text
stringlengths
17
932k
label
int64
0
388
19. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄αριθ. 546 της 26/31 Αυγ. 1962 (ΦΕΚ Α΄ 133) Περί συστάσεως θέσεων παρά τω Υπουργείω Εμπορίου προς τακτοποίησιν εκτάκτου προσωπικού. Βλ. ήδη Π.Δ. 607/1976 (κατωτ. αριθ. 59)
67
11. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 24 Νοεμ./1 Δεκ. 1923 Περί αναθέσεως τω εισαγγελεί των πλημμελειοδικών της προσωρινής επιλύσεως διαφορών τινων σχετιζομένων προς ποινικά αδικήματα. Άρθρον μόνον.-Εις λίαν κατεπειγούσας περιπτώσεις, επικειμένων διαπληκτισμών και ερίδων, και όταν συγχρόνως υποβάλληται μήνυσις επί ποινικώ τινι αδικήματι, δύναται (ο εισαγγελεύς των πρωτοδικών) να επιληφθή πάσης εξαιρετικώς επειγούσης διαφοράς, κρίνων εκ των ενόντων και εκδίδων διάταξιν μόνον περί επαναφοράς των πραγμάτων εις την προτέραν κατάστασιν, εκτελουμένων παραχρήμα. Υποχρεούται ο εισαγγελεύς εν τοιαύτη περιπτώσει να παραπέμψη αυτεπαγγέλτως την διαφοράν δια της αυτής διατάξεως εις τη αρμοδίαν δικαστικήν αρχήν, επιλαμβανομένην της διαφοράς συμφώνως προς τας ισχυούσας εκάστοτε διαδικαστικάς διατάξεις, κατόπιν αιτήσεως ή αγωγής του ενδιαφερομένου. Η διάταξις αύτη προσωρινήν έχουσα ισχύν δεν επηρεάζει παντάπασι την εκδίκασιν της υποθέσεως κατά την κανονικήν διαδικασίαν.
223
18. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ. ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Φ.167/126558 της 22 Δεκ.1998/7 Ιαν.1999 (ΦΕΚ Β΄1) Σύσταση Θέσεων Στρατιωτικού Προσωπικού σε Χώρες Εξωτερικού
284
22. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 242 της 10/24 Ιουν. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 103) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 126/9 Ιουλ. 1987). Ίδρυση Γραφείου Εμπορικού Ακολούθου στο Ελσίνκι και στο Ντίσελντορφ, αναβάθμιση του Γραφείου Εμπορικού Ακολούθου Τόκιο σε Γραφείο Εμπορικού Συμβούλου, μεταφορά της έδρας του Γραφείου Εμπορικού Ακολούθου Τουρκίας από Άγκυρα στην Κωνσταντινούπολη, αναβάθμιση του Γραφείου Εμπορικού Ακολούθου Βραζιλίας και μεταφορά της έδρας του από το SAO PAOLO στο RIO DE JANEIRO.
67
11. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. 1226 της 28 Ιουν./9 Ιουλ. 1957 Περί της ακολουθητέας πολιτικής του σίτου κατά το έτος 1957-1958. Προσωρινής ισχύος, ως και η: Π.Υ.Σ. 1487 της 2/9 Αυγ. 1957 περί λήψεως μέτρων κατά την συγκέντρωσιν και άλεσιν του σίτου.
19
1. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 1038 της 10/17 Αυγ. 1949 (ΦΕΚ Α΄179) Περί κυρώσεως της από 12 Νοεμ. 1948 και της τροποποιητικής και συμπληρωματικής ταύτης από 15ης Απρ. 1949 Συμβάσεως, δια γεωργικά και βιομηχανικά δάνεια, και περί ειδικών επί των εν λόγω διατάξεων. Εκυρώθη δια του Ν.Δ. 1198 της 9/19 Οκτ. 1949 (ΦΕΚ Α' 270) περί κυρώσεως του υπ' αριθ. 1038/49 Ν.Δ/τος. Άρθρ.1.-Κυρούνται και έχουν πλήρη και νόμιμον ισχύν, από της υπογραφής των, η μεταξύ αφ' ενός της Ειδικής Αποστολής Οικονομικής Συνεργασίας της Διοικήσεως Οικονομικής Συνεργασίας και αφ' ετέρου της Ελληνικής Β. Κυβερνήσεως και εκ τρίτου της Τραπέζης της Ελλάδος, υπογραφείσα εν Αθήναις την 12 Νοεμ. 1948 Σύμβασις δια Γεωργικά και Βιομηχανικά δάνεια, ως και η τροποποιητική και συμπληρωματική ταύτης από 15ης Απρ. 1949 Σύμβασις, ων το κείμενον έπεται εις Αγγλικήν και Ελληνικήν γλώσσαν. άρθρ. 59 και επέκεινα του Ν.Δ. της 17 Ιουλ. 1923 οριζομένης προκειμένου περί αναγκαστικής εκποιήσεως ακινήτων διαδικασίας. Δια του ούτω συντασσομένου προγράμματος πλειστηριασμού ορίζεται τιμή πρώτης προφοράς δια το σύνολον των εκπλειστηριαζομένων κινητών και ακινήτων πραγμάτων, προκύπτουσα εκ της αθροίσεως της τιμής πρώτης προσφοράς οριζομένης κεχωρισμένως δια το σύνολον των εκπλειστηριαζομένων κινητών πραγμάτων και της τιμής πρώτης προσφοράς δια τα ακίνητα. Δια την επιβολήν του αναλογούντος φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων λαμβάνεται υπ' όψιν η τελευταία προσφορά, μεθ' ην και γίνεται η κατακύρωσις, του εις τα ακίνητα αντιστοιχούντος τιμήματος αυτής θεωρουμένου ότι τελεί εις την αυτήν ανάλογον σχέσιν, ήτις υφίσταται μεταξύ των κατά τα ανωτέρω ορισθεισών κεχωρισμένως τιμών πρώτης προσφοράς των εκπλειστηριαζομένων κινητών πραγμάτων και των ακινήτων". Η παρ. 3 προσετέθη δια του άρθρ. 1 Ν.Δ. 2688/1953. Άρθρ.10.-Κατά παρέκκλισιν των εν άρθρ. 50 και 51 του Ν.Δ. της 17ης Ιουλ./13 Αυγ. "περί ειδικών διατάξεων επί Ανωνύμων Εταιρειών" οριζομένων, αφ' ενός μεν η δια το υπό του άρθρ. 14 του παρόντος προβλεπομένη αναλογική χαρτοσήμανσις επιβάλλεται επ' αυτού τούτου του συμβολαίου παροχής του δανείου, αφ' ετέρου δε δεν απαιτείται η σύνταξις συμβολαιογραφικής πράξεως περί καταβολής των χρημάτων εις τον οφειλέτην, των σχετικών καταβολών αποδεικνυομένων δι' απλών ατελών αποδείξεων του οφειλέτου. Επί πλέον ο οφειλέτης αδιαφόρως του αν κατεβλήθη εις αυτόν εν όλω ή εν μέρει το ποσόν του δανείου, δεν δικαιούται να ζητήση εξάλειψιν ή περιορισμόν της υποθήκης, εφ' όσον ισχύει η σύμβασις του δανείου ή δεν εξωφλήθη ολοσχερώς τούτο. (Αντί για τη σελ. 823(α) Σελ. 823(β) Τεύχος 1432 Σελ. 53 Δάνεια Ανασυγκρότησης 13.Ξ.ζ.1 Άρθρ.11.-Προκειμένου περί δανείων προς ανάπτυξιν της γεωργίας και της αλιείας παρεχομένων μέσω της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος, ταύτα καθ' όσον αφορά την εμπράγματον ή άλλης φύσεως εξασφάλισιν ως και την δια της αναγκαστικής εκτελέσεως είσπραξιν αυτών, διέπονται υπό των αφορωσών τας απαιτήσεις της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος διατάξεων της δια του Νόμ. 4332 της 10/16 Αυγ. 1929 κυρωθείσης συμβάσεως, ως αύται ετροποποιήθησαν ή θέλουν τροποποιηθή δια μεταγενεστέρων συμβάσεων ή Νόμων. Προς ασφάλειαν των δανείων τούτων η Αγροτική Τράπεζα δύναται να εγγράψη υποθήκην επί μηχανικών ή άλλων εγκαταστάσεων συμφώνως προς τον Νόμ. 4112/1929, μονομερώς, βάσει μόνον του άρθρ. 12 του Νόμ. 4332/1929, ως τούτο ετροποποιήθη υπό του Νόμ. 5277 της 10/14 Αυγ. 1931. Άρθρ.12.-Εις εξαιρετικάς περιπτώσεις, προτάσει της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων, ο Υπουργός των Οικονομικών δύναται, δι' αποφάσεως αυτού, ν' αναστέλλη το δικαίωμα των οφειλετών, όπως προβαίνωσιν εις καταβολάς έναντι των εκ κεφαλαίου και τόκων υποχρεώσεων αυτών, προ του εν τω δανειστικώ συμβολαίω καθοριζομένου χρόνου πληρωμής. Άρθρ.13.-1.Εις πάσαν δίκην, μεταξύ Συμμετεχούσης Τραπέζης και οφειλέτου, εν σχέσει προς τα βάσει του παρόντος Νόμου χορηγούμενα δάνεια, το Δημόσιον δικαιούται παρεμβάσεως δια των προτάσεων εις πάντα βαθμόν δικαιοδοσίας, ως και ενώπιον του Αρείου Πάγου. 2.Επί των απαιτήσεων της Συμμετεχούσης Τραπέζης εκ κεφαλαίου, τόκων ή άλλων επιβαρύνσεων του οφειλέτου, των βάσει του παρόντος Νόμου χορηγουμένων δανείων, ως και επί των κατά την παρ. 1 του άρθρ. 13 του παρόντος Νόμου περιουσιακών στοιχείων δεν χωρεί κατάσχεσις δι' απαιτήσεις πιστωτών της Τραπέζης. Άρθρ.14.-"1α)Εν περιπτώσει αποκτήσεως υπό της Συμμετεχούσης Τραπέζης οιουδήποτε κινητού ή ακινήτου πράγματος, συνεπεία αναγκαστικής εκτελέσεως και κατακυρώσεως επ' ονόματι αυτής, η Κεντρική Επιτροπή Δανείων δικαιούται κατά την ελευθέραν της κρίσιν να παρέχη εντολάς εις την Συμμετέχουσαν Τράπεζαν, υποχρεουμένην εις απροφάσιστον εκτέλεσιν τούτων δια τας κάτωθι ενεργείας, αίτινες δύνανται να γίνωνται είτε αθροιστικώς είτε διαζευκτικώς. Κατά τας εντολάς ταύτας τα αποκτηθέντα πράγματα ή μέρος τούτων Σελ. 824(β) Τεύχος 1432 Σελ. 54 δύναται, α)να πωλώνται μέσω της Συμμετεχούσης Τραπέζης εις τρίτους επί αμέσω καταβολή του τιμήματος ή επί πιστώσει αυτού, β)να καταλείπωνται προς φύλαξιν και συντήρησιν εις την Συμμετέχουσαν Τράπεζαν ή να παραδίδωνται προς τον σκοπόν τούτον εις τον ΟΔΙΣΥ, γ)να εκποιώνται μέσω του ΟΔΙΣΥ, είτε επί αμέσω καταβολή του τιμήματος είτε επί πιστώσει, αυτού, δ)(να μεταβιβάζωνται κατά την κυριότητα αυτών εις το Δημόσιον, ότε ισχύουσιν αι διατάξεις της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Εν τη τελευταία περιπτώσει το Δημόσιον υποχρεούται να καταβάλλη εις την Κεντρικήν Επιτροπήν Δανείων, ως τίμημα το ποσόν του εκπλειστηριάσματος). Η περίπτ. δ' κατηργήθη αφ' ης ίσχυσε δια του κατωτ. Νόμ. 3161/1955. 13.Ξ.ζ.1 Δάνεια Ανασυγκρότησης Κατά πάσαν περίπτωσιν εκποιήσεως είτε μετρητοίς είτε επί πιστώσει, ο τρόπος και πάντες εν γένει οι όροι της εκποιήσεως, του καθορισμού και πληρωμής του τιμήματος κλπ. ορίζονται υπό της Κ.Ε.Δ. εις ην μετά την είσπραξιν αποδίδεται το τίμημα. 1β)Αι γενόμεναι μετά τον πλειστηριασμόν οιασδήποτε φύσεως δαπάναι δια την αποκόμισιν, παραλαβήν, φύλαξιν, αποθήκευσιν, συντήρησιν κλπ. των εκπλειστηριασθέντων πραγμάτων καταβάλλονται υπό της Κ.Ε.Δ. Εις ην περίπτωσιν ταύτα παραλαμβάνονται προς φύλαξιν και συντήρησιν από τον ΟΔΙΣΥ, τας σχετικάς δαπάνας καταβάλλει ούτος αναλαμβάνων ταύτας παρά της Κ.Ε.Δ., επί τη υποβολή αναλυτικού λογαριασμού. Ο ΟΔΙΣΥ δικαιούται ωσαύτως εις είσπραξιν των κεκανονισμένων διοικητικών εξόδων εκ του τιμήματος των πωληθησομένων πραγμάτων. 1γ)Αι επί πιστώσει πωλήσεις, περί ων το παρόν άρθρον, μη θεωρούμεναι ως νέα δάνεια εκ της Αμερικανικής Βοηθείας, διέπονται υπό των διατάξεων των νόμων και συμβάσεων, αι οποίαι ρυθμίζουσι τα δάνεια εκ της Αμερικανικής Βοηθείας". Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 2 παρ. 1 Ν.Δ. 2688/1953. 2."Η τυχόν τοιαύτη προς το Δημόσιον μεταβίβασις", προκειμένου μεν περί κινητών γίνεται δι' απλής δηλώσεως της Συμμετεχούσης Τραπέζης προς το Δημόσιον συντασσομένης εφ' απλού χάρτου συν τη παραδόσει των μεταβιβαστέων κινητών πραγμάτων εις το Δημόσιον, προκειμένου δε περί ακινήτων δια μονομερούς δηλώσεως της Τραπέζης ενώπιον συμβολαιογράφου και μεταγραφής ταύτης επ' ονόματι του Δημοσίου επιμελεία της Συμμετεχούσης Τραπέζης. Τόσον η σύνταξις της τοιαύτης δηλώσεως, όσον και η μεταγραφή αυτής ενεργούνται ατελώς, η δε αμοιβή του συμβολαιογράφου ορίζεται δια την περίπτωσιν ταύτην εις ήμισυ επί τοις χιλίοις επί της αξίας του μεταβιβαστέου εις το Δημόσιον ακινήτου στοιχείου, ήτις δια την περίπτωσιν ταύτην θα είναι η αξία της κατακυρώσεως τούτου επ' ονόματι της μεταβιβαζούσης Τραπέζης. Η αμοιβή αύτη προκαταβάλλεται υπό της συμμετεχούσης Τραπέζης και επιστρέφεται εις αυτήν παρά της Τραπέζης της Ελλάδος χρεώσει του παρ' αυτή λογαριασμού εισπράξεων και πληρωμών του Δημοσίου. Η τοιαύτη μεταβίβασις είναι απηλλαγμένη φόρου μεταβιβάσεως ως και οιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους ή δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων είτε υφισταμένου είτε μελλοντικώς επιβληθησομένου. Μη συντελεσθείσης της κατά τα ανωτέρω μεταβιβάσεως εντός τριών μηνών από της παρά της Συμμετεχούσης Τραπέζης κτήσεως των περιουσιακών τούτων στοιχείων, τα μεν κινητά πράγματα περιέρχονται αυτοδικαίως εις την κυριότητα του Δημοσίου, των δε ακινήτων αποκτά το Δημόσιον την κυριότητα δια μονομερούς αυτού δηλώσεως ενώπιον συμβολαιογράφου και μεταγραφής ταύτης, εφαρμοζομένων αναλόγως των εν τω προηγουμένω εδαφίω οριζομένων. Η εντός « » εν αρχή της παρ. 2 φράσις ετροποποιήθη ως άνω δια του άρθρ. 2 παρ. 1 Ν.Δ. 2688/1953. 3.Κατά την ενέργειαν του σχετικού πλειστηριασμού η Συμμετέχουσα Τράπεζα υποχρεούται όπως δι' εγγράφου της απευθυνομένου προς το Υπουργείον των Οικονομικών (Γενικήν Διεύθυνσιν Δημοσίου Λογιστικού) και παραδιδομένου επί αποδείξει, προσκαλέση το Δημόσιον, όπως τούτο παραστή και παρακολουθήση τον πλειστηριασμόν, αν θεωρή τούτο αναγκαίον. 4.Εν περιπτώσει διακοπής της χρησιμοποιήσεως της Συμμετεχούσης Τραπέζης δια τας εργασίας περί ων ο παρών Νόμος ή και οριστικής καταγγελίας της υπό της παρ. 2 του άρθρ. 3 του παρόντος προβλεπομένης συμβάσεως του Δημοσίου μετ' αυτής και αναθέσεως της περαιτέρω εξυπηρετήσεως των μέσω αυτής χορηγηθέντων δανείων εις άλλην Τράπεζαν, αι υπέρ της Συμμετεχούσης Τραπέζης, ης διεκόπη η χρησιμοποίησις ή κατηγγέλθη η σύμβασις, υποθήκαι μεταφέρονται επ' ονόματι της Τραπέζης, εις ην ανετέθη η περαιτέρω εξυπηρέτησις των δανείων. Η τοιαύτη μεταφορά γίνεται δι' απλής ατελούς σημειώσεως εις το περιθώριον του σχετικού βιβλίου, εντολή της υπό της από 12 Νοεμ. 1948 κυρουμένης ως άνω Συμβάσεως προβλεπομένης Κεντρικής Επιτροπής Δανείων, εις ην ανατίθεται δια του παρόντος η διακοπή της χρησιμοποιήσεως των υπηρεσιών Συμμετεχούσης Τραπέζης ως και η καταγγελία της μετ' αυτής συμβάσεως του Δημοσίου, εν παραβάσει των εκ της συμβάσεως ταύτης αναλαμβανομένων υποχρεώσεών της. Εις την αυτήν Κεντρικήν Επιτροπήν Δανείων παρέχεται επί πλέον η αρμοδιότης της εις άλλην Συμμετέχουσαν Τράπεζαν αναθέσεως της περαιτέρω εξυπηρετήσεως των ως άνω δανείων. (Μετά την σελ. 824(α) Σελ. 824,01 330 - 083 Δάνεια Ανασυγκρότησης 13.Ξ.ζ.1 13.Ξ.ζ.1 Δάνεια Ανασυγκρότησης 5.Κατά την αυτήν υπό της ηγουμένης παραγράφου προβλεπομένην περίπτωσιν, τα πάσης φύσεως ενέχυρα ή προνόμια πρωτοπραξίας ασφαλίζοντα το δάνειον ισχύουν αυτοδικαίως υπέρ της Συμμετεχούσης Τραπέζης, εις ην ανετέθη η περαιτέρω εξυπηρέτησις του δανείου, γινομένης απλώς, επιμελεία της Τραπέζης ταύτης, σχετικής περί τούτου μνείας εις την στήλην των παρατηρήσεων του σχετικού δημοσίου βιβλίου, οσάκις κατά τον παρόντα Νόμον απαιτείται καταχώρησις του ενεχύρου κλπ. Η σημείωσις αύτη γίνεται ατελώς. Επιμελεία ομοίως της ιδίας Τραπέζης κατατίθεται παρά τω αρμοδίω Πρωτοδικείω κεκυρωμένον αντίγραφον της αποφάσεως της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων, της αφορώσης την ανάθεσιν εις την ως είρηται Συμμετέχουσαν Τράπεζαν της περαιτέρω εξυπηρετήσεως του δανείου. 6.Καταστάντος ληξιπροθέσμου του δανείου, μη επιτευχθείσης δε δι' οιονδήποτε λόγον της εισπράξεως αυτού εκ μέρους της Συμμετεχούσης Τραπέζης, η Κεντρική Επιτροπή Δανείων δύναται δι' αποφάσεως αυτής, γνωστοποιουμένης προς την Τράπεζαν και τον οφειλέτην, να μεταφέρη άπαντα τα εκ του δανειστικού συμβολαίου δικαιώματα και υποχρεώσεις εις το Δημόσιον. Δια την μεταφοράν των ασφαλιζόντων το δάνειον πάσης φύσεως εμπραγμάτων δικαιωμάτων και προνομίων εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των παρ. 4 και 5 του παρόντος άρθρου. Από της μεταφοράς ταύτης, το Δημόσιον δύναται να επιδιώξη την είσπραξιν του δανείου και συμφώνως προς τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων. "Ωσαύτως, δύναται η Κεντρική Επιτροπή Δανείων δι' αποφάσεως αυτής, γνωστοποιουμένης προς την Τράπεζαν και τον οφειλέτην, να μεταφέρη εις το Δημόσιον προς είσπραξιν, κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, μίαν ή περισσοτέρας καθυστερουμένας δόσεις εκ τόκων, χρεωλυσίων και εξόδων. Το Δημόσιον καταθέτει αμελλητί εις τον παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος λ/σμόν Ελληνικού Δημοσίου Λ/σμός Δανείων εις Δραχμάς, παν εισπραχθησόμενον ποσόν, αφού παρακρατήση τα τυχόν γενόμενα έξοδα". Τα εντός "" προσετέθησαν δια του άρθρ. 2ου Ν.Δ. 2941/1954. 3."Τα τέλη και δικαιώματα εγγραφής υποθήκης, προσημειώσεως και κατασχέσεως προς εξασφάλισιν και είσπραξιν των εν παρ. 1 του παρόντος δανείου, ορίζονται εις εν επί τοις χιλίοις. Καταβληθέντα επί πλέον τέλη και δικαιώματα μέχρι της ισχύος του παρόντος, δεν επιστρέφεται". Η παρ. 3 ετροποποιήθη ως άνω αφ' ης ίσχυσε, δια του άρθρ. 3ου Ν.Δ. 2941/1954. Άρθρ.15.-1.Αι κατά τον παρόντα Νόμον συμβάσεις παροχής ενυποθήκων ή άλλης μορφής δανείων μέσω των Συμμετεχουσών Τραπεζών, πλην των μέσω της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος παρεχομένων γεωργικών ή αλιευτικών δανείων, δι' α ισχύουν αι ειδικαί διατάξεις των εν τω άρθρ. 10 αναφερομένων Νόμων και συμβάσεων, υπόκεινται κατά πάσαν περίπτωσιν εις αναλογικά τέλη χαρτοσήμου της εμπορικής κλίμακος του Κώδικος περί τελών χαρτοσήμου. 2.Επί των ως άνω συμβάσεων περιλαμβανομένων και των τυχόν υπό της Αγροτικής Τραπέζης συμβολαιογραφικώς συναπτομένων, τα συμβολαιογραφικά δικαιώματα καθορίζονται εν συνόλω εις εν τέταρτον επί τοις εκατόν επί του αντικειμένου της σχετικής συμβάσεως, άνευ εισπράξεως ουδενός ετέρου υπέρ οιουδήποτε τρίτου δικαιώματος. 3.Τα τέλη και δικαιώματα εγγραφής υποθήκης προς εξασφάλισιν των εν παρ.1 του παρόντος δανείων ορίζονται εις εν επί τοις χιλίοις. Άρθρ.16.-Αι διατάξεις του υπ' αριθ. 588 της 5/7 Απρ. 1948 Ν.Δ/τος περί Ελέγχου της Πίστεως και αι εν αυτώ διαλαμβανόμεναι κυρώσεις έχουν εφαρμογήν και επί των υπό του παρόντος Νόμου προβλεπομένων χορηγήσεων των Συμμετεχουσών Τραπεζών εν περιπτώσει παραβάσεων των εκ των κατά την παρ. 2 του άρθρ. 3 του παρόντος συμβάσεων υποχρεώσεών των κατά τα ειδικώτερον εις τας συμβάσεις ταύτας καθοριζόμενα. Άρθρ.2.-Άπασαι αι διατάξεις των ως άνω κυρουμένων συμβάσεων κτώνται δια της κυρώσεως αυτών ισχύν Νόμου. Άρθρ.17.-1.Κυρούται αφ' ης ίσχυσε, καθ' όλας αυτής τας διατάξεις, η υπ' αριθ. 476 της 16/20 Ιουν. 1949 απόφασις του Υπουργικού Συμβουλίου. 2.Άπασαι αι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται και επί των δανείων εκείνων, άτινα εχορηγήθησαν υπό συμμετεχούσης Τραπέζης, εγκρίσει της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων, προ της ισχύος του παρόντος Νόμου ή χορηγηθήσονται μετά την ισχύν αυτού, βάσει συμβάσεως συναφθείσης τη εγκρίσει της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων, προ της ισχύος του Νόμου τούτου. Εφ' όσον παρίσταται ανάγκη, δια τα δάνεια ταύτα θέλουσι συνομολογηθή συμπληρωματικαί συμβάσεις δια των οποίων οι όροι των συναφθεισών συμβάσεων θα προσαρμοσθούν προς τους όρους του παρόντος. 3.Εάν κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος η σύμβασις παροχής δανείου δεν έχει υποβληθή εις τέλη χαρτοσήμου και λοιπά τέλη και δικαιώματα, η συναφθησομένη συμπληρωματική σύμβασις υποβληθήσεται εις τέλη και δικαιώματα κατά τας διατάξεις του Νόμου τούτου. (Μετά την σελ. 824) Σελ. 825 236 - 017 Δάνεια Ανασυγκρότησης 13.Ξ.ζ.1 Άρθρ.18.-1.Δι' αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Συντονισμού, καθοριζούσης και πάσαν αναγκαίαν σχετικήν λεπτομέρειαν, δύναται να ανατεθή εις την Κεντρικήν Επιτροπήν Δανείων η αρμοδιότης εγκρίσεως της διαθέσεως των εκ γερμανικών επανορθώσεων συγκροτημάτων ολοκλήρων βιομηχανικών εργοστασίων ή ουσιωδών τμημάτων αυτών. Εις τας περιπτώσεις ταύτας, η Κεντρική Επιτροπή Δανείων δικαιούται να καθορίζη το ποσόν του καταβλητέου τιμήματος, δυναμένη, κατά την κρίσιν της, να αιτήται προηγουμένως την γνώμην του κατά το άρθρ. 4 του Α.Ν. 837/1948 "περί του τρόπου πραγματοποιήσεως του εις την Ελλάδα ανήκοντος ποσοστού συμμετοχής εις τας Γερμανικάς Επανορθώσεις και διαχειρίσεως των έναντι τούτων παροχών" Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Επανορθώσεων. Η Κεντρική Επιτροπή Δανείων δικαιούται επίσης να καθορίζη, εάν το τίμημα θα πιστωθή εν όλω ή εν μέρει. Εν περιπτώσει πιστώσεως του όλου ή μέρους του τιμήματος η καταβολή αυτού γενήσεται συμφώνως προς τας περί βιομηχανικών δανείων διατάξεις του παρόντος Νόμου και των υπ' αυτού κυρουμένων συμβάσεων. 2.Ο ενδιαφερόμενος προς αγοράν του σχετικού βιομηχανικού συγκροτήματος ή τμήματος αυτού υποβάλλει αίτησιν, μέσω μιας των Συμμετεχουσών Τραπεζών, εφαρμοζομένης αναλόγως της διαδικασίας εγκρίσεως βιομηχανικών δανείων. Εγκρινομένης της σχετικής αιτήσεως, το συμβόλαιον πωλήσεως συνάπτεται μεταξύ του αγοραστού και της Συμμετεχούσης Τραπέζης, ενεργούσης ως πωλητρίας και μεριμνώσης δια την είσπραξιν του τιμήματος, συμφώνως προς τους υπό της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων καθοριζομένους όρους. Αι διατάξεις του παρόντος Νόμου αναφορικώς προς την εξασφάλισιν των δανείων, την δι' αναγκαστικής εκτελέσεως είσπραξιν αυτών, τα δικαιώματα συμβολαιογράφου, τέλη χαρτοσήμου κλπ. εφαρμόζονται αναλόγως και επί των επί του παρόντος άρθρου προβλεπομένων συμβολαίων πωλήσεως και των εκ του καταβλητέου τιμήματος απαιτήσεων. 3.Το τίμημα των ως άνω ειδών αποτελεί έσοδον του κρατικού προϋπολογισμού. 4.Πάσα διάταξις αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται προκειμένου περί των εν τη παρ.1 συγκροτημάτων ή τμημάτων αυτών. Σελ. 826 236 - 018 Άρθρ.19.-1.Ο Υπουργός Συντονισμού ασκεί την εποπτείαν επί της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων και εγκρίνει τους προϋπολογισμούς και απολογισμούς των δαπανών αυτής. Δι' αποφάσεως αυτού θέλουσι ρυθμισθή τα της οργανώσεως των υπηρεσιών της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων, ως και τα του προσωπικού ταύτης. 2.Δια Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Συντονισμού θέλει ρυθμισθή πάσα λεπτομέρεια αναγκαία δια την εφαρμογήν του παρόντος Νόμου. 3.Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ακολουθεί το κείμενον της από 12 Νοεμ. 1948 συμβάσεως μεταξύ της Ελλην. Κυβερνήσεως και της Ειδικής Αποστολής Οικονομικής Συνεργασίας των Η.Π.Α. και της τροποποιητικής ταύτης από 15 Απρ. 1949 συμβάσεως, αφορωσών Γεωργικά και Βιομηχανικά Δάνεια, δια της οποίας προβλέπεται η σύστασις Κεντρικής Επιτροπής Δανείων και αι τεχνικαί λεπτομέρειαι της χορηγήσεως των δανείων. Η ως άνω Κεντρ. Επιτροπή Δανείων κατηργήθη δια του Νόμ. 2970/1954 (ανωτ. σελ. 801), άλλως ρυθμίσαντος τα της χορηγήσεως των δανείων. Άρθρ.3.-1.Βάσει των κυρουμένων συμβάσεων δύνανται να χορηγώνται δάνεια προς ανάπτυξιν της Γεωργίας, Αλιείας, Βιομηχανίας, Βιοτεχνίας, Επιχειρήσεων κοινής ωφελείας, Συγκοινωνίας, Μεταλλείων, Τουρισμού κλπ. 2.Αι περί ων το άρθρ. 4 της ως άνω κυρουμένης από 12 Νοεμ. 1948 Συμβάσεως προβλεπόμεναι συμφωνίαι μετά των Συμμετεχουσών Τραπεζών υπογράφονται δια λογαριασμόν του Ελληνικού Δημοσίου εκ μέρους του Υπουργού του Συντονισμού. Άρθρ.4.-1.Μετά την παρά της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων ή των υπό ταύτης εξουσιοδοτημένων Επιτροπών ή Υποεπιτροπών έγκρισιν παροχής δανείων, συμφώνως προς τας διατάξεις των ως άνω κυρουμένων συμβάσεων, η αρμοδία κρατική υπηρεσία υποχρεούται να παρέχη, επί τη αιτήσει του ενδιαφερομένου, άδειαν ιδρύσεως, επεκτάσεως ή βελτιώσεως βιομηχανικών, βιοτεχνικών, μεταλλευτικών, γεωργικών, αλιευτικών, τουριστικών κλπ., ως και κοινής ωφελείας επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οσάκις τοιαύτη άδεια απαιτείται παρά της κειμένης νομοθεσίας. 2.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον χορηγηθείσα άδεια αποβάλλει την ισχύν αυτής, εν περιπτώσει εξ οιουδήποτε λόγου ανακλήσεως της εγκρίσεως της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων. Άρθρ.5.-1.Προκειμένου περί εμπραγμάτων ασφαλειών χορηγουμένων υπό του οφειλέτου εις ασφάλειαν συνομολογηθέντος δανείου προς ίδρυσιν, επέκτασιν ή βελτίωσιν βιομηχανικής, βιοτεχνικής ή συγκοινωνιακής επιχειρήσεως ή εκμεταλλεύσεως ως και επιχειρήσεων κοινής ωφελείας, εφαρμόζονται α ακόλουθοι διατάξεις, της σειράς απαριθμήσεως αυτών αποτελούσης και σειράν κατισχύσεως εν περιπτώσει συγκρούσεως μεταξύ αυτών. α)αι ειδικαί διατάξεις του παρόντος Νόμου. β)αι διατάξεις του Νόμ. 4112/1929 "περί συστάσεως υποθήκης επί μηχανικών ή άλλων εγκαταστάσεων", ως και αι διατάξεις του από 17 Ιουλ./13 Αυγ. 1923 Ν.Δ/τος "περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών". γ)αι γενικαί περί υποθήκης και ενεχύρου διατάξεις του εν ισχύϊ Αστικού Κώδικος. 2-6.-(Καταργήθηκαν από την περίπτ. α΄ παρ. 1 άρθρ. 20 Νόμ. 2844/9-12 Οκτ. 2000, ΦΕΚ Α΄220, Τόμ. 12 σελ. 75). (Αντί για τη σελ. 821) Σελ. 821(α) Τεύχος 1432 Σελ. 51 Δάνεια Ανασυγκρότησης 13.Ξ.ζ.1 13.Ξ.ζ.1 Δάνεια Ανασυγκρότησης Άρθρ.6-7.-(Καταργήθηκαν από την περίπτ. α΄ παρ. 1 άρθρ. 20 Νόμ. 2844/9-12 Οκτ. 2000, ΦΕΚ Α΄220, Τόμ. 12 σελ. 75). Άρθρ.8.-Εις τας περιπτώσεις δανείων του παρόντος Νόμου επιτρέπεται, εγκρίσει της Κεντρικής Επιτροπής Δανείων, η συνομολόγησις ασφαλιστικής συμβάσεως εις ξένον νόμισμα, προκειμένου περί της ασφαλίσεως των εις εμπράγματον ασφάλειαν διδομένων ακινήτων, μηχανημάτων και λοιπών πραγμάτων. Επί των ασφαλίσεων τούτων εφαρμόζονται αι διατάξεις των παρ. 6 και 7 του άρθρ. 7 του Α.Ν. 800/1937 "περί συμπληρώσεως των Νόμων περί προστασίας του εθνικού νομίσματος ως και των αφορώντων εις τας ασφαλίσεις". Άρθρ.9.-1.Επί των περί ων αι διατάξεις των άρθρ. 5 έως και 7 του παρόντος Νόμου Δανείων δεν χωρεί οιαδήποτε αναστολή εκτελέσεως ή αναβολή οιασδήποτε φύσεως κατά τας διατάξεις είτε του κοινού είτε οιουδήποτε εξαιρετικού δικαίου και ειδικώτερον των εκάστοτε τυχόν ισχυόντων χρεωστασίων ή δικαιοστασίων, ουδ' υπάγεται ή δύναται να υπαχθή η αναγκαστική εκτέλεσις εις οιανδήποτε προηγουμένην δικαστικήν άδειαν. "Κατά την αληθή έννοιαν της παρ. 1 του άρθρ. 9 του Ν.Δ. 1198/1949, ουδέ εκ των άρθρ. 910 ή 955 της Πολιτικής Δικονομίας δύναται να χορηγήται αναστολή ή αναβολή εκτελέσεως ούτε υπό του Προέδρου Πρωτοδικών ούτε υπό του Πρωτοδικείου".(Άρθρον 4ον Ν.Δ. 2941/1954). 2.Κατά τα λοιπά επί των αυτών ως άνω δανείων η αναγκαστική εκτέλεσις διέπεται υπό των διατάξεων του από 17 Ιουλ./13 Αυγ. 1923 Ν.Δ/τος "περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων Εταιρειών", προκειμένου δε ειδικώτερον περί δανείων προς τουριστικάς επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις και υπό των διατάξεων του σχετικού από 16/18 Σεπτ. 1946 "περί τρόπου συστάσεως ενεχύρου κλπ." Β.Δ/τος. "3.Η εκποίησις, συνεπεία αναγκαστικής εκτελέσεως, κινητών και ακινήτων πραγμάτων, αποτελούντων αντικείμενον ενεχύρου ή υποθήκης εις ασφάλειαν δανείου χορηγηθέντος κατά τας διατάξεις του παρόντος Ν.Δ/τος, δύναται να ενεργηθή εκπλειστηριαζομένων τούτων ως εν σύνολον την αυτήν ημέραν και εις τον δια τα ακίνητα οριζόμενον τόπον πλειστηριασμού κατά παρέκκλισιν της δια την εκποίησιν συνεπεία αναγκαστικής εκτελέσεως ισχυούσης διαδικασίας. Εις την περίπτωσιν αυτήν συντάσσεται, υπό του, ως επί πλειστηριασμού υπαλλήλου, οριζομένου συμβολαιογράφου ενιαίον πρόγραμμα πλειστηριασμού κινητών και ακινήτων, εφαρμοζομένης περαιτέρω της υπό των
67
35. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Η.221334 της 30 Δεκ. 1966/16 Ιαν. 1967 (ΦΕΚ Β΄ 24) Περί επανεξετάσεως κατόχων αδείας ικανότητος οδηγού οχημάτων. ΄Εχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις του άρθρ. 67 του Ν.Δ. 4233/62 «περί Κυρώσεως του Κώδικος Οδικής Κυκλοφορίας», αποφασίζομεν: Εξουσιοδοτούμεν τας Αστυνομικάς Διευθύνσεις Αθηνών και Πειραιώς και την Ανωτέραν Διοίκησιν Χωροφυλακής Πρωτευούσης, ίνα εν τη αρμοδιότητί της εκάστη και δια την περιοχήν της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης, διατάσσωσι την επανεξέτασιν παντός κατόχου αδείας ικανότητος οδηγού εν γένει, αν γεννώνται αμφιβολίαι περί της ικανότητός του ή και ιατρικήν επανεξέτασίν του, αν γεννώνται αμφιβολίαι περί της ψυχικής ή σωματικής υγείας του. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Η ανωτέρω απόφασις επεξετάθη εις ολόκληρον την περιοχήν την υπαγομένην εις την δικαιοδοσίαν Δ/νσεως Αστυν. Πρ. Πρωτευούσης δια της υπ’ αριθ. Η-37921/1993 της 4/14 Ιαν. 1974 (ΦΕΚ Β΄ 21) αποφ. Υπ. Μεταφορών.
301
39. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. Β7/37 της 17/31 Δεκ. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 952) Έγκριση Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Μαθηματικών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αντικαταστάθηκε από την αριθ.Β7/76/8-24 Ιουν.1999(ΦΕΚ Β΄1303) απόφ. Υπ. Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων
161
3. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2084 της 24/26 Απρ. 1952 Περί τροποποιήσεως του άρθρ. 1 του Νόμ. 4109 της 16/22 Μαρτ. 1929 «περί κηρυκείων δικαιωμάτων». ΄Αρθρον 1 (Αντικαθίσταται το άρθρ. 1 του Νόμ. 4109/1929). Άρθρον 2 Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της πρώτης του μεθεπομένου από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μηνός.
90
79. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 1066431/1165/0013 της 5/9 Ιουν. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 447) Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα η αιτία θανάτου δωρεάς, - γονικής παροχής ή προίκας που βρίσκονται εντός σχεδίου στους δήμους Άνω Σύρου - Ερμούπολης και Θηβών.
47
4. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1126 της 30 Ιαν./10 Φεβρ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 32) Περί κυρώσεως της εις Παρισίους την 23ην Νοεμ. 1972 υπογραφείσης Διεθνούς Συμβάσεως δια την προστασίαν της Παγκοσμίου Πολιτιστικής και Φυσικής κληρονομίας. Με ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 21 Σεπτ.-1 Οκτ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 286) ή άνω Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ την 17 Οκτ. 1981.
181
14. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 11/14 Ιουλ. 1923 Περί εγγραφής εν τω ειδικώ προϋπολογισμώ του Υπουργείου της Δικαιοσύνης κατ’ έτος πιστώσεως 1.000.000 δρχ. δι’ επισκευήν και διαρρύθμισιν κτιρίων φυλακών.
367
79. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ αριθμ. Δγ/οικ. 43040/92 της 4/10 Σεπτ. 1992 (ΦΕΚ Β΄ 558) Διαδικασία υποβολής υπεύθυνης δήλωσης για μεταβολή της εργασιακής σχέσης των υπηρετούντων γιατρών κλάδου Ε.Σ.Υ. Έχοντας υπόψη: α)Τις διατάξεις του άρθρ. 63 του νόμ. 2071/1992. β)Τις διατάξεις της παρ. 9 του άρθ. 71 του νόμ. 2071/1992, αποφασίζουμε: 1.Οι υπηρετούντες γιατροί κλάδου Ε.Σ.Υ. μπορούν να μεταβάλουν την εργασιακή τους σχέση από πλήρους και αποκλειστικής σε μερικής απασχόλησης, με υπεύθυνη δήλωση του Νόμ. 1599/1986, που θα καταθέτουν στο Νοσοκομείο που υπηρετούν. Το νοσοκομείο στη συνέχεια, αφού πρωτοκολλήσει την υπεύθυνη δήλωση θα τη διαβιβάσει στο Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Δ/νση Προσωπικού Τμήματος Γ΄, για την έκδοση διαπιστωτικής πράξης μετατροπής της εργασιακής σχέσης του γιατρού. Το δικαίωμα υποβολής υπεύθυνης δήλωσης, –για αλλαγή των εργασιακών σχέσεων δεν υπόκειται σε περιοριστικούς χρονικούς όρους. Ο γιατρός μπορεί να ασκήσει το ελεύθερο επάγγελμα μετά από την ημερομηνία υποβολής στο Νοσοκομείο της υπεύθυνης δήλωσης μετατροπής της εργασιακής του σχέσης από πλήρους και αποκλειστικής σε μερικής απασχόλησης.
165
3. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 348 της 4/13 Μαΐου 1974 (ΦΕΚ Α΄ 130) Περί απαλλαγής εκ της υποχρεωτικής πλοηγήσεως ενίων κατηγοριών πλοίων. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις των άρθρ. 183 και 187 του Ν.Δ. 187/1973 «περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α΄ 261/1973). 2.Την υπ’ αριθ. 1316/9.3.74 γνώμην του Συμβουλίου Πλοηγικής Υπηρεσίας. 3.Την υπ’ αριθ. 3/13.3.74 γνώμην του Συμβουλίου Εμπορικού Ναυτικού. 4.Την υπ’ αριθ. 260/74 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων επί των Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον μόνον.-Πλην των υπό της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρ. 187 του Ν.Δ. 187/1973 «περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» προβλεπομένων εξαιρέσεων πλοίων εκ της υποχρεωτικής πλοηγήσεως, εξαιρούνται ταύτης και απαλλάσσονται της καταβολής πλοηγικών δικαιωμάτων και αι κάτωθι κατηγορίαι πλοίων: α)Τα ελληνικά επιβατηγά πλοία, δρομολογημένα ή μη εις ακτοπλοϊκάς συγκοινωνίας, τα συνδέοντα ένα τουλάχιστον ελληνικόν λιμένα μετά των λιμένων της αλλοδαπής. β)Τα ελληνικά επιβατηγά, φορτηγά ή και μικτά οχηματαγωγά πλοία, εκτελούντα ακτοπλοϊκάς συγκοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων και των εκ τούτων επεκτεινόντων τους πλόας των εις λιμένας της αλλοδαπής. γ)Τα ελληνικά επιβατηγά πλοία τα εκτελούντα προγραμματισμένους τακτικούς κυκλικούς τουριστικούς πλόας, συνεχώς και επί έν τουλάχιστον τρίμηνον, καθ’ έκαστον ημερολογιακόν έτος, μεταξύ ελληνικών λιμένων ή και επεκτείνοντα τους πλόας των εις λιμένας του εξωτερικού. δ)Τα κάτω των 500 κόρων ολικής χωρητικότητος θαλαμηγά πλοία πάσης εθνικότητος. Εις τον επί της Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος.
275
1. ΝΟΜΟΣ ΒΣΜΘ΄ της 28 Μαρτ./2 Απρ. 1894 Περί ατμοπλοϊκής συγκοινωνίας.
132
80. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ Αριθ. ΡΔ.13921 της 5/8 Νοεμ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1364) Περί μεταφοράς θέσεων των συσταθεισών υπό του Νόμ. 445/1976 εις τον κλάδον ΑΤ1 Ειδικών Οικονομολόγων. 81. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. ΡΔ.13769 της 5/11 Νοεμ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 1369) Περί προωθήσεως θέσεων Κλάδων ΜΕ και ΣΕ Υπουργείου Συντονισμού.
175
64. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’αριθ.224 της 13/20 Μαΐου 1988 (ΦΕΚ Α΄ 96) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 129/15 Ιουν. 1988) Οργανισμός του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Καταργήθηκε από το άρθρ. 36 Π.Δ. 366/17-20 Σεπτ. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 236), κατωτ. αριθ. 78)
243
18. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 48484 της 18 Αυγ./26 Σεπτ. 1977 (ΦΕΚ Β' 929) Περί προωθήσεως θέσεων των κλάδων ΜΕ και ΣΕ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Το Πανεπιστήμιον Ιωαννίνων εξηρέθη των διατάξεων της περιπτ. Ε' παρ. 6 άρθρ. 13 και των παρ. 2-6 άρθρ. 20 Ν.Δ. 496/1977 περί Λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ. ως ετροποποιήθη (τομ. 25 σελ. 126,901) δια του Π.Δ. 1052/1977 (τόμ. 31Α σελ. 458,05). Εξαίρεσιν του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων από διατάξεις τινάς του Ν.Δ. 496/1974 περί λογιστικού Ειδικών Ταμείων και Ν.Π.Δ.Δ. βλ. εν Π.Δ. 1052/ 1977 (τόμ. 31Α σελ. 458,05).
230
13. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 30 Ιουν./18 Σεπτ. 1957 (ΦΕΚ Α΄ 183) Περί οργανώσεως των Δημοσίων Σχολών Εμπορικού Ναυτικού. Καταργήθηκε από το εδαφ. γ΄ άρθρ. 36 Νομ. 1638/1-2 Σεπτ. 1998 (ΦΕΚ Α΄ 204), κατωτ. αριθ. 123.
128
26. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.309 της 2/7 Νοεμ. 1936 Περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως των νόμων «περί προστασίας του Εθνικού νομίσματος». Άρθρον μόνον.-1.Εις τους μη προσελθόντας μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος, όπως ανοίξωσι τα παρά ταις Τραπέζαις χρηματοκιβώτια αυτών, παρέχεται προθεσμία μέχρι και της 30ης Νοεμ. 1936 εντός της οποίας υποχρεούνται, όπως προσέλθωσιν εις το άνοιγμα των χρηματοκιβωτίων των τηρουμένων των διατάξεων της από 3 Σεπτ. 1936 αποφάσεως της Α.Δ.Ο.Α. ως και των διατάξεων του άρθρ. 2 του από 17 Οκτ. 1936 αριθμ. 257 Α. Νόμου. 2.Παρερχομένης απράκτου της ανωτέρω προθεσμίας η μίσθωσις των χρηματοκιβωτίων λύεται αυτοδικαίως, υποχρεουμένης της Τραπέζης να προβή αμέσως εις το άνοιγμα των χρηματοκιβωτίων και την περαιτέρω διάθεσιν τούτων. Το άνοιγμα εκάστου χρηματοκιβωτίου ενεργείται υπό επιτροπής αποτελουμένης εξ ενός αντιπροσώπου του Υπουργείου των Οικονομικών, ενός αντιπροσώπου της αρμοδίας εισαγγελικής αρχής και του αρμοδίου υπαλλήλου της Τραπέζης παρ’ η ευρίσκεται το χρηματοκιβώτιον. Η δαπάνη του ανοίγματος του χρηματοκιβωτίου βαρύνει τον ενοικιαστήν αυτού. Περί του ανοίγματος των χρηματοκιβωτίων και του περιεχομένου τούτων συντάσσεται πρωτόκολλον εις τριπλούν, ων το εν αποστέλλεται εις την Τράπεζαν της Ελλάδος, το έτερον εις την Τράπεζαν παρ’ η ευρίσκεται το χρηματοκιβώτιον και το τρίτον κοινοποιείται υπό του αντιπροσώπου του Υπουργού των Οικονομικών εις τον ενοικιαστήν του χρηματοκιβωτίου. Τα τυχόν εν τοις χρηματοκιβωτίοις ευρισκόμενα ξένα νομίσματα, εξωτερικόν συν/μα και χρυσός εις νομίσματα ή ράβδους, παραδίδονται εις την Τράπεζαν της Ελλάδος και εκποιούνται πιστουμένου παρ’ αυτή του κυρίου τούτων δια του ισοτίμου εις δραχμάς επί τη τρεχούση τιμή κατά την ημέραν της παραδόσεως τούτων. Αι λοιπαί αξίαι ή άλλα αντικείμενα παρακατατίθενται εις το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων. 3.Κατ’ εξαίρεσιν των εν τω προηγουμένω εδαφίω καθοριζομένων, χρηματοκιβώτια ων οι ενοικιασταί απουσιάζουσιν αποδεδειγμένως εις την αλλοδαπήν κατά την ισχύν του παρόντος ή το περιεχόμενον των οποίων τελεί υπό δικαστικήν αμβισβήτησιν, θέλουσι παραμένει εσφραγισμένα μέχρις επανόδου του ενοικιαστού αυτών εκ της αλλοδαπής ή εκδόσεως οριστικής και τελεσιδίκου δικαστικής αποφάσεως, καθοριζούσης τον κύριον του περιεχομένου των χρηματοκιβωτίων ή την διάθεσιν του περιεχομένου αυτών. Εις ενοικιαστάς χρηματοκιβωτίων μη ανοιχθέντων μέχρι της ισχύος του παρόντος απαγορεύεται η αναχώρησις εις την αλλοδαπήν προ του ανοίγματος των χρηματοκιβωτίων των. Οι ενοικιασταί των χρηματοκιβωτίων οι απουσιάζοντες κατά την ισχύν του παρόντος εις την αλλοδαπήν υποχρεούνται εντός δέκα ημερών από της επανόδου των εν Ελλάδι, όπως προβώσιν εις το άνοιγμα των χρηματοκιβωτίων κατά τας διατάξεις της από 3 Σεπτ. 1936 αποφάσεως της Α.Δ.Ο.Α., άλλως εφαρμόζονται αι διατάξεις του εδαφ. 2 του παρόντος άρθρου. 4.Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
279
45. ΨΗΦΙΣΜΑ της Δ΄ εν Αθήναις Συντακτ.Συνελεύσεως της 25 Μαρτ. 1924 Περί εκπτώσεως της Δυναστείας και ανακηρύξεως της Δημοκρατίας. Κατηργήθη δια του Ψηφίσματος της Ε΄ Εθν. Συνελεύσεως της 10/10 Οκτ.1935 περί καταργήσεως του πολιτεύματος της αβασιλεύτου Δημοκρατίας (1.Γα.15). Τα άρθρ.1, δι’ ου εκηρύσσετο έκπτωτος η δυναστεία και 3 δι’ ου επετρέπετο η απαλλοτρίωσις των κτημάτων της Βασιλικής Οικογενείας, ηκυρώθησαν αφ’ ης ίσχυσαν δια του Ψηφίσματος ΜΣΤ΄/1948 (κατωτ.αρ.15).
325
8. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Φ.900/ΑΔ 712/73 της 13/30 Σεπτ. 1991 (ΦΕΚ Β΄ 802) Ρύθμιση των Ειδικοτέρων θεμάτων που αφορούν στην Εκλογή του Διοικητικού Συμβουλίου της Ενώσεως Αποστράτων Αξιωματικών Αεροπορίας (ΕΑΑΑ).
377
6. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ.9030 της 2/18 Οκτ. 1975 (ΦΕΚ Β΄ 1191) Περί καταργήσεως κατηγορίας τηλεγραφημάτων τύπου και μειωμένων Τελών Μετεωρολογικών Τηλεγραφημάτων εις τας Σχέσεις της Ελλάδος μετά των χωρών Ευρώπης και Λεκάνης Μεσογείου. Έχοντες υπ’ όψιν: 1.Τας διατάξεις του άρθρ. 47 του Ν.Δ. 165/24.9. 1973 «περί Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος εν συνδυασμώ προς εκείνας του άρθρ. 44 του Ν.Δ. 175/24.9.1973» «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων». 2.Την υπ’ αριθ. 037231/6810/74 απόφασιν του Υπουργού Μ.Ε. «περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων» (ΦΕΚ 1335/21.12.1974/Β). 3.Το υπ’ αριθ. 215.2/121369/4.8.1975 έγγραφον του ΟΤΕ, δι’ ου γνωστοποιείται απόφασις του Δ.Σ. αυτού ληφθείσα κατά την υπ’ αριθ. 1366/10.7.1975 συνεδρίασίν του, αποφασίζομεν: 1.Την κατάργησιν της κατηγορίας των τηλεγραφημάτων τύπου εις τηλεγραφικάς σχέσεις της Ελλάδος μετά των κάτωθι χωρών: α)Των χωρών της Ευρώπης. β)Των χωρών της Λεκάνης της Μεσογείου (πλην Αιγύπτου, Ιορδανίας, Ισραήλ, Λιβάνου και Συρίας). γ)Της Ισπανικής Σαχάρας. 2.Την εξίσωσιν των τελών των μετεωρολογικών τηλεγραφημάτων μετά των τοιούτων των συνήθων τηλεγραφημάτων, εις τας τηλεγραφικάς σχέσεις της Ελλάδος μετά των ανωτέρω εν παρ. 1 της παρούσης αναφερομένων χωρών. 3.Την εφαρμογήν των ανωτέρω από 1ης Νοεμ. 1975.
272
35. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1460 της 4/9 Νοεμ. 1938 Περί αυξήσεως της παραγωγής δασικών καυσίμων υλών και περί τροποποιήσεως διατάξεών τινων των περί δασών νόμων. Κατηργήθη δια της παρ. 23 άρθρ. 317 Ν.Δ. 86/1969 (κατωτ. αριθ. 45) εξαιρέσει της διατάξεως του άρθρ. 12, δι’ ης είχε τροποποιηθή η παρ. 2 άρθρ. 30 του προϊσχύσαντος Δασικού Κώδικος (Νόμ. 4173/1929).
198
51. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 277 της 17/19 Ιουλ. 19841 (ΦΕΚ Α΄ 104) Σύσταση και συγκρότηση συμβουλίων αρμοδίων για την επιλογή, την επανάκριση για ανανέωση της θητείας, τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης και τον πειθαρχικό έλεγχο των σχολικών συμβούλων. Για τα προσόντα, κριτήρια και διαδικασία επιλογής, τοποθέτησης και μετάθεσης των άνω Σχολικών Συμβούλων βλ. άρθρ. 1 - 5 και 21 22 Π.Δ. 398/ 1995, ΦΕΚ Α΄ 223 (τομ. 32, σελ. 116,420). Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρ. 17 παρ. 1 του Νόμ. 1304/1982 «για την επιστημονική - παιδαγωγική καθοδήγηση και τη διοίκηση στη γενική και τη μέση τεχνική - επαγγελματική εκπαίδευση και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 144 τ.Α΄). 2.Τις διατάξεις των άρθρ. 15 και 20 του Ν.Δ.770/1975 «περί της διαρθρώσεως του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβερνήσεως και οργανισμού υπηρεσιών τινών αυτού» (ΦΕΚ 248 τ.Α΄). 3.Τις διατάξεις του άρθρ.2 του Νόμ. 186/75 (ΦΕΚ 214 τ.Α΄). 4.Την αριθ. 1/84 πράξη της Ολομέλειας του Κέντρου Εκπαιδευτικών Μελετών και Επιμόρφωσης. 5.Την αριθ. 389/84 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Προεδρίας της Κυβερνήσεως, αποφασίζουμε: Σύσταση και συγκρότηση συμβουλίων Άρθρ.1.-1.Στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων συνιστώνται τα εξής συμβούλια για την επιλογή των σχολικών συμβούλων, την επανάκριση για την ανανέωση της θητείας τους, τις τοποθετήσεις, τις μεταθέσεις τους, τα πειθαρχικά, καθώς και την υπηρεσιακή τους κατάσταση γενικά : α)Συμβούλιο σχολικών συμβούλων προσχολικής αγωγής, ειδικής αγωγής και δημοτικής εκπαίδευσης και β)Συμβούλιο σχολικών συμβούλων μέσης γενικής και μέσης τεχνικής - επαγγελματικής εκπαίδευσης. Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 της περίπτ. Β άρθρ. 40 Νόμ. 1884/1990 (ΦΕΚ Α΄ 81), (τόμ. 2Α, σελ. 316,925) οι διατάξεις των εδαφ. α και β της παρ. 1, όπως αντικαταστάθηκαν, του άρθρ. 14 Νόμ. 1586/1986 (ΦΕΚ Α΄ 73), (τόμ. 2Α, σελ.316,893) ισχύουν και για τα υπηρεσιακά Συμβούλια των άνω εδαφ. α και β. 2.Καθένα από τα παραπάνω συμβούλια αποτελείται από: α)Ένα δικαστή της διοικητικής δικαιοσύνης ή νομικό σύμβουλο διοίκησης, ως πρόεδρο που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου ή (Αντί για σελ. 358,171(β) Σελ. 358,171(γ) Τεύχος 1226-Σελ.61 Γενικές Επιθεωρήσεις-Διευθύνσεις Μέσης Εκπαίδευσης 32.Δ.δ.51 το Συντονιστή των Νομικών Υπηρεσιών Διοίκησης κατά περίπτωση. β)5 μέλη διδακτικού επιστημονικού προσωπικού (Δ.Ε.ΠΕ.) των Α.Ε.Ι. ή σύμβουλους Α΄ ή Β΄ του ΚΕΜΕ ή άλλους επιστήμονες αναγνωρισμένου κύρους. γ)Ένα σχολικό συμβούλιο προσχολικής αγωγής ή ειδικής αγωγής ή δημοτικής εκπαίδευσης για το πρώτο συμβούλιο και ένα σχολικό σύμβουλο μέσης γενικής ή μέσης τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης για το δεύτερο κατά περίπτωση. Σε κάθε περίπτωση τα δύο τρίτα των μελών του κάθε συμβουλίου θα είναι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι. Για τη μετονομασία των άνω Συμβουλίων και τη συμμετοχή σε αυτά αιρετών μελών βλέπε Π.Δ. 188/1986 ( ΦΕΚ Α΄ 76) (κατωτ. αριθ. 55) (Διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 167/30 Οκτ.1986). 3.Για την εκτίμηση των γραπτών εργασιών, του συγγραφικού έργου και γενικά της επιστημονικής και παιδαγωγικής συγκρότησης των υποψηφίων σχολικών συμβούλων ορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων σε καθένα από τα συμβούλια, όταν αυτά επιλαμβάνονται θεμάτων σχετικών με την πρόκριση και επιλογή σχολικών συμβούλων, εκπαιδευτικοί με αναγνωρισμένο επιστημονικό κύρος, σε αριθμό ανάλογο προς τον αριθμό και τις ειδικότητες των υποψηφίων. 4.Ο Πρόεδρος και τα μέλη των συμβουλίων καθώς και οι αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση του Υπουργού εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση ορίζεται και γραμματέας στο κάθε συμβούλιο με τον αναπληρωτή του από υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων του κλάδου ΑΤ1 με βαθμό 6ο τουλάχιστον. Διάρκεια θητείας - Λειτουργία Άρθρ.2.-1.Η θητεία των Προέδρων, μελών και γραμματέων των συμβουλίων ορίζεται διετής. Στην πρώτη εφαρμογή η θητείας τους λήγει την 31.12.1986. 2.Για τα υπόλοιπα θέματα συγκρότησης και λειτουργίας των συμβουλίων εφαρμόζονται οι κείμενες σχετικές διατάξεις περί συλλογικών οργάνων διοίκησης. Πειθαρχικές αρμοδιότητες Άρθρ.3.-Τα συμβούλια του άρθρ. 1 αποτελούν και πειθαρχικά συμβούλια για τους σχολικούς συμβούλους. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις του πειθαρχικού δικαίου που ισχύουν για τους δημοσίους εκπαιδευτικούς. Σελ. 358,172(γ) Τεύχος 1226 - Σελ.62 Διαδικασία υποβολής αιτήσεων των υποψηφίων Άρθρ.4.-Οι κενές θέσεις των σχολικών συμβούλων πληρώνονται από πίνακα επιλογής που καταρτίζεται από το αρμόδιο συμβούλιο, ύστερα από σχετική προκήρυξη του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων η οποία εκδίδεται μέσα στο μήνα Νοέμβριο κάθε δεύτερου έτους και δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών. 2.Οι αιτήσεις των υποψηφίων υποβάλλονται μέσα σε είκοσι μέρες από την τελευταία δημοσίευση της προκήρυξης στον ημερήσιο τύπο. Η προθεσμία αυτή είναι αποκλειστική. 3.Στην αίτηση επισυνάπτονται από τον υποψήφιο: α)Ιδιόγραφο βιογραφικό σημείωμα, στο οποίο περιλαμβάνεται και η εκπαιδευτική, επιστημονική, συγγραφική και κοινωνική δραστηριότητά του. β)Αντίγραφα τίτλων μεταπτυχιακών σπουδών μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης. γ)Πίνακας των δημοσιευμένων συγγραφικών εργασιών. δ)Αποδεικτικά γνώσης ξένων γλωσσών. ε)Αντίγραφο του δεύτερου σχετικού πτυχίου που τυχόν έχει αποκτήσει ο υποψήφιος. 4.Οι αιτήσεις και τα παραπάνω δικαιολογητικά υποβάλλονται στις αρμόδιες διευθύνσεις ή γραφεία εκπαίδευσης των νομών και νομαρχιακών διαμερισμάτων. Οι αιτήσεις των εκπαιδευτικών που βρίσκονται στο εξωτερικό μπορεί να υποβληθούν στο γραφείο του συμβούλου εκπαίδευσης της περιοχής τους μέσα στις ίδιες προθεσμίες. 5.Οι διευθύνσεις και τα γραφεία εκπαίδευσης συγκεντρώνουν τις αιτήσεις και υποβάλλουν αυτές μαζί με τους υπηρεσιακούς - ατομικούς φακέλους και τα φύλλα μητρώου και ποιότητας των υποψηφίων στις αρμόδιες διευθύνσεις προσωπικού του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μέσα σε δέκα μέρες από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής. Οι σύμβουλοι εκπαίδευσης του εξωτερικού υποβάλλουν τις αιτήσεις στις παραπάνω αρμόδιες διευθύνσεις προσωπικού και ενημερώνουν σχετικά τις οικείες διευθύνσεις ή γραφεία εκπαίδευσης των νομών και νομαρχιακών διαμερισμάτων για την αποστολή των υπηρεσιακών-ατομικών φακέλων και των φύλλων μητρώου και ποιότητας των υποψηφίων. 6.Οι αρμόδιες διευθύνσεις προσωπικού του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων συγκεντρώνουν τις παραπάνω αιτήσεις και τις διαβιβάζουν στη Γραμματεία του αρμόδιου συμβουλίου μαζί με τους υπηρεσιακούς ατομικούς φακέλους και τα λοιπά στοιχεία μέσα σε δέκα μέρες από τη λήξη της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου. 32.Δ.δ.51 Γενικές Επιθεωρήσεις-Διευθύνσεις Μέσης Εκπαίδευσης Διαδικασία επιλογής Άρθρ.5.-1.Το αρμόδιο συμβούλιο σε συνεδρίασή του που γίνεται μέσα σε δέκα μέρες από τη λήψη των αιτήσεων: α)Αποφασίζει ποιοί από τους υποψηφίους έχουν τα τυπικά προσόντα για να γίνουν δεκτοί στη διαδικασία επιλογής και ποιοί αποκλείονται και καταρτίζει σχετικούς πίνακες, τους οποίους κοινοποιεί στην αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου. β)Ορίζει από τα μέλη του εισηγητές για την πρόκριση και επιλογή των σχολικών συμβούλων. γ)Αναθέτει στους εκπαιδευτικούς, που έχουν ορισθεί με την διαδικασία της παρ. 3 του άρθρ. 1, την εκτίμηση των γραπτών εργασιών, του συγγραφικού έργου και γενικά της επιστημονικής και παιδαγωγικής συγκρότησης των υποψηφίων και ορίζει τα χρονικά όρια, μέσα στα οποία πρέπει να παραδοθούν οι γραπτές εισηγήσεις τους στους εισηγητές - μέλη του συμβουλίου. Οι εκπαιδευτικοί αυτοί, σε συνεργασία με τον αρμόδιο εισηγητή-μέλος του συμβουλίου, μπορούν να ζητήσουν από τους υποψηφίους, δια των αρμοδίων υπηρεσιών την υποβολή συμπληρωματικών στοιχείων, αντιτύπων εργασιών και άλλων στοιχείων, απαραιτήτων για τη διερεύνηση της συγκρότησης των υποψηφίων και τη θεμελίωση της εισήγησής τους. δ)Ορίζει τις ημερομηνίες πρόσκλησης των υποψηφίων σε προφορική συνέντευξη και τον τρόπον πραγματοποίησής της. 2.Μετά το τέλος της προφορικής συνέντευξης όλων των υποψηφίων το συμβούλιο σε συνεδρίασή του, αφού λάβει υπόψη του όλα τα στοιχεία του φακέλου κάθε υποψηφίου και ιδιαίτερα αυτά που αναφέρονται στα κριτήρια επιλογής του άρθρ. 17 του Νόμ. 1304/1982 και στην εκτίμηση της όλης συγκρότησης και προσωπικότητάς τους, που σχηματίστηκε κατά την προφορική συνέντευξη, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο για να μορφώσει γνώμη, αποφασίζει ποιοί από τους υποψηφίους κρίνονται ικανοί για την κατάληψη θέσης σχολικού συμβούλου και καταρτίζει με αξιολογική σειρά τον τελικό πίνακα επιλογής τους. 3.Οι υποψήφιοι που δεν προσέρχονται στην προφορική συνέντευξη αποκλείονται από την τελική επιλογή. Κύρωση του πίνακα επιλογής - Διάρκεια ισχύος Άρθρ.6.-1.Ο πίνακας της τελικής επιλογής των σχολικών συμβούλων υποβάλλεται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου στον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μέσα σε πέντε μέρες από την κατάρτισή του. 2.Ο πίνακας αυτός επικυρώνεται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ισχύει για μία διετία από τη δημοσίευσή του. 3.Στην περίπτωση εξάντλησης του πίνακα επιλογής πριν από την παρέλευση της διετίας είναι δυνατή η έκδοση σχετικής προκήρυξης και πριν από το μήνα Νοέμβριο για την κατάρτιση νέου πίνακα επιλογής σχολικών συμβούλων. 4.Η ανάληψη υπηρεσίας στη θέση που τοποθετούνται οι σχολικοί σύμβουλοι είναι υποχρεωτική για όσους περιλαμβάνονται στους πίνακες επιλογής. Μεταθέσεις Άρθρ.7.-1.Μεταθέσεις σχολικών συμβούλων σε άλλες περιφέρειες γίνονται : α)Για το συμφέρον της εκπαίδευσης και με δαπάνη του δημοσίου. β)Για το συμφέρον της εκπαίδευσης και χωρίς δαπάνη για το δημόσιο αν η μετάθεση γίνεται με υπαιτιότητά τους. γ)Με αίτηση και χωρίς δαπάνη για το δημόσιο εφόσον εξυπηρετείται και το συμφέρον της εκπαίδευσης. δ)Υποχρεωτικά για όσους συμπλήρωσαν οκταετή υπηρεσία στην ίδια περιφέρεια. 2.Μεταθέσεις των σχολικών συμβούλων που προβλέπονται στις περιπτ. α΄ και β΄ της παρ. 1 γίνονται ύστερα από ειδικό ερώτημα του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων προς το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με αιτιολογημένη πράξη του. Πριν από την απόφασή του το υπηρεσιακό συμβούλιο καλεί τους υπό μετάθεση να εκθέσουν τις απόψεις τους. 3.Προκειμένου να πληρωθούν κενές θέσεις σχολικών συμβούλων καλούνται με ανακοίνωση του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων όσοι υπηρετούν σε θέσεις σχολικών συμβούλων άλλων περιοχών να υποβάλλουν σχετική αίτηση μετάθεσης στις κενές αυτές θέσεις μέσα σε προθεσμία 10 ημερών. Οι αιτήσεις διαβιβάζονται με ερώτημα του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει σχετικά με αιτιολογημένη πράξη του. Κριτήρια για τις μεταθέσεις αυτές ορίζονται ο χρόνος υπηρεσίας σε θέση σχολικού συμβούλου, η συνολική εκπαιδευτική υπηρεσία, η ευδόκιμη άσκηση καθηκόντων σχολικού συμβούλου, η συνυπηρέτηση και οι λοιποί οικογενειακοί λόγοι, σε συνδυασμό πάντοτε προς το συμφέρον της εκπαίδευσης. Για μεταθέσεις σε περιφέρειες με έδρα στους νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης και στις πόλεις Πάτρα, Ηράκλειο, Ιωάννινα, Λάρισα, Βόλο και Καβάλα λαμβάνεται υπόψη και η υπηρεσία σε θέσεις σχολικού συμβούλου που έχει διανυθεί σε άλλη περιφέρεια ή πόλη. 4.Για τις μεταθέσεις της περίπτ. δ΄ της παρ. 1 οι σχολικοί σύμβουλοι καλούνται να υποβάλλουν σχετική δήλωση προτίμησης. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. 5.Οι μεταθέσεις των σχολικών συμβούλων γίνονται με πράξη του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. (Αντί για τη σελ. 358,173(α) Σελ.358,173(β) Τεύχος Θ32 - Σελ. 31 Γενικές Επιθεωρήσεις-Διευθύνσεις Μέσης Εκπαίδευσης 32.Δ.δ.51 Μεταβατική διάταξη Άρθρ.8.-1.Στην πρώτη εφαρμογή αυτού του Π.Δ/τος, η προκήρυξη για τη σύνταξη πίνακα επιλογής σχολικών συμβούλων κατά τις διατάξεις του άρθρ. 4 εκδίδεται και δημοσιεύεται στον ημερήσιο τύπο μέσα σε δέκα μέρες από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2.Οι σχετικές προθεσμίες αρχίζουν από τη δημοσίευση της παραπάνω προκήρυξης.
41
19. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 933 της 22/30 Νοεμ. 1965 (ΦΕΚ Α΄ 223) Περί τροποποιήσεως του υπ’ αριθ. 228/1965 Β. Δ/τος «περί καθορισμού προθεσμιών δια την σύνταξιν πινάκων επιλογής εποπτικού προσωπικού της Πρωτοβαθμίου Εκπαιδεύσεως και της χρονολογικής ισχύος αυτών». Προσωρινής ισχύος.
224
3. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Αριθ. Α.17688 της 9 Αυγ./4 Σεπτ. 1961 (ΦΕΚ Β΄ 297) Περί τροποποιήσεως του από 1 ης Αυγ. 1938 Δ/τος, ως τούτο συνεπληρώθη δια της υπ΄ αριθ. Π.24697/53 Αποφάσεως «περί της επί προσωρινή ατελεία εισαγωγής πρώτων υλών προς κατασκευήν σιδηρών βαρελίων εξαχθησομένων εις την αλλοδαπήν». ΄Εχοντες υπ΄ όψιν 1)τας διατάξεις του Νόμ. 2861/ 54 «περί μέτρων ενισχύσεως της εξαγωγής βιομηχανικών και άλλων εγχωρίων προϊόντων» και 2)τας διατάξεις του Α.Ν. 317/5.11.1936 «περί ρυθμίσεως δασμολογικών τινών ζητημάτων», αποφασίζομεν: ΄Αρθρον μόνον.-Αι διατάξεις του άρθρ. 2 της υπ΄αριθ. Ι. 1497/1955 (ΦΕΚ 1/3.1.1955 Τ.Β) αποφάσεως ημών περί καθορισμού διαδικασίας: 1)παραδόσεως των επί προσωρινή ατελεία εισαγομένων πρώτων υλών προς κατασκευήν ξυλίνων βαρελίων και 2)μεταβιβάσεως και εξαγωγής των κατασκευαζομένων βαρελίων εφαρμόζονται και προκειμένου περί σιδηρών βαρελίων κατασκευασθέντων εκ πρώτων υλών παραληφθεισών επί προσωρινή ατελεία συμφώνως προς τας διατάξεις του από 1ης Αυγ. 1938 Δ/τος. Η απόφασις Ι.1497/1955 παρατίθεται ανωτ. σελ. 503. Σελ. 508(α) Τεύχος 443-Σελ. 52 30.Η.η.3 Πρώτες ύλες Σιδερένιων Βαρελιών
242
3. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 29 Αυγ./15 Σεπτ. 1929 Περί αντικαταστάσεως του από 7 Φεβρ. 1929 Δ/τος περί επιβολής υπέρ του εν Ουασιγκτώνι γραφείου ενισχύσεως του περιηγητισμού παγίου προσθέτου τέλους επί των παρά των Ελληνικών προξενικών αρχών ενεργούμενων πράξεων. Επιβάλλεται υπέρ του εν Ουασιγκτώνι Γραφείου ενισχύσεως του περιηγητισμού πάγιον πρόσθετον τέλος επί των παρά των Ελληνικών προξενικών αρχών εν ταις Ηνωμέναις Πολιτείαις της Βορείου Αμερικής ενεργούμενων πράξεων κατά τας εξής διακρίσεις: 1)Επί των πράξεων, ων το προξενικόν τέλος είναι μέχρι 10 μεταλλικών δραχμών, θα εισπράττεται πρόσθετον τέλος δύο μεταλλικών δραχμών. 2.Επί των πράξεων, ων το προξενικόν τέλος είναι ανώτερον των δέκα μεταλλικών δραχμών, θα εισπράττεται πρόσθετον τέλος πέντε μεταλλικών δραχμών. Το πρόσθετον τούτο τέλος εισπράττεται άνευ επιθέσεως ενσήμου, προστιθεμένης εις την πράξιν μνείας της εισπράξεως, εμβάζεται δε κατά μήνα εις την εν Ουασιγκτώνι Ελληνικήν Πρεσβείαν η οποία διαχειρίζεται το προϊόν αυτού, καταβάλλει εις το τέλος εκάστου μηνός και έναντι αποδείξεως εις το Γράφειον Τουρισμού εν Ουασιγκτώνι τα αναγκαιούντα αυτώ ποσά και υποβάλλει τακτικούς περί της διαχειρίσεώς της λογ/σμούς εις το επί των Εξωτερικών υπουργείον. (Αντί της σελ. 71) Σελ. 71(α) Τεύχος 621-Σελ. 77 Τουριστικά Γραφεία και Σωματεία 18.Β.δ.1-3 241 Το από 7/15 Φεβρ. 1929 Δ/μα (περί επιβολής υπέρ του εν Ουασιγκτώνι γραφείου ενισχύσεως του περιηγητισμού κλπ.) καταργείται.
147
21. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Φ. 002. 2/ΑΔ. της 17/27 Ιαν. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 56) Σύσταση Οργανικών θέσεων Μόνιμων Υπαξιωματικών της Π.Α. (Συστήνονται 250 οργανικές θέσεις για κατάταξη εθελοντριών Π.Α.) 36.Β.λ.19-21 Στράτευση Γυναικών
138
3. ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΠΡΑΞΙΣ ΜΔ΄ της 14/27 Ιουν. 1935 Περί τρόπου απολύσεως και αναπληρώσεως δημοτικών στρατολόγων. Προβλέπει την εντός μηνός από της δημοσιεύσεως επίλυσιν των προσχωρησάντων εις το κίνημα κλπ. στρατολόγων, ορίζουσα ότι αι σχετικαί αποφάσεις εις ουδέν ένδικον μέσον ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας υπόκεινται.
262
2. ΝΟΜΟΣ 3687 της 10 Δεκ. 1928/29 Ιαν. 1929 (ΦΕΚ Α΄ 31) Περί διοικήσεως των εν τω Δήμω Κερκυραίων αγαθοεργών ιδρυμάτων. Άρθρ.1.-«1.Η διοίκησις εν γένει και διαχείρισις των περιουσιών των αγαθοεργών Ιδρυμάτων της νήσου Κερκύρας, ήτοι του Πτωχοκομείου, Ορφανοτροφείου και Αστικού Νοσοκομείου ανατίθεται εις πενταμελή Αδελφάτα, προεδρευομένου ενός εκάστου τούτων υπό του Δημάρχου Κερκύρας. Τα λοιπά τέσσερα μέλη εκλέγονται μεταξύ εγκρίτων Κερκυραίων πολιτών εγκατεστημένων εν τη πόλει Κερκύρας ή τοις προαστείοις αυτής, κατά τα κατωτέρω ορισθησόμενα. 2.Η διάρκεια της υπηρεσίας των Αδελφάτων είναι ισόχρονος προς την των Δημοτικών και Κοινοτικών Αρχών, τερματιζομένη δια της εκλογής και εγκαταστάσεως των νέων τοιούτων. 3.Η εν γένει εκπροσώπησης αυτών ως και η επί Δικαστηρίων παράστασις ανήκουσιν εις τον Δήμαρχον Κερκυραίων. 4.Μέλη των Αδελφάτων δεν δύνανται να ώσι Βουλευταί, Γερουσιασταί, Δημαρχικοί Πάρεδροι, Δημοτικοί ή Κοινοτικοί Σύμβουλοι, ως και υπάλληλοι των Ιδρυμάτων τούτων. Επίσης οι Δημόσιοι και Δημοτικοί υπάλληλοι». Άρθρ.2.-«1.Καθ’ εκάστην νέαν Δημοτικήν και Κοινοτικήν περίοδον και εντός μηνός από της εγκαταστάσεως των Δημοτικών και Κοινοτικών Αρχών, ο Νομάρχης Κερκύρας δι’ εγκυκλίου του κοινοποιουμένης εις τον Δήμον Κερκυραίων και εις τα Κοινοτικά Συμβούλια της Νήσου, ορίζει ημέραν προς εκλογήν των μελών των Αδελφάτων. 2.Το Δημοτικόν Συμβούλιον Κερκυραίων, ως και έκαστον Κοινοτικόν Συμβούλιον της Νήσου Κερκύρας, εκλέγουσι δια μυστικής δια ψηφοδελτίου ψηφοφορίας και δι’ απολύτου πλειοψηφίας αυτών 6 πρόσωπα δι’ έκαστον Αδελφάτον. Ταύτα εκλέγονται μεταξύ εγκρίτων και ευυπολήπτων Κερκυραίων πολιτών εγκατεστημένων εν τη πόλει Κερκύρας ή τοις προαστείοις αυτής. 3.Εν η περιπτώσει δεν ήθελεν επιτευχθή απαρτία ή δι’ οιονδήποτε άλλον λόγον ματαιωθή η εκλογή αύτη, επαναλαμβάνεται μερίμνη του Δημάρχου ή του οικείου Προέδρου εντός 8 ημερών. 4.Θεωρούνται εκλεγέντες παρά του Δημοτικού Συμβουλίου Κερκυραίων και των Κοινοτικών Συμβουλίων ως μέλη των Αδελφάτων οι λαβόντες τον μεγαλύτερον αριθμόν ψήφων, εν περιπτώσει δε ισοψηφίας αποφασίζει ο κλήρος. Άρθρ.3.-«1.Τα πρακτικά της εκλογής του τε Δημοτικού Συμβουλίου ως και των Κοινοτικών Συμβουλίων υποβάλλονται το βραδύτερον εντός πέντε ημερών μερίμνη του Δημάρχου ή του Προέδρου της Κοινότητος, εις τον Νομάρχην Κερκύρας, όστις εντός 15 ημερών προβαίνει εις την εξέλεγξιν των υποβληθέντων πρακτικών και ανακηρύσσει τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη εκάστου Αδελφάτου εκ του καταρτισθέντος πίνακος εκάστου Αδελφάτου και κατά σειράν των επιτυχόντων υποψηφίων ανακηρύσσονται ως τακτικά μέλη τέσσαρα δι’ έκαστον Αδελφάτον και δύο αναπληρωματικά κατά σειράν επιτυχίας. Ειδικώς δια τον Δήμον Κερκυραίων αριθμούντα το έν τρίτον των κατοίκων της Νήσου ορίζεται, ότι το ψηφοδέλτιον του Δημοτικού Συμβουλίου ισοδυναμεί προς 30 ψήφους, αντί της μιας (1), την οποίαν αριθμεί το ψηφοδέλτιον εκάστου Κοινοτικού Συμβουλίου. Σελ. 89 Αγαθοεργά Ιδρύματα Κερκύρας 35.Γ.β.1-2 526 Άρθρ.4.-«1.Η εποπτεία και ο έλεγχος της διοικήσεως και διαχειρίσεως των ιδρυμάτων τούτων ανατίθεται αμέσως εις τον Νομάρχην Κερκύρας, εις ον υποβάλλονται πάσαι αι αποφάσεις του Αδελφάτου, άμα τη δημοσιεύσει αυτών ασκείται δε επ’ αυτού κατά σχετικάς διατάξεις του Κώδικος της νομοθεσίας περί Δήμων και Κοινοτήτων τας αφορώσας τον έλεγχον των ομοειδών αποφάσεων Κοινοτικών Συμβουλίων. 2.Τα της διοικήσεως εν γένει και διαχειρίσεως των ιδρυμάτων υπό του Αδελφάτου, τα της οργανώσεως της εσωτερικής υπηρεσίας αυτών ως και τα των προσόντων, της προσλήψεως, προαγωγής και παύσεως των υπαλλήλων ως και των μισθοδοσιών και συντάξεων αυτών, διέπονται δια εσωτερικών κανονισμών συντασσομένων παρά των αρμοδίων Αδελφάτων εντός μηνός από της εκλογής αυτών και εγκρινομένων υπό του Νομάρχου Κερκύρας. Κατά της αποφάσεως του Νομάρχου ή αν ούτος δεν εκοινοποίησε τοιαύτην εις το Αδελφάτον εντός μηνός από της υποβολής των κανονισμών, επιτρέπεται εις το Αδελφάτον και πάντα έχοντα έννομον συμφέρον, έφεσις ενώπιον του Υπουργού των Εσωτερικών εντός μηνός από της επιδόσεως της αποφάσεως προς το Αδελφάτον ή της ημέρας καθ’ ην συμπληρούται η κατά τα ανωτέρω οριζομένη μηνιαία προθεσμία. 3.Αι διατάξεις της περί Δήμων και Κοινοτήτων Νομοθεσίας «περί διαχειρίσεως καθόλου της Κοινοτικής περιουσίας», οίαι αι περί ψηφίσεως του προϋπολογισμού, αποδόσεως του απολογισμού και ελέγχου αυτών εκτελέσεως έργων και προμηθείας, αγοράς, ανταλλαγής εκποιήσεως και μισθώσεως πραγμάτων, συνάψεως δανείων, Ταμιακής υπηρεσίας ως και πειθαρχικαί αρμοδιότητες του Νομάρχου κλπ., εφαρμόζονται αναλόγως επί της διαχειρίσεως της περιουσίας των ιδρυμάτων τούτων ως και επί των μελών του Αδελφάτου». Τα άρθρ.1-4 αντικατεστάθησαν ως άνω δια των άρθρ.1-4 του Νόμ. 5910/1933. Άρθρ.5-9.«Αι διατάξεις του άρθρ. 1 παρ. 2 του Νόμ. 5538 «περί ενοποιήσεως προσθέτου δημοτικού φόρου επί των εκ της αλλοδαπής εισαγομένων εμπορευμάτων», εφαρμόζονται και εν τω Δήμω Κερκυραίων, υπέρ του οποίου διατηρούνται εν ισχύϊ αι διατάξεις των άρθρ. 311,312 και 313 του Κώδικος της Δημοτικής Νομοθεσίας». Τα άρθρ.5-9 κατηργήθησαν δια του άρθρ.5 Νόμ. 5910/1933, αντ’ αυτών δε προσετέθη η ανωτέρω διάταξις. Σελ. 90 Άρθρ.10.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Πάσα λεπτομέρεια εις εκτέλεσιν του παρόντος κανονισθήσεται δια Δ/τος.
116
6. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 426 της 25/28 Αυγ. 1941 Περί προαγωγής εις ανώτερον βαθμόν των φονευθέντων ή αποβιωσάντων εκ τραυμάτων ή κακουχιών του πολέμου στρατιωτικών εν γένει.
388
14. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 806 της 29/29 Σεπτ. 1948 (ΦΕΚ Α΄ 254) Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εν Αθήναις την 14 Νοεμ. 1947 Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδος και Δανίας, περί εκμεταλλεύσεως τακτικών γραμμών εναερίου συγκοινωνίας.
85
98. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ.80223/943/87 της 27/27 Ιουλ. 1987 (ΦΕΚ Β΄ 380) Κύρωση Κανονισμού εισαγωγής σπουδαστών στις ΑΣΔΕΝ. Έχοντας υπόψη: α)Τις διατάξεις των άρθρ. 25 παρ. 3 και 49 παρ. 4 του Νομ. 576/77. β)Τις διατάξεις του άρθρ. 70 του Ν.Δ. 187/73. γ)Τη διάταξη του άρθρ. 1 του Νομ. 380/76. δ)Τη διάταξη του άρθρ. 2 του Νομ. 1702/51. ε)Τις διατάξεις του Νομ. 1351/83, αποφασίζουμε: 1.Κυρώνουμε τον Κανονισμό εισαγωγής σπουδαστών στις Ανώτερες Δημόσιες Σχολές Εμπορικού Ναυτικού. 2.Η απόφαση αυτή μαζί με τον Κανονισμό να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ Εισαγωγής σπουδαστών στις Ανώτερες Δημόσιες Σχολές Ε.Ν. Προσέλευση Υποψηφίων - Κατανομή θέσεων «Άρθρ.1.-1.Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και μετά από γνώμη του Συμβουλίου ΔΣΕΝ καθορίζεται ο αριθμός των σπουδαστών, που εισάγονται κάθε χρόνο στην πρώτη διδακτική περίοδο των Ανωτέρων Δημοσίων Σχολών Εμπορικού Ναυτικού Πλοιάρχων και Μηχανικών. 2.Ο αριθμός αυτός καλύπτεται από υποψηφίους που διαθέτουν τα προσόντα που περιγράφονται στο άρθρ. 3 του Κανονισμού αυτού και κατανέμεται κατά γενικές κατηγορίες ως ακολούθως: ΠΡΩΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Καλύπτει ποσοστό 20% των θέσεων κάθε Σχολής και περιλαμβάνει υποψηφίους, που προέρχονται από Λύκεια Ε.Ν. ή Λύκεια Ναυτικής Κατεύθυνσης ή Ναυτικού Τομέα. ΔΕΥΤΕΡΗ ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Καλύπτει ποσοστό 35% των θέσεων κάθε Σχολής και περιλαμβάνει υποψηφίους, οι οποίοι παρακολούθησαν μαθήματα Α΄ Δέσμης. ΤΡΙΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Καλύπτει ποσοστό 7% των θέσεων κάθε Σχολής και περιλαμβάνει υποψηφίους, οι οποίοι παρακολούθησαν μαθήματα Β΄ Δέσμης. ΤΕΤΑΡΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Καλύπτει ποσοστό 18% των θέσεων κάθε Σχολής και περιλαμβάνει υποψηφίους, οι οποίοι παρακολούθησαν μαθήματα Δ΄ Δέσμης. ΠΕΜΠΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Καλύπτει ποσοστό 2% των θέσεων κάθε Σχολής και περιλαμβάνει υποψηφίους, οι οποίοι παρακολούθησαν μαθήματα Γ΄ Δέσμης. ΕΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Καλύπτει ποσοστό 18% των θέσεων κάθε Σχολής και περιλαμβάνει υποψηφίους που προέρχονται από τμήματα ειδικότητας Τεχνικών - Επαγγελματικών Λυκείων ή από κλάδους προεπαγγελματικής κατάρτισης Ενιαίων πολυκλαδικών Λυκείων και γενικά υποψηφίους λοιπών προελεύσεων. 3.Σε κάθε γενική κατηγορία περιλαμβάνονται οι παρακάτω ειδικές κατηγορίες: α)Υποψήφιοι Γενικής επιλογής σε ποσοστό 75%. β)Υποψήφιοι που υπάγονται στο Νομ. 1702/51 του άρθρ. 4 σε ποσοστό 25%. γ)Υποψήφιοι που υπάγονται στο Νόμ. 380/76 του άρθρ. 4 σε ποσοστό 10% επί πλέον των πιο πάνω ειδικών κατηγοριών (3α, 3β). 4.α)Εφόσον οι υποψήφιοι των ειδικών κατηγοριών των παρ. 3β και 3γ κάθε Γενικής κατηγορίας υπερβαίνουν σε αριθμό τις θέσεις που προκηρύσσονται γι’ αυτούς, τότε οι πλεονάζοντες καταλαμβάνουν, με βάση τον τελικό βαθμό κατάταξής τους, βαθμολογική σειρά μεταξύ των λοιπών υποψηφίων της Ειδικής κατηγορίας της παρ. 3α της αυτής Γενικής Κατηγορίας. β)Σε περίπτωση που το σύνολο των θέσεων μιας ειδικής κατηγορίας της παρ. 3 δεν καλύπτεται, τότε τα κενά των θέσεων μεταφέρονται στην αντίστοιχη Ειδική κατηγορία της αμέσως επόμενης Γενικής κατηγορίας. γ)Εάν παρά την μεταφορά των κενών θέσεων στις ειδικές κατηγορίες της τελευταίας Γενικής κατηγορίας, εξακολουθήσουν να παραμένουν κενά, τότε η διαδικασία επαναλαμβάνεται από την πρώτη Γενική κατηγορία κατά τον ίδιο τρόπο». Το άρθρ. 1, όπως είχε αντικατασταθεί από την 2115.3/05/13 Μαΐου-2 Ιουν. 1994 (ΦΕΚ Β΄ 402) (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 503/30-6-1994) απόφ. Υπ. Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εμπ. Ναυτιλίας, αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από την Μ.2115.3/01/95/5-19 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 305) ομοία απόφαση (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 375/5-5-1995). Τρόπος επιλογής σπουδαστών «Άρθρ.2.-1.Η επιλογή και ο καθορισμός σειράς προτεραιότητας εισαγωγής των σπουδαστών στις Σχολές πραγματοποιείται μηχανογραφικά. Οι υποψήφιοι διαχωρίζονται και εντάσσονται στις Γενικές κατηγορίες του άρθρ. 1 ανάλογα με το Απολυτήριο Λυκείου που κατέχουν. Στη συνέχεια κατατάσσονται κατά ειδικότητα Πλοιάρχου ή Μηχανικού και με απόλυτη βαθμολογική σειρά, που προκύπτει από τον τελικό βαθμό κατάταξής τους. 2.Η κατανομή των εισαγομένων στις Σχολές γίνεται ανάλογα με τη Γενική κατηγορία, στην οποία ανήκουν, την σειρά προτίμησης των Σχολών που έχουν δηλώσει και τον τελικό βαθμό κατάταξης που είναι ο μέσος όρος του αθροίσματος των παρακάτω βαθμολογιών και ο οποίος εκφράζεται με προσέγγιση χιλιοστού. Στην περίπτωση ισοβαθμίας η σειρά κατάταξης καθορίζεται από το γενικό βαθμό Απολυτηρίου. (Αντί για τη σελ. 580,545(β) Σελ. 580,545(γ) Τεύχος 1280-Σελ. 87 19.Η.α.98 Δημόσιες Ναυτικές Σχολές 107 3.Για τον καθορισμό του τελικού βαθμού κατάταξης των υποψηφίων της δεύτερης, τρίτης, τέταρτης και πέμπτης Γενικής Κατηγορίας του άρθρ. 1 αθροίζεται ο γενικός βαθμός του Απολυτηρίου και οι τελικοί βαθμοί στα μαθήματα «ΕΚΘΕΣΗ», «ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ» και «ΦΥΣΙΚΗ» που αναγράφονται σ’ αυτό. Σε περίπτωση που ο υποψήφιος δεν έχει βαθμό σ’ ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω μαθήματα στον υπολογισμό του μέσου όρου, ο διαιρέτης μειώνεται κατά ισάριθμες μονάδες. 4.Για τον καθορισμό του τελικού βαθμού κατάταξης των υποψηφίων της πρώτης Γενικής Κατηγορίας αθροίζεται ο γενικός βαθμός του Απολυτηρίου και οι τελικοί βαθμοί στα μαθήματα«ΕΚΘΕΣΗ», «ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ» και «ΝΑ ΥΤΙΛΙΑ» για τους αποφοίτους Λυκείων Πλοιάρχων ή «ΜΕΚ» για τους αποφοίτους Λυκείων Μηχανικών. 5.Για τον καθορισμό του τελικού βαθμού κατάταξης των υποψηφίων της έκτης Γενικής Κατηγορίας αθροίζεται ο γενικός βαθμός του Απολυτηρίου ή πτυχίου και οι τελικοί βαθμοί στα μαθήματα «ΕΚΘΕΣΗ», «ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ» και «ΦΥΣΙΚΗ». Ειδικά οι υποψήφιοι της Γενικής Κατηγορίας αυτής θα πρέπει να έχουν υποχρεωτικά βαθμολογία σ’ ένα τουλάχιστον των μαθημάτων «ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ» ή «ΦΥΣΙΚΗ» και στην περίπτωση αυτή ο διαιρέτης θα μειώνεται κατά μία μονάδα. β)Για τον καθορισμό του τελικού βαθμού κατάταξης των υποψηφίων αποφοίτων κλάδων 4 (Πληροφορικής), 9 (Οικονομίας), 13 (Μηχανολογίας), 14 (Ηλεκτρολογίας) και 15 (Ηλεκτρονικής) των ενιαίων πολυκλαδικών λυκείων σε αντικατάσταση των τελικών βαθμών των μαθημάτων Μαθηματικά ή Φυσική, θα λαμβάνονται υπόψη οι βαθμοί των αντιστοίχων μαθημάτων ως εξής: α:«Μαθηματικά για την Πληροφορική» αντί για «Μαθηματικά» β.«Οικονομικά Μαθηματικά» αντί «Μαθηματικά» Σελ. 580,546(γ) Τεύχος 1280-Σελ. 88 γ.«Θερμοδυναμική» αντί «Φυσική» δ.«Ηλεκτρικές Μηχανές» αντί «Φυσική» ε.«Γενικά Ηλεκτρονικά» αντί «Φυσική» 6.Για τον καθορισμό του τελικού βαθμού κατάταξης των υποψηφίων αποφοίτων Λυκείων που δεν περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις των παρ. 3, 4 και 5 θα λαμβάνονται υπόψη για την κατάταξή τους οι βαθμοί που έλαβαν σε ένα ή και στα δύο από τα μαθήματα «Μαθηματικά», «Φυσική» εφόσον συμμετείχαν στις Γενικές εξετάσεις, μαζί με τον Γενικό βαθμό του Απολυτηρίου τους και το βαθμό του μαθήματος «Έκθεση» που αναγράφεται σ’ αυτό. Στην περίπτωση αυτή οι ανωτέρω υποψήφιοι θα εντάσσονται στην αντίστοιχη Γενική Κατηγορία ανάλογα με τη δέσμη που εξετάσθηκαν στις Γενικές εξετάσεις. 7.Προκειμένου περί υποψηφίων οι οποίοι, πλέον των προσόντων του άρθρ. 3, έχουν και θαλάσσια υπηρεσία επί εν ενεργεία εμπορικών πλοίων, Ελληνικών ή υπό ξένη σημαία, συμβεβλημένων με το ΝΑΤ, 500 κοχ και άνω, ο τελικός βαθμός κατάταξής τους προσαυξάνεται κατά 0,012 μονάδες για κάθε μέρα ναυτολόγησης και για μέχρι 180 ημέρες θαλάσσιας υπηρεσίας. Η παραπάνω θαλάσσια υπηρεσία θα πρέπει να έχει διανυθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής των δικαιολογητικών και λαμβάνεται υπόψη εφόσον δε συμπίπτει με το χρόνο φοίτησης στις διδακτικές περιόδους του Λυκείου. 8.Σε περίπτωση ισοβαθμίας δύο ή περισσοτέρων υποψηφίων στην τελευταία θέση κάποιας Σχολής, η επιλογή τους γίνεται με βάση το γενικό βαθμό του Απολυτηρίου. Αν και πάλι προκύψει ισοβαθμία εισάγονται στην ίδια Σχολή όλοι οι υποψήφιοι που ισοβαθμούν». Το άρθρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 της Μ.2115.3/01/95/5-19 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 305) (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 375/5-5-1995) αποφ. Υπ. Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εμπορικής Ναυτιλίας. Δημόσιες Ναυτικές Σχολές 19.Η.α.98 108 Προσόντα υποψηφίων «Άρθρ.3.-Κάθε υποψήφιος πρέπει να συγκεντρώνει τα πιο κάτω προσόντα. α.Να είναι απόφοιτος γενικού ή τεχνικού επαγγελματικού ή ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου ή άλλου ισότιμου Σχολείου. β.Να έχει την Ελληνική Ιθαγένεια και να είναι γραμμένος στα μητρώα αρρένων Δήμου ή Κοινότητας. γ.Να μην έχει συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας του, η οποία θα προσδιορίζεται από το έτος γέννησης, ανεξάρτητα από την ακριβή ημερομηνία. δ.Να είναι κατά γνωμοδότηση αρμόδιας υγειονομικής Επιτροπής ικανός σωματικά και πνευματικά σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για κάθε ειδικότητα. ε.Να μην έχει τιμωρηθεί με στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων και να μην έχει καταδικαστεί για κακούργημα ή σε φυλάκιση ανώτερη του εξαμήνου καθ’ υποτροπή ή μεγαλύτερη του εξαμήνου για λαθρεμπόριο ή λαθρεμπόριο ναρκωτικών ή για παράβαση του νόμου περί προστασίας του Εθνικού Νομίσματος ή για αδίκημα αναφερόμενο στην επί του πλοίου υπηρεσία και να μην έχει στερηθεί οριστικά το δικαίωμα να ασκεί το ναυτικό επάγγελμα». Το άρθρ. 3, όπως προστέθηκε με την Μ.2111.10.1.89/28 Φεβρ.-15 Μαρτ. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 194) αποφ. Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εμπ. Ναυτιλίας, αντικαταστάθηκε και πάλι από την Μ.2115.3/01/95/5-19 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Β΄305) (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 375/5.5.1995) αποφ. Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εμπ. Ναυτιλίας. Λοιπές κατηγορίες Ελλήνων υποψηφίων Άρθρ.11.-1.Οι υποψήφιοι για κατεξαίρεση εισαγωγής τις ΑΔΣΕΝ πρέπει να υποβάλλουν, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται με Απόφαση του ΥΕΝ, τα πιο κάτω κατά περίπτωση δικαιολογητικά: α)αίτηση, όπως τα υποδείγματα «Δ-Ι», «Δ-2», «Δ-3», και «Δ-4». β)πιστοποιητικό γέννησης, με φωτογραφία του υποψήφιου, θεωρημένη για την ταυτοπροσωπία. γ)τίτλο απόλυσης σχολείου μέσης εκπαίδευσης της χώρας του, συνοδευόμενο από σχετική βεβαίωση του Υπουργείου Παιδείας της ίδιας χώρας ότι το Απολυτήριο αυτό παρέχει στον κάτοχο το δικαίωμα εγγραφής του σε Ανώτερα ή Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας αυτής. δ)Πιστοποιητικά ποινικού μητρώου της χώρας του, το οποίο να έχει εκδοθεί το πολύ πριν ένα τρίμηνο από την ημερομηνία υποβολής του. ε)Αντίγραφο ποινικού μητρώου τύπου Β΄, του Ελληνικού Υπουργείου Δικαιοσύνης, το οποίο έχει εκδοθεί το πολύ πριν ένα τρίμηνο από την ημερομηνία υποβολής του. στ)Πιστοποιητικό γνώσης Ελληνικής γλώσσας, από τα Πανεπιστήμια Αθηνών ή Θεσσαλονίκης. 2.Οι υποψήφιοι της κατηγορίας Αλλοδαπών - Αλλογενών υποβάλλουν όλα τα δικαιολογητικά της παρ. 1. (Μετά τη σελ. 580,550) Σελ. 580,551 Τεύχος 1280-Σελ. 93. 19.Η.α.98 Δημόσιες Ναυτικές Σχολές 113 3.Οι υποψήφιοι της κατηγορίας Ομογενών από Κύπρο, υποβάλλουν όλα τα δικαιολογητικά της παρ. 1 και επιπλέον Γνωμοδότηση Υγειονομικής Εξέτασής τους, κανονικά θεωρημένη, σύμφωνα με παρ. 5 του άρθρ.10. 4.Οι υποψήφιοι της κατηγορίας των υπόλοιπων Ομογενών, υποβάλλουν όλα τα δικαιολογητικά της παρ. 1, εκτός από το Πιστοποιητικό Ελληνικής γλώσσας και επιπλέον καταθέτουν κατά περίπτωση: α)οι ομογενείς με 5ετία στο εξωτερικό, τρεις βεβαιώσεις (μια για τα χρόνια φοίτησης στο εσωτερικό, μια για τα χρόνια φοίτησης στο εξωτερικό και μια για τα χρόνια διαμονής στο εξωτερικό). β)Τα παιδιά Ελλήνων υπαλλήλων του εξωτερικού, τρεις βεβαιώσεις (μια για το χρόνο υπηρεσίας του γονέα τους στο εξωτερικό, μια για τα χρόνια φοίτησης στο εσωτερικό και μια για τα χρόνια φοίτησης στο εξωτερικό). 5.Τα δικαιολογητικά δεν γίνονται δεκτά, εάν δεν είναι πλήρη. Επίσης όσα από τα δικαιολογητικά έχουν εκδοθεί από ξένη αρχή πρέπει να είναι μεταφρασμένα και επικυρωμένα από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδος ή την Ελληνική Προξενική Αρχή στη χώρα έκδοσης. Ακολουθούν Υποδείγματα Σελ. 580,552 Τεύχος 1280-Σελ.94 Δημόσιες Ναυτικές Σχολές 19.Η.α.98 114 Άρθρ.4.-1.Σε ποσοστό 25% του αριθμού των εισακτέων κάθε κατηγορίας εισάγονται υποψήφιοι οι οποίοι εκτός από τα προσόντα του άρθρ. 3, υπάγονται στις διατάξεις του Νομ. 1702/51: α)Τέκνα διπλωματούχων Αξιωματικών Ε.Ν. β)Τέκνα Αξιωματικών Λ.Σ. και γ)Τέκνα ναυτικών. 2.Σε ποσοστό 10% επί πλέον του αριθμού των εισακτέων κάθε κατηγορίας εισάγονται υποψήφιοι οι οποίοι εκτός από τα προσόντα του άρθρ. 3 υπάγονται στις διατάξεις του Νομ. 380/76: α)Τέκνα ή αδέλφια ανάπηρων, θυμάτων πολέμου και Εθνικής Αντίστασης. β)Τέκνα ή αδέλφια ανάπηρων και θυμάτων ειρηνικής περιόδου (σε Στρατιωτική Υπηρεσία). γ)Τέκνα πολυτέκνων. 3-4.-(Καταργήθηκαν από την παρ. 2 άρθρ. 3 της υπ’ αριθ. Μ.2115.3/01/95/5-19 Απρ. 1995, ΦΕΚ Β΄ 305, διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 375/5-5-95 αποφ. Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εμπορικής Ναυτιλίας. Δικαιολογητικά υποψηφίων Άρθρ.5.-1.Οι υποψήφιοι πρέπει μέσα στην προθεσμία που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ε.Ν. (ΔΟΛΣ), να υποβάλλουν σε οποιαδήποτε ΑΣΔΕΝ τα πιο κάτω δικαιολογητικά. α)Αίτηση όπως το υπόδειγμα «Α» κανονικά χαρτοσημασμένη, στην οποία πρέπει να αναγράφονται καθαρά όλα τα ζητούμενα στοιχεία. Στην αίτησή του ο υποψήφιος να δηλώνει κατά σειρά προτίμησης τις ΑΔΣΕΝ της ίδιας ειδικότητας σε μια από τις οποίες επιθυμεί να φοιτήσει εφόσον επιλεγεί. «Στην αίτηση θα αναγράφεται η ημερομηνία γέννησης και ο αριθμός Μητρώου Αρρένων ή Δημοτολογίου Δήμου ή Κοινότητος του υποψηφίου, που θα ελέγχονται και βεβαιώνονται από τον αρμόδιο για την παραλαβή δικ/κών βάσει του Αστυνομικού Δελτίου Ταυτότητος του υποψήφιου». «(β)Πιστοποιητικό της ΥΜΝ στο οποίο να φαίνονται οι ημερομηνίες ναυτολόγησης και απόλυσης, μόνο για τους υποψηφίους της παρ. 7 του άρθρ. 2. Η ανωτέρω θαλάσσια υπηρεσία θα βεβαιώνεται από την ΥΝΜ, σύμφωνα με τα στοιχεία της μηχανογραφικής της υπηρεσίας ή από το ναυτικό φυλλάδιο του υποψηφίου και σε περίπτωση που ο υποψήφιος έχει υπηρετήσει σε πλοία με ξένη σημαία συμβεβλημένα με το ΝΑΤ, ύστερα από σχετική βεβαίωση του Πλοιάρχου του πλοίου, θεωρημένη από την Λιμενική ή Προξενική Αρχή, εντός διμήνου από της ημερομηνίας απόλυσης». Το μέσα σε « » εδάφ. β΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 3 της Μ.2115.3/01/95/5-19 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 305) (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 375/5-5-1995) αποφ. Υπ. Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εμπ. Ναυτιλίας. γ)Τον πρωτότυπο τίτλο απόλυσης Γενικού ή Τεχνικού ή Επαγγελματικού Λυκείου ή άλλου ισότιμου Σχολείου, κανονικά θεωρημένο για την ισοτιμία από το Υ.Π.Ε.Π.Θ. δ)(Πιστοποιητικά γέννησης από Δημοτική ή Κοινοτική Αρχή, από το οποίο να φαίνεται η εγγραφή του υποψήφιου στα οικεία μητρώα και η χρονολογία γέννησής του (απαιτείται μόνο για τους κατ’ εξαίρεση εισαγόμενους σπουδαστές του άρθρ. 9 του παρόντος). ε)Γνωμοδότηση υγειονομικής επιτροπής από την οποία, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για κάθε ειδικότητα να προκύπτει ότι ο υποψήφιος είναι σωματικά και πνευματικά κατάλληλος για φοίτηση σε ΑΔΣΕΝ της αντίστοιχης ειδικότητας. Για την υγειονομική εξέταση των υποψηφίων και την έκδοση πιστοποιητικού υγειονομικής καταλληλότητας για τη συγκεκριμένη ειδικότητα αρμόδια είναι η ΥΕΑΝΕΘ του τόπου κατοικίας κάθε υποψηφίου. Η υγειονομική εξέταση των υποψηφίων γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 591/75 (ΦΕΚ 191-Α/1975), όπως τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 64/84 (ΦΕΚ 21-Α/84). (Αντί για τις σελ. 580,557(α)-580,562(α) Σελ.580,547 Τεύχος 1280-Σελ. 89 19.Η.α.98 Δημόσιες Ναυτικές Σχολές 109 Οι υποψήφιοι παραπέμπονται για εξέταση στις κατά τόπους ΥΕΑΝΕΘ με την ίδια διαδικασία που ισχύει για τους απογραφόμενους ναυτικούς, δηλαδή με παραπεμπτικά της πλησιέστερης στον τόπο κατοικίας τους Απογράφουσας Αρχής (ΥΝΜ ή Λιμ. Αρχής). Οι δαπάνες υγειονομικής εξέτασης των υποψηφίων, βαρύνουν τους ίδιους και οι σχετικές υποχρεώσεις τους καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ε.Ν. Οι γνωμοδοτήσεις των ΥΕΑΝΕΘ είναι οριστικές και ανέκκλητες. 2.Οι υποψήφιοι, που τελικά εισάγονται στις ΑΔΣΕΝ, υποχρεούνται να υποβάλλουν αντίγραφο ποινικού μητρώου τύπου Β΄, το οποίο να έχει εκδοθεί το πολύ πριν ένα τρίμηνο από την ημερομηνία υποβολής του. Σε περίπτωση μη υποβολής του ανωτέρω πιστοποιητικού μέσα σε ένα μήνα από την εγγραφή του σπουδαστή σε ΑΔΣΕΝ, αυτός απομακρύνεται από τη Σχολή, μέχρι να το προσκομίσει. 3.Επί πλέον των πιο πάνω οι υποψήφιοι των περιπτώσεων του άρθρ. 4 πρέπει να καταθέτουν και τα εξής δικαιολογητικά, ανάλογα με το Νόμο που υπάγονται: α)οι υποψήφιοι του Νομ. 380/76: -Βεβαίωση «Δ.Ε.Π.Α.Θ.Α.» ή -Βεβαίωση Γενικής Συνομοσπονδίας Πολύτεκνων Ελλάδος. β)Οι υποψήφιοι του Νόμ. 1702/51: -Επικυρωμένο Αντίγραφο διπλώματος Αξ/κού Ε.Ν., οποιασδήποτε τάξης, του πατέρα τους, ή Βεβαίωση ΥΕΝ/ΔΔ ότι ο πατέρας τους είναι Αξ/κός Λ.Σ., ή -Βεβαίωση θαλάσσιας Υπηρεσίας από την Υ .Ν.Μ./ΥΕΝ για 6μηνη τουλάχιστον θαλάσσια υπηρεσία του πατέρα τους κατά την τελευταία 5ετία, ή πιστοποιητικό συνταξιοδότησης από το Ν.Α.Τ. 4.Κάθε υποψήφιος υποχρεούται μαζί με τα δικαιολογητικά του να υποβάλλει κανονικά συμπληρωμένο σε τρία αντίτυπα, που τα προμηθεύεται από την ΑΣΔΕΝ, αριθμημένο Μηχανογραφικό Δελτίο Επιλογής, όπως το υπόδειγμα «Β». Σελ. 580,548 Τεύχος 1280-Σελ. 90 Δημόσιες Ναυτικές Σχολές 19.Η.α.98 110 Έλεγχος-παραλαβή δικαιολογητικών Άρθρ.6.-Ι.Η παραλαβή δικαιολογητικών από τις ΑΔΣΕΝ, πραγματοποιείται μόνο μέσα στα χρονικά όρια που καθορίζονται για το σκοπό αυτό από τη σχετική προκήρυξη και γίνεται μετά από υπεύθυνο έλεγχο της πληρότητας και κανονικότητάς τους, σύμφωνα με όσα ορίζονται πιο κάτω. Οι ΑΔΣΕΝ θα παραλαμβάνουν δικαιολογητικά που αφορούν μόνο τις εξής δύο κατηγορίες Ελλήνων υποψηφίων: α)αυτών που μετέχουν στη Γενική Βαθμολογική Επιλογή και β)των λοιπών κατηγοριών του άρθρ.4.Η κατάθεση δικαιολογητικών λοιπών κατηγοριών εισαγόμενων (αλλοδαπών κτλ) γίνεται απ’ ευθείας στο ΥΕΝ/ΔΟΛΣ Ι από τους ενδιαφερόμενους. 2.Η διαδικασία παραλαβής και ελέγχου των δικαιολογητικών στις ΑΔΣΕΝ θα γίνεται από ξεχωριστά κατά ειδικότητα συνεργεία των Σχολών, που ορίζονται με Η.Δ/γές των Διευθυντών και αποτελούνται υποχρεωτικά: α)από ένα Αξ/κό Λ.Σ β)από το Διευθυντή Σπουδών ή άλλο καθηγητή. Δικαιολογητικά υποψήφιου που είναι ελλειπή ή προορίζονται για ειδικότητα για την οποία ο ενδιαφερόμενος δεν έχει κριθεί «Υγειονομικά κατάλληλος», δεν θα παραλαμβάνονται. Κατά την παραλαβή τους τα δικαιολογητικά θα τοποθετούνται στο σχετικό Ατομικό Φάκελο Υποψήφιου στον οποίο θα συμπληρώνονται οι ανάλογες θυρίδες στοιχείων του εξώφυλλου και θα τίθενται οι υπογραφές του ελέγχοντος Αξιωματικού Λ.Σ., του Διευθυντή Σπουδών ή Καθηγητή και του Δ/ντή της Σχολής, όπως το υπόδειγμα «Γ». Στη συνέχεια, ξεχωριστά κάθε αίτηση υποψήφιου με τα δικαιολογητικά της, θα καταχωρίζεται στο Βιβλίο Πρωτοκόλλου εισερχομένων της Σχολής. 3.Στο τέλος κάθε βδομάδας (Παρασκευή απόγευμα) οι ΑΔΣΕΝ θα συγκεντρώνουν τους φακέλους με τα δικαιολογητικά που θα έχουν παραλάβει και θα τους υποβάλλουν ταχυδρομικά «Επί αποδείξει» στο ΥΕΝ/ΔΟΛΣ Ιο, με ονομαστική κατάσταση υποψήφιων σε ξεχωριστές σειρές κατά ειδικότητα (Πλοιάρχ.-Μηχαν.-Ρ/Τ) και κατηγορία επιλογής (υποψήφιων γενικής βαθμολογικής επιλογής και υποψήφιων ειδικών κατηγοριών), και στο μηχανογραφικό δελτίο επιλογής υποψήφιους θα επισημαίνεται αν είναι ναυτικός ή όχι. Η τελευταία σειρά φακέλων δικαιολογητικών, που θα συγκεντρώνονται την τελευταία βδομάδα, μπορούν να διαβιβάζονται στο ΥΕΝ/ΔΟΛΣ Ι, σύμφωνα με ειδικές οδηγίες του. 4.Για την παραλαβή και τον επαναληπτικό έλεγχο των δικαιολογητικών που θα υποβάλλονται από τις ΑΔΣΕΝ με τους ατομικούς φάκελλους των υποψήφιων, συγκροτούνται στη ΔΟΛΣ τρία κλιμάκια ελέγχου, ένα για κάθε ειδικότητα. Το κάθε κλιμάκιο αποτελείται από ένα Αξ/κό Λ.Σ. και από έναν Επιτελή της ΔΕΚ-ΔΟΛΣ ή Καθητητή της Ν. Εκπαίδευσης που καθορίζονται με Δ/γή ΥΕΝ/ΔΔ-ΔΟΛΣ Ιον. Τα κλιμάκια αυτά ευρίσκονται κάτω από την εποπτεία του Τμηματάρχη ΔΟΛΣ Ι, στον οποίο προσκομίζουν για θεώρηση και παραπέρα προώθηση στο Μηχανογραφικό Κέντρο, όλα τα Δελτία Μηχανογραφικής Αξιολόγησης των υποψηφίων που έχουν υπεύθυνα ελέγξει. 5.Το ΥΕΝ/ΔΟΛΣ Ι μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων και τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών όλων των υποψηφίων, προωθεί τη διαδικασία επιλογής του άρθρ. 2 με τη βοήθεια του Μηχανογραφικού Κέντρου της ΔΟΕ/ΥΕΝ. Μηχανογραφική αξιολόγηση-επιλογή υποψηφίων Άρθρ.7.-Ι.Το Μηχανογραφικό Κέντρο της ΔΟΕ/ΥΕΝ, κάτω από την εποπτεία του ΥΕΝ/ΔΟΛΣ, από την έναρξη τμηματικής παράδοσης σ’ αυτό των Μηχανογραφικών δελτίων επιλογής υποψηφίων ακολουθεί κατά ειδικότητα και κατηγορία υποψηφίαν τις εξής διαδικασίες: α)Σε διαφορετικούς χρόνους και από διαφορετικά άτομα, πραγματοποιεί διπλή τροφοδότηση στοιχείων σε μαγνητικές περιοχές του Η/Υ για σύγκριση και παραβολή της ορθής καταχώρισης. β)Αφού τα στοιχεία βρεθούν σύμφωνα μεταξύ τους, με ευθύνη του τμηματάρχη του Κέντρου Μηχανογραφικών Εφαρμογών της ΔΟΕ/ΥΕΝ πραγματοποιείται αντίστροφη αναπαραγωγή στοιχείων στη μορφή του Αρχικού Μ/Φ Δελτίου για οπτική σύγκριση και παραβολή. γ)Τα παραπάνω ελεγμένα στοιχεία καταχωρίζονται στη μνήμη του Η/Υ . δ)Αρχίζει δοκιμαστική επεξεργασία (τμηματικά ΤΕΣΤ) σύμφωνα με το σχετικό πρόγραμμα αξιολόγησης και συγκεκριμένα: Υπολογίζεται ο βαθμός Αξιολόγησης κάθε υποψηφίου (κατά το άρθρ.2). Οι υποψήφιοι κάθε ειδικότητας και κατηγορίας κατατάσσονται με απόλυτη βαθμολογική σειρά μεταξύ τους. Πραγματοποιείται κατανομή τους σε κάθε μια από τις Σχολές και με τη σειρά που κάθε υποψήφιος έχει δηλώσει μέχρι να καλυφθούν κατά κατηγορία όλες οι θέσεις. «Γίνονται μετακινήσεις υποψηφίων σε κενές θέσεις άλλων ειδικών κατηγοριών όπου αυτό επιτρέπεται (άρθρ. 1 παρ. 4 και άρθρ. 10 παρ. 6)». Η μέσα σε « » τελευταία παράγραφος αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 4 της Μ. 2115.3/01/95/5-19 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 305) (διόρθ. σφαλμ.στο ΦΕΚ Β΄ 375/5-5-1995) απόφ. Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εμπ. Ναυτιλίας. (Μετά τη σελ. 580,548)Σελ. 580,549 Τεύχος 1280-Σελ.91 19.Η.α.98 Δημόσιες Ναυτικές Σχολές 111 ε)Μετά την τροφοδότηση και επεξεργασία των στοιχείων όλων των υποψηφίων αναπαράγονται σε διαφορετικούς χρόνους δύο τελικές καταστάσεις εισαγόμενων για κάθε Σχολή και κατηγορία υποψηφίων και γίνεται οπτική παραβολή τους. στ)Ακολουθεί έκδοση καταστάσεων επιλαχόντων υποψηφίων κατά Σχολή και κατηγορία. Στη φάση αυτή ο κάθε υποψήφιος μπορεί να είναι επιλαχών σε όλες τις Σχολές που έχει δηλώσει και με τη σειρά προτεραιότητας που επιτρέπει ο βαθμός επιλογής του. ζ)Οι πιο πάνω τελικοί πίνακες εισαγομένων και επιλαχόντων κατά Σχολή διαβιβάζονται σε 10 αντίτυπα στο ΥΕΝ/ΔΟΛΣ Ι. Μια πλήρης σειρά θεωρείται πριν την υποβολή τους για την υποβολή τους για την ακρίβεια αναπαραγωγής από τον αρμόδιο Τμηματάρχη του Κέντρου Μηχανογραφικών Εφαρμογών της ΔΟΕ/ΥΕΝ. 2.Το Μ/Φ-Κέντρο ΔΟΕ/ΥΕΝ εφόσον του ζητηθεί χορηγεί στο ΥΕΝ/ΔΟΛΣ οποιοδήποτε στοιχείο που θα προκύψει από το μηχανογραφικό έργο. έκδοση αποτελεσμάτων – παρουσίαση σπουδαστών Άρθρ.8.-Ι.Οι πίνακες τελικών αποτελεσμάτων εισαγομένων και επιλαχόντων σπουδαστών στις ΑΔΣΕΝ, πριν από την ανακοίνωσή τους, θεωρούνται από το Διευθυντή/ΔΟΛΣ. 2.Τα αποτελέσματα ανακοινώνονται με τοιχοκόλλησή τους στα οικήματα ΥΕΝ και ΔΟΛΣ, και για την έκδοσή τους καταχωρίζονται σχετικά δημοσιεύματα, σε 2 τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες του Αθηναϊκού Τύπου. 3.Σε κάθε ΑΔΣΕΝ διαβιβάζονται πίνακες εισαγομένων και επιλαχόντων σ’ αυτή σπουδαστών Οι σπουδαστές που έχουν επιλεγεί υποχρεούνται να παρουσιαστούν και εγγραφούν στις Σχολές τους, σε 10 μέρες από την επόμενη της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων, διαφορετικά αποκλείεται η φοίτησή τους και οι θέσεις τους καταλαμβάνονται με σειρά προτεραιότητας από υποψήφιους επιλαχόντες της ίδιας κατηγορίας και ειδικής κατηγορίας. Σε περίπτωση που οι αντίστοιχες θέσεις των κενών δεν υπάρχουν στους πίνακες των επιλαχόντων, αυτές συμπληρώνονται με υποψήφιους επιλαχόντες άλλων κατηγοριών της ίδιας ειδικής κατηγορίας και με προτεραιότητα εκ των άνω προς τα κάτω. Τα αποτελέσματα των επιλαχόντων ανακοινώνονται από το ΥΕΝ κατά τον ίδιο τρόπο της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Σελ. 580,550 Τεύχος 1280-Σελ. 92 Δημόσιες Ναυτικές Σχολές 19.Η.α.98 112 κατ’ εξαίρεση εισαγωγή σπουδαστών Άρθρ.9.-Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων του άρθρ. 2 παρ. 2 και πέρα από τον οριζόμενο κατά Σχολή αριθμό εισακτέων γράφονται στις ΑΔΣΕΝ ανεξάρτητα από τη βαθμολογία τους, α)Αλλοδαποί-αλλογενείς, β)Κύπριοι ομογενείς και γ)λοιποί ομογενείς σύμφωνα με τα παρακάτω: 1.Αλλοδαποί-ομογενείς: Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι αλλοδαποί μη ΄Ελληνες το γένος και την υπηκοότητα, που και οι δύο γονείς τους δεν είναι Έλληνες. 2.Κύπριοι ομογενείς: Στην κατηγορία αυτή ανήκουν Κύπριοι ομογενείς που ο ένας τουλάχιστον από τους γονείς τους είναι Κύπριος στην καταγωγή. 3.Λοιποί ομογενείς που είναι: α)΄Ελληνες εξωτερικού. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι ΄Ελληνες ή τα παιδιά τους που ο ένας τουλάχιστον από τους γονείς τους είναι Έλληνας και που οι ίδιοι ή ένας τουλάχιστον από τους γονείς τους κατοικούν και διαμένουν ή κατοικούσαν και διέμεναν στο εξωτερικό, πέντε τουλάχιστον χρόνια κατά την τελευταία δεκαετία πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για επιλογή, με την προϋπόθεση ότι ο υποψήφιος σε κάθε περίπτωση έχει τελειώσει τρεις τουλάχιστον τάξεις σχολείου μέσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό ή ότι έχει τελειώσει τις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου στο εξωτερικό και β)Παιδιά Ελλήνων υπαλλήλων στο εξωτερικό. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα παιδιά Ελλήνων υπαλλήλων που υπηρετούν ή υπηρέτησαν κατά τα δύο τελευταία διδακτικά έτη πριν από το ακαδημαϊκό έτος για το οποίο ζητείται η επιλογή, σε ελληνικές δημόσιες υπηρεσίες στο εξωτερικό ή σε διεθνείς οργανισμούς στους οποίους μετέχει και η Ελλάδα με την προϋπόθεση ότι ο υποψήφιος σε κάθε περίπτωση έχει τελειώσει στο εξωτερικό τις δύο τελευταίες τάξεις σχολείου μέσης εκπαίδευσης που αντιστοιχούν στις δύο τελευταίες τάξεις του Ελληνικού Λυκείου κατά την περίοδο που υπηρετούσε ο γονέας στο εξωτερικό έστω και αν ο γονέας επανήλθε στην Ελλάδα για υπηρεσιακούς λόγους χωρίς αίτησή του κατά τη διάρκεια του δεύτερου διδακτικού έτους που αντιστοιχεί στην τελευταία τάξη του Ελληνικού Λυκείου. Προϋποθέσεις εισαγωγής κατ’ εξαίρεση σπουδαστών Άρθρ.10.-Ι.Για να γίνει καταρχή δεκτή αίτηση οποιουδήποτε υποψήφιου των παραπάνω κατηγοριών, πρέπει: α)να είναι ηλικίας μέχρι 24 ετών και β)να έχει απολυτήριο δευτερόβαθμης εκπαίδευσης, το οποίο παρέχει δικαίωμα εισαγωγής στις ανώτερες σχολές της χώρας που το εκδίδει. 2.Ειδικά για τους Αλλογενείς-Αλλοδαπούς, η εισαγωγή τους σε ΑΔΣΕΝ γίνεται μόνον εφόσον υπάρχει σχετική διακρατική συμφωνία ή πρωτόκολλο μορφωτικής συνεργασίας με τη χώρα του ενδιαφερόμενου ή δε υποψηφιότητα τους για επιλογή, προτείνεται επίσημα από την αντίστοιχη Διπλωματική Αρχή. 3.Ο αριθμός των κατά κατηγορία και εθνικότητα εισαγόμενων κατεξαίρεση στις ΑΔΣΕΝ σπουδαστών του άρθρ. 9 ορίζεται με κοινή απόφαση ΥΠΕΞ-ΥΕΝ. 4.Η κατανομή των πιο πάνω κατηγοριών υποψήφιων, κατά Σχολή και Ειδικότητα πραγματοποιείται με Υπουργική Απόφαση μετά από σχετική Υγειονομική εξέτασή τους, που γίνεται με μέριμνα του ΥΕΝ/ΔΟΛΣ από την ΥΕΑΝΕΘ/ΠΕΙΡΑΙΑ, εκτός των Κυπρίων, για την υγειονομική εξέταση των οποίων ισχύει η ρύθμιση της παρ. 5. Όσοι οι υποψήφιοι των κατηγοριών αυτών, που θα κριθούν υγειονομικά κατάλληλοι, κατανέμονται σε όλες τις Σχολές της χώρας, ανάλογα με τις δυνατότητες των Σχολών αυτών. 5.Οι υποψήφιοι Κύπριοι που επιλέγονται από το Υπουγείο Συγκοινωνιών Κύπρου για τις ΑΔΣΕΝ, υποβάλλονται σε υγειονομική εξέταση σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για τους ΄Ελληνες υποψήφιους. Η ανωτέρω εξέταση θα λαμβάνει χώρα στα κρατικά νοσοκομεία της Κύπρου, που ορίζονται από την Κυπριακή Κυβέρνηση. Η γνωμάτευση της υγειονομικής εξέταξης, θεωρείται από τον προξενικό Λιμενάρχη Κύπρου και συνυποβάλλεται στο ΥΕΝ/ΔΟΛΣ Ιο μαζί με τα άλλα δικαιολογητικά κάθε υποψήφιου. 6.Όσες θέσεις των πιο πάνω κατηγοριών υποψήφιων, δεν καλυφθούν από τους ενδιαφερόμενους, μπορούν να συμπληρωθούν από υποψήφιους του άρθρ. 1. δικαιολογητικά κατεξαίρεση εισαγόμενων
128
30. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 36892/7002 της 4/12 Ιουν. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 340) Περί καθορισμού δικαιολογητικών και τρόπου πληρωμής οικονομικών ενισχύσεων, από πιστώσεις του Π.Δ.Ε. αρμοδιότητος Υπουργείου Γεωργίας, σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις αυτών για την εκτέλεση έργων συνδεομένων με τη βελτίωση των συνθηκών μεταποιήσεως και εμπορίας γεωργικών προϊόντων. Μετά την ισχύ της 289787/4941/26 Μαΐου-24 Ιουν. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 422), τόμ. 16 σελ. 182,439, άρθηκε η ισχύς της ανωτέρω αποφάσεως.
108
21. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 91 της 12/13 Μαΐου 1943 (ΦΕΚ Α΄ 129) Περί κωδικοποιήσεως πασών των περί χορηγίας εις διατελέσαντας Δημάρχους ισχυουσών διατάξεων και περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως αυτών. Εκυρώθη πλην της παρ.2 άρθρ.1 και της παρ.2 άρθρ.11 δια της υπ’ αριθ.154 της 22/26 Μαρτ. 1946 πράξεως Υπουργικού Συμβουλίου. Άρθρ.1.-1. «Οι από της 1ης Ιαν. 1925 διατελέσαντες ή εφ’ εξής διατελούντες δήμαρχοι, έχοντες οκταετή πραγματικήν υπηρεσίαν δημάρχου απομακρυνόμενοι οπωσδήποτε της υπηρεσίας δικαιούνται, ισοβίως, μηνιαίας χορηγίας». Η παρ. 1 αντικατασταθείσα δια της παρ.1 του άρθρ.1 Νομ.1770/1944 (κατωτ. σελ.177) αντικατεστάθη εκ νέου ως άνω ισχύουσα από 1 Ιαν. 1951, δια της παρ.1 του άρθρ.1 Νομ.293/1976 (κατωτ. αριθ.35). Βλ. και λοιπάς διατάξεις του αυτού αρθρ.1. 2.Ωσαύτως, κατά τους ορισμούς της προηγουμένης παραγράφου, δικαιούνται χορηγείας οι έχοντες υπηρεσίαν Δημάρχου, διανυθείσαν εν Δήμω των Νέων Χωρών, προ της απελευθερώσεώς των, μη δυναμένην όμως να ληφθή υπ’ όψιν πέραν της πενταετίας συνεχισθείσαν δε, μετά την κατοχή των, υπό το κράτος των περί διοικήσεως των στρατιωτικώς κατεχομένων χωρών διατάξεων και μέχρι της εφαρμογής εν αυτοίς των διατάξεων του Νομ.1051 του έτους 1917 «περί συστάσεως και διοικήσεως δήμων και κοινοτήτων εν ταις Νέαις Χώραις». «Η αληθής έννοια της παρ.2 του άρθρ.1 του Νομ.91/1943 είναι ότι αύτη αφορά Δήμαρχον, συνεχίσαντα την υπηρεσίαν του και μετά την εφαρμογή του Νομ.1051/1917, έστω και αν δεν διετέλεσεν τοιούτος μετά την 1ην Ιαν. 1925». (Παρ. 3 άρθρ.1 Νομ. 1770/1944, κατωτ. 3. Βγ.). 3.Υπηρεσία Δημάρχου διανυθείσα, προ της 1 ης Ιαν. 1925, εις δήμον αναγνωρισθέντα, ως τοιούτον κατά τον Νομ. ΔΝΖ΄ ή μεταγενεστέρας διατάξεις, συνυπολογίζεται δια τε την δημιουργίαν του δικαιώματος και τον κανονισμόν του ποσού της χορηγίας. 4.Η χορηγία προκαταβάλλεται, από 1 Ιαν. 1942, την πρώτην εκάστου μηνός, υπό του Δήμου εις ον διηνύθη ο μείζων χρόνος υπηρεσίας. 5.Αι διατάξεις της παρ.1 του άρθρ.2 του υπ’ αριθ.811 Ν.Δ. της 14 Νοεμ.1941/10 Ιαν.1942 «περί του καθορισμού του χρόνου καταβολής των αποδοχών των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων ως και των δημοτικών συντάξεων και περί της παροχής εκτάκτου επιδόματος εις τους δημοτικούς συνταξιούχους», ως τούτο ετροποποιήθη δια του άρθρ.6 Νομ. 1518/1985, αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.3 άρθρ. 15 Νομ. 1813/1988 ΦΕΚ Α΄ 243 (τομ. 29, σελ. 90,810). Σύμφωνα δε με το δεύτερο εδάφιο της άνω παρ.3 άρθρ.15 Νομ.1813/1988, δικαιώματα που έχουν κριθεί αντίθετα από τις διατάξεις του άνω εδαφίου πρώτου επανεξετάζονται αυτεπάγγελτα. Αν οι παραπάνω κατέστησαν ανίκανοι σε ποσοστό 67% και πάνω πριν από την συμπλήρωση του 55 ου έτους της ηλικίας τους, η χορηγία καταβάλλεται από την επομένη της αποχώρησής τους από την υπηρεσία, εφόσον η ανικανότητα επήλθε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους ή από την επομένη της ημερομηνίας που κατέστησαν ανίκανοι, εφόσον η ανικανότητα επήλθε μετά τη έξοδό τους από την υπηρεσία. Το ποσοστό της ανικανότητας και η ημερομηνία που επήλθε αυτή βεβαιώνεται με γνωμάτευση της Ανώτατης του Στρατού Υγειονομικής επιτροπής (Α.Σ.Υ.Ε.). Αν ο δικαιούχος αποβιώσει πριν από την έναρξη πληρωμής της χορηγίας, αυτή καταβάλλεται στα δικαιούμενα μέλη της οικογενείας του από την επομένη του θανάτου». Το άρθρ.4 αντικατεστάθηκε ως άνω από την παρ.1 άρθρ.6 Νομ.1518/1985 (ΦΕΚ Α΄ 30), (τομ. 29, σελ. 90,792). Άρθρ.5.-«1.Κάθε αίτηση, που αφορά την αναγνώριση δικαιώματος απόληψης της κατά τον παρόντα νόμο χορηγίας ή την αύξηση του ποσού αυτής, υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο μετά την γέννηση του δικαιώματος. Η αίτηση, που συνοδεύεται από τα νόμιμα δικαιολογητικά, υποβάλλεται στον οικείο δήμο, ο οποίος υποβάλλει αυτήν μέσω της νομαρχίας στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους». Η παρ. 1 αντικατεστάθηκε ως άνω από την παρ. 7 άρθρ.24 Νομ. 1694/1987 (ΦΕΚ Α΄ 35) (Τομ. 29, σελ. 90,802) (διορθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 42/30-3-1987). Δια της παρ. 6 άρθρ. 1 Νομ. 1770/1944 ωρίσθη ότι αι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 8 του υπ’ αριθ. 1827/42 Ν.Δ/τος «περί συντάξεων των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων» εφαρμόζονται, κατ’ αναλογίαν, και επί υπηρεσίας Δημάρχου. 2.Ο κανονισμός της χορηγίας ενεργείται εφεξής δι’ αποφάσεως του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφαρμοζομένων των εν τοις Νόμοις και Δ/σι περί οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικών διατάξεων, των αφορωσών εις κανονισμόν συντάξεων δημοσίων και δημοτικών υπαλλήλων, ο δε Υπουργός των Εσωτερικών απονέμει τας υπό του Ελεγκτικού Συνεδρίου κανονισθείσας χορηγίας και εκδίδει το σχετικόν δίπλωμα. Άρθρ.6.-1.«Η χορηγία δεν καταβάλλεται στην περίπτωση που ο δικαιούχος λαμβάνει σύνταξη ή χορηγία ή αποδοχές γενικά από το ταμείο του Δημοσίου ή του δημόσιου τομέα του άρθρ.1 του Νομ. 1256/1982 η ν.π.δ.δ. για έμμισθες προς αυτά υπηρεσίες, το ποσό των οποίων, αν υπολογισθεί μεμονωμένα ή αθροιστικά, εφόσον συντρέχει περίπτωση, υπερβαίνει το σύνολο των ακκαθάριστων αποδοχών του προέδρου του Αρείου Πάγου με 29 χρόνια δημόσιας υπηρεσίας και με τα τακτικά επιδόματα σπουδών, συζύγου και δύο τέκνων». Το πρώτο εδάφιο αντικατεστάθηκε ως άνω από την παρ.2 άρθρ.8 Νομ.1518/1985 (ΦΕΚ Α΄ 30), (τομ. 29, σελ. 90,792). Σύμφωνα δε με την παρ. 3 άρθρ. 8 άνω Νομ. 1518/1985 οι διατάξεις του άνω πρώτου εδαφίου ισχύουν από 1 Ιαν. 1985. Εάν το ποσό συντάξεως ή χορηγίας είναι έλασσον του ποσού τούτου, ο δικαιούχος λαμβάνει ολόκληρον την χορηγίαν εάν αύτη, ομού μετά του εκ της συντάξεως ή χορηγίας, ποσού, δεν υπερβαίνει το κατά το ανωτέρω ποσόν, άλλως λαμβάνει την διαφοράν μέχρι συμπληρώσεως του εν λόγω ποσού. Αι διατάξεις τη παρούσης παραγράφου δεν έχουν εφαρμογή, εάν ο δικαιούχος της χορηγίας λαμβάνη πολεμικήν ή προσωπικήν σύνταξιν ή σύνταξιν εκ νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, εφ’ όσον αύτη δεν εχορηγήθη δια παρασχεθείσαν εις τούτο έμμισθον υπηρεσίαν. 2.Δια την εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου ο δικαιούχος της χορηγίας δέον όπως υποβάλλη κατά την πρώτη εκτέλεσιν της περί απονομής ή αυξήσεως της χορηγίας αποφάσεως σχετικήν υπεύθυνον δήλωσιν, εφ’ όσον δεν λαμβάνει ετέραν σύνταξιν ή χορηγίαν, ή, εφ’ όσον λαμβάνει, βεβαίωσιν της αρμοδίας υπηρεσίας περί του ύψους της συντάξεως ή χορηγίας. Την αυτήν υποχρέωσιν υπέχει εφ’ εξής και κατά τον πρώτον μήνα εκάστου οικονομικού έτους». Το άρθρ.6 όπως είχε τροποποιηθεί και συμπληρωθεί, αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 2 άρθρ. 2 Νομ. 1205/7-10 Σεπτ. 1981 ΦΕΚ Α΄ 249, (κατωτ. αριθ. 46). Άρθρ.7.-1.Το εις απόληψιν της χορηγίας δικαίωμα δεν δύναται να ασκηθή εάν ο δικαιούχους: α)καταδικασθή εις εγκληματικήν ποινήν επί οιωδήποτε αδικήματι, πλην των εν τω επομένω, άρθρω, περιπτώσει β΄, αναφερομένων, και μέχρι λήξεως της ποινής. β)διορισθή δήμαρχος ή δημόσιος ή δημοτικός υπάλληλος ή υπάλληλος δημοτικού ιδρύματος. (Αντί για την σελ. 88,01(α) Σελ. 88,01(β) ΤεύχοςΙΒ-4-3Σελ.79 Δημοτικοί και Κοινοτικοί Άρχοντες 3.Β.α.21 2.Αρθέντος του λόγου της μη ασκήσεως, το εις την χορηγίαν δικαίωμα άρχεται ή επαναλαμβάνεται από της πρώτης του επομένου μετά την άρσιν μηνός. 3.Οι εις τας διατάξεις της παρ.1 υπαγόμενοι οφείλουσιν εντός μηνός από της δημοσιεύσεως της καταδικαστικής αποφάσεως ή από της αναλήψεως καθηκόντων δημάρχου ή δημοσίου ή δημοτικού υπαλλήλου ή υπαλλήλου δημοτικού ιδρύματος να αναγγείλωσιν εις τον κατά την παρ. 4 του άρθρ. 1 δήμον τον επελθόντα λόγον αναστολής της ασκήσεως του δικαιώματος. 4.Οι παραλείποντες την κατά την προηγουμένην παράγραφον αναγγελίαν υπόκεινται, εις περίπτωσιν ζημίας του Δήμου συνεπεία αχρεωστήτως ληφθείσης χορηγίας, εις ποινικήν δίωξιν και τιμωρούνται δια τριμήνου φυλακίσεως και χρηματικής ποινής από δραχ. 1000 μέχρι 50.000, εισπραττομένης και δια προσωπικής κρατήσεως. Σελ. 88,02(β) Τεύχος ΙΒ-4-3Σελ.80 3.Β.α.21 Δημοτικοί και Κοινοτικοί Άρχοντες Άρθρ.8.-Το εις την χορηγίαν δικαίωμα απόλλυται εάν ο δικαιούχος. α)Αποβάλη την Ελληνικήν ιθαγενείαν. «β.Καταδικασθή εις βαθμόν κακουργήματος επί κλοπή, υπεξαιρέσει, απάτη, ιδιοποιήσει, πλαστογραφία, απιστία ή παραποίησει, εφ’ όσον τα αδικήματα στρέφονται κατά του Δημοσίου, Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως ή Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου. Παρεχομένης χάριτος μετ’ άρσεως των συνεπειών ή επερχομένης αποκαταστάσεως το δικαίωμα ανακτάται υπό τους όρους της παρ.2 του προηγουμένου άρθρου». Η περιπτ. β΄ αντικατεστάθη ως άνω, ισχύουσα από 1 Ιαν. 1951, δια της παρ. 1 του άρθρ. 5 Νομ. 293/1976 (κατωτ. αριθ. 35). Βλ. και παρ. 2 του αυτού άρθρ. 5. γ)Καταδικασθείς εις εγκληματικήν ποινήν, κατά τους όρους της παρ. 1α, του προηγουμένου άρθρου, παρέλιπε την κατά την παρ. 3 του αυτού άρθρου αναγγελίαν αυτής, ανεξαρτήτως των κατά την παρ. 4 του ιδίου άρθρου ποινικών συνεπειών της παραλείψεως. Άρθρ.9.-Η καταβολή της κατά τον παρόντα νόμον χορηγίας και των κατά τας προϊσχυούσας διατάξεις απονεμειθησών τοιούτων εις τέως δημάρχους παύει δια του θανάτου του δικαιούχου. Άρθρ.10.-1.Η χορηγία δεν εκχωρείται ουδέ κατάσχεται. 2.Κατ’ εξαίρεσιν, επιτρέπεται εκχώρησις ή κατάσχεσις μέχρις 25% του ακαθαρίστου ποσού της χορηγίας δι’ έξοδα διατροφής των κατά νόμον δικαιουμένων ή δια χρέη εκ πάσης αιτίας προς τον δημόσιον, δήμους, κοινότητας και δημοτικά ή κοινοτικά ιδρύματα. 3.Επί συρροής κατασχέσεων, το σύνολον αυτών κατά την εκτέλεσιν δεν δύναται να υπερβή τα 2/5 του ακαθαρίστου ποσού, προτιμωμένης της ένεκα διατροφής των κατά νόμον δικαιουμένων, ανεξαρτήτως χρόνου κοινοποιήσεως της κατασχέσεως ή αναγγελίας της εκχωρήσεως. Αι λοιπαί εκχωρήσεις ή κατασχέσεις εκτελούνται κατά σειράν κοινοποιήσεως ή αναγγελίας εις το αρμόδιον Ταμείον. 4.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί των εξόδων παραστάσεως των δημάρχων και προέδρων Κοινοτήτων. Άρθρ.11.-«1.Προς αντιμετώπισιν των εκ της εφαρμογής του παρόντος νόμου δαπανών των Δήμων επιβάλλεται υπέρ τούτων κράτησις 10% επί των εξόδων παραστάσεως των Δημάρχων». Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 3 άρθρ. 2 Νομ. 1205/7-10 Σεπτ. 1981, ΦΕΚ Α΄ 249, (κατωτ. αριθ. 46). 2.Το προϊόν της κατά την προηγουμένην παράγραφον ενεργουμένης κρατήσεως αποτελεί πόρον του δια του άρθρ.32 του υπ’ αριθ.1827/1942 Ν.Δ/τος ιδρυθέντος Ταμείου Συντάξεων Δημοτικών Υπαλλήλων», από της ενάρξεως της λειτουργίας του Ταμείου τούτου. Εκ του Ταμείου τούτου, και από ορισθησόμενης δια Δ/τος χρονολογίας, καταβάλλεται η χορηγία εις τους δικαιούχους πρώην Δημάρχους, εξαιρέσει της παρεχομένης εις πρώην Δημάρχους αργούντων Δήμων, δι’ ους έχει εφαρμογήν η παρ.6 του άρθρ.1 του παρόντος Νόμου μέχρι λήξεως της εμπολέμου καταστάσεως και καταργήσεως των κατά το άρθρ.2 του υπ’ αριθ.1407/1942 Ν.Δ/τος οικείων λ/σμών. «3.Μέχρι της ενάρξεως της λειτουργίας του ταμείου Συντάξεων Δημοτικών υπαλλήλων, και από χρονολογίας ορισθησομένης δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών, αι κατά τας προηγουμένας παραγράφους κρατήσεις κατατίθενται εις τον εν παρ.3 του άρθρ.16 του υπ’ αριθ.1827/42 Ν.Δ/τος οριζόμενον οικείον έντοκον λογαριασμόν παρά τη Εθνική Τραπέζη της Ελλάδος, συγχωνευόμεναι εις αυτόν, τα δε εν τη παραγράφω ταύτη οριζόμενα ισχύουσι και καθ’ όσον αφορά εις την ανάληψιν των καταθέσεων τούτων και την εν περιπτώσει ανεπαρκείας των προς πληρωμήν των χορηγιών συμπλήρωσιν αυτών. Αι μέχρι της ορισθησομένης χρονολογίας ενεργηθησόμεναι υπό των Δήμων κρατήσεις, αι παραμένουσαι μετά την πληρωμήν του χορηγιών, κατατεθήσονται ομοίως, εις την Εθνική Τράπεζαν, κατά τα δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών, ειδικώτερον, ορισθησόμενα». Η παρ.3 προσετέθη δια της παρ.1 άρθρ.2 Νομ. 1770/1944 (κατωτ. 3 Β.γ.). Άρθρ.12.-1.Οι κατά τας προϊσχυσάσας διατάξεις δικαιωθέντος χορηγίας τέως Δήμαρχοι, οι μη, κατ’ εφαρμογήν των μεταβατικών διατάξεων του άρθρ. 12 του υπ’ αριθ.2600/1940 Α. Νόμου, υπαχθέντες εις τας διατάξεις των άρθρ.1-5 του αυτού νόμου, θέλουσιν εξακολουθήσει λαμβάνοντες εκ των Δήμων την και πρότερον λαμβανόμενην μηνιαίον χορηγίαν ως αύτη τυχόν ετροποποιήθη δια της κατά τας μεταβατικάς διατάξεις του άρθρ. 13 του υπ’ αριθ. 2600/1940 Α. Νόμου αναθεωρήσεως, των από της δημοσιεύσεως του αυτού νόμου αυξομειώσεων των εξόδων παραστάσεως του εν ενεργεία Δημάρχου του υποχρέου δήμου μη ασκουσών επιρροήν επί του ποσού της χορηγίας. 2.Εν πάση περιπτώσει, βασικαί χορηγίαι, περί ων η προηγουμένη παράγραφος, ελάσσονες των χιλίων αυξάνονται εις χιλίας, μείζονες δε τον οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων περιορίζονται εις οκτώ χιλιάδας πεντακοσίας δραχμάς μηνιαίως. (Αντί για τη σελ. 89(β) Σελ. 89(γ) ΤεύχοςΖ81-Σελ.9 Δημοτικοί και Κοινοτικοί Άρχοντες 3.Β.α.21 3.Β.α.21 Δημοτικοί και Κοινοτικοί Άρχοντες Άρθρ.13.-Επιτρέπεται όπως εντός έτους από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, ενεργηθή αναθεώρησις των κατά τας προϊσχυσόσας διατάξεις εκδοθεισών αποφάσεων δημοτικών συμβουλίων, περί παροχής συντάξεως ή βοηθήματος εις διαταλέσαντας Δημάρχους, και των τυχόν αναθεωρηθεισών δυνάμει του άρθρ.13 του υπ’ αριθ.2600/1940 Α. Νόμου. Δια την αναθεώρησιν ταύτην εφαρμόζονται, κατ’ αναλογίαν, αι διατάξεις του άρθρ.22 του υπ’ αριθ. 1827/42 Ν.Δ/τος «περί συντάξεως των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων και ισχύει η διάταξις της παρ. 2 του άρθρ.13 του υπ’ αριθ.2600/ 1940 Α. Νόμου. Η ανωτέρω προθεσμία παρετάθη μέχρι 31 Δεκ.1945 δια του άρθρ.14 Νομ.1442/1944 (κατωτ. 3.Βγ.). άρθρ.5, παρ.2 του υπ’ αριθ.1534 Ν.Δ. της 22/23 Ιουλ. 1942 επεκτείνονται, από 1 Ιαν.1942, και επί της καταβαλλομένης εις διατελέσαντας Δημάρχους χορηγίας. 6.Δια την προσαρμογήν των βασικών χορηγιών των διατελεσάντων Δημάρχων προς τας εκάστοτε βιωτικάς ανάγκας, από 1 Σεπτ.1942, εφαρμόζεται το Άρθρ.14.-1.Επί των μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος υποβεβλημένων αιτήσεων διατελεσάντων Δημάρχων, περί παροχής χορηγίας, εφ’ ών δεν εξεδόθη, μέχρι του αυτού χρονικού σημείου, οριστική απόφασις αρμοδίας Αρχής κατά τας προϊσχυούσας διατάξεις, αποφαίνεται το Ελεγκτικόν Συνέδριον, ισχυουσών πλήρως,και επί των περιπτώσεων τούτων των διατάξεων του παρόντος. 2.Οι τυχόντες κατά τας προϊσχυούσας διατάξεις χορηγίας και μη λαμβάνοντες ταύτην λόγω υφισταμένων κωλυμάτων, καταργουμένων δια του παρόντος δικαιούνται, εις απόληψιν της ωρισμένης χορηγίας από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος. Άρθρ.15.-1.Το Ταμείον ασφαλίσεως Δημάρχων και Προέδρων κοινοτήτων θεωρείται, από 1 Δεκ.1940, κατηργημένον. 2.Το καθαρόν προϊόν του ενεργητικού του καταργουμένου Ταμείου αποδίδεται εις τους δήμους κατ’ αναλογίαν των εισφορών των Δημάρχων. Προς τούτο, δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών, συγκροτείται τριμελής εκκαθαριστική επιτροπή, ήτις προβαίνει εις την ρευστοποίησιν του ενεργητικού, εκκαθάρισιν εν γένει των λογ/σμών του ταμείου και κατανομήν του καθαρού προϊόντος του ενεργητικού εις τους δικαιούχους Δήμους. Η περί τούτου απόφασις της εκκαθαριστικής επιτροπής εγκρίνεται υπό του Υπουργού των Εσωτερικών. Η εκπλήρωσις των υποχρεώσεων του Ταμείου και η εις τους Δικαιούχους Δήμους απόδοσις του καθαρού προϊόντος του ενεργητικού ενεργείται υπό της διαχειριστρίας Τραπέζης, βάσει εντολών της εκκαθαριστικής επιτροπής. Η εκκαθαριστική επιτροπή βεβαιοί δι’ ιδίας αποφάσεως αυτής τας καθυστερουμένας εισφοράς των Δημάρχων, ων η είσπραξις επιδιώκεται παρά των οικείων Δήμων ως δημοτικόν έσοδον. Αι προς εκτέλεσιν της παρούσης παραγράφου αναγκαίαι λεπτομέρειαι και η εις βάρος του Ταμείου καταβλητέα εις το προσωπικόν αυτού, υποχρεουμένον εις την κατάρτισιν του απολογισμού της όλης διαχειρίσεως του Ταμείου, και την εκκαθαριστικήν επιτροπήν, αποζημιώσεως καθορίζονται δι’ αποφάσεων του Υπουργού των Εσωτερικών. Άρθρ.16.-1.Ο Α.Ν. της 16/19 Νοεμ.1935 «περί ιδρύσεως Ταμείου Ασφαλίσεως Δημάρχων και Προέδρων Κοινοτήτων», ο Α.Ν. της 19/20 Νοεμ. 1935 «περί συντάξεως των διατελεσάντων Δημάρχων και Προέδρων Κοινοτήτων», ο Α.Νόμος υπ’ αριθ.1176/38 «περί εξακολουθήσεως της παροχής βοηθήματος εις τους πρώην Δημάρχους», και το υπ’ αριθ.1615 Ν.Δ/μα της 30 Ιουλ./11 Αυγ.1942» περί συμπληρώσεως του από 19/20 Νοεμ.1935 Α. Νόμου «περί συντάξεων των διατελέσαντων Δημάρχων ή Προέδρων Κοινοτήτων» καταργούνται. 2.Κυρούνται αι κατ’ εφαρμογήν του υπ’ αριθ. 1615/42 Ν.Δ/τος, εν συνδυασμώ προς τας διατάξεις του υπ’ αριθ.2600/1640 Α. Νόμου εκδοθείσαι αποφάσεις, περί απονομής μηνιαίου ισοβίου βοηθήματος εις διατελέσαντας Δημάρχους, εφ’ όσον είναι σύμφωνοι προς τον παρόντα νόμον. 3.Όπου εν τω υπ’ αριθ.2600/1940 Α. Νόμω και εν προϊσχυσάσαις σχετικαίς διατάξεσιν αναφέρεται η λέξις «σύνταξις» ή η λέξις «βοήθημα» νοείται εφεξής ή λέξις «χορηγία». Άρθρ.17.-Αι κατά τον παρόντα Νόμον αρμοδιότητες του Υπουργού των Εσωτερικών ασκούνται αποκλειστικώς υπ’ αυτού. (Μετά την σελ. 90(β) Σελ. 90,01 Τεύχος Ε23-Σελ.69 Δημοτικοί και Κοινοτικοί Άρχοντες 3.Β.α.21 Άρθρ.18.-Τα επισυναπτέα τη αιτήσει, περί κανονισμού χορηγίας, δικαιολογητικά έγγραφα, το καταθετέον υπέρ του Δημοσίου Ταμείου δια τον κανονισμόν αυτής παράβολον, ως και πάσαι αι λοιπαί προς εκτέλεσιν του παρόντος Νόμου αναγκαίαι λεπτομέρειαι καθορισθήσονται δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών δημοσιευομένης εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως. άρθρ.1 του υπ’ αριθ.1829 Ν.Δ της 28 Σεπτ./7 Οκτ. 1942. 7.Δια την καταβολήν χορηγιών εις πρώην Δημάρχους αργούντων Δήμων, εν Ανατολική Μακεδονία και Δυτική Θράκη, έχει εφαρμογήν το άρθρ.4 του υπ’ αριθμ.1407 Ν.Δ. της 11 Μαΐου/13 Ιουν.1942 «περί ρυθμίσεως ζητημάτων αφορώντων εις αργούντας Δήμους και Κοινότητας και υπαλλήλους αυτών, της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. «Δικαιούνται χορηγίας και οι διατελέσαντες Δήμαρχοι εις Δήμους αναγνωρισθέντας εκ κοινοτήτων, συνυπολογιζομένης της υπηρεσίας των ως Προέδρων της αναγνωρισθείσης εις δήμον κοινότητος». Η εντός « » παράγραφος προσετέθη δια της παρ.3 του άρθρ.21 του Ν.Δ.3777 /1957 (ανωτ. σελ.52). Της ανωτέρω χορηγίας δικαιούνται και οι διατελέσαντες, η εφεξής διατελούντες Δήμαρχοι, έχοντες επταετή υπηρεσίαν Δημάρχου και τετραετή τοιαύτην Δημοτικού Συμβούλου ή Προέδρου Κοινότητας, του ποσού της μηνιαίας βασικής χορηγίας υπολογιζομένου εν τη περιπτώσει ταύτη εις 8/25 των εκάστοτε καταβαλλομένων μηνιαίως εξόδων παραστάσεως εις τον εν ενεργεία Δήμαρχον του Δήμου, όστις υποχρεούται εις την καταβολήν της χορηγίας». Η εντός () τελευταία παράγραφος, προστεθείσα δια του άρθρ.20 Νομ.4505/1966 (κατωτ. αριθ.23) κατηργήθη αφ’ ης ίσχυσε δια της παρ.1 άρθρ.1 Α.Ν. 509/1968 (κατωτ. αριθ.27), πλην το άρθρ.1 Α.Ν. 509/1968 κατηργήθη αφ’ ης ίσχυσε δια του άρθρ.6 Νομ.293/1976 (κατωτ. αριθ.35). 8.«Της ανωτέρω χορηγίας δικαιούνται και οι διατελέσαντες ή εφεξής διατελούντες δήμαρχοι, έχοντες επταετή υπηρεσίαν δημάρχου και τετραετή τοιαύτην δημοτικού συμβούλου ή προέδρου κοινότητος, του ποσού της μηνιαίας βασικής χορηγίας, υπολογιζομένου εν τη περιπτώσει ταύτης εις 8/25 των εκάστοτε καταβαλλομένων μηναίων εξόδων παραστάσεως εις τον εν ενεργεία δήμαρχον του δήμου, όστις υποχρεούται εις την καταβολήν της χορηγίας». Η παρ. 8 προσετέθη δια της παρ. 1 (Αντί για τη σελ. 87(ζ) Σελ. 87(η) Τεύχος 1194-Σελ.117 Δημοτικοί και Κοινοτικοί Άρχοντες 3.Β.α.20-21 του άρθρ.2 Νομ.293/1976 (κατωτ. αριθ.35). ΄Εναρξις ισχύος, αφ’ ης ίσχυσεν ο Νομ.91/1943. «9.Η προγενεστέρα υπηρεσία Δημάρχου ως Προέδρου Κοινότητος συνυπολογίζεται τόσον δια την θεμελίωσιν όσον και δια τον καθορισμόν του ποσού της χορηγίας». Η παρ.9 προστέθηκε από το άρθρ.1 Νομ. 1205/7-10 Σεπτ.1981, ΦΕΚ Α΄ 249, (κατωτ. αριθ. 46). Άρθρο.2.-1.Εις την υπηρεσίαν του Δημάρχου συνυπολογίζεται, εφ’ όσον δεν συμπίπτουσι προς ταύτην, αλλά μόνον δια τον κανονισμόν του ποσού της χορηγίας. α)Ο χρόνος καθ’ ον ο δικαιούχος κατείχε το αξίωμα του Βουλευτού, Γερουσιαστού ή πληρεξουσίου εν Εθνοσυνελεύσει και β)η εν των Μακεδονικώ και Βορειοηπειρωτικώ αγώνι υπηρεσία ως στρατιωτικού ή ιδιώτου. «γ)Η προγενεστέρα υπηρεσία ως Δημοτικού Συμβούλου αναπληρωτού εις κενήν θέσιν Δημάρχου, εφ’ όσον αύτη είναι τουλάχιστον ετησία και συνεχής». Η περίπτ. γ΄ προσετέθη δια της παρ.2 άρθρ.15 Ν.Δ 4239/1962 (κατωτ. αριθ.212,25). Περί του ποσού της χορηγίας βλ. ήδη και την υπ’ αριθ.100071 της 23 Δεκ.1947 /9 Ιαν.1948 απόφασιν υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών (κατωτ. 3 Β.γ.). 2.Οι κατά την προηγουμένην παράγραφον συνυπολογισμός δεν χωρεί εάν δια τας υπηρεσίας ταύτας παρέχεται μηνιαία χορηγία ή σύνταξις εκ του δημοσίου Ταμείου. 3.Εκ των, περί ων το παρόν άρθρον, υπηρεσιών, δεν συνυπολογίζεται χρονικόν διάστημα μείζον της επταετίας. Άρθρ.3.-1.«Το ποσόν της μηνιαίας βασικής χορηγίας συνίσταται εις τόσα εικοστά πέμπτα των εκάστοτε καταβαλλομένων μηνιαίως εξόδων παραστάσεως εις τον εν ενεργεία Δήμαρχον του Δήμου, όστις υποχρεούται εις την καταβολήν της χορηγίας όσα είναι τα έτη της υπηρεσίας του Δημάρχου και των εν άρθρ.2 υπηρεσιών. Χορηγίαι κανονισθείσαι κατά το παρελθόν ή κανονισθησόμεναι εφεξής, αναπροσαρμόζονται κατά τας διατάξεις του παρόντος, δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών». Η παρ.1 αντικασταθείσα δια του άρθρ.17 Νομ. 4505/1966 (κατωτ. σελ.194,19) αντικατεστάθη εκ νέου ως άνω δια του άρθρ.2 Α.Ν.509/1968 (κατωτ. αριθ.27). 2.Το κατά την συγκεφαλαίωσιν των ετών υπηρεσίας έλαττον των 12 μηνών διάστημα λογίζεται πλήρες έτος εάν είναι τουλάχιστον ίσον προς έξ μήνας. Σελ. 88(η) Τεύχος 1194-Σελ.118 «3.Σε κάθε περίπτωση το ποσό της μηνιαίας χορηγίας δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 12.240 δράχμ. ούτε ανώτερο από τα 80% των εξόδων παράστασης, που καταβάλλονται κάθε φορά στον εν ενεργεία δήμαρχο του οικείου δήμου». Η παρ. 3, που είχε αντικατασταθεί από την παρ. 2 άρθρ. 2 Νομ. 1205/1981 και την παρ.1 άρθρ.8 Νομ. 1518/1985 (ΦΕΚ Α΄ 30), αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από το πρώτο εδάφιο της παρ.1 άρθρ.5 Νομ. 1976/1991 (ΦΕΚ Α΄ 184) Τομ. 29, σελ. 90,851. Σύμφωνα δε με το δεύτερο εδάφιο της άνω παρ. 1 άρθρ. 5 Νομ. 1976/1991 η ισχύς της άνω παρ.3 αρχίζει από 1 Οκτ. 1991. 3.Β.α.21 Δημοτικοί και Κοινοτικοί Άρχοντες Άρθρ.4.«Η καταβολή της χορηγίας δημάρχου σε όσες αναγνωρίζουν το σχετικό δικαίωμα μετά την ισχύ του νόμου αυτού αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου του έτους που ακολουθεί μετά την συμπλήρωση του 55 ου έτους της ηλικίας τους». Το πρώτο εδάφιο όπως αυτό και όλο το άρθρ.4 είχε αντικατασταθεί από την παρ.1
264
184. ΑΠΟΦΑΣΗ Δ.Σ. ΤΟΥ ΙΚΑ Αριθ. Α33/Φ.Υ. 597 της 25 Ιουλ./24 Αυγ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 608) Τρόπος αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης στο ΙΚΑ των ήδη υπηρετούντων αλλά και των πρώην υπαλλήλων του ΟΗΕ που υπηρετούν ή υπηρέτησαν στο γραφείο του Οργανισμού στην Ελλάδα. Σελ. 70,880(β) Τεύχος 1299-Σελ.106
371
53. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ της 22/22 Ιαν. 1936 Περί ετησίας χορηγίας εις την Α.Μ. τον Βασιλέα και την Α.Β.Υ. τον Διάδοχον.
325
12. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 636 της 4/16 Οκτ. 1971 (ΦΕΚ Α΄ 202) Περί κυρώσεως της εν Βρυξέλλαις υπογραφείσης την 19ην του μηνός Οκτ. 1970, Συμφωνίας ΝΑΤΟ «περί ανακοινώσεως τεχνικών πληροφοριών δι’ αμυντικούς σκοπούς» και των εγκριθεισών παρά του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου την 1ην Ιαν. 1971 διαδικασιών εφαρμογής της Συμφωνίας ΝΑΤΟ «περί ανακοινώσεως τεχνικών πληροφοριών δι’ αμυντικούς σκοπούς». Η ανωτέρω Συμφωνία ετέθη εν ισχύϊ την 3 Μαρτ. 1972, ήτοι, συμφώνως τω άρθρ. VIII αυτής, 30 ημέρας από της καταθέσεως του εγγράφου επικυρώσεως, παρά τη Κυβερνήσει των Η.Π.Α. γενομένης την 2 Φεβρ. 1972. (Ανακ. Υπ. Εξωτερικών της 18/26 Φεβρ. 1972, ΦΕΚ Α΄ 31).
178
7. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 20/23 Απρ. 1929 (ΦΕΚ. 156) Περί διακριτικών σημάτων λιμενάρχου και πλοηγών. Άρθρ.1.-Το διακριτικόν σήμα των Προϊσταμένων των Λιμενικών Αρχών είναι το επίσημον περιβαλλόμενον υπό λευκού πλαισίου πλάτους το ήμισυ των κεραιών του Σταυρού. Εις το μέσον του σήματος και επί των δύο όψεων αυτού υπάρχει κυανή άγκυρα της οποίας ο κρίκος και ο αγκών υπερβαίνουσι κατά τι την γραμμήν την ενούσαν τα κυανά τετράγωνα. Η άγκυρα κλείεται εντός κυανού κύκλου αποτέμνοντος τας εσωτερικάς γωνίας των τετραγώνων. Εν μέγεθος ορίζεται του οποίου αι διαστάσεις είναι: Πλάτος κεραίας σταυρού 0,10 μ. Σήματος μήκος 0,75, πλάτος 0,50, πλάτους λευκού πλαισίου 0,05. Άρθρ.2.-Το διακριτικόν σήμα πλοηγικού πλοίου ή λέμβου είναι λευκόν ορθογώνιον, εντός του οποίου υπάρχει το επίσημον εν σχήματι επίσης ορθογωνίου. Η αναλογία του πλάτους του επισήμου προς το μήκος αυτού είναι 2 προς 3. Το πλάτος των κεραιών του σταυρού είναι το 1/5 του πλάτους του επισήμου και το 1/8 του πλάτους του όλου του σήματος. Το λευκόν το πέριξ του επισήμου είναι ισοπλατές κατά το ήμισυ πλατύτερον του πλάτους των κεραιών του σταυρού. Τρία μεγέθη ορίζονται των οποίων αι διαστάσεις είναι: Πλάτος Επισήμου Σήματος Μέγεθος κερ. σταυρ . Πλάτος Μήκος Πλατ. Μηκ. Α 0,14 0,70 1,05 1,00 1,35 Β 0,10 0,50 0,75 0,70 0,95 Γ 0,05 0,25 0,38 0,35 0,48 Εις τον αυτόν Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος.
268
9. ΠΡΟΕΔΡΙΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 983 της 5/15 Δεκ. 1979 (ΦΕΚ α΄ 276) Περί του Κανονισμού Παροχών του συσταθέντος Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως παρά τω Ταμείω Επικουρικής Ασφαλίσεως Προνοίας και Κοινής Διανομής Πωλητών Βενζίνης ΑθηνώνΠειραιώς και Περιχώρων. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις του άρθρ. 6 του Νόμ. 794/78 (ΦΕΚ 116/78 τ. Α΄) «περί συστάσεως Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως παρά τω Ταμείω Προνοίας και Κοινής Διανομής Πωλητών Βενζίνης Αθηνών Πειραιώς και Περιχώρων». 2.Τας διατάξεις των άρθρ. 17 παρ. 2 εδάφ. β΄ περίπτ. αα΄ και 113 παρ. 2 εδάφ. α΄ του υπ’ αριοθ. 544/77 Π. Δ/τος (ΦΕΚ 178/77 τ. Α΄) «περί Οργανισμού του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών», όπως ετροποποιήθησαν υπό του άρθρ. 2 παρ. 1 του Νόμ. 728/77 (ΦΕΚ 316/77 τ. Α΄). 3.Την υπ’ αριθ. Δ3/2087/6.12.77 (ΦΕΚ 1278/77 τ. Β΄)απόφασιν του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών. 4.Την γνώμην του Δ.Σ. του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προνοίας και Κοινής Διανομής Πωλητών Βενζίνης Αθηνών - Πειραιώς και Περιχώρων ληφθείσαν κατά την υπ’ αριθ. 14/18.5.1979 συνεδρίασιν αυτού. 5.Την γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφαλείας την ληφθείσαν κατά την υπ’ αριθ. 21/25.7.1979 συνεδρίασιν αυτού της Κ΄ περιόδου. 6.την υπ’ αριθ. 974/1979 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του επί των Κοινωνικών Υπηρεσιών Υφυπουργού, απεφασίσαμεν: Άρθρ.1.-Αι υπό του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Προνοίας και Κοινής Διανομής Πωλητών Βενζίνης Αθηνών - Πειραιώς και Περιχώρων χορηγούμεναι παροχαί διέπονται υπό των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού Παροχών. Σελ. 1402,02(β) Τεύχος Η43 Σελ. 48 39.Ν.γ.7-9 Ταμείο Επικ.Ασφ.Προν.& Κοινής Διανομής Πωλ.Βενζίνης Αθηνών-Πειρ.& Περιχ. 182 Άρθρ.9.-1.Αι συντάξεις απονέμονται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου κατόπιν αιτήσεως υποβαλλομένης αυτώ παρά των ενδιαφερομένων ή των νομίμων αυτών πληρεξουσίων. Αι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου περί απονομής συντάξεως εκδίδονται προσηκόντως ητιολογημέναι και κοινοποιούνται εν αντιγράφω εις τον ησφαλισμένον ή τον δικαιοδόχον αυτού. 2.Η αίτησις δέον να συνοδεύεται υπό των κάτωθι δικαιολογητικών προσφάτου εκδόσεως, ήτοι: α)Επίσημον αντίγραφον της αποφάσεως του Οργανισμού Κυρίας Ασφαλίσεως περί συνταξιοδοτήσεώς των. β)Πιστοποιητικόν Δήμου ή Κοινότητος περί εγγραφής του αιτούντος ησφαλισμένου εις τα οικεία μητρώα ή δημοτολόγια μετ’ ενδείξεως του έτους γεννήσεώς του. γ)Βεβαίωσιν της οικείας Οικονομικής Εφορίας περί διακοπής ασκήσεως επαγγέλματος του αιτούντος ησφαλισμένου. δ)Πιστοποιητικά νομιμοποιήσεως των αιτούντων την απονομήν αυτοίς συντάξεως ως δικαιοδόχων αποβιώσαντος ησφαλισμένου. 3.Το Δ. Σ. εξετάζον την υποβληθείσαν αίτησιν και διαπιστούν την ύπαρξιν ασφαλιστικής τινος περιπτώσεως, αναγνωριζομένης υπό του παρόντος και εφ’ όσον τα επισυναπτόμενα δικαιολογητικά είναι πλήρη, υποχρεούται όπως εντός 3 μηνών από της υποβολής της αιτήσεως εκδώση την σχετικήν απόφασίν του. 4.Εν περιπτώσει καθ’ ην η υποβολή των δικαιολογητικών πραγματοποιηθή εις χρόνον μεταγενέστερον της ημερομηνίας υποβολής της αιτήσεως, η κατά τα ανωτέρω προθεσμία άρχεται από της υποβολής του τελευταίου δικαιολογητικού. (Αντί για τη σελ. 1402,05) Σελ. 1402,05(α) Τεύχος Ι-21 Σελ. 121 Ταμείο Επικ.Ασφ.Προν.& Κοινής Διανομής Πωλ.Βενζίνης Αθηνών-Πειρ.& Περιχ. 39.Ν.γ.9 188 Άρθρ.10.-1.Το προς απόληψιν συντάξεως δικαίωμα γεννάται άμα τη επελεύσει ασφαλιστικής τινος περιπτώσεως εκ των εν άρθρ. 3 του παρόντος αναφερομένων, ανεξαρτήτως του χρόνου καθ’ ον ήθελε μεταγενεστέρως βεβαιωθή τούτο και εκδοθή η σχετική πράξις του Δ. Σ. του Ταμείου. 2.Η καταβολή όμως της συντάξεως άρχεται από της πρώτης του επομένου μηνός, καθ’ ον έλαβον χώραν τα επενεγκόντα το δικαίωμα γεγονότα. 3.Εν πάση όμως περιπτώσει δεν δύναται αύτη να ανατρέξη εις χρόνον ανώτερον του έτους προ της υποβολής της αιτήσεως περί απονομής συντάξεως. 4.Η σύνταξις καταβάλλεται εν αρχή εκάστου μηνός. Άρθρ.11.-1.Η ηλικία του ησφαλισμένου και των δικαιοδόχων του αποδεικνύεται δια ληξιαρχικής πράξεως γεννήσεως, εν ελλείψει δε τοιαύτης εκ του μητρώου αρρένων ή του Δημοτολογίου. Μόνον εν ελλείψει πάντων των ανωτέρω επιτρέπεται ο δια δικαστικής αποφάσεως καθορισμός της ηλικίας μετά προηγουμένην ανακοίνωσιν της δίκης εις το Ταμείον. 2.Εφ’ όσον δεν προσκομίζεται ληξιαρχική πράξις εξ υπαρχής συντεταγμένη, ως ημέρα γεννήσεως λογίζεται η πρώτη Ιουλίου του έτους της γεννήσεως. Άρθρ.12.-1.Οι κατά την ισχύν του παρόντος ησφαλισμένοι παρά τω Ταμείω κατά τας διατάξεις του Νόμ. 794/78 δικαιούνται εις αναγνώρισιν δι’ εξαγοράς εν όλω ή εν μέρει της μη συμπιπτούσης προς χρόνον ασφαλίσεως προϋπηρεσίας των υφ’ οιανδήποτε ιδιότητα ή επάγγελμα, εφ’ όσον δια την απασχόλησιν ταύτην έχουν ασφαλισθή εις το Ταμείον κυρίας ασφαλίσεως. Η ούτως εξαγοραζομένη προϋπηρεσία, ήτις δεν δύναται να υπερβαίνη τα 5 έτη, εξομοιούται προς χρόνον ασφαλίσεως παρά τω Ταμείω και συνυπολογίζεται, τόσον δια την δημιουργίαν του δικαιώματος της συντάξεως, όσον και δια τον καθορισμόν του ποσού ταύτης, υπό την προϋπόθεσιν ότι δεν έχει αναγνωρισθή ως συντάξιμος υπό ετέρου φορέως επικουρικής ασφαλίσεως. 2.Η εν τη προηγουμένη παρ. 1 αναγνώρισις και εξαγορά προϋπηρεσίας αποτελεί δικαίωμα του ησφαλισμένου, το οποίον ούτος δύναται να ασκήση εντός 3 ετών από της ισχύος του παρόντος. 3.Το προς εξαγοράν του χρόνου υπηρεσίας ποσόν κανονίζεται επί τη αιτήσει του ενδιαφερομένου δι’ αποφάσεως του Δ. Σ. του Ταμείου και ορίζεται δι’ έκαστον μήνα εις ποσοστόν 50% του μέσου όρου των βάσει του άρθρ. 2 παρ. α΄ του Α. Ν. 1606/39 μηνιαίων εισπράξεων του Ταμείου κατά το προηγούμενον της υποβολής της αιτήσεως δωδεκάμηνον, του ποσού των εισπράξεων τούτων Σελ. 1402,06(α) Τεύχος Ι-21 Σελ. 122 διαιρουμένου δια του κατά τον τελευταίον μήνα αριθμού των μετόχων του Ταμείου, καταβάλλεται δε, άνευ προσαυξήσεως μεν εντός έτους από της περί αναγνωρίσεως αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, μετά προσαυξήσεως δε 5% ετησίως από της λήξεως της προθεσμίας ταύτης και εις χρόνον ουχί μείζονα της τριετίας από της αναγνωρίσεως. 4.Κατά παρέκκλισιν των εν άρθρ. 3 του παρόντος περιοριστικώς αναφερομένων ασφαλιστικών περιπτώσεων ησφαλισμένοι του Ταμείου κατά την έννοιαν των διατάξεων του Νόμ. 794/4978, κεκτημένοι κατά την έναρξιν της ισχύος αυτού 15 ετών ασφαλιστέαν εν τω Ταμείω εργασίαν και έχοντες συμπληρώσει ή συμπληρούντες το 65ον έτος της ηλικίας των προκειμένου περί αρρένων ή το 60όν προκειμένου περί θηλέων δικαιούνται συντάξεως, εφ’ όσον απενεμήθη εις αυτούς σύνταξις παρά του Ταμείου Κυρίας Ασφαλίσεως, εις ην υπάγονται, και έχουν συμπληρώσει 3ετή πραγματικήν ασφάλισιν εις τον Κλάδον υπό τον όρον εξαγοράς του υπολειπομένου χρόνου της εν άρθρ. 3 παρ. 1 του παρόντος οριζομένης ως πραγματικής εν τω Κλάδω ασφαλιστέας εργασίας. Το προς εξαγοράν του χρόνου της εν τω Κλάδω ασφαλιστέας υπηρεσίας ποσόν κανονίζεται επί τη αιτήσει του ενδιαφερομένου, υποβαλλομένη εντός της ως άνω τριετίας, δι’ αποφάσεως του Δ. Σ. του Ταμείου εις ποσοστόν 25% του μέσου μηνιαίου μερίσματος του προηγουμένου της υποβολής της αιτήσεως ημερολογιακού έτους δι’ έκαστον μήνα εξαγοραστέας ως πραγματικής εν τω Κλάδω εργασίας, και καταβάλλεται κατά τα εν τη προηγουμένη παρ. 3 οριζόμενα. «5α.Ασφαλισμένοι του Ταμείου που έχουν πραγματοποιήσει κατά την έναρξη της ισχύος του Νόμ. 794/78 20 έτη ασφαλιστέα στο ταμείο εργασία ως μέτοχοι αυτού κατά την έννοια των διατάξεων του Α.Ν. 1606/39 έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους προκειμένου για άρρενες ή το 60ο προκειμένου για θήλεις, έχουν διακόψει οριστικά την άσκηση του επαγγέλματός τους για οποιονδήποτε λόγο και έχουν χάσει την ιδιότητα του μετόχου οποτεδήποτε μετά τη δημοσίευση του Νόμ. 794/78 δικαιούνται σύνταξης από τον Κλάδο εφόσον απονεμήθηκε σ’ αυτούς σύνταξη από το ταμείο Κύριας Ασφάλισης ανεξάρτητα από το χρόνο πραγματικής ασφάλισης στον Κλάδο με την προϋπόθεση της εξαγοράς του υπολειπόμενου χρόνου μέχρι τη συμπλήρωση των κατά το άρθρ. 3 του παρόντος Δ/τος 5 ετών ασφαλίσεως στον Κλάδο. 39.Ν.γ.9 Ταμείο Επικ.Ασφ.Προν.& Κοινής Διανομής Πωλ.Βενζίνης Αθηνών-Πειρ.& Περιχ. 189 β)Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου πριν από τη συνταξιοδότησή του με τις παραπάνω προϋποθέσεις έχουν δικαίωμα συνταξιοδότησης οι δικαιοδόχοι αυτού σύμφωνα με τις διακρίσεις του άρθρ. 4 του Π. Δ. 983/79 με την προϋπόθεση της εξαγοράς του υπολειπόμενου χρόνου μέχρι τη συμπλήρωση 5 ετών πραγματικής ασφάλισης στον κλάδο. γ)Το ποσό της εξαγοράς του χρόνου που απομένει μέχρι την συμπλήρωση πέντε ετών στην ασφάλιση του κλάδου ορίζεται με απόφαση του ΔΣ του Ταμείου σε ποσοστό 50% του μέσου μηνιαίου μερίσματος του προηγούμενου ημερολογιακού έτους από την υποβολή της αίτησης για κάθε μήνα εξαγοραζόμενης στον Κλάδο εργασίας, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου που υποβάλλεται μέσα σε ένα χρόνο από τη δημοσίευση του Δ/τος αυτού. Το ποσό της εξαγοράς καταβάλλεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρ. 12 του Π.Δ. 983/79». Η παρ. 5, όπως ίσχυε, αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 1 Π.Δ. 160/17-24 Μαΐου 1983 (ΦΕΚ Α΄ 64). «δ)Ο υπολογισμός της μηνιαίας σύνταξης των περιπτώσεων των εδαφ. α΄ και β΄ , διενεργείται με βάση το συνολικό ποσό των πόρων του κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης έτους 1982 όπως ορίζονται από το άρθρ. 4, εδάφ. α΄ του Νόμ. 794/78 και τον αριθμό των ασφαλισμένων του Ταμείου κατά την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρ. 7 του Π. Δ/τος αυτού». «ε)Οι συντάξεις που καταβάλλονται από το Ταμείο, αναπροσαρμόζονται βάσει του συνολικού ποσού των πόρων του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης έτους 1982 όπως ορίζονται από το άρθρ. 4, εδάφ. α΄ του Νόμ. 794/78 και τον αριθμό των ασφαλισμένων του Ταμείου κατά την 31ην Δεκεμβρίου του ίδιου έτους». Οι περιπτ. δ΄ και ε΄ προστέθηκαν από το άρθρ. 1 Π. Δ. 594/20-31 Δεκ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 215). «6.Ησφαλισμένοι του Ταμείου συνταξιοδοτηθέντες ή συνταξιοδοτούμενοι εκ του Ταμείου Κυρίας Ασφαλίσεως λόγω κοινής νόσου ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας δικαιούνται συντάξεως εκ του Κλάδου εφ’ όσον εκέκτηντο κατά την έναρξιν ισχύος του Νόμ. 794/78 5ετή ασφαλιστέα εργασία εις το Ταμείο και έχουν συμπληρώσει 2ετή πραγματική ασφάλισιν εις τον Κλάδον». «7.Κατά τον υπολογισμό του συνολικού συνταξίμου χρόνου ασφαλιστέας εν τω Ταμείω εργασίας κλάσμα του έτους έξ τουλάχιστον μηνών λογίζεται ως πλήρες έτος, κλάσμα δε μικρότερο των έξ μηνών δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν». Οι παρ. 5, 6 και 7 προστέθηκαν από το άρθρ. 2 Π.Δ. 1059/14-20 Νοεμ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 267). 10. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. 210/οικ. 2211 της 5 Σεπτ. /1 Οκτ. 1986 (ΦΕΚ Β΄ 656) Αναπροσαρμογή των παρεχόμενων συντάξεων του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Πρόνοιας και Κοινής Διανομής Πωλητών Βενζίνης Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων. 1.Οι παρεχόμενες από το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Πρόνοιας και Κοινής Διανομής Πωλητών Βενζίνης Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων συντάξεις, αυξάνονται κατά ποσοστό 12%. 2.Κατώτατο όριο της χορηγούμενης σύνταξης ορίζεται: Για τους άμεσους ασφαλισμένους το ποσό των 10.000 δρχ. και για τους δικαιούχους το ποσό των 6.000 δρχ. 3.Η ισχύς της απόφασης αυτής, αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Άρθρ.2.-Χρόνος επελεύσεως του ασφαλιστικού κινδύνου δια τας περιπτώσεις γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, είναι ο χρόνος, καθ’ ον πληρούνται άπασαι αι προϋποθέσεις δια την κτήσιν δικαιώματος συντάξεως κατά τας διατάξεις του παρόντος. Άρθρ.3.-1.δικαιούται συντάξεως εκ του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως του Ταμείου ο ησφαλισμένος ο δι’ οιανδήποτε αιτίαν διακόπτων την άσκησιν της ασφαλιστέας παρά τω Κλάδω τούτω εργασίας, εφ’ όσον έχει συμπληρώσει δέκα πέντε τουλάχιστον ετών ασφαλιστέαν εν τω Ταμείω εργασίαν, εξ ων τουλάχιστον 5 έτη πραγματικής εν τω Κλάδω ασφαλίσεως από της ενάρξεως της ισχύος του Νόμ. 794/78 και απενεμήθη εις αυτόν σύνταξις παρά του Ταμείου της Κυρίας Ασφαλίσεως, εις ην υπάγεται, συντρέχει δε μία των κάτωθι περιπτώσεων: α)Συμπλήρωσις του 65ου έτους της ηλικίας προκειμένου περί άρρενος και του 60ού προκειμένου περί θήλεος και δι’ οιονδήποτε λόγον απώλεια της ιδιότητος του ησφαλισμένου. β)Η εις οιανδήποτε ηλικίαν διαρκούσης της ασφαλίσεως επέλευσις αναπηρίας λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος και η συνεπεία ταύτης διακοπή της ασκήσεως της παρά τω Ταμείω ασφαλιστέας εργασίας. «γ.Συμπλήρωση του προβλεπόμενου ορίου ηλικίας για συνταξιοδότηση λόγω γήρατος από το φορέα της κυρίας ασφάλισης ή απονομή από αυτόν, σύνταξης στον ασφαλισμένο λόγω τριακονταπενταετίας». Η περίπτ. γ΄ προστέθηκε από το Π.Δ. 501/1014 Νοεμ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 177). 2.Εάν η αναπηρία οφείλεται εις ατύχημα εκ βιαίου συμβάντος, δεν απαιτείται η πλήρωσις των εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου χρονικών προϋποθέσεων. 183 3.Ως σωματική ή πνευματική ανικανότης παρέχουσα δικαίωμα εις σύνταξιν λόγω αναπηρίας, κατά την έννοιαν του εδαφ. β΄ παρ. 1, νοείται εκείνη ένεκεν της οποίας ούτος αδυνατεί να ασκήση εφεξής οιασδήποτε φύσεως εργασίαν, διαπιστούται δε εκ της αποφάσεως δι’ ης απενεμήθη αυτώ σύνταξις παρά του οικείου Οργανισμού Κυρίας Ασφαλίσεως. 4.Εν περιπτώσει θανάτου ησφαλισμένου, εφ’ όσον κατά τον χρόνον του θανάτου του είχε συμπληρώσει ούτος τουλάχιστον δέκα πέντε ετών εν τω Ταμείω ασφαλιστέαν εργασίαν, εξ ων τουλάχιστον δύο έτη και έξ μήνας πραγματικήν εν τω Κλάδω Επικουρικής Ασφαλίσεως τοιαύτην, από της ενάρξεως της ισχύος του Νόμ. 794/78, οι δικαιοδόχοι τούτου δύναντια να δικαιωθώσι συντάξεως υπό τον όρον της εξαγοράς του υπολειπομένου χρόνου μέχρι συμπληρώσεως της πενταετούς πραγματικής της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ασφαλίσεως. Το ποσόν της εξαγοράς ορίζεται δι’ έκαστον μήνα εξαγοραστέας, κατά τα ανωτέρω, εργασίας εις ποσοστόν 50% της υπό του αποβιώσαντος ησφαλισμένου κατά το τελευταίον προ του θανάτου του δωδεκάμηνον, καταβληθείσης εις το Ταμείον μέσης μηνιαίας προμηθείας του (εισφοράς ) του άρθρ. 2 παρ. α΄ του Α.Ν. 1606/39. 5.Το ποσόν της εξαγοράς δέον να εξοφληθή δια μηνιαίων δόσεων εντόκως προς 5% ετησίως εντός πενταετίας το βραδύτερον από της εκδόσεως της σχετικής αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Άρθρ.4.-1.Εν περιπτώσει θανάτου ησφαλισμένου υπό τας προϋποθέσεις και διακρίσεις του προηγουμένου άρθρου ή εν περιπτώσει θανάτου συνταξιούχου δικαιούνται συντάξεως οι κάτωθι: α)Η χήρα σύζυγος ή ο χήρος σύζυγος, εφ’ όσον η συντήρησίς του εβάρυνε την θανούσαν και είναι άπορος και ανάπηρος ή συνεπλήρωσεν το 65ον έτος της ηλικίας του. Το δικαίωμα της συντάξεως ταύτης γεννάται δια τον σύζυγον ή την σύζυγον μόνον, εφ’ όσον ο γάμος ετελέσθη έν τουλάχιστον έτος προ της εκ της ασφαλίσεως εξόδου του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, εκτός εάν ο θάνατος επήλθε εκ βιαίου συμβάντος. β)Τα άγαμα τέκνα, γνήσια, νομιμοποιηθέντα, αναγνωρισθέντα και υιοθετηθέντα, επί ησφαλισμένης δε ή συνταξιούχου τα εξώγαμα τέκνα αυτής μέχρι του 18ου έτους της ηλικίας των ή του 24ου εφ’ όσον συνεχίζουν τας σπουδάς των εις Ανωτάτας ή Ανωτέρας Σχολάς καθώς και εις Σχολάς Γενικής ή Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως. Τα ως άνω όρια ηλικίας δεν ισχύουν προκειμένου περί ανικάνων προς πάσαν εργασίαν τέκνων. γ)Εις την σύνταξιν της χήρας συζύγου και των τέκνων συμμετέχει και η χήρα μήτηρ, εφ’ όσον είναι αποδεδειγμένως άπορος και δεν έχει έτερον μέσον συντηρήσεως, συνετηρείτο δε μέχρι του θανάτου του ησφαλισμένου υπ’ αυτού. Το κατά τα ανωτέρω δικαίωμα της μητρός παραμένει και αν εκλείψουν άπαντες οι λοιποί δικαιοδόχοι. δ)Ελλείψει χήρας ή χήρου συζύγου, τέκνων και χήρας μητρός ο χήρος πατήρ εφ’ όσον κατά την ημέραν του θανάτου του ησφαλισμένου έχει συμπληρώσει το 65ον έτος της ηλικίας του, άλλως από της συμπληρώσεως του 65ου έτους της ηλικίας του, ή ανεξαρτήτως ηλικίας εάν είναι αποδεδειγμένως άπορος ή ανίκανος δια την άσκησιν οιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος. ε)Ελλείψει χήρας ή χήρου συζύγου, τέκνων και χήρας μητρός ή χήρου πατρός, αι άποροι και ανίκανοι προς πάσαν εργασίαν άγαμοι αδελφαί του θανόντος. 2.Η ύπαρξις της απορίας κρίνεται βάσει αποφάσεως του οικείου Νομάρχου εκδιδομένης συμφώνως τω άρθρ. 2 του Ν.Δ. 57/1973. 3.Αι χορηγούμεναι συντάξεις εις τους δικαιούχους κατανέμονται ως εξής: α)Η χήρα σύζυγος ή ο σύζυγος δικαιούται συντάξεως ίσης προς τα 6/10 της συντάξεως, ης θα εδικαιούτο ή ελάμβανεν ο αποβιώσας σύζυγος. β)Εφ’ όσον συντρέχουσι και τέκνα δικαιούμενα συντάξεως προστίθεται εις την ανωτέρω σύνταξιν 1/10 δι’ έκαστον τέκνον και μέχρι συμπληρώσεως ολοκλήρου της συντάξεως. Η σύνταξις επιμερίζεται κατά 1/2 εις την χήραν και το έτερον 1/2 εις τα τέκνα κατ’ ίσας μερίδας μεταξύ των. γ)Ορφανόν αμφοτέρων των γονέων ή ενός των γονέων αμφοτέρων ησφαλισμένων, δικαιούμενον συντάξεως, λαμβάνει σύνταξιν ίσην προς τα 6/10 της συντάξεως, ης εδικαιούτο λαμβάνειν ο ησφαλισμένος. Εφ’ όσον συντρέχουσι και άλλα ορφανά δικαιούμενα συντάξεως προστίθεται εις την ανωτέρω σύνταξιν 1/10 δι’ έκαστον τούτων. Η σύνταξις επιμερίζεται μεταξύ των ορφανών κατ’ ίσας μερίδας. δ)Εφ’ όσον συντρέχει και χήρα μήτηρ του ησφαλισμένου προστίθεται εις τας άνω συντάξεις και 1/10 εισέτι. Η σύνταξις επιμερίζεται κατά τα 2/10 εις την χήραν μητέρα του ησφαλισμένου, το δε υπόλοιπον εις ίσας μερίδας εφ’ όσον συντρέχουν πλείονα του ενός ορφανά. ε)Ο πατήρ δικαιούται συντάξεως ίσης προς τα 4/10 συντάξεως, ης θα εδικαιούτο ή θα ελάμβανε ο αποβιώσας ησφαλισμένος υιός του. στ)Η άγαμος αδελφή λαμβάνει σύνταξιν ίσην προς τα 4/10 της συντάξεως, ης εδικαιούτο ή ελάμβανε ο ησφαλισμένος. Εφ’ όσον συντρέχουσιν και άλλαι άγαμοι αδελφαί δικαιούμεναι συντάξεως προστίθεται εις την ανωτέρω σύνταξιν 1/10 δι’ εκάστην τούτων. Η σύνταξις επιμερίζεται μεταξύ των αδελφών κατ’ ίσας μερίδας. ζ)Η χήρα μήτηρ δικαιούται συντάξεως ίσης προς τα 5/10 της συντάξεως, ης θα εδικαιούτο ή ελάμβανεν ο αποβιώσας ησφαλισμένος υιός της. 4.Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω προσώπων δικαιούται συντάξεως, ως δικαιοδόχος ησφαλισμένου, εφ’ όσον κατά τον χρόνον της επελεύσεως της ασφαλιστικής περιπτώσεως τυγχάνει αμέσως σφαλισμένον εις τον δια του παρόντος συνιστώμενον Κλάδον Επικουρικής Ασφαλίσεως. Αντί για τη σελ. 1402,03) Σελ. 1402,03(α) Τεύχος 1089 Σελ. 93 Ταμείο Επικ.Ασφ.Προν.& Κοινής Διανομής Πωλ.Βενζίνης Αθηνών-Πειρ.& Περιχ. 39.Ν.γ.9 184 Η ιδιότητς του ησφαλισμένου παρά τω δια του παρόντος συνιστωμένω Κλάδω Επικουρικής Ασφαλίσεως είναι ασυμβίβαστος προς την ιδιότητα του συνταξιούχου του Κλάδου τούτου μη παρέχουσα δικαίωμα εις σύνταξιν, κτωμένη δε καθ’ οιονδήποτε τρόπον μετά την επέλευσιν της ασφαλιστικής περιπτώσεως, επάγεται αυτοδικαίως την απώλειαν του εις σύνταξιν δικαιώματος ως και την οριστικήν διακοπήν της τυχόν απονεμηθείσης εν τω μεταξύ συντάξεως. 5.Εν ουδεμιά περιπτώσει το σύνολον της συντάξεως των δικαιιοδόχων δύναται να υπερβή την σύνταξιν, ην εδικαιούτο λαμβάνειν ο ησφαλισμένος ή ελάμβανεν ο συνταξιούχος. Άρθρ.5.-Μέτοχοι ησφαλισμένοι, πλείονες του ενός εκμεταλλευόμενοι από κοινού επιχείρησιν πρατηρίου πωλήσεως βενζίνης ή σταθμού αυτοκινήτων μετά βενζιναντλίας ή πετρελαιαντλίας δυνάμει αποφάσεως του Υπουργείου Συγκοινωνιών ή της αρμοδίας Νομαρχίας εκδιδομένης και ισχυούσης επ’ ονόματί των δικαιούνται άπαντες ομού μιας συντάξεως κατανεμομένης μεταξύ των κατά κεφαλάς, ανεξαρτήτως αντιθέτου προς την παρούσαν διάταξιν μεταξύ των συμφωνίας άλλως καθοριζούσης την συμμετοχήν των εις την εκμετάλλευσιν της από κοινού κατά τα ανωτέρω αδείας. Εν περιπτώσει επελεύσεως ασφαλιστικής τινος περιπτώσεως εν τω προσώπω ενός των ως άνω κοινωνών του αυτού δικαιώματος ησφαλισμένων μετόχων, το εις σύνταξιν δικαίωμα τούτο γεννάται υπέρ αυτού κατά την ως άνω αναλογίαν (κεφαλική μερίδα) υπό τους όρους και τας προϋποθέσεις του άρθρ. 4 του παρόντος. Το αυτό θα συμβή και δι’ ένα έκαστον των λοιπών άμα τη επελεύσει και δι’ αυτούς ασφαλιστικής τινος περιπτώσεως. Εν προκειμένω το ποσόν της συντάξεως, ης δικαιούται έκαστος των κοινωνών, ορίζεται δι’ εκάστην περίπτωσιν εις το πηλίκον της διαιρέσεως του ποσού της κατά το άρθρ. 7 του παρόντος συντάξεως δια του αριθμού των κοινωνών κατά τον χρόνον εξόδου εκ της παρά τω Κλάδω ασφαλίσεως. 2.Μέτοχος ησφαλισμένος, εκμεταλλευόμενος επ’ ονόματί του δυνάμει αποφάσεων του Υπουργείου Συγκοινωνιών ή της αρμοδίας Νομαρχίας πλείονα του ενός πρατήρια βενζίνης ή σταθμούς αυτοκινήτων μετά βενζιναντλίας, πετρελαιαντλίας ή και αμφοτέρων δικαιούται μιας μόνον συντάξεως. «3.α)Ασφαλισμένοι μέτοχοι, περισσότεροι από ένας, εκμεταλλευόμενοι ύστερα από άδεια λειτουργίας που έχει εκδοθεί νόμιμα στο ονομά τους, είτε σαν άτομα, είτε σαν μέλη οποιασδήποτε εταιρικής μορφής (ΕΠΕ, Ομόρυθμης Εταιρείας, Α.Ε. κ.α.), πρατήριο ή σταθμό αυτοκινήτων με αντλίες υγρών καυσίμων, δικαιούνται μία ολόκληρη σύνταξη ο καθένας, εφόσον οι ετήσιες εισφορές που καταβάλλει στο Ταμείο η επιχείρηση του πρατηρίου τους ή του Σταθμού Αυτοκινήτου τους είναι αναλογικά πολλαπλάσιες του αριθμού των ασφαλισμένων εκμεταλλευτών που περιλαμβάνονται στην άδεια λειτουργίας. Σελ. 1402,04(α) Τεύχος 1089 Σελ. 94 Η ετήσια αυτή εισφορά είναι ίση με το ποσό που προκύπτει κάθε χρόνο από την διαίρεση των ετήσιων πόρων του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως, όπως ορίζονται από το άρθρ. 4 εδάφ. α΄ του Νόμ. 794/1978 (Α΄ 116) με το συνολικό αριθμό των κατά την 31 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους ασφαλισμένων μετόχων του Ταμείου. β)Ασφαλισμένοι μέτοχοι, της παραπάνω κατηγορίας, στην περίπτωση που η εισφορά τους σε ορισμένο οικονομικό έτος είναι μικρότερη της μέσης ετήσιας εισφοράς, όπως αυτή υπολογίζεται σύμφωνα με τη διάταξη της προηγούμενης περίπτωσης και επιθυμούν να δικαιωθούν μια ολόκληρη σύνταξη υποχρεούνται στην καταβολή συμπληρωματικής εισφοράς μέχρι του ποσού της μέσης ετήσιας εισφοράς μετά τη λήξη του οικονομικού αυτού έτους και μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία έξι (6) μηνών από την έναρξη του επόμενου οικονομικού έτους, άλλως οι απαιτήσεις του Ταμείου κατά των υπόχρεων εισπράττονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρ. 6 του Α.Ν. 1606/ (Α΄ 50) 39.Ν.γ.9 Ταμείο Επικ.Ασφ.Προν.& Κοινής Διανομής Πωλ.Βενζίνης Αθηνών-Πειρ.& Περιχ. 185 γ)Σε περίπτωση που για ένα ή περισσότερα χρόνια από την ισχύ του Νόμ. 794/1978 (Α΄ 116) και μέχρι την δημοσίευση του παρόντος η εισφορά που καταβλήθηκε στο Ταμείο από την κοινή επιχείρηση πρατηρίου ή σταθμού αυτοκινήτων των παραπάνω ασφαλισμένων είναι μικρότερη της μέσης ετήσιας εισφοράς όπως αυτή υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτ. α΄ τότε οι ενδιαφέρομενοι υποχρεούνται να συμπληρώσουν την εισφορά που έχουν καταβάλλει μέχρι του ποσού της μέσης ετήσιας εισφοράς, για να δικαιωθούν μία ολόκληρη σύνταξη. Το ποσό της διαφοράς μεταξύ της ετήσιας εισφοράς που καταβλήθηκε και της μέσης ετήσιας εισφοράς θα καταβάλλεται από τους υπόχρεους ασφαλισμένους είτε εφάπαξ, αν είναι κατώτερο των 30.000 δρχ. είτε σε ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, που θα καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου και οι οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις 36 ύστερα από σχετική αίτηση των ενδιαφερομένων, που πρέπει να υποβληθεί μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος. Σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου πριν την ολοσχερή εξόφληση του ποσού της εξαγοράς το υπολοιπόμενο ποσό που προκύπτει από τον παραπάνω υπολογισμό θα πρέπει να εξοφληθεί εφάπαξ μέσα σε 2 μήνες από την διακοπή της ασφαλιστικής σχέσης άλλως η καταβολή της σύνταξης αρχίζει από την 1η του επόμενου μήνα της εξόφλησης της οφειλής. δ)Οι ασφαλισμένοι μέτοχοι που θα υπαχθούν στις παραπάνω διατάξεις υπάγονται υποχρεωτικά και για τα εφεξής χρόνια. ε)Οι διατάξεις της περίπτ. α΄ και του πρώτου εδαφίου της περίπτ. γ΄ της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για τους ήδη συνταξιούχους του Ταμείου. Η συμπληρωματική εισφορά που θα πρέπει να καταβληθεί από τους ως άνω συνταξιούχους για την αναγνώριση του προγενέστερου χρόνου θα υπολογιστεί με τη μέση ετήσια εισφορά του οικονομικού έτους 1988. Το ποσό της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ της ετήσιας εισφοράς που καταβλήθηκε και της μέσης ετήσιας εισφοράς που αντιστοιχεί στο έτος 1988 θα καταβληθεί εφάπαξ από τους ενδιαφερόμενους, άλλως δεν θα δικαιωθούν βοηθήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται ανάλογα και για τους δικαιούχου αυτών, σε περίπτωση θανάτου του άμεσα συνταξιούχου». Η παρ. 3 προστέθηκε από το άρθρο μόνο Π.Δ. 400/14-16 Ιουν. 1989 (ΦΕΚ Α΄ 173). Άρθρ.6.-1.Δικαιούται εις ανάληψιν των εισφορών του χρόνου πραγματικής εν τω Κλάδω ασφαλίσεως, ο εξερχόμενος της ασφαλίσεως και μη δικαιούμενος συντάξεως ησφαλισμένος οι δε δικαιοδόχοι αυτού κατά τα εν τοις προηγουμένοις άρθροις ποσοστά και μερίδας εν περιπτώσει θανάτου του ησφαλισμένου: α)Ο εξερχόμενος της ασφαλίσεως λόγω ανακλήσεως της αδείας λειτουργίας του πρατηρίου ή του σταθμού του αυτοκινήτου μετά βενζιναντλίας ή πετρελαιαντλίας ή και αμφοτέρων ή λόγω διακοπής της λειτουργίας αυτού μη οφειλομένης εις την βούλησιν ή υπαιτιότητα αυτού, συνεπεία της οποίας απώλεσεν την ιδιότητα του μετόχου του Ταμείου. β)Ο καθιστάμενος ανάπηρος ησφαλισμένος συνεπεία ασθενείας ή βιαίου συμβάντος συνεπαγομένου διαρκή ανικανότητα προς πάσαν οιασδήποτε φύσεως εργασίαν. 2.Ως επιστρεπτέα και αναληπτέα κατά την προηγουμένην παράγραφον του παρόντος άρθρου εισφορά ορίζεται το 50% επί του συνόλου της υφ’ ενός εκάστου τούτων καταβληθείσης εις το Ταμείον κατά το άρθρ. 2 παρ. α΄ του Α.Ν. 1606/1939 προμηθείας (εισφοράς) κατά τον χρόνον της πραγματικής εν τω Κλάδω ασφαλίσεώς του και μέχρι της ημέρας της εξόδου του εκ της ασφαλίσεως άνευ δικαιώματος απολήψεως συντάξεως. Το ποσόν της επιστρεπτέας κατά τ’ ανωτέρω εισφοράς εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να υπερβαίνη το σύνολο του καταβληθέντος κατά την αυτήν χρονικήν περίοδον μερίσματος εις τον εξελθόντα της ασφαλίσεως του Κλάδου μέτοχον του Ταμείου. 3.Το ως άνω επιστρεπτέον ποσόν δύναται να καταβάλλεται εις τον δικαιούχον κατόπιν αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου και κατά την κρίσιν αυτού, είτε εφ’ άπαξ είτε εις δόσεις, αναλόγως της οικονομικής και ταμειακής ευχερείας του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως. Εν ουδεμιά όμως περιπτώσει δύναται να καταβληθή τούτο εις χρόνον μείζονα των δύο ετών. (Μετά τη σελ. 1402,04(α) Σελ. 1402,041 Τεύχος 1089 Σελ. 95 Ταμείο Επικ.Ασφ.Προν.& Κοινής Διανομής Πωλ.Βενζίνης Αθηνών-Πειρ.& Περιχ. 39.Ν.γ.9 186 39.Ν.γ.9 Ταμείο Επικ.Ασφ.Προν.& Κοινής Διανομής Πωλ.Βενζίνης Αθηνών-Πειρ.& Περιχ. 187 4.Οι κατά το εδάφ. α΄ της παρ. Ι του παρόντος άρθρου ησφαλισμένοι, εφ’ όσον έχουν 10ετή ασφαλιστέαν εργασίαν εις το Ταμείον, εξ ης 5ετή τουλάχιστον πραγματικήν ασφάλισιν εις το Κλάδον δύνανται να συνεχίσουν προαιρετικώς την ασφάλισιν των εις τον Κλάδον κατόπιν υποβολής σχετικής αιτήσεως, καταβάλλοντες καθ’ έκαστον μήνα εισφοράν ίση προς το 50% του πηλίκου της διαιρέσεως των, κατά τον αντίστοιχον μήνα, εσόδων του Κλάδου δια του άριθμού των μετόχων αυτού. «5.Υπό τους όρους και περιορισμούς της παρ. 2 του παρόντος δικαιούνται επιστροφής εισφορών, αφ’ ης ίσχυσεν ο Νόμ. 794/1978 και δεν υπάγονται στην ασφάλιση του δια του Νόμου αυτού συσταθέντος Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως, αι επιχειρήσεις εκμεταλλεύσεως πρατηρίων υγρών καυσίμων ή σταθμών αυτοκινήτων μετ’ αντλιών παροχής υγρών καυσίμων αίτινες τυγχάνουν μέτοχοι του Ταμείου υπό την έννοιαν του άρθρ. 3 του Α.Ν. 1606/1939». Η παρ. 5 προστέθηκε από το άθρρ. Ι Π.Δ. 1059/14-20 Νοεμ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 267). Άρθρ.7.-1.Το ποσόν της μηνιαίας συντάξεως λόγω αναπηρίας και γήρατος υπολογίζεται επί τη βάσει των υπό του άρθρ. 4 εδάφ. α΄ του Νόμ. 794/1978 οριζομένων πόρων του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως κατά το προηγούμενον της εξόδου του ησφαλισμένου ημερολογιακόν έτος και αποτελεί το γινόμενον του κατά τ’ ανωτέρω ποσού των ετησίων πόρων του Κλάδου, διηρημένου δια του συνολικού αριθμού των κατά την 31 Δεκεμβρίου του προηγουμένου τούτου ημερολογιακού έτους ησφαλισμένων επί τον αριθμόν των συνταξίμων ετών του εξερχομένου ησφαλισμένου επί τον σταθερόν συντελεστήν 7‰ 2.Το ποσόν της μηνιαίας συντάξεως λόγω αναπηρίας εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να είναι κατώτερον της συντάξεως, ης θα εδικαιούτο ο ησφαλισμένος εξερχόμενος λόγω γήρατος με δεκαπενταετή συντάξιμον υπηρεσίαν. «3.Στους συνταξιούχους του Ταμείου καταβάλλονται, πέραν της χορηγούμενης σ’ αυτούς μηνιαίας σύνταξης, χρηματικά επιδόματα που είναι ίσα με το ποσό μιας μηνιαίας σύνταξης ως δώρο εορτών Χριστουγέννων-Νέου Έτους και με το ποσό μισής σύνταξης, ως δώρο Πάσχα και επίδομα θερινών διακοπών. Το ποσό του επιδόματος των θερινών διακοπών καταβάλλεται μαζί με το ποσό της σύνταξης του μηνός Ιουλίου κάθε έτους και μόνο στους δικαιούμενους σύνταξης κατά τον μήνα αυτό». Η παρ. 3 προστέθηκε από το άρθρο μόνο Π.Δ. 121/15-20 Μαΐου 1987 (ΦΕΚ α΄ 68). Άρθρ.8.-1.Εκπίπτει του δικαιώματος προς απόληψιν συντάξεως ο καθιστάμενος ανάπηρος εκ προθέσεως ή ο καταδικασθείς δι’ αμετακλήτου δικαστικής αποφάσεως επί κακουργήματι ή πλημμελήματι συνεπαγομένω τας υπό των άρθρ. 59, 60 και 61 του Ποινικού Νόμου προβλεπομένας παρεπομένας ποινάς. Εάν όμως υπάρχωσι μέλη οικογενείας εκ των εν άρθρ. 4 αναφερομένων, ταύτα δικαιούνται της συντάξεως, ης θα εδικαιούτο εις περίπτωσιν θανάτου του εξ ου έλκουσι το δικαίωμα ησφαλισμένου. 2.Εκπίπτουν του δικαιώματος εις σύνταξιν τα κατά το άρθρ. 4 του παρόντος, μέλη οικογενείας εάν κατεδικάσθησαν δι’ αμετακλήτου αποφάσεως του Ποινικού Δικαστηρίου δια πράξιν, ης συνέπεια υπήρξεν ο θάνατος του ησφαλισμένου ή του συνταξιούχου, εξ ου έλκουσι το δικαίωμα. Ειδικώς ως προς την χήραν σύζυγον ή μητέρα, αύτη εκπίπτει του δικαιώματος εις σύνταξιν, εάν εκπέση της επιτροπείας των τέκνων της δι’ αισχράν διαγωγήν.
331
94. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ.33780 της 22 Δεκ. 1979/1 Ιαν. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 211) Περί επεκτάσεως της ασφαλίσεως ανεργίας στα πρόσωπα που απασχολούνται ή θα απασχοληθούν σε επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Κοινότητα Μουλκίου του Νομού Κορινθίας. 95. ΑΠΟΦΑΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΎ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΙΚΑ Αριθ.93161/Φ.Υ.α.α. της 26 Ιουν/11 Ιουλ. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 641) Περί επεκτάσεως της ασφαλίσεως του ΙΚΑ στις επαγγελματικές κατηγορίες μισθωτών, που απασχολούνται ή θα απασχοληθούν σε επιχειρήσεις κοπής μαρμάρων που λειτουργούν ή θα λειτουργήσουν στην Επαρχία Τροιζηνίας του Νομού Πειραιώς.
371
23. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 390 της 11/17 Ιουν. 1960 (ΦΕΚ Α' 86) Περί της νοσοκομειακής περιθάλψεως των τακτικών υπαλλήλων του Ο.Α.Α.Α. Έχοντες υπ' όψει: α)Τας διατάξεις του άρθρ.85 του Νόμ.1811/1951 "περί κώδικος καταστάσεως των δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων" και της παρ.9 του άρθρ.9 του από 23/24.12.1955 Β.Δ/τος "περί εφαρμογής του Υπαλληλικού Κώδικος επί των υπαλλήλων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου". β)Την υπ' αριθ.3182/19.11.59 πρότασιν του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Α.Α. (αριθ. πρωτ. 20017/15.12.1959). γ)Την υπ' αριθ.259/6.4.60 σύμφωνον γνωμοδότησιν του Α.Σ.Δ.Υ., και δ)Την υπ' αριθ.210/6.4.60 γνώμην του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου Υπουργικού Συμβουλίου, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον μόνον.-Οι τακτικοί υπάλληλοι του Οργανισμού Απασχολήσεως και Ασφαλίσεως Ανεργίας νοσηλεύονται εις Δημόσια, Δημοτικά Θεραπευτήρια ή τοιαύτα Κοινωφελών Ιδρυμάτων, μεθ' ων το Ι.Κ.Α. συνήψε σχετικάς συμβάσεις, ως και εις συμβεβλημένας μετά του Ι.Κ.Α. ιδιωτικάς Κλινικάς, οι μεν από του 5ου βαθμού και άνω εις κλίνας Α' θέσεως, πάντες οι λοιποί εις κλίνας Ββ θέσεως, πλην των της Γ' Κατηγορίας, οίτινες νοσηλεύονται εις κλίνας Γ' θέσεως, της πέραν της υπό του Ι.Κ.Α. καταβαλλομένης σχετικής δαπάνης βαρυνούσης τον Οργανισμόν. Ελλείψει διακρίσεως της θέσεως των κλινών του θεραπευτηρίου εις ο έλαβε χώραν η περίθαλψις, τ' αναγνωριζόμενα εις βάρος του Οργανισμού νοσήλεια δεν θα είναι ανώτερα των όσων θα υπεχρεούτο ο Οργανισμός να καταβάλλη δια την περίθαλψιν του υπαλλήλου εις ομοειδές θεραπευτήριον και εις ην ούτος θα εδικαιούτο θέσιν. Εις επειγούσας περιπτώσεις, καθ' ας εκ της αναβολής απειλείται κίνδυνος δια τον ασθενή, επιτρέπεται η νοσηλεία εις μη κατά τ' ανωτέρω μετά του Ι.Κ.Α. συμβεβλημένα θεραπευτήρια, του Οργανισμού βαρυνομένου με μόνον τας κατά τα εν τω προηγουμένω εδαφίω δαπάνας νοσηλείας. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εις τον επί της Εργασίας Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος.
124
61. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 483 της 30/31 Μαΐου 1965 (ΦΕΚ Α΄ 107) Περί διατηρήσεως συμβουλίων και επιτροπών αρμοδιότητος Υπουργείου Εσωτερικών.
183
11. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄ αριθ. 685 της 5/18 Αυγ. 1977 (ΦΕΚ Α΄ 224) Περί καθορισμού ανωτάτου ορίου παρεχομένου εφ΄ άπαξ βοηθήματος υπό του παρά τω Ταμείω Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Ραδιοφωνίας και Τουρισμού λειτουργούντος Κλάδου Προνοίας Προσωπικού Ραδιοφωνίας. Άρθρον μόνον. 1.Καθορίζεται ως ανώτατον όριον παρεχομένου εφ΄ άπαξ βοηθήματος υπό του παρά τω Ταμείω Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Ραδιοφωνίας και Τουρισμού λειτουργούντος Κλάδου Προνοίας Προσωπικού Ραδιοφωνίας, το ποσόν των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) δραχμών. 2.Η ισχύς του παρόντος ανατρέχει αφ΄ ης δια της διατάξεως του άρθρου 1 του Νόμου 334/1976 καθορίζεται, (τόμ. 15 1 σελ. 100,41-100,42).
331
Άρθρ.117.-Επί χρηματικής καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν του Νόμ. 5638 της 31 Αυγ./7 Σεπτ. 1932 "περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν" η κατάθεσις, εφ' όσον δι' αυτής συνετελέσθη δωρεά, κρίνεται ως προς το δίκαιον της νομίμου μοίρας ως δωρεά προκειμένου περί κληρονομίας καταθέτον αποβιούντος μετά την εισαγωγήν του Αστικού Κώδικος.
381
62. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Φ.27/1983 της 23 Ιουλ./24 Αυγ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 592) Αύξηση των συντάξεων των συνταξιούχων του Ταμείου Ασφάλισης Τυπογράφων και Μισθωτών Γραφικών Τεχνών.
331
153. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 597 της 7/9 Ιουν. 1977 (ΦΕΚ Α΄ 160) Περί ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών τινων θεμάτων των ανθυπασπιστών, ανθυπαστυνόμων και πυρονόμων και των εκ τούτων προερχομένων αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος. Κωδικοποιήθηκε από το Π.Δ. 1041/1979, ΦΕΚ Α΄ 292, (κατωτ. σελ. 90,657). Καταργήθηκε από την παρ. 3 άρθρ. 31 Νόμ. 1202/1981, (ΦΕΚ Α΄ 247) (κατωτ. αριθ. 167). Καταργήθηκε επίσης από την έναρξη ισχύος του Νόμ. 1202/1981, από την παρ. 17 άρθρ. 105 Π.Δ. 166/23 Ιαν. - 3 Ιουλ. 2000 (ΦΕΚ Α΄153), κατωτ. αριθ. 231. Αύξησιν των συντάξεων και διαφόρων επιδομάτων βλ. εν Νόμ. 550/1977 (τόμ. 2Α σελ. 384,855). Αυτόθι και διατάξεις επί συρροής αξιώσεως προς λήψιν προσθέτου ημισείας συντάξεως, δώρου Πάσχα και Χριστουγέννων εκ πλειόνων πηγών κλπ. (Αντί για τη σελ. 90,647(δ) Σελ. 90,647(ε) Τεύχος Σελ. Πολιτικές και Στρατιωτικές Συντάξεις 29.Β.α.152-154
357
12. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 966 της 6/31 Δεκ. 1976 (ΦΕΚ Α' 358) Περί καθορισμού του τύπου και του περιεχομένου της υπευθύνου δηλώσεως των υφ' οιανδήποτε σχέσιν διοριζομένων ή προσλαμβανομένων πολιτικών υπαλλήλων αρμοδιότητος της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Έχοντες υπ' όψει: 1.Τας διατάξεις των άρθρ. 1 και 2 του Ν.Δ. 64/1974 "περί των στοιχείων της ατομικής και οικογενειακής καταστάσεως των δημοσίων λειτουργών, ως και ελέγχου της πίστεως προς το δημοκρατικόν πολίτευμα της Χώρας κατηγοριών τινων εξ αυτών". 2.Τας διατάξεις του άρθρ. 2 παρ. 5 του Ν.Δ. 216/1974 "περί συστάσεως Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως". 3.Την υπ' αριθ. 828/1976 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του ημετέρου Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως, απεφασίσαμεν: Άρθρον μόνον.-1.Ο τύπος και το περιεχόμενον της υπευθύνου δηλώσεως, ήτις υποβάλλεται προ του διορισμού ή της προσλήψεως παντός υποψηφίου προς διορισμόν ή πρόσληψιν ως δημοσίου λειτουργού ή υπαλλήλου, κατά την έννοιαν του άρθρ. 1 του Ν.Δ. 64/74, εις την Κεντρικήν Υπηρεσίαν Πληροφοριών, καθορίζεται ως ούτος προβλέπεται υπό του υπ' αριθ. 410/1975 Π.Δ/τος "περί καθορισμού του τύπου και του περιεχομένου της υπευθύνου δηλώσεως των υποψηφίων προς διορισμόν ή πρόσληψιν ως δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων εις το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης και τας Υπηρεσίας των οποίων αι αρμοδιότητες αναφέρονται εις την Εθνικήν Άμυναν". 2.Την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος ανατίθεμεν εις τον Υπουργόν Προεδρίας Κυβερνήσεως.
68
50. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 264 της 15/20 Σεπτ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 219) Περί συνθέσεως του Συμβουλίου Μεταλλείων και καθορισμού αρμοδιοτήτων τούτου.
305
245. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. οικ. 19797/1746 της 24 Μαΐου/2 Ιουν. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 401) Για τις εξωτερικές προεξοχές προσθίως του πίσω φατνώματος του θαλάμου οδήγησης των οχημάτων με κινητήρα κατηγορίας Ν., σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 92/114/ΕΟΚ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 17ης Δεκεμβρίου 1992.
301
22. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 10 Σεπτ./18 Οκτ. 1954 Περί καθορισμού των σχολικών τίτλων των εις την αρμοδιότητα του Υπουργείου Βιομηχανίας υπαγομένων Τεχνικών ή Εμπορικών ή Επαγγελματικών Σχολών.
173
20. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Φ.141.1/83/6662 της 31 Ιουλ./16 Αυγ.1984 (ΦΕΚ Β' 569) Κατατάξεις πτυχιούχων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και ανωτέρων σχολών στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Κυρώθηκε και έχει ισχύ νόμου από την έκδοσή της από το εδαφ. ε άρθρ. 76 Νόμ.1566/1985 (ΦΕΚ Α' 167), (τόμ. 32,σελ. 116,303). Συμπληρώθηκε από τις: 1)Φ.141.1/Β3/7477/31 Αυγ. - 13 Σεπτ.1984 ΦΕΚ Β' 647) και 2)Φ.141.1/83/7690/ 11 Σεπτ. - 2 Σελ.68,738(γ) Τεύχος Θ21-Σελ.104 31.Α.ν.17-23 Μετεγγραφές Φοιτητών Ανωτ.Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων Οκτ.1984 (ΦΕΚ Β' 697) Αποφ. Υπ. Παιδείας. Η άνω με αριθ. 2 (Φ141.1/83/7690/1984, ΦΕΚ Β' 697) απόφαση κυρώθηκε και έχει ισχύ νόμου από την έκδοσή της από το εδαφ. στ του άρθρ. 76 Νόμ.1566/1985 (ΦΕΚ Α' 167), (τομ. 32, σελ. 116,303).
218
10. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 663 της 2/7 Αυγ. 1965 (ΦΕΚ Α΄ 159) Περί επεκτάσεως διατάξεών τινων του Νόμ. 4464/1965 και επί του Ταμείου Λαϊκών Αγορών. ΄Εχοντες υπ’ όψιν: α)Τας διατάξεις της παρ.11 του άρθρ.2 του Νόμ. 4464/1965 «περί τροποποιήσεως διατάξεών τινων του υπαλληλικού κώδικος κλπ.», β)την υπ’ αριθ. 219788/16681/23.1.1960 απόφασιν του Υπουργού Εμπορίου» περί διαρθρώσεως των τακτικών θέσεων υπαλλήλων του Ταμείου Λαϊκών Αγορών ΝΠΔΔ», γ)την υπ’ αριθ. 418/1965 σύμφωνον γνωμοδότησιν του Ανωτάτου Συμβουλίου Δημοσίων Υπηρεσιών και δ)την υπ’ αριθ. 746/1965 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων επί των Οικονομικών και Εμπορίου Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: ΄Αρθρον μόνον.-1.Αι διατάξεις, του άρθρ.1 και των παρ.1 έως 9 και 13 του άρθρ.2 του Νόμ. 4464/1965 «περί τροποποιήσεως διατάξεών τινων του υπαλληλικού κώδικος κλπ.» επεκτείνονται και επί των θέσεων Β΄ και Γ΄ κατηγοριών του Ταμείου Λαϊκών Αγορών ΝΠΔΔ. 2.Η κατά την παρ.8 του άρθρ.2 του Νόμ. 4464/1965 ειδική Επιτροπή συγκροτείται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου, αποτελείται δε εξ ενός μέλους του Ανωτάτου Σελ. 88,02(β) 325-020 Συμβουλίου Δημοσίων Υπηρεσιών (ΑΣΔΥ) αποδεικνυομένου υπό του Σώματος και δύο ανωτέρων υπαλλήλων των Υπουργείων Οικονομικών και Εμπορίου. 3.Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εις τον Ημέτερον επί του Εμπορίου Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. Ο Νόμ. 4464/65 παρατίθεται εν τόμ. 2Α σελ. 316,19(α).
379
5. ΝΟΜΟΣ 3592 της 30 Ιουν./30 Ιουλ. 1928 Περί κυρώσεως του Ν.Δ. της 4 Οκτ. 1927 περί κυρώσεως του από 16 Δεκ. 1925 Ν.Δ/τος περί τροποποιήσεως του άρθρ.28 του Νόμ.2435/1920.
283
8. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 215242/2455 της 16/27 Σεπτ. 1968 (ΦΕΚ Β΄ 491) Περί τρόπου εφοδιασμού δελτίου κατοχής κυνηγετικού όπλου.
238
23. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Φ39/268 της 16–27 Μαρτ. 1998 (ΦΕΚ Β΄ 309) Αύξηση συντάξεων του Ταμείου Προνοίας Ξενοδόχων έτους 1998. Την αύξηση των μηνιαίων παροχών, που χορηγεί το Ταμείο Προνοίας Ξενοδόχων από 1.1.1998 κατά ποσοστό 6%. Για την κατάργηση του Ταμείου Προνοίας Ξενοδόχων, την υπαγωγή των ασφαλισμένων του στον νεοσυνιστόμενο κλάδο Υγείας του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών και την διατήρηση των διατάξεων του Ν.Δ. 688/1948, για την καταβολή συμπληρωματικού βοηθήματος, βλέπε άρθρ.1–13 Νόμ. 2676/4–5 Ιαν. 1999 (ΦΕΚ Α΄ 1), τόμ. 39, σελ. 300.
36
28. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ – ΘΡΑΚΗΣ Αριθ. 2550 της 4 Μαΐου/5 Ιουν. 1992 (ΦΕΚ Β΄ 361) Καθορισμός όρων και προϋποθέσεων για την καταβολή της ειδικής αποζημίωσης του άρθρ. 7 του Νόμ. 2019/1992. (Αντί για τη σελ. 720,01(β) Σελ. 720,01(γ) Τεύχος 1162-Σελ. 111 Ύδρευση Θεσσαλονίκης 23.I.γ.23-28 23.I.γ.28 Ύδρευση Θεσσαλονίκης
177
12. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. 83292/7083 της 21/27 Ιουν. 1974 (ΦΕΚ Β΄ 644) Περί αυξήσεως αποδοχών ιατρών Οίκου Ναύτου. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις του άρθρ. 3 παρ. 2 του Ν.Δ. 259/73. 2.Το άρθρ. 42 του Ν.Δ. 175/73 «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων», τεθέντος εν ισχύϊ δια του υπ’ αριθ. 396/73 Π.Δ/τος. 3.Την υπ’ αριθ. 30057/6/74/22.3.74 πρότασιν του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας. 4.Την υπ’ αριθ. 37439/6574/19.3.74 απόφασιν ημών αποφασίζομεν: Αυξάνομεν, από μεν της 1ης Ιαν. 1974 κατά 5% από δε της 15ης Μαρτ. 1974 κατά 12%, τον βασικόν μισθόν της 31ης Δεκ. 1973, των επί παγία αντιμισθία ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων του Οίκου Ναύτου. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
152
54α. ΝΟΜΟΣ υπ’αριθ.1063 της 9/19 Σεπτ.1949 (ΦΕΚ Α΄ 211) Περί κυρώσεως και τροποποιήσεως του υπ’αριθ. 929/1949 Α.Ν «περί αναθέσεως του έργου της εποπτείας επί Διευθύνσεως του Υπουργ. Θρησκευμάτων και Εθν.Παιδείας εις μέλη του Κεντρικού Διοικ. και Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Εκπαιδεύσεως». (Αντί της σελ. 13) Σελ. 13(α) Τεύχος 604-Σελ.9 Κεντρική Υπηρεσία 32.Α.α.46-54α
74
11. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 228 της 1/13 Σεπτ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 207) Περί συγχωνεύσεων του Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών και του Ταμείου Προστασίας Ελαιοπαραγωγής του καταργηθέντος Νομού Πειραιώς εις τα αντίστοιχα Ταμεία του Νομού Αττικής. Έχοντες υπ’ όψει: 1)Τας διατάξεις: α)Του άρθρ. 6 του Α.Ν. 1500/1950 «περί ρυθμίσεως των εκτός δημοσίας λογοδοσίας Ειδικών Λογαριασμών και περί παροχής εξουσιοδοτήσεως δια την κατάργησιν ή συγχώνευσιν Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Ειδικών Ταμείων κλπ., «κυρωθέντος δια του Νόμ. 1646/1951. β)Των άρθρ. 2, 29 και 31 της υπ’ αριθ. 11020/1972 αποφάσεως του Πρωθυπουργού «περί οργανώσεως του Υπουργείου Προγραμματισμού και Κυβερνητικής Πολιτικής» (ΦΕΚ 465/1972 τεύχ. Β΄). 2.Την υπ΄ αριθ. 11300/Δ/1972 απόφασιν του Πρωθυπουργού, «περί προσδιορισμού των αρμοδιοτήτων του παρά τω Υπουργείω Προγραμματισμού και Κυβερνητικής Πολιτικής, Υπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ, των Υφυπουργών κλπ.» (ΦΕΚ 473/ 1972 τεύχ. Β΄). 3.Την υπ’ αριθ. 241179/1268/6.4.1973 κοινήν απόφασιν των Υπουργών παρά τω Πρωθυπουργώ, Εσωτερικών και Εθνικής Οικονομίας «περί συστάσεως Διευθύνσεων Γεωργίας και Δασών παρά τη Νομαρχία Αττικής». 4.Την υπ’ αριθ. 542/15.6.1973 γνωμοδότησιν του Ανωτάτου Συμβουλίου Δημοσίων Υπηρεσιών. 5.Την υπ’ αριθ. 442/12.7.1973 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων Υπουργών παρά τω Πρωθυπουργώ, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-Τα εις τον καταργηθέντα Νομόν Πειραιώς υφιστάμενα Ταμεία, ήτοι; α)Ταμείον Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών και β)Ταμείον Προστασίας Ελαιοπαραγωγής, συγχωνεύονται αντιστοίχως εις τα παρά τω Νομώ Αττικής, ως συνεστήθη ούτος δια του Ν.Δ. 1147/1972, λειτουργούντα α)Ταμείον Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών και β)Ταμείον Προστασίας Ελαιοπαραγωγής. Άρθρ.2.-Εις το Ταμείον Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών και το Ταμείον Προστασίας Ελαιοπαραγωγής του Νομού Αττικής, περιέρχονται άπαντα τα περιουσιακά στοιχεία, ως και τα δικαιώματα και αι υποχρεώσεις των συγχωνευομένων εις ταύτα Ταμείων. Άρθρ.3.-1.Αι θέσεις του Προσωπικού, των κατά το άρθρ. 1 του παρόντος, προελθόντων εκ της συγχωνεύσεως των Ταμείων, διαρθρούνται ως κάτωθι: α)Ταμείον Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών Νομού Αττικής: Α΄ Κατηγορία – Κλάδος Α1 Διοικητικός: Θέσεις 2 επί βαθμοίς 8ω-6ω. Β΄ Κατηγορία – Κλάδος Β1 Διοικητικός: Θέσεις 9 επί βαθμοίς 11ω-6ω. Γ΄ Κατηγορία – Κλάδος Γ1 Κλητήρων: Θέσεις 2 επί βαθμοίς 13ω – 9ω. β)Ταμείον Προστασίας Ελαιοπαραγωγής Νομού Αττικής: Β΄ Κατηγορία – Κλάδος Διοικητικός: Θέσις 1 επί βαθμοίς 11ω-6ω. 2.Αι ανωτέρω θέσεις καταλαμβάνονται εκ των υπηρετούντων εις τα αντίστοιχα Ταμεία μονίμων υπαλλήλων, με τον βαθμόν ον κέκτηνται, της σειράς αρχαιότητος ρυθμιζομένης εκ του χρόνου της εν τω βαθμώ υπηρεσίας εκάστου, δια πράξεως, του κατά τας κειμένας διατάξεις αρμοδίου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Εις τον Ημέτερον επί της Εθνικής Οικονομίας Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος.
42
2. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 10 Οκτ./3 Νοεμ. 1934 (ΦΕΚ Α΄ 384) Περί συστάσεως και επιθεωρήσεως Μικροβιολογικών και Βιολογικών διαγνωστικών εργαστηρίων. Έχοντες υπ’ όψει το άρθρ. 11 του από 18 Οκτ. 1925 Ν.Δ/τος «περί Ιδρυμάτων Υγιεινής και ιατρικής εν γένει» (ΦΕΚ Α΄ 322) και την υπ’ αριθ. 616/1934 γνωμάτευσιν του Συμβουλίου Επικρατείας προτάσει του επί της Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν. Άρθρ.1.-Άδεια ιδρύσεως Μιρκοβιολογικού και Βιολογικού Εργαστηρίου, παρέχεται υπό του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως (Διεύθυνσις Υγιεινής) μόνον εις ιατρούς, α)κεκτημένου ενδεικτικόν ειδικότητος μικροβιολόγου της ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, και β)εξασκούντες την ειδικότητα του μικροβιολόγου προ της ισχύος του Νόμ. 4337 (ΦΕΚ Α΄ 295). Άρθρ.9.-Πάντα τα κατά την δημοσίευσιν του παρόντος νομίμως λειτουργούντα Μικροβιολογικά και Βιολογικά Εργαστήρια και τα εφ’ εξής ιδρυθησόμενα τοιαύτα, ως και τα εργαστήρια των Νοσοκομείων, Πολυκλινικών, Ιατρείων και Φαρμακείων, υπόκεινται εις Επιθεώρησιν επί σκοπώ επιβλέψεως της εφαρμογής των διατάξεων του από 18-10-1925 Ν.Δ/τος περί Ιδρυμάτων Υγιεινής και Ιατρικής εν γένει και του παρόντος Δ/τος. Η επιθεώρησις εκτελείται υπό τριμελούς Επιτροπής καταρτιζομένης δια έκαστον Νομόν, αποφάσει του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και αποτελουμένης υπό του Διευθυντού του οικείου Υγειονομικού Κέντρου ή του νομίμου αυτού αναπληρωτού, υφ’ ενός μέλους της Ενώσεως των Ελλήνων Μικροβιολόγων και Υγειονολόγων οριζομένου υπό του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής και υφ’ ενός μέλους του οικείου Ιατρικού Συλλόγου, υποδεικνυομένου υπό του Συμβουλίου του Συλλόγου. Άρθρ.10.-Η επιθεώρησις τελείται άπαξ του έτους τακτικώς εκτάκτως δε οσάκις διαταχθή υπό του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής. Η Επιτροπή υποβάλλει την έκθεσιν αυτής προς το Υπουργείον Κρατικής Υγιεινής, ην κοινοποιεί ταύτην εν αντιγράφω εις την Ένωσιν των Ελλήνων Μικρογιολόγων και Υγειονολόγων. Δια τα μη κανονικώς λειτουργούντα εργαστήρια αι οικείαι επιτροπαί εισηγούνται συνάμα ητιολογημένως και τα μέτρα άτινα δέον να ληφθώσιν υπό του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής όπερ διαβιβάζει τας εκθέσεις ταύτας πορς γνωμάτευσιν εις το Ανώτατον Υγειονομικόν Συμβούλιον. Τα δυνάμενα να ληφθώσιν μέτρα υπό του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής, είναι τα εξής: 1)Επίπληξις δημοσιευομένη εις δύο τουλάχιστον εφημερίδας του τόπου εις ον λειτουργεί το Εργαστήριον. 2)Παύσις της λειτουργίας του Εργαστηρίου επί 15-30 ημέρας. 3)Εν υποτροπή παύσις της λειτουργίας επί 1-3 μήνας και 4)Επί νέα υποτροπή παύσις της λειτουργίας του Εργαστηρίου επί εξάμηνον ή οριστικόν κλείσιμον τούτου και άρσις της αδείας του τιμωρηθέντος μικροβιολόγου. 5)Ποινικής δίωξις καθ’ όσον περί των εφαρμοστέων εκάστοτε ποινικών διατάξεων αρμόδιον να κρίνη είναι το ποινικόν Δικαστήριον. Αι υπ’ αριθ. 1-4 ποιναί κοινοποιούνται δια της οικείας Αστυνομικής Αρχής, ήτις αναλαμβάνει και την επίβλεψιν της εφαρμογής αυτών, συνάμα δε κοινοποιούνται αύται υπό του Υπουργού Κρατικής Υγιεινής και εις την Ένωσιν των Ελλήνων Μικροβιολόγων και Υγειονολόγων και εις το οικείον ιατρικόν Σύλλογον. Άρθρ.11.-Τα μέχρι τούδε νομίμως λειτουργούντα Μικροβιολογικά και Βιολογικά Εργαστήρια οφείλουσιν εντός εξαμήνου από της δημοσιεύσεως του παρόντος να συμμορφωθώσι προς τας διατάξεις αυτού ως προς την σύνθεσιν αυτών. Εις ουδέν δε νεωστί ιδρυόμενον Εργαστήριον επιτρέπεται η οριστική έναρξις της λειτουργίας προς της Επιθεωρήσεως αυτού. Άρθρ.12.-Μικροβιολογικκά και Βιολογικά Εργαστήρια αυτοτελή ως και Νοσοκομείων, Κλινικών, Πολυκλινικών, Ιατρείων και Φαρμακείων, λειτουργούντα κατά την δημοσίευσιν του παρόντος παρά τας διατάξεις των κειμένων νόμων οφείλουσιν όπως εντός διμήνου συμμορφωθώσιν προς ταύτας άλλως διατάσσεται υπό του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής ή παύσις της λειτουργίας αυτών κοινοποιουμένη εις την οικείαν Αστυνομικήν Αρχήν και επιβλεπομένη υπό ταύτης ως και η ποινική δίωξις του υπευθύνου προς εφαρμογήν των ποινικών διατάξεων του Ν.Δ/τος της 18 Οκτ. Σελ. 219 Ιδιωτικές Κλινικές και Εργαστήρια 34.Β.λ.2 1925 περί Ιδρυμάτων Υγιεινής και Ιατρικής εν γένει. Εις τον αυτόν επί της Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. Άρθρ.2.-Ο επιθυμών όπως αποκτήση άδειαν ιδρύσεως τοιούτου εργαστηρίου οφείλει να υποβάλη εις το Υπουργείον Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως (Δ.Υ.): α)Ενδεικτικόν της ειδικότητος μικροβιολόγου ή βεβαίωσιν υπεύθυνον του οικείου ιατρικού συλλόγου ότι ήσκει την ειδικότητα του μικροβιολόγου προ της ισχύος του Νόμ. 4337. β)Σχεδιάγραμμα του εργαστηρίου, το οποίον απαραιτήτως δέον να περιλαμβάνη εν διαμέρισμα δια γραφείον, μίαν αίθουσαν εργαστηρίου, εν διαχώρισμα δια παρασκευαστήριον και διαχώρισμα δια πειραματόζωα. γ)Κατάλογον λεπτομερή των εν τω εργαστηρίω περιλαμβανομένων επίπλων, οργάνων συσκευών και αντιδραστηρίων και χρωστικών. Ο Υπουργός Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως δύναται να καθορίζη τα απαραιτήτως αναγκαιούντα εκ των ανωτέρω ειδών δια την λειτουργίαν των μικροβιολογικών εργαστηρίων. Άρθρ.3.-Το Υπουργείον Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως άμα τη υποβάλη της κατά το άρθρ. 2 αιτήσεως καταρτίζει επιτροπήν εκ του οικείου Νομιάτρου και ενός αντιπροσώπου της Ενώσεως των Ελλήνων Μικροβιολόγων και Υγειονολόγων υπό ταύτης οριζομένου, και ενός μέλους του οικείου ιατρικού συλλόγου οριζομένου υπό του αρμοδίου Διοικητικού Σελ. 217 Ιδιωτικές Κλινικές και Εργαστήρια 34.Β.λ.2 Συμβουλίου προς βεβαίωσιν και επιθεώρησιν του εν τη αιτήσει υποδεικνυομένου χώρου ως και του εν αυτή αναγραφομένου υλικού του Εργαστηρίου. Η Επιτροπή οφείλει εντός δεκαημέρου από της λήξεως της διαταγής του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως να υποβάλη αυτώ την σχετικήν αυτής έκθεσιν. Άρθρ.4.-Η αίτησις μετά της εκθέσεως της Επιτροπής διαβιβάζεται υπό του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής εις το Ανώτατον Υγειονομικόν Συμβούλιον, όπερ γνωματεύει περί της χορηγηθησομένης αδείας. Το Υπουργείον Κρατικής Υγεινής αποφασίζει τελικώς, γνωστοποιεί δε την απόφασίν του εις το ενδιαφερόμενον, εις την Ένωσιν των Ελλήνων Μικροβιολόγων και Υγειονολόγων και εις τον Πρόεδρον του οικείου Ιατρικού Συλλόγου. Άρθρ.5.-Εάν εντός τριετίας από της χορηγήσεως της σχετικής αδείας δεν εγένετο έναρξις της λειτουργίας του εργαστηρίου κατά τας διατάξεις του παρόντος η άδεια καθίσταται αυτοδικαίως άκυρος. Άρθρ.6.-Μικροβιολόγος υποβάλλων αίτησιν αδείας ιδρύσεως εργαστηρίου εις τόπον τινα, δικαιούται εφ’ όσον δεν προέβη εις σύστασιν του εν λόγω Εργαστηρίου να υποβάλη νέαν αίτησιν και προ της παρελεύσεως της τριετίας από της χορηγήσεως της αρχικής ιδρύσεως ιδέας Εργαστηρίου εις έτερον τόπον οπότε η πρώτη άδεια θεωρείται αυτοδικαίως άκυρος. Άρθρ.7.-Η ίδρυσις Μικροβιολογικού και Βιολογικού Εργαστηρίου εις Νοσοκομεία και Κλινικάς, Δημοσίου Δικαίου ως και εις ιδιωτικάς κλινικάς Πολυκλινικάς και ιατρεία προς εκτέλεσιν αναλύσεων χάριν εξωτερικών ασθενών ως και εις Φαρμακεία επιτρέπεται μόνον εφ’ όσον οι ιδιοκτήται αυτών: α)Έτυχον ειδικής αδείας του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως ιδρύσεως εργαστηρίου, τηρουμένων ως προς την σύνθεσιν του Εργαστηρίου και την χορήγησιν της αδείας των εν τοις άρθρ. 2, 3 και 4 οριζομένων και β)υποβάλλωσιν έγγραφον βεβαίωσιν ιατρού κεκτημένου ενδεικτικόν ειδικότητος μικροβιολόγου ή έχοντος το δικαίωμα της ασκήσεως της ειδικότητος ταύτης, δυνάμει του Νόμ. 4337, ότι αναλαμβάνει υπευθύνως και αυτοπροσώπως την διεύθυνσιν του Εργαστηρίου. Σελ. 218 Εν περιπτώσει αλλαγής του διευθύνοντος το Εργαστήριον μικροβιολόγου ιατρού ο ιδιοκτήτης ή Διευθυντής του Νοσοκομείου, Κλινικής, Πολυκλινικής, ιατρείου ή Φαρμακείου, οφείλει να αναφέρη τούτο εις το οικείον Υγειονομικόν Κέντρον και συγχρόνως να αναφέρη το όνομα του νεου ιατρού ειδικού μικροβιολόγου έχοντος δικαίωμα Διευθυντού Μιρκοβιολογικού Εργαστηρίου, εις ον ανετέθη η διεύθυνσις του Εργαστηρίου και έγγραφον βεβαίωσιν αυτού, ότι αναλαμβάνει υπευθύνως την διεύθυνσιν αυτού. Αι αναλύσεις των τοιούτων εργαστηρίων δέον να φέρωσιν έντυπον το όνομα του διευθύνοντος αυτό επιστήμονος και να ώσιν παρ’ αυτού υπογεγραμμέναι. Εφ’ όσον δεν ορίζεται μετά τα ανωτέρω ο αναπληρωτής του Διευθυντού, αι εργασίαι του Εργαστηρίου διακόπτωνται μέχρις ου αναλάβει την διεύθυνσιν ο οριστικός τοιούτος. Άρθρ.8.-Άδεια εκτελέσεως μικροβιολογικών εξετάσεων δεν χορηγείται εις Φαρμακοποιούς εις όσους τόπους λειτουργεί Μιρκοβιολογικόν και Βιολογικόν Εργαστήριον διευθυνόμενον υπό ιατρού ειδικού μικροβιολόγου συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος. Εις ους τόπους δεν λειτουργεί Εργαστήριον συμφώνως προς την προηγούμενην παράγραφον δύναται να επιτραπή η ίδρυσις Μικροβιολογικού Εργαστηρίου, εις Φαρμακοποιούς υπό τους εξής όρους: Ο Φαρμακοποιός ο επιθυμών να τύχη της κατά την προηγουμένην παράγραφον αδείας οφείλει να υποβάλη εις το Υπουργείον Κρατικής Υγιεινής αίτησιν εις ην να επισυνάπτεται: 1.Το πτυχίον αυτού ως Φαρμακοποιού. 2.Το Πιστοποιητικόν ότι ησκήθη επί διετίαν εις Μικροβιολογίαν εν τω Μικροβιολογικώ Εργαστηρίω του Εθνικού Πανεπιστημίου ή εν τω Μιρκοβιολογικώ Εργαστηρίω του Θεραπευτηρίου «ο Ευαγγελισμός» ή του Νοσοκομείου «Ερυθρός Σταυρός» ή εν τω Εργαστηρίω της Υγειονομικής Σχολής του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής, εν τω Υγειονομικώ Εργαστηρίω του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής, εν τω Ελληνικώ Ινσιτούτω Παστέρ ή εις εργαστήριον Μικροβιολογικόν, δημόσιον, δημοτικόν, ή Δημοσίου Δικαίου διευθυνόμενον υπό εκτάκτου ή τακτικού καθηγητού της Μιρκοβιολογίας ή Υφηγητού του μαθήματος τούτου, ή εις Πανεπιστημιακόν ή επισήμως ανεγνωρισμένον Μικροβιολογικόν Εργαστήριον ή Ινστιτούτον της αλλοδαπής δεόντως επικεκυρωμένον υπό των Ελληνικών Προξενικών Αρχών. 34.Β.λ.2 Ιδιωτικές Κλινικές και Εργαστήρια 3.Κατάλογος των επίπλων, σκευών, οργάνων και των χημικών και χρωστικών ουσιών. Ο Υφυπουργός Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως δύναται να καθορίζη τα απαραιτήτως αναγκαιούντα εκ των ανωτέρω ειδών δια την λειτουργίαν του Εργαστήριου. 4.Διάγραμμα του χώρου ο οποίος θα διατεθή δια την ίδρυσιν του Εργαστηρίου. Η αίτησις υποβάλλεται εις το Υπουργείον Κρατικής Υγιεινής όπερ διαβιβάζει ταύτην εις το Ανώτατον Υγειονομικόν Συμβούλιον προς γνωμοδότησιν. Το Υπουργείον Κρατικής Υγιεινής μετά την έκδοσιν της γνωμοδοτήσεως του Ανωτάτου Υγειονομικού Συμβουλίου, ούσης υποχρεωτικής, ως προς την χορήγησιν αδείας ιδρύσεως Μικροβιολογικού Εργαστηρίου ορίζει τριμελή εξεταστικήν Επιτροπήν εκ του Διευθυντού της Υγιεινής, του Καθηγητού της Μικροβιολογίας και ενός μέλους του Ανωτάτου Υγειονομικού Συμβουλίου υπό της οποίας ο αιτών υποβάλλεται εις προφορικήν και πρακτικήν εξέτασιν. Εις τον επιτυχόντα κατά τας εξετάσεις παρέχεται η άδεια της εκτελέσεως ωρισμένων αναλύσεων εγγραφομένων εν αυτή εν τη οποία συνάμα ορίζεται και ο τόπος ένθα θα ιδρυθή το εργαστήριον και τα της συνθέσεως αυτού. Η οριστική άδεια λειτουργίας, του τοιούτου Εργαστηρίου, παρέχεται υπό του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής μετά έγγραφον βεβαίωσιν του Διευθυντού του οικείου Υγειονομικού Κέντρου, ότι ο τυχών της αδείας κατήρτισε εργαστήριον εν τω ορισθέντι τόπω, συμφώνως προς την απόφασιν του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής.
265
48. ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΠΡΑΞΙΣ της 2/5 Οκτ. 1974 (ΦΕΚ Α΄ 288) Περί εκλογής καθηγητών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ως βουλευτών. Αποφασίζομεν: Άρθρ.1.-1.Το δια του άρθρ. 71 του Συντάγματος, θεσπιζόμενον κώλυμα εκλογής βουλευτών και ανακηρύξεως τούτων ως υποψηφίων, δεν ισχύει προκειμένου περί καθηγητών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Ούτοι δύνανται να εκλεγούν βουλευταί και να ανακηρυχθούν υποψήφιοι και εις την περιφέρειαν εις ην εδρεύει το Ανώτατον Εκπαιδευτικόν Ίδρυμα, εις ο υπηρετούν. 2.Τα καθήκοντα του Καθηγητού Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος δεν είναι ασυμβίβαστα προς το βουλευτικόν αξίωμα, η άσκησις όμως τούτων ως και η συμμετοχή εις οιανδήποτε αρμοδιότητα συναπτομένην προς ταύτα αναστέλλεται εις την περίπτωσιν εκλογής ως βουλευτού ή διορισμού ως Υπουργού ή Υφυπουργού και καθ’ ον χρόνον διατηρείται η ιδιότης αύτη. 3.Δια ν.δ/τος ρυθμίζονται τα εκ της εφαρμογής της παρούσης Συντακτικής Πράξεως προκύπτοντα ζητήματα. Άρθρ.2.-Η ισχύς της παρούσης άρχεται από της δημοσιεύσεώς της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
166
11. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ Αριθ. Γ. 19143 της 11/20 Δεκ. 1965 (ΦΕΚ Β΄ 844) Περί αντιμετωπίσεως των υπηρεσιακών αναγκών της Γ.Δ.Δ.Ο. δια των Υπηρεσιών του Υπουργείου Συντονισμού. (Αντί για τις σελ. 337(ζ) - 342,20(β) Σελ. 337(η) Τεύχος 736-Σελ. 29 Ανώτατο Σσυμβούλιο Δημοσίων Υπαλλήλων 2.Ε.η.1-11
263
2. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 4/6 Απρ. 1929 Περί αρμοδιότητος δικαιοδοσίας Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου και Πειθαρχικών Συμβουλίων των Φαρμακευτικών Συλλόγων. Άρθρ.1.-Αι του άρθρ. 67 του Νόμ. 3601 περί Φαρμακευτικών Συλλόγων πειθαρχικαί ποιναί επιβάλλονται παρά των Πειθαρχικών Συμβουλίων. Αρμόδιον προς τούτο Συμβούλιον είναι του τόπου, εν ω κατά τον χρόνον της ασκήσεως της πειθαρχικής διώξεως είναι εγγεγραμμένος ο διωκόμενος ως μέλος αυτού. Άρθρ.10.-Το Ανώτατον Φαρμακευτικόν Πειθαρχικόν Συμβούλιον δια της αποφάσεώς του δύναται να επιτείνη την επιβληθείσαν ποινήν ή να μετριάση ή και να απαλλάξη αυτής εντελώς τον κατηγορούμενον ή και να μεταβάλη το είδος της επιβληθείσης ποινής, είτε επί το αυστηρότερον, είτε επί το επιεικέστερον. Σελ. 777 Φαρμακευτικοί Σύλλογοι 34.Θ.δ.2 Άρθρ.11.-Περί των συνεδριάσεων του Ανωτάτου Φαρμακευτικού Πειθαρχικού Συμβουλίου τηρούνται αναλόγως τα δια τα Πειθαρχικά Συμβούλια οριζόμενα. Άρθρ.12.-Αι αποφάσεις του Ανωτάτου Φαρμακευτικού Συμβουλίου και αι τελεσίδικοι των πειθαρχικών τοιούτων εκτελούνται επιμελεία του Προέδρου του Φαρμακευτικού Συλλόγου, του οποίου μέλος είναι ο καταδικασθείς. Τα επιβαλλόμενα πρόστιμα εισπράττονται απ' ευθείας υπό του Ταμίου, όστις εκδίδει προς τούτο διπλότυπον απόδειξιν. Δύναται όμως να ενεργήση ταύτην και δια των απανταχού του Κράτους Ταμιών συμφώνως προς τας διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων και κατά τα εν άρθρ. 47 του Νόμ. 3601 περί Φαρμακευτικών Συλλόγων οριζόμενα. Άρθρ.13.-Η κατά τα εν άρθρ. 69 δημοσίευσις αποφάσεως, δι' ης επιβάλλεται ποινή, γίνεται μεν δαπάναις του καταδικασθέντος, επιμελεία όμως του Προέδρου, όστις καλεί τούτον ίνα καταβάλη ταύτην. Εν δυστροπία καταβολής της δαπάνης ταύτης προκαταβάλλεται αύτη εκ του Ταμείου του Συλλόγου, ούτινος ο καταδικασθείς είναι μέλος, τη εντολή του Προέδρου, της τοιαύτης δυστροπίας θεωρουμένης ως αναρμόστου προς το επάγγελμα συμπεριφοράς, γίνεται δε η είσπραξις ταύτης κατά τα ανωτέρω οριζόμενα. Άρθρ.14.-Δια την λήψιν διαιτητικών αποφάσεων παρά των Πειθαρχικών Συμβουλίων όσον αφορά την σύγκλησιν, σύνθεσιν και λειτουργίαν τούτων τηρούνται αναλόγως τα ανωτέρω οριζόμενα. Αι επί διαιτησίας αποφάσεις εισίν υποχρεωτικαί και κατά τα εν άρθρ. 68 του Νόμ. 3601 οριζόμενα και κηρύσσονται εκτελεσταί δι' αποφάσεως του Συμβουλίου, ίνα όμως καταστώσι δεκτικαί αναγκαστικής εκτελέσεως και επιφέρωσι τας συνεπείας τελεσιδίκου δικαστικής αποφάσεως, δέον να περιαφθή ο τύπος της εκτελέσεως υπό του Προέδρου του Πρωτοδικείου της περιφερείας του Φαρμακευτικού Συλλόγου κατά τα εν άρθρ. 856 της Πολ.Δικ. οριζόμενα. Άρθρ.15.-Ο υποβάλλων αίτησιν διαιτησίας κατά τας περιπτώσεις του άρθρ. 68 του Νόμ. 3601 υποχρεούται εις καταβολήν εις το Ταμείον του Συλλόγου, έναντι αποδείξεως τούτου, ως δικαίωμα δια την διεξαγωγήν της διαιτησίας 2% επί της αξίας του αντικειμένου της αιτήσεως˙ το ούτω καταβαλλόμενον ποσόν, αποτελούν πόρον του Ταμείου του Συλλόγου, δεν δύναται να η έλασσον των δραχ. 250 και μείζον των δραχ. 2 χιλιάδων. Άρθρ.16.-Αι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου επί διαιτησίας λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν˙ εν ισοψηφία παραπέμπονται ενώπιον των αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων. Η εκδίκασις των διαιτητικών τούτων υποθέσεων γίνεται κατά την κρίσιν αγαθού ανδρός εκ των ενόντων και άνευ τηρήσεως δικονομικών διατυπώσεων. Σελ. 778 Άρθρ.17.-Διαιτητική απόφασις ληφθείσα επί διαφοράς αναγομένης εις την δημοσίαν τάξιν και εν γένει επί υποθέσεων εφ' αις δεν χωρεί εκουσία διαιτησία, είναι άκυρος, εφαρμοζομένων αναλόγως των περί ακυρότητος της δημοσίας διαιτησίας δικονομικών διατάξεων του άρθρ. 122 της Πολιτικής Δικονομίας. Άρθρ.18.-Η άκυρος διαιτητική απόφασις δεν δύναται να περιαφθή υπό του Προέδρου των Πρωτοδικών του τύπου της εκτελέσεως. Εάν μολοντούτο εκηρύχθη, ανακόπτεται το περί εκτελέσεως ένταλμα και γίνεται περί τούτου απόφασις παρά του αρμοδίου δικαστηρίου των Πρωτοδικών, καθ' ης αποφάσεως χωρούν τα συνήθη ένδικα μέσα. Άρθρ.19.-Η εκτέλεσις των διαιτητικών αποφάσεων ενεργείται επιμελεία του ενδιαφερομένου κατά τα περί αναγκαστικής εκτελέσεως των δικαστικών αποφάσεων διατεταγμένα. Άρθρ.2.-Ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου οφείλει να επιδιώκη αμέσως και αμελλητί την πειθαρχικήν τιμωρίαν παντός υπό την δικαιοδοσίαν αυτού φαρμακοποιού δια πάσαν παράβασιν συνεπαγομένην την πειθαρχικήν δίωξιν και της οποίας έλαβε γνώσιν οπωσδήποτε μεν, κατά τρόπον όμως επιδεκτικόν εκ μέρους τούτου αποδείξεως. Οφείλει προς τούτο να καλή τον κατηγορούμενον όπως δι' αυτού απολογηθή εγγράφως ενώπιον του συμβουλίου, καθορίζων προς τούτο σύντομον προθεσμίαν, ουχί όμως ελάσσονα των τριών ημερών. Άρθρ.20.-Η έννοια της διατάξεως του άρθρ. 61 παρ. 3 είναι ότι πόρον του Π.Φ.Σ. αποτελούσι μόνον τα κατ' επαύξησιν υπό του Α.Π.Σ. επιβαλλόμενα πρόστιμα, ουχί δε και τα παρά του Πειθαρχικού Συμβουλίου των κατά τόπους Φαρμακευτικών Συλλόγων επιβαλλόμενα άτινα αποτελούσι πόρους αυτών. Άρθρ.21.-Φαρμακοποιοί διευθύνοντες προσωρινώς φαρμακείον περιελθόν εις τους συγγενείς αποβιώσαντος φαρμακοποιού, ως επίσης και φαρμακοποιοί, διευθυνταί νομίμως λειτουργούντων φαρμακεμπορείων, υπόκεινται εις ετησίαν εισφοράν ίσην προς τα 3/4 της υπό των κληρονόμων ή φαρμακεμπόρων προς το Εμπορικόν Επιμελητήριον εκάστοτε αναλογούσης. 34.Θ.δ.2 Φαρμακευτικοί Σύλλογοι Άρθρ.22.-Εις μέρη, ένθα δεν υφίσταται Εμπορικόν Επιμελητήριον, η εισφορά των μελών των οικείων Φαρμακευτικών Συλλόγων έσεται η ακόλουθος: Φαρμακεία ανήκοντα εις φορολογικήν κλάσιν : από 1-3 δραχ. 75, εις 4 δραχ. 100, εις 5 δραχ. 125, εις 6 δραχ. 150, εις 7-8 δραχ. 200, εις 9-10 δραχ. 300, εις 11-14 δραχ. 450, εις 15-19 δραχ. 600, εις 20-22 δραχ. 800. Εις τον αυτόν Υφυπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος, ούτινος η ισχύς άρχεται από της εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεώς του. Άρθρ.3.-Αι συνεδριάσεις του Συμβουλίου δεν γίνονται δημοσίως. Κατά ταύτας δύναται να παραστή αυτοπροσώπως ο κατηγορούμενος όπως παράσχη σχετικάς εξηγήσεις επί της απολογίας του. Δεν δύναται όμως να επιβληθή πειθαρχική ποινή αν πρώτον δεν απολογηθή ή τουλάχιστον δεν παρήλθεν η προς απολογίαν ταχθείσα εις τον κατηγορούμενον προθεσμία. Άρθρ.4.-Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον συγκαλείται υπό του Προέδρου, συντίθεται δε κατά τα εν άρθρ. 63 του Νόμ. 3601 οριζόμενα. Η παρουσία του υπό του Προέδρου ορισθέντος εισηγητού εκάστης υποθέσεως είναι απαραίτητος προς λήψιν αποφάσεως και μόνον εν κωλύματι του αρχικώς ως εισηγητού ορισθέντος δύναται δια πρακτικού να διορισθή έτερος τοιούτος. Περί της συνεδριάσεως τηρούνται πρακτικά, συντασσόμενα και υπογραφόμενα υπό του Προέδρου και του Γραμματέως, τα οποία παραμένουσι μυστικά και εν τοις οποίοις διατυπούνται και αι τυχόν μειοψηφίαι κατ' αίτησιν του μειοψηφούντος. Άρθρ.5.-Αι επιβάλλουσαι ποινάς πειθαρχικαί αποφάσεις των Πειθαρχικών Συμβουλίων εκκαλούνται κατά τα εν άρθρ. 66 του Νόμ. 3601 οριζόμενα. Η έφεσις ασκείται δια καταθέσεως παρά τω γραμματεί, εγγράφεται δε προ της συντάξεως της περί εγχειρίσεως αυτής εκθέσεως εις το επί τούτω τηρούμενον βιβλίον. Μετά της εφέσεως συνυποβάλλεται απόδειξις του Ταμείου του Συλλόγου περί καταβολής δια λογαριασμόν του ταμείου του Π.Φ.Σ. δραχ. 250, ήτις επέχει θέσιν δικαιώματος ενασκήσεως της εφέσεως, αποτελεί δε πόρον του ταμείου τούτου. Εν περιπτώσει αθωώσεως του κατηγορουμένου επιστρέφεται το άνω ποσόν δι' εκδόσεως σχετικού εντάλματος. Άρθρ.6.-Η εν τω βιβλίω εγγραφή δέον να περιλαμβάνη τον αύξοντα αριθμόν, την χρονολογίαν της εγγραφής, το ονοματεπώνυμον του κατηγορουμένου και τον αριθμόν και την χρονολογίαν της αποφάσεως. Να κυρούται δε εκάστη κατάθεσις παρά τε του Γραμματέως και του Προέδρου. Άρθρ.7.-Όλαι αι εκτελεσθείσαι πειθαρχικαί αποφάσεις υποβάλλονται επιμελεία του Γραμματέως εντός δεκαπενθημέρου από της καταθέσεως της εφέσεως μετά των σχετικών δικαιολογητικών προς το κατά το άρθρ. 69 συγκροτούμενον Ανώτατον Φαρμακευτικόν Πειθαρχικόν Συμβούλιον, εκάστη δε τούτων δέον να συνοδεύηται και υπό αντιγράφου των εν τω μητρώω εγγεγραμμένων ποινών˙ μετά της σχετικής δικογραφίας υποβάλλεται και αντίγραφον των πρακτικών της συνεδριάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου μετά των τυχόν μειοψηφιών. Άρθρ.8.-Το Ανώτατον Φαρμακευτικόν Πειθαρχικόν Συμβούλιον, ούτινος η δικαιοδοσία εκτείνεται επί των μελών απάντων των Φαρμακευτικών Συλλόγων, άμα τη παραλαβή, κατά τ' ανωτέρω, των αποστελλομένων εγγράφων, συγκαλούμενον υπό του Προέδρου επιλαμβάνεται της ερεύνης της υποθέσεως και ορίζεται υπό του Προέδρου είς των μελών ως εισηγητής. Άρθρ.9.-Αν η ασκηθείσα έφεσις είναι εκπρόθεσμος, απορρίπτεται αύτη άνευ ερεύνης της ουσίας της υποθέσεως. Εμπροθέσμως όμως ασκηθείσης ταύτης έχει το δικαίωμα να διατάξη νέαν ανάκρισιν, ν' ακροασθή εκ νέου τον κατηγορούμενον και εν γένει να λάβη υπ’ όψει και νέα στοιχεία, έστω και αν ταύτα δεν προτάθησαν αρχικώς. Η εκπρόθεσμος έφεσις δύναται τότε και μόνον να γίνη αντικείμενον ερεύνης, όταν προσηκόντως πιστοποιηθή περίπτωσις ανωτέρας βίας.
126
41. ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ της 2/8 Σεπτ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 245) Περί ανακοινώσεως ενάρξεως ισχύος του Πρωτοκόλλου 1978, του αφορώντος την διεθνή Σύμβασιν περί ασφαλείας της ανθρωπίνης ζωής εν θαλάσση έτους 1974. Το Υπουργείον Εξωτερικών ανακοινοί ότι την 17ην Ιουλ. 1981 έλαβε χώραν η κατάθεσις παρά τω Γενικώ Γραμματεί του ΙΜCO, του εγγράφου επικυρώσεως του εις Λονδίνον την 17ην Φεβρ. 1978 υπογραφέντος Πρωτοκόλλου αφορώντος την Διεθνή Σύμβασιν δια την ασφάλειαν της ανθρωπίνης ζωής εν θαλάσση του έτους 1974. Το ως άνω Πρωτόκολλον κυρωθέν δια του υπ' αριθ. 1159/1981 Νόμου, δημοσιευθέντος εις το υπ' αριθ. 143 φύλλον της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως τεύχος Α΄ της 3ης Ιουν. 1981, θα τεθή εν ισχύϊ συμφώνως προς την παρ. 2 του άρθρ. V αυτού, την 17ην Οκτ.1981.
75
64. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 168 της 15 Μαΐου /2 Ιουν. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 83) Όργανα που αποφασίζουν ή γνωμοδοτούν και ειδικές ρυθμίσεις σε θέματα έργων που εκτελούνται από την «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑΤΗΛΕΟΡΑΣΗ Α.Ε. (ΕΡΤ)». Τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από το Π.Δ. 55/15 Φεβρ.-4 Μαρτ. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 26). (Αντί για τη σελ. 296,37(β) Σελ. 296,37(γ) Τεύχος 1110-Σελ. 85 Κρατική Ραδιοφωνία-Τηλεόραση 18.Ρ.α.61-64
295
9. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. 1049 της 3/24 Σεπτ. 1977 (ΦΕΚ Β΄ 928) Περί κατανομής θέσεων προσωπικού μεταξύ των περιφερειακών υπηρεσιών του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών. Τροποποιήθηκε από την Δια/οίκ.42535/25 Αυγ.-8 Σεπτ. 1983 (ΦΕΚ Β΄ 524) απόφ. Υπ. Υγείας και Πρόνοιας. Με το άρθρ.3 Νόμ.2071/92 (ΦΕΚ Α 123), τόμ.34 σελ. 96,653, ιδρύθηκε Περιφερειακή Διεύθυνση Υπηρεσιών Υγείας στην έδρα κάθε υγειονομικής Περιφέρειας. Επίσης με το Π.Δ.370/92 (ΦΕΚ Α 187), τόμ.34 σελ. 96,677 διαιρέθηκε η χώρα σε 13 υγειονομικές Περιφέρειες. (Αντί για τη σελ. 39(γ) Σελ. 39(δ) Τεύχος 1302 Σελ. 85 Περιφερειακές Υπηρεσίες 35.Α.β.4-9
167
80. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.1188 της 27/30 Ιουλ. 1981 (ΦΕΚ Α΄204) Περί κυρώσεως του Κώδικος «περί καταστάσεως προσωπικού οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως». Ο ουσιαστικός έλεγχος (έγκριση) από το Νομάρχη των πράξεων των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρ.234 παρ.4,317 παρ.6,318 παρ.2 και 334 παρ.2, του Νόμ.1188/1981, καταργήθηκε από το άρθρο μόνο Π.Δ. 222/4-8 Ιαν. 1982, ΦΕΚ Α΄ 3, (ανωτ. σελ.52,250). Με την παρ.61 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103, ορίστηκε ότι: «Όπου στις κατωτέρω διατάξεις του Νόμ.1188/1981 «περί κυρώσεως του Κώδικος περί καταστάσεως προσωπικού οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως» αναφέρεται η λέξη «Νομάρχης», εφεξής νοείται ο «Περιφερειακός Διευθυντής». Άρθρ. 89 παρ. 3 ΄΄ 207 ΄΄ 2 ΄΄ 208 πρώτο εδάφιο ΄΄ 218 παρ. 3 ΄΄ 219 ΄΄ 1 δεύτερο εδάφιο ΄΄ 220 ΄΄ 1 πρώτο εδάφιο ΄΄ 221 ΄΄ 1, 2 πρώτ. εδάφ. ΄΄ 222 ΄΄ 226 ΄΄ 227 ΄΄ 1 πρώτο εδάφιο ΄΄ 228 ΄΄ 1, 2 πρώτ. εδάφ. ΄΄ 229. Άρθρον 5. Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρ’ εκάστη νομαρχία. 1.Παρ’ εκάστη νομαρχία ή διαμερίσματι συνιστάται υπηρεσιακόν συμβούλιον συγκροτούμενον δι’ αποφάσεως του νομάρχου και αποτελούμενον: α)εκ του διευθυντού εσωτερικών της νομαρχίας ή του νομίμου αναπληρωτού αυτού, επί πλειόνων δε διευθυντών εκ του αρμοδίου επί θεμάτων τοπικής αυτοδιοικήσεως ή του νομίμου αναπληρωτού αυτού ως προέδρου. β)εκ του τμηματάρχου τοπικής αυτοδιοικήσεως της διευθύνσεως εσωτερικών της νομαρχίας. γ)εξ ενός δημοτικού συμβούλου του δήμου της έδρας του νομού και δ)εκ δύο μονίμων δημοτικών ή κοινοτικών υπαλλήλων επί βαθμώ 7ω τουλάχιστον του κλάδου ΑΤ1 και ελλείψει τοιούτων εξ υπαλλήλων του κλάδου ΑΡ13 του αυτού τουλάχιστον βαθμού, εν ελλείψει δε και τούτων έξ υπαλλήλων του κλάδου ΜΕ επί βαθμώ 7ω τουλάχιστον. Υπαρχόντων υπαλλήλων ανωτέρου βαθμού δεν δύναται να ορισθή κατώτερος. (Μετά τη σελ. 140,416(στ) Σελ. 140,41601 Τεύχος 1425 Σελ. 3 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 2.Οι δημοτικοί ή κοινοτικοί υπάλληλοι ορίζονται υπό του νομάρχου και συμμετέχουν οι μεν κοινοτικοί οσάκις συζητούνται θέματα αφορώντα εις κοινοτικούς υπαλλήλους, οι δε δημοτικοί εις πάσας τας λοιπάς περιπτώσεις. Ο δημοτικός σύμβουλος ορίζεται υπό του οικείου δημοτικού συμβουλίου. Με την παρ.14 του άρθρ.37 του Νόμ.2190/1-3 Μαρτ. 1994 (ΦΕΚ Α΄ 28), Τόμ. 2Α, σελ.318,203, ορίστηκε ότι: «Τα εκ των δημοτικών ή κοινοτικών υπαλλήλων μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων των Ο.Τ.Α. που ορίζονται από το Νομάρχη, εφεξής υποδεικνύονται από την τοπική ένωση δήμων και κοινοτήτων». 3.Καθήκοντα γραμματέως του συμβουλίου εκτελεί διοικητικός υπάλληλος του κλάδου ΑΤ1 κατά προτίμησιν του τμήματος τοπικής αυτοδιοικήσεως της διευθύνσεως εσωτερικών της νομαρχίας επί 8ω έως 6ω βαθμώ. 4.Το κατά το παρόν άρθρον υπηρεσιακόν συμβούλιον είναι αρμόδιον δια την κρίσιν των μέχρι και του 4 ου βαθμού υπαλλήλων των εν τη περιφερεία του νομού ΟΤΑ, περί ών το άρθρον 2 του παρόντος επιφυλασσομένων των διατάξεων των επομένων άρθρων 6 και 7. άρθρ. 12 Νόμ.2130/1993, αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 22 άρθρ. 8 Νόμ 2307/815 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ. 103. Το δε μέσα σε «» δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 4 άρθρ.12 Νόμ. 2503/30-30 Μαΐου 1997 (ΦΕΚ Α’ 107), κατωτ. αριθ.110. «10.Με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία των παρ. 1, 2, 4 και 5 του άρθρου αυτού επιτρέπεται η μετάταξη υπαλλήλων κατηγορίας ΔΕ23 ειδικού προσωπικού από δήμο σε δήμο, από δήμο σε κοινότητα και αντίστροφα». Η μέσα σε « » παρ. 10 προστέθηκε από την παρ. 23 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ. 103. Απόσπασις ΄Αρθρ.133.«1.Ειδικές διατάξεις νόμων που επιτρέπουν την απόσπαση υπαλλήλων σε κρατικές υπηρεσίες ή σε άλλον οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε υπηρεσίες νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή οργανισμών κοινής ωφέλειας εξακολουθούν να ισχύουν. Η απόσπαση γίνεται πάντοτε ύστερα και από γνώμη του αρμόδιου για διορισμό οργάνου του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης από τον οποίο αποσπάται ο υπάλληλος. Απαγορεύεται η απόσπαση υπάλληλου αν ένας μόνο υπηρετεί στον κλάδο στον οποίο αυτός ανήκει. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων «2.Αν υπάρχει έκτακτη υπηρεσιακή ανάγκη, με απόφαση του δημάρχου ή προέδρου κοινότητας μπορεί να αποσπασθεί έως ένα έτος υπάλληλος δήμου ή κοινότητας σε δημοτικό ή κοινοτικό ίδρυμα ή δημοτικό ή κοινοτικό νομικό πρόσωπο του ιδίου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε σύνδεσμο δήμων ή κοινοτήτων ή δήμων και κοινοτήτων ή σε αναπτυξιακό σύνδεσμο στον οποίο συμμετέχει ο δήμος ή η κοινότητα από τον οποίο γίνεται η απόσπαση και αντίστροφα». Η παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 3 άρθρ. 26 Νόμ. 2130/22-23 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α΄ 62), ανωτ. σελ. 52, 364. «3.Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης σε άλλον οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, με αίτηση του υπαλλήλου για συνυπηρέτηση με σύζυγο δημόσιο υπάλληλο ή υπάλληλο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του Ο.Τ.Α. υποδοχής, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του αρμοδίου για το διορισμό οργάνου του Ο.Τ.Α. εκ του οποίου ζητείται η απόσπαση. Η απόσπαση γίνεται για ένα (1) έτος και μπορεί να παραταθεί για ένα (1) ακόμη. Μετά τη λήξη του χρόνου απόσπασης ο υπάλληλος υποχρεούται να επανέλθει στον Ο.Τ.Α. από τον οποίο αποσπάσθηκε». Η μέσα σε « » παρ. 3 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 26 άρθρ.26 αρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν.1995 (ΦΕΚ Α΄ 113) κατωτ. αριθ. 103. 4.Στις περιπτώσεις των παρ. 2 και 3 αυτού του άρθρου οι αποδοχές και αποζημιώσεις του υπαλλήλου που αποσπάστηκε και οι ασφαλιστικές εισφορές βαρύνουν το φορέα στον οποίο έγινε η απόσπαση. 5.Με Π.Δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, ορίζονται οι πρόσθετες αμοιβές και αποζημιώσεις στους υπαλλήλους που αποσπώνται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του άρθρου». Το άρθρ. 133 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 66 Νόμ. 1416/18-21 Φεβρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 18) (κατωτ. αριθ. 82). ΄Αρθρον 134 Μετάταξις εντός του αυτού γενικωτέρου κλάδου 1.Επιτρέπεται μετάταξις υπαλλήλων (μέχρι και του 6 ου βαθμού) εις κενήν ομοιόβαθμον θέσιν ετέρου κλάδου του αυτού γενικωτέρου κλάδου του ιδίου ΟΤΑ τη αιτήσει των, εφ΄ όσον ούτοι έχουν τα προσόντα της εις ην μετατάσσονται θέσεως και συντρέχουν εξαιρετικαί υπηρεσιακαί ανάγκαι. Η μέσα σε ( ) φράση διαγράφτηκε από την παρ. 4 άρθρ. 30 Π.Δ. 37 α /26 Ιαν.-4 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 11) (κατωτ. αριθ. 85). 2.Η μετάταξις ενεργείται δι΄ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. ΄Αρθρον 135 Μετάταξις εις ανώτερον κλάδον Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 άρθρ. 38 Νόμ.2190/1994, τόμ. 2, σελ. 318,203 και στις μεταβολές που γίνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρ., βλ. παρ.7 άρθρ.12 Νόμ.2503/30-30 Μαΐου 1997 (ΦΕΚ Α’ 107), κατωτ. αριθ. 110. 1.Επιτρέπεται μετάταξις υπαλλήλων εις κενάς ομοιοβάθμους θέσεις ή εις θέσεις εισαγωγικού βαθμού ετέρου ανωτέρου κλάδου, του ιδίου ΟΤΑ κατά την έννοιαν της παρ. 1 του άρθρου 160 του παρόντος εφ΄ όσον ούτοι: α)(Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Νόμ. 1586/26 Μαρτ.-1 Απρ.1986, ΦΕΚ Α΄ 37, Τόμ. 2Α, σελ. 316, 893), β)κέκτηνται το τυπικόν προσόν του κλάδου εις ον μετατάσσονται, γ)απέκτησαν το κατά το ανωτέρω τυπικόν προσόν κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας των ή εφ΄ όσον κατείχον τούτο κατά τον χρόνον του διορισμού των, έχει παρέλθει έκτοτε τετραετία, δ)έχουν μονιμοποιηθή, ε)μετατάσσονται εις θέσιν του αμέσως ανωτέρου κλάδου. Κατ΄ εξαίρεσιν επιτρέπεται η μετάταξις εκ κλάδου ΜΕ εις του ΑΤ τοιούτους. 2.Η μετάταξις ενεργείται κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του προηγουμένου άρθρου. 3.(Καταργήθηκε από το άρθρο 29 Νόμ. 1586/26 Μαρτ.–1 Απρ. 1986, ΦΕΚ Α΄ 37, Τόμ. 2Α, σελ.316, 893). 4.Δια τους εκ των μετατασσομένων κεκτημένους τον βαθμόν της θέσεως εις ην μετατάσσονται, ως χρόνος διανυθείς εις την θέσιν ταύτην λογίζεται μόνον ο διανυθείς εν τω αντιστοίχω βαθμώ του εις ον ανήκε προ της μετατάξεως κλάδου χρόνος, μετά την απόκτησιν των τυπικών προσόντων των προβλεπομένων υπό των οικείων διατάξεων δια την θέσιν εις ην ούτοι μετατάσσονται. Κατά πάσαν πάντως περίπτωσιν οι μετατασσόμενοι τίθενται εις το αριστερόν των, κατά τον χρόνον της μετατάξεώς των, πηρετούντων ομοιοβάθμων των και δεν (Αντί για τη σελ. 140,4361(α) Σελ. 140,4361(β) Τεύχος 1425 Σελ. 25 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 δύναται να κριθούν δια τον αμέσως ανώτερον βαθμόν πριν ή συμπληρώσουν τον προς προαγωγήν εις τον βαθμόν τούτον χρόνον οι κατά τα ανωτέρω αρχαιότεροί των, μη κωλυομένης πάντως της κατά τας διατάξεις του άρθρου 149 του παρόντος εντάξεώς των εις ανώτερον βαθμόν. ΄Αρθρον 136 Προαγωγή Προϋποθέσεις προς προαγωγήν Ουδείς υπάλληλος προάγεται από βαθμού εις βαθμόν: α.(Καταργήθηκε από το άρθρ. 29 Νόμ.1586/26 Μαρτ.-1 Απρ.1986, ΦΕΚ Α΄ 37, Τόμ.2Α σελ. 316, 893). β)εάν δεν έχη συμπληρώσει καθωρισμένον χρόνον υπηρεσίας εις τον κατώτερον βαθμόν και δεν έχη τα λοιπά απαιτούμενα τυπικά προσόντα και γ)εάν δεν κέκτηται τα δια τον ανωτέρον βαθμόν απαιτούμενα ουσιαστικά προσόντα κατά την κρίσιν του υπηρεσιακού συμβουλίου. ΄Αρθρον 137 Μη υπολογιζόμενος προς προαγωγήν χρόνος Εις τον προς προαγωγήν απαιτούμενον χρόνον υπηρεσίας δεν υπολογίζεται: α)ο της διαθεσιμότητος β)ο της αργίας της επελθούσης ένεκα ποινικής διώξεως, αποληξάσης εις οιανδήποτε καταδίκην ή πειθαρχικής διώξεως, αποληξάσης εις πειθαρχικήν ποινήν τουλάχιστον προστίμου αποδοχών τριών μηνών, και γ)ο της αδικιαολογήτου αποχής εκ των καθηκόντων. Τρόπος προαγωγών ΄Αρθρ.138.-(Καταργήθηκε από το άρθρ. 29 Νόμ. 1586/26 Μαρτ.-1 Απρ. 1986, ΦΕΚ Α΄ 37,Τόμ 2Α, σελ. 316, 893). ΄Αρθρον 139 Ενέργεια προαγωγών 1.Αι προαγωγαί ενεργούνται δι΄ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 2.Το υπηρεσιακόν συμβούλιον γνωμοδοτεί κατόπιν εγγράφου ερωτήματος απευθυνομένου προς αυτό εντός μηνός από της κενώσεως της θέσεως υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν και περιλαμβάνοντος πάντας τους έχοντας τον Σελ. 140,4362(β) Τεύχος 1425 Σελ. 26 απαιτούμενον χρόνον υπηρεσίας εν τω κατεχομένω βαθμώ. Προκειμένου περί προαγωγής εις βαθμούς ενιαίων θέσεων το ερώτημα απευθύνεται εντός της αυτής προθεσμίας από της συμπληρώσεως του χρόνου προαγωγής. Εν παραλείψει ή αρνήσει υποβολής του ερωτήματος εντός της ως άνω προθεσμίας το υπηρεσιακόν συμβούλιον γνωμοδοτεί τη αιτήσει του εδιαφερομένου ή προτάσει του νομάρχου,ο δε υπαίτιος διώκεται πειθαρχικώς δια βαρείαν παράβασιν καθήκοντος. 3.(Καταργήθηκε από το άρθρ. 29 Νόμ. 1586/ 26 Μαρτ.–1 Απρ.1986, ΦΕΚ Α΄ 37, τόμ. 2Α σελ.316, 893). 4.Η περί προαγωγής απόφασις εκδίδεται εντός μηνός από της περιελεύσεως της γνωμοδοτήσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου εις τον οικείον οργανισμόν. 5.Παρερχομένης απράκτου της κατά την προηγουμένη παράγραφον προθεσμίας, η προαγωγή ενεργείται δια της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως περιλήψεως της ως άνω γνωμοδοτήσεως μερίμνη του νομάρχου. 6-7(Καταργήθηκαν από το άρθρ. 29 Νόμ. 1586/26 Μαρτ.–1 Απρ. 1986, ΦΕΚ Α΄ 37, Τόμ. 2Α, σελ. 316, 893). Άρθρ.140-143.(Καταργήθηκαν από το άρθρ.29 Νόμ. 1586/26 Μαρτ.-1 Απρ. 1986, ΦΕΚ Α΄ 37 Τόμ. 2Α , σελ. 316, 893). Δημοσίευση πράξεων υπηρεσιακών μεταβολών “΄Αρθρ.144.-΄Οπου κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου απαιτείται δημοσίευση της περίληψης των πράξεων των οργάνων των Ο.Τ.Α. που αφορούν υπηρεσιακές μεταβολές των υπαλλήλων τους, αυτή ενεργείται με μέριμνα του Περιφεριακού Διευθυντή”. Το άρθρ. 144 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 27 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ. 103. Αρμοδιότητες νομάρχου επί μεταβολών Άρθρον 6. Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρά τοις Δήμοις Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης. 1.Παρ’ εκάστω των Δήμων Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης συνίσταται ίδιον υπηρεσιακόν συμβούλιον συγκροτούμενον δια μεν τους Δήμους Αθηναίων και Πειραιώς δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών, δια δε τον Δήμον Θεσσαλονίκης, δι’ αποφάσεως του Νομάρχου Θεσσαλονίκης και αποτελούμενον: α)εκ δύο υπαλλήλων κλάδου ΑΤ1 αρμοδιότητας του Υπουργείου Εσωτερικών επί βαθμώ 3ω τουλάχιστον του αρχαιοτέρου τούτων επί ισοβάθμων οριζομένου ως προέδρου. Εφ’ όσον παρά τω Υπουργείω Βορείου Ελλάδος ή παρά τη Νομαρχία Θεσσαλονίκης δεν υπηρετεί ο αναγκαίος αριθμός υπαλλήλων αρμοδιότητος του Υπουργείου Εσωτερικών δια την συγκρότησιν του συμβουλίου, ο Νομάρχης Θεσσαλονίκης ορίζει τακτικά και αναπληρωματικά μέλη εξ υπαλλήλων κλάδου ΑΤ επί βαθμώ 3ω ή 2ω υπηρετούντων εν τη πόλει της Θεσσαλονίκης, αρμοδιότητος ετέρων Υπουργείων. β)εξ ενός δημοτικού συμβούλου του οικείου δήμου, οριζομένου υπό του δημοτικού συμβουλίου, γ)εκ δύο μονίμων υπαλλήλων του οικείου δήμου κλάδου ΑΤ1 επί 4ω τουλάχιστον βαθμώ, υποδεικνυομένων υπό του δημάρχου. 2.Καθήκοντα γραμματέως εκτελεί διοικητικός υπάλληλος του κλάδου ΑΤ1 του οικείου δήμου επί 8ω τουλάχιστον βαθμώ, προτεινόμενος υπό του δημάρχου. 3.Το κατά το παρόν άρθρον υπηρεσιακόν συμβούλιον είναι αρμόδιον δια την κρίσιν των μέχρι και του 4 ου βαθμού υπαλλήλων των Δήμων Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, επιφυλασσομένης της διατάξεως της παραγράφου 3 του επομένου άρθρου. Με την παρ.4 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103, αντικαταστάθηκαν τα Άρθρ.145.(Καταργήθηκε από την παρ. 28 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995, ΦΕΚ Α΄ 113, κατωτ. αριθ. 103). 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΄Αρθρον 146 Μισθολογικαί προαγωγαί εις τους 5 ον και 4 ον βαθμούς. 1.Εις υπαλλήλους 6 ου βαθμού των κλάδων ΑΤ, ΑΡ και ΜΕ, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει τον κατά τας κειμένας διατάξεις απαιτούμενον χρόνον εις τον βαθμόν τούτον προς προαγωγήν εις τον 5 ον βαθμόν και κρίνονται προακτέοι, παρέχεται ο βασικός μισθός του 5 ου βαθμού, προσαυξανόμενος δια των πάσης φύσεως επιδομάτων και λοιπών παροχών, ως εάν οι υπάλληλοι ούτοι είχον προαχθή βαθμολογικώς εις τον βαθμόν τούτον. 2.Εις τους κατά την προηγουμένην παράγραφον λαβόντας την μισθολογικήν προαγωγήν του 5 ου βαθμού υπαλλήλους κλάδων ΑΤ και ΑΡ, μετά την συμπλήρωσιν από ταύτης του κατά τας κειμένας διατάξεις απαιτουμένου προς προαγωγήν χρόνου εκ του 5 ον εις τον 4 ον βαθμόν, και κρίνονται προακτέοι παρέχεται έστω και αν εν τω μεταξύ προήχθησαν βαθμολογικώς εις τον 5 ον βαθμόν, ο βασικός μισθός του 4 ου βαθμού, προσαυξανόμενος δια των πάσης φύσεως επιδομάτων και λοιπών παροχών, ως εάν οι υπάλληλοι ούτοι είχον προαχθή βαθμολογικώς εις τον βαθμόν τούτον. 3.Οι κατά τας παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου λαβόντες τας αποδοχάς των ανωτέρω βαθμών υπάλληλοι, κατά την αποχώρησίν των εκ της υπηρεσίας καθ΄ οιονδήποτε τρόπον και εφ΄όσον κρίνονται ως προακτέοι προάγονται αυτοδικαίως εις τον βαθμόν του οποίου ο μισθός απενεμήθη εις αυτούς, πλήν της περιπτώσεως λύσεως της υπαλλήλικής σχέσεως λόγω εκπτώσεως ή απολύσεως συνεπεία επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. 4.Δια την χορήγησιν των κατά τας παραγράφους 1 και 2 μισθολογικών προαγωγών ή την αυτοδικαίαν κατά την παράγραφον 3 του παρόντος άρθρου βαθμολογικήν προαγωγήν υπαλλήλων η κρίσις αυτών ως προακτέων, ενεργείται υπό του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου κατόπιν ερωτήματος του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. Η κατά το προηγούμενον εδάφιον κρίσις δεν εμποδίζεται συνεπεία κωλύματος κρίσεώς των λόγω εντάξεως ή μετατάξεώς των. Αι κατά τας παραγράφους 1-3 του παρόντος άρθρου προαγωγαί υπαλλήλων ενεργούνται δι΄ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. 5.Υπάλληλοι ΟΤΑ κλάδων ΜΕ των οποίων η θέσις δεν διαβαθμίζεται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας πέραν του 7 ου βαθμού, προάγονται μισθολογικώς εις τον αμέσως επόμενον του κετεχομένου καταληκτικού κατά τον οργανισμόν βαθμού εφαρμοζομένων αναλόγως κατά τα λοιπά των διατάξεων των παρ. 1, 3 και 4. ΄Αρθρον 147 Μισθολογική προαγωγή εις τον 3 ον βαθμόν 1.΄Οπου αι θέσεις 3 ου -2 ου βαθμού των κλάδων ΑΤ και ΑΡ εν συγκρίσει προς το σύνολον των θέσεων του οικείου κλάδου υπολείπονται του ποσοστού 25% και 15% αντιστοίχως, παρέχεται εις υπαλλήλους 4 ου βαθμού των κλάδων τούτων και εις αριθμόν αντιστοιχούντα προς το υπολειπόμενον ποσοστόν του 25% και 15% αντιστοίχως, μετά την συμπλήρωσιν του κατά τας κειμένας διατάξεις απαιτουμένου προς προαγωγήν χρόνου εκ του 4 ου εις τον 3 ον βαθμόν, εφ΄όσον κρίνονται ως προακτέοι κατ΄ εκλογήν, ο βασικός μισθός του 3 ου βαθμού, προσαυξανόμενος δια των πάσης φύσεως επιδομάτων και λοιπών παροχών, ως εάν οι υπάλληλοι ούτοι είχον προαχθή βαθμολογικώς εις τον βαθμόν τούτον. Δια την εφαρμογήν των διατάξεων του προηγουμένου εδαφίου, το τυχόν προκύπτον κλάσμα μονάδος ημίσεος και άνω λογίζεται ως ακεραία μονάς. Εις άς περιπτώσεις το ανωτέρω ποσοστόν δεν επαρκεί δια την μισθολογικήν προαγωγήν τουλάχιστον ενός εκ των επί 4ω βαθμώ υπαλλήλων τούτο προσαυξάνεται μέχρι 5%. 2.Εις όσους κλάδους ΑΤ και ΑΡ προβλέπεται διαβάθμισις των θέσεων μέχρι του 3 ου βαθμού, το κατά την παράγραφον 1 ποσοστόν εξευρίσκεται δια συγκρίσεως του αριθμού των θέσεων 3 ου βαθμού, προς το σύνολον των θέσεων του οικείου κλάδου, όπου δε αι θέσεις 3 ου και 2 ου βαθμού δεν είναι οργανικώς ενιαίαι δια την εξεύρεσιν του οικείου ποσοστού, λαμβάνεται το άθροισμα τούτων. 3.Οι κατά την παράγραφον 1 λαβόντες τας αποδοχάς του 3 ου βαθμού υπάλληλοι, κατά την αποχώρησίν των εκ της υπηρεσίας, καθ΄ οιονδήποτε τρόπον και εφ΄ όσον κρίνονται ως προακτέοι κατ΄ εκλογήν, κατά τα εις την παράγραφον 4 οριζόμενα, προάγονται αυτοδικαίως εις τον 3 ον βαθμόν, πλήν της περιπτώσεως λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως λόγω εκπτώσεως ή απολύσεως συνεπεία επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. 4.Η κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου μισθολογική προαγωγή υπαλλήλων παρέχεται δι΄ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου μετά προηγουμένην κρίσιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η μισθολογική προαγωγή χωρεί κατά την σειράν αρχαιότητος των κρινομένων ως κατ’ εκλογήν προακτέων. 5.Προκειμένου περί μισθολογικής κατά τα ανωτέρω προαγωγής υπαλλήλων κλάδων ΑΤ και ΑΡ προερχομένων εκ του αυτού κλάδου της τέως Α΄ κατηγορίας, το κατά την παράγραφον 1 ποσοτόν ορίζεται εις 25% υπολογιζόμενον επί του συνόλου των θέσεων του οικείου κλάδου της τέως Α΄ κατηγορίας. Η μισθολογική προαγωγή των ως άνω υπαλλήλων χωρεί κατά την σειράν αρχαιότητος, την οποίαν είχον μεταξύ των εις την τέως Α΄ κατηγορίαν, κατά την έναρξιν της ισχύος του Ν. 697/77 “περί ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις την κατάστασιν των υπαλλήλων των ΟΤΑ …” υπό την προϋπόθεσιν ότι κρίνονται προακτέοι κατ΄ εκλογήν. Αι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 εφαρμόζονται και εν προκειμένω. ΄Αρθρον 148 Μισθολογική προαγωγή υπαλλήλων κλάδων ΣΕ εις τον 6 ον βαθμόν 1.Εις υπαλλήλους 7 ου βαθμού κλάδων ΣΕ και εις αριθμόν μη υπερβαίνοντα κατά κλάδον το 5% του συνολικού αριθμού των θέσεων του οικείου κλάδου, παρέχεται ο μισθός του 6 ου βαθμού, μετά εξαετή υπηρεσίαν εις τον 7 ον βαθμόν, προσαυξανόμενος δια των πάσης φύσεως επιδομάτων και λοιπών παροχών, ως εάν οι υπάλληλοι ούτοι είχον προαχθή βαθμολογικώς εις τον βαθμόν τούτον, εφ΄ όσον κρίνονται προακτέοι κατ΄ εκλογήν. 2.Οι λαβόντες τας αποδοχάς του 6 ου βαθμού υπάλληλοι κατά την αποχώρησιν των εκ της υπηρεσίας καθ΄ οιονδήποτε τρόπον και εφ΄ όσον κατά τα ανωτέρω κρίνονται ως προακτέοι κατ΄ εκλογήν, προάγονται αυτοδικαίως εις τον 6 ον βαθμόν, πλήν της περιπτώσεως λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως, λόγω εκπτώσεως ή απολύσεως συνεπεία επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. 3.Δια την χορήγησιν της κατά την παράγραφον 1 μισθολογικής προαγωγής ή την αυτοδικαίαν, κατά την παράγραφον 2 του παρόντος άρθρου, βαθμολογικήν προαγωγήν η κρίσις αυτών ως προακτέων κατ΄ εκλογήν ενεργείται υπό του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου κατόπιν ερωτήματος του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. Αι κατά τας παραγράφους 1-2 του παρόντος άρθρου προαγωγαί ενεργούνται δι΄ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. ΄Ενταξις υπαλλήλων Αρθρ.149.-1.Υπάλληλοι κεκτημένοι χρόνον πραγματικής υπηρεσίας ανώτερον του υπό των οικείων διατάξεων προβλεπομένου δια την μέχρι και του κατεχομένου βαθμού προαγωγικήν αυτών εξέλιξιν, εντάσσονται δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένης εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως μετά κρίσιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου εις ανάλογον προς τον συνολικόν χρόνον της υπηρεσίας αυτών βαθμόν, (Αντί για τη σελ.140, 437(β) Σελ. 140,437(γ) Τεύχος 1246-3 Σελ. 89 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 εφ’ όσον προβλέπεται εν τω οικείω κλάδω περαιτέρω εξέλιξις και πάντως ουχί πέραν του Β΄ (6ου) βαθμού οι των κλάδων ΑΤ, ΑΡ και ΜΕ και του Δ (7ου) βαθμού οι του κλάδου ΣΕ. 2.Δια την κατά την προηγουμένην παράγραφον ένταξιν λαμβάνεται υπ΄ όψιν μόνον η μετά των τυπικών προσόντων του αντιστοίχου κλάδου διανυθείσα υπηρεσία των υπαλλήλων προ του διορισμού των εις τον εις όν ανήκουν κλάδον. 3.Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος μετά την κατά τα ανωτέρω ένταξιν λογίζεται ως διανυθείς εις τον εις όν εντάσσεται έκαστος βαθμόν δια την προαγωγήν εις ανώτερον τούτου βαθμόν. Το άρθρον 149, που είχε καταργηθεί από το άρθρ. 29 του Νόμ. 1586/26 Μαρτ.-1 Απρ. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 37), Τόμ. 2Α, σελ.316,893 επαναφέρθηκε σε ισχύ από την παρ. 14 άρθρ. 33 Νόμ. 2190/94 (ΦΕΚ Α΄ 28), Τόμ.2Α, σελ.318,203 με την οποία τροποποιήθηκε συγχρόνως και στην παρ. 1 τέθηκε ο βαθμός Β΄ αντί του 6 ου και ο Βαθμός Δ΄αντί του 7 ου . ΄Αρθρον 150 Διαθεσιμότης Περιπτώσεις διαθεσιμότητος 1.Ο μόνιμος υπάλληλος τίθεται εις διαθεσιμότητα: α)ένεκα νόσου και β)ένεκα καταργήσεως θέσεως, υπηρεσίας ή κλάδου. 2.Η περί θέσεως εις διαθεσιμότητα, ως και η περί επαναφοράς εις την ενέργειαν πράξις εκδίδεται υπό του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου μετ’ απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιεύεται εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σελ. 140,438(γ) Τεύχος 1246-3 Σελ. 90 ΄Αρθρον 151 Διεθεσιμότης ένεκα νόσου. 1.Ο μόνιμος υπάλληλος ο έχων τουλάχιστον τριετή πραγματικήν υπηρεσίαν τίθεται αυτεπαγγέλτως ή επί τη αιτήσει αυτού εις διαθεσιμότητα ένεκα νόσου παρατεινομένης πέραν του εν άρθροις 117, 118 οριζομένου χρόνου αναρρωτικής αδείας δεκτικής όμως ιάσεως κατά την γνώμην της υγειονομικής επιτροπής. 2.Η διάρκεια της διαθεσιμότητος ένεκα νόσου δεν δύναται να υπερβή το έν έτος και επί δυσιάτων νοσημάτων τα δύο έτη, άρχεται δε αφ΄ ής έληξεν η αναρρωτική άδεια. Κατά το τελευταίον δεκαπενθήμερον προς της λήξεως της διαθεσιμότητος, η υγειονομική επιτροπή αποφαίνεται υποχρεωτικώς περί της ικανότητος ή μη του υπαλλήλου προς άμεσον επανάληψιν των καθηκόντων του. Εις περίπτωσιν αρνητικής γνωματεύσεως ο υπάλληλος απολύεται κατά τα εν άρθρω 214 οριζόμενα. Επί τη αιτήσει του υπαλλήλου ή και αυτεπαγγέλτως δύναται ούτος να παραπεμφθή προς εξέτασιν εις την υγειονομικήν επιτροπήν και προ της λήξεως του ορισθέντος ήδη χρόνου διαθεσιμότητος, αλλά εις περίπτωσιν αρνητικής γνωματεύσεως διατηρείται η διαθεσιμότης μέχρι της λήξεως αυτού. Η επιτροπή δύναται να εξετάση και εκτός της έδρας αυτής διαμένοντα υπάλληλον δια της πλησιεστέρας υγειονομικής επιτροπής. 3.Υπάλληλοι μη έχοντες τριετή υπηρεσίαν και εξαντλήσαντες τον δικαιούμενον χρόνον αναρρωτικής αδείας τίθενται εις διαθεσιμότητα ένεκα νόσου δεκτικής ιάσεως, μετά γνωμάτευσιν της υγειονομικής επιτροπής επί εξάμηνον, επί έν έτος δε προκειμένου περί δυσιάτου νοσήματος, άνευ αποδοχών. ΄Αρθρον 152 Διαθεσιμότης ένεκα καταργήσεως θέσεως. 1.Η ένεκα καταργήσεως θέσεως υπηρεσίας ή κλάδου διαθεσιμότης δύναται να αποφασισθή υπό του υπηρεσιακού συμβουλίου υπέρ του υπαλλήλου εκείνου, όστις εκρίθη απολυτέος δια κατάργησιν θέσεως κατά τους όρους του άρθρου 217 μόνον εφ΄ όσον ούτος έχει συμπληρώσει πενταετή μόνιμον υπηρεσίαν μετά λίαν ικανοποιητικής επιδόσεως. 2.Η διαθεσιμότης αύτη διαρκεί επί έν έτος, μετά την πάροδον του οποίου ο υπάλληλος απολύεται. 3.Εάν διαρκούσης της δια την κατάργησιν θέσεως διαθεσιμότητος ή εντός έτους από της κατά την προηγουμένην παράγραφον απολύσεως, κενωθή ή συσταθή εν τω αυτώ οργανισμώ θέσις του αυτού κλάδου και βαθμού προς την τέως κατεχομένην, ο εν διαθεσιμότητι τελών ή απολυθείς δέον να προτιμηθή δια την κατάληψιν αυτής, εφ΄ όσον κέκτηται τα δια την θέσιν τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, πλήν του της ηλικίας, άνευ συμμετοχής εις τον τυχόν απαιτούμενον διαγωνισμόν. Περί της υπάρξεως των προσόντων και της σειράς προτιμήσεως μεταξύ πλειόνων αποφασίζει το υπηρεσιακόν συμβούλιον. 4.Η κατά τα ανωτέρω θέσις εις διαθεσιμότητα επάγεται την παύσιν παντός παρεπομένου λειτουργήματος, το οποίον τυχόν κατέχει ο υπάλληλος εν δημοσία υπηρεσία ή αλλαχού. Άρθρον 153 Αποδοχαί των τεθέντων εις διαθεσιμότητα. 1.Ο ένεκα νόσου τεθείς εις διαθεσιμότητα λαμβάνει το ήμισυ των αποδοχών του. 2.Ο ένεκα καταργήσεως θέσεως τεθείς εις διαθεσιμότητα λαμβάνει κατά μεν το πρώτον εξάμηνον τα 75% κατά δε το υπόλοιπον χρόνον τα 50% των αποδοχών του. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 άρθρ.5 και 6 ως εξής: «(1).Συνιστάται σε κάθε νομό και νομαρχία υπηρεσιακό συμβούλιο συγκροτούμενο με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή το οποίο αποτελείται από: α)3 δημοτικούς ή κοινοτικούς υπαλλήλους που ορίζονται από τον Περιφερειακό Διευθυντή, ύστερα από υπόδειξη της διοικούσας επιτροπής της τοπικής ένωσης δήμων και κοινοτήτων, β)2 αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων, που εκλέγονται με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία. Ο τρόπος, η διαδικασία και οι λοιπές προϋποθέσεις της εκλογής καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μετά γνώμη της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α.). Η γνώμη της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης παρέχεται μέσα σε προθεσμία που τάσσεται από τον Υπουργό Εσωτερικών και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 15 ημέρες. Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής η απόφαση εκδίδεται χωρίς τη γνώμη της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. (2).Καθήκοντα γραμματέα του συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του δήμου της έδρας του νομού, με εξαίρεση τα συμβούλια νομαρχιών Νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης που καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του πολυπληθέστερου δήμου πλην των Δήμων Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης. Ο γραμματέας του συμβουλίου πρέπει να είναι κλάδου ΠΕ1 διοικητικού ή ΤΕ17 διοικητικών-λογιστικών ή ΔΕ1 διοικητικών με βαθμό τουλάχιστον Γ΄. (3).Ως τόπος συνεδρίασης του συμβουλίου ορίζεται το κατάστημα του δήμου της έδρας του νομού και το κατάστημα του πολυπληθέστερου δήμου για τα συμβούλια των νομαρχιών του Νομού Αττικής και του Νομού Θεσσαλονίκης, πλην των Δήμων Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης. (4).Στη διοικητική περιφέρεια της Νομαρχίας Αθηνών συνιστώνται 3 υπηρεσιακά συμβούλια με αρμοδιότητα τους κατωτέρω Ο.Τ.Α.: Α΄.Υπηρεσιακό Συμβούλιο: Ταύρου, Μοσχάτου, Καλλιθέας, Ν. Σμύρνης, Π. Φαλήρου, Αγ. Δημητρίου, Δάφνης, Υμηττού, Βύρωνα, Ηλιούπολης, Αλίμου, Αργυρούπολης, Ελληνικού και Γλυφάδας. Β΄.Υπηρεσιακό Συμβούλιο: Αιγάλεω, Αγ. Βαρβάρας, Χαϊδαρίου, Περιστερίου, Πετρούπολης, Ν. Λιοσίων, Αγ. Αναργύρων και Καματερού. Γ΄.Υπηρεσιακό Συμβούλιο: Νέας Χαλκηδόνας, Ν. Φιλαδέλφειας, Μεταμόρφωσης, Ν. Ιωνίας, Ηρακλείου, Λυκόβρυσης, Πεύκης, Γαλατσίου, Φιλοθέης, Ψυχικού, Ν. Ψυχικού, Χολαργού, Παπάγου, Ζωγράφου, Καισαριανής, Αγ. Παρασκευής, Χαλανδρίου, Βριλησσίων, Μελισσίων, Πεντέλης, Ν. Πεντέλης, Εκάλης, Νέας Ερυθραίας, Αμαρουσίου και Κηφισιάς. (5).Τα ανωτέρω υπηρεσιακά συμβούλια της Νομαρχίας Αθηνών συγκροτούνται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή και αποτελούνται από: α.3 δημοτικούς ή κοινοτικούς υπαλλήλους, που ορίζονται από τον Περιφε(Μετά τη σελ.140,416(ε) Σελ.140,4161 Τεύχος 1246-Σελ.71 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 ρειακό Διευθυντή, ύστερα από υπόδειξη της διοικούσας επιτροπής της τοπικής ένωσης δήμων και κοινοτήτων, β.2 αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων των οικείων Ο.Τ.Α., που εκλέγονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτ. β΄ της υποπαρ. (1) αυτού του άρθρου. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του πολυπληθέστερου δήμου. Ως τόπος συνεδρίασης των ανωτέρω συμβουλίων ορίζεται το κατάστημα του πολυπληθέστερου δήμου. (6).Σε καθέναν από τους Δήμους Αθηναίων, Πειραιώς και θεσσαλονίκης συνιστάται υπηρεσιακό συμβούλιο που συγκροτείται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή και αποτελείται από: α.3 δημοτικούς υπαλλήλους που ορίζονται από το δημοτικό συμβούλιο, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της περίπτ. α΄ της υποπαρ. (1) αυτού του άρθρου, β.2 αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων του οικείου δήμου, που εκλέγονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτ. β΄ της υποπαρ. (1) αυτού του άρθρου. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος κλάδου ΠΕ1 διοικητικού ή ΤΕ17 διοικητικών-λογιστικών ή ΔΕ1 διοικητικών του οικείου δήμου με βαθμό τουλάχιστον Γ΄, που προτείνεται από το δήμαρχο. (7).Για τα υπηρεσιακά συμβούλια των υποπαρ. (1), (4) και (6) της παρ.3 αυτού του άρθρου ισχύουν τα ακόλουθα: α.Τα μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου ορίζονται ή εκλέγονται με ισάριθμους αναπληρωτές. Αν λυθεί η υπαλληλική σχέση αιρετού μέλους του συμβουλίου, τακτικό μέλος ορίζεται ο επόμενος στη σειρά εκλογής, για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα της θητείας. β.Με την απόφαση συγκρότησης του υπηρεσιακού συμβουλίου ορίζεται ο πρόεδρος και αναπληρωτής του μεταξύ των τακτικών μελών του υπηρεσιακού συμβουλίου. γ.Όταν το υπηρεσιακό συμβούλιο λειτουργεί ως πειθαρχικό, ο πρόεδρος αντικαθίσταται από δικαστικό λειτουργό ή σύμβουλο ή πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στις διατάξεις της παρ.Β1 του άρθρ.40 του Νόμ.1884/1990 (ΦΕΚ 81 Α΄). δ.Αν τα αιρετά μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου περιλαμβάνονται μεταξύ αυτών που κρίνονται για προϊστάμενοι οργανικής μονάδας, αυτά κρίνονται κατά την πρώτη συνεδρίαση και δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτή για την κρίση που τους αφοράς. Αν και τα αναπληρωματικά μέλη έχουν το ίδιο κώλυμα, το υπηρεσιακό συμβούλιο συνεδριάζει με τα υπόλοιπα μέλη. ε.Κατά τα λοιπά για τη συγκρότηση, λειτουργία και τήρηση πρακτικών των υπηρεσιακών συμβουλίων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρ.8,9 και 10 του Νόμ.1188/1981, όπως ισχύουν και κατά το μέρος που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος. (8).Έως τη συγκρότηση των υπηρεσιακών συμβουλίων του άρθρου αυτού εξακολουθούν να λειτουργούν τα υπάρχοντα. Σελ.140,4162 Τεύχος 1246-Σελ.72 (9).Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου αυτού, τα αιρετά μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων των υποπαρ. (1) και (6) του παρόντος, καθώς και οι αναπληρωτές τους, είναι αυτά που έχουν εκλεγεί σύμφωνα με την 27581/16.6.1994 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών (ΦΕΚ 486 β΄) με την επιφύλαξη της υποπαρ. (4) του άρθρου αυτού». Άρθρον 154 Αργία Αυτοδικαία θέσις εις αργίαν 1.Τίθεται αυτοδικαίως εις αργίαν ο στερηθείς της προσωπικής ελευθερίας συνεπεία εντάλματος φυλακίσεως ή δικαστικής αποφάσεως υπάλληλος, έστω και αν απελύθη επί εγγυήσει. 2.Εκλιπόντος του λόγου, δι΄ όν η αργία, ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδικαίως εις ενέργειαν. 3.Τίθεται ωσαύτως αυτοδικαίως εις αργίαν ο υπάλληλος, καθ΄ού εξεδόθη πειθαρχική περί απολύσεως απόφασις, από της κοινοποιήσεως αυτής μέχρι λήξεως της δια την προσβολήν αυτής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας τεταγμένης προθεσμίας ή μέχρι της εκδόσεως της οριστικής αποφάσεως επί της τυχόν ασκηθείσης κατ΄ αυτής προσφυγής. Εξαφανιζομένης ή μεταρρυθμιζομένης της περί απολύσεως αποφάσεως, επανέρχεται ο υπάλληλος αυτοδικαίως εις ενέργειαν. 4. Εις τας περιπτώσεις των προηγουμένων παραγράφων εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. ΄Αρθρον 155 Δυνητική θέσις εις αργίαν 1.Δύναται να τεθή εις αργίαν ο υπάλληλος κατά του οποίου υφίσταται: α)εκκρεμής ποινική δίωξις δι΄ αδίκημα δυνάμενον να επισύρη την έκπτωσιν από του λειτουργήματος αυτού, β)εκκρεμής πειθαρχική δίωξις δι΄ αδίκημα δυνάμενον να επιφέρη την απόλυσιν αυτού και γ)βάσιμος υπόνοια ατάκτου διαχειρίσεως, στηριζομένη εις έκθεσιν της προισταμένης του αρχής ή αρμοδίου επιθεωρητού. 2.Η περί θέσεως εις αργίαν ή επαναφοράς εκ ταύτης εις ενέργειαν πράξις εκδίδεται υπό του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου μετ΄ απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιεύεται εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Μετά την πάροδον έτους από της θέσεως εις αργίαν δια τας υπό στοιχεία β΄ και γ΄ περιπτώσεις της παρ. 1 το υπηρεσιακόν συμβούλιον υποχρεούται να αποφανθή περί της συνεχίσεως της αργίας ή της επαναφοράς. 3. Η δυνητική αργία άρχεται από της κοινοποιήσεως της πράξεως, δυνάμενης να ενεργηθή και προ της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Επίσης από της κοινοποιήσεως της περί επαναφοράς πράξεως επανέρχεται ο υπάλληλος εις ενέργειαν, πλήν αν εξεδόθη εν τω μεταξύ, εις μέν την περίπτωσιν α΄ της παραγράφου 1 οριστική ποινική απόφασις μη επαγομένη έκπτωσιν, εις δε την περίπτωσιν β΄ της αυτής παραγράφου πειθαρχική απόφασις μη επαγομένη οριστικήν παύσιν, ότε από της τελεσιδικίας αυτών επανέρχεται αυτοδικαίως ο υπάλληλος εις ενέργειαν. ΄Αρθρον 156 Αποδοχαί του εν αργία υπαλληλου. Εκ των αποδοχών του εν αργία υπαλλήλου παρακρατείται το εν τέταρτον, δυνάμενον ν΄ αποδοθή αυτώ κατόπιν αποφάσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου, εάν απαλλαγή δυνάμει τελεσιδίκου αποφάσεως ή τιμωρηθή δια πειθαρχικής ποινής κατωτέρας της οριστικής παύσεως, είτε τέλος αποδειχθή αβάσιμος ή περί ατάκτου διαχειρίσεως υπόνοια. ΄Αρθρον 157 Παρεπόμενα λειτουργήματα. Η εις αργίαν θέσις εκτείνεται αυτοδικαίως και εις τα παρεπόμενα λειτουργήματα. ΄Αρθον 158 Περιορισμοί των εις αργίαν ή διαθεσιμότητα λόγω νόσου. Οι περιορισμοί των άρθρων 94-98 ισχύουν και δια τους εν αργία ή διαθεσιμότητι λόγω νόσου τελούντας υπαλλήλους. (Αντί για τη σελ. 140,439) Σελ. 140,439(α) Η112-Σελ.97 Άρθρον 159 Αρχαιότης 1.Η αρχαιότης καθορίζεται: α)εκ της χρονολογίας της δημοσιεύσεως της πράξεως του διορισμού ή της προαγωγής εις τον κατεχόμενον βαθμόν. β)επί της συγχρόνου προαγωγής, εκ της σειράς προαγωγής. γ)επί συγχρόνων αρχικών διορισμών εκ της σειράς επιτυχίας εις τον διενεργηθέντα διαγωνισμόν. δ)εν ελλείψει διαγωνισμού, εκ του βαθμού του πτυχίου ή άλλου τίτλου σπουδών και επί των αυτών βαθμών εκ της χρονολογίας κτήσεως του πτυχίου ή άλλου τίτλου σπουδών. ε)εν ελλείψει πτυχίου ή άλλου τίτλου σπουδών, εκ της σειράς αναγραφής των ονομάτων εν τη κοινή πράξει του διορισμού. 2.Εις τον χρόνον της αρχαιότητος δεν υπολογίζεται ο κατά το άρθρον 137 του παρόντος χρόνος. Προβάδισμα ΄Αρθρ.160.-(Καταργήθηκε από το άρθρ. 29 Νόμ. 1586/26 Μαρτ.-1 Απρ.1986, ΦΕΚ Α΄ 37, Τόμ. 2Α, σελ. 316, 893). Σελ. 140,440(α) Τεύχος Η112-Σελ. 98 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΄Aρθρον 161 Ηθικαί αμοιβαί 1.Δι’ εξαιρετικάς πράξεις εν τη εκτελέσει της υπηρεσίας των ή δι΄εξαίρετον επίδοσιν, πέραν της εκ των καθηκόντων των επιβαλλομένης, δύναται να απονέμωνται εις τους υπαλλήλους, αναλόγως της προσφερθείσης υπηρεσίας, αι κάτωθι ηθικαί αμοιβαί: α) εύφημος μνεία, β) ευαρέσκεια, γ) έπαινος δ) μετάλλιον διακεκριμένων πράξεων μετά διπλώματος. 2.Η ευαρέσκεια δύναται να απονέμηται και κατά την αποχώρησιν εκ της υπηρεσίας μετά μακράν και ευδόκιμον τοιαύτην. 3.Η εύφημος μνεία, η ευαρέσκεια και ο έπαινος απονέμονται δ΄ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, μετά σύμφωνον ειδικώς ητιολογημένην γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 4.Αι περί απονομής ηθικής αμοιβής πράξεις ανακοινούνται δι’ εγκυκλίου εις απάσας τας υπηρεσίας του οργανισμού εις τον οποίον ανήκουν οι υπάλληλοι υπέρ των οποίων εκδίδονται οι πράξεις αύται. 5.Το μετάλλιον διακεκριμένων πράξεων απονέμεται δια Προεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου επί τη προτάσει του αρμοδίου Υπουργού, μετά ητιολογημένην γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. ΄Αρθρον 162 Επίτιμοι τίτλοι 1.Υπάλληλος συμπληρώσας 35ετη πραγματικήν τακτικού υπαλλήλου υπηρεσίαν, διατηρεί επί τιμή και μετά την λύσιν της υπαλληλικής σχέσεως τον τίτλον της θέσεως, ήν τελευταίως κατείχε. 2.Η διατήρησις του επιτίμου τίτλου μνημονεύεται εν τη πράξει της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως και δημοσιεύεται μετ’ αυτής εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3.Ο εκπεσών της θέσεως αυτού, ως και ο οριστικώς παυθείς δυνάμει πειθαρχικής αποφάσεως, στερείται της ως άνω τιμής. ΄Αρθρον 163 Βράβευσις προτάσεων ή μελετών Εις υπαλλήλους οι οποίοι εξ ιδίας προωτοβουλίας ήθελον συντάξει και υποβάλει αξιόλογον πρωτότυπον πρότασιν ή μελέτην αφορώσαν εις τα αντικείμενα των αρμοδιοτήτων του οργανισμού εις τον οποίον ανήκουν ή εις την καλυτέραν οργάνωσιν ή βελτίωσιν της αποδοτικότητος της όλης υπηρεσίας αυτού παρέχονται ηθικαί και υλικαί αμοιβαί (βραβεία) κατά τα εκάστοτε επί δημοσίων υπαλλήλων ισχύοντα. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η΄ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΑΙ Α΄ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΄Αρθρον 164 ΄Ορισμός πειθαρχικού αδικήματος 1.Πάσα δι’ υπαιτίου πράξεως ή παραλείψεως παράβασις υπαλληλικού καθήκοντος δυναμένη να καταλογισθή, αποτελεί πειθαρχικόν αδίκημα. 2.Το υπαλληλικόν καθήκον προσδιορίζεται τόσον εκ των υπό των κειμένων διατάξεων, εγκυκλίων, οδηγιών και διαταγών επιβαλλομένων εις τον υπάλληλον υποχρεώσεων, όσον και εκ της καθόλου εντός και εκτός της υπηρεσίας εκάστοτε τηρητέας εν γένει διαγωγής αυτού. Άρθρον 7. Υπηρεσιακόν συμβούλιον παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών. 1.Παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών συνιστάται υπηρεσιακόν συμβούλιον προσωπικού των εν άρθρω 2 του παρόντος ΟΤΑ, συγκροτούμενον δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών και αποτελούμενον: α)εκ του γενικού διευθυντού τοπικής αυτοδιοικήσεως, ως προέδρου, β)εκ του αναπληρωτού γενικού διευθυντού τοπικής αυτοδιοικήσεως, γ)εκ του διευθυντού της διευθύνσεως προσωπικού οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, δ)εξ ενός υπαλλήλου κλάδου ΑΤ επί βαθμοίς 3ω ή 2ω της γενικής διευθύνσεως τοπικής αυτοδιοικήσεως και ε)εκ τριών δημοτικών υπαλλήλων των δήμων τέως διοικήσεως πρωτευούσης κλάδου ΑΤ1 επί βαθμοίς 1ω έως 3ω οριζομένων υπό του Υπουργού Εσωτερικών. 2.Καθήκοντα γραμματέως εκτελεί διοικητικός υπάλληλος κλάδου ΑΤ1 της διευθύνσεως ΠΟΤΑ του Υπουργείου Εσωτερικών επί 8ω βαθμώ τουλάχιστον. 3.Το κατά το παρόν άρθρον υπηρεσιακόν συμβούλιον είναι αρμόδιον δια την κρίσιν των υπαλλήλων, περί ών το ΄Αρθρον 165 Πειθαρχικά αδικήματα 1.Μεταξύ των πειθαρχικών αδικημάτων καταλέγονται ιδίως: α)η έλλειψις πίστεως εις το Σύνταγμα και αφοσιώσεως προς την Πατρίδα. β)η εκτός υπηρεσίας αναξία υπαλλήλου διαγωγή. γ)επί χρήμασι χαρτοπαιξία και ιδίως εις δημόσιον κέντρον. δ)η σύναψις στενών κοινωνικών σχέσεων μετά προσώπων των οποίων ουσιώδη συμφέροντα εξαρτώνται εκ του τρόπου της ασκήσεως της ανατιθεμένης εις τον υπάλληλον υπηρεσίας ε)η ενεργός υπέρ κόμματος δράσις στ)η δημοσία, προφορικώς ή εγγράφως, άσκησις κριτικής των πράξεων της προϊσταμένης αρχής, δι΄ εκφράσεων, αι οποίαι αποδεικνύουν έλλειψιν σεβασμού ή δια σκοπίμου χρήσεως αβασίμων επιχειρημάτων, ζ)η αποσιώπησις συμμετοχής εις έργα επ΄ αμοιβή ξένα προς την υπηρεσίαν και εις τας περιπτώσεις ακόμη εκείνας εις τας οποίας επιτρέπεται η συμμετοχή αύτη. η)η χρησιμοποίησησις τρίτων προσώπων προς απόκτησιν υπηρεσιακής ευνοίας ή πρόκλησιν ή ματαίωσιν διαταγής της υπηρεσίας. θ)η άμεσος ή δια μέσου τρίτου προσώπου συμμετοχή εις δημοπρασίαν, διενεργουμένην υπό του ΟΤΑ εις όν ανήκει υπάλληλος. ι)η εν υπηρεσία αναξιοπρεπής ή αναξία υπαλλήλου διαγωγή. ια)η βραδία εις την υπηρεσίαν προσέλευσις ή η πρόωρος εξ αυτής αποχώρησις. ιβ)η ραθυμία, η αμέλεια, ως και η ατελής ή μη έγκαιρος εκπλήρωσις του καθήκοντος ή αδικαιολόγητος άρνησις προσελεύσεως προς ιατρικήν εξέτασιν, ιγ)η μη προσήκουσα συμπεριφορά προς τους πολίτας, τους προϊσταμένους και λοιπούς υπαλλήλους, ιδ)η μη έγκαιρος απάντησις εις αναφοράς πολιτών, ιε)η υπό προϊσταμένου-κριτού σύνταξις εκθέσεως ουσιαστικών προσόντων, περί των υπ’ αυτών υπαλλήλων, άνευ της επιβαλλομένης αμεροληψίας και αντικειμενικότητος με αποτέλεσμα η έκθεσις να μη αποδίδη την πραγματικήν υπηρεσιακήν συμπεριφοράν και ποιότητα του κρινομένου υπαλλήλου, ως και η μη έγκαιρος κατάρτισις των εκθέσεων, ιστ)η αναρμοδία παρέμβασις υπέρ ή κατά τρίτου τινός, ιζ)η αδικαιολόγητος προτίμησις υποθέσεων νεωτέρων επί παραμελήσει παλαιοτέρων, ιη)η αδικαιολόγητος αποχή από της εκτελέσεως των καθηκόντων, ιθ)η άρνησις ή παρέλκυσις εκτελέσεως υπηρεσίας, κ)η συμμετοχή εις απεργίαν, κατά παράβασιν του άρθρου 23 παρ.2 του Συντάγματος και του εις εκτέλεσιν αυτού νόμου κα)η παράβασις της εκ της υπηρεσίας επιβαλλομένης εις τον υπάλληλον εχεμυθείας, κβ)η χρησιμοποίησις της υπαλληλικής ιδιότητος προς εξυπηρέτησιν ιδιωτικών συμφερόντων αυτού ή προσκειμένων εις αυτόν προσώπων κγ)η χρησιμοποίησις πληροφοριών, τας οποίας κατέχει ως εκ της υπηρεσίας του, προς αποκόμισιν ιδίου οφέλους, κδ)η υπό του υπαλλήλου μη είσπραξις του μισθού τον οποίον δικαιούται ή άλλων αποδοχών ή εξόδων, κε)η αποδοχή υπό του υπαλλήλου οιασδήποτε υλικής ευνοίας, η οποία δεν συνιστά δωροληψίαν, αλλά προέρχεται από πρόσωπα των οποίων τας υποθέσεις διαχειρίζεται ή πρόκειται να διαχειρισθή, κστ)η λόγω ασυνήθους χρήσεως φθορά ή εγκατάλειψις ή παράνομος χρήσις πράγματος ανήκοντος εις ΟΤΑ, το Δημόσιον ή εις νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, κζ)πάσα εκ δόλου ή βαρείας αμελείας πράξις ή παράλειψις, η οποία αν και είναι τυπικώς νόμιμος, δύναται οπωσδήποτε να βλάψη ή να θέση εις κίνδυνον τα συμφέροντα της πολιτείας, και κη)η παράβασις καθήκοντος κατά τον ποινικόν ή άλλους ειδικούς νόμους. 2.Διατάξεις ορίζουσαι ειδικά πειθαρχικά αδικήματα διατηρούνται εν ισχύι. (Μετά τη σελ.140,440) Σελ.140,441 Τέυχος Ε11-Σελ.115 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 ΄Αρθρον 166 Πειθαρχικαί ποιναί 1.Πειθαρχικαί ποιναί είναι: α)έγγραφος επίπληξις, β)πρόστιμον μέχρις αποδοχών τριών μηνών, γ)διακοπή του προς προαγωγήν δικαιώματος από ενός μέχρι πέντε ετών, δ)υποβιβασμός, ε)οριστική παύσις. 2.Το πρόστιμον, υπολογιζόμενον επί των κατά τον χρόνον της εκδόσεως της καταγνωστικής εις τον πρώτον βαθμόν πειθαρχικής αποφάσεως αποδοχών, παρακρατείται από του πρώτου μετά την τελεσιδικίαν της αποφάσεως μηνός, εις μηνιαίας δόσεις εκάστης τούτων οριζομένης δια της αυτής αποφάσεως, εις ποσόν ουχί ανώτερον του ενός τετάρτου των αποδοχών. Το πρόστιμον αποτελεί έσοδον του προυπολογισμού του Ταμείου-Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΑΔΚΥ) 3.Δια την διακοπήν του προς προαγωγήν δικαιώματος υπολογίζεται μόνον ο χρόνος, κατά τον οποίον ο τιμωρούμενος έχει τα προς προαγωγήν τυπικά προσόντα. Ο υποβιβασθείς δεν δύναται να επαναπροαχθή προ της παρελεύσεως από του υποβιβασμού του χρονικού διαστήματος ίσου προς το ήμισυ του απαιτουμένου προς προαγωγήν χρόνου. 4.Την ποινήν της οριστικής παύσεως δύναται να επιβάλη ο πειθαρχικός δικαστής μόνον δια τα εξής αδικήματα: α)παράβασιν του άρθρου 165 παρ.1 εδαφ.α΄, β)παράβασιν καθήκοντος κατά τον ποινικόν ή άλλους ειδικούς νόμους, γ)αδικαιολόγητον αποχήν υπό της εκτελέσεως των καθηκόντων επί τριάκοντα τουλάχιστον ημέρας, δ)παραβίασιν απορρήτων της υπηρεσίας κατά το άρθρον 88 παρ.2, ε)χαρακτηριστικώς αναξιοπρεπή ή αναξίαν υπαλλήλου διαγωγήν εντός ή εκτός της υπηρεσίας. στ)συμμετοχήν εις απεργίαν, κατά παράβασιν του άρθρου 23 παρ.2 του Συντάγματος και του εις εκτέλεσιν αυτού νόμου, ζ)διάπραξιν εντός έτους, αφ’ ής ετελέσθη αδίκημα τιμωρηθέν τουλάχιστον δια προστίμου ίσου προς τας αποδοχάς ενός μηνός, ετέρου αδικήματος δυναμένου να επισύρη την αυτήν ή βαρυτέραν ποινήν, η)διάπραξιν εντός διετίας, μετά επιβολήν τριών πειθαρχικών ποινών βαρυτέρων του προστίμου αποδοχών ενός μηνός, του αυτού αδικήματος. θ)εκ συστήματος κακήν συμπεριφοράν προς τους πολίτας, Σελ.140,442 Τέυχος Ε11-Σελ.116 ι)σοβαράν απείθειαν, ια)παν πειθαρχικόν αδίκημα δυνάμενον ως εκ της φύσεως αυτού να προκαλέση δημόσιον σκάνδαλον και προκαλέσαν τούτο, ιβ)αδικαιολόγητον εμμονήν εις άρνησιν προσελεύσεως δι΄ ιατρικήν εξέτασιν, ιγ)παράβασιν των διατάξεων της παρ.2 του άρθρου 170 του παρόντος, ιδ)χρησιμοποίησιν πλαγίων μέσων προς αποφυγήν ή ματαίωσιν ή πρόκλησιν υπηρεσιακών εν γένει μεταβολών. Β΄ΕΞΑΛΕΙΨΙΣ ΤΟΥ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΥ ΄Αρθρου 167 Παραγραφή πειθαρχικών αδικημάτωνΔιαγραφή πειθαρχικών ποινών. 1.Τα πειθαρχικά αδικήματα παραγράφονται μετά από δύο έτη αφ΄ ής ημέρας διεπράχθησαν πλην αν πρόκειται περί των αδικημάτων της παραγρ. 4 του προηγουμένου άρθρου, τα οποία παραγράφονται μετά πενταετίαν. 2.Αι κατά του υπαλλήλου απευθυνόμεναι πράξεις προς δίωξιν του αδικήματος διακόπτουν την παραγραφήν, ο χρόνος όμως ταύτης δεν δύναται να υπερβή την τριετίαν εν συνόλω μέχρι της εκδόσεως της καταγνωστικής αποφάσεως, επί δε αδικημάτων της παραγρ.4 του προηγουμένου άρθρου την επταετίαν. 3.Πειθαρχικόν αδίκημα, το οποίον αποτελεί και ποινικόν τοιούτον, δεν παραγράφεται προ της παρελεύσεως του προς παραγραφήν τούτου οριζομένου χρόνου. Επί τοιούτων αδικημάτων αι πράξεις της ποινικής διαδικασίας αποτελούν λόγον διακοπής της παραγραφής του περιθαρχικού αδικήματος. 4.Η παραγραφή πειθαρχικού αδικήματος διακόπτεται δια της τελέσεως πειθαρχικού αδικήματος σκοπούντος την απόκρυψιν αυτού ή την ματαίωσιν της ένεκα τούτου παραπομπής, εις υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον. 5.Παραγραφέν πειθαρχικόν αδίκημα δύναται να ληφθή υπ΄ όψιν κατά την τιμωρίαν ετέρου πειθαρχικού αδικήματος, τον οποίον διεπράχθη προ της παραγραφής εκείνου. 6.Η τελεσίδικος πειθαρχική απόφασις δεν υπόκειται εις παραγραφήν. 7.Αι ποιναί της επιπλήξεως μετά εν έτος, του προστίμου μέχρις αποδοχών ενός μηνός μετά διετίαν, του προστίμου μέχρις αποδοχών δύο μηνών μετά τετραετίαν, του προστίμου μέχρις αποδοχών τριών μηνών μετά πενταετίαν και αι λοιπαί βαρύτεραι τοιαύται, πλήν της οριστικής παύσεως, μετά δεκαετίαν από της επιβολής αυτών, διαγράφονται εκ του ατομικού δελτίου στοιχείων του τιμωρηθέντος υπαλλήλου και δεν λαμβάνονται υπ΄ όψιν δια την κρίσιν αυτού, αν κατά το διάστημα των ως άνω χρονικών ορίων δεν ετιμωρήθη δι΄ οιασδήποτε ποινής. ΄Αρθρον 168 Αυτοτέλεια κολασίμου του πειθαρχικού αδικήματος. Εν περιπτώσει αμνηστίας, αποκαταστάσεως, χάριτος ή καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον άρσεως του κολασίμου ή άρσεως ή μεταβολής των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν αίρεται το πειθαρχικώς κολάσιμον της πράξεως. ΄Αρθρον 169 Σχέσις προαγωγής προς πειθαρχικόν αδίκημα Η προαγωγή του υπαλλήλου δεν αίρει το πειθαρχικώς κολάσιμον αυτού δι΄ αδίκημα προγενέστερον της προαγωγής. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Γ΄ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΣ ΚΟΛΑΣΜΟΣ ΔΙΑ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΡΟ ΤΟΥ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΄Αρθρον 170 Πειθαρχικός κολασμός δια πράξεις προ του διορισμού 1.Πράξεις,τελεσθείσαι κατά την διάρκειαν προγενεστέρας του υπαλλήλου εις τον αυτόν ή εις έτερον ΟΤΑ ή το δημόσιον ή εις άλλον νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου υπηρεσίας, τιμωρούνται πειθαρχικώς, εάν υπάγωνται είς τινα των περιπτώσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 166, δεν παρήλθεν δε ο δι΄αυτάς οριζόμενος κατά το άρθρον 167 χρόνος παραγραφής. Εις την περίπτωσιν ταύτην ο τυχόν εκτός υπηρεσίας χρόνος δεν υπολογίζεται. 2.Τιμωρείται πειθαρχικώς και δύναται να επισύρη και την ποινήν της οριστικής παύσεως η παρά του υπαλλήλου χρήσις,προς επίτευξιν του διορισμού του, βίας, δόλου ή δωροδοκίας. Ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει από του διορισμού. Δ΄ ΣΧΕΣΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΠΡΟΣ ΠΟΙΝΙΚΗΝ ΔΙΚΗΝ άρθρον 2 του παρόντος ΟΤΑ επί βαθμώ 3ω και άνω, προκειμένου δε περί προαγωγών επί βαθμώ 4ω και άνω. ΄Αρθρον 171 Σχέσις πειθαρχικής προς ποινικήν δίκην 1.Η πειθαρχική δίκη είναι αυτοτελής και ανεξάρτητος πάσης άλλης δίκης. 2.Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχικήν, δύναται όμως ο πειθαρχικός δικαστής δι’ αποφάσεώς του, δυναμένης ελευθέρως να ανακληθή, να διατάξη δι΄εξαιρετικούς λόγους την αναστολήν. 3.Οσάκις εν ποινική αποφάσει, καταστάση αμετακλήτω βεβαιούται ρητώς η ύπαρξις ή ανυπαρξία πραγματικών γεγονότων, γίνονται ταύτα δεκτά εν τη πειθαρχική δίκη ως εν τη ποινική. Ουδόλως όμως κωλύεται εντεύθεν το πειθαρχικόν όργανον να εκδώση αντιθέτως προς την ποινικήν απόφασιν απαλλακτικήν ή καταγνωστικήν. 4.Εκδιδομένης αμετακλήτου ποινικής καταδικαστικής αποφάσεως μετά την πειθαρχικήν επαναλαμβάνεται η ένεκα της αυτής πράξεως πειθαρχική δίωξις, εάν δικαιολογήται κατά την παράγραφον 4 του άρθρου 166 η οριστική παύσις του υπαλλήλου, εκδιδομένης δι’ αμετακλήτου αθωωτικής ποινικής αποφάσεως,επαναλαμβάνεται η πειθαρχική δίκη. Το προς επανάληψιν της πειθαρχικής δίκης δικαίωμα παραγράφεται μετά διετίαν, αφ’ ής καταστή αμετάκλητος η ποινική απόφασις. Ε΄ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΝ-ΜΗ ΣΥΡΡΟΗ ΠΟΙΝΩΝ ΄Αρθρον 172 Δεδικασμένον-Μη συρροή ποινών 1.Ουδείς διώκεται εκ δευτέρου δια το αυτό πειθαρχικόν αδίκημα. 2.΄Ενεκα του αυτού πειθαρχικού αδικήματος μια ποινή επιβάλλεται. 3.Δια της αυτής πειθαρχικής αποφάσεως μία ποινή επιβάλλεται. ΣΤ΄ΛΗΞΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΄Αρθρον 173 Λήξις πειθαρχικής ευθύνης 1.Ο εξ οιουδήποτε λόγου αποβαλών την ιδιότητα του υπαλλήλου δεν διώκεται πειθαρχικώς, η τυχόν όμως αρξαμένη περιθαρχική δίκη συνεχίζεται και μετά την λύσιν της υπαλληλικής σχέσεως, εξαιρουμένης της περιπτώσεως του θανάτου. 2.Η κατά την ανωτέρω παράγραφον εκδιδομένη τυχόν καταγνωστική απόφασις παραμένει ανεκτέλεστος, επιφυλασσομένης της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 205. Ζ΄ ΔΙΩΞΙΣ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΗΣΙΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΄Αρθρον 174 Δίωξις και τιμώρησις πειθαρχικών αδικημάτων. 1.Η δίωξις και τιμώρησις του πειθαρχικού αδικήματος είναι καθήκον του πειθαρχικού δικαστού, παράλειψις του οποίου συνιστά μόνον πειθαρχικόν αδίκημα αυτού. 2.Κατ΄εξαίρεσιν, επί αδικημάτων δικαιολογούντων την ποινήν της επιπλήξεως, η δίωξις απόκειται εις την διακριτικήν εξουσίαν των τεταγμένων προς τούτο οργάνων, τα οποία λαμβάνουν υπ΄όψιν, αφ΄ ενός μεν το συμφέρον της υπηρεσίας, αφετέρου δε την καθόλου εις την υπηρεσίαν και εκτός αυτής διαγωγήν του κρινομένου υπαλλήλου. 3.Ο πειθαρχικός δικαστής έχει διακριτικήν εξουσίαν ως προς την επιμέτρησιν της ποινής, λαμβάνων υπ’ όψιν τα εις την προυηγουμένην παράγραφον κριτήρια. Κατ’ εξαίρεσιν, οσάκις το πειθαρχικόν αδίκημα δικαιολογεί ποινήν ανωτέραν της επιπλήξεως, δεν δύναται ο πειθαρχικός δικαστής να μην επιβάλη ποινήν. Η΄ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΙ ΄Αρθρον 175 Πειθαρχικαί δικαιοδοσίαι. Πειθαρχικήν δικαιοδοσίαν ασκούν: α)οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι του υπαλλήλου, β)η δημαρχιακή επιτροπή, γ)το κοινοτικόν συμβούλιον, δ)η εκτελεστική επιτροπή του ιδρύματος και το διοικητικόν συμβούλιον του νομικού προσώπου, ε)η διοικούσα επιτροπή των συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, στ)το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον και ζ)το Συμβούλιον της Επικρατείας. ΄Αρθρον 176. Πειθαρχικώς προϊστάμενοι Πειθαρχικώς προϊστάμενοι είναι: α)ο δήμαρχος επί πάντων των εις την αρμοδιότητα αυτού υπαγομένων υπαλλήλων, β)ο γενικός διευθυντής και ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής δήμου επί των υπαγομένων εις την αρμοδιότητα αυτών υπαλλήλων από του 4ου βαθμού και κάτω, γ)ο προϊστάμενος διευθύνσεως ή αυτοτελούς τμήματος ή υπηρεσίας του ΟΤΑ τακτικός ή επί θητεία υπάλληλος αυτού επί των υπ’ αυτόν υπαλλήλων, δ)ο πρόεδρος της κοινότητος, ε)ο πρόεδρος του αδελφάτου του ιδρύματος, στ)ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του δημοτικού ή κοινοτικού νομικού προσώπου, ζ)ο πρόεδρος του συνδέσμου δήμων και κοινοτήτων, η)(Καταργήθηκε από την παρ.29 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995, ΦΕΚ Α΄ 113, κατωτ. αριθ.103) 2.Η πειθαρχική εξουσία ασκείται επί υπαλλήλων κατωτέρου βαθμού εκείνου του οποίου φέρει ο πειθαρχικώς διώκων. ΄Αρθρονν 177 ΄Αρμοδιότης πειθαρχικώς προϊσταμένων. Οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι δύναται να επιβάλλουν την μεν ποινήν της επιπλήξεως πάντες, την δε του προστίμου οι κάτωθι υπό τας εξής διακρίσεις: α)ο δήμαρχος, ο πρόεδρος της κοινότητος, ο πρόεδρος του αδελφάτου του ιδρύματος, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του δημοτικού ή κοινοτικού νομικού (Αντί για τη σελ.140,443) Σελ.140,443(α) Τέυχος 1246-Σελ.91 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 προσώπου και ο πρόεδρος του συνδέσμου δήμων και κοινοτήτων, μέχρι και του ημίσεος των αποδοχών ενός μηνός. β)ο γενικός διευθυντής και ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής του δήμου μέχρι και του ενός τρίτου των αποδοχών ενός μηνός. γ)(Καταργήθηκε από την παρ.30 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν.1995,ΦΕΚ Α΄ 113, κατωτ. αριθ.103), δ)Ο προϊστάμενος διευθύνσεως ή αυτοτελούς τμήματος ή υπηρεσίας του ΟΤΑ μέχρι και του ενός έκτου των αποδοχών ενός μηνός. ΄Αρθρον 178 Αμεταβίβαστον αρμοδιότητος πειθαρχικώς προϊσταμένων αυτεπάγγελτος δίωξις 1.Η αρμοδιότης των πειθαρχικώς προϊσταμένων είναι αμεταβίβαστος. 2.Οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι επιλαμβάνονται αυτεπαγγέλτως. 3.Αρμόδιος πειθαρχικώς προϊστάμενος είναι εκείνος εις τον οποίον υπήγετο, υφ’ οιανδήποτε υπηρεσιακήν σχέσιν ή κατάστασιν, ο υπάλληλος, κατά τον χρόνον της τελέσεως του αδικήματος. 4.Δια της κλήσεως εις απολογίαν, άρχεται η αυτεπάγγελτος δίκη. 5.Μεταξύ πλειόνων αρμοδίως επιληφθέντων πειθαρχικώς προϊσταμένων, προτιμάται ο πρότερον καλέσας εις απολογίαν. Ούτος υποχρεούται εν πάση περιπτώσει, όπως παραπέμψη την υπόθεσιν εις ανώτερον πειθαρχικώς προϊστάμενον, εφ’ όσον ήθελε ζητηθή παρ’ αυτού, προ της εκδόσεως υπό τούτου πειθαρχικής αποφάσεως. Παραπομπή εις αμέσως ανώτερον πειθαρχικώς προϊστάμενον, δύναται να γίνη και εις ήν περίπτωσιν ο επιληφθείς πειθαρχικώς προϊστάμενος ήθελε κρίνει ότι το αδίκημα επισύρει ποινήν ανωτέραν της αρμοδιότητός του. Ελλείποντος, απόντος ή κωλυομένου του αμέσως ανωτέρου πειθαρχικώς προϊσταμένου, η παραπομπή δύναται να γίνη εις υπέρτερον αυτού πειθαρχικώς προϊστάμενον. 6.(Καταργήθηκε από την παρ.31 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995, ΦΕΚ Α΄113,κατωτ. αριθ.103) ΄Αρθρον 179 Συλλογικά πειθαρχικά όργανα ΟΤΑ 1.Η δημαρχιακή επιτροπή, το κοινοτικόν συμβούλιον, η εκτελεστική επιτροπή του ιδρύματος, το διοικητικόν συμβούλιον του νομικού προσώπου και η διοικούσα επιτροπή των συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, δύναται να επιβάλλουν την ποινήν της επιπλήξεως και του προστίμου μέχρι και των αποδοχών ενός μηνός. 2.Τα κατά την προηγουμένην παράγραφον πειθαρχικά όργανα κρίνουν μόνον εις πρώτον βαθμόν κατόπιν παραπομπής της υποθέσεως υπό των πειθαρχικώς προϊσταμένων του υπαλλήλου. Η παραπομπή εις την πειθαρχική διαδικασίαν της προηγουμένης παραγράφου επιτρέπεται μόνον υπό των πειθαρχικώς προϊσταμένων της παρ.1 περ. α΄,β΄,ε΄,στ΄ και ζ΄ του άρθρου 176 του παρόντος. ΄Αρθρον 180 Υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον 1.Το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον δύναται να επιβάλη οιανδήποτε ποινήν. 2.Τούτο κρίνει εις πρώτον μεν βαθμόν κατόπιν παραπομπής της υποθέσεως, εις δεύτερον δε βαθμόν κατόπιν εφέσεως. Σελ.140,444(α) Τέυχος 1246-Σελ.92 Άρθρον 8. Συγκρότησις υπηρεσιακών συμβουλίων. 1.Τα μέλη εκάστου υπηρεσιακού συμβουλίου μετά ισαρίθμων αναπληρωματικών ορίζονται επί διετή θητεία αρχομένην από 1 ης Ιανουαρίου δι’ αποφάσεως του αρμοδίου προς συγκροτήσιν αυτών οργάνου, εκδιδομένης εντός του μηνός Δεκεμβρίου του δευτέρου έτους της θητείας των. 2.Διαρκούσης της θητείας δεν επιτρέπεται η αντικατάστασις των προέδρων, μελών και γραμματέων των υπηρεσιακών συμβουλίων, τακτικών τε και αναπληρωματικών, ει μη κατά την αυτήν διαδικασίαν εφ’ όσον συντρέχουν σοβαροί υπηρεσιακοί λόγοι βεβαιούμενοι δια της σχετικής αποφάσεως. 3.Δια της περί συγκροτήσεως των συμβουλίων αποφάσεως ορίζονται οι γραμματείς αυτών μετά των αναπληρωτών των. 4.Εάν τα δημοτικά συμβούλια δεν ήθελον ορίσει τα μέλη και οι δήμαρχοι τα μέλη ή τους γραμματείς των υπηρεσιακών συμβουλίων μέχρι και της εικοστής Δεκεμβρίου, ούτοι ορίζονται υπό του αρμοδίου προς συγκρότησιν του συμβουλίου οργάνου. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΄Αρθρον 181 Συμβούλιον της Επικρατείας Το Συμβούλιον της Επικρατείας κρίνει επί προσφυγών κατ’ αποφάσεων υπηρεσιακών πειθαρχικών συμβουλίων, επιβαλουσών εις πρώτον και τελευταίον βαθμόν οιανδήποτε πειθαρχικήν ποινήν, εις δεύτερον δε βαθμόν τας πειθαρχικάς ποινάς της διακοπής του προς προαγωγήν δικαιώματος, του υποβιβασμού και της οριστικής παύσεως. ΄Αρθρον 182 Συνεκδίκασις πειθαρχικών αδικημάτων 1.Πλείονα πειθαρχικά αδικήματα του αυτού υπαλλήλου διωκόμενα προ της επί τινι τούτων εκδόσεως οριστικής αποφάσεως, δύναται, κατά την κρίσιν του πειθαρχικού δικαστού, να συνεκδικάζωνται, εφ’ όσον ανάγονται εις καθήκοντα υπηρεσιών του αυτού ΟΤΑ. 2.Πλείονες υπάλληλοι διωκόμενοι δια το αυτό αδίκημα ή δια συναφή τοιαύτα δύναται να συνεκδικάζωνται υπό τας προϋποθέσεις της προηγουμένης παραγράφου. 3.Αρμόδιον προς συνεκδίκασιν μεταξύ πλειόνων οργάνων είναι: α)μεταξύ πλειόνων πειθαρχικώς προϊσταμένων ο κατά βαθμόν ανώτερος, επί δε ομοιοβάθμων ο πρότερον επιληφθείς, β)μεταξύ πειθαρχικώς προϊσταμένου και υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον. Θ΄ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ Παραπομπή εις υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον ΄Αρθρ.183.-«1.Αν τα πειθαρχικά όργανα της παρ.1 του άρθρ.179 κρίνουν ότι το αδίκημα είναι τιμωρητέο με ποινή μεγαλύτερη της αρμοδιότητάς τους, παραπέμπουν την υπόθεση στο υπηρεσιακό πειθαρχικό συμβούλιο» Η μέσα σε « » παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.32 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ.103. 2.Το κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρ.155 διατυπούμενον ερώτημα προς το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον, περί θέσεως υπαλλήλου εις αργίαν, επέχει θέσιν παραπεμπτηρίου εγγράφου, κατά την παράγραφον 5 του άρθρου 184, δια το πειθαρχικόν αδίκημα εις το οποίον αναφέρεται η αργία. Καθ’ υπαλλήλου τεθέντος εις αργίαν κατά το άρθρον 154, λόγω ποινικής διώξεως ή καταδίκης και μη επανερχομένου είτα εις ενέργειαν, γίνεται υποχρεωτικώς η παραπομπή δια τας πράξεις ένεκα των οποίων ποινικώς εδιώχθη ή κατεδικάσθη εφ΄ όσον τούτο δεν είχε γίνει προ ή μετά την διάρκειαν της εις αργίαν θέσεώς του. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΄Αρθρον 184 Συνέπειαι παραπομπής 1.Η έκδοσις του κατά το άρθρον 183 παραπεμπτηρίου εγγράφου καταργεί την μήπω περατωθείσαν δι’ οριστικής αποφάσεως αυτεπάγγελτον δίκην. 2.Η έκδοσις οριστικής αποφάσεως επί τινι αδικήματι είτε υπό μονομελούς είτε υπό πολυμελούς δικαιοδοσίας, καθιστά απαράδεκτον την κατά το άρθρον 188 παραπομπήν. 3.Γενομένη παραπομπή δεν ανακαλείται. 4.Εν τω παραπεμπτηρίω εγγράφω δέον να μνημονεύωνται τα συνιστώντα το διωκόμενον παράπτωμα πραγματικά περιστατικά, ως και τα υπάρχοντα στοιχεία, άτινα πιθανολογούν την ενοχήν του υπαλλήλου. 5.Το παραπεμπτήριον έγγραφον κοινοποιείται εις τον διωκόμενον και αποστέλλεται μετά του φακέλλου της υποθέσεως, ως και ολοκλήρου του ατομικού φεκέλλου του υπαλλήλου, εις τον γραμματέα του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου. ΄Αρθρον 185 Προνάκρισις 1.Η προανάκρισις συνίσταται εις προκαταρκτικήν άτυπον συλλογήν και καταγραφήν πληροφοριών και στοιχείων περί του εικαζομένου πειθαρχικού αδικήματος και των συνθηκών, υπό τας οποίας ετελέσθη τούτο. 2.Προανάκρισιν δύναται να ενεργήση πας πειθαρχικώς προϊστάμενος του υπαλλήλου. 3.Εάν εκ των συγκεντρωθέντων στοιχείων κρίνη ο ενεργών την προανάκρισιν, ότι δεν συντρέχει περίπτωσις πειθαρχικής διώξεως, τερματίζει ταύτην δι΄ ητιολογημένης εκθέσεως. Τούτο δεν κωλύει την υπό άλλου πειθαρχικώς προϊσταμένου ενέργειαν προανακρίσεως. Εάν εκ των συγκεντρωθέντων στοιχείων κρίνη ο ενεργών την προανάκρισιν ότι προκύπτει πειθαρχικό αδίκημα τιμωρητέον δια των ποινών της αρμοδιότητός του, καλεί τον υπάλληλον εις απολογίαν κατά το άρθρον 194 εάν δε κρίνη, ότι δικαιολογείται η επιβολή ποινής βαρυτέρας, ενεργεί κατά τα εν άρθρω 192 οριζόμενα: Εάν τέλος κρίνη ότι το αδίκημα χρήζει περαιτέρω ερεύνης, προβαίνει εις την ενέργειαν ανακρίσεως. ΄Αρθρον 186 Ανάκρισις 1.Την ανάκρισιν διεξάγει: α)επί μονομελούς δικαιοδοσίας αυτός ο επιληφθείς πειθαρχικώς προϊστάμενος ή άλλος τις υπ’ αυτού οριζόμενος υπάλληλος, β)επί υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου ο υπό τούτου οριζόμενος υπάλληλος είτε μέλος αυτού είτε άλλος τις. Εις πάσαν περίπτωσιν εκείνος ο οποίος θα ενεργήση την ανάκρισιν, πρέπει να είναι τουλάχιστον ομοιόβαθμος αλλ’ αρχαιότερος του διωκομένου, εκτός εάν την ανάκρισιν ενεργή υπάλληλος ετέρου κλάδου. 2.Δεν δύνανται να διεξαγάγουν ανάκρισιν: α)εκείνοι κατά των οποίων τυχόν εστρέφετο το αδίκημα, β)οι ασκήσαντες την πειθαρχικήν αρμοδιότητά των δια το υπό κρίσιν αδίκημα πειθαρχικώς προϊστάμενοι και γ)οι κατ΄ ευθείαν γραμμήν εξ αίματος συγγενείς του διωκομένου υπαλλήλου ή εκ πλαγίου μέχρι και του τετάρτου βαθμού και ο σύζυγος ή εξ αγχιστείας συγγενής μέχρι και του δευτέρου βαθμού. Ο εγκαλούμενος δικαιούται εφ΄ άπαξ και το βραδύτερον εντός διημέρου από της κλήσεως προς εξέτασιν υπό του ανακριτού να ζητήση την εξαίρεσιν αυτού από του έργου της ανακρίσεως δι΄ εγγράφου αιτήσεως, εις την οποίαν πρέπει να εκτίθενται οι λόγοι της εξαιρέσεως, επισυνάπτονται δε και τα τυχόν υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία. Επί της αιτήσεως αποφαίνεται οριστικώς και τελεσιδίκως το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον άνευ συμμετοχής του μέλους εις το οποίον τυχόν είχον ανατεθή τα ανακριτικά καθήκοντα. Το μέλος τούτο αναπληρούνται νομίμως. Εάν η αίτησις γίνη δεκτή, αι υπό του εξαιρεθέντος ενεργηθείσαι ανακριτικαί πράξεις είναι άκυροι και δεν δύναται να τεθούν εις τον φάκελλον της υποθέσεως. 3.Ο διεξάγων την ανάκρισιν ενεργεί τας εις την έδραν του ανακριτικάς πράξεις αυτοπροσώπως ή δι΄ υφισταμένου υπαλλήλου, κατ΄ ανάλογον εφαρμογήν της περ. β΄ της παραγράφου 1, δικαιούται δε να ζητήση από πάσαν διοικητικήν αρχήν ή ειρηνοδίκην ή ειδικόν πταισματοδίκην την εις την έδραν αυτού ενέργειαν ανακριτικής τινός πράξεως. Ενέργειαν ανακριτικών πράξεων εκτός έδρας δύναται να ζητήση και παρά τινός των αρμοδίων κατά τόπον διοικητικών αρχών, των δικαιουμένων να μετακινηθούν ή να διατάξουν μετακίνησιν υπαλλήλου λόγω υπηρεσίας. 4.Κατά την διαδικασίαν ενώπιον του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου κρίνοντος εις πρώτον βαθμόν και επί εφέσει, η ανάκρισις είναι υποχεωτική, πλήν εάν η τυχόν προηγηθείσα κρίνεται ως επαρκής. 5.Η ανάκρισις είναι μυστική. 6.Η ανάκρισις δύναται να επεκταθή εις την έρευνα και άλλων αδικημάτων του αυτού υπαλλήλου, δια τα οποία προκύπτουν στοιχεία κατά την πορεία αυτής. 7.Καθήκοντα γραμματέως της ανακρίσεως εκτελεί ο υπό του διεξάγοντος ταύτην οριζόμενος υπάλληλος. ΄Αρθρον 187 Ανακριτικαί πράξεις 1.Ανακριτικαί πράξεις είναι: α)αυτοψία. β)εξέτασις μαρτύρων. γ)πραγματογνωμοσύνη και δ)εξέτασις του διωκομένου. 2.Δεν δύναται να είναι αντικείμενον ανακριτικής πράξεως: α)απόρρητον της υπηρεσίας εφ’ όσον δεν συναινεί ή αρμοδία αρχή και β)νόμω επαγγελματικόν απόρρητον. 3.Περί της ανακριτικής πράξεως συντάσσεται έκθεσις υπογραφομένη υπό πάντων των συμπραξάντων ή μνημονεύουσα την τυχόν άγνοιαν γραμμάτων ή άρνησιν υπογραφής τινος. ΄Αρθρον 188 Αυτοψία εγγράφων 1.Η αυτοψία δημοσίων εγγράφων ή ιδιωτικών κατατεθειμένων εις δημόσιαν αρχήν ενεργείται εις το γραφείον όπου ταύτα φυλάσσονται. 2.΄Εγγραφα κατεχόμενα υπό ιδιώτου παραδίδονται εις τον ενεργούντα την ανάκρισιν, αποδίδονται δε υποχρεωτικώς ευθύς μετά το πέρας της πειθαρχικής δίκης. 3.Ο ενεργών την ανάκρισιν υποχρεούται κατόπιν αιτήσεως του ιδιώτου να χορηγήση ατελώς, πλήν της αποδείξεως, επίσημον αντίγραφον των παραληφθέντων εγγράφων ή αποσπασμάτων. Εάν πρόκειται περί εγγράφων αναγκαιούντων εις τον ιδιώτην προς εξυπηρέτησιν ιδίου συμφέροντος, ταύτα ανακοινούνται εις τον ενεργούντα την ανάκρισιν εις τον τόπον όπου ταύτα ευρίσκονται. Η άρνησις της παραδόσεως ή ανακοινώσεως συνιστά πλημμέλημα. ΄Αρθρον 189 Μάρτυρες. 1.Οι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως κατά τας οικείας διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας εις τον τόπον της κατοικίας ή διαμονής των. 2.Η μη εμφάνισις ή άρνησις καταθέσεως του μάρτυρος άνευ ευλόγου αιτίας αποτελεί πλημμέλημα. Εύλογος αιτία θεωρείται και η μετά του διωκομένου συγγένεια του μάρτυρος εις ευθείαν γραμμήν ή μέχρι και του δευτέρου εκ πλαγίου βαθμού. 3.Η εξέτασις των παρά του διωκομένου υπαλλήλου προσαγομένων μαρτύρων πέραν των πέντε, απόκειται εις την κρίσιν της δικαιοδοτούσης αρχής. (Αντί για τη σελ.140,445) Σελ.140,445(α) Τέυχος 1246-Σελ.93 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 Άρθρον 9. Λειτουργία υπηρεσιακών συμβουλίων 1.Έκαστον υπηρεσιακόν συμβούλιον αποτελεί ιδίαν αρχήν. 2.Τα υπηρεσιακά συμβούλια γνωμοδοτούν ή αποφασίζουν εις τας υπό του νόμου οριζομένας περιπτώσεις, κατόπιν εγγράφου ερωτήματος απευθυνομένου προς αυτά υπό του κατά περίπτωσιν αρμοδίου οργάνου. 3.Τα υπηρεσιακά συμβούλια συνεδριάζουν του ΄Αρθρον 190 Πραγματογνώμονες Πραγματογνώμονες ορίζονται υπάλληλοι ΟΤΑ, δημόσιοι υπάλληλοι και αξιωματικοί του, κατά ξηράν, θάλασσαν και αέρα στρατού, της χωροφυλακής ή της αστυνομίας, ορκίζονται δε προ της εκτελέσεως πραγματογνωμοσύνης κατά τας οικείας διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας. ΄Αρθρον 191 Εξέτασις διωκομένου 1.Κατά την ανάκρισιν, δέον να καλείται οπωσδήποτε προς εξέτασιν ο διωκόμενος.Η μή προσέλευσις τούτου ή άρνησις προς εξέτασιν δεν κωλύει την πρόδοδν της ανακρίσεως. 2.Παράστασις ή συμπαράστασις πληρεξουσίου απαγορεύεται. Εκτίμησης βαρύτητας του αδικήματος. «΄Αρθρ.192.-Σε αυτεπάγγελτη δίωξη τα πειθαρχικά όργανα της παρ.1 του άρθρ.179 μετά το τέλος της προανάκρισης ή της ανάκρισης ενεργούν σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ.1 του άρθρ.183 του νόμου αυτού. Ο πειθαρχικός προϊστάμενος, που έχει επιληφθεί της υπόθεσης σε οποιοδήποτε στάδιο των ανακρίσεων ενεργεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στο εδάφ. β΄ της παρ.5 του άρθρ.178, αν κατά την κρίση του το εικαζόμενο αδίκημα επιφέρει ποινή μεγαλύτερη της αρμοδιότητάς του». Το άρθρ.192 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.33 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν.1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ.103. ΄Αρθρον 193 Ενέργειαι μετά την ανάκρισιν 1.Ο κατά το άρθρον 186 διεξάγων την ανάκρισιν πειθαρχικώς προϊστάμενος, εφ’ όσον δεν συντρέχει η περίπτωσις του προηγουμένου άρθρου, προβαίνει μετά το πέρας της ανακρίσεως, είτε εις την κλήσιν προς απολογίαν του διωκομένου, είτε εις την άνευ ταύτης έκδοσιν απαλλακτικής αποφάσεως.Ο ενεργήσας ανάκρισιν κατ’ εντολήν πειθαρχικώς προϊσταμένου υποβάλλει εις τούτον, μετά το πέρας της ανακρίσεως, τον φάκελλον αυτής μετά του πορίσματος του. 2.Ο ενεργήσας ανάκρισιν κατ΄ εντολήν υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, υποβάλλει εις τούτο μετά το πέρας της ανακρίσεως, τον φάκελλον αυτής μετά του πορίσματός του. 3.Ο πρόεδρος του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, μετά την υποβολήν του πορίσματος, δύναται να ορίση ως εισηγητήν της υποθέσεως έν εκ των μελών του συμβουλίου, εις τον οποίον διαβιβάζει τον σχηματισθέντα φάκελλον. 4.Εισηγητήν κατά την προηγουμένην πράγραφον δύναται να ορίση ο πρόεδρος και άμα τη λήψει του κατά τα άρθρα 183 και 184 παραπεμπτηρίου εγγράφου. 5.Εάν ο πρόεδρος κρίνη ότι η υπόθεσις είναι ώριμος προς συζήτησιν, εισάγει ταύτην ενώπιον του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, ίνα τούτο αποφασίση είτε την κλήσιν εις απολογίαν του διωκομένου, είτε την άνευ ταύτης απαλλαγήν αυτού. Σελ.140,446(α) Τέυχος 1246-Σελ.94 Ι΄ ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΄Αρθρον 194 Κλήσις διωκομένου εις απολογίαν 1.Αι πρωτόδικοι καταγνωστικαί αποφάσεις εκδίδονται μετά κλήσιν του υπαλλήλου εις απολογίαν. Η μη εμπρόθεσμος υποβολή της απολογίας, δια την οποίαν η κλήσις επεδόθη αποδεδειγμένως, δεν κωλύει την έκδοσιν της αποφάσεως, αλλά και η εκπροθέσμως υποβληθείσα προ της εκδόσεως της αποφάσεως λαμβάνεται υπ΄όψιν. Επί παραπομπής, κατά την παράγραφον 5 του άρθρου 178 μετά την κλήσιν εις απολογίαν του διωκομένου υπαλλήλου, δεν απαιτείται νέα κλήσις εις απολογίαν. 2.Η εξέτασις του διωκομένου κατά το στάδιον της ανακρίσεως δεν αναπληρώνει την κλήσιν εις απολογίαν. 3. Η ενώπιον δικαιοδοτούντος οργάνου προσέλευσις του διωκομένου και απολογία αυτού δύναται, κατά την κρίσιν του οργάνου να καλύψη την παράλειψιν της κλήσεως εις απολογίαν. 4.Μετά την κλήσιν εις απολογίαν η υπόθεσις δέον να περατωθή δι’ αποφάσεως. 5.Η κλήσις εις απολογίαν καθορίζει σαφώς το αποδιδόμενον πειθαρχικόν αδίκημα και τάσσει εύλογον προθεσμίαν προς απολογίαν, πάντως όχι βραχύτεραν του 48ώρου, εάν καλή πειθαρχικώς προϊστάμενος, πέντε δε ημερών, εάν καλή πολυμελής δικαιοδοσία. Κατόπιν ητιολογημένης εγγράφου αιτήσεως του καλουμένου δύναται να παραταθή ή προς απολογίαν προθεσμία εφ΄ άπαξ μέχρι του τριπλασίου της ταχθείσης. 6.Η κλήσις εις απολογίαν επιδίδεται δια οργάνου ΟΤΑ ή δημοσίου εις χείρας ή την κατοικίαν του υπαλλήλου. Περί της επιδόσεως ταύτης συντάσσεται αποδεικτικόν. Εις περίπτωσιν αρνήσεως παραλαβής ο επιδίδων συντάσσει πράξιν βεβαιούσαν την άρνησιν. Αγνοουμένης της διαμονής, η κλήσις τοιχοκολλάται εις το κατάστημα της υπηρεσίας του υπαλλήλου, συντασσομένου πρωτοκόλλου το οποίον υπογράφεται υπό δύο μαρτύρων. ΄Αρθρον 195 Απολογία 1.Η απολογία υποβάλλεται εγγράφως. Κατ΄ εξαίρεσιν δι΄ εύλογον αιτίαν δύναται να επιτραπή υπό του καλούντος προφορική τοιαύτη κατόπιν αιτήσεως του υπαλλήλου, οπότε συντάσσεται πρωτόκολλον ενώπιον του καλούντος ή του υπ’ αυτού οριζομένου υπαλλήλου. 2.Η έγγραφος απολογία παραδίδεται επί αποδείξει εις χείρας του καλούντος ή διαβιβάζεται εις αυτόν δια δημοσίας αρχής ή ταχυδρομικώς επί συστάσει. Εις την περίπτωσιν ταύτην το εμπρόθεσμον της υποβολής κρίνεται εκ του χρόνου της καταθέσεως εις την δημοσίαν αρχήν ή της ταχυδρομήσεως. 3.Προ πάσης απολογίας δικαιούται ο υπάλληλος να λάβη γνώσιν της σχηματισθείσης δικογραφίας. Περί τούτου συντάσσεται πράξις, η οποία υπογράφεται υπό του υπαλλήλου του τηρούντος τον φάκελλον και υπό του λαβόντος γνώσιν αυτού, ή εν αρνήσει του δευτέρου, υπό μόνον του πρώτου. Ο εδρεύων εκτός έδρας του καλούντος υπάλληλος δικαιούται να λάβη γνώσιν της δικογραφίας, είτε δι΄αποστολής του φακέλλου εις δημοσίαν αρχήν ή εις αρχήν ΟΤΑ, εφ΄ όσον τούτο θεωρείται σκόπιμον υπό της διωκούσης αρχής, είτε δια χορηγήσεως αδείας εις τον διωκόμενον υπάλληλον, εάν αι υπηρεσιακαί ανάγκαι επιτρέπουν τούτο, είτε εν αδυναμία των δύο τούτων λύσεων, δι΄ εκπροσώπου δημοσίου υπαλλήλου ή υπαλλήλου (ΟΤΑ εξουσιοδοτουμένου εγγράφως προς τούτο υπό του διωκομένου ή κατ΄ αίτησιν αυτού υπό της διωκούσης αρχής. 4.Ο καλούμενος εις απολογίαν δικαιούται να ζητήση δια της απολογίας του εύλογον προθεσμίαν δια την υποβολήν εγγράφων στοιχείων, ή παροχή της οποίας απόκειται εις την κρίσιν του καλούντος. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΙΑ΄ ΕΚΔΙΚΑΣΙΣ ΄Αρθρον 196 Προσδιορισμός δικασίμου-Αυτοπρόσωπος παράστασις 1.Μετά την υποβολήν της απολογίας ή την περέλευσιν της προς τούτο προθεσμίας ο πρόεδρος του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου, δια πράξεώς του προσδιορίζει την ημέραν της δίκης, ανακοινουμένην εγκαίρως, πάντως όμως τουλάχιστον προ 48 ωρών, εις τον εγκαλούμενον δι’εγγράφου. 2.Το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον δικαιούται να απαιτήση την ενώπιον αυτού ατοπρόσωπον παράστασιν του διωκουμένου υπαλλήλου. Το αυτό δικαίωμα έχει και ο διωκόμενος υπάλληλος. 3.Εις ήν περίπτωσιν το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον κρίνει αναγκαίαν την συμπλήρωσιν της ανακρίσεως ή την προφορικήν υποστήριξιν της απολογίας, δύναται να αποφασίση την αναβολήν της δίκης. 4.Αναβληθείσης της δίκης, ο πρόεδρος προσδιορίζει άλλην δι.κάσιμον η οποία ανακοινούται εγκαίρως, ως άνω εις τον εγκαλούμενον. 5.Η παράστασις ή συμπαράστασις πληρεξουσίου απαγορεύεται. 6.Η εις την δίκην προσέλευσις του εγκαλουμένου αποτελεί νόμιμον λόγον χορηγήσεως εις αυτόν αναλόγου αδείας απουσίας. ΄Αρθρον 197 Κοινοποίησις εις διωκόμενον Πάσα πρόσκλησις ή ειδοποίησις του εγκαλουμένου κοινοποιείται εις αυτόν κατά την διάταξιν της παραγράφου 6 του άρθρου 194. ΄Αρθρον 198 Εξαίρεσις και κωλύματα μελών υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου 1.Του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου εξαιρούνται οι κατά το άρθρον 186 παρ.2 μη δικαιούμενοι να διεξαγάγουν ανάκρισιν. 2.Ο εγκαλούμενος δύναται να ζητήση εφ’άπαξ την εξαίρεσιν δύο κατ’ ανώτατον όριον μελών του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου. Επί της αιτήσεως ταύτης, η οποία πρέπει να υποβάλλεται εγγράφως εις τον πρόεδρον του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου δύο τουλάχιστον ημέρας προ της συζητήσεως της υποθέσεως, να είναι ητιολογημένη και να συνοδεύεται υπό των υπαρχόντων τυχόν δικαιολογητικών, αποφαίνεται κατά πλειοψηφίαν οριστικώς και τελεσιδίκως το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον, συντιθέμενον εκ των λοιπών μελών αυτού, δι’ ητιολογημένης αποφάσεως καταχωριζομένης εις τα πρακτικά. Τα μέλη υπέρ της εξαιρέσεως των οποίων απεφάνθη το συμβούλιον αντικαθίστανται υπό των αναπληρωτών των. 3.Η ενέργεια της ανακρίσεως κωλύει την συμμετοχήν του ενεργήσαντος αυτήν εις την σύνθεσιν του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου. 4.Εις την περίπτωσιν της παραγράφου 4 του άρθρου 171 αποκλείεται του έργου της ανακρίσεως ή της συμμετοχής εις το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον ο ενεργήσας την ανάκρισιν ή συμμετασχών εις το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον κατά την πρώτην δίκην. ΄Αρθρον 199 Εκτίμησις αποδείξεων 1.Ο πειθαρχικός δικαστής εκτιμά τας προσαχθείσας αποδείξεις κατ΄ ελευθέραν κρίσιν. 2.Ο πειθαρχικός δικαστής δύναται προς μόρφωσιν της κρίσεώς του να λάβη υπ’όψιν και αποδεικτικά στοιχεία μη προκύπτοντα εκ της πειθαρχικής διαδικασίας, αλλ’ εξ άλλης διαδικασίας νομίμως συνεστημένης, εφ’όσον έλαβε γνώσιν τούτων ο διωκόμενος. 3.Αδικήματα, δια τα οποία ο διωκόμενος δεν εκλήθη εις απολογίαν, δεν δύναται να αποτελέσουν αντικείμενον της δίκης. 4.Η απόφασις, δέον να στηρίζεται επί αποδεδειγμένων πραγματικών γεγονότων και όχι απλών υπονοιών και να είναι ητιολογημένη τόσον δια την διαπίστωσιν της ενοχής, όσον και δια την επιβολήν ή επιμέτρησιν της ποινής. 5. Εις την περίπτωσιν της επαναλήψεως της δίκης κατά την παράγρ.4 του άρθρου 171 δύναται αλλά δεν υποχρεούται, το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον να προβή εις νέαν εξέτασιν του πραγματικού μέρους της υποθέσεως να διατάξη ανάκρισιν και νέαν κλήσιν εις απολογίαν, ως και να λάβη υπ’ όψιν νέους πραγματικούς ισχυρισμούς και νέας αποδείξεις. ΄Αρθρον 200 Τέλη σημάνσεως εγγράφων πειθαρχικής διαδικασίας 1.Τα τέλη σημάνσεως καταλογίζονται εις βάρος του τιμωρηθέντος υπαλλήλου δια της οριστικής αποφάσεως. 2.Εις περίπτωσιν μερικής απορρίψεως της εφέσεως του πρωτοδίκως τιμωρηθέντος υπαλλήλου, το υπηρεσιακόν πειθαρχικόν συμβούλιον καταλογίζει εις βάρος αυτού μέρος μόνον των τελών της δίκης. 3.Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν διετάχθη πραγματογνωμοσύνη, αι αμοιβαί των πραγματογνωμόνων εκκαθαρίζονται υπό του πειθαρχικού οργάνου και καταβάλλονται παρά του οικείου ΟΤΑ κατά τας διατάξεις περί λογιστικού των ΟΤΑ, καταλογίζονται δε εις βάρος του τιμωρηθέντος υπαλλήλου, εν όλω ή εν μέρει, κατά την κρίσιν του συμβουλίου, δια της οριστικής αποφάσεως. άρθρου 5 εν τω καταστήματι της οικείας νομαρχίας, του άρθρου 6 εν τω καταστήματι του οικείου δήμου και του άρθρου 7 εν τω καταστήματι του Υπουργείου Εσωτερικών. 4.Το συμβούλιον συνέρχεται τη προσκλήσει και υπό την προεδρίαν του προέδρου τούτου, όστις καταρτίζει την ημερησίαν διάταξιν των προς συζήτησιν θεμάτων και ορίζει εισηγητάς εκ των μελών του συμβουλίου. Εν τη προσκλήσει αναγράφονται τα προς συζήτησιν θέματα και οι εισηγηταί τούτων. Η πρόσκλησις επιδίδεται εις τα μέλη τρεις τουλάχιστον πλήρεις ημέρας προ της συνεδριάσεως. Ωσαύτως, ο Πρόεδρος μεριμνά εγκαίρως, προ της εις το συμβούλιον εισαγωγής θέματος, δια την συγκέντρωσιν πάντων των στοιχείων, των αναγκαιούντων προς μόρφωσιν ασφαλούς γνώμης, των οικείων οργανισμών υποχρεουμένων να υποβάλουν εγκαίρως πλήρη φάκελλον της υποθέσεως. 5.Τα θέματα της ημερησίας διατάξεως καταχωρίζονται εις τα πρακτικά της συνεδριάσεως και συζητούνται κατά την εν αυτή οριζομένην σειράν αυτών. Μεταβολή της σειράς ή προσθήκη ετέρου θέματος επιτρέπεται κατόπιν αποφάσεως του συμβουλίου αναφερομένης εις τα πρακτικά. 6.Η εις το συμβούλιον συμμετοχή αναπληρωματικού μέλους επιτρέπεται μόνον εν περιπτώσει απουσίας ή κωλύματος του τακτικού, γενομένης ρητής μνείας εις τα πρακτικά. 7.Εν περιπτώσει απουσίας του προέδρου ή του αναπληρωτού αυτού του συμβουλίου προεδρεύει του μεν άρθρου 7 ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής τοπικής αυτοδιοικήσεως του Υπουργείου Εσωτερικών και τούτου απόντος ή κωλυομένου, ο κατά βαθμόν ανώτερος και επί ισοβάθμων ο αρχαιότερος, των δε άρθρων 5 και 6 ο κατά βαθμόν ανώτερος και επί ισοβάθμων ο αρχαιότερος. Εις πάσαν περίπτωσιν τηρείται το προβάδισμα των κλάδων. 8.Τα συμβούλια συνεδριάζουν τα μεν επταμελή παρόντων πέντε τουλάχιστον μελών, τα δε πενταμελή παρόντων τριών τουλάχιστον μελών. Δια την λήψιν αποφάσεων ή έκδοσιν γνωμοδοτήσεως απαιτείται δια πάσαν περίπτωσιν απόλυτος πλειοψηφία των παρόντων. Εν ισοψηφία επικρατεί η ψήφος του προέδρου. 9.Του συμβουλίου δεν δύναται να μετάσχουν νεώτεροι ή κατώτεροι του κρινομένου, εφ’ όσον υπηρετούν εις τον αυτόν οργανισμόν μετά του κρινομένου. Εις την περίπτωσιν ταύτην ως και εις την περίπτωσιν κωλύματος, κατά το άρθρον 99 μελών του συμβουλίου, τούτο συνεδριάζει νομίμως δια των υπολοίπων μελών αυτού κατά τα λοιπά εφαρμοζομένων των εις την προηγουμένην παράγραφον οριζομένων. ΄Αρθρον 201. Πειθαρχική απόφασις 1.Πάσα πειθαρχική απόφασις εκδίδεται εγγράφως. 2.Εις την απόφασιν μνημονεύεται: α)Ο τόπος και ο χρόνος της εκδόσεως, β)το όνομα, ο τίτλος και ο βαθμός των δικασάντων, γ)το όνομα, ο τίτλος και ο βαθμός του κριθέντος, δ)το αποδιδόμενον πειθαρχικόν αδίκημα, ο χρόνος και ο τόπος της τελέσεως αυτού, ε)η απολογία και η τυχόν προφορική ταύτης υποστήριξις ή η μη υποβολή απολογίας, και η κλήσις ή μη κλήσις εις προφορικήν ανάπτυξιν της απολογίας στ)η αιτιολογία της αποφάσεως, ζ)αν ελήφθη ομοφώνως ή κατά πλειοψηφίαν, προκειμένου περί πολυμελούς δικαιοδοσίας και η)η αθώωσις του κριθέντος ή η επιβαλλομένη ποινή. Το υπό στοιχείον ε΄ μέρος της αποφάσεως μνημονεύεται περιληπτικώς. 3.Η πειθαρχική απόφασις, εάν μεν εκδίδεται υπό πειθαρχικώς προϊσταμένου, υπογράφεται υπό τούτου, άλλως υπό του προέδρου και του γραμματέως του συμβουλίου. 4.Η πειθαρχική απόφασις κοινοποιείται εν αντιγράφω εις τον κριθέντα προσέτι δε, αι μεν των πειθαρχικώς προϊσταμένων και των πειθαρχικών οργάνων της παρ.1 του άρθρου 176 εις τους δικαιουμένους προς άσκησιν ενδίκου μέσου υπερ των ΟΤΑ, αι δε των υπηρεσιακών πειθαρχικών συμβουλίων εις τον εκδόσαντα το παραπεμπτήριον έγγραφον. 5.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κοινοποίησις της αποφάσεως εις τον κριθέντα ενεργείται κατά τα εν άρθρω 194 παρ.6 οριζόμενα. 6.Ανάκλησις εκδοθείσης πειθαρχικής αποφάσεως δεν επιτρέπεται. ΙΒ΄ ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΄Αρθρον 202. ΄Εφεσις 1.Εις έφεσιν υπόκεινται αι πειθαρχικαί αποφάσεις: α)των πειθαρχικώς προϊσταμένων, και β)των πειθαρχικών οργάνων της παρ.1 του άρθρου 179. 2.Εις άσκησιν εφέσεως δικαιούται: α)o τιμωρηθείς υπάλληλος,και «β) το αρμόδιο για το διορισμό όργανο του οικείου Ο.Τ.Α. στο οποίο κοινοποιείται υποχρεωτικά η απόφαση.Στην περίπτωση αυτή η (Αντί για τη σελ.140,447) Σελ.140,447(α) Τέυχος 1246-Σελ.95 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 έφεση γίνεται και κατά των απαλλακτικών πειθαρχικών αποφάσεων». Η μέσα σε « » περίπτ. β΄αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.34 άρθρ.8 Νόμ.2307/815 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ.103. 3.Η έφεσις ασκείται εις πάσαν περίπτωσιν ενώπιον του οικείου υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου (Η κατά πειθαρχικής αποφάσεως του νομάρχου έφεσις ασκείται ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών, αποκλειομένης της προσφυγής του άρθρου 8 του Νόμου 3200/1955 «περί διοικητικής αποκεντρώσεως»). Το μέσα σε ( ) δεύτερο εδάφιο καταργήθηκε από την παρ.35 άρθρ.8 Νομ.2307/8-15 Ιουν.1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ.103. «4.Η έφεση ασκείται από τον τιμωρηθέντα μέσα σε 15 ημέρες από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτήν και από το αρμόδιο για το διορισμό όργανο από την περιέλευση της απόφασης σε αυτό». Η μέσα σε « » παρ.4 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.36 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ.αριθ.103. 5.Η προς έφεσιν προθεσμία παρατείνεται, λόγω μεν αποστάσεως κατά δέκα έτι ημέρας δια τους εις την ημεδαπήν και κατά εξήκοντα δια τους εις την αλλοδαπήν εδρεύοντας ή διαμένοντας, λόγω δε κωλύματος εξ ανωτέρας βίας κατά την κρίσιν του πειθαρχικού οργάνου,προς το οποίον απευθύνεται η έφεσις και πάντως ουχί πέραν των δέκα πέντε ημερών αφ’ ης παρήλθε το κώλυμα. «6.Το υπηρεσιακό πειθαρχικό συμβούλιο, όταν κρίνει την έφεση: α)του υπαλλήλου που τιμωρήθηκε, δεν μπορεί να καταστήσει χειρότερη τη θέση του και β)του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του οικείου Ο.Τ.Α. δεν μπορεί να επιβάλει ποινή ελαφρύτερη από εκείνη που επιβλήθηκε. Σε περίπτωση που ασκηθούν εφέσεις και από τους δύο ανωτέρω, το υπηρεσιακό συμβούλιο συνεκδικάζει και τις δύο εφέσεις χωρίς να δεσμεύεται για την επιβολή της ποινής». Η μέσα σε « » παρ.6 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.37 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν.1995 (ΦΕΚ Α΄113),κατωτ. αριθ.103. 7.Η έφεσις και η προς άσκησιν αυτής προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεσιν. 8.Πλείονες εφέσεις κατά της αυτής αποφάσεως ασκηθείσαι προ της επί τινι τούτων εκδόσεως οριστικής αποφάσεως συνεκδικάζονται. 9.Η κατόπιν εφέσεως έκδοσις οριστικής αποφάσεως καθιστά απαράδεκτον πάσαν άλλην έφεσιν. Σελ.140,448(α) Τέυχος 1246-Σελ.96 ΄Αρθρον 203. Προσφυγή 1.Εις άσκησιν, κατά το άρθρον 181 προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας δικαιούται μόνον ο τιμωρηθείς υπάλληλος. 2.Τα των προθεσμιών και διαδικασίας των ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας προσφυγών διέπονται υπό των περί τούτου κειμένων διατάξεων. 3.Η προσφυγή και η προς άσκησιν αυτής προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεσιν της πειθαρχικής αποφάσεως. 4.Το Συμβούλιον της Επικρατείας, κρίνον επί προσφυγής, δεν δύναται να καταστήση χείρονα την θέσιν του προσφυγόντος υπαλλήλου. Επανάληψις πειθαρχικής δίκης ΄Αρθρ.204.-«1.Στην περίπτωση έκδοσης καταδικαστικής ποινικής απόφασης την κατά την παρ.4 του άρθρ.171 επανάληψη της πειθαρχικής δίκης ζητούν τα πειθαρχικά όργανα της παρ.1 του άρθρ.179, σε περίπτωση δε έκδοσης αθωωτικής ποινικής απόφασης, αυτός που αθωώθηκε». Η μέσα σε « » παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.38 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113),κατωτ. αριθ.103. 2.Η αίτησις επαναλήψεως απευθύνεται προς το πειθαρχικόν όργανον, εις το οποίον υπήγετο ο υπάλληλος κατά τον χρόνον της τελέσεως του αδικήματος. 3.Κατά την επανάληψιν της πειθαρχικής δίκης, εις μεν την περίπτωσιν εκδόσεως καταδικαστικής ποινικής αποφάσεως, δύναται να επιβληθή ποινή ανωτέρα της επιβληθείσης, εις δε την περίπτωσιν εκδόσεως αθωωτικής ποινικής αποφάσεως, δύναται να αποφασισθή απαλλαγή ή επιβολή ελαφροτέρας ποινής. 4.Εις τας περιπτώσεις της οριστικής παύσεως ή του υποβιβασμού, δύναται κατά την επανάληψιν της πειθαρχικής δίκης να αποφασισθή και η αποκατάστασις του υπαλλήλου, οπότε ούτος καταλαμβάνει την τυχόν υπάρχουσαν κενήν θέσιν του βαθμού εις τον οποίον αποκαθίσταται, ή εν ελλείψει τοιαύτης παραμένει υπεράριθμος και καταλαμβάνει την πρώτην κενωθησομένην τοιαύτην. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΙΓ΄ ΕΚΤΕΛΕΣΙΣ Άρθρον 205 Εκτέλεσις 1.Η πειθαρχική απόφασις καταστάσα τελεσίδικος είναι υποχρεωτικώς εκτελεστή. 2.Η εκτελεστή πειθαρχική απόφασις εκτελείται, ως προς το πρόστιμον υπό του προϊσταμένου της υπηρεσίας του εντελλομένου την πληρωμήν των αποδοχών του τιμωρηθέντος προς τον οποίον αποστέλλεται υπό της εκδούσης αρχής υποχρεωτικώς και αμέσως άμα τη τελεσιδικία της αποφάσεως αντίγραφον αυτής. «Οι υπόλοιπες ποινές εκτελούνται από το αρμόδιο για διορισμό όργανο του οικείου οργανισμού». Εις περίπτωσιν λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως το πρόστιμον εισπράττεται κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως δημοτικών και κοινοτικών εσόδων, ουδέποτε όμως εκ των κληρονόμων του τιμωρηθέντος. Το μέσα σε « » δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.39 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113) κατωτ. αριθ.103. 3.Η εκτελεστή πειθαρχική απόφασις καταχωρίζεται εις το «ατομικόν δελτίον στοιχείων υπαλλήλου» και τίθεται εις τον ατομικόν φάκελλον του κριθέντος. 4.Αρμόδιος δια την βεβαίωσιν των τελών της δίκης είναι ο εκδώσας την καταγνωστικήν απόφασιν πειθαρχικώς προϊστάμενος ή ο πρόεδρος του υπηρεσιακού πειθαρχικού συμβουλίου. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ΄ ΛΥΣΙΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ ΤΜΗΜΑ Α΄ ΛΟΓΟΙ ΛΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ ΄Αρθρον 206 Λόγοι λύσεων υπαλληλικής σχέσεως. Η υπαλληλική σχέσις λύεται δια του θανάτου, της εκπτώσεως, της αποδοχής της παραιτήσεως και της απολύσεως του υπαλλήλου. (Μετά τη σελ.140,448(α) Σελ.140,4481 Τέυχος 1246-Σελ.97 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτιικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Α΄ ΕΚΠΤΩΣΙΣ ΄Αρθρον 207 Αυτοδικαία έκπτωσις συνεπεία ποινικής καταδίκης. 1.Ο υπάλληλος εκπίπτει αυτοδικαίως της υπηρεσίας, εάν κατεδικάσθη δι’ αμετακλήτου αποφάσεως: α)εις ποινήν τουλάχιστον προσκαίρου καθείρξεως, β)επί πλημμελήματι εκ των εν άρθρω 16 αναφερομένων, γ)εις στέρησιν των πολιτικών δικαιωμάτων και δ)επί ανυποταξία ή λιποταξία. 2.Περί της εκπτώσεως ταύτης εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιεύεται δε περίληψις ταύτης επιμελεία του νομάρχου εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3.Ο εκπεσών δεν επιτρέπεται να επανέλθη εις την υπηρεσίαν εν περιπτώσει αμνηστίας, αποκαταστάσεως, χάριτος ή καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον άρσεως του κολασίμου ή άρσεως ή μεταβολής των συνεπειών της καταδίκης. ΄Αρθρον 208 ΄Εκπτωσις λόγω απωλείας της Ελληνικής Ιθαγενείας Η απώλεια της ελληνικής ιθαγενείας υπαλλήλου, βεβαιουμένη υπό της οικείας αρχής, επάγεται την από της υπηρεσίας έκπτωσιν, απαγγελλομένην δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένης εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επιμελεία του νομάρχου. Η έκπτωσις λογίζεται επελθούσα αφ’ ής απωλέσθη η ελληνική ιθαγένεια. Β΄ ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ ΄Αρθρον 209 Παραίτησις 1.Ο υπάλληλος δικαιούται να παραιτηθή. 2.Η παραίτησις υποβάλλεται εγγράφως, η δε λύσις της υπαλληλικής σχέσεως, επέρχεται δια της αποδοχής της παραιτήσεως υπό του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. 3.Αίρεσις, όρος ή προθεσμία εν τη παραιτήσει θεωρούνται, ως μη γεγραμμέναι. 4.Λογίζεται ως μη υποβληθείσα η παραίτησις, εάν κατά την υποβολήν της ήτο εκκρεμής ποινική δίκη εις βαθμόν πλημμελήματος εκ των εν άρθρω 16 ή κακουργήματος ή πειθαρχική δίωξις ενώπιον των πολυμελών πειθαρχικών οργάνων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ήρξατο τοιαύτη δίκη ή πειθαρχική δίωξις εντός τριμήνου από της υποβολής και προ της αποδοχής της. 5.Ο υπέχων τας εν άρθροις 124 και 125 υποχρεώσεις υπάλληλος δεν δικαιούται να παραιτηθή προ της εκπνοής του εις τα άρθρα ταύτα οριζομένου χρόνου. Άρθρον 10. Τήρησις πρακτικών 1.Τα πρακτικά εκάστης συνεδριάσεως τηρούνται επιμελεία του γραμματέως, τη εποπτεία του προέδρου. Εν αρχή των πρακτικών εκάστης συνεδριάσεως γίνεται μνεία του προέδρου ή του αναπληρωτού αυτού, των λοιπών κληθέντων και παραστάντων τακτικών μελών του συμβουλίου, των εκ τούτων απόντων καίτοι κληθέντων ή δηλωσάντων κώλυμα των εις αναπλήρωσιν αυτών κατά σειράν κληθέντων μελών και του γραμματέως του συμβουλίου καταχωρίζονται υπό του γραμματέως τα καθ’ εκάστην συνεδρίασιν τούτου συζητηθέντα και αποφασισθέντα, ως και η γνώμη των τυχόν μειοψηφησάντων. Τα πρακτικά εκάστης συνεδριάσεως υπογράφονται υπό του προέδρου και του γραμματέως και καταχωρίζονται εις ειδικόν βιβλίον αριθμημένον και μονογραφημένον υπό του προέδρου. Αντί ειδικού βιβλίου δύναται να χρησιμοποιούνται φύλλα χάρτου τα οποία βιβλιοδετούνται κατ’ έτος μερίμνη της οικείας υπηρεσίας. 2.Ο πρόεδρος του συμβουλίου αποστέλει εις τον οικείον οργανισμόν κεκυρωμένον αντίγραφον των πρακτικών εκάστης συνεδριάσεως μετά του σχετικού φακέλλου. 3.Ο γραμματεύς του συμβουλίου τηρεί το πρωτόκολλον, αρχείον και το βιβλίον πρακτικών και διεκπεραιοί τα έγγραφα του συμβουλίου κατά τας εντολάς και οδηγίας του προέδρου. (Αντί για τη σελ.140,417(δ) Σελ.140,417(ε) Τεύχος 1425 Σελ. 5 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 ΄Αρθρον 210 Ανάκλησις παραιτήσεως 1.Εντός μηνός από της υποβολής της παραιτήσεως και προ της αποδοχής της ο υπάλληλος δύναται ν’ ανακαλέση ταύτην εγγράφως. 2.Παρελθούσης απράκτου τριμήνου προθεσμίας, από της υποβολής της, η παραίτησις θεωρείται ως γενομένη δεκτή και λύεται αυτοδικαίως η υπαλληλική σχέσις. 3.Τηρούνται εν ισχύι αι εις τους νόμους περί εκλογής βουλευτών και οργάνων τοπικής αυτοδιοικήσεως διατάξεις αι σχετικαί προς την παραίτησιν των ως υποψηφίων προτεινομένων υπαλλήλων. Γ΄ ΑΠΟΛΥΣΙΣ ΄Αρθρον 211 Απόλυσις Ο μόνιμος υπάλληλος απολύεται μόνον: α)επιβληθείσης πειθαρχικής ποινής οριστικής παύσεως κατά τα εν άρθρω 164 και επόμενα του παρόντος οριζόμενα, β)δια πράξεις τελεσθείσας υπ’ αυτού εντός της προ του διορισμού του πενταετίας, γ)δια σωματικήν ή πνευματικήν ανικανότητα, δ)δι’ αναίτιον υπηρεσιακήν ανεπάρκειαν, ε)δι’ ανυποταξίαν ή λιποταξίαν. στ)δια κατάργησιν της υπηρεσίας, του κλάδου ή της θέσεως εις ήν υπηρετεί, ζ)δια συμπλήρωσιν του υπό του νόμου οριζομένου ορίου ηλικίας και η)δια συμπλήρωσιν τριακονταπενταετούς πραγματικής και συνταξίμου υπηρεσίας. ΄Αρθρον 212 Απόλυσις λόγω πειθαρχικής ποινής. Ο υπάλληλος απολύεται επιβληθείσης πειθαρχικής ποινής οριστικής παύσεως κατά τα εν άρθρω 164 και επόμενα του παρόντος. ΄Αρθρον 213 Απόλυσις λόγω ελλείψεως ηθικών προσόντων. 1.Ο υπάλληλος απολύεται δια πράξεις τελεσθείσας υπ’ αυτού εντός της προ διορισμού του πενταετίας, συνιστώσας έλλειψιν των εις τον υπάλληλον προσηκόντων ηθικών προσόντων, εφ’ όσον δεν παρήλθε διετία από του διορισμού μετ’ απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 2.Κατά της αποφάσεως περί απολύσεως επιτρέπεται εις τον υπάλληλον να ασκήση προσφυγήν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Άρθρον 214 Απόλυσις λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος. Διαπιστωθείσης σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος του υπαλλήλου κατά τα άρθρα 11,120 παρ.2 και 151 παρ.2 του παρόντος ούτος απολύεται μετ’ απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. ΄Αρθρον 215 Απόλυσις ή υποβιβασμός, λόγω αναιτίου υπηρεσιακής ανεπαρκείας. 1.Επιτρέπεται η απόλυσις ή ο υποβιβασμός κατά ένα βαθμόν παντός υπαλλήλου, επιδείξαντος άνευ υπαιτιότητός του ανεπάρκειαν εν τη εκτελέσει των καθηκόντων του, μετά ητιολογημένην απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου και προηγουμένην κλήσιν του υπαλλήλου, όπως παράσχη εγγράφως ή προφορικώς τας αναγκαίας διασαφήσεις. 2.Υπάλληλος κρινόμενος, κατά συνέχειαν ή μη, δις ως μη προακτέος εκ του αυτού βαθμού, εισάγεται υποχρεωτικώς προς κρίσιν κατά την προυηγουμένην παράγραφον ενώπιον του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου εντός δύο μηνών από της περιελεύσεως της σχετικής πράξεως του υπηρεσιακού συμβουλίου εις τον ΟΤΑ, δι’ ής ούτος εκρίθη μη προακτέος. ΄Αρθρον 216 Απόλυσις δι’ ανυποταξίαν ή λιποταξίαν Εις περίπτωσιν ανυποταξίας ή λιποταξίας, εφ’ όσον δεν εξεδόθη καταδικαστική απόφασις κατά το άρθρον 207, ο υπάλληλος απολύεται μετ΄ απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. ΄Αρθρον 217 Απόλυσις λόγω καταργήσεως υπηρεσίας, κλάδου ή θέσεως. 1.Ο υπάλληλος απολύεται ένεκα καταργήσεως της υπηρεσίας, του κλάδου ή της θέσεως εις ην υπηρετεί. 2.Εις περίπτωσιν καταργήσεως μέρους εκ πλειόνων εις τον αυτόν κλάδον ομοιοβάθμων θέσεων υπαλλήλων, απολύονται οι συγκεντρούντες τα ολιγώτερα ουσιαστικά προσόντα, μετ’ απόφασιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου κατά της οποίας επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το αυτό ισχύει και επί συγχωνεύσεως κλάδων ή υπηρεσιών. 3.Οι κατά το παρόν άρθρον απολυόμενοι, εφ’ όσον δεν δικαιούνται συντάξεως ουδέ ήθελον τεθή εις διαθεσιμότητα, λαμβάνουν αποζημίωσιν ίσην προς τας αποδοχάς τόσων μηνών όσα τα έτη της υπηρεσίας των. (Αντί για τη σελ.140,449) Σελ.140,449(α) Τεύχος Θ113-Σελ.25 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 ΄Αρθρον 218 Απόλυσις λόγω συμπληρώσεως ορίου ηλικίας. 1.Οι μόνιμοι υπάλληλοι απολύονται αυτοδικαίως της υπηρεσίας άμα τη συμπληρώσει του 65 ου έτους της ηλικίας των. 2.Δια την εφαρμογήν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου ως ημέρα γεννήσεως λαμβάνεται πάντοτε η 31 Δεκεμβρίου του έτους γεννήσεως του υπαλλήλου. Η ηλικία αποδεικνύεται κατά τα εν άρθρω 311 του παρόντος οριζόμενα. 3.Περί της κατά το παρόν άρθρον απολύσεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένη εν περιλήψει, επιμελεία του νομάρχου εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. ΄Αρθρον 219 Απόλυσις λόγω συμπληρώσεως τριακονταπενταετίας. 1.Οι μόνιμοι υπάλληλοι απολύονται αυτοδικαίως της υπηρεσίας άμα τη συμπληρώσει τριακονταπενταετούς πραγματικής και συνταξίμου υπηρεσίας και πάντως ουχί προ της συμπληρώσεως του 56 ου έτους της ηλικίας των. Περί της απολύσεως ταύτης εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου περίληψις της οποίας δημοσιεύεται επιμελεία του νομάρχου εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Δι’ αυτής βεβαιούται ητιολογημένως ο διανυθείς υπό του υπαλλήλου χρόνος υπηρεσίας. 2.Ως πραγματική υπηρεσία του υπαλλήλου νοείται πάσα υπηρεσία παρασχεθείσα εις τον παρ’ ω υπηρετεί ή παρ’ άλλον οργανισμόν τοπικής αυτοδιοικήσεως ή εις το δημόσιον ή άλλα νομικά πρόσωπα, δημοσίου δικαίου, επί σχέσει δημοσίου ή ιδωτικού δικαίου, εφ’ όσον προκειμένου περί της επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου παρασχεθείσης, αύτη ελήφθη υπ’ όψιν ή προσεμετρήθη κατά τον διορισμόν, την ένταξιν, μονιμοποίησιν, απόκτησιν βαθμού ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπον μισθολογικήν εξέλιξιν του υπαλλήλου, επί πλέον δε αναγνωρίζεται ως συντάξιμος κατά τας περί συντάξεως των υπαλλήλων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως διατάξεις. ΤΜΗΜΑ Β΄ ΠΡΑΞΙΣ ΛΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ Άρθρον 11. Υγειονομικαί επιτροπαί 1.Αι κατά τας διατάξεις του κώδικος καταστάσεως δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων υγειονομικαί επιτροπαί γνωματεύουν και προκειμένου περί των υπαλλήλων των ΟΤΑ εις ας περιπτώσεις απαιτείται τοιαύτη γνωμάτευσις, κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος. 2.Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των άρθρων 10,11,12,13,14 και 111 του Π.Δ. 611/1977 «περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον, υπό τίτλον «Υπαλληλικός Κώδιξ», των ισχυουσών διατάξεων των αναφερομένων εις την κατάστασιν των υπαλλήλων του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ.» ως αύται εκάστοτε ισχύουν. Β΄ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας Συγκρότηση υπηρεσιών «Άρθρ.12.-(1).Με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας καθορίζονται η εσωτερική διάρθρωση των υπηρεσιών σε διευθύνσεις, τμήματα και γραφεία, οι αρμοδιότητές τους και οι θέσεις κατά κατηγορίες και κλάδους προσωπικού. (2).Με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού ή διοικητικού συμβουλίου ψηφίζονται οι οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας των δήμων, κοινοτήτων, δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων, ιδρυμάτων και συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, αντίστοιχα, και εκδίδεται πράξη του Περιφερειακού Διευθυντή, ύστερα από γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (3).Η σύσταση θέσεων προσωπικού με τους οργανισμούς εσωτερικής υπηρεσίας των Ο.Τ.Α. γίνεται μετά από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών και με την προϋπόθεση ότι για τη σύσταση κάθε νέας τακτικής θέσης θα πρέπει ο μέσος όρος των τακτικών εσόδων των δύο τελευταίων χρόνων, κάθε Ο.Τ.Α., να είναι διπλάσιος του ποσού στο οποίο ανέρχεται η ετήσια δαπάνη του βασικού μισθού μετά της Α.Τ.Α. του καταληκτικού μισθολογικού κλιμακίου των προτεινόμενων θέσεων, πολλαπλασιαζομένης της δαπάνης αυτής επί 2. Σελ.140,418(ε) Τεύχος 1425 Σελ. 6 (4).Τροποποίηση των οργανισμών εσωτερικής υπηρεσίας των Ο.Τ.Α. γίνεται με την ανωτέρω διαδικασία. Με επιφύλαξη των διατάξεων των Άρθρον 220 Πράξις λύσεως υπαλλήλικής σχέσεως. 1.Η περί αποδοχής παραιτήσεως ή απολύσεως πράξις δημοσιεύεται επιμελεία του νομάρχου εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μνημονευούσης και την αιτίαν της απολύσεως. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως τα επί του διορισμού εν άρθροις 23 και 24 οριζόμενα. 2.Η λύσις της υπαλληλικής σχέσεως, όπου δεν ορίζεται άλλως, επέρχεται από της κοινοποιήσεως εις τον απολυόμενον κατά την προηγουμένην παράγραφον πράξεως. 3.Η κατά τα ανωτέρω πράξις λογίζεται κατ’ αμάχητον τεκμήριον κοινοποιηθείσα την εικοστήν ημέραν από της δημοσιεύσεώς της, εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ’ όσον μέχρι της ημέρας ταύτης δεν ήθελε κοινοποιηθή. 4.Η κατά την παράγραφον 3 προθεσμία δύναται δια πράξεως, εκδιδομένης υπό του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, προ της λήξεως αυτής και δια λόγους υπηρεσιακής ανάγκης, να αυξηθή εις τεσσαράκοντα ημέρας το πολύ και προκειμένου περί υπολόγων εις εξήκοντα. Σελ.140,450(α) Τεύχος Θ113-Σελ.26 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι. ΕΛΕΓΚΤΑΙ ΕΣΟΔΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΝ ΟΤΑ ΄Αρθρον 221 Σύστασις θέσεων 1.Δια τας ανάγκας των δημοσίων ταμείων των ενεργούντων την ταμειακήν υπηρεσίαν δήμων και κοινοτήτων συνιστάται, δι’ αποφάσεως του νομάρχου μία θέσις κλάδου «ΔΕ 15» ελεγκτού εσόδων και εξόδων. Η μέσα σε « » φράση αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.5 άρθρ.30 Π.Δ. 37α/26 Ιαν.-4 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Α΄11) (κατωτ. αριθ.85). 2.Δια της αυτής αποφάσεως του νομάρχου η θέσις συνιστάται εις τον εν τη περιφερεία του ταμείου πολυπληθέστερον δήμον, εάν υπό του ταμείου δεν διεξάγεται η ταμειακή υπηρεσία κοινότητος τινός. Εάν υπό του ταμείου διεξάγεται η ταμειακή υπηρεσία δήμων και κοινοτήτων ή μόνον κοινοτήτων η θέσις συνιστάται εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα της οποίας το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος και τοιαύτης μη υπαρχούσης εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα της περιφερείας του ταμείου, της θέσεως του ελεγκτού εσόδων και εξόδων διεπομένης εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν υπό των διατάξεων του Α΄ μέρους. Μεταβολαί πληθυσμού των δήμων και κοινοτήτων κατά τας επισήμους απογραφάς, λαμβάνονται υπ’ όψιν μόνον προκειμένου περί νέου διορισμού. Οι διοριζόμενοι εξακολουθούν να είναι υπάλληλοι του δήμου ή της κοινότητος εις ην διωρίσθησαν, έστω και αν επήλθεν μεταγενεστέρως μεταβολή του πληθυσμού. 3.Εξειρετικώς, επιτρέπεται σύστασις κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον, δευτέρας ή και τρίτης θέσεως ελεγκτού εσόδων και εξόδων, παρά τω αυτώ δημοσίω ταμείω, εάν η ταμειακή υπηρεσία των εξυπηρετουμένων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, λόγω του αριθμού των φορολογουμένων δημοτών, των επιβαλλομένων φόρων, τελών και δικαιωμάτων, ως και του ύψους των πραγματοποιουμένων δημοτικών και κοινοτικών δαπανών, δεν δύναται να διεξαχθή υφ’ ενός ελεγκτού εσόδων και εξόδων. 4.Θέσεις ελεγκτών εσόδων και εξόδων συσταθείσαι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κατά τρόπον διάφορον των υπό των διατάξεων της παρ.2 οριζομένων καθ΄ οιονδήοτε τρόπον κενούμεναι καταργούνται. ΄Αρθρον 222 Διορισμός Οι ελεγκταί εσόδων και εξόδων διορίζονται δι’ αποφάσεως του νομάρχου, κατόπιν διαγωνισμού ενεργουμένου κατά τας διατάξεις των άρθρων 18 και 19 του παρόντος καθιστάμενοι από του διορισμού των δημοτικοί ή κοινοτικοί υπάλληλοι. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΄Αρθρον 223 Καθήκοντα Οι ελεγκταί εσόδων και εξόδων ασχολούνται αποκλειστικώς με την διεξαγωγήν της ταμειακής υπηρεσίας των δήμων και κοινοτήτων υπό καθοδήγησιν, εποπτείαν και έλεγχον των διευθυντών των ταμείων και των λοιπών εν τω ταμείω προϊσταμένων αυτών, κατά τα δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών οριζόμενα. ΄Αρθρον 224 Ορκωμοσία-Μονιμοποίησις Οι ελεγκταί εσόδων και εξόδων πριν αναλάβουν τα καθήκοντα των δίδουν τον κατ’ άρθρον 26 όρκον ενώπιον του διεθυντού του ταμείου και μονιμοποιούνται κατά τας διατάξεις του άρθρου 103. Μετάταξη «΄Αρθρ.225.-Επιτρέπεται η μετάταξη ελεγκτή εσόδων και εξόδων με αίτησή του σε αντίστοιχη κενή οργανική θέση δήμου ή κοινότητας, που υπάγεται στην περιφέρεια άλλης δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή. Η απόφαση για τη μετάταξη εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου στο οποίο υπάγεται το προσωπικό του δήμου ή της κοινότητας υποδοχής». Το άρθρ.225 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.40 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ.103. ΄Αρθρον 226 Αρμοδιότης νομάρχου. Επί παντός εν γένει θέματος υπηρεσιακής καταστάσεως και του πειθαρχικού δικαίου των ελεγκτών εσόδων και εξόδων, τας κατά τας κειμένας διατάξεις αρμοδιότητας του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητος, της δημαρχιακής επιτροπής ή του κοινοτικού συμβουλίου ασκεί ο νομάρχης κατόπιν συμφώνου γνωμοδοτήσεως του κατά το άρθρον 5 υπηρεσιακού συμβουλίου, εφ’ όσον τοιαύτη γνωμοδότησις απαιτείται κατά τας διατάξεις του παρόντος, δια την άσκησιν των αρμοδιοτήτων τούτων και υπό των ως άνω οργάνων. Ειδικώς προκειμένου περί των εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος αύται συντάσσονται υπό του διευθυντού του δημοσίου ταμείου ως Α΄ κριτού και του νομάρχου ως Β΄ κριτού. ΄Αρθρον 227 Δαπάνη μισθοδοσίας. 1.Η δια την καταβολήν των αποδοχών των ελεγκτών εσόδων και εξόδων των συναφών εισφορών εις ασφαλιστικούς οργανισμούς απαιτουμένη δαπάνη κατανέμεται εις βάρος των δήμων και κοινοτήτων αρμοδιότητος του οικείου ταμείου δι’ αποφάσεως του νομάρχου αναλόγως των ετησίως πραγματοποιουμένων τακτικών εσόδων των. Οι υπόχρεοι δήμοι και κοινότητες αναγράφουν εις τον προϋπολογισμόν των την αναλογούσα αυτοίς δαπάνην την οποίαν μεταβιβάζουν εις τον οικείον δήμον ή την κοινότητα του οποίου υπάλληλος τυγχάνει ο ελεγκτής εσόδων και εξόδων. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ΄ ΕΙΣΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΕΣΟΔΩΝ ΟΤΑ ΄Αρθρον 228 Σύστασις θέσεων 1.Δια την είσπραξιν των εσόδων των δήμων των μη εχόντων ιδίαν ταμειακήν υπηρεσίαν και των κοινοτήτων συνιστώνται δι’ αποφάσεως του νομάρχου θέσεις «ΔΕ15». Η μέσα σε « » φράση αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.6 άρθρ.30 Π.Δ. 37α/26 Ιαν.4 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Α΄11) (κατωτ. αριθ.85). 2.Δια της αυτής αποφάσεως του νομάρχου αι θέσεις συνιστώνται: α)των προοριζομένων δια την είσπραξιν των εσόδων ωρισμένου δήμου ή ωρισμένης κοινότητος εις τον οικείον οργανισμόν, β)των προοριζομένων δια την είσπραξιν των εσόδων πλειόνων δήμων ή δήμων και κοινοτήτωνν εις τον πολυπληθέστερον δήμον, γ)των προοριζομένων δια την είσπραξιν των εσόδων πλειόνων κοινοτήτων εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα ης το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του Α΄ μέρους και εν ελλείψει τοιαύτης εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα της περιφερείας του ταμείου, διεπομένην εις την περίπτωσιν ταύτην, ως προς τους εισπράκτορας, υπό των διατάξεων του Α΄μέρους. (Αντί για τη σελ. 140,451(δ) Σελ. 140,451(ε) Τεύχος 1425 Σελ. 27 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 3.Δια την σύστασιν των ανωτέρω θέσεων απαιτείται όπως τα προς είσπραξιν δια χρηματικών καταλόγων ετήσια έσοδα του οικείου ή των οικείων οργανισμών δι’ εισπράκτορος, ανέρχονται εις ποσόν 10πλάσιον του βασικού μισθού του εισαγωγικού βαθμού της θέσεως κλάδου ΜΕ 15, δι’ εκάστην δε περαιτέρω θέσιν αύξησις του άνω ποσού κατά πεντήκοντα επί τοις εκατόν. Εν πάση περιπτώσει συνιστάται κατά τας διακρίσεις της προηγουμένης παραγράφου μία θέσις εισπράκτορος ανεξαρτήτως του ύψους των προς είσπραξιν εσόδων. 4.Θέσεις κοινοτικών εισπρακτόρων συσταθείσαι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κατά τρόπον διάφορον των υπό των διατάξεων της παραγράφου 2 οριζομένων καθ’ οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι καταργούνται. ΄Αρθρον 229 Ανάλογος εφαρμογή διατάξεων. 1.Τα περί διορισμού, καθηκόντων, ορκωμοσίας, μονιμοποιήσεως, μετατάξεως, αρμοδιοτήτων νομάρχου, συντάξεως εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος και δαπανών μισθοδοσίας ελεγκτών εσόδων και εξόδων εφαρμόζονται αναλόγως και επί των εισπρακτόρων. 2.Η πλήρωσις των καθ’ οιονδήποτε τρόπον κενουμένων θέσεων της παραγράφου 1 του προηγουμένου άρθρου, γίνεται μόνον εάν συντρέχουν αι οικονομικαί προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 228 του παρόντος, εκδιδομένης προς τούτο σχετικής πράξεως του οικείου νομάρχου. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΒ΄ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΕΠΊ ΘΗΤΕΙΑ ΄Αρθρον 230 Θέσεις ιατρικού προσωπικού επί θητεία και τρόπος πληρώσεως αυτών. 1.Αι θέσεις του ιατρικού προσωπικού είναι επί θητεία, συνιστώνται δε μόνον εις δημοτικά ή κοινοτικά νοσοκομεία και βρεφοκομεία. Ο αριθμός των θέσεων και η διαβάθμισις τούτων ορίζονται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. 2.Τα προσόντα διορισμού εις τας κατά την προηγουμένην παράγραφον θέσεις είναι τα απαιτούμενα κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις, δια την πλήρωσιν των αντιστοίχων θέσεων ιατρικού προσωπικού των κρατικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων του Ν.Δ. 2592/1953. Αι αυταί διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως δια την διάκρισιν των δημοτικών και κοινοτικών Σελ.140,452(ε) Τεύχος 1425 Σελ. 28 νοσοκομείων εις κατηγορίας, τον τρόπον και διαδικασίαν πληρώσεως των παρ’ αυτοίς θέσεων ιατρικού προσωπικού, τα υποβλητέα δικαιολογητικά και τον χρόνον υποβολής τούτων, τα αρμόδια προς κρίσιν των υποψηφίων και επιλογήν των διοριστέων όργανα, την διάρκειαν, ανανέωσιν και παράτασιν της θητείας, ως και τας αποδοχάς των διοριζομένων. Τας υπό των διατάξεων τούτων προβλεπομένας αρμοδιότητας του μεν Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών και των διοικητικών συμβουλίων, προκειμένου περί δημοτικών και κοινοτικών ιδρυμάτων ασκούν τα αδελφάτα, τας δε των προέδρων των διοικητικών συμβουλίων οι πρόεδροι των αδελφάτων. Άρθρον μόνον. 1.Κυρούται ο υπό της Ειδικής Επιτροπής του Νόμου 421/1976 καταρτισθείς κώδιξ καταστάσεως προσωπικού οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, έχων ούτω, πλην των διατάξεων των άρθρων α)89 παρ.10, εδάφιον τρίτον, 12 εδάφιον δεύτερον και 13, β)106 παρ.3 ως προς την διαδικασίαν καθορισμού υπερωριακής εργασίας, γ)106 παρ.5, ως προς τον ορισμόν των ημερών εκτός έδρας και δ)256. 2.Τα θέματα περί ών αι μη κυρούμεναι διατάξεις των μεν περ. α΄ και β΄ της προηγουμένης παραγράφου ρυθμίζονται κατά τας διατάξεις των άρθρων 7 και 8 του Ν. 754/1978 της δε περιπτώσεως γ΄ υπό των διατάξεων του Ν.Δ. 83/1973. Η ωριαία αποζημίωσις υπερωριακής εργασίας περί ής αι διατάξεις του άρθρου 109 είναι ίση προς την εκάστοτε καταβαλλομένην εις τους δημοσίους υπαλλήλους. 3.Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από 15 ης Ιουλίου 1981. Σελ.140,414(δ) Τεύχος 1246-Σελ.68 ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ άρθρ.317,318 και 320 δεν επιτρέπεται η τροποποίηση των οργανισμών κατά το τελευταίο έτος της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου. (5).Οι διατάξεις της παρ.3 του άρθρου αυτού δενέχουν εφαρμογή όταν πρόκειται για τη σύσταση θέσεων προσωπικού των συμβουλίων περιοχής. Για τη σύσταση θέσεων προσωπικού με τους οργανισμούς εσωτερικής υπηρεσίας των συμβουλίων περιοχής λαμβάνονται ιδίως υπόψη ο αριθμός των Ο.Τ.Α. που απαρτίζουν το συμβούλιο περιοχής, η εδαφική έκτασή τους, ο πληθυσμός τους, τα προσδοκώμενα έσοδά τους, η έκταση του οδικού, ηλεκτρικού, υδρευτικού και αποχετευτικού δικτύου τους, καθώς και κάθε άλλος παράγοντας που αναδεικνύει την αναπτυξιακή τους δραστηριότητα». Το άρθρ.12, όπως είχε αντικατασταθεί από το άρθρ.26 Νόμ.1832/1989, αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από την παρ.5 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103. Εκδόθηκε η με αριθ. 21169/24 Μαΐου – 15 Ιουν.1999 (ΦΕΚ Β’ 1179) Απόφ. Γεν. Γραμ. Περιφ. Αττικής «Τροποποίηση του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δήμου Αθηναίων». 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΄Αρθρον 231 Πειθαρχικόν δίκαιον Εις τας πειθαρχικάς διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος υπάγεται και το επί θητεία ιατρικόν προσωπικόν των δημοτικών ή κοινοτικών νοσοκομείων και βρεφοκομείων. ΄Αρθρον 232. Απόλυσις Οι επί θητεία ιατροί απολύονται δια τους εις το άρθρον 211 αναφερομένους λόγους, αυτοδικαίως δε άμα τη λήξει της θητείας των. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ Για τη μισθολογική εξέλιξη του ειδικής περιορισμένης διαβάθμισης προσωπικού των Ο.Τ.Α. που υπάγεται στις διατάξεις του παρόντος Μέρους, βλ. τη με αριθ.2088104/12489/0022/5-19 Ιαν.1998 (ΦΕΚ Β’ 11) Απ. Υπ. Εσωτ. Δημ. Διοικ. & Αποκ. και Οικον., κατωτ. αριθ. 114 και τη με αριθ. 2/1975/0022/8 Φεβρ.-2 Μαρτ. 1999 (ΦΕΚ Β’ 170) όμοια Απ., κατωτ. αριθ.119. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΕΡΙΩΡΙΣΜΕΝΗΣ ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΕΩΣ Για τις διατάξεις που εφαρμόζονται αναλόγως στο προσωπικό του άνω κεφαλαίου Α΄ βλ. παρ.3 άρθρ.12 Νόμ.2130/22-23 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α΄62), κατωτ. αριθ.98 και άρθρ.63 Νόμ.2218/9-13 Ιουν.1994 (ΦΕΚ Α΄90), κατωτ. αριθ.101. Θέσεις και ειδικά τυπικά προσόντα ΄Αρθρ.233.-«1.Το προσωπικό του κλάδου ΔΕ1 Διοικητικού των κοινοτήτων που υπάγεται στις διατάξεις του Β΄ μέρους του παρόντος, διαβαθμίζεται με βαθμούς Γ-Α. 2.Η πλήρωση μοναδικών οργανικών θέσεων γραμματέων κοινοτήτων κλάδου ΔΕ1-Διοικητικού που το προσωπικό τους υπάγεται είτε στις διατάξεις του Α΄μέρους είτε σ’ αυτές του Β΄μέρους του Νόμ.1188/1981 ως και των μοναδικών θέσεων ελεγκτών εσόδων-εξόδων Ο.Τ.Α., είναι υποχρεωτική». 3. 5.(Καταργήθηκαν από την περίπτ. δ΄ παρ.2 άρθρ.64 Νόμ.2218/9-13 Ιουν. 1994 (ΦΕΚ Α΄90) ανωτ. σελ.52,623. Η παρ.1 αντικαταστάθηκε με τις άνω περ.1-5 από την παρ.5 άρθρ.26 Νόμ.2130/1993 (ΦΕΚ Α΄21), ανωτ. σελ.52,364. 2.Τυπικόν προσόν διορισμού εις τον εισαγωγικόν βαθμόν 12 ον ορίζεται το απολυτήριον λυκείου ή εξαταξίου γυμνασίου ή άλλου ισοτίμου σχολείου, εν ελλείψει δε υποψηφίων κεκτημένων τα ως άνω προσόντα, ενδεικτικόν τουλάχιστον τρίτης τάξεως εξαταξίου γυμνασίου ή ισοτίμου τοιούτου. ΄Αρθρον 234 Διορισμός 1.Ο διορισμός εις τας θέσεις του άρθρου 233 ενεργείται κατά τας διατάξεις των άρθρων 18 και 19 του παρόντος. Επί ενός μόνον υποψηφίου ο διαγωνισμός δεν ενεργείται και ο διορισμός αποφασίζεται υπό του κοινοτικού συμβουλίου. 2.Ουδείς διορίζεται προ της συμπληρώσεως του 21ου έτους της ηλικίας του και μετά την συμπλήρωσιν του 40ου έτους. Δια την εφαρμογήν της διατάξεως ταύτης ως ημέρα γεννήσεως λογίζεται η 1 η Ιανουαρίου του έτους γεννήσεως. 3.Αι περί κωλυμάτων διορισμού διατάξεις του άρθρου 16 του παρόντος εφαρμόζονται και επί των κατά το παρόν άρθρον διορισμών. «4.Αν λείπουν τελείως πρόσωπα κατάλληλα για τη θέση του γραμματέα επιτρέπεται προσωρινή ανάθεση των καθηκόντων του, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της παρ.3 του άρθρ.28 του Νόμ.1832/1989 (ΦΕΚ 54 Α΄)». Η μέσα σε « » παρ.4. αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.41 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν.1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ.103. 5.Υπάλληλος ΟΤΑ δεν επιτρέπεται, πλήν εις όλως εξαιρετικάς περιπτώσεις, να εκτελή προσθέτως προς τα κύρια καθήκοντα της θέσεώς του, την υπηρεσίαν πλειόνων του ενός ΟΤΑ. (Μετά τη σελ. 140,452(ε) Σελ. 140,4521 Τεύχος 1425 Σελ. 29 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 ΄Αρθρον 235 Υπηρεσιακαί μεταβολαί 1.Τα των δικαιολογητικών διορισμού και του χρόνου υποβολής αυτών, της δημοσιεύσεως, κοινοποιήσεως και ανακλήσεως του διορισμού, της ορκωμοσίας, της δοκιμαστικής υπηρεσίας και μονιμοποιήσεως, της τηρήσεως ατομικών φακέλλων και μητρώου, της συντάξεως εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος, της μεταθέσεως, των καθηκόντων, των περιορισμών και της αστικής ευθύνης, των αποδοχών, των αδειών, της νοσηλείας, των εξόδων κηδείας, των απαγορεύσεων και ασυμβιβάστων, των ωρών εργασίας και των ημερών αργίας, της αποζημιώσεως δια πρόσθετον και πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου εργασίαν, των προαγωγών, της διαθεσιμότητος, της αργίας, της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως, των ποινών και του πειθαρχικού εν γένει δικαίου, της εκπτώσεως και της εν γένει απολύσεως των περί ων το άρθρον 233 υπαλλήλων, διέπονται υπό των διατάξεων των εφαρμοζομένων επί του προσωπικού του υπαγομένου εις το Α΄ Μέρος του παρόντος, επιφυλασσομένων των διατάξεων των επομένων παραγράφων. 2.Δια την προαγωγήν κοινοτικών γραμματέων, ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως, απαιτείται πενταετής υπηρεσία εις έκαστον βαθμόν. 3.Εν περιπτώσει μετατάξεως των εν άρθρω 233 υπαλλήλων εις κοινότητα της οποίας το προσωπικόν διέπεται υπό των διατάξεων του Α΄ Μέρους του παρόντος, ούτοι εντάσσονται αυτοδικαίως εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της οικείας θέσεως και πάντως ουχί κατώτερον του υπ’ αυτού κατεχομένου, μη κωλυομένης πάντως της κατά τας διατάξεις του άρθρου 149 του παρόντος εντάξεώς των εις ανώτερον βαθμόν. 4.Η ιδιότης του κληρικού δεν αποτελεί κώλυμα διορισμού εις θέσιν γραμματέως κοινότητος ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως. 5.(Καταργήθηκε από την παρ.3 άρθρ.12 Νόμ.2130/22-23 Απρ.1993, ΦΕΚ Α΄62, κατωτ. αριθ.98, με την οποία και ορίστηκε ότι εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρ.102 Π.Δ. 611/77, τόμ.2Α, σελ.,316,713. Σελ. 140,4522 Τεύχος 1425 Σελ. 30 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ ΑΔΙΑΒΑΘΜΙΣΤΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ ΟΤΑ Θέσεις ΄Αρθρ.236.-«Με αιτιολογημένη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων και των συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών τους, συνιστώνται θέσεις προσωπικού οποιασδήποτε κατηγορίας (ΠΕ,ΤΕ,ΔΕ,ΥΕ). Για τη σύσταση των θέσεων λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των υπηρεσιών τους και η οικονομική δυνατότητά τους». Το μέσα σε « » πρώτο εδάφιο, όπως αυτό είχε αντικατασταθεί με την παρ.2 άρθρ.26 Νόμ.1832/1989, αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.42 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ.103. Για τον καθορισμό των αποδοχών των υπαλλήλων που προσλαμβάνονται εφαρμόζεται το άρθρ. 240 σε συνδυασμό με τις διατάξεις της απόφασης 12256/25.2.1988 του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών (ΦΕΚ 142 Β΄). Ο μισθός του προσωπικού πανεπιστημιακής και τεχνολογικής εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι κατώτερος από το βασικό μισθό του 19 ου ούτε ανώτερος από το βασικό μισθό του 4 ου μισθολογικού κλιμακίου». Το άρθρ.236 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.2 άρθρ.26 Νομ.1832/16-17 Φεβρ. 1989 (ΦΕΚ Α΄54), ανωτ. σελ.52,280. Άρθρον 237 Προσόντα διορισμού Τυπικόν προσόν διορισμού εις τας περί ών το προηγούμενον άρθρον θέσεις, ορίζεται το προσόν του άρθρου 233. Άρθρον 13. Προσόντα διορισμού. 1.Τα κατά τα επόμενα άρθρα προσόντα δέον να έχη ο υποψήφιος και κατά τον χρόνον του διαγωνισμού ή επί επιλογής κατά την ημέραν της λήξεως της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων των υποψηφίων και κατά τον χρόνον του διορισμού. 2.Κατ’ εξαίρεσιν το κατά το άρθρον 15 όριον της ηλικίας, δέον να έχη ο υποψήφιος κατά τον χρόνον του διαγωνισμού. ΄Αρθρον 238 Διορισμός 1.Ο διορισμός εις τας περί ων το άρθρον 236 θέσεις ενεργείται δι’ αποφάσεως του οικείου συμβουλίου του νομικού προσώπου ή του συνδέσμου και κατά την διαδικασίαν του άρθρου 234. 2.Ουδείς διορίζεται προ της συμπληρώσεως του 21ου έτους της ηλικίας του και μετά την συμπλήρωσιν του 40ού έτους. Δια την εφαρμογήν της διατάξεως αυτής ως ημέρα γεννήσεως λογίζεται η 1 η Ιανουαρίου του έτους γεννήσεως. 3.Αι περί κωλυμάτων διατάξεις του άρθρου 16 εφαρμόζονται και επί των κατά το παρόν άρθρον διορισμών. ΄Αρθρον 239 Υπηρεσιακαί μεταβολαί 1.Τα των δικαιολογητικών διορισμού και του χρόνου υποβολής αυτών, της κοινοποιήσεως και ανακλήσεως του διορισμού, της ορκωμοσίας, της τηρήσεως ατομικών φακέλλων, της συντάξεως εκθέσεων υπηρεσιακής ικανότητος, των καθηκόντων, περιορισμών και της αστικής ευθύνης, των αδειών της νοσηλείας, των εξόδων κηδείας, των απαγορεύσεων και ασυμβιβάστων, των ωρών εργασίας και των ημερών αργίας, της διαθεσιμότητος, της αργίας, της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως, της εκπτώσεως και της εν γένει απολύσεως των περί ων το άρθρον 236 υπαλλήλων, διέπονται αναλόγως υπό των διατάξεων των εφαρμοζομένων επί του προσωπικού του υπαγομένου εις το Α΄Μέρος του παρόντος. 2.Τα του πειθαρχικού εν γένει δικαίου κατά τας ουσιαστικάς και διαδικαστικάς διατάξεις, των περί ών το άρθρον 238 υπαλλήλων, διέπονται αναλόγως υπό των διατάξεων των εφαρμοζομένων επί του προσωπικού του υπαγομένου εις το Α΄ Μέρος του παρόντος. Άρθρον 240 Αποδοχαί 1.Ο μισθός των υπαλλήλων του παρόντος κεφαλαίου ορίζεται κατ’ έτος δι’ αποφάσεως του οικείου συμβουλίου, αναλόγως προς την οικονομικήν δυνατότητα τούτου και εν πάση περιπτώσει ουχί κατώτερος του εκάστοτε μηνιαίου βασικού μισθού του 12 ου βαθμού γραμματέως (Αντί για τη σελ.140,453(δ) Σελ.140,453(ε) Τεύχος 1425 Σελ. 31 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως. (Η ως άνω απόφασις υπόκειται εις την έγκρισιν του νομάρχου, δυναμένου και να μεταρρυθμίζη ταύτην, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του κατά το άρθρον 5 υπηρεσιακού συμβουλίου). Το δεύτερο μέσα σε ( ) εδάφιο καταργήθηκε από την παρ.43 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103. 2.Ο μισθός των υπαλλήλων της προηγουμένης πραγράφου καταβάλλεται ανά δεκαπενθήμερον και εις την αρχήν εκάστου δεκαπενθημέρου. 3.Αι διατάξεις της παραγράφου 1 και κατά την υπό ταύτης οριζομένην διαδικασίαν εφαρμόζονται και επί των υπηρετούντων υπαλλήλων του παρόντος κεφαλαίου κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος κώδικος, μόνον εάν υφίσταται οικονομική δυνατότης. Εις πάσαν περίπτωσιν ο μηνιαίος μισθός δεν δύναται να ορισθή ανώτερος του εκάστοτε μηνιαίου βασικού μισθού του 9 ου βαθμού γραμματέως ειδικής περιορισμένης διαβαθμίσεως. 4.Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται και επί των αδιαβαθμίστων υπαλλήλων των κοινοτήτων. Η με αριθ. 12256/25 Φεβρ./15 Μαρτ.1988 (ΦΕΚ Β΄142) αποφ. Υπ. Προεδρίας και Υφυπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, με την οποία ορίστηκε ότι: ο μισθός του προσωπικού των ΟΤΑ που υπάγεται στις διατάξεις του Κεφ. Β του Δεύτερου Μέρους του Νόμ.1188/1981 (άρθρ.236-240) ορίζεται κάθε χρόνο με απόφαση του οικείου συμβουλίου ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα αυτού, ο οποίος για κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερος του βασικού μισθού του 28ου και ανώτερος του βασικού μισθού του 24ου, καταργήθηκε από την παρ. 3 της με αριθ. 2065378/9747/0022 /3-17 Οκτ. 1997 (ΦΕΚ Β΄ 920) Απ. Υπ. Εσωτ. Δημ. Διοικ. & Αποκ. και Οικονομ., κατωτ. αριθ.111. Σελ.140,454(ε) Τεύχος 1425 Σελ. 32 ΜΕΡΟΣ Γ΄ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΊ ΣΥΜΒΑΣΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ ΕΙΔΙΚΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΄Αρθρον 241 Γενικοί γραμματείς δήμων «1.Δήμοι με πληθυσμό πάνω από 20.000 κατοίκους, εφ’ όσον έχουν ανάλογη οικονομική δυνατότητα, μπορούν με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας τους να συνιστούν θέση μετακλητού γενικού γραμματέα. «Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Συνδέσμου Δήμων και Κοινοτήτων Ιαματικών Πηγών Ελλάδας, μπορεί να συσταθεί θέση μετακλητού γενικού γραμματέα στο σύνδεσμο αυτόν». Οι αποδοχές του γενικού γραμματέα καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών σε ποσοστό των αποδοχών των υπαλλήλων ειδικών θέσεων α΄ βαθμού, χωρίς να θίγονται οι διατάξεις του Νόμ.1256/1982». Το μέσα σε « » δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.44 αρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων «Δυνατότητα σύστασις θέσης μετακλητού γενικού γραμματέα έχουν και οι δήμοι που είναι πρωτεύουσες νομών». Το μέσα στα « »τελευταίο εδάφιο προστέθηκε από το άρθρ.34 Νόμ.2130/22-23 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α΄62), ανωτ. σελ.52,364. Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.3 άρθρ.26 Νόμ1832/16-17 Φεβρ. 1989 (ΦΕΚ Α΄ 54), ανωτ. σελ.52,280. 2.Ο γενικός γραμματεύς διορίζεται και απολύεται δι’ αποφάσεως του δημάρχου, δημοσιευομένης εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Ο γενικός γραμματεύς παύει να ασκή τα καθήκοντά του απολυόμενος αυτοδικαίως ευθύς ως ο προσλαβών τούτον δήμαρχος αποβάλη την ιδιότητα αυτού εξ οιουδήποτε λόγου. 3.Ο γενικός γραμματεύς προΐσταται αμέσως μετά τον δήμαρχον όλων των υπηρεσιών του οικείου δήμου και προσυπογράφει τα υπό του δημάρχου υπογραφόμενα έγγραφα. 4.Υφιστάμεναι θέσεις γενικού γραμματέως μετά την έναρξιν ισχύος του παρόντος εις δήμους πληθυσμού κάτω των 100.000 καταργούνται άμα τη καθ’ οιονδήποτε τρόπον εξόδω των κατεχόντων ταύτης. Ιδιαίτεροι γραμματείς δημάρχων Άρθρ.242.«1.Σε δήμο που είναι πρωτεύουσα νομού ή έχει πληθυσμό πάνω από είκοσι χιλιάδες κατοίκους μπορεί με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας του να συνιστάται θέση μετακλητού ιδιαίτερου γραμματέα του δημάρχου. Σ’ αυτόν καταβάλλονται οι αποδοχές ειδικού συνεργάτη δήμου χωρίς να θίγονται οι διατάξεις του Νόμ.1256/1982, όπως ισχύει κάθε φορά». Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.4 άρθρ.26 Νόμ.2130/22-23 Απρ. 1993, (ΦΕΚ Α΄62), ανωτ. σελ.52,364. 2.Ο ιδιαίτερος γραμματεύς διορίζεται και απολύεται δι’ αποφάσεως του δημάρχου, δημοσιευομένης εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Ο ιδαίτερος γραμματεύς παύει να ασκή τα καθήκοντά του απολυόμενος αυτοδικαίως ευθύς ως ο προσλαβών τούτον δήμαρχος αποβάλη την ιδιότητα αυτού εξ οιουδήποτε λόγου. (Μετά τη σελ. 140,454(ε) Σελ. 140,45401 Τεύχος 1425 Σελ. 33 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Προσωπικόν δημοτικών κοιμητηρίων Άρθρ.243.-1.«Ο αριθμός των εφημερίων και των ιεροδιακόνων που προσλαμβάνονται στους μη ενοριακούς ναούς των κοιμητηρίων που τελούν υπό τη διοίκηση και διαχείρηση των δήμων και κοινοτήτων καθορίζεται με απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου». Ο διορισμός αυτών ενεργείται δι’ αποφάσεως του οικείου μητροπολίτου. Το μέσα σε « » πρώτο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.45 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113) κατωτ. αριθ.103. 2.«Ο αριθμός των θέσεων και τα προσόντα των ιεροψαλτών και νεωκόρων των ιερών ναών της προηγούμενης παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου». Η πλήρωσις των θέσεων τούτων ενεργείται δι’ αποφάσεως του οικείου δημάρχου ή προέδρου κοινότητος. Το προσωπικόν της παρούσης παραγράφου συνδέεται μετά του οικείου οργανισμού δια σχέσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου, τυχόν δε υφιστάμενοι μόνιμοι θέσεις ιεροψαλτών και νεωκόρων καταργούνται άμα τη καθ’ οιονδήποτε τρόπω κενώσει αυτών. Το μέσα σε « » πρώτο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.46 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113) κατωτ. αριθ.103. 3.Ο βασικός μισθός μετά των προσαυξήσεων και επιδομάτων του κατά το παρόν άρθρον προσωπικού ορίζεται κατά τας εκάστοτε περί μισθοδοσίας εφημερίων, ιεροδιακόνων, ιεροψαλτών και νεωκόρων των ενοριακών ναών, ισχυούσας διατάξεις και καταβάλλεται εις βάρος του προϋπολογισμού του οικείου δήμου ή κοινότητος. ΄Αρθρον 244 Πρόσθετοι χωροφύλακες και αστυφύλακες. 1.Αι θέσεις των προσθέτων χωροφυλάκων και αστυφυλάκων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των παρ’ αυτοίς ιδρυμάτων ορίζονται δι’ αποφάσεως του οικείου συμβουλίου ή αδελφάτου υποκειμένης εις την έγκρισιν του νομάρχου. 2.Δια την πλήρωσιν των θέσεων της προηγουμένης παραγράφου και άπαντα τα αφορώντα εις τους υπηρετούντας και εφεξής προσλαμβανομένους προσθέτους χωροφύλακας και αστυφύλακας, εφορμόζονται αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί προσθέτων χωροφυλάκων και αστυφυλάκων εν γένει. ΄Αρθρον 245. Δικηγόροι δήμων και ιδρυμάτων 1.Αι θέσεις των επί μηνιαία αντιμισθία δικηγόρων των δήμων και ιδρυμάτων αυτών συνιστώνται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. Η πρόσληψις ενεργείται δι’ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου του οικείου ΟΤΑ, οι δε προσλαμβανόμενοι συνδέονται μετά του οικείου οργανισμού δια σχέσεως εντολής. 2.Εις τους Δήμους Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης δύναται να συσταθούν θέσεις δικηγόρων μέχρι εξ δια των Δήμον Αθηναίων, μέχρι τέσσαρες δια τον Δήμον Πειραιώς και μέχρι τέσσαρες δια τον Δήμο Θεσσαλονίκης, συμπεριλαμβανομένων και των υπηρετούντων εις τούτον νομικού συμβούλου και βοηθών αυτού. «Με τη διαδικασία της παρ.1 δύναται να συνιστώνται μέχρι δύο θέσεις δικηγόρων σε δήμους με πληθυσμό πάνω από 35.000 κατοίκους και στα ιδρύματά τους, και στους λοιπούς δήμους και ιδρύματα μία μόνο θέση, εφ’ όσον συντρέχει υπηρεσιακή ανάγκη και το επιτρέπει η οικονομική τους κατάσταση». Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες πέρα του ανωτέρω αριθμού θέσεων διατηρούνται μέχρι της καθ’ οιονδήποτε τρόπον εξόδου των εκ της υπηρεσίας. Το μέσα σε « » δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.4 άρθρ.26 Νόμ.1832/16-17 Φεβρ. 1989 (ΦΕΚ Α΄ 54), ανωτ. σελ.52,280. «3.Οι δικηγόροι, που προσλαμβάνονται σε δήμους ή ιδρύματα αυτών, παρέχουν τις νομικές τους υπηρεσίες συγχρόνως στους δήμους, στα νομικά πρόσωπα και σε άλλα ιδρύματα των ίδιων δήμων χωρίς να δικαιούνται ιδιαίτερη αμοιβή». Η παρ.3 προστέθηκε από την παρ.2 άρθρ.67 Νόμ.1416/18-21 Φεβρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 18) (κατωτ. αριθ.82). Άρθρον 246 Αντιμισθία Αι διατάξεις του Νόμου 1093/1980 «περί τροποποιήσεως διατάξεων του Κώδικος περί Δικηγόρων (Ν.Δ. 3026/1954) και άλλων τινών διατάξεων», εφαρμόζονται και επί των επί μηνιαία αντιμισθία δικηγόρων των ΟΤΑ. ΄Αρθρον 247 Χρόνος εργασίας Οι επί μηνιαία αντιμισθία Δικηγόροι υποχρεούνται εις παροχήν υπηρεσιών, εις το κατάστημα του οικείου ΟΤΑ, τας εργασίμους ημέρας και ώρας, καθ’ ας δεν παρίσταται ανάγκη παραστάσεώς των δι’ υποθέσεις αυτού ενώπιον δικαστικών ή διοικητικών αρχών. Άρθρον 14. Ελληνική Ιθαγένεια. 1.Ουδείς διορίζεται αν δεν κέκτηται την Ελληνική Ιθαγένειαν. 2.Αλλογενής αποκτήσας την Ελληνικήν Ιθαγένειαν, δια πολιτογραφήσεως, δεν δύναται να διορισθή προ της συμπληρώσεως πενταετίας από ταύτης. 3.Διορισμός αλλοδαπών επιτρέπεται μόνον εις τας υπό ειδικών νόμων προβλεπομένας περιπτώσεις. Άρθρον 248 Λύσις σχέσεως 1.Δια την λύσιν της σχέσεως εμμίσθου εντολής δικηγόρου απαιτείται ητιολογημένη απόφασις του δημοτικού συμβουλίου ή αδελφάτου. Προκειμένου περί των υπηρετούντων κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος απαιτείται και σύμφωνος γνωμοδότησις κατά το άρθρον 7 του παρόντος κώδικος του υπηρεσιακού συμβουλίου. 2.Οι δικηγόροι δικαιούνται να απέχουν της ασκήσεως των καθηκόντων των λόγω νόσου κατά τα εκάστοτε ισχύοντα επί μονίμων υπαλλήλων των ΟΤΑ. Η κατά τα ανωτέρω αποχή εφ’ όσον δεν υπερβαίνει τα χρονικά όρια τα ισχύοντα επί μονίμων υπαλλήλων των ΟΤΑ δεν αποτελεί λόγον λύσεως της συμβάσεως. ΄Αρθρον 249 Κωλύματα διορισμού. Δια τον διορισμόν εις τας θέσεις περί ων αι διατάξεις των άρθρων 241 και 242 ο διοριζόμενος δέον να έχη την ελληνικήν ιθαγένειαν και να μη συντρέχουν τα κωλύματα του άρθρου 16 του παρόντος. (Αντί για τη σελ.140,4541) Σελ.140,4541(α) Τεύχος 1246–Σελ.103 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΕΠΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Α΄ ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Τα άρθρ.250-301, 303-309 και 323 και 350 κωδικοποιήθηκαν από το Π.Δ. 410/18-30 Αυγ. 1988 (ΦΕΚ Α΄191), τόμ. 2Α σελ.358,651, (διόρθ.σφαλμ.στο ΦΕΚ Α΄209/22 Σεπτ. 1988). Άρθρον 302. Διαδικασία προσλήψεως. 1.Δι’ αποφάσεως του συμβουλίου του οικείου οργανισμού ορίζονται, κατά περίπτωσιν: α)η συγκεκριμένη υπηρεσία ή εργασία δια την διεξαγωγήν της οποίας επιβάλλεται η πρόσληψις, β)ο απαιτούμενος προς τούτο αριθμός των προσλαμβανομένων κατά ειδικότητα, γ)τα προσόντα άτινα δέον να κέκτηνται οι προσλαμβανόμενοι, δ)την χρονικήν διάρκειαν της προσλήψεως εντός των ορίων του προηγούμενου άρθρου, ε)τον κωδικόν αριθμόν του προϋπολογισμού τον οποίον θα βαρύνη η δαπάνη αμοιβής των προσλαμβανομένων. 2.Η πρόσληψις ενεργείται δι’ αποφάσεως του αρμοδίου δια διορισμόν του μονίμου προσωπικού οργάνου. Η απόφασις προσλήψεως ορίζει το ονοματεπώνυμον του προλαμβανομένου, το είδος της εργασίας, τον χρόνον διαρκείας της συμβάσεως εργασίας εντός του κατά το άρθρον 301 του παρόντος τμήματος ανωτάτου ορίου και την απόφασιν του συμβουλίου περί ης η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου. 3.Η σύμβασις εργασίας λογίζεται ότι κατηρτίσθη δια της αναλήψεως υπηρεσίας, βεβαιουμένης προσηκόντως παρά της υπηρεσίας. 4.Η απασχόλησις του προσλαμβανομένου προσωπικού εις έργα, άσχετα προς εκείνα δια τα οποία προσελήφθη απαγορεύεται. Με την παρ.20 άρθρ.13 Νόμ. 1735/4-11 Νοεμ.1987 (ΦΕΚ Α΄195), τόμ.2Α σελ. 324,48, ορίστηκε ότι διατηρούνται σε ισχύ οι διαδικασίες πρόσληψης που ορίζουν οι διατάξεις του άνω άρθρου. Με την παρ.2 άρθρ.80 Π.Δ. 410/18-30 Αυγ. 1988 (ΦΕΚ Α΄191), (διόρθ.σφαλμ.στο ΦΕΚ Α΄209/22 Σεπτ. 1988), τόμ. 2Α σελ. 358,651, ορίστηκε ότι οι διαδικασίες πρόσληψης που ορίζουν οι διατάξεις του άνω άρθρ.302 διατηρούνται σε ισχύ. ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΝ ΤΕΛΙΚΑΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ ΤΕΛΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρον 310. Παραπομπαί. Όπου εις το πρώτον και δεύτερον μέρος του παρόντος κώδικος γίνεται παραπομπή εις τον Υπαλληλικόν Κώδικα νοείται και ως παραπομπή α)εις τας διατάξεις τας εμμέσως συμπληρούσας ή τροποποιούσας εκάστοτε αυτόν και β)εις τα εις εκτέλεσιν αυτού διατάγματα και αποφάσεις. Άρθρον 311. Απόδειξις ηλικίας. 1.Η ηλικία αποδεικνύεται εκ της εντός ενενήκοντα ημερών από της γεννήσεως συντεταγμένης ληξιαρχικής πράξεως και εν ελλείψει τοιαύτης, προκειμένου μεν περί αρρένων εκ του μητρώου αρρένων, προκειμένου δε περί θηλέων εκ του γενικού μητρώου δημοτών. Ληξιαρχικαί πράξεις γεννήσεως (νοφούς) υπαλλήλων οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως γεννηθέντων εν νέαις χώραις υπό τουρκικόν καθεστώς αποδεικνύουν την ηλικία των υπαλλήλων τούτων, δια την εφαρμογήν του παρόντος κώδικος εφ’ όσον αύται εξεδόθησαν κατά τας διατυπώσεις του οθωμανικού νόμου, υπάρχουν δε ή ήθελον εκδοθή προ του κύρους τούτων, γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. 2.Επί πλειόνων εν τοις μητρώοις αρρένων και δημοτολογίοις εγγραφών επικρατεί η πρώτη. 3.Δικαστικαί αποφάσεις βεβαιούσαι την ηλικίαν ή διορθούσαι την εγγραφήν αυτής ή διοικητικαί πράξεις διορθούσαι την εγγραφήν ουδέποτε λαμβάνονται υπ’ όψιν. Άρθρον 312. Σύστασις λογαριασμού πληρωμής αποδοχών κοινοτικών υπαλλήλων. 1.Παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων συνιστάται ίδιος χρηματικός λογαριασμός υπό τον τίτλον «πληρωμαί αποδοχών κοινοτικών υπαλλήλων» παρά του οποίου καταβάλλονται αι αποδοχαί των τακτικών υπαλλήλων των κοινοτήτων. 2.Εις πίστωσιν του κατά την παράγραφον 1 λογαριασμού κατατίθενται: α)τα υποχρεωτικώς εις τους εγκεκριμένους προϋπολογισμούς των κοινοτήτων των οποίων το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος, δια την πληρωμήν των αποδοχών των τακτικών υπαλλήλων αυτών, αναγραφόμενα χρηματικά ποσά. «β)Χρηματικό ποσό που να καλύπτει το 35% της ετήσιας συνολικής δαπάνης για την πληρωμή των αποδοχών των τακτικών υπαλλήλων των κοινοτήτων, το προσωπικό των οποίων υπάγεται στις διατάξεις του δεύτερου μέρους του νόμ. 1188/1981, εγγράφεται υποχρεωτικά κατ’ έτος στον προϋπολογισμό των παραπάνω κοινοτήτων. Το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών». Η περίπτ.β΄ αντικαταστάθηκε ως άνω την παρ.1 άρθρ.27 Νόμ. 1832/16-17 Φεβρ. 1989 (ΦΕΚ Α΄54), ανωτ.σελ. 52,280. γ)το υπό του άρθρου 313 του παρόντος προβλεπόμενον χρηματικόν ποσόν. δ)το προϊόν υποχρεωτικής εισφοράς εν επί τοις εκατόν (1%), επιβαλλομένης επί των υπό των κοινοτήτων κατά το προηγούμενον έτος πραγματοποιουμένων τακτικών εσόδων των οποίων το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του δεύτερου μέρους κατά τα δι’ αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών κατ’ έτος εκδιδομένης οριζόμενα. (Αντί για τις σελ.140,4541(α)-140,462(α) Σελ.140,461(β) Τεύχος ΙΑ-3-2 Σελ. 113 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 «3.Το μέχρι 31-12-1987 χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού για την πληρωμή αποδοχών κοινοτικών υπαλλήλων (Π.Α.Κ.Υ.) που τηρείται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, κεφαλαιοποιείται και η εξόφληση του χρέους γίνεται ως εξής: Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων παρακρατεί α)ποσοστό 20% από το τμήμα των καθαρών κερδών του, το οποίο οφείλει να αποδώσει στο Δημόσιο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και β)ποσοστό 15% από τους τόκους των κατά το άρθρ.201 παρ.1 του Δ.Κ.Κ. χρηματικών υπολοίπων των δήμων και κοινοτήτων. 4.Η παρακράτηση των ποσών της προηγούμενης παραγράφου γίνεται, από το έτος 1988, στο τέλος κάθε εξαμήνου κάθε οικονομικού έτους, ώσπου να εξοφληθεί το χρέος. 5.Στο τέλος κάθε έτους το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων γνωστοποιεί στο Υπουργείο Εσωτερικών το ποσό που έχει παρακρατήσει και το ποσό που απομένει για την εξόφληση του χρέους». Οι παρ.3,4 και 5 προστέθηκαν από την παρ.2 άρθρ.27 Νομ.1832/16-17 Φεβρ. 1989 (ΦΕΚ Α΄54), ανωτ.σελ.52,280. Άρθρον 313. Κρατική οικονομική ενίσχυσις δια την μισθοδοσίαν κοινοτικών γραμματέων του δευτέρου μέρους. «1.Από το έτος 1988 και εφεξής κατ’ έτος στον προϋπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Εσωτερικών αναγράφεται με ιδιαίτερο κωδικό αριθμό ποσό 1.000.000.000 δραχμών για τακτική οικονομική ενίσχυση των κοινοτήτων, των οποίων οι γραμματείς υπάγονται στις διατάξεις του δεύτερου μέρους του παρόντος. Το ποσό αυτό διατίθεται αποκλειστικά για να καταβληθούν οι αποδοχές των γραμματέων που απασχολούνται με σχέση εργασίας δημόσιου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου. Το ποσό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ανάλογα με τον αριθμό των γραμματέων και τις αποδοχές τους». Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.3 άρθρ.27 Νόμ.1832/16-17 Φεβρ. 1989 (ΦΕΚ Α΄54), ανωτ.σελ. 52,280. 2.Το κατά την παρ.1 ποσόν αποδίδεται κατά δωδεκατημόρια την πρώτην εκάστου μηνός και κατατίθεται εις τον υπό του άρθρου 312 προβλεπόμενον λογαριασμόν. Σελ.140,462(β) Τεύχος ΙΑ-3-2 Σελ. 114 Άρθρον 15. Ηλικία. 1.Ουδείς διορίζεται προς της συμπληρώσεως του 21 ου ή μετά την συμπλήρωσιν του 35 ου έτους της ηλικίας του. Επιτρέπονται εξαιρέσεις καθοριζόμεναι δια διαταγμάτων εκδιδομένων επί τη προτάσει του Υπουργού Εσωτερικών. 2.Δια την εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου ως ημέρα γεννήσεως λαμβάνεται η 1 η Ιανουαρίου του έτους γεννήσεως. Άρθρον 314. Καταβολή αποδοχών και τρόπος κινήσεως λογαριασμού. 1.Εκ του ενιαίου παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων δια πάσας τας κοινότητας πιστωτικού υπολοίπου του κατά το άρθρον 312 λογαριασμού καταβάλλονται αι αποδοχαί των τακτικών υπαλλήλων των κοινοτήτων. 2.Ο τρόπος της κινήσεως του κατά την παρ.1 του άρθρου 312 λογαριασμού, των εισπράξεων των εσόδων του, των πληρωμών εν γένει, της παρακρατήσεως των εσόδων των υποχρέων δια πληρωμήν των αποδοχών των υπαλλήλων των κοινοτήτων, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια αναγκαία δια την εφαρμογήν του άρθρου 312 και του παρόντος άρθρου ρυθμίζονται δι’ αποφάσεων του Υπουργού των Εσωτερικών. Άρθρον 315. Διατάξεις μη ισχύουσαι επί υπαλλήλων ΟΤΑ. 1.Γενικοί ή ειδικοί νόμοι, διατάγματα και αποφάσεις περιλαμβάνοντες διατάξεις αφορώσας εις την υπηρεσιακήν εν γένει κατάστασιν των υπαλλήλων των εν γένει νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δεν ισχύουν επί των υπαλλήλων των διεπομένων υπό των διατάξεων του παρόντος κώδικος, εάν δεν γίνεται ρητή μνεία περί τούτου. 2.Αι διατάξεις του άρθρου 24 του Α.Ν.28/ 31.10.35 «περί προστασίας εφέδρων παλαιών πολεμιστών» ως μεταγενεστέρως ετροποποιήθησαν, δεν ισχύουν προκειμένου περί υπαλλήλων εφέδρων παλαιών πολεμιστών υπηρετούντων εις οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως. 3.Αι διατάξεις του άρθρου 2 του Α.Ν.1843/51 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων του Α.Ν.1565/1939 «περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος» ως ούτος εκυρώθη και ετροποποιήθη δια των διατάξεων των παρ.2 και 3 του άρθρου δευτέρου του Νόμου 2049/1952 «περί κυρώσεως τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν.1843/1951 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων του Α.Ν.1565/ 1939 «περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος», δεν έχουν εφαρμογήν επί των ιατρών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και πάσης φύσεως δημοτικών ή κοινοτικών ιδρυμάτων. Άρθρον 316. Εισφοραί λόγω ασφαλίσεως υπαλλήλων ΟΤΑ. Ουδεμία υποχρεωτική εισφορά επιβάλλεται εις βάρος των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, λόγω ασφαλίσεως του εν γένει προσωπικού αυτών άνευ εγκρίσεως του Υπουργού Εσωτερικών, παρεχομένης κατά τας οικείας διατάξεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικος. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Άρθρον 317. Υπάλληλοι αναγνωριζομένης εις δήμον κοινότητος και καταργουμένων ή ενουμένων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. 1.Εις τας περιπτώσεις καταργήσεως δήμου και ενώσεως αυτού μεθ’ ετέρου δήμου, το προσωπικόν του καταργουμένου δήμου καθίσταται αυτοδικαίως προσωπικόν του δήμου, μεθ’ ου ούτος ενούται με τον ον κέκτηται βαθμόν και καταλαμβάνει αντιστοίχως κατά κλάδον θέσεις. 2.Εάν εις τον οργανισμόν εσωτερικής υπηρεσίας του δήμου εις ον ενούται ο καταργούμενος δήμος δεν υφίστανται κεναί θέσεις αντίστοιχοι προς τας κατά κλάδους θέσεις του καταργουμένου δήμου, δημιουργούνται τοιαύται δια τροποποιήσεως αυτού, μη ισχυόντων των κατά τας κειμένας διατάξεις χρονικών περιορισμών ως προς την τροποποίησιν των οργανισμών εσωτερικής υπηρεσίας των δήμων. Αι διατάξεις της παρούσης και της προηγουμένης παραγράφου ισχύουν και εν περιπτώσει ενώσεως κοινότητος, ης το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος μετά δήμου ή καταργήσεως τοιαύτης κοινότητος και ενώσεώς της μεθ’ ετέρας της οποίας το προσωπικόν διέπεται υπό των αυτών διατάξεων. 3.Υπάλληλοι κοινότητος, διεπόμενοι υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους του παρόντος, εν περιπτώσει αναγνωρίσεως της κοινότητος εις δήμον, καθίστανται αυτοδικαίως δημοτικοί υπάλληλοι, επί τω βαθμώ και κλάδω ον εκέκτηντο ως κοινοτικοί από της εγκαταστάσεως των νέων μετά την αναγνώρισιν δημοτικών αρχών, εξελισσόμενοι περαιτέρω ως δημοτικοί υπάλληλοι. 4.Υπάλληλοι κοινοτήτων διεπόμενοι υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος, εν περιπτώσει ενώσεως των κοινοτήτων εις μίαν κοινότητα, καθίστανται αυτοδικαίως υπάλληλοι της νέας κοινότητος, με τον ον κέκτηνται βαθμόν και καταλαμβάνουν αντιστοίχως κατά βαθμόν και κλάδον θέσεις συνιστωμένας δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. 5.Γραμματείς ειδικής περιορισμένης διαβαθμίσεως ως και αδιαβάθμιστοι μόνιμοι κοινοτικοί υπάλληλοι, εν περιπτώσει ενώσεως της εις ην υπηρετούν κοινότητος μεθ’ ετέρας κοινότητος, ης το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος, καθίστανται υπάλληλοι της κοινότητος εις την οποίαν ενούνται μέχρι της εκδόσεως της περί εντάξεως ή απολύσεώς των αποφάσεως. 6.Η ένταξις γίνεται επί τη βάσει των τυπικών πλην της ηλικίας προσόντων του υπαλλήλου, εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της αντιστοίχου θέσεως και εν ελλείψει, εις συνιστωμένην τοιαύτην δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας, δύνανται, όμως, μετ’ εκτίμησιν των ουσιαστικών προσόντων αυτού, να γίνη και εις ανώτερον βαθμόν και πάντως ουχί πέρα του 6 ου βαθμού, εάν ο εντασσόμενος έχη χρόνον εκτάκτου και τακτικής υπηρεσίας, παρά τη αυτή κοινότητι, ίσον προς τον κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος απαιτούμενον προς προαγωγήν εις τον ανώτερον τούτον βαθμόν. Ο τυχών πλεονάζων χρόνος μετά την κατά τ’ ανωτέρω ένταξιν των υπαλλήλων λογίζεται ως διανυθείς εις τον βαθμόν εις ον εντάσσονται υπολογιζόμενος δια την προαγωγήν εις τον επόμενον βαθμόν. Κατ’ εξαίρεσιν των οριζομένων υπό των διατάξεων του άρθρου 45 παρ.3 οι στερούμενοι των απαιτουμένων τυπικών προσόντων κοινοτικοί γραμματείς δύναται να ενταχθούν ή να προαχθούν μέχρι του 6 ου βαθμού. «Η ένταξη γίνεται με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου, ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου, που κρίνει για την καταλληλότητά τους». Εάν ούτοι δεν κριθούν κατάλληλοι απολύονται της υπηρεσίας. Το μέσα σε «» τέταρτο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.48 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄118), κατωτ.αριθ.103. 7.Αι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 έχουν ανάλογον εφαρμογήν και εις τας περιπτώσεις ενώσεως κοινότητος ής το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του δευτέρου μέρους του παρόντος κώδικος, μετά δήμου. 8.Γραμματείς ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως ως και αδιαβάθμιστοι κοινοτικοί υπάλληλοι, εν περιπτώσει καταργήσεως της εις ην υπηρετούν κοινότητος και ενώσεως ταύτης μεθ’ ετέρας κοινότητος, ης το προσωπικόν διέπεται υπό των αυτών διατάξεων, καθίστανται αυτοδικαίως υπάλληλοι της νέας κοινότητος επί τω βαθμώ ον κέκτηνται. Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται και επί ενώσεως κοινοτήτων, των οποίων το προσωπικόν δεν διέπεται υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους του παρόντος κώδικος. Άρθρον 318. Ένταξις υπαλλήλων ειδικών ταμείων και άλλων νομικών προσώπων. 1.Το προσωπικόν ειδικών ταμείων υδρεύσεως καταργηθέντων ή καταργουμένων, εφ’ όσον η εκπλήρωσις του σκοπού αυτών αναλαμβάνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπον υπό των δήμων και κοινοτήτων, διατηρείται εν τη υπηρεσία του οικείου δήμου ή κοινότητος μέχρις οργανώσεως της υπηρεσίας ταύτης, δια τροποποιήσεως του οργανισμού της εσωτερικής υπηρεσίας, ότε επιτρέπεται η ένταξις αυτού εις αντιστοίχους τακτικάς θέσεις επί τη βάσει των ουσιαστικών αυτών προσόντων και των εν τω οργανισμώ οριζομένων προϋποθέσεων δια την κατάληψιν των θέσεων τούτων. «2.Η ένταξη γίνεται με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου». Η μέσα σε « » παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.49 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ.αριθ.103. 3.Η κατά τ’ ανωτέρω τροποποίησις του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας ενεργείται εντός εξ μηνών από της αναλήψεως υπό του δήμου ή κοινότητος της οικείας υπηρεσίας, εντός δε εξαμήνου από της εγκρίσεως της τροποποιήσεως του οργανισμού ενεργείται η ένταξις του προσωπικού. Το μη εντασσόμενον προσωπικόν εντός της ανωτέρω προθεσμίας απολύεται αυτοδικαίως και άνευ ετέρας διατυπώσεως από της λήξεως της προθεσμίας. 4.Η παρά τω ταμείω προγενεστέρα υπηρεσία του εντασσομένου προσωπικού λογίζεται ως τακτική δημοτική ή κοινοτική υπηρεσία δια πάσαν περίπτωσιν. «5.Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται και για το προσωπικό άλλων ειδικών ταμείων, των οποίων η διοίκηση περιήλθε ή θα περιέλθει στους δήμους ή στις κοινότητες, καθώς και για το προσωπικό των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων που καταργούνται και αναλαμβάνει ο οικείος Ο.Τ.Α. απευθείας ή όχι την εκπλήρωση του σκοπού τους». Η παρ.5 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.4 άρθρ.27 Νόμ.1832/16-17 Φεβρ. 1989 (ΦΕΚ Α΄54), ανωτ.σελ.52, 280. (Αντί για τη σελ. 140,463(α) Σελ. 140,463(β) Τεύχος 1246-Σελ.105 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 Άρθρον 319. Προαγωγαί ή εντάξεις μη τελειωθείσαι. Υπάλληλοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, συμπεριλαμβανομένων και των ημερομισθίων, δι’ ους εξεδόθη πράξις του αρμοδίου οργάνου του οικείου οργανισμού ή του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου περί προαγωγής ή εντάξεως αυτών, μη εγκρίθείσαι υπό του νομάρχου λόγω παρεμπεμπούσης εξόδου εκ της υπηρεσίας ή θανάτου αυτών, λογίζονται προαχθέντες ή ενταχθέντες από της ημέρας της εξόδου ή του θανάτου των. Άρθρον 320. Ανάλογος εφαρμογή διατάξεων ισχυουσών επί δημοσίων υπαλλήλων. Γενικοί ή ειδικοί νόμοι, διατάγματα και αποφάσεις, εκδιδόμενοι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος κώδικος, αφορώντες εις τους δημοσίους υπαλλήλους και ρυθμίζοντες κατά άλλον τρόπον τα της διαβαθμίσεως και κατατάξεως μονίμου προσωπικού εις κλάδους ως και των ειδικών προσόντων διορισμού εις τας θέσεις ταύτας, των καθηκόντων, περιορισμών και αστικής ευθύνης, δοκιμαστικής υπηρεσίας, αδειών πάσης φύσεως, νοσηλείων, εξόδων κηδείας, τηρήσεως των ατομικών φακέλλων και μητρώων, συντάξεως εκθέσεως υπηρεσιακής ικανότητος, τοποθετήσεως, μετακινήσεως, αποσπάσεως, μετατάξεως, προαγωγών, διαθεσιμότητος, εντάξεως, αργίας, αρχαιότητος, προβαδίσματος, ηθικών αμοιβών και επιτίμων τίτλων, της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως και του πειθαρχικού εν γένει δικαίου, δύνανται να επεκτείνωνται αναλόγως εν όλω ή εν μέρει και επ’ αυτών, δια προεδρικού διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Εσωτερικών. Δια του προεδρικού διατάγματος επιτρέπεται ή εν όλω ή εν μέρει εφαρμογή των επεκτεινομένων διατάξεων και αναδρομικώς. Άρθρον 321. Δικαίωμα στεγάσεως. Αι διατάξεις του Ν.Δ. 3783/1957 «περί της στέγης των δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων» και αι εκάστοτε ισχύουσαι στεγαστικαί περί των δημοσίων υπαλλήλων διατάξεις, έχουν εφεξής εφαρμογήν προκειμένου περί αγοράς κατοικίας παρά των μονίμων υπαλλήλων των κοινοτήτων και των συνδέσμων, των μονίμων υπαλλήλων του Ταμείου Ασφαλίσεως κατά της ασθενείας των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων ως και των συνταξιούχων των δήμων και κοινοτήτων, υπό την προϋπόθεσιν ότι ούτοι ή οι σύζυγοι αυτών δεν τυγχάνουν κύριοι κατά πλήρες δικαίωμα ιδιοκτησίας ή ισοβίου επικαρπίας ή οικήσεως ετέρας οικίας ή διαμερίσματος εις πόλιν άνω των 5.000 κατοίκων. Άρθρον 16. Κωλύματα διορισμού. 1.Δεν διορίζεται υπάλληλος: α)ο μη εγγεγραμμένος προκειμένου μεν περί αρρένων εις το μητρώον αρρένων, προκειμένου δε περί θηλέων εις το γενικόν μητρώον των δημοτών, β)ο μη εκπληρώσας τας στρατιωτικάς αυτού υποχρεώσεις ή μη απαλλαγείς τούτων νομίμως, γ)ο ανυπότακτος ή ο τελεσιδίκως καταδικασθείς επί λιποταξία, δ)ο λόγω καταδίκης στερηθείς των πολιτικών δικαιωμάτων και μετά την λήξιν του ορισθέντος δια την στέρησιν χρόνου, ε)ο καταδικασθείς εις οιανδήποτε ποινήν επί κλοπή, υπεξαιρέσει, απάτη, εκβιάσει, πλαστογραφία, απιστία, δωροδοκία, καταπιέσει, παραβάσει καθήκοντος, εγκλήματι κατά των ηθών και συκοφαντική δυσφημήσει, στ)ο υπόδικος ο δια τελεσιδίκου βουλεύματος παραπεμφθείς επί κακουργήματι ή επί τινι των εν τη προηγουμένη περιπτώσει αναφερομένων πλημμελημάτων, ζ)ο τελών υπό απαγόρευσιν ή δικαστικήν αντίληψιν, η)ο μη κεκτημένος το προσήκον ήθος. Εις το ήθος περιλαμβάνεται και η αφοσίωσις εις την Πατρίδα και την Δημοκρατίαν κατά το Σύνταγμα, θ)ο δι’ αποφάσεως υπηρεσιακού συμβουλίου δια πειθαρχικούς λόγους απολυθείς εκ θέσεως δημοσίου υπαλλήλου, υπαλλήλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλων νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, και ι)ο μη ων υγιής. 2.Η παραγραφή αδικήματος, εφ’ ω διετάχθη παραπομπή δια τελεσιδίκου βουλεύματος, η αποκατάστασις, η αμνηστία και η χάρις δεν αίρουν την κατά την προηγουμένην παράγραφον ανικανότητα. Η χάρις μετ’ άρσεως των συνεπειών αίρει την ανικανότητα προς διορισμόν. 3.Η περί της υγείας και αρτιμελείας πιστοποίησις γίνεται υπό της οικείας υγειονομικής επιτροπής, κατά τας διατάξεις του άρθρου 11, είναι δε ανίσχυρος μετά πάροδον εξαμήνου από της εκδόσεώς της, ως και εις περίπτωσιν καθ’ ην δεν στηρίζεται επί ακτινογραφίας θώρακος. 4.Η πιστοποίησις ότι ο ενδιαφερόμενος δεν παρουσιάζει υγείαν και αρτιμέλειαν, επιτρέπουσαν τον διορισμόν, υπόκειται εις ένστασιν ενώπιον της οικείας δευτεροβαθμίου υγειονομικής επιτροπής. Δια τους εξαιρεθέντας της στρατιωτικής υπηρεσίας εκ λόγω υγείας, δέον να πιστοποιήται προσθέτως παρά της υγειονομικής επιτροπής ότι αποκατεστάθη πλήρως η υγεία αυτών και ότι δεν θεωρείται ως πιθανή η υποτροπή της νόσου, ως εκ της αναλήψεως της δι’ ην προορίζονται υπηρεσίας. 5.Οι κατά το άρθρον 25 του ν.232/1975 «περί επιμορφώσεως δημοσίων υπαλλήλων», υπότροφοι του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, αθετούντες τας κατά το άρθρον τούτο υποχρεώσεις, κωλύονται επί πενταετίαν να διορισθούν εφ’ οιανδήποτε σχέσει, εις ετέραν θέσιν ΟΤΑ. Άρθρον 322. Ρύθμισις λεπτομερειών. Δια διαταγμάτων εκδιδομένων επί τη προτάσει του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζεται πάσα αναγκαία λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν του παρόντος κώδικος. Σελ. 140,464(β) Τεύχος 1246-Σελ.106 Άρθρον 324. Κατάταξις υπηρετούντος προσωπικού. 1.Το κατά την έναρξιν της ισχύος του Ν.993/1979 «περί του επί συμβάσει εργασίας, ιδιωτικού δικαίου προσωπικού του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου» υπηρετούν ειδικόν επιστημονικόν, ως και τεχνικόν ή βοηθητικόν προσωπικόν επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου εις συνεστημένας θέσεις βάσει συνεργείων, περί ων το άρθρον 106 του Ν.Δ.1140/1972 «περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των περί καταστάσεως δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων διατάξεων» και των προϊσχυσασών αντιστοίχων διατάξεων ή και κανονισμών διοικήσεως και διαχειρήσεως των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων κατατάσσονται εις τας υπό του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας ή κανονισμών διοικήσεως και διαχειρίσεως υφισταμένας αντιστοίχους θέσεις εφ’ όσον κέκτηνται τα υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπόμενα τυπικά γενικά και ειδικά προσόντα πλην του ορίου ηλικίας. Εν ανεπαρκεία των θέσεων τούτων συνιστώνται νέαι θέσεις δια τροποποιήσεως του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας ή του κανονισμού διοικήσεως και διαχειρίσεως. 2.Ειδικώς δια τους συνδέσμους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ων το προσωπικόν δεν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του κώδικος, αι θέσεις του αναγκαιούντος προσωπικού καθορίζοναι δι’ αποφάσεως του διοικητικού συμβουλίου του συνδέσμου εγκρινομένης υπό του νομάρχου μετά γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 3.Η περί ης η παράγραφος 1 του παρόντος κατάταξις του προσωπικού χωρεί αυτοδικαίως τηρουμένης της μεταξύ των κατατασσομένων σειράς προσλήψεως της υφισταμένης εις τας εξ ων προέρχονται κατηγορίας και ειδικότητας. 4.Περί της αυτοδικαίας κατατάξεως του προσωπικού εκδίδεται διαπιστωτική πράξις υπό του αρμοδίου δια την πρόσληψιν οργάνου. Εις την διαπιστωτικήν πράξιν κατατάξεως αναφέρεται το ονοματεπώνυμον του κατατασσομένου, η θέσις την οποίαν καταλαμβάνει και το είδος της εργασίας. 5.Εάν το υπηρετούν προσωπικόν δεν κέκτηται τα υπό των κειμένων διατάξεων απαιτούμενα προσόντα παραμένει εν τη υπηρεσία μέχρι της καθ’ οιονδήποτε τρόπον λύσεως της συμβάσεως εργασίας του. Εις την περίπτωσιν ταύτην δεν πληρούται ίσος αριθμός τυχόν κενών ή κενουμένων οργανικών θέσεων. 6.Εάν ο αριθμός των συνιστωμένων θέσεων είναι μικρότερος του υπηρετούντος και δεν συσταθούν νέαι θέσεις το υπεράριθμον προσωπικόν παραμένει εν τη υπηρεσία μέχρι της καθ’ οιονδήποτε τρόπον λύσεως της εργασιακής του σχέσεως καταλαμβάνον τας τυχόν κενουμένας θέσεις εφ’ όσον κέκτηται τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα πλην της ηλικίας και κατά την σειράν προσλήψεώς του. Άρθρον 325. Υπηρεσιακή κατάστασις υπηρετούντος μη ειδικού επιστημονικού και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού. Το κατά την έναρξιν της ισχύος του Ν.993/1979 υπηρετούν προσωπικόν δια την κάλυψιν διαρκούς φύσεως αναγκών των ΟΤΑ και μη εμπίπτον εις τας ανωτέρω, εν άρθρω 324 του παρόντος κατηγορίας, παραμένει εν τη υπηρεσία μέχρι και της καθ’ οιονδήποτε τρόπον λύσεως της συμβάσεως εργασίας του, διεπομένου εφεξής υπό των διατάξεων του Κεφαλαίου Β΄ του τρίτου μέρους του παρόντος κώδικος. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρον 326. Ισχύς εκδοθέντων διαταγμάτων ή αποφάσεων. Μέχρι της εκδόσεως των υπό του παρόντος κώδικος προβλεπομένων διαταγμάτων ή αποφάσεων εφαρμόζονται αι προϊσχύσασαι αντίστοιχοι διατάξεις, εφ’ όσον δεν αντίκεινται εις τας διατάξεις του παρόντος. Άρθρον 327. Συγκρότησις υπηρεσιακών συμβουλίων. Κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος κώδικος τα μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων θέλουν ορισθή εντός δύο μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, η δε θητεία αυτών θέλει λήξει την 31 ην Δεκεμβρίου του επομένου έτους. Άρθρον 328. Διατήρησις ωφελημάτων. Αι μεταβατικαί διατάξεις των άρθρων 124 και 125 του Ν.Δ. 1140/1972 «περί κώδικος καταστάσεως δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων» (ΦΕΚ Α΄79) και 58 του Β.Δ. 715/1972 κυρωθέντος δια του Ν.35/1975 (ΦΕΚ Α΄84) καταργούνται, τα δε υπό των υπαλλήλων κτηθέντα επί τη βάσει τούτων ωφελήματα, δεν θίγονται δια του παρόντος. Άρθρον 329. Κλάδοι προσωρινών θέσεων, κατεχομένων από τακτικών μονίμων υπαλλήλων. 1.Ο κλάδος ΑΡ13 διοικητικού, περιλαμβάνει τας θέσεις των επί τη βάσει των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 58 του Β.Δ/τος 715/72, καταταγέντων εις την Α΄ κατηγορίαν, δημοτικών υπαλλήλων, αίτινες διακρίνονται εις βαθμούς ως έπεται: α)επί βαθμοίς 3ω-2ω β)επί βαθμοίς 5ω-4ω 2.Εις τον κλάδον ΜΕ 18 διοικητικού ανήκουν αι θέσεις: α)επόπτου καθαριότητος επί βαθμοίς 8ω-6ω, β)επιστάτου καθαριότητος επί βαθμοίς 10ω-6ω, γ)ιεροψάλτου επί βαθμοίς 10ω-6ω, 3.Εις τον κλάδον ΑΡ 14 προσωπικού φιλαρμονικής ανήκουν αι θέσεις: α)διευθυντού φιλαρμονικής επί βαθμοίς 6ω-2ω, β)διευθυντού χορωδίας επί βαθμοίς 6ω-3ω, γ)αρχιμουσικού επί βαθμοίς 6ω-4ω, δ)κορυφαίου μουσικού επί βαθμοίς 8ω-4ω. 4.Ο κλάδος ΜΕ19 περιλαμβάνει θέσεις μουσικών επί βαθμοίς 10ω-6ω. Ποσοστόν 20% των θέσεων μουσικών προωθούνται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας εις θέσεις επί βαθμώ 5ω. 5.Εις τον κλάδον ΜΕ20 τεχνικού και λοιπού προσωπικού ανήκουν αι θέσεις: α)μηχανοστασιάρχου επί βαθμοίς 9ω-5ω β)σχεδιαστού επί βαθμοίς 10ω-5ω γ)οδηγού αυτοκινήτων επί βαθμοίς 9ω-6ω δ)τεχνίτου επί βαθμοίς 9ω-6ω ε)συντηρητού-εφαρμοστού επί βαθμοίς 10ω-6ω στ)ηλεκτροτεχνίτου επί βαθμοίς 10ω-6ω ζ)μηχανοδηγού επί βαθμοίς 10ω-6ω η)μηχανοτεχνίτου επί βαθμοίς 10ω-6ω θ)λιπαντού επί βαθμοίς 10ω-6ω ι)υδραυλικού επί βαθμοίς 10ω-6ω ια)βοηθού ηλεκτροτεχνίτου ή μηχανοτεχνίτου επί βαθμοίς 10ω-6ω ιβ)βοηθού λιπαντού επί βαθμοίς 10ω-6ω ιγ)μαθητευομένου επί βαθμοίς 10ω-6ω. 6.Εις τον κλάδον ΜΕ21 υγειονομικού και λοιπού προσωπικού ανήκουν αι θέσεις: α)πρακτικής νοσοκόμου επί βαθμοίς 10ω-6ω β)πρακτικής βρεφοκόμου επί βαθμοίς 10ω-6ω γ)απολυμαντού επί βαθμοίς 10ω-6ω δ)κλιβάνεως επί βαθμοίς 10ω-6ω ε)φαρμακοτρίβου επί βαθμοίς 10ω-6ω στ)αρχιμαγείρου επί βαθμοίς 8ω-6ω ζ)μαγείρου επί βαθμοίς 10ω-6ω η)βοηθού μαγείρου επί βαθμοίς 10ω-6ω θ)τραυματιοφορέως επί βαθμοίς 10ω-6ω ι)αποστειρωτού επί βαθμοίς 10ω-6ω ια)καθηγητρίας–διδασκαλίσσης ραπτικής επί βαθμοίς 10ω-4ω ιβ)ραπτρίας επί βαθμοίς 10ω-6ω 7.Εις τους κλάδους γεωπονικού προσωπικού ανήκουν αι θέσεις: Α. Του κλάδου ΜΕ22 α)βοηθού γεωπόνου επί βαθμοίς 10ω-6ω β)αρχικηπουρού–αρχιδενδροκόμουαρχιανθοκόμου–αρχιτεχνίτου– δενδροκηπουρού επί βαθμοίς 9ω-6ω γ)κηπουρού–ανθοκόμου– δενδροκόμου–τεχνίτου– δενδροκηπουρού επί βαθμοίς 10ω-6ω Β. Του κλάδου ΜΕ12 Δασοφυλάκων επί βαθμοίς 10ω-6ω 8.Εις τον κλάδον ΣΕ10 ανήκουν αι θέσεις: α)βοηθού κλιβάνεως επί βαθμοίς 11ω-7ω β)βοηθού ιματιοφύλακος επί βαθμοίς 11ω-7ω γ)καθαριστρίας επί βαθμοίς 12ω-7ω δ)οδοκαθαριστού επί βαθμοίς 12ω-7ω ε)βοηθού οδηγού αυτοκινήτου επί βαθμοίς 11ω-7ω στ)οδηγού διτρόχου επί βαθμοίς 11ω-7ω ζ)ημιονηγού επί βαθμοίς 11ω-7ω η)νεωκόρου επί βαθμοίς 12ω-7ω θ)φύλακος εργάτου ή εργάτου επί βαθμοίς 12ω-7ω ή θυρωρού κατά περίπτωσιν επί βαθμοίς 11ω-7ω ι)ελαιοχρωματιστού επί βαθμοίς 11ω-7ω ια)υδρονομέως επί βαθμοίς 11ω-7ω ιβ)τραπεζοκόμου επί βαθμοίς 11ω-7ω ιγ)πλυντρίας επί βαθμοίς 11ω-7ω ιδ)σιδερωτρίας επί βαθμοίς 11ω-7ω 9.Οι υπάλληλοι των ΟΤΑ, επί βαθμώ 7ω του προσωρινού κλάδου ΣΕ10, της παρ.8 του παρόντος προάγονται μισθολογικώς εις τον 6 ον βαθμόν κατ’ ανάλογον εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 148 του παρόντος. 10.Αι θέσεις των παραγράφων 2 περίπτ.α΄ και β΄, 5 περίπτ.α΄ και β΄ και θυρωρού της περιπτώσεως θ΄ της παραγρ.8 του παρόντος άρθρου καθ’ οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι καταργούνται, εκτός εάν, εντός τριμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της κενώσεως αυτών, το συμβούλιον του οικείου ΟΤΑ δι’ αποφάσεώς του, αυξήση τας θέσεις αντιστοίχων τακτικών κλάδων. Κεναί ή κενούμεναι θέσεις των κλάδων ΑΤ1 και ΑΡ13 δύνανται να μεταφέρωνται σταδιακώς μεταξύ των κλάδων τούτων αναλόγως των υπηρεσιακών αναγκών και του αριθμού των θέσεων των κλάδων δι’ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου μετά γνωμοδότησιν του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Άπασαι αι λοιπαί θέσεις του παρόντος άρθρου καθ’ οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι δύνανται να μετατρέπωνται εις θέσεις αντιστοίχου ειδικότητος επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου, εντός τριμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της κενώσεως αυτών δι’ αποφάσεως του συμβουλίου του οικείου ΟΤΑ. (Μετά τη σελ. 140,464) Σελ. 140,465 Τεύχος Ε11-Σελ.139 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 Άρθρον 330. Γενική κατάταξις μονίμων υπαλλήλων εις κλάδους. 1.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες εις τας θέσεις περί ων τα άρθρα 41 έως και 83 και 329 κατατάσσονται αυτοδικαίως εις τους αντιστοίχους προς αυτάς κλάδους ΑΤ, ΑΡ, ΜΕ και ΣΕ με τον ον κέκτηνται βαθμόν και εις τον ον υπηρετούν ΟΤΑ εκτός εάν κατέχουν βαθμόν κατώτερον του εισαγωγικού των θέσεων των κλάδων τούτων οπότε κατατάσσονται εις τον εισαγωγικόν τούτον βαθμόν. Περί της ως άνω κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 2.Οι καθ’ οιονδήποτε τρόπον διορισθέντες με εισαγωγικόν βαθμόν ανώτερον του προβλεπομένου υπό των διατάξεων του παρόντος, διατηρούν τον ανώτερον τούτον βαθμόν. Τα αυτά ισχύουν και επί των διορισθησομένων βάσει πινάκων διορισμού ή επιλογής δημοσιευθέντων προ της ισχύος του παρόντος. 3.Υπάλληλοι κλάδου ΜΕ1 υπηρετούντες κατά την δημοσίευσιν του παρόντος εις ΟΤΑ των οποίων το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους δύνανται τη αιτήσει των υποβαλλομένη εντός τριμήνου από της ισχύος του κώδικος να κατατάσσωνται με τον ον κέκτηνται βαθμόν εις προσωρινάς θέσεις κλάδου ΑΤ1, συνιστωμένας δια του παρόντος, εφ’ όσον κέκτηνται τα προσόντα της παρ.2 του άρθρου 41 του παρόντος κώδικος. Ούτοι εξελίσσονται βαθμολογικώς μέχρι του τελευταίου ενιαίου βαθμού της θέσεώς των. Περί της ως άνω κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 4.Αι κατά την προηγουμένην παράγραφον συνιστώμεναι προσωριναί θέσεις καταργούνται άμα τη καθ’ οιονδήποτε τρόπον εξόδω των κατασσομένων εκ της υπηρεσίας, αι υπ’ αυτών δε κατεχόμεναι των κλάδων ΜΕ1 παραμένουν κεναί. 5.Θέσεις επιστατών έργων επί βαθμοίς 10ω-6ω του προσωρινού κλάδου ΜΕ 20 καθίστανται θέσεις του κλάδου ΜΕ5 εργοδηγών, οι δε εις ταύτας υπηρετούντες κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος κατατάσσονται εις τον κλάδον ΜΕ5 με τον ον κέκτηνται βαθμόν. Περί της κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Άρθρον 331. Ειδική κατάταξις ενίων μονίμων υπαλλήλων εις κλάδους. 1.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι ιατροί ΟΤΑ κατατάσσονται αυτοδικαίως με τον ον κέκτηνται βαθμόν εις κλάδον ΑΤ, εξελισσόμενοι περαιτέρω εντός της διαβαθμίσεως της θέσεών των. 2.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι υπάλληλοι ΟΤΑ, εις θέσεις διδασκάλων επαγγελματικής σχολής και μη κεκτημένοι τα υπό του άρθρου 80 παρ.2 του παρόντος τυπικά προσόντα, κατατάσονται αυτοδικαίως με τον ον κέκτηνται βαθμόν εις θέσεις κλάδου ΑΡ, εξελισσόμενοι περαιτέρω μέχρι του 4 ου βαθμού. 3.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι υπάλληλοι ΟΤΑ εις θέσεις υπομηχανικών και μη κεκτημένοι το υπό των διατάξεων των άρθρων 57, 58, 59 οριζόμενον ειδικόν τυπικόν προσόν διορισμού κατατάσσονται αυτοδικαίως με τον ον κέκτηνται βαθμόν εις θέσεις κλάδου ΜΕ, εξελισσόμενοι περαιτέρω εντός της διαβαθμίσεως της θέσεώς των. Σελ. 140,466 Τεύχος Ε11-Σελ.140 4.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι υπάλληλοι ΟΤΑ εις θέσεις υγειονοφυλάκων, παρασκευαστών μικροβιολογικού εργαστηρίου και αντιλυσσικού ορού και βοηθών ακτινολογικού εργαστηρίου, κατατάσσονται αυτοδικαίως, με τον ον κέκτηνται βαθμόν εις προσωρινάς θέσεις κλάδου ΜΕ, εξελισσόμενοι περαιτέρω εντός της διαβαθμίσεως της θέσεώς των. 5.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες μόνιμοι υπάλληλοι ΟΤΑ διορισθέντες εις θέσεις βοηθών γεωπόνων επί βαθμοίς 10ω-6ω και κεκτημένοι τα τυπικά προσόντα του κλάδου ΑΡ13 κατατάσσονται αυτοδικαίως εις τον κλάδον τούτον με τον ον κέκτηνται βαθμόν. Οι μη κεκτημένοι τα τυπικά προσόντα του κλάδου ΑΡ13 κατατάσσονται αυτοδικαίως με τον ον κέκτηνται βαθμόν εις προσωρινάς θέσεις κλάδου ΜΕ εξελισσόμενοι περαιτέρω εντός της διαβαθμίσεως της θέσεώς των. 6.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες αδιαβάθμιστοι βοηθοί ταμείου μη κεκτημένοι τα υπό του άρθρου 45 παρ.3 τυπικά προσόντα κατατάσσονται εις συνιστωμένας αυτοδικαίως δια του παρόντος θέσεις του κλάδου ΜΕ14 εις τον ον υπηρετούν ΟΤΑ επί βαθμοίς 10ω-6ω. Η κατάταξις ενεργείται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως εφαρμοζομένων περαιτέρω και των διατάξεων του άρθρου 149 του παρόντος κώδικος. 7.Περί της κατά τας προηγουμένας παραγράφους κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 8.Εις τας περιπτώσεις των παρ.3, 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου ποσοστόν είκοσι τοις εκατόν (20%) των θέσεων προωθείται εις θέσεις 5 ου έως 4 ου βαθμού δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. Εις ας περιπτώσεις δεν καθίσταται δυνατή η σύστασις των θέσεων τούτων κατά τα ανωτέρω, δύναται να συνιστάται μια θέσις επί βαθμοίς 5ω-4ω εφ’ όσον αι υπό του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας προβλεπόμεναι θέσεις κατά κλάδον είναι εν τω συνόλω των δύο. Άρθρον 17. Δήλωσις υποψηφίου προς διορισμόν. Ο υποψήφιος προς διορισμόν υποβάλλει δήλωσιν, εν ή αναφέρει εάν τυχόν έχη καταδικασθή λόγω ποινικού αδικήματος ή απολυθή εκ θέσεως δημοσίου υπαλλήλου ή υπαλλήλου άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου δια πειθαρχικούς λόγους, ως και παν έτερον στοιχείον περί του βίου του, ζητουμένου παρ’ αυτού. Ο υποβαλών ψευδή δήλωσιν υπέχει τας εκ του νόμου συνεπείας. Άρθρον 332. Αυτοδικαία κατάταξις εισπρακτόρων και ρύθμισις ενίων περί αυτών θεμάτων. 1.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες αδιαβάθμιστοι μόνιμοι εισπράκτορες μη κεκτημένοι τα υπό του άρθρου 45 παρ.3 τυπικά προσόντα κατατάσσονται εις συνιστωμένας αυτοδικαίως δια του παρόντος θέσεις του κλάδου ΜΕ15, εις τον ον υπηρετούν ΟΤΑ επί βαθμοίς 10ω-6ω. Η κατάταξις ενεργείται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως εφαρμοζομένων περαιτέρω και των διατάξεων του άρθρου 149 του παρόντος κώδικος. 2.Περί της κατά την παρ.1 κατατάξεως εκδίδεται διαπιστωτική πράξις του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, δημοσιευομένη εν περιλήψει δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 3.Αι καθ’ οιονδήποτε τρόπον κενούμεναι θέσεις εξ ων προέρχονται οι κατά τας προηγουμένας παραγράφους κατατασσόμενοι καταργούνται. 4.Αι διατάξεις της παρ.8 του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζονται και εν προκειμένω. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Άρθρον 333. Ένταξις προσωρινών εισπρακτόρων. 1.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες ως προσωρινοί δημοτικοί και κοινοτικοί εισπράκτορες, συμπληρώσαντες ή συμπληρούντες εφεξής τριετή υπηρεσίαν εντάσσονται εις τας κατά το άρθρον 334 του παρόντος συνιστώμενας τακτικάς θέσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ανεξαρτήτως τυπικών προσόντων ως ακολούθως: α)οι ασχολούμενοι με την είσπραξιν των εσόδων, ωρισμένου δήμου ή ωρισμένης κοινότητος εις τον οικείον οργανισμόν τοπικής αυτοδιοικήσεως, β)οι ασχολούμενοι με την είσπραξιν των εσόδων πλειόνων δήμων ή δήμων και κοινοτήτων εις τον πολυπληθέστερον δήμο, και γ)οι ασχολούμενοι με την είσπραξιν εσόδων πλειόνων κοινοτήτων εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα, ης το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του Α΄ μέρους του παρόντος και εν ελλείψει τοιαύτης εις την πολυπληθεστέραν κοινότητα της περιφερείας του ταμείου, διεπομένην εις την περιπτώσιν ταύτην, ως προς τους εισπράκτορας, υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους. 2.Δια την κατά τας διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου συμπλήρωσιν της τριετίας υπολογίζεται και άπασα η καθ’ οιονδήποτε τρόπον, επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου προσφερθείσα προς το δημόσιον, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως προϋπηρεσία, εφ΄όσον αύτη έχει διανυθή μετά των τυπικών προσόντων της εις ην η ένταξις θέσεως. Ειδικώς δια τον υπολογισμόν της διανυθείσης επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου προϋπηρεσίας, δέον όπως αύτη αναγνωρίζεται απαραιτήτως ως συντάξιμος υπό της οικείας περί των υπαλλήλων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως νομοθεσίας. 3.Οι ανωτέρω μέχρι της εντάξεώς των διέπονται υπό των μέχρι της ισχύος του παρόντος κειμένων περί αυτών διατάξεων. Άρθρον 334. Σύστασις θέσεων. 1.Εντός εξαμήνου από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος τα κατά τας διατάξεις αυτού αρμόδια προς σύστασιν θέσεων εισπρακτόρων όργανα υποχρεούνται να προέλθουν εις την σύστασιν των απαιτουμένων θέσεων κλάδου ΜΕ15 επί βαθμοίς 10ω-6ω προς ένταξιν των κατά το άρθρον 333 του παρόντος υπηρετούντων προσωρινών εισπρακτόρων, προκειμένου δε περί δήμων εχόντων ιδίαν ταμειακήν υπηρεσίαν, συνιστώνται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας θέσεις κλάδου ΜΕ1 επί βαθμοίς 10ω-6ω προς ένταξιν των κατά το άρθρον 333 υπηρετούντων εις αυτούς προσωρινών εισπρακτόρων. 2.Η ένταξις ενεργείται, ανεξαρτήτως ηλικίας και τυπικών προσόντων επί τη βάσει των ουσιαστικών προσόντων, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, υποβαλλομένης εντός εξαμήνου από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος δια τους συμπληρώσαντας κατά την έναρξιν της ισχύος αυτού τριετή υπηρεσίαν, άλλως από της συμπληρώσεως τοιαύτης υπηρεσίας, δι’ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, (εγκρινομένης υπό του νομάρχου), κατόπιν συμφώνου γνωμοδοτήσεως του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 3.Η ένταξις γίνεται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως, δύναται όμως να γίνη και εις ανώτερον τούτου και πάντως ουχί πέρα του 6 ου βαθμού, εφ’ όσον ο εντασσόμενος έχει χρόνον υπηρεσίας ίσον τουλάχιστον προς τον απαιτούμενον κατά τας οικείας περί προαγωγών διατάξεις δια την μέχρι του ανωτέρου τούτου βαθμού προαγωγικήν εξέλιξίν του. Ο τυχόν πλειονάζων χρόνος μετά την κατά τα ανωτέρω ένταξιν λογίζεται ως διανυθείς εις τον ον ενταχθήσεται έκαστος βαθμόν. Η κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 333 του παρόντος προϋπηρεσία υπολογίζεται δια την κατά τα ανωτέρω ένταξιν. 4.Οι ούτω εντασσόμενοι τίθενται εις το αριστερόν των υπηρετούντων ομοιοβάθμων των και δεν δύναται να κριθούν δια τον επόμενον βαθμόν πριν ή ούτοι συμπληρώσουν τον προς προαγωγήν απαιτούμενον χρόνον. Η μεταξύ των, επί τω αυτώ βαθμώ, εντασσομένων σειρά αρχαιότητος καθορίζεται υπό του οικείου ως άνω υπηρεσιακού συμβουλίου επί τη βάσει του χρόνου της υπολογιζομένης προς ενταξιν υπηρεσίας αυτών. Άρθρον 335. Κατάργησις κενουμένων θέσεων προσωρινών εισπρακτόρων. Οι κατά τας διατάξεις των άρθρων 333 και 334 του παρόντος εντασσόμενοι εις τον κλάδον ΜΕ15 καθίστανται από της εντάξεώς των δημοτικοί ή κοινοτικοί υπάλληλοι διεπόμενοι εφ’ εξής υπό των περί εισπρακτόρων ΟΤΑ διατάξεων του παρόντος. Αι κενούμεναι συνεπεία της εντάξεως θέσεις προσωρινών εισπρακτόρων καταργούνται. Άρθρον 336. Μετάταξις υπαλλήλων. Δια τους κατά την δημοσίευσιν του Ν.697/1977 «περί ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις την κατάστασιν των υπαλλήλων των ΟΤΑ» υπηρετούντας υπαλλήλους, δεν ισχύουν οι περιορισμοί των περιπτώσεων α, γ, δ και ε της παραγράφου 1 του άρθρου 135 του παρόντος κώδικος. Εκ των υπαλλήλων τούτων οι κεκτημένοι τον 5 ον ή 4 ον βαθμόν της πρώην Β΄ κατηγορίας μετατασσόμενοι καταλαμβάνουν αντιστοίχους προσωρινάς θέσεις λογιζομένας ως συνιστωμένας αυτοδικαίως, άμα τη μετατάξει των. Αι τοιαύται θέσεις άμα τη καθ’ οιονδήποτε τρόπον κενώσει αυτών καταργούνται. Λήξις της ισχύος της παρούσης διατάξεως ορίζεται η 21 η Σεπτεμβρίου 1981. Άρθρον 337. Μισθολογική προαγωγή των μισθολογικώς εξελισσομένων υπαλλήλων ΟΤΑ. 1.Οι υπάλληλοι των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, οι υπαγόμενοι εις τον Α.Ν. 610/1945 «περί μισθολογικής εξελίξεως των γραφέων των κεντρικών εν γένει υπηρεσιών των Υπουργείων και άλλων τινών διατάξεων» και μη ενταγέντες δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11 του Ν.Δ. 689/1970 «περί ρυθμίσεως θεμάτων του προσωπικού των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως» διατηρηθεισών εν ισχύι δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 125 παρ. 34 του Ν.Δ. 1140/1972, εξελίσσονται μισθολογικώς από 1 ης Ιουνίου 1978 μέχρι και του 4 ου βαθμού. 2.Οι κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 181 του Β.Δ. 406/1963 «περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου των διατάξεων του Νόμου 1726/1951, περί κώδικος καταστάσεων των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων, ως ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν», διατηρηθέντες εν υπηρεσία υπάλληλοι των αυτών ως ανωτέρω οργανισμών, εξελίσσονται μισθολογικώς, οι μεν κεκτημένοι 19ετή υπηρεσία εις τον μισθόν του 6 ου βαθμού, οι δε 25ετή τοιαύτην εις τον μισθόν του 5 ου βαθμού. Άρθρον 338. Κώλυμα προαγωγής ενταγέντων ή επανενταγέντων υπαλλήλων ΟΤΑ. 1.Οι δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 5 παρ. 2 περ. γ΄ του Ν.Δ.4541/1966 και 3 του Ν.4464/65 «περί τροποποιήσεως διατάξεων του υπαλληλικού κώδικος κλπ.» ενταχθέντες υπάλληλοι ΟΤΑ, τίθενται εις το αριστερόν των υπηρετούντων ομοιβάθμων των και δεν δύναται να κριθούν δια τον 5 ον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά την έναρξιν της ισχύος του ανωτέρω Ν.Δ/τος ανώτεροι ή αρχαιότεροί των. 2.Οι κατά τας διατάξεις των άρθρων 11 παρ.2 του Ν.Δ.689/1970 και 2 παρ.5-9 και 9 του Ν.Δ.169/1969 ενταγέντες ή επανενταγέντες υπάλληλοι ΟΤΑ, τίθενται εις το αριστερόν τόσον των κατά τον χρόνον της εντάξεως ή (Μετά τη σελ.140,466) Σελ.140,467 Τεύχος Ε11-Σελ.141 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 επανεντάξεώς των υπηρετούντων ομοιβάθμων των, όσον και των εις τον βαθμόν εις τον οποίον ενετάγησαν προαχθέντων μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1969 τακτικών υπαλλήλων, και δεν δύνανται να κριθούν δια τον επόμενον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά τα ανωτέρω αρχαιότεροί των. 3.Οι κατά τας διατάξεις των άρθρων 3 του Ν.Δ. 287/1974 «περί ρυθμίσεως θεμάτων τινών προσωπικού του Δημοσίου των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ» και 3 του Ν.Δ.125/1973 «περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Υπαλληλικού Κώδικος» ενταχθέντες υπάλληλοι ΟΤΑ διατηρούν την μεταξύ των σειράν αρχαιότητος και τίθενται εις το αριστερόν των υπηρετούντων ομοιοβάθμων των, δεν δύνανται δε να κριθούν δια τον 5 ον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά την 1 ην Αυγούστου 1973, χρονολογία ενάρξεως της ισχύος του Ν.Δ.125/73 ανώτεροι ή αρχαιότεροί των. 4.Οι κατά το άρθρον 7 του Ν.Δ.287/74 επανενταχθέντες υπάλληλοι εις τον βαθμόν τον οποίον εκέκτηντο διατηρούν την σειράν αρχαιότητος, την οποία είχαν τόσον μεταξύ των όσον και έναντι των υπηρετούντων κατά την 1 ην Αυγούστου 1973 ομοιοβάθμων των. Οι επανενταχθέντες εις βαθμόν ανώτερον εκείνου τον οποίον εκέκτηντο, διατηρούν την μεταξύ των σειράν αρχαιότητος και τίθενται εις το αριστερόν των κατά την 1 ην Αυγούστου 1973 υπηρετούντων ομοιοβάθμων των, δεν δύνανται δε να κριθούν δια τον 5 ον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά την 1 ην Αυγούστου 1973 ανώτεροι ή αρχαιότεροί των. Άρθρον 339. Προβάδισμα υπαλλήλων. Υπάλληλοι ανήκοντες εις την πρώην Α΄ κατηγορίαν και έχοντες καταταγεί εις κλάδους ΑΡ εξομοιούνται ως προς το προβάδισμα με τους υπαλλήλους των κλάδων ΑΤ. Άρθρον 340. Πειθαρχικαί διατάξεις. 1.Πειθαρχικά αδικήματα, τελεσθέντα προ της ισχύος του παρόντος κώδικος και μήπω οριστικώς εκδικασθέντα, διέπονται υπ’ αυτού κατά τας διαδικαστικάς διατάξεις. 2.Υπό του παρόντος διέπονται και αι εκκρεμείς συνεπεία εφέσεων ή προσφυγών δίκαι, κατά προεκδοθεισών πειθαρχικών αποφάσεων. Άρθρον 18. Διαγωνισμός. 1.Ουδείς, εξαιρέσει των εν άρθρω 20 περιπτώσεων, διορίζεται υπάλληλος αν μη επιτύχη εις διαγωνισμόν ενώπιον τριμελούς επιτροπής συγκροτουμένης α)εξ ενός ανωτέρου μονίμου δημοσίου υπαλλήλου και «β)από δύο μόνιμους δημοτικούς υπαλλήλους. Για την πλήρωση θέσεων κοινοτήτων, αντί των δημοτικών υπαλλήλων, ορίζονται δύο μόνιμοι κοινοτικοί υπάλληλοι. Όλα τα μέλη της επιτροπής πρέπει να είναι υπάλληλοι των κλάδων ΑΤ, με εξαίρεση τις περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων κλάδου ΑΡ και ΜΕ, κατά τις οποίες, όταν λείπουν υπάλληλοι κλάδων ΑΤ, τα μέλη της επιτροπής ορίζονται από τους κλάδους αυτούς». Η περίπτ. β΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.4 άρθρ.65 Νόμ.1416/18-21 Φεβρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 18) (κατωτ. αριθ.82). 2.Εν ελλείψει των κατά την προηγουμένην παράγραφον δημοτικών ή κοινοτικών υπαλλήλων, η επιτροπή συγκροτείται κατά το ελλείπον μέρος εξ ανωτέρων μονίμων δημοσίων υπαλλήλων κλάδων ΑΤ. Η επιτροπή συντίθεται εκάστοτε δια πράξεως του νομάρχου. 3.Εις περιπτώσεις καθ’ ας δέον να γίνη εξέτασις εις ειδικά μαθήματα, επιτρέπεται να ορισθή, αντί ενός των εκ δημοτικών ή κοινοτικών υπαλλήλων μελών μη μόνιμος υπάλληλος ή ιδιώτης. 4.Δια την πλήρωσιν θέσεων πλειόνων δήμων ή κοινοτήτων ή δήμων και κοινοτήτων, δι’ ας απαιτούνται τα αυτά προσόντα διορισμού, δύναται να διεξάγωνται κοινοί κατά νομόν διαγωνισμοί, εκάστου υποψηφίου μετέχοντος δια την κατάληψιν θέσεως ενός μόνον δήμου ή μιας μόνον κοινότητος. 5.Οι διαγωνισμοί προκηρύσσονται δημοσία τεσσαράκοντα τουλάχιστον ημέρας προ της ημερομηνίας διεξαγωγής αυτών. (Αντί για τη σελ.140,4181) Σελ.140,4181(α) Τεύχος 1246-Σελ.75 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 Άρθρον 341. Κατάργησις θέσεων νομικών συμβούλων Δήμου Θεσσαλονίκης. Αι εν τω Δήμω Θεσσαλονίκης θέσεις νομικού συμβούλου επί βαθμώ και αποδοχαίς παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και των βοηθών αυτού επί βαθμώ και αποδοχαίς δικαστικού αντι Σελ. 140,468 Τεύχος Ε11-Σελ.142 προσώπου Α΄ τάξεως, καταργούνται άμα τη καθ’ οιονδήποτε τρόπω εξόδω εκ της υπηρεσίας των κατεχόντων ταύτας, μετατρεπομένων εις θέσεις δικηγόρων επί μηνιαία αντιμισθία κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος. Άρθρον 342. Μισθολογική προαγωγή υπαλλήλων κλάδων ΣΕ εις τον 6 ον βαθμόν. Επί μίαν τριετίαν από της ισχύος του παρόντος ο, κατά την παρ.1 του άρθρου 148 χρόνος εξαετούς υπηρεσίας μειούται εις το ήμισυ. Άρθρον 343. Χρόνος προαγωγής εις τον 9 ον βαθμόν υπαλλήλων περιωρισμένης διαβαθμίσεως κατά την έναρξιν ισχύος του κώδικος Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες κοινοτικοί γραμματείς ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως κατέχοντες τον 10ον βαθμόν και έχοντες συνολικήν πραγματικήν υπηρεσίαν πέραν της εικοσαετίας κρίνονται προς προαγωγήν εις τον επόμενον βαθμόν ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας εις τον 10ον βαθμόν. Οι εκ τούτων μη έχοντες την κατά τα ανωτέρω πραγματικήν υπηρεσίαν κρίνονται προς προαγωγήν εις τον επόμενον βαθμόν άμα τη συμπληρώσει της υπηρεσίας ταύτης ή δύο και ημίσεος ετών εις τον 10ον βαθμόν. Άρθρον 344. Ένταξις τεχνολόγων υπαλλήλων. 1.Οι μετά την έναρξιν της ισχύος του Π.Δ. 1172/77 «περί ρυθμίσεως θεμάτων κατατάξεως των θέσεων τακτικού προσωπικού των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των παρ’ αυτοίς Ιδρυμάτων και Νομικών Προσώπων εις κλάδους διαβαθμίσεως τούτων και καθορισμού των ειδικών προσόντων διορισμού εις τας θέσεις ταύτας» διορισθέντες υπάλληλοι επί βαθμώ 9ω των κλάδων ΑΡ3 τεχνολόγων πολιτικών μηχανικών, ΑΡ4 τεχνολόγων μηχανολόγων ή ηλεκτρολόγων μηχανικών και ΑΡ5 τεχνολόγων τοπογράφων μηχανικών, περί ων τα άρθρα 57,58 και 59 αντιστοίχως του παρόντος κώδικος και κεκτημένοι πτυχίον ανωτέρας σχολής υπομηχανικών τετραετούς φοιτήσεως επανεντάσσονται βάσει του χρόνου υπηρεσίας, όστις έχει διανυθεί από του διορισμού των και εφ’ εξής με εισαγωγικόν βαθμόν τον 8 ον και εις βαθμόν ανάλογον του ανωτέρω χρόνου και πάντως ουχί πέραν του 6 ου βαθμού. 2.Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος κατόπιν της, κατά την προηγουμένην παράγραφον ένταξιν λογίζεται ως διανυθείς εις τον εις ον ενταχθήσεται έκαστος βαθμόν και λαμβάνεται υπ’ όψιν δια περαιτέρω προαγωγικήν ή μισθολογικήν εξέλιξιν αυτών. 3.Οι, κατά το παρόν άρθρον εντασσόμενοι διατηρούν την μεταξύ των σειράν αρχαιότητος και καθίστανται αρχαιότεροι πάντων των μετά την έναρξιν ισχύος του Π.Δ. 664/1979 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών του Π.Δ. 1172/1977» διορισθέντων. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Άρθρον 345. Ένταξις γραμματέων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου κοινοτήτων, ων το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους του κώδικος. 1.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου υπάλληλοι, εκτελούντες επί 3ετίαν καθήκοντα γραμματέων κοινοτήτων, ων το προσωπικόν διέπεται υπό των διατάξεων του πρώτου μέρους του κώδικος, εντάσσονται εις κενάς θέσεις κοινοτήτων κλάδου ΜΕ1. 2.Η ένταξις ενεργείται ανεξαρτήτως ηλικίας επί τη βάσει των ουσιαστικών και των λοιπών απαιτουμένων προς διορισμόν γενικών και ειδικών τυπικών προσόντων, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, υποβαλλομένης εντός εξαμήνου αποκλειστικής προθεσμίας από της ισχύος του παρόντος, δι’ αποφάσεως του οικείου κοινοτικού συμβουλίου, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. 3.Η ένταξις γίνεται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως ή και εις ανώτερον τούτου και πάντως ουχί πέραν του 6 ου βαθμού εφ’ όσον ο εντασσόμενος έχει χρόνον υπηρεσίας ίσον ή ανώτερον του προς τούτο απαιτουμένου κατά τας οικείας περί προαγωγής διατάξεις. Δια την κατά τα ανωτέρω ένταξιν υπολογίζεται και άπασα η καθ’ οιονδήποτε τρόπον επί σχέσει δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου προσφερθείσα προς το Δημόσιον, τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους ΟΤΑ συντάξιμος υπηρεσία. Ο τυχόν πλεονάζων εις τον εις ον η ενταξις βαθμόν χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται δια πάσαν περαιτέρω βαθμολογικήν ή μισθολογικήν εξέλιξιν. 4.Κατ’ εξαίρεσιν των ανωτέρω οριζομένων, οι στερούμενοι των απαιτουμένων γραμματικών προσόντων δύνανται να ενταχθούν ή προαχθούν αλλά εις βαθμόν ουχί ανώτερον του 7 ου . Άρθρον 346. Ένταξις γραμματέων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου κοινοτήτων, ων το προσωπικόν υπάγεται εις τας διατάξεις του δευτέρου μέρους του κώδικος. 1.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντες επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου γραμματείς κοινοτήτων, ων το προσωπικόν διέπεται υπό των διατάξεων του κεφαλαίου Α΄ του δευτέρου μέρους του κώδικος και προσληφθέντες μέχρι και της 1 ης Ιανουαρίου 1977 εντάσσονται εις τας επί βαθμοίς 12ω έως και 9ω οργανικάς θέσεις των ως άνω κοινοτήτων. 2.Η ένταξις ενεργείται ανεξαρτήτως ηλικίας επί τη βάσει των ουσιαστικών και λοιπών γενικών και ειδικών τυπικών προσόντων, πλην των γραμματικών γνώσεων, των απαιτουμένων δια τον διορισμόν εις τας ως άνω θέσεις, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, υποβαλλομένης εντός τριμήνου αποκλειστικής προθεσμίας από της ισχύος του παρόντος, δι’ αποφάσεως του οικείου κοινοτικού συμβουλίου, εκδιδομένης μετά προηγουμένην σύμφωνον γνώμην του αρμοδίου υπηρεσιακού συμβουλίου. 3.Η ένταξις γίνεται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως, δυναμένης όμως ταύτης, μετ’ εκτίμησιν των ουσιαστικών προσόντων του εντασσομένου υπαλλήλου, να γίνη και εις ανώτερον βαθμόν, εάν ούτος έχη χρόνον υπηρεσίας ίσον ή ανώτερον του απαιτουμένου προς προαγωγήν κατά τας διατάξεις του άρθρου 235 του παρόντος. Δια την κατά τα ανωτέρω ένταξιν υπολογίζεται και άπασα η καθ’ οιονδήποτε τρόπον επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου προσφερθείσα προς το Δημόσιον, τα ΝΠΔΔ και τους ΟΤΑ, συνταξίμου προϋπηρεσίας. Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος εις τον εις ον η ένταξις βαθμόν χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται δια πάσαν περαιτέρω βαθμολογικήν εξέλιξιν. 4.Δια την πληρωμήν των αποδοχών των ανωτέρω εντασσομένων γραμματέων εφαρμόζονται αι διατάξεις των άρθρων 312 και 313 του κώδικος, εις δε τους προϋπολογισμούς των κοινοτήτων εις ας ούτοι εντάσσονται εγγράφονται υποχρεωτικώς τα χρήματα ποσά, τα οποία ενεγράφησαν δια την πληρωμήν των υπαλλήλων αυτών δια το έτος 1981. Άρθρον 347. Υπηρεσιακή κατάστασις κλητήρων–θυρωρών–γενικών καθηκόντων κοινοτήτων πληθυσμού κάτω των 2.000 κατοίκων. 1.Αι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος κεναί και αι εκάστοτε κενούμεναι θέσεις κλητήρων–θυρωρών–γενικών καθηκόντων κοινοτήτων, των εχουσών, βάσει της επισήμου απογραφής, πληθυσμόν μέχρι 2.000 καταργούνται. 2.Οι υπηρετούντες εις τας ως άνω διεβαθμισμένας ή μη θέσεις, διατηρούνται εν τη υπηρεσία μέχρι της καθ’ οιονδήποτε τρόπον αποχωρήσεώς των. Οι εκ τούτων αποχωρούντες εκ της υπηρεσίας τη αιτήσει των, υποβαλλομένη εντός εξαμήνου από της ισχύος του παρόντος, μη κεκτημένοι καθ’ οιονδήποτε τρόπον τας προϋποθέσεις συνταξιοδοτήσεώς των, δικαιούνται αποζημιώσεως ίσης προς τας αποδοχάς δύο μηνών δι’ εκάστην συμπεπληρωμένην διετίαν. Δια τους ανωτέρω αποχωρούντας η αποζημίωσις δεν δύναται να είναι μικροτέρα των αποδοχών των πέντε μηνών ουδέ μεγαλυτέρα των αποδοχών των δέκα τεσσάρων μηνών. Άρθρον 348. Υπολογισμός πλεονάζοντος χρόνου εις ενταγέντας υπαλλήλους βάσει του νόμου 292/1976 Δια τους ενταγέντας βάσει των διατάξεων του άρθρου 5 του Ν.292/76 «περί ρυθμίσεως θεμάτων καταστάσεως κοινοτικών γραμματέων μη υπαγομένων εις τας διατάξεις του Α΄ Βιβλίου του Ν.Δ.1140/72» υπαλλήλους ο τυχόν πλεονάζων χρόνος μετά την ως άνω ένταξιν εις τον 12 ον ή 11 ον βαθμόν λογίζεται ως διανυθείς εις τον εις ον έκαστος ενετάγη βαθμόν και λαμβάνεται υπ’ όψιν δια την περαιτέρω προαγωγικήν αυτών εξέλιξιν. Η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων άρχεται αναδρομικώς από της ισχύος του Ν.292/76. Άρθρον 349. Ένταξις δημοτικών υπαλλήλων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου εις θέσεις κλάδου ΜΕ15 1.Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος κώδικος υπηρετούντες υπάλληλοι επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου εις δήμους πληθυσμού άνω των 30.000 και εκτελούντες καθήκοντα εισπρακτόρων τουλάχιστον επί οκτώ (8) έτη εντάσσονται εις ους δήμους ούτοι υπηρετούν εις αυτοδικαίως δια του παρόντος συνιστωμένας θέσεις κλάδου ΜΕ 15 επί βαθμοίς 10ω-6ω. 2.Η ένταξις ενεργείται ανεξαρτήτως ηλικίας επί τη βάσει των ουσιαστικών και των λοιπών απαιτουμένων προς διορισμόν γενικών και ειδικών τυπικών προσόντων, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, υποβαλλομένης εντός εξαμήνου αποκλειστικής προθεσμίας από της ισχύος του παρόντος, δι’ αποφάσεως του οικείου προς διορισμόν οργάνου, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η ένταξις γίνεται εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της θέσεως ή και εις ανώτερον τούτου και πάντως ουχί πέραν του 6 ου βαθμού, εφ’ όσον ο εντασσόμενος έχει χρόνον υπηρεσίας ίσον ή ανώτερον του προς τούτο απαιτουμένου κατά τας οικείας περί προαγωγής διατάξεις. Δια την κατά τα ανωτέρω ένταξιν υπολογίζεται και άπασα η καθ’ οιονδήποτε τρόπον επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου προσφερθείσα προς το Δημόσιον, τα ΝΠΔΔ και τους ΟΤΑ συντάξιμος υπηρεσία. 3.Ο τυχόν πλεονάζων εις τον εις ον η ένταξις βαθμόν χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται δια πάσαν περαιτέρω βαθμολογικήν ή μισθολογικήν εξέλιξιν. 4.Η εν εκάστω βαθμώ αρχαιότης των εντασσομένων λογίζεται δια πάσαν περίπτωσιν από της δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως της περί εντάξεως πράξεως, η δε σειρά μεταξύ των επί τω αυτώ βαθμώ εντασσομένων καθορίζεται υπό του υπηρεσιακού συμβουλίου επί τη βάσει του χρόνου υπηρεσίας αυτών επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου. (Μετά τη σελ.140,468) Σελ. 140,469 Τεύχος Ε11-Σελ.143 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 5.Οι ούτως εντασσόμενοι τίθενται εις το αριστερόν των ήδη υπηρετούντων ομοιοβάθμων των και δεν δύνανται να κριθούν δια τον επόμενον βαθμόν πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον βαθμόν τούτον οι κατά την ημερομηνίαν της εντάξεως αρχαιότεροί των. Άρθρον 350. Καταργούμεναι διατάξεις. Πάσα γενική ή ειδική διάταξις αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος κώδικος ή άλλως ρυθμίζουσα τα υπό τούτου διεπόμενα θέματα καταργείται. Άρθρον 19 Διενέργεια διαγωνισμού. Πίναξ επιτυχόντων. 1.Τα της προκηρύξεως των διαγωνισμών, τα των υποβληθέντων υπό των υποψηφίων δικαιολογητικών και του χρόνου υποβολής αυτών, τα του ελέγχου των προσόντων των υποψηφίων, τα των εξεταστέων μαθημάτων και του τρόπου εξετάσεως (γραπτώς, προφορικώς ή πρακτικώς), τα της βαθμολογίας, τα της καταρτίσεως των πινάκων επιτυχίας και της εν γένει διαδικασίας των διαγωνισμών, ως και πάσα συναφής λεπτομέρεια, ορίζονται δια διαταγμάτων εκδιδομένων επί τη προτάσει του Υπουργού Εσωτερικών. 2.Εάν μεταξύ των επιτυχόντων είναι συνταξιοδοτούμενοι ανάπηροι πολέμου και τέκνα τούτων, θύματα πολέμου συνταξιοδοτούμενα ή μη, επί τετράμηνον τουλάχιστον πολεμισταί της ζώνης των πρόσω και τέκνα τούτων ή αγωνισταί της εθνικής αντιστάσεως και τέκνα τούτων ή μετασχόντες υπό στρατιωτικήν ιδιότητα εις τον αγώνα κατά της ανταρσίας, πολύτεκνοι και τέκνα τούτων, προς καθορισμόν της σειράς μόνον της επιτυχίας των εις τους οικείους πίνακας, προστίθενται εις τον συνολικόν βαθμόν, τον οποίο έλαβον 10/100 αυτού. «Το ίδιο ποσοστό δέκα στα εκατό προστίθεται στο συνολικό βαθμό και αυτών που πετυχαίνουν σε διαγωνισμό που γίνεται για δήμο ή κοινότητα και ίδρυμα ή νομικό πρόσωπο αυτών εφόσον είναι δημότες αυτού του δήμου ή της κοινότητας». Το τελευταίο μέσα σε « » εδάφιο προστέθηκε από την παρ.2 άρθρ.65 Νόμ.1416/18-21 Φεβρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 18) (κατωτ. αριθ.82). 3.Οι πίνακες επιτυχίας δημοσιεύονται δια τοιχοκολλήσεως εις το κατάστημα της νομαρχίας ή του διαμερίσματος προκειμένου περί κοινών διαγωνισμών, εις το κατάστημα δε του οικείου οργανισμού προκειμένου περί των λοιπών διαγωνισμών και ισχύουν επί δύο έτη από της δημοσιεύσεως, η δε πλήρωσις των θέσεων ενεργείται κατά σειράν επιτυχίας. Άρθρον 20. Διορισμός άνευ διαγωνισμού. 1.Διαγωνισμός δεν απαιτείται δια τον διορισμόν του κατωτέρω προσωπικού: α)των τεχνικών, υγειονομικών, εκπαιδευτικών και γεωπονικών κλάδων, β)των κλητήρων-θυρωρών, κοινωνικών λειτουργών, τηλεφωνητών, εποπτών καθαριότητος και επιστατών καθαριότητος. Σελ.140,4182(α) Τεύχος 1246-Σελ.76 2.Δια την πλήρωσιν των θέσεων της προηγουμένης παραγράφου ο εκπροσωπών τον οικείον οργανισμόν, παρ’ ω υφίστανται κεναί τοιαύται, εκδίδει προκήρυξιν δι’ ης καλεί τους επιθυμούντας να διορισθούν, όπως υποβάλουν εντός προθεσμίας είκοσιν ημερών από της δημοσιεύσεως αυτής σχετικάς αιτήσεις μετά των νομίμων δικαιολογητικών. Η προκήρυξις δημοσιεύεται δια τοιχοκολλήσεως εις το κατάστημα του οικείου οργανισμού και της νομαρχίας ή του διαμερίσματος και καταχωρίσεως άπαξ εις μίαν τοπικήν ή της πρωτευούσης του νομού εφημερίδα, εφ’ όσον εκδίδεται τοιαύτη. Επιτροπή συγκροτουμένη κατά τας παρ.1,2 και 3 του άρθρου 18 του παρόντος συντάσσει βάσει των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων των υποψηφίων, ητιολογημένην γνωμάτευσιν περί των κατά σειράν καταλληλοτέρων διοριστέρων. Δι’ ας θέσεις απαιτείται ως τυπικόν προσόν διορισμού τίτλος σπουδών επί υποψηφίων συγκεντρούντων τα απαιτούμενα ουσιαστικά προσόντα, η σειρά διορισμού προσδιορίζεται εκ του έτους αποφοιτήσεως, προτασσομένου του υποψηφίου του κατέχοντος τον αρχαιότερον τίτλον σπουδών και επί τίτλων του αυτού έτους εκ του βαθμού του τίτλου. Η αρμοδία αρχή διορίζει τους υπό της επιτροπής επιλεγέντας και κατά την οικείαν σειράν. Η περί των διοριστέων γνωμάτευσις ισχύει μόνον δια την πλήρωσιν των κατά την χρονολογίαν συγκροτήσεως της επιτροπής κενών θέσεων υπαλλήλων. Άρθρον 21. Διορισμός επιτυχόντων. Ο διορισμός των επιτυχόντων εις τον διαγωνισμόν είναι υποχρεωτικός και ενεργείται εντός δέκα ημερών από της δημοσιεύσεως του πίνακος επιτυχίας ή από της κενώσεως των θέσεων. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Άρθρον 1. Έννοια όρων. 1.Όπου εις τον παρόντα κώδικα αναφέρονται «οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως» (ΟΤΑ) νοούνται οι δήμοι, αι κοινότητες, τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα και νομικά πρόσωπα και οι σύνδεσμοι δήμων, κοινοτήτων και δήμων και κοινοτήτων. 2.Όπου δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος κώδικος λαμβάνεται υπ’ όψιν ο πληθυσμός, ως τοιούτος νοείται ο πραγματικός πληθυσμός ο εμφαινόμενος εις τους δημοσιευθέντας επισήμως πίνακας της τελευταίας απογραφής του πληθυσμού. Άρθρον 22. Πράξις διορισμού. Ο διορισμός, εάν δεν ορίζεται άλλως υπό των διατάξεων του παρόντος κώδικος, ενεργείται δι’ αποφάσεως: α)του δημάρχου, προκειμένου περί δημοτικών υπαλλήλων, β)του προέδρου του αδελφάτου, προκειμένου περί υπαλλήλων δημοτικών ή κοινοτικών ιδρυμάτων, γ)του προέδρου του κοινοτικού συμβουλίου, προκειμένου περί κοινοτικών υπαλλήλων, δ)του προέδρου του διοικούντος τον σύνδεσμον ή το δημοτικόν ή κοινοτικόν νομικόν πρόσωπον συλλογικού οργάνου, προκειμένου περί υπαλλήλων συνδέσμων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ή υπαλλήλων δημοτικών ή κοινοτικών νομικών προσώπων. Δημοσίευση διορισμού «Άρθρ.23.-Η πράξη διορισμού δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με επιμέλεια του Περιφερειακού Διευθυντή, πριν να κοινοποιηθεί στον διοριζόμενο». Το άρθρ.23 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.6 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103. Άρθρον 24. Κοινοποίησις διορισμού. 1.Ο διορισμός κοινοποιείται, εντός τριάκοντα ημερών το βραδύτερον από της δημοσιεύσεώς του, δι’ εγγράφου του κατά νόμον εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, επιδιδόμενον εις τον διοριζόμενον ή εις την κατοικίαν αυτού επί αποδείξει. Το έγγραφον της κοινοποιήσεως μνημονεύει απαραιτήτως το φύλλον της Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εις ο εδημοσιεύθη περίληψις της πράξεως διορισμού. 2.Δια του εγγράφου τάσσεται εύλογος προθεσμία, μη δυναμένη να υπερβή τας τριάκοντα ημέρας, προς ορκωμοσίαν του διοριζομένου και ανάληψιν υπηρεσίας. Εν παραλείψει καθορισμού τοιαύτης προθεσμίας, θεωρείται ταχθείσα προθεσμία τριάκοντα ημερών. 3.Παρελθούσης απράκτου της προθεσμίας της παρ.1, ο διορισμός θεωρείται κοινοποιηθείς την τριακοστήν ημέραν από της δημοσιεύσεως, αφ’ ης άρχεται τριακονθήμερος προθεσμίας προς ορκωμοσίαν του διοριζομένου και ανάληψιν υπηρεσίας. Άρθρον 25. Ορκωμοσία. 1.Η υπαλληλική σχέσις καταρτίζεται δια του διορισμού και της αποδοχής αυτού, υπό του διοριζομένου. 2.Η αποδοχή δηλούται δια της ορκωμοσίας. 3.Ανάληψις υπηρεσίας δεν επιτρέπεται προ της δόσεως του όρκου, ουδέ προ της εκπληρώσεως των υπό ειδικών διατάξεων προβλεπομένων προσθέτων υποχρεώσεων ωρισμένων κατηγοριών υπαλλήλων. 4.Ο όρκος δίδεται ενώπιον του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν. «Αν αυτός που διορίστηκε δεν γίνει δεκτός για ορκωμοσία από το αρμόδιο όργανο, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από τις παρ.2 και 3 του προηγούμενου άρθρου, θεωρείται για όλες τις συνέπειες ότι ανέλαβε υπηρεσία μετά παρέλευση 3 μηνών από τη δημοσίευση της πράξης του διορισμού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σε περίπτωση άρνησης καταβολής των αποδοχών από τον εκπροσωπούντα τον οικείο Ο.Τ.Α., αυτές καταβάλλονται με εντολή του προϊσταμένου της οικονομικής υπηρεσίας του οικείου οργανισμού ή του προϊσταμένου της οικείας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του οικείου Ο.Τ.Α.». Το μέσα σε « » δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.7 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103. 5.Η ορκωμοσία βεβαιούται δια πράξεως υπογραφομένης υπό του ορκιζομένου και του οργάνου ενώπιον του οποίου δίδεται ο όρκος και πρωτοκολλουμένης αυθημερόν εις το οικείον βιβλίον του οργανισμού. 6.Ο διοριζόμενος δεν δύναται να ορκισθή, εάν δεν υποβάλη προηγουμένως είτε δήλωσιν περί μη κατοχής παρ’ αυτού εμμίσθου θέσεως δημοσίας υπηρεσίας ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως ή ετέρου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή δημοσίας επιχειρήσεως ή οργανισμού κοινής ωφελείας, είτε δήλωσιν περί του νομίμου της κατοχής τοιαύτης θέσεως. Άρθρον 26. Τύπος όρκου. 1.Ο τύπος του όρκου έχει ούτω: «Ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την Πατρίδα, υπακοήν εις το Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώ ευσυνειδήτως τα καθήκοντά μου». 2.Οι αλλοδαποί ομνύουν τον επόμενον όρκον: «Ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την Ελλάδα, υπακοήν εις το Σύνταγμα και τους νόμους αυτής και να διαχειρίζωμαι τιμίως και ευσυνειδήτως την ανατιθεμένην μοι υπηρεσίαν». Άρθρον 27. Ανάκλησις διορισμού λόγω μη αποδοχής. Ο δημοσιευθείς διορισμός ανακαλείται, εάν ο διορισθείς δεν απεδέχθη αυτόν, είτε ρητώς είτε σιωπηρώς δια της παρελεύσεως της υπό των παρ.2 και 3 του άρθρου 24 οριζομένης προθεσμίας ή δεν εξεπλήρωσεν άλλες κατά νόμον προσθέτους υποχρεώσεις προ της εγκαταστάσεώς του. Άρθρον 28. Ανάκλησις παρανόμου διορισμού. 1.Διορισμός γενόμενος κατά παράβασιν του νόμου ανακαλείται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος μη δυναμένου, προκειμένου περί υπαλλήλου διορισθέντος κατόπιν διαγωνισμού, να υπερβή την διετίαν από της δημοσιεύσεώς του. Ανακαλείται όμως και μετά την παρέλευσιν της προθεσμίας ταύτης, εάν ο διορισθείς προεκάλεσεν ή υπεβοήθησε την παρανομίαν ή εάν ο διορισμός εγένετο κατά παράβασιν του άρθρου 14 και των περιπτώσεων δ΄,ε΄,στ΄ και ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 16. 2.Εάν ησκήθη πειθαρχική δίωξις κατά τας διατάξεις του άρθρου 170 δεν επιτρέπεται η ανάκλησις του διορισμού δια τον αυτόν λόγον. 3.Ο διορισθείς, του οποίου ο διορισμός ανεκλήθη κατά την παρ.1 υπέχει, δι’ ον χρόνον εξετέλεσε τα καθήκοντα του υπαλλήλου, τας ευθύνας τούτου, αι πράξεις δε αυτού είναι έγκυροι. Άρθρον 29. Αναδιορισμός. 1.Αναδιορισμός επιτρέπεται μόνον προκειμένου περί απολυθέντος υπαλλήλου λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητος, εφ’ όσον ούτος είχε πενταετή τουλάχιστον υπηρεσίαν. 2.Ο αναδιορισμός ενεργείται άνευ διαγωνισμού εις ομοιόβαθμον και εν τω αυτώ κλάδω κενήν θέσιν, εντός πενταετίας από της απολύσεως του υπαλλήλου μετά προηγουμένην διαπίστωσιν υπό της οικείας υγειονομικής επιτροπής, ότι απεκατεστάθη πλήρως η σωματική ή πνευματική αυτού ικανότης προς ακώλυτον εν τω μέλλοντι άσκησιν των καθηκόντων του και εφ’ όσον κέκτηται τα κατά τον αναδιορισμόν απαιτούμενα προς κατάληψιν της εξ ης απελύθη θέσεως τυπικά προσόντα, πλην της ηλικίας. (Αντί για τη σελ.140,419(β) Σελ.140,419(γ) Τεύχος 1246-Σελ.77 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 3.Περί του αναδιορισμού αποφασίζει το αρμόδιον προς διορισμόν όργανον μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του υπηρεσιακού συμβουλίου εκτιμώντος τα ουσιαστικά προσόντα του υπό αναδιορισμόν. 4.Αναδιορισμός επιτρέπεται μόνον εις τον αυτόν οργανισμόν, εξ ου απελύθη ο αναδιοριζόμενος. Ούτος κατατάσσεται μεταξύ των υπηρετούντων ομοιοβάθμων του και κατά την προσήκουσαν σειράν, μη συνυπολογιζομένου του εκτός υπηρεσίας χρόνου. 5.Αι διατάξεις των παραγράφων 2,3 και 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί των απαιτουμένων λόγω καταργήσεως θέσεως, ως και των παραιτηθέντων συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 56 του Συντάγματος. Δια τους υπαγομένους εις τας διατάξεις της παρούσης παραγράφου η οικεία υγειονομική επιτροπή πιστοποιεί την ύπαρξιν υγείας. Δια τους εκ τούτων παραιτηθέντας ο αναδιορισμός επιτρέπεται εντός διετίας από της παραιτήσεώς των, επιφυλλασσομένης της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της παρ.1 του άρθρου 56 του Συντάγματος. 6.Τα άρθρα 23,24,25,26,27 και 28 του παρόντος ισχύουν και επί αναδιορισμού. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄ ΚΛΑΔΟΙ ΚΑΙ ΒΑΘΜΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Κατάταξις των θέσεων εις κλάδους. Άρθρ.30.-(Καταργήθηκε από το άρθρ.29 Νόμ. 1586/26 Μαρτ.-1 Απρ. 1986, ΦΕΚ Α΄ 37, τόμ. 2Α, σελ.316,893). Άρθρον 2. Έκτασις εφαρμογής-Διαίρεσις ύλης. 1.Εις τας διατάξεις του παρόντος κώδικος ο οποίος διαιρείται εις τέσσαρα μέρη υπάγεται το πάσης φύσεως προσωπικόν των ΟΤΑ, ως κάτωθι: α)Εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους υπάγεται το μόνιμον προσωπικόν των δήμων, των κοινοτήτων πληθυσμού άνω των δύο χιλιάδων (2000) κατοίκων των δημοτικών και κοινοτικών ιδρυμάτων και των λοιπών ΟΤΑ επί του οποίου μέχρι της ενάρξεως ισχύος του παρόντος εφαρμόζονται αι διατάξεις περί προσωπικού των κοινοτήτων πληθυσμού άνω των δύο χιλιάδων κατοίκων. β)Εις τας διατάξεις του δευτέρου μέρους υπάγονται οι μόνιμοι κοινοτικοί γραμματείς ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως και οι μόνιμοι αδιαβάθμιστοι υπάλληλοι των κοινοτήτων και των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων και των συνδέσμων εν γένει. γ)Εις τας διατάξεις του τρίτου μέρους, υπάγεται το προσωπικόν ειδικών θέσεων και το επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσλαμβανόμενον προσωπικόν. 2.Το τέταρτον μέρος περιλαμβάνει τας τελικάς και μεταβατικάς διατάξεις. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Άρθρον 31. Διάκρισις προσωπικού. Το κατά το άρθρον 30 προσωπικόν διακρίνεται εις:α)διοικητικόν, β)τεχνικόν, γ)υγειονομικόν, δ) γεωπονικόν και ε)εκπαιδευτικόν και αι θέσεις αυτού κατατάσσονται εις κλάδους ως εν τοις επομένοις άρθροις 32 έως και 36. «2.Με Π.Δ/τα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών, μπορεί να ορίζονται και άλλοι κλάδοι και να καθορίζονται οι θέσεις και τα προσόντα που απαιτούνται γι’ αυτές, ανάλογα με τους κλάδους, τις θέσεις και τα προσόντα διορισμού που ισχύουν κάθε φορά για το προσωπικό των δημόσιων υπηρεσιών». Η παρ.2 προστέθηκε από την παρ.6 άρθρ.65 Νόμ.1416/18-21 Φεβρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 18) (κατωτ. αριθ.82). Σελ.140,420(γ) Τεύχος 1246-Σελ.78 Άρθρον 32. Κλάδοι διοικητικού προσωπικού 1.Κλάδοι ΑΤ α)Κλάδος ΑΤ1-Διοικητικός β)Κλάδος ΑΤ2-Εφόρων βιβλιοθηκών και Εφόρων Πινακοθηκών. 2.Κλάδοι ΑΡ α)Κλάδος ΑΡ1-Βιβλιοθηκονόμων β)Κλάδος ΑΡ2-Κοινωνικών Λειτουργών 3.Κλάδοι ΜΕ α)Κλάδος ΜΕ1-Διοικητικός β)Κλάδος ΜΕ2-Εποπτών Καθαριότητος γ)Κλάδος ΜΕ3-Τηλεφωνητών δ)Κλάδος ΜΕ14 Ελεγκτών Εσόδων και Εξόδων ΟΤΑ ε)Κλάδος ΜΕ15-Εισπρακτόρων 4.Κλάδοι ΣΕ α)Κλάδος ΣΕ1–Κλητήρων-Θυρωρών-Γενικών καθηκόντων β)Κλάδος ΣΕ2-Επιστατών Καθαριότητος. Άρθρον 33. Κλάδοι τεχνικού προσωπικού. 1.Κλάδοι ΑΤ α)Γενικός κλάδος ΑΤ-Τεχνικού προσωπικού β)Κλάδος ΑΤ3-Πολιτικών Μηχανικών γ)Κλάδος ΑΤ4-Αρχιτεκτόνων δ)Κλάδος ΑΤ5-Μηχανολόγων, Ηλεκτρολόγων, Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων ε)Κλάδος ΑΤ6-Τοπογράφων στ)Κλάδος ΑΤ7-Χημικών Μηχανικών. 2.Κλάδοι ΑΡ α)Κλάδος ΑΡ3-Τεχνολόγων Πολιτικών Μηχανικών β)Κλάδος ΑΡ4-Τεχνολόγων Μηχανολόγων ή Ηλεκτρολόγων-Μηχανικών γ)Κλάδος ΑΡ5-Τεχνολόγων Τοπογράφων Μηχανικών. 3.Κλάδοι ΜΕ α)Κλάδος ΜΕ4-Μηχανοστασιαρχών β)Κλάδος ΜΕ5-Εργοδηγών γ)Κλάδος ΜΕ6-Σχεδιαστών. Άρθρον 34. Κλάδοι υγειονομικού προσωπικού. 1.Κλάδος ΑΤ Κλάδος ΑΤ8-Φαρμακοποιών. 2.Κλάδοι ΑΡ α)Κλάδος ΑΡ6-Επισκεπτριών Αδελφών β)Κλάδος ΑΡ7-Μαιών γ)Κλάδος ΑΡ8-Αδελφών Νοσοκόμων δ)Κλάδος ΑΡ9-Βρεφοκόμων ε)Κλάδος ΑΡ10-Φυσικοθεραπευτών στ)Κλάδος ΑΡ11-Εποπτών Δημοσίας Υγείας ζ)Κλάδος ΑΡ12-Τεχνολόγων Ραδιολογίας και Ακτινολογίας 3.Κλάδοι ΜΕ α)Κλάδος ΜΕ7-Αδελφών Νοσοκόμων β)Κλάδος ΜΕ8-Αδελφών Βρεφοκόμων γ)Κλάδος ΜΕ9-Βοηθών Φαρμακείου δ)Κλάδος ΜΕ10-Ιματιοφυλάκων. Άρθρον 35. Κλάδοι γεωπονικού προσωπικού. 1.Κλάδος ΑΤ Κλάδος ΑΤ9-Γεωπόνων. 2.Κλάδος ΑΡ Κλάδος ΑΡ13-Βοηθών Γεωπόνων. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 3.Κλάδοι ΜΕ α)Κλάδος ΜΕ11-Γεωργοτεχνιτών β)Κλάδος ΜΕ12-Δασοφυλάκων (προσωρινός) 4.Κλάδος ΣΕ Κλάδος ΣΕ3-Δασοφυλάκων. Άρθρον 36. Κλάδοι εκπαιδευτικού προσωπικού. 1.Κλάδος ΑΤ Κλάδος ΑΤ10-Καθηγητών. 2.Κλάδοι ΑΡ α)Κλάδος ΑΡ14-Καθηγητών β)Κλάδος ΑΡ15-Διδασκάλων γ)Κλάδος ΑΡ16-Νηπιαγωγών. 3.Κλάδος ΜΕ Κλάδος ΜΕ13-Επιμελητών Επαγγελματικών Σχολών. Για τα προσόντα διορισμού στις θέσεις που αναφέρονται στα άνω άρθρ. 32-36 βλ. Π.Δ. 22/12-22 Ιαν. 1990 (ΦΕΚ Α΄ 7), κατωτ. αριθ. 91. Άρθρον 37. Διαβάθμισις θέσεων. 1.Αι θέσεις του κατά το άρθρον 2 παρ. 1 περ. α΄ του παρόντος προσωπικού κατατάσσονται εις δέκα τρεις (13) εν όλω βαθμούς ως έπεται: 1ος Αναπληρωτού Γενικού Διευθυντού 2ος 3ος 4ος 5ος 6ος 7ος 8ος 9ος 10ος 11ος 12ος 2.Αι θέσεις εκάστου των κατά την παρ. 1 του άρθρου 30 κλάδων προσωπικού κατατάσσονται εις ιδίαν βαθμολογικήν κλίμακα, κατά τα εις τας επομένας παραγράφους 3-6 οριζόμενα. 3.Αι θέσεις των Κλάδων ΑΤ κατατάσσονται εις τους βαθμούς από του 1ου μέχρι του 8ου, εξ ων ανώτατος είναι ο 1ος και κατώτατος ο 8ος. 4.Αι θέσεις των κλάδων ΑΡ κατατάσσονται εις τους βαθμούς από 2ου μέχρι και του 9ου, εξ ων ανώτατος είναι ο 2ος και κατώτατος ο 9ος. 5.Αι θέσεις των κλάδων ΜΕ κατατάσσονται εις τους βαθμούς από του 4ου μέχρι του 10ου, εξ ων ανώτατος είναι ο 4ος και κατώτατος ο 10ος. 6.Αι θέσεις των κλάδων ΣΕ κατατάσσονται εις τους βαθμούς από του 7ου μέχρι του 12ου, εξ ων ανώτατος είναι ο 7ος και κατώτατος ο 12ος. 7.Δύναται να είναι οργανικώς ενιαίαι μόνον αι θέσεις των επομένων βαθμών και εφ’ όσον προβλέπονται τοιαύται εν εκάστη υπηρεσία. Εις τους κλάδους ΑΤ και ΑΡ: α)του 3ου και του 2ου, β)του 5ου και 4ου και γ)του 9ου, 8ου, 7ου και 6ου. Εις τους κλάδους ΜΕ: α)του 5ου και 4ου και β)του 10ου, 9ου, 8ου, 7ου και 6ου. Εις τους κλάδους ΣΕ του 12ου, 11ου, 10ου, 9ου, 8ου και 7ου. Αντί για τη σελ. 140,421(β) Σελ. 140,421(γ) Τεύχος ΙΒ-4-3 Σελ. 81 Ειδικαί εξαιρέσεις, ως προς το ενιαίον της διαβαθμίσεως των θέσεων επιτρέπεται να καθορίζωνται, όταν εις τινα κλάδον υφίσταται μία μόνον θέσις. 8.Οι υπάλληλοι των κλάδων ΑΤ 1ου βαθμού και βαθμού αναπληρωτού γενικού διευθυντού είναι ανώτατοι. Οι υπάλληλοι των κλάδων ΑΤ και ΑΡ από του 2ου έως και του 5ου βαθμού είναι ανώτεροι. 9.Η εν εκάστω κλάδω δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας κατάταξις των θέσεων των υπαλλήλων δύναται, αναλόγως των κατ’ ιδίαν υπηρεσιακών αναγκών και των οικονομικών δυνατοτήτων του οικείου οργανισμού, να μη εξαντλή την υπό του παρόντος άρθρου προβλεπομένην βαθμολογικήν κλίμακα, ήτις επί ενιαίων θέσεων άρχεται από του κατωτέρου βαθμού αυτών. Άρθρον 38. Η διαβάθμισις των θέσεων εκάστου κλάδου ενεργείται δια του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας υπό τους όρους των διατάξεων των άρθρων 37 και 41 έως και 85 του παρόντος κώδικος. Άρθρον 3. Προϋποθέσεις υπαγωγής προσωπικού ΟΤΑ εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους. 1.Εις τας διατάξεις του πρώτου μέρους δύναται να υπαχθούν: α)οι μόνιμοι κοινοτικοί γραμματείς ειδικής περιωρισμένης διαβαθμίσεως και το αδιαβάθμιστον μόνιμον προσωπικόν των κοινοτήτων, αι οποίαι κατά τα δύο τελευταία οικονομικά έτη επραγματοποίησαν μέσον όρον τακτικών εσόδων ποσόν τουλάχιστον τριπλάσιον του ποσού εις το οποίο ανέρχεται η ετησία δαπάνη του «εισαγωγικού μισθολογικού κλιμακίου δύο υπαλλήλων κατηγορίας ΔΕ». Η μέσα σε « » φράση αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.1 άρθρ.30 Π.Δ. 37α/26 Ιαν.4 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 11), (κατωτ. αριθ.85). β)το προσωπικόν δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων, τα οποία ως εκ του σκοπού της συστάσεώς των και της εν γένει δράσεως αυτών προώρισται να έχουν μακρόν βίον, συντρεχούσης και της οικονομικής προϋποθέσεως της επομένης περιπτώσεως. Σύμφωνα με την παρ.2 άρθρ.28 Νόμ.2166/1993 (ΦΕΚ Α΄ 137), Τόμ. 2Α, σελ.384,9090, τα χορηγούμενα από τις παρ.1,2,4,8 και 11 του άρθρ.38 Νόμ.2008/1990, Τόμ. 15Β σελ.378,784) επιδόματα θέσης, ετοιμότητας, ειδικότητας βιβλιοθήκης και λήψης εκπ/κής αδείας επεκτείνονται αναδρομικά από την ισχύ του Νόμ.2008/1992 και στους μονίμους ιατρούς και οδοντιάτρους των Ο.Τ.Α. του Δήμου Αθηναίων με τους αυτούς όρους του νόμου αυτού. γ)το προσωπικόν συνδέσμων δήμων, κοινοτήτων ή δήμων και κοινοτήτων οι οποίοι καλύπτουν διαρκούς φύσεως ανάγκας. Η υπαγωγή του προσωπικού των συνδέσμων επιτρέπεται μόνον εφ’ όσον, εις την απόφασιν του διοικητικού συμβουλίου του συνδέσμου, καθορίζονται ο αριθμός και η διαβάθμισις των συνιστωμένων θέσεων μονίμου προσωπικού και ο σύνδεσμος κατά τα δύο τελευταία οικονομικά έτη, επραγματοποίησε μέσον όρον πάσης φύσεως τακτικών εσόδων ποσόν τουλάχιστον διπλάσιον του ποσού εις το οποίο ανέρχεται η ετησία δαπάνη του βασικού μισθού μετά του χρονοεπιδόματος του καταληκτικού βαθμού των προτεινομένων θέσεων. Δια τον υπολογισμόν του μέσου όρου αφαιρούνται από τα πάσης φύσεως ετήσια τακτικά έσοδα αι αντίστοιχοι υποχρεωτικαί δαπάναι και δαπάναι διοικήσεως τα τοκοχρεωλύσια δανείων και αι εν γένει δαπάναι μισθοδοσίας του απασχολουμένου επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού, εφ’ όσον αι θέσεις αυταί δεν μετατρέπονται εις τοιαύτας μονίμου προσωπικού. «2.Η υπαγωγή του προσωπικού της παρ.1 ενεργείται με απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου ή διοικητικού συμβουλίου του νομικού προσώπου ή συνδέσμου, ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το υπηρεσιακό συμβούλιο γνωμοδοτεί κατόπιν εγγράφου ερωτήματος που απευθύνει προς αυτό ο εκπροσωπών τον οικείο οργανισμό ή κατόπιν αίτησης των ενδιαφερόμενων υπαλλήλων. Προκειμένου περί συνδέσμων που έχουν την έδρα τους στην περιφέρεια του Νομού Αττικής και οι μετέχοντες δήμοι και κοινότητες ανήκουν σε διαφορετικούς νομούς ή νομαρχίες, αρμόδιο για την έκδοση της γνωμοδότησης είναι το υπηρεσιακό συμβούλιο της Νομαρχίας Αθηνών». Η μέσα σε « »παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.1 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103. 3.Το υπηρεσιακόν συμβούλιον γνωμοδοτεί ητιολογημένως περί της συνδρομής ή μη των προϋποθέσεων της κατά την παράγρ. 1 του παρόντος υπαγωγής. 4.Κατά την εν τη παραγράφω 2 διαδικασίαν επιτρέπεται άρσις της υπαγωγής του προσωπικού των ΟΤΑ του παρόντος άρθρου, ως και του προσωπικού των κοινοτήτων της περιπτώσεως α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 εφ’ όσον άπασαι αι υπό του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας προβλεπόμεναι θέσεις μονίμου προσωπικού είναι κεναί και διαπιστούται έλλειψις των υπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου οριζομένων οικονομικών προϋποθέσεων. Ειδικώς επί κοινοτήτων πληθυσμού άνω των δύο χιλιάδων κατοίκων απαιτείται και μείωσις του πληθυσμού κάτω του ορίου τούτου. Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται και επί του προσωπικού των λοιπών ΟΤΑ, πλην των ιδρυμάτων επί του οποίου μέχρι της ενάρξεως ισχύος του παρόντος εφηρμόζοντο αι διατάξεις περί του προσωπικού των κοινοτήτων πληθυσμού άνω των δύο χιλιάδων κατοίκων. (Αντί για τη σελ.140,415(ε) Σελ.140,415(στ) Τεύχος 1425 Σελ. 1 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 Άρθρον 39. Βαθμός υπαλλήλου. 1.Έκαστος υπάλληλος φέρει τον βαθμόν της θέσεως αυτού. 2.Απαγορεύεται η απονομή βαθμού ανωτέρου της κατεχομένης οργανικής θέσεως. Άρθρ.40-85.-(Καταργήθηκαν από το άρθρ. 29 Νόμ. 1586/26 Μαρτ.-1 Απρ. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 37) Τόμ. 2Α, σελ. 316, 893). ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Α΄ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ Άρθρον 86. Πίστις εις το Σύνταγμα και την Πατρίδα. 1.Ο υπάλληλος είναι εκτελεστής της θελήσεως του Κράτους και υπηρετεί τον Λαόν, οφείλει δε πίστιν εις το Σύνταγμα και αφοσίωσιν εις την Πατρίδα. 2.Ιδεολογίαι, σκοπούσαι την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του υφισταμένου πολιτειακού ή κοινωνικού καθεστώτος, αντίκεινται απολύτως προς την ιδιότητα του υπαλλήλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως. Σελ. 140,422(γ) Τεύχος ΙΒ-4-3 Σελ. 82 Άρθρον 87. Νομιμότης υπηρεσιακών ενεργειών. 1.Ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος δια την εκτέλεσιν των καθηκόντων αυτού και την νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών. 2.Ο υπάλληλος οφείλει υπακοήν εις τας διαταγάς των προϊσταμένων του, αλλά λαμβάνων διαταγήν την οποίαν θεωρεί παράνομον, οφείλει προ πάσης εκτελέσεως να αναφέρη εγγράφως την αντίθετον γνώμην την οποίαν έχει και να εκτελέση την διαταγήν αμελλητί. Η διαταγή δεν προσκτάται νομιμότητα εκ του ότι ο υπάλληλος οφείλει να υπακούση εις αυτή. 3.Εις την περίπτωσιν κατά την οποίαν η διαταγή είναι προδήλως παράνομος, ο υπάλληλος οφείλει να μη εκτελέση ταύτην και να αναφέρη εγγράφως άνευ αναβολής εις τον διατάξαντα. Όταν εις την διαταγήν, η οποία προδήλως αντίκειται εις σαφείς και ρητάς διατάξεις του Συντάγματος, νόμων ή διαταγμάτων, διατυπώνται επείγοντες λόγοι γενικωτέρου συμφέροντος ή όταν κατόπιν αρνήσεως υπακοής εις πρώτην διαταγήν, αντικειμένην ως άνω προδήλως εις τοιαύτας διατάξεις, ακολουθήση δευτέρα διαταγή εκθέτουσα επείγοντας λόγους γενικωτέρου συμφέροντος, ο υπάλληλος οφείλει να εκτελέση την διαταγήν και να αναφέρη συγχρόνως εις τον προϊστάμενον του διατάξαντος. 4.Υπάλληλος, έχων αντίθετον γνώμην επί τινος εντελλομένης ενεργείας δια την οποίαν είναι αναγκαία η προσυπογραφή ή θεώρησίς του, οφείλει προς απαλλαγήν από της ευθύνης, να διατυπώση ταύτην εγγράφως. 5.Η απλή παράλειψις επιβαλλομένης προσυπογραφής ή θεωρήσεως ενεργείας τινός, δεν απαλλάσσει τον παραλειπόντα της ευθύνης δια την ενέργειαν ταύτην. 6.Τα σχέδια των εγγράφων, τα οποία εκδίδονται υπό των μη συλλογικών οργάνων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, δέον να φέρουν και τας μονογραφάς των καθ’ υπηρεσίαν αρμοδίων υπαλλήλων. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Άρθρον 88. Εχεμύθεια. 1.Ο υπάλληλος οφείλει να τηρή εχεμύθειαν επί γεγονότων ή πληροφοριών των οποίων λαμβάνει γνώσιν ένεκεν της εκτελέσεως των καθηκόντων του. 2.Ιδιαιτέρως οφείλει να τηρή εχεμύθειαν επί των κατά τας κειμένας διατάξεις ή διαταγάς ή ως εκ της φύσεως της ενεργείας απορρήτων, όσα ενεπιστεύθησαν εις αυτόν οι προϊστάμενοί του ή των οποίων έλαβε γνώσιν εκ της ασκήσεως της αρμοδιότητος αυτού ή εξ ακριτομυθίας των συναδέλφων του. Άρθρον 89. Ώραι εργασίας και ημέραι αργίας. 1.Ο υπάλληλος οφείλει να εργάζεται ανελλιπώς κατά τον καθορισμένον χρόνον και πέραν αυτού, εφ’ όσον εξαιρετικαί υπηρεσιακαί ανάγκαι απαιτούν τούτο. 2.Αι ημέραι εργασίας ορίζονται εις πέντε από Δευτέρας μέχρι και Παρασκευής, άνευ μειώσεως του κατά περίπτωσιν ισχύοντος ή εφαρμοζομένου συνολικού αριθμού ωρών εβδομαδιαίας εργασίας, επιφυλασσομένων των διατάξεων των επομένων παραγράφων. 3.Δι’ αποφάσεως του οικείου νομάρχου, μετά πρόταση των οικείων δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων ή της οικείας διοικήσεως των δημοτικών και κοινοτικών ιδρυμάτων και νομικών προσώπων, αμιγών δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων και συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων δύναται οποτεδήποτε: α)να καθιερούνται εξαιρέσεις από της εφαρμογής πενθημέρου εργασίας κατά υπηρεσίαν, κλάδον, ειδικότητα και αριθμόν υπαλλήλων, χρόνον ή περιοχήν, εφ’ όσον τούτο επιβάλλεται λόγω της ιδιοτυπίας των συνθηκών λειτουργίας ή του είδους και της μορφής της υπηρεσίας ή εργασίας και β)να καθορίζεται η πενθήμερος εβδομάς εργασίας δι’ ωρισμένας υπηρεσίας, κλάδους, ειδικότητας ή αριθμόν υπαλλήλων από της Τρίτης μέχρι και του Σαββάτου, εφ’ όσον τούτο επιβάλλεται λόγω της φύσεως της λειτουργίας ή εργασίας των, καθιερουμένης ως μη εργασίμου ημέρας της Δευτέρας. 4.Αι καθ’ εβδομάδα ώραι εργασίας ορίζονται εις τριάκοντα επτά και ημίσειαν (37.1/2). “Ειδικά για τους εργαζομένους αποκλειστικά: α)στις χωματερές (υγειονομικής ταφής απορριμάτων–σταθμός μεταμόρφωσης απορριμάτων κ.λπ.), β)στην αποκομιδή απορριμάτων και γ)στην ταφή και εκταφή νεκρών, οι εβδομαδιαίες ώρες απασχόλησης ορίζονται σε 32”. Το μέσα σε « » εδάφιο προστέθηκε από την παρ. 9 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ. 103. Βλ. και την από 29 Νοεμ./31 Δεκ. 2002 (ΦΕΚ Β’ 1633) Ειδική Σ.Σ.Ε. για την ρύθμιση των όρων και των συνθηκών απασχόλησης των εργαζομένων με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου των Ο.Τ.Α. και των Ν.Π.Δ.Δ. αυτών, κατωτ. αριθ. 125, με την οποία αντικαθίσταται η άνω παρ.9 άρθρ. 8 Νόμ.2307/1995. “5.Το καθημερινό ωράριο εργασίας ορίζεται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή. 6.Οι καθημερινές ώρες εργασίας είναι συνεχείς, μπορεί δε κατ’ εξαίρεση να ορίζονται διακεκομμένες με απόφαση του περιφερειακού Διευθυντή, μετά από πρόταση των οικείων συμβουλίων ή διοικήσεων της παρ. 3 του παρόντος, κάθε φορά που αυτό επιβάλλεται λόγω ιδιοτυπίας των συνθηκών λειτουργίας ή του είδους και της μορφής της υπηρεσίας ή εργασίας”. Οι παρ. 5 και 6 αντικαταστάθηκαν ως άνω από την παρ. 8 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ. 103. 7.Ειδικαί διατάξεις, αναφερόμεναι εις τον καθορισμόν του καθ’ εβδομάδα ή καθ’ ημέραν χρόνου εργασίας κατηγοριών τινων προσωπικού, πλην αντιθέτου δια της παρούσης ρυθμίσεως, εξακολουθούν ισχύουσαι. “Προκειμένου για το προσωπικό ή μέρος του προσωπικού των μηχανογραφικών υπηρεσιών, οι κατά την παρ. 5 του παρόντος άρθρου οριζόμενες εβδομαδιαίες ώρες εργασίας μπορούν κατ’ εξαίρεση, λόγω ειδικών δυσμενών συνθηκών εργασίας του ως άνω προσωπικού, να μειώνονται κατά 3 ώρες με απόφαση των οργάνων της παρ. 3”. Το μέσα σε « » δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 10 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ. 103. (Αντί για τη σελ. 140, 423(β) Σελ. 140,423(γ) Τεύχος 1425 Σελ. 7 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 8.Προκειμένου περί μητέρων υπαλλήλων, αι οριζόμεναι κατά τας διατάξεις της παραγράφου 5 καθ’ ημέραν ώραι εργασίας περιορίζονται κατά δύο μεν ώρας, εφ’ όσον έχουν τέκνα ηλικίας μέχρι δύο ετών, κατά μίαν δε ώραν εφ’ όσον έχουν τέκνα ηλικίας από δύο έως και τεσσάρων ετών. “9.Σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, με απόφαση των οργάνων της παρ. 3 μπορεί να ορίζονται κατά υπηρεσία, κλάδο, ειδικότητα και αριθμό υπαλλήλων, χρόνο ή περιοχή οι περιπτώσεις απασχόλησης προσωπικού κατά το Σάββατο ή τη Δευτέρα, εφόσον αυτό επιβάλλεται λόγω της ιδιοτυπίας των συνθηκών λειτουργίας ή του είδους και της μορφής της υπηρεσίας ή εργασίας. Το κατά τα ανωτέρω απασχολούμενο ειδικότερα στις υπηρεσίες αυτές προσωπικό κατά το Σάββατο ή τη Δευτέρα, καθώς και η υποχρεωτικά παρεχόμενη σε αυτό αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης καθορίζονται με απόφαση των ανωτέρω οργάνων”. Η παρ. 9 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 11 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ. 103. 10.Κατά την ημέραν της αναπαύσεως ο εργαζόμενος οφείλει να απασχοληθή, εάν κληθή υπό της υπηρεσίας, λόγω εξαιρετικής υπηρεσιακής ανάγκης μη δυναμένης να αναβληθή. Εις την περίπτωσιν ταύτην χορηγείται ετέρα ημέρα αναπαύσεως, καθοριζομένη υπό της υπηρεσίας, κατ’ άλλην εργάσιμον ημέραν εντός της προσεχούς εβδομάδος. Εάν το μέτρον τούτο δεν είναι εφαρμόσιμον λόγω αδυναμίας αναπληρώσεως καταβάλλεται εις αυτόν το 1/30 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του δι’ εκάστην ημέραν, κατά την οποίαν ειργάσθη, προσηυξημένου κατά 75%. Κατά τον χρόνον της ημέρας αναπαύσεως δεν επιτρέπεται απασχόλησις υπό μορφήν υπερωριακής, υπερεργασιακής ή άλλης μορφής προσθέτου εργασίας, εκτός αν πρόκειται προς συμπλήρωσιν φυλακών εργασίας (βάρδιας). 11.Το Σάββατον ή η Δευτέρα, κατά περίπτωσιν, δεν θεωρούνται ως ημέραι αργίας (εξαιρέσιμοι) και δεν καταβάλλονται εις τους απασχολουμένους κατά τας ημέρας ταύτας αι υπό της κειμένης νομοθεσίας προβλεπόμεναι προσαυξήσεις. Σελ. 140,424(γ) Τεύχος 1425 Σελ. 8 12.Ημέραι αργίας και ημιαργίας είναι αι των δημοσίων υπηρεσιών. Εις τους εργαζομένους κατά τας ημέρας αργίας και ημιαργίας καταβάλλεται προσαύξησις 75% επί του 1/30 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών των. 13.Εις περίπτωσιν νυχτερινής εργασίας καταβάλλεται προσαύξησις 25% επί του 1/30 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών. Άρθρον 90. Απαγόρευσις πολιτικών εκδηλώσεων. Απαγορεύεται απολύτως εις τους υπαλλήλους η ενεργός υπέρ κόμματος δράσις αυτών. Επίσης απαγορεύεται εις τους υπαλλήλους η δημοσία άσκησις κριτικής των πράξεων της Κυβερνήσεως ή των προϊσταμένων των ή εποπτευουσών αρχών κατά τρόπον προδίδοντα έλλειψιν αντικειμενικότητας, δια σκοπίμου χρήσεως αβασίμων επιχειρημάτων ή του οφειλομένου σεβασμού. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Άρθρον 91. Συμμετοχή εις συνεταιρισμούς. Το δικαίωμα των υπαλλήλων όπως συνεταιρίζωνται, τελεί υπό τους περιορισμούς του ειδικού νόμου, του προβλεπομένου υπό του άρθρου 12 του Συντάγματος. Άρθρον 92. Διαγωγή. 1.Ο υπάλληλος οφείλει να διάγη εντός και εκτός της υπηρεσίας κατά τρόπον, ώστε να καθίσταται άξιος της κοινής εμπιστοσύνης και εκτιμήσεως. 2.Ο υπάλληλος οφείλει να συμπεριφέρεται καλώς προς τους πολίτας. Άρθρον 93. Περιουσιακή κατάστασις. 1.Ο υπάλληλος οφείλει άμα τη εισόδω αυτού εις την υπηρεσίαν οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως, να δηλώση εγγράφως εις τούτον την περιουσιακήν του κατάστασιν και των μετ’ αυτού συνοικούντων συζύγου και τέκνων των ως και πάσαν ουσιώδη μεταβολήν της περιουσιακής του καταστάσεως και των ανωτέρω συνοικούντων μετ’ αυτού, επερχομένην κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας του υπαλλήλου. 2.Εν περιπτώσει συνάψεως γάμου μετά την εις την υπηρεσίαν είσοδον, ο σύζυγος οφείλει να δηλώση την περιουσιακήν του κατάστασιν και της συζύγου του, εντός τριμήνου από της τελέσεως του γάμου. 3.Εάν ο υπάλληλος επικαλήται ότι συντηρείται και εκ των προσόδων ετέρων συνοικούντων προσώπων, οφείλει να δηλώση και την περιουσιακήν αυτών κατάστασιν. 4.Εάν ο υπάλληλος, ως εκ της διαβιώσεώς του ή λόγω απροσδοκήτου και δυσαναλόγου προς τας αποδοχάς και την εν γένει περιουσιακήν κατάστασιν αυτού, κτήσεως κινητών ή ακινήτων προκαλεί υπονοίας περί της προελεύσεως των χρηματικών αυτού πόρων, αι προϊστάμεναι αυτού αρχαί οφείλουν να επιληφθούν ερεύνης προς εξακρίβωσιν της πηγής των τοιούτων πόρων. 5.Εάν προκύψουν επαρκείς ενδείξεις ότι ο υπάλληλος απέκτησε τους πόρους τούτους υπό συνθήκας συνιστώσας ποινικόν ή πειθαρχικόν αδίκημα, ο εκπροσωπών τον οργανισμόν ενεργεί τα δέοντα δια την ποινικήν ή πειθαρχικήν δίωξιν. 6.Οι επί βαθμώ 1ω ή αντιστοίχω υπάλληλοι υποχρεούνται όπως υποβάλλουν εις τον Πρόεδρον της Βουλής δήλωσιν της περιουσιακής καταστάσεως αυτών, των συζύγων και των ανηλίκων τέκνων των, συμφώνως προς τας εκάστοτε ισχύουσας διατάξεις, περί προστασίας της τιμής του πολιτικού κόσμου της χώρας. (Μετά τη σελ. 140,424(γ) Σελ. 140,4241 Τεύχος 1425 Σελ. 9 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Β΄ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Άρθρον 4. Ένταξις προσωπικού υπαγομένου εις το Α΄ Μέρος 1.Εντός τριμήνου από της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της κατά το άρθρον 3 παρ.2 αποφάσεως του νομάρχου, δι’ αποφάσεως του οικείου ΟΤΑ καταρτίζεται ο οργανισμός εσωτερικής υπηρεσίας κατά τας διατάξεις του άρθρου 12. Εις τας δι’ αυτού συνιστωμένας θέσεις εντάσσεται το κατά τον χρόνον δημοσιεύσεως της κατά τα ανωτέρω αποφάσεως του νομάρχου υπηρετούν εις τον οικείον ΟΤΑ μόνιμον προσωπικόν. Το επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικόν κατατάσσεται εις αντιστοίχου ειδικότητος θέσεις επί τη αυτή σχέσει συνιστωμένας κατά τα ανωτέρω. 2.Η ένταξις ενεργείται δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου του οικείου ΟΤΑ, εκδιδομένης μετά προηγουμένην σύμφωνον γνωμοδότησιν του αρμοδίου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιευομένης εν περιλήψει εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η πράξις της εντάξεως εκδίδεται εντός διμήνου από της περιελεύσεως εις την υπηρεσίαν του οικείου ΟΤΑ της γνωμοδοτήσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου, ήτις προκαλείται δι’ εγγράφου του απευθυνομένου υποχρεωτικώς προς το υπηρεσιακόν συμβούλιον εντός μηνός από της δημοσιεύσεως του οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας. (Παρερχομένης απράκτου της διμήνου προθεσμίας ή εκδιδομένης πράξεως διαφόρου κατά περιεχόμενον της συμφώνου γνωμοδοτήσεως, η ένταξις ενεργείται δια πράξεως του νομάρχου, δημοσιευομένης, εν περιλήψει, εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως). Το μέσα σε ( ) τρίτο εδάφιο καταργήθηκε από την παρ.2 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ.103. Σελ.140,416(στ) Τεύχος 1425 Σελ. 2 3.Η ένταξις ενεργείται επί τη βάσει των τυπικών, πλην της ηλικίας, προσόντων του υπαλλήλου εις τον εισαγωγικόν βαθμόν της αντιστοίχου θέσεως, δύναται, όμως μετ’ εκτίμησιν των ουσιαστικών προσόντων αυτού, να γίνη και εις ανώτερον βαθμόν, εάν ο εντασσόμενος έχη χρόνον πραγματικής υπηρεσίας εν τη εννοία της παρ.2 του άρθρου 219 ίσον ή ανώτερον προς τον κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος, απαιτούμενον προς προαγωγήν εις τον ανώτερον τούτον βαθμόν και διανυθέντα μετά των τυπικών προσόντων της θέσεως. (Δεν επιτρέπεται ένταξις εις βαθμόν ανώτερον του 6 ου ). Ο τυχόν πλεονάζων χρόνος μετά την κατά τα ανωτέρω ένταξιν των υπαλλήλων, λογίζεται ως διανυθείς εις τον βαθμόν εις τον οποίον θα ενταχθή έκαστος, υπολογιζόμενος δια την προαγωγήν εις τον επόμενον βαθμόν. Η μέσα σε ( ) φράση διαγράφτηκε από την παρ.2 άρθρ.30 Π.Δ. 37α/26 Ιαν.-4 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 11) (κατωτ. αριθ.85). 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 4.Κατ’ εξαίρεσιν των οριζομένων υπό των διατάξεων των άρθρων 41 έως και 85 οι στερούμενοι των απαιτουμένων δια τας θέσεις γραμματικών προσόντων δύναται να ενταχθούν ή να προαχθούν, αλλ’ εις βαθμόν ουχί ανώτερον του μεθεπομένου του εισαγωγικού της θέσεως. 5.Οι εντασσόμενοι εις βαθμόν ανώτερον του εισαγωγικού καθίστανται αυτοδικαίως μόνιμοι από της δημοσιεύσεως της εντάξεώς των, οι δε λοιποί μονιμοποιούνται κατά τας διατάξεις του άρθρου 103 του παρόντος. 6.Η κατά τας προηγουμένας παραγράφους ένταξις δεν ενεργείται, εφ’ όσον κατ’ αίτησιν του ενδιαφερομένου υπαλλήλου αύτη καθιστά χείρονα την θέσιν αυτού. «Η αίτηση αυτή πρέπει να υποβληθεί μέσα σε ένα δίμηνο από τη δημοσίευση της απόφασης της παρ.2 του άρθρ.3 του παρόντος». Το μέσα σε « » δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.3 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113) κατωτ. αριθ.103. 7.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί του μονίμου προσωπικού των κοινοτήτων των οποίων ο πληθυσμός ήθελεν υπερβή τους δύο χιλιάδας κατοίκους. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ ΜΟΝΙΜΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ-ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΑΙΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ Α΄ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΑΙ Για τη σύνθεση των υπηρεσιακών και πειθαρχικών συμβουλίων άρθρ.5,6 και 7 Βλ. την 51428/23-24 Ιουν. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 440) απόφ. Υπ. Προεδρ. Κυβερνήσεως και Εσωτ. (κατωτ. αριθ.82). Με την παρ.1 άρθρ.65 Νόμ.1416/18-21 Φεβρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 18) (ανωτ. σελ.52,263), ορίστηκε ότι τα υπηρεσιακά συμβούλια των κατωτέρω άρθρ.5 και 6 είναι και πειθαρχικά. Για τα υπηρεσιακά συμβούλια των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης βλέπε και παρ.9 Άρθρον 94. Άσκησις ιδιωτικού έργου επ’ αμοιβή. 1.Απαγορεύεται υπό των υπαλλήλων άσκησις ιδιωτικού έργου ή εργασίας επ’ αμοιβή. “2.Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η άσκηση με αμοιβή έργου ή εργασίας που συμβιβάζεται με τα καθήκοντα της θέσης του υπαλλήλου και δεν παρεμποδίζει την ομαλή εκτέλεση της υπηρεσίας του, με απόφαση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου, ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του υπηρεσιακού συμβουλίου, η οποία μπορεί να ανακληθεί με τον ίδιο τρόπο”. Η μέσα σε « » παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 13 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 113), κατωτ. αριθ. 103. 3.Απαγορεύεται εις τον υπάλληλον η κατ’ επάγγελμα άσκησις εμπορίας, η σύστασις συνεταιρισμών επιδιωκόντων κερδοσκοπικούς σκοπούς και η συμμετοχή του εις τοιούτους. 4.Αι κείμεναι ειδικαί απαγορευτικαί διατάξεις διατηρούνται εν ισχύι. Άρθρον 95. Συμμετοχή εις διοίκησιν ανωνύμου εταιρείας. 1.Απαγορεύεται η συμμετοχή υπαλλήλου εις την διοίκησιν ανωνύμου εταιρείας, άνευ αδείας χορηγουμένης κατά τους όρους της παραγράφου 2 του προηγουμένου άρθρου. 2.Απαγορεύεται η υπό του υπαλλήλου, συζύγου και τέκνων αυτού απόκτησις μετοχών ανωνύμων εταιρειών, αι οποίαι υπάγονται εις τον ειδικόν έλεγχον της υπηρεσίας εις την οποίαν υπηρετεί ο υπάλληλος ή οπωσδήποτε συνεργάζονται ή συναλλάσονται μετ’ αυτής. 3.Αι κείμεναι ειδικαί διατάξεις, αι οποίαι θεσπίζουν δια τους υπαλλήλους περιορισμούς αναφερομένους εις ανωνύμους ή περιωρισμένης ευθύνης εταιρείας, διατηρούνται εν ισχύι. 4.Προκειμένου περί ανωνύμων εταιρειών, αναδόχων υπηρεσιών του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου διατηρούνται εν ισχύι, αι κείμεναι διατάξεις, αι οποίαι θεσπίζουν την συμμετοχήν υπαλλήλων εις την διοίκησιν αυτών. Άρθρον 96. Ασυμβίβαστα. 1.Απαγορεύεται εις τον υπάλληλον η άσκησις έργων ασυμβιβάστων κατά τας κειμένας διατάξεις προς το βουλευτικόν αξίωμα. 2.Η υπηρεσία του υπαλλήλου είναι ασυμβίβαστος προς το βουλευτικόν αξίωμα. 3.Ο υπάλληλος δεν δύναται να εκλεγή, διορισθή ή διατελή δήμαρχος, δημοτικός ή κοινοτικός σύμβουλος ή πρόεδρος κοινότητος ή μέλος αδελφάτου ιδρύματος ή διοικήσεως ιδίου παρά τω δήμω ή κοινότητα νομικού προσώπου, εκτός αντιθέτου διατάξεως. Άρθρον 97. Απαγόρευσις ασκήσεως δικηγορίας. Απαγορεύεται εις τον υπάλληλον η άσκησις της δικηγορίας. Αντίθετοι ειδικαί διατάξεις καταργούνται, τηρούνται δε εν ισχύι μόνον αι υπό του Κώδικος δικηγόρων προβλεπόμεναι ειδικαί εξαιρέσεις. Άρθρον 98. Απαγόρευσις κατοχής ετέρας θέσεως. 1.Ουδείς υπάλληλος δύναται να διορισθή εις ετέραν θέσιν του αυτού ή άλλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως ή θέσιν δημοσίαν ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή δημοσίας ή δημοτικής ή κοινοτικής επιχειρήσεως ή οργανισμού κοινής ωφελείας. 2.Υπάλληλος, διορισθείς εις τοιαύτην θέσιν και αποδεχθείς τον διορισμόν, θεωρείται αυτοδικαίως παραιτηθείς της παλαιάς θέσεως. 3.Κατ’ εξαίρεσιν δύναται να επιτραπή ο διορισμός και εις δευτέραν θέσιν, επί τη βάσει ειδικού νόμου προβλεπομένου υπό του άρθρου 104 του Συντάγματος. Η ιδιότης του κληρικού δεν αποτελεί κώλυμα διορισμού εις θέσιν γραμματέως κοινότητος. Άρθρον 99. Κώλυμα εκ συμφέροντος. 1.Ο υπάλληλος δεν δύναται είτε ατομικώς είτε μετέχων συλλογικού οργάνου να επιληφθή της επιλύσεως ζητήματος, δια το οποίον έχει πρόδηλον συμφέρον αυτός ή συγγενής αυτού εξ αίματος ή αγχυστείας μέχρι και του τρίτου βαθμού. 2.Η παράβασις της ως άνω διατάξεως αποτελεί λόγον ακυρότητος της σχετικής διοικητικής πράξεως, εάν η αποσιωπηθείσα κατά τα άνω σχέσις του υπαλλήλου επέδρασεν εις την διαμόρφωσιν της πράξεως ταύτης. 3.Υπάλληλοι, συγγενείς προς αλλήλους μέχρι και του τρίτου βαθμού συγγενείας, δεν δύνανται να μετέχουν εις την αυτήν συνεδρίαν συλλογικού οργάνου. (Αντί για τη σελ. 140,429(α) Σελ.140,429(β) Τεύχος 1425 Σελ. 11 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 Γ΄. ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Άρθρον 100. Αστική ευθύνη των υπαλλήλων των ΟΤΑ. 1.Ο υπάλληλος ευθύνεται έναντι του οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως εις τον οποίον υπηρετεί, δια πάσαν ζημίαν, την οποίαν επροξένησεν εις αυτόν εκ δόλου ή βαρείας αμελείας κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων αυτού, ως και δια τας αποζημιώσεις, εις τας οποίας υπεβλήθη ο οργανισμός έναντι τρίτων ένεκα παρανόμων πράξεων ή παραλείψεων αυτού κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων του, γενομένων επίσης εκ δόλου ή βαρείας αμελείας. 2.Δεν ευθύνεται ο υπάλληλος έναντι τρίτων δια τοιαύτας πράξεις ή παραλείψεις αυτού. 3.Το Ελεγκτικόν Συνέδριον δύναται εις την περίπτωσιν της αμελείας, εκτιμών τας ειδικάς εκάστοτε περιστάσεις, να καταλογίση τον υπάλληλον και εις μέρος μόνον της επελθούσης εις τον οργανισμόν ζημίας ή της αποζημιώσεως εις την οποίαν ούτος υπεβλήθη. 4.Εάν πλείονες υπάλληλοι επροξένησαν από κοινού ζημίαν εις τον οργανισμόν, ισχύουν αι διατάξεις του αστικού δικαίου. 5.Επί της αστικής ευθύνης των υπαλλήλων έναντι του οργανισμού εις τον οποίον υπηρετούν δικάζει το Ελεγκτικόν Συνέδριον, τη αιτήσει του εκπροσωπούντος τον οργανισμόν. Άρθρον 101. Εφαρμογή διατάξεων υπολόγων εκ διαχειρίσεως. Τα της αστικής ευθύνης των υπαλλήλων, υπολόγων εκ της διαχειρίσεως αυτών, διέπονται υπό των κειμένων περί αυτών διατάξεων, εφαρμοζομένων κατ’ αναλογίαν και των περί δημοσίων υπολόγων διατάξεων. Άρθρον 102. Παραγραφή Το δικαίωμα του οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως προς αποζημίωσιν έναντι των υπαλλήλων αυτού κατά τας περιπτώσεις του άρθρου 100 παραγράφεται μετά τριετίαν, αρχομένην, εις μεν την πρώτην περίπτωσιν της παραγράφου 1 αφ’ ης επήλθεν η ζημία, εις δε την δευτέραν περίπτωσιν της αυτής παραγράφου, αφ’ ης ο οργανισμός κατέβαλε την αποζημίωσιν. Σελ. 140,430(β) Τεύχος 1425 Σελ. 12 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Α΄ ΜΟΝΙΜΟΤΗΣ-ΜΙΣΘΟΣ-ΑΠΟΔΟΧΑΙ Άρθρον 103. Δοκιμαστική υπηρεσία-Μονιμοποίησις. 1.Ο εις οργανικήν θέσιν διοριζόμενος υπάλληλος διανύει διετή δοκιμαστικήν υπηρεσίαν, κατά την διάρκειαν της οποίας δύναται να απολυθή παρά του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, μετ’ απόφασιν του υπηρεσιακού συμβουλίου, δια λόγους αναγομένους εις την υπηρεσίαν του. 2.Άμα τη συμπληρώσει της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας του υπαλλήλου, το αρμόδιον προς διορισμόν όργανον υποχρεούται αμελλητί όπως απευθύνη ερώτημα, περί μονιμοποιήσεως ή μη τούτου, εις το οικείον υπηρεσιακόν συμβούλιον, το οποίον υποχρεούται να αποφανθή σχετικώς, εντός τριών μηνών από της περιελεύσεως εις αυτό του ερωτήματος. 3.Ο κρινόμενος ως μονιμοποιητέος μονιμοποιείται δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου, εκδιδομένης εντός μηνός από της κοινοποιήσεως εις αυτό της αποφάσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου. «Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δηλωτική πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας». Κατά πάσαν περίπτωσιν η μονιμοποίησις θεωρείται συντελεσθείσα από της συμπληρώσεως της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας. Το μέσα σε «» δεύτερο εδάφιο που είχε αντικατασταθεί από την παρ.14 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α’ 113), κατωτ. αριθ. 103, αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από την παρ.1 άρθρ.12 Νόμ.2503/30-30 Μαΐου 1997 (ΦΕΚ Α’107), κατωτ. αριθ.110. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 4.Κατά της περί μονιμοποιήσεως αποφάσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου, ως και κατά της περί απολύσεως αποφάσεως, κατά την παράγραφον 1, επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. 5.Η περί μονιμοποιήσεως πράξις, δημοσιεύεται καθ’ ον τρόπον και η πράξις διορισμού. 6.Ο κριθείς ως μη μονιμοποιητέος απολύεται υποχρεωτικώς, δια πράξεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. άρθρ.14 Νόμ.1586/26 Μαρτ.-1 Απρ. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 37) Τόμ. 2Α, σελ.316,893) Για τον ορισμό νέων μελών στα Υπηρεσιακά Συμβούλια, μέχρι την έναρξη εφαρμογής του άρθρ.14 του Νόμ.1586/1986 βλέπε παρ.7 Άρθρον 104. Μισθός. 1.Ο υπάλληλος λαμβάνει τον μισθόν τον αντιστοιχούντα εις τον βαθμόν της οργανικής θέσεως αυτού. 2.Απαγορεύεται, αποτελούσα πειθαρχικόν αδίκημα, η μη είσπραξις των αποδοχών εκ μέρους του υπαλλήλου. Άρθρον 105. Έναρξις μισθοδοσίας. 1.Η επί του μισθού αξίωσις του υπαλλήλου γεννάται: α)του διορισθέντος, από της εγκαταστάσεως εις την θέσιν του, προσηκόντως βεβαιουμένης και β)του προαχθέντος ή υποβιβασθέντος από της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της περί προαγωγής ή υποβιβασμού πράξεως, επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 139 του παρόντος κώδικος. Όπου είναι απαραίτητος δια τον διορισμόν ή την προαγωγήν η καταβολή ή συμπλήρωσις εγγυήσεως, η μισθοδοσία άρχεται από της πληρώσεως του όρου τούτου. 2.Η επί του πλήρους μισθού αξίωσις του ανακληθέντος εκ της διαθεσιμότητος ή της αργίας, γεννάται από της εγκαταστάσεως εις την θέσιν αυτού, προσηκόντως βεβαιουμένης. Άρθρον 106. Αποδοχαί-υπερωριακή εργασία-οδοιπορικά έξοδα-επιδόματα. 1.Ο μισθός, τα πάγια παρακολουθήματα αυτού (προσαυξήσεις, επιδόματα κλπ.), ορίζονται οία τα εκάστοτε παρεχόμενα εις τους δημοσίους υπαλλήλους αντιστοίχων βαθμών ή μισθών, καταβάλλονται δε υποχρεωτικώς και κατά τας δια τους δημοσίους υπαλλήλους οριζομένας εκάστοτε χρονολογίας. 2.“Η όλως εξαιρετική ή απρόβλεπτη ή έκτακτη υπηρεσιακή ανάγκη για την καθιέρωση υπερωριακής εργασίας διαπιστώνεται με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου με τους όρους, τους περιορισμούς και τη διαδικασία των γενικών διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά για τους δημοσίους υπαλλήλους και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρ. 109. Με απόφαση του αρμοδίου για το διορισμό οργάνου επιτρέπεται η καθιέρωση εργασίας με αμοιβή στους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. οι οποίοι πέραν από το υποχρωτικό ωράριο εργασίας τους τηρούν τα πρακτικά συνεδριάσεων του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και των συμβουλίων των συνδέσμων, νομικών προσώπων και ιδρυμάτων των Ο.Τ.Α. Η υπερωριακή εργασία των πιο πάνω υπαλλήλων είναι μέσα στα όρια που καθορίζονται κάθε χρόνο με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών. Η ωριαία αμοιβή είναι ίση με εκείνη που καταβάλλεται κάθε φορά στους δημόσιους υπαλλήλους. Η ωριαία αμοιβή είναι ίση προς την εκάστοτε καταβαλλομένην εις τους δημοσίους υπαλλήλους. Το μέσα σε «» πρώτο εδάφ. που είχε αντικατασταθεί από την παρ.15 άρθρ.8 Νόμ.2307/8-15 Ιουν.1995 (ΦΕΚ Α’113), κατωτ. αριθ.103, αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από την παρ.10 άρθρ.12 Νόμ.2503/30-30 Μαΐου 1997 (ΦΕΚ Α΄ 107) κατωτ. αριθ.110. (Μετά τη σελ. 140,430(β) Σελ. 140,4301 Τεύχος 1425 Σελ. 13 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Επίσης επιτρέπεται η καθιέρωσις επ’ αμοιβή εργασία πέραν των ωρών υποχρεωτικής τοιαύτης δι’ αποφάσεως του οικείου συλλογικού οργάνου και μέχρις είκοσι τεσσάρων (24) ωρών μηνιαίως κατά τα ειδικώτερον δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως οριζόμενα, δια τους υπαλλήλους των ΟΤΑ, οίτινες επί τη βάσει αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου τηρούν τα πρακτικά των συνεδριάσεων του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου ως και των συμβουλίων των συνδέσμων, νομικών προσώπων και ιδρυμάτων. Η ωριαία αποζημίωσις καθορίζεται κατά τα περί δημοσίων υπαλλήλων ισχύοντα. 4.Αι διατάξεις περί οδοιπορικών εξόδων και ημερησίας εκτός έδρας αποζημιώσεως των δημοσίων υπαλλήλων έχουν ανάλογον εφαρμογήν και εν προκειμένω. 5.Η εκτός έδρας κίνησις πραγματοποιείται κατόπιν αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου του οικείου ΟΤΑ, δι’ ης ορίζεται και ο αριθμός των εκτός έδρας ημερών. Η απόφασις αύτη υπόκειται εις την έγκρισιν του νομάρχου. “6.Το επίδομα διαχειριστικών λαθών χορηγείται στους υπαλλήλους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, που απασχολούνται αποκλειστικά με τη διαχείριση χρημάτων ή ενσήμων, καθώς και στους ελεγκτές εσόδων-εξόδων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης σε ποσοστό ίσο με εκείνο που χορηγείται στους ελεγκτές και εκδότες των δημόσιων ταμείων”. Η παρ. 6 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 3 άρθρ. 65 Νόμ. 1416/18-21 Φεβρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄18) (κατωτ. αριθ. 82). 7.Εις τακτικούς υπαλλήλους των ΟΤΑ απασχολουμένους αποκλειστικώς με την συλλογήν και μεταφοράν των απορριμμάτων δι’ αυτοκινήτων οχημάτων ή ιππηλάτων μέσων (συνοδούς) ως και εις τους εργαζομένους εις τους χώρους σταθμεύσεως και συντηρήσεως των οχημάτων ή εις χώρους διαλογής, επεξεργασίας και διαθέσεως των απορριμμάτων χορηγείται επίδομα ανθυγιεινής εργασίας εις ποσοστόν 12% επί του εκάστοτε βασικού μηνιαίου μισθού: α)του 4ου βαθμού της κλίμακος της διοικητικής ιεραρχίας δια τους από του 5ου βαθμού και άνω και β)του 8ου βαθμού της κλίμακος της διοικητικής ιεραρχίας δια τους από 6ου βαθμού και κάτω. Το επίδομα τούτο χορηγείται και εις τους εργάτας τους απασχολουμένους με την ταφήν ή εκταφήν εις νεκροταφειακούς χώρους. Άρθρον 107. Περικοπή αποδοχών. 1.Μισθός δεν οφείλεται δια μη παρασχεθείσαν εξ υπαιτιότητος του υπαλλήλου υπηρεσίαν καθόλου ή εν μέρει. 2.Η περικοπή ενεργείται δια πράξεως του εντεταλμένου την εκκαθάρισιν και πληρωμήν των αποδοχών, τον οποίον οφείλει να ειδοποιήση περί τούτου ο προϊστάμενος της υπηρεσίας, εις την οποίαν υπηρετεί ο υπάλληλος. Κατά της πράξεως ταύτης, η οποία ανακοινούται επί αποδείξει εις τον υπάλληλον, επιτρέπεται προσφυγή εντός δέκα ημερών από της ανακοινώσεως, άνευ ανασταλτικής δυνάμεως, ενώπιον του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου το οποίον αποφαίνεται τελειωτικώς. 3.Διαρκούσης της διαδικασίας απολύσεως του τακτικού υπαλλήλου ένεκα νόσου μη δεκτικής ιάσεως, συνεχίζεται καταβαλλόμενος ο μισθός ενεργείας ή διαθεσιμότητος μέχρι λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως και πάντως ουχί πέραν των δύο μηνών από της λήξεως της αναρρωτικής αδείας ή διαθεσιμότητος. Άρθρον 108. Παύσις αξιώσεως επί του μισθού. 1.Η αξίωσις επί του μισθού παύει από της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως. 2.Αι μετά την λύσιν της υπαλληλικής σχέσεως παρεχόμεναι κατά την συνταξιοδοτικήν νομοθεσίαν αντί συντάξεως αποδοχαί, δεν επηρεάζονται εκ της ως άνω διατάξεως. Άρθρον 109. Αποζημίωσις υπαλλήλων εκτελούντων πρόσθετον υπηρεσίαν. 1.Υπάλληλοι, οίτινες, προσθέτως προς τα καθήκοντα της θέσεών των και πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου εργασίας εκτελούν και την υπηρεσίαν των παρά τοις δήμοις και ταις κοινότησι ληξιαρχείων ή την υπηρεσίαν των στερουμένων ιδίου προσωπικού κοινοτήτων, δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων και συνδέσμων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, δικαιούνται αποζημιώσεως αναλόγου προς τας ώρας απασχολήσεώς των. (Αντί για τη σελ. 140,431(γ) Σελ. 140,431(δ) Τεύχος 1425 Σελ. 15 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 2.Αι ώραι απασχολήσεως, κατά μήνα, καθορίζονται αναλόγως του πληθυσμού και κατ’ ανώτατον όριον μέχρι τεσσαράκοντα, δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών, δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 3.Δεν επιτρέπεται απασχόλησις επί αποζημιώσει, πλέον του ενός υπαλλήλου, δι’ εκάστην των εν τω παρόντα άρθρω αναφερομένων υπηρεσιών. Άρθρον 110. Αποζημίωσις εισπρακτόρων λόγω απασχολήσεως εκτός έδρας ή γραφείου. 1.Τακτικοί δημοτικοί και κοινοτικοί εισπράκτορες, μετακινούμενοι εκτός έδρας ή του γραφείου των δι’ εκτέλεσιν υπηρεσίας, αντί οδοιπορικών εξόδων και ημερησίας εκτός έδρας αποζημιώσεως, δκαιούνται αποζημιώσεως καθοριζομένης, εις ποσοστόν 2% μέχρι 4%, επί των εκτός έδρας και 1% επί των εκτός γραφείου, δι’ ειδικών χρηματικών καταλόγων εισπραττομένων δημοτικών και κοινοτικών εσόδων. 2.Το ύψος του ποσοστού της αποζημιώσεως καθορίζεται υπό του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, προκειμένου δε περί τακτικών εισπρακτόρων, ασχολουμένων με την είσπραξιν εσόδων πλειόνων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, υπό του διευθυντού του οικείου ταμείου. “Η ετήσια αποζημίωση δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη των 2/3 του ετησίου βασικού μισθού του δικαιούχου, δυναμένης να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών”. Το μέσα σε « » δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 7 άρθρο τρίτο Νόμ. 2347/30 - 30 Οκτ. 1995 (ΦΕΚ Α΄221), ανωτ. σελ. 52, 659. Η εκκαθάρισις της αποζημιώσεως ενεργείται επί τη βάσει πίνακος, θεωρουμένου υπό του προϊσταμένου του οικείου δημοσίου ταμείου ή της ειδικής ταμειακής υπηρεσίας του οικείου δήμου και εμφαίνοντος το ύψος των εκτός έδρας ή γραφείου πραγματοποιηθεισών εισπράξεων. Ως έδρα των εισπρακτόρων θεωρείται η τοιαύτη του παρ’ ω υπηρετούν ταμείου. Για την επαύξηση της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές των ατόμων με ειδικές ανάγκες και των αναπήρων που είναι μόνιμοι υπάλληλοι των Ο.Τ.Α. βλ. παρ.4 άρθρ.8 Νόμ. 2643/24-28 Σεπτ. 1998 (ΦΕΚ Α’220), τόμ.15, σελ. 196,01. Σελ. 140,432(δ) Τεύχος 1425 Σελ. 16 Β΄. ΑΔΕΙΑΙ–ΝΟΣΗΛΕΙΑ. Άρθρον 111. Δικαίωμα κανονικής αδείας. 1.Οι υπάλληλοι, οι συμπληρώσαντες πραγματικήν υπηρεσίαν τριών ετών, δικαιούνται καθ’ έκαστον ημερολογιακόν έτον κανονικήν απουσίας άδειαν μετά πλήρων αποδοχών είκοσιν έξ εργασίμων ημερών. Επί πενθημέρου εργασίας αι ημέραι αδείας ορίζονται εις είκοσι δύο εργασίμους μη συνυπολογιζομένης και της ημέρας του Σαββάτου ή της Δευτέρας κατά τας διακρίσεις των οικείων παραγράφων του άρθρου 89 του παρόντος κώδικος. Εκ ταύτης δέον να χορηγήται υποχρεωτικώς η άδεια δέκα επτά εργασίμων ημερών και επί πενθημέρου εργασίας δέκα πέντε εργασίμων ημερών, εφ’ όσον ζητήσει τούτο ο υπάλληλος, εντός της από 15ης Μαΐου μέχρι 15ης Οκτωβρίου περιόδου. 2.Οι κατά την προηγουμένην παράγραφον υπάλληλοι, οι έχοντες πραγματικήν υπηρεσίαν ελάσσονα των τριών ετών, αλλά μείζονα του ενός, δικαιούνται κανονικήν άδειαν δέκα τριών εργασίμων ημερών, μετά πλήρων αποδοχών, καθ’ έκαστον ημερολογιακόν έτος και επί πενθημέρου εργασίας ένδεκα εργασίμων ημερών. 3.Εκ του χρόνου της κατά τας παραγράφους 1 και 2 κανονικής αδείας αφαιρείται ο χρόνος πάσης, εντός του αυτού ημερολογιακού έτους, αδικαιολογήτου απουσίας. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 4.Εις εξαιρετικάς περιπτώσεις και εφ’ όσον αι ανάγκαι της υπηρεσίας επιτρέπουν, δύναται να χορηγήται εις πάντα τακτικόν υπάλληλον, κατόπιν αιτήσεώς του, καθ’ έκαστον ημερολογιακόν έτος κανονική άδεια άνευ αποδοχών μέχρι δέκα τριών εργασίμων ημερών και μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του υπηρεσιακού συμβουλίου μέχρις είκοσι έξ εργασίμων ημερών εν συνόλω. Επί πενθημέρου εργασίας τα ανωτέρω όρια ορίζονται εις ένδεκα και είκοσι δύο εργασίμους ημέρας αντιστοίχως. 5.Διατηρούνται εν ισχύι αι περί αδειών διατάξεις των εκλογικών νόμων, ως και αι τοιαύται του Π.Δ. 561/1980 «περί χορηγήσεως αδείας εις τους υφ’ οιανδήποτε σχέσιν υπηρετούντας εις το Δημόσιον και τα Ν.Π.Δ.Δ. φοιτητάς κατά την περίοδον των εξετάσεων». “6.α.Για τους εργαζομένους αποκλειστικά στις χωματερές, στην υγειονομική ταφή–καύση κ.λ.π., για όσους εργάζονται επί πενθήμερο εβδομαδιαίως οι ημέρες άδειας ορίζονται σε 27 μη συνυπολογιζομένης της ημέρας του Σαββάτου ή της Δευτέρας, κατά τας διακρίσεις του άρθρ. 89, για όσους δε εργάζονται επί εξαήμερο εβδομαδιαίως οι ημέρες ορίζονται σε 32. β.Για τους εργαζομένους αποκλειστικά στην αποκομιδή των απορριμμάτων, καθώς και στην ταφή και εκταφή νεκρών μετά τη συμπλήρωση 5 ετών πραγματικής υπηρεσίας οι ημέρες άδειας αυξάνονται κατά 3. Η μέσα σε « » παρ. 6 προστέθηκε από την παρ. 16 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α΄113), κατωτ. αριθ. 103. Βλ. και την από 29 Νοεμ. – 31 Δεκ. 2002 (ΦΕΚ Β’1633) Ειδική Σ.Σ.Ε. για τη ρύθμιση των όρων και των συνθηκών απασχόλησης των εργαζομένων με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου των Ο.Τ.Α. και των Ν.Π.Δ.Δ. αυτών, κατωτ. αριθ. 125, με την οποία αντικαθίσταται η άνω παρ. 16 άρθρ. 8 νόμ. 2307/1995. Άρθρον 112. Υποχρέωσις χορηγήσεως κανονικής αδείας. 1.Η υπηρεσία εις την οποίαν ανήκει ο υπάλληλος, εντός του δευτέρου εξαμήνου εκάστου έτους χορηγεί υποχρεωτικώς δια τον υπάλληλον την κανονικήν άδειαν την οποίαν δικαιούται και εις περίτπωσιν κατά την οποίαν ούτος δεν ητήσατο ταύτην. 2.Η μη χορήγησις, ο περιορισμός ή ανάκλησις χορηγηθείσης κανονικής αδείας επιτρέπεται προς αντιμετώπισιν εκτάκτων και εξαιρετικών υπηρεσιακών αναγκών και ενεργείται δια πράξεως του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, εκδιδομένης μετ’ ητιολογημένην γνώμην του αμέσως προϊσταμένου του υπαλλήλου και του υπερτέρου αυτού προϊσταμένου, εφ’ όσον υφίστανται τοιούτοι, άλλως υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν. 3.(Καταργήθηκε από την παρ. 3 άρθρ. 12 Νόμ. 2130/22-23 Απρ. 1993, ΦΕΚ Α΄ 62, κατωτ. αριθ. 98, με την οποία ορίστηκε ότι εφαρμόζονται ήδη οι διατάξεις του άρθρ. 102 Π.Δ. 611/77, τόμ. 2Α, σελ. 316, 713). 4.Μη χορήγησις εις τον υπάλληλον της κανονικής αδείας, την οποίαν δικαιούται κατ’ έτος, καίτοι δεν συντρέχουν έκτακτοι και εξαιρετικαί υπηρεσιακαί ανάγκαι, ελεγχομένη και διαπιστουμένη κατ’ εντολήν του οικείου νομάρχου, συνεπάγεται υποχρεωτικώς την πειθαρχικήν δίωξιν του μη χορηγήσαντος την άδειαν οργάνου, ως και των συμφωνησάντων δια την μη χορήγησιν προϊσταμένων του υπαλλήλου. Άρθρον 113. Προσαύξησις κανονικής αδείας υπηρετούντων εις παραμεθορίους περιοχάς. 1.Αι χορηγούμεναι κανονικαί αδείαι απουσίας εις υπαλλήλους υπηρετούντας εις παραμεθορίους περιοχάς του Νόμου 287/1976 «περί μέτρων τινών αφορώντων εις τους υπηρετούντας εις παραμεθορίους περιοχάς δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους» προσαυξάνονται κατά τας ημέρας κινήσεως, αι οποίαι απαιτούνται δια την μετάβασιν εις τον τόπον εγκαταστάσεως της οικογενείας των και δια την επιστροφήν εις την υπηρεσίαν των. Η τοιαύτη προσαύξησις χωρεί δις κατ’ έτος και δεν δύναται να υπερβή εκάστην φοράν τας τρεις εν συνόλω εργασίμους ημέρας. Ως οικογένεια νοείται και η πατρική τοιαύτη εκατέρου των συζύγων. 2.Δι’ αποφάσεως των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εσωτερικών ρυθμίζονται αι λεπτομέρειαι της εφαρμογής των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου και καθορίζονται αι ημέραι προσαυξήσεως αναλόγως της χιλιομετρικής αποστάσεως. (Μετά τη σελ. 140,432(δ) Σελ. 140,4321 Τεύχος 1425 Σελ. 17 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 άρθρ.30 Π.Δ. 37α/26 Ιαν.-4 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 11) (κατωτ. αριθ.85). Για τις διατάξεις που εφαρμόζονται αναλόγως στο προσωπικό του Α΄ μέρους βλ. παρ.3 άρθρ.12 Νόμ.2130/22-23 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α΄ 62), κατωτ. αριθ.98 και άρθρ.63 Νόμ.2218/9-13 Ιουν. 1994 (ΦΕΚ Α΄ 90), κατωτ. αριθ.101. Για τον τρόπο, τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις εκλογής των δύο αιρετών εκπροσώπων στα υπηρεσιακά συμβούλια του προσωπικού των Ο.Τ.Α. βλ. απόφ. Υπ. Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης (κατωτ. αριθ. 115) τη με αριθ. οικ. 21845/23 Ιουνίου-3 Ιουλίου 1998 (ΦΕΚ Β’ 667). Για τα μέλη των Υπηρεσιακών Συμβουλίων των Άρθρον 114. Κανονική άδεια λόγω επιμορφώσεως. 1.Εις μονίμους υπαλλήλους, μετέχοντας εις διαγωνισμούς, είτε δια την λήψιν υποτροφίας, είτε δια την επιλογήν των προς φοίτησιν εις κύκλους μεταπτυχιακών σπουδών, κατά τας περί επιμορφώσεως των υπαλλήλων κειμένας διατάξεις, χορηγείται υποχρεωτικώς κανονική άδεια μετά πλήρων αποδοχών δια χρόνον ίσον προς τον της διαρκείας του διαγωνισμού, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν απαιτουμένων ημερών μεταβάσεως τούτων εις τον τόπον διεξαγωγής του διαγωνισμού και επιστροφής των εις την έδραν της υπηρεσίας εις την οποίαν υπηρετούν. 2.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κανονική άδεια δεν δύναται να υπερβή εν συνόλω τας εννέα εργασίμους ημέρας και επί πενθημέρου τας επτά εργασίμους ημέρας, χορηγείται δε πέραν της κατά τας διατάξεις του άρθρου 111 οριζομένης αδείας εντός του αυτού έτους. Άρθρον 115. Άδειαι κυήσεως και λοχείας. 1.Αι κυοφορούσαι υπάλληλοι, μετά βεβαίωσιν του θεράποντος ιατρού της οικείας ειδικότητος, απέχουν υποχρεωτικώς της υπηρεσίας από του ογδόου μηνός της κυήσεως, θεωρούμεναι ως εν κανονική διμήνω αδεία μετά πλήρων αποδοχών. 2.Η άδεια αύτη παρατείνεται επί δύο μήνας μετά τον τοκετόν και εφ’ όσον το τεχθέν ζη. 3.Η τυχούσα αδείας κυοφορίας και λοχείας υπάλληλος, δεν στερείται του δικαιώματος λήψεως κανονικών ή αναρρωτικών αδειών κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος. Άρθρον 116. Αρμοδιότης χορηγήσεως κανονικής αδείας. 1.Η κανονική άδεια απουσίας χορηγείται υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν ή του υπό τούτου εξουσιοδοτημένου οργάνου, μετά γνώμην των αμέσως προϊσταμένων του υπαλλήλου. 2.Εις το έγγραφον χορηγήσεως της αδείας ορίζεται η χρονολογία της ενάρξεως ταύτης. 3.Λόγω εξαιρετικής υπηρεσιακής ανάγκης ή τη αιτήσει του υπαλλήλου, επιτρέπεται εις τον άμεσον προϊστάμενον αυτού, όπως αναβάλη την έναρξιν της αδείας επί δέκα το πολύ ημέρας. 4.Εις περίπτωσιν αδικαιολογήτου υπερβάσεως της χορηγηθείσης κανονικής αδείας ο υπάλληλος στερείται των αποδοχών αυτού δια τας ημέρας της υπερβάσεως, διώκεται δε και πειθαρχικώς. Σελ. 140,4322 Τεύχος 1425 Σελ. 18 Άρθρον 117 Αναρρωτικαί άδειαι 1.Εις τον υπάλληλον τον συμπληρώσαντα τριετή πραγματικήν υπηρεσίαν, ασθενούντα ή χρήζοντα αναρρώσεως, χορηγείται, κατόπιν αιτήσεώς του ή και αυτεπαγγέλτως υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, επί τη βάσει γνωματεύσεως της οικείας υγειονομικής επιτροπής, αναρρωτική άδεια απουσίας μετά πλήρων αποδοχών. 2.Η ως άνω άδεια δεν δύναται να υπερβή τον αριθμόν τόσων μηνών, όσα τα έτη της πραγματικής του υπαλλήλου υπηρεσίας, αφαιρουμένης εκάστοτε της εντός της προγενεστέρας πενταετίας χορηγηθείσης τυχόν τοιαύτης. Δεν δύναται όμως εν συνεχεία χορηγουμένη να υπερβή τους δώδεκα μήνας. Χρόνος υπηρεσίας ουχί ελάσσων των εξ μηνών θεωρείται ως πλήρες έτος. 3.Εις την αναρρωτικήν άδειαν συνυπολογίζονται και αι ημέραι απουσίας λόγω της ασθενείας, της προηγηθείσης της αδείας. 4.Ο τυχών αναρρωτικής αδείας μετ΄ αποδοχών δικαιούται κατά το αυτό ημερολογιακόν έτος και της κατά το άρθρον 111 προβλεπομένης κανονικής αυτού αδείας, εφ΄ όσον υφίσταται χρονικόν περιθώριον προς λήψιν ταύτης. Άρθρον 118 Αναρρωτικαί άδειαι επί δυσιάτων νοσημάτων Εις τους προβεβλημένους υπό δυσιάτων νοσημάτων υπαλλήλους, χορηγούνται αναρρωτικαί άδειαι των οποίων τα κατά το άρθρον 117 όρια ορίζονται εις το διπλάσιον. Δυσίατα νοσήματα είναι τα εκάστοτε οριζόμενα δια τους δημοσίου υπαλλήλους. Άρθρον 119 Βραχυχρόνιοι αναρρωτικαί άδειαι Βραχυχρόνιοι αναρρωτικαί άδειαι απουσίας μέχρι και τριών ημερών κατά περίπτωσιν και πάντως ουχί πλέον των δέκα πέντε ημερών εν συνόλω κατ΄ έτος χορηγούνται εις ασθενούντας ή χρήζοντας αναρρώσεως τακτικούς υπαλλήλους, βάσει γνωματεύσεως του θεράποντος ιατρού. Η υπηρεσία του υπαλλήλου διατηρεί πάντοτε το δικαίωμα της παραπομπής αυτού ενώπιον της οικείας πρωτοβαθμίου υγειονομικής επιτροπής. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 ΄Αρθρον 120 Αναρρωτικαί άδειαι τακτικών υπαλλήλων μη εχόντων τριετή υπηρεσίαν 1.Τακτικός υπάλληλος, ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει τριετή πραγματικήν υπηρεσία, δικαιούται κατά την διαδικασίαν των άρθρων 117 και 118 αναρρωτικής αδείας μετά πλήρων μεν αποδοχών ίσης προς τόσους μήνας, όσα τα έτη της υπηρεσίας του, άνευ δε αποδοχών μέχρι συμπληρώσεως διαστήματος εξ μηνών και προκειμένου περί παθήσεως του άρθρου 118 μέχρι δώδεκα μηνών. Χρόνος υπηρεσίας ουχί ελάσσων των εξ μηνών θεωρείται ως πλήρες έτος. 2.Παρατεινομένης της ασθενείας πέραν των ορίων της προηγουμένης παραγράφου και εξαντλουμένου του χρόνου της παρ. 3 του άρθρου 151 ή εις περίπτωσιν ιατρικής γνωματεύσεως της αρμοδίας υγειονομικής επιτροπής περί ανεπιδέκτου της ιάσεως, ο υπάλληλος απολύεται κατά τα εν άρθρω 214 οριζόμενα. Άρθρον 121 Νοσηλεία 1.Η ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψις των υπαλλήλων παρέχεται, κατά τας εκάστοτε ισχύουσας σχετικάς διατάξεις υπό μεν του κλάδου ασφαλίσεως κατά της ασθενείας των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων (ΚΑΔΚΥ) εις ας περιφερείας έχει επεκταθή η εις αυτόν ασφάλισις, υπό δε του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) εις τας ασφαλιστικάς περιοχάς αυτού, εφ΄ όσον δεν έχει επεκταθή εις αυτάς η ασφάλισις του ΚΑΔΚΥ. 2.Εις άς περιπτώσεις δεν έχει επεκταθή η ασφάλισις του ΚΑΔΚΥ, ή του ΙΚΑ, η κατά την παρ. 1 περίθαλψις παρέχεται υποχρεωτικώς υπό των παρ’ οις υπηρετούν οι υπάλληλοι οργανισμών. Τα του τρόπου παροχής της περιθάλψεως και καταβολής των νοσηλείων ορίζονται δια Π.Δ., εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Εσωτερικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών. 3.Από της επεκτάσεως της ασφαλίσεως του ΚΑΔΚΥ παύει αυτοδικαίως η κατά την παρ.1 εις το ΙΚΑ ασφάλισις κατά της ασθενείας και η κατά την παρ. 2 υποχρέωσις των οικείων οργανισμών. 4.Υφιστάμενα δικαιώματα εκλογής φορέως ασφαλίσεως κατά της ασθενείας δεν θίγονται υπό των διατάξεων του παρόντος, του οικείου ΟΤΑ υποχρεουμένου εις καταβολήν ασφαλιστικών εισφορών. (Αντί για τη σελ.140,433(β) Σελ.140,433(γ) Τεύχος 1425 Σελ. 19 ΄Αρθρον 122 ΄Εξοδα κηδείας Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως υποχρεούνται εις την καταβολήν των εξόδων κηδείας των αποθνησκόντων τακτικών υπαλλήλων, των της συζύγου και των τέκνων αυτών, εφ΄ όσον ταύτα προστατεύονται και συντηρούνται υπό του υπαλλήλου. Τα έξοδα ταύτα ορίζονται δια μεν τον υπάλληλον εις τας αποδοχάς τριών μηνών, δια δε την σύζυγον και τα τέκνα εις τας αποδοχάς δύο μηνών, μη δυνάμενα να υπερβαίνουν τας τεσσαράκοντα χιλιάδας δραχμάς. Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Κοινονικών Υπηρεσιών επιτρέπεται η αύξησις του χρηματικού τούτου ποσού. Με την 2024675/2861/0022/14 Απρ.-10 Μαΐου 1993 (ΦΕΚ Β΄ 332), απόφαση των Υπ. Εσωτερικών, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το ανώτατο όριο των εξόδων κηδείας στους τακτικούς υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. αυξήθηκε από 100.000 δρχ. σε 150.000 δρχ., ενώ με τη με αριθ. 001803/205/0022/13 Ιαν.-3 Φεβρ. 1997 (ΦΕΚ Β’65) Απ. Υπ. Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικον. και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το άνω χρηματικό ποσό αυξήθηκε σε 250.000 δρχ. ΄Αρθρον 123 Εκπαιδευτικαί άδειαι προς υπηρεσιακήν μετεκπαίδευσιν εν τη αλλοδαπή 1.Εις τακτικούς υπαλλήλους των κλάδων ΑΤ και ΑΡ έχοντας πενταετή τουλάχιστον πραγματικήν υπηρεσίαν και μη υπερβάντας το 40όν έτος της ηλικίας των, επιδείξαντας δε εξαιρετικήν επίδοσιν, δύναται να χορηγηθή επί τη αιτήσει των, υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, εκπαιδευτική άδεια δια την αλλοδαπήν, κατόπιν συμφώνου γνωμοδοτήσεως του υπηρεσιακού συμβουλίου, εν ή δέον να καθορίζεται η χώρα της Σελ. 140,434(γ) Τεύχος 1425 Σελ. 20 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων εκπαιδεύσεως, ής την γλώσσα οφείλει να κατέχη αποδεδειγμένως και αρτίως ο αιτών υπάλληλος και το πρόγραμμα της επιστημονικής ή τεχνικής εκπαιδεύσεως ή καταρτίσεως αυτού. Με την παρ.12 άρθρ. 12 Νόμ. 2130/22-23 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α΄ 62), κατωτ. αριθ. 98, ορίστηκε ότι «ο κατά την παρ. 1 του άρθρ. 123 του Νόμ.1188/1981 απαιτούμενος χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τη χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας μετεκπαίδευσης υπαλλήλων Ο.Τ.Α. στην αλλοδαπή ορίζεται τρία έτη. Η ρύθμιση αυτή έχει εφαρμογή από της ισχύος της παρ.7 του άρθρ.16 του Νόμ.1400/1983 «Τροποποίηση και συμπλήρωση υπαλληλικών διατάξεων» (ΦΕΚ Α΄ 156)», Τόμ. 2, σελ. 316,871. 2.Κατ΄εξαίρεσιν δύναται να τύχουν τοιαύτης αδείας και υπάλληλοι των κλάδων ΜΕ μόνον προς εξειδίκευσιν ή τελειοποίησιν αυτών. "3. Δεν μπορεί να χορηγηθεί σε υπάλληλο εκπαιδευτική άδεια, διάρκειας μεγαλύτερης των τριών (3) ετών συνολικά. Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.2 άρθρ.12 Νόμ. 2503/30-30 Μαΐου 1997 (ΦΕΚ Α’107), κατωτ. αριθ. 110. άρθρ. 5 και 6 του παρόντος, προκειμένου για το ειδικό ένστολο προσωπικό Δημοτικής Αστυνομίας, βλ. παρ.4 άρθρ. 19 Π.Δ. 23/5-7 Φεβρ. 2002 (ΦΕΚ Α’ 19), ανωτ. σελ. 52,5097. ΄Αρθρον 124 Δικαιώματα και υποχρεώσεις αδειούχων διαρκούσης της εκπαιδευτικής αδείας 1.Εις τους επί εκπαιδευτική αδεία αποστελλομένους εις την αλλοδαπήν παρέχονται πλήρεις αι αποδοχαί, ηυξημέναι εις το διπλάσιον και τα οδοιπορικά έξοδα, μεταβάσεως και επιστροφής, κατά τα ειδικώτερον δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών ορισθησόμενα. 2.Ο εν εκπαιδευτική αδεία υποχρεούται, επί ποινή ανακλήσεως, όπως κατά εξάμηνον δι΄ αναφοράς του, απ΄ ευθείας υποβαλλομένης μετά των σχετικών αποδεικτικών σπουδών, καθιστά ενήμερον τον εις ον ανήκει οργανισμόν, περί της πορείας της εκπαιδεύσεώς του. 3.Οι εν εκπαιδευτική αδεία υπάλληλοι τελούν υπό την εποπτείαν των κατά τόπους διπλωματικών ή προξενικών αρχών, αίτινες και υποχρεούνται να αναφέρουν καθ΄ εξάμηνον εις το Υπουργείον Εσωτερικών, περί της εν γένει πορείας της εκπαιδεύσεως και της καθόλου συμπεριφοράς των. 4.Ο εν εκπαιδευτική αδεία υπάλληλος δεν ανακαλείται προ της παρόδου του χρόνου της χορηγηθείσης αδείας, ειμή μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του υπηρεσιακού συμβουλίου. 5.Ο εκπαιδευόμενος υπάλληλος οφείλει, επανερχόμενος εκ της αδείας, να υποβάλη βεβαιώσεις και έκθεσιν περί της εκπαιδεύσεώς του. ΄Αρθρον 125 Υποχρεώσεις υπαλλήλων ληξάσης της εκπαιδευτικής αδείας. 1.Οι κατά το άρθρον 123 εκπαιδευόμενοι υποχρεούνται μετά την επάνοδόν των να υπηρετήσουν εις τον παρ΄ ω ανήκουν οργανισμόν επί χρόνον τριπλάσιον του χρόνου της εκπαιδεύσεώς των εις την αλλοδαπή. Την αυτήν αναλόγως υποχρέωσιν υπέχουν και οι προ της αποκτήσεως της υπαλληλικής ιδιότητος εκπαιδευθέντες χάριν αναλήψεως υπηρεσίας παρ΄ οργανισμώ τοπικής αυτοδιοικήσεως, ως και οι μετά την απόκτησιν αυτής μετεκπαιδευθέντες δαπάναις του Κράτους, ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως καθ΄ οιονδήποτε τρόπον και αν κατεβλήθησαν αύται. 2.Εν περιπτώσει αθετήσεως της κατά την προηγουμένην παράγραφον υποχρεώσεώς των, αφ΄ ενός μεν υποχρεούται να επιστρέψουν εντός τριμήνου εις τον οργανισμόν τοπικής αυτοδιοικήσεως τας ληφθείσας κατά τον χρόνον της αδείας των αποδοχάς και τα έξοδα μεταβάσεως και επανόδου, εφαρμοζομένων, εν αρνήσει των διατάξεων περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, αφ΄ ετέρου δε κωλύονται επί πενταετίαν να διορισθούν εις άλλην θέσιν παρά τω Δημοσίω ή οργανισμώ τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλω νομικώ προσώπω δημοσίου δικαίου ή παρ΄ ειδικώ λογαριασμώ ή ιδρύματι επιχορηγουμένω υπό του Δημοσίου ή παρά τινι των τραπεζών Ελλάδος, Εθνικής, Αγροτικής, Κτηματικής ή άλλη επιχειρήσει κοινής ωφελείας. ΄Αρθρον 126 Εκπαιδευτικαί άδειαι χάριν ανωτέρων εν τη αλλοδαπή σπουδών. 1.Εις τακτικούς υπαλλήλους τυχόντας υποτροφίας δια την παρακολούθησιν ανωτέρων εν τη αλλοδαπή σπουδών, δύναται να παρέχηται υπό του εκπροσωπούντος τον οικείον οργανισμόν, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του υπηρεσιακού συμβουλίου, εκπαιδευτική άδεια μετ΄ αποδοχών, δι΄ ίσον προς τον της υποτροφίας χρόνον, πάντως δε ουχί πέραν των τριών ετών. Υπό τους αυτούς όρους δύναται να παρέχηται εκπαιδευτική άδεια μετ΄ αποδοχών και εις μη τυχόντας υποτροφίας υπαλλήλους. Αι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 123 και των παρ.3, 4 και 5 του άρθρου 124 έχουν εφαρμογήν και εν προκειμένω. (Μετά τη σελ. 140,434(γ) Σελ. 140,4341 Τεύχος 1425 Σελ. 21 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 2.Οι τυχόντες εκπαιδευτικής αδείας κατά το παρόν άρθρον αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν υπηρεσίας παρά τω εις όν ανήκουν οργανισμώ επί χρόνον ίσον προς τον της αδείας ταύτης. Εν περιπτώσει αθετήσεως της τοιαύτης υποχρεώσεώς των ο χρόνος της εκπαιδευτικής ταύτης αδείας δεν λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας οι δε αθετήσαντες την υποχρέωσίν των κωλύονται επί πενταετίαν να διορισθούν εις τας εν άρθρω 125 παρ. 2 αναφερομένας θέσεις. 3.Αι διατάξεις των άρθρων 123, 124, 125 δεν εφαρμόζονται προκειμένου περί υποτροφιών παρεχομένων εις την Κυβέρνησιν υπό αλλοδαπών ή διεθνών οργανισμών δια μετεκπαίδευσιν υπαλλήλων. Εις την περίπτωσιν αθετήσεως των αναληφθεισών υποχρεώσεων έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις της παρ, 2 του άρθρου 125. ΄Αρθρον 127 Μετεκπαίδευσις και επιμόρφωσις εν τη ημεδαπή. Αι προβλέπουσαι την μετεκπαίδευσιν και επιμόρφωσιν εν τη ημεδαπή ειδικαί διατάξεις δεν θίγονται υπό του παρόντος. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄ ΜΕΤΑΒΟΛΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ ΄Αρθρον 128 Ατομικοί, φάκελλοι υπαλλήλων. 1.Δια την ορθήν και ενιαίαν εφαρμογήν των οικείων διατάξεων, περί καταστάσεων του εις τον παρόντα κώδικα υπαγομένου προσωπικού, η αρμοδία επί θεμάτων προσωπικού υπηρεσιακή μονάς υποχρεούται, όπως τηρή δι΄ έκαστον υπάλληλον ίδιον ατομικόν φάκελλον. 2.Ο ατομικός φάκελλος του υπαλλήλου περιλαμβάνει εν πρωτοτύπω άπαντα τα ατομικώς αφορώντα εις τον υπάλληλον έγγραφα τα αναφερόμενα ες την εν γένει υπηρεσιακήν, οικογενειακήν και περουσιακήν κατάστασιν τούτου. Σελ. 140,4342 Τεύχος 1425 Σελ. 22 3.Πάντα τα έγγραφα ταύτα ταξινομούνται εις υποφακέλλους τοποθετουμένους εις τον ατομικόν φάκελλον υπό τα εξής στοιχεία και τίτλους: Α΄ Τυπικά προσόντα. Β΄ Ηθος. Γ΄ Οικογενειακή-περιουσιακή κατάστασις. Δ΄ Υπαλληλική σταδιοδρομία. Ε΄ Ηθικαί αμοιβαί-ποιναί. ΣΤ΄ ΄Εκθεσις ουσιαστικών προσόντων. Ζ΄ ΄Αδειαι-νοσηλεία. Η΄ Διάφορα. 4.Τα εν εκάστω υποφακέλλω περιεχόμενα έγγραφα καταχωρίζονται εις την άνω αριστεράν σελίδα του περιβλήματος αυτού, άμα τη τοποθετήσει των εν τω υποφακέλλω. 5.Εις περιπτώσεις καθ΄ άς συντρέχει εφαρμογή του άρθρου 167 του παρόντος, τα εν τω υποφακέλλω «Ε» έγγραφα τα σχετικά προς τας διαγραφομένας ποινάς αποσύρονται, τοποθετούμενα εις το γενικόν αρχείον. Αποσύρεται ωσαύτως το περίβλημα του υποφακέλλου τούτου, τοποθετουμένου εις το αυτό αρχείον. Το αποσυρόμενον περίβλημα αντικαθίσταται δια νέου, εις ο καταχωρίζονται, κατά τα εν παρ. 3 του παρόντος άρθρου οριζόμενα τα εναπομείναντα εν τω υποφακέλλω έγγραφα. 6.Τα εκάστοτε αναγκαία εκ των στοιχείων τούτων τίθενται μερίμνη του προϊσταμένου των κατά την παρ. 1 υπηρεσιακών μονάδων, υπ΄ όψιν των υπηρεσιακών και πειθαρχικών συμβουλίων, ως και παντός ετέρου αρμοδίου οργάνου, δια την διενέργειαν των προαγωγών κατά το άρθρον 139 του παρόντος, ως και δια την διενέργειαν οιασδήποτε ετέρας πράξεως μεταβολής της υπηρεσιακής καταστάσεως του υπαλλήλου. 7.Οι προϊστάμενοι των υπηρεσιών προσωπικού φέρουν την ευθύνην της τηρήσεως, ασφαλούς φυλάξεως και συνεχούς ενημερώσεως των συγκροτούντων το σύστημα στοιχείων, η δε παράλειψις των υποχρέων συνιστά το κατά το άρθρον 165 παρ. 1 περ. ιβ΄ του παρόντος πειθαρχικόν αδίκημα. 3.Β.β.80 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων Πίνακες αρχαιότητος Άρθρον 129.-(Καταργήθηκε από το άρθρ. 29 Νόμ.1586/26 Μαρτ.-1 Απρ.1986, ΦΕΚ Α΄ 37, (τομ. 2Α σελ. 316, 893). ΄Αρθρον 130 ΄Εκθεσις ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων 1.Τα περί ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων στοιχεία καταχωρούνται εις την «έκθεσιν ουσιαστικών προσόντων» συντασσομένην, κατ΄ έτος και μέχρι τέλους Ιανουαρίου το αργότερον, βάσει ενιαίου υποδείγματος κατά κλάδους τακτικών υπαλλήλων, ως και μη τακτικών τοιούτων, κατά τα εκάστοτε ισχύοντα επί δημοσίων υπαλλήλων. Δι΄ αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών καθορίζεται η διαδικασία γνωστοποιήσεως του περιεχομένου των εκθέσεων. 2.Αι κατά την παρ. 1 εκθέσεις ουσιαστικών προσόντων χρησιμοποιούνται δια την κατά το άρθρον 139 παρ. 3 του παρόντος συναγωγήν της κρίσεως των προακτέων και μη, ως και δια πάσαν ετέραν περίπτωσιν υπηρεσιακής αξιολογήσεως των ικανοτήτων του υπαλλήλου. 3.Εντός δεκαημέρου από της κατά την παρ.1 γνωστοποιήσεως του περιεχομένου της εκθέσεως δύναται ο υπάλληλος να ζητήση την διαγραφήν ή τροποποίησιν αυτής ως προς τα τυχόν διαλαμβανόμενα εν αυτή αντικειμενικώς εις βάρος αυτού ανακριβή γεγονότα δι΄ αιτήσεως υποβαλλομένης εις το οικείον υπηρεσιακόν συμβούλιον. ΄Αρθρον 131 Τοποθέτησις-Μετακίνησις 1.Η τοποθέτησις των το πρώτον διοριζομένων ενεργείται δι΄ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. 2. Επιτρέπεται η μετακίνησις του υπαλλήλου εκ της υπηρεσίας, εις ην ετοποθετήθη εις ετέραν εν τω αυτώ οργανισμώ, εφ΄ όσον αύτη ενεργείται εις ισόβαθμόν θέσιν και εφ΄όσον δια την κατάληψιν της εις ην ο υπάλληλος μετακινείται θέσεως απαιτούνται τα αυτά τυπικά προσόντα, άτινα απαιτούνται και δια την κατάληψιν της θέσεως, αφ΄ ής ούτος μετακινείται. Η μετακίνησις ενεργείται δι΄ αποφάσεως του αρμοδίου προς διορισμόν οργάνου. ΄Αρθρον 132 Μετάταξις εις άλλον δήμον ή κοινότητα 1.Επιτρέπεται η μετάταξις υπαλλήλου (μέχρι και του 6 ου βαθμού) από δήμου εις δήμον, ή εις ίδρυμα ή εις νομικόν πρόσωπον του αυτού δήμου και τανάπαλιν. «Η μετάταξη ενεργείται με αίτηση υπαλλήλου σε αντίστοιχη κενή οργανική θέση, με απόφαση του αρμοδίου για το διορισμό οργάνου του Ο.Τ.Α. υποδοχής, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Η μέσα σε ( ) φράση διαγράφτηκε από παρ. 3 άρθρ. 30 Π.Δ.37α/26 Ιαν.-4 Φεβρ.1987 (ΦΕΚ Α΄11) (κατωτ. αριθ. 85). Το μέσα σε « » δεύτερο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 20 αρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ 113), κατωτ. αριθ. 103. «2. Η απόφαση για τη μετάταξη εκδίδεται από το αρμόδιο για διορισμό όργανο του Ο.Τ.Α. στον οποίο μετατάσσεται ο υπάλληλος, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου για διορισμό οργάνου του Ο.Τ.Α. από τον οποίο μετατάσσεται ο υπάλληλος και των οικείων υπηρεσιακών συμβουλίων». Η παρ. 2, που είχε αντικατασταθεί από την παρ.21 άρθρ.8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α’113) κατωτ. αριθ. 103, αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από την παρ. 3 άρθρ.12 Νόμ.2503/30-30 Μαΐου 1997 (ΦΕΚ Α’ 107), κατωτ. αριθ. 110. 3. «Κατά τη διαδικασία και τις προυποθέσεις των παρ. 1 και 2 επιτρέπεται η μετάταξη με αίτηση του υπαλλήλου από κοινότητα σε κοινότητα». Η παρ. 3, που είχε τροποποιηθεί με την παρ. 7 άρθρ.26, Νόμ. 2130/22-23 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α’ 62), ανωτ. σελ. 52,295 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.21 άρθρ. 8 Νόμ. 2307/8-15 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Α’ 113), κατωτ. αριθ. 103. 4.Ο μετατασσόμενος δέον να κέκτηται τα προσόντα της θέσεως εις την οποίαν μετατάσσεται. 5.Υπό τας προϋποθέσεις και την διαδικασίαν των προηγουμένων παραγράφων επιτρέπεται και η αμοιβαία μετάταξις. Εν τη περιπτώσει ταύτη αι υπό των μετατασσομένων κατεχόμεναι θέσεις λογίζονται, δια την εφαρμογήν της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, κεναί. (Αντί για τη σελ. 140,435(ε) Σελ. 140,435(στ) Τεύχος 1425 Σελ. 23 Κατάσταση Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων 3.Β.β.80 «6.Κατεξαίρεση αυτών που ορίζονται στην παρ. 3 επιτρέπεται μετάταξη υπαλλήλου χωρίς αίτησή του από κοινότητα σε κοινότητα του ίδιου νομού, αν κατά την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου υπηρετούν δύο ή περισσότεροι υπάλληλοι ύστερα από συγχώνευση κοινοτήτων ή λόγω επαναφοράς είτε κατά τις διατάξεις του ΝΔ. 76/1974 (ΦΕΚ Α΄ 266), του νόμ. 193/75 (ΦΕΚ Α΄ 223) και του άρθρ. 12 του Νόμ. 1232/82 είτε σε εκτέλεση απόφασης διοικητικού δικαστηρίου. Η μετάταξη αυτή γίνεται όταν οι οικονομικές δυνατότητες, σε συνδυασμό με τις υπηρεσιακές ανάγκες της κοινότητας στην οποία υπηρετεί, δεν δικαιολογούν να υπηρετούν όλοι σε αυτή. Η θέση που κατείχε αυτός που μετατάσσεται καταργείται αυτοδικαίως με τη μετάταξή του. Κατά τα λοιπά για τη μετάταξη αυτή εφαρμόζεται η διαδικασία, που προβλέπουν οι διατάξεις των παρ. 1 μέχρι και 3 αυτού του άρθρου». Η παρ. 6 προστέθηκε από την παρ.5 άρθρ. 65 Νόμ. 1416/18-21 Φεβρ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 18) (κατωτ. αριθ.82). «7.Με τις προυποθέσεις και τη διαδιακασία των παρ. 1-4 του παρόντος άρθρου επιτρέπεται η μετάταξη υπαλλήλου από δήμο σε κοινότητα και αντίστροφα. 8.Σε περίπτωση μετάταξης υπαλλήλου από δήμο ή κοινότητα του Α΄ μέρους, σε κοινότητα του Β΄ μέρους του παρόντος, η βαθμολογική του εξέλιξη δεν μπορεί να είναι ανώτερη του καταληκτικού βαθμού στον οποίο εξελίσσεται το προσωπικό των κοινοτήτων του Β΄ μέρους. Οι παρ. 7 και 8 προστέθηκαν από την παρ. 2 άρθρ. 12 Νόμ. 2130/22-23 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α΄ 62), κατωτ. αριθ. 98. Σελ. 140,436(στ) Τεύχος 1425 Σελ. 24 «9.Μετάταξη υπαλλήλου δήμου ή κοινότητας ή ιδρύματος ή νομικού προσώπου ή συνδέσμου ή συμβουλίου περιοχής σε άλλο δήμο ή κοινότητα ή ίδρυμα δήμου ή κοινότητας ή νομικό πρόσωπο ή σύνδεσμο ή συμβούλιο περιοχής, επιτρέπεται, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων του άρθρου αυτού και εφ΄ όσον υφίσταται αντιστοιχία των διατάξεων συνταξιοδότησης του μετατασσόμενου υπαλλήλου προς τις διατάξεις του προσωπικού του φορέα στον οποίο γίνεται η μετάταξη, επιφυλασσομένων των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου αυτού. «Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω μπορεί με απόφαση των αρμοδίων προς διορισμό οργάνων, υπάλληλος δήμου ή κοινότητας ή ιδρύματος ή δημοτικού ή κοινοτικού νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή συνδέσμου, να μεταταγεί σε άλλο δήμο ή κοινότητα σε ίδρυμα ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου του ίδιου ή άλλου δήμου ή κοινότητας με τη μεταφορά της θέσης».Ο μετατασσόμενος διατηρεί το συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό καθεστώς που κατείχε πριν τη μετάταξή του». Η παρ.9, που είχε προστεθεί με την παρ. 2
264
1. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 248 της 30/30 Δεκ. 1967 (ΦΕΚ Α΄ 243) Περί συστάσεως «Ενιαίου Δημοσιογραφικού Οργανισμού Επικουρικής Ασφαλίσεως και Περιθάλψεως», ως και άλλων τινών διατάξεων. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ Σύστασις Οργανισμού ΄Αρθρ.1.-Από 1ης Ιαν. 1968 η επικουρική ασφάλισις των μελών των υφισταμένων Ενώσεων: α) Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών β) Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας Θράκης, γ)Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και δ)Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλονίκης, ως αύτη εν άρθρ. 3 του παρόντος ορίζεται, ασκείται υφ’ ενιαίου φορέως. Προς τούτο και κατά τας εν τοις επομένοις ειδικώτερον οριζόμενα, συνιστάται Οργανισμός, υπό τον τίτλον «Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικουρικής Ασφαλίσεως και Περιθάλψεως», όστις, εδρεύων εν Αθήναις και διοικούμενος υπό Συμβουλίου αντιπροσωπευτικής συνθέσεως, θέλει ασκή εν τω μέλλοντι αποκλειστικώς την κατά τον παρόντα Νόμον ασφάλισιν. ΄Αρθρ.9.-1.΄Απαντες οι, παρά τινι των εν παρ. 3 του προηγουμένου άρθρου του παρόντος Νόμου αναφερομένων Οργανισμών ή Ταμείων υπηρετούντες, κατά την δημοσίευσιν του παρόντος Νόμου, μισθωτοί, οι συνδεόμενοι μετ’ αυτών δια συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου ή ωρισμένου τοιούτου, λήγοντος μετά την 31ην Ιαν. 1968 υποχρεούνται όπως, μέχρι της χρονολογίας ταύτης, δηλώσωσιν εγγράφως προς τε τον παρ’ ω υπηρετούσιν Οργανισμόν και τον δια του παρόντος συνιστώμενον, εάν επιθυμώσιν ή ου, όπως αναλάβωσιν υπηρεσίαν παρ’ αυτώ. Παρερχομένης της τοιαύτης προθεσμίας άνευ υποβολής υπό των ως άνω μισθωτών δηλώσεως, η εν περιπτώσει αρνητικής δηλώσεως, θεωρούνται ούτοι αυτοδικαίως απολυθέντες και καταβάλλεται εις μεν τους δια συμβάσεως εργασίας ωρισμένου χρόνου συνδεομένους, ως αποζημίωσις, ο μισθός ενός μηνός, εις δε τους επ’ αορίστω χρόνω υπηρετούντας ή νόμιμος τοιαύτη, ουχί όμως και μείζων των αποδοχών δύο μηνών. Η υπό του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. πρόσληψις των υποβαλόντων καταφατικήν δήλωσιν μισθωτών είναι δυνητική, εφ’ όσον δε δεν ήθελε πραγματοποιηθή αύτη, καταβάλλεται εις τους ουτωσί απολυομένους, ως αποζημίωσις, ο μισθός μεν ενός μηνός, εν περιπτώσει διαλύσεως του παρ’ ω ούτοι υπηρέτουν Οργανισμού και εφ’ όσον η σύμβασις εργασίας ήτο ωρισμένου χρόνου, η νόμιμος δε τοιαύτη εις πάσαν ετέραν περίπτωσιν. Σελ. 820,02(α) Τεύχος 688- Σελ. 78 2.Υπόχρεως προς καταβολήν της κατά την προηγουμένην παράγραφον αποζημιώσεως είναι εν μεν τη περιπτώσει του εδαφ. β΄ αυτής, ο διαλυόμενος ή συγχωνευόμενος Οργανισμός, εν δε τη εν εδαφ. γ΄ ο Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. ΄Αρθρ.10.-1.Αι εν άρθρ. 1 του παρόντος αναφερόμεναι Οργανώσεις, εις ων τα μέλη παρέχεται η κατά τούτον ασφάλισις, υποχρεούνται, όπως εισφέρωσιν εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., εφ’ άπαξ, χρηματικόν ποσόν, ως κάτωθι, επιφυλασσομένης και της διατάξεως της παρ. 6 του άρθρ. 8 του παρόντος. α)Η ΄Ενωσις Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (Ε.Σ.Η.Ε.Α.) δραχ. 13.000.000. β)Η ΄Ενωσις Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλονίκης δραχ. 1.000.000. γ)Η Ένωσις Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών δραχ. 4.000.000. δ)Η Ένωσις Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλονίκης δραχ. 300.000. 2.Η προς τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. μεταβίβασις των εν τη προηγουμένη παραγράφω ποσών ενεργείται δια καταθέσεως παρά τη Εθνική Τραπέζη της Ελλάδος εις κεχωρισμένον, επ’ ονόματι του ως άνω Οργανισμού, λογαριασμόν. 3.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως δύναται να ρυθμίζεται εκάστοτε ο χρόνος καταβολής των ως άνω εισφορών κεχωρισμένως υφ’ εκάστης των υποχρέων οργανισμών, ο τρόπος αυτής, δυναμένης να ενεργηθή και εις δόσεις, ως επίσης και πάσα ετέρα αναγκαία λεπτομέρεια. 4.Προς πραγμάτωσιν του εν τω παρόντι άρθρω σκοπού, αι υποκείμεναι εις την περί ης τούτο εισφοράν Οργανώσεις, υποχρεούνται όπως, επί τη αιτήσει του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., παρέχωσι πάσαν αναγκαίαν πληροφορίαν περί των παρ’ αυταίς υπαρχόντων διαθεσίμων κεφαλαίων. Την αυτήν υποχρέωσιν υπέχουσιν, προκειμένου περί τοιούτων κεφαλαίων, και αι Τράπεζαι ή άλλοι Πιστωτικοί Οργανισμοί, απαλλασσόμενοι επί τούτω πάσης τυχούσης δεσμεύσεως εξ απορρήτου. 39.Ι.β.1 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 252 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ ΄Ετεραι διατάξεις ΄Αρθρ.11.-Από της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως του παρόντος: 1ον)Το κατά τας διατάξεις του άρθρ. 3 εδάφ. δ΄ του Ν.Δ. 465/1941 ως αύται συνεπληρώθησαν και αντικατεστάθησαν υπό του άρθρ. 3 παρ. 1 εδάφ. ε΄ του Ν.Δ. 1151/42, του άρθρ. 36 παρ. 1 του Ν.Δ. 158/46, του άρθρ. 1 παρ. 6 του Νόμ. 1872/51, του άρθρ. 8 παρ. 1 εδάφ. α΄ του Ν.Δ. 3572/56 και του άρθρ. 14 παρ. 2 του Νόμ. 4041/60, αγγελιόσημον εκ 15% επί των δημοσιευομένων εις τας ημερησίας εφημερίδας Αθηνών διαφημίσεων προσαυξάνεται εις 20%, επεκτεινόμενον και επί του τιμήματος παντός εν αυταίς επί πληρωμή δημοσιεύματος. 2ον)Το επί του τιμήματος των διαφημίσεων των δημοσιευομένων εις τας ημερησίας εφημερίδας Θεσσαλονίκης, κατά το άρθρ. 3 του Νόμ. 1872/1951 και άρθρ. 6 παρ. 1 του αυτού Νόμου, ως τούτο ετροποποιήθη δια του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 3616/1956, αγγελιόσημον εκ 12% προσαυξάνεται εις 16%, επεκτεινόμενον και επί του τιμήματος των επί πληρωμή παντός είδους δημοσιευμάτων των αυτών εφημερίδων. 3ον)Επιβάλλεται αγγελιόσημον εξ 20% επί του τιμήματος πάσης διαφημίσεως γιγνομένης δια των εκπομπών του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων. ΄Αρθρ.12.-1.«Το προϊόν του κατά το προηγούμενον άρθρον αγγελιοσήμου, εισπραττόμενον αμέσως, δι’ υποχρεωτικής προσθήκης του αναλογούντος ποσού εις τον λογαριασμόν πάσης κατά τα ανωτέρω διαφημίσεως ή δημοσιεύματος, άνευ χορηγήσεως οιασδήποτε πιστώσεως χρόνου και δη άμα τη παραδόσει της διαφημίσεως ή του δημοσιεύματος εις το Λογιστήριον της Εφημερίδος ή του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων, κατατίθεται, επιμελεία των αρμοδίων διαχειριστών, παρά τη Εθνική Τραπέζη της Ελλάδος, εντός τεσσαράκοντα πέντε ημερών από του τέλους του μηνός της πραγματοποιήσεώς του, εις Ειδικόν Λογαριασμόν, υπό τον τίτλον «Λογαριασμός Αγγελιοσήμου Ημερησίων Εφημερίδων και Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων» και υπέρ των κάτωθι δικαιούχων Οργανισμών, εις ους περιέρχεται τούτο, καταργουμένης πάσης αντιθέτου διατάξεως Νόμου, άλλως διαθετούσης το ως άνω έσοδον. α)Εκ του προϊόντος του αγγελιοσήμου και του ποσοστού επί του τιμήματος παντός επί πληρωμή δημοσιεύματος, των Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, περιέχονται: τα 13% εις την ΄Ενωσιν Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, τα 4% εις την ΄Ενωσιν Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, αμφότερα διατιθέμενα περαιτέρω ως εν παρ. 3 του παρόντος άρθρου ορίζεται, και τα υπόλοιπα 3% εις το Ταμείον Ασφαλίσεως Εργατών Τύπου Αθηνών. β)Εκ του προϊόντος του αγγελιοσήμου και του ποσοστού επί του τιμήματος παντός επί πληρωμή δημοσιεύματος των Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλονίκης, τα 14% περιέρχονται εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., τα υπόλοιπα δε 2% εις τον Λογαριασμόν Προνοίας του Κλάδου Ασφαλίσεως Εργατών Τύπου Θεσσαλονίκης, διατιθέμενα δια τον κλάδον ασφαλίσεως. γ)Εκ του προϊόντος του αγγελιοσήμου του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων τα 10% περιέρχονται εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., τα 5% εις συσταθησόμενον Οργανισμόν Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων του Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων και μέχρι συστάσεως τούτου υπέρ του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, τα 2% εις το Ταμείον Ασφαλίσεως Εργατών Τύπου Αθηνών (1% δια σύνταξιν και 1% δι’ επικούρισιν), το έν τοις εκατόν εις την ένωσιν Εφημεριδοπωλών Αθηνών, το 1% εις την ΄Ενωσιν Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Πελοποννήσου-Ηπείρου-Νήσων, και το 1% εις την Ένωσιν Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδος και Ευβοίας». Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 5 Ν.Δ. 1344/1973 (κατωτ. αριθ. 6). 2.Η κατά τα άνω κατανομή του προϊόντος του εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου λογαριασμού μεταξύ των δικαιούχων Οργανώσεων, ενεργείται ανά τριμηνίαν υπό της παρ’ η υφίσταται ούτος Τραπέζης, υποχρεουμένης όπως προβαίνη εις σχετικήν ανακοίνωσιν προς τους ενδιαφερομένους και παρέχη παν σχετικόν στοιχείον. 3.Ευθύς εν ενεργηθή η κατά την προηγουμένην παράγραφον κατανομή των εξ αγγελιοσήμου εσόδων, η Τράπεζα υποχρεούται, όπως το εξ αυτών ανήκον τη Ενώσει Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και τη Ενώσει Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών ποσοστόν μεταφέρη επ’ ονόματι του Ε.Δ.Ο.Α.Ε.Π. εις τον κατά τον παρόν άρθρον λογαριασμόν αυτού. ΄Αρθρ.13.-1.Η ΄Ενωσις Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών δια του εν παρ. 3 του άρθρ. 6 του παρόντος Νόμου πόρου, των εκ της κινητής και ακινήτου περιουσίας της εσόδων, ως και της μηνιαίας συνδρομής των μελών αυτής θέλει επιτελή τους εκ της κειμένης νομοθεσίας τεταγμένους αυτή εθνικούς, κοινωνικούς και εκπολιτιστικούς σκοπούς. 2.Αι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος υφιστάμεναι δανειακαί υποχρεώσεις της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, μετά τας γενομένας παρ’ αυτής καταβολάς τοκοχρεωλυτικών δόσεων, αι απορέουσαι: α)Εκ των υπ’ αριθ. 49789/1950, 60648/1953, 63497/1954, 65188/1955, 66477/1956, 69273/1956 και 111572/1959 συμβολαίων του συμβολαιογράφου Αθηνών Δήμου Δημοκωστούλα, περί δανεισμού παρά της Εθνικής Κτηματικής Τραπέζης της Ελλάδος δια σκοπούς στεγαστικούς. β)Εκ του υπ’ αριθ. 3895 της 13 Δεκ. 1962 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Καλλιθέας Παναγιώτου Κωσάκη, συνάψεως δανείου ποσού (Αντί για τη σελ. 820,03(γ) Σελ. 820,03(δ) Τεύχος Ι-51 Σελ. 111 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 39.Ι.β.1 253 δραχ. 4.600.000 εκ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και «γ.Εκ της υπό χρονολογίαν 2 Δεκ. 1957 συμβάσεως συνάψεως δανείου υπό του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Αθηναϊκών Εφημερίδων, υποκατασταθέντος δυνάμει του υπ’ αριθ. 726/65 Β.Δ/τος υπό του «Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης», αναλαμβάνονται, τηρουμένων πάντων των λοιπών συμφωνηθέντων όρων, υπό του μετά την κατάργησιν του Λαχείου Συντακτών ιδρυθέντος δια του υπ’ αριθ. 143/1967 Αναγκ. Νόμου «Κρατικού Λαχείου Κοινωνικής Αντιλήψεως», καθισταμένου αυτοδικαίως οφειλέτου εξ αναδοχής, επί απαλλαγή της Ε.Σ.Η.Ε.Α. Τα ανωτέρω ποσά κεφαλαιοποιούμενα, θέλει εξοφλήσει ατόκως η Ε.Σ.Η.Ε.Α. προς το Κρατικόν Λαχείον Κοινωνικής Αντιλήψεως, διαθέτουσα προς τούτο 10% των ετησίων προσόδων της». Η περίπτ. γ΄ αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 3 Νόμ. 712/1977 (κατωτ. αριθ. 11). 3.΄Αμα τη δημοσιεύσει του παρόντος, υποχρεούνται οι μεν περί ων η προηγουμένη παράγραφος πιστωταί της Ε.Σ.Η.Ε.Α. Οργανισμοί, όπως μεταφέρωσι τα ανωτέρω χρέη αυτής εις χρέωσιν του Κρατικού Λαχείου Κοινωνικής Αντιλήψεως, οι δε αρμόδιοι φύλακες Μεταγραφών όπως, επί τη απλή εγγράφω συναινέσει των τοιούτων ενυποθήκων δανειστών της Ε.Σ.Η.Ε.Α. προβώσιν εις την άρσιν των υποθηκών, αίτινες βαρύνουσι τα υπό ταύτης, προς εξασφάλισιν της εξοφλήσεως των πραγματοποιηθέντων δανείων, διατεθέντα επί υποθήκη ακίνητα. 4.Από της ισχύος του παρόντος, πάσα μέλλουσα μεταβίβασις κυριότητος διαμερίσματος παρά της Ενώσεως Συντακτών Η.Ε.Α. προς μέλη αυτής, δικαιούμενα στεγάσεως κατά το εφαρμοσθέν στεγαστικόν πρόγραμμα, χωρεί μετά την ολοσχερή υπό του δικαιούχου εξόφλησιν της αξίας του διαμερίσματος. 5.Τα μετά την παρέλευσιν της ενιαυσίας αποκλειστικής προθεσμίας της παρ. 2 του άρθρ. 52 του Α.Ν. 1093/38 «περί Δημοσιογραφικών Οργανώσεων» παραγραφόμενα εν γένει κέρδη του Λαχείου Συντακτών εκδόσεως 1966, περιέρχονται εις την ΄Ενωσιν Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, το προϊόν δε αυτών διατίθεται αποκλειστικώς δια την κάλυψιν των εκ της παρ’ αυτής διαχειρίσεως του Λαχείου Συντακτών προκυψασών υποχρεώσεών της. ΄Αρθρ.14.-1.Από της 1ης Ιαν. 1968 η υπέρ του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών-Θεσσαλονίκης εισφορά των παρ’ αυτώ ησφαλισμένων προσαυξάνεται εις 8 1/2%. Σελ. 820,04(δ) Τεύχος Ι-51 Σελ. 112 2.Το εν παρ. 1 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 4547/1966, ως αύτη αντικατεστάθη δια της παρ. 1 του άρθρ. 12 του Ν.Δ. 4577/1966, οριζόμενον ειδικόν τέλος εκ 15% εφ’ εκάστου τιμολογίου διαφημίσεως ή διαφημιστικής εκπομπής του ΕΙΡ ή αλλαχού λειτουργούντων Ραδιοφωνικών Σταθμών αυτού, ως και των σταθμών τηλοψίας αυξάνεται από της ισχύος του παρόντος, εις 20%. 3.(Αντικαθίσταται το εδάφ. β΄ της παρ. 1 του αυτού ως άνω άρθρ. 12 του Ν.Δ. 4577/1966 κατωτ. σελ. 932,03). 4.Πάσα νέα ημερησία εφημερίς, εκδιδομένη μετά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος, υποχρεούται εις την καταβολήν παραβόλου, εκ δραχμών μεν 50.000 προκειμένου περί εφημερίδος εκδοθησομένης εν Αθήναις, εκ δραχ. 30.000 περί εφημερίδος εκδοθησομένης εν Θεσσαλονίκη και εκ δραχ. 10.000 προκειμένου περί τοιαύτης εις επαρχιακάς πόλεις άνω των είκοσι χιλιάδων κατοίκων. 5.Το ως άνω παράβολον, αποτελεί έσοδον του Ενιαίου Δημοσιογραφικού Οργανισμού Επικουρικής Ασφαλίσεως και Περιθάλψεως, εις ον και περιέρχεται τούτο, κατατιθέμενον εις τον εν άρθρ. 13 του παρόντος Νόμου λογαριασμόν. ΄Αρθρ.15.-1.Από της δημοσιεύσεως του παρόντος επιβάλλεται αγγελιόσημον εξ 20% επί του τιμήματος εκάστης διαφημίσεως ή παντός επί πληρωμή δημοσιεύματος καταχωριζομένων εις μη ημερησίαν εφημερίδα εκδιδομένην εν Αθήναις και Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με την παρ. 4 άρθρ. 27 Νόμ. 1759/ 1988 (ΦΕΚ Α΄ 50), (τόμ. 15Β Ι , σελ. 70,866) οι διατάξεις της άνω παρ. 1 εφαρμόζονται και για τις μη ημερήσιες εφημερίδες, των οποίων έστω και μία από τις δραστηριότητές τους πραγματοποιείται μέσα στο Νομό Αττικής ή την επαρχία Θεσσαλονίκης ή κυκλοφορούν δια μέσου πρακτορείου Αθήνας ή Θεσσαλονίκης. 2.Ως «μη ημερησία Εφημερίς» λογίζεται εν τη εννοία της προηγουμένης παραγράφου, παν έντυπον περιοδικώς κυκλοφορούν υφ’ οιανδήποτε μορφήν ή εμφάνισιν. 3.«Το προϊόν του ως άνω αγγελιοσήμου, εισπραττόμενον κατά τα εν άρθρ. 12 του παρόντος οριζόμενα, κατατίθεται εις ίδιον λογαριασμόν παρά τη Εθνική Τραπέζη της Ελλάδος υπό τον τίτλον «Λογαριασμός Αγγελιοσήμου Περιοδικού Τύπου», εντός 45 ημερών από του τέλους του μηνός της πραγματοποιήσεώς του, διατίθεται δε δια κοινής αποφάσεως του Πρωθυπουργού, ως Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως και του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, υπέρ κοινωνικοασφαλιστικών ή άλλων σκοπών επ’ ωφελεία των απασχολουμένων εν γένει εις τον τύπον. Δια της παρ. 2 του άρθρ. 8 Ν.Δ. 1344/1973 (κατωτ. αριθ. 6) ωρίσθη εις 3 μήνας από της δημοσιεύσεως τούτου η αναφερομένη προθεσμία εν παρ. 1 του άρθρου μόνου Ν.Δ. 285/1969. 39.Ι.β.1 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 254 Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως και αι συναφείς διατάξεις της πρώτης περιόδου της παρ. 1 του άρθρ. 12 του παρόντος». Η παρ. 3 ετροποποιήθη αφ’ ης ίσχυσεν ως άνω δια της παρ. 1 άρθρου μόνου Ν.Δ. 285 της 8/11 Σεπτ. 1969 (ΦΕΚ Α΄ 182), ορίζοντος εν παρ. 2 ότι «οφειλαί εξ αγγελιοσήμου αναγόμεναι εις το χρονικόν διάστημα μέχρι της ισχύος του παρόντος, εξοφλούνται εφ’ όσον δεν έχουν κατατεθή εις τον «Λογαριασμόν Αγγελιοσήμου Περιοδικού Τύπου» ή εις δεσμευμένην κατάθεσιν παρά τη Τραπέζη, ατόκως εις 24 ίσας μηνιαίας δόσεις της πρώτης καταβλητέας εντός του μεθεπομένου μηνός από της δημοσιεύσεως του παρόντος». 4.Η μη εμπρόθεσμος κατάθεσις του αγγελιοσήμου τούτου, πλην των εν τω παρόντι προβλεπομένων ποινικών κυρώσεων, συνεπάγεται ταυτοχρόνως εν περιπτώσει αμετακλήτου καταδίκης, και την διακοπήν της χορηγήσεως ατελούς δημοσιογραφικού χάρτου εις το έντυπον επί χρονικήν περίοδον προσδιοριζομένην δι’ αποφάσεως του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως, εξουσιοδοτουμένου προς τούτο δια του παρόντος. Δια τας οφειλάς εξ αγγελιοσήμου βλ. και ΄Αρθρ.2.-1.Ο δια του παρόντος συνιστώμενος «Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικουρικής Ασφαλίσεως και Περιθάλψεως», (εφ’ εξής δε συντετμημένως «Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π.»), τελών υπό την εποπτείαν του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως, αποτελεί Νομικόν Πρόσωπον Ιδιωτικού Δικαίου, διεπόμενον υπό των διατάξεων του Καταστατικού αυτού, του παρόντος Νόμου και των περί αλληλοβοηθητικών Σωματείων κειμένων τοιούτων. 2.Το Καταστατικόν του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., θέλει συνταγή ως εν άρθρ. 7 του παρόντος ορίζεται. άρθρ. 3 Νόμ. 38/1975 (τόμ. 15Β 1 σελ. 18, 0043) ΄Αρθρ.16.-(Τροποποιηθέν δια των Ν.Δ. 752/1970 και 262/1973, κατωτ. αριθ. 5 και 7, κατηργήθη δια του Νόμ. 514/1977, κατωτ. αριθ. 9). Ποινικαί διατάξεις ΄Αρθρ.17.-1.Πας, κατά τα άρθρ. 12 και 15 του παρόντος, υπόχρεως προς άμεσον είσπραξιν των εν αυτοίς αναφερομένων πόρων, μη πράττων τούτο, τιμωρείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών και δια χρηματικής ποινής τουλάχιστον 10.000 δραχμών. Ο δ’ εις κατάθεσιν των αυτών πόρων υπόχρεως, παραλείπων όπως ενεργήση αυτήν εμπροθέσμως, κατά τα εν τοις ιδίοις άρθροις οριζόμενα, τιμωρείται επί υπεξαιρέσει δια της εν παρ. 2 του άρθρ. 1 του Α.Ν. 86/1967 οριζομένης ποινής. Κατ’ αμφοτέρας τας εν τω προηγουμένω εδαφίω περιπτώσεις οι διευθυνταί, εκδόται και λογισταί των εφημερίδων και λοιπών εντύπων και οι οικονομικοί υπάλληλοι του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων ως και οι άμεσοι προϊστάμενοι τούτων, λογίζονται, διώκονται και τιμωρούνται ως συναυτουργοί, συμφώνως τω άρθρ. 45 του Ποινικού Κώδικος. Η δίωξις των εν τη παρούση παραγράφω αδικημάτων, χωρεί τη εγκλήσει του Προέδρου πάσης αμέσως ενδιαφερομένης Οργανώσεως ή και αυτεπαγγέλτως. 2.Μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων, διευθυνταί, διαχειρισταί και άλλοι αρμόδιοι υπάλληλοι των εις καταβολήν της εν άρθρ. 10 του παρόντος εισφοράς υποχρέων ή των εφ’ ων επιβάλλεται η εν άρθρ. 16 δέσμευσις, Ενώσεων και οι εντεταλμένοι εν γένει υπάλληλοι Τραπεζών ή άλλων Πιστωτικών Οργανισμών, αρνούμενοι να παράσχωσι, συμφώνως τοις ως άνω άρθροις, πάσαν αιτουμένην πληροφορίαν, αναγκαίαν ή χρήσιμον προς πραγματοποίησιν της τοιαύτης εισφοράς και δεσμεύσεως, ή τυχόν αποκρύπτοντες στοιχεία χρήσιμα και αναγκαία ή παραστατικά της αξίας των εφ’ ων αύται χρηματικών κεφαλαίων, τιμωρούνται δια ποινής φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών και δια χρηματικής ποινής τουλάχιστον 10.000 δραχμών, τη εγκλήσει του Προέδρου μεν του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. καθ’ όσον το αδίκημα αναφέρεται εις την εισφοράν, του Υπουργού δε Προεδρίας Κυβερνήσεως ή του υπ’ αυτού ειδικώς εξουσιοδοτουμένου οργάνου, προκειμένου περί της δεσμεύσεως. 3.Μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων της Ενώσεως Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και της Ενώσεως Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, παραβαίνοντα τας λοιπάς διατάξεις του άρθρ. 16 του παρόντος, τιμωρούνται ως συναυτουργοί δια ποινής φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματικής ποινής τουλάχιστον 10.000 δραχμών. Η δίωξις των κατά την παρούσαν παράγραφον αδικημάτων χωρεί ωσαύτως της εγκλήσει του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως ή του υπ’ αυτού ειδικώς εξουσιοδοτουμένου οργάνου. 4.Καθ’ απάσας τας εν τω παρόντι άρθρω περιπτώσεις δεν συγχωρείται η μετατροπή της επιβαλλομένης ποινής φυλακίσεως εις χρηματικήν, ουδ’ έχει ανασταλτικήν ισχύν η ασκουμένη έφεσις. ΄Αρθρ.18.-Η ισχύς του παρόντος Νομου άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (Αντί για τη σελ. 820,05(δ) Σελ. 820,05(ε) Τεύχος Ε111- Σελ. 37 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 39.Ι.β.1 255 ΄Αρθρ.3.«1.Εις την ασφάλισιν του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., υπάγονται υποχρεωτικώς, δι’ απάσας τας υπό του Καταστατικού του οριζομένας παροχάς, άπαντα τα μέλη (τακτικά, εν συντάξει, πάρεδρα και δόκιμα) των εν άρθρ. 1 του παρόντος αναφερόμενων Ενώσεων. Εις τα δόκιμα μέλη η ιατροφαρμακευτική περίθαλψις παρέχεται αμέσως από της εγγραφής των εις τας οικείας Ενώσεις. 2.Παρά τω Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., ασφαλίζονται επίσης δια μηνιαίαν επικούρησιν και ιατροφαρμακευτικήν περίθαλψιν, πάσης άλλης αντιθέτου διατάξεως καταργουμένης: α.Το τακτικόν υπαλληλικόν προσωπικόν των Ενώσεων Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και Μακεδονίας-Θράκης. β.Το τακτικόν υπαλληλικόν προσωπικόν των Ενώσεων Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης. γ.Το τακτικόν υπαλληλικόν προσωπικόν της Ενώσεως Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών. δ.Το τακτικόν προσωπικόν του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. ε.Οι ασφαλιζόμενοι εις το Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. Ιδιοκτήται Ημερησίων Εφημερίδων. ς.Οι κατά το άρθρ. 1 της δια του Ν.Δ. 4377/1964 «περί ειδικών μέτρων προστασίας των εξ Αιγύπτου Ελλήνων υπηκόων και ομογενών» κυρωθείσης υπ’ αριθ. 165/1963 πράξεως Υπουργικού Συμβουλίου, ΄Ελληνες ομογενείς δημοσιογράφοι εκ της Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας από της ισχύος του παρόντος. 3.Η ασφάλισις απάντων των ως άνω προσώπων επέρχεται εφ’ όσον δεν είναι ησφαλισμένοι εις έτερον Οργανισμόν Επικουρικής Ασφαλίσεως. Εάν οι ησφαλισμένοι υπήγοντο εις έτερον Οργανισμόν Επικουρικής Ασφαλίσεως, προσμετρείται και η παρά τούτω προϋπηρεσία αυτών. 4.Παρά τω Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., ασφαλίζεται δια μόνην την ιατροφαρμακευτικήν και νοσοκομειακήν περίθαλψιν το υπαλληλικόν προσωπικόν του Ταμείου Συντάξεως Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών-Θεσσαλονίκης (Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ.). 5.Η εισφορά των κατά την ανωτέρω παρ. 2, εδαφ. ε΄ και ς΄ ασφαλιζομένων εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., ορίζεται ως εξής: α.Οι Ιδιοκτήται ή Εκδόται Ημερησίων Εφημερίδων θα εισφέρουν 3% επί του υπ’ αυτών καταβαλλομένου ανωτάτου μισθού εις τον Διευθυντήν Συντάξεων ή τον Αρχισυντάκτην ή άλλον τυχόν υπάλληλον. β.Οι εκ της Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας δημοσιογράφοι θα καταβάλλουν δια την αναγνώρισιν εκάστου μηνός επαγγελματικής των απασχολήσεως, ως δημοσιογράφων, εν Αιγύπτω, ποσοστόν 6% επί της παρεχομένης εις αυτούς συντάξεως υπό του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. Το προκύπτον ποσόν (Αντί για τη σελ. 819(ε) Σελ. 819(ζ) Τεύχος Η42- Σελ. 5 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 39.Ι.β.1 247 οφειλής δύναται να καταβληθή εφ’ άπαξ ή να παρακρατήται από την μηνιαίαν αυτών επικούρησιν δια δόσεων καθοριζομένων υπό του Δ.Σ. ο αριθμός των οποίων δεν δύναται να υπερβή τας 60. γ.Η συνταξιοδότησις των ασφαλιζομένων δημοσιογράφων εκ της Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας, άρχεται από της, μετά την ισχύν του παρόντος, υποβολής της περί συνταξιοδοτήσεως αιτήσεως». Το άρθρ. 3, αντικατασταθέν δια του άρθρ. 1 Ν.Δ. 1344/1973 (κατωτ. αριθ. 6), αντικατεστάθη εκ νέου ως άνω δια του άρθρ. 1 Νόμ. 712/1977 (κατωτ. αριθ. 11). Σελ. 820(ζ) Τεύχος Η42- Σελ. 6 39.Ι.β.1 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 248 ΄Αρθρ.4.-Σκοπός του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. είναι: 1)Η εφ’ άπαξ οικονομική ενίσχυσις των εξερχομένων του επαγγέλματος μετόχων-μελών, ή, τούτων θανόντων πριν ή καταστώσι συνταξιούχοι, των δικαιοδόχων αυτών, κατά τα εν άρθρ. 6 του Καταστατικού του Ο.Ε.Α. των μελών της Ε.Σ.Η.Ε.Α. οριζόμενα. 2)Η εις τους εξερχομένους του επαγγέλματος, ως συνταξιούχους, μετόχους-μέλη, και τους λοιπούς εν εδαφ. α, β και γ της παρ. 2 του άρθρ. 3 του παρόντος αναφερομένους, ή, εν περιπτώσει θανάτου τούτων, η εις τους αναγνωριζομένους υπό του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης δικαιοδόχους αυτών, παροχή μηνιαίας επικουρήσεως, συμφώνως τω άρθρ. 7 του ιδίου ως άνω Καταστατικού. 3)Η κατά τον οικείον Ειδικόν Κανονισμόν παροχή πλήρους ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περιθάλψεως: α)Εις άπαντας του παρά τω Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. δυνάμει του παρόντος υποχρεωτικώς ασφαλιζομένους και εις τα παρά τούτων προστατευόμενα μέλη των οικογενειών των. β)Εις τας χήρας συζύγους των ασφαλιζομένων και τα παρ’ αυτών προστατευόμενα μέλη των οικογενειών των, και γ)εις τα δόκιμα μέλη των εν άρθρ. 1 του παρόντος αναφερομένων Οργανώσεως, μετά την συμπλήρωσιν εξαμήνου από της εις αυτάς εγγραφής των. ΄Αρθρ.5.-1.Ο Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. διοικείται υπό Συμβουλίου εξ εννέα μελών, επί διετεί θητεία, προερχομένων ως ακολούθως: Των 5, εκ των μελών της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, των 2, εκ των μελών της Ενώσεως Προσωπικού ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, του ενός εκ των μελών της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλονίκης και του ενάτου εκ των μελών της Ενώσεως Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλονίκης. 2.Εκ των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. είς εκλέγεται Πρόεδρος αυτού, είς Αντιπρόεδρος, είς Γενικός Γραμματεύς και είς Ταμίας. 3.΄Απαντα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. εκλέγονται δια σχετικής πλειοψηφίας υπό των Γενικών Συνελεύσεων των μελών των εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου Οργανώσεων, επί τούτω συνερχομένων, κατά τα ειδικώτερον εν τω Καταστατικώ του Οργανισμού τούτου ορισθησόμενα. 4.Ο Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., δεν δύνανται να προέρχωνται εκ μελών μιας και της αυτής Ενώσεως. Ωσαύτως, η ιδιότης μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου των δυνάμει του άρθρ. 1 του παρόντος υπαγομένων εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. Οργανώσεων είναι ασυμβίβαστος προς την ιδιότητα μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού τούτου. «5.Υπάλληλοι του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., που διατελούν ή έχουν διατελέσει με σχέση εξαρτημένης εργασίας στον Οργανισμό ή στις Ενώσεις που αναφέρονται στο άρθρ. 1 του παρόντος νόμου, δεν μπορούν να εκλεγούν ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή της Εξελεγκτικής Επιτροπής του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. Το κώλυμα της εκλογιμότητας των παραπάνω προσώπων αίρεται όταν παρέλθει πενταετία από τη διακοπή της εργασιακής τους σχέσης ή από τη συνταξιοδότησή τους». Η παρ. 5 προστέθηκε από το άρθρ. 45 Νόμ. 1539/1985 ( ΦΕΚ Α΄64 ) (Τόμ. 15Β, σελ. 86,86). Πόροι του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. ΄Αρθρ.6.-1.Πόροι του δια του παρόντος συνιστωμένου Οργανισμού ορίζονται: α)Τα 17% εκ του, κατ’ άρθρ. 11 και 12 του παρόντος, αγγελιοσήμου (εξ 20%) επί του τιμήματος των δημοσιευομένων εις τας ημερησίας εφημερίδας Αθηνών διαφημίσεων, ως και του τιμήματος παντός επί πληρωμή δημοσιεύματος εν αυταίς. β)Τα 14% εκ του εν ταις αυταίς διατάξεσιν αγγελιοσήμου (16%) επί του τιμήματος ομοίων ως άνω διαφημίσεων και δημοσιευμάτων εις τας εν Θεσσαλονίκη εκδιδομένας ημερησίας εφημερίδας. γ)Τα 10% εκ του εν άρθρ. 11 παρ. 3 αγγελιοσήμου επί του τιμήματος πάσης διαφημίσεως γιγνομένης δια των εκπομπών του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων. δ)Αι κατά το άρθρ. 10 του παρόντος εφ’ άπαξ εισφοραί των εν αυτώ Οργανώσεων. ε)Το κατ’ άρθρ. 14 παρ. 4 παράβολον επί νεοεκδιδομένων ημερησίων εφημερίδων. ς)Εισφορά 3% επί των πάσης φύσεως τακτικών αποδοχών των Συντακτών των ημερησίων εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, μελών των οικείων Ενώσεων Συντακτών και του προσωπικού των ημερησίων εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης. ζ)Εισφορά 3% επί των πάσης φύσεως τακτικών αποδοχών των κατ’ άρθρ. 3 παρ. 2 του παρόντος ασφαλιζομένων εις τον Οργανισμόν μισθωτών. η)Οι τόκοι εκ της περιουσίας του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. και πάσα εκ της διαχειρίσεως αυτής πρόσοδος. θ)Πάσα άλλη πρόσοδος εκ δωρεών, κληροδοτημάτων κλπ. (Μετά τη σελ. 820(ζ) Σελ. 820,001 Τεύχος Η42- Σελ. 7 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 39.Ι.β.1 249 39.Ι.β.1 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 250 2.α)Τα υπό στοιχ. α΄-ε΄ της προηγουμένης παραγράφου έσοδα του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. κατατίθενται παρά τη Εθνική Τραπέζη της Ελλάδος, κατά τα εν άρθρ. 10 και 12 του παρόντος Νόμου οριζόμενα. Β)Αι υπό στοιχ. ς΄ και ζ΄ εισφοραί παρακρατούνται εκ των καταβαλλομένων τοις υποκειμένοις εις αυτάς μηνιαίων αποδοχών και αποδίδονται υπό των οικείων Λογιστηρίων, δια καταθέσεως τούτων εντός του πρώτου δεκαημέρου του επομένου από της πραγματώσεώς των μηνός, εις ειδικόν υπέρ του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. παρά τη αυτή ως άνω Τραπέζη, λογαριασμόν, βάσει καταστάσεως, δύο αντίτυπα της οποίας, μετά των σχετικών αποδεικτικών καταθέσεως, αποστέλλονται αμελλητί προς την διαχείρισιν του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. «3.Οι πόροι του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., μετά την αφαίρεσιν των γενικών εξόδων λειτουργίας του Ταμείου, διατίθενται ως ακολούθως: Α΄ Αγγελιόσημον: α)Ποσοστόν 72% δια τον Κλάδον Επικουρήσεως των μελών-μετόχων του Οργανισμού, β)ποσοστόν 22%, δια τον Κλάδον Περιθάλψεως, των παρ’ αυτώ ασφαλιζομένων προσώπων γ)τα 4,55%, δια την κάλυψιν των εκ στεγάσεως και άλλων υποχρεώσεων οφειλών ως και των εξόδων λειτουργίας της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, δ)τα 0,55 υπέρ της Ενώσεως Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, ε)τα 0,75% υπέρ της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας-Θράκης και ς)τα 0,15% υπέρ της Ενώσεως Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Θεσσαλονίκης. Β΄.Λοιποί Πόροι: α)ποσοστόν 75% δια τον κλάδον επικουρήσεως των μελών μετόχων του Οργανισμού, β)ποσοστόν 25% δια τον Κλάδον Περιθάλψεως των παρ’ αυτώ ασφαλιζομένων προσώπων». Η παρ. 3 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 2 Νόμ. 712/1977 (κατωτ. αριθ. 11). Μεταβατικαί διατάξεις ΄Αρθρ.7.-1.΄Αμα τη δημοσιεύσει του παρόντος, ο Υπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως δι’ αποφάσεώς του, θέλει ορίση συμφώνως τω άρθρ. 5 του παρόντος προσωρινόν διοικητικόν Συμβούλιον του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. Τούτο, εντός τριών από της συγκροτήσεώς του μηνών, ασκούν εν τω μεταξύ και την διοίκησιν του ως άνω Οργανισμού, υποχρεούται όπως καταρτίση νέον καταστατικόν αυτού, έχον ως πρότυπον το ισχύον καταστατικόν του Οργανισμού Επικουρικής Ασφαλίσεως των μελών της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, προσηρμοσμένον εις τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, ως και νέον ειδικόν κανονισμόν παροχής της εν άρθρ. 4 του παρόντος ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περιθάλψεως, ανάλογον προς τον υφιστάμενον κανονισμόν του τμήματος Υγείας και Περιθάλψεως των μελών της ως άνω Ενώσεως. Αμφότερα, εγκρινόμενα ως έχουσιν ή και τροποποιούμενα δι’ αποφάσεως του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως, θα ισχύωσιν από της δημοσιεύσεως αυτής εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2.Μέχρις ου καταρτισθώσι και τεθώσιν εν ισχύϊ, το νέον καταστατικόν και ο ειδικός κανονισμός παροχής υγειονομικής περιθάλψεως το Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., ούτος μεν διέπεται υπό των διατάξεων του δια του υπ’ αριθ. 852/1963 αποφάσεως του Δικαστηρίου των εν Αθήναις Πρωτοδικών εγκριθέντος και κατά την δημοσίευσιν του παρόντος ισχύοντος καταστατικού του παρά τη Ενώσει Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών λειτουργούντος αλληλοβοηθητικού Ταμείου, υπό τον τίτλον «Οργανισμός Επικουρικής Ασφαλίσεως των μελών της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών», η δε υγειονομική περίθαλψις περέχεται βάσει των διατάξεων του υφισταμένου κανονισμού του Τμήματος Υγείας και Περιθάλψεως των μελών της Ενώσεως ταύτης. Κατά την εφαρμογήν της ως άνω διατάξεως, όπου εν τω καταστατικώ του Ο.Ε.Α. των μελών της Ε.Σ.Η.Ε.Α. γίγνεται μνεία περί των μελών-μετόχων αυτού, ως τοιαύτα νοούνται τα εν παρ. 1 του άρθρ. 3 του παρόντος Νόμου αναφερόμενα πρόσωπα. 3.Το νέον Καταστατικόν του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. θα ορίζη και τον τρόπον αμέσου εκλογής, συμφώνως τω άρθρ. 5 του παρόντος Νόμου, των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού, δια μεταβατικής δε διατάξεως και την ημερομηνίαν των αρχαιρεσιών προς ανάδειξιν του πρώτου τακτικού τοιούτου. 4.Το Καταστατικόν του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. δύναται να τροποποιηθή μετά πάροδον διετίας από της ισχύος αυτού δι’ αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως των μετόχων-μελών του Οργανισμού, υποκειμένης εις έγκρισιν του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως, κατά τα εν παρ. 1 εδάφ. γ΄ του παρόντος άρθρου οριζόμενα. ΄Αρθρ.8.-1.Από της 1ης Ιαν. 1968 λογίζεται και κηρύσσεται λήξας ο σκοπός των υφ’ οιανδήποτε μορφήν ή τύπον υφισταμένων και λειτουργούντων παρά ταις εν άρθρ. 1 του παρόντος Νόμου Οργανώσεσιν, εις ων τα μέλη παρέχεται η κατ’ αυτόν επικουρική ασφάλισις, Ταμείων, Οργανισμών, ή Κλάδων ή Τμημάτων ή ειδικών Λογαριασμών, εφ’ όσον το αντικείμενον αυτών είναι κατ’ είδος όμοιον εκείνη. 2.Από του εν τη προηγουμένη παραγράφω χρόνου, εκ των περί ων αύτη Ταμείων, Οργανισμών, Κλάδων, Τμημάτων και Λογαριασμών, οι μεν υπό μορφήν Νομικών Προσώπων λειτουργούντες Οργανισμοί διαλύονται ή συγχωνεύονται εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. κατά τα εν τοις επομένοις παραγράφοις οριζόμενα, οι δε λοιποί καταργούνται. 3.΄Αμα τη δημοσιεύσει του παρόντος και μέχρι της 31ης Ιαν. 1968 αι Διοικήσεις των λειτουργούντων ως Νομικών Προσώπων ως άνω Οργανισμών ή Ταμείων, υποχρεούνται όπως συγκαλέσωσι τας οικείας Γενικάς Συνελεύ(Αντί της σελ. 820,01) Σελ. 820,01(α) Τεύχος 688- Σελ. 77 Ενιαίος Δημοσιογραφικός Οργανισμός Επικ.Ασφ.και Περιθάλψεως(ΕΔΟΕΑΠ) 39.Ι.β.1 251 σεις των μελών των, προς λήψιν αποφάσεως περί διαλύσεως ή συγχωνεύσεως αυτών εις τον δια του παρόντος συνιστώμενον Ενιαίον Οργανισμόν. 4.Παρερχομένης απράκτου της ως άνω προθεσμίας, άνευ λήψεως αποφάσεως περί διαλύσεως ή συγχωνεύσεως, λογίζονται οι τοιούτοι Οργανισμοί ως αυτοδικαίως συγχωνευθέντες εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., η δε περιουσία αυτών περιέρχεται ως σύνολον αυτοδικαίως τω ως άνω Οργανισμώ, όστις υπεισέρχεται εις τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του συγχωνευομένου, ως καθολικός αυτού διάδοχος. 5.Εν περιπτώσει διαλύσεως, η περιουσία του διαλυομένου Οργανισμού διατίθεται ως εν τοις οικείοις καταστατικοίς ορίζεται, άλλως, ελλείψει ρητού εν αυτοίς ορισμού, περιέρχεται αύτη εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. όστις και υποκαθίσταται αυτοδικαίως εις τα δικαιώματα και τας υποχρεώσεις του διαλυθέντος, ως ειδικός αυτού διάδοχος, εφαρμοζομένων αναλόγως ως προς την έκτασιν της ευθύνης, και των διατάξεων του άρθρ. 479 Α.Κώδικος. 6.Η καθαρά αξία της εις τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. τυχόν περιερχομένης, κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου, περιουσίας του διαλυομένου ή συγχωνευομένου Οργανισμού, εκτιμωμένη από κοινού υπ’ αμφοτέρων, εκπίπτεται εκ του ποσού της εισφοράς, ην η παρ’ η ούτος ελειτούργει ΄Ενωσις υποχρεούται όπως καταβάλη συμφώνως τω άρθρ. 10 του παρόντος Νόμου.
65
7. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1244 της 30 Σεπτ./16 Οκτ. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 181) Περί λειτουργίας Ερασιτεχνικών και Πειραματικών Σταθμών Ασυρμάτου, Ειδικών Ραδιοδικτύων και ιδρύσεως Υπηρεσίας Ελέγχου Ραδιοεκπομπών. Για τις Άδειες ειδικών ραδιοδικτύων που είχαν χορηγηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άνω ΝΔ 1244/72 και ήταν σε ισχύ κατά την έναρξη ισχύος του ν. 3431/2006, βλ. παρ.4 άρθρ.16 της με αριθ. 390/1/13 Ιουν.-21 Ιουλ. 2006 (ΦΕΚ Β΄750), απόφ. ΕΕΤΤ, ανωτ. σελ. 386,613. Ορισμοί άρθρ. 3, για χρήση μόνιμων κινητών ή φορητών σταθμών, καθώς και τα αντίστοιχα επιτρεπόμενα μέγιστα όρια ισχύος εκπομπής καθορίζονται με π.δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών». (Αντί για τη σελ. 470,00201(α) Σελ. 470,00201(β) Τεύχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.7 «2.Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο άδειες είναι προσωπικές και αμεταβίβαστες, ισχύουν επί μία τριετία από την έκδοσή τους και μπορούν να ανανεώνονται, με αίτηση των κατόχων τους, καθώς και να ανακαλούνται, με αιτιολογημένη απόφαση της αρχής που τις εξέδωσε, εφ’ όσον συντρέχει σπουδαίος λόγος, χωρίς καμιά αποζημίωση του κατόχου». Οι παρ. 1 και 2 αντικαταστάθηκαν ως άνω από το άρθρ. 5 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-3 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). 3.(Καταργήθηκε από την περίπτ. α΄ άρθρ. 10 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-1 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). 4.Δια την έκδοσιν ή ανανέωσιν αδείας λειτουργίας ερασιτεχνικών σταθμών πάσης κατηγορίας καταβάλλονται υπέρ του Δημοσίου τέλη καθοριζόμενα δια Β.Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών. 5.(Καταργήθηκε από την περίπτ. α΄ άρθρ. 10 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-1 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). 6.Τα δηλωθέντα υπό κατόχου βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά ερασιτεχνικού σταθμού, και οι όροι λειτουργίας αυτού δύνανται, τη αιτήσει τούτου, να τροποποιηθούν, κατόπιν εγκρίσεως της αρμοδίας Υπηρεσίας του Υπουργείου Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών. Για την αναπροσαρμογή των τελών και παραβόλων, που αναφέρονται στο άνω άρθρο, βλ. την με αριθ. 69650/5111/6-19 Αυγ. 1998 (ΦΕΚ Β 888), απόφ. Υπ. Οικονομικών -Μεταφορών και Επικοινωνιών, κατωτ. αριθ. 43. Γενικαί διατάξεις περί Πειραματικών Σταθμών ΄Αρθρ.6.-1.Αι άδεια πειραματικών σταθμών χορηγούνται υπό του Υπουργείου Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών, μετά γνώμην των αρμοδίων Υπηρεσιών Υπουργείων Εθνικής Αμύνης, Πολιτισμού και Επιστημών και Δημοσίας Τάξεως εις Δημοσίας Υπηρεσίας, Οργανισμούς Κοινής Ωφελείας, Νομικά Πρόσωπα (επιστημονικούς συλλόγους, επιχειρήσεις, Πανεπιστήμια, Σχολάς). Ωσαύτως τοιαύται άδειαι δύναται να χορηγούνται και εις φυσικά πρόσωπα, κρινόμενα κατάλληλα δια την απόκτησιν τοιαύτης αδείας, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των παρ. 1 και 3 του άρθρ. 3 του παρόντος. Σελ. 470,00202(β) Τεύχος Σελ. 2.Εις όλως εξαιρετικάς περιπτώσεις και μετ’ εκτίμησιν του δημοσίου συμφέροντος, δύναται να επιτραπή, δι’ αποφάσεως του επί της Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών Υπουργού, η χορήγησις αδειών Πειραματικών Σταθμών, κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου και εις επιχειρήσεις και Νομικά Πρόσωπα λειτουργούντα εν Ελλάδι και ελεγχόμενα, εν όλω ή εν μέρει, αμέσως ή εμμέσως, υπό αλλοδαπών. 3.Αι διατάξεις των παρ. 4, 5 και 6 του άρθρ. 3 του παρόντος ισχύουν και δια τους πειραματικούς σταθμούς. Ειδικαί διατάξεις περί Πειραματικών Σταθμών ΄Αρθρ.7.-1.Αι άδεια λειτουργίας Πειραματικών Σταθμών, διακρίνονται εις δύο κατηγορίας: α)΄Αδειαι Β΄ κατηγορίας, χορηγούμεναι δια σταθμούς, οίτινες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν δι’ εκπαιδευτικούς σκοπούς εν γένει γνωστών ήδη εφαρμογών της Ραδιοηλεκτρικής Τεχνικής. β)΄Αδειαι Α΄ κατηγορίας, χορηγούμεναι δια σταθμούς, οίτινες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν δι’ εκτέλεσιν επιστημονικών εργασιών και ερευνών εν γένει δοκιμών προς βελτίωσιν των μεθόδων της Ραδιοηλεκτρικής Τεχνικής. 2.Εν τη αδεία λειτουργίας αναγράφονται λεπτομερώς ο σκοπός των πειραμάτων, τα τεχνικά χαρακτηριστικά του σταθμού και οι ειδικοί όροι λειτουργίας αυτού αναλόγως του σκοπού των πειραμάτων και της κατηγορίας του σταθμού. 3.Αι άδειαι πειραματικών σταθμών Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ισχύουν επί μίαν τριετίαν από της εκδόσεώς των, δυνάμεναι να ανανεωθούν τη αιτήσει του κατόχου. 22.Ζ.δ.7 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 4.Δια την έκδοσιν ή ανανέωσιν αδείας λειτουργίας πειραματικών σταθμών πάσης κατηγορίας καταβάλλονται υπέρ του Δημοσίου τέλη καθοριζόμενα δια Β.Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών. 5.Οι χειριζόμενοι πειραματικούς σταθμούς δέον να είναι κάτοχοι Γενικού Πτυχίου Ραδιοτηλεγραφητού ή Πτυχίου Ερασιτέχνου ή αδείας ασκήσεως επαγγέλματος Ραδιοηλεκτρολόγου, ορίζονται δε προτάσει του κατέχοντος την εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου προβλεπομένην άδειαν, υπό του Υπουργείου Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών μετά γνώμην του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. 6.Τα δηλωθέντα υπό κατόχου βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά ως και όροι λειτουργίας πειραματικού σταθμού, δύνανται, τη αιτήσει τούτου, να τροποποιηθούν, κατόπιν εγκρίσεως της αρμοδίας Υπηρεσίας του Υπουργείου Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών. Για την αναπροσαρμογή των τελών και παραβόλων, που αναφέρονται στο άνω άρθρο, βλ. την με αριθ. 69650/5111/6-19 Αυγ. 1998 (ΦΕΚ Β 888), απόφ. Υπ. Οικονομικών -Μεταφορών και Επικοινωνιών, κατωτ. αριθ. 43. Γενικαί διατάξεις περί Ειδικών Ραδιοδικτύων ΄Αρθρ.8.-1.Αι άδειαι λειτουργίας ειδικών ραδιοδικτύων χορηγούνται υπό του Υπουργείου Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών μετά γνώμην των αρμοδίων Υπηρεσιών των Υπουργείων Εθνικής Αμύνης και Δημοσίας Τάξεως, εις Δημοσίας Υπηρεσίας, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και Οργανισμούς Κοινής Ωφελείας, ως και μετ’ εκτίμησιν του Δημοσίου συμφέροντος εις ημεδαπά Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) και ιδιωτικάς επιχειρήσεις, προς τον σκοπόν εξασφαλίσεως της επικοινωνίας εις ας περιπτώσεις αύτη, κατόπιν σχετικής βεβαιώσεως του Ο.Τ.Ε., δεν είναι δυνατή δια του τηλεπικοινωνιακού δικτύου γενικής ανταποκρίσεως αυτού. Ωσαύτως τοιαύται άδειαι δύναται να χορηγούνται και εις φυσικά πρόσωπα, κρινόμενα κατάλληλα δια την απόκτησιν τοιαύτης αδείας, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των παρ. 1 και 3 του άρθρ. 3 του παρόντος. «2.Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ύστερα από εκτίμηση του δημοσίου συμφέροντος, να επιτραπεί η χορήγηση αδειών ειδικών ραδιοδικτύων σε επιχειρήσεις οποιασδήποτε μορφής και νομικά πρόσωπα που λειτουργούν στην Ελλάδα και ελέγχονται ολικά ή μερικά, αμέσως ή εμμέσως, από αλλοδαπούς, καθώς και σε διπλωματικές αποστολές και γραφεία διεθνών οργανισμών που βρίσκονται στην Ελλάδα». Η παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 6 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-3 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). 3.Αι διατάξεις των παρ. 4, 5 και 6 του άρθρ. 3 του παρόντος ισχύουν και δια τα ειδικά ραδιοδίκτυα. Ειδικαί διατάξεις περί Ειδικών Ραδιοδικτύων ΄Αρθρ.9.-( Καταργήθηκε, όπως είχε τροποποιηθεί από την παρ. 4 άρθρ. 2 Νόμ. 2801/2000 ,ΦΕΚ Α΄46, κατωτ. αριθ. 46, από την περ.αα΄, εδαφ. θ΄παρ. 2 άρθρ. 70 Νόμ. 3431/31 Ιαν.-3 Φεβρ. 2006, ΦΕΚ Α΄ 13,ανωτ. σελ. 386,517). Ποινικαί κυρώσεις ΄Αρθρ.10.-( Καταργήθηκε από την περ. αα΄, εδαφ. θ΄παρ. 2 άρθρ. 70 Νόμ. 3431/31 Ιαν.-3 Φεβρ. 2006, ΦΕΚ Α΄ 13, ανωτ. σελ. 386,517). Διοικητικαί κυρώσεις ΄Αρθρ.11.-Οι χειρισταί ερασιτεχνικών ή πειραματικών σταθμών και ειδικών ραδιοδικτύων, οφείλουν να τηρούν επακριβώς τας περί αυτών εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις των Διεθνών Συμβάσεων, των Εθνικών και Διεθνών Κανονισμών, ως και τας διατάξεις του παρόντος και των κατ’ άρθρ. 15 αυτού προβλεπομένων σχετικών Β.Δ/των. Εις τους παραβάτας των διατάξεων τούτου, ανεξαρτήτως της τυχόν ποινικής ευθύνης, δύναται να επιβάλλεται υπό του Υπουργού Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών προσωρινή αφαίρεσις της αντιστοίχου αδείας διαρκείας μέχρι τριών μηνών. Για την επιβολή πρόσθετων διοικητικών κυρώσεων στους ως άνω παραβάτες, βλ. παρ. 6 άρθρ. 2 Νόμ. 2801/1-3 Μαρτ. 2000 (ΦΕΚ Α΄ 46), κατωτ. αριθ. 46. (Αντί για τη σελ. 470,003(γ) Σελ 470,003(δ) Τεύχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.7 22.Ζ.δ.7 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων Σύστασις Τμήματος Ελέγχου Ραδιοεκπομπών. Προσωπικόν. Αρμοδιότητες ΄Αρθρ.1.-1.Ερασιτεχνικοί σταθμοί ασυρμάτου θεωρούνται οι σταθμοί ασυρμάτου τηλεπικοινωνίας οι χρησιμοποιούμενοι παρά προσώπων κεκτημένων πτυχίον ερασιτέχνου και εφωδιασμένων δι’ αδείας κατοχής, εγκαταστάσεως και λειτουργίας σταθμού και των οποίων αι εκπομπαί αποβλέπουν εις την αυτοεκπαίδευσιν, αλληλοεπικοινωνίαν και τεχνικήν έρευναν, δια σκοπούς αποκλειστικώς προσωπικούς, άνευ οικονομικού τινος συμφέροντος, αποκλειομένης της δι’ αυτών μεταδόσεως προγραμμάτων ή διαφημίσεων. 2.Πειραματικοί σταθμοί θεωρούνται οι σταθμοί οι χρησιμοποιούντες τα ραδιοκύματα δι’ εκτέλεσιν πειραμάτων σκοπούντων εις την πρόοδον της Επιστήμης και Τεχνικής. 3.Ειδικά Ραδιοδίκτυα θεωρούνται τα δίκτυα ραδιοτηλεφωνικών και ραδιοτηλεγραφικών σταθμών, ανηκόντων εις την κατηγορίαν της κινητής Υπηρεσίας ξηράς, θαλάσσης ή αέρος, ήτοι της εξυπηρετούσης την επικοινωνίαν μεταξύ κινητών σταθμών ξηράς, θαλάσσης ή αέρος ή την μεταξύ τούτων και σταθμών βάσεως και σκοπούντων εις την εξασφάλισιν της επικοινωνίας εις ας περιπτώσεις δεν είναι δυνατή αύτη δια του τηλεπικοινωνιακού δικτύου γενικής ανταποκρίσεως του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (ΟΤΕ). «4.Σταθμοί ασυρμάτου ζώνης συχνοτήτων πολιτών (ραδιοσταθμοί C.B.)θεωρούνται οι πομποδέκτες ασύρματης επικοινωνίας, περιορισμένης ισχύος εκπομπής, που χρησιμοποιούνται για επικοινωνίες μικρής απόστασης, χωρίς κανένα οικονομικό συμφέρον ούτε δυνατότητα επικοινωνίας για επαγγελματικές δραστηριότητες, μηνύματα πολιτικού και θρησκευτικού περιεχομένου και χωρίς μετάδοση προγραμμάτων μουσικής ή διαφημίσεων». Η παρ. 4 προστέθηκε από το άρθρ. 1 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-3 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). ΄Αδειαι εγκαταστάσεως και λειτουργίας Σταθμών Ασυρμάτου και Ειδικών Ραδιοδικτύων ΄Αρθρ.12.-1.Συνιστάται παρά τη Διευθύνσει Ελέγχου της Γενικής Διευθύνσεως ΤαχυδρομείωνΤηλεπικοινωνιών, του Υπουργείου Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών, Τμήμα Ελέγχου Ραδιοεκπομπών. 2.Παρά τω Τμήματι τούτω συνιστώνται αι κάτωθι θέσεις, προστιθέμεναι εις τας, υπό του Β.Δ. 592/1970 «περί Οργανισμού της Γενικής Διευθύνσεως Ταχυδρομείων-Τηλεπικοινωνιών», (τόμ. 22 σελ. 45) ως ετροποποιήθη υπό του Β.Δ. 699/1970 «περί συγχωνεύσεως ομοειδών κλάδων του Υπουργείου Συγκοινωνιών κατά το άρθρ. 5 του Ν.Δ. 533/1970», (τόμ. 21 σελ. 16,05) προβλεπομένας αντιστοίχους τοιαύτας κατά κατηγορίας κλάδους και βαθμούς: Α΄ Κατηγορίας Α2 Κλάδος Τεχνικός 2 θέσεις επί βαθμοίς 6ω-4ω. Α4 Κλάδος Διοικητικός Μία θέσις επί βαθμοίς 8ω-6ω. Β΄ Κατηγορίας Β4 Κλάδος Διοικητικός 2 θέσεις επί βαθμοίς 11ω-6ω Β5 Κλάδος Ραδιοηλεκτρολόγων Μία θέσις επί βαθμοίς 10ω-6ω 3.Εις την αρμοδιότητα του δια της παρ. 1 συνιστωμένου Τμήματος ανήκουν: α)Η τεχνική παρακολούθησις της καλής λειτουργίας των νομίμως λειτουργούντων ραδιοσταθμών και ειδικών ραδιοδικτύων προς αποφυγήν δημιουργίας αμοιβαίων παρενοχλήσεων μεταξύ των ραδιοσταθμών λόγω παρεκκλίσεων εκ των καθορισθέντων τεχνικών χαρακτηριστικών λειτουργίας των (συχνότητος λειτουργίας, εύρους ζώνης, διαμορφώσεως ακτινοβολουμένης ισχύος, δημιουργίας αρμονικών και παρασιτικών εκπομπών). β)Ο έλεγχος των χειριστών των ραδιοσταθμών από απόψεως τηρήσεως των Διευθνών Συμβάσεων και Κανονισμών και της εσωτερικής νομοθεσίας επί του κανονικού τρόπου χρησιμοποιήσεως του ραδιοσταθμού αναλόγως της εις ην ανήκει κατηγορίας (σήμα κλήσεως, τύπος ανταποκρίσεως, γλώσσα). γ)Η αναζήτησις και ανεύρεσις (εξακρίβωσις και ταυτότης) των άνευ νομίμου αδείας λειτουργούντων ραδιοσταθμών και η λήψις μέτρων δια την παρεμπόδισιν της λειτουργίας των. δ)Η εποπτεία της παρακολουθήσεως των δια του παρόντος καθοριζομένων εκπομπών ως και η εξέτασις, διοικητική αντιμετώπισις και εν γένει διαχείρισις των ζητημάτων των αφορώντων εις τας σχέσεις Κράτους και τρίτων επί του αντικειμένου του παρόντος. 4.Αι εις το Τμήμα Ραδιοηλεκτρικής Τεχνικής και Τεχνικής Διευθύνσεως ανήκουσαι αρμοδιότητες του αυτού προς τα ανωτέρω περιεχομένου, περιέρχονται εις το συνιστώμενον Τμήμα Ελέγχου Ραδιοεκπομπών. Συνεργαζόμεναι Υπηρεσίαι μετά του Τμήματος Ελέγχου Ραδιοεκπομπών ΄Αρθρ.13.-1.Η εκτέλεσις των απαιτουμένων μετρήσεων δια την παρακολούθησιν και τον έλεγχον των δια του παρόντος καθοριζομένων εκπομπών, συνισταμένων εις την εύρεσιν της συχνότητος του εύρους ζώνης, της εντάσεως του πεδίου και τον προορισμόν της θέσεως των σταθμών (ραδιογωνομέτρησις) ανατίθεται εις τον ΟΤΕ. Αι ανωτέρω απαιτούμεναι μετρήσεις εκτελούνται δια του Κέντρου Ελέγχου Συχνοτήτων (ΚΕΣ), του ΟΤΕ, υποχρεουμένου να εξοπλίση, δαπάναις αυτού, το Κέντρον τούτο δια των απαιτουμένων επί πλέον οργάνων μετρήσεως και να προβή εις την κατάλληλον συμπλήρωσιν τούτου εις προσωπικόν και λοιπά τεχνικά μέσα. 2.Ο ΟΤΕ παρέχει τα αποτελέσματα των δια του Κέντρου Ελέγχου αυτού εκτελουμένων μετρήσεων των αφορωσών εις τας περί ων το παρόν εκπομπάς, εις την Γενικήν Διεύθυνσιν Ταχυδρομείων-Τηλεπικοινωνιών, αι δε Υπηρεσίαι Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων (ΑΕΔ), Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ), Γενικής Διευθύνσεως Εθνικής Ασφαλείας (ΓΔΕΑ), Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας και Τηλεοράσεως (ΕΙΡΤ) και ΟΤΕ παρέχουν προς αυτήν την απαιτουμένην εκάστοτε υποστήριξιν δια την επιτυχίαν του έργου του Τμήματος Ελέγχου Ραδιοεκπομπών. ΄Ελεγχος Τμήματος Ελέγχου Ραδιοεκπομπών εν καιρώ πολέμου ΄Αρθρ.14.-Εν καιρώ πολέμου, ενόπλου στάσεως, καταστάσεως πολιορκίας ή επιστρατεύσεως, το Τμήμα Ελέγχου Ραδιοεκπομπών τίθεται υπό τον έλεγχον του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. (Αντί για τη σελ. 470,005(α) Σελ. 470,005(β) Τείχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.7 Τελικαί Διατάξεις ΄Αρθρ.15.-«1.Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι κανονισμοί λειτουργίας ερασιτεχνικών και πειραματικών σταθμών ασυρμάτου, ειδικών ραδιοδικτύων και ραδιοσταθμών CB, καθώς και άλλων τηλεπικοινωνιακών συστημάτων. Στην απόφαση καθορίζονται: α. Οι όροι για την εγκατάσταση για την εγκατάσταση και τη λειτουργία των σταθμών, τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά και οι διαδικασίες για τη χορήγηση, τροποποίηση, ανάκληση και αναστολή της ισχύος των αδειών λειτουργίας. β. Τα προσόντα των υποψηφίων και τα των εξετάσεων για τη χορήγηση πτυχίων ραδιοερασιτεχνών. γ. Οι κατηγορίες των πτυχίων ραδιοερασιτεχνών. Οι κατηγορίες αυτές κατατάσσονται, μεταξύ άλλων, ανάλογα με την υποχρέωση γνώσης ή όχι μορσικής τηλεγραφίας και μπορούν να τροποποιούνται ανάλογα με συστάσεις εναρμόνισης, που εκδίδονται από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Συνδιάσκεψης Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. δ. Οι λεπτομέρειες που αφορούν τα χαρακτηριστικά κλήσεως και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των σταθμών, συμπεριλαμβανομένων και των κεραιών τους. ε. Τα των ψηφιακών, δορυφορικών και τηλεοπτικών επικοινωνιών των ραδιοερασιτεχνών. στ. Tο σύστημα αδειοδότησης ή αναγνώρισης αδειών αλλοδαπών ραδιοερασιτεχνών ή χρηστών CB, καθώς και της αδειοδότηοης για την προσωρινή χρήση ειδικών ραδιοδικτύων ή και άλλων τηλεπικοινωνιακών συστημάτων από αλλοδαπούς. ζ. Η χρονική διάρκεια ισχύος των αδειών λειτουργίας των σταθμών. η. Οι κατηγορίες ασυρματικών συσκευών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών λειτουργίας ειδικών ραδιοδικτύων. θ. Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια». Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 2 άρθρ. 2 Νόμ. 2801/1-3 Μαρτ. 2000 (ΦΕΚ Α΄ 46), κατωτ. αριθ. 46. 2.Με αποφάσεις του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία για την κατασκευή και εισαγωγή Σελ. 470,006(β) Τεύχος Σελ. ραδιοερασιτεχνικών και πειραματικών συσκευών ασυρμάτου, συσκευών ειδικών ραδιοδικτύων και συσκευών ραδιοσταθμών C.B. και κάθε άλλου είδους συσκευών ασύρματης τηλεπικοινωνίας, οι τεχνικές προδιαγραφές τους, τα όρια ισχύος της εκπομπής τους, ο τρόπος και τα όργανα ελέγχου, οι τεχνικοί κανονισμοί της λειτουργίας τους, καθώς και κάθε συναφής λεπτομέρεια». Το άρθρ. 15 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 8 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-3 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). «3.Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι κατηγορίες στις οποίες κατατάσσονται όλες οι τηλεπικοινωνιακές συσκευές, με κριτήρια, όπως το είδος των συσκευών, η δυνατότητα ελεύθερης εισαγωγής, διακίνησης, χρήσης των συσκευών κ.λπ.. Με όμοιες αποφάσεις του ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών κατατάσσει τους διαφόρους τύπους τηλεπικοινωνιακών συσκευών στις αντίστοιχες κατηγορίες, υιοθετεί αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ραδιοεπικοινωνιών (ERC) σχετικά με τηλεπικοινωνιακές συσκευές και συστήματα και εκδίδει γενικές άδειες χρήσης ή απαλλάσσει ορισμένους τύπους τηλεπικοινωνιακών συσκευών ή συστημάτων από την υποχρέωση εκδόσεως αδειών για την εμπορική τους διακίνηση ή την κατοχή τους ή την εγκατάσταση και λειτουργία τους». Η παρ. 3 προστέθηκε από την παρ. 1 άρθρ.2 Νόμ. 2801/1-3 Μαρτ. 2000 (ΦΕΚ Α΄ 46), κατωτ. αριθ. 46. 22.Ζ.δ.7 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων Μεταβατικαί Διατάξεις ΄Αρθρ.16.-1.Οι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος έχοντες αποδεδειγμένην ραδιοερασιτεχνικήν δραστηριότητα, δυνάμει προσωρινής αδείας λειτουργίας ερασιτεχνικού σταθμού ασυρμάτου, δικαιούνται, κατόπιν αιτήσεως υποβαλλομένης εντός εξαμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της εκδόσεως του Β.Δ/τος του προβλεπομένου υπό του άρθρ. 15 του παρόντος, πτυχίου ερασιτέχνου Α΄,Β΄ ή Γ΄ κατηγορίας, άνευ εξετάσεων, κατά τας ακολούθους διακρίσεις: α)Πτυχίου Α΄ κατηγορίας, οι έχοντες αποδεδειγμένην ερασιτεχνικήν δραστηριότητα επί πενταετίαν τουλάχιστον από της εκδόσεως της αδείας μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος και ηλικίαν άνω των 25 ετών. β)Πτυχίου Β΄ κατηγορίας, οι έχοντες αποδεδειγμένην ερασιτεχνικήν δραστηριότητα επί τριετίαν τουλάχιστον από της εκδόσεως της αδείας μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος και ηλικίαν άνω των 20 ετών, και γ)Πτυχίου Γ΄ κατηγορίας, πάντες οι λοιποί οι κεκτημένοι προσωρινήν άδειαν, εκδοθείσαν προ της δημοσιεύσεως του παρόντος. 2.Οι κατά τας περιπτ. β΄ και γ΄ της προηγουμένης παραγράφου λαβόντες πτυχίον και δυνάμει τούτου άδειαν αντιστοίχου κατηγορίας, δύνανται να λάβουν πτυχίον ανωτέρας κατηγορίας κατόπιν εξετάσεων, συμφώνως προς τα άρθρ. 4 και 5 του παρόντος, του χρόνου ραδιοερασιτεχνικής δραστηριότητος τούτων αρχομένου από της αποκτήσεως της αδείας δυνάμει του παρόντος. 3.Πλην των απαιτουμένων δικαιολογητικών δια την κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου απόκτησιν πτυχίου, προς απόδειξιν της ραδιοερασιτεχνικής δραστηριότητος, απαιτείται και υποβολή πιστοποιητικού ανεγνωρισμένης διεθνώς ραδιοερασιτεχνικής ενώσεως. 4.Οι μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος κάτοχοι προσωρινών αδειών λειτουργίας ερασιτεχνικών και πειραματικών σταθμών εξακολουθούν κατέχοντες ταύτας μέχρι της αντικαταστάσεώς των δια νέων τοιούτων, εκδοθησομένων βάσει των διατάξεων του παρόντος, πάντως εντός εξαμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της εκδόσεως των υπό του άρθρ. 15 προβλεπομένων Β.Δ/των. 5.Αι μέχρι της δημοσιεύσεως των κατά την προηγουμένην παράγραφον αναφερομένων Β.Δ/των εκδοθείσαι άδειαι λειτουργίας ειδικών ραδιοδικτύων εξακολουθούν ισχύουσαι μέχρι της αντικαταστάσεώς των δια νέων τοιούτων. Η αντικατάστασις τούτων δέον να πραγματοποιηθή βάσει των διατάξεων του παρόντος εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός έτους από της δημοσιεύσεως των ως άνω Β.Δ/των. Καταργούμεναι διατάξεις ΄Αρθρ.17.-Πάσα διάταξις αναγομένη εις θέματα ρυθμιζόμενα υπό του παρόντος καταργείται. Χρόνος ενάρξεως ισχύος ΄Αρθρ.18.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. ΄Αρθρ.2.-1.Η κατασκευή, κατοχή, εγκατάστασις και λειτουργία ερασιτεχνικών και πειραματικών σταθμών ασυρμάτου και ειδικών ραδιοδικτύων επιτρέπεται μόνον κατόπιν αδείας, κατά τας διατάξεις του παρόντος. 2.Ο τύπος των κατά την προηγουμένην παράγραφον αδειών καθορίζεται δι’ αποφάσεως του επί της Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών Υπουργού, δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 3.Η κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου άδεια δεν απαιτείται εις τας κάτωθι περιπτώσεις: α)Δια τους πειραματικούς σταθμούς των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας, του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (ΟΤΕ), του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας και Τηλεοράσεως (ΕΙΡΤ) και της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ). «β)Για τα σταθερά και κινητά ραδιοδίκτυα των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας, των Υπουργείων Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, και των Εμπορικών πλοίων, των οποίων οι σταθμοί λειτουργούν στις ζώνες που προβλέπονται από τον Κανονισμό Ραδιοεπικοινωνιών». Το εδάφ. β΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρ. 36 Νόμ. 3370/7-11 Ιουλ. 2005 (ΦΕΚ Α΄ 176), Τόμ. 34, σελ. 256,237. γ)Επί των δικτύων των εξυπηρετούντων τας εξωτερικάς μεταδόσεις του ΕΙΡΤ. «4.α)Για την κατασκευή, κατοχή, εγκατάσταση και λειτουργία των ραδιοσταθμών C.B. απαιτείται ειδική άδεια, που χορηγείται από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών. Η άδεια αυτή χορηγείται σε φυσικά πρόσωπα που έχουν την ελληνική ιθαγένεια. Μπορεί να χορηγείται και σε αλλοδαπούς υπό όρους και προϋποθέσεις που θεσπίζονται με το δ/γμα που προβλέπεται στην περίπτ. γ΄. Η αρμοδιότητα για την έκδοση αδειών μπορεί να μεταβιβαστεί στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, αφού διασφαλιστεί προηγουμένως ο τεχνικός έλεγχος και καθοριστούν οι διαδικασίες έκδοσης των αδειών. β)Οι ραδιοσταθμοί C.B. διέπονται από τις διατάξεις των παρ. 4, 5 και 6 του άρθρ. 3 και των άρθρ. 10 και 11, όπως η παρ. 1 του άρθρ. 10 αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 2 του Νόμ. 652/1977 (ΦΕΚ 210). (Αντί για τη σελ. 470,001(ε) Σελ. 470,001(στ) Τεύχος Σελ. Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 22.Ζ.δ.7 Τα ελάχιστα όρια των ποινών που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρ. 10 περιορίζονται στις περιπτώσεις ραδιοσταθμών C.B. στο ένα τέταρτο. γ)Με π.δ/γμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εξωτερικών, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται οι όροι λειτουργίας ραδιοσταθμών C.B. από αλλοδαπούς στην Ελλάδα καθώς και τα σχετικά παράβολα και τέλη λειτουργίας. δ)Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται ο τύπος της άδειας λειτουργίας ραδιοσταθμών C.B.». Η παρ. 4 προστέθηκε από το άρθρ. 2 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-3 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). Για τον καθορισμό των παραβόλων και τελών που προβλέπονται από την άνω παρ. 4, βλέπε άρθρ. 1 παρ. 2 της 69650/5111/6-19 Αυγ. 1988 (ΦΕΚ Β 888) απόφ. Υπ. Οικον. και Μεταφορών και Επικοινωνιών, κατωτ. αριθ. 43. «ε)Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται υπέρ του Δημοσίου παράβολα και τέλη λειτουργίας για τους ραδιοσταθμούς C.B.». Η περίπτ. ε΄ προστέθηκε από το άρθρ. 94 του νόμ. 1892/31-31 Ιουλ. 1990, (ΦΕΚ Α΄ 101), τόμ. 13, σελ. 86,369. «5.Οι αδειούχοι ραδιοερασιτέχνες στους οποίους έχει χορηγηθεί χαρακτηριστικό κλήσεως, απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού τους με άδειες κατοχής ραδιοερασιτεχνικών συσκευών ασυρμάτου εγκεκριμένου τύπου». Η παρ. 5 προστέθηκε από την παρ. 3 άρθρ. 2 Νόμ. 2801/1-3 Μαρτ. 2000, (ΦΕΚ Α΄ 46), κατωτ. αριθ. 46. Γενικαί διατάξεις περί Ερασιτεχνικών Σταθμών ΄Αρθρ.3.-«1.α)Οι κατά την παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου άδειες κατασκευής, κατοχής, εγκατάστασης και λειτουργίας ερασιτεχνικών σταθμών ασυρμάτου χορηγούνται από το Υπουργεί Μεταφορών και Επικοινωνιών σε πρόσωπα που έχουν την ελληνική ιθαγένεια και κατέχουν πτυχίο ραδιοερασιτέχνη, εφ’ όσον δεν έχουν καταδικαστεί ούτε διώκονται για έγκλημα που κωλύει, σύμφωνα με τον Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων, το διορισμό σε δημόσια υπηρεσία. Απαγορεύεται η χορήγηση Σελ. 470,0002(στ) Τεύχος Σελ. άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας ερασιτεχνικού σταθμού ασυρμάτου σε πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί για παραβάσεις διατάξεων του παρόντος, επί μία τριετία από την τέλεση του εγκλήματος. Σε περίπτωση υποτροπής η απαγόρευση αυτή είναι διηνεκής. β)Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι για την ανανέωση των ερασιτεχνικών αδειών και την αναγνώριση και ισοτιμία ερασιτεχνικών πτυχίων και αδειών που έχουν εκδοθεί από άλλες χώρες. γ)Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι της λειτουργίας ερασιτεχνικών σταθμών ασυρμάτου στην Ελλάδα από αδειούχους ραδιοερασιτέχνες χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας». Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 3 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-3 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). Με την παρ. 8 άρθρ. 2 Νόμ. 2801/1-3 Μαρτ. 2000 (ΦΕΚ Α΄ 46), κατωτ. αριθ. 46, ορίστηκε ότι: «Καταργείται η υποχρέωση υποβολής Πιστοποιητικών Ποινικού Μητρώου ως απαραίτητου δικαιολογητικού για την έκδοση ή ανανέωση των αδειών σταθμών ασυρμάτου του ν.δ. 1244/1972, καθώς και κάθε σχετικός όρος έκδοσης ή ανανέωσης των αδειών αυτών που αναφέρεται σε καταδίκη ή δίωξη των κατόχων ή των υπευθύνων των σταθμών αυτών για έγκλημα που κωλύει σύμφωνα με τον «Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.» το διορισμό σε δημόσια υπηρεσία». 2.Κατ’ εξαίρεσιν επιτρέπεται η χορήγησις τοιούτων αδειών και εις υπηκόους ξένης Χώρας, τη αιτήσει των, υποβαλλομένη μέσω της οικείας Πρεσβείας, εάν, και υπό τον όρον της αμοιβαιότητος, προβλέπεται υπό κοινής Συμφωνίας των δύο Χωρών. 22.Ζ.δ.7 Ιδιωτικοί Σταθμοί Ασυρμάτου - Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων 3.Αι ανωτέρω άδειαι χορηγούνται τη αιτήσει των ενδιαφερομένων παρά του Υπουργείου Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών, μετά γνώμην των αρμοδίων Υπηρεσιών των Υπουργείων Εθνικής Αμύνης και Δημοσίας Τάξεως, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα δια των, κατά τας διατάξεις του άρθρ. 15 του παρόντος, εκδιδομένων Β.Δ/των. 4.Εν καιρώ πολέμου, ενόπλου στάσεως, καταστάσεως πολιορκίας ή επιστρατεύσεως η λειτουργία των ερασιτεχνικών σταθμών απαγορεύεται, εκτός αν άλλως ήθελε διαταχθή υπό των αρμοδίων Στρατιωτικών Αρχών. 5.Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών, εφ’ όσον συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος, δύναται να διαταχθή καθ’ άπασαν την Επικράτειαν ή εις ωρισμένας περιοχάς αυτής, η αναστολή χορηγήσεως και ανάκλησις χορηγηθεισών τοιούτων αδειών, ως και η διακοπή της λειτουργίας των ερασιτεχνικών σταθμών δια σφραγίσεως τούτων ή δι’ άλλου προσφόρου τρόπου. 6.Ωσαύτως δύναται να διαταχθή κατά τας περί επιτάξεων κειμένας διατάξεις, η επίταξις υπό του Κράτους των ανωτέρω σταθμών, μετά προηγουμένην ειδοποίησιν των κατόχων αυτών και έναντι αποζημιώσεως. Πτυχία Ερασιτεχνικών ΄Αρθρ.4.-«1.α)Τα κατά την παρ. 1 του άρθρ. 1 πτυχία ερασιτεχνών χορηγούνται από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών ύστερα από εξετάσεις, που διενεργούνται μεταξύ των υποψηφίων που έχουν τα νόμιμα προσόντα. β)Οι πτυχιούχοι ηλεκτρονικοί των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των τεχνολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της ημεδαπής και ισοτίμων σχολών της αλλοδαπής δεν εξετάζονται, για την απόκτηση πτυχίου ραδιοερασιτέχνη οποιασδήποτε κατηγορίας, στο μάθημα της θεωρίας και τεχνικής ηλεκτρολογίας και ραδιοηλεκτρολογίας. γ)Οι κάτοχοι γενικού πτυχίου χειριστή ασυρμάτου του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και οι διπλωματούχοι ραδιοτηλεγραφητές Α΄ και Β΄ τάξης του Εμπορικού Ναυτικού δεν εξετάζονται σε κανένα μάθημα για την απόκτηση πτυχίου ραδιοερασιτέχνη οποιασδήποτε κατηγορίας». Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 4 Νόμ. 1780/31 Μαΐου-3 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 114), (κατωτ. αριθ. 24). Εξεδόθη η υπ’ αριθ. 8044 της 22 Ιουν./9 Ιουλ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 901) αποφ. Υπ. Μεταφ. και Επικοινωνιών «περί εξεταστέας ύλης μαθημάτων προς απόκτησιν πτυχίου Ραδιοερασιτέχνου αναλυτικώς δι’ εκάστην κατηγορίαν πτυχίου Γ΄. Β΄ και Α΄». 2.(Καταργήθηκε από την παρ. 8 άρθρ. 12 Νόμ. 2801/1-3 Μαρτ. 2000, ΦΕΚ Α΄ 46, Τόμ. 21 σελ. 16,219). γ)Δια την απόκτησιν πτυχίου ερασιτέχνου Α΄ κατηγορίας, οι συμπληρώσαντες το 23ον έτος της ηλικίας των, κάτοχοι πτυχίου ερασιτέχνου Β΄ κατηγορίας και επί 5 τουλάχιστον έτη αδείας Β΄ κατηγορίας, κατά τας διατάξεις του παρόντος. 3.Οι κάτοχοι αδείας ασκήσεως επαγγέλματος Ραδιοηλεκτρολόγου Β΄ ή Α΄ κατηγορίας δυνάμει του Ν.Δ. 2624/53 «περί χορηγήσεως αδειών ασκήσεως επαγγέλματος ραδιοηλεκτρολόγου», ως ετροποποιήθη δια του Α.Ν. 303/68 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων του Ν.Δ. 2624/1953 κλπ.» και συμπληρώσαντες το 20όν έτος της ηλικίας των, προκειμένου περί πτυχίου Β΄ κατηγορίας ή το 25ον έτος, προκειμένου περί πτυχίου Α΄ κατηγορίας, δύνανται, εξεταζόμενοι μόνον επί των πρακτικών μαθημάτων και του κανονισμού Ραδιοεπικοινωνιών, να αποκτήσουν πτυχίον Β΄ ή Α΄ κατηγορίας, αντιστοίχως. (4).(Κατηργήθη δια του άρθρ. 4 Νόμ. 652/1977 (κατωτ. αριθ. 9) και η παρ. 5 έλαβεν αριθ. 4). 4.Δια την συμμετοχήν εις εξετάσεις προς απόκτησιν πτυχίου ερασιτέχνου οιασδήποτε κατηγορίας κατατίθεται παράβολον υπέρ του Δημοσίου καθοριζόμενον δια Β.Δ/τος, εκδιδιμένου προτάσει των επί των Οικονομικών και της Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών Υπουργών. Για την αναπροσαρμογή των τελών και παραβόλων, που αναφέρονται στο άνω άρθρο, βλ. την με αριθ. 69650/5111/6-19 Αυγ. 1998 (ΦΕΚ Β 888), απόφ. Υπ. Οικονομικών -Μεταφορών και Επικοινωνιών, κατωτ. αριθ. 43. Ειδικαί διατάξεις περί Ερασιτεχνικών Σταθμών ΄Αρθρ.5.-«1.Οι κατηγορίες αδειών λειτουργίας ερασιτεχνικών σταθμών ασυρμάτου, που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 1 και 3 του
123
6. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 511 της 13/17 Απρ. 1970 (ΦΕΚ Α΄ 91) «Περί ιδρύσεως και λειτουργίας πρατηρίων υγρών και αερίων καυσίμων - εγκαταστάσεων φόρτισης ηλεκτροκίνητων οχημάτων - σταθμών πάσης φύσεως αυτοκινήτων - σταθμών μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων - εγκαταστάσεων προετοιμασίας των προς παράδοση αυτοκινήτων (PDI - pre delivery inspection) εγκαταστάσεων πλύσης, καθαρισμού και λίπανσης οχημάτων και περί των προϋποθέσεων ιδρύσεως και λειτουργίας, εντός αυτών, συμπληρωματικών δραστηριοτήτων (εμπορικών, παροχής υπηρεσιών) ως επίσης και περί της κυκλοφοριακής συνδέσεως των πάσης φύσεως εγκαταστάσεων μετά των προ αυτών οδών». Άρθρ.1.-«1. Επιτρέπεται η χορήγηση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας πρατηρίων υγρών και αερίων καυσίμων, εγκαταστάσεων φόρτισης ηλεκτροκίνητων οχημάτων, πάσης φύσεως σταθμών αυτοκινήτων ή μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, εγκαταστάσεων προετοιμασίας των προς παράδοση αυτοκινήτων, εγκαταστάσεων πλύσης, καθαρισμού και λίπανσης οχημάτων, ως και συμπληρωματικών εντός όλων των ανωτέρω εγκαταστάσεων δραστηριοτήτων (όπως εμπορικών, παροχής υπηρεσιών), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. 2. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών, καθορίζονται τα αρμόδια όργανα, ως και οι όροι και οι προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας: α) πρατηρίων καυσίμων και β) σταθμών αυτοκινήτων πάσης φύσεως, κειμένων εντός και εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, ως και τα της ίδρυσης συμπληρωματικών εντός όλων των ανωτέρω εγκαταστάσεων δραστηριοτήτων (εμπορικών, παροχής υπηρεσιών), καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις για την κυκλοφοριακή σύνδεση των ανωτέρω ή και άλλων εγκαταστάσεων - επιχειρήσεων με τις προ αυτών διερχόμενες εθνικές, επαρχιακές, δημοτικές ή κοινοτικές και αγροτικές οδούς. Ωσαύτως με αποφάσεις των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται τα αρμόδια όργανα, ως και οι όροι και οι προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των κειμένων εντός και εκτός Σελ. 264(στ) Τεύχος -Σελ. εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων εγκαταστάσεων φόρτισης ηλεκτροκίνητων οχημάτων, εγκαταστάσεων σταθμών (χώρων στάθμευσης) φορτηγών αυτοκινήτων και λεωφορείων, ως και παντός είδους αμαξοστασίων απλής ή ολοκληρωμένης υποδομής σταθμών μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, εγκαταστάσεων προετοιμασίας των προς παράδοση αυτοκινήτων (PDI - pre delivery inspection), εγκαταστάσεων πλύσης, καθαρισμού και λίπανσης οχημάτων, ως και συμπληρωματικών εντός όλων των ανωτέρω εγκαταστάσεων δραστηριοτήτων (εμπορικών, παροχής υπηρεσιών).» Ο τίτλος και οι παρ.1 και 2, που είχαν αντικατασταθεί από την περιπτ.β΄άρθρ.45 Νόμ.2773/21-22 Δεκ.1999 (ΦΕΚ Α΄286), κατωτ.αριθ.27, αντικαταστάθηκαν και πάλι ως άνω από την παρ.3 άρθρ.23 Νόμ.3185/25-26 Σεπτ.2003 (ΦΕΚ Α΄229), κατωτ.αριθ.31. 21.Ε.κ.6 Πρατήρια Υγρών Καυσίμων 3.Εγκαταστάσεις, εκ των ως άνω αναφερομένων, λειτουργούσαι άνευ κυκλοφοριακής συνδέσεως ή μετά τοιαύτης μη πληρούσης τας απαιτήσεις των εν παρ. 2 εκδοθησομένων Β.Δ/των, δέον όπως συνδεθούν κυκλοφοριακώς μετά των οδών συμφώνως προς τους όρους τούτων. 4.Αι εγκαταστάσεις διαθέσεως υγρών καυσίμων, πάσης φύσεως σταθμών αυτοκινήτων και πλυντηρίων αυτοκινήτων των Ενόπλων Δυνάμεων δεν υπόκεινται εις τους όρους και προϋποθέσεις των κατά την παρ. 2 εκδοθησομένων Β.Δ/των. Βλ. Νόμ. 960/1979, τόμ. 23, σελ. 294,417. Άρθρ.2.-Αι διατάξεις του Α.Ν. 77/1967 «περί άρσεως απαγορεύσεως χορηγήσεως αδειών εγκαταστάσεως αντλιών, διαθέσεως υγρών καυσίμων προ πρατηρίων και εις σταθμούς αυτοκινήτων», παρ. 1, 2 και 3 του άρθρ. 10 του Ν.Δ/τος 3990/59 «περί αναθέσεως εις Αστυνομικάς Αρχάς της εκδικάσεως αστυνομικών παραβάσεων τιμωρουμένων δια προστίμου, συμπληρώσεως του Νόμ. 4841/1930 «περί αυτοκινήτων και άλλων τινών συναφών διατάξεων», του άρθρ. 19 του Ν.Δ. 3334/55 «περί μεταφοράς αγαθών επί κομίστρω δια φορτηγών τριτρόχων αυτοκινήτων και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων αναφερομένων εις θέματα της Γενικής Διευθύνσεως Μεταφορών», ως και πάσα ετέρα διάταξις ρυθμίζουσα τα περί ων το παρόν Ν.Δ/μα, θέματα, καταργούνται. Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
301
26. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 241 της 25/25 Μαΐου 1988 (ΦΕΚ Α' 104) Ίδρυση θέσεων Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού, Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού και Ειδικού Διοικητικού-Τεχνικού Προσωπικού στο Πανεπιστήμιο Πατρών.
337
41. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 618 της 7/11 Σεπτ. 1961 (ΦΕΚ Α΄ 149) Περί Ταχυδρομικών Πρακτορείων. Έχοντες υπ’ όψιν: 1)τας διατάξεις του άρθρ. 17 του Α.Ν. 291/1936 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί Διοικήσεως της Υπηρεσίας Τ.Τ.Τ. Νόμων», 2)τας διατάξεις του άρθρ. 11 του Α.Ν. 699/1937 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως νόμων της Τ.Τ.Τ. Υπηρεσίας», 3)την υπ’ αριθ. 5882/17.5.58 απόφασιν του Υπουργού Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων και 4)την υπ’ αριθ. 546/1961 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου επί των Συγκοινωνιών Υφυπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν. Άρθρ.1.-1.Τα Ταχυδρομικά Πρακτορεία εκτελούσι τας ως κάτωθι υπηρεσίας: α)Παραλαβήν και επίδοσιν ιδιωτικής και επισήμου αλληλογραφίας, συνήθους, επί αποδείξει και συστημένης, β)πώλησιν Ταχυδρομικών ενσήμων ως και πώλησιν σφραγιστού χάρτου, κινητού επισήματος κλπ. συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ. 5 του άρθρ. 17 του Α.Ν. 291/1936, γ)έκδοσιν και πληρωμήν ταχυδρομικών επιταγών εσωτερικού και εξωτερικού, δ)παραλαβήν και επίδοσιν συνήθων ταχυδρομικών δεμάτων εσωτερικού και εξωτερικού, ε)υπηρεσίαν Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Σελ. 38 2.Τα Ταχυδρομικά Πρακτορεία εξαρτώνται και επιβλέπονται υπό του πλησιεστέρου Ταχυδρομικού Γραφείου, όπερ, οριζόμενον ως Γραφείον επιβλέψεως και εξαρτήσεως, χορηγεί εις ταύτα εκ της παγίας αυτού προκαταβολής, επί πιστώσει, ταχυδρομικά ένσημα προς πώλησιν μέχρι ποσού οριζομένου κατά περίπτωσιν δι’ αποφάσεως του προϊσταμένου της οικείας Περιφερειακής Ταχυδρομικής Επιθεωρήσεως. 3.Δια την υπό των Ταχυδρομικών Πρακτορείων εκτέλεσιν της υπηρεσίας επιταγών τηρείται υπό του επιβλέποντος Γραφείου αλληλόχρεος λογαριασμός, τα δε αναγκαιούντα δια την πληρωμήν επιταγών χρηματικά ποσά αποστέλλονται κατά τα υπό του Κανονισμού εκτελέσεως υπηρεσίας επιταγών προβλεπόμενα. Άρθρ.2.-1.Η διαχείρισις των Ταχυδρομικών Πρακτορείων ανατίθεται δι’ αποφάσεως του Προϊσταμένου της οικείας Ταχυδρομικής Διευθύνσεως, κατόπιν προτάσεως του πλησιεστέρου Ταχυδρομικού Γραφείου και εγκρίσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών εις κατάλληλα πρόσωπα, επί συμβάσει διαρκείας τριών ετών δυναμένη να ανανεώται εκάστοτε επί ισόχρονον χρονικόν διάστημα. Ο υποψήφιος οφείλει να προκαθορίση τον προσφερόμενον υπ’ αυτού δια κατάστημα του Πρακτορείου κατάλληλον χώρον και να υποβάλη δια της αιτήσεώς του τα απαιτούμενα πιστοποιητικά. Επί πλειόνων υποψηφίων η επιλογή του καταλληλοτέρου γίνεται μετά γνώμην του Συμβουλίου Ταχυδρομικής Εκμεταλλεύσεως. Η σχετική σύμβασις συνομολογείται μεταξύ του Προϊσταμένου της οικείας Ταχ. Διευθύνσεως και του δια της αποφάσεως αυτού ορισθέντος διαχειριστού Πρακτορείου. Προ της υπογραφής της συμβάσεως ο υποψήφιος διαχειριστής Πρακτορείου υποχρεούται όπως ασκηθή παρά τω οικείω Γραφείω επιβλέψεως δια την κανονικήν εκτέλεσιν του έργου του, συντασσομένης περί της ευδοκίμου ασκήσεως, εκθέσεως υπό του Προϊσταμένου του Γραφείου και 2)όπως καταθέση εγγύησιν εις μετρητά δραχμάς πέντε χιλιάδας ή εγγυητικήν επιστολήν Τραπέζης ή εγγύησιν δι’ εγγραφής υποθήκης επί κτήματος αυτού ή τρίτου τριπλασίας αξίας, συντασσομένου συμβολαίου συστάσεως της εγγυήσεως ενώπιον του Συμβολαιογράφου. 22.Α.α.41 Γενική Διεύθυνση Ταχυδρομείων Άρθρ.3.-1.Επιτρέπεται μονομερής καταγγελία της Συμβάσεως και προ τη λήξεως ταύτης εάν το Πρακτορείο ήθελε καταργηθή ή εάν ήθελε συντρέξη τις των εν άρθρω μόνω του από 29.9/14.10.1937 Β.Δ/τος, «περί καθορισμού περιπτώσεων της υπό του Δημοσίου μονομερούς καταγγελίας της Συμβάσεως μετά των διαχειριστών των ΤΤΤ Πρακτορείων» καθοριζομένων λόγων. 2.Η κατατεθείσα υπό του διαχειριστού Πρακτορείου εγγύησις επιστρέφεται άμα ως ευρεθή καλώς έχουσα η διαχείρισις αυτού. Παν έλλειμμα της διαχειρίσεως παρακρατείται εκ της εγγυήσεως επιστρεφομένου του υπολοίπου. Άρθρ.4.-Οι εις ους ανατίθεται η διαχείρισις των Ταχυδρομικών Πρακτορείων απαιτείται να έχωσι τα ως κάτωθι προσόντα: α)Ελληνικήν Ιθαγένειαν. β)Ενδεικτικόν τρίτης τουλάχιστον τάξεως εξαταξίου Γυμνασίου ή ισοτίμου ανεγνωρισμένης Σχολής. γ)Να έχωσιν εκπληρώσει τας στρατιωτικάς αυτών υποχρεώσεις ή να απηλλάγησαν τούτων νομίμως. δ)Να μη έχωσι καταδικασθή εις οιανδήποτε ποινήν επί αδικήματι εκ των εν άρθρ. 18 του Υπαλληλικού Κώδικος προβλεπομένων. ε)Να μη τελώσιν υπό απαγόρευσιν ή δικαστικήν αντίληψιν. Άρθρ.5.-1.Οι διαχειρισταί Πρακτορείων οφείλουν συμμορφούμενοι προς τους όρους της Συμβάσεως να εκτελούν απάσας τας υπό του άρθρ. 1 του παρόντος προβλεπομένας υπηρεσίας, έτι δε να διανέμωσιν οίκοι την δια παραλήπτας διαμένοντας εις το χωρίον της έδρας του Πρακτορείου προοριζομένην συνήθη και συστημένην αλληλογραφίαν. 2.Ούτοι απουσιάζοντες λόγω οιασδήποτε δεδικαιολογημένης αιτίας οφείλουν να υποδείξωσι προς έγκρισιν εκ μέρους της οικείας Ταχυδρομικής Διευθύνσεως κατάλληλον αναπληρωτήν, όστις διαχειριζόμενος υπ’ ευθύνην και δια λογαριασμόν αυτών τας υπηρεσίας του Πρακτορείου, υπέχει και ιδίαν προσωπικήν ευθύνην δια πάσαν παράβασιν αποδοτέαν εις δόλον ή βαρείαν αμέλειαν. Άρθρ.6.-1.Εις τους διαχειριστάς Πρακτορείων παρέχονται αι κάτωθι αμοιβαί: α)0,40 δι’ έκαστον αποστελλόμενον αντικείμενον αλληλογραφίας επί τέλει ουχί κατωτέρω της 1,50 δραχμής. β)1 δραχμή δι’ έκαστον παρ’ αυτών διαχειριζόμενον (αποστελλόμενον ή αφικνούμενον) δέμα, επιταγήν ή συστημένον αντικείμενον. 2.Αι κατά την προηγουμένην παράγραφον αμοιβαί εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται να είναι κατώτεραι των 600 δραχμών, ουδέ ανώτεραι των 900 δραχμών μηνιαίως, εκκαθαρίζονται δε και εντέλλονται, καθ’ α θέλει ορίσει υπουργική απόφασις. Άρθρ.7.-1.Τα άρθρ. 2-8 του από 5/13 Φεβρ. 1937 Β.Δ/τος «περί ΤΤΤ Πρακτορείων» καταργούνται. 2.Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εις τον αυτόν επί των Συγκοινωνιών Υφυπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος.
203
2. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 17 της 21/22 Ιαν. 1971 (ΦΕΚ Α΄ 17) Περί οργανώσεως, συγκροτήσεως, λειτουργίας και αρμοδιοτήτων της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών. Βλ. ήδη Π.Δ. 381/1977 (κατωτ. αριθ. 12).
63
53. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 175 της 5/10 Απρ. 1990 (ΦΕΚ Α΄ 63) Ίδρυση Εργαστηρίου Τεχνικής Γεωλογίας στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και καθορισμός του εσωτερικού του κανονισμού.
197
59. AΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ Αριθ.17377 της 2/8 Σεπτ. 1976 (ΦΕΚ Β' 1102) Περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων εις τον Γενικόν Γραμματέα Αθλητισμού και τους Προϊσταμένους Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού. Έχοντες υπ' όψει: 1)Τας διατάξεις του Ν.Δ. 216/1974 "περί συστάσεως Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως". 2)Τας διατάξεις του Νομ. 423/1976 "περί Γυμναστηρίων και ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων τον εξωσχολικόν αθλητισμόν". 3)Τας διατάξεις του Α.Ν. 397/1968 "περί επανασυστάσεως της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού και των αρμοδιοτήτων αυτής". 4)Το Β.Δ.624/1968 "περί οργανώσεως και λειτουργίας των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού". 5)Την υπ' αριθ. ΔΛ7/2/7/9833/28.7.75 κοινήν απόφασιν του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως "περί αναθέσεως ασκήσεως αρμοδιοτήτων του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως εις τους παρά τω Υπουργείω Προεδρίας Κυβερνήσεως Υφυπουργούς", αποφασίζομεν: 1.Εις τον Γενικόν Γραμματέα Αθλητισμού ανατίθεμεν τας αρμοδιότητας ημών, τας αναγομένας: α)Εις την έκδοσιν αποφάσεως περί καταλληλότητος του χώρου δια την ίδρυσιν Γυμναστηρίων και συγκροτήσεως της τριμελούς επιτροπής (άρθρ. 5 παρ. 1 εδάφ. α' Νόμ. 423/1976). β)Εις την αύξησιν του ποσού δρχ. 50.000 της παρ. 2 του αρθρ. 8 του Νόμ. 423/76. γ)Εις την άσκησιν προσφυγής κατ' άρθρ. 23 παρ.6 του Νόμ. 423/76. δ)Εις την έγκρισιν και τον καθορισμόν των όρων εκποιήσεως η εκμισθώσεως ακινήτων η κινητών περιουσιακών στοιχείων των ως Ν.Π.Δ.Δ. λειτουργούντων Γυμναστηρίων (άρθρ.14 παρ. 1 Νόμ. 423/76). 2.Εις τον ΙΙροϊστάμενον της Διευθύνσεως Αθλητισμού ανατίθεμεν την αρμοδιότητα ημών, την αναγομένην εις την υπαγωγήν αθλήματος εις ανεγνωρισμένην αθλητικήν Ομοσπονδίαν εφ' όσον συντρέχουν αι προϋποθέσεις της παρ. 4 του αρθρ. 23 του Νόμ. 423/76. 3.Εις τον ΙΊροϊστάμενον της Διευθύνσεως Οικονομικών Υπηρεσιών ανατίθεμεν την αρμοδιότητα ημών την αναγομένην εις την αποζημίωσιν των κατόπιν εγγράφου εντολής της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού μετακινουμένων εκτός έδρας δι' εκτέλεσιν υπηρεσίας μελών των Επιτροπών Διοικήσεως των υπό μορφήν Ν.Π.Δ.Δ. λειτουργούν(Αντί της σελ.646,565)Σελ.646,565(α) Τεύχος 651 – Σελ. 103 169 Εξωσχολική Σωματική Αγωγή 32.Η.δ.59 των Γυμναστηρίων (άρθρ. 7 παρ. 3 Ν. 423/76). Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
18
23. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 387 της 3/25 Σεπτ. 1991 (ΦΕΚ Α 140) Περί Καθορισμού και Αναγνωρίσεως Πτυχίων Ειδικεύσεως-Εξειδικεύσεως των Μαχίμων, Μηχανικών και Οικονομικών Αξιωματικών του Π.Ν. Συμπληρώθηκε με το Π.Δ. 90/26 Φεβρ. - 3 Μαρτ. 2004 (ΦΕΚ Α΄ 69).
7
20. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Αριθ. 97087 της 14 Ιουλ./28 Αυγ. 1970 (ΦΕΚ Β' 600) Περί καθορισμού αριθμού εισακτέων σπουδαστών εις την Εθνικήν Ακαδημίαν Σωματικής Αγωγής και εις το εν Θεσσαλονίκη Παράρτημα αυτής κατά το Ακαδημαϊκόν έτος 1970-71.
18
85. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. Φ.429.1/63/130465 της 5/10 Απρ. 1990 (ΦΕΚ Β΄ 268) Προσωρινή απόλυση από τις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων και επανακατάταξη σε αυτές των οπλιτών και των Εφέδρων ή Δοκίμων Εφέδρων Αξιωματικών που απολύονται υπό όρο από μη στρατιωτικές φυλακές. Κυρώθηκε και έχει ισχύ νόμου από το εδάφ. η της παρ. 1 άρθρ. 18 Νόμ. 1911/1990 (ΦΕΚ Α΄ 166), Τόμ. 36Δ, σελ. 1338, 501.
138
14. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΕΩΣ Αριθ. 21378/4372 της 17/20 Μαΐου1976 (ΦΕΚ Β΄ 671) Περί κηρύξεως εκτελεστής της υπ’ αριθ. 10 / 76 αποφάσεως του ΔΔΔΔ Αθηνών «περί αυξήσεως των γενικών κατωτάτων ορίων μισθών και ημερομισθίων και ρυθμίσεως ετέρων τινών γενικών όρων αμοιβής των μισθωτών της χώρας. Έχοντες υπ’ όψει: Τας διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 20 του Νόμ. 3239/55 ως ετροποποιήθησαν δια των Ν.Δ. 3755/ 57, 186/69 και 73/74, αποφασίζομεν: Κηρύσσομεν εκτελεστήν την εν θέματι υπ’ αριθ. 10 / 76 απόφασιν του ΔΔΔΔ Αθηνών, εκδοθείσαν εις επίλυσιν διενέξεως μεταξύ αφ’ ενός των: 1)Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων, 2) Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος, και 3) Εμπορικών Συλλόγων Αθηνών – Πειραιώς – Θεσ/νίκης και αφ’ ετέρου της Γενικής Συνομοσπονδίας εργατών Ελλάδος και ης το διατακτικόν έχει ως ακολούθως: «1.Τα γενικά κατώτατα όρια των βασικών ημερομισθίων και των μηνιαίων μισθών (ημερομίσθια και μισθοί ασφαλείας) των παρ’ οιωδήποτε εργοδότη, δυνάμει σχέσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου, απασχολουμένων εργατοτεχνιτών και υπαλλήλων καθορίζονται από της ισχύος της παρούσης καθ’ άπασαν την χώραν, ως ακολούθως: α)ΕΡΓΑ ΤΟΤΕΧΝΙΤΩΝ αα)Μετά την συμπλήρωσιν του 18 ου έτους της ηλικίας των, ανεξαρτήτως προϋπηρεσίας ή προκειμένου περί μαθητευομένων μηχανοτεχνιτών του κλάδου της σιδηροβιομηχανίας, μετά την συμπλήρωσιν του 18 ου έτους της ηλικίας και ενός τουλάχιστον έτους απασχολήσεως εν τω κλάδω, εις δραχ. 241, από 13 Φεβρ. 1976 και εις δραχ. 256, από 1 Ιουλ. 1976. ββ)Τα ως άνω καθοριζόμενα κατώτατα όρια ημερομισθίων (ημερομίσθια ασφαλείας) και υπό τας αυτάς προϋποθέσεις ηλικίας, αποτελούν κατώτατα όρια και δια τους υπό την ιδιότητα του εργατοτεχνίτου, απασχολουμένους εις σταθερόν εργοδότην και αμειβομένους κατά μονάδα εργασίας ή επί ποσοστοίς ή κατ’ άλλον σύστημα αμοιβής, υποχρεουμένου του οικείου εργοδότου όπως συμπληροί ταύτα κατά το τυχόν ελλείπον ποσόν. Εν προκειμένω οι σχετικοί λογαριασμοί εκκαθαρίζονται κατά τρίμηνον, με βάσιν το πραγματοποιηθέν μέσον ημερομίσθιον κατά την διάρκειαν του τριμήνου, εξαιρέσει της περιπτώσεως λύσεως της σχέσεως εργασίας, καθ’ οιονδήποτε τρόπον, οπότε η εκκαθάρισις πραγματοποιείται κατ’ αυτήν. β)ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ αα)Δια τους άγοντας το 15 ον ή 16 ον έτος της ηλικίας, ασχέτως προϋπηρεσίας εις δραχμάς 3.575 από 13 Φεβρ. 1976 και εις δραχ. 3.802 από 1 Ιουλ. 1976. ββ)Δια τους άγοντας το 17 ον , 18 ον ή 19 ον έτος της ηλικίας, εις δραχ. 4.290 από 13 Φεβρ. 1976 και εις δραχ. 4.563 από 1 Ιουλ. 1976. γγ)Μετά την συμπλήρωσιν του 19 ου έτους της ηλικίας, εις δραχ. 5.005 από 13 Φεβρ. 1976 και εις δραχ. 5.323 από 1 Ιουλ. 1976. δδ)Υπάλληλοι επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου μη υπαγόμενοι εις ετέραν ειδικωτέραν συλλογικήν σύμβασιν εργασίας ή απόφασιν Διαιτησίας δικαιούνται δι’ εκάστην τριετίαν υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας, διανυθείσης μετά την συμπλήρωσιν του 19 ου έτους της ηλικίας των, προσαυξήσεως εκ ποσοστού 10%, επί του ως άνω κατωτάτου ορίου βασικού μισθού (μισθού ασφαλείας) και μέχρι συμπληρώσεως 3 τριετιών, ήτοι εν συνόλω ποσοστού 30%. Ως προϋπηρεσία δια την εφαρμογήν της παρούσης, λαμβάνεται υπ’ όψει η διανυθείσα τοιαύτη παρ’ οιωδήποτε εργοδότη, εις θέσιν και ειδικότητα παρεμφερή και ανάλογον της ήδη κατεχομένης. Η προϋπηρεσία λαμβάνεται υπ’ όψιν από της υποβολής των αποδεικτικών ταύτης πιστοποιητικών. εε)Τα υπό της παρούσης καθοριζόμενα κατώτατα όρια μισθών (μισθοί ασφαλείας), υπό τας ως άνω προϋποθέσεις ηλικίας, αποτελούν κατώτατα όρια και δια τους εκ των υπαλλήλων απασχολουμένους εις σταθερόν εργοδότην και αμειβομένους κατά μονάδα εργασίας ή επί ποσοστοίς ή κατ’ άλλον σύστημα αμοιβής, υποχρεουμένου του οικείου εργοδότου όπως συμπληροί ταύτα κατά το τυχόν ελλείπον ποσόν. 2.Επίδομα γάμου: α)Εις τους μισθωτούς, ανεξαρτήτως φύλου, συνεστώτος του γάμου χορηγείται επίδομα γάμου εκ 5%, υπό την προϋπόθεσιν ότι ο έτερος των συζύγων δεν ασκεί βιοποριστικόν επάγγελμα ή δεν συνταξιοδοτείται. β)Το επίδομα γάμου υπολογίζεται επί του κατωτάτου ορίου του βασικού μισθού ή βασικού ημερομισθίου, του οριζομένου υπό της εκάστοτε εν ισχύϊ οικείας συλλογικής συμβάσεως, αποφάσεως διαιτησίας ή άλλης διατάξεως και δεν συμψηφίζεται προς τας τυχόν υπερτέρας των κατωτάτων ορίων πράγματι καταβαλλομένας αποδοχάς. Συμψηφίζεται όμως εις τούτο το τυχόν καταβαλλόμενον επίδομα γάμου ή συζύγου. γ)Ο γάμος, ως και η συνδρομή της κατά την υποπαρ. α΄ προϋποθέσεως, αποδεικνύεται δια δηλώσεως του μισθωτού κατά τον τύπον του Ν.Δ. 105 / 69, κατατιθεμένης εις τον εργοδότην, κατά την πρόσληψιν ή συνεστώτος του γάμου. Ο εργοδότης δικαιούται προς επιβεβαίωσιν της διαρκούς συνδρομής της προϋποθέσεως της υποπαρ. α΄ να αξιοί καθ’ έκαστον ημερολογιακόν έτος την υποβολήν της κατά τα ανωτέρω δηλώσεως. δ)Συλλογικαί συμβάσεις εργασίας, αποφάσεις διαιτησίας ή άλλαι διατάξεις προβλέπουσαι την (Μετά τη σελ. 130,02) Σελ. 130,03 Τεύχος 1295 – Σελ. 33 Κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων 15.Δ.γ.14 28 χορήγησιν επιδόματος γάμου, εις ποσοστόν ή πάγιον ποσόν, δεν θίγονται δια της παρούσης, εξακολουθούσαι να ισχύουν και να διέπουν τα της παροχής του επιδόματος τούτου, εφ’ όσον: αα)προβλέπουν την παροχήν τούτου εις τους μισθωτούς αμφοτέρων των φύλων και ββ)το βάσει αυτών οφειλόμενον ποσόν επιδόματος γάμου είναι υπέρτερον του βάσει της παρούσης διαμορφουμένου. 3.Διατηρούνται εν ισχύϊ, κατά τα ειδικώτερον εν αυταίς οριζόμενα, αι διατάξεις της από 26.2.75 Εθνικής Γενικής Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας, περί της εφαρμογής των αρχών ίσης αμοιβής αρρένων και θηλέων, αυξήσεως των ημερών αδείας αναπαύσεως των εργατών και καθιερώσεως 45ώρου εβδομαδιαίας εργασίας των μισθωτών (ΦΕΚ 276 τ. Β΄της 4.3.1975), (τόμ. 15 (2) σελ. 107). Ωσαύτως διατηρούνται εν ισχύϊ: α)αι μη αντικείμεναι εις την παρούσαν ως και εις την προρρηθείσαν Εθνικήν Γενικήν Συλλογικήν Σύμβασιν Εργασίας διατάξεις των από 26.2.1975 Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας αα)«περί αναπροσαρμογής των κατωτάτων ορίων μισθών ιδιωτικών υπαλλήλων» (ΦΕΚ 276 τ. Β΄της 4.3.75), και ββ)«περί αναπροσαρμογής των γενικών κατωτάτων ορίων ημερομισθίων εργατοτεχνιτών, εργατοτεχνιτριών και μαθητευομένων» (ΦΕΚ 276 τ. Β΄της 4.3.75), (ανωτ. αριθ. 12 και 13) και β)αι διατάξεις της από 14.2.1961 συμπληρωματικής Εθνικής Γενικής Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας (ΦΕΚ 75/Β/ της 6.3.1961), (ανωτ. αριθ. 13 – σχολ. υπό την παρ. 4). 4.Τυχόν ανώτεροι, των δια της παρούσης καθοριζομένων, μηνιαίοι μισθοί ή ημερομίσθια, προβλεπόμενοι εκ νόμων, δ/των, Υπουργικών αποφάσεων, συλλογικών συμβάσεων, αποφάσεων διαιτησίας, εσωτερικών κανονισμών, εθίμων ή των ατομικών συμβάσεων εργασίας, δεν θίγονται υπό των διατάξεων της παρούσης. 5.Η ισχύς της παρούσης, υπό τας ανωτέρω διακρίσεις, άρχεται από της 13 ης Φεβρ. 1976. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 130,04 Τεύχος 1295 – Σελ. 34 15.Δ.γ.14 Κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων 29 Βλ. και απόφ. 11400/1975 περί δημοσιεύσεως της από 26 Φεβρ. 1975 Εθν. Γ.Σ.Σ.Ε. περί ίσης αμοιβής αρρένων και θηλέων, αυξήσεως των ημερών αδείας κλπ. (τόμ. 15 (2) σελ. 107) και απόφ. 4943/1977 περί δημοσιεύσεως της Ε.Γ.Σ.Σ. της 26 Ιαν. 1977 περί αυξήσεως των κατωτάτων ορίων κλπ. (τόμ. 15 (2) σελ. 120, 01).
355
10. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 546 της 17/17 Νοεμ. 1988 (ΦΕΚ Α' 257) Οργανισμός Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (ΟΕΕ). Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις: α)του άρθρ. 24 παρ. 5 του Νόμ. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (ΦΕΚ 137/τ', Α' 26.7.85). β)του άρθρ. 17 παρ. 1 του Νόμ. 1320/1983 «Πρόσληψη στον Δημόσιο Τομέα και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 6/τ.Α'/11.1.83), γ)του άρθρ. 9 παρ. 10 του Νόμ. 1586/1986 «Βαθμολογική διάρθρωση των θέσεων του Δημοσίου, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 37/τ.Α'/1.4.86), δ)του άρθρ. 2 παρ. 1 εδαφ. β' του Νόμ. 1735/1987 «Προσλήψεις στον δημόσιο τομέα, κοινωνικός έλεγχος στη δημόσια διοίκηση, πολιτικά δικαιώματα και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 195/τ.Α'/11.11.87). 2.Την απόφαση με αριθ. Α.9211/ΔΙΟΝΟΣΕ 1737/3.12.1987 του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Εθνικής Οικονομίας» (ΦΕΚ 702τ.Β'/4.12.87). 3.Την απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού των Οικονομικών με αριθ. 6474/1988 «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Ηλία Παπαηλία» (ΦΕΚ 451/τ.Β'/30.6.88). 4.Την από 7.7.1987 σύμφωνη γνώμη της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΕΕ. 5.Τη γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας με αριθ. 544/1988 μετά από πρόταση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αποφασίζουμε: Βασική Διάρθρωση Υπηρεσιών του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (ΟΕΕ) Άρθρ.1.-Οι υπηρεσίες του ΟΕΕ έχουν την ακόλουθη διάρθρωση: Α.Κεντρική Υπηρεσία με διευθύνσεις. 1.Μελετών και Δραστηριοτήτων. 2.Διοικητικών Υπηρεσιών. Β.Περιφερειακές Υπηρεσίες. Σελ. 158, 38(γ) Τεύχος 1434 Σελ. 94 Διάρθρωση-Αρμοδιότητες Διεύθυνσης Μελετών και Δραστηριοτήτων Άρθρ.10.-1.Τα μέλη της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΕΕ δεν μπορούν να διοριστούν ως υπάλληλοι του ΟΕΕ μόνιμοι ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ή να αναλάβουν οποιαδήποτε εργασία με σύμβαση έργου κατά τον χρόνο της θητείας τους. Η απαγόρευση ισχύει για τα μέλη της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων μόνο ως προς την ιδιότητα του μόνιμου υπαλλήλου. 2.Οι υπάλληλοι του ΟΕΕ δεν μπορούν να καταστούν μέλη της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΕΕ εκτός εάν παραιτηθούν από την υπαλληλική τους ιδιότητα ένα (1) χρόνο πριν την υποβολή υποψηφιότητας. Τα παραπάνω ισχύουν για τους μόνιμους υπαλλήλους του ΟΕΕ και ως προς την εκλογή τους ως μέλη της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων του ΟΕΕ. Άρθρ.2.-1.Η Διεύθυνση Μελετών και Δραστηριοτήτων αποτελείται από τα ακόλουθα τμήματα: α)Τμήμα Έρευνας και Μελετών β)Τμήμα Κλαδικών Προβλημάτων γ)Τμήμα Εκδηλώσεων-Επικοινωνίας και περιλαμβάνει: α)Το Γραφείο Επιμόρφωσης και β)Το Γραφείο Εκδόσεων-Επικοινωνίας δ)Βιβλιοθήκη 2.Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Μελετών και Δραστηριοτήτων ανάγεται στα παρακάτω θέματα που κατανέμονται στα Τμήματα αυτής ως εξής: α)Το Τμήμα Έρευνας και Μελετών έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Αναλαμβάνει την έρευνα και τη σύνταξη μελετών, γνωμοδοτήσεων και ανακοινώσεων πάνω σε ζητήματα Κοινωνικής και Ιδιωτικής Οικονομικής και Οικονομικής Παιδείας, ύστερα από απόφαση των αρμοδίων οργάνων του ΟΕΕ ή σχετική παραγγελία κρατικών αρχών, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, δημοσίων επιχειρήσεων, ΝΠΔΔ, ιδιωτικών επιχειρήσεων και απλών ιδιωτών. Εισηγείται και αναλαμβάνει τη μετάφραση ξένων βιβλίων και άρθρων. Επιλέγει κείμενα προς δημοσίευση στα έντυπα του Επιμελητηρίου, προς αυτοτελή έκδοση ή άλλου είδους αξιοποίηση. β)Το Τμήμα Κλαδικών Προβλημάτων έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Καταρτίζει μελέτες για την οργάνωση και τη νομοθετική κατοχύρωση διαφόρων επαγγελμάτων και κλάδων και γενικά χειρίζεται κλαδικά προβλήματα. γ)Το Τμήμα Εκδηλώσεων-Επικοινωνίας έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Έχει την ευθύνη για τις κάθε είδους εκδηλώσεις και δραστηριότητες και την ευθύνη των εκδόσεων και της επικοινωνίας του ΟΕΕ. Το Τμήμα αυτό περιλαμβάνει: 1)Το Γραφείο Επιμόρφωσης που έχει την ευθύνη για τις επιστημονικές δραστηριότητες του ΟΕΕ (συνέδρια, σεμινάρια, διαλέξεις, κύκλους μαθημάτων) και εισηγείται προς την Κεντρική Διοίκηση τη συμμετοχή εκπροσώπων του Επιμελητηρίου σε διεθνή συνέδρια και άλλες εκδηλώσεις. 14.Β.κ.10 Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας 2)Το Γραφείο Εκδόσεων-Επικοινωνίας που έχει την ευθύνη για τις τακτικές, περιοδικές και αυτοτελείς εκδόσεις του ΟΕΕ και μεριμνά για την επικοινωνία και ανταλλαγή στοιχείων και πληροφοριών με τα μέλη του ΟΕΕ, τις κρατικές υπηρεσίες, τους οργανισμούς, τις επιχειρήσεις και τις ξένες διπλωματικές αποστολές, σύμφωνα με τις οδηγίες της Κεντρικής Διοίκησης. δ)Η Βιβλιοθήκη έχει τις ακόλουθες δραστηριότητες: Έχει την ευθύνη για την οργάνωση και λειτουργία της Βιβλιοθήκης και του κέντρου τεκμηρίωσης καθώς και την ευθύνη για την κάλυψη των πληροφοριακών αναγκών ενημέρωσης, έρευνας και μελέτης, κυρίως των μελών του ΟΕΕ, με την έγκαιρη και έγκυρη παροχή υλικού και πληροφοριών σε θέματα σχετικά με τους σκοπούς του ΟΕΕ. Διάρθρωση-Αρμοδιότητες Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών Άρθρ.3.-1.Η Διεύθυνση Διοικητικών Υπηρεσιών του ΟΕΕ αποτελείται από τα ακόλουθα Τμήματα: α)Τμήμα Προσωπικού-Γραμματεία β)Τμήμα Οικονομικού γ)Τμήμα Οργάνωσης Μελών που περιλαμβάνει: α)Το Γραφείο Μητρώου και β)Το Γραφείο Περιφερειακής Οργάνωσης δ)Γραφείο Πληροφορικής. 2.Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών ανάγεται στα παρακάτω θέματα, που κατανέμονται στα τμήματα αυτής ως εξής: α)Το Τμήμα Προσωπικού-Γραμματείας έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Χειρίζεται θέματα, που σχετίζονται με τη στελέχωση των υπηρεσιών του ΟΕΕ και την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού όλων των κατηγοριών. Τηρεί τον πίνακα αρχαιότητας, τα μητρώα και τους ατομικούς φακέλλους του υπηρετούντος προσωπικού και ενημερώνει αυτούς με τις επερχόμενες μεταβολές. Χορηγεί στο προσωπικό πιστοποιητικά υπηρεσιακής κατάστασης και των σχετικών μεταβολών για κάθε νόμιμη χρήση. Κοινοποιεί προς το προσωπικό τις εντολές της Κεντρικής Διοίκησης και τις σχετικές εγκυκλίους άλλων αρχών. Προγραμματίζει τις κανονικές άδειες απουσίας και παρακολουθεί τις αναρρωτικές άδειες του προσωπικού. Παρακολουθεί τη σχετική με τα θέματα του προσωπικού νομοθεσία και ενημερώνει τα όργανα και τις υπηρεσίες του ΟΕΕ. Διακινεί την αλληλογραφία, δακτυλογραφεί και αναπαράγει έγγραφα και έντυπα. Τηρεί τα αρχεία πρωτοτύπων εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων. Εκδίδει και κοινοποιεί την ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων της Κεντρικής Διοίκησης, της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων και των διαφόρων οργάνων και επιτροπών του ΟΕΕ. Μεριμνά για την τήρηση, δακτυλογράφηση και βιβλιοδέτηση των πρακτικών των συνεδρίων της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων, διαφόρων οργάνων και επιτροπών του ΟΕΕ καθώς και συνεδρίων, σεμιναρίων και διαλέξεων που οργανώνονται από το ΟΕΕ. Μεριμνά για την παραλαβή από το Εθνικό Τυπογραφείο των ΦΕΚ ή άλλων εντύπων και τη διανομή τους στις αρμόδιες υπηρεσίες. Βεβαιώνει την ακρίβεια εγγράφων και γενικά δικαιολογητικών, ύστερα από αντιπαραβολή με το επιδεικνυόμενο σχετικό πρωτότυπο ή ακριβές αντίγραφο. Μεριμνά για τη βεβαίωση του γνήσιου της υπογραφής του προσωπικού και των πολιτών. Μεριμνά για τη σύσταση στις Υπηρεσίες πάγιας προκαταβολής χαρτοσήμου και λοιπών ενσήμων για την εξυπηρέτηση των πολιτών. Μεριμνά για την φύλαξη και τον καθορισμό του καταστήματος της υπηρεσίας. Μεριμνά για τη λειτουργία του τηλεφωνικού κέντρου, των τηλετύπων και λοιπών μέσων επικοινωνίας. β)Το Τμήμα Οικονομικού έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Μεριμνά για την κατάρτιση και τροποποίηση του ετήσιου προϋπολογισμού του ΟΕΕ καθώς και για την έγκρισή του. Παρακολουθεί την εκτέλεση του παραπάνω προϋπολογισμού. Μεριμνά για την είσπραξη κάθε εσόδου. Διαχειρίζεται κάθε δαπάνη, καθώς και την εκκαθάριση αποδοχών και γενικά αποζημιώσεων του προσωπικού. Μεριμνά για τον ανεφοδιασμό των υπηρεσιών με κάθε είδους αναλώσιμα υλικά, για τον εξοπλισμό με τα αναγκαία έπιπλα και μηχανήματα και για την συντήρηση των τελευταίων. γ)Το Τμήμα Οργάνωσης Μελών έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Τηρεί το Γενικό Μητρώο και συγκεντρώνει στατιστικά στοιχεία σχετικά με την προέλευση και τους τίτλους των μελών του ΟΕΕ και την επαγγελματική απασχόλησή τους. Ενημερώνεται για τους νέους πτυχιούχους που εξέρχονται από τις ανώτατες οικονομικές σχολές και ελέγχει τη νομιμότητα και πληρότητα της εγγραφής των οικονομικών επιστημόνων στο ΟΕΕ. Το Τμήμα αυτό περιλαμβάνει: 1)Το Γραφείο Μητρώου που καταρτίζει και αναπαράγει ειδικά έντυπα για την εγγραφή των μελών του ΟΕΕ. (Μετά τη σελ. 158,38(β) Σελ. 158,39 Τεύχος ΙΑ-7-3 Σελ. 7 Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας 14.Β.κ.10 Παρακολουθεί την εκπλήρωση της υποχρεωτικής εγγραφής των οικονομικών επιστημόνων στο ΟΕΕ. Εκδίδει και χορηγεί στα μέλη του ΟΕΕ βεβαιώσεις εγγραφής. Τηρεί ειδικά μητρώα των μελών του ΟΕΕ ανάλογα με την επαγγελματική τους απασχόληση. Τηρεί αρχείο των Γραφείων Οικονομικών Μελετών και αυτοτελών Μελετητών κατά ειδικότητα. Εκδίδει καταλόγους Μελετητών και Πραγματογνωμόνων διαφόρων ειδικοτήτων. Χορηγεί βεβαιώσεις επαγγελματικής απασχόλησης ή ειδικότητας στα μέλη τα οποία πληρούν τις οριζόμενες από το ΟΕΕ προϋποθέσεις. Παρακολουθεί την τήρηση των κειμένων, νόμων, των αποφάσεων του ΟΕΕ και της επαγγελματικής δεοντολογίας κατά την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας από τα μέλη. Χειρίζεται διαδικαστικά τις πειθαρχικές υποθέσεις των μελών, μεριμνά για την λειτουργία του Πειθαρχικού και του Ανώτατου Πειθαρχικού Συμβουλίου, τηρεί τα αρχεία τους και παρακολουθεί την εκτέλεση των αποφάσεών τους. 2)Το Γραφείο Περιφερειακής Οργάνωσης έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Τηρεί μητρώο μελών των περιφερειακών τμημάτων του ΟΕΕ το οποίο ενημερώνει με κάθε επερχόμενη μεταβολή. Τηρεί καταστάσεις των μελών των Τοπικών Διοικήσεων των Περιφερειακών Τμημάτων καθώς και των μελών της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων. Έχει την ευθύνη της εκλογικής διαδικασίας για την ανάδειξη των μελών της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων και των μελών των τοπικών διοικήσεων των περιφερειακών τμημάτων. Κοινοποιεί, τις αποφάσεις της Κεντρικής Διοίκησης προς τις τοπικές διοικήσεις. Μεριμνά για τον ανεφοδιασμό των περιφερειακών τμημάτων σε αναλώσιμα υλικά. Έχει την ευθύνη του ανεφοδιασμού των περιφερειακών τμημάτων με έντυπα αιτήσεων εγγραφής και οικονομικής τακτοποίησης των μελών. δ)Το Γραφείο Πληροφορικής έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Έχει την ευθύνη για την μηχανοργάνωση της Υπηρεσίας και τη συγκέντρωση διαφόρων οικονομικών και στατιστικών στοιχείων, τη μηχανογράφηση του μητρώου των μελών του ΟΕΕ και την κατάταξή τους σε κλάδους και ειδικότητες. Σελ. 158, 40 Τεύχος ΙΑ-7-3 Σελ. 8 Γραφείο Νομικών Υποθέσεων Άρθρ. 4.-Γνωμοδοτεί για τα θέματα που θέτονται από τα όργανα του ΟΕΕ. Προβαίνει σε νομικό έλεγχο όλων των συμβάσεων όλων των ειδών που καταρτίζονται για λογαριασμό του ΟΕΕ και σε έλεγχο της νομικής πληρότητας των δικαιολογητικών που αφορούν κάθε υπόθεση. Παραλαμβάνει και χειρίζεται δικόγραφα κάθε είδους που κοινοποιούνται στο ΟΕΕ. Εισηγείται στα διοικητικά όργανα για κάθε νομικό θέμα. Μεριμνά για την παρουσία και εκπροσώπηση του ΟΕΕ, ύστερα από έγγραφη εξουσιοδότηση του Προέδρου της Κεντρικής Διοίκησης σε Δικαστήρια κάθε βαθμού και δικαιοδοσίας και άλλες αρχές. Θέσεις μόνιμου προσωπικού Άρθρ. 5.-1.Οι θέσεις μόνιμου προσωπικού ανέρχονται σε 60 και διαρθρούνται σε κλάδους ως εξής: α)Κλάδος Π.Ε. Διοικητικός-Οικονομικός, θέσεις 14. β)Κλάδος Π.Ε. Μεταφραστών-Διερμηνέων, θέση μία (1). γ)Κλάδος Π.Ε. Πληροφορικής, θέση μία (1). δ)Κλάδος Τ.Ε. Διοικητικός-Λογιστικός θέσεις 14. Από τις θέσεις αυτές δεν πληρούνται ισάριθμες με τους τυχόν υπηρετούντες επιπλέον του αριθμού των προβλεπομένων θέσεων του κλάδου Π.Ε. Διοικητικού-Οικονομικού ή Δ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού. ε)Κλάδος ΤΕ Βιβλιοθηκονόμων, θέση μία (1). στ)Κλάδος Δ.Ε. Διοικητικός-Λογιστικός, θέσεις 18. ζ)Κλάδος Δ.Ε. Δακτυλογράφων-Στενογράφων, θέσεις 4. η)Κλάδος Δ.Ε. Προσωπικού Η/Υ , θέση μία (1). θ)Κλάδος Δ.Ε.Τηλεφωνητού, θέση μία (1) ι) Κλάδος Υ .Ε. Επιμελητών, θέσεις 3. ια)Κλάδος Υ .Ε. Προσωπικού καθαριότητας, θέσεις 2. 2.Προσόντα διορισμού στις παραπάνω θέσεις ορίζονται τα καθοριζόμενα από το Π.Δ. 194/1988. 14.Β.κ.10 Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας Περιφερειακές υπηρεσίες-Κατανομή θέσεων Άρθρ.6.-1.Τα συσταθέντα με το Π.Δ. 225/1986 (ΦΕΚ 91 τ.Α'/1986) περιφερειακά τμήματα του Ο.Ε.Ε. έχουν τις έδρες και τις αρμοδιότητες που προσδιορίζονται στο δ/γμα αυτό. 2.Από τις προβλεπόμενες στην παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου θέσεις των νομίμων υπαλλήλων κατανέμονται στις περιφερειακές υπηρεσίες οι εξής: α)Κλάδος Π.Ε. Διοικητικός-Οικονομικός, θέσεις 4. «β) Κλάδος Τ.Ε. Διοικητικός-Λογιστικός, θέσεις εννέα (9). γ)Κλάδος Δ.Ε. Διοικητικός-Λογιστικός, θέσεις εννέα (9)». Οι περιπτ. β και γ αντικαταστάθηκαν ως άνω από το άρθρ. μόνο του Π.Δ. 207/15-22 Ιούλ. 1996, (ΦΕΚ Α΄165). Από τις θέσεις του τακτικού προσωπικού δεν πληρούται αριθμός ίσος με τους υπηρετούντες σε μόνιμες προσωρινές θέσεις αντίστοιχης ειδικότητας που συστήθηκαν σε εφαρμογή των διατάξεων του Νόμ. 1476/84. Προσωπικό με έμμισθη εντολή Άρθρ.7.-Μία (1) θέση Δικηγόρου παρ' Αρείω Πάγω. Η πρόσληψη αυτού γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμ. 1649/1986. Προσωπικό με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου Άρθρ.8.-Οι οργανικές θέσεις του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού του Επιμελητηρίου που καλύπτονται με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανέρχονται σε 15 και είναι οι ακόλουθες: α)Μία (1) θέση οικονομικού επιστήμονα. Προσόντα διορισμού ορίζονται τα καθοριζόμενα απο το Π.Δ.194/1988. Πρόσθετα προσόντα ορίζονται: η άριστη γνώση δύο ξένων γλωσσών (αγγλικής, γαλλικής, γερμανικής, ιταλικής, ρωσικής) και μία (1) τουλάχιστον από τις ακόλουθες ιδιότητες, γνώσεις ή εμπειρίες διαζευκτικά: 1.Προϋπηρεσία 2 τουλάχιστον ετών σε θέση Καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή ή Επίκουρου Καθηγητή ελληνικής ή αλλοδαπής ανώτατης σχολής, στον τομέα των οικονομικών επιστημών. 2.Τετραετής (4) τουλάχιστον μελετητική ή ερευνητική εμπειρία σε Διεύθυνση, Τμήμα, Γραφείο ή Υπηρεσία Μελετών ή ερευνών οργανισμού, ιδρύματος, επιμελητηρίου ή ανώνυμης εταιρείας ελεγχόμενης από το Δημόσιο, σε ελληνικό ή αλλοδαπό ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα ή σε διεθνή οργανισμό. 3.Σημαντικό συγγραφικό έργο στον τομέα των οικονομικών επιστημών. β)2 θέσεις Οικονομικών επιστημόνων Ερευνητών και Κοινωνικής και Ιδιωτικής Οικονομικής αντίστοιχα. Προσόντα διορισμού ορίζονται τα καθοριζόμενα από το Π.Δ. 194/1988. Πρόσθετα προσόντα ορίζονται: η άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας, (αγγλικής, γαλλικής, γερμανικής, ιταλικής, ρωσικής) και μία (1) τουλάχιστον από τις ακόλουθες ιδιότητες ή εμπειρίες διαζευκτικά (οι οποίες να έχουν αποκτηθεί μετά τη λήψη πτυχίου ΑΕΙ): 1.Ερευνητική εμπειρία ενός (1) έτους τουλάχιστον. 2.Διδακτική εμπειρία ενός (1) έτους τουλάχιστον. 3.Συγγραφικό έργο στον Τομέα των οικονομικών επιστημών (τουλάχιστον 2 μονογραφίες ή τουλάχιστον 2 άρθρα σε επιστημονικό περιοδικό). γ)Μία (1) θέση οικονομικού επιστήμονα σε θέματα «Κλαδικών Προβλημάτων». Προσόντα διορισμού ορίζονται τα καθοριζόμενα από το Π.Δ. 194/1988. Πρόσθετα προσόντα ορίζονται: πενταετής (5) τουλάχιστον επαγγελματική απασχόληση στον τομέα της Ελεγκτικής ή Λογιστικής με την ιδιότητα του μισθωτού ή του ελεύθερου επαγγελματία αθροιστικά και μία (1) τουλάχιστον από τις ακόλουθες ιδιότητες, γνώσεις ή εμπειρίες διαζευκτικά: 1.Τετραετής (4) τουλάχιστον συνδικαλιστική δραστηριότητα στα πλαίσια των αναγνωρισμένων επαγγελματικών ή επιστημονικών οργανώσεων των οικονομικών επιστημόνων. Ως συνδικαλιστική δραστηριότητα θεωρείται η εκλογή και συμμετοχή σε εκτελεστικά διοικητικά όργανα (διοικητικά ή εκτελεστικά συμβούλια ή επιτροπές). 2.Συγγραφικό έργο ή αξιόλογα δημοσιεύματα σχετικά με τα προβλήματα και την οργάνωση των επαγγελμάτων των οικονομικών επιστημόνων. δ)Μία (1) θέση οικονομικού επιστήμονα σε θέματα επιμόρφωσης. Προσόντα διορισμού ορίζονται τα καθοριζόμενα από το Π.Δ. 194/1988. Πρόσθετα προσόντα ορίζονται: η γνώση μιας ξένης γλώσσας (αγγλικής, γαλλικής, γερμανικής, ιταλικής, ρωσικής) και η τετραετής τουλάχιστον προϋπηρεσία σε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα στην Ελλάδα ή το εξωτερικό σε καθήκοντα επεξεργασίας επιστημονικών προγραμμάτων ή οργάνωσης συνεδρίου,σεμιναρίων και διαλέξεων. ε)Μία (1) θέση οικονομικού επιστήμονα σε θέματα εκδόσεων. Προσόντα διορισμού ορίζονται τα καθοριζόμενα από το Π.Δ 194/1988. (Αντί για τη σελ. 158,401(α) Σελ. 158,401(β) Τεύχος 1434 Σελ. 95 Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας 14.Β.κ.10 Πρόσθετα προσόντα ορίζονται: η άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας και η τετραετής (4) τουλάχιστον προϋπηρεσία σε καθήκοντα υπεύθυνου ή επιμελητή εκδόσεων, διευθυντή σύνταξης ή αρχισυντάκτη εφημερίδας ή περιοδικού γνωστού κύρους και κατά προτίμηση οικονομικού περιεχομένου. στ)Έξι (6) θέσεις οικονομικών επιστημόνων Κοινωνικής και Ιδιωτικής Οικονομικής. Προσόντα διορισμού ορίζονται τα καθοριζόμενα από το Π.Δ. 194/1988. Πρόσθετα προσόντα ορίζονται: η άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας και ειδική επιστημονική εξειδίκευση στον τομέα της Δημόσιας Οικονομικής ή Ελεγκτικής που αποδεικνύεται μόνο μ' ένα από τους ακολούθους τρεις τρόπους: είτε με αναγνωρισμένο διδακτορικό δίπλωμα, είτε με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών διάρκειας τουλάχιστον ενός (1) ακαδημαϊκού έτους και εμπειρία τουλάχιστον 2 ετών, είτε με σημαντική εμπειρία τουλάχιστον 4 ετών στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα σε καθήκοντα οικονομικού επιστήμονα ή τετραετή (4) άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος σχετιζόμενου άμεσα με την οικονομική ζωή της χώρας. ζ)3 θέσεις βοηθών Ερευνητών Οικονομικών Επιστημόνων σε θέματα Κλαδικών Προβλημάτων. Προσόντα διορισμού ορίζονται τα καθοριζόμενα από το Π.Δ. 194/1988. Πρόσθετα προσόντα ορίζονται: τετραετής (4) τουλάχιστον επαγγελματική απασχόληση στον τομέα της Ελεγκτικής ή Λογιστικής με την ιδιότητα του μισθωτού ή του ελεύθερου επαγγελματία και μία (1) τουλάχιστον από τις ακόλουθες ιδιότητες, γνώσεις ή εμπειρίες διαζευκτικά: 1.Συνδικαλιστική δραστηριότητα ενός (1) έτους τουλάχιστον στα πλαίσια των αναγνωρισμένων επαγγελματικών ή επιστημονικών οργανώσεων των οικονομικών επιστημόνων στην οποία περιλαμβάνεται εκλογή και συμμετοχή σε εκτελεστικό διοικητικό όργανο (διοικητικό ή εκτελεστικό συμβούλιο ή επιτροπή) επαγγελματικής ή επιστημονικής οργάνωσης. 2.Δημοσιεύματα σχετικά με τα προβλήματα και την οργάνωση των επαγγελμάτων των οικονομικών επιστημόνων. Με την προκήρυξη πλήρωσης των θέσεων καθορίζεται το γνωστικό αντικείμενο κάθε θέσης. Σελ. 158, 402(β) Τεύχος 1434 Σελ. 96 Προϊστάμενοι Άρθρ.9.-1.Ως προϊστάμενοι των Διευθύνσεων Μελετών και Δραστηριοτήτων και Διοικητικών Υπηρεσιών ορίζονται μόνιμοι υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού. 2.Ως Προϊστάμενοι των Τμημάτων των Διευθύνσεων της προηγούμενης παραγράφου ορίζονται μόνιμοι υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ ΔιοικητικούΟικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού ή ΔΕ Διοικητικού-Λογιστικού. 3.Στη Βιβλιοθήκη προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΤΕ Βιβλιοθηκονόμων. Ασυμβίβαστες Ιδιότητες
287
43. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 205 της 28 Μαρτ./11 Απρ. 1963 (ΦΕΚ Α' 44) Περί ονομασίας και κατατάξεως των Τεχνικών Σχολών των άρθρ. 16 και 20 του Ν.Δ. 3971/ 1959 εις βαθμίδας εκπαιδεύσεως. Έχοντες υπ' όψει τας διατάξεις των άρθρ. 23 και 27 του Ν.Δ. 3971/1959 και του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 3973/1959 μετά α)γνωμοδότησιν του Συντονιστικού Συμβουλίου Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως, περιλαμβανομένην εις την υπ' αριθ. 9/14-6-1961 πράξιν αυτού, β)γνωμοδότησιν του Ανωτάτου Συμβουλίου Εκπαιδευτικού Προγράμματος Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως, περιλαμβανομένην εις την υπ' αριθ. 3/1963 πράξιν αυτού και γ)γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, περιλαμβανομένην εις την υπ' αριθ. 117/20.2.1963 πράξιν αυτού, προτάσει του Ημετέρου επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: 1.Τα Δημόσια Τεχνικά Σχολεία Κατωτέρας Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως του άρθρ. 20 του Ν.Δ. 3971/1959 και αι αντίστοιχοι προς αυτά Κατώτεραι Ιδιωτικαί Τεχνικαί Σχολαί κατατάσσονται εις την πρώτην βαθμίδα της Μέσης Εκπαιδεύσεως και φέρουσι την γενικήν ονομασίαν "Κατώτεραι Τεχνικαί Σχολαί". 2.Αι Δημόσιαι Τεχνικαί Σχολαί Τεχνικών Βοηθών Εργοδηγών του άρθρ. 16 του Ν.Δ. 3971/1959 και αι αναγνωρισθείσαι ως Σχολαί του άρθρου τούτου ιδιωτικαί Τεχνικαί Σχολαί κατατάσσονται εις την δευτέραν βαθμίδα της Μέσης Εκπαιδεύσεως και φέρουσι την γενικήν ονομασίαν "Μέσαι Τεχνικαί Σχολαί". Εις τον αυτόν επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Ημέτερον Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος.
173
6. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 370 της 8/11 Αυγ. 1941 Περί τροποποιήσεως ενίων διατάξεων του Α. Νόμου υπ’ αριθ. 2238/1940 «περί αμίσθων δικαστικών κλητήρων». (Τροποποιούνται τα άρθρ. 8 και 12 του Α.Ν. 2238/1940).
316
37. ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ ΕΜΠΟΡΩΝ Αριθ. 136 της 10/31 Μαρτ. 1986 (ΦΕΚ Β΄ 140) Αύξηση των μηνιαίων εισφορών του Κλάδου Συντάξεως του Τ.Α.Ε. 1.Η ατομική μηνιαία εισφορά κάθε ασφαλισμένου για τον κλάδο Σύνταξης που προβλέπεται από την παρ. 3 του άρθρ. 61 και από την παρ. 5 του άρθρ. 110 του Π.Δ. 668/1981 αυξάνεται από 1/3/86 κατά ποσοστό 13,20% και ορίζεται κατά ασφαλιστική κατηγορία στρογγυλοποιημένη σε εκατοντάδες δρχ. ως ακολούθως: δρχ. α)Α΄ ασφ. κατηγορία 2.300 β)Β΄ » » 3.300 γ)Γ΄ » » 4.400 δ)Δ΄ » » 5.500 ε)Ε΄ » » 6.700 στ)ΣΤ΄ » » 9.300 ζ)Ζ΄ » » 10.500 2.Δεδομένου ότι η εισφορά του Κλάδου Υγείας δεν αυξάνεται, η ενιαία μηνιαία εισφορά και για τους δύο κλάδους Ασφάλισης και για κάθε ασφαλιστική κατηγορία ορίζεται ως ακολούθως: δρχ. α)Γ΄ ασφ. κατηγορία 5.100 β)Δ΄ » » 6.200 γ)Ε΄ » » 7.400 δ)ΣΤ΄ » » 10.000 ε)Ζ΄ » » 11.200 3.Η συμπληρωματική εισφορά που προβλέπεται από την παρ. 9 του άρθρ. 110 του Π.Δ. 668/81 αυξάνεται κατά 13,20% και ορίζεται κατά ασφαλιστική κατηγορία ως ακολούθως: δρχ. α)Α΄ ασφ. κατηγορία 10.800 β)Β΄ » » 16.000 γ)Γ΄ » » 21.400 Δ)Δ΄ » » 25.500 ε)Ε΄ » » 29.300 Καταστατικό Ταμείου Ασφαλίσεως Εμπόρων (ΤΑΕ) 39.Ε.α.34-39 38. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Φ36/808 της 30 Απρ./26 Μαΐου 1986 (ΦΕΚ Β΄ 356) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 684/20 Οκτ. 1986) Αύξηση των συντάξεων του Ταμείου Ασφαλίσεως Εμπόρων.
351
82. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 44 της 22 Φεβρ./1 Μαρτ. 2007 (ΦΕΚ Α΄ 49) Κατανομή οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων του Κράτους. Έχοντας υπόψη: Α. Τις διατάξεις: 1) Του άρθρου 3 παρ. 2 εδ. α΄ περ. β΄β΄ του ν. 1756/1988 «Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών» (Α΄ 35) όπως διαμορφώθηκε με το άρθρο 6 παρ. 8 του ν. 2408/1996 (Α΄ 104). 2) Του άρθρου 10 περ Γ΄ του ν. 3514/2006 «Τροποποίηση του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών που κυρώθηκε με το ν. 1756/1988 (ΦΕΚ 35Α΄) σχετικά με την αναδιοργάνωση της Επιθεώρησης Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών και άλλες διατάξεις» (Α΄ 266). 6.Β.α.81-82 Οργανισμός των Δικαστηρίων 3) Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την «Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98). Β. Την υπ’ αριθμ. 549/22.1.2007 γνώμη του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων αφού έλαβε υπόψη τις αιτιολογημένες προτάσεις των δικαστικών λειτουργών που διευθύνουν τα Διοικητικά Εφετεία της Χώρας. Γ . Το γεγονός ότι το παρόν διάταγμα δεν προκαλεί επιπλέον δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού. Δ. Την υπ’ αριθμ. 23/2007 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, αποφασίζουμε: Άρθρο 1 Οι τέσσερις (4) οργανικές θέσεις των Προέδρων Εφετών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων της Χώρας που συστήθηκαν από 16.9.2006 με τις διατάξεις του άρθρου 10 περ. Γ΄ του ν. 3514/2006 «Τροποποίηση του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών που κυρώθηκε, με το ν. 1756/1988 (ΦΕΚ 35Α΄) σχετικά με την αναδιοργάνωση της Επιθεώρησης Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών και άλλες διατάξεις» (Α΄ 266), κατανέμονται στα Διοικητικά Εφετεία του Κράτους ως εξής: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΕΦΕΤΕΙΑ 1. Αθηνών: Μία (1) οργανική θέση Προέδρου Εφετών οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε τριάντα μία (31). 2. Κομοτηνής: Μία (1) οργανική θέση Προέδρου Εφετών οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε δύο (2). 3. Πειραιώς: Μία (1) οργανική θέση Προέδρου Εφετών οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε εννέα (9). 4. Τρίπολης: Μία (1) οργανική θέση Προέδρου Εφετών οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε δύο (2). Άρθρο 2 Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
324
25. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αρθ. Φ. 29/1088 της 19 Μαΐου/2 Ιουν. 1983 (ΦΕΚ Β΄ 310) (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 417 της 18 Ιουλ. 83) Χορήγηση Α.Τ.Α. στους συνταξιούχους του Τ.Α.Ν.Π.Υ. α)Εγκρίνουμε την απόφαση που πήρε το Διοικητικό Συμβούλιο του Τ.Α.Ν.Π.Υ. στην 2694/17.3.83 συνεδρίασή του, για την αναπροσαρμογή των συντάξεων και των κατωτάτων ορίων συντάξεων που χορηγεί το Ταμείο από 1.1.83, κατά ποσοστό 4,4% και σύμφωνα με τις διατάξεις, της από 31.3.1982 Π.Ν.Π. όπως κυρώθηκε με το Νόμ. 1305/1982 (ΦΕΚ 146/1982, τ. Α), για την χορήγηση της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής (Α.Τ.Α.). β)Τα διαμορφωμένα σύμφωνα με τα παραπάνω όρια συντάξεων, στις περιπτώσεις δικαιούχων επικουρικής παροχής από το Ταμείο, θα καταβάλλονται μειωμένα και σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις.
331
1. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 4204 της 19/19 Σεπτ. 1961 (ΦΕΚ Α΄ 174) Περί κυρώσεως της υπ’ αριθ. 87 Διεθνούς Συμβάσεως περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος. Άρθρον πρώτον.-Κυρούται και έχει πλήρη Νόμου ισχύν η υπ’ αριθ. 87 Διεθνής Σύμβασις «περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος» ψηφισθείσα εν Αγίω Φραγκίσκω τω 1948 υπό της Διεθνούς Συνδιασκέψεως Εργασίας κατά την 31ην Σύνοδον αυτής, έχουσα ούτω εν Ελληνική μεταφράσει και Γαλλικώ πρωτοτύπω. ΣΥΜΒΑΣΙΣ υπ’ αριθ. 87 Περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος Η Γενική Συνδιάσκεψις της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας, συγκληθείσα εν Αγίω Φραγκίσκω υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και συνελθούσα αυτόθι την 17ην Ιουν. 1948 εις την 31ην σύνοδον αυτής. Αφού απεφάσισε την υπό τύπον συμβάσεως αποδοχήν διαφόρων προτάσεων σχετικών προς την συνδικαλιστικήν ελευθερίαν και την προστασίαν του συνδικαλιστικού δικαιώματος, ζήτημα αποτελούν το έβδομον θέμα της ημερησίας διατάξεως της συνόδου. Έχουσα υπ’ όψιν, ότι το προοίμιον του Καταστατικού Χάρτου της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας μεταξύ άλλων μέσων δυναμένων να βελτιώσουν την θέσιν των εργαζομένων και να εξασφαλίσουν την ειρήνην, αναφέρει και την «πραγμάτωσιν της αρχής περί συνδικαλιστικής ελευθερίας». Έχουσα υπ’ όψιν ότι η Διακήρυξις της Φιλαδελφείας ετόνισεν και πάλιν ότι η «ελευθερία του λόγου και του συνεταιρίζεσθαι είναι απαραίτητος όρος σταθεράς προόδου». Έχουσα υπ’ όψιν ότι η Διεθνής Συνδιάσκεψις της Εργασίας απεδέχθη ομοφώνως εις την 30ήν σύνοδον αυτής τας αρχάς, αίτινες δέον να αποτελέσουν την βάσιν του διεθνούς διακανονισμού. Έχουσα υπ’ όψιν ότι η Γενική Συνέλευσις των Ηνωμένων Εθνών, εις την 2αν αυτής σύνοδον απεδέχθη τας αρχάς ταύτας και εκάλεσε την Διεθνή Οργάνωσιν της Εργασίας όπως συνεχίση καταβάλλουσα πάσαν προσπάθειαν δια να καταστήση δυνατήν την αποδοχήν μιας ή και περισσοτέρων διεθνών Συμβάσεων. Αποδέχεται σήμερον 9ην Ιουλ. 1948 την ως έπεται Σύμβασιν ήτις αποκαλείται «Σύμβασις περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος έτους 1948». ΜΕΡΟΣ Ι Συνδικαλιστική ελευθερία Άρθρ.9.-1.Η Εθνική Νομοθεσία καθορίζει εν τίνι μέτρω θα έχουν εφαρμογήν και δια τας ενόπλους δυνάμεις και την αστυνομίαν αι υπό της παρούσης Συμβάσεως προβλεπόμεναι διασφαλίσεις. 2.Συμφώνως προς τας υπό της παρ. 8 του άρθρ. 19 του Καταστατικού Χάρτου της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας οριζομένας αρχάς η επικύρωσις της Συμβάσεως ταύτης υπό Μέλους δέον να μη θεωρείται θίγουσα οιονδήποτε νόμον, απόφασιν έθιμον ή συμφωνίαν εκ των υφισταμένων ήδη και παρεχόντων εις τα πρόσωπα τα ανήκοντα εις τας ενόπλους δυνάμεις και την αστυνομίαν, διασφαλίσεις προβλεπομένας υπό της παρούσης συμβάσεως. Άρθρ.10.-Εις την παρούσαν Σύμβασιν, ο όρος «οργάνωσις» σημαίνει πάσαν οργάνωσιν εργοδοτών ή εργαζομένων σκοπός της οποίας είναι η προαγωγή και προάσπισις των συμφερόντων των εργαζομένων και των εργοδοτών. ΜΕΡΟΣ ΙΙ Προστασία του Συνδικαλιστικού δικαιώματος Άρθρ.11.-Παν Μέλος της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας δια το οποίον ισχύει η παρούσα Σύμβασις υποχρεούται να λαμβάνη πάντα τα αναγκαία Σελ. 362,32 138-72 και κατάλληλα μέτρα δι’ ων εξασφαλίζεται εις τους εργαζομένους και τους εργοδότας η ελευθέρα άσκησις του συνδικαλιστικού δικαιώματος. ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ Διάφορα Μέτρα Άρθρ.12.-1.Όσον αφορά τας εδαφικάς περιοχάς τας μνημονευομένας εις το άρθρ. 35 του Καταστατικού Χάρτου της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας ως ούτος ετροποποιήθη δια της Πράξεως τροποποιήσεως του Καταστατικού Χάρτου της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας του έτους 1946, εξαιρουμένων των εδαφών περί ων αι παρ. 1 και 5 του ούτω τροποποιηθέντος άρθρου, παν Μέλος της Οργανώσεως επικυρούν την παρούσαν Σύμβασιν δέον όπως εντός της βραχυτέρας δυνατής προθεσμίας από της επικυρώσεώς του ανακοινοί προς τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, Δήλωσιν γνωρίζουσαν: α)Τα εδάφη δια τα οποία αναλαμβάνει την υποχρέωσιν όπως αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως εφαρμοσθούν άνευ τροποποιήσεως. β)Τα εδάφη δια τα οποία αναλαμβάνει την υποχρέωσιν όπως αι διατάξεις της παρούσης συμβάσεως εφαρμοσθούν μετά τροποποιήσεων, και εις τι συνίστανται αι εν λόγω τροποποιήσεις. γ)Τα εδάφη εις τα οποία η Σύμβασις είναι ανεφάρμοστος και εν τοιαύτη περιπτώσει τους λόγους αίτινες την καθιστούν ανεφάρμοστον. δ)Τα εδάφη δια τα οποία επιφυλάσσεται να αποφασίση. 2.Αι εις τα εδάφ. α΄ και β΄ της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου μνημονευόμεναι υποχρεώσεις θεωρούνται ως αποτελούσαι αναπόσπαστον μέρος της επικυρώσεως και εφαρμόζονται ομοίως. 3.Παν Μέλος δύναται δια νεωτέρας δηλώσεως να παραιτήται, εν όλω ή εν μέρει, των εν τη προγενεστέρα δηλώσει του διατυπωθεισών επιφυλάξεων δυνάμει των εδαφ. β΄ και γ΄ και δ΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. 4.Παν Μέλος, καθ’ α χρονικά διαστήματα επιτρέπεται η καταγγελία της παρούσης Συμβάσεως συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 16, ανακοινοί προς τον Γενικόν Διευθυντήν νεωτέραν Δήλωσιν τροποποιούσαν οπωσδήποτε τους όρους πάσης προγενεστέρας Δηλώσεως και γνωρίζουσαν την κρατούσαν κατάστασιν εις τα καθωρισμένα εδάφη. 15.Ν.β.1 Συνδικαλιστικές Ελευθερίες Άρθρ.13.-1.Οσάκις τα θέματα περί ων πραγματεύεται η παρούσα Σύμβασις ανήκουν εις την καθεαυτό δικαιοδοσίαν των Αρχών μη μητροπολιτικού εδάφους το υπεύθυνον δια τας διεθνείς σχέσεις του εδάφους τούτου Μέλος, δύναται ν’ ανακοινοί, από συμφώνου μετά της Κυβερνήσεως του ειρημένου εδάφους, εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και εν ονόματι του εδάφους, Δήλωσιν αποδοχής των εκ της Συμβάσεως υποχρεώσεων. 2.Δήλωσις αποδοχής των, εκ της παρούσης Συμβάσεως υποχρεώσεων, δύναται ν’ ανακοινούται εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας. α)Υπό δύο ή περισσοτέρων Μελών της Οργανώσεως δι’ έδαφος τελούν υπό την συνηνωμένην αυτών εξουσίαν. β)Υπό πάσης διεθνούς Αρχής υπευθύνου δια την διοίκησιν εδάφους δυνάμει των διατάξεων του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών ή πάσης άλλης εν ισχύϊ διατάξεως αφορώσης το έδαφος τούτο. 3.Αι προς τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, ανακοινούμεναι Δηλώσεις συμφώνως προς τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων του παρόντος άρθρου, δέον, όπως αναγράφουν αν αι διατάξεις της Συμβάσεως θέλουν εφαρμοσθή μετά ή άνευ τροποποιήσεως. Οσάκις η Δήλωσις αναφέρει ότι αι διατάξεις της Συμβάσεως εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξιν τροποποιήσεων, δέον να προσδιορίζη εις τι συνίστανται αι εν λόγω τροποποιήσεις. 4.Το ενδιαφερόμενον Μέλος ή τα Μέλη, ή η ενδιαφερομένη διεθνής Αρχή, δύνανται δια μεταγενεστέρας δηλώσεως να παραιτηθούν εν όλω ή εν μέρει του δικαιώματος προσφυγής εις τροπολογίαν μνημονευθείσαν εις προγενεστέραν αυτών δήλωσιν. 5.Το ενδιαφερόμενον μέλος ή τα μέλη ή η ενδιαφερομένη διεθνής Αρχή, δύνανται όπως, κατά τα χρονικά διαστήματα καθ’ επιτρέπεται η καταγγελία της συμβάσεως, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 16, ανακοινώνουν εις τον Γενικόν Διευθυντήν νεωτέραν Δήλωσιν τροποποιητικήν των όρων πάσης προγενεστέρας αυτών Δηλώσεως και γνωρίζουν την κατάστασιν ως προς την εφαρμογήν της Συμβάσεως ταύτης. ΜΕΡΟΣ IV Τελικαί Διατάξεις Άρθρ.14.-Αι επίσημοι επικυρώσεις, της παρούσης Συμβάσεως δέον όπως ανακοινούνται εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας παρ’ ου και καταχωρίζονται. Άρθρ.15.-1.Η παρούσα Σύμβασις δεσμεύει μόνον τα Μέλη της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας ων η επικύρωσις έχει καταχωρισθή υπό του Γενικού Διευθυντού. 2.Τίθενται εν ισχύϊ δώδεκα μήνας μετά την υπό του Γενικού Διευθυντού καταχώρισιν των επικυρώσεων δύο Μελών. 3.Εν συνεχεία η Σύμβασις αύτη άρχεται ισχύουσα δι’ έκαστον Μέλος δώδεκα μήνας αφ’ ης καταχωρισθή η επικύρωσις αυτής. Άρθρ.16.-1.Παν μέλος επικυρούν την παρούσαν Σύμβασιν δύναται να καταγγείλη ταύτην μετά πάροδον δεκαετίας από της ενάρξεως της ισχύος αυτής, δια πράξεως ανακοινουμένης εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και υπ’ αυτού καταχωριζομένης. Η καταγγελία έχει αποτελέσματα μετά πάροδον έτους από της καταχωρίσεως αυτής. 2.Παν Μέλος επικυρούν την παρούσαν Σύμβασιν το οποίον εντός έτους από της λήξεως της εν τη προηγουμένη παραγράφω μνημονευομένης δεκαετίας δεν κάμει χρήσιν του υπό του παρόντος άρθρου προβλεπομένου δικαιώματος καταγγελίας, δεσμεύεται δια μίαν νέαν δεκαετίαν και , συνεπώς, δικαιούται να καταγγέλη την παρούσαν Σύμβασιν επί τη λήξει εκάστης δεκαετίας, υπό τους εις το παρόν άρθρον προβλεπομένους όρους. Άρθρ.17.-1.Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, γνωστοποιεί εις άπαντα τα Μέλη της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας την καταχώρισιν πασών των επικυρώσεων και καταγγελιών, αίτινες ανακοινούνται προς αυτόν υπό των Μελών της Οργανώσεως. 2.Γνωστοποιών εις τα Μέλη της Οργανώσεως την καταχώρισιν της δευτέρας επικυρώσεως ήτις τω έχει ανακοινωθή, ο Γενικός Διευθυντής εφιστά την προσοχήν των Μελών της Οργανώσεως επί της ημερομηνίας της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης Συμβάσεως. Άρθρ.1.-Παν μέλος της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας προς το οποίον ισχύει η παρούσα Σύμβασις αναλαμβάνει την υποχρέωσιν όπως εφαρμόση τας κάτωθι διατάξεις. Άρθρ.18.-Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, ανακοινοί προς καταχώρισιν εις τον Γενικόν Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, συμφώνως προς το άρθρ. 102 του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών, πλήρεις πληροφορίας σχετικάς προς όλας τας επικυρώσεις και όλας τας πράξεις καταγγελίας τας οποίας έχει καταχωρίσει συμφώνως προς τα προηγούμενα άρθρα. Άρθρ.19.-Επί τη λήξει εκάστης δεκαετίας από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης Συμβάσεως, το Διοικητικόν Συμβούλιον του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας δέον όπως υποβάλη εις την Γενικήν Συνδιάσκεψιν έκθεσιν επί της εφαρμογής της παρούσης Συμβάσεως και αποφασίζη εάν συντρέχει περίπτωσις αναγραφής εις την ημερησίαν διάταξιν της Συνδιασκέψεως, θέματος ολικής ή μερικής αναθεωρήσεως ταύτης. (Μετά την σελ. 362,32) Σελ. 362,33 Συνδικαλιστικές Ελευθερίες 15.Ν.β.1 Άρθρ.20.-1.Εν η περιπτώσει η Συνδιάσκεψις αποδεχθή νεωτέραν Σύμβασιν επαγομένην εν όλω ή εν μέρει αναθεώρησιν της παρούσης και εφ’ όσον η νέα Σύμβασις δεν ορίζει άλλως: α)Η επικύρωσις υπό Μέλους της νεωτέρας Συμβάσεως της επαγομένης αναθεώρησιν επιφέρει αυτοδικαίως, παρά τας διατάξεις του ως άνω άρθρ. 16, άμεσον καταγγελίαν της παρούσης Συμβάσεως, υπό την επιφύλαξιν ότι έχει τεθή εν ισχύϊ η επαγομένη την αναθεώρησιν νέα Σύμβασις. β)Αφ’ ης η επαγομένη την αναθεώρησιν νέα Σύμβασις τεθή εν ισχύϊ, η παρούσα Σύμβασις παύει να είναι δεικτική επικυρώσεως υπό των Μελών. 2.Η παρούσα Σύμβασις παραμένει εν τούτοις εν ισχύϊ υπό τον τύπον και το περιεχόμενον αυτής δια τα μέλη άτινα επικυρώσαντα αυτήν δεν ήθελον επικυρώσει την αναθεωρούσαν ταύτην νέαν Σύμβασιν. Άρθρ.21.-Το Γαλλικόν και Αγγλικόν κείμενον της παρούσης Συμβάσεως είναι εξ ίσου αυθεντικά. Άρθρον δεύτερον.-Πάσα διάταξις της κειμένης νομοθεσίας παρέχουσα τυχόν μείζονα πλεονεκτήματα εις τα δια της, υπό του παρόντος Νόμου κυρουμένης Συμβάσεως προστατευόμενα πρόσωπα, τηρείται εν ισχύϊ, συμφώνως προς το άρθρ. 19 παρ. 8 του Καταστατικού Χάρτου της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας, κυρωθέντος δια του Ν.Δ. 399/1947. Άρθρον τρίτον.-1.Δια Β.Δ/τος εκδιδομένου επί τη προτάσει του Υπουργού Εργασίας θέλουν κωδικοποιηθή εις ενιαίον κείμενον αι διατάξεις του παρόντος Νόμου και της δι’ αυτού κυρουμένης συμβάσεως μετά των εν ισχύϊ διατάξεων των αφορωσών εις την συνδικαλιστικήν ελευθερίαν και την προστασίαν του συνδικαλιστικού δικαιώματος, επιτρεπομένης της αλλαγής της σειράς των άρθρων και παραγράφων και της αριθμήσεως τούτων ως και πάσα φραστική μεταβολή μη επιφέρουσα αλλοίωσιν των διατάξεων των κειμένων. 2.Δι’ ομοίου Β.Δ/τος κανονισθήσονται αι λεπτομέρειαι της εφαρμογής των διατάξεως του παρόντος Νόμου. Άρθρον τέταρτον.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της διεθνούς δεσμεύσεως συμφώνως τω άρθρ. 15, παρ. 3 της κυρουμένης συμβάσεως καθορισθησομένης δια Β.Δ/τος. Σελ. 362,34 Άρθρ.2.-Οι εργαζόμενοι και οι εργοδόται δικαιούνται άνευ οιασδήποτε διακρίσεως και άνευ προηγουμένης αδείας να συνιστούν oργανώσεις της εκλογής των και να καθίστανται μέλη των οργανώσεων τούτων υπό μόνον τον όρον να συμμορφούνται προς τα καταστατικά των εν λόγω οργανώσεων. Άρθρ.3.-1.Αι οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών δικαιούνται να εκπονούν τα καταστατικά και τους διοικητικούς αυτών κανονισμούς, να εκλέγουν ελευθέρως τους αντιπροσώπους των να οργανώνουν τα της διαχειρίσεως και δράσεως αυτών και να καταστρώνουν το πρόγραμμα των ενεργειών των. 2.Αι δημόσιαι Αρχαί δέον όπως απέχουν πάσης επεμβάσεως δυναμένης να περιορίση το δικαίωμα τούτο ή να παρακωλύση την νόμιμον άσκησιν αυτού. Άρθρ.4.-Αι οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών δεν υπόκεινται εις την δια της διοικητικής οδού διάλυσιν ή αναστολήν των εργασιών των. (Μετά την σελ. 362,02) Σελ. 362,31 Συνδικαλιστικές Ελευθερίες 15.Ν.β.1 Άρθρ.5.-Αι οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων δικαιούνται να συνιστούν Ομοσπονδίας και Συνομοσπονδίας καθώς και να εγγράφωνται ως μέλη αυτών, πάσα δε οργάνωσις, Ομοσπονδία ή Συνομοσπονδία δικαιούται όπως καθίσταται μέλος διεθνών Οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών. Άρθρ.6.-Αι διατάξεις των ως άνω άρθρ. 2, 3 και 4 έχουν εφαρμογήν και εις τας Ομοσπονδίας και Συνομοσπονδίας οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών. Άρθρ.7.-Η απόκτησις της νομικής προσωπικότητος υπό των οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών, των Ομοσπονδιών και Συνομοσπονδιών αυτών, δεν δύναται να εξαρτάται από όρους δυναμένους να καταστήσουν αμφίβολον την εφαρμογήν των διατάξεων των ως άνω άρθρ. 2, 3 και 4. Άρθρ.8.-1.Οι εργαζόμενοι οι εργοδόται και αι οικείαι οργανώσεις υποχρεούνται όπως, κατά την άσκησιν των δικαιωμάτων, τα οποία αναγνωρίζονται εις αυτούς δυνάμει της παρούσης συμβάσεως, σέβωνται την νομιμότητα όπως και τα λοιπά πρόσωπα ή οργανωμέναι ομάδες. 2.Η Εθνική νομοθεσία δέον να μη προσβάλλη ή να μη εφαρμόζεται κατά τρόπον προσβάλλοντα τας υπό της παρούσης Συμβάσεως προβλεπομένας διασφαλίσεις.
182
4. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 5 της 1/6 Φεβρ. 1975 (ΦΕΚ Α΄ 16) Περί συμπληρώσεως του υπ’ αριθ. 85/74 Ν.Δ/τος «περί αποκαταστάσεως των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εν τη θαλάσση εργαζομένων» Συγκρότησις Εφορευτικών Επιτροπών Άρθρ.1.-1.Αι, κατά τας οικείας καταστατικάς διατάξεις των επαγγελματικών σωματείων των ναυτικών, εκλεγείσαι προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου ή εκλεγόμεναι μετά την έναρξιν της ισχύος αυτού, εφορευτικαί επιτροπαί, προς διενέργειαν των υπό των διατάξεων των παρ. 1 και 2 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 85/74 «περί αποκαταστάσεως των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εν τη θαλάσση εργαζομένων» προβλεπομένων αρχαιρεσιών, συμπληρούται ως ακολούθως: α)Δι’ ενός Δικαστικού, ως Προέδρου, οριζομένου υπό του Προϊσταμένου του Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατόπιν προς αυτόν αιτήσεως του σωματείου. β)Δια δύο αντιπροσώπων της Πανελληνίου Ναυτικής Ομοσπονδίας, μετ’ ισαρίθμων αναπληρωτών, των οριζομένων κατόπιν προς αυτήν αιτήσεως του σωματείου. Αι ούτω συμπληρούμεναι τελικώς εφορευτικαί επιτροπαί συγκροτούνται εις σώμα δια πράξεως του Προέδρου αυτών. 2.Προπαρασκευαστικαί ενέργειαι της διεξαγωγής των αρχαιρεσιών, αρξάμεναι ή ολοκληρωθείσαι υπό των εφορευτικών επιτροπών, των αναδειχθεισών υπό των Γενικών Συνελεύσεων, θεωρούνται έγκυροι. Αρμοδιότητες-Καθήκοντα Εφορευτικών Επιτροπών Άρθρ.10.-Διατάξεις καταστατικών επαγγελματικών σωματείων ναυτικών καθίστανται αυτοδικαίως άκυροι και ανίσχυροι, εφ’ όσον και καθ’ ο μέρος αντιτίθενται εις τας διατάξεις του παρόντος νόμου, αυτοδικαίως δε καθίστανται άκυροι και αι επί τη βάσει αυτών τυχόν διενεργούμεναι αρχαιρεσίαι. Ωσαύτως θεωρούνται άκυροι διατάξεις καταστατικών αποκλείουσαι το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι λόγω πολιτικών φρονημάτων ή πολιτικής δράσεως. Περιορισμός και παράτασις προθεσμιών Άρθρ.11.-Αι υπό των παρ. 1-2 και 3 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 85/74 «περί αποκαταστάσεως των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εν τη θαλάσση εργαζομένων» τασσόμεναι προθεσμίαι, δύνανται άπασαι ή εκάστη εξ αυτών να παρατείνωνται ή να συντέμνωνται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, εφ’ όσον αύται ήθελον αποδειχθή εν τη πράξει ως ανεπαρκείς ή κατ’ εξοχήν ευρείας δια την διεξαγωγήν των αρχαιρεσιών. Άρθρ.12.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Άρθρ.2.-1.Αι κατά τας διατάξεις του προηγουμένου άρθρου, συγκροτούμεναι εφορευτικαί επιτροπαί, ασκούν απάσας τας υπό των οικείων καταστατικών και του Νόμου προβλεπομένας δια τας εφορευτικάς επιτροπάς αρμοδιότητας, έχουσαι αντιστοίχως τας αυτάς υποχρεώσεις και δικαιώματα. 2.Πέραν αυτών και των δι’ ειδικών διατάξεων του παρόντος Νόμου, ανατιθεμένων εις αυτάς καθηκόντων, αύται υποχρεούνται όπως άμα τη συγκροτήσει των, εν πάση δε περιπτώσει προ της ενάρξεως της ψηφοφορίας, προβούν εις ενοικίασιν ταχυδρομικής θυρίδος εν τω Κεντρικώ Καταστήματι του Ταχυδρομείου Πειραιώς, εις ην και θα αποστέλλωνται ταχυδρομικώς, οι περιέχοντες τα ψηφοδέλτια φάκελλοι των εκτός της έδρας του σωματείου ευρισκομένων μελών. Η ούτως, ενοικιαζομένη ταχυδρομική θυρίς, αφού πρότερον διαπιστωθή το κενόν του περιεχομένου της, σφραγίζεται και αι κλείδες αυτής παραλαμβάνονται υπό του Προέδρου. Άμα τη ενάρξει της ψηφοφορίας και ανά χρονικά διαστήματα μιας εβδομάδος μέχρι του πέρατος των αρχαιρεσιών, η ταχυδρομική θυρίς αποσφραγίζεται υπό της εφορευτικής επιτροπής, παραλαμβάνονται οι εις αυτήν περιεχόμενοι φάκελλοι συντασσομένου περί τούτου σχετικού πρακτικού μεθ’ ο αύτη σφραγίζεται εκ νέου. 3.Αι διαστάσεις, ο τύπος και αι λοιπαί λεπτομέρειαι αι αφορώσαι εις το ψηφοδέλτιον, καθορίζονται δια πράξεως της εφορευτικής επιτροπής. 4.Εις έκαστον εκλογέα αποστέλλονται ή παραδίδονται έν μόνον ψηφοδέλτιον μεθ’ ενός φακέλλου αμφοτέρων εσφραγισμένων και υπογεγραμμένων παρά του Προέδρου της Εφορευτικής Επιτροπής. Ταύτα συνοδεύονται και υπό ετέρου φακέλλου επί του οποίου φροντίδι της εφορευτικής επιτροπής έχουν τυπωθή (α)ο αριθμός και τόπος της ταχυδρομικής θυρίδος περί ης η παρ. 2 του παρόντος άρθρου καθορίζει, και (β)πλαίσιον εντός του οποίου ο αποστολεύς θα αναγάψη το ονοματεπώνυμόν του ως κατωτέρω εν άρθρ. 4 καθορίζεται. Ψηφοφορία μελών διαμενόντων εις την έδραν του Σωματείου Άρθρ.3.-1.Τα εις την έδραν του σωματείου διαμένοντα ή άλλως και ευρισκόμενα μέλη αυτού, ασκούν το εκλογικόν των δικαίωμα δια της αυτοπροσώπου προσελεύσεως αυτών εις την αίθουσαν της ψηφοφορίας εις τακτάς και συγκεκριμένας ημερομηνίας και ώρας, εγκαίρως καθοριζομένας και γνωστοποιουμένας υπό της εφορευτικής επιτροπής. (Αντί της σελ. 740,53(β)–Σελ. 740,53(γ) Τεύχος 555-Σελ. 55 19.Κ.γ.4 Ναυτικά Επαγγελματικά Σωματεία και Ομοσπονδίες Ψηφοφορία μελών διαμενόντων εκτός της έδρας του Σωματείου Άρθρ.4.-1.Η ψηφοφορία των εκτός της έδρας του σωματείου διαμενόντων μελών αυτού, διενεργείται δια της παρ’ αυτών ταχυδρομικής επί συστάσει αποστολής του ψηφοδελτίου, εις την προς τούτο ειδικήν ταχυδρομικήν θυρίδα περί ης το άρθρ. 2 του παρόντος Νόμου. 2.Το ψηφοδέλτιον κλείεται υπό του αποστολέως εντός του υπό της εφορευτικής επιτροπής εσφραγισμένου και υπογεγραμμένου φακέλλου άνευ αναγραφής επ’ αυτού ουδεμιάς ενδείξεως, ο φάκελλος δε αυτός περικλείεται εκ νέου εις τον έτερον φάκελλον τον φέροντα τας ενδείξεις του άρθρ. 2 παρ. 4 εδάφ. α και β, ως και τον αριθμόν μητρώου του Ν.Φ. 3.Η μη αναγραφή εν τω φακέλλω του ονοματεπωνύμου του αποστολέως, καθιστά αυτόν απαράδεκτον δια την εφορευτικήν επιτροπήν. Ψηφοφορία επί των πλοίων Άρθρ.5.-1.Η ψηφοφορία επί των πλοίων, διενεργείται εις δύο ημέρας, δι’ άπαντα τα σωματεία εις ημερομηνίας καθοριζομένας υπό του πλοιάρχου και απεχούσας αλλήλων τουλάχιστον έν δεκαήμερον, τηρουμένων και εν προκειμένω των υπό του άρθρ. 4 του παρόντος προβλεπομένων δια την ψηφοφορίαν των εκτός της έδρας του σωματείου, διαμενόντων μελών του. 2.Οι περιέχοντες τα ψηφοδέλτια των μελών του πληρώματος φάκελλοι παραδίδονται υπ’ αυτών εις τριμελή επιτροπήν συγκροτουμένην υπό του πλοιάρχου και συγκειμένην εξ ενός αξιωματικού και δύο μελών του πληρώματος, η οποία και μεριμνά δια την ταχείαν και ασφαλή αποστολήν αυτών εις τον προορισμόν των. 3.Περί του καθορισμού των ημερομηνιών διεξαγωγής της ψηφοφορίας εις το πλοίον, αίτινες δέον να συμπίπτουν με παραμονήν αυτού εν λιμένι, την συγκρότησιν της επιτροπής και της υπ’ αυτής αποστολής των περιεχόντων τα ψηφοδέλτια των μελών του πληρώματος φακέλλων εις τον προορισμόν των, μετά μνείας του συνολικού αριθμού αυτών και του ονοματεπωνύμου ενός εκάστου αποστολέως, καταχωρούνται υπό του πλοιάρχου σχετικαί εγγραφαί εις το ημερολόγιον του σκάφους. 4.Κατ’ εξαίρεσιν η επί των πλοίων ψηφοφορία δέον να έχη περατωθή μέχρι της μεσημβρίας της ημέρας της διεξαγωγής της, μέχρι δε της εσπέρας της ιδίας ημέρας δέον να έχη πραγματοποιηθή υπό της επιτροπής η ταχυδρόμησις των εις αυτήν παραδοθέντων φακέλλων. Σελ. 740,54(γ) Τεύχος 555-Σελ. 56 Ορισμός εκπροσώπων εις Συνέδρια Άρθρ.6.-Οι εις το Παναυτικόν Συνέδριον εκπρόσωποι των επαγγελματικών σωματείων των ναυτικών ορίζονται δι’ αποφάσεως της Διοικήσεως αυτών. Ομοίως δι’ αποφάσεως της Διοικήσεως ορίζονται και οι εκπρόσωποι αυτών εις το τοπικόν συνέδριον του Εργατικού Κέντρου Πειραιώς. Ναυτικά Επαγγελματικά Σωματεία και Ομοσπονδίες 19.Κ.γ.4 Δικαίωμα του εκλέγειν Άρθρ.7.-1.Δικαίωμα του εκλέγειν έχουν τα μέλη επαγγελματικού σωματείου ναυτικών εφ’ όσον πληρούν τας υπό του οικείου καταστατικού τιθεμένας προς τούτο προϋποθέσεις. 2.Κατ’ εξαίρεσιν ο κατά το οικείον καταστατικόν χαρακτηρισμός μέλους σωματείου ως «μη ταμιακώς εν τάξει», δεν αποστερεί τούτο του δικαιώματος του εκλέγειν, η άσκησις του οποίου όμως δεν απαλάσσει τούτο των προς το σωματείον οφειλών του, αι οποίαι εξακολουθούν να παραμένουν ακέραιαι και απαιτηταί. Δικαίωμα του εκλέγεσθαι Άρθρ.8.-«1.Δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχουν τα μέλη επαγγελματικού σωματείου ναυτικών, εφ’ όσον πληρούν τας υπό του οικείου καταστατικού τιθεμένας προς τούτο προϋποθέσεις. Εφ’ όσον υπό του καταστατικού σωματείου τινός τίθεται ως προϋπόθεσις του δικαιώματος τούτου πραγματική θαλασσία υπηρεσία μείζων των πέντε ετών, αύτη περιορίζεται δια του παρόντος εις πενταετή τοιαύτην, εξ ης διετής δέον να έχη πραγματοποιηθή εντός της τελευταίας, προ των διεξαχθησομένων προς ανάδειξιν διοικήσεων αρχαιρεσιών δωδεκαετίας. 2.Ως πραγματική θαλασσία υπηρεσία δια τον υπολογισμόν της κατά την προηγουμένην παράγραφον απαιτουμένης διετούς κατά την τελευταίαν δωδεκαετίαν υπηρεσίας, λογίζεται και η υπηρεσία υπό την ιδιότητα του αιρετού μέλους Διοικήσεως επαγγελματικού σωματείου ναυτικών. 3.Τυχόν οφειλαί εκ συνδρομών προς το σωματείον δεν καθιστούν τους υποψηφίους ως «μη ταμιακώς εν τάξει» εφ’ όσον καταβληθουν υπ’ αυτού αι αντιστοιχούσαι εις την περίοδον ενός έτους». Το άρθρ. 8 αντικατεστάθη ως άνω, αφ’ ης ίσχυσε, δια του άρθρ. 1 Νόμ. 17/1975 (κατωτ. αριθ. 5). Επανεγγραφή διαγραφέντων μελών Άρθρ.9-Ναυτικοί μέλη επαγγελματικού σωματείου κατά την 21.4.1967, οίτινες μεταγενεστέρως διεγράφησαν εξ αυτού δι’ αποφάσεως της διοικήσεως ή της Γενικής Συνελεύσεως, θεωρούνται ως μηδέποτε διαγραφέντες, η δε διαγραφή των λογίζεται αυτοδικαίως ως άκυρος. Ομοίως αίρονται θεωρούμεναι ως μηδέποτε επιβληθείσαι, πειθαρχικαί ποιναί τυχόν επιβληθείσαι εις αυτούς υπό του αρμοδίου οργάνου του επαγγελματικού σωματείου, πλην των θεμελιουμένων επί Ποινικού αδικήματος δι’ ο υφίσταται τελεσίδικος καταδικαστική απόφασις. Ισχύς Διατάξεων Καταστατικών
146
21. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 466 της 29/31 Μαϊου 1965 (ΦΕΚ Α' 104) Περί διατηρήσεως Συμβουλίων και Επιτροπών παρά τη Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών.
321
64. ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΕΤΤ Αριθ. 254/70 της 31 Μαΐου/21 Ιουν. 2002 (ΦΕΚ Β΄ 773) Κανονισμός Εισαγωγής της Προεπιλογής Φορέα στην Ελληνική Αγορά. Τροποποιήθηκε από την με αριθ. 339/32 /30 Δεκ. 2004/18 Ιαν. 2005 (ΦΕΚ Β΄ 38) απόφ. ΕΕΤΤ. Η άνω απόφαση και η τροποποιητική αυτής τροποποιήθηκαν και κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο με την με αριθ. 366/48/ 8 Δεκ. 2005/17 Ιαν. 2006 (ΦΕΚ Β΄ 22) απόφ. ΕΕΤΤ., κατωτ. αριθ. 106. (Μετά τη σελ. 386,404) Σελ. 386,405 Τεύχος Σελ. Οργάνωση και Λειτουργία των Τηλεπικοινωνιών - Ε.Ε.Τ.Τ. 22.ΔΑ.α.64
122
46. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.1140 της 24 Απρ./30 Μαΐου 1972 (ΦΕΚ Α΄79) Περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των περί καταστάσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων διατάξεων. Βλ. ήδη και Νόμ.1188/1981, ΦΕΚ Α΄ 204, (κατωτ. αριθ.80).
264
4. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 12/17 Ιαν. 1934 Περί κανονισμού προβλέψεως ατυχημάτων εις υπαιθρίους εργασίας. ΄Εχοντες υπ’ όψει το άρθρ. 7 του Νόμ. ΓπΛΔ΄ (υπ’ αριθ. 3934) «περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών και υπαλλήλων κ.λπ.», προτάσει του Ημετέρου επί της Εθνικής Οικονομίας Υπουργού, μετά γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Εργασίας και του Ιατροσυνεδρίου και μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: ΄Αρθρ.1.-Εις αρδευτικά, αντιπλημμυρικά και αποξηραντικά έργα, εις τα έργα υδρεύσεως, οδοποιΐας, κατασκευής λιμένων και υπονόμων, τηλεγραφικών και τηλεφωνικών συγκοινωνιών, πλην των γενικών όρων του Δ/τος «περί μέτρων ασφαλείας και όρων υγιεινής εν τοις βιομηχανικοίς και βιοτεχνικοίς εργοστασίοις κ.λπ.», οίτινες εφαρμόζονται. Εφ’ όσον δεν συγκρούονται προς τας διατάξεις των εφεξής άρθρων, τηρούνται και αι ειδικαί διατάξεις των επομένων άρθρων. ΄Αρθρ.10.-Κατά την δια κλιμάκων κυκλοφορίαν των εργατών απαγορεύεται εις αυτούς να κρατώσιν εις τας χείρας των εργαλεία ή άλλα βαρέα αντικείμενα, ταύτα δέον να προδένωνται στερεώς εις το σώμα των ή να φέρωνται εντός σάκκου καλώς κεκλεισμένου και προσδεδεμένοι εις το σώμα των. ΄Αρθρ.11.-Δια την κυκλοφορίαν των διαβατών και αμαξών άνωθεν εσκαπτομένων τάφρων δέον να αφήνωνται εις ενδεδειγμένα μέρη στερεαί διαβάσεις ή να κατασκευάζωνται ανθεκτικά γεφυρώματα. Πάντως εξ αμφοτέρων των πλευρών των διαβάσεων δέον να υπάρχουν κιγκλιδώματα εξασφαλίζοντα τους διερχομένους από της πτώσεως εντός των ανοιγμάτων. Πέριξ των εκσκαπτομένων φρεάτων, ή βαθέων τάφρων δέον να τίθενται προσωρινά κιγκλιδώματα μετ’ ενδείξεων κινδύνου κατά δε την νύκτα να φωτίζωνται δια φανών ερυθρού φωτός. ΄Αρθρ.12.-Κατά την εκτέλεσιν εργασιών εντός φρεάτων, τάφρων, αγωγών, φωταερίων, κεκαλυμένων διακλαδώσεων και άλλων παρομοίων τόπων όπου αναδίδονται επιβλαβή αέρια, ή ασφυκτικά, οι εργοδηγοί υποχρεούνται να μεριμνώσιν όπως οι τόποι ούτοι αερίζωνται καταλλήλως προ της ενάρξεως της εργασίας και να βεβαιώνται ότι η εργασία δύναται ν’ αναληφθή εν πάση ασφαλεία. Αι εργασίαι αύται θα εκτελώνται υπό την επίβλεψιν ενός προσώπου υπευθύνου κει ειδικώς εντεταλμένου. ΄Αρθρ.13.-Εν περιπτώσει εγκαταστάσεως χειροκινήτου βαρούλκου, τούτο εφ’ όσον χρησιμεύει δια βάρη ανώτερα των δέκα χιλιογράμμων δέον να είναι εφωδιασμένον με οδοντωτός τροχόν μετ’ όνυχος (καστάνια) εμποδίζοντος την αντίθετον στροφήν ή άλλου μηχανήματος δυναμένου να εμποδίση εν στιγμή ανάγκης την απότομον εκτύλιξιν του σχοινίου. Δια μεγαλύτερα βάρη η ύπαρξις πέδης είναι επιβεβλημένη. Εν πάση περιπτώσει πρέπει να εξασφαλίζηται η μη ολίσθησις του σχοινίου επί του τυμπάνου. ΄Αρθρ.14.-Απαγορεύεται η εις φρέατα βάθους μεΣελ. 287 Υγιεινή και ασφάλεια χώρων εργασίας και εργαζομένων 15.Λ.α.4 γαλυτέρου των 20 μέτρων κάθοδος ή άνοδος βαρών μεγαλυτέρων των 250 χιλιογράμμων εάν δεν υπάρχει εγκατάστασις οδηγών ξυλίνων ή μεταλλικών. Εάν εις φρέαρ υπάρχει εγκατάστασις κλιμάκων ή μηχανημάτων εξαγωγής υλών εκσκαφής απαγορεύεται η άνοδος ή κάθοδος των εργατών καθ’ ην ώραν αι μηχαναί εξαγωγής λειτουργούσιν. Επίσης απαγορεύεται η εις φρέατα βάθους μεγαλυτέρου των 10 μέτρων κυκλοφορία ανθρώπων δια βαρούλκου άνευ εγκαταστάσεων οδηγών ή μηχανημάτων εμποδιζόντων την αντίθετον στροφήν. Φρέατα βάθους μεγαλυτέρου των 8 μέτρων δέον να φωτίζωνται δια τεχνιτού φωτισμού. Προς τούτο χρησιμοποιούνται ειδικαί λυχνίαι με προστατευτικόν συρμάτινον πλέγμα. ΄Αρθρ.15.-΄Οταν φυλάσσεται εις το ύπαιθρον άσβεστος κονιοποιημένη δέον να καλύπτεται αύτη δια στρώματος άμμου, ίνα παρεμποδισθή η διασκόρπισίς της υπό του πνέοντος ανέμου. Οι ασχολούμενοι με την απόσβεσιν της ασβέστου εργάται δέον να φέρουν ειδικάς διόπτρας εξ υάλου παρεχομένας αυτοίς παρά της επιχειρήσεως και δαπάναις αυτής. ΄Αρθρ.16.-Εφ’ όσον η εργασία διεξάγεται εν υπαίθρω, καθίσταται δε αδύνατος η υπό των εργατών καταφυγή υπό στέγην εν παριπτώσει βροχής, ο εργοδότης υποχρεούται εις την κατασκευήν προχείρου προς τον σκοπόν τούτον. Εν περιπτώσει επειγούσης ανάγκης επιβαλλούσης την συνέχειαν του έργου υπό βροχήν δέον όπως οι εργάται εφοδιάζωνται παρά της επιχειρήσεως και δαπάναις αυτής δια καταλλήλων αδιαβρόχων μανδυών. Εν περιπτώσει υπάρξεως υδάτων εντός των εκσκαφών, τάφρων και άλλων εκχωματώσεων δέον όπως οι εν αυταίς εργαζόμενοι εργάται εφοδιάζωνται παρά της επιχειρήσεως και δαπάναις αυτής δι’ ειδικών αδιαβρόχων υποδημάτων. ΄Αρθρ.17.-Οι λιθοξόοι και σκιροθραύσται δέον να είναι εφωδιασμένοι δια στερεών διοπτρών προφυλασσομένων δια λεπτού συρματίνου δικτύου δαπάναις της επιχειρήσεως. Προς δε δύο πλησίον εργαζόμενοι εργάται δέον να χωρίζωνται απ’ αλλήλων δια κινητού διαχωρίσματος εκ κανναβίνου υφάσματος ή λεπτής σανίδος. ΄Αρθρ.18.-Οι εις επικινδύνους θέσεις (γεφύρας, φρέατα κ.λπ.) εργαζόμενοι δέον να εφοδιάζωνται δια ζώνης ισχυράς και προσδένωνται εις σχοινίον καλώς συνδεδεμένου μετά στερεού μέρους της γεφύρας ή του φρέατος. ΄Αρθρ.19.-Κατά την μεταφοράν μακρών σιδηρών ράβδων ή δοκών, δέον να συνιστάται εις τους εκτελούντας την μεταφοράν εργάτας όπως κρατώσι ταύτα κεκλιμένα προς τα οπίσω προς πρόληψιν τραυματισμού των αντιθέτως ερχομένων ή των απαντωμένων εις τας διαφόρους καμπάς των γωνιών. Σελ. 288 ΄Αρθρ.2.-Απαγορεύεται η ανάθεσις εργασίας επικυνδύνου ή απαιτούσης ιδιαιτέραν προσοχήν εις τους εργάτας, προ της βεβαιώσεως ότι γνωρίζουσι καλώς τας σχετικάς προς την υπηρεσίαν ταύτην διατάξεις του Κανονισμού και της εξακριβώσεως της πνευματικής και σωματικής ικανότητος αυτών προς τας εργασίας ταύτας. ΄Αρθρ.20.-Η ξυλεία εκ των ξυλοτύπων και γενικώς η ξυλεία των αντερεισμάτων, κατασκευής προχείρων διαβάσεων κ.λπ., ευθύς μετά την αποσύνθεσίν της, τακτοποιείται εις παρακείμενον χώρον κατά τρόπον αποκλείοντα τον εκ πτώσεως ταύτης τραυματισμόν εργατών ή διαβατών, καταβάλλεται δε μέριμνα όπως αφαιρώνται πάντες οι επ’ αυτών πεπηγμένοι ήλοι, οι οποίοι δυνατόν να τραυματίσωσι τους κυκλοφορούντας ή χειριζομένους τα ανωτέρω υλικά εργάτας. ΄Αρθρ.21.-Τα μηχανικά εργαλεία (συμπιεσταί, μηχανήματα αναλήψεως σκιροκονιάματος, θραυστήρες, εκσκαφείς κ.λπ.) δέον όπως φέρουν τας απαιτουμένας προστατευτικάς διατάξεις δια τους οδοντωτούς τροχούς, σφονδύλους, ιμάντας, σχοινία και κώνους τριβής. Οι χειριζόμενοι τα μηχανικά εργαλεία εργάται οφείλουν να φέρουν ενδυμασίας τοιαύτας, ώστε να μην υπάρχωσιν άκρα αυτών εξέχοντα, προς δε αι χείραις αυτών μέχρι του αγκώνος να είναι γυμνοί. ΄Αρθρ.22.-Εν η περιπτώσει γίνεται χρήσις τετηγμένου μολύβδου κράματος αυτού ή πίσσης δέον να λαμβάνηται μέριμνα προς αποφυγήν ανατροπής του λέβητος ή του δοχείου τήξεως δια στερεώσεως τούτου επί σταθεράς βάσεως. Κατά την μεταφοράν του τετηγμένου μολύβδου ή πίσσης τα δοχεία δέον όπως μη είναι υπερπληρωμένα προς δε οι εις τούτο απασχολούμενοι να είναι εφωδιασμένοι δι’ ειδικών δερματίνων περικνημίδων. Οι μεταχειριζόμενοι οξείδια μολύβδου ή κράματα μολύβδου οφείλουσι να νίπτωνατι επιμελώς μετά το πέρας της εργασίας ως και προ της λήψεως πάσης τροφής και να μη καπνίζωσι με ακαθάρτους χείρας. ΄Αρθρ.23.-΄Εκαστον εργοστάσιον δέον να εφοδιάζηται δια κιβωτίου πρώτων βοηθειών περιέχον: 1.Φιαλίδιον βάμματος ιωδίου 2.100 (20 γραμμάρια). 2.Φιάλην γουλαρδίου ύδατος (50 γραμμάρια). 3.Φιαλίδιον πικρικού οξέως (10 γραμμάρια). 4.Φιαλίδιον πτητικών αλάτων. 5.Φιαλίδιον υγράς αμμωνίας. 6.Είκοσι γραμμάρια βάμβακος υπερχλωριούχου σιδήρου. 7.΄Εξ δέματα απεστειρωμένης γάζης. 8.΄Εξ δέματα απεστειρωμένου βάμβακος υδροφίλου των 25 γραμμαρίων. 9.Δέκα επιδέσμους διαφόρου πλάτους. 10.Ποσότητός τινος συγκολλητικού εμπλάστρου (τσιρότου). 11.Μίαν δωδεκάδαν καρφοβελονών ασφαλείας (παραμάνες). 12.Σύριγγα δι’ υποδορείους ενέσεις μετ’ αριθμού τινος φυσσίγγων (αμπούλες) θειϊκού αιθέρος, καμφορούχου ελαίου, μορφίνης, εργοτίνης, αντιτετανικού ορρού. Το τελευταίον επιβάλλεται εις εργοστάσια χρησιμοποιούντα πλέον των 50 εργατών. ΄Αρθρ.24.-Πάσα παράβασις των διατάξεων του παρόντος Δ/τος τιμωρείται κατά τας διατάξεις των άρθρ. 3 και 4 του Νόμ. ΓπΛΔ΄ της 19 Νοεμ. 1911. Εις τον Ημέτερον επί της Εθνικής Οικονομίας Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. 15.Λ.α.4 Υγιεινή και ασφάλεια χώρων εργασίας και εργαζομένων ΄Αρθρ.3.-΄Εκαστον συνεργείον δέον να θεωρήται τουλάχιστον άπαξ της ημέρας υπό του επιστάτου, άπαξ δε της εβδομάδος υπό του μηχανικού. Οι επί κεφαλής επιστάται και μηχανικοί οφείλουσι διαρκώς να καθοδηγώσι τους εργάτας περί του τρόπου και της προόδου των εργασιών των. ΄Οταν η εργασία διεξάγεται κατά τας νυκτερινάς ώρας, δέον όπως οι τόποι εργασίας φωτίζονται ισχυρώς. ΄Αρθρ.4.-Πάντα τα επισφαλή ή προεξέχοντα τμήματα βράχων, λίθων ή χωμάτων, άτινα δύνανται εκ τυχαίας πτώσεως να προξενήσωσιν ατυχήματα εις τους πλησίον εργαζομένους εργάτας δέον να κατακρημνίζωνται υπό την οδηγίαν εμπείρου προσώπου, να μη επιτρέπηται δε η ανάληψις εργασίας προ της βεβαιώσεως υπό του αρμοδίου επιστάτου ή μηχανικού ότι υπάρχει η απαιτουμένη ασφάλεια. ΄Αρθρ.5.-Κατά τας εκχωματώσεις των τάφρων, δέον αι πλευραί τούτων να στερεώνται δι’ αντερεισμάτων, όπως μη εκ της τυχαίας πτώσεως ή υποχωρήσεως αυτών προξενηθούν ατυχήματα εις τους εργαζομένους εργάτας. Εφ’ όσον δε πρόκειται περί εργασιών επί εδαφών ελωδών ή υποχωρούντων, δέον όπως οι εργάται εργάζωνται επί κινητών σανιδωμάτων αποκλειόντων την καταβύθισιν αυτών. Εφ’ όσον πρόκειται περί εκσκαφής φρεάτων εις εδάφη μαλακά ελώδη ή υποχωρούντα, δέον οι εργάται να είναι προσδεδεμένοι δια σχοινίων ούτως ώστε να ανασύρωνται αμέσως ευθύς ως οι πόδες τούτων εισχωρήσωσιν εις το έλος. ΄Αρθρ.6.-Κατά τας εκσκαφάς δέον να αποφεύγηται η πλησίον των ανοιγμάτων συσσώρευσις των υλικών της εκσκαφής ή εργαλείων ή άλλων βαρών, να τοποθετώνται δε ταύτα κατά τάξιν και υπό κατάλληλον κλίσιν εις τρόπον ώστε να αποκλείηται κίνδυνος κατολισθήσεως και καταρρεύσεως αυτών εντός του εκσκαπτομένου χώρου. ΄Αρθρ.7.-Οι πλησίον ιστοί, φανοστάται, δένδρα και λοιπά καθηλωμένα εντός του εδάφους αντικείμενα, εφ’ όσον εκ της εκσκαφής προφανώς εκλονίσθησαν, δέον να στηρίζωνται προσωρινώς δι’ αντερεισμάτων μέχρι πέρατος της εργασίας. ΄Αρθρ.8.-Αι παρειαί των φρεάτων δέον να επιθεωρώνται τακτικώς και να λαμβάνωνται όλα τα μέτρα προς πρόληψιν καταπτώσεων ουδεμία δε εργασία επιτρέπεται να γίνη εν φρεάτι, προτού οι άνωθεν ιστάμενοι εργάται βεβαιωθώσιν ότι ουδείς ευρίσκεται εντός αυτού. Οι κάδοι ή κόφινοι εξαγωγής της εκσκαπτομένης ύλης δέον να ανασύρωνται δια βαρούλκων ή ενδεδειγμένης ανυψωτικής μηχανής και να μη πληρώνται μέχρι των χειλέων. Επιβάλλεται μεγάλη προσοχή όπως η ανάρτησις τούτων είναι τελείως κατακόρυφος και εν τω κέντρω της εκσκαπτομένης κοιλότητος. ΄Αρθρ.9-Οσάκις εις τα φρεάτα υπάρχωσιν εγκατεστημέναι κλίμακες, αύται δέον να ώσιν ασφαλώς προσηρμοσμέναι και αι βαθμίδες αυτών να μη απέχωσιν αλλήλαις πλέον των 25 εκ. του μέτρου. Εις την είσοδον (αρχήν) του φρέατος και εις τα ενδιάμεσα αναπαυτήρια δέον αι κλίμακες να υπερβαίνωσι το δάπεδον κατά έν τουλάχιστον μέτρον ή να υπάρχωσιν εις το αυτό ύψος χειρολαβαί. Αι εντός των φρεάτων τοποθετημέναι κλίμακες εφ’ όσον υπερβαίνουν τα 15 μέτρα δέον όπως τουλάχιστον ανά δέκα μέτρα φέρουν αναπαυτήρια (κεφαλόσκαλα). Κλίμακες εκ σχοινίου δεν επιτρέπονται ή εις φρέατα βάθους μικροτέρου των 10 μέτρων, πάντως δε δέον να είναι στερεώς προσηρμοσμέναι κατ’ αμφότερα τα άκρα αυτών.
239
106. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 942 της 21/30 Νοεμ. 1979 (ΦΕΚ Α΄ 264) Περί επεκτάσεως των διατάξεων του Νόμ.103/75, ως ούτος ετροποποιήθη και συνεπληρώθη υπό του άρθρ.5 του Νόμ.854/78, και επί των τακτικών Υπαλλήλων του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), οίτινες τυγχάνουν υποχρεωτικώς ησφαλισμένοι εις τον Λογαριασμόν Προνοίας του Προσωπικού του Ι.Κ.Α. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις των παρ.β και γ του άρθρ.3 του Νόμ.103./75 «περί καταβολής εφ’ άπαξ χρηματικού βοηθήματος εις τους εκ της υπηρεσίας αποχωρούντας λόγω συνταξιοδοτήσεως υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ. απάτης της Χώρας». 2.Τας διατάξεις της παρ.2 του άρθρ.5 του Νόμ.103/75 το οποίον προσετέθη δια της παρ.4 του άρθρ.5 Νόμ.854/78. 3.Τας διατάξεις του άρθρ.12 παρ.2 του Νόμ.400/76 «περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων» (ΦΕΚ 203/76 τ. Α΄). 4.Το υπ’ αριθ.307/78 Π.Δ/γμα, και την υπ’ αριθ. 989/1979 απόφασιν του Συμβουλίου της Επικρατείας. 5.Την Γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού ληφθείσαν κατά την αριθ. 15/29.6.79 συνεδρίασιν αυτού. 6.Την υπ’ αριθ. 985/79 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των επί της Εργασίας και Κοινωνικών Υπηρεσιών Υπουργών, αποφασίζομεν: Άρθρ.1.-1.Οι τακτικοί υπάλληλοι του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), οίτινες τυγχάνουν υποχρεωτικώς ησφαλισμένοι παρά τω Λογαριασμώ Προνοίας του Προσωπικού του Ι.Κ.Α., παρ’ ου λαμβάνουν εφ’ άπαξ βοήθημα άμα τη συνταξιοδοτήσει των, δικαιούνται, εφ’ όσον το εν λόγω βοήθημα ή αι επιστρεφόμεναι εισφοραί υπολείπονται της αποζημιώσεως της προβλεπομένης υπό του Νόμ.103/75, ως ούτος ετροποποιήθη υπό του άρθρ.5 του Νόμ.854/78, να λάβουν παρά του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού την προκύπτουσαν διαφοράν μεταξύ του εφ’ άπαξ βοηθήματος ή των επιστρεπτέων εισφορών του Λογαριασμού Προνοίας του Προσωπικού του Ι.Κ.Α. και της δια του άνω Νόμου καθοριζομένης αποζημιώσεως. 2.Ως χρόνος υπηρεσίας δια τον υπολογισμόν της αποζημιώσεως του Νόμ. 103/75, ως ούτος ετροποποιήθη υπό του άρθρ.5 του Νόμ.854/78 λαμβάνεται ο χρόνος της παρά τω ΟΑΕΔ ή συγχωνευθέντι εις τούτον Οργανισμών, υπηρεσίας του ησφαλισμένου της ληφθείσης υπ’ όψιν δια την, εκ του Λογαριασμού Προνοίας του Προσωπικού του Ι.Κ.Α., απονομήν εφ’ άπαξ χρηματικού βοηθήματος ή επιστροφής εισφορών, ως και ο παρά τω Δημοσίω ή ετέρω Ν.Π.Δ.Δ. χρόνος υπηρεσίας αυτού ο αναγνωριζόμενος ως συντάξιμος κατά τας περί συνταξιοδοτήσεως του προσωπικού του Ο.Α.Ε.Δ. διατάξεις. 3.Του ως άνω συμπληρωματικού βοηθήματος δικαιούνται, εν περιπτώσει θανάτου του υπαλλήλου διαρκούσης της υπαλληλικής σχέσεως, η χήρα και τα τέκνα αυτού, έκαστος κατά ποσοστόν του κληρονομικού δικαιώματος αυτών, εφ’ όσον ο αποθανών εδικαιούτο συνταξιοδοτήσεως (άρθρ.1 παρ.2 του Νόμ.103/75). Άρθρ.2.-Επί των αποδοχών των υπαγομένων εις την ρύθμισιν του παρόντος υπαλλήλων των εχόντων συμπληρώσει 10ετή τουλάχιστον υπηρεσίαν, αι οποίαι καθορίζονται υπό του άρθρ.2 του Νόμ.103/75, ως τούτο αντικατεστάθη υπό της παρ.3 του άρθρ.5 του Νόμ.854/78, επιβάλλεται κράτησις εκ ποσοστού 1% υπέρ του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού, εφαρμοζομένων αναλόγως και των λοιπών διατάξεων του άρθρου τούτου. Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της ισχύος του Νόμ.103/75. Εις τους επί της Εργασίας και Κοινωνικών Υπηρεσιών Υπουργούς, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Π.Δ/τος. (Μετά τη σελ. 98,650(α) Σελ. 98,651 Τεύχος 750-Σελ. 63 Ασφάλιση κατά της Ανεργίας Οργ/σμός Απασ/σης Εργατ/κού Δυν/κού (Ο.Α.Ε.Δ.) 15.Γ .β.105-106
44
61. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 49 της 10/12 Δεκ. 1968 (ΦΕΚ Α΄ 294) Περί χορηγήσεως αδειών κυκλοφορίας φορτηγών αυτοκινήτων οχημάτων ιδιωτικής χρήσεως. Περιελήφθη εις την κωδικοποίησιν του Β.Δ. 281/1973 (κατωτ. αριθ. 94), ως εξής: Άρθρ.1(εις 1), 2(εις 2), 3(εις 6), 4(εις 4), 5 (εις 7), 6(εις 8) και 7 (εις 9).
301
42β. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 1029016/508/Α0012 της 18 Απρ./8 Μαΐου 1990 (ΦΕΚ Β΄ 304) Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης αποτελεσμάτων (κερδών - ζημιών) των ομόρρυθμων, ετερόρρυθμων, περιορισμένης ευθύνης εταιρειών, κοινοπραξιών καθώς και αστικών εταιρειών και κοινωνιών αστικού δικαίου που ασκούν επιχείρηση. (Αφορά το οικονομικό έτος 1990).
360
31. ΝΟΜΟΣ υπ΄ αριθ. 2610 της 22/25 Μαΐου 1998 (ΦΕΚ Α΄110) Κύρωση του 6 ου Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών σχετικά με την κατάργηση της ποινής του θανάτου. Άρθρο πρώτο.- Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρ. 28 παρ. 1 του Συντάγματος, το 6 ο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των θεμελιωδών Ελευθεριών, σχετικά με την κατάργηση της ποινής του θανάτου, που υπογράφηκε στο Στρασβούργο στις 28 Απρ. 1983, του οποίου το κείμενο σε πρωτότυπο στη γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής: 6 ο ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΣΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ Τα Κράτη – μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, που υπογράφουν το παρόν Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμ. 1950 (στο εξής «η Σύμβαση»), ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ υπόψη ότι οι εξελίξεις που μεσολάβησαν σε πολλά Κράτη – μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης εκφράζουν μία γενική τάση υπέρ της κατάργησης της θανατικής ποινής, ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ: Οι τίτλοι των άρθρων προστέθηκαν από το παράρτημα του υπ΄αριθ. 11 Πρωτόκολλου, που κυρώθηκε από το άρθρο πρώτο Νόμ. 2400/29 Μαΐου-4 Ιουν. 1996 (ΦΕΚ Α΄96), ανωτ. αριθ. 27. Κατάργηση της θανατικής ποινής Άρθρ.7.-Το παρόν Πρωτόκολλο είναι ανοικτό προς υπογραφή από τα Κράτη – μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση. Υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Ένα Κράτος – μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν μπορεί να επικυρώσει, να αποδεχθεί ή να εγκρίνει αυτό το Πρωτόκολλο χωρίς να έχει επικυρώσει, κατά την ίδια στιγμή ή προηγουμένως, τη Σύμβαση. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Έναρξη ισχύος Άρθρ.8.-1.Το παρόν Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία κατά την οποία πέντε Κράτη – μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης θα έχουν δηλώσει ότι συναινούν να δεσμευθούν από το Πρωτόκολλο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 7. 2.Για κάθε Κράτος – μέλος που θα εκφράσει μεταγενέστερα τη συγκατάθεσή του, το Πρωτόκολλο θα ισχύσει την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία κατάθεσης των εγγράφων επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης. Καθήκοντα του θεματοφύλακα Άρθρ.9.-Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης γνωστοποιεί στα Κράτη – μέλη του Συμβουλίου: α) κάθε υπογραφή, β) την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, γ) κάθε ημερομηνία θέσης σε ισχύ του παρόντος Πρωτοκόλλου, σύμφωνα με τα άρθρ. 5 και 8, δ) κάθε άλλη πράξη, κοινοποίηση ή ανακοίνωση που έχει σχέση με το παρόν Πρωτόκολλο. Σε .πίστωση των ανωτέρω οι παρακάτω υπογράφοντες, που είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένοι γι΄ αυτό, υπέγραψαν το Πρωτόκολλο αυτό. Σελ. 48,280 Τεύχος 1316 Σελ. 76 Έγινε στο Στρασβούργο, στις 28 Απρ. 1983, στη γαλλική και αγγλική γλώσσα, με τα δύο κείμενα να έχουν την ίδια ισχύ, σε ένα μόνο αντίτυπο, που θα κατατεθεί στο αρχείο του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα κοινοποιήσει κυρωμένο αντίγραφο σε κάθε Κράτος – μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης. Άρθρο δεύτερο.- Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και του Πρωτοκόλλου που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του αρθρ. 8 αυτού. Με την με αριθ. 0546/38/ΑΣ 713 Μ.4829/26 Οκτ. – 13 Νοεμ. 1998 (ΦΕΚ Α΄254) ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών το άνω Πρωτόκολλο τέθηκε σε ισχύ ως προς τη Χώρα μας την 1.10.1998. Για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και της ιατρικής βλέπε Νόμ. 2619/15-19 Ιουν. 1998 (ΦΕΚ Α΄132), Τόμ. 34 σελ. 966. Άρθρ.1.-Η ποινή του θανάτου καταργείται. Κανείς δεν μπορεί να καταδικασθεί σε τέτοια ποινή, ούτε να εκτελεσθεί. Θανατική ποινή σε περίοδο πολέμου Άρθρ.2.-Ένα Κράτος μπορεί να προβλέψει στη νομοθεσία του την ποινή του θανάτου για πράξεις που διαπράττονται σε καιρό πολέμου ή επικείμενου κινδύνου πολέμου. Η ποινή αυτή δεν θα επιβάλλεται παρά μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπει η νομοθεσία και σύμφωνα με τις διατάξεις της. Το Κράτος αυτό θα γνωστοποιεί στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας του. Απαγόρευση παρεκκλίσεων Άρθρ.3.-Καμία παρέκκλιση από τις διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου, με βάση το άρθρ. 15 της Σύμβασης, δεν είναι επιτρεπτή. Απαγόρευση επιφυλάξεων Άρθρ.4.-Καμία επιφύλαξη στις διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου, με βάση το άρθρ. «57» της σύμβασης, δεν είναι αποδεκτή. Ο μέσα σε «» αριθ. 57 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 6 άρθρ. 2 του υπ΄αριθ. 11 Πρωτοκόλλου, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο Νόμ. 2400/29 Μαΐου – 4 Ιουν. 1996 (ΦΕΚ Α΄96), ανωτ. αριθ. 27. Εδαφική εφαρμογή Άρθρ.5.-1.Κάθε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, να καθορίσει το έδαφος ή τα εδάφη στα οποία θα εφαρμόζεται αυτό το Πρωτόκολλο. 2.Κάθε Κράτος μπορεί, οποτεδήποτε στη συνέχεια, με δήλωση που θα απευθύνει στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή αυτού του πρωτοκόλλου σε κάθε άλλο έδαφος που θα καθορίζεται στη δήλωση. Στο έδαφος αυτό, το Πρωτόκολλο θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία παραλαβής της δήλωσης από το Γενικό Γραμματέα. (Μετά τη σελ. 278) Σελ. 48,279 Τεύχος 1316 Σελ. 75 Ατομικά δικαιώματα - Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα 1.Γ.δ.31 3.Κάθε δήλωση που γίνεται σύμφωνα με τις δύο προηγούμενες παραγράφους μπορεί να ανακληθεί για οποιοδήποτε έδαφος που καθορίζεται στη δήλωση αυτή με ανακοίνωση προς το Γενικό Γραμματέα. Η ανάκληση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία παραλαβής της ανακοίνωσης από το Γενικό Γραμματέα. Σχέσεις με τη Σύμβαση Άρθρ.6.-Τα Συμβαλλόμενα Κράτη θεωρούν τα άρθρ. 1 – 5 αυτού του Πρωτοκόλλου ως πρόσθετα άρθρα στη Σύμβαση και κατά συνέπεια θα εφαρμόζονται, σε σχέση με το Πρωτόκολλο, όλες οι διατάξεις της Σύμβασης. Υπογραφή και επικύρωση
191
34. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 736 της 17/31 Αυγ. 1977 (ΦΕΚ Α΄ 239) (Διόρθ. Ημαρτ. ΦΕΚ Α΄ 356/26 Νοεμ. 1977). Περί υπαγωγής δύο θέσεων Κηπουρών επί συμβάσει Ιδιωτικού Δικαίου αορίστου χρόνου της Γεωπονικής και Δασολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης εις το εργαστήριον Δασικής Βοτανικής της Σχολής ταύτης. Άρθρον μόνον.-Αι 2 θέσεις Κηπουρών (φυτοκόμων) επί σχέσει εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου αορίστου χρόνου, αι συσταθείσαι δια του Β.Δ/τος υπ’ αριθ. 4/1972 (ΦΕΚ 2 Α΄) εις το Εργαστήριον Δασικής Μηχανικής, Χημικής Τεχνολογία και Δασικής Εμποριολογίας μετά Δασικής Βοτανικής, το καταργηθέν δια του υπ’ αριθ. 375/1975 (ΦΕΚ 116 Α΄) Π.Δ/τος, υπάγονται εις το δια του Προεδρικού τούτου Δ/τος ιδρυθέν Εργαστήριον Δασικής Βοτανικής της Γεωπονικής και Δασολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
197
84. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. ΚΙ-116 της 14/25 Ιαν. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 25) Καθορισμός του ύψους των τελών για τη θεώρηση των τιμολογίων του ΕΛΛΗΝΟ-ΑΡΑΒΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ.
287
35. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ. 31084/7020 της 16/19 Ιουλ. 1977 (ΦΕΚ Β΄ 687) Περί διορισμού ειδικοτήτων και αριθμού μισθωτών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου δια την εφαρμογήν του άρθρ. 5 παρ. 3 του Ν.Δ. 1198/72. 1.Ορίζομεν την ειδικότητα του ηλεκτρολόγου υπομηχανικού και της Γραμματέως Τεχνικού Συμβουλίου και δια μέχρι ένα (1) μισθωτόν εξ εκάστης των ειδικοτήτων τούτων εκ των επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου μισθωτών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, δι ους εξαιρετικώς δύναται κατ’ εφαρμογήν της διατάξεως της παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 1198/72 να παρέχηται δι’ αποφάσεως του εξ ημών Υπουργού Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων αμοιβή ανωτέρα της ισχυούσης δυνάμει της υπ’ αριθ. 14227/3242/1.4.77 κοινής Υπουργικής αποφάσεως (ΦΕΚ 320/Β/1.4.77) και δη μέχρι ποσού 17.825 δρχ. μηνιαίως δια τον ηλεκτρολόγον υπομηχανικόν και 15.525 δρχ. μηνιαίως δια την Γραμματέα του Τεχνικού Συμβουλίου. 2.Η ισχύς της παρούσης άρχεται από της δημοσιεύσεώς της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Δια της παρ. 1 του άρθρου μόνου Β.Δ. της 28 Νοεμ. /31 Δεκ. 1956 (ΦΕΚ Α΄ 296) ωρίσθη το 50όν έτος ως ανώτατον όριον ηλικίας δια τον διορισμόν του προϊσταμένου και του λοιπού προσωπικού του Τεχνικού Γραφείου του Εθνικού Μ. Πολυτεχνείου.
179