text
stringlengths 17
932k
| label
int64 0
388
|
---|---|
22. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 539 της 7/11 Νοεμ. 1988 (ΦΕΚ Α' 247) Τροποποίηση, αντικατάσταση και συμπλήρωση του Π.Δ. 222/1985 «περί συστάσεως Οργανισμού Ενισχύσεως Ελαιολάδου» (ΦΕΚ 83/τ.Α / 9.5.1985). Βλ. Απόφαση Υπουργών Εθν. Οικονομίας και Γεωργίας υπ΄αριθ. 227195/26 Φεβρ. – 6 Μαρτ. 2002 (ΦΕΚ Β΄265), κατωτ. αριθ. 39 για τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων ελέγχου που ασκούνταν από τον Ο.Ε.Ε.Ε. και περιγράφονται στο άνω Π.Δ. στην Αυτοτελή Υπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Ενισχύσεων Ελαιόλαδου (Α.Υ.Μ.Ε.Ε.Ε.) του (Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.). Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρ. 4 του Νόμ.1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (ΦΕΚ 34/τ. Α'/17.3.1983) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ. 6 του Νόμ. 1440/1984 «Συμμετοχή της Ελλάδος στο Κεφάλαιο, στα αποθεματικά και στις προβλέψεις της Ευρωπαικής Τράπεζας Επενδύσεων, στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακος και Χάλυβος και του Οργανισμού Εφοδιασμού «Ευρατόμ» (ΦΕΚ 70/τ.Α'/21.5.1984) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ. 7 του Νόμ. 1775/1988 «Εταιρείες Παροχής Επιχειρηματικού Κεφαλαίου και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 101). Σελ. 748,18(ζ) Τεύχος 1455 Σελ. 36 2.Την Α 9211/ΔΙΟΝΟΣΕ 1737/3.12.1987 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Εθνικής Οικονομίας» (ΦΕΚ 702/τ.Β'/ 4.12.1987). 3.Την αριθ. 6474/30.6.88 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών» (ΦΕΚ 451/Β'/1988). 4.Τη με αριθ. 629/1988 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Γεωργίας και των Υφυπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αποφασίζουμε: Άρθρ.1.-Με το παρόν Π.Δ./γμα τροποποιούνται, αντικαθίστανται ή και συμπληρώνονται τα άρθρ. 2, 4, 5, 7, 8, 9, 11, 12, 13, 14, και 18 του Π.Δ. 222/ 1985 σε εκτέλεση του Κανονισμού (ΕΟΚ) 2261/84 του Συμβουλίου της 17.7.1984 «για τον καθορισμό των γενικών κανόνων σχετικά με τη χορήγηση ενίσχυσης στην παραγωγή ελαιολάδου και στις οργανώσεις παραγωγών ελαιολάδου» (L 208/3/3.8.84), του Κανονισμού (ΕΟΚ) 2262/1984 του Συμβουλίου της 17.7.1984, «για τη λήψη ειδικών μέτρων στον τομέα του ελαιολάδου» (L 208/11/3.8.84) όπως τροποποιήθηκε από τους Κανονισμούς (ΕΟΚ) 3788/85, 3386/86, και 3462/87 του Συμβουλίου, του Κανονισμού (ΕΟΚ) 3061/84 της Επιτροπής της 31.10.1984 «για λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος ενίσχυσης στην παραγωγή ελαιολάδου» (L 288/52/1.11.84) και του Κανονισμού (ΕΟΚ) 27/85 της Επιτροπής της 4.1.1985 «σχετικά με λεπτομέρειες εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2262/1984 που προβλέπει ειδικά μέτρα στον τομέα του ελαιολάδου» (L 4/5/5.1.1985). Άρθρ.2-12.-(Αντικαθίστανται τα άρθρ. 2, 4, 5, 8, 8α, 9, 11, 12, 13, 14, 18 του Π.Δ. 222/85 ανωτ. αριθ. 17). 16.Κ.α.20-22 Ενίσχυση Ελαιοπαραγωγής | 232 |
3. ΑΝΑΓΚ.ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 736 της 8/15 Ιουν. 1937 (ΦΕΚ Α΄ 228) Περί διευκολύνσεως των κατοίκων του συνεπεία κατολισθήσεως του εδάφους καταστραφέντος χωρίου Καροπλεσίου-Ευρυτανίας, προς απόκτησιν στέγης. | 14 |
116. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ.9533/789 της 21-24 Φεβρ.2000 (ΦΕΚ Β΄207) ΄Εκδοση μιας σφραγίδας για τις ανάγκες του Τμήματος Ελέγχων της Διεύθυνσης Οδικής Ασφάλειας και Περιβάλλοντος. 21.Α.α.116 « Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων » | 240 |
51. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ.Κ.15965 της 22/22 Ιουλ. 1955 Περί του τρόπου διαδικασίας εφαρμογής της υπ’ αριθ. 1234/55 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου. Έχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις της υπ’ αριθ. 1234/55 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου «περί μεταθέσεως του χρόνου εισπράξεως του φόρου καταναλώσεως καπνού υπό ωρισμένας προϋποθέσεις», δημοσιευθείσης δια του υπ’ αριθ. 196 της 22.7.55 ΦΕΚ (τεύχος Α΄) αποφασίζομεν: Άρθρ.1.-1.Από της ισχύος της ανωτέρω πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, ο ισχύων εκάστοτε φόρος καταναλώσεως επι των υπο των εγχωρίων καπνοβιομηχανιών παραγομένων καπνοβιομηχανικών προϊόντων εν γένει, βεβαιούμενος κατά τας ισχυούσας διατάξεις, δύναται, επί τη τηρήσει της κατά τα άρθρ. 2 και 3 της παρούσης καθοριζομένης διαδικασίας, να καταβάλληται εντόκως προς 5% ετησίως μετά πάροδον δέκα εργασίμων ημερών από της κατά τ’ ανωτέρω βεβαιώσεως. (Η πίστωσις αύτη δεν δύναται να υπερβαίνη κατά καπνοβιομηχανίαν τους φόρους καταναλώσεως δέκα εργασίμων ημερών ενός των μηνών του πρώτου εξαμήνου τρέχοντος έτους κατ’ επιλογήν της καπνοβιομηχανίας.) Η εντός ( ) περίοδος κατηργήθη από της 28 Σεπτ. 1955 δια της υπ’ αριθ. Κ. 20438 της 27/28 Σεπτ. 1955 αποφάσεως Υπουργ. Οικονομικών. Σελ. 320,14 ΟΒ-60 Το εν δέκατον εκ της κατά τ’ ανωτέρω πιστώσεως των 10 ημερών, αι Καπνοβιομηχανίαι υποχρεούνται να παρέχωσιν εις σιγαρέττα κλπ. ίσης αξίας επί πιστώσει και με τον αυτόν τόκον, προς τους πρατηριούχους και αντιπροσώπους των. 2.Ειδικώς, εις τας Καπνοβιομηχανίας, περί ων η παρ. 3 της μνησθείσης πράξεως του Υπουργ. Συμβουλίου, παρέχεται επιπροσθέτως εφ’ άπαξ εντόκος πίστωσις, επί τω αυτώ επιτοκίω εις ενσήμους ταινίας φορολογίας καπνού, αξίας ίσης προς το ποσόν των φόρων καταναλώσεως των αντιστοιχούντων επί παραγωγής πέντε εργασίμων ημερών προσδιοριζομένων κατά τα εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζόμενα. Η πίστωσις αύτη είναι εξοφλητέα μέχρι της 30 ης Ιουν. 1956 δι’ ένδεκα ίσων μηνιαίων δόσεων, εξ ων η πρώτη καταβληθήσεται την 31 ην Αυγούστου ε.ε. αι δε υπόλοιποι αντιστοίχως εις το τέλος εκάστου επομένου μηνός. Κατά την ανάληψιν της πιστώσεως ταύτης, ο Καπνοβιομήχανος υποχρεούται όπως υπογράψη και καταθέση γραμμάτια εις διαταγήν του Ελληνικού Δημοσίου, ισόποσα προς τας κατά τ’ ανωτέρω μηνιαίας δόσεις εξοφλήσεως της πιστώσεως, πλέον των επ’ αυτών αναλογούντων τόκων και με χρονολογίαν λήξεως την τελευταίαν εργάσιμον ημέραν εκάστου των ως άνω ένδεκα μηνών. Άρθρ.2.-1.Δια να τύχωσι της υπό του προηγουμένου άρθρου παρεχομένης πιστώσεως αι Καπνοβιομηχανίαι, οφείλουσι να ζητησωσι τούτο εγγράφως παρά του αρμοδίου Εφόρου Καπνού και να προέλθωσιν εις την σύνταξιν μετ’ αυτού, ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, ιδιωτικού μεν συμφωνητικού και υπό τους εν αυτώ όρους εφ’ όσον εις εξασφάλισιν του Δημοσίου παρέχεται Τραπεζητική εγγύησις, συμβολαιογραφικού δ’ εγγράφου εφ’ όσον παρέχεται υποθήκη ή ενέχυρον. Η αίτησις της Καπνοβιομηχανίας είναι απαράδεκτος αν μη συνοδεύηται και δι’ εγγυητικής επιστολής μιας των εν Ελλάδι ανεγνωρισμένων Τραπεζών, ποσού αναλόγου προς την χορηγητέαν αυταίς πίστωσιν. 2.Αντί της ανωτέρω εγγυητικής επιστολής Τραπέζης ή προς συμπλήρωσιν ταύτης, δύναται να παρέχηται εμπράγματος ασφάλεια δι’ εγγραφής πρώτης υποθήκης υπέρ του Δημοσίου εις ακίνητα της Καπνοβιομηχανίας ή τρίτου, συναινούντος νομοτύπως προς τούτο. Εφόσον δίδεται εις υποθήκην το καπνεργοστάσιον της καπνοβιομηχανίας, η υποθήκη επεκτείνεται και επί των πάσης φύσεως μηχανικών εγκαταστάσεων αυτής, των εμπεπιγμένων εντός του υποθηκευμένου καπνεργοστασίου, κατά τα ειδικώτερον υπό των διατάξεων του Νόμ. 4112/1929 καθοριζόμενα. 28.Ε.α.50-51 Κώδικας Φορολογίας Καπνού 3.Ομοίως, δύναται δι’ εγγράφου δηλώσεως του καπνοβιομηχάνου, να παρέχηται υπέρ του δημοσίου ενέχυρον επί των εισκομισθέντων εις το καπνεργοστάσιον καπνοκοπτικών, σιγαροποιητικών, αποικονιωτικών, τροχιστικών, κυτιοποιητικών ή άλλων μηχανημάτων ή εργαλείων, ή μηχανικών εγκαταστάσεων αυτού. Εν τη σχετική δηλώσει, δέον να απαριθμώνται λεπτομερώς ένα έκαστον των εις ενέχυρον διδομένων και να δηλούται ότι ταύτα ανήκουσιν αυτώ κατά κυριότητα και ότι είναι ελεύθερα παντός βάρους, χρέους υποθήκης, κατασχέσεως, προσημειώσεως, ή τρίτου εκνικήσεως και παντός νομικού ελαττώματος. Άμα τη υποβολή της δηλώσεως ταύτης της ενδιαφερομένης καπνοβιομηχανίας και υπό την προϋπόθεσιν της αποδοχής αυτής υπό του Δημοσίου, συνιστάται αυτοδικαίως και άνευ ετέρας τινός διατυπώσεως υπέρ αυτού ενέχυρον επί πάντων των εν τη δηλώσει αναφερομένων μηχανημάτων. Το Δημόσιον παρέχει από τούδε, αιτήσει της καπνοβιομηχανίας, την συγκατάθεσίν του όπως χρησιμοποιή αύτη τα εν λόγω μηχανήματα, του Δημοσίου δυναμένου ν’ ανακαλέση ανά πάσαν στιγμήν την συγκατάθεσίν του ταύτην και ν’ αναλάβη εις την κατοχήν του εξ ολοκλήρου τα μηχανήματα ταύτα. «4.Ως εγγύησις προς εξασφάλισιν του Δημοσίου, δια την παρεχομένην εις τας καπνοβιομηχανίας πίστωσιν εις ενσήμους ταινίας, λογίζονται, προκειμένου μεν περί των, ως ανωτέρω, διδομένων εις υποθήκην ακινήτων τα 2/3 της κατά το άρθρ. 4 της παρούσης εκτιμωμένης αξίας αυτών, προκειμένου δε περί των εις υποθήκην ή ενέχυρον διδομένων μηχανημάτων το ½ της κατά τας αυτάς διατάξεις εκτιμωμένης αξίας αυτών». Η παρ. 4 αντικατεστάθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. Κ.16673 της 17/24 Νοεμ. 1964 αποφ. Υπ. Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 544). Με την Κ.9668/2407/28 Δεκ. 1983-12 Ιαν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 8) απόφ. Υπ. Οικονομικών, που τροποποίησε την άνω παρ. 4 ορίστηκε ότι: «η χορηγούμενη, στο εξής, πίστωση του φόρου κατανάλωσης καπνού και του Φ.Κ.Ε. να μην υπερβαίνει το 90% της εκτιμούμενης, από την αρμόδια επιτροπή, τρέχουσας αξίας των ακινήτων, των δε μηχανημάτων το 75% της αξίας αυτής, προκειμένου για τα μηχανήματα που έχουν αποκτηθεί μέσα στην τελευταία πενταετία από την ημέρα εκτίμησης αυτών και το 65% προκειμένου για τα μηχανήματα των οποίων το έτος κτήσης υπερβαίνει την πενταετία, από την ημέρα εκτίμησης της τρέχουσας αξίας αυτών». Άρθρ.3.-1.Ο φόρος καταναλώσεως καπνού ο αναλογών εφ’ εκάστης αιτήσεως κοπής καπνού, όστις, συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 1 της παρούσης, θα εισπράττηται μετά δεκαήμερον από της εκκαθαρίσεως ταύτης, θα εξασφαλίζεται και δια ισοπόσου γραμματίου, προσηυξημένου δια του αναλογούντος τόκου 5%, εις διαταγήν του Ελληνικού Δημοσίου, λήξεως μετά 10 εργασίμους ημέρας από της εκκαθαρίσεως της αιτήσεως κοπής, θα κατατίθεται δε εις τον αρμόδιον Δημόσιον Ταμίαν προ της παραδόσεως των ενσήμων ταινιών εις την καπνοβιομηχανίαν. Το εν λόγω γραμμάτιον θα καλύπτη την αξίαν των ταινιών, τους προσθέτους φόρους τους αναλογούντας επί των υπαγομένων εις φορολογίαν χιλιογράμμων καπνοβιομηχανικών προϊόντων, οίτινες κατά την ισχύουσαν σήμερα διαδικασίαν, καταβάλλονται ως συμπληρωματικός φόρος καταναλώσεως και τους επ’ αυτών αναλογούντας τόκους, θ’ αποτελή δε το πιστωτικόν στοιχείον εν τη διαχειρίσει του αρμοδίου Ταμείου. 2.Επί τη εμπροθέσμω εξοφλήσει εκάστου γραμματίου, εκδίδεται υπό του Ταμείου το οικείον διπλότυπον εισπράξεως, όπερ προσάγεται υπό της ενδιαφερομένης καπνοβιομηχανίας εις τον αρμόδιον Έφορον Καπνού προς επισύναψίν του εις την οικείαν αίτησιν κοπής καπνού. Άρθρ.4.-Η αποτίμησις της αξίας των προς εξασφάλισιν του Δημοσίου προσφερομένων υπό της καπνοβιομηχανίας μηχανημάτων και ακινήτων, ενεργείται παρ’ Επιτροπών, οριζομένων δια διαταγών του Υπουργείου των Οικονομικών και αποτελουμένων εξ ενός μηχανικού Δημοσίου υπαλλήλου και τριών υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών, εξ ων ο εις εκτελεί χρέη γραμματέως. Προκειμένης επαρχιακής καπνοβιομηχανίας, οι ανωτέρω υπάλληλοι αναπληρούνται εν όλω ή εν μέρει παρ’ υπαλλήλων της αρμοδίας Εφορίας, ελλείψει δε τοιούτων παρ’ ετέρων οικονομικών υπαλλήλων οριζομένων υπό της Διευθύνσεως Φορολογίας Καπνού του Υπουργείου Οικονομικών. Δια την αντιμετώπισιν των εξόδων κινήσεως των μελών των Επιτροπών τούτων, εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις του από 21.2.1938 Β.Δ/τος, ως ετροποποιήθη δια του από 20.1.51 ομοίου, με βάσιν όμως το ποσόν της καλυφθησομένης πιστώσεως δια της παρεχομένης εμπραγμάτου ασφαλείας. Άρθρ.5.-Η παράβασις οιουδήποτε όρου της υπ’ αριθ. 1234/1955 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, των διατάξεων της παρούσης και των συναφθησομένων συμβάσεων συνεπάγεται την αναστολήν της παρεχομένης πιστώσεως, καθισταμένης απαιτητής άμα τη, δια πράξεως του Εφόρου Καπνού, διαπιστώσει της παραβάσεως. Η πράξις αύτη κοινοποιείται επ’ αποδείξει εις την ενδιαφερομένην καπνοβιομηχανίαν. Επίσης εάν μειωθή η αξία των περί ων αι παρ. 2 και 3 του άρθρ. 2 ακινήτων ή κινητών κάτω του υπό της παρ. 4 του αυτού άρθρου οριζομένου κατωτάτου ορίου, η δε καπνοβιομηχανία δεν προσαγάγη εγκαίρως συμπληρωματικήν ασφάλειαν ο Έφορος Καπνού, όστις δέον να παρακολουθή την εξέλιξιν των εις εξασφάλισιν παρασχεθεισών αξιών περιορίζει οίκοθεν και αναλόγως την παρεχομένην πίστωσιν. (Αντί για τη σελ. 320,15(α) Σελ. 320,15(β) Τεύχος Ζ11-Σελ. 95 Κώδικας Φορολογίας Καπνού 28.Ε.α.51 2.Εν περιπτώσει καθυστερήσεως εξοφλήσεως ενός γραμματίου εκ των κατατεθέντων υπό της καπνοβιομηχανίας, κατ’ εφαρμογήν της παρ. 2 του άρθρ. 1 και της παρ. 1 του άρθρ. 3 της παρούσης καθίστανται αυτοδικαίως απαιτητά και ληξιπρόθεσμα άπαντα τα παρά τω αυτώ Δημοσίω Ταμείω κατατεθειμένα δια την αυτήν αιτίαν υπό της καπνοβιομηχανίας γραμμάτια μεταγενεστέρας λήξεως και επιδιώκεται η είσπραξίς των κατά τας περί εισπράξεως Δημοσίων εσόδων διατάξεις του Δημοσίου Λογιστικού. | 333 |
229. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 29870/2621 της 20 Αυγ./30 Σεπτ.1992 (ΦΕΚ Β΄ 588) Υαλοπίνακες ασφαλείας και υλικά υαλοπινάκων για οχήματα με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους, σε συμμόρφωση προς τις διατάξεις της Οδηγίας 92/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 31ης Μαρτ. 1992. Τροποποιήθηκε από την με αριθ.8406/394/9-17 Ιουλ.2002 (ΦΕΚ Β΄910), απόφ. Υπ. Οικονομίας και Οικονομικών-Μεταφ. και Επικοινωνιών. | 301 |
18. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’αριθ. 210 της 25 Μαΐου / 16 Ιουν. 1992 (ΦΕΚ Α' 99) Κωδικοποίηση διατάξεων Π.Δ/των του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώματος. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 11 του Νόμ. 1481/1984 «Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης» (Α' 152), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρ. 1 του Νόμ. 1590/1986. 2.Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 1 του Νόμ. 1590/1986 «Τροποποίηση Διατάξεων του Νόμ. 1481/1984 «Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης» και άλλες διατάξεις» (Α' 49). 3.Τις διατάξεις του Π.Δ..137/1986 «Συγκρότηση της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης σε Υπουργείο Δημόσιας Τάξης» (Α' 51). Με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης αποφασίζουμε: Άρθρο μόνο.-Οι ισχύουσες διατάξεις :α)του Π.Δ. 122/1990 (Α' 49), β)του Π.Δ. 8/1991 (Α' 5), γ)της παρ. 8 του άρθρ. 3 του Π.Δ. 90/1991 (Α' 42), δ)του Π.Δ. 101/1991 (Α' 44), ε)του Π.Δ. 130/1991 (Α' 53), στ)του Π.Δ. 254/1991 (Α' 95), ζ)του Π.Δ. 426/1991 (Α' 155) και η)των άρθρ. 1-6 και 8 του Π.Δ. 123/1992 (Α' 56), κωδοποιούνται σε ενιαίο κείμενο με τον τίτλο «Κανονισμός Εσωτερικής Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώματος» ως εξής: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΑΥΤΟΥ Προορισμός και αρμοδιότητες του Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 1 Π.Δ. 8/1991). Άρθρ.9.-1.Οι υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος, ως τακτικοί δημόσιοι πολιτικοί υπάλληλοι υπάγονται στις ειδικές διατάξεις του Σώματος και στις διατάξεις του παρόντος Δ/τος και εφαρμόζονται και σ’ αυτούς όλες οι διατάξεις που ισχύουν για τους τακτικούς δημόσιους υπαλλήλους, εφόσον δεν καθορίζεται διαφορετικά στη νομοθεσία που ισχύει για το Πυροσβεστικό Σώμα. 2.Με το γενικό όρο «υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος» νοείται το πυροσβεστικό προσωπικό και το πολιτικό προσωπικό. Το πυροσβεστικό προσωπικό διακρίνεται σε Γενικών Υπηρεσιών και Ειδικών Υπηρεσιών. Γενικών Υπηρεσιών είναι αυτοί που εκτελούν καθαρά πυροσβεστικά καθήκοντα. Ειδικών Υπηρεσιών είναι οι τεχνικοί, οι πλοηγοί και οι υγειονομικοί. Σελ.270,808(α) Τεύχος 1173-Σελ.8 130 3.Το πυροσβεστικό προσωπικό περιλαμβάνει τους αξιωματικούς, πυρονόμους, υπαξιωματικούς και πυροσβέστες. 4.Οι αξιωματικοί διακρίνονται σε ανώτατους, (Αρχηγός, Υπαρχηγός, Αρχιπύραρχος), ανώτερους (Πύραρχος, Αντιπύραρχος, Επιπυραγός) και κατώτερους (Πυραγός, Υποπυραγός, Ανθυποπυραγός). 5.Οι Πυρονόμοι είναι ενδιάμεση βαθμίδα ανάμεσα στους αξιωματικούς και στους υπαξιωματικούς, Υπαξιωματικοί είναι οι Αρχιπυροσβέστες και Υπαρχιπυροσβέστες. 6.Το πολιτικό προσωπικό διακρίνεται σε διοικητικό και βοηθητικό. Γενικά καθήκοντα υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 10 Π.Δ. 8/1991, άρθρ. 1 Π.Δ. 123/1992) άρθρ. 91 του παρόντος. Αν ο δεχόμενος για πρώτη φορά την πρόταση ή ο ιεραρχικά προϊστάμενος, στον οποίο υποβάλλεται αυτή, κρίνει ότι, πρέπει να απονεμηθεί ηθική αμοιβή, για την οποία έχει δικαίωμα απονομής, σύμφωνα με το άρθρ. 91 του παρόντος, απονέμει αυτή με διαταγή του, την οποία κοινοποιεί μαζί με όλη τη σχετική αλληλογραφία στη Διεύθυνση Προσωπικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος και στην υπηρεσία, που υπέβαλε την πρόταση, για την ανακοίνωση στον ενδιαφερόμενο και την ενέργεια των λοιπών υπηρεσιακών μεταβολών. 4.Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των γνωματευόντων, ως προς το είδος της προτεινόμενης αμοιβής, αποφασίζει ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, εκτός αν κρίνει, ότι η πρόταση πρέπει να υποβληθεί στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης. Αν κρίνει ότι πρέπει να απονεμηθεί εύφημη μνεία, ευαρέσκεια ή έπαινος, κάνει τη σχετική απονομή, με διαταγή του, την οποία κοινοποιεί στην Υπηρεσία που υπέβαλε την πρόταση. 5.Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης αποφασίζει τελικά, για την απονομή της ηθικής αμοιβής που προτάθηκε ή άλλης για την οποία έχει αρμοδιότητα απονομής. Σε περίπτωση που απονέμει εύφημη μνεία, ευαρέσκεια ή έπαινο, γνωστοποιείται τούτο στους ενδιαφερόμενους, κατά τα ανωτέρω, με διαταγή της Διεύθυνσης Προσωπικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. 6.Προκειμένου για απονομή μεταλλίων Πυροσβεστικής Αξίας για ευδόκιμη Υπηρεσία και Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, το πρώτο 10ήμερο Οκτωβρίου, κάθε έτους οι Διοικητές και οι Προϊστάμενοι των Υπηρεσιών συντάσσουν προτάσεις απονομής των παραπάνω μεταλλίων, για όσους υπηρετούν στην Υπηρεσία τους και δικαιούνται αυτών. Οι προτάσεις αυτές υποβάλλονται, ιεραρχικά στα αρμόδια Τμήματα της Διεύθυνσης Προσωπικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. 7.Για τους αποσπασμένους σε Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος καθώς και για τους αποσπασμένους σε Υπηρεσίες εκτός Πυροσβεστικού Σώματος αρμόδιοι για την υποβολή των πιο πάνω προτάσεων είναι οι Διοικητές ή Προϊστάμενοι των Υπηρεσιών στις οποίες οργανικά ανήκουν οι αποσπασμένοι. Σελ. 270, 81040 Τεύχος 1173-Σελ. 50 172 Δικαίωμα απονομής εύφημης μνείας, ευαρέσκειας και επαίνου (Άρθρ. 11 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.91.-1.Η εύφημη μνεία, η ευαρέσκεια και ο έπαινος απονέμονται με διαταγή των αρμοδίων για την απονομή των ηθικών αυτών αμοιβών, σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου, ως εξής: 2.Εύφημη μνεία απονέμουν: α.Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης σε όλο το πυροσβεστικό προσωπικό. β.Ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού σώματος για όλο το πυροσβεστικό προσωπικό, πλην των ανωτάτων αξιωματικών. 3.Ευαρέσκεια και έπαινο απονέμουν: α.Οι αναφερόμενοι στην προηγούμενη παράγραφο και για το προσωπικό που αναφέρεται σ’ αυτή. β.Ο Υπαρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος για τους πυροσβεστικούς υπαλλήλους των Ειδικών Υπηρεσιών του Σώματος που υπάγονται απ’ ευθείας στο Αρχηγείο. γ.Ο Διευθυντής Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος για το πυροσβεστικό προσωπικό του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος και οι Διοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών για το πυροσβεστικό προσωπικό της δικαιοδοσίας τους. Απονομή και επίδοση Πυροσβεστικών Μεταλλίων (Άρθρ. 12 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.92.-1.Το Πυροσβεστικό Αριστείο Ανδραγαθίας, ο Πυροσβεστικός Σταυρός, το Μετάλλιο Πυροσβεστικής Αξίας και το Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας απονέμονται με Π.Δ/γμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. 2.Το Πυροσβεστικό Αριστείο Ανδραγαθίας και ο Πυροσβεστικός Σταυρός επιδίδονται σ’ αυτούς που τιμήθηκαν μ’ αυτά μαζί με το αντίστοιχο δίπλωμα σε σχετική τελετή που καθορίζεται με διαταγή του αρμόδιου, για την επίδοση ως εξής: α.Από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης στον Αρχηγό, Υπαρχηγό και τους άλλους Ανωτάτους Αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος. β.Από τον Αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος σε όλους τους Αξιωματικούς, Διοικητές ή Προϊσταμένους Υπηρεσιών. γ.Από τον Υπαρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος στο πυροσβεστικό προσωπικό του Αρχηγείου και αυτό των Ειδικών Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος. δ.Από τους Διοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών στο πυροσβεστικό προσωπικό των Υπηρεσιών της δικαιοδοσίας τους καθώς και στα μνημονευόμενα στο άρθρ. 85 του παρόντος άτομα, πόλεις, υπηρεσίες, συλλόγους, σωματεία και οργανώσεις εφόσον υπηρετούν, κατοικούν, υπάγονται ή εδρεύουν στην περιοχή της δικαιοδοσίας τους. 3.Τα υπόλοιπα Πυροσβεστικά Μετάλλια, μετά των αντιστοίχων διπλωμάτων αποστέλλονται στους δικαιούχους υπηρεσιακά και επιδίδονται σ’ αυτούς από τους Διοικητές ή Προϊσταμένους τους με απόδειξη. 4.Τα Μετάλλια της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και τα αντίστοιχα διπλώματα χορηγούνται σ’ αυτούς που τιμήθηκαν μ’ αυτά, χωρίς καμία χρηματική επιβάρυνση. Η προμήθεια των μεταλλίων γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές για τις προμήθειες δημοσίων ειδών ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις. 5.Για κάθε νεώτερη απονομή του ιδίου μεταλλίου χορηγείται μόνο δίπλωμα, πλην της απονομής του Πυροσβεστικού Σταυρού, για τον οποίο χορηγείται και το διάσημο, εφόσον η απονομή αυτή είναι διαφορετικής τάξης. Κατά την προαγωγή των μεταλλίων Πυροσβεστικής Αξίας και Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας δεν χορηγείται άλλο μετάλλιο και δίπλωμα. Τρόπος που φέρονται τα μετάλλια – Αφαίρεση αυτών (Άρθρ. 13 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.93.-1.Τα Πυροσβεστικά Μετάλλια, που απονέμονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, είναι προσωπικά και φέρονται απ’ αυτόν που τιμήθηκε μ’ αυτά σε όλη τη ζωή του, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 5 του παρόντος άρθρου. 2.Σε περίπτωση θανάτου του τιμημένου, τα μετάλλια αυτά, περιέρχονται, ως κειμήλια, στους κληρονόμους του, σύμφωνα με το άρθρ. 85 του παρόντος δ/τος. 3.Τα Πυροσβεστικά Μετάλλια αναρτώνται στα χιτώνια των στολών, στο αριστερό του στήθους, μετά από παράσημα και τα Στρατιωτικά Μετάλλια, σύμφωνα με την ιεραρχική τάξη του άρθρ. 83 του παρόντος. 4.Αυτοί που τιμήθηκαν με Πυροσβεστικά Μετάλλια φέρουν στην στολή τους τα διάσημα των μεταλλίων αυτών μετά των ταινιών τους μόνο σε επίσημες εκδηλώσεις κατόπιν διαταγής και σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό στολής. Στις άλλες περιπτώσεις φέρουν στη στολή τους τις αντίστοιχες ταινίες των μεταλλίων, που τους απονεμήθηκαν, με τα διακριτικά πολλαπλών απονομών και προσδιορισμού Τάξης των μεταλλίων. (Μετά τη σελ. 270, 81040) Σελ. 270, 81041 Τεύχος 1173-Σελ. 51 173 5.Τα Πυροσβεστικά Μετάλλια του εδαφ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 81 του παρόντος δεν απονέμονται ή αν έχουν απονεμηθεί δεν φέρονται σε περίπτωση, κατά την οποία αυτός, που κρίθηκε άξιος απονομής ή αυτός που τιμήθηκε ήδη μ’ αυτά και τελεί σε κατάσταση ενέργειας, υποστεί τις συνέπειες στέρησης του βαθμού του, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για την κατάσταση του πυροσβεστικού προσωπικού. Μετάλλια που έχουν απονεμηθεί σ’ αυτούς που είναι γραμμένοι στο στέλεχος της Εφεδρείας του Πυροσβεστικού σώματος, καθώς και σε ιδιώτες, αφαιρούνται σε περίπτωση αμετάκλητης καταδίκης τους, σε: α.Οποιαδήποτε ποινή, για εγκλήματα που ανάγονται στην προστασία του πολιτεύματος. β.Οποιαδήποτε ποινή, για κακουργήματα ή για τα πλημμελήματα των άρθρ. 265 έως 272 καθώς και των άρθρ. 277 και 288 του Ποινικού Κώδικα. γ.Αποστέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων οριστική ή προσωρινή. 6.Μετάλλια που απονεμήθηκαν σε αλλοδαπούς, αφαιρούνται σε περίπτωση που αυτός, που τιμήθηκε μ’ αυτά: α.Καταδικάσθηκε από Ελληνικό Δικαστήριο, σε οποιαδήποτε ποινή, για εγκλήματα που αναφέρονται στις περιπτ. α΄, β΄ και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου. β.Συμμετείχε σε ενέργειες, στρεφόμενες κατά του Ελληνικού Κράτους. Η αφαίρεση των μεταλλίων γίνεται με Π.Δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Βράβευση Μελετών (Άρθρ. 14 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.94.-Στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους, οι οποίοι με δική τους πρωτοβουλία συντάσσουν και υποβάλλουν στην Υπηρεσία τους μελέτη που αφορά αντικείμενα αρμοδιότητας του Πυροσβεστικού Σώματος, μπορούν να παρέχονται ηθικές αμοιβές. Το αξιόλογο ή μη των μελετών και εργασιών αυτών καθώς και το είδος της ηθικής αμοιβής που θα απονεμηθεί εξακριβώνεται με Ένορκη Διοικητική Εξέταση και προτείνονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το άρθρ. 90 του παρόντος. Υλικές αμοιβές – Αποζημιώσεις (Άρθρ. 15 και 16 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.95.-1.Στο πυροσβεστικό προσωπικό είναι δυνατή και η χορήγηση υλικής αμοιβής, κατά τον τρόπο και τη διαδικασία του άρθρ. 90 αυτού του Δ/τος, για εξαίρετη δραστηριότητα ή προσπάθεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. 2.Την υλική αμοιβή απονέμει στο κατώτερο προσωπικό με απόφασή του ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος στους δε αξιωματικούς με απόφασή του ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης. 3.Το ύψος της υλικής αμοιβής δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο μηνιαίους μισθούς. Για σοβαρά τραύματα ή βλάβες ή ιδιαίτερα εξαιρετική δραστηριότητα μπορεί να απονεμηθεί υλική αμοιβή μέχρι πέντε βασικούς μισθούς. 4.Οι υλικές αμοιβές και οι αποζημιώσεις του επόμενου άρθρου καταβάλλονται σε βάρος του προϋπολογισμού του Πυροσβεστικού Σώματος στον οποίο εγγράφεται ειδική πίστωση. 5.Στο πυροσβεστικό προσωπικό μπορεί να χορηγείται, κατά τον τρόπο της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, αποζημίωση για φθορές ή απώλειες ενδυμάτων ή αντικειμένων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Σελ. 270, 81042 Τεύχος 1173-Σελ. 52 174 Επίτιμοι Αρχηγοί και Υπαρχηγοί του Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 17 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.96.-1.Οι Αρχηγοί και Υπαρχηγοί του Πυροσβεστικού Σώματος που υπηρέτησαν σε οργανικές θέσεις του βαθμού τους τουλάχιστον επί τρίμηνο, διατηρούν τιμητικά τον τίτλο της θέσης τους και μετά την αποστρατεία τους, ύστερα από απόφαση του αρμοδίου Συμβουλίου κρίσεως. Η κατά τα ανωτέρω διατήρηση του τιμητικού τίτλου μνημονεύεται στο Π.Δ/γμα της αποστρατείας τους. 2.Οι διατηρούντες τον τίτλο του επίτιμου Αρχηγού ή Υπαρχηγού απολαμβάνουν τα κάθε φορά προβλεπόμενα προνόμια για τους αντίστοιχους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων. 3.Οι προαναφερόμενοι αξιωματικοί στερούνται του απονεμηθέντος τίτλου του επιτίμου και των ειδικών προνομίων, εφόσον με απόφαση του Συμβουλίου της παρ. 1 του παρόντος άρθρου κριθεί ότι ασκούν εμπορικό ή βιοποριστικό επάγγελμα κατά τρόπο που δεν συμβιβάζεται με τις υποχρεώσεις οι οποίες απορρέουν από τον τίτλο τους ή καταδικασθούν για πράξεις που αντιβαίνουν στην τιμή και την αξιοπρέπεια. Η κατά τ’ ανωτέρω στέρηση του τίτλου ενεργείται με Π.Δ/γμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Καταχώρηση ηθικών και υλικών αμοιβών (Άρθρ. 18 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.97.-1.Οι ηθικές και υλικές αμοιβές που απονέμονται στο πυροσβεστικό προσωπικό, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, καταχωρούνται στα ατομικά βιβλιάρια των τιμωμένων. 2.Τα μετάλλια που έχουν απονεμηθεί στο πυροσβεστικό προσωπικό μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, εξακολουθούν να φέρονται απ’ αυτούς που τιμήθηκαν μ’ αυτά, χωρίς καμιά μεταβολή του τύπου του διασήμου και της ταινίας του. Μετά την προαγωγή του μεταλλίου φέρονται μόνο τα νέα διακριτικά. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΑΔΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ Διάκριση αδειών (Άρθρ. 1 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.98.-Στο πυροσβεστικό προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος χορηγούνται οι εξής άδειες απουσίας: 1.Κανονική. 2.Κανονική με μειωμένες αποδοχές. 3.Βραχεία. 4.Αναρρωτική. 5.Εκπαιδευτική. 6.Μακράς διάρκειας για την αλλοδαπή. 7.Ειδική άδεια εξετάσεων. 8.Γονική άδεια. 9.Ολιγόωρη. Κανονική άδεια (Άρθρ. 2 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.10.-1.Οι υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος οφείλουν να έχουν ανεπτυγμένο σε μεγάλο βαθμό το αίσθημα της αλληλεγγύης, να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με ευγένεια, ομόνοια, καλυσύνη, ειλικρίνεια, εκτίμηση και να συνεργάζονται μέσα στα πλαίσια της πειθαρχίας και του καθήκοντος. 2.Ο υπάλληλος του Πυροσβεστικού Σώματος δεν πρέπει να ξεχνά ότι ανέλαβε με τη θέλησή του την αποστολή της περιφρούρησης της ζωής και της περιουσίας των πολιτών και του Κράτους και γι’ αυτό έχει καθήκον να είναι υπόδειγμα κοσμιότητας, σύνεσης και συνειδητής πειθαρχίας. 3.Γενικά η φύση του πυροσβεστικού επαγγέλματος επιβάλλει όπως ο υπάλληλος του Πυροσβεστικού Σώματος διέπεται από πνεύμα συνειδητής πειθαρχίας, να έχει τις αρετές της τιμής και αφοσίωσης στο καθήκον, να γνωρίζει τα καθήκοντά του και τον τρόπο εκπλήρωσής τους, να έχει πίστη στην πατρίδα και στα δημοκρατικά ιδεώδη και τέλος να υπακούει χωρίς δισταγμό και με προθυμία στις νόμιμες διαταγές των ανωτέρων του. 4.Οι υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος θεωρείται ότι βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία όποτε καθίστατα αναγκαία η επέμβασή τους. 5.Οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι υποχρεούνται να κατοικούν στις πόλεις έδρες των Υπηρεσιών που υπηρετούν. Εξαίρεση από την υποχρέωση αυτή επιτρέπεται, με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, για το προσωπικό ορισμένων Υπηρεσιών λόγω των ειδικών συνθηκών που επικρατούν σ’ αυτές και της ιδιομορφίας που παρουσιάζει η λειτουργία τους. Γενικά καθήκοντα διοικούντων βαθμοφόρων (Άρθρ. 11 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.99.-1.Ο πυροσβεστικός υπάλληλος δικαιούται κάθε ημερολογιακό έτος 30 ημέρες κανονική άδεια απουσίας με πλήρεις αποδοχές. 2.Οι εξερχόμενοι από το Τμήμα Δόκιμων Πυροσβεστών της Πυροσβεστικής Σχολής καθώς και οι επανακατασσόμενοι στο Πυροσβεστικό σώμα δεν δικαιούνται κανονική άδεια μέσα στο ημερολογιακό έτος που εξήλθαν απ’ αυτή ή επανακατατάχθηκαν. 3.Η κανονική άδεια χορηγείται στο πυροσβεστικό προσωπικό είτε ολόκληρη είτε τμηματικά κατά το χρόνο προγραμματισμού της, όπως ειδικότερα ορίζεται στο άρθρ. 107 του παρόντος, εκτός εάν έκτακτες και σοβαρές ανάγκες επιβάλλουν τη λήψη αυτής σε άλλα χρονικά διαστήματα. 4.Αν για οποιοδήποτε λόγο η παραπάνω άδεια, δεν χορηγηθεί μέσα στο ημερολογιακό έτος, χορηγείται αυτή το επόμενο ημερολογιακό έτος και μέχρι τέλος Μαρτίου, χρονολογία μέχρι την οποία η άδεια πρέπει να έχει διανυθεί. 5.Οι επανερχόμενοι από αργία με πρόσκαιρη παύση ή αργία με απόλυση δε δικαιούνται κανονική άδεια στο ίδιο ημερολογιακό έτος που επανήλθαν στην κατάσταση της ενέργειας, εφόσον απουσίασαν κατά το έτος αυτό πέραν του διμήνου. 6.Από την παρούσα δύναμη προσωπικού κάθε Υπηρεσίας μπορεί να βρίσκεται σε κανονική άδεια, ταυτόχρονα ποσοστό μέχρι 20% των υπαλλήλων. Κανονική άδεια με μειωμένες αποδοχές (Άρθρ. 3 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.100.-1.Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά την κρίση των αρμοδίων για χορήγηση των αδειών, μπορεί να χορηγηθεί στο πυροσβεστικό προσωπικό κανονική άδεια με μειωμένες αποδοχές, μέχρι 30 ημέρες κάθε ημερολογιακό έτος επιπλέον και μετά την εξάντληση της κανονικής και βραχείας άδειας. Κατ’ εξαίρεση και για σπουδαίους λόγους του υπαλλήλου η άδεια (Μετά τη σελ. 270, 81042) Σελ. 270, 81043 Τεύχος 1173-Σελ. 53 175 αυτή μπορεί να χορηγηθεί μαζί με την κανονική ή βραχεία άδεια. Οι αποδοχές στην περίπτωση χορήγησης της αδείας αυτής μειώνονται κατά 50% του συνόλου των αποδοχών του ανάλογου χρόνου. 2.Ως εξαιρετικές περιπτώσεις, για τη χορήγηση αδείας με μειωμένες αποδοχές θεωρούνται οι περιπτώσεις ασθένειας του ίδιου του υπαλλήλου ή μελών της οικογενείας του ή κάθε άλλο σοβαρό περιστατικό που ανάγεται στην προσωπική ή οικογενειακή κατάσταση του αιτουμένου την άδεια, κατά την κρίση του αρμόδιου για τη χορήγηση της αδείας. Βραχεία άδεια (Άρθρ. 4 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.101.-1.Το πυροσβεστικό προσωπικό, που δικαιούται κανονική άδεια, δικαιούται πρόσθετα και βραχεία άδεια διάρκειας 7 ημερών, με πλήρεις αποδοχές, κάθε ημερολογιακό έτος. Η άδεια αυτή χορηγείται, είτε ολόκληρη, είτε τμηματικά, ανεξάρτητα από την εξάντληση ή όχι της κανονικής άδειας και πρέπει να γίνει έναρξη της μέχρι 31 Δεκεμβρίου του έτους χορήγησης. 2.Η βραχεία άδεια χορηγείται και στους Πυροσβέστες που δεν δικαιούνται κανονική άδεια, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 99 του παρόντος. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά την κρίση του αρμόδιου για τη χορήγησή της, η άδεια αυτή μπορεί να χορηγείται και στο πυροσβεστικό προσωπικό που μνημονεύεται στην παρ. 5 του άρθρ. 99 του παρόντος. 3.Εξαιρετικές περιπτώσεις που παρέχουν το δικαίωμα χορήγησης βραχείας άδειας, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο θεωρούνται σοβαρά περιστατικά που ανάγονται στην προσωπική ή οικογενειακή κατάσταση του αιτούμενου την άδεια. Αναρρωτική άδεια (Άρθρ. 5 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.102.-Τα σχετικά με τη χορήγηση των αναρρωτικών αδειών ρυθμίζονται από τις διατάξεις που αναφέρονται στην οργάνωση και λειτουργία της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώματος. Εκπαιδευτική άδεια (Άρθρ. 6 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.103.-1.Οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι που εκπαιδεύονται σ’ όλα τα Τμήματα της Πυροσβεστικής Σχολής δικαιούται τις άδειες απουσίας που διέπει γι’ αυτούς ο Κανονισμός της Πυροσβεστικής Σχολής. 2.Οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι που εκπαιδεύονται σε κέντρα εκπαίδευσης ή Σχολές της ημεδαπής εκτός της Πυροσβεστικής Σχολής δικαιούνται τις άδειες απουσίας που προβλέπονται ή χορηγούν για τους σπουδαστές των κέντρων των Σχολών αυτών. 3.Ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος μπορεί να εγκρίνει τη χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας για την αλλοδαπή στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους, θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση σε θέματα που σχετίζονται με το εκπαιδευτικό έργο. Στους εκπαιδευόμενους στην αλλοδαπή πυροσβεστικούς υπαλλήλους παρέχονται εκτός των κανονικών αποδοχών και η δαπάνη μετάβασης και επιστροφής καθώς και πρόσθετη αποζημίωση σύμφωνα με τα ισχύοντα για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους. Σελ. 270, 81044 Τεύχος 1173-Σελ. 54 176 Άδεια μακράς διάρκειας για την αλλοδαπή (Άρθρ. 7 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.104.-1.Στο πυροσβεστικό προσωπικό, μπορεί να χορηγείται άδεια απουσίας, μέχρι έξι (6) μήνες, είτε ολόκληρη είτε τμηματικά, για την αλλοδαπή, χωρίς αποδοχές, επιπλέον και μετά την εξάντληση της κανονικής, βραχείας και κανονικής με μειωμένες αποδοχές, για σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους. 2.Η άδεια αυτή εγκρίνεται από τον Αρχηγό του Σώματος και ο χρόνος που διανύθηκε δεν υπολογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για όλες τις περιπτώσεις. Ειδική άδεια εξετάσεων – Γονική άδεια – Διευκολύνσεις υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις – Ολιγόωρη άδεια (Άρθρ. 8, 9 και 10 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.105.-1.Η ειδική άδεια εξετάσεων χορηγείται τους πυροσβεστικούς υπαλλήλους που έχουν την ιδιότητα του μαθητή ή φοιτητή σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους διατάξεις. 2.Η γονική άδεια και οι άλλες διευκολύνσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του Νόμ. 1483/1984 (Α΄ 153) όπως αυτές επεκτάθηκαν στο Δημόσιο με το Π.Δ. 193/1988 (Α΄ 84) χορηγούνται και στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους με οικογενειακές υποχρεώσεις. 3.Η ολιγόωρη άδεια είναι διάρκειας μέχρι 3 ωρών και δύναται να χορηγείται στο πυροσβεστικό προσωπικό κατά το χρόνο που εκτελεί υπηρεσία, για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών του κατά την κρίση του Διοικητή ή προϊσταμένου της Υπηρεσίας. Οι ολιγόωρες άδειες δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις 9 ώρες το μήνα. Αναστολή, περιορισμός και ανάκληση αδειών (Άρθρ. 11 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.106.-1.Σε περιπτώσεις όλως εξαιρετικών και εκτάκτων υπηρεσιακών αναγκών και για όσο διάστημα διαρκούν αυτές, μπορεί, ύστερα από πρόταση των Διοικητών ή των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών και απόφαση του Αρχηγού για τις Κεντρικές και Ειδικές Υπηρεσίες του Σώματος και των Διοικητικών των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών για το προσωπικό των Υπηρεσιών της δικαιοδοσίας τους, να περιορίζεται η διάρκεια των αδειών ή να ανακαλούνται οι άδειες που έχουν χορηγηθεί στο πυροσβεστικό προσωπικό. Για τις ίδιες περιπτώσεις και για όσο διάστημα διαρκούν αυτές, οι Διοικητές ή οι Προϊστάμενοι των Υπηρεσιών μπορούν να αναστέλουν τη χορήγηση των αδειών. 2.Δεν χορηγούνται άδειες εκτός των αναρρωτικών, των ειδικών αδειών εξετάσεων και εκπαιδευτικών κατά την περίοδο των Βουλευτικών Εκλογών και για όσο χρόνο ορίζεται από την Εκλογική Νομοθεσία. Στην περίπτωση αυτή οι άδειες που διανύονται, εκτός των αναρρωτικών, εκπαιδευτικών για την αλλοδαπή και ειδικών αδειών εξετάσεων, ανακαλούνται αυτεπάγγελτα και οι αδειούχοι υποχρεούνται να επανέλθουν χωρίς βραδύτητα στην Υπηρεσία τους. Σ’ εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να εγκριθεί η χορήγηση κατά το χρονικό διάστημα της προεκλογικής περιόδου άδειας από τον Αρχηγό του Σώματος, εκτός αν το θέμα αυτό ρυθμίζεται διαφορετικά από την ισχύουσα εκλογική νομοθεσία. 3.Όλες οι χορηγούμενες άδειες καταχωρούνται στα ατομικά βιβλία του προσωπικού, εκτός των κανονικών με πλήρεις αποδοχές των βραχείων και των ολιγόωρων. Προγραμματισμός κανονικών αδειών (Άρθρ. 12 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.107.-1.Οι κανονικές άδειες του πυροσβεστικού προσωπικού προγραμματίζονται μέσα στο ημερολογιακό έτος που ανάγονται, είτε ολόκληρες, είτε τμηματικά. 2.Ο προγραμματισμός των αδειών γίνεται το μήνα Δεκέμβριο για το επόμενο ημερολογιακό έτος και συντάσσονται σχετικοί πίνακες. Κατά τον προγραμματισμό των αδειών λαμβάνονται υπόψη: α.Οι υπηρεσιακές ανάγκες. β.Οι προτιμήσεις του προσωπικού και οι λόγοι που επιβάλουν αυτές και διατυπώνονται έγκαιρα με έγγραφη αναφορά. γ.Τα προβλεπόμενα στην παρ. 6 του άρθρ. 99 του παρόντος ποσοστά. δ.Η χρονική περίοδος λήψης της κανονικής άδειας τα τρία τελευταία έτη. ε.Γι’ αυτούς που ζητούν την κανονική τους άδεια, τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, προγραμματίζονται για ένα 20ήμερο, εφόσον ζητηθούν, με τη φροντίδα να μην συμπίπτουν οι κανονικές άδειες του προσωπικού με την ίδια περίοδο που έλαβε τούτο άδεια το προηγούμενο (Μετά τη σελ. 270, 81044) Σελ. 270, 81045 Τεύχος 1173-Σελ. 55 177 ημερολογιακό έτος, εκτός αν οι ανάγκες της Υπηρεσίας το επιτρέπουν. ζ.Για το πυροσβεστικό προσωπικό, που πάσχει από παθήσεις και έχει ανάγκη ειδικής θεραπείας (λουτροθεραπείες, υδροθεραπείες, αεροθεραπείες κ.λπ.) προγραμματίζεται εφόσον το ζητεί, ολόκληρη η κανονική του άδεια τους πιο πάνω μήνες. Η ανάγκη αυτής της ειδικής θεραπείας πιστοποιείται από βεβαίωση της οικείας επιτροπής αναρρωτικών αδειών. Η χρησιμοποίηση της άδειας αυτής για το σκοπό που χορηγήθηκε αποδεικνύεται με βεβαίωση της Υπηρεσίας που είναι αρμόδια για την ειδική θεραπεία. 3.Ο προγραμματισμός των αδειών γίνεται από τους αρμόδιους για τη χορήγηση των αδειών που ορίζονται στο επόμενο άρθρο. 4.Επιτρέπεται κατά τους θερινούς μήνες ο προγραμματισμός και η χορήγηση ολόκληρης της μηνιαίας κανονικής άδειας σε υπάλληλο, εφόσον υπάρχει απροθυμία άλλων υπαλλήλων να προγραμματίσουν και να λάβουν κανονική άδεια κατά τους θερινούς μήνες ή και αντίστροφα η χορήγηση ολόκληρης της κανονικής άδειας σε μήνες εκτός θέρους, εφόσον οι ανάγκες της Υπηρεσίας το επιτρέπουν. 5.Αν για υπηρεσιακούς λόγους δεν χορηγηθεί στους υπαλλήλους η κανονική άδεια κατά το χρόνο του προγραμματισμού της χορηγείται αμέσως, όταν εκλείψουν οι λόγοι. Αυτοί που δεν υποβάλλουν, σύμφωνα με τα παραπάνω, αναφορά για τη χορήγηση της προγραμματισμένης κανονικής άδειας λαμβάνουν αυτή όταν το επιτρέπουν οι υπηρεσιακές ανάγκες. Επίσης αυτοί που διακόπτουν με πρωτοβουλία τους την κανονική τους άδεια λαμβάνουν το υπόλοιπό της σε χρόνο που το επιτρέπουν οι υπηρεσιακές ανάγκες. 6.Όσοι από το πυροσβεστικό προσωπικό μετατίθενται ή αποσπώνται και δεν έχουν λάβει την κανονική τους άδεια, λαμβάνουν αυτή από την Υπηρεσία που τοποθετούνται. 7.Αναπρογραμματισμός κανονικών αδειών επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις των παρ. 1 και 2 του προηγούμενου άρθρου και μόνο για τους υπαλλήλους που για τις αιτίες αυτές δεν έλαβαν την άδεια τους κατά το χρόνο του αρχικού προγραμματισμού και όταν πρόκειται για αμοιβαίο αναπρογραμματισμό. Αρμόδια όργανα για την έγκριση και χορήγηση αδειών (Άρθρ. 13 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.108.-1.Οι άδειες του πυροσβεστικού προσωπικού με την επιφύλαξη των διατάξεων των Άρθρ.11.-1.Πρωταρχικό καθήκον κάθε βαθμοφόρου του Πυροσβεστικού Σώματος που ασκεί διοίκηση είναι η συνεχής μέριμνα για τη βελτίωση της υπηρεσιακής αγωγής και επαγγελματικής κατάρτισης των ανδρών που διοικεί. Ειδικότερα για τους βαθμοφόρους του οφείλει να επαγρυπνεί και να διαπιστώνει ότι αυτοί ασκούν την εξουσία που απορρέει από το βαθμό τους σύμφωνα με το δ/γμα αυτό και τις ισχύουσες διαταγές, έτσι ώστε να επιτελείται το υπηρεσιακό έργο. 2.Τη διοικητική του εξουσία έχει υποχρέωση να την ασκεί κατά τρόπο που να εμπνέει στους υφισταμένους του την πεποίθηση ότι αποτελεί γι’ αυτούς το συνεργάτη και το δίκαιο κριτή. 3.Μεριμνά για τη λήψη και εφαρμογή κάθε μέτρου που κατά τη γνώμη του θα συντελούσε στην ανάπτυξη της σύμπνοιας, αλληλεγγύης και συνεργασίας των ανδρών της Υπηρεσίας του. 4.Προσπαθεί να γνωρίζει το χαρακτήρα, τις πνευματικές και σωματικές ικανότητες των ανδρών του για να είναι σε θέση να αναθέτει σ’ αυτούς ανάλογα καθήκοντα και αποστολές για την καλύτερη διεξαγωγή της υπηρεσίας και να μπορεί να αποφαίνεται με δικαιοσύνη στην κρίση του γι’ αυτούς. 5.Φροντίζει και επιβλέπει όπως οι υπάλληλοι ορίζονται μόνο σε καθήκοντα που προβλέπονται από το παρόν δ/γμα και τη νομοθεσία που ισχύει για το Πυροσβεστικό Σώμα και όχι σε προσωπικές υπηρεσίες άλλων. 6.Δέχεται με προθυμία και ακούει κάθε ιδιώτη που απευθύνεται σ’ αυτόν και φροντίζει να δίδει την ανάλογη απάντηση και λύση μέσα στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του και ενεργεί σύμφωνα με τους κανονισμούς και διαταγές. 7.Φροντίζει να προλαβαίνει κάθε αφορμή που μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στην εκτέλεση της υπηρεσίας και διευθετεί με τη μέθοδο του διαλόγου και των συμβουλών κάθε διαφορά που προκύπτει μεταξύ των υπαλλήλων της Υπηρεσίας του αποφεύγοντας να χρησιμοποιεί λέξεις και φράσεις που θα μείωναν την αξιοπρέπειά τους. 8.Μεριμνά για την εφαρμογή, απ’ όλους τους υφισταμένους του, των νόμων, δ/των, κανονισμών και διαταγών των προϊσταμένων Υπηρεσιών. (Αντί για τη σελ. 270,809) Σελ. 270,809(α) Τεύχος 1173-Σελ.9 131 Καθήκοντα Αρχηγού (Άρθρ. 12 Π.Δ. 8/1991) άρθρ. 103 και 104 του παρόντος, ανεξάρτητα από το που θα διανυθούν εγκρίνονται και χορηγούνται: α.Από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης στον Αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος. β.Από τον Αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος στον Υπαρχηγό και στο Διευθυντή Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. γ.Από τον Υπαρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος στους Διοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, της Πυροσβεστικής Σχολής, της Ειδικής Μονάδας αντιμετώπισης καταστροφών, του 199 Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου Υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος, στους Διευθυντές της Γενικής Αποθήκης Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος και των Ασφαλιστικών ταμείων και στον Προϊστάμενο του Πυροσβεστικού Συνεργείου Αθηνών. δ.Από το Διευθυντή Αρχηγείου στο προσωπικό που υπηρετεί στο Αρχηγείο. ε.Από τους Διοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών στο προσωπικό που υπηρετεί στα γραφεία της Περιφερειακής Διοίκησης, στους Διοικητές Υποδιοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, στους Διοικητές των Πυροσβεστικών Σταθμών και στους Προϊσταμένους των Πυροσβεστικών Συνεργείων. Σελ. 270, 81046 Τεύχος 1173-Σελ. 56 178 στ.Από τους Διοικητές των Υποδιοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών στο προσωπικό που υπηρετεί στα γραφεία της Υποδιοίκησης και στους Διοικητές των Πυροσβεστικών Σταθμών που υπάγονται στην Υποδιοίκηση. ζ.Από τους Διοικητές ή Προϊσταμένους Υπηρεσιών σ’ όλο το προσωπικό που υπηρετεί σ’ αυτές. 2.Οι άδειες των πυροσβεστικών υπαλλήλων που είναι αποσπασμένοι χορηγούνται από τους Διοικητές ή τους Προϊσταμένους των Υπηρεσιών στις οποίες οργανικά ανήκουν ύστερα από πρόταση, σε ό,τι αφορά το χρόνο χορήγησης και τη διάρκεια της άδειας, των Διοικητών ή των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών στις οποίες είναι αποσπασμένοι. Χορήγηση αδειών – Υπολογισμός αδειών Ημέρες πορείας (Άρθρ. 14 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.109.-1.Η κανονική με μειωμένες αποδοχές, η εκπαιδευτική για την αλλοδαπή, η μακράς διάρκειας για την αλλοδαπή, η ειδική άδεια εξετάσεων και η γονική άδεια χορηγούνται με έγγραφη αίτηση του ενδιαφερόμενου. Σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, η έγκριση χορήγησης μπορεί να ζητηθεί και με σήμα, επακολουθεί δε και η υποβολή της σχετικής αίτησης. 2.Οι ημέρες άδειας υπολογίζονται σύμφωνα με το ισχύον ημερολόγιο. Στις ημέρες αδείας δεν υπολογίζονται οι απαραίτητες για τη μετάβαση στον τόπο διάνυσης της άδειας και επάνοδο ημέρες πορείας οι οποίες καθορίζονται πάγια ως εξής: α.4 ημέρες για οποιοδήποτε τόπο ή τόπους διάνυσης της άδειας στην ημεδαπή. β.Έξι (6) ημέρες, για οποιαδήποτε χώρα ή χώρες διάνυσης της άδειας στην αλλοδαπή. 3.Οι ημέρες πορείας χορηγούνται στις κανονικές, στις βραχείες και στις αναρρωτικές άδειες. Σε περίπτωση χορήγησης αναρρωτικών αδειών περισσοτέρων της μιας μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος, 4 ημέρες πορείας χορηγούνται μόνο στην πρώτη. Για τις υπόλοιπες αναρρωτικές που διανύονται εκτός της έδρας της Υπηρεσίας, είτε ολόκληρες, είτε τμηματικά, χορηγούνται οι πράγματι απαιτούμενες ημέρες πορείας για τη μετάβαση και επάνοδο, κατά την κρίση του αρμόδιου για τη χορήγηση της άδειας. 4.Όταν οι κανονικές ή οι βραχείες άδειες χορηγούνται τμηματικά, ημέρες πορείας λαμβάνονται μία φορά για κάθε μία από τις άδειες αυτές. Σε περίπτωση που οι παραπάνω άδειες χορηγούνται η μία συνέχεια της άλλης οι ημέρες πορείας υπολογίζονται χωριστά για κάθε μία. Φύλλο αδείας – Υποχρεώσεις αδειούχων Παρατάσεις αδειών (Άρθρ. 15 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.110.-1.Ο αδειούχος εφοδιάζεται από την Υπηρεσία, που χορηγεί την άδεια, με σχετικό φύλλο αδείας, το οποίο περιλαμβάνει τα στοιχεία ταυτότητάς του, το είδος και τη διάρκεια της άδειας, τον τόπο ή τόπους διάνυσης της άδειας, τον αριθμό της εγκριτικής διαταγής, όπου προβλέπεται, τις τυχόν ημέρες πορείας, καθώς και την ημερομηνία και ώρα έναρξης και λήξης της άδειας. 2.Το φύλλο αδείας θεωρείται για την αναχώρηση του ενδιαφερομένου από την Υπηρεσία χορήγησης αυτού και παραδίδεται σ’ αυτόν έγκαιρα από τη Γραμματεία της Υπηρεσίας ή τον Αξιωματικό Υπηρεσίας. Επίσης το φύλλο άδειας μετά την επάνοδο του αδειούχου παραδίδεται στον Αξιωματικό Υπηρεσίας. 3.Η πιστοποίηση της μετάβασης του αδειούχου στους τόπους διάνυσης της άδειας προκύπτει από δήλωσή του η οποία γίνεται μετά την επάνοδό του, επί του φύλλου αδείας. Προκειμένου για την αλλοδαπή η παραπάνω πιστοποίηση προκύπτει από τις θεωρήσεις εισόδου–εξόδου επί του διαβατηρίου ή φύλλου αδείας. Σε περίπτωση μη θεώρησης οι επιπλέον 2 ημέρες πορείας εκπίπτουν από την κανονική ή τη βραχεία άδεια τρέχοντος έτους του υπαλλήλου και σε περίπτωση εξάντλησης απ’ αυτές του επόμενου έτους. 4.Ο αδειούχος, στην αναφορά ή αίτηση χορήγησης άδειας, υποχρεούται να αναγράφει τους τόπους και τις ακριβείς διευθύνσεις διάνυσης της άδειας, καθώς και αριθμούς τηλεφώνου για τυχόν αναζήτησή του σε περίπτωση ανάγκης. Αλλαγή του τόπου ή της διεύθυνσης διάνυσης της άδειας επιτρέπεται μετά από προφορική ενημέρωση της Υπηρεσίας του αδειούχου. 5.Οι αδειούχοι μετά τη λήξη της αδείας τους οφείλουν να επανέλθουν έγκαιρα στην Υπηρεσία τους. Οι μη επανερχόμενοι έγκαιρα στην Υπηρεσία τους υπόκεινται σε πειθαρχικό έλεγχο. Για βραδύτητα που δεν επιτρέπει στον υπάλληλο να εκτελέσει πλήρη υπηρεσία κατά την ημερομηνία επανόδου του υπόκειται επιπλέον και σε κράτηση των αποδοχών του χρόνου απουσίας, το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση που η απουσία είναι μεγαλύτερη της μιας ημέρας. Στην περίπτωση αυτή οι ημέρες απουσίας δεν (Μετά τη σελ. 270, 81046) Σελ. 270, 81047 Τεύχος 1173-Σελ. 57 179 θεωρούνται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και καταχωρίζονται στο ατομικό βιβλιάριο του αδειούχου. Δεν θεωρείται υπέρβαση άδειας η βραδύτητα, που προέρχεται από ανώτερη βία (διακοπή συγκοινωνιών λόγω καιρικών συνθηκών, απεργίας κ.λπ.). Οι λόγοι ανώτερης βίας πιστοποιούνται από την αρμόδια τοπική Υπηρεσία του Σώματος ή από την κατά περίπτωση αρμόδια Αρχή με σχετική καταχώρηση στο φύλλο αδείας. Στις περιπτώσεις αυτές οι ημέρες υπέρβασης δεν θεωρούνται ημέρες αδικαιολόγητης απουσίας και χρεώνονται ως ημέρες κανονικής άδειας ή βραχείας άδειας του τρέχοντος έτους ή αν αυτές έχουν εξαντληθεί του επόμενου. 6.Η μη ανεύρεση των αδειούχων στους τόπους που έχουν δηλώσει ότι θα διανύσουν την άδεια, καθώς και η αλλαγή τόπου ή διεύθυνσης διάνυσης της άδειας χωρίς προηγούμενη ενημέρωση της Υπηρεσίας, συνιστούν λόγο πειθαρχικού ελέγχου. 7.Παράταση διανυόμενης άδειας επιτρέπεται κατά την κρίση του αρμόδιου για την έγκριση της μόνο στις περιπτώσεις της παρ. 3 του άρθρ. 101 του παρόντος δ/τος. Υπάλληλος του οποίου λήγει η άδεια και έχει ανάγκη παράτασης, υποβάλλει απ’ ευθείας, με το ταχύτερο μέσο, στην Υπηρεσία που χορήγησε την άδεια, σχετική αίτηση με απόδειξη. Η αίτηση για παράταση πρέπει να υποβάλλεται έγκαιρα, ώστε να υπάρχει ο απαιτούμενος χρόνος για απάντηση πριν από τη λήξη της διανυόμενης άδειας. Ο υπάλληλος που δεν έλαβε έγκαιρα τη σχετική απάντηση της Υπηρεσίας του είναι υποχρεωμένος να επανέλθει στη θέση του όταν λήξει η άδειά του. Απώλεια δικαιώματος για λήψη κανονικής και βραχείας άδειας (Άρθρ. 16 Π.Δ. 101/1991) Άρθρ.111.-1.Αυτός που δεν κάνει χρήση της κανονικής και βραχείας άδειας, μέσα στις προθεσμίες που τάσσουν η παρ. 4 του άρθρ. 99 και η παρ. 1 του άρθρ. 101 αντίστοιχα, του παρόντος, χάνει το δικαίωμα που έχει και δεν επιτρέπεται να προστεθούν οι άδειες αυτές στις αντίστοιχες άδειες του επόμενου έτους. Αν οι παραπάνω άδειες δεν χορηγηθούν για τους λόγους που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρ. 106 του παρόντος, τότε επιτρέπεται ύστερα από πρόταση του Διοικητή ή Προϊσταμένου του υπαλλήλου και απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος να προστεθούν αυτές στις αντίστοιχες άδειες του επόμενου έτους. 2.Στους μετακινούμενους προσωρινά για εκτέλεση υπηρεσίας καθώς και στους μετατιθέμενους δεν χορηγούνται κατ’ αρχήν άδειες, εκτός των αναρρωτικών. Κατ’ εξαίρεση χορηγείται στους μετατιθεμένους η προγραμματισμένη κανονική άδεια εφόσον ο χρόνος διάνυσής της καλύπτεται από την προθεσμία αναχώρησής τους. 3.Επίσης σ’ αυτούς που σε βάρος τους εκκρεμεί σοβαρή ποινική δίκη ή διοικητική εξέταση μπορεί η Υπηρεσία να αρνηθεί τη χορήγηση κάθε άδειας, εκτός της αναρρωτικής. Στις περιπτώσεις αυτές χορηγούνται άδειες μόνο αν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι. Σελ. 270, 81048 Τεύχος 1173-Σελ. 58 180 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ Διεξαγωγή Υγειονομικής Υπηρεσίας (Άρθρ. 1 Π.Δ. 122/1990, άρθρ. 3 παρ. 8 Π.Δ. 90/1991, άρθρ. 47 παρ. 1, 2 και 3 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.112.-1.Η Υγειονομική Υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος ασκείται από τους υγειονομικούς αξιωματικούς του Σώματος στις πόλεις όπου αυτοί υπηρετούν. Στις υπόλοιπες πόλεις η Υγειονομική Υπηρεσία ασκείται από τον ιατρό που εκτελεί την Υγειονομική Υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας και σε περίπτωση που αυτός δεν υπάρχει ή ο υπάρχων εδρεύει εκτός πόλεως, η Υγειονομική Υπηρεσία ασκείται από γιατρό που έχει τη δημοσιοϋπαλληλική ιδιότητα οριζόμενος από τον οικείο Νομάρχη ύστερα από πρόταση του Διοικητή της Υπηρεσίας. Η Υγειονομική Υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος διευθύνεται και συντονίζεται από τη διεύθυνση Υγειονομικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. 2.Υγειονομικοί Αξιωματικοί Πυροσβεστικού Σώματος διορίζονται γιατροί των ειδικοτήτων Παθολόγου, Καρδιολόγου, Πνευμονολόγου, Χειρούργου, Ορθοπεδικού, Γενικής Ιατρικής, Νευρολόγου– Ψυχιάτρου, Οφθαλμιάτρου και Οδοντιάτρου, σύμφωνα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας. Στην απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης για την πλήρωση θέσεων Υγειονομικών Αξιωματικών, σύμφωνα με τις ισχύουσες στο Πυροσβεστικό Σώμα/διατάξεις, καθορίζονται και οι απαιτούμενες ειδικότητες. 3.Τα προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό των Υγειονομικών Αξιωματικών είναι όμοια με εκείνα των λοιπών δημοσίων υπαλλήλων, εκτός του προσόντος της ηλικίας που για τις ειδικότητες Χειρούργου, Ορθοπεδικού, Πνευμονολόγου, Νευρολόγου–Ψυχιάτρου, ορίζεται το 42 ο έτος της ηλικίας τους με την προϋπόθεση ότι έχουν 5ετή ιατρική προϋπηρεσία στο Δημόσιο Τομέα. 4.Οι Υγειονομικοί Αξιωματικοί του Πυροσβεστικού Σώματος είναι και ελεγκτές γιατροί που ελέγχουν τα βιβλιάρια ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των υπαλλήλων και των οικογενειών τους. Επίσης ελέγχουν και υπογράφουν τα φύλλα νοσηλείας αυτών που νοσηλεύονται σε ιδιωτικές κλινικές. Καθήκοντα Υγειονομικού Αξιωματικού (Άρθρ. 2 Π.Δ. 122/1990 άρθρ. 47 παρ. 4, 5 και 6 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.113.-1.Διευθύνει την Υγειονομική Υπηρεσία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας της πόλης όπου υπηρετεί. 2.Κάθε πρωί δέχεται στο ιατρείο της υπηρεσίας τους ασθενείς πυροσβεστικούς υπαλλήλους. Εκτάκτως και σε περίπτωση ασθένειας πυροσβεστικού υπαλλήλου σε ώρα υπηρεσίας και εφόσον η κατάστασή του κριθεί από τον αξιωματικό υπηρεσίας ότι είναι σοβαρή, ειδοποιείται οποιαδήποτε ώρα ο γιατρός ο οποίος είναι υποχρεωμένος να προσέλθει αμέσως στην Υπηρεσία για εξέταση του ασθενή. 3.Κατά την εξέταση των ασθενών σημειώνει στο βιβλίο ασθενών καθώς και στο ατομικό δελτίο ασθενείας, αν υπάρχει ανάγκη ο ασθενείς να εισαχθεί σε Νοσοκομείο για νοσηλεία, οπότε εκδίδει και το σχετικό εισιτήριο ή αν πρέπει με τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς της παρ. 1 του άρθρ. 116 του παρόντος να αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας ή ασκήσεων ή να απαλλαγεί μόνο από την υπηρεσία πυρκαγιάς ή ότι είναι υγιής. Επίσης σημειώνει την πιθανή διάγνωση της νόσου του ασθενή καθώς και τις ημέρες τις οποίες αυτός θα αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας. 4.Τις ώρες που βρίσκεται στο ιατρείο του εξετάζει τους πυροσβεστικούς υπαλλήλους που εξήλθαν την προηγούμενη από το Νοσοκομείο, καθώς επίσης και κάθε άλλον παραπεμπόμενο από την υπηρεσία πυροσβεστικό υπάλληλο. 5.Όταν η κατάσταση της υγείας του πυροσβεστικού υπαλλήλου δεν επιτρέπει μετακίνησή του, ο γιατρός της υπηρεσίας υποχρεούται να τον επισκεφθεί στο σπίτι του. Στην περίπτωση αυτή η Υπηρεσία διαθέτει στο γιατρό μεταφορικό μέσον. 6.Γνωματεύει όπως οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι παραμένουν ελεύθεροι υπηρεσίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρ. 116 του παρόντος δ/τος. Οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι που αφήνονται ελεύθεροι υπηρεσίας οφείλουν να τηρούν επακριβώς τις οδηγίες του γιατρού, τις οποίες αυτός γράφει στην οικεία στήλη του βιβλίου ασθενειών του υπαλλήλου. 7.Εξετάζει τους υπαλλήλους άλλων πυροσβεστικών υπηρεσιών οι οποίοι διερχόμενοι από την πόλη όπου εδρεύει η υπηρεσία του ασθένησαν. Στην περίπτωση αυτή ενεργεί όπως και για τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας του, φροντίζοντας όμως να ενημερώνει αυθημερόν την Υπηρεσία του υπαλλήλου (Μετά τη σελ. 270, 81048) Σελ. 270, 81049 Τεύχος 1173-Σελ. 59 181 για τα αποτελέσματα της εξέτασης στέλνοντας και τη σχετική γνωμάτευση. 8.Οι ώρες επίσκεψης του γιατρού καθορίζονται από το Διοικητή της Υπηρεσίας μέσω του γενικού προγράμματος εσωτερικής Υπηρεσίας του Σταθμού. 9.Σε περίπτωση που υπάλληλος προσποιηθεί ασθένεια και ευρεθεί από το γιατρό υγιής, ο γιατρός υποχρεούται να κάνει γνωστό το γεγονός στη Διοίκηση του υπαλλήλου για να ληφθούν κατ’ αυτού τα ανάλογα πειθαρχικά μέτρα. 10.Οι γνωματεύσεις του γιατρού περιβάλλονται με την έγκριση του οικείου Διοικητή. 11.Επισκέπτεται μια φορά τουλάχιστον την εβδομάδα τους ασθενείς πυροσβεστικούς υπαλλήλους που νοσηλεύονται σε θεραπευτήρια της πόλης όπου η έδρα της Υπηρεσίας του. 12.Επιθεωρεί υποχρεωτικά μια φορά την εβδομάδα ή όποτε άλλοτε του ζητηθεί από το Διοικητή της Υπηρεσίας τους θαλάμους των υπαλλήλων, το κέντρο ψυχαγωγίας, καθώς και όλους τους άλλους κοινόχρηστους χώρους της Υπηρεσίας και ελέγχει την καθαριότητα τους και αν σ’ αυτούς τηρούνται οι βασικοί κανόνες υγιεινής, προτείνοντας σε αντίθετη περίπτωση τα αναγκαία μέτρα. 13.Μεριμνά για τη θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση των κατά την κρίση του, κατάλληλων πυροσβεστικών υπαλλήλων για τα καθήκοντα του Νοσοκόμου και διδάσκει στοιχεία Υγιεινής και Α΄ Βοηθειών στους υπαλλήλους, όταν αυτό ορίζεται στο πρόγραμμα εκπαίδευσης της Υπηρεσίας. 14.Σε περιπτώσεις μεγάλων και επικίνδυνων συμβάντων (μεγάλων πυρκαγιών, διαρροών επικίνδυνων χημικών ουσιών, σεισμών, καταρρεύσεων κ.λπ.) μεταβαίνει στο χώρο του συμβάντος παρέχοντας τη συνδρομή του και τις Α΄ Βοήθειες σε Πυροσβέστες και πολίτες που κινδυνεύουν. 15.Τους Υγειονομικούς Αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος που απουσιάζουν ή κωλύονται, εκτός εκείνων που υπηρετούν στο λεκανοπέδιο Αττικής, αντικαθιστούν, σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα που προσδιορίζονται από τις παρ. 2 έως και 7 του παρόντος άρθρου, οι ασκούντες την Υγειονομική Υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας γιατροί. Ασθένειες και Νοσήλεια προσωπικού Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 3 Π.Δ. 122/1990, άρθρ. 47 παρ. 7 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.114.-1.Για κάθε πυροσβεστικό υπάλληλο, και από της κατάταξής του, καταρτίζεται από την Υγειονομική Υπηρεσία ατομικό δελτίο ασθενειών. Το ατομικό δελτίο ασθενειών τηρείται από την Υπηρεσία στην οποία αυτοί ανήκουν. 2.Όσοι ασθενούν, υποχρεούνται να ενημερώνουν αμέσως την Υπηρεσία τους για την ασθένειά τους και να μεταβαίνουν στο γιατρό της υπηρεσίας για εξέταση. Σε περίπτωση που ασθενής εξετάσθηκε από ιδιώτη γιατρό και η κατάσταση της υγείας του δεν επιτρέπει την εκτέλεση υπηρεσίας, μεταβαίνει την ίδια ή την επόμενη ημέρα στο γιατρό της Υπηρεσίας προκειμένου να κριθεί αν πρέπει να αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας. 3.Αν όμως η κατάσταση του ασθενή είναι βαριά και δεν μπορεί να μεταβεί στο ιατρείο, ειδοποιεί ο ίδιος ή οι συγγενείς του ή η Υπηρεσία του το γιατρό της Υπηρεσίας, ο οποίος υποχρεούται να μεταβεί στο σπίτι του ασθενή. Στην περίπτωση που προηγήθηκε εξέταση του ασθενή στο σπίτι από ιδιώτη γιατρό, αποστέλλονται την ίδια ή την επόμενη μέρα στον Υπηρεσιακό γιατρό, για τις απαραίτητες ενέργειες, το βιβλιάριο νοσηλείας του ασθενή και η σχετική γνωμάτευση του ιδιώτη γιατρού. 4.Όσοι από το προσωπικό έχουν δηλώσει ασθένεια, υποχρεούνται μετά την εξέτασή τους από τον υπηρεσιακό γιατρό να ενημερώνουν αμέσως την Υπηρεσία τους για το αποτέλεσμα της εξέτασης. Σελ. 270, 81050 Τεύχος 1173-Σελ. 60 182 Ασθενείς αδειούχοι ή με φύλλο πορείας (Άρθρ. 4 Π.Δ. 122/1990, άρθρ. 2 παρ. 8 Π.Δ. 90/1991 και άρθρ. 46 παρ. 8 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.115.-1.Όσοι ασθενούν, ενώ βρίσκονται σε άδεια ή κινούνται με φύλλο πορείας, παρουσιάζονται ή ειδοποιούν για την ασθένειά τους την τοπική Πυροσβεστική Υπηρεσία η οποία με έγγραφό της τους παραπέμπει στον υπηρεσιακό γιατρό και ελλείψει αυτού σε κρατικό γιατρό (Νοσοκομείου ή Κέντρου Υγείας ή αγροτικό γιατρό) ενημερώνοντας παράλληλα την Υπηρεσία του ασθενή. 2.Ο γιατρός στην περίπτωση που ο ασθενής κινείται με φύλλο πορείας γνωμαστεύει αν αυτός μπορεί να ταξιδέψει ή όχι και προβαίνει σε οποιαδήποτε άλλη ιατρική υπόδειξη. Η σχετική γνωμάτευση του γιατρού παραδίδεται στον ίδιο τον ασθενή ή αποστέλλεται στην Υπηρεσία του για τη δέουσα καταχώρηση στο ατομικό του δελτίο ασθενειών. Αν ο ασθενής που βρίσκεται σε άδεια ή κινείται με φύλλο πορείας αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρ. 116 του παρόντος, μπορεί να παραμείνει στον τόπο που ασθένησε ή να μεταβεί στον προορισμό του, εκτός αν ο γιατρός έχει γνωματεύσει ότι δεν είναι σε θέση να ταξιδέψει. 3.Οι κατά τον ανωτέρω τρόπο δικαιολογημένες ημέρες υπέρβασης της άδειας ή του φύλλου πορείας εκπίπτουν από την κανονική άδεια τρέχοντος έτους του υπαλλήλου και σε περίπτωση που αυτή έχει εξαντληθεί εκπίπτουν από την κανονική άδεια του επόμενου έτους. 4.Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή και για τους πυροσβεστικούς υπαλλήλους που βρίσκονται σε εβδομαδιαία ανάπαυση (ρεπό). Ασθενείς ελεύθεροι υπηρεσίας (Άρθρ. 5 Π.Δ. 122/1990 και άρθρ. 47 παρ. 9 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.12.-1.Ο Αρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος προϊσταται όλων των Υπηρεσιών του Σώματος και είναι υπεύθυνος απέναντι στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης για την άσκηση των καθηκόντων του. 2.Έχει όλα τα καθήκοντα, τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τη νομοθεσία για το Πυροσβεστικό Σώμα και το δ/γμα αυτό για τη θέση του. 3.Είναι υπεύθυνος για την καλή λειτουργία όλων των Υπηρεσιών του Σώματος, φροντίζει να παίρνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για το σκοπό αυτό και σε περίπτωση ανάγκης απευθύνεται στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης. 4.Φροντίζει η εκπαίδευση που πραγματοποιείται στην Πυροσβεστική Σχολή και στους Πυροσβεστικούς Σταθμούς να είναι υψηλού επιπέδου και χωρίς διακοπή έτσι ώστε να υπάρχει πλήρης επαγγελματική κατάρτιση στους υπαλλήλους και η απόδοση των Υπηρεσιών να είναι άριστη. Παράλληλα εποπτεύει για τη πιστή εφαρμογή των προγραμμάτων εκπαίδευσης. 5.Έχει την υποχρέωση να γνωρίζει το ηθικό των υπαλλήλων του Σώματος και να φροντίζει διαρκώς για την ανύψωσή του. Για το σκοπό αυτό επαινεί με την παροχή ηθικών αμοιβών και την απαλλαγή από την εκτέλεση υπηρεσίας μέχρι τέσσερις ημέρες τους υπαλλήλους εκείνους που διακρίνονται για την προσήλωση στο επάγγελμά τους και την εργατικότητά τους. 6.Φροντίζει για τον εφοδιασμό της Υπηρεσίας με κάθε είδους υλικό, σχήματα και μηχανήματα που είναι απαραίτητα για την λειτουργία της και εποπτεύει για την καλή συντήρηση και χρήση τους. 7.Επιθεωρεί όλες τις Υπηρεσίες του Σώματος και εξακριβώνει το βαθμό επιχειρησιακής ετοιμότητάς τους και εκπαίδευσης των ανδρών, το επίπεδο των σχέσεών τους με τις τοπικές αρχές, τον τρόπο επικοινωνίας και ενημέρωσης του κοινού, τα τυχόν υπάρχοντα εσωϋπηρεσιακά τους προβλήματα, τη γενική επαγγελματική κατάρτιση των υπαλλήλων και γενικότερα ότι έχει σχέση με το πυροσβεστικό επάγγελμα. Για τις επιθεωρήσεις σε Υπηρεσίες εκτός Λεκανοπεδίου Αττικής, ζητά τη σχετική έγκριση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Κατά τις επιθεωρήσεις ο Αρχηγός εξετάζει κάθε υπηρεσιακό θέμα, δέχεται τους υπαλλήλους σε ιδιαίτερη ακρόαση για προσωπικά τους αιτήματα και επιλύει όσα από τα υπάρχοντα προβλήματα επιδέχονται επιτόπια λύση. 8.Μεταβαίνει να αναλαμβάνει τη διεύθυνση του έργου της κατάσβεσης σε μεγάλες ή επικίνδυνες κατά την εκτίμησή του πυρκαγιές, σε οποιοδήποτε σημείο της επικράτειας εφόσον υπάρχει αρμοδιότητα του Πυροσβεστικού Σώματος. Επίσης συντονίζει τις ενέργειες παροχής βοήθειας και διάσωσης σε σοβαρά συμβάντα, όπου έχει επιληφθεί η Πυροσβεστική Υπηρεσία. 9.Εκδίδει κανονιστικές διαταγές που αφορούν την εσωτερική υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος. 10.Φροντίζει συνέχεια για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των υπαλλήλων και για την καταλληλότητα και καλή συντήρηση των κτιρίων στέγασης των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών. 11.Εκδίδει πυροσβεστικές διατάξεις με ισχύ σε όλη την επικράτεια σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμ. 616/1977 (Α' 166). 12.Σε περιπτώσεις αρμοδιότητας του Πυροσβεστικού Σώματος μπορεί να εκδίδει τις απαραίτητες οδηγίες για τη λήψη και επιβολή προληπτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των κινδύνων και ζημιών από πυρκαγιές, θεομηνίες κ.λπ. ατυχήματα, καθώς και για τον τρόπο που ενεργεί το Πυροσβεστικό Σώμα στις πιο πάνω περιπτώσεις. 13.Αλληλογραφεί με όλες τις αρχές του Κράτους εκτός εάν πρόκειται για θέμα ιδιαίτερης σπουδαιότητας οπότε απευθύνεται στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης. 14.Τον Αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος όταν απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει ο Υπαρχηγός. Σελ. 270,810(α) Τεύχος 1173-Σελ. 10 132 Καθήκοντα Υπαρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 13 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.116.-1.Οι ασθενείς μπορούν ύστερα από γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού να αφεθούν ελεύθεροι υπηρεσίας στις εξής περιπτώσεις: α.Μέχρι τέσσερις ημέρες, εφόσον η πάθησή τους δικαιολογεί την αποχή από τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα. β.Μέχρι τέσσερις ακόμα ημέρες, αν δεν έχουν αποθεραπευθεί από την πάθηση για την οποία αρχικά αφέθηκαν ελεύθεροι υπηρεσίας. γ.Μέχρι τέσσερις ακόμα ημέρες αν μετά την πάροδο των προηγούμενων ημερών ελευθερίας από την υπηρεσία δεν αποθεραπεύθηκαν ή αρρώστησαν από διαφορετική πάθηση. δ.Αν οι ασθενείς, μετά την πάροδο των οκτώ ή δώδεκα ημερών αντίστοιχα δεν αποθεραπευθούν, ο υπηρεσιακός γιατρός μεριμνά για την παραπομπή τους σε Νοσοκομείο ή στην Επιτροπή αναρρωτικών αδειών, εφόσον για την πάθησή τους δεν απαιτείται νοσηλεία. 2.Τα όρια των οκτώ ή δώδεκα ημερών υπολογίζονται κατά περίπτωση, είτε η αποχή είναι συνεχής, είτε τμηματική, μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη της πρώτης αποχής. 3.Όσοι εξέρχονται από το νοσοκομείο με ένδειξη χορήγησης αναρρωτικής άδειας, θεωρούνται ελεύθεροι υπηρεσίας από την ημέρα εξόδου τους, μέχρι πέντε το πολύ ημέρες, οπότε και παρουσιάζονται στην επιτροπή αναρρωτικών αδειών. Όταν στο εξιτήριο του νοσοκομείου αναγράφεται ότι ο ασθενής μπορεί να παραμείνει ελεύθερος υπηρεσίας, ο ασθενής μπορεί να παραμείνει ελεύθερος υπηρεσίας μέχρι οκτώ ημέρες. 4.Επίσης ελεύθεροι υπηρεσίας θεωρούνται όσοι τελούν από ένδειξη αναρρωτικής άδειας μέχρι την παραπομπή τους στις Υγειονομικές επιτροπές. 5.Οι ασθενείς ελεύθεροι υπηρεσίας απαγορεύεται να απομακρύνονται από την οικία τους χωρίς δικαιολογημένη αιτία. Για δικαιολογημένη απομάκρυνση από την περιφέρεια της Υπηρεσίας τους που είναι η κατοικία τους απαιτείται άδεια του προϊσταμένου της Υπηρεσίας στην οποία υπηρετούν, που χορηγείται ύστερα από γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού. Αρμοδιότητες Διοικητών Πυροσβεστικών Υπηρεσιών (Άρθρ. 6 Π.Δ. 122/1990 και άρθρ. 46 παρ. 10 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.117.-1.Οι Διοικητές ή προϊστάμενοι Υπηρεσιών έχουν τις εξής αρμοδιότητες σε ό,τι αφορά την υγειονομική περίθαλψη του προσωπικού της Υπηρεσίας τους: α.Μεριμνούν για την έγκαιρη ειδοποίηση του υπηρεσιακού γιατρού, όταν ο ασθενής της Υπηρεσίας τους δεν μπορεί να μεταβεί για εξέτασή του ή σε περίπτωση έκτακτης εισαγωγής σε νοσοκομείο ή κλινική. β.Ενημερώνουν το γιατρό για τις περιπτώσεις που δηλώθηκε ασθένεια ύστερα από διάθεση του προσωπικού σε υπηρεσία. Επίσης εισηγούνται στο γιατρό την παραπομπή ασθενούς σε νοσοκομείο, για κατ’ επανάληψη δήλωση ασθένειας. (Μετά τη σελ. 270, 81050) Σελ. 270, 81051 Τεύχος 1173-Σελ. 61 183 γ.Ελέγχουν πειθαρχικά, ύστερα από έγγραφη ενημέρωσής τους από τον υπηρεσιακό γιατρό και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, εκείνους από το προσωπικό που δηλώνουν ασθένεια προσποιούμενοι τον ασθενή, καθώς και τους ελεύθερους υπηρεσίας ασθενείς που απομακρύνονται χωρίς δικαιολογημένη αιτία ή άδεια της Υπηρεσίας από την οικία τους ή την περιφέρεια της Υπηρεσίας που βρίσκεται η οικία τους. 2.Σε ό,τι αφορά τη νοσοκομειακή περίθαλψη του προσωπικού έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α.Φροντίζουν όπως οι ασθενείς υπάλληλοι που πρόκειται να εισαχθούν σε νοσοκομείο έχουν μαζί τους το εισιτήριο εισαγωγής και το βιβλιάριο ασθενείας τους. β.Χορηγούν φύλλα πορείας στους ασθενείς που πρόκειται να εισαχθούν σε στρατιωτικά ή άλλα νοσοκομεία ή κλινικές εκτός της περιφέρειάς τους ή του νομού. Η χορήγηση γίνεται με βάση τη γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού από την οποία πρέπει να προκύπτει σαφώς ότι ο ασθενής δεν μπορεί να θεραπευθεί σε νοσοκομείο ή κλινική της περιφέρειάς του ή του νομού ή ότι πρέπει να μεταβεί σε νοσοκομείο της Αθήνας ή Θεσσαλονίκης. Ο ασθενής αφού λάβει το φύλλο πορείας με την επισυναπτόμενη σε αυτό γνωμάτευση παρουσιάζεται στο γιατρό της Υπηρεσίας της πόλης που βρίσκεται το νοσοκομείο και εισάγεται σ’ αυτό με μέριμνα της Υπηρεσίας αυτής. γ.Μεριμνούν ώστε ο ασθενής να συνοδεύεται από συνάδελφό του ή τον υπηρεσιακό γιατρό σε περίπτωση που σύμφωνα με την ιατρική γνωμάτευση πάσχει από βαριά ασθένεια ή αν η κατάστασή του καθιστά αναγκαία την ύπαρξη υπηρεσιακού συνοδού. Αρμοδιότητες Υπηρεσιών σε περίπτωση ασθενείας προσωπικού (Άρθρ. 7 Π.Δ. 122/1990 και άρθρ. 47 παρ. 7 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.118.-1.Οι Πυροσβεστικές Υπηρεσίες σε περιπτώσεις ασθένειας του προσωπικού έχουν τις εξής αρμοδιότητες: α.Ελέγχουν την πληρότητα των δικαιολογητικών του ασθενή, ο οποίος παρουσιάζεται σ’ αυτές και παράλληλα ενημερώνουν τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Σώματος. β.Παραπέμπουν αυθημερόν ή την επόμενη εργάσιμη ημέρα τον ασθενή στον υπηρεσιακό γιατρό αν πρόκειται να εισαχθεί σε στρατιωτικό νοσοκομείο για εξέταση και λήψη του σχετικού εισιτηρίου το οποίο και θεωρούν. γ.Γνωστοποιούν στον ασθενή που πρόκειται να εισαχθεί σε μη στρατιωτικό νοσοκομείο ή σε κλινική της προτίμησής του τις διατάξεις των παρ. 3 και 4 του επόμενου άρθρου του παρόντος Δ/τος. δ.Σε περίπτωση που ο ασθενής πρόκειται ύστερα από γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού να υποβληθεί σε ειδικές εξετάσεις, οι οποίες μπορούν να γίνουν στην περιφέρεια της Υπηρεσίας του ή του νομού, μπορεί να απαλλάσσεται από την εκτέλεση της υπηρεσίας μέχρι ένα τετραήμερο, μετά από γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού του τόπου διενέργειας των εξετάσεων. ε.Παρακολουθούν τους ασθενείς της περιφέρειάς τους σε όλη την διάρκεια της νοσηλείας τους και ενημερώνονται για την πορεία της ασθένειας και της θεραπείας τους. 2.Σε περίπτωση έκτακτης εισαγωγής ασθενή σε στρατιωτικό ή άλλο νοσοκομείο ή ιδιωτική κλινική οι οικίες Υπηρεσίες μόλις πληροφορηθούν από τον ίδιο τον ασθενή την εισαγωγή του, προβαίνουν στις εξής ενέργειες: α.Αναφέρουν με σήμα τις Διευθύνσεις Προσωπικού και Υγειονομικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος την έκτακτη εισαγωγή του ασθενή. β.Ενημερώνουν με σήμα τόσο τον υπηρεσιακό γιατρό όσο και την Υπηρεσία του ασθενή από την οποία ζητούν την άμεση αποστολή του βιβλιαρίου της νοσηλείας του. γ.Μεριμνούν για την έγκριση της έκτακτης εισαγωγής από τον υπηρεσιακό γιατρό και την έκδοση της σχετικής απόφασης του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εφόσον ο ασθενής έχει εισαχθεί σε κλινική ή άλλο νοσηλευτικό ίδρυμα και απαιτείται η παραπάνω απόφαση. Σελ. 270, 81052 Τεύχος 1173-Σελ. 62 184 3.Ο ασθενής μετά την έξοδό του από νοσοκομείο ή ιδιωτική κλινική, παρουσιάζεται αυθημερόν και παραδίδει το εξιτήριο στην οικεία Υπηρεσία του παρόντος άρθρου. Η τελευταία αφού ενημερώσει με σήμα όλες τις Υπηρεσίες που είχαν λάβει γνώση της εισόδου του στο νοσοκομείο, με την επιφύλαξη της παρ. 4 του επόμενου άρθρου του παρόντος, παραπέμπει τον ασθενή στον υπηρεσιακό γιατρό, ο οποίος γνωματεύει αν αυτός μπορεί να εκτελέσει υπηρεσία ή αν πρέπει να αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας ή να παραπεμφθεί στην Επιτροπή αναρρωτικών Αδειών και ειδικότερα: α.Αν κριθεί ικανός να αναλάβει υπηρεσία, διατάσσει την άμεση αναχώρησή του για την Υπηρεσία του και ενεργεί σχετική εγγραφή στο φύλλο πορείας. β.Αν αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο άρθρ. 115, παρ. 2 του παρόντος. γ.Αν ο υπηρεσιακός γιατρός θέσει ένδειξη αναρρωτικής άδειας, παραπέμπει τον ασθενή, με έγγραφό του μαζί με το ατομικό δελτίο ασθενειών, στην επιτροπή αναρρωτικών αδειών, η οποία συνέρχεται και αποφαίνεται για την χορήγηση της άδειας στην πρώτη συνεδρίασή της από την έξοδο του ασθενή από το νοσοκομείο ή την κλινική. Σε περίπτωση που η άδεια εγκριθεί, χορηγείται στον ασθενή, για τον καθορισμένο από την επιτροπή τόσο διάνυσής της. Μετά τη λήξη της άδειας ο ασθενής παρουσιάζεται στην Υπηρεσία του εκτός αν η επιτροπή γνωματεύσει διαφορετικά. 4.Όταν ανακύψει θέμα έκτακτης μεταφοράς με αεροπλάνο ή πλοίο βαριά ασθενούς, η Υπηρεσία του ειδοποιεί με κατεπείγον σήμα τη Διεύθυνση Υγειονομικού Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος ή τον Υπηρεσιακό γιατρό κατά περίπτωση για την παραλαβή του ασθενή. Παράλληλα ειδοποιεί για την ανάλογη προετοιμασία το νοσοκομείο για το οποίο προορίζεται ο ασθενής καθώς και την οικεία υπηρεσία της παρ. 1 του παρόντος άρθρου του τόπου προορισμού, για τις δικές της ενέργειες. 5.Οι αρμοδιότητες των Υπηρεσιών της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ασκούνται και από τους αξιωματικούς διοικητές ή προϊσταμένους Υπηρεσιών για το προσωπικό τους που νοσηλεύεται στην περιοχή τους και σε ό,τι αφορά την ενημέρωση των προϊσταμένων Υπηρεσιών για την είσοδο και έξοδο σε στρατιωτικό ή μη νοσοκομείο ή κλινική, την παρακολούθηση της πορείας της ασθένειας των νοσηλευομένων και την παραπομπή τους στις επιτροπές αναρρωτικών αδειών. 6.Τις αρμοδιότητες του άρθρου αυτού έχουν και οι διοικητές ή προϊστάμενοι Υπηρεσιών για το προσωπικό των Υπηρεσιών τους που ασθενεί και έχει ανάγκη νοσηλείας. Διαδικασία εισαγωγής σε Νοσοκομεία (Άρθρ. 8 Π.Δ. 122/1990) Άρθρ.119.-1.Το προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος νοσηλεύεται στα κατά τόπους στρατιωτικά ή άλλα νοσοκομεία και ιδιωτικές κλινικές, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. 2.Για την εισαγωγή ασθενών σε νοσοκομεία γενικά ακολουθείται η εξής διαδικασία: α.Όταν πρόκειται να γίνει εισαγωγή σε στρατιωτικό νοσοκομείο είτε αυτό βρίσκεται στην περιφέρεια της Υπηρεσίας ή του νομού όπου υπηρετεί ο ασθενής, είτε εκτός αυτής, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου. β.Όταν πρόκειται να γίνει εισαγωγή σε άλλα μη στρατιωτικά νοσοκομεία ή ιδιωτικές κλινικές της περιφέρειας ή του νομού, όπου υπηρετεί ο ασθενής εφαρμόζονται οι ισχύουσες για τη νοσηλεία των δημοσίων υπαλλήλων διατάξεις. γ.Σε περίπτωση εισαγωγής σε άλλα μη στρατιωτικά νοσοκομεία ή ιδιωτικές κλινικές που βρίσκονται εκτός της περιφέρειας του νομού όπου υπηρετεί ο ασθενής, εφαρμόζονται οι ισχύουσες για τη νοσηλεία των δημοσίων υπαλλήλων διατάξεις. Σε ό,τι αφορά όμως τη μετακίνηση του ασθενή εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου. 3.Ο ασθενής ο οποίος μεταβαίνει με φύλλο πορείας για νοσηλεία σε νοσοκομείο ή ιδιωτική κλινική που βρίσκεται εκτός του νομού της υπηρεσίας του, εισάγεται σε αυτά υποχρεωτικά εντός δύο ημερών από την παρουσίασή του και παράδοση του φύλλου πορείας στην Υπηρεσία της πόλης όπου είναι το Νοσοκομείο. 4.Αν ο ασθενής εντός του διήμερου δεν εισαχθεί σε Νοσοκομείο ή ιδιωτική κλινική της προτίμησής του, υποχρεούται αμέσως μετά τη λήξη της παραπάνω προθεσμίας να παρουσιασθεί στην ίδια ως άνω Υπηρεσία. Η τελευταία μεριμνά για την αυθημερόν εισαγωγή του ασθενή σε νοσοκομείο της περιοχής ή στο στρατιωτικό νοσοκομείο της έδρας της ή στο πλησιέστερο στρατιωτικό νοσοκομείο και ενημερώνει ταυτόχρονα τις αρμόδιες Υπηρεσίες. 5.Σε περίπτωση που ο ασθενής ενώ κινείται με φύλλο πορείας ή τελεί σε άδεια, εισάγεται έκτακτα σε οποιοδήποτε νοσοκομείο ή ιδιωτική κλινική, (Μετά τη σελ. 270, 81052) Σελ. 270, 81053 Τεύχος 1173-Σελ. 63 185 οφείλει να ειδοποιεί αμέσως ο ίδιος ή με τους οικείους του ή μέσω του νοσοκομείου την τοπική Πυροσβεστική Υπηρεσία. Με τον ίδιο τρόπο ειδοποιείται η Υπηρεσία του ασθενή στην περίπτωση που αυτός εισάγεται σε νοσοκομείο ή κλινική της περιοχής που υπηρετεί. 6.Για το χρόνο που μεσολαβεί από τη λήψη του φύλλου πορείας μέχρι την εισαγωγή του ασθενή σε νοσοκομείο ή κλινική, ο ασθενής λογίζεται ως «ελεύθερος υπηρεσίας» για τη δικαιολόγηση του οποίου δεν απαιτείται γνωμάτευση γιατρού. 7.Οι εισαγόμενοι στα Νοσοκομεία υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος νοσηλεύονται ανάλογα με το βαθμό τους στις θέσεις που προβλέπουν οι ισχύουσες για το θέμα αυτό διατάξεις. 8.Τα έξοδα νοσηλείας των νοσηλευομένων υπαλλήλων του Πυροσβεστικού Σώματος στα Νοσοκομεία ή Κλινικές βαρύνουν το Δημόσιο σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Ειδική θεραπευτική αγωγή – νοσηλεία στο εξωτερικό (Άρθρ. 9 Π.Δ. 122/1990) Άρθρ.120.-1.Ασθενείς που έχουν ανάγκη εξωνοσοκομειακής θεραπευτικής αγωγής, μπορούν να αποσπασθούν στην έδρα της Υπηρεσίας όπου υπάρχουν τα απαιτούμενα μέσα και οι ανάλογες ειδικότητες των γιατρών για τη θεραπεία τους με τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α.Να πάσχουν από νόσημα που απαιτεί ειδική θεραπεία. β.Να βεβαιώνεται από τον υπηρεσιακό γιατρό ότι δεν υπάρχουν στον τόπο που υπηρετούν ειδικοί γιατροί ή τα αναγκαία μέτρα θεραπείας και να υπάρχει για το θέμα αυτό σύμφωνη γνώμη της Διεύθυνσης Υγειονομικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. γ.Να υπάρχει πρόταση των ιεραρχικά προϊσταμένων, ύστερα από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου ασθενούς στην οποία θα δηλώνει ότι για την απόσπασή του δεν έχει χρηματική απαίτηση από το Δημόσιο, σε ό,τι αφορά την ημερήσια εκτός έδρας αποζημίωση. 2.Η απόσπαση προσωπικού για ειδική θεραπευτική αγωγή πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Οι αποσπώμενοι μπορούν να εκτελούν παράλληλα στον τόπο της απόσπασης τα καθήκοντά τους, εφόσον το επιτρέπει η υγεία τους. Οι παραπάνω επανέρχονται στην Υπηρεσία τους μετά την περάτωση της ειδικής θεραπείας. 3.Για τη θεραπεία των πυροσβεστικών υπαλλήλων στο εξωτερικό εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους άλλους Δημόσιους Υπαλλήλους. Τράπεζες αίματος – Εθελοντές Αιμοδότες (Άρθρ. 10 Π.Δ. 122/1990 και άρθρ. 47 παρ. 11 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.121.-1.Τράπεζες αίματος λειτουργούν στην Αθήνα ή και σε άλλες πόλεις που υπηρετεί Υγειονομικός Αξιωματικός του Σώματος εφόσον το απαιτούν οι υπηρεσιακές ανάγκες. 2.Οι τράπεζες αίματος στεγάζονται σε στρατιωτικό ή πολιτικό νοσοκομείο και η λειτουργία τους ελέγχεται από το Διευθυντή της Διεύθυνσης Υγειονομικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος για την Τράπεζα της Αττικής και από τον υγειονομικό αξιωματικό για τις άλλες πόλεις. 3.Το αίμα είναι προϊόν εθελοντικής αιμοδοσίας του πυροσβεστικού και πολιτικού προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος και των μελών των οικογενειών τους. Σελ. 270, 81054 Τεύχος 1173-Σελ. 64 186 4.Το αίμα χορηγείται στο εν ενεργεία προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος, στους πολιτικούς υπαλλήλους, στα μέλη των οικογενειών τους (σύζυγοι, γονείς των συζύγων και τέκνα) και στους συνταξιούχους του Σώματος και στα μέλη των οικογενειών τους κατά τις παραπάνω διακρίσεις. Η διαδικασία χορήγησης του αίματος καθορίζεται με διαταγή του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος. 5.Οι εθελοντές αιμοδότες απαλλάσσονται από την εκτέλεση υπηρεσίας για 4 ημέρες σε χρόνο που επιτρέπουν οι υπηρεσιακές ανάγκες, οπωσδήποτε όμως μέσα σ’ ένα μήνα από την αιμοδοσία ως εξής: α.Με απλή βεβαίωση της τράπεζας όταν το αίμα προσφέρεται σε τράπεζα αίματος του Πυροσβεστικού Σώματος. β.Με γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού όταν το αίμα προσφέρεται σε άλλες τράπεζες αίματος. 6.Ο χρόνος απαλλαγής από την υπηρεσία λόγω εθελοντικής αιμοδοσίας δεν λογίζεται ως χρόνος ασθένειας ούτε υπολογίζεται κατά την πρσμέτρηση του χρόνου που απαιτείται για την παραπομπή του ασθενή στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή. Επιτροπές Αναρρωτικών Αδειών – Αρμοδιότητες (Άρθρ. 11 Π.Δ. 122/1990 και άρθρ. 47 παρ. 12, 13 και 14 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.122.-1.Για την εξέταση του πυροσβεστικού προσωπικού και τη γνωμάτευση για τη σωματική ικανότητα και την υγειονομική κατάσταση αυτού σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις συνιστάται στο νομό Αττικής Επιτροπή Αναρρωτικών Αδειών Πυροσβεστικού Σώματος που αποτελείται από ένα Πύραρχο ή Αντιπύραρχο Υγειονομικό, ως Πρόεδρο και μέλη 2 ακόμα Υγειονομικούς Αξιωματικούς του Σώματος που φέρουν το βαθμό του Πυραγού και άνω. Η συγκρότηση της επιτροπής γίνεται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος στην οποία ορίζονται και ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. 2.Η παραπάνω επιτροπή έχει ως αρμοδιότητα να χορηγεί στο προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος που πάσχει από μία ή περισσότερες παθήσεις τις εξής αναρρωτικές άδειες. α.Μέχρι 60 ημέρες αρχικά. β.Μέχρι 30 ημέρες ακόμα σε περίπτωση μη αποθεραπείας ή άλλης ασθένειας. γ.Σε περίπτωση που η πάθηση του ασθενή απαιτεί την παραμονή του σε αναρρωτική άδεια πέρα του χρόνου των ενενήντα ημερών, μπορεί να χορηγηθεί αναρρωτική άδεια συνολικά μέχρι 180 ημέρες, υπό την προϋπόθεση ότι εντός της τελευταίας διετίας οι κάθε είδους αποχές του υπαλλήλου συνέχεια ή τμηματικά από την Υπηρεσία για λόγους ασθενείας δεν υπερβαίνουν το εξάμηνο. Η αναρρωτική άδεια μπορεί να διανυθεί και στην αλλοδαπή ύστερα από έγκριση της αρμόδιας Υπηρεσίας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για τις άδειες του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος. Οι επιστρέφοντες από αναρρωτικές άδειες εκτός των μακρών υποχρεούνται να παρουσιάζονται στον εκτελούντα την Υγειονομική Υπηρεσία γιατρό, ο οποίος αποφαίνεται εάν είναι ικανοί να αναλάβουν υπηρεσία ή όχι. 3.Η επιτροπή αναρρωτικών αδειών του Πυροσβεστικού Σώματος του νομού Αττικής λειτουργεί και ως επιτροπή κατάταξης, όπου εξετάζει και αποφαίνεται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό για τη σωματική ικανότητα και καταλληλότητα από υγειονομικής πλευράς των υποψηφίων για κατάταξη στο Πυροσβεστικό Σώμα. Η επιτροπή γνωματεύει με βάση τους πίνακες νοσημάτων, παθήσεων και βλαβών που ισχύουν κάθε φορά για την κατάταξη σε στρατιωτικές σχολές και σε περιπτώσεις που οι πίνακες δεν καλύπτουν πλήρως την κρινόμενη υπόθεση η επιτροπή γνωματεύει σύμφωνα με τις επικρατούσες ιατρικές αντιλήψεις. 4.Για τη χορήγηση των αναρρωτικών αδειών της παρ. 2 αυτού του άρθρου στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους που υπηρετούν στους νομούς εκτός Αττικής αρμόδιες είναι οι επιτροπές αναρρωτικών αδειών της Ελληνικής Αστυνομίας που λειτουργούν στις έδρες των Αστυνομικών Διευθύνσεων κάθε νομού, με τη διαφορά ότι στις περιπτώσεις αυτές αντί του Υποδιευθυντή της Αστυνομικής Διεύθυνσης συμμετέχει ο οικείος Διοικητής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ο οποίος εκτελεί τα καθήκοντα του Προέδρου. 5.Στις πόλεις στις οποίες υπηρετεί Υγειονομικός Αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος η συγκρότηση της Επιτροπής Αναρρωτικών Αδειών γίνεται από τον οικείο Περιφερειακό Διοικητή Πυροσβεστικών Υπηρεσιών και αποτελείται από τον Υγειονομικό Αξιωματικό του Πυροσβεστικού Σώματος και δύο ακόμα γιατρούς από τους συμμετέχοντες στην οικεία Αστυνομική Επιτροπή Αναρρωτικών Αδειών. Παραπομπή στις επιτροπές αναρρωτικών αδειών (Άρθρ. 12 Π.Δ. 122/1990) Άρθρ.123.-1.Στις επιτροπές αναρρωτικών αδειών παραπέμπονται: (Μετά τη σελ. 270, 81054) Σελ. 270, 81055 Τεύχος 1173-Σελ. 65 187 α.Όσοι νοσηλεύτηκαν σε οποιοδήποτε νοσηλευτικό ίδρυμα, ύστερα από γνωμάτευση υπηρεσιακού γιατρού. β.Όσοι έχουν ανάγκη παράτασης της αναρρωτικής τους άδειας, λόγω μη αποθεραπείας σύμφωνα με γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού. γ.Όσοι πάσχουν από πάθηση για την αποθεραπεία της οποίας είναι αναγκαία η χορήγηση αναρρωτικής άδειας, χωρίς να απαιτείται νοσηλεία σε νοσοκομείο, ύστερα από γνωμάτευση υπηρεσιακού γιατρού. 2.Η παραπομπή στις επιτροπές αναρρωτικών αδειών γίνεται από την Υπηρεσία του ασθενή ή από την Υπηρεσία στην οποία έχει προσκολληθεί για τη νοσηλεία του. Με το έγγραφο παραπομπής αποστέλλεται και το ατομικό δελτίο ασθενειών ή αντίγραφο αυτού. 3.Οι παραπάνω επιτροπές με βάση την ένδειξη παραπομπής εξετάζουν τον ασθενή και αποφαίνονται με αιτιολογημένη γνωμάτευσή τους για τη χορήγηση ή μη της αναρρωτικής άδειας, καθορίζοντας ταυτόχρονα τη διάρκεια και τον τόπο διάνυσής της. Η σχετική γνωμάτευση διαβιβάζεται στην Υπηρεσία που είχε παραπέμψει τον ασθενή. 4.Οι αναρρωτικές άδειες χορηγούνται συνολικά και όχι τμηματικά. Σε περίπτωση που αυτός που διανύει αναρρωτική άδεια εισαχθεί σε οποιοδήποτε Νοσοκομείο ή κλινική, γίνεται ακύρωση του υπόλοιπου της αναρρωτικής άδειας και αν απαιτείται νέα τέτοια άδεια ακολουθείται η ίδια όπως παραπάνω διαδικασία στις επιτροπές αναρρωτικών αδειών. Γνωματεύσεις υγειονομικών επιτροπών (Άρθρ. 13 Π.Δ. 122/1990) Άρθρ.124.-1.Οι Υγειονομικές Επιτροπές συνεδριάζουν στην έδρα τους και γνωματεύουν για τις υποθέσεις που παραπέμπονται σ’ αυτές. Οι γνωματεύσεις αυτών στηρίζονται στα εξής κυρίως στοιχεία: α.Στην προσωπική αντίληψη των μελών τους που διαμορφώνεται ύστερα από την εξέταση του παραπεμπόμενου. Αν όμως ο τελευταίος αδυνατεί για λόγους υγείας να παρουσιασθεί αυτοπροσώπως, η επιτροπή γνωματεύει με βάση την αιτιολογημένη για το σκοπό αυτό έκθεση του αρμόδιου υπηρεσιακού γιατρού. β.Στις γνωματεύσεις στρατιωτικών ή άλλων νοσοκομείων, νοσηλευτικών ιδρυμάτων ή κλινικών που νοσηλεύτηκε ο παραπεμπόμενος. γ.Σε γνωματεύσεις ή γνώμες ειδικών υγειονομικών αξιωματικών του Πυροσβεστικού Σώματος, στρατιωτικών ή ιδιωτών γιατρών. δ.Στις σχετικές διαγνώσεις που σημειώνονται στα ατομικά δελτία ασθενειών, τα βιβλιάρια ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης ή το φύλλο νοσηλείας του παραπεμπόμενου. 2.Οι γνωματεύσεις, οι γνώμες και τα έγγραφα που αναφέρονται στις περιπτ. β, γ και δ της προηγούμενης παραγράφου δεν είναι δεσμευτικές για την Επιτροπή. 3.Ο Πρόεδρος της Επιτροπής μπορεί σε ειδικές περιπτώσεις να καλεί επιπρόσθετα για συμμετοχή στην Επιτροπή, χωρίς ψήφο και άλλο γιατρό τον οποίο συμβουλεύεται σε θέματα της ειδικότητάς του. 4.Σε περίπτωση που οι υγειονομικές επιτροπές αδυνατούν να μορφώσουν γνώμη από τα παραπάνω στοιχεία, μπορούν να αποφασίζουν την εισαγωγή ή επανεισαγωγή του παραπεμπόμενου σε νοσοκομείο ή την παραπομπή του για ειδική εξέταση, ώστε να είναι σε θέση να αιτιολογήσουν πλήρως τη γνωμάτευσή τους. 5.Οι υγειονομικές επιτροπές, συνεκτιμώντας τα παραπάνω στοιχεία, αποφασίζουν και διατυπώνουν τη γνώμη τους, όσον αφορά την υπαγωγή των εξεταζόμενων περιπτώσεων στους πίνακες νοσημάτων, παθήσεων και βλαβών κατά τις ισχύουσες για το στρατό ξηράς διατάξεις. 6.Οι αποφάσεις των υγειονομικών επιτροπών λαμβάνονται κατά πλειοψηφία ύστερα από φανερή ψηφοφορία των μελών, αρχίζοντας από το νεώτερο μέλος που εκτελεί χρέη εισηγητή. Σελ. 270, 81056 Τεύχος 1173-Σελ. 66 188 Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή Αρμοδιότητες – Περιπτώσεις παραπομπής (Άρθρ. 14 Π.Δ. 122/1990 και άρθρ. 47 παρ. 16, 17, 18 και 19 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.125.-1.Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) Πυροσβεστικού Σώματος λειτουργεί στην Αθήνα και συντίθεται από: α.Το Διευθυντή της Διεύθυνσης Υγειονομικού του Αρχηγείου ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του τον αρχαιότερο από τα τακτικά μέλη της. β.Τέσσερις υγειονομικούς αξιωματικούς του Σώματος ως μέλη για τους οποίους ορίζονται ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. γ.Χρέη γραμματέα της επιτροπής εκτελεί πυροσβεστικός ή πολιτικός υπάλληλος από τους υπηρετούντες στη Διεύθυνση Υγειονομικού. Τα μέλη της επιτροπής τακτικά και αναπληρωματικά ορίζονται με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, για ένα χρόνο, ύστερα από εισήγηση της Διεύθυνσης Υγειονομικού. Στην περίπτωση που δεν επαρκούν οι υγειονομικοί αξιωματικοί του Σώματος για την αναπλήρωση των τακτικών μελών της επιτροπής ορίζονται υγειονομικοί αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας. Η Α.Υ.Ε. συγκαλείται από τον Πρόεδρό της μια ή περισσότερες φορές την εβδομάδα και εφόσον υπάρχουν θέματα της αρμοδιότητάς της. 2.Η Α.Υ.Ε. έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α.Εξετάζει και αποφαίνεται για την σωματική ικανότητα και καταλληλότητα από υγειονομικής πλευράς του εν ενεργεία πυροσβεστικού προσωπικού. β.Χορηγεί τις μακρές αναρρωτικές άδειες στο εν ενεργεία πυροσβεστικό προσωπικό. γ.Χορηγεί και συνήθεις αναρρωτικές άδειες μέχρι 2 μήνες. Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και για την Α.Υ.Ε. 3.Το εν ενεργεία πυροσβεστικό προσωπικό παραπέμπεται στην Α.Υ.Ε. στις εξής περιπτώσεις: α.Όταν υπάρχει από νόσους, παθήσεις ή βλάβες οι οποίες κατά την πρώτη διάγνωση χαρακτηρίστηκαν δυσίατες. Στην περίπτωση αυτή η ένδειξη παραπομπής τίθεται από τις οικείες επιτροπές αναρρωτικών αδειών, στις οποίες έχουν παραπεμφθεί οι πάσχοντες. β.Όταν ο ασθενής υπερβεί τους έξι μήνες αποχής συνέχεια ή διακεκομμένα από την υπηρεσία του κατά την τελευταία διετία. Στο παραπάνω εξάμηνο διάστημα υπολογίζονται όλες οι αποχές από την υπηρεσία για λόγους υγείας όπως νοσηλεία, αναρρωτική άδεια και χρόνος «ελεύθερου υπηρεσίας». Αντίθετα δεν υπολογίζεται ο χρόνος απαλλαγής από την υπηρεσία λόγω εθελοντικής αιμοδοσίας. 4.Στην παραπάνω περίπτωση που ασθενής υπερβαίνει τους έξι μήνες αποχής από την υπηρεσία, παραπέμπεται στην αρμόδια επιτροπή αναρρωτικών αδειών, η οποία, ύστερα από εξέτασή του μπορεί ή να συντάξει ένδειξη παραπομπής του στην Α.Υ.Ε. ή να γνωματεύσει ότι η κατάσταση της υγείας του επιτρέπει την εκτέλεση υπηρεσίας. 5.Επίσης παραπέμπονται εκ νέου στην Α.Υ.Ε. προκειμένου να κριθεί οριστικά η κατάσταση της υγείας τους όσοι μέσα στην τελευταία τετραετία κωλύθηκαν να εκτελέσουν υπηρεσία για διάστημα περισσότερο από 30 μήνες συνεχώς ή διακεκομμένα, εξαιτίας νοσήματος, πάθησης ή βλάβης ή άδειας για λόγους υγείας. Η κρίση της σωματικής ικανότητας των Πυροσβεστικών υπαλλήλων γίνεται με βάση τους πίνακες νοσημάτων, παθήσεων και βλαβών που ισχύει για την κρίση της σωματικής ικανότητας των μονίμων στελεχών του στρατού ξηράς. Όταν η κρινόμενη περίπτωση δεν καλύπτεται επακριβώς από τους ανωτέρω πίνακες, τότε η επιτροπή γνωματεύει σύμφωνα με τις επικρατούσες ιατρικές αντιλήψεις. 6.Στην περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας, η επιτροπή αναρρωτικών αδειών μπορεί και πριν από τη χορήγηση οποιασδήποτε αναρρωτικής άδειας στον υπάλληλο να παραπέμψει αυτόν στην Α.Υ.Ε. η οποία αποφαίνεται για την ικανότητα ή όχι του υπαλλήλου για την εκτέλεση των πυροσβεστικών καθηκόντων του. Το δικαίωμα της οριστικής κρίσης της σωματικής ικανότητας υπαλλήλου έχει αυτεπάγγελτα η Α.Υ.Ε. με την προϋπόθεση ότι στον υπάλληλο έχει χορηγηθεί έστω και μία φορά μακρά αναρρωτική άδεια και μετά τη λήξη αυτής. 7.Το δικαίωμα παραπομπής στην Α.Υ.Ε. κάθε υπαλλήλου έχει και ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, ύστερα από σχετική εισήγηση της Διεύθυνσης Υγειονομικού και όταν ειδικοί λόγοι επιβάλλουν τούτο. 8.Εάν η παρουσίαση του παραπεμπόμενου ενώπιον της Α.Υ.Ε. δεν είναι εφικτή για λόγους υγείας, πράγμα που πιστοποιείται με γνωμάτευση του εκτελούντα την Υγειονομική Υπηρεσία γιατρού, στη γνωμάτευση του οποίου πρέπει απαραίτητα να αναφέρεται η νόσος και το αδύνατον της μετακίνησης, τότε η Α.Υ.Ε. αποφαίνεται με βάση τη γνωμάτευση της Υγειονομικής Επιτροπής αναρρωτικής αδειών και τα έγγραφα στοιχεία που συνοδεύουν αυτή. (Μετά τη σελ. 270, 81056) Σελ. 270, 81057 Τεύχος 1173-Σελ. 67 189 9.Οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι που επανέρχονται από αναρρωτική άδεια που χορηγήθηκε από την Α.Υ.Ε. δεν μπορούν να αναλάβουν υπηρεσία χωρίς προηγούμενη εξέταση και γνωμάτευση της ίδιας επιτροπής ή οποία αποφαίνεται ρητά για το δυνατό ή όχι της ανάληψης υπηρεσίας από τον υπάλληλο. Διαδικασία παραπομπής στην Α.Υ.Ε. (Άρθρ. 15 Π.Δ. 122/1990 και άρθρ. 47 παρ. 20 και 21 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.13.-1.Ο Υπαρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος είναι ο άμεσος βοηθός του Αρχηγού και τον αναπληρώνει όταν απουσιάζει ή κωλύεται. Η έκταση της αρμοδιότητας του Υπαρχηγού, όταν αναπληρώνει τον Αρχηγό, εφόσον η απουσία αυτού δεν υπερβαίνει το 20ήμερο, περιορίζεται στα καθημερινά υπηρεσιακά θέματα. 2.Έχει όλα τα καθήκοντα, τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία και το Δ/γμα αυτό για τη θέση του. 3.Ενημερώνει τον Αρχηγό για τη λειτουργία και απόδοση του Αρχηγείου και των λοιπών Υπηρεσιών του Σώματος και εισηγείται σ’ αυτόν μεθόδους βελτίωσης του πυροσβεστικού έργου. 4.Μελετάει τα στατιστικά στοιχεία και τις εκθέσεις που υποβάλλονται στο Αρχηγείο σχετικά με τη δράση των Υπηρεσιών και επιβλέπει για την εξαγωγή των απαραίτητων συμπερασμάτων. 5.Με εντολή του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος επιθεωρεί τις Υπηρεσίες του Σώματος για να διαπιστώσει το βαθμό επιχειρησιακής ετοιμότητας και εκπαίδευσης των ανδρών κάθε Υπηρεσίας, τις σχέσεις με τις τοπικές αρχές, τα τυχόν υπάρχοντα εσωϋπηρεσιακά προβλήματα, τη γενική κατάρτιση των υπαλλήλων και γενικότερα ότι έχει σχέση με το πυροσβεστικό επάγγελμα. Τέλος επιλύει τα υπάρχοντα υπηρεσιακά και ατομικά προβλήματα των υπαλλήλων στο βαθμό που ανάγονται στη δικαιοδοσία του. 6.Είναι υπεύθυνος απέναντι στον Αρχηγό Πυροσβεστικού Σώματος για την εκπαίδευση που πραγματοποιείται στην Πυροσβεστική Σχολή και στους Πυροσβεστικούς Σταθμούς. Φροντίζει να ενημερώνεται συνέχεια για τα προγράμματα εκπαίδευσης και τα αντικείμενα που διδάσκονται και διαπιστώνει τα αποτελέσματα της εκπαίδευσης. 7.Παρακολουθεί και προσυπογράφει την εισερχόμενη και εξερχόμενη αλληλογραφία των Διευθύνσεων του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος και εισηγείται στον Αρχηγό για τη λήψη αποφάσεων σε ειδικά θέματα. 8.Παρακολουθεί το επίπεδο πειθαρχίας των υπαλλήλων του Σώματος και εισηγείται στον Αρχηγό τη λήψη και επιβολή μέτρων για τη βελτίωσή της και γενικά φροντίζει για την ανάπτυξή της κατά συνειδητό επαγγελματικό τρόπο. 9.Ενημερώνει τον Αρχηγόν του Σώματος για την υπηρεσιακή επάρκεια και απόδοση όλων των αξιωματικών του Σώματος και προσπαθεί για την συνεχή βελτίωσή τους. 10.Στον Υπαρχηγό μπορεί ν’ ανατεθεί από τον Αρχηγό του Σώματος ή τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης η εκπλήρωση κάθε άλλου νόμιμου καθήκοντος. Καθήκοντα Διευθυντή Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 2 Π.Δ. 123/1992). Άρθρ.126.-1.Η παραπομπή στην Α.Υ.Ε. γίνεται από τις αρμόδιες επιτροπές αναρρωτικών αδειών στις οποίες παραπέμπονται οι ασθενείς από την Υπηρεσία τους ή από την Υπηρεσία που έχουν προσκοληθεί. 2.Οι επιτροπές αναρρωτικών αδειών διαβιβάζουν την ένδειξη (γνωμάτευση) παραπομπής για την Α.Υ.Ε. μαζί με τη σχετική αλληλογραφία (φύλλα νοσηλείας, ατομικό δελτίο ασθενειών κ.λπ.) στην Υπηρεσία που ανήκει ή είναι προσκολλημένος ο ασθενής. 3.Η Υπηρεσία του ασθενή μετά την ένδειξη παραπομπής στην Α.Υ.Ε. διαβιβάζει τη σχετική αλληλογραφία στη Διεύθυνση Υγειονομικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος, (με κοινοποίηση στη Διεύθυνση Προσωπικού) η οποία διατάσσει την παραπομπή του στην Α.Υ.Ε. διαβιβάζοντας σ’ αυτή τη σχετική αλληλογραφία, ενώ ταυτόχρονα κοινοποιεί την ενέργεια της παραπομπής στην Υπηρεσία που ανήκει ο ασθενής. Η τελευταία χορηγεί φύλλο πορείας στον ασθενή για την παρουσίασή του στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος. 4.Η Α.Υ.Ε. αφού εξετάσει τον ασθενή, παραδίδει στον ίδιο αντίγραφο της γνωμάτευσης ενώ το πρωτότυπο αυτής με την υπόλοιπη αλληλογραφία το επιστρέφει στη Διεύθυνση Υγειονομικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. 5.Αν η Α.Υ.Ε. γνωματεύσει ότι πρέπει να χορηγηθεί μακρά αναρρωτική άδεια το Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος χορηγεί την άδεια αυτή. 6.Μετά τη λήξη της πρώτης μακράς αναρρωτικής άδειας, ο ασθενής παρουσιάζεται στη Διεύθυνση Υγειονομικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος που χορήγησε την άδεια, η οποία και μεριμνά για την παραπομπή του στην Α.Υ.Ε., μέσα σε έξι ημέρες από την επόμενη της λήξης της άδειας. Αν η Α.Υ.Ε. γνωματεύσει ότι πρέπει να χορηγηθεί και δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια, τότε, όσον αφορά την έγκριση και χορήγηση αυτής ακολουθείται η διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου αυτού του άρθρου. Μετά τη λήξη και της δεύτερης μακράς αναρρωτικής άδειας ακολουθείται και πάλι ή ίδια διαδικασία. 7.Σε περίπτωση που η γνωμάτευση της Α.Υ.Ε. αναφέρεται στη σωματική ικανότητα και την υπηρεσιακή κατάσταση του ασθενή, η Υπηρεσία που ανήκει ο ασθενής κοινοποιεί σ’ αυτόν αντίγραφο της παραπάνω γνωμάτευσης και του γνωστοποιεί τις σχετικές με την προθεσμία και τον τρόπο άσκησης προσφυγής ενώπιον της Αστυνομικής αναθεωρητικής Υγειονομικής Επιτροπής (Α.Θ.Υ.Ε.) διατάξεις. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν ασκήσει προσφυγή εντός δεκαημέρου ανατρεπτικής προθεσμίας, η Διεύθυνση Προσωπικού του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος ενεργεί σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις. Για τις περιπτώσεις αυτές και μέσα στις ίδιες προθεσμίες δικαίωμα προσφυγής έχει και ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος. Προσφυγή κατά απόφασης της Α.Θ.Υ.Ε. ασκείται μόνο στα Διοικητικά Δικαστήρια. 8.Οι Υπηρεσίες στις οποίες ανήκουν οι ασθενείς ενημερώνουν τις επαναλαμβανόμενες για την παραπομπή στην Α.Υ.Ε. Υπηρεσίες, για τον ακριβή χρόνο αποχής των ασθενών από τα καθήκοντά τους, συνεπεία νοσήματος, πάθησης ή βλάβης ή άδειας για λόγους υγείας, αποστέλλοντας, όπου απαιτείται τα σχετικά με την κατάσταση του ασθενή δικαιολογητικά ή ατομικά έγγραφα. 9.Στην περίπτωση που η Α.Υ.Ε. γνωματεύσει για τη θέση του υπαλλήλου στην κατάσταση της υπηρεσίας γραφείου, ο υπάλληλος και μέχρις ότου ολοκληρωθούν οι σχετικές διαδικασίες, εκτελεί τα προβλεπόμενα από την κατάστασή του καθήκοντα από της επομένης της συνεδριάσεως της Α.Υ.Ε. Σελ. 270, 81058 Τεύχος 1173-Σελ. 68 190 Μακρές αναρρωτικές άδειες (Άρθρ. 16 Π.Δ. 122/1990) Άρθρ.127.-1.Οι μακρές αναρρωτικές άδειες χορηγούνται από την Α.Υ.Ε. για νοσηλεία θεραπεία ή ανάρρωση, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. 2.Οι μακρές αναρρωτικές άδειες διακρίνονται στα εξής είδη: α.Πρώτη μακρά αναρρωτική άδεια διάρκειας από 3-12 μήνες. β.Δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια της οποίας η διάρκεια αθροιστικά με την πρώτη δεν μπορεί να υπερβεί τους 18 μήνες. γ.Τρίτη μακρά αναρρωτική άδεια, της οποίας η διάρκεια αθροιστικά με τις δύο προηγούμενες, δεν μπορεί να υπερβεί τους 24 μήνες. Η άδεια αυτή χορηγείται σε ιδιαίτερα εξαιρετικές περιπτώσεις και για πολύ βαριά νοσήματα, τα οποία κατά την κρίση της Α.Υ.Ε. έχουν πιθανότητα ίασης. Υποχρεώσεις διανυόντων αναρρωτικές άδειες (Άρθρ. 17 Π.Δ. 122/1990 και άρθρ. 47 παρ. 22 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.128.-1.Όσοι ασθενείς λάβουν πρώτη μακρά αναρρωτική άδεια τη διανύουν στον τόπο που δήλωσαν ότι επιθυμούν ενώπιον της Α.Υ.Ε. αν ο τόπος διάνυσης της αδείας είναι η ημεδαπή δικαιούνται οδοιπορικά έξοδα, σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις. Αν όμως η άδεια πρόκειται να διανυθεί στην αλλοδαπή δεν δικαιολογούνται οδοιπορικά και λοιπά έξοδα. 2.Όσοι ασθενείς λάβουν δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια με τόπο διάνυσης την ημεδαπή δικαιούνται μόνο οι ίδιοι οδοιπορικά έξοδα. 3.Οι ασθενείς που διανύουν πρώτη ή δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια υποχρεούνται μετά τη λήξη της άδειάς τους να υποβληθούν σε επανεξέταση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρ. 126 παρ. 5 και 6 του παρόντος Δ/τος. 4.Κατ’ εξαίρεση, σε καιρό πολέμου ή γενικής ή μερικής επιστράτευσης ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος δικαιούται να παραπέμπει με διαταγή του ενώπιον της Α.Υ.Ε. όσους τελούν σε αναρρωτική άδεια για εξέταση της κατάστασης της υγείας τους. Οι παραπεμπόμενοι υποχρεούνται, μέσα σε τρεις ημέρες από την επομένη της κοινοποίησης της διαταγής να παρουσιασθούν στην οικεία Υπηρεσία του τόπου διάνυσης της άδειας. Η Υπηρεσία αυτή μέσα σε έξι ημέρες από την επομένη της παρουσίασής τους, τους παραπέμπει στην Α.Υ.Ε., η οποία ύστερα από εξέτασή του αποφαίνεται αν είναι ικανοί να αναλάβουν υπηρεσία. Στην περίπτωση που θα κριθούν ικανοί παύει οριστικά η ισχύς της αναρρωτικής άδειας ενώ οι κρινόμενοι ως ανίκανοι συνεχίζουν τη διάνυση της άδειάς τους μέχρι τη λήξη της. 5.Όσοι βρίσκονται σε αναρρωτική άδεια τελούν από πλευράς τάξης και πειθαρχίας υπό την εποπτεία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας του τόπου διάνυσης της άδειας και δικαιούνται να φέρουν τη στολή τους. 6.Η αρχικά χορηγούμενη αναρρωτική άδεια υπολογίζεται από της επόμενης της απόφασης της Υγειονομικής Επιτροπής. Οι επόμενες άδειες υπολογίζονται από την επόμενη της λήξης της προηγούμενης άδειας. Θάνατος Πυροσβεστικού υπαλλήλου (Άρθρ.48 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.129.-1.Για το θάνατο Πυροσβεστικού υπαλλήλου ο Διοικητής του ειδοποιεί με το ταχύτερο μέσο τους οικείους του. Σε περίπτωση θανάτου Πυροσβεστικού υπαλλήλου που δεν έχει πλησίον του συγγενείς ο Διοικητής του μεριμνά για την κηδεία του, τα έξοδα της οποίας βαρύνουν το Δημόσιο και καθορίζονται σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά σχετικές διατάξεις. Μετά τη βεβαίωση του θανάτου του υπαλλήλου ο οικείος Διοικητής συγκροτεί τριμελή επιτροπή από υπαλλήλους της Υπηρεσίας του, η οποία ενεργεί την καταμέτρηση των ειδών του θανόντος. Στην περίπτωση αυτή συντάσσονται από την επιτροπή 2 πρακτικά σε διπλούν, ένα για τα δημόσια είδη και ένα για τα ιδιωτικά, τα οποία υποβάλλει στην προϊσταμένη του Υπηρεσία. Τα πράγματα του θανόντος υπαλλήλου φυλάσσονται με ευθύνη του Διοικητή σε ασφαλή χώρο της Υπηρεσίας. 3.Στη συνέχεια ο Διοικητής προσκαλεί τους κληρονόμους του αποβιώσαντος στους οποίους κοινοποιεί με απόδειξη, το πρακτικό που αφορά τα ιδιωτικά είδη του θανόντος και τους κάνει συνάμα γνωστό ότι για να τους παραδόσει τα είδη αυτά, εφόσον είναι αξιόλογα, οφείλουν να του προσκομίσουν: α.Πιστοποιητικό του οικείου Δημάρχου ή Προέδρου της Κοινότητας ότι αυτοί είναι πράγματι στενοί συγγενείς και κληρονόμοι του θανόντος υπαλλήλου. β.Πιστοποιητικό του αρμόδιου Πρωτοδικείου ότι ο αποβιώσας δεν άφησε διαθήκη. Με βάση τα πιστοποιητικά αυτά, οι (Μετά τη σελ. 270, 81058) Σελ. 270, 81059 Τεύχος 1173-Σελ. 69 191 κληρονόμοι, παραλαμβάνουν τα ιδιωτικά είδη του αποβιώσαντος. Για την παράδοση αυτή συντάσσεται πρακτικό εις διπλούν, το οποίο υπογράφεται από το Διοικητή, τους κληρονόμους και δύο μάρτυρες πυροσβεστικούς υπαλλήλους. Το ένα από τα πρακτικά αυτά υποβάλλονται στην Προϊσταμένη Υπηρεσία και το άλλο διατηρείται στο αρχείο της Υπηρεσίας. Επίσης στους κληρονόμους παραδίδονται και οι τυχόν οφειλόμενες στον αποβιώσαντα αποδοχές ή βοηθήματα από τα οποία εκπίπτει το αντίτιμο τυχόν απωλεσθέντων δημοσίων ειδών. 4.Ο θάνατος υπαλλήλου αναφέρεται με το συντομότερο μέσο στο Αρχηγείο το οποίο διατάσσει τη διαγραφή του από τη δύναμη του Σώματος από την επομένη του θανάτου του, καθώς και τη διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης για την εξακρίβωση των αιτιών του θανάτου του υπαλλήλου. 5.Οι υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος σε περίπτωση θανάτου συναδέλφου τους ή οικογενειακού πένθους μπορούν να φέρουν στον αριστερό βραχίονα ως σημείο πένθους μαύρη ταινία πλάτους 0,08 μ., ύστερα από έγκριση του Διοικητή τους. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ Γενικές Διατάξεις (Άρθρ. 1 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.130.-1.Η οικονομική και λογιστική υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος διέπεται από τις διατάξεις του κώδικα Δημοσίου Λογιστικού, τις διατάξεις της ισχύουσας Νομοθεσίας για το θέμα αυτό και τις διατάξεις του παρόντος. 2.Η οικονομική και λογιστική υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος διεξάγεται από τη Διαχείριση Χρηματικού της Υποδιοίκησης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Αθηνών και ανατίθεται σε ταμιακή επιτροπή που αποτελείται από έναν (1) ανώτερο Αξιωματικό της Υπηρεσίας αυτής, ως Πρόεδρο και από έναν (1) ακόμα αξιωματικό, ως διαχειριστή (Ταμία). Τον Πρόεδρο απόντα ή κωλυόμενο αναπληρώνει άλλος αξιωματικός της αυτής Υπηρεσίας. Ο Πρόεδρος και ο διαχειριστής υπέχουν ευθύνη δημόσιου υπόλογου. 3.Οι δαπάνες του Πυροσβεστικού Σώματος πληρώνονται από την παγία προκαταβολή της διαχείρισης χρηματικού ή με χρηματικά εντάλματα, απ’ ευθείας, από τα Δημόσια Ταμεία στους δικαιούχους. 4.Ο έλεγχος και η εκκαθάριση των δαπανών του Πυροσβεστικού Σώματος πραγματοποιείται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις. 5.Στη Διαχείριση Χρηματικού τοποθετούνται Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί, Πυροσβέστες και Πολιτικό προσωπικό του Σώματος, ανάλογα με τις ανάγκες, για την κανονική διεξαγωγή της Υπηρεσίας αυτής. Το προσωπικό αυτό ευθύνεται κατά λόγο αρμοδιότητας, για κάθε ανωμαλία, κακή εγγραφή, αντικανονική δικαιολόγηση αποδοχών, δαπανών ή δικαιωμάτων γενικά. 6.Η Διαχείριση Χρηματικού συνεργάζεται με τη Μηχανογραφική Υπηρεσία και ενημερώνει έγκαιρα αυτήν για την έκδοση των οικείων καταστάσεων και λοιπών δικαιολογητικών και το προσωπικό της Μηχανογραφικής Υπηρεσίας ευθύνεται κατά λόγο αρμοδιότητας για την έγκαιρη και ορθή έκδοση των στοιχείων. 7.Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης με απόφασή του καταλογίζει σε βάρος των υπόλογων κατά τις διατάξεις περί Δημοσίου Λογιστικού, οποιοδήποτε έλλειμμα χρημάτων που προκύπτει από οποιαδήποτε αιτία. Σελ. 270, 81060 Τεύχος 1173-Σελ. 70 192 Δημόσιοι υπόλογοι (Άρθρ. 2 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.131.-1.Οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι καθίστανται δημόσιοι υπόλογοι σε κάθε περίπτωση διαχείρισης χρημάτων του Δημοσίου που ανατίθεται σ’ αυτούς με έγγραφη ή προφορική διαταγή των προϊσταμένων τους. 2.Απαγορεύεται στους δημοσίους υπολόγους η ανάμιξη ατομικών χρημάτων με αυτά του Δημοσίου, η παρακράτηση από τα υπό διαχείριση χρήματα απαιτήσεών τους που δεν έχουν αναγνωρισθεί και εγκριθεί αρμοδίως, η διάθεση χρημάτων του Δημοσίου κατά τρόπο μη νόμιμο ή ο τοκισμός αυτών προς όφελος του υπολόγου ή τρίτου. 3.Κάθε πυροσβεστικός υπάλληλος στον οποίο ανατίθεται η διαχείριση χρημάτων του δημοσίου, έστω και προσωρινά, υποχρεούται στην απόδοση λογαριασμού της διαχείρισής του και στην αποκατάσταση κάθε ζημίας του Δημοσίου. 4.Κάθε έλλειμμα χρημάτων που διαπιστώνεται μ’ οποιονδήποτε τρόπο, βεβαιούται σε βάρος του υπολόγου, ο οποίος υποχρεούται να αναπληρώσει το έλλειμμα εντός 24ώρου. Σε αντίθετη περίπτωση το όργανο που διαπίστωσε το έλλειμμα, αναφέρει εγγράφως στον προϊστάμενο του υπολόγου, ο οποίος ενεργεί Ένορκη Διοικητική Εξέταση και υποβάλλει ιεραρχικώς πρόταση στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, για την έκδοση κατά του υπολόγου καταλογιστικής απόφασης, η οποία κοινοποιείται, με απόδειξη, στον υπόλογο και στη μισθοδοτούσα διαχείριση για την παρακράτηση του ποσού από τις αποδοχές που δικαιούται και τα λοιπά δικαιώματά του. Στη συνέχεια ο Υπουργός με απόφασή του, προκαλεί κατά του υπαιτίου υπολόγου την ενέργεια οικονομικής επιθεώρησης από το Υπουργείο Οικονομικών και την ενέργεια προανάκρισης προς επιβολή των νομίμων. Η αποκατάσταση του ελλείμματος εντός 24ώρου από τον υπόλογο, απαλλάσσει αυτόν της ποινικής και αστικής ευθύνης, όχι όμως και της πειθαρχικής. 5.Οι οφειλές συνεπεία καταλογιστικής απόφασης, εισπράττονται ως εξής: α.Οι καταλογιζόμενες σε βάρος των αποδοχών του οφειλέτη, παρακρατούνται μέχρι ποσοστού 50% επί των μηνιαίων αποδοχών, με μέριμνα της Διαχείρισης Χρηματικού και αποδίδονται στην Υπηρεσία που υπάρχει η οφειλή. β.Οι καταλογιζόμενες σε βάρος της ιδιαίτερης περιουσίας του οφειλέτη, δηλούνται ως δημόσιο έσοδο και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί εισπράξεως Δημοσίων εσόδων. Σε περίπτωση που οφειλή δεν μπορεί λόγω ύψους ποσού να αποκατασταθεί σύντομα, η είσπραξη μπορεί να γίνει και με τους δύο παραπάνω τρόπους. 6.Σε περίπτωση που διαπιστωθούν χρηματικά πλεονάσματα κατά την παράδοση χρηματικής διαχείρισης, αυτά εγγράφονται με πράξη του διαπιστώσαντος στο ημερολόγιο ταμείου και φέρονται στις αποθέσεις μέχρις εξακρίβωσης της αιτίας προέλευσής τους και η παράδοσή τους στους δικαιούχους γίνεται μόνο με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. 7.Σε περίπτωση απωλείας χρημάτων ή δικαιολογητικών από ανωτέρα βία, εφαρμόζονται οι διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας και ενεργείται Ε.Δ.Ε. προς διαπίστωση των συνθηκών απωλείας και την άσκηση τυχόν πειθαρχικού ελέγχου. 8.Ελλειμματίες διαχειριστές ουδέποτε επανατοποθετούνται σε οικονομικές Υπηρεσίες, εφόσον καταγνωσθεί σ’ αυτούς δόλος. Κατασχέσεις – Εκχωρήσεις (Άρθρ. 3 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.132.-1.Οι αποδοχές και τα πάσης φύσης τακτικά επιδόματα των Πυροσβεστικών υπαλλήλων, δεν κατάσχονται με ποινή ακυρότητας της πράξης. Εξαιρετικά επιτρέπεται η κατάσχεση αυτών και μέχρι ποσού που προβλέπεται νόμιμα για διατροφή των κατά το νόμο δικαιουμένων (συζύγων κ.λπ.), για χρέη προς το Δημόσιο ή προς τους αναγνωρισμένους ειδικούς συνεταιρισμούς και προς τα ταμεία ή οργανισμούς που προβλέπουν ειδικοί νόμοι. Σε περίπτωση πολλαπλών απαιτήσεων από το αυτό πρόσωπο δεν αυξάνεται το ποσό της κατάσχεσης που προβλέπεται παραπάνω και οι απαιτήσεις ικανοποιούνται κατά χρονολογική σειρά επίδοσης της κατάσχεσης. 2.Η κατάσχεση ενεργείται ύστερα από απόφαση της αρμόδιας δικαστικής αρχής και επίδοση με δικαστικό κλητήρα, νομότυπα συντεταγμένου και εκδιδομένου κατασχετηρίου, σε χέρια τρίτου ή νομότυπα συντεταγμένου κατασχετηρίου της αρμόδιας Δημόσιας Υπηρεσίας. 3.Ο Αρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος εκδίδει απόφαση παρακράτησης των κατασχεθεισών αποδοχών και, διατάσσει το διαχειριστή χρηματικού να την εκτελέσει σύμφωνα με τα οριζόμενα στην οικεία δικαστική απόφαση ή την απόφαση της αρμόδιας Δημόσιας Υπηρεσίας. 4.Τα κατασχεθέντα μέχρι της οριστικής απόδοσής τους, φέρονται στις αποθέσεις της διαχείρισης, εφόσον (Μετά τη σελ. 270, 81060) Σελ. 270, 81061 Τεύχος 1173-Σελ. 71 193 δικαιολογήθηκαν ως οριστικά έξοδα. 5.Απαγορεύεται απολύτως η εκχώρηση μισθού και οποιασδήποτε άλλης αποδοχής των Πυροσβεστικών υπαλλήλων, εκτός εάν δια νόμου ρητά επιτρέπεται τούτο. Διορισμός, καθήκοντα και ευθύνες Προέδρου Ταμιακής Επιτροπής (Άρθρ. 4 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.133.-1.Ο Πρόεδρος της Ταμιακής Επιτροπής ορίζεται από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, είναι υπεύθυνος για τη λήψη των επιβαλλομένων μέτρων εξασφάλισης του χρηματοκιβωτίου και ασκεί συνεχή εποπτεία επί της οικονομικής και λογιστικής υπηρεσίας της Διαχείρισης Χρηματικού. 2.Προσυπογράφει τις οικείες διπλότυπες αποδείξεις που εκδίδονται για την είσπραξη χρημάτων και βεβαιώνει με την υπογραφή του τις πληρωμές του διαχειριστή χρηματικού. 3.Υποχρεούται στο τέλος κάθε μήνα ή όποτε άλλοτε κρίνει σκόπιμο, να ελέγχει το ισοζύγιο του ταμείου, την ύπαρξη σε μετρητά του υπολοίπου τούτου και τη νομιμότητα των δικαιολογητικών των γενομένων πληρωμών και είναι συνυπόλογος με το διαχειριστή χρηματικού για κάθε έλλειμμα χρημάτων και οποιαδήποτε παράνομη ή παράτυπη πληρωμή. 4.Υποχρεούται να προτείνει εγγράφως στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος τη λήψη των κατάλληλων μέτρων για την περιφρούρηση των χρημάτων του Δημοσίου. 5.Ελέγχει τα δικαιολογητικά των εξόδων και απαγορεύει την πληρωμή από την παγία προκαταβολή μη νομίμων δαπανών. 6.Κρατεί ένα (1) από τα 2 κλειδιά του χρηματοκιβωτίου του Ταμείου της Διαχείρισης Χρηματικού και είναι συνυπεύθυνος με το Διαχειριστή Χρηματικού, σύμφωνα με τις διατάξεις του Δημοσίου Λογιστικού, ως Δημόσιος Υπόλογος. 7.Ευθύνεται για κάθε ζημιά σε βάρος του Δημοσίου που προέρχεται από παράλειψη των καθηκόντων του, καθώς και από οποιαδήποτε αντικανονική πληρωμή ή χορήγηση που ενέκρινε με την υπογραφή του. 8.Ευθύνεται ακόμη και διοικητικώς για κάθε ανωμαλία που ανέχθηκε ή παράλειψε να αναφέρει, άσχετα με τις ευθύνες που υπέχει ως δημόσιος υπόλογος. 9.Κατά την προσωρινή ή οριστική παράδοση της υπηρεσίας του Προέδρου της Ταμιακής Επιτροπής κλείνεται το ημερολόγιο Ταμείου από τον παραδίδοντα, τον παραλαμβάνοντα και τον Διαχειριστή Χρηματικού. Επί πλέον συντάσσεται λεπτομερές πρωτόκολλο, σε 3 αντίτυπα το οποίο υπογράφεται όπως και το ημερολόγιο του Ταμείου. Το ένα από τα αντίτυπα του πρωτοκόλλου υποβάλλεται στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος, το δεύτερο παραλαμβάνεται από τον παραδίδοντα και το τρίτο παραμένει στο αρχείο της Διαχείρισης Χρηματικού. Διορισμός, καθήκοντα και ευθύνες του Διαχειριστή Χρηματικού (Ταμία) (Άρθρ. 5 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.134.-1.Ο Διαχειριστής Χρηματικού (Ταμίας) βοηθούμενος από το προσωπικό που υπηρετεί στη Διαχείριση μεριμνά για την κανονική διεξαγωγή της υπηρεσίας της Διαχείρισης Χρηματικού, υπό τον έλεγχο και εποπτεία του Προέδρου της Ταμιακής Επιτροπής. 2.Ο Διαχειριστής Χρηματικού ορίζεται από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης και καθίσταται δημόσιος υπόλογος, ο οποίος τελεί υπό την εποπτεία και τον έλεγχο που ορίζεται από τις κείμενες διατάξεις και λογοδοτεί σύμφωνα με αυτές, για κάθε ζημιά του Δημοσίου λόγω παράνομης ή αντικανονικής ενέργειάς του. 3.Διαχειρίζεται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, την παγία προκαταβολή του Πυροσβεστικού Σώματος, που έχει χορηγηθεί στη Διαχείριση. 4.Κρατεί το ένα (1) από τα 2 κλειδιά του χρηματοκιβωτίου του Ταμείου και προβαίνει στις απαιτούμενες ενέργειες για την κανονική δικαιολόγηση και αποκατάσταση των δαπανών του Πυροσβεστικού Σώματος. Σελ. 270, 81062 Τεύχος 1173-Σελ. 72 194 5.Ενεργεί κάθε νόμιμη πληρωμή, αφού προηγουμένως βεβαιωθεί για την ύπαρξη νόμιμου δικαιώματος και νομίμως δικαιολογητικών. 6.Δε δύναται να ενεργήσει πληρωμή, χωρίς τη θεώρηση της σχετικής απόδειξης από τον Πρόεδρο της Ταμιακής Επιτροπής και αρνείται πληρωμή δαπάνης, που δεν είναι νόμιμη. 7.Φροντίζει για την κανονική τήρηση των βιβλίων της Διαχείρισης Χρηματικού. 8.Διασφαλίζει τα τηρούμενα βιβλία και λοιπά έγγραφα στοιχεία της Διαχείρισης Χρηματικού. 9.Υποχρεούται να μετρά καθημερινά το υπόλοιπο του ταμείου, παρουσία του Προέδρου της Ταμιακής Επιτροπής και να βεβαιώνει την ακρίβεια αυτού. 10.Ευθύνεται για κάθε έλλειμμα ή πλεόνασμα χρημάτων από παράνομη χρήση ή πληρωμή ή παράλειψη, για κάθε αριθμητικό ή λογιστικό λάθος, καθώς και για κάθε αλλοίωση εγγραφής. 11.Φροντίζει για την κανονική λειτουργία της Διαχείρισης Χρηματικού, ακόμη και κατά τη διάρκεια της απουσίας του. 12.Ενεργεί τις χρηματαποστολές με χρηματικά γραμμάτια του Δημοσίου Ταμείου ή τραπεζικές επιταγές. 13.Μεριμνά για την έγκαιρη χορήγηση στους δικαιούχους των χρηματικών ποσών που δικαιούνται ή εφόσον αυτοί έχουν αποβιώσει στους νόμιμους κληρονόμους, τηρουμένων των νομίμων διατυπώσεων. 14.Απαλλάσσεται κάθε άλλης υπηρεσίας που δε σχετίζεται με τα καθήκοντα του Διαχειριστή Χρηματικού. Βιβλία Διαχείρισης Χρηματικού (Άρθρ. 6 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.135.-1.Η Διαχείριση Χρηματικού τηρεί τα εξής βιβλία: α.Ημερολόγιο Ταμείου. β.Βοηθητικό ημερολόγιο Ταμείου. γ.Βιβλίο διπλοτύπων αποδείξεων. δ.Βιβλίο κρατήσεων. ε.Μισθολόγιο μισθοδοτουμένων γενικά. στ.Κάθε άλλο απαραίτητο βιβλίο. 2.Σε περίπτωση παράδοσης της Διαχείρισης, ο νέος Διαχειριστής συνεχίζει τη διαχείριση με τα ίδια βιβλία που χρησιμοποιούσε ο προκάτοχος του, μέχρι την εξάντλησή τους. Ημερολόγιο Ταμείου (Άρθρ. 7 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.14.-1.Διευθυντής του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος ορίζεται με απόφαση του Αρχηγού, ο Αρχιπύραρχος Γενικών Υπηρεσιών που υπηρετεί στο Αρχηγείο. 2.Ο Διευθυντής είναι άμεσος βοηθός του Αρχηγού και του Υπαρχηγού και αναπληρώνει τον τελευταίο όταν κωλύεται ή απουσιάζει. 3.Κατευθύνει και συντονίζει τις εργασίες των Κλάδων και Διευθύνσεων του Αρχηγείου και είναι υπεύθυνος απέναντι στην ηγεσία του Σώματος για κάθε ζήτημα της αρμοδιότητάς του. 4.Προϊσταται όλων των πυροσβεστικών και πολιτικών υπαλλήλων που υπηρετούν στο Αρχηγείο και έχει, σ’ ότι αφορά αυτούς, όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που έχουν και οι Διοικητές των περιφερειακών Υπηρεσιών του Σώματος. 5.Τοποθετεί το πυροσβεστικό και πολιτικό προσωπικό τους Κλάδους, τις Διευθύνσεις και τα Τμήματα του Αρχηγείου ύστερα από έγκριση του Αρχηγού. 6.Ορίζει τους αξιωματικούς που υπηρετούν στο Αρχηγείο στην Υπηρεσία του Επόπτη Ασφαλείας. Τα καθήκοντα του Επόπτη Ασφαλείας του Αρχηγείου καθορίζονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. 7.Λαμβάνει γνώση της εισερχόμενης στο Αρχηγείο αλληλογραφίας και κατανέμει αυτή δια της Γραμματείας στους καθ’ ύλην αρμόδιους Κλάδους. Προσυπογράφει και διατυπώνει τη γνώμη του στην αλληλογραφία που προσκομίζεται για υπογραφή στους Υπαρχηγό, Αρχηγό, Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Υπουργό. 8.Τηρεί χωριστό πρωτόκολλο εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας. 9.Όταν απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνεται από τον αρχαιότερο αξιωματικό Γενικών Υπηρεσιών που υπηρετεί στο Αρχηγείο. (Αντί για τη σελ. 270,8101) Σελ. 270,8101(α) Τεύχος 1173-Σελ.11 133 Καθήκοντα Διοικητή Περιφερειακής Διοίκησης (Άρθρ. 14 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.136.-1.Το ημερολόγιο ταμείου συντάσσεται ιδιοχείρως από το Διαχειριστή. 2.Το ημερολόγιο ταμείου αριθμείται, μονογράφεται και σφραγίζεται σε όλες τις σελίδες του, από το Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. 3.Στο ημερολόγιο ταμείου καταχωρείται από τον υπόλογο Διαχειριστή αμέσως και συνοπτικά, αλλά με σαφήνεια, κάθε είσπραξη ή πληρωμή χρημάτων και λαμβάνει αύξοντα αριθμό. Ειδικότερα καταχωρείται: α.Η χρονολογία είσπραξης ή πληρωμής. β.Το ονοματεπώνυμο ή ο τίτλος λήπτη ή πιστωτή. γ.Η αιτία πληρωμής ή είσπραξης. δ.Το χρηματικό ποσό που πληρώθηκε ή εισπράχθηκε σε δραχμές. 4.Η καταχώρηση των εσόδων στο ημερολόγιο ταμείου γίνεται πάντοτε από το βιβλίο διπλοτύπων αποδείξεων. 5.Το ημερολόγιο ταμείου χρησιμοποιείται μέχρι την εξάντλησή του και απαγορεύεται σ’ αυτό κάθε ξέσμα, διαγραφή ή παραποίηση. Τυχόν διόρθωση λάθους στο ορθό θα γίνεται με νέα κατάλληλη εγγραφή, ώστε να μηδενισθεί η λανθασμένη εγγραφή. Η εγγραφή της διόρθωσης θα μεταφέρεται και στο βοηθητικό ημερολόγιο ταμείου. 6.Σε κάθε δικαιολογητικό στο οποίο στηρίζεται εγγραφή πληρωμής ή είσπραξης χρημάτων, αναγράφεται ο σχετικός αύξων αριθμός του ημερολογίου ταμείου, με την ένδειξη Α.Η.Τ. (Αριθμός Ημερολογίου Ταμείου). 7.Όλες οι εγγραφές μεταφέρονται από το ημερολόγιο ταμείου στο βοηθητικό και στις οικείες μερίδες αυτού, όπως: «παγία προκαταβολή – ΠΠ», «προκαταβολές – ΠΡ», «Οριστικά έξοδα – ΟΕ» και «αποθέσεις – ΑΠ» και σημειώνονται στις στήλες του ημερολογίου οι αντίστοιχες σελίδες του βοηθητικού. 8.Το ημερολόγιο ταμείου κλείνεται υποχρεωτικά την τελευταία ημέρα κάθε μήνα, με την άθροιση των στηλών «έσοδα» και «έξοδα» και συντάσσεται ισοζύγιο, το οποίο μεταφέρεται σε χρέωση του επόμενου μήνα. Η Ταμιακή Επιτροπή υποχρεούται να βεβαιώνει ενυπόγραφα, ότι το υπόλοιπο του ισοζυγίου, είναι σύμφωνο με το υπάρχον στο χρηματοκιβώτιο. 9.Κάθε έλλειμμα χρημάτων, που προκύπτει μετά το κλείσιμο του ημερολογίου, αναπληρούται από τους υπόλογους (πρόεδρο ταμιακής επιτροπής και διαχειριστή) μέσα σε 24 ώρες, διαφορετικά υπόκεινται στην κατά νόμο ποινική δίωξη. (Μετά τη σελ. 270, 81062) Σελ. 270, 81063 Τεύχος 1173-Σελ. 73 195 Βοηθητικό Ημερολόγιο Ταμείου (Άρθρ. 8 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.137.-1.Όλες οι εγγραφές του ημερολογίου ταμείου καταχωρούνται ταυτόχρονα από το Διαχειριστή και στις οικείες σελίδες του βοηθητικού ημερολογίου ταμείου, συσχετιζομένων των δύο τούτων βιβλίων, δηλαδή στο μεν ημερολόγιο ταμείου σημειώνεται η σελίδα του βοηθητικού ημερολογίου ταμείου, στην οποία καταχωρείται η ίδια εγγραφή στο ημερολόγιο ταμείου. Οι εγγραφές από το ημερολόγιο ταμείου στο βοηθητικό γίνονται, συνοπτικά και με σαφήνεια, κατά τρόπο όμως που να περιέχονται όλα τα απαραίτητα στοιχεία. Στο τέλος κάθε μήνα και παράλληλα με το ημερολόγιο ταμείου, κλείνεται και το βοηθητικό βιβλίο. 2.Το βοηθητικό ημερολόγιο ταμείου, περιλαμβάνει τις ακόλουθες 4 μερίδες: Της παγίας προκαταβολής, των προκαταβολών, των οριστικών εξόδων και των αποθέσεων. Απ’ αυτές οι μερίδες της παγίας προκαταβολής και των αποθέσεων αποτελούν στο ισοζύγιο το σκέλος των εσόδων, δηλαδή τη χρέωση του ταμείου και οι μερίδες των προκαταβολών και οριστικών εξόδων αποτελούν, το σκέλος των εξόδων ή την πίστωση του ταμείου. Η μεταξύ των εσόδων και των εξόδων διαφορά, αποτελεί το υπόλοιπο του ταμείου. 3.Το βοηθητικό ημερολόγιο ταμείου αριθμείται και θεωρείται στην πρώτη σελίδα του από τον πρόεδρο της ταμιακής επιτροπής. Πάγια προκαταβολή της Διαχείρισης Χρηματικού (Άρθρ. 9 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.138.-1.Η Διαχείριση Χρηματικού διαθέτει παγία προκαταβολή, το ύψος της οποίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης, ανάλογα με τις ανάγκες των δαπανών των Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος. Από την πάγια προκαταβολή της Διαχείρισης Χρηματικού ενεργούνται πληρωμές για αποδοχές του προσωπικού και λοιπές δαπάνες, που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις για τη λειτουργία του Πυροσβεστικού σώματος, έχουν εγγραφεί δε οι αντίστοιχες πιστώσεις στον προϋπολογισμό του. 2.Μέρος της παγίας προκαταβολής κατανέμεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης στις Υπηρεσίες του Σώματος για την εύρυθμη λειτουργία τους, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε Υπηρεσίας. 3.Η παρακολούθηση και ο έλεγχος της παγίας προκαταβολής γίνεται από τη Διεύθυνση Οικονομικών Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος και από το Υπουργείο Οικονομικών, με τις υποβαλλόμενες από τη Διαχείριση Χρηματικού περιοδικές καταστάσεις και τις εκάστοτε επιθεωρήσεις. 4.Την πάγια προκαταβολή διαχειρίζεται ο Διαχειριστής Χρηματικού, ο οποίος παρακολουθεί και την κίνηση αυτής. Από την πάγια προκαταβολή της Διαχείρισης πληρώνονται οι δαπάνες που καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 5.Κατά την παράδοση ή παραλαβή παγίας προκαταβολής, οι παραλαμβάνοντες Διαχειριστές πρέπει να μην αναγνωρίζουν και να αρνούνται την παραλαβή δαπανών που καταβλήθηκαν παράνομα από την παγία προκαταβολή και να προκαλούν στην περίπτωση αυτή τις διαταγές των προϊσταμένων τους. 6.Η Διαχείριση Χρηματικού αποστέλλει τα δικαιολογητικά των δαπανών που ενεργήθηκαν από την παγία προκαταβολή, στην αρμόδια για έλεγχο Υπηρεσία η οποία εκδίδει χρηματικά εντάλματα στο όνομα της ταμιακής επιτροπής για αποκατάσταση της παγίας προκαταβολής. Τα διαθέσιμα χρήματα της παγίας προκαταβολής κατατίθενται υποχρεωτικά στην Τράπεζα της Ελλάδος. 7.Δικαιολογητικά της μερίδας «ΠΑΓΙΑ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ» είναι: α.Για τα έσοδα, το στέλεχος της διπλότυπης απόδειξης που εκδίδεται και β.Για τα έξοδα, το γραμμάτιο παραλαβής Δημοσίου Ταμείου ή απόδειξη της Τράπεζας. Σελ. 270, 81064 Τεύχος 1173-Σελ. 74 196 Βιβλίο διπλότυπων αποδείξεων (Άρθρ. 10 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.139.-1.Το βιβλίο διπλότυπων αποδείξεων χρησιμεύει για την έκδοση αριθμημένων αποδείξεων για κάθε εισπραττόμενο χρηματικό ποσό από τη Διαχείριση Χρηματικού. Αποτελείται από το στέλεχος που παραμένει στη Διαχείριση Χρηματικού και την απόδειξη που αποκόπτεται και παραδίδεται στις Υπηρεσίες ή στα πρόσωπα από τα οποία εισπράττεται το ποσό. Το βιβλίο τούτο χορηγείται θεωρημένο από τη Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος, του οποίου φέρει τη σφραγίδα στη μέση του στελέχους και του αποκόμματος. 2.Κάθε διπλότυπη απόδειξη είναι έγκυρη εάν φέρει αύξοντα αριθμό και τη σφραγίδα του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος σε κάθε φύλλο. 3.Το βιβλίο διπλότυπων αποδείξεων ισχύει για ένα (1) οικονομικό έτος. Εάν εξαντληθεί χωρίς να δύναται να καλύψει τις ανάγκες της Διαχείρισης Χρηματικού για ολόκληρο το οικονομικό έτος, χορηγείται άλλο ή άλλα ύστερα από αίτημα του Διαχειριστή και λαμβάνει αύξοντα αριθμό συνέχεια του προηγούμενου. Στο τέλος του οικονομικού έτους οι αχρησιμοποίητες αποδείξεις αχρηστεύονται από την ταμιακή επιτροπή με την τοποθέτηση της σφραγίδας «ΑΚΥΡΟΣ» τόσο στο στέλεχος όσο και στην απόδειξη. 4.Το στέλεχος και η απόδειξη που κόπτεται για οποιαδήποτε είσπραξη, συμπληρώνονται με τα απαραίτητα στοιχεία, υπογράφονται από την ταμιακή επιτροπή και θεωρούνται από το Διοικητή της Υποδιοίκησης των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών. Διπλότυπος απόδειξη που εκδόθηκε από λάθος, και δεν χρησιμοποιήθηκε, ακυρούται με πράξη της ταμιακής επιτροπής και φυλάσσεται στο βιβλίο αποδείξεων. 5.Στο στέλεχος κάθε απόδειξης και στο εμπρός ή πίσω μέρος αυτής ο Διαχειριστής σημειώνει τα στοιχεία που είναι απαραίτητα να καταχωρηθούν στο ημερολόγιο ταμείου. 6.Η καταχώρηση των εσόδων στο ημερολόγιο ταμείου, γίνεται πάντοτε από το βιβλίο διπλοτύπων αποδείξεων και ουδέποτε από άλλα στοιχεία. Τα στελέχη του βιβλίου αποδείξεων που έχουν συμπληρωθεί, παραμένουν στη Διαχείριση Χρηματικού και δεν καταστρέφονται. 7.Το ποσό που αναγράφεται στο στέλεχος κάθε διπλότυπης απόδειξης, μεταφέρεται αθροιζόμενο με τα ποσά των επόμενων αποδείξεων μέχρι το τέλος κάθε μήνα, οπότε το ολικό άθροισμα πρέπει να συμφωνεί και ν’ αντιπροσωπεύει το ολικό άθροισμα των εσόδων του μηνός που προκύπτει από τις εγγραφές στο ημερολόγιο ταμείου. Στο πίσω μέρος του στελέχους της τελευταίας απόδειξης κάθε μήνα αναγράφεται το ισοζύγιο όπως τούτο υπάρχει στο ημερολόγιο ταμείου. Βιβλίο κρατήσεων (Άρθρ. 11 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.140.-1.Το βιβλίο κρατήσεων τηρείται για ενημέρωση του λογαριασμού των κρατήσεων που έγιναν από τις αποδοχές του Πυροσβεστικού προσωπικού, για τις πάσης φύσεως οφειλές του (δάνεια, καταλογισμοί, κατασχέσεις κ.λπ.), των οποίων η αποπληρωμή ενεργείται με μηνιαίες κρατήσεις. 2.Στο βιβλίο αναγράφεται το ονοματεπώνυμο του οφειλέτη υπαλλήλου, η αιτία της κράτησης, το συνολικό ποσό οφειλής και το, κατά μήνα, κρατούμενο χρηματικό ποσό, το οποίο φέρεται στις αποδείξεις της Διαχείρισης. 3.Μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών οριστικών εξόδων από τις αρμόδιες Υπηρεσίες, οι κρατήσεις αποδίδονται στους δικαιούχους. Μισθολόγιο (Άρθρ. 12 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.141.-1.Η Διαχείριση Χρηματικού τηρεί μισθολόγιο του προσωπικού που μισθοδοτείται από αυτήν. Το κάθε μισθολόγιο θεωρείται στην πρώτη σελίδα από τον Πρόεδρο της ταμιακής επιτροπής. 2.Ο Διαχειριστής Χρηματικού καταχωρεί στο μισθολόγιο, όλες τις μεταβολές που προκαλούν αύξηση, μείωση ή στέρηση των αποδοχών των μισθοδοτουμένων, λαμβάνοντας τις μεταβολές αυτές από τα αποσπάσματα Ημερησίων Διαταγών των Υπηρεσιών, τις διαταγές ή αποφάσεις που εκδίδονται και γενικά από κάθε νόμιμο στοιχείο. Με βάση τις μεταβολές αυτές ο Διαχειριστής εκκαθαρίζει τις μηνιαίες τακτικές και αναδρομικές αποδοχές κάθε υπαλλήλου. 3.Η μισθοδοσία του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος ενεργείται με ευθύνη του Διοικητή κάθε Υπηρεσίας στον οποίο ο Διαχειριστής παραδίδει αντίγραφο της μισθοδοτικής κατάστασης και το πληρωτέο ποσό. Σε κάθε υπάλληλο καταβάλλεται το καθαρό ποσό που δικαιούται, αφού υπογράψει στην οικεία στήλη της κατάστασης. 4.Η μισθοδοτική κατάσταση επιστρέφεται από το Διοικητή στη Διαχείριση Χρηματικού μέσα σε 2 ημέρες το αργό(Μετά τη σελ. 270, 81064) Σελ. 270, 81065 Τεύχος 1173-Σελ. 75 197 τερο από της καταβολής των αποδοχών, αφού βεβαιωθεί η καταβολή στους υπαλλήλους. Σε περίπτωση που δεν καταστεί δυνατή η καταβολή των αποδοχών σε κάποιο υπάλληλο, ο Διοικητής επιστρέφει το χρηματικό ποσό στη Διαχείριση, κάνοντας σχετική μνεία στη μισθοδοτική κατάσταση. Οριστικά έξοδα (Άρθρ. 13 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.142.-1.Οριστικά έξοδα είναι όλες οι δαπάνες που πληρώθηκαν από τη στη διάρκεια του μήνα. Τα οριστικά έξοδα συμπληρώνονται με τα απαραίτητα νόμιμα δικαιολογητικά και διαβιβάζονται στην αρμόδια Υπηρεσία για τον προβλεπόμενο έλεγχο και την έκδοση των σχετικών ενταλμάτων προς αποκατάσταση της πάγιας προκαταβολής. 2.Στο τέλος κάθε μήνα ο Διαχειριστής ταξινομεί όλα τα πληρωθέντα δικαιολογητικά, συντάσσει τις απαιτούμενες καταστάσεις, στις οποίες καταχωρίζει αναλυτικά τα δικαιολογητικά. Αντίγραφα των καταστάσεων τηρεί στο αρχείο της Διαχείρισης. Μετά την σύνταξη των οριστικών εξόδων ο Διαχειριστής προβαίνει στην καταχώρηση αυτών στο Ημερολόγιο Ταμείου και στο βοηθητικό, σε ξεχωριστή στήλη. 3.Μετά την εκκαθάριση των εξόδων και την έκδοση των οικείων χρηματικών ενταλμάτων, με την εξόφληση των οποίων αποκαθίσταται η πάγια προκαταβολή, επιστρέφεται στη Διαχείριση η μία συγκεντρωτική κατάσταση συμπληρωμένη σε όλες τις στήλες και στην οποία εμφανίζονται τα έξοδα που έγιναν παραδεκτά με τα χρηματικά εντάλματα που εξεδόθηκαν, καθώς και τα ποσά που προστέθηκαν ή απορρίφθηκαν και η αιτία της πρόθεσης ή απόρριψης κάθε ποσού. 4.Τα ποσά που προστέθηκαν, ο Διαχειριστής τα εγγράφει στα έσοδα και σε πίστωση των δικαιούχων, ενώ τα ποσά που απορρίφθηκαν εγγράφει επίσης ως έσοδα αλλά εκδίδει διπλότυπες αποδείξεις στο όνομα εκείνων, σε βάρος των οποίων πρέπει να επιδιώξει την είσπραξη. Τα προστιθέμενα και απορριπτόμενα από την εκκαθάριση ποσά μεταφέρονται από το Ημερολόγιο Ταμείου στο βοηθητικό και στη μερίδα των οριστικών εξόδων του μηνός που αφορούν. Προκαταβολές σε Υπηρεσίες (Άρθρ. 14 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.143.-1.Για την καλύτερη εξυπηρέτηση των αναγκών των Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος και για την πληρωμή δαπανών κατά την πραγματοποίησή τους επιτρέπεται η χορήγηση προκαταβολών στις Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος οι οποίες θεωρούνται ως μερικές πάγιες προκαταβολές. 2.Το ύψος της χορηγούμενης σε κάθε Υπηρεσία προκαταβολής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και στηρίζεται σε ισόποσες αποδείξεις των οικείων Διοικητικών ή Προϊσταμένων των Υπηρεσιών οι οποίες αντικαθίστανται με νέες όμοιες των νέων Διοικητών ή Προϊσταμένων σε περίπτωση μετακίνησης των προκατόχων τους. Τα διαθέσιμα χρήματα της μερικής πάγιας προκαταβολής είναι κατατεθειμένα πάντοτε στο Υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος και στο όνομα της οικείας Υπηρεσίας. 3.Για την παρακολούθηση της κίνησης κάθε μερικής πάγιας προκαταβολής ανοίγεται χωριστό βιβλίο, το οποίο σελιδομετρείται και θεωρείται από το Διοικητή ή Προϊστάμενο της Υπηρεσίας στην πρώτη σελίδα του. Στο βιβλίο αυτό δημιουργούνται δύο στήλες με την ένδειξη «ΕΣΟΔΑ» και «ΕΞΟΔΑ» και καταχωρούνται στα μεν ΕΣΟΔΑ, το χρηματικό ποσό που είναι κατατεθειμένο στο Υποκατάστημα της Τραπέζης της Ελλάδος και κάθε είσπραξη χρημάτων, στα δε ΕΞΟΔΑ καταχωρείται κάθε πληρωμή χρημάτων βάσει νομίμων δικαιολογητικών. Το βιβλίο κλείνεται την τελευταία ημέρα κάθε μήνα και το άθροισμα των στηλών ΕΣΟΔΑ – ΕΞΟΔΑ, δίνει το ύψος της μερικής πάγιας προκαταβολής. Σελ. 270, 81066 Τεύχος 1173-Σελ. 76 198 Προκαταβολές στο προσωπικό (Άρθρ. 15 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ. 144.-1.Επιτρέπεται η χορήγηση προκαταβολής στο προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος από την πάγια προκαταβολή, για αντιμετώπιση οδοιπορικών εξόδων και εξόδων μετάθεσης, με την υπογραφή ισόποσων αποδείξεων, θεωρημένων από το Διοικητή τους. Οι προκαταβολές αυτές τακτοποιούνται είτε με προσκόμιση των νόμιμων δικαιολογητικών, είτε με την επιστροφή του ποσού της προκαταβολής ή με την παρακράτηση από τις αποδοχές του οφειλέτη. 2.Επίσης επιτρέπεται η χορήγηση, από την παγία προκαταβολή της Διαχείρισης Χρηματικού, προκαταβολής έναντι μισθού, με ισόποση απόδειξη του παραλαμβάνοντος η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές ενός (1) δεκαπενθημέρου, για την αντιμετώπιση επείγουσας ανάγκης. Η χορήγηση αυτή τακτοποιείται στη μισθοδοσία του αμέσως επομένου δεκαπενθημέρου. Υπεύθυνος για την έγκαιρη απόδοση της προκαταβολής ή για κάθε παράλειψη απόδοσής της είναι κυρίως εκείνος που έλαβε αυτήν, αλλά και ο Διαχειριστής Χρηματικού. 3.Για τους εξερχόμενους του Πυροσβεστικού Σώματος, που οφείλουν χρήματα από προκαταβολές, αυτά παρακρατούνται στο σύνολό τους από το δικαιούμενο μισθό τους και αν αυτός δεν επαρκεί και σε βάρος του βοηθήματός τους και αποδίδονται στον οικείο Διαχειριστή. Σε περίπτωση όμως που δεν είναι δυνατή η παρακράτηση, η Διαχείριση προκαλεί τον καταλογισμό σε βάρος της ιδιαίτερης περιουσίας του και βεβαιώνεται ως έσοδο του Δημοσίου, τακτοποιούμενου του Διαχειριστή με τη βεβαίωση αυτή. 4.Οι αποδείξεις παραλαβής προκαταβολής λαμβάνουν τον αύξοντα αριθμό καταχώρησής τους στο βοηθητικό ημερολόγιο ταμείου. Αποθέσεις (Άρθρ. 16 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.145.-1.Αποθέσεις στη Διαχείριση Χρηματικού χαρακτηρίζονται οι εισπράξεις που αποτελούν δικαιώματα τρίτων και τηρούνται προσωρινά μέχρι της απόδοσής τους στους δικαιούχους. 2.Οι αποθέσεις προέρχονται: α.Από τις κρατήσεις που ενεργούνται νόμιμα στις πραγματοποιούμενες δαπάνες (κρατήσεις υπέρ του Δημοσίου, υπέρ Νομικών Προσώπων κ.λπ.). β.Από τα χρήματα που έχουν κατατεθεί για φύλαξη ή απόδοση σε άλλους (μισθοί απόντων, προσωρινές εγγυοδοσίες κ.λπ.). γ.Από κρατήσεις ή καταθέσεις διαφόρων οφειλών των οποίων η είσπραξη και απόδοση στους δικαιούχους τρίτους ανατίθεται στη Διαχείριση Χρηματικού. 3.Η μερίδα των αποθέσεων του βοηθητικού ημερολογίου ταμείου, περιλαμβάνει όλες τις κατά χρονολογική σειρά εισπράξεις και πληρωμές αποθέσεων που καταχωρήθηκαν στο ημερολόγιο ταμείου, κατά μεριδιούχο και κατά σύνολο στηλών. Στο τέλος κάθε μήνα η διαφορά του αθροίσματος των πληρωμών από το άθροισμα των εισπράξεων αποθέσεων, αποτελεί το υπόλοιπο των αναποδότων αποθέσεων κατά μεριδιούχο και συνολικά. 4.Τα ποσά των αποθέσεων αποδίδονται στους δικαιούχους με απόδειξη αυτών, με κατάθεση στην Τράπεζα της Ελλάδος, με κράτηση κατά την εξόφληση ενταλμάτων ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο τρόπο και φέρονται στο ημερολόγιο ταμείου και στο βοηθητικό στις στήλες «ΕΞΟΔΑ» των σχετικών μερίδων. Οι αποθέσεις πρέπει να αποδίδονται το δυνατό γρηγορότερα. 5.Δικαιολογητικά αποθέσεων, ως προς τα έξοδα, είναι η απόδειξη του δικαιούχου, η απόδειξη κατάθεσης στην Τράπεζα, το γραμμάτιο παραλαβής του Δημοσίου Ταμείου και γενικά κάθε νόμιμο αποδεικτικό στοιχείο με το οποίο αποδεικνύονται τα έξοδα. Σε κάθε δικαιολογητικό τίθεται ο αριθμός ημερολογίου ταμείου και η σφραγίδα «πληρώθηκε» «Η Ταμιακή Επιτροπή» και υπογράφεται κανονικά. Τα δικαιολογητικά των αποθέσεων τηρούνται χωριστά κατά μήνα, σε φακέλλους με τη σειρά εγγραφής στο ημερολόγιο ταμείου. Παράδοση Διαχείρισης Χρηματικού από το Διαχειριστή (Άρθρ. 17 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.15.-1.Ο Διοικητής Περιφερειακής Διοίκησης έχει όλα τα δικαιώματα, αρμοδιότητες και προβλέπονται από τη νομοθεσία για το Πυροσβεστικό Σώμα και το παρόν Δ/γμα. 2.Επιθεωρεί όλες τις Πυροσβεστικές Υπηρεσίες της δικαιοδοσίας του και εξετάζει και ελέγχει κάθε υπηρεσιακό θέμα. Επιλύει τα τυχόν υπάρχοντα προβλήματα στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του, ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο και αναφέρει στο Αρχηγείο για κάθε θέμα που δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητές του. 3.Σε περίπτωση μεγάλης πυρκαγιάς ή θεομηνίας ή άλλου σοβαρού συμβάντος στα όρια της Περιφερειακής Διοίκησης, μεταβαίνει επί τόπου και αναλαμβάνει προσωπικά τη διεύθυνση του πυροσβεστικού έργου και το συντονισμό των πυροσβεστικών δυνάμεων, καλεί ενισχύσεις, θέτει τη δύναμη των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών της δικαιοδοσίας του σε επιφυλακή, αν χρειασθεί και γενικά παίρνει κάθε απαραίτητο μέτρο για τη γρήγορη και αποτελεσματική αντιμετώπιση της κατάστασης. 4.Μεριμνά για τη σύνταξη σχεδίων επέμβασης για μεγάλα και σοβαρά συμβάντα στην περιοχή ευθύνης της Περιφερειακής Διοίκησης, τον καθορισμό του τρόπου αμοιβαίας ενίσχυσης μεταξύ των Υπηρεσιών της δικαιοδοσίας του και γενικά εποπτεύει για την καλή εφαρμογή τους σε περίπτωση ανάγκης. 5.Εποπτεύει για την υλοποίηση και εφαρμογή των προγραμμάτων εκπαίδευσης από όλους τους Διοικητές των Υπηρεσιών που υπάγονται στην Περιφερειακή Διοίκηση που προϊστάται και μεριμνά για τη συνεχή βελτίωση της επαγγελματικής κατάρτισης των υπαλλήλων, εξασφαλίζοντας έτσι τη βελτίωση επιχειρησιακής ετοιμότητας και αποτελεσματικότητας των Υπηρεσιών του. 6.Εκδίδει Πυροσβεστικές Διατάξεις που εγκρίνονται από τον τοπικό Νομάρχη και έχουν ισχύ για το συγκεκριμένο νομό (Νόμ. 616/1977). 7.Καθορίζει τα όρια της δικαιοδοσίας των Σταθμών της πόλης που εδρεύει και των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών της γεωγραφικής του δικαιοδοσίας. 8.Το Διοικητή όταν απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει στα καθήκοντά του ο Υποδιοικητής της Περιφερειακής Διοίκησης που στην περίπτωση αυτή έχει όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του Διοικητή, εκτός από τη σύνταξη εκθέσεων ικανότητας και έκδοση πυροσβεστικών διατάξεων. Καθήκοντα Διοικητή Υποδιοίκησης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας (Άρθρ. 49 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.146.-Η παράδοση της Διαχείρισης Χρηματικού, ενεργείται ως ακολούθως: α.Με μέριμνα του παραδίδοντος διαχειριστή συντάσσονται και υποβάλλονται τα δικαιολογητικά των οριστικών εξόδων του μηνός. β.Κλείνονται τα τηρούμενα βιβλία και συντάσσεται ισοζύγιο, στο οποίο εξισούται η πάγια προκαταβολή. γ.Μετά την εξίσωση, παραδίδεται στον παραλαμβάνοντα το υπόλοιπο χρηματικό ποσό, οι αποθέσεις που δεν έχουν αποδοθεί, όλα τα δικαιολογητικά πληρωμών και το κλειδί του χρηματοκιβωτίου. (Μετά τη σελ. 270,81066) Σελ. 270,81067 Τεύχος 1173-Σελ.77 199 δ.Κατά την παράδοση παρίσταται ως εκπρόσωπος του Υπουργού Δημόσιας Τάξης ανώτερος Αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος, ο οποίος προσυπογράφει κατά το κλείσιμο τα βιβλία και το ισοζύγιο της πάγιας προκαταβολής. ε.Συντάσσεται πρωτόκολλο, εις 4πλούν, στο οποίο αναγράφονται τα παραδοθέντα βιβλία και αναφέρονται λεπτομερώς τα δικαιολογητικά των αποθέσεων και των προκαταβολών καθώς και κάθε εκκρεμής λογαριασμός για την τακτοποίηση του οποίου απαιτείται περαιτέρω ενέργεια. Στο πρωτόκολλο αναφέρεται επίσης και κάθε διαφορά που διαπιστώνεται κατά την παράδοση. Το πρωτόκολλο υπογράφεται από τον παραδίδοντα, τον παραλαμβάνοντα, τον πρόεδρο της ταμιακής επιτροπής και τον εκπρόσωπο του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Αντίγραφα κρατούν ένα (1) ο παραδίδων, ένα (1) ο παραλαμβάνων, ένα (1) ο εκπρόσωπος Υπουργού Δημόσιας τάξης το οποίο υποβάλλει με το αντίγραφο του ισοζυγίου στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος – Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών. Το τέταρτο αντίγραφο παραμένει στο αρχείο της Διαχείρισης. Παράδοση Διαχείρισης Χρηματικού από επιτροπή (Άρθρ. 18 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.147.-1.Σε περίπτωση θανάτου του Διαχειριστή Χρηματικού ή ανυπέρβλητου κωλύματος αυτού, ώστε να καθίσταται αδύνατη η αυτοπρόσωπη παράδοση της διαχείρισής του, συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης τριμελής επιτροπή από αξιωματικούς της Υπηρεσίας που ανήκει η Διαχείριση, η οποία προβαίνει στη σφράγιση του ταμείου και όλων των συναφών δικαιολογητικών της διαχείρισης και συντάσσει σχετικό πρακτικό. 2.Με την ίδια απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, που συγκροτείται η παραπάνω επιτροπή ορίζεται και νέα τριμελής επιτροπή από αξιωματικούς της έδρας της Υπηρεσίας που ανήκει η Διαχείριση έργο της οποίας είναι η παράδοση της Διαχείρισης. Ο πρόεδρος της ταμιακής επιτροπής και ο Διοικητής της Υπηρεσίας που λειτουργεί η διαχείριση δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν στην επιτροπή αυτή. 3.Η επιτροπή παράδοσης αφού βεβαιωθεί για το απαραβίαστο των σφραγίδων, προβαίνει στην αποσφράγιση του Ταμείου, την καταμέτρηση των χρημάτων ή τίτλων και αξιών, την καταγραφή των δικαιολογητικών και στη συνέχεια πραγματοποιεί την παράδοση, ως εάν ο ίδιος ο υπόλογος να ήταν παρών, κάνοντας όλες τις απαιτούμενες εγγραφές και πράξεις για το κλείσιμο των βιβλίων και τη σύνταξη των σχετικών δικαιολογητικών και υπογράφει αντί του υπολόγου. 4.Ο αντιπρόσωπος του Υπουργού Δημόσιας Τάξης παρίσταται κατά την παράδοση αυτή και εκπληρώνει τα καθήκοντά του όπως και κατά την παράδοση από τον ίδιο το Διαχειριστή. Αντικατάσταση διαχειριστή χρηματικού (Άρθρ. 19 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.148.-Η αντικατάσταση διαχειριστή χρηματικού γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 134 του παρόντος στις εξής περιπτώσεις: α.Εξόδου από την Υπηρεσία του υπολόγου ή μακράς απουσίας του, που δεν επιτρέπει την αναπλήρωσή του ή για σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα. β.Μακράς ασθένειας ή ανωτέρας βίας ένεκα των οποίων κωλύεται η εκτέλεση των καθηκόντων του. γ.Προαγωγής του σε βαθμό που σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις δεν του επιτρέπει να εκτελεί καθήκοντα διαχειριστή χρηματικού. δ.Όταν ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος κρίνει τούτο αναγκαίο. Σελ. 270,81068 Τεύχος 1173-Σελ.78 200 Λέσχες – Πρατήρια (Άρθρ. 20 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.149.-1.Λόγω των ειδικών συνθηκών λειτουργίας των Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος, μπορούν να ιδρύονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος, Λέσχες για το προσωπικό σε οικήματα στα οποία στεγάζονται Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος. 2.Η οργάνωση και η λειτουργία των λεσχών και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, ρυθμίζονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. 3.Οι λέσχες μπορούν να χρησιμοποιούνται ως εστιατόρια, κυλικεία και κέντρα ψυχαγωγίας του προσωπικού, δεν έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα και μπορούν να λειτουργούν και ως πρατήρια για την εξυπηρέτηση των αναγκών της Υπηρεσίας και του προσωπικού της. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΛΙΚΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ Διαχείριση Υλικού (Άρθρ. 21 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.150.-1.Η διαχείριση και η συντήρηση του υλικού κάθε Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώματος ανατίθεται σε Οικονομικό Συμβούλιο που αποτελείται από το Διοικητή ή Προϊστάμενο της Υπηρεσίας, ως Πρόεδρο, και το διαχειριστή υλικού ως μέλος. 2.Οι Διαχειρίσεις Υλικού διακρίνονται σε αυθύπαρκτες και μερικές. Οι τελευταίες υπάγονται διαχειριστικά στις αυθύπαρκτες. Οι Υπηρεσίες στις οποίες λειτουργούν Διαχειρίσεις Υλικού ορίζονται με Απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. 3.Καθήκοντα διαχειριστή σε αυθύπαρκτες Διαχειρίσεις Υλικού ανατίθενται, με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος, σε κατώτερους Αξιωματικούς ή Πυρονόμους. Καθήκοντα διαχειριστή σε μερική Διαχείριση Υλικού ανατίθενται, με απόφαση του Διοικητή της οικείας Περιφερειακής Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, επίσης σε κατώτερους Αξιωματικούς ή Πυρονόμους. Καθήκοντα και υποχρεώσεις του Προέδρου του Οικονομικού Συμβουλίου (Άρθρ. 22 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.151.-Ο Πρόεδρος του Οικονομικού Συμβουλίου ασκεί διαρκή εποπτεία στη Διαχείριση Υλικού και καθοδηγεί το διαχειριστή στην εκπλήρωση των καθηκόντων του, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και ειδικότερα: α.Εποπτεύει για την έγκαιρη διεξαγωγή της σχετικής αλληλογραφίας της διαχείρισης και την κανονική τήρηση των προβλεπόμενων βιβλίων της διαχείρισης, την ακρίβεια των οποίων ελέγχει και βεβαιώνει με την υπογραφή του. β.Προβαίνει όποτε κρίνει σκόπιμο στην καταμέτρηση του υπάρχοντος υλικού και βεβαιώνεται για την ακρίβεια και καλή συντήρησή του, αναφέροντας σχετικά σε περίπτωση διαχειριστικής ανωμαλίας. γ.Παρίσταται κατά την παράδοση και παραλαβή της διαχείρισης υλικού και συνυπογράφει τα συντασσόμενα πρωτόκολλα. δ.Είναι συνυπόλογος με το διαχειριστή υλικού απέναντι στο Δημόσιο για κάθε ζημιά που προέρχεται από παράλειψη των καθηκόντων του. ε.Καθίσταται συνυπεύθυνος μαζί με το διαχειριστή για την έγκαιρη σύνταξη και υποβολή των ετησίων λογαριασμών της Διαχείρισης υπογράφοντας στο τέλος κάθε οικονομικού έτους τα οικεία απολογιστικά βιβλία της διαχείρισης καθώς και των μερικών διαχειρίσεων, εάν υπάρχουν. Καθήκοντα και ευθύνες διαχειριστή αυθύπαρκτης Διαχείρισης Υλικού (Άρθρ. 23 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.152.-1.Ο Διαχειριστής Υλικού εκτελεί όλη την οικονομική και λογιστική υπηρεσία της Διαχείρισης Υλικού, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και είναι δημόσιος υπόλογος κατά την έννοια των ισχυουσών διατάξεων περί Δημοσίου Λογιστικού. 2.Υποχρεούται στη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την καλή συντήρηση και ταξινόμηση όλων των υλικών της Διαχείρισής του. 3.Ελέγχει την ακριβή αποστολή των υλικών και την καλή συσκευασία αυτών και ευθύνεται για την έγκαιρη αίτηση, παραλαβή και διανομή των εκάστοτε αναγκαιούντων υλικών και εφοδίων προς εφοδιασμό και ανεφοδιασμό των Υπηρεσιών και του προσωπικού τους. 4.Προκαλεί την επέμβαση του Διοικητή ή Προϊσταμένου της Υπηρεσίας για κάθε ζήτημα που συμβάλλει στην ομαλή και εύρυθμη διεξαγωγή της διαχειριστικής υπηρεσίας. 5.Συντάσσει και υποβάλλει αρμοδίως τους ετήσιους λογαριασμούς της Διαχείρισης Υλικού. 6.Ευθύνεται για κάθε αντικανονική (Μετά τη σελ. 270,81068) Σελ. 270,81069 Τεύχος 1173-Σελ.79 201 χορήγηση ή διάθεση υλικού που δεν είχε εγκριθεί από τον Πρόεδρο του Οικονομικού Συμβουλίου. 7.Υπογράφει με τον τίτλο «Ο Διαχειριστής Υλικού» και εκτελεί τα καθήκοντά του οριζόμενος σε υπηρεσία Α΄ 8ώρου, χωρίς να απαλλάσσεται από τα κυρίως καθήκοντά του. Μερικές Διαχειρίσεις Υλικού (Άρθρ. 24 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.153.-1.Ο Διαχειριστής μερικής διαχείρισης έχει τις ίδιες ευθύνες και υποχρεώσεις που έχει ο Διαχειριστής Υλικού αυθύπαρκτης διαχείρισης. 2.Ο Διοικητής ή Προϊστάμενος της Υπηρεσίας στην οποία λειτουργεί μερική διαχείριση, έχει τις ίδιες ευθύνες και υποχρεώσεις που έχει ο πρόεδρος του Οικονομικού Συμβουλίου αυθύπαρκτης διαχείρισης. 3.Οι δοσοληψίες της μερικής διαχείρισης με την αυθύπαρκτη διαχείριση υλικού στην οποία υπάγεται ενεργούνται με διπλότυπες αποδείξεις τις οποίες υπογράφει ο διαχειριστής μερικής διαχείρισης και τις θεωρεί ο Διοικητής ή Προϊστάμενος της Υπηρεσίας στην οποία λειτουργεί η μερική διαχείριση. Για κάθε ζήτημα που αφορά χρεωπίστωση υλικού, αλληλογραφεί με την Υπηρεσία στην οποία υπάγεται διαχειριστικά 4.Στο τέλος κάθε οικονομικού έτους ο διαχειριστής μερικής διαχείρισης υποβάλλει απολογισμό της διαχείρισής του, στην Υπηρεσία που υπάγεται διαχειριστικά, τα δε δικαιολογητικά απολογισμού είναι τα ίδια με εκείνα που υποβάλλονται από τις αυθύπαρκτες διαχειρίσεις υλικού στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος. Γενική Αποθήκη Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 25 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.154.-Η Γενική Αποθήκη Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος (ΓΑ ΥΠΣ) περιλαμβάνει: α.Τη Γραμματεία β.Το γραφείο αποστολών γ.Το γραφείο κωδικοποίησης υλικού δ.Τη Γενική Διαχείριση Υλικού, στην οποία υπάγονται οι ακόλουθες Μερικές Διαχειρίσεις: Α΄ Μερική (ατομικά εφόδια – οπλισμός – κλινοστρωμνές – έπιπλα – σκεύη – ηλεκτρικά). Β΄ Μερική (τροχαίο υλικό – μηχανολογικός εξοπλισμός – εργαλεία). Γ΄ Μερική (τηλεπικοινωνιακό υλικό). Δ΄ Μερική (άχρηστου υλικού για επισκευή ή παράδοση στον Ο.Δ.Δ.Υ.). Καθήκοντα Διευθυντή Γενικής Αποθήκης Υλικού (Άρθρ. 26 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.155.-1.Της Γενικής Αποθήκης Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος (Γ.Α.Υ.Π.Σ.) προϊσταται Πύραρχος ή Αντιπύραρχος ο οποίος τοποθετείται στη θέση αυτή με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. 2.Ο Διευθυντής της Γενικής Αποθήκης Υλικού ασκεί γενική εποπτεία στη διαχείριση και καθοδηγεί το γενικό διαχειριστή και τους μερικούς διαχειριστές στην εκπλήρωση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. 3.Εποπτεύει για την έγκαιρη διεξαγωγή της σχετικής με τη διαχείριση αλληλογραφίας και την κανονική τήρηση των προβλεπόμενων βιβλίων. 4.Είναι συνυπεύθυνος με τους διαχειριστές υλικού για την καλή συντήρηση και διαφύλαξη των υπαρχόντων στις αποθήκες ειδών υλικού. 5.Μεριμνά για τον έγκαιρο εφοδιασμό της αποθήκης με τα προβλεπόμενα από τις κείμενες διατάξεις είδη ιματισμού, κλινοστρωμνής, υπόδησης, υλικού αυτοκινήτων, εργαλείων και πάσης φύσεως ειδών υλικού. 6.Είναι συνυπόλογος έναντι του Δημοσίου και έχει τις ίδιες ευθύνες με τον Πρόεδρο του Οικονομικού Συμβουλίου. Σελ.270,81070 Τεύχος 1173-Σελ.80 202 7.Μεριμνά για την ταχεία εκτέλεση των διαταγών του Αρχηγείου για την αποστολή υλικού στις Υπηρεσίες του Σώματος. 8.Αναφέρει στο Αρχηγείο κάθε εισαγωγή υλικού στις αποθήκες και προβαίνει στη χρέωση αυτού μέσα σε πέντε μέρες από την παραλαβή του. 9.Τηρεί με ευθύνη του τα παρακάτω βιβλία: α.Πρωτόκολλο αλληλογραφίας. β.Βιβλία Ημερησίων Διαταγών. γ.Βιβλίο διεκπεραίωσης. δ.Βιβλίο Ημερήσιας Αναφοράς. ε.Ατομικά βιβλιάρια Αξιωματικών και κατωτέρων Υπαλλήλων της Γ.Α.Υ.Π.Σ. στ.Κάθε άλλο βιβλίο που κρίνεται απαραίτητο. 10.Ο Διευθυντής της Γ.Α.Υ.Π.Σ. συγκροτεί την επιτροπή συσκευασίας και αποστολής ειδών υλικού και κατανέμει το προσωπικό του σε εργασίες ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες. Καθήκοντα Διαχειριστών Γενικής Αποθήκης Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 27 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.16.-1.Ο Διοικητής Υποδιοίκησης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας έχει όλα τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις για το Διοικητή Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και επιπλέον τα εξής: α.Τοποθετεί τους πυροσβεστικούς υπαλλήλους από το βαθμό του Πυρονόμου και κάτω στις Υπηρεσίες της δικαιοδοσίας του και μετακινεί αυτούς από Σταθμό σε Σταθμό ανάλογα με τις παρουσιαζόμενες κάθε φορά υπηρεσιακές ανάγκες. β.Χορηγεί τις άδειες στο προσωπικό των γραφείων της Υποδιοίκησης, στον Υποδιοικητή της Υποδιοίκησης και στους Διοικητές των υπαγόμενων στην Υποδιοίκηση Πυροσβεστικών Σταθμών. γ.Συντάσσει τις εκθέσεις ικανότητας του Υποδιοικητή της Υποδιοίκησης και των Διοικητών των υπαγόμενων στην Υποδιοίκηση Πυροσβεστικών Σταθμών. δ.Κάθε άλλη αρμοδιότητα, υποχρέωση και δικαίωμα που προβλέπεται για τη θέση του από τη νομοθεσία που διέπει το Πυροσβεστικό Σώμα και τις διαταγές των προϊσταμένων του. 2.Το Διοικητή της Υποδιοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, όταν απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει ο Υποδιοικητής αυτής και αν δεν υπάρχει Υποδιοικητής, ο αρχαιότερος αξιωματικός. Σελ.270,8102(α) Τεύχος 1173-Σελ.12 134 Καθήκοντα Διοικητή Πυροσβεστικής Υπηρεσίας (Άρθρ. 15 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.156.-1.Ως Γενικός Διαχειριστής Υλικού της Γ.Α.Υ.Π.Σ. ορίζεται με απόφαση του Αρχηγού Αντιπύραρχος ή Επιπυραγός. 2.Ο Γενικός Διαχειριστής τηρεί τα βιβλία που τηρεί ο Διαχειριστής της αυθύπαρκτης Διαχείρισης Υλικού και έχει τις ίδιες με αυτόν υποχρεώσεις και ευθύνες. 3.Παρακολουθεί την εμπρόθεσμη εκτέλεση των συμβάσεων προμηθειών και αναφέρει στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος τυχόν καθυστέρηση. 4.Ως μερικοί Διαχειριστές της Γ.Α.Υ.Π.Σ. ορίζονται με απόφαση του Υπαρχηγού 3 Επιπυραγοί ή Πυραγοί και ένας (1) Υποπυραγός ή Ανθυποπυραγός, βοηθούμενοι με το ανάλογο προσωπικό αποθηκάριων. 5.Οι μερικοί Διαχειριστές διαχειρίζονται τα υλικά της αρμοδιότητάς τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις και τις διαταγές των Προϊσταμένων τους. 6.Οι μερικοί Διαχειριστές έχουν τις ίδιες ευθύνες και υποχρεώσεις που έχει και ο Διαχειριστής της αυθύπαρκτης διαχείρισης και είναι υπεύθυνοι απέναντι στον Γενικό Διαχειριστή σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις τους, σχετικά δε με τη χορήγηση αδειών, προσωρινού κωλύμματος ή αντικατάστασης υπόκεινται στις ίδιες διατάξεις που διέπουν τους διαχειριστές υλικού των αυθύπαρκτων διαχειρίσεων υλικού. Αποθηκάριοι (Άρθρ. 28 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.157.-Αποθηκάριος ορίζεται από τον Πρόεδρο του Οικονομικού Συμβουλίου Πυρονόμος ή υπαξιωματικός ο οποίος ενεργεί υπό τη επίβλεψη και τον έλεγχο του Οικονομικού Συμβουλίου και έχει τα ακόλουθα καθήκοντα: α.Παραλαμβάνει όλο το υλικό που υπάρχει στις αποθήκες της Διαχείρισης και είναι υπεύθυνος για κάθε απώλεια ή φθορά και βλάβη του υλικού, καθώς και για την ασφάλεια των αποθηκών. β.Δεν ενεργεί καμία παραλαβή, χορήγηση ή ανταλλαγή υλικού, χωρίς διπλότυπη απόδειξη δοσοληψιών αποθήκης, που εκδίδεται και υπογράφεται από το διαχειριστή. γ.Τηρεί βιβλίο αποθήκης και καταχωρίζει σ’ αυτό αυθημερόν κάθε εισαγωγή ή εξαγωγή υλικού. δ.Τηρεί τις αποδείξεις παράδοσης και παραλαβής υλικού, οι οποίες υπέχουν γι’ αυτόν θέση εγγραφής και διαγραφής κατ’ αύξοντα αριθμό καταχώρησής τους στο βιβλίο αποθήκης και σε ιδιαίτερους κατά κεφάλαιο φακέλλους. ε.Ταξιθετεί τα υλικά κατ’ είδος και ποιότητα και γενικά επιμελείται της καλής συντήρησης αυτών. στ.Μεριμνά για τη συσκευασία των αποστελλομένων και την αποσυσκευασία των παραλαμβανομένων υλικών κατόπιν συνεννόησης πάντοτε με το Διαχειριστή και τον Πρόεδρο του Οικονομικού Συμβουλίου. Διάκριση υλικού (Άρθρ. 29 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.158.-1.Το υλικό που χρησιμοποιείται από το Πυροσβεστικό διακρίνεται: α.Σε υλικό Υπηρεσιών και β.Ατομικά εφόδια του προσωπικού του. 2.Υλικά Υπηρεσιών είναι: α.Είδη κλινοστρωμνής (κρεββάτια – στρώματα κ.λπ.). β.Έπιπλα και σκεύη. γ.Οχήματα και μηχανήματα. δ.Είδη υγειονομικού υλικού. ε.Είδη οπλισμού και γενικά κάθε άλλο υλικό το οποίο δε χρεώνεται στα ατομικά βιβλιάρια εφοδίων των υπαλλήλων. 3.Ατομικά εφόδια είναι: α.Η πυροσβεστική εξάρτυση. β.Τα είδη υπόδησης, ιματισμού και κλινοστρωμνής. Τα ατομικά εφόδια των ανδρών του Πυροσβεστικού Σώματος και του βοηθητικού προσωπικού καθορίζονται με (Μετά τη σελ. 270,81070) Σελ. 270,81071 Τεύχος 1173-Σελ.81 203 απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και παρέχονται στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους αφού χρεωθούν στα ατομικά βιβλιάρια εφοδίων σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος δ/τος. 4.Τα υλικά των Υπηρεσιών και τα ατομικά εφόδια των υπαλλήλων προκειμένου να παρακολουθούνται λογιστικά κατονομάζονται με ξεχωριστό αύξοντα αριθμό στο βιβλίο ονομαστικού υλικού και κατατάσσονται ανάλογα με τη χρήση και το είδος, σε μέρη, τμήματα και κεφάλαια. 5.Υλικά τα οποία εισάγονται για πρώτη φορά στη Διαχείριση και δεν αναφέρονται στον κώδικα υλικού του Πυροσβεστικού Σώματος, για την εγγραφή τους θα ζητείται η κωδικοποίησή τους από τη Γ.Α.Υ.Π.Σ. 6.Για την ανανέωση, συμπλήρωση, διάθεση, διαγραφή, εγγραφή και κίνηση του υλικού μεριμνά η αρμόδια Υπηρεσία κατά τις ισχύουσες διατάξεις. Τηρούμενα βιβλία (Άρθρ. 30 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.159.-Σε κάθε Διαχείριση Υλικού (αυθύπαρκτη και μερική) τηρούνται τα παρακάτω βιβλία: α.Γενικό βιβλίο Υλικού. β.Βιβλίο τριπλοτύπων απολογιστικών αποδείξεων δοσοληψίας υλικού. γ.Βιβλίο τριπλοτύπων απολογιστικών αποδείξεων αγοραζομένου υλικού. δ.Βιβλία υλικού μερικών διαχειρίσεων. ε.Βιβλία διπλοτύπων αποδείξεων δοσοληψίας υλικών με τις μερικές διαχειρίσεις. στ.Βιβλίο αποθήκης. ζ.Βιβλίο διπλοτύπων αποδείξεων δοσοληψίας υλικών αποθήκης. η.Βιβλίο προσωπικών αποδείξεων δοσοληψίας υλικών με άλλες ξένες εκτός Πυροσβεστικού Σώματος Υπηρεσίες. θ.Βιβλίο αναλώσιμου υλικού. ι.Ατομικά βιβλιάρια εφοδίων των υπαλλήλων. ια.Κάθε άλλο απαραίτητο βιβλίο. Γενικό βιβλίο υλικού (Άρθρ. 31 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.160.-1.Το Γενικό βιβλίο υλικού αποτελεί τη βάση των δοσοληψιών και τον οδηγό της κίνησης του υλικού κάθε Διαχείρισης και καταχωρίζεται σ’ αυτό κάθε νόμιμη εγγραφή ή διαγραφή υλικού με την οποία χρεωπιστώνεται η Διαχείριση. Ο τύπος του βιβλίου είναι ενιαίος για όλες τις Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος. 2.Οι εγγραφές στο βιβλίο Διαχείρισης Υλικού στηρίζονται ως προς την εισαγωγή (χρέωση): α.Στις πρωτότυπες ανταποδείξεις που εκδόθηκαν από τις Υπηρεσίες που χορήγησαν το υλικό. β.Στις τριπλότυπες αποδείξεις αγοραζομένου υλικού. γ.Στις αποφάσεις του Υπουργού Δημόσιας Τάξης «Για εγγραφή υλικού». 3.Ως προς την εξαγωγή (πίστωση): α.Στις πρωτότυπες αποδείξεις που υπογράφουν οι Υπηρεσίες που παραλαμβάνουν τα υλικά. β.Στις αποφάσεις του Υπουργού Δημόσιας Τάξης «Περί διαγραφής υλικού». 4.Οι αποδείξεις παραλαβής αγοραζομένου υλικού και οι αποδείξεις και ανταποδείξεις δοσοληψίας υλικού μεταξύ των διαχειρίσεων, συντάσσονται κατά κεφάλαιο του ονομαστικού υλικού. 5.Οι αποδείξεις παραλαβής αγοραζομένου υλικού αποτελούνται: α.Από το στέλεχος (Α) το οποίο τηρείται στο βιβλίο (μπλοκ) αγοραζομένου υλικού. β.Από τα αποκόμματα (Β) και (Γ) τα οποία επισυνάπτονται στα οικεία δικαιολογητικά για τον έλεγχο από τη Διαχείριση Χρηματικού του Πυροσβεστικού Σώματος, η οποία, το μεν απόκομμα (Γ) επιστρέφει αμέσως ελεγμένο και θεωρημένο στην οικεία Διαχείριση, το δε άλλο (Β) επισυνάπτεται στα δικαιολογητικά εντάλματος της δαπάνης. Το επιστρεφόμενο στη Διαχείριση ελεγμένο απόκομμα (Γ) της τριπλότυπης απόδειξης, αποτελεί το οριστικό δικαιολογητικό της χρέωσης της Διαχείρισης για το υλικό που αγοράσθηκε από το εμπόριο και Σελ. 270,81072 Τεύχος 1173-Σελ.82 204 γ.Από το απόκομμα (Δ) το οποίο στέλνεται στην Γ.Α.Υ.Π.Σ. 6.Οι αποδείξεις και ανταποδείξεις δοσοληψίας υλικού εκδίδονται από έντυπα βιβλία μετά στελέχους. 7.Τα βιβλία αυτά χορηγούνται στις Διαχειρίσεις Υλικού από τη Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου και είναι αριθμημένα και θεωρημένα από αυτή. 8.Οι αποδείξεις και ανταποδείξεις δοσοληψίας υλικού συντάσσονται και εκδίδονται μόνο από τη Διαχείριση που παραδίδει το υλικό. 9.Διπλότυπες αποδείξεις και ανταποδείξεις δοσοληψίας και αποδείξεις αγοραζομένου υλικού που δεν πραγματοποιήθηκαν για οποιονδήποτε λόγο, ακυρώνονται με απόφαση του Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών του Αρχηγείου. Βιβλίο Αποθήκης (Άρθρ. 32 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.161.-1.Σε κάθε Διαχείριση Υλικού τηρείται βιβλίο Αποθήκης, στο οποίο καταχωρείται όλη η κίνηση των εισερχομένων και εξερχομένων υλικών με τρόπο που σε κάθε στιγμή η μεταξύ των εξαγωγών διαφορά να εμφανίζει ακριβώς το υλικό που υπάρχει σε κάθε Διαχείριση. Οι εγγραφές στο βιβλίο αυτό ενεργούνται από τον αρμόδιο υπάλληλο αμέσως με την πραγματοποίηση οποιασδήποτε δοσοληψίας. 2.Το κλείσιμο του βιβλίου αποθήκης πραγματοποιείται υποχρεωτικά όταν γίνεται παράδοση Διαχείρισης και στο τέλος κάθε οικονομικού έτους, προαιρετικά δε όσες φορές κρίνεται από τους αρμόδιους σκόπιμο. Ετήσιος Λογαριασμός (Άρθρ. 33 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.162.-1.Τα βιβλία της Διαχείρισης κλείνονται στο τέλος κάθε οικονομικού έτους, τη διάρκεια του οποίου καθορίζει με διαταγή του ο Υπουργός Οικονομικών. Ο υπόλογος διαχειριστής συντάσσει τον ετήσιο λογαριασμό της Διαχείρισής του για το οικονομικό έτος που έληξε και υποβάλλει αυτόν στη Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου για έλεγχο, μαζί με όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα δοσοληψίας. 2.Ο ετήσιος λογαριασμός υποβάλλεται μέσα σε δύο μήνες από τη λήξη του οικονομικού έτους και περιλαμβάνει: α.Αντίγραφο βιβλίου υλικού. β.Πρωτόκολλο εισαγωγής και εξαγωγής (σε διπλούν). γ.Όλες τις τριπλότυπες απολογιστικές αποδείξεις δοσοληψιών. δ.Όλες τις τριπλότυπες απολογιστικές αποδείξεις αγοραζομένου υλικού. ε.Όλες τις αποφάσεις εγγραφοδιαγραφών. στ.Την απόφαση ορισμού διαχειριστή. ζ.Υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή (αν διαχειρίζονταν και άλλη διαχείριση). η.Πρωτόκολλα παράδοσης και παραλαβής εάν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους έγινε αντικατάσταση διαχειριστή (σε διπλούν). θ.Όλα τα χορηγηθέντα βιβλία τριπλοτύπων απολογιστικών αποδείξεων αγοραζομένου υλικού και δοσοληψιών. ι.Έκθεση του ενεργήσαντος τον ετήσιο έλεγχο από ορισθέντες υπαλλήλους των Νομαρχιών, εφόσον συντάχθηκε τέτοια έκθεση. 3.Ο ετήσιος λογαριασμός υπογράφεται από το Διαχειριστή και τον Πρόεδρο του Οικονομικού Συμβουλίου. 4.Μετά τον εσωτερικό κατασταλτικό έλεγχο από τη διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου οι ετήσιοι λογαριασμοί των Υπηρεσιών υποβάλλονται απ’ αυτήν στο Ελεγκτικό Συνέδριο, για τον προβλεπόμενο έλεγχο. Δημόσιοι υπόλογοι υλικού – Καταλογισμοί (Άρθρ. 34 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.163.-1.Οι υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος καθίστανται δημόσιοι υπόλογοι σε κάθε περίπτωση διαχείρισης απ’ αυτούς υλικού του Δημοσίου, που τους ανατίθενται με έγγραφη ή προφορική διαταγή των προϊσταμένων τους. 2.Πυροσβεστικός υπάλληλος στη διάθεση του οποίου τέθηκαν μονίμως ή προσκαίρως υλικά του Δημοσίου, υποχρεούται στην απόδοση αυτών. 3.Κάθε έλλειμμα, απώλεια ή φθορά υλικών βεβαιώνεται με ένορκη διοικητική εξέταση και, εφόσον προκαλείται από παράνομη ή αντικανονική πράξη ή παράλειψη, οφειλόμενη σε υπαιτιότητα του υπολόγου, καλείται ο τελευταίος να δηλώσει υπευθύνως εντός 24ώρου αν αναγνωρίζει την υπαιτιότητά του και αν αποδέχεται την κράτηση της αξίας τους από τις αποδοχές του. Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος του Οικονομικού Συμβουλίου υποβάλλει στη Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου κατάσταση υλικών υπογραφόμενη από το διαχειριστή υλικού για τη σχετική κοστολόγηση των υλικών αυτών με την τιμή της τελευταίας προμήθειας. Η Διεύθυνση Οικονομικών κοινοποιεί τη σχετική κοστολόγηση στον υπαίτιο υπάλληλο και στην αρμόδια διαχείριση υλικού (Μετά τη σελ. 270,81072) Σελ. 270,81073 Τεύχος 1173-Σελ.83 205 και χρηματικού για την κράτηση της αξίας τους από τις αποδοχές του. Η αξία των υλικών κατατίθεται στο Δημόσιο Ταμείο από τη Διαχείριση Χρηματικού, ως έσοδο του Δημοσίου. Μπορεί όμως, εφόσον το επιθυμεί ο υπόλογος, να καταθέσει ο ίδιος το ποσό της κοστολόγησης, στο Δημόσιο Ταμείο και να υποβάλλει αντίγραφο του διπλότυπου είσπραξης από το ταμείο στο διαχειριστή υλικού και χρηματικού. Τα υλικά που κοστολογήθηκαν με τον παραπάνω τρόπο διαγράφονται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Η κράτηση ή η καταβολή της αξίας των υλικών απαλλάσσει τον υπόλογο από την ποινή ή αστική ευθύνη, όχι όμως και από την πειθαρχική. 4.Εάν ο υπόλογος δεν αναγνωρίζει την υπαιτιότητά του ή όταν ο υπαίτιος είναι άγνωστος διατάσσεται κατά του υπαιτίου υπολόγου η ενέργεια των νομίμων. Ο καταλογισμός ειδών υλικού σε βάρος υπαιτίων φθοράς ή απώλειας αυτών, ενεργείται σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις. 5.Μετά τη λήψη της καταλογιστικής απόφασης ο διαχειριστής χρηματικού ενεργεί τις καθορισμένες μηνιαίες κρατήσεις από τις αποδοχές των υπαιτίων φέροντας τα κρατούμενα χρηματικά ποσά στις αποθέσεις της διαχείρισής του μέχρι συμπλήρωσης της όλης αξίας του είδους του υλικού που καταλογίσθηκε και καταθέτοντας αυτά στο Δημόσιο Ταμείο υπέρ του Δημοσίου. Το γραμμάτιο παραλαβής που εκδίδεται από το Δημόσιο Ταμείο παραδίδεται στο Διαχειριστή Υλικού, αντίγραφο αυτού τηρεί και ο διαχειριστής χρηματικού για την τακτοποίηση των αποθέσεών του. Ο διαχειριστής υλικού υποβάλλει το γραμμάτιο, με το οποίο εισπράχθηκε η αξία, μαζί με την κατάσταση στην οποία φαίνονται τα υλικά κατά κεφάλαιο και αριθμό ονομαστικού στη Διεύθυνση Οικονομικών του αρχηγείου, η οποία διατάσσει τη διαγραφή όλων των υλικών από τα βιβλία υλικού σε πίστωση της οικείας διαχείρισης. Παράδοση Διαχείρισης Υλικού (Άρθρ. 35 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.164.-1.Η παράδοση της Διαχείρισης Υλικού γίνεται στο τέλος κάθε οικονομικού έτους, ώστε ο παραδίδων διαχειριστής, να διευκολύνεται στο κλείσιμο όλων των δοσοληψιών του και ο παραλαμβάνων να κάνει έναρξη των δοσοληψιών με την έναρξη του νέου οικονομικού έτους και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις επιτρέπεται να γίνεται πριν από τη λήξη του οικονομικού έτους. 2.Κατά την παράδοση της Διαχείρισης Υλικού ο παραδίδων διαχειριστής ενεργεί τα ακόλουθα: α.Συντάσσει πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής σε πενταπλούν στο οποίο περιλαμβάνονται όλα τα υλικά του δημοσίου που αναγράφονται στο γενικό βιβλίο Υλικού της Υπηρεσίας και στο τέλος των πρωτοκόλλων αναγράφεται υποχρεωτικά ότι «κατά την παράδοση και παραλαβή της Διαχείρισης ουδεμία ανωμαλία παρατηρήθηκε». β.Κλείνει το Γενικό βιβλίο Υλικού με εγγραφές μέχρι και την ημέρα κατά την οποία παραδίδει τη Διαχείριση Υλικού. γ.Κλείνει τα απολογιστικά βιβλία των μερικών Διαχειρίσεων. δ.Κλείνει τα βιβλία τριπλοτύπων απολογιστικών αποδείξεων δοσοληψιών και αγοραζομένου υλικού στο πίσω μέρος της τελευταίας απόδειξης που χρησιμοποιήθηκε. ε.Συντάσσει υπεύθυνη δήλωση στην οποία αναφέρει εάν είχε ή όχι άλλη διαχείριση. στ.Παραδίδει τα κλειδιά της αποθήκης. Σελ. 270,81074 Τεύχος 1173-Σελ.84 206 3.Η παράδοση Διαχείρισης Υλικού ενεργείται παρουσία του Προέδρου του Οικονομικού Συμβουλίου. Ο Πρόεδρος του Οικονομικού Συμβουλίου παραδίδει ένα από τα συνταχθέντα πρωτόκολλα παράδοσης και παραλαβής στον παραλαμβάνοντα και ένα στον παραδίδοντα διαχειριστή. Αντίγραφο του ανωτέρω πρωτοκόλλου υποβάλλει ο Πρόεδρος του Οικονομικού Συμβουλίου στη Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου μαζί με λεπτομερή έκθεση στην οποία αναφέρει τυχόν ελλείμματα ή πλεονάσματα που προέκυψαν κατά την παράδοση και εκθέτει και τη γνώμη του για τον τρόπο τακτοποίησής τους καθώς και ποιον βαρύνουν αυτά. Τα υπόλοιπα δικαιολογητικά υποβάλλονται με τον ετήσιο λογαριασμό. 4.Η αρμόδια Διεύθυνση του Αρχηγείου αφού ελέγξει το πρακτικό εκδίδει τις σχετικές καταλογιστικές αποφάσεις. 5.Σε περίπτωση που από αντικειμενική αδυναμία εμποδίζεται η παράδοση της Διαχείρισης Υλικού από τον Διαχειριστή Υλικού αυτοπροσώπως, αυτή ενεργείται από τριμελή επιτροπή που ορίζεται από το Διοικητή της οικείας Περιφερειακής Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών και αποτελείται από υπαλλήλους της Υπηρεσίας της οποίας η διαχείριση παραδίδεται. Αντικατάσταση Διαχειριστών (Άρθρ. 36 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.165.-1.Η αντικατάσταση Διαχειριστή Υλικού γίνεται στο τέλος κάθε οικονομικού έτους. Αντικατάσταση Διαχειριστή Υλικού γίνεται και πριν από τη λήξη του οικονομικού έτους στις εξής περιπτώσεις: α.Εξόδου από την υπηρεσία του υπόλογου διαχειριστή. β.Μετάθεσης ή μακράς απουσίας του υπόλογου διαχειριστή. γ.Προαγωγής του διαχειριστή σε βαθμό που, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, δεν του επιτρέπει να εκτελεί καθήκοντα διαχειριστή. δ.Διαχειριστικής ανωμαλίας. 2.Σε περίπτωση αντικατάστασης Διαχειριστή Υλικού πριν από τη λήξη του οικονομικού έτους ο ετήσιος λογαριασμός της Διαχείρισης Υλικού τηρείται σε μέρη. Κάθε μέρος του ετήσιου λογαριασμού αναφέρεται στη χρονική περίοδο διαχείρισης κάθε υπόλογου ο οποίος υποχρεούται στη σύνταξη και απόδοση ιδίου λογαριασμού. Στολή – εξάρτυση – ατομικά εφόδια (Άρθρ. 37 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.17.-1.Ο Διοικητής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας έχει όλα τα καθήκοντα, τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από την νομοθεσία, που ισχύει, το Δ/γμα αυτό και τις διαταγές των προϊσταμένων αρχών. 2.Ο Διοικητής ως καλός ηγήτορας οφείλει να διακρίνεται για τις επαγγελματικές του γνώσεις, τις διοικητικές του ικανότητες, την κόσμια εμφάνιση και συμπεριφορά του και ν’ αποτελεί παράδειγμα προς μίμιση για τους υφισταμένους του. 3.Ευθύνεται απέναντι στους προϊσταμένους του για την ετοιμότητα και τη εκπαίδευση των ανδρών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, την πειθαρχία και επαγγελματική κατάρτισή τους, έτσι ώστε το πυροσβεστικό έργο να διεξάγεται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. 4.Φροντίζει οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι να εκτελούν σωστά τα καθήκοντά τους, προσπαθεί να επιτυγχάνει ίση μεταχείριση στους υπαλλήλους του κατά την άσκηση της διοίκησης και παρακολουθεί την εκπαίδευση των υπαλλήλων, συμμετέχοντας και ο ίδιος σ’ αυτή εκπαιδεύοντάς τους σε θέματα επαγγελματικά ή γενικότερου ενδιαφέροντος όταν το κρίνει χρήσιμο και αναγκαίο. 5.Εξασφαλίζει στους άνδρες και τα οχήματα των εξόδων πυρκαγιάς της Υπηρεσίας όλα τα εφόδια που προβλέπονται για την εκπλήρωση της αποστολής τους και μπορεί κατά την κρίση του να σημαίνει συναγερμό πυρκαγιάς για να διαπιστώνει την ετοιμότητα των υπαλλήλων του Σταθμού σύμφωνα με το άρθρ. 41 του παρόντος Δ/τος. 6.Εξασφαλίζει την έγκαιρη και κανονική καταβολή του μισθού στους υπαλλήλους και γενικά ευθύνεται για την οικονομική διαχείριση του Σταθμού που γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζει η νομοθεσία που ισχύει. 7.Ευθύνεται, για την καλή συντήρηση και καθαριότητα των εγκαταστάσεων και χώρων του Σταθμού και απευθύνεται προς τους προϊσταμένους του για την αποκατάσταση κάθε έλλειψης ή φθοράς. 8.Παρευρίσκεται στα σοβαρά συμβάντα και διευθύνει ο ίδιος προσωπικά το έργο των πυροσβεστικών δυνάμεων, δίνοντας με την ψυχραιμία του, τη δραστηριότητά του και την καλή συμπεριφορά το παράδειγμα στους άνδρες του. 9.Οφείλει να γνωρίζει την περιοχή ευθύνης του, τα σημεία εγκατάστασης των υδροστομίων, τις υπόλοιπες πηγές ανεφοδιασμού των οχημάτων σε νερό, τις επικίνδυνες περιοχές από πυροσβεστική άποψη και φροντίζει να τα αναγνωρίζουν και όλοι οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας. 10.Ορίζει τους υπαλλήλους σε βάρδιες και καθημερινά σε υπηρεσίες εξόδων πυρκαγιάς και άλλες εσωτερικές υπηρεσίες του Σταθμού. Επιθεωρεί τακτικά και έκτακτα τους άνδρες, τα οχήματα, τον πυροσβεστικό εξοπλισμό και γενικά τις εγκαταστάσεις του Σταθμού σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικά για τις επιθεωρήσεις. 11.Φροντίζει να τηρούνται τα στοιχεία της διεύθυνσης κατοικίας των υπαλλήλων και ορίζει αυτούς σε επιφυλακή στο σπίτι τους ή στις εγκαταστάσεις της Υπηρεσίας όταν υπάρχει δικαιολογημένη ανάγκη. 12.Ο Διοικητής αναλαμβάνει κάθε πρωτοβουλία κατά την άσκηση των καθηκόντων του, εφόσον δεν δεσμεύεται από τις διατάξεις που ισχύουν. 13.Είναι υπεύθυνος για τη σωστή τήρηση και ενημέρωση των βιβλίων της Υπηρεσίας που ορίζονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. Φροντίζει για την προμήθεια και ανάρτηση σε κατάλληλους χώρους χαρτών και άλλων βοηθητικών πινάκων όλων των πόλεων και οικισμών της περιοχής ευθύνης του, για τη γνώση της περιοχής. 14.Διεξάγει την αλληλογραφία της Υπηρεσίας του απ’ ευθείας με τις άλλες αρχές του νομού και του Κράτους εφόσον δεν υπάρχει περιορισμός από τις προϊστάμενες αρχές. 15.Ο Διοικητής όταν απουσιάζει από το Σταθμό ενημερώνει τον Αξιωματικό Υπηρεσίας για το που θα βρίσκεται το υπόλοιπο διάστημα της ημέρας ή αφήνει σφραγισμένο φάκελλο μέσα στον οποίο γράφει σχετικά, έτσι ώστε να είναι δυνατή η αναζήτησή του σε επείγουσα ανάγκη. 16.Το Διοικητή όταν απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει ο Υποδιοικητής και αν δεν υπάρχει Υποδιοικητής ο αρχαιότερος αξιωματικός της Υπηρεσίας. Καθήκοντα Υποδιοικητών Υπηρεσιών. (Άρθρ. 16 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.166.-1.Το Πυροσβεστικό προσωπικό φέρει δικές του στολές, οι οποίες χαρακτηρίζονται ως Πυροσβεστικές Στολές. Ο αριθμός, η διάκρισή τους, ο τρόπος ραφής και τα διακριτικά κάθε βαθμού, καθορίζονται από τον Κανονισμό Στολής του Πυροσβεστικού Σώματος. 2.Η προμήθεια των ειδών ιματισμού, στολής, υπόδησης, εξάρτυσης και κλινοστρωμνής γίνεται με μέριμνα της Υπηρεσίας και η αξία τους βαρύνει το Δημόσιο. Τα είδη αυτά χορηγούνται στο Πυροσβεστικό προσωπικό από την Υπηρεσία ύστερα από έγκριση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. 3.Τα είδη ιματισμού, στολής, υπόδησης, εξάρτυσης και κλινοστρωμνής, εκτός των στρωμάτων και των κλινών, χαρακτηρίζονται ως ατομικά εφόδια και παρέχονται στο πυροσβεστικό προσωπικό προς ιδίαν αυτού χρήση. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης μπορεί να χορηγούνται στο προσωπικό και ατομικά εφόδια πέρα των όσων αυτό δικαιούται, με καταβολή του αντιτίμου εκάστου είδους στην τιμή της τελευταίας προμήθειας. 4.Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης καθορίζονται τα ατομικά εφόδια που χορηγούνται στο πυροσβεστικό προσωπικό, η χρονική διάρκεια χρήσης αυτών, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετική με τα είδη αυτά. 5.Το πυροσβεστικό προσωπικό υποχρεούται να χρησιμοποιεί τα ατομικά εφόδια και πέρα από τη διάρκεια χρήσης τους, εφόσον η περαιτέρω χρησιμοποίησή τους κρίνεται δυνατή από τους προϊσταμένους. 6.Τα ατομικά εφόδια αποτελούν δημόσιο υλικό καθ’ όλη τη διάρκεια της χρήσης τους και απαγορεύεται η πώληση ή ενεχυρίαση αυτών, οι τυχόν δε παραβάτες ελέγχονται πειθαρχικά. 7.Τα ατομικά εφόδια, κατά τη χορήγησή τους, διαγράφονται από τα βιβλία υλικού της Υπηρεσίας και χρεώνονται στο ατομικό βιβλιάριο κάθε υπαλλήλου, στο οποίο παραμένουν χρεωμένα καθ’ όλη τη διάρκεια χρήσης τους. Ο τύπος του ατομικού βιβλιαρίου, η ενημέρωση, η τήρηση και η διαδικασία χρεωπίστωσης των ατομικών εφοδίων και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. 8.Αναίτια φθορά, καταστροφή ή απώλεια ατομικών εφοδίων πριν από τη λήξη της χρήσης τους βεβαιώνεται με Ένορκη Διοικητική Εξέταση (Ε.Δ.Ε.) και δικαιολογεί την αντικατάστασή τους. (Μετά τη σελ. 270,81074) Σελ. 270,81075 Τεύχος 1173-Σελ.85 207 9.Υπαίτια φθορά, καταστροφή ή απώλεια ατομικών εφοδίων, καταλογίζεται σε βάρος του κατόχου, στην τιμή αγοράς της τελευταίας προμήθειας. Σε περίπτωση καταλογισμού το αντίτιμο κρατείται από την μισθοδοσία του υπεύθυνου κατόχου, εφάπαξ ή σε δόσεις ή καταλογίζεται σε βάρος της ιδιωτικής του περιουσίας, ως έσοδο του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις για τη βεβαίωση και είσπραξη Δημοσίων εσόδων. 10.Το πυροσβεστικό προσωπικό οφείλει να φέρει τα ατομικά εφόδια σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις τυχόν δε παραποίηση ή τροποποίησή τους συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα. 11.Τα ατομικά εφόδια δεν επιστρέφονται στην Υπηρεσία από τους κατόχους τους, όταν αυτοί αποχωρούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο από το Πυροσβεστικό Σώμα. 12.Το πυροσβεστικό προσωπικό υποχρεούται να φέρει και να χρησιμοποιεί κατά την εκτέλεση της Υπηρεσίας του, τα ατομικά εφόδια που προβλέπονται, εκτός εάν έχουν εκδοθεί διαταγές από τους προϊσταμένους τους, που ρυθμίζουν διαφορετικά το θέμα. 13.Η ημερομηνία αλλαγής τη στολής από χειμερινή σε θερινή και αντίστροφα, καθορίζεται με διαταγή του Αρχηγείου. Διαδικασία χορήγησης και διαγραφής ατομικών εφοδίων (Άρθρ. 38 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.167.-1.Οι Διαχειριστές Υλικού ζητούν από τη ΓΑ ΥΠΣ με ονομαστικές καταστάσεις, σε διπλούν, την 1η Φεβρουαρίου και την 1η Ιουλίου κάθε έτους τα ατομικά εφόδια που δικαιούται το προσωπικό τους για την επόμενη χρονική περίοδο. 2.Η ΓΑ ΥΠΣ χορηγεί τα ατομικά εφόδια που διαθέτει, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και σύμφωνα με τις καταστάσεις που έχουν υποβάλλει οι Διαχειρίσεις Υλικού των Υπηρεσιών του Σώματος. 3.Μετά την παραλαβή των ατομικών εφοδίων από τους υπαλλήλους ο Διαχειριστής Υλικού χρεώνει αυτά αναλυτικά στο ατομικό βιβλιάριο εφοδίων κάθε υπαλλήλου. Στη συνέχεια συντάσσει σε τρία αντίτυπα ονομαστικές καταστάσεις, υπογραφόμενες από τους υπαλλήλους, στις οποίες περιλαμβάνονται τα ατομικά εφόδια που παρέλαβε κάθε υπάλληλος. Από τα αντίτυπα αυτά ο Διαχειριστής Υλικού υποβάλλει τα 2 αντίτυπα στη ΓΑ ΥΠΣ, ενώ το τρίτο το φυλάσσει στον οικείο Φάκελλο της Διαχείρισής του ως δικαιολογητικό. 4.Η ΓΑ ΥΠΣ όταν παραλαμβάνει τις καταστάσεις ζητεί συγκεντρωτικά από το Αρχηγείο τη διαγραφή των χορηγηθέντων ατομικών ειδών συνυποβάλλοντας το ένα (1) αντίτυπο των καταστάσεων για την έκδοση της απόφασης διαγραφής τους. Αγορά υλικών (Άρθρ. 39 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.168.-1.Στο Πυροσβεστικό Σώμα οι προμήθειες όλων των υλικών ενεργούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες περί κρατικών προμηθειών διατάξεις. 2.Για κάθε αγορά ειδών υλικού από το εμπόριο, εκτός των νομίμων δικαιολογητικών που ορίζονται από τις ισχύουσες διατάξεις εκδίδεται και τριπλότυπη απολογιστική απόδειξη αγοραζομένου υλικού. Τέτοια απόδειξη δεν εκδίδεται για την αγορά αναλώσιμου υλικού, το οποίο και δεν χρεώνεται στο βιβλίο υλικού, όταν η αξία αγοράς του, για κάθε είδος, δεν υπερβαίνει το 1/5 του ποσού της άνευ διαγωνισμού επιτρεπόμενης προμήθειας. Το ποσό που ισχύει κάθε φορά ορίζεται, με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος. 3.Τα αγορασθέντα αναλώσιμα υλικά, για τα οποία δεν εκδίδεται τριπλότυπη απολογιστική απόδειξη, αναγράφονται στο βιβλίο αναλώσιμου υλικού και διαγράφονται από αυτό με την τοποθέτηση ή κατανάλωσή τους με συρόμενη κόκκινη γραμμή. Οι σχετικές εγγραφές και διαγραφές υπογράφονται από το Οικονομικό Συμβούλιο της Διαχείρισης. Σελ. 270,81076 Τεύχος 1173-Σελ.86 208 Τρόπος παραλαβής και αποστολής υλικού (Άρθρ. 40 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.169.-1.Για την αποστολή υλικού σε υπηρεσίες του λεκανοπεδίου Αττικής, η Γ.Α.Υ.Π.Σ. παραδίδει το υλικό στο Διαχειριστή της Υπηρεσίας, στον οποίο έχει διαταχθεί η χορήγηση ή στον εξουσιοδοτημένο υπάλληλο αυτής, με προσωρινή απόδειξη, η οποία επιστρέφεται κατά την ανταλλαγή των τριπλότυπων απολογιστικών αποδείξεων. 2.Για την αποστολή υλικού σε Υπηρεσίες εκτός Λεκανοπεδίου Αττικής, ορίζεται, με απόφαση του Διευθυντή της Γ.Α.Υ.Π.Σ., τριμελής επιτροπή από υπαλλήλους της. Στην απόφαση ορίζονται και ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. Έργο της επιτροπής είναι η συσκευασία και αποστολή των ειδών υλικού σύμφωνα με τα οριζόμενα στο επόμενο άρθρο του παρόντος. 3.Η αποσυσκευασία και η καταμέτρηση των αποστελλόμενων ειδών υλικού σε κάθε Υπηρεσία ενεργείται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από τριμελή επιτροπή, η οποία βεβαιώνει την ακρίβεια των ειδών υλικού που παρελήφθησαν μόνο στο πρωτόκολλο συσκευασίας. Σε περίπτωση διαφοράς η καταμέτρηση επαναλαμβάνεται και σ’ αυτή παρίσταται ο Διοικητής της Υπηρεσίας. Κάθε διαφορά καταγράφεται λεπτομερώς το πρωτόκολλο αποσυσκευασίας. 4.Για την τακτοποίηση των τυχόν διαπιστωθέντων ελλειμμάτων κατά την αποσυσκευασία, η παραλαμβάνουσα Υπηρεσία υποβάλλει αναφορά στο Αρχηγείο στην οποία διατυπώνει τη γνώμη της για τα αίτια της ύπαρξης των διαφορών, συνυποβάλλοντας και τα εξής: α.Πρωτόκολλο συσκευασίας και αποστολής. β.Πρωτόκολλο παραλαβής και αποσυσκευασίας. γ.Συγκριτική κατάσταση της διαφοράς ή ζημιάς που προέκυψε. δ.Πόρισμα Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης εφόσον αυτή κρίθηκε αναγκαία για την εξακρίβωση των τυχόν υπευθύνων της αιτίας των ελλειμμάτων. 5.Οι ρυθμίσεις του άρθρου αυτού ισχύουν και για τις μεταξύ των λοιπών Διαχειρίσεων αποστολές υλικού. Καθήκοντα επιτροπής συσκευασίας και αποστολής ειδών υλικού (Άρθρ. 41 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.170.-1.Η επιτροπή, παραλαμβάνει, από τις μερικές διαχειρίσεις της Γ.Α.Υ.Π.Σ., τα υλικά που βρίσκονται στο γραφείο αποστολών και αφού τα συσκευάσει μεριμνά για την αποστολή τους σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις με τις διαταγές της Υπηρεσίας. Προκειμένου για αποστολή ειδών που χρειάζονται ειδική συσκευασία η επιτροπή βοηθείται από τον ξυλουργό του Συνεργείου. 2.Για κάθε αποστολή συντάσσει σχετικό πρωτόκολλο σε 3πλουν το οποίο υπογράφεται από τα μέλη της επιτροπής, το γενικό διαχειριστή της Γ.Α.Υ.Π.Σ. και από τον αρμόδιο μερικό διαχειριστή. 3.Η επιτροπή μεριμνά επίσης για την παραλαβή και παράδοση των υλικών που στέλνονται από τις επαρχιακές Πυροσβεστικές Υπηρεσίες στην αρμόδια μερική διαχείριση ή στο Συνεργείο για επισκευή. 4.Οι δαπάνες, για τη φόρτωση και εκφόρτωση των υλικών και τη μεταφορά τους πληρώνονται και δικαιολογούνται από την επιτροπή. Εγγραφή οχημάτων και εξαρτημάτων – Χορήγηση υλικών αυτοκινήτων (Άρθρ. 42 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.171.-1.Τα πυροσβεστικά και επιβατηγά αυτοκίνητα του Πυροσβεστικού Σώματος θεωρούνται ολομερή και εγγράφονται στο γενικό βιβλίο υλικού σε οικείο κεφάλαιο του ονομαστικού. Εφεδρικοί τροχοί, εργαλεία γενικά και τυχόν εφεδρικά εξαρτήματα και ανταλλακτικά, που συνοδεύουν κάθε αυτοκίνητο χρεώνονται ξεχωριστά, σύμφωνα με τον ισχύοντα κώδικα υλικού του Σώματος. Κατά τη μετάθεση αυτοκινήτων οι τριπλότυπες αποδείξεις συνοδεύονται με όλο το φάκελλο του αυτοκινήτου. 2.Το υλικό αυτοκινήτων που χρησιμοποιείται από τα Συνεργεία χορηγείται από τις οικείες διαχειρίσεις βάσει διπλοτύπων αποδείξεων, που υπογράφονται από τον παραλαμβάνοντα τεχνίτη, τον οικείο αρχιτεχνίτη και θεωρούνται από τους προϊσταμένους των Συνεργείων. 3.Οι προϊστάμενοι των Συνεργείων καθίστανται υπόλογοι και υπεύθυνοι για την καλή διάθεση των παραλαμβανομένων από τις Διαχειρίσεις υλικών και οι Πρόεδροι των Οικονομικών Συμβουλίων των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών στις οποίες υπάγονται τα Συνεργεία (Μετά τη σελ. 270,81076) Σελ. 270,81077 Τεύχος 1173-Σελ.87 209 ασκούν τον κατά την κρίση τους αναγκαίο έλεγχο. Υλικό χορηγούμενο σε εκτός Πυροσβεστικού Σώματος Υπηρεσίες (Άρθρ. 43 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.172.-1.Πυροσβεστικό υλικό χορηγείται σε εκτός Πυροσβεστικού Σώματος Υπηρεσίες κατόπιν διαταγής του Υπουργού Δημόσιας Τάξης στην οποία καθορίζεται απαραίτητα και ο τρόπος χορήγησης. 2.Το Πυροσβεστικό υλικό σε εκτός Πυροσβεστικού Σώματος Υπηρεσίες χορηγείται με τους εξής τρόπους: α.Με πληρωμή. β.Δωρεάν και γ.Προσωρινά και με επιστροφή. 3.Το χορηγούμενο πυροσβεστικό υλικό με πληρωμή και δωρεάν διαγράφεται με απόφαση της αρμόδιας Διεύθυνσης του Αρχηγείου και αφού υποβληθούν σ’ αυτήν τα παρακάτω δικαιολογητικά: α.Η διαταγή χορήγησης. β.Πρωτόκολλα παράδοσης και παραλαβής υλικού υπογεγραμμένα και θεωρημένα. Άχρηστο υλικό (Άρθρ. 44 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.173.-1.Οι Διαχειρίσεις Υλικού του Σώματος μία φορά το χρόνο και κατά μήνα Ιανουάριο, με μέριμνα του Οικονομικού Συμβουλίου, συντάσσουν καταστάσεις σε 3πλουν για το άχρηστο υλικό, σύμφωνα με τον ισχύοντα κώδικα υλικού. 2.Ο τρόπος εξέτασης – διάθεσης, καταστροφής ή εκποίησης του άχρηστου υλικού καθώς και η διαγραφή του και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζεται με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος. Δικαιολόγηση και διαγραφή υλικών κίνησης (Άρθρ. 45 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.174.-1.Τα καταναλισκόμενα καύσιμα και λιπαντικά για την κίνηση των αυτοκινήτων παντός τύπου και μηχανημάτων δικαιολογούνται σύμφωνα με τα υποδείγματα κίνησης και συντήρησης αυτών. 2.Η δικαιολόγηση του πετρελαίου θέρμανσης γίνεται στο τέλος της χειμερινής περιόδου κατά μήνα Απρίλιο κάθε έτους. Η χειμερινή περίοδος αρχίζει την 1η Οκτωβρίου και λήγει την 31 Μαρτίου. 3.Αναλώσιμα και ενσωματωθέντα υλικά χαρακτηρίζονται τα υλικά που χρησιμοποιούνται: α.Για συντήρηση και επισκευή αυτοκινήτων και μηχανημάτων του Σώματος που είναι χρεωμένα στα βιβλία υλικού των διαχειρίσεων (ανταλλακτικά αυτοκινήτων, μηχανημάτων και τηλεπικοινωνιών) και β.Για την επισκευή και συντήρηση κτιριακών εγκαταστάσεων. 4.Ο χαρακτηρισμός των υλικών ως αναλωσίμων και ενσωματωθέντων υλικών, ο τρόπος δικαιολόγησης και διαγραφής αυτών καθώς και των υλικών των προηγουμένων παραγράφων αυτού του άρθρου, ο τύπος των αναγκαίων υποδειγμάτων και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζεται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. Σελ. 270,81078 Τεύχος 1173-Σελ.88 210 Διαγραφή υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για εκπαίδευση (Άρθρ. 46 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.175.-1.Για τη διαγραφή των υλικών που καταναλώθηκαν για εκπαίδευση του προσωπικού των Υπηρεσιών του Σώματος, σύμφωνα με τις σχετικές για την εκπαίδευση διαταγές, υποβάλλονται στο Αρχηγείο τα παρακάτω δικαιολογητικά: α.Αντίγραφο της Ημερήσιας Διαταγής της Υπηρεσίας με την οποία ορίζεται το είδος της εκπαίδευσης και στην οποία μνημονεύεται, εφόσον υπάρχει, η γενική ή ειδική διαταγή με την οποία διατάσσονται ασκήσεις ή εκπαιδεύσεις. β.Κατάσταση σε 3λουν στην οποία αναφέρονται και αριθμητικώς τα υλικά που καταναλώθηκαν για την εκπαίδευση αυτή κατά κεφάλαιο και αριθμό ονομαστικού. γ.Αναφορά στην οποία βεβαιώνεται η κατανάλωση των αναγραφομένων αριθμητικώς και ολογράφως υλικών κατά την εκπαίδευση. Η αναφορά αυτή συντάσσεται από τον επικεφαλής του τμήματος εκπαίδευσης και θεωρείται από το Διοικητή της Υπηρεσίας. 2.Με βάση τα παραπάνω δικαιολογητικά εκδίδεται από την αρμόδια Διεύθυνση απόφαση διαγραφής των καταναλωθέντων, για εκπαιδευτικούς σκοπούς, υλικών. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄ ΤΕΛΙΚΕΣ – ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Τελικές – καταργηθείσες διατάξεις Άρθρ.18.-1.Οι υποδιοικητές των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών γενικά είναι άμεσοι βοηθοί των Διοικητών και λαμβάνουν γνώση όλων των υπηρεσιακών ζητημάτων. 2.Έχουν όλα τα δικαιώματα, υποχρεώσεις και αρμοδιότητες που προ(Αντί για τη σελ. 270, 8103) Σελ. 270, 8103(α) Τεύχος 1173-Σελ. 13 135 βλέπονται από τη νομοθεσία για το Πυροσβεστικό Σώμα, το δ/γμα αυτό και τις διαταγές των προϊσταμένων αρχών, για τη θέση τους. 3.Είναι άμεσα υπεύθυνοι απέναντι στο Διοικητή για τη συνεχή εκπαίδευση των υπαλλήλων των Υπηρεσιών, την συνεχή ετοιμότητα προσωπικού, την καλή κατάσταση και λειτουργία των οχημάτων, μηχανημάτων και λοιπών υλικών και μέσων, την κανονική εμφάνιση των υπαλλήλων και γενικά για την επιχειρησιακή ετοιμότητα της Υπηρεσίας. 4.Φροντίζουν για την εφαρμογή των προγραμμάτων εκπαίδευσης και ενεργούν οι ίδιοι εκπαίδευση του προσωπικού σε επαγγελματικά ή εγκυκλοπαιδικά θέματα. 5.Ενημερώνονται και μονογράφουν την αλληλογραφία, προτείνουν στο Διοικητή για την επίλυση διαφόρων θεμάτων και επιβλέπουν για τη σωστή διεκπεραίωση των διαφόρων υποθέσεων της Υπηρεσίας. 6.Σε σοβαρά συμβάντα με εντολή του Διοικητή ή όταν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται μεταβαίνουν επιτόπου και διευθύνουν προσωπικά το πυροσβεστικό έργο. 7.Αναπληρώνουν τους Διοικητές όταν αυτοί απουσιάζουν ή κωλύονται και εκτελούν όλα τα καθήκοντα του Διοικητή εκτός από τη σύνταξη εκθέσεων ικανότητας. Διεξαγωγή της υπηρεσίας στα γραφεία (Άρθρ. 17 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.176.-1.Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ του κειμένου αυτού του Δ/τος και των κειμένων των κωδικοποιούμενων Π.Δ/των υπερισχύει το κείμενο των τελευταίων. 2.Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων των Π.Δ/των που κωδικοποιούνται με το παρόν καταργήθηκαν οι αντίστοιχες διατάξεις του Β.Δ. της 9.12.1948/21.1.1949 «Περί Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώματος» (Α΄21) εκτός των άρθρ. 86 έως και 90 αυτού. Άρθρ.1.-1.Το Πυροσβεστικό Σώμα που συγκροτήθηκε με το Νόμ. 4661/1930 «περί διοργανώσεως Πυροσβεστικής Υπηρεσίας εν τω Κράτει» (Α' 153) υπάγεται στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης. 2.Προορισμός και αποστολή του Πυροσβεστικού Σώματος είναι η ασφάλεια και η προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών και του Κράτους από τους κινδύνους των πυρκαγιών και των θεομηνιών. Ειδικότερα η αποστολή του Πυροσβεστικού Σώματος συνίσταται: α.Στην κατάσβεση των πυρκαγιών σε καιρό ειρήνης και πολέμου, στη λήψη και επιβολή προληπτικών μέτρων για την αποφυγή του κινδύνου από την επέκτασή τους και στην παροχή βοήθειας για την διάσωση αυτών που κινδυνεύουν από την πυρκαγιά. β.Στην αντιμετώπιση τεχνολογικών ατυχημάτων και βιομηχανικών καταστροφών και στη διάσωση ατόμων και υλικών αγαθών που κινδυνεύουν από τις αιτίες αυτές. γ.Στην λήψη και επιβολή προληπτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των κινδύνων και ζημιών από τις θεομηνίες, πλημμύρες, καταρρεύσεις και λοιπές καταστροφές από την παροχή κάθε βοήθειας για τη διάσωση των προσώπων που κινδυνεύουν από αυτές. δ.Στην περιφρούρηση και διαφύλαξη της περιουσίας που πυρπολήθηκε ή απειλήθηκε από τη φωτιά ή από άλλο κίνδυνο, μέχρι να παραδοθεί στην Αστυνομία ή στους κατόχους της. ε.Στη παροχή επί τόπου πρώτων βοηθειών στους τραυματισθέντες από τα παραπάνω δυστυχήματα και την άμεση μεταφορά τους σε νοσοκομείο ή κλινική, εφόσον δεν υπάρχει άλλος πιο πρόσφορος τρόπος. στ.Στην παροχή βοήθειας σε άτομα που εγκλωβίστηκαν σε ανελκυστήρες κτιρίων και τροχαία ατυχήματα. Σελ. 270,804(α) Τεύχος 1173-Σελ. 4 126 ζ.Στην εκτέλεση κάθε άλλου καθήκοντος που απορρέει από άλλες διατάξεις και έχει σχέση με το πυροσβεστικό επάγγελμα καθώς και αυτού που αφορά τη συμβολή του Σώματος στην Πολιτκή Σχεδίαση Έκτακτης Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.). η.Στην ενίσχυση της Ελληνικής Αστυνομίας καθώς και των στρατιωτικών αρχών, εφόσον ζητηθεί για την αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών. Η ενίσχυση αυτή παρέχεται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος μετά από σχετική πρόταση των κατά τόπους Διοικητών. θ.Στη παροχή βοήθειας στις δασικές αρχές σε περιπτώσεις πυρκαγιών δασών, σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει, εφόσον η επέμβαση των πυροσβεστικών οχημάτων είναι δυνατή, ύστερα από εκτίμηση του Διοικητή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. ι.Στην έκδοση Πυροσβεστικών Διατάξεων από τον Αρχηγό Πυροσβεστικού Σώματος και τους Διοικητές Περιφερειακών Διοικήσεων για τη ρύθμιση θεμάτων πυροπροστασίας και ιδιαίτερα για θέματα που αναφέρονται στη λήψη μέτρων πρόληψης πυρκαγιών από τους υπεύθυνους των βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων, συγκοινωνιακών και λιμενικών εγκαταστάσεων, σταθμών αυτοκινήτων και πρατηρίων υγρών καυσίμων, κάθε είδους επιχειρήσεων, καταστημάτων, πολυορόφων ή μη οικοδομημάτων, αποθηκών, υποστέγων ή ακάλυπτων χώρων που περιέχουν εύφλεκτες ουσίες, νοσηλευτικών ιδρυμάτων, θεραπευτηρίων, κέντρων γενικά δημοσίων θεαμάτων, διασκέδασης ή συγκέντρωσης του κοινού, ξενοδοχείων, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και γενικά εκεί όπου υπάρχει κίνδυνος από συνωστισμό ή πυρκαγιά. Με πυροσβεστικές Διατάξεις ρυθμίζεται και η πυροπροστασία των δημοσίων γενικά χώρων, σύμφωνα με το Νόμ. 616/1977 «περί εκδόσεων Πυροσβεστικών Διατάξεων» (Α' 166). ια.Στην υπόδειξη, επιβολή και έλεγχο προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων και μέσων πυροπροστασίας, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία που ισχύει. ιβ.Στην ποινική δίωξη των πταισμάτων που προβλέπονται από το άρθρ. 433 του Ποινικού Κώδικα και τη διενέργεια προανακρίσεων για τα εγκλήματα εμπρησμού που αναφέρονται στα άρθρ. 264, 266 και 267 του Ποινικού Κώδικα. ιγ.Στην εκπαίδευση και ενημέρωση του προσωπικού βιομηχανιών, βιοτεχνιών, άλλων επιχειρήσεων, νοσηλευτικών ιδρυμάτων, σχολείων κ.λπ., καθώς και του κοινού σε θέματα άμεσης αντιμετώπισης πυρκαγιών και τρόπου πρόληψης αυτών, εφόσον αυτό ζητηθεί. ιδ.Στην εκπόνηση, σύνταξη και εφαρμογή σχεδίων πρόληψης και αντιμετώπισης μεγάλων πυρκαγιών ή άλλων καταστροφών σε συνεργασία και με άλλες δημόσιες ή δημοτικές αρχές, εφόσον χρειάζεται. Διάκριση και ονομασία Υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος. (Άρθρ. 2 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.19.-1.Στα γραφεία των Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού σώματος, υπηρετεί πυροσβεστικό και πολιτικό προσωπικό, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν. Προϊστάμενοι των τμημάτων και γραφείων ορίζονται υπάλληλοι από το πυροσβεστικό προσωπικό. 2.Η λειτουργία των γραφείων και η διεξαγωγή γενικά της υπηρεσίας σ’ αυτά γίνεται με ευθύνη του Διοικητή, σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει και τις σχετικές διαταγές του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. Το προσωπικό που υπηρετεί στα γραφεία είναι υποχρεωμένο να συμμορφώνεται με τις διαταγές των προϊσταμένων σε ότι αφορά την εκτέλεση των ειδικών καθηκόντων τους. 3.Το πυροσβεστικό προσωπικό που υπηρετεί στα γραφεία των Πυροσβεστικών Σταθμών δεν απαλλάσσεται από τη μάχιμη υπηρεσία και ορίζεται σε υπηρεσίες εξόδων πυρκαγιάς ή διάσωσης. Το πυροσβεστικό προσωπικό που υπηρετεί στα γραφεία άλλων Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος απαλλάσσεται από την εκτέλεση μάχιμης υπηρεσίας. 4.Το πυροσβεστικό προσωπικό που υπηρετεί στα γραφεία και απαλλάσσεται από τη μάχιμη υπηρεσία, εκτελεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα, που ορίζονται με διαταγή του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος, υπηρεσία πυρκαγιάς ή διάσωσης. 5.Στους προϊσταμένους των τμημάτων ή γραφείων μπορεί να ανατεθούν περισσότερα από ένα τμήματα ή γραφεία. 6.Για τα θέματα τα σχετικά με την αλληλογραφία τον τύπο των εγγράφων, των σφραγίδων κ.λπ. εφαρμόζεται η νομοθεσία που ισχύει για τις Δημόσιες Υπηρεσίες και οι σχετικές αποφάσεις και διαταγές του Πυροσβεστικού Σώματος. 7.Όσοι εκτελούν γραφική υπηρεσία ή υπηρεσία τεχνίτη κάθε ειδικότητας, εργάζονται σύμφωνα με το ωράριο εργασίας των Δημοσίων Υπηρεσιών, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά. Ημερήσια Διαταγή (Άρθρ. 18 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.20.-1.Ημερήσια Διαταγή εκδίδουν όλες οι Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος, δηλαδή: Ο Αρχηγός, ο Διευθυντής γραφείων του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος, οι Διοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων καθώς και οι Διοικητές και οι Προϊστάμενοι όλων των άλλων Υπηρεσιών. Σελ. 270, 8104(α) Τεύχος 1173-Σελ. 13 136 2.Η Ημερήσια Διαταγή διακρίνεται σε εμπιστευτική και κοινή. Με την εμπιστευτική κοινοποιούνται όλες οι εμπιστευτικής φύσεως υποθέσεις των αξιωματικών και με την κοινή όλες οι άλλες υποθέσεις. 3.Στην Ημερήσια Διαταγή καταχωρούνται: α)Όλες οι μεταβολές της Υπηρεσίας. β)Οι ποινές που επιβάλλονται στους υπαλλήλους και οι ηθικές και οι υλικές αμοιβές που τους απονέμονται. γ)Κάθε αντικείμενο που απαιτεί έγγραφη διαταγή. δ)Κάθε διαταγή το περιεχόμενο της οποίας πρέπει να λάβουν γνώση οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας. 4.Τα αντικείμενα που καταχωρούνται στην Ημερήσια Διαταγή κατά παραγράφους είναι τα εξής: α)Ι: Κατατάξεις – Διορισμοί – Εγγραφές σε γενικό Μητρώο. β)ΙΙ: Τοποθετήσεις – Μεταθέσεις. γ)ΙΙΙ: Αποσπάσεις. δ)ΙV: Προαγωγές. ε)V: Προσαυξήσεις αποδοχών – Επιδόματα. στ)VI: Άδειες κανονικές – Έκτακτες – Παρατάσεις αδειών και επάνοδοι. ζ)VII: Σε πορεία. η)VIII: Δικαστική προφυλάκιση – καταδίκη από ποινικά δικαστήρια – Αποφυλακίσεις. θ)IX: Πειθαρχικές ποινές. ι)X: Θέση εκτός υπηρεσίας. ια)XI: Διαθεσιμότητα και ανάκληση αυτής. ιβ)XII: Οικονομικά αντικείμενα. ιγ)XIII: Ηθικές και υλικές αμοιβές αποζημιώσεις. ιδ)XIV: Ασθένειες – Σε νοσοκομείο. ιε)XV: Σε ένδειξη αναρρωτικής άδειας – Αναρρωτικές άδειες. ιστ)XVI: Άδειες και συνάψεις γάμου. ιζ)XVII: Αποδοχές παραιτήσεων και ανακλήσεις αυτών. ιη)XVIII: Διαγραφές από το Σώμα. ιθ)XIX: Αυθαίρετες απουσίες. κ)XX: Γενικές Διαταγές. κα)XI: Ειδικές Διαταγές. 5.Τα βιβλία των Ημερήσιων Διαταγών ουδέποτε καταστρέφονται και διατηρούνται από τις εκδούσες Υπηρεσίες στο διηνεκές. Αρμοδιότητες τμημάτων και γραφείων (Άρθρ. 19 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.21.-1.Το Διοικητικό Τμήμα περιλαμβάνει τα πιο κάτω γραφεία: α)Γραφείο της Γραμματείας: Το γραφείο αυτό έχει ως αποστολή τη διακίνηση της αλληλογραφίας. Είναι αρμόδιο για την αναπροσαρμογή, διακίνηση των εγγράφων και διεκπεραίωση της αλληλογραφίας. Τηρεί και ενημερώνει τα πρωτόκολλα και το αρχείο της Υπηρεσίας. β)Γραφείο Προσωπικού: Το γραφείο αυτό χειρίζεται όλα τα θέματα που αναφέρονται στο πυροσβεστικό, πολιτικό και βοηθητικό προσωπικό. Τηρεί και ενημερώνει τα ατομικά έγγραφα όλου του προσωπικού (βιβλιάρια – φακέλλους). Εκδίδει τις διαταγές σχετικά με την εφαρμογή του ωραρίου εργασίας, το χρόνο εβδομαδιαίας ανάπαυσης, την εμφάνιση, συμπεριφορά και πειθαρχία του προσωπικού, σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις διαταγές που ισχύουν. γ)Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων: Το γραφείο αυτό είναι αρμόδιο για την προώθηση των καλών σχέσεων της Υπηρεσίας με το κοινό και τις άλλες Δημόσιες Υπηρεσίες και Οργανισμούς. Μεριμνά για την προβολή του πυροσβεστικού έργου και τη γνωστοποίηση των δραστηριοτήτων της Υπηρεσίας με τα μέσα ενημέρωσης στο ευρύ κοινό. 2.Το Τμήμα Πυρασφάλειας περιλαμβάνει τα παρακάτω γραφεία: α)Γραφείο Προληπτικής και Κατασταλτικής Πυρασφάλειας: Το γραφείο αυτό έχει ως αποστολή την επιβολή προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων και μέσων για την αποτροπή ή καταπολέμηση των κινδύνων που μπορεί να προκύψουν για ανθρώπους και υλικά σε βιομηχανικούς και βιοτεχνικούς χώρους, αίθουσες συγκέντρωσης κοινού, καθώς και σε κάθε κτίριο ή δομική κατασκευή, που από τη φύση των υλικών κατασκευής τους, τη διαρρύθμιση των χώρων του, τον προορισμό χρήσης του και γενικά τη σχέση του με τον ανθρώπινο παράγοντα και την οικονομική δραστηριότητα της χώρας, κρίνεται αναγκαίο να προστατευθεί. Επιβλέπει και ελέγχει την τήρηση και εφαρμογή των παραπάνω μέτρων και μεριμνά για την εκπαίδευση του προσωπικού των επιχειρήσεων της περίπτ. ι της παρ. 2 του άρθρ. 1 του παρόντος Δ/τος στη χρήση των μόνιμων και φορητών μέσων πυρασφαλείας. Ενεργεί ενημερωτικές διαλέξεις στους μαθητές στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης καθώς και στο κοινό σε θέματα πυροπροστασίας, σύμφωνα με τις διαταγές που ισχύουν. Μεριμνά για τη διάθεση προσωπικού και οχημάτων μηχανημάτων για προληπτική πυροπροστασία. β)Ανακριτικό Γραφείο: Το γραφείο αυτό έχει ως αποστολή τη συλλογή πληροφοριών για εγκλήματα εμπρησμού, τη σύλληψη των υπαιτίων, τη διενέργεια όλων των προανακριτικών πράξεων που προβλέπονται από την ποινική δικονομία και την παραπομπή των κατη(Αντί για τη σελ. 270, 8105) Σελ. 270, 8105(α) Τεύχος 1173-Σελ. 15 137 γορουμένων στον Εισαγγελέα. Διεξάγει την σχετική αλληλογραφία και τηρεί τα προβλεπόμενα από το νόμο έντυπα, βιβλία και αρχείο. γ)Γραφείο Δημοσίου Κατηγόρου: Το γραφείο αυτό είναι αρμόδιο για τη διακίνηση της αλληλογραφίας που σχετίζεται με το αντικείμενό του και την τήρηση και ενημέρωση των βιβλίων που προβλέπονται από τη νομοθεσία και την τήρηση του ειδικού αρχείου. Προϊστάμενος του γραφείου είναι ο Δημόσιος Κατήγορος ο οποίος παρίσταται στην εκδίκαση των πταισματικών παραβάσεων που προβλέπονται από το άρθρ. 433 του Π.Κ. και εκτελεί τα ειδικά καθήκοντά του σύμφωνα με την Ποινική Δικονομία και τους Ειδικούς Νόμους. δ)Γραφείο Επιχειρήσεων (σχεδίαση, καταστολή μεγάλων συμβάντων – εκπαίδευση): Το γραφείο αυτό είναι αρμόδιο για την εκπόνηση σχεδίων επέμβασης, για την αντιμετώπιση σοβαρών συμβάντων και μεριμνά για τον τρόπο εφαρμογής τους. Λαμβάνει κάθε μέτρο που θα διευκόλυνε το επιχειρησιακό έργο της Υπηρεσίας. Μεριμνά για τη σύνθεση των εξόδων πυρκαγιάς και διάσωσης για την επάνδρωσή τους ανάλογα με την αριθμητική δύναμη των ανδρών της Υπηρεσίας. Είναι αρμόδιο για τη σύνταξη προγραμμάτων εκπαίδευσης προσωπικού και την παρακολούθηση εφαρμογής τους. Λαμβάνει όλα τα μέτρα για την συνεχή ενημέρωση του προσωπικού πάνω στα καινούργια επιτεύγματα της επιστήμης που παρουσιάζουν πυροσβεστικό ενδιαφέρον και γενικά μεριμνά για τη βελτίωση της επαγγελματικής κατάρτισης των υπαλλήλων. Φροντίζει όπως τα υπάρχοντα σχέδια επέμβασης για την αντιμετώπιση διαφόρων σοβαρών συμβάντων γίνονται αντικείμενο μελέτης και γνώσης του προσωπικού. ε)Γραφείο Π.Σ.Ε.Α.: Το γραφείο αυτό μεριμνά για την κατάρτιση σχεδίων πολιτικής κινητοποίησης και πολιτικής άμυνας της Περιφερειακής Διοίκησης και των Υπηρεσιών της δικαιοδοσίας τους. Μεριμνά για την εκπαίδευση σε θέματα Π.Σ.Ε.Α. του προσωπικού της Περιφερειακής Διοίκησης και των Υπηρεσιών της δικαιοδοσίας του. Ελέγχει και παρακολουθεί την οργάνωση της πολιτικής άμυνας των Υπηρεσιών του και γενικά επιλαμβάνεται κάθε άλλου θέματος αρμοδιότητος Π.Σ.Ε.Α. της Περιφερειακής Διοίκησης. 3.Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης περιλαμβάνει τα εξής γραφεία: α)Γραφείο Κίνησης: Το γραφείο αυτό διευθύνεται από τον προϊστάμενο κίνησης, που διεκπεραιώνει και την αλληλογραφία τη σχετιζόμενη με το αντικείμενο του τμήματος. Φροντίζει για την καλή κατάσταση των οχημάτων και λοιπών μηχανημάτων και τη συνεχή εκπαίδευση των οδηγών. β)Γραφείο Οικονομικού: Το γραφείο αυτό είναι αρμόδιο για τη διεξαγωγή της αλληλογραφίας που σχετίζεται με το αντικείμενό του. Διαχειρίζεται τα χρήματα και ενεργεί τις πληρωμές βάσει των νομίμων δικαιολογητικών. Ελέγχει τις πάγιες προκαταβολές των Υπηρεσιών της δικαιοδοσίας του και παρακολουθεί και εφαρμόζει ανάλογα τους νόμους, δ/τα, αποφάσεις και διαταγές που έχουν σχέση με τις αποδοχές του προσωπικού. γ)Γραφείο Υγειονομικού: Το γραφείο αυτό παρακολουθεί τη νοσολογική κίνηση των υπαλλήλων και γενικά ενεργεί σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν και τις διαταγές του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. δ)Γραφείο Διαχείρισης Υλικού: Το γραφείο αυτό διεκπεραιώνει την αλληλογραφία του αντικειμένου του και γενικά είναι αρμόδιο για την κανονική διαχείριση και διακίνηση του υλικού της Υπηρεσίας. Σελ. 270, 8106(α) Τεύχος 1173-Σελ. 16 138 Διεξαγωγή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας στον Επιχειρησιακό τομέα (Άρθρ. 20 Π.Δ. 8/1991, άρθρ. 3 Π.Δ. 123/1992) Άρθρ.22.-1.Το επιχειρησιακό έργο του Πυροσβεστικού σώματος διεξάγεται από τους Πυροσβεστικούς Σταθμούς κάθε πόλης, τους Λιμενικούς Πυροσβεστικούς Σταθμούς και τους Πυροσβεστικούς Σταθμούς των Αεροδρομίων. 2.Οι υπηρεσίες των Πυροσβεστικών Σταθμών διακρίνονται σε εσωτερικές και εξωτερικές. 3.Στις εσωτερικές υπηρεσίες περιλαμβάνονται: α)Η υπηρεσία της ανάληψης καθηκόντων φυλακής. β)Η υπηρεσία εκτάκτων προσκλήσεων – επιφυλακών. γ)Η υπηρεσία εκπαίδευσης προσωπικού. δ)Η υπηρεσία του αξιωματικού Υπηρεσίας. ε)Η υπηρεσία του προϊσταμένου κίνησης. στ)Η υπηρεσία του επόπτη υπηρεσίας. ζ)Η υπηρεσία του τηλεφωνητή. η)Η υπηρεσία του αρχιοδηγού υπηρεσίας. θ)Η υπηρεσία του οδηγού. ι)Η υπηρεσία του νοσοκόμου. ια)Η υπηρεσία σκοπού. 4.Επί πλέον στις υπηρεσίες των Λιμενικών Πυροσβεστικών Σταθμών περιλαμβάνονται και: α.Η υπηρεσία του Κυβερνήτη υπηρεσίας. β.Η υπηρεσία του Αξιωματικού μηχανής. Ανάληψη καθηκόντων φυλακής (Άρθρ. 21 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.23.-1.Οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί, οι Λιμενικοί Σταθμοί και οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί των Αεροδρομίων, εκτελούν το επιχειρησιακό τους έργο όλες τις ώρες του 24ώρου και όλες τις ημέρες του χρόνου. 2.Το 24ωρο χωρίζεται σε τρεις φυλακές, 8ωρης διάρκειας, στις οποίες ορίζονται εναλλακτικά οι άνδρες του Σταθμού και έχουν υποχρέωση να προσφέρουν συνολικά 37 1/2 ώρες εργασίας την εβδομάδα. 3.Μπορεί ο Διοικητής, μετά από έγκριση του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος, να εναλλάσσει τους υπαλλήλους στην υπηρεσία ανά 24ωρο, όταν ειδικοί υπηρεσιακοί λόγοι το επιβάλλουν, με την προϋπόθεση ότι η συνολική προσφορά εργασίας τους κατά μήνα, θα υπολογίζεται στη βάση των 37 1/2 ωρών εργασίας την εβδομάδα. 4.Για την αντιμετώπιση διαφόρων έκτακτων συμβάντων, όπως πυρκαγιών, πλημμυρών, σεισμών ή άλλων γεγονότων, μπορεί ο Διοικητής να επιβάλλει με διαταγή του πρόσθετη εργασία στους υπαλλήλους πέρα από την υποχρεωτική. 5.Όταν για την εκτέλεση υπηρεσίας, εξαιρουμένων των περιπτώσεων της προηγούμενης παραγράφου, που λόγω της φύσης της και των ειδικών συνθηκών επιβάλλεται να συνεχισθεί και μετά την λήξη του κανονικού χρόνου εργασίας του υπαλλήλου, αυτός συνεχίζει την υπηρεσία του, δικαιούται μετά το τέλος αυτής, ανάλογο πρόσθετο χρόνο ανάπαυσης. 6.Η αλλαγή της υπηρεσίας γίνεται από τον Αξιωματικό Υπηρεσίας κάθε φυλακής, σε ώρες που ορίζονται με διαταγή του Περιφερειακού Διοικητή για όλες τις Υπηρεσίες της γεωγραφικής του αρμοδιότητας. 7.Στην αλλαγή παρουσιάζονται οι άνδρες και των δύο φυλακών με στολή υπηρεσίας και υψηλά υποδήματα (μπότες), φέρουν μαζί τους την ατομική πυροσβεστική εξάρτιση που αποτελείται από την πυροσβεστική ζώνη, το πυροσβεστικό κράνος, το πελεκίδιο, τα γάντια, τον ατομικό φανό και το υπηρεσιακό αδιάβροχο. 8.Μετά τη λήξη της αλλαγής υπηρεσίας οι μεν παραλαμβάνοντες τοποθετούν την ατομική τους πυροσβεστική εξάρτιση στις ανάλογες θέσεις πάνω στα οχήματα, οι δε παραδίδοντες φυλάσσουν αυτά με ατομική τους ευθύνη. 9.Στη διάρκεια της αλλαγής ο Αξιωματικός Υπηρεσίας ανακοινώνει στους άνδρες την υπηρεσία στην οποία έχουν ορισθεί, επιθεωρεί την εμφάνισή τους, τους ανακοινώνει τις ειδικές διαταγές του Διοικητή και ενημερώνεται για τα τυχόν προβλήματα που τους απασχολούν. 10.Με τον ορισμό των ανδρών στην υπηρεσία και αφού αναλάβουν τα ειδικότερα καθήκοντά τους ο Αξιωματικός Υπηρεσίας συντάσσει το αναφορείο και παρουσιάζει τους υπαλλήλους που έχουν υποβάλλει αιτήματα ή έχουν πέσει σε κάποιο πειθαρχικό παράπτωμα, στο Διοικητή του Σταθμού. 11.Ο Διοικητής ενημερώνεται σχετικά, πρώτα από τον Αξιωματικό Υπηρεσίας ή τον Επόπτη σε περίπτωση που αυτός κωλύεται και μετά δέχεται τους υπαλλήλους χωριστά τον καθένα ή συνολικά και ακούει τα συγκεκριμένα θέματα της αναφοράς. 12.Οι αποφάσεις του Διοικητή σημειώνονται στο περιθώριο του βιβλίου ημερήσιας αναφοράς, μονογράφονται απ’ αυτόν και στη συνέχεια ανακοινώνονται στους ενδιαφερόμενους προφο(Αντί για τη σελ. 270, 8107) Σελ. 270, 8107(α) Τεύχος 1173-Σελ. 17 139 ρικά ή γραπτά, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν. Τακτικές και έκτακτες προσκλήσεις – επιφυλακές (Άρθρ. 22 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.24.-1.Τακτικά προσκλητήρια στους άνδρες κάθε φυλακής γίνονται κατά την αλλαγή της υπηρεσίας φυλακής. 2.Εκτός από τις τακτικές προσκλήσεις, ο Αξιωματικός Υπηρεσίας μπορεί να ενεργήσει και έκτακτη πρόσκληση στους υπαλλήλους της φυλακής του, όταν τις προσκλήσεις αυτές τις επιβάλλουν ειδικοί υπηρεσιακοί λόγοι, ή και για τη διαπίστωση της επιχειρησιακής ετοιμότητας των ανδρών. Το ίδιο δικαίωμα έχουν και ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Υπηρεσίας. 3.Μπορεί ο Διοικητής της Υπηρεσίας να θέτει σε επιφυλακή τη δύναμη των ανδρών του για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών που μπορούν να δημιουργηθούν από συμβάντα για τα οποία έχει αρμοδιότητα επέμβασης το Πυροσβεστικό Σώμα, και σε κάθε άλλη περίπτωση μόνο μετά από Διαταγή του Αρχηγού ή Υπαρχηγού για όλες τις Υπηρεσίες του Σώματος και του Περιφερειακού Διοικητή για τους υπαλλήλους των Υπηρεσιών της γεωγραφικής του δικαιοδοσίας. 4.Η θέση των υπαλλήλων σε κατάσταση επιφυλακής, με τους όρους και περιορισμούς της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να είναι γενική ή μερική. Μπορεί ο Διοικητής την επιφυλακή να την καθορίσει και ως υποχρεωτική παραμονή των υπαλλήλων στο σπίτι τους. Η επιφυλακή λήγει από το διατάξαντα όταν εκλείψουν οι λόγοι πρόσκλησής της. 5.Οι υπάλληλοι που καλούνται σε προσκλητήριο ή επιφυλακή φέρουν μαζί τους τη στολή υπηρεσίας και την πυροσβεστική εξάρτηση, εκτός αν υπάρξει διαφορετική ειδική διαταγή. Εκπαίδευση προσωπικού (Άρθρ. 23 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.25.-1.Το πυροσβεστικό προσωπικό όλων των βαθμών και κλάδων εκπαιδεύεται σε γενικά πυροσβεστικά θέματα και ειδικά αντικείμενα που σχετίζονται με τα επαγγελματικά καθήκοντά του. 2.Η εκπαίδευση του πυροσβεστικού προσωπικού γίνεται εντός και εκτός των Σταθμών όπως ειδικότερα καθορίζεται από τις εγκύκλιες Διαταγές του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος και τις διαταγές των Περιφερειακών Διοικήσεων. 3.Ο τρόπος της εκπαίδευσης, ο χρόνος, τα αντικείμενα, το πρόγραμμα, οι υπεύθυνοι, οι εκπαιδευτές, οι εκπαιδευόμενοι και άλλες λεπτομέρειες καθορίζονται με εγκύκλιο του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος και διαταγές των περιφερειακών Διοικήσεων και Σταθμών. Φύλλα Πορείας (Άρθρ. 4 Π.Δ. 123/1992) Άρθρ.26.-1.Φύλλα πορείας είναι τα έγγραφα που εκδίδουν οι Διοικητές ή Προϊστάμενοι των Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος για το προσωπικό των Υπηρεσιών τους και με τα οποία διατάσσεται η εκτέλεση ορισμένων ατομικών διοικητικών πράξεων ή διαταγών της Υπηρεσίας. 2.Τα φύλλα πορείας χορηγούνται: α.Στις περιπτώσεις μετάθεσης, τοποθέτησης ή απόσπασης. β.Για την εκτέλεση υπηρεσίας που διατάσσεται από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, τον Αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος ή οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο όργανο. γ.Στις περιπτώσεις που προβλέπουν οι διατάξεις οι σχετικές με την Υγειονομική Υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος. δ.Σε περιπτώσεις αποστολής για εκπαίδευση. ε.Σε οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις που ειδικές διατάξεις προβλέπουν την χορήγησή τους. Σελ. 270, 8108(α) Τεύχος 1173-Σελ. 18 140 3.Στο φύλλο πορείας που χορηγείται για οποιονδήποτε λόγο, αναγράφεται η σχετική διαταγή της μετακίνησης, η ημερομηνία αναχώρησης και η ημερομηνία παρουσίασης στον προορισμό για τον οποίο γίνεται η μετακίνηση. Τυχόν άλλες λεπτομέρειες καθορίζονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. 4.Σε περίπτωση αδικαιολόγητης υπέρβασης των ημερών πορείας, οι επιπλέον ημέρες θεωρούνται ως ημέρες αυθαίρετης απουσίας με όλες τις συνέπειες. Αν η υπέρβαση είναι δικαιολογημένη και αποδεικνύεται με επίσημα έγγραφα, οι επιπλέον ημέρες χρεώνονται ως ημέρες κανονικής ή βραχείας άδειας του τρέχοντος έτους ή αν αυτές έχουν εξαντληθεί του επομένου έτους. 5.Οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι που μετατίθενται, τοποθετούνται ή αποσπώνται σε Υπηρεσίες εκτός του Λεκανοπεδίου Αττικής, οφείλουν να παρουσιασθούν στη νέα τους Υπηρεσία μέσα σε 5 ημέρες οι άγαμοι και μέσα σε 10 ημέρες οι έγγαμοι από τη χορήγηση του φύλλου πορείας. Η διαγραφή τους από την Υπηρεσία που μετατίθενται και η εγγραφή τους στη νέα Υπηρεσία γίνεται αυτοδικαίως την ημέρα που ορίζει η σχετική απόφαση για αναχώρηση εφόσον έχει χορηγηθεί το σχετικό φύλλο πορείας. Αν για οποιοδήποτε λόγο, παρά την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης, δεν έχει χορηγηθεί φύλλο πορείας, η πιο πάνω διαγραφή και εγγραφή πραγματοποιείται την επόμενη της λήξης της προθεσμίας για χορήγησή του. Καθήκοντα Αξιωματικού Υπηρεσίας (Άρθρ. 24 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.27.-1.Ο Αξιωματικός υπηρεσίας φυλακής ορίζεται Ανθυποπυραγός ή Υποπυραγός Γενικών Υπηρεσιών που εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει, το παρόν Δ/γμα και τις διαταγές που υπάρχουν. 2.Ενημερώνεται για όλα τα θέματα του Πυροσβεστικού Σταθμού, για την κατάσταση και τις μεταβολές των ανδρών της φυλακής του. Φροντίζει να τηρούνται οι διατάξεις του παρόντος Δ/τος και να εφαρμόζονται οι οδηγίες και διαταγές του Διοικητή. Προσπαθεί να νουθετεί και εμψυχώνει τους άνδρες για την καλύτερη εκτέλεση της αποστολής του Σώματος. 3.Είναι υπεύθυνος για την έγκαιρη προσέλευση και κανονική αποχώρηση των ανδρών της φυλακής, ανακοινώνει σ’ αυτούς τις διάφορες διαταγές ή άλλες μεταβολές του Σταθμού και πραγματοποιεί την εκπαίδευση των ανδρών ή επιβλέπει αυτή με βάση το πρόγραμμα εκπαίδευσης. 4.Κατά την αλλαγή της φυλακής βεβαιώνεται ότι οι άνδρες φορούν κανονικά τη στολή τους και φέρουν την πυροσβεστική τους εξάρτηση, επιθεωρεί τις εγκαταστάσεις του Σταθμού για τη διαπίστωση τυχόν ελλείψεων, ιδιαίτερα σε θέματα ασφαλείας και καθαριότητάς τους. Επιθεωρεί τα οχήματα και δύναται να καλεί τον επόπτη υπηρεσίας ή τον αρχιοδηγό υπηρεσίας για την από κοινού επιθεώρηση χώρων ή οχημάτων ή και του λοιπού εξοπλισμού. 5.Δέχεται πάντοτε, όταν απουσιάζει ο Διοικητής, τα άτομα που προσέρχονται στην Υπηρεσία, ακούει με προθυμία τα αιτήματά τους και δίνει τις απαραίτητες εξηγήσεις ή πληροφορίες πάντα μέσα στα πλαίσια της υπηρεσίας και των οδηγιών του Διοικητή. Ενημερώνεται για τα τυχόν προβλήματα των υπαλλήλων της φυλακής του και φροντίζει για την επίλυσή τους εφόσον είναι δυνατή. Φροντίζει να υπάρχει ομόνοια και εκτίμηση μεταξύ των υπαλλήλων της φυλακής και διευθετεί τις τυχόν παρουσιαζόμενες μικροδιαφορές. Εάν οι ανάγκες της Υπηρεσίας το επιτρέπουν σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να τους χορηγηθεί και ολιγόωρες άδειες απουσίας, ενημερώνοντας οπωσδήποτε την επόμενη ημέρα το Διοικητή. 6.Όταν απουσιάζει ο Διοικητής και πληροφορηθεί κάποιο σοβαρό γεγονός από το οποίο μπορεί να προκύψει κίνδυνος πυρκαγιάς ή θεομηνίας ή άλλου ατυχήματος παίρνει όλα τα μέτρα που υπαγορεύουν οι περιστάσεις και φροντίζει να ενημερωθεί ο Διοικητής του. 7.Είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει τα κινηματοθέατρα, τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις, τα νοσοκομεία, τους κυριότερους δρόμους και λοιπούς χώρους αυξημένου κινδύνου που υπάρχουν στην περιοχή του Σταθμού του και τα σχέδια επέμβασης που έχουν συνταχθεί γι’ αυτά. 8.Σε περίπτωση πυρκαγιάς αναχωρεί επικεφαλής της Α΄ εξόδου και αναπληρώνεται από τυχόν υπάρχοντα άλλο αξιωματικό ή από τον επόπτη υπηρεσίας ή όταν απουσιάζει και αυτός από τον ανώτερο ή αρχαιότερο υπάλληλο που παραμένει στο Σταθμό. 9.Από τον τόπο της πυρκαγιάς ενημερώνει το Διοικητή εφόσον είναι δυνατό και μετά την επιστροφή υποβάλλει απαραίτητα έκθεση με το συμβάν και τη συμβολή της Υπηρεσίας. 10.Ενημερώνεται με κάθε λεπτομέρεια για την απώλεια ή τη φθορά δημοσίων ειδών των υπαλλήλων ή της Υπηρεσίας και ενεργεί ανάλογα για την ανακάλυψη των αιτίων υποβάλλοντας σχετική αναφορά στο Διοικητή. (Αντί για τη σελ. 270, 8109) Σελ. 270, 8109(α) Τεύχος 1173-Σελ. 19 141 11.Δεν απομακρύνεται από την Υπηρεσία, ούτε εγκαταλείπει τη θέση του εφόσον δεν αναλάβει υπηρεσία ο αντικαταστάτης του. Εισηγείται στο Διοικητή για τη χορήγηση ή μη ολιγόωρων αδειών στους υπαλλήλους ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας και τη σοβαρότητα των λόγων του υπαλλήλου. 12.Κατά την διάρκεια της απουσίας του Διοικητή ρυθμίζει κατά την κρίση του κάθε θέμα που παρουσιάζεται και ενημερώνει το Διοικητή εάν είναι δυνατόν την ίδια μέρα ή την επομένη. 13.Ελέγχει και υπογράφει το δελτίο αναφοράς της φυλακής που συντάσσει ο επόπτης υπηρεσίας και στο οποίο αναφέρονται όλες οι μεταβολές και τα συμβάντα κατά τη διάρκεια της φυλακής. 14.Στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας υπάρχουν οι εξής πίνακες: α.Πίνακας ορισμού των ανδρών σε υπηρεσία. β.Πρόγραμμα εκπαίδευσης. γ.Πίνακας αξιωματικών και υπαλλήλων με τις διευθύνσεις κατοικίας τους. δ.Πίνακας που περιλαμβάνει τους υπόλοιπους Σταθμούς της πόλης με τα τηλέφωνα και τις διευθύνεις τους. ε.Πίνακας που περιλαμβάνει τα κινηματοθέατρα, τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις, τα νοσοκομεία, τις επικίνδυνες περιοχές και τις αποθήκες εύφλεκτων υλών που υπάρχουν στην περιοχή ευθύνης του Σταθμού. στ.Πίνακας των υδροστομίων, δεξαμενών νερού, φρεατίων και λοιπές πηγές εφοδιασμού οχημάτων με νερό της περιοχής με τις απαραίτητες ενδείξεις χωρητικότητας και πίεσης. ζ.Αντίγραφα σχεδίων επέμβασης που υπάρχουν στα γραφεία του Σταθμού. η.Χάρτες περιοχής των πόλων και του Νομού. Καθήκοντα προϊσταμένων κίνησης οχημάτων (Άρθρ. 25 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.2.-1.Το Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος αποτελεί την κεντρική Υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος. Οι λοιπές Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος είναι Περιφερειακές. 2.Του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος προϊσταται ο Αρχηγός. 3.Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος διακρίνονται σε Περιφερειακές Διοικήσεις Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, Υποδιοικήσεις Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, Πυροσβεστικούς Σταθμούς και Ειδικές Υπηρεσίες. 4.Η κάθε μία από τις Περιφερειακές Διοικήσεις προσδιορίζεται με τον όρο «Περιφερειακή Διοίκηση Πυροσβεστικών Υπηρεσιών...» και ακολουθεί η ονομασία του γεωγραφικού διαμερίσματος, στο οποίο αναφέρεται π.χ. «Περιφερειακή Διοίκηση Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας». 5.Οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί της πόλης και των αεροδρομίων αυτής διακρίνονται σε Α', Β', Γ', Δ' τάξης και προσδιορίζονται με τον όρο «1ος Πυροσβεστικός Σταθμός Αθηνών» ή «2ος Πυροσβεστικός Σταθμός Θεσσαλονίκης» ή «3ος Πυροσβεστικός Σταθμός Πολεμικού Αεροδρομίου Λάρισας» ή «4ος Πυροσβεστικός Σταθμός Κρατικού Αερολιμένα Αθηνών» ή «5ος Πυροσβεστικός Σταθμός Λιμένα Πειραιά» κ.λπ. Όπου λειτουργεί ένας Πυροσβεστικός Σταθμός, προσδιορίζεται με τον όρο «Πυροσβεστική Υπηρεσία...» και ακολουθεί η ονομασία της πόλης π.χ. «Πυροσβεστική Υπηρεσία Πρέβεζας». 6.Η αρίθμηση των παραπάνω Πυροσβεστικών Σταθμών καθορίζεται από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας τους. 7.Οι Ειδικές Υπηρεσίες είναι: α.Η Πυροσβεστική Σχολή. β.Η Ειδική Μονάδα Αντιμετώπισης Καταστροφών (Ε.Μ.Α.Κ.). γ.Το Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο Υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος (Σ.Ε.Κ.Υ.Π.Σ.). δ.Η Γενική Αποθήκη Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος (Γ.Α.Υ.Π.Σ.). ε.Τα Πυροσβεστικά Συνεργεία. (Αντί για τη σελ. 270,805) Σελ. 270,805(α) Τεύχος 1173-Σελ.5 127 Προσδιορισμός και αρμοδιότητες Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών (Άρθρ. 3 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.28.-1.Προϊστάμενος κίνησης οχημάτων ορίζεται αξιωματικός ή Πυρονόμος που ακολουθεί το ωράριο του Διοικητή του Σταθμού. Ασκεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με τη Νομοθεσία που ισχύει, το παρόν Δ/γμα και τις διαταγές που υπάρχουν. 2.Είναι υπεύθυνος απέναντι στο Διοικητή για την καλή κατάσταση των οχημάτων και μηχανημάτων, την εκπαίδευση και καταλληλότητα των οδηγών, την επάρκεια σε πυροσβεστικά εργαλεία, κατασβεστικά υλικά και μέσα. 3.Τηρεί τα βιβλία που προβλέπονται για το γραφείο κίνησης, φροντίζει για την επάρκεια καυσίμων και λιπαντικών και διεξάγει την αλληλογραφία που έχει σχέση με το αντικείμενο του γραφείου του. 4.Ο προϊστάμενος κίνησης, εφόσον υπηρεσιακές ανάγκες το επιβάλλουν, εκτελεί ταυτόχρονα και καθήκοντα αρχιοδηγού υπηρεσίας, οπότε έχει όλα τα καθήκοντα, υποχρεώσεις και αρμοδιότητες που προβλέπονται γι’ αυτόν. Στις περιπτώσεις που είναι ανώτερος ή αρχαιότερος του αξιωματικού υπηρεσίας απευθύνεται για κάθε σχετικό θέμα στο Διοικητή. 5.Μεριμνά για την εισαγωγή των οχημάτων και μηχανημάτων στο πυροσβεστικό συνεργείο ή σε άλλα ιδιωτικά συνεργεία, όταν είναι αναγκαίο για την αποκατάσταση σοβαρών βλαβών. Καθήκοντα Επόπτη Υπηρεσίας (Άρθρ. 26 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.29.-1.Επόπτης υπηρεσίας φυλακής ορίζεται ο αρχαιότερος πυρονόμος ή υπαξιωματικός της φυλακής, που εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει το δ/γμα αυτό και τις διαταγές που υπάρχουν. 2.Ο επόπτης υπηρεσίας είναι βοηθός του αξιωματικού υπηρεσίας και ορίζεται σε υπηρεσία πυρκαγιάς ή διάσωσης. 3.Επιθεωρεί όλες τις εγκαταστάσεις του Σταθμού και αναφέρει στον αξιωματικό υπηρεσίας κάθε έλλειψη ή βλάβη που διαπιστώνει μεριμνώντας παράλληλα για την αποκατάστασή της. Σελ. 270, 81010(α) Τεύχος 1173-Σελ. 20 142 4.Επιβλέπει να είναι σ’ όλη τη διάρκεια της φυλακής οι εξαρτύσεις των ανδρών στις θέσεις τους πάνω στα οχήματα. 5.Παραλαμβάνει από τον Αξιωματικό Υπηρεσίας τον πίνακα ορισμού της υπηρεσίας των ανδρών και κάνει αλλαγή της υπηρεσίας, φροντίζει για την κανονική εναλλαγή των ανδρών στην υπηρεσία του τηλεφωνητή, του σκοπού όπου και όταν υπάρχει, των περιπολικών οχημάτων και σε κάθε άλλη εσωτερική ή εξωτερική υπηρεσία και ενεργεί όλες τις τακτικές και έκτακτες προσκλήσεις των ανδρών. 6.Όταν δεν αναχωρεί με την Α΄ έξοδο για πυρκαγιά, οργανώνει την Β΄ έξοδο, ειδοποιεί το Διοικητή του Σταθμού για το συμβάν και ενεργεί σύμφωνα με τις εντολές του. Σε περίπτωση που αναχωρήσει ο ίδιος για πυρκαγιά αναπληρώνεται από τον αρχαιότερο υπάλληλο που παραμένει στο Σταθμό. Αναμένει την επιστροφή της εξόδου στο Σταθμό και επιβλέπει για τον εφοδιασμό των οχημάτων ή συμπλήρωση τυχόν υλικών που χρησιμοποιήθηκαν. 7.Συντάσσει το δελτίο αναφοράς, στο οποίο αναγράφει κάθε μεταβολή της κατάστασης του προσωπικού, αιτήσεις, παράπονα, ασθένειες, συμβάντα που έλαβαν χώρα κ.λπ. 8.Βοηθάει τον αξιωματικό υπηρεσίας στην εκπαίδευση των υπαλλήλων ιδιαίτερα σε πρακτικά θέματα και τον τηλεφωνητή υπηρεσίας όταν χρειασθεί, φροντίζοντας να μη παραμένουν άλλοι άνδρες στο χώρο του τηλεφωνείου. 9.Αναφέρει στον αξιωματικό Υπηρεσίας κάθε παράπτωμα υπαλλήλου και ενεργεί πάντοτε σύμφωνα με τις ειδικές οδηγίες και διαταγές του. Καθήκοντα αρχιοδηγού υπηρεσίας (Άρθρ. 27 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.30.-1.Αρχιοδηγός υπηρεσίας φυλακής ορίζεται ο ανώτερος και σε περίπτωση ισοβαθμίας ο αρχαιότερος οδηγός που ασκεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει, το Δ/γμα αυτό και τις διαταγές που υπάρχουν. 2.Με την ανάληψη της υπηρεσίας του επιθεωρεί όλα τα οχήματα και το λοιπό πυροσβεστικό εξοπλισμό και φροντίζει αυτά να είναι καθαρά, να λειτουργούν σωστά και να βρίσκονται στη θέση τους. Τυχόν φθορές και ελλείψεις αναφέρονται αμέσως στον Αξιωματικό Υπηρεσίας και στον προϊστάμενο κίνησης. 3.Επιθεωρεί τα οχήματα που επιστρέφουν από την πυρκαγιά ή διάσωση ή από οποιαδήποτε άλλη αποστολή, μεριμνά για την αντικατάσταση των υλικών που έχουν φθαρεί ή καταστραφεί και συμπληρώνει τον εξοπλισμό των οχημάτων και γενικά ετοιμάζει αυτά για νέα έξοδο. 4.Επισκευάζει με τη βοήθεια των οδηγών κάθε μικροβλάβη των οχημάτων, μηχανημάτων και λοιπών πυροσβεστικών υλικών και εργαλείων, δοκιμάζοντας την καλή τους λειτουργία και την αντοχή τους. Φροντίζει για την πληρότητα και καλή λειτουργία όλων των συσκευών και φορητών αντλιών. 5.Διατυπώνει τις παρατηρήσεις του στο δελτίο αναφοράς της φυλακής και αναφέρει στον αξιωματικό υπηρεσίας και προϊστάμενο κίνησης κάθε πρόβλημα που παρουσιάζεται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων των οδηγών. 6.Μετέχει στην επιτροπή πραγματογνωμοσύνης, εάν είναι δυνατό, σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος πυροσβεστικού οχήματος και στην επιτροπή παραλαβής οχημάτων που έχουν επισκευασθεί στα συνεργεία. Ορίζεται σε υπηρεσία οδηγού πυροσβεστικού οχήματος εξόδου πυρκαγιάς ή διάσωσης. 7.Τον αρχιοδηγό υπηρεσίας όταν απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει ο αρχαιότερος από τους οδηγούς της φυλακής. Καθήκοντα οδηγού (Άρθρ. 29 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.31.-1.Ως οδηγοί πυροσβεστικών οχημάτων και μηχανημάτων ορίζονται πυροσβεστικοί υπάλληλοι από το βαθμό του πυρονόμου και κάτω. 2.Ο οδηγός είναι υπεύθυνος για την καλή κατάσταση, συντήρηση και καθαριότητα του οχήματός του και οφείλει όταν αναλαμβάνει υπηρεσία να ελέγχει το όχημα σύμφωνα με τις διαταγές που υπάρχουν για τη διαπίστωση της καλής λειτουργίας του. 3.Αναφέρει στον αρχιοδηγό υπηρεσίας τυχόν βλάβη ή φθορά του οχήματος και των εργαλείων που βρίσκονται σ’ αυτό και προσπαθεί για την αποκατάστασή τους, αν αυτή είναι δυνατή. 4.Ελέγχει αν το όχημα είναι εφοδιασμένο, σύμφωνα με τις διαταγές που υπάρχουν, με όλα τα πυροσβεστικά εργαλεία, συσκευές, υλικά κατάσβεσης και λοιπό εξοπλισμό, που είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση πυρκαγιών και άλλων συμβάντων και φροντίζει αυτά να διατηρούνται σε άριστη κατάσταση. 5.Οφείλει να εξασφαλίζει την άμεση εκκίνηση του οχήματός του όταν σημαίνει συναγερμός, να γνωρίζει την περιοχή ευθύνης του Σταθμού του και να ακολουθεί το συντομότερο δρομολόγιο για τη μετάβαση στον τόπο του (Αντί για τη σελ. 270, 81011) Σελ. 270, 81011(α) Τεύχος 1173-Σελ. 21 143 συμβάντος, παίρνοντας όλα τα μέτρα και προφυλάξεις για την ασφαλή μετάβαση και αποφυγή δυστυχήματος. 6.Ο οδηγός κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του, έχει την υποχρέωση να γνωρίζει καλά τους δρόμους, τις τοποθεσίες των υδροστομίων ή άλλων πηγών νερού, τα νοσοκομεία και τους Σταθμούς Α΄ Βοηθειών της περιοχής ευθύνης του Σταθμού του, καθώς και τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας. 7.Ο οδηγός απαγορεύεται να απομακρύνεται από το όχημα, χωρίς άδεια του επικεφαλής της εξόδου και να καπνίζει κατά τη μετάβαση και επιστροφή από συμβάν. 8.Οφείλει να ελέγχει τον κινητήρα του οχήματος που λειτουργεί πολλές ώρες, για να προλαβαίνει τυχόν φθορές και βλάβες. Απαγορεύεται η χρήση των σειρήνων και των περιστρεφόμενων φανών κατά την επιστροφή στο συμβάν, εκτός από τα βαρέα οχήματα και μηχανήματα που μπορούν να έχουν σε λειτουργία το φανό. Επιστρέφοντας στο Σταθμό από οποιαδήποτε αποστολή, οφείλει να συμπληρώσει ή αντικαταστήσει τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν, να αποκαταστήσει τις μικροβλάβες που παρουσιάστηκαν και να καθορίσει το όχημα εφόσον χρειάζεται. 9.Έχει υποχρέωση να γνωρίζει τις ακριβείς θέσεις των εργαλείων, εξαρτημάτων και υλικών πάνω στο όχημα για τη γρήγορη εξεύρεση σε περίπτωση χρησιμοποιήσεώς τους. 10.Είναι υποχρεωμένος να εκτελεί με ακρίβεια τις διαταγές των προϊσταμένων του στον τόπο του συμβάντος και να συμβάλει στην όλη πυροσβεστική προσπάθεια, ως Πυροσβέστης Γενικών Υπηρεσιών όταν υπάρχει ανάγκη. Καθήκοντα τηλεφωνητή (Άρθρ. 28 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.32.-1.Καθήκοντα τηλεφωνητή ανατίθενται στους υπαλλήλους του Πυροσβεστικού Σώματος που φέρουν το βαθμό του πυρονόμου και κάτω. 2.Από την υπηρεσία του τηλεφωνητή απαλλάσσονται όσοι είναι ορισμένοι σε υπηρεσία αρχιοδηγού, επόπτη και οδηγού πυροσβεστικού οχήματος εξόδου πυρκαγιάς ή διάσωσης. 3.Επιθεωρεί τις συσκευές τηλεφώνου, TELEX και ασυρμάτου επικοινωνίας του τηλεφωνείου κατά την ανάληψη των καθηκόντων του και αναφέρει στον αξιωματικό υπηρεσίας οποιαδήποτε βλάβη ή φθορά. 4.Σε περίπτωση αναγγελίας πυρκαγιάς ή άλλου συμβάντος, σημαίνει αμέσως συναγερμό και παρακαλεί τον καλούντα να του δηλώσει τα απαραίτητα στοιχεία για τη συμπλήρωση του δελτίου συμβάντος. Αντίτυπα του δελτίου συμβάντος παραδίδει στον Αξιωματικό Υπηρεσίας και στους οδηγούς των οχημάτων της εξόδου, δίνοντας ταυτόχρονα προφορικά και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη πληροφορία γνωρίζει. 5.Μετά από κάθε κλήση για αναγγελία συμβάντος και τη λήψη των στοιχείων, σημαίνει συναγερμό και ταυτόχρονα παρακαλεί τον καλούντα να του γνωρίσει τον αριθμό της συσκευής από την οποία καλεί για να πραγματοποιήσει στη συνέχεια επαλήθευση των στοιχείων του καλούντα. Σε περιπτώσεις που η τηλεφωνική κλήση είναι υπεραστική ακολουθεί την ίδια διαδικασία και η επαλήθευση γίνεται με τη συνεργασία της Αστυνομικής, Δασικής, Κοινοτικής ή άλλης αρχής. 6.Απαγορεύει την παραμονή των υπαλλήλων, εκτός από τα όργανα της Υπηρεσίας, στο χώρο του τηλεφωνείου και τη χρησιμοποίηση της τηλεφωνικής συσκευής που προορίζεται για την αναγγελία πυρκαγιών ή άλλων συμβάντων. 7.Ειδοποιεί τους υπαλλήλους που καλούνται στο τηλέφωνο εφόσον υπάρχει δεύτερη τηλεφωνική συσκευή και επιτρέπει τη χρησιμοποίηση του τηλεφώνου για ολιγόλεπτο μόνο χρονικό διάστημα. 8.Χειρίζεται το κέντρο ασύρματης επικοινωνίας και αναφέρει σχετικά στον Αξιωματικό Υπηρεσίας ή επόπτη υπηρεσίας και γενικά ενεργεί σύμφωνα με τις οδηγίες τους. Σελ. 270, 81012(α) Τεύχος 1173-Σελ. 22 144 9.Σε περίπτωση που μεταβιβάζονται προς την υπηρεσία κάποιο σήμα με τη συσκευή TELEX οποιαδήποτε ώρα του 24ώρου, ειδοποιεί αμέσως τον αξιωματικό υπηρεσίας ή τον επόπτη για τις σχετικές ενέργειες. 10.Ομιλεί πάντοτε ήρεμα, πρόθυμα με ευκρίνεια και ευγένεια σ’ όλες τις περιπτώσεις, οποιοδήποτε και αν είναι το περιεχόμενο της τηλεφωνικής συνομιλίας. 11.Είναι υποχρεωμένος να παραμένει συνέχεια στο χώρο του τηλεφωνείου και δεν απομακρύνεται παρά μόνο μετά από άδεια του Αξιωματικού Υπηρεσίας. Διατηρεί καθαρό το θάλαμο του τηλεφωνείου, τις συσκευές, τα έπιπλα και όποιο άλλο έγγραφο ή αντικείμενο βρίσκεται μέσα σ’ αυτό. Ανάβει και σβήνει τα φώτα του πυροσβεστικού καταστήματος όταν βραδιάζει και ξημερώνει αντίστοιχα. 12.Ο τηλεφωνητής εκτελεί ταυτόχρονα και καθήκοντα σκοπού, εκτός αν ειδικοί λόγοι επιβάλλουν τη σύσταση θέσης σκοπού, σύμφωνα με την εκτίμηση της Υπηρεσίας. 13.Κατ’ εξαίρεση της παρ. 2 του άρθρου αυτού μπορεί ο Διοικητής να ορίζει στην υπηρεσία του τηλεφωνητή, τον αρχιοδηγό, επόπτη και οδηγούς όταν η δύναμη των ανδρών της Υπηρεσίας είναι μειωμένη. Καθήκοντα σκοπού (Άρθρ. 5 Π.Δ. 123/1992) Άρθρ.33.-Στις υπηρεσίες που ορίζεται αυτοτελής υπηρεσία σκοπού ή όπου αυτήν εκτελεί συγχρόνως με τα καθήκοντά του ο εκάστοτε τηλεφωνητής, ο σκοπός έχει τα ακόλουθα καθήκοντα: α.Επαγρυπνεί, επιβλέπει και ευθύνεται για την ασφάλεια των κτιριακών εγκαταστάσεων και των υπηρεσιακών οχημάτων και μηχανημάτων. β.Απαγορεύει τη στάθμευση οχημάτων στην είσοδο–έξοδο της Υπηρεσίας και φροντίζει για την απομάκρυνση κάθε εμποδίου έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ευχερής και άμεση έξοδος των πυροσβεστικών οχημάτων. γ.Ελέγχει κάθε ξένο προς την Υπηρεσία άτομο την ώρα που εισέρχεται σ’ αυτήν και οδηγεί αυτό στον Αξιωματικό Υπηρεσίας. δ.Απαγορεύεται ν’ απομακρύνεται από τη θέση του χωρίς άδεια του Αξιωματικού Υπηρεσίας και χωρίς την προηγούμενη αντικατάστασή του. ε.Σημειώνει σε ειδικό βιβλίο που τηρεί την ώρα αναχώρησης και επιστροφής των υπηρεσιακών οχημάτων. Καθήκοντα Νοσοκόμου (Άρθρ. 30 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.34.-1.Η υπηρεσία του νοσοκόμου ανατίθεται σε υπαξιωματικούς και πυροσβέστες που εκπαιδεύονται ειδικά γι’ αυτό από τους ιατρούς της Υπηρεσίας. Όπου δεν υπάρχουν ιατροί της υπηρεσίας η εκπαίδευση των υπαλλήλων που εκτελούν καθήκοντα νοσοκόμου γίνεται σε νοσοκομεία με τη φροντίδα των Διοικητών των Υπηρεσιών. 2.Όπου υπάρχει ιατρείο ή αναρρωτήριο ο νοσοκόμος φροντίζει για την καθαριότητα αυτών, τη διαφύλαξη των φαρμάκων, των ιατρικών συσκευών ή εργαλείων και γενικά του χώρου του ιατρείου ή αναρρωτηρίου και της διεξαγωγής της υγειονομικής υπηρεσίας. 3.Σε περίπτωση ασθενείας υπαλλήλου, προσφέρει τις πρώτες βοήθειες και αν είναι κάτι πιο σοβαρό, φροντίζει για την παροχή σ’ αυτόν υγειονομικής περίθαλψης, καλώντας ιατρό ή μεταφέροντας τον ασθενή στο νοσοκομείο. 4.Ακολουθεί την πυροσβεστική έξοδο και παράλληλα με τη μάχιμη υπηρεσία, προσφέρει πρώτες βοήθειες σε περίπτωση ανάγκης. Απαραίτητα σε κάθε φυλακή πρέπει να υπάρχει και πυροσβέστης–νοσοκόμος. Στρατωνισμός (Άρθρ. 31 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.35.-1.Στους θαλάμους παραμονής και ανάπαυσης στις κτιριακές εγκαταστάσεις όπου στεγάζονται οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί, μπορούν να αναπαύονται οι υπάλληλοι σε περιπτώσεις επιφυλακής ή παραμονής στο Σταθμό για χρόνο πέρα από το κανονικό ωράριο εργασίας λόγω υπηρεσιακών αναγκών. 2.Στους θαλάμους αυτούς μπορούν να αναπαύονται και οι άνδρες της Γ΄ φυλακής τις νυκτερινές ώρες. Κατά την ανάπαυση αυτή οι υπάλληλοι μπορούν να αφαιρούν μόνο τα υποδήματα και το χιτώνιό τους. 3.Στους θαλάμους των Υπηρεσιών του Σώματος μπορούν, εφόσον υπάρχει η ευχέρεια και ύστερα από έγκριση του Διοικητού τους, να στρατωνίζονται και οι άγαμοι πυροσβεστικοί υπάλληλοι των Υπηρεσιών αυτών. 4.Τα είδη στρατωνισμού όπως καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, παρέχονται στους υπαλλήλους όλων των βαθμών και κλάδων. (Αντί για τη σελ. 270, 81013) Σελ. 270, 81013(α) Τεύχος 1173-Σελ. 23 145 Εξωτερικές υπηρεσίες Σταθμού (Άρθρ. 32 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.36.-Οι εξωτερικές υπηρεσίες του Σταθμού διακρίνονται σε: α)Υπηρεσίες εξόδων πυρκαγιάς. β)Υπηρεσίες εξόδων παροχής βοήθειας. γ)Υπηρεσίες πυρασφαλείας – προληπτικής πυροπροστασίας. Υπηρεσίες εξόδων πυρκαγιάς (Άρθρ. 33 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.37.-1.Οι πυροσβεστικοί έξοδοι πυρκαγιάς διακρίνονται σε α΄, β΄ και γ΄, ανάλογα με τη δύναμη των ανδρών του Πυροσβεστικού Σταθμού και τα διατιθέμενα οχήματα. 2.Η α΄ έξοδος κάθε Πυροσβεστικού Σταθμού, αποτελείται από 2 τουλάχιστον υδροφόρα οχήματα α΄ και β΄ τύπου. 3.Η β΄ έξοδος αποτελείται από 2 υδροφόρα οχήματα β΄ ή γ΄ τύπου. 4.Η γ΄ έξοδος αποτελείται από υδροφόρα και ειδικά οχήματα ανάλογα με τις ειδικές περιστάσεις, τα οποία μπορούν να συνοδεύουν ή να ενισχύουν την α΄ ή β΄ έξοδο. 5.Κάθε όχημα της α΄ εξόδου επανδρώνεται με 4 άνδρες, της β΄ εξόδου με 3 και της γ΄ τουλάχιστον με 2. 6.Ανάλογα με τους διαθέσιμους άνδρες της κάθε βάρδιας, ο Διοικητής του Σταθμού μπορεί να μειώνει το πλήρωμα των οχημάτων, όχι όμως σε λιγότερους από δύο άνδρες για το κάθε όχημα. Το ίδιο και τα οχήματα των εξόδων. Οχήματα Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 34 Π.Δ. 8/1991, Άρθρ.3.-1.Οι Περιφερειακές Διοικήσεις Πυροσβεστικού Σώματος υπάγονται απ’ ευθείας στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος και έχουν ως αποστολή να: α.Εποπτεύουν και ελέγχουν τις Πυροσβεστικές Υπηρεσίες της γεωγραφικής τους δικαιοδοσίας. β.Εκπονούν και συντάσσουν σχέδια επέμβασης των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών της Διοίκησής τους, σε συνεργασία και με άλλες αρχές, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο, για την αντιμετώπιση μεγάλων πυρκαγιών ή άλλων σοβαρών συμβάντων, ελέγχουν και εγκρίνουν τα τοπικά σχέδια επέμβασης που καταρτίζει κάθε Πυροσβεστική Υπηρεσία στον τομέα ευθύνης της για τους επικίνδυνους από άποψη πυρκαγιάς ή άλλης αιτίας χώρους. γ.Επιθεωρούν και ελέγχουν την εκπαίδευση και το βαθμό επιχειρησιακής ετοιμότητας του προσωπικού των Πυροσβεστικών Σταθμών και προγραμματίζουν πυροσβεστικές ασκήσεις για το σκοπό αυτό. δ.Παρακολουθούν την κατάσταση των πυροσβεστικών οχημάτων, κλιμάκων, μηχανημάτων και λοιπού εξοπλισμού των Πυροσβεστικών Σταθμών και μπορούν να ενισχύουν ορισμένους Πυροσβεστικούς Σταθμούς με πυροσβεστικό εξοπλισμό για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών από άλλους Πυροσβεστικούς Σταθμούς της δικαιοδοσίας τους. ε.Συντονίζουν τη δράση των Πυροσβεστικών Σταθμών της δικαιοδοσίας τους και το έργο των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών σε θέματα πολιτικής άμυνας. στ.Ορίζουν τον τομέα ευθύνης των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών. ζ.Μελετούν και επιλύουν τα προβλήματα των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών της δικαιδοσίας τους, εκτός εάν για την επίλυσή τους χρειάζεται η έγκριση του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος, οπότε αναφέρουν σχετικά. η.Ασκούν τη Διοίκηση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας της πόλης που εδρεύουν. 2.Τις αρμοδιότητες της περίπτωσης ή της προηγουμένης παραγράφου προκειμένου για τις πόλεις της Αθήνας, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, ασκούν οι Διοικητές των Υποδιοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών των, για δε τις πόλεις όπου εδρεύουν Περιφερειακές Διοικήσεις Πυροσβεστικών Υπηρεσιών και δεν έχουν συσταθεί σ’ αυτές Υποδιοικήσεις τα καθήκοντα αυτά, ανεξάρτητα από τον αριθμό των Σταθμών της πόλης, ασκούν οι Υποδιοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων. Διάρθρωση Περιφερειακής Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών (Άρθρ. 4 Π.Δ. 8/1991) άρθρ. 35 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.38.-1.Ο αριθμός των οχημάτων και μηχανημάτων του Πυροσβεστικού Σώματος κατά Υπηρεσία καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και η κατανομή του στις Υπηρεσίες γίνεται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. 1.Τα οχήματα του Πυροσβεστικού Σώματος ανάλογα με το είδος του κατασβεστικού υλικού που φέρουν, την χωρητικότητά τους και το σκοπό του προρισμού τους, διακρίνονται σε: α)Υδροφόρα οχήματα. β)Ειδικά οχήματα. γ)Βοηθητικά οχήματα. 3.Υδροφόρα οχήματα. Τα υδροφόρα οχήματα διακρίνονται σε Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄ τύπου. Α΄ τύπου: Είναι μικρά ευέλικτα οχήματα με δεξαμενή χωρητικότητας 600-1500 LT νερού και 80-100 LT αφρού. Β΄ τύπου: Είναι ευέλικτα οχήματα με δεξαμενή χωρητικότητας 2.500 LT νερού και 100 LT αφρού. Γ΄ τύπου: Είναι οχήματα με δεξαμενή χωρητικότητας 5.000 – 7.000 LT νερού και 200 LT αφρού. Δ΄ τύπου: Είναι μεγάλα οχήματα με δεξαμενή χωρητικότητας 12.000 και άνω LT νερού και 500 LT αφρού. 4.Ειδκά οχήματα: Στα ειδικά οχήματα περιλαμβάνονται: -οχήματα ξηράς σκόνης -οχήματα με διασωστικό εξοπλισμό -κλιμακοφόρα οχήματα με κλίμακα ύψους 26-50 μ. -βραχιονοφόρα οχήματα με βραχίονα ύψους 1560 μ. -γερανοφόρα οχήματα -οχήματα Διϋλιστηρίων και πετροχημικών προϊόντων 5.Βοηθητικά οχήματα. -Επιβατικά (κούρσες) -Επιβατικά JEEP μεταφοράς αντλιών -Λεωφορεία 8-50 θέσεων -Φορτηγά -Ασθενοφόρα -Ειδικά βοηθητικά (καντίνα, φορτωτής, εκσκαφέας, καυσίμων κ.λπ.). 6.Τα υδροφόρα πυροσβεστικά οχήματα όλων των τύπων πρέπει να είναι εξοπλισμένα με τα πυροσβεστικά εργαλεία και εξαρτήματα, τα οποία θα καθορίζονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. Σελ. 270, 81014(α) Τεύχος 1173-Σελ. 24 146 Υπηρεσίες εξόδων παροχής βοήθειας (Άρθρ. 36 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.39.-1.Η Πυροσβεστική Υπηρεσία εκτός των κινδύνων που δημιουργούνται από τις πυρκαγιές παρέχει τη συνδρομή της και εκεί όπου υπάρχει οποιοσδήποτε κίνδυνος κατά της ζωής και της περιουσίας των πολιτών και του κράτους και η Υπηρεσία εκτιμά ότι έχει τη δυνατότητα με το προσωπικό και τα μέσα που διαθέτει, να επέμβει είτε μόνη της είτε σε συνεργασία και με άλλους φορείς. 2.Όταν κατά την εκτέλεση της παραπάνω αποστολής δημιουργηθούν καταστάσεις ανάγκης οι επιχειρούντες τη διάσωση πυροσβεστικοί υπάλληλοι, ενεργούν σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν από την κείμενη νομοθεσία για την κατάσταση ανάγκης. 3.Η σύνθεση των εξόδων παροχής βοήθειας, είναι ανάλογη με την τάξη του Σταθμού, τον αριθμό και τον τύπο των οχημάτων και μηχανημάτων που διατίθενται και τη φύση, την έκταση και τη σοβαρότητα της συγκεκριμένης αποστολής. 4.Οι έξοδοι παροχής βοήθειας διακρίνονται σε συνήθεις (μικρές διασώσεις) και σε παροχές βοήθειας σοβαρών συμβάντων (μεγάλες διασώσεις). 5.Η συνήθης παροχή βοήθειας (μικρή διάσωση) αποτελείται από ένα όχημα Α΄ τύπου που έχει συμπληρωματικό εξοπλισμό με τα απαραίτητα εργαλεία και εξαρτήματα που απαιτεί η συγκεκριμένη αποστολή. 6.Η παροχή βοήθειας σε σοβαρά συμβάντα συγκροτείται από ειδικά οχήματα και οχήματα Β΄ ή Γ΄ τύπου, ανάλογα με τη συγκεκριμένη αποστολή. 7.Σε αδυναμία συγκρότησης εξόδων παροχής βοήθειας, λόγω έλλειψης προσωπικού ή μέσων, η αποστολή εκπληρώνεται από τα οχήματα και το προσωπικό των εξόδων πυρκαγιάς. Υπηρεσίες εξόδων προληπτικής πυροπροστασίας (Άρθρ. 37 Π.Δ. 8/1991, άρθρ. 6 Π.Δ. 123/1992) Άρθρ.40.-1.Η προληπτική πυροπροστασία παρέχεται από το Πυροσβεστικό Σώμα για την προστασία συγκεκριμένων χώρων με τη διάθεση επανδρωμένων πυροσβεστικών οχημάτων διαφόρων τύπων, μετά από εκτίμηση του Διοικητή της αρμόδιας Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. 2.Καλύπτει κυρίως χώρους αεροδρομίων, λιμένων, συνοικιών μεγάλων πόλεων, βιομηχανικών περιοχών, δασών ειδικού ενδιαφέροντος εντός και πλησίον των πόλεων, μεγάλων συγκεντρώσεων κοινού και γενικά όπου υπάρχουν κίνδυνοι δημιουργίας μεγάλων πυρκαγιών. 3.Η προληπτική πυροπροστασία ορισμένων περιοχών ή χώρων παρέχεται με περιπολικά οχήματα σε μόνιμη βάση μετά από απόφαση του Περιφερειακού Διοικητή της αρμόδιας Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. 4.Στους λιμένες όπου εδρεύει Λιμενικός Πυροσβεστικός Σταθμός η προληπτική πυρασφάλεια διεξάγεται με τα πυροσβεστικά οχήματα και πλοιάρια. 5.Οι Διοικητές των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών ορίζουν τριμελή επιτροπή για τον έλεγχο των υδροστομίων της περιοχής τους. Την επιτροπή αποτελούν ένας (1) Πυρονόμος και 2 κατώτεροι υπάλληλοι. Για τον έλεγχο που ενεργείται, κατά την κρίση του οικείου Διοικητή, συντάσσεται από την επιτροπή πρακτικό στο οποίο εμφανίζεται η κατάσταση και η καλή λειτουργία ή μη των υδροστομίων, το οποίο και υποβάλλεται αρμοδίως για τα περαιτέρω. Τάξη κατά τη μετάβαση στον τόπο του συμβάντος (Άρθρ. 38 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.41.-1.Όταν δοθεί το σύνθημα του συναγερμού οι άνδρες που είναι ορισμένοι και συγκροτούν την έξοδο ανεβαίνουν στα οχήματα, κάθονται στις προκαθορισμένες θέσεις τους και φορούν την πυροσβεστική τους εξάρτυση. Ο χρόνος που μεσολαβεί από τη σήμανση του συναγερμού μέχρι την έξοδο των οχημάτων από την πύλη του Σταθμού δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερος από 40΄΄ της ώρας. 2.Κατά τη μετάβαση στον τόπο του συμβάντος οι άνδρες κάθονται κανονικά στις θέσεις τους με ηρεμία και προσοχή περιμένοντας να ακούσουν τις ειδικότερες οδηγίες ή συμπληρωματικές πληροφορίες από το συντονιστικό κέντρο της Υπηρεσίας ή τον επικεφαλής της εξόδου. 3.Επίσης κατά τη διάρκεια της μετάβασης, της επιτόπιας εργασίας και της επιστροφής απαγορεύεται στους άνδρες να καπνίζουν. 4.Όλοι οι άνδρες έχουν υποχρέωση κατά τη διάρκεια της μετάβασης και επιτόπιας εργασίας να φέρουν την πυροσβεστική τους εξάρτυση, εκτός από ειδικές περιπτώσεις που ο επικεφαλής κρίνει διαφορετικά. 5.Οι άνδρες που αποτελούν το πλήρωμα κάθε οχήματος επιβάλλεται να βοηθούν και διευκολύνουν τον οδηγό όταν υπάρχει ανάγκη για την ασφαλή διέλευση, αλλαγή πορείας ή στάθμευση του οχήματος. Απαγορεύεται η επιβί(Αντί για τη σελ. 270, 81015) Σελ. 270, 81015(α) Τεύχος 1173-Σελ. 25 147 βάση σε πυροσβεστικό όχημα εξόδου κάθε ατόμου ξένου προς την Υπηρεσία ή πυροσβεστικού υπαλλήλου που δεν είναι ορισμένος στην έξοδο εκτός από την περίπτωση που αυτή επιβάλλεται για την ευκολότερη και γρηγορότερη μετάβαση της εξόδου στον τόπο του συμβάντος. 6.Τα οχήματα της εξόδου κατά τη μετάβαση έχουν σε λειτουργία τον αναγνωριστικό φανό και τις σειρήνες, ποτέ όμως κατά την επιστροφή, με εξαίρεση τα βαρέα οχήματα που μπορούν να έχουν το φανό σε λειτουργία. 7.Κατά τη μετάβαση σε συμβάν οι οδηγοί των πυροσβεστικών οχημάτων συμμορφώνονται με τις διατάξεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και τις υποδείξεις των οργάνων της τροχαίας, πλην όμως επιτρέπεται η παράβαση των διατάξεων αυτών σε περιπτώσεις που στον ίδιο τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας αναφέρεται ρητά. Η ταχύτητα κίνησης των οχημάτων είναι ανάλογη με τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν και ρυθμίζεται έτσι ώστε η άφιξη στον προορισμό τους να είναι ασφαλής και έγκαιρη. 8.Όλα τα οχήματα μιας εξόδου ακολουθούν στην πορεία τους την ίδια τάξη κατά τη μετάβαση και επιστροφή και απαγορεύεται η διαφοροποίηση της σειράς κίνησής τους, εκτός από την περίπτωση βλάβης σε κάποιο από αυτά ή όταν τούτο κρίνει ο επικεφαλής για λόγους υπηρεσιακού συμφέροντος. Στην πρώτη περίπτωση ειδοποιείται ο Σταθμός και αποστέλλει άλλο όχημα, το οποίο παραλαμβάνει τους άνδρες και τους μεταφέρει στον τόπο του συμβάντος. 9.Εάν κάποια έξοδος συναντήσει κατά τη μετάβασή της άλλο συμβάν, δεν σταματάει αλλά συνεχίζει για να φθάσει στο συμβάν, για το οποίο προορίζεται. Στην περίπτωση αυτή μπορεί ο επικεφαλής της εξόδου ανάλογα με τις ειδικές συνθήκες κατά την κρίση του να αφήσει ένα όχημα με το πλήρωμά του για την αντιμετώπιση του νέου συμβάντος. 10.Τα οχήματα κατά την επιστροφή υπόκεινται στους κανόνες του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Καθορισμός θέσεων οχημάτων στον τόπο του συμβάντος (Άρθρ. 39 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.42.-1.Η ευθύνη για τον καθορισμό της θέσης των οχημάτων στον τόπο της πυρκαγιάς ή άλλου συμβάντος, ανήκει αποκλειστικά στον επικεφαλής της εξόδου. Οι οδηγοί των οχημάτων και οι χειριστές των μηχανημάτων ενημερώνουν τον επικεφαλής για τις τυχόν λειτουργικές αδυναμίες που θα προκύψουν στη λειτουργία του οχήματος ή μηχανήματος από την τοποθέτηση ή ανάπτυξή τους στο συγκεκριμένο χώρο. 2.Για τον προσδιορισμό των θέσεων των οχημάτων ή μηχανημάτων λαμβάνονται υπ’ όψη οι εξής παράγοντες: α.Η μορφολογία του εδάφους. β.Η δυνατότητα άμεσης απομάκρυνσης των οχημάτων. γ.Η ευχερής και ασφαλής λειτουργία και ανάπτυξή τους. δ.Η μη παρεμπόδιση διέλευσης άλλων οχημάτων. 3.Οι κινητήρες των οχημάτων είναι σε συνεχή λειτουργία μέχρι την τελική κατάσβεση της πυρκαγιάς. 4.Οι σωλήνες των εγκαταστάσεων αριθμούνται από τον αυλό προς την αντλία. 5.Κατά την ενέργεια περιπολίας ή της προληπτικής πυροπροστασίας συγκεκριμένου χώρου το όχημα πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή ετοιμότητα έτσι ώστε σε περίπτωση ανάγκης να μπορεί να επέμβει χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση. Σελ. 270, 81016(α) Τεύχος 1173-Σελ. 26 148 Βασικές ενέργειες στις πυρκαγιές–παροχές βοηθείας (Άρθρ. 40 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.43.-1.Στις περιπτώσεις που κινδυνεύουν άτομα από πυρκαγιά ή άλλη αιτία, η διάσωση ενεργείται από ομάδα πυροσβεστών – διασωστών, οι οποίοι έχουν οριστεί από τον Αξιωματικό Υπηρεσίας με κριτήρια τη σωματική τους διάπλαση, την ψυχραιμία και τις λοιπές πνευματικές τους ιδιότητες. 2.Εάν χρειασθεί να γίνει εγκατάσταση για παροχή νερού απ’ ευθείας από υδροστόμιο και υπάρχει η δυνατότητα, αυτή γίνεται από ομάδα πυροσβεστών με τη βοήθεια του οδηγού. Κατά την εγκατάσταση η ομάδα φροντίζει να εξασφαλίζει τους σωλήνες από τα διερχόμενα οχήματα και από κάθε άλλη αιτία που είναι δυνατόν να προκαλέσει φθορά ή καταστροφή τους. 3.Οι φορητές κλίμακες χρησιμοποιούνται από ανάλογο αριθμό ανδρών που ορίζονται από τους επικεφαλής της εξόδου. Για την ανάπτυξη, χρήση και σύμπτηξη της κλίμακας τηρούνται όλοι οι κανόνες ασφαλείας. 4.Οι αντιπυρικές στολές, ή στολές αμμωνίας και οι αναπνευστικές συσκευές χρησιμοποιούνται όταν επιβάλλεται απ’ όλους τους άνδρες της εξόδου. 5.Ο επικεφαλής της εξόδου για τη μεταβίβαση εντολών ή οδηγιών στις ομάδες εργασίας όπου δεν μπορεί να παρευρίσκεται ο ίδιος, χρησιμοποιεί ασύρματα μέσα ή πυροσβέστη ως αγγελιοφόρο. 6.Σε περιπτώσεις μικρών πυρκαγιών, επιβάλλεται όπως στο στάδιο αναγνώρισης ο επικεφαλής ακολουθείται και από έναν υπαξιωματικό ή πυροσβέστη, ο οποίος θα κρατεί πυροσβεστήρα για την χρησιμοποίησή του στην κατάσβεση της μικροεστίας. Οι κλάδοι διάσωσης φέρονται από τους άνδρες της Α΄ ομάδας προσβολής. 7.Κατά την εκτέλεση των παραπάνω βασικών ενεργειών, εκτός από τους ορισμένους για την εκτέλεση κάθε μιας απ’ αυτές, όλοι οι υπάλληλοι είναι υποχρεωμένοι να αλληλοβοηθούνται με την επίβλεψη και τις οδηγίες του επικεφαλής της εξόδου. 8.Ο επικεφαλής οχήματος που ενεργεί προληπτική πυροπροστασία σε συγκεκριμένο χώρο, μόλις εγκατασταθεί στη θέση του, ενημερώνεται από τους αρμόδιους για την γενική κατάσταση και τις συνθήκες που επικρατούν, σε περιπτώσεις περιπολίας οφείλει να γνωρίζει την περιοχή ευθύνης του και τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτή. Καθήκοντα διευθύνοντος το κατασβεστικό έργο (Άρθρ. 41 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.44.-1.Ο επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων έχει την ευθύνη της διεύθυνσης και του συντονισμού του κατασβεστικού έργου. 2.Ενεργεί ταχεία αναγνώριση του χώρου, διαιρεί αυτόν σε τομείς, ορίζει σε κάθε τομέα υπεύθυνο αξιωματικό ή υπαξιωματικό και δίδει τις αναγκαίες γενικές οδηγίες αφού ιεραρχήσει τις βασικές ενέργειες κατά προτεραιότητα. 3.Κατανέμει τις πυροσβεστικές δυνάμεις και τα οχήματα στους τομεάρχες, καθορίζει το κατασβεστικό υλικό που θα χρησιμοποιηθεί ανάλογα με τη φύση των υλικών που καίγονται και επιβλέπει ο ίδιος στις ενέργειες διάσωσης. 4.Μεριμνά για την εξασφάλιση του αναγκαίου προσωπικού και του απαραίτητου αριθμού και είδους οχημάτων και μηχανημάτων και λοιπών κατασβεστικών υλικών και μέσων. Ιδιαίτερα φροντίζει να υπάρχει επάρκεια νερού και αν είναι δυνατόν διατάσσει την εγκατάσταση για τη συνεχή παροχή του από υδροστόμιο. 5.Δημιουργεί προσωρινό κέντρο επιχειρήσεων από όπου και συντονίζει το κατασβεστικό έργο και απομακρύνεται απ’ αυτό, μόνο όταν ειδικές συνθήκες επιβάλλουν την παρουσία του σε συγκεκριμένο σημείο ή για να διαμορφώσει προσωπική αντίληψη της κατάστασης. 6.Μεριμνά για να εξασφαλίζονται οι καλύτερες δυνατές συνθήκες και προϋποθέσεις εργασίας στους άνδρες και παίρνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ασφάλειά τους και αποφυγή ατυχημάτων σ’ αυτούς. 7.Απαγορεύει σε κάθε ξένο προς την Υπηρεσία παράγοντα να παρεμβαίνει στο έργο των πυροσβεστών και μεριμνά ο ίδιος για το συντονισμό εργασιών όταν χρειάζεται η συμμετοχή στο έργο και άλλων υπηρεσιών ή παραγόντων. 8.Απαγορεύει την παραμονή κάθε ατόμου στο χώρο διακίνησης και εργασίας του προσωπικού και των οχημάτων, με τη βοήθεια των αστυνομικών οργάνων και επιτρέπει μόνο σ’ αυτούς που έχουν νόμιμο συμφέρον και δικαίωμα και όταν κατά την κρίση του η παρέμβασή τους δεν δυσχεραίνει την εκτέλεση του πυροσβεστικού έργου. 9.Έχει υποχρέωση να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αποτροπή επέκτασης της πυρκαγιάς σε γειτονικά κτίρια, μεριμνώντας για την απομάκρυνση των ατόμων απ’ αυτά εάν επιβάλλεται. (Αντί για τη σελ. 270, 81017) Σελ. 270, 81017(α) Τεύχος 1173-Σελ. 27 149 10.Ενημερώνεται συνέχεια από τους τομεάρχες αξιωματικούς για την εξέλιξη της επιχείρησης και αναφέρει σχετικά στους προϊσταμένους του, σύμφωνα με τις διαταγές που ισχύουν. 11.Μεριμνά για τη διοικητική υποστήριξη του επιχειρησιακού έργου, τη δυνατότητα επιτόπιας παροχής πρώτων βοηθειών στους άνδρες, την επισκευή μικροζημιών στα οχήματα και μηχανήματα, τον εφοδιασμό των οχημάτων με καύσιμα και λιπαντικά τη διάθεση στο προσωπικό νερού, αναψυκτικών, γάλακτος και λοιπών ειδών διαφόρων αν είναι αναγκαίο. 12.Είναι υπεύθυνος για την κανονική εφαρμογή και υλοποίηση του σχεδίου επέμβασης αν υπάρχει, καθώς και του σχεδίου αντικατάστασης προσωπικού όταν η φύση της πυρκαγιάς επιβάλλει την παράταση των εργασιών πέρα από το κανονικό ωράριο εργασίας των υπαλλήλων ή οι ειδικές συνθήκες εργασίας επιβάλλουν την γρηγορότερη αντικατάσταση λόγω υπερβολικής κόπωσης. 13.Όταν κρίνει σκόπιμο απελευθερώνει δυνάμεις προσωπικού και οχημάτων που η παραμονή τους στον τόπο του συμβάντος δεν είναι αναγκαία και διατάσσει την επιστροφή τους στο Σταθμό. Μετά το τέλος της κατάσβεσης και πριν την αποχώρησή του από το συμβάν, ορίζει και οργανώνει τις εργασίες της αποκάθαρσης και την ομάδα επαγρύπνησης. 14.Καλεί το ανακριτικό τμήμα να προσέλθει στον τόπο της πυρκαγιάς για τη διερεύνηση των αιτίων της. Καθήκοντα τομεαρχών στις πυρκαγιές (Άρθρ. 42 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.45.-1.Ο αξιωματικός, πυρονόμος ή υπαξιωματικός τομεάρχης είναι υπεύθυνος για την καλή εκτέλεση των εργασιών κατάσβεσης που γίνονται απ’ όλους τους άνδρες που εργάζονται στον τομέα ευθύνης του. 2.Καθορίζει τις θέσεις εγκατάστασης των αυλών και δίνει συγκεκριμένες και σαφείς οδηγίες στους αυλοφόρους και τους άλλους άνδρες των ομάδων προσδιορίζοντας τα ακριβή σημεία προσβολής. 3.Μεριμνά για την ασφάλεια των ανδρών κατά τη διάρκεια της εργασίας τους και επιβλέπει να εκτελούν όλοι τα καθήκοντά τους συνεργαζόμενοι ήσυχα και ανενόχλητα. 4.Επιβλέπει για τη συνεχή παροχή νερού στους αυλούς σύμφωνα με τις ανάγκες των αυλοφόρων και την κανονική θέση και λειτουργία των οχημάτων και λοιπών εγκαταστάσεων. 5.Είναι υπεύθυνος για την χρησιμοποίηση από τους άνδρες των αναπνευστικών συσκευών, αντιπυρικών στολών ή στολών αμμωνίας αν είναι αναγκαίο και επιβλέπει ο ίδιος για το σωστό τρόπο χρήσης τους. 6.Εξασφαλίζει κάθε δυνατή βοήθεια στους εργαζόμενους άνδρες του και μεριμνά να τους διατίθενται όλα τα απαραίτητα υλικά, μέσα, συσκευές και λοιπά εργαλεία. 7.Κινείται συνέχεια στον τομέα ευθύνης του και διαπιστώνει την πιστή τήρηση των οδηγιών του προσπαθώντας να ικανοποιήσει κάθε αίτημα των ανδρών που θα συνέβαλε στην αποτελεσματικότερη κατάσβεση της πυρκαγιάς. 8.Απαγορεύει την παραμονή στον τομέα ευθύνης του σε κάθε άτομο ξένο προς την Υπηρεσία και συνεργάζεται με τους υπόλοιπους τομεάρχες για το συντονισμό των ενεργειών τους. 9.Ουδέποτε απομακρύνεται από τον τομέα του εκτός από τις περιπτώσεις που μεταβαίνει για ενημέρωση του διευθύντος το κατασβεστικό έργο ή για λήψη οδηγιών. 10.Εμψυχώνει τους άνδρες των ομάδων του με ήρεμο τρόπο για την αποτελεσματική και έγκαιρη κατάσβεση της πυρκαγιάς. 11.Σε περιπτώσεις που χρειάζεται να γίνει διάσωση ατόμων που κινδυνεύουν, μπαίνει ο ίδιος επικεφαλής της ομάδας διάσωσης και συντονίζει όλες τις ενέργειες για την επίτευξη του σκοπού αυτού. 12.Διατάσσει, τη μετακίνηση των εγκαταστάσεων σε άλλα σημεία του τομέα ευθύνης του ανάλογα με τις ειδικές συνθήκες, ή την προσωρινή παύση λειτουργίας τους αλλά ποτέ την κατάργησή τους χωρίς την έγκριση του επικεφαλής. Σελ. 270, 81018(α) Τεύχος 1173-Σελ. 28 150 Καθήκοντα αρχηγού ομάδας προσβολής πυρκαγιάς (Άρθρ. 43 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.4.-1.Στην Περιφερειακή Διοίκηση υπάγονται: α.Οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί των νομών της γεωγραφικής της δικαιοδοσίας. β.Τα Πυροσβεστικά Συνεργεία και τα Κλιμάκια αυτών, εκτός του Πυροσβεστικού Συνεργείου Αθηνών που υπάγεται απευθείας στο Αρχηγείο. 2.Η διάρθρωση των γραφείων της Περιφερειακής Διοίκησης είναι η εξής: α.Τμήμα Διοικητικό στο οποίο υπάγονται: (1)Το γραφείο της Γραμματείας. (2)Το γραφείο του Προσωπικού. (3)Το γραφείο Δημοσίων Σχέσεων. β.Τμήμα Πυρασφάλειας στο οποίο υπάγονται: (1)Το γραφείο Προληπτικής και Κατασταλτικής Πυρασφάλειας. (2)Το γραφείο Ανακριτικού. (3)Το γραφείο Δημοσίου Κατηγόρου. (4)Το γραφείο Επιχειρήσεων. (5)Το γραφείο Π.Σ.Ε.Α. γ.Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης στο οποίο υπάγονται: (1)Το γραφείο Κίνησης. (2)Το γραφείο Οικονομικού. (3)Το γραφείο Υγειονομικού. (4)Το γραφείο Διαχείρισης Υλικού. 3.Η Διαχείριση Χρηματικού Αθηνών υπάγεται στην Υποδιοίκηση Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Αθηνών. 4.Η διεξαγωγή της αλληλογραφίας στην Περιφερειακή Διοίκηση διεξάγεται από τη Γραμματεία της Περιφερειακής Διοίκησης. Σελ. 270,806(α) Τεύχος 1173-Σελ. 6 128 Διάρθρωση και αρμοδιότητες Υποδιοίκησης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας (Άρθρ. 5 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.46.-1.Οι αρχηγοί των ομάδων (αυλοφόροι) όταν φθάσουν στον τόπο της πυρκαγιάς ακολουθούν τον επικεφαλής της εξόδου στην αναγνώριση και μόλις τους δοθεί απ’ αυτόν η εντολή για εγκατάσταση τρέχουν προς το όχημα, δίνουν τις σχετικές εντολές στους άνδρες των ομάδων τους και αμέσως ενεργούν τις εγκαταστάσεις τοποθετώντας τους αυλούς που οι ίδιοι χειρίζονται στα σημεία που τους προσδιόρισε ο επικεφαλής. 2.Παίρνουν την κατάλληλη θέση για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη προσβολή της πυρκαγιάς, φροντίζοντας πάντα τα σημεία που ευρίσκονται να τους παρέχουν την ευχέρεια της μετακίνησης για την καλύτερη εκμετάλλευση της βολής και την ατομική τους ασφάλεια. 3.Φροντίζουν όπως το κατασβεστικό υλικό που εκτοξεύουν με τους αυλούς τους, φθάνει και προσβάλλει ακριβώς την εστία της πυρκαγιάς και χρησιμοποιούν έτσι τις βολές τους ώστε να γίνεται πλήρης εκμετάλλευση των κατασβεστικών ικανοτήτων του. 4.Όταν χρησιμοποιούν νερό ακολουθούν και εφαρμόζουν για την χρήση των βολών τους γενικούς κανόνες κατάσβεσης. 5.Όταν είναι δυνατόν συνεργάζονται με τους υπόλοιπους αυλοφόρους και συντονίζουν τις βολές των αυλών τους για την καθολική και ταυτόχρονη προσβολή της πυρκαγιάς, επιτυγχάνοντας τη γρήγορη κατάσβεσή της. 6.Οι αρχηγοί ομάδων προληπτικής πυροπροστασίας κατά την παραμονή των ομάδων στο συγκεκριμένο χώρο φροντίζουν να γνωρίζουν οι άνδρες της ομάδας τους το αντικείμενο της αποστολής τους, τον τρόπο ενέργειας σε περίπτωση ανάγκης, να μην απομακρύνονται από το όχημα και γενικά να είναι σε διαρκή ετοιμότητα. Καθήκοντα υπαρχηγού ομάδας προσβολής πυρκαγιάς (Άρθρ. 44 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.47.-1.Οι υπαρχηγοί των ομάδων προσβολής είναι άμεσοι βοηθοί των αυλοφόρων και ενεργούν σύμφωνα με τις εντολές και οδηγίες τους. Όταν δοθεί η εντολή της εγκατάστασης αυλού στην ομάδα τους, αναλαμβάνουν την υποχρέωση της εκτύλιξης και σύνδεσης των σωλήνων και παίρνουν θέση δίπλα στους αυλοφόρους. 2.Βοηθούν τους αυλοφόρους στο έργο τους και μεριμνούν για την ασφάλειά τους. Τους αντικαθιστούν στα καθήκοντά τους και τους ενημερώνουν για την πορεία της πυρκαγιάς στον τομέα τους. 3.Μεταβιβάζουν τις παρατηρήσεις των αυλοφόρων στους βοηθούς των ομάδων και στους οδηγούς των οχημάτων των εγκαταστάσεων. 4.Εξασφαλίζουν την επικοινωνία μεταξύ των αυλοφόρων και αποτελούν τους συνδέσμους μεταξύ αυτών και των τομεαρχών. Καθήκοντα βοηθού ομάδας προσβολής πυρκαγιάς (Άρθρ. 45 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.48.-1.Οι βοηθοί των ομάδων ακολουθούν τις οδηγίες των υπαρχηγών για την εγκατάσταση των αυλών και μαζί μ’ αυτούς ενεργούν την εκτύλιξη και σύνδεση των σωλήνων, εγκαθιστούν τα δίκρουνα–τρίκρουνα και τα υπόλοιπα εργαλεία που είναι απαραίτητα για την ενέργεια της εγκατάστασης. 2.Παρακολουθούν συνέχεια την εγκατάσταση και είναι υπεύθυνοι για την καλή λειτουργία και την ασφάλειά της. Ενεργούν κάθε εργασία που είναι αναγκαία για την μετακίνηση–επιμήκυνση ή σμίκρυνση της εγκατάστασης. Παρακολουθούν την παροχή νερού από τα δίκρουνα–τρίκρουνα και ρυθμίζουν τη ροή των κρουνών τους σύμφωνα με τις επιθυμίες των αυλοφόρων. 3.Δίδουν στους αρχηγούς και υπαρχηγούς των αυλών κάθε εργαλείο ή μέσο απαραίτητο για την κατάσβεση της πυρκαγιάς και φροντίζουν για την επανατοποθέτησή του στο όχημα ή την παράδοσή του στον υπεύθυνο οδηγό. 4.Διαβιβάζουν στους αρχηγούς των ομάδων κάθε διαταγή ή οδηγία του τομεάρχη και των αυλοφόρων προς τους οδηγούς των οχημάτων. 5.Κατά τη συσκευασία βοηθούν στη μεταφορά των σωλήνων και λοιπών ανταλλακτικών από τον τόπο της πυρκαγιάς στα οχήματα και βεβαιώνονται για την ολική συγκέντρωσή τους. Καθήκοντα αρχιοδηγού στην πυρκαγιά (Άρθρ. 46 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.49.-1.Ο αρχιοδηγός στον τόπο της πυρκαγιάς ρυθμίζει την κίνηση των οχημάτων, φροντίζει για τον ανεφοδιασμό τους σε νερό ή άλλο κατασβεστικό υλικό έτσι ώστε να υπάρχει επάρκεια και να μη παρουσιάζονται δυσχέρειες στην εργασία των αυλών. (Αντί για τη σελ. 270, 81019) Σελ. 270, 81019(α) Τεύχος 1173-Σελ. 29 151 2.Είναι υπεύθυνος για την τροφοδότηση των οχημάτων και μηχανημάτων σε καύσιμα και λιπαντικά και φροντίζει για τη λήψη κάθε αναγκαίου μέτρου για την κανονική λειτουργία τους και την αποφυγή ζημιών. 3.Ευρίσκεται σε άμεση και συνεχή επαφή με τους τομεάρχες και τους οδηγούς και φροντίζει για τον ανεφοδιασμό των οχημάτων σε υλικά, μέσα και εργαλεία που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση του κατασβεστικού έργου. 4.Περιορίζεται στην τεχνική επίβλεψη των οχημάτων και μηχανημάτων στην καθοδήγηση των οδηγών και συμμορφώνεται με τις διαταγές και οδηγίες του επικεφαλής. 5.Αναφέρει στον επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων για τις τυχόν βλάβες των οχημάτων και μηχανημάτων και μεριμνά για την ταχεία αποκατάστασή τους. Καθήκοντα οδηγών οχημάτων στην πυρκαγιά (Άρθρ. 47 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.50.-1.Οι οδηγοί των οχημάτων και μηχανημάτων είναι υπεύθυνοι για την καλή λειτουργία των οχημάτων και είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με τις οδηγίες και διαταγές του επικεφαλής της εξόδου και του αρχιοδηγού. 2.Είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν το είδος των εργαλείων και εξαρτημάτων που υπάρχουν στο όχημά τους και την ακριβή θέση τους σ’ αυτό. Δίδουν στους άνδρες των ομάδων όποιο απ’ αυτά τους ζητηθεί και φροντίζουν να το επανατοποθετήσουν στη θέση του πριν την αναχώρηση από τον τόπο του συμβάντος. 3.Παρακολουθούν τη λειτουργία του οχήματος και της αντλίας και αναφέρουν τυχόν βλάβη ή φθορά που παρουσιάζεται, στον επικεφαλής και τον αρχιοδηγό. Παρακολουθούν συνέχεια τους άνδρες των ομάδων και συμμορφώνονται με τις υποδείξεις τους σχετικά με την αυξομείωση της πίεσης στην αντλία ή τη χρησιμοποίηση ανάλογου κατασβεστικού υλικού. 4.Διατηρούν τον κινητήρα του οχήματος σε λειτουργία μέχρι να τελειώσουν οι κατασβεστικές εργασίες και διακόπτουν αυτή ενδιάμεσα μόνο μετά από διαταγή του τομεάρχη. Βοηθούν στη συσκευασία των εγκαταστάσεων μετά το τέλος του κατασβεστικού έργου και όταν επιστρέφουν στο Σταθμό αναφέρουν στον αρχιοδηγό κάθε βλάβη, φθορά ή απώλεια που τυχόν παρουσιάσθηκε στο όχημά τους και συμπληρώνουν στο δελτίο κίνησης του οχήματος, όλα τα απαραίτητα στοιχεία. Συσκευασία και επιστροφή πυροσβεστικών εξόδων (Άρθρ. 48 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.51.-1.Μετά το τέλος του κατασβεστικού έργου, όλοι οι υπάλληλοι συγκεντρώνουν τα εργαλεία και ανταλλακτικά που χρησιμοποιήθηκαν και τα παραδίδουν στους οδηγούς των οχημάτων, οι οποίοι τα τοποθετούν στις θέσεις τους. Οι σωλήνες πριν τυλιχτούν αποστραγγίζονται καλά. Η διαταγή της αναχώρησης δίδεται από τον επικεφαλής, οπότε οι άνδρες επιβιβάζονται στα οχήματα και κάθονται στις θέσεις τους κανονικά. 2.Όταν η έξοδος επιστρέψει στο Σταθμό, οι οδηγοί αντικαθιστούν τις βρεγμένες σωλήνες με άλλες, οι αρχιοδηγοί επιθεωρούν τα οχήματα, επιβλέπουν για τη συμπλήρωση των καυσίμων και λιπαντικών, τον εφοδιασμό με ανάλογα κατασβεστικά υλικά και το γενικότερο εξοπλισμό τους ώστε να είναι έτοιμα για νέα έξοδο. 3.Ο Αρχιοδηγός οφείλει να αναφέρει στον Αξιωματικό Υπηρεσίας, κάθε ανωμαλία ή βλάβη που παρουσιάστηκε στα οχήματα, εξαρτήματα και λοιπά εργαλεία. 4.Ο επικεφαλής της εξόδου μετά την επάνοδο από την πυρκαγιά, υποβάλλει στη Διοίκηση του Σταθμού αναφορά, στην οποία περιλαμβάνονται όλα τα συμβάντα σύμφωνα με τις διαταγές που ισχύουν. Σελ. 270, 81020(α) Τεύχος 1173-Σελ. 30 152 Αμοιβαία ενίσχυση Πυροσβεστικών Σταθμών (Άρθρ. 49 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.52.-1.Εάν ο επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων κατά την αντιμετώπιση σοβαρού συμβάντος διαπιστώσει ότι χρειάζεται ενισχύσεις σε προσωπικό ή οχήματα και μηχανήματα, έχει την υποχρέωση να καλέσει αμέσως ενισχύσεις από το Σταθμό τους και από άλλους Πυροσβεστικούς Σταθμούς της πόλης. 2.Σε περίπτωση σοβαρών και μεγάλων συμβάντων οι πόλεις των Αθηνών και του Πειραιά θεωρούνται ως μία και επιβάλλεται η αμοιβαία συνδρομή τους. 3.Εάν οι δυνάμεις Σταθμού ασχολούνται με την κατάσβεση πυρκαγιάς στην περιοχή ευθύνης του και υπάρξει ανάγκη κατάσβεσης και άλλης πυρκαγιάς στην ίδια περιοχή, το έργο αυτό αναλαμβάνει ο πλησιέστερος Πυροσβεστικός Σταθμός. 4.Με διαταγές των Περιφερειακών Διοικητών ρυθμίζεται ο τρόπος αμοιβαίας υποστήριξης του επιχειρησιακού έργου μεταξύ Υπηρεσιών της αυτής Περιφερειακής Διοίκησης. 5.Με διαταγές του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος ρυθμίζεται ο τρόπος αμοιβαίας υποστήριξης του επιχειρησιακού έργου μεταξύ των Περιφερειακών Διοικήσεων, οι διατιθέμενες για το σκοπό αυτό δυνάμεις σε προσωπικό και οχήματα καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Καθήκοντα Προϊσταμένου Συνεργείου (Άρθρ. 50 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.53.-1.Ο Προϊστάμενος του Συνεργείου έχει τις ευθύνες, υποχρεώσεις και δικαιώματα που απορρέουν από τις διατάξεις του Κανονισμού αυτού για το Διοικητή Πυροσβεστικού Σταθμού, που εφαρμόζονται ανάλογα και γι’ αυτόν. 2.Εκτός από τα καθήκοντα της προηγούμενης παραγράφου ο Προϊστάμενος του Συνεργείου έχει και τα εξής ειδικά καθήκοντα: α.Είναι υπεύθυνος απέναντι στον Περιφερειακό Διοικητή ή τον Αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος για την έγκαιρη αποκατάσταση των ζημιών και την ταχεία έξοδο των οχημάτων από το Συνεργείο. β.Δέχεται και διαβιβάζει ιεραρχικά κάθε εισήγηση σχετικά με την προμήθεια διαφόρων μηχανημάτων και εργαλείων που είναι απαραίτητα για την καλή εκτέλεση των εργασιών. γ.Για την μείωση του αριθμού των οχημάτων ή μηχανημάτων, που επισκευάζονται και είναι ακινητοποιημένα, λόγω έλλειψης ανταλλακτικών, ζητάει την έγκριση της Περιφερειακής Διοίκησης ή του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος για την αφαίρεση ανταλλακτικών από άλλο ακινητοποιημένο όχημα και την τοποθέτησή του σε άλλο για τη γρήγορη επισκευή και έξοδό του από το Συνεργείο με τους εξής περιορισμούς: (1) Η προμήθεια του ανταλλακτικού που θα αφαιρεθεί να είναι εξασφαλισμένη. (2) Το ανταλλακτικό να χρεώνεται στο βιβλίο του οχήματος που θα τοποθετηθεί και (3) Η κατάσταση του ανταλλακτικού που θα αφαιρεθεί να υπολείπεται ελάχιστα από το καινούργιο. δ.Ζητάει από την προϊσταμένη του αρχή την έγκριση για τη χορήγηση από τη Γενική Αποθήκη Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος των υλικών που είναι απαραίτητα για την επισκευή κάποιου οχήματος ή μηχανήματος. ε.Είναι υποχρεωμένος να παραδίδει τα άχρηστα υλικά που προέκυψαν από τις εργασίες επισκευής ή κατασκευής, στη Γενική Αποθήκη Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος όταν πρόκειται για το Συνεργείο Αθηνών, για δε τα Συνεργεία των άλλων πόλεων, στις διαχειρίσεις υλικών τους. στ.Στο τέλος κάθε έτους υποβάλλει στην προϊσταμένη του αρχή έκθεση σχετικά με την κατάσταση των μηχανημάτων και εργαλείων του Συνεργείου, τις φθορές που έχουν υποστεί, αντικαταστάσεις που έγιναν και ελλείψεις που υπάρχουν. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται στη συνέχεια στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος. ζ.Τηρεί με ευθύνη του τα παρακάτω βιβλία: (1) Πρωτόκολλο αλληλογραφίας. (2) Βιβλία Ημερήσιων Διαταγών. (3) Βιβλίο διεκπεραιώσεως. (4) Βιβλίο ημερήσιας αναφοράς. (5) Ατομικά βιβλιάρια αξιωματικών και κατωτέρων υπαλλήλων του Συνεργείου και (6) Κάθε άλλο βιβλίο που κρίνει απαραίτητο ή διαταχθεί από τους προϊσταμένους του. 3.Ο Προϊστάμενος του Συνεργείου επιδιώκει τη στενή συνεργασία μεταξύ των τμημάτων του Συνεργείου με σκοπό την ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση της εργασίας του Συνεργείου. 4.Εκδίδει βασικές διαταγές και οδηγίες σχετικά με τον τρόπο εκτέλεσης των εργασιών από τα διάφορα τμήματα, προτρέποντας τους υφισταμένους του στην ανάπτυξη πρωτοβουλίας και (Αντί για τη σελ. 270, 81021) Σελ. 270, 81021(α) Τεύχος 1173-Σελ. 31 153 εφευρετικότητας στην εκτέλεση της εργασίας τους. 5.Επιβλέπει προσωπικά για την εκτέλεση των διαταγών, την εφαρμογή των οδηγιών, τον τρόπο εκτέλεσης των εργασιών και για τη γενικότερη αποδοτικότητα του Συνεργείου, φροντίζει να διαπιστώνει τις τυχόν παρατηρούμενες ελλείψεις και να θεραπεύει αυτές, με τις συμβουλές και την εκπαίδευση του προσωπικού, με τη σωστή κατανομή αυτού, με την κατάλληλη χρησιμοποίηση και συντήρηση των τεχνικών μέσων που διατίθενται. 6.Δέχεται τις εισηγήσεις και προτάσεις των υφισταμένων του και αποφασίζει για κάθε θέμα που προκύπτει και φέρει την ευθύνη για κάθε πράξη ή παράλειψη των υπαλλήλων του Συνεργείου. 7.Είναι υπεύθυνος για τη φύλαξη, καλή συντήρηση και λειτουργία των μηχανημάτων, εργαλείων και κάθε είδους υλικού του Συνεργείου. 8.Επιβλέπει όπως οι τεχνικοί του Συνεργείου εργάζονται αποκλειστικά στις εργασίας που τους αντιτίθενται και απασχολούνται συνέχεια τις εργάσιμες ώρες με εργασίες κατασκευών, επισκευών, συντήρησης και εκπαίδευσης. 9.Γνωματεύει για κάθε τεχνικό θέμα, όταν καλείται από την ιεραρχία, προτείνοντας τη λήψη των κατάλληλων μέτρων για την καλύτερη και αποδοτικότερη οργάνωση του Συνεργείου. 10.Προτείνει την προμήθεια διαφόρων μηχανημάτων και εργαλείων, που θεωρεί απαραίτητα για την καλή λειτουργία του Συνεργείου. 11.Ευθύνεται για κάθε ανωμαλία ή τεχνική έλλειψη του Συνεργείου, την οποία μπορούσε να προβλέψει και να προλάβει ή να αποκαταστήσει αναφέροντας έγκαιρα στους προϊσταμένους τους. 12.Λαμβάνει γνώση της αλληλογραφίας, χαρακτηρίζει και διεκπεραιώνει αυτή που έχει σχέση με το αντικείμενό του σύμφωνα με τις διαταγές που ισχύουν. Κατανέμει τα έγγραφα στους τμηματάρχες που είναι και υπεύθυνοι για την εκτέλεση των εργασιών που αναφέρονται σ’ αυτά. 13.Ο Προϊστάμενος του Συνεργείου όταν απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από τον ανώτερο ή αρχαιότερο απ’ τους αξιωματικούς τεχνικούς. Καθήκοντα τμηματαρχών Συνεργείου (Άρθρ. 51 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.54.-1.Καθήκοντα τμηματαρχών Συνεργείου εκτελούν αξιωματικοί και πυρονόμοι τεχνικοί, οι οποίοι τοποθετούνται με την ημερήσια διαταγή από τον Προϊστάμενο του Συνεργείου. 2.Ο Τμηματάρχης είναι υπεύθυνος απέναντι στον προϊστάμενο του Συνεργείου για κάθε εργασία που εκτελείται στο τμήμα του. 3.Οφείλει να γνωρίζει την τεχνική ικανότητα και επιδεξιότητα των ανδρών του τμήματός του και κατανέμει την εργασία σ’ αυτούς, καθορίζει το χρόνο εκτέλεσης των εργασιών και επιβλέπει εάν οι εντολές και οδηγίες του τηρούνται με ακρίβεια. 4.Αποφασίζει για την αντικατάσταση εξαρτημάτων και βεβαιώνεται για την τοποθέτηση των ανταλλακτικών στο επισκευαζόμενο όχημα ή μηχάνημα. 5.Εισηγείται στο τεχνικό γραφείο την προμήθεια των ανταλλακτικών που απαιτούνται για την επισκευή οχήματος ή μηχανήματος και προσυπογράφει το σχετικό προϋπολογισμό δαπάνης, εφόσον αυτά δεν υπάρχουν στη Γενική Αποθήκη Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος. 6.Είναι συνυπεύθυνος με τους τεχνίτες για τη διαφύλαξη, συντήρηση και καλή χρησιμοποίηση των χορηγουμένων στο τμήμα του, από τον προϊστάμενο του Συνεργείου εργαλείων και υλικών. 7.Μπορεί να χρησιμοποιεί τους τεχνίτες του τμήματός του κατά τέτοιο τρόπο ώστε ούτε φόρτος εργασίας να παρατηρείται αλλά και οι χαρακτηριζόμενες σαν επείγουσες εργασίες να εκτελούνται γρήγορα. 8.Στο τέλος κάθε μήνα ενεργεί επιθεώρηση στα μηχανήματα και εργαλεία του τμήματός του, υποβάλλει λεπτομερή έκθεση για την κατάστασή τους και προτείνει την αντικατάσταση των ακατάλληλων. 9.Στους αξιωματικούς–τεχνικούς πρέπει ν’ ανατεθούν και περισσότερα από ένα τμήματα. 10.Οι αξιωματικοί και πυρονόμοι–τεχνικοί τμηματάρχες συμμετέχουν στις κατασκευαστικές ή επισκευαστικές εργασίες των τμημάτων τους μαζί με τους λοιπούς τεχνικούς, εφόσον αυτό είναι δυνατόν. Σελ. 270, 81022(α) Τεύχος 1173-Σελ. 32 154 Καθήκοντα τεχνικών (Άρθρ. 52 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.55.-1.Καθήκοντα τεχνικών εκτελούν πυρονόμοι, υπαξιωματικοί και πυροσβέστες τεχνικοί. 2.Εκτελούν τις διαταγές των τμηματαρχών, ενεργούν σύμφωνα με τις οδηγίες τους και είναι υπεύθυνοι απέναντί τους για την ποιοτική και ποσοτική εκτέλεση κάθε εργασίας που τους ανατίθεται. 3.Ο τεχνίτης πρέπει να εργάζεται ευσυνείδητα, να συνεργάζεται με τους προϊσταμένους και υφισταμένους του, να μεταδίδει τις γνώσεις του, να σέβεται τις γνώμες των άλλων τεχνικών για να προάγεται η απόδοση στις εκτελούμενες εργασίες και να έχει πάντοτε υπόψη του ότι από την καλή εκτέλεση της εργασίας τους εξαρτάται η επιτυχία του κατασβεστικού και διασωστικού έργου, πολλές φορές δε και αυτή η ζωή των συναδέλφων του. 4.Όταν κατά την πρόοδο της επισκευής διαπιστώνει βλάβη ή φθορά που δεν περιλαμβάνεται στο προβλεπόμενο υπόδειγμα, ενημερώνει τον τμηματάρχη του και προβαίνει στην επιδιόρθωσή της, εφόσον δεν απαιτούνται ανταλλακτικά, διαφορετικά ακολουθεί την προβλεπόμενη διαδικασία. 5.Εάν ο τμηματάρχης ή ο τεχνίτης διαπιστώσει ότι φθορά ή βλάβη κάποιου ανταλλακτικού προκλήθηκε από κακή χρήση ή λίπανση, το αναφέρει γραπτά στον προϊστάμενο του Συνεργείου. Ο προϊστάμενος διατάσσει τη σύγκληση της τεχνικής επιτροπής, που αποφαίνεται για την αιτία της φθοράς και τους τυχόν υπεύθυνους, συντάσσοντας σχετικό πρακτικό που υποβάλλεται στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος. 6.Οι τεχνίτες ευθύνονται για τη διαφύλαξη και καλή χρησιμοποίηση των μηχανημάτων, εργαλείων και λοιπών υλικών που τους έχει εμπιστευθεί η Υπηρεσία και χρησιμοποιούν αυτό μόνο για το σκοπό που προορίζονται. Είσοδος πυροσβεστικού οχήματος ή μηχανήματος στο Συνεργείο (Άρθρ. 53 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.5.-1.Οι Υποδιοικήσεις Πυροσβεστικών Υπηρεσιών είναι ανεξάρτητες Υπηρεσίες, έχουν στη δικαιοδοσία τους τους Πυροσβεστικούς Σταθμούς της πόλης στην οποία έχουν συσταθεί και υπάγονται στην οικεία Περιφερειακή Διοίκηση Πυροσβεστικών Υπηρεσιών. 2.Η Υποδιοίκηση Πυροσβεστικής Υπηρεσίας έχει τη διάρθρωση της παρ. 2 του άρθρ. 4 του παρόντος Δ/τος. Διάρθρωση και αρμοδιότητες Πυροσβεστικής Υπηρεσίας (Άρθρ. 6 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.56.-1.Το όχημα ή το μηχάνημα που εισέρχεται για επισκευή, πρέπει να συνοδεύεται εάν είναι δυνατόν από τον οδηγό ή χειριστή στα χέρια του οποίου σημειώθηκε η βλάβη. 2.Ο συνοδός του οχήματος ή μηχανήματος πρέπει να είναι εφοδιασμένος με σημείωμα εισόδου στο Συνεργείο «ΕΝΤΟΛΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΚΕΥΗΣ ΟΧΗΜΑΤΟΣ» που εκδίδεται σύμφωνα με τις διαταγές του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος που ισχύουν κάθε φορά. 3.Το όχημα όταν εισέλθει στο Συνεργείο υποβάλλεται σε λεπτομερειακό έλεγχο από τον ειδικό τεχνίτη–επιθεωρητή του Συνεργείου και τους αρμόδιους τμηματάρχες και πέρα από τα αναφερόμενα στην «εντολή επιθεώρησης και επισκευή οχήματος» τυχόν δε παρατηρήσεις εγγράφονται σε ειδικό έντυπο. Ο προϊστάμενος του Συνεργείου, με βάση το ειδικό αυτό έντυπο και την παραπάνω εντολή, εκτιμά ελεύθερα για τη σκοπιμότητα της εισαγωγής ή όχι του οχήματος στο Συνεργείο και σε καταφατική περίπτωση καταχωρείται η εισαγωγή στο βιβλίο εισερχομένων οχημάτων και μηχανημάτων και ανοίγεται ειδική καρτέλλα στην οποία εγγράφονται όλα τα σχετικά με την επισκευή του συγκεκριμένου οχήματος, το χρόνο που θα απαιτηθεί καθώς και οι βλάβες ή φθορές εξαρτημάτων που διαπιστώνονται κατά τη διάρκεια των εργασιών. 4.Όταν πρόκειται για γενική επισκευή του πυροσβεστικού οχήματος ή μηχανήματος ή για κατασκευή πυροσβεστικών εξαρτημάτων ή επιβατηγών ή φορτηγών οχημάτων του Πυροσβεστικού Σώματος που δεν υπάγονται στην πάγια προκαταβολή συντήρησης πυροσβεστικών οχημάτων και για τα οποία απαιτείται μεγάλη δαπάνη, υποβάλλεται προϋπολογισμός δαπάνης για την προμήθεια ανταλλακτικών σύμφωνα με το Δ/γμα αυτό. 5.Μετά το τέλος της επισκευής ο τμηματάρχης συμπληρώνει την καρτέλλα σημειώνοντας στην ειδική στήλη τα ονοματεπώνυμα των τεχνιτών που επισκεύασαν το όχημα και την παραδίδει στο τεχνικό γραφείο. Καθήκοντα Κυβερνήτη πυροσβεστικών πλοιαρίων (Άρθρ. 54 Π.Δ. 8/1991, άρθρ. 50 παρ. 3 Π.Δ. 426/1991) Άρθρ.57.-1.Σε θέσεις των Κυβερνητών πυροσβεστικών πλοιαρίων ορίζονται οι Αρχιπυροσβέστες, Πυρονόμοι και Αξιωματικοί Κυβερνήτες–Πλοηγοί από τους υπηρετούντες σε κάθε Λιμενικό Πυροσβεστικό Σταθμό υπαγόμενοι στις άμεσες διαταγές του Διοικητή του Πυροσβεστικού Σταθμού. 2.Κατά το διάστημα της υπηρεσίας του ο κυβερνήτης δεν απομακρύνεται από τη θέση του, εκτελεί με ακρίβεια και τάξη τη διεξαγωγή της εσωτερικής υπηρεσίας του πλοιαρίου και είναι υπεύθυνος απέναντι στο Διοικητή για κάθε ανωμαλία ή καθυστέρηση που παρατηρείται. (Μετά τη σελ. 270, 81022(α) Σελ. 270, 81023 Τεύχος 1173-Σελ. 33 155 3.Επιβλέπει για την ακριβή εκτέλεση των καθηκόντων όλου του πληρώματος και μεριμνά για την εφαρμογή του προγράμματος που αναφέρεται στη ναυτική εκπαίδευση του πληρώματος. 4.Είναι υπεύθυνος για την καθαριότητα, την ασφάλεια και καλή κατάσταση και λειτουργία του πλοιαρίου και ενεργεί για την αποκατάσταση τυχόν βλαβών και ελλείψεων. 5.Μετά την ώρα της αλλαγής της υπηρεσίας του πληρώματος δεν εγκαταλείπει τη θέση του εάν δεν παραδώσει κανονικά στον αντικαταστάτη του. 6.Είναι υπεύθυνος για την ταχεία και ασφαλή μετάβαση και επιστροφή του πλοιαρίου στο σημείο πυρκαγιάς. 7.Είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει καλά τις ονομασίες των διαφόρων θέσεων του λιμανιού και τις λιμενικές εγκαταστάσεις, τα οποία πρέπει να φαίνονται σε πίνακα που υπάρχει στο πλοιάριο. 8.Εισηγείται στο Διοικητή ή σε περίπτωση απουσίας του στον Αξιωματικό Υπηρεσίας του Σταθμού τη χορήγηση ή όχι ολιγόωρης άδειας σε περίπτωση ανάγκης στους άνδρες του πληρώματος του πλοιαρίου του. Όμοια ενεργεί και στην περίπτωση που η ολιγόωρη άδεια με αντικατάσταση αφορά τον ίδιο. 9.Προνοεί για την απομάκρυνση κάθε εμποδίου για την απρόσκοπτη και άμεση αναχώρηση του πλοιαρίου κάθε στιγμή. 10.Είναι υπεύθυνος για την κίνηση του πλοιαρίου από το αγκυροβόλιό του, τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα για την αποφυγή γρήγορης φυκίωσης των υφάλων του. 11.Τηρεί με προσοχή και ενημερώνει ιδιόχειρα με μεγάλη χρονική ακρίβεια και σε συνεργασία με το Μηχανικό, το ημερολόγιο του πλοιαρίου στο οποίο αναγράφονται με λεπτομέρεια οι κινήσεις του σκάφους του, τα διανυθέντα μίλια, η ώρα εκκίνησης και επιστροφής, ο λόγος της κίνησης, η καύσιμη ύλη που καταναλώθηκε και κάθε άλλο που έχει σχέση με την κίνηση ή στάθμευση του πλοιαρίου. Ενημερώνει με το μηχανικό υπηρεσίας το βιβλίο κίνησης μηχανών του πλοιαρίου. 12.Κατά την αλλαγή της υπηρεσίας του, συνυπογράφει με το μηχανικό το ημερολόγιο του πλοιαρίου και το βιβλίο κίνησης μηχανών. 13.Είναι υπεύθυνος για την οδήγηση του πλοίου στην πυρκαγιά ή στο συγκεκριμένο σημείο σε περίπτωση άσκησης για τον τρόπο πλεύρισης, παραβολής ή προσέγγισης στο καιόμενο πλοίο και για κάθε κίνηση του σκάφους. Για τις κινήσεις αυτές ενεργεί κατά την κρίση του, μη υπακούοντας στις διαταγές ουδενός εάν διατρέχει κίνδυνο ή ασφάλεια του σκάφους. 14.Σε περίπτωση ανυπακοής για τους λόγους της προηγούμενης παραγράφου, είναι υποχρεωμένος όταν επαναφέρει το πλοιάριο στο αγκυροβόλιό του, να υποβάλει γραπτή αναφορά, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους διατυπώθηκε η άρνησή του. Τους λόγους αυτούς αναγράφει και στο ημερολόγιο του πλοιαρίου. 15.Ο κυβερνήτης του πυροσβεστικού πλοιαρίου ευθύνεται για τον έγκαιρο εφοδιασμό τους σκάφους του με πόσιμο νερό και για την καθαριότητα και απολύμανση των δεξαμενών όταν αυτές έχουν ανάγκη, αναφέροντας έγκαιρα στο Διοικητή του Σταθμού. Καθήκοντα Μηχανικού πυροσβεστικών πλοιαρίων (Άρθρ. 55 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.58.-1.Στην υπηρεσία μηχανικού πυροσβεστικού πλοιαρίου ορίζονται πλοηγοί μηχανικοί από τους υπηρετούντες σε κάθε λιμενικό Πυροσβεστικό Σταθμό υπαγόμενοι στις άμεσες διαταγές του Κυβερνήτη του πυροσβεστικού πλοιαρίου. 2.Κατά το διάστημα της υπηρεσίας του, ο μηχανικός δεν απομακρύνεται από τη θέση του ούτε την εγκαταλείπει μετά την αλλαγή της φυλακής εάν δεν έλθει ο αντικαταστάτης του. Σελ. 270, 81024 Τεύχος 1173-Σελ. 34 156 3.Κατανέμει το προσωπικό των βοηθών χειριστών μηχανικών στις ανάλογες εργασίες και τους καθοδηγεί κατά την εκτέλεση των εργασιών αυτών, έχοντας την ευθύνη για κάθε συντήρηση, επισκευή, καθαριότητα και λειτουργία στο χώρο του μηχανοστασίου. 4.Ευθύνεται για κάθε ανωμαλία ή τεχνική έλλειψη, που μπορούσε να προβλέψει και μεριμνά για τον εφοδιασμό των απαραίτητων μέσων, εργαλείων και υλικών, για την απρόσκοπτη λειτουργία των μηχανών και μηχανικών εγκαταστάσεων του πλοιαρίου. 5.Είναι υπεύθυνος για την άμεση θέση σε κίνηση των μηχανών του πλοιαρίου και την καλή λειτουργία αυτών και των υπόλοιπων εγκαταστάσεων του πλοιαρίου. Θέτει καθημερινά σε δοκιμαστική λειτουργία τις μηχανές του πλοιαρίου για μικρό χρονικό διάστημα. 6.Στο τέλος του μήνα υποβάλλει στον κυβερνήτη του πλοίου έκθεση για την κατάσταση των μηχανών, μηχανικών εγκαταστάσεων του πλοιαρίου, εργαλείων, τις φθορές που παρατηρήθηκαν και τις αντικαταστάσεις που έγιναν. 7.Είναι υπεύθυνος για τον τρόπο λειτουργίας των μηχανών τις οποίες ρυθμίζει κατά την κρίση του χωρίς να υποχρεούται να συμμορφωθεί προς τις υποδείξεις άλλων. 8.Είναι υπεύθυνος για τον εφοδιασμό του πλοιαρίου με υγρά καύσιμα και λιπαντικά και αναφέρει έγκαιρα στον κυβερνήτη του πλοίου και το Διοικητή της Υπηρεσίας τυχόν ελλείψεις. Καθήκοντα χειριστή Βοηθού Μηχανικού (Άρθρ. 56 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.59.-1.Οι πλοηγοί βοηθοί χειριστές μηχανικών υπάγονται στις άμεσες διαταγές των μηχανικών και είναι υπεύθυνοι απέναντι σ’ αυτούς για την ποιοτική και ποσοτική εκτέλεση κάθε εργασίας που τους ανατίθεται. 2.Ευθύνονται για την καλή χρησιμοποίηση και συντήρηση των μηχανημάτων, εργαλείων και υλικών που τους διατίθενται για την εκτέλεση των εργασιών τους. 3.Μεριμνούν για την καλή συντήρηση των μηχανών του πλοιαρίου και εκτελούν τις μικροεπισκευές σύμφωνα με τις υποδείξεις και κατευθύνσεις των μηχανικών. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ Γενικά περί πειθαρχίας (Άρθρ. 1 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.60.-1.Με τον όρο πειθαρχία νοείται: α.Η ενσυνείδητη, πρόθυμη και χωρίς αντιλογία υπακοή κάθε πυροσβεστικού υπαλλήλου προς τους ανωτέρους του, καθώς και η άμεση εκτέλεση των διαταγών τους που αφορούν στην εφαρμογή των νόμων, των κανονισμών και των διαταγών της Υπηρεσίας. β.Ο σεβασμός των κατωτέρων προς τους ανωτέρους εντός και εκτός Υπηρεσίας. γ.Η αξιοπρεπής και κόσμια συμπεριφορά των ανωτέρων προς τους κατωτέρους. δ.Η πολιτισμένη και άψογη συμπεριφορά των πυροσβεστικών υπαλλήλων προς τους πολίτες. 2.Η πειθαρχία σε καμία περίπτωση δεν έχει σκοπό τη μείωση της προσωπικότητας, ούτε καταργεί την πρωτοβουλία, αλλά δημιουργεί αρμονικές σχέσεις μεταξύ των ατόμων και συντονίζει τις προσπάθειες για την αρμονική συνεργασία του προσωπικού προς εκπλήρωση της υψηλής αποστολής του Πυροσβεστικού Σώματος. 3.Η πειθαρχία είναι συνειδητή, όταν πηγάζει από τη συναίσθηση της αξιοπρέπειας και της ατομικής τιμής, από τη συνείδηση της ευθύνης και της ηθικής υποχρέωσης για εκπλήρωση του κοινού έργου και του κοινού σκοπού και από τη σύνδεση του κατώτερου με τον ανώτερο με δεσμούς σεβασμού και εμπιστοσύνης. Σε καμιά δε περίπτωση δεν πρέπει να πηγάζει από το φόβο των ποινών ή την ελπίδα ανταμοιβών. 4.Οι διαταγές πρέπει να είναι νόμιμες, σαφείς, οριστικές και να διατυπώνονται με ευπρέπεια και σοβαρότητα. Οι αναφορές πρέπει να είναι βραχείες, σαφείς, ακριβείς και να διατυπώνονται με σεβασμό. 5.Ο ανώτερος είναι υπεύθυνος για τις συνέπειες της διαταγής του, ο δε κατώτερος έχει υποχρέωση να εκτελεί με ακρίβεια τη διαταγή που πήρε και είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση αυτής και για τις συνέπειες της μη εκτέλεσής της. Τυχόν παράπονα για δοθείσα διαταγή, διατυπώνονται μόνο μετά την εκτέλεσή της και ποτέ πριν. 6.Όταν υπάλληλοι ομοιόβαθμοι ενεργούν από κοινού για εκτέλεση υπηρεσίας, η αρχαιότητα έχει την ίδια ισχύ που έχει η διαφορά βαθμού. Το ίδιο ισχύει και όταν στις υπηρε(Μετά τη σελ. 270, 81024) Σελ. 270, 81025 Τεύχος 1173-Σελ. 35 157 σιακές σχέσεις μεταξύ ομοιοβάθμων υπάρχει διοικητική υπαγωγή. 7.Κάθε πυροσβεστικός υπάλληλος είναι προσωπικά υπεύθυνος για τις πράξεις ή παραλείψεις του. Η μετατόπιση ευθύνης στον ανώτερο για παραλείψεις υφισταμένων είναι απαράδεκτη και υπονομεύει την πειθαρχία. Έννοια πειθαρχικού παραπτώματος (Άρθρ. 2 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.61.-1.Πειθαρχικό παράπτωμα αποτελεί κάθε υπαίτια και καταλογιστική παράβαση του υπηρεσιακού καθήκοντος, με πράξη ή παράλειψη. 2.Το υπηρεσιακό καθήκον προσδιορίζεται από τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους από τις ισχύουσες διατάξεις νόμων, δ/των, αποφάσεων και τις διαταγές της Υπηρεσίας, καθώς και από την εντός και εκτός Υπηρεσίας διαγωγή, που οφείλει να τηρεί ο πυροσβεστικός υπάλληλος. Πειθαρχικά παραπτώματα υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 3 Π.Δ. 130/1991, άρθρ. 8 παρ. 1 Π.Δ. 123/1992) Άρθρ.62.-1.Πειθαρχικά παραπτώματα, ανεξάρτητα από το αξιόποινο ή όχι αυτών, είναι τα παρακάτω ενδεικτικά αναφερόμενα: α.Έλλειψη πίστης, σεβασμού και αφοσίωσης στο Σύνταγμα, τους νόμους και το δημοκρατικό πολίτευμα. β.Κάθε ενέργεια που στρέφεται άμεσα ή έμμεσα στην υπονόμευση της έννομης τάξης ή τη συμμετοχή σε προπαγάνδα που τείνει στο σκοπό αυτό. γ.Η συμμετοχή σε οποιαδήποτε μορφής απεργία. δ.Η βραδεία προσέλευση του υπαλλήλου για ανάληψη υπηρεσίας ή η πρόωρη αποχώρηση απ’ αυτή. ε.Η αδικαιολόγητη καθυστέρηση απάντησης σε αιτήσεις ιδιωτών ή δημοσίων αρχών. στ.Η ανάρμοστη και απρεπής συμπεριφορά προς ιδιώτες. ζ.Η παράβαση της υπηρεσιακής εχεμύθειας. η.Η απείθεια σε διαταγή που δόθηκε, η παράλειψη, η άρνηση, η παραμέληση ή παρέλκυση εκτέλεσης υπηρεσίας που διατάχθηκε νόμιμα από ανώτερο. θ.Η άσκηση άλλου επαγγέλματος και η κατ’ επάγγελμα άσκηση εμπορίας ή τέχνης. ι.Η έλλειψη αμεροληψίας και αντικειμενικότητας στις υπηρεσιακές ενέργειες. ια.Η χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων για ευνοϊκή υπηρεσιακή μεταχείριση. ιβ.Η αναξιοπρεπής διαγωγή εντός και εκτός υπηρεσίας. ιγ.Η ανευλαβής ή αντιπειθαρχική συμπεριφορά. ιδ.Η χωρίς άδεια ή αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των καθηκόντων τους. ιε.Η μη αξιοπρεπής εμφάνιση και παράσταση και το αντικανονικό της στολής. ιστ.Η αθέτηση υποχρεώσεων συνεπεία δανείων. ιζ.Η σύναψη σχέσεων ή η αδικαιολόγητη συναναστροφή με πρόσωπα κακής φήμης, καθώς και η αδικαιολόγητη παραμονή σε χώρους η οποία προκαλεί δυσμενή σχόλια. ιη.Η μέθη καθώς και η χρήση οινοπνευματωδών ποτών σε ώρα υπηρεσίας. ιθ.Η χαρτοπαιξία ή η συμμετοχή σε απαγορευμένα παιχνίδια. κ.Η μη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις συντήρησης, χρήσης ή διαχείρισης των υλικών και εγκαταστάσεων της Υπηρεσίας. κα.Η παραμέληση καθήκοντος. κβ.Η οκνηρία, η αμέλεια, η ατελής ή μη έγκαιρη ή τυπική και αδιάφορη εκτέλεση της υπηρεσίας καθώς και η υπαίτια χαμηλή υπηρεσιακή απόδοση. κγ.Η διάπραξη εγκλημάτων κλοπής, υπεξαίρεσης, απάτης, εκβίασης πλαστογραφίας, δωροδοκίας, καταπίεσης, απιστίας περί την υπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, ψευδομαρτυρίας, ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης, συκοφαντικής δυσφήμισης, παραβάσεων της νομοθεσίας περί ναρκωτικών και γενικά η διάπραξη κάθε εγκλήματος που από την αιτία, το είδος, τον τρόπο εκτέλεσης και τις λοιπές περιστάσεις μαρτυρεί διαφθορά χαρακτήρα ή μειώνει την αξιοπρέπεια του πυροσβεστικού υπαλλήλου ή το κύρος της Υπηρεσίας. Σελ. 270, 81026 Τεύχος 1173-Σελ. 36 158 κδ.Κάθε παράλειψη αναφοράς πληροφορίας που αφορά τη διάπραξη παραπτώματος ή το δράστη αυτού, η οποιαδήποτε υπόθεση για την οποία υπάρχει υποχρέωση αναφοράς. κε.Η μη άσκηση της πειθαρχικής δίωξης. κστ.Η δημόσια, προφορική ή έγγραφη άσκηση κριτικής των πράξεων της προϊσταμένης Υπηρεσίας ή οποιουδήποτε πυροσβεστικού υπαλλήλου με εκφράσεις ή λόγους που αποδεικνύουν έλλειψη σεβασμού ή με σκόπιμη χρήση αβάσιμων επιχειρημάτων. κζ.Η χαλαρότητα, η αδράνεια και η αδιαφορία στη διοίκηση και η ανεπαρκής επίβλεψη των υφισταμένων. κη.Η μη ευσυνείδητη και αντικειμενική αξιολόγηση των υφισταμένων. κθ.Ο αθέμιτος πλουτισμός ή οποιαδήποτε ενέργεια ή παράλειψη που τείνει προς τέτοιο σκοπό, ανεξάρτητα αν επήλθε ή όχι το αποτέλεσμα που σκοπείται. λ.Η τραχεία ή πιεστική συμπεριφορά. λα.Η υπέρβαση καθήκοντος. λβ.Η σύναψη χρεών με κατώτερους στο βαθμό υπαλλήλους καθώς και η ροπή στη σύναψη χρεών. λγ.Η μη απονομή του οφειλόμενου χαιρετισμού και η μη τήρηση των τύπων εκδήλωσης σεβασμού προς τους ανώτερους και τα εθνικά σύμβολα. λδ.Η αποσιώπηση παραπόνων των κατωτέρων που διατυπώθηκαν εγγράφως και η απρεπής συμπεριφορά προς αυτούς. λε.Η αδικαιολόγητη και με πείσμα εμμονή στην υποβολή αίτησης για θέμα, για το οποίο έχει ήδη αποφανθεί αρνητικά η Υπηρεσία. λστ.Η υπέρβαση της ιεραρχίας. λζ.Κάθε πράξη ή παράλειψη που είναι αντίθετη προς την εντιμότητα, την ευθύτητα, την ειλικρίνεια και τα χρηστά ήθη ή μαρτυρεί έλλειψη υπηρεσιακής αγωγής και ευθύνης. λη.Ο χρηματισμός με τη μορφή δώρου και η αποδοχή οποιασδήποτε υλικής παροχής που δεν συνιστά δωροληψία, αλλά όμως προέρχεται από πρόσωπα που ανήκουν στον κύκλο της υπηρεσιακής δράσης του πυροσβεστικού υπαλλήλου. λθ.Η ψευδής αναφορά, κατάθεση ή δήλωση από πρόθεση ενώπιον οποιασδήποτε Υπηρεσίας για ιδιώτη ή οι κακόβουλοι υπαινιγμοί ή γνώμες, κατά οποιουδήποτε πυροσβεστικού υπαλλήλου ανεξάρτητα αν συνεπάγονται ή όχι ποινική δίωξη. μ.Η παράλειψη παροχής συνδρομής από πυροσβεστικό υπάλληλο, σε συμβάν που έχει σχέση με την αποστολή του Πυροσβεστικού Σώματος ανεξάρτητα αν βρίσκεται ή όχι σε Υπηρεσία καθώς και η σύσταση ομάδας με σκοπό την ομαδική αποχή από την εκτέλεση διατεταγμένης Υπηρεσίας ή οφειλόμενου καθήκοντος. μα.Η από πρόθεση ή αμέλεια πράξη ή παράλειψη με αποτέλεσμα τη βλάβη συναδέλφων του ή της Υπηρεσίας. μβ.Η με οποιοδήποτε τρόπο εκδήλωση των πολιτικών πεποιθήσεων των υπαλλήλων κατά το χρόνο παραμονής στις Πυροσβεστικές Υπηρεσίες καθώς και κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. μγ.Η προφορική καθ’ υπέρβαση της ιεραρχίας ενημέρωση προϊσταμένων υπηρεσιών, για πράξεις ή παραλείψεις ανωτέρων τους. μδ.Η δημοσίευση στον τύπο ή άλλο μέσο, πληροφοριών που αφορούν εσωτερικά θέματα της Υπηρεσίας ή έχουν σχέση με την ιδιωτική ή υπηρεσιακή ζωή των πυροσβεστικών υπαλλήλων. με.Η χρησιμοποίηση της πυροσβεστικής ιδιότητας για εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ιδίων ή προκειμένων σ’ αυτούς προσώπων. μστ.Κάθε πράξη ή παράλειψη που προκάλεσε βλάβη, φθορά ή απώλεια υλικού της Υπηρεσίας. μζ.Κάθε παράβαση υποχρέωσης που απορρέει από τους νόμους, τους κανονισμούς και τις διαταγές της Υπηρεσίας. μη.Η εγκατάλειψη θέσης ή η χωρίς άδεια απομάκρυνση από συγκεκριμένο χώρο στον οποίο τοποθετήθηκε να εκτελέσει συγκεκριμένη υπηρεσία ή έργο. μθ.Η προσποίηση ασθένειας με σκοπό την αποφυγή εκτέλεσης υπηρεσίας. 2.Διατάξεις που ορίζουν ειδικά πειθαρχικά παραπτώματα διατηρούνται σε ισχύ. 3.Για τους πυροσβεστικούς υπαλλήλους ισχύουν ως ειδικές ποινικές διατάξεις οι προβλεπόμενες από τα άρθρ. 10 μέχρι και 18 του Νόμ. 6015/1934 (Α΄ 46). Πειθαρχικές ποινές (Άρθρ. 4 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.63.-1.Στο πυροσβεστικό προσωπικό επιβάλλονται οι ακόλουθες πειθαρχικές ποινές, που καταχωρούνται στα ατομικά τους έγγραφα: α.Παρατήρηση. β.Επίπληξη. γ.Πρόστιμο μέχρι ένα μηνιαίο βασικό μισθό του τιμωρουμένου. δ.Αργία με πρόσκαιρη παύση. ε.Αργία με απόλυση. στ.Απόταξη. 2.Η παρατήρηση, η επίπληξη και το πρόστιμο είναι κατώτερες πειθαρχικές ποινές. 3.Οι αργίες και η απόταξη είναι ανώτερες πειθαρχικές ποινές. Τα παραπτώματα, η διαδικασία βεβαίωσής (Μετά τη σελ. 270, 81026) Σελ. 270, 81027 Τεύχος 1173-Σελ. 37 159 τους και η διαδικασία επιβολής των ποινών αυτών στο πυροσβεστικό προσωπικό, καθορίζονται στις διατάξεις των Ν.Δ. 343/69 και 935/71, όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα. 4.Οι κατώτερες πειθαρχικές ποινές επιβάλλονται στο πυροσβεστικό προσωπικό για παραπτώματα του προηγούμενου άρθρου εφόσον αυτά λόγω της βαρύτητας, του τρόπου και των συνθηκών τέλεσης, δεν επισύρουν την επιβολή ανώτερης πειθαρχικής ποινής κατά τους ορισμούς των διατάξεων των Ν.Δ. 343/69 και 935/71 και ειδικότερα: α.Η παρατήρηση επιβάλλεται για ελαφρά παραπτώματα για τα οποία κρίνεται ότι δεν είναι αναγκαία η επιβολή βαρύτερης πειθαρχικής ποινής λόγω της φύσης του παραπτώματος, των συνθηκών τέλεσης, του χαρακτήρα και της διαγωγής του υπαιτίου. β.Η επίπληξη επιβάλλεται για ελαφρά παρατώματα όταν διαπράττονται από αμέλεια και αφορούν κυρίως την εκτέλεση καθηκόντων, τη συμπεριφορά, την τάξη, την εμφάνιση και την παράσταση γενικά του πυροσβεστικού υπαλλήλου, εντός και εκτός της Υπηρεσίας. γ.Το πρόστιμο επιβάλλεται για σοβαρότερα παραπτώματα περί την εκτέλεση των καθηκόντων, τη συμπεριφορά, την τάξη, την εμφάνιση και την παράσταση γενικά του πυροσβεστικού υπαλλήλου, εντός και εκτός της Υπηρεσίας. Διάρκεια πειθαρχικής ευθύνης (Άρθρ. 5 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.6.-1.Οταν στην πόλη λειτουργεί ένας Πυροσβεστικός Σταθμός, αποτελεί την Πυροσβεστική Υπηρεσία της πόλης, που εκτελεί την αποστολή του Πυροσβεστικού Σώματος, σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει, το δ/γμα αυτό και τις διαταγές των προϊσταμένων αρχών. 2.Η διάρθρωση των γραφείων της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας είναι η εξής: α.Γραφείο Διοικητικό. β.Γραφείο Πυρασφάλειας. γ.Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης. Οι αρμοδιότητες των παραπάνω γραφείων είναι οι αντίστοιχες των τμημάτων της παρ. 2 του άρθρ. 4 του παρόντος Δ/τος. 3.Οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί αποτελούν τις μάχιμες υπηρεσίες του Σώματος και αποστολή τους είναι η διεξαγωγή του πυροσβεστικού έργου. Οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί έχουν ορισμένο τομέα ευθύνης που καθορίζεται από την Περιφερειακή Διοίκηση στην οποία υπάγονται. 4.Το πυροσβεστικό προσωπικό παράλληλα με τη μάχιμη υπηρεσία επανδρώνει και τα γραφεία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Οι λεπτομέρειες της παραγράφου αυτής ρυθμίζονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. Διοίκηση Υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 7 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.64.-1.Η πειθαρχική ευθύνη αρχίζει με την κατάταξη ή το διορισμό του υπαλλήλου, παύει δε με την με οποιοδήποτε τρόπο αποχώρησή του από την Υπηρεσία, οπότε παύει αν έχει αρχίσει η πειθαρχική δίωξη. 2.Κατ’ εξαίρεση της προηγουμένης παραγράφου, η πειθαρχική δίωξη συνεχίζεται και μετά την αποχώρηση από την Υπηρεσία, αλλά μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις των Ν.Δ. 343/69 και Ν.Δ. 935/71. Στις περιπτώσεις αυτές αν το ανακριτικό συμβούλιο αποφασίσει για την επιβολή στον εγκαλούμενο ποινής αργίας, η ποινή δεν εκτελείται, αλλά απλώς η απόφαση του ανακριτικού συμβουλίου καταχωρείται στο ατομικό βιβλιάριο του εγκαλούμενου. Αν αυτός επανέλθει στην ενεργό υπηρεσία τότε εκτελείται και η ποινή. Αν το ανακριτικό συμβούλιο αποφασίσει την επιβολή απόταξης, η ποινή αυτή εκτελείται και έχει ως συνέπεια τη διαγραφή του τιμωρηθέντα από τα στελέχη της εφεδρείας. Πειθαρχική ευθύνη για παραπτώματα που τελέσθηκαν πριν την κατάταξη (Άρθρ. 6 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.65.-1.Πυροσβεστικός υπάλληλος ο οποίος κατά τη διάρκεια προγενέστερης υπηρεσίας του στο Δημόσιο Τομέα διέπραξε πειθαρχικό παράπτωμα το οποίο δεν εκδικάσθηκε στην προγενέστερη Υπηρεσία του, διώκεται πειθαρχικά, εφόσον το παράπτωμα δεν παραγράφηκε. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος που διανύθηκε μέχρι την κατάταξή του στο Πυροσβεστικό σώμα, εφόσον δεν υπερβαίνει τη διετία, δεν υπολογίζεται για τη συμπλήρωση της παραγραφής. 2.Η από πυροσβεστικό υπάλληλο, κατά τη διάρκεια συμμετοχής του σε διαγωνισμό για την κατάταξή του στο Πυροσβεστικό Σώμα και μέχρι την κατάταξή του ή το διορισμό του, τέλεση παράνομης πράξης, που έχει σχέση με τη συμμετοχή του στο διαγωνισμό ή με τις προϋποθέσεις κατάταξής του, ανεξάρτητα αν αποτελεί ποινικό αδίκημα συνιστά και πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος δ/τος. Σελ. 270, 81028 Τεύχος 1173-Σελ. 38 160 Παραγραφή των πειθαρχικών παραπτωμάτων (Άρθρ. 7 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.66.-1.Τα πειθαρχικά παραπτώματα που επισύρουν κατώτερη πειθαρχική ποινή παραγράφονται μετά ένα έτος, από τότε που διαπράχθηκαν. Αυτά που επισύρουν ανώτερη πειθαρχική ποινή παραγράφονται μετά πέντε έτη από τότε που διαπράχθηκαν. 2.Πειθαρχικό παράπτωμα που αποτελεί και ποινικό αδίκημα δεν παραγράφεται αν δεν παρέλθει ο χρόνος παραγραφής του ποινικού αδικήματος. 3.Οι κατά του υπαλλήλου απευθυνόμενες πράξεις για πειθαρχική δίωξη του παραπτώματος διακόπτουν την παραγραφή. Η παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος διακόπτεται επίσης με την τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος που αποσκοπεί στην απόκρυψη του πρώτου ή τη ματαίωση της πειθαρχικής της δίωξης. Πειθαρχικό παράπτωμα που παραγράφηκε λαμβάνεται υπόψη ως επιβαρυντικό στοιχείο για την επιμέτρηση της ποινής, κατά την τιμωρία άλλου συναφούς πειθαρχικού παραπτώματος. Λόγοι μη αίροντες την πειθαρχική ευθύνη (Άρθρ. 8 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.67.-1.Η προαγωγή πυροσβεστικού υπαλλήλου δεν αίρει την πειθαρχική ευθύνη αυτού για παραπτώματα προγενέστερα της προαγωγής. 2.Σε περίπτωση αμνηστίας, αποκατάστασης, χάριτος ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο άρσης του κολασίμου ή άρσης ή μεταβολής των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν αίρεται το πειθαρχικώς κολάσιμο της πράξης. Δεδικασμένο–Μη συρροή ποινών (Άρθρ. 9 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.68.-1.Ο πυροσβεστικός υπάλληλος δε διώκεται για δεύτερη φορά για το αυτό πειθαρχικό παράπτωμα. 2.Για το αυτό πειθαρχικό παράπτωμα μία ποινή επιβάλλεται. 3.Με την αυτή απόφαση μία μόνο ποινή επιβάλλεται. 4.Για συρρέοντα παραπτώματα που τελέσθηκαν στον ίδιο χρόνο και τόπο από τον ίδιο πυροσβεστικό υπάλληλο, επιβάλλεται μία ποινή. Αν ένα ή περισσότερα από τα συρρέοντα παραπτώματα περιέλθει σε γνώση της Υπηρεσίας μετά την επιβολή ποινής για μερικά από αυτά, αίρεται η ποινή που επιβλήθηκε και επιβάλλεται μία συνολική ποινή για όλα τα συρρέοντα παραπτώματα. Αν τα παραπτώματα αυτά είναι, κατά την κρίση αυτού που ασκεί την πειθαρχική εξουσία, ασήμαντα σε σχέση με το παράπτωμα ή τα παραπτώματα για τα οποία επιβλήθηκε η ποινή, δεν αίρεται αυτή και ούτε επιβάλλεται άλλη ποινή. Βεβαίωση πειθαρχικών παραπτωμάτων– Καταγγελίες (Άρθρ. 10 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.69.-1.Η βεβαίωση των πειθαρχικών παραπτωμάτων αποτελεί καθήκον κάθε βαθμοφόρου του Πυροσβεστικού Σώματος, παράλειψη δε του καθήκοντος τούτου συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα. 2.Τα πειθαρχικά παραπτώματα των πυροσβεστικών υπαλλήλων διαπιστώνονται με αυτοπρόσωπη αντίληψη από αυτόν που ασκεί την πειθαρχική δίωξη η αναφορά ή έγγραφο άλλων αρχών ή αναφορές ιδιωτών ή με οποιοδήποτε άλλο νόμιμο τρόπο. 3.Η εναντίον πυροσβεστικών υπαλλήλων καταγγελία για πειθαρχικά παραπτώματα γίνεται πάντοτε εγγράφως. Όταν η καταγγελία γίνεται προφορικά υποδεικνύεται στον καταγγέλοντα να συντάξει σχετική αναφορά. 4.Ο πολίτης που καταγγέλει παράπτωμα υποχρεούται να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του ενεργούντος. Ένορκη Διοικητική Εξέταση σχετικά με αυτό το παράπτωμα λογιζομένων των καταγγελιών του ως αβάσιμων σε περίπτωση μη προσέλευσής του. Την ίδια υποχρέωση έχουν και οι προτεινόμενοι από τον καταγγέλοντα μάρτυρες. 5.Ανώνυμες καταγγελίες δεν μπορούν να θεμελιώσουν πειθαρχικό παράπτωμα. 6.Αφορμή για πειθαρχική δίωξη μπορεί να δώσει μόνο καταγγελία που αναφέρεται σε γεγονότα που έχουν σχέση με την αποστολή του Πυροσβεστικού Σώματος και την από μέρους του πυροσβεστικού υπαλλήλου εκπλήρωση των καθηκόντων του που απορρέουν απ’ αυτήν. Αρμόδιοι για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης– Άσκηση πειθαρχικής δίωξης (Άρθρ. 11 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.70.-1.Αρμόδιοι για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης για παραπτώματα που επισύρουν κατώτερες πειθαρχικές ποινές είναι: α.Ο Υπουργός. β.Ο Αρχηγός. γ.Ο Υπαρχηγός. δ.Οι αξιωματικοί όταν είναι διοικητές ή προϊστάμενοι Υπηρεσιών για (Μετά τη σελ. 270, 81028) Σελ. 270,81029 Τεύχος 1173-Σελ. 39 161 όλους τους κατώτερους ή νεωτέρους τους που υπάγονται διοικητικά σ’ αυτούς. 2.Η δίωξη των πειθαρχικών παραπτωμάτων των πυροσβεστικών υπαλλήλων ενεργείται αυτεπάγγελτα από τον έχοντα το δικαίωμα άσκησης αυτής, με βάση τα στοιχεία που περιέρχονται σ’ αυτόν. 3.Αυτός που ασκεί την πειθαρχική δίωξη υποχρεούται στην άσκηση αυτής εφόσον τα στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση του δύνανται να στηρίξουν αυτήν. 4.Αυτός που ασκεί την πειθαρχική δίωξη δύναται, για τον έλεγχο των στοιχείων που περιέρχονται σ’ αυτόν και την εκτίμηση της ύπαρξης των λόγων προς άσκηση της πειθαρχικής δίωξης: α.Να ζητά την παροχή εξηγήσεων, προφορικά ή έγγραφα από αυτόν που φέρεται ότι υπέπεσε σε πειθαρχικό παράπτωμα. β.Να διατάσσει την ενέργεια προφορικής διοικητικής εξέτασης ή να εισηγείται την έκδοση διαταγής προς ενέργεια αυτής, κατά τις οικείες διατάξεις. γ.Να προβαίνει σε κάθε άλλη νόμιμη ενέργεια. 5.Αν τα στοιχεία που περιέρχονται σ’ αυτόν, που ασκεί την πειθαρχική δίωξη, καθώς και αυτά που συλλέγει ο ίδιος δεν πιθανολογούν τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος ή τα βεβαιούμενα ως πραγματικά περιστατικά δεν συνιστούν πειθαρχικό παράπτωμα. Η υπόθεση τίθεται απ’ αυτόν, κατόπιν αιτιολόγησης, στο αρχείο. 6.Για ελαφρά παραπτώματα, η δίωξη υπόκειται στη διακριτική ευχέρεια αυτού που την ασκεί, ο οποίος για την απόφασή του αυτή, λαμβάνει υπόψη, το συμφέρον της Υπηρεσίας και την όλη διαγωγή του υπαλλήλου εντός και εκτός Υπηρεσίας αιτιολογώντας τη σχετική απόφασή του. Στην περίπτωση αυτή κάνει σύσταση και καταχωρεί την απόφασή του αυτή αιτιολογημένη στην Ημερήσια Διαταγή. Κλήση σε απολογία–Απολογία (Άρθρ. 12 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.71.-1.Για την έκδοση απόφασης επιβολής ποινής είναι η αναγκαία πάντοτε η προηγούμενη κλήση σε απολογία του πυροσβεστικού υπαλλήλου. 2.Η κλήση σε απολογία περιέχει: α.Τα στοιχεία του διωκόμενου πυροσβεστικού υπαλλήλου (βαθμός, αριθμός μητρώου, επώνυμο, όνομα και πατρώνυμο). β.Πλήρη και ακριβή προσδιορισμό των πράξεων ή των παραλείψεων οι οποίες στοιχειοθετούν το αποδιδόμενο σ’ αυτόν παράπτωμα. γ.Τον τόπο και χρόνο τέλεσης της πράξης ή της παράλειψης. δ.Την αναγραφή τυχόν ειδικών περιστατικών ή συνθηκών κάτω από τις οποίες τελέσθηκαν οι πράξεις ή οι παραλείψεις. ε.Τις διατάξεις που προβλέπουν τα παραπτώματα. 3.Με την κλήση σε απολογία τάσσεται εύλογη προθεσμία προς υποβολή έγγραφης απολογίας, η οποία δε δύναται να υπερβεί τις 48 ώρες. 4.Στην κλήση σε απολογία αναγράφεται ο τόπος και η ημερομηνία σύνταξης. Η κλήση υπογράφεται από αυτόν που ασκεί την πειθαρχική δίωξη ή ενεργεί Ένορκη Διοικητική Εξέταση και σφραγίζεται με τη σφραγίδα της Υπηρεσίας εκτός από την περίπτωση που η κλήση σε απολογία δίδεται από ενεργούντα Ένορκη Διοικητική εξέταση. Συντάσσεται σε δύο αντίτυπα, από τα οποία το πρώτο τίθεται στον οικείο φάκελλο και το δεύτερο επιδίδεται στον εγκαλούμενο, με αποδεικτικό επίδοσης, που συντάσσεται επί του πρώτου αντιτύπου. 5.Σε περίπτωση που ο εγκαλούμενος αρνείται να παραλάβει την κλήση ή να υπογράψει το αποδεικτικό, αυτός που ενεργεί την επίδοση κάνει σχετική μνεία σ’ αυτό, αφού προσλάβει ένα μάρτυρα, ο οποίος προσυπογράφει στο αποδεικτικό. Σελ. 270,81030 Τεύχος 1173-Σελ. 40 162 6.Αν ο εγκαλούμενος δεν υποβάλλει μέσα στην προθεσμία που του τάχθηκε την απολογία του, δε δημιουργείται κώλυμα για τη συνέχιση της πειθαρχικής διαδικασίας. Η απολογία που δικαιολογημένα υποβάλλεται εκπρόθεσμα αλλά εντός της ταχθείσης προθεσμίας, η οποία αρχίζει από τη στιγμή που θα εκλείψει το κώλυμα και πριν από την εκδίκαση της υπόθεσης, λαμβάνεται υπόψη. 7.Η απολογία υποβάλλεται πάντοτε εγγράφως και συντάσσεται σε ύφος σεμνό και πειθαρχικό, ο δε απολογούμενος πρέπει να περιορίζεται στα ερωτήματα που τίθενται σ’ αυτόν και να μην εκτρέπεται σε κρίσεις και σχόλια σε βάρος των προϊσταμένων του ή άλλες αντιπειθαρχικές εκφράσεις ή να αναφέρεται σε άσχετα με το παράπτωμά του θέματα. 8.Αν στην απολογία περιέρχονται αντιπειθαρχικές εκφράσεις, κρίσεις ή σχόλια σε βάρος προϊσταμένων αυτά αποτελούν ξεχωριστό πειθαρχικό παράπτωμα. 9.Η κλήση σε απολογία, εκτός της περίπτωσης που γίνεται κατά τη διαδικασία Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης λαμβάνει αριθμό πρωτοκόλλου. Πειθαρχική δικαιοδοσία (Άρθρ. 13 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.72.-1.Την πειθαρχική δικαιοδοσία στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους ασκούν οι κατά την παρ. 1 του άρθρ. 70 του παρόντος αρμόδιοι για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης. 2.Οι ποινές της παρατήρησης και της επίπληξης επιβάλλονται από τους αναφερόμενους στην παρ. 1 του άρθρ. 70 του παρόντος και με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται σ’ αυτό. 3.Η ποινή του προστίμου επιβάλλεται ως εξής: α.Ο Υπουργός μέχρι ένα μηνιαίο βασικό μισθό (Μ.Β.Μ.). β.Ο Αρχηγός μέχρι 9/10 ενός (Μ.Β.Μ.) γ.Ο Υπαρχηγός μέχρι 8/10 ενός (Μ.Β.Μ.) δ.Οι Αρχιπύραρχοι μέχρι 7/10 ενός (Μ.Β.Μ.) ε.Οι Πύραρχοι μέχρι 6/10 ενός (Μ.Β.Μ.) στ.Οι Αντιπύραρχοι μέχρι 5/10 ενός (Μ.Β.Μ.) ζ.Οι Επιπυραγοί μέχρι 4/10 ενός (Μ.Β.Μ.) η.Οι Πυραγοί μέχρι 3/10 ενός (Μ.Β.Μ.) θ.Οι Υποπυραγοί μέχρι 2/10 ενός (Μ.Β.Μ.) ι.Οι Ανθυποπυραγοί μέχρι 1/10 ενός (Μ.Β.Μ.) 4.Η παραπάνω πειθαρχική δικαιοδοσία ασκείται από τους από το βαθμό του Αρχιπυράρχου και κάτω εφόσον αυτοί είναι διοικητές ή προϊστάμενοι Υπηρεσιών σε όλους τους κατωτέρους ή νεωτέρους τους που ανήκουν διοικητικά σ’ αυτούς. 5.Για το πειθαρχικό παράπτωμα που διαπιστώνεται και καταλογίζεται η ποινή που πρέπει να επιβληθεί και η επιμέτρηση αυτής προσδιορίζονται: α.Από τη βαρύτητα του παραπτώματος και ιδιαίτερα από την επίδραση που είχε αυτό στην εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας. β.Από το βαθμό, το χρόνο υπηρεσίας, το χαρακτήρα, την προηγουμένη διαγωγή και την επαγγελματική απόδοση του υπαλλήλου. γ.Από τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες διαπράχθηκε και γενικά τις επικρατούσες συνθήκες κατά το χρόνο της τέλεσής του. δ.Από τη μορφή υπαιτιότητος (δόλος ή αμέλεια) και σε περίπτωση που διαπράχθηκε από αμέλεια, το βαθμό αυτής. 6.Αν αυτός που ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο κρίνει ότι τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν δεν συνιστούν πειθαρχικό παράπτωμα ή ότι αυτά δε δύνανται να επισύρουν πειθαρχική ποινή λόγω παραγραφής ή λήξης της πειθαρχικής ευθύνης, θέτει την υπόθεση στο αρχείο αιτιολογώντας εγγράφως την κρίση του. Επικύρωση–Αυξομείωση– Άρση ποινών (Άρθρ. 14 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.73.-1.Αρμόδιοι για την επικύρωση των κατωτέρων πειθαρχικών ποινών είναι: α.Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης για τις ποινές των Ανωτάτων Αξιωματικών. β.Ο Αρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος για τις ποινές των ανωτέρων και κατωτέρων Αξιωματικών. γ.Ο Υπαρχηγός για τις ποινές όλων των υπαλλήλων από το βαθμό του Πυροσβέστη μέχρι και του Πυρονόμου που επιβάλλονται το πρώτον από τους Περιφερειακούς Διοικητές και τους Διοικητές των Ειδικών Υπηρεσιών του Σώματος. δ.Οι Περιφερειακοί Διοικητές για τις ποινές των Πυροσβεστών–Υπαξιωματικών και Πυρονόμων που υπάγονται στη διοικητική τους αρμοδιότητα. 2.Όλοι οι ιεραρχικά προϊστάμενοι μέχρι και τους αρμοδίους για την επικύρωση των ποινών μέσα στα πλαίσια της πειθαρχικής δικαιοδοσίας τους, δικαιούνται να εγκρίνουν, επαυξάνουν, μειώνουν ή αίρουν την (Μετά τη σελ. 270 81030) Σελ. 270, 81031 Τεύχος 1173-Σελ. 41 163 ποινή που επιβλήθηκε τροποποιώντας κατά περίπτωση το αιτιολογικό της. Αν για τη διαμόρφωση ορθής κρίσης, κρίνουν αναγκαία την εξακρίβωση κάποιου περιστατικού, έχουν το δικαίωμα, πριν εγκρίνουν την ποινή να ενεργήσουν ή να διατάξουν την ενέργεια σχετικής έρευνας. 3.Οι ποινές που επικυρώνονται, δεν υπόκεινται πλέον σε άλλο έλεγχο, και διαβιβάζονται αρμοδίως για να καταχωρηθούν στα ατομικά βιβλιάρια του υπαλλήλου. 4.Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης και ο Αρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος, έχουν το δικαίωμα με σχετική αιτιολογημένη πράξη, που να στηρίζεται σε γεγονότα, πλήρως διαπιστωμένα, να επιβάλουν ποινή για πράξη που δεν κρίθηκε πειθαρχικά ελεγκτέα από υφιστάμενό τους. 5.Δεν υπόκεινται σε επικύρωση: α.Οι ποινές που επιβάλλει ο Υπουργός σ’ όλο το πυροσβεστικό προσωπικό. β.Οι ποινές που επιβάλλει ο Αρχηγός του Σώματος στους ανωτέρους και κατωτέρους Αξιωματικούς και στους κατωτέρους υπαλλήλους. γ.Οι ποινές που επιβάλλει ο Υπαρχηγός στους κατωτέρους υπαλλήλους και Πυρονόμους. 6.Ποινή που επιβλήθηκε σε υπάλληλο του Πυροσβεστικού Σώματος ουδέποτε ανακαλείται απ’ αυτόν που την επέβαλε. Καταχώρηση και συνέπεια ποινών (Άρθρ. 15 Π.Δ. 130/1991, Άρθρ.7.-1.Η Διοίκηση των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών ανήκει αποκλειστικά στους αξιωματικούς Γενικών Υπηρεσιών του Σώματος. 2.Οι υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους παίρνουν οδηγίες μόνο από βαθμοφόρους του Σώματος. 3.Η Διοίκηση κάθε Πυροσβεστικού Σταθμού ανήκει στο κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο αξιωματικό από τους υπηρετούντες σ’ αυτόν, που ασκεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με το παρόν Δ/γμα και τις διαταγές των προϊσταμένων του αρχών. 4.Τη διεύθυνση του έργου σε κάθε πυροσβεστική επιχείρηση έχει ο ανώτερος ή σε περίπτωση ομοιοβάθμων ο αρχαιότερος πυροσβεστικός υπάλληλος Γενικών Υπηρεσιών. 5.Υπάλληλος του Πυροσβεστικού Σώματος που ασκεί προσωρινά καθήκοντα ανωτέρου βαθμού, περιβάλλεται με όλα τα δικαιώματα και τις ευθύνες του ανωτέρου βαθμού, όταν δε εκτελεί προσωρινά καθήκοντα κατώτερου βαθμού δεν χάνει κανένα από τα δικαιώματα του βαθμού του. 6.Οι αξιωματικοί Γενικών Υπηρεσιών είναι αρχαιότεροι από τους ομοιοβάθμους τους των Ειδικών Υπηρεσιών ανεξάρτητα από τη χρονολογία απόκτησης του βαθμού. 7.Διοικητής Περιφερειακής Διοίκησης ορίζεται Αρχιπύραρχος ή Πύραρχος και Υποδιοικητής Πύραρχος ή Αντιπύραρχος αρχαιότερος από τους ομοιοβάθμους του Διοικητές των Υπηρεσιών της Περιφερειακής Διοίκησης. 8.Τον Περιφερειακό Διοικητή όταν κωλύεται ή απουσιάζει, αναπληρώνει ο Υποδιοικητής, που στην περίπτωση αυτή ασκεί όλα τα καθήκοντα του Διοικητή εκτός από τη σύνταξη εκθέσεων ικανότητας. 9.Διοικητής Πυροσβεστικού Σταθμού Α' τάξης ορίζεται Αντιπύραρχος ή Επιπυραγός, Διοικητής των Πυροσβεστικών Σταθμών Β' και Γ' ορίζεται Επιπυραγός ή Πυραγός και Διοικητής Πυροσβεστικού Σταθμού Δ' τάξης Πυραγός ή Υποπυραγός. Διοικητής στους Λιμενικούς Πυροσβεστικούς Σταθμούς ορίζεται αξιωματικός Γενικών Υπηρεσιών ανώτερος ή αρχαιότερος των υπηρετούντων σ’ αυτούς αξιωματικών Ειδικών Υπηρεσιών. 10.Σε Πυροσβεστικούς Σταθμούς Α' και Β' τάξης μπορεί να ορίζεται ως Υποδιοικητής Επιπυραγός ή Πυραγός και σε Γ' τάξης Πυραγός. 11.Διοικητής της Πυροσβεστικής Σχολής ορίζεται Πύραρχος ή Αντιπύραρχος. Διοικητής στην Ε.Μ.Α.Κ. ορίζεται Πύραρχος και Υποδιοκητής Αντιπύραρχος. Διευθυντής στην Γ.Α.Υ.Π.Σ. ορίζεται Πύραρχος ή Αντιπύραρχος. Διοικητής στο 199 Σ.Ε.Κ.Υ.Π.Σ. ορίζεται Αντιπύραρχος ή Επιπυραγός. (Αντί για τη σελ. 270,807) Σελ. 270,807(α) Τεύχος 1173-Σελ.7 129 Ειδικές Υπηρεσίες Πυροσβεστικού Σώματος Διάρθωση (Άρθρ. 8 Π.Δ. 8/1991 και άρθρ. 25 Π.Δ. 426/1991) άρθρ. 22 παρ. 1 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.74.-1.Κάθε ποινή που επιβάλλεται σε υπάλληλο του Πυροσβεστικού Σώματος καταχωρείται στην αντίστοιχη Ημερήσια Διαταγή και το ατομικό του βιβλιάριο, όπου αναγράφονται ο βαθμός, ο αριθμός μητρώου, το ονοματεπώνυμο, το πατρώνυμο του τιμωρουμένου, το είδος της ποινής και σε περίπτωση επιβολής ποινής προστίμου το ύψος αυτού, το αιτιολογικό της ποινής το οποίο πρέπει να είναι συνοπτικό, σαφές και να αποδίδει απόλυτα τα πραγματικά περιστατικά του παραπτώματος τοπικά και χρονικά προσδιορισμένα καθώς και τη σχετική διάταξη που προβλέπει το παράπτωμα. 2.Μετά την επιβολή κάθε ποινής ο Διοικητής ή Προϊστάμενος της Υπηρεσίας υποβάλλει ιεραρχικά στον αρμόδιο για την επικύρωση της ποινής πειθαρχικό προϊστάμενο αναφορά, στην οποία περιλαμβάνεται πλήρες αιτιολογικό της ποινής και μνημονεύεται η ημερομηνία καταχώρησης στην Ημερήσια Διαταγή της Υπηρεσίας. Με την αναφορά συνυποβάλλονται η κλήση για απολογία, η απολογία του τιμωρηθέντα και κάθε άλλο γραπτό στοιχείο που έχει σχέση με την ποινή. Όλη η αλληλογραφία ιεραρχικά υποβάλλεται τελικά στο Αρχηγείο του Πυροσβεστικού σώματος για την τελική επικύρωση όταν χρειάζεται και την ενημέρωση των ατομικών εγγράφων. 3.Σε περίπτωση αυθαίρετης απουσίας του υπαλλήλου από τα καθήκοντά του, ανεξάρτητα από την ποινή που θα του επιβληθεί, εκπίπτουν από τη μισθοδοσία του οι αποδοχές των ημερών που απουσίασε αυθαίρετα. Οι ημέρες αυθαίρετης απουσίας δεν θεωρούνται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για όλες τις περιπτώσεις. 4.Οι κατώτερες πειθαρχικές ποινές μετά την πάροδο 10 χρόνων από την επιβολή τους διαγράφονται από το ατομικό βιβλιάριο του υπαλλήλου και δεν λαμβάνονται υπόψη στις μετά τη διαγραφή κρίσεις, με την προϋπόθεση ότι στο διάστημα αυτό δεν του επιβλήθηκε άλλη ποινή. 5.Τα έγγραφα της πειθαρχικής διαδικασίας θεωρούνται απόρρητα και κανένας, εκτός εκείνου τον οποίο αφορούν, δεν μπορεί να λάβει γνώση με οποιοδήποτε τρόπο. Σελ. 270, 81032 Τεύχος 1173-Σελ. 42 164 Σχέση πειθαρχικής προς ποινική δίωξη (Άρθρ. 16 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.75.-1.Για πειθαρχικό παράπτωμα που αποτελεί και ποινικό αδίκημα, η πειθαρχική δίωξη και η ποινική είναι αυτοτελείς και ανεξάρτητες μεταξύ τους. Η πειθαρχική δίωξη χωρεί άσχετα με το ποινικώς κολάσιμο ή μη του διωκόμενου πειθαρχικού παραπτώματος. Δύναται όμως αυτός που ασκεί την πειθαρχική εξουσία να αναστείλει τη δίωξη ή την τιμωρία του παραπτώματος, μέχρι την έκδοση της απόφασης του ποινικού δικαστηρίου, με την επιφύλαξη όμως των διατάξεων του άρθρ. 66 του παρόντος δ/τος, περί αναγραφής των πειθαρχικών παραπτωμάτων. Η απόφαση περί αναστολής δύναται να ανακληθεί οποτεδήποτε. 2.Πραγματικά γεγονότα των οποίων η ύπαρξη ή ανυπαρξία βεβαιώθηκαν με αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, λαμβάνονται υπόψη στην πειθαρχική δίκη όπως και στην ποινική, δεν κωλύεται όμως το πειθαρχικό όργανο να εκδόσει απόφαση διαφορετική από εκείνη του ποινικού δικαστηρίου. Εκτός υπηρεσίας (Άρθρ. 17 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.76.-1.Οι Διοικητές ή Προϊστάμενοι των Υπηρεσιών και σε περίπτωση απουσίας τους οι Αξιωματικοί Υπηρεσίας δύνανται να θέσουν εκτός υπηρεσίας μέχρι ένα 24ωρο κάθε πυροσβεστικό υπάλληλο της δικαιοδοσίας τους για παραπτώματα που κλονίζουν την τάξη και πειθαρχία της υπηρεσίας, ως επίσης και σε περιπτώσεις που λόγω μέθης ή ακανόνιστου της στολής δεν μπορεί να εκτελέσει υπηρεσία ο υπάλληλος. 2.Στην περίπτωση αυτή ο Αξιωματικός Υπηρεσίας ειδοποιεί αμέσως το Διοικητή της Υπηρεσίας, διαγράφει τον υπάλληλο από το δελτίο υπηρεσίας και συντάσσει ειδική αναφορά προς τη Διοίκησή του. 3.Υπάλληλος που τέθηκε εκτός υπηρεσίας, εφόσον τιμωρηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, στερείται και τις ανάλογες αποδοχές για το χρονικό διάστημα για το οποίο τέθηκε εκτός υπηρεσίας. 4.Τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου έχει και ο επικεφαλής ομάδας εργασίας Αξιωματικός, Πυρονόμος ή Υπαξιωματικός για τους άνδρες της ομάδας του. Διοικητικές εξετάσεις (Άρθρ. 18 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.77.-1.Για τη βεβαίωση πειθαρχικών παραπτωμάτων ή την εξακρίβωση άλλων γεγονότων που ενδιαφέρουν την Υπηρεσία, ενεργούνται διοικητικές εξετάσεις. 2.Οι διοικητικές εξετάσεις διακρίνονται σε Ένορκες Διοικητικές Εξετάσεις (Ε.Δ.Ε.) και σε Προφορικές Διοικητικές Εξετάσεις (Π.Δ.Ε.). Ένορκες Διοικητικές Εξετάσεις (Άρθρ. 19 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.78.-1.Οι Ένορκες Διοικητικές Εξετάσεις ενεργούνται: α.Για τη βεβαίωση πειθαρχικών παραπτωμάτων που προβλέπονται από τα Ν.Δ. 343/69 και Ν.Δ. 935/71 και το άρθρ. 12 του Νόμ. 1339/1983 και διεξάγονται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτών καθώς και για τη βεβαίωση άλλων σοβαρών πειθαρχικών παραπτωμάτων. β.Για την εξακρίβωση των αιτιών και των συνθηκών κάτω από τις οποίες επήλθε θάνατος ή βλάβη ή ανικανότης ή προξενήθηκε σοβαρός τραυματισμός πυροσβεστικού υπαλλήλου. γ.Για την εξακρίβωση απωλειών ή φθορών υλικού ή άλλων αξιών του δημοσίου και τον καταλογισμό της αξίας αυτών, στις περιπτώσεις που ορίζουν οι οικείες διατάξεις. δ.Σε κάθε άλλη περίπτωση που προβλέπουν ειδικές διατάξεις. 2.Στις Ε.Δ.Ε. εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας οι σχετικές με τα αποδεικτικά μέσα. Επιτρέπεται η κατά παραγγελία λήψη καταθέσεων ή η ενέργεια άλλης ανακριτικής πράξης από άλλο ανώτερο ή αρχαιότερο υπάλληλο από εκείνον σε βάρος του οποίου γίνεται η Ε.Δ.Ε. 3.Η παράσταση συνηγόρου κατά την ενέργεια της Ε.Δ.Ε. απαγορεύεται. Η Διάταξη αυτή ισχύει και για την ενώπιον των Ανακριτικών Συμβουλίων διαδικασία. 4.Η ανάκριση είναι μυστική και δε δύναται να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων πειθαρχικών παραπτωμάτων του αυτού ή άλλου υπαλλήλου για τα οποία προκύπτουν στοιχεία κατά την πορεία της ανάκρισης χωρίς διαταγή αυτού που διέταξε την ενέργεια της Ε.Δ.Ε. Αν δοθεί τέτοια διαταγή και κατά την πορεία της ανάκρισης προκύψουν στοιχεία που συνιστούν πειθαρχικό παράπτωμα σε ανώτερο ή αρχαιότερο του ενεργούντος την Ε.Δ.Ε. τότε ο τελευταίος διαβιβάζει τα συλλεγέντα στοιχεία στο διατάξαντα την Ε.Δ.Ε. ανα(Μετά τη σελ. 270, 81032) Σελ. 270, 81033 Τεύχος 1173-Σελ. 43 165 φέροντος σχετικά. Ο διατάξας την Ε.Δ.Ε. στην περίπτωση αυτή αναθέτει σ’ άλλον αξιωματικό ανώτερο ή αρχαιότερο αυτού για τον οποίο προέκυψαν στοιχεία που συνιστούν παράπτωμα. 5.Η μη εμφάνιση ή άρνηση κατάθεσης πυροσβεστικού υπαλλήλου, που κλήθηκε ως μάρτυρας αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα. 6.Υπάλληλοι, μάρτυρες ή εγκαλούμενοι, που νοσηλεύονται σε Νοσοκομείο ή κρατούνται σε φυλακή εξετάζονται στον τόπο αυτόν με μετάβαση επί τόπου του ενεργούντος την Ε.Δ.Ε. ή και άλλου αξιωματικού μετά από παραγγελία του πρώτου. 7.Υπάλληλος που βρίσκεται σε αναρρωτική άδεια όταν κληθεί προς εξέταση υποχρεούται να προσέλθει. Η μη προσέλευσή του χωρίς εύλογη αιτία αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα. 8.Η κλήση σε απολογία περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρ. 71 του παρόντος δ/τος και επιπλέον: α.Στο προοίμιο αυτής μνημονεύεται το γεγονός ότι ενεργείται Ε.Δ.Ε. καθώς και ο αριθμός της διαταγής βάσει της οποίας διενεργείται αυτή, και β.Στο τέλος αυτής καλείται ο υπό κατηγορία να λάβει γνώση των εγγράφων της Ε.Δ.Ε. και να ασκήσει τα δικαιώματα που του παρέχονται από τις οικείες διατάξεις. 9.Η ελλειπής διενέργεια Ε.Δ.Ε., η απόκρυψη πειθαρχικού παραπτώματος του υπό κατηγορία ή άλλου υπαλλήλου συνιστούν αυτοτελή πειθαρχικά παραπτώματα του ενεργούντα την Ε.Δ.Ε. Προφορικές Διοικητικές Εξετάσεις (Άρθρ. 20 Π.Δ. 130/1991, άρθρ. 8 παρ. 2 Π.Δ. 123/1992) Άρθρ.79.-1.Οι προφορικές διοικητικές εξετάσεις ενεργούνται: α.Για τη βεβαίωση πειθαρχικών παραπτωμάτων τα οποία τιμωρούνται με κατώτερες πειθαρχικές ποινές. β.Για την εξακρίβωση ελαφρών τραυματισμών υπαλλήλων και της σχέσης αυτών των τραυματισμών με την Υπηρεσία. 2.Αρμόδιοι να διατάσσουν τη διενέργεια Π.Δ.Ε. είναι εκείνοι που είναι αρμόδιοι να διατάσσουν και τη διενέργεια Ε.Δ.Ε. σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και ενεργούνται από αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος ανώτερους ή αρχαιότερους από εκείνους που αφορά η εξεταζόμενη υπόθεση. 3.Στην Π.Δ.Ε. η μεν εξέταση του καταγγέλοντα και των άλλων μαρτύρων γίνεται προφορικά η δε εξέταση του εγκαλούμενου γίνεται εγγράφως. Έκθεση δεν συντάσσεται για καμιά ανακριτική πράξη, συντάσσεται όμως έκθεση διενέργειας Π.Δ.Ε. 4.Για την κλήση σε απολογία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρ. 71 και 78 παρ. 8 του παρόντος. 5.Οι διατάξεις των παρ. 2, 3, 4, 5, 6 και 7 του άρθρ. 78 του παρόντος δ/τος εφαρμόζονται και στις Π.Δ.Ε. Παράπονα (Άρθρ. 21 Π.Δ. 130/1991) Άρθρ.80.-1.Ο πυροσβεστικός υπάλληλος που τιμωρήθηκε με κατώτερη πειθαρχική ποινή δικαιούται να υποβάλει ιεραρχικά έγγραφη αναφορά παραπόνων, με αίτημα την άρση ή το μετριασμό της ποινής ή τη μεταβολή του είδους της ποινής ή του αιτιολογικού αυτής, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 10 ημερών από την ανακοίνωση σ’ αυτόν της ποινής. Η αναφορά παραπόνων που υποβάλλεται εκπρόθεσμα είναι απαράδεκτη δεν εξετάζεται και αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα. 2.Αν από την ανακοίνωση της ποινής ή μεταγενέστερα ανέκυψε γεγονός, που έχει καταστήσει αδύνατη την υποβολή της αναφοράς παραπόνων, εντός της ανωτέρω προθεσμίας, η προθεσμία αυτή αρχίζει μετά την άρση του γεγονότος, σε κάθε περίπτωση όμως δεν μπορεί να παραταθεί πέραν των 3 μηνών συνολικά, από την ημερομηνία της ανακοίνωσης της ποινής. Σελ. 270, 81034 Τεύχος 1173-Σελ. 44 166 3.Η υποβολή παραπόνων καθ’ υπέρβαση της ιεραρχίας, απαγορεύεται. Παράπονα που υποβάλλονται καθ’ υπέρβαση της ιεραρχίας δεν λαμβάνονται υπόψη, ο δε παραπονούμενος τιμωρείται. 4.Η υποβολή αναφοράς παραπόνων, σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις και η προθεσμία υποβολής της αναφοράς παραπόνων, δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της ποινής. 5.Η αναφορά παραπόνων συντάσσεται σε ύφος σεμνό και πειθαρχικό. Ο παραπονούμενος οφείλει να εκφράζεται με τον προσήκοντα σεβασμό, να εκθέτει μόνον το παράπονό του χωρίς κρίσεις και σχόλια σε βάρος των προϊσταμένων του και γενικά να μην επεκτείνεται σε γεγονότα άσχετα με το παράπτωμα και την ποινή που του επιβλήθηκε, που αν συμβεί αποτελεί ξεχωριστό πειθαρχικό παράπτωμα και τα αναφερόμενα δεν λαμβάνονται υπόψη: 6.Αντιπειθαρχικές αναφορές παραπόνων υποβάλλονται περαιτέρω, πλην όμως αποτελούν αντικείμενο ξεχωριστού πειθαρχικού παραπτώματος. 7.Υποβολή μόνο ατομικών παραπόνων επιτρέπεται. Ομάδα υπαλλήλων δεν έχει το δικαίωμα να παραπονεθεί ομαδικά ή μετά από συμφωνία. Σε τέτοια περίπτωση το παράπονο δεν λαμβάνεται υπόψη και τιμωρείται αυστηρότατα ο ανώτερος ή ο αρχαιότερος μεταξύ της ομάδας που υπέβαλε τα παράπονα. 8.Επίσης για λογαριασμό, η κατ’ εντολή ή για το συμφέρον άλλου υπαλλήλου υποβολή παραπόνων απαγορεύεται απολύτως. 9.Όποιοι και αν είναι οι λόγοι των παραπόνων, οι υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος υποβάλλουν αυτά στους προϊσταμένους τους ιεραρχικά μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου και συμμορφώνονται ακριβώς προς τις επόμενες διατάξεις: α.Τα παράπονα υποβάλλονται πάντοτε εγγράφως. β.Εάν το παράπονο πήγασε από διαταγή με την οποία επιβάλλονται στον παραπονούμενο υποχρεώσεις που δεν προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό ή από έγγραφες διαταγές ή του αφαιρούνται δικαιώματα που του παρέχονται απ’ αυτόν, ο παραπονούμενος είναι υποχρεωμένος κατ’ αρχήν να εκτελέσει τη διαταγή και στη συνέχεια να υποβάλει αναφορά παραπόνων, διαφορετικά το παράπονό του είναι απαράδεκτο και η μη εκτέλεση της διαταγής αποτελεί παράπτωμα και τιμωρείται. γ.Εάν το παράπονο προέρχεται λόγω ελλειπούς χορήγησης των κανονικών αποδοχών ή των προβλεπομένων ειδών ιματισμού, ο παραπονούμενος υποχρεούται να παραλάβει τα χορηγούμενα και στη συνέχεια να παραπονεθεί, διαφορετικά αν αρνηθεί την παραλαβή διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα και τιμωρείται. 10.Ο κάθε ανώτερος είναι υποχρεωμένος να ακούει με ηρεμία και υπομονή κάθε κατώτερο. Όλα τα παράπονα που υποβάλλονται σ’ αυτόν σύμφωνα με τα παραπάνω καθοριζόμενα οφείλει να τα εξετάσει με μεγάλη προσοχή και ακρίβεια και να διαπιστώνει τη βασιμότητά τους ή όχι. Να προχωρεί δε χωρίς δισταγμό στην ικανοποίησή τους όταν διαπιστώνει ότι είναι βάσιμα. 11.Όταν το παράπονο κριθεί από τον ανώτερο αβάσιμο, αυτός έχει την υποχρέωση να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια να πείσει τον παραπονούμενο, για το αβάσιμο των παραπόνων του. Η επιμονή σε διατύπωση παραπόνου μετά από σχετική εξήγηση και ανάλυση της αβασιμότητάς του, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα και τιμωρείται. Όταν το παράπονο αν και αβάσιμο στρέφεται προς αυτόν που το δέχεται, αυτός οφείλει χωρίς αναβολή να το υποβάλει με τις σχετικές παρατηρήσεις του στον αμέσως προϊστάμενό του με όλη τη σχετική αλληλογραφία. 12.Απαγορεύεται απολύτως σε κάθε ανώτερο να μη δεχθεί ή να απορρίψει παράπονα που του επιβλήθηκαν και αφορούν το άτομό του. Η αποσιώπηση από ανώτερο κάθε παράπονου, αποτελεί βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα και επισύρει ανάλογη ποινή. 13.Όποιος ανώτερος δέχεται παράπονα κατωτέρου του, υποχρεούται μέσα σε 10 ημέρες να γνωρίσει στον παραπονούμενο εγγράφως ή με την Ημερήσια Διαταγή τις ενέργειές του, σε διαφορετική περίπτωση ο παραπονούμενος δύναται να κάνει υπέρβαση ιεραρχίας υποβάλλοντας τα παράπονά του στην αμέσως προϊσταμένη υπηρεσία του ανωτέρου του που δεν του απάντησε. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΗΘΙΚΕΣ ΚΑΙ ΥΛΙΚΕΣ ΑΜΟΙΒΕΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ Έννοια ηθικής αμοιβής– είδη ηθικών αμοιβών (Άρθρ. 1 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.8.-1.Ειδικές Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος είναι οι αναφερόμενες στην παρ. 7 του άρθ. 2 του παρόντος. 2.Η Γ.Α.Υ.Π.Σ., η Πυροσβεστική Σχολή, το Σ.Ε.Κ.Υ.Π.Σ. και η Ε.Μ.Α.Κ. υπάγονται απ’ ευθείας στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος και τα Πυροσβεστικά Συνεργεία και Κλιμάκια Πυροσβεστικών Συνεργείων στις Περιφερειακές Διοικήσεις της έδρας τους, εκτός του Πυροσβεστικού Συνεργείου Αθηνών που υπάγεται απ’ ευθείας στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος. 3.Η Γενική Αποθήκη Υλικού Πυροσβεστικού Σώματος (Γ.Α.Υ.Π.Σ.) περιλαμβάνει: α.Τη Γραμματεία. β.Το γραφείο αποστολών. γ.Το γραφείο κωδικοποίησης υλικού. δ.Τη Γενική Διαχείριση Υλικού στην οποία υπάγονται οι ακόλουθες Μερικές Διαχειρίσεις. Α' Μερική (ατομικά εφόδια - οπλισμός - κλινοστρωμνές - έπιπλα - σκεύη - ηλεκτρικά). Β' Μερική (τροχαίο υλικό - μηχανολογικός εξοπλισμός - εργαλεία). Γ' Μερική (τηλεπικοινωνιακό υλικό). Δ' Μερική (άχρηστου υλικού για επισκευή ή παράδοση στον Ο.Δ.Δ.Υ.). 4.Τα Πυροσβεστικά Συνεργεία διακρίνονται σε Α' και Β' τάξης και περιλαμβάνουν μερική διαχείριση που υπάγεται στην Περιφερειακή Διοίκηση της έδρας τους, εκτός από το Συνεργείο Αθηνών στο οποίο υπάρχει αυτοτελής διαχείριση. 5.Κάθε Συνεργείο περιλαμβάνει τα εξής τμήματα: α.Γραμματείας. β.Τεχνικού Γραφείου. γ.Μηχανοσυνθετών. δ.Ηλεκτρολογικού - Ηλεκτρονικού. ε.Εφαρμοστηρίου. στ.Μηχανουργείου. ζ.Σιδηρουργείου - Συγκολλήσεων. η.Ξυλουργείου. θ.Λευκοσιδηρουργείου - Φανοποιείου. ι.Βαφείου. ια.Ταπετσαρίας. 6.Τα θέματα που αφορούν την Πυροσβεστική Σχολή καθορίζονται από τον «Κανονισμό Πυροσβεστικής Σχολής» (Άρθρ. 11 Νόμ. 1481/1984 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 1 Νόμ. 1590/1986). 7.Τα θέματα που αφορούν το Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο Υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος (Σ.Ε.Κ.Υ.Π.Σ.), καθορίζονται με απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 3 Ν.Δ. 1119/1972). 8.Τα θέματα που αναφέρονται στην εσωτερική διάρθρωση και λειτουργία, την εκπαίδευση και τα καθήκοντα του προσωπικού καθώς και ο εξοπλισμός της Ε.Μ.Α.Κ. καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης (παρ. 4 άρθρ. 2 Π.Δ. 96/1987). Διάκριση υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος (Άρθρ. 9 Π.Δ. 8/1991) Άρθρ.81.-1.Ηθική αμοιβή είναι η τιμητική επιβράβευση εξαίρετων δραστηριοτήτων ή προσπαθειών, που υπερβαίνουν σημαντικά το καλώς εννοούμενο υπηρεσιακό καθήκον του άξιου να τιμηθεί με αυτή προσώπου. Η ηθική αμοιβή απονέμεται με μέτρο και στους πραγματικά άξιους για την τιμητική αυτή διάκριση. (Μετά τη σελ. 270, 81034) Σελ. 270, 81035 Τεύχος 1173-Σελ. 45 167 2.Οι ηθικές αμοιβές, που απονέμονται στο πυροσβεστικό προσωπικό είναι οι εξής: α.Η προαγωγή για ανδραγαθία. β.Τα παράσημα των Ταγμάτων Αριστείας, σύμφωνα με τις ισχύουσες γι’ αυτά κάθε φορά διατάξεις. γ.Τα πυροσβεστικά Μετάλλια, ήτοι: (1) Το Πυροσβεστικό Αριστείο Ανδραγαθίας. (2) Ο Πυροσβεστικός Σταυρός. (3) Το Μετάλλιο Πυροσβεστικής Αξίας. (4) Το Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. δ.Η εύφημη μνεία. ε.Η ευαρέσκεια και στ.Ο έπαινος. 3.Τα μετάλλια της προηγούμενης παραγράφου απονέμονται, είτε σε καιρό ειρήνης, είτε σε καιρό πολέμου και εφόσον, για την ίδια πράξη, δεν έχει απονεμηθεί μετάλλιο που προβλέπεται από τις περί Στρατιωτικών Μεταλλίων διατάξεις. 4.Μετάλλια ξένων κρατών, που απονέμονται στο πυροσβεστικό προσωπικό, φέρονται απ’ αυτό ύστερα από έγκριση που παρέχεται κατά τον τρόπο απονομής των Πυροσβεστικών Μεταλλίων. Για το σκοπό αυτό ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει, ιεραρχικά στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού σώματος, αίτηση με επίσημο αντίγραφο του διπλώματος ή της πράξης απονομής του Μεταλλίου, εις διπλούν. 5.Μετάλλια που απονέμονται στο πυροσβεστικό προσωπικό, από μη στρατιωτικές οργανώσεις, ή συνδέσμους, ή ιδρύματα, της ημεδαπής ή αλλοδαπής, δεν φέρονται απ’ αυτό. Προαγωγή για ανδραγαθία (Άρθρ. 2 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.82.-1.Στο πυροσβεστικό προσωπικό μέχρι και του βαθμού του Πυραγού συμπεριλαμβανομένου, δικαιολογείται προαγωγή για ανδραγαθία στον επόμενο βαθμό για πράξεις κατά τις οποίες ο υπάλληλος εκθέτοντας τη ζωή του σε άμεσο και πολύ σοβαρό κίνδυνο κατορθώνει τη διάσωση ατόμων που κινδυνεύουν ή προλαμβάνει την επέκταση μεγάλων πυρκαγιών ή καταστροφών ή άλλων ζημιών. 2.Η βεβαίωση της πράξης γίνεται με ένορκη διοικητική εξέταση που διατάσσεται από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης και ενεργείται από ανώτερο αξιωματικό του Πυροσβεστικού Σώματος. Η ένορκη διοικητική εξέταση υποβάλλεται στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης με τη γνώμη της Ιεραρχίας πλήρως αιτιολογημένη. Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης δύναται να διατάξει τη συμπλήρωση της ένορκης διοικητικής εξέτασης εάν κρίνει αυτό σκόπιμο ή παραπέμπει απ’ ευθείας την υπόθεση στο αρμόδιο συμβούλιο κρίσης του ανδραγαθήσαντος για τη λήψη της σχετικής απόφασης προαγωγής για ανδραγαθία ή μη. Η απόφαση του συμβουλίου είναι υποχρεωτική για τον Υπουργό. Η προαγωγή για ανδραγαθία για τους βαθμούς του υπαξιωματικού και πυρονόμου γίνεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και με Π.Δ/γμα για τους λοιπούς βαθμούς έστω και αν δεν υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις. 3.Επιτρέπεται προαγωγή για ανδραγαθία και για δεύτερη φορά μετά από παρέλευση τουλάχιστον ενός έτους από της προηγούμενης ανδραγαθίας του χρόνου υπολογιζόμενου από την ημερομηνία τέλεσης της πράξης. Ιεραρχική τάξη μεταλλίων (Άρθρ.3 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.83.-1.Η ιεραρχική τάξη των Πυροσβεστικών Μεταλλίων του άρθρ. 81 του παρόντος είναι η ακόλουθη, κατά σειρά αξίας: α.Πυροσβεστικό Αριστείο Ανδραγαθίας. β.Πυροσβεστικός Σταυρός. γ.Μετάλλιο Πυροσβεστικής Αξίας. δ.Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. 2.Τα παράσημα των Ταγμάτων Αριστείας και τα Στρατιωτικά μετάλλια, που απονέμονται στο πυροσβεστικό προσωπικό προηγούνται των Πυροσβεστικών Μεταλλίων, τα δε μετάλλια, που απονέμονται από ξένα κράτη έπονται αυτών. Σελ. 270, 81036 Τεύχος 1173-Σελ. 46 168 Πυροσβεστικό Αριστείο Ανδραγαθίας (Άρθρ. 4 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.84.-1.Το Πυροσβεστικό Αριστείο Ανδραγαθίας απονέμεται στο πυροσβεστικό προσωπικό, όταν αποδεδειγμένα έχει εκτελέσει ηρωϊκή πράξη, που προκαλεί ανεπιφύλακτα το θαυμασμό και την εκτίμηση της κοινής γνώμης, ώστε να αποτελεί πραγματική ανδραγαθία. 2.Το διάσημο του παραπάνω μεταλλίου είναι αργυρό, διαστάσεων 0,04 Χ 0,04 μ. και αποτελείται από σταυρό, του οποίου τα άκρα είναι πλατύτερα. Στο μέσο του σταυρού είναι αποτυπωμένο, ανάγλυφα, το Έμβλημα του Κράτους, σε σχήμα κύκλου, διαμέτρου 15 χιλιοστών και στη βάση του σταυρού είναι αποτυπωμένο επίσης, ανάγλυφα, το έτος «1930» στη δε πίσω όψη φέρει στη μέση, ανάγλυφα, την επιγραφή «ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΑΝΔΡΑΓΑΘΙΑ». 3.Το μετάλλιο αυτό αναρτάται από μετάξινη κυματιστή ταινία, πλάτους 30 χιλιοστών, χρώματος βαθύ ερυθρού, που φέρει κάθετα στο μέσο σειρίτι χρώματος λευκού, πλάτους 8 χιλιοστών. Πυροσβεστικός Σταυρός (Άρθρ. 5 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.85.-1.Ο Πυροσβεστικός Σταυρός απονέμεται στο πυροσβεστικό προσωπικό για: α.Αυτοθυσία, όταν αποδεδειγμένα εξέθεσε τη ζωή του σε κίνδυνο, για τη σωτηρία άλλων που κινδύνευσαν. β.Ιδιαίτερα διακεκριμένη και εξαίρετη πράξη που έχει σχέση με την αποστολή τους. 2.Ο Πυροσβεστικός Σταυρός διακρίνεται στις εξής τάξεις: α.Πυροσβεστικός Σταυρός Α΄ τάξης, που απονέμεται στους Ανώτατους Αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος. β.Πυροσβεστικός Σταυρός Β΄ τάξης, που απονέμεται στους υπόλοιπους Αξιωματικούς. γ.Πυροσβεστικός Σταυρός Γ΄ τάξης, που απονέμεται στους Πυρονόμους, τους Υπαξιωματικούς και τους Πυροσβέστες. 3.Το διάσημο του Πυροσβεστικού Σταυρού είναι χάλκινο, διαστάσεων 0,04 Χ 0,04 μ. και αποτελείται από σταυρό βυζαντινού σχήματος, του οποίου τα τέσσερα άκρα συνδέονται με στεφάνη από κλάδους ελιάς. Στο κέντρο του σταυρού φέρει ανάγλυφο κύκλο, διαμέτρου 0,015 μ. και μέσα σ’ αυτόν ανάγλυφο το Έμβλημα του Πυροσβεστικού Σώματος που είναι χρυσό για την Α΄, αργυρό για την Β΄ και χάλκινο για την Γ΄ τάξη και στη βάση του σταυρού ανάγλυφα το έτος «1930». 4.Το παραπάνω μετάλλιο φέρεται με μετάξινη κυματιστή ταινία, πλάτους 30 χιλιοστών, που αποτελείται από τρεις ισοπλατείς λωρίδες, μπλε χρώματος η μεσαία και ερυθρού οι άλλες δύο. 5.Για κάθε νεότερη πράξη του τιμημένου με Πυροσβεστικό Σταυρό, που κρίνεται άξια της ίδιας ηθικής αμοιβής, απονέμεται ο Πυροσβεστικός Σταυρός της αντίστοιχης τάξης, στη δε ταινία τοποθετείται σαν διακριτικό γνώρισμα αστερίσκος του διασήμου, διαστάσεων 5 χιλιοστών, διαδοχικά: α)χάλκινος, β)αργυρός και γ)χρυσός. Περισσότερα από έναν αστερίσκο φέρονται οριζόντια στην ταινία του μεταλλίου. Τοποθέτηση περισσότερων των τριών αστερίσκων δεν επιτρέπεται. 6.Ο Πυροσβεστικός Σταυρός απονέμεται σ’ αυτόν που κρίνεται άξιος να τιμηθεί και μετά το θάνατό του. Σε περίπτωση θανάτου αυτού που τιμήθηκε ή που δικαιούται του μεταλλίου, αυτό περιέρχεται, ως κειμήλιο, σ’ αυτόν που ορίζει η διαθήκη του θανόντος. Αν δεν άφησε διαθήκη, το μετάλλιο περιέρχεται στους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, κατά την ακόλουθη σειρά: α.Πρωτότοκο τέκνο. β.Σύζυγο. γ.Πατέρα ή μητέρα. δ.Μεγαλύτερο αδελφό ή αδελφή. 7.Ο Πυροσβεστικός Σταυρός μπορεί να απονέμεται, κατά περίπτωση, σε στρατιωτικούς, σε πολιτικούς υπαλλήλους και ιδιώτες, ημεδαπούς ή αλλοδαπούς, που προσέφεραν εξαιρετικές υπηρεσίες για την εκπλήρωση του Πυροσβεστικού έργου, καθώς και σε Πυροσβεστικές Υπηρεσίες για τις πράξεις του. Επίσης μπορεί να απονέμεται και σε πόλεις για τη συμβολή των κατοίκων τους στο έργο της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας καθώς και σε συλλόγους, σωματεία και λοιπές αναγνωρισμένες οργανώσεις για την ίδια αιτία. Μετάλλιο Πυροσβεστικής Αξίας (Άρθρ. 6 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.86.-1.Το Μετάλλιο Πυροσβεστικής Αξίας απονέμεται στους Αξιωματικούς που βρίσκονται στην ενέργεια για πολυετή συνεχή ευδόκιμη υπηρεσία ή για εξαίρετες πράξεις. 2.Το Μετάλλιο Πυροσβεστικής Αξίας διακρίνεται στις εξής τάξεις: α.Α΄ τάξης που απονέμεται στους Ανώτατους Αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος. (Μετά τη σελ. 270, 81036) Σελ. 270, 81037 Τεύχος 1173-Σελ. 47 169 β.Β΄ τάξης που απονέμεται στους Ανώτερους Αξιωματικούς. γ.Γ΄ τάξης που απονέμεται στους Κατώτερους Αξιωματικούς. 3.Το παραπάνω μετάλλιο, για πολυετή ευδόκιμη υπηρεσία, δεν απονέμεται πριν από τη συμπλήρωση 10ετούς υπηρεσίας Αξιωματικού. Η 10ετή υπηρεσία υπολογίζεται σύμφωνα με τις ισχύουσες για την ιεραρχία και τις προαγωγές των Αξιωματικών κάθε φορά διατάξεις. 4.Μαζί με την προαγωγή του τιμημένου Αξιωματικού, προάγεται στην αντίστοιχη τάξη και το μετάλλιο, που του έχει απονεμηθεί, για συνεχή ευδόκιμη πολυετή υπηρεσία, εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. 5.Το ανωτέρω μετάλλιο είναι χάλκινο και αποτελείται από ανάγλυφο έμβλημα του Πυροσβεστικού Σώματος, σε κυκλικό σχήμα, διαμέτρου 0,04 μ. και στη βάση είναι τυπωμένο ανάγλυφα, το έτος «1930» στη δε πίσω όψη γράφονται κυκλικά οι λέξεις «ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΑΞΙΑ». Το Έμβλημα του Πυροσβεστικού Σώματος είναι χρυσό για την Α΄, αργυρό για την Β΄ και χάλκινο για την Γ΄ τάξη. 6.Η ταινία του μεταλλίου αυτού είναι από μεταξωτό ύφασμα κυματιστό, πλάτους 30 χιλιοστών και χωρίζεται σε τρεις διαμήκεις λωρίδες, που έχουν η μεν μεσαία χρώμα βαθύ γαλάζιο και πλάτος 0,014 μ. οι δε άλλες δύο χρώμα λευκό και πλάτος 0,008 μ. η κάθε μία. Στην ταινία τοποθετείται, οριζόντια, κλάδος ελιάς, μήκους 18 χιλιοστών και πλάτους 4 χιλιοστών, που είναι χρυσός για την Α΄ αργυρός για την Β΄ και χάλκινος για την Γ΄ τάξη. Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας (Άρθρ. 7 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.87.-1.Το Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας απονέμεται στους Πυρονόμους, Υπαξιωματικούς και Πυροσβέστες για πολυετή ευδόκιμη υπηρεσία, που υπολογίζεται κατά τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά, για την ιεραρχία και τις προαγωγές τους. 2.Το Μετάλλιο αυτό διακρίνεται στις ακόλουθες τρεις τάξεις: α.Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Α΄ τάξης, απονεμόμενο στους Πυρονόμους, για 5ετή, τουλάχιστον ευδόκιμη υπηρεσία στο βαθμό τους. β.Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Β΄ τάξης, απονεμόμενο στους Υπαξιωματικούς, για 5ετή, τουλάχιστον ευδόκιμη υπηρεσία στο βαθμό τους. γ.Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Γ΄ τάξης, απονεμόμενο στους Πυροσβέστες για 15ετή, τουλάχιστον, ευδόκιμη υπηρεσία στο βαθμό τους. 3.Οι προαγόμενοι σε Αξιωματικούς εξακολουθούν να φέρουν το Μετάλλιο ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, που τους έχει απονεμηθεί. 4.Το Μετάλλιο είναι χάλκινο και αποτελείται από ανάγλυφο έμβλημα του Πυροσβεστικού Σώματος, σε κυκλικό σχήμα, διαμέτρου 30 χιλιοστών και στη βάση του είναι αποτυπωμένο, ανάγλυφα, το έτος «1930» στη δε πίσω όψη γράφονται κυκλικά και ανάγλυφα οι λέξεις «ΕΥΔΟΚΙΜΗ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ». Το έμβλημα του Πυροσβεστικού Σώματος είναι επίχρυσο για την Α΄, επάργυρο για την Β΄ και χάλκινο για τη Γ΄ τάξη. 5.Η ταινία του μεταλλίου είναι από μεταξωτό ύφασμα, πλάτους 30 χιλιοστών και χωρίζεται σε τρεις διαμήκεις ισοπλατείς λωρίδες, που έχουν η μεν μεσαία χρώμα βαθύ κίτρινο, οι δε άλλες δύο χρώμα ανοικτό κυανό. Στην ταινία τοποθετείται, οριζόντια, κλάδος ελιάς, μήκους 18 χιλιοστών και πλάτους 4 χιλιοστών, που είναι επίχρυσος για την Α΄, επάργυρος για την Β΄ και χάλκινος για την Γ΄ τάξη. Σελ. 270, 81038 Τεύχος 1173-Σελ. 48 170 Διπλώματα μεταλλίων (Άρθρ. 8 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.88.-1.Η απονομή των μεταλλίων συνοδεύεται και από δίπλωμα που έχει σχήμα ορθογώνιου παραλληλόγραμμου, διαστάσεων 400 επί 300 χιλιοστά του μέτρου. Στις διαστάσεις αυτές περιλαμβάνονται και οι άσπρες λωρίδες, που είναι περιμετρικά του μαιάνδρου. Το πλάτος των άσπρων λωρίδων είναι 30 χιλιοστά για το πάνω και το κάτω μέρος και 25 χιλιοστά για δεξιά – αριστερή πλευρά του διπλώματος. Το πλάτος του μαιάνδρου είναι 10 χιλιοστά. Εξωτερικά του μαιάνδρου τοποθετείται λωρίδα χρώματος ανοικτού κυανού, με πλάτος 10 χιλιοστά. 2.Το δίπλωμα σε καθεμιά από τις 4 γωνιές του έχει, μέσα σε κύκλο, διαμέτρου 40 χιλιοστών, το έμβλημα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Οι τέσσερις κύκλοι συνδέονται μεταξύ τους με μαίανδρο. 3.Στο κάτω μέρος του διπλώματος και κάτω από τον μαίανδρο τοποθετούνται δύο κλάδοι ελιάς, με ενωμένα τα άκρα τους στο κέντρο. 4.Ακριβώς κάτω από το κέντρο του επάνω μαιάνδρου τοποθετείται κάθετα η ταινία του μεταλλίου, η οποία περνά από το κέντρο, που ενώνει τους δύο κλάδους ελιάς και καταλήγει στο μετάλλιο. Η διάμετρος του μεταλλίου είναι 40 χιλιοστά. Αριστερά από το μετάλλιο γράφεται με μαύρο χρώμα η λέξη «ΕΛΛΗΝΙΚΗ» και δεξιά η λέξη «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ». 5.Στη μέση και κάτω από το μετάλλιο απεικονίζεται το έμβλημα του Πυροσβεστικού Σώματος, που καλύπτει τα τρία τέταρτα, σχεδόν, της επιφάνειας του διπλώματος. 6.Κάτω από το μετάλλιο με μικρά γράμματα γράφονται: Πρώτη σειρά: Με το Π.Δ. ……………………….από ………………………… (αριθ.) (χρονολογία) Δεύτερη σειρά: Απονεμήθηκε στον ……………… ……………………………………………………… (Βαθμός – Α.Μ. Ονοματεπώνυμο) Τρίτη σειρά: ……………………………………….. (Τίτλος μεταλλίου) Υπάρχουν άλλες τρεις κενές σειρές, που γράφεται η αιτία απονομής του μεταλλίου. 7.Στο κάτω μέρος του διπλώματος και δεξιά γράφεται η ημερομηνία δημοσίευσης του Π.Δ/τος και το ονοματεπώνυμο του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Αριστερά φαίνεται η Υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος, με φροντίδα της οποίας απονέμονται τα μετάλλια και τα διπλώματα. 8.Για όλα τα απονεμόμενα μετάλλια ισχύει ο ίδιος τύπος διπλώματος, με τις εξής διαφορές: α.Σε κάθε δίπλωμα απεικονίζεται το ανάλογο μετάλλιο. β.Το δίπλωμα για το Πυροσβεστικό Αριστείο Ανδραγαθίας και τον Πυροσβεστικό Σταυρό, έχει χρώμα μπεζ, ενώ τα διπλώματα για τα μετάλλια Πυροσβεστικής Αξίας και Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, έχουν χρώμα ανοικτό κίτρινο. Εύφημη μνεία – Ευαρέσκεια – έπαινος (Άρθρ. 9 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.89.-1.Η εύφημη μνεία απονέμεται στο πυροσβεστικό προσωπικό για εξαιρετικές πράξεις ή δραστηριότητες, για τις οποίες δεν συντρέχει περίπτωση απονομής Πυροσβεστικού Μεταλλίου και η απονομή ευαρέσκειας ή επαίνου θεωρείται ανεπαρκής. Η εύφημη μνεία μπορεί να απονέμεται και μετά την αποχώρηση του Πυροσβέστη από την υπηρεσία για μακρά και ευδόκιμη επίδοση σ’ αυτή. 2.Η ευαρέσκεια απονέμεται στο πυροσβεστικό προσωπικό για εξαιρετικές πράξεις κατά την εκτέλεση ή και εκτός υπηρεσίας ή για εξαίρετη επίδοση σ’ αυτή, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση απονομής εύφημης μνείας και η απονομή επαίνου κρίνεται ανεπαρκής. 3.Ο έπαινος απονέμεται στο πυροσβεστικό προσωπικό για εκτέλεση ειδικής υπηρεσίας άξιας ηθικής επιβράβευσης ή για επιδειχθείσα προθυμία και ζήλο κατά την εκπλήρωση του καθήκοντος ή την εκτέλεση διαταγής εξαιρετικής σημασίας ή τέλος για εκτέλεση άλλης σπουδαίας και άξιας τιμητικής διάκρισης πράξης, για την οποία δεν συντρέχει περίπτωση απονομής άλλης ηθικής αμοιβής. Τρόπος απονομής ηθικών αμοιβών (Άρθρ. 10 Π.Δ. 254/1991) Άρθρ.90.-1.Για την απονομή των ηθικών αμοιβών, που καθορίζονται με τις διατάξεις των εδαφ. γ, δ, ε και στ της παρ. 2 του άρθρ. 81 του παρόντος, απαιτείται Ένορκη Διοικητική Εξέταση για τη διαπίστωση των εξαιρετικών πράξεων του υπαλλήλου και αιτιολογημένη πρόταση που υποβάλλεται ιεραρχικά στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης προκειμένου για απονομή μεταλλίου και στους κατά περίπτωση αρμόδιους, σύμφωνα με το άρθρ. 91 του παρόντος, για την απονομή εύφημης μνείας, ευαρέσκειας και επαίνου ως κατωτέρω: α.Για το πυροσβεστικό προσωπικό η (Μετά τη σελ. 270, 81038) Σελ. 270, 81039 Τεύχος 1173-Σελ. 49 171 πρόταση υποβάλλεται από το Διοικητή Αξιωματικό, στις άμεσες διαταγές του οποίου διατελεί ο προτεινόμενος. β.Για τους αναφερόμενους στο άρθρ. 85 του παρόντος στρατιωτικούς, πολιτικούς υπαλλήλους και ιδιώτες, η πρόταση υποβάλλεται από τους Διοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών. γ.Για τις μνημονευόμενες στο άρθρ. 85 του παρόντος υπηρεσίες και πόλεις η πρόταση υποβάλλεται από τον Αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος. Για συλλόγους, σωματεία ή άλλες αναγνωρισμένες οργανώσεις την πρόταση υποβάλλει ο Διοικητής της οικείας Περιφερειακής Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών. 2.Οι κατά τα ανωτέρω αρμόδιοι για κάθε πράξη, που κρίνεται άξια ηθικής αμοιβής, οφείλουν να υποβάλουν σχετική πρόταση, μέσα σε 5 ημέρες από τη σχετική Ένορκη Διοικητική Εξέταση, στην οποία εκθέτουν με σαφήνεια τις πράξεις και τη διαγωγή του προτεινόμενου και καθορίζουν ταυτόχρονα το είδος της ηθικής αμοιβής που πρέπει να απονεμηθεί. Πρόταση, που υποβάλλεται εκπρόθεσμα, πρέπει να αιτιολογείται επαρκώς. Αν η πρόταση αφορά πράξη, που δεν υπέπεσε στην άμεση αντίληψη του προτείνοντος, τότε επισυνάπτεται σ’ αυτή κάθε σχετικό στοιχείο, από το οποίο βεβαιώνεται η πράξη. Δεν απαιτείται η διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης για την απονομή του Μεταλλίου Πυροσβεστικής Αξίας για ευδόκιμη Υπηρεσία και το Μετάλλιο Ευδόκιμης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, στις περιπτώσεις αυτές αρκεί η πρόταση του Διοικητή ή Προϊσταμένου του υπαλλήλου. 3.Ο δεχόμενος την πρόταση, ύστερα από εκτίμηση των γεγονότων και αφού προηγουμένως ζητήσει διευκρινίσεις, σε περίπτωση που έχει αμφιβολίες για τα προτεινόμενα, γνωματεύει επ’ αυτής αιτιολογώντας σε περίπτωση διαφωνίας, τη γνώση του. Υποχρέωση γνωμάτευσης έχουν και όλοι οι ιεραρχικά προϊστάμενοι, οι οποίοι δεν έχουν δικαίωμα απονομής της προτεινόμενης αμοιβής. Τελικά η πρόταση υποβάλλεται στον αρμόδιο για την απονομή της προτεινόμενης ηθικής αμοιβής, σύμφωνα με το | 22 |
178. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Φ0544/2/ΑΣ 64/Μ.3895-4662 της 11/26 Φεβρ. 1997 (ΦΕΚ Α΄23) Έγκριση των Πρωτοκόλλων της 3ης και 4ης Συνόδων της Μικτής Ελληνο-Κυπριακής Επιτροπής Οδικών Μεταφορών. | 11 |
16. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 131 της 6/22 Φεβρ. 1979 (ΦΕΚ Α' 32) Περί συστάσεως τακτικών θέσεων Πολιτικού Προσωπικού παρά τη Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών δια την μονιμοποίησιν εκτάκτων υπαλλήλων κατ' εφαρμογήν του Νόμ. 765/1978. Καταργήθηκε από το άρθρ. 54 (53)Π.Δ. 396/1986 (ΦΕΚ Α' 178), (κατωτ. αριθ. 23). | 68 |
1. ΝΟΜΟΣ 4734 της 3 Απρ./16 Μαΐου 1930 Περί υποχρεωτικού διαγωνισμού δια την κατάληψιν θέσεων εμμίσθων εσωτερικών και εξωτερικών βοηθών ιατρών κρατικών, δημοτικών, κοινοτικών και πανεπιστημιακών νοσοκομείων ως και τοιούτων αποτελούντων Νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Κατηργήθη δια του άρθρ. 15 Νόμ. 6008/1934 | 265 |
40. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.2955 της 10/18 Αυγ.1954 (ΦΕΚ Α΄ 186) Περί προελεύσεως Αξιωματικών Πληρωμάτων Γενικών Θέσεων, Αξιωματικών Τεχνιτών Εποπτών, Αξιωματικών και Υπαξιωματικών Ελεγκτών και Σχεδιαστών το Β. Ναυτικού. Προέλευσις Αξιωματικών Π.Σ. Γενικών θέσεων ΄Αρθρ.1.-1. Οι Αξιωματικοί Πληρωμάτων Γενικών Θέσεων αποτελούσιν ιδίαν Ειδικότητα του Κλάδου Αξιωματικών Πληρωμάτων Στόλου και προέρχονται δια μετατάξεως Μονίμων Σημαιοφόρων Π.Σ. οιασδήποτε ειδικότητος ή Αρχικελευστών Ειδικοτήτων μετά συγχρόνου προαγωγής τούτων εις Σημαιοφόρους, εκ των εχόντων τα προς προαγωγήν προσόντα εις τον βαθμόν του Σημαιοφόρου, και κατόπιν επιλογής μεταξύ των αιτούντων, ως εν τοις επομένοις καθορίζεται. 2.Προς πλήρωσιν των εκάστοτε κενών οργανικών αριθμών, καλούνται, δια διαταγής του επί της Εθνικής Αμύνης Υπουργού (Γ.Ε.Ν.), οι επιθυμούντες να μεταταγώσιν συμφώνως προς τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου δι’ εγγράφου αιτήσεώς των υποβαλλομένης ιεραρχικώς προς Γ.Ε.Ν., εντός μηνός από της εκδόσεως της ανωτέρω διαταγής. Αι αιτήσεις συγκεντρούμεναι υπό της αρμοδίας Υπηρεσίας του Γ.Ε.Ν. τίθενται υπ’ όψιν πενταμελούς Επιτροπής αποτελουμένης εκ των: Αρχηγού Β΄ Κλάδου Γ.Ε.Ν. (Α.Κ.Β΄), ως Προέδρου, των Αρχιεπιστολέων Α.Σ., Α.Β.Ν., και Α.Ν.Ε και του Διευθυντού Διοικήσεως Γ.Ε.Ν. (ΓΕΝ/Β3). Η Επιτροπή συγκαλούμενη υπό του Προέδρου αυτής, εξετάζει τας υποβληθείσας αιτήσεις, λαμβάνουσα υπ’ όψιν: Την πολεμικήν επί πλοίων υπηρεσίαν των υποψηφίων, εφ’ όσον κατά την σταδιοδρομίαν των η Χώρα διετέλεσεν εν πολέμω, την εν γένει σταδιοδρομίαν των εν τω Β.Ν., τας δύο τελευταίας περί αυτών ετησίας κρίσεις, ως και εκ των ατομικών φακέλλων Φ.Π. τα αναγκαιούντα στοιχεία προς μόρφωσιν γνώμης καθ’ ην ούτοι λόγω της ευρυτέρας και γενικωτέρας επαγγελματικής μορφώσεώς των κρίνονται κατάλληλοι δι’ ειδικάς κατά την κρίσιν της Υπηρεσίας θέσεις Επιτελείων Κεντρικών ή Περιφερειακών Διοικήσεων και προτείνει εν συνεχεία κατά πλεοψηφίαν τους εξ αυτών καταλλήλους προς μετάταξιν, συντάσσουσα σχετικόν πρακτικόν. Της Επιτροπής μετέχει κατώτερος Οικονομικός Αξιωματικός ως Γραμματεύς, τηρών τα πρακτικά. Η επιτροπή θεωρείται εν απαρτία παρόντων τουλάχιστον των τεσσάρων μελών αυτής. Εν περιπτώσει ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Κατόπιν του άρθρ.7 Ν.Δ.3963/1959, όπου εν τω παρόντι αναφέρεται Α.Β.Ν. νοείται ο Α.Ν.Ε. και αντί των Αρχιεπιστολέων Α.Β.Ν. νοούνται οι αντίστοιχοι Α.Α.Π. και Α.Κ.Ι.Π. Σελ. 373 Κατάσταση Υπαλλήλων Π.Ν. 37.Ε.α.38-40 3.Το Πρακτικόν της Επιτροπής υποβάλλεται εις Γ.Ε.Ν. (Α.Κ.Β) και τίθεται υπ’ όψιν του Ανωτάτου Ναυτικού ΣΥμβουλίου (Α.Ν.Σ.) όπερ αποφασίζει συμφώνως και προς τας ιδίας περί ενός εκάστου των υπό κρίσιν αντιλήψεις των μελών αυτού, καταρτίζον τον σχετικόν πίνακα, περί των τελικώς μεταταχθησομένων Σημαιοφόρων ή Αρχικελευστών. Ο Πίναξ των τελικώς επιλεγέντων υπό του Α.Ν.Σ. κυρούται υπό του επί της Εθνικής Αμύνης Υπουργού, όστις και προκαλεί την έκδοσιν του σχετικού Β.Δ/τος περί μετατάξεώς των μετά συγχρόνου προαγωγής των εκ τούτων Αρχικελευστών. 4.Η κατά τα ανωτέρω απόφασις του Α.Ν.Σ. είναι υποχρεωτική δια τους μετατασσομένους Αξιωματικούς ή Αρχικελευστάς. Προέλευσις Αξιωματικών Τεχνιτών Εποπτών ΄Αρθρ.8.-1. Δια Β.Δ/των προκαλουμένων υπό του Υπουργού Εθνικής Αμύνης (Γ.Ε.Ν.) καθορίζονται: α) Τα προσόντα των υποψηφίων, η ηλικία, η εξεταστέα ύλη, τα της προκηρύξεως και ο τρόπος διενεργείας του διαγωνισμού των Υποκελευστών Β΄ Ελεγκτών και Σχεδιαστών, η αναλαμβανομένη υπ’ αυτών υποχρέωσις παραμονής εν τω Β.Ν., η αρχαιότης τούτων ως και πάσα ετέρα αναγκαία λεπτομέρεια δια την διενέργειαν του διαγωνισμού. β)Τα προσόντα και ο τρόπος διενεργείας του διαγωνισμού ιδιωτών εκ των υπηρετούντων εις Εφορείας Β.Ναυστάθμου, ως εδάφ.(β) παρ.2 του άρθρ.6 του παρόντος προς πλήρωσιν των κενών θέσεων Κελευστών ή Αρχικελευστών Ελεγκτών. γ)Πάσα λεπτομέρεια αναγκαία δια την εφαρμογήν του παρόντος Ν.Δ/τος. Εξεδόθη το Β.Δ. 26 Απρ./14 Μαϊου 1955 (ΦΕΚ Α΄120) περί τρόπου κατατάξεως μονίμων Υποκελευστών Β΄ Ελεγκτών και Σχεδιαστών (Διόρθ. Ημαρτ. εν Φ.Ε.Κ.Α΄222/20 Αυγ. 1955). 2.Δι’ αποφάσεων του επί της Εθνικής Αμύνης Υπουργού (Γ.Ε.Ν.) καθορίζονται: α)Τα της εκπαιδεύσεως των Σημαιοφόρων Τεχνιτών Εποπτών. β)Τα της εκπαιδεύσεως των απ’ ευθείας κατατασσομένων Υποκελευστών Β΄ Ελεγκτών και Σχεδιαστών. Σελ. 376 ΄Αρθρ.9.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. ΄Αρθρ.2.-1.Οι Αξιωματικοί Τεχνίται Επόπται αποτελούσιν ιδίαν τέχνην εν των Κλάδω Αξιωματικών Τεχνιτών και προέρχονται δια μετατάξεως μονίμων Σημαιοφόρων Τεχνιτών ή Αρχικελευστών Τεχνιτών μετά συγχρόνου προαγωγής τούτων εις Σημαιοφόρους, εκ των εχόντων τα προς προαγωγήν εις τον βαθμόν του Σημαιοφόρου προσόντα και κατόπιν επιλογής μεταξύ των αιτούντων ως εν τοις επομένοι καθορίζεται. 2.Προς πλήρωσιν των εκάστοτε κενών Οργανικών Αριθμών Αξιωματικών Εποπτών δι’ αποφάσεως του επί της Εθνικής Αμύνης Υπουργού, καλούνται οι επιθυμούντες να μεταταγώσι (Σημαιοφόροι ή Αρχικελευσταί Τεχνίται), όπως υποβάλωσιν ιεραρχικώς εις Α.Β.Ν. σχετικήν αίτησιν εντός μηνός από της ημερομηνίας της αποφάσεως. 3.Επιτροπή τετραμελής, αποτελουμένη εκ του Α.Β.Ν., ως Προέδρου, του Αρχιεπιστολέως Α.Β.Ν., του αρμοδίου Διευθυντού Εφορείας και του Τεχνικού Αξιωματικού Επιτελείου Α.Β.Ν., εξετάζει τας υποβληθείσας αιτήσεις, λαμβάνουσα υπ’ όψιν τας δύο τελευταίας ετησίας κρίσεις, τα αναγκαιούντα στοιχεία εκ των Φύλλων Ποιότητος (Φ.Π.), ιδιαιτέρως επί της τεχνικής και διοικητικής αυτών ικανότητος και μορφώνουσα γνώμην επί της καταλληλότητος αυτών όπως χρησιμοποιηθώσιν εις Υπηρεσίας Εποπτείας εκτελουμένων Τεχνικών εργασιών δια προσωπικού των Συνεργείων του κατά θάλασσαν Στρατού μακράν των Εφορειών ή επί Πλοίων ως και δια την Εποπτείαν των πλωτών Δεξαμενών, προτείνει κατά πλειοψηφίαν τους εξ αυτών, καταλλήλους προς μετάταξιν συντάσσουσα σχετικόν πρακτικόν. Εν ισοψηφία υπερισχύει η Σελ. 374 ψήφος του Προέδρου. Της Επιτροπής μετέχει κατώτερος Οικονομικός Αξιωματικός ως Γραμματεύς, τηρών τα πρακτικά. 4.Το πρακτικόν της Επιτροπής υποβάλλεται υπό Α.Β.Ν. εις Γ.Ε.Ν. και εισάγεται μερίμνη του Αρχηγού Β΄ Κλάδου εις Α.Ν.Σ., το οποίον αποφασίζει συμφώνως και προς τας ιδίας περί ενός εκάστου των υπό κρίσιν αντιλήψεις των μελών αυτού, καταρτίζον σχετικόν πίνακα περί των τελικώς μετατακτέων Σημαιοφόρων ή Αρχικελευστών. Ο πίναξ των τελικώς επιλεγέντων υπό Α.Ν.Σ. κυρούται υπό του Υπουργού Εθνικής Αμύνης, όστις και προκαλεί το οικείον Β.Δ/μα περί μετατάξεως μετά συγχρόνου προαγωγής των εκ τούτων Αρχικελευστών. 5.Η κατά τας προηγουμένας παραγράφους του παρόντος άρθρου απόφασις του Α.Ν.Σ. είναι υποχρεωτική δια τους μετατασσομένους. ΄Αρθρ.3.-Οι μετατασσόμενοι ως Σημαιοφόροι Επόπται, κατά το προηγούμενον άρθρον, υπόκεινται εις ειδικήν εκπαίδευσιν προς απόκτησιν των απαραιτήτων γνώσεων δια τα νέα αυτών καθήκοντα. Προέλευσις Αξιωματικών και Υπαξιωματικών Ελεγκτών ΄Αρθρ.4.-1.Οι μόνιμοι Αξιωματικοί Ελεγκταί προέρχονται δια προαγωγής κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις μονίμων Αρχικελευστών της Τέχνης του Ελεγκτού. 2.Οι μόνιμοι Υπαξιωματικοί της Τέχνης του Ελεγκτού προέρχονται δι’ απ’ ευθείας κατατάξεως Υποκελευστών Β΄ κατόπιν διαγωνισμού, εις ον δύνανται να συμμετάσχωσιν ιδιώται, υπηρετούντες έφεδροι και στρατεύσιμοι Υποκελευσταί, Δίοποι και Ναύται, κεκτημένοι τα δια Β.Δ/τος ορισθησόμενα προσόντα. 37.Ε.α.40 Κατάσταση Υπαλλήλων Π.Ν. Προέλευσις Αξιωματικών και Υπαξιωματικών Σχεδιαστών ΄Αρθρ.5.-1.Οι Αξιωματικοί και Υπαξιωματικοί Σχεδιασταί αποτελούν ιδίαν Τέχνην του Κλάδου Τεχνιτών και προέρχονται οι μεν μόνιμοι Αξιωματικοί δια προαγωγής Αρχικελευστών της αυτής τέχνης κατά τας ισχυούσας εκάστοτε διατάξεις, οι δε μόνιμοι Υπαξιωματικοί δι’ απ’ ευθείας κατατάξεως Υποκελευστών Β΄ κατόπιν διαγωνισμού, εις ον δύνανται να συμμετάσχωσιν ιδιώται, υπηρετούντες έφεδροι ή στρατεύσιμοι Υποκελευσταί, Δίοποι και Ναύται, κεκτημένοι τα δια Β.Δ/τος ορισθησόμενα προσόντα, ως και υπηρετούντες Δίοποι Τεχνίται προελεύσεως Σχολής Τεχνιτών Β.Ν. έχοντες διετή υπηρεσίαν εις τον βαθμόν του Διόπου. 2.Επιτρέπεται κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος η μετάταξις μέχρι δύο μονίμων Αρχικελευστών Τεχνιτών εκ των υπέρ την δεκαετίαν χρησιμοποιουμένων ως Σχεδιαστών εις Εφορείας του Β.Ναυστάθμου εις την τέχνην Σχεδιαστών του Κλάδου Τεχνιτών. Μεταβατικαί Διατάξεις ΄Αρθρ.6.-1.Οι κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος Ν.Δ/τος υφιστάμενοι κενοί οργανικοί αριθμοί Αξιωματικών Γενικών Θέσεων και Εποπτών πληρούνται μέχρι και του συνόλου αυτών ως ακολούθως: α)Των Αξιωματικών Γενικών Θέσεων, δια μετατάξεως μονίμων Αξιωματικών Πληρωμάτων οιουδήποτε βαθμού ή δια μετατάξεως μετά συγχρόνου προαγωγής εις σημαιοφόρους Γενικών Θέσεων, Αρχικελευστών Ειδικοτήτων εκ των εχόντων τα προς προαγωγήν προσόντα εις τον βαθμόν του Σημαιοφόρου, τηρουμένης της υπό του άρθρ.1 του παρόντος προβλεπομένης διαδικασίας. β)Των Αξιωματικών Εποπτών δια μετατάξεως μονίμων Αξιωματικών Τεχνιτών βαθμού Ανθυποπλοιάρχου ή Σημαιοφόρου ή Αρχικελευστών Τεχνιτών μετά συγχρόνου προαγωγής τούτων εις Σημαιοφόρους Επόπτας, εκ των εχόντων τα προς προαγωγήν προσόντα εις τον βαθμόν του Σημαιοφόρου, τηρουμένης κατά τα λοιπά της υπό του άρθρ.2 του παρόντος προβλεπομένης διαδικασίας. 2.Οι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος κενοί αριθμοί των Αρχικελευστών ή Κελευστών Ελεγκτών, συνολικώς θεωρούμενοι, κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος, δύνανται να καλύπτωνται μερικώς και μέχρι του ημίσεος, κατά την κρίσιν του Α.Ν.Σ., δια κατατάξεως εφ’ άπαξ ενεργουμένης: α)Υπηρετούντων εφέδρων Αρχικελευστών Διαχειριστών εχόντων πραγματικήν υπηρεσίαν εν τω Β.Ν. άνω των 14 ετών και κατόπιν προτάσεως του Αρχηγού Κλάδου Β΄ μεταξύ των καταλλήλων εκ των αιτούντων και τελικής επιλογής υπό του Α.Ν.Σ. β)Υπηρετούτων ιδιωτών εις τας Εφορείας Β.Ναυστάθμου επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου, κεκτημένων απολυτηρίου Μέσης Εκπαιδεύσεως και εχόντων συνολικήν υπηρεσίαν εν τω Β.Ν. άνω των 15 ετών, κατόπιν διαγωνισμού μεταξύ των αιτούτων. Δι’ αποφάσεως του Α.Ν.Σ. καθορίζεται η σειρά καλύψεως των κενών των Αρχικελευστών και Κελευστών και μέχρι του ημίσεος αριθμού εκ των ανωτέρω περιπτ.(α) ή (β) της παρ.2 του παρόντος άρθρου. 3.Μετατάσσονται τη αιτήσει των εις την τέχνην του Ελεγκτού Αξιωματικοί και Υπαξιωματικοί οιασδήποτε τέχνης, εκ των υπηρετούντων εις Ελεγκτήρια, Λογιστήρια, Διαχειρίσεις υλικού ή Γραφεία Εφορειών και οίτινες θεωρούνται ότι επανερχόμενοι εις τέχνην των δεν δύνανται να αποδώσωσιν αναλόγως του βαθμού των, κρίνονται όμως αποδοτικοί λόγω της μακράς πείρας των εις ας θέσεις κατέχουν. 4.Η μετάταξις των Ελεγκτών ενεργείται κατόπιν προτάσεως Α.Β.Ν. και αποφάσεως Α.Ν.Σ. όπερ συμφώνως και προς τας ιδίας περί ενός εκάστου των υπό κρίσιν αντιλήψεις των μελών αυτού, αποφασίζει τελικώς προκαλουμένου υπό του επί της Εθνικής Αμύνης Υπουργού του σχετικού Β.Δ/τος μετατάξεώς των. Οι μετατασσόμενοι δύνανται να καλύψωσι προσωρινώς κενά κατωτέρων βαθμών εκείνων ων φέρουσι και η περί αυτών απόφασις του Α.Ν.Σ. είναι υποχρεωτική δι’ αυτούς. Γενικαί Διατάξεις ΄Αρθρ.7.-1.Η αρχαιότης των μετατασσομένων Αξιωματικών και Υπαξιωματικών ρυθμίζεται βάσει της ημερομηνίας προαγωγής των εις τον βαθμόν ον φέρουσι προ της μετατάξεώς των. Εν περιπτώσει ταυτοχρόνου προαγωγής εις τον βαθμόν τούτον, λαμβάνεται υπ’ όψιν η ημερομηνία προαγωγής εις τον αμέσως κατώτερον βαθμόν ή τον μετά τούτον κατώτερον και ούτω καθ’ εξής. 2.Οι μετατασσόμενοι Αξιωματικοί και Υπαξιωματικοί εις την Τέχνην του Ελεγκτού τάσσονται εις το αριστερόν των κατά την μετάταξίν των υπηρετούντων ομοιοβάθμων των. Οι κατά τας διατάξεις της παρ.2 του άρθρ.6 του παρόντος Νόμου καταταχθησόμενοι θεωρούνται νεώτεροι των κατά τας διατάξεις της παρ.3 του ίδιου άρθρου μεταταχθησομένων με τον αυτόν βαθμόν. Υπηρεσία διανυθείσα ως εφέδρου εις τον βαθμόν του Αρχικελευστού εκ των καταταχθησομένων ως Ελεγκτών κατά τας διατάξεις του άρθρ.6 παρ.2 εδάφ.(α) του παρόντος, υπολογίζεται εις τον βαθμόν εις ον μονιμοποιούν ται ούτοι προς συμπλήρωσιν του, κατά το άρθρ.38 του Νόμ.1101/38, ελαχίστου χρόνου υπηρεσίας ως γενικού προσόντος δια την προαγωγήν εις τον ανώτερον βαθμόν, μη δυνάμενοι επ’ ουδενί λόγω να προαχθώσιν ούτοι ενωρίτερον των κατά τον χρόνον της μονιμοποιήσεώς των υπηρετούντων εις την Τέχνην του Ελεγκτού μονίμων ομοιοβάθμων των. Σελ. 375 Κατάσταση Υπαλλήλων Π.Ν. 37.Ε.α.40 3.Του λοιπού απαγορεύεται η χρησιμοποίησις Αξιωματικών ή Υπαξιωματικών Τεχνιτών εις θέσεις Ελεγκτών. 4.Ουδείς Αξιωματικός μετατασσόμενος εις τους Αξιωματικούς Γενικών Θέσεων ως και Αξιωματικούς Τεχνίτας Επόπτας δύναται να προαχθή εις τον ανώτερον βαθμόν εφ’ όσον δεν κριθή εφ’ άπαξ τουλάχιστον υπό του Α.Ν.Σ. εις την νέαν του ειδικότητα ή τέχνην κατά τας ετησίας κρίσεις. 5-6.(Προστίθενται διατάξεις εις τα άρθρ.108 παρ.2 και 112 παρ.1 κωδικοπ.Νόμος 794/1948). 7.Αι εκάστοτε γενικώς ισχύουσαι διατάξεις των Νόμων περί καταστάσεως Αξιωματικών και Υπαξιωματικών Β.Ν. και του Νόμου «περί Συνεργείων του κατά Θάλασσαν Στρατού», ισχύουσιν αντιστοίχως και δια τους δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου προερχομένους Αξιωματικούς και Υπαξιωματικούς. Παρεχόμεναι εξουσιοδοτήσεις | 7 |
4. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 185 της 10/17 Μαρτ. 1965 (ΦΕΚ Α' 45) Περί οργανώσεως υπηρεσίας συμπαραστάσεως, εποπτείας και ενισχύσεως των εν Βελγίω, Ολλανδία και Λουξεμβούργω απασχολουμένων Ελλήνων μισθωτών εν γένει και ρυθμίσεως καταστάσεως προσωπικού της υπηρεσίας ταύτης. Έχοντες υπ' όψιν: 1)Τας διατάξεις του αρθρ. 5 του Νόμ. 4364/64 "περί οργανώσεως υπηρεσιών προστασίας και εξυπηρετήσεως των εν Γερμανία εργαζομένων Ελλήνων και άλλων τινών περί οργανισμών κοινωνικής πολιτικής διατάξεων". 2)Την υπ' αριθ. 1/1965 γνωμοδότησιν του Α.Σ.Δ.Υ . 3)Την υπ' αριθ. 78/1965 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας προτάσει των Ημετέρων Υπουργών Εργασίας, Οικονομικών και Προεδρίας της Κυβερνήσεως, αποφασίζομεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-Αι διατάξεις του Νόμ. 4364/64 επεκτείνονται και δια τας χώρας Βέλγιον, Ολλανδίαν και Λουξεμβούργον και εφαρμόζονται και επί των Ελλήνων των απασχολουμένων εις τας χώρας ταύτας ως εργατών και μισθωτών εν γένει. Άρθρ.8.-1.Το κατά το άρθρ. 3 του παρόντος προσωπικόν κατανέμεται ως εξής: α)Γραφείον Εργατικού Συμβούλου: 1 Επόπτης 1 Γραφεύς 1 Δακτυλογράφος 1 Κλητήρ Σελ. 54,52(ε) Τεύχος 537 - Σελ. 102 β)Διοικητικαί Μονάδες: Βέλγιον. Ανά εις Επιμελητής εις τα Ελληνικά Εργατικά Σπίτια Βρυξελλών, Σερλελουά, Λιμβούργου και Λιέγης - Βερβιέ, εις ους δύνανται ν' ανατίθενται και διοικητικά καθήκοντα δι' αποφάσεως του Εργατικού Συμβούλου. Ολλανδία. Εις βοηθός επόπτης εις Ρόττερνταμ. 2.Τα του διορισμού υπηρεσιακής καταστάσεως κ.λπ. του προσωπικού της ως άνω Υπηρεσίας και του Γραφείου του Εργατικού Συμβουλίου, διέπονται γενικώς υπό των διατάξεων του Νόμ. 4346/64 και του Ν.Δ. 613 (άρθρ. 9 έως 18). Οι εις Βέλγιον διορισθησόμενοι δέον να γνωρίζουν καλώς την Γαλλικήν, οι δε εις Ολλανδίαν την Γερμανικήν. Εις τους Ημετέρους Υπουργούς επί της Εργασίας, Οικονομικών και Προεδρίας της Κυβερνήσεως, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. 321 15.Α.ι.4 Υπηρεσία Προστασίας εργαζομένων στην Αλλοδαπή Άρθρ.2.Παρά τη Ελληνική Πρεσβεία Βρυξελλών συνιστάται θέσις Εργατικού Συμβούλου πληρουμένη δι' αποσπάσεως ανωτέρου επί βαθμώ 3ω ή 2ω μονίμου υπαλλήλου του Υπουργείου Εργασίας ή τελούντος εν αποσπάσει παρά τω αυτώ ως άνω Υπουργείω υπαλλήλου του Οργανισμού Απασχολήσεως και Ασφαλίσεως Ανεργίας επί συμβάσει και βαθμώ 3ω ή 2ω. 2.Η ως άνω τοποθέτησις ενεργείται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εξωτερικών και Εργασίας δημοσιευμένης εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως. 3.Ο Εργατικός Σύμβουλος δέον απαραιτήτως να κατέχη την Γαλλικήν γλώσσαν. 4.Η δικαιοδοσία του Εργατικού Συμβούλου εκτείνεται εις τας Χώρας Βέλγιον, Ολλανδίαν και Λουξεμβούργον. Η αρμοδιότης του Εργατικού Συμβούλου επεξετάθη και επί των Ελλήνων των απασχολουμένων εν Γαλλία και Ελβετία δυνάμει του άρθρ.1 Β.Δ.873/1965 (κατωτ. σελ. 54,52). 5."Ο Εργατικός Σύμβουλος Βρυξελλών, δέον όπως δι' εκθέσεων του ενημερώνη εκάστοτε το Υπουργείον Εργασίας επί του τρόπου εφαρμογής υπό των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος των κοινωνικών διατάξεων της από 25.3.1957 Συνθήκης της Ρώμης "περί Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος", (Κεφάλαια 1 και 2, τίτλος ΙΙΙ του Τρίτου Μέρους της Συνθήκης), εισηγήται δε εις τον Υπουργόν Εργασίας τα εκάστοτε επιβαλλόμενα μέτρα δια την εναρμόνισιν της ελληνικής εργατικής νομοθεσίας και κοινωνικής πολιτικής προς τας εις τα Κράτη-Μέλη της ΕΟΚ πραγματοποιουμένας εις τους τομείς τούτους εξελίξεις. Ο Εργατικός Σύμβουλος Βρυξελλών θα ενημερούται παρά τη Μονίμω Αντιπροσωπεία της Ελλάδος παρά τη ΕΟΚ επί των απτομένων της εφαρμογής του Νόμ. 4226/62 εργατοκοινωνικών θεμάτων, εφ' ών δύναται να εισηγήται σχετικώς εις τον Υπουργόν Εργασίας και τον παρά τη ΕΟΚ Μόνιμον Αντιπρόσωπον της Ελλάδος". Η παρ. 5 προσετέθη δια του άρθρ. 1 του Β.Δ.1054 της 10/20 Δεκ.1966(ΦΕΚ Α' 282). Άρθρ.3.-1.Παρά τω Εργατικώ Συμβούλω Βρυξελλών λειτουργεί "Υπηρεσία" συμπαραστάσεως, εποπτείας και ενισχύσεως των εν τοις Βασιλείοις Βελγίου και Ολλανδίας και του Μ. Δουκάτου Λουξεμβούργου απασχολουμένων Ελλήνων εργατών και μισθωτών εν γένει. 2.Δια την λειτουργίαν του Γραφείου Εργατικού Συμβούλου και της κατά τ' ανωτέρω "Υπηρεσία", συνιστώνται παρά τω Ο.Α.Α.Α. αι κάτωθι θέσεις αυξανομένων αντιστοίχως των οργανικών παρ' αυτώ θέσεων προσωπικού: 1 θέσις επόπτου επί βαθμώ 7ω, 6ω ή 5ω Κατηγορίας Α'. 1 θέσις βοηθού επόπτου, δια το Γραφείον (Ρόττερνταμ) Ολλανδίας, επί βαθμώ 8ω, 7ω ή 6ω Κατηγορίας Β'. 1 θέσις γραφέως επί βαθμώ 10ω, 9ω ή 8ω Κατηγορίας Β'. 1 θέσις δακτυλογράφου επί βαθμώ 10ω, 9ω ή 8ω Κατηγορίας Β'. 4 θέσεις Επιμελητών "Ελληνικών Εργατικών Σπιτιών", επί βαθμώ 9ω, 8ω και 7ω Κατηγορίας Β'. 1 θέσις κλητήρος επί βαθμώ 12ω ή 11ω Κατηγορίας Γ'. Άρθρ.4.-Η ως άνω υπηρεσία έχει αρμοδιότητα και ασκεί καθήκοντα αντίστοιχα προς τα δια του άρθρ. 3 του από 30.9.1964 Β.Δ./τος "περί οργανώσεως υπηρεσίας συμπαραστάσεως και ενισχύσεως των εν τη Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Δυτικής Γερμανίας απασχολουμένων Ελλήνων μισθωτών κ.λπ." καθοριζόμενα. Άρθρ.5.-Η υπηρεσία συμπαραστάσεως και εξυπηρετήσεως των εν Βελγίω, Ολλανδία και Λουξεμβούργω απασχολουμένων Ελλήνων εργατών, διαρθρούται εις δύο διοικητικάς μονάδας, μιαν δια το Βέλγιον και Λουξεμβούργον και μιαν δια την Ολλανδίαν. Η διοικητική μονάς Βελγίου - Λουξεμβούργου, περιλαμβάνει τα κάτωθι Ελληνικά Εργατικά Σπίτια, ιδρυόμενα ως ακολούθως: 1)Εις Βρυξέλλας, 2)εις Σερλερουά, 3)εις Λιμβούργον, 4)εις Λιέγην και 5)εις Βερβιέ. (Αντί της σελ. 54,51(δ) Σελ. 54,51(ε) Τεύχος 537 - Σελ. 101 320 Υπηρεσία Προστασίας εργαζομένων στην Αλλοδαπή 15.Α.ι.4 "Η διοικητική μονάς Ολλανδίας περιλαμβάνει τοπικήν Υπηρεσίαν με έδραν την πόλιν Ρόττερνταμ Ολλανδίας". Η εντός " " περίοδος αντικατασταθείσα δια του Β.Δ.607 της 10/30 Σεπτ. 1970 (ΦΕΚ Α' 204) ορίσαντος επί πλέον, ότι όπου εν τω Β.Δ. 185/1965 αναφέρεται η πόλις Ρόττερνταμ, νοείται η πόλις Ουτρέχτη, αντικατεστάθη εκ νέου ως άνω δια του Π.Δ.391 της 24 Μαΐου/5 Ιουν. 1974 (ΦΕΚ Α' 153). Άρθρ.6-Ο Εργατικός Σύμβουλος Βρυξελλών έχει διπλωματικήν ιδιότητα, εφοδιάζεται δια διπλωματικού διαβατηρίου και απολαύει πάντων των ευεργετημάτων των παρερχομένων εις τα λοιπά μέλη του διπλωματικού προσωπικού των Πρεσβειών. Ο Εργατικός Σύμβουλος υπάγεται διοικητικώς, και εις ότι αφορά τας κατευθύνσεις δια την εκπλήρωσιν του έργου του εις τον Υπουργόν Εργασίας και τελεί υπό την υπηρεσιακήν εποπτείαν των εν Βρυξέλλαις και Χάγη Ελληνικών Πρεσβειών, δια των οποίων αναγνωρίζεται παρά ταις αρχαίς των Χωρών εν αις εκτείνεται η δικαιοδοσία του. Άρθρ.7.-"Οι Εργατικοί Σύμβουλοι Βόννης και Βρυξελλών δικαιούνται μηνιαίως των αποδοχών του βαθμού των, έτι δε και ειδικού δια την εν τη αλλοδαπή υπηρεσίαν επιδόματος εις ξένον συνάλλαγμα, ανερχομένου εις 90% επί του εκάστοτε μηνιαίου επιδόματος υπηρεσίας εν τη αλλοδαπή του Προϊσταμένου της οικείας Πρεσβείας. Η ημερησία εκτός έδρας (Βόννης - Βρυξέλλαι) των περί ων το παρόν Δ/μα Εργατικών Συμβούλων και μέχρι 10 ημερών κατά μήνα ορίζεται ίση προς τα 90% της εκάστοτε ημερησίας αποζημιώσεως του Προϊσταμένου της οικείας Πρεσβείας". Το εδάφ. α συμπληρωθέν δια του άρθρ. 2 Β.Δ. 1054 της 10/20 Δεκ. 1966 (ΦΕΚ Α' 282) αντικατεστάθη ως άνω δια του Π.Δ. 352 της 2/3 Οκτ. 1973 (ΦΕΚ Α' 260). Πάσαι αι λοιπαί δαπάναι λειτουργίας του Γραφείου (ενοίκιον, φωτισμός, θέρμανσις, καθαριότης, ταχυδρομικά, τηλεφωνικά κ.λπ.) καταβάλλονται υπό του Ο.Α.Α.Α. επί αποδόσει λογαριασμού. | 245 |
11. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Φ.1/Α/133/ΙΒ/1606 της 19 Φεβρ.-6 Μαρτ.1998 (ΦΕΚ Β΄216) Καθορισμός ύψος επιχορηγήσεων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος. | 119 |
95. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 173 της 21/28 Απρ. 1993 (ΦΕΚ Α΄ 64) Καθορισμός αφαιρουμένων ποσών από τις εισφορές των ασφαλισμένων του Ταμείου Νομικών και του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως Δικηγόρων και εισφοράς για εμμίσθους ασφαλισμένους. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις των άρθρ. 23, 24 και 27 του Νόμ. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (Α΄ 137) και Π.Δ. 437/85 «Καθορισμός και ανακατανομή των αρμοδιοτήτων των Υπουργείων» (Α΄ 157). 2.Τις διατάξεις του άρθρ. 44 παρ. 3 του Νόμ. 2084/1992 (Α΄ 165). 3.Τη διάταξη του άρθρ. 29Α του Νόμ. 1558/1985 (Α΄ 137), που προστέθηκε με τη διάταξη του άρθρ. 27 του Νόμ. 2081/1992 «Ρύθμιση του θεσμού των επιμελητηρίων, τροποποίηση των διατάξεων του Νόμ. 1712/1987 για τον εκσυγχρονισμό των επαγγελματικών οργανώσεων, των εμπόρων, βιοτεχνών και λοιπών επαγγελματικών και άλλες διατάξει» (Α΄ 154). 4.Τη συνταχθείσα αναλογιστική μελέτη του Νοεμβρίου 1992. 5.Το Π.Δ. 213/1992 «Οργανισμός της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων Υπουργείου Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (Α΄ 102). Γενικές διατάξεις Ταμείου Νομικών 39.Γ.α.95 6.Τη γνώμη των Δ.Σ. του Ταμείου Νομικών και του ΚΕΑΔ που διατυπώθηκε αντίστοιχα στις 3636/ 10.12.1992, 3637/16.12.1992, 3637/16.12.1992, 1336/10.12.1992 και 1337/16.12.1992 συνεδριάσεις τους. 7.Το γεγονός ότι από τις δαπάνες του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού του Ταμείου Νομικών. 8.Τη γνωμοδότηση αριθ. 249/1993 του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αποφασίζουμε: Άρθρ.1.-Από την οριζόμενη με τις διατάξεις των άρθρ. 22 παρ. 1, 32 παρ. 3, 44 παρ. 3, 52 παρ. 3 του Νόμ. 2084/92 μηνιαία εισφορά των μέχρι 31.12.1992 αμίσθων ασφαλισμένων (αυτοαπασχολουμένων) του Ταμείου Νομικών και του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως Δικηγόρων (ΚΕΑΔ) αφαιρούνται για κάθε ασφαλισμένο τα εξής ποσά: α.Τα ποσά που καταβάλλονται με ένσημα από δικηγόρους, υποθηκοφύλακες, δικολάβους, δικαστικούς επιμελητές και προκύπτουν από το ασφαλιστικό βιβλιάριο. β.Η κράτηση επί αναλογικών δικαιωμάτων των συμβολαιογράφων. Τα ποσά της κράτησης αφαιρούνται από τη συνολική ασφαλιστική εισφορά κάθε έτους. Η αφαίρεση του ποσού των ενσήμων των δικολάβων γίνεται για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους από το 80% της εισφοράς των αμίσθων ασφαλισμένων Α΄ τάξης. Άρθρ.2.-1.Η εισφορά των κατά το άρθρ. 7 του Ν.Δ. 4114/1960, όπως ισχύει σήμερα, εμμίσθων ασφαλισμένων Α και Β τάξεως του Ταμείου Νομικών ορίζεται ως εξής: α)Για τους εμμίσθους Α΄ τάξεως, ποσοστό 42% της εκάστοτε μηνιαίας εισφοράς των αυτοαπασχολουμένων (αμίσθων) άνω της πενταετίας ασφαλισμένων Α΄ τάξεως, για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους. β)Για τους μέχρι 31.12.1992 εμμίσθους ασφαλισμένους Β΄ τάξεως ποσοστό 21% της εκάστοτε μηνιαίας εισφοράς αυτοαπασχολουμένων (αμίσθων) ασφαλισμένων. Άρθρ.3.-Η ισχύς αυτού του Π.Δ/τος αρχίζει από 1.1.1993 (Μετά τη σελ. 100,18) Σελ. 100,19 Τεύχος 1202- Σελ. 45 | 319 |
27. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. Φ.550.1/3/11305 της 31 Ιαν./16 Φεβρ. 1976 (ΦΕΚ Β΄ 195) Περί καθορισμού των διδακτέων μαθημάτων εις την παρά τω Μαρασλείω Διδασκαλείω Δημ. Εκπαιδεύσεως μετεκπαίδευσιν μείζονος διαρκείας εις την Ειδικήν Αγωγήν διδασκάλων και νηπιαγωγών κατά εξάμηνα σπουδών. Συμπληρώθηκε από την Φ. 557.1/Γ/970/19-27 Φερβ. 1979 (ΦΕΚ Β΄ 199) απ. Υπ. Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων. | 224 |
39. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.1383 της 24/24 Δεκ.1949 Περί τρόπου αναπληρώσεως του Γενικού Διευθυντού του Υπουργείου των Εσωτερικών κλπ. Βλ.ήδη Β.Δ. υπ’ αριθ. 864/1960 περί οργανισμού του Υπουργείου των Εσωτερικών, κατωτ.αριθ. 50. | 183 |
11. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1973 της 28 Δεκ. 1951/4 Ιαν. 1952 Περί τακτοποιήσεως προπληρωμών ιδία Ταμιών αρμοδιότητι. Τα ανωτέρω νομοθετήματα δέον να θεωρηθώσι κατηργημένα δυνάμει του άρθρ. 107 Ν.Δ. 321/1969. | 127 |
13. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. 38853 της 27 Μαρτ./26 Απρ. 1971 (ΦΕΚ Β΄ 303) Περί διαδικασίας προκρίσεως,διεξαγωγής διαγωνισμού και καταρτίσεως τελικού πίνακος εκπαιδευτικών λειτουργών Μέσης Εκπαιδεύσεως, καλουμένων προς μετεκπαίδευσιν μείζονος διαρκείας κατά τις διατάξεις των άρθρ. 6 και 7 του Ν.Δ. 748/70. Κατηργήθη δια του άρθρ. 8 της υπ’ αριθ. 69878/ 1978 ομοίας (κατωτ. αριθ. 29). | 41 |
22. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΙΚΑ Αριθ. 205/1953 Μεταφορά επιδοτήσεως ανεργίας εις Υποκαταστήματα, ένθα δεν επεξετάθη η ασφάλισις κατά της ανεργίας. Κοινοποιείται κατωτέρω η κατά την υπ’ αριθ. 30/10-8-1953 συνεδρίασιν της Επιτροπής Διοικήσεως του Ιδρύματος ληφθείσα απόφασις, δι’ ης παρέχεται η ευχέρεια εις τους επιδοτουμένους ανέργους, όπως αιτούνται την μεταφοράν της επιδοτήσεώς των και εις Υπ/τα, εις ων την περιοχήν δεν έχει επεκταθή η κατά της ανεργίας ασφάλισις. Η παρά των ως άνω Υποκ/μάτων συνέχισις της επιδοτήσεως των εις αυτά αιτησαμένων την μεταφοράν της τελεί υπό την προϋπόθεσιν της καθημερινής παρουσιάσεώς των εις την αρμοδίαν υπηρεσίαν του Υποκ/ματος προς έλεγχον της ανεργίας των. Διευκρινίζεται, ότι δια της αυτής αποφάσεως της Ε.Δ. επιτρέπεται η μεταφορά της αρξαμένης επιδοτήσεως ανεργίας, ουχί όμως και η παρά των ανωτέρω Υποκ/μάτων μας εξ υπαρχής αναγνώρισις του δικαιώματος επί τας παροχάς ανεργίας. Σελ. 308 Ως ανωτέρω ελέχθη, ως προϋπόθεσις δια την καταβολήν του επιδόματος ανεργίας υπό των παρ’ ων συνεχίζεται η επιδότησις Υποκ/των τάσσεται η παρά των επιδοτουμένων καθ’ εκάστην υπογραφή δελτίου παρουσιάσεως παρά τη οικεία Υπηρεσία του Υποκ/ματος, πλην βεβαίως των ημερών αργίας. Ούτως η έλλειψις, έστω και μιας, των υποχρεωτικών παρουσιάσεων συνεπάγεται την επιβολήν των στερήσεων του άρθρ. 36 παρ. γ΄ Α.Ν. 1846/1951, ήτοι στέρησιν του επιδόματος δια την εβδομάδα, καθ’ ην εσημειώθη η απουσία, ενδεχομένως δε και εφ’ όσον συντρέχουσι σοβαροί προς τούτο λόγοι μέχρι πέντε εν συνόλω εβδομάδας. Αι κατά τα ανωτέρω στερήσεις δεν επιβάλλονται, εφ’ όσον διαπιστωθή, ότι η μη παρουσίασις οφείλεται εις λόγους ανωτέρας βίας συντρέχοντας εν τω προσώπω του δικαιούχου. Τηρητέα διαδικασία δια την τοιαύτην μεταφοράν της επιδοτήσεως είναι η υπό της υπ’ αριθ. 130/1952 εγκυκλίου Κεφ. IV διαγραφομένη τοιαύτη. Επίσης δέον όπως και εν προκειμένω εφαρμοσθώσιν αι δια της υπ’ αριθ. 150/1953 εγκυκλίου μας παρασχεθείσαι σχετικαί οδηγίαι. Τέλος τα ανωτέρω Υποκ/ματά μας καθίστανται αρμόδια, όπως προβαίνωσιν εις την αναστολήν ή διακοπήν της επιδοτήσεως των ενδιαφερομένων, εφ’ όσον ούτοι συνεπλήρωσαν το ανώτατον όριον επιδοτήσεως, είτε διότι εξήντλησαν τον προβλεπόμενον δι’ έκαστην περίπτωσιν αριθμόν ημερών επιδοτήσεως, είτε διότι συνεπλήρωσαν τον εντός του αυτού έτους ανώτατον αριθμόν ημερών επιδοτήσεως. Το ανώτατον τούτο όριον είναι επί τακτικής ανεργίας 180 ή 150, επί υποαπασχολήσεως 90 και επί εποχιακής ανεργίας 75 ημέραι (εγκ. 120/ 1951, 118/1952, 33/1953, 41/1953 και 176/1953). Επίσης δέον, όπως αναστέλλωσιν ή διακόπτωσι την επιδότησιν, οσάκις συντρέχει έτερος λόγος αναστολής ή διακοπής ταύτης κατά τα εν ταις ως άνω διαταγαίς μας διαλαμβανόμενα. Σημειούμεν πάντως, ότι δια την μετά την άρσιν του λόγου αναστολής αναγνώρισιν συνεχίσεως της επιδοτήσεως αρμόδιον είναι το εξ ου μετεφέρθη το επίδομα Υποκ/μα, εις ο δέον να διαβιβάζωνται τα δικαιολογητικά του ενδιαφερομένου, επιστρέφωνται δε πάραυτα ταύτα εις το διαβιβάσαν Υποκ/μα δια την καταβολήν του επιδόματος εις τον δικαιούχον. (Σχετ. εγκ. 130/1952 κεφ. IV και 37/1953 Κεφ. ΙΙ). 15Β.Η.α.22 Επίδομα Ανεργίας | 2 |
50. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1102 της 19/29 Δεκ. 1980 (ΦΕΚ Α΄296) Περί κυρώσεως της εις Βρυξέλλαις την 3ην Ιουν. 1976 υπογραφείσης Ευρωπαϊκής Συμβάσεως επί των διεθνών επιπτώσεων εκ της αφαιρέσεως του δικαιώματος οδηγήσεως μηχανοκινήτου οχήματος μετά του συνημμένου εις αυτήν Παραρτήματος. Με ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 1-9 Ιουλ. 1985 (ΦΕΚ Α΄128) η ανωτέρω Συμφωνία τέθηκε σε ισχύ στις 28 Απρ. 1983. | 11 |
26. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1500 της 21/28 Νοεμ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 191) Ποινικός κολασμός των βασανιστηρίων Άρθρ.1-4.(Προστίθενται αντίστοιχα τα άρθρ. 137Α-137Δ στο Α΄ Κεφ. του Ειδικού μέρους του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3). Άρθρ.5.-(Προστίθεται φράση στο τέλος του εδαφ. α άρθρ. 239 Ποιν. Κώδ., ανωτ. αριθ. 3). Άρθρ.6.- Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σελ. 84,12(β) Τεύχος Ζ32-Σελ. 64 8.A.α.26 Ποινικός Κώδικας | 51 |
38. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. ΣΤ/164821 της 1/17 Ιουλ. 1967 (ΦΕΚ Β΄ 457) Περί χορηγήσεως επαγγελματικής αδείας οδηγού αυτ/των εις τους εκ Ρουμανίας Έλληνας υπηκόους και ομογενείς. Έχοντες υπ’ όψιν: 1)Το Ν.Δ. 4581/66 «περί ειδικών μέτρων προστασίας των εκ Ρουμανίας Ελλήνων υπηκόων και ομογενών». 2)Την υπ’ αριθ. ΣΤ/115691/26.3.64 απόφασιν ημών περί χορηγήσεως επαγγελματικής αδείας οδηγού αυτ/των εις τους εξ Αιγύπτου Έλληνας «εκδοθείσαν βάσει της υπ’ αριθ. 165/63 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, κυρωθείσης δια του Ν.Δ. 4377/64 «περί ειδικών μέτρων προστασίας των εξ Αιγύπτου Ελλήνων υπηκόων και ομογενών», αποφασίζομεν: Όπως η ως άνω υπ’ αριθ. ΣΤ/115691/26.3.64 ημετέρα απόφασις εφαρμόζεται αναλόγως και δια τους Έλληνας υπηκόους και ομογενείς οίτινες ετύγχανον μονίμως εγκατεστημένοι εν Ρουμανία την 1ην Ιαν. 1945 ως και τους εφέδρους εθελοντάς εκ Ρουμανίας της Πολεμικής περιόδου 1940-1950, εφ’ όσον πάντες ούτοι εγκατέλειψαν ή θέλουσι εγκαταλείψει την εκεί μόνιμον διαμονήν των, εγκαθιστάμενοι μονίμως εν Ελλάδι. Εις τους ανωτέρω κατόχους Ρουμανικής επαγγελματικής ή ερασιτεχνικής αδείας οδηγού αυτ/των, εφ’ όσον ήσκουν το επάγγελμα του οδηγού εν τη χώρα ταύτη, θα χορηγείται επαγγελματική τοιαύτη υπό των καθ’ ημάς Υπηρεσιών Συγκοινωνιών αφού προηγουμένως υποβάλλωνται εις θεωρητικήν και πρακτικήν δοκιμασίαν βάσει των κειμένων διατάξεων, τροποποιουμένων ως προς το σημείον τούτο των υπ’ αριθ. 115691/64, 182646/64 και 184965/64 αποφάσεων. Η ισχύς της παρούσης δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως άρχεται από σήμερον. Σελ. 220,32(γ) Τεύχος 514-Σελ. 14 | 301 |
21. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 146 της 15/20 Σεπτ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 220) Περί αναδιαρθρώσεως των υπέρ των Κλάδων Υγείας και Συντάξεων του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (Τ.Α.Π.Ο.Τ.Ε.) εργοδοτικών εισφορών. Άρθρ.1.-1.Από της πρώτης του επομένου της δημοσιεύσεως του παρόντος μηνός η ισχύουσα εργοδοτική εισφορά υπέρ του Κλάδου Υγείας του Τ.Α.Π.Ο.Τ.Ε. επί των πάσης φύσεως αποδοχών των εις αυτό ησφαλισμένων μειούται από 7,5% εις 5%, η δε τοιαύτη υπέρ του Κλάδου Συντάξεων του αυτού ως άνω Ταμείου αυξάνεται από 10% εις 12,5%. 2.Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, εκδιδομένης μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Α.Π.Ο.Τ.Ε., τα κατά την δημοσίευσιν του παρόντος υφιστάμενα διαθέσιμα κεφάλαια του παρ’ αυτώ Κλάδου Υγείας δύναται να μεταφέρωνται εις τον Κλάδον Συντάξεων αυτού προς ενίσχυσίν του. Άρθρ.2.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Δια του Ν.Δ. 1342 της 2/5 Φεβρ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 31) ρυθμίζονται θέματα ασφαλίσεως προσωπικού τινος Ο.Σ.Ε. εις το Τ.Α.Π.Ο.Τ.Ε. Το Ν.Δ. 1342 θα παρατεθή εις το περί Συντάξεων των Σιδηροδρομικών κεφάλαιον του τόμ. 39Ζ. Για την αναγνώριση της προϋπηρεσίας των άνω ασφαλισμένων ΣΕΚ και ΟΣΕ και εξαγορά του χρόνου ασφαλίσεως στο παρόν ταμείο βλέπε και την παρ. 10 άρθρ. 40 Νόμ. 1902/1990 (ΦΕΚ Α΄ 138), Τόμ. 15Β(1), σελ. 18,31 | 331 |
8. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 4 της 30/31 Οκτ. 1944 Περί διευκολύνσεως της χρηματοδοτήσεως επιχειρήσεων δι' εκδόσεως συναλλαγματικών εις χρυσόν επί της Τραπέζης της Ελλάδος και καταργήσεως διατάξεων της νομοθεσίας «περί προστασίας του Εθνικού νομίσματος». (Κατηργήθη δια του Α.Ν. 154/1945). Σελ. 87 .172. Δραχμοποίηση 26.Γ.β.4-8 | 299 |
96. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 4129.2/24/92 της 10 Σεπτ./5 Οκτ. 1992 (ΦΕΚ Β΄605) Αύξηση οργανικών θέσεων του Προσωπικού Λ.Σ.. Με το άρθρ. 5 του Νόμ. 2163/26-28 Ιουλ. 1993 (ΦΕΚ Α΄125) Τόμ. 39 σελ. 1038,16, ορίστηκε ότι η ειδική αποζημίωση για πρόσθετη εργασία, που χορηγήθηκε στους υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και στους στρατιωτικούς των ενόπλων Δυνάμεων με τους Νόμ. 1858/1989, 1859/1989, 1881/1990. 2019/1992 και 2109/92 και μετατράπηκε με το άρθρ. 41 του Νόμ. 2065/92 σε ειδικό επίδομα, χορηγείται από 1-7-1993 για τον ίδιο σκοπό και με τις ίδιες διακρίσεις και στο στρατιωτικό προσωπικό του Λιμενικού Σώματος. 20.Γ.α.92-96 Αξιωματικοί και Υπαξιωματικοί Λ.Σ. Για τη χορήγηση εκλογικού επιδόματος και επιδόματος ετοιμότητας στο προσωπικό του Λιμενικού Σώματος βλ. παρ. 9 άρθρ. 20 και παρ. 1 άρθρ. 25 Νόμ. 2386/6-7 Μαρτ. 1996 (ΦΕΚ Α΄43) Τόμ. 24Α σελ. 194,04. | 158 |
13. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Αριθ. 80697/713 της 30/31 Δεκ. 1977 (ΦΕΚ Β΄ 1329) Περί εγκρίσεως του Κανονισμού Διαχειρίσεως του Ελληνικού Οργανισμού Τυποποιήσεως (ΕΛΟΤ). | 327 |
25. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 120 της 2/12 Φεβρ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 37) (Διόρθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Α΄ 46 της 28 Φεβρ. 1973) Περί εξαιρέσεως υπαλλήλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου από των περί εντοπιότητος διατάξεων του άρθρ. 56 του Νόμ. 1811/1951 «περί Κώδικος καταστάσεως των δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων». ΄Αρθρον μόνον.-Προκειμένου περί υπαλλήλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου αι διατάξεις του άρθρ. 56 του Νόμ. 1811/1951 «περί Κώδικος καταστάσεως των δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων «ισχύουν μόνον επί των παρά ταις έδραις των Νομών του Κράτους Επιτρόπων αυτού. Εις τον Ημέτερον Υπουργόν των Οικονομικών ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. Καταργηθέν δια του Ν.Δ. 290/1973 (τόμ. 2Α σελ. 316,702), επανήχθη εν ισχύϊ δια της παρ. 3 του άρθρ. 1 Ν.Δ. 227/1974 (τόμ. 2Α σελ. 316,704). | 348 |
4. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ. Αριθ. Α6/12837 της 20/21 Δεκ. 1983 (ΦΕΚ Β΄ 731) Καθορισμός ποσού Μετοχικού κεφαλαίου Εθνικής Φαρμακοβιομηχανίας. | 53 |
1. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 27 Ιουν./3 Ιουλ. 1918 Περί της υπηρεσίας του αρχείου του Υπουργείου της Δικαιοσύνης. Άρθρ.1.-Εν των γενικώ αρχείω του Υπουργείου της Δικαιοσύνης φυλάσσονται τα αρχεία αυτού, εξαιρουμένων των του τρέχοντος και του προηγουμένου αυτού έτους, άτινα φυλάσσονται προσωρινώς παρά ταις αρμοδίαις υπηρεσίαις. Παρά τη γενική γραμματεία και παρ' εκάστη διευθύνσει ή αυτοτελεί τμήματι ορίζονται υπό του γενικού γραμματέως ή του αρμοδίου διευθυντού ή τμηματάρχου εις ή πλείονες υπάλληλοι, οίτινες φέρουσι την ευθύνην δια την τακτικήν και ασφαλή τήρησιν των μερικών τούτων αρχείων. Εντός του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους οι τηρούντες τα μερικά αρχεία υπάλληλοι παραδίδουσι τα αρχεία του προτελευταίου έτους εις το γενικόν αρχείον. Ο διευθύνων τούτο αρχειοφύλαξ, πριν καταθέση τα παραδοθέντα αυτώ έγγραφα εν τω γενικώ αρχείω, βεβαιούται δι' εξετάσεως ότι είναι ανελλιπή και εν τάξει. Κρατούνται όμως παρ' εκάστη αρμοδία υπηρεσία και μετά την παρέλευσιν διετίας οι φάκελλοι υποθέσεων μήπω περατωθεισών ή εφ' ων περιοδικώς επαναλαμβάνεται η ενέργεια. Τα εμπιστευτικά αρχεία κρατούνται παρά τη γενική γραμματεία επί πενταετίαν μεθ' ην κατατίθενται εις το γενικόν αρχείον εν ειδικοίς ερμαρίοις. Άρθρ.2.-Δεν παραδίδονται εις το γενικόν αρχείον, αλλά κρατούνται διαρκώς και μονίμως παρ' εκάστη αρμοδία υπηρεσία, τα βιβλία του προσωπικού των υπαγομένων εις ταύτην υπηρεσιών, τα βιβλία ποιότητος των υπαλλήλων και οι ατομικοί φάκελλοι περί εκάστου αυτών. Άρθρ.3.-Η εκ νέου παρά των διαφόρων υπηρεσιών παραλαβή προς μελέτην εγγράφων ή φακέλλων, κατατεθειμένων ήδη εν τω γενικώ αρχείω, γίνεται πάντοτε δια του αρχειοφύλακος. Ούτος καταχωρίζει εν τω οικείω κατά το άρθρ. 6 εδάφ. 4 βιβλιαρίω το παραδιδόμενον έγγραφον ή φάκελλον, ο δε παραλαμβάνων υπάλληλος της αρμοδίας υπηρεσίας δέον να βεβαιοί την γενομένην αυτώ παράδοσιν δια της υπογραφής του. Εν τω αυτώ βιβλίω, κατά την απόδοσιν του εγγράφου βεβαιούται αύτη δια καταλλήλου ενυπογράφου δηλώσεως του αρχειοφύλακος έναντι της περί παραδόσεως σημειώσεως. Η απόδοσις δέον να γίνηται ως τάχιστα. Ο αρχειοφύλαξ υποχρεούται μετά παρέλευσιν διμήνου να ζητή την επιστροφήν των παραδοθέντων. Εν τη θέσει δε εξ ης ταύτα ελήφθησαν δέον να τίθεται σημείωμα, εν ω ν' αναφέρηται το παραδοθέν έγγραφον ή ο φάκελλος, ως και η παραλαβούσα υπηρεσία. Άρθρ.4.-Η υπό ενδιαφερομένου ιδιώτου ανάγνωσις εγγράφου κατατεθειμένου εν τω γενικώ αρχείω ή εν τοις μερικοίς τοιούτοις επιτρέπεται μόνον μετά έγκρισιν του αρμοδίου γενικού γραμματέως ή διευθυντού ή τμηματάρχου, όστις εν δισταγμώ προκαλεί ειδικήν άδειαν του υπουργού. Η ανάγνωσις, εν πάση περιπτώσει γίνεται μόνον εν των γραφείω, παρ’ ω φυλάσσεται το έγγραφον. Εξαιρετικώς απαιτείται πάντοτε έγκρισις του υπουργού προκειμένου περί εγγράφου του εμπιστευτικού αρχείου. Η έκδοσις αντιγράφου τινός, ή πιστοποιητικού επί τη βάσει του περιεχομένου αυτού, γίνεται κατόπιν εγγράφου αιτήσεως του ενδιαφερομένου και ειδικής αδείας του υπουργού. Άρθρ.5.-Το πρώτον δεκαήμερον εκάστου μηνός ο αρχειοφύλαξ παραδίδει εις τον γενικόν γραμματέα σημείωμα κατά υπηρεσίας, εν τω οποίω αναγράφονται τα έγγραφα του προτελευταίου μηνός, άτινα φέρονται εισέτι άνευ ενεργείας τινός εν τη οικεία στήλη του πρωτοκόλλου. Άρθρ.6.-Εν τω γενικώ αρχείω τηρούνται τα εξής βιβλία: 1)Αλφαβητικόν ευρετήτιον των εισερχομένων εγγράφων. 2)Αλφαβητικόν Σελ. 71 Αρχείο 6.Α.ζ.1 ευρετήριον των εξερχομένων εγγράφων, 3)Βιβλίον συσχετίσεως των αριθμών των εις την αυτήν υπόθεσιν αφορώντων εγγράφων, εν ω σημειούται και η κατά διευθύνσεις ή τμήματα κατανομή τούτων. 4)Ίδια δι' έκαστην διεύθυνσιν ή τμήματα βιβλιάρια παραδόσεως: α)των πρωτοκολλωμένων καθ' ημέραν εγγράφων, β)των πρωτοτύπων των διεκπεραιωθέντων εγγράφων, άτινα φυλαχθήσονται προσωρινώς εν τοις μερικοίς αρχείοις. Άρθρ.7.-Ιδιαίτερα πράξις του επί της Δικαιοσύνης υπουργού θέλει κανονίσει τας λεπτομερείας της λειτουργίας του πρωτοκόλου και του αρχείου. | 145 |
39. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ Αριθ.126241 της 21 Δεκ. 1968/21 Ιαν. 1969 (ΦΕΚ Β΄29) Περί δικαιολογητικών και τρόπου υποβολής αυτών εις εκτέλεσιν υπ’ αριθ. 63/1968 Ν. Δ/τος. | 166 |
57. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 225 της 15-30 Ιουλ. 1996 ΦΕΚ Α΄ 173 Κατανομή νέων οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών. Άρθρο μόνο Οι οργανικές θέσεις των Πρωτοδικών που συστήθηκαν με το άρθρ. 16 παρ. 8 του Νόμ. 2298/1995 (ΦΕΚ Α΄ 92/1991) κατανέμονται ως εξής: 1.Πρωτοδικείο Θηβών μία (1) οργανική θέση οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε έξι (6). 2.Πρωτοδικείο Χαλκίδας δύο (2) οργανικές θέσεις οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε δεκαπέντε (15). 3.Πρωτοδικείο Λαμίας μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε εννέα (9). 4.Πρωτοδικείο Κορίνθου μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε δώδεκα (12). 5.Πρωτοδικείο Τρίπολης μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε πέντε (5). 6.Πρωτοδικείο Κερκύρας δύο (2) οργανικές θέσεις, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε δέκα (10). 7.Πρωτοδικείο Θεσπρωτίας μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε τέσσερις (4). 8.Πρωτοδικείο Ιωαννίνων μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε εννέα (9). 9.Πρωτοδικείο Βόλου μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε δεκατέσσερις (14). 10.Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης πέντε (5) οργανικές θέσεις οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε εννενήντα δύο (92). 11.Πρωτοδικείο Κατερίνης μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε έξι (6). 12.Πρωτοδικείο Λασιθίου μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε έξι (6). 13.Πρωτοδικείο Σύρου μία (1) οργανική θέση, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε πέντε (5). Σελ. 146,26(α) Τεύχος 1253-Σελ. 100 6.Β.α.57 Οργανισμός των Δικαστηρίων | 324 |
23. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 14/22 Νοεμ. 1951 Περί διενεργείας διαγωνισμού προς κατάληψιν θέσεων υπαλλήλων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, υπαγομένων εις τας διατάξεις του Νόμ. 1726/1951. Αντικατεστάθη δια των διατάξεων του Β.Δ. 95 /1973 (κατωτ. αριθ. 51). | 264 |
31. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 300 της 23 Μαρτ./3 Μαΐου 1965 (ΦΕΚ Α' 77) Περί ορισμού ειδικών τυπικών προσόντων διορισμού εις τους εισαγωγικούς βαθμούς του εξ επιμελητών, βοηθών και παρασκευαστών προσωπικού της Ανωτάτης Γεωπονικής Σχολής Αθηνών Κατηργήθη δια του άρθρ. 2 Β.Δ.86/1968 (κατωτ. αριθ. 36). | 368 |
6. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΝΕΥ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ ΓΙΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ-ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ Αριθ.1356 της 12/12 Ιουν.1984 (ΦΕΚ Β΄ 381) Σύσταση και αρμοδιότητες Επιτροπής Προγράμματος Λειτουργία, καθήκοντα και αρμοδιότητες της Εισηγητικής και Εκτελεστικής Γραμματείας της, και αρμοδιότητες και καθήκοντα του προϊσταμένου της Δ/νσης Προγραμμάτων ως προς την Διεύθυνση Προγραμμάτων και ως Προέδρου της Επιτροπής Προγράμματος της ΕΡΤ-2. Έχοντας υπόψη : 1.Τις διατάξεις του άρθρ.15 και 16 του Νομ.1288/1982 «περί ρύθμισης θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης και της ΥΕΝΕΔ, καθώς και άλλες διατάξεις», και ειδικότερα το άρθρ.16 παρ.4 και 5 του παραπάνω Νόμου. 2.Την με αριθ.Υ6/18.1.84 (ΦΕΚ Β 32/18.1.84) απόφαση του Πρωθυπουργού «περί αναθέσεως αρμοδιοτήτων στον Υπουργό άνευ Χαρτοφυλακίου ΑΝΑΣΤΑΣΙΟ ΠΕΠΟΝΗ», αποφασίζουμε : 1.Συνιστούμε Επιτροπή Προγράμματος (Ε.Π.) όργανο που εξαρτάται απευθείας από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΡΤ-2. 2.Η Επιτροπή Προγράμματος μπορεί να έχει έως 11 μέλη που διορίζονται με απόφαση του αρμόδιου για Ραδιοφωνία-Τηλεόραση Υπουργού, ύστερα όμως από σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. της ΕΡΤ-2 και συνδέονται με την ΕΡΤ-2 με σχέση σύμβασης έργου, μη συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου της. 3.Η Ε.Π., με εξαίρεση της παρ.4, έχει αποκλειστικά γνωμοδοτική αρμοδιότητα στη γενική πολιτική του Προγράμματος και σε όλα τα θέματα προγραμματισμού και εκπομπών. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις εκπομπές, όλες οι σχετικές προτάσεις, από οπουδήποτε και αν προέρχονται ακόμη και από το Δ.Σ., θα παραπέμπονται για επεξεργασία Ε.Π. μέσω της Εισηγητικής και Εκτελεστικής Γραμματείας. Η γνωμοδότηση της Επιτροπής θα είναι γραπτή, και θα περιέχει πρότασή της για τη σκοπιμότητα, το περιεχόμενο, τη μορφή, τους συνεργάτες και το κόστος της εκπομπής και αυτά σε σχέση με τις ανάγκες του Προγράμματος και τις δυνατότητες του Προϋπολογισμού της ΕΡΤ-2. 4.Πρόεδρος της Ε.Π. είναι ο με οποιαδήποτε εκάστοτε σχέση Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Προγραμμάτων (Δ.Πρ.) του οποίου οι αρμοδιότητες είναι : α) Διευθύνει τις εργασίες και τις συνεδριάσεις της Ε.Π. Σελ. 298,32(α) Τεύχος Θ83-Σελ.134 β) Προΐσταται όλων των υπηρεσιών και του Προσωπικού του Προγράμματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ.14 του Π.Δ.300/74. γ) Εισηγείται στο Δ.Σ., χωρίς ψήφο, τις γνωμοδοτήσεις της Ε.Π. για το Πρόγραμμα και τις εκπομπές. δ) Έχει την ευθύνη για την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ. που αφορούν το Πρόγραμμα. ε) Αναθέτει, κατά τη κρίση του, την παρακολούθηση των διαφόρων τομέων του Προγράμματος σε μέλη της Επιτροπής και έχει τη διοικητική ευθύνη των σχετικών ενεργειών. 5.Η Επιτροπή Προγράμματος και ο Πρόεδρός της βοηθούνται στο έργο τους από την Εισηγητική και Εκτελεστική Γραμματεία της Ε.Π.(Ε.Ε.Γ.). Η Ε.Ε.Γ. είναι υπηρεσιακό όργανο. Υπάγεται διοικητικά στον Πρόεδρο της Ε.Π. Το προσωπικό της Ε.Ε.Γ. ορίζεται από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. της ΕΡΤ-2 ύστερα από σχετική πρόταση του Προέδρου της Ε.Π. Η Ε.Ε.Γ. έχει ως αποστολή της : α) Τη συγκέντρωση, σύμφωνα με τις προδιαγραφές και τους όρους που θέτει ο Πρόεδρος και η Επιτροπή Προγράμματος, των αναγκαίων στοιχείων για τη συνολική αξιολόγηση όλων των προτάσεων εκπομπών που παραπέμπονται στην Ε.Π. β) Τη διατύπωση προς την Ε.Π. σχετικής για κάθε εκπομπή εισήγησης, που θα περιλαμβάνει και το κόστος της προτεινόμενης εκπομπής. γ) Την εκτίμηση ειδικά των στοιχείων κόστους των προτεινόμενων εκπομπών, θα στηρίζει σε γνωμάτευση Επιτροπής που θα λειτουργεί μόνιμα και στην οποία μετέχουν και εκπρόσωποι υποδεικνυόμενοι από την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, την ΕΤΕΚΤ και το προσωπικό της ΕΡΤ-2 με διαδικασίες οριζόμενες από τον κάθε αντίστοιχο φορέα. δ) Την παρακολούθηση κατά τομείς Προγράμματος, ύστερα από σχετική ανάθεση του Προέδρου της Ε.Π., της εκτέλεσης και του προγραμματισμού των εκπομπών που έχει εγκρίνει το Δ.Σ. 18.Ρ.γ.6 ΕΡΤ – 2 | 295 |
1. ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 2 Ιουν./1 Αυγ. 1833 Περί αρμοδιότητος των στρατιωτικών δικαστηρίων. 2. ΝΟΜΟΣ ΡϞΗ΄ της 5/13 Ιουν. 1852 Περί της αρμοδιότητος των στρατοδικείων. Περί του αντικειμένου του νόμου τούτου προβλέπουσιν ήδη τα άρθρ. 2-4, 21 και 240-267 Στρατ. Ποιν. Νομοθεσίας. Σχετικά και τα: α)Ν.Δ. της 7 Μαΐου 1918 π. δωσιδικίας αξιωματικών και υπαξιωματικών χωροφυλακής και χωροφυλάκων Ν. Χωρών. (Βλ. ήδη άρθρ.22 Στρατ. Ποιν. Κώδικος). β)Ν.Δ. της 18/23 Σεπτ. 1924 π. αρμοδιότητος του στρατοδικείου επί αδικημάτων τινών. (Κατηργήθη υπό του άρθρ. 18 του Ψηφ. της 31 Δεκ. 1924, τόμ. 9). γ)Ν.Δ. της 20/24 Ιουλ. 1925 π. υπαγωγής αδικημάτων τινών εις την δικαιοδοσίαν των στρατιωτικών δικαστηρίων. δ)Ν.Δ. της 13/13 Αυγ. 1925 π. συμπληρώσεως του από 20 Ιουλ. ε.έ. Ν.Δ. π. υπαγωγής αδικημάτων τινών εις την δικαιοδοσίαν των στρατ. δικαστηρίων (κατηργήθησαν υπό του Ν.Δ. της 10/11 Σεπτ. 1926 ε)Α.Ν. της 31/31 Μαΐου 1935 π. δωσιδικίας αξιωματικών και ανθυπασπιστών πολεμικής διαθεσιμότητος (Βλ. ήδη άρθρ. 242 Σ.Π.Κ.). ς)Α.Ν. 21 της 14/18 Αυγ. 1936 π. υπαγωγής εις τα στρατοδικεία και ναυτοδικεία των αδικημάτων κατά του κοινωνικού καθεστώτος των πραττομένων υπό στρατιωτικών και ναυτικών. (Κατηργήθη υπό του άρθρ. 13 του Α.Ν. 1075 π. μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος κλπ. τόμ. 4). ζ)Α.Ν. 2661 της 20/22 Νοεμ. 1940 π. υπαγωγής των αγορανομικών εγκλημάτων εις τα στρατοδικεία. (Κατηργήθη υπό του Ν.Δ. 13/1941, τόμ. 4). η)Ν.Δ. 227 της 24/26 Ιουν. 1941 π. αρμοδιότητος του Στρατοδικείου Αθηνών και άλλων τινών διατάξεων. (Κατηργήθη υπό του ν. 68/1944, 8.Μβ. 1α). Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας 8.Μ.α.1-3 3. ΝΟΜΟΣ ΦϞΒ΄ της 19 Μαΐου/24 Οκτ. 1860 Περί της στρατιωτικής ποινικής νομοθεσίας. Τροποποιηθείς υπό των: α)Νόμου ΤΙΖ΄ της 30 Δεκ. 1868/27 Ιαν. 1869 β)Νόμου ΥΔ΄ της 27 Μαΐου/12 Ιουν. 1871 γ)Νόμου ΑΥΞΕ΄ της 28 Μαΐου/4 Ιουν. 1887 δ)Νόμου ΒΣΞΒ΄ της 20/31 Ιαν. 1895 ε)Νόμου ΒΦΜΗ΄ της 30 Μαρτ./9 Απρ. 1898 ς)Νόμου ΓΥиΗ΄ της 10/29 Δεκ. 1909 ζ)Νόμου (ΔΣΘ΄) 75 της 16/27 Μαΐου 1913 η)Νόμου 255 της 16/30 Απρ. 1914 θ)Νόμου 643 της 15 Δεκ. 1914/21 Φεβρ. 1915 ι)Β.Δ. 24/30 Δεκ. 1915 ια)Νόμου 1468 της 27/28 Ιουν. 1918 ιβ)Νόμου 1669 της 3/11 Ιαν. 1919 ιγ)Νόμου 1731 της 9/12 Φεβρ. 1919 ιδ)Νόμου 2971 της 29 Ιουλ./4 Αυγ. 1922 ιε)Ν.Δ. 21/24 Σεπτ. 1922 ις)Ν.Δ. 20/22 Νοεμ. 1922 ιζ)Ν.Δ. 12/12 Μαΐου 1923 ιη)Ν.Δ. 28/29 Νοεμ. 1923 ιθ)Ν.Δ. 11/14 Δεκ. 1923 κ)Νόμου 4554 της 15/18 Απρ. 1930 κα)Νόμου 4636 της 3/15 Μαΐου 1930 κβ)Νόμου 6309 της 6/15 Οκτ. 1934 κγ)Α.Ν. της 19 Απρ./25 Μαΐου 1935 κδ)Α.Ν. 1337 της 29/30 Ιουλ. 1938 κε)Α.Ν. 1402 της 10/14 Οκτ. 1938 κς)Α.Ν. 1645 της 18/20 Μαρτ. 1939 κζ)Α.Ν. 2756 της 12/12 Ιαν. 1941 κη)Α.Ν. 2814 της 25/26 Φεβρ. 1941 και κθ)Α.Ν. 2816 της 26 Φεβρ./1 Μαρτ. 1941 κατηργήθη μετ’ αυτών δια του άρθρ. 1 Α.Ν. 2840/1941 (κατωτ. αρ. 9). Επίσης δέον να θεωρηθή καταργηθέν το μεταγενέστερον τροποποιητικόν: (Αντί της σελ. 129) Σελ. 129(α) Τεύχος 493-Σελ. 33 λ)Ν.Δ. 1734 της 9/15 Σεπτ. 1942 π. συμπληρώσεως του άρθρου 44 του ν. ΦиΒ΄ περί Στρατιωτικής Ποινικής Νομοθεσίας και ο λα)Νόμος 71 της 21/24 Δεκ. 1944 περί διατάξεων αφορωσών την διαδικασίαν ενώπιον των στρατοδικείων, όστις κατηργήθη υπό του άρθρου 9 Α.Ν. 493/945 (κατωτ. αρ. 15). Η ισχύς των διατάξεων των 5ου-9ου τμημάτων του Β΄ βιβλίου του νέου Στρατ. Ποιν. Κώδικος (Α.Ν. 2840/1941) είχεν ανασταλή δια του Α.Ν. 787/1945, δι’ έν έτος, η αναστολή δε αύτη, παραταθείσα, εξηντλήθη την 30 Ιουν. 1951. (Βλ. κατωτ. αριθ. 17). | 352 |
63. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.3439 της 12/12 Νοεμ.1955 Περί ιδρύσεως παρά τη Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπηρεσίας Μελετών και Συντονισμού της Διοικήσεως Γενικής και Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως συμπεριλαμβανούσης την οργάνωσιν υπηρεσίας Επαγγελματικού προσανατολισμού και τινών άλλων διατάξεων. Δέον να θεωρηθή καταργηθέν δια της παρ.2 του άρθρ.100 Π.Δ.147/1976 (κατωτ. αριθ. 146). Το άρθρ. 5 κατηργήθη δια της παρ. 1 του άρθρ. 83 Νόμ. 309/1976 (κατωτ. σελ.116,12). | 74 |
6. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. Γ3/8289 της 3/14 Απρ. 1973 (ΦΕΚ Β΄ 453) Περί αναπροσαρμογής των ποσοστών κατανομής της ιδιαιτέρας ιατρικής αμοιβής. Έχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 3623/56 «περί καθορισμού κατωτάτων ορίων ιατρικής αμοιβής και συνθηκών εργασίας των ιατρών, αποφασίζομεν: 1.Τροποποιούντες την υπ’ αριθ. Α.Ι.Α. 8647/57 απόφασιν ημών (ΦΕΚ 247/57 τεύχ. Β΄), «περί καθορισμού της ιδιαιτέρας αμοιβής του Επιστημονικού Προσωπικού Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ν.Δ. 2592/53» (ανωτ. αριθ. 2) τροποποιηθείσαν δια της υπ’ αριθ. Γ6/οικ. 14868/1972 ομοίας (ΦΕΚ 1077/ 11.11.72 Τεύχ. β΄), ορίζομεν όπως το κατά τας οικείας διατάξεις εισπραττόμενον κατά Κλινικήν ή Εργαστήριον υπό των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων ποσόν εκ της καταβαλλομένης υπό των παρ’ αυτοίς νοσηλευομένων ασθενών ιδιαιτέρας ιατρικής αμοιβής, κατανέμεται μεταξύ του Ιατρικού προσωπικού εκάστης Κλινικής ΄Εργαστηρίου κατά ποσοστόν ως κατωτέρω: α)Νευροχειρουργικών και Καρδιοχειρουργικών, ή Θωρακοχειρουργικών Κλινικών: αα)Διευθυνταί: 60%. ββ)Επιμεληταί: 10%. γγ)Βοηθοί μετ’ ειδικότητος: 30%. β)Κλινικών ή Εργαστηρίων ων οι Διευθυνταί δεν δικαιούνται να διατηρούν ιδιωτικάς Κλινικάς ή Εργαστήριον ουδέ να συμμετέχουν οπωσδήποτε εις τοιαύτα: αα)Διευθυνταί: 50%. ββ)Επιμεληταί: 20%. γγ)Βοηθοί μετ’ ειδικότητος: 30%. γ)Λοιπών Κλινικών και Εργαστηρίων εν γένει: αα)Διευθυνταί: 30%. ββ)Επιμεληταί: 20%. γγ)Βοηθοί μετ’ ειδικότητος: 50%. 2.Εις περίπτωσιν καθ’ ην εις Κλινικήν ή Εργαστήριον υπηρετεί είς μόνον Επιμελητής, το ποσοστόν αυτού εκ της ιδιαιτέρας ιατρικής αμοιβής ορίζεται εις πάσας τας περιπτώσεις 20%, του υπολοίπου περιερχομένου εις το ΄Ιδρυμα. 3.Εις ουδεμίαν περίπτωσιν το ποσοστόν εκάστου Βοηθού δύναται να υπερβαίνη το 20% του συνολικού ποσού της ιδιαιτέρας ιατρικής αμοιβής, του τυχόν υπολοίπου περιερχομένου εις το ΄Ιδρυμα. 4.Δια τους ιατρούς των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ν.Δ. 2592/53 το ύψος του κατά τα ως άνω εισπραττομένου υπ’ αυτού συνολικού ποσού τελεί υπό τους περιορισμούς των διατάξεων του άρθρ. 126 του Συντάγματος. 5.Η παρούσα ισχύει και προκειμένου περί των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ιδιωτικού Δικαίου. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 584(α) Τεύχος 584-Σελ. 114 | 332 |
8. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 3074 της 6/9 Οκτ. 1954 Περί λειτουργίας της Νομισματικής Επιτροπής. Άρθρον πρώτον.-(Κυρούται ο Α.Ν. 1837/1951, ανωτ. αριθ. 7). Άρθρον δεύτερον.-Αι διατάξεις του δια του άρθρου πρώτου του παρόντος Ν.Δ/τος κυρουμένου Α.Ν. 1837 τροποποιούνται ή συμπληρούνται ως κάτωθι: Α΄.Η διάρκεια της λειτουργίας της Νομισματικής Επιτροπής παρατείνεται αφ’ ης αύτη έληξε μέχρι της 31 ης Δεκ. 1956. Β΄.Η Νομισματική Επιτροπή ευρίσκεται εν απαρτία παρόντων εξ τουλάχιστον εκ των μελών αυτής, αι δε αποφάσεις της δια πάντα εν γένει τα θέματα της αρμοδιότητος αυτής λαμβάνονται δια της ψήφου πέντε τουλάχιστον των παρόντων μελών της. Γ΄.Δια Β.Δ/τος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργικού Συμβουλίου δύναται να τροποποιήται η σύνθεσις των μελών της Νομισματικής Επιτροπής και να ορίζωνται τα της απαρτίας της και τα του τρόπου λήξεως των αποφάσεων αυτής. Δ΄.Επιτρέπεται εις την Νομισματικήν Επιτροπήν, όπως δι’ αποφάσεώς της συνιστά υποεπιτροπάς απαρτιζομένας εκ των μελών αυτής, ως και εξ Ανωτάτων Υπαλλήλων του Κράτους, ή Συμβούλων και Ανωτάτων Υπαλλήλων της Τραπέζης της Ελλάδος, η αρμοδιότης των οποίων ως και ο τρόπος λήψεως των αποφάσεων αυτών, θέλει καθορίζεσθαι δια των περί συστάσεως των υποεπιτροπών τούτων αποφάσεων της Νομισματικής Επιτροπής. (Αντί της σελ. 59(α) Σελ. 59(β) 131-77 .96. Νομισματική Επιτροπή 26.Β.β.7-8 Εις τας ως άνω Υποεπιτροπάς η Νομισματική Επιτροπή δύναται να μεταβιβάζη μέρος της αρμοδιότητος αυτής εξαιρέσει: α)Της αρμοδιότητος της απορρεούσης εκ του εδαφ. 1 του άρθρ. 2 του υπ’ αριθ. 1015 Α.Νόμου του έτους 1946 και β)Της αροδιότητος της απορρεούσης εκ του εδαφ. 2 του άρθρ. 2 του υπ’ αριθ. 1837 Α.Νόμου του έτους 1951. Ε΄.Η αρμοδιότης της Νομισματικής Επιτροπής, η αφορώσα εις την πιστωτικήν πολιτικήν και τον έλεγχον της πίστεως, συνίσταται εις τον καθορισμόν του συνολικού ποσού των απαιτουμένων δια την χρηματοδότησιν της οικονομίας καθόλου πιστώσεων, ως και την θέσπισιν γενικών κανόνων υφ’ ους θα παρέχωνται αι πιστώσεις αύται, είτε υπό της Τραπέζης της Ελλάδος απ’ ευθείας ή δια κεφαλαίων ταύτης μέσω των άλλων Τραπεζών, είτε και εξ ιδίων των Τραπεζών τούτων διαθεσίμων κεφαλαίων. Εις ας περιπτώσεις απαιτείται απόφασις της Νομισματικής Επιτροπής δια την παροχήν βιομηχανικών, εμπορικών, ή άλλων πιστώσεων, αύται χορηγούνται δια των υπό του παρόντος άρθρου (περίπτωσις Δ΄) προβλεπομένων υποεπιτροπών, όπου όμως παρίσταται ανάγκη αποκλίσεως από των σχετικών περί χρηματοδοτήσεως κανόνων της Νομισματικής Επιτροπής, απαιτείται και απόφασις της Νομισματικής Επιτροπής. ΣΤ΄.Αι εις την παρ. 2 του άρθρ. 1, του δια του άρθρου πρώτου του παρόντος κυρουμένου Α.Ν./1837/51, λέξεις «και ο Υφυπουργός του Συντονισμού» αντικαθίστανται δια των λέξεων «και ο Υπουργός της Γεωργίας». Ζ΄.Καταργείται η διάταξις του άρθρ. 4 του υπ’ αριθ. 1837 Α.Νόμου του έτους 1951. ΄Αρθρον τρίτον.-Η ισχύς του Νόμ. 233 του 1945 «περί χρηματοδοτήσεως επιχειρήσεων υπό της Τραπέζης της Ελλάδος» παρατείνεται αφ’ ης αύτη έληξε και εφ’ όσον χρόνον διαρκεί η λειτουργία της Νομισματικής Επιτροπής. Άρθρον τέταρτον.-Εις την δια του άρθρ. 7 του υπ’ αριθ. 588 Ν.Δ/τος του 1948 «περί ελέγχου πίστεως» προβλεπομένην Γνωμοδοτικήν Επιτροπήν προστίθεται και ο Διοικητής της Εθνικής Κτηματικής Τραπέζης της Ελλάδος. Άρθρον πέμπτον.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. | 279 |
50. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. Γ3/12250 της 17/24 Δεκ. 1974 (ΦΕΚ Β’ 1339) Περί καθορισμού της διαδικασίας και του τρόπου επιλογής του ιατρικού προσωπικού των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ν.Δ. 2592/53. (Κατηργήθη διά της παρ. 10 της υπ’ αριθ. Γ3/5974/ 1975 αποφάσεως, κατωτ. αριθ. 55). | 265 |
5. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 4561 της 7/10 Οκτ. 1966 (ΦΕΚ Α' 204) Περί ιδρύσεως εν Θεσσαλονίκη Ινστιτούτου Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων. Άρθρ.1.-1.Ιδρύεται εν Θεσσαλονίκη Ινστιτούτου Δημοσίου Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων αποτελούν νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου και εδρεύον εν Θεσσαλονίκη. 2.Το Ινστιτούτον τελεί υπό την εποπτείαν των Υπουργείων Δικαιοσύνης και Εξωτερικών. 3.Το Ινστιτούτον εκπροσωπεί ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και εν ελλείψει, απουσία ή οιωδήποτε κωλύματι τούτου, ο Διευθυντής του Ινστιτούτου. Άρθρ.8.-1.Το Ινστιτούτον δικαιούται να στεγάζηται δωρεάν εις καταλλήλους αιθούσας παραχωρουμένας υπό του Δημοσίου. 2.Το Ινστιτούτον δικαιούται να εκτυπώνη τα δημοσιεύματα αυτού είτε αυτοτελώς είτε εν συνεργασία μετά των δημοσιευμάτων του εν Αθήναις εδρεύοντος Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου, επί χάρτου παρεχομένου δωρεάν, εν τω Εθνικώ Τυπογραφείω. 3.Προς αποφυγήν διασταυρώσεως αρμοδιοτήτων του Ινστιτούτον οφείλει να συνεργάζηται μετά του εν Αθήναις Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου. Άρθρ.9.-Δια τα έξοδα επιπλώσεως και εν γένει εγκαταστάσεως και τον σχηματισμόν του πυρήνος της βιβλιοθήκης του Ινστιτούτου θέλει καταβληθή εις αυτό εντός μηνός από της ισχύος του παρόντος εφ' άπαξ κρατική χορηγία 300.000 δραχμών. Άρθρ.10.-Αι λεπτομέρειαι της εκτελέσεως του παρόντος νόμου κανονίζονται δι' αποφάσεως των επί της Δικαιοσύνης και Εξωτερικών Υπουργών. Άρθρ.11.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 6.Α.ι.5 Ινστιτούτα Διεθνούς Δικαίου Άρθρ.2.-Σκοποί του Ινστιτούτου είναι: Η επιστημονική έρευνα των προβλημάτων του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων, ιδία δε η επιστημονική παρακολούθησις των Εθνικών δικαίων της Ελλάδος, η μελέτη του Διπλωματικού Δικαίου, ως και των υφισταμένων Διεθνών Σχέσεων μεταξύ της Ελλάδος και των λοιπών Κρατών, η θέσις της Ελλάδος εις τας διαφόρους Ευρωπαϊκάς Οργανώσεις, (Ε.Ο.Κ. Συμβούλιον της Ευρώπης, Ατλαντικήν Συμμαχίαν κλπ.) ως και η παροχή πληροφοριών, ιδία περί των ανωτέρω θεμάτων εις τα Υπουργεία, τα Δικαστήρια, Νομοπαρασκευαστικάς Επιτροπάς του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Επιτροπάς της Βουλής. Σελ. 96(γ) Τεύχος ΙΑ-9-3 Σελ. 4 "2.Το Ινστιτούτον δύναται να χορηγή πιστοποιητικά παρακολουθήσεως των υπό τούτου διοργανουμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων εις τους φοιτήσαντας εις ταύτα, ως και πιστοποιητικά επιτυχούς παρακολουθήσεως των προγραμμάτων τούτων κατόπιν επιτυχούς εξετάσεως των φοιτησάντων ενώπιον επιτροπής αποτελουμένης εκ του Διευθυντού του Ινστιτούτου, ενός Καθηγητού Ελληνικού Πανεπιστημίου και τριών διεθνολόγων εκ των διδασκόντων εις τα εκπαιδευτικά προγράμματα, οριζομένων υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου. Ο τύπος και αι λοιπαί λεπτομέρειαι χορηγήσεως των πιστοποιητικών τούτων ορίζονται δι' αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης, μετά πρότασιν του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου". Η παρ. 2, που είχε προστεθεί από το άρθρ. 1 Ν.Δ. 178/1974, αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 18 Νόμ. 924/1979, ΦΕΚ Α' 132 (κατωτ. αριθ. 10). 6.Α.ι.5 Ινστιτούτα Διεθνούς Δικαίου Άρθρ.3.-1.Το Ινστιτούτον διευθύνεται υπό του Διευθυντού διοριζομένου δι' αποφάσεως των επί της Δικαιοσύνης και Εξωτερικών Υπουργών. "2.Διευθυντής του Ινστιτούτου προσλαμβάνεται πρόσωπο που διατελεί ή διετέλεσε καθηγητής της Νομικής Σχολής ημεδαπού ή αλλοδαπού πανεπιστημίου και δεν έχει συμπληρώσει το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας του". Η παρ. 2, όπως είχε αντικατασταθεί από την παρ. 2 του άρθρ. 22 του Νόμ. 2145/93 (ΦΕΚ Α' 88), αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από την παρ. Ι του άρθρ. 6 του Νόμ. 2207/22-25 Απρ. 1994, (ΦΕΚ Α' 65) κατωτ. σελ. 146,22. 3.Ο Διευθυντής έχει την γενικήν επιστημονικήν διεύθυνσιν του Ινστιτούτου συνεπικουρούμενος υπό τον Προϊσταμένων των Τμημάτων του Ινστιτούτου (Τμηματαρχών) και προΐσταται του προσωπικού αυτού. 4.Τον Διευθυντήν απόντα, ελλείποντα, ή κωλυόμενον αναπληροί ο ανώτερος κατά βαθμόν των προϊσταμένων των Τμημάτων του Ινστιτούτου και μεταξύ ομοιοβάθμων, ο αρχαιότερος. 5.(Η παρ. 5 που είχε προστεθεί από το άρθρ. 2 Ν.Δ. 32/1968, κατωτ. αριθ. 6, καταργήθηκε από την παρ. 4 άρθρ. 22 Νόμ. 2145/28-28 Μαΐου 1993, (ΦΕΚ Α' 88) κατωτ. αριθ. 19). Άρθρ.4.-"1.το Δ.Σ. του Ινστιτούτου απαρτίζεται: "α)Από τον Πρόεδρο Εφετών Θεσσαλονίκης ως Πρόεδρο". Η περίπτ. α΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρ. 22 Νόμ. 2145/28-28 Μαΐου 1993 (ΦΕΚ Α' 88) κατωτ. αριθ. 19. β)Εκ του προέδρου της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, ως Αντιπροέδρου, αναπληρουμένου υπό του Αντιπροέδρου αυτής. γ)Εκ του Διευθυντού του Σπουδαστηρίου Εμπορικού Δικαίου της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αναπληρουμένου νομίμως. δ)Εκ του Διευθυντού του Σπουδαστηρίου Ποινικού Δικαίου του αυτού Πανεπιστημίου, αναπληρουμένου νομίμως. ε)Εκ του Διευθυντού του Σπουδαστηρίου Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου και Συγκριτικού Δικαίου του αυτού Πανεπιστημίου, αναπληρουμένου νομίμως. ς)Εκ του Διευθυντού του Σπουδαστηρίου, Δημοσίου Δικαίου του αυτού Πανεπιστημίου αναπληρουμένου νομίμως. ζ)Εκ του Διευθυντού Πολιτικών Υποθέσεων του Υπουργείου Βορείου Ελλάδος, αναπληρουμένου νομίμως. η)Εκ του Προέδρου του Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, αναπληρουμένου υπό του Αντιπροέδρου αυτού. θ)Εκ του Διευθυντού Οικονομικών Υπηρεσιών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αναπληρουμένου νομίμως. ι)Εκ του Διευθυντού του Ινστιτούτου, ως εισηγητού άνευ ψήφου. 2.Το Διοικητικόν Συμβούλιον: α)Παρακολουθεί την από επιστημονικής και διοικητικής πλευράς λειτουργίαν του Ινστιτούτου καταρτίζει, συμπληροί ή τροποποιεί τον κανονισμόν αυτού, όστις εγκρίνεται κατά τα εν άρθρ. 7 του Ν.Δ. 4561/1966. ως τούτο ετροποποιήθη δια του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 32/1968. β)Διαχειρίζεται και διαθέτει συμφώνως 1)τω Κανονισμώ του Ινστιτούτου και 2)τω Προϋπολογισμώ αυτού, προς πόρους και την περιουσίαν του Ινστιτούτου. Αι σχετικαί αποφάσεις του Συμβουλίου εκτελούνται υπό του Διευθυντού ή του αναπληρωτού του. γ)Συντάσσει τον ετήσιον προϋπολογισμόν και απολογισμόν του Ινστιτούτου, και υποβάλλει τούτους προς έγκρισιν εις τους Υπουργούς Εξωτερικών, Δικαιοσύνης και Οικονομικών. Το οικονομικόν έτος άρχεται από 1 Ιανουαρίου εκάστου ημερολογιακού έτους και λήγει την 31 Δεκεμβρίου του αυτού έτους. 3.Το Δ.Σ. συνέρχεται άπαξ κατά μήνα ή και οσάκις άλλοτε παρίσταται ανάγκη, συγκαλούμενον υπό του Προέδρου ή υπό του Αντιπροέδρου. Το Συμβούλιον ευρίσκεται εν απαρτία όταν παρίστανται τουλάχιστον 5 μέλη αυτού, αι δε αποφάσεις αυτού λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων, εν ισοψηφία επικρατούσης της ψήφου του Προέδρου. 4.Χρέη γραμματέως του Δ.Σ. εκτελεί είς εκ των προϊσταμένων των Τμημάτων του Ινστιτούτου, οριζόμενος υπό του Προέδρου του Δ.Σ.". Το άρθρ. 4 αντικατασταθέν δια του άρθρ. 3 Ν.Δ. 32/1968 (κατωτ αριθ. 6) αντικατεστάθη εκ νέου ως άνω δια του άρθρ. 3 Νόμ. 613/1977 (τομ. 6 (2) σελ. 294,71). (Αντί για τη σελ. 96,01(ε) Σελ. 96,01(στ) Τεύχος Σελ. Ινστιτούτα Διεθνούς Δικαίου 6.Α.ι.5 Άρθρ.5.-"Πόροι του Ινστιτούτου είναι: α)Ετησία επιχορήγησις του Κράτους εκ δραχ. 1.000.000 εγγραφομένη κατ' έτος εις το Προϋπολογισμόν του Υπουργείου Δικαιοσύνης, καταβαλλομένη εις το Ινστιτούτον άμα τη ενάρξει του οικονομικού έτους και δυναμένη να αυξομειούται «δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης», δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Η μέσα σε «» φράση αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 8 άρθρ-. 1 Νόμ. 3065/18-18 Οκτ. 2002 (ΦΕΚ Α΄251), Τομ. 36 σελ. 26,472. β)Τα έσοδα εκ των υπ' αυτού παρεχομένων επιστημονικών πληροφοριών. γ)Τα έσοδα εκ της πωλήσεως των δημοσιευμάτων αυτού. δ)Αι προς το Ινστιτούτουν χορηγίαι, δωρεαί και κληροδοτήματα. ε)Αι πρόσοδοι της περιουσίας του Ινστιτούτου". Άρθρ.6.-"Ανακηρύσσονται χορηγοί του Ινστιτούτου και ως τοιούτοι αναγράφονται εις τα δημοσιεύματα αυτού, τα ημεδαπά η αλλοδαπά Πανεπιστήμια και λοιπά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και γενικώς τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου άτινα παρέχουν εις το Ινστιτούτον ετησίαν χορηγίαν τουλάχιστον δραχ. 50.000, αποκτώντα συγχρόνως το δικαίωμα της δωρεάν χρησιμοποιήσεως των υπό του Ινστιτούτου παρεχομένων υπηρεσιών". Τα άρθρ. 5 και 6 αντικατεστάθησαν ως άνω δια των άρθρ. 1 και 2 Νόμ. 613/1977 (τόμ. 6(2) σελ. 294,71) Άρθρ.7.-"1.Δι' αποφάσεων των Υπουργών Εξωτερικών, Δικαιοσύνης και Οικονομικών εκδιδομένων μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου και δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εγκρίνεται και τροποποιείται ο κανονισμός αυτού, δι' ου καθορίζονται τα της εν γένει λειτουργίας του Ινστιτούτου προς επίτευξιν των σκοπών αυτού και ο τρόπος και οι όροι της υπό του Ινστιτούτου παροχής των κατά τα άρθρ. 2 υπηρεσιών. Πάντως, αι προς τα Υπουργεία, τα Δικαστήρια, τας λοιπάς αρχάς του Κράτους και προς τους κατά το άρθρ. 6 χορηγούς υπηρεσίαι, παρέχονται άνευ αμοιβής. Σελ. 96,02(στ) Τεύχος Σελ, Ομοίως δια του Κανονισμού προβλέπονται άπασαι αι επί μέρους δαπάναι λειτουργίας του Ινστιτούτου δια την πληρωμήν των οποίων απαιτείται εκάστοτε έγκρισις ειδική του Διοικητικού Συμβουλίου παρεχομένη μετά ητιολογημένην πρότασιν του Διευθυντού του Ινστιτούτου. 2.Δια του κανονισμού καθορίζονται επίσης τα των επιτίμων και αντεπιστελλόντων συνεργατών, η διαίρεσις του Ινστιτούτου εις τμήματα και η αρμοδιότης εκάστου τούτων, τα των δημοσιευμάτων του Ινστιτούτου ως και πάσα σχετική λεπτομέρεια". Το άρθρ. 7 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 4 Ν.Δ. 32/1968 (κατωτ. αριθ. 6). Εις εκτέλεσιν του ανωτέρω άρθρ. 7 εξεδόθη η υπ' αριθ. 33073 της 15/21 Μαρτ. 1969 αποφ. Υπ. Εξωτερικών, Δικαιοσύνης και Οικονομικών (ΦΕΚ Β' 205) "περί εγκρίσεως του Κανονισμού του εν Θεσσαλονίκη Ινστιτούτου Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων", η οποία τροποποιήθηκε από την υπ’ αριθ. 33859 /12-26 Μαρτ. 2007 (ΦΕΚ Β΄ 419) απόφαση Υπ. Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών και Δικαιοσύνης. | 145 |
1. ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ της 9(21) Ιουλ.1832 Περί διαρρυθμίσεως των Ελληνοτουρκικών συνόρων. Δια της συνθήκης ταύτης, κυρωθείσης διά του υπ΄αριθ. 52 πρωτοκόλλου του εν Λονδίνω Συμβουλίου της 18(30) Αυγ. 1832, καθωρίσθησαν τα αρχικά σύνορα της Ελλάδος και η καταβολή αποζημιώσεως 40 εκατομ. γροσίων εις την Υψηλήν Πύλην. | 200 |
2. ΝΟΜΟΣ 5443 της 28 Απρ./13 Μαΐου 1932 (ΦΕΚ Α΄ 154) Περί τροποποιήσεως του Νόμ. 3683 «περί Αρχείου Κρήτης». Κατηργήθησαν δια του Ν.Δ. 2080/43. | 349 |
7. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ΄ αριθ. 1872 της 31 Ιουλ. /5 Αυγ. 1939 (ΦΕΚ Α΄ 315) Περί τρόπου εκτελέσεως των Έργων Οχυρώσεως. Κατηργήθη δια του άρθρ. 28 Ν.Δ. 901/1971 (κατωτ. αριθ. 11). | 88 |
22. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 84969 της 1/20 Αυγ. 1996 (ΦΕΚ Β΄ 708) Καθορισμός ποσοστού αμοιβής των δικηγόρων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών από τις υποθέσεις αναγκαστικών απαλλοτριώσεων κάθε είδους. Έχοντας υπόψη: 1)Τις διατάξεις των άρθρων: α)9 Νόμ. 1093/80 και β)22 παρ. 10α του Νόμ. 1868/89, 2)την απόφασή μας αριθ. 25632/92 (ΦΕΚ 215/92 Β΄), 3)την απόφαση του Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών που ελήφθη την 13.5.96, 4)την αριθ. 121337/14.11.95 (ΦΕΚ 970/95 τ.Β΄) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, 5)το γεγονός ότι η απόφαση αυτή δεν προκαλεί δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε: Άρθρ.1.-Καθορίζουμε το ποσοστό αμοιβής των δικηγόρων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών από τις υποθέσεις αναγκαστικών απαλλοτριώσεων κάθε είδους, περιλαμβανομένων και των υποθέσεων για την εφαρμογή του σχεδίου πόλεως και οικισμών, διαπλάτυνσης οδών, κόμβων, διαμόρφωσης κοίτης ποταμών και χειμάρων, σύστασης δουλειών υπέρ του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ως εξής: α)Για ποσό αποζημιώσεως μέχρι 5.000.000 δρχ., όπως αυτή καθορίζεται με την απόφαση της εκτιμητικής επιτροπής του άρθρ. 15 Ν.Δ. 797/71 ή με την δικαστική απόφαση για καθορισμό προσωρινής ή οριστικής τιμής μονάδας ποσοστό 10%, β)για ποσό από 5.000.001 έως 10.000.000 δρχ. ποσοστό 8%, (Αντί για τη σελ. 402,39(β) Σελ. 402,39(γ) Τεύχος 1363 Σελ. 1 γ)για ποσό από 10.000.001 έως 25.000.000 δρχ. ποσοστό 5%, δ)για ποσό πάνω από 25.000.001 δρχ. ποσοστό 3%. Στην ανωτέρω αμοιβή περιλαμβάνεται και η επιδικαζόμενη δικαστική δαπάνη μετά την αφαίρεση του ποσού που κατέβαλε ο εντολέας στον δικαιούχο δικηγόρο για την κάλυψη των εξόδων της δίκης. Η αμοιβή των δικηγόρων που παρίστανται στις δίκες αναγκαστικών απαλλοτριώσεων για την εφαρμογή των σχεδίων πόλεων ορίζεται κατά τα ανωτέρω αλλά μόνο στο ποσό της αποζημιώσεως που παραμένει μετά τους συμψηφισμούς των αποζημιώσεων μεταξύ των υποχρέων. Άρθρ.2.-α.Την κατά το άρθρ. 1 οριζόμενη αμοιβή και δικαστική δαπάνη δικαιούται και υποχρεούται να λάβει στο ακέραιο ο δικηγόρος, αν παραστεί κατά τη συζήτηση τόσο της υπόθεσης περί προσδιορισμού προσωρινής ή οριστικής τιμής μονάδας όσο και της αναγνώρισης δικαιούχων. β.Στην περίπτωση, κατά την οποία παραστεί άλλος δικηγόρος στην υπόθεση περί προσδιορισμού προσωρινής ή οριστικής τιμής μονάδας και άλλος στην υπόθεση για την αναγνώριση δικαιούχων, θα λάβει ο μεν πρώτος, το 1/3 ο δε δεύτερος τα 2/3 της κατά τα παραπάνω οριζόμενης αμοιβής. γ.Εάν ο δικηγόρος παραστεί μόνον στην υπόθεση περί προσδιορισμού προσωρινής τιμής μονάδας ή μόνον στην υπόθεση περί προσδιορισμού οριστικής τιμής μονάδας, τότε τα ανωτέρω ποσοστά αμοιβής μειώνονται στο μισό. Άρθρ.3.-Από την κατά τα ανωτέρω εισπραττόμενη αμοιβή και δικαστική δαπάνη παρακρατείται από το Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών το ποσοστό που προβλέπεται στην Υ.Α. 25632/92 το δε υπόλοιπο ποσοστό αποδίδεται στον δικαιούχο δικηγόρο μετά από παρέλευση πέντε εργάσιμων ημερών. Το ανωτέρω ποσοστό παρακράτησης δεν διαφοροποιείται και να ακόμη παρίστανται περισσότεροι δικηγόροι στην ίδια υπόθεση. Άρθρ.4.-Ο δικηγόρος που πρόκειται να χειριστεί υπόθεση από τις αναφερόμενες στο άρθρ. 1 και έχει συμφωνήσει την εργολαβική της ανάληψη θα παραλαμβάνει από το Σύλλογο θεωρημένο σχέδιο εργολαβικού, θα καταθέτει δε αντίγραφο του εργολαβικού στην γραμματεία του Συλλόγου πριν από κάθε δικαστική ή εξώδικη ενέργειά του. Η παράλειψη υποβολής του αντιγράφου αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα. Στο εργολαβικό θα περιλαμβάνεται όρος για την παρακράτηση από το Σύλλογο του ποσοστού της Υ.Α. 25632/92. Σελ. 402,40(γ) Τεύχος 1363 Σελ. 2 Άρθρ.5.-Εάν ο δικηγόρος έχει καταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων αντίγραφο του κατατεθέντος στη Γραμματεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών εργολαβικού, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υποχρεούται να παρακρατήσει από το ποσό της αποζημιώσεως το συμφωνηθέν στο εργολαβικό ποσό της αμοιβής του Δικηγόρου και να το αποδώσει στο Δ.Σ.Α. Στην περίπτωση που δεν έχει συνταγεί εργολαβικό, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υποχρεούται να παρακρατήσει από το ποσό της αποζημιώσεως το ποσό της αμοιβής του Δικηγόρου που ορίστηκε με την δικαστική απόφαση περί καθορισμού προσωρινής ή οριστικής τιμής μονάδος αποζημιώσεως και να το αποδώσει στο Δ.Σ.Α. Άρθρ.6.-Δεν μπορεί δικηγόρος μέλος του Συλλόγου να νομιμοποιήσει δικηγόρο άλλου Συλλόγου σε δίκη αναγκαστικής απαλλοτριώσεως κατά παράβαση των ανωτέρω οριζομένων. Η εν λόγω νομιμοποίηση δεν είναι δυνατή αν δεν τηρηθεί η ανωτέρω διαδικασία, η οποία είναι δεσμευτική και για τον νομιμοποιούμενο δικηγόρο. Άρθρ.7.-Τα ανωτέρω οριζόμενα ισχύουν και για τις εκκρεμείς υποθέσεις αναγκαστικών απαλλοτριώσεων. Το κατά το άρθρ. 4 παρ. 1 εργολαβικά σε εκκρεμείς υποθέσεις αναγκαστικών απαλλοτριώσεων πρέπει να κατατεθούν στο Δ.Σ.Α. το αργότερο μέχρι 30.10.1996. 6.Δ.ε.22 Πάγιες Αμοιβές Δικηγόρων | 201 |
Έργα συντήρησης και αναστήλωσης των μνημείων Ακρόπολης.Ορισμός των έργων Τα έργα συντήρησης και αναστήλωσης που εκτελούνται στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και τελούν υπό την επιστημονική ευθύνη της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακροπόλεως είναι α) το έργο συντήρησης και αναστήλωσης του Παρθενώνος, β) το έργο συντήρησης και αναστήλωσης των Προπυλαίων, γ) το έργο συντήρησης και αναστήλωσης του Ναού της Αθηνάς Νίκης, δ) το έργο απογραφής, τεκμηρίωσης και ταξινόμησης των διασπάρτων αρχιτεκτονικών μελών, ε) το έργο στερέωσης και συντήρησης των περιμετρικών τειχών της Ακρόπολης και στ) το έργο συντήρησης της επιφανείας των παραπάνω μνημείων και του Ερεχθείου. Στην έννοια των έργων του διατάγματος αυτού περιλαμβάνονται και όλες οι αναγκαίες κατά περίπτωση μελέτες.Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης Τα έργα συντήρησης και αναστήλωσης των μνημείων Ακρόπολης τελούν υπό την επιστημονική ευθύνη της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΕΣΜΑ). Έργο της ΕΣΜΑ είναι ο προγραμματισμός, η κατεύθυνση και η εποπτεία της υλοποίησης των έργων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 του παρόντος. Η επιτροπή συγκροτείται από 12 τακτικά μέλη. Μέλη της επιτροπής είναι ειδικοί επιστήμονες αναγνωρισμένου κύρους και εμπειρίας στην αναστήλωση και τη συντήρηση αρχαίων μνημείων και οι προϊστάμενοι των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, ως εξής: α. Τέσσερις αρχαιολόγοι β. Δύο αρχιτέκτονες γ. Ένας πολιτικός μηχανικός δ. Ένας χημικός μηχανικός ε. Ο Προϊστάμενος της Α~ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού (Α~ ΕΠΚΑ). στ. Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού (ΔΙΠΚΑ). ζ. Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού (ΔΑΑΜ). η. Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαιοτήτων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού (ΔΣΑ). Τα μέλη της ΕΣΜΑ ορίζονται για διετή θητεία με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού. Οι Προϊστάμενοι των Υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, όταν κωλύονται ή ελλείπουν αναπληρώνονται από το νόμιμο αναπληρωτή τους. Η ΕΣΜΑ εκλέγει στην πρώτη της συνεδρίαση τον Πρόεδρό της και τον αναπληρωτή του. Την ΕΣΜΑ μπορεί να συγκαλεί σε συνεδρίαση για σοβαρά θέματα της αρμοδιότητάς της ο Υπουργός Πολιτισμού ή ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού.Ειδική Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ) Συνιστάται Ειδική Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού με τον τίτλο «Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ)», η οποία υπάγεται απευθείας στο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού. Σκοπός της ΥΣΜΑ είναι η οργάνωση και η υλοποίηση των έργων του άρθρου 1 του παρόντος, σύμφωνα με τον προγραμματισμό και τις οδηγίες και υπό την εποπτεία της ΕΣΜΑ. Στην ΥΣΜΑ υπάγονται με το παρόν οι αρμοδιότητες και οι δραστηριότητες των τεχνικών γραφείων, των εργοταξίων των έργων, του τομέα συντήρησης, του συνεργείου διασπάρτων μελών, του ηλεκτρομηχανολογικού συνεργείου, του συνεργείου τεχνικής υποστήριξης, του εργαστηρίου εκμαγείων, του φωτογραφικού εργαστηρίου, του λογιστηρίου του εργοταξίου, καθώς και η γραμματεία και το αρχείο της ΕΣΜΑ. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του διατάγματος αυτού, οι αρμοδιότητες των λοιπών Υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, όπως προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, διατηρούνται ως έχουνΟργάνωση και λειτουργία της ΥΣΜΑ Στην ΥΣΜΑ προΐσταται ο Διευθυντής της. Ο Διευθυντής ορίζεται για τρία έτη με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, μετά από αιτιολογημένη γνώμη της ΕΣΜΑ, και προέρχεται από το προσωπικό που υπηρετεί στην ΥΣΜΑ, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 και της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του διατάγματος αυτού. Ως Διευθυντής της ΥΣΜΑ μπορεί να επιλεγεί και να ορισθεί αρχιτέκτων μηχανικός ή πολιτικός μηχανικός, που κατέχει διδακτορικό δίπλωμα και έχει τουλάχιστον 10 ετών εμπειρία σε έργα συντήρησης και αναστήλωσης μνημείων, ή χωρίς διδακτορικό δίπλωμα αλλά με εμπειρία 15 τουλάχιστον ετών σε έργα συντήρησης και αναστήλωσης μνημείων. Οι όροι εργασίας του Διευθυντή της ΥΣΜΑ προσδιορίζονται με ειδική σύμβαση εργασίας, η οποία, αφού εγκριθεί από τον Υπουργό Πολιτισμού, καταρτίζεται υπογραφόμενη από τον Πρόεδρο της ΕΣΜΑ και τον ενδιαφερόμενο, οι δε αποδοχές καθορίζονται βάσει των κειμένων διατάξεων. Η απόφαση ορισμού του Διευθυντή της ΥΣΜΑ μπορεί να ανακληθεί για σπουδαίο λόγο, με την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε. Ο Διευθυντής της ΥΣΜΑ συμμετέχει χωρίς ψήφο στις συνεδριάσεις της ΕΣΜΑ, ως εισηγητής, προΐσταται του όλου έργου που εκτελεί η ΥΣΜΑ και σε αυτόν αναφέρονται οι προϊστάμενοι των έργων και των γραφείων. Ο Διευθυντής αναφέρεται απευθείας στο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού, έχει την ευθύνη της απρόσκοπτης εκτέλεσης των έργων, της τήρησης των χρονοδιαγραμμάτων και της έγκαιρης εισήγησης στην ΕΣΜΑ για τα θέματα αρμοδιότητάς της. Η ΥΣΜΑ διαρθρώνεται στους εξής τομείς εργασίας: Α. Τεχνικό γραφείο και εργοτάξιο συντήρησης και αναστήλωσης του Παρθενώνος, με Προϊστάμενο αρχιτέκτονα ή πολιτικό μηχανικό. Β. Τεχνικό Γραφείο και εργοτάξιο συντήρησης και αναστήλωσης των Προπυλαίων, με προϊστάμενο αρχιτέκτονα ή πολιτικό μηχανικό. Γ. Τεχνικό Γραφείο και εργοτάξιο συντήρησης και αναστήλωσης του Ναού της Αθηνάς Νίκης, με προϊστάμενο αρχιτέκτονα ή πολιτικό μηχανικό. Δ. Τεχνικό Γραφείο και εργοτάξιο συντήρησης, στερέωσης και αποκατάστασης των περιμετρικών τειχών της Ακρόπολης, με προϊστάμενο αρχιτέκτονα ή πολιτικό μηχανικό. Ε. Γραφείο και συνεργείο απογραφής, τεκμηρίωσης και ταξινόμησης των διασπάρτων αρχιτεκτονικών μελών, με προϊστάμενο αρχαιολόγο. ΣΤ. Γραφείο και εργαστήριο συντήρησης, με προϊστάμενο συντηρητή πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ή χημικό μηχανικό με την ανάλογη εμπειρία. Ζ. Εργαστήριο εκμαγείων, με προϊστάμενο αρχαιολόγο με την ανάλογη εμπειρία. Η. Γραφείο τεκμηρίωσης στο οποίο ανήκουν η τράπεζα δεδομένων, η σχεδιοθήκη, η φωτοθήκη, η ταινιοθήκη και η Βιβλιοθήκη, με προϊστάμενο αρχαιολόγο. Θ. Φωτογραφικό εργαστήριο, με προϊστάμενο φωτογράφο. Ι. Γραφείο γραμματείας στο οποίο τηρείται το αρχείο της ΕΣΜΑ, τα υπηρεσιακά και εν γένει έγγραφα και τα πρακτικά συνεδριάσεων, με προϊστάμενο αρχαιολόγο ή διοικητικό υπάλληλο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. ΙΑ. Γραφείο ενημέρωσης και εκπαίδευσης με προϊστάμενο αρχαιολόγο ή αρχιτέκτονα μηχανικό. ΙΒ. Γραφείο λογιστηρίου με προϊστάμενο λογιστή πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. ΙΓ. Γραφείο υποστήριξης και διαχείρισης υλικού, στο οποίο ανήκει η αποθήκη και οι εργασίες γενικών καθηκόντων, με προϊστάμενο διοικητικό υπάλληλο. Ο ορισμός των προϊσταμένων των τομέων εργασίας γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού μετά από γνώμη της ΕΣΜΑ. Η κατανομή και η μετακίνηση του προσωπικού στους παραπάνω τομείς εργασίας γίνεται με απόφαση του Διευθυντή της ΥΣΜΑ κατά τις εκάστοτε ανάγκες εύρυθμης λειτουργίας και ομαλής εκτέλεσης των έργων. Οι λεπτομέρειες εσωτερικής οργάνωσης και λειτουργίας της ΥΣΜΑ καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού. Όταν ολοκληρωθούν τα έργα α, β, γ, δ και ε του άρθρου 1 του διατάγματος αυτού, η ΥΣΜΑ καταργείται. Η ολοκλήρωση του κάθε έργου προκύπτει από διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Πολιτισμού, που εκδίδεται μετά από εισήγηση της ΕΣΜΑ. Μετά την κατάργηση της ΥΣΜΑ, το έργο στ του άρθρου 1 του διατάγματος αυτού συνεχίζεται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού.Έγκριση μελετών Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού εγκρίνονται οι μελέτες επεμβάσεων στα μνημεία και κάθε τυχόν τροποποίηση τους. Όταν, κατά τις κείμενες διατάξεις, απαιτείται γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), αυτή εκδίδετασι κατόπιν εισήγησης σε αυτό της ΕΣΜΑ. Η εισήγηση έχει μορφή πρακτικού συνεδρίασης της ΕΣΜΑ και περιλαμβάνει οπωσδήποτε τις απόψεις της Α΄ ΕΠΚΑ, της ΔΙΠΚΑ, της ΔΑΑΜ και της ΔΣΑ, οι οποίες διατυπώνονται δια των Προϊσταμένων τους που μετέχουν στην ΕΣΜΑ. Το αντίστοιχο θέμα εισάγεται προς συζήτηση στο ΚΑΣ μέσα σε 15 ημέρες από την αποστολή της εισήγησης στη Γραμματεία του. Η εισήγηση κοινοποιείται στην Α΄ ΕΠΚΑ, στη ΔΙΚΠΑ, στη ΔΑΑΜ και στη ΔΣΑ.Χρονοδιάγραμμα και προϋπολογισμός των έργων Κάθε έργο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 του παρόντος έχει χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης και ετήσιο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης. Το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης περιγράφει την εξέλιξη του έργου από την έναρξή του έως την ολοκλήρωσή του. Το ετήσιο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης περιλαμβάνει την εξέλιξη του έργου για κάθε έτος και περιγράφει αναλυτικά τις εργασίες που θα εκτελεσθούν. Το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης και το ετήσιο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης κάθε έργου, που συνοδεύονται από τους αντίστοιχους προϋπολογισμούς, συντάσσεται από τον κατά περίπτωση υπεύθυνο μηχανικό του έργου και υποβάλλονται στον Διευθυντή της ΥΣΜΑ. Το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης και το ετήσιο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των έργων, οι σχετικοί προϋπολογισμοί, καθώς και ο προϋπολογισμός της ΥΣΜΑ, εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5 του παρόντος.Προσωπικό-ειδικότητες Στα έργα της Ακρόπολης απασχολείται πλήρως και αποκλειστικά προσωπικό διαφόρων ειδικοτήτων, που αποσπάται στην ΥΣΜΑ και εντάσσεται στις συγκεκριμένες ειδικότητες, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο αυτό. Το προσωπικό προέρχεται από τους υπηρετούντες με σχέση μονίμου υπαλλήλου ή υπάλληλου με σύμβαση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου στις Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού ή των εποπτευομένων από αυτό Νομικών Προσώπων. Η απόσπαση και η ένταξη στην ειδικότητα πραγματοποιείται, χωρίς άλλη διαδικασία, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού, μετά από εισήγηση της ΥΣΜΑ και γνώμη της ΕΣΜΑ, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης. Με την ίδια διαδικασία πραγματοποιείται και η ανάκληση των αποσπάσεων. Οι αποσπασμένοι υπάγονται στο ειδικό καθεστώς εργασιακών σχέσεων της ΥΣΜΑ. Ως προς την υπηρεσιακή τους κατάσταση, παρακολουθούνται και εξελίσσονται κατά τα όσο προβλέπονται στην Υπηρεσία ή στον φορέα από τον οποίο προέρχονται, όπου δε απαιτούνται εκθέσεις αξιολόγησης, αυτές συντάσσονται για τους μεν ανήκοντες στην κατηγορία του επιστημονικού προσωπικού από την ΕΣΜΑ, για το δε λοιπό προσωπικό από τον Διευθυντή της ΥΣΜΑ. Το προσωπικό που υπηρετεί στην ΥΣΜΑ διακρίνεται στις εξής κατηγορίες και ειδικότητες: Α. Επιστημονικό προσωπικό. Ο μέγιστος αριθμός του υπηρετούντος στην ΥΣΜΑ προσωπικού αυτής της κατηγορίας ορίζεται σε 23 άτομα, ως εξής κατά ειδικότητα:. Αρχιτέκτονες μηχανικοί με ειδίκευση στην αναστήλωση των αρχαίων μνημείων έως 11 Ένας διοικητικός υπάλληλος με πτυχίο ΑΕΙ Ένας χημικός μηχανικός με ειδίκευση στη συντήρηση των αρχαίων μνημείων Ένας ηλεκτρολόγος μηχανολόγος μηχανικός με ειδίκευση σε εξειδικευμένες ηλεκτρομηχανολογικές εγκασταστάσεις Αρχαιολόγοι με ειδίκευση στην αρχιτεκτονική ή τη γλυπτική της κλασικής αρχαιότητας, ή τις αναστηλώσεις αρχαίων μνημείων, έως 5 Ένας πτυχιούχος Οικονομικής Σχολής ή Τμήματος ΑΕΙ με εμπειρία στη λογιστική παρακολούθηση τεχνικών έργων Ένας πτυχιούχος ΑΕΙ στον τομέα της πληροφορικής με εμπειρία στην ηλεκτρονική ευρετηρίαση: Β. Προσωπικό εφαρμογής. Ένας φωτογράφος με ειδίκευση στη φωτογράφιση Αρχαίων Μνημείων Εργατοτεχνίτες διαφόρων ειδικεύσεων με εμπειρία στην αντίστοιχη ειδίκευση, έως 25. Γ. Προσωπικό διοικητικής στήριξης. Η Υσμα, εκτός του προβλεπομένου στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού προσωπικού, μπορεί να προσλάβει με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου: Μέχρι εξήντα (60) εργαζόμενους που ανήκουν στο προσωπικό εφαρμογής Μέχρι οκτώ (8) εργαζόμενους που ανήκουν στο επιστημονικό προσωπικό και οι οποίοι είναι πτυχιούχοι ΑΕΙ με ειδική επιστημονική εξειδίκευση στο γνωστικό αντικείμενο της κατά περίπτωση ειδικότητας που αποδεικνύεται: Β1. Με διδακτορικό δίπλωμα ή Β2. Με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών διάρκειας τουλάχιστον ενός ακαδημαϊκού έτους και εμπειρία δύο τουλάχιστον ετών μετά την απόκτηση του μεταπτυχιακού τίτλου ή Β3. Με εμπειρία τουλαχιστον τεσσάρων ετών μετά την απόκτηση του βασικού τίτλου σπουδών και μία τουλάχιστον δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό, σε θέμα σχετικό με το περιεχόμενο της ειδικότητας. Αν το διδακτορικό δίπλωμα, ο μεταπτυχιακός τίτλος ή ο βασικός τίτλος σπουδών δεν έχουν αποκτηθεί από ίδρυμα του εξωτερικού, απαιτείται επιπλέον άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας. Για την απόδειξη της κατά περίπτωση εμπειρίας και γλώσσας έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 24 και της παραγράφου 5 του ιδίου άρθρου του Π.Δ. 194/1988, αντίστοιχα. Μέχρι πέντε (5) εργαζόμενους που ανήκουν στο βοηθητικό προσωπικό. Οι προσλήψεις της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού γίνονται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, με διαγωνισμό, κατά την ακόλουθη διαδικασία: Με απόφαση της ΕΣΜΑ που εγκρίνεται από τον Υπουργό Πολιτισμού καθορίζονται, με βάση τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού, ο αριθμός των προσλήψεων που θα πραγματοποιηθούν ανά ειδικότητα, ο χρόνος διάρκειας της σύμβασης και τα κριτήρια αξιολόγησης. Με την ίδια απόφαση, συγκροτούνται οι επιτροπές αξιολόγησης. Σχετική προκήρυξη δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες που εκδίδονται στην Αθήνα και αναρτάται στα γραφεία της ΕΣΜΑ, της ΥΣΜΑ και στο Κεντρικό Κατάστημα του ΥΠΠΟ. Η επιλογή γίνεται από τις επιτροπές αξιολόγησης που συντάσσουν σχετικό πρακτικό, το οποίο εγκρίνεται από την ΕΣΜΑ και κυρώνεται με πράξη του Υπουργού. Οι όροι εργασίας προσδιορίζονται με ειδική σύμβαση εργασίας, η οποία, αφού εγκριθεί από τον Υπουργό Πολιτισμού, καταρτίζεται υπογραφόμενη από τον Διευθυντή της ΥΣΜΑ και τον ενδιαφερόμενο, οι δε αποδοχές καθορίζονται βάσει των κειμένων διατάξεων. Σε ειδικές περιπτώσεις, με απόφαση της ΕΣΜΑ που εγκρίνεται από τον Υπουργό Πολιτισμού, είναι δυνατή η επαναπρόσληψη, κατά τις διατάξεις του άρθρου αυτού, και ατόμων μετά τη συνταξιοδότηση, που ανήκουν στην κατηγορία του προσωπικού εφαρμογής Στα έργα είναι δυνατή η απασχόληση φοιτητών, επιστημόνων και τεχνιτών με δωρεάν παροχή υπηρεσιών με σχέση μαθητείας με όρους και προϋποθέσεις που καθορίζοναι από την ΕΣΜΑ και εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού ΠολιτισμούΠρόσθετες αμοιβές Στον Διευθυντή της ΥΣΜΑ και στο προσωπικό της παραγράφου 1 και 4 του άρθρου 7, που εντάσσεται στην ΥΣΜΑ απασχολείται αποκλειστικά στα έργα της Ακρόπολης, μπορεί να καταβάλλεται, επιπλέον των αποδοχών τους, και μηνιαίο ειδικό επίδομα κυμαινομένου ύψους, που ορίζεται κατά ανώτατο όριο, κατά κατηγορία και ειδικότητα ως ακολούθως: Στον Διευθυντή ΥΣΜΑ, έως 300.000 δραχμές. Στο επιστημονικό προσωπικό, έως 135.000 δραχμές. Στο προσωπικό εφαρμογής και στις ειδικότητες των εξειδικευμένων μαρμαροτεχνιτών και συντηρητών, έως 135.000 δραχμές. Στο λοιπό προσωπικό, έως 80.000 δραχμές. Σ τον Διευθυντή και στο προσωπικό της ΥΣΜΑ μπορεί να καταβάλλεται και αποζημίωση για υπερωριακή εργασία και για εργασία κατά τις Κυριακές και λοιπές εξαιρέσιμες ημέρες, που καθορίζεται κατά την προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις διαδικασία. Τη χορήγηση των προσθέτων αμοιβών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο αυτό, καθώς και του κατά περίπτωση ύψους τους, εισηγείται ο Διευθυντής της ΥΣΜΑ, μετά από πρόταση των προϊσταμένων των τομέων εργασίας. Οι πρόσθετες αμοιβές χορηγούνται μετά από απόφαση της ΕΣΜΑ που εγκρίνεται από τον Υπουργό Πολιτισμού.Επιμερισμός δαπάνης αποδοχών Οι τακτικές και πρόσθετες αποδοχές και οι ασφαλιστικές εισφορές των προσλαμβανομένων, καθώς και οι πρόσθετες αποδοχές των αποσπωμένων στην ΥΣΜΑ, βαρύνουν τον προϋπολογισμό των έργων συντήρησης και αναστήλωσης των μνημείων της ΑκρόποληςΚανονισμός ανάθεσης μελετών, έργων και προμήθειας υλικών Η ΥΣΜΑ, με απόφαση της ΕΣΜΑ, μπορεί να αναθέτει την εκτέλεση μελετών και έργων και την προμήθεια υλικών σε εξωτερικούς συνεργάτες, μελετητές ή κατασκευαστές με αποδεδειγμένη εμπειρία, ή σε αντίστοιχους προμηθευτές Η διαδικασία ανάθεσης έργων και προμήθειας υλικών για τις ανάγκες των έργων της Ακρόπολης ειναι η ακόλουθη: Σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών αναλόγως της μελέτης, του έργου ή της προμήθειας από επιτροπή που συγκροτείται από την ΕΣΜΑ Έγκριση προδιαγραφών και ορισμός επιτροπής διαγωνισμού με απόφαση της ΕΣΜΑ Διενέργεια ανοιχτού διαγωνισμού ή κλειστού από κατάλογο εμπείρων μελετητών ή κατασκευαστών ή εξειδικευμένων προμηθευτών Έγκριση αποτελέσματος διαγωνισμού και ορισμός επιτροπής παραλαβής, με απόφαση της ΕΣΜΑ Διενέργεια παραλαβής Η διαδικασία ανάθεσης για την εκπόνηση μελετών για τις ανάγκες των έργων της Ακρόπολης είναι η ακόλουθη: Σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών, αναλόγως της μελέτης, από επιτροπή που συγκροτείται από την ΕΣΜΑ Έγκριση προδιαγραφών από την ΕΣΜΑ και ορισμός επιτροπής επιλογής μελετητή Διενέργεια ανοικτού διαγωνισμού ή κλειστού από κατάλογο εμπείρων μελετητών ή κατασκευαστών ή εξειδικευμένων προμηθευτών Έγκριση αποτελέσματος διαγωνισμού και ορισμός επιτροπής παρακολούθησης και παραλαβής, με απόφαση της ΕΣΜΑ Διενέργεια παραλαβής Τα εκάστοτε προβλεπόμενα όρια δαπάνης για ανάθεση, με μειοδοτικό διαγωνισμό ισχύουν για τα έργα της Ακρόπολης προσαυξημένα κατά 75% Οι δαπάνες για τις οποίες δεν απαιτείται διαγωνισμός πραγματοποιούνται με απόφαση της ΕΣΜΑ από την ΥΣΜΑ, εντός των προβλέψεων και των κατηγοριών του προϋπολογισμού. Η ΕΣΜΑ μπορεί με απόφασή της να εξουσιοδοτεί τον Διευθυντή της ΥΣΜΑ για την πραγματοποίηση ορισμένου ύψους επειγουσών δαπανών για την εκτέλεση των έργων.Διαχείριση πιστώσεων Η ΥΣΜΑ, λειτουργεί και διαχειρίζεται τις πιστώσεις που της διατίθενται κατά τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου και εξαιρείται των διατάξεων του δημοσίου λογιστικού αλλά υπόκειται στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου όπου αυτός προβλέπεται. Η διαχείριση των πιστώσεων γίνεται με την εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού λειτουργίας του Ταμείου Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου 4 του Ν. 2021/1992, όπως αυτός κάθε φορά ισχύει. Όπου στον κανονισμό αναφέρεται το Δ.Σ. του Ταμείου Διαχείρισης πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων αντικαθίσταται, για τις ανάγκες του διατάγματος αυτού, από την ΕΣΜΑ. Εντός έξι μηνών από το τέλεος του οικονομικού έτους, η ΕΣΜΑ υποβάλλει στον Υπουργό Πολιτισμού ετήσια έκθεση διαχείρισης, που συνοδεύεται από τα απαραίτητα αναλυτικά στοιχεία, προς έγκριση. Οι απαραίτητες κατ’ έτος πιστώσεις, σύμφωνα με τον εγκεκριμένο προϋπολογισμό της ΥΣΜΑ, διατίθενται σε αυτήν με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, από οποιαδήποτε πηγή χρηματοδότησης του Υπουργείου Πολιτισμού ή του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠ).Ισχύς των διατάξεων Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, η δε ισχύς του αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στην Υπουργό Πολιτισμού αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος. | 140 |
3. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’αριθ.554 της 7/28 Ιουν.1977(ΦΕΚ Α΄ 182) Περί εγκρίσεως του Καταστατικού του Ταμείου Ασφαλίσεως Ασθενείας Προσωπικού των Τραπεζών Πίστεως,της Γενικής Τραπέζης της Ελλάδος και της Τραπέζης Αμέρικαν Εξπρές. Έχοντες υπ’όψει: 1.Tας διατάξεις του άρθρου 5 του Νόμου 271/76 (Φ.Ε.Κ.48/76 τ.Α΄.). 2.Την υπ’ αριθ. Δ3/2861/24.9.76 απόφασιν Πρωθυπουργού και Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών (Φ.Ε.Κ. 1192/27.9.τ.Β΄). 3.Την από 10.1.1977 γνώμην του Δ.Σ. του Ταμείου Ασφαλίσεως Ασθενείας Προσωπικού των Τραπεζών Πίστεως, της Γενικής Τραπέζης της Ελλάδος και της Τραπέζης Αμέρικαν Εξπρές. 4.Την υπ’αριθ.337/1977 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του επί των Κοινωνικών Υπηρεσιών Υφυπουργού, αποφασίζομεν: Εγκρίνομεν το Καταστατικόν του Ταμείου Ασφαλίσεως Ασθενείας Προσωπικού των Τραπεζών Πίστεως, της Γενικής Τραπέζης της Ελλάδος και της Τραπέζης Αμέρικαν Εξπρές εξ άρθρων 26 έχον ως ακολούθως: KEΦΑΛΑΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ Γενικαί Διατάξεις. Άρθρον 1. ΄Ιδρυσις-Σκοπός. 1.Το δια του Νόμου 271/76 (Φ.Ε.Κ.48/76 τ.Α΄.) συσταθέν ειδικόν Ταμείον υπό την επωνυμίαν «Ταμείον Ασφαλίσεως Ασθενείας Προσωπικού των Τραπεζών Πίστεως, της Γενικής Τραπέζης της Ελλάδος και της Τραπέζης Αμέρικαν Εξπρές» αποτελεί Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου εδρεύει εν Αθήναις και τελεί υπό την εποπτείαν του Κράτους, ασκουμένην υπό του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, αποκαλούμενον εν τοις επομένοις χάριν συντομίας «Ταμείον». (Ν. 27176, άρθρ.1 παρ.1). 2.Σκοπός του Ταμείου είναι η ασφάλισις, των εν άρθρω 2 του παρόντος Καταστατικού αναφερομένων προσώπων, ως και των μελών της οικογενείας αυτών, κατά των κινδύνων ασθενείας, ατυχήματος, μητρότητος και θανάτου, δια της χορηγήσεως ιατρικής, φαρμακευτικής, νοσοκομειακής, μαιευτικής, σανατοριακής και προσθέτου περιθάλψεως και τοιαύτης εν αναρρωτηρίω, ασύλω κλπ. κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εν τοις επομένοις άρθροις (Ν. 271/76, άρθρ.1 Π.Δ.276/13-23 Απρ.1982 (ΦΕΚ Α49’). 2.Εις την ιατρικήν περίθαλψιν περιλαμβάνεται η παροχή οδοντιατρικών φροντίδων, συνισταμένων: α)Εις την εξαγωγήν και τοποθέτησιν οδόντων. β)Την θεραπείαν και σφάγισιν προσβεβλημένων οδόντων. γ)Την θεραπείαν και διάνοιξιν αποστημάτων. δ)Την θεραπείαν ουλίτιδων, στοματίτιδων και άλλων ασθενειών του στόματος, των ούλων και των οδόντων. ε)Την απομάκρυνσιν τρυγίας και εν γένει τον καθαρισμόν το οδόντων. Οι ησφαλισμένοι, συνταξιούχοι και τα μέλη οικογενείας τούτων δικαιούνται ωσαύτως εις γενικήν άπαξ του έτους εξέτασιν των οδόντων. Εις τας οδοντιατρικάς φροντίδας περιλαμβάνονται και τα αναγκαιούντα αναισθητικά φάρμακα. Η χρησιμοποίησις χρυσού, πλατίνης ή άλλων πολυτίμων μετάλλων δια την σφράγισιν και τοποθέτησιν οδόντων βαρύνει εξ ολοκλήρου τον ασθενή. στ)Εις την παροχήν ορθοδοντικής περιθάλψεως παρεχομένην κατόπιν εγκρίσεως του ελεγκτού οδοντριάτρου. Το Ταμείον μετέχει εις την σχετικήν δαπάνην μέχρι ποσοστού 60% ταύτης κατόπιν προσφορών δύο τουλάχιστον ορθοδοντικών ιατρών. 3.Η ιατρική περίθαλψις επεκτείνεται και εις την εφαρμογήν ακτινοθεραπειών, τεχνιτών υπεριωδών ακτίνων θεραπειών δια γαλβανικού και παροδικού ρεύματος θερμού αέρος, ηλεκτρολούτρων φωτοθεραπειών, φωτολούτρων και εν γένει πάσης φύσεως μηχανοθεραπειών ή ετέρων ειδικών θεραπειών. Άρθρον 7. Διαδικασία παροχής Περιθάλψεως. 1.Η ιατρική περίθαλψις εις τους ησφαλισμένους Ταμείου παρέχεται: α)Είτε δι’ιατρών θεραπευτών αμειβομένων κατά περίπτωσιν, πράξιν κλπ. ή δια παγίας μηνιαίας αποζημιώσεως. β)Είτε δια της οργανώσεως ιατρείων εν τω Ταμείω. γ)Eίτε δια της καταβολής εις τους ησφαλισμένους του αντιτίμου της δαπάνης δι’εκάστην περίπτωσιν περιθάλψεως των ησφαλισμένων δυναμένων να προσφεύγουν εις ιατρόν της προτιμήσεώς των μεταξύ των νομίμως ασκούντων το επάγγελμα των εν τη περιοχή, εις ην εκτείνεται η ασφάλισις του Ταμείου. Η επιλογή του εφαρμοσθησομένου τρόπου παροχής της ιατρικής περιθάλψεως απόκειται εις την κρίσιν του Δ.Σ. δυναμένου να καθορίζη εκάστοτε διάφορον τρόπον δι’έκαστον είδος περιθάλψεως. Αι λεπτομέρειαι της εφαρμογής του επιλεχθησομένου τρόπου παροχής ιατρικής περιθάλψεως καθορίζονται εκάστοτε δι’αποφάσεως του Δ.Σ. 2.Εάν ο ησφαλισμένος έχη ανάγκην ειδικής θεραπείας παρακλινικής εξετάσεως, νοσοκομειακής περιθάλψεως κλπ. ο ιατρός-θεραπευτής παραπέμπει τον ασθενή εις τον ιατρόν-ελεγκτήν δια τα περαιτέρω. 3.Η αμοιβή των ιατρών θεραπευτών (Γενικής ιατρικής, ειδικοτήτων, οδοντιάτρων κλπ.), η διαδικασία και πάσα αναγκαία λεπτομέρεια εν περιπτώσει εφαρμογής του, υπό των εδαφίων α’ και β’ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, τρόπου περιθάλψεως ως και το αντίτιμον της καταβλητέας δαπάνης, η διαδικασία και τ’απαιτούμενα δικαιολογητικά κλπ., εις τους ησφαλισμένους εν τη περπιπτώσει της εφαρμογής του, υπό του εδαφίου γ’ της αυτής ως άνω παραγ. τρόπου, κανονίζονται εκάστοτε δι’αποφάσεων του Δ.Σ. του Ταμείου, βάσει των κειμένων διατάξεων. 4.Εις επειγούσας περιπτώσεις, ανεξαρτήτως του επιλεγησομένου υπό του Δ.Σ. τρόπου παροχής ιατρικής περιθάλψεως επιτρέπεται όπως η εξέτασις του ασθενούς ενεργήται παρ’οιουδήποτε ιατρού έστω και μη συμβεβλημένου μετά του Ταμείου. Εν τοιαύτη περιπτώσει το Ταμείον καταβάλλει εις τον ασθενή, μετ’έγκρισιν του ιατρού-ελεγκτού βεβαιούντος και το επείγον της περιπτώσεως, ό,τι θα κατέβαλεν εις τον συμβεβλημένον ιατρόν, εφ’ όσον ήθελε ειδοποιηθή σχετικώς το βραδύτερον εντός πέντε (5) ημερών. 5.Απαγορεύεται απολύτως η παρά του ιατρού απαίτησις ή αποδοχή χρηματικής αμοιβής υφ’οιανδήποτε δικαιολογίαν, χορηγουμένης εκ μέρους του ασθενούς ή τρίτου προσώπου υπέρ αυτού, η είσπραξις εξόδων αυτοκινήτου και εν γένει οιασδήποτε αμοιβής εκ μέρους του περιθαλπομένου. (Αντί για τη σελ.768,03(α) Σελ.768,03(β) Τεύχος Η41-Σελ.Ι39 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 39.Θ.ε.3 159 Άρθρον 8. Υποχρεώσεις ιατρών. 1.Οι παρεχόντες τας υπηρεσίας των δια λογαριασμόν του Ταμείου ιατροί, υποχρεούνται όπως αποφεύγουν πάσαν ενέργειαν δυναμένην να επιβαρύνη τούτο οικονομικώς άνευ αποχρώντος λόγου. Φάρμακα και λοιπά θεραπευτικά μέσα δέον όπως παρέχωνται εν μέτρω μη υπερβαίνοντα το εκάστοτε αναγκαίον. Κατά την αναγραφήν, ειδικώτερον, φαρμάκων δέον όπως ακολουθούν τους κανόνας της οικονομικής συνταγογραφίας υπό τας εκάστοτε οδηγίας του Ταμείου. 2.Η κατ’οίκον επίσκεψις δέον να πραγματοποιήται εντός του συντομωτέρου δυνατού χρόνου από της κλήσεως. Ο ασθενής δύναται να αξιώση όπως ο ιατρός επισκεφθή τούτον αμέσως κατ’οίκον μόνον εις τας περιπτώσεις καθ’ας εκ της αναβολής επίκειται προφανής κίνδυνος ή χειροτέρευσις της καταστάσεώς του. Επί τούτου δέον να εφιστάται ειδικώς η προσοχή του ιατρού κατά την κλήσιν του. Η πρώτη επίσκεψις δέον όπως θεωρήται παρά του ιατρού πάντοτε επείγουσα. 3.Εάν κατά την παροχήν ιατρικών φροντίδων ο θεράπων ιατρός κρίνη αναγκαίαν την σύγκλησιν ιατρικού συμβουλίου, δύναται να ζητήση την σύγκλησιν ταύτην παρά του προϊσταμένου της Υγειονομικής υπηρεσίας του ταμείου, όστις αποφασίζει σχετικώς. Το ιατρικόν συμβούλιον συγκροτείται εκ του προϊσταμένου της Υγειονομικής υπηρεσίας, του θεράποντος ιατρού και ενός ιατρού ανεγνωρισμένου επιστημονικού κύρους, υποδεικνυομένου υπό του προϊσταμένου της Υγειονομικής υπηρεσίας ή του ασθενούς ούτινος η αμοιβή ορίζεται δια γενικής αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Εις εξαιρετικώς επειγούσας περιπτώσεις μη επιδεχομένας αναβολήν δύναται να συγκαλέση ιατρικόν συμβούλιον ο θεράπων ιατρός μεθ’ενός ιατρού κύρους. Εν τη περιπτώσει ταύτη το Ταμείον καταβάλλει την αμοιβήν του συμβούλου ιατρού μόνον εφ’ όσον ήθελεν ειδοποιηθή σχετικώς εντός τριών εργασίμων ημερών από της συγκλήσεως του Συμβουλίου και εφ’ όσον ήθελεν εγκριθή αύτη εκ των υστέρων παρά του Προϊσταμένου της Υγειονομικής υπηρεσίας. Την σύγκλησιν του Συμβουλίου δύναται να αιτήσηται, κατά τ’ ανωτέρω, παρά του προϊσταμένου της Υγειονομικής υπηρεσίας και ο ασθενής ή τα μέλη της οικογενείας τούτου. Άρθρον 9. Υποχρεώσεις ησφαλισμένων. 1.Πας ησφαλισμένος υποχρεούται να συμμορφούται επακριβώς προς τα δια του παρόντος Καταστατικού οριζόμενα άμα δε και προς τας εις εκτέλεσιν αυτών λαμβανομένας αποφάσεις του Δ.Σ. του Ταμείου. Κατά του μη συμμορφουμένου προς τας ανωτέρω υποχρεώσεις του δύναται να απαγγέληται Σελ.768.04(β) Τεύχος Η4Ι-Σελ.Ι40 δι’αποφάσεως του Δ.Σ. στέρησις πάσης ασφαλιστικης παροχής επί χρονικόν διάστημα μέχρις 6 μηνών, άμα δε και να καταλογίζηται αυτώ πάσα εκ της παραβάσεώς του οικονομική επιβάρυνσις του Ταμείου. Εν περιπτώσει υποτροπής, η στέρησις αύτη δύναται να επεκταθή επί έν εισέτι εξάμηνον εις περίπτωσιν καθ’ην η καθ’υποτροπήν παράβασις τυγχάνει κατ’εξοχήν σοβαρά. Δύναται όμως το Δ.Σ ν’αναστείλη την περί στερήσεως ασφαλιστικής παροχής απόφασίν του εις βαρείας περιπτώσεις ασθενειών. 2.Ο ασθενής οφείλει να επιτρέπη την είσοδον εις την κατοικίαν αυτού εις τα εντεταλμένα δια τον έλεγχον των ασθενών πρόσωπα προς διαπίστωσιν του είδους και της εκτάσεως ακολουθουμένης θεραπείας κατά πάσαν ώραν της ημέρας, ν’απαντά προθύμως εις τα υπ’αυτών δια τους σκοπούς του Ταμείου τιθέμενα ερωτήματα και να δέχεται την υπό των ιατρών εξέτασίν του. 3.Εις εξαιρετικάς περιπτώσεις δύναται ο ησφαλισμένος να καταφύγη προς εξέτασιν εις ιατρόν κύρους (Καθηγητήν ή Υφηγητήν ή Δ/ντήν Κρατικού Νοσοκομείου) μετ’έγκρισιν του προϊσταμένου της Υγειονομικής υπηρεσίας Ταμείου, της αμοιβής καθορισθησομένης υπό του Δ.Σ. του Ταμείου. Άρθρον 10. Μαιευτική Περίθαλψις. 1.Η μαιευτική περίθαλψις περιλαμβάνει: α)Την δαπάνην εκτελέσεως του τοκετού εν Μαιευτηρίω ή κατ’οίκον της επιτόκου. β)Την παροχήν ιατρικών συμβουλών εις περιοδικάς εξετάσεις της μητρός και του βρέφους κατά την προ του τοκετού και μετά τον τοκετόν περίοδον παρά του θεράποντος ιατρού ή ειδικών ιατρών (μαιευτήρων, γυναικολόγων, παιδιάτρων κλπ.). 2.Οσάκις ο τοκετός εκτελήται κατ’οίκον της επιτόκου, το Ταμείον βαρύνεται με την δαπάνην του χρησιμοποιηθέντος προς τούτο κυρίου και βοηθητικού υγειονομικού προσωπικού και με τα απαραίτητα δια τον τοκετόν φάρμακα, αντισηπτικά είδη και λοιπόν υγειονομικόν υλικόν. 3.Οι ενδιαφερόμενοι δύνανται να επιλέγουν τον τρόπον της εκτελέσεως του τοκετού, εν Μαιευτηρίω ή κατ’οίκον. «4.Σε περίπτωση ανώμαλου τοκετού είναι δυνατή η παροχή περίθαλψης σε θεραπευτήριο σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος Π.Δ./τος». 5.Αι περί ων το εδάφιον β’ της παρ.1 ιατρικαί φροντίδες παρέχονται κατά τας δια την παροχήν της ιατρικής αντιλήψεως διαγραφομένας υπό των οικείων άρθρων του παρόντος αρχάς. «6.Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου με απόφασή του μπορεί να προκρίνει, αντί της παροχής αυτούσιας μαιευτικής περίθαλψης στο μαιευτήριο ή στο σπίτι, την καταβολή εφ’άπαξ βοηθήματος τοκετού. Το ποσό του βοηθήματος ορίζεται με γενική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και δεν μπορεί να είναι ανώτερο από το 50πλάσιο του πλήρους ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη που ισχύει κάθε φορά. Το παραπάνω βοήθημα καταβάλλεται ολόκληρο για κάθε παιδί που γεννιέται μετά το ένα (δίδυμα κλπ.) και το 50% στις περιπτώσεις της παρ.4 του παρόντος άρθρου, πέραν από τα έξοδα νοσηλείας για ανώμαλο τοκετό. Η καταβολή του βοηθήματος γίνεται πάντοτε μετά τον τοκετό αφού προσκομισθεί η σχετική ληξιαρχική πράξη γεννήσεως και εφόσον η ασφαλισμένη δεν απολαμβάνει την ίδια ασφαλιστική παροχή από άλλο ασφαλιστικό οργανισμό». Οι παρ.4 και 6 αντικαταστάθηκαν ως άνω από το άθρθ.1 Π.Δ.733/14-31 Δεκ. Ι982 (ΦΕΚ Α’156) 39.Θ.ε.3 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 160 Άρθρον 11. Φαρμακευτική Περίθαλψις. 1.Το Ταμείον παρέχει εις τους ησφαλισμένους και τους συνταξιούχους του, ως και εις τα κατά το άρθρον 3 του παρόντος μέλη οικογενείας τούτων τα αναγκαία προς αποκατάστασιν της υγείας, της προς εργασίαν ικανότητός των ή προς ανακούφισιν εκ της νοσηράς των καταστάσεως, φάρμακα και λοιπά δόκιμα θεραπευτικά μέσα μέχρι του ποσού του ενδεδειγμένου εν εκάστη περιπτώσει κατά τους κανόνας της ιατρικής επιστήμης και της οικονομικής συνταγογραφίας. Το Ταμείον χορηγεί ωσαύτως τας αναγκαίας προς διαπίστωσιν των νόσων ουσίας. 2.Τα φάρμακα χορηγούνται δια λογαριασμόν του Ταμείου μόνον επί τη βάσει συνταγής του αρμοδίου προς παροχήν της ιατρικής περιθάλψεως εις τον περιθαλπόμενον, ιατρού ή ελεγκτού ιατρού. 3.Συνταγαί εκδικόμεναι παρ’ιατρών αναρμοδίων εκτελούνται δια λογαριασμόν του Ταμείου, μόνον εφ’ όσον εγκρίνονται προ της εκτελέσεώς των υπό του προϊσταμένου της Υγειονομικής υπηρεσίας του Ταμείου. Εις επειγούσας όμως περιπτώσεις η έγκρισις δύναται να ζητηθή εκ των υστέρων το βραδύτερον όμως εντός δύο εργασίμων ημερών από της εκτελέσεως επί τη βάσει αντιγράφου της εκτελεσθείσης συνταγής χορηγουμένου προς τούτο υπό του φαρμακοποιού. Δοθείσης της εγκρίσεως καταβάλλεται το αντίτιμον εις τον πληρώσαντα την αξίαν της συνταγής. 4.Εκάστη συνταγή εκτελείται μόνον άπαξ απαγορευομένης της παραγγελίας προς επανεκτέλεσίν της. 5.Η συνταγή δέον να προσάγεται προς εκτέλεσιν εντός τριών (3) ημερών από της επ’αυτής υπό του εκδίδοντος ιατρού σημειωθείσης χρονολογίας. 6.Δύναται το Δ.Σ. να ορίση την θεώρησιν ωρισμένων κατηγοριών συνταγών προ της εκτελέσεώς των υπό του προϊσταμένου της Υγειονομικής υπηρεσίας ή του ελεγκτού του Ταμείου. 7.Οδοιπορικά έξοδα προς μετάβασιν εις φαρμακείον προς εκτέλεσιν δεν χορηγούνται. 8.Επί της συνταγής αναγράφονται υπό του παραγγέλοντος ιατρού το ονοματεπώνυμον, η διεύθυνσις και ο αριθμός μητρώου του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, εάν δε η συνταγή αφορά μέλος της οικογενείας τούτων και η συγγενική σχέσις αυτού προς τον αμέσως ησφαλισμένον. 9.Συνταγαί φέρουσαι μεταβολάς, διορθώσεις, ξέσματα κλπ. δεν αναγνωρίζονται υπό του Ταμείου και δεν καταβάλλεται το αντίτιμον αυτών. 10.Ο φαρμοκοποιός οφείλει να αρνηθή την δια λογαριασμόν του Ταμείου εκτέλεσιν συνταγής τινός εάν αύτη προσάγεται μετά την παρέλευσιν τριών ημερών από της εκδόσεώς της ή εάν αύτη δεν είναι αναγεγραμμένη επί του ειδικού εντύπου ταύτης. Άρθρον 12. Τρόπος παροχής φαρμάκων. 1.Η παροχή των φαρμάκων και λοιπών φαρμακευτικών μέσων και ουσιών δύναται να χορηγήται κατά το εν η και κατ’αμφότερα των ακολούθων συστημάτων, δι’ αποφάσεως του Δ.Σ.: α)Δια της εκτελέσεως της συνταγής απ’ευθείας παρά του ενδιαφερομένου εις φαρμακείον της απολύτου εκλογης του και της υπό τούτου καταβολής της αξίας ταύτης, ήτις εν συνεχεία αποδίδεται αυτώ υπό του Ταμείου δια της προσαγωγής αυτώ της συνταγής, η οποία θεωρείται υπό του εκτελέσαντος αυτήν φαρμακείου δια της αναγραφής της λήξεως «εξετελέσθη» της σφραγίδος του φαρμακοποιού και του καταβληθέντος ποσού δια την αξίαν των χορηγηθέντων φαρμάκων κλπ. (σύστημα απολύτου ελευθέρας εκλογής φαρμακοποιού). β)Δια της εκτελέσεως των συνταγών μόνον υπό των μετά του Ταμείου συμβεβλημένων φαρμακείων. Εν περιπτώσει εφαρμογής του δευτέρου τούτου συστήματος (σύστημα ελευθέρας οργανωμένης εκλογής του φαρμακοποιού), οι οροι πληρωμής της αξίας των συνταγών καθορίζονται δια των οικείων συμβάσεων, των καταρτιζομενων υπό του Ταμείου και των συμβαλλομένων φαρμακοποιών. Εις τας σχετικάς συμβάσεις καθορίζονται ωσαύτως και αι τυχόν υπέρ του Ταμείου και των συμβαλλομένων φαρμακοποιών. Εις τας σχετικάς συμβάσεις καθορίζονται ωσαύτως και αι τυχόν υπέρ του Ταμείου εκπτώσεις, ο τρόπος πληρωμής της συμμετοχής των περιθαλπομένων εις την αξία των φαρμάκων, ως και πάσα ετέρα αναγκαία λεπτομέρεια. 2.Συστάσεις παρ’οιουδήποτε δια την εκτέλεσιν των συνταγών υπό ωρισμένου φαρμακείου απαγορέυονται απολύτως. Η παροχη τοιούτων συστάσεων ειδικώτερον υπό των ιατών λογίζεται ως ουσιώδης παράβασις των έναντι του Ταμείου υποχρεώσεων αυτών. Άρθρον 13. Περίθαλψις εις Νοσ/μεία-Θεραπευτήρια κλπ. Πρόσθετοι παροχαί. 1.Η περίθαλψις εις Νοσοκομεία και Θεραπευτήρια εν γένει περιλαμβάνει την εις Νοσοκομεία Θεραπευτήρια ή Σανατόρια νοσηλεία του πάσχοντος οσάκις ο ασθενής λόγω της φύσεως της ασφθενείας ή της ελλείψεως μέσων δια την επαρκή κατ’οίκον περίθαλψιν έχει ανάγκη εισαγωγής εις τι τούτων. Η εισαγωγή, εις ταύτα, ενεργείται πάντοτε κατόπιν εισηγήσεως του θεράποντος ιατρού και τη εγκρίσει του Προϊσταμένου-ελεγκτού. Εις την νοσοκομειακήν ή σανατοριακήν περίθαλψιν περιλαμβάνονται πλην της ενδιαιτήσεως του ασθενούς και αι αναγκαίαι ιατρικαί φροντίδες, παρακλινικαί εξετάσεις, φάρμακα κλπ. «Σε περίπτωση χειρουργικών επεμβάσεων ή σοβαρού περιστατικού,για το οποίο απαιτειται συνεχης συμπαράσταση νοσοκόμου για ολόκληρο το 24ωρο,καταβάλλεται γαι την αμοιβή της,για κάθε 8ωρη απασχόληση,ποσό ίσο με το μισό του ημερησίου νοσηλίου της Β.Α’ θέσης.Για την ανάγκη χρησιμοποίησης της νοσοκόμου γνωματεύει ο Προϊστάμενος της Υγειονομικής Υπηρεσίας και για χρονικό διάστημα πέραν από 6 ημέρες χρειάζεται και σχετική απόφαση του Δ.Σ.». Το τελευταίο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ.3 Π.Δ.276/13-23 Απρ.1982(ΦΕΚ Α’49). 2.Η νοσοκομειακή και σανατοριακή περίθαλψις παρέχεται εις τα υπό του Ταμείου εγκεκριμένα θεραπευτήρια και σανατόρια νομίμως λειτουργούντα εν τη χώρα, της επιλογής μεταξύ τούτων ανηκούσης εις τον ασθενή. Ο ασθενής δικαιούται να νοσηλευθή και εις μη συμβεβλημένον υπό του Ταμείου Θεραπευτήριον ή Σανατόριον εν ουδεμιά όμως περιπτώσει το Ταμείον βαρύνεται με δαπάνην ανωτέραν του επισήμου τιμολογίου του ισχυόντος δια την ΒΑ’ θέσιν θεραπευτηρίων ή σανατορίων. 3.Τα έξοδα μεταφοράς του πάσχοντος εις το θεραπευτήριον δι’ασθενοφόρου αυτοκινήτου, εφ’ όσον υπάρχει ανάγκη προς τούτο, διαπιστουμένη αρμοδίως βαρύνουν το Ταμείον και καταβάλλονται εις τον δικαιούχον επί τη προσαγωγή της σχετικής αποδείξεως πληρωμής. 4.Ο εν θεραπευτηρίω νοσηλευόμενος υποχρεούται να συμμορφούται προς τους κανονισμούς αυτού, να εκπληροί τα υπό της Δ/νσεως του Θεραπευτηρίου διατασσόμενα και την υπό των ιατρών διατασσομένην θεραπείαν και να αποφεύγη πάσαν ενέργειαν η οποία είναι ασυμβίβαστος (Αντί για τη σελ.768,05) Σελ.768,05(α) Τεύχος ΕΙΙΙ-Σελ.15 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 39.Θ.ε.3 161 προς την κατάστασίν του ή παρεμποδίζει την ταχείαν θεραπείαν και ανάρρωσιν αυτού. Εν εναντία περιπτώσει δύναται να στερήται των εις χρήμα παροχών κατά τα εν παρ.1α εδαφ.δεύτερον του άρθρου 9 του παρόντος οριζόμενα. 5.Εν τη εγκρίσει προς εισαγωγήν εν νοσοκομείω (εισιτήριον εισόδου) σημειούται και το νοσοκομείον όπερ θα δεχθή τον ασθενή. Παν εισιτηριον μη χρησιμοποιηθέν εντός 3 ημερών από της εκδόσεώς του καθίσταται άκυρον εφ’ όσον δεν έχει αναγραφή επ’αυτού ότι κατά την ημερομηνία προσαγωγής του εις το θεραπευτήριον δεν υπήρχε κενή θέσις. 6.Η έγκρισις ζητείται εκ των προτέρων, εξαιρετικώς δε εκ των υστέρων, και πάντως προ ης παρελεύσεως δύο εργασίμων ημερών από της εισαγωγής μόνον εφ’ όσον πρόκειται περί επειγουσών περιπτώσεων καθ’ας η άμεσος παροχή ιατρικής περιθάλψεως εν νοσοκομείω θεωρείται επιβεβλημένη εκ της καταστάσεως του ασθενούς εκ δε της αναβολής επίκειται κίνδυνος. Εν περιπτώσει εκπροθέσμου αναγγελίας το Ταμείον βαρύνεται με την δαπάνην νοσηλείας από της ημέρας της ως άνω αναγγελίας της εισόδου του εν θεραπευτηρίω, εκτός εάν πρόκειται περί εισαγωγής εις Νοσοκομείον Δημοσίου ή εις Ιδρύματα κοινωφελούς χαρακτήρος, οπότε αναγνωρίζεται η δαπάνη από της ημέρας της εισόδου του εν θεραπευτηρίω. 7.Η υπό του Ταμείου διδομένη έγκρισις προς νοσηλείαν ασθενούς εν νοσοκομείω ή σανατορίω ισχύει δι’ωρισμένον χρόνον, καθοριζόμενον υπό του Προϊσταμένου-Ελεγκτού μετά γνώμην του θεράποντος ιατρού. Ο χρόνος ούτος δύναται να παρατείνεται εκάστοτε κατά τας πραγματικάς ανάγκας του ασθενούς. 8.Οι έχοντες ένδειξιν νοσηλείας εις Σανατόριον και αρνούμενοι την εισαγωγήν των στερούνται του δικαιώματος οιασδήποτε ασφαλιστικής παροχής εκ του Ταμείου δια την πάθησιν των ταύτην μέχρις ου αποδεχθούν την εισαγωγην εν σανατορίω. 9.Δύναται το Δ.Σ. κατόπιν προτάσεως της Υγειονομικής Επιτροπής να εγκρίνη την χορήγησιν βοηθήματος κλιματοδιαιτητικής αγωγής μη δυναμένου να υπερβή το 50% του ισχύοντος τιμολογίου νοσηλίων εν σανατορίω ΒΑ΄ θέσεως δια την μέχρι 3 μηνών κατ’έτος παραμονήν των εις κατάλληλον εξοχήν ησφαλισμένων, εμπιπτόντων εις τας κάτωθι περιπτώσεις: α)Μετά 12μηνον ή και μικροτέρας διαρκείας νοσηλείαν εν Σανατορίω. β)Αντί Σανατορίου δια την κατ’οίκον θεραπείαν ησφαλισμένου πάσχοντος εκ φυματιώσεως. γ)Κατά τα δύο επόμενα έτη από της εξόδου του εκ του Σανατορίου ως κλινικώς ιαθείς ή από της θεραπείας κατ’οίκον. δ)Προς ανάρρωσιν εκ προηγηθείσης βαρείας μακροχρονίου ασθενείας. ε)Τέκνα ησφαλισμένων από ηλικίας 10 ετών και κάτω πάσχοντα εκ πνευμονικού νοσήματος ή καχεξίας. Σελ.768,06(α) Τεύχος ΕΙΙΙ-Σελ.16 10.Δύναται το Δ.Σ. να εγκρίνη την εισαγωγήν ασθενούς εις Άσυλον ή Ψυχιατρείον ή έτερον παρεμφερές Ίδρυμα εγκεκριμένον παρά του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών εις περιπτώσεις ψυχοσωματικής αναπηρίας, μονίμων παραλύσεων, ιδιωτείας, εκφυλιστικών καταστάσεων και εν γένει ανικανότητος μονίμου ή παροδικής εκ γενετής ή επικτήτου του χρόνου νοσηλείας οριζομένου υπ’αυτού. Εις πάσας τας ανωτέρω περιπτώσεις αντί Ασύλου ή Ψυχιατρείου ή ετέρου παρεμφερούς Ιδρύματος εγκεκριμένου παρά του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών δύναται το Δ.Σ. να εγκρίνη την χορήγησιν μηνιαίου βοηθήματος μη δυναμένου να υπερβή το 50% του ισχύοντος εκάστοτε επισήμου τιμολογίου ΒΑ’ θέσεως Νευροψυχιατρικών Νοσοκομείων. Ωσαύτως το τοιούτον βοήθημα δύναται να χορηγηθή υπό του Δ.Σ. όχι μόνον εις τας ανωτέρω περιπτώσεις τας δικαιολογούσας την εις Άσυλον ή Ψυχιατρείον ή παρεμφερές Ίδρυμα εγκεκριμένον παρά του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών εισαγωγήν αλλά και εις άλλας σοβαράς παθήσεις καθ’ας ο ασθενής μη δυνάμενος να εξυπηρετήση αυτός εαυτόν έχει ανάγκην συμπαραστάσεως υπό βοηθητικού προσωπικού. Ο χρόνος διαρκείας του ανωτέρω βοηθήματος καθορίζεται εκάστοτε αναλόγως της περιπτώσεως υπό του Δ.Σ. δι’αποφάσεως αυτού. ΄Αρθρον 14. Η πρόσθετος περίθαλψις περιλαμβάνει, την παροχήν παντός είδους και ετέρων βοηθητικών θεραπευτικών μέσων. Άρθρον 15. Προθέσεις και θεραπευτικά μέσα. 1.Υπό του Ταμείου παρέχονται εις τους ησφαλισμένους, τους συνταξιούχους ως και εις τα κατά άρθρον 3 μέλη οικογενείας των, τα προς αποκατάστασιν της υγείας ή της επαγγελματικής των ικανότητος ή προς ανακούφισιν της νοσηράς των καταστάσεως αναγκαία διαρκούς χρήσεως βοηθητικά θεραπευτικά μέσα, οίον κηλεπίδεσμοι, ομφαλεπίδεσμοι, ζώναι, στηθόδεσμοι, ελαστικαί περικνημίδες, πέλματα πλατυποδίας, αναρτήρες παντός είδους, προθέσεις ως τεχνητοί οφθαλμοί, ορθοπεδικαί συσκευαί, ακουστικά μηχανήματα, τεχνητά μέλη κλπ. Είδη υποκείμενα εις φθοράν αντικαθίστανται και επιδιορθούνται δαπάναις του Ταμείου, κατόπιν αποφάσεως του Προϊσταμένου της Υγειονομικής Υπηρεσίας βεβαιούντος ότι είναι η φθορά συνέπεια κανονικής, και επί τον προσήκοντα χρόνον, χρησιμοποιήσεως του είδους. 2.Θεραπευτικά μέσα και όργανα παροδικής χρήσεως, οίον συσκευαί εισπνοών, ηλεκτρισμών, θερμού αέρος, θερμογόνοι συσκευαί ή φιάλαι, βακτηρίαι, αναπηρικά αμαξίδια κλπ. δύνανται να παρέχωνται υπό του Ταμείου εις τους ησφαλισμένους μετ’έγκρισιν του ελεγκτού ιατρού και με συμμετοχήν των ησφαλισμένων κατά 50% της δαπάνης. 39.Θ.ε.3 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 162 άρθρ.1 παρ.2). Άρθρον 16. Ομματοϋάλια. Το Ταμείον παρέχει ομματοϋάλια εις τους έχοντας ανάγκην τοιούτων. Ο λαβών ομματοϋάλια δεν δικαιούται να ζητήση νέα τοιαύτα προ της παρελεύσεως διετίας από της τελευταίας παροχής, εκτός εάν κατέστη εν τω μεταξύ αναγκαία η προμήθεια νέων, ένεκα μεταβολής επελθούσης εις την όρασιν αυτού, προσηκόντως διαπιστουμένης, ότε καταβάλλεται υπό του Ταμείου η προβλεπομένη δαπάνη δια την αντικατάστασιν των κρυστάλλων. Επί παίδων ηλικίας μέχρι 14 ετών δύνανται να χορηγούνται ομματοϋάλια και προ της συμπληρώσεως διετίας εφ’ όσον ήθελεν κριθή τούτο αναγκαίον. Η προμήθεια ομματοϋαλίων δέον να γίνη εντός 15 ημερών από της εγκρίσεώς της άλλως δεν βαρύνει το Ταμείον. Επί της εγκρίσεως αναγράφεται το ειδικόν κατάστημα κατά προτίμησιν του ησφαλισμένου, παρ’ου δέον να γίνη η προμήθεια των ομματοϋαλίων. Ο προμηθευόμενος είδος διάφορον του εν τη εγκρίσει αναγραφομένου καταβάλλει εξ ιδίων το αντίτιμον. Το Ταμείον δεν αναλαμβάνει την δαπάνην επιδιορθώσεως ομματοϋαλίων. Τα της διαδικασίας και του ύψους της αναλαμβανομένης υπό του Ταμείου δαπάνης καθορισθήσονται δι’αποφάσεως του Δ.Σ. τούτου. Δύνανται να χορηγούνται αντί ομματοϋαλίων, φακοί επαφής κατά την ανωτέρω διαδικασία. Άρθρον 17. Τεχνητοί οδόντες. 1.Τεχνητοί οδόντες και εν γένει οδοντικαί προθέσεις, κύριαι και βοηθητικαί, παρέχονται υπό του Ταμείου κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου εφ’ όσον αύται είναι απαραίτητοι προς ανάκτησιν ή διατήρησιν της υγείας του ασθενούς. 2.Πάσα προσθετική οδοντική εργασία εκτελείται δια συνήθων υλικών αποκλειομένης της χρησιμοποιήσεως χρυσού ή άλλου πολυτίμου μετάλλου. Εάν ο ησφαλισμένος απαιτήση την χρησιμοποίησιν τοιούτων υλικών οφείλει να καταβάλη την προκύπτουσαν επί πλέον δαπάνην εις υλικόν και εργασίαν. 3.H αντικατάστασις οδοντικών προθέσεων φθαρεισών συνεπεία κανονικής χρήσεως δύναται να ζητηθή μόνο μετά πάροδον πενταετίας από της οριστικής παραδόσεως αυτών, αποδεικνυομένης δια βεβαιώσεως του οικείου ιατρού. Προθέσεις απολεσθείσαι ή καταστραφείσαι λόγω μη κανονικής χρήσεως δεν αντικαθίστανται υπό του Ταμείου. 4.Ο τρόπος παροχής της οδοντικής προσθετικής ως και πάσαι αι σχετιζόμεναι προς ταύτην λεπτομέρειαι ορίζονται δι’αποφάσεως του Δ.Συμβουλίου του Ταμείου. Άρθρον 18. Λουτροθεραπεία. 1.Η υπό του Ταμείου παρεχομένη λουτροθεραπεία περιλαμβάνει αυτοφυή γενικά λουτρά, ποσιοθεραπείαν και θεραπείαν δι’εισπνοών εις αυτοφυείς πηγάς. 2.Η παροχή λουτροθεραπείας επιτρέπεται μόνον οσάκις αύτη είναι αναγκαία προς ίασιν του ασθενούς λόγω ανεπιτυχούς εφαρμογής ετέρων θεραπευτικών αγωγών και ιδία προς αποκατάστασιν της επαγγελματικής ικανότητος. 3.Εντός του μηνός Μαρτίου εκάστου έτους καθορίζεται δι’αποφάσεως του Δ.Σ. η χρονική περίοδος καθ’ην επιτρέπεται η παροχή λουτροθεραπείας προκειμένου περί χρήσεως αυτοφυών λουτρών, κατά τα εν τη παρ.1 οριζόμενα. 4.Ο τρόπος και τα μέσα υπό του Ταμείου παρακολουθήσεως της προσηκούσης εφαρμογής της λουτροθεραπείας και των συναφών προς ταύτην θεραπειών (κινησιοθεραπεία, μαλαξοθεραπεία κλπ.) ορίζονται δι’αποφάσεως του Δ. Συμβουλίου. Δι’αποφάσεως του Δ.Σ. δύναται να ορίζηται κατ’έτος ο ανώτατος αριθμός ησφαλισμένων ή συνταξιούχων εις ους θα παρέχηται λουτροθεραπεία. 5.Το επίδομα λουτροθεραπείας καταβάλλεται αδιαφόρως τυχόν απολαμβανομένων παρά του Ταμείου ετέρων χρηματικών παροχών ή αντιμισθίας παρά του εργοδότη. 6.Δι’αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου θα καθορίζηται προκειμένου περί παροχής λουτροθεραπείας, ποσιοθεραπείας και θεραπείας δι’εισπνοών εις αυτοφυείς πηγάς κειμένας μακράν της κατοικίας του λουομένου η παροχή, εφ’άπαξ χρηματικού ποσού μη δυναμένου να ορίζηται κατώτερον του 20πλασίου του τεκμαρτού ημερομισθίου της κατ’άρθρον 25 του Α.Ν. 1846/50 «περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων» VI ασφαλιστικής κλάσεως ουδέ ανώτερον της ανωτάτης τοιαύτης. Δια λουτροθεραπείαν κλπ. εις τόπον κείμενον πλησίον της κατοικίας του λουομένου το υπό του Ταμείου χορηγούμενον επίδομα θα ορίζηται εις 50% του δια της άνω παραγρ. οριζομένου. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΕΤΑΡΤΟΝ Παροχαί εις Χρήμα. Άρθρον 19. Επίδομα ασθενείας. 1.Εάν ο ησφαλισμένος, ουχί δε ο συνταξιούχος ή μέλη οικογενείας τούτων συνεπεία ασθενείας μη οφειλομένης εις δόλον αυτού καταστή ανίκανος προς εργασίαν και συνεπεία ταύτης απέχει της εργασίας του, δικαιούται ημερησίου χρηματικού επιδόματος (επίδομα ασθενείας). 2.Το Ταμείον δύναται δι’αποφάσεως του Δ.Σ. τούτου να διακόπτη την καταβολήν του επιδόματος ή να παρέχη μέρος μόνον τούτου οσάκις διαπιστούται προσηκόντως ότι ο δικαιούχος επεδείνωσε την κατάστασιν της υγείας του συνεπεία μη τηρήσεως εκ του παρόντος καταστατικού επιβαλλομένων εκ της ασθενείας υποχρεώσεων. «3.Το επίδομα ασθενείας καταβάλλεται μόνο σε περίπτωση ανικανότητας του ασφαλισμένου που παρατείνεται περισσότερο, από 3 ημέρες, από την τέταρτη ημέρα της αναγγελίας αυτής στο Ταμείο και εφόσον διαρκεί αυτή το πολύ μέχρι 180 ημέρες για την ίδια ασθένεια. Το χρονικό διάστημα των 3 πρώτων ημερών κατά το οποίο δεν καταβάλλεται επίδομα ασθενείας, υπολογίζεται μια φορά μέσα στο ημερολογιακό έτος. 4.Το ποσό του ημερήσιου επιδόματος ασθενείας ορίζεται ίσο με το 50% του 1/25 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών, πάνω στις οποίες υπολογίζονται βάσει του άρθρ.4 του παρόντος Π.Δ/τος οι εισφορές για την ασφάλιση, παρέχεται δε και για τις μη εργάσιμες ημέρες. Το ποσοστό του βασικού επιδόματος ασθενείας προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε προστατευόμενο μέλος οικογενείας που αναφέρεται στο άρθρ.3 του παρόντος Π.Δ/τος και δεν μπορρεί να υπερβεί συνολικά το 80% αυτού». Οι παρ.3 και 4 αντικαταστάθηκαν ως άνω από το άρθρ.4 Π.Δ.276/13-23 Απρ.1982(ΦΕΚ Α΄ 49). (Αντί για τη σελ.768,07) Σελ.768,07(α) Τεύχος ΕΙΙΙ-Σελ.17 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 39.Θ.ε.3 163 5.Εφ’ όσον ο ησφαλισμένος λαμβάνει αντιμισθίαν παρά του εργοδότου κατά την διάρκειαν της αποχής εκ της εργασίας του λόγω ασθενείας, το επίδομα ασθενείας μειούται εις τρόπον ώστε το σύνολον της αντιμισθίας του επιδόματος ασθενείας, να μη υπερβαίνη την αντιμισθίαν ήτις κατεβάλλετο εις τον ησφαλισμένον προ της εκδηλώσεως της ανικανότητος. Ημέραι ανικανότητος δι’ας δεν καταβάλλεται επίδομα υπό του Ταμείου, λόγω καταβολής εις τον ησφαλισμένον πλήρους της αντιμισθίας του παρά του εργοδότου δεν συνυπολογίζονται εις τας ως άνω 180 ημέρας επιδοτήσεως. 6.Η διαπίστωσις της ανικανότητος προς εργασίαν ενεργείται υπό του θεράποντος ιατρού μετ’έγκρισιν του Προϊσταμένου της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Ταμείου. Άρθρον 20. Επίδομα κυοφορίας, λοχείας, θηλασμού. 1.Αι ησφαλισμέναι του Ταμείου ουχί και αι συνταξιούχοι τούτου δικαιούνται επί έξ (6) εβδομάδας προ του τοκετού και επί ίσον χρόνον μετ’αυτόν ημερησίου επιδόματος κυοφορίας και λοχείας. Η ημέρα της ενάρξεως της προ του τοκετού περιόδου ανικανότητος λόγω κυοφορίας ορίζεται υπό του θεράποντος ιατρού του Ταμείου και λήγει πάντοτε την τελευταίαν ημέραν της έκτης εβδομάδος. Εάν ο τοκετός επέλθη προ του καθορισθέντος χρονικού σημείου λήγει την ημέραν του τοκετού, πλην συνεχίζεται η καταβολή του επιδόματος μετά τον τοκετόν και μέχρι συμπληρώσεως εν συνόλω 84 ημερών δια τον τοκετόν και την λοχείαν. 2.Εν περιπτώσει τοκετού, η ησφαλισμένη δικαιούται επιδόματος θηλάσεως επί 60 ημέρας μετά την λήξιν του επιδόματος λοχείας και εφ’ όσον το νεογνόν ευρίσκεται εν ζωή. Εάν η ησφαλισμένη αποθάνη προ της λήξεως του χρόνου παροχής του επιδόματος, καταβάλλεται το επίδομα δια τας υπολοίπους ημέρας εις τον κατά την κρίσιν του Ταμείου επιμελούμενον της συντηρήσεως του βρέφους. «3.Το ποσό του ημερήσιου επιδόματος κυοφορίας, λοχείας και θηλάσεως ορίζεται ίσο με το 1/25 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών πάνω στις οποίες υπολογίζονται οι εισφορές υπέρ του Ταμείου για την ασφάλιση, όπως προβλέπεται από την παρ.2 του άρθρ.4 του παρόντος Π.Δ/τος». Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ.5 Π.Δ.276/13-23 Απρ.Ι982(ΦΕΚ Α’49).1 4.Τα επιδόματα κυοφορίας, λοχείας και θηλάσεως προκαταβάλλονται ανά 15θήμερον βάσει δικαιολογητικών ορισθησομένων υπό του Δ.Σ. του Ταμείου. 5.Η παράγραφος 5 του άρθρου 19 εφαρμόζεται αναλόγως και ως προς τα επιδόματα κυοφορίας, λοχείας και θηλάσεως. Σελ.768,08(α) Τεύχος ΕΙΙΙ-Σελ.18 6.Η καταβολή των περί ων το παρόν άρθρον επιδομάτων μητρότητος δύναται δι’αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου να εξαρτάται εκ της υποβολής της ησφαλισμένης εις ωρισμένας ιατρικάς εξετάσεις προ και μετά τον τοκετόν, εις περιόδους καθοριζομένας δια της αυτής αποφάσεως. Ο αριθμός πασών των υποχρεωτικών εξετάσεων της επιτόκου, κατά την περίοδον της κυοφορίας, δεν δύναται να ορίζηται ανώτερος των τριών. Άρθρον 21. Δαπάναι μετακινήσεως. Εάν εν τω τόπω διαμονής του ασθενούς δεν είναι δυνατή η παροχή της δεούσης ιατρικής περιθάλψεως, ην απαιτεί η ασθένειά του, το Ταμείον βαρύνεται με τας δαπάνας προς μετάβασιν και επιστροφήν του ασθενούς εν ανάγκη δε και ενός συνοδού αυτού εκ του τόπου της διαμονής εις το πλησιέστερον κέντρον εις ο είναι δυνατόν να παρασχεθή εις αυτόν η δέουσα ιατρική περίθαλψις. Περί της ανάγκης μετακινήσεως ασθενούς και της παρακολουθήσεως αυτού παρά συνοδού αποφαίνεται ο Προϊστάμενος της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Ταμείου, προτάσει του θεράποντος ιατρού. Εις κατεπειγούσας περιπτώσεις η έγκρισις του Προϊσταμένου της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Ταμείου δύναται να παρέχηται εκ των υστέρων. Τα έξοδα μεταβάσεως και επιστροφής του ησφαλισμένου και του τυχόν αναγκαιούντος συνοδού, αυτού εκ της κατοικίας εις τον τόπον της θεραπείας αυτού υπολογίζονται επί τη βάσει εισιτηρίου Β΄ θέσεως επί σιδηροδρόμου και Β’ επί ατμοπλοίου ή απλής θέσεως επί των λοιπών μέσων επικοινωνίας (αυτοκινήτου συγκοινωνίας, βενζινοπλοίου κλπ.). Ένεκα όμως εξαιρετικών λόγων δύναται να εγκριθή η χρησιμοποίησις ετέρων μεταφορικών μέσων (φορεία, αεροπλάνου κλπ.). ΄Αρθρον 22. Έξοδα κηδείας. 1.Εις περίπτωσιν θανάτου ησφαλισμένου ή συνταξιούχου ή τινός των εν άρθρ.3 παραγρ.1 αναφερομένων μελών της οικογενείας αυτών καταβάλλεται δι’έξοδα κηδείας εφ’άπαξ βοήθημα οριζόμενον υπό του Δ.Σ. του Ταμείου. Το βοήθημα τούτο δεν δύναται να είναι κατώτερον του 2πλασίου του βασικού μισθού του κλητήρος Γ΄ ουδέ ανώτερον του 3πλασίου του βασικού μισθού του Τμηματάρχου Α’ το οποίον εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να υπερβαίνη τα πράγματι καταβληθέντα έξοδα κηδείας. 2.Τα έξοδα κηδείας καταβάλλονται εις την χήραν ή εάν δεν υπάρχει χήρα εις τον κατά την κρίσιν του Δ.Σ. επιμεληθέντα και καταβαλόντα τα έξοδα της κηδείας. 39.Θ.ε.3 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 164 Άρθρον 2 Ασφαλιζόμενα Πρόσωπα. 1.Εις το Ταμείον ασφαλίζονται υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως κατά τους όρους του παρόντος Καταστατικού: α)Πάντα τα πρόσωπα, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας και ιθαγενείας, τα παρέχοντα κατά κυρίαν απασχόλησιν εξηρτημένην εργασίαν, υφ’οιανδήποτε νομική σχέσιν, προς: αα)την Τράπεζαν Πίστεως Α.Ε., ββ) την Γενικήν Τράπεζαν της Ελλάδος Α.Ε. και γγ)την Τράπεζαν Αμέρικαν Εξπρές Α.Ε. (Ν.271/76, άρθρ.2 παρ.1). β)Αι καθαρίστριαι εφ’ όσον παρέχουν εργασίαν κατά πλήρη απασχόλησιν. Επί δυσχερούς διακρίσεως μεταξύ εξηρτημένης ή μη εργασίας προσώπου τινός ως και μεταξύ κυρίας αφ’ενός και παρεχομένης ή επ’ευκαιρία παρεχομένης τοιαύτης αφ’ετέρου, τούτο λογίζεται ως υπαγόμενον εις την ασφάλισιν του Ταμείου. Επί αμφισβητήσεως ως προς την ασφαλισιτκήν ικανότητα αποφασίζει το Διοικητικόν Συμβούλιον εφ’ όσον δεν προβλέπεται άλλως εν τω παρόντι (Ν.271/76, άρθρ.2 παρ.1). γ)Οι υπό του Ι.Κ.Α. συνταξιοδοτούμενοι τέως υπάλληλοι των εν παραγράφων 1 του άρθρου 1 του παρόντος, Τραπεζών, και οι εφεξής καθιστάμενοι τοιούτοι. Οι συνταξιούχοι λόγω θανάτου, του εις την ανωτέρω κατηγορίαν ανήκοντος προστάτου των, δικαιούνται μόνον χορηγουμένων παροχών. (Ν.271/76, άρθρ.2 παρ.3). 2.Επιφυλασσομένης της ισχύος των διατάξεων των παρ.1 και 2 του άρθρου 14 του Ν.Δ/τος 4277/1962 «περί συνταξιοδοτήσεως των ιατρών του Ι.Κ.Α. και ετέρων τινών κατηγοριών εργαζομένων» υπάγονται εις την ασφάλισιν του Ταμείου προαιρετικώς, κατόπιν σχετικής δηλώσεώς των, υποβαλλομένης εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών, δια μεν τους υπηρετούντας από της ισχύος του παρόντος Καταστατικού, δια δε τους εφεξής διοριζομένους από της ημερομηνίας προσλήψεώς των: α)οι Διοικηταί και Υποδιοικηταί των εν τη προηγουμένη παράγραφω Tραπεζών, β)οι νομικοί σύμβουλοι, δικηγόροι και τεχνικοί πτυχιούχοι ανωτάτων ή ανωτέρων σχολών των αυτών Τραπεζών, εφ’ όσον η απασχόλησις πάντων τούτων πληροί τας γενικάς προϋποθέσεις της προηγουμένης παραγράφου, γ)οι υπό ετέρων Οργανισμών συνταξιοδοτούμενοι τέως υπάλληλοι των ως άνω Τραπεζών επί τη καταβολή της αυτής εισφοράς ην καταβάλλουν και οι συνταξιούχοι του εδαφίου γ’ της παρ.1 του παρόντος άρθρου (Ν.271/76, Άρθρον 23. 1.Συμμετοχή εις τας δαπάνας περιθάλψεως. Ο ησφαλισμένος ή συνταξιούχος ή τα μέλη οικογενείας αυτών συμμετέχουν εις τας δαπάνας δια των κάτωθι οριζομένων ποσοστών: α)15% δια τα φάρμακα και τα ομματοϋάλια και φακούς επαφής, προθέσεις και θεραπευτικά μέσα, εκτός αν άλλως ορίζεται δια τους τεχνητούς οδόντας. β)15% δια τους τεχνητούς οδόντας. 2.Ουδεμία συμμετοχή του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου εις τας δαπάνας περιθάλψεως επιτρέπεται εις τας περιπτώσεις: α)Δια τας παροχάς ιατρικής αντιλήψεως. β)Ατυχήματος εκ βιαίου συμβάντος επελθόντος εν τη εργασία ή εξ αφορμής ταύτης. γ)Καρκινοπαθών υποβαλλομένων εις θεραπείαν δι’ακτινοβολιών. δ)Εξετάσεως πάσης φύσεως υπό της Υγειονομικής Επιτροπής του Ταμείου. ε)Κατά την διάρκειαν της δαπάναις του Ταμείου, νοσηλείας των ησφαλισμένων ή συνταξιούχων και στ)Δια θεραπευτικάς οδοντιατρικάς επισκέψεις εξαιρέσει της τοποθετήσεως τεχνητών οδόντων δι’ην ισχύει το ανωτέρω οριζόμενων ποσοστόν συμμετοχής. «ζ.Νεφροπαθών που υποβάλλονται σε θεραπεία με φάρμακα». Η περίπτ.ζ΄ προστέθηκε από το άρθρ. 6 Π.Δ.276/13-23 Απρ.1982(ΦΕΚ Α’49). 3.Τα ανωτέρω ποσοστά δύνανται ν’ αυξομειούνται δι’αποφάσεως του Δ.Σ. αναλόγως των οικονομικών δυνατοτήτων του Ταμείου. Άρθρον 24. Ασφαλιστική ικανότης και βιβλιάρια ασθενείας. 1.Των,υπό των διατάξεων του παρόντος προβλεπομένων παροχών δικαιούνται οι μεν ησφαλισμένοι από της συμπληρώσεως τριών μηνών υπαγωγής εις την ασφάλισιν του Κλάδου Ασθενείας, εφ’ όσον διατηρούν την ιδιότητα του ησφαλισμένου και επί έξ μήνας μετά την αποβολήν αυτής, οι δε συνταξιούχοι περί ων το εδάφιον γ’της παρ.1 του άρθου 2 του παρόντος Καταστατικού εφ’ όσον διατηρούν την ιδιότητα του συνταξιούχου και επί έξ μήνας μετά την διακοπήν της συντάξεως. «Ασφαλισμένος που διατελεί σε περίθαλψη οποιασδήποτε φύσεως και αποβάλλει για οποιονδήποτε λόγο την ιδιότητα του ασφαλισμένου, δικαιούται ύστερα από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου μετά γνώμη της Υγειονομικής Υπηρεσίας να συνεχίσει την θεραπεία, που έχει αρχίσει και εφόσον δεν έχει υπαχθεί για υγειονομική περίθαλψη σε άλλο φορέα». Το μέσα στα « » τελευταίο εδάφιο προστέθηκε από το άρθρ.7 Π.Δ.276/13-23 Απρ.1982 (ΦΕΚ Α’49). 2.Τα μέλη οικογενείας ησφαλισμένων ή συνταξιούχων δικαιούνται παροχών εφ’ όσον ο εξ ου έλκουν το δικαίωμα ησφαλισμένος ή συνταξιούχος πληροί τας υπό της προηγουμένης παραγράφου προϋποθέσεις. Η ασφάλισις των κατά το άρθρον 3 του παρόντος Καταστατικού προστατευομένων μελών οικογενείας, εν περιπώσει στρατεύσεως, των ησφαλισμένων, συνεχίζεται δι’όλον τον χρόνον στρατεύσεως, ανεξαρτήτως εάν ο στρατευθείς λαμβάνει ή όχι τας αποδοχάς εν όλω ή εν μέρει ή τυγχάνει ειδικών επιδομάτων χορηγουμένων αυτώ αντί αντιμισθίας. 3.Η ασφαλιστική ικανότης κατά της ασθενείας αποδεικνύεται δια βιβλιαρίων ασθενείας δι’ων εφοδιάζονται οι δικαιούχοι παροχών παρά του Ταμείου. Ο τύπος των βιβλιαρίων ασθενείας καθορίζεται δι’αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου, δύναται δε να ορισθή διάφορος τύπος βιβλιαρίου δια τους ησφαλισμένους, τους συνταξιούχους ή τα μέλη οικογενείας. Άρθρον 25. Έναρξις λειτουργίας του Ταμείου και καταβολής εισφορών Ως ημερομηνία ενάρξεως της λειτουργίας του Ταμείου και της καταβολής των περί ων το άρθρον 4 του παρόντος Καταστατικού εισφορών ορίζεται η 1η Ιουλίου 1977. Άρθρον 26. Έναρξις χορηγήσεως παροχών. Η χορήγησις των υπό του παρόντος Καταστατικού προβλεπομένων πάσης φύσεως παροχών άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1978, αφ’ης παύει η υπό του ΙΚΑ χορήγησις οιασδήποτε παροχής του Κλάδου Ασθενείας εις τα εν άρθροις 2 και 3 αναφερόμενα πρόσωπα. Κατασκηνώσεις Άρθρ.27.-«1.Στους σκοπούς του Ταμείου περιλαμβάνεται και η δημιουργία ή διοργάνωση κατά την καλοκαιρινή περίοδο κάθε χρόνου παιδικών κατασκηνώσεων για την αποστολή των παιδιών των ασφαλισμένων, συνταξιούχων ή των υπαλλήλων του Ταμείου που έχουν δικαίωμα παραθερισμού». 2.Στην περίπτωση που το Ταμείο αδυνατεί να διοργανώσει δικές του ή μισθωμένες παιδικές κατασκηνώσεις μπορεί με έγκριση του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να διαθέσει τα αναγκαία ποσά για την αποστολή των παραπάνω παιδιών σε κατασκηνώσεις του Δημοσίου Ν.Π.Δ.Δ. ή οργανισμού κοινωφελή χαρακτήρα ή ιδιωτών εφόσον τηρείται η διαδικασία που προβλέπεται για την ενέργεια αυτή. 3.Στις παιδικές κατασκηνώσεις που διοργανώνει με δικά του μέσα το Ταμείο για τον παραθερισμό παιδιών ασφαλισμένων, συνταξιούχων και υπαλλήλων του Ταμείου μπορούν με απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου να φιλοξενούνται με δαπάνες του Ταμείου και συνταξιούχοι του με τις συζύγους τους και με σειρά προτεραιότητας με βάση την υποβαλλόμενη αίτηση εγγραφής τους. 4.Η φιλοξενία θα πραγματοποιείται μετά τη λήξη της τελευταίας κατασκηνωτικής περιόδου για τα παιδιά. Η διάρκεια της φιλοξενίας, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή αυτής της διάταξης, καθορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου. 5.Το Ταμείο μπορεί να διοργανώσει και να λειτουργήσει κατασκηνώσεις σε συνεργασία με άλλα Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. 6.Με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που θα εκδίδονται ύστερα από προτάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων του Ταμείου και των ενδιαφερομένων λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. ή των Δημοτικών ή Κοινοτικών Συμβουλίων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), ρυθμίζονται θέματα διοργάνωσης και λειτουργίας ων κατασκηνώ(Αντί για τη σελ.768,09) Σελ.768,09(α) Τεύχος Θ33-Σελ.121 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 39.Θ.ε.3 165 σεων, διάθεσης της χρήσης ακινήτων τους για τον παραπάνω σκοπό, συμμετοχής τους στις δαπάνες εγκαταστάσεων του κατασκηνωτικού χώρου και της λειτουργίας των κατασκηνώσεων. 7.Με ίδιες αποφάσεις καθορίζονται η διάρκεια των κατασκηνωτικών περιόδων, ο αριθμός και η ηλικία των κατασκηνωτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. 8.Στις κατασκηνώσεις του Ταμείου μπορούν να φιλοξενούνται με δαπάνες του Ταμείου και οι υπάλληλοί του με τις οικογένειές τους, ύστερα από απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου και έγκριση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων». Το άρθρο 27 προστέθηκε από το άρθρ.3 Π.Δ.218/28 Ιουν.-8 Ιουλ.1986(ΦΕΚ Α΄89) άρθρ.2 παρ.2 και 3). Άρθρον 3. Προστατευόμενα μέλη οικογενείας. 1.Ως μέλη οικογενείας των ησφαλισμένων και των συνταξιούχων, πλην των λόγω θανάτου του προστάτου των τοιούτων, νοούνται: α)Η σύζυγος ή ο κατά την κρίσιν του Δ.Σ. οικονομικώς αδύνατος και ανίκανος προς εργασίαν σύζυγος. β)Τα άγαμα τέκνα (νόμιμα, νομιμοποιηθέντα, υιοθετηθέντα, αναγνωρισθέντα, πρόγονοι και επί ησφαλισμένης ή θήλεος συνταξιούχου και τα φυσικά) μέχρι συμπληρώσεως του 21ου έτους της ηλικίας των, ή εφόσον συνεχίζουν τας σπουδάς των εις ανωτάτας ή ανωτέρας ανεγνωρισμένας υπό του Κράτους Σχολάς της ημεδαπής ή εις αντιστοίχους σχολάς της αλλοδαπής, μέχρι συμπληρώσεως του 25ου έτους της ηλικίας των. Άγαμα τέκνα ανίκανα προς πάσαν εργασίαν, ως και άγαμοι ή διαζευγμέναι θυγατέρες, μη έχουσαι ιδίαν εργασίαν ή επαρκές προς συντήρησίν των εισόδημα, λογίζονται ως μέλη οικογενείας, ασχέτως ηλικίας. γ)Η μήτηρ και ο κατά την κρίσιν του Δ.Σ. οικονομικώς αδύνατος και ανίκανος προς εργασία πατήρ. δ)Οι ορφανοί, πατρός και μητρός, αδελφοί και έγγονοι, ως και οι ορφανοί μόνον πατρός ή μόνον μητρός αδελφοί ή έγγονοι, εφ’ όσον ο επιζών γονεύς λογίζεται, κατά τ’ ανωτέρω, ως μέλος οικογενείας, μέχρι συμπληρώσεως του, δια τα τέκνα ισχύοντος ορίου ηλικίας, κατά τας περί τούτου ως ανωτέρω διακρίσεις. (Ν. 271/76, άρθρ.3 παρ.1). 2.Τα πρόσωπα περί ων η προηγουμένη παράγραφος, θεωρούνται ως μέλη οικογενείας του ησφαλισμένου ή του συνταξιούχου, εφ’ όσον συμβιούν μετ’αυτού και η συντήρησίς των, προκειμένω περί των υπό στοιχεία β, γ και δ κατηγοριών, βαρύνει κυρίως αυτόν, θεωρείται ότι υπάρχει συμβίωσις και εάν δια σοβαρούς λόγους (σπουδών, υγείας, μεταθέσεων, προκεχωρημένης ηλικάς κλπ.) τα εν παρ.1 πρόσωπα δεν διαμένουν προσωρινώς υπό την αυτήν στέγην. (Ν.271/76, άρθρ.3 παρ.2) 3.Τα εν παρ.1 του παρόντος άρθρου πρόσωπα δεν λογίζονται ως μέλη οικογενείας, εάν τυγχάνουν ησφαλισμένα δια την ασθένειαν εις έτερον φορέα χορηγούνται προστασίαν ίσην προς την υπό του Ταμείου παρεχομένην. Εάν η υπό του ετέρου φορέως παρεχομένη περίθαλψις υπολείπτεται της υπό του Ταμείου χορηγουμένης, τα πρό(Αντί για τη σελ.768,0Ι(α) Σελ.768,0Ι(β) Τεύχος Θ33-Σελ.ΙΙ9 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 39.Θ.ε.3 157 σωπα ταύτα δύνανται, τη αιτήσει των να ασφαλισθούν, συμπληρωματικώς παρά τω Ταμείω δια τας μη καλυπτομένας υπό της ετέρας ασφαλίσεώς των παροχάς. Εν τοιαύτη περιπτώσει ο ησφαλισμένος βαρύνει με ολόκληρον την υπό της παρ.1 στοιχ.α’ του άρθρου 4 του παρόντος-προβλεπομένην προσαύξησιν της εισφοράς. (Ν.271/76, άρθρ.3 παρ.3). 4.Τα, κατά τας προηγουμένας παραγράφους, μέλη οικογενείας δικαιούνται των υπό των διατάξεως του παρόντος Καταστατικού προβλεπομένων παροχών. (Ν.271/1976, άρθρ.3 παρ.4). «5.Ο ανασφάλιστος διαζευγμένος σύζυγος (άνδρας ή γυναίκα) μπορεί να διατηρήσει σαν άμεσα ασφαλισμένος το δικαίωμα παροχών ασθενείας σε είδος, που είχε κατά το χρόνο λύσης του γάμου, στο Ταμείο από τον ασφάλισή του από τον άλλο σύζυγο, εφόσον συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: α)Ο γάμος λύθηκε μετά τη συμπλήρωση του 35ου έτους της ηλικίας. β)Δεν καλύπτονται άμεσα ή έμμεσα για παροχές ασθενείας από το Δημόσιο ή άλλον ασφαλιστικό φορέα. Το ασφαλιστικό δικαίωμα ασκείται από τον ενδιαφερόμενο μέσα σε ένα χρόνο από την ημερομηνία της τελεσίδικης έκδοσης της απόφασης του διαζυγίου υποχρεούμενος στην καταβολή του αθροίσματος των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου και εργοδότη, που αναλογεί στην κατώτερη εισφορά του Ταμείου». Η παρ.5 προστέθηκε από το άρθρ.1 Π.Δ.218/ 28 Ιουν.-8 Ιουλ.Ι986(ΦΕΚ Α΄ 89) Άρθρον 4 Πόροι. 1.Πόροι του ταμείου είναι: α)Μηνιαία εισφορά των κατά τας παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 2 ησφαλισμένων, ίση προς 3% των μηνιαίων αποδοχών αυτών. Η εισφορά αυτή προσαυξάνεται κατά 0,25% δι’έκαστον προστατευόμενον μέλος της ιδίας του υπαλλήλου οικογενείας (σύζυγος και τέκνα) και κατά 1% δι’έκαστον των λοιπών προστατευομένων μελών. Η προσαύξησις καταβάλλεται δι’όσον χρόνον το μέλος οικογενείας είναι ησφαλισμένον εις το Ταμείον. ως άνω από το άρθρο μόνο Π.Δ.593/19 Νοεμ.-13 Δεκ.1985(ΦΕΚ Α΄ 208).β)Μηνιαία συνεισφορά του εργοδότη ίση προς 6% επί των αποδοχών των αυτών ησφαλισμένων. Αι παρακρατηθείσαι εισφοραί των ησφαλισμένων και η συνεισφορά του εργοδότου αποδίδονται ταυτοχρόνως εις το Ταμείον υφ’εκάστης υποχρέου Τραπέζης. γ)Μηνιαία εισφορά των συνταξιούχων ίση προς 6% της καταβαλλομένης κυρίας και επικουρικής συντάξεως αυτών. Επί πλειόνων συντάξεων κυρίας ασφαλίσεως, η εισφορά υπολογίζεται επί της μεγαλυτέρας τοιαύτης. δ)Τα πάσης φύσεως έσοδα εκ συμμετοχής των ησφαλισμένων εις τας δαπάνας ιατρικής περιθάλψεως. στ)Παν έσοδον πραγματοποιούμενον εκ χαριστικής αιτίας (Ν.271/76, άρθρ.4 παρ.1). 2.Ως αποδοχαί υποκείμεναι εις τας υπέρ του Ταμείου εισφοράς είναι κατ’είδος μεν αι λαμβανόμεναι υπ’όψιν δια τον υπολογισμόν των υπέρ του ΙΚΑ εισφορών, κατά ποσόν δε αι μη υπερβαίνουσαι το εκατονταπλάσιον του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου του άρρενος ανειδικεύτου εργάτου. (Ν.271/76 άρθρ.4. παρ.2). 3.Εκ των εξ εισφορών εσόδων του Ταμείου παρακρατείται υπέρ του ΙΚΑ ποσοστόν 1% αποδιδόμενον ανά τρίμηνον. (Ν.271/76, άρθρ.4 παρ.2). Σελ.768,02(β) Τεύχος Θ33-Σελ.Ι20 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ Ασφάλισις Ασθενείας και Μητρότητος. Άρθρον 5. Υγειονομική Περίθαλψις. Η υγειονομική περίθαλψις περιλαμβάνει παροχάς εις είδος και παροχάς εις χρήμα. 1.Αι παροχαί εις είδος περιλαμβάνουν: α)την ιατρικήν και οδοντιατρικήν περίθαλψιν. β)την μαιευτικήν περίθαλψιν. γ)την φαρμακευτικήν περίθαλψιν. δ)την νοσοκομειακήν και σαντοριακήν περίθαλψιν. ε)την πρόσθετον περίθαλψιν και στ)την λουτροθεραπείαν. 2.Αι παροχαί εις χρήμα περιλαμβάνουν: α)τα πάσης φύσεως επιδόματα και βοηθήματα. β)τα έξοδα μετακινήσεως ασθενών, και γ)τα έξοδα κηδείας. «3.Κατασκηνώσεις». Η παρ.3 προστέθηκε από το άρθρ.2 Π.Δ.218/ 28 Ιουν.-8 Ιουλ.1986(ΦΕΚ Α΄ 89) ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΡΙΤΟΝ Παροχαί εις Είδος. Ιατρική Περίθαλψις. Άρθρ.6.-«1.Η ιατρική περίθαλψη περιλαμβάνει τη χρησιμοποίηση των κατάλληλων, ιατρικών και βοηθητικών φροντίδων, για την πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία της ασθένειας και τη διενέργεια των απαραιτήτων παρακλινικών εξετάσεων. Αυτή παρέχεται σε όση έκταση τη δικαιολογεί η σοβαρότητα κάθε περίπτωσης και επιτρέπουν τα επιστημονικά και τεχνικά μέσα που διαθέτει η Χώρα. Η ιατρική περίθαλψη πρέπει να είναι επαρκής και σκόπιμη,χωρίς όμως να υπερβαίνει το μέτρο του αναγκαίου. Επίσης στην Ιατρική Περίθαλψη περιλαμβάνονται και οι προληπτικοί Εμβολιασμοί. Η Ιατρική Περίθαλψη παρέχεται από γιατρούς γενικής Ιατρικής και ειδικοτήτων. Βοηθητικές φροντίδες που περιλαμβάνονται στην Ιατρική Περίθαλψη μπορεί να παρέχονται και από βοηθητικά υγειονομικά όργανα (νοσοκόμους, μαλάκτες κ.λπ.) εφόσον αυτό επιτρέπεται από την ιατρική δεοντολογία. Σε περίπτωση σοβαρών παθήσεων, των οποίων η διάγνωση ή η θεραπεία δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί στην Ελλάδα, δικαιούται ο ασφαλισμένος να μεταβεί σε κατάλληλο επιστημονικό κέντρο του εξωτερικού. Για τη μετάβαση ασφαλισμένου στην αλλοδαπή απαιτείται απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου μετά από σχετική γνωμάτευση του Προϊσταμένου της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Ταμείου. 39.Θ.ε.3 Ταμείο Ασφ.Ασθένειας Προσ/κού Τραπεζών Πίστεως,Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές 158 «Με σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζεται το ποσοστό συμμετοχής του Ταμείου στις σχετικές δαπάνες μέχρι ποσοστού Ι00% αυτών». Το μέσα στα « » πιο πάνω εδάφιο αντικαταστάθηκε Σύμφωνα με τα παραπάνω, σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου στο εξωτερικό, όπου είχε μεταβεί για περίθαλψη ύστερα από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η συμμετοχή του Ταμείου επεκτείνεται και στις δαπάνες ταρίχευσης, προμήθειας φερέτρου και μεταφοράς της σορού του ασφαλισμένου στο εσωτερικό. Κατ’εξαίρεση το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου εγκρίνει εκ των υστέρων τη νοσηλεία που έγινε στο εξωτερικό, στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η εκ των προτέρων παροχή εγκρίσεως λόγω αιφνιδίας εκδηλώσεως της παθήσεως κατά το χρόνο της διαμονής του στο εξωτερικό ή της άμεσης ανάγκης για αναχώρηση του ασθενούς. Σε όσους μεταβαίνουν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος για νοσοκομειακή ή υγειονομική περίθαλψη στο εξωτερικό μπορεί, ύστερα από έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου, να δικαιολογηθεί η χρησιμοποίηση νοσοκόμου ή άλλου προσώπου ως συνοδού, όταν τούτο κρίνεται αναγκαίο από την κατάσταση της υγείας του ασθενούς ή τη μικρή του ηλικία. Επίσης κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, εφόσον υπάρχει ανάγκη, μπορεί να προκαταβάλλεται μέρος των παραπάνω δαπανών με απόδοση λογαριασμού. Για όλες τις περιπτώσεις Νοσοκομειακής ή εξωνοσοκομειακής Περιθάλψεως στο εξωτερικό οι οποίες δεν καλύπτονται από το παρόν Π.Δ/γμα, μπορεί το Ταμείο να αποδώσει στον ασφαλισμένο το ποσό που θα πλήρωνε για τη νοσηλεία του στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ.22 του παρόντος Π.Δ/τος Η νοσηλεία στο εξωτερικό αποδεικνύεται με βεβαιώσεις και αποδείξεις εξοφλημένες και θεωρημένες από την κατά τόπο αρμόδια Ελληνική Προξενική Αρχή ή αστυνομική ή άλλη αρμόδια δημόσια αρχή». Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω από το | 372 |
43. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 118 της 18/20 Αυγ. 1975 (ΦΕΚ Α΄ 172) Περί ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις το διδακτικόν προσωπικόν των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) και εις την οργάνωσιν της νομικής υπηρεσίας των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης και άλλων τινών συναφών διατάξεων. Άρθρ.1.-1.Αι διατάξεις περί αναθέσεως εντολής εις Καθηγητάς προς διδασκαλίαν μαθημάτων δια τα οποία δεν υπάρχει αντίστοιχος έδρα εις την οικείαν Σχολήν, δύνανται να εφαρμόζωνται επί των Υφηγητών του αυτού Α.Ε.Ι., ως και των κεκτημένων διδακτορικόν δίπλωμα επιμελητών τούτου. 2.Αι διατάξεις περί αναθέσεως εντολής εις Υφηγητάς προς διδασκαλίαν μαθήματός τινος κενής ή πεπληρωμένης έδρας δύνανται να εφαρμόζωνται και επί των κεκτημένων διδακτορικόν δίπλωμα επιμελητών του αυτού Α.Ε.Ι. 3.Αι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων τυγχάνουν εφαρμογής εφ’ όσον δεν υπάρχει εντεταλμένος Υφηγητής του αυτού μαθήματος ή εφ’ όσον ο υπάρχων, κατά την κρίσιν της Σχολής, δεν δύναται να καλύψη τας διδακτικάς ανάγκας του μαθήματος. Εν ή περιπτώσει η έδρα είναι πεπληρωμένη εις τον εντεταλμένον Υφηγητήν ή τον κατά τας διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου Επιμελητήν ανατίθεται η διδασκαλία τμήματος της διδακτέας ύλης, η διεξαγωγή εργαστηριακών ερευνών, ως και ασκήσεων. 4.Μη υπαρχόντων Υφηγητών ή Επιμελητών του αυτού Α.Ε.Ι. προς εφαρμογήν των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου δύνανται να ανατίθενται εντολαί διδασκαλίας και εις Υφηγητάς ή Επιμελητάς ετέρων Α.Ε.Ι. τηρουμένων των αυτών προϋποθέσεων. 5.Επιτηρείται όπως εις έδρας Α.Ε.Ι. εις ας ο αριθμός των εντεταλμένων Υφηγητών είναι μικρότερος των δύο ανατίθεται η διδασκαλία μαθημάτων εις ειδικούς επιστήμονας ημεδαπούς ή αλλοδαπούς, κατόχους διδακτορικού διπλώματος ημεδαπών Α.Ε.Ι. ή ομοταγών τοιούτων της αλλοδαπής. Ούτοι, ο αριθμός των οποίων δεν δύναται να υπερβή ομού μετά των εντεταλμένων Υφηγητών, τους δύο ανά έδραν, προσλαμβάνονται επί σχέσει εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου και επί αποδοχαίς Εντεταλμένων Υφηγητών δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών, μετά πρότασιν της οικείας Σχολής επί θητεία μέχρι δύο ετών, ήτις δύναται να ανανεούται κατά τον αυτόν τρόπον. 6.Βοηθοί κεκτημένοι διδακτορικόν δίπλωμα δύνανται, αποφάσει των οικείων Σχολών να ονομάζωνται Επιμεληταί επί βαθμώ και μισθώ ον κατέχουν ανεξαρτήτως της υπάρξεως ή μη οργανικών θέσεων εφαρμοζομένων ως προς τούτους των παρ. 1 έως 3 του παρόντος άρθρου. 7.Δι’ αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών καθορίζονται τα της προσθέτου αμοιβής των Υφηγητών, των ειδικών επιστημόνων και των Επιμελητών των κεκτημένων διδακτορικόν δίπλωμα, εις ους ανατίθεται η εντολή προς διδασκαλίαν μαθημάτων εις Α.Ε.Ι. ευρισκόμενα εκτός των Αθηνών, του Πειραιώς και της Θεσσαλονίκης. «8.Επί εκκρεμουσών υποψηφιοτήτων υφηγητών κατά την περίοδον 20.4.1967 μέχρι σήμερον λαβόντων απόλυτον ή σχετικήν πλειοψηφίαν των παρόντων και μη διορισθέντων ως μη εκλεγέντων, εφαρμόζονται αι σχετικαί διατάξεις του άρθρ. 93 παρ. 2 εν συνδυασμώ προς το άρθρ. 63 παρ. 2 του Νόμ. 5343/1932 κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων εντός προθεσμίας ενός μηνός από της δημοσιεύσεως του παρόντος προς τον Υπουργόν Εθν. Παιδείας προτάσει του οποίου εκδίδεται το περί διορισμού ως Υφηγητών Δ/γμα». Η παρ. 1 προσετέθη δια του άρθρου μόνου Νόμ. 189/1975 (κατωτ. αριθ. 45). Άρθρ.10.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Άρθρ.2.-Πτυχιούχοι ημεδαπών ή ανεγνωρισμένων ως ομοταγών αλλοδαπών Πανεπιστημίων ή Ανωτάτων εν γένει Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, υπηρετούντες εις θέσιν Επιμελητού, Βοηθού ή Παρασκευαστού παρ’ Ανωτάτω Εκπαιδευτικώ Ιδρύματι της ημεδαπής, δύνανται να αναγορεύωνται διδάκτορες της Σχολής εις ην υπηρετούν, τηρουμένης της ισχυούσης εκάστοτε διαδικασίας υποβολής και εγκρίσεως διδακτορικών διατριβών. Άρθρ.3.-Η θητεία επιμελητών και βοηθών μη κεκτημένων τα κατ’ άρθρ. 4 παρ. 2 Α.Ν. 553/1968 «περί του βοηθητικού διδακτικού προσωπικού των Α.Ε.Ι.» (ανωτ. σελ. 58,01) απαιτούμενα δια την ανανέωσιν ταύτης προσόντα δύναται να παραταθή μέχρι της 7.12.1978. Εάν μέχρι της ημερομηνίας ταύτης ούτοι δεν αποκτήσουν τα προσόντα απολύονται αυτοδικαίως. Άρθρ.4.-1.Η θητεία Επιμελητών, οίτινες κατέλαβον οργανικήν θέσιν βάσει του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 333/1969 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν. 553/1968 κλπ.» ως ετροποποιήθη δια του άρθρ. 3 Ν.Δ. 782/1970 και δεν απέκτησαν το δια την ανανέωσιν της θητείας των απαιτούμενον διδακτορικόν δίπλωμα δύναται να παραταθή μέχρι της 7.12.1977. Εάν ούτοι δεν αναγορευθούν διδάκτορες μέχρι της ως άνω ημερομηνίας, απολύονται αυτοδικαίως. Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται και επί των Επιμελητών ων η θητεία έληξε μετά την 7.12.1974. (Μετά την σελ. 50,130(α) Σελ.50,131 Τεύχος 593-Σελ.83 Ανώτερο Διδακτικό Προσωπικό 31.Α.δ.43 2.Δια την ανανέωσιν της θητείας των προσληφθέντων ως και των εφ’ εξής προσλαμβανομένων, δυνάμει των άρθρ. 5 και 7 του Ν.Δ. 333/1969 ως το άρθρ. 5 ετροποποιήθη υπό του Ν.Δ. 782/1970 ωρομισθίων και αμίσθων Επιμελητών και Βοηθών,δεν απαιτούνται τα υπό της παρ. 2 του άρθρ. 4 του Α.Ν. 553/1968 προβλεπόμενα προσόντα. 3.Η θητεία Επιμελητών και Βοηθών, ήτις κατά τας ισχυούσας διατάξεις λήγει μετά την συμπλήρωσιν δεκαπενταετίας, παρατείνεται επί 2ετίαν από της λήξεώς της. Άρθρ.5.-(Αντικαθίστανται τα άρθρ. 271 και 272 Νόμ. 5343/1932, κατωτ. σελ. 87). Άρθρ.6.-Συνιστάται παρά τω Νομικώ Συμβουλίω του Κράτους μία θέσις Παρέδρου. Άρθρ.7.-Όπου εν τω Νόμ. 5343/1932 αναφέρεται δικαστικόν γραφείον του Πανεπιστημίου νοείται το δικαστικόν τμήμα αυτού. Άρθρ.8.-(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 10 Π.Δ/τος της 25/29 Ιαν. 1929, τόμ. 31Α σελ. 570). Άρθρ.9.-Πάσα διάταξις γενική ή ειδική αντικειμένη εις τον παρόντα Νόμον ή αφορώσα εις θέμα ρυθμιζόμενον υπ’ αυτού καταργείται. | 218 |
18. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ της 22/23 Ιαν. 1936 Περί υποχρεώσεως δημοσιεύσεως δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως των Β.Δ./των ή πράξεων αφορωσών εις την μεταβολήν της καταστάσεως των δημοσίων υπαλλήλων εν γένει. Κατηργήθη δια του Α. Ν. 177/1945 (κατωτ. αριθ. 26). | 26 |
9. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3307 της 13/15 Ιουλ. 1955 Περί κυρώσεως συμφωνιών επί του εξηλεκτρισμού της Χώρας, κυρώσεως των υπ’ αριθ. 369 και 1335 του έτους 1954 Πράξεων Υπουργικού Συμβουλίου και άλλων τινων διατάξεων. Άρθρ.1.-1.Κυρούνται αι υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως συνομολογηθείσαι ακόλουθοι συμφωνίαι: α)Πρωτόκολλον επί του εξηλεκτρισμού της Ελλάδος, συνομολογηθέν την 15ην Οκτ. 1953 εν Παρισίοις μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Γαλλικής Κυβερνήσεως. β)Συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και των εν Παρισίοις εταιρειών OMNIUM LYONNAIS, 20 οδός Αθηνών και SOCIETE COMMERCIAL TECHNIQUE ET INDUSTRIELLE “C.O.T.E.C.I” 3 οδός FREHCINET, συνομολογηθείσα εν Αθήναις την 2αν Νοεμ. 1953. γ)Συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και των αυτών ως ανωτέρω εταιρειών, συνομολογηθείσα εν Παρισίοις την 7ην Ιουλ. 1954. (Μετά την σελ. 224) Σελ. 224,01 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού 13.Δ.η.8-9 δ)Επιστολαί από 26ης Ιουλ. 1954 και 3ης Αυγ. 1954 ανταλλαγείσαι εν Παρισίοις μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Γαλλικής Κυβερνήσεως. 2.Άπασαι αι διατάξεις των ως ανωτέρω συμφωνιών κτώνται ισχύν διατάξεων Νόμου. 3.Το εις Γαλλικήν γλώσσαν κείμενον των συμφωνιών τούτων και η εις την Ελληνικήν μετάφρασις αυτού έπονται κατωτέρω: Άρθρ.2.-Κυρούνται αφ’ ης εξεδόθησαν αι υπ’ αριθ. 369 της 31ης Μαρτ. 1954 και υπ’ αριθ. 1335 της 14ης Αυγ. 1954 πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου έχουσαι ως ακολούθως: Πράξις: 369 (31 Μαρτ. 1954). Το Υπουργικόν Συμβούλιον Λαβόν υπ’ όψει: 1)Το από 15 Οκτ. 1953 μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Γαλλικής Κυβερνήσεως συναφθέν πρωτόκολλον επί του εξηλεκτρισμού της Χώρας, και την εις εκτέλεσιν τούτου από 2 Νοεμ. 1953 συμφωνίαν, την συναφθείσαν μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως αφ’ ενός και των Εταιρειών OMNIUM LYONNAIS, 20 οδός Αθηνών Παρισίων και της SOCIETE COMMERCIAL TECHNIQUE ET INDUSTRIELLE. 3 οδός FREHCINE, Παρισίων αφ’ ετέρου. 2.Την υπ’ αριθ. 512/Δ.Σ. από 13 Φεβρουαρίου ε.ε. αίτησιν της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού. 3.Την υπ’ αριθ. 62/1954 απόφασιν του Διοικητικού Συμβουλίου της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού. 4.Τας επί της απορροφήσεως των Γαλλικών πιστώσεων εισηγήσεις των κ.κ. Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Βιομηχανίας, αποφασίζει: Α.Εγκρίνει όπως, συμφώνως προς το άρθρ. 5 της ως άνω από 2 Νοεμ. 1953 συμφωνίας, ανατεθή εις την Δημοσίαν Επιχείρησιν Ηλεκτρισμού, η χρησιμοποίησις των δια του ως άνω πρωτοκόλλου και συμφωνίας τεθεισών εις διάθεσιν της Ελληνικής Κυβερνήσεως πιστώσεων δια την συμπλήρωσιν του προγράμματος εξηλεκτρισμού της Χώρας, υπό τους κάτωθι όμως όρους: α)Η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού θ’ αναλάβη την ευθύνην της δια δραχμών εξυπηρετήσεως των ως άνω πιστώσεων, καθ’ ον ρυθμόν προβλέπει το από 15 Οκτ. 1953 ως άνω πρωτόκολλον. β)Η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού θα διαθέση επίσης τας δι’ εκτέλεσιν των προβλεπομένων έργων απαιτουμένας δραχμάς προς κάλυψιν των εγχωρίων σχετικών δαπανών. γ)Προς πραγματοποίησιν των υπό στοιχ. (α) και (β) ως ανωτέρω προϋποθέσεων, η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού θα διαθέτη από 1ης Ιουλ. 1954 τους προς επενδύσεις διαθεσίμους πόρους αυτής εκ της Εκμεταλλεύσεως του Εθνικού ηλεκτρικού συστήματος. Μέχρι της 30ης Ιουν. 1954, η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού θα χρησιμοποιήση τους εκ των εσόδων αυτής πόρους, οι οποίοι έχουν περιληφθή εις τον προϋπολογισμόν αυτής του τρέχοντος οικονομικού έτους, εάν δε λόγω τούτου προκληθή ενδεχομένως άνοιγμα εις τον προϋπολογισμόν αυτής του 19531954 θα αντιμετωπισθή τούτο ως θέμα Δημοσίων Επενδύσεων. Σελ. 224,02 δ)Τα δια των Γαλλικών πιστώσεων εκτελούμενα έργα θα εκτελεσθούν εκτός της Συμβάσεως EBASCO. Προς τούτο η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού θα δημιουργήση την απαραιτήτως αναγκαίαν υπηρεσίαν με πρόβλεψιν ενσωματώσεως αυτής εις την τελικήν οργάνωσιν της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού. ε)Αι ποσότητες υλικών εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων, δια την πρώτην παραγγελίαν αντιστοιχούσαι εις μέρος μόνον του όλου έργου αλλαγής εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων, θα καθορισθούν βάσει κατά προσέγγισιν εκτιμήσεως υπό της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού προς εισέτι της οργανώσεως της ανωτέρω υπηρεσίας, κατά την εκτίμησιν δε ταύτην θα ληφθώσιν υπ’ όψει και αι δυνατότητες προμηθείας τοιούτων υλικών εκ της εγχωρίου βιομηχανίας. ς)Αι εργασίαι επί των εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων θα εκτελεσθούν υπό των αδειούχων εγκαταστατών ελευθέρως επιλεγομένων υπό των ενδιαφερομένων καταναλωτών. Δια την διαπίστωσιν της ανάγκης μερικής ή ολικής αλλαγής της εγκαταστάσεως, τον έλεγχον προϋπολογσιμού της δαπάνης, τον έλεγχον πραγματικής χρησιμοποιήσεως των υπό της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού παρασχεθησομένων υλικών και κατά ικανοποιητικόν τρόπον εκτελέσεως και αποπερατώσεως της εργασίας, θα χρησιμοποιούνται καθ’ ο μέτρον τούτο είναι δυνατόν, οι εκασταχού διανομείς ηλεκτρικής ενεργείας. ζ)Η οικονομική επιβάρυνσις δια τας δαπάνας αλλαγής εσωτερικών εγκαταστάσεων φωτισμού θα κατανεμηθή ως ακολούθως: 1.10% της πραγματικής δαπάνης (υλικών και εργατικών) θα καταβληθή ως προκαταβολή του καταναλωτού εις τρεις τριμηνιαίας δόσεις εντόκως. 2.20% της ως άνω δαπάνης θα αναληφθή υπό της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού. 3.70% της δαπάνης ταύτης θα εξοφληθή υπό του καταναλωτού εντόκως εις εξήκοντα μηνιαίας δόσεις αρχομένας από της αποπερατώσεως της εργασίας. η)Αι προς εκτέλεσιν των ελληνογαλλικών συμφωνιών γινόμεναι εκάστοτε παρά της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού προμήθειαι υλικών και μηχανημάτων, ως και η ανάθεσις παρά ταύτης παροχής υπηρεσιών, υπόκεινται εις την δια της παρούσης πράξεως καθιερουμένην διαδικασίαν βιομηχανικών παραγγελιών εγγυήσει του Δημοσίου, ήτοι εις προηγουμένην έγκρισιν των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Βιομηχανίας. Β.Εξουδοτούνται οι Υπουργοί Συντονισμού, Οικονομικών και Βιομηχανίας, όπως δια κοινής αποφάσεως αυτών ρυθμίζουσι και επιλύωσι παν ζήτημα και καθορίζουσι πάσαν λεπτομέρειαν σχετικώς με την χρησιμοποίησιν των ως άνω γαλλικών πιστώσεων. Γ .Η παρούσα πράξις κυρωθήσεται δια νόμου. Πράξις: 1335 (14 Αυγ. 1954). Το Υπουργικόν Συμβούλιον Λαβόν υπ’ όψει: α)Την προγενεστέραν υπ’ αριθ. 369 της 31 Μαρτ. 1954 πράξιν αυτού. β)Το από 15ης Οκτωβρίου 1953 μεταξύ της 13.Δ.η.9 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Γαλλικής Κυβερνήσεως συναφθέν πρωτόκολλον επί του εξηλεκτρισμού της Χώρας και τας εν συνεχεία μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Γαλλικής Κυβερνήσεως ανταλλαγείσας από της 26ης Ιουλ. 1954 και 3ης Αυγ. 1954 επιστολάς. γ)Τας μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και των Εταιρειών OMNIUM LYONNAIS, οδός Αθηνών 20, Παρισίων και της SOCIETE COMMERCIAL TECHNIQUE ET INDUSTRIELLE «C.O.T.E.C.I.», 3 οδός FREHCINET, Παρισίων, συναφθείσας από 2ας Νοεμ. 1953 και 7ης Ιουλ. 1954 συμφωνίας. δ)Τας εισηγήσεις των κ.κ. Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Βιομηχανίας, αποφασίζει: 1.Εγκρίνει όπως, συμφώνως προς τας ανωτέρω συμφωνίας της Ελληνικής Κυβερνήσεως, η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού διαθέση μέρος των παρασχεθεισών εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν γαλλικών πιστώσεων, η χρησιμοποίησις των οποίων ανετέθη εις την Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού, δυνάμει της υπ’ αριθ. 369 της 31ης Μαρτ. 1954 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, δια την κατασκευήν του υδροηλεκτρικού έργου επί του ποταμού Μέγδοβα ως τμήματος του εθνικού συστήματος ηλεκτρικής ενεργείας της Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού. 2.Εγκρίνει, όπως η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού χρησιμοποιήση επίσης τας δια την κατασκευήν του έργου επί του ποταμού Μέγδοβα παρασχεθείσας εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν συμπληρωματικάς πιστώσεις, περί ων προβλέπουν η από 7ης Ιουλ. 1954 συμφωνία μεταξύ Ελληνικής Κυβερνήσεως και των Εταιρειών OMNIUM LYONNAIS και SOCIETE COMMERCIAL TECHNIQUE ET INDUSTRIELLE «C.O.T.E.C.I.» και αι από 26ης Ιουλ. 1954 και 3ης Αυγ. 1954 επιστολαί μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Γαλλικής Κυβερνήσεως. 3.Εξουσιοδοτεί την Δημοσίαν Επιχείρησιν Ηλεκτρισμού, όπως εις εκτέλεσιν των ανωτέρω, προβή εις την κατασκευήν του υδροηλεκτρικού αυτής εργοστασίου επί του ποταμού Μέγδοβα, συνομολογούσα μετά των εταιριών OMNIUM LYONNAIS, και SOCIETE COMMERCIAL TECHNIQUE ET INDUSTRIELLE «C.O.T.E.C.I.» την οριστικήν σύμβασιν περί ης προβλέπει το άρθρ. 7 της από 7ης Ιουλ. 1954 συμφωνίας της Ελληνικής Κυβερνήσεως μετά των Εταιρειών τούτων. 4.Η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού, εις την ιδιοκτησίαν της οποίας θ’ ανήκη το κατασκευασθησόμενον έργον, θ’ αναλάβη την ευθύνην της δια δραχμών εξυπηρετήσεως των εις ξένον συνάλλαγμα πιστώσεων, ως επίσης θα διαθέση τας απαιτουμένας δραχμάς προς κάλυψιν των εγχωρίων δαπανών του έργου. 5.Η Τράπεζα της Ελλάδος θέλει εγγυηθή τας συναλλαγματικάς τας οποίας η Δημοσία Επιχείρησις Ηλεκτρισμού θέλει αποδεχθή συμφώνως προς το άρθρ. 3 της από 7ης Ιουλ. 1954 συμφωνίας. 6.Οι Υπουργοί Συντονισμού, Οικονομικών και Βιομηχανίας εξουσιοδοτούνται όπως, δια κοινής αποφάσεως αυτών, ρυθμίζωσι και επιλύωσι παν ζήτημα και καθορίζουσι τας λεπτομερείας εν σχέσει με την εφαρμογήν της παρούσης πράξεως. 7.Η παρούσα πράξις κυρωθήσεται δια Νόμου. Άρθρ.3.-1.Επί ακινήτων τελούντων υπό ενοικιοστασιακήν προστασίαν, την κατά τους όρους της παρ. Α΄ στοιχ. ζ΄ της δια του άρθρ. 2 του παρόντος Νόμου κυρουμένης υπ’ αριθ. 369/1954 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, αλλαγήν των εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων δύναται να αιτήσηται είτε ο ιδιοκτήτης είτε ο μισθωτής. Εις τας περιπτώσεις ταύτας, η δια την αλλαγήν δαπάνη βαρύνει, προκειμένου μεν περί δόσεων απαιτητών διαρκούσης της υπό του ενοικιοστασίου αναγκαστικής παρατάσεως της μισθώσεως, τον μισθωτήν, προκειμένου δε περί δόσεων απαιτητών μετά την λήξιν της ενοικιοστασιακής μισθώσεως, τον ιδιοκτήτην. 2.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού της Βιομηχανίας, δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θέλει ρυθμισθή πάσα αναγκαία λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Άρθρ.4.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. | 192 |
39. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. Α2-6304 της 12/14 Ιουν. 1990 (ΦΕΚ Β΄ 356) Ανασύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Λαϊκών Αγορών Αθηνών-Πειραιώς και Περιχώρων. | 379 |
46. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Αριθ. Φ.50/54448/9339 της 4/26 Σεπτ. 1979 (ΦΕΚ Β΄ 858) Περί κατανομής οργανικών θέσεων επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου Προσωπικού, στις Περιφερειακές και Ειδικές Περιφερειακές Υπηρεσίες του ΥΠΠΕ. | 140 |
Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Φ. 0544/2607 της 31 Μαρτ./6 Οκτ. 1977 (ΦΕΚ Α΄ 296) Περί εγκρίσεως του εν Βελιγραδίω την 14ην Απρ. 1976 υπογραφέντος Πρακτικού της 2ας συσκέψεως της Μικτής Ομάδος Εμπειρογνωμόνων προβλεπομένης υπό της παρ. VII, σημείον 4, του Πρακτικού της 5ης Συνόδου της Ελληνο-Γιουγκοσλαυϊκής Διυπουργικής Επιτροπής, υπογραφέντος την 30ήν Μαΐου 1975 εις Αθήνας. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ Αριθ. Φ. 0544/2703 της 22 Ιουλ./26 Σεπτ. 1977 (ΦΕΚ Α΄ 280) Περί εγκρίσεως του εν Θεσσαλονίκη την 11ην Μαΐου 1977 υπογραφέντος Πρωτοκόλλου της δεκάτης ογδόης τακτικής Συνόδου της Μονίμου Μικτής Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Μεθοριακής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ της 8/30 Μαρτ. 1978 (ΦΕΚ Α΄ 45) Περί εγκρίσεως του εν Αθήναις την 26 Οκτ. 1977 υπογραφέντος Πρακτικού της 11ης Συνόδου της Μονίμου Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Επιτροπής δια την υδροοικονομίαν. Σελ. 522,06(β) Τεύχος Ε41-Σελ. 94 ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ της 24 Ιουν./12 Σεπτ. 1978 (ΦΕΚ Α΄ 143) Περί εγκρίσεως του εν Αθήναις την 23ην Μαΐου 1977 υπογραφέντος Πρακτικού της 7ης Συνόδου της Μικτής Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Διυπουργικής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ της 24 Ιουν./19 Σεπτ. 1978 (ΦΕΚ Α΄ 149) Περί εγκρίσεως του εν Βελιγραδίω την 17ην Απρ. 1976 υπογραφέντος Πρακτικού της 6ης Συνόδου της Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Μικτής Διυπουργικής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ της 2/29 Σεπτ. 1978 (ΦΕΚ Α΄ 163) Περί εγκρίσεως του εν Σκοπίοις την 12ην Μαΐου 1978 υπογραφέντος Πρωτοκόλλου της Δεκάτης Ενάτης Τακτικής Συνόδου της Μονίμου Μικτής Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Μεθοριακής Επιτροπής. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 943 της 7/11 Ιουλ. 1979 (ΦΕΚ Α΄ 156) Περί κυρώσεως της εις Βελιγράδιον την 25ην Μαρτ. 1977 υπογραφείσης, μεταξύ της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβερνήσεως της Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαυΐας, Μακροπροθέσμου Συμφωνίας αφορώσης εις τας εμπορικάς ανταλλαγάς και εις την οικονομικήν, επιστημονικήν και τεχνικήν συνεργασίαν μετά των συνημμένων εις αυτήν επιστολών. Με ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 17/26 Μαρτ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 68) η ανωτέρω Συμφωνία τέθηκε σε ισχύ από 6 Μαρτ. 1980. 40.Ε.γ.5 Γαλλία, Γερμανία κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ Αριθ. Φ. 0544/2875 της 11 Ιουλ./18 Αυγ. 1979 (ΦΕΚ Α΄ 186) Περί εγκρίσεως του εις Θεσσαλονίκην την 21 Μαΐου 1979 υπογραφέντος Πρωτοκόλλου της Εικοστής Τακτικής Συνόδου της Μονίμου Μικτής Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Μεθοριακής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Φ. 0544/2893 της 5/27 Σεπτ. 1979 (ΦΕΚ Α΄ 225) Περί εγκρίσεως της Ειδικής Συμφωνίας μεταξύ των Διευθύνσεων Ελλάδος και Γιουγκοσλαυΐας αφορώσης εις τον συντονισμόν της χρήσεως συχνοτήτων της ζώνης 29,7-470 ΜΗΖ υπό των υπηρεσιών μονίμου και κινητής ξηράς εις την παραμεθόριον περιοχήν, υπογραφείσης εις Αθήνας την 23ην Ιουν. 1979. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Φ. 0544/2809 της 25 Σεπτ. 1978/6 Νοεμ. 1979 (ΦΕΚ Α΄ 248) Περί εγκρίσεως του εν Βελιγραδίω την 12ην Οκτ. 1973 υπογραφέντος Πρακτικού της 8ης Συνόδου της Μικτής Ελληνογιουγκοσλαυικής Διυπουργικής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Φ. 0544/2938 της 24 Απρ./5 Μαΐου 1980 (ΦΕΚ Α΄ 104) Περί εγκρίσεως του εις Αθήνας την 25ην Οκτ. 1979 υπογραφέντος Πρακτικού της 9ης Συνόδου της Μικτής Ελληνο-Γιουγκοσλαβικής Διυπουργικής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ Αριθ. Φ. 0544/2991 της 27 Ιουν./21 Αυγ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 188) Περί εγκρίσεως του εις Σκόπια την 23ην Μαΐου 1980 υπογραφέντος Πρωτοκόλλου μετά των Παραρτημάτων αυτού της Εικοστής Πρώτης Τακτικής Συνόδου της Μονίμου Μικτής Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Μεθοριακής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ Αριθ. Φ. 0544/3086 της 12/31 Δεκ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 305) Περί εγκρίσεως του εις Δοϊράνην την 30ην Σεπτ. 1980 υπογραφέντος Πρωτοκόλλου της Μονίμου Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Μεθοριακής Επιτροπής επί της Επιθεωρήσεως και ελέγχου των εργασιών επί της μεθορίου. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Φ. 0544/3036 της 24 Ιουλ./20 Αυγ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 219) Περί εγκρίσεως του εις Βελιγράδι την 26ην Νοεμ. 1980 υπογραφέντος Πρακτικού της 10ης Συνόδου της Μικτής Ελληνογιουγκοσλαβικής Διυπουργικής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ Αριθ. Φ. 0544/3090 της 10 Ιουλ./24 Αυγ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 223) Περί εγκρίσεως του εις Θεσσαλονίκην την 8ην Μαΐου 1981 υπογραφέντος Πρωτοκόλλου μετά των Παραρτημάτων αυτού της εικοστής δευτέρας Τακτικής Συνόδου της Μονίμου Μικτής Ελληνογιουγκοσλαβικής Μεθοριακής Επιτροπής. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ κ.λπ. Αριθ. Φ. 0544/3167 της 17 Δεκ. 1982/12 Ιαν. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 10) Έγκριση του Πρακτικού της 11ης Συνόδου της Μικτής Ελληνογιουγκοσλαυικής Διϋπουργικής Επιτροπής οικονομικής, επιστημονικής και τεχνικής συνεργασίας (Αθήνα 19.6.1982) ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. Φ. 0544/3190 της 20 Δεκ. 1982/12 Ιαν. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 11) Έγκριση του πρωτοκόλλου της 23ης Συνόδου της Μόνιμης Μικτής Ελληνογιουγκοσλαυϊκής Μεθοριακής Επιτροπής και των Παραρτημάτων αυτού (Σκόπια 21.5.1982). (Αντί για τη σελ. 522,07(β) Σελ. 522,07(γ) Τεύχος Η123-Σελ. 111 Γαλλία, Γερμανία κ.λπ. 40.Ε.γ.5 ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. Φ. 0544/3251 της 5 Σεπτ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 128) Έγκριση Πρωτοκόλλου της 24ης Τακτικής Συνόδου της Μόνιμης Μικτής Ελληνογιουγκοσλαβικής Μεθοριακής Επιτροπής και των Παραρτημάτων αυτού (Θεσσαλονίκη 20 Μαΐου 1983). ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.λπ. Αριθ. Φ. 0544/3300 της 7/21 Μαΐου 1984 (ΦΕΚ Α΄ 68) Έγκριση Πρακτικού της 12ης Συνόδου της Μικτής Ελληνογιουγκοσλαβικής Διυπουργικής Επιτροπής οικονομικής, επιστημονικής και τεχνικής συνεργασίας (Βελιγράδι 26.2.1984) ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. Φ. 0544/3318 της 6/29 Αυγ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 123) Έγκριση του Πρωτοκόλλου της 12ης Συνόδου της Μόνιμης Ελληνογιουγκοσλαβικής Επιτροπής για την υδροοικονομία που υπογράφτηκε στα Σκόπια στις 20.5.1984. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1547 της 16/22 Μαΐου 1985 (ΦΕΚ Α΄ 94) Κύρωση συμφωνίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία για συνεργασία και αμοιβαία συνδρομή σε τελωνειακά θέματα. Με Ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 25 Νοεμ.-9 Δεκ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 206) η άνω Συμφωνία τέθηκε σε ισχύ στη 1 Φεβρ. 1986. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. Φ. 0544/3/ΑΣ 328/Μ.3360 της 12/30 Αυγ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 146) Έγκριση Πρωτοκόλλου 25ης Τακτικής Συνόδου Μόνιμης Μικτής Ελλληνογιουγκοσλαβικής Μεθοριακής Επιτροπής και των Παραρτημάτων αυτού (Σκόπια 25.5.1984). Σελ. 522,08(γ) Τεύχος Η123-Σελ. 112 ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. Φ. 0544/5/ΑΣ 477/Μ.3453 της 9/17 Σεπτ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 154) Έγκριση Πρωτοκόλλου της Ελληνο - Γιουγκοσλαβικής Υποεπιτροπής Αλιείας για την απαγόρευση της αλιείας στη Λίμνη Δοϊράνη (Δοϊράνη 5.4.1985). ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. 0544/2/ΑΣ 594/Μ.3466 της 14 Οκτ./13 Νοεμ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 189) Έγκριση Πρωτοκόλλου 26ης Τακτικής Συνόδου Μόνιμης Μικτής Ελληνο-Γιουγκοσλαβικής Μεθοριακής Επιτροπής (Θεσσαλονίκη, 14.6.1985). ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΘΝ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ της 22/24 Απρ. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 55) Έγκριση Πρωτοκόλλου της 13ης Συνόδου της Μικτής Ελληνο-Γιουγκοσλαβικής Διυπουργικής Επιτροπής οικονομικής, επιστημονικής και τεχνικής συνεργασίας-(Αθήνα, 5.4,1985). ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ της 26 Σεπτ./30 Οκτ. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 165) Έγκριση πρωτοκόλλου 27ης τακτικής συνόδου μόνιμης μικτής Ελληνο-Γιουγκοσλαβικής μεθοριακής επιτροπής (Σκόπια, 23.5.1986). 40.Ε.γ.5 Γαλλία, Γερμανία κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ της 10/25 Ιουν. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 107) Έγκριση Πρωτοκόλλου της 14ης Συνόδου της Μικτής Ελληνο-Γιουγκοσλαβικής Διυπουργικής Επιτροπής οικονομικής, επιστημονικής και τεχνικής συνεργασίας (Βελιγράδι, 17.3.1987). ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. ΕΝΥ Φ. 0544/3/ΑΣ 422/Μ.3673 της 21/22 Σεπτ. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 173) Έγκριση Πρωτοκόλλου 28ης τακτικής συνόδου μόνιμης μικτής ελληνο-γιουγκοσλαβικής μεθοριακής επιτροπής (Θεσσαλονίκη, 29.5.1987). ΑΠOΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ της 20/28 Σεπτ. 1988 (ΦΕΚ Α ΄ 213) «Έγκριση πρωτοκόλλου 29ης τακτικής συνόδου της μόνιμης ελληνογιουγκοσλαβικής μεθοριακής επιτροπής» Σκόπια, 27.5.1988. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Φ. 0544/4/ΑΣ 254/Μ.3747 της 16/21 Δεκ. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 288) Έγκριση Πρωτοκόλλου της 15ης Συνόδου της Μικτής Ελληνο-Γιουγκοσλαβικής Διυπουργικής Επιτροπής οικονομικής, επιστημονικής και τεχνικής συνεργασίας (Αθήνα, 19.5.1988 μετά του Πρακτικού της 11ης Συνόδου της Μικτής Ελληνογιουγκοσλαβικής Υποεπιτροπής βιομηχανικής συνεργασίας. Αθήνα, 16.5.1988. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Αριθ. Φ. 0544/2/ΑΣ 319/Μ.3852 της 11/15 Σεπτ. 1989 (ΦΕΚ Α΄ 201) Έγκριση Πρωτοκόλλου της 30ης Τακτικής Συνόδου της μόνιμης Ελλληνο-Γιουγκοσλαβικής μεθοριακής επιτροπής Θεσσαλονίκη, 25.5.1989 μετά του Παραρτήματος «Ι». ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. ΕΝΥ Φ. 0544/3/ΑΣ449/Μ.3949-4035 της 4/24 Σεπτ. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 139) Έγκριση Πρωτοκόλλων 31ης και 32ας Τακτικής Συνόδου της μόνιμης Ελληνο-Γιουγκοσλαβικής μεθοριακής επιτροπής που υπογράφηκαν στα Σκόπια, 31.5.1990 και Θεσσαλονίκη 24.5.1991 αντίστοιχα. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. Φ. 0544/5/ΑΣ 71/Μ.4547 της 10/23 Απρ. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 68) Έγκριση του Πρακτικού συνομιλιών και Αντιπροσωπειών της Ελληνικής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας σχετικά με τη χρήση της Ζώνης Ελευθέρου Εμπορίου του Λιμένα Θεσσαλονίκης, Πειραιάς, 21.12.1995. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Αριθ. 0544/3/ΑΣ 791/Μ. 4631 της 8/29 Νοεμ. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 264) Ανακοίνωση για τη σύναψη μεταξύ των Υπουργείων Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας Πρωτοκόλλου συνεργασίας. (Βελιγράδι, 17.10.1996). ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΜΕΣΩΝ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ Αριθ. Φ. 0544/4/ΑΣ 280/Μ.4684 της 5/23 Σεπτ. 1997 (ΦΕΚ Α΄187) Έγκριση του Προγράμματος συνεργασίας στον τομέα της εκπαίδευσης και του πολιτισμού μεταξύ της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας για τα έτη 1997, 1998 και 1999. (Αντί για τη σελ. 522,09(δ) Σελ. 522,09(ε) Τεύχος Σελ. Γαλλία, Γερμανία κ.λπ. 40.Ε.γ.5 ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2582 της 18/25 Φεβρ. 1998 (ΦΕΚ Α΄ 36) Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας για την αμοιβαία προώθηση και προστασία των επενδύσεων. Με την Φ.0544/16/ΑΣ 363/Μ.4656/9-18 Ιουν. 1998 (ΦΕΚ Α΄ 131) ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών η άνω συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 8 Μαΐου 1998. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Αριθ. Φ. 0544/2/ΑΣ 58/Μ.4788 της 4 Φεβρ./30 Μαρτ. 1998 (ΦΕΚ Α΄ 68) Διμερές συμβατικό πλαίσιο Ελλάδος - Γιουγκοσλαβίας. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜ. ΕΡΓΩΝ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ-ΠΡΟΝΟΙΑΣ Αριθ. Φ.0544/5/ΑΣ 609/Μ.4833 της 2/18 Φεβρ. 1999 (ΦΕΚ Α΄ 29) Έγκριση του Πρωτοκόλλου της Συνόδου της Μικτής Ελληνο-γιουγκοσλαβικής Επιτροπής επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας». Βελιγράδι 4.6.1998 ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Αριθ. 124672/Ε3/4672 της 29 Οκτ./24 Νοεμ. 1999 (ΦΕΚ Β΄ 2051) Απαγόρευση πώλησης και προμήθειας πετρελαίου και ορισμένων προϊόντων πετρελαίου σε ορισμένα τμήματα της ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Η άνω απόφαση, όπως τροποποιήθηκε με την με αριθ. 125505/Ε3/5505/9 Δεκ. 1999 (ΦΕΚ Β΄ 2051) ομοία, τροποποιήθηκε από την 121611/Ε3/1611/12 Ιουν.-11 Ιουλ. 2000 (ΦΕΚ Β΄ 843) ομοία, με την οποία καταργείται η άνω απόφ. 125505/Ε3/5505/1999. Τέλος ανακλήθηκε από την με αριθ. 125341/Ε3/5341/16-20 Οκτ. 2000 (ΦΕΚ Β΄1283) Απόφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας. Σελ. 522,10(ε) Τεύχος Σελ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ – ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Αριθ. Φ. 0544/4/ΑΣ 669/Μ. 5286 της 12/25 Φεβρ. 2002 (ΦΕΚ Α΄ 32) Έγκριση του Πρωτοκόλλου της Συνόδου της Μικτής Ελληνο-γιουγκοσλαβικής Επιτροπής επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας για την περίοδο 2001 - 2003. (Αθήνα, 12.6.2001). 40.Ε.γ.5 Γαλλία, Γερμανία κ.λπ. 6. Γουϊνέα ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1117 της 7/14 Ιαν. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 8) Περί κυρώσεως της εις Κόνακρυ την 26ην Οκτ. 1978 υπογραφείσης μεταξύ της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβερνήσεως της Δημοκρατίας της Γουϊνέας συμφωνίας οικονομικής, επιστημονικής, μορφωτικής και τεχνικής συνεργασίας. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1118 της 7/14 Ιαν. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 9) Περί κυρώσεως της εις Αθήνας την 14ην Φεβρ. 1979 υπογραφείσης μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Επαναστατικής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γουϊνέας, συμφωνίας συνεργασίας επί θεμάτων θαλασσίας αλιείας μετά του συνημμένου εις αυτήν παραρτήματος και της από 14.2.1979 επιστολής. (Μετά τη σελ. 522,07) Σελ. 522,21 Τεύχος Ε41-Σελ. 97 Γαλλία, Γερμανία κ.λπ. 40.Ε.γ.6 40.Ε.γ.6 Γαλλία, Γερμανία κ.λπ. | 214 |
87. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Φ.54Β/ 475 της 4/18 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 302) Αύξηση των συντάξεων, των συνταξιούχων του Κλάδου Φωτοειδησεογράφων και Εικονοληπτών Επικαίρων Τηλεόρασης του ΤΑΙΣΥΤ για το έτος 1995. | 65 |
23. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Αριθ. Δ. 63161 της 23 Δεκ. 1967/16 Ιαν. 1968 (ΦΕΚ Β΄ 27) Περί επιβολής εισφοράς εις την τιμήν του ύδατος δια την κατασκευήν των νέων έργων υδρεύσεως Πρωτευούσης. Με την Δ16γ/015/891/Γ/30 Νοεμ./4- Δεκ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 997) Κ.Υ.Α. ορίστηκε ότι: 1.Καταργείται η εισφορά στην τιμή του νερού για την εκτέλεση νέων έργων Υδρεύσεως Πρωτευούσης (Μόρνου) που επιβλήθηκε με την Δ63161/1967 απόφαση του Υπουργού Δημοσίων Έργων όπως αυτή τροποποιήθηκε με την 52956/1975 όμοια απόφαση. Σελ. 700(α) Τεύχος 1231-Σελ. 86 2.Η εν λόγω εισφορά ενσωματώνεται στην τιμή του νερού με παράλληλη μείωση της νέας τιμής που θα προκύψει για τα δύο πρώτα κλιμάκια του Γενικού Τιμολογίου (Οικιακή Κατανάλωση) και συγκεκριμένα: α.Για μηνιαία καταν. 0-5 Μ3 από 122 δρχ. Μ3 σε 117 δρχ./Μ3. β.Για Μηνιαία καταν. 5-20 Μ3 από 185 δρχ. Μ3 σε 178/Μ3. γ.Την καθιέρωση υποχρεωτικής κατανάλωσης 2Μ3 το μήνα. Το μέτρο της υποχρεωτικής κατανάλωσης αναστέλλεται για όσο χρόνο έχει γίνει διακοπή της υδροδότησης με αφαίρεση μετρητή αυτεπάγγελτα ή με αίτηση του πελάτη. 23.Ι.β.22α-23 Ύδρευση Λεκανοπεδίου Αθηνών | 177 |
15. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 7/30 Οκτ. 1952 Περί κατανομής των οργανικών θέσεων των Δημοσίων Ταμείων κατά κατηγορίας και βαθμούς. Βλ. ήδη άρθρ. 17-18 Β.Δ. 862/1960 (ανωτ. σελ. 38,11). | 79 |
18. ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ Αριθ.Ε.Κ.8660 της 28 Ιουλ.-23 Οκτ.1998 (ΦΕΚ Β΄1107) Διαδικασία έκδοσης αποθετηρίων εγγράφων σε περιπτώσεις ονομαστικοποίησης μετοχών. Αφού έλαβε υπόψη: 1. Τις διατάξεις της παρ.12 του άρθρ.33 και της παρ.14 του άρθρ.33α του Νόμ.1806/1988 (ΦΕΚ 207) «για την τροποποίηση της νομοθεσίας για τα χρηματιστήρια και άλλες διατάξεις», όπως αυτές τροποποιήθηκαν αντίστοιχα με τα άρθρ.66 του Νόμ.1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄), και 25 του Νόμ.2324/1995 (ΦΕΚ 146 Α΄). 2. Την παρ.2 του άρθρ.37 του Νόμ.1806/1988 (ΦΕΚ 207) «για την τροποποίηση της νομοθεσίας για τα χρηματιστήρια και άλλες διατάξεις», η οποία προσετέθη με το άθρ.23 του Νόμ.2324/1995 (ΦΕΚ 146 Α΄). 3.Το άρθρ.29Α του Νόμ.1558/85 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» το οποίο προστέθηκε με το άραθρ.27 του Νόμ.2081/92 (ΦΕΚ 52Α/10.9.1992). 4.Την υπ’ αριθ.7271 απόφαση της 106ης/13.5.1997/ θέμα 7ο συνεδρίασης του Δ.Σ. της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. 5.Το υπ’ αριθ.19770/8.7.1998 έγγραφο της Α.Ε. «ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ». 6.Το υπ’ αριθ.143 Πρακτικό συνεδριάσεως του Δ.Σ. της Α.Ε. «ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ»,αποφασίζει ομόφωνα: Στις περιπτώσεις που ανώνυμες εταιρείες εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, των οποίων οι μετοχές είναι ανώνυμες, αποφασίζουν τη μετατροπή των μετοχών τους σε ονομαστικές, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που οι εταιρείες αυτές μετά την ονομαστικοποίηση των μετοχών τους αποφασίζουν την έκδοση νέων ονομαστικών μετοχών και προκειμένου να εκδίδονται στις πιο πάνω περιπτώσεις από το «Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών Α.Ε.» (στο εξής ΚΑΑ), ονομαστικά αποθετήρια έγγραφα, θα εφαρμόζονται τα εξής: 1.Η εταιρεία θα προσκομίζει στο ΚΑΑ ένα συγκεντρωτικό τίτλο με το σύνολο των ονομαστικών μετοχών και αναλυτική κατάσταση με τα πλήρη στοιχεία των δικαιούχων των μετοχών αυτών, καθώς και τον αριθμό των μετοχών που δικαιούται έκαστος εξ αυτών και την αρίθμησή τους. Σελ. 58,026 Τεύχος 1411 Σελ. 94 2.Στην περίπτωση που η εταιρεία δεν γνωρίζει όλους τους μετόχους θα καταθέτει στο ΚΑΑ υπεύθυνη δήλωση του Νόμ.1599/86 με την οποία θα δηλώνει την αδυναμία της αυτή και θα αναλαμβάνει την υποχρέωση να γνωστοποιεί στο ΚΑΑ, αμέσως μόλις περιέρχονται εις γνώσιν της τα πλήρη στοιχεία των μετόχων αυτών που οι μετοχές τους συμπεριλαμβάνονται στον πιο πάνω συγκεντρωτικό τίτλο οπότε και θα εκδίδονται αντίστοιχα αποθετήρια. Για τους μη γνωστοποιηθέντες μετόχους το ΚΑΑ δεν θα εκδίδει αποθετήρια έγγραφα. Η διαδικασία εφαρμογής της παρούσης αποφάσεως καθορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του ΚΑΑ. 12.Α.δ.18 Μετατροπή μετοχών σε ονομαστικές | 211 |
21. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. Φ. Γ9α 29643 της 2/27 Δεκ. 1968 (ΦΕΚ Β΄ 730) Περί κατατάξεως νέας ουσίας εις τα ναρκωτικά. | 289 |
1. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 6/8 Ιουν. 1936 Περί κυρώσεως του υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Συντάξεων Νομικών συνταχθέντος οργανισμού αυτού. Καταργήθηκε, ως και το Β.Δ./5-25 Φεβρ. 1946 που το είχε τροποποιήσει, από το άρθρ. 11 Π.Δ. 415/2430 Αυγ. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 194), κατωτ. αριθμ. 10. | 319 |
8. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 831 της 18/21 Οκτ. 1966 (ΦΕΚ Α΄ 217) Περί τροποποιήσεως του από 16/17 Οκτ. 1958 Β.Δ/τος «περί συστάσεως Ειδικής Υπηρεσίας προς άσκησιν του Κρατικού Ελέγχου επί της εκμεταλλεύσεως και λειτουργίας του Κρατικού Διϋλιστηρίου Πετρελαίου», ως τούτο ετροποποιήθη δια του υπ’ αριθ. 428 από 29 Μαΐου 1965 Β.Δ/τος. Έχοντες υπ’ όψιν: 1.Τας διατάξεις: α)Του άρθρ. 5 του υπ’ αριθ. 3834 του 1958 Ν.Δ/τος «περί κυρώσεως Συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Εταιρείας Μεταφορών, Εμπορίας και Διϋλίσεως Πετρελαίου Ε.Π.Ε. κλπ. δια την εκμίσθωσιν, προς εκμετάλλευσιν και λειτουργίαν του Κρατικού Διϋλιστηρίου Πετρελαίου κλπ.». β)Του άρθρ. 11 του υπ’ αριθ. 4352 του 1964 Ν.Δ/τος «περί διατάξεων αφορωσών τους δημοσίους υπαλλήλους κλπ.». γ)Του άρθρ. 8 του υπ’ αριθ. 4355 Ν.Δ/τος «περί αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Συντονισμού» και δ)Του άρθρ. 12 του υπ’ αριθ. 1671/1951 Νόμου «περί Υπουργικού Συμβουλίου κλπ.». 2.Την υπ’ αριθ. 777/1966 γνωμοδότησιν του Ανωτάτου Συμβουλίου Δημοσίων Υπηρεσιών, και 3.Την υπ’ αριθ. 885/1966 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων επί του Συντονισμού, Οικονομικών και Βιομηχανίας Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-1.Το υπό της παρ. 1 του άρθρ. 4 του από 16/17 Οκτ. 1958 Β.Δ/τος «περί συστάσεως Ειδικής Υπηρεσίας προς άσκησιν του Κρατικού Ελέγχου επί της εκμεταλλεύσεως και λειτουργίας του Κρατικού Διϋλιστηρίου Πετρελαίου (ΦΕΚ 169 Τεύχ. Α΄), προβλεπόμενον Συμβούλιον, ως διετηρήθη τούτο, δια του υπ’ αριθ. 428 από 29 Μαΐου 1965 Β.Δ/τος (ΦΕΚ 96 Τεύχ. Α΄) αποτελούν το ανώτατον Σελ. 244,954 Τεύχος 456-Σελ. 94 όργανον της «Υπηρεσίας» συγκροτείται εκ των κάτωθι τακτικών μελών οριζομένων δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Βιομηχανίας. α)Εκ του Γενικού Διευθυντού της Ι Γενικής Διευθύνσεως του Υπουργείου Συντονισμού. β)Εξ ενός υπαλλήλου επί βαθμώ 1ω του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. γ)Εξ ενός υπαλλήλου επί βαθμώ 1ω του Υπουργείου Βιομηχανίας. δ)Εκ του Γενικού Διευθυντού της Γενικής Διευθύνσεως Εμπορίου του Υπουργείου Εμπορίου. ε)Εξ ενός Νομικού Συμβούλου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. ς)Εξ ενός Καθηγητού του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου. ζ)Εξ ενός προσώπου επιστήμονος, δημοσίου υπαλλήλου ή ιδιώτου, δυναμένου να συμβάλη εις την επιτυχίαν του έργου του Συμβουλίου δια του κύρους του, των γνώσεών του και της διοικητικής του πείρας και ικανότητος. «η.Εξ ενός Ανωτάτου Αξιωματικού του Γ.ΕΘ.Α. υποδεικνυομένου μετά του αναπληρωτού αυτού υπό του Υπουργού Εθνικής Αμύνης». Η περίπτ. η΄ προσετέθη δια του Β.Δ. 80 της 8/15 Φεβρ. 1967 (ΦΕΚ Α΄ 18). 2.Δι’ ομοίας αποφάσεως ορίζονται οι αναπληρωταί των ως άνω τακτικών μελών, οίτινες προκειμένου περί των εκ δημοσίων υπαλλήλων υπό στοιχ. α έως και δ μελών θα προέρχωνται εκ των αυτών Υπουργείων και επί βαθμώ τουλάχιστον 2ω προκειμένου δε περί των λοιπών μελών θα είναι ομοιόβαθμοι της αυτής κατηγορίας. «Προκειμένου περί του εκ των τακτικών μελών Νομικού Συμβούλου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δύναται να ορισθή ως αναπληρωτής αυτού και Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους». Η εντός « » φράσις προσετέθη δια του Β.Δ. 80 της 8/15 Φεβρ. 1967 (ΦΕΚ Α΄ 18). 3.Του Συμβουλίου προεδρεύει ο Γενικός Διευθυντής της Ι Γενικής Διευθύνσεως του Υπουργείου Συντονισμού, δια δε της συγκροτούσης το Συμβούλιον κοινής Υπουργικής αποφάσεως ορίζεται και ο αναπληρωτής αυτού εκ των τακτικών μελών του Συμβουλίου. 4.Χρέη Γραμματέως του Συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος εκ των υπηρετούντων παρά τη «Υπηρεσία» οριζόμενος μετά του αναπληρωτού του δι’ αποφάσεως του Συμβουλίου. 13.Ε.ι.7-8 Διυλιστήρια Πετρελαίου Άρθρ.2.-1.Ο Γενικός Διευθυντής της Υπηρεσίας, οριζόμενος δια Β.Δ/τος, συμφώνως προς τας διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 8 του υπ’ αριθ. 4355/1964 Ν.Δ/τος, προΐσταται κατά γενικήν αρμοδιότητα, μετά τους αρμοδίους Υπουργούς, της «Υπηρεσίας» και επικουρεί τους ανωτέρω Υπουργούς, εις την εν γένει διοίκησιν της «Υπηρεσίας». Ο Γενικός Διευθυντής διεξάγει άπασαν την σχετικήν αλληλογραφίαν της «Υπηρεσίας» και υπογράφει άπαντα τα έγγραφα, δι’ ων παρέχονται ή αιτούνται πληροφορίαι και οδηγίαι αναφερόμεναι εις θέματα της αρμοδιότητος της «Υπηρεσίας», απευθυνόμενα προς Δημοσίας Υπηρεσίας, Νομικά Πρόσωπα ή ιδιώτας ως και παν έτερον μη αποφασιστικού ή κανονιστικού περιεχομένου έγγραφον ως επίσης και τα λοιπά έγγραφα της αρμοδιότητος της «Υπηρεσίας», αφορώντα αντικείμενα, εφ’ ων παρεσχέθη προηγουμένη έγκρισις των αρμοδίων Υπουργών, δια της υπογραφής παρ’ αυτών κοινών ή καθέκαστα Υπουργικών αποφάσεων και εγγράφων. 2.Δι’ αποφάσεων των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Βιομηχανίας, δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται ο Αναπληρωτής του Γενικού Διευθυντού εκ των παρά τη «Υπηρεσία» υπηρετούντων μονίμων Δημοσίων υπαλλήλων επί βαθμώ 2ω όστις και θα αναπληροί τούτον, απόντα ή κωλυόμενον εις απάσας αυτού τας αρμοδιότητας. 3.Εις τον επί του Συντονισμού Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. 9. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Αριθ. 7191 της 21/27 Οκτ. 1966 (ΦΕΚ Β΄ 633) Περί αναθέσεως εις την Υπηρεσίαν Ελέγχου Κρατικού Διϋλιστηρίου και άλλων υπηρεσιακών αντικειμένων. Έχοντες υπ’ όψιν: 1.Τας διατάξεις του Ν.Δ. 3834/1958 «περί κυρώσεως Συμβάσεως δια την εκμίσθωσιν προς εκμετάλλευσιν του Κρατικού Διϋλιστηρίου». 2.Τας διατάξεις του υπ’ αριθ. 4355/1964 Ν.Δ/τος «περί αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Συντονισμού» και του Νόμ. 1671/1951 «περί Υπουργικού Συμβουλίου κλπ.». 3.Τας διατάξεις του από 16/17 Οκτ. 1958 Β.Δ/τος «περί συστάσεως ειδικής Υπηρεσίας δια την ενάσκησιν του Κρατικού Ελέγχου επί της λειτουργίας και εκμεταλλεύσεως του Κρατικού Διϋλιστηρίου» ΦΕΚ 169/58 τεύχ. Α΄, ως αύται ετροποποιήθησαν δια των υπ’ αριθ. 428/1965 ΦΕΚ 96/1965 τεύχ. Α΄ και υπ’ αριθ. 831/1966 ΦΕΚ 217/1966 τεύχ. Α΄ Β.Δ/των. 4.Τας διατάξεις του υπ’ αριθ. 822 από 23 Νοεμ. 1962 Β.Δ/τος «περί εγκρίσεως εισαγωγής Κεφαλαίων εκ του εξωτερικού δυνάμει του υπ’ αριθ. 2687/53 Ν.Δ/τος παρά του THOMAS A. PAPPAS». 5.Τας διατάξεις της από 21 Νοεμ. 1962 Συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του T. PAPPAS, ως αύτη ανεθεωρήθη δια της από 2 Οκτ. 1964 νεωτέρας συμβάσεως. 6.Τας υπ’ αριθ. 6782 από 24 Σεπτ. 1965, 50 από 5 Ιαν. 1966 και 2308 από 15 Απρ. 1966 ημετέρας αποφάσεις τας αναφερομένας εις την ενάσκησιν του Κρατικού Ελέγχου επί της λειτουργίας του Διϋλιστηρίου ESSO-PAPPAS εν Θεσσαλονίκη. 7.Τας υπ’ αριθ. 112 από 19 Φεβρ. 1965, 3383 από 27 Μαΐου 1965, 4316 από 12 Ιουν. 1965, 1801 από 19 Μαρτ. 1966, 5070 από 23 Ιουν. 1966 και 6502 από 21 Σεπτ. 1966 ημετέρας αποφάσεις τας αναφερομένας εις το θέμα εκσυγχρονισμού του Κρατικού Διϋλιστηρίου, και 8.Την υφισταμένην ανάγκην καθιερώσεως πλήρους συντονισμού και ενιαίου χειρισμού απάντων των θεμάτων των αναφερομένων εις την κατασκευήν, εκσυγχρονισμόν, λειτουργίαν και εκμετάλλευσιν διϋλιστηρίων πετρελαίων εν τη χώρα, ως και εις την προμήθειαν και μεταφοράν αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών προϊόντων, την διΰλισιν του αργού πετρελαίου και την διακίνησιν και εμπορίαν των πετρελαιοειδών, εν όψει του δεδομένου, ότι τα θέματα ταύτα είναι αναποσπάστως συνδεδεμένα και πρέπει να εξετάζωνται εν συσχετισμώ προς εξασφάλισιν των καλυτέρων οικονομικών ωφελημάτων προς το Δημόσιον και την Εθνικήν Οικονομίαν εν γένει, αποφασίζομεν: Ι.Εις την δια του από 16/17 Οκτ. 1958 Β.Δ/τος ΦΕΚ 169/1958 τεύχ. Α΄ συσταθείσαν ανεξάρτητον Ειδικήν Δημοσίαν Υπηρεσίαν Ελέγχου Κρατικού Διϋλιστηρίου, πέραν των αρμοδιοτήτων αυτής δια την ενάσκησιν παντός αναγκαίου ελέγχου επί της εκμεταλλεύσεως και λειτουργίας του Κρατικού Διϋλιστηρίου, ως αύται ειδικώτερον καθορίζονται εις το άρθρ. 2 του από 16/17 Οκτ. 1958 Β.Δ/τος, αναθέτομεν και τον υπεύθυνον χειρισμόν των κάτωθι υπηρεσιακών αντικειμένων, ήτοι: α)Την ενάσκησιν παντός αναγκαίου ελέγχου δια όρους των μεταξύ αυτού και του Ελληνικού Δημοσίου υπογραφεισών Συμβάσεων, καθ’ όσον αφορά την εξασφάλισιν των εκ της λειτουργίας του Διϋλιστηρίου Θεσσαλονίκης προβλεπομένων δικαιωμάτων του Δημοσίου και των ωφελημάτων της Εθνικής Οικονομίας εν γένει. β)Τον χειρισμόν του θέματος εκσυγχρονισμού και επεκτάσεως του Κρατικού Διϋλιστηρίου Ασπροπύργου ως και λειτουργίας και εκμεταλλεύσεως τούτου μετά την λήξιν της από 8 Αυγ. 1958 σχετικής συμβάσεως της κυρωθείσης δια του Ν.Δ. 3834/1958.την πιστήν συμμόρφωσιν του Τ. PAPPAS προς τους (Μετά την σελ. 244,954) Σελ. 244,955 Τεύχος 456-Σελ. 95 Διυλιστήρια Πετρελαίου 13.Ε.ι.9 γ)Τον χειρισμόν εν συνεργασία μετά των λοιπών αρμοδίων Κρατικών Υπηρεσιών παντός εν γένει θέματος αναφερομένου αμέσως ή εμμέσως εις την προμήθειαν και μεταφοράν εκ του εξωτερικού αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών προϊόντων δια λογαριασμόν του Δημοσίου, την διΰλισιν του αργού πετρελαίου και την διακίνησιν και εμπορίαν των πετρελαιοειδών προϊόντων. ΙΙ.Καθορίζομεν δια της παρούσης, ότι ο εκ μέρους της εν λόγω Υπηρεσίας Ελέγχου Κρατικού Διϋλιστηρίου χειρισμός των κατά τ’ ανωτέρω υπηρεσιακών αντικειμένων αναφέρεται αποκλειστικώς και μόνον εις την έγκαιρον υπεύθυνον εισήγησιν ημίν επί των εν λόγω θεμάτων δια την εκ μέρους ημών λήψιν των σχετικών αποφάσεων. Προς τούτο η Υπηρεσία θα προέρχεται α)εις την διεξαγωγήν απάσης της σχετικής αλληλογραφίας μετά των Δημοσίων Υπηρεσιών, Νομικών Προσώπων και ιδιωτών, δι’ ης θα παρέχωνται ή αιτούνται πληροφορίαι και οδηγίαι αναφερόμεναι εις τα κατά τα ανωτέρω υπηρεσιακά αντικείμενα, β)εις την διενέργειαν παντός αναγκαίου ελέγχου συμφώνως προς τα κατά περίπτωσιν υπό του Συμβουλίου της Υπηρεσίας ειδικώτερον εκάστοτε καθοριζόμενα καθ’ όσον αφορά τον τρόπον ενασκήσεως, εποπτείας, παρακολουθήσεως, επιβλέψεως και κατευθύνσεως των εν λόγω ελέγχων, γ)εις την παρακολούθησιν της ακριβούς και εγκαίρου εκπληρώσεως των εν γένει συμβατικών υποχρεώσεων των αναφερομένων εις τα κατά τ’ ανωτέρω υπηρεσιακά αντικείμενα και δ)εις την μελέτην των συγκεντρουμένων στοιχείων, πληροφοριών, προτάσεων κατά τα δι’ αποφάσεων του Συμβουλίου της Υπηρεσίας εκάστοτε καθοριζόμενα. ΙΙΙ.Καθορίζομεν, ότι η υπεύθυνος εισήγησις ημίν επί των κατά τ’ ανωτέρω υπηρεσιακών αντικειμένων εκ μέρους του Γενικού Διευθυντού της Υπηρεσίας Ελέγχου Κρατικού Διϋλιστηρίου, θα γίνεται μετά προηγουμένην γνωμοδότησιν επί των κατ’ ιδίαν θεμάτων εκ μέρους του Συμβουλίου της εν λόγω Υπηρεσίας, το οποίον και θα επιλαμβάνεται τούτων είτε οίκοθεν, είτε κατόπιν εισηγήσεως του Γενικού Διευθυντού της Υπηρεσίας. ΙV.Καθορίζομεν, ότι το Συμβούλιον της Υπηρεσίας Ελέγχου Κρατικού Διϋλιστηρίου, θέλει προέλθει επίσης αφ’ ενός μεν εις το άνοιγμα των υποβληθέντων φακέλλων των περιεχόντων τας απαντήσεις επί του αποσταλέντος αυτοίς ερωτηματολογίου των τεχνικών Οίκων, δια την χορήγησιν συμπληρωματικών στοιχείων προς διευκρίνισιν των ελλείψεων, των υποβληθεισών Σελ. 244,956 Τεύχος 456-Σελ. 96 προτάσεων επί του θέματος του εκσυγχρονισμού και αφ’ ετέρου εις την μελέτην αυτών κατά τα δι’ αποφάσεων του εν λόγω Συμβουλίου ειδικώτερον καθορισθησόμενα ως και την κατάρτισιν εισηγητικής προς ημάς εκθέσεως, ως προς την συμφεροτέραν μέθοδον εκσυγχρονισμού του Κρατικού Διϋλιστηρίου και προκριτέου τεχνικού Οίκου, δια την ανάθεσιν εις τούτον της πλήρους μελέτης και παροχής παρά τούτου Υπηρεσιών δια την εκτέλεσιν του έργου. V.Καθορίζομεν, ότι άπασαι αι υπουργικαί αποφάσεις, αι εκδιδόμεναι μερίμνη της Υπηρεσίας Ελέγχου Κρατικού Διϋλιστηρίου θα είναι εφεξής ημέτεραι κοιναί υπουργικαί αποφάσεις, υπογραφόμεναι παρ’ ημών. | 23 |
3. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Φ.711/Β7/146 της 14 Μαρτ.-11 Απρ.1996 (ΦΕΚ Β΄241) (Διόρθ.Σφαλμ στο ΦΕΚ Β΄533 της 30 Ιουν.1997) ΄Εγκριση Διαπανεπιστημιακού ΠΜΣ του Τμήματος Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης, στην « Λογική και Θεωρία Αλγορίθμων και Υπολογισμών» του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το άνω πρόγραμμα Μετ/κων Σπουδών.αντικαταστάθηκε από το ακαδημαϊκό έτος 1997-98 από την Β7/38/20 Ιαν.-8 Φεβρ.1999 (ΦΕΚ Β΄73) απόφ.Υπ.Εθν.Παιδ.και Θρησκ. | 161 |
3. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 96 της 7/11 Αυγ. 1967 (ΦΕΚ Α' 140) Περί καθορισμού τρόπου δωρεάν διαθέσεως βιβλίων εις τους φοιτητάς και σπουδαστάς ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κατά το ακαδημαϊκόν έτος 1967-68. Κατηργήθη δια του άρθρ. 5 του κατωτ. Ν.Δ. 95/1969. Εις εκτέλεσιν του Α.Ν. 96/1967 είχεν εκδοθή η υπ' αριθ. 117275 της 22/28 Αυγ. 1967 απόφασις Υπ. Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ Β' 533, Διόρθ. Ημαρτ. ΦΕΚ Β' 582 της 20 Σεπτ. 1967) περί τρόπου δωρεάν διαθέσεως βιβλίων κλπ. εις φοιτητάς Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. | 218 |
136. ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΡΥΤΑΝΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ Αριθ. 2987 της 5/19 Ιουλ.2000 (ΦΕΚ Β΄899) Μεταφορά κενών οργανικών θέσεων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών. | 368 |
74. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 622 της 15/20 Ιουν. 1977 (ΦΕΚ Α' 171) Περί εισπράξεως υπό του Δημοσίου Ταμείου των δια την έκδοσιν οικοδομικών αδειών καταβαλλομένων φόρων, τελών, εισφορών και κρατήσεων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων. Άρθρ.1.-«1.Οι καταβαλλόμενοι για την έκδοση των οικοδομικών αδειών πάσης φύσεως φόροι, τέλη, εισφορές και κρατήσεις υπέρ του δημοσίου ή οιουδήποτε τρίτου, πλην της αμοιβής μελέτης μηχανικών και των εισφορών υπέρ του ΙΚΑ, του ειδικού λογαριασμού δώρων εργατοτεχνιτών οικοδόμων και του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Εργατοτεχνιτών Δομικών και Ξυλουργικών Εργασιών, εισπράττονται από το δημόσιο και αποδίδονται στους δικαιούχους. Ο τρόπος είσπραξης και απόδοσης, όπως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Δημοσίων Έργων». Η παρ. 1 τροποποιήθηκε ως άνω από την παρ. 3 άρθρ. 20 Νόμ. 1469/1984 (ΦΕΚ Α' 111), (τόμ. 15ΒΙ, σελ. 70,851). 2.Δι' εκάστην οικοδομικήν άδειαν καταβάλλεται υπό του ιδιοκτήτου παράβολον υπέρ του Δημοσίου συγκείμενον εκ ποσοστού 0,5% επί του συνολικού ποσού των πάσης φύσεως κρατήσεων, τελών και εισφορών πλην των υπέρ του Δημοσίου τοιούτων, μη δυνάμενον εις πάσαν περίπτωσιν να υπερβή τας 1.000 δραχμάς. Άρθρ.2.-1.Η υπό της παρ. 3 του άρθρ. 2 του ΚΗ/1947 Ψηφίσματος «περί παροχής διευκολύνσεων δια την υπό των ιδιωτών ανοικοδόμησιν» προβλεπομένη κράτησις, καταβληθείσα δια την έκδοσιν οικοδομικής αδείας ισχύει μέχρι πέρατος των οικοδομικών εργασιών δι' ας αύτη κατεβλήθη ανεξαρτήτως των τυχόν δι' οιονδήποτε λόγον, αναθεωρήσεων της αδείας. Εάν κατά την αναθεώ(Αντί για τη σελ. 294,383(α) Σελ. 294,383(β) Τεύχος Ζ63-Σελ. 69 Σχέδια Πόλεων 23.Δ.α.73-74 ρησιν της οικοδομικής αδείας προκύψη αύξησις της προϋπολογιζόμενης αξίας των οικοδομικών εργασιών καταβάλλεται συμπληρωματική κράτησις εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 3879/1958 «περί συμπληρώσεως των «περί σχεδίων των πόλεων διατάξεων κλπ.». 2. Η διάταξις της προηγουμένης παραγράφου ισχύει και δια τας μέχρι της ισχύος του παρόντος αναθεωρήσεις οικοδομικών αδειών, τυχόν όμως καταβληθείσαι μέχρι σήμερον τοιαύται κρατήσεις δι' αναθέωρησιν αδείας δεν επιστρέφονται. Άρθρ.3.-Η κατά την περιπτ. γ' της παρ. 3 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 3879/1958 «περί συμπληρώσεως των περί σχεδίων πόλεων διατάξεων κλπ.» κράτησις του ΚΗ'/1947 Ψηφίσματος η είσπραξις της οποίας παρετάθη μέχρι 31 Δεκ. 1979 δια του Νόμ. 478/1976 «περί παρατάσεως της ισχύος της διατάξεως της παρ. 3 του άρθρ. 2 του ΚΗ'/1947 Ψηφίσματος» επιβάλλεται εφεξής και επί οικοδομών ανεγειρομένων εις λοιπάς πόλεις, χωρία, οικισμούς ή λοιπάς περιοχάς της Χώρας εκτός ή εντός οικισμών, απαλλασσομένων μόνον των αδειών, αι οποίαι αφορούν εις την ανέγερσιν οικοδομών αι οποίαι:α)προορίζονται δια μόνιμον κατοικίαν των εγκατεστημένων μονίμως εις περιοχάς πληθυσμού κάτω των 5.000 κατοίκων ή δια βοηθητικούς μέχρι 1.000μ 3 αγροτικούς χώρους ή δι' αποθήκας γεωργικών συνεταιρισμών ή β)ανεγείρονται εις σεισμοπλήκτους ή εν γένει θεομηνιοπλήκτους περιοχάς βάσει ειδικών στεγαστικών προγραμμάτων. Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής του παρόντος ρυθμίζονται δι' αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίων Έργων. Άρθρ.4.-1.(Αντικαθίσταται η παρ. 6 του άρθρ. 79 του υπ' αριθ. 8/1973 Ν.Δ/τος «περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού»). 2.Ο καθορισμός εντός η εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, των χώρων των προοριζομένων δια την ανέγερσιν σχολικών κτιρίων Δημοσίας Εκπαιδεύσεως πάσης βαθμίδος, πλην ανωτάτης, γίνεται δι' αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίων Έργων μετά γνώμην του Συμβουλίου Δημ. Έργων, κατ’ εξαίρεσιν των κειμένων σχετικών πολεοδομικών διατάξεων. Άρθρ.5.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 294,384(β) Τεύχος Ζ63-Σελ. 70 | 8 |
8. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 4/7 Οκτ. 1929 Περί συστάσεως Συμβουλίου Αστικού Κτηματολογίου. Άρθρ.1.-Το Συμβούλιον Αστικού Κτηματολογίου ορίζεται δεκαμελές, απαρτίζεται δε εκ του Διευθυντού των Δημοσίων Έργων, του Προϊσταμένου της Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Συγκοινωνίας, του παρά τω αυτώ Υπουργείω τμηματάρχου Σχεδίων Πόλεων, του Καθηγητού της Ανωτέρας Γεωδαισίας εν τω Εθνικώ Μετσοβίω Πολυτεχνείω, του Προέδρου του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος, ενός των εν Αθήναις Εφετών, οριζομένου υπό του Προέδρου του αυτού Εφετείου, του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, του Γενικού Διευθυντού του Δημοσίου Λογιστικού, του παρά τω Υπουργείω Δικαιοσύνης Διευθυντού Διοικήσεως Δικαιοσύνης και του παρά τω Υπουργείω Εσωτερικών Διευθυντού της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως. Τα μέλη του κατά τα ανωτέρω Σ.Α.Κ. απουσιάζοντα ή κωλυόμενα να προσέλθωσιν εις συνεδρίαν, αναπληρούνται υπό των νομίμων αυτών αναπληρωτών, οίοι ορίζονται υπό των κειμένων εν εκάστη περιπτώσει διατάξεων. Εάν ο εν τω Εθνικώ Μετσοβίω Πολυτεχνείω καθηγητής της Ανωτάτης Γεωδαισίας είναι συγχρόνως και προϊστάμενος της Τοπογραφικής Υπηρεσίας, καλείται τότε εις την συνεδρίαν του Σ.Α.Κ. ο παρά τη Τοπογραφική Υπηρεσία Επιθεωρητής ή, τούτου οπωσδήποτε κωλυομένου, ο νόμιμος αυτού αναπληρωτής. Τον γραμματέα του Σ.Α.Κ. αναπληροί ο προϊστάμενος του γραφείου τηρήσεως Κτηματολογίου Αθηνών. Άρθρ.2.-Ο Πρόεδρος του κατά το προηγούμενον άρθρον Σ.Α.Κ. εκλέγεται δια μυστικής ψηφοφορίας απάντων των μελών του. Τούτον, απόντα ή κωλυόμενον να διευθύνη τας συνεδρίας του Συμβουλίου, αναπληροί ο Διευθυντής των Δημοσίων Έργων, ο οποίος εν πάση περιπτώσει προεδρεύει του Σ.Α.Κ. οσάκις τούτο συνεδριάζει δια των τεχνικών του μόνον μελών, προκειμένου περί ζητήματος τεχνικής φύσεως. Άρθρ.3.-Το Συμβούλιον συγκαλείται υπό του Προέδρου αυτού, όστις ορίζει και τον τόπον της συνεδρίας εις τας υπό του νόμου οριζομένας περιπτώσεις, και ευρίσκεται εν απαρτία παρόντων των 3/5 του αριθμού των μνειών αυτού πλέον ενός. Εν περιπτώσει ματαιώσεως συνεδρίας τινάς ελλείψει της κατά το προηγούμενον εδάφιον απαρτίας, ο Πρόεδρος του Σ.Α.Κ. συγκαλεί εκ νέου τα μέλη τούτου εις συνεδρίαν, οπότε η παρουσία του ημίσεος αριθμού των μελών αρκεί δια την ύπαρξιν απαρτίας. Αι αποφάσεις του Σ.Α.Κ. λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων μελών. Εν ισοψηφία υπερισχύει η γνώμη υπέρ ής η ψήφος του Προέδρου. Κατά τας συνεδριάσεις των τεχνικών μελών του Σ.Α.Κ. θεωρείται υφισταμένη απαρτία, εάν τα παρόντα μέλη είναι πλείονα των απόντων, οπότε η απόφασις λαμβάνεται δια της πλειοψηφίας των παρόντων μελών. Των κατά τα ανωτέρω συνεδριών, και των κατ’ αυτάς λαμβανομένων αποφάσεων, τηρούνται εν ιδίω βιβλίω πρακτικά υπογραφόμενα υπό των παρόντων εκάστοτε μελών του Σ.Α.Κ. Τα πρακτικά ταύτα συντάσσονται επιμελεία του Προέδρου του Σ.Α.Κ. υπό του γραμματέως τούτου, παρισταμένου κατά τας συνεδρίας του Συμβουλίου. Άρθρ.4.-Το Συμβούλιον αλληλογραφεί μετά πάσης αρχής δια του Προέδρου αυτού, έχει δε ιδίαν σφραγίδα φέρουσαν περί τον εθνικόν θυρεόν το περίγραμμα «Συμβούλιον Αστικού Κτηματολογίου». Τα βιβλία αλληλογραφίας του Σ.Α.Κ. τηρεί ο κατά το άρθρ. 1 γραμματεύς τούτου. | 209 |
2. ΝΟΜΟΣ 2590 της 5 /7 Μαΐου 1921 Περί εξελέγξεως του κύρους της γενομένης ψηφοφορίας των εν εκστρατεία αξιωματικών κλπ. 3. ΨΗΦΙΣΜΑ Ε' της 5 /10 Ιουλ. 1946 Περί κυρώσεως του Ειδικού Δικαστηρίου προς εξέλεγξιν και εκδίκασιν των γενομένων την 31ην Μαρτ. 1946 Βουλευτικών εκλογών. | 166 |
20. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄ αριθ.1225 της 1/16 Απρ.1942 Περί ρυθμίσεως ζητημάτων της αρμοδιότητος του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας. Κατηργήθη δια της υπ΄ αριθ.296/1946 πράξεως Υπουργικού Συμβουλίου κυρωθέν δι΄ όσον χρόνον ίσχυσε. | 114 |
238.ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ-ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ` ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Αριθ. οικ.9881 της 7 Ιουλ./9 Ιουλ. 2003 (ΦΕΚ Β΄950). Ανάθεση καθηκόντων ελεγκτή των παροχών περίθαλψης στους ασφαλισμένους του Δημοσίου, σε ελεγκτές ιατρούς του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. | 357 |
4. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ.100287 της 31 Δεκ. 1969/3 Φεβρ. 1970 (ΦΕΚ Β΄ 78) Περί της διαδικασίας και του τρόπου εξετάσεων υποψηφίων μηχανοτεχνιτών και ηλεκτροτεχνιτών. (Κατηργήθη δια της υπ’ αριθ. ΣΤ/8862/74 αποφάσεως, κατωτ. αριθ. 11). | 301 |
12. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΚΟΙΝ. ΠΡΟΝΟΙΑΣ, ΠΑΡΑ ΤΗ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ Άριθ. 36/30/30 ΛΕ΄ της 5/24 Οκτ. 1956 (ΦΕΚ Β΄ 218) Περί των διατυπώσεων δι’ εγκατάστασιν και λειτουργίαν περιοδευόντων Κινηματογράφων. Έχοντες υπ’ όψει τας διατάξεις του άρθρ. 157 του από 15/17.5.1956 Β.Δ/τος «περί κανονισμού Θεάτρων-Κινηματογράφων κλπ.» εκδοθέντος εις εκτέλεσιν του άρθρ. 3 παρ. 6 του Α.Ν. 445/37 «περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως των περί Κινηματογράφων διατάξεων», καθορίζομεν ως κάτωθι τα της εγκαταστάσεως και λειτουργίας περιοδευόντων φορητών Κινηματογράφων, μη προβλεφθείσης ειδικώς της περιτώσεως ταύτης διά των άρθρ. 1, 2, 3 του ανωτέρω Α. Νόμου. Άδεια εγκαταστάσεως και λειτουργίας φορητού Κινηματογράφου χορηγείται παρά της οικείας Διοικήσεως Χωρ/κής δια την περιφέρειάν της, κατόπιν συμφώνου γνώμης διατυπουμένης εγγράφως παρ’ ηλεκτρολόγου Μηχανικού κεκτημένου διπλώματος Ανωτάτης Σχολής ή ελλείψει τοιούτου παρά Μηχανικού Κινηματογράφου πείρας, κεκτημένου πτυχίον επιβλέψεως και συντηρήσεως Κινηματογραφικών μηχανών, περί της καταστάσεως και ασφαλείας των μηχανημάτων προβολής και των ταινιών. Τα μηχανήματα προβολής επιθεωρώνται κατ’ έτος, μερίμνη του επιχειρηματίου, υπό του εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερομένου Μηχανικού, βεβαίωσις δε περί της καταστάσεως αυτών υποβάλλεται μετά της αιτήσεως ανανεώσεως της αδείας εις την οικείαν Διοίκησιν Χωροφυλακής. Εν τη αδεία, δέον να αναγράφηται το ονοματεπώνυμον του υπέρ ου αύτη εκδίδεται, η διάρκεια της ισχύος της, ήτις δεν πρέπει να υπερβαίνη το έτος και τα ληπτέα μέτρα ασφαλείας. Δια την ισχύν της εν λόγω αδείας εις λοιπάς περιφερείας απαιτείται και έγκρισις των αρμοδίων Διοικήσεων Χωροφυλακής. Αι χρησιμοποιούμεναι μηχαναί προβολής δέον να ώσιν απολύτου ασφαλείας και ακίνδυνοι, ο δε φωτισμός αυτών να προέρχηται από λαμπτήρας δι’ απλής συνδέσεως δια πρίζας και ουχί υπό βολταϊκού τόξου. Εις περίπτωσιν όμως καθ’ ην η μηχανή προβολής φωτίζεται υπό βολταϊκού τόξου, τότε ο χειρισμός αυτής δέον να γίνηται απαραιτήτως παρά Μηχανικού Κινηματογράφου κεκτημένου σχετικού πτυχίου χειριστού Κινηματογράφου. Αι προβαλλόμεναι ταινίαι δέον να ώσιν άφλεκτοι. Εις περίπτωσιν καθ’ ην αι ταινίαι δεν είναι άφλεκτοι, τότε την προβολήν διενεργεί Μηχανικός Κινηματογράφου κεκτημένος πτυχίον. Περί της καταλληλότητος ή μη της προβολής των ταινιών δέον να αποφαίνηται προηγουμένως η αρμοδία επί του ελέγχου προβολής ταινιών Επιτροπή του παρά τη Προεδρία της Κυβερνήσεως Υπουργείου. Ο ενδιαφερόμενος προ της εγκαταστάσεως και λειτουργίας του φορητού Κινηματογράφου δέον να παρουσιάζηται εις την τοπικήν Αστυνομικήν Αρχήν δια τον υπό ταύτης καθορισμόν του χώρου εις ον θα λειτουργήση. Περί της καταλληλότητος του χώρου από απόψεως α)ασφαλείας β)ανέσεως και γ)υγιεινής των θεατών αποφαίνεται η τοπική Αστυνομική Αρχή, δια μεν τας δύο πρώτας περιπτώσεις κατόπιν συμφώνου γνώμης Μηχανικού του Δημοσίου ή Δημοτικού ή Κοινοτικού τοιούτου ή ιδιώτου Μηχανικού, δια δε την τρίτην περίπτωσιν, κατόπιν συμφώνου τοιαύτης του Νομιάτρου της περιφερείας της ή Ιατρού του Υγειονομικού Κέντρου και εν ελλείψει τοιούτου κατά την κρίσιν της. Εις πόλεις κωμοπόλεις ή χωρία ένθα λειτουργεί μόνιμος Κινηματογράφος, δεν επιτρέπεται η λειτουργία περιοδευόντων φορητών Κινηματογράφων. Αι εν λόγω άδειαι υπόκεινται εις τέλος χαρτοσήμου συμφώνως τη παρ. 42 του άρθρ. 21 του Νόμ. 2246/52 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί τελών χαρτοσήμου και άλλων φορολογικών διατάξεων». Τα άρθρ. 1, 2 και 3 και η παρ. 1 του άρθρ. 4 του Α.Ν. 445/37 δεν ισχύουσιν ως προς την εγκατάστασιν και λειτουργίαν περιοδευόντων φορητών Κινηματογράφων, περί ων εφαρμόζονται τα εν τη παρούση οριζόμενα. Κατά τα λοιπά ισχύουσιν άπασαι αι διατάξεις του ανωτέρω Α.Νόμου. Οι προς τον σκοπόν της διαφωτίσεως του πληθυσμού κατ’ εντολήν Κρατικής Αρχής περιοδεύοντες φορητοί Κινηματογράφοι, οίτινες θα λειτουργώσιν υπ’ ευθύνην του κατά τόπους εκπροσώπου της διαταξάσης την προβολήν Κρατικής Αρχής υπάγονται εις τας διατυπώ(Αντί της σελ.382,01 (α) Σελ.382,01 (β) 277-009 σεις της παρούσης μόνον όσον αφορά την καταλληλότητα του χώρου προβολής από απόψεως ασφαλείας, ανέσεως και υγιεινής των θεατών. Η υπ’ αριθ. 36/30/184 και από 31.8.1953 ομοία ημών καταργείται. | 149 |
6. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜ. ΕΡΓΩΝ Αριθ. Οικ./3828/ΤΣΕΠ31.1 της 8/20 Νοεμ. 1995 (ΦΕΚ Β΄954) Αναδιοργάνωση Υπηρεσιών της Υ.Α.Σ.. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του Νόμ. 867/79 (ΦΕΚ 24/Α/7.2.79) «περί κυρώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της από 28.7.78 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου «περί αποκαταστάσεως ζημιών εκ των σεισμών του 1978 εις περιοχήν Βορ. Ελλάδος κ.λ.π.» (ΦΕΚ 117/Α/28.7.78). 2.Τις διατάξεις του Νόμ. 1190/81 (ΦΕΚ 203/Α/30. 7.81) «περί κυρώσεως της από 26.3.81 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου «περί αποκαταστάσεως ζημιών εκ των σεισμών του 1981» (ΦΕΚ 75/Α/27.3.81). 3.Την Δ16α/04/773/29.11.90 Κοινή Απόφαση Υπουργού Προεδρίας και Αναπλ. Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., «περί εξαιρέσεως διοικητικών πράξεων ή εγγράφων από τον κανόνα των τριών υπογραφών». 4. Tην Kοινή Aπόφαση Δ17α/02/56/Φ.2.2.1/ 14.7.94 του Πρωθυπουργού και του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. «Ανάθεση αρμοδιοτήτων Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. στον Υφυπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Ιωάννη Τσακλίδη». 5.Την απόφαση οικ./2094/31.5.88 για την Αναδιοργάνωση των υπηρεσιών της Υ.Α.Σ.. 6.Την 382/95 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. 7.Την Κοινή Απόφαση Δ17α/81/Φ.Θ.2.1.2/13.10.95 των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του Αναπλ. Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., αποφασίζουμε: Σύσταση – Λειτουργία – Γενικές Αρμοδιότητες Άρθρ.1.-1.Η Υπηρεσία Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων (Υ.Α.Σ.), η οποία συστήθηκε με το άρθρ. 2 της από 26.3.1981 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ 75/Α/27.3.81), που κυρώθηκε με το Νόμ. 1190/81 (ΦΕΚ 203/Α/30.7.81), λειτουργεί και υπάγεται απ΄ευθείας στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημ. Έργων. 2.Στην αρμοδιότητα της Υ.Α.Σ. ανήκει η μελέτη και λήψη μέτρων, που κρίνονται ως αναγκαία για την ταχεία και αποτελεσματική εκτέλεση του έργου της αποκατάστασης των σεισμοπλήκτων, που πραγματοποιείται από τους Τομείς αποκατάστασης σεισμοπλήκτων (Τ.Α.Σ.). Επίσης, στην αρμοδιότητα της Υ.Α.Σ. ανήκει ο συντονισμός και ο έλεγχος του έργου της Υπηρεσίας Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων Βορείου Ελλάδος (Υ.Α.Σ.Β.Ε.). Διάρθρωση – Αρμοδιότητες Άρθρ.2.-1.Η Υπηρεσία Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων (Υ.Α.Σ.) διαρθρούται ως εξής: α)Τμήμα Προγραμματισμού. β)Τμήμα Αποκατάστασης Ζημιών. γ)Τμήμα Στέγασης. δ)Τμήμα Οικονομικό. ε)Τμήμα Διοικητικού και Γραμματείας. 2.Η αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων αφορά στα παρακάτω θέματα, που κατανέμονται στα τμήματα αυτής ως εξής: α)Τμήμα Προγραμματισμού, στο οποίο υπάγονται: Η κατάρτιση ειδικών και γενικών σχεδίων και προγραμμάτων για την αντιμετώπιση θεμάτων που αναφέρονται στην αποκατάσταση σεισμοπλήκτων. Ο σχεδιασμός του προσφορότερου τρόπου εκτέλεσης της αποκατάστασης (π.χ. κανονιστικές αποφάσεις, πιστωτικά μέτρα κ.λ.π.). Η ανάπτυξη μηχανογραφικών εφαρμογών, η παρακολούθηση της εφαρμογής των προγραμμάτων, η τήρηση των σχετικών στατιστικών στοιχείων και ο συντονισμός των Τομέων Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων σχετικά με την εφαρμογή των προγραμμάτων. (Αντί για τη σελ. 280,49) Σελ. 280,49(α) Τεύχος 1305 Σελ. 53 Σεισμόπληκτοι Στερεάς Ελλάδας (Αττικής, Βοιωτίας κ.λ.π.) 35.Ε.θ.6 884 Η μέριμνα για την εξασφάλιση της χρηματοδότησης και η διάθεση των πιστώσεων για την αποκατάσταση των σεισμοπλήκτων. β)Τμήμα Αποκατάστασης Ζημιών, στο οποίο υπάγονται: Η μέριμνα για τη διαπίστωση των ζημιών που προκαλούνται από τους σεισμούς. Ο έλεγχος, η εποπτεία και ο συντονισμός του έργου της αποκατάστασης ζημιών. Η παροχή οδηγιών τεχνικής και διαδικαστικής φύσεως προς τους Τομείς και τα Γραφεία Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων σχετικά με τα έργα της αποκατάστασης των ζημιών. Η σύνταξη ή αναπροσαρμογή πρότυπων τεχνικών προδιαγραφών για την επισκευή ή ανακατασκευή κτιρίων και λοιπών έργων που έπαθαν βλάβες από τους σεισμούς, καθώς και η μέριμνα για την αναθεώρηση, βελτίωση, έγκριση και έκδοση αυτών. Η σύνταξη, έγκριση μελετών σχετικών με το έργο αποκατάστασης σεισμοπλήκτων. γ)Τμήμα Στέγασης, στο οποίο υπάγονται: Όλα τα θέματα που αφορούν στη στέγαση (μέριμνα για την προμήθεια, μεταφορά, διαχείριση, συντήρηση των λυομένων οικίσκων, μελέτη, κατασκευή και εποπτεία έργων κ.λ.π.). δ)Τμήμα Οικονομικό, στο οποίο υπάγονται: Η μέριμνα για την πραγματοποίηση των δαπανών, που απαιτούνται για την εκτέλεση του έργου αποκατάστασης σεισμοπλήκτων καθώς και για την οργάνωση και λειτουργία της Υ.Α.Σ. και των Τομέων Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων. Η εφαρμογή των διαδικασιών δανειοδότησης σύμφωνα με όσα καθορίζονται με τις σχετικές αποφάσεις. Η παροχή σχετικών οδηγιών, προς τους Τομείς και τα Γραφεία Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων καθώς και προς τους υπολόγους, για θέματα Οικονομικού και διαχείρισης. Η μέριμνα για την προμήθεια και διαχείριση των υλικών που προορίζονται για την κάλυψη των αναγκών της Υ.Α.Σ., καθώς και των Τομέων και Γραφείων της, εφόσον η προμήθεια δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί απ΄ ευθείας με μέριμνα αυτών. Εξαιρούνται τα θέματα της προμήθειας και διαχείρισης των υλικών, που προορίζονται για την κάλυψη των αναγκών της στέγασης. ε)Τμήμα Διοικητικού και Γραμματείας, στο οποίο υπάγονται: Η γραμματειακή εξυπηρέτηση της Υ.Α.Σ., όλα τα θέματα σχετικά με την οργάνωση, επάνδρωση, διοικητική μέριμνα και λειτουργία της Υ.Α.Σ. και των Τομέων και Γραφείων της. Ιδιαίτερα, η μέριμνα για τη στέγαση και συντήρηση των κτιρίων, τον εξοπλισμό τους με τα απαραίτητα είδη για την λειτουργία τους Σελ. 280,50(α) Τεύχος 1305 Σελ. 54 κ.λ.π. Διευκρινίζεται ότι οι διοικητικές πράξεις που θα αφορούν σε θέματα κατάστασης του προσωπικού, όπως της πρόσκλησης, απόλυσης, μετάθεσης, του ορισμού προϊσταμένων των Τ.Α.Σ. κ.λ.π. θα εκδίδονται από τη Δ/νση Δ/κού της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., ύστερα πρόταση του αρμοδίου Προϊσταμένου της Υ.Α.Σ.. 3.Της Υ.Α.Σ. και των Τμημάτων της Προΐστανται: 1.Της Υ.Α.Σ.: υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Πολ. Μηχανικός με Α΄ βαθμό, ο οποίος δύναται να αναπληρούται από υπάλληλο ΠΕ Πολ. Μηχανικό ή Αρχ. Μηχανικό. 2.Του Τμήματος Προγραμματισμού: υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Πολ. Μηχανικός ή Αρχ. Μηχανικός με Α΄ βαθμό. 3.Του Τμήματος Αποκατάστασης Ζημιών: υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Πολ. Μηχανικός ή Αρχ. Μηχανικός με Α΄ βαθμό. 4.Του Τμήματος Στέγασης: υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Πολ. Μηχανικός ή Αρχ. Μηχανικός με Α΄ βαθμό. 5.Του Τμήματος Οικονομικού: υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ Διοικητικός – Οικονομικός με Α΄ βαθμό. 6.Του Τμήματος Διοικητικού και Γραμματείας: υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ ή ΔΕ διοικητικός – λογιστικός με Α΄ βαθμό. Τομείς και Γραφεία Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων Άρθρ.3.-Η αρμοδιότητα της αποκατάστασης σεισμοπλήκτων ανήκει αποκλειστικά στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων ΄Εργων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και πραγματοποιείται μέσω της Υ.Α.Σ. και των Τομέων Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων, οι οποίοι διατηρούνται ως Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων ΄Εργων και μετά την ίδρυση των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων. 35.Ε.θ.6 Σεισμόπληκτοι Στερεάς Ελλάδας (Αττικής, Βοιωτίας κ.λ.π.) 885 Οι Τομείς Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων λειτουργούν για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο, και προς υποβοήθηση του έργου αυτών μπορεί να συσταθούν αντίστοιχα Γραφεία Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων (Γ.Α.Σ.). Οι αρμοδιότητες των Τ.Α.Σ. και Γ.Α.Σ. περιγράφονται σε διάφορες αποφάσεις με τις οποίες γίνεται η σύσταση αυτών. Άρθρ.4.-Από της ισχύος της απόφασης αυτής καταργείται η οικ./2094/31.5.88 απόφαση. Από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού Προϋπολογισμού. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως σύμφωνα με το άρθρ. 1, παρ. 2 της από 26.3.81 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου που κυρώθηκε με το Νόμ. 1190/81. | 273 |
19. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Φ142/3333 της 22 Νοεμ./13 Δεκ. 1983 (ΦΕΚ Β΄ 718) Διάρθρωση θέσεων Ταμείου Αρωγής και Υγείας Οικονομικών Υπαλλήλων. | 74 |
29. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 1433 της 31 Μαΐου/1 Ιουν. 1950 Περί αυξήσεως του αριθμού των Συμβούλων και Παρέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας. Βλ. ήδη Β.Δ. υπ' αριθ. 92/1961, κατωτ. αριθ. 40. | 225 |
1. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 15/26 Σεπτ. 1935 Περί εφαρμογής του οκταώρου εις τας βιομηχανίας επιπλοποιΐας. Άρθρον 1 Αι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται εις τα επιπλοποιεία εν οις γίνεται χρήσις μηχανοκινήτων εργαλείων ή απασχολούνται πλέον των δέκα εργατών. Άρθρον 2 Αι ώραι εργασίας των εν τω προηγουμένω άρθρω αναφερομένων βιομηχανιών δεν επιτρέπεται όπως υπερβαίνωσι τας οκτώ ώρας καθ’ εκάστην και τας τεσσαράκοντα οκτώ καθ’ εβδομάδα. Αι ώραι αύται θεωρούνται πραγματικαί μη συμπεριλαμβανομένων των διακοπών ή διαλειμμάτων εργασίας. Άρθρον 3 Εις έκαστον των εν τοις προηγουμένοις άρθροις αναφερομένων καταστημάτων αναρτάται πίναξ, εν ω αναγράφονται αι ώραι ενάρξεως και λήξεως εργασίας και αι διακοπαί ή τα διαλείμματα αυτής. Οσάκις γίνεται η εργασία δι’ εναλλασσομένων ομάδων, αι ώραι εργασίας εκάστης ομάδος δεν δύναται να υπερβούν το κατά το προηγούμενον άρθρον ανώτατον χρονικόν όριον εργασίας. Εν τη περιπτώσει ταύτη δέον ν’ αναρτάται ιδιαίτερος πίναξ, εν ω αναγράφονται: α) το ονοματεπώνυμον των εργατών εκάστης ομάδος και β) αι ώραι ενάρξεως και λήξεως της εργασίας εκάστης ομάδος, ως και τα χρονικά όρια των διακοπών. Οι πίνακες ούτοι θεωρούνται και εγκρίνονται παρά του αρμοδίου επιθεωρητού ή επόπτου εργασίας ή, ελλείψει τοιούτου, παρά της οικείας αστυνομικής αρχής. Άρθρον 4 Υπέρβασις του κατά τα ανωτέρω χρονικού ορίου εργασίας επιτρέπεται εις περίπτωσιν δυστυχήματος, επελθόντος ή επικειμένου, ή εις περίπτωσιν επειγούσης εργασίας, εκτελεσθησομένης εις μηχανάς ή εργαλεία, ή εις περίπτωσιν ανωτέρας βίας, μόνον όμως καθ’ ο μέτρον αναγκαιοί τούτο ίνα αποτραπή σοβαρά βλάβη εις την τακτικήν πορείαν της εργασίας. Άρθρον 5 1.Επιτρέπεται, εν περιπτώσει εξαιρετικής συσσωρεύσεως εργασίας, υπέρβασις του κατά το άρθρ. 2 ανωτάτου χρονικού ορίου εργασίας επί δύο το πολύ ώρας καθ’ εκάστην, πλην του Σαββάτου, κατόπιν αδείας του αρμοδίου επιθεωρητού ή επόπτου εργασίας ή, ελλείψει τοιούτου, παρά της οικείας αστυνομικής αρχής. 2.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον υπέρβασις δύναται να επιτρέπηται μέχρι δύο μηνών κατ’ έτος. 3.Το δια τας κατά την πρώτην παράγραφον προσθέτους ώρας αναλογούν ημερομίσθιον καταβάλλεται ηυξημένον τουλάχιστον κατά 25% εν σχέσει με το κανονικόν τοιούτο. 4.Αι κατά το παρόν άρθρον χορηγούμεναι άδειαι υπερβάσεως του κατά το άρθρ. 2 ανωτάτου χρονικού ορίου εργασίας αναφέρουν ρητώς τας ημέρας ενάρξεως και λήξεως της εργασίας και τας ημέρας της υπερβάσεως και το ποσοστόν της αυξήσεως του κανονικού ημερομισθίου. Αι άδειαι αύται αναγράφονται εις ειδικόν βιβλίον παρά των οργάνων της επιθεωρήσεως εργασίας ή της αστυνομικής αρχής, κοινοποιούνται δ’ εν αντιγράφω εις το υπουργείον Εθνικής Οικονομίας (Διεύθυνσις Επιθεωρήσεως Εργασίας). Άρθρον 6 Αι διατάξεις των προηγουμένων άρθρων του παρόντος δεν εφαρμόζονται επί προσώπων δι’ α δια νόμου ή συμφωνίας έχουν ορισθή βραχύτερος χρόνος εργασίας και μακρότεραι διακοπαί, είτε εν γένει είτε δι’ ωρισμένας ημέρας της εβδομάδος, ως και επί προσώπων κατεχόντων θέσιν εποπτείας ή διευθύνσεως ή θέσιν εμπιστευτικήν. Άρθρον 7 Οι παραβάται των διατάξεων του παρόντος διώκονται και τιμωρούνται κατά τας διατάξεις του άρθρ. 3 του ν. ΓπΛΔ΄ π. υγιεινής και ασφαλείας των εργατών και περί ωρών εργασίας, ως τούτο ετροποποιήθη δια του άρθρ. 6 Σελίς 259 Ώρες εργασίας σε διάφορα επαγγέλματα 15.Ι.ω.1 382 παρ. 3 του ν. 2193 της 5/13 Ιουν. 1920 και του άρθρ. 1 του ν. 2943 της 31 Ιουλ./8 Αυγ. 1922 π. τροποποιήσεως και συμπληρώσεως εργατικών νόμων. Η ισχύς του παρόντος άρχεται μετά 15 ημέρας από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. | 314 |
101. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. Φ.951.1/66/443654 της 21 Μαϊου/17 Ιουν.1996 (ΦΕΚ Β΄456) Κατανομή του προϊόντος του ειδικού ενσήμου των Μετοχικών Ταμείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας. 102.- ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. Φ.951.1./53/452801 της 10/20 Μαρτ. 1997 (ΦΕΚ Β΄223) Διοίκηση, Οργάνωση, λειτουργία και διαχείριση του Ειδικού Κλάδου Οικονομικής Ενίσχυσης Μερισματούχων Μ.Τ.Σ. προερχομένων από το Στρατό Ξηράς (ΕΚΟ-ΕΜΣ0. (Μετά τη σελ. 1522,206(α) Σελ. 1522,207 Τεύχος 1392 Σελ. 59 Μετοχικό Ταμείο Στρατού 36.Σ.α.101-102 103 ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣΑΜΥΝΑΣ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ Αριθ. Φ.841/47/62610 Σ. 732 της 6 Ιουν./23 Σεπτ.1997(ΦΕΚ Β΄846) Πάγια μηνιαία κράτηση υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού. | 162 |
74. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 1016513/348/Α0012 της 7/22 Φεβρ. 1996 (ΦΕΚ Β΄107) Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των υποκειμένων σε φόρο, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Ν.2238/1994, οικονομικού έτους 1996 και καθορισμός δικαιολογητικών εγγράφων ή άλλων στοιχείων που υποβάλλονται με αυτή. | 360 |
63. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.100 της 4/11 Αυγ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 173) Περί συστάσεως και οργανώσεως Γενικής Διευθύνσεως Εθνικών Λογαριασμών παρά τω Υπουργείω Προγραμματισμού και Κυβερνητικής Πολιτικής. Άρθρ.1-6.(Οργανικαί διατάξεις. Βλ. ήδη Π.Δ. 816/1977, κατωτ. αριθ. 92). Ειδικαί διατάξεις Άρθρ.7.-1.Προς έγκαιρον επιτέλεσιν του εν γένει έργου της, η Γενική Διεύθυνσις Εθνικών Λογαριασμών θέλει χρησιμοποιεί πληροφορίας και γενικά στατιστικά στοιχεία, συγκεντρούμενα υπό των Υπηρεσιών της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος, καθώς και τα υπ’ αυτής της ιδίας συγκεντρούμενα απ’ ευθείας στατιστικά στοιχεία και πληροφορίας. Προς τον σκοπόν τούτον η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, αι Δημόσιαι Υπηρεσίαι, οι Δήμοι και αι Κοινότητες, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τα Ιδρύματα, αι Τράπεζαι, αι Δημόσιαι Επιχειρήσεις, ως και οι Οργανισμοί Ιδιωτικού Δικαίου ή οι ιδιώται, υποχρεούνται όπως παρέχουν τας προς τον ανωτέρω σκοπόν αιτουμένας πληροφορίας ή στοιχεία. 2.Αι υπό του Ν.Δ. 3627/76 «περί οργανώσεως της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος» προβλεπόμεναι υποχρεώσεις και κυρώσεις προς παροχήν στατιστικών στοιχείων και πληροφοριών εις τας Στατιστικάς Υπηρεσίας του Κράτους ως και αι προς τήρησιν των στοιχείων τούτων εμπιστευτικών, ισχύουν και δια την Γενικήν Διεύθυνσιν Εθνικών Λογαριασμών. Άρθρ.8.-(Μεταβατικαί διατάξεις) Τελικαί διατάξεις Άρθρ.9.-1.Η υπ’ αριθ. Δ.Τ.61381/9498/70/ΦΕΚ 845/70 Β΄ τεύχος «περί αναδιοργανώσεως, παρά τη Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, της Διευθύνσεως Εθνικών Λογαριασμών», ως και πάσα διάταξις αντικειμένη εις το παρόν καταργούνται. 2.Η δια της υπ’ αριθ. Δ.Τ.34702/5285/70/ΦΕΚ 484/70 Β΄ τεύχος «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της υπ’ αριθ. Δ.Τ.15152/2289/70 αποφάσεως «περί ενοποιήσεως της Διευθύνσεως Εθνικών Λογαριασμών, του Υπουργείου Συντονισμού, μετά της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος», ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια της υπ’ αριθ. Δ.Τ.30147/4536/70/ΦΕΚ 431/70, Β΄ τεύχος αποφάσεως, μεταφερθείσα θέσις επί βαθμώ 3ω-2ω, του κλάδου Ειδικών Οικονομολόγων, εκ του καταργηθέντος Υπουργείου Συντονισμού εις την Εθνικήν Στατιστικήν Υπηρεσίαν της Ελλάδος καταργείται. Σελ. 260(α) Τεύχος 643-Σελ.102 Άρθρ.10.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. | 175 |
26. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. Ε7-1763 της 11 Μαρτ./1 Απρ. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 188) Περί εγκρίσεως του κανονισμού προσωπικού και λειτουργίας υπηρεσιών της Δ.Ε.Θ. Α.Ε. Τροποποιήθηκε από τις αποφάσεις Υπ. Εμπορίου: α)Ε7/3067/21 Αυγ.-10 Σεπτ. 1981 (ΦΕΚ Β΄ 536). β)Ε7/1058/9-26 Απρ. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 191). γ)Ε7/1337/14 Μαΐου-4 Ιουν. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 339). δ)Ε7/1413/18-25 Απρ.1983 (ΦΕΚ Β΄ 211), αποφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας. ε)ΔΚ. 23922/28 Νοεμ./2 Δεκ. 1983 (ΦΕΚ Β΄ 693) αποφ. Υπ. Εθν. Οικονομίας. στ)ΔΚ.14677/22-31 Μαΐου 1985 (ΦΕΚ Β΄ 341) αποφ. Υπ. Εθνικής Οικονομίας. Επίσης τροποποιήθηκε από την Ε7/1081/18 Μαρτ.-13 Ιουλ. 1987 (ΦΕΚ Β΄ 362) απόφ. Υπ. Εμπορίου. Επίσης τροποποιήθηκε από τις παρακάτω αποφάσεις Υπ. Προεδρ. Κυβ. και Εμπορίου: 1)Κ1-1961/16 Φεβρ.-8 Μαρτ. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 176). 2)Ε1-4991/18-29 Δεκ. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 921). 3)Ε1-1595/21-30 Μαρτ. 1990 (ΦΕΚ Β΄ 210). (Αντί για τη σελ. 276,11(ι)Σελ. 276,11(ια) Τεύχος 1285-Σελ.99 43 Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης Α.Ε. – XELEXPO Α.Ε. 18.Η.β.24-26 4)Ε1/2190/30 Μαΐου-5 Ιουν. 1990 (ΦΕΚ Β΄ 344). Επίσης τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από τις Ε1/72216/3034/14-27 Νοεμ. 1991 (ΦΕΚ Β΄ 975), 2244/Ε1/1356/27 Απρ.-3 Μαΐου 1993 (ΦΕΚ Β΄ 308) απ. Υπ. Εθν. Οικονομίας. Επίσης τροποποιήθηκε από την 50668/Ε1/588/ 11-18 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Β΄ 303) απ. Υπ. Εθν. Οικον. | 109 |
56. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Αριθ. Ε. 13424 της 23 Μαΐου/17 Ιουλ. 1970 (ΦΕΚ Β΄ 493) Περί του χρόνου ισχύος μελέτης υποβληθείσης εις Γραφείον προς χορήγησιν αδείας. Η άνω απόφαση όπως συμπληρώθηκε από την όμοια 23219/11659/1980, καταργήθηκε από την 10079/3119/17-31 Μαρτ. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 137) απόφ. Υ.Χ.Ο.Π. | 8 |
23. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Φ.141.4/Β3/3092 της 25 Ιουλ.1985 (ΦΕΚ Β' 472) Κατατάξεις πτυχιούχων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και ανωτέρων σχολών στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. | 218 |
7. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 2695 της 31 Οκτ./11 Νοεμ. 1953 Περί παρατάσεως των υπό του Νόμ. 1993 της 25ης Φεβρ. 1952 «περί νομιμοποιήσεως των άνευ αδείας ιδρυθεισών ή επεκταθεισών Βιομηχανιών και Βιοτεχνιών» οριζομένων προθεσμιών. Άρθρ.1.-3.(Παρατείνονται μέχρι τέλους 1953 αι προθεσμίαι των άρθρ. 1-2 του Νόμ. 1993/1952, όσον αφορά μόνον τας μέχρι της 25 Φεβρ. 1952, ιδρυθείσας ή επεκταθείσας βιομηχανίας ή βιοτεχνίας). Άρθρ.4.-1.Κατά τα λοιπά, ισχύουσιν αι διατάξεις του Νόμ. 1993/1952 «περί νομιμοποιήσεως των άνευ αδείας ιδρυθεισών ή επεκταθεισών Βιομηχανιών και Βιοτεχνιών», πλην της υπό του Νόμου τούτου προβλεπομένης καταβολής ειδικού παραβόλου και εισφοράς, όσον αφορά τας νομιμοποιήσεις Βιομηχανιών και Βιοτεχνιών εν ταις σεισμοπλήκτοις νήσοις Ζακύνθου, Κεφαλληνίας και Ιθάκης. 2.Δια την χορήγησιν αδείας ιδρύσεως και επεκτάσεως, εγκαταστάσεως και λειτουργίας Βιομηχανιών ή Βιοτεχνιών εις τας σεισμοπλήκτους νήσους Κεφαλληνίαν, Ζάκυνθον και Ιθάκην, δεν απαιτείται καταβολή των υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπομένων παραβόλων επί μίαν διετίαν από της ισχύος του παρόντος, δυναμένην να παραταθή επί εν εισέτι έτος δια πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου. Άρθρ.5.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Αντί του Υπουργείου Συγκοινωνίας, ήδη η αρμοδιότης επί του θέματος τούτου περιήλθεν εις το Υπουργείον Βιομηχανίας (βλ. ανωτ. σελ. 5). Περί των αδειών ιδρύσεως, επεκτάσεως και λειτουργίας βιομηχανιών βλ. και τα κατωτέρω θέματα 13.Βγ. και 13 Βδ. Σελ. 45 Έλεγχος Βιομηχανικών Εγκαταστάσεων 13.Β.β.6-7 13.Β.β.7 Έλεγχος Βιομηχανικών Εγκαταστάσεων | 160 |
3. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. 116/3325 της 2/11 Ιουλ. 1973 (ΦΕΚ Β΄ 805) Περί αυξήσεως των υπό του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων, ως και του ανωτάτου και κατωτάτου ορίου αυτών. 1.Αι υπό του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων παρεχόμεναι συντάξεις αυξάνονται κατά ποσοστόν 10% ως ακολούθως: Από 1ης Ιουλ. 1973 κατά ποσοστόν 5% και από 1ης Ιαν. 1974 1974 κατά το έτερον ποσοστόν 5%. 2.«α.Το υπό των διατάξεων του εδαφ. α΄ της παρ. 3 του άρθρ. 10 του Κανονισμού Παροχών προβλεπόμενον ποσόν ανωτάτου ορίου συντάξεως λογίζεται προσαυξηθέν δια των χορηγηθεισών αυξήσεων των συντάξεων του Ταμείου, δυνάμει των υπ’ αριθ. 140095/Υ.1054/29.1.68 και 116/3984/15.10.72 αποφάσεων του Υπουργού Εργασίας και ημών αντιστοίχως. Το ούτω διαμορφωθέν ανώτατον όριον προσαυξάνεται από 1 Ιουλ. 1973 κατά 180 δραχ. από δε της 1ης Ιαν. 1974 κατά ετέρας 200 δραχ. Σελ. 298(δ) Τεύχος 729-Σελ. 136 β.Το ποσόν των υπό του Ταμείου καταβαλλομένων συντάξεων δεν δύναται να είναι κατώτερον των υπό του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων εκάστοτε καταβαλλομένων κατωτάτων ορίων συντάξεων κατά κατηγορίας συνταξιούχων. Κατ’ εξαίρεσιν, κατά την πρώτην εφαρμογήν της παρούσης, ως κατώτατον όριον συντάξεων λόγω θανάτου, ορίζεται από 1ης Ιουλ. 1973 το ποσόν των 1.230 δραχ. και από της 1ης Ιαν. 1974 το ποσόν των 1.300 δραχ.». Η παρ. 2 ετροποποιήθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 16/4665 της 20 Σεπτ./2 Οκτ. 1973 (ΦΕΚ Β΄ 1160) αποφ. Υπ. Κοινων. Υπηρεσιών. | 338 |
15. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 52, αρ. πρ. Λ 1235/1935 Περί του τρόπου εισπράξεως τελών απογράφου εκτελεστών αποφάσεων επιδικαζουσών κεφάλαιον και τόκους, ως και δικηγορικών αμοιβών. Απαντώντες επί της υπ’ αριθ. 2409 ε.ε. αναφοράς υμών ότι, προκειμένου περί καταβολής τελών χαρτοσήμου κατά την έκδοσιν αποφάσεως εκτελεστής, δι’ ης επιδικάζεται κεφάλαιον και τόκος, ως και δικηγορική αμοιβή, το καταβληθησόμενον τέλος του απογράφου θέλει εισπραχθή δι’ εκδόσεως διπλοτύπων αποδεικτικών εισπράξεως δημοσίων εσόδων και ουχί δι’ επικολλήσεως κινητού χαρτοσήμου. Όσον αφορά δε τον αριθμόν των εκδοθησομένων διπλοτύπων, γνωρίζομεν υμίν ότι δέον να εκδίδωνται δύο διπλότυπα το έν δια το επιδικαζόμενον κεφάλαιον της απαιτήσεως και τους τόκους αυτού και το έτερον δια την επιδικαζομένην δικηγορικήν αμοιβήν, καθ’ όσον ενδέχεται το κεφάλαιον και οι τόκοι να μη υποβάλλωνται εις αναλογικά τέλη χαρτοσήμου της αστικής κλίμακος, αλλά της εμπορικής τοιαύτης, εν ω η δικηγορική αμοιβή πάντοτε υποβάλλεται εις αναλογικά τέλη χαρτοσήμου της αστικής κλίμακος. | 266 |
58. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Αριθ. 46953 της 18/23 Ιουν. 1979 (ΦΕΚ Β' 567) Περί οργανώσεως και λειτουργίας του τμήματος εκπαιδεύσεως Προσωπικού Φυλάξεως της Σχολής Σωφρονιστικών Υπαλλήλων. Καταργήθηκε από την παρ. 5 της 21008/30 Μαρτ.-6 Απρ. 1990 (ΦΕΚ Β' 240), (διορθ. σφαλμ. ΦΕΚ Β' 295/3-5-1990), απόφ. Υπ. Δικαιοσύνης. κατ. αριθ. 66. | 367 |
50. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ.127 της 20/22 Αυγ.1975 (ΦΕΚ Α'175) Περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και αντικαταστάσεως ενίων διατάξεων της περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων νομοθεσίας και περί άλλων τινών συναφών διατάξεων. Άρθρ.1.-(Αντικαθίσταται το άρθρ.38 Β.Δ. της 24 Σεπτ./20 Οκτ.1958, ανωτ. αριθ.25). Άρθρ.9.-1.Απαγορεύονται αι πάσης φύσεως διαφημίσεις επί ιστών ηλεκτροφωτισμού κειμένων επί οδών, πλατειών και κοινοχρήστων χώρων εν γένει. 2.Συμβάσεις μισθώσεως του τέλους ή χορηγηθείσαι άδειαι διενεργείας διαφημίσεων επί ιστών, περί ων η προηγουμένη παράγραφος εξακολουθούν ισχύουσα μέχρι λήξεως του εν αυταίς οριζομένου χρόνου. Άρθρ.10.-Οι δήμοι και αι κοινότητες του Κράτους, οι σύνδεσμοι τούτων, ως και η Ένωσις Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδος, απαλλάσσονται της επιβληθείσης δια του Α.Ν.245/1967 "περί επιβολής εισφοράς υπέρ της Ραδιοφωνίας της Ελλάδος και καθορισμού τρόπου εισπράξεως αυτής" (τόμ.18Α σελ.296,15) εισφοράς υπέρ της Εθνικής Ραδιοφωνίας της Ελλάδος. (Αντί για τη σελ.318,29(α) Σελ.318,29(β) Τεύχος 1430 Σελ. 21 ΄Εσοδα Δήμων και Κοινοτήτων 3.Ζ.α.50 Άρθρ.11.-1.Εις τους κατά τας διατάξεις του άρθρ.11 του Ν.Δ.3777/1957 (ανωτ. αριθ.24) αναγνωρισθέντας δικαιούχους δημοτικών και κοινοτικών οικοπέδων και μη εκπληρώσαντας μερικώς ή ολικώς, τας υπό των διατάξεων τούτων προβλεπομένας υποχρεώσεις των εντός των οριζομένων προθεσμιών, συνεπεία αποδεδειγμένης οικονομικής αδυναμίας ή μεσολαβήσαντος θανάτου των δικαιούχων, δύναται κατόπιν αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, λαμβανομένης δι' απολύτου πλειοψηφίας των παρόντων κατά την συνεδρίασιν μελών του και εγκρινομένης υπό του οικείου νομάρχου, να επιτραπή όπως, εντός τριετίας από της ισχύος του παρόντος και εις 5 ισοπόσους εξαμηνιαίας δόσεις, ούτοι ή οι κληρονόμοι αυτών, καταβάλουν τίμημα ίσον προς το ήμισυ της αγοραίας αξίας του οικοπέδου κατά τον χρόνον ενάρξεως ισχύος του παρόντος, ταύτης καθοριζομένης υπό επιτροπής, συγκροτουμένης δι' αποφάσεως του νομάρχου και αποτελουμένης εκ των: α)διευθυντού τεχνικών υπηρεσιών του νομού, β)οικείου οικονομικού εφόρου και γ)ενός δημοτικού ή κοινοτικού συμβούλου οριζομένου δι' αποφάσεως του οικείου συμβουλίου. Τυχόν καταβληθείσαι δόσεις αφαιρούνται, εκάστη δε τούτων λογίζεται ίση προς την νέαν τοιαύτην ανεξαρτήτως διαφοράς ποσού μεταξύ των. 2.Οι περί ων ανωτέρω υποχρεούνται, όπως εντός εξαετίας από της λήξεως της κατά την παρ.1 του παρόντος προθεσμίας, ανεγείρουν επί των εν λόγω οικοπέδων οικοδομήν, τηρουμένων των περί σχεδίων πόλεως διατάξεων, επί ποινή αυτοδικαίας εκπτώσεως. 3.Αι μετά την εκπνοήν της πενταετούς προθεσμίας της παρ.2 του άρθρ.11 Ν.Δ.3777/1957 γενόμεναι πληρωμαί θεωρούνται ως γενόμεναι εμπροθέσμως. 4.Μετά την τήρησιν των ανωτέρω προϋποθέσεων, συντάσσεται το υπό της παρ.2 του άρθρ.174 του Ν.Δ.222/1973, περί Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικος συμβόλαιον, περί μεταβιβάσεως της κυριότητος. Οι επιτροπές που προβλέπονται από τα άνω άρθρ.11 και 12, την παρ.1 άρθρ.7 Π.Δ.270/1981 (κατωτ. σελ.364,40), το άρθρ.231 Π.Δ.323/89, Τόμ.3, σελ.52,291, και την παρ.2 άρθρ.28 Νόμ.1080/80, (κατωτ.σελ.318,37) συγχωνεύθηκαν σε ενιαίο συλλογικό όργανο με νέα σύνθεση από την παρ.1 άρθρ.4 της 45942/6-17 Αυγ.1992 (ΦΕΚ Β'529) απ. Υπ. Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών (Τόμ.2, σελ.42,583). Σελ.318,30(β) Τεύχος 1430 Σελ. 22 3.Ζ.α.50 ΄Εσοδα Δήμων και Κοινοτήτων Άρθρ.12.-1.Δημοτικοί ή κοινοτικοί οικοπεδικοί χώροι, καταληφθέντες μέχρι και του έτους 1962 και κατεχόμενοι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος άνευ δικαιώματος, δύναται να εκποιηθούν απ' ευθείας και άνευ δημοπρασίας εις τους κατόχους των, επί τη αιτήσει αυτών υποβαλλομένη εις τον ιδιοκτήτην δήμον ή κοινότητα εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δύο ετών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, εφ' όσον συντρέχουν αι κάτωθι προϋποθέσεις: α)Χρησιμοποιούνται υπό των κατόχων των δι' οικογενειακήν ή επαγγελματικήν στέγασιν. β)Οι κάτοχοι ούτοι, στερούνται ετέρου ακινήτου της αυτής προς το κατεχόμενον χρήσεως (οικογενειακής ή επαγγελματικής στεγάσεως) οπουδήποτε κειμένου. γ)Οι αυτοί κάτοχοι τυγχάνουν δημόται ή μόνιμοι επί δεκαετίαν τουλάχιστον κάτοικοι του δήμου ή της κοινότητος, ένθα το κατεχόμενον ακίνητον. 2.Περί της απ' ευθείας και άνευ δημοπρασίας εκποιήσεως, αποφασίζει το δημοτικόν ή κοινοτικόν συμβούλιον, το δε καταβλητέον τίμημα καθορίζεται υπό της επιτροπής της παρ.1 του άρθρ.11 του παρόντος, επί τη βάσει της τρεχούσης, κατά τον χρόνον της λήξεως της, περί εκποιήσεως αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου αξίας. Η απόφασις του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, διαλαμβάνουσα και το κατά τα άνω καθορισθέν τίμημα της εκποιήσεως υπόκειται (εις την έγκρισιν του Νομάρχου) και κοινοποιείται εις τον κάτοχον υποχρεούμενον όπως εντός 10 ημερών από της κοινοποιήσεως, γνωστοποιήση εγγράφως την περί αποδοχής της αποφάσεως βούλησίν του εις τον δήμον ή κοινότητα. Εν τοιαύτη περιπτώσει το τίμημα καταβάλλεται εις 6 ετησίας ατόκους και ισοπόσους δόσεις από της βεβαιώσεώς του, μετά την εξόφλησιν των οποίων γίνεται η μεταβίβασις της κυριότητος. Με το άρθρο μόνο Π.Δ.22/4-8 Ιαν. 1982 (ΦΕΚ Α' 3), (τόμ.3 σελ.52,251, αριθ.54), καταργήθηκε ο ουσιαστικός έλεγχος (έγκριση) από το νομάρχη που προβλέπεται από την μέσα σε ( ) φράση της ανωτέρω παραγράφου. 3.Παρερχομένης απράκτου της εν παρ.1 προθεσμίας, η εκποίησις των χώρων τούτων ενεργείται κατά τας οικείας διατάξεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικος. 4.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρμογήν δια τους Δήμους Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης. Οι επιτροπές που προβλέπονται από τα άνω άρθρ.11 και 12, την παρ.1 άρθρ.7 Π.Δ. 270/1981 (κατωτ. σελ.364,37) το άρθρ.231 Π.Δ. 323/89, Τόμ.3, σελ.52,291, και την παρ.2 άρθρ. 28 Νόμ.1080/80, (κατωτ. σελ.318,37) συγχωνεύθηκαν σε ενιαίο συλλογικό όργανο με νέα σύνθεση από την παρ.1 άρθρ.4 της 45942/6-17 Αυγ. 1992 (ΦΕΚ Β' 529) απ. Υπ. Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών (Τόμ.2, σελ. 42,583). ΄Εσοδα Δήμων και Κοινοτήτων 3.Ζ.α.50 Άρθρ.13.-Εκτάσεις του Δημοσίου μεταβιβασθείσαι εις δήμους ή κοινότητας, δύναται να εκποιώνται άνευ δημοπρασίας εις τους αυθαιρέτως κατέχοντας, επί τη αιτήσει αυτών υποβαλλομένη εις τον ιδιοκτήτην δήμον ή κοινότητα εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, υπό τας προϋποθέσεις και κατά την διαδικασίαν των διατάξεων του άρθρ.32 του Ν.Δ.3958/1959 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των, περί οριστικών παραχωρητηρίων των κλήρων διατάξεων της Εποικιστικής Νομοθεσίας, κυρώσεως πράξεών τινων του Υπουργικού Συμβουλίου και άλλων τινών διατάξεων" (τόμ.17 σελ 218,47). Εκμίσθωσις Ιχθυοτροφείων Άρθρ.2.-(Αντικαθίσταται το άρθρ.53 Β.Δ. της 24 Σεπτ./20 Οκτ.1958, ανωτ. αριθ. 25). Άρθρ.14.-1.Η εκμίσθωσις των εις δήμους και κοινότητας ανηκόντων ιχθυοτροφείων ενεργείται δια πλειοδοτικής δημοπρασίας, κατά τας διατάξεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικος. 2.Προκειμένου όμως περί αλιευτικών συνεταιρισμών, ων άπαντα τα μέλη είναι κάτοικοι του ιδιοκτήτου του ιχθυοτροφείου δήμου ή κοινότητος, η προς αυτούς εκμίσθωσις του δικαιώματος εκμεταλλεύσεως του ιχθυοτροφείου επιτρέπεται απ' ευθείας και άνευ δημοπρασίας, επί εν έτος, κατόπιν αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, εκδιδομένης μετά γνώμην επιτροπής, αποτελουμένης εκ του Διευθυντού της Διευθύνσεως Εσωτερικών της Νομαρχίας, του Διευθυντού της Διευθύνσεως Γεωργίας την Νομαρχίας, ως και του Διευθυντού της Οικονομικής Εφορίας της έδρας του Νομού, οριζομένου του τελευταίου τούτου υπό του Νομάρχου εν περιπτώσει υπάρξεως πλειόνων εφοριών εν τη έδρα. Η απόφασις του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου (χρήζει της εγκρίσεως του Νομάρχου). Με το άρθρο μόνο Π.Δ.22/4-8 Ιαν. 1982 (ΦΕΚ Α' 3), (τόμ.3 σελ.52,251 αριθ.54), καταργήθηκε ο ουσιαστικός έλεγχος (έγκριση) από το νομάρχη που προβλέπεται από τη μέσα σε ( ) φράση της ανωτέρω παραγράφου. Με την παρ.3 άρθρ.6 της 32489/26-26 Απρ.1982 (ΦΕΚ Β' 213), (τόμ.2 σελ.42,540) απόφ. Υπ. Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εσωτερικών, καταργήθηκε η επιτροπή, που αναφέρεται στην άνω παράγραφο, για την απ' ευθείας εκμίσθωση δημοτικών και κοινοτικών ιχθυοτροφείων σε αλιευτικούς συνεταιρισμούς και οι σχετικές με αυτή διατάξεις συνθέσεως, συγκροτήσεως κλπ. (Αντί για τη σελ.318,31(β) Σελ. 318,31(γ) Τεύχος 1196-Σελ.1 3.Απαγορεύεται η υφ' οιανδήποτε μορφήν παραχώρησις υπό του μισθώσαντος συνεταιρισμού του κατά την προηγουμένην παράγραφον δικαιώματος εκμεταλλεύσεως, θεωρουμένης αυτοδικαίως ακύρου της τοιαύτης παραχωρήσεως. Εν περιπτώσει παραβάσεως της διατάξεως ταύτης, ο αλιευτικός συνεταιρισμός υποχρεούται εις την καταβολήν ποσού ίσου προς το διπλάσιον του υπ' αυτού προσφερθέντος μισθώματος. Άρθρ.15.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, πλην των περιπτώσεων, δι' ας άλλως ορίζεται εν αυτώ. Άρθρ.3.-Αι διατάξεις του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζονται και επί επεκτάσεων σχεδίου πόλεως, ων το οικείον Δ/μα εδημοσιεύθη προ της ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως χρόνου, εφ' όσον τα βεβαιωθέντα ή μη ποσά της εισφοράς δεν κατεβλήθησαν εισέτι υπό των υποχρέων. Εις τας περιπτώσεις ταύτας το οφειλόμενον ποσόν εισφοράς ανακαθορίζεται επί τη βάσει των διατάξεων του προηγουμένου άρθρου, τα τυχόν δε επί πλέον καταβληθέντα δεν αναζητούνται. Άρθρ.4.-1.Ο προσδιορισμός της κατά την παρ.1 του άρθρ.54 του από 24-9/20.10.1958 Β.Δ/τος υπεραξίας, ην κτάται το ακίνητον, γίνεται κατά τας διατάξεις των παρ.4 έως 7 του άρθρ.38 και 3 του άρθρ.53 του αυτού ως άνω Β.Δ/τος, ως ταύτα αντικαθίστανται δια των άρθρ.1 και 2 του παρόντος αντιστοίχως. 2.Η παρ.4 του άρθρ.54 του ανωτέρω Β.Δ/τος, ως αντικατεστάθη δια της παρ.2 του άρθρ.12 του Ν.Δ.703/1970 "περί τροποποιήσεως διατάξεων αφορωσών εις τα έσοδα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως" και το β' εδάφιον της παρ.6 του αυτού άρθρου, καταργούνται. 3.(Αντικαθίσταται η παρ.6 του άρθρ.54 Β.Δ. της 24 Σεπτ./20 Οκτ.1958, ανωτ. αριθ.25). 4.Αι διατάξεις της παρ.7 του άρθρ.53 του από 249/20.10.1958 Β.Δ/τος, ως αύται αντικαθίστανται δια του άρθρ.2 του παρόντος, εφαρμόζονται και προκειμένου περί εισφοράς, λόγω τροποποιήσεως του σχεδίου πόλεως. Άρθρ.5.-1.Άπασαι αι από του έτους 1967 μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος εμπροθέσμως βεβαιωθείσαι υπέρ του Δήμου Πατρέων και μη καταβληθείσαι εισφοραί λόγω υπερ αξίας των ακινήτων, οικοδομηθέντων ή μη, ην ταύτα εκτήσαντο εκ της τροποποιήσεως του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, συνεπεία διανοίξεως οδών, μειώσεως των συντελεστών αρτιότητος των οικοπέδων ή αυξήσεως της επιτρεπομένης εκμεταλλεύσεως αυτών κατ' έκτασιν και ύψος ή του ενός εκ τούτων αναβεβαιούνται κατά τας διατάξεις των άρθρ.4 του παρόντος και 54 του από 249/20.10.1958 Β.Δ/τος, εντός τριετίας από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Εις την αυτήν ως άνω ρύθμισιν υπάγονται και αι περιπτώσεις εσφαλμένης ως προς το πρόσωπον του υποχρέου εγγραφής. Αι μη βεβαιωθείσαι μέχρι τούδε εισφοραί βεβαιούνται κατά τας αυτάς ως άνω διατάξεις. Προσφυγαί ασκηθείσαι και μη εκδικασθείσαι ενώπιον της πρωτοβαθμίου φορολογικής επιτροπής του Β.Δ.166/1967 "περί τρόπου επιλύσεως διαφορών και αμφισβητήσεων επί εν γένει φορολογιών δήμων και κοινοτήτων", καθίστανται άνευ αντικεμένου, εάν το ποσόν της εγγραφής δεν εξωφλήθη εισέτι, επιστρεφομένων των σχετικών παραβόλων. 2.Δια τον προσδιορισμόν της υπεραξίας, συνεπεία διανοίξεως οδών, μειώσεως των συντελεστών αρτιότητος των οικοπέδων ή αυξήσεως της επιτρεπομένης εκμεταλλεύσεως αυτών κατ' έκτασιν και ύψος ή ενός εκ τούτων λαμβάνεται υπ' όψιν α)οι ισχύοντες συντελεσταί αρτιότητος των οικοπέδων ή της επιτρεπομένης εκμεταλλεύσεως των ακινήτων κατ' έκτασιν και ύψος ή του ενός εκ τούτων ή η διάνοιξις οδών κατά την δημοσίευσιν του παρόντος, εν συγκρίσει προς τους ισχύοντας κατά τον χρόνον ενάρξεως της ισχύος του άρθρ.16 του Ν.Δ.3777/1957 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων και του δημοτικού και κοινοτικού κώδικος κλπ." και β)η αγοραία αξία του ακινήτου κατά την ημέραν δημοσιεύσεως του Δ/τος "περί τροποποιήσεως του σχεδίου πόλεως", εξ ου επήλθεν η υπεραξία. Άρθρ.6.-(Προστίθεται παρ.4 εις το άρθρ.21 Ν.Δ.702/ 1970, ανωτ. αριθ.42). Άρθρ.7.-(Αντικαθίσταται η διάταξις του εδαφ.1, της παρ.1 του άρθρ.24 Β.Δ. της 24 Σεπτ./20 Οκτ.1958, ανωτ. αριθ.25). Άρθρ.8.(Αντικαθίσταται η παρ.1 του άρθρ.4 Ν.Δ.318/ 1969, κατωτ. σελ.332,07). | 334 |
Οργανισμός του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.Άρθρο 1 Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ. Κ.) αποτελεί ανώτατη, ενιαία και ανεξάρτητη Αρχή του Κράτους, υπαγόμενο απευθείας στην αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών. Άρθρο 2 Αρμοδιότητες Στην αρμοδιότητα του Ν.Σ.Κ. υπάγονται: α) Η δικαστική υπεράσπιση ενώπιον κάθε ημεδαπού δικαστηρίου των συμφερόντων του Κράτους και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), που η νομική τους υπηρεσία διεξάγεται απαυτό ή από μέλη του, σύμφωνα με ειδικές διατάξεις. β) Η υπεράσπιση, σύμφωνα με τις διέπουσες αυτό διατάξεις, των υποθέσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας και η εκπροσώπηση αυτής ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και κάθε δικαστηρίου και δικαστικής αρχής Κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων Κρατών, καθώς και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Κοινότητος, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 του Ν. 2197/1994 (ΦΕΚ. Α42) και του άρθρου 23 του Ν. 2019/1992 (ΦΕΚ. Α34). γ) Η νομική υποστήριξη των υπηρεσιών του Υπουργείου Γεωργίας ενώπιον των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14παραγρ. 10 του Ν. 2227/1994 (ΦΕΚ. Α 129). δ) Η διενέργεια όλων των δικαστικών πράξεων, που αναφέρονται στο άρθρο 6της κυρωθείσας με το ν.δ. 4421/1964 Πολυμερούς Σύμβασης «Περί διεκδικήσεως διατροφής εις την αλλοδαπήν» και ανάγονται στα καθήκοντα του Υπουργείου Δικαιοσύνης. ε) Η διεξαγωγή όλων των δικαστικών πράξεων, που προβλέπονται στις διεθνείς συμβάσεις δικαστικής αρωγής σε ποινικές, αστικές και εμπορικές υποθέσεις, στις οποίες η Ελλάδα είναι συμβαλλόμενο μέρος και συνιστούν καθήκοντα του Υπουργείου Δικαιοσύνης ως κεντρικής αρχής. ζ) Η καθοδήγηση των ενεργειών της Διοίκησης με νομικές γνωμοδοτήσεις. η) Η αναγνώριση απαιτήσεων κατά του Δημοσίου και ο συμβιβασμός σε διαφορές με αυτό. θ) Η γνωμοδότηση για την υπαγωγή διαφορών του Δημοσίου σε διαιτησία και ο ορισμός διαιτητών του. ι) Η γνωστοποίηση στη Διοίκηση των αιτίων ακύρωσης πράξεών της από τα Δικαστήρια και η υπόδειξη προς αυτή μέτρων για την περιστολή έκδοσης ακυρωτικών αποφάσεων. ια) Η επεξεργασία των σχεδίων νόμων και διαταγμάτων, που παραπέμπονται αρμοδίως σαυτό. Άρθρο Αρθρο 3 Βασική διάρθρωση 1.Οι εργασίες του Ν.Σ.Κ. διεξάγονται από: 1)Την Κεντρική Υπηρεσία, β) Τα Γραφεία Νομικών Συμβούλων, γ) Τα Δικαστικά Γραφεία, δ) Τους Δικηγόρους του Δημοσίου, όπου δεν λειτουργούν Γραφεία Νομικών Συμβούλων ή Δικαστικά Γραφεία και ε) Τους δικηγόρους αλλοδαπής. Άρθρο 4 1.Το Ν.Σ.Κ., ως συλλογικό όργανο λειτουργεί σε Ολομέλεια, Τμήματα και Τριμελείς Γνωμοδοτικές Επιτροπές (Επιτροπές). 2.Η Ολομέλεια συγκροτείται από τον Πρόεδρο, τους Αντιπροέδρους και τους Νομικούς Συμβούλους ως μέλη με ψήφο. Για την ύπαρξη απαρτίας απαιτείται να παρίστανται οι μισοί από τον συνολικό αριθμό των πιο πάνω μελών, που υπηρετούν κάθε φορά. 3.Τα Τμήματα του Ν.Σ.Κ. συγκροτούνται όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παραγρ. 3 του Β.Δ. 6/1961. Για την ύπαρξη απαρτίας κάθε Τμήματος, απαιτείται να παρίστανται τα μισά τουλάχιστον από τον συνολικό αριθμό των ορισθέντων μελών του, που υπηρετούν κάθε φορά. Ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. μπορεί να προεδρεύει οποιουδήποτε Τμήματος. 4.Οι Πάρεδροι του Ν.Σ.Κ. μετέχουν στις εργασίες της Ολομέλειας και των Τμημάτων ως εισηγητές σε υποθέσεις, που τους έχουν ανατεθεί, με γνώμη χωρίς ψήφο. Στις συνεδριάσεις των παραπάνω οργάνων μπορεί να παρίστανται και Δικαστικοί Αντιπρόσωποι κατά την συζήτηση υποθέσεων, τις οποίες έχουν χειρισθεί, για παροχή εξηγήσεων ή διευκρινίσεων. 5.Στην Κεντρική Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ. και στα Γραφεία Νομικών Συμβούλων λειτουργεί Επιτροπή, η οποία μπορεί κατά περίπτωση, να συγκροτείται από ένα Νομικό Σύμβουλο, ένα Πάρεδρο και ένα Δικαστικό Αντιπρόσωπο, ή από τρείς Νομικούς Συμβούλους, ή από δύο Νομικούς Συμβούλους και ένα Πάρεδρο ή Δικαστικό Αντιπρόσωπο, ή από ένα Νομικό Σύμβουλο και δύο Παρέδρους ή δύο Δικαστικούς Αντιπροσώπους. Στα Δικαστικά Γραφεία, αν υπηρετούν Πάρεδρος και δύο Δικαστικοί Αντιπρόσωποι, η Επιτροπή συγκροτείται απαυτούς. Άρθρο 5 1 Οι Επιτροπές γνωμοδοτούν: α) Σε εξώδικες διαφορές μέχρι του ποσού της καθύλην αρμοδιότητας του Μονομελούς Πρωτοδικείου και σε δικαστικές διαφορές για τηρητέα πορεία, συμβιβαστική επίλυση διαφορών ή αναγνώριση απαιτήσεων, για παραίτηση ή αποδοχή αγωγών ή δικαστικών αποφάσεων και για άσκηση ή παραίτηση από ένδικα μέσα και βοηθήματα, και β) Σε ερωτήματα της Διοίκησης. Στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατή η απευθείας εισαγωγή ή παραπομπή της υπόθεσης λόγω σπουδαιότητας σε Τμήμα ή στην Ολομέλεια. Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. καθορίζεται ο τρόπος, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία άσκησης των παραπάνω αρμοδιοτήτων. Η Επιτροπή της Κεντρικής Υπηρεσίας αποφαίνεται σε θέματα αρμοδιότητάς της για υποθέσεις επαρχιών, στις οποίες δεν λειτουργούν Δικαστικά Γραφεία ή στα λειτουργούντα δεν είναι δυνατή η συγκρότηση της Επιτροπής. 2.Τα Τμήματα γνωμοδοτούν: 1)Σε δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις, που δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα των Έπιτροπών ή παραπέμπονται από Επιτροπή σε Τμήμα για τηρητέα πορεία, παραίτηση ή αποδοχή αγωγών, ή δικαστικών αποφάσεων, για παραίτηση από ασκηθέντα ένδικα μέσα και βοηθήματα, και για συμβιβαστική επίλυση διαφορών, ή αναγνώριση απαιτήσεων. 2)Σε ερωτήματα της Διοίκησης, που υπογράφονται από τον Υπουργό, ή άλλο όργανο στα πλαίσια αρμοδιότητας, που έχει νόμιμα εκχωρηθεί σαυτό ή από τον Πρόεδρο Διοικητικού Συμβουλίου ή άλλο ειδικώς εξουσιοδοτημένο όργανο διοίκησης νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, του οποίου η νομική υπηρεσία διεξάγεται από το Ν.Σ.Κ. ή από ορισμένο Γραφείο αυτού, ή μέλος του, με βάση ειδική-διάταξη· 3)Για κάθε σχέδιο νόμου ή διατάγματος, που παραπέμπεται στο Ν.Σ.Κ. για επεξεργασία. 3.Η Ολομέλεια γνωμοδοτεί: 1)Για την υποβολή διαφορών του Δημοσίου σε διαιτησία και τον διορισμό των διαιτητών αυτού. 2)Για υποθέσεις, οι οποίες, παραπέμπονται σαυτήν από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. ή κάποιο Τμήμα. 3)Σε ερωτήματα για τα οποία ζητείται από Υπουργό απευθείας η γνώμη της, ή για τα οποία προηγήθηκε γνωμοδότηση Τμήματος, η οποία δεν έγινε αποδεκτή και 4)Για κάθε νομικό ζήτημα μείζονος σημασίας, που εισάγεται απευθείας σαυτήν με πράξη του Προέδρου. 4.Οι κατά τόπους Γενικοί Γραμματείς Περιφέρειας, μπορούν να απευθύνουν για θέματα της αρμοδιότητας τους ερωτήματα στα Δικαστικά Γραφεία η Γραφεία Νομικού Συμβούλου της έδρας τους. Τα Γραφεία αυτά, αν υπάρχει σχετική προηγούμενη γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ., γνωστοποιούν αυτήν στους ερωτώντες. Διαφορετικά, αν μεν πρόκειται για απλά θέματα, απαντούν με ατομικές γνωμοδοτήσεις ή γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής, σε κάθε άλλη όμως περίπτωση αποστέλλουν αυτά χωρίς καθυστέρηση και με πλήρη εισήγηση στην Κεντρική Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ., για την έκδοση γνωμοδότησης Τμήματος ή της Ολομέλειας. Στην περίπτωση αυτή το ερώτημα εισάγεται προς συζήτηση με πράξη του Προέδρου, η οποία ορίζει και τον εισηγητή. 5.Ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. μπορεί να παραπέμπει σε Τμήμα οποιαδήποτε υπόθεση ή ερώτημα, έστω και αν έχει προηγηθεί επαυτού γνωμοδότηση της Επιτροπής ή ατομική. Επίσης μπορεί να εισάγει οποιαδήποτε υπόθεση ή ερώτημα απευθείας ενώπιον της Ολομέλειας, καθώς και να παραπέμψει σαυτήν οποιαδήποτε γνωμοδότηση Τμήματος, όταν κρίνει ότι η λύση που δόθηκε απαυτό χρειάζεται επανεξέταση. Στις περιπτώσεις αυτές με την πράξη της παραπομπής ορίζεται και ο εισηγητής. 6.Τα ερωτήματα της Διοίκησης διαλαμβάνουν πλήρη εξιστόρηση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης και προσδιορισμό των προβληματισμών της, για την έννοια και το περιεχόμενο συγκεκριμένων διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, των οποίων ζητείται η ερμηνεία από το Ν.Σ.Κ., προκειμένης εφαρμογής αυτών από την ερωτώσα υπηρεσία στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της. Άρθρο Αρθρο 6 Λειτουργία 1.Στις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, των Τμημάτων και των Επιτροπών, οι υποθέσεις και τα ερωτήματα φέρονται προς συζήτηση ύστερα από έγγραφη εισήγηση, η οποία διανέμεται τουλάχιστον δύο ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης στα μέλη για ενημέρωση τους. Η εισήγηση περιέχει υποχρεωτικά πλήρη έκθεση του πραγματικού και νομικού μέρους της υπόθεσης, με παράθεση του κειμένου των εφαρμοστέων διατάξεων, της ερμηνείας αυτών και της προτεινόμενης λύσης. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις για θέματα ή υποθέσεις επείγουσας φύσης, μπορεί η διαδικασία αυτή να μη τηρηθεί, ύστερα από άδεια του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., ή του προέδρου του Τμήματος ή του προεδρεύοντα της Επιτροπής. Οι προς τον Πρόεδρο και τους προέδρους των Τμημάτων απευθυνόμενες εισηγήσεις, συνοδεύονται υποχρεωτικά από αντίγραφα σε πλήρη σειρά, όλων των δικογράφων της υπόθεσης καθώς και όλων των κρίσιμων για τη διάγνωση της διαφοράς λοιπών εγγράφων. Το ίδιο ισχύει τόσο για τις εισηγήσεις και τα επαυτών πρακτικά των Επιτροπών των Γραφείων, που αποστέλλονται στον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. για θεώρηση, όσο και για τις εισηγήσεις προς την Επιτροπή της Κεντρικής Υπηρεσίας από τα Γραφεία του Ν.Σ.Κ., στα οποία δεν λειτουργεί τέτοια Επιτραπή. 2.Για τις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, των Τμημάτων και των Επιτροπών συντάσσονται πρακτικά, με εξαίρεση τα γνωμοδοτικά θέματα. Τα πρακτικά γνωμοδοτήσεων σε δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις, των μεν Επιτροπών υπογράφονται από τους μετέχοντες και θεωρούνται από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ., της δε Ολομέλειας και των Τμημάτων, από εκείνον που προεδρεύει και τον γραμματέα. Οι γνωμοδοτήσεις επί των ερωτημάτων της μεν Ολομέλειας και των Τμημάτων υπογράφονται από τον εισηγητή και τον Πρόεδρο τους, των δε Επιτροπών απόλα τα μέλη. 3.Οι γνωμοδοτήσεις σε ερωτήματα και τα πρακτικά γνωμοδοτήσεων σε δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις των Επιτροπών, των Τμημάτων και της Ολομέλειας, εκδίδονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών, που έχουν ψήφο, εκφερομένης της γνώμης τους κατά σειρά από τον νεώτερο. Στα Τμήματα και στην Ολομέλεια σε περίπτωση, που διατυπωθούν περισσότερες από δύο γνώμες, οι εκφέροντες την ασθενέστερη οφείλουν να προσχωρήσουν σε μία από τις επικρατέστερες. Εάν οι εκφραζόμενες γνώμες συγκεντρώνουν ίσο αριθμό ψήφων, γίνεται ψηφοφορία, για να αποκλεισθεί μιά απαυτές. Οι εκφράσαντες την αποκλεισθείσα γνώμη, οφείλουν να προσχωρήσουν σε μία από τις άλλες, μέχρι να σχηματισθεί πλειοψηφία. Σε περίπτωση, που επιτευχθεί ισοψηφία, στις μεν συνεδριάσεις της Ολομέλειας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου, στις δε συνεδριάσεις των Τμημάτων η υπόθεση παραπέμπεται στην Ολομέλεια. Στις συνεδριάσεις των Επιτροπών, αν δεν σχηματισθεί πλειοψηφία, η υπόθεση παραπέμπεται στο αρμόδιο Τμήμα. Οι γνωμοδοτήσεις και τα πρακτικά περιέχουν τις επικρατήσασες δύο γνώμες με πλήρη αιτιολογία. Επίσημο αντίγραφο κάθε γνωμοδότησης αποστέλλεται στην αντίστοιχη υπηρεσία, που επιμελήθηκε για την υποβολή του ερωτήματος, η οποία υποχρεούται να ενεργήσει για την αποδοχή ή μη αυτής. 4.Οι γνωμοδοτήσεις δεν δημιουργούν δικαίωμα υπέρ οιουδήποτε τρίτου, ούτε χορηγείται αντίγραφο αυτών, πριν από την αποδοχή, με επισημειωματική πράξη, γνώμης, που διατυπώνεται σ αυτές, από τα αναφερόμενα στο άρθρο 5 παραγρ. 2 περ. β και 4 κατά περίπτωση όργανα, τα οποία υπέβαλαν το ερώτημα. Μετά από την αποδοχή τους οι γνωμοδοτήσεις αποτελούν πράξεις, που είναι υποχρεωτικές για την Διοίκηση και μπορεί να χορηγηθεί αντίγραφο αυτών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 5.Τα πρακτικά γνωμοδοτήσεων σε δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις δεν έχουν ισχύ, ούτε εκτελούνται χωρίς την έγκριση του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος μπορεί να τροποποιεί τους όρους αυτών μόνο επωφελέστερα για το Δημόσιο. Τα πρακτικά σε υποθέσεις ακυρωτικής διαδικασίας του Διοικητικού Εφετείου ή του Συμβουλίου της Επικρατείας, εγκρίνονται από τον αρμόδιο κατά περίπτωση Υπουργό. Τα πρακτικά πριν από την έγκριση τους δεν δημιουργούν δικαίωμα υπέρ οιουδήποτε τρίτου, ούτε χορηγείται αντίγραφο αυτών. Μετά από την έγκριση τους, εκτελούνται υποχρεωτικά από τη Διοίκηση, μη υποκείμενα σε περαιτέρω έλεγχο. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΠΡΟΕΔΡΟΣ-ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ Άρθρο 7 1.Ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. είναι αντιπρόσωπος (ΑGΕΝΤ) της Ελληνικής Κυβέρνησης στην Επιτροπή και το Δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δυνάμενος να ορίσει ως αναπληρωτή του άλλο μέλος του Ν.Σ.Κ. 2.Ο Πρόεδρος: α) προΐσταται του Νομικού Συμβουλίου, είναι υπηρεσιακός και πειθαρχικός προϊστάμενος του Κύριου και του Διοικητικού προσωπικού του Ν.Σ.Κ. και κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τις εργασίες του, και μπορεί να ασκήσει όλα τα καθήκοντα νομικού συμβούλου, β) προεδρεύει της Ολομέλειας και των Τμημάτων, γ) υπογράφει τα αποδεικτικά των επιδιδομένων στο Δημόσιο κάθε είδους δικογράφων και δικαστικών αποφάσεων, καθώς και κάθε εγγράφου που αφορά σε υποθέσεις της αρμοδιότητάς του, δ) με πράξεις του κατανέμει τις θέσεις του κύριου και διοικητικού προσωπικού στις υπηρεσιακές μονάδες του Ν.Σ.Κ, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες, τοποθετεί τα μέλη του προσωπικού σαυτές, ρυθμίζει θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των Γραφείων Νομικών Συμβούλων, Δικαστικών Γραφείων και της Κεντρικής Υπηρεσίας, ορίζει τα καθήκοντα του προσωπικού, τα τηρούμενα από τα γραφεία βιβλία και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια., ε) κατανέμει τις υποθέσεις στα Γραφεία των Νομικών Συμβούλων και τα Δικαστικά Γραφεία, χωρίς δέσμευση από την καθύλη ή την κατά τόπο αρμοδιότητά τους, δυνάμενος να χρεώνει ατομικά οποιαδήποτε υπόθεση σε συγκεκριμένο μέλος του κύριου προσωπικού, στ) παρέχει τις εντολές για την άσκηση αγωγής, εγκλήσεως και κάθε άλλης επιθετικής δικαστικής πράξης ή ενέργειας καθώς και τις σχετικές με αυτές πληρεξουσιότητες, ενώπιον οποιουδήποτε Δικαστηρίου ή αρχής της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, ζ) εγκρίνει την αντί άλλης απόδειξης επαγωγή όρκου ή αντεπαγωγή στις δικαστικές διαφορές του Δημοσίου. Η επιβοηθητική επαγωγή όρκου γίνεται εγκύρως χωρίς την διατύπωση αυτή, η) δίνει στο γραφείο του τους όρκους, που επιβάλλονται στο Δημόσιο στις δίκες αυτού, εφόσον του δοθεί γενική ή ειδική προς τούτο πληρεξουσιότητα με πράξη του Υπουργού των Οικονομικών, θ) υπογράφει τα έγγραφα με τα οποία αποστέλλονται για εκτέλεση αποφάσεις σε βάρος του Δημοσίου μαζί με εκκαθάριση του πληρωτέου ποσού και παρέχει τις απαιτούμενες προς υπογραφή συμβολαίων και πράξεων πληρεξουσιότητες, ι) εγκρίνει την χορήγηση αντιγράφων από τα έγγραφα, που φυλάσσονται στην Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου ή προέρχονται από αυτό, ια) παραγγέλλει την επιθεώρηση των γραφείων και των μελών του Ν.Σ.Κ. καθώς και των δικηγόρων του Δημοσίου, ιβ) έχει κάθε άλλη αρμοδιότητα, που προβλέπεται στο παρόν διάταγμα, ή σε κάθε άλλη διάταξη και γενικά ασκεί όλες τις αρμοδιότητες της Κεντρικής Υπηρεσίας, υπογράφοντας κάθε σχετικό έγγραφο. 3.Ο Πρόεδρος με πράξη του μπορεί να εξουσιοδοτήσει Νομικό Σύμβουλο ή Πάρεδρο από αυτούς, που υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία για να υπογράφουν «με εντολή του»: α) τις εκθέσεις επίδοσης εγγράφων και δικογράφων προς το Δημόσιο, β) τις καταστάσεις εκκαθάρισης των αποδοχών, των οδοιπορικών εξόδων και αποζημιώσεων για εκτός έδρας κίνηση ή κίνηση στην αλλοδαπή του κύριου και διοικητικού προσωπικού και γ) κάθε άλλο κατά την κρίση του έγγραφο. Άρθρο 8 Κεντρική Υπηρεσία Ν.Σ.Κ. Η Κεντρική Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ. συγκροτείται από τις ακόλουθες υπηρεσιακές μονάδες: α. Γραφείο Προέδρου. β. Γραμματεία. γ. Σχηματισμούς Δικαστικών και Εξωδίκων Υποθέσεων. δ. Κέντρο Νομικής Πληροφορικής, Μελετών και νομικών εκδόσεων. ε. Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης. Άρθρο Άρθρο 9 Γραφείο Προέδρου Το Γραφείο Προέδρου διεκπεραιώνει την προς τον Πρόεδρο απευθυνόμενη αλληλογραφία, ρυθμίζει τις συνεργασίες και τις παραστάσεις του Προέδρου, παρακολουθεί και ενημερώνει αυτόν για κάθε δημοσίευμα του τύπου, που αφορά το Ν .Σ. Κ. ή τις διεξαγόμενες απαυτό υποθέσεις και επιμελείται της ενδεχόμενης πληροφόρησης και απάντησης σαυτά, μεριμνά για την υπογραφή απαυτόν κάθε πράξης ή εγγράφου και για την περαιτέρω διεκπεραίωσή τους και τηρεί το πρωτόκολλο διαβαθμισμένων εγγράφων. Άρθρο 10 Γραμματεία 1.Η Γραμματεία του Ν.Σ.Κ. υπάγεται ως μονάδα απευθείας στον Πρόεδρο και σύγκειται από τα Γραφεία : 1)Σύνταξης και Αρχείου Πρακτικών Τμημάτων και Ολομέλειας. β) Διοίκησης και γ) Προσωπικού. 2.Το Γραφείο Σύνταξης και Αρχείου Πρακτικών: 1)Εχει την ευθύνη σύνταξης των πρακτικών της Ολομέλειας και των Τμημάτων, της μέριμνας για την έγκριση τούτων, καθώς και εκείνων των Επιτροπών, από τον Υπουργό των Οικονομικών ή το εξουσιοδοτημένο απαυτόν όργανο και. της διαβίβασής τους για εκτέλεση στις αρμόδιες υπηρεσιακές μονάδες, 2)Τηρεί τα σχετικά βιβλία καταχώρισης των πρακτικών, με αύξοντα αριθμό και μεριμνά για την απαιτούμενη υπογραφή ή θεώρησή τους. 3)Τηρεί τα βιβλία καταχώρισης των γνωμοδοτήσεων της Ολομέλειας, των Τμημάτων και των Επιτροπών, καθώς και των ατομικών των επί μέρους μελών του Ν.Σ.Κ. και μεριμνά για την ενιαία αρίθμησή τους. 4)Έχει την ευθύνη της αρχειοθέτησης και φύλαξης των εκδιδόμενων κάθε χρόνο πρακτικών. 3.Το Γραφείο Διοίκησης μεριμνά: 1)Για την έκδοση των προβλεπομένων από το άρθρο 4 παρ. 3 πράξεων του Προέδρου, για την συγκρότηση των Τμημάτων. 2)Για την κατάρτιση της ημερήσιας διάταξης της Ολομέλειας και την διανομή των εισηγήσεων στα μέλη αυτής και των Τμημάτων. 3)Για την θεώρηση των γνωμοδοτήσεων της Ολομέλειας από τον Πρόεδρο και των γνωμοδοτήσεων των Τμημάτων από τους Προεδρεύοντες κάθε φορά. 4)Για την έκδοση πράξεων του Προέδρου για τον ορισμό μελών του Ν.Σ.Κ. σε συλλογικά όργανα και επιτροπές της Διοίκησης ή Ν.Π.Δ.Δ., όπου προβλέπεται από ειδικές διατάξεις. 5)Για τον ορισμό από τον Πρόεδρο, εισηγητών σε ερωτήματα ή υποθέσεις της Ολομέλειας ή των Τμημάτων, σε όσες περιπτώσεις προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Διατάγματος. 6)Για την συγκέντρωση στοιχείων για τον ορισμό δικηγόρων του Δημοσίου σε επαρχιακά δικαστήρια, όπου δεν λειτουργούν Δικαστικά Γραφεία ή και όπου λειτουργούν, αλλο διορισμός δικηγόρων κρίνεται αναγκαίος, κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στο άρθρο 3 παρ. 1 περ. α του παρόντος Διατάγματος, καθώς και για την έκδοση των απαιτουμένων αποφάσεων για τον διορισμό, την αντικατάσταση ή την ανανέωση της θητείας τους και την τήρηση σχετικού μητρώου αυτών. 7)Για την αποδοχή αιτήσεων ασκουμένων δικηγόρων προς άσκηση στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους σύμφωνα με το άρθρο 25 του παρόντος, την τοποθέτησή τους στην Κεντρική Υπηρεσία, στα Γραφεία Νομικών Συμβούλων και τα Δικαστικά Γραφεία, την συγκέντρωση κάθε στοιχείου, που αφορά στην πραγματοποίηση της άσκησης, την δραστηριότητα των ασκουμένων και την έκδοση σχετικών πιστοποιητικών και βεβαιώσεων. 8)Για την έκδοση πράξεων του Προέδρου, που αφορούν τον αριθμό και την καθύλη αρμοδιότητα των σχηματισμών δικαστικών και εξώδίκων υποθέσεων της Κεντρικής Υπηρεσίας και των επί μέρους Γραφείων τους. 9)Για την έκδοση πράξεων του Προέδρου για την επιθεώρηση των γραφείων και του προσωπικού του Ν.Σ.Κ., σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, καθώς και κάθε άλλης πράξης ή απόφασης του, που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις. 4.Το Γραφείο Προσωπικού: 1)Τηρεί το μητρώο και τους υπηρεσιακούς φακέλλους των μελών του κύριου και του διοικητικού προσωπικού του Ν.Σ.Κ. και μεριμνά για την προετοιμασία, σύνταξη, υπογραφή και κοινοποίηση κάθε εγγράφου, πράξης ή απόφασης, που έχει σχέση με την υπηρεσιακή, πειθαρχική και μισθολογική κατάσταση αυτών. 2)Μεριμνά για τη συγκέντρωση και φύλαξη των προβλεπόμενων από την παράγραφο 4 του άρθρου 20 του παρόντος καταστάσεων, για τον αριθμό, το είδος και την πορεία των χειριζόμενων από κάθε μέλος του Ν.Σ.Κ. υποθέσεων και ερωτημάτων. 3)Επιμελείται για την έκδοση των πράξεων ή αποφάσεων του Προέδρου, που αφορούν στην κατανομή των θέσεων του κύριου και διοικητικού προσωπικού στην Κεντρική Υπηρεσία, στα Γραφεία Νομικών Συμβούλων και στα Δικαστικά Γραφεία, καθώς και για την κίνηση και ολοκλήρωση της διαδικασίας τοποθέτησης, μετακίνησης, απόσπασης ή μετάθεσης του προσωπικού αυτού. 4)Κινεί την διαδικασία συγκρότησης και σύγκλησης του Υπηρεσιακού και Πειθαρχικού Συμβουλίου για το κύριο προσωπικό, συντάσσει την ημερήσια διάταξη και τα πρακτικά και επιμελείται για την εκτέλεση των λαμβανόμενων αποφάσεων. 5)Επιμελείται για κάθε προπαρασκευαστική εργασία της τακτικής ή της τυχόν έκτακτης επιθεώρησης των Γραφείων και των μελών του κύριου προσωπικού, την φύλαξη και αρχειοθέτηση κάθε σχετικού με αυτές εγγράφου, την τοποθέτησή των σχετικών εκθέσεων στους φακέλλους των επιθεωρουμένων και την κοινοποίηση τους σαυτούς, εκτελώντας κάθε σχετική υπόδειξη των επιθεωρητών. 6)Μεριμνά για τη σύνταξη και εκτύπωση των επετηρίδων του κύριου και του διοικητικού προσωπικού και την επίδοση αντιγράφων αυτών στα μέλη τους. 7)Μεριμνά για την κίνηση της διαδικασίας προκήρυξης διαγωνισμού για την πλήρωση κενών θέσεων Δικαστικών Αντιπροσώπων, τις σχετικές δημοσιεύσεις, τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών των υποψηφίων, τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής και την παροχή κάθε τεχνικής και υλικής υποστήριξης προς αυτήν. 8)Κινεί την προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις διαδικασία πλήρωσης κενών θέσεων του διοικητικού προσωπικού, μεριμνώντας για την σύνταξη, υπογραφή και κοινοποίηση κάθε σχετικού εγγράφου, πράξης ή απόφασης. 9)Μεριμνά για την σύνταξη των φύλλων ποιότητας του διοικητικού προσωπικού, την κοινοποίηση αυτών στους ενδιαφερόμενους και την τοποθέτησή τους στους οικείους υπηρεσιακούς φακέλλους. 10)Επιμελείται για τη συγκρότηση και σύγκληση του υπηρεσιακού και πειθαρχικού συμβουλίου για το διοικητικό προσωπικό, για τη σύνταξη της ημερήσιας διάταξης, την τήρηση των πρακτικών και εκτέλεση των λαμβανόμενων αποφάσεων. 5.Στη Γραμματεία προϊστάμενος είναι ο Γραμματέας του Ν.Σ.Κ., ο οποίος και τηρεί τα πρακτικά της Ολομέλειας και των Τμημάτων, καθώς και εκείνα των υπηρεσιακών και πειθαρχικών συμβουλίων του κύριου προσωπικού του Ν.Σ.Κ. Γραμματέας και αναπληρωτής αυτού, ορίζονται με απόφαση του Προέδρου, Δικαστικοί Αντιπρόσωποι που έχουν τετραετή συνολική υπηρεσία. Προϊστάμενοι των επιμέρους Γραφείων της Γραμματείας, μπορεί να τοποθετούνται και μέλη του διοικητικού προσωπικού. Με απόφαση του Προέδρου, μπορεί νανατίθεται η εποπτεία του Γραφείου του και της Γραμματείας σε Νομικό Σύμβουλο ή Πάρεδρο από αυτούς, που υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία. Άρθρο Άρθρο11 Σχηματισμοί Δικαστικών και Εξώδικων υποθέσεων 1.Οι Σχηματισμοί Δικαστικών και Εξώδικων υποθέσεων διακρίνονται: 1)Στους Σχηματισμούς υποθέσεων ημεδαπής και β) Στον Σχηματισμό υποθέσεων δικαιοδοσίας Δικαστηρίων Ευρωπαϊκής Ενωσης και λοιπών Δικαστηρίων Αλλοδαπής. 2.Οι Σχηματισμοί Δικαστικών και Εξώδικων υποθέσεων ημεδαπής, είναι: 1)Σχηματισμός διαφορών δικαιοδοσίας Διοικητικών Δικαστηρίων. 2)Σχηματισμός διαφορών δικαιοδοσίας Πολιτικών Δικαστηρίων. 3)Σχηματισμός Φορολογικών και Τελωνειακών υποθέσεων. 4)Σχηματισμός Ποινικών υποθέσεων. 5)Σχηματισμός διαφορών δικαιοδοσίας Ελεγκτικού Συνεδρίου. 3.Σε κάθε Σχηματισμό υπάγονται και οι εξώδικες υποθέσεις, καθώς και οι υποθέσεις διαιτησίας, αντίστοιχες κατά είδος και φύση των δικαστικών υποθέσεων της αρμοδιότητας τους. 4.Κάθε Σχηματισμός συγκροτείται από ένα ή περισσότερα Γραφεία, με βάση τον αριθμό, τη φύση και τη γενικώτερη κατηγορία των διακινούμενων από τον Σχηματισμό υποθέσεων. 5.Με απόφαση του Προέδρου, προϊστάμενος ενός ή περισσοτέρων Σχηματισμών, μπορεί να τοποθετηθεί Νομικός Σύμβουλος ή Πάρεδρος, των δε Γραφείων Δικαστικός Αντιπρόσωπος, που έχει τετραετή συνολική υπηρεσία. Άρθρο 12 Αρμοδιότητες Σχηματισμών - Γραφείων 1. Κάθε Σχηματισμός υποθέσεων ημεδαπής, ασκεί με τα Γραφεία του, τις εξής αρμοδιότητες: α) Συντάσσει και αποστέλλει, τις αναγκαίες πράξεις ανάθεσης και πληρεξουσιότητος, για τον χειρισμό των υποθέσεων προς τα Γραφεία Νομικών Συμβούλων, Δικαστικά Γραφεία ή ατομικά σε μέλη του κύριου προσωπικού, καθώς και προς τους Δικηγόρους του Δημοσίου, μέσω των αρμοδίων διοικητικών υπηρεσιών σε νομαρχιακό επίπεδο. Όπου από διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας προβλέπεται η δυνατότητα δικαστικής εκπροσώπησης του Δημοσίου από άλλα όργανα, οι παραπάνω πράξεις ανάθεσης μπορεί ναπευθύνονται και προς αυτά. β) Εισάγει στα Τμήματα του Ν.Σ.Κ. ήτις Επιτροπές της Κεντρικής Υπηρεσίας, ανάλογα με τις διακρίσεις του άρθρου 5 παρ. 1 και 2, τις υποθέσεις αρμοδιότητας επαρχιακών δικαστηρίων με πλήρη εισήγηση του αρμόδιου περιφερειακού Γραφείου του Ν.Σ.Κ. για γνωμοδότηση, ως προς την τηρητέα πορεία, την άσκηση ή μη αγωγών ή ενδίκων μέσων και βοηθημάτων, την παραίτηση απ αυτά, την αποδοχή δικαστικών αποφάσεων, καθώς και την συμβιβαστική επίλυση διαφορών ή την εξώδικη αναγνώριση απαιτήσεων. γ) Μεριμνά για τη σύνταξη των σχετικών πρακτικών, την υπογραφή τους και την προώθηση τους για θεώρηση από τον Πρόεδρο και για έγκριση απο τον Υπουργό Οικονομικών, ή άλλο εξουσιοδοτημένο απαυτόν όργανο. δ) Ερευνά τα αίτια της δυσμενούς έκβασης δικών του Δημοσίου, ενημερώνει σχετικά τον Πρόεδρο, υποβάλλοντας πόρισμα με τις διαπιστώσεις που έγιναν, το οποίο αποστέλλεται στις αρμόδιες αρχές με υπόδειξη για λήψη των ενδεικνυόμενων μέτρων. ε) Ενεργεί για την βεβαίωση και είσπραξη από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες των επιδικαζομένων υπέρ του Δημοσίου απαιτήσεων (κεφαλαίου, τόκων, δικαστικών εξόδων) , καθώς και για την έκδοση εντολών προς τις αρμόδιες υπηρεσίες για την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων υπέρ ή σε βάρος του Δημοσίου. στ) Εκκαθαρίζει τις πληρωτέες από το Δημόσιο αμοιβές των δικηγόρων για τις υποθέσεις των επαρχιών. ζ) Τηρεί στατιστικά στοιχεία για τις υποθέσεις που διακινεί ή χειρίζεται, καθώς και τα αναγκαία προς τούτο βιβλία και ευρετήρια. 2.Στον Σχηματισμό υποθέσεων δικαιοδοσίας δικαστηρίων Ευρωπαϊκής Ένωσης και λοιπών δικαστηρίων της αλλοδαπής ανήκει: 1)Η παροχή εντολών στα Γραφεία Νομικών Συμβούλων, ή σε μέλος του Ν.Σ.Κ., για προπαρασκευή, υπεράσπιση και γενικότερα εκπροσώπηση της Ελληνικής Δημοκρατίας ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, των Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων (Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων), και κάθε Δικαστηρίου ή Δικαστικής αρχής κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή άλλων κρατών. 2)Ο διορισμός αλλοδαπών δικηγόρων για υπεράσπιση και παράσταση, σε υποθέσεις του Δημοσίου ενώπιον δικαστηρίων και δικαστικών ή άλλων αρχών της αλλοδαπής, η παροχή των αναγκαίων πληρεξουσίων εγγράφων, η αναγνώριση και εκκαθάριση των πληρωτέων αμοιβών τους και κάθε σχετική ενέργεια. 3)Η παρακολούθηση της εξέλιξης των υποθέσεων, ο χειρισμός των οποίων έχει ανατεθεί σε δικηγόρους της αλλοδαπής, καθώς και η εισήγηση γι αυτές, με ανάλογη εφαρμογή των οριζόμενων στην περίπτωση β της προηγούμενης παραγράφου. 4)Η ενημέρωση των αρμοδίων υπηρεσιών για τις εκδιδόμενες αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε υποθέσεις, στις οποίες έχει μετάσχει η Ελληνική Δημοκρατία, ως διάδικο μέρος, όταν παρουσιάζουν γενικότερο ενδιαφέρον. 5)Η σύνταξη των εντολών προς τις αρμόδιες υπηρεσίες για την εκτέλεση αποφάσεων αλλοδαπών δικαστηρίων ή διεθνών διαιτησιών σε βάρος του Δημοσίου, καθώς και του Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όταν επιδικάζεται «δικαία ικανοποίησις». 6)Η ανταπόκριση με Νομικές Υπηρεσίες άλλων Κρατών. 3.Μέχρι την έκδοση και δημοσίευση των προβλεπόμενων από την παράγραφο 4 του προηγούμενου άρθρου αποφάσεων του Προέδρου, εξακολουθούν να λειτουργούν τα τμήματα, που προβλέπονται στα άρθρα 9 και 10 του Β.Δ/τος 6/1961, τα οποία ασκούν τις οριζόμενες από τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος αρμοδιότητες κατά περίπτωση. Άρθρο 13 Κέντρο Νομικής Πληροφορικής-Μελετών-Νομικών Εκδόσεων 1. Το Κέντρο Νομικής Πληροφορικής, Μελετών και Νομικών Εκδόσεων, αποτελείται από τα ακόλουθα Γραφεία: Α) Γραφείο Μελετών και ευρετηρίασης νομικής ύλης. 8) Γραφείο εκδόσεων. Γ) Γραφείο βιβλιοθήκης. Δ) Γραφείο Μηχανοργάνωσης. Με απόφαση του Προέδρου, Προϊστάμενος του Κέντρου τοποθετείται Νομικός Σύμβουλος ή Πάρεδρος, των δε Γραφείων αυτού Δικαστικός Αντιπρόσωπος, που έχει τετραετή συνολική υπηρεσία. 2.Οι αρμοδιότητες του Κέντρου κατά Γραφείο είναι: Α) Γραφείο Μελετών και ευρετηρίασης νομικής ύλης Σ αυτό ανήκει: 1)Η συγκέντρωση και ευρετηρίαση των γνωμοδοτήσεων του Ν.Σ.Κ. (Ολομέλειας, Τμημάτων, Επιτροπών και ατομικών). 2)Η καταχώρηση στα τηρούμενα προγράμματα νομικής πληροφορικής, περιλήψεων των γνωμοδοτήσεων, κατά λήμμα ύλης και ερμηνευόμενη διάταξη, καθώς και η ενημέρωση των προγραμμάτων με τη σχετική προς τις δίκες του Δημοσίου νομοθετική και νομολογιακή ύλη, προς χρήση των μελών του Ν.Σ.Κ., των δικηγόρων του Δημοσίου και των δημοσίων υπηρεσιών. 3)Η μελέτη και η κατάρτιση προγραμμάτων νομικής πληροφορικής, που να εξασφαλίζει την πληρέστερη ή ευρύτερη χρησιμοποίηση της πιο πάνω νομικής ύλης. 4)Η εισήγηση για τις ενδεικνυόμενες τροποποιήσεις της νομοθεσίας των δικών του Δημοσίου και η μέριμνα κωδικοποίησης των διατάξεων αυτής. 5)Η ενημέρωση και καθοδήγηση με εγκυκλίους των γραφείων νομικών συμβούλων, των δικαστικών γραφείων, του προσωπικού του Ν.Σ.Κ. γενικά, των δικηγόρων του Δημοσίου και των δημοσίων υπηρεσιών, για την ερμηνεία και εφαρμογή διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, καθώς και για τις διδόμενες από τα δικαστήρια λύσεις σε θέματα, που αφορούν στις δίκες του Δημοσίου. 6)Η έκθεση κατέτος των αποτελεσμάτων της ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και των διοικητικών δικαστηρίων ακυρωτικής διαδικασίας και η επισήμανση των αιτίων ακύρωσης πράξεων της Διοίκησης, καθώς και η υπόδειξη προς αυτήν μέτρων για την περιστολή έκδοσης ακυρωτικών αποφάσεων και 7)Η συγκέντρωση των αναγκαίων στοιχείων προς σύνταξη ετησίας στατιστικής έκθεσης για τις εργασίες του Ν .Σ. Κ. Β) Γραφείο εκδόσεων Σαυτό ανήκει: 1)Η συγκέντρωση της ύλης και η προπαρασκευή της έκδοσης κατ έτος ή κατά συντομότερα χρονικά διαστήματα, του Νομικού Δελτίου του Ν.Σ.Κ. που περιλαμβάνει τις εκδοθείσες γνωμοδοτήσεις σε περιλήψεις ή σε πλήρες κείμενο, με ανάλογο ευρετηρίαση, καθώς και άλλη συναφή ύλη από μελέτες και αποφάσεις των ευρωπαϊκών ή ημεδαπών δικαστηρίων, που εμφανίζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή τέμνουν θέματα, που ανακύπτουν στις αντιμετωπιζόμενες από τα μέλη του Ν.Σ.Κ. υποθέσεις ή μεταβάλλουν τις δοθείσες σαυτά λύσεις. 2)Η μέριμνα για την εκτύπωση και έγκαιρη διανομή του Νομικού Δελτίου στα γραφεία νομικών συμβούλων, δικαστικά γραφεία, όλο το κύριο προσωπικό και τις δημόσιες υπηρεσίες για ενημέρωση. 3)Ο προγραμματισμός, η προπαρασκευή και η πράγματοποίηση οποιασδήποτε άλλης έκδοσης που αποφασίζεται για την ενημέρωση του προσωπικού και των δημοσίων υπηρεσιών. Γ) Γραφείο βιβλιοθήκης Σ αυτό ανήκει: 1)Η μέριμνα για την καταγραφή, ταξινόμηση και ευρετηρίαση των βιβλίων της βιβλιοθήκης του Ν.Σ.Κ. 2)Η παρακολούθηση της κίνησης των βιβλίων και η μέριμνα για επιμελή διατήρηση και φύλαξη αυτών. 3)Η μέριμνα για την συνεχή ενημέρωση της βιβλιοθήκης με νέες εκδόσεις νομικών βιβλίων, περιοδικών και εφημερίδων, καθώς και για την προμήθεια, παραλαβή, βιβλιοδεσία, καταγραφή και ταξινόμηση αυτών. 4)Η μέριμνα για την προμήθεια, παραλαβή, βιβλιοδεσία και ενημέρωση της βιβλιοθήκης του Ν.Σ.Κ. με τις εκδόσεις των τευχών της Εφημερίδας της Κυβέρνησης, της Εφημερίδας των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και κάθε άλλης επίσημης έκδοσης. Δ) Γραφείο Μηχανοργάνωσης Σαυτό ανήκει: 1)Η οργάνωση, λειτουργία, εκμετάλλευση, καθώς και ο συντονισμός της χρησιμοποίησης των μηχανογραφικών εφαρμογών, στην Κεντρική Υπηρεσία και στις λοιπές υπηρεσιακές μονάδες του Ν .Σ. Κ. 2)Η μελέτη για την βελτίωση και επέκταση των μηχανογραφικών εφαρμογών στο Ν.Σ.Κ. και για τη δημιουργία νέων. 3)Η σύνδεση, παρακολούθηση, λειτουργία και επέκταση συνδέσεων των υπηρεσιακών μονάδων του Ν.Σ.Κ. (Γραφεία Νομικών Συμβούλων και Δικαστικά Γραφεία), των άλλων δημοσίων υπηρεσιών ή και ιδιωτών, με τον κεντρικό υπολογιστή του Ν.Σ.Κ. για την λήψη νομικών πληροφοριών από τα στοιχεία τα τηρούμενα στο αρμόδιο Γραφείο του Κέντρου. 3.Με απόφαση του Προέδρου, συγκροτείται Επιτροπή, από τρία τουλάχιστον μέλη του Ν.Σ.Κ., που υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία, η οποία γνωμοδοτεί για θέματα αρμοδιότητας των Γραφείων του Κέντρου και ιδιαίτερα σε ότι αφορά: α) στην οργάνωση και λειτουργία τους, β) στον προγραμματισμό, τη σύνταξη, την έκδοση και τη διάθεση του εκδιδόμενου από το Κέντρο Νομικού Δελτίου, γ) στην αξιολόγηση του συλλεγόμενου από τα μέλη της ή του περιερχόμενου σαυτή από τις υπηρεσιακές μονάδες του Ν.Σ.Κ. νομικού υλικού και στην επιλογή τελικά εκείνου, που ενδείκνυται να καταχωρηθεί στον Ηλεκτρονικό Υπολογιστή και να δημοσιευθεί, δ) στην προμήθεια του απαιτούμενου μηχανολογικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού και λοιπών μέσων και στον τρόπο χρησιμοποίησης και αξιοποίησης αυτών, για την καλύτερη εξυπηρέτηση των αναγκών της υπηρεσίας και ε) στον έλεγχο λειτουργίας του συστήματος του Ηλεκτρονικού Υπολογιστή, το πεδίο και την έκταση εφαρμογής του, την τροφοδότηση αυτού με δεδομένα, στην επιλογή αυτών και στον σχετικό προγραμματισμό. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται ο τρόπος λειτουργίας της Επιτροπής, η τηρούμενη διαδικασία και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Άρθρο 14 1.Η Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης, περιλαμβάνει, τη Διεύθυνση Διοικητικής Μέριμνας και τη Διεύθυνση Οικονομικών Υποθέσεων, οι οποίες υποδιαιρούνται σε Τμήματα και Γραφεία, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των άρθρων 15 και 16. __ 2.Της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης και των Διευθύνσεων, Τμημάτων και Γραφείων, που υπάγονται σαυτήν, προΐστανται διοικητικοί υπάλληλοι. Άρθρο 15 1.Στη Διεύθυνση Διοικητικής Μέριμνας υπάγονται τα ακόλουθα τμήματα: Α) Τμήμα Πρωτοκόλλου. Β) Τμήμα Αρχείου και παραλαβής δικογράφων. Γ) Τμήμα Διεκπεραίωσης, που περιλαμβάνει τα γραφεία: 1)Δακτυλογράφησης, β. Ανατύπωσης, γ. Παραβολής και δ. Παραλαβής. 2.Τα τμήματα αυτά έχουν τις εξής αρμοδιότητες: 1)Το Τμήμα Πρωτοκόλλου, έχει την ευθύνη: αα) για την τήρηση του γενικού πρωτοκόλλου εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων της υπηρεσίας, την παραλαβή από τους δικαστικούς επιμελητές των εισερχομένων δικογράφων, την πρωτοκόλληση και την παράδοση τους στο Τμήμα Αρχείου της υπηρεσίας, για συσχέτιση ή σε άλλο Γραφείο, ββ) για την παράδοση σε δικαστικούς επιμελητές δικογράφων ή εγγράφων της υπηρεσίας προς επίδοση, με βάση τηρούμενα στοιχεία παραλαβής, την παρακολούθηση της εμπρόθεσμης επίδοσης τους και την παραλαβή των σχετικών εκθέσεων επίδοσης. 3)Το Τμήμα Αρχείου μεριμνά, για την συσχέτιση των εγγράφων και δικογράφων με τους οικείους φακέλλους δικογραφιών, με βάση τηρούμενα ευρετήρια ή μηχανογραφικά προγράμματα καταχώρισης, για την κατανομή τους στους αρμόδιους Σχηματισμούς ή Γραφεία και για την τήρηση των φακέλλων δικογραφιών και εγγράφων, ως και των σχετικών βιβλίων και ευρετηρίων. 4)Το Τμήμα Διεκπεραίωσης, μεριμνά, για την δακτυλογράφηση κάθε εγγράφου και δικογράφου, την αναπαραγωγή του με τα φωτοαντιγραφικά μηχανήματα ή πολυγράφους, την παραβολή των δακτυλογραφημένων κειμένων προς τα χειρόγραφα και την αποστολή αυτών προς τους αποδέκτες τους ταχυδρομικώς ή με τους κλητήρες της υπηρεσίας. Άρθρο 16 Α) Τμήμα Προϋπολογισμού. Β) Τμήμα μισθοδοσίας προσωπικού. Γ) Τμήμα εκκαθάρισης αμοιβών και Δ) Τμήμα προμηθειών και συντήρησης. 2.Το Τμήμα προϋπολογισμού, έχει την ευθύνη σύνταξης · του προϋπολογισμού της υπηρεσίας για κάθε οικονομικό έτος, καθώς και την μέριμνα για την έγκριση και έκδοση των ενταλμάτων, για πληρωμή των δαπανών λειτουργίας της υπηρεσίας με βάση τις εγγραφές σαυτόν. 3.Το Τμήμα μισθοδοσίας προσωπικού έχει την ευθύνη: α) Για την εκκαθάριση των κάθε είδους αποδοχών του προσωπικού, κύριου και διοικητικού, και κάθε άλλης δαπάνης για προβλεπόμενες οποιασδήποτε φύσης απολαβές, συμπεριλαμβανομένων και των οδοιπορικών εξόδων καθώς και των αποζημιώσεων για εκτός έδρας κίνηση ή κίνηση στην αλλοδαπή για υπηρεσιακούς λόγους. 1)Για την σύνταξη των σχετικών εκκαθαριστικών καταστάσεων και την με βάση αυτές είσπραξη και καταβολή των πληρωτέων ποσών στους δικαιούχους. -γ) Για την σύνταξη και χορήγηση οποιασδήποτε βεβαίωσης για τις καταβαλλόμενες αποδοχές και λοιπές απολαβές. 4.Το Τμήμα εκκαθάρισης αμοιβών 1)Μεριμνά για την σύνταξη, θεώρηση και υπογραφή από τον Πρόεδρο ή το εξουσιοδοτημένο από αυτόν όργανο των απαιτούμενων εκκαθαριστικών καταστάσεων και εντολών, για την πληρωμή των οφειλόμενων στους Δικηγόρους του Δημοσίου αμοιβών, ύστερα από εκκαθάριση αυτών από τους αρμοδίους Σχηματισμούς της Κεντρικής Υπηρεσίας. 2)Έχει την ευθύνη για την εκκαθάριση των πληρωτέων αμοιβών στους δικαστικούς επιμελητές, πραγματογνώμονες, διαιτητές, συμβολαιογράφους, υποθηκοφύλακες, μεταφραστές, των μαρτυρικών και αντιγραφικών δικαιωμάτων, των λογαριασμών των δια του τύπου δημοσιεύσεων επί υποθέσεων του Δημοσίου και την έκδοση εντολών πληρωμής αυτών. 3)Ενεργεί για τη βεβαίωση των επιδικαζόμενων υπέρ του Δημοσίου δικαστικών δαπανών και λοιπών εξόδων και για τη σύνταξη εντολών προς τις αρμόδιες υπηρεσίες για την πληρωμή των επιδικαζόμενων σε βάρος του Δημοσίου δικαστικών εξόδων. 5.Το Τμήμα προμηθειών και συντήρησης, έχει αρμοδιότητα: 1)Για την κίνηση της διαδικασίας, για την αγορά οποιουδήποτε είδους απαραίτητου για τις λειτουργικές ανάγκες της υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις, που διέπουν τις προμήθειες του Δημοσίου, φροντίζοντας, για την προετοιμασία, σύνταξη, υπογραφή, κοινοποίηση, δημοσίευση και εκτέλεση κάθε σχετικού εγγράφου, πράξης ή απόφασης. 2)Για την προμήθεια οποιουδήποτε είδους από άλλες δημόσιες υπηρεσίες, σε περίπτωση ύπαρξης δυνατότητας διάθεσης από γενικές κρατικές προμήθειες. 3)Για την συντήρηση και επισκευή ειδών και εγκαταστάσεων της υπηρεσίας, αναγκαίων για την λειτουργία της, καθώς και για την κατάρτιση των τυχόν απαιτουμένων συμβάσεων και την καταβολή των σχετικών δαπανών. 4)Για την παρακολούθηση των διατιθέμενων στο Ν.Σ.Κ. οχημάτων και την συντήρησή τους και 5)Για την εξασφάλιση προσωπικού καθαριότητας των εγκαταστάσεων της υπηρεσίας και την κατάρτιση των τυχόν απαιτούμενων συμβάσεων. Άρθρο 17 στον Πειραιά, λειτουργεί Γραφείο Νομικού Συμβούλου. Γραφεία Νομικού Συμβούλου μπορούν να λειτουργούν σε Γραφεία Υφυπουργών, Γενικές Γραμματείες, ανεξάρτητες δημόσιες υπηρεσίες ή Ν.Π.Δ.Δ., εφόσον τούτο προβλέπεται από ειδικές οργανικές διατάξεις, Οι ίδιες διατάξεις προσδιορίζουν αν αυτά είναι αυτοτελή ή υπάγονται στα Γραφεία Νομικού Συμβούλου του οικείου ή του προϊστάμενου Υπουργείου. Στα Υπουργεία Οικονομικών και Γεωργίας, λειτουργούν ως υπηρεσιακές μονάδες του Ν.Σ.Κ., Ειδικό Νομικό Γραφείο Φορολογίας και Ειδικό Γραφείο Νομικού Συμβούλου, καθένα των οποίων έχει τις αρμοδιότητες, που ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 2. του ν. 2214/1994 (ΦΕΚΑ75) και Μπαρ. 10 του Ν. 2227/1994 (ΦΕΚ Α 129), με τις οποίες συστήθηκαν αντίστοιχα. Τα Γραφεία αυτά υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος. 2.Στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου ανήκουν: α) Η ενώπιον όλων των δικαστηρίων και αρχών παράσταση και υπεράσπιση κάθε κατηγορίας και φύσεως υποθέσεων του Δημοσίου ή άλλου Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, του οποίου η νομική υπηρεσία διεξάγεται από το Ν.Σ.Κ. ή από ορισμένο Γραφείο αυτού, ή από μέλος του, και η εισήγηση στο Νομικό Συμβούλιο ή την οικεία Επιτροπή, για τις δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις, που τους ανατίθενται, β) Η εκτέλεση των παρεχόμενων σαυτό, σύμφωνα με το άρθρο 12 παραγρ. 2 περ. α, εντολών, γ) Η καθοδήγηση με ατομικές γνωμοδοτήσεις και συμβουλές όλων των υπηρεσιών του Υπουργείου ή των πιο πάνω Νομικών Προσώπων και η εισήγηση σε επεξεργασία σχεδίων νόμων και Διαταγμάτων, δ) Η εισήγηση ενώπιον της Επιτροπής του Γραφείου, των Τμημάτων ή της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. επί των ερωτημάτων, τα οποία απευθύνονται προς αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Διατάγματος και η κατάρτιση των σχετικών γνωμοδοτήσεων.3. Του Γραφείου προΐσταται αντιπρόεδρος ή νομικός σύμβουλος. Σε περίπτωση κωλύματος, απουσίας ή κενώσεως της θέσεως του προϊσταμένου νομικού συμβούλου, μπορεί με πράξη του Προέδρου, να ορισθεί αναπληρωτής του άλλος νομικός σύμβουλος ή πάρεδρος αρχαιότερος από τους υπηρετούντες στο Γραφείο. Αντιπρόεδρος ή νομικός σύμβουλος μπορεί να προΐσταται δύο ή περισσοτέρων Γραφείων. 4.Ο προϊστάμενος του Γραφείου κατανέμει τις εργασίες μεταξύ του προσωπικού, καθοδηγεί αυτό ως προς τον τρόπο εκτέλεσης των καθηκόντων του, παρακολουθεί τις εργασίες του και είναι υπεύθυνος για την επιμελή διεξαγωγή των υποθέσεων. 5.Στον αντιπρόεδρο ή νομικό σύμβουλο ανήκει κυρίως η γνωμοδοτική εργασία και η παράσταση ενώπιον του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου και της Ολομέλειας των Ανώτατων Δικαστηρίων, εκτός αν ο Πρόεδρος ορίσει διαφορετικά με πράξη του, που κοινοποιείται στο αρμόδιο Γραφείο. 6.Οι πάρεδροι παρίστανται στα τμήματα των Ανώτατων Δικαστηρίων, για τις υποθέσεις, που τους έχουν ανατεθεί και εκτελούν, αυτοτελώς, την γνωμοδοτική εργασία, που τους ανατίθεται, λαμβάνοντας υπόψη και τις σχετικές οδηγίες των προϊσταμένων τους. Συντάσσουν και υπογράφουν τα ένδικα μέσα της έφεσης ενώπιον του Σ.τ.Ε. (ακυρωτική διαδικασία) και τις αιτήσεις αναίρεσης ενώπιον του Σ.τ.Ε., του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επικουρούμενοι από τους Δικαστικούς Αντιπροσώπους, που χειρίσθηκαν τις υποθέσεις ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας. 7.Οι Δικαστικοί Αντιπρόσωποι, παρίστανται ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας. Μετέχουν στην Επιτροπή του Γραφείου, στο οποίο υπηρετούν, και εισηγούνται σαυτήν για τις υποθέσεις, που τους έχουν ανατεθεί. Για υποθέσεις αρμοδιότητας της Ολομέλειας ή των Τμημάτων του Ν.Σ.Κ., που έχουν χρεωθεί, συντάσσουν τις σχετικές εισηγήσεις και υπογράφουν αυτές ως προεισηγητές. Οι Δικαστικοί Αντιπρόσωποι που έχουν πενταετή συνολική υπηρεσία, μπορεί να συμπαρίστανται με Νομικό Σύμβουλο ή Πάρεδρο ενώπιον του Σ.τ.Ε., του Αρείου Πάγου και της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 8.Η ανάθεση σε Γραφείο Νομικού Συμβούλου ή προσωπικώς σε μέλος του κύριου προσωπικού από τον Πρόεδρο, οποιασδήποτε υπόθεσης, συνεπάγεται την υποχρέωσή τους για εκτέλεση της εντολής, χωρίς δυνατότητα επιστροφής ή παραπέρα ανάθεσης απαυτούς της υπόθεσης, σε άλλο Γραφείο ή άλλο μέλος του Ν.Σ.Κ., ή δικηγόρο του Δημοσίου. 9.Η προαγωγή σε οποιοδήπτε βαθμό της ιεραρχίας του Ν.Σ.Κ. δεν συνιστά λόγο απαλλαγής υποστήριξης υποθέσεων ενώπιον κατώτερου Δικαστηρίου. Άρθρο Άρθρο 18 Δικαστικά Γραφεία 1.Τα Δικαστικά Γραφεία του Ν.Σ. Κ., που λειτουργούν στις πόλεις Αγρίνιο, Αλεξανδρούπολη, Βέρροια, Βόλο, Έδεσσα, Ηράκλειο, Ιωάννινα, Καβάλα, Κατερίνη, Κοζάνη, Κομοτηνή, Κόρινθο, Λαμία, Λάρισα, Ναύπλιο, Πάτρα, Πύργο, Ρόδο, Σέρρες, Σύρο, Χαλκίδα και Χανιά, διατηρούνται. Στις λοιπές πόλεις, που είναι έδρες Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, εκτός από τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη, συνιστάται Δικαστικό Γραφείο του Ν.Σ.Κ. Η έναρξη λειτουργίας κάθε τέτοιου Γραφείου και οι σχετικές με αυτή λεπτομέρειες, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Προέδρου. 2.Στο Δικαστικό Γραφείο προΐσταται πάρεδρος ή δικαστικός αντιπρόσωπος, η αναπλήρωση του οποίου γίνεται, όπως ορίζει το άρθρο 34 παρ. 3. Σε περίπτωση, που η αναπλήρωση από μέλος του Ν.Σ.Κ. δεν είναι δυνατή, μπορεί, με απόφαση του Προέδρου, να ορισθεί αναπληρωτής δικηγόρος, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23 παρ. 2. 3; Στο Δικαστικό Γραφείο ανήκει: α) Η ενώπιον όλων των δικαστηρίων και αρχών της περιφέρειας του νομού υπεράσπιση του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ.. των οποίων η νομική υπηρεσία έχει ανατεθεί στο Ν.Σ.Κ. ή σε μέλη του, για τις υποθέσεις που ανατίθενται σαυτό. β) Η εισήγηση για τις υποθέσεις αυτές, στην Επιτροπή του Γραφείου, αν είναι δυνατή η συγκρότησή της, διαφορετικά στο Ν.Σ.Κ. σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των άρθρων 5 παραγρ. 1 και 2 και 6 παραγρ. 1 του παρόντος, γ) Η καθοδήγηση των υπηρεσιών της περιφέρειάς τους με γνωμοδοτήσεις σε ερωτήματα του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παρ. 4 του παρόντος. 4.Η διάταξη της παρ. 8 του άρθρου 17 του παρόντος έχει εφαρμογή και στα Δικαστικά Γραφεία. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 19 1.Τα μέλη του κύριου προσωπικού του Ν.Σ.Κ. έχουν από τη θέση τους και χωρίς άλλο αποδεικτικό στοιχείο την από το νόμο απαιτούμενη πληρεξουσιότητα, για την παράσταση και υπεράσπιση, ενώπιον όλων των δικαστηρίων και αρχών, του Δημοσίου, και των εκπροσωπούντων αυτό κατά περίπτωση οργάνων, καθώς και των Ν.Π.Δ.Δ., των οποίων η νομική υπηρεσία, σύμφωνα με ειδικές διατάξεις, διεξάγεται από το Ν.Σ.Κ. ή από μέλος του. 2.Το ίδιο προσωπικό απαλλάσσεται της πληρωμής εισφοράς υπέρ του Ταμείου Νομικών και οποιουδήποτε τέλους ή δικαιώματος για την παράσταση αυτού ως πληρεξουσίου του Δημοσίου ή των πιό πάνω Ν. Π .Δ.Δ. Άρθρο 20 Στην αντίθετη περίπτωση οφείλει να εξαντλήσει κάθε ενδεικνυόμενη δικαστική ή εξώδικη ενέργεια ή παράσταση, για την υπεράσπιση του συμφέροντος του Δημοσίου. 2.Κάθε δημόσια αρχή και υπηρεσία υποχρεούται: α) Σε άμεση παροχή προς τα Γραφεία και τα μέλη του Ν.Σ.Κ. των πληροφοριών και στοιχείων, τα οποία προσφέρονται για την υποστήριξη των δικαιωμάτων του Δημοσίου ή απόκρουση των καταυτού αξιώσεων τρίτων, β) Σε έγκαιρη υπόδειξη των μαρτύρων του Δημοσίου, η κατάθεση των οποίων, εφόσον είναι δημόσιοι υπάλληλοι, είναι υποχρεωτική και γ) Σε κάθε άλλη δυνατή συνδρομή με παροχή υπηρεσιών, που υποβοηθούν το έργο της υποστήριξης των υποθέσεων του Δημοσίου. Άρνηση, ολιγωρία ή πλημμελής εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών, συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα, που διώκεται ύστερα από σχετικό έγγραφο του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. και δημιουργεί την υποχρέωση στις αρμόδιες υπηρεσίες, ελέγχου των υπευθύνων και ενδεχόμενου καταλογισμού σε βάρος τους των ζημιών, που υπέστη το Δημόσιο από τη συμπεριφορά τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 3.Οι ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται ανάλογα και στις αντίστοιχες υποθέσεις των Ν.Π.Δ.Δ, που η νομική τους υπηρεσία διεξάγεται από το Ν.Σ.Κ. ή από μέλη του. 4.Κάθε μέλος του Ν.Σ.Κ. υποχρεούται να τηρεί ανελλιπώς ατομική κατάσταση των υποθέσεων, που του ανατίθενται κάθε δικαστικό έτος, στην οποία καταχωρούνται ιδίως ο αριθμός εντολής του Ν.Σ.Κ., ο αριθμός φακέλλου και πρωτοκόλλου του Γραφείου όπου υπηρετεί, η ημερομηνία ανάθεσης, η κατηγορία της υπόθεσης (ερώτημα-δικαστική-εξώδικη), το είδος της διαφοράς και κάθε γιαυτή παραπέρα στάδιο ενέργειας. Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., μπορεί να καθιερώνεται ενιαίο έντυπο για τις πιό πάνω καταστάσεις εργασιών των μελών του Ν.Σ.Κ. Όι καταστάσεις αυτές υπογράφονται από το μέλος, στο οποίο αφορούν, και τον προϊστάμενο του Γραφείου και αποστέλλονται στον Πρόεδρο, το αργότερο μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου κάθε έτους ή οποτεδήποτε ζητηθεί απαυτόν. Τοποθετούνται στον ατομικό φάκελλο του μέλους και αποτελούν στοιχείο που συνεκτιμάται, σε κάθε υπηρεσιακή μεταβολή του. 5.Κάθε μέλος, σε περίπτωση τοποθέτησής του, για οποιονδήποτε λόγο, σε άλλη υπηρεσιακή μονάδα από εκείνη, στην οποία υπηρετεί, υποχρεούται να παραδώσει τους φακέλλους των υποθέσεων, που του έχουν ανατεθεί στον αντικαταστάτη του, και αν δεν έχει ορισθεί τέτοιος, στον Προϊστάμενο του Γραφείου. Οι φάκελλοι συνοδεύονται από κατάσταση καταγραφής τους, η οποία περιέχει, εκτός των άλλων και μνεία του διαδικαστικού σταδίου, στο οποίο βρίσκονται και όλες τις ενέργειες, που έχουν γίνει, μέχρι τούδε επαυτών. Η κατάσταση υπογράφεται από τον παραδίδοντα, τον παραλαμβάνοντα και από τον Προϊστάμενο και φυλάσσεται στο αρχείο του οικείου Γραφείου. Αντίγραφο αυτής, θεωρημένο από τον Προϊστάμενο, αποστέλλεται στην Κεντρική Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ. για ενημέρωση του Προέδρου. Οι πιό πάνω ρυθμίσεις, δεν εφαρμόζονται στα μέλη, που υπηρετούν και μετακινούνται σε υπηρεσιακές μονάδες της Αθήνας, για τις υποθέσεις, που τους έχουν ανατεθεί με προσωπική χρέωση. Άρθρο 21 Υπερωριακή εργασία Σε περίπτωση έκτακτης ή ειδικής υπηρεσιακής ανάγκης, μπορεί ο Υπουργός Οικονομικών, με απόφασή του, προσδιορίζοντας την ανάγκη, να καταρτίζει μετά από εισήγηση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., συνεργείο υπερωριακής εργασίας, ή ομάδα εργασίας από το κύριο ή διοικητικό προσωπικό, προς αντιμετώπισή της. Με την ίδια απόφαση, μπορεί να καθορίζεται και ιδιαίτερη αμοιβή για την εργασία αυτή, εφόσον προβλέπεται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Άρθρο 22 Οικονομικά θέματα Οι δαπάνες εγκατάστασης, στέγασης και λειτουργίας (αγοράς βιβλίων, γραφικής ύλης, θέρμανσης, καθαριότητας κ.λπ.), των Γραφείων Νομικού Συμβούλου και των ειδικών Νομικών Γραφείων, βαρύνουν τους προϋπολογισμούς, των αντίστοιχων Υπουργείων ή Αυτοτελών Δημοσίων Υπηρεσιών ή Ν.Π.Δ.Δ., στα οποία λειτουργούν. Οι ίδιες δαπάνες των λοιπών Γραφείων και της Κεντρικής Υπηρεσίας, βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 23 Δικηγόροι Δημοσίου 1.Οι δικηγόροι του Δημοσίου έχουν την δικαστική εκπροσώπηση και γενικά την υπεράσπιση των υποθέσεων του Δημοσίου ενώπιον των δικαστηρίων ή αρχών στις έδρες Πρωτοδικείων, όπου δεν λειτουργεί Δικαστικό Γραφείο, καθώς και τη διεκπεραίωση κάθε εξώδικης νομικής υπόθεσης αυτού, συμπεριλαμβανόμενης και της υποχρέωσης να παρέχουν νομικές συμβουλές στις αρχές της έδρας τους και γενικά να συμπράττουν μαζί τους σε κάθε νόμιμη ενέργεια εξασφαλιστική των συμφερόντων του Δημοσίου. 2.Οι δικηγόροι του Δημοσίου ορίζονται για μιά διετία με ένα αναπληρωτή, με απόφαση του Προέδρου, ύστερα από γνωμοδότηση της Τριμελούς Επιτροπής της Κεντρικής Υπηρεσίας, που εκδίδεται με βάση προηγούμενη σχετική κοινή εισήγηση της κατά τόπο αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) και της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου (Κ.Υ.Δ.). Πριν από την παρέλευση της διετίας, είναι δυνατή η αντικατάσταση του δικηγόρου για τον υπολειπόμενο χρόνο, όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Ανανέωση της εντολής στον ίδιο δικηγόρο επιτρέπεται πάντοτε, αν εκπλήρωσε με επάρκεια τα καθήκοντά του. Η αντικατάσταση ή η μη ανανέωση της εντολής, δεν δημιουργεί υπέρ του δικηγόρου οποιοδήποτε δικαίωμα προς αποζημίωση, πλην της αξίωσης για καταβολή της οφειλόμενης κατά την παραγρ. 5 του παρόντος άρθρου αμοιβής, για τις μέχρι της κοινοποίησης σ αυτόν της σχετικής πράξης, ενέργειές του στις υποθέσεις που του είχαν ανατεθεί. 3.Ο Δικηγόρος του Δημοσίου από τη λήξη της διετούς εντολής ή από την κοινοποίηση σ αυτόν της πράξης αντικατάστασης του, υποχρεούται να παραδώσει αμελλητί στην αρμόδια δημόσια υπηρεσία, όλους τους φακέλλους των υποθέσεων, που του είχαν ανατεθεί, χωρίς να έχει δικαίωμα επίσχεσης επαυτών ή επί των περιεχομένων σαυτούς εγγράφων. Οι φάκελλοι συνοδεύονται από κατάσταση καταγραφής τους, η οποία υπογράφεται από τον παραδίδοντα και τον παραλαμβάνοντα αρμόδιο υπάλληλο και η οποία περιέχει απαραιτήτως, εκτός των άλλων, και μνεία του διαδικαστικού σταδίου, στο οποίο βρίσκονται και όλες τις ενέργειες, που έχουν γίνει μέχρι τούδε επαυτών. Αντίγραφο της κατάστασης αυτής, θεωρημένης από τον προϊστάμενο της αρμόδιας κατά τόπο Δ.Ο.Υ. ή Κ.Υ.Δ., κοινοποιείται στο Ν.Σ.Κ. με επιμέλεια του παραδίδοντος; η οποία συνιστά απαραίτητο παραστατικό στοιχείο, για την εκκαθάριση της κατά την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου αμοιβής του. 4.Οι Δικηγόροι του Δημοσίου, υποχρεούνται να ασκούν κάθε ενδεικνυόμενη δικαστική ή εξώδικη ενέργεια ή παράσταση προς υπεράσπιση του Δημοσίου, στις υποθέσεις που τους ανατίθενται. Παρακολουθούν την εξέλιξη των δικαστικών υποθέσεων στα διάφορα στάδια της δίκης και υποχρεούνται μετά από την δημοσίευση οριστικής απόφασης σε κάθε βαθμό δικαιοδοσίας να αποστέλλουν αμελλητί στο Ν.Σ.Κ. επικυρωμένο απο το δικαστήριο αντίγραφο της απόφασης, των διαδικαστικών εγγράφων και των λοιπών σχετικών εγγράφων του φακέλλου της υπόθεσης με εισήγηση, περιλαμβάνουσα τους λόγους, που κατά τη γνώμη τους, ενδείκνυται η αποδοχή της δικαστικής απόφασης ή η συνέχιση του δικαστικού αγώνα με την άσκηση του προβλεπόμενου για το επόμενο στάδιο ενδίκου μέσου. 5.Η αμοιβή των Δικηγόρων του Δημοσίου διέπεται από τις διατάξεις του Δικηγορικού Κώδικα, όπως ισχύουν κάθε φορά και καθορίζεται στα προβλεπόμενα απαυτές ελάχιστα όρια για κάθε κατά περίπτωση δικαστική ή εξώδικη ενέργεια. Σε δικαστικές ή εξώδικες εργασίες, για τις οποίες από διατάξεις του Κώδικα η αμοιβή ορίζεται σε ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου της υπόθεσης, οι Δικηγόροι του Δημοσίου αμείβονται, για κάθε τέτοια εργασία με το πάγιο ελάχιστο όριο, που ορίζεται από τα άρθρα 100 παρ. 4, 107 παρ. 1 εδαφ. 2 και 110 παρ. 1 του πιό πάνω κώδικα στην πρώτη περίπτωση και από το άρθρο 111 παράγραφο 1 του ίδιου Κώδικα στη δεύτερη περίπτωση. Οι αμοιβές αυτές μπορούν κατά την εκκαθάριση τους από το Ν.Σ.Κ. είτε να μειωθούν μέχρι το μισό, όταν πρόκειται για χειρισμό μεγάλου αριθμού όμοιων υποθέσεων ή όταν ο δικηγόρος του Δημοσίου δεν χειρίσθηκε την υπόθεση με την προσήκουσα επιμέλεια, είτε να αυξηθούν μέχρι το διπλάσιο του προβλεπόμενου ελάχιστου ορίου, αν κατά τον χειρισμό αυτής επιδείχθηκε από το δικηγόρο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον και επιμέλεια. Για υποθέσεις, που η εκδίκαση τους γίνεται σε δικάσιμους περισσοτέρων της μιας ημέρας, κάθε δικάσιμος λογίζεται ως χωριστή παράσταση, για τον καθορισμό της αμοιβής του δικηγόρου του Δημοσίου. 6.Στους Δικηγόρους του Δημοσίου, για κάθε μετάβαση τους εκτός της έδρας του Γραφείου τους, για χρονικό διάστημα περισσότερο των τεσσάρων ωρών, σεκτέλεση της δοθείσης εντολής, καταβάλλεται εκτός από τα οδοιπορικά έξοδα και ημερήσια αποζημίωση, ίση με το ένα τριακοστό (1/30) του βασικού μισθού του Δικαστικού Αντιπροσώπου. 7.Η αμοιβή και τα έξοδα των Δικηγόρων του Δημοσίου εκκαθαρίζονται, από τον κατά το άρθρο 12 του παρόντος αρμόδιο Σχηματισμό της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ν.Σ,Κ. με επιμέλεια του Τμήματος Εκκαθάρισης Αμοιβών αυτής, το οποίο και μεριμνά για την σύνταξη της οικείας εκκαθαριστικής πράξης, την υπογραφή της από τον Πρόεδρο και την εκτέλεση της. Άρθρο 24 Υποχρεώσεις και νομιμοποίηση Δικηγόρων του Δημοσίου 1.Για την νομιμοποίηση των κατά το προηγούμενο άρθρο Δικηγόρων του Δημοσίου, παρέχεται έγγραφη πληρεξουσιότητα από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. ή από τους Προϊσταμένους των οικείων δημοσίων υπηρεσιών, εφόσον έχουν από τις κείμενες διατάξεις σχετική αρμοδιότητα και σύμφωνα με τις παρεχόμενες από το Ν.Σ.Κ. γενικές ή ειδικές σχετικές εντολές και οδηγίες. 2.Οι Δικηγόροι του Δημοσίου οφείλουν σε περίπτωση αμφιβολίας, ως προς την τηρητέα πορεία εκκρεμούς δίκης σε υπόθεση, που τους έχει ανατεθεί, να αναφέρονται εγγράφως στην Κεντρική Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ. για παροχή οδηγιών. Στην περίπτωση αυτή ο αρμόδιος Σχηματισμός της Κεντρικής Υπηρεσίας, μπορεί να προβεί στις ενέργειες που ορίζονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 20. 3.Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του παρόντος, ισχύει και για τους Δικηγόρους του Δημοσίου, για κάθε παράσταση τους ως πληρεξουσίων του Δημοσίου. Άρθρο 25 Ασκούμενοι Δικηγόροι Η πρακτική άσκηση ασκούμενων Δικηγόρων, μπορεί να γίνει και στην Κεντρική Υπηρεσία, ή σε Γραφείο Νομικού Συμβούλου, ή σε Δικαστικό Γραφείο του Ν.Σ.Κ., σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ • ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΥΡΙΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ (ΜΕΛΩΝ) Ν.Σ.Κ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ά ΓΕΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Άρθρο 26 Μέλη Ν.Σ.Κ.-Θέσεις 1.Στο κύριο προσωπικό του Ν.Σ.Κ. ανήκουν, ο Πρόεδρος, οι Αντιπρόεδροι, οι Νομικοί Σύμβουλοι, οι Πάρεδροι, οι Δικαστικοί Αντιπρόσωποι και οι δόκιμοι Δικαστικοί Αντιπρόσωποι, οι οποίοι και αποτελούντα μέλη του Ν.Σ.Κ. 2.Ο αριθμός των θέσεων των Αντιπροέδρων, των Νομικών Συμβούλων, των Παρέδρων και των Δικαστικών Αντιπροσώπων, καθορίζονται κάθε φορά από τις κείμενες διατάξεις . Οι θέσεις των Δικαστικών Αντιπροσώπων και των δόκιμων Δικαστικών Αντιπροσώπων, είναι ενιαίες. Άρθρο 27 Διορισμός 1. Τα μέλη του Ν.Σ.Κ., διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται αφού προηγηθεί ο έλεγχος των προσόντων και η διαδικασία της επιλογής (διαγωνισμού), που καθορίζονται από τις διατάξεις αυτού του . Διατάγματος. 2.Η απόφαση του διορισμού δημοσιεύεται περιληπτικά στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η περίληψη περιλαμβάνει: α) τον αριθμό και τη χρονολογία της απόφασης, β) όλα τα στοιχεία του διοριζομένου (το όνομα, το επώνυμο, το όνομα του πατέρα και της μητέρας, τον τόπο και το έτος γέννησης) και γ) τον βαθμό του διοριζομένου. 3.Ο διορισμός ανακοινώνεται στο διοριζόμενο με έγγραφο του Προέδρου, το οποίο επιδίδεται από δικαστικό επιμελητή μέσα σε τριάντα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφαοης. Στο έγγραφο πρέπει να αναφέρεται και ο αριθμός και η χρονολογία του φύλλου της Εφημερίδας της Κυβέρνησης, στο οποίο δημοσιεύτηκε η περίληψη της απόφασης διορισμού. Στο έγγραφο ορίζεται και προθεσμία εύλογη , μέχρι τριάντα ημέρες από την επίδοση, για την ορκωμοσία και την ανάληψη υπηρεσίας από το διοριζόμενο. Αν δεν έχει οριστεί, η προθεσμία είναι τριάντα ημερών. Ύστερα από αίτηση του διοριζόμενου, είναι δυνατό να παραταθεί η προθεσμία αυτή, και στις δύο πιό πάνω περιπτώσεις, μέχρι τριάντα ημέρες, με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. 4.Η δημόσια υπηρεσιακή σχέση του μέλους του Ν.Σ.Κ. καταρτίζεται με το διορισμό και την αποδοχή του. 5.Η αποδοχή δηλώνεται με την ορκωμοσία ενώπιον του Προέδρου, για την οποία συντάσσεται πρακτικό. Πριν από την ορκωμοσία δεν επιτρέπεται ανάληψη υπηρεσίας. 6.0 τύπος του όρκου είναι: «Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου». 7.Η ανάληψη των καθηκόντων του διοριζόμενου, βεβαιώνεται με έκθεση. Αυτή συντάσσεται από τον γραμματέα του Ν.Σ.Κ. και υπογράφεται και από το διοριζόμενο. Άρθρο Άρθρο 28 Ανάκληση του διορισμού 1.Η απόφαση του διορισμού ανακαλείται, αν ο διοριζόμενος δεν τον αποδεχθεί ρητώς ή σιωπηρώς. Σιωπηρή μη αποδοχή υπάρχει όταν, από υπαιτιότητα του διοριζόμενου, παρέλθει άπρακτη η προθεσμία ορκωμοσίας και ανάληψης καθηκόντων. 2.Διορισμός, που έγινε χωρίς να τηρηθούν οι διατάξεις του παρόντος Διατάγματος, είναι δυνατό να ανακληθεί μέσα σε δύο χρόνια από τη δημοσίευση της απόφασης της παραγρ. 1 του προηγούμενου άρθρου. Αν τον παράνομο διορισμό προκάλεσε ή υποβοήθησε ο ενδιαφερόμενος, η ανάκληση χωρεί και μετά την πάροδο αυτής της προθεσμίας. 3.Παρά την ανάκληση: α) εκείνος, που διορίστηκε παράνομα, έχει τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις του μέλους του Ν.Σ.Κ., για όσο χρονικό διάστημα άσκησε τα καθήκοντά του, β) οι πράξεις του είναι έγκυρες, γ) δεν αναζητούνται οι αποδοχές, που του καταβλήθηκαν μέχρι την ανάκληση του διορισμού. Άρθρο 29 2. Ελληνας το γένος, που δεν έχει την ελληνική ιθαγένεια, είναι δυνατό να διοριστεί σύμφωνα με τις εξαιρέσεις, που προβλέπονται από ειδικούς νόμους. 3.Αλλογενείς δεν μπορούν να διοριστούν προτού παρέλθουν 5 έτη από την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας. 4.Μέλος του Ν.Σ.Κ. διορίζεται εκείνος που συμπλήρωσε το 25ο έτος και δεν έχει υπερβεί το 40ο έτος της ηλικίας του. 5.Για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου, ως ημέρα γέννησης λαμβάνεται εκείνη, που αποδεικνύεται από ληξιαρχική πράξη, η οποία έχει συνταχθεί μέσα σε ενενήντα ημέρες το πολύ από την ημέρα γέννησης. 6.Αν δεν έχει συνταχθεί τέτοια ληξιαρχική πράξη, ως ημέρα γέννησης λαμβάνεται η 31ή Δεκεμβρίου του έτους γέννησης. Το έτος γέννησης αποδεικνύεται για τους άνδρες από το μητρώο αρρένων και για τις γυναίκες από το γενικό μητρώο των δημοτών. Αν υπάρχουν περισσότερες εγγραφές στα μητρώα, επικρατεί η χρονικά προγενέστερη. 7. Δικαστικές αποφάσεις που βεβαιώνουν την ηλικία ή διορθώνουν τις σχετικές εγγραφές, δεν λαμβάνονται υπόψη. 8.Ο διοριζόμενος θα πρέπει να έχει μιά από τις ιδιότητες, που ορίζονται στο άρθρο 60 του παρόντος. 9.Τα απαιτούμενα προσόντα για το διορισμό, πρέπει να συντρέχουν κατά το χρόνο της έναρξης του διαγωνισμού και κατά το χρόνο του διορισμού. Μόνο το προσόν της ηλικίας αρκεί να υπάρχει κατά το χρόνο έναρξης του διαγωνισμού. 10.Διατάξεις νόμων που θεσπίζουν προνόμια για την κατά προτίμηση κατάληψη θέσεων δεν έχουν εφαρμογή για το διορισμό σε θέση μέλους του Κύριου προσωπικού του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 30 α) Εκείνος που δεν έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις ή δεν έχει απαλλαγεί απαυτές νόμιμα, καθώς επίσης και εκείνος, που είναι ανυπότακτος ή έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για λιποταξία. β) Εκείνος που δεν είναι γραμμένος στα μητρώα αρρένων, προκειμένου για άνδρα ή στα γενικά μητρώα των δημοτών, προκειμένου για γυναίκα. γ) Εκείνος που στερήθηκε τα πολιτικά του δικαιώματα με αμετάκλητη καταδίκη, και μετά τη λήξη του χρόνου στέρησης. δ) Εκείνος που καταδικάστηκε αμετάκλητα σε ποινή στερητική της ελευθερίας μεγαλύτερη από τρείς μήνες για αδίκημα που τελέστηκε με δόλο. ε) Εκείνος που καταδικάστηκε αμετάκλητα σε οποιαδήποτε ποινή, για κλοπή (άρθρα 372,373 Π.Κ.), ζωοκλοπή, απάτη (άρθρο 386 Π.Κ.), υπεξαίρεση κοινή ή στην υπηρεσία (άρθρα 375, 258 Π.Κ.), εκβίαση (άρθρο 385 Π.Κ.), πλαστογραφία (άρθρο 216 Π.Κ.), πλαστογραφία πιστοποιητικών (άρθρο 217 Π.Κ.), πλαστογραφία και κατάχρηση ενσήμων (άρθρο 218 Π.Κ.),ψευδή βεβαίωση και νόθευση (άρθρο242 Π.Κ.), ψευδορκία και ψευδή ανώμοτη κατάθεση (άρθρα 224, 225 Π.Κ.), παραπλάνηση σε ψευδορκία (άρθρο 228 Π.Κ.),ψευδή καταμήνυοη (άρθρο 229 Π.Κ:), απιστία δικηγόρου (άρθρο 235 Π.Κ.), απιστία περί την υπηρεσία (άρθρο 256 Π.Κ.), δωροδοκία (άρθρα 235, 236, 237 Π.Κ.), καταπίεση (άρθρο 244 Π.Κ.), παράβαση καθήκοντος (άρθρο 259 Π.Κ.), συκοφαντική δυσφήμιση (άρθρο 363 Π.Κ.), υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης (άρθρο 220 Π.Κ.), υπεξαγωγή εγγράφου (άρθρο 222 Π.Κ.), παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου (άρθρο 252 Π.Κ.), έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής (άρθρα 336 έως 353 Π.Κ.), καθώς και για παράβαση της νομοθεσίας περί ναρκωτικών, λαθρεμπορίας, τυχερών παιχνιδιών και έκδοση ακάλυπτης επιταγής. στ) Εκείνος που έχει τεθεί υπό απαγόρευση ή δικαστική αντίληψη. ζ) Εκείνος που έχει παυθεί, ύστερα από δικαστική απόφαση, από θέση δικαστικού λειτουργού, δημόσιου υπαλλήλου ή υπαλλήλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου λόγω ποινικής καταδίκης. η) Έκείνος που έχει απολυθεί από θέση δικαστικού λειτουργού, δημόσιου υπαλλήλου ή υπαλλήλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή από θέση δικηγόρου ή συμβολαιογράφου, με αμετάκλητη απόφαση του οικείου δικαστηρίου ή του αρμόδιου συμβουλίου για πειθαρχικούς λόγους ή για ανεπάρκεια. θ) Εκείνος, που έχει παραπεμφθεί για κακούργημα ή πλημμέλημα από εκείνα, που αναφέρονται στην παραπάνω περίπτ. ε, καθώς και εκείνος που έχει καταδικαστεί με οριστική απλώς απόφαση για ένα απαυτά τα αδικήματα. Το κώλυμα αυτό ισχύει μέχρις ότου εκδοθεί αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα ή αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. ι) Εκείνος που δεν είναι υγιής σωματικά ή ψυχικά. Η εξέταση της υγείας των υποψήφιων γίνεται, κατά το σύστημα, που ισχύει για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους. Η παραπομπή ενώπιον των αρμοδίων Υγειονομικών Επιτροπών, γίνεται με πράξη του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. 2.Τα παραπάνω κωλύματα πρέπει να μην υπάρχουν κατά το χρόνο του διαγωνισμού και κατά το χρόνο του διορισμού. Άρθρο Άρθρο 31 Άρση κωλυμάτων 1.Η παραγραφή κακουργήματος ή πλημμελήματος από εκείνα που αναφέρονται στην περίπτ. ε της παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου δεν αίρει το κώλυμα. Επίσης δεν αίρουν το κώλυμα η αποκατάσταση, η χάρη και η αναστολή εκτέλεσης της ποινής, έστω και αν πέρασε ο χρόνος της αναστολής. 2.Η παραγραφή της ποινής, που έχει επιβληθεί με την καταδικαστική απόφαση ή η άρση των συνεπειών της απόφασης, για ένα από τα εγκλήματα της παρ.1 δεν αίρει το κώλυμα. Άρθρο 32 1.Η αρχαιότητα των μελών του Ν.Σ.Κ. σε κάθε βαθμό της ιεραρχίας καθορίζεται από τη χρονολογία δημοσίευσης της απόφασης διορισμού ή της πράξης προαγωγής τους. Μεταξύ περισσοτέρων, που διορίζονται ή προάγονται με την ίδια πράξη, αρχαιότερος θεωρείται αυτός που προηγείται σ αυτή. Στη πράξη προαγωγής τηρείται υποχρεωτικά η σειρά, που έχει τεθεί στην περί προαγωγής απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ή στην γνωμοδότηση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου κατά περίπτωση. Αν πρόκειται για διορισμό τηρείται υποχρεωτικά η σειρά επιλογής ή επιτυχίας στο διαγωνισμό. 2.Σε περίπτωση διαφωνίας του Υπουργού Οικονομικών, .σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 52,- για παράλειψη προαγωγής μέλους ή προσφυγής του τελευταίου κατ αυτής, αν η ολομέλεια του Ν.Σ.Κ. αποφανθεί υπέρ της προαγωγής, αποκαθιστά τον προαγόμενο στη σειρά αρχαιότητας του. 3.Κάθε Ιανουάριο συντάσσονται απάτη Γραμματεία του Ν.Σ.Κ. πίνακες της σειράς αρχαιότητας όλων των μελών, που υπηρετούν την 1η Ιανουαρίου. Στους πίνακες αυτούς σημειώνεται η χρονολογία δημοσίευσης των πράξεων του αρχικού διορισμού και της τελευταίας προαγωγής τους καθώς και το έτος γέννησης. 4.Τους πίνακες κυρώνει ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. Η Γραμματεία αποστέλλει μέχρι το τέλος Μαρτίου κάθε έτους αντίτυπα των πινάκων αυτών στους προϊσταμένους των υπηρεσιακών μονάδων για να κοινοποιήσουν αυτούς στα ενδιαφερόμενα μέλη. 5.Οι ενδιαφερόμενοι έχουν δικαίωμα να ασκήσουν ένσταση κατά των πινάκων αρχαιότητας, μέσα σε δεκαπέντε ημέρες απάτης κοινοποιήσεώς τους, ενώπιον του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Η ένσταση ασκείται με κατάθεση στη γραμματεία της υπηρεσιακής μονάδας, στην οποία υπηρετεί και διαβιβάζεται αμελλητί στην Γραμματεία του Ν.Σ.Κ., η οποία κοινοποιεί την ένσταση στους θιγόμενους από αυτή. Με όμοιο τρόπο μπορεί νασκηθεί παρέμβαση από τους θιγόμενους, κατά της ένστασης, μέσα σε δέκα ημέρες από την κοινοποίηση της σαυτούς. Σε περίπτωση παραδοχής της ένστασης τροποποιείται ο πίνακας με πράξη του Προέδρου, που κοινοποιείται στον ένιστάμενο και στους θιγόμενους. Άρθρο 34 1.Οι βαθμοί της ιεραρχίας των μελών του Ν.Σ.Κ. είναι οι εξής: Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος, Νομικός Σύμβουλος, Πάρεδρος, Δικαστικός Αντιπρόσωπος και δόκιμος Δικαστικός Αντιπρόσωπος. 2.Μεταξύ των μελών που ανήκουν στον ίδιο βαθμό, προβαδίζει ο αρχαιότερος σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου. 3. Η αναπλήρωση μέλους του Ν.Σ.Κ. στα καθήκοντα, που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος Διατάγματος, σε περίπτωση έλλειψης, απουσίας ή κωλύματος του, γίνεται σύμφωνα με τη σειρά των βαθμών της ιεραρχίας τους, και μεταξύ μελών του ίδιου βαθμού, σύμφωνα με τη σειρά αρχαιότητάς τους. Άρθρο 35 1.Επιτρέπεται ο αναδιορισμός εκείνου, που παραιτήθηκε ή απολύθηκε, λόγω σωματικής ανικανότητας, μέχρι και το βαθμό του παρέδρου σε κενή θέση, ομοιόβαθμη με εκείνη από την οποία είχε αποχωρήσει. Εκείνος, που παραιτήθηκε ή απολύθηκε πρέπει: α) να ζητήσει τον. αναδιορισμό του μέσα σε πέντε χρόνια από την έξοδό του από την υπηρεσία, β) να έχει όλα τα προσόντα, που απαιτούνται για το διορισμό, πλην της ηλικίας, γ) να μην έχει κώλυμα διορισμού και δ) να είχε τριετή τουλάχιστον προϋπηρεσία. 2.Ο αναδιορισμός εκείνου, που απολύθηκε λόγω σωματικής ανικανότητας, γίνεται ύστερα από διαπίστωση της πλήρους αποκατάστασης της σωματικής του ικανότητας για την άσκηση των καθηκόντων του. Η διαπίστωση αυτή γίνεται από τη δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή, που προβλέπεται για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους. 3.Για τον αναδιορισμό αποφαίνεται το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, το οποίο καθορίζει και την αρχαιότητα του αναδιοριζομένου. Άρθρο 36 1.Το μέλος του Κύριου Προσωπικού, οφείλει πίστη και αφοσίωση στην πατρίδα και στη δημοκρατία. Κατά την άσκηση των καθηκόντων του υπόκειται στο Σύνταγμα και στους νόμους. 2.Οφείλει να τηρεί εχεμύθεια για τα απόρρητα, που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και για γεγονότα ή πληροφορίες, που γνωρίζει από την εκτέλεση των καθηκόντων του ή λόγω της ιδιότητάς του. 3.Οφείλει να διαμένει στην πόλη, όπου είναι η έδρα του Γραφείου, στο οποίο υπηρετεί ή σε προάστιό της. Η Αθήνα και ο Πειραιάς με τα προάστια τους θεωρούνται ως μία πόλη. 4.Επιτρέπεται απομάκρυνση από την έδρα του κατά τις ημέρες της αργίας, εφόσον δεν υπάρχει υπηρεσιακή ανάγκη. Άρθρο 37 __ 1.Απαγορεύεται στα μέλη του Ν.Σ.Κ. να παρέχουν κάθε άλλη μισθωτή υπηρεσία, καθώς και να ασκούν οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα. 2.Κατεξαίρεση επιτρέπεται να εκλέγονται μέλη της Ακαδημίας ή καθηγητές ανώτατων σχολών σε οποιαδήποτε βαθμίδα, καθώς και να μετέχουν σε συμβούλια, επιτροπές, ή ομάδες εργασίας, εκτός από τα διοικητικά συμβούλια επιχειρήσεων και εμπορικών εταιρειών, που δεν ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα των άρθρων 9 παραγρ. 1 του Ν. 1232/1982 (ΦΕΚΑ22) και 1 παραγρ. 6του Ν. 1256/1982 (ΦΕΚΆ65). . 3. Όταν η συμμετοχή σε συμβούλια ή επιτροπές ή ομάδες εργασίας επιτρέπεται, αποφασίζει για το διοριστέο ο Πρόεδρος, ύστερα από ερώτημα της αρμόδιας υπηρεσίας. Ο διορισμός γίνεται κατά τα λοιπά σύμφωνα με τις διατάξεις, που διέπουν τη συγκρότηση και τη λειτουργία του συμβουλίου, της επιτροπής ή της ομάδας εργασίας. Άρθρο 38 Εντοπιότητα Κωλύματα εντοπιότητας, θεσπιζόμενα από διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, δεν έχουν εφαρμογή στα μέλη του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 39 σχετικής πράξης στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης. 2.Σε περίπτωση ανάκλησης από τη διαθεσιμότητα ή την αργία, η αξίωση για καταβολή του μισθού, αρχίζει από την ανάληψη των καθηκόντων, που βεβαιώνεται με έκθεση του γραμματέα του Ν.Σ.Κ. 3.Δεν οφείλεται μισθός για το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο το μέλος από δική του υπαιτιότητα δεν παρέχει υπηρεσία. 4.Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου, ο μισθός περικόπτεται με πράξη του Προέδρου. Η πράξη της περικοπής επιδίδεται στον ενδιαφερόμενο. Καταυτής επιτρέπεται προσφυγή, ενώπιον του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, μέσα σε δέκα ημέρες από την επίδοση, χωρίς να αναστέλλεται η εκτέλεση της. 5.Κατά το χρονικό διάστημα, που διαρκεί η διαδικασία απόλυσης του μέλους του Ν.Σ.Κ.. λόγω νόσου, που δε θεραπεύεται, συνεχίζεται να καταβάλλεται ο μισθός ενέργειας ή διαθεσιμότητας μέχρι να λυθεί η υπηρεσιακή σχέση. 6.Η αξίωση καταβολής του μισθού παύει από τη λύση της δημόσιας υπηρεσιακής σχέσης. 7.Οι διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας, που προβλέπουν την καταβολή αποδοχών μετά τη λύση της υπηρεσιακής σχέσης, αντί για σύνταξη, δε θίγονται από τη διάταξη της προηγούμενης παραγράφου. 8.Τα μετακινούμενα εκτός έδρας για εκτέλεση υπηρεσίας μέλη του Ν.Σ.Κ., δικαιούνται οδοιπορικά έξοδα και ημερήσια αποζημίωση, που εκκαθαρίζονται με απόφαση του Προέδρου, εφόσον προβλέπονται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Άρθρο 40 1.Στο μέλος του Ν.Σ.Κ., ύστερα από αίτησή του και εφόσον το επιτρέπουν οι ανάγκες της υπηρεσίας και συντρέχει σπουδαίος λόγος, είναι δυνατό να χορηγηθεί, με απόφαση του Προέδρου, άδεια: α) μέχρι ένα μήνα, αν έχει δημόσια υπηρεσία τουλάχιστον ενός έτους και β) μέχρι δεκαπέντε ημέρες, αν έχει δημόσια υπηρεσία τουλάχιστον δύο μηνών. Η άδεια αυτή χορηγείται, ολόκληρη ή τμηματικά, κάθε ημερολογιακό έτος. 2.Δεν έχει δικαίωμα κανονικής άδειας, πριν από την ανάληψη υπηρεσίας στη νέα του θέση το μέλος, στο οποίο έχει κοινοποιηθεί πράξη μετάθεσης ή προαγωγής ή εκείνο που βρίσκεται υπό υπηρεσιακή μετακίνηση. 3.Από το χρόνο της κανονικής άδειας αφαιρείται ο χρόνος αδικαιολόγητης απουσίας, μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος, που βεβαιώνεται με πράξη του Προϊσταμένου του οικείου Γραφείου, η οποία αποστέλλεται στην Γραμματεία της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ν.Σ.Κ. 4.Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον το επιτρέπουν οι ανάγκες της υπηρεσίας, είναι δυνατό να χορηγηθεί με τον ίδιο τρόπο, στο μέλος του Ν.Σ.Κ.. ύστερα από αίτηση του. κανονική άδεια χωρίς αποδοχές μέχρι ένα μήνα κάθε ημερολογιακό έτος. 5.Κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, δε χορηγείται κανονική άδεια στο μέλος του Ν.Σ.Κ., που έχει δικαίωμα διακοπών, η άσκηση του οποίου καθορίζεται κάθε φορά με απόφαση του Προέδρου. Επίσης δε χορηγείται τέτοια άδεια τριάντα ημέρες πριν από την έναρξη των διακοπών και τριάντα ημέρες μετά τη λήξη τους, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. 6.Στα μέλη του Ν.Σ.Κ. μπορεί, ύστερα από αίτηση τους και απόφαση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, να χορηγείται ειδική κανονική άδεια, χωρίς τις αποδοχές της οργανικής θέσης τους και για χρονικό διάστημα τριών ετών, προκειμένου να αναλάβουν θέση σε Υπηρεσίες ή όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε άλλο νομικό πρόσωπο δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, που λειτουργεί στα πλαίσια αυτής, για παροχή υπηρεσιών με οποιαδήποτε σχέση. Με την ίδια διαδικασία η άδεια αυτή μπορεί να παρατείνεται. Ο χρόνος της άδειας θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας σε κάθε περίπτωση. Κατά τη διάρκεια της άδειας αυτής, το μέλος του Ν.Σ.Κ.: α) διατηρείται στην υπηρεσία ως υπεράριθμος β) η θέση του θεωρείται κενή και συμπληρώνεται, γ) υποχρεούται να καταβάλει όλες τις κρατήσεις και τις εισφορές για τα ασφαλιστικά ταμεία με βάση τις αποδοχές που αντιστοιχούν κάθε φορά στο βαθμό της οργανικής του θέσης. Ο τρόπος καταβολής των κρατήσεων και των εισφορών καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. 7.Η κατά την προηγούμενη παράγραφο κανονική άδεια, χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. 8.Το μέλος του Ν.Σ.Κ. δεν έχει δικαίωμα να κάνει χρήση δικαστικών διακοπών ή κανονικής άδειας, εφόσον κατά την κρίση του Προέδρου, υπάρχει κίνδυνος ουσιώδους καθυστέρησης στον χειρισμό και τη διεκπεραίωση επειγουσών υποθέσεων, εκτός αν συντρέχουν πολύ σοβαροί λόγοι υγείας. 9.Η κανονική άδεια ανακοινώνεται στο μέλος με επίδοση του σχετικού εγγράφου, το αργότερο μέσα σε ένα μήνα από την έγκριση της. 10.Αυτός που πήρε κανονική άδεια, είναι υποχρεωμένος να κάνει χρήση της μέσα σε είκοσι ημέρες από την ανακοίνωση της προηγούμενης παραγράφου, εκτός αν στο έγγραφο της άδειας ορίζεται ρητά η ημέρα έναρξης της. Αν δεν κάνει χρήση της άδειας μέσα στην προθεσμία αυτή, η άδεια παύει αυτοδικαίως. 11.Ο Πρόεδρος, είναι δυνατό να αναβάλει την έναρξη της άδειας το πολύ επί δέκα ημέρες ή να διακόψει την συνέχιση αυτής, αν συντρέχει περίπτωση εξαιρετικής υπηρεσιακής ανάγκης ή ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου. 12.Για την έναρξη, τη λήξη ή την τυχόν διακοπή της άδειας συντάσσονται εκθέσεις ενώπιον του προϊσταμένου του οικείου Γραφείου, αντίγραφα των οποίων αποστέλλονται χωρίς καθυστέρηση στη Γραμματεία της Κεντρικής Υπηρεσίας. 13.Ο Υπουργός Οικονομικών είναι δυνατό να ανακαλέσει σε κάθε περίπτωση την κανονική άδεια μέλους του Ν.Σ.Κ., λόγω εξαιρετικής υπηρεσιακής ανάγκης. 14.Αν το μέλος υπερβεί αδικαιολόγητα την άδεια, που του χορηγήθηκε, στερείται τις αποδοχές του για τις αντίστοιχες ημέρες, ανεξάρτητα από την πειθαρχική του ευθύνη. 15.Οι γυναίκες μέλη του Ν.Σ.Κ., που κυοφορούν, έχουν δικαίωμα άδειας πριν και μετά από τον τοκετό, σύμφωνα με τις διατάξεις, που ισχύουν για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους του κράτους. 16.Οι σχετικές με τις άδειες των δημόσιων υπαλλήλων διατάξεις της εκλογικής νομοθεσίας, εφαρμόζονται και στα μέλη του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 41 Αναρρωτική άδεια - Περίθαλψη μελών του Ν.Σ.Κ. 1.Στα μέλη του Ν.Σ.Κ., που ασθενούν ή έχουν ανάγκη ανάρρωσης, χορηγείται από τον Πρόεδρο, αναρρωτική άδεια με πλήρεις αποδοχές. 2.Για τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία, τον τρόπο χορήγησης και τη διάρκεια της αναρρωτικής, άδειας, καθώς και για τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές, εφαρμόζονται οι διατάξείς, που ισχύουν για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους. 3.Το Δημόσιο έχει υποχρέωση να παρέχει νοσοκομειακή, ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη καθώς και να καταβάλλει τα έξοδα κηδείας των μελών του Ν.Σ.Κ., των συζύγων και των παιδιών τους. Οι λεπτομέρειες ορίζονται με κοινή απόφαση, των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ωσότου εκδοθεί η απόφαση αυτή, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Άρθρο 42 1.Επιτρέπεται η χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας απουσίας στην αλλοδαπή στα μέλη του Ν.Σ.Κ. μέχρι και του βαθμού του Παρέδρου. Εκπαιδευτική άδεια δεν επιτρέπεται να χορηγηθεί μετά τη συμπλήρωση του 45ου έτους. Ο περιορισμός της ηλικίας δεν ισχύει για εκείνους που λαμβάνουν υποτροφία από εκπαιδευτικό ή ερευνητικό ίδρυμα. Για να χορηγηθεί εκπαιδευτική άδεια, απαιτείται καλή γνώση της γλώσσας της χώρα-στην οποία το μέλος πρόκειται να μεταβεί για εκπαίδευση. 2.Ο αριθμός των μελών του Ν.Σ.Κ., που αποστέλλονται στην αλλοδαπή με εκπαιδευτική άδεια, κάθε εκπαιδευτικό έτος, ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Προέδρου, μέχρι τέλους Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. 3.Οι άδειες χορηγούνται από τον Υπουργό Οικονομικών, το αργότερο ως το τέλος Ιουνίου του έτους έναρξης της άδειας, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου μέλους και γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο γνωμοδοτεί ύστερα από ερώτημα του Υπουργού Οικονομικών και μόνο μέχρι τον αριθμό των αναφερόμενων -σαυτό θέσεων. Στην αίτηση πρέπει να προσδιορίζονται τα θέματα, με τα οποία πρόκειται να ασχοληθεί το μέλος του Ν.Σ.Κ. και να επισυνάπτονται τα τυχόν δικαιολογητικά. 4.Η εκπαιδευτική άδεια χορηγείται για ένα έτος και είναι δυνατό να παραταθεί, με την ίδια διαδικασία, για ένα ακόμη έτος, αν υπάρχει σπουδαίος λόγος. 5.Η διαπίστωση της γνώσης της γλώσσας της χώρας, στην οποία πρόκειται να μεταβεί το μέλος του Ν.Σ.Κ., γίνεται από μέλη του. Υπηρεσιακού Συμβουλίου ή από οριζόμενο απαυτό άλλο μέλος, ανώτερο κατά βαθμό ή αρχαιότερο του ενδιαφερόμενου, που γνωρίζουν την γλώσσα. 6.Αυτός, που πήρε εκπαιδευτική άδεια, οφείλει να αναφέρει με δήλωσή του στον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ., την ημερομηνία αναχώρησης και εγκατάστασής του στην αλλοδαπή, την έναρξη της εκπαίδευσης του, καθώς και τον τόπο και τη διεύθυνση της διαμονής του. Οφείλει επίσης, στο τέλος κάθε εξαμήνου, να υποβάλλει στον Πρόεδρο λεπτομερή έκθεση, για τη συντελεσθείσα εργασία και για την πορεία της εκπαίδευσής του, με τα αποδεικτικά των σπουδών του. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής είναι δυνατό να επιφέρει την ανάκληση του υπολοίπου της εκπαιδευτικής άδειας. 7.Στα μέλη του Ν.Σ.Κ., που αποστέλλονται με εκπαιδευτική άδεια, παρέχονται στο διπλάσιο οι αποδοχές της οργανικής τους θέσης καθώς και τα έξοδα μετάβασης και επιστροφής (οδοιπορικά). 8.Σε όσους παίρνουν υποτροφία από το ίδρυμα κρατικών υποτροφιών ή από οποιοδήποτε άλλο οργανισμό ή από ξένο κράτος, οι επί πλέον των τακτικών αποδοχές καταβάλλονται μειωμένες κατά το ποσό της υποτροφίας. Η εκπαιδευτική άδεια διακόπτεται κατά τον ίδιο τρόπο που χορηγείται, αν οι ανάγκες της υπηρεσίας το επιβάλλουν ή αν ο δικαιούχος αυτής δεν παρουσιάζει την αναμενόμενη επίδοση ή υπέπεσε σε πειθαρχικό παράπτωμα. 9.Ο Υπουργός Οικονομικών ή ο πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. είναι δυνατόν να αναθέσει σε μέλος του Ν,Σ.Κ, που βρίσκεται με εκπαιδευτική άδεια στην αλλοδαπή, τη μελέτη ή την έρευνα ορισμένων ζητημάτων, που αφορούν τη σχετική με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Οικονομικών νομοθεσία ή άλλα ειδικά θέματα. 10.Τα μέλη του Ν.Σ.Κ. που έλαβαν εκπαιδευτική άδεια, είναι υποχρεωμένα μετά την επιστροφή τους, να υπηρετήσουν επί χρόνο τετραπλάσιο του χρόνου της άδειάς τους. Όσα μέλη αθετήσουν την υποχρέωση τους αυτή, οφείλουν να επιστρέψουν στο Δημόσιο, μέσα σε τρείς μήνες, τις επί πλέον αποδοχές, που έλαβαν κατά το χρόνο της άδειας καθώς και τα έξοδα μετάβασης και επιστροφής, με το νόμιμο τόκο από τη λήψη τους. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του κώδικα είσπραξης δημόσιων εσόδων. 11.Σε περίπτωση αδικαιολόγητης υπέρβασης της εκπαιδευτικής άδειας, το μέλος στερείται τις αποδοχές του, για τις αντίστοιχες της υπέρβασης ημέρες, ανεξάρτητα από την πειθαρχική του ευθύνη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 36 παραγρ. 4. 12.Σε έκτακτες περιπτώσεις ο Υπουργός Οικονομικών ύστερα από γνώμη του προέδρου του Ν.Σ.Κ., μπορεί να επιτρέπει την αποστολή στην αλλοδαπή μελών του Ν.Σ.Κ. όλων των βαθμών, ανεξαρτήτως ηλικίας, για τη συμμετοχή σε συνέδρια ή την παρακολούθηση βραχυχρόνιων σεμιναρίων. Στην περίπτωση αυτή η απουσία του μέλους από τα καθήκοντά του δεν μπορεί να υπερβεί το μήνα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΑΤΟΜΙΚΟΙ ΦΑΚΕΛΟ Ι- ΜΗΤΡΩΟ ΜΕΛΩΝ Άρθρο Άρθρο 43 Ατομικοί φάκελοι 1.Για κάθε μέλος του Ν.Σ.Κ. τηρείται στην Κεντρική Υπηρεσία ατομικός φάκελος, στον οποίο περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία και έγγραφα, που αναφέρονται στο διορισμό και στην προσωπική και υπηρεσιακή του κατάσταση, οι εκθέσεις των επιθεωρητών, οι πειθαρχικές και ποινικές διώξεις και οι αποφάσεις, που εκδόθηκαν σχετικά με αυτές. 2.Έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν γνώση του φακέλου : α) ο Υπουργός Οικονομικών και ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ., β) Τα μέλη του οικείου υπηρεσιακού και πειθαρχικού συμβουλίου, γ) οι επιθεωρητές, δ) Το ίδιο το μέλος. Ανακοίνωση στοιχείων του φακέλου σε άλλα πρόσωπα απαγορεύεται. 3.Οι λεπτομέρειες τήρησης των ατομικών φακέλων ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από εισήγηση του Προέδρου. Έως ότου εκδοθεί η απόφαση αυτή εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις. Άρθρο 44 Μητρώο 1.Μητρώο των μελών του Ν.Σ.Κ. τηρείται στην Κεντρική Υπηρεσία. 2.Στο μητρώο αυτό, σε ξεχωριστό φύλλο για κάθε μέλος αναγράφεται περιληπτικά το περιεχόμενο των στοιχείων του ατομικού του φακέλου. 3.Η παράγραφος 3 του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζεται και για τον τύπο του μητρώου. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ Άρθρο 45 1.Οι τοποθετήσεις των διοριζόμενων ή προαγόμενων μελών του Ν.Σ.Κ. ενεργούνται με απόφαση του Προέδρου. 2.Οι μεταθέσεις και αποσπάσεις αυτών ενεργούνται με όμοια απόφαση, που εκδίδεται, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου. Μέχρι την επίδοση του σχετικού με την υπηρεσιακή μεταβολή εγγράφου, τα μέλη του Ν.Σ.Κ. εγκύρως ασκούν τα καθήκοντα της θέσης και του βαθμού, που κατέχουν. Άρθρο 46 1.Τα μέλη του Ν.Σ.Κ. μπορεί να μετατίθενται: 1)Για πλήρωση κενής θέσης ύστερα από αίτηση ή αν συντρέχουν υπηρεσιακές ανάγκες, β) Αν υποβληθούν αιτήσεις αμοιβαίας μετάθεσης. γ) Αν η μετάθεση επιβάλλεται λόγω συνθηκών, που δημιουργούν στο μέλος δυσχέρειες στην εκπλήρωση των καθηκόντων του, ή προβλήματα στην ομαλή διεξαγωγή της υπηρεσίας. 2.Μετάθεση μέλους χωρίς αίτησή του, γίνεται μόνο με αιτιολογημένη γνωμοδότηση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, κατά της οποίας χωρεί αίτηση ανάκλησης από τον ενδιαφερόμενο ενώπιον της Ολομελείας του Ν.Σ.Κ. για σπουδαίο λόγο. Η αίτηση αυτή κατατίθεται στη γραμματεία του Ν.Σ.Κ. μέσα σε 10 ημέρες από την τηλεγραφική ειδοποίηση του ενδιαφερομένου, στην οποία προβαίνει ο γραμματέας του Ν.Σ.Κ. Αν η μετάθεση γίνεται για λόγους που ανάγονται στη συμπεριφορά ή την εκτέλεση των καθηκόντων του μέλους απαιτείται προηγούμενη έγγραφη κλήση του σε ακρόαση. Άρθρο 47 1.Οι μετακινήσεις των μελών του Ν.Σ.Κ., από μία Υπηρεσιακή Μονάδα αυτού σε άλλη, της ίδιας περιφέρειας, γίνονται με απόφαση του Προέδρου. 2.Η μετάβαση εκτός έδρας ή στην αλλοδαπή μέλους του Ν.Σ.Κ., για αντιμετώπιση υπηρεσιακής ανάγκης μέχρι δέκα ημέρες το μήνα, γίνεται με απόφαση του Προέδρου, για περισσότερο χρονικό διάστημα, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Άρθρο 48 υπηρεσιακή ανάγκη. Η διάρκεια της απόσπασης δεν είναι δυνατό να υπερβεί το έτος2. Η διαπίστωση της υπηρεσιακής ανάγκης γίνεται με αιτιολογημένη έκθεση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., στην οποία περιλαμβάνεται και πρόταση για την υπηρεσιακή μονάδα, από την οποία είναι δυνατόν να αποσπαστεί. 3.Χωρίς να αναστέλλεται η εκτέλεση της σχετικής απόφασης ο αποσπώμενος μπορεί να ζητήσει για σπουδαίο λόγο την ανάκληση της απόσπασης. 4.Νέα απόσπαση του ίδιου μέλους δεν επιτρέπεται πριν περάσουν τρία χρόνια από την πρώτη, ανεξάρτητα απο τον βαθμό, που είχε όταν αποσπάστηκε. 5.Μετά τη λήξη ή την ανάκληση της απόσπασης ο αποσπασθείς επανέρχεται αυτοδικαίως και υποχρεωτικώς στην οργανική του θέση. 6.Μέλη του Ν.Σ.Κ. από το βαθμό του Παρέδρου και ανώτερων, είναι δυνατό να αποσπαστούν σε Υπουργείο με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού. Η απόσπαση αυτή γίνεται για εκτέλεση ειδικής υπηρεσίας και δεν είναι δυνατό να υπερβεί την τριετία. Η διάταξη της παραγράφου 4 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. 7.Ο χρόνος της κατά την προηγούμενη παράγραφο απόσπασης, θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε συνέπεια, και δεν μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς την υπηρεσιακή κατάσταση και εξέλιξη των αποσπωμένων. Άρθρο 49 1.Τα μέλη του Ν.Σ.Κ. που μετατίθενται, αποσπώνται ή επανέρχονται στην Υπηρεσία οφείλουν μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την κοινοποίηση του σχετικού εγγράφου ή τη λήξη της απόσπασής τους να βρίσκονται στη θέση τους. Ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. έχει δικαίωμα να συντέμνει την προθεσμία αυτή όχι κάτω από πέντε ημέρες. 2.Το μέλος, που δεν θα εμφανιστεί στη θέση του αδικαιολόγητα μέσα στις πιό πάνω προθεσμίες, στερείται τις αποδοχές του, ανεξάρτητα από την πειθαρχική του ευθύνη. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 36, εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή. 3.Η εμφάνιση στη θέση του βεβαιώνεται με σχετική έκθεση, που συντάσσεται από τη γραμματεία του αρμόδιου Γραφείου. Αντίγραφο της έκθεσης αποστέλλεται στην Γραμματεία του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 50 Προαγωγές 1.Για την προαγωγή μέλους του Ν.Σ.Κ. σε ανώτερο βαθμό απαιτούνται: 1)Η ύπαρξη κενής θέσης στον ανώτερο βαθμό, εφόσον οι θέσεις είναι οργανικά διακεκριμένες. 2)Η συμπλήρωση του νόμιμου χρόνου παραμονής στον κατεχόμενο βαθμό. Στο χρόνο αυτό δεν υπολογίζεται ο χρόνος διαθεσιμότητας, προσωρινής παύσης, αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντα, λόγω της οποίας επιβλήθηκε τελεσίδικα πειθαρχική ποινή και ο χρόνος αργίας. 3)Η συνδρομή των ουσιαστικών προσόντων, που απαιτούνται για τον ανώτερο βαθμό. 2.Κρίνονται ως καταπόλυτη εκλογή προακτέοι, μεταξύ όλων εκείνων, που έχουν τα τυπικά προσόντα, τα μέλη που συγκεντρώνουν εξαιρετικά προσόντα μόρφωσης, ήθους και εργατικότητας. Ως κατεκλογή προακτέοι κρίνονται όσα μέλη συγκεντρώνουν τα προσόντα μόρφωσης, ήθους και εργατικότητας για νανταποκριθούν πλήρως στα καθήκοντα του ανώτερου βαθμού. 3.Οι προαγωγές των μελών μέχρι και το βαθμό του Νομικού Συμβούλου του Κράτους ενεργούνται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Η γνωμοδότηση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου προκαλείται με ερώτημα του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την κένωση της θέσης και η προαγωγή ανατρέχει στη λήξη της δίμηνης αυτής προθεσμίας. 4.Οι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου και των ο το μέλος. Ανα αντιπροέδρων ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο, ύστερα από εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών, επιλέγει τους προακτέους μεταξύ εκείνων που έχουν τα νόμιμα προσόντα. 5.Οι γνωμοδοτήσεις του Υπηρεσιακού Συμβουλίου πρέπει να είναι αιτιολογημένες. Ειδικότερη αιτιολογία απαιτείται προκειμένου για προαγωγή καταπόλυτη εκλογή ή για μη προαγωγή. ____ 6.Σε Πάρεδρο του Ν.Σ.Κ. προάγεται κατεκλογή Δικαστικός Αντιπρόσωπος, με επτά (7) έτη συνολική υπηρεσία, στην οποία συνυπολογίζεται και η υπηρεσία του ως δοκίμου Δικαστικού Αντιπροσώπου. 7.Σε Νομικό Σύμβουλο προάγεται καταπόλυτη εκλογή Πάρεδρος με πέντε (5) έτη υπηρεσίας στο βαθμό του Παρέδρου, από τα οποία τα δύο τουλάχιστον, θα πρέπει να έχουν διανυθεί σε υπηρεσιακή μονάδα του Ν.Σ.Κ. της Αθήνας ή του Πειραιά. 8.Σε Αντιπρόεδρο του Ν.Σ.Κ. προάγεται Νομικός Σύμβουλος, με τρία (3) έτη υπηρεσίας στο βαθμό του Συμβούλου. 9.Σε Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. προάγεται Αντιπρόεδρος ή Νομικός Σύμβουλος, που έχει τέσσερα (4) τουλάχιστον έτη υπηρεσίας στο βαθμό του Νομικού Συμβούλου. 10.Οι προβλεπόμενες κατά περίπτωση στις παραγράφους 3 και 4 διοικητικές πράξεις για τις προαγωγές των μελών του Ν.Σ.Κ.. απαιτούνται και για τη λύση της υπηρεσιακής σχέσης τους, στις περιπτώσεις των άρθρων 55,56 και 57 του παρόντος διατάγματος. Άρθρο 51 1.Για τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. το Πειθαρχικό Συμβούλιο, αποτελείται από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίοι αναπληρώνονται από τους νόμιμους αναπληρωτές τους. 2.Για τους Αντιπρόεδρους του Ν.Σ.Κ. το Πειθαρχικό Συμβούλιο. αποτελείται από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ν.Σ.Κ., ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους. 3.Το Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο για τα λοιπά μέλη του Ν.Σ.Κ., αποτελείται: 1)Για τους Νομικούς Συμβούλους, το μεν πειθαρχικό από τους οριζόμενους στην προηγούμενη παράγραφο του παρόντος άρθρου, το δε υπηρεσιακό από τον Πρόεδρο και δύο Αντιπροέδρους του Ν.Σ.Κ. Οι Αντιπρόεδροι και οι αναπληρωτές τους ορίζονται με κλήρωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο εδάφιο β της παρούσας παραγράφου. 2)Γιά τους Παρέδρους και τους Δικαστικούς Αντιπροσώπους, από τον Πρόεδρο, δύο Αντιπροέδρους και έξη Νομικούς Συμβούλους. Οι Αντιπρόεδροι και οι Νομικοί Σύμβουλοι ορίζονται με κλήρωση, η οποία γίνεται σε συνεδρίαση της Ολομέλειας, πριν από το τέλος κάθε έτους και καταχωρίζεται σε ιδιαίτερο πρακτικό αυτής. Ο Πρόεδρος εξάγει από την κληρωτίδα με τα ονόματα των Αντιπροέδρων τέσσερις κλήρους και από την κληρωτίδα με τα ονόματα των Νομικών Συμβούλων δώδεκα κλήρους κατά σειρά. Αυτοί, που γράφονται στους δύο πρώτους κλήρους των Αντιπροέδρων και στους έξη πρώτους των Νομικών Συμβούλων αποτελούν τακτικά, μέλη του Συμβουλίου, ενώ οι υπόλοιποι Αντιπρόεδροι και Νομικοί Σύμβουλοι αναπληρωματικά αυτών αντίστοιχα, χωρίς καμμιά άλλη διατύπωση. 4.Η συγκρότηση των συμβουλίων της προηγούμενης παραγράφου, γίνεται με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. Η θητεία των μελών τους αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31 Δεκεμβρίου του επόμενου του ορισμού τους έτους. Στα Συμβούλια αυτά, εισηγητής ορίζεται με απόφαση του Προέδρου, Αντιπρόεδρος στην πρώτη περίπτωση και Αντιπρόεδρος ή Νομικός Σύμβουλος στη δεύτερη. 5.Η διάταξη του άρθρου 6 παραγρ. 3, για τον σχηματισμό πλειοψηφίας και την υπεροχή της ψήφου του Προέδρου, εφαρμόζεται ανάλογα και στις περιπτώσεις των παραγράφων 1,2 και 3, με την επιφύλαξη του άρθρου 93 παρ. 5. 6.Γραμματέας των Πειθαρχικών και Υπηρεσιακών Συμβουλίων των προηγούμενων παραγράφων είναι ο Γραμματέας του Ν.Σ.Κ., ή ο νόμιμος αναπληρωτής του. Άρθρο Άρθρο 52 Παράλειψη - Αποχή από προαγωγή 1.Το πρακτικό γνωμοδότησης του Υπηρεσιακού Συμβουλίου για μη προαγωγή Παρέδρου ή Δικαστικού Αντιπροσώπου στον επόμενο βαθμό, υποβάλλεται το συντομώτερο στον Υπουργό Οικονομικών και κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα πέντε ημερών απάτης υποβολής, ή της κοινοποιήσεως του πρακτικού αντίστοιχα, μπορεί ο μεν Υπουργός να διαφωνήσει προς την γνωμοδότηση του Συμβουλίου και να παραπέμψει την υπόθεση στην Ολομέλεια, εκθέτοντας με έγγραφό του, τους λόγους της διαφωνίας, ο δε ενδιαφερόμενος νασκήσει εγγράφως προσφυγή ενώπιον αυτής, προβάλλοντας τους λόγους που την θεμελιώνουν, και να την καταθέσει στην Κεντρική Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ. 2.Η διαφωνία του Υπουργού και η προσφυγή του παραλειφθέντος, καθώς και η σχετική γιαυτές προθεσμία, εμποδίζουν την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας με αποδοχή της προσβληθείσης γνωμοδότησης, κατά το μέρος, που αυτή θίγει την σειρά αρχαιότητας του παραλειφθέντος. 3.Η Ολομέλεια, επιλαμβανόμενη της υπόθεσης, μπορεί πριν γνωμοδοτήσει οριστικά, να καλέσει για παροχή προφορικών εξηγήσεων ή πληροφοριών και για προσκόμιση στοιχείων τους επιθεωρητές και όσους διατελούν ή διατέλεσαν προϊστάμενοι του κρινόμενου, καθώς και τον ίδιο. Η κλήση του κρινόμενου είναι υποχρεωτική, αν το ζητήσει με έγγραφη αίτησή του. 4.Στην περίπτωση, κατά την οποία εκκρεμεί, κατά του κρινόμενου για προαγωγή Παρέδρου ή Δικαστικού Αντιπροσώπου, πειθαρχική δίωξη, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο, απέχει να τον κρίνει, μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επαυτής. Αν ο διωκόμενος απαλλαγεί τελεσίδικα, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο, κρίνοντας αυτόν προακτέο, τον προάγει αναδρομικά και τον αποκαθιστά στη σειρά αρχαιότητάς του. Αν δεν υπάρχει κενή θέση στο βαθμό, που προάγεται, παραμένει υπεράριθμος και καταλαμβάνει την πρώτη θέση του βαθμού αυτού, που θα κενωθεί. 5.Δικαστικός Αντιπρόσωπος, που παραλείπεται να προαχθεί για τρίτη τουλάχιστο φορά λόγω ανεπάρκειας, αν μεταξύ της πρώτης και της τελευταίας παράλειψης, μεσολαβεί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους, παραπέμπεται υποχρεωτικά με το ερώτημα της οριστικής παύσης, λόγω ανεπάρκειας, στο αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, τηρούμενης της διαδικασίας του άρθρου 57 παρ. 5. Άρθρο 53 1.Το μέλος του Ν.Σ.Κ., που έχει τρία χρόνια τουλάχιστον πραγματική δημόσια υπηρεσία τίθεται, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση του, σε διαθεσιμότητα λόγω νόσου, η οποία κατά τη γνώμη της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής είναι δυνατό να θεραπευθεί, παρατείνεται όμως και μετά το χρόνο της αναρρωτικής άδειας του άρθρου 38. 2.Η θέση σε διαθεσιμότητα και η επάνοδος στην υπηρεσία γίνεται με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., που εκδίδεται ύστερα από γνωμοδότηση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. 3.Η διαθεσιμότητα λόγω νόσου δεν είναι δυνατό να υπερβεί το ένα έτος και, αν η νόσος, δε θεραπεύεται εύκολα, τα δύο έτη. Η διαθεσιμότητα, αρχίζει μόλις λήξει η αναρρωτική άδεια. Μετά την πάροδο του έτους ή των δύο ετών αντίστοιχα, η αρμόδια επιτροπή, η προβλεπόμενη από τον υπαλληλικό κώδικα, αποφαίνεται, ύστερα από ερώτημα του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., αν το μέλος είναι η όχι ικανό να επανέλθει αμέσως στα καθήκοντά του. Σε περίπτωση αρνητικής γνωμάτευσης, παύεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 57. 4.Το μέλος του Ν.Σ.Κ. είναι δυνατό να παραπεμφθεί για εξέταση στην επιτροπή της προηγούμενης παραγράφου και πριν λήξει ο χρόνος της διαθεσιμότητας. Αν η επιτροπή γνωματεύσει, ότι δεν είναι ικανός να αναλάβει αμέσως καθήκοντα, η διαθεσιμότητα διατηρείται μέχρι τη λήξη της. 5.Η επιτροπή αυτή είναι δυνατό να εξετάσει και μέλος, που διαμένει εκτός της έδρας της, μέσω της πλησιέστερης υγειονομικής επιτροπής. 6.Το μέλος, που τέθηκε σε διαθεσιμότητα λόγω νόσου, παίρνει τα τρία τέταρτα (3/4) του συνόλου των αποδοχών του. Άρθρο 54 1.Το μέλος του Ν.Σ.Κ., που στερήθηκε την προσωπική του ελευθερία με ένταλμα προσωρινής κράτησης, με βούλευμα ή με δικαστική απόφαση, έστω και ν απολύθηκε προσωρινά από τις φυλακές, τίθεται αυτοδικαίως σε κατάσταση αργίας. Αν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο τέθηκε σε αργία, επανέρχεται αυτοδικαίως στην υπηρεσία. 2.Το μέλος είναι δυνατό να τεθεί σε προσωρινή αργία, όταν εκκρεμεί εναντίον του α) ποινική δίωξη για έγκλημα που μπορεί να επισύρει αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων ή β) πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα, που μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης.3. Η θέση σε προσωρινή αργία, κατά την προηγούμενη παράγραφο, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από γνωμοδότηση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. 4.Η προσωρινή αργία της παραγράφου 2 αρχίζει ή λήγει από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο της σχετικής υπουργικής απόφασης. Δεν απαιτείται έκδοση απόφασης για τη λήξη της αργίας, αν εκδοθεί αμετάκλητη απαλλακτική δικαστική απόφαση ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα ή τελεσίδικη πειθαρχική απόφαση. Στις περιπτώσεις αυτές ο ευρισκόμενος σε αργία επανέρχεται αυτοδίκαια. Επίσης επανέρχεται αυτοδίκαια στην υπηρεσία, αν καταδικάστηκε αμετάκλητα για έγκλημα ή τιμωρήθηκε τελεσίδικα για πειθαρχικό παράπτωμα, που δεν συνεπάγονται την οριστική παύση από την υπηρεσία. Στις περιπτώσεις αυτές εκδίδεται διαπιστωτική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. 5.Από τις αποδοχές του μέλους, που έχει τεθεί σε αργία, παρακρατείται το ένα τρίτο (1/3). Τούτο α) αποδίδεται με απόφαση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, αν απαλλαγεί αμετάκλητα από την κατηγορία και β) είναι δυνατό να του αποδοθεί με απόφαση του ίδιου Συμβουλίου, αν κατάδικαστεί για έγκλημα ή τιμωρηθεί για πειθαρχικό παράπτωμα, που δε συνεπάγονται την οριστική παύση. Άρθρο Άρθρο 55 Παραίτηση 1.Το μέλος του Ν.Σ.Κ. έχει το δικαίωμα να παραιτηθεί εγγράφως. Αίρεση, όρος ή προθεσμία, που τέθηκαν στο έγγραφο της παραίτησης, θεωρούνται οτι δεν γράφτηκαν. 2.Η αποδοχή της παραίτησης πρέπει να γίνει μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της. Μέσα στην ίδια προθεσμία αυτός, που παραιτήθηκε, έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει εγγράφως την παραίτησή του, εφ όσον η πράξη της αποδοχής δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί 3.Δεν είναι υποχρεωτική για τον Υπουργό Οικονομικών η αποδοχή της παραίτησης και δεν έχει εφαρμογή η παράγραφος 5, αν κατά το χρόνο υποβολής της παραίτησης είναι εκκρεμής σε βάρος του παραιτούμενου: α) πειθαρχική δίωξη ή β) ποινική δίωξη για κακούργημα ή για πλημμέλημα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 30 παράγραφος 1 περίπτ. ε. 4.Η λύση της υπηρεσιακής σχέσης επέρχεται από τη στιγμή, πού θα κοινοποιηθεί σ αυτόν, που παραιτήθηκε, η πράξη αποδοχής της παραίτησης. 5.Θεωρείται, ότι έγινε αποδεκτή η παραίτηση και λύεται αυτοδικαίως η υπηρεσιακή σχέση εξήντα ημέρες μετά την υποβολή της, εφ όσον μέχρι την ημέρα αυτή δεν έχει δημοσιευθεί και κοινοποιηθεί η πράξη αποδοχής της παραίτησης. Άρθρο 56 α)Οταν συμπληρώσουν τριακονταπενταετή πραγματική και συντάξιμη δημόσια υπηρεσία και πάντως όχι πριν από τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ου) έτους της ηλικίας τους και β)Οταν συμπληρώσουν το εξηκοστό πέμπτο (65ο) έτος της ηλικίας τους. Στην περίπτωση αυτή η παραμονή τους στην υπηρεσία παρατείνεται ως τη συμπλήρωση του εξηκοστού εβδόμου (67ου) έτους, εφόσον δεν συμπληρώνουν τριακονταπενταετή (35η) πραγματική συντάξιμη δημόσια υπηρεσία. Ως ημέρα συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου του έτους αποχώρησης, κατά την οποία λύνεται η υπηρεσιακή σχέση. Η ηλικία αποδεικνύεται σύμφωνα, με όσα ορίζονται στο άρθρο 29του παρόντος Διατάγματος. 2.Η πράξη της Διοίκησης, κατά περίπτωση, που βεβαιώνει την αποχώρηση μέλους του Ν.Σ.Κ. από την υπηρεσία, σύμφωνα με τις διακρίσεις της προηγούμενης παραγράφου, δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ανακοινώνεται στον αποχωρούντα, δέκα πέντε ημέρες πριν από την ημερομηνία αποχώρησης. 3.Το μέλος, που συμπλήρωσε τριάντα χρόνια πραγματική υπηρεσία, ή αποχωρεί λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, διατηρεί τιμητικά τον τίτλο της θέσης που κατείχε και μετά από τη λύση της υπηρεσιακής σχέσης. Αυτό μνημονεύεται στο προεδρικό διάταγμα ή την Υπουργική απόφαση αποχώρησης από την υπηρεσία. 4.Το μέλος, που παύεται οριστικά λόγω πειθαρχικού παραπτώματος ή κατά τις διατάξεις του άρθρου 53 παράγρ. 1 και 2 περίπτωση β, στερείται τον τίτλο της προηγούμενης παραγράφου. Τον τίτλο στερείται και αυτός, που τιμωρήθηκε στο βαθμό εξόδου από την υπηρεσία με πειθαρχική ποινή προσωρινής παύσης. 5.Από τον τίτλο αυτόν εκπίπτει αυτοδικαίως εκείνος που καταδικάστηκε αμετάκλητα για μια από τις πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος-1 περίπτ.ε. Άρθρο 57 1.Εκτός από την περίπτωση της επιβολής πειθαρχικής ποινής οριστικής παύσης, λόγω πειθαρχικού παραπτώματος, το μέλος του Ν.Σ.Κ. παύεται οριστικά: α) αν στερήθηκε τα πολιτικά του δικαιώματα λόγω αμετάκλητης καταδίκης. 1)αν καταδικάστηκε αμετάκλητα σε οποιαδήποτε ποινή, για αδίκημα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 30 παράγραφος 1, περίπτ. ε. 2.Είναι δυνατό να παυθεί οριστικά το μέλος: α) για ανικανότητα εκτέλεσης των υπηρεσιακών του καθηκόντων, λόγω νόσου ή αναπηρίας, σωματικής ή πνευματικής, εφόσον η ανικανότητα αυτή διαρκεί και πέρα από το χρόνο, που ορίζεται από τίς κείμενες διατάξεις για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους, β) για υπηρεσιακή ανεπάρκεια. 3.Για την οριστική παύση του μέλους, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, αποφασίζει το Πειθαρχικό Συμβούλιο, που είναι κατά περίπτωση αρμόδιο. 4.Η διαδικασία για την παύση του μέλους ενώπιον του αρμόδιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, κινείται σε κάθε περίπτωση από τον Υπουργό Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. 5.Αν κινηθεί η διαδικασία για την παύση του μέλους του Ν.Σ.Κ., ο πρόεδρος του αρμόδιου Πειθαρχικού Συμβουλίου . ή ο νόμιμος αναπληρωτής του, ορίζει ένα από τα μέλη του ως εισηγητή. Ο εισηγητής συλλέγει τα αναγκαία στοιχεία τα σχετικά με το λόγο της παύσης και μπορεί να εξετάσει μάρτυρες και να διατάξει πραγματογνωμοσύνη, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Επίσης καλεί το μέλος, που εισάγεται για οριστική παύση, να δώσει εξηγήσεις. Τέλος συντάσσει και υποβάλλει στον πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου έκθεση, που περιέχει και τη γνώμη του, ως προς την ουσία της υπόθεσης. Το μέλος, που εισάγεται για παύση, έχει δικαίωμα να λάβει γνώση των στοιχείων του φακέλου οποτεδήποτε. 6.Ο πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζει δικάσιμο, στην οποία καλείται το εισαγόμενο για παύση μέλος με κλήση, που περιέχει το λόγο της εισαγωγής του, καθώς και λεπτομερώς τα πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν το λόγο αυτό. Η κλήση για παράσταση του κατά τη συνεδρίαση επιδίδεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, τουλάχιστο δεκαπέντε ημέρες πριν από τη δικάσιμο. Παράσταση ή συμπαράσταση δικηγόρου δεν επιτρέπεται. 7.Το Συμβούλιο εκτιμά γενικότερα την καθόλου υπηρεσία του και τη χρησιμότητα του ή όχι στην υπηρεσία. Η απόφαση του Συμβουλίου, επιδίδεται το συντομώτερο σαυτόν, που παύθηκε. Αν ο παυθείς είναι Νομικός Σύμβουλος, Πάρεδρος η Δικαστικός Αντιπρόσωπος, έχει δικαίωμα, νασκήσει καταυτής, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα ημερών, από την κοινοποίηση της σαυτόν, προσφυγή, η οποία κατατίθεται στην Κεντρική Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ. Η προσφυγή απευθύνεται, για μεν τους Νομικούς Συμβούλους στο οριζόμενο από την παράγραφο 2 του άρθρου 51 Πειθαρχικό Συμβούλιο, για δε τους Παρέδρους και Δικαστικούς Αντιπροσώπους, στην Ολομέλεια του Ν.Σ.Κ. 8.Η προθεσμία της προσφυγής και η άσκηση αυτής, αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης, με την οποία απαγγέλλεται η οριστική παύση. 9.Η απόφαση, κατά της οποίας δεν ασκήθηκε προσφυγή. ή άν ασκηθείσα απορρίφθηκε, καθώς και εκείνη, κατά της οποίας δεν προβλέπεται τέτοια προσφυγή από τις διατάξεις του παρόντος, εκτελείται με την έκδοση προεδρικού διατάγματος ή υπουργικής απόφασης, όπως ορίζεται στο άρθρο 50 παραγρ. 11, η οποία δημοσιεύεται περιληπτικά στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και επιδίδεται στον παυθέντα. Από την επίδοση επέρχεται η λύση της υπηρεσιακής σχέσης. Αν δεν προκύπτει, ότι έγινε επίδοση, αυτή λογίζεται, ότι έγινε την 30ή ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΔΟΚΙΜΩΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ-ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ-ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ Άρθρο 58 Προκήρυξη διαγωνισμού 1.Για την πλήρωση των θέσεων δοκίμων Δικαστικών Αντιπροσώπων του Ν.Σ.Κ., διενεργείται διαγωνισμός που προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από εισήγηση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. Κενές θέσεις για πλήρωση θεωρούνται, όσες θέσεις είναι κενές, κατά τον χρόνο υπογραφής της προκήρυξης σε όλους τους βαθμούς των μελών του Κύριου προσωπικού του Ν.Σ.Κ. και όσες απαυτές κενωθούν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, του έτους έναρξης του διαγωνισμού. 2.Η προκήρυξη, η οποία αναφέρει τον αριθμό των θέσεων και την ημέρα έναρξης του διαγωνισμού, δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε τρεις ημερήσιες εφημερίδες της Πρωτεύουσας και μία της Θεσσαλονίκης και τοιχοκολλάται στο κατάστημα του Ν.Σ.Κ. Η τελευταία δημοσίευση πρέπει να γίνεται τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες, πριν από την οριζόμενη ημερομηνία έναρξης του διαγωνισμού. Ευρύτερη γνωστοποίηση του διαγωνισμού μπορεί να γίνει με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και με κάθε άλλο πρόσφορο τρόπο, πριν από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό. Άρθρο 59 1.Η εξέταση των υποψήφιων γίνεται από τριμελή Επιτροπή, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο ή έναν Αντιπρόεδρο και δύο Νομικούς Συμβούλους. Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται ο Γραμματέας του Ν.Σ.Κ. 2.Τα μέλη της Επιτροπής, ο γραμματέας και οι αναπληρωτές τους ορίζονται με πράξη του Προέδρου, που τοιχοκολλάται στο κατάστημα του Ν.Σ.Κ., πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την έναρξη του διαγωνισμού. 3.Δεν επιτρέπεται να συμμετέχει ως μέλος, ή γραμματέας της Επιτροπής συγγενής διαγωνιζόμενου μέχρι και του τέταρτου βαθμού. Άρθρο 60 Υποψήφιοι Στο διαγωνισμό έχουν δικαίωμα συμμετοχής: α) δικαστικοί λειτουργοί, εκτός των ειρηνοδικών, β) οι ειρηνοδίκες, που έχουν συμπληρώσει διετή υπηρεσία και γ) οι δικηγόροι. Άρθρο 61 Υποβολή αιτήσεως συμμετοχής Οι ενδιαφερόμενοι να μετάσχουν στο διαγωνισμό, υποβάλλουν στη Γραμματεία του Ν.Σ.Κ. δέκα τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από την έναρξη του διαγωνισμού, αίτηση με τα νόμιμα δικαιολογητικά, απευθυνόμενη στον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. Τα δικαιολογητικά αυτά ορίζονται στην προκήρυξη. Ως ημέρα υποβολής της αίτησης, λαμβάνεται η ημέρα κατάθεσης και πρωτοκόλλησης της στην Κεντρική Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 62 1.Η επιτροπή του διαγωνισμού συνέρχεται μέσα σε δύο ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας του προηγούμενου άρθρου και αφού ελέγξει τις αιτήσεις συμμετοχής και τα δικαιολογητικά, καταρτίζει πίνακα στον οποίο καταχωρούνται με αλφαβητική σειρά οι υποψήφιοι, που έχουν τα τυπικά προσόντα. Οι υπόλοιποι αποκλείονται με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής. Ο παραπάνω πίνακας, καθώς και ο πίνακας των αποκλειομένων από το διαγωνισμό, τοιχοκολλούνται στο κατάστημα του Ν.Σ.Κ. 2.Οι υποψήφιοι, των οποίων οι αιτήσεις έγιναν δεκτές, καλούνται να εξετασθούν με το πρόγραμμα του διαγωνισμού, που καταρτίζεται από την Επιτροπή και τοιχοκολλάται δύο ημέρες πριν από την έναρξη του διαγωνισμού στο κατάστημα του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 63 Εξεταστέα ύλη 1. Η εξεταστέα ύλη περιλαμβάνει τα εξής μαθήματα: α) Συνταγματικό και Διοικητικό Δίκαιο, β) Αστικό και Εμπορικό Δίκαιο, γ) Πολιτική Δικονομία, δ) Φορολογικό Δίκαιο και Φορολογική-Διοικητική Δικονομία, ε) Στοιχεία Ποινικού Δικαίου και Ποινικής Δικονομίας, στ) Στοίχεία, Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 64 1.Η εξέταση των διαγωνιζόμενων διεξάγεται σε δύο στάδια, προκριματικό και τελικό. 2.Η ικανότητα αυτών βαθμολογείται από κάθε μέλος της επιτροπής με τους εξής βαθμούς και αριθμούς: Άριστα: 14 και 15 Λίαν Καλώς: 11,12 και 13 Καλώς: 8,9 και 10 Σχεδόν Καλώς: 5,6 και 7 Μετρίως: 2,3 και 4 Κακώς: 0 και 1 Άρθρο 65 Προκριματικό στάδιο Το προκριματικό στάδιο περιλαμβάνει γραπτή εξέταση, στα μαθήματα, που ορίζονται στις περιπτώσεις α,β και γ του άρθρου 63,η οποία λαμβάνει χώρα σε διαφορετική ημέρα για κάθε μάθημα. Άρθρο 66 1.Το θέμα κάθε μαθήματος είναι κοινό για όλους τους υποψήφιους και καθορίζεται με κλήρο μεταξύ τριών θεμάτων, που έχει επιλέξει η Επιτροπή. Η κλήρωση διενεργείται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, παρουσία των εξεταζόμενων. 2.Με την έναρξη της εξέτασης, απαγορεύεται στους εξεταζόμενους κάθε επικοινωνία μεταξύ τους ή προς τα έξω. Επιτρέπεται σαυτούς μόνο η χρήση των κειμένων των νόμων, χωρίς σχόλια ερμηνείας ή νομολογίας. 3.Στους εξεταζόμενους παρέχεται χρόνος τριών ωρών για την ανάπτυξη του θέματος, ο οποίος υπολογίζεται από το τέλος της εκφώνησής του. Όταν συμπληρωθεί ο χρόνος, ο εξεταζόμενος οφείλει να παραδώσει το χειρόγραφό του. Άρθρο 67 1.Υποψήφιος, ο οποίος δεν προσήλθε, για οποιοδήποτε λόγο κατά την έναρξη της εξέτασης, ενός από τα μαθήματα του προκριματικού σταδίου, δεν μπορεί να μετάσχει σαυτήν και αποκλείεται από τον διαγωνισμό. 2.Υποψήφιος, που καταλαμβάνεται ν αντιγράφει από μη επιτρεπόμενο βιβλίο ή οποιοδήποτε χειρόγραφο, να χρησιμοποιεί σημειώσεις ή να συνεννοείται με άλλον υποψήφιο, αποβάλλεται από την αίθουσα και αποκλείεται από τον διαγωνισμό. Άρθρο 68 1.Οι υποψήφιοι αναπτύσσουν τα θέματα σε φύλλα χάρτου, τα οποία παρέχει η Επιτροπή και φέρουν τη σφραγίδα του Ν.Σ.Κ. και μονογραφή του Προέδρου της Επιτροπής. 2.Απαγορεύεται η αναγραφή στα φύλλα αυτά οποιουδήποτε ονόματος ή άλλου-διακριτικού σημείου. Παράβαση της απαγόρευσης αυτής παρέχει στην Επιτροπή την εξουσία να βαθμολογήσει το θέμα με το βαθμό μηδέν. 3.Το όνομα του εξεταζόμενου, γράφεται, στο πάνω αριστερό μέρος του φύλλου, στο οποίο έγινε η ανάπτυξη του θέματος και καλύπτεται με αδιαφανές φύλλο χάρτου. Η κάλυψη γίνεται από τον υποψήφιο, αφού προηγηθεί ο έλεγχος της ταυτότητάς του από μέλος της Επιτροπής, το οποίο και μονογράφει αμέσως μετά από την τελευταία λέξη του γραπτού. Άρθρο 69 1.Τα μέλη της Επιτροπής βαθμολογούν χωριστά ο καθένας κάθε γραπτό, στο οποίο και σημειώνονται οι βαθμοί. Το άθροισμα των βαθμών αυτών διαιρούμενο με τον αριθμό των μελών δίνει τον τελικό βαθμό κάθε γραπτού. Μετά την βαθμολόγηση από όλους τους εξεταστές, αποκαλύπτεται το όνομα του υποψήφιου και αναγράφονται κάτω απ αυτό ο τελικός βαθμός και οι υπογραφές των μελών. 2.Γίνονται δεκτοί στο τελικό στάδιο του διαγωνισμού οι υποψήφιοι, των οποίων το άθροισμα των τελικών βαθμών της - γραπτής εξέτασης, δίνει μέσο όρο βαθμολογίας οκτώ (8). 3.Τα ονόματα των επιτυχόντων αναγράφονται σε πίνακα με αλφαβητική σειρά, χωρίς να σημειώνεται ο βάθμός. Ο πίνακας τοιχοκολλάται στο κατάστημα του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 70 1.Το τελικό στάδιο περιλαμβάνει προφορική εξέταση, στα θέματα της ύλης, που ορίζονται στο άρθρο 63. 2.Οι υποψήφιοι καλούνται στην προφορική εξέταση καταλφαβητική σειρά. Η εξέταση γίνεται σε δημόσια συνεδρίαση της Επιτροπής, είναι λεπτομερής και περιλαμβάνει θέματα, πού τίθενται από την Επιτροπή, από ολόκληρη την εξεταστέα ύλη του άρθρου 63. 3.Μετά από την εξέταση κάθε υποψήφιου, τα μέλη της Επιτροπής βαθμολογούν ο καθένας χωριστά την συνολική επίδοση του υποψήφιου. Ο μέσος όρος των τριών βαθμών αποτελεί τον τελικό βαθμό της προφορικής εξέτασης. Άρθρο 71 Καθορισμός τελικής βαθμολογίας 1.0 βαθμός του μέσου όρου βαθμολογίας του προκριματικού σταδίου και του μέσου όρου της προφορικής εξέτασης, αθροιζόμενοι και διαιρούμενοι δια του δύο, παρέχουν τον τελικό βαθμό του υποψηφίου. Θεωρείται επιτυχών στο διαγωνισμό ο υποψήφιος, που έλαβε τελικό βαθμό οκτώ (8). Η σειρά επιτυχίας των υποψηφίων, κανονίζεται από τον τελικό βαθμό. 2.Σε περίπτωση ισοβαθμίας, γίνεται κλήρωση, από την επιτροπή, στην οποία καλούνται να παρευρεθούν οι ισοβαθμούντες υποψήφιοι. Άρθρο 72 1.Η Επιτροπή του διαγωνισμού συντάσσει για τη διεξαγωγή αυτού πρακτικό, υπογραφόμενο από τα μέλη της και το Γραμματέα, στο οποίο καταχωρείται αναλυτικά η βαθμολογία και το αποτέλεσμα κάθε εξεταστικού σταδίου, καθώς και το τελικό αποτέλεσμα του διαγωνισμού με την τελική βαθμολογία κάθε υποψήφιου και τη σειρά κατάταξης των επιτυχόντων. 2.Για τη σειρά κατάταξης συντάσσεται πίνακας των επιτυχόντων, ο οποίος αφού υπογραφεί από τον Πρόεδρο της Επιτροπής και τον Γραμματέα, παραδίδεται μαζί με όλο το φάκελο διεξαγωγής του διαγωνισμού στη Γραμματεία του Ν.Σ.Κ., η οποία επιμελείται για την δημοσίευση αυτού στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης. Ο πίνακας ισχύει για ένα έτος από τη δημοσίευση του. 3.Η σειρά διορισμού σε θέσεις δόκιμων Δικαστικών Αντιπροσώπων καθορίζεται από τη σειρά επιτυχίας στο διαγωνισμό, που αναγράφεται στον πίνακα επιτυχόντων. Άρθρο Άρθρο 73 Διορισμός επιτυχόντων - Προαγωγή - Μονιμοποίηση Απόλυση 1.0 διορισμός αυτών, που πέτυχαν στο διαγωνισμό, γίνεται στο βαθμό του δόκιμου Δικαστικού Αντιπροσώπου και σύμφωνα με τη σειρά εγγραφής στον πίνακα των επιτυχόντων. Θέσεις που κενώνονται, μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευση του πίνακα των επιτυχόντων, συμπληρώνονται απαυτόν τον πίνακα και με τη σειρά που ορίζεται σαυτόν. 2. Οι δόκιμοι Δικαστικοί Αντιπρόσωποι διανύουν δοκιμαστική υπηρεσία δύο ετών στη διάρκεια της οποίας έχουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του μέλους του Ν.Σ.Κ. 3.Μετά τη συμπλήρωση της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, με βάση αιτιολογημένη πρόταση του ορισθέντος από τον Πρόεδρο εισηγητή Αντιπροέδρου ή Νομικού Συμβούλου, αποφασίζει, ύστερα από ερώτημα του Υπουργού Οικονομικών για την προαγωγή τους σε Δικαστικούς Αντιπροσώπους. Η απόφαση είναι αιτιολογημένη και λαμβάνει υπόψη το ήθος, την επιστημονική κατάρτιση, τη φιλοπονία, που επέδειξαν, καθώς και την ικανότητα και καταλληλότητά τους για τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του μέλους του Ν.Σ.Κ. Αν, αντίθετα, το συμβούλιο κρίνει, ότι ο δόκιμος δεν πρέπει να προαχθεί σε Δικαστικό Αντιπρόσωπο, για ανεπάρκεια ή έλλειψη ήθους, αποφασίζει με αιτιολογημένη απόφασή του την οριστική του απόλυση από την υπηρεσία, η οποία ,γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. 4.Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο μπορεί επίσης με αιτιολογημένη απόφαση του να παρατείνει τη δοκιμαστική υπηρεσία του δόκιμου Δικαστικού Αντιπρόσωπου για ένα ακόμη έτος, αν κρίνει ότι δεν είναι ώριμος να προαχθεί σε Δικαστικό Αντιπρόσωπο. Μετά από την πάροδο του πρόσθετου έτους, το Συμβούλιο, αν κρίνει, ότι δεν πρέπει να προαχθεί, αποφασίζει ταυτόχρονα, με αιτιολογημένη απόφαση, την οριστική απόλυσή του από την υπηρεσία, η οποία γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. 5.Οι δόκιμοι Δικαστικοί Αντιπρόσωποι, που κρίνονται ικανοί από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, προάγονται σε Δικαστικούς Αντιπροσώπους και μονιμοποιούνται, σύμφωνα με τη σειρά επιτυχίας στο διαγωνισμό. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου, η προαγωγή αυτών, που κρίθηκαν προακτέοι, μετά από την πάροδο της πρόσθετης ετήσιας δοκιμαστικής υπηρεσίας, δεν ενεργεί αναδρομικά. ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΩΝ Ν.Σ.Κ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Άρθρο Άρθρο 74 Όργανα επιθεώρησης 1.Η επιθεώρηση των υπηρεσιακών μονάδων και των μελών του Ν.Σ.Κ., ενεργείται από Αντιπρόεδρους ή Νομικούς Σύμβουλους, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση του Προέδρου. 2.Η θητεία των επιθεωρητών είναι ετήσια και αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από το διορισμό τους. 3.Σε περίπτωση θανάτου, κωλύματος ή αποχώρησης από την υπηρεσία του επιθεωρητή ορίζεται, κατά την παράγραφο 1, αντικαταστάτης, για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του. 4.Οι επιθεωρητές κατά το χρονικό διάστημα της άσκησης των καθηκόντων τους μπορεί να απαλλάσσονται από οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία. Άρθρο 75 Κρήτης και λοιπών νήσων. 2.Οι περιφέρειες της επιθεώρησης είναι δυνατό να μεταβάλλονται ή και να αυξάνονται με απόφαση του Προέδρου, η οποία ισχύει από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ Άρθρο 76 Αρμοδιότητες επιθεωρητών 1.Οι επιθεωρητές: 1)Επιθεωρούν όλα τα Γραφεία του Ν.Σ.Κ. της περιφέρειάς τους και τα μέλη που υπηρετούν σαυτά, κατά το χρονικό διάστημα της θητείας τους. 2)Ενεργούν στην περιφέρειά τους, ύστερα από παραγγελία του Προέδρου, έκτακτη ή συμπληρωματική επιθεώρηση κάθε Γραφείου και μέλους του Ν.Σ.Κ., για συγκεκριμένη χρονική περίοδο. 3)Εισηγούνται την άσκηση πειθαρχικής αγωγής κατά οποιουδήποτε επιθεωρούμενου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 2.Οι επιθεωρητές οφείλουν να μεταβαίνουν στις έδρες των Γραφείων της περιφέρειάς τους για διενέργεια επιθεώρησης, οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της ετήσιας θητείας τους. Εκτακτες ή συμπληρωματικές επιθεωρήσεις ενεργούνται οποτεδήποτε. Ο Πρόεδρος, μπορεί να ενεργήσει οποτεδήποτε αυτοπροσώπως επιθεώρηση όλων των Γραφείων και των μελών του Ν.Σ.Κ. 3.Η επιθεώρηση της παρ. 1 περ. α (τακτική επιθεώρηση), αφορά την εργασία των μελών του Ν.Σ.Κ., του βαθμού του Παρέδρου και κατώτερων, η οποία συντελέστηκε από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους ορισμού του επιθεωρητή. 4.Οι επιθεωρητές ερευνούν τον τρόπο, κατά τον οποίο διεξάγεται η υπηρεσία των Γραφείων του Ν.Σ.Κ. και την εργασία, που συντελέστηκε, κατά το επιθεωρούμενο χρονικό διάστημα, την ενημερότητα στη διεκπεραίωση των υποθέσεων, καθώς και την τακτική και ομαλή διεξαγωγή της υπηρεσίας τους και την καταλληλότητα των κτιρίων. 5.Οι επιθεωρητές: α)Εξετάζουν την εργασία των επιθεωρούμενων μελών και διεξάγουν κάθε σχετική μαυτήν χρήσιμη έρευνα, δυνάμενοι να παίρνουν πληροφορίες και από τους προϊσταμένους των δικαστηρίων της περιφέρειας του Γραφείου, στο οποίο υπηρετούν, για τον σχηματισμό γνώμης σε σχέση με τα αξιολογούμενα, σύμφωνα με το επόμενο άρθρο παρ.2, ουσιαστικά προσόντα. 1)Οφείλουν να διεξάγουν με κάθε λεπτομέρεια την πιό πάνω έρευνα, χρησιμοποιώντας απαραιτήτως και προσωπική επικοινωνία με τους επιθεωρούμενους. 2)Δικαιούνται να λαμβάνουν γνώση των φακέλλων των υποθέσεων, που χειρίζονται και να επιλαμβάνονται παντός θέματος, που εμπίπτει στην επιθεώρηση και ανακύπτει κατά τη διάρκεια της θητείας τους. 6.Με απόφαση του Προέδρου, εκκαθαρίζονται η ημερήσια εκτός έδρας αποζημίωση και τα οδοιπορικά έξοδα των επιθεωρητών, εφόσον προβλέπεται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Άρθρο 77 Εκθέσεις επιθεώρησης 1.Οι επιθεωρητές συντάσσουν γενικές εκθέσεις, με διαπιστώσεις για τον τρόπο λειτουργίας κάθε Γραφείου της περιφέρειάς τους. Σ αυτές εισηγούνται και τα μέτρα, που τυχόν απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία τους και την καλύτερη διεξαγωγή των εργασιών τους. 2.Οι επιθεωρητές συντάσσουν επίσης ιδιαίτερη, λεπτομερή και ειδικά αιτιολογημένη έκθεση για κάθε επιθεωρούμενο μέλος του Ν.Σ.Κ. της περιφέρειάς τους. Στην έκθεση αυτή αξιολογούνται α) το ήθος, το σθένος και ο χαρακτήρας, β) η επιστημονική κατάρτιση, γ) η κρίση και η αντίληψη, δ) η επιμέλεια, η εργατικότητα και η υπηρεσιακή (ποιοτική και ποσοτική) απόδοση, ε) η ικανότητα στην κατανόηση των υποθέσεων, στη διατύπωση των εισηγήσεων και των δικογράφων και στ) η συμπεριφορά του μέλους γενικά και ιδιαίτερα στα ακροατήρια των δικαστηρίων και στις σχέσεις με τις λοιπές Υπηρεσίες και Αρχές καθώς και η κοινωνική του παράσταση. 3.Για την αξιολόγηση ως προς τα πιο πάνω προσόντα οι επιθεωρητές οφείλουν να χρησιμοποιούν την εξής κλίμακα: 1. άρτια ή εξαίρετή, 2. πολύ καλή, 3. περισσότερο από καλή, 4. καλή, 5. μέτρια και 6. ανεπαρκής. Για το ήθος και το σθένος οφείλουν να χρησιμοποιούν τους χαρακτηρισμούς: 1. εξαίρετο, 2. πολύ καλό, 3. προσήκον και 4. μη προσήκον. 4.Στην ατομική έκθεση των επιθεωρούμενων, μπορεί να σημειώνεται από τους επιθεωρητές και κάθε άλληπαρατήρηση, που θεωρούν χρήσιμη για την αξιολόγηση τους. 5.Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, μπορεί να καθιερώνεται ενιαίο έντυπο, για τις εκθέσεις επιθεώρησης των μελών του Ν.Σ.Κ. Στο έντυπο αυτό περιλαμβάνονται τα στοιχεία του επιθεωρούμενου, τα αξιολογούμενα προσόντα, η διαβάθμισή τους, καθώς και χώρος για την αιτιολογία και για ειδικές παρατηρήσεις. 6.Οι εκθέσεις των επιθεωρητών υποβάλλονται στον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ., μέσα σε δύο μήνες από τη λήξη της θητείας τους. Σε περίπτωση έκτακτης ή συμπληρωματικής επιθεώρησης, η έκθεση υποβάλλεται αμέσως μετά τη διενέργειά της. Η έκθεση επιθεώρησης τοποθετείται στον ατομικό φάκελο του επιθεωρούμενου και αντίγραφο αυτής επιδίδεται στον επιθεωρούμενο με επιμέλεια της Γραμματείας του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 78 1.Η επίδοση των εκθέσεων της Επιθεώρησης στους επιθεωρούμενους, γίνεται μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή τους στον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. Ο επιθεωρούμενος, μέσα σε 30 ημέρες από την επίδοση σαυτόν της έκθεσης της τακτικής επιθεώρησης, έχει δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή, με κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Ν.Σ.Κ. και να ζητήσει διόρθωση της έκθεσης ή επανάκριση, ιδιαίτερα αν η έκθεση: α) περιέχει ανακριβή περιστατικά, ή β) είναι αναιτιολόγητη, ή γ) περιέχει ανακριβείς αιτιολογίες ή δυσμενείς κρίσεις και χαρακτηρισμούς, που δεν δικαιολογούνται από τις διαπιστώσεις, που αναφέρονται σαυτήν ή στηρίζονται σε στοιχεία αντικειμενικώς ανακριβή ή βρίσκονται σε αντίθεση με προηγούμενες εκθέσεις. 2.Για την προσφυγή αποφαίνεται, το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, το οποίο συγκαλείται, εντός εύλογου χρόνου, από της υποβολής της προσφυγής. Αν κρίνει, ότι τα παράπονα είναι βάσιμα, με αιτιολογημένη απόφασή του, προβαίνει σε διόρθωση της έκθεσης, εκτός αν κρίνει αναγκαία την επανάληψη της επιθεώρησης, οπότε διατάσσει επανάκριση σχετικά με τους λόγους της προσφυγής από άλλο μέλος του Ν.Σ.Κ. κατά το δυνατό αρχαιότερο του επιθεωρητή. Η απόφαση του συμβουλίου, με την οποία διατάσσεται διόρθωση της έκθεσης, τίθεται στο φάκελο του επιθεωρούμενου, ενώ η έκθεση, που συντάσσεται, ύστερα από επανάκριση, αντικαθιστά την προηγούμενη έκθεση, η οποία αποσύρεται από το φάκελό του. Αν τα παράποντα κριθούν αβάσιμα, το συμβούλιο απορρίπτει την προσφυγή με αιτιολογημένη απόφασή του, η οποία τίθεται στο φάκελο του επιθεωρούμενου. Η έκθεση που συντάσσεται ύστερα από επανάκριση δεν υπόκειται σε προσφυγή. 3.Οι αποφάσεις του συμβουλίου και η νέα έκθεση υποβάλλονται, στον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. και επιδίδονται σαυτόν που άσκησε την προσφυγή. Άρθρο 79 Έκθεση για οριστική παύση Αν κατά την επιθεώρηση διαπιστωθεί ανικανότητα, ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια του επιθεωρούμενου, όπως ορίζονται στο άρθρο 57 παρ. 2, ο επιθεωρητής συντάσσει ιδιαίτερη έκθεση και την υποβάλλει στον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ., προκειμένου να κινηθεί η διαδικασία της οριστικής παύσης, σύμφωνα με τις λοιπές διατάξεις του ίδιου άρθρου. ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ Άρθρο 80 Γενικές αρχές 1.Τα μέλη του Ν.Σ.Κ. διέπονται, ως προς την πειθαρχική τους ευθύνη, από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος και όταν, λόγω της ιδιότητάς τους, μετέχουν σε συμβούλια και επιτροπές, ή ασκούν διοικητικά καθήκοντα βάσει ειδικών διατάξεων. 2.Κανείς δε διώκεται για δεύτερη φορά για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα. Νέα πειθαρχική αγωγή για το ίδιο παράπτωμα, είναι απαράδεκτη. Εφόσον δεν έχει εκδοθεί απόφαση για την πρώτη πειθαρχική αγωγή, τα στοιχεία, που διαβιβάζονται, για τη δεύτερη, συμπληρώνουν το φάκελο της υπόθεσης. 3.Για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα, μία μόνο πειθαρχική ποινή μπορεί να επιβληθεί. _ 4.Αν από την τέλεση του πειθαρχικού παραπτώματος μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, ίσχυσαν περισσότεροι νόμοι, εφαρμόζεται ο νόμος, που περιέχει τις ευμενέστερες για το διωκόμενο διατάξεις. 5.Η πειθαρχική δίκη είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από κάθε άλλη. 6.Η πειθαρχική δίκη δεν επηρεάζεται από την προαγωγή, ή άλλη μεταβολή, στην υπηρεσιακή κατάσταση του διωκόμενου, εκτός αν επιφέρει και μεταβολή στην καθύλη αρμοδιότητα του πειθαρχικού συμβουλίου, οπότε η υπόθεση παραπέμπεται στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο. 7.Η προαγωγή του μέλους, δεν αίρει τον πειθαρχικό κολασμό για παράπτωμα, που διέπραξε πριν από την προαγωγή του. _ 8.Η χάρη, η αποκατάσταση, καθώς και η με οποιοδήποτε άλλο τρόπο άρση του ποινικώς κολάσιμου της πράξης, ή η άρση εν όλω ή εν μέρει των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν αίρουν το πειθαρχικώς κολάσιμο της πράξης. 9.Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχική. Ο πειθαρχικός δικαστής, μπορεί να διατάξει την αναστολή της πειθαρχικής δίκης, μέχρι να περατωθεί η ποινική. 10.Οι διαπιστώσεις, που περιέχονται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, ή αμετάκλητο βούλευμα, για την ύπαρξη ή μη ορισμένων γεγονότων, γίνονται δεκτές και στην πειθαρχική δίκη. Άρθρο 81 Πειθαρχικό παράπτωμα 1.Πειθαρχικό παράπτωμα συνιστά κάθε υπαίτια και καταλογιστή πράξη ή συμπεριφορά εν γένει του μέλους του Ν.Σ.Κ., εντός ή εκτός υπηρεσίας, εφόσον είναι αντίθετη στις υποχρεώσεις του, που απορρέουν από το Σύνταγμα — και τις κείμενες διατάξεις ή είναι ασυμβίβαστη προς το αξίωμά του και θίγει το κύρος του ή το κύρος της υπηρεσίας. 2.Οι ειδικότερες υποχρεώσεις των μελών καθορίζονται από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, καθώς και από διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, που αναφέρονται στο Ν.Σ.Κ. και στην δικαστική εκπροσώπηση και υπεράσπιση των συμφερόντων του Δημοσίου. 3.Πειθαρχικά παραπτώματα των μελών συνιστούν ιδίως: α) Πράξεις που μαρτυρούν έλλειψη πίστης και αφοσίωσης προς την πατρίδα και το δημοκρατικό πολίτευμα της Χώρας ή υπονομεύουν τη δημοκρατική νομιμότητα. 1)Η χρησιμοποίηση της ιδιότητάς τους για επιδίωξη ιδιοτελών σκοπών. 2)Η αμέλεια ή η άρνηση ή η ατελής εκπλήρωση του καθήκοντος. 3)Η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. 4)Η παράβαση της υπηρεσιακής εχεμύθειας. 5)Η αποσιώπηση νόμιμου λόγου αποκλεισμού ή εξαίρεσης συμμετοχής σε συλλογικά όργανα του Ν.Σ.Κ. ή της Διοίκησης. 6)Η αναξιοπρεπής ή απρεπής εντός ή εκτός υπηρεσίας συμπεριφορά. 4.Περισσότερες πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση του ίδιου παραπτώματος θεωρούνται ως ενιαίο σύνολο, η βαρύτητα του οποίου λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό και την επιμέτρηση της ποινής. Άρθρο 82 1.Τα πειθαρχικά παραπτώματα των μελών του Ν.Σ.Κ. παραγράφονται μετά πέντε έτη από την τέλεσή τους. 2.Πειθαρχικό παράπτωμα, που αποτελεί συγχρόνως και ποινικό αδίκημα δεν παραγράφεται πριν παρέλθει ο χρόνος, που ορίζεται για την παραγραφή του τελευταίου: Όσο διαρκεί η ποινική διαδικασία και έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης ή αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος, αναστέλλεται η παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος. 3.Ο χρόνος της παραγραφής αναστέλλεται από την επίδοση της πειθαρχικής αγωγής, ο χρόνος όμως της αναστολής αυτής δεν μπορεί να υπερβεί τα δύο έτη. 4.Η παραγραφή πειθαρχικού παραπτώματος διακόπτεται με την τέλεση άλλου πειθαρχικού παραπτώματος, που αποσκοπεί στη συγκάλυψη του πρώτου ή στη ματαίωση έγερσης πειθαρχικής αγωγής γιαυτό. Άρθρο 83 1.Οι πειθαρχικές ποινές που μπορούν να επιβληθούν στο μέλος του Ν.Σ.Κ. είναι: 1)Η έγγραφη επίπληξη. 2)Το πρόστιμο από καθαρές αποδοχές δύο ημερών, μέχρι τις συνολικές καθαρές αποδοχές δύο μηνών. 3)Η στέρηση χορηγηθείσας μισθολογικής προαγωγής του επόμενου ή του μεθεπόμενου βαθμού, για μιά τριετία. 4)Η προσωρινή παύση από δέκα ημέρες μέχρι έξι μήνες και 5)Η οριστική παύση. 2.Η οριστική παύση επιβάλλεται σε ιδιαίτερα βαριές περιπτώσεις πειθαρχικών παραπτωμάτων, όταν οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες διαπράχθηκαν και ο βαθμός υπαιτιότητας του διωκόμενου, μαρτυρούν, ότι αυτός δεν έχει συναίσθηση των βασικών υποχρεώσεών του ως μέλους του Ν.Σ.Κ., ή θίγουν σοβαρά το κύρος της υπηρεσίας. 3.Το είδος της ποινής, που θα επιβληθεί και η επιμέτρησή της, προσδιορίζονται από τη βαρυτητα του παραπτώματος, το βαθμό και την πείρα του μέλους, τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες τελέστηκε το παράπτωμα, την ένταση του δόλου ή το βαθμό της αμέλειας του διωκόμενου. 4.Όταν πρόκειται για παράπτωμα, που οφείλεται σε ελαφρά αμέλεια, το, πειθαρχικό όργανο μπορεί, εκτιμώντας τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έχει τελεστεί και την πρόσωπικότητα του διωκόμενου, να μην επιβάλλει ποινή. 5.Όταν συνεκδικάζονται περισσότερα πειθαρχικά παραπτώματα, εφόσον οι πειθαρχικές ποινές, που έχουν επιβληθεί για καθένα από αυτά, είναι του αυτού είδους, επιβάλλεται μιά συνολική ποινή, η οποία αποτελείται από την πιό βαριά ή αν οι ποινές είναι ίσες, από μία από αυτές, που προσαυξάνεται μέχρι το ανώτατο όριο της. Η επαύξηση δεν μπορεί να είναι ανώτερη από τα 3/4 του αθροίσματος των άλλων πειθαρχικών ποινών. Άρθρο Άρθρο 84 Έναρξη και λήξη πειθαρχικής ευθύνης 1.Η πειθαρχική ευθύνη του μέλους του Ν.Σ.Κ. αρχίζει από την αποδοχή του διορισμού του και λήγει με τη λύση της υπηρεσιακής σχέσης. Η πειθαρχική δίκη, που άρχισε πριν από τη λύση της υπηρεσιακής σχέσης, συνεχίζεται μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση, εκτός αν ο διωκόμενος απεβίωσε. 2.Πράξεις, που τελέστηκαν κατά τη διάρκεια προγενέστερης υπηρεσίας του διωκόμενου στο δημόσιο τομέα, ή υπό την ιδιότητα του δικηγόρου, τιμωρούνται πειθαρχικώς, εφόσον δεν παρήλθε ο χρόνος παραγραφής, που ορίζεται γιαυτές. Στην περίπτωση αυτή, ο τυχόν εκτός υπηρεσίας χρόνος, εφόσον δεν υπερβαίνει την πενταετία, δεν υπολογίζεται στο χρόνο της παραγραφής. 3.Η τέλεση κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού και έως την αποδοχή του διορισμού, παράνομης πράξης, σχετικής με τη συμμετοχή στη διαδικασία του διαγωνισμού, ή τις προϋποθέσεις διορισμού, συνιστά για το μέλος πειθαρχικό παράπτωμα. Ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει από την αποδοχή του διορισμού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΟΡΓΑΝΑ Άρθρο 85 Πειθαρχικές δικαιοδοσίες 1.Η πειθαρχική δικαιοδοσία στα μέλη του Ν.Σ.Κ., ασκείται από πειθαρχικά συμβούλια, που ορίζονται κατά περίπτωση από το άρθρο 51 του παρόντος, σύμφωνα με το βαθμό του διωκόμενου. 2.Οι πειθαρχικές ποινές της έγγραφης επίπληξης και του προστίμου, μπορούν να επιβληθούν και από τον Υπουργό Οικονομικών, ή τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 86 1.Δεν μπορούν να μετάσχουν σε πειθαρχικό συμβούλιο για την εκδίκαση ορισμένης πειθαρχικής υπόθεσης: 1)Τα μέλη του Ν.Σ.Κ., κατά των οποίων στρέφεται η πειθαρχική αγωγή. 2)Οι συγγενείς εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριορίστως, ή σε πλάγια γραμμή έως και τον τέταρτο βαθμό, ή εξ αγχιστείας έως και τον τρίτο βαθμό, καθώς και ο σύζυγος του διωκόμενου. 3)Εκείνοι, που έχουν ασκήσει την πειθαρχική δίωξη, ή έχουν ενεργήσει ανάκριση στην ίδια πειθαρχική υπόθεση. δ)Όσοι έχουν εξεταστεί ως μάρτυρες στην ίδια υπόθεση. ε)Όσοι συνδέονται με ιδιαίτερη φιλία, ή βρίσκονται σε οξεία αντίθεση με το διωκόμενο, ή έχουν ιδιαίτερη σχέση με την υπόθεση, που κρίνεται, ώστε να μπορεί να δημιουργηθεί αμφιβολία για την αμεροληψία τους. Το μέλος του Ν.Σ.Κ., που κωλύεται κατά τα παραπάνω, έχει τις υποχρεώσεις του άρθρου 23 του κώδικα ποινικής δικονομίας, το οποίο εφαρμόζεται αναλόγως. 2.Δεν επιτρέπεται η εξαίρεση τόσων μελών, ώστε να μην είναι δυνατή η σύνθεση του συμβουλίου από τα λοιπά. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΩΞΗ Άρθρο 87 1.Η δίωξη των πειθαρχικών παραπτωμάτων, γίνεται αυτεπάγγελτα με βάση τα στοιχεία που περιέρχονται σε αυτόν, που είναι αρμόδιος να την ασκήσει. 2.Η προδικασία και η κύρια διαδικασία ενώπιον των πειθαρχικών συμβουλίων, είναι μυστική. 3.Η πειθαρχική διαδικασία γίνεται ατελώς. Έξοδα δεν επιδικάζονται ούτε υπέρ, ούτε σε βάρος του διωκόμενου. 4.Περισσότερα πειθαρχικά παραπτώματα, που φέρονται, ότι έχουν διαπραχθεί από το ίδιο μέλος του Ν.Σ.Κ., μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο πειθαρχικής δίωξης, με την άσκηση μιας μόνον πειθαρχικής αγωγής. Αν όμως το πειθαρχικό συμβούλιο κρίνει ότι η συνεκδίκαση θα προξενήσει βλάβη, διατάσσει το χωρισμό. 5.Περισσότερα πειθαρχικά παραπτώματα, για τα οποία ασκήθηκαν χωριστές πειθαρχικές αγωγές, μπορούν να συνεκδικαστούν από το πειθαρχικό συμβούλιο, εφόσον αυτό δεν προκαλεί βλάβη. 6.Όταν διώκονται περισσότεροι ως συμμέτοχοι για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα, η πειθαρχική δίκη γίνεται ενιαία για όλους στο πειθαρχικό συμβούλιο, που είναι αρμόδιο, για τον ανώτερο κατά βαθμό διωκόμενο. 7.Για την επίδοση κλήσεων και γενικά την κοινοποίηση εγγράφων, κατά την πειθαρχική διαδικασία, συντάσσεται έκθεση. 8.Τα έγγραφα, που επιδίδονται στο διωκόμενο, είτε επιδίδονται απευθείας σαυτόν με δικαστικό επιμελητή, ή υπάλληλο της υπηρεσίας, είτε διαβιβάζονται με εμπιστευτική αλληλογραφία στον προϊστάμενο του Γραφείου, όπου υπηρετεί, ο οποίος τα επιδίδει σαυτόν αυτοπροσώπως. Άρθρο 88 Άσκηση πειθαρχικής δίωξης 1. Αρμόδιοι για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης είναι: α) Ο Υπουργός των Οικονομικών για όλα τα μέλη του Ν.Σ.Κ. β) Ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. για τα μέλη του βαθμού του Νομικού Συμβούλου και κατώτερων βαθμών. 2.Ο Πρόεδρος, όταν λάβει με οποιοδήποτε τρόπο γνώση, ότι τελέστηκε από μέλος του Ν.Σ.Κ. πράξη, που μπορεί να χαρακτηριστεί πειθαρχικό παράπτωμα, υποχρεούται είτε να κινήσει την διαδικασία άσκησης πειθαρχικής αγωγής από τον Υπουργό Οικονομικών, είτε να ασκήσει ο ίδιος την πειθαρχική αγωγή, αν συντρέχει η περίπτωση β της προηγούμενης παραγράφου. 3.Αν τα στοιχεία, που περιέρχονται στον αρμόδιο για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης, δεν πιθανολογούν τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, ή αν τα πραγματικά περιστατικά, που βεβαιώνονται, δε συνιστούν πειθαρχικό παράπτωμα ή δεν επισύρουν πειθαρχική κύρωση, λόγω εξάλειψης του αξιόποινου, ή λήξης της πειθαρχικής ευθύνης, η υπόθεση τίθεται στο αρχείο με αιτιολογημένη πράξη. 4.Αν πρόκειται για πειθαρχικά παραπτώματά, που οφείλονται σε ελαφρά αμέλεια και δικαιολογούν μόνο ποινή επίπληξης, η δίωξη απόκειται στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου οργάνου, το οποίο λαμβάνει υπόψη το συμφέρον της Υπηρεσίας και την όλη διαγωγή του μέλους, εντός και εκτός της υπηρεσίας. 5.Επιθεωρητές και προϊστάμενοι Γραφείων, μόλις λάβουν γνώση ότι μέλος του Ν.Σ.Κ., που επιθεωρούν ή υπηρετεί στα Γραφεία τους αντίστοιχα, διέπραξε πειθαρχικό παράπτωμα, οφείλουν να το ανακοινώσουν αμελλητί με έγγραφό τους, στον Πρόεδρο, για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης και να διαβιβάσουν τα σχετικά στοιχεία. 6.Αν κατά τη διάρκεια πειθαρχικής ανάκρισης, προκύπτουν πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν άλλο πειθαρχικό παράπτωμα, ο ανακριτής συντάσσει σχετική έκθεση και τη στέλνει αμέσως στον Πρόεδρο, για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης. 7.Ό Πρόεδρος, έχει το δικαίωμα να διατάσσει αμέσως προκαταρκτική εξέταση. Η προκαταρκτική εξέταση, είναι άτυπη και ενεργείται είτε από τον ίδιο, είτε με εντολή, από άλλο μέλος του Ν.Σ.Κ., ανώτερο κατά βαθμό ή αρχαιότερο από εκείνο, που φέρεται, ότι έχει υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα. 8.Εκείνος, που ενεργεί προκαταρκτική εξέταση: 1)Οφείλει να ζητήσει προφορικές ή έγγραφες εξηγήσεις από αυτόν, ο οποίος φέρεται, ότι έχει υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα. 2)Δικαιούται να ζητήσει πληροφορίες, ή τη διαβίβαση συναφών στοιχείων από κάθε άλλη αρχή. 3)Μεριμνά για τη συγκέντρωση των αποδεικτικών στοιχείων και εξετάζει μάρτυρες, αν το κρίνει αναγκαίο. Ο καλούμενος να δώσει εξηγήσεις, έχει δικαίωμα να λάβει προηγουμένως γνώση όλων των στοιχείων, που τον αφορούν. Για την προκαταρκτική εξέταση, συντάσσεται έκθεση, της οποίας το πόρισμα πρέπει να είναι αιτιολογημένο. 9.Ο Πρόεδρος, αν από την προκαταρκτική εξέταση, καταλήξει στην κρίση, ότι δε συντρέχει λόγος νασκηθεί πειθαρχική δίωξη, ή θέτει την υπόθεση στο αρχείο με αιτιολογημένη πράξη του, αν συντρέχει η περίπτωση β της παραγράφου 1, ή υποβάλλει το πόρισμα στον Υπουργό Οικονομικών, με αιτιολογημένη γνώμη, για τη μη άσκηση πειθαρχικής αγωγής, ο οποίος αποφασίζει σχετικά. Άρθρο 89 1.Η πειθαρχική δίωξη, αρχίζει με την έγερση πειθαρχικής αγωγής και τελειώνει με την έκδοση οριστικής και τελεσίδικης απόφασης. 2.Η πειθαρχική αγωγή περιέχει: 1)Το ονοματεπώνυμο και τα υπηρεσιακά στοιχεία του διωκόμενου. 2)Καθορισμό των πραγματικών περιστατικών, τα οποία στοιχειοθετούν το αποδιδόμενο πειθαρχικό παράπτωμα, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τελέσθηκε και τις διατάξεις, που το προβλέπουν. 3.Η πειθαρχική αγωγή απευθύνεται στο αρμόδιο συμβούλιο και συνοδεύεται από τον πειθαρχικό φάκελο. Η αρμοδιότητα του συμβουλίου, κρίνεται από το βαθμό του διωκόμενου, κατά το χρόνο άσκησης της πειθαρχικής αγωγής, με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 80 παρ. 6. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ Άρθρο 90 Προδικασία 1.0 πρόεδρος του πειθαρχικού συμβουλίου, ορίζει ένα από τα μέλη του, ως εισηγητή. Η σχετική πράξη με αντίγραφο της πειθαρχικής αγωγής, επιδίδεται στον διωκόμενο. Ο εισηγητής αντικαθίσταται, αν κωλύεται ή αν ο διωκόμενος, μέσα σε τρείς ημέρες από την επίδοση της πράξης, ζητήσει την εξαίρεση του από το πειθαρχικό συμβούλιο και τούτο, - συνεδριάζοντας χωρίς τη συμμετοχή του εισηγητή, δεχθεί το αίτημα. Αίτημα εξαίρεσης και άλλου εισηγητή, δεν επιτρέπεται. 2.Ο εισηγητής καλεί το διωκόμενο σε απολογία. Στην κλήση τάσσεται εύλογη προθεσμία, όχι μικρότερη από πέντε ημέρες, η οποία με αίτηση του διωκόμενου μπορεί να παραταθεί μέχρι το τριπλάσιο. Κατά το χρονικό διάστημα από την επίδοση της κλήσης, μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης, μπορεί να χορηγηθεί στον διωκόμενο, με πράξη του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., κανονική άδεια μέχρι δέκα ημέρες, για να προετοιμάσει την υπεράσπιση του. 3.Ο διωκόμενος, μπορεί να λάβει γνώση του πειθαρχικού φακέλου και να ζητήσει αντίγραφα των εγγράφων, οπότε συντάσσεται ειδική έκθεση. Η απολογία του είναι πάντοτε έγγραφη και εγχειρίζεται στον εισηγητή, ο οποίος χορηγεί έγγραφη απόδειξη παραλαβής, ή κατατίθεται στον προϊστάμενο της υπηρεσίας του, ο οποίος τη διαβιβάζει αμέσως στο αρμόδιο συμβούλιο. Στην απολογία επισυνάπτονται, όσα στοιχεία έχει στη διάθεσή του ο διωκόμενος, ο οποίος μπορεί να ζητήσει από τον εισηγητή εύλογη προθεσμία, για να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία. Στην απολογία μπορεί να προταθεί η εξέταση πέντε το πολύ μαρτύρων και να επισημανθεί, ότι υπάρχουν συγκεκριμένα κρίσιμα έγγραφα, ή άλλα στοιχεία σε οποιαδήποτε αρχή, με τα οποία πρέπει να συμπληρωθεί ο πειθαρχικός φάκελος, με την επιφύλαξη της διάταξης του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του επόμενου άρθρου. Άρθρο 91 Ανάκριση 1.Αν, μετά από την απολογία του διωκόμενου, τα στοιχεία του φακέλου κριθούν από τον εισηγητή και τον πρόεδρο επαρκή για να εισαχθεί η υπόθεση στο πειθαρχικό συμβούλιο, ενεργούνται όσα ορίζονται στο επόμενο άρθρο. Αν κριθούν ανεπαρκή, ο Πρόεδρος ορίζει ως ανακριτή άλλο μέλος του πειθαρχικού συμβουλίου, τακτικό ή αναπληρωματικό, για να ενεργήσει ανάκριση. Η σχετική πράξη επιδίδεται στο διωκόμενο, που μπορεί να ζητήσει την εξαίρεση του ανακριτή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του προηγούμενου άρθρου. 2.Η ανάκριση αποβλέπει στη συλλογή κάθε πρόσφορου αποδεικτικού στοιχείου και στη διερεύνηση όλων των πραγματικών περιστατικών, για το σχηματισμό της κρίσης του πειθαρχικού συμβουλίου. Ανακριτικές πράξεις είναι: α) η εξέταση μαρτύρων, β) η εξέταση του διωκόμενου, γ) η αυτοψία, δ) η πραγματογνωμοσύνη και ε) η αναζήτηση εγγράφων. Για τις τέσσερις πρώτες συντάσσεται έκθεση. Δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ανακριτικής πράξης υπηρεσιακό απόρρητο, εφόσον δεν συναινεί στην ανακοίνωσή του η αρμόδια αρχή, καθώς και κάθε επαγγελματικό κατά το νόμο απόρρητο. 3.Ο ανακριτής ενεργεί αυτοπροσώπως τις ανακριτικές πράξεις στην έδρα του. Αν πρόκειται να ενεργηθεί ανακριτική πράξη έξω από την έδρα του, ο ανακριτής μπορεί, εφόσον δεν κρίνει αναγκαία τη μετακίνησή του, να παραγγείλει την ενέργειά της σε μέλος του Ν.Σ.Κ., ανώτερο κατά βαθμό ή αρχαιότερο από το διωκόμενο, που υπηρετεί στην περιφέρεια, όπου πρόκειται να ενεργηθεί η ανακριτική πράξη. 4.Οι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως στον τόπο της κατοικίας ή της διαμονής τους, εκτός αν δηλώσουν, ότι επιθυμούν να εξεταστούν στην έδρα του ανακριτή. Πριν από την εξέτασή τους οι μάρτυρες ορκίζονται κατά τον τύπο που προβλέπουν τα άρθρα 218 και 220 του κώδικα ποινικής δικονομίας. Η μη εμφάνιση ή η άρνηση κατάθεσης μάρτυρα χωρίς εύλογη αιτία τιμωρείται κατά τις διατάξεις του άρθρου 169 του ποινικού κώδικα. Εύλογη αιτία θεωρείται και η συγγένεια του μάρτυρα με το διωκόμενο σε ευθεία γραμμή ή σε πλάγια γραμμή μέχρι και τον τρίτο βαθμό. Η εξέταση μαρτύρων πέρα από αυτούς που προτείνει ο διωκόμενος απόκειται στην κρίση του ανακριτή. 5.Κατά την ανάκριση εξετάζεται ανωμοτί ο διωκόμενος, ο οποίος δικαιούται πριν από την απολογία του να λάβει γνώση των εγγράφων του φακέλου. Η μη προσέλευση ή η άρνηση του διωκόμενου να εξεταστεί δεν εμποδίζει την πρόοδο της ανάκρισης. 6.Η αυτοψία ενεργείται είτε από τον ανακριτή, είτε αν αυτός το προτείνει, από ολόκληρο το πειθαρχικό συμβούλιο, για να διαπιστωθούν οι πραγματικές συνθήκες τέλεσης του πειθαρχικού παραπτώματος ή άλλων συναφών με αυτό στοιχείων. Η εξέταση δημόσιων εγγράφων ή ιδιωτικών εγγράφων, που έχουν κατατεθεί σε δημόσια αρχή, ενεργείται στο γραφείο, όπου αυτά φυλάσσονται. Ως πραγματογνώμονες ορίζονται μέλη του Ν.Σ.Κ., ή δημόσιοι πολιτικοί ή στρατιωτικοί υπάλληλοι ή επιστήμονες ή τεχνικοί από τον πίνακα του άρθρου 185 του κώδικα ποινικής δικονομίας. Οι αμοιβές των πραγματογνωμόνων εκκαθαρίζονται από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ., σύμφωνα με τα άρθρα 7 παραγρ. 2 περ. ιβ και 16 παραγρ. 4 περ. β και καταβάλλονται από το δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις, που αφορούν στο δημόσιο λογιστικό. Κατά τα λοιπά στην αυτοψία και στην πραγματογνωμοσύνη, εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις του κώδικα ποινικής δικονομίας. 7.Ο ανακριτής δικαιούται να ζητήσει από κάθε δημόσια αρχή την παροχή στοιχείων ή την αποστολή πιστοποιητικών ή βεβαιώσεων, για θέματα, που ανάγονται στην αρμοδιότητά του ή αντιγράφων των εγγράφων, που βρίσκονται στην κατοχή της. 8.Έγγραφα, τα οποία κατέχει ιδιώτης, μπορούν να ζητηθούν από τον ανακριτή και επιστρέφονται υποχρεωτικά μετά το τέλος της πειθαρχικής δίκης. Ο ανακριτής είναι υποχρεωμένος, ύστερα από αίτηση του ιδιώτη, να χορηγήσει ατελώς, εκτός από απόδειξη παραλαβής, και επίσημο αντίγραφο ή απόσπασμα των εγγράφων, που παρέλαβε. Αν πρόκειται για έγγραφα αναγκαία στον ιδιώτη, για την εξυπηρέτηση συμφέροντός του, εξετάζονται στον τόπο, όπου βρίσκονται. Η άρνηση της παράδοσης ή ανακοίνωσης, τιμωρείται κατά τις διατάξεις του άρθρου 169 του ποινικού κώδικα. Άρθρο Άρθρο 92 Ορισμός συνεδρίασης - Κλήση του διωκόμενου 1.Μετά το τέλος της ανάκρισης και τη σύνταξη του σχετικού πορίσματος, ο πρόεδρος του συμβουλίου, αφού λάβει τη δικογραφία, ορίζει με πράξη του ημερομηνία, για τη συζήτηση της υπόθεσης, ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου. Η πράξη αυτή κοινοποιείται σε όλα τα μέλη του συμβουλίου. Η ημερομηνία της συζήτησης, δεν επιτρέπεται να απέχει λιγότερο από δέκα ημέρες από την κοινοποίηση της πράξης. Η πράξη κοινοποιείται και στο διωκόμενο με κλήση να προσέλθει και να λάβει γνώση, αν επιθυμεί του φακέλου και να παραστεί κατά τη συζήτηση. Η κλήση επιδίδεται δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα της συζήτησης. Η τυχόν μη προσέλευση του διωκόμενου δεν εμποδίζει την πρόοδο της διαδικασίας. Παράσταση ή συμπαράσταση δικηγόρου, δεν επιτρέπεται. 2.Ο πρόεδρος του συμβουλίου μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση του διωκόμενου να καλέσει ενώπιον του συμβουλίου μάρτυρες. Άρθρο 93 1.Αν ο διωκόμενος δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση και δεν έχει κλητευθεί νομίμως ή εμπροθέσμως ή δεν προσήλθε από ανυπέρβλητο κώλυμα, ορίζεται νέα ημερομηνία για συζήτηση. Το συμβούλιο μπορεί, και αν δεν συντρέχουν οι παραπάνω όροι, να αναβάλει τη συζήτηση. Σχετικά με την προσαγωγή μαρτύρων εφαρμόζονται οι διατάξεις του κώδικα ποινικής δικονομίας. Αν δεν συντρέχει περίπτωση αναβολής, το συμβούλιο προχωρεί στη συζήτηση της υπόθεσης παρά την απουσία του διωκόμενου. 2.Ο διωκόμενος μπορεί να ζητήσει εγγράφως πριν από την έναρξη της συνεδρίασης, την εξαίρεση δύο το πολύ μελών του πειθαρχικού συμβουλίου, αναφέροντας τους λόγους εξαίρεσης. Για την αίτηση αποφασίζει το συμβούλιο, χωρίς τη συμμετοχή του μέλους, του οποίου ζητήθηκε η εξαίρεση, με αιτιολογημένη απόφαση, που καταχωρίζεται στα πρακτικά. Τα μέλη, την εξαίρεση των οποίων αποφάσισε το συμβούλιο, αντικαθίστανται από τα αναπληρωματικά. 3.Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο εισηγητής διαβάζει την πειθαρχική αγωγή και το πόρισμα της ανάκρισης, αν έχει ενεργηθεί. Στη συνέχεια καλούνται, για εξέταση οι μάρτυρες και μετά, δίνεται ο λόγος στο διωκόμενο να αναπτύξει προφορικά την απολογία του και να απαντήσει στα ερωτήματα των μελών του συμβουλίου. Ο διωκόμενος έχει δικαίωμα να υποβάλει υπόμνημα μέσα σε εύλογη προθεσμία, που ορίζει ο πρόεδρος. Ο πρόεδρος του συμβουλίου διευθύνει τη συζήτηση, απευθύνει ερωτήσεις και δίνει την άδεια στα μέλη του συμβουλίου και στο διωκόμενο να υποβάλουν ερωτήσεις. Για τη συνεδρίαση του πειθαρχικού συμβουλίου συντάσσεται από το γραμματέα πρακτικό, το οποίο υπογράφεται από αυτόν και τον πρόεδρο. Το πρακτικό περιέχει με συντομία τις καταθέσεις των μαρτύρων, την προφορική απολογία του διωκόμενου, καθώς και έκθεση για κάθε αξιόλογο γεγονός, που συνέβη κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης. Ο πρόεδρος μπορεί να διατάξει καταχώριση ουσιωδών μερών των καταθέσεων ή δηλώσεων, που γίνονται κατά τη συνεδρίαση, επιτρέποντας ενδεχομένως την υπαγόρευση τους. 4.Το συμβούλιο εκτιμά ελευθέρως τα αποδεικτικά στοιχεία. Αν τα κρίνη ανεπαρκή, μπορεί με απόφασή του να διατάξει κρείσσονες αποδείξεις. Αν αποφασιστεί η διενέργεια, αυτοψίας, διενεργείται από το συμβούλιο. Η προδικαστική απόφαση, επιδίδεται στο διωκόμενο και όταν ενεργηθούν όσα διατάσσονται με αυτήν, επαναλαμβάνεται η κύρια διαδικασία. 5.Κατά τη διάσκεψη, αν διατυπώνονται σε κάποιο ζήτημα περισσότερες από δύο γνώμες, με αποτέλεσμα να μην σχηματίζεται πλειοψηφία, αυτοί που ψήφισαν υπέρ της δυσμενέστερης για το διωκόμενο γνώμης ή υπέρ της βαρύτερης ποινής, προσχωρούν στην αμέσως ευνοϊκότερη. 6.Το σχέδιο της απόφασης συντάσσεται από τον εισηγητή και υπογράφεται από αυτόν και τον πρόεδρο. Το πρωτότυπο της απόφασης υπογράφεται από τον πρόεδρο και το γραμματέα και καταχωρίζεται σε ειδικό βιβλίο. 7.Η απόφαση περιέχει τη σύνθεση του συμβουλίου, το ονοματεπώνυμο και το βαθμό του διωκόμενου, μνεία της τυχόν παράστασης του ή της νόμιμης κλήτευσης του, συνεπτυγμένη περίληψη της κατηγορίας και της απολογίας με τους ουσιώδεις ισχυρισμούς του, αιτιολογικό τόσο ως προς την διαπίστωση ή μη της ενοχής, όσο και ως προς την επιμέτρηση της ποινής και διατακτικό. 8.Η οριστική απόφαση του συμβουλίου επιδίδεται, με επιμέλεια του Γραμματέα, στο διωκόμενο και τον Υπουργό Οικονομικών. Άρθρο 94 1.Οι αποφάσεις των Πειθαρχικών Συμβουλίων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 51, είναι τελεσίδικες και εκτελούνται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 96. 2.Οι αποφάσεις των Πειθαρχικών Συμβουλίων της παραγρ. 3 του ίδιου άρθρου, υπόκεινται σε έφεση, στην μεν περίπτωση α, ενώπιον του οριζόμενου από την παράγραφο 2 του άρθρου 51 Συμβουλίου, στη δε περίπτωση β, ενώπιον της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. Στις περιπτώσεις αυτές, υπόκεινται σε έφεση, που ασκείται από τον τιμωρηθέντα, και οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ή του Προέδρου, της παραγράφου 2 του άρθρου 85. 3.Δικαίωμα έφεσης, κατά καταδικαστικής ή απαλλακτικής απόφασης Πειθαρχικού Συμβουλίου, στις περιπτώσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 51, έχουν, ο Υπουργός Οικονομικών και αυτός, που τιμωρήθηκε ή απαλλάχθηκε με μειωτική αιτιολογία, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, από την επίδοση της απόφασης στον καθένα αντίστοιχα 4.Η έφεση ασκείται με κατάθεση στην Γραμματεία της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ν.Σ.Κ., η οποία υποχρεούται, το συντομότερο, να κινήσει τη διαδικασία σύγκλησης του δευτεροβάθμιου Συμβουλίου. 5.Με την άσκηση της έφεσης, η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο Συμβούλιο, το οποίο δεν μπορεί να χειροτερεύσει τη θέση του διωκόμενου, αν αυτός μόνο έχει ασκήσει έφεση. 6.Η προθεσμία για την άσκηση της έφεσης καί η άσκησή της, αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης. 7.Ως προς τη διαδικασία ενώπιον των δευτεροβάθμιων πειθαρχικών Συμβουλίων, τα δικαιώματα του διωκόμενου, την έκδοση και επίδοση της απόφασης σαυτόν, ισχύουν αναλόγως, όσα ορίζονται για τα πρωτοβάθμια Συμβούλια. Στο δευτεροβάθμιο Συμβούλιο, δεν είναι υποχρεωτικό ο διωκόμενος να κληθεί και πάλι σε απολογία, μπορεί όμως, αν το ζητήσει, να αναπτύξει προφορικά τις απόψεις του. Άρθρο 95 Επανάληψη πειθαρχικής δίκης 1. Τελεσίδικη απόφαση πειθαρχικού Συμβουλίου, υπόκειται μόνο σε επανάληψη της πειθαρχικής δίκης: 1)Αν μετά την καταδικαστική πειθαρχική απόφαση, εκδόθηκε για την ίδια πράξη αμετάκλητη αθωωτική απόφαση, ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα. 2)Αν μετά την αθωωτική πειθαρχική απόφαση, εκδόθηκε αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση, για την ίδια πράξη, σε βαθμό πλημμελήματος ή κακουργήματος και 3)Αν μετά την έκδοση καταδικαστικής και πειθαρχικής απόφασης, αποκαλύφθηκαν νέα αποδεικτικά στοιχεία, ή ανατράπηκε με αμετάκλητη δικαστική απόφαση η αποδεικτική δύναμη στοιχείων, που είχαν ληφθεί υπόψη. __ 2.Την επανάληψη της πειθαρχικής δίκης, ζητεί στις περιπτώσεις α και γ αυτός, που διώχθηκε πειθαρχικά και στην περίπτωση β ο Υπουργός Οικονομικών. Η αίτηση απευθύνεται, προς το συμβούλιο, που είχε εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και ασκείται, όπως η έφεση, μέσα σε ένα έτος από την ημέρα, που έγινε αμετάκλητη η δικαστική απόφαση, στην οποία στηρίζεται, ή από τότε, που αποκαλύφθηκαν τα νέα αποδεικτικά στοιχεία. 3.Μεταβολή της υπηρεσιακής κατάστασης αυτού, που τιμωρήθηκε, δεν επιδρά στην αρμοδιότητα του συμβουλίου, που είχε εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση. 4.Κατά την επανάληψη της δίκης, τηρείται η διαδικασία, που ορίζεται στα άρθρα 91 επόμενα. Η απόφαση, που εκδίδεται, αν είναι αθωωτική ή επιβάλλει ελαφρότερη ποινή (γιατί έγινε δεκτή η αίτηση αυτού που τιμωρήθηκε), ή αν είναι καταδικαστική (γιατί έγινε δεκτή η αίτηση του Υπουργού), εξαφανίζει την αρχική απόφαση. Άρθρο 96 1.Όταν η απόφαση γίνει τελεσίδικη, είναι εκτελεστή και ο πρόεδρος του πειθαρχικού συμβουλίου διατάσσει να επιδοθεί κυρωμένο αντίγραφό της σαυτόν, που διώχθηκε πειθαρχικά. Στη συνέχεια ο φάκελλος της υπόθεσης υποβάλλεται στη Γραμματεία του Ν.Σ.Κ., η οποία επιμελείται για την έκδοση της προβλεπόμενης κατά περίπτωση, διοικητικής πράξης, για εκτέλεση της επιλυθείσας ποινής. Οι πειθαρχικές αποφάσεις καταχωρίζονται στο μητρώο αυτού, που διώχθηκε και αντίγραφό τους τίθεται στον ατομικό φάκελό του, όπου και τηρείται. Οι πειθαρχικοί φάκελοι φυλάσσονται στο αρχείο του αρμόδιου Γραφείου της Γραμματείας του Ν.Σ. Κ. 2.Η εκτέλεση της απόφασης, που επιβάλλει πρόστιμο ή στέρηση της μισθολογικής προαγωγής, γίνεται από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ., ή με εντολή αυτού, από τον οικείο εκκαθαριστή των αποδοχών. Το ποσό του προστίμου ή της μισθολογικής προαγωγής, παρακρατείται από τις αποδοχές του πρώτου μήνα από την υποβολή της πειθαρχικής απόφασης στον Πρόεδρο. Αν το ποσό του προστίμου είναι ανώτερο από το ένα τέταρτο των μηνιαίων αποδοχών του τιμωρημένου, η παρακράτηση γίνεται σε περισσότερες μηνιαίες δόσεις, οριζόμενες από την απόφαση. Καμιά δόση δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ένα τέταρτο των μηνιαίων αποδοχών. Αν ο τιμωρημένος αποχωρήσει από την υπηρεσία, τα οφείλομε ποσά εισπράττονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. Αν ο τιμωρημένος αποβιώσει, η οφειλή κατά το ποσό, που δεν έχει εισπραχθεί, διαγράφεται. 3.Η εκτέλεση της ποινής της προσωρινής παύσης, αρχίζει την επόμενη ημέρα από την επίδοση της τελεσίδικης πειθαρχικής απόφασης στον τιμωρημένο. Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της ποινής προσωρινής παύσης, ο τιμωρημένος α) δεν μπορεί να ασκεί τα υπηρεσιακά του καθήκοντα ούτε άλλη αρμοδιότητα, που έχει ανατεθεί σαυτόν, με την ιδιότητά του ως μέλους του Ν.Σ.Κ. και β) στερείται το μισό των αποδοχών του κάθε μήνα. Η παρακράτηση γίνεται από τον εκκαθαριστή των αποδοχών και το ποσό, που παρακρατείται περιέρχεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. 4.Οι ποινές, της επίπληξης μετά διετία, οι ποινές του προστίμου και της στέρησης μισθολογικής προαγωγής μετά πενταετία και οι ποινές της προσωρινής παύσης μετά δεκαετία από την επιβολή τους, διαγράφονται από το μητρώο του τιμωρημένου και δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τις κρίσεις του, εφόσον κατά τα χρονικά αυτά διαστήματα, δεν τιμωρήθηκε με οποιαδήποτε ποινή. Αν μέσα στον παραπάνω χρόνο επιβληθεί νέα πειθαρχική ποινή, η διαγραφή επέρχεται μετά την πάροδο του χρόνου, που προβλέπεται γι αυτήν, ο οποίος υπολογίζεται από τη — λήξη εκείνου που προβλέπεται για την πρώτη. ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΔΙΑΚΡΙΣΗ - ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ - ΚΛΑΔΟΙ - ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΙ Άρθρο 97 Θέσεις κατά κατηγορία - κλάδους 1.Οι οργανικές θέσεις του διοικητικού προσωπικού του Ν.Σ.Κ. είναι συνολικά εκατόν είκοσι τέσσερεις (124) και κατανέμονται σε κατηγορίες και κλάδους ως εξής: Α. ΜΟΝΙΜΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ __α) Κατηγορία ΠΕ - Θέσεις είκοσι επτά (27) Κλάδος ΠΕ-1 Διοικητικός-Οικονομικός, θέσεις οργανικές είκοσι επτά (27), από τις οποίες μία (1) προσωρινή (άρθρο 11παρ. 2του ν. 1199/81). .__ 1)Κατηγορία ΤΕ - Θέσεις πέντε (5) 1) Κλάδος ΤΕ-1 Διοικητικός-Λογιστικός, θέσεις οργανικές δύο (2). 2) Κλάδος ΤΕ-2 Πληροφορικής, θέσεις οργανικές τρείς (3). 2)Κατηγορία ΔΕ - Θέσεις εξήντα επτά (67) 1) Κλάδος ΔΕ-1 Διοικητικός-Λογιστικός, θέσεις οργανικές τριάντα οκτώ (38). 2) Κλάδο., ΔΕ-2 Δακτυλογράφων-Στενογράφων, θέσεις οργανικές δέκα οκτώ (18). 3) Κλάδο ΔΕ-3 Χειριστών Η/Υ, θέσεις οργανικές επτά (7). 4) Κλάδος ΔΕ-4 Τηλεφωνητών, θέσεις οργανικές δύο (2)· 5) Κλάδος ΔΕ-5 Τεχνικός-Οδηγών, θέσεις οργανικές δύο (2). 3)Κατηγορία ΥΕ - Θέσεις είκοσι δύο (22) 1) Κλάδος ΥΕ-1 Ταξινόμων, θέσεις οργανικές πέντε (5). 2) Κλάδος ΥΕ-2 Επιμελητών, θέσεις οργανικές δέκα τρείς (13). 3) Κλάδος ΥΕ-3 Προσωπικού καθαριότητος, θέσεις οργανικές τέσσερεις (4). 4) Κλάδος ΥΕ-4 Καθαριστριών, θέσεις οργανικές δύο (2), προσωποπαγείς. Β. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΕ ΣΥΜΒΑΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Θέση μία (1) με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, από μεταφορά, σύμφωνα με το άρθρο 56 του Ν. 1943/91. 2.Οι θέσεις του διοικητικού προσωπικού, ανήκουν οργανικά στις υπηρεσιακές μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ν.Σ.Κ. Με απόφαση του Προέδρου, μπορεί ορισμένος αριθμός αυτών, να μεταφέρεται από την Κεντρική Υπηρεσία σε Γραφεία Νομικών Συμβούλων και Δικαστικά Γραφεία, ή αντίστροφα. 3.Το διοικητικό προσωπικό, που υπηρετεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Διατάγματος, κατατάσσεται στις αντίστοιχες κατηγορίες και κλάδους, που προβλέπονται από τις προηγούμενες παραγράφους, με απόφαση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Άρθρο 98 1.Οι θέσεις των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ, κατατάσσονται στους βαθμούς Δ, Γ, Β και Α, από τους οποίους κατώτερος είναι ο Δ και ανώτερος ο Α. 2.Οι θέσεις της κατηγορίας ΥΕ, κατατάσσονται στους βαθμούς Ε, Δ, Γ και Β, από τους οποίους κατώτερος είναι ο Ε και ανώτερος ο Β. 3.Εισαγωγικός βαθμός των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ είναι ο βαθμός Δ και της κατηγορίας ΥΕ, ο βαθμός Ε. Για τους απόφοιτους της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, εισαγωγικός βαθμός είναι ο Β. 4.Οι θέσεις όλων των βαθμών των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ, είναι σε κάθε κατηγορία οργανικά ενιαίες. Μεταξύ υπαλλήλων του ίδιου βαθμού, προηγείται ο αρχαιότερος. 5.Ανάθεση σε διοικητικό υπάλληλο, καθηκόντων άλλης κατηγορίας, κλάδου ή βαθμού, είναι δυνατή με απόφαση του οικείου Προϊσταμένου ή του Προέδρου, σε περίπτωση υπηρεσιακής ανάγκης. Η άρνηση εκτέλεσης της απόφασης ή η πλημμελής εκτέλεση αυτής, συνιστούν πειθαρχικό αδίκημα. —— Άρθρο 99 2.Οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 29 εφαρμόζονται αναλόγως και στο διοικητικό προσωπικό του Ν.Σ.Κ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ - ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΕΣ - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 100 Προϊστάμενοι 1.Στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης και στις Διευθύνσεις Διοικητικής Μέριμνας και Οικονομικών Υποθέσεων, τοποθετούνται προϊστάμενοι, διοικητικοί υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ, με βαθμό Α. 2.Στα τμήματα και Γραφεία των Διευθύνσεων της προηγούμενης παραγράφου και των λοιπών υπηρεσιών της Κεντρικής Υπηρεσίας, τοποθετούνται προϊστάμενοι, διοικητικοί υπάλληλοι των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ, με βαθμό Α, αν δεν ορίζεται διαφορετικά από τις διατάξεις του παρόντος Διατάγματος. Άρθρο 101 2.Οι προϊστάμενοι των Διευθύνσεων, των Τμημάτων και των Γραφείων, επιλέγονται από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο του άρθρου 102, ύστερα από σχετικό ερώτημα του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 102 Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο 1.Το Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο για το διοικητικό προσωπικό του Ν.Σ.Κ., συγκροτείται με απόφαση του Προέδρου για ένα έτος και αποτελείται από: 1)Ένα (1) Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή ομοιόβαθμό του. β) Δύο (2) Παρέδρους του Ν.Σ.Κ., με ισάριθμους ομοιόβαθμους αναπληρωτές τους. 2)Τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης, με αναπληρωτή ένα από τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων αυτής. Γραμματέας ορίζεται διοικητικός υπάλληλος, με βαθμό Α ή Β, με ομοιόβαθμο αναπληρωτή του. Χρέη εισηγητή ασκεί, διοικητικός υπάλληλος, Προϊστάμενος τμήματος ή Γραφείου. 2.Σε περίπτωση έλλειψης, απουσίας ή κωλύματος των οριζόμενων στην περίπτωση γ της προηγούμενης παραγράφου προσώπων, το Συμβούλιο συγκροτείται και συνεδριάζει νόμιμα, με τα υπόλοιπα μέλη του. 3.Η διάταξη του άρθρου 6 παραγρ. 3, για τον σχηματισμό πλειοψηφίας και την υπεροχή της ψήφου του Προέδρου, σε συνδυασμό με το άρθρο 93 παρ. 5, εφαρμόζεται ανάλογα και στις περιπτώσεις του παρόντος άρθρου. 4.Μέχρι να εκδοθεί η από την παράγραφο 1 προβλεπόμενη απόφαση του Προέδρου, για τη συγκρότηση του Συμβουλίου, Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο, για το διοικητικό προσωπικό, εξακολουθεί να είναι η Ολομέλεια του Ν.Σ.Κ. Άρθρο 103 Πειθαρχικές δικαιοδοσίες - Πειθαρχική δίωξη 1.Η πειθαρχική δικαιοδοσία στο διοικητικό προσωπικό του Ν.Σ.Κ., ασκείται: 1)Για τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης από το Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 51 παραγρ. 3 περίπτωση β. 2)Για τους λοιπούς υπαλλήλους, από το Πειθαρχικό Συμβούλιο του προηγούμενου άρθρου. 2.Οι πειθαρχικές ποινές της έγγραφης επίπληξης και του προστίμου, μπορούν να επιβληθούν και από τον Υπουργό Οικονομικών ή τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. 3.Αρμόδιοι για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης, σε όλο το διοικητικό προσωπικό, είναι ο Υπουργός Οικονομικών και ο Πρόεδρος. Άρθρα104 Γενικές ρυθμίσεις Σε όλα τα θέματα του διοικητικού προσωπικού, που αφορούν στην πρόσληψη, τη διαδικασία επιλογής, στο διορισμό και τα σχετικά με αυτόν προσόντα, στην υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση και εξέλιξη, τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτής, στις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα, στην πειθαρχική ευθύνη, στη λύση της υπηρεσιακής σχέσης και τις σχετικές διαδικασίες, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, για τους διοικητικούς υπαλλήλους του Δημοσίου, όπως ισχύουν κάθε φορά, εφόσον από τις διατάξεις του παρόντος Διατάγματος, δεν προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση. Άρθρο 105 1.Από την έναρξη ισχύος του παρόντος Διατάγματος, οι βαθμοί του Δικαστικού Αντιπροσώπου Α τάξεως και του Δικαστικού Αντιπροσώπου Β τάξεως, ενοποιούμενοι μετατρέπονται σε βαθμό Δικαστικού Αντιπροσώπου, στον οποίο καταβάλλονται οι αποδοχές που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις για το βαθμό του Δικαστικού Αντιπροσώπου Β Τάξεως. Οι κατά τον ίδιο χρόνο υπηρετούντες Δικαστικοί Αντιπρόσωποι Ά Τάξεως, εξακολουθούν να διατηρούν την βαθμολογική και μισθολογική κατάσταση, που προβλέπουν γιαυτούς οι κείμενες διατάξεις, μεχρι να προαχθούν στον βαθμό του Παρέδρου. 2.Η μισθολογική προαγωγή στον επόμενο ή μεθεπόμενο βαθμό των Νομικών Συμβούλων, των Παρέδρων και των Δικαστικών Αντιπροσώπων Α Τάξεως, που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Διατάγματος, χορηγείται με βάση το χρόνο υπηρεσίας σε κάθε βαθμό, τον οποίο προέβλεπαν οι προ αυτής ισχύσασες διατάξεις. 3.Η θητεία των μελών, των προβλεπόμενων από το άρθρο 51 παραγρ. 3 υπηρεσιακών και πειθαρχικών συμβουλίων όταν συγκροτηθούν, λήγει την 31 Δεκεμβρίου του έτους συγκρότησής τους. Μέχρι να εκδοθεί η σχετική απόφαση του -Προέδρου, υπηρεσιακά και πειθαρχικά συμβούλια, για τα υπαγόμενα σαυτά μέλη, εξακολουθούν να είναι τα κατά περίπτωση οριζόμενα στο άρθρο 28 παραγρ. 3 του Β.Δ. 6/1961 (ΦΕΚ Α5). 4.Οι επιθεωρητές των Δικαστικών Αντιπρ/πων, οι οποίοι είχαν ορισθεί, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος Διατάγματος, ολοκληρώνουν το έργο τους, σύμφωνα με τις διατάξεις, που ίσχυαν κατά το χρόνο του ορισμού τους. Άρθρο 106 Έναρξη ισχύος - Κατάργηση διατάξεων 1.Η ισχύς του παρόντος Διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης. Από την ημερομηνία αυτή, καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που είναι αντίθετη, ή που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο, θέματα που αποτελούν το περιεχόμενό του. 2.Θέματα του Ν.Σ.Κ. και των μελών του, τα οποία δεν ρυθμίζονται ειδικώς από τις διατάξεις του παρόντος Διατάγματος, εξακολουθούν να διέπονται από τις σχετικές με αυτά διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Στον Υπουργό Οικονομικών αναθέτουμε την εκτέλεση και δημοσίευση του παρόντος διατάγματος. | 380 |
13. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Αριθ.Κ.8480/1126 της 10/17 Ιαν.1975 (ΦΕΚ Β΄ 28) Περί εισαγωγής επί προσωρινή ατελεία στρογγύλης ξυλείας οξυάς (εις κορμούς) δια την παραγωγήν υπό της Ο.Β.Ε. “Κιβωτοποιΐα Τιρνάβου” ξυλοκιβωτίων συσκευασίας νωπών προϊόντων, εξακτέων εις την αλλοδαπήν. Έχοντες υπ’ όψει: 1)Τας διατάξεις του Νόμ.4607/30, “περί τροποποιήσεως διατάξεων των περί Τελωνειακού Δασμού Νόμων”. 2)Την από 16.10.74 γνωμοδότησιν της Επιτροπής του άρθρ.6 του Νόμ.2861/54, αποφασίζομεν: Άρθρ.1.-Επιτρέπεται η επί προσωρινή ατελεία εισαγωγή, υπό της Ο.Β.Ε. “Κιβωτοποιΐα Τιρνάβου” και επί παροχή δια τους αναλογούντας δασμούς και λοιπούς φόρους χρηματικής, τραπεζικής ή αξιοχρέου προσωπικής εγγυήσεως τρίτου, ξυλείας, οξυάς εις κορμούς προς παραγωγήν των κάτωθι τύπων ξυλοκιβωτίων συσκευασίας νωπών προϊόντων, εξακτέων εις την αλλοδαπήν. Άρθρ.2.-Η απόδοσις της επί προσωρινή ατελεία ξυλείας οξυάς (εις κορμούς) εις έτοιμα ξυλοκιβώτια καθορίζεται ανά κυβικόν μέτρον ως κάτωθι: Είδος ξύλο- κιβωτίου Διαστάσεις εις εκατ. εκάστου ξ/ τιου Παραγόμενα τεμ. ξ/τίων εξ ενός Μ3 Βάρος εκά- στου ξ/τίου εις χιλ/μα 1. Ροδακίνων 30Χ50Χ 9 279 0.950 2.Βερυκόκκων 30Χ50Χ12 230 1.150 3.Σταφυλών 30Χ50Χ12 230 1.150 4.Πορτοκαλιών 30Χ55Χ27 67 3.200 5.Καρπουζιών 30Χ55Χ23 80 2.700 Άρθρ.3.-Η οριστική πίστωσις και εξόφλησις των οικείων παραστατικών, ως και η λύσις της σχετικής εγγυήσεως, θα λαμβάνει χώραν δυνάμει αντιγράφων διασαφήσεων εξαγωγής και άμα τη πραγματοποιήσει, κατ’ αίτησιν του ενδιαφερομένου εισαγωγέως-μεταποιητού, της καταστροφής ή επανεξαγωγής ή του τελωνισμού της εκ της κατεργασίας προκυπτούσης φύρας μεταποιήσεως, προσαρτωμένων εις τον οικείον φάκελλον και των σχετικών κατά περίπτωσιν, πρωτοκόλλων καταστροφής ή παραστατικών επανεξαγωγής ή τελωνισμού ταύτης. Άρθρ.4.-Άμα τη λήξει της προς εξαγωγήν προθεσμίας, χρεούνται οι δασμοί και λοιποί φόροι, οι αναλογούντες επί της μη εξαχθείσης ποσότητος πρώτης ύλης και εισπράττονται ούτοι κατά τα κεκανονισμένα. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. (Μετά τη σελ.542,04(α) Σελ.542,05 Τεύχος 576-Σελ.103 Ξυλεία 30.Η.ν.12-13 | 242 |
189. ΑΠΟΦΑΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ Αριθ.55 (Συνεδρίαση της 6.12.2000) της 29 Δεκ.2000 (ΦΕΚ Β΄1590) Διαδικασίες και δικαιολογητικά εισαγωγής Ελληνικών Πιστοποιητικών (ΕΛΠΙΣ), Μεριδίων Επενδυτικών Κεφαλαίων Αναδυομένων Αγορών (ΕΚΑΑ) και Μετοχών Εταιριών Χαρτοφυλακίου Αναδυομένων Αγορών(ΕΧΑΑ) στην Ελληνική Αγορά Αναδυομένων Κεφαλαιαγορών (ΕΑΓΑΚ). Συμπληρώθηκε από την υπ’ αριθ.69 (Συν.26-72001) της 3 Αυγ.2001 (ΦΕΚ Β΄1028), απόφ. ΔΣ. ΧΑΑ. | 356 |
8. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 461 της 25 Ιουν./3 Ιουλ. 1970 (ΦΕΚ Α΄ 149) Περί ιδρύσεως Τμημάτων Βιολογικού και Γεωλογικού παρά τη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχοντες υπ’ όψιν: α)Τας διατάξεις του άρθρ. 31 (παρ. 3) του Ν.Δ. 3974/1959, β)την γνώμην της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Συγκλήτου αυτού, διατυπωθείσαν κατά τας συνεδρίας αυτής αντιστοίχως της 15.6.67, 20.10.67 και 8.8.67, 31.10.67 και γ)την υπ’ αριθ. 408/1970 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και επί των Οικονομικών Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-Το Φυσιογνωστικόν Τμήμα της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών καταργείται και αντ’ αυτού ιδρύονται τα τμήματα : 1)Βιολογικόν, και 2)Γεωλογικόν. Δια του άρθρ. 1 Ν.Δ. 926/1971 (κατωτ. αριθ. 8)επανιδρύθη το καταργηθέν δια του ανωτέρω άρθρου Φυσιογνωστικόν Τμήμα. Άρθρ.2.-Η Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών απονέμει, εκτός των εν άρθρ. 180 του Νόμ. 5343/1932 οριζομένων πτυχίων, και τα: 1)Βιολογικών Επιστημών και 2)Γεωλογικών Επιστημών, αντιστοιχούντα εις τα δια του άρθρ. 1 του παρόντος ιδρυόμενα Τμήματα. Άρθρ.3-1)Η φοίτησις εις αμφότερα τα Τμήματα είναι τετραετής. 2)Δι’ έκαστον των ως άνω Τμημάτων ορίζεται, κατά τας ισχυούσας διατάξεις χωριστός αριθμός εισακτέων. 3)Η διδασκαλία των μαθημάτων είναι κοινή δια τους φοιτητάς αμφοτέρων των Τμημάτων κατά τα δύο πρώτα έτη σπουδών. Άρθρ.4.-Αι περί φοιτήσεως, εγγραφών, μετεγγραφών, ανανεώσεων εγγραφών των φοιτητών, Τμηματικών και Πτυχιακών εξετάσεων, διατάξεις των λοιπών Τμημάτων της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών ισχύουσι και δια τα δια του παρόντος ιδρυόμενα Τμήματα. Άρθρ.5.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από του Ακαδημαϊκού έτους 1970-1971. Εις τον αυτόν επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπουργόν, αναθέτομεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. | 161 |
17. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Αριθ. 43219/4046 της 10/30 Μαΐου 1974 (ΦΕΚ Β΄ 565) Περί τροποποιήσεως αποφάσεως περί σφραγίσεως κυνηγετικών όπλων. Έχοντες υπ’ όψει: α)Το άρθρ. 252 παρ. 4 του Ν.Δ. 86/1969 «περί Δασικού Κώδικος». β)Την υπ’ αριθ. 17338/1788/18.2.1974 ημετέραν απόφασιν. γ)Τας παρατηρηθείσας δυσχερείας κατά τον χρόνον σφραγίσεως των κυνηγετικών όπλων. δ)Το γεγονός ότι λόγω των εορτών του Πάσχα, των δυσμενών καιρικών συνθηκών κατά τον χρόνον σφραγίσεως ή και παρερμηνείας της σχετικής αποφάσεώς μας, δεν ηδυνήθησαν αρκετοί κυνηγοί να σφραγίσουν εμπροθέσμως τα όπλα των, αποφασίζομεν: 1.Εγκρίνομεν την τροποποίησιν της υπ’ αριθ. 17338/1788/18.2.1974 αποφάσεως ημών, (ανωτ. αριθ. 29) προς διευκόλυνσιν των, δια λόγους ανωτέρας βίας, μη σφραγισάντων εγκαίρως τα κυνηγετικά των όπλα κυνηγών, και προς απαλλαγήν τούτων εκ των συνεπειών της μη συμμορφώσεώς των, ως κάτωθι: 2.Οι μέχρι σήμερον σφραγίσαντες τα κυνηγετικά των όπλα, θεωρούνται ως εμπροθέσμως σφραγίσαντες ταύτα. 3.Οι δι’ οιανδήποτε αιτίαν ουδόλως σφραγίσαντες τα κυνηγετικά των όπλα, εντός της ταχθείσης προθεσμίας, καλούνται όπως προσέλθουν ανυπερθέτως, από λήψεως παρούσης και μέχρι της 31 Μαΐου και σφραγίσουν ταύτα. 4.Μετά την 31 Μαΐου, θα εφαρμοσθή η υπ’ αριθ. 17338/1788/18.2.1974 απόφασις ημών, ουδεμία δε απάντησις εις διατυπούμενον αίτημα θα δοθή. 5.Τα κατακρατηθέντα βιβλιάρια θήρας θα δοθούν εις τους δικαιούχους μετά την καταχώρησιν της σχετικής πράξεως. 6.Δια την περαιτέρω διαδικασίαν, ως προς τας σχηματισθείσας δικογραφίας δια τους εμπροθέσμως ή ουδόλως σφραγίσαντας τα κυνηγετικά των όπλα, θα λάβητε σχετικάς εντολάς, παρά των αρμοδίων Εισαγγελέων. 7.Οι μη συμμορφωθέντες κυνηγοί, πιστεύομεν ότι θα εκτιμήσουν ορθώς το νόημα της δοθείσης παρατάσεως προς διευκόλυνσίν των, και εις το μέλλον θα καταστούν πειθαρχικοί, συμμορφούμενοι εφ’ εξής από τον Νόμον και τας αποφάσεις ημών. Σελ. 576(β) Τεύχος 718-Σελ.94 8.Κατά τα λοιπά ισχύει η υπ’ αριθ. 17338/1788/18.2.1974 απόφασις ημών. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. | 238 |
269. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. Φ821.2/Σ467/Ζ1/3523 της 24 Ιουλ./20 Αυγ. 1996 (ΦΕΚ Β΄ 707) Καθορισμός περιοχής ευθύνης συντονιστών εκπαίδευσης των ελληνικών διπλωματικών αρχών του εξωτερικού. Τροποποιήθηκε από την με αριθ. Φ.821/Σ 34/Ζ1/281/20 Ιαν.-10 Φεβρ. 1999 (ΦΕΚ Β΄ 88) ομοία. Συμπληρώθηκε από την Αριθ. Φ821/Ζ42/Ζ1/ 2135/12 Ιουν.-6 Ιουλ. 2000 (ΦΕΚ Β΄ 824) απόφ. Υπ. Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. | 180 |
15. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 120 της 24 Αυγ./4 Σεπτ. 1967 (ΦΕΚ Α΄ 151) Περί ρυθμίσεως οικονομικών τινών θεμάτων και τρόπου εκτελέσεως κτιριακών έργων των Εταιρειών Προστασίας Ανηλίκων και Αποφυλακιζομένων. Άρθρ.1.-1.Δια τα υπό των Εταιρειών Προστασίας Ανηλίκων και Εταιρειών Αποφυλακιζομένων εκτελούμενα κτιριακά έργα, τα προοριζόμενα δια την στέγασιν και περίθαλψιν των εν ηθικώ κινδύνω ανηλίκων ή αποφυλακιζομένων ενηλίκων και ανηλίκων, δεν έχουσιν εφαρμογήν αι διατάξεις του από 30.6.1954 Β.Δ/τος «περί εποπτείας και ελέγχου των υπό των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου εκτελουμένων κτιριακών έργων» και του από 20.8.1955 Β.Δ/τος «περί τρόπου δημοπρατήσεως των δημοσίων κτιριακών έργων», ως και πάσα συναφής νομοθεσία. Τα ανωτέρω αναφερόμενα Β. Δ/τα παρατίθενται εν τομ. 23 σελ. 140,21. 2.Τα έργα ταύτα εκτελούνται μερίμνη και ευθύνη των Διοικήσεων των εν τη προηγουμένη παραγράφω Προστατευτικών Εταιρειών υπό την παρακολούθησιν και τον οικονομικόν και τεχνικόν έλεγχον των οικείων Διευθυντών Τεχνικών Υπηρεσιών Νομών και κατόπιν εγκρίσεως του οικοδομικού προγράμματος αυτών υπό του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Άρθρ.2.-Η εις χρήμα περιουσία των Εταιρειών Προστασίας Ανηλίκων και Εταιρειών Προστασίας Αποφυλακιζομένων η προερχομένη εκ συνδρομών μελών, δωρεών, εορτών ή ετέρου λόγου, δύναται να κατατίθεται εις εντόκους λογαριασμούς παρά τη Εθνική Τραπέζη της Ελλάδος, κατά παρέκκλισιν των διατάξεων «περί καταθέσεων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου». Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. | 367 |
10. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε. Αριθ. 301.112/438322 της 25 Οκτ./4 Νοεμ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 954) Περί τροποποιήσεως διατάξεων του Τηλεφωνικού Κανονισμού. (Τροποποιούνται τα άρθρ. 64, 65, 66, 69, 70, 73, 74, 77, 78, 80, 82, 112, 118, 119, 124, 125, 129, και 133 του Τηλεφωνικού Κανονισμού). | 137 |
19. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 4091 της 4/18 Αυγ. 1960 (ΦΕΚ Α' 126) Περί καταργήσεως της παρ. 1 του άρθρου μόνου του Νομ. 3285/55 "περί τροποποιήσεως του άρθρ. 9 του ΚΝΔ 2689/53 "περί διπλωμάτων, πτυχίων και αδειών ναυτικής ικανότητος εν τω Εμπορικώ Ναυτικώ". Διπλώματα και άδειες ναυτικής ικανότητας 19.Ε.γ.17-21 Άρθρον μόνον.-1.Η παρ. 1 του άρθρου μόνου του Νόμ. 3285/1955 "περί τροποποιήσεως του άρθρ. 9 του ΚΝΔ 2689/1953 "καταργείται, επαναφερομένης εν ισχύϊ της παρ. 3 εδάφ. α' του άρθρ. 9 του ΚΝΔ 2689/53. 2.Η επί πλοίων υπό ξένας σημαίας, μη συμβεβλημένων μετά του ΝΑΤ, διανυθείσα παρ' Ελλήνων ναυτικών, υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, θαλασσία υπηρεσία, τηρουμένων και των προϋποθέσεων της παρ. 5 του άρθρ. 9 του ΚΝΔ 2689/53 ως αύτη αντικατεστάθη δια της παρ. 3 του άρθρου μόνου του Νόμ. 3285/55, θα λογίζεται εις το ακέραιον δια τους μετά την 1ην Ιαν. 1960, προσερχομένους εις εξετάσεις ή προς απόκτησιν άνευ εξετάσεων αποδεικτικού Ναυτικής Ικανότητος. 3.Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. | 168 |
2. ΝΟΜΟΣ 4572 της 26/29 Απρ. 1930 Περί ατμοπλοϊκής συγκοινωνίας. Άρθρ.1.-Επιτρέπεται εις την Κυβέρνησιν η συνομολόγησις συμβάσεων δια την επί αποζημιώσει ανάληψιν εβδομαδιαίας ατμοπλοϊκής συγκοινωνίας μετά των στερουμένων τοιαύτης λιμένων, εκτελουμένης δι’ ατμοπλοίων επιβατηγών χωρητικότητας ουχί ελάσσονος των 100 κόρων καθαρών. Αι άνω συμβάσεις, μονοετούς διαρκείας, συνομολογούνται μετά ελληνικών ατμοπλοϊκών εταιρειών ή πλοιοκτητών Ελλήνων κατόπιν δημοσίου διαγωνισμού, και μετά προηγουμένην έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών, η δε αποζημίωσις κανονίζεται κατά ναυτικόν μίλιον, λαμβανομένης ως αφετηρίας προς υπολογισμόν των αποστάσεων της πλησιεστέρας προσεγγίσεως προς τον μη συγκοινωνούντα λιμένα. Ατμόπλοια καταναλίσκοντα ως καύσιμον ύλην λιγνίτην ελληνικόν προτιμώνται κατά τας δημοπρασίας, έστω και αν η προσφορά αυτών είναι ανωτέρω των άλλων μέχρι 20%. Εις την συναπτομένην σύμβασιν αναγράφεται το ποσοστόν του καταναλισκομένου λιγνίτου, επί τη βάσει της γενομένης προσφοράς. Εις περίπτωσιν τοιαύτης προτιμήσεως και προς εξακρίβωσιν της τηρήσεως της αναληφθείσης υποχρεώσεως, δια την κατανάλωσιν του καθορισθέντος ποσοστού λιγνίτου, ενεργείται έλεγχος παρά του λιμεναρχείου εκάστου λιμένος αναχωρήσεως. Εν τη διακηρύξει της δημοπρασίας καθορίζονται αι κυρώσεις δια τους τυχόν παραβαίνοντας την υποχρέωσιν ταύτην ιδιοκτήτας των ατμοπλοίων τούτων. Άρθρ.2.-Συμβούλιον αποτελούμενον εκ του διευθυντού Τ.Τ.Τ. του Υπουργείου της Συγκοινωνίας ως Προέδρου, του διευθυντού του εμπορικού ναυτικού, ενός αξιωματικού ναυπηγού του πολεμικού ναυτικού υποδεικνυομένου υπό του Υπουργού των Ναυτικών, του διευθυντού της ταχυδρομικής εκμεταλλεύσεως του Υπουργείου της Συγκοινωνίας, του τμηματάρχου ταχ. συγκοινωνιών του Υπουργείου της Συγκοινωνίας, του επιθεωρητού των εμπορικών πλοίων και του προέδρου του εμπορικού επιμελητηρίου Πειραιώς, ως μελών, και του προϊσταμένου του γραφείου ατμοπλοϊκών συμβάσεων του Υπουργείου Συγκοινωνίας ως γραμματέως, και συνερχόμενον υποχρεωτικώς εντός του μηνός Οκτωβρίου εκάστου έτους γνωμοδοτεί περί του καθορισμού των περί ων το προηγούμενον άρθρον λιμένων και της χωρητικότητος των ατμοπλοίων δι’ εκάστην άγονον ατμοπλοϊκήν γραμμήν, αναλόγως ιδία της εκτάσεως της γραμμής, της γεωγραφικής αυτής θέσεως, των ειδικών υδρογραφικών συνθηκών και των συνήθων μεταφορικών αναγκών. Το αυτό συμβούλιον, κρίνον και περί της καταλληλότητος των ατμοπλοίων, γνωμοδοτεί μετά την δημοπρασίαν υπέρ της εγκρίσεως ή μη της μισθώσεως των αγόνων γραμμών. Άρθρ.3.-Προκειμένου περί θαλασσίων γραμμών, δι’ ων κυριώτεροι ελληνικοί λιμένες συνδέονται μετά εξωτερικών τοιούτων, ων κρίνεται ως επιβαλλομένη, λόγω σπουδαιότητος αυτών, η αρτιωτέρα λειτουργία και εξυπηρέτησις, επιτρέπεται εις τον Υπουργόν της Συγκοινωνίας, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου, ορίζοντος τας γραμμάς και την πυκνότητα αυτών, η σύναψις συμβάσεως μετά ελληνικών ατμοπλοϊκών εταιρειών προς ανάληψιν της εξυπηρετήσεως των γραμμών τούτων επί αποζημιώσει κανονιζομένη κατά το πρώτον άρθρον και κατόπιν γνωμοδοτήσεως του ως ανωτέρω εν άρθρ. 2 Συμβουλίου. Άρθρ.4.-Προ της ισχύος του παρόντος κατά το έτος 1930 μισθώσεις των αγόνων γραμμών διέπονται υπό των διατάξεων του Νόμ. 2955. Σελ. 363 Άγονες Γραμμές 19.Δ.δ.1-2 | 132 |
145. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 154 της 17/18 Μαΐου 1983 (ΦΕΚ Α' 63) Ίδρυση Τεχνικών και Επαγγελματικών Λυκείων και Τμημάτων σε Τεχνικές και Επαγγελματικές Σχολές (ΝΤ), συγκρότηση Κέντρων Επαγγελματικής και Τεχνικής Εκπαιδεύσεως (ΚΕΤΕ) και σύσταση θέσεων Εκπαιδευτικού Προσωπικού Μέσης Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως. | 173 |
14. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.168 της 6/17 Μαρτ. 1962 (ΦΕΚ Α΄43) Περί προστασίας ιχθύων ακιπησίων. Άρθρον μόνον.-Απαγορεύεται γενικώς η αλιεία και πώλησις ιχθύων ακιπησίων (κοινώς στουργιόνι, μουρούνα ή μυρσίνη), μήκους ελάσσονος των 120 εκατοστών του μέτρου, μετρουμένου από του άκρου του ρύγχους μέχρι του υστέρου άκρου της ουράς. Το από 21 Απρ. 1937 Β.Δ/μα ‘‘περί προστασίας ιχθύων ακιπησίων’’ (ΦΕΚ 157/29.4.1937), καταργείται. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εις τον αυτόν επί της Βιομηχανίας Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. (Αντί της σελ. 295(θ) Σελ. 295(ι) Τεύχος 681-Σελ.109 Περιορισμοί Αλιείας 13.Ζ.ε.9-14 | 99 |
Κατάργηση και ίδρυση θέσεων Ειδικού Διοικητικού Τεχνικού Προσωπικού (ΕΔΤΠ) - Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Στα κατωτέρω αναφερόμενα Τμήματα των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων καταργούνται κενές θέσεις Ειδικού Διοικητικού - Τεχνικού Προσωπικού (ΕΔΤΠ) και αντ αυτών ιδρύονται ισάριθμες άλλης κατηγορίας ως ακολούθως: Α. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού: Είκοσι (20) κενές θέσεις ΑΡ κατηγορίας καταργούνται και αντ αυτών ιδρύονται ισάριθμες θέσεις ΑΤ κατηγορίας. Β. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ α) Τμήμα Βιολογίας: Δεκαέξι (16) κενές θέσεις κατηγορίας Μ.Ε. καταργούνται και αντ αυτών ιδρύονται οκτώ (8) θέσεις ΑΤ κατηγορίας και οκτώ (8) ΑΡ κατηγορίας. β) Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών: Δύο (2) κενές θέσεις ΜΕ κατηγορίας καταργούνται και αντ αυτών ιδρύονται ισάριθμες θέσεις ΑΤ κατηγορίας. Γ. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού: Τρεις (3) κενές θέσεις ΑΤ κατηγορίας καταργούνται και αντ αυτών ιδρύονται ισάριθμες θέσεις Μ.Ε. κατηγορίας. Δ. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Τμήμα Χημείας: Μία (1 ) κενή θέση Μ.Ε. κατηγορίας καταργείται και αντ αυτής ιδρύεται μία (1 ) θέση ΑΤ κατηγορίας. Στην Υφυπουργό Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος. | 218 |
7. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1130 της 4 Φεβρ./16 Μαρτ. 1942 Περί προσόντων προαγωγής Διοικητικών Υπαλλήλων αρμοδιότητος Υπουργείου Εσωτερικών. (Αντικατεστάθη δια των διατάξεων του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικος). Σελ.44(α) 166-42 | 183 |
Έγκριση του Οργανισμού του Επιμελητηρίου Έβρου.Διάρθρωση Υπηρεσιών Οι Υπηρεσίες του Επιμελητηρίου Έβρου (Β.Δ. 5.10.1921 ΦΕΚ 192/Α/8.10.1921), διαρθρώνονται σε επίπεδο Διεύθυνσης, η οποία συγκροτείται ως εξής: α. Τμήμα Εμποροβιομηχανικών και Επαγγελματοβιοτεχνικών θεμάτων β. Τμήμα Διοικητικού - Οικονομικού γ.-Τμήμα Μηχανογραφικών Εφαρμογών. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης ανάγονται στα παρακάτω θέματα τα οποία κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων, ως εξής: α.- Τμήμα Εμποροβιομηχανικών και Επαγγελματοβιοτεχνικών θεμάτων Στην αρμοδιότητα του Τμήματος Εμποροβιομηχανικών και Επαγγελματοβιοτεχνικών θεμάτων, ανήκουν: - Η μελέτη κάθε θέματος που αφορούν την βιομηχανία, το εμπόριο, την βιοτεχνία και τα επαγγέλματα για την ενάσκηση του γνωμοδοτικού έργου του Επιμελητηρίου. - Η παρακολούθηση κάθε θέματος που αναφέρεται στο εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο της χώρας, καθώς και στη βιομηχανία της περιφέρειας του Επιμελητηρίου, η ενημέρωση των ενδιαφερομένων μελών επί των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων και η εισήγηση στις αρμόδιες αρχές για τα παραπάνω θέματα. - Η στατιστική παρακολούθηση της εμπορικής και βιομηχανικής κίνησης, η συγκέντρωση και μελέτη όλων των στατιστικών στοιχείων των εκδιδομένων από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες, καθώς και η δημοσίευση των στοιχείων αυτών και των πορισμάτων της μελέτης στο μηνιαίο Δελτίο του Επιμελητηρίου. - Η έρευνα της αγοράς και η μελέτη των προβλημάτων που ανακύπτουν από το εμπόριο και την βιομηχανία. -Η μελέτη, η αντιμετώπιση και παρακολούθηση κάθε θέματος που αφορά τα επαγγέλματα και τις βιοτεχνίες της περιφέρειας του Επιμελητηρίου και η εφαρμογή των σχετικών διατάξεων νόμων και κανονιστικών γενικά πράξεων, καθώς και η ενημέρωση των μελών του Επιμελητηρίου επί των εκάστοτε ισχυόντων. - Η κατάρτιση προγράμματος επί της πορείας και της δραστηριότητας του Επιμελητηρίου ως συμβουλευτικού και γνωμοδοτικού οργάνου της πολιτείας και ως φορέα ανάπτυξης και προαγωγής των επαγγελμάτων και της βιοτεχνίας του εμπορίου και της βιομηχανίας. - Η μελέτη και η πρόταση μέτρων για την απλούστευση των διαδικασιών μέσα στο Επιμελητήριο για την αύξηση της παραγωγικότητας και την ταχύτερη εξυπηρέτηση των συναλλασσομένων. - Η επιμέλεια της προπαρασκευής για συμμετοχή του Επιμελητηρίου σε συνέδρια εσωτερικού και εξωτερικού, καθώς και σε εμπορικές αποστολές. - Η οργάνωση εκθεσιακών εκδηλώσεων στο εσωτερικό και το εξωτερικό σε συνεργασία με τις αρμόδιες Κρατικές Υπηρεσίες. - Η καταγραφή των επιτοπίων εμπορικών συνηθειών και εμπορικών εθίμων. - Η τήρηση ευρετηρίου των εκάστοτε υφισταμένων Σωματείων - Ενώσεων, Ομοσπονδιών, Συνεταιρισμών, κ.λπ. - Η επιμέλεια της σύνταξης έκδοσης και διεκπεραίωσης του μηνιαίου Δελτίου του Επιμελητηρίου. β.- Τμήμα Διοικητικού - Οικονομικού Στην αρμοδιότητα του Τμήματος Διοικητικού - Οικονομικού, ανήκουν: - Ο χειρισμός όλων των θεμάτων υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού. - Η επεξεργασία στοιχείων για την αριθμητική σύνθεση και τις αριθμητικές μεταβολές του προσωπικού. - Η μέριμνα για την διακρίβωση των αναγκών εκπαίδευσης του προσωπικού. - Η μέριμνα για την εφαρμογή προγραμμάτων εκπαίδευσης προσωπικού στο εσωτερικό και εξωτερικό στα πλαίσια της ισχύουσας κάθε φορά σχετικής νομοθεσίας. - Η μέριμνα για την διατήρηση και λειτουργία της βιβλιοθήκης και τον εμπλουτισμό της με έντυπο υλικό. - Η διαδικασία της αλληλογραφίας, δακτυλογράφηση, αναπαραγωγή εγγράφων και εντύπων, διεκπεραίωση και τήρηση του Γενικού Πρωτοκόλλου των εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων. - Η μέριμνα για την βεβαίωση του γνήσιου της υπογραφής του προσωπικού και των άλλων πολιτών. - Η μέριμνα για την παραλαβή από το Εθνικό Τυπογραφείο των φύλλων της Εφημερίδας της Κυβέρνησης ή άλλων εντύπων και διανομή τους στα αρμόδια γραφεία. - Η μέριμνα για την φύλαξη και καθαρισμό της Υπηρεσίας. - Η μέριμνα για την λειτουργία του τηλεφωνικού κέντρου, τηλετύπων, και λοιπών μέσων επικοινωνίας. - Η μέριμνα για την τήρηση των Πρακτικών της Διοικητικής Επιτροπής και του Διοικητικού Συμβουλίου του Επιμελητηρίου. - Η μέριμνα για την κατάρτιση και τροποποίηση του προϋπολογισμού του Επιμελητηρίου. - Η διαχείρηση κάθε δαπάνης καθώς και η εκκαθάριση αποδοχών και γενικά αποζημιώσεων προσωπικού. - Η μέριμνα για την είσπραξη κάθε εσόδου. - Η μέριμνα για την προμήθεια κάθε μηχανήματος, υλικού, εφοδίου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. - Η μέριμνα για την εκτέλεση εργασιών (τυπογραφικών, επισκευής και συντήρησης κτιρίων, εγκαταστάσεων και μηχανημάτων, κ.λπ.). - Η μέριμνα για την εκποίηση κάθε περιουσιακού στοιχείου. - Η μέριμνα για την στέγαση της Υπηρεσίας. - Η μέριμνα για την διαχείρηση υλικού της Υπηρεσίας. γ.-Τμήμα Μηχανογραφικών εφαρμογών Στην αρμοδιότητα του Τμήματος Μηχανογραφικών Εφαρμογών, ανήκουν: - Η τήρηση των μητρώων των μελών του Επιμελητηρίου, η συνεχής ενημέρωσή τους, καθώς και η έκδοση σχετικών πιστοποιητικών. - Η σύνταξη των εκλογικών καταλόγων για την ανάδειξη της Διοικήσεως του Επιμελητηρίου και κάθε σχετική εργασία με τις εκλογές. - Η παραλαβή και έλεγχος δικαιολογητικών για την έκδοση άδειας παραγωγού Ασφαλίσεων, Ασφαλιστικών Πρακτόρων, Μεσίτες Ασφαλίσεων, Ασφαλιστικών Συμβούλων και Συντονιστών Ασφαλιστικών Συμβούλων, καθώς και η τήρηση Ειδικού Μητρώου αυτών. - Η επίδοση αδειών Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων και τήρηση Ειδικού Μητρώου αυτών. - Η παραλαβή και έλεγχος δικαιολογητικών για την εγγραφή στο Ειδικό Μητρώο Εξαγωγέων. - Κάθε ενέργεια για την εφαρμογή του Νόμου περί Εμπορικών Αντιπροσώπων. - Η έκδοση πιστοποιητικών προελεύσεως. - Η διενέργεια διαιτησιών, πραγματογνωμοσυνών, δειγματοληψιών και επίλυσης εμπορικών διαφορών, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. - Η θεώρηση του ομοίου και γνήσιου της υπογραφής των μελών του Επιμελητηρίου. - Η πλήρης κάλυψη των μηχανογραφικών αναγκών όλων των Τμημάτων της Υπηρεσίας από πλευράς ανάλυσης, σχεδίασης, προγραμματισμού, τεκμηρίωσης, υλοποίησης των εφαρμογών του και σύνταξης Ειδικών Τεχνικών Μελετών και Μελετών Σκοπιμότητας, καθώς και τεχνικής υποστήριξης και ασφαλείας του υλικού εξοπλισμού και του λογισμικού. Αρθρο 3 Κατάταξη θέσεων σε Κατηγορίες και Κλάδους 1. Οι θέσεις του μόνιμου προσωπικού κατά κατηγορίες και κλάδους ορίζονται ως εξής: Κατηγορία ΠΕ - Κλάδος ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού, θέσεις τρεις (3) Κατηγορία ΤΕ - Κλάδος ΤΕ Πληροφορικής, θέση μία (1) Κατηγορία ΔΕ - Κλάδος ΔΕ Διοικητικού - Λογιστικού, θέσεις έξι (6) εκ των οποίων μία (1) θέση ειδικότητας εισπράκτορα. - Κλάδος ΔΕ Προσωπικού Η/Υ, θέση μια (1) Ειδικότητα Χειριστών Η/Υ Κατηγορία ΥΕ - Κλάδος ΥΕ Επιμελητών, θέση μία (1) - Κλάδος ΥΕ Προσωπικού Καθαριότητας, θέση μία(1) - Μία θέση προσωρινή καθαρίστριας με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου, που θα καταργηθεί με οποιονδήποτε τρόπο κενωθεί (Ν. 1476/84 - ΦΕΚ136/ Α/84). Προσόντα Διορισμού Ως προσόντα διορισμού σε θέση μόνιμου προσωπικού, ορίζονται τα κατά ειδικότητα προβλεπόμενα στις διατάξεις του Π.Δ. 194/88 (ΦΕΚ 84/Α/88) όπως συμπληρώθηκε με τα Π.Δ. 172/92 (ΦΕΚ 81 /Α/92) και 368/92 (ΦΕΚ 186/Α/92).Προϊστάμενοι Υπηρεσιών Της διεύθυνσης του Επιμελητηρίου Έβρου προΐσταται μόνιμος υπάλληλος του Κλάδου ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού της Κατηγορίας ΠΕ και εν ελλείψει του Κλάδου ΔΕ Διοικητικού - Λογιστικού της Κατηγορίας ΔΕ Των Τμημάτων του εν λόγω Επιμελητηρίου, πλην του Τμήματος Μηχανογραφικών Εφαρμογών, Προΐστανται μόνιμοι υπάλληλοι του Κλάδου ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού και εν ελλείψει ΔΕ Διοικητικού - Λογιστικού Του Τμήματος Μηχανογραφικών Εφαρμογών, προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΤΕ Πληροφορικής ή ΔΕ Προσωπικού Η/Υ και εν ελλείψει ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού ή ΔΕ Διοικητικού - ΛογιστικούΜεταβατικές Διατάξεις Οι κατά την δημοσίευση του παρόντος μόνιμοι υπάλληλοι του Επιμελητηρίου Έβρου κατατάσσονται αυτοδίκαια σε θέσεις αντίστοιχες κατά κλάδους και Κατηγορίες που προβλέπονται στο άρθρο 3 του παρόντος. Από τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται η ΚΥΑ 78602/17420/72 (ΦΕΚ 958/Β/9.11.72) «Περί Οργανώσεως των Υπηρεσιών του ΕΒΕ Αλεξ/πόλης και κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά από το παρόν διάταγμα. Στον Υφυπουργό Ανάπτυξης αναθέτουμε την δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος Διατάγματος. | 287 |
92. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Αριθ. 38110 της 9/25 Σεπτ.2002 (ΦΕΚ Β΄1255) Καθορισμός όρων και προϋποθέσεων ανάρτησης πανώ σε προσόψεις κτιρίων, καθώς και προδιαγραφών και διαδικασίας τοποθέτησης επιγραφών σε κτίρια και κοινόχρηστους χώρους, κατά τις διατάξεις του Ν. 2946/2001. Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις των άρθρων 2 § 3 και 6 § 2 του Ν. 2946/2001 «Υπαίθρια διαφήμιση, Συμπολιτείες Δήμων και Κοινοτήτων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 224/Α/ 8.10.2001). 2. Τις διατάξεις του Ν. 3028/2002 (ΦΕΚ 153/Α/28.6.2002) «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς». 3. Την αριθμ. ΔΙΔΚ/Φ. 1/2/22875/31.10.2001 (ΦΕΚ 1480/ Β/31.10.2001) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, σχετικά με την μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. 4. Την Υ6/31.10.2001 (ΦΕΚ 1484/Β/31.10.2001) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και της Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.,σχετικά με την μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και 5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε: Όροι και προϋποθέσεις για την κατ' εξαίρεση ανάρτηση πανώ σε προσόψεις κτιρίων. Άρθρ.1.-Καθορίζουμε τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη χρονική διάρκεια ισχύος της σχετικής άδειας, για την κατ' εξαίρεση ανάρτηση πανώ, σύμφωνα με το άρθρο 2§3 του Ν. 2946/2001 ως εξής: 1. Για την προβολή καλλιτεχνικών, πολιτιστικών και κοινωνικών εκδηλώσεων, είναι δυνατή η ανάρτηση πανώ σε προσόψεις κτιρίων, στα οποία πραγματοποιούνται οι εκδηλώσεις αυτές, καθώς και σε κτίρια με αμιγή χρήση που ανήκουν στους φορείς που τις διοργανώνουν, με τις κατωτέρω προδιαγραφές: Σελ. 318,468 Τεύχος 1430 Σελ. 82 α. Τοποθετούνται σε επίπεδα παράλληλα στις όψεις του κτιρίου και έχουν συνολική επιφάνεια έως 20 % της αντίστοιχης όψης αυτού. β. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να καλύπτονται τα παράθυρα και τα διαφανή τμήματα των υαλοστασίων, που είναι απαραίτητα για τον απαιτούμενο φυσικό φωτισμό. γ. Πρέπει να βρίσκονται σε απόσταση τουλάχιστον 0,50 m. από τη νοητή κατακόρυφο που περνά από το κράσπεδο του πεζοδρομίου και σε ύψος τουλάχιστον 5 m. δ. Δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το υφιστάμενο μέγιστο ύψος του κτιρίου. ε. Η τοποθέτηση τους γίνεται σε θέσεις που προβλέπονται από αρχιτεκτονική μελέτη, με τις παραπάνω προδιαγραφές και κατόπιν έγκρισης της Ε.Π.Α.Ε. 2. Επιτρέπεται η αναγραφή της επωνυμίας του χορηγού(ή των χορηγών) της εκδήλωσης, με στοιχεία όμως όχι μεγαλύτερα από τα στοιχεία των άλλων λέξεων που αφορούν στην ίδια εκδήλωση. 3. Τοποθετούνται το νωρίτερο ένα μήνα πριν την έναρξη της εκδήλωσης και αφαιρούνται εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από τη λήξη τους, με ευθύνη του φορέα που οργανώνει την εκδήλωση. 4.Απαιτείται άδεια του οικείου ΟΤΑ, που χορηγείται ατελώς, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, με απόφαση του Δημάρχου ή Προέδρου της Κοινότητας, η οποία εκδίδεται μετά από έγκριση της ΕΠΑΕ και έλεγχο της τήρησης των προδιαγραφών της παρούσας από τον ΟΤΑ. Η αίτηση για τη χορήγηση της άδειας πρέπει να συνοδεύεται από πλήρη φάκελο στοιχείων (διαστάσεις, χρονικό διάστημα ανάρτησης κ.λπ.). 5.Απαγορεύεται η ανάρτηση πανώ εντός των αρχαιολογικών χώρων, των ιστορικών τόπων και κατά μήκος των ορίων τους. Ειδικώς για τα μνημεία του Καταλόγου της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, απαγορεύεται η ανάρτηση πανώ σε οποιοδήποτε σημείο που εντάσσεται στο πεδίο θέασης τους. Επιτρέπεται η ανάρτηση πανώ πλησίον αρχαίου ή νεότερου μνημείου, με άδεια που χορηγεί η αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, έπειτα από γνώμη του Συμβουλίου. 6. Για τους παραβάτες των παραπάνω, εφαρμόζονται αναλόγως οι κυρώσεις που προβλέπονται από το Νόμ. 2946/2001. 3.Z.α.92 ΄Εσοδα Δήμων και Κοινοτήτων Προϋποθέσεις, προδιαγραφές και διαδικασία τοποθέτησης των επιγραφών σε κτίρια και κοινόχρηστους χώρους. Άρθρ.2.- Καθορίζουμε τις προϋποθέσεις, τις προδιαγραφές, τη μορφή του περιεχομένου και τη διαδικασία τοποθέτησης των επιγραφών σε κτίρια και κοινόχρηστους χώρους, σύμφωνα με το άρθρο 6 § 2 του Ν. 2946/2001 ως εξής: 1.Οι επιγραφές που αναγράφονται, προσαρτώνται ή αναρτώνται σε τοίχους, προθήκες, θύρες καταστημάτων, γραφείων ή κατοικιών και είναι σχετικές με εργασίες που εκτελούνται στους χώρους αυτούς, τοποθετούνται παράλληλα με τις όψεις του κτιρίου. 2. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, η τοποθέτηση επιγραφών επιτρέπεται μόνο στο ισόγειο του κτιρίου. Η έγκριση, με την έκδοση οικοδομικής άδειας, αρχιτεκτονικής μελέτης που προβλέπει ειδικές θέσεις τοποθέτησης επιγραφών στο ισόγειο κτιρίου, καθώς και η τοποθέτηση επιγραφών στο ισόγειο κτιρίου, σε κάθε άλλη περίπτωση, επιτρέπεται μόνον υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: * Ότι οι επιγραφές έχουν μέγιστο συνολικό ύψος 0,70 m. * Ότι οι επιγραφές μπορούν να εξέχουν από την όψη του κτιρίου μέχρι 0,20 m. * Σε περίπτωση που υπάρχει στην όψη του κτιρίου εμφανής κάνναβος, ότι οι επιγραφές τοποθετούνται μεταξύ των υποστυλωμάτων, χωρίς να τα επικαλύπτουν. * Ότι σε καμία περίπτωση, δεν επιτρέπεται να καλύπτονται τα παράθυρα και τα διαφανή τμήματα των υαλοστασίων, που είναι απαραίτητα για τον απαιτούμενο φυσικό φωτισμό. 4. Σε περίπτωση που στην αρχιτεκτονική μελέτη του κτιρίου, όπως αυτή έχει εγκριθεί με την έκδοση της οικοδομικής άδειας, προβλέπονται θέσεις για την τοποθέτηση επιγραφών στο ισόγειο κτιρίου, η τοποθέτηση επιγραφών επιτρέπεται μόνον στις θέσεις αυτές. 5. Σε κτίρια με ενιαία χρήση, επιτρέπεται κατ' εξαίρεση, επιπλέον του ισογείου, η τοποθέτηση μιας μόνον επιγραφής άνωθεν του ισογείου. Και η επιγραφή αυτή τοποθετείται παράλληλα με την όψη του κτιρίου. Η τοποθέτηση επιγραφής άνωθεν του ισογείου υπόκειται, κατά τα λοιπά, στις προδιαγραφές υπό στοιχεία α - γ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου. Σε καμία περίπτωση η επιγραφή αυτή, δεν επιτρέπεται να καλύπτει παράθυρα ή διαφανή τμήματα των υαλοστασίων. Η επιγραφή αυτή μπορεί όμως να αποτελείται από ανεξάρτητα στοιχεία, με διαστάσεις κατ' ανώτατο όριο 0,70 Χ 0,70 m, τα οποία μπορεί να διατάσσονται και καθέτως σε μια στήλη μέγιστου πλάτους ενός στοιχείου. Σε περίπτωση που στην αρχιτεκτονική μελέτη του κτιρίου, όπως αυτή έχει εγκριθεί με την έκδοση της οικοδομικής άδειας, προβλέπεται θέση για την τοποθέτηση επιγραφής άνωθεν του ισογείου, η τοποθέτηση της επιγραφής αυτής επιτρέπεται μόνον στην προβλεπόμενη θέση. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η τοποθέτηση επιγραφής άνωθεν του ισογείου κτιρίου, επιτρέπεται μόνο μετά από έγκριση της ΕΠΑΕ. 6. Κατ' εξαίρεση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι επιγραφές φαρμακείων, κλινικών και νοσοκομείων, επιτρέπεται να είναι κάθετες προς την όψη του κτιρίου. Οι κάθετες αυτές επιγραφές έχουν διαστάσεις κατ' ανώτατο όριο 0,70 Χ 0,70 Χ 0,25 m και δεν μπορεί να απέχουν από την όψη του κτιρίου περισσότερο από 0,30 m. Το κάτω μέρος των επιγραφών, δεν μπορεί να απέχει λιγότερο των 3 m από τη στάθμη του πεζοδρομίου και η εξωτερική πλευρά τους να βρίσκεται σε απόσταση πέραν των 0,50 m. από την νοητή κατακόρυφο που περνά από το κράσπεδο του πεζοδρομίου. 7. Η ανάρτηση ή τοποθέτηση επιγραφών στα στηθαία ή κιγκλιδώματα των εξωστών, στα προστεγάσματα και στις λειτουργικές προεξοχές (έρκερ) των κτιρίων απαγορεύεται. 8. Δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση φωτεινών επιγραφών στους χώρους του άρθρου 2 § 1 του Ν. 2946/2001. 9. Στις φωτιζόμενες επιγραφές, η ένταση του φωτισμού δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει κατά περισσότερα από 250 κηρία την ανώτατη ένταση φωτός που υπάρχει στο δημόσιο χώρο, στον οποίο βρίσκεται πλησιέστεραη επιγραφή. Ο φωτισμός δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιεί μέσα δημιουργίας οπτικών εντυπωσιασμών, όπως τρεμολαμπυίσματα, χρωματικές εναλλαγές, κινούμενες προβολές κ.λπ. 10. Στις επιγραφές που βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των 30 μέτρων από δασικές εκτάσεις ή εκτάσεις με πλούσια βλάστηση, δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν υλικά με πυραντοχή μικρότερη των 240 λεπτών (RF240). 11. Επιτρέπεται η τοποθέτηση ενημερωτικών επιγραφών που δηλώνουν την ιδιότητα των ενοίκων, επί τοίχου παρά την είσοδο κτιρίου ή αυλόθυρα με μέγιστες διαστάσεις 0,20 m Χ 0,30 m. 12. Σχετικά με την τοποθέτηση επιγραφών σε πρατήρια πωλήσεως υγρών καυσίμων, ισχύουν οι προδιαγραφές των διατάξεων του Π.Δ. 1224/81 (ΦΕΚ 303/Α) και Β.Δ. 465/9.7.70 (ΦΕΚ 156/Α). (Μετά τη σελ. 318,468) Σελ.318,469 Τεύχος 1430 Σελ. 83 ΄Εσοδα Δήμων και Κοινοτήτων 3.Z.α.92 13. Απαγορεύεται η τοποθέτηση πινακίδων εντός των αρχαιολογικών χώρων, των ιστορικών τόπων και κατά μήκος των ορίων τους. Ειδικώς για τα μνημεία του Καταλόγου της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, απαγορεύεται η τοποθέτηση πινακίδων σε οποιοδήποτε σημείο που εντάσσεται στο πεδίο θέασης τους. Επιτρέπεται η τοποθέτηση πινακίδων πλησίον αρχαίου ή νεότερου μνημείου, με άδειαπου χορηγείη αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, έπειτα από γνώμη του Συμβουλίου. 14. Για τους παραβάτες των παραπάνω, εφαρμόζονται αναλόγως οι κυρώσεις που προβλέπονται από το Ν. 2946/2001 και το Ν. 3028/2002. | 334 |
10. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. 108 της 3/11 Οκτ. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 174) Περί αναπροσαρμογής των παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος εις δραχμάς διαθεσίμων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου εκ της συμμετοχής της Ελλάδος εις το κεφάλαιον του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. | 104 |
Subsets and Splits
No community queries yet
The top public SQL queries from the community will appear here once available.