άρθρου 17 του ν. 1418/1984. 4.Κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου ή αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται από το νόμο αυτό, καθώς και το π.δ. 487/1991 (ΦΕΚ 177 Α) καταργούνται. Άρθρο 7 Έναρξη ισχύος Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός και αν άλλως ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
196
1. ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 3/13 Απρ.1833 Περί του σχηματισμού και της αρμοδιότητος της επί των εκκλησιαστικών και της Δημόσιας Εκπαιδεύσεως γραμματείας της Επικρατείας. Ο νόμος ούτος, ως και οι: α)Νομ.ΣΙΕ΄ της 16/22 Δεκ.1852 «περί αυξήσεως του προσωπικού του Υπουργείου της Εκπαιδεύσεως καθ΄ ένα γραμματέα και ένα γραφέα, αμφοτέρους Α΄ τάξεως», β)Νόμ.ΤΟΣΤ΄ της 12/20 Οκτ.1856 «περί προσθήκης ενός Υπουργικού γραμματέως α΄ τάξεως εις το Υπουργείον των Εκκλησιαστικών», γ)Νόμ.ΦΒ΄ της 29 Μαρτ./15 Απρ.1874 «περί τροποποιήσεως του προσωπικού του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών», δ)Νόμ.Α΄ της 4/10 Ιουν.1882 «περί προσθήκης δύο γραφέων εις το προσωπικόν του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως», ε)Νόμ.ΑΠΖ΄ της 26/28 Μαρτ.1883 «περί τροποποιήσεως του νόμου περί προσωπικού του επί των Εκκλησιαστικών υπουργείου», αντικατεστάθησαν διά των κατωτέρω νεωτέρων διατάξεων.
74
42. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 928 της 14/21 Ιουλ. 1971 (ΦΕΚ Α΄ 144) Περί καταργήσεως, συγχωνεύσεως μετατροπής ή υπαγωγής ιδρυμάτων αρμοδιότητος Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών εις έτερα Ιδρύματα του αυτού Υπουργείου. Άρθρ.1.-1.Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου τελούντα υπό την εποπτείαν του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών και λειτουργούντα είτε ως νοσηλευτικά Ιδρύματα βάσει του Ν. Δ. 2592/53, είτε ως Ιδρύματα Προστασίας παιδικής ηλικίας ή περιθάλψεως και αποκαταστάσεως γενικώς αναπήρων ή μερίμνης και περιθάλψεως γερόντων και ανιάτων ή ως αγροτικαί μεταβατικαί οικοκυρικαί σχολαί, εφ’ όσον κρίνεται, ότι εξέλιπεν ο σκοπός ον συνεστήθησαν, ή δεν καθίσταται πραγματοποιήσιμος καθ’ όλην αυτού την έκτασιν, ή δεν κρίνεται σκόπιμος η περαιτέρω λειτουργία αυτών, ή ότι δεν εκπληρούν την εκ των καταστατικών διατάξεων καθοριζομένην αποστολήν των, δύναται δια Β. Δ/των εκδιδομένων τη προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών να καταργώνται ή να συγχωνεύωνται ή να μετατρέπωνται εις έτερα Ιδρύματα προς εκπλήρωσιν ετέρων σκοπών υπαγομένων εις την αρμοδιότητα του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, ή να υπάγωνται ως παραρτήματα υπό την διοίκησιν ετέρου Ιδρύματος, ή να αναμορφώνται προς εκσυγχρονισμόν και αναπροσανατολισμόν των σκοπώ τούτων, μεταφερομένων άμα των ήδη δια την λειτουργίαν των διατιθεμένων πιστώσεων εις τον οικείον φορέα επιχορηγήσεως του νέου Ιδρύματος. Με το άρθρ. 13 Νόμ. 1431/12-16 Απρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 46) (κατωτ. σελ. 36,85) ρυθμίζεται η τύχη του προσωπικού, που έχει την ιδιότητα του δημόσιου υπάλληλου ή εξομοιώνεται με δημόσιους υπάλληλους σε περίπτωση κατάργησης, συγχώνευσης ή μετατροπής των νομικών προσώπων που αναφέρονται στην άνω παράγραφο. 2.Δια των αυτών ή ετέρων ομοίως εκδιδομένων Β. Δ/των ρυθμίζονται, άνευ πάντως επί πλέον επιβαρύνσεως του Κρατικού Προϋπολογισμού, πάντα τα θέματα τα αναγόμενα εις την εν γένει οργάνωσιν, λειτουργίαν, διάρθρωσιν των υπηρεσιών, σύνθεσιν του προσωπικού, την τακτοποίησιν του υπηρετούντος προσωπικού εις κενάς θέσεις ή ως υπεραρίθμου εις έτερα Ν.Π.Δ.Δ. αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, αναλόγως των τυπικών αυτών προσόντων, την μεταβίβασιν των περιουσιακών στοιχείων ως και των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων του μετατρεπομένου ή συγχωνευομένου εις το συνιστώμενον ίδρυμα, ως και πάσα ετέρα σχετική λεπτομέρεια. 3.Εξαιρούνται της υπαγωγής εις τας διατάξεις του παρόντος Ιδρύματος συνιστώμενα δια διατάξεως τελευταίας βουλήσεως ή άλλης εν ζωή ή αιτία θανάτου χαριστικής πράξεως και λειτουργούντα κατά τας διατάξεις του Α.Ν. 2039/39. Για την τακτοποίηση του προσωπικού βλ. παρ. 6 άρθρ. 11 Νόμ. 1199/1-1 Σεπτ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 237) (Τόμ. 2Α΄, σελ. 316,840). Άρθρ.2.-1.Από της ισχύος του παρόντος το εν Ρόδω μέχρι τούδε λειτουργούν Σανατόριον Δωδεκανήσου «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΗ» και το Νοσοκομείον Φιλιατρών μετατρέπονται αντιστοίχως εις ιδρύματα υπό την επωνυμίαν «ΙΔΡΥΜΑ ΠΕΡΙΘΑΛΨΕΩΣ ΑΝΙΑΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ» και «ΙΔΡΥΜΑ ΠΕΡΙΘΑΛΨΕΩΣ ΑΝΙΑΤΩΝ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ». 2.Τα κατά τα ανωτέρω Ιδρύματα αποτελούν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τελούντα υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών. Σκοπός των Ιδρυμάτων τούτων, είναι η εν αυτοίς περίθαλψις κατακοίτων και εφ’ όρου ζωής ανιάτων ατόμων, ή ημικατακοίτων ή επί αναπηρικού αμαξιδίου κυκλοφορούντων και εις μέγιστον βαθμόν μη αυτοεξυπηρετουμένων αποκλειστικώς λόγω κινητικής αναπηρίας ή εκπτώσεως των πνευματικών λειτουργιών τούτων (ανιάτων). 3.Δια Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Κοινωνικών Υπηρεσιών και Οικονομικών θέλουν ρυθμισθή τα αναγόμενα εις την οργάνωσιν, σύνθεσιν του προσωπικού, την διαχείρισιν της περιουσίας και των κεφαλαίων των ως άνω Ιδρυμάτων ως και της εν γένει λειτουργίας αυτών θέματα. Επίσης δια των αυτών ή ετέρων Β. Δ/των θέλουν καθορισθή, τα της τακτοποιήσεως του προσωπικού των μετατρεπομένων Σανατορίου Δωδεκανήσου και Νοσοκομείου Φιλιατρών, εις τας δια τούτων συσταθησομένας οργανικάς θέσεις εις τα Ιδρύματα Περιθάλψεως Ανιάτων Δωδεκανήσου και Μεσσηνίας ή ετέρων Ιδρυμάτων αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, αναλόγως της κατηγορίας και του Κλάδου αυτών. 4.Η κινητή και ακίνητος περιουσία του καταργουμένου Σανατορίου Δωδεκανήσου και του Νοσοκομείου Φιλιατρών περιέρχεται αυτοδικαίως εις τα υπό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου προβλεπόμενα Ιδρύματα Περιθάλψεως Ανιάτων Δωδεκανήσου και Μεσσηνίας, ως επίσης και άπασαι αι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των μετατρεπομένων Ιδρυμάτων. Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την συνταξιοδότηση του τακτικού προσωπικού των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων του Νόμ. 2592/1953 βλ. άρθρ. 19 Νόμ. 955/1979, ΦΕΚ Α΄ 189 (τόμ. 29, σελ. 90, (Αντί για τη σελ. 36,31(γ) Σελ. 36,31(δ) Τεύχος ΣΤ83 Σελ. 103 Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών 35.Α.α.42
167
7. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 147 της 28 Ιουλ./13 Αυγ. 1973 (ΦΕΚ Α' 174) Περί ασκήσεως προληπτικού ελέγχου επί των δαπανών του Ταμείου Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου και του Ινστιτούτου Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων Θεσσαλονίκης. Έχοντες υπ' όψιν: 1)Τας διατάξεις του άρθρ. 18 του Ν.Δ. 1265/1972 "περί ελέγχου των δαπανών του Κράτους, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των άλλων Νομικών Προσώπων του Δημοσίου ως και των Λογαριασμών των δημοσίων υπολόγων και παρακολουθήσεως των εσόδων των". 2)Την υπ' αριθ. 161/1973 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων Αντιπροέδρων της Κυβερνήσεως και Υπουργών Εξωτερικών, Οικονομικών και Δικαιοσύνης, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Σελ. 96,04(α) Τεύχος 507-Σελ. 8 Άρθρον μόνον.-Επί των δαπανών του Ταμείου Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων, του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου και του Ινστιτούτου Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων Θεσσαλονίκης ασκείται προληπτικός έλεγχος υπό του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Εις τον Ημέτερον επί της Δικαιοσύνης Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. 6.Α.ι.7 Ινστιτούτα Διεθνούς Δικαίου
145
8. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ Αριθ.75224 της 20/27 Δεκ.1989 (ΦΕΚ Β΄915) Καθορισμός διακριτικού γνωρίσματος των καλπών και των ειδικών διαχωρισμάτων (παραβάν) ψηφοφορίας για την εκλογή των αιρετών μελών των νομαρχιακών συμβουλίων.
283
192. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 1055485/492/0015 της 2/19 Ιουλ. 2004 (ΦΕΚ Β΄1087) Ρύθμιση του τρόπου τήρησης του βιβλίου αποθήκης των λιανοπωλητών ή των κατά κύριο λόγο λιανοπωλητών.
360
2. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 64 της 31 Ιαν./5 Φεβρ. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 22) Περί μεταφοράς των θέσεων των Γραφείων Τύπου του Εξωτερικού εκ της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών, εις το Υπουργείον Εξωτερικών. Έχοντες υπ’ όψιν: 1)Τας διατάξεις της παρ. 1/α του άρθρ. 42 του Ν.Δ. 957/1971 «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων», 2)την υπ’ αριθ. 1034 της 2.12.1971 γνωμοδότησιν του Ανωτάτου Συμβουλίου Δημοσίων Υπηρεσιών, 3)την υπ’ αριθ. 745 από 28.12.1971 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου Πρωθυπουργού και επί των Εξωτερικών Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον μόνον.-Εκ της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών μεταφέρονται εις το Υπουργείον Εξωτερικών αι κάτωθι θέσεις: Α΄.Αι παρά τοις Γραφείοις Τύπου Α΄ τάξεως εν Βόννη, Λονδίνω, Νέα Υόρκη, Ουασιγκτώνι και Παρισίοις υφιστάμεναι θέσεις εκτάκτων υπαλλήλων: Ι.Επί συμβάσει δημοσίου δικαίου: α)Ανά μία θέσις Διευθυντού. β)Ανά μία θέσις Υποδιευθυντού. γ)Ανά 3 θέσεις βοηθών Τύπου ή μεταφραστών. δ)Ανά μία θέσις δακτυλογράφου ελληνικής γλώσσης, ε)Ανά μία θέσις δακτυλογράφου ξένων γλωσσών. ς)Ανά μία θέσις κλητήρος. ΙΙ.Επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου: Ανά 5 θέσεις εκτάκτων συνεργατών. Β΄.Αι παρά τοις Γραφείοις Τύπου Β΄ τάξεως εν Αγκύρα, Βελιγραδίω, Βέρνη, Βιέννη, Βρυξέλλαις, Καΐρω, Λευκωσία, Βουένος Άϊρες, Μόσχα, Ρώμη και Κωνσταντινουπόλει υφιστάμεναι θέσεις εκτάκτων υπαλλήλων: Ι.Επί συμβάσει δημοσίου δικαίου: α)Ανά μία θέσις Διευθυντού. β)Ανά μία θέσις Βοηθού Τύπου. γ)Ανά μία θέσις Μεταφραστού. δ)Ανά 2 θέσεις δακτυλογράφων. ε)Ανά μία θέσις κλητήρος. ΙΙ.Επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου: Ανά 5 θέσεις εκτάκτων συνεργατών. (Αντί της σελ. 160,101) Σελ. 160,101(α) Τεύχος 497-Σελ. 137 Γραφεία Τύπου 40.Α.ι.1-2 Γ΄.Αι παρά τοις Γραφείοις Τύπου Γ΄ τάξεως εν Βηρυττώ, Κοπεγχάγη, Οττάβα, Στοκχόλμη, Σίδνεϋ, Φραγκφούρτη και Μελβούρνη υφιστάμεναι θέσεις εκτάκτων υπαλλήλων: Ι.Επί συμβάσει δημοσίου δικαίου: α)Ανά μία θέσις Προϊσταμένου. β)Ανά μία θέσις βοηθού-δακτυλογράφου. ΙΙ.Επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου: Ανά 5 θέσεις εκτάκτων συνεργατών. Ως προς τους Διευθυντάς των Γραφείων Τύπου Εξωτερικού επιφυλάσσεται η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 3966 από 10.8.1959. Επί τον αυτόν Πρωθυπουργόν και επί των Εξωτερικών Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. Βλ. το άρθρ. 6 Ν.Δ. 3966/59 ανωτ. αριθ. 1. Περί των Γραφείων Τύπου Εξωτερικού προβλέπουσι: α)άρθρ. 22-26 Ν.Δ. 158/1946 (τόμ. 18 σελ. 11). β)Β.Δ. 7/8 Μαΐου 1947 (τόμ. 18 σελ. 13). γ)Β.Δ. 29 Δεκ. 1953/8 Ιαν. 1954 (τόμ. 18 σελ. 18). δ)άρθρ. 8 Ν.Δ. 744/1970 (τόμ. 18Α σελ. 282,51). ε)άρθρ. 9 Β.Δ. 17/1971 (τόμ. 18Α σελ. 282,57).
180
5. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 337 της 20/23 Μαΐου 1945 Περί καταργήσεως του Νόμου 205/1943 περί διαχειρίσεως των παρά των Αρχών Κατοχής κατασχομένων και εγκαταλειπομένων ισραηλιτικών περιουσιών. Άρθρον μόνον.-1.Καταργείται ο Νόμος 205 της 29 Μαΐου/1 Ιουν. 1943 «περί διαχειρίσως των παρά των Αρχών Κατοχής κατασχομένων και εγκαταλειπομένων Ισραηλητικών περιουσιών». 2.Αι διατάξεις του υπ’ αριθ. 2/1944 Νόμου «περί καταργήσεως των Νόμων 1977/44 και 1180/44 και αποδόσεως των Ισραηλητικών περιουσιών» επεκτείνονται και επί των εν τη περιφερεία της τέως Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας Ισραηλιτικών περιουσιών των διεπομένων υπό του ως άνω Νόμ. 205/1943. 3.Η δια του καταργουμένου Νόμ. 205/1943 συσταθείσα παρά τη Γενική Διοικήσει Μακεδονίας υπηρεσία διαχειρίσεως Ισραηλιτικών περιουσιών εξακολουθεί λειτουργούσα, υπαγομένη εφεξής εις την παρά τη Γενική Διευθύνσει Δημοσίου Λογιστικού Κεντρικήν Υπηρεσίαν διαχειρίσεως Ισραηλιτικών περιουσιών, ή δε σύνθεσις του προσωπικού και Σελ. 330 ο τρόπος της λειτουργίας αυτής καθορισθήσονται δι’ αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως.
208
5. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 11/12 Νοεμ. 1929 Περί Διοικήσεως Δημοσίων Κτημάτων. Έχοντες υπ’ όψει το άρθρ. 2 του Νόμ. 4266 «περί υπαγωγής της Αεροπορικής Αμύνης εις το Υπουργείον των Οικονομικών κλπ.», προτάσει του Ημετέρου Υπουργικού Συμβουλίου, μετά γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ Σύστασις. Σκοπός. Άρθρ.1.-(Η Αεροπορική Άμυνα μετονομάζεται εις Δ.Δ.Κ. Η Δ.Δ.Κ. αποτελεί ίδιον νομικόν πρόσωπον, έχει ιδίαν διοίκησιν και υπάγεται εις την αρμοδιότητα του Υπ. Οικονομικών). Το άρθρ. 1 κατηργήθη δια του άρθρ. 2 Ν.Δ. 27/27 Ιουν. 1935 (κατωτ. σελ. 167). Άρθρ.21-23.(Αντικατεστάθησαν δια των διατάξεων του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικος τόμ. 2Α). Γενικαί Διατάξεις Άρθρ.114.-1.Εις τα μέλη των τοπικών Επιτροπών παρέχεται αποζημίωσις δύο επί τοις χιλίοις εκ των δια των αποφάσεων της Διοικούσης Επιτροπής επιδικαζομένων ποσών τιμήματος και μισθωμάτων, όπερ καταβάλλεται αυτοίς δι’ ενταλμάτων εκδιδομένων άμα τη εκδόσει των αποφάσεων της Διοικούσης Επιτροπής. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄ Γενικαί διατάξεις αφορώσαι την διαχείρισιν εν γένει των δημοσίων κτημάτων. Άρθρ.115.-Εις βάρος των οπωσδήποτε άνευ συμβατικής σχέσεως καρπουμένων ή ποιουμένων χρήσιν δημοσίων κτημάτων ή τοιού(Αντί της σελ. 163) Σελ. 163(α) 335 - 127 24 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 των, ων την νομήν ή την χρήσιν έχει δια συμβάσεως οιασδήποτε το Δημόσιον ή η Δ.Δ.Κ. βεβαιούται αποζημίωσις δι’ ο χρονικόν διάστημα εποιήσαντος χρήσιν. Η αποζημίωσις ορίζεται υπό τοπικής Επιτροπής, αποτελουμένης εκ του Εφόρου, του Ειρηνοδίκου και του Ταμίου κατά την κρίσιν ανδρός αγαθού δια πρωτοκόλλου, όπερ εγκρινόμενον υπό της Διοικούσης Επιτροπής της Διοικήσεως Δημοσίων Κτημάτων, κοινοποιείται δια δημοσίου οργάνου εις τον κατά τα άνω καρπούμενον ή χρησιμοποιούντα το ακίνητον, όστις θεωρείται αποδεχθείς την καθορισθείσαν αποζημίωσιν αν εντός προθεσμίας (δέκα πέντε ημερών) από της κοινοποιήσεως του πρωτοκόλλου δεν ασκήση ανακοπήν, ενώπιον του Ειρηνοδίκου μεν αν πρόκειται περί ετησίας αποζημιώσεως κάτω των πέντε χιλιάδων δραχμών, ενώπιον δε του Προέδρου Πρωτοδικών αν πρόκειται περί μεγαλειτέρας αποζημιώσεως. Ο Πρόεδρος ή ο Ειρηνοδίκης κρίνοντες εκ των ενόντων ακυρούσιν ή επικυρούσι το πρωτόκολλον ή περιορίζουσι την καθορισθείσαν αποζημίωσιν. Κατά της τοιαύτης αποφάσεως ουδέν επιτρέπεται ένδικον μέσον. Αν όμως αμφισβητήται δια της ανακοπής αυτό τούτο το δικαίωμα του Δημοσίου, η απόφασις του Προέδρου ή του Ειρηνοδίκου ουδεμίαν ασκεί επιρροήν εις την δίκην περί του δικαιώματος, ήτις ήθελε κινηθή ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου. Το μη ανακοπέν εμπροθέσμως πρωτόκολλον ή το επικυρωθέν ή τροποποιηθέν κατά τα άνω υπό του Προέδρου ή Ειρηνοδίκου, αποτελεί τίτλον διοικητικής εκτελέσεως κατά τον Νόμον περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, ουδεμιάς χωρούσης ανακοπής εκ των διατάξεων του νόμου τούτου. Το άρθρ. 15 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 5 Νομ. 5895/1933. Η δεκαπενθήμερος προθεσμία ανακοπής ωρίσθη μηνιαία δια του άρθρ. 10 Α.Ν. 1919/1939 (τόμ. 10 σελ. 279). «Τον Οικονομικόν Έφορον και τον Διευθυντήν του Ταμείου, ελλείποντας, απόντας ή κωλυομένους αντικαθιστώσιν εν τη Επιτροπή οι νόμιμοι αναπληρωταί αυτών, εάν όμως δεν υφίσταται ή δεν λειτουργή Δημόσιον Ταμείον εν τη έδρα της Οικονομικής Εφορίας, αντί του Διευθυντού Ταμείου μετέχει της Επιτροπής έτερος δημόσιος υπάλληλος, οριζόμενος υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Τον Ειρηνοδίκην ελλείποντα, απόντα ή κωλυόμενον αναπληροί εν τη Επιτροπή ο Γραμματεύς του Ειρηνοδικείου και αν έτι ούτος δεν τυγχάνη αναπληρωτής αυτού εν τη εκδικάσει πολιτικών υποθέσεων. Μη υπάρχοντος δε ή κωλυομένου και του Γραμματέως του Ειρηνοδικείου, ως και εις την περίπτωσιν Σελ. 164(α) 335 - 128 καθ’ ην δεν υφίσταται Ειρηνοδικείον εν τη έδρα της Οικονομικής Εφορίας, της Επιτροπής μετέχει έτερος δημόσιος υπάλληλος, οριζόμενος υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Αρμόδιος προς εκδίκασιν της ανακοπής, μέχρι μεν του ποσού του ενός εκατομμυρίου δραχμών, τυγχάνει ο Ειρηνοδίκης της τοποθεσίας του κτήματος, πέραν δε του ποσού τούτου, ο Πρόεδρος των Πρωτοδικών. Εν η περιπτώσει δεν λειτουργεί το αρμόδιον Ειρηνοδικείον, η ανακοπή κατατίθεται είτε εις το αρμόδιον Πρωτοδικείον, εκδικαζομένη υπό του Προέδρου Πρωτοδικών, είτε εις το Ειρηνοδικείον το λειτουργούν πλησιέστερον του αρμοδίου τοιούτου». Τ’ ανωτέρω δύο εδάφια, προστεθέντα δια του άρθρ. 20 Α.Ν. 1540/1938, αντικατεστάθησαν ως άνω δια του άρθρ. 6 Α.Ν. 1331/1949. Η κοινοποίησις των πρωτοκόλλων δια τους αγνώστου διαμονής γίνεται προς τον Δήμαρχον ή τον Πρόεδρον Κοινότητος της τελευταίας κατοικίας ή διαμονής τούτων, μη απαιτουμένης τοιαύτης προς τον Εισαγγελέα, ως και δημοσιεύσεως εις τας εφημερίδας. Ο Δήμαρχος ή ο Πρόεδρος της Κοινότητος υποχρεούται, όπως τοιχοκολλά τα πρωτόκολλα εις τα γραφεία του Δήμου ή της Κοινότητος επί δύο μήνας από της κοινοποιήσεως, μετά την πάροδον των οποίων ταύτα καθίστανται εκτελεστά. Οσάκις οι κάτοχοι ακινήτων του Δημοσίου, εις βάρος των οποίων εβεβαιώθη αποζημίωσις, δυστροπούσι ν’ απομακρυνθώσι τούτων μετά την λήξιν της περιόδου, δι’ ην η καθορισθείσα αποζημίωσις, υπόκεινται εις έξωσιν κατά τας διατάξεις του «περί εξώσεως δυστροπούντων μισθωτών» νόμου ΒΧΗ΄, ως ούτος έχει τροποποιηθεί. Η αληθής έννοια των διατάξεων του άρθρ. 115 του από 11/12 Νοεμ. 1929 Δ/τος «περί Διοικήσεως Δημοσίων Κτημάτων», ως το άρθρον τούτο αντικατεστάθη δια του άρθρ. 5 του Νόμ. 5895 και συμπληρούται δια της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, είναι, ότι μόνη η κατάθεσις της ανακοπής παρά τω αρμοδίω Δικαστηρίω ουδέν έννομον αποτέλεσμα συνεπάγεται, αν δεν ορισθή ταυτοχρόνως δικάσιμος ταύτης και αν δεν κοινοποιηθή η ανακοπή εις τον Υπουργόν των Οικονομικών μετά κλήσεως προς συζήτησιν. Περί της κοινοποιήσεως της ανακοπής βλ. ήδη το άρθρ. 2 Α.Ν. 1925/1951 (κατωτ. αριθ. 27). 25 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου Αι προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κατατεθείσαι παρά τω αρμοδίω Δικαστηρίω ανακοπαί είναι τύποις παραδεκταί μόνον εφ’ όσον εντός τετραμήνου από της ισχύος του παρόντος ήθελεν ορισθή δικάσιμος τούτων και ήθελον εντός του αυτού διαστήματος κοινοποιηθή αι ανακοπαί προς τον Υπουργόν των Οικονομικών μετά κλήσεως προς συζήτησιν. Τα ανωτέρω εδάφια προσετέθησαν δια του άρθρ. 20 Α.Ν. 1540/1938. «Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουσιν εφαρμογήν και επί χρήσεως ή καρπώσεως κινητών πραγμάτων του Δημοσίου άνευ συμβατικής σχέσεως. Το ανωτέρω εδάφιον προσετέθη δια του άρθρ. 6 παρ. 1 Α.Ν. 1331/1949. Ήδη δια του άρθρ. 1 Β.Δ. 619 της 13/27 Ιουλ. 1965 (τόμ. 24 σελ. 92,01) η αρμοδιότης του καθορισμού της αποζημιώσεως, ήτις βεβαιούται κατά το ανωτέρω άρθρ. 115 εις βάρος των οπωσδήποτε άνευ συμβατικής σχέσεως καρπουμένων ή ποιουμένων χρήσιν δημοσίων κτημάτων ή τοιούτων, των οποίων ο την νομήν ή την χρήσιν έχει δι’ οιασδήποτε συμβάσεως, το Δημόσιον, ανετέθη εις τον κατά τόπον αρμόδιον Οικονομικόν Έφορον. ΄Αρθρ.115α΄.-«1.Επιφυλασσομένων των διατάξεων του προηγουμένου άρθρου ο καθ’ ου εξεδόθη το καθορίζον την αποζημίωσιν πρωτόκολλον, αμφισβητών την ορθότητα αυτού, δύναται, να προτείνη την εξώδικον λύσιν της διαφοράς μεταξύ αυτού και του Οικονομικού Εφόρου. 2.Η πρότασις υποβάλλεται ενώπιον του κατά τόπον αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου δι’ ιδιαιτέρας αιτήσεως και εντός της δια την ανακοπήν προβλεπομένης προθεσμίας. Εντός της προθεσμίας ταύτης ο αιτούμενος την εξώδικον λύσιν της διαφοράς υποχρεούται να προσκομίση τα προς υποστήριξιν της αιτήσεώς του αποδεικτικά στοιχεία και αναπτύξη τους ισχυρισμούς του. 3.Ο Οικονομικός Έφορος λαμβάνων υπ’ όψιν πάντα τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως, τα υπό του καθ’ ου η αποζημίωση προσκομιζόμενα στοιχεία και τα προφορικώς ή εγγράφως υπ’ αυτού αναπτυσσόμενα ως και παν έτερον στοιχείον δύναται, εφ’ όσον κρίνει εν όλω ή εν μέρει βάσιμον το αίτημα, να αποδεχθή την ακύρωσιν του πρωτοκόλλου ή τον περιορισμόν της καθορισθείσης αποζημιώσεως. 4.Εάν αι απόψεις του Οικονομικού Εφόρου και του εις αποζημίωσιν υποχρέου συμπέσουν, συντάσσεται περί τούτου ητιολογημένη πράξις υπογραφομένη παρ’ αμφοτέρων των μερών και η διαφορά θεωρείται επιλυθείσα, η δε ασκηθείσα ανακοπή θεωρείται ως μη γενομένη. 5.Δια την υπό πληρεξουσίου του καθ’ ου η αποζημίωσις συζήτησιν της αιτήσεως περί συμβιβαστικής λύσεως της διαφοράς και την υπογραφήν της κατά την προηγουμένην παράγραφον πράξεως δέον να προσαγάγεται ειδική έγγραφος πληρεξουσιότης. Το παρέχον την πληρεξουσιότητα έγγραφον δύναται να είναι δημόσιον ή ιδιωτικόν. Η γνησιότης της υπογραφής του εντολέως πρέπει να βεβαιούται επί του ιδιωτικού εγγράφου υπό συμβολαιογράφου ή υπό δημοσίας, δημοτικής ή κοινοτικής αρχής. 6.Εάν ο καθ’ ου η αποζημίωσις είναι αγράμματος, το ιδιωτικον έγγραφον υπογράφεται υπό δύο μαρτύρων, βεβαιουμένης της γνησιότητος των υπογραφών τούτων κατά τον αυτόν τρόπον ή αναπληρούται υπό εγγράφου δημοσίας, δημοτικής ή κοινοτικής αρχής, περιέχοντος την ενώπιον αυτών δήλωσιν του αγραμμάτου υποχρέου περί του διοριζομένου πληρεξουσίου αυτού. 7.Τα πληρεξούσια έγγραφα κατατίθενται εις την κατά τόπον αρμοδίαν Οικονομικήν Εφορίαν». Το άρθρ. 115α προσετέθη δια της παρ. 1 άρθρ. 7 Νόμ. 719/1977 (κατωτ. σελ. 204,11), ούτινος βλ. και παρ. 2. Άρθρ.116.-1.Δύναται η Δ.Δ.Κ. ν’ αναλαμβάνη κατόπιν αποφάσεως της Δ. Επιτροπής την διαχείρισιν των κτημάτων, εις α έχει συνιδιοκτησίαν τουλάχιστον μέχρι του ημίσεως και να διαθέτη αυτά δια μισθώσεως κατόπιν δημοπρασίας, υποχρεουμένη εις το τέλος εκάστου έτους ν’ αποδίδη εις τους συνιδιοκτήτας τα αναλογούντα αυτοίς ποσοστά εκ των μισθωμάτων. Εις τας δημοπρασίας ταύτας δύνανται να μετάσχωσι και οι συνιδιοκτήται. 2.«Επιτρέπεται η απ’ ευθείας και άνευ δημοπρασίας εκποίησις των εις το Δημόσιον ανηκόντων ιδανικών εξ αδιαιρέτου μεριδίων κτημάτων αγροτικών ή αστικών προς τους κατά τα υπόλοιπα ιδανικά μερίδια συνιδιοκτήτας εξ αδιαιρέτου των αυτών κτημάτων. 3.Προ της κατά τα ανωτέρω εκποιήσεως τριμελής επιτροπή εκ δημοσίων υπαλλήλων, οριζομένων δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, προβαίνει εις εκτίμησιν της τρεχούσης αγοραίας αξίας του ανήκοντος τω Δημοσίω ιδανικού εξ αδιαιρέτου μεριδίου του κτήματος. Ως τρέχουσα αγοραία αξία του μεριδίου τούτου καθορίζεται υπό της Επιτροπής το γινόμενον του πολλαπλασιασμού της τρεχούσης αγοραίας αξίας του όλου κτήματος επί το αποδίδον το εις το Δημόσιον ανήκον μερίδιον κλάσμα. 4.Η εκποίησις και ο καθορισμός του τιμήματος γίνεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων. Το τίμημα δύναται να καταβληθή εις ετησίας δόσεις μέχρι 10 το πολύ, ο αριθμός των οποίων ορίζεται υπό του Υπουργού των Οικονομικών και δι’ ας οφείλεται τόκος 7% ετησίως. (Αντί της σελ. 165) Σελ. 165(α) Τεύχος 667 - Σελ. 67 26 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 5.Εάν οι μετά του Δημοσίου συνιδιοκτήται είναι πλείονες του ενός εφ’ όσον μεν πάντες ούτοι δια δηλώσεώς των καταρτιζομένης ενώπιον συμβολαιογράφου και επί παγίου τέλους χαρτοσήμου δραχ. 10, εντός προθεσμίας τασσομένης υπό της Διευθύνσεως Δημοσίων Κτημάτων, ήθελον αποδεχθή, όπως η εκποίησις γίνη προς πάντας από κοινού ή τινάς μόνον των συνιδιοκτητών, το ανήκον τω Δημοσίω μερίδιον εκποιείται προς τους δια της δηλώσεως ταύτης καθοριζομένους συνιδιοκτήτας και κατά την εν τη αυτή δηλώσει οριζομένην αναλογίαν, άλλως το μερίδιον του Δημοσίου εκποιείται προς τον κύριον της μεγαλυτέρας μερίδος, εν περιπτώσει δε, καθ’ ην αι μεγαλύτεραι μερίδες, ίσαι ούσαι, είναι συνάμα πλείονες της μιας, γίνεται ενώπιον του ειρηνοδίκου της περιφερείας, εν η κείται το κτήμα, επί τη αιτήσει οιουδήποτε των ενδιαφερομένων, κλήρωσις συντασσομένου σχετικού πρακτικού και το μερίδιον του Δημοσίου εκποιείται προς τον υπό του κλήρου ευνοηθέντα». Αι παρ. 2-5 αντικατεστάθησαν ως άνω δια του άρθρ. 21 Α.Ν. 1540/1938. Άρθρ.117.-Άπασαι αι ως άνω διατάξεις του Β΄ Μέρους του παρόντος ισχύουσι και δια την υπό της Δ.Δ.Κ. διαχειριζομένην περιουσίαν του Εκκλησιαστικού Ταμείου. Άρθρ.24.-(Μεταβατικαί διατάξεις αφορώσαι το προσωπικόν της Δ.Δ.Κ.). Άρθρ.118.-Ένθα υπάρχουσιν ίδια κτηματικά Γραφεία, αντί των Οικονομικών Εφόρων νοούνται οι Διευθυνταί των Γραφείων τούτων, εν δε τω κτήματι Τατοΐου ο Διευθυντής του κτήματος. Άρθρ.119.-Δι’ αποφάσεως της Διοικούσης Επιτροπής εγκρινομένης υπό του Υπουργού των Οικονομικών, δύναται μέρος της αρμοδιότητος της Κεντρικής Υπηρεσίας ν’ ανατεθή εις τας περιφερειακάς αρχάς ή επιτροπάς καθ’ άπαν το Κράτος ή ωρισμένας περιφερείας. Άρθρ.120.-Η θεώρησις των πωλητηρίων παρά του Ελεγκτικού Συνεδρίου καταργείται. Άρθρ.121.-(Μεταβατικαί διατάξεις). Άρθρ.122.-Τα παραχωρούμενα εις τας κρατικάς υπηρεσίας εν γένει δημόσια κτήματα δεν δύνανται ούτε να εκμισθώνωνται ούτε άλλως πώς να εκμεταλλεύωνται υπ’ αυτών. Οι δι’ οιονδήποτε λόγον κατοικούντες εν αυτοίς ως και εν ιδιωτικοίς οικήμασι μεμισθωμένοις παρά του Δημοσίου δι’ εγκατάστασιν δημοσίων υπηρεσιών δημόσιοι υπάλληλοι υποχρεούνται εις καταβολήν μισθωμάτων προς την Δ.Δ.Κ., οριζομένων υπό της Διοικούσης Επιτροπής μετά γνωμοδότησιν τοπικών τοιούτων και έγκρισιν Σελ. 166(α) Τεύχος 667 - Σελ. 68 του Υπουργού των Οικονομικών. Το πραγματοποιούμενον ετησίως σχετικόν έσοδον διατίθεται δια την ανέγερσιν, επισκευήν και συντήρησιν των δημοσίων κτιρίων. Αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 30 Νομ. 5234/1931. Άρθρ.123.-(Αντικατεστάθη δια των νεωτέρων διατάξεων του άρθρ. 39 Α.Ν. 1539/1938). Ακροτελεύτιοι διατάξεις Άρθρ.124-125.(Αφεώρων την διάθεσιν των εσόδων της Δ.Δ.Κ. Δεν ισχύουσι μετά το άρθρ. 2 Ν.Δ. 27/27 Ιουν. 1935). Άρθρ.126.-(Προέβλεπε την σύστασιν Επιτροπής Αεροπορικής Αμύνης, σκοπούσης να καταστήση γνωστήν την σπουδαιότητα της αεροπορίας, ήτις κατηργήθη δια του Νόμ. 6191/1934, τόμ. 38). Άρθρ.127-128.(Αφεώρων την υπό της Δ.Δ.Κ. αγοράν, πώλησιν, συντήρησιν κλπ. των χρησιμοποιουμένων υπό των πολιτικών υπηρεσιών δημοσίων κτηρίων. Βλ. σχετικήν νεωτέραν νομοθεσίαν εν τόμω 25 σελ. 263-282). Εις τον ημέτερον επί των Οικονομικών Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. 27 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου Άρθρ.25-29.(Λογιστικαί διατάξεις περί της Δ.Δ.Κ., μη ισχύουσαι μετά το άρθρ. 2 Ν.Δ. 27/27 Ιουν. 1935). Μέρος Δεύτερον Διαχείρισις των Δημοσίων Κτημάτων Κεφάλαιον Α΄ Εκμισθώσεις εν γένει Άρθρ.30.-1.Τα εις την Δ.Δ.Κ. ανήκοντα και εν γένει υπ’ αυτής διαχειριζόμενα κτήματα μισθούνται εις περίοδον ουχί μακροτέραν των πέντε ετών και δια δημοπρασίας. Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 11 Νόμ. 5234/1931. 2.Εις εκμισθώσεις κτημάτων προς εκμετάλλευσιν συνδυαζομένην μετά ουσιωδών δαπανών του μισθωτού, οίον προς ανοικοδόμησιν γηπέδων, ίδρυσιν εργοστασίων, εγκεντρισμόν αγριελαιών κλπ., δύναται η Δ.Δ.Κ. κατόπιν αποφάσεως της Διοικ. Επιτροπής να προβαίνη και δια χρονικόν διάστημα μέχρι τριάκοντα ετών, αλλά πάντοτε κατόπιν δημοπρασίας. Δια τοιαύτας εκμισθώσεις απαιτείται πάντοτε και έγκρισις του Υπουργού των Οικονομικών. 3.Αι εκμισθώσεις προς τους Δήμους, Κοινότητας και εν γένει νομικά πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και κοινής ωφελείας, ως του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού κλπ., δύναται να γίνωνται άνευ δημοπρασίας μετ’ απόφασιν της Δ. Επιτροπής. Η παρ. 3 ετροποποιήθη ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 11 Νόμ. 5234/1931. 4.Επίσης η Δ.Δ.Κ. δύναται να προβαίνη κατόπιν αποφάσεως της Δ.Επιτροπής εις μισθώσεις άνευ δημοπρασίας δια χρονικόν διάστημα ουχί μείζον του έτους και εφ’ άπαξ, εφ’ όσον σκοπείται δια τούτων η απόκτησις ή διατήρησις της νομής του εκμισθουμένου κτήματος. «5.Ακίνητα του Δημοσίου, ων η ετησία πρόσοδος δεν είναι ανωτέρα των 60.000 δραχμών, δύναται, μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων, να εκμισθούνται άνευ δημοπρασίας προς τους κατόχους αυτών». Η παρ. 5 προστεθείσα δια του άρθρ. 11 Α.Ν. 1540/1938 και αντικατασταθείσα δια του άρθρ. 7 Α.Ν. 1331/1949, αντικατεστάθη εκ νέου ως άνω δια του άρθρ. 8 Νόμ. 719/1977 (κατωτ. σελ. 204,11). Η παλαιά παρ. 5 έλαβε τον αριθμόν 6. 6.Η μίσθωσις των εν αλλοδαπή κτημάτων της Δ.Δ.Κ. ενεργείται δια δημοπρασίας κατά τους εκάστοτε ειδικούς όρους της διακηρύξεως, οριζομένους υπό της Διοικ. Επιτροπής. Άρθρ.31.-1.Αι δημοπρασίαι εκμισθώσεως των κτημάτων της Δ.Δ.Κ. άρχονται είτε οίκοθεν παρά των κατά τόπους Οικον. Εφόρων προ ενός τριμήνου τουλάχιστον από της λήξεως της προηγουμένης μισθώσεως, είτε κατόπιν διαταγής της Δ.Δ.Κ. 2.Αι δημοπρασίαι διεξάγονται εν ημέρα Κυριακή ή άλλη εξαιρεσίμω μονοήμεροι από της 10ης π.μ. μέχρι της 12ης της μεσημβρίας εν τη έδρα του Οικον. Εφόρου και εις τον συνήθη τόπον των δημοπρασιών παρ’ αυτού εν Επιτροπή μετά της διοικητικής Αρχής και του Ταμίου. Ένθα δεν συνεδρεύει μετά του Οικον. Εφόρου διοικητική Αρχή, αναπληρούται αύτη υπό του Ειρηνοδίκου. Κατόπιν αδείας της Δ.Δ.Κ. δύναται η δημοπρασία να διεξαχθή και εκτός της έδρας του οικείου Οικον. Εφόρου ενώπιον Επιτροπής εκ δημοσίων υπαλλήλων, οριζομένης υπό της Δ.Δ.Κ., αν εκ δεδικαιολογημένης προτάσεως του Οικον. Εφόρου προκύπτη ότι δύναται να αναπτυχθή μείζων συναγωνισμός. 3.«Εν Αθήναις η επιτροπή συγκροτείται εκ των Τμηματαρχών στεγάσεως Δημοσίων Υπηρεσιών ανεγέρσεως Δημοσίων Κτιρίων και εντός ετέρου της Γ.Δ.Δ.Λ. ως μονίμων μελών γνωμοδοτούσα επί πάσης επισκευής των κτιρίων ιδιοκτησίας του Δημοσίου, συντηρήσεως, επιπλώσεως,υδροληψίας, καθαριότητος, ηλεκτροφω(Αντί της σελ. 147) Σελ. 147(α) Τεύχος 667 - Σελ. 63 6 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 τισμού, φρουρήσεως, θερμάνσεως, ως και επί πάσης μισθώσεως ιδιωτικών ακινήτων προς στέγασιν Δημοσίων υπηρεσιών ή της στεγάσεως τοιούτων εδρευουσών εν Αθήναις, Πειραιεί και όπου επίσης ήθελεν εντός της επαρχίας Αττικής ορίσει απόφασις του Υπουργού των Οικονομικών. Της Επιτροπής μετέχουν ως έκτακτα μέλη μετά ψήφου είς ανώτερος υπάλληλος εξ εκάστου των λοιπών Υπουργείων προτεινόμενος υπό του αρμοδίου Υπουργού, οσάκις πρόκειται να συζητηθώσιν θέματα αφορώντα την υπηρεσίαν του Υπουργείου εις ο ανήκουσι και ο Προϊστάμενος της αιτούσης υπηρεσίας. Εισηγητής των υποθέσεων εις την Επιτροπήν είναι ο αρμόδιος Εισηγητής, Γραμματεύς δι’ αυτής ορίζεται δι’ αποφάσεως του Διευθυντού είς των Γραφέων της Δ/σεως Κτημάτων. Εις τα μόνιμα μέλη της επιτροπής παρέχεται αποζημίωσις δραχ. 200 εις δε τους Εισηγητάς και Γραμματέα δραχ. 100 κατά συνεδρίασιν και μέχρι τεσσάρων κατά μήνα συνεδριάσεων». Η παρ. 3 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 16 Α.Ν. 19/20 Νοεμ. 1935. Άρθρ.32.-1.Η πρώτη δημοπρασία γνωστοποιείται δια διακηρύξεως του Οικονομικού Εφόρου, ης αντίγραφον υποβάλλεται εκ των προτέρων εις την Δ.Δ.Κ. προς θεώρησιν και έγκρισιν. 2.Η διακήρυξις αύτη δημοσιεύεται επιμελεία του Οικον. Εφόρου δέκα τουλάχιστον ημέρας προ της ενεργείας της δημοπρασίας δια τοιχοκολλήσεως εις το κατάστημα της Οικον. Εφορίας και εις τας πρωτευούσας των Δήμων ή Κοινοτήτων της αυτής επαρχίας, ένθα το ακίνητον, δια τοιχοκολλήσεως εν τω δημοσιωτέρω μέρει αυτών και τοις δημοτικοίς ή κοινοτικοίς καταστήμασι, εάν δε το κτήμα κείται εις χωρίον και δι’ ομοίας δημοσιεύσεως και εν τούτω. 3.Η δημοσίευσις γίνεται δια των δημοτικών ή κοινοτικών αρχών και βεβαιούται δια αποδείξεων των εντελλομένων προς τούτο δημοτικών ή κοινοτικών υπαλλήλων, οίτινες αποστέλλονται εις τον Οικον. Έφορον προ της ενάρξεως της δημοπρασίας. 4.Δημοσιεύσεις περιλήψεων των διακηρύξεων λόγω της σπουδαιότητας των μισθώσεων δύνανται να γίνωνται δια μιας των τοπικών εφημερίδων πέντε τουλάχιστον ημέρας προ της ενεργείας των δημοπρασιών και μόνον κατόπιν εντολής της Δ.Δ.Κ. Άρθρ.33.-Η διακήρυξις παραπέμπει εις τους όρους του παρόντος νόμου και περιέχει προς τοις άλλοις: α)την ημέραν και τας ώρας της διενεργείας της δημοπρασίας ως και τον τόπον ένθα αύτη ενεργείται β)τον Δήμον ή την Κοινότητα, το χωρίον, την θέσιν, τα όρια, το είδος και την έκτασιν του προς εκμίσθωσιν κτήματος, γ)το χρόνον της ενάρξεως και λήξεως της μισθώσεως, δ)τον ελάχιστον όρον Σελ. 148(α) Τεύχος 667 - Σελ. 64 προσφοράς, όστις ορίζεται υπό του Οικον. Εφόρου και ουχί ελάσσων των 3/4 του κατά την προκειμένην αντίστοιχον περίοδον επιτευχθέντος μισθώματος και δεν δύναται να μειωθή άνευ αδείας της Δ.Δ.Κ., τουναντίον δε δύναται κατά την πρόοδον της δημοπρασίας, ν’ αυξηθή υπό των διεξαγουσών την δημοπρασίαν Αρχών δια πρακτικού συνυποβαλλομένου εις την Δ.Δ.Κ., ε)τον αριθμόν των δόσεων του μισθώματος και τον χρόνον της καταβολής αυτών, ς)τας κατά τον παρόντα νόμον απαιτουμένας ασφαλείας, ζ)εάν η έγκρισις των πρακτικών θέλει γίνει παρά της Δ.Δ.Κ. ή παρά των διενεργουσών την δημοπρασίαν αρχών, η)ότι η Δ.Δ.Κ. δεν υποχρεούται εις εγκατάστασιν του μισθωτού, ουδέ ευθύνεται δια τας τυχόν υφισταμένας επί του κτήματος δουλείας, θ)ότι ο μισθωτής δεν δικαιούται εις μείωσιν του μισθώματος από της κατακυρώσεως της μισθώσεως και εφεξής και ι)ότι ο μισθωτής υποχρεούται να διατηρή την κατοχήν του μισθίου, τας υπέρ αυτού δουλείας, τα όρια αυτού και εν γένει το μίσθιον εν καλή καταστάσει, προστατεύων αυτό κατά πάσης καταπατήσεως δια των προσηκουσών αγωγών, αίτινες εκχωρούνται αυτώ δια της συμβάσεως, άλλως ευθύνεται εις αποζημίωσιν. Άρθρ.34.-1.Η δημοπρασία διευθύνεται υπό των Διοικητικών Αρχών, αι δε προσφοραί των πλειοδοτών, ας αποτείνουσιν ούτοι εις τον δημόσιον κήρυκα και παρ’ ου διακηρύττονται αύται μεγαλοφώνως, αναγράφονται εν τοις πρακτικοίς κατά σειράν ως εκφωνούνται μετά του ονοματεπωνύμου του πλειοδότου. 2.Πάσα προσφορά είναι υποχρεωτική δια τον πλειοδότην, η υποχρέωσις δ’ αύτη μεταβαίνει αλληλοδιαδόχως από του πρώτου εις τους ακολούθως και επιβαρύνει οριστικώς τον τελευταίον πλειοδότην. 7 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 3.Ίνα γίνη τις δεκτός εις την δημοπρασίαν, δέον: α)Να προσαγάγη γραμμάτιον παρακαταθήκης χρηματικού ποσού ίσου τω ενί δεκάτω του ελαχίστου όρου προσφοράς ή, εν περιπτώσει επαναληπτικής δημοπρασίας, ίσου τω ενί δεκάτω της επιτευχθείσης κατά την ακυρωθείσαν δημοπρασίαν προσφοράς ή εγγυητικήν επιστολήν ανεγνωρισμένης εν Ελλάδι Τραπέζης δι’ ίσον ποσόν ή τέλος πιστοποιητικά της αρμοδίας δημοτικής ή κοινοτικής αρχής, βεβαιούντα το είδος και την αξίαν της ακινήτου περιουσίας του πλειοδότου, πιστοποιητικόν του αρμοδίου υποθηκοφύλακος βεβαιούν, ότι τ’ ανήκοντα εις τον πλειοδότην ακίνητα κτήματα είναι ελεύθερα πάσης υποθήκης και κατασχέσεως, προς δε συμβόλαια αγοραπωλησίας, αν υπάρχωσι τοιαύτα, βεβαιούντα την αξίαν των αυτών κτημάτων, ώστε κατά την εκτίμησιν των διενεργουσών την δημοπρασίαν αρχών να παρέχηται, δια της επ’ αυτών εγγραφής πρώτης υπέρ του Δημοσίου υποθήκης, ασφάλεια δια το 1/10 του ελαχίστου όρου προσφοράς ή της επιτευχθείσης κατ’ ακυρωθείσαν δημοπρασίαν προσφοράς και β)Να εγγυηθή υπέρ του πλειοδότου και δια την ακριβή εκπλήρωσιν των υπό τούτου αναλαμβανομένων υποχρεώσεων αξιόχρεως κατά την κρίσιν της επί των δημοπρασιών επιτροπής εγγυητής, περί της φερεγγυότητος του οποίου λαμβάνονται ως τεκμήρια τίτλοι ιδιοκτησίας, πιστοποιήσεις Επιμελητηρίων ή Αστυνομικών αρχών περί ασκήσεως επαγγέλματος και παν άλλον στοιχείον, όπερ κατά την κρίσιν της επί των δημοπρασιών επιτροπής ήθελε θεωρηθή χρήσιμον προς μόρφωσιν υπ’ αυτής γνώμης περί της φερεγγυότητος του εγγυητού. Τα προσφερόμενα εις εγγύησιν κτήματα, τόσον δια την συμμετοχήν εις την δημοπρασίαν, όσον και δια την ασφάλειαν του μισθώματος και την ακριβή εκπλήρωσιν των όρων της μισθώσεως, δέον να ώσιν ελεύθερα παντός βάρους, προικώου δικαίου και εκνικήσεως τρίτου, τα δε σχετικά περί τούτων έγγραφα δέον να προσάγωνται προς έλεγχον εις τον αρμόδιον Οικον. ’Εφορον τρεις τουλάχιστον ημέρας προ της δημοπρασίας. Η χρηματική εγγύησις ισχύει τόσον δια την συμμετοχήν εις την δημοπρασίαν, όσον και δια την ακριβή εκπλήρωσιν των όρων της συμβάσεως, εν περιπτώσει αναδείξεως του μετέχοντος της δημοπρασίας ως ενοικιαστού. Η παρ. 3 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 11 παρ. 2 Α.Ν. 1540/1938. 4.Δεν γίνονται δεκτοί εις την δημοπρασίαν βουλευταί ή γερουσιασταί προκειμένου περί αγροτικών κτημάτων, εν γένει δι’ οι οικείοι Δήμαρχοι, Πάρεδροι ή Πρόεδροι Κοινοτήτων, οι υπάλληλοι της Δ.Δ.Κ. και αι γυναίκες. Δια τον αποκλεισμόν τινος εκ της δημοπρασίας συντάσσεται έκθεσις παρά των διενεργουσών την δημοπρασίαν Αρχών, προσαρτωμένη εις τα πρακτικά της δημοπρασίας και συνυποβαλλομένη εις την Δ.Δ.Κ. 5.«Αν τις πλειοδοτή δια λογαριασμόν άλλου, οφείλει να το δηλώση ευθύς κατά την σύνταξιν των πρακτικών και να παρουσιάση και το προς τούτο νόμιμον πληρεξούσιον, άλλως θεωρείται αυτός ως μισθωτής. 6.Ίνα γίνη δεκτή η προσφορά, δέον να η ανωτέρα κατά 5% του ελαχίστου όρου προσφοράς ή, μετά την έναρξιν της δημοπρασίας, του εκάστοτε αποτελέσματος αυτής, αν δεν υπερβαίνη τας 50.000 δραχμών, κατά 3% δε αν υπερβαίνη το ποσόν τούτο. Άρθρ.35.-1.Μετά την λήξιν της δημοπρασίας, τα πρακτικά υπογράφονται παρά των ενεργουσών ταύτην Αρχών και παρά του τελευταίου πλειοδότου και του εγγυητού του, εάν δε τις τούτων είναι αγράμματος, υπογράφεται δι’ άλλου επί παρουσία δύο μαρτύρων προσυπογραφομένων. Η παρά του πλειοδότου και εγγυητού προσυπογραφή περιττεύει, όταν η κατακύρωσις γίνεται επί τη βάσει εγγράφου προσφοράς αυτών. 2.Εάν ευθύς μετά το πέρας της δημοπρασίας ο τελευταίος πλειοδότης και εγγυητής δεν υπογράψωσιν αμφότεροι τα πρακτικά, ο Οικον. Έφορος προσκαλεί τον πλειοδότην αυθημερόν εγγράφως και επί αποδείξει δια των Αστυνομικών Αρχών, όπως συμμορφωθή προς τ’ ανωτέρω εντός 24 ωρών, επί απειλή αναπλειστηριασμού εις βάρος του. Παρελθούσης της προθεσμίας ταύτης, ενεργείται οίκοθεν εις βάρος του αναπλειστηριασμός κατά τα εν άρθρ. 57 του παρόντος οριζόμενα. 3.Μετά την υπογραφήν, τα πρακτικά υποβάλλονται δια του πρώτου ταχυδρομείου προς την Δ.Δ.Κ., δια κοινής ητιολογημένης των Αρχών εκθέσεως περί του συμφέροντος ή μη του αποτελέσματος της δημοπρασίας, συνοδευόμενα με την διακήρυξιν και τας αποδείξεις της δημοσιεύσεως αυτών προς έγκρισιν ή ακύρωσιν, πλην αν η έγκρισις έχει ανατεθή τη Επιτροπή των δημοπρασιών. Άρθρ.36.-1.Επαναλαμβάνεται οίκοθεν παρά των ενεργουσών την δημοπρασίαν Αρχών η δημοπρασία, α)όταν δεν παρουσιάσθη κατ’ αυτήν πλειοδότης, β)όταν μετά την ενέργειαν αυτής δοθή εις τον Οικον. Έφορον ανωτέρα προσφορά, γ)όταν ο τελευταίος πλειοδότης αρνηθή να υπογράψη τα πρακτικά μετα την κατακύρωσιν, κατά τα εν τω προηγουμένω άρθρ. 35 εδάφ. 2 οριζόμενα, και δ)όταν προτείνεται ομοφώνως η ακύρωσις των πρακτικών λόγω ασυμφόρου του αποτελέσματος. 2.Επαναλαμβάνεται η δημοπρασία κατ’ εντολήν της Δ.Δ.Κ. όταν α)ακυρωθή παρ’ αυτής είτε λόγω ασυμφόρου είτε λόγω παρατυπίας Σελ. 149 8 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 και β)όταν δοθή προς την Δ.Δ.Κ. ανωτέρα προσφορά. 3.Ανώτεραι προσφοραί είναι δεκταί μετά το πέρας της δημοπρασίας, αν είναι έγγραφοι και περιέχουσιν ολογράφως και αριθμητικώς το επί πλέον προσφερόμενον ποσόν και το σύνολον της προσφοράς, αν ώσι σύμφωνοι τω 34ω άρθρω και παραδοθώσιν επί αποδείξει εις μεν τον Οικον. Έφορον μέχρι της κοινοποιήσεως της εγκρίσεως προς την δημοτικήν ή κοινοτικήν Αρχήν, κατά τα εν άρθρ. 39 εδαφ. 2 του παρόντος ειδικώτερον οριζόμενα, προς δε την Δ.Δ.Κ. εντός της οκταημέρου προθεσμίας προς έγκρισιν, κατά το άρθρ. 38 του παρόντος. Άρθρ.2.-Σκοπός της Δ.Δ.Κ. είναι η περισυλλογή, προστασία και διαχείρισις των δημοσίων κτημάτων κατά τας ειδικωτέρας διατάξεις του παρόντος. Άρθρ.37.-1.Αι επαναληπτικαί κατά το προηγούμεον άρθρον δημοπρασίαι κηρύττονται δια περιληπτικής διακηρύξεως του Οικον. Εφόρου, αναφερομένης εις τους όρους της πρώτης, ενεργούνται δε μετά τρεις τουλάχιστον ημέρας, αφ’ ης η διακήρυξις τοιχοκολληθή εις μονον τον τόπον της δημοπρασίας επί αποδείξει των δημοτικών ή κοινοτικών Αρχών, υπολογιζομένης και της ημέρας της τοιχοκολλήσεως, διεξαγόμεναι κατά τα λοιπά κατά τας ανωτέρω διατάξεις. 2.Η διακήρυξις εκδίδεται κατά την επανάληψιν της δημοπρασίας την επομένην ημέραν της διεξαγωγής της αγόνου δημοπρασίας ή παρελεύσεως της προθεσμίας του άρθρ. 35, εδάφ. 2 του παρόντος προς υπογραφήν του πρακτικού ή της υποβολής της ανωτέρας προσφοράς προς τον Οικον. Έφορον ή της υποβολής των πρακτικών προς την Δ.Δ.Κ. μετά προτάσεως ακυρώσεως αυτών ή τέλος λήψεως της διαταγής της Δ.Δ.Κ. περί επαναλήψεως. 3.Οσάκις επαναλαμβάνεται η δημοπρασία λόγω ασυμφόρου του αποτελέσματος, ως ελάχιστος όρος προσφοράς τίθεται το κατά την ακυρωθείσαν δημοπρασίαν επιτευχθέν αποτέλεσμα. Η παρ. 3 προσετέθη δια του άρθρ. 1 παρ. 13 Νόμ. 5234/1931. Άρθρ.38.-1.Η έγκρισις των πρακτικών πάσης δημοπρασίας απόκειται εις τον Γεν. Γραμματέα, την Δ.Ε. και τον Υπουργόν των Οικονομικών κατά τα ειδικώτερον εν τοις ανωτέρω άρθροις του παρόντος οριζόμενα, δέον δε πάντως να γίνηται εντός 8 ημερών από της λήξεως των πρακτικών εν τη υπηρεσία, βεβαιουμένης εκ του πρωτοκόλλου. 2.Δύνανται η Δ.Δ.Κ. να αναθέτη την έγκρισιν των πρακτικών εις τας διενεργούσας την δημοπρασίαν Αρχάς, ιδία όταν προσεγγίζη η εποχή της χρησιμοποιήσεως ή καρπώσεως του κτήματος ή προηγήθησαν τρεις τουλάχιστον δημοπρασίαι. Εν τη περιπτώσει ταύτη, αι Αρχαί αποφαίνονται την τρίτην ημέραν από της διεξαγωγής της δημοπρασίας, συμπεριλαμβανομένης και της ημέρας ταύτης. Η Σελ. 150 Δ.Δ.Κ. αναθέτουσα εις τας επί των δημοπρασιών Αρχάς την έγκρισιν, δύναται να ορίση το ελάχιστον όριον, ου κάτω δεν επιτρέπεται η έγκρισις, όπερ όριον δεν ανακοινούται τοις ενδιαφερομένοις. 3.Επίσης μετά τρεις τουλάχιστον δημοπρασίας δύναται, αν συντρέχωσιν αποχρώντες λόγοι, να διαταχθή τελειωτική δημοπρασία, ότε η έγκρισις των πρακτικών αφίεται πάλιν εις τας Τοπικάς Αρχάς. Προς τούτο όμως απαιτείται απόφασις της Διοικ. Επιτροπής, εγκρινομένης και παρά του Υπουργού, οσάκις τούτω ανήκει η έγκρισις και δημοσίευσις αυτής κατά το εδάφ. 4 του άρθρ. 32. Άρθρ.39.-1.Η έγκρισις των πρακτικών κοινοποιείται υπό του αρμοδίου Οικον. Εφόρου εγγράφως και επί αποδείξει προς την δημοτικήν ή κοινοτικήν Αρχην της έδρας του την επιούσαν της υπ’ αυτού παραλαβής του, πλην αν δεν εξηντλήθη υπό της Δ.Δ.Κ. ολόκληρος η κατά το προηγούμενον άρθρον 1 οκταήμερος προθεσμία, ότε η έγκρισις δέον να κοινοποιηθή την επομένην της λήξεως ταύτης. Εις περίπτωσιν καθ’ ην η έγκρισις γίνεται υπό των επί των δημοπρασιών Αρχών, η κοινοποίησις ταύτης γίνεται την επιούσαν της λήξεως της κατά το προηγούμενον άρθρον, εδάφ. 2, τριημέρου προθεσμίας. 2.Η κατά την άνω ημέραν κοινοποίησις της εγκρίσεως προς την δημοτικήν ή κοινοτικήν Αρχήν γίνεται περί την δείλην και ολίγον προ της δύσεως του ηλίου. Μέχρι της στιγμής ταύτης επιτρέπονται νέαι προσφοραί. Εάν η ημέρα της κοινοποιήσεως συμπέση Κυριακή ή άλλη εξαιρέσιμος εορτή του Κράτους, αναβάλλεται αύτη δια την επιούσαν και την αυτήν ώραν. 9 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 3.Η δημοτική ή κοινοτική Αρχή οφείλει επί ιδία αυτής ευθύνη να επιδώση εντός 24 ωρών την έγκρισιν προς τον μισθωτήν, εις την προθεσμίαν δε ταύτην δεν συμπεριλαμβάνεται το λόγω αποστάσεως χρονικόν διάστημα, εν περιπτώσει καθ’ ην ο προς ον η κοινοποίησις μισθωτής δεν διαμένει εν τη έδρα του Δημάρχου ή Προέδρου της Κοινότητος. Εν απουσία του μισθωτού ή εν αρνήσει τούτου να παραλάβη την έγκρισιν, η κοινοποίησις ενεργείται δια τοιχοκολλήσεως εις την θύραν της κατοικίας του τη παραγγελία του Δημάρχου ή του Προέδρου της Κοινότητος. Περί της τοιχοκολλήσεως συντάσσεται έκθεσις, ήτις υπογράφεται υπό του ενεργήσαντος ταύτην δημοτικού ή κοινοτικού υπηρέτου και δύο μαρτύρων. Εάν ο μισθωτής είναι αγράμματος, την περί κοινοποιήσεως έκθεσιν υπογράφουν, εκτός του επιδίδοντος υπηρέτου, και δύο μάρτυρες. Βλ. ήδη άρθρ. 5 παρ. 4 Ν.Δ. 1370/1942. Άρθρ.40.-1.Οσάκις επαναλαμβάνεται η δημοπρασία εις βάρος του αναδειχθέντος τελευταίου πλειοδότου ή του μισθωτού, ως ελάχιστον όριον προσφοράς ορίζεται το σύνολον των τε οφειλομένων μισθωμάτων μετά των προσθέτων τελών και τόκων υπερημερίας, ως και των μισθωμάτων των αναλογούντων εις τον υπολειπόμενον χρόνον της μισθώσεως. Το ποσόν τούτο μειούται μεθ’ εκάστην άγονον δημοπρασίαν κατά 10%, αι μειώσεις όμως αύται δεν δύνανται να ώσιν εν συνόλω ανώτεραι του 50% του αρχικού ποσού, πλην αν εγκριθή περαιτέρω μείωσις, δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών. 2.Κατά την διεξαγωγήν των κατά το προηγούμενον εδάφιον δημοπρασιών η έγκρισις των πρακτικών ανήκει εις τας επί των δημοπρασιών αρχάς, μόνον δ’ εν περιπτώσει, καθ’ ην το επιτευχθέν εν τη δημοπρασία μίσθωμα ήθελεν είσθαι κατώτερον του οφειλομένου δια τον υπόλοιπον χρόνον της μισθώσεως μισθώματος υποβάλλονται προς έγκρισιν εις τον Υπουργόν των Οικονομικών. Αι δημοπρασίαι αύται επαναλαμβάνονται μόνον όταν δίδωνται έγγραφοι ανώτεροι προσφοραί. 3.Το Υπουργείον των Οικονομικών (Διεύθυνσις Δημοσίων Κτημάτων) δύναται ν’ ακυρώση τα υποβληθέντα αυτή πρακτικά, εν τη περιπτώσει όμως ταύτη και εφ’ όσον εντός 20 ημερών από της διεξαγωγής της δημοπρασίας δεν υποβληθή έγγραφος αντιπροσφορά, οπότε υποχρεωτικώς επαναλαμβάνεται η δημοπρασία, περιορίζεται η οφειλή του κηρυχθέντος εκπτώτου κατά το εν τη τελευταία δημοπρασία επιτευχθέν ποσόν και τερματίζεται ο εις βάρος του ενεργούμενος αναπλειστηριασμός. 4.Εις περίπτωσιν, καθ’ ην ήθελε μεν ο αναπλειστηριασμός αποβή άνευ αποτελέσματος, το ακίνητον όμως ήθελεν αναμισθωθή εντός της αυτής χρονικής περιόδου, δι’ ην είχεν αρχικώς προκηρυχθή η δημοπρασία, το Δημόσιον συμψηφίζει υπέρ του κηρυχθέντος εκπτώτου πλειοδότου ή μισθωτού τόσον μέχρι του επιτευχθέντος μισθώματος, όσον αναλογεί εις το χρονικόν διάστημα από της συνάψεως της νέας μισθώσεως μέχρι της ημέρας, καθ’ ην έληγεν η διαλυθείσα τοιαύτη, το εκπιπτόμενον όμως τούτο ποσόν δεν δύναται εν ουδεμιά περιπτώσει να η ανώτερον του εις το αυτό χρονικόν διάστημα αναλογούντος μισθώματος, όπερ είχεν επιτευχθεί κατά την διαλυθείσαν μίσθωσιν. Το άρθρ. 40 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 11 παρ. 3 Α.Ν. 1540/1938. Άρθρ.41.-Παρατυπία τις της δημοπρασίας ουδέν παράγει δικαίωμα υπέρ του μισθωτού ή πλειοδότου. Άρθρ.42.-1.Μετά την κοινοποίησιν της εγκρίσεως των πρακτικών της δημοπρασίας ή της αποφάσεως τη Δ. Επιτροπής περί άνευ δημοπρασίας εκμισθώσεως, εγγράφεται πρώτη υποθήκη υπέρ της Δ.Δ.Κ. προς ασφάλειαν του μισθώματος επί ακινήτων του μισθωτού ή του εγγυητού αυτού ή τρίτου τινός προσφερομένου προς τούτο, αξίας ίσης τουλάχιστον προς το 1/3 του όλου μισθώματος ή επί μισθώσεως υπέρ την πενταετίαν προς το εν τέταρτον αυτού. Την εκτίμησιν των κτημάτων τούτων ποιούνται από κοινού ο οικείος Οικον. Έφορος και ο Ταμίας, ευθυνόμενοι δια πάσαν εκ κακής εκτιμήσεως ζημίαν της Δ.Δ.Κ. Σημείωσιν περί των υποθηκευμένων κτημάτων οφείλει ο μισθωτής να παρουσιάση τω Εφόρω εντός δέκα ημερών από της κοινοποιήσεως της εγκρίσεως των πρακτικών ή της περί εκμισθώσεως άνευ δημοπρασίας αποφάσεως της Δ.Δ. Κτημάτων. Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 15 Νόμ. 5234/1931. 2.Εάν δεν προσάγηται η σημείωσις αύτη εντός της προθεσμίας ή η αξία των προς υποθήκευσιν προσφερομένων κτημάτων δεν κρίνεται επαρκής υπό των αρχών, τάσσεται παρά του Εφόρου εγγράφως νέα προθεσμία ουχί μείζων της πρώτης, εντός της οποίας οφείλει ο μισθωτής να προσαγάγη σημείωσιν ικανών κτημάτων. Παρελθούσης και της προθεσμίας ταύτης απράκτου, πράττονται τα εν άρθρ. 57. Άρθρ.43.-Της εγγραφής της υποθήκης υπέρ της Δ.Δ.Κ. επιμελείται ο μισθωτής, υποχρεούμενος εις την καταβολήν των δικαιωμάτων του Υποθηκοφύλακος, ως και των τελών. Η μη εγγραφή της υποθήκης εντός πέντε ημερών από της παραδόσεως εκ μέρους του Εφόρου της Σελ. 151 10 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 αιτήσεως μετά των περιλήψεων εις τον μισθωτήν, επάγεται την επανάληψιν της δημοπρασίας εις βάρος αυτού και του εγγυητού, κατά τα εν άρθρ. 57 οριζόμενα. Άρθρ.44.-Εάν ο μισθωτής ή ο εγγυητής αυτού εκποιήση ή υποθηκεύση προς τρίτους τα προς ασφάλειαν της Δ.Δ.Κ. προσφερόμενα κατά τον χρόνον της δημοπρασίας είτε μετ’ αυτήν κτήματα προ της πραγματοποιήσεως της ασφαλείας, καταδιώκονται κατά τα άρθρ. 396 κλπ. του Ποινικού Νόμου. ΄Αρθρ.3.-1.Εις την Δ.Δ.Κ. περιέρχεται η κυριότης, διοίκησις και διαχείρισις απάσης της περιουσίας κινητής και ακινήτου, η υπαγομένη προ της συστάσεως της Αεροπορικής Αμύνης εις το Υπουργείον της Γεωργίας ως και η μετά ταύτα κτηθείσα παρά της Αεροπορικής Αμύνης και τα δικαιώματα και αι υποχρεώσεις αυτής. 2.Δια την περιέλευσιν των άνω κτημάτων εις την Δ.Δ.Κ. δεν απαιτείται μεταγραφή εν τοις οικείοις βιβλίοις. «Επίσης δεν απαιτείται μεταγραφή δια την περιέλευσιν εις το Δημόσιον κτημάτων κατά τας Ελληνοβουλγαρικάς και Ελληνοτουρκικάς συμφωνίας». Το εντός « » εδάφιον προσετέθη δια του Άρθρ.45.-1.Επιτρέπεται αντί της κτηματικής ασφαλείας να δοθή χρηματική εγγύησις ανερχομένη εις το εν έκτον τουλάχιστον του όλου μισθώματος ή και εγγυητική επιστολή δια το αυτό ποσόν Τραπέζης ανεγνωρισμένης υπό της Δ.Δ.Κ. Επί μισθώσεως υπέρ την πενταετίαν η ως άνω εγγύησις μειούται εις το εν δέκατον. Η παρ. 1 ετροποποιήθη ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 16 Νομ. 5234/1931. 2.Η αναγνώρισις της Τραπέζης γίνεται κατόπιν αποφάσεως της Διοικούσης Επιτροπής Άρθρ.46.-1.Μετά την εγγραφήν της υποθήκης ή την χορήγησιν της εγγυήσεως συντάσσεται εντός δέκα ημερών από ταύτης μισθωτήριον συμβόλαιον ενώπιον συμβολαιογράφου μεταξύ του Οικονομικού Εφόρου και του μισθωτού. Προ της συντάξεως του συμβολαίου ο μισθωτής δεν δύναται να λάβη την κατοχήν του μισθίου. Τα τέλη και λοιπά έξοδα του μισθωτηρίου συμβολαίου βαρύνουσι τον μισθωτήν. 2.Επί μισθώσεων, εν αις το μίσθωμα δεν υπερβαίνει τα δέκα εκατομμύρια δραχμών εν συνόλω, αντί του συμβολαιογραφικού εγγράφου, εκδίδεται παρά του Εφόρου δηλοποίησις, συντασσομένη επί του αναλόγου ενσήμου χάρτου και προσυπογραφομένη παρά του μισθωτού, ή, αν ούτος αγνοή να υπογράψη, παρά δύο μαρτύρων. Η παρ. 2 ετροποποιήθη ως άνω δια του άρθρ. 8 Α.Ν. 1331/1949. 3.Χρεωστικαί ομολογίαι δεν συντάσσονται. Άρθρ. 47.-Η Δ.Δ.Κ. δεν ευθύνεται απέναντι του μισθωτού δια την πραγματικήν κατάστασιν, εις ην ευρίσκεται το μίσθιον και ης υποτίθεται ότι έχει λάβει γνώσιν ούτος, ουδέ δια την ύπαρξιν οιασδήποτε δουλείας επί του κτήματος, ούτε συνεπώς υποχρεούται εντεύθεν εις επιστροφήν ή μείωσιν του μισθώματος, ουδ’ εις την λύσιν της μισθώσεως. Άρθρ.48.-1.Η Δ.Δ.Κ. δεν υποχρεούται εις την εγκατάστασιν του μισθωτού εν τω μισθίω ουδ’ απαλλάσσεται ούτος της πληρωμής του μισθώματος, εάν δεν εποιήσατο χρήσιν αυτού άνευ υπαιτιότητος της Δ.Δ.Κ. Σελ. 152 2.Ο μισθωτής δεν έχει δικαίωμα μειώσεως του μισθώματος δια βλάβην εκ θεομηνίας ή άλλης τυχαίας αιτίας, επερχομένην από της κατακυρώσεως της μισθώσεως και εφεξής. Άρθρ.49.-1.Ο χρόνος της πληρωμής του μισθώματος κανονίζεται εκάστοτε εν τη διακηρύξει της δημοπρασίας και τω συμβολαίω αλλ’ ουδέποτε το μίσθωμα εκάστου έτους ή εκάστης ετησίας περιόδου δύναται να κατατμηθή εις πλείονας των εξ δόσεων, της δ’ εξαμήνου περιόδου εις πλείονας των τριών. Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 17 Νόμ. 5234/1931. 2.Εις την πρώτην δόσιν, ήτις δέον απαραιτήτως να προκαταβάλληται, συνυπολογίζεται η τυχόν κατά την διενέργειαν της δημοπρασίας δοθείσα εγγύησις προς συμμετοχήν. 3.Επί προκαταβολής ολοκλήρου του μισθώματος ή τινός των δόσεων γίνεται έκπτωσις 6% επί του προκαταβαλλομένου ποσού, εφόσον το υπολειπόμενον χρονικόν διάστημα προς εμπρόθεσμον καταβολήν αυτού δεν είναι έλασσον του έτους. Άρθρ.50.-Ο μισθωτής υπόκειται εις πρόστιμον 500-100.000 δραχμών, επιβαλλόμενον υπό της Διοικ. Επιτροπής, δια πάσαν παράβασιν όρου της μισθώσεως εκ των αναγραφομένων είτε εν τω παρόντι, είτε εν τη διακηρύξει, ανεξαρτήτως πάσης άλλης ειδικής συνεπείας. Η απόφασις αύτη αποτελεί τίτλον διοικητικώς εκτελεστόν. Άρθρ.51.-Ο εγγυητής, όστις είναι απαραίτητος, είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνος μετά του μισθωτού δια πάσαν υποχρέωσιν αυτού, στερούμενος ευεργετήματος και δη του της διζήσεως και διαιρέσεως. Άρθρ.52.-1.Η Δ.Δ.Κ. δύναται να λύη μονομερώς τας μισθώσεις, όταν λαμβάνη ανάγκην των μισθίων είτε αυτή, είτε αι λοιπαί κρατικαί υπηρεσίαι και εν γένει δια λόγους γενικού συμφέροντος, αλλά πάντοτε κατόπιν προμηνύσεως κοινοποιουμένης επί αποδείξει προς τον μισθωτήν ένα μήνα προ της διαλύσεως. Ο όρος ούτος δέον ν’ αναγράφηται και εν τη διακηρύξει της δημοπρασίας. 2.Ο μισθωτής ουδεμίαν δύναται εκ της τοιαύτης διαλύσεως να αξιώση αποζημίωσιν, δικαιούμενος μόνον εις την απαλλαγήν ή εν περιπτώσει προκαταβολής την ανάληψιν του μη δεδουλευμένου μισθώματος. 11 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 3.Επί μισθώσεων πολυετών, συνδεομένων μετά μονίμων εγκαταστάσεων του μισθωτού, κατά το 2 εδάφιον του άρθρ. 30, δύναται κατόπιν αποφάσεως της Δ. Επιτροπής να απαλειφθή ο όρος της μονομερούς διαλύσεως, γινομένης περί τούτου ρητής μνείας εν τω συμβολαίω και εν τη διακηρύξει, εάν πρόκειται μίσθωσις δια δημοπρασίας. 4.Λυομένης της μισθώσεως μονομερώς υπό της Δ.Δ.Κ., παν δικαίωμα συσταθέν υπό του μισθωτού υπέρ τρίτου θεωρείται ως μη υπάρχον απέναντι ταύτης. Άρθρ.53.-1.Υπεκμίσθωσις επιτρέπεται, αν μη άλλως ωρίσθη, αλλά πάντοτε μετ’ έγγραφον συγκατάθεσιν της Δ.Δ.Κ. 2.Σιωπηρά αναμίσθωσις δεν χωρεί, αλλ’ υποχρεούται ο μισθωτής άμα τη λήξει της μισθώσεως ή τη διαλύσει ταύτης, όπως αποδώση το μίσθιον, υποκείμενος άλλως εις έξωσιν κατά την διαδικασίαν του Νομ. ΒΧΗ΄, ως ετροποποιήθη δια νεωτέρων νόμων. Και η παράβασις οιουδήποτε όρου της συμβάσεως επάγεται, κατόπιν αποφάσεως τη Δ.Ε., εγκρινομένης υπό του Υπουργού των Οικονομικών, διάλυσιν της μισθώσεως και έξωσιν του μισθωτού κατά την αυτήν διαδικασίαν. Η παρ. 2 συνεπληρώθη ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 18 Νόμ. 5234/1931. Άρθρ.54.-1.Παν οικοδόμημα, εγκατάστασις ή παράπηγμα, γινόμενον υπό του μισθωτού επί του μισθίου είτε κατά την σύμβασιν, είτε οίκοθεν, περιέρχεται εις την κυριότητα της Δ.Δ.Κ. μετά την λήξιν ή διάλυσιν της μισθώσεως, άνευ αποζημιώσεώς τινός, μη δυναμένου του μισθωτού να αφαιρέση την οικοδομικήν ύλην, αν μη άλλως συνεφωνήθη. 2.Τας υπαρχούσας οικοδομάς και εν γένει το μίσθιον οφείλει ο μισθωτής να διατηρή εν καλή καταστάσει, ουδέ δύναται να επιφέρη ουσιώδεις αλλοιώσεις εις το κτήμα άνευ αδείας της Δ.Δ.Κ. 3.Ο μισθωτής οφείλει επίσης να μεριμνήση περί της διατηρήσεως τη κατοχής του μισθίου, των υπέρ αυτού δουλειών, και να αποκρούη πάσαν καταπάτησιν αυτού, έχων πάσας τας αγωγάς της Δ.Δ.Κ. Επί μισθώσεως δε αγροτικού κτήματος οφείλει να αντικαθιστά τα αποξηραινόμενα δένδρα δι’ εμφυτεύσεως άλλων τοιούτων και να μεριμνά υπέρ της διατηρήσεως των ορίων του κτήματος. 4.Δια πάσαν παράβασιν μιας των ανωτέρω υποχρεώσεων ο μισθωτής υπόκειται εις αποζημίωσιν, καθοριζομένην υπό της Διοικ. Επιτροπής δι’ αποφάσεώς της και μετά προηγούμενην γνωμάτευσιν τοπικής επιτροπής, αποτελούσης τίτλον διοικητικώς εκτελεστόν. Ο όρος ούτος δέον να αναγράφηται και εν τη διακηρύξει της δημοπρασίας. Τηρείται πάντοτε και ενταύθα η διάταξις του άρθρ. 1 παρ. 1 Νόμ. 5234/1931. 3-4.(Δεν ισχύουσι μετά το άρθρ. 2 Ν.Δ. 27/27 Ιουν. 1935). άρθρ. 51. Άρθρ.55.-(Κατηργήθη δια του άρθρ. 1 παρ. 19 Νόμ. 5934/1931). Άρθρ.56.Μετά την ολοσχερή εξόφλησιν του μισθώματος και την βεβαίωσιν του Οικον. Εφόρου περί της εκπληρώσεως πασών των εκ της μισθώσεως και του παρόντος απορρεουσών υποχρεώσεων, διατάσσεται επί τη βάσει ητιολογημένου πρωτοκόλλου του αρμοδίου Ταμίου και Οικον. Εφόρου η εξάλειψις της τυχόν εγγεγραμμένης υποθήκης και η απόδοσις της εγγυήσεως ή εγγυητικής επιστολής. Άρθρ.57.-1.Επαναλαμβάνεται η δημοπρασία εις βάρος του αναδειχθέντος πλειοδότου: α)Εάν μετά το πέρας της δημοπρασίας δεν υπογράψη τα πρακτικά ταύτης μετά του εγγυητού. β)Εάν δεν προσαγάγη σημείωσιν κτημάτων εντός των προθεσμιών του άρθρ. 42. γ)Εάν δεν εγγράψη την υποθήκην εντός της προθεσμίας του άρθρ. 43. δ)Εάν δεν προσέλθη προς υπογραφήν του συμβολαίου εντός της προθεσμίας του άρθρ. 46 και ε)Εάν αυτός ή ο εγγυητής εκποιήσουν ή υποθηκεύσουν τα προς ασφάλειαν της Δ.Δ.Κ. προσφερόμενα κτήματα είτε κατά τον χρόνον της δημοπρασίας, είτε μετ’ αυτήν και προ της πραγματοποιήσεως της ασφαλείας αυτής. 2.Δύναται να διαλυθη η μίσθωσις και να επαναληφθή η δημοπρασία εις βάρος του μισθωτού δια το υπόλοιπον χρονικόν διάστημα της μισθώσεως κατόπιν αποφάσεως της Διοικ. Επιτροπής, καθοριζούσης και το οφειλόμενον εισέτι μίσθωμα, ένεκά τινος των κάτωθι λόγων: α)Λόγω καθυστερήσεως και μιας των δόσεων του μισθώματος. β)Ένεκα παραβάσεως μιας των υποχρεώσεων των εδαφ. 2 και 3 του άρθρ. 54, και γ)Ένεκα παραβάσεως της υποχρεώσεως του άρθρ. 55. 3.Δια πάσαν παράβασιν των όρων της διακηρύξεως ή του μισθωτηρίου συμβολαίου ή ειδικώτερον του παρόντος άρθρου, διατάσσεται δι’ αποφάσεως της Δ. Επιτροπής, εγκρινομένης υπό του Υπουργού των Οικονομικών, η κατάπτωσις της κατατεθείσης, είτε δια την ακριβή εκπλήρωσιν των όρων της συμβάσεως, εγγυήσεως υπέρ της Δ.Δ.Κ., ανεξαρτήτως πάσης άλλης ειδικής συνεπείας. Η δε απόφασις αύτη αποτελεί τίτλον διοικητικής εκτελέσεως. Η παρ. 3 προσετέθη δια του άρθρ. 1 παρ. 20 Νομ. 5234/1931. Άρθρ.58.-Εν περιπτώσει επαναλήψεως της δημοπρασίας κατά τας διατάξεις του προηγουμένου άρθρου, δικαιούται η Δ.Δ.Κ. να εγγράψη υποθήκην επί της ακινήτου περιουσίας του τελευταίου πλειοδότου, ή του μισθωτού, ή του εγγυητού προς ασφάλειαν του επιτευχθέντος κατά την ακυρωθείσαν δημοπρασίαν ή του οφειλομένου μισθώματος και πάσης άλλης προκυπτούσης εντεύθεν αξιώσεως. (Αντί για τη σελ. 153) Σελ. 153(α) Τεύχος 1239 - Σελ. 59 12 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 Άρθρ.59.-Η εκ πταίσματος του μισθωτού διαταχθείσα νέα δημοπρασία ενεργείται εις βάρος αυτού και του εγγυητού, ενεχομένων δια την επί έλαττον διαφοράν του νέου μισθώματος από του της προτέρας δημοπρασίας. Η διαφορά αύτη βεβαιουμένη υπό του Οικ. Εφόρου εισπράττεται κατά τα περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων ωρισμένα. Η επί πλέον διαφορά είναι εις όφελος της Δ.Δ. Κτημάτων. Κεφάλαιον Β΄. Εκμετάλλευσις αιγιαλών, ποταμών κλπ. Άρθρ.60.-1.Η εκμετάλλευσις των αιγιαλών διενεργείται υπό της Δ.Δ.Κ. δια μονοετούς ή πολυετούς κατά τας διατάξεις του προηγουμένου κεφαλαίου παραχωρήσεως της χρήσεως αυτών, προς ίδρυσιν κέντρων αναψυχής, εγκατάστασιν λουτρών, ίδρυσιν εργοστασίων κλπ., εφόσον δεν παραβιάζεται εντεύθεν ο προορισμός αυτών ως κοινοχρήστων. 2.Επιτρέπεται υπό τους άνω όρους κατόπιν αποφάσεως της Διοικ. Επιτροπής η άνευ δημοπρασίας χορήγησις επί μισθώματι αδειών απλής χρήσεως των αιγιαλών μέχρις ενός έτους εις τους έχοντας γειτονικάς ιδιοκτησίας ή καταστήματα, ως επίσης δια το αυτό χρονικόν διάστημα χορήγησις αδειών δι’ εγκατάστασιν λουτήρων δι’ ατομικήν ή οικογενιακήν χρήσιν. 3.Αι παραχωρήσεις χρήσεως του παρόντος άρθρου υπόκεινται πάντοτε εις μονομερή διάλυσιν εκ μέρους της Δ.Δ.Κ. δια λόγους γενικού συμφέροντος (αμύνης της χώρας, συγκοινωνίας κλπ.). 4.Διατηρούνται εν ισχύϊ αι περί παραλιακών γηπέδων διατάξεις του νόμου «περί λιμένων και λιμενικών ταμείων». 5.Οι κατά το άρθρον τούτο αναδεικνυόμενοι πλειοδόται ή απ’ ευθείας ενοικιασταί υποχρεούνται να συμμορφώνωνται προς τας διατάξεις του νόμου «περί σχεδίων πόλεων, κωμών κλπ.», εφόσον πρόκειται να εκτελεσθώσιν ωρισμένα έργα. Η υποχρέωσις αύτη αποτελεί όρον της διακηρύξεως και των συμβάσεων. 6.Η Δ.Δ.Κ. καθορίζει δι’ αποφάσεώς της ανά τριετίαν μετά συνεννόησιν μετά του σχεδίου πόλεων και του οικείου Δημάρχου ή Προέδρου Κοινότητος την παραλιακήν ζώνην, εφ’ ης θ’ απαγορεύηται πάσα μίσθωσις ή παραχώρησις χρήσεως. «7.Δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης κατόπιν προτάσεως του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων, εις ην μετέχει ειδικώς δια την περίπτωσιν ταύτην και αντιπρόσωπος του προτείνοντος Υπουργείου, εις τους έχοντας ή προτιθέμενους να ιδρύσουν επί ιδιωτικών χώρων εμπορικάς επιχειρήσεις χύδην φορτίου εργοστάσια ή άλλας Σελ. 154(α) Τεύχος 1239 - Σελ. 60 βιομηχανικάς επιχειρήσεις ή εις τους εκμεταλλευόμενους μεταλλεία ή λατομεία, επιτρέπεται η άνευ δημοπρασίας απευθείας παραχώρηση του δικαιώματος χρήσεως αιγιαλού προς κατασκευή προβλητών ή άλλων έργων, προοριζομένων δια την εξυπηρέτησιν των εμπορικών επιχειρήσεων χύδην φορτίου, βιομηχανιών, βιοτεχνιών, μεταλλείων και λατομείων αυτών ή τρίτων που διακινούν όμοιο φορτίο και αντί ετησίας αποζημιώσεως καθοριζομένης ανά πενταετία κατά την διαδικασίαν του άρθρ. 5 του Νόμ. 5895/1933 του υπό τούτου προβλεπόμενου πρωτοκόλλου γνωμοδοτήσεως συντασσομένου παρά διμελούς επιτροπής εκ δημοσίων υπαλλήλων της αρμοδιότητος ενός εκάστου των Υπουργείων Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας οριζομένων υπό των οικείων υπουργών. Η κατασκευή των τοιούτων έργων ενεργείται τηρουμένων των οικείων περί λιμένων διατάξεων, ως και των περί σχεδίων πόλεων και κωμών. Άδειες κατασκευής και χρήσεως λιμενικών έργων που έχουν χορηγηθεί με βάση των ως άνω αντικαθισταμένη διάταξη, ισχύουν και για όλες τις παραπάνω χρήσεις». Η παρ. 7 όπως είχε τροποποιηθεί από το άρθρ. 12 του Νόμ. 1539/1938, κατωτ. σελ. 191, αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 21 του Άρθρ.4.-Πάσαι αι διατάξεις αι αφορώσαι την δημοσίαν περιουσίαν ως και αι διατάξεις περί Δημοσίου Λογιστικού και περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων εφαρμόζονται και επί της περιουσίας της Δ.Δ.Κ., εφόσον δεν τροποποιούνται υπό του παρόντος. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ Διοίκησις άρθρ. 6 του Νομ. 2160/19-19 Ιουλ. 1993 (ΦΕΚΑ-118) (Τόμ. 18 σελ. 64,910). 8.Αι διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου δύνανται να εφαρμόζωνται και προκειμένου περί τμημάτων αιγιαλού, περιλαμβανομένων εκτός της ζώνης λιμένος. Εν τη περιπτώσει όμως ταύτη 1)αντί του Υπουργού των Οικονομικών αποφαίνεται ο Υπουργός της Συγκοινωνίας, 2)αντί γνώμης της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων απαιτείται γνώμη της οικείας Λιμενικής Επιτροπής ή, προκειμένου περί του λιμένος Πειραιώς, της Διοικούσης Επιτροπής του Ο.Λ.Π. και 3) η ετησία αποζημίωσις, ανήκουσα εις τον Ο.Λ.Π. ή την οικείαν Λιμενικήν Επιτροπήν, καθορίζεται μετά γνώμην τούτων δι’ αποφάσεως του Υπουργού της Συγκοινωνίας, καθ’ ης επιτρέπεται η κατά το άρθρ. 5 του Νόμ. 5895 ανακοπή. 9.Οσάκις η έκτασις του αιγιαλού δεν είναι επαρκής δια την ίδρυσιν θαλασσίων λουτρών, κέντρων αναψυχής, αθλητικών παιδιών και λοιπών παρεμφερών έργων, αύτη συμπληρούται δια του αναγκαιούντος χώρου εκ τυχόν υπαρχούσης κοινοχρήστου εκτάσεως, άνευ ανταλλάγματός τινός εν τη περιπτώσει ταύτη, εφόσον δε δεν υφίσταται τοιαύτη κοινόχρηστος έκτασις εκ συνεχομένης προς τον αιγιαλόν ιδιωτικής εκτάσεως, αφ’ ης χωρεί αναγκαστική υπέρ του Δημοσίου απαλλοτρίωσις λόγω δημοσίας ωφελείας. 13 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 10.Ο αναγκαιών χώρος προς συμπλήρωσιν του αιγιαλού εκ της συνεχομένης προς αυτόν κοινοχρήστου ή ιδιωτικής εκτάσεως καθορίζεται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Συγκοινωνίας (προκειμένου δε περί περιφερείας υπαγομένης εις την Διοίκησιν Πρωτευούσης, του Υπουργού Διοικητού Πρωτευούσης) και Οικονομικών, ως και του Υφυπουργού Τύπου και Τουρισμού, η δε διάθεσις του τε αιγιαλού και του συνεχομένου χώρου γίνεται υπό του Υπουργείου των Οικονομικών κατά τας διατάξεις της διεπούσης τα της διοικήσεως των Δημοσίων Κτημάτων νομοθεσίας και τους εν τη συμβάσει της διαθέσεως τιθεμένους ειδικούς όρους, τηρουμένων των οικείων διατάξεων περί σχεδίων πόλεων και κωμών και περί συστάσεως της Διοικήσεως Πρωτευούσης και πολεοδομικού οργανισμού της πρωτευούσης. 11.Η απαλλοτρίωσις της κατά το προηγούμενον εδάφιον καθοριζομένης ιδιωτικής εκτάσεως ενεργείται δια Β.Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει των κατά την παρ. 10 του παρόντος άρθρου Υπουργών και εφαρμόζονται αι διατάξεις του Νόμ. ΓπΝΑ΄(3951) της 4 Δεκ. 1911 ως αυθεντικώς ηρμηνεύθη, ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια νεωτέρων νόμων. Η πληρωτέα αποζημίωσις καθορίζεται ως προς τους χώρους τους περιλαμβανομένους εντός του σχεδίου ρυμοτομίας και χαρακτηριζομένους υπό τούτου ως κοινοχρήστους, συμφώνως προς τας διατάξεις τας διεπούσας την αποζημίωσιν ακινήτων προς εφαρμογήν των σχεδίων ρυμοτομίας, ως προς δε τους μη κοινοχρήστους και τους εκτός του σχεδίου κειμένους, επί της βάσει της μέσης αξίας τούτων κατά την τελευταίαν τριετίαν προ της εκδόσεως του κατά το παρόν εδάφιον Β.Δ/τος. Δια του άρθρ. 1 Π.Δ. 718 της 11/22 Οκτ. 1975 ΦΕΚ Α΄ 236 (τόμ. 24 σελ. 58,416) το εν τη ανωτέρω παρ. θέμα αντί Π.Δ./τος, ρυθμίζεται εφεξής δι’ αποφάσεως των αυτών Υπουργών δημοσιευομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Δια του άρθρ. 3 Ν.Δ. 1018/1971 (τόμ. 23Α σελ. 294,20) ωρίσθη ότι «δια την υπό δημοσίων, πολιτικών ή στρατιωτικών, υπηρεσιών ή υπό Ν.Π.Δ.Δ. κατά τας κειμένας διατάξεις εκποίησιν, δωρεάν παραχώρησιν ή μίσθωσιν πέραν των 5 ετών εκτάσεως γης, μετά ή άνευ κτισμάτων, απαιτείται η προηγουμένη γνώμη των πολεοδομικών υπηρεσιών των αρμοδίων δια την μελέτην και εισήγησιν προς έγκρισιν ή επέκτασιν των σχεδίων πόλεων και οικισμών. Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίων Έργων δύναται να καθορίζωνται αι εξαιρέσεις από της εφαρμογής του παρόντος άρθρου και πάσα συναφής λεπτομέρεια». 12.Δια τα κτίσματα, τα τυχόν υπάρχοντα επί των απαλλοτριουμένων χώρων, τα κατασκευασθέντα δυνάμει νομίμου αδείας, η πληρωτέα αποζημίωσις υπολογίζεται βάσει της αξίας τούτων, κατά τον χρόνον της εκδόσεως του κατά το προηγούμενον εδάφιον Β.Δ/τος, λαμβανομένης πάντως υπ’ όψιν της παλαιότητος αυτών. Προκειμένου περί κτισμάτων σχετικών προς τα προβλεπόμενα υπό του παρόντος έργα και κατασκευασθέντων επί συνεχομένης προς τον αιγιαλόν ιδιωτικής εκτάσεως υπό αναδόχου του Δημοσίου, όστις και εξεμεταλλεύετο ταύτα δυνάμει της συμβάσεώς του κατά την διάρκειαν ταύτης, οσάκις ο ανάδοχος βαρύνεται υπό του όρου της άνευ αποζημιώσεώς του παραχωρήσεως εις το Δημόσιον των εκτελεσθέντων παρ’ αυτού έργων, τα κτίσματα ταύτα περιέρχονται άνευ αποζημιώσεως τινός εις το Δημόσιον. Αι παρ. 7-12 προσετέθησαν δια του άρθρ. άρθρ. 12 Α.Ν. 1540/1938. Άρθρ.61.-(Κατηργήθη δια του άρθρ. 1 Α.Ν. 1219/1938). ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄ Συμμετοχή εις Εταιρείας Άρθρ.62-64. (Κατηργήθησαν δια του άρθρ. 19 παρ. 6 Α.Ν. 1540/1938). ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄ Διάθεσις Κτημάτων Γενικά Άρθρ.65.-1.Παν κτήμα της Δ.Δ.Κ. εκποιείται, πλην αν η Διοικ. Επιτροπή αποφανθή υπέρ της διατηρήσεως αυτού. Η εκποίησις των τε κινητών και ακινήτων γίνεται δια δημοπρασίας εκτός των ειδικών περιπτώσεων, καθ’ ας ο παρών νόμος επιτρέπει ταύτην και άνευ δημοπρασίας. 2.Η κατά τα ως άνω εκποίησις των εν τη αλλοδαπή κτημάτων της Δ.Δ.Κ. γίνεται επί τη βάσει ιδίας εκάστοτε αποφάσεως της Διοικ. Επιτροπής, κανονιζούσης και τους όρους της εκποιήσεως. 3.Ανταλλαγή κτήματος επιτρέπεται μετ’ απόφασιν της Διοικ. Επιτροπής, εγκρινομένης υπό του Υπουργού των Οικονομικών, κατόπιν προηγουμένης εκτιμήσεως τριμελούς επιτροπής εξ ειδικών, γνωματευόντων περί της αξίας των ανταλλασσομένων και του συμφέροντος της ανταλλαγής. 4.(Τροποποιηθείσα αλλεπαλλήλως, κατηργήθη δια του άρθρ. 23 Νόμ. 719/1977, κατωτ. σελ. 204,11). Εκποίησις δια δημοπρασίας Άρθρ.66.-1.Η δημοπρασία εκποιήσεως ακινήτων ενεργείται μετά προηγουμένην καταμέτρησιν και εκτίμησιν του εκποιητέου κτήματος υπό τοπογράφου της Δ.Δ.Κ. ή μηχανικού «της Χαρτογραφικής Υπηρεσίας του Στρατού», (Αντί της σελ. 155(α) Σελ. 155(β) Τεύχος 667 - Σελ. 65 14 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 συντασσομένου προς τούτο πρωτοκόλλου μετά σχεδιαγράμματος αυτού. Εν ελλείψει μηχανικού ενεργείται ακριβής περιγραφή του ακινήτου μετ’ εκτιμήσεως τη εντολή της Δ.Δ.Κ. υπό δύο ετέρων δημοσίων υπαλλήλων, οριζομένων υπ’ αυτής ή εν ανάγκη υπό του διδασκάλου και του ιερέως του Δήμου ή της Κοινότητος, ένθα κείται το κτήμα, οριζομένων υπό του Οικονομικού Εφόρου, παρ’ ων περιγράφεται το εκποιηθέν ακίνητον. 2.Προκειμένου να εκποιηθή ακίνητον, περιελθόν εις το Δημόσιον ή την Δ.Δ.Κ. δια κατακυρώσεως ενεργηθείσης συνεπεία πλειστηριασμού, αντί πρωτοκόλλου ή της εκθέσεως δύναται να χρησιμοποιηθή το πρόγραμμα πλειστηριασμού εν ω περιγράφεται το εκποιηθέν ακίνητον. 3.Το πρωτόκολλον καταμετρήσεως και εκτιμήσεως ακινήτων εμφαίνει τον Δήμον ή την Κοινότητα, την πόλιν ή χωρίον και την θέσιν ένθα κείται το κτήμα, εμβαδόν, τας πλευρικάς διαστάσεις, τά όρια και την αξίαν κατά στρέμμα ή τετραγων. μέτρον, ή τετρ. πήχυν και εν όλω του ακινήτου καθώς και των επ’ αυτού τυχόν φυτειών και οικοδομημάτων, προκειμένου δε περί ύδατος, χρησιμοποιουμένου ή δυναμένου να χρησιμοποιηθή ως κινητηρίου δυνάμεως, την αξίαν και του ύδατος. Τέλος περιέχει και διάγραμμα του κτήματος. Η εκτιμωμένη ολική αξία του κτήματος προτείνεται εις την Δ.Δ.Κ. ως ελάχιστος όρος προσφοράς. Τα αυτά στοιχεία δέον κατά το δυνατόν να περιέχη και η έκθεσις η αναπληρούσα κατά την αυτήν διάταξιν το ελλείπον πρωτόκολλον εκτιμήσεως ή καταμετρήσεως. 4.Το δια την εκποίησιν των κινητών πρωτόκολλον εκτιμήσεως και περιγραφής δέον να περιέχη περιγραφήν όσον οίον τε λεπτομερεστέραν των εκποιητέων κατ’ είδος ή ποσόν, την αξίαν εκάστου τούτων και την συνολικήν αξίαν, συντάσσεται δε υπό διμελούς τουλάχιστον επιτροπής, οριζομένης εκάστοτε υπό της Δ.Δ.Κ. Επί εκποιήσεως κινητών εν τη αλλοδαπή ισχύει η διάταξις του 2ου εδαφίου του άρθρ. 65 του παρόντος. 5.Το πρωτόκολλον ή η έκθεσις υποβάλλεται προς έγκρισιν εις την Δ.Δ.Κ. υπό του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου μετά της γνώμης του, σημειουμένης επί της οικείας αυτού στήλης, περί της αποδοχής ή μη της γενομένης εκτιμήσεως και εγκρίνεται ή απορρίπτεται δι’ αποφάσεως του Γεν. Γραμματέως, εν η καθορίζεται και ο ελάχιστος όρος προσφοράς. 6.Εν περιπτώσει απορρίψεως των άνω πρωτοκόλλων ή εκθέσεων υπό της Δ.Δ.Κ., διατάσσεται η σύνταξις νέου τοιούτου, πάσα δε περαιτέρω αύξησις ή ελάττωσις του ελαχίστου όρου προσφοράς γίνεται δια διαταγής της Δ.Δ.Κ. κατόπιν δεδικαιολογημένης εκθέσεως του Οικον. Εφόρου. Σελ. 156(β) Τεύχος 667 - Σελ. 66 7.Η δημοπρασία εκποιήσεως των εν τη αλλοδαπή κινητών ή ακινήτων της Δ.Δ.Κ. διεξάγεται κατά τας διατάξεις της Πολ. Δικονομίας και των άρθρ. 172 και 174 του Προξενικού νόμου ενώπιον της αρμοδίας κατά τόπον Προξενικής αρχής, οριζομένης υπό της Δ. Επιτροπής ή τη εντολή της παρά δικαστηρίου ή του νομίμου αυτού αναπληρωτού ή ένθα δεν υπάρχει προξενικόν δικαστήριον ενός υπηκόου Έλληνος εκ των περιλαμβανομένων εν, κατά νόμον, συντεταγμένω καταλόγω των εγκριτοτέρων πολιτών της δικαιοδοσίας της προξενικής αρχής, οριζομένων υπό της Δ. Επιτροπής ή τη εντολή της παρά του Προξένου. Της εκποιήσεως προηγείται εκτίμησις των πραγμάτων παρά τριών εκτιμητών διοριζομένων επίσης υπό της Διοικ. Επιτροπής ή τη εντολή της παρά του προξένου και οριζομένων ενώπιον της οικείας Προξενικής αρχής, κατά τας διατάξεις της Πολ. Δικονομίας. Βλ. και παρ. 2 και 5 άρθρ. 5 Ν.Δ. 1370/1942. Άρθρ.67.-1.Αι δια την εκποίησιν των εν προηγουμένω άρθρω κτημάτων των κειμένων εν τη ημεδαπή δημοπρασίαι διεξάγονται εν τη έδρα του οικείου Οικον. Εφόρου και εις τον συνήθη τόπον των δημοπρασιών, ενώπιον επιτροπής αποτελουμένης εκ της Διοικητικής αρχής, εν ελλείψει δε τοιαύτης του αρμοδίου Ειρηνοδίκου, του Οικον. Εφόρου και του Ταμίου ή των νομίμων αυτών αναπληρωτών, ενεργούνται δε μονοήμεροι εν ημέρα πάντοτε Κυριακή ή άλλη εξαιρεσίμω από της 10ης π.μ. ώρας μέχρι της 12 της μεσημβρίας. Κατόπιν αδείας της Δ.Δ.Κ. δύναται η δημοπρασία να διεξαχθή και εντός της έδρας του αρμοδίου Οικον. Εφόρου, ενώπιον επιτροπής οριζομένης υπό της Δ.Δ.Κ., αν εκ της δεδικαιολογημένης προτάσεως του αρμοδίου Οικον. Εφόρου προκύπτει, ότι δύναται να αναπτυχθή επωφελέστερος συναγωνισμός προς διάθεσιν αυτών. 2.Κατ’ εξαίρεσιν επιτρέπεται μετ’ απόφασιν της Δ. Επιτροπής η ενέργεια δημοπρασιών εν τω Καταστήματι της Δ.Δ.Κ. ενώπιον επιτροπής, οριζομένης παρ’ αυτής της Διοικ. Επιτροπής. Βλ. ήδη παρ. 2 και 5 άρθρ. 5 Ν.Δ. 1370/1942. Άρθρ.68.-1.Εκάστη δημοπρασία κηρύσσεται δια διακηρύξεως του Οικον. Εφόρου, ης αντίτυπον υποβάλλεται εκ των προτέρων εις την Δ.Δ.Κ. προς θεώρησιν και έγκρισιν. 2.Η διακήρυξις δημοσιεύεται επιμελεία του Οικον. Εφόρου δέκα τουλάχιστον ημέρας προ της διενεργείας της δημοπρασίας δια τοιχοκολλήσεως εις το κατάστημα της Οικον. Εφορίας, εις τας πρωτευούσας των Δήμων ή Κοινοτήτων της αυτής επαρχίας, ένθα κείται το εκποιητέον κτήμα, εις το δημοσιώτερον μέρος αυτών και εις τα Δημοτικά ή Κοινοτικά καταστήματα, εάν δε τούτο κείται εις χωρίον και δι’ ομοίας δημοσιεύσεως και εις το χωρίον τούτο. 15 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 3.Η διακήρυξις περιέχει άπαντα τα δια του άρθρ. 66 του παρόντος απαιτούμενα στοιχεία, καθώς και την ημέραν και τας ώρας της δημοπρασίας, τον τόπον ένθα αύτη ενεργείται, την υποχρέωσιν του πλειοδότου περί της καταβολής κατά την δημοπρασίαν του δεκάτου του ελαχίστου όρου της εκτιμήσεως του εκποιητέου κτήματος και λοιπάς τοιαύτας επιβαλλομένας δια του παρόντος νόμου, επίσης δε τον αριθμόν των δόσεων, καθ’ ας δέον να καταβληθή το όλον τίμημα. 4.Η διακήρυξις δημοσιεύεται επιμελεία του Οικον. Εφόρου δια των δημοτικών ή κοινοτικών αρχών και βεβαιούται δι’ αποδείξεων των εντεταλμένων προς τούτο δημοτικών ή κοινοτικών υπαλλήλων, αίτινες αποστέλλονται εις τον Οικον. Έφορον προ της ενάρξεως της δημοπρασίας. 5.Η Δ.Δ.Κ. δύναται, λαμβάνουσα υπ’ όψιν την αξίαν του εκποιουμένου κτήματος, να διατάξη την δημοσίευσιν περιλήψεως της διακηρύξεως, περιεχούσης τους ουσιώδεις όρους αυτής, δια μιας των τοπικών εφημερίδων, συντελουμένην πάντως πέντε ημέρας προ της διενεργείας της δημοπρασίας. Βλ. και άρθρ. 5 παρ. 3 Ν.Δ. 1370/1942. Άρθρ.69.-1.Η δημοπρασία διευθύνεται υπό της Διοικητικής αρχής, οι δε προσφοραί των πλειοδοτών, ας προτείνουν ούτοι εις τον δημόσιον κήρυκα και παρ’ ου διακηρύττονται αύται μεγαλοφώνως, αναγράφονται εν τοις πρακτικοίς κατά σειράν, ως εκφωνούνται μετά του ονοματεπωνύμου του πλειοδότου. 2.Πάσα προσφορά είναι υποχρεωτική δια τον πλειοδότην, η υποχρέωσις δ’ αύτη μεταβαίνει αλληλεγγύως από του πρώτου εις τους ακολούθους και επιβαρύνει τον τελευταίον πλειοδότην. 3.Ουδείς είναι δεκτός εις την δημοπρασίαν αν δεν καταβάλη το δέκατον του ελαχίστου όρου της προσφοράς του εκποιητέου κτήματος και δεν προσαγάγη κατά την δημοπρασίαν το περί τούτου γραμμάτιον παραλαβής επί παρακαταθήκη του αρμοδίου ταμίου ή διπλότυπον εισπράξεως δημοσίου εισπράκτορος. 4.Αν τις πλειοδοτή δια λογ/σμόν άλλου, πρέπει να το δηλώση ευθύς κατά την σύνταξιν των πρακτικών και να παρουσιάση το προς τούτο νόμιμον πληρεξούσιον, άλλως θεωρείται και εκλαμβάνεται αυτός ως αγοραστής. 5.Όταν ο ελάχιστος όρος του εκποιητέου κτήματος είναι μέχρις 1.000 δραχμών, η προσφορά πρέπει να γίνηται τουλάχιστον ανά είκοσι πέντε δραχμάς, όταν πλέον των 1.000 δραχμών και μέχρι των 5.000 δραχμών ανά 100 δραχμάς, εάν πλέον των 5.000 δραχμών και μέχρι των 10.000 δραχμών ανά 250 δραχμάς, όταν πλέον των 10.000 ανά 500 δραχμάς, όταν πλέον των 25.000 δραχμών ανά 2.000 δραχμάς. Επί ελαχίστου όρου υπέρ τας 20.000 δραχμάς η προσφορά δέον να η ανωτέρα κατά 2% τούτου. 6.Μετά την λήξιν της δημοπρασίας τα πρακτικά υπογράφονται παρά των ενεργουσών ταύτην αρχών και του τελευταίου πλειοδότου, εάν δε ούτος είναι αγράμματος υπογράφονται δι’ άλλου επί παρουσία δύο μαρτύρων, προσυπογραφομένων και τούτων. Άρθρ.70.-1.Μετά το πέρας εκάστης δημοπρασίας εισί δεκταί προσφοραί εάν είναι έγγραφοι και περιέχωσιν ολογράφως και αριθμητικώς το επί πλέον προσφερόμενον ποσόν, συμφώνως τω προηγουμένω Άρθρ.5-6.(Βλ. ήδη άρθρ. 2 Ν.Δ. 27/27 Ιουν. 1935 και άρθρ. 8 Ν.Δ. 668/1941, κατωτ. αριθ. 10). άρθρω, παραδοθώσι δε εις την αρμόδιαν οικονομικήν αρχήν εντός πέντε ημερών αρχομένων από της επιούσης του πέρατος της δημοπρασίας, τηρουμένων των διατυπώσεων του προηγουμένου άρθρου. 2.Παρελθούσης της προθεσμίας ταύτης άνευ ανωτέρας προσφοράς, αι διενεργούσαι τας δημοπρασίας αρχαί, οφείλουσι την επιούσαν από της λήξεως της δια την προσφοράν ωρισμένης ανωτέρω προθεσμίας να υποβάλωσι τα πρακτικά της δημοπρασίας εις την Δ.Δ.Κ., δια κοινής και ητιολογημένης εκθέσεως περί του συμφέροντος ή μη τω Δημοσίω του αποτελέσματος της δημοπρασίας. 3.Τα πρακτικά ταύτα δέον να συνοδεύωνται με το οικείον πρωτόκολλον του εκποιητέου κτήματος, την διακήρυξιν και την περί της δημοσιεύσεως ταύτης, ως ανωτέρω, απόδειξιν, σημειουμένων εν αυτοίς όλων των αφορώντων την δημοπρασίαν εγγράφων, εξ ων να βεβαιούται η τήρησις των νενομισμένων διατυπώσεων. Εντός οκτώ ημερών από της εν τη υπηρεσία λήψεως των πρακτικών η Δ.Δ.Κ. αποφαίνεται περί της εγκρίσεως ή ακυρώσεως αυτών ή και περί ενεργείας επαναληπτικής δημοπρασίας, επί τη βάσει ανωτέρας προσφοράς, ήτις δύναται να δίδηται εις την Δ.Δ.Κ. εντός της 8ημέρου ταύτης προθεσμίας και ως δια της πρώτης παραγράφου του άρθρου τούτου ορίζεται. 4.Παρατυπία τις της δημοπρασίας, ουδέν υπέρ του αγοραστού παράγει δικαίωμα. Άρθρ.71.-1.Η έγκρισις των πρακτικών κοινοποιείται υπό του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου εγγράφως και επί αποδείξει προς την δημοτικήν ή κοινοτικήν αρχήν της έδρας του την επιούσαν της υπ’ αυτού παραλαβής της, πλην αν δεν εξηντλήθη υπό της Δ.Δ.Κ. ολόκληρος η κατά το άρθρ. 70 εδάφ. 3 οκταήμερος προθεσμία, ότε η έγκρισις δέον να κοινοποιηθή την επιούσαν της λήξεως της προθεσμίας ταύτης. Η κατά την άνω ημέραν κοινοποίησις της εγκρίσεως εις την δημοτικήν Σελ. 157 16 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 ή κοινοτικήν αρχήν γίνεται περί την δείλην και ολίγον προ της δύσεως, μέχρι δε της στιγμής ταύτης επιτρέπεται νέα προσφορά. Εάν η ημέρα της κοινοποιήσεως συμπέση Κυριακή ή άλλη εξαιρέσιμος εορτή του Κράτους, αναβάλλεται αύτη δια την επιούσαν και την αυτήν ώραν. 2.Η Δημοτική ή Κοινοτική αρχή οφείλει επί ιδία αυτής ευθύνη να επιδώση εντός 24 ωρών την έγκρισιν εις τον αγοραστήν, εις την προθεσμίαν δε ταύτην δεν λογίζεται το λόγω αποστάσεως χρονικόν διάστημα εν περιπτώσει καθ’ ην ο προς ον κοινοποιείται αγοραστής δεν διαμένει εν τη έδρα του Δημάρχου ή Προέδρου της Κοινότητος. Εν απουσία του αγοραστού ή αρνήσει τούτου προς παραλαβήν της εγκρίσεως, η κοινοποίησις ενεργείται δια τοιχοκολλήσεως εις την θύραν της κατοικίας αυτού τη παραγγελία του Δημάρχου ή Προέδρου της Κοινότητος. Περί της τοιχοκολλήσεως συντάσσεται έκθεσις, ήτις υπογράφεται παρά του ενεργήσαντος ταύτην δημοτικού ή κοινοτικού υπηρέτου και δύο μαρτύρων. Εάν ο αγοραστής είναι αγράμματος, την περί της κοινοποιήσεως έκθεσιν υπογράφουν εκτός του επιδίδοντος υπηρέτου και δύο μάρτυρες. Βλ. και άρθρ. 5 παρ. 4 Ν.Δ. 1370/1942, Άρθρ.72.-1.Επαναλαμβάνεται η δημοπρασία α)όταν δεν παρουσιασθή εις αυτήν πλειοδότης, β)όταν ο τελευταίος πλειοδότης αρνηθή να υπογράψη τα πρακτικά της δημοπρασίας ευθύς μετά την κατακύρωσιν, γ)όταν ο αγοραστής δεν καταβάλη εντός της δια του άρθρ. 75 του παρόντος τεταγμένης προθεσμίας ολόκληρον ή το πέμπτον του τιμήματος του εκποιηθέντος κτήματος, δ)όταν προτείνηται ομοφώνως η ακύρωσις των πρακτικών λόγω ασυμφόρου της προσφοράς, ε)όταν επί του αποτελέσματος της δημοπρασίας δοθή ανωτέρα προσφορά, ς)όταν δοθή ανωτέρα προσφορά επίσης εις την Δ.Δ.Κ. εντός της κατά το άρθρ. 70 του παρόντος 8ημέρου προθεσμίας και ζ)όταν η δημοπρασία ακυρωθή υπό της Δ.Δ.Κ. λόγω ασυμφόρου της προσενεχθείσης προσφοράς ή παρατυπίας. 2.Εις τας πέντε πρώτας περιπτώσεις αι αρχαί επαναλαμβάνουσιν οίκοθεν την δημοπρασίαν επί τη βάσει της διακηρύξεως, ην εκδίδει ο αρμόδιος Οικον. Έφορος. Αντίτυπον της διακηρύξεως ταύτης υποβάλλεται τη Δ.Δ.Κ. εγκαίρως, ίνα ληφθή τούτο προ της ημέρας της διεξαγωγής της δημοπρασίας. Εις τας περιπτώσεις β, γ, δ, και ζ΄ ως ελάχιστος όρος τίθεται το επιτευχθέν κατά την δημοπρασίαν τίμημα, αυξανομένης αναλόγως της κατά το άρθρ. 69, παρ. 3, εγγυήσεως. 3.Αι επαναληπτικαί δημοπρασίαι κηρύσσονται, δια περιληπτικής διακηρύξεως του Οικον. Εφόρου αναφερομένης εις τους όρους της πρώτης, ενεργούνται δε μετά πέντε τουλάχιστον ημέρας, αφ’ ης η Σελ. 158 διακήρυξις τοιχοκολληθή μόνον εις τον τόπον της δημοπρασίας επί αποδείξει των Δημοτικών ή Κοινοτικών αρχών, υπολογιζομένης και της ημέρας της τοιχοκολλήσεως, διεξαγόμεναι κατά τα λοιπά κατά τας άνω διατάξεις. Βλ. και άρθρ. 5 παρ. 3 Ν.Δ. 1370/1942. 4.Μετά τρεις δημοπρασίας δύναται κατόπιν αποφάσεως της Δ. Επιτροπής, εγκρινομένης και υπό του Υπουργού των Οικονομικών, ένθα αυτός εγκρίνει τα πρακτικά, να ανατίθηται η έγκρισις τούτων εις τας διενεργούσας την δημοπρασίαν αρχάς ή να διαταχθή τελειωτική δημοπρασία, ότε η έγκρισις των πρακτικών αφίεται πάλιν εις τας τοπικάς αρχάς. Περίληψις της περί τελειωτικής δημοπρασίας αποφάσεως δημοσιεύεται κατά το 5ον εδάφιον του άρθρ. 68 του παρόντος. Αι παρ. 2, 3 και 4 ετροποποιήθησαν ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 22 Νομ. 5234/1931. Άρθρ.73.-Η σύμβασις της αγοραπωλησίας θεωρείται οριστικώς καταρτισθείσα από της εκδόσεως του πωλητηρίου, από του χρόνου δε τούτου τρέχει και ο κίνδυνος του πράγματος κατά του αγοραστού. Μέχρι της εκδόσεως του πωλητηρίου δύναται ο Υπουργός των Οικονομικών να ανακαλέση την έγκρισιν των τυχόν κοινοποιηθέντων πρακτικών της δημοπρασίας. Η διάταξις της προηγουμένης παραγράφου ισχύει και επί κτημάτων, δι’ αν ενεκρίθησαν τα πρακτικά δημοπρασίας εκποιήσεως, εφ’ όσον μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος δεν εξεδόθησαν τα πωλητήρια. Το άρθρ. 73 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 8 Νομ. 338/1943. Άρθρ.74.-Η Δ.Δ.Κ. δεν ευθύνεται απέναντι του αγοραστού δι’ οιανδήποτε εκνίκησιν του κτήματος, ουδέ δια την εν γένει κατάστασιν αυτού ή τα επ’ αυτού υφιστάμενα βάρη ή δουλείας. Επί εκνικήσεων επιστρέφεται το καταβληθέν τίμημα ατόκως και διαγράφεται ο αγοραστής ως προς το υπόλοιπον εκ των χρηματικών καταλόγων. Επί μερικής εκνικήσεως επιστρέφεται ανάλογον ποσόν οριζόμενον υπό της Δ. Επιτροπής, χωρίς ν’ αποκλείηται η προσφυγή εις τα Δικαστήρια. Άρθρ.75.-1.Το τίμημα των εκποιουμένων κτημάτων καταβάλλεται εις μετρητά. Εάν δεν υπερβαίνη τας πέντε χιλιάδας δραχμάς καταβάλλεται ολόκληρον εντός δέκα ημερών από της εις τον αγοραστήν υπό του Οικονομικού Εφόρου επιδιδομένης δια της δημοτικής ή κοινοτικής αρχής γνωστοποιήσεως της εγκρίσεως. 17 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 2.Επί μείζονος τιμήματος καταβάλλεται εντός της προθεσμίας ταύτης μόνον το πέμπτον αυτού, συμψηφιζομένου εις το ποσόν τούτο του κατά την δημοπρασίαν καταβληθέντος δεκάτου του ελαχίστου όρου προσφοράς. Το υπόλοιπον καταβάλλεται εις τέσσαρας ετησίας δόσεις εντόκως προς 8% ετησίως, από της εκδόσεως του πωλητηρίου. Εν ουδεμιά όμως περιπτώσει εκάστη δόσις δύναται να η ελάσσων των 5.000 δραχμών, μειουμένου αναλόγως εν τοιαύτη περιπτώσει του αριθμού των δόσεων. Η Διοικ. Επιτροπή δύναται ν’ αξιώση την ολοκληρωτικήν καταβολήν του τιμήματος ασχέτως ποσού εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου, τούθ’ όπερ αναγράφεται υποχρεωτικώς εν τη διακηρύξει. Βλ. ήδη άρθρ. 98 παρ. 2 του παρόντος. 3.(Μεταβατικαί διατάξεις). 4.Το γραμμάτιον πληρωμής, είτε ολοκλήρου του τιμήματος είτε του πέμπτου κατά την ανωτέρω διάκρισιν, αποστέλλει ο Έφορος εις την Δ.Δ.Κ., μεθ’ ο εκδίδεται το πωλητήριον, υπογραφόμενον υπό του Γεν. Γραμματέως και του οικείου Τμηματάρχου. Εκάστη δόσις πληρώνεται κατά Σεπτέμβριον. 5.Εάν παρέλθη άπρακτος η εν τω εδάφ. 1 προθεσμία, η αγοραπωλησία θεωρείται αυτοδικαίως άκυρος και το υπό του αγοραστού καταβληθέν κατά την δημοπρασίαν δέκατον καταπίπτει και βεβαιούται υπέρ της Δ.Δ.Κ. 6.Επίσης καταπίπτει το καταβληθέν υπό του τελευταίου πλειοδότου δέκατον, όταν αρνηθή ούτος να υπογράψη το πρακτικόν της δημοπρασίας ευθύς μετά την κατακύρωσιν. 7.Εάν παρέλθη άπρακτος η εν τω εδαφ. 1 προθεσμία και εις την περίπτωσιν, καθ’ ην ο αγοραστής ήθελε καθυστερήσει την καταβολήν δύο συνεχών δόσεων ή και μόνης της τελευταίας, διαλύεται αυτοδικαίως η αγοραπωλησία, τα δε κτήματα επανεκτίθενται εις δημοπρασίαν εκποιήσεως εις βάρος του τελευταίου πλειοδότου ή αγοραστού, καταλογιζομένης εις αυτούς και εισπραττομένης κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων της τυχόν προκυψάσης επί έλαττον διαφοράς του τιμήματος και των οφειλομένων συμβατικών τόκων υπερημερίας. Αντιθέτως, εάν ήθελεν επιτευχθή επί πλέον τίμημα, αποδίδεται εκ του πλεονάσματος εις τον εκπεσόντα αγοραστήν μέρος ή το όλον των τυχόν καταβληθεισών υπ’ αυτού δόσεων, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων. 8.Μέχρι της προτεραίας της πρώτης δημοπρασίας της εκποιήσεως, δύναται ο κηρυχθείς έκπτωτος αγοραστής ή ο εξ αυτού έλκων τα δικαιώματά του ή και ο ενυπόθηκος δανειστής του εκποιουμένου κτήματος να καταβάλη τα εις το Δημόσιον οφειλόμενα, ότε, δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων, ανακαλείται η γενομένη ακύρωσις και το ακυρωθέν πωλητήριον επανέρχεται εν ισχύϊ, λαμβανομένης της δεούσης σημειώσεως εις τα βιβλία των μεταγραφών επιμελεία του παραχωρησιούχου. 9.Κατά την επαναληπτικήν, συμφώνως τω εδάφ. 7, δημοπρασίαν, ως ελάχιστος όρος προσφοράς τίθεται το ποσόν του τιμήματος της αρχικής πωλήσεως. Δύναται όμως να τεθή ως ελάχιστος όρος και το ποσόν της κατά τον χρόνον του αναπλειστηριασμού αξίας του κτήματος, επί τη βάσει νέας εκτιμήσεως. Εάν η δημοπρασία αποβαίνη άγονος, δύναται να μειωθή ο ελάχιστος όρος προσφοράς δια διαταγής του Υπουργού των Οικονομικών, μετά πρότασιν της επί των δημοπρασιών επιτροπής. 10.Το αποτέλεσμα της δημοπρασίας εναπόκειται πάντοτε εις την έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών. Εάν ακυρωθώσι πρακτικά της δημοπρασίας, λόγω ασυμφόρου της προσφοράς, και η επομένη δημοπρασία αποβή άνευ αποτελέσματος, ο αναπλειστηριασμός τερματίζεται. 11.Η κατά του εκπεσόντος αγοραστού ή πλειοδότου απαίτησις του Δημοσίου, δι’ ην εγένετο ο αναπλειστηριασμός, περιορίζεται πάντοτε κατά το εν τη τελευταία δημοπρασία, καθ’ ον χρόνον ενηργείτο ο αναπλειστηριασμός, επιτευχθέν ποσόν, αδιαφόρως αν επεκυρώθησαν ή μη τα πρακτικά της δημοπρασίας ταύτης. Αι παρ. 7-11 αντικατεστάθησαν ως άνω δια του άρθρ. 14 Νόμ. 1540/1938. Άρθρ.76.-1.Επί του πωλητηρίου επικαλείται χαρτόσημον κινητόν αναλογικόν προς το τίμημα της πωλήσεως. 2.Τα έξοδα της χαρτοσημάνσεως των πωλητηρίων και τα δικαιώματα των κηρύκων επιβαρύνουσι τους αγοραστάς. 3.Επί τη αναβολή ή αρνήσει αυτών περί της καταβολής των εξόδων τούτων, ταύτα βεβαιούνται υπό του Οικον. Εφόρου και εισπράττονται υπό του Δημοσίου Ταμείου κατά τους νόμους περί δημοσίων εσόδων. 4.Μετά την εκτέλεσιν των εν τω πρώτω εδαφίω οριζομένων, παραδίδεται το πωλητήριον εις τον αγοραστήν. Απόδειξιν περί της παραδόσεως του πωλητηρίου υποβάλλει ο Οικονομικός Έφορος εις την Δ.Δ.Κ. Βλ. και άρθρ. 3 παρ. 3 Νόμ. 1587/1950 περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων (τόμ. 27 σελ. 49). (Αντί της σελ. 159) Σελ. 159(α) 101-15 18 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 Άρθρ.77.-Μετά την ολοσχερή εξόφλησιν του τιμήματος, διατάσσεται επί τη βάσει ητιολογημένου πρωτοκόλλου του αρμοδίου Ταμίου και Οικον. Εφόρου η σημείωσις εν τη οικεία πράξει των μεταγραφών περί εξοφλήσεως του χρέους. Άρθρ.7.-Η Διοικούσα επιτροπή. 1.Ασκεί την διοίκησιν και διαχείρισιν της περιουσίας του οργανισμού κατά τας διατάξεις του παρόντος. 2.Αποφασίζει περί των δημοσίων κτημάτων κατά κατηγορίας, άτινα δέον να εξαιρεθώσι της εκποιήσεως. (Μετά την σελ. 146(β) Σελ. 146,01 Τεύχος 391 - Σελ. 107 4 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.3-5 5 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 3.Αποφασίζει περί των εκμισθώσεων και εκποιήσεων των συντελουμένων κατά τας γενικάς διατάξεις. 4.Αποφασίζει εν εκάστη ειδική περιπτώσει περί της εκποιήσεως, κατ’ άλλον τρόπον διαθέσεως και εκμεταλλεύσεως δημοσίων κτημάτων, οσάκις αύτη πρόκειται να γίνη κατά παρέκκλισιν από των κειμένων γενικών διατάξεων, καθορίζουσα και τους προς τούτο όρους κατά τας ειδικωτέρας διατάξεις. 5-6.(Αναφερόμενα εις τον διορισμόν, απόλυσιν κλπ. ως και εις την πειθαρχικήν εξουσίαν επί του προσωπικού, αντικατεστάθησαν δια των διατάξεων του Δημιοσιοϋπαλληλικού Κώδικος, τόμ. 2Α). 7.Αποφασίζει επί παντός ζητήματος περί ου προβλέπουσιν αι κατωτέρω κατ’ ιδίαν διατάξεις. Άρθρ.78.-Η εκποίησις μεμισθωμένων κτημάτων συνεπάγεται αυτοδικαίως την διάλυσιν της μισθώσεως, του μισθωτού μη δικαιουμένου ουδεμιάς αποζημιώσεως ειμή εις την ανάλογον έκπτωσιν του μη δεδουλευμένου μισθώματος. Δια την απομάκρυνσιν του μισθωτού παρέχεται ανάλογος προθεσμία ως προς τας εν τω μισθίω εγκαταστάσεις, τούθ’ όπερ αναγράφεται εν τη διακηρύξει της δημοπρασίας εκποιήσεως. Άρθρ.79.-Αι αυταί ως άνω διατάξεις των άρθρ. 67 και 75 εφαρμόζονται αναλόγως και επί εκποιήσεως κινητών, συντασσομένου πρωτοκόλλου εκτιμήσεως μετά περιγραφής των εκποιητέων παρά διμελούς επιτροπής, οριζομένης εκάστοτε υπό της Δ.Δ.Κ. και καταβαλλομένου πάντοτε ολοκλήρου του τιμήματος εντός της προθεσμίας της πρώτης παραγράφου του άρθρ. 75. Εκποίησις επί τη βάσει δηλώσεων. Άρθρ.80-91.(Αντικατεστάθησαν δια των διατάξεων του άρθρ. 26 και επέκεινα Α.Ν. 1539/1938). Άρθρ.92.-(Κατηργήθη δια του άρθρ. 9 παρ. 2 Α.Ν. 1540/1938). Άρθρ.93.-Επί προκαταβολής ολοκλήρου του ποσού των οφειλομένων δόσεων ή τινός αυτών εξ εκποιήσεων εν γένει κτημάτων της Δ.Δ.Κ. γίνεται έκπτωσις 6% δι’ εκάστην κατά τον παρόντα νόμον οφειλομένην δόσιν, εφ’ όσον το υπολειπόμενον χρονικόν διάστημα προς εμπρόθεσμον καταβολήν δεν είναι έλασσον του έτους. Άρθρ.94.-Δια Δ/των κατόπιν αποφάσεως της Διοικ. Επιτροπής και συμφώνου γνώμης της αρμοδίας εκ του λόγου της εξαιρέσεως από της διανομής υπηρεσίας, δύνανται να ανακαλώνται Δ/τα, δι’ ων έχουσιν εξαιρεθή της διανομής ωρισμέναι γαίαι, αίτινες ούτω διατίθενται κατά τας γενικάς διατάξεις. Σελ. 160(α) 101-16 19 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου Ειδικαί τινές περιπτώσεις εκποιήσεως Άρθρ.95.-1.Επιτρέπεται μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων η απ’ ευθείας εκποίησις κτημάτων του Δημοσίου εις Δήμους, Κοινότητας ή άλλα νομικά πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή κοινής ωφελείας και εις οικοδομικούς Συνεταιρισμούς δημοσίων υπαλλήλων ή βομβοπλήκτων ή ανταρτοπλήκτων ή πυροπαθών. Ωσαύτως επιτρέπεται μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων η απ’ ευθείας εκποίησις οικοπεδικών εκτάσεων του Δημοσίου εις Γεωργικάς συνεταιριστικάς οργανώσεις οιουδήποτε βαθμού δια την ανέγερσιν κτιρίου εξυπηρετούντων τους σκοπούς αυτών. Εις πάσας τας ως άνω περιπτώσεις το τίμημα δύναται να καταβληθή και εις ετησίας δόσεις μέχρι δέκα ατόκως, του αριθμού των δόσεων οριζομένου δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών. Επιτρέπεται επίσης μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων η απ’ ευθείας εκποίησης κτημάτων του Δημοσίου αξίας ουχί ανωτέρας των δραχ. 50.000.000 εις τους εξ αδιαιρέτου μετά του Δημοσίου συγκυρίους των κτημάτων τούτων ή εις μισθωτάς αυτών, ποιουμένους χρήσιν υπέρ της δεκαετίαν, μη επιτρεπομένης εις τας περιπτώσεις ταύτας της εις δόσεις καταβολής του τιμήματος. «Η κατά τας περιπτώσεις του παρόντος εδαφίου απ’ ευθείας εκποίησις εφ’ όσον πρόκειται περί κτημάτων κειμένων εκτός εγκεκριμένων σχεδίων ρυμοτομίας επιτρέπεται μετά γνωμοδότησιν του οικείου Πολεοδομικού Γραφείου». Η παρ. 1 αντικατασταθείσα δια του άρθρ. 15 του Α.Ν. 1540/1938 και του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 422/1947, ετροποποιήθη εκ νέου ως άνω δια της παρ. 1 του άρθρ. 3 του Νόμ. 3800/1957. «Η αληθής έννοια της παρ. 1 του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 422/1947 είναι ότι αι υπ’ αυτού ρυθμιζόμεναι περιπτώσεις αφορώσιν οικοπεδικάς εκτάσεις και αστικά κτήματα του Δημοσίου των πάσης φύσεως αγροτικών τοιούτων ρυθμιζομένων αποκλειστικώς υπό του άρθρ. 116 του από 11/12 Νοεμ. 1929 Π.Δ/τος «περί διοικήσεως Δημοσίων Κτημάτων» ως το άρθρον τούτο ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του Νόμ. 5234 και του άρθρ. 21 του Α.Ν. 1540/38. Καθ’ ην δε περίπτωσιν το Δημόσιον τυγχάνει συνιδιοκτήτης αγροτικού κτήματος κατά ποσοστόν εξ αδιαιρέτου έλαττον του 1/10 υποχρεούται εις την απ’ ευθείας και άνευ δημοπρασίας πώλησιν τούτου εις τους συνιδιοκτήτας τούτων, εφαρμοζομένων των διατυπώσεων του άρθρ. 21 του Α.Ν. 1540/38» (΄Αρθρον 3 παρ. 3 Νόμ. 3800/1957). 2.Οικόπεδα του Δημοσίου κείμενα εντός σχεδίου πόλεως μη άρτια ή και μη οικοδομήσιμα δύνανται να εκποιώνται άνευ δημοπρασίας προς τους ιδιοκτήτας των συνεχομένων ακινήτων, μεθ’ ων δέον κατά τα κειμένας περί σχεδίων πόλεων διατάξεις να τακτοποιώνται, αντί τιμήματος καθοριζόμένου υπό του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων, εκφερομένην κατόπιν γνώμης, ως προς την αξίαν του κτήματος, επιτροπής εκ δημοσίων υπαλλήλων οριζομένων υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Το τίμημα δύναται να καταβληθή και εις ετησίας δόσεις μέχρι πέντε. Ο αριθμός των δόσεων ορίζεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών. Η παρ. 2 προσετέθη δια της παρ. 1 άρθρ. 15 Α.Ν. 1540/1938. Άρθρ.96.-Προς ίδρυσιν, λειτουργίαν ή αξιόλογον επέκτασιν υφισταμένων βιομηχανιών ή βιοτεχνιών επιτρέπεται μετά προηγουμένην σύμφωνον γνώμην του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας ή απ’ ευθείας και άνευ, δημοπρασίας εκποίησις γηπέδων της Δ.Δ.Κ. δι’ αποφάσεως της Δ. Επιτροπής, εις ην συμμετέχει είς των Επιθεωρητών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, εγκρινομένης υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Το τίμημα δύναται και ενταύθα να διαιρεθή το πολύ εις δέκα ίσας ετησίας δόσεις. (Μετά την σελ. 160(α) Σελ. 160,01 101-17 20 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 21 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου Άρθρ.97.-1.Αστικά κτήματα μικράς αξίας εν ταις Νέαις Χώραις κατοικούμενα επί τριετίαν παρά μη ομολογουμένως ευπόρων, δύναται να εκποιηθώσιν αυτοίς άνευ δημοπρασίας, υπό τους αυτούς ως άνω όρους. Η τοιαύτη ιδιότης βεβαιούται, μετά γνωμάτευσιν τριμελούς τοπικής επιτροπής, δι’ αποφάσεως της Διοικούσης τοιαύτης, εγκρινομένης υπό του Υπουργού των Οικονομικών. 2.Αγροτικά μικροκτήματα του Δημοσίου εκτάσεως ουχί μείζονος των 25 στρεμμάτων, καλλιεργούμενα επί μορτή ή αντισπόρω, μισθώματι ή άλλη παρεμφερεί σχέσει υπό καλλιεργητών ακτημόνων, εκποιούνται προς τους καλλιεργούντας ταύτα άνευ δημοπρασίας. Η ιδιότης του ακτήμονος βεβαιούται υπό επιτροπής εκ του Οικονομικού Εφόρου και της εποικιστικής αρχής. 3.Αγροτικαί εκτάσεις της Δ.Δ.Κ. παραχωρηθείσαι μετά την 15ην Μαΐου 1926 εις πρόσφυγας προς αποκατάστασίν των είτε υπό των κατά τόπους γεωργικών ή εποικιστικών αρχών, είτε υπό της διαλυθείσης Ε.Α.Π. και των κατά τόπους υπηρεσιών αυτής, θεωρούνται ως εγκύρως παραχωρηθείσαι και κυρούνται δια του παρόντος νόμου, εφ’ όσον η παραχώρησις αυτών αποδεικνύεται εξ επισήμων των ανωτέρω αρχών εγγράφων, κατέχονται δε παρ’ αυτών τούτων των παραχωρησιούχων. Το τίμημα των ως άνω παραχωρουμένων γαιών καθορίζεται κατά τας διατάξεις του Νόμ. 4857, καταβαλλόμενον εις την Δ.Δ.Κ., παρ’ ης εκδίδονται τα σχετικά παραχωρητήρια. Εφεξής απαγορεύεται η ανάμιξις πάσης άλλης αρχής εις την διαχείρισιν και διάθεσιν της περιουσίας της διοικουμένης υπό της Δ.Δ.Κ. Το άρθρ. 97 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 παρ. 25 Νόμ. 5234/1931. Άρθρ.8-9.(Αφεώρων τας αρμοδιότητας του Υπουργού των Οικονομικών και του Γεν. Γραμματέως της Δ.Δ.Κ. Δεν ισχύουσι μετά το άρθρ. 2 Ν.Δ. 27/27 Ιουν. 1935). ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄ Σύνθεσις των Υπηρεσιών Άρθρ.98.-1.Αι διατάξεις των άρθρ. 74, 75, 76, 77, 78 και 79 εφαρμόζονται και επί των άνευ δημοπρασίας κατ’ ιδίαν συμφωνίαν εκποιήσεων, εφ’ όσον αι διατάξεις αύται δεν τροποποιούνται δια των άρθρ. 95, 96 και 97. Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 15 παρ. 2 Α.Ν. 1540/1938. «Αι αφορώσαι εις τον τρόπον εκποιήσεως διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου, εφαρμόζονται και προκειμένου περί τμήματος δημοσίου οικοπέδου, εισχωρούντος εις γειτονικόν οικόπεδον και εκποιουμένου προς ορθογωνισμόν αμφοτέρων των γειτνιαζόντων οικοπέδων, εφ’ όσον το απομένον εις το Δημόσιον οικόπεδον παραμένει οικοδομικώς άρτιον. Επί των περιπτώσεων του παρόντος εδαφίου, δια την εκποίησιν, αντί της αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών απαιτείται απόφασις του Υπουργικού Συμβουλίου». Το εντός « » εδάφιον προσετέθη δια του άρθρ. 3 Νόμ. 1770/1951. 2.Συντρεχουσών ειδικών περιπτώσεων δύναται κατόπιν ητιολογημένης αποφάσεως της Διοικούσης Επιτροπής, εγκρινομένης παρά του Υπουργού των Οικονομικών, να καθορισθή το τίμημα των κατά το άρθρ. 97 εκποιουμένων κτημάτων εάν υπερβαίνη τας πέντε χιλιάδας δραχμών, εις δέκα ίσας ετησίας δόσεις, ων εκάστη δεν δύναται να η ελάσσων των 500 δραχμών. Η διάταξις αύτη ισχύει και δια τα δια δημοπρασίας εκποιούμενα ή εκποιηθέντα κτήματα, εάν το τίμημα υπερβαίνη τας 500 χιλιάδας δραχμών, εκάστης ετησίας δόσεως μη δυναμένης να η ελάσσονος των 50 χιλιάδων δραχμών. Η παρ. 2 προσετέθη δια του άρθρ. 1 παρ. 26 Νόμ. 5234/1931. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄ Κτήμα Τατοΐου Άρθρ.99-100. (Κατηργήθησαν δια του άρθρ. 19 παρ. 6 Α.Ν. 1540/1938). ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄ Κατάργησις συνιδιοκτησίας επί δημοσίων γαιών Ν. Χωρών Άρθρ.101.-1.Το κατά πλήρη κυριότητα ανήκον τω Δημοσίω και ήδη εις την Δ.Δ.Κ. 1/5 εξ αδιαιρέτου επί των εν ταις Νέαις Χώραις δημοσίων γαιών (Εραζιΐ Εμιριγιέ), περιέρχεται αυτοδικαίως και άνευ εγγραφής εις τα βιβλία των μεταγραφών εις τους κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος συνιδιοκτήτας των 4/5, έναντι τιμήματος καθοριζομένου κατά τας κάτωθι διατάξεις και καταβαλλομένου εντόκως εις πέντε ετησίας δόσεις καθ’ έκαστον Σεπτέμβριον. 2.Η καθυστέρησις της πληρωμής «δύο συνεχών δόσεων ή και μόνης της τελευταίας» επάγεται αυτοδικαίως την επάνοδον του 1/5 εις την ιδιοκτησίαν της Δ.Δ.Κ., ήτις το εκποιεί δια δημοπρασίας, δυναμένης να προκαλέση και την κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας διανομήν. Τα εντός « » ετροποποιήθησαν ως άνω δια του άρθρ. 19 παρ. 2 Α.Ν. 1540/1931. 3.(Κατηργήθη δια του άρθρ. 19 παρ. 6 Α.Ν. 1540/1938). Άρθρ.102.-1.Επί των κατά τον Αγροτικόν νόμον συντελουμένων αναγκαστικών απαλλοτριώσεων των ως άνω γαιών, η Δ.Δ.Κ. δικαιούται εις το 1/5 των εκδιδομένων δι’ αποζημίωσιν των ιδιοκτητών ομολογιών, ως και εις το 1/5 των καταβαλλομένων εις το Δημόσιον Ταμείον μισθωμάτων παρά των υπέρ ων αι απαλλοτριώσεις συνεταιρισμών από της κηρύξεως της απαλλοτριώσεως μέχρι της εκδόσεως των παραχωρητηρίων υπέρ αυτών. Το 1/5 τούτο των μισθωμάτων βεβαιούται υπέρ της Δ.Δ.Κ. παρά της εποικιστικής υπηρεσίας του ΥπουρΣελ. 161 22 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 26.Ε.α.5 γείου Γεωργίας. Εν περιπτώσει δε καθ’ ην δεν βεβαιούται τούτο παρά τη εποικιστικής υπηρεσίας, το βεβαιοί οίκοθεν ο ταμίας, παρ’ ω κατεβλήθη το μίσθωμα, και το εισάγει ως έσοδόν της. 2.(Κατηργήθη δια του άρθρ. 19 παρ. 6 Α.Ν. 1540/1938). Άρθρ.103.-Αι διατάξεις των ανωτέρω εδαφίων δεν ισχύουσιν επί των κτημάτων των ανταλλαγέντων Μουσουλμάνων, ως και επί των κτημάτων των Βουλγάρων μεταναστών, άτινα εξεκαθαρίσθησαν ή εφ’ ων εγκατεστάθησαν πρόσφυγες. Εις τας περιπτώσεις ταύτας εφαρμόζονται αι μέχρι τούδε ισχύουσαι διατάξεις. Άρθρ.104.-Ένθα εν τοις σχετικοίς άρθροις του Αγροτικού νόμου γίνεται λόγος περί Υπουργού Γεωργίας, αντικαθίσταται ούτος υπό του Υπουργού των Οικονομικών, ένθα δε περί Συμβουλίου Κτημάτων, αντικαθίσταται και τούτο υπό της Διοικούσης Επιτροπής. Διαδικασία καθορισμού τιμήματος και μισθωμάτων. Άρθρ.105.-1.Πας διαχειριζόμενος κατά τα προηγούμενα άρθρα το επίκοινον κτήμα συνιδιοκτησίας της Δ.Δ.Κ. είτε φυσικόν είναι, είτε νομικόν πρόσωπον, υποχρεούται εντός προθεσμίας ης η έναρξις και διάρκεια ορισθήσεται δια Δ/τος εκδιδομένου μετ’ απόφασιν του Υπουργικού Συμβουλίου να υποβάλη εις τον Οικονομικόν Έφορον της περιφερείας εις ην κείται το κτήμα, λεπτομερή δήλωσιν περιέχουσαν: α)Την τοποθεσίαν του κτήματος, την έκτασιν, ην έχει τούτο σήμερον και ην είχε κατά τον Μάϊον του 1917. β)Εάν ο δηλών ήτο ιδιοκτήτης του κτήματος κατά την 20 Μαΐου 1917, άλλως τις ήτο ούτος και δυνάμει τίνος τίτλου απέκτησε παρ’ αυτού το κτήμα ο δηλών. γ)Το εκ του συνόλου του επικοίνου κτήματος ακαθάριστον εισόδημα εκάστου των γεωργικών ετών 1917 - 1926 εις είδη προϊόντων και τιμήν αυτών. δ)Τας δαπάνας αίτινες κατεβλήθησαν προς παραγωγήν του εισοδήματος εκάστου των ετών τούτων εκτός των φορολογικών τοιούτων. 2.Της κατά το άρθρον τούτο υποχρεώσεως προς δήλωσιν απαλλάσσονται οι κατά την έναρξιν του παρόντος ιδιοκτήται δημοσίων γαιών εκτάσεως ελάσσονος των 200 στρεμμάτων, εφ’ όσον η έκτασις αύτη δεν ήτο μείζων κατά την 22 Μαΐου 1917. Άρθρ.106.-1.Η κατά το προηγούμενον άρθρον δήλωσις εξετάζεται υπό επιτροπής απαρτιζομένης εκ 1)του οικείου Ειρηνοδίκου, 2)του οικείου Νομογεωπόνου ή ετέρου δημοσίου γεωπόνου οριζομένου Σελ. 162 υπό του οικείου Νομάρχου και 3)του οικείου Οικονομικού Εφόρου. Τους αναπληρωτάς των τυχόν κωλυομένων ως άνω μελών ορίζει η Δ.Δ.Κ. δια γενικών ή ειδικών αποφάσεων αυτής. 2.Η επιτροπή αύτη εντός τριών μηνών το πολύ από της εκπνεύσεως της κατά το προηγούμενον άρθρον προθεσμίας προβαίνει εις εξέτασιν των υποβληθεισών δηλώσεων, ελέγχει την ακρίβειαν τούτων και λαμβάνουσα προσθέτως κατ’ ελευθέραν κρίσιν παν στοιχείον εκτιμήσεως, τιμήν πωλήσεως κατά το αυτό ή το προηγούμενον έτος πλησιοχώρων κτημάτων, ενοίκιον του κτήματος, παραγωγικότητα του εδάφους και εκτίμησιν περί της ποιότητος αυτού, προϊόντα, καθαράν πρόσοδον κλπ., αποφαίνεται περί του αγοραίου και πραγματικού κατά το τρέχον έτος τιμήματος του μεριδίου της Δ.Δ.Κ. 3.(Κατηργήθη δια του άρθρ. 19 παρ. 6 Α.Ν. 1540/1938). Άρθρ.10-20. (Μετά το άρθρον 2 Ν.Δ. 27/27 Ιουν. 1935 αύται υπήχθησαν εις τον οργανισμόν του Υπουργείου Οικονομικών, περί ου βλ. τόμ. 24). ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄ Κατάστασις Υπαλλήλων Άρθρ.107.-1.Εντός της αυτής ως άνω προθεσμίας, η επιτροπή αποφαίνεται περί του οριστέου τιμήματος εις βάρος και των μη δηλωσάντων συνιδιοκτητών και επί τη βάσει των παρά του Οικον. Εφόρου συλλεγέντων στοιχείων. 2.Αι δημόσιαι εν γένει αρχαί υποχρεούνται να παράσχωσι πάσαν ζητουμένην παρά του Οικον. Εφόρου ή της οικείας επιτροπής σχετικήν πληροφορίαν και ιδία οι υποθηκοφύλακες υποχρεούνται να πέμψωσι σημείωμα των από της 20 Μαΐου 1917 και εφεξής γενομένων εκποιήσεων δημοσίων γαιών αρχικής εκτάσεως μείζονος των 200 στρεμμάτων. Άρθρ.108.-1.Αι κατά τα προηγούμενα άρθρ. 106 και 107 αποφάσεις της Επιτροπής, υποβάλλονται εις το Υπουργείον Οικονομικών (Διεύθυνσιν Δημοσίων Κτημάτων), εγκρινόμεναι δε υπό του Υπουργού των Οικονομικών, κοινοποιούνται επί αποδείξει εις τον κατά το άρθρ. 105 συνιδιοκτήτην ή τον νόμιμον αυτού πληρεξούσιον, όστις θεωρείται αποδεχθείς την απόφασιν ταύτην, αν εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως δεν ασκήση ανακοπήν κατ’ αυτής. 23 26.Ε.α.5 Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων –Κτηματική Εταιρία Δημοσίου 2.Η κατά τα ανωτέρω ανακοπή απευθύνεται ενώπιον του Ειρηνοδίκου μεν της τοποθεσίας του ακινήτου, εφ’ όσον πρόκειται περί τιμήματος μέχρι 10.000 δραχμών, ενώπιον δε του Προέδρου των Πρωτοδικών, εφ’ όσον πρόκειται περί τιμήματος άνω των 10.000 δραχμών. Μόνη η κατάθεσις της ανακοπής ταύτης παρά τω αρμοδίω Δικαστηρίω ουδέν έννομον αποτέλεσμα συνεπάγεται, αν δεν ορισθή ταυτοχρόνως - δικάσιμος ταύτης και αν δεν κοινοποιηθή η ανακοπή εις τον Υπουργόν των Οικονομικών μετά κλήσεως προς συζήτησιν. 3.Ο Πρόεδρος των Πρωτοδικών ή ο Ειρηνοδίκης, κρίνων εκ των ενόντων κατά την επ’ αναφορά διαδικασίαν, αποφαίνεται περί του οφειλομένου εις το Δημόσιον τιμήματος και μισθωμάτων. 4.Η απόφασις αύτη εις ουδέν υπόκειται τακτικόν ή έκτακτον ένδικον μέσον, εάν όμως δια της αποφάσεως μειούται το υπό της Επιτροπής του άρθρ. 106 καθορισθέν τίμημα πλέον του 1/3 ή πρόκειται περί τιμήματος, ως καθωρίσθη υπό της Επιτροπής του άρθρ. 106, άνω των 200.000 δραχμών, επιτρέπεται, εντός 30 ημερών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως του Προέδρου, προσφυγή κατ’ αυτής ενώπιον του Πρωτοδικείου, ήτις εκδικάζεται ως Νόμο προτετιμημένη, η δε απόφασις, καθ’ ης ουδέν ένδικον μέσον χωρεί, εκδίδεται μετά προηγουμένην πραγματογνωμοσύνην. Το άρθρ. 108 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 18 Α.Ν. 1540/1938. Άρθρ.109.-(Κατηργήθη δια του άρθρ. 19 παρ. 1 Α.Ν. 1540/1938). Άρθρ.110.-Επί τη βάσει της αποφάσεως της κατά το άρθρ. 106 Επιτροπής, γενομένης αποδεκτής υπό του συνιδιοκτήτου των 4/5 λόγω μη ασκήσεως κατ’ αυτής ανακοπής ή επί τη βάσει της αποφάσεως του Προέδρου των Πρωτοδικών ή Ειρηνοδίκου επί ασκηθείσης ανακοπής και όπου αύτη είναι ή κατέστη μετά την κοινοποίησίν της αμετάκλητος ή τέλος επί τη βάσει της αποφάσεως του αρμοδίου Πρωτοδικείου, όταν ησκήθη εμπροθέσμως και παραδεκτώς προσφυγή κατά της αποφάσεως του Προέδρου Πρωτοδικών, εκδίδονται τα πωλητήρια υπέρ των εις ους περιέρχεται το μερίδιον του Δημοσίου, καθοριζομένου του τιμήματος εις δέκα ετησίας δόσεις. Το άρθρ. 110 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 19 παρ. 1 Α.Ν. 1540/1938. Άρθρ.111.-Η καθυστέρησις της πληρωμής «δύο συνεχών δόσεων ή μόνης της τελευταίας» βεβαιουμένη δι’ αναφοράς του αρμοδίου ταμίου προς την Δ.Δ.Κ. κατά μήνα Οκτώβριον εκάστου έτους, επάγεται αυτοδικαίως την επάνοδον του 1/5 εις την ιδιοκτησίαν της Δ.Δ.Κ. ήτις, προκαλούσα, οσάκις παρίσταται ανάγκη, την κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας διανομήν, προβαίνει εν καιρώ εις την δια δημοπρασίας εκποίησιν τούτου. Τα εντός « » ετροποποιήθησαν ως άνω δια του άρθρ. 19 παρ. 2 Α.Ν. 1940/1938. Άρθρ.112.-1.Το αναλογούν εις το μερίδιον της Δ.Δ.Κ. εισόδημα από 1ης Ιαν. 1917 μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος και εν περιπτώσει αναγκαστικής απαλλοτριώσεως μέχρι της κηρύξεως της απαλλοτριώσεως κατά τον αγροτικόν νόμον βαρύνει τους νεμηθέντας τούτους συνιδιοκτήτας των 4/5 εφ’ όσον δεν κατεβλήθη μέχρι τούδε «και εφ’ όσον δεν ήθελεν υποβληθή η κατά το άρθρ. 105 δήλωσις». Η εντός « » φράσις προσετέθη δια του άρθρ. 19 παρ. 3 Α.Ν. 1540/1938. «2.Ο καθορισμός του κατά το προηγούμενον εδάφιον αναλογούντος εισοδήματος του μεριδίου του Δημοσίου δι’ έκαστον γεωργικόν έτος και εις την περίπτωσιν μόνον μη υποβολής εμπροθέσμως της κατά το άρθρ. 105 δηλώσεως ή υποβολής ανειλικρινούς τοιαύτης γίνεται συμφώνως τω άρθρ. 115». Η παρ. 2 προσετέθη δια του άρθρ. 19 παρ. 4 Α.Ν. 1540/1938, καταργηθέντων των παλαιών εδαφίων 2-4. Εις την εν τη προηγουμένη παρ. 4 του παρόντος άρθρου γινομένην μνείαν του άρθρ. 115 του από 11/12 Νοεμ. 1929 Δ/τος «περί Διοικήσεως Δημοσίων Κτημάτων» νοείται το εν λόγω άρθρ. 115 ως τούτο αντικατεστάθη δια του άρθρ. 5 του Νόμ. 5895 και συμπληρούται δια του άρθρ. 20 του παρόντος νόμου. (Άρθρ. 19 παρ. 5 Α.Ν. 1540/1938). Άρθρ.113.-1.Επί προκαταβολής ολοκλήρου του ποσού των οφειλομένων δόσεων τιμήματος ή μισθωμάτων γίνεται έκπτωσις 6% δι’ εκάστην δόσιν. 2.(Κατηργήθη δια του άρθρ. 19 παρ. 6 Α.Ν. 1540/1938).
55
28. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Φ. 900/2/270412/Σ. 108 της 15 Ιαν./14 Φεβρ. 1992 (ΦΕΚ Β΄ 93) Εκπαίδευση Στελεχών Στρατού Ξηράς στις Ξένες Γλώσσες. Σελ. 1338,12(β) Τεύχος 1193-Σελ. 36 36.Ρ.α.27-28 Εκπαίδευση Στελεχών 20
1
5. ΝΟΜΟΣ 1977 της 28 Ιαν./13 Φεβρ. 1920 Περί μετακλήσεως αλλοδαπών καθηγητών προς διδασκαλίαν των ξένων γλωσσών εν ταις εμπορικαίς σχολαίς.
173
32. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 158 της 15/20 Σεπτ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 220) Περί αντικαταστάσεως της παρ. 1 του άρθρ. 6 και συμπληρώσεως του άρθρ. 8 του Ν.Δ. 886/71 «περί διατάξεών τινων αφορωσών εις Οικοδομικούς Συνεταιρισμούς». ΄Αρθρ.1.-(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 886/71, ανωτ. αριθ. 16). Άρθρ.2.-(Εις το άρθρ. 8 του Ν.Δ. 886/1971 προστίθεται παρ. 3). Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος άρχετια από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 35.Η.α.31-32 Λαϊκή Κατοικία
358
39. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ.Φ.300/1/77239 της 29 Νοεμ./17 Δεκ. 2001 (ΦΕΚ Β΄1679) Μεταπτυχιακή Εκπαίδευση Υγειονομικών Αξιωματικών αποφοίτων Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων. (Μετά τη σελ. 1338,22) Σελ. 1338,23 Τεύχος 1391 Σελ. 41 Εκπαίδευση Στελεχών 36.Ρ.α.37-39 31 36.Ρ.α.39 Εκπαίδευση Στελεχών 32
1
69. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2234 της 31/31 Αυγ. 1994 (ΦΕΚ Α΄142) Τροποποίηση και συμπλήρωση του Νομ. 1892/1990 «Για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις.» Τα άρθρ. 1, 2 και 3 του παρόντος νόμου κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο στο Π.Δ. 456/29-29 Δεκ. 1995 (ΦΕΚ Α΄269), κατωτ. αριθ. 88. ΄Αρθρ.1.-1.α.(Αντικαθίστανται οι περιπτ. β΄ και ε΄ της παρ. 1 του άρθρ. 1 του Νόμ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). β.(Αντικαθίσταται η περ. θ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 1 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ.55). γ.(Προστίθενται εδ. κ΄ και κα΄ στην παρ. 1 του ΄Αρθρ.2.-(Προστίθενται άρθρ. 23α και 23β στο Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ. 55). ΄Αρθρ.3.-Μεταβατικές διατάξεις. 1.Οι διατάξεις του παρόντος νόμου έχουν εφαρμογή για τις αιτήσεις υπαγωγής επενδύσεων στις διατάξεις του Νομ. 1892/1990 που θα υποβληθούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. 2.Αιτήσεις επενδύσεων, που υποβλήθηκαν για υπαγωγή τους στο Νομ. 1892/1990 μέχρι 31 Μαΐου 1994 διέπονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού, όπως ίσχυε μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Κατ’ εξαίρεση, η προθεσμία ολοκλήρωσης των διαδικασιών εξέτασης και υπαγωγής των αιτήσεων αυτών, σύμφωνα με την παρ. 6α του άρθρ. 6, παρατείνεται για δύο (2) μήνες, δηλαδή μέχρι 30 Νοεμ. 1994. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο οι κείμενες διατάξεις που ισχύουν και που αφορούν την παροχή επενδυτικών κινήτρων. Στην παραπάνω κωδικοποίηση επιτρέπεται η μεταβολή της σειράς των άρθρων, των παραγράφων και των εδαφίων, η σύμπτυξη και κάθε αναγκαία φραστική μεταβολή, χωρίς να αλλοιώνεται η έννοια των διατάξεων που ισχύουν, καθώς και η απάλειψη των μεταβατικών διατάξεων που δεν ισχύουν. ΄Αρθρ.4.-(Αντικαθίσταται το άρθρ. 25 του Νομ. 27/1975 ΦΕΚ Α΄77, Τόμ. 19Α σελ. 380,451). Έναρξη ισχύος. ΄Αρθρ.5.-Η ισχύς των διατάξεων αυτού του νόμου, εφόσον από αυτές δεν ορίζεται διαφορετικά, αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. άρθρ. 1 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). δ.(Προστίθεται περ. δ΄ στην παρ. 2 του άρθρ. 1 του Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ.55). ε.(Αντικαθίσταται η περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρ. 1 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 2.α.(Καταργούνται οι περιπτ. κε΄ και κζ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 2 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). β.(Προστίθενται εδάφια στην περ. δ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 2 του Νομ.1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). γ.(Αντικαθίσταται η περ. θ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 2 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). δ.(Αντικαθίσταται η περ. ιη΄ της παρ. 1 του άρθρ. 2 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ.55). ε.(Προστίθενται περιπτ. λ΄, λα΄ και λβ΄ στην παρ. 1 του άρθρ. 2 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). στ.(Προστίθεται εδ. στην παρ. 5 του άρθρ. 2 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ.55). 3.α.(Προστίθεται φράση στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρ. 3 του Νομ. 1262/1982, ανωτ. αριθ. 33). β.(Προστίθεται παρ. 4 στο άρθρ. 3 του Νομ.1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). γ.Η προβλεπόμενη στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 5, του άρθρ. 3 του Νομ. 1262/1982 προθεσμία παρατείνεται μέχρι την 31 η Δεκ. 1999. 4.(Αντικαθίσταται το άρθρ. 4 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 5.α.(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρ. 5 του Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ. 55). β.(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρ. 5 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). γ.(Αντικαθίσταται η παρ. 3 του άρθρ. 5 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). δ.(Προστίθεται νέο εδάφιο μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρ. 6 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ.55). ε.(Προστίθεται παρ. 5 στο άρθρ. 11 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 6.α.(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 α του άρθρ. 6 του Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ. 55). β.(Αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρ. 6 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 7.α.(Αντικαθίστανται οι περ. α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρ. 7 του Νομ 1892/1990, ανωτ. αριθ.55). β.(Προστίθεται περ. ε΄ στην παρ. 1 του άρθρ. 7 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). γ.(Προστίθεται εδάφιο στην παρ. 2 του άρθρ. 7 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). δ.(Προστίθεται παρ. 5 στο άρθρ. 7 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 8.α.(Προστίθεται περ. ε΄ στην παρ. 1 του άρθρ. 8 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). β.(Προστίθεται εδάφιο στην παρ. 2 του άρθρ. 8 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). γ.(Προστίθεται παρ. 6 στο άρθρ. 8 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 9.α.(Προστίθεται φράση στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ. 55). β.(Αντικαθίσταται η περ. δ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). γ.(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). δ.(Προστίθεται φράση στο πέμπτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρ.9 του Νομ.1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). ε.(Προστίθενται εδάφια στην παρ. 2 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). στ.Από την πρώτη σειρά της παρ. 3 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990 διαγράφεται η περ. ιε΄. ζ.(Αντικαθίστανται τα δύο πρώτα εδάφια της περ. α΄ της παρ. 4 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). η.Το τρίτο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 4 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990 καταργείται. θ.(Προστίθεται εδάφιο στην περ. α ΄της παρ. 4 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ. 55). ι.(Προστίθεται εδάφιο στην περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ. 55). ια.(Αντικαθίσταται η διάταξη της περ. α΄ της παρ. 8 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ. 55 και καταργείται η περ. β΄ της ίδιας παραγράφου). ιβ.(Προστίθενται παρ. 12 και 13 στο άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990 ανωτ. αριθ.55). ιγ.(Προστίθεται περ. δ΄ στην παρ. 4 του άρθρ. 9 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 10.α.(Αντικαθίσταται η δεύτερη φράση της παρ. 1 του άρθρ. 11 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). β.(Αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρ. 11 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). γ.(Προστίθεται παρ. 6 στο άρθρ. 11 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 11.α.(Προστίθεται εδάφιο στην παρ. 4 του άρθρ. 12 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). β.(Καταργείται η υπάρχουσα παρ. 6 του άρθρ. 12 του Νομ.1892/1990, ανωτ. αριθ. 55 και στην θέση της τίθεται νέα παρ. 6). (Αντί για τη σελ. 86,409) Σελ. 86,409(α) Τεύχος 1404 Σελ. 41 - 684 Κίνητρα Ιδιωτικών Επενδύσεων στην Περιφέρεια 13.Γ.β.69 12.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 18 του Νομ. 1892/1990, ανωτ. αριθ. 55). 13.H οικονομοτεχνική προμελέτη, η οποία συνοδεύει την αίτηση υπαγωγής της επένδυσης στις διατάξεις του Νομ. 1892/1990, προκειμένου για επενδύσεις συνολικού κόστους άνω των ογδόντα εκατομμυρίων (80.000.000) δραχμών, υπογράφεται από οικονομολόγο μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) ή αντίστοιχου οργανισμού Κράτουςμέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αιτήσεις υπαγωγής που δεν πληρούν την προϋπόθεση αυτή, δεν εξετάζονται. 14.Η προθεσμία ολοκλήρωσης επενδύσεων, που έχουν υπαχθεί στα Μ.Ο.Π. και δεν έχουν ολοκληρωθεί μέχρι 31 Ιουλίου 1994, μπορεί να παραταθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1995 υπό την προϋπόθεση ότι μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχει καταβληθεί για τις επενδύσεις αυτές μέρος της εγκεκριμένης επιχορήγησης. Οι σχετικές αιτήσεις υποβάλλονται στην Κεντρική Υπηρεσία Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας μέχρι 31 Οκτ. 1994. Μέσα στην ίδια αποκλειστική προθεσμία μπορούν να υποβληθούν και αιτήματα τροποποίησης των εγκριτικών αποφάσεων που αφορούν μόνο μεταβολές ως προς τους φορείς της επένδυσης, ιδίως δια της εισόδου νέων μετοχών ή της μεταβιβάσεως εν όλω ή εν μέρει των μετοχών ή των σχετικών επιχειρήσεων. Τα αιτήματα αυτά εγκρίνονται, εφόσον οι ως άνω μεταβολές διασφαλίζουν την ολοκλήρωση της επένδυσης και την ομαλή λειτουργία της μονάδας. Επιχορηγούμενες δαπάνες για τις εν λόγω επενδύσεις είναι μόνο εκείνες που έχουν εγκριθεί και πραγματοποιηθεί μέχρι 31 Δεκ. 1993, σύμφωνα με τις αποφάσεις υπαγωγής ή τις τυχόν τροποποιήσεις τους. Τα αναλογούντα στις ως άνω επενδυτικές δαπάνες ποσά επιχορήγησης θα καταβληθούν μετά την εμπρόθεσμη ολοκλήρωση των επενδύσεων, σύμφωνα με τους όρους του Νομ. 1892/1990 όπως ίσχυε μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Οι αποφάσεις υπαγωγής στα ΜΟΠ επενδύσεων για τις οποίες δεν θα υποβληθούν αιτήσεις παράτασης της προθεσμίας ολοκλήρωσης μέχρι 31 Οκτ. 1994 ή για τις οποίες δεν θα εγκριθούν τα σχετικά αιτήματα, καθώς και οι αποφάσεις υπαγωγής στα ΜΟΠ επενδύσεων που δεν έχουν εκταμιεύσει μέρος της εγκεκριμένης επιχορήγησης μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, θεωρούνται αυτοδικαίως άκυρες από την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας ολοκλήρωσης της επένδυσης κα η τυχόν καταβληθείσα επιχορήγηση αναζητείται σύμφωνα με τις διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρ. 6 του Νομ. 1892/1990, όπως ισχύει. Σελ. 86,410(α) Τεύχος 1404 Σελ. 42 15. Οι επενδύσεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρ. 23 του Νομ. 1892/1990, που κρίθηκαν βιώσιμες από τις αρμόδιες γνωμοδοτικές επιτροπές και δεν υπήχθησαν στο νόμο αυτό, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ή υπήχθησαν χωρίς όμως να συμπεριληφθεί στο επιχορηγούμενο κόστος τους το τμήμα της επένδυσης, που είχε πραγματοποιηθεί κατά το διάστημα από την υποβολή της αρχικής αίτησης υπαγωγής και μέχρι την εγκριθείσα αίτηση, εγκρίνονται για υπαγωγή τους στις διατάξεις του Νομ. 1892/1990 καθ’ υπέρβαση των κονδυλίων που είχαν καθοριστεί για αυτή την κατηγορία επενδύσεων με τις αποφάσεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 8 του άρθρ. 6 του Νομ. 1892/1990. Για τις περιπτώσεις επενδύσεων που έχουν εν τω μεταξύ υπαχθεί στις διατάξεις του Νομ. 1892/1990 σύμφωνα με τα παραπάνω, η έγκριση αφορά μόνο στο τμήμα της επένδυσης που δεν είχε συμπεριληφθεί στην εγκριθείσα. Για την εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου αυτής, οι επενδυτές των παραπάνω κατηγοριών, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, υποβάλλουν στις αρμόδιες υπηρεσίες δήλωση ότι αποδέχονται την υπαγωγή της επένδυσής τους στις διατάξεις του Νομ. 1892/1990 και ότι αυτή δεν έχει υπαχθεί στις διατάξεις του ίδιου νόμου ή ότι έχει υπαχθεί χωρίς να συμπεριληφθεί στο επιχορηγούμενο κόστος το παραπάνω αναφερόμενο τμήμα της επένδυσης. - 685 13.Γ.β.69 Κίνητρα Ιδιωτικών Επενδύσεων στην Περιφέρεια 16.Επίσπευση πλειστηριασμού ή κάθε μορφής εκκαθάριση επιχείρησης, που έχει υπαχθεί στις διατάξει του Νομ. 1262/1982 ή του Νομ. 1892/1990 πριν από τη συμπλήρωση της δεκαετίας από της ολοκληρώσεως της επένδυσης ή οποτεδήποτε πριν την ολοκλήρωσή της, είναι άκυρη, αν η σχετική πράξη κατασχέσεως και το πρόγραμμα πλειστηριασμού ή η πράξη διορισμού εκκαθαριστού δεν έχουν κοινοποιηθεί εντός είκοσι (20) ημερών από της συντάξεώς τους στην Υπηρεσία Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Η παρούσα διάταξη καταλαμβάνει πράξεις των παραπάνω κατηγοριών που θα εκδοθούν μετά την παρέλευση τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την παρακολούθηση και την έγκαιρη αναγγελία του Δημοσίου στις ανωτέρω περιπτώσεις συνιστάται στην Υπηρεσία Ιδιωτικών Επενδύσεων ειδικό νομικό γραφείο. «17.Στους νομούς όπου λειτουργούν ΒΙ.ΠΕ., οριοθετημένες με το Νομ. 4458/1965, όπως τροποποιήθηκε με το Νομ. 742/1977, η εγκατάσταση εντός αυτών νέων βιομηχανικών επιχειρήσεων, που θα υπαχθούν στις διατάξεις του Νόμ. 1892/1990, είναι υποχρεωτική, εκτός αν η κατά περίπτωση αρμόδια γνωμοδοτική επιτροπή αποφανθεί αιτιολογημένα ότι είναι αναγκαία ή σκόπιμη η εγκατάσταση εκτός ΒΙ.ΠΕ.». Η παρ. 17 αντικαταστάθηκε ως άνω αφότου ίσχυσε από την παρ. 43 άρθρ. 58 Νόμ. 2324/12-17 Ιουλ. 1995 (ΦΕΚ Α΄146), κατωτ. αριθ. 82.
327
5. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 801 της 25 Νοεμ./2 Δεκ. 1968 (ΦΕΚ Α΄282) Περί του τρόπου καθορισμού και καταβολής της οφειλομένης αποζημιώσεως δι’ επίταξιν ή δέσμευσιν υδάτων κλπ. προς ύδρεσιν δήμων και κοινοτήτων. Έχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις του άρθρ.5 του Α.Ν. 560/68, «περί αντιμετωπίσεως επειγουσών υδρευτικών αναγκών των δήμων και κοινοτήτων» και την υπ’ αριθ.743 της 6.11.1968 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου επί των Εσωτερικών Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-1.Δια τας εν άρθρ.1 του Α.Ν. 560/68 αιτίας οφείλεται αποζημίωσις χρήσεως συνισταμένη εις ποσόν καλύπτον την θετικήν ζημίαν και το διαφυγόν θεμιτόν κέρδος του δικαιούχου. 2.Ως δικαιούχοι της κατά την προηγουμένην παράγραφον αποζημιώσεως θεωρούνται οι εκ της δεσμεύσεως επιτάξεως ή επιβολής ετέρου περιορισμού υφιστάμενοι περιουσιακήν ζημίαν. 3.Δια τον προσδιορισμόν της θετικής ζημίας υπολογίζονται: α)Αι πάσης φύσεως δαπάναι, εις ας τυχόν ο δικαιούχος υποβάλλεται εν σχέσει προς την χρήσιν του ύδατος ή την κίνησιν, λειτουργίαν και συντήρησιν των αντλητικών συγκροτημάτων, μέσω διανομής του ύδατος, φρεάτων και λοιπών εγκαταστάσεων, β)τα αναγκαιούντα ποσά προς αποκατάστασιν της ζημίας, ην τυχόν υπέστη ο δικαιούχος εκ συγκεκριμένης φθοράς ή βλάβης κινητού ή ακινήτου πράγματος αυτού, εφ’ όσον δεν πρόκειται περί συνήθους φθοράς ή βλάβης προερχομένης εκ της κανονικής χρήσεως του ύδατος ή περί φθοράς ή βλάβης προερχομένης εξ υπαιτιότητος του δικαιούχου, γ)το κεκανονισμένον ποσοστόν αποσβέσεως της αξίας αγωγών, πραγμάτων, μηχανημάτων, φρεάτων και λοιπών εγκαταστάσεων. 4.Δια τον προσδιορισμόν του διαφυγόντος θεμιτού κέρδους υπολογίζονται: α)Επί αντλουμένων υδάτων ποσοστόν επί των εξόδων κινήσεως, λειτουργίας και συντηρήσεως των αντλητικών συγκροτημάτων και εγκαταστάσεων και το σύνηθες καθαρόν κέρδος, όπερ θα (Μετά την σελ.284) Σελ.284,01 348-035 Απαλλοτριώσεις για Δημοτικά και Κοινοτικά έργα 3.Ε.β.4-5 απεκόμιζεν ο δικαιούχος κατά το διάστημα της δεσμεύσεως κλπ. εκ της εκμεταλλεύσεως των εγκαταστάσεων αυτών και των υδάτων, β)επί μη αντλουμένων υδάτων, το σύνηθες καθαρόν κέρδος, όπερ θα απεκόμιζεν ο δικαιούχος κατά το διάστημα της δεσμεύσεως κλπ. εκ της εκμεταλλεύσεως των υδάτων. Άρθρ.2.-1.Η κατά το προηγούμενον άρθρον αποζημίωσις καθορίζεται δι’ αποφάσεως του νομάρχου μετά συμφωνον γνωμοδότησιν επιτροπής αποτελουμένης εκ του οικείου οικονομικού εφόρου, του διευθυντού της οικείας διευθύνσεως γεωργίας και ενός μηχανικού της παρά τη νομαρχία τεχνικής υπηρεσίας δήμων και κοινοτήτων. Δια της αυτής αποφάσεως καθορίζονται οι δικαιούχοι της αποζημιώσεως και ο υπόχρεως εις καταβοήν ταύτης δήμος ή κοινότης. 2.Εν περιπτώσει επιβολής δεσμεύσεως, επιτάξεως κλπ. υπέρ πλειόνων δήμων και κοινοτήτων υπόχρεοι εις καταβολήν της αποζημιώσεως είναι οι οικείοι δήμοι και κοινότητες κατά λόγον χρήσεως του ύδατος. 3.Η κατά το παρόν άρθρον εκδιδομένη απόφασις του νομάρχου κοινοποιείται επί αποδείξει εις τους δικαιούχους της αποζημιώσεως και εις τον υπόχρεων καταβολής ταύτης δήμον ή κοινότητα. Άρθρ.3.-1.Η επιτροπή δια την κατά το άρθρ.2 του παρόντος γνωμοδότησιν αυτής λαμβάνει υπ’ όψιν: α)Τα υπό των δικαιούχων της αποζημιώσεως υποβαλλόμενα δικαιολογητικά προς απόδειξιν της πορσγενομένης αυτοίς ζημίας, β)τας απόψεις των υποχρέων εις καταβολήν της αποζημιώσεως δήμων και κοινοτήτων, γ) παν άλλο χρήσιμον κατά την γνώμην της επιτροπής στοιχείον. 2.Εις ας περιπτώσεις ήθελε κριθή υπό της υπηρεσίας αναγκαίον, δύνανται υπό της κατά την προηγουμένην παράγραφον επιτροπής να ληφθή υπ’ όψιν και πρότασις ειδικής εκ δημοσίων υπαλλήλων επιτροπής συνιστωμένης δι’ αποφάσεως του νομάρχου. Σελ.284,02 348-036 Άρθρ.4.-1.Εντός μηνός από της εις τους ενδιαφερομένους, κατά την παρ.2 του παρόντος, επιδόσεως της αποφάσεως του νομάρχου, δι’ ης επιβάλλεται επίταξις, δέσμευσις ή έτερος περιορισμός επί της χρήσεως υδάτων, κατά το άρθρ.1 του Α.Ν. 560/68, οι ζημιούμενοι οφείλουσι να υποβάλωσι προς την νομαρχίαν αίτησιν περί καθορισμού της οφειλομένης αυτής αποζημιώσεως. Την προθεσμίαν ταύτην ο αρμόδιος νομάρχης δύναται δι’ αποφάσεώς του να παρατείνη συνολικώς επί έν έτος. Απράκτου παρερχομένης της κατά τα προηγούμενα εδάφια προθεσμίας τεκμαίρεται ότι οι δικαιούχοι δεν επιθυμούσι να ακολουθήσωσι την διαδικασίαν του παρόντος Δ/τος, προς καθορισμόν της οφειλομένης αυτοίς αποζημιώσεως, δικαιούμενοι πλέον εις προσφυγήν ενώπιον των τακτικών δικαστηρίων, ασκουμένην εντός μηνός από της λήξεως της κατά τα προηγούμενα εδάφια προθεσμίας. 2.Αι κατά την παρ.1 του παρόντος άρθρου εκδιδόμεναι αποφάσεις κοινοποιούνται επί αποδείξει άμα τη εκδόσει των εις τους εκ των λαμβανομένων μέτρων ζημιουμένους. Άρθρ.5.-1.Η καθοριζομένη αποζημίωσις καταβάλλεται ή παρακατατίθεται υπέρ των αναγνωρισθέντων δικαιούχων εντός εξ μηνών από της επιδόσεως της περί καθορισμού της αποζημιώσεως αποφάσεως. Η πληρωμή του ποσού της αποζημιώσεως ενεργείται εις βάρος του προϋπολογισμού του υπέρ ου η δέσμευσις ή επίταξις κλπ. δήμου ή κοινότητος κατά τας περί δήμων και κοινοτήτων ισχυούσας ειδικάς διατάξεις. 2.Επί δεσμεύσεως, επιτάξεως κλπ. αντλουμένων υδάτων και εφ’ όσον αι αντλητικαί εγκαταστάσεις λειτουργούσιν υπ’ ευθύνην και δια λογαριασμόν των ιδιοκτητών, η προθεσμία καταβολής της αποζημιώσεως ορίζεται εκάστοτε δι’ ειδικής αποφάσεως του νομάρχου. Εις τον αυτόν επί των Εσωτερικών Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος, ούτινος η ισχύς άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3.Ε.β.5 Απαλλοτριώσεις για Δημοτικά και Κοινοτικά έργα
347
41. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 136 της 28 Φεβρ./7 Μαρτ. 1969 (ΦΕΚ Α΄ 38) Περί συμμετοχής του οικονομικώς ενεργού πληθυσμού εις την διαμόρφωσιν του οικονομικού και κοινωνικού προγράμματος της Χώρας.
175
22. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 1007763/93/Γ0013 της 24 Ιαν./5 Φεβρ.1990 (ΦΕΚ Β΄ 74) Τύπος και περιεχόμενο της δήλωση φόρου ακίνητης περιουσίας, καθώς και τα δικαιολογητικά έγγραφα που συνυποβάλλονται με αυτή. Η απόφαση αυτή κυρώθηκε και έχει ισχύ νόμου από το εδάφ. ιθ άρθρ. 46 Νόμ. 1914/1990 (ΦΕΚ Α΄ 178), (τόμ. 27, σελ. 196,451).
342